Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Ιουνίου 28, 2017

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος





Ὁ Παῦλος γεννήθηκε στὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας (Πρ. 22, 3) ἀπὸ Ἑβραίους γονεῖς τῆς φυλῆς Βενιαμὶν (Ρωμ. 11, 1. Φιλιππ. 3, 6). Ὡς πρὸς τὴν ἐξήγηση τοῦ νόμου ἀνῆκε στοὺς Φαρισαίους (Φιλιππ. 3, 6), ἦταν ρωμαῖος πολίτης (Πρ. 16, 37-38), πολίτης τῆς ξακουστῆς πόλης Ταρσοῦ (Πρ. 21, 39). Τὸ ἑβραϊκό του ὄνομα ἦταν Σαούλ.

Ὁ Ἱερώνυμος ἀναφέρει ὅτι ὁ Παῦλος, κατὰ παράδοση, καταγόταν ἀπὸ τὰ Γίσχαλα τῆς Παλαιστίνης. Τοῦτο πιθανῶς νὰ σημαίνει ὅτι κάποιος πρόγονὸς του καταγόταν ἀπὸ τὰ Γίσχαλα.

Στὴν Ταρσό, ποὺ ἦταν τότε κέντρο ἑλληνικῆς παιδείας καὶ στωικῆς φιλοσοφίας, διδάχτηκε ὁ Παῦλος τὰ ἑλληνικὰ καὶ γνώρισε τὴν ἑλληνικὴ σκέψη. Γι' αὐτὸ ὅταν μιλάει στοὺς Ἀθηναίους φέρνει στὸ νοῦ τους ἐκφράσεις γνωστὲς σ' αὐτούς, μέσα ἀπὸ τὶς ὁποῖες θέλει νὰ περάσει τὸ μήνυμά του καὶ νὰ δώσει ἕνα παράδειγμα γιὰ τὸν τρόπο διοχέτευσης τοῦ χριστιανικοῦ κηρύγματος.

Ἡ ἑβραϊκή του καταγωγή, ἡ ἑλληνική του παιδεία καὶ ἡ ἰδιότητά του ὡς ρωμαίου πολίτη καθιστοῦσαν τὸν Παῦλο ἴσως τὸν πιὸ κατάλληλο κήρυκα τῶν χριστιανικῶν ἰδεῶν στὸν κόσμο τῆς ἐποχῆς του. Ὁ κοσμοπολιτισμὸς του ὅμως δὲν τὸν ἐμπόδισε νὰ γίνει τακτικὸς ἐπισκέπτης τῆς ἰουδαϊκῆς συναγωγῆς τῆς Ταρσοῦ καὶ φανατικὸς ὑποστηρικτὴς τοῦ ἰουδαϊκοῦ νόμου καὶ τῶν ὁραματισμῶν τῶν ὁμοφύλων του: διδάχτηκα μὲ ἀκρίβεια τὸ νόμο τῶν πατέρων μας, ἀγωνίστηκα μὲ ζῆλο γιὰ τὸ Θεὸ (Πρ. 22, 3) καὶ ἤμουν ἄμεμπτος σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν τήρηση τοῦ νόμου (Φιλιπ. 3, 6). Σ' αὐτὸ συνέτεινε περισσότερο καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι νωρὶς πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ σπουδάσει τὸ νόμο κοντὰ στοὺς ραββίνους.

Οἱ εὔποροι, ὅπως φαίνεται, γονεῖς του θέλησαν ὄχι μόνο νὰ τὸν μορφώσουν περισσότερο, ἀλλὰ καὶ νὰ τὸν ἀπομακρύνουν ἴσως ἀπὸ ἐπιδράσεις ποὺ μποροῦσαν νὰ ἀσκήσουν ἐπάνω του τὰ φιλοσοφικὰ ρεύματα ποὺ διακινοῦνταν στὴν Ταρσὸ καὶ τὸ εἰδωλολατρικὸ καὶ ἑλληνιστικὸ περιβάλλον καθὼς καὶ ἡ διάδοση τῶν μυστηριακῶν θρησκειῶν.

Στὰ Ἱεροσόλυμα ἔμενε καὶ ἡ ἀδελφή τοῦ Παύλου, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὶς Πράξεις, ὅπου γίνεται λόγος γιὰ τὸν ἀνεψιὸ του (Πρ. 23, 16). Στὴν πόλη αὐτὴ ἔγινε μαθητὴς τοῦ Γαμαλιὴλ (Πρ. 22, 3), βυθίστηκε στὴ μελέτη τῆς νομικῆς θεολογικῆς ἐπιστήμης τοῦ ραββινισμοῦ καὶ καυχόταν ὅτι αὐτὸς ὁ Ἰουδαῖος τῆς διασπορᾶς πρόκοβε στὸν Ἰουδαϊσμὸ πιὸ πολὺ ἀπὸ πολλοὺς συνομήλικους συμπατριῶτες του, γιατί εἶχε μεγαλύτερο ζῆλο γιὰ τὶς προγονικές του παραδόσεις (Γαλ. 1, 14).

Ὁ Παῦλος φαίνεται ὅτι ἔμεινε διὰ βίου ἄγαμος, γιατί αὐτὸ ποὺ γράφει πρὸς τοὺς Κορινθίους (1 Κορ. 9, 5), μήπως δὲν ἔχω δικαίωμα νὰ ἔχω μαζί μου στὰ ταξίδια «ἀδελφὴ γυναίκα», ὅπως κάνουν καὶ οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι καὶ τὰ ἀδέρφια τοῦ Κυρίου καὶ ὁ Κηφᾶς; σημαίνει μᾶλλον τὸ δικαίωμα νὰ τὸν συνοδεύει στὶς ἱεραποστολικές του περιοδεῖες μία γυναίκα, χριστιανὴ ἀδερφή, γιὰ νὰ τὸν ὑπηρετεῖ, ὥστε ὁ ἴδιος νὰ ἐπιδίδεται ἀνενόχλητα στὸ ἔργο του. ’λλωστε εἶχε, ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει, ἀρρώστια ἀθεράπευτη ποὺ καὶ αὐτὴ ἴσως δὲν τὸν ἐπέτρεπε νὰ δημιουργήσει οἰκογένεια: Γιὰ νὰ μὴν περηφανεύομαι, ὁ Θεός μοῦ ἔδωσε μία ἀρρώστια, ἕνα ὑπηρέτη τοῦ σατανᾶ νὰ μὲ ταλαιπωρεῖ. Γι' αὐτὴ τὴν ἀρρώστια τρεῖς φορὲς παρακάλεσα τὸν Κύριο νὰ τὴ διώξει ἀπὸ πάνω μου. Ἡ ἀπάντησή του ἦταν: «Σοῦ ἀρκεῖ ἡ δωρεά μου, γιατί ἡ δύναμή μου φανερώνεται στὴν πληρότητά της μέσα σ' αὐτὴ τὴν ἀδυναμία σου» (2 Κορ. 12, 7-9).

Ἡ γέννησή του τοποθετεῖται μεταξύ τοῦ 5 καὶ 15 μ.Χ. Στὴν Ἱερουσαλὴμ πρέπει νὰ ἦρθε γύρω στὸ 30 καὶ δὲν εἶναι βέβαιο ἂν γνώρισε τὸ Χριστὸ κατ' ἄνθρωπο (πρβλ. 2 Κορ. 5, 16).

Στὸ λιθοβολισμὸ τοῦ Στεφάνου ὁ νεανίας καλούμενος Σαῦλο ς ἦταν παρὼν καὶ ὄχι μόνο στὰ πόδια του ἄφησαν οἱ λιθοβολήσαντες τὸ Στέφανο Ἰουδαῖοι τὰ ἱμάτιά τους ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ἐπικροτοῦσε τὴ θανάτωση τοῦ Στεφάνου (Πρ. 7, 59-60). Ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία αὐτὴ ὁ Παῦλος φανατίστηκε ἀκόμη περισσότερο ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, ρήμαζε τὴν Ἐκκλησία, ἔμπαινε μὲ τὴ βία στὰ σπίτια, ἔσερνε ἔξω ἄντρες καὶ γυναῖκες καὶ τοὺς ἔριχνε στὴ φυλακὴ (Πρ. 8, 3).

Σὲ μία τέτοια στιγμὴ παροξυσμοῦ, τὸ 34, τὸν κάλεσε ὁ Χριστὸς κοντά του καὶ ἀπὸ ἐχθρό του (πρβλ. Ρωμ. 5, 10) τὸν ἔκαμε ἐκείνη τὴ στιγμὴ σκεῦος ἐκλογῆς (Πρ. 9, 15). Τὸ ὅραμα τοῦ Παύλου στὸ δρόμο πρὸς τὴ Δαμασκὸ (Πρ. 9, 1-29. 22, 3-21. 26, 9-20• πρβλ. Γαλ. 1, 13-16. 1 Κορ. 15, 8. Φιλιππ. 3, 12. Ἐφ. 3, 3), ὅπου πήγαινε νὰ συλλάβει χριστιανούς, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, νὰ τοὺς φέρει στὰ Ἱεροσόλυμα (Πρ. 9, 1 ἑξ.), ἀποτελεῖ συγκλονιστικὸ γεγονὸς γιὰ τοὺς Ἰουδαίους. Ἡ Δαμασκὸς σημάδεψε καίρια τὴ ζωὴ τοῦ Παύλου καὶ ἀπὸ τὴ στιγμὴ ἐκείνη τῆς μεταστροφῆς του ἄρχισε γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἡ θετικὴ μέτρηση.

Στὴ Δαμασκὸ ὁ Παῦλος βαφτίστηκε καὶ κατηχήθηκε ἀπὸ τὸν Ἀνανία (Πρ. 9, 17-19) καὶ ἀναχώρησε στὴν Ἀραβία (Γαλ. 1, 17), ἴσως γιὰ λόγους ἀσφάλειας.

Ἀπὸ τὴν Ἀραβία (τὸ βασίλειο τῶν Ναβαταίων στὰ νότια τῆς Δαμασκοῦ) γύρισε καὶ πάλι στὴ Δαμασκὸ (Γαλ. 1, 17), ὅπου γιὰ τρία χρόνια ἐργάστηκε ἱεραποστολικά, ἀπὸ τὸ 34 μέχρι τὸ 37. Ἐξαιτίας τῶν ἐπιβουλῶν τῶν Ἰουδαίων ἐναντίον του ἀναγκάστηκε νὰ φύγει ἀπὸ τὴ Δαμασκὸ (Πρ. 9, 23-25) καὶ στὴ φυγὴ του αὐτὴ συντέλεσε καὶ ὁ ἐθνάρχης Ἀρέθας, βασιλιὰς τῶν Ναβαταίων, ποὺ ἤθελε νὰ τὸν πιάσει (2 Κορ. 11, 32-33).

Τὸ 37 πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ γνωρίσει τὸν Πέτρο καὶ ἐκεῖ ἔμεινε 15 ἡμέρες. Τότε γνώρισε, ἀπὸ τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους, μόνο τὸν ἀδελφόθεο Ἰάκωβο (Γαλ. 1, 18-19). Ἀπὸ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων μαθαίνουμε ὅτι ὁ Βαρνάβας ἔκαμε γνωστὸ τὸν Παῦλο στοὺς χριστιανικοὺς κύκλους τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ στοὺς ἄλλους Ἀποστόλους, ποὺ δὲν ἤθελαν νὰ πιστέψουν ὅτι ὁ Παῦλος ἦταν πιὰ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἐνῶ ὁ Παῦλος προσπαθοῦσε νὰ συνδεθεῖ μὲ τοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, αὐτοὶ τὸν φοβοῦνταν (Πρ. 9, 26). Στὶς λίγες ἡμέρες τῆς παραμονῆς του στὰ Ἱεροσόλυμα, συζητοῦσε ὁ Παῦλος μὲ τοὺς ἑλληνιστὲς Ἰουδαίους ποὺ ἤθελαν νὰ τὸν φονεύσουν• γι' αὐτὸ οἱ Χριστιανοὶ τὸν πῆγαν μέχρι τὴν Καισάρεια καὶ ἀπὸ ἐκεῖ τὸν ἐξαπέστειλαν στὴν πατρίδα του Ταρσὸ (Πρ. 9, 26-30).

Γιὰ τὴ δράση τοῦ Παύλου στὶς περιοχὲς τῆς Συρίας καὶ Κιλικίας (Γαλ. 1,21), στὴ δεκαετία ἀπὸ τὸ 37 μέχρι τὸ 47, γιὰ τὴν ὁποία ἄκουγαν οἱ ἄλλες Ἐκκλησίες καὶ δόξαζαν τὸ Θεό, πὼς αὐτὸς ποὺ κάποτε τὶς καταδίωκε καὶ τώρα κηρύττει τὴν πίστη ποὺ ἄλλοτε προσπαθοῦσε νὰ ἐξαφανίσει (Γαλ. 1, 22-23), δὲν γνωρίζουμε τίποτα περισσότερο.

Ἀργότερα ὁ Βαρνάβας βρῆκε τὸν Παῦλο στὴν Ταρσὸ καὶ τὸν ἔφερε στὴν Ἀντιόχεια, ὅπου ἀφοσιώθηκαν γιὰ ἕνα ὁλόκληρο χρόνο στὸ κήρυγμα κυρίως ἀνάμεσα στοὺς Ἐθνικοὺς (Πρ. 11, 25-26).

Ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια ὁ Παῦλος καὶ ὁ Βαρνάβας πῆγαν στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ μεταφέρουν τὴ βοήθεια τῶν χριστιανῶν τῆς Ἀντιοχείας πρὸς τοὺς ἀδελφούς τῆς Ἱερουσαλήμ, ποὺ ὑπόφεραν ἀπὸ τὸ λιμὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Κλαυδίου (Πρ. Π, 27-30). Στὴν ἐπιστροφή τους στὴν Ἀντιόχεια πῆραν μαζί τους καὶ τὸ Μάρκο (Πρ. 12, 25). Ἴσως ὁ Παῦλος ἔκαμε ἀκόμη ἕνα ταξίδι στὰ Ἱεροσόλυμα μὲ τὸ Βαρνάβα καὶ τὸν Τίτο (Γαλ. 2, 1 ἐξ.)

Ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια ἄρχισε τὸ τεράστιο ἔργο τοῦ Παύλου μὲ τὴν πρώτη ἀποστολικὴ περιοδεία (47-48), στὴν ὁποία τὸν ἔστειλε μαζὶ μὲ τὸ Βαρνάβα ἡ χριστιανικὴ κοινότητα τῆς Ἀντιόχειας (Πρ. 13, 2-3).

Ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια κατέβηκαν στὴ Σελεύκεια, ἀπέπλευσαν στὴν Κύπρο καὶ δίδαξαν στὴ Σαλαμίνα, στὶς ἑβραϊκὲς συναγωγές. Κοντὰ τους ἦταν καὶ ὁ ἀνεψιὸς τοῦ Βαρνάβα, ὁ Μάρκος. Πέρασαν τὸ νησὶ μέχρι τὴν Πάφο• ἐδῶ πίστεψε ὁ ἀνθύπατος Σέργιος Παῦλος καὶ τιμωρήθηκε ὁ μάγος Ἐλίμας (Βαριησοῦς), Ἰουδαῖος ψευδοπροφήτης. Ἀπὸ τὴν Πάφο πῆγαν στὴν Πέργη τῆς Παμφυλίας. Ἀπὸ ἐδῶ τοὺς ἐγκατέλειψε ὁ Μάρκος, ποὺ γύρισε στὰ Ἱεροσόλυμα. Ἡ Ἀντιόχεια τῆς Πισιδίας ἦταν ὁ ἑπόμενος σταθμὸς τοῦ Παύλου καὶ τοῦ Βαρνάβα. Στὴν πόλη αὐτὴ κήρυξαν ὄχι μόνο στὴ συναγωγὴ ἀλλὰ καὶ στοὺς Ἐθνικοὺς ποὺ ἦταν προσήλυτοι στὸν Ἰουδαϊσμό. Ἡ παρουσία τους στὴν Ἀντιόχεια ἦταν ἐντυπωσιακή, ὥστε οἱ Ἰουδαῖοι ξεσήκωσαν ἐναντίον τους τὸν κόσμο καὶ τὶς ἀρχὲς τῆς πόλης. Ὁ Παῦλος καὶ ὁ Βαρνάβας ἀναγκάστηκαν τότε νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν Ἀντιόχεια καὶ νὰ πᾶνε στὸ Ἰκόνιο (Πρ. 13, 4-52). Καὶ ἐδῶ ὅμως τοὺς ἀκολούθησαν πολλοὶ Ἰουδαῖοι καὶ Ἐθνικοὶ ἀλλὰ καὶ πάλι ἐκδιώχτηκαν, ὁπότε ἀναγκάστηκαν νὰ καταφύγουν στὶς πόλεις τῆς Λυκαονίας Λύστρα καὶ Δέρβη καὶ τὰ περίχωρα, κηρύττοντες τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Στὰ Λύστρα ὁ Παῦλος θεράπευσε κάποιο χωλὸ ἀπὸ γεννησιμιοῦ του. Οἱ Ἰουδαῖοι ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια καὶ τὸ Ἰκόνιο, ἀφοῦ ξεσήκωσαν τὸ λαὸ τῶν Λύστρων, λιθοβόλησαν τὸν Παῦλο μέχρι θανάτου καὶ τὸν μετέφεραν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη. Τὴν ἄλλη ἡμέρα ὁ Παῦλος καὶ ὁ Βαρνάβας πῆγαν στὴ Δέρβη, ὅπου ἄγρευσαν ἀρκετούς. Ἀπὸ τὴ Δέρβη ἐπέστρεψαν στὰ Λύστρα, στὸ Ἰκόνιο καὶ τὴν Ἀντιόχεια γιὰ νὰ στηρίζουν τοὺς πιστεύσαντες καὶ νὰ χειροτονήσουν γὶ αὐτοὺς Πρεσβυτέρους σὲ κάθε Ἐκκλησία. Μέσω τῆς Πισιδίας ἦρθαν στὴν Παμφυλία, κήρυξαν στὴν Πέργη καὶ κατέβηκαν στὴν Ἀττάλεια.

Ὕστερα ἀπὸ τὴν περιοδεία αὐτή, ποὺ εἶχε στόχο τὶς μεγάλες ἰουδαϊκὲς κοινότητες τῆς Κύπρου καὶ Ἀσίας καὶ σὲ δεύτερο λόγο τοὺς Ἐθνικούς, πρὸς τοὺς ὁποίους στρεφόταν ὁ Παῦλος μέσω τῶν Ἐθνικῶν προσηλύτων, ξαναγύρισαν στὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας (Πρ. 14, 1-26).

Ἡ περιοδεία αὐτή, ποὺ ἦταν γεμάτη διωγμοὺς καὶ ταλαιπωρίες (2 Τιμ. 3, 11), πέτυχε γιατί δημιουργήθηκαν πολλὲς χριστιανικὲς κοινότητες κυρίως ἀνάμεσα στοὺς Ἐθνικούς.

Στὴν Ἀντιόχεια ὁ Παῦλος καὶ ὁ Βαρνάβας ἔμειναν ἀρκετὸ καιρὸ μὲ τοὺς Χριστιανοὺς (Πρ. 14, 28). Τὸ 49 ὁ Παῦλος ἔλαβε μέρος στὴν Ἀποστολικὴ Σύνοδο στὰ Ἱεροσόλυμα.

Ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια ξεκίνησε καὶ πάλι ὁ Παῦλος γιὰ τὴ δεύτερη περιοδεία του (49-52)• αὐτὴ τὴ φορὰ ὅμως εἶχε ὡς συνοδὸ τὸ Σίλα καὶ ὄχι τὸ Βαρνάβα. Ὁ Βαρνάβας δὲ δέχτηκε νὰ λάβει μέρος στὴν περιοδεία αὐτή, γιατί ὁ Παῦλος ἀρνήθηκε νὰ πάρουν μαζί τους τὸ Μάρκο, ποὺ τοὺς ἄφησε στὴ διάρκεια τῆς πρώτης περιοδείας καὶ γύρισε στὴν Ἀντιόχεια. Ὕστερα ἀπὸ τὸ ἐπεισόδιο αὐτὸ ὁ Βαρνάβας πῆρε τὸ Μάρκο καὶ πῆγαν στὴν Κύπρο (Πρ. 15, 35-40).

Ὁ Παῦλος μὲ τὸ Σίλα πέρασαν τὴ Συρία καὶ Κιλικία, στηρίζοντες τὶς Ἐκκλησίες στὶς χῶρες αὐτὲς (Πρ. 15, 41) καὶ ἔφτασαν στὴ Δέρβη καὶ στὰ Λύστρα. Ἀπὸ τὴν πόλη αὐτὴ παρέλαβαν μαζί τους τὸν Τιμόθεο, ἀφοῦ τὸν περιέτεμαν γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουν ἔτσι τοὺς Ἰουδαίους τῶν περιοχῶν ἐκείνων. Στὴ συνέχεια πέρασαν ἀπὸ τὴ Φρυγία καὶ τὴ Γαλατικὴ χώρα, τὴ χώρα δηλ. τῶν παλαιῶν Γαλατῶν (Πρ. 16, 1-6). Ἐδῶ ὁ Παῦλος ἀσθένησε, ἀναγκάστηκε ἔτσι νὰ μείνει κοντὰ στοὺς Γαλάτες καὶ νὰ κηρύξει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ (Γαλ. 4, 13-15). Μὲ τὴν ὑπόδειξη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀφοῦ ὁ Παῦλος, ὁ Σίλας καὶ ὁ Τιμόθεος παρέκαμψαν τὴ Μυσία καὶ ἀπέφυγαν τὴ Βιθυνία, κατέβηκαν στὴν Τρωάδα. Ἐδῶ προστέθηκε στὴ συνοδεία τους καὶ ὁ Λουκᾶς.

Ἐνῶ ὁ σκοπὸς τοῦ Παύλου, στὴ δεύτερή του αὐτὴ περιοδεία, ἦταν νὰ ἐπισκεφθεῖ τὶς Ἐκκλησίες ποὺ εἶχε ἱδρύσει πιὸ μπροστὰ καὶ νὰ ἰδεῖ πῶς ἔχουν, τώρα, μὲ τὸν ἐρχομό του στὴν Τρωάδα, ἡ τωρινὴ περιοδεία του θὰ πάρει ἄλλη μορφὴ καὶ οἱ διαστάσεις της θὰ διευρυνθοῦν.

Ὕστερα ἀπὸ ἕνα νυχτερινὸ ὅραμα ἦρθε ὁ Παῦλος μὲ τοὺς συνεργάτες του μέσω Σαμοθράκης στὴ Νεάπολη τῆς Μακεδονίας καὶ ἀπὸ τὴ Νεάπολη στοὺς Φιλίππους. Τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴν Ἀσία στὴν Εὐρώπη ἦταν ἕνα σημαντικὸ γεγονὸς στὴν Ἐκκλησία καὶ στὸν κόσμο.

Στοὺς Φιλίππους ἔμειναν μερικὲς ἡμέρες καὶ βάφτισαν τὴ Λυδία καὶ τοὺς δικούς της. Ἡ θεραπεία ὅμως μιᾶς μαντευόμενης δούλης, ποὺ ἔφερνε πολλὰ κέρδη στοὺς κυρίους της, ἔγινε αἰτία νὰ ραβδιστοῦν καὶ νὰ μποῦν στὴ φυλακὴ γιὰ ἀντιρωμαϊκὲς δῆθεν ἐνέργειες. Οἱ κατηγορίες, ποὺ τοὺς προσάπτονται, ὅταν ὁδηγοῦνται βιαίως στὴν ἀγορὰ γιὰ νὰ παρουσιαστοῦν στὶς ἀρχές, εἶναι ὅτι ὁ Παῦλος καὶ οἱ συνεργάτες τους εἶναι Ἰουδαῖοι καὶ προκαλοῦν ταραχὲς στὴν πόλη, θέλοντας νὰ εἰσαγάγουν ἔθιμα ποὺ δὲν ἐπιτρέπονταν νὰ τὰ δεχτοῦν ἢ νὰ τὰ τηροῦν ὅσοι ἦταν Ρωμαῖοι. Ἔτσι οἱ Ρωμαῖοι ἄρχοντες τῶν Φιλίππων ὑποκύπτουν στὸ ἀντιϊουδαϊκὸ πνεῦμα τῶν πολιτῶν καὶ τιμωροῦν τὸν Παῦλο καὶ τοὺς συνεργάτες του ὡς Ἰουδαίους, χωρὶς κἄν νὰ ὑποψιάζονται ὅτι τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων ξεπέρασε τοὺς Ἰουδαίους καὶ τὸ μωσαϊκὸ νόμο καὶ γι' αὐτὸ ἀποτελοῦσε πρόκληση καὶ γιὰ τοὺς Ἰουδαίους.

Οἱ φυλακισμένοι Ἀπόστολοι ἐλευθερώθηκαν μὲ θαυμαστὸ τρόπο καὶ αὐτὸ ἔγινε αἰτία νὰ βαπτιστοῦν Χριστιανοὶ ὁ φύλακάς τους μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς δικούς του (Πρ. 16, 7-40).

Ἀπὸ τοὺς Φιλίππους, μέσω τῆς Ἀμφίπολης καὶ τῆς Ἀπολλωνίας, ὁ Παῦλος μὲ τὸ Σίλα καὶ τὸν Τιμόθεο ἦρθαν στὴ Θεσσαλονίκη, ρωμαϊκὴ ἀποικία μὲ δικαιώματα ἐλεύθερης πόλης, πρωτεύουσα τῆς μεγάλης σὲ ἔκταση ρωμαϊκῆς ἐπαρχίας τῆς Μακεδονίας, πόλη πλούσια καὶ σημεῖο ἀναφορᾶς γιὰ τὸ ἐμπόριο, τὶς συγκοινωνίες καὶ τὴν πνευματικὴ κίνηση. Ὁ Λουκᾶς δὲν τοὺς συνόδεψε ὥς τὴ Θεσσαλονίκη• ἔμεινε στοὺς Φιλίππους.

Στὴ Θεσσαλονίκη ὁ Παῦλος κήρυξε στὴ συναγωγὴ τῶν Ἰουδαίων ἐπὶ τρία συνεχόμενα Σάββατα, χωρὶς αὐτὸ νὰ σημαίνει ὅτι δὲν παρέμεινε στὴν πόλη αὐτὴ περισσότερο χρόνο ἀπὸ τρεῖς ἑβδομάδες. Ἴσως τὰ λόγια τοῦ Παύλου (1 Θεσσ. 1, 7-8 καὶ Φιλιππ. 4, 16) προϋποθέτουν περισσότερο χρόνο δράσης τοῦ Παύλου στὴ Θεσσαλονίκη. Ἡ δράση αὐτὴ τοῦ Παύλου προκαλεῖ τοὺς Ἰουδαίους τῆς Θεσσαλονίκης, ποὺ δημιουργοῦν ἀναταραχὴ καὶ κατηγοροῦν τοὺς Ἀποστόλους. Ἔτσι οἱ ἀρχὲς τῆς πόλης, οἱ πολιτάρχες, ἑτοιμάζονται νὰ ἐπέμβουν, ὀπότε ὁ Παῦλος μὲ τοὺς συνοδοὺς του ἀναγκάζονται νὰ φύγουν νύχτα στὴ Βέροια.

Ἡ ὀλιγόχρονη μὰ καρποφόρα παραμονὴ τοῦ Παύλου στὴ Θεσσαλονίκη συνοδεύτηκε ἀπὸ πόνους προσωπικοὺς καὶ οἱ Θεσσαλονικεῖς, ποὺ πίστεψαν στὸ κήρυγμά του καὶ ἀποτέλεσαν τὴν πρώτη χριστιανικὴ κοινότητα τῆς πόλης αὐτῆς, δοκίμασαν πολλὴ θλίψη καὶ σκληρὸ διωγμό. Σ' αὐτὲς τὶς σκέψεις μᾶς ὁδηγοῦν τὰ λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ Παύλου: κάτω ἀπὸ σκληρὸ διωγμὸ ἀποδεχτήκατε τὸ κήρυγμα (1 Θέσσ. 1, 6), ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε θάρρος, ὥστε νὰ σᾶς κηρύξουμε τὸ Εὐαγγέλιό του μέσα ἀπὸ πολλὲς δυσκολίες (1 Θεσσ. 2, 2) ἐσεῖς, ἀδελφοὶ μιμηθήκατε ἐκεῖνες τὶς ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ ποὺ βρίσκονται στὴν Ἰουδαία καὶ πιστεύουν στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Γιατί κι ἐσεῖς πάθατε τὰ ἴδια ἀπὸ τοὺς συμπατριῶτες σας, ὅπως κι ἐκεῖνοι ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους (1 Θεσσ. 2, 14).

Στὴ Βέροια τὰ ἀποτελέσματα τοῦ κηρύγματός του ἦταν εὐχάριστα καὶ οἱ Ἰουδαῖοι τῆς πόλης αὐτῆς, πιὸ εὐγενεῖς ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους τῆς Θεσσαλονίκης, δέχτηκαν τὸ κήρυγμά του πρόθυμα, ὅπως καὶ πολλὲς Ἑλληνίδες καὶ Ἕλληνες ἐπίσημοι. Οἱ σκληροὶ ὅμως Ἰουδαῖοι τῆς Θεσσαλονίκης ἔφτασαν στὴ Βέροια καὶ ἀνάγκασαν μερικοὺς Χριστιανοὺς νὰ συνοδέψουν τὸν Παῦλο μέχρι τὴ θάλασσα γιὰ νὰ φύγει μ' αὐτοὺς γιὰ τὴν Ἀθήνα (Πρ. 17, 1-14). Στὴ Βέροια ἔμειναν ὁ Σίλας καὶ ὁ Τιμόθεος.

Στὴν Ἀθήνα δὲν εἶχε τὸ κήρυγμα τοῦ Παύλου μεγάλες ἐπιτυχίες (Πρ. 17, 16-34), γι' αὐτὸ σκεφτόταν πῶς νὰ πάει στὴν Κόρινθο, μήπως καὶ ἐκεῖ ἔχει τὴν ἴδια τύχη (1 Κορ. 2, 3). Στὸν ' Ἄρειο Πάγο ὁ Παῦλος «ἀνακρίθηκε» ἀπὸ τοὺς Ἀθηναίους, χλευάστηκε καὶ ἀποπέμφθηκε μὲ προοπτικὴ νὰ ξαναανακριθεῖ, ἀφοῦ ἀπὸ τὴν πρώτη ἐπαφή τους μὲ τὸν Παῦλο οἱ Ἀθηναῖοι δὲν πολυκατάλαβαν τί τοὺς ἔλεγε καὶ θεώρησαν τὰ λόγια του καὶ τὸ κήρυγμά του σπερμολογίες (παραμύθια).

Στὴν Κόρινθο ἔμεινε ἐνάμιση χρόνο κοντὰ στοὺς σκηνοποιοὺς Ἀκύλα καὶ Πρίσκιλλα, ποὺ εἶχαν ἔρθει ἀπὸ τὴν Ἰταλία ἐξαιτίας τοῦ Κλαυδίου, ὁ ὁποῖος ἐδίωξε ὅλους τους Ἰουδαίους ἀπὸ τὴ Ρώμη. Κάθε Σάββατο ὁ Παῦλος κήρυττε στὴ συναγωγή, διαλεγόταν μὲ τοὺς Ἰουδαίους καὶ Ἕλληνες προσηλύτους, καὶ τοὺς ἔπειθε. Ἔτσι στὴν Κόρινθο τὸ κήρυγμά του εἶχε σημαντικὴ ἐπιτυχία. Κοντὰ του τώρα ἦρθαν ἀπὸ τὴ Βέροια ὁ Σίλας καὶ ὁ Τιμόθεος, ποὺ εἶχαν εἰδοποιηθεῖ ἀπὸ τὸν Παῦλο μὲ τοὺς Βεροιῶτες συνοδοὺς τοῦ Παύλου, ὅταν αὐτοὶ ἄφησαν τὸν Παῦλο στὴν Ἀθήνα καὶ γύρισαν στὴν πατρίδα τους (Πρ. 17, 15. 1 Θεσσ. 3, 1-2. Πρ. 18, 5). Τὰ νέα ἀπὸ τὴ Μακεδονία ἦταν εὐχάριστα (ἡ πίστη στερεωνόταν) καὶ δυσάρεστα (ἡ συμπεριφορὰ τῶν Ἰουδαίων ἀπέναντι στοὺς Χριστιανοὺς ἦταν σκληρή).

Ὁ Παῦλος ἀλλάζει πιὰ στὴν Κόρινθο τακτική, ἐγκαταλείπει τὴ συναγωγὴ καὶ στρέφεται πρὸς τοὺς Ἐθνικούς. Ὁ ἀρχισυνάγωγος Κρίσπος μὲ ὅλους τοὺς δικούς του καὶ πολλοὶ Κορίνθιοι πίστεψαν στὸ κήρυγμα τοῦ Παύλου.

Καὶ ἐδῶ ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι δὲν τὸν ἄφησαν ἥσυχο• τὸν ὁδήγησαν στὸν ἀνθύπατο τῆς Ἀχαΐας Γαλλίωνα, ποὺ ἦρθε τὸ 51, μὲ τὴν κατηγορία ὅτι προσπαθεῖ νὰ πείσει τοὺς ἀνθρώπους νὰ λατρεύουν τὸ Θεὸ μὲ τρόπο ποὺ εἶναι ἀντίθετος στὸ νόμο (Πρ. 18, 13). Ἡ στάση ὅμως τοῦ Γαλλίωνα, νὰ μὴ δώσει σημασία στὶς αἰτιάσεις τῶν Ἰουδαίων, ἦταν ἐνισχυτικὴ γιὰ τὸ ἔργο τοῦ Παύλου. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ τελικὰ πλήρωσε γιὰ ὅλα αὐτὰ ἦταν ὁ ἀρχισυνάγωγος Σωσθένης, ποὺ ἔφαγε ἀρκετὸ ξύλο ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους μπροστὰ στὸ δικαστήριο: Ὁ Γαλλίων εἶπε στοὺς ἰουδαίους: Ἂν ἦταν γιὰ κανένα ἀδίκημα ἢ γιὰ ἕνα κακούργημα δόλιο, θὰ ἦταν λογικὸ νὰ σᾶς ἀκούσω, ἰουδαῖοι. Ἐφόσον ὅμως πρόκειται γιὰ θέματα διδασκαλίας καὶ ὀνομάτων καὶ νόμου δικοῦ σας, τακτοποιῆστε τα μόνοι σας. Δικαστὴς ἐγὼ αὐτῶν τῶν ζητημάτων δὲ θέλω νὰ εἶμαι. Καὶ τοὺς ἔδιωξε ἀπὸ τὸ δικαστήριο. Τότε ὅλοι ἔπιασαν τὸ Σωσθένη τὸν ἀρχισυνάγωγο καὶ τὸν χτυποῦσαν μπροστὰ στὸ δικαστήριο. Ὁ Γαλλίων ὅμως δὲ νοιαζόταν καθόλου γι' αὐτὰ (Πρ.18, 14-17).

Ὁ Παῦλος, ἀφοῦ ἔμεινε ἀρκετὲς ἀκόμη ἡμέρες στὴν Κόρινθο, καὶ ἀφοῦ εἶχε γράψει τὶς δύο ἐπιστολές του πρὸς τοὺς Θεσσαλονικεῖς (τὸ 50 καὶ τὸ 51), ἔφυγε γιὰ τὴν Ἔφεσο, συνοδευόμενος ἀπὸ τὸν Ἀκύλα καὶ τὴν Πρίσκιλλα (Πρ. 18, 18). Στὴν Ἔφεσο ὁ Παῦλος διαλέχτηκε στὴ συναγωγὴ μὲ τοὺς Ἰουδαίους.

Ἀπὸ τὴν Ἔφεσο κατέβηκε στὴν Καισάρεια, πῆγε, πιθανῶς, γιὰ λίγο στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐπέστρεψε στὴ βάση τῶν ἐξορμήσεών του, στὴν Ἀντιόχεια (Πρ. 18, 1-23). Φαίνεται ὅτι ἐπῆλθε κάποια διάσταση ἀνάμεσα στὸν Παῦλο καὶ τὸ Σίλα καὶ ἴσως ἔτσι ἐξηγεῖται γιατί ὁ Σίλας δὲ συνοδεύει τὸν Παῦλο στὸ ἔργο του καὶ ἐμφανίζεται ὡς συνοδὸς καὶ γραμματέας τοῦ Πέτρου (1 Πέτρου 5, 12).

Ὁ Παῦλος, πιστὸς στὴν ὑπόσχεση ποὺ ἔδωσε στοὺς Ἐφεσίους ὅτι θὰ τοὺς ξαναδεῖ (Πρ. 18, 21) ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια καὶ πέρασε ἀπὸ τὴ Γαλατικὴ χώρα καὶ τὴ Φρυγία γιὰ νὰ ἐνδυναμώσει τοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἡ τρίτη ἱεραποστολική του πορεία (52-56).

Στὴν Ἔφεσο ἐργάζονταν μὲ ζῆλο δύο ἰδιαίτερα γνωστοί του, ὁ Ἀκύλας καὶ ἡ Πρίσκιλλα, καὶ τὸ ζεῦγος αὐτὸ διαφώτισε σωστὰ τὸν Ἰουδαῖο Ἀπολλώ, λόγιο ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια, ποὺ ἦταν δυνατὸς γνώστης τῶν Γραφῶν καὶ δίδασκε στὴ συναγωγή. Ἀπὸ τὴν Ἔφεσο ὁ Ἀπολλὼς πῆγε στὴν Ἀχαΐα, σταλμένος ἀπὸ τοὺς Ἐφεσίους Χριστιανοὺς (Πρ. 18, 23-28). Ὅταν ὁ Ἀπολλὼς ἦταν στὴν Κόρινθο τότε ὁ Παῦλος ἔφτασε στὴν Ἔφεσο, ἀφοῦ πρῶτα πέρασε ἀπὸ τὰ ἐνδότερα μέρη.

Στὴν Ἔφεσο βάφτισε ὁ Παῦλος 12 μαθητὲς ποὺ εἶχαν βαφτιστεῖ προηγουμένως στὸ βάφτισμα τοῦ Ἰωάννη. Ἐπὶ τρεῖς μῆνες ὁ Παῦλος δίδασκε στὴ συναγωγὴ καὶ ὕστερα, ἀφοῦ συνάντησε δυσκολίες, περιόρισε τὴ διδασκαλία του στοὺς Χριστιανοὺς ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν καὶ σ' ὅσους ἔρχονταν στὴ σχολὴ κάποιου Τυράννου. Αὐτὸ κράτησε δύο ὁλόκληρα χρόνια καὶ στὸ διάστημα αὐτὸ ἄκουσαν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ ὅλοι ὅσοι κατοικοῦσαν στὴν ἐπαρχία τῆς Ἀσίας, Ἰουδαῖοι καὶ Ἕλληνες. Ὁ Παῦλος στὴν Ἔφεσο ἀντιμετώπισε πρώην ὀπαδοὺς τῆς αἵρεσης τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου, ἀβάπτιστους μαθητὲς ποὺ ἀγνοοῦσαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καθὼς καὶ τοὺς ἑφτὰ ἐξορκιστές, γιοὺς τοῦ Ἰουδαίου ἀρχιερέα Σκευᾶ, ποὺ θαυματουργοῦσαν στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ (Πρ. 19, 1-16).

Στὸ διάστημα τῶν τριῶν ἐτῶν ποὺ ἔμεινε ὁ Παῦλος στὴν Ἔφεσο, ἔγιναν πολλὰ ποὺ δὲν ἀναφέρονται στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Τίποτα δὲν ἀναφέρεται γιὰ τὶς σχέσεις του μὲ τὶς Ἐκκλησίες τῆς Γαλατίας. Ἔπειτα δὲν ἀναφέρεται τὸ ἐνδιάμεσο ταξίδι του στὴν Κόρινθο, ὅπου κακοποιήθηκε καὶ ἀναγκάστηκε νὰ ἐπιστρέψει ἀμέσως στὴν Ἔφεσο. Οὔτε γίνεται λόγος γιὰ τὴν ἐπίσκεψή του στὸ Ἰλλυρικὸ (Ρωμ. 15, 19).

Στὶς ἐπιστολές του πρὸς τοὺς Κορινθίους (1 Κορ. 15, 32, 2 Κορ. 1, 8-10) ἀναφέρει ὁ ἴδιος ὅτι πάλαιψε μὲ τὰ θηρία στὴν Ἔφεσο καὶ ἀντιμετώπισε βέβαιο θάνατο καὶ ἴσως τὸν ἔσωσε ἡ αὐτοθυσία τοῦ Ἀκύλλα καὶ τῆς Πρίσκιλλας (Ρωμ. 16, 3-4). Ἴσως αὐτὰ νὰ σημαίνουν ὅτι κατὰ τὰ τρία χρόνια της παραμονῆς του στὴν Ἔφεσο πέρασε ἕνα διάστημα στὴ φυλακή. Ἂν αὐτὸ εἶναι γεγονός, τότε πολὺ πιθανὸ οἱ ἐπιστολὲς τῆς αἰχμαλωσίας (Φιλιππισίους, Κολοσσαεῖς, Φιλήμονα ) νὰ γράφτηκαν ἀπὸ τὴν Ἔφεσο καὶ ὄχι ὕστερα ἀπὸ πέντε περίπου χρόνια ἀπὸ τὴ Ρώμη, ὅπως δέχεται ἡ παράδοση. Στὴν Ἔφεσο γράφτηκε καὶ ἡ ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς Γαλάτες.

Ἀπὸ τὴν Ἔφεσο ἔγραψε ὁ Παῦλος ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς Κορινθίους, γιὰ τὴ χαλαρότητα τῶν ἠθῶν, ποὺ δὲ σώζεται (1 Κορ. 5, 9). Οἱ Κορίνθιοι ἀπάντησαν μὲ ἐπιστολὴ (1 Κορ. 7, 1. 16, 17) καὶ ἔθεσαν διάφορα προβλήματα. Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ ὁ Παῦλος πληροφορήθηκε ἀπὸ τὴν Κορίνθια Χλόη (1 Κορ. 1,11) γιὰ τὶς ἔριδες στὴν Κόρινθο. Σ' αὐτὰ ἀπάντησε ὁ Παῦλος μὲ τὴν πρώτη ἐπιστολή του πρὸς τοὺς Κορινθίους. Μὲ αὐτὴ ἀγγέλλεται μετάβαση τοῦ Τιμοθέου στὴν Κόρινθο (1 Κορ. 16, 10) καθὼς καὶ δικό του ταξίδι κοντά τους γιὰ δεύτερη φορά. Στὴν Κόρινθο ὁ Παῦλος ὑπέστη ἀτιμωτικὴ προσβολὴ ἀπὸ κάποιο μέλος τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Παῦλος ἤθελε νὰ περάσει ἀπὸ τὴ Μακεδονία καὶ Ἀχαΐα καὶ νὰ μεταβεῖ στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ νὰ μεταβεῖ στὴν ἄγνωστή του ἀκόμη Ρώμη (Πρ. 19, 21). Μὲ αὐτὲς τὶς σκέψεις ἔστειλε στὴ Μακεδονία τοὺς συνεργάτες του Τιμόθεο καὶ Ἔραστο, αὐτὸς ὅμως καθυστέρησε λίγο στὴν ἐπαρχία τῆς Ἀσίας (Πρ. 19, 22). Γι' αὐτὸ τὸ ταξίδι, ποὺ ἦταν σύντομο καὶ ποὺ τὸ ἔκαμε πιθανῶς διὰ θαλάσσης, τίποτα δὲν μᾶς ἀναφέρουν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων.

Μὲ τὴν ἐπιστροφή του στὴν Ἔφεσο, ἐξαιτίας τῆς δραστηριότητάς του κατὰ τῶν εἰδώλων, συνάντησε τὴν ἀντίδραση τοῦ λαοῦ ποὺ ξεσήκωσε ὁ ἀργυροκόπος Δημήτριος καὶ ὅσοι ἦταν δεμένοι συμφεροντολογικὰ μὲ τὴ λατρεία τῆς θεᾶς Ἄρτεμης στὴν πόλη αὐτὴ (Πρ. 19, 24). Ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ ὁ Παῦλος ἀποχαιρέτησε τοὺς μαθητές του καὶ ἔφυγε γιὰ τὴ Μακεδονία (Πρ. 20, 1). Στὴν Τρωάδα περίμενε μὲ ἀγωνία τὸν Τίτο, στὸν ὁποῖο προηγουμένως εἶχε δώσει ὁδηγίες νὰ περάσει ἀπὸ τὴ Μακεδονία καὶ νὰ συναντηθοῦν στὴν ξακουστὴ αὐτὴ πόλη. Ἐπειδὴ ὁ Τίτος ἄργησε νὰ ἔρθει, ξεκίνησε ὁ Παῦλος γεμάτος ἀνησυχία γιὰ τὴ Μακεδονία. Ἀπὸ τὸν Τίτο, ποὺ τελικὰ τὸν συνάντησε, ἔμαθε ὅτι τὰ περισσότερα μέλη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου ἦταν μὲ τὸ μέρος του. Ἐπίσης ἔμαθε ὅτι ὑπῆρχε πάλι ἀντίδραση ἀπὸ τοὺς Ἰουδαΐζοντες, ποὺ μαζεύτηκαν στὴν Κόρινθο γιὰ νὰ ἐνισχύσουν ἴσως τὴν προϋπάρχουσα μερίδα τοῦ Κηφᾶ. Μὲ αὐτὰ τὰ νέα τοῦ Τίτου ὁ Παῦλος ἔγραψε δεύτερη, αὐστηρὴ ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς Κορινθίους καὶ τὴν ἔστειλε μὲ τὸν Τίτο καὶ μὲ δύο ἄλλους ἀδελφοὺς (2 Κορ. 8, 16 ἑξ.). Οἱ τρεῖς αὐτοὶ μαθητὲς θὰ συγκέντρωναν καὶ τὴ λογία τῆς Κορίνθου, πρὶν νὰ φτάσει ὁ ἴδιος ἐκεῖ (2 Κορ. 9, 1 ἐξ.).

Τώρα εἶναι ἡ τρίτη φορὰ ποὺ ὁ Παῦλος ἐπισκέπτεται τὴν Κόρινθο, ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει (2 Κορ. 2, 1. 12, 14. 13, 1). Στὴν Κόρινθο ἔμεινε τρεῖς μῆνες. Τὸ χειμώνα τοῦ 56 ἔγραψε τὴν ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς Ρωμαίους, κινδύνεψε ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ ἀντὶ νὰ πάει κατευθείαν στὴ Συρία ἔκρινε σκόπιμο νὰ περάσει ἀπὸ τὴ Μακεδονία.

Στὴν ἀκολουθία τοῦ Παύλου ἦταν τώρα ὁ Σώπατρος ἀπὸ τὴ Βέροια, ὁ Ἀρίσταρχος καὶ Σεκοῦνδος ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη, ὁ Γάϊος ἀπὸ τὴ Δέρβη καὶ ὁ Τυχικὸς καὶ ὁ Τρόφιμος ἀπὸ τὴν Ἀσία. Ὅλοι αὐτοὶ ἔφυγαν πιὸ μπροστὰ καὶ περίμεναν στὴν Τρωάδα τὸν Παῦλο μὲ τὸ Λουκᾶ νὰ ἔρθουν ἀπὸ τοὺς Φιλίππους.

Ἀπὸ τὴν Τρωάδα, ὕστερα ἀπὸ παραμονὴ ἑπτὰ ἡμερῶν, ὁ Παῦλος πῆγε μὲ τὰ πόδια στὴν Ἄσσο, ἐνῶ οἱ συνοδοὶ του πῆγαν στὴν Ἄσσο μὲ πλοῖο γιὰ νὰ παραλάβουν τὸν Παῦλο. Ἀπὸ τὴν Ἄσσο ὅλοι μαζὶ πῆγαν στὴ Μυτιλήνη, πέρασαν ἀπέναντι ἀπὸ τὴ Χίο, σταμάτησαν στὴ Σάμο, ἔμειναν στὸ ἀκρωτήριο Τρωγύλλιο καὶ ἔπειτα πῆγαν στὴ Μίλητο (Πρ. 20, 13-15).

Δὲ θέλησε ὁ Παῦλος νὰ μεταβεῖ στὴν Ἔφεσο γιὰ νὰ μὴ χρονοτριβήσει στὴν Ἀσία, ἀφοῦ ἐπειγόταν νὰ βρίσκεται τὴν Πεντηκοστή τοῦ 57 στὰ Ἱεροσόλυμα (Πρ. 20, 1-16). Στὴ Μίλητο μίλησε ὁ Παῦλος πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους καὶ ὁ λόγος του αὐτὸς πρέπει νὰ εἶναι τὸ καθημερινὸ ἐντρύφημα τῶν κληρικῶν μας (Πρ. 20, 17-35).

Μὲ πλοῖο ἔφυγαν ἀπὸ τὴ Μίλητο (Πρ. 20, 38), πέρασαν τὴν Κῶ, τὴ Ρόδο καὶ ἔφτασαν στὰ Πάταρα. Ἀπὸ ἐκεῖ πῆραν ἄλλο πλοῖο φορτηγό, ποὺ πήγαινε γιὰ τὴ Φοινίκη, προσπέρασαν τὴν Κύπρο καὶ κατέβηκαν στὴν Τύρο, ὅπου ἔμειναν ἑπτὰ ἡμέρες κοντὰ στοὺς Χριστιανούς. Μὲ πλοῖο ἀπὸ ἐκεῖ πῆγαν στὴν Καισάρεια καὶ κατέλυσαν στὸ σπίτι τοῦ διακόνου Φιλίππου. Ἐδῶ ὁ προφήτης Ἄγαβος εἶπε στὸν Παῦλο ὅτι στὰ Ἱεροσόλυμα θὰ τὸν συλλάβουν οἱ Ἰουδαῖοι καὶ θὰ τὸν παραδώσουν στοὺς Ρωμαίους. Ὁ Παῦλος ὅμως παρὰ τὶς παρακλήσεις τῶν συνοδῶν του καὶ τῶν Χριστιανῶν τῆς Καισάρειας ἀποφάσισε νὰ πάει στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ νὰ πάθει γιὰ τὸ Χριστὸ (Πρ. 21,1-14).

Στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου ξεσηκώθηκαν οἱ Ἰουδαῖοι, σώθηκε ὁ Παῦλος ἀπὸ βέβαιο θάνατο ἀπὸ τὸ Ρωμαῖο χιλίαρχο Κλαύδιο Λυσία, ποὺ τὸν ἔστειλε μὲ συνοδεία στὴν ἕδρα τοῦ Ρωμαίου διοικητῆ τῆς Καισαρείας Φήλικα (Πρ. 21, 15-23, 33).

Ὁ Φήλικας κράτησε τὸν Παῦλο στὴ φυλακὴ δύο χρόνια, ἀπὸ τὸ 57 μέχρι τὸ 59 (Πρ. 23, 34-24, 27). Οἱ Ἰουδαῖοι ὅμως ζήτησαν ἀπὸ τὸ διάδοχο τοῦ Φήλικα Πόρκιο Φῆστο νὰ τοὺς παραδώσει τὸν Παῦλο γιὰ νὰ τὸν δικάσουν στὰ Ἱεροσόλυμα. Τότε ὁ Παῦλος ἀπαίτησε νὰ δικαστεῖ, ὡς ρωμαῖος πολίτης ποὺ ἦταν, πρὸ τοῦ βήματος τοῦ καίσαρα (Πρ. 25, 1-26, 32).

Τὸ ταξίδι τοῦ Παύλου γιὰ τὴ Ρώμη, στὸ ὁποῖο τὸν συνόδεψαν οἱ συνεργάτες του Λουκᾶς καὶ Ἀρίσταρχος, ἀρχίζει ἀπὸ τὶς Πράξεις 27, 1 ἑξ. Ἡ Σιδώνα καὶ τὰ Μύρα τῆς Λυκίας ἦταν οἱ δύο πρῶτοι σταθμοί. Στὰ Μύρα ἄλλαξαν πλοῖο καὶ μὲ τὸ νέο προσάραξαν στοὺς Καλοὺς Λιμένες τῆς Κρήτης. Ὁ ἑπόμενος σταθμὸς ἦταν τὸ νησὶ Μελίτη. Ὕστερα ἀπὸ τρεῖς μῆνες μὲ ἄλλο πλοῖο πῆγαν στὶς Συρακοῦσες, ὅπου ἔμειναν τρεῖς ἡμέρες. Τὸ Ρήγιο καὶ οἱ Ποτίολοι ἦταν οἱ δύο ἄλλοι σύντομοι σταθμοί. Ὁ τελευταῖος σταθμὸς ἦταν ἡ Ρώμη. Οἱ Χριστιανοὶ τῆς Ρώμης, ὅταν ἔμαθαν τὸν ἐρχομὸ τοῦ Παύλου, βγῆκαν μέχρι τὸν Ἄππιο Φόρο καὶ τὶς Τρεῖς Ταβέρνες γιὰ νὰ τὸν προϋπαντήσουν.

Στὴ Ρώμη ἐπέτρεψαν τὸν Παῦλο νὰ μείνει σὲ ἰδιωτικὸ κατάλυμα μαζὶ μὲ τὸ στρατιώτη ποὺ τὸν φύλαγε. Ὁ Παῦλος ἔμεινε μία ὁλόκληρη διετία (59-61) σὲ ἰδιαίτερη νοικιασμένη κατοικία, ὅπου δεχόταν ὅλους ὅσοι τὸν ἐπισκέπτονταν, κήρυττε τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δίδασκε γιὰ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ μὲ ὅλη τὴν παρρησία καὶ χωρὶς κανένα ἐμπόδιο (Πρ. 28, 30-31). Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια τελειώνει ἡ διήγηση τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων.

Ἀπὸ τὴν παραμονὴ αὐτὴ τοῦ Παύλου στὴ Ρώμη προέρχεται ἡ ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς Ἐφεσίους καὶ σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση καὶ οἱ ἄλλες ἐπιστολὲς τῆς αἰχμαλωσίας, ὅπως λέγονται.

Φαίνεται ὅτι ὁ Παῦλος, ἀφοῦ δικάστηκε καὶ ἀπαλλάχτηκε, ἐπιχείρησε καὶ τέταρτη περιοδεία (61-64;). Κατὰ τὸν Κλήμεντα Ρώμης (Πρὸς Κορινθίους 5, 7), ὁ Παῦλος ταξίδεψε μέχρις ἐσχάτων της Δύσεως, ποὺ γιὰ μερικοὺς νοεῖται ἡ Ἱσπανία, ἐνῶ ἀπὸ τὶς ποιμαντικὲς ἐπιστολὲς (1 καὶ 2 Τιμόθεο καὶ Τίτο) φαίνεται ὅτι ταξίδεψε στὴν Ἀνατολὴ (Μ. Ἀσία, Κρήτη, Μακεδονία, Ἰλλυρικὸ) γιὰ νὰ καταλήξει πάλι στὴ Ρώμη, πιθανῶς τὸν Ἰούλιο τοῦ 64.

Ὁ διωγμὸς τοῦ Νέρωνα βρῆκε τὸν Παῦλο στὴ Ρώμη καὶ οἱ διαβολὲς τῶν Ἰουδαίων καὶ Ἰουδαιοχριστιανῶν τῆς Ρώμης ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, ὅτι ἦταν δῆθεν ὑπαίτιοι γιὰ τὴν πυρκαϊὰ τῆς Ρώμης, εἶχαν στόχο νὰ στρέψουν τὴ μανία τοῦ ἀνισόρροπου αὐτοκράτορα ἐναντίον τους.

Ὁ Πέτρος καὶ ὁ Παῦλος δὲ γλίτωσαν τὸ θάνατο. Ἔτσι πρέπει νὰ δεχτοῦμε ὅτι ὁ Παῦλος θανατώθηκε τὸ φθινόπωρο καὶ μάλιστα τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 64.

Ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος κάνει ἕνα σύντομο ἀπολογισμὸ τῶν δυσκολιῶν ποὺ συνάντησε, μιλώντας γιὰ τὸν ἑαυτό του στοὺς Κορινθίους: Μόχθησα πιὸ πολὺ ἀπὸ αὐτοὺς (τοὺς ψευτοαποστόλους), φυλακίστηκα περισσότερες φορές, μὲ χτύπησαν μὲ ἀφάνταστη ἀγριότητα, κινδύνεψα πολλὲς φορὲς νὰ θανατωθῶ. Πέντε φορὲς μαστιγώθηκα ἀπὸ Ἰουδαίους μὲ τὰ τριάντα ἐννιὰ μαστιγώματα. Τρεῖς φορὲς μὲ τιμώρησαν μὲ ραβδισμούς, μία φορὰ μὲ λιθοβόλησαν, τρεῖς φορὲς ναυάγησα, ἕνα μερόνυχτο ἔμεινα ναυαγὸς στὸ πέλαγος. Ἔκανα πολλὲς κοπιαστικὲς ὁδοιπορίες, διάβηκα ἐπικίνδυνα ποτάμια, κινδύνεψα ἀπὸ ληστές, κινδύνεψα ἀπὸ τοὺς ὁμογενεῖς μου Ἰουδαίους, κινδύνεψα ἀπὸ τοὺς ἐθνικούς, πέρασα κινδύνους σὲ πόλεις, κινδύνους σὲ ἐρημιές, κινδύνους στὴ θάλασσα, κινδύνεψα ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ ὑποκρίνονταν τοὺς ἀδερφούς. Κοπίασα καὶ μόχθησα πολύ, ξαγρύπνησα πολλὲς φορές, πείνασα, δίψασα, πολλὲς φορές μοῦ ἔλειψε ἐντελῶς τὸ φαγητό, ξεπάγιασα καὶ δὲν εἶχα ροῦχα νὰ φορέσω. Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἄλλα εἶχα καὶ τὴν καθημερινὴ πίεση τῶν ἐχθρῶν μου καὶ τὴ φροντίδα γιὰ ὅλες τὶς ἐκκλησίες. Ποιανοῦ ἡ πίστη ἀσθενεῖ καὶ δὲν ἀσθενῶ κι ἐγώ; Ποιὸς ὑποκύπτει στὸν πειρασμὸ καὶ δὲν ὑποφέρω κι ἐγώ; Ἂν πρέπει νὰ καυχηθῶ, θὰ καυχηθῶ γιὰ τὰ παθήματά μου. Ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ - ἂς εἶναι εὐλογημένο τὸ ὄνομά του στοὺς αἰῶνες - ξέρει ὅτι δὲ λέω ψέματα (2 Κορ. 11, 23-31).

Παρασκευή, Ιουνίου 23, 2017

Τὸ γενέθλιο τοῦ Προδρόμου





Τὴν μεγαλύτερη προφητικὴ μορφή, ἐκείνη τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου, θυμᾶται σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας. Συγκεκριμένα, προβάλλει τὴ σημερινὴ ὡς τὴ γενέθλια ἡμέρα ἐκείνου γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶχε πεῖ ὅτι «... οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν» μεγαλύτερός του. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης βρίσκεται στὶς κορυφογραμμὲς τῆς ἁγιότητας καὶ τοῦ προσφέρει ἀνάλογη τιμὴ ἡ ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε Πρόδρομος καὶ Βαπτιστής. Δὲν εἶναι τυχαῖο ποὺ ἡ μεγάλη αὐτὴ μορφὴ εἰκονίζεται στὰ εἰκονοστάσια τῶν ναῶν ἀριστερά του Κυρίου, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία τὸν τιμᾶ καὶ μὲ τὴν εἰδικὴ μερίδα ποὺ βγαίνει κάθε φορὰ στὴν Ἁγία Πρόθεση, στὸ ὄνομά του.



Προδρομικὴ μορφὴ


Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἀναφέρει λεπτομερῶς ὅλα τὰ ἱστορικὰ γεγονότα ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὴ σύλληψη καὶ τὴ γέννηση τοῦ Βαπτιστῆ, γιατί ἀκριβῶς αὐτὰ ἐντάσσονται ἁρμονικὰ στὸ σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας. Δὲν εἶναι τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ γέννηση τοῦ Προδρόμου καὶ μάλιστα ἀπὸ γονεῖς ὑπερήλικες καὶ στείρα μητέρα, ὅπως εἶχε συμβεῖ καὶ μὲ τὸν Ἰσαάκ, τὸν Σαμψών, τὸν Σαμουὴλ καὶ ἄλλα ἱερὰ πρόσωπα, ἀποτελεῖ κατὰ κάποιο τρόπο, τὴν πρώτη προδρομικὴ ἐνέργεια τοῦ Ἰωάννη, ἀπὸ τὴν ἄποψη ὅτι ἑρμηνεύεται καὶ ὡς προτύπωση τῆς ὑπερφυσικῆς γέννησης τοῦ Ἰησοῦ ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία, ποὺ ὅπως εἶναι γνωστὸ ἀκολούθησε μετὰ ἀπὸ ἕξι μόλις μῆνες.

Ὁ Ἰωάννης ἦταν σκεῦος ἐκλογῆς τοῦ θεοῦ, γεγονὸς ποὺ ἀποδεικνύεται καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι ἡ ἀναγγελία τῆς σύλληψής του ἔγινε μέσα στὸ ναὸ κατὰ τὴν ὥρα τῆς λατρείας, ἐνῶ μὲ τὴν ἁγία πορεία ποὺ ἀκολούθησε ἀναδείχθηκε πρῶτος ἀνάμεσα στοὺς προφῆτες καὶ τοὺς ἀποστόλους. Ἔκλεισε τὸν κύκλο τῶν Προφητῶν καὶ ἄνοιξε τὸν κύκλο τῶν ἀποστόλων. Ὁ ἐρχομὸς λοιπὸν αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου στὴ γῆ ἀπετέλεσε ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ χαρμόσυνα γεγονότα ποὺ ἔστησαν τὶς πιὸ αὐθεντικὲς γέφυρες ἐπικοινωνίας μεταξύ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ Θεοῦ. Ἦταν γεμάτος μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐνόσῳ ἀκόμη βρισκόταν στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρα του. Καὶ ὅπως εἶχε προαναγγείλει ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ, αὐτὸς θὰ προπορευόταν τοῦ Μεσσία καὶ μὲ τὸ προφητικό του χάρισμα θὰ καλοῦσε τοὺς ἀνθρώπους σὲ μετάνοια καὶ θὰ γινόταν αἰτία νὰ ἐπιστρέψουν πολλὲς ψυχὲς στὸν Θεὸ καὶ σὲ πολλὲς οἰκογένειες νὰ ἐπικρατήσει ἡ συνεννόηση καὶ ἡ γαλήνη.



«Τί ἄρα τὸ παιδίον τοῦτο ἔσται;»

Ἡ γέννηση τοῦ παιδιοῦ θεωρήθηκε ἀπὸ τὴν Ἐλισάβετ καὶ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ περιβάλλοντός της ὡς ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν ντροπὴ τῆς ἀτεκνίας καὶ κυρίως ὡς φανέρωση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ σ’ αὐτήν. Ὅπως ἡ στείρα φύση τῆς μητέρας τοῦ Βαπτιστῆ καρποφόρησε κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ γενεθλίου του, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἡ στείρα γλώσσα τοῦ Ζαχαρία, ποὺ κατὰ τὴ ρήση τοῦ Γαβριὴλ ἔμεινε ἄλαλη σὲ πιστοποίηση τῆς ἀλήθειας τῆς ἐπαγγελίας τοῦ Θεοῦ, ἐλάλησε καὶ προφήτευσε κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς περιτομῆς καὶ ὀνοματοδοσίας τοῦ παιδιοῦ. Καὶ τὰ δύο αὐτὰ θαυμαστὰ γεγονότα προκάλεσαν τὸ φόβο καὶ τὴν κατάνυξη ὅλων ὅσων τὰ πληροφορήθηκαν καὶ ὅλοι διαπίστωσαν πὼς τὸ χέρι τοῦ Κυρίου ἦταν μαζί του καὶ τὸν προστάτευε.

Ἡ παρουσία τόσων θαυμαστῶν γεγονότων κατὰ τὴ σύλληψη καὶ γέννηση τοῦ Ἰωάννη εἶχε δημιουργήσει βαθειὰ αἴσθηση καὶ προβληματισμὸ ποὺ ἐκφράζονταν οὐσιαστικὰ μὲ τὸ ἐρώτημα «τί ἄρα τὸ παιδίον τοῦτο ἔσται»; Τί θὰ γίνει ἄραγε αὐτὸ τὸ παιδὶ ποὺ ἡ ἔλευσή του στὴ ζωὴ συνοδεύτηκε μὲ τέτοια σημεῖα, ποὺ δὲν ἔχουν παρατηρηθεῖ προηγουμένως οὔτε σὲ βασιλιάδες, οὔτε σὲ προφῆτες, οὔτε σὲ ἁγίους; Ἡ ἀπάντηση δόθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Θεὸ διὰ στόματος τοῦ Ζαχαρία, ὁ ὁποῖος κυριεύτηκε ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ προφήτευσε. Καὶ εἶπε γιὰ τὸ γιό του πὼς θὰ ἀναδειχθεῖ προφήτης τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ θὰ προπορευθεῖ μπροστὰ ἀπὸ τὸν Υἱό Του, ποὺ θὰ ἔρθει στὸν κόσμο γιὰ νὰ τὸν σώσει. Καὶ τὸ ἔργο τοῦ Ἰωάννη θὰ εἶναι νὰ γνωστοποιεῖ στὸ λαὸ τὸν ἐρχομὸ τοῦ μεσσία καὶ τὸ μέγα ἔλεος τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐκείνους ποὺ βρίσκονται ὑποδουλωμένοι στὸ θάνατο.




«Ἡ γέννησή σου, προμηνύει Πρόδρομε Ἀνατολὴν τὴν νοητὴν»


Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ Ἐκκλησία μᾶς προσκαλεῖ νὰ τιμήσουμε σήμερα τὴ μεγάλη προδρομικὴ μορφὴ τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ. Νὰ γιορτάσουμε τὴν ἡμέρα, νὰ πανηγυρίσουμε μὲ τὴ γέννησή του. Νὰ ἀτενίσουμε τὸ ὑπερλόγο μυστήριο, νὰ δοῦμε τὸ παράδοξο τελούμενο σήμερα. Ὁ συντονισμὸς τῆς ζωῆς μας μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννη ἀποβαίνει πρὸς ἁγιασμό μας καὶ μᾶς ἀνεβάζει πνευματικά. Ἡ μορφὴ του δείχνει ἀκριβῶς καὶ σήμερα τὸ δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὸ Χριστὸ καὶ σὲ κοινωνία μαζί Του, ἀφοῦ ἀκόμη καὶ κυοφορούμενος, ἐπλήσθη Πνεύματος Ἁγίου καὶ ἀναδείχθηκε θαυματουργός.

Δευτέρα, Ιουνίου 05, 2017

Ο Χριστός και ο Παράς (Μαμωνάς) ...


mamonas.jpg
  O διάβολος έχει πολλές χάρες, και γι αυτό έχει και πολλά ονόματα. Το πρώτο όνομα του είναι Όφις, φίδι . Αυτό το όνομα είναι το πιο αρχαίο και δεν φανερώνει μια χάρη του μοναχά, αλλά όλες μαζί. Γιατί το φίδι είναι φαρμακερό κι ότι δαγκάσει το φαρμακώνει και το πεθαίνει .  Παρεκτός από αυτό το φίδι έχει ένα κορμί με πολλες βόλτες , που μ΄αυτές σφίγγει όποιον θέλει να σκοτώσει, κι αν αυτός ο δυστυχής τύχει να ξεφύγει από τη μια βόλτα, πέφτει στην άλλη.
T΄αλλα του ονόματα είναι ανάλογα τις χάρες που έχει αυτό το τρομερό πνεύμα. Λέγεται Διάβολος επειδή κατηγόρησε τον Θεό στους Πρωτόπλαστους κι από τότε ως τα τώρα δουλεύει με τη ραδιουργία.Λέγεται Σατανάς που θα επι εχθρός, γιατί είναι εχθρός τού Θεού και τουα ναθρωπίνου γένους. Λέγεται Βεελζεβούλ και Βελίαρ που θα πει Σιχαμερός. Λέγεται Πονηρός. Λέγεται Ανθρωποκτόνος. Λέγεται Μισόκαλος επειδή μισεί τα καλά και τα έμορφα.Λέγεται Απολλύων ήγουν χαλαστής.Τέλος λέγεται και Μαμωνάς που θα πεί Παράς. Μαμωνάς λεγότανε ένα σιχαμερό είδωλο που προσκυνούσανε οι ειδωλολάτρες της Συρίας, είδωλο του χρυσαφιού, του πλούτου, των λεφτών , της καλοπέρασης.

Ο Χριστός λοιπόν, τούτο τον Μαμωνά, τούτο τον χρυσό διάβολο μας τον έδειξε για τον πιο επικίνδυνο εχθρό του Θεού. Από τη μια μεριά έβαλε τον Θεό, κι από την άλλη έβαλε τον Μαμωνά. Τον ένα αντίκρυ στον άλλον.  «Κανένας, λέγει, δεν μπορεί να δουλεύει σε δύο αφεντικά, γιατί ή τον έναν θα μισήσει και τον άλλον θα αγαπήσει ή θα αφοσιωθεί στον ένα και τον άλλον θα καταφρονήσει.Δεν μπορείτε να προσκυνάτε και τον Θεό και τον Μαμωνά».
Βλέπεις πως τούτη την φορά δεν βάζει ο Χριστός αντίκρυ στον Θεό τον μαύρο διάβολο ή τον Διάβολο αλλά βάζει τον Μαμωνά, το χρυσαφένιπο είδωλο. Και λέγει τούτα τα λόγια αφού είπε πρωτύτερα τούτα «Το λυχνάρι τού σώματος είναι το μάτι.Αν το μάτι σου είναι απλό (απονήρευτο) όλο το σώμα σου θα είναι φωτεινό.Και αν το μάτι σου είναι πονηρό όλο το σώμα σου θα είναι σκοτεινό.Αν λοιπόν το φως που υπάρχει μέσα σου είναι σκοτάδι, το σκοτάδι πόσο θάναι; ».
Ο Μαμωνάς είναι ο διάβολος τής φιλαργυρίας μα για να τον βάζει ο Χριστός τόσο ζωηρά αντίκρυ στον Θεό, θα πεί πως έχει μέσα του όλες τις καταραμένες κακίες , κατά τον λόγο που λέει «Μητέρα όλων των κακών είναι η φιλαργυρία». Λοιπόν, ο Μαμωνάς είναι και όφις φαρμακερός , είναι και ανθρωποκτόνος, είναι και παμπόνηρος , είναι και ραδιούργος είναι και ψεύτης.
Από την καταραμένη αγάπη για τον Παρά πηγάζουνε όλα τα κακά , όλες οι συμφορές της ανθρωπότητας.
Αυτό είναι φανερό σε κάθε περίσταση, μα ιδιαίτερα σήμερα, σε τούτον τον αμαρτωλό αιώνα που ζούμε.
Αυτό το τέρας του Μαμωνά που καταπλακώνει σήμερα τον κόσμο , έχει πολλά κεφάλια σαν το θηρίο τής Αποκαλύψεως.Αλλά τα δύο από αυτά είναι τα πιο μεγάλα.Το ένα λέγεται Μεγαλομανία και το άλλο Χρυσαφολατρία. Αν κοιτάξεις όμως καλά θα δείς πως και αυτά τα δύο κεφάλια είναι ένα και μοναχό, σαν τού διπρόσωπου Ιανού. Γιατί φιλαργυρία και μεγαλομανία είναι δυό στρίγγλες σε ένα κορμί ενωμένες.
Τώρα ρίξε μια ματιά και δε ςποια είναι τα είδωλα της ανθρωπότητας , που τα προσκυνούνε με σιχαμερό υστερισμό οι άνθρωποι κάθε φυλής.Είναι κάποια πρόσωπα που δεν έχουνε απάνω τους άλλο τίποτε , παρεκτός από μεγαλομανία κι από λεφτά. Ωστόσο, τα ονόματα τους κι όλα τα καθέκαστσα της παραλυμένης ζωής τους τα μαθαίνουμε στο πιο απόμακρο μέρος τής οικουμένης. Είναι το καθημερινό ψωμί αυτής της ελεεινής ανθρωπότητας. Λατρεύονται σαν θεοί, κι ας μην είναι η ζωή τους παραπάνω από λίγους μήνες ή ένα δυο χρόνια το πολύ. Γιατί κείνοι που τους προσκυνάνε, τους βαρυούνται , και φανερώνουνε ολοένα άλλα είδωλα, που ξεθρονίζουνε τα παλιά.
Όλη λοιπόν αυτή η αηδιαστική λατρεία κι οι ύμνοι που αναπέμπονται σε αυτά τα ασήμαντα ανθρωπάρια, όλα γίνουνται γιατί πίσω από το κάθε είδωλο υπάρχει το χρήμα , για το οποίο λιμάζουνε όλοι , μικροί και μεγάλοι , αρσενικοί και θηλυκοί .  Ο Μαμωνάς τους μαγεύει όλους, τους τραβά σαν μαγνήτης. Βγάλετε αυτόν στην μπάντα και θα δείτε τι θ΄απομείνει από τα είδωλα που σας είπα. Αυτός αφιονίζει τους λατρευτές και βλέπουνε «εκρηκτική ομορφιά»  εκεί που υπάρχουνε μόνο κάποια ανέκφραστα πρόσωπα , «λεπτή  εξυπνάδα και χάρη» εκεί που υπάρχει βλακεία κι απανθρωπιά, «ευγενικά αισθήματα » εκεί που υπάρχει απανθρωπιά αναισθησία κι εκφυλισμός,  «ζωή και σφρίγος »  εκεί που υπάρχει ακολασία κι αποκτήνωση.
Ω κόσμε ! Σε τι ξεπεσμό έχεις καταντήσει...! Είσαι βουλιαγμένος μέσα στη λασπη και θαρρείς πως δροσίζεσαι μέσα σε κρυσταλλένια νερά.
Αλλά , τι είναι τέλος πάντων,αυτά τα πλάσματα που τα λατρεύει σήμερα η οικουμένη και καταγίνεται μ΄αυτά μέρα-νύχτα;Ποιές θυσίες κάνουνε για την ανθρωπότητα , κι αυτή τους λιβανίζει ;; Αυτά τα είδωλα είναι αληθινά είδωλα. αναίσθητα σε ό,τι τους κάνουνε οι λατρευτές τους. Μέσα τους είναι πεθαμένα , δεν έχουνε κανένα αίσθημα, δεν νοιώθουνε τίποτα για την ανθρωπότητα που ζει με κακοπάθηση, με αγωνία, μ΄ένα μελανό σύννεφο, μπροστά της κρύβει  που κρύβει από τα μάτια κάθε ελπίδα. Όσοι λατρεύουνε αυτά τα «άχθη αρούρης» , καλά παθαίνουνε από τα είδωλα τους, που τους βλέπουνε σαν σκουλήκια να σέρνουνται μπροστά τους. Τι φταίνε όμως όσοι άνθρωποι κρατούνε ακόμα κάποια ανθρωπιά  και γυρίζουνε το πρόσωπο τους με αηδία απ΄αυτή την ντροπή , και που διατηρούνε κάποια σοβαρότητα κι αγωνίζονται να φυσήξουνε στα παιδιά τους λίγη πνοή  και την απέχθεια στην ψευτιά , στον εκφυλισμό και στη φρικτή παραμόρφωση τού ανθρώπου ;;
Βλέπεις λοιπόν πως ο Μαμωνάς βασίλεψε πια στον κόσμο, από τη μιά άκρη ώς την άλλη, κι έκανε την καρδιά του ανθρώπου ένα σπήλαιο , γεμάτο οχιές και φρύνους ;;
Είπα πρωτύτερα πως ο Μαμωνάς έχει απάνω του όλες τις σιχαμερές χάρες τού Σατανά.Είναι ραδιούργος , είναι ψεύστης, είναι φονιάς είναι ανθρωποκτόνος.

Γιατί το πάθος των λεφτών  τα φέρνει όλα πίσω του.

ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ, ΜΥΣΤΙΚΑ ΑΝΘΗ ,ΤΟ ΔΙΚΕΦΑΛΟ ΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΕΙΔΩΛΑ.

«Πούλα το λάδι γιατί θα πέσει η τιμή του». Αυτό ήταν το σύνθημα για τη δολοφονία του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Τον φυλάκισαν στην Ακρόπολη, εκεί που πολέμησε τους Τούρκους και τον δολοφόνησαν οι συμπολεμιστές του...




Στις 5 Ιουνίου 1825 ο αγωνιστής της επανάστασης, Οδυσσέας Ανδρούτσος δολοφονήθηκε στις φυλακές της Ακρόπολης. Τον είχε συλλάβει ο παλιός του φίλος και πρωτοπαλίκαρο του, Γιάννης Γκούρας, ύστερα από διαταγή του Ιωάννη Κωλέττη και Μαυροκορδάτου, οι οποίοι τον κατηγόρησαν ως «προδότη». 
Ο λόγος ήταν η συνεργασία του με τους Τούρκους του Ευρίπου, την περίοδο που ο Έλληνας αγωνιστής ήταν απογοητευμένος από τα πάθη του εμφυλίου και είχε συχνές διαφωνίες με τους πολιτικούς της εποχής.
 Η κυβέρνηση έχρισε τον Γκούρα αρχηγό μιας στρατιωτικής μονάδας για να τον συλλάβουν. Ο Ανδρούτσος παραδόθηκε στον άλλοτε φίλο του με τον όρο να τον στείλει στην Πελοπόννησο για να δικαστεί. Ωστόσο, ο Γκούρας τον οδήγησε στις φυλακές του πύργου Γούλα, που βρισκόταν στα προπύλαια της Ακρόπολης. 
Το παράδοξο της ιστορίας είναι ότι ο Ανδρούτσος φυλακίστηκε από πρώην συναγωνιστές του στο ίδιο μέρος όπου ο ίδιος είχε πολεμήσει τους Τούρκους. Εκεί το 1822 είχε χτίσει έναν απόρθητο Προμαχώνα για να ενισχύσει την άμυνα του ιερού βράχου και να προφυλάξει την περίφημη αρχαία πηγή της Κλεψύδρας, που υδροδοτούσε τους επαναστάτες κατά την πολιορκία τους από τους Τούρκους.


 Η αποκαλούμενη «Ντάπια του νερού ή του Δυσσέα» χτίστηκε από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στην Ακρόπολη για να προστατευτεί η πηγή και το πηγάδι που ξεδίψαγε τους αγωνιστές. Η αναμνηστική επιγραφή με τον σταυρό (δεξιά) το μαρτυρά.  
Στην ίδια περιοχή ο γενναίος οπλαρχηγός είχε λίγα χρόνια αργότερα ο τραγικό τέλος από «αδελφικά» χέρια. Όταν ο Καραϊσκάκης το έμαθε, προσπάθησε να τον απελευθερώσει χωρίς επιτυχία. Η δολοφονία του διατάχθηκε με την εξής αποκρυπτογραφημένη φράση: ‘’πούλα το λάδι γιατί θα πέσει η τιμή του’’. Το βράδυ της 4ης Ιουνίου οι Μαμούρης, Τριανταφυλλίνας, Τζαμάλας και Θεοχάρης εισήλθαν στο κελί του Ανδρούτσου, ο οποίος σηκώθηκε και έβρισε τους υποψήφιους δολοφόνους του. Χαρακτηριστικά τους είπε: «Ξέρω καλά ποιος σας έστειλε και γιατί ήρθατε στο κελί μου. Αν μου λύνατε το ένα χέρι θα βλέπατε ποιος είμαι και εγώ». Σύμφωνα με τον αυτόπτη μάρτυρα, τον φύλακα του κελιού, Κωνσταντίνο Καλατζή, τον βασάνισαν στρίβοντας του τα γεννητικά του όργανα ή κατ’άλλους του τα συνέθλιψαν με μια πέτρα. 4Αφού τον ξυλοκόπησαν άγρια στο πρόσωπο και στο σώμα, τον στραγγάλισαν.
 Στη συνέχεια πέταξαν το άψυχο σώμα του στα βράχια της Ακρόπολης, για να φανεί ως αυτοκτονία. 
Ο Γκούρας έστειλε επιστολή στην κυβέρνηση, στην οποία μιλούσε για τους ανθρώπους του Ανδρούτσου, τον Βρετανό ακόλουθό του, Τρελώνυ και τον Καπετάν Ιωάννη και για τον θάνατο του πρώην φίλου του. Το περιεχόμενο του γράμματος διασώθηκε από τον γραμματικό του Αντώνιο Γεωργαντά. “Σεβαστή Διοίκησις!

 Η επιστολή του Γκούρα στην κυβέρνηση Διά της από 30 Απριλίου αναφοράς μου, επληροφορήθη το περιστατικόν εις την υποψίαν του οποίου μ’ έκαμον να μετακομίσω τον Οδυσσέα από την μονήν του Δομπού εις το φρούριον των Αθηνών διά να φυλαχθή ασφαλέστερα προσώρας. Η καταστροφή των Σαλώνων μετά ταύτα παρά του άσπονδου εχθρού της Ελλάδος, η οποία θλίβει την ψυχήν μου, μ’ έκαμεν να πέσω εις την συλλογήν της και εις το στρατόπεδον τούτο, όπου έξαφνα χθες μοι παρρησιάσθη γράμμα από τον Αντιφρούραρχον Ιωάννη Μαμούρη 5 τρέχοντος, το οποίον μοι φανερώνει τας πανουργίας και μηχανάς όπου μεταχειρίσθη και εκεί ο Οδυσεύς διά να φύγει και αποτυχών καθ’ όλας τους τρόπους εσκοτώθη αφού εμηχανεύθη να φύγει από την Γούλιαν κρεμασμένος με σχοινιά και έπεσεν. αντίγραφον του γράμματος τούτου το περικλείω προς πληροφορίαν σας. Ούτως εστάθη το συμβεβηκός αυτού του ανθρώπου και ο θάνατός του από τας ιδίας του χείρας. Πληροφορείται προς τούτοις η σεβαστή Διοίκησις, ότι κατάρα του Θεού και του έθνους, έφθασε και εις το Σπήλαιον αυτού του ανθρώπου ……….. εστάθη άλλο συμβεβηκός εκεί. Άγνωστον διά ποίας αιτίας, εκτυπήθησαν ο Τρελώνυ με τους λοιπούς. Ένας κάποιος καπ. Ιωάννης το όνομα, εφονεύθη παρά του Τρελώνυ. Ο δε Τρελώνυ έλαβε δύο πληγάς και ευρίσκεται μέσα όπου ευρίσκονται και πέντε έξι ασήμαντοι άνθρωποι και δύο Τούρκοι κάποιος μπαμπαχμέντης και μουσταφάς. Μένω με βαθύτατο σέβας Εκ του στρατοπέδου της Μονής του Προφ. Ηλίου την 11 Ιουνίου 1825 Γιάννης Γκούρα» Ο Γιάννης Γκούρας έμεινε στην ιστορία ως προδότης και «δολοφόνος» του αγωνιστή Οδυσσέα Ανδρούτσου, ο οποίος άφησε την τελευταία του πνοή εκεί που μερικά χρόνια πριν οι Αθηναίοι τον είχαν υποδεχτεί με ενθουσιασμό ως φρούραρχο της Ακρόπολης.

  Ο Ανδρούτσος τιμήθηκε αρκετά χρόνια αργότερα από το ελληνικό κράτος.
 Τιμήθηκε όμως και ο δολοφόνος του, ο οποίος απέκτησε τον «δικό» του δρόμο στην Πλάκα. Ισως δεν είναι το μοναδικό παράδοξο στην ελληνική ιστορία…... 
Tο είδαμε : εδώ



πές μου, πού ήσουν ;

"Ο λογισμός μου ήταν εκεί στον Σταυρό του Σωτήρος, όπου έστεκε η αγία Μαρία η Θεοτόκος και έκλαιγε, και εγώ ήθελα πάντοτε έτσι να κλαίω"

Ο αββάς Ιωσήφ διηγήθηκε ότι ο αββάς Ισαάκ είπε:

"Κάποτε καθόμουν μαζί με τον αββά Ποιμένα και τον είδα να πέφτει σε έκσταση.

Επειδή του είχα πολύ θάρρος, του έβαλα μετάνοια παρακαλώντας τον "πές μου, πού ήσουν; "

Εκείνος αναγκάσθηκε και είπε:

"Ο λογισμός μου ήταν εκεί στον Σταυρό του Σωτήρος, όπου έστεκε η αγία Μαρία η Θεοτόκος και έκλαιγε, και εγώ ήθελα πάντοτε έτσι να κλαίω".

από το Γεροντικό 

Κυριακή, Ιουνίου 04, 2017

Πέτρος μοναχός ( Πετράκης) Κατουνακιώτης (1891-1958)

Ο κατά κόσμον Γεώργιος Λαγιός γεννήθηκε το έτος 1891 στη Λήμνο. Φαίνεται ότι νέος δε βοηθήθηκε πνευματικά γι′ αυτό έπινε και μεθούσε...


Αυτά γράφονται, όπως τα διέσωσαν παλαιοί γνώριμοί του, για να εξηγηθούν και κατανοηθούν κάποιες ιδιαίτερες μοναχικές του ασκήσεις. 
 
Αλλά ο καλός Θεός που είδε την καλή του προαίρεσηέδωσε μετάνοια φλογερή στην απλή και σπάνια ψυχή του και ήρθε να μονάσει στο Άγιον Όρος το έτος 1908.

Οι ησυχαστικές του αναζητήσεις και η φήμη του μεγάλου ησυχαστού, παπα-Δανιήλ Αγιοπετρίτου, οδήγησαν τα βήματά του στην πιο απομονωμένη και ησυχαστική περιοχή, στο Κελί που ασκήτευσε ο Άγιος Πέτρος ο Αθωνίτης, ο πρώτος και μεγαλύτερος Αθωνίτης Ησυχαστής...
 
Υποτάχθηκε στον παπα-Δανιήλ, τον οποίον προσπαθούσε να ακολουθεί στους αγώνες του και να του κάνει καλή υπακοή...Μετά από παρατεταμένη δοκιμή έγινε μοναχός το έτος 1926 με το όνομα Πέτρος. Έμαθε από τον αγιασμένο Γέροντά του την πρακτική καλογερική και μυήθηκε απ” αυτόν τα μυστικά της ησυχίας, της νήψεως, τους εγκλεισμού και της αδιαλείπτου νοεράς προσευχής, τα οποία κράτησε μέχρι θανάτου.

Βιώνοντας βαθιά τη μετάνοια για τα εν γνώσει και αγνοία αμαρτήματα της νεανικής του ζωής ζήτησε και έλαβε ευλογία από το Γέροντά του επί τρεις μήνες να μην πιεί νερό, για να συγχωρήσει ο Θεός τις οινοποσίες του. 
 
Έτρωγε φαγητό και χόρτα βέβαια, αλλά δεν ήπιε νερό επί τρεις μήνες!

Ήταν πρόθυμος και γενναίος στους ασκητικούς αγώνες και με τη μεγάλη απλότητα που τον διέκρινε έκανε τελεία υπακοή στο Γέροντά του. Η καλή αρχή, το πνευματικό θεμέλιο που έθεσε, προοιμίαζε και τη μετέπειτα φωτεινή πορεία του. Όταν εκοιμήθη ο παπα-Δανιήλ, περίπου το 1929, για λίγα χρόνια έζησε με τους παραδελφούς του. Κάποιος από αυτούς βγήκε στον κόσμο.

Οι άλλοι απεβίωσαν και φαίνεται ότι δυσκολευόταν μόνος του. Ήρθαν και τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής και της πείνας˙ έτσι αναγκάστηκε το 1940 να αφήσει το Κελί της μετανοίας του και να πάρει ένα ξηροκάλυβο στη Μικρά Αγία Άννα. 
 
Βρίσκεται πάνω από την Καλύβη του Απ. Θωμά, χαμηλότερα από το δρόμο που οδηγεί στα Κατουνάκια και δε φαίνεται γιατί είναι μέσα στο βράχο. Έχει δύο μικρά και χαμηλά κελάκια.Μία εσωτερική πόρτα οδηγεί στο βράχο όπου υπάρχει μία σπηλιά αρκετά ευρύχωρη με ένα άνοιγμα για φωτισμό. Εδώ απομονωνόταν ο Γέροντας για περισσότερη ησυχία.

Αυτό ήταν το πνευματικό του εργαστήριο, η πνευματική του κυψέλη, το «γλυκό Κατούνι του», που γι′ αυτόν ήταν επίγειος παράδεισος, αφού γευόταν το μέλι της ησυχίας και το μάννα του ουρανού. Γι′ αυτό δεν του έκανε καρδιά να βγαίνει από το καλύβι του, να συναναστρέφεται και να μιλά με άλλους.
 
Ο μικρόσωμος, αγράμματος και φτωχός «Πετράκης» ήταν ησυχαστής σε μεγάλα μέτρα. Είχε την αδιάλειπτη προσευχή, έβλεπε συχνάτο Άκτιστο Φως και ζούσε από αυτή τη ζωή παραδεισένιες καταστάσεις.

Διηγήθηκε ο γέρων Γεράσιμος ο Υμνογράφος: «Γνώρισα το γερω-Πέτρο (Πετράκη) τον Κατουνακιώτη. Ήταν όντως άγιος μοναχός. Έκανε πολλή προσευχή και μεγάλη άσκηση. Μια φορά την εβδομάδα μαγείρευε και έτρωγε κάθε μέρα από αυτό.

Μια φορά ήρθε στο Κελί μας αλλοιωμένος στη όψη˙ κλαίγοντας μου είπε ότι το βράδυ προσευχόμενος περικυκλώθηκε από λευκό άπλετο φως και γέμισε ευωδία το κελί του. 
 
Ο ίδιος αισθάνθηκε ανέκφραστη μακαριότητα, γλυκύτητα και ειρήνη. Δεν γνώριζε αν βρισκόταν στο κελί του. Ρωτούσε να μάθει τι είναι αυτό που του συνέβη.
 
Μου είπε: «Εσύ είσαι μορφωμένος, ξέρεις γράμματα, να μου πεις μήπως είναι πλάνη του Σατανά, μήπως είναι τίποτε κακό;».
 
 Όλα όσα μου έλεγε ήταν της χάριτος˙ καθώς τα διηγείτο είχε βγει εκτός εαυτού και σε μια στιγμή ξαφνικά το πρόσωπό του έλαμψεκαι εγώ τα” χασα.
 
Δε μιλούσα και τον άφησα να λέει. Δεν τον διέκοψα καθόλου. Αποτύπωνα και έλεγχα όσα έλεγε. Δε διέκρινα κανένα σημείο πλάνης. Ύστερα του είπα να δοξάζει τον Θεόν που αξιώθηκε να δει αυτά, γιατί όλα είναι από τον Θεό και δεν είναι πλάνη. Φεύγοντας με παρακάλεσε να μην τα πω πουθενά και να παρακαλώ το Θεό να τον ελεήσει για να μην πλανηθεί. Ο γερω-Πέτρος ήταν της νοεράς προσευχής. Πολύ ταπεινός και απλός μοναχός.

Φαίνεται πως αυτό το γεγονός του συνέβη τότε για πρώτη φορά, γιατί στη συνέχεια ζούσε πολλές τέτοιες καταστάσεις, όπως απεκάλυψε στο γέροντα Παΐσιο. Έβλεπε συχνά το Άκτιστο Φως, είχε αείρροα δάκρυα που συνόδευαν την αδιάλειπτη προσευχή του και είχε ξεπεράσει τα τυπικά.

Τον ρώτησε κάποιος Γέροντας αν κάνει κανόνα και ακολουθία και απάντησε: «Ούτε κανόνα ούτε ακολουθία κάνω. Μόλις δύσει ο ήλιος τρώγω, κάνω το Απόδειπνο και κοιμάμαι δύο ώρες. Όταν ξυπνήσω, και όταν έχει ήδη νυχτώσει, αρχίζω τα κομποσχοίνια. Στο δεύτερο-τρίτο κομποσχοίνι έρχονται τα δάκρυα και μέχρι το πρωί δεν ξέρω πού βρίσκομαι. Το καλοκαίρι αρχίζω την αγρυπνία το βράδυ και όταν βγει ο ήλιος, τότε συνέρχομαι και μπαίνω μέσα». (Πιθανότατα ηρπάζετο σε θεωρία).

Για αυτό ζούσε έγκλειστος και δεν ήθελε να μιλά, «εγκοπήν γλυκύτητος Θεού λαβείν μη βουλόμενος». Για να μη χάσει την επικοινωνία του με τον Θεόν, απέφευγε τις συναναστροφές. «Ο αγαπών την ομιλίαν την μετά του Χριστού αγαπά γενέσθαι μοναστικός». Τον επισκέπτονταν οι πατέρες και χτυπούσαν την εξώπορτα, αυτός όμως άνοιγε λίγο το παραθυράκι και ρωτούσε ποιός είναι και τι θέλει. Αν του πήγαιναν τρόφιμα, τους έλεγε να τα αφήσουν έξω. Δεν έβγαινε να τα πάρει μέχρι που σάπιζαν. Αυτό το έκανε για να βλέπουν οι πατέρες τα σαπισμένα τρόφιμα και να μην του ξαναφέρουν.

Τον ρώτησε κάποιος γιατί δε βγαίνει. «Άμα βγω έξω, θα πούμε λόγια περίσσια», απάντησε. Ήταν ακτήμων. Μια-δυο φορές το χρόνο έβγαινε για να δώσει το εργόχειρό του, τα κομποσχοίνια, και να προμηθευτεί το παξιμάδι του.
                                                                              
 
Έκανε κάθε μέρα ενάτη και λάδι δεν έτρωγε σχεδόν όλο το χρόνο. Η συνηθισμένη τροφή του ήταν τσάι με παξιμάδι. Έκανε και έκτακτα τριήμερα. Έλεγε στον παπα-Διονύσιο τον Μικραγιαννανίτη όταν ήταν νέο καλογέρι: «Για να μείνεις στην έρημο, θα πρέπει να είσαι καλός μάγειρας. Θα μαγειρεύεις φασόλια την Κυριακή και θα τρως μέχρι την Τρίτη. Την Τετάρτη θα βάλεις λίγο νεράκι και θα τα βράζεις, την Πέμπτη θα βάλεις λίγη ντοματούλα, την Παρασκευή λίγο αλατάκι και νερό, το Σάββατο θα βάλεις και λίγο χυλό από αλεύρι, και την Κυριακή άλλο φαγητό. Έτσι με ένα φαγητό περνάς όλη την εβδομάδα».

Κάποτε είχε χιονίσει και τον έβλεπε ο παπα-Διονύσιος από απέναντι να πηγαινοέρχεται ξυπόλυτος πάνω στο χιόνι. Ύστερα τον ρώτησε γιατί το έκανε αυτό, και του εκμυστηρεύτηκε ότι είχε σαρκικό πόλεμο και βγήκε ξυπόλυτος στο χιόνι για να πολεμήσει την πύρωση.

Ο γερω-Πέτρος είχε χάρισμα να βλέπει πράγματα που θα συνέβαιναν μελλοντικά. Κάποια μέρα πήρε πληροφορία και πήγε στον τότε Γέροντα της Καλύβης του Αγίου Χαραλάμπους στη Νέα Σκήτη και του είπε: «Γέροντα, έρχεται ο λύκος να φάει το προβατάκι σου, το ξέρεις; Το καλογέρι σου δεν πάει καλά. Το παρακολουθείς; Πρόσεξέ το, γιατί θα φύγει και θα πετάξει″.

Όντως το καλογέρι ήταν πνιγμένο στους λογισμούς και σχεδίαζε να φύγει. Ο γερω-Πέτρος από τη Μικρά Αγία Άννα το έβλεπε αλλά δυστυχώς παρά την προσπάθεια του Γέροντά του έφυγε στον κόσμο και παντρεύτηκε.

Ζούσε τελείως απερίσπαστα. Ανέβαινε τα καλοκαίρια στον Άθωνα με την πρόφαση να μαζεύει τσάι, αλλά στην πραγματικότητα ησύχαζε και επεδίδετο στη νοερά και αδιάλειπτη προσευχή, και στη θεωρία. Δεν είχε πολλές επικοινωνίες.

Προσπαθούσε να ζει στην αφάνεια, γι′ αυτό δε διασώζονται πολλά στοιχεία από τη ζωή του. Αλλά, όπως λένε οι Άγιοι Πατέρες, αρκεί πολλές φορές και ένας λόγος, για να φανερώσει όλη την πνευματική κατάσταση και την εσωτερική εργασία του μοναχού. Αν δοκιμάσει κανείς ένα ρακοπότηρο κρασί καταλαβαίνει όλη την ποιότητα του κρασιού ενός μεγάλου βαρελιού. Και ο γερω-Πέτρος, απ' τα λίγα στοιχεία που υπάρχουν, φαίνεται ότι ήταν προχωρημένος στην ευχή. 
 
Ήταν μοναχός της ευχής, της εσωτερικής εργασίας. Μοναχός βιαστής, πραγματικός ασκητής που συνδύαζε πράξη και θεωρία.Όλοι οι πατέρες που τον γνώρισαν εκφράζονται γι′ αυτόν με τα καλύτερα λόγια. «Ήταν ο καλύτερος της περιοχής», «πραγματικός μοναχός», «αγιότατο Γεροντάκι″.

Και ο γερω-Παΐσιος έλεγε ότι απ' όσους ασκητές γνώρισε ο γερω-Πέτρος ήταν σε ανώτερα μέτρα, γι′ αυτό ήθελε να γίνει υποτακτικός του.

 
 
Ο παπα-Ευφραίμ ο Κατουνακιώτης είχε πολλή ευλάβεια στο γερω-Πέτρο και είπε γι′ αυτόν: «Σου άφηνε μια γλυκύτητα μέσα σου, όταν τον συναντούσες και σε μιλούσε αυτός ο άνθρωπος. Ποτέ δε φάνηκε σε αγρυπνίες και ποτέ δεν προξένησε σκάνδαλο. Μια ζωή στο Άγιον Όρος και να είναι ειρηνικός με όλους, μεγάλο κατόρθωμα».

Ο γερω-Πέτρος, όταν συναντούσε Πατέρες στο δρόμο, δεν έλεγε τον καθιερωμένο χαιρετισμό «ευλογείτε», αλλά το εξής βαθυστόχαστο: «Πατέρες, φεύγουμε» (δηλαδή πεθαίνουμε).

Είχε μεγάλη λεπτότητα. Απέφευγε να διανυκτερεύει σε Κελιά, για να μην επιβαρύνει τους πατέρες, αλλά και για να μη χάνει ο ίδιος την ησυχία του και παραβαίνει το τυπικό του. Μια φορά ο γερω-Ιωακείμ ο Καρυώτης από τη Βατοπεδινή Καλύβη της Αναλήψεως τον πίεσε να διανυκτερεύσει στο Κελί του, αλλά δε δέχθηκε. Ξεκίνησε με τα πόδια για τη Δάφνη. Στο δρόμο νύχτωσε, άρχισε να βρέχει και διανυκτέρευσε σε μια κουφάλα καστανιάς.

Όταν προαισθάνθηκε ότι πλησιάζει η κοίμησή του, έφυγε από το Κελάκι του στη Μικρά Αγία Άννα και πήγε στη μετάνοιά του, στον Άγιο Πέτρο, ν' αφήσει τα κόκαλά του εκεί, όπου ξεκίνησε την καλογερική του. 
 
Έζησε εκεί μερικούς μήνες και εκοιμήθη το έτος 1958 την ημέρα της μνήμης του Αγίου Πέτρου του Αθωνίτου του οποίου είχε το όνομα και προς τιμήν του οποίου ετιμάτο ο ναός της Καλύβης. 
 
Όταν εκοιμήθη, τα μόνα πράγματα που βρέθηκαν στο κελί του ήταν λίγο παξιμάδι σ” ένα καλάθι και μισό μπουκάλι λάδι για το καντήλι. 
 
Ούτε κρεβάτι ούτε στρώμα είχε.

Την ευχή του να έχουμε. Αμήν.

Από την ασκητική και ησυχαστική Αγιορείτικη παράδοση, Εκδόσεις Ιερόν Ησυχαστήριον «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος» σελ. 64-72. - anavaseis.blogspot

δίκια κι άδικα ...

monastirea pasarea1.jpg

Τελώντας την Λειτουργία προσεύχομαι βεβαίως για όλο τον κόσμο και δεν αμφιβάλλω ότι, ωσότου προσφέρεται στον κόσμο αυτό η θυσία αυτή της αγάπης, ο κόσμος θα διατηρηθεί στην ύπαρξή του. 
Όταν όμως θα παύσει να προσφέρεται η θυσία αυτή, τότε αναπόφευκτα ο κόσμος θα κατακαεί στο πυρ του γενικού μίσους. 
Ναι, ακόμη και ως σήμερα δεν βλέπουμε στους αιώνες που πέρασαν τέτοια εποχή, κατά την οποία ο Χριστιανισμός έγινε σοβαρά δεκτός από τις ανθρώπινες μάζες. Μπορούμε ακριβέστερα να πούμε ότι η απουσία της αγάπης του Χριστού από τις ψυχές εκείνων που με τη βία επάνω στους πιο αδύνατους άρπαξαν την εξουσία, οδήγησε στις φοβερές παραμορφώσεις όλης της ζωής της ανθρωπότητας, και εξαιτίας αυτού έγινε αδύνατη σε όλους η σαφής αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Στην τύφλωση από το μίσος οι άνθρωποι χάνουν τελείως την αίσθηση αυτή, και τότε γι' αυτούς «πεθαίνει ο Θεός». 
Για την επιβεβαίωση της σκέψεώς μου έστρεψα από πολλού ήδη την προσοχή μου στο ότι και τα τέσσερα Ευαγγέλια αρχίζουν με αναφορά στην προφητεία του Ησαΐου: «Ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου ... Πάσα φάραγξ (δηλαδή υποβάθμιση και άσκηση βίας επάνω στους ανθρώπους) πληρωθήσεται και παν όρος (δηλαδή βίαιη κυριαρχία επάνω στους αδελφούς) ταπεινωθήσεται ... και αι τραχείαι εις οδούς λείας, και (μόνο τότε) όψεται πάσα σαρξ το σωτήριον του Θεού». 
...Αν βρεις, να διαβάσεις τον υπέροχο εικοστό τέταρτο λόγο του οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου ... 
Ο άγιος αυτός, σε συμφωνία με όλους εκείνους που προηγήθηκαν από αυτόν και με εκείνους που ήρθαν στον κόσμο μετά από αυτόν, λέει ότι «ο Θεός για τη ζωή στον κόσμο αυτό δημιούργησε πατέρα και υιό και όχι δούλο και μισθωτό ... Η δουλεία προήλθε από την μεταξύ των ανθρώπων έχθρα, εξαιτίας της οποίας άρχισαν να πολεμούν ο ένας εναντίον του άλλου και ο ένας να υποδουλώνει τον άλλον. Και η εξαγορά των ανθρώπων εξαιτίας της φτώχειας και των ελλείψεων, που άρχισαν να κυριεύουν τους πιο αδυνάτους λόγω της απληστίας και της πλεονεξίας των ισχυρότερων ... Χωρίς βία και φτώχεια κανένας δεν θα γινόταν δούλος ή μισθωτός ...». Αυτός ο, παραμορφωμένος από το μίσος των ανθρώπων, κόσμος κρύβει από την όραση το Υπέροχο Πρόσωπο του Θεού. 
Ο Θεός δεν ενεργεί με βία διαφυλάσσει με άγιον τρόπο την ελευθερία εκείνου που δημιουργήθηκε «κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσίν» Του. 
Επιπλέον βλέπει με υπομονή και τις κακές ακόμη εκδηλώσεις της ελευθερίας του ανθρώπου. 
Και η υπομονή Του αυτή θα διατηρηθεί τόσο, ώστε να γίνει δυνατή η εμφάνιση του αντιχρίστου, που θα αποπειραθεί να παραμερίσει τον Αληθινό Θεό και ακολούθως να ανακηρύξει θεό τον εαυτό του. 
Την οδό του αντιχρίστου θα συνοδεύσει αναπόφευκτα άσκηση παγκόσμιας βίας ... 
Πολλοί θα σκανδαλισθούν με αυτό. 
Θα εγερθεί σ' αυτούς το ερώτημα: Πού είναι λοιπόν ο Θεός; Πού είναι η Πρόνοιά Του για κάθε κτίσμα; 
Ανάμεσα σ' αυτούς που σκανδαλίστηκαν ήταν και η δική μας φτωχή Αλεξάνδρα. 
Δεν αντιλήφθηκε τις οδούς του Θεού και υπερασπιζόμενη το ανθρώπινο δίκαιο απέρριψε τη δικαιοσύνη του Θεού. 
Τώρα όμως που βρέθηκε σε συνθήκες που μπορεί να δει ότι ο Θεός είναι δυνατός και μετά θάνατον να δώσει στον άνθρωπο το πλήρωμα της ζωής και της μακαριότητας, με απλότητα και χαρά θα προχωρήσει στη συνάντησή Του: «Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην, ότι αυτοί χορτασθήσονται» 


Γέροντας Σωφρόνιος ,Από το βιβλίο «Γράμματα στη Ρωσία»
πηγή

η ορφάνια από Θεό ...

Λόγω αυτής της ορφάνιας που έχει κόσμος σε σχέση με τον Θεό, ο οποίος είναι η χαρά, δεν ξέρει τι κάμνει και παραφέρεται.
Αν ο άνθρωπος μπεί στην γραμμή τού Θεού και τής Εκκλησίας και γνωρίσει τον Πατέρα του τον ουράνιο, τότε δεν θα συμπεριφέρεται πλέον ως ορφανός και θα έχει μόνιμα την χαρά.
Το άγχος τι είναι ;
Είναι ακριβώς , αυτή η ορφάνια από τον ουράνιο Πατέρα.

π.Πορφύριος

«Ο Θεός είναι νεκρός ! Ο Θεός παραμένει νεκρός ! Κι εμείς τον σκοτώσαμε !
Πώς να παρηγορηθούμε εμείς , οι φονιάδες των φονιάδων ;
Κάτω απ' το μαχαίρι μας μάτωσε ότι πιο άγιο και πιο ισχυρό είχε ως τώρα ο κόσμος - ποιός θα μας καθαρίσει απ' αυτό το αίμα ;
Ποιός νερό μπορεί να μας πλύνει ;
Ποιούς εξιλασμούς , ποιά ιερά παιχνίδια πρέπει να εφεύρουμε ;
Το μέγεθος αυτής της πράξης δεν είναι πολύ μεγάλο για μας ;
Δεν πρέπει να γίνουμε κι εμείς οι ίδιοι θεοί απλώς για να φαινόμαστε άξιοι της ;;»

Νίτσε «Χαρούμενη Γνώση»
 
το  είδαμε εδώ

Πέμπτη, Ιουνίου 01, 2017

"ΓΙΑΤΙ ΧΡΗΣΤΟ ΔΙΑΡΚΩΣ ΜΕ ΒΡΙΖΕΙΣ - ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΙΚΗ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ"

ΜΙΑ ΑΚΟΜΑ ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗ ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕ Η ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗ !!!



Ήμουν ανθυπασπιστής στο τάγμα της Κορέας. Δεν πίστευα πουθενά, παρά μόνο στη δύναμη των βαρέων όπλων που κατεύθυνα. Επί πλέον ήμουν αδιόρθωτα βλάσφημος. Όλες οι βλασφημίες μου συγκεντρώνον­ταν στην Παναγία.
Όσοι με άκουγαν ανατρίχιαζαν. Οι φαντάροι μου έκαναν τον σταυρό τους, για να μην τους βρεί κακό. Οι ανώτεροί μου διαρκώς με παρατηρού­σαν και με τιμωρούσαν. Ώσπου μια νύχτα έζησα ένα ολοφάνερο θαύμα.

Ξημέρωνε η 7η Απριλίου 1951. Με την διμοιρία μου είχα καταλάβει μια πλαγιά σε ύψωμα κοντά στον 38ο παράλληλο. Μέχρι τα ξημερώματα έμεινα άγρυπνος στο όρυγμά μου μαζί με τον στρατιώτη Σταύρο Αδαμάκο. Όταν ρόδιζε η αυγή, οπότε δεν υπήρχε φόβος αιφνιδιασμού, αποκοιμήθηκα. Είδα τότε ένα όνειρο που με συνετάραξε:

Μία γυναίκα στα μαύρα ντυμένη, με αγνή ομορφιά και γλυκύτατη φωνή, με πλησιάζει και με ρωτά ακουμ­πώντας το χέρι στον ώμο μου:

– Θέλεις να βρίσκομαι κοντά σου Χρήστο; Ένοιωσα τότε μια βαθειά αγαλλίαση.

– Και ποία είσαι συ; την ρώτησα.

Τότε εκείνη άλλαξε έκφραση και με παρατήρησε αυστηρά:

– Γιατί, Χρήστο, διαρκώς με βρίζεις;

– Πρώτη φορά σε βλέπω! διαμαρτυρήθηκα. Πως είναι δυνατό να βρίζω μια άγνωστή μου;

– Ναι, Χρήστο, επέμεινε εκείνη πιο αυστηρά. Με βρίζεις. Εγώ όμως είμαι πάντα κοντά σε σένα και σ’ όλους τους στρατιώτες του τάγματος. Γιατί δεν πηγαίνετε στο Πουσάν, ν’ ανάψετε κεριά στ’ αδέλφια σας που έχουν ταφεί εκεί;

Μ’ αυτή τη φράση ξύπνησα τρομαγμένος. Ο Σταύ­ρος δίπλα μου με κοίταζε σαστισμένος.

– Κύριε ανθυπασπιστά, κάτι έχεις, μου είπε. Βογγούσες και παραμιλούσες στον ύπνο σου.

Του διηγήθηκα το όνειρό μου και καταλήξαμε πως ήταν αποτέλεσμα κοπώσεως και συζητήσεων γύρω από τους νεκρούς του Πουσάν. Ενώ όμως λέγαμε αυτά, ξαναβλέπω τη γυναίκα του ονείρου μου μπροστά μου.

— Αδαμάκο! βάζω μια φωνή. Η γυναίκα… Αυτή… Να… τη βλέπεις;

Εκείνος προσπαθούσε να με καθησυχάσει, αλλά που εγώ! Η μαυροφορεμένη γυναίκα με την αγνή ο­μορφιά και τη γλυκύτατη φωνή στάθηκε κοντά μου και μου είπε:

– Μη φοβάσαι… Μη φοβάσαι, παιδί μου. Είμαι η Παναγία. Σας προστατεύω όλους παντού και πάντοτε. Αλλά θέλω από σένα να μη με βρίσεις ούτε στις δυ­σκολότερες στιγμές της ζωής σου.

Πέφτω αμέσως ταραγμένος να φιλήσω τα πόδια της. Εκείνη όμως είχε γίνει άφαντη. Έκλαψα τότε απ’ τα βάθη της καρδιάς μου ένα κλάμα ανακουφίσεως και χαράς, εγώ που δεν είχα κλάψει ποτέ στη ζωή μου».


  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...