Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Ιουνίου 09, 2011

Η Ορθοδοξία κάνει κάτι άλλο. Θεώνει τον άνθρωπο


(Μητροπολίτου Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικολάου)


Τι δεν είναι Ορθοδοξία
[...] Παρά ταύτα και εμείς οι ίδιοι και στον δικό μας τόπο κάπως την εκφυλίζουμε. Γι’ αυτό ας δούμε τί δεν είναι Ορθοδοξία. Η Ορθοδοξία δεν είναι μία θρησκεία που δημιουργεί οπαδούς με συγκεκριμένα τυπικά, με συγκεκριμένες και αυστηρά προσδιορισμένες συνήθειες και εξωτερικούς τρόπους. Η Ορθοδοξία δεν είναι μία βαθιά δοκιμασμένη, ιστορική, κοινωνική, πολιτιστική και φιλοσοφική παράδοση, αυτό που συνήθως περνάει μέσα από τα υπουργεία πολιτισμού και από τους πολιτιστικούς συλλόγους και έχει να κάνει με τα εξωκκλήσια, με τη λαογραφία, με τα ήθη και τα έθιμα, με τις συνήθειες που έχουμε σε αυτόν τον τόπο, και που είναι τόσο ευλογημένες, τόσο βαθιά ριζωμένες και τόσο καλές, αλλά δεν αποτελούν την πεμπτουσία της πίστεως και της Ορθοδοξίας.
Θα πω και κάτι άλλο. Συχνά λέμε ότι ο σωστός όρος δεν είναι Ορθοδοξία αλλά Ορθοπραξία. Έχω την εντύπωση ότι αυτό δεν είναι σωστό, διότι υπονοεί ότι η Ορθοδοξία είναι κάτι ελλιπές που απαιτεί το συμπλήρωμα αυτής της όρθοπραξίας. Ο όρος Ορθοδοξία περιλαμβάνει και την ορθοπραξία. Και αυτό έχει να κάνει με το βαθύτερο αίσθημα που νιώθουμε ως πιστός λαός του Θεού, γιατί Λαϊκό Πανεπιστήμιο νομίζω δεν είναι για την Εκκλησία ένα Πανεπιστήμιο με την έννοια του λαϊκού, όπως το εννοούν οι δημοκρατίες, αλλά με την έννοια του λαού όπως την εννοεί η Εκκλησία μας.
Ορθόδοξα θεολογικά ιδιώματα
Οι θρησκείες -συνήθως έτσι συμβαίνει – εξανθρωπίζουν τον Θεό ή σε μία καλύτερη περίπτωση θεοποιούν τον άνθρωπο. Η Ορθοδοξία κάνει κάτι άλλο. Θεώνει τον άνθρωπο και ομολογεί τον ενανθρωπήσαντα Θεό. Δεν είναι παίξιμο με τις λέξεις αυτό. Ας αναφέρουμε ένα παράδειγμα· σε άλλες χριστιανικές ομολογίες και εκκλησίες, προκειμένου να βοηθηθούν οι πιστοί τους στο να προσεγγίσουν το μυστήριο του Θεού εμφανίζονται παραδείγματα εικονογραφίας τέτοια που κάνουν τον Θεό, την Παναγία πάρα πολύ ανθρώπινους. Έτσι, ο εσταυρωμέ­νος του Νταλί κρέμεται σαν ένα πτώμα, ένα σώμα που προκαλεί τον οίκτο στην ψυχή του ανθρώπου, ώστε αυτός να λυπηθεί ανθρώπινα τον Χριστό που υποφέρει πάνω στον σταυρό. Αυτό δεν το συναντούμε στην Ορθόδοξη παράδοση. Δεν προκαλείται το συναίσθημα με έναν πολύ ανθρώπινα πάσχοντα Θεό. Αντίθετα, συναντούμε έναν Κύριο με οριζόντια τα χέρια, σαν να είναι δυνατός, με μία έκφραση του προσώπου ανάλογη με αυτήν που έχει στη Μεταμόρφωση και στην Ανάσταση, που δεν έχει σχέση με αυτόν τον κόσμο, η οποία όμως μεταφέρει την ετερότητα του προσώπου του αναστημένου Χριστού ακόμη και στη Σταύρωση.
Ο Εσταυρωμένος, του Σαλβαδόρ Νταλί
Επίσης, στη Δύση, προκειμένου να προκαλέσουν την πίστη, προσπαθούν να εμφανίσουν μία γλυκιά Παναγία, όσο πιο ανθρώπινα ωραία μπορούν να την αναπαραστήσουν. Παράλληλα, συχνά φθάνουν στο σημείο ακόμη να θεοποιούν τον άνθρωπο. Παρουσιάζουν την αξία του ανθρώπου τόσο μεγάλη σαν αυτός και μόνο να αποτελεί το κέντρο του κόσμου. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία, το κέντρο του κόσμου είναι ο Θεός, είναι ο Χριστός, είναι ο ενανθρωπήσας Θεός. Αντί λοιπόν για τη θεοποίηση του ανθρώπου, η Ορθοδοξία προτείνει τον θεούμενο άνθρωπο, όπως αυτή τον ζει, πράγμα που αποτελεί τη βάση της διδασκαλίας της. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο και οι θρησκείες ή οι άλλες χριστιανικές ομολογίες έχουν μία θεολογία ανθρωπολογική, ενώ η Ορθοδοξία παρουσιάζει ακόμη και μία ανθρωπολογία θεολογική.
Ας μου επιτρέψετε, στο σημείο αυτό, να σας μεταφέρω κάτι από την εμπειρία μου με τους προβληματισμούς στα θέματα της βιοηθικής. Καθώς διαβάζουμε τα κείμενα των άλλων θρησκειών και των άλλων χριστιανικών εκκλησιών και ομολογιών, βλέπουμε ότι έχουν μία τάση να θεωρήσουν ότι ο άνθρωπος αποτελεί μία αυτοαξία. Στην Ορθόδοξη παράδοση δεν υπάρχει αυτόνομη ανθρωπολογία. Υπάρχει, όμως -οι εξ υμών θεολόγοι το γνωρίζουν- η χριστολογία. Καθώς δηλαδή η Εκκλησία μας βιώνει το μυστήριο της Θείας Ενανθρωπήσεως εν τω προσώπω του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ταυτόχρονα βλέπει και το μυστήριο του ανθρώπου να προβάλλεται πάνω στο μυστήριο του ενανθρωπήσαντος Χριστού.
Όλη αυτή η διαφορά της Χριστιανικής Ανατολής από τη Δύση βασίζεται σε τρία σημεία. Το πρώτο ήδη το ανέ­φερα· είναι η χριστολογία, το ότι ο Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, ότι οι δυο φύσεις Του είναι ασυγχύτως και αδιαιρέτως ενωμένες και αυτό έχει επεκτάσεις ανθρωπολογικές. Κατ’ επέκτασιν, και ο άνθρωπος δεν είναι μόνον ψυχή ούτε μόνον σώμα. Αλλά είναι και ψυχή και σώμα. Συχνά βλέπουμε ότι αναπτύσσεται μία τάση Νεστοριανική ή Μονοφυσιτική. Ή στη Δύση ταυτόχρονα και Νεστοριανική και Μονοφυσιτική. Για παράδειγμα, πολλές φορές δικαιολογούμε τις αμαρτίες ως αδυναμίες ανθρώπινες. Αυτό σημαίνει ότι υποβιβάζουμε τήν αξία και τον θησαυρό τής ψυχής. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις μιλάμε για μία πνευματικότητα τέτοια σαν να μην έχει ο άνθρωπος εφήμερη φυσική υπόσταση, σωματική φύση.
Ένα άλλο στοιχείο που αποτελεί επίσης τη βάση της δικής μας κοινωνιολογίας είναι η τριαδολογία. Στη Δύση υπάρχει η θεολογία του πρωτείου. Στην Ορθόδοξη παράδοση δεν υπάρχουν πρώτοι. Υπάρχουν μόνον ίσοι στην κατ’ επιλογή θέση του εσχάτου. Εμείς, δηλαδή, αν εδώ αρχίσουμε και συζητούμε ποιος είναι πρώτος, σίγουρα θα έχουμε αποδείξει ποιος δεν είναι Ορθόδοξος. Αν όμως επιλέξουμε όλοι τη μεταξύ μας ισότητα στη θέση του τελευταίου, τότε έχουμε πλησιάσει στην ταπείνωση του Ορθοδόξου. Είμαστε ίσοι, έσχατοι εν κοινωνία αδελφοί.
Και υπάρχει και ένα τρίτο θεολογικό υπόβαθρο. Είναι η Παλαμική θεολογία η οποία πραγματικά συγκλόνισε την Εκκλησία, αλλά έχει και μία πολύ ουσιαστική συνέπεια την οποία θα ήθελα να την αναφέρω στην αγάπη σας απλά. Η δυτική θεολογία διά του Βαρλαάμ υπεστήριζε ότι ο Θεός είναι μεθεκτός κατά την ουσία Του από λίγους χαρισματικούς και δεν εδέχοντο την έννοια των ακτίστων ενεργειών του Θεού. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς έδωσε μία μάχη, υποστηρίζοντας ότι ο Θεός είναι αμέθεκτος κατά την ουσία Του -ούτε οι χαρισματικοί μπορούν να μετέχουν στην ουσία Του- αλλά είναι μεθεκτός εν τη Εκκλησία κατά τις άκτιστες ενέργειες Του.
Συνέπεια αυτού είναι ότι η καθολική θεολογία φτιάχνει πιστούς, οι οποίοι τελικώς επειδή δεν μπορούν να μετέχουν της ουσίας του Θεού και επειδή δεν ζουν τις άκτιστες ενέργειες Του δεν μετέχουν καν των ενεργειών του Θεού. Όλη η δική μας παράδοση είναι μία μετοχή και ένας διάλογος στις άγιες, άκτιστες ενέργειες του Θεού. Δεν είναι καθόλου λεπτομέρεια αυτό το πράγμα, αλλά αποτελεί τη βάση στην οποία στηρίζεται Θεολογικά η Ορθόδοξη παράδοση, ζωή και πνευματικότητα.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο μεγάλος θεολόγος και ειρηνοποιός του 14ου αιώνα
Έτσι, λοιπόν, ζούμε τη Δύση σε μία απόσταση από τον Θεό και την Ανατολή σε μία κοινωνία Θεού. Η Ορθοδοξία θα μπορούσαμε συνοπτικά να πούμε ότι λειτουργεί ως μια μεταμορφωτική δύναμη που, όπως προανέφερα, μας μεταφέρει από την άποψη, το ιδεολόγημα και την παραδοχή στη γνήσια πίστη· από τους φραγμούς, τους νόμους και την ηθική στην αγιότητα· από τον συμβιβασμό στην επιείκεια· από τη μειονεξία στην ταπείνωση· από τη συνύπαρξη στην κοινωνία· από το συναίσθημα ή το θρησκευτικό επιχείρημα στο βίωμα· από τη διδασκαλία στην υποδοχή του μυστηρίου, στη μυσταγωγία· από τα δικαιώματα στην ελευθερία.
Το απρόσιτον του Θεού – Παραδείγματα από τη φύση
Στο σημείο αυτό, επιτρέψτε μου να αναφέρω μερικά παραδείγματα, για να μεταφέρω μία αίσθηση του πώς η Ορθοδοξία πράγματι αναδεικνύει αυτές τις έννοιες. Θα με συγχωρέσετε, όμως, που τα παραδείγματα αυτά θα είναι δανεισμένα από την επιστήμη, από τη Φυσική και τη Βιολογία, είναι όμως τόσο όμορφα και ακριβή ώστε δεν βρήκα καταλληλότερη διάλεκτο για να φυτέψω στην υποψία της σκέψης σας και στη λεπτή αίσθηση της καρδιάς σας αυτό που θέλω.
Τί είναι η πίστη; Η πίστη είναι ο υγιής και παραγωγικός διάλογος με το αθέατο, με το άγνωστο και με το άχρηστο, το φαινομενικώς άχρηστο. Θα σας πω λοιπόν τρία παραδείγματα και θα τα εξηγήσω μετά.
Σήμερα η σύγχρονη φυσική, η αστροφυσική μιλάει για το αθέατο σύμπαν. Υπάρχει το ορατό σύμπαν, το οποίο καλύπτει το πολύ-πολύ το 4% του πραγματικού σύμπαντος. Και μάλιστα αυτό που φαίνεται με το μάτι είναι το 0.4%. Τα 3,6% είναι θερμή ενδογαλαξιακή ύλη -έτσι ονομάζεται. Αυτό που βλέπουμε με τα τηλεσκόπια -όχι μόνον με τα οπτικά τηλεσκόπια, άλλα και με τα τηλεσκόπια που λαμβάνουν και σε άλλες περιοχές του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος- είναι ένα απειροελάχιστο ποσοστό αυτού που υπάρχει. Το 23% λέγεται σκοτεινή ύλη και το 73% σκοτεινή ενέργεια. Άρα το 96% είναι σκοτεινό, μη ορατό, μη θεατό, μη άμεσα ανιχνευόμενο. Αυτό το 96% κρύβει μέσα του το 99% των ωραίων μυστικών της φύσεως. Η μη θεατή υλη κρύβει τη βαθύτερη ομορφιά του σύμπαντος και του κόσμου στον οποίο ζούμε…
Ας προχωρήσουμε στο δεύτερο παράδειγμα, για να τελειώνουμε με τη Φυσική. Η φύση έχει μία εντυπωσιακή, θα την έλεγα, μεταφυσική ιδιότητα, να μας κρύβει τα μυστικά της έτσι που ποτέ να μην μπορέσουμε να τα γνωρίσουμε. Υπάρχει μία αρχή, η αρχή του Heisenberg, της απροσδιοριστίας, αν την έχετε ακούσει. Αυτή τί λέει; Ότι όταν μπορούμε να προσδιορίσουμε τη θέση ενός σωματιδίου με μεγάλη ακρίβεια, τότε υποχρεωτικά κάνουμε λάθος στο να προσδιορίσουμε ένα άλλο μέγεθος, όπως είναι και η ταχύτητα και η ορμή. Υπάρχει και κάτι άλλο, μια ιδιότητα του σύμπαντος, ένας περίφημος νόμος, ο Νόμος του Hubble: το σύμπαν όσο το πλησιάζουμε, τόσο αυτό μας φεύγει. Δεν θα μπορέσουμε ποτέ να φτάσουμε σε αυτό που θα θέλαμε, στα άκρα του, και γιατί οι εσχατιές του απομακρύνονται με ταχύτητες που πλησιάζουν αυτήν του φωτός αλλά και γιατί δεν έχει άκρα.
Και ένα τρίτο πάλι σχετικό με το σύμπαν. Πηγαίνουμε προς τα πίσω για να δούμε αυτό που ονομάζουμε Bing Bang. Και ενώ πλησιάζουμε στην αρχή του ξαφνικά έχει ένα φραγμό σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα από της μεγάλης εκρήξεως και της αρχής του που μας λέει ως εδώ· δεν θα εισχωρήσετε πιο μέσα. Είμαστε υποχρεωμένοι να παραδεχθούμε όχι το ότι σήμερα δεν ξέρουμε, αλλά ότι ως άνθρωποι θα είμαστε δεσμευμένοι να μην γνωρίζουμε τα απόρρητα μυστικά της αρχής του σύμπαντος. Αν το πρώτο παράδειγμα δείχνει το αθέατο του σύμπαντος, τα δύο τελευταία φανερώνουν το άγνωστό του.
Θα αναφέρω και ένα τέταρτο παράδειγμα, από τη βιολογία αυτή τη φορά. Θα διαβάσατε, θα ακούσατε, θα αντιμετωπίσατε την πρόκληση μιας πολύ εντυπωσιακής προόδου σε αυτό που ονομάζεται χαρτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος. Ενώ μιλούμε για γονίδια και για γονιδίωμα, και παρά το ότι έχουμε κωδικοποιήσει το γονιδίωμα, δεν είμαστε σε θέση να ξέρουμε πόσα είναι ακριβώς τα γονίδια του ανθρώπου. Το εντυπωσιακό όμως είναι ότι, όπως μας λένε οι επιστήμονες, το μεγαλύτερο μυστικό της ανθρώπινης βιολογικής ταυτότητος δεν κρύβεται στα γονίδια άλλα στο άχρηστο DΝΑ.
Τί ωραία που τα έχει κάνει ο Θεός! Να ζούμε σε έναν κόσμο που την ομορφιά του την καλύπτει το αθέατο – η αδυναμία μας να τον δούμε -το άγνωστο- η αδυναμία μας να τον γνωρίσουμε -και το φαινομενικά άχρηστο- ο πειρασμός μας να το περιφρονήσουμε.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τα του Θεού. Η απαιτητική και στενή ανθρώπινη σκέψη θέλει να κατανοήσει αυτά που αποτελούν μυστήριο και που από τη φύση τους υπερβαίνουν κάθε δυνατότητα κατανόησης. Απαιτεί, όπως είπαμε στην αρχή, να έχει μία εκλογικευμένη πίστη που θα υποτάσσει τον Θεό στην ανθρώπινη ανεπάρκεια, στην ανθρώπινη αδυναμία, στην ανθρώπινη στενότητα της σκέψης. Το πολύ που μπορούμε να κατανοήσουμε από τον Θεό είναι κάτι μόλις σαν το 0.4%. Το υπόλοιπο μας διαφεύγει. Αυτό το λίγο που καταλαβαίνουμε και βλέπουμε από τον Θεό υπάρχει για να δημιουργεί την υποψία Του. Το υπόλοιπο υπάρχει για να κρύβει την αλήθεια Του. Ο Θεός είναι απρόσιτος και απρόσληπτος από την ανθρώπινη σκέψη. Είναι αχώρητος στον ανθρώπινο νου. Στην πίστη του επιχειρήματος, της λογικής, της παραδοχής, της απόδειξης στηρίζεται δυστυχώς αυτό που δεν είναι Ορθόδοξο. Στο ελάχιστο και ταυτόχρονα πολύ που παραμένει οικοδομείται η ταπείνωση της Ορθοδόξου πίστεως, όπως τη βιώνει η παράδοση και οι πατέρες μας - όχι ως ανθρώπινη ανακάλυψη αλλά ως αποκάλυψη του Θεού στις ψυχές μας.
(Λαϊκό Πανεπιστήμιο της Εκκλησίας της Ελλάδος. 18-5-2005)
πηγή: LOCKHEART WORLD, & εκεί από Απόψεις για τη Μονή Βατοπαιδίου

Νόσος καὶ θεραπεία στὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία

Ἰωάννης Ζηζιούλας (Μητροπολίτης Περγάμου)



Πῶς ἐννοεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία, καὶ πῶς πρέπει νὰ ἀντιλαμβάνεται ἡ Ἐκκλησία, τὴ νόσο καὶ τὴ θεραπεία, ἂν καὶ ὄχι μὲ σχήματα καὶ ἔννοιες ἰδεοκρατικές, φυσιοκρατικὲς ἢ ψυχολογικο – χρηστικές; Στὴν προσπάθεια νὰ δώσουμε κάποια ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα αὐτό, ἂς δανεισθοῦμε ἀπὸ τὴν πατερικὴ θεολογία τὶς ἀκόλουθες θεμελιώδεις ἀρχές:

1. Ἡ νόσος, ἡ κάθε μορφῆς νόσος, ἀποτελεῖ συνέπεια τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἀρρώστια συνδέεται μὲ τὴν ἁμαρτία, καὶ ὄχι μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση. Δὲν εἶναι «φυσικό», συνεπῶς, νὰ ἀρρωσταίνει ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ ἀφύσικο, «παρὰ φύσιν». Αὐτό, ἐκ πρώτης ὄψεως, φαίνεται νὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὴ θέση ποὺ ὀνομάσαμε φυσιοκρατικὴ ἢ ἰδεοκρατική: θεραπεία καὶ ἴαση στὴν περίπτωση αὐτὴ φαίνεται νὰ σημαίνουν συμμόρφωση πρὸς τὴ φύση. Ἐν τούτοις, ὁρισμένες διευκρινίσεις μᾶς φέρουν μακριὰ ἀπὸ κάθε φυσιοκρατικὴ ἀντίληψη. Ἡ φύση τοῦ ἀνθρώπου καθαυτή, ἐπειδὴ προέρχεται ἀπὸ τὸ μηδέν, εἶναι τρεπτή, δηλαδὴ ρέπει πρὸς τὴ φθορὰ καὶ τὸ θάνατο, καὶ συνεπῶς πρὸς τὴν ἀρρώστια. Ἀλλὰ ἡ ἴδια φύση μπορεῖ ἐπίσης νὰ ὑπερβεῖ τὴ ροπὴ αὐτή, ὄχι μὲ δυνάμεις ἐγγενεῖς σ’ αὐτήν, ἀλλὰ ἂν ἑνωθεῖ μὲ τὸν ἄφθαρτο καὶ αἰώνιο Θεό. Ἡ ὑπέρβαση αὐτὴ τῆς ἐγγενοῦς στὴν ἀνθρώπινη φύση τρεπτότητας καὶ φθορᾶς ἔχει δοθεῖ στὸν ἄνθρωπο ὡς «λόγος», ὡς τελικὸς προορισμός, τοῦ ὁποίου ἡ πραγμάτωση ἀνατέθηκε στὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου ὡς προσώπου: ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ὡς ἐλεύθερο πρόσωπο κλήθηκε νὰ κατευθύνει τὴ φύση εἴτε πρὸς τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό της, εἴτε πρὸς τὸ πέραν τοῦ ἑαυτοῦ της, τὸ Θεό. Ἡ ἐλεύθερη ἐπιλογὴ τοῦ πρώτου ἀνθρώπου, τοῦ Ἀδάμ, ὑπῆρξε ἡ πρώτη ἀπὸ αὐτὲς τὶς δύο (τροπὴ τῆς φύσεως πρὸς τὸν ἑαυτό της), καὶ ἔτσι ἡ νόσος ἀπὸ δυνατότητα φυσική, ἔγινε πραγματικότητα φυσική. Δὲν εἶναι πλέον δυνατὸν νὰ μὴ νοσεῖ ἡ ἀνθρώπινη φύση· ἡ νόσος ἔγινε φαινόμενο «φυσικό», ὄχι ὅμως γιατί αὐτὸ ἦταν ἀναπόφευκτο, ἀλλὰ γιατί ἐκεῖ ὁδήγησε τὰ πράγματα ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Οἱ συνέπειες αὐτῆς τῆς θέσεως γιὰ τὴ θεραπεία θὰ φανοῦν ἐλπίζουμε πιὸ κάτω.

2. Ὅπως ἡ ἁμαρτία ἔτσι καὶ ἡ νόσος ἔχουν πιὰ καταστεῖ γενικὴ καὶ παγκόσμια πραγματικότητα, τὴν ὁποία δὲν μπορεῖ νὰ ἄρει ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι σ’ αὐτὴν ὀφείλεται ἡ ἐμφάνιση καὶ ἑδραίωσή της. Καὶ τοῦτο γιατί μὲ τὸ θάνατο, ποὺ μπῆκε στὴν ὕπαρξη, καὶ ἀπὸ ἁπλὴ φυσικὴ δυνατότητα ἔγινε καὶ αὐτὸς φυσικὴ πραγματικότητα, κατατμήθηκε ἡ ἀνθρώπινη φύση, καὶ δὲν φέρεται στὸ σύνολό της, στὴν καθολικότητά της, ἀπὸ κάθε πρόσωπο. Ἔτσι ἡ προσωπικὴ ἐλευθερία ἑνὸς ἀνθρώπου δὲν ἐπηρεάζει τὴν ἀνθρώπινη φύση στὸ σύνολό της: νοσοῦν καὶ πεθαίνουν, συνεπῶς, ὄχι μόνον οἱ ἁμαρτωλοί, ἀλλὰ καὶ οἱ ἅγιοι.

3. Ἡ τελικὴ καὶ ἀληθινὴ θεραπεία ὡς πλήρης ἐξάλειψη τῆς νόσου εἶναι ἀδύνατη καὶ ἀκατόρθωτη γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Ἡ φθορὰ καὶ ἡ θνητότητα κληροδοτοῦνται βιολογικὰ ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεά, καὶ μαζί τους ἡ νόσος. Γιὰ νὰ σπάσει αὐτὸς ὁ φαῦλος κύκλος, πιστεύουμε στὴ θεολογία, χρειάζεται ἔξωθεν ἐπέμβαση, μία ἐπέμβαση, ποὺ πραγματοποιεῖται γιὰ μᾶς στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, στὸν ὁποῖο ἡ ἕνωση τῆς ἀνθρώπινης μὲ τὴ θεία φύση, ποὺ ἀποτελοῦσε τὴν κλήση καὶ τὸν προορισμὸ τοῦ πρώτου ἀνθρώπου, πραγματοποιεῖται χωρὶς τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴ βιολογικὴ γέννηση, ποὺ διαιωνίζει τὴ φθορὰ καὶ τὸ θάνατο, πράγμα ἀδύνατο γιὰ κάθε μεταπτωτικὸ ἄνθρωπο. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὰ ὑγιὴς ἄνθρωπος, ὄχι γιατί εἶναι καὶ Θεὸς —στὸ Θεὸ δὲν ἔχουν ἐφαρμογὴ οἱ ἔννοιες τοῦ ὑγιοῦς ἢ τοῦ ἀσθενοῦς— ἀλλὰ διότι ἡ ἀνθρώπινη φύση Του, ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὴν κληρονομημένη φθαρτότητα καὶ διαρκῶς ἑνωμένη ἑκούσια καὶ ἐλεύθερα, χάρη στὴν ὑποστατικὴ —δηλαδὴ τὴν προσωπικὴ ἕνωση μὲ τὸ Θεό, ὑπερβαίνει τὴ φθορὰ καὶ τὸ θάνατο. Καμιὰ θεραπεία, συνεπῶς, ὡς ἀληθινὴ καὶ ριζικὴ ἐξάλειψη τῆς νόσου δὲν εἶναι νοητὴ ἐκτὸς Χριστοῦ. Ἡ θεραπεία εἶναι δυνατὴ μόνο ὡς ἐνσωμάτωση στὸ Χριστό, τὸν μόνο ἀληθινὰ ὑγιῆ ἄνθρωπο. Δὲν εἶναι χωρὶς σημασία τὸ ὅτι γιὰ τὴν Ἐκκλησία τὸ Μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας ἔχει τόσο κεντρικὴ σημασία γιὰ τὴ θεραπεία, καὶ δὲν ἀρκεῖ ποτὲ ἡ ἀσκητικὴ προσπάθεια τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας, γιὰ νὰ θεραπευθεῖ κανείς.

4. Παρὰ ταῦτα ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία παραμένει κλειδὶ γιὰ τὴν ὀρθὴ κατανόηση τόσο τῆς ἔννοιας τῆς νόσου ὅσο καὶ τῆς θεραπείας. Ἀφοῦ ἡ νόσος πέρασε στὴν ὕπαρξη μέσα ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἐλευθερία καὶ ἡ θεραπεία καὶ ἴαση δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ περάσει ἀπὸ τὴν ἴδια πύλη. Τὸ μυστικὸ αὐτὸ τὸ γνώριζαν πολὺ καλὰ οἱ ἀσκητικοὶ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, καὶ γι’ αὐτὸ ἔδωσαν τόση βαρύτητα στὴν ἄσκηση τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας, ὡς ἀπελευθέρωσης ἀπὸ τὰ πάθη. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἰδιαίτερα σημαντικὰ εἶναι ὅσα μᾶς προσφέρει ὁ ἅγιος Μάξιμος.



Θεραπευτικὰ ἀξιώματα τοῦ ἁγίου Μαξίμου

Ἡ πεμπτουσία τῆς νοσηρότητας γιὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο βρίσκεται στὴ φιλαυτία. Ἡ φιλαυτία δὲν εἶναι ἁπλὰ ἕνα πάθος: εἶναι ἡ γενεσιουργὸς αἰτία ὅλων τῶν παθῶν: «θέλεις νὰ ἐλευθερωθεῖς ἀπὸ τὰ πάθη, ἀποτίναξε τὴ μητέρα τῶν παθῶν, τὴ φιλαυτία» (κεφ. ἀγαπ. II, I). Ὅπως ἀναλύει ὁ Φώτιος πιστὰ τὴ σκέψη τοῦ Μαξίμου (Βιβλιοθ. κώδ. 192 – Ρ. G. 103, 637 ἐξ. ), ἡ φιλαυτία, ποὺ ἀντικατέστησε τὴν ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό, γέννησε τὴν ἡδονή, ἀλλ’ ἐπειδὴ ἡ ἡδονὴ ἦταν ἀνάμικτη μὲ τὴν ὀδύνη, ἐνεπλάκη ὁ ἄνθρωπος σὲ μία ἀτέρμονα καὶ ἀπέλπιδα προσπάθεια νὰ κρατήσει τὴν ἡδονὴ καὶ νὰ ἀποβάλει τὴν ὀδύνη. Ἀπὸ τὴν ἀγωνιώδη αὐτὴ προσπάθεια γεννήθηκε ὁ «ὄχλος τῶν παθῶν». Καὶ ἐπεξηγεῖ ὁ Φώτιος τὴ σκέψη τοῦ Μαξίμου: «Οἷον, εἰ μὲν τῆς ἐν φιλαυτίᾳ ἡδονῆς ἀποποιούμεθα, γεννῶμεν τὴν γαστριμαργίαν, τὴν ὑπερηφανίαν, τὴν φιλαργυρίαν, καὶ ὅσα τὸν τυχόντα τρόπον πορίζει ἡδονήν· εἰ δὲ τὴν ἐν φιλαυτίᾳ φεύγομεν ὀδύνην, γεννῶμεν: τὸν θυμόν, τὸν φθόνον, τὸ μῖσος, τὴν ἀπόγνωσιν καὶ ὅσα ἄλλα τῆς ἡδυνούσης ἐστέρηται διαθέσεως. Ἐκ δὲ τοῖς ἀμφοῖν μίξεως τίκτεται ἡ ὑπόκρισις, ἡ κολακεία, ὁ δόλος, καὶ ἁπλῶς ὅσα ἄλλα μοχθηρὰ εἴδη τῆς μικτῆς ἐστι πανουργίας ἐπινοήματα».

Μὲ ἄλλα λόγια ἂν ἀποποιηθοῦμε τὴν ἡδονή, διατηρώντας ὅμως τὴ φιλαυτία, προκαλοῦμε τὴ γαστριμαργία, τὴν ὑπερηφάνια, τὴ φιλαργυρία καὶ ὅλα ὅσα κατὰ ὁποιονδήποτε τρόπο παρέχουν ἡδονή, ἂν δὲ ἀποποιηθοῦμε καὶ ἀποφύγουμε τὴν ὀδύνη, πάλι διατηρώντας τὴ φιλαυτία, προξενοῦμε τὸ θυμό, τὸ φθόνο, τὸ μίσος, τὴν ἀπόγνωση καὶ ὅλα ὅσα ἐμπεριέχουν στέρηση τῆς ἡδονῆς. Ἂν πάλι ἀναμείξουμε καὶ τὰ δύο καὶ τὰ ἀποφύγουμε (δηλ. τόσο τὴν ἡδονὴ ὅσο καὶ τὴν ὀδύνη) —διατηρώντας πάντοτε τὴ φιλαυτία – πέφτουμε στὴν ὑποκρισία, τὴ κολακεία, τὸ δόλο κ. λπ. Τὰ συμπεράσματα εἶναι σημαντικά.

α. Ἡ θεραπεία ἀπὸ τὰ πάθη δὲν ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν πάλη ἀπ’ εὐθείας κατὰ τῶν συγκεκριμένων παθῶν. Ἀντίθετα, ὅπως εἴδαμε στὸ χωρίο, ποὺ μόλις διάβασα, ἐπειδὴ τὸ ὅλο πρόβλημα τῆς ψυχικῆς ἀρρώστιας γεννᾶται ἀπὸ τὴ στέρηση τῆς ἡδονῆς — σὲ συνδυασμὸ πάντοτε μὲ τὴ φιλαυτία— ὅσο περισσότερη στέρηση προκαλοῦμε τόσο πιὸ πολλὰ πάθη γεννοῦμε. Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι γιὰ νὰ θεραπευθοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη, πρέπει νὰ ἐπιτρέπουμε τὰ πάθη νὰ ὑπάρχουν καὶ νὰ λειτουργοῦν; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ἀλλὰ σημαίνει ὅτι ἐφ’ ὅσον χρόνο διαρκεῖ ἡ φιλαυτία, ἡ ἐκκοπὴ τῶν συγκεκριμένων παθῶν εἶναι ὄχι μόνο ἀνέφικτη, ἀλλὰ καὶ ὅταν ἐπιτευχθεῖ, ἐπικίνδυνη, γιατί μὲ τὴ στέρηση τῆς ἡδονῆς, τὴν ὁποία συνεπάγεται, γεννᾶ ἄλλα πάθη. Ἔτσι συμβαίνει συχνὰ ὅσοι ἀπαλλάσσονται ἀπὸ σαρκικὰ πάθη νὰ ἀναπτύσσουν τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας ἢ τῆς ὑπερηφανίας κ.λπ. Δὲν πρόκειται, συνεπῶς, γιὰ θεραπεία ὅταν ἐξαλείφονται συγκεκριμένα πάθη. Ἡ μόνη θεραπεία βρίσκεται στὴν ἐξάλειψη τῆς φιλαυτίας, ποὺ εἶναι ἡ ρίζα ὅλων αὐτῶν τῶν παθῶν.

β. Ἐπειδὴ ἡ ὀδύνη ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο στοιχεῖο τῆς ἡδονῆς στὴ μεταπτωτικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, ἀποτελεῖ ἐσφαλμένη ἀντίληψη περὶ ἀσθενείας, αὐτὴ ποὺ ὀνομάσαμε πιὸ πάνω χρηστικὴ – ἀναλγητικὴ προσέγγιση, καὶ ποὺ φαίνεται νὰ ἐπικρατεῖ στὴ σύγχρονη φιλοσοφία τῆς ἰατρικῆς. Ἡ ὀδύνη δὲν ἐξαλείφεται μὲ τὴν ἀπάλειψή της, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀποδοχή της. Ἡ θεραπεία ἔρχεται μὲ τὴν πρόσκληση τῆς ὀδύνης καὶ τὴν ἐμπειρία της. Συμβαίνει βέβαια πολλὲς φορὲς ἡ ὀδύνη νὰ εἶναι δυσβάσταχτη, καὶ ἡ ἐμπειρία της ἐξοντωτική. Γι’ αὐτὸ κάθε θεραπευτικὴ ἀγωγὴ θὰ πρέπει νὰ προσαρμόζεται στὴν ἀνθεκτικότητα τοῦ ἀσθενοῦς (=οἰκονομία). Ἀλλὰ μὲ κανέναν τρόπο δὲν πρέπει νὰ θεωρήσουμε τὸν ἀσθενῆ θεραπευθέντα, ἐπειδὴ ψυχολογικὰ «ἀναπαύεται» ἢ δὲν ὑποφέρει. Ἡ τραγικότητα τῆς ὑπάρξεως βρίσκεται μέσα στὸν ἴδιο τὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, καὶ καμία θεραπεία δὲν μπορεῖ νὰ παρακάμψει τὸ Σταυρό. Πολλὲς φορὲς ξεχνοῦμε ὅτι ἡ ἡδονὴ δὲν εἶναι μόνο σαρκικὴ ἀλλὰ καὶ ψυχολογική. Ἀποσπώντας τὴν ὀδύνη ἀπὸ τὴ θεραπεία προσφέρουμε τὴν ἡδονή, πράγμα ποὺ ἀποτελεῖ φυγὴ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα καὶ τὴν ἀληθινὴ θεραπεία.

γ. Ἡ σωστὴ θεραπεία ἀπὸ τὰ πάθη προϋποθέτει, κατὰ τὸν Μάξιμο, τρεῖς βασικὲς διακρίσεις. Τὶς περιγράφει στὸ ἑξῆς χωρίο ἀπὸ τὰ κεφάλαια περὶ ἀγάπης: «Οὐ πρὸς τὰ πράγματα ὁ νοῦς πολεμεῖ τοῦ θεοφιλοῦς, οὐδὲ πρὸς τὰ τούτων νοήματα, ἀλλὰ πρὸς τὰ πάθη τὰ τοῖς νοήμασι συνεζευγμένα. Οἶον οὐ πρὸς τὴν γυναῖκα πολεμεῖ, οὐδὲ πρὸς τὸν λυπήσαντα, οὐδὲ πρὸς τὰς τούτων φαντασίας, ἀλλὰ πρὸς τὰ πάθη, τὰ ταῖς φαντασίαις συνεζευγμένα (3,40). Ἅπας ὁ πόλεμος τοῦ μοναχοῦ πρὸς τοὺς δαίμονας, ἵνα τὰ πάθη τῶν νοημάτων χωρίσῃ. Ἄλλως γὰρ ἀπαθῶς τὰ πράγματα βλέπειν οὐ δύναται (3,41), Ἄλλο ἐστι πρᾶγμα καὶ ἄλλο νόημα καὶ ἄλλο πάθος. Καὶ πρᾶγμα μὲν ἐστίν, οἷον ἀνήρ, γυνή, χρυσὸς καὶ τὰ ἑξῆς. Νόημα δέ, οἷον, μνήμη ψιλὴ τινος τῶν προειρημένων. Πάθος δέ, οἶον, φιλία ἄλογος ἢ μῖσος ἄκριτόν τινος τῶν προειρημένων. Πρὸς οὖν τὸ πάθος ἐστὶ τοῦ μοναχοῦ ἡ μάχη (3,42)».

Θεωροῦμε τὶς διακρίσεις αὐτὲς τοῦ Μαξίμου ἄκρως σημαντικὲς γιὰ τὸ θέμα τῆς θεραπείας. Καὶ πρῶτον, σημαίνουν ὅτι ἀποτελεῖ λανθασμένη μέθοδο ἡ πάλη ἐναντίον τῶν ἀντικειμένων, τῶν ὄντων καθαυτά, ἐπειδὴ προκαλοῦν πειρασμοὺς καὶ δυσκολίες. Τὸ νὰ λέγει αὐτὸ ἕνας μοναχός, ὅπως ὁ Μάξιμος, ὁ ὁποῖος ἔφυγε ἀπὸ τὰ «πράγματα» καὶ πῆρε τὶς ἀποστάσεις του ἀπὸ τὸν κόσμο, ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ φυγὴ ἀπὸ τὰ πράγματα δὲν ἀποτελεῖ λύση, οὔτε ἡ παραμονὴ στὰ πράγματα, ὅπως συμβαίνει μὲ ὅσους ζοῦν ὅταν κόσμο, ἀποτελεῖ αἰτία ἀσθένειας. Τὸ νὰ εἰσηγηθοῦμε, γιὰ παράδειγμα, τὸ διαζύγιο σὲ κάποιον, ποὺ ὑποφέρει ψυχικὰ ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ συντρόφου του, δὲν ἀποτελεῖ θεραπεία του. Μπορεῖ τὸ διαζύγιο νὰ ἄρει πρὸς καιρὸ τὴν ὀδύνη τοῦ προσώπου αὐτοῦ, ἀλλὰ τὸ πρόβλημα παραμένει στὸ ἀκέραιο. Ἔτσι πρέπει νὰ θεωρηθεῖ λανθασμένη καὶ ἡ τρέχουσα ἀντίληψη ὅτι ὁ μοναχὸς φεύγει ἀπὸ τὸν κόσμο γιὰ νὰ «θεραπευθεῖ» ἀπὸ τὰ πάθη ἀποφεύγοντας τοὺς πειρασμούς. Ὁλόκληρη ἡ ἀσκητικὴ παράδοση τονίζει ὅτι οἱ πειρασμοὶ γίνονται πιὸ δυνατοί, ὅταν φύγει κανεὶς ἀπὸ τὰ «πράγματα» ποὺ τοὺς προκαλοῦν, γιατί μένουν τὰ «νοήματα» τῶν πραγμάτων, τὰ ὁποία πειράζουν τὸν ἄνθρωπο.

Τὸ ἴδιο ὅμως ἰσχύει καὶ γιὰ τὰ «νοήματα» τῶν πραγμάτων. Ἡ μνήμη καὶ ἡ ἀναπαράσταση τῶν ὄντων δὲν εἶναι αὐτὴ καθαυτὴν ἀπορριπτέα. Πολλοί, ἀντίθετα μὲ ὅσα γράφει ὁ Μάξιμος, μάχονται τὴν τέχνη, τὸν πολιτισμὸ καὶ ὅ,τι ἄλλο συνεπάγεται λειτουργία τῆς ἀνθρώπινης φαντασίας, γιὰ χάρη τῆς ἀπελευθερώσεως ἀπὸ τὰ πάθη. Πρόκειται γιὰ μία Ὠριγενικὴ καὶ Εὐαγριανὴ πνευματικότητα, τὴν ὁποία ἀσφαλῶς ἔχει στὸ νοῦ του καὶ καταπολεμᾶ ὁ Μάξιμος, γιατί τέτοιες ἰδέες ἦσαν τότε —καί, φοβοῦμαι, ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι— διαδεδομένες μεταξὺ τῶν μοναχῶν. Οὔτε πρὸς τὰ πράγματα, οὔτε πρὸς τὰ νοήματά τους εἶναι ἡ πάλη τῶν μοναχῶν, τονίζει ὁ Μάξιμος, ἀλλὰ πρὸς τὰ πάθη, ποὺ εἶναι «συνεζευγμένα» σ’ αὐτά. Μία σωστὴ θεραπεία ἐπιβάλλει αὐτὲς τὶς διακρίσεις. Ἀλλιῶς παράγονται πνευματικὰ ἐκτρώματα, ἄνθρωποι ψυχικὰ ἀσθενεῖς, ποὺ ἔχουν ἀνάγκη θεραπείας περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον.

δ. Πῶς ὅμως μπορεῖ νὰ γίνει ὁ διαχωρισμὸς τοῦ πάθους ἀπὸ τὰ πράγματα καὶ τὰ νοήματα: Τὴν ἀπάντηση τὴ δίνει ὁ Μάξιμος στὴν ἑπόμενη ἀμέσως παράγραφο τῶν ὅσων εἶπε πιὸ πάνω: τὸ ἐμπαθὲς νόημα εἶναι «λογισμὸς σύνθετος ἀπὸ πάθους καὶ νοήματος. Χωρίσωμεν τὸ πάθος ἀπὸ τοῦ νοήματος, καὶ ἀπομένει ὁ λογισμὸς ψιλός. Χωρίζομεν δὲ δι’ ἀγάπης πνευματικῆς καὶ ἐγκρατείας, ἐὰν θέλωμεν». Ὁ χωρισμὸς τοῦ πάθους ἀπὸ τὸ νόημα δὲν γίνεται παρὰ μὲ τὴν ἀγάπη, τὴν ἐγκράτεια (δηλ. τὴν αὐτοκυριαρχία) καὶ τὴν ἐλεύθερη θέληση. Τὰ στοιχεῖα ὅμως αὐτὰ χρειάζονται περισσότερη ἀνάλυση.



Ἡ ἀγάπη ὡς ἐλευθερία καὶ ἡ ἐλευθερία ὡς ἀγάπη

Τόσο ἡ ἔννοια τῆς ἀγάπης ὅσο καὶ ἐκείνη τῆς ἐλευθερίας, ἐνῶ ἀποτελοῦν κλειδιὰ γιὰ τὴ σωστὴ θεραπεία, ὑπόκεινται καὶ αὐτὲς στὴ δική τους παθολογία. Ἔτσι ἀγάπη μπορεῖ νὰ εἶναι στὴν οὐσία μία μορφὴ ναρκισσισμοῦ», δηλαδὴ ἀγάπης τοῦ ἑαυτοῦ μας μέσα ἀπὸ τὴν μορφή, τὸν καθρέφτη τοῦ ἄλλου. Ὁ ναρκισσισμὸς θεωρεῖται νόσος, ἀλλὰ οἱ μορφὲς του εἶναι τόσο πολλὲς καὶ δυσδιάκριτες ὥστε νὰ μὴ ἀντιμετωπίζεται συνήθως στὴ ρίζα του. Στὴν πραγματικότητα κάθε ἐρωτικὴ ἀγάπη ἐμπεριέχει στοιχεῖα ναρκισσισμοῦ, αὐτοῦ ποὺ ὀνομάσαμε προηγουμένως στὴ γλώσσα τοῦ Μαξίμου «φιλαυτία». Τὸ «πάθος» τῆς ἐρωτικῆς ἀγάπης συνίσταται στὴν ἀπαίτηση τῆς ἀποκλειστικότητας ποὺ ἐμπεριέχει, ἔτσι ὥστε ὁλόκληρη ἡ ὕπαρξη νὰ οἰκοδομεῖται ἐπάνω σὲ δύο πρόσωπα, ὡσὰν νὰ μὴ ὑπῆρχαν ἄλλα ὄντα γύρω τους. Ὁ ἔρωτας εἶναι στὸ βάθος μία ἐγωκεντρικὴ μορφὴ ἀγάπης, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει σὲ πολλὲς παθολογικὲς καταστάσεις (ἐξάρτηση, ἄγχος ἀποχωρισμοῦ κ.λπ. ).

Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν ἐλευθερία. Ἡ ἐλευθερία ὡς ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὸν ἄλλο μπορεῖ νὰ σημάνει τὴν πιὸ ὠμὴ μορφὴ φιλαυτίας, μία παθολογικὴ ἀνεξαρτησία ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει σὲ κατάθλιψη ἢ καὶ αὐτοκτονία, ὅταν διαπιστώνεται ὅτι οἱ ἄλλοι μᾶς εἶναι ἀπαραίτητοι, ἀλλὰ ὄχι ἐπιθυμητοί. Ἔτσι τὸ πρόβλημα δημιουργεῖται, μὲ ποιὸν τρόπο ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐλευθερία μποροῦν ὄχι μόνο νὰ μᾶς ἀπελευθερώσουν ἀπὸ τὰ πάθη, ἀλλὰ καὶ νὰ ἀποκαθαρθοῦν τὰ ἴδια ἀπὸ τὴ δική τους παθολογία. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἡ θεολογία θὰ μποροῦσε νὰ προσφέρει τὶς ἑξῆς θέσεις:

α. Τὴν ὑπέρβαση τῆς ἀποκλειστικότητας στὴν ἀγάπη. «Ἐὰν τινὰς μὲν μισῇς τινὰς δὲ οὐδὲ ἀγάπης οὐδὲ μιςῇς, ἑτέρους δὲ ἀγαπᾶς, ἀλλὰ συμμέτρως, ἄλλους δὲ σφόδρα ἀγαπᾶς, ἐκ ταύτης τῆς ἀνισότητος γνῶθι ὅτι μακρὰν εἶ τῆς τελείας ἀγάπης, ἥτις ὑποτίθεται πάντα ἄνθρωπον ἐξ ἴσου ἀγαπῆσαι». Ἡ ἀποκλειστικότητα ἀναιρεῖ τὴν ἀγάπη γιατί ὑποκρύπτει κάποια μορφὴ φιλαυτίας. Ἀγαποῦμε τοὺς οἰκείους μας, τὰ παιδιά μας, τοὺς συγγενεῖς μας, τοὺς «ἐρωμένους» κ.λπ., περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους, γιατί κάποια ἀνταπόκριση περιμένουμε ἀπ’ αὐτοὺς ἢ γιατί κάποια ἀνάγκη, ψυχολογικὴ ἢ βιολογική μᾶς δένει μαζί τους. Ἡ ἀγάπη τῶν οἰκείων ὑποκρύπτει τὸ πάθος τῆς φιλαυτίας.

β. Τὴν ἀγάπη τῶν ἐχθρῶν. Καμιὰ μορφὴ ἀγάπης δὲν εἶναι πιὸ ἐλεύθερη ἀπὸ αὐτὴν καὶ καμιὰ μορφὴ ἐλευθερίας δὲν ταυτίζεται πιὸ πολὺ μὲ τὴν ἀγάπη τῶν ἐχθρῶν. «Εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστι; [. . . ] καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι» (Λουκ. 6, 32). Ἡ ἀγάπη ποὺ προσδοκᾶ ἀνταπόδοση εἶναι «ἁμαρτωλή», παθολογική. Ἡ ἀγάπη ποὺ δὲν περιμένει ἀνταπόδοση, ἢ καλύτερα, ποὺ ἀπευθύνεται σὲ ὅσους μᾶς βλάπτουν, εἶναι ἀληθινὰ «χάρις», δηλαδὴ ἐλευθερία. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ «ἐν Χριστῷ» «ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν» καὶ ἐχθρῶν τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἁμαρτωλοὺς εἶναι ἡ μόνη ἐλεύθερη ἀγάπη.

Συμπερασματικά, μόνον ὅταν συμπίπτει ἡ ἀγάπη μὲ τὴν ἐλευθερία ἔχουμε θεραπεία. Ἀγάπη χωρὶς ἐλευθερία καὶ ἐλευθερία χωρὶς ἀγάπη ἀποτελοῦν παθολογικὲς καταστάσεις, ποὺ χρειάζονται θεραπεία.

Ἀλλὰ πῶς μπορεῖ νὰ συμπέσουν αὐτὰ τὰ δύο στὴν πράξη; Εἶναι εὔκολο νὰ ἀποφαίνεται κανεὶς γιὰ αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ γίνει ἀλλὰ τί ἔχει νὰ πεῖ ἡ θεολογία γιὰ τὸ πῶς μπορεῖ νὰ γίνει αὐτὸ ποὺ πρέπει;



Ἡ Ἐκκλησία ὡς θεραπευτήριο

Ἐρχόμαστε τώρα στὸ πιὸ κρίσιμο σημεῖο τῆς ὁμιλίας μας: μὲ ποιὸ τρόπο ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ θεραπεύσει τὸν ἄνθρωπο στὴν πράξη;

Εὐθύς ἐξ ἀρχῆς πρέπει νὰ ἄρουμε μία παρεξήγηση, ποὺ ἐπικρατεῖ εὐρύτατα. Ἡ Ἐκκλησία δὲν θεραπεύει τόσο μὲ αὐτὰ ποὺ ἔχει, ὅσο μὲ αὐτὸ ποὺ εἶναι. Τὸ σημεῖο αὐτὸ εἶναι σοβαρότατο. Ἀναζητοῦμε ὅλοι κατὰ κανόνα στὴν Ἐκκλησία τὰ μέσα τῆς σωτηρίας ἀλλὰ ἡ σωτηρία βρίσκεται στὸ ἴδιο τὸ γεγονὸς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς ἐνσωμάτωσης σ’ αὐτήν. Ἡ διαφορὰ εἶναι πελώρια καὶ ἔχει πρακτικὴ σημασία ὡς πρὸς τὴ θεραπεία.

Ἡ Ἐκκλησία ἔχει πνευματικοὺς καὶ τὸ μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως ποὺ σωστότερα πρέπει νὰ λέγεται τῆς Μετανοίας. Πολλὴ ἔμφαση καὶ σημασία ἔχει ἀποδοθεῖ στὸ στοιχεῖο αὐτὸ ὡς πρὸς τὴ θεραπεία. Ἀναζητεῖται ὁ τέλειος πνευματικός, ἡ τέλεια μέθοδος ἐξομολογήσεως κ.λ.π., καὶ λησμονεῖται ὅτι ὁ πνευματικὸς δὲν θεραπεύει. Μπορεῖ νὰ εἶναι κουρασμένος τὴν ὥρα τῆς ἐξομολογήσεως ἢ νὰ μὴν ἔχει τὶς κατάλληλες γνώσεις —πράγματα συνηθέστατα. Ἡ θεραπεία δὲν θὰ ἐπέλθει τὴν ὥρα τοῦ Μυστηρίου, ἁπλούστατα γιατί τὸ Μυστήριο ἔχει ὡς στόχο τὴν ἔνταξη τοῦ ἀνθρώπου στὴν κοινωνία τῆς Ἐκκλησίας, καὶ μόνον ἐκεῖ, σιγὰ-σιγὰ καὶ μακροπρόθεσμα θὰ ἐπέλθει ἡ θεραπεία. Πῶς θὰ συμβεῖ αὐτό;

Ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ θεραπευτήριο, γιατί προσφέρει τὴ δυνατότητα στὸν ἄνθρωπο νὰ μεταβεῖ ἀπὸ τὴν κατάσταση τοῦ ἀτόμου σ’ ἐκείνη τοῦ προσώπου. Ποιὰ ἡ διαφορά; Καὶ πῶς συμβαίνει αὐτὸ στὴν Ἐκκλησία;

Τὸ ἄτομο ἀποτελεῖ ἔννοια ἀριθμητική, ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀπομόνωσή του ἀπὸ τὰ ἄλλα ἄτομα· ποὺ εἶναι αὐτὸ γιατί δὲν εἶναι κάτι ἄλλο. Τὸ ἄτομο εἶναι στὸ βάθος ἔννοια ἀρνητική. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὑπάρχει καὶ ἐνεργεῖ ὡς ἄτομο, ψυχολογικὰ αὐτοπεριφράσσεται, «σχίζεται» ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Πρόκειται γιὰ μία παθολογικὴ κατάσταση, ποὺ συνιστᾶ πλῆθος νοσηρῶν φαινομένων, καὶ ἴσως τὴν πηγὴ ὅλων τῶν ἀσθενειῶν, αὐτὸ ποὺ ὁ Μάξιμος ὀνομάζει «φιλαυτία». Τὸ ἄτομο δὲν συνιστᾶ μόνο ἠθικῆς ἤ ψυχολογικῆς φύσεως πρόβλημα, ἀλλὰ ἔχει ὀντολογικὲς διαστάσεις. Συνδέεται μὲ τὸ θάνατο, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν τροφοδότης καὶ ταυτόχρονα καταλύτης τοῦ ἄτομου: ὁ θάνατος εἶναι αὐτὸς ποὺ ἐξαίρει τὴν ἀτομικότητα χωρίζοντάς την ὁριστικὰ ἀπὸ τοὺς ἄλλους (ὁ καθένας πεθαίνει μόνον αὐτός), γιὰ νὰ τὴ διαλύσει τελικὰ στὴν ἀποσύνθεση καὶ τὴν ἀνυπαρξία. Ἡ ἀτομικότητα εἶναι φορέας νόσου ἢ νόσων, ἀκριβῶς γιατί στὸ βάθος της ὑποκρύπτεται ὁ φόβος τοῦ θανάτου, τοῦ ὀντολογικοῦ μηδενισμοῦ —ἂν ἐπιτρέπεται ἡ παράδοξη ὅσο καὶ ἀληθινὴ αὐτὴ ἀντίφαση. Τὸ ἴδιο ἰσχύει γιὰ τὸ σῶμα. Ἄν, ὅπως ὁ Μάξιμος, συνδέουν τὴν φιλαυτία μὲ τὸ σῶμα, δὲν εἶναι γιατί τὸ σῶμα εἶναι κακό, ἀλλὰ γιατί ἐκφράζει κατ’ ἐξοχὴν τὸ ὀχυρό τῆς ἀτομικότητας, ἐκεῖ ποὺ φωλιάζει ἡ δυνατότητα τῆς ἀποκοπῆς μας ἀπὸ τοὺς ἄλλους, καὶ ἐκεῖ ποὺ τελικὰ στοχεύει καὶ ἐπιτυγχάνει ὁ θάνατος. Ἡ ἀτομικότητα εἶναι τὸ πρῶτο παθολογικὸ στάδιο, ποὺ περνάει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἔχει ἀνάγκη θεραπείας.

Τὸ δεύτερο στάδιο εἶναι ἐκεῖνο τῆς κοινωνίας. Γιὰ νὰ θεραπευθεῖ ἀπὸ τὴν ἀτομικότητα ὁ ἄνθρωπος, πρέπει νὰ περάσει στὴ σχέση του μὲ τοὺς ἄλλους —μὲ ὁποιαδήποτε μορφὴ ἔστω καὶ ἀρνητική: νὰ θυμώσει, νὰ δείρει ἢ ἀκόμα καὶ νὰ σκοτώσει. Αὐτὸ ποὺ συνήθως λέγεται «ἐκτόνωση», ἀποτελεῖ μορφὴ ὑπερβάσεως τοῦ ἀτομισμοῦ, μορφὴ «θεραπείας» κατὰ τὴν ψυχιατρική. Δὲν πρόκειται γιὰ τὴν ἔννοια τοῦ προσώπου, πρόκειται ὅμως γιὰ μία μορφὴ σχέσεως καὶ κοινωνίας, ποὺ ἐμφανίζεται ὡς θεραπεία, χωρὶς νὰ εἶναι.

Τὸ ἐπίπεδο στὸ ὁποῖο ἐπιδιώκει νὰ φέρει τὸν ἄνθρωπο ἡ Ἐκκλησία βρίσκεται πέρα ἀπὸ αὐτήν, στὴν κατάσταση τοῦ προσώπου.



Τί εἶναι τὸ πρόσωπο;

Ἡ Ἐκκλησία δανείζεται τὴν ἔννοια τοῦ προσώπου ἀπὸ τὴν πίστη της στὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ πέρνωντάς την ἀπὸ τὴν Χριστολογία καὶ τὴν Πνευματολογία τὴν ἐφαρμόζει στὴν Ἐκκλησία. Στὴν Ἁγία Τριάδα τὸ πρόσωπο εἶναι ἔννοια θετική, σχέση καταφατική, καὶ ὄχι ἀρνητική. Τὰ τρία πρόσωπα τῆς Τριάδος εἶναι διάφορα τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο, ὄχι γιατί ἀπομονώνονται καὶ ἀποσχίζονται τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο, ἀλλὰ ἀντίθετα γιατί εἶναι ἀναπόσπαστα ἑνωμένα μεταξύ τους. Ἡ ἑνότητα, ὅσο πιὸ ἄρρηκτη εἶναι, τόσο πιὸ πολὺ γεννάει, παράγει ἑτερότητα. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐξασφαλίζει ὀντολογικὴ πληρότητα καὶ σταθερότητα, ἀπουσία θανάτου καὶ ἀληθινὴ ζωή. Ὁ ἄλλος ὄχι μόνο δὲν εἶναι ἐχθρός, ἀλλὰ ἡ βεβαίωση τῆς δικῆς μου ταυτότητας καὶ μοναδικότητας: τὸ Σὺ ποὺ μὲ κάνει νὰ εἶμαι Ἐγώ, καὶ χωρὶς τὸ ὁποῖο τὸ Ἐγὼ εἶναι ἀνύπαρκτο καὶ ἀδιανόητο.

Καὶ κάτι ἀκόμα. Στὴν Ἁγία Τριάδα ἡ προσωπικὴ ἑτερότητα καὶ μοναδικότητα δὲν αἰτιολογεῖται ψυχολογικά, ἀλλὰ ὀντολογικά. Οἱ ἰδιότητες ποὺ διακρίνουν τὰ τρία πρόσωπα μεταξύ τους εἶναι μόνο ὀντολογικές: τὸ κάθε Ἕνα εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶναι, καὶ τίποτε παραπάνω. Τὸ πρόσωπο δὲν κρίνεται ἀπὸ τὶς ἰδιότητές του, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἁπλὴ κατάφαση τῆς ταυτότητάς του ὡς μοναδικοῦ καὶ ἀναντικατάστατου ὄντος. Δὲν εἶναι τὸ πρόσωπο προσωπικότητα, δηλαδὴ συνισταμένη ἰδιοτήτων (ὕψους, κάλλους ἢ ἀσχήμιας, ἀρετῆς ἢ κακίας, εὐφυΐας ἢ βλακείας κ.λ.π.. Τὸ πρόσωπο εἶναι ἐλεύθερο ἀπὸ ἰδιότητες καὶ δὲν κρίνεται ἀπ’ αὐτές).

Αὐτὴ ἡ ἀντίληψη περὶ προσώπου περνάει στὴν Ἐκκλησία μὲ τὴ μορφὴ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἐλευθερίας τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν κόσμο, ὅπως αὐτὴ ἐκφράστηκε «ἐν Χριστῷ» μὲ τὴν ἀγάπη τῶν ἐχθρῶν καὶ τῶν ἁμαρτωλῶν. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ χῶρος στὸν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος δὲν κρίνεται ἀπὸ τὶς ἰδιότητές του —αὐτὸ σημαίνει ἡ συγχώρηση, ποὺ παίρνει στὸ Βάπτισμα καὶ στὴ Μετάνοια— ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ὅτι εἶναι αὐτὸς ποὺ εἶναι. Ἡ συγχώρηση καὶ ἡ ἀποδοχὴ τοῦ ἀνθρώπου ὡς προσώπου, ὡς μοναδικῆς καὶ ἀνεπανάληπτης ταυτότητος, μὲς τὴν κοινότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἀποτελεῖ τὴν πεμπτουσία τῆς ἐκκλησιαστικῆς θεραπευτικῆς. Ἡ Ἐκκλησία θεραπεύει ὄχι μὲ ὅσα λέγει, ἀλλὰ μὲ ὅ,τι εἶναι: κοινότητα ἀγάπης, μιᾶς ἀγάπης ποὺ δὲν εἶναι συναίσθημα, ὥστε νὰ τὸ ἀναζητήσουμε στὸ ἐσωτερικὸ καὶ τὴ διάθεση τοῦ ἄτομου, ἀλλὰ σχέση, πράγμα ποὺ ἀπαιτεῖ συνύπαρξη καὶ ἀποδοχὴ σὲ μία κοινότητα συγκεκριμένη, κοινότητα ἀγάπης χωρὶς ἀποκλειστικότητα καὶ ὅρους. Ἡ Ἐκκλησία θεραπεύει μὲ τὸ νὰ εἶναι μία τέτοια κοινότητα, στὴν ὁποία ἐντασσόμενος ὁ ἄνθρωπος ἐθίζεται νὰ ἀγαπᾶ καὶ νὰ ἀγαπᾶται ἐλεύθερα, ὅπου κατὰ τὰ λόγια του Ἁγίου Μαξίμου «ἡ τελεία ἀγάπη οὐ συνδιασχίζει τὴν μίαν τῶν ἀνθρώπων φύσιν . . . ἀλλ’ εἰς αὐτὴν ἀεὶ ἀποβλεπομένη πάντας ἀνθρώπους ἐξ ἴσου ἀγαπᾶ . . . Διὸ καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν καὶ Θεὸς Ἰησοῦς Χριστὸς τὴν αὐτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ἐνδειξάμενος, ὑπὲρ τῆς ὅλης ἀνθρωπότητος ἔπαθεν. . . » (κεφ. ἀγαπ. I, 72).

Τὸ πρακτικὸ καὶ ἀμείλικτο ἐρώτημα εἶναι ὅμως: εἶναι ἡ Ἐκκλησία κοινότητα ἀγάπης, χῶρος στὸν ὁποῖο περνάει κανεὶς ἀπὸ τὴ «φιλαυτία» στὴ «φιλαδελφία», ἀπὸ τὴν νόσο στὴν ἴαση; Στὸ βαθμὸ ποὺ ἡ ἀπάντηση εἶναι καταφατική, μπορεῖ νὰ γίνει λόγος γιὰ τὴν Ἐκκλησία ὡς θεραπευτήριο. Ἄλλως, εἶναι ἕνα φαρμακεῖο, ποὺ προμηθεύει τοὺς ἀνθρώπους μὲ ἀναλγητικά, χωρὶς νὰ τοὺς μεταμορφώνει ἀπὸ ἄτομα σὲ πρόσωπα. Γιατί τὰ πρόσωπα προϋποθέτουν σχέση, καὶ ἡ σχέση κοινότητα. Διαφορετικὰ παραμένουν ἄτομα μεμονωμένα μὲ τὴν «ψευδαίσθηση τῆς ἁγιότητας. Extra eccliasiam nulla salus— ὄχι γιατί ἐκεῖ ὑπάρχουν τὰ μέσα τῆς σωτηρίας, ἀλλὰ γιατί ἐκεῖ λειτουργεῖ τὸ Τριαδικὸ μυστήριο τῆς ἀλληλοπεριχωρήσεως τῶν προσώπων.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει σὲ μεγάλο βαθμὸ ἀπωλέσει τὴ συνείδηση τῆς κοινότητας, καὶ ἂν κάνει λόγο σήμερα γιὰ θεραπευτήριο μᾶλλον ἐννοεῖ πὼς εἶναι φαρμακεῖο. Παραμένει ὅμως ἀληθινὴ κιβωτὸς σωτηρίας, γιατί διατηρεῖ ἀνόθευτη ὄχι μόνο τὴν πίστη στὸν προσωπικὸ Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὸν Χριστὸ τῆς καθολικῆς ἀγάπης, τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως, ἀλλὰ καὶ γιατί παραμένει ἡ γνήσια εὐχαριστιακὴ κοινότητα, στὴν ὁποία προσφέρονται οἱ ἀγαπητικὸς ἐκεῖνες σχέσεις, ποὺ μποροῦν νὰ θεραπεύσουν τὸν ἄνθρωπο μεταβάλλοντάς τον ἀπὸ ἄτομο σὲ πρόσωπο. Αὐτὴ τὴν πίστη καὶ αὐτὴ τὴ σύναξη καὶ κοινότητα πρέπει νὰ τὴ διατηρήσουμε γνήσια καὶ ἐνεργό, ἂν θέλουμε νὰ θεωροῦμε τὴν Ἐκκλησία ὡς θεραπευτήριο.

Ἀνατρέχοντας σὲ ὅσα προσπάθησα νὰ πῶ αἰσθάνομαι πὼς πρέπει νὰ ἐπισημάνω τὰ ἀκόλουθα.

Γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴ θεολογία ἡ θεραπεία δὲν εἶναι ὑπόθεση ψυχολογικὴ ἢ ἠθική, ἀλλὰ ὀντολογική. Σκοπὸς τῆς θεραπείας δὲν εἶναι νὰ ἀνακουφίσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ συμπτώματα τῆς νόσου, ἀλλὰ νὰ τὸν ἀναγεννήσει μεταφέροντάς τον ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς φιλαυτίας, ὅπου γεννιοῦνται τὰ πάθη, στὸ χῶρο τῆς φιλαδελφίας, ὅπου ὑπάρχει ἡ ἀληθινὴ θεραπεία διὰ τῆς ἀγάπης. Τὸ πέρασμα ἀπὸ τὸν ἕνα χῶρο στὸν ἄλλον εἶναι ἐπώδυνο, γιατί προϋποθέτει τὸ Σταυρὸ ἢ μὲ τὰ λόγια τοῦ ἁγίου Μαξίμου τὴ βίωση τῆς ὀδύνης, ποὺ συνυπάρχει μὲ τὴν ἡδονή. Εἶναι ἕνα πέρασμα, ποὺ πρέπει νὰ καθοδηγεῖται μὲ προσοχὴ καὶ φιλανθρωπία, «ἵνα μὴ τὸ χωλὸν ἐκτραπῆ, ἰαθῇ δὲ μᾶλλον» (Ἑβρ. 12, 13).

Στὴν προσπάθεια αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ θεολογία διαθέτουν ὄχι τόσο τεχνική, ἢ ἐξειδίκευση, ὅσο τὴν πίστη στὸν προσωπικὸ Θεό, ἀπὸ τὴν ὁποία πηγάζει ἡ πίστη στὸν ἄνθρωπο ὡς πρόσωπο, εἰκόνα καὶ ὁμοίωση Θεοῦ· τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ τὴν χωρὶς ὅρια καὶ ἀποκλειστικότητα, καὶ τὴν Ἐκκλησία ὡς εὐχαριστιακὴ κοινότητα, ἡ ὁποία πραγματώνει τὴν ἀγάπη αὐτὴ ὡς προσωπικὴ ὕπαρξη καὶ σχέση. Ὁ πόλεμος κατὰ τῶν παθῶν καὶ ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ αὐτὰ δὲν ἀποτελοῦν γιὰ τὴν Ἐκκλησία αὐτοσκοπό. Ἀποβλέπουν στὸ νὰ ἀναδυθεῖ ἀπὸ αὐτὰ τὸ ὄντως πρόσωπο, νὰ ἐπανενωθεῖ ἡ κατατεμαχισμένη φύση, καὶ νὰ ξαναβρεῖ ὁ ἄνθρωπος τὴ σωστὴ σχέση του μὲ τὸ Θεό, μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους καὶ μὲ τὴν ὑλικὴ φύση. Ὑγεία γιὰ μᾶς εἶναι ἡ σωστὴ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τοὺς τρεῖς αὐτοὺς παράγοντες (τὸ Θεό, τοὺς ἄλλους καὶ τὴ φύση), ποὺ ἀποτελοῦν τὸν ὁρισμὸ τοῦ ἀνθρώπινου ὄντος. Ἀσθένεια εἶναι ἡ διαταραχὴ τῆς τριπλῆς αὐτῆς καὶ τρισδιάστατης σχέσεως. Ἴσως αὐτὸ νὰ διαφοροποιεῖ πολὺ τὴ θεολογία ἀπὸ τὴ ψυχιατρικὴ —ἴσως ὄχι, ἐσεῖς θὰ κρίνετε. Ἐκεῖνο, ποὺ εἶναι βέβαιο εἶναι ὅτι τόσο ἡ Ἐκκλησία ὅσο καὶ ἡ ἰατρικὴ ἐπιστήμη πρέπει νὰ συμπέσουν στὴ βασικὴ αὐτὴ διαπίστωση, ἂν πρόκειται νὰ ἀναπτυχθεῖ ἕνας διάλογος μεταξύ τους.

Οἱ Προβληματισμοὶ τοῦ Γέροντος Ρηγίνου

Γέρων Ρηγῖνος




     Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ καὶ Θεέ μου. Ἐρωτῶ Σε:


1.  Εἶμαι ἀληθινὸς χριστιανὸς ἡ εἶμαι ψεύτικος;

2.  Τηρῶ κατὰ γράμμα καὶ κατὰ πνεῦμα τὸν θεῖον Νόμον σου;

3.  Σ᾿ ἀγαπῶ μὲ ὅλη μου τὴν ψυχὴν καὶ ὅλην τὴν διάνοιάν μου, ἐσένα τὸν Δημιουργὸν καὶ Σωτῆρα μου, ὡς λέγει ὁ Νόμος Σου;

4.  Σκέπτομαι καὶ ζῶ τὴν αἰώνιον Ἀγάπην Σου;

5.  Σὲ ἀγαπῶ ὅσο πρέπει;

6.  Θὰ ἤθελα νὰ σ᾿ ἔχω στὸ κέντρο τῆς καρδίας μου ὡς ἕνα γλυκὸ μελέτημα κάθε ὥρα καὶ στιγμὴ ὅπως σ᾿ εἶχε ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος;

7.  Προσεύχομαι μὲ πίστη, μὲ ἀγάπη, μὲ ἐμπιστοσύνη;

8.  Αἱ προσευχαί μου, αἱ ἐξομολογήσεις μου, ἡ μετάνοιά μου, αἱ πράξεις μου, ἡ ζωή μου, εἶναι αὖται αἱ ὁποῖαι πρέπουν;

9.  Κοινωνῶ τὰ Ἄχραντα Μυστήρια, τὸ Πανάγιον Σῶμά Σου καὶ τὸ Τίμιον Αἷμά σου μὲ πίστιν, μὲ προσμονήν, μὲ καθαρὰν καρδίαν, μὲ ἀγάπην καὶ φόβον, μὲ μετάνοιαν καὶ ταπείνωσιν;

10.  Μελετῶ μὲ δίψα καὶ μὲ λαχτάρα τὸν Θεῖον Νόμον Σου;

11.  Ζῶ καὶ πορεύομαι ὡς γνήσιος ὀρθόδοξος χριστιανός; Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθαι ποιεῖν οὐδέν, μᾶς λέγεις. Ναὶ Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ μου καὶ Θεέ μου. Ἐσὺ εἶσαι τὸ πᾶν. Ἐσὺ μὲ ὁδηγεῖς, Ἐσὺ ρυθμίζεις τὴν ζωήν μου. Ἡ ἀγάπη Σου πρὸς ἐμὲ τὸν ἁμαρτωλὸν καὶ πρὸς πάντας εἶναι πηγὴ ἀνεξάντλητος. Ὀφείλομεν ὅλοι μας καὶ ἐγὼ ἰδιαιτέρως νὰ ἀφιερώνω ὁλόκληρον τὴν ζωήν μου εἰς Σὲ τὸν Σωτῆρα μου. Ἐσὺ εἶσαι τὸ Φῶς τοῦ κόσμου· ὅποιος περιπατεῖ καὶ ἀκολουθεῖ Ἐσένα δὲν θὰ πέση στὸ σκότος τῆς ἀνομίας.

      Βοήθησόν με καὶ σκέπασόν με τὴ θεία Σου χάριτι Χριστέ μου, ἵνα γένωμαι εἰς ἀληθινὸς πιστὸς χριστιανὸς καὶ οὐχὶ ψευδής. Ἀμήν.

Ὑπάρχει Θεός;

Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος)



Ἕνας συνάδελφός σου σοῦ ἐπαναλαμβάνει συνεχῶς: «ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ!» Καὶ αἰσθάνεσαι, σὰν νὰ σὲ χτυπᾶ μὲ μαστίγιο. Καὶ σὺ ἀγωνιᾶς γιὰ τὴν ψυχή του καὶ τὴν ζωή του. Καὶ καλὰ σκέφτεσαι.

Ἂν δὲν ὑπάρχει ὁ Ζῶν καὶ Παντοδύναμος Θεός, καὶ ἂν δὲν εἶναι ἰσχυρότερος ἀπὸ τὸν θάνατο, τότε ὁ θάνατος εἶναι ὁ μοναδικὸς πανίσχυρος Θεός. Καὶ τότε κάθε ζωντανὴ ὕπαρξη δὲν εἶναι παρὰ ἕνα κλωτσοσκούφι τοῦ θανάτου. Ἕνα ποντικάκι στὸ στόμα τῆς γάτας.

Μία φορά, ἀντικρούοντάς τον, τοῦ εἴπατε: «Ὁ Θεὸς ὑπάρχει. Γιὰ σένα δὲν ὑπάρχει». Καὶ δὲν σφάλατε. Γιατί ἐκεῖνοι ποὺ ἀποκόπτονται ἀπὸ τὸν Αἰώνιο καὶ Ζωοδότη Κύριο, ἐδῶ στὴν γῆ ἀποκόπτονται ἀπὸ τὴν ζωὴ τὴν πραγματική. Αὐτοί, οὔτε ἐδῶ, οὔτε στὴν ἄλλη ζωὴ δὲν θὰ γευθοῦν τὸ μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς πλάσης Του. Καὶ καλλίτερα νὰ μὴν εἴχαμε γεννηθῆ, παρὰ νὰ εἴμαστε ἀποκομμένοι ἀπὸ τὸν Θεό.

Ἂν ἤμουν στὴν θέση σου, θὰ τοῦ ἔλεγα τὰ ἑξῆς:

Κάνεις λάθος, φίλε μου! Ὀρθότερο θὰ ἦταν, ἂν ἔλεγες: «Ἐγὼ δὲν ἔχω Θεό». Διότι τὸ βλέπεις, ὅτι ὑπάρχουν τόσοι ἄνθρωποι γύρω σου, ποὺ αἰσθάνονται τὸν Θεό, καὶ γι' αὐτὸ τὸ διακηρύττουν ὅτι ὑπάρχει Θεός. Λοιπόν, μὴ λές: «Δὲν ὑπάρχει Θεός»! Περιορίσου νὰ λές: «Ἐγὼ δὲν ἔχω Θεό»!

Κάνεις λάθος! Μὴ μιλᾷς σὰν τὸν ἄρρωστο, ποὺ λέει ὅτι δὲν ὑπάρχει πουθενὰ ὑγεία!

Σφάλλεις! Μοιάζεις μὲ τὸν τυφλό, ποὺ λέει: «Δὲν ὑπάρχει φῶς στὸν κόσμο». Ὅμως, φῶς ὑπάρχει. Καὶ εἶναι διάχυτο παντοῦ. Αὐτὸς ὁ δυστυχὴς δὲν ἔχει τὸ φῶς του. Καὶ θὰ μιλοῦσε σωστά, ἂν ἔλεγε: «Ἐγὼ δὲν ἔχω μάτια καὶ δὲν βλέπω τὸ φῶς».

Κάνεις λάθος! Μιλᾶς σὰν τὸν ζητιάνο, ποὺ λέει: «Δὲν ὑπάρχει χρυσάφι στὴν γῆ». Μὰ χρυσάφι ὑπάρχει! Καὶ ἐπάνω στὴ γῆ! Καὶ μέσα στὴ γῆ! Αὐτὸς δὲν ἔχει χρυσάφι! Τὸ σωστὸ θὰ ἦταν νὰ ἔλεγε: «Ἐγὼ δὲν ἔχω χρυσό.»!
Κάνεις λάθος! Μοιάζεις μὲ τὸν παλιάνθρωπο, ποὺ λέει: «Δὲν ὑπάρχει καλωσύνη στὸν κόσμο»! Ἐνῷ θὰ ἔπρεπε νὰ πῆ: »Ἐγὼ δὲν ἔχω οὔτε ἴχνος καλωσύνης μέσα μου». Καὶ ὄχι «δὲν ὑπάρχει πουθενὰ καλωσύνη στὸν κόσμο»!

Αὐτὸ νὰ τοῦ εἰπῇς καὶ σύ: Συνάδελφε, κάνεις λάθος! Λάθος διακηρύττεις ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός! Γιατί, ὅταν κάτι δὲν τὸ ἔχεις ἐσὺ καὶ δὲν τὸ γνωρίζεις ἐσύ, δὲν σημαίνει ὅτι δὲν ὑπάρχει πουθενὰ καὶ ὅτι δὲν τὸ ἔχει κανείς! Ποιός σοῦ ἔδωσε τὸ δικαίωμα νὰ μιλᾶς ἐκ μέρους ὅλου τοῦ κόσμου; Ποιός σοῦ ἔδωκε τὴν ἄδεια νὰ διακηρύττῃς, ὅτι τὴν δική σου ἀρρώστια τὴν ἔχουν ὅλοι; ὅτι ὅλοι ἔχουν τὴν δική σου πλάνη;

Φωνάζεις ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός! Τὸ διακηρύττεις σὲ ὅλο τὸν κόσμο! Πολεμᾷς τὴν ἀλήθεια! Ἐκεῖνοι ποὺ δὲν θέλουν νὰ ζοῦν γιὰ τὸν Θεό, εἶναι ἐλάχιστοι. Ἀλλὰ καὶ γι' αὐτοὺς ὁ Θεὸς ὑπάρχει! Καὶ τοὺς περιμένει. Μέχρι τὴν τελευταία τους πνοὴ σ' αὐτὴ τὴν γῆ! Καὶ μόνο ἂν δὲν φροντίσουν νὰ μετανοήσουν, ἔστω στὴν τελευταία τους στιγμή, μόνο τότε ὁ Θεὸς στὴν ἄλλη ζωὴ θὰ παύση νὰ ὑπάρχῃ γι' αὐτούς. Καὶ θὰ τοὺς διαγράψη ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς ζωῆς.

Γι' αὐτὸ - εἰπέ του - σὲ παρακαλῶ, φίλε μου. Γιὰ τὸ καλό τῆς ψυχῆς σου. Γιὰ τὰ ἐπουράνια ἀγαθά. Γιὰ τὰ δάκρυα ποὺ ἔχυσε ὁ Χριστὸς καὶ τὶς πληγὲς ποὺ δέχθηκε γιὰ ὅλους μας. Ἄλλαξε μυαλό! Μετανόησε! Διορθώσου! Καὶ γύρισε στὴν Ἐκκλησία μας!

Μετ.: Ἀρχιμ. Ἄβελ. Κωνσταντινίδης.



Ένα ωραίο τραγουδάκι…

Τετάρτη, Ιουνίου 08, 2011

Σε μια εποχή αναζήτησης & σύγχυσης...




«Ποτέ δεν έχει υπάρξει», έγραφε ο π. Σεραφείμ, «τέτοια εποχή ψεύτικων διδασκάλων, όπως συμβαίνει στον θλιβερό εικοστό αιώνα, τον τόσο πλούσιο σε υλικές απολαύσεις και τόσο φτωχό σε νου και ψυχή. Κάθε διανοητική σύλληψη, ακόμη και η πιο παράλογη, ακόμη και εκείνη που απορριπτόταν μέχρι τώρα με καθολική συμφωνία όλων των εκπολιτισμένων λαών, έχει τώρα τη δική της ιδεολογική πλατφόρμα και τον δικό της «δάσκαλο». Μερικοί από αυτούς τούς δασκάλους έρχονται με την επίδειξη ή την υπόσχεση "πνευματικής δύναμης" και ψεύτικων θαυμάτων, όπως κάποιοι αποκρυφιστές και "χαρισματικοί", αλλά οι περισσότεροι από τούς σύγχρονους δασκάλους δεν προσφέρουν παρά μια άκριτη σωρεία ανήκουστων ιδεών που πήραν "από τον αέρα", όπως ήταν, ή από κάποιον σύγχρονο αυτόκλητο "σοφό άνδρα" (ή γυναίκα), ο οποίος γνωρίζει περισσότερα από όλους τους αρχαίους, κυρίως επειδή ζει στους "φωτισμένους" σύγχρονους καιρούς μας. Κατά συνέπεια, η φιλοσοφία έχει χίλιες σχολές και ο "Χριστιανισμός" χίλιες αιρέσεις.
Πού βρίσκεται η αλήθεια σε όλα αυτά, εάν πράγματι μπορεί να βρεθεί μέσα στην εντελώς αποπροσανατολισμένη εποχή μας;
Μόνο σε ένα μέρος μπορεί να βρεθεί η πηγή της αληθινής διδασκαλίας, που προέρχεται από τον ίδιο τον Θεό. Που δεν φθίνει κατά τη διάρκεια των αιώνων, αλλά είναι πάντα ακμαία και δροσερή, παραμένοντας μία και η αυτή ανάμεσα σε όλους εκείνους που τη διδάσκουν αληθινά, και η οποία οδηγεί εκείνους που την ακολουθούνε στην αιώνια σωτηρία. Αυτό το μέρος είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, η πηγή είναι η χάρις του Παναγίου Πνεύματος και οι αληθινοί διδάσκαλοι του θείου δόγματος που πηγάζει από αυτή την πηγή είναι οι άγιοι Πατέρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας».

Ο νεομάρτυρας καλλιτέχνης, γνώστης πολεμικών τεχνών, ιεραπόστολος στην εμπόλεμη Γεωργία & ορθόδοξος ιερέας στην παραμελημένη ρωσική ύπαιθρο, Νέστωρ του Ζάρκι. Αξίζει να τον γνωρίσετε (εδώ).
Δεδομένου ότι ο π. Σεραφείμ υψώθηκε πνευματικά στην έρημο, η ψυχή του δροσίστηκε από την πηγή της χάριτος της Εκκλησίας: από τις εμπνευσμένες Θείες Γραφές της Εκκλησίας και από τούς αληθινούς ερμηνευτές των Γραφών, τους άγιους Πατέρες. «Στους άγιους Πατέρες», έγραφε, «βρίσκουμε τον "νου της Εκκλησίας", τη ζώσα αντίληψη της αποκάλυψης του Θεού. Είναι ο σύνδεσμος μας μεταξύ των αρχαίων κειμένων που περιέχουν την αποκάλυψη του Θεού (δηλ. της Αγίας Γραφής) και της σημερινής πραγματικότητας. Χωρίς έναν τέτοιο σύνδεσμο, κάθε άνθρωπος ερμηνεύει όπως θέλει εκείνος - και τον αποτέλεσμα είναι να έχουμε χιλιάδες ερμηνείες και αιρέσεις»
Κάπου αλλού, ο π. Σεραφείμ αναφέρεται στον πατερικό θεολόγο Αρχιεπίσκοπο Θεοφάνη της Πολτάβα για να διευκρινίσει αυτό το σημείο: «Η Εκκλησία είναι ο "οίκος... τον αληθινού Θεού, ο στύλος και το θεμέλιο της αλήθειας" (Α' Τιμ. 3:15). Η χριστιανική αλήθεια διασώζεται στην Εκκλησία μέσα από την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση - αλλά απαιτείται μια σωστή διαφύλαξη και μια σωστή ερμηνεία. Η σημασία των άγιων Πατέρων βρίσκεται ακριβώς σε αυτό: ότι είναι οι ικανότεροι φύλακες και ερμηνευτές αυτής της αλήθειας, λόγω τις αγιότητας του βίου τους, της βαθιάς γνώσης του λόγου του Θεού και της αφθονίας της χάριτος του Αγίου Πνεύματος που κατοικεί σε αυτούς».
Κατά τη διάρκεια ετών παραγωγικής ανάγνωσης, ο π. Σεραφείμ απέκτησε εκτενή γνώση της πατερικής διδασκαλίας. Όταν εξέταζε κάποιο ιδιαίτερο ζήτημα στα γραπτά του, χρησιμοποιούσε ευρύ φάσμα των πατερικών πηγών, αρχαίων και σύγχρονων, τόσο από την ανατολική όσο και από τη δυτική χριστιανοσύνη - πολλά από αυτά τα πατερικά κείμενα ήταν σχεδόν άγνωστα και ποτέ πριν δεν είχαν αποδοθεί στην αγγλική. Ο στόχος του, εντούτοις, δεν ήταν να γίνει ένας πολυμαθής, τού όποιου η ειδικότητα θα ήταν οι άγιοι Πατέρες. Τέτοιοι εμπειρογνώμονες, έγραψε, είναι συχνά «εξ ολοκλήρου ξένοι προς την αληθινή πατερική παράδοση, και διαβιούν μόνο σε βάρος της».


undefined

Ο ΑΓΙΟΣ ΣΕΝΩΧ ΤΗΣ ΤΟΥΡΩΝΗΣ Ο ΙΑΜΑΤΙΚΟΣ*

Ο Άγιος Σενώχ της Τουρώνης ο Ιαματικός


Άγιοι της Γαλατίας
Ο ΑΓΙΟΣ ΣΕΝΩΧ ΤΗΣ ΤΟΥΡΩΝΗΣ Ο ΙΑΜΑΤΙΚΟΣ*
Ματαιότης ματαιοτήτων, λέγει ο Εκκλησιαστής, τα πάντα ματαιότης1. Είναι αλήθεια λοιπόν πως όλα όσα γίνονται στον κόσμο είναι ματαιότης. Γι’ αυτό συμβαίνει καμμιά φορά ώστε και άγιοι του Θεού, που δεν τους φλογίζει κανένα πάθος και καμμία σαρκική επιθυμία και δεν τους προσβάλλει κανένας μολυσμός φιληδονίας, αλλά αποκρούουν τα τεχνάσματα του πονηρού ακόμη και από τον νου τους, να θεωρήσουν πως είναι απόλυτα δίκαιοι και να πέσουν γεμάτοι από την υπερηφάνεια της αλαζονικής αυτής πεποιθήσεως. Αυτούς που δεν κατάφερε να τους πλήξη η μάχαιρα των μεγάλων αμαρτημάτων, τους έπνιξε εύκολα ο λίγος καπνός της κενοδοξίας! Κάτι τέτοιο συνέβη και σ’ εκείνον, στον οποίο θα αναφερθούμε. Αυτός, μολονότι είχε λαμπρυνθή με πολλές αρετές, θα είχε πέσει οπωσδήποτε στο βάραθρο της επάρσεως, αν δεν είχαν σπεύσει να τον νουθετήσουν πιστοί αδελφοί.
Ο όσιος Σενώχ (†24 Οκτωβρίου 576) ήταν Θεϊφαλός στην καταγωγή. Γεννήθηκε στην περιοχή του Πικταβίου που λεγόταν Θεϊφαλία. Πίστεψε στον Χριστό, έγινε κληρικός και ίδρυσε ένα μοναστήρι. Στην περιοχή της Τουρώνης βρήκε κάποια αρχαία ερείπια και έκτισε επάνω τους νέα οικοδομήματα. Εκεί βρήκε επίσης και έναν ναό, όπου λέγεται πως προσευχήθηκε ο επιφανής άγιός μας Μαρτίνος2. Το επισκεύασε με μεγάλη φροντίδα, και αφού έστησε σ’ αυτό μία αγία Τράπεζα με ειδικό χώρο για να τοποθετηθούν λείψανα αγίων, κάλεσε τον επίσκοπο για να το εγκαινιάση.
Πήγε λοιπόν ο μακάριος επίσκοπος Ευφρόνιος και μετά τον εγκαινισμό της Αγίας Τραπέζης τον χειροτόνησε διάκονο. Όταν τελείωσε η Λειτουργία και θέλησαν να τοποθετήσουν την λειψανοθήκη στον καθορισμένο χώρο, διαπίστωσαν ότι ήταν μακρύτερη απ’ ό,τι έπρεπε και ήταν αδύνατο να χωρέση. Τότε ο διάκονος γονάτισε και προσευχήθηκε μαζί με τον αρχιερέα και με δάκρυα και ικεσίες έλαβε αυτό που ζήτησε: Ω του θαύματος! Προς γενική κατάπληξι, ο χώρος διευρύνθηκε με θεία δύναμι, η λειψανοθήκη μίκρυνε, ώστε να χωρέση εκεί άνετα.
Στον τόπο αυτό, μαζί με τρεις μοναχούς, ο όσιος υπηρετούσε με προθυμία τον Θεό και στην αρχή ζούσε με μεγάλη εγκράτεια στην τροφή και στο νερό. Τις ημέρες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ο κόπος της εγκρατείας του αυξανόταν περισσότερο: έτρωγε μόνο ψωμί από κριθάρι κι έπινε μόνο νερό και μάλιστα όχι περισσότερο από τετρακόσια γραμμάρια από το καθένα την ημέρα. Ακόμη, υπέμενε το κρύο του χειμώνα ανυπόδητος και φορούσε σιδερένιες αλυσίδες στα χέρια, τα πόδια και τον λαιμό του. Αργότερα, για να ζήση αυστηρή ερημιτική ζωή, έφυγε από την θέα των αδελφών και κλείστηκε σ’ ένα μικρό κελλί, όπου προσευχόταν με προθυμία ημέρα και νύκτα, με αγρυπνίες και δεήσεις, χωρίς να επιτρέπη στον εαυτό του κανένα περισπασμό.
Συχνά οι πιστοί, από ευλάβεια, του έδιναν χρήματα, αλλά αυτός προτιμούσε να γεμίζη τα βαλάντια των φτωχών αντί να τα βάζη σε κρυψώνες, ενθυμούμενος τον λόγο του Κυρίου: Μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επί της γης. όπου γαρ εστιν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών3. Ό,τι του έδιναν λοιπόν, το μοίραζε για τις ποικίλες ανάγκες των φτωχών, έχοντας τον νου του μόνο στον Θεό. Έτσι, κατά την διάρκεια της ζωής του ελευθέρωσε από τον ζυγό της δουλείας και το βάρος των χρεών περισσότερους από διακόσιους δυστυχείς.
Όταν φθάσαμε εμείς στην περιοχή της Τουρώνης, βγήκε από το κελλί του και ήρθε να μας δη. Μας χαιρέτησε, μας ασπάσθηκε και γύρισε πάλι πίσω. Ήταν, όπως είπαμε, πολύ ασκητικός και είχε το χάρισμα να θεραπεύη τους αρρώστους. Καθώς όμως με την άσκησι προώδευε στην αγιότητα, άρχισε σιγά-σιγά να υπεισέρχεται η κενοδοξία. Όταν λοιπόν βγήκε από το κελλί του, πήγε με πολλή υπεροψία να επισκεφθή τους γονείς του στην περιοχή του Πικταβίου, που αναφέραμε πιο πάνω. Κατόπιν επέστρεψε φουσκωμένος από υπερηφάνεια και κυττούσε να ικανοποιή μόνο τον εαυτό του. Όταν όμως τον επιπλήξαμε και άκουσε όσα του είπαμε για τους κενοδόξους, ότι εκδιώκονται από την βασιλεία του Θεού, καθαρίστηκε τελείως από την κενοδοξία και τόσο ταπείνωσε τον εαυτό του, ώστε δεν έμεινε μέσα του η παραμικρή ρίζα υπερηφανείας, πράγμα που το ωμολόγησε λέγοντας: «Τώρα νοιώθω την αλήθεια των λόγων του Αποστόλου ο καυχώμενος, εν Κυρίω καυχάσθω4».
Ο Κύριος επιτελούσε μέσω αυτού πολλά θαύματα στους αρρώστους, αλλά εκείνος έλεγε πως ήθελε να μείνη στο εξής έγκλειστος, ώστε να μην τον βλέπη άνθρωπος. Εμείς τον συμβουλεύσαμε να μην υποβληθή μονίμως σε τέτοιο εγκλεισμό, αλλά μόνο κατά το διάστημα από την κοίμησι του αγίου Μαρτίνου5 μέχρι την εορτή των Χριστουγέννων και κατά την Τεσσαρακοστή προ του Πάσχα —οπότε και οι Πατέρες ορίζουν να ασκούμε μεγαλύτερη εγκράτεια— ενώ τον υπόλοιπο καιρό να θέτη τον εαυτό του στην διάθεσι των αρρώστων. Άκουσε την συμβουλή μας και έκανε πρόθυμα υπακοή στα λόγια μας χωρίς αντιλογία.
Αφού λοιπόν αναφερθήκαμε σε κάποια γεγονότα της ζωής του, ερχόμαστε τώρα στα θαύματα, τα οποία μέσω αυτού ευδόκησε να επιτελέση η θεία χάρις προς θεραπείαν πολλών ασθενών. Κάποιος τυφλός, λεγόμενος Ποπούσιτος, προσέφυγε στον όσιο Σενώχ τον καιρό που ήταν ήδη πρεσβύτερος, και ζήτησε κάτι να φάη. Μόλις όμως το χέρι του αγίου ιερέως άγγισε τα μάτια του σχηματίζοντας το σημείο του σταυρού, ο τυφλός ξαναβρήκε αμέσως το φως του. Ένας άλλος νέος από το Πικτάβιο, που υπέφερε από την ίδια πάθησι, έμαθε για τα θαύματά του και τον παρεκάλεσε να του ξαναδώση το χαμένο φως του. Εκείνος χωρίς καθυστέρησι επικαλέστηκε το όνομα του Χριστού και έκανε το σημείο του σταυρού στα μάτια του τυφλού. Αμέσως έτρεξε από αυτά λίγο αίμα και φάνηκε το φως. Μετά από είκοσι χρόνια, το φως της ημέρας έλαμψε στα σβησμένα μάτια του δύστυχου ανθρώπου.
Κάποια άλλη φορά έφεραν μπροστά του δύο νέους που υπέφεραν φοβερά σ’ όλα τα μέλη τους και ήταν κουβαριασμένοι σαν μπάλλες. Μόλις τους άγγισε με το χέρι του, τα μέλη τους ίσιωσαν και μέσα σε μία ώρα θεράπευσε και τους δύο, ευεργετώντας τους με αυτό το διπλό θαύμα. Ωδήγησαν πάλι μπροστά του ένα αγόρι και ένα κορίτσι που τα χέρια τους ήταν γυρισμένα ανάποδα. Ήταν η εορτή της Μεσοπεντηκοστής και είχε συρρεύσει πολύς κόσμος στην εκκλησία. Γι’ αυτό, όταν ικέτευσαν τον δούλο του Θεού να θεραπεύση τα χέρια τους, εκείνος απέφευγε να το κάνη, λέγοντας ότι δεν είναι άξιος, ώστε μέσω αυτού ο Θεός να επιτελέση τέτοια θαύματα στους ασθενείς. Τελικώς ενέδωσε στις παρακλήσεις όλων και πήρε τα χέρια των δύο ασθενών στα δικά του. Αμέσως τα δάχτυλά τους ίσιωσαν και τα δύο παιδιά έφυγαν θεραπευμένα. Ομοίως, κάποια γυναίκα, λεγομένη Μπεναΐα, ήρθε με τα μάτια κλειστά και έφυγε με τα ίδια αυτά μάτια φωτισμένα, αφού εκείνος τα άγγισε με το ιαματικό του χέρι.
Νομίζω επίσης πως δεν πρέπει να αποκρύψουμε το ότι συχνά το δηλητήριο των ερπετών έχανε τη δραστικότητά του μόνο με τον λόγο του. Πράγματι, δύο άνθρωποι πρησμένοι από δάγκωμα κάποιου ερπετού, ήρθαν και έπεσαν στα πόδια του και τον παρακαλούσαν να βγάλη με την αρετή του το θανατηφόρο δηλητήριο, που έχυσε στα μέλη τους το φαρμακερό ερπετό. Εκείνος προσευχήθηκε στον Κύριο, λέγοντας: «Κύριε Ιησού Χριστέ, συ που δημιούργησες στην αρχή όλα τα στοιχεία του κόσμου και που ώρισες ώστε ο όφις, που εφθόνησε την τιμή του ανθρώπου, να είναι επικατάρατος6, αφαίρεσε από το σώμα τούτων των δούλων σου το δηλητήριό του, για να θριαμβεύσουν αυτοί επάνω του και όχι εκείνος επάνω σ’ αυτούς». Λέγοντας αυτά, άγγισε όλα τα μέλη τους και αμέσως το πρήξιμο υποχώρησε και το δηλητήριο έχασε την θανατηφόρο δράσι του.
Την ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου κάποιος, καθώς πήγαινε στην εκκλησία, είδε ένα πλήθος αγρίων ζώων να καταστρέφη το κτήμα του. Άρχισε τότε να θρηνή και να λέγη: «Αλλοίμονό μου! Οι κόποι μου όλης της χρονιάς πάνε χαμένοι. Τίποτε δεν θα απομείνη!» Και παίρνοντας ένα τσεκούρι, άρχισε να κόβη κλαδιά για να κλείση μ’ αυτά το άνοιγμα του φράχτη. Ξαφνικά το χέρι του γύρισε άθελά του και σφηνώθηκε σ’ ένα κλαδί που κρατούσε απρόσεχτα. Μέσα στους πόνους και σέρνοντας πίσω του το κλαδί στο οποίο σφηνώθηκε το χέρι του, ο άνθρωπος αυτός πήγε λυπημένος στον όσιο και διηγήθηκε όσα του συνέβησαν. Εκείνος τότε αφού άλειψε το χέρι του με αγιασμένο λάδι, απομάκρυνε το κλαδί και τον θεράπευσε.
Ακόμη θεράπευσε πολλούς που υπέφεραν από δάγκωμα φιδιού και από το δηλητήριο των μολυσμένων πληγών τους, κάνοντας επάνω τους το σημείο του σταυρού. Σε άλλους επίσης, που βασανίζονταν από κάποιους αδυσώπητους δαίμονες, μόλις ακουμπούσε τα χέρια του επάνω τους φυγαδεύονταν οι δαίμονες και ανακτούσαν την διανοητική τους υγεία. Όλους αυτούς που θεράπευε με το χέρι του Θεού από διάφορες αρρώστιες, αν ήταν φτωχοί, τους έδινε με χαρά τροφή και ρούχα. Τόσο μεγάλη φροντίδα είχε για τους φτωχούς, ώστε ανέλαβε να τους κτίση γέφυρες στα ποτάμια, για να μη θρηνή κανείς εξ αιτίας των πνιγμών που συνέβαιναν όταν αυτά ήταν πλημμυρισμένα.
Όταν ήταν πλέον περιβόητος στον λαό για τα θαύματά του, σε ηλικία σαράντα περίπου ετών, προσβλήθηκε από ελαφρό πυρετό που τον κράτησε στο κρεββάτι τρία χρόνια, πράγμα που εγώ έμαθα όταν πλέον πλησίαζε το τέλος του. Έτρεξα στο προσκέφαλό του, αλλά δεν μπόρεσα να αποσπάσω καμμία λέξι από τα χείλη του, γιατί ήταν πολύ εξηντλημένος. Μετά από μία ώρα παρέδωσε το πνεύμα. Στην κηδεία συνέρρευσε πλήθος ανθρώπων που είχαν ευεργετηθή από αυτόν, όπως ανέφερα πιο πάνω -άλλοι είχαν λυτρωθή από τον ζυγό της δουλείας, άλλοι είχαν απαλλαγεί από χρέη, άλλοι είχαν δεχθή τροφή ή ενδύματα. Θρηνώντας τον, έλεγαν: «Σε ποιον μας αφήνεις, άγιε πάτερ;»
Αργότερα, όταν βρισκόταν στον τάφο, επιτελούσε συχνά μεγάλα θαύματα. Τριάντα ημέρες μετά την κοίμησί του και  ενώ ετελείτο Θεία Λειτουργία στον τάφο του, ένας άρρωστος λεγόμενος Καϊδούλφος πλησίασε για να ζητήση ελεημοσύνη. Μόλις προσκύνησε το κάλυμμα που απλωνόταν στον τάφο, ανέκτησε την υγεία των ποδιών του. Έγιναν βέβαια και πολλά άλλα θαύματα εκεί, από τα οποία ανέφερα τα πιο αξιομνημόνευτα.

*    Μετάφρασις από το έργο Vita Patrum του αγίου Γρηγορίου Τουρώνης (PL 71, 1071-1074)
1.    Εκκλ. α’ 2
2.    Ένδειξις της μεγάλης ευλαβείας του λαού προς τον άγιο Μαρτίνο.
3.    Ματθ. ς’ 19 και 21
4.    Α’ Κορ. α’ 31
5.    8 Νοεμβρίου
6.    Γεν. γ’ 14



ΠΗΓΗ: “ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ”
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ
ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ – ΤΕΥΧΗ 12-13

Ή Μεγα[λο]σπηλαιώτισσα


Ό Κωνσταντίνος Οικονόμος ο έξ Οικονόμων στό Κτιτορικό της Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου σημειώνει ότι ό Λουκάς, όταν παρέδωσε στόν Θεόφιλο τό Ευαγγέλιο του, προσέφερε σ’ αυτόν και την εικόνα της Θεοτόκου, πού διασώζεται σήμερα στό μοναστήρι αυτό. Ή εικόνα αυτή, ή οποία παριστά τήν Θεοτόκο Βρεφοκρατούσα καί είναι ζωγραφισμένη πάνω σέ σανίδα, ανήκει στά Ιστορικά κειμήλια της Μονής. «Ξύλον ζωής», αναφέρεται σ’ αυτό τό Κτιτορικό, «έφερεν ό εν Εδέμ παράδεισος,ώς ξύλον ζωής τεθησαύρισται καί εις τον θείον τούτον ναόν ή θεοχαρίτωτος είκών τής Θεοτόκου, τής Μητρός τής όντως αθανάτου ζωής• έξ ης πάντες οί προσερχόμενοι μετ’ ευλάβειας καί πίστεως τής εις Χριστόν Ιησούν, τρυγώσιν αείποτε τήν χάριν των ακένωτων αυτής θαυμάτων καί πνευματικών δωρεών, εις ψυχικήν αυτών σωτηρίαν καί δόξαν Θεού».
Αυτή ή «κηρόχυτος» εικόνα τής πανσεβάστου Άειπαρθένου Δεσποίνης αγκαλοφορούσης, ώς βρέφος, τον μονογενή Υίόν της, είναι παλαιά καί ώς προς τήν μορφή καί τό σχήμα όμοια πρός εκείνη πού ζωγράφησε ό ιερός Λουκάς. Λέγεται καί Χρυσοχέρα άπό τον λαό, «ώς χείρα χρυσήν έχουσα, καί τοΰτο παλαιότατον αφιέρωμα». Με τήν ευλογία αυτής τής εικόνας έζησαν οί αδελφοί τής μονής αυτής καί μέ αυτήν, σέ καιρούς ανομβρίας, έβγαιναν οί πατέρες σέ λιτανεία καί ζητούσαν τήν βοήθεια της.
Ή εικόνα είναι ζωγραφισμένη πάνω σέ μιά τετράγωνη λινή οθόνη, πού είναι στεγανά κολλημένη πάνω σέ τετράγωνη σανίδα, ή όποια στην επάνω εσωτερική της πλευρά σχηματίζει καμπυλοειόές τόξο. Κάθε της πλευρά έχει μήκος 0,64 μ. περίπου. Λέγεται «κηρόχυτος», γιατί οί ζωγράφοι για τήν φιλοτέχνησι τέτοιων εικόνων ανακάτευαν τά χρώματα σέ λειωμένο κερί. Ζωγράφιζαν δέ τις εικόνες λείες και ομαλές ή καί τις εκτύπωναν ανάγλυφες, όπως συμβαίνει και μ’ αυτή τήν εικόνα τοϋ Λουκά.
Ή Θεοτόκος φέρει έγχρωμη έσθήτα καί χρυσά διαγράμματα. Γι’ αυτό καί στά παλαιά κτιτορικά αναφέρεται μέ τό όνομα Χρυσοσπηλαιώτισσα. Ή ιερή αυτή εικόνα αποτελεί ιδεώδη σΰνθεσι της αγίας Μητέρας καί του θείου Βρέφους. Ή Θεοτόκος γέρνει τό κεφάλι Της προς τά δεξιά καί ατενίζει στοργικά προς τόν Μονογενή Υίόν Της, τον όποιον κρατεί στή δεξιά αγκάλη Της. Τό αριστερό χέρι τής Θεομήτορος προσφέρεται προς τό θείο Βρέφος, τό δέ παιδίον Ίησούς στηρίζει τό δικό Του αριστερό χέρι στήν παλάμη τής Παναγίας Μητέρας Του. Ό Χριστός φορεί πλατύ καί άρραφο χιτώνα, ένα χιτώνα πού κατεβαίνει μέχρι κάτω άπό τά γόνατα, μέ τό δεξί Του δέ χέρι κρατεί ειλητάριο, τό ευαγγέλιο τής σωτηρίας τοϋ κόσμου. Τέλος, δεξιά καί αριστερά τής Θεομήτορος παριστάνονται Άγγελοι καί Άρχάγγελοι, τά πολυόμματα Χερουβείμ καί τά έξαπτέρυγα Σεραφείμ.
Τήν γνησιότητα αυτής τής εικόνας, ώς έργου του Λουκά, τήν στηρίζει τό Κτιτορικό σέ πολλές μαρτυρίες κυρίως εκκλησιαστικών συγγραφέων, όπως είναι ό Συμεών ό Μεταφραστής, ό Θεοφάνης Ταυρομανίας, ό Ιωάννης Δαμασκηνός, ό Ραμεώτης, ό Νικηφόρος Κάλλιστος. Ακόμη μαρτυρίες περί τής γνησιότητος τής εικόνας έχουμε καί σέ χρυσόβουλλα αυτοκρατόρων, όπως των Μιχαήλ Παλαιολόγου (1261-1282). Ανδρόνικου Β’ Παλαιολόγου (1282-1328) καί Ιωάννου ΣΤ’ τοϋ Καντακουζηνού (1347-1354).
Πηγή: Ο Ευαγγελιστής Λουκάς ο ζωγράφος της Παναγίας και το Μέγα Σπήλαιο. Έκδοσις της Ιεράς Μητροπόλεως Καλαβρύτων και Αιγιαλείας.

Όλοι οι άνθρωποι έχουν την Χάρι του Αγίου Πνεύματος;


Ειδωλολάτραι, κακοί χριστιανοί, αιρετικοί, σχισματικοί, χριστιανοί με θανάσιμα αμαρτήματα;
Στην Καινή Διαθήκη, η Χάρις του Αγίου Πνεύματος υποσχέθηκε από τον Θεό να δοθή σ’ όλους αυτούς που θα πιστεύσουν στον Ιησού Χριστό (Ησαΐου 44,3 Πραξ. 11,17). Ιδιαίτερα δόθηκε στους Αγίους Αποστόλους (Ιωάν. 20,22 Πράξ. 1,8).
Οι ειδωλολάτραι, άπιστοι και αποστάται δεν έχουν την Χάρι του Αγίου Πνεύματος «Ούτοι εισίν οι αποδιορίζοντες, ψυχικοί, Πνεύμα μη έχοντες» (Ιούδα 19-20). Στους έσχατους καιρούς «πολλοί ψευδοπροφήται και ψευδόχριστοι» θα δείξουν με πονηρία ότι έχουν την Χάρι του Αγίου Πνεύματος και θα κάνουν μεγάλα σημεία και φαινομενικά θαύματα με την δύναμι του σατανά για να πλανήσουν πολλούς, όπως λέγη ο Χριστός (Ματθ. 24, 24 και Μάρκ. 13, 22), να πλανήσουν τούς εκλεκτούς και να τους απομακρύνουν από την αληθινή πίστι (Αποκ. 19,20). Μάγοι, ψευδοπροφήται, απατεώνες, θαυματοποιοί είναι μισητοί ενώπιον του Θεού (Λευϊτ. 20,27 και Δευτ. 18,10-12). Ο Θεός δεν ακούει τους θαυματοποιούς που κάνουν σημεία με την δύναμι του Σατανά (Λευϊτ. 11,31 20,6 Δευτ.13,3).
Οι Χριστιανοί που πέφτουν στα μεγάλα αμαρτήματα λυπούν τό Άγιο Πνεύμα (Εφεσ. 4,30). Δεν χάνουν όμως την Χάρι της σωτηρίας των. Εάν θα επιστρέψουν με όλη των την καρδιά διά της μετανοίας, της εξομολογήσεως και της επιτελέσεως αγαθών έργων, πάλι αποκτούν πλούσια την Χάρι του Αγίου Πνεύματος (Πραξ. 2,38). Οι αιρετικοί και σχισματικοί δεν έχουν την Θεία Χάρι διότι αμάρτησαν ενώπιον του Αγίου Πνεύματος και έχει αποδειχθή η κακία της απιστίας των, που είναι ενάντια προς την αληθινή πίστι του Χρίστου.
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΚΛΕΟΠΑ ΗΛΙΕ, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ
Εκδώσεις “Ορθόδοξος Κυψέλη”

Κωνσταντίνος Χολέβας , Μηνύματα συμβιβασμού και μηνύματα αξιοπρέπειας

Μηνύματα συμβιβασμού και μηνύματα αξιοπρέπειας
Γράφει ο Κωνσταντίνος Χολέβας-Πολιτικός Επιστήμων
Την ώρα που ο Αντώνης Σαμαράς ζητά με λογική επιχειρηματολογία την επαναδιαπραγμάτευση των όρων του Μνημονίου.
Την ώρα που ο διακεκριμένος Συνταγματολόγος καθηγητής Γεώργιος Κασιμάτης εξηγεί με πειστικό τρόπο ότι η δανειακή σύμβαση είναι αντισυνταγματική και άκυρη, διότι έπρεπε να εγκριθεί από τουλάχιστον 180 βουλευτές.
Την ώρα που ο διεθνούς φήμης Ακαδημαϊκός Βασίλειος Μαρκεζίνης δηλώνει ότι στα εθνικά και στα οικονομικά θέματα οι κυβερνώντες αντικατέστησαν το Μολών Λαβέ μέ το «Πωλών Λαβέ».
Την ώρα που ο σπουδαίος Μίκης Θεοδωράκης εκφράζει την ανησυχία του για πιθανό ξεπούλημα του εθνικού πλούτου.
Την ώρα που οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία του λαού μας θεωρεί αποτυχημένη την εφαρμογή του Μνημονίου.
Και την ώρα που χιλιάδες άνεργοι, απολυμένοι, χαμηλοσυνταξιούχοι, νέοι, γέροι, κομματικοποιημένοι ή ανένταχτοι κατακλύζουν τις πλατείες των μεγάλων πόλεων για να διαμαρτυρηθούν ειρηνικά (πλην ελαχίστων που εκτρέπονται σε βιαιότητες και επικίνδυνο αντικοινοβουλευτισμό),
Την ώρα, λοιπόν, που συμβαίνουν όλα αυτά εμφανίζονται 32 διανοούμενοι και επιστήμονες και με ένα κείμενό τους (με τίτλο:Τολμήστε) δίνουν στήριγμα στο αποτυχημένο και αντισυνταγματικό μνημόνιο και στην άδικη κοινωνική πολιτική που αυτό συνεπάγεται. Το κείμενο αυτό προβλήθηκε από την κρατική τηλεόραση και τα φιλομνημονιακά Μ.Μ.Ε. και έρχεται να λειτουργήσει σαν δεκανίκι σε μία πολιτική που καταρρέει.
Προς Θεού δεν αμφισβητώ το ειλικρινές ενδιαφέρον αυτών των ανθρώπων για την τύχη της Ελλάδος, ούτε υποτιμώ την προσφορά τους στα Γράμματα και στην Επιστήμη. Ειδικά για μια ποιήτρια και Ακαδημαϊκό, όπως την Κική Δημουλά, που εκτιμώ ιδιαιτέρως. Πιστεύω, όμως, ότι το κείμενο αυτό απογοήτευσε όσους το διάβασαν, διότι από τους πνευματικούς ανθρώπους περιμένουμε αγωνιστικότητα και αντιστασιακό πνεύμα .Όχι τάσεις υποταγής και συμβιβασμού. Οι 32 κατηγορούν τις αντίθετες φωνές ως εκφράσεις «λαϊκισμού και ανευθυνότητας». Κάποιος θα μπορούσε να τους ερωτήσει: Και ποια είναι η υπευθυνότητα; Να εθελοτυφλείτε μπροστά στην αποτυχία του Μνημονίου και στην πρωτοφανή εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας χωρίς τη νομότυπη έγκριση της Βουλής;
Θα ήθελα επίσης να τους ερωτήσω: Αν πράγματι ως πνευματικοί άνθρωποι θέλετε να έχετε μία δημόσια παρέμβαση, γιατί δεν ακούσαμε τη φωνή σας για τη διαστρέβλωση της ελληνικής Ιστορίας από τα Σκόπια; Γιατί δεν μιλήσατε για τον εξοβελισμό των μεγάλων λογοτεχνών μας από τα σχολικά βιβλία; Γιατί δεν δηλώσατε την αλληλεγγύη σας στην Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων, η οποία διαφωνεί με τη σχεδιαζόμενη κατάργηση της Αντιγόνης του Σοφοκλέους και του Επιταφίου του Περικλέους από τα Λύκεια; Γιατί δεν μιλήσατε όταν από τηλεοπτικές εκπομπές λοιδορήθηκαν οι ήρωες του 1821 και αμφισβητήθηκε η διαχρονική συνέχεια του Ελληνισμού;
Το κείμενο των 32 δεν πείθει κανέναν. Πολλοί από αυτούς υπέγραψαν πριν από λίγα χρόνια αντίστοιχο κείμενο υπέρ του Σχεδίου Ανάν. Προσπάθησαν να φοβίσουν τους Ελληνοκυπρίους ότι θα συμβούν φοβερά και τρομερά αν υπερισχύσει το ΟΧΙ. Τελικά το σχέδιο καταψηφίσθηκε, η Κύπρος είναι πλήρες μέλος της Ευρ. Ένωσης, κορυφαίοι ξένοι συνταγματολόγοι έκρινα το σχέδιο ως αντιδημοκρατικό και αντιευρωπαϊκό, αλλά οι υποστηρικτές του Ανάν δεν βγήκαν να ζητήσουν συγγνώμην. Οι υπογραφές τους είναι νωπές και ο λαός μας δεν ξεχνά τόσο εύκολα όσο νομίζουν. Και τώρα έρχονται να μας πουν ότι όσοι διαφωνούν με το μνημόνιο είναι ανεύθυνοι και λαϊκιστές; Ήμαρτον!
Ευτυχώς που τις ίδιες ημέρες εμφανίσθηκε ένα άλλο κείμενο γεμάτο εθνική αξιοπρέπεια, υπερηφάνεια και ιστορική τεκμηρίωση, αλλά αυτό το κείμενο δεν προβλήθηκε από τα τηλεοπτικά δίκτυά μας. Πρόκειται για την «Επιστολή των γηγενών Μακεδόνων στον ΟΗΕ», την οποία υπογράφουν οι Παμμακεδονικές Ενώσεις ΗΠΑ, Καναδά, Ευρώπης, Αυστραλίας και Αφρικής καθώς και δεκάδες σωματεία Μακεδόνων από τον ελλαδικό χώρο. Το κείμενο μεταξύ άλλων αναφέρει και τα εξής:
«... 5. Δεν δεχόμαστε να παραχωρήσουμε το προγονικό μας όνομα «Μακεδόνας» και την ιστορική και πολιτιστική ταυτότητά μας στον πολυεθνικό πληθυσμό της Π.Γ.Δ.Μ.. Η Π.Γ.Δ.Μ. αποτελείται επίσημα από είκοσι μία (21) εθνότητες με κυρίαρχες αυτές των Σλάβων και των Αλβανών.
6. Δεν δεχόμαστε να ονομαστεί Μακεδονία η περιοχή των Σκοπίων, για να εξυπηρετήσουμε τα επεκτατικά σχέδια των κυβερνήσεων της Π.Γ.Δ.Μ. εις βάρος της Ελλάδος. Η περιοχή των Σκοπίων ποτέ δεν περιλαμβανόταν μέσα στα όρια της ιστορικής Μακεδονίας, μέσα στα όρια της οποίας κατοικούμε ανέκαθεν εμείς οι Μακεδόνες.
7. Δεν νομιμοποιούμε κανέναν πολιτικό της Ελλάδος να παραχωρήσει το όνομά μας «Μακεδόνας» στον Σλαβικό πολιτισμό της Π.Γ.Δ.Μ. αποδεχόμενος σύνθετο όνομα ή γεωγραφικό προσδιορισμό που θα περιέχει τον όρο «Μακεδονία» ή παράγωγό του στην οριστική ονομασία της Π.Γ.Δ.Μ. Οι Έλληνες πολιτικοί δεσμεύονται από την απόφαση των πολιτικών αρχηγών την 13.4.1992 στην Αθήνα υπό την Προεδρία του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας...».
Το κείμενο των Μακεδόνων του απανταχού Ελληνισμού καταλήγει με την πρόσκληση προς τον Γ.Γ. του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν, τον μεσολαβητή Μάθιου Νίμιτζ και άλλους διεθνείς παράγοντες να επισκεφθούν τα μνημεία και τα μουσεία της αρχαίας ελληνικότατης Μακεδονίας στις Αιγές, στο Δίον, στην Πέλλα, στην Αιανή, στη Θεσσαλονίκη.
Από τη μία, λοιπόν, έχουμε ένα κείμενο που δείχνει άγνοια της πραγματικότητας και μάς καλεί σε συμβιβασμό και από την άλλη ένα τεκμηριωμένο με ντοκουμέντα κείμενο που αποπνέει αγωνιστικότητα και αισιοδοξία. Αυτή είναι η σημερινή Ελλάδα των αντιφάσεων.

Και οι ιερείς στους δρόμους

Ιδού λοιπόν πού οι ευλαβέστατοι ιερείς, σάρκα από την σάρκα του λαού και μοιραζόμενοι τις τύχες του, κατέβηκαν στους δρόμους για να συνδιαδηλώσουν την πατριωτική τους απαρέσκεια με το τυπικά ή άτυπα ποίμνιο τους. ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΟΡΘΩΣ! Αργήσαμε να κατεβούμε και εμείς στα πεζοδρόμια, κρατώντας όχι παραταξιακά πανώ και πολύχρωμες οπαδικές σημαιούλες, αλλά μόνο το σύμβολο του γένους, διεκδικώντας δικαιοσύνη,εντιμότητα,αξιοπρέπεια ζωής, για εμάς και τα παιδιά μας. Έστω και αν δεν επιτύχει τιποτα η λαϊκή αυτή διαδήλωση, έχει επιτελέσει τον μυστικό και καίριο σκοπό της: ο Έλληνας, ο "ανθρωπάκος" του μόχθου, η "αμελητέα" μονάδα, ο "διεφθαρμένος" γραικός πού τα "έφαγε μαζί με τα αφεντικά" του, σηκώνει ανάστημα και δηλώνει παρών, αφυπνισμένος, αγανακτισμένος, αποψιλωμένος από αξιοπρέπεια(είναι ο ισπανικός όρος) και γι'αυτό τώρα επαναδιεκδικώντας την τίμια και καίρια. 

Όχι δεν τα φάγαμε μαζί! Δεν γνωρίζω προσωπικά κανέναν "πληβείο" πού να του χαλάλησαν οι απάτριδες και τα λαμόγια κάποια μερίδα από την σάρκα της πατρίδας. Όχι κύριοι εταίροι Ευρωπαίοι, δεν είμαστε τα κακά παιδιά της ΕΕ. Είμαστε οι ανόητοι και άκριτοι καταναλωτές σας , πού επανοικοδόμησαν και προώθησαν την ανάπτυξη των βαρβάρων χωρών σας και ω της αναισχυντίας, επιβαρυνόμαστε από σας των πιο αισχρών τίτλων. Το πολιτισμενο ψωμί που τρώει το ξανθό αγγελούδι σου,φίλε Γερμανέ, είναι κομμάτι από το απεμπολημένο μέλλον του δικού μου μελαψού παιδιού-σίγουρα κατώτερη ράτσα, γραίκικια,αγροίκια δηλαδή για το πολιτισμένο σας απαξιούν ρύγχος.

Οι ιερείς , για να επανέλθουμε στο θέμα, έγιναν δεκτοί με ποικίλλες αντιδράσεις: και πανηγυρικού ενθουσιασμού και απαξιωτικού χλευασμού. Βλέπετε στην Ελλάδα της πολυμορφίας και των άκρων, υπάρχουν συμπολίτες πού βλέπουν ακόμα στον παπά το τιμημένο ράσο , πού όχι μόνο μοιράζεται οικειοθελώς και θυσιαστικώς τις τύχες του λαού του, αλλά και μπαίνει κατά καιρούς μπροστάρης στους εθνικοκοινωνικούς πατριωτικούς αγώνες. Από την άλλη η ομάδα της αποδοκιμασίας. Όχι δεν είναι αυτοί που ανήκουν σε ιδεολογίες απαραίτητα. Νομίζω οι "ιδεολογίες" αποψιλώθηκαν και μπήκαν στο κριτήριο. Είναι οι συμπολίτες μας, πού έχουν διαποτιστεί από τα ΜΜΕ και τους διαπλεκόμενους "φτωχούληδες ζορό", πώς οι παπάδες νέμονται την αμύθητη εκκλησιαστική περιουσία(όλοι οι παπάδες), ζούνε σε μέγαρα και με τρυφηλότητα, αρμέγουν το ποίμνιο, είναι σύνεργοι της έννομης τάξεως(βλ κυβέρνηση των καταχραστών). Στο πρόσωπο του παπά, του κάθε παπά, βλέπουν τον εκμεταλλευτή,τον τεμπέλη,τον σπεκουλάτορα, τον βολεμένο δημόσιο υπάλληλο. Δεν μπορουν να δούν το προφανές: πώς ο κλήρος ζεί σε μια μέση ή κατώτερη οικονομική κατάσταση(ελάχιστοι είναι οι ευκατάστατοι),συντηρεί συχνά πολυμελή οικογένεια, με όλες τις ανάγκες και με όλες τις προϋποθέσεις πού μεγαλώνουν τα άλλα παιδιά του κόσμου, συχνά ζεί σε ένδεια και στέρηση. Και θεσμικά; Έχει έντεχνα αποκρυβεί από τον λαό πώς η Εκκλησία ΤΡΙΣ επέστρεψε την περιουσία πού έλαβε από τον λαό στον "νόμιμο κάτοχο της " σε περιόδους κρίσης και παράλληλα τρέφει και συντηρεί χιλιάδες αναξιοπαθείς αδιάκριτα και με πολύ αγώνα, όχι τον χρόνο αλλά την ημέρα. Εύχομαι οι απαξιωτές να δούν την αλήθεια.

Πιστεύω πώς όλοι αυτοί ,μαζί και οι ιερείς κατέβηκαν για το στερούμενο μεροκάματο , όχι για αυτήν την ίδια την πατρίδα. Όμως αυτός ο λόγος είναι αρκετά πνευματικός και πατριωτικός: το ψωμί είναι η ιερότερη υπόθεση. Και σίγουρα εθνική.

Παρατηρώ, δυστυχώς, σε ορισμένους εκκλησιαστικούς κύκλους να προβάλουν μια έκδηλη και ανεπίτρεπτη συντηρητικότητα σχετικά με το θέμα των "αγανακτισμένων". Τρέφουν συνωμοσιολογίες και παράλληλα απαξιώνουν το πατριωτικό κίνημα ως υποκινούμενο από δυνάμεις αντιεκκλησιαστικές και αντιεθνικές. Χωρίς περιστροφές πιστεύω πώς αυτοί οι απαξιωτές ανήκουν σε δύο κατηγορίες:

α) Είναι αυτοί πού ζούνε τον μακάριο ύπνο και δεν βλέπουν τί συμβαίνει γύρω τους. Μπερδεύουν την υπομονή, την καρτερικότητα και την εθελούσια πενία, με την αναξιοπρέπεια,την δουλικότητα και την ασφάλεια της γαλήνιας αμετοχικότητας. Όταν στην ζωή σου έρθουν όλα "δεξιά" και δεν έχεις υπομείνει βάσανα και στερήσεις, όταν θεωρείς το ποίμνιο σου , σαν ανίδεο, απνευμάτιστο κοπάδι προς κουράν προητοιμασμένο και τον εαυτόν σου ποιμένα αυτόφωτο και φωτισμένο. Όταν επαναπαύεσαι στο δικό σου άθλιο καρβέλι και μάλιστα με συνείδηση "ευχαριστηριακή", αρνούμενος το δικαίωμα του πλησίον στην διεκδίκηση του επιουσίου άρτου, είναι λογικό να σε ξεβολεύει κάθε επαναστατική κίνηση. Αυτός πού νόμιζες υποχρεωμένο να ζεί στην ένδεια και στην σφαίρα της ευγνωμοσύνης αφυπνίσθη. Και αυτό σε ετάραξε.

β)Αυτούς πού νομίζουν πώς καθήκον της Εκκλησίας είναι η διαιώνια συμπόρευση με την έννομη τάξη και εξουσία. Ασχέτως αν η εννομη τάξη δεν είναι καθόλου έννομη και νομιμοποιημένη στα μάτια του λαού. Ασχέτως αν έχει ξεπουλήσει την πατρίδα,το ψωμί,τα όνειρα,το μέλλον του παιδιού και την αξιοπρέπεια του ενήλικου. Η έννομη τάξη, είναι έννομη τάξη γι'αυτούς και με πρόφαση το αποστολικό πώς πρέπει να υπακούουμε στις αρχές και εξουσίες(αυτό εννοούσε άραγε ο απόστολος;) ξεχνούν το έτερο αποστολικό"πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις" . Ότι είναι έννομο δεν είναι πάντα ηθικό. Ο νόμος του Θεού και η φωνή του λαού είναι το νόμιμο και τίποτα άλλο. Κοιμάστε λοιπόν και αναπαύεστε, ο λαός δεν ξεχνά και αλλοίμονο μας αν μας λιθοβολήσει μαζί με τους ταγούς του συστήματος του αντιχρίστου.

Ναι το βλέπω, ο καιρός ήγγικεν. Ο λαός δεν έχει περιθώριο να σκεφτεί με συμπόνοια ή να θέσει προϋποθέσεις και εξαιρέσεις. Θα λιθοβολήσει και θα αποδοκιμασει όχι μόνον αυτούς πού θα βρεί ενάντιους τους, αλλά τους αδιάφορους και αμέτοχους ιδιωτεύοντας. Ας διαλέξουμε το ορθό μέρος και το μέρος του δίκιου. Ας μην βάλουμε για ακόμα μια φορά το Σώμα του Χριστού σε πειρασμό και εαυτούς εις αποδοκιμασία. Και εν τέλει εμείς οι κληρικοί, ως άνθρωποι, είμαστε χνούδι πού θα το πάρει ο άνεμος, το ΤΙΜΗΜΕΝΟ ΡΑΣΟ όμως ως σύμβολο και ως ιστορική παρουσια, στέκει πάνω από ολιγωρίες και δειλίες. 

Μαζί με τον λαό λοιπόν ή εναντίον του... Δεν υπάρχει τρίτος δρόμος.


Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2011/06/blog-post_07.html#ixzz1OeMK2r1F

Μεσογαίας Νικόλαος: "Όχι μόνο αγανάκτηση αλλά και επανάσταση"

«Θεωρώ ότι αυτή είναι η κατεξοχήν στιγμή που Εκκλησία πρέπει να βρίσκεται δίπλα στο λαό, Εκκλησία που σιωπά και απουσιάζει από την αγωνία του κόσμου αυτοαναιρείται», δήλωσε στη Romfea.gr πριν από λίγο ο Σεβ. Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος.
Επίσης, ο κ. Νικόλαος πρόσθεσε ότι «και δεν πρέπει να είναι κοντά στο κόσμο για να επιδεικνύει την παρουσία της, αλλά για να αποδεικνύει την σχέση της με τον λαό, να ομολογεί την διαφωνία της με το σύστημα που μας προδίδει και να φανερώνει την ετοιμότητα της. Να πάρει πρωτοβουλίες, και να αναλάβει ευθύνες».
«Είναι η μόνη που μπορεί να μεταμορφώσει την αγανάκτηση σε υγιή επανάσταση, η Εκκλησία συμπαθεί τους πονεμένους, κατανοεί τους αγανακτισμένους, αλλά προχωρεί με τους επαναστατημένους», πρόσθεσε χαρακτηριστικά ο Μητροπολίτης Μεσογαίας.
Κλείνοντας ο κ. Νικόλαος, επεσήμανε: «Αυτό που χρειάζεται ο τόπος, δεν είναι μόνο η αγανάκτηση αλλά και η επανάσταση. Η αγανάκτηση βγάζει διαμαρτυρία, η επανάσταση δίνει ελπίδα ανατροπής, ανοίγει δρόμους στα αδιέξοδα

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...