Ἀρχιμ. Κύριλλου Κεφαλόπουλου
B.A. Hist., Th.M., Ph.D.
Ὁ ἄνθρωπος ἔχει νὰ ἀντιμετωπίσει, ἰδίως στὴν σημερινὴ κοινωνία, πολλὰ προβλήματα, θλίψεις καὶ στενοχώριες ποὺ τὸν βασανίζουν, ἀρρώστιες καὶ πόνο ποὺ ταλαιπωροῦν τὴν σωματική του ὑγεία ὅσο καὶ τὴν ψυχοδιανοητική του ἰσορροπία.
Ἡ Ἰατρικὴ ἐπιστήμη προσπαθεῖ μὲ φάρμακα καὶ μεθόδους θεραπείας νὰ ἰατρεύσει τὶς ἀρρώστιες ποὺ ταλαιπωροῦν τὸν ἄνθρωπο, ἐνῶ ἄλλες ἐπιστῆμες, ὅπως ἡ ψυχολογία καὶ ἡ ψυχιατρικὴ παλεύουν μὲ τὶς ψυχικὲς ἀσθένειες ποὺ ἰδίως σήμερα, φαίνεται νὰ ἀπασχολοῦν ὁλοένα καὶ περισσότερο τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο. Ὅμως, τὸ πρόβλημα τῆς ἀσθένειας καὶ τοῦ πόνου εἶναι πλατύτερο, μὲ πολλὲς διαστάσεις καὶ προεκτάσεις, σωματικές, πνευματικές, ψυχικές, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ τὶς καλύψουν πλήρως οἱ ἐπιστημονικὲς προσεγγίσεις, οἱ ὁποῖες συνήθως μένουν σὲ μία ἐπιφανειακὴ θεώρηση τῶν πραγμάτων, ἀδυνατώντας νὰ εἰσέλθουν στὰ ἐνδότερα τῆς ψυχοπνευματικῆς διάστασης τῆς ἀνθρώπινης ὑποστάσεως.
Ὁ πόνος καὶ οἱ ἀσθένειες μοιάζουν νὰ εἶναι βαθιὰ ριζωμένες καὶ ταυτισμένες μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση. Ὁ Κύριος προειδοποίησε τοὺς μαθητές Του ὅτι ”ἐν τῷ κόσμω θλίψιν ἔξετε” (Ἰω. 16,33). Ὁ Ἀπ. Παῦλος διευρύνει τὴν ὕπαρξη τοῦ πόνου σὲ ὁλόκληρη τὴν κτίση, ἡ ὁποία στενάζει καὶ συμπάσχει μὲ τὸν ἄνθρωπο (Ρωμ. 8,22). Παράλληλα ὅμως λέει ὅτι πρέπει καὶ μεῖς νὰ περάσουμε ἀπὸ τὸ στάδιο αὐτὸ τῶν θλίψεων- ”διὰ πολλῶν θλίψεων δεῖ ἠμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ” (Πράξ. 14,22).
Μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν καθαρτικὴ διαδικασία τοῦ πόνου, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, μὲ αὐτὴν τὴν ὀπτική, ὁ πόνος ἀποκτᾶ μία ἄλλη διάσταση λυτρωτική, ποὺ γιὰ πολλοὺς ἀνθρώπους μοιάζει ἀκατανόητη.
Στὴν Π.Δ., ὅπου περιγράφεται ἡ πορεία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ ἡ ἱστορική του διαδρομὴ πέρασε ἀπὸ μεγάλες ἐθνικὲς καὶ θρησκευτικὲς περιπέτειες, ἀναφέρονται πρόσωπα ποὺ δοκιμάσθηκαν σκληρά.
Ἀπὸ τὴν ἀρχή, ὁ πόνος καὶ οἱ ἀσθένειες ἐμφανίζονται ταυτόσημες μὲ τὴν μοίρα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, κομμάτι ἀναπόσπαστό τῆς πτωτικῆς καταστάσεως ποὺ βίωναν οἱ πρωτόπλαστοι μετὰ τὴν ἐκδίωξή τους ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Μὲ λύπες καὶ στεναγμούς, μὲ κόπο καὶ ἀσθένειες θὰ εἶναι πλέον ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου (Γέν. 3,16-19). Ὁ ἄνθρωπος δοκιμάζεται σκληρά, ὑποφέρει ὅλο του τὸ εἶναι. Ὁ πάσχων ἄνθρωπος βγάζει μία κραυγὴ ἀπελπισίας ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν πονεμένη του καρδιά, μαζὶ μὲ ἕνα αἴσθημα πόνου καὶ ἐγκατάλειψης. Ὡστόσο, μέσα ἀπὸ τὴν δοκιμασία τῆς ἀσθένειας ἐντέλει δοκιμάζεται ὁ βαθμὸς τῆς πίστης μας, καὶ αὐτὸ μπορεῖ νὰ λειτουργήσει καὶ θετικά, ὡς ἀφορμὴ μεταστροφῆς καὶ ἐνισχυτικό τῆς πίστεως.
Ὁ Χριστὸς πάνω στὸν Σταυρὸ ὁδηγεῖται στὴν ταπείνωση καὶ τὸν θάνατο, σηκώνοντας στοὺς ὤμους Του τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες καὶ ἁμαρτίες, μὲ τὸν ζωή Του καὶ τὸν θάνατό Του ὁ Χριστὸς γίνεται ὅλος μία θυσία ἐξιλέωσης καὶ λύτρωσης τοῦ ἀνθρώπινου πόνου (Ἡσ. 53,2-12). Ὁ Χριστὸς ἦλθε γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τοὺς πονεμένους καὶ τοὺς ἀρρώστους. Αὐτοὺς θέτει στὸ ἐπίκεντρο τῆς διακονίας Του – τυφλοὺς καὶ χωλοὺς ἐθεράπευσε, λεπροὺς καθάρισε, νεκροὺς ἀνέστησε (Ματθ. 11,5). Ὁ Κύριος σὲ ὅλους αὐτοὺς ἀπευθύνει πρόσκληση: ”δεῦτε πρὸς μὲ πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, καγῶ ἀναπαύσω ὑμᾶς” (Ματθ. 11,28).
Πολλὲς φορὲς ὁ Χριστὸς εἶχε μιλήσει καὶ προειδοποιήσει γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα τῶν πόνων καὶ τῶν θλίψεων, γιὰ τὸν σταυρὸ ποὺ πρέπει ὁ καθένας νὰ σηκώσει (Λκ. 9,23). Πρόκειται γιὰ τὴν στενὴ καὶ τεθλιμμένη ὁδὸ ποὺ ὁδηγεῖ στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Μέσα ἀπὸ πόνους καὶ θλίψεις θὰ περάσει ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ κερδίσει τὴν οὐράνιο Βασιλεία (Λκ. 9,23). Ὡστόσο, ὑπάρχει ἡ τελικὴ διαβεβαίωση τοῦ Χριστοῦ ὅτι ”ἐν τῷ κόσμω θλίψιν ἔξετε-ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον” (Ἰω. 16,33) καὶ ἡ ὑπόσχεση τῆς ἀποστολῆς τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, τοῦ Παρακλήτου ποὺ θὰ στηρίξει τοὺς πιστοὺς στὶς δύσκολες στιγμὲς (Ἰω. 16,13).
Ἡ αἴσθηση τοῦ πόνου καὶ τῶν θλίψεων (σωματικῶν καὶ πνευματικῶν, ὅπως καὶ τῶν ἀσθενειῶν) ἀποκτοῦν γιὰ τὸν χριστιανὸ πνευματικὲς καὶ σωτηριολογικὲς διαστάσεις, καθὼς ἡ ἀσθένεια στὰ πλαίσια τῆς χριστιανικῆς πίστεως καθίσταται πηγὴ ὑπομονῆς καὶ παρηγορίας- ”εἴτε θλιβόμεθα, ὑπὲρ τῆς ὑμῶν παρακλήσεως(=παρηγορίας) καὶ σωτηρίας τῆς ἐνεργουμένης ἐν ὑπομονὴ τῶν αὐτῶν παθημάτων ὧν καὶ ἠμεῖς πάσχομεν…, ἡ ἐλπὶς ἠμῶν βεβαῖα ὑπὲρ ὑμῶν-εἰδότες ὅτι ὥσπερ κοινωνοὶ ἐστὲ τῶν παθημάτων, οὕτω καὶ τῆς παρακλήσεως” (Β’ Κορ.5,1-7).
Μέσα ἀπὸ τὴν φαινομενικὴ αὐτὴ ἀδυναμία, ὁ δοκιμαζόμενος καὶ θλιβόμενος χριστιανὸς ἀντλεῖ δύναμη, πίστη καὶ ἐλπίδα. Τὴν ἐμπειρία αὐτὴ ἐκφράζει ὁ Ἀπ. Παῦλος: ”ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενεία τελειοῦται…ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατὸς εἰμὶ” (Β’ Κορ. 12,9-10). Ἡ Ἐκκλησία προσεύχεται στὸν μεγάλο Ἰατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἠμῶν, τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ πόνους καὶ ἀσθένειες (πρβλ. εὐχὲς ὑπὲρ ὑγείας, μυστήριον εὐχελαίου). Μέσω τῆς ὀδυνηρᾶς ὁδοῦ ἡ πίστη δοκιμάζεται καὶ ἐνισχύεται ἀπὸ τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ (Ρωμ. 5,3-8).
Τὸ θεραπευτικὸ ἔργο τοῦ Ἰησοῦ, μὲ τὰ πολλαπλὰ περιστατικὰ στὴν Κ.Δ. τῶν θαυματουργικῶν ἰάσεων ποὺ ἐπετέλεσε ὁ Κύριος, πάντοτε ὡς συνέχεια καὶ ἐπακόλουθό της ἰσχυρᾶς πίστεως τῶν ζητούντων τὴν θεραπεία, λειτουργοῦσε ὡς ἐνισχυτικό της πίστεως τῶν ἀνθρώπων καὶ ὡς σημεῖο τῆς παρουσίας τῆς θείας χάριτος ἀνάμεσα στὸν κόσμο. Τὸ θεραπευτικὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ συνέχισαν μέσα στὴν Ἐκκλησία οἱ Ἀπὸ-στόλοι καὶ οἱ Ἅγιοι, ἰδίως ἐκεῖνοι οἱ Ἅγιοι ποὺ ἔλαβαν τὴν προσωνυμία Ἀνάργυροι.
Ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἀναγνωρίζει εἴκοσι Ἁγ. Ἀναργύρους, οἱ ὁποῖοι, ἔχοντας σπουδάσει τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη, συνδύασαν τὸ θεραπευτικὸ ἔργο μὲ τὴν διάδοση τῆς πίστεως στὸν Χριστό, τὴν παροχὴ ἰατρικῶν ὑπηρεσιῶν, μὲ τὴν φιλανθρωπία καὶ τὴν πρόνοια γιὰ τοὺς φτωχούς, ἀφοῦ προσέφεραν τὶς γνώσεις τους χωρὶς νὰ λαμβάνουν ἀμοιβὴ (ἄνευ ἀργυρὶ-ου, γι’ αὐτὸ ὀνομάσθηκαν ἀνάργυροι). Κάποιοι ἐξ αὐτῶν εἶναι περισσότερο γνωστοί, ἄλλοι ὄχι ἰδιαιτέρως γνωστοὶ στοὺς πιστούς, ὅλοι τους ὅμως ἀνεξαιρέτως ἀνεδείχθησαν φορεῖς τῆς θείας χάριτος, ἀξιοποιώντας τὶς γνώσεις τους καὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, θεραπεύοντας τὶς σωματικὲς ἀσθένειες, ἐπουλώνοντας τὰ ψυχικὰ τραύματα, ἐνισχύοντας τοὺς ταπεινοὺς καὶ ἀσθενεῖς συνανθρώπους στὴν ἀσθένειά τους, στὴν δοκιμασία τῆς πίστεως καὶ τῆς ὑπομονῆς τους, ἀκολουθώντας τὸ εὐαγγελικὸ ”δωρέαν λάβετε, δωρεὰν δότε”, καὶ ἐνεργώντας πάντοτε πρὸς δόξαν καὶ ἔπαινον τοῦ Ὀνόματος τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὺς τοὺς Ἰατροὺς Ἁγ. Ἀναργύρους τῆς Ἐκκλησίας μας θὰ προσπαθήσουμε νὰ πλησιάσουμε καὶ νὰ γνωρίσουμε.
Οἱ γνωστότεροι ἀπὸ τοὺς Ἁγ. Ἀναργύρους εἶναι τὰ ἀδέλφια Κοσμᾶς καὶ Δαμιανός. Μὲ τὰ ὀνόματα αὐτὰ μᾶς εἶναι γνωστὰ τρία ζεύγη ἀδελφῶν ποὺ τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας. Τὴν 1η Ἰουλίου ἑορτάζουν οἱ καταγόμενοι ἀπὸ τὴν Ρώμη ἀδελφοὶ Κοσμᾶς καὶ Δαμιανός, ἰατροὶ στὴν ἐπιστήμη, ποὺ ἔζησαν στοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Νέρωνος. Οἱ ἅγιοι Κοσμᾶς καὶ Δαμιανὸς προσέφεραν δωρεὰν τὶς ἰατρικὲς τοὺς ὑπηρεσίες σὲ ὅλους καὶ ὅπου δὲν ἀρκοῦσε ἡ ἐπιστήμη, μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ ἐθεράπευαν τοὺς ἀσθενεῖς.. Ἡ φήμη τους ἐξαπλώθηκε καὶ ἀπὸ φθόνο ἄλλοι ἰατροὶ τοὺς κατήγγειλαν ὡς χριστιανούς. Ὅταν ὅμως ἀφέθησαν ἐλεύθεροι νὰ ἐξασκοῦν τὴν ἰατρική, τότε κάποιος ἄλλος ἰατρὸς τοὺς ὁδήγησε μὲ δόλο σὲ κάποιο ὅρος νὰ μαζέψουν δῆθεν φαρμακευτικὰ βότανα καὶ ἐκεῖ τους κατακρήμνισε
Τὴν 1η Νοεμβρίου ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ ἕνα ἄλλο ζεῦγος ἀδελφῶν Ἁγ. Ἀναργύρων, ὁμοίως ὀνομαζομένων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ, καταγομένων ἀπὸ τὴν Μ. Ἀσία. Ἡ μητέρα τους, Θεοδότη, ἔμεινε χήρα ἀπὸ νωρίς, καὶ ἀφοσιώθηκε στὴν χριστιανικὴ ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν της. Οἱ δύο ἀδελφοὶ Κοσμᾶς καὶ Δαμιανὸς σπούδασαν καὶ διακρίθηκαν στὴν ἰατρική, ἐξασκώντας τὴν ἐπιστήμη τους ὡς διακονία καὶ προσφορὰ πρὸς τὸν πλησίον, συνδυάζοντας τὴν θεραπεία τῶν σωμάτων μὲ τὴν χριστιανικὴ φροντίδα τῶν ψυχῶν. Ἀμοιβὴ δὲν δέχονταν, διότι ἀνέμεναν τὴν οὐράνιο ἀνταμοιβή. Ἐκοιμήθησαν ἐν εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας.
Τρίτο ζεῦγος Ἁγ. Ἀναργύρων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ, μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα τρία ἀδέλφια τοὺς Λεόντιο, Ἄνθιμο καὶ Εὐπρέπιο, κατήγοντο ἀπὸ τὴν Ἀραβία. Τὰ πέντε ἀδέλφια διακρίθηκαν γιὰ τὶς ἀγαθοεργίες τους καὶ τὸν χριστιανικό τους ζῆλο ποὺ πολλοὺς προσείλκυσαν στὴν πίστη. Καταγγέλθηκαν ὡς χριστιανοί, συνελήφθησαν κατὰ τὸν διωγμὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ θανατώθηκαν δι’ ἀποκεφαλισμοῦ. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τῶν πέντε ἀδελφῶν τὴν 17η Ὀκτωβρίου.
Ἕνα ἄλλο ζεῦγος Ἁγ. Ἀναργύρων, οἱ ἅγ. Κῦρος καὶ Ἰωάννης, μαρτύρησαν ἐπίσης στὸν μεγάλο διωγμὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ. Ὁ Κύρος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου, καὶ ὁ Ἰωάννης ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα τῆς Μεσοποταμίας. Ὁ ἅγ. Κῦρος ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ πῆγε στὴν Ἀραβία γιὰ νὰ μονάσει. Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ ἐπιτελεῖ πολλὰ θαύματα. Ἡ φήμη του ἐξαπλώθηκε καὶ προσείλκυσε κοντὰ του τὸν Ἰωάννη ποὺ ἔμεινε μαζί του μονάζοντας στὴν ἴδια μονή. Στὴν διάρκεια τοῦ διωγμοῦ τοῦ Διοκλητιανοῦ, οἱ ἅγ. Κύρος καὶ Ἰωάννης ἄφησαν τὴν ἔρημο καὶ ἔσπευσαν νὰ ἐνθαρρύνουν τὶς συλληφθεῖσες Χριστιανὲς γυναῖκες νὰ ἀντέξουν τὸ μαρτύριο. Συνελήφθησαν καὶ μαρτύρησαν δι’ ἀποκεφαλισμοῦ. Ὁ Ἅγ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας φρόντισε γιὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων τῶν δύο ἁγίων καὶ ἀνήγειρε μεγαλοπρεπῆ ναὸ στὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου πολλοὶ χριστιανοὶ καὶ εἰδωλολάτρες προσήρχονταν προσκυνητὲς καὶ ἐθεραπεύονταν θαυματουργικὰ ἀπὸ τοὺς Ἁγ. Ἀναργύρους Κῦρο καὶ Ἰωάννη. Ἡ μνήμη τους τιμᾶται τὴν 31η Ἰανουαρίου.
Στὴν ὁμάδα τῶν Ἁγ. Ἀναργύρων ἀνήκει ὁ Ἅγ. Τρύφων (1η Φεβρουαρίου), ἀπὸ τὴν Λάμψακο τῆς Φρυγίας, ὁ ὁποῖος ἂν καὶ δὲν ἦταν ἰατρός, εἶχε τὸ θεῖο χάρισμα νὰ θεραπεύει ἀσθένειες. Ἡ φήμη του ἔφθασε ὡς τὸν αὐτοκράτορα Γορδιανό, ποὺ τὸν κάλεσε στὴν Ρώμη νὰ θεραπεύσει τὴν κόρη του. Ὁ ἅγ.Τρύφων τὴν γιάτρεψε, ἀρνήθηκε ὅμως τὶς βασιλικὲς τιμὲς καὶ τὰ δῶρα, καὶ ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα του. Ἀργότερα, κατὰ τὸν διωγμὸ τοῦ Δεκίου ὁ ἅγ. Τρύφων συνελήφθη, βασανίσθηκε, καὶ ἔλαβε μαρτυρικὸ τέλος. Ἡ θαυματουργὸς χάρη τοῦ ἁγ. Τρύφωνος ἐπεκτείνεται ὄχι μόνον στοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλη τὴν φύση, τὰ ζῶα, τοὺς ἀγρούς, τὶς καλλιέργειες, καὶ γι’ αὐτὸ οἱ καλλιεργητὲς τὸν ἐπικαλοῦνται γιὰ νὰ προστατεύσει τὰ ζῶα καὶ τὶς σοδιές.
Στὶς 6 Φεβρουαρίου ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὸν μάρτυρα Ἰουλιανό, ὁ ὁποῖος, ἰατρὸς στὴν ἐπιστήμη, καταγόμεσος ἀπὸ τὴν Ἔμεσα τῆς Συρίας, ὅταν εἶδε τὸν ἐπίσκοπο της πόλεως Σιλουανὸ νὰ ὁδηγεῖται στὸ μαρτύριο, ἔσπευσε νὰ τὸν ἐνισχύσει, καὶ ἀμέσως συνελήφθη καὶ θανατώθηκε (τέλη 3ου αἰ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Νουμεριανοῦ).
Στὶς 11 Μαΐου ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὸν ἱερομάρτυρα Μώκιο, ἐκ Ρώμης καταγόμενον καὶ ἀπὸ εὐγενικὴ γενιά, ἱερέα στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀμφίπολης τῆς Μακεδονίας. Τὰ κηρύγματά του κατὰ τῶν εἰδώλων καὶ οἱ προτροπὲς στοὺς χριστιανοὺς νὰ ἀπέχουν ἀπὸ τὶς εἰδωλολατρικὲς ἑορτές, τὸν ἔφεραν ἀντιμέτωπο μὲ τὸν ἀνθύπατο Λαοδίκιο, ποὺ τὸν κάλεσε δημοσίως νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ὁ Μώκιος ἀντιθέτως ἀνέτρεψε τὸν εἰδωλολατρικὸ βωμό. Συνελήφθη, ἐρρίφθη σὲ κάμινο μὲ ἀσβέστη καὶ ἐξῆλθε ἀβλαβής. Ἀργότερα, ἐρρίφθη σὲ ἄγρια θηρία νὰ τὸν κατασπα-ράξουν, ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ Χάρις τοῦ Ὑψίστου τὸν προστάτευσε. Ὁδηγήθηκε δέσμιος στὸ Βυζάντιο, ὅπου τὸν ἀποκεφάλισαν. Αὐτὰ συνέβησαν ἐπὶ Διοκλητιανοὺ αὐτοκράτορος, μεγάλου διώκτου τῶν χριστιανῶν. Στὴν Κων/πολη ὁ Μέγας Κων/νος ἀνήγειρε μεγαλοπρεπὴ ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ ἱερομάρτυρος Μωκίου, ὅπου ἐναπέθεσε τὸ τίμιον λείψανον αὐτοῦ.
Στὶς 20 Μαΐου, μνήμη τοῦ μάρτυρος καὶ ἰαματικοῦ Θαλλελαίου, ἀπὸ τὸν Λίβανο, ἰατροῦ στὸ ἐπάγγελμα. Σὲ κάποιον ἀπὸ τοὺς διωγμοὺς κατὰ τῶν χριστιανῶν συνελήφθη, καὶ τὸν κρέμασαν ἀνάποδα ἀπὸ τοὺς ἀστραγάλους, καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν.
Στὶς 27 Ἰουνίου ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὸν ὅσιο Σαμψῶν τὸν Ξενοδόχο, καταγόμενο ἀπὸ πλούσια καὶ εὐγενικὴ οἰκογένεια. Ἐγκαταστάθηκε στὴν Κων/πολη, ὅπου ὡς ἱερέας καὶ ἰατρὸς ἀνέπτυξε μεγάλο φιλανθρωπικὸ ἔργο. Ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανὸς ἔκτισε μεγάλο ξενώνα γιὰ τοὺς ξένους, τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς ἀσθενεῖς τῆς Βασιλεύουσας, καὶ ὅρισε τὸν ὅσιο Σαμψῶν ὑπεύθυνο γιὰ τὴν διαχείριση τοῦ ξενώνα (ἐξ οὗ καὶ ὀνομάσθηκε ”ξενοδόχος”).
Στὶς 26 Ἰουλίου, στὸν μεγάλο διωγμὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ κατὰ τῶν χριστιανῶν τῆς Νικομήδειας, ὅταν συνελήφθη ὁ ἅγ. Παντελεήμων καὶ ρωτήθηκε ποιὸς τὸν εἶχε κατηχήσει στὸν χριστιανισμό, ὀνομάτισε τὸν ἱερέα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Νικομήδειας Ἐρμόλαο, ὁ ὁποῖος ἀμέσως συνελήφθη καὶ ἀποκεφαλίσθηκε.
Στὸν ἴδιο διωγμὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ, συνελήφθη καὶ ὁ μεγαλομάρτυς καὶ ἰαματικὸς Παντελεήμων. Αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Νικομήδεια τῆς Μ. Ἀσίας, ἀπὸ πατέρα ἐθνικὸ καὶ μητέρα χριστιανή. Νωρὶς ἔχασε τὴν μητέρα του, ἀλλὰ κατόρθωσε νὰ ὁλοκληρώσει τὶς ἐγκυκλίους σπουδὲς καὶ νὰ μάθει τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη. Ὁ ἱερέας Ἐρμόλαος τὸν κατήχησε καὶ τὸν βάπτισε χριστιανό. Ὁ ἅγ. Παντελεήμων παρεῖχε τὶς ἰατρικὲς του ὑπηρεσίες στοὺς φτωχούς της Νικομήδειας. Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ θεραπεύει θαυματουργικά τους τυφλούς. Ὅταν συνελήφθη ὠμολόγησε ἔμπροσθέν του Διοκλητιανοῦ ὅτι ἐπιτελεῖ θαυματουργικὲς ἰάσεις μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Τὸν ἅγιο μὲ σίδηρα τοῦ ξεσκισαν τὰ πλευρά, μὲ ἀναμμένες λαμπάδες τοῦ ἔκαυσαν τὶς πληγές, τὸν ἔριξαν σὲ καυτὸ λέβητα καὶ σὲ ἄγρια θηρία, καὶ ἀφοῦ ὁ Θεὸς τὸν διέσωσε θαυμαστῶς, ὁ ἅγ. Παντελεήμων μαρτύρησε δι’ ἀποκεφαλισμοῦ στὶς 27 Ἰουλίου.
Ἡ πολύπαθος Ἐκκλησία τῆς Νικομήδειας, ἕδρα τοῦ Ρωμαίου αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ καὶ μεγάλου διώκτου τῶν χριστιανῶν, προσέφερε χιλιάδες μαρτύρων καὶ ὁμολογητῶν τῆς πίστεως, μεταξὺ αὐτῶν καὶ τοῦ ἁγ. Ἀνικήτου (12 Αὐγούστου), ὁ ὁποῖος δὲν δίστασε νὰ ἐλέγξει τὶς πράξεις τοῦ Διοκλητιανοῦ. Συνελήφθη καὶ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό, βασανίσθηκε καὶ κάηκε στὴν πυρά.
Ἐπίσης, στὸν διωγμὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ, μαρτύρησε ὁ μάρτυς Διομήδης (20 Αὐγούστου), ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας, ἰατρὸς στὸ ἐπάγγελμα, ποὺ θεράπευε τὶς σωματικὲς ἀσθένειες καὶ γαλήνευε τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων διαδίδοντας τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐγκαταστάθηκε στὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας ὡς ἰατρὸς καὶ διδάσκαλος τῆς πίστεως. Ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε τὴν σύλληψή του. Οἱ στρατιῶτες τὸν βρῆκαν ἤδη νὰ ἔχει παραδώσει τὴν ψυχή του στὸν Κύριο, καὶ ἀφοῦ ἀπέκοψαν τὴν κεφαλή του ἀπὸ τὸ ἄψυχο σῶμα, τὴν μετέφεραν στὸν Διοκλητιανό.
Αὐτοὶ οἱ εἴκοσι μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ ἀποτελοῦν τὴν ἱερὰ χορεία τῶν Ἁγ. Ἀναργύρων, τῶν Ἰατρῶν-Ἁγίων της Ἐκκλησίας μας. Στὶς 17 Ὀκτωβρίου ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ συνολικά τους Ἁγίους Ἀναργύρους (Σύναξη τῶν Ἁγ. Ἀναργύρων).
Ἐπιπλέον, ἡ Ἐκκλησία ἔχει κατατάξει ἀνάμεσα στοὺς Ἁγίους Της καὶ γυναῖκες-ἰατρούς, ὅπως οἱ ἅγιες γυναῖκες Ζηναΐς καὶ Φιλονίλλα (11 Ὀκτωβρίου), ἀδελφὲς ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας, οἱ ὁποῖες ἀναργύρως θεράπευαν μὲ τὴν βοήθεια τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης καὶ τὴν ἐνίσχυση τῆς θείας χάριτος.
Ὅλοι οἱ Ἅγ. Ἀνάργυροι ἀποτελοῦν ὑποδείγματα πίστεως, χριστιανικῆς μαρτυρίας, ἀλλὰ καὶ ἐπιστημονικῶν γνώσεων, τὶς ὁποῖες ἀνεγνώριζαν ὡς δωρεὰ Κυρίου καὶ τὶς ἀξιοποιοῦσαν πρὸς ὄφελος τῶν φτωχῶν, τῶν ἀσθενῶν, τῶν πονεμένων, καὶ ὄχι γιὰ προσωπικὸ ὄφελος χρηματικὸ ἢ δόξα καὶ φήμη. Τὶς γνώσεις, τὶς πράξεις τους, ὅλες τους τὶς ἐνέργειες τὶς καθοδηγοῦσε ὁ Κύριος καὶ τὰ πάντα ἔκαναν γιὰ τὴν δόξα τῆς πίστεως καὶ τὸν ἁγιασμὸ τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Κριτήριό τους δὲν ἀποτελοῦσε ἡ ἐφήμερη δόξα ἢ ὁ ἀνθρώπινος ἔπαινος, ἀλλὰ ἡ αἰωνιότητα. Τὸ ἀκόλουθο τροπάριο συμπυκνώνει τὸ νόημα τῆς ἀποστολῆς τους καὶ τῆς ἰδιαιτέρας κλήσεως ποὺ ἔλαβαν ἀπὸ τὸν Κύριο.
”Πηγὴν ἰαμάτων ἔχοντες, ἅγιοι Ἀνάργυροι, τὰς ἰάσεις παρέχετε πάσι τοῖς δεομένοις, ὡς μεγίστων δωρεῶν ἀξιωθέντες, παρὰ τῆς ἀενάου πηγῆς τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Φησὶ γὰρ πρὸς ὑμᾶς ὁ Κύριος, ὡς ὁμοζήλους τῶν Ἀποστόλων-ἰδοὺ δέδωκα ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν κατὰ πνευμάτων ἀκαθάρτων, ὥστε αὐτὰ ἐκβάλλειν, καὶ θεραπεύειν πάσαν νόσον καὶ πάσαν μαλακίαν. Διὸ τοῖς προστάγμασιν αὐτοῦ καλῶς πολιτευσάμενοι, δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν παρέχετε, ἰατρεύοντες τὰ πάθη τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν.”