Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιουλίου 30, 2011

ΟΣΑ ΑΠΟΣΙΩΠΟΥΝ ΓΙΑ ΤΑ «ΙΟΥΛΙΑΝΑ» ΤΟΥ 1965




ioulianaΤην περασμένη Κυριακή, η εφημερίς «Το Βήμα», αφιέρωσε ειδικόν ένθετον για την επέτειον των «Ιουλιανών» του 1965. Πρόκειται για την γνωστήν πολιτικήν κρίσιν που ανεστάτωσε τότε την χώραν, με οδυνηρές συνέπειες. Πολλά αναφέρθησαν στο «Βήμα», αλλά – ως συνήθως – αποσιωπάται ο πραγματικός αίτιος της πολιτικής αναταραχής, εκείνος που οδήγησε την Ελλάδα στο χείλος του κρημνού, και ευθύνεται για την επέμβασιν του Στρατού.
Πρόκειται για τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο ρόλος του οποίου παραμένει σκοτεινός. Επεσε στην πολιτικήν ζωήν του τόπου ως αερόλιθος, και διέλυσε τα πάντα. Ηλθε από την Αμερικήν – χάρις στον Κ. Καραμανλήν – και επολιτεύθη κατά έναν περίεργον τρόπον, που ακόμη και σήμερα γεννά πολλά ερωτηματικά. Από τα πρώτα του βήματα ως υφυπουργός και υπουργός στην κυβέρνησιν της Ενώσεως Κέντρου, προκάλεσε προβλήματα, με σκάνδαλα, με δημιουργίαν προσωπικής φατρίας μέσα στο Κόμμα, και με ανάμειξιν σε μυστικήν στρατιωτικήν οργάνωσιν, τον ΑΣΠΙΔΑ. Θα μπορούσε να γραφεί βιβλίον ολόκληρον για αυτήν την περίοδον.
Σ’ αυτό το άρθρο, θα αρκεσθούμε μόνον στην επισήμανσιν εκείνων των σημείων που απέφυγε να θίξει το «Βήμα». Ο συντάκτης αυτού του κειμένου, έζησε εκείνα τα γεγονότα και είχε προσωπικήν γνωριμίαν και επαφήν με πολλούς εκ των πρωταγωνιστών της εποχής των «Ιουλιανών». Εξοργίζεται, όταν βλέπει σήμερον, μετά πάροδον τόσων ετών, να εξωραΐζεται  ο κυρίως ένοχος, ο Ανδρέας Παπανδρέου και να αναθεματίζονται κορυφαίοι πολιτικοί άνδρες, που προσπάθησαν να σώσουν την δημοκρατίαν, βλέποντες καθαρά πού οδηγούσε την χώραν με την τακτικήν του, ο μετέπειτα ιδρυτής του αθλίου ΠΑΣΟΚ.
Κι ακριβώς, επειδή  εγνωρίσαμε ποιος ήταν ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ και ποια ήταν και είναι η πολιτεία αυτού του κόμματος, θα έπρεπε όσοι αναφέρονται στο 1965, να είναι πιο προβληματισμένοι και προσεκτικοί όταν γράφουν Ιστορία. Θα τονίσουμε, λοιπόν, τα εξής βασικά σημεία:
1) Η κρίσις των «Ιουλιανών» προεκλήθη από την ανάμειξιν του Ανδρέα Παπανδρέου στην οργάνωσιν ΑΣΠΙΔΑ. Απ’ εκείνην την στιγμήν, ο Ανδρέας εναρκοθέτησε και την Κυβέρνησιν, και την Ενωσιν Κέντρου, και τον πατέρα του. Είναι περίεργον, να ισχυρίζονται – ακόμη και σήμερα – ορισμένοι «δημοκράτες», ότι η συνωμοσία του ΑΣΠΙΔΑ, υπήρξε… «σκευωρία», όταν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της στρατιωτικής οργανώσεως (Μπουλούκος, Χονδροκούκης κ.ά.), έγραψαν βιβλία με τις αναμνήσεις των, και τα αποκαλύπτουν όλα.
2) Η ζωή του Γεωργίου Παπανδρέου, εξ αιτίας της ανερμάτιστης πολιτικής του υιού του, είχε μεταβληθεί σε κόλαση. «Θα με πεθάνει αυτό το παιδί», έλεγε. Τον έψεγε διότι είχε μεταβάλλει το υπουργείον του σε… «λαχαναγορά». Ανέφερε με το γνωστό χιούμορ του, επιγραμματικά: «Ο Ανδρέας προσθέτει ολίγους οπαδούς, αφαιρεί πολλούς, πολλαπλασιάζει τα προβλήματα, και διαιρεί το Κόμμα…»!
3) Όταν ξέσπασε ο σάλος για την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ, ο τότε Πρωθυπουργός του Κέντρου, αναγκάσθηκε να διατάξει ανακρίσεις και έρευνα από το υπουργείον Αμύνης. Επειδή εγνώριζε την ανάμειξιν του υιού του, θέλησε να αναλάβει ο ίδιος και το υπουργείον Εθνικής Αμύνης. Επρόκειτο για αψυχολόγητον λάθος. Πώς ήταν δυνατόν, ο πατέρας του «ενόχου» να προΐσταται των ανακρίσεων; Γι’ αυτό προεκλήθη η διαφωνία με τον Βασιλέα.
4) Ο Ανδρέας μετέτρεψε το προσωπικόν του νομικόν πρόβλημα, σε πολιτικήν κρίσιν. Επίεζεν αφορήτως τον πατέρα του (πρέπει να του αναγνωρισθεί το ελαφρυντικόν της πατρικής στοργής, προς τον αγνώμονα και εγωπαθή υιόν), αγνοούσε τους άλλους πολιτικούς ηγέτες, που από κοινού είχαν σχηματίσει την Ενωσιν Κέντρου και φιλοδοξούσε κάποια μέρα να… «κληρονομήσει» το Κόμμα.
5) Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος, επρότεινε σώφρονα λύσιν, που μπορούσε να μας βγάλει από το αδιέξοδον. Είπε στον «Γέρο» να αναθέσει το υπουργείον Εθνικής Αμύνης, σε όποιον στενόν του συνεργάτην επιθυμούσε. Επρότεινε μάλιστα, τον Στρατηγόν Παυσανία Κατσώτα. Μετά το πέρας των ανακρίσεων, θα μπορούσε εκ νέου να αναλάβει ο Πρωθυπουργός και το υπουργείον Αμύνης. Άλλη λύσις, ήταν, να κρατήσει ο «Γέρος» το υπουργείον Αμύνης, αλλά να μεταφερθεί η υπόθεσις ΑΣΠΙΔΑ, στα πολιτικά δικαστήρια. Ηταν τόσο λογικές οι δύο λύσεις που επρότεινεν ο Κωνσταντίνος, ώστε ο Γ. Παπανδρέου, δεν βρήκε επιχείρημα για να τον αντικρούσει.
Οι ηγετικές φυσιογνωμίες του Κέντρου, ο Ηλίας Τσιριμώκος, ο Στεφ. Στεφανόπουλος, ο Στέλιος Αλλαμανής, ο Σταύρος Κωστόπουλος, ο Ιω. Τούμπας και άλλοι, επίεσαν τον «Γέρο» να ΜΗΝ ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙ, διότι η λύσις του Βασιλέως, ήταν λογική. Εκείνος συμφώνησε, αλλά υπό την αφόρητον πίεσιν του Ανδρέα, επέμεινε πεισματικά στην αξίωσίν του για να κρατήσει το υπουργείον Αμύνης και μόνος του, επροτίμησε να παραιτηθεί. Είναι απορίας άξιον, πώς ένας τόσον έμπειρος πολιτικός, δεν αντελήφθη πού θα οδηγούσε αυτό το πείσμα.
6) Η ανάθεσις της κυβερνήσεως στον Γ. Αθανασιάδην – Νόβαν, έγινε βιαστικά, προτού ο λαός προλάβει να αντιληφθεί τι είχε συμβεί, και έδωσε την εντύπωσιν «συνωμοσίας».
7) Οι εκδότες των κεντρώων εφημερίδων και πολλά ηγετικά στελέχη του Κέντρου, υπεστήριξαν την άποψιν, να αναλάβει πρωθυπουργός ο Στέφανος Στεφανόπουλος, να παραμείνει αρχηγός του Κόμματος ο Γ. Παπανδρέου, και να πάμε σε εκλογές. Υπεγράφη μάλιστα και «πρωτόκολλον τιμής» γι’ αυτήν την λύσιν, την οποία εστήριξαν ο Ιω. Βελλίδης της «Μακεδονίας», ο Χρήστος Λαμπράκης του «Βήματος» - «Νέων» και ο Ιω. Παπαγεωργίου της «Αθηναϊκής». Όταν όμως, τα κατευθυνόμενα πλήθη από τον Ανδρέα έσχιζαν τις εφημερίδες στην Πλατείαν Κλαυθμώνος και οι τρεις εκδότες, έκαμαν στροφήν, και έγιναν… «ανένδοτοι»!
8) Στην συνεδρίασιν  της κοινοβουλευτικής ομάδος της Ε.Κ. στην λέσχη των Φιλελευθέρων, στην πλατεία Καρύτση, ο αείμνηστος Ηλίας Τσιριμώκος, απηύθυνε δραματικήν έκκλησιν προς τον Γ. Παπανδρέου, να δώσει διέξοδον στην κρίσιν, λέγων μεταξύ άλλων: «Ούτε η ηλικία σας, ούτε η υγεία μου, μας επιτρέπουν να προσφέρωμεν επί πολύ χρόνον τις υπηρεσίες μας στο Εθνος. Πρόεδρε, μπορείτε να δώσετε λύσιν…».
9) Η ανάθεσις της κυβερνήσεως στον Ηλίαν Τσιριμώκον, απετέλεσε την μεγάλην χαμένην ευκαιρίαν του Κέντρου. Ητο ακραιφνώς Κεντρώα Κυβέρνησις, και θα μπορούσε, εάν οι άλλοι έδειχναν σύνεσιν και δεν είχαν τυφλωθεί από στείραν αδιαλλαξίαν, να οδηγηθούμε ομαλά στις κάλπες. Αργότερα, όταν βαδίζαμε από το κακόν στο χειρότερον, σε έναν απολογισμόν των γεγονότων, ετόνιζεν ο Ηλίας Τσιριμώκος: «Πώς σκέφθηκε ο κ. Παπανδρέου; Λένε μερικοί ότι, αν δεν υπήρχαν αποστάτες, ο κ. Παπανδρέου θα είχε κατορθώσει να επιβάλει τη λύση που ήθελε.
Δηλαδή, να γυρίσει στην πρωθυπουργία, παίρνοντας και το υπουργείον Εθνικής Αμύνης. Σοβαρά; Αλλά αν αυτό ήταν δυνατόν ΑΦΟΥ είχε παραιτηθεί, γιατί δεν επέμενε ΠΡΙΝ παραιτηθεί; Είναι άλλο το αίτημα που διατυπώνεται από το μπαλκόνι της Αντιπολιτεύσεως, και άλλο εκείνο που διατυπώνεται από τον εν ενεργεία Πρωθυπουργό. Πίστευε ότι από το μπαλκόνι θα «έπαιρνε φαλάγγι» τον Βασιλέα και θα τον ανάγκαζε, όχι πια να υποχωρήσει στο θέμα του υπουργείου, αλλά να προκηρύξει εκλογάς – δημοψήφισμα; Τότε το λάθος είναι διπλό! Η αυτοκτονία δεν είναι συνήθεια των αρχόντων…».
Και σε άλλο σημείον, ο Τσιριμώκος ανέφερε χαρακτηριστικά: «Επί τέλους, τι είναι αυτό που ζητούσε, στο βάθος,  ο κ. Παπανδρέου; Εκλογές σε λίγους μήνες. Τις προσέφερε η «λύση Στεφανοπούλου», που του προτάθηκε, λύση που θα ήταν κάτω από τον έλεγχό του. Τις προσέφερε η κυβέρνηση Τσιριμώκου. Και πρόσφερε την Αναλογική. Τα ίδια πρόσφερε η κατοπινή κυβέρνηση Στεφανόπουλου. Πάντως, οι εκλογές θα συντομεύονταν αν ο κ. Παπανδρέου στήριζε ή την κυβέρνηση Στεφανοπούλου, όταν του προτάθηκε την πρώτη φορά, ή την Κυβέρνηση Τσιριμώκου.
Και τώρα ακόμη τι θέλει; Δηλώνει ότι θέλει πάντοτε εκλογές σε λίγους μήνες, δίχως καθεστωτικό». Και κατέληγε: «Χλευάστηκα, βρίστηκα, περιγελάστηκα, εξευτελίστηκα επειδή είχα μιλήσει για τον αναγκαίο συμβιβασμό, χαρακτηριστικό της δημοκρατίας και της ομαλότητας. Τι γελοίο πρόσωπο ο «συμβιβαστής»! Αλλά τι είναι όλα αυτά που λέει η Ε.Κ. αν όχι συμβιβασμός; Ή δεν είναι συμβιβασμός το να δέχεται η ΕΚ κυβέρνηση της ΕΡΕ;».
Ο Τσιριμώκος, ορθώς επεσήμαινε, ότι ο Γ. Παπανδρέου μπήκε ή εξωθήθηκε από «έξαλλους συγγενείς» (εννοούσε τον Ανδρέα) σε μια ρήξη, γεμάτη κινδύνους, δίχως να έχει στο μυαλό του, ούτε διέξοδο, ούτε καν τακτική…».
10) Ο Ανδρέας είχε δώσει εντολήν στους «κεκράκτες» του, την ιδιαίτερη ομάδα του, να προκαλούν συνεχώς επεισόδια μέσα στην Βουλήν. Συγχρόνως σε συνεργασία με την ΕΔΑ, χρησιμοποιούσε τα οργανωμένα κομμουνιστικά στελέχη για να κάνουν καθημερινές διαδηλώσεις. Από την άλλη πλευρά, η ανεγκέφαλη Αριστερά, επίστευεν, ότι με περικεφαλαία τον Ανδρέα, θα καθίστατο ρυθμιστικός παράγων της πολιτικής ζωής. Λέγεται συνήθως, ότι «η αποστασία οδήγησε στην δικτατορία»! Πρόκειται περί φαιδρού ισχυρισμού. Η λεγόμενη «αποστασία», καθυστέρησε την δικτατορία, η οποία διαφορετικά θα είχε εκδηλωθεί ενωρίτερα.
11) Κάτι που φέρνει στην μνήμη σημερινές εικόνες: Όταν εδόθη η εντολή στον Τσιριμώκο, τα κατευθυνόμενα από την Αριστερά στίφη, βγήκαν στους δρόμους και προέβησαν σε έκτροπα. Ανάμεσά τους, εύκολα παρεισέφρησαν προβοκάτορες, πράκτορες μυστικών υπηρεσιών, που έβαζαν φωτιές, ξεκολλούσαν μάρμαρα  από κτίρια και έσπαγαν βιτρίνες. Κι ήταν χαρακτηριστικόν, ότι ο Διευθυντής της Αστυνομίας Αθηνών, ο Αρχοντουλάκης, έδειξε στον Τσιριμώκο, που κατέβηκε στους δρόμους για να διαπιστώσει τι συμβαίνει, δείγματα από βλήματα και σιδηρά αντικείμενα που είχαν χρησιμοποιήσει οι ταραξίες. «Μένω πραγματικά, έκπληκτος κ. Πρόεδρε», του είπε.
12)  Όταν ο Γ. Παπανδρέου αποφάσισε να βοηθήσει σε λύση, διότι έβλεπε ότι τα πράγματα είχαν λάβει επικίνδυνον κατήφορον, πάλι εμφανίστηκε ο κακός δαίμων, που ελέγετο Ανδρέας. Η μυστική συμφωνία Βασιλέως – Γ. Παπανδρέου – Π. Κανελλοπούλου για κυβέρνηση Παρασκευοπούλου, ανατινάχθηκε από τον μετέπειτα ιδρυτήν του ΠΑΣΟΚ.
Η τακτική του Ανδρέα έδινε, ότι ήθελε οπωσδήποτε να φθάσουμε στα άκρα, και να  αναγκαστεί να επέμβει ο Στρατός…
Αρχές Απριλίου του 1967, ο εκδότης της «Ελευθερίας», ο Πάνος Κόκκας, σε ανοιχτή επιστολή του προς τον Βασιλέα Κωνσταντίνον, του επρότεινε τρεις λύσεις:
α) Κυβέρνησιν εκ της Ενώσεως Κέντρου, β) Οικουμενικήν κυβέρνησιν, γ) Υπηρεσιακήν Κυβέρνησιν για να πάμε σε εκλογές.
Η τελευταία λύσις με την Κυβέρνησιν του Παν. Κανελλοπούλου, ετορπιλλίσθη από την Ενωσιν Κέντρου. Η δραματική προειδοποίησις του αρχηγού της ΕΡΕ, ότι: «Σπανίως η χώρα ευρέθη ενώπιον ενός τόσον αγνώστου μέλλοντος», δεν συνέτισε κανένα.
13) Ο Γ. Παπανδρέου κατελόγισεν ευθέως τις ευθύνες για την επέμβασιν του Στρατού, στον υιόν του, και στην Αριστεράν. Όταν ήταν κρατούμενος τις πρώτες ώρες της 21ης Απριλίου, στο Τάγμα Τεθωρακισμένων στο Γουδί, είπε στον Λεωνίδα Κύρκον: «Από την ώρα, που εσείς της Αριστεράς εκάματε με τον Ανδρέαν, κάτι σαν νέον ΕΑΜ, η δικτατορία κατέστη αναπότρεπτος…».
Τέλος πρέπει να τονίσουμε ιδιαιτέρως το εξής γεγονός, που όλοι αποσιωπούν: Το πρωί της 21ης Απριλίου 1967, ο εν Αθήναις Αμερικανός πρεσβευτής Φίλιπ Τάλμποτ, με εντολήν του Προέδρου Τζόνσον, επεσκέφθη την ηγεσίαν της Επαναστάσεως. Δεν εξέφρασε ανησυχίαν για κανέναν άλλον, παρά μόνον εζήτησε εναγωνίως να πληροφορηθεί, εάν επείραξαν τον επικεφαλής του… «αντιαμερικανικού κινήματος», τον Ανδρέα Παπανδρέου! Όταν έμαθε ότι ήταν καλά, ηξίωσε να του δοθεί διαβατήριον για να φύγει στο εξωτερικόν. Μετά από σύντομον διάστημα, ο Ανδρέας Παπανδρέου, αναχωρούσε με την οικογένειάν του, με τις ευχές του… Στ. Παττακού! Το δεύτερον μέρος της καταστροφικής πολιτικής του Ανδρέα Παπανδρέου, θα ξεκινούσε 7 χρόνια αργότερα, μετά την Μεταπολίτευσιν, για να βαδίσουμε στην σήψιν της δημοκρατίας…

Τα παραλειπόμενα της απόπειρας κατά του Βενιζέλου

 Το πρώτο μισό του 20ού αιώνα ήταν χωρίς αμφιβολία η κρισιμότερη περίοδος που διήλθε το νεότερο ελληνικό κράτος από συστάσεώς του. Εν μέσω ενός άκρατου και επικίνδυνου εθνικισμού στα Βαλκάνια, η χώρα θα εμπλακεί σε δύο Βαλκανικούς Πολέμους και εν συνεχεία στον Α´ Παγκόσμιο, έχοντας όμως υποστεί, παρά το γεγονός ότι το τέλος των πολέμων τη βρήκε στο στρατόπεδο των νικητών, ένα βαθύ εσωτερικό πλήγμα: τον διχασμό μεταξύ βενιζελικών και βασιλικών. Αν και κύρια αφορμή του διχασμού ήταν ο εξωτερικός προσανατολισμός της χώρας, ο εσωτερικός αντίκτυπος ήταν τεράστιος, θέτοντας σε σοβαρή δοκιμασία τους θεσμούς της. Παρ' ολίγον θύμα της διαμάχης αυτής υπήρξε ο θριαμβευτής στο Συνέδριο της Ειρήνης στο Παρίσι, ο έλληνας πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα.
Δύο μόλις ημέρες μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, στο δημαρχείο του ομώνυμου προαστίου των Παρισίων στις 10 Αυγούστου του 1920, που άλλαζε κυριολεκτικά την εδαφική φυσιογνωμία της χώρας, ο πρωταγωνιστής της μεγαλύτερης εθνικής επιτυχίας που γνώρισε ποτέ η χώρα, ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, θα έπεφτε θύμα δολοφονικής απόπειρας εναντίον του από δύο απότακτους αξιωματικούς, ενώ ετοιμαζόταν να επιβιβασθεί σε αμαξοστοιχία που θα τον οδηγούσε πίσω στην Ελλάδα, στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λυών.
Και μόνο στο άκουσμα της είδησης, στην Ελλάδα ξεσπάει χάος. Τα γνωστά ως «Ιουλιανά» επεισόδια από φανατικά στοιχεία του βενιζελικού κόμματος την επομένη, που είχαν αποτέλεσμα τους βανδαλισμούς εις βάρος των εγκαταστάσεων αντιπολιτευομένων εφημερίδων και τη δολοφονία το απόγευμα της ίδιας ημέρας του Ιωνος Δραγούμη, την ίδια στιγμή που ο Βενιζέλος παρέμενε κλινήρης με τραύματα στην αριστερή ωμοπλάτη και στον βραχίονα από τις σφαίρες του υποπλοιάρχου Απόστολου Τσερέπη και του υπολοχαγού Γεώργιου Κυριάκη, αδυνατώντας προς στιγμήν ν' αναλάβει προσωπικά τον έλεγχο της καταστάσεως, φέρουν τους άμεσους συνεργάτες του σε αδιέξοδο.
Παρά την κρισιμότητα των πολιτικών εξελίξεων στην Αθήνα, οι πιστοί επιτελείς του Βενιζέλου, μεταξύ αυτών και στελέχη του υπουργείου των Εξωτερικών, που είτε υπηρετούσαν στην πρεσβεία των Παρισίων είτε τον συνόδευαν στο Συνέδριο της Ειρήνης, θα σχηματίσουν έναν προστατευτικό κλοιό γύρω από τον νοσηλευόμενο πρωθυπουργό. «Ελάχιστος κλονισμός εις την σημερινήν κατάστασιν υγείας του Προέδρου έσεται επικίνδυνος» τηλεγραφούσε από το Παρίσι ο Μαρκαντωνάκης, στενός φίλος του Βενιζέλου, προσθέτοντας «Πρόεδρον καθησυχάζω ότι ουδέν συμβαίνει απολύτως, αγνοεί δε παρόν διάβημά μου όλως εμπιστευτικόν προς υμάς» (ΑΠ 5395, 19 Αυγούστου 1920). Με το συγκεκριμένο διάβημα η πρεσβεία ζητούσε πληροφορίες επί των όσων συνέβαιναν στην Αθήνα, αφού, όπως ενημέρωνε την προηγουμένη ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Μ. Νεγρεπόντης από την Αθήνα, «κατάστασις ενταύθα λίαν επικίνδυνος. Κατάστασις Αντιπροέδρου (σ.σ. Ρέπουλη) εντελώς απελπιστική. Νευρικότης αυτού αυξάνει εις τοιούτον βαθμόν ώστε φθάνει πλέον εις το σημείον αποκλείει πάσαν συνεννόησιν» (τρις επείγον ΑΠ 5549, 18 Αυγούστου 1920). Στην πραγματικότητα ο Ρέπουλης βρέθηκε στο στόχαστρο εξεγερμένων Κρητικών, φανατικών βενιζελικών, που άλλοι διέμεναν στην Αθήνα και άλλοι έσπευσαν από Κρήτη, ότι επεδείκνυε επιείκεια έναντι όσων αντιδραστικών επιχειρούσαν να βλάψουν την κυβέρνηση. Εξαιτίας αυτού με ίδια ημερομηνία ο ΥΠΕΞ Ν. Πολίτης, ο οποίος εν τω μεταξύ είχε επιστρέψει στην Αθήνα, τηλεγραφούσε στο Παρίσι: «Αναγνωσθήτω υπό Κυρίου Προέδρου Υπουργικού Συμβουλίου, μόνον απολύτως. ΑΠΟΡΡΗΤΟΝ. Θεωρώ καθήκον πληροφορήσω υμάς ότι, παρά υπερανθρώπους προσπαθείας Κυρίου Ρέπουλη, στάσις αδιαλλάκτων φιλελευθέρων εξακολουθεί εμπνέουσα ημίν σοβαράς ανησυχίας. Φρονώ αναγκαίον όπως απευθύνητε ταχέως, επειγόντως, εντόνους συστάσεις εις κυρίους Μαρήν, Κούνδουρον και Καρασεβδάν με εντολήν ανακοινώσωσιν αυτάς εις φίλους των» (ΑΠ 5538). Ας σημειωθεί ότι ο βασιλικός επίτροπος Ιωσήφ Κούνδουρος είχε αποκαλέσει ενώπιον έκτακτου στρατοδικείου τον Κωνσταντίνο «βασιλικόν κτήνος»...

Συγκίνηση προκαλεί στον αναγνώστη τετρασέλιδο κείμενο με το οποίο ιδιοχείρως ο Βενιζέλος ενημέρωνε τον Ρέπουλη για την καθυστέρηση με την οποία ελάμβανε γνώση των όσων περιείχε τηλεγράφημα του τελευταίου για την κατάσταση στην Αθήνα. «Είμαι ευγνώμων προς τον ελληνικόν λαόν διά την θερμήν εκδήλωσιν των αισθημάτων του εξ αφορμής τής εναντίον μου αποπείρας. Αλλ' αι εκδηλώσεις αυταί ήγαγον ενίοτε εις θλιβερωτάτας παρεκτροπάς και βιαιότητας εξ αφορμής των οποίων δοκιμάζω επί της κλίνης του τραυματίου πικρίαν μεγαλυτέραν εκείνης ήν εδοκίμασα διά την κατ' εμού απόπειραν...» (ΑΠ 5314).
Εν τω μεταξύ, με τρις επείγον τηλεγράφημά του προς την πρεσβεία των Παρισίων ο έλληνας ΥΠΕΞ Ν. Πολίτης αποκάλυπτε το σχέδιο συνωμοσίας που προέβλεπε δράση το ίδιο βράδυ του εορτασμού για την υπογραφή της συνθήκης. «Συνελήφθησαν (κατόπιν παρακολουθήσεως) ήδη από εσπέρας Τετάρτης και Πέμπτης απότακτοι και ιδιώται και πολιτικοί εν οις Στράτος...» (ΑΠ 9943). Σύμφωνα με το ίδιο τηλεγράφημα, «οι εδώ συνωμόται ενεθαρρύνοντο με διαβεβαίωσιν ότι πρωίαν Πέμπτης, ότε θα ήσαν αυτοί κύριοι καταστάσεως, θα ανεκοινούντο εκ Παρισίων και δολοφονία κ. Προέδρου».
Είναι πάντως γεγονός ότι από τον Νοέμβριο του 1919 υπήρχε φόβος για απόπειρα κατά του Βενιζέλου και δίνονταν συστάσεις στους πρεσβευτές Παρισίων και Λονδίνου να αποφεύγει τις συναντήσεις με Ελληνες. Περισσότερο προσεκτικές οι ελληνικές αρχές έγιναν μάλιστα ύστερα από πληροφορίες της βουλγαρικής μυστικής αστυνομίας ότι «ανεχώρησαν δι' Ευρώπην και υποθέτει δι' Ιταλίαν Βούλγαροι προς δολοφονίαν Προέδρου κατ' επικειμένην επάνοδόν του».
Τους Βούλγαρους ωστόσο πρόλαβε χέρι ελληνικό... Ο Τσερέπης, όπως αποκαλύπτεται από οικείο φάκελο του ΥΠΕΞ, είχε ήδη μπει από το 1917 στο στόχαστρο των διωκτικών αρχών εξαιτίας μιας επιστολής που είχε λάβει, με διπλωματικό φάκελο εκ Παρισίων, του αδελφού του, τέως προξένου στη Βοστώνη, Ν. Τσερέπη. Η επιστολή ήταν εξ ολοκλήρου γραμμένη με κωδικούς αριθμούς και περιέχεται στον ίδιο φάκελο. Οταν ο τέως πρόξενος κλήθηκε ν' αποκαλύψει την κρυπτογραφική κλείδα προς αποκρυπτογράφηση της επιστολής, αρνήθηκε ισχυριζόμενος ότι επρόκειτο περί ερωτικής επιστολής κυρίας τινός προς τον αδελφό του, την οποία ήθελε δήθεν να προστατεύσει... Οταν του δόθηκε διήμερη προθεσμία να πείσει «την άγνωστη κυρία» να συνδράμει τις Αρχές, αυτός εξηφανίσθη. Για το ποιόν και τα «πιστεύω» του ωστόσο είχαν ήδη γνώση οι κρατούντες από αποκωδικοποιημένη επιστολή του, προερχόμενη εκ Μαδρίτης, με την οποία αποκαλούσε υποτιμητικά «κουμπάρο» τον Βενιζέλο. Ιδού μερικά αποσπάσματα. «Προχθές Πέμπτην απόγευμα ηύρον επιτέλους το Προξενείον. Ο Γενικός Πρόξενος είναι είς γέρων. Πρέπει να γνωρίζεις ότι άνωθεν του προξενικού γραφείου είναι η εικών του Κουμπάρου!» (σελ. 4). «Ημείς είμεθα το δυστυχέστερον κράτος, πείνα και των γονέων. Εγώ θαυμάζω τους Ευρωπαίους. Ολοι τρώγουν, πού η λιτότης του δυστυχισμένου Ελληνος» (σελ. 6). «Ο καιρός καλός. Ελπίζω ο Ποσειδών να μην είναι Βενιζελικός και να μου κάνη καλόν καιρόν...» (σελ. 10).
Αμέτρητα τηλεγραφήματα συμπάθειας στον δοκιμαζόμενο έλληνα πρωθυπουργό κατέφθασαν στην Αθήνα απ' όλους τους γνωστούς ηγέτες και αρχηγούς κρατών εκείνης της εποχής. Τελικά ο Βενιζέλος επέστρεψε στις 17 Αυγούστου, καταπλέοντας με το θωρηκτό «Αβέρωφ» στο λιμάνι του Πειραιά.
Συμμαχία βασιλικών με... σοσιαλιστές!
Απίστευτο, αλλά συνέβη. Με πολυσέλιδη έκθεσή του στις 21 Νοεμβρίου 1919 ο έλληνας πρεσβευτής στη Βέρνη Α. Αλεξανδρίδης ενημέρωνε τον υπουργό Εξωτερικών ότι, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες που διέθετε «εκ σερβικής πηγής», οι «Κωνσταντινικοί» είχαν έλθει σε επαφή με «ένα σοσιαλιστήν εξ Αθηνών ονόματι Καραπαναγιώτην (σ.σ. όστις) διαιτάται εις το Hotel National της Λουκέρνης όπου κατοικεί και ο πρώην Βασιλεύς. Ούτος μεθ' ετέρου Ελληνος ονόματι Σφυρή, ομιλήσαντες επανειλημμένως ως σοσιαλισταί Ελληνες προς Βουλγάρους, Ρουμάνους και Οθωμανούς σοσιαλιστάς» κατέστρωναν σχέδιο για ανατροπή του Βενιζέλου και επάνοδο του μονάρχη στη χώρα. Ως έδρα της συνωμοτικής δράσης τους στην Ελλάδα αναφερόταν το ρουμανικό προξενείο Θεσσαλονίκης, ενώ την ίδια στιγμή συγκροτούνταν επιτροπές σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης, στις ΗΠΑ και στην Αίγυπτο όπου υπήρχαν ισχυρές ομογενειακές παροικίες προς προσηλυτισμό «παρ' Ελλησι και ξένοις...» (όπ.π.).
Η κυρία Φωτεινή Τομαή είναι προϊσταμένη της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικων.-

πηγη εφημεριδα ΤΟ ΒΗΜΑ  14-09-2008

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης, Δυσκολίαι συνυπάρξεως

πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 22/7/2011
ΔΥΣΚΟΛΙΑΙ ΣΥΝΥΠΑΡΞΕΩΣ
Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος Διονύσιος Τάτσης
Δέν ἔχουν ὅλοι οἱ χριστιανοί τόν ἴδιο βαθμό πίστης καί τήν ἴδια πρόοδο στήν ἀρετή. Ἄλλοι εἶναι προοδευμένοι, μετά ἀπό πολυχρόνιο πνευματικό ἀγώνα, καί ἄλλοι τώρα ἀρχίζουν. Ἔτσι εἶναι φυσικό νά ὑπάρχουν δυνατοί πνευματικά καί ἀδύναμοι μέ πολλές ἐπιμέρους ἐλλείψεις. Ὅλοι αὐτοί, ὡστόσο, πρέπει νά συνυπάρξουν, γιατί ἀποτελοῦν μέλη τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, γνωρίζοντας τίς δυσκολίες πού δημιουργεῖ ἡ συνύπαρξη, συμβουλεύει σχετικά: «Ὅσοι ἔχουμε δυνατή πίστη ὀφείλουμε νά ἀνεχόμαστε τίς ἀδυναμίες ὅσων ἔχουν ἀδύναμη πίστη καί νά μή κάνουμε ὅ,τι ἀρέσει σ᾽ ἐμᾶς. Ἡ συμπεριφορά τοῦ καθενός μας νά εἶναι ἀρεστή στόν πλησίον, ὥστε νά τόν βοηθάει νά προκόβει στό ἀγαθό κι ἔτσι να συντελεῖ στήν οἰκοδομή τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλωστε, καί ὁ Χριστός δέν ἔζησε, γιά νά εὐαρεστήσει τόν ἑαυτό του, ἀλλά, ὅπως λέει ἡ Γραφή, οἱ ὕβρεις ὅσων σ᾽ ἔβριζαν, Θεέ, ἔπεσαν πάνω μου. Νά ξέρετε ὅτι ὅσα γράφτηκαν στίς Γραφές, ἔχουν γραφτεῖ, γιά νά μᾶς διδάσκουν...Ἔτσι, μέ την ὑπομονή καί τήν ἐνθάρρυνση, πού δίνει ἡ Γραφή, θά στηριχτεῖ ἡ ἐλπίδα μας. Εἴθε ὁ Θεός, πού χαρίζει τήν ὑπομονή καί τήν ἐνθάρρυνση, νά σᾶς δώσει τήν ὁμόνοια σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι, ὅλοι μαζί μέ μια φωνή θά δοξάσετε τό Θεό, τόν Πατέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ».

Χρειάζεται, λοιπόν, ἀνοχή στούς ἀδελφούς, ὑπομονή καί διαρκής ἐνθάρρυνση, προκειμένου νά ξεπεράσουν τις ἀδυναμίεςτους. Μέ τόν τρόπο αὐτό θά ἐξασφαλιστεῖ ἡ ὁμόνοια μεταξύ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι ἀναγκαία προϋπόθεση γιά τήν κατά Θεόν προκοπή τους. Οἱ δυνατοί δέν πρέπει νά ἐξοργίζουν τούς ἀδύναμους καί ἀρχάριους στήν πνευματική ζωή, νά μή τούς περιφρονοῦν οὔτε καί νά τούς βάζουν στό περιθώριο, ἀλλά ἀντίθετα μέ ἀνυπόκριτη ἀγάπη νά τούς συμπαρίστανται καί να τούς παρακινοῦν στόν πνευματικό ἀγώνα, προσφέροντάς τους τίς δικές τους ἐμπειρίες.

Ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ (Ματθ. 9, 27-35)

Ἰωὴλ Φραγκάκος (Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας)



«Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυίδ»

Πολλὰ θαύματα ἔγιναν μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἴδιος, ὅταν πήγαινε πρὸς τὸ πάθος Του, εἶπε: «Ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω» (Ἰωάν. 14,13). Ἐπίσης, ὅταν ἀναλαμβανόταν στοὺς οὐρανοὺς κι ἔδιδε τὶς τελευταῖες ὑποθῆκες στοὺς μαθητές Του, πάλι τοὺς τόνισε: «Ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς...» (Μάρκ. 16,17). Μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ θὰ ἔκαναν θαύματα οἱ Ἀπόστολοι. Πράγματι ἔτσι ἔγινε. Τὸν χωλὸ ποὺ καθόταν ἔξω ἀπ’ τὸ Ναό, οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Ἰωάννης τὸν θεράπευσαν ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (Πράξ. 3,6). Ἂς δοῦμε μὲ ἁπλᾶ λόγια τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας.



Τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ

Σήμερα ἀκούσαμε στὸ Εὐαγγέλιο τοὺς δύο τυφλοὺς νὰ ἐπικαλοῦνται τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ νὰ ζητοῦν ἀπ’ Αὐτὸν νὰ τοὺς ἐλεήσει (Ματθ. 9,27). Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέγει πὼς δὲν πῆγαν ἁπλῶς νὰ συναντήσουν τὸ Χριστό, «ἀλλὰ μεγάλα βοῶντες καὶ οὐδὲν ἕτερον ἢ ἔλεον προβαλλόμενοι», δηλαδὴ φώναζαν πολὺ δυνατά, τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ τίποτε ἄλλο δὲ ζητοῦσαν παρὰ νὰ ἐπιδείξει ἔλεος σ’ αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς. Τὸ γλυκύτατο ὄνομα τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ἀνθρώπινο, ἀλλὰ θεῖο καὶ οὐράνιο. Δὲ δόθηκε στὸ Χριστὸ ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλ’ ἀπ’ τὸν οὐράνιο Πατέρα Του (Ματθ. 1,21). Εἶναι τὸ γλυκὺ μελέτημα τοῦ νοῦ, τῆς γλώσσας καὶ τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης ἀναφέρει πὼς κάποιος Χριστιανὸς πέθανε πάνω στὸν τάφο τοῦ Κυρίου φωνάζοντας «Ἰησοῦ Χριστέ, γλυκεῖα ἀγάπη». Εἶναι ἀλήθεια πὼς οἱ ἐνέργειες τοῦ Χριστοῦ φανερώνονται μέσα στὰ ὀνόματα, ὅπως π.χ. σοφία, εἰρήνη, χαρά, Κύριος, Βασιλεύς, Θεὸς κ. ἄ. Ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἀφηρημένη, ἀλλ’ ἀπευθύνεται σ’ ἕνα συγκεκριμένο πρόσωπο ποὺ ἔχει ὄνομα κι εἶναι ζωντανὸ πρόσωπο, ποὺ μπορεῖ ν’ ἀγαπήσει καὶ νὰ ἔλθει σ’ ἐπικοινωνία μὲ τοὺς ἄλλους. Αὐτὸ τὸ πρόσωπο εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἦλθε σ’ ἐπικοινωνία μαζί μας, μᾶς ἀγάπησε, ἔγινε ἄνθρωπος παρομοιοπρόσωπος μέ μᾶς.

Τὸ ὄνομά Του συνδέεται μὲ τὴ σωτηρία μας. Κάτω ἀπὸ τὸ ὄνομα αὐτὸ θὰ βροῦμε τὴ σωτηρία μας, εἶπαν οἱ Ἀπόστολοι στοὺς ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ (Πράξ. α,ι΄ 2). Τὸ ὄνομα Ἰησοῦς ἔχει περιεχόμενο ἀνεξάντλητο. Εἶναι ὀντολογικὰ συνδεδεμένο μ’Αὐτόν. Εἶναι ἕνα κανάλι μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἔρχεται χάρη σέ μᾶς καὶ γεμίζει ὅλο τὸ εἶναι μας μὲ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, μᾶς μεταδίδει ζωὴ καὶ δύναμη.



Ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ

Ἡ ἐπίκληση τῶν δύο τυφλῶν, δηλαδὴ «ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυίδ» (Ματθ. 9,27), εἶναι μιὰ παραλλαγὴ τῆς γνωστῆς προσευχῆς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς» ποὺ συνηθίζουμε νὰ χαρακτηρίζουμε ὡς εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ εὐχὴ αὐτὴ δὲν εἶναι ἐφεύρεση τῶν μοναχῶν, ἀλλ’ ὅπως εἴδαμε παραπάνω, τὴν προσευχὴ αὐτὴ τὴ συνέστησε ὁ Χριστὸς καὶ τὴ χρησιμοποίησαν οἱ Ἀπόστολοι. Εἶναι ἕνα μαστίγιο ἐναντίον τῶν δαιμόνων: «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους», γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας. Ἡ προσευχὴ αὐτὴ κρύβει μέσα της τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Ἰησοῦς εἶναι Υἱὸς τοῦ Πατέρα καὶ τὸ ἔλεος καὶ ἡ χάρη ἔρχεται σὲ μᾶς μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ εὐχὴ τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ χαρίζει στὸν ἄνθρωπο ποὺ συνεχῶς τὴ χρησιμοποιεῖ, δύναμη, ἐγρήγορση, καθαρότητα νοῦ, τὸ χάρισμα τῶν ζωοποιῶν δακρύων, ἀγάπη γιὰ τοὺς ἀδελφούς μας, πόθο γιὰ τὴ σωτηρία μας καὶ γενικὰ συνδέει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ Θεό.



Ἡ χρησιμοποίηση τῆς εὐχῆς

Γιὰ νὰ μπορέσει νὰ καρποφορήσει ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ, θὰ πρέπει νὰ ταπεινώσουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ ν’ ἀγαπήσουμε τὸ Χριστό. Ἕνας ἁγιορείτης ἔλεγε πώς, ὅταν λέμε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς», νὰ τονίζουμε τὸ ρῆμα, δηλαδὴ «ἐλέησον ἡμᾶς», ὅπως τὸ τόνιζαν οἱ σημερινοὶ τυφλοί τοῦ Εὐαγγελίου. Νὰ ταπεινώνουμε τὸν ἑαυτό μας, νὰ κλαῖμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, ν’ ἀναγνωρίζουμε στὸ Θεὸ τὴν προτεραιότητα στὴ ζωή μας κι ἔτσι θὰ ἔχουμε καρποφορία μέσα μας. Ὅταν λέμε τὰ λόγια μὲ μιὰ πνευματικὴ ξηρότητα καὶ χωρὶς ν’ ἀγαπᾶμε Αὐτὸν ποὺ ἐπικαλούμεθα, τότε δὲν μποροῦμε νὰ καρποφορήσουμε πνευματικά. Ἡ χωρὶς προσοχὴ προσευχὴ ἀφήνει μέσα μας ἕνα κενό.



Ἀδελφοί μου,

Τὰ λόγια ποὺ εἶπαν οἱ τυφλοί, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πὼς ἦταν ἕνα θερμὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς» κι ὅμως βρῆκαν ἕνα ἀχανὲς πέλαγος σωτηρίας. Ἂς προσευχηθοῦμε κι ἐμεῖς λέγοντας τὴν εὐχὴ ζωντανά, γιὰ νὰ μᾶς ἐλεήσει ὁ Θεός.
Ἰωὴλ Φραγκάκος (Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας)



«Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυίδ»

Πολλὰ θαύματα ἔγιναν μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἴδιος, ὅταν πήγαινε πρὸς τὸ πάθος Του, εἶπε: «Ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω» (Ἰωάν. 14,13). Ἐπίσης, ὅταν ἀναλαμβανόταν στοὺς οὐρανοὺς κι ἔδιδε τὶς τελευταῖες ὑποθῆκες στοὺς μαθητές Του, πάλι τοὺς τόνισε: «Ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς...» (Μάρκ. 16,17). Μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ θὰ ἔκαναν θαύματα οἱ Ἀπόστολοι. Πράγματι ἔτσι ἔγινε. Τὸν χωλὸ ποὺ καθόταν ἔξω ἀπ’ τὸ Ναό, οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Ἰωάννης τὸν θεράπευσαν ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (Πράξ. 3,6). Ἂς δοῦμε μὲ ἁπλᾶ λόγια τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας.



Τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ

Σήμερα ἀκούσαμε στὸ Εὐαγγέλιο τοὺς δύο τυφλοὺς νὰ ἐπικαλοῦνται τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ νὰ ζητοῦν ἀπ’ Αὐτὸν νὰ τοὺς ἐλεήσει (Ματθ. 9,27). Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέγει πὼς δὲν πῆγαν ἁπλῶς νὰ συναντήσουν τὸ Χριστό, «ἀλλὰ μεγάλα βοῶντες καὶ οὐδὲν ἕτερον ἢ ἔλεον προβαλλόμενοι», δηλαδὴ φώναζαν πολὺ δυνατά, τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ τίποτε ἄλλο δὲ ζητοῦσαν παρὰ νὰ ἐπιδείξει ἔλεος σ’ αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς. Τὸ γλυκύτατο ὄνομα τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ἀνθρώπινο, ἀλλὰ θεῖο καὶ οὐράνιο. Δὲ δόθηκε στὸ Χριστὸ ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλ’ ἀπ’ τὸν οὐράνιο Πατέρα Του (Ματθ. 1,21). Εἶναι τὸ γλυκὺ μελέτημα τοῦ νοῦ, τῆς γλώσσας καὶ τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης ἀναφέρει πὼς κάποιος Χριστιανὸς πέθανε πάνω στὸν τάφο τοῦ Κυρίου φωνάζοντας «Ἰησοῦ Χριστέ, γλυκεῖα ἀγάπη». Εἶναι ἀλήθεια πὼς οἱ ἐνέργειες τοῦ Χριστοῦ φανερώνονται μέσα στὰ ὀνόματα, ὅπως π.χ. σοφία, εἰρήνη, χαρά, Κύριος, Βασιλεύς, Θεὸς κ. ἄ. Ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἀφηρημένη, ἀλλ’ ἀπευθύνεται σ’ ἕνα συγκεκριμένο πρόσωπο ποὺ ἔχει ὄνομα κι εἶναι ζωντανὸ πρόσωπο, ποὺ μπορεῖ ν’ ἀγαπήσει καὶ νὰ ἔλθει σ’ ἐπικοινωνία μὲ τοὺς ἄλλους. Αὐτὸ τὸ πρόσωπο εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἦλθε σ’ ἐπικοινωνία μαζί μας, μᾶς ἀγάπησε, ἔγινε ἄνθρωπος παρομοιοπρόσωπος μέ μᾶς.

Τὸ ὄνομά Του συνδέεται μὲ τὴ σωτηρία μας. Κάτω ἀπὸ τὸ ὄνομα αὐτὸ θὰ βροῦμε τὴ σωτηρία μας, εἶπαν οἱ Ἀπόστολοι στοὺς ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ (Πράξ. α,ι΄ 2). Τὸ ὄνομα Ἰησοῦς ἔχει περιεχόμενο ἀνεξάντλητο. Εἶναι ὀντολογικὰ συνδεδεμένο μ’Αὐτόν. Εἶναι ἕνα κανάλι μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἔρχεται χάρη σέ μᾶς καὶ γεμίζει ὅλο τὸ εἶναι μας μὲ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, μᾶς μεταδίδει ζωὴ καὶ δύναμη.



Ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ

Ἡ ἐπίκληση τῶν δύο τυφλῶν, δηλαδὴ «ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυίδ» (Ματθ. 9,27), εἶναι μιὰ παραλλαγὴ τῆς γνωστῆς προσευχῆς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς» ποὺ συνηθίζουμε νὰ χαρακτηρίζουμε ὡς εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ εὐχὴ αὐτὴ δὲν εἶναι ἐφεύρεση τῶν μοναχῶν, ἀλλ’ ὅπως εἴδαμε παραπάνω, τὴν προσευχὴ αὐτὴ τὴ συνέστησε ὁ Χριστὸς καὶ τὴ χρησιμοποίησαν οἱ Ἀπόστολοι. Εἶναι ἕνα μαστίγιο ἐναντίον τῶν δαιμόνων: «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους», γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας. Ἡ προσευχὴ αὐτὴ κρύβει μέσα της τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Ἰησοῦς εἶναι Υἱὸς τοῦ Πατέρα καὶ τὸ ἔλεος καὶ ἡ χάρη ἔρχεται σὲ μᾶς μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ εὐχὴ τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ χαρίζει στὸν ἄνθρωπο ποὺ συνεχῶς τὴ χρησιμοποιεῖ, δύναμη, ἐγρήγορση, καθαρότητα νοῦ, τὸ χάρισμα τῶν ζωοποιῶν δακρύων, ἀγάπη γιὰ τοὺς ἀδελφούς μας, πόθο γιὰ τὴ σωτηρία μας καὶ γενικὰ συνδέει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ Θεό.



Ἡ χρησιμοποίηση τῆς εὐχῆς

Γιὰ νὰ μπορέσει νὰ καρποφορήσει ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ, θὰ πρέπει νὰ ταπεινώσουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ ν’ ἀγαπήσουμε τὸ Χριστό. Ἕνας ἁγιορείτης ἔλεγε πώς, ὅταν λέμε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς», νὰ τονίζουμε τὸ ρῆμα, δηλαδὴ «ἐλέησον ἡμᾶς», ὅπως τὸ τόνιζαν οἱ σημερινοὶ τυφλοί τοῦ Εὐαγγελίου. Νὰ ταπεινώνουμε τὸν ἑαυτό μας, νὰ κλαῖμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, ν’ ἀναγνωρίζουμε στὸ Θεὸ τὴν προτεραιότητα στὴ ζωή μας κι ἔτσι θὰ ἔχουμε καρποφορία μέσα μας. Ὅταν λέμε τὰ λόγια μὲ μιὰ πνευματικὴ ξηρότητα καὶ χωρὶς ν’ ἀγαπᾶμε Αὐτὸν ποὺ ἐπικαλούμεθα, τότε δὲν μποροῦμε νὰ καρποφορήσουμε πνευματικά. Ἡ χωρὶς προσοχὴ προσευχὴ ἀφήνει μέσα μας ἕνα κενό.



Ἀδελφοί μου,

Τὰ λόγια ποὺ εἶπαν οἱ τυφλοί, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πὼς ἦταν ἕνα θερμὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς» κι ὅμως βρῆκαν ἕνα ἀχανὲς πέλαγος σωτηρίας. Ἂς προσευχηθοῦμε κι ἐμεῖς λέγοντας τὴν εὐχὴ ζωντανά, γιὰ νὰ μᾶς ἐλεήσει ὁ Θεός.

Ἰησοῦς θεραπεύει (Ματθ. 9,27—34)

Γιαννακόπουλος Ἰωήλ (Ἀρχιμανδρίτης)



Ὁ Ἰησοῦς θεραπεύει δύο τυφλοὺς καὶ ἕνα κωφὸν δαιμονιζόμενον. (Ματθ. 9,27—34)

Ὁ Κύριος μετὰ τὴν ἀνάστασιν τῆς κόρης τοῦ Ἰαείρου ἀνεχώρησεν ἐκ τῆς οἰκίας τοῦ Ἰαείρου, ἵνα μεταβῇ εἰς ἄλλην οἰκίαν. «Παράγοντι τῷ Ἰησοῦ ἐκεῖθεν» ἐνῷ ὁ Κύριος ἐπροχώρει ἐκ τῆς οἰκίας τοῦ Ἀρχισυναγώγου, ὡς ἦτο ἑπόμενον, ἠκολούθησεν Αὐτὸν ὄχλος πολύς. Μετὰ τοῦ ὄχλου «ἠκολούθησαν δύο τυφλοὶ» πληροφορηθέντες, ὅτι διέρχεται ὁ Ἰησοῦς. Οἱ τυφλοὶ οὗτοι ὁδηγούμενοι ὑπὸ τοῦ θορύβου τοῦ πλήθους ἠκολούθουν τὸν Ἰησοῦν «κράζοντες καὶ λέγοντες ἐλέησον ἡμᾶς υἱὲ Δαυΐδ». Ὁ κοινὸς πόνος ἥνωσε τὰς καρδίας τῶν τυφλῶν καὶ προσευχόμενοι δὲν λέγουσιν ἐλέησόν με ἀλλὰ «ἐλέησον ἡμᾶς». Τὴν κοινὴν προσευχὴν δὲν παραβλέπει ὁ Κύριος. Οἱ τυφλοὶ οὗτοι ὀνομάζοντες τὸν Χριστὸν υἱὸν Δαυΐδ ἀναγνωρίζουσιν Αὐτὸν ὡς Μεσσίαν, διότι θὰ εἶχον ἀκούσει περὶ τῶν θαυμάτων αὐτοῦ. Ὁ Χριστὸς δοκιμάζων τὴν πίστιν των ἀφῆκεν αὐτοὺς νὰ φωνάζουσιν ἄνευ ἀπαντήσεως ἐκ μέρους Του, μέχρις ὅτου ἦλθεν καὶ εἰσῆλθεν εἰς οἶκόν τινα πιθανόν τοῦ Ματθαίου.

«Ἐλθόντι δὲ εἰς τὴν οἰκίαν προσῆλθον αὐτῷ οἱ τυφλοὶ» προφανῶς, ἵνα ζητήσωσιν θεραπείαν. Ὁ Κύριος λέγει πρὸς αὐτοὺς «πιστεύετε, ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;» Ἡ ἐρώτησις αὕτη τοῦ Κυρίου ἦτο νέα δοκιμασία τῆς πίστεως τῶν τυφλῶν. Οἱ τυφλοὶ ἀπαντοῦν. «Ναί, Κύριε» πιστεύομεν. Ἡ ἀμοιβὴ τῆς πίστεως των ἦτο ἄμεσος. Ὁ Κύριος, «ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν λέγων: κατὰ τὴν πίστιν ἡμῶν γενηθήτω ὑμῖν. Καὶ ἀνεῴχθησαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί». Ὁ Κύριος ἵνα διδάξῃ ἀποφυγὴν ἐπιδείξεως καὶ ἀποφύγῃ τὴν ἐκ τοῦ θαύματος τούτου ζηλοτυπίαν τῶν Ἰουδαϊκῶν ἀρχόντων, ἥτις ζηλοτυπία θὰ ἠμπόδιζε τὸ ἔργον τῆς σωτηρίας, «ἐνεβριμήσατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς» αὐστηρῶς δηλαδὴ ἐτόνισεν εἰς τοὺς θεραπευθέντας τυφλοὺς λέγων «ὁρᾶτε μηδεὶς γινωσκέτω», προσέξατε δηλαδή, ἵνα μὴ μάθῃ τὶς τι. Οἱ τυφλοὶ ὅμως ἀγνοοῦντες τὸν λόγον τῆς ἀπαγορεύσεως ταύτης τοῦ Κυρίου καὶ ἀσυγκράτητοι εἰς τὴν εὐγνωμοσύνην πρὸς Αὐτὸν «ἐξελθόντες διεφήμισαν Αὐτὸν ἐν ὅλῃ τῇ γῇ ἐκείνῃ».

«Αὐτῶν δὲ ἐξερχoμένων» ἐκ τῆς οἰκίας «προσήνεγκαν αὐτῷ κωφὸν δαιμονιζόμενον» φέρουσι δηλαδὴ εἰς τὸν Ἰησοῦν κωφάλαλον οὐχὶ ἐκ φυσιολογικῆς παθήσεως, ἀλλ’ ἐκ δαιμονικῆς ἐνεργείας. Τὸ δαιμόνιον τοῦτο ἐπιτιμηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου ἀναχωρεῖ. «Ἐκβληθέντος τοῦ δαιμονίου ἐλάλησεν ὁ κωφὸς» ὁ κωφάλαλος ὁμιλεῖ καὶ ἀκούει.

«Οἱ ὄχλοι» oἱ ἀκολουθοῦντες τὸν Ἰησοῦν βλέποντες τὰ θαύματα ταῦτα ἐθαύμασαν λέγοντες˙ οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ˙». Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως φθονοῦντες καὶ μὴ δυνάμενοι νὰ ἀρνηθῶσι τὸ θαῦμα ἀποδίδουσι τοῦτο εἰς δαιμονικὴν ἐνέργειαν καὶ ἔλεγον «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια». Ὁ Κύριος δὲν φαίνεται ἐδῶ νὰ ἀπήντησεν εἰς τοὺς Φαρισαίους, εἰς ἄλλας ὅμως ὁμοίας πρὸς αὐτὴν περιστάσεις καὶ θεραπείας, ὅπου κατηγόρησαν Αὐτόν, ὅτι ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια, ἀπήντα διὰ λογικῶν ἐπιχειρημάτων.


Θέμα: Συκοφαντία.

Τὸν Κύριον ὀνομάζουν ἀρχιδιάβολον οἱ Φαρισαῖοι. Ἡ πρᾶξις αὕτη λέγεται συκοφαντία. Οἱ Φαρισαῖοι λοιπὸν συκοφαντοῦν. Ὁ Κύριος συκοφαντεῖται! Θέμα περὶ συκοφαντίας. Οἱ Φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι συκοφαντοῦν, μᾶς δίδουν τὴν μίαν ὄψιν καὶ ὁ συκοφαντούμενος Κύριος τὴν ἑτέραν. Ἴδωμεν.

1) Συκοφαντεῖς: Οἱ Φαρισαῖοι συκοφαντοῦν, διότι τὸν Θεὸν λέγουν ἀρχιδιάβολον. Ἑπομένως συκοφαντία εἶναι, ὅταν τὸ καλὸν ὀνομάσῃς κακὸν ἤτοι τὴν εὐσέβειαν ὑποκρισίαν, τὴν ἀρετὴν ἀδυναμίαν, τὴν εὐσυνειδησίαν βλακείαν, τὴν ἐπιτυχίαν ἁπλὴν σύμπτωσιν, τὴν προσπάθειαν ἐγωϊσμὸν κ.λ.π. Καὶ συγκεκριμένως. Βλέπεις μίαν κυρίαν, ἡ ὁποία ἀφῆκε τὸν δρόμον τῆς κακίας καὶ ἐπῆρε τὸν δρόμον τῆς ἀρετῆς συσχηματίσασα ἀναλόγως τὴν κόμμωσίν της καὶ τὸ φόρεμα. Ὑποκρισία φωνάζεις! Ἡ Α΄ δεσποινὶς βλέπει τὴν Β΄, ἡ ὁποία παρ’ ὅλην της τὴν πτωχείαν προτιμᾷ νὰ μὴ ἔχῃ τὸν φίλον της ἀγωνιζομένη, καὶ ὀνομάζει ταύτην περιφρονητικῶς ἀνίκανον! Ἡ μεγάλη ἀρετὴ λέγεται ἀνικανότης, ἀδυναμία. Βλέπει ὁ Α΄ τὸν Β ΄ ὑπάλληλον, ὁ ὁποῖος δὲν θέλει νὰ δωροδοκηθῇ καὶ νὰ πατήσῃ τὴν συνείδησίν του. Αὐτὸ εἶναι βλακεία, φωνάζει! Βλέπομεν τὴν ἁγιωτέραν προσπάθειαν καὶ τὴν θεωροῦμεν σατανικώτερον ἐγωϊσμόν, διότι δὲν παίρνει τὴν ἰδικήν μας εὐλογίαν! Βλέπομεν τὴν λαμπροτέραν ἐπιτυχίαν καὶ εἰρωνικῶς λέγομεν «ἔτυχε καὶ ἐπέτυχε». Ὁ ἄκρος ἀριστερὸς ὀνομάζει τὸν πατριώτην προδότην, ὁ ἄκρος δεξιὸς τὸν μὴ θέλοντα ἐκδίκησιν, ἀριστερόν, ἐγκληματίαν.

Τὸ μυστικόν τῆς συκοφαντίας εἶναι βαθὺ καὶ μυστικόν. Ἐλέγχει, διότι ἐλέγχεται. Μάλιστα! Ἐλέγχει συκοφαντοῦσα ἡ νεαρὰ χήρα τὴν εὐσεβῆ νεαρὰν χήραν, διότι ἐλέγχεται ἡ κόμμωσις, τὸ ντύσιμό της ποὺ εἶναι ἄσεμνα ἀπὸ τὰ σεμνὰ ἐνδύματα τῆς εὐσεβοῦς χήρας. Ἐλέγχει ὁ Α΄ ὑπάλληλος τὸν Β΄ τὸν εὐσεβῆ εὐσυνείδητον ὡς βλάκα, διότι ἐλέγχεται ὑπὸ τῆς εὐσυνειδησίας του. Συκοφαντεῖ ἡ Α΄ τὴν Β΄ ὡς ὀπισθοδρομικήν, διότι δὲν ἔχει φίλον. Αὐτὸ γίνεται, διότι ἡ ἐλέγχουσα ἔχει τὸν ἰδικὸν της φίλον καὶ ἐλεγχομένη ὑπὸ τῆς ἄλλης σιωπηρῶς, συκοφαντεῖ, ἐλέγχει ταύτην ἐκφώνως. Συκοφαντεῖ ἄλλος ἄλλον ὡς ἐγωϊστὴν καὶ τὸ ἔργον του ὡς ἁπλῆν σύμπτωσιν, διότι ὄχι μόνον ἐλέγχεται ἀλλὰ καίεται ὑπὸ τῆς ζηλοτυπίας.

Εἴδομεν τὸ βάθος τῆς κακίας τῆς συκοφαντίας! Ἂς ἴδωμεν καὶ τὴν καμουφλαρισμένην ἐπιφάνειαν. Οἱ συκοφαντοῦντες λέγουν˙ Ὁ Θεὸς νὰ μὲ συγχωρήσῃ. Δὲν τὸ λέγω ἐγὼ αὐτό, ὁ κόσμος τὸ λέγει. Καὶ ὁ Χρυσόστομος ἀπαντᾷ, «τί οὖν λέγεις, εἰ οὐ πιστεύεις ; Τί πιστὸν αὐτὸ ἐργάζῃ τῇ πολλῇ φήμη; Τί διαπορθμεύεις; Ἤκουσας λόγον; Ἐναποθανέτω σοι. Θάρσει! Οὐ μὴ σὲ ῥήξῃ! Πόσα κακὰ ἐντεῦθεν ἐργάζει; Παροργίζεις τὸν Θεόν, λυπεῖς τὸν πλησίον, ὑπεύθυνον σαυτὸν τῇ κολάσει ποιεῖς». Ὄχι μόνον τὸ βάθος, ὄχι μόνον ἡ ἐπιφάνεια τῆς συκοφαντίας δεικνύουν τὴν κακίαν ταύτην ἀλλὰ καὶ ἡ λέξις. Ὁ Σατανᾶς λέγεται διάβολος, διότι διαβάλλει, συκοφαντεῖ. Ἑπομένως καὶ σύ, ποὺ συκοφαντεῖς, εἶσαι καὶ λέγεσαι διάβολος. Δὲν συκοφαντῶ ἀλλὰ συκοφαντοῦμαι, θὰ εἴπῃς. Ἂς ἴδωμεν.

2) Συκοφαντοῦμαι. Ταράσσομαι! Ταράσσομαι δέ, διότι μοῦ ἐσυκοφάντησε τὸ πολυτιμότερον, τὴν ἠθικήν μου καὶ ἔγινε καὶ πιστευτός. Ἄκουσον! Δὲν εἶναι καιρὸς διὰ ταραχήν, ἀλλὰ διὰ σκέψιν, διὰ φιλοσοφίαν. Πράγματι! Καὶ ἰδοὺ ἡ πρώτη σκέψις ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὴν στενοχώρια. Στενοχωροῦμαι! Ἔτσι καὶ ὁ ἄλλος στενοχωρεῖται, ὅταν καὶ σὺ καμμιὰ φορά τὸν συκοφαντήσῃς. Ἡ στενοχώρια σου αὐτὴ εἶναι ὁ καλύτερος ἱεροκήρυξ, ὁ συγκινητικώτερος διὰ τὴν ἀποφυγὴν τῆς συκοφαντίας.

Πλὴν αὐτοῦ ποσάκις ἡ συκοφαντία τοῦ ἄλλου πρὸς ἡμᾶς εἶναι ἀντίλαλος τῆς ἰδικῆς μας φωνῆς τῆς συκοφαντίας, ἡ ὁποία ἠχηθεῖσα καὶ ἀντηχηθεῖσα ἀνὰ τὰ ὄρη καὶ τὰς χαράδρας ἐπιστρέφει ἀγνώριστος εἰς τὰ αὐτιά μας ; Μὴ μοῦ λέγεις ὅτι σὺ δὲν ἐσυκοφάντησες, διότι ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὴν χάριν τοῦ Θεοὺ—καὶ πρέπει νὰ ἔχῃ μεγάλην χάριν—να μὴ συκοφαντῇ, θὰ ἔχῃ τὴν χάριν καὶ δύναμιν ὄχι νὰ μὴ συκοφαντῆται, ἀλλὰ νὰ ἠρεμῇ καὶ νὰ φιλοσοφῇ, ὅταν συκοφαντῆται. Ἰδοὺ ἡ πρώτη σκέψις, τὸ πρῶτο μυστικὸ ποὺ πρέπει νὰ τὸ ἔχῃς γιὰ φυλαχτό.

Ἀλλὰ ἂς ὑποθέσωμεν, ὅτι εἶσαι ἐν τάξει. Δὲν συκοφαντεῖς, ἀλλὰ σὲ συκοφαντοῦν. Ὁ Χρυσόστομος λέγει. «Καὶ τί τοῦτο; τοῦ Θεοῦ ὄντος τοῦ μέλλοντος ἀπαιτεῖν εὐθύνας καὶ οὐκ ἐκείνων τῶν ἀκουσάντων ; Καὶ σὲ μὲν πρὸς ἀνθρώπους διέβαλε, αὐτὸς δὲ πρὸς Θεὸν διεβλήθη. Καὶ ὁ Δεσπότης σου διεβλήθη καὶ ὑπὸ Σατανᾶ καὶ ὑπὸ ἀνθρώπων. Καὶ οὐ διεβλήθη μόνον ἀλλὰ καὶ ἐπιστεύθη. Διέβαλε οὐ τὰ τυχόντα ἀλλὰ τὰ μέγιστα ὀνείδη. Καὶ γὰρ δαιμονιῶντα Αὐτὸν ἐκάλεσαν καὶ πλάνον καὶ ἀντίθεον. Εὐεργετήσας ἔπαθες κακῶς; Δία τοῦτο χαῖρε ὅτι τῷ Θεῷ γέγονας ὅμοιος τῷ ἀνατέλλοντι ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθούς». Ἰδοὺ τὸ δεύτερον φυλαχτὸ σοὺ˙ Ὁ Κύριός σου διεβλήθη, ἐσυκοφαντήθη. Σὺ τί εἶσαι;

Ἀλλά μοῦ εἶπες, ὅτι σοῦ ἔκαμε μεγάλα κακά. «Ὅσα γὰρ ἂν εἴπῃς τοσούτῳ μᾶλλον δεικνύεις αὐτὸν εὐεργέτην. Ὅρα ὅσα κερδαίνεις πρᾴως τῶν ἐχθρῶν φέρων τὰς ἐπηρείας. Πρῶτον ἁμαρτημάτων ἀπαλλαγήν, δεύτερον καρτερίαν καὶ ὑπομονήν, τρίτον ἡμερότητα καὶ φιλανθρωπίαν. Ὁ γὰρ τοῖς λυποῦσι μὴ ὀργιζόμενος πολλῷ μᾶλλον τοῖς φίλοις ἐπιτήδειος ἔσται. Πρὸς τούτοις αἰδέσιμος ἔσῃ καὶ τοῖς ἐχθροῖς, κἄν δαίμονες ὦσι. Μᾶλλον δὲ οὐδὲ ἐχθρὸν ἕξεις διακείμενος οὕτως. Τὸ δὲ πάντων μεῖζον τὴν τοῦ Θεοῦ κερδανεῖς φιλανθρωπίαν, κἄν ἠμαρτηκώς ᾖ τεύξῃ συγγνώμης, κἄν κατωρθωκώς πλείονα παρρησίαν λήψῃ» δηλαδὴ : ὅσα τυχὸν εἴπῃς, ὅτι σὲ ἐσυκοφάντησε, τόσον περισσότερον ἀναδεικνύεις αὐτὸν εὐεργέτην. Πρόσεξε πόσα κερδίζεις μὲ τὴν πρᾳότητα καὶ μὲ τὸ νὰ ὑπομένῃς τὰς συκοφαντίας τῶν ἐχθρῶν. Πρῶτον κερδίζεις τὴν ἀπαλλαγὴν ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα σου, δεύτερον τὴν καρτερίαν καὶ τὴν ὑπομονήν, τρίτον τὴν ἡμερότητα καὶ τὴν φιλανθρωπίαν. Διότι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος δὲν ὀργίζεται μὲ ἐκείνους, ποὺ τὸν συκοφαντοῦν καὶ στενοχωροῦν, πολὺ περισσότερον φίλος θὰ εἶναι εἰς τοὺς φίλους. Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ θὰ εἶσαι σεβαστὸς καὶ εἰς τοὺς ἐχθρούς, ἔστω κι’ ἂν εἶναι δαίμονες. Ἤ διὰ νὰ εἴπω καλύτερον οὕτω φερόμενος, δὲν θὰ ἔχῃς ἐχθρόν. Τὸ μεγαλύτερον ὅμως ἀπὸ ὅλα αὐτὰ εἶναι ὅτι ὑπομένων τὰς συκοφαντίας θὰ κερδίσῃς τὴν φιλανθρωπίαν τοῦ Θεοῦ, ὥστε ἂν ἔχῃς ἁμαρτήσῃ, θὰ τύχῃς συγχωρήσεως, ἂν εἶσαι ἐνάρετος, θὰ λάβῃς περισσοτέραν παρρησίαν.

Τρομερὸν παράδειγμα τιμωρίας συκοφαντῶν εἶναι τὸ ἀκόλουθον. Ὁ Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων ὁ Ἅγ. Νάρκισσος εἶχεν ἐξεγείρει καθ’ ἑαυτοῦ τὸ μῖσος τῶν κακῶν ἀνθρώπων, τοὺς ὁποίους ἤλεγχε πρὸς μετάνοιαν. Τρεῖς ἐξ αὐτῶν τὸν ἐσυκοφάντησαν δι’ ἔγκλημα φοβερὸν καὶ μεθ’ ὅρκου ἐβεβαίωνον τοῦτο. Ὁ μὲν πρῶτος ἔλεγεν˙ «νὰ καῶ, ἂν δὲν εἶναι ἀληθῆ αὐτὰ ποὺ λέγω». Ὁ δεύτερος προσθέτει˙ «Νὰ ἀποθάνω μὲ σκληράν ἀσθένειαν, ἂν ψεύδωμαι» καὶ ὁ τρίτος ἔλεγε «νὰ χάσω τὴν ζωήν μου». Ὅ,τι εἶπαν ἔγινε. Πυρκαγιὰ ἐξερράγη εἰς τὸν οἶκον τοῦ πρώτου καὶ ἐκάη οἰκογενειακῶς, ὁ δεύτερος προσεβλήθη ὑπὸ νόσου καὶ ἀπέθανε καὶ ὁ τρίτος συγκινηθείς ἐκ τῶν δυστυχημάτων τούτων ἔχυσε τόσα δάκρυα, ὥστε ἔχασε τὴν ζωήν του.

Ὥστε δὲν πρέπει νὰ ταράσσεσαι, ὅταν συκοφαντῆσαι, διότι οὔτε μόνος σου εἶσαι, ἔχεις σύντροφον τὸν Θεόν, οὔτε καὶ κακὸν δύναται τις νὰ σοῦ κάμῃ.

Ἰδοὺ πόσον κακόν, εἶναι ὅταν συκοφαντῇς, πόση ἡ ὠφέλεια, ὅταν συκοφαντῆσαι. Προσοχή, λοιπὸν καὶ ὑπομονή!

Πρωτοπρ. Γεώργιος Δορμπαράκης, Κυριακή Ζ΄ Ματθαίου –«εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια»

«εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια»

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη

Δύο θαύματα του Κυρίου προβάλλει το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα: το θαύμα της θεραπείας δύο τυφλών και το θαύμα της θεραπείας ενός δαιμονισμένου. Τα θαύματα συνιστούν μία πρόκληση, είτε θετική είτε αρνητική, για όλες τις εποχές - κάτι που το διαπιστώνουμε και στο ανάγνωσμα - αλλά και στη σημερινή εποχή, ακόμη και σε θεωρούμενους χριστιανούς, γι’ αυτό και μία προσέγγισή τους ίσως βοηθήσει λίγο περισσότερο στην κατανόησή τους. Η αρνητική αντίδραση μάλιστα των Φαρισαίων «εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια» μας δίνει την ιδιαίτερη αφορμή.
1. Καταρχάς είναι αδιαμφισβήτητη η πραγματικότητα των θαυμάτων του Χριστού, δεδομένου ότι πλην ορισμένων περιπτώσεων τα πραγματοποιούσε ενώπιον πλήθους ανθρώπων, μέσα στο οποίο βρίσκονταν και πολλοί ενάντιοι και εχθροί του, σαν τους Φαρισαίους του σημερινού αναγνώσματος. Ήταν μάλιστα τόσο ολοφάνερα τα θαύματα αυτά, ώστε κανείς δεν μπορούσε να τα αμφισβητήσει, ούτε κι αυτοί οι Φαρισαίοι, οι οποίοι όμως φρόντιζαν να τα ερμηνεύουν με τον δικό τους τρόπο. Πράγματι, τα θαύματα του Χριστού ήταν μέσα στην καθημερινότητα της επί γης παρουσίας Του. Όπως το σημειώνει και το ευαγγέλιο: «εκήρυσσε το ευαγγέλιον της βασιλείας του Θεού και εθεράπευε πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν εν τω λαώ». Κήρυγμα και θαύματα πάνε πάντα μαζί, όταν μιλάμε για τον Κύριο. Γι’ αυτό και το θαύμα θεωρείται στην πραγματικότητα προέκταση και επιβεβαίωση του κηρύγματός Του, κάτι ανάλογο ίσως με τη σφραγίδα ενός εγγράφου, που βεβαιώνει τη γνησιότητά του.
Έτσι φαίνεται πολύ καθαρά ότι όλες οι προσπάθειες που έγιναν παλαιότερα, από προτεστάντες μελετητές της Αγίας Γραφής, να απομυθοποιήσουν, καθώς έλεγαν, το Ευαγγέλιο, δηλαδή να διαγράψουν ως μύθο το θαύμα από το κήρυγμα του Χριστού, έπεσαν στο κενό: αλλοίωσαν δραματικά το ίδιο το ευαγγέλιο και διέστρεψαν το πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αλλά από αιρετικούς που δεν πιστεύουν στη θεότητα του Κυρίου μας, δεν περιμένει κανείς περισσότερα πράγματα. Ακόμη και σ’ αυτούς όμως τα πράγματα σήμερα έχουν αλλάξει.
2. Ενώ λοιπόν το θαύμα κατανοείται ως «παράθυρο που φανερώνει τη Βασιλεία του Θεού», όπως εύστοχα έχει χαρακτηριστεί, όμως απαρχής αντιμετωπίστηκε μ’ ένα διπλό τρόπο, κάτι που μας το δείχνει και το υπ’ όψιν ευαγγελικό ανάγνωσμα: ο μεν απλός λαός «εθαύμασε» για το θαύμα του Χριστού, θεωρώντας μοναδική την παρουσία Του, οι δε Φαρισαίοι αντέδρασαν δίνοντας τη γεμάτη άρνηση και απιστία ερμηνεία τους: «εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια». Τι σημαίνουν αυτά;
(1) Ο λαός θαυμάζει, γιατί με την απλότητά του πιστεύει ότι το θαύμα φανερώνει ακριβώς την παρουσία του Θεού: ό,τι μόλις παραπάνω επισημάναμε. Κι η στάση του απλού πιστού λαού είναι συνήθως η δοξολογία του ονόματος του Θεού. Αυτό συνιστά και το κριτήριο διάκρισης των αληθινών από τα ψεύτικα θαύματα, τα οποία βεβαίως υφίστανται, αλλά ως προερχόμενα από τις δαιμονικές δυνάμεις: το εκ Θεού θαύμα, το αληθινό, κινητοποιεί τον καλοπροαίρετο άνθρωπο στην αναφορά του προς τον Θεό, το εκ δαιμόνων «θαύμα», το ψεύτικο, πέραν του ότι έχει προσωρινό χαρακτήρα, δημιουργεί φόβο στον άνθρωπο και αποσκοπεί στην υποδούλωση του στον πονηρό. Το ένα φέρνει το «οξυγόνο» της ελευθερίας του Πνεύματος του Θεού, το άλλο φέρνει το «πνίξιμο» της δαιμονικής παρουσίας.
(2) Οι Φαρισαίοι αντιδρούν και αμφισβητούν, μη αποδεχόμενοι την ενέργεια του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Αποκαλύπτονται λοιπόν τυφλοί πνευματικά, όπως άλλωστε πολλές φορές ο Κύριος τους είχε χαρακτηρίσει έτσι. Διότι η αδυναμία επισημάνσεως της χάριτος του Θεού στην παρουσία και την ενέργεια του Κυρίου, αδυναμία δηλαδή να δουν το φως του Θεού, σημαίνει τη σκοτεινιά της ψυχής τους, την οποία βεβαίως δημιουργούν οι πονηρές δυνάμεις. Ο διάβολος είναι αυτός που κρατάει κλειστά τα «μάτια» των ανθρώπων, λόγω βεβαίως των ενεργουμένων παθών τους, της υπερηφάνειας και του μίσους. Η κατάσταση αυτή συνιστά αυτό που ο Κύριος έχει χαρακτηρίσει ως βλασφημία του αγίου Πνεύματος. Ποιος άλλος βλασφημεί το Πνεύμα του Θεού, ει μη ο αρνούμενος να αποδεχτεί την ενέργειά Του, συνεπώς ο αμετανόητος; Κι ο Κύριος είπε τα σκληρότερα και φοβερότερα λόγια για την κατάσταση αυτή: δεν πρόκειται ποτέ να λάβει κανείς τη συγχώρηση του Θεού, ούτε στον κόσμο τούτο ούτε στην αιωνιότητα.
Το γεγονός ότι με την ερμηνεία τους οι Φαρισαίοι αποκαλύπτονται οι ίδιοι δαιμονοκρατούμενοι, επιβεβαιώνεται πολλαπλώς σήμερα, ακόμη και εκτός της χριστιανικής πίστεως. Η ίδια η ψυχολογία, ήδη από της αρχής της εμφανίσεώς της ως επιστήμης, έχει μιλήσει για το ψυχολογικό φαινόμενο της «προβολής», δηλαδή το φαινόμενο κατά το οποίο κάποιος ερμηνεύει αυτό που βλέπει με βάση το περιεχόμενο της καρδιάς του: ό,τι έχει μέσα του αυτό και «βλέπει» - το προβάλλει – στους άλλους. Οι Φαρισαίοι λοιπόν αυτό που είχαν – τα δαιμόνια – αυτό και έβλεπαν στον Χριστό.
3. Το θαύμα λοιπόν, για να επανέλθουμε, απαιτεί την πίστη του ανθρώπου, όταν αυτός έχει καλή προαίρεση και η πονηρία δεν έχει διαβρώσει την ψυχή του. Η πίστη που απαιτείται για την αποδοχή του λόγου του Θεού, η ίδια απαιτείται και για την «όραση» του θαύματος. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Κύριος, όπως φαίνεται και στη θεραπεία των δύο σήμερα τυφλών, ζητά πάντοτε την πίστη των ανθρώπων, ως εμπιστοσύνη στο πρόσωπό Του, προκειμένου να τους παράσχει τη θεραπευτική χάρη Του. Και μάλιστα ο Κύριος προχωράει και πιο πέρα: «κατά την πίστιν υμών, λέει, γενηθήτω υμίν». Θα βλέπετε δηλαδή ενεργούμενη τη δύναμή μου, κατά την αναλογία της πίστης σας. Μεγάλη πίστη, μεγάλο θαύμα και μεγάλη θεϊκή παρουσία. Μικρή πίστη, λειψό και το αποτέλεσμα. Εν προκειμένω, πρόσωπα καθοδηγητικά για τη μεγάλη πίστη και τα σημάδια της, γίνονται ο ρωμαίος εκατόνταρχος που ζητούσε τη θεραπεία του δούλου του, η Χαναναία γυναίκα που ζητούσε τη θεραπεία της κόρης της.
4. Κι είναι βεβαίως γνωστό σε όλους ότι η πίστη αυτή, που φέρνει τη δραστική παρουσία της χάριτος του Θεού και κινητοποιεί και βουνά, υπάρχει και αυξάνει, στο βαθμό που ο άνθρωπος μπαίνει στην τροχιά της αγάπης, του κεντρικού θελήματος του Θεού γι’ αυτόν. Όσο κανείς αγαπά και αγωνίζεται να εξαλείφει από την καρδιά του οποιαδήποτε πίκρα και κακία κατά των συνανθρώπων του, ακόμη και των εχθρών του, τόσο θα βλέπει να φουντώνει και η πίστη του, συνεπώς το θαύμα θα γίνεται ένα με την ύπαρξή του. Πράγματι, στη ζωή όλων των αγίων μας, λόγω ακριβώς της μεγάλης τους πίστης, ενεργουμένης ως αγάπης, το θαύμα ήταν στοιχείο της φυσικής τους ζωής, της καθημερινότητάς τους

Κυριακής Ζ’ Ματθαίου -Ο φαρισαϊσμός

Αναγνώσματα: Απόστολος: Ρωμ. ιε΄,1 – 7.ιε΄,1 – 7. Ευαγγέλιο: Ματθ. θ΄, 27 – 35 (Εωθινόν 7 ο ,Ήχος πλ. β΄)
Ο φαρισαϊσμός
Έχουμε μιλήσει και άλλοτε, αγαπητοί μου Χριστιανοί, για την αλαζονική και υποκριτική στάση των Φαρισαίων, του θρησκευτικού δηλ. κατεστημένου της εποχής του Χριστού, έναντι του Θεανθρώπου.
Θα επανέλθουμε στα θλιβερά πρόσωπά τους, γιατί, στο σημερινό Ευαγγελικό απόσπασμα, ξεπερνούν κάθε προηγούμενο κακότητας και συκοφαντίας έναντι του Κυρίου.
Ο Χριστός συναντά δύο άνδρες τυφλούς, οι οποίοι ικετεύουν να τους θεραπεύσει. Εκείνος αναζητά τα ίχνη της πίστης τους στην δύναμή Του και, όταν τα διαπιστώνει, επιβραβεύει αυτή την πίστη και τους θεραπεύει. Λίγο αργότερα οδηγούν ενώπιόν Του έναν άνθρωπο κωφάλαλο και δαιμονισμένο, τον οποίο, επίσης, θεραπεύει. Η
θεραπεία της σωματικής ασθένειας, ως καρπός πίστης στην Θεία δύναμη, αποκαλύπτει ότι η ανακαινιστική και σωστική δύναμη και εργασία του Θεού, αφορά σύνολη την ανθρώπινη ύπαρξη. Και το σώμα και την ψυχή. Γι’ αυτό και το έργο της Εκκλησίας, διαχρονικά, αναπτύσσεται στις δύο αυτές σημαντικές παραμέτρους της ανθρώπινης ζωής: στην σωτηρία της ψυχής, πρωτίστως και στην διακονία των
ανθρώπινων αναγκών, μετέπειτα.
Αμέσως μετά την θεραπεία των ανθρώπων αυτών και την διάδοση της θαυμαστής είδησης, ο λαός ξεσπά σε εκδηλώσεις ενθουσιασμού και λατρείας στο πρόσωπο του Χριστού, γεγονός που ενοχλεί και προβληματίζει τους πανταχού παρόντες Φαρισαίους, οι οποίοι, αναζητούσαν, διαρκώς, τρόπους, προκειμένου να διαβάλλουν
και να παγιδέψουν τον Χριστό. Η τακτική τους αυτή ήταν συστηματική και, κατά βάσιν, αμυντική. Βλέποντας ότι η δραστηριότητα του Ιησού, το κήρυγμα και τα θαύματά Του, κερδίζουν την εμπιστοσύνη του λαού, νιώθουν ότι χάνουν τα λαϊκά τους ερείσματα, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο την εξουσιαστική τους αυθαιρεσία. Μόνο που, στην προκειμένη περίπτωση, ξεπερνούν κάθε προηγούμενο. Κατηγορούν τον Χριστό ότι θεράπευσε τους τρεις ασθενείς όχι στο όνομα του Θεού, αλλά στο όνομα του διαβόλου.
Εφόσον δεν ήταν δυνατό ν’ αμφισβητήσουν το αυταπόδεικτο θαύμα, μάρτυρας του οποίου είναι ο ίδιος ο λαός, συκοφαντούν τον Χριστό, διαστρέφουν την πραγματικότητα, προκειμένου να το αποδομήσουν, ταυτίζοντας τον Χριστό με τον διάβολο. Αποσκοπούν στον κλονισμό της εμπιστοσύνης του λαού στο πρόσωπο του Ιησού.
Η φαρισαϊκή στάση δεν είναι ανεξήγητη. Η δράση του Κυρίου, καθ’ όλη τη διάρκεια του επί γης βίου Του, φανερώνει την δαιμονικότητα του φαρισαϊσμού, που φορούσε, διαρκώς, τον μανδύα της θρησκευτικότητας, με σκοπό την διαιώνιση της πνευματικής
εξουσίας επί του λαού, με τρόπο που δεν επιδεχόταν αμφισβήτησης. Ο Χριστός έρχεται και αποκαλύπτει την φαρισαϊκή υποκρισία, γι΄ αυτό πρέπει, πάση θυσία, να σιωπήσει, αφού πρώτα συκοφαντηθεί.
Η φαρισαϊκή αυτή στάση, επίσης, δεν αφορά μόνο εκείνη την εποχή. Δυστυχώς, είναι διαιώνια και επαναλαμβανόμενη. Όσο η Εκκλησία δρα και ενεργεί θεραπευτικά στον κόσμο και διακονεί το θέλημα του Θεού, τόσο αναφύονται μέσα στην κοινωνία φαρισαϊκές δυνάμεις – ενίοτε και μέσα στους θρησκευτικούς κύκλους – οι οποίες
προσπαθούν να αποδομήσουν το έργο Της, κυρίως όταν αντιλαμβάνονται ότι το έργο αυτό αναπαύει τους ανθρώπους και θερμαίνει την πνευματική τους ζωή μέσα στην Εκκλησία. Ας δούμε κάποια παραδείγματα που επισημαίνουν αυτή την φαρισαϊκή τακτική: «Θυσιάζει κανείς τα πάντα σε μια υλιστική εποχή για ν’ αφοσιωθεί σε
έργα ιεραποστολικής και Χριστιανικής μαρτυρίας; Είναι τρελός και υποκριτής. Αψηφά κανείς τα πάντα και, προ πάντων, το συμφέρον, για να αγωνισθεί για την ορθότητα της πίστεως και την αλήθεια του Ευαγγελίου; Είναι φανατικός, μονολιθικός και ασυμβίβαστος. Τολμά κανείς να ζητήσει να γίνει το Ευαγγέλιο θεμέλιο της λεγόμενης Χριστιανικής κοινωνίας; Ταράζει τα θολά νερά της συμβατικότητας και
των υπολογισμών μας; Είναι αναρχικός και επαναστάτης. Φυλακίζεται για τη Χριστιανική του μαρτυρία και υποφέρει; Πολιτικολογεί και δημαγωγεί…» 1
Τα φαρισαϊκά αυτά φαινόμενα της εποχής μας, αποκαλύπτουν αφενός μεν την πνευματική ένδεια και αδράνεια των εκφραστών τους, αφετέρου δε, την δύναμη της παρουσίας του Θεού στην ζωή εκείνων που Τον αποδέχονται και Τον υπηρετούν. Ας μην αφήσουμε, αγαπητοί μου, να κυριαρχήσουν στον ευρύτερο χώρο της Εκκλησιαστικής μας ζωής τέτοιου είδους παρακμιακά φαινόμενα φαρισαϊκής μορφής. Η υποκρισία είναι πληγή για την Εκκλησία. Είναι σαφής απόκλιση από
το αυθεντικό Εκκλησιαστικό ήθος, του οποίου διαχρονικός και ασφαλής φορέας είναι ο Ίδιος ο Χριστός.
ΑΜΗΝ!
Αρχιμ. Ε.Ο.
π. Γεώργιος Μεταλληνός, «Φως εκ φωτός», σελ. 87

Κυριακή Ζ’ Ματθαίου – Η πνευματική όραση και η πνευματική ακοή

Ο Χριστός, όπως διασώζεται στα Ευαγγέλια, έκανε πολλά θαύματα για να δείξει στους ανθρώπους ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας που περίμεναν και ότι αυτά είναι προμηνύματα της νέας ζωής που έφερε στον κόσμο. Τα θαύματα ήταν απόδειξη της μεσσιανικής Του ιδιότητος, πέρα από την αγάπη που έδειχνε στους ανθρώπους που υπέφεραν από διάφορες ασθένειες, σωματικές και ψυχικές.
Στο σημερινό Ευαγγέλιο είδαμε δύο θαύματα που έκανε ο Χριστός. Το ένα είναι ότι θεράπευσε δύο τυφλούς οι οποίοι αμέσως απέκτησαν το φως των οφθαλμών τους και είδαν τα δημιουργήματα του Θεού. Το άλλο θαύμα είναι ότι θεράπευσε έναν κωφό και αυτή η κώφωση ήταν συνέπεια της δαιμονικής κατάστασης και δεν ήταν απλώς μια σωματική ασθένεια. Και στα δύο αυτά θαύματα βλέπουμε την θεραπεία δύο σωματικών αισθήσεων, της οράσεως και της ακοής.
Ο άνθρωπος είναι το τελειότερο δημιούργημα του Θεού. Το σώμα του έχει διάφορες αισθήσεις μεταξύ των οποίων είναι η αίσθηση της οράσεως και η αίσθηση της ακοής. Με την όραση μπορούμε να βλέπουμε την δημιουργία του Θεού, αλλά και να κινούμαστε με ευχέρεια, και με την ακοή μπορούμε να ακούμε και να συνεννοούμαστε με τους ανθρώπους. Τι θα ήμασταν αν δεν είχαμε αυτές τις δύο σημαντικές αισθήσεις! Οι άνθρωποι που τις στερούνται καταλαβαίνουν την αξία τους, αν και ο Θεός τους δίνει πολλή δύναμη για να ξεπερνούν το πρόβλημά τους.
Πάντως, οι αισθήσεις αυτές μας βοηθούν πολύ στην ζωή μας, να κινούμαστε, να εργαζόμαστε, να διαβάζουμε, να ακούμε και να συνομιλούμε με τους ανθρώπους. Αν μελετήσουμε από πλευράς ανατομίας τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν και οι δύο αυτές αισθήσεις θα εκπλαγούμε από την σοφία του Θεού που τις κατασκεύασε. Οι τελειότερες φωτογραφικές μηχανές και τα τελειότερα ακουστικά μηχανήματα δεν μπορούν να φθάσουν την τελειότητα με την οποία λειτουργούν αυτές οι δύο σωματικές αισθήσεις. Θα πρέπει να δοξάζουμε τον Θεό για την μεγάλη αξία τους και διότι μας έδωσε αυτήν την ευλογία.
Συγχρόνως θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε ότι, εκτός από τις σωματικές αισθήσεις, υπάρχουν και οι πνευματικές αισθήσεις. Πέρα από την σωματική όραση υπάρχει και η πνευματική όραση, η όραση του νου με την οποία κανείς μπορεί να δει την δόξα του Θεού. Με τα σωματικά του μάτια βλέπει τη δημιουργία του Θεού, ενώ με τα πνευματικά του μάτια βλέπει το Φως του Θεού. Και πέρα από την σωματική ακοή υπάρχει και η πνευματική ακοή και έτσι ο άνθρωπος μπορεί να ακούει και τους κτιστούς, αλλά και τους άκτιστους ήχους. Γι’ αυτό ο Χριστός είπε: «ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω» (Ματθ. ια , 15).
Δοξάζουμε τον Θεό για την σωματική όραση και ακοή, αλλά θα πρέπει με τον αγώνα μας, την προσευχή μας, την όλη εκκλησιαστική ζωή, να αποκτήσουμε και την πνευματική όραση και την πνευματική ακοή. Από την στέρηση αυτών των πνευματικών αισθήσεων πάσχουμε και υποφέρουμε, γιατί δεν μπορούμε να δούμε το Θεό και δεν μπορούμε να ακούσουμε το θέλημά Του. Λόγω της ελλείψεως αυτών των πνευματικών αισθήσεων υποφέρουμε πολύ στην ζωή μας.
Ο Χριστός εξακολουθεί και σήμερα, δια της Εκκλησίας, να κάνει τέτοια θαύματα, δηλαδή να θεραπεύει την πνευματική τύφλωση και την πνευματική κώφωση του άρρωστου ανθρώπου. Τέτοια θαύματα θα πρέπει να επιδιώκουμε να γευόμαστε από το Θεό και αυτά τα θαύματα γίνονται μέσα στην Εκκλησία.

Κήρυγμα στο Απoστολικό Ανάγνωσμα Κυριακής Ζ’ Ματθαίου-Β΄προς Κορινθίους ς΄1-10


Το αποστολικό ανάγνωσμα, που ακούσαμε σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι περικοπή από τη δεύτερη προς Κορινθίους επιστολή του αποστόλου Παύλου. Η επιστολή αυτή είναι γραμμένη σε πολύ προσωπικό ύφος, ο Απόστολος παραπονείται και υπερασπίζει τον εαυτό του και το έργο του. Κεντρικό σημείο πάντα στη σκέψη του αποστόλου Παύλου είναι η Εκκλησία και το αποστολικό αξίωμα. Έχει βαθειά συνείδηση για τα δύο αυτά πράγματα ο Απόστολος, στα οποία είναι όλο το έργο του Χριστού και της σωτηρίας των ανθρώπων. Η Εκκλησία και οι Απόστολοι, η Ανάσταση και η Πεντηκοστή, ο Ιησούς Χριστός και το Άγιο Πνεύμα. Γι᾽ αυτό μας μιλάει σήμερα, για το έργο και τη θέση των αποστόλων στον κόσμο. Για ένα έργο πολύ μεγάλο. Τι παραπάνω απ᾽ το να είσαι συνεργάτης του Θεού στο έργο της σωτηρίας των ανθρώπων; Και για μια θέση πολύ δύσκολη. Ποιός αντέχει σ᾽ όλες αυτές τις δυσκολίες και ποιός νικάει όλα αυτά τα εμπόδια;

Από τη μια πλευρά, ο Απόστολος, μας λέει για τη στάση και τη συμπεριφορά του κόσμου απέναντι στους αποστόλους, και από την άλλη για τη στάση και τη συμπεριφορά των αποστόλων απέναντι στον κόσμο. Θλίβονται, κοπιάζουν, περιφρονούνται, συκοφαντούνται οι απόστολοι από τους ανθρώπους. Κι όλα αυτά τα αντιμετωπίζουν με συνείδηση χρέους, με συναίσθηση ευθύνης, με πνεύμα αυταπάρνησης και θυσίας, με μακροθυμία και υπομονή, με ειλικρινή αγάπη, με πίστη στο Χριστό και την Ανάσταση. Αυτές είναι οι εσωτερικές δυνάμεις των αποστόλων του Χριστού και των ποιμένων της Εκκλησίας. Κι αυτές πάλι δεν είναι ανθρώπινες δυνάμεις, αλλά καρποφορία του Αγίου Πνεύματος, όταν η ανθρώπινη προαίρεση το επιτρέπει να καρποφορήσει.

Ακούγοντας το αποστολικό κείμενο ξαναθυμώμαστε τις αφορμές που είχε ο απόστολος Παύλος για να γράψει έτσι στους χριστιανούς της Κορίνθου. Κοπίασε να ιδρύσει την Εκκλησία της Κορίνθου, χρειαζόταν όμως πολύ φροντίδα ακόμη για να οργανωθεί η τοπική αυτή Εκκλησία. Οι Κορίνθιοι μη μπορώντας να αποβάλλουν συνήθειες της προηγούμενης ζωής τους και ιδιαίτερα την κακή παράδοση να είναι χωρισμένοι σε φατρίες, έφθασαν στο σημείο μερικοί να μην αναγνωρίζουν τον Παύλο σαν απόστολο του Χριστού. Κι εκείνος ως αληθινός συνεργάτης του Θεού, για να στηρίξει την αποστολή και τη θέση του παρακαλεί και απολογείται. Προσπαθεί να δώσει στους ανθρώπους να καταλάβουν ποιό είναι το γνήσιο χριστιανικό πνεύμα, ποιό είναι το έργο των αληθινών αποστόλων και ποιά είναι η θέση τους στον κόσμο, η θέση και των αποστόλων και των ποιμένων της Εκκλησίας αλλά και όλων των χριστιανών.

Κι εκείνη την εποχή οι άνθρωποι παρασύρονταν και θαύμαζαν ο,τι έβλεπαν στην επιφάνεια, ο,τι έλαμπε, χωρίς να μπορούν να δουν την ουσία και την αλήθεια των πραγμάτων. Και τότε υπήρχαν αυτοί που καπηλεύονταν κάθε ιερό και όσιο, τις ελπίδες και της προσδοκίες των ανθρώπων, τη δικαιοσύνη, την ειρήνη και όλα τα ιδανικά. Οι αληθινοί απόστολοι και ποιμένες του λαού βρίσκονται σε δύσκολη θέση, δεν θέλουν να χρησιμοποιήσουν τα μέσα του κόσμου. Τότε οπλίζονται με πολλή πίστη και υπομονή και παρακαλούν. Το “παρακαλούμε” των αποστόλων είναι πολύ πιο δυνατό από οποιαδήποτε διαταγή και απ᾽ όλους τους εξαναγκασμούς. Οι απόστολοι δεν χρειάζονται μέσα και τρόπους του κόσμου, είναι συνεργάτες του Θεού. Δεν θέλουν να επιβληθούν, θέλουν την ελεύθερη συγκατάθεση των ανθρώπων, γι᾽ αυτό και παρακαλούν.

Παρακαλούν λοιπόν οι απόστολοι και απολογούνται. Και η περικοπή που ακούσαμε σήμερα είναι όλη μία απολογία του αποστόλου Παύλου. «Σε τίποτε καμμιά αφορμή δεν δίνουμε, για να μην κατηγορηθεί η Εκκλησία και το έργο της», λέει ο άγιος Απόστολος. Για να σκέφτεται και να μιλάει κανείς έτσι, πρέπει να έχει βαθειά συνείδηση της αποστολής του στην Εκκλησία, πρέπει να πιστεύει πως πραγματικά είναι συνεργός του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων. Το ζήτημα για τον Απόστολο δεν είναι μόνον πως σκέφτονται η πως φέρονται οι άνθρωποι, αλλά και τί πιστεύουν και τί κάνουν οι ποιμένες της Εκκλησίας. Και με τη χάρη του Θεού, στη ζωή της Εκκλησίας δεν έλλειψαν οι ποιμένες που σκέφτονται αποστολικά, που αισθάνονται την ευθύνη τους και πονάνε το λαό τους. Οι εκκλησιές είναι γεμάτες με εικόνες αγίων πατέρων και διδασκάλων, που ακολούθησαν το δρόμο του μεγάλου Αποστόλου, που έζησαν με την αγωνία μήπως εξαιτίας τους κατηγορηθεί το έργο της Εκκλησίας. Τα λόγια αυτά του Αποστόλου βέβαια δεν είναι μόνο για τους πατέρες της Εκκλησίας. Αναφέρονται, όπως είπαμε, σε κάθε χριστιανό. Πρώτοι οι Απόστολοι και οι Πατέρες και ύστερα κάθε αληθινός χριστιανός με τον τρόπο που ζει, με τον τρόπο που σκέφτεται και με ο,τι κάνει, κηρύττει το Χριστό και το Ευαγγέλιο σ᾽ όλους. Ιδιαίτερα σ᾽ εκείνους που δεν είναι πρόθυμοι να το ακούσουν και να το δεχθούν.

Συνεχίζοντας λοιπόν ο απόστολος, μας μιλάει ακριβώς για τον τρόπο ζωής των χριστιανών. Πως δηλαδή πρέπει να σκέφτονται, ποιά να είναι τα κίνητρα των πράξεών τους, πως ν᾽ αντιδρούν στο κακό. Η γνώση της αλήθειας του Θεού, η μακροθυμία και η υπομονή, η καλωσύνη και η τιμιότητα, η δικαιοσύνη, η ανυπόκριτη αγάπη, η ανιδιοτέλεια, η χαρά μέσα από τη λύπη κι όλα αυτά με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος και τη χάρη του Θεού. Αυτά είναι που ξεχωρίζουν τον αληθινό χριστιανό, αυτά είναι η δύναμή του και η παρρησία του. Είναι τόσο επίκαιρα τα λόγια του Αποστόλου σήμερα, που οι άνθρωποι - ακόμα και οι χριστιανοί - είναι κυριευμένοι από το πνεύμα της πλεονεξίας, της αντεκδίκησης, της δολιότητας και της διαφθοράς.

Μέσα στους ανθρώπους σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι ριζωμένη η σκέψη του συμφέροντος, τί μπορούν να κερδίσουν, όχι τί να θυσιάσουν. Η γλώσσα όμως με την οποία μίλησε ο Απόστολος σήμερα είναι η γλώσσα των ανθρώπων που έταξαν τον εαυτό τους να συνεργαστούν με το Θεό, να υπηρετήσουν στο έργο της σωτηρίας. Τέτοιοι άνθρωποι που υπηρετούν πιστά την Εκκλησία, που ακολουθούν τα ίχνη των αποστόλων και των αγίων θα υπάρχουν πάντα και σε κάθε εποχή, μπορεί να είναι λίγοι, μα θα υπάρχουν πάντα. Πρώτα βέβαια οι καλοί ποιμένες της Εκκλησίας και ύστερα οι αληθινοί χριστιανοί, όλοι ως διάκονοι και συνεργάτες του Θεού. Αμήν

Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κοζάνης

Κήρυγμα Κυριακής Ζ' Ματθαίου

 

Αναγνώσματα: Απόστολος: Ρωμ. ιε΄,1 – 7. Ευαγγέλιο: Ματθ. θ΄, 27 – 35 (Εωθινόν 7 ο ,Ήχος πλ. β΄)
Ο φαρισαϊσμός
Έχουμε μιλήσει και άλλοτε, αγαπητοί μου Χριστιανοί, για την αλαζονική και υποκριτική στάση των Φαρισαίων, του θρησκευτικού δηλ. κατεστημένου της εποχής του Χριστού, έναντι του Θεανθρώπου.
Θα επανέλθουμε στα θλιβερά πρόσωπά τους, γιατί, στο σημερινό Ευαγγελικό απόσπασμα, ξεπερνούν κάθε προηγούμενο κακότητας και συκοφαντίας έναντι του Κυρίου.
Ο Χριστός συναντά δύο άνδρες τυφλούς, οι οποίοι ικετεύουν να τους θεραπεύσει. Εκείνος αναζητά τα ίχνη της πίστης τους στην δύναμή Του και, όταν τα διαπιστώνει, επιβραβεύει αυτή την πίστη και τους θεραπεύει. Λίγο αργότερα οδηγούν ενώπιόν Του έναν άνθρωπο κωφάλαλο και δαιμονισμένο, τον οποίο, επίσης, θεραπεύει. Η
θεραπεία της σωματικής ασθένειας, ως καρπός πίστης στην Θεία δύναμη, αποκαλύπτει ότι η ανακαινιστική και σωστική δύναμη και εργασία του Θεού, αφορά σύνολη την ανθρώπινη ύπαρξη. Και το σώμα και την ψυχή. Γι’ αυτό και το έργο της Εκκλησίας, διαχρονικά, αναπτύσσεται στις δύο αυτές σημαντικές παραμέτρους της ανθρώπινης ζωής: στην σωτηρία της ψυχής, πρωτίστως και στην διακονία των
ανθρώπινων αναγκών, μετέπειτα.
Αμέσως μετά την θεραπεία των ανθρώπων αυτών και την διάδοση της θαυμαστής είδησης, ο λαός ξεσπά σε εκδηλώσεις ενθουσιασμού και λατρείας στο πρόσωπο του Χριστού, γεγονός που ενοχλεί και προβληματίζει τους πανταχού παρόντες Φαρισαίους, οι οποίοι, αναζητούσαν, διαρκώς, τρόπους, προκειμένου να διαβάλλουν
και να παγιδέψουν τον Χριστό. Η τακτική τους αυτή ήταν συστηματική και, κατά βάσιν, αμυντική. Βλέποντας ότι η δραστηριότητα του Ιησού, το κήρυγμα και τα θαύματά Του, κερδίζουν την εμπιστοσύνη του λαού, νιώθουν ότι χάνουν τα λαϊκά τους ερείσματα, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο την εξουσιαστική τους αυθαιρεσία. Μόνο που, στην προκειμένη περίπτωση, ξεπερνούν κάθε προηγούμενο. Κατηγορούν τον Χριστό ότι θεράπευσε τους τρεις ασθενείς όχι στο όνομα του Θεού, αλλά στο όνομα του διαβόλου.
Εφόσον δεν ήταν δυνατό ν’ αμφισβητήσουν το αυταπόδεικτο θαύμα, μάρτυρας του οποίου είναι ο ίδιος ο λαός, συκοφαντούν τον Χριστό, διαστρέφουν την πραγματικότητα, προκειμένου να το αποδομήσουν, ταυτίζοντας τον Χριστό με τον διάβολο. Αποσκοπούν στον κλονισμό της εμπιστοσύνης του λαού στο πρόσωπο του Ιησού.
Η φαρισαϊκή στάση δεν είναι ανεξήγητη. Η δράση του Κυρίου, καθ’ όλη τη διάρκεια του επί γης βίου Του, φανερώνει την δαιμονικότητα του φαρισαϊσμού, που φορούσε, διαρκώς, τον μανδύα της θρησκευτικότητας, με σκοπό την διαιώνιση της πνευματικής
εξουσίας επί του λαού, με τρόπο που δεν επιδεχόταν αμφισβήτησης. Ο Χριστός έρχεται και αποκαλύπτει την φαρισαϊκή υποκρισία, γι΄ αυτό πρέπει, πάση θυσία, να σιωπήσει, αφού πρώτα συκοφαντηθεί.
Η φαρισαϊκή αυτή στάση, επίσης, δεν αφορά μόνο εκείνη την εποχή. Δυστυχώς, είναι διαιώνια και επαναλαμβανόμενη. Όσο η Εκκλησία δρα και ενεργεί θεραπευτικά στον κόσμο και διακονεί το θέλημα του Θεού, τόσο αναφύονται μέσα στην κοινωνία φαρισαϊκές δυνάμεις - ενίοτε και μέσα στους θρησκευτικούς κύκλους - οι οποίες
προσπαθούν να αποδομήσουν το έργο Της, κυρίως όταν αντιλαμβάνονται ότι το έργο αυτό αναπαύει τους ανθρώπους και θερμαίνει την πνευματική τους ζωή μέσα στην Εκκλησία. Ας δούμε κάποια παραδείγματα που επισημαίνουν αυτή την φαρισαϊκή τακτική: «Θυσιάζει κανείς τα πάντα σε μια υλιστική εποχή για ν’ αφοσιωθεί σε
έργα ιεραποστολικής και Χριστιανικής μαρτυρίας; Είναι τρελός και υποκριτής. Αψηφά κανείς τα πάντα και, προ πάντων, το συμφέρον, για να αγωνισθεί για την ορθότητα της πίστεως και την αλήθεια του Ευαγγελίου; Είναι φανατικός, μονολιθικός και ασυμβίβαστος. Τολμά κανείς να ζητήσει να γίνει το Ευαγγέλιο θεμέλιο της λεγόμενης Χριστιανικής κοινωνίας; Ταράζει τα θολά νερά της συμβατικότητας και
των υπολογισμών μας; Είναι αναρχικός και επαναστάτης. Φυλακίζεται για τη Χριστιανική του μαρτυρία και υποφέρει; Πολιτικολογεί και δημαγωγεί…» 1
Τα φαρισαϊκά αυτά φαινόμενα της εποχής μας, αποκαλύπτουν αφενός μεν την πνευματική ένδεια και αδράνεια των εκφραστών τους, αφετέρου δε, την δύναμη της παρουσίας του Θεού στην ζωή εκείνων που Τον αποδέχονται και Τον υπηρετούν. Ας μην αφήσουμε, αγαπητοί μου, να κυριαρχήσουν στον ευρύτερο χώρο της Εκκλησιαστικής μας ζωής τέτοιου είδους παρακμιακά φαινόμενα φαρισαϊκής μορφής. Η υποκρισία είναι πληγή για την Εκκλησία. Είναι σαφής απόκλιση από
το αυθεντικό Εκκλησιαστικό ήθος, του οποίου διαχρονικός και ασφαλής φορέας είναι ο Ίδιος ο Χριστός.
ΑΜΗΝ!
Αρχιμ. Ε.Ο.

π. Γεώργιος Μεταλληνός, «Φως εκ φωτός», σελ. 87

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

 


Απόστολος: Β΄ Κορ. στ΄, 1 – 10

Άνθρωποι του Θεού παντού και πάντοτε


            Κάλλιστα θα μπορούσαμε να πούμε, αγαπητοί μου, ότι το Αποστολικό ανάγνωσμα που ακούσαμε σήμερα, προερχόμενο από την Β΄ προς Κορινθίους επιστολή, εκτός από το λογοτεχνικό της μεγαλείο και το ποιητικό του περιεχόμενο, έχει και καθαρά προφητική διάσταση. Ο Απόστολος Παύλος γνωρίζει ότι ο καλύτερος και πιο αποδοτικός τρόπος διδαχής του Ευαγγελικού μηνύματος σε όλες τις εποχές είναι η ίδια η ζωή και η συνέπεια εκείνων που αναλαμβάνουν το έργο της κατηχήσεως και ιεραποστολής, κληρικών και λαϊκών. Γνωρίζει, όμως, καλά ότι το έργο αυτό θα τίθεται πάντα σε δοκιμασία και αμφισβήτηση λόγω της ασυνέπειας και της υποκριτικής ζωής μερικών εκ των διακόνων της Ευαγγελικής διδασκαλίας. Γι’ αυτό και συνιστά οι Χριστιανοί να φέρονται διαρκώς και προς όλες τις κατευθύνσεις και όχι κατ’ επιλογήν, ως αληθινοί και γνήσιοι διάκονοι του Ιησού Χριστού.
            Ο φωτισμένος Παύλος έχει μπροστά στα μάτια του την εικόνα Χριστιανών που φορούν το ένδυμα της πίστεως μόνο μέσα στο Ναό του Θεού ή μόνο σε συγκεκριμένες στιγμές και περιόδους του Εκκλησιαστικού βίου, τονισμένες με έντονο θρησκευτικό χρωματισμό. Στην υπόλοιπη, όμως, ζωή τους μετατρέπονται σε καρικατούρες θρησκευτικής υποκρισίας, ξεχνώντας και περιφρονώντας, με τη ζωή και τα έργα τους, την Χριστιανική τους ιδιότητα. Έχει μπροστά του την εικόνα Χριστιανών που επιλέγουν τα σημεία εκείνα και τις αρχές της πίστεως που μπορούν να αντέξουν ή και να ερμηνεύσουν με την περιορισμένη λογική τους, αγνοώντας ή και διαγράφοντας ό,τι δεν είναι ευχάριστο και ευπρόσιτο. Κατασκευάζουν έναν Χριστιανισμό, δηλ. κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους, έναν Χριστιανισμό όπου κυριαρχεί ο εγωισμός και η ανθρωπαρέσκεια, αλλά απουσιάζει ο Χριστός. Έχει μπροστά του την εικόνα Χριστιανών που μιλούν για αγάπη, αλλά φέρονται με μίσος και εκδικητικότητα, που νηστεύουν από τροφές, αλλά κατατρώγουν τις σάρκες των αδελφών τους, που εκθειάζουν την ταπείνωση, ενώ είναι βουτηγμένοι στην υπερηφάνεια, που κηρύττουν τις αρετές, αλλά είναι σκλάβοι των παθών και αδυναμιών τους, που γίνονται κριτές και δικαστές των άλλων, αρνούμενοι να αντικρίσουν την δική τους πνευματική ευτέλεια. «Εμφανίζεται, έτσι, στα πρόσωπά τους ένας Χριστιανισμός αδύναμος, άνευρος, αναιμικός, ανίκανος να επηρεάσει και να ζυμώσει το κοινωνικό φύραμα. Ένα άλας χωρίς αλιστική δύναμη…»[1] Ένας νοθευμένος και παραποιημένος Χριστιανισμός που λειτουργεί αποτρεπτικά για εκείνους που απεγνωσμένα αναζητούν την αλήθεια. Αλίμονο, λοιπόν, σ’ εκείνους τους Χριστιανούς που λειτουργούν με αυτόν τον εξουθενωτικό για τους άλλους ανθρώπους τρόπο και γίνονται αφορμή απομάκρυνσης από τη ζωή του Χριστού, την Εκκλησία. 
            Η Χριστιανική ζωή δεν αφορά στιγμές αλλά το σύνολο του βίου. Δεν ικανοποιεί ακίνητους θρησκευτικούς τύπους, αλλά αγγίζει την ουσία της πίστεως. Ο Χριστιανός οφείλει να ζει την ζωή της πίστεως και στην προσωπική και στην οικογενειακή και στην κοινωνική του ζωή. Να είναι φως και να προσφέρει φως. Να εκπέμπει την αλήθεια, γιατί βιώνει την αλήθεια. Να ομιλεί για τον Χριστό, επειδή ο Χριστός είναι ταυτισμένος με τη ζωή και τα έργα του. Η Χριστιανική ζωή δεν εξαντλείται, ούτε επιδεικνύεται σε συγκεκριμένους τόπους, αλλά είναι διαρκές βίωμα, στο σπίτι, στην εργασία, στον χώρο της αναψυχής. Δεν προσφέρεται με εκπτώσεις, ούτε με υποχωρήσεις και συμβιβασμούς. Είναι ακέραια και πλήρης και αφορά τους πάντες και τα πάντα.
            Έχουμε ευθύνη, λοιπόν, αγαπητοί μου, όλοι όσοι φέρουμε την ιδιότητα του Ορθοδόξου Χριστιανού, ιδίως στην εποχή μας, όπου το πνεύμα του κόσμου ψάχνει να βρει λόγους και αφορμές για να καταδικάσει και διακωμωδήσει ατελείς συμπεριφορές, κυρίως εκείνων που έχουν μια υπεύθυνη θέση μέσα στην Εκκλησία, κληρικών και λαϊκών. Και αυτό το πράττει όχι γιατί το ίδιο βιώνει την αλήθεια ή την ειλικρίνεια, αλλά γιατί σκοπό έχει να δηλητηριάσει την συνείδηση των ανθρώπων κατά της Εκκλησίας μας και του Σωτήρα μας Ιησού Χριστού. Ας μη δώσουμε αφορμή και ας μη ξεχνούμε ότι είμαστε άνθρωποι του Θεού παντού και πάντοτε. ΑΜΗΝ!

Αρχιμ. Ε.Ο.

 

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Β΄ Κόρ. ΣΤ΄ 1-10)

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ




Γράφει ὁ Ἀρχ. Ἰωήλ Κωνστάνταρος Ἱεροκήρυκας - Γενικός Ἀρχιερατικός Ἐπίτροπος Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης
(Β΄ Κόρ. ΣΤ΄ 1-10)

H ζωὴ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν ἀναμορφωτῶν τῆς οἰκουμένης, περιέχει τόσο ἡρωικὰ στοιχεῖα ποὺ κανένας μας δὲ μπορεῖ νὰ διανοηθεῖ. Μία ζωὴ ἀπολύτως ἀφιερωμένη στὴν ἱερὴ διακονία, ποὺ σκοπὸ εἶχε τὴν ἵδρυση τῶν κατὰ τόπους Ἐκκλησιῶν καὶ φυσικὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.

Δὲ μπορεῖ λοιπόν, παρὰ νὰ συγκλονίζουν τὴν ψυχή μας τὰ ὅσα ἀναφέρει ὁ Ἄπ. Παῦλος, κατὰ πάσα πιθανότητα ἀπὸ τοὺς Φιλίππους τῆς Μακεδονίας στὴν Β΄ Πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολή του, καὶ συγκεκριμένα στὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ θὰ ἀκούσουμε στοὺς Ἱερούς μας Ναούς.

Σὲ κάθε περίσταση, τονίζει ὁ μεγάλος Ἀπόστολος, παρουσιαζόμαστε ὡς διάκονοι τοῦ Θεοῦ, μὲ ὑπομονὴ πολλή, μὲ θλίψεις, μὲ στενοχώριες, μὲ μαρτύρια, μὲ φυλακίσεις καὶ διωγμούς...

Καὶ τὰ ἀναφέρει αὐτά, ὄχι φυσικὰ γιὰ κανένα ἄλλο λόγο, παρὰ γιὰ νὰ συγκινήσει τοὺς Κορινθίους καὶ νὰ γίνουν προσεκτικοὶ στὴν πνευματική τους πορεία.

Ἡ ἀνεπανάληπτη αὐτὴ προσωπικότητα, ταπεινώνεται καὶ παρακαλεῖ τὰ μέλη τῆς Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου: «Μὴ εἰς κενὸν τὴν Χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς». Νὰ δείξετε δηλαδή, μὲ τὴν ὅλη διαγωγή σας, ὅτι δὲν δεχθήκατε ματαίως καὶ ἀνωφελῶς τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ.

Ἀδελφοί μου, .... περισσότερο ὅλων θὰ πρέπει νὰ δώσουμε προσοχὴ στὴν προτροπὴ αὐτὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Στὸ λόγο αὐτὸ ποὺ εἶναι διαχρονικὸς καὶ ποὺ ἰσχύει γιὰ τὸν κάθε πιστὸ χριστιανό, ὅπου γής.

Ἔχουμε ἀλήθεια συνειδητοποιήσει ὅτι ἡ Θεία Χάρις μᾶς προσφέρεται δωρεὰν ἀπὸ τὸν πανάγαθο Πατέρα καὶ Θεό; Ὅτι μᾶς προσφέρεται ἄφθονη γιὰ νὰ μᾶς καθαρίσει κατ’ ἀρχάς, νὰ μᾶς στηρίξει, νὰ μᾶς φωτίσει καὶ τέλος νὰ μᾶς ἐξαγιάσει; Καὶ φυσικὰ ἡ χάρις δὲν παραβιάζει τὴ θέλησή μας. Ὅταν βρεῖ ἀνοιχτὲς τὶς πύλες τῆς καρδιᾶς μας, τότε κάνει πραγματικὰ θαύματα! Καὶ τὴν χάρη αὐτὴ τὴν ἔχουμε λάβει καὶ συνεχίζουμε βέβαια νὰ τὴ λαμβάνουμε μέσω τῶν ἱερῶν Μυστηρίων. Ἐπίσης τὴν λαμβάνουμε διὰ τῆς προσευχῆς καὶ φυσικὰ μὲ τὴν μελέτη καὶ τὴν ἀκρόαση τοῦ ζωντανοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.

Ἀλλ’ ἐνδεχομένως νὰ ρωτήσει τώρα κανείς: «Γιατί ὁ Ἀπόστολος μὲ πολλὴ συνοχὴ καρδίας ἐπισημαίνει τὸν ὄντως μεγάλο κίνδυνο, ὅτι δηλαδὴ ὑπάρχει περίπτωση κανεὶς νὰ ἔχει δεχθεῖ “εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ Θεού”»;

Διότι δὲν εἶναι πάντοτε εὔκολη ὑπόθεσις τὸ νὰ ζεῖ κανεὶς πάντοτε ὅπως ἀκριβῶς προστάζει ὁ Θεός. Καὶ μπορεῖ μὲν νὰ ξεκινοῦμε σωστά, πλὴν ὅμως ἂν δὲν προσέξουμε, ἐλλοχεύει μέγιστος κίνδυνος, στὴ συνέχεια, νὰ χάσουμε τὴν πνευματική μας προθυμία καὶ τὸν εὐλογημένο ζῆλο γιὰ προκοπὴ στὴν πνευματικὴ – ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Ἐὰν δέ, συμβεῖ αὐτό, τότε ἡ ὅλη συμπεριφορά μας καὶ ὁ ἀπρόσεκτος καθημερινὸς τρόπος ζωῆς μας, εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποδιώξουν, ἀλλοίμονο, αὐτὴ τὴν δωρεὰ τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.

Νὰ ὑπογραμμίσουμε τώρα ὅτι θὰ πρέπει νὰ φοβηθοῦμε ἀπὸ τὸν πραγματικὸ τοῦτο κίνδυνο ποῦ μᾶς ἐπισημαίνει ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος; Μὰ φυσικά, ποτὲ δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε ὅτι ὑπάρχει περίπτωσις νὰ ξεπέσουμε. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, δὲ μᾶς διδάσκει μὲ λόγους ποὺ περιέχουν δῆθεν τὸ στοιχεῖο τῆς ὑπερβολῆς. Οἱ προτροπὲς καὶ οἱ συμβουλὲς τοῦ ἔχουν ἀπόλυτο χαρακτήρα. Ὄντως ὑφίσταται κίνδυνος, καὶ μάλιστα σὲ σημεῖο ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ ὑπολογίσουμε, ἐὰν ἔχουμε ὑποστεῖ πνευματικὲς πτώσεις καὶ ἐὰν ἡ ὕπουλη ἁμαρτία μᾶς ἔχει διαβρώσει τόσο σοβαρά, ὥστε νὰ μὴν ἀφήνουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τὴν Χάρη νὰ μᾶς ἀγγίζει καὶ ἁγιάζει. Ἡ εὐθύνη μας λοιπὸν εἶναι πολὺ μεγάλη καὶ γιὰ ἕναν ἀκόμα πρόσθετο λόγο. Ὅτι δηλαδή, δὲν εἶναι ὁ χρόνος καὶ ὁ καιρὸς δικός μας. Τὸ παρελθόν; Πέρασε. Τὸ μέλλον; Μὰ τὸ μέλλον ἀνήκει στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ δὲν γνωρίζουμε ἐὰν θὰ ἔχουμε μέλλον σ’ αὐτὴ τὴν πρόσκαιρη ζωή. Αὐτὸ ποὺ εἶναι στὰ χέρια μας καὶ μποροῦμε νὰ τὸ ἀξιοποιήσουμε εἶναι φυσικὰ τὸ παρόν. Γι’ αὐτὸ καὶ πάλι ὁ κήρυκας τῆς οἰκουμένης τονίζει: «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας». Ὄχι αὔριο. Τώρα εἶναι ὁ κατάλληλος καιρὸς ποὺ μᾶς προσφέρει ὁ Θεὸς τὴν εὐκαιρία γιὰ διόρθωση καὶ πνευματικὴ καλλιέργεια. Καὶ ἂς μὴν ξεχνοῦμε ὅτι ὑπάρχει καὶ ὁ φοβερὸς καὶ ὁρκισμένος ἐχθρός μας, ὁ ὁποῖος μηχανεύεται στὴν κυριολεξία τὰ πάντα γιὰ νὰ μᾶς κάνει νὰ χάσουμε τὸ παρόν, τὸ σήμερα.

Μία πολὺ σύντομη ματιὰ στὴν πορεία τῶν ἀνθρώπων, μᾶς πείθει γι’ αὐτὴ τὴν δραματικὴ πραγματικότητα... Πόσοι ξεκίνησαν καλὰ καὶ μὲ ζῆλο, κατὰ τὴν πορεία ὅμως ἔχασαν τὸν προσανατολισμό τους καὶ δυστυχῶς «εἰς κενὸν» δέχθηκαν τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, μὲ τελικὸ ἀποτέλεσμα νὰ χάσουν τὴν ψυχή τους;

Αὐτὸ ἀκριβῶς μᾶς φωνάζει μὲ τὸ λόγο τοῦ αὐτὸν ὁ Ἀπόστολος: «Κοιτάξτε πόσοι φεύγουν ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸν νέοι, πόσοι ἀναχωροῦν προτοῦ γεράσουν, καὶ πόσοι ἀφοῦ γέρασαν δὲν ἔχουν τὴν διάθεση ἢ τὴ νηφαλιότητα γιὰ σωστὴ καὶ εἰλικρινῆ μετάνοια!».

Λοιπὸν ἀδελφοί μου, ἂς μὴ παίζουμε με τη σωτηρία μας. Και η μετάνοια είναι η απαρχή της σωτηρίας μας. Η δε σωτηρία είναι το περισσότερο επείγον έργο μας, είναι η μεγαλύτερη κατάκτηση που θα μας χαρίσει μακαριότητα και σ’ αυτή τη ζωή, εδώ στην «κοιλάδα του κλαυθμώνος», αλλά και στην άλλη τη ζωή, την πραγματική, την μέλλουσα και αιώνια...
Πόσο ανόητος θα φανεί αυτός που, ενώ γνωρίζει τι τον περιμένει, αρνείται συνειδητά την δωρεά της Χάριτος και περιφρονεί την ευλογημένη και σωτήρια μετάνοια;
Να δώσει ο Κύριός μας, αφού φανήκαμε κατ’ αρχάς δεκτικοί αυτής της Χάριτος, ταυτοχρόνως να αγωνιζόμαστε συνειδητά στην πορεία της ζωής μας, διότι δεν γνωρίζουμε ποία ώρα θα βρεθούμε πρόσωπο προς πρόσωπο με τον ίδιο τον Κριτή.
Αμήν.

Σωματικές και πνευματικές αισθήσεις


Ο Χριστός, όπως διασώζεται στα Ευαγγέλια, έκανε πολλά θαύματα για να δείξη στους ανθρώπους ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας που περίμεναν και ότι αυτά είναι προμηνύματα της νέας ζωής που έφερε στον κόσμο. Τα θαύματα ήταν απόδειξη της μεσσιανικής Του ιδιότητος, πέρα από την αγάπη που έδειχνε στους ανθρώπους που υπέφεραν από διάφορες ασθένειες, σωματικές και ψυχικές.
Στο σημερινό Ευαγγέλιο είδαμε δύο θαύματα που έκανε ο Χριστός. Το ένα είναι ότι θεράπευσε δύο τυφλούς οι οποίοι αμέσως απέκτησαν το φως των οφθαλμών τους και είδαν τα δημιουργήματα του Θεού. Το άλλο θαύμα είναι ότι θεράπευσε έναν κωφό που δεν άκουγε, και αυτή η κώφωση ήταν συνέπεια της δαιμονικής κατάστασης και δεν ήταν απλώς μια σωματική ασθένεια. Και στα δύο αυτά θαύματα βλέπουμε την θεραπεία δύο σωματικών αισθήσεων, της οράσεως και της ακοής.
Ο άνθρωπος είναι το τελειότερο δημιούργημα του Θεού. Το σώμα του έχει διάφορες αισθήσεις μεταξύ των οποίων είναι η αίσθηση της οράσεως και η αίσθηση της ακοής. Με την όραση μπορούμε να βλέπουμε την δημιουργία του Θεού, αλλά και να κινούμαστε με ευχέρεια, και με την ακοή μπορούμε να ακούμε και να συνεννοούμαστε με τους ανθρώπους. Τι θα ήμασταν αν δεν είχαμε αυτές τις δύο σημαντικές αισθήσεις! Οι άνθρωποι που τις στερούνται καταλαβαίνουν την αξία τους, αν και ο Θεός τους δίνη πολλή δύναμη για να ξεπερνούν το πρόβλημά τους.
Πάντως, οι αισθήσεις αυτές μας βοηθούν πολύ στην ζωή μας να κινούμαστε, να εργαζόμαστε, να διαβάζουμε, να ακούμε και να συνομιλούμε με τους ανθρώπους. Αν μελετήσουμε από πλευράς ανατομίας τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν και οι δύο αυτές αισθήσεις θα εκπλαγούμε από την σοφία του Θεού που τις κατασκεύασε. Οι τελειότερες φωτογραφικές μηχανές και τα τελειότερα ακουστικά μηχανήματα δεν μπορούν να φθάσουν την τελειότητα με την οποία λειτουργούν αυτές οι δύο σωματικές αισθήσεις. Θα πρέπη να δοξάζουμε τον Θεό για την μεγάλη αξία τους και διότι μας έδωσε αυτήν την ευλογία.
Συγχρόνως θα πρέπη να αντιλαμβανόμαστε ότι, εκτός από τις σωματικές αισθήσεις, υπάρχουν και οι πνευματικές αισθήσεις. Πέρα από την σωματική όραση υπάρχει και η πνευματική όραση, η όραση του νου με την οποία κανείς μπορεί να δη την δόξα του Θεού. Με τα σωματικά του μάτια βλέπει την δημιουργία του Θεού, με τα πνευματικά του μάτια βλέπει το Φως του Θεού. Και πέρα από την σωματική ακοή υπάρχει και η πνευματική ακοή και έτσι ο άνθρωπος μπορεί να ακούη και τους κτιστούς, αλλά και τους άκτιστους ήχους. Γι’ αυτό ο Χριστός είπε: «ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω» (Ματθ. ια , 15).
Δοξάζουμε τον Θεό για την σωματική όραση και ακοή, αλλά θα πρέπη με τον αγώνα μας, την προσευχή μας, την όλη εκκλησιαστική ζωή, να αποκτήσουμε και την πνευματική όραση και την πνευματική ακοή. Από την στέρηση αυτών των πνευματικών αισθήσεων πάσχουμε και υποφέρουμε, γιατί δεν μπορούμε να δούμε τον Θεό και δεν μπορούμε να ακούσουμε το θέλημά Του. Λόγω της ελλείψεως αυτών των πνευματικών αισθήσεων υποφέρουμε πολύ στην ζωή μας. Ο Χριστός εξακολουθεί και σήμερα, δια της Εκκλησίας, να κάνη τέτοια θαύματα, δηλαδή να θεραπεύη την πνευματική τύφλωση και την πνευματική κώφωση του άρρωστου ανθρώπου. Τέτοια θαύματα θα πρέπη να επιδιώκουμε να γευόμαστε από τον Θεό και αυτά τα θαύματα γίνονται μέσα στην Εκκλησία.
Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...