Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Αυγούστου 15, 2011

Η ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ.


undefined



«Τὴ ΙΕ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, μνήμη τῆς πανσέπτου Μεταστάσεως τῆς ὑπερενδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας».


Όπως είναι γνωστό, επάνω από το Σταυρό ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, έδωσε εντολή και την Παναγία μητέρα του παρέλαβε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στο σπίτι του, όπου διέμεινε μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τη μητέρα του Σαλώμη, συγγενή της Θεοτόκου.
Όταν δεν ήλθε η στιγμή να τελειώσει την επίγεια ζωή της, άγγελος Κυρίου της το έκανε γνωστό τρεις μέρες πιο πριν ότι πρόκειται να γίνει η μετάστασή της από τη γη στον ουρανό.
Πήγε τότε ο Άγγελος και της είπε: «Αυτά λέγει ο Υιός σου: είναι καιρός να παραλάβω τη μητέρα Μου κοντά Μου. Γι’ αυτό να μην ταραχθείς, αλλά δέξου το μήνυμα με ευφροσύνη, επειδή μεταβαίνεις σε ζωή αθάνατη».
Μόλις το άκουσε η Θεοτόκος, χάρηκε πολύ και από τον πολύ πόθο της να μεταβεί στον μονογενή Υιό της, ανέβηκε με βιασύνη και προθυμία στο Όρος των Ελαιών για να προσευχηθεί, διότι είχε αυτή τη συνήθεια, να ανεβαίνει συχνά σ’ αυτό το όρος. Τότε ακολούθησε θαύμα παράδοξο. Όταν ανέβηκε εκεί η Θεοτόκος, έκλιναν την κορυφή τους τα δέντρα, σαν να ήταν έμψυχα και λογικά, και την προσκύνησαν και έτσι έδειξαν το σεβασμό τους και τίμησαν την Κυρία και Δέσποινα του κόσμου.
Αφού προσευχήθηκε αρκετά η Πανάχραντη, επέστρεψε στην οικία της. Άναψε φώτα πολλά, ευχαρίστησε τον Θεό και κάλεσε τις συγγενείς και τις γειτόνισσες. Στη συνέχεια, ετοιμάζει όλα τα απαραίτητα για τον ενταφιασμό της. Φανερώνει και στις άλλες γυναίκες τα λόγια που της είπε ο Άγγελος για της εις τους ουρανούς μετάστασή της και σαν απόδειξη των λόγων της, δείχνει το χαροποιό και νικητικό σημείο, που της έδωσε ο Άγγελος, ένα κλαδί φοίνικα.
Οι καλεσμένες γυναίκες, μόλις άκουσαν αυτό το λυπηρό μήνυμα, άρχισαν τους θρήνους και έπειτα παρακαλούσαν την Παναγία να μη τις αφήσει ορφανές. Και η Θεοτόκος τις βεβαίωσε ότι, αφού μετασταθεί στους ουρανούς, θα φυλάει όχι μόνον αυτές αλλά και όλο τον κόσμο. Με τέτοια παρηγορητικά λόγια στάματησε την υπερβολική λύπη τους.
Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ημέρα από την εμφάνιση του αγγέλου, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο. Τότε ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμησή της.
Μαζί με τους Αποστόλους ήρθε και ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο Απόστολος Τιμόθεος και οι λοιποί θεόσοφοι ιεράρχες. Όλοι αυτοί, μόλις έμαθαν την αιτία για την οποία συνάχθηκαν αιφνιδίως και παραδόξως, έλεγαν στην Θεοτόκο: «όσο σε βλέπαμε, Δέσποινα, να ζεις και να μένεις στον κόσμο, παρηγορούμεθα σαν να βλέπαμε τον Υιόν σου. Επειδή όμως τώρα με τη βουλή του Υιού σου και Θεού μεταβαίνεις στα ουράνια, γι’ αυτό καθώς βλέπεις θρηνούμε και δακρύζουμε, αν και από την άλλη χαιρόμαστε για όσα θαυμαστά σου έγιναν». Τότε η Θεοτόκος τους αποκρίθηκε: «Μαθητές του Υιού μου και Θεού, μην κάνετε πένθος και λύπη τη χαρά μου».
Όταν ειπώθηκαν αυτά τα λόγια φτάνει και ο Απόστολος Παύλος. Έπεσε στα πόδια της Θεομήτορος, την προσκύνησε και την εγκωμίασε με πολλά ουράνια εγκώμια: «Χαίρε, ω Μήτερ της ζωής, διότι αν και δεν έζησα σωματικώς κοντά στον Υιό σου, βλέποντας όμως εσένα, νόμιζα ότι έβλεπα Εκείνον».
Μετά αποχαιρετά όλους, ξαπλώνει πάνω στο νεκροκρέββατο, σταύρωσε τα χέρια της, προσφέρει δεήσεις και ικεσίες στον Υιό της για τη σύσταση και την ειρήνη όλου του κόσμου, γεμίζει τους Αποστόλους και ιεράρχες από την ευλογία του Υιού της που δίνεται απ’ αυτήν στους ανθρώπους, και έτσι αφήνει στα χέρια του Υιού της και Θεού την ολόφωτη και παναγία ψυχή της.
Τότε ο κορυφαίος των Αποστόλων Πέτρος άρχισε να λέει στην Θεοτόκο επιτάφια εγκώμια, ενώ οι άλλοι Απόστολοι σήκωσαν το νεκροκρέβατο. Άλλοι προπορεύονταν βαστάζοντας λαμπάδες και ψάλλοντας ύμνους και άλλοι ακολουθούσαν ως το τάφο το σώμα της Θεομήτορος. Ακούγονταν και Άγγελοι από τον ουρανό που έψαλλαν και γέμιζαν τον αέρα οι μελωδίες τους.
Όλα αυτά μην υποφέροντας να βλέπουν και να ακούν οι άρχοντες των Ιουδαίων, παρεκίνησαν κάποιους από το λαό και τους έπεισαν να παρεμποδίσουν την πομπή. Όμως η θεία δίκη πρόφτασε και παίδεψε τους τολμήσαντας με το να τους τυφλώσει.
Έπειτα οι έφτασαν οι Απόστολοι στη Γεσθημανή, ενταφίασαν το πάναγνο σώμα της Θεοτόκου και περίμεναν εκεί τρεις μέρες ακούγοντας ακαταπαύστως σε όλο αυτό το διάστημα τους ύμνους και τις μελωδίες των αγίων Αγγέλων.
Μετά από τρεις ημέρες, άνοιξαν τον τάφο και έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι η Παναγία αναστήθηκε σωματικά και αναλήφθηκε στους ουρανούς. Και βέβαια όλη η ανθρωπότητα, με ευγνωμοσύνη για τις πρεσβείες της στο Σωτήρα Χριστό, αναφωνεί: «Χαίρε, ω Μήτερ της ζωής».
Η υπεραγία Θεοτόκος είναι ο πραγματικός οδηγός, για όσους θέλουν ν’ ανυψώνονται προς τον Θεό. Έργο της είναι να πρεσβεύει στον Τριαδικό Θεό για όλους τους ανθρώπους. Για μας τους ορθοδόξους η Θεοτόκος είναι η «ακαταίσχυντος προστασία και η αμετάθετος προς τον ποιητή μεσιτεία».
Δίκαια μπορούμε να αποθέσουμε τις ελπίδες μας προς την υπεραγία Θεοτόκο αφού, κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, «κανένα άλλο κτίσμα στον κόσμο δεν αγάπησε ποτέ τόσο πολύ τον Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού, ούτε συμμορφώθηκε τόσο στο θέλημά Του όσο η Παναγία Μητέρα του».Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η τιμή προς την Παναγία ανάγεται στον Υιό της, κατά τον άγιο Ιωάννη το Δαμασκηνό.

«ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΣΧΑ»
«…Ο Χριστιανός φεύγει από τον κόσμο αυτό, πλαισιωμένος από τη Στρατευομένη Εκκλησία ενώ στην αντίπερα όχθη τον υποδέχεται η Θριαμβεύουσα Εκκλησία. Αν η έξοδος ενός απλού μέλους της Εκκλησίας από τον κόσμο τούτο είναι εκκλησιαστικό γεγονός, η Έξοδος της Πρώτης μέσα στην Εκκλησία, της Θεοτόκου, ήταν κατ’ εξοχήν εκκλησιαστικό γεγονός. Απήχησις της αλήθειας αυτής είναι ο πάνδημος εορτασμός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Η γιορτή αυτή στην Ορθοδοξία αποτελεί ένα δεύτερο Πάσχα…»

Αὐγή ἡμέρας μυστικῆς

Schmemann Alexander (Protopresbyter (1921-1983))



Τόν Αὔγουστο ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τό τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς τῆς Παναγίας, τό θάνατό της, γνωστό ὡς Κοίμηση, μιά λέξη ὅπου τό ὄνειρο, ἡ μακαριότητα, ἡ εἰρήνη,ἡ ἠρεμία καί ἡ χαρά ἑνώνονται.

Τίποτε δέν γνωρίζουμε γιά τίς συνθῆκες ποὺ περιβάλλουν τό θάνατο τῆς Παναγίας, τῆς μητέρας τοῦ Χριστοῦ. Διάφορες ἱστορίες, διανθισμένες μέ παιδική τρυφεράδα, ἔχουν φθάσει ὥς ἐμᾶς ἀπό τόν πρώιμο Χριστιανισμό, ἀλλά, ἀκριβῶς λόγω τῆς ποικιλίας τους, δέν νιώθουμε ὑποχρέωση νά ὑπερασπιστοῦμε τήν «ἱστορικότητα» καμιᾶς ἀπ’ αὐτές.

Στήν Κοίμηση, ἡ ἀγάπη καί ἡ μνημόνευση τῆς Ἐκκλησίας δέν ἐπικεντρώνονται στό ἱστορικό και πραγματικὸ πλαίσιο, οὔτε στήν ἡμερομηνία καί στόν τόπο ὅπου αὐτή ἡ μοναδική γυναίκα, αὐτή ἡ Μητέρα ὅλων τῶν μητέρων, ὁλοκλήρωσε τήν ἐπίγεια ζωή της. Ὁποτεδήποτε καί ὁπουδήποτε κι ἄν αὐτό συνέβη,ἡ Ἐκκλησία, ἀντ’ αὐτοῦ, παρατηρεῖ τὴν οὐσία καί τό νόημα τοῦ θανάτου της, μνημονεύοντας τό θάνατο αὐτῆς ποὺ ὁ Υἱός της, σύμφωνα μέ τήν πίστη μας, κατέβαλε τό θάνατο, ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, καί μᾶς ὑποσχέθηκε τήν τελική ἀνάσταση καί τὴ νίκη τῆς ἀθάνατης ζωῆς.

Ὁ θάνατός της ἀναλύεται καλύτερα μέσα ἀπό τήν εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως, ποὺ εἶναι τοποθετημένη στό κέντρο τῆς Ἐκκλησίας ἐκείνη τήν ἡμέρα, ὡς κέντρο ὅλου τοῦ ἑορτασμοῦ. Ἡ Θεοτόκος νεκρή βρίσκεται στό νεκροκρέβατό της. Οἱ ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ εἶναι συναγμένοι γύρω της, καί ἀπό πάνω της στέκεται ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, κρατώντας στά χέρια τή Μητέρα Του, ἡ ὁποία εἶναι ζωντανή καί αἰώνια ἑνωμένη μαζί Του. Ἐδῶ βλέπουμε τό θάνατο κι ὅ,τι ἔχει ἤδη περάσει σ’ αὐτό τό συγκεκριμένο θάνατο: ὄχι ρήξη ἀλλά ἕνωση. Ὄχι λύπη ἀλλά χαρά. Καὶ σ’ ἕνα βαθύτερο ἐπίπεδο, ὄχι θάνατος ἀλλά ζωή. «Ἐν τῇ γεννήσει σου σύλληψις ἄσπορος, ἐν τῇ κοιμήσει σου νέκρωσις ἄφθορος», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία, βλέποντας αὐτή τήν εἰκόνα. «Ἐν τῇ γεννήσει τήν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ κοιμήσει τόν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε…».

Τά λόγια μιᾶς βαθύτατης καί πολύ ὄμορφης προσευχῆς ποὺ ἀπευθύνεται στήν Παναγία ἔρχονται τώρα στό νοῦ μας, «Χαῖρε αὐγή μυστικῆς ἡμέρας!» (Ἀκάθιστος Ὕμνος). Τό φῶς ποὺ ξεχύνεται ἀπό τήν Κοίμηση προέρχεται ἀκριβῶς ἀπ’ αὐτή τήν ἄδυτη, μυστική Ἡμέρα. Παρατηρώντας αὐτόν τό θάνατο, καί στεκόμενοι δίπλα σ’ αὐτό τό νεκροκρέβατο, καταλαβαίνουμε ὅτι ὁ θάνατος δέν ἰσχύει πλέον, ὅτι ἡ διαδικασία τοῦ θανάτου ἑνός ἀνθρώπου ἔχει γίνει τώρα μιὰ πράξη ζωῆς, μιὰ εἴσοδος σέ μιὰ εὐρύτερη ζωή, ὅπου βασιλεύει ἡ ζωή. Αὐτή ποὺ δόθηκε ἐντελῶς στὸ Χριστό, ποὺ Τόν ἀγάπησε ἕως τέλους· συναντιέται μ’ Αὐτόν σ’ ἐκεῖνες τίς φωτεινές πύλες τοῦ θανάτου, κι ἐκεῖ ὁ θάνατος μεταστρέφεται ἀμέσως σέ χαρμόσυνη συνάντηση – ἡ ζωή θριαμβεύει, ἡ χαρά καί ἡ ἀγάπη κυριαρχοῦν πάνω στά πάντα.

Γιὰ αἰῶνες ἡ Ἐκκλησία στοχάστηκε κι ἐμπνεύστηκε ἀπό τό θάνατο Αὐτῆς ποὺ ὑπῆρξε μητέρα τοῦ Χριστοῦ· ποὺ ἔδωσε ζωή στό Σωτήρα καί Κύριό μας· ποὺ Τοῦ δόθηκε ὁλοκληρωτικά μέχρι τέλους καί στάθηκε δίπλα Του στό Σταυρό. Καί παρατηρώντας ἡ Ἐκκλησία τό θάνατό της, ἀνακάλυψε καί βίωσε τό θάνατο, ὄχι ὡς φόβο, τρόμο, τέλος, ἀλλ’ ὡς ἀστραποβόλα καί αὐθεντική Ἀναστάσιμη χαρά. «Ποίοις πνευματικοῖς ἄσμασιν, ἀνυμνήσωμέν σε, Παναγία; Διὰ γάρ τῆς ἀθανάτου Κοιμήσεώς σου ἡγιασας τά σύμπαντα…». Ἐδῶ, σ’ ἕναν ἀπὸ τοὺς πρώτους ὕμνους τῆς ἑορτῆς, βρίσκουμε ἀμέσως νά ἐκφράζεται ἡ βαθιά οὐσία τῆς χαρᾶς της: «Νέκρωσις ἄφθορος», ἀθάνατη κοίμηση. Ποιό εἶναι ὅμως τό νόημα αὐτῆς τῆς ἀντιφατικῆς καί φανερά παράλογης συνυπάρξεως αὐτῶν τῶν λέξεων;

Στήν Κοίμηση μᾶς ἀποκαλύπτεται ὅλο τό χαρμόσυνο μυστήριο αὐτοῦ τοῦ θανάτου καί γίνεται χαρά μας, ἐπειδή ἡ Παρθένος Μαρία εἶναι ἕνας ἀπό μᾶς. Ἄν ὁ θάνατος εἶναι ὁ τρόμος καί ἡ θλίψη τοῦ χωρισμοῦ, ἡ κάθοδος στήν τρομερή μοναξιά καί τό σκοτάδι, τότε τίποτ’ ἀπ’ ὅλα αὐτά δὲν εἶναι παρόν στό θάνατο τῆς Παρθένου Μαρίας, ἀφοῦ ὁ θάνατός της, ὅπως καί ὁλόκληρη ἡ ζωή της, εἶναι μιὰ συνάντηση, ἀγάπη, συνεχής κίνηση πρός τό αἰώνιο, ἄδυτο φῶς τῆς αἰωνιότητος καί μιά εἴσοδος σ’ αὐτό. «Ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον», λέγει ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ ἀπόστολος τῆς ἀγάπης (Α΄ Ἰωάν. 4,18). Γι’ αὐτό δέν ὑπάρχει φόβος στήν ἄφθορη κοίμηση τῆς Παρθένου Μαρίας. Ἐδῶ ὁ θάνατος ἔχει καταληφθεῖ ἐκ τῶν ἔνδον, ἔχει ἐλευθερωθει ἀπ’ ὅ,τι τόν γεμίζει μὲ τρόμο καί ἀπελπισία. Ὁ ἴδιος ὁ θάνατος γίνεται ζωή θριαμβεύουσα. Ὁ θάνατος γίνεται «αὐγή μυστικῆς ἡμέρας». Ἔτσι στὴ γιορτή δέν ὑπάρχει οὔτε λύπη, οὔτε νεκρώσιμα μοιρολόγια, οὔτε στεναχώρια, ἀλλὰ μόνο φῶς καί ζωή. Προσεγγίζοντας τὴν πόρτα τοῦ ἀναπόφευκτου θανάτου μας, εἶναι σάν νά τή βρίσκουμε ὀρθάνοικτη, μέ τό φῶς νά ξεχύνεται ἀπὸ τή νίκη ποὺ πλησιάζει ἀπό τήν ἐρχόμενη ἐπικράτηση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Στή λάμψη αὐτοῦ τοῦ ἀσύγκριτου φωτός τῆς ἑορτῆς, στίς αὐγουστιάτικες αὐτές μέρες, ὅταν ὁ φυσικός κόσμος φθάνει στό ἀποκορύφωμα τῆς ὀμορφιᾶς του καί γίνεται ὕμνος δοξολογίας καί ἐλπίδας καί σύμβολο ἑνός ἄλλου κόσμου, ἀκούγονται τά λόγια τῆς Κοιμήσεως, «τάφος καί νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν· ὡς γάρ ζωῆς Μητέρα πρός τήν ζωήν μετέστησεν ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον…». Ὁ θάνατος δέν εἶναι πλέον θάνατος. Ὁ θάνατος ἀκτινοβολεῖ αἰωνιότητακαι ἀθανασία. Ὁ θάνατος δέν εἶναι πλέον ρήξη ἀλλά ἕνωση. Δέν εἶναι λύπη, ἀλλά χαρά. Δέν εἶναι ἥττα, ἀλλά νίκη.

Αὐτά εἶναι ὅσα ἑορτάζουμε τήν ἡμέρα τῆς Κοιμήσεως τῆς Παναγίας Παρθένου, καθώς τά προεικονίζουμε, τά προγευόμαστε καί τά ἀπολαμβάνουμε ἀπό τώρα, στήν αὐγή τῆς μυστικῆς καί αἰώνιας Ἡμέρας.

Τό Δεύτερο Πάσχα τῶν Ὀρθοδόξων

Εὐθύμιος Στύλιος (Μητροπολίτης Ἀχελώου)




«Ἐν τῇ κοιμήσει τόν κόσμον οὐ κατέλιπες, Θεοτόκε»

Προοίμιον: Μέ ἰδιαίτερη χαρά γιορτάζει σήμερα o ὀρθόδοξος ἑλληνικός λαός τήν ἑορτή τῆς Παναγίας. Αὐτό, ἄλλωστε, φανερώνει καί τό γεγονός ὅτι ἀπό τούς 8000 περίπου ἐνοριακούς ναούς ποὺ ὑπάρχουν στή Χώρα μας, οἱ 2000 εἶναι ἀφιερωμένοι στήν Παναγία. Γεννᾶται ὅμως τό ἐρώτημα, γιατί ἑορτάζαμε μέ τόση χαρά, ἐνῶ τό γεγονός στό ὁποῖο ἀναφέρεται ἡ σημερινή ἡμέρα δέν εἶναι χαρμόσυνο, ἀλλά λυπηρό, ὅπως εἶναι ὁ θάνατος τῆς Παναγίας;

α. Ὁ θάνατος-κοίμηση: Τό γεγονός στό ὁποῖο ἀναφέρεται ἡ σημερινή μέρα, εἶναι ὄντως ὁ θάνατος τῆς Παναγίας. Διότι ἦλθε ἡ ὥρα τοῦ θανάτου καί γιά τήν Παναγία. Τόσο ἡ ὑμνογραφία τῆς Ἐκκλησίας μας ὅσο καί ἡ εἰκονογραφία της παρουσιάζουν μέ ζωηρά χρώματα τό γεγονός αὐτό. Οἱ Ἀπόστολοι, ἐνῶ ἦσαν διασκορπισμένοι στά πέρατα τῆς γῆς, μέ εἰδικό θαῦμα, συγκεντρώνονται στό σπίτι τῆς Παναγίας στή Γεθσημανῆ καί κηδεύουν τό πανάχραντο καί πανάγιο σῶμα της.

Ἄλλ' ἐνῶ πρόκειται περί τοῦ θανάτου τῆς Παναγίας, ἡ σημερινή ἑορτή δέν λέγεται «ὁ θάνατος» τῆς Θεοτόκου ἀλλά ἡ «κοίμηση τῆς Θεοτόκου»! Γιατί; Διότι ὁ θάνατος, μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία εἶδε καί ἡ Θεοτόκος, δέν ἦταν πλέον παρά ἕνας ὕπνος, μία προσωρινή κοίμηση. Ἀπό τήν ἐποχή, μάλιστα, ἐκείνη, οἱ χριστιανοί ποὺ πεθαίνουν δέν λέγονται «νεκροί», ἀλλά «κεκοιμημένοι» καί οἱ χῶροι ὅπου τούς ἐνταφιάζουν δέν λέγονται πιά νεκροταφεῖα, ἀλλά «κοιμητήρια»!

β. Μετάσταση-ἀνάσταση:
Ἀφοῦ οἱ Ἀπόστολοι κήδευσαν καί ἐνταφίασαν τό ἱερό σκήνωμα τῆς Θεοτόκου, ὑστέρα ἀπό τρεῖς μέρες, κατά τήν παράδοση, χρειάσθηκε νά ἀνοίξουν τόν τάφο. Καί ὦ τοῦ θαύματος! Τό σῶμα τῆς Παναγίας ἔλειπε. Τό πράγμα ἦταν συνταρακτικό καί ἄρχισε νά ἀπασχολεῖ τήν Ἐκκλησία: «τί ἔγινε τό σῶμα τῆς Παναγίας;» Τήν ἀπάντηση καί πίστη τῆς Ἐκκλησίας τήν διατύπωσε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: Τό σῶμα τῆς Παναγίας, μέ ἐνέργεια τῆς θείας Χάρης «μετέστη» στόν οὐρανό. Μέ ἄλλα λόγια, τό σῶμα τῆς Παναγίας, μέ θεϊκή ἐνέργεια, ἄλλαξε κατάσταση ὑπάρξεως καί πέρασε ἀπό τήν κατάσταση τοῦ θανάτου στήν κατάσταση τῆς ζωῆς. Ἡ «μετάσταση», ἑπομένως, τῆς Παναγίας εἶναι μιὰ πρώτη ἀνάσταση ποὺ ἐνήργησε ὁ Χριστός, τιμώντας ἰδιαίτερα τήν Θεοτόκο καί μητέρα του. Γι’ αὐτό, λοιπόν, χαίρεται ἡ Ἐκκλησία. Διότι στή «μετάσταση» τῆς Παναγίας προγεύεται τήν κοινή ἀνάσταση τῶν ἀνθρώπων. Μέ τόν τρόπον αὐτό, ἡ «μετάσταση» τῆς Θεοτόκου γίνεται τό δεύτερο Πάσχα τῶν Ὀρθοδόξων.

Ἐπίλογος: Ὑπάρχει, ὅμως, καί κάτι ἄλλο, πολύ σημαντικό γιά μᾶς: ἐνῶ ἡ Παναγία «μετέστη» ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό, ἐν τούτοις «τόν κόσμον οὐ κατέλιπε». Ὅπως ὁ Χριστός ὑποσχέθηκε πὼς θά εἶναι κοντά μας «πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντέλειας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη' 20), ἔτσι καί ἡ Παναγία εἶναι κοντά μας, ὅπως ἀποδεικνύουν τά ἄπειρα θαύματά της.


(1975)

Ἐγκώμιον στὴ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός



Τί εἶναι αὐτό τό μυστήριο τό μέγα, πού συντελεῖται γύρω ἀπό τό πρόσωπό σου, ἱερή Μητέρα καί Παρθένε; «Εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξί καί εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας σου». Ὅσο ὑπάρχουν ἄνθρωποι θά σέ μακαρίζουν, γιατί μονάχα Σύ εἶσαι ἄξια γιά μακαρισμό!

Καί νά πού ὅλες οἱ γενιές Σέ μακαρίζουν. Ἐσένα εἶδαν οἱ θυγατέρες τῆς Ἱερουσαλήμ, δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας, καί σέ μακάρισαν οἱ βασίλισσες, δηλαδή οἱ ψυχές τῶν δικαίων, καί θά σέ ὑμνοῦν αἰώνια. Γιατί Σύ εἶσαι ὁ θρόνος ὁ βασιλικός, στόν ὁποῖον παραστέκονται Ἄγγελοι κοιτάζοντας τόν Βασιλέα καί Δημιουργό νά κάθεται ἐπάνω του. Σύ ἔγινες Ἐδέμ νοητή, πιό ἱερή καί πιό θεϊκή ἀπό τήν παλιά. Γιατί σ' ἐκείνη τήν Ἐδέμ ἔμεινε ὁ Ἀδάμ ὁ γήϊνος, ἐνῶ σ' Ἐσένα ὁ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ. Ἐσένα προεικόνισε ἡ κιβωτός, γιατί Σύ γέννησες τόν Χριστό, τή σωτηρία τοῦ κόσμου, πού καταπόντισε τήν ἁμαρτία καί κατασίγασε τά κύματά της.

Ἐσένα προεικόνισε ἡ βάτος. Ἐσένα εἶχαν ἐπιγράψει προφητικῶς οἱ θεοχάρακτες πλάκες. Ἐσένα προζωγράφισε ἡ κιβωτός τοῦ Νόμου κι Ἐσένα εἶχαν φανερά προτυπώσει ἡ στάμνα ἡ χρυσή καί ἡ λυχνία καί ἡ τράπεζα καί ἡ ράβδος τοῦ Ἀαρών πού 'χε βλαστήσει. Ἀπό Σένα προῆλθε ἡ φλόγα τῆς θεότητος, τό μέτρο καί ὁ Λόγος τοῦ Πατρός, τό γλυκύτατο καί οὐράνιο μάννα, τό ὄνομα τό ἀπερίγραπτο καί πάνω ἀπ' ὅλα τά ὀνόματα, τό φῶς τό αἰώνιο καί ἀπρόσιτο, ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς ὁ οὐράνιος, ὁ καρπός πού δέν γεωργήθηκε, ἀλλά βλάστησε ἀπό Σένα μέ σῶμα ἀνθρώπινο.

Ἐσένα δέν προμηνοῦσε τό καμίνι πού ἔβγαζε φωτιά καί ταυτόχρονα δρόσιζε ἀλλά καί ἔκαιγε κι ἦταν ἀντίτυπο τῆς θείας φωτιᾶς πού μέσα Σου κατοίκησε; Παρά λίγο ὅμως θά ξεχνοῦσα τή σκάλα τοῦ Ἰακώβ. Τί δηλαδή; Δέν εἶναι φανερό σέ ὅλους ὅτι Ἐσένα προεικόνιζε κι ἦταν προτύπωσή Σου; Ὅπως ὁ Ἰακώβ εἶχε δεῖ τίς ἄκρες τῆς σκάλας νά ἑνώνουν τόν οὐρανό μέ τή γῆ καί νά ἀνεβοκατεβαίνουν σ' αὐτήν ἄγγελοι, ἔτσι κι Ἐσύ ἕνωσες αὐτά πού ἦσαν πρίν χωρισμένα, ἀφοῦ μπῆκες στή μέση Θεοῦ καί ἀνθρώπων κι ἔγινες σκάλα, γιά νά κατεβεῖ σ' ἐμᾶς ὁ Θεός, πού πῆρε τό ἀδύναμο προζύμι μας καί τό ἕνωσε μέ τόν ἑαυτό Του κι ἔκανε τόν ἀνθρώπινο νοῦ νά βλέπει τόν Θεό.

Ποῦ θά ἀποδώσουμε ἀκόμη τά κηρύγματα τῶν Προφητῶν; Σ' Ἐσένα, ἄν θέλουμε νά δείξουμε ὅτι εἶναι ἀληθινά! Γιατί, ποιό εἶναι τό Δαυϊτικό μαλλί τοῦ προβάτου πού πάνω του ἔπεσε σάν βροχή ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι συνάναρχος μέ τόν Πατέρα; Δέν εἶσαι Σύ ὁλοφάνερα; Ποιά εἶναι ἐπίσης ἡ παρθένος πού ὁ Ἠσαΐας προορατικῶς προφήτευσε ὅτι θά συλλάβει καί θά γεννήσει Υἱόν, δηλ. τόν Θεό πού εἶναι μαζί μας; Καί ποιό εἶναι τό βουνό τοῦ Δανιήλ, ἀπό τό ὁποῖο κόπηκε πέτρα, ἀγκωνάρι, χωρίς νά ὑποκύψει σέ ἀνθρώπινο ἐργαλεῖο; Ἄς ἔρθει ὁ Ἱεζεκιήλ ὁ θεϊκότατος κι ἄς δείξει τήν κλειστή πύλη πού πέρασε ἀπό μέσα της μόνο ὁ Κύριος καί παραμένει κλειστή.

Ἐσένα, λοιπόν, κηρύττουν οἱ Προφῆτες. Ἐσένα διακονοῦν οἱ Ἄγγελοι καί ὑπηρετοῦν οἱ Ἀπόστολοι. Ἐσένα σήμερα, καθώς ἀναχωροῦσες πρός τόν Υἱό Σου, περιτριγύριζαν ψυχές Δικαίων καί Πατριαρχῶν καί τό ἄπειρο πλῆθος τῶν θεοφόρων Πατέρων, πού συγκεντρώθηκαν ἀπό τά πέρατα τῆς γῆς, σάν μέσα σέ σύννεφο, ψάλλοντας ὕμνους ἱερούς σ' Ἐσένα, τήν πηγή τοῦ ζωαρχικοῦ σώματος τοῦ Κυρίου, πλημμυρισμένοι ἀπό τά θεία συναισθήματα.

Ὦ, πῶς ἡ πηγή τῆς ζωῆς μεταφέρεται πρός τήν ζωή διά μέσου τοῦ θανάτου! Πῶς νά ὀνομάσουμε τό μυστήριο τοῦτο πού σχετίζεται μ' Ἐσένα; Θάνατο; Μά, ἄν καί ἡ πανίερη και μακαρία ψυχή Σου χωρίζεται ἀπό τό ἀμίαντο σῶμα Σου καί αὐτό τό σῶμα Σου παραδίδεται στήν ταφή, ὅμως δέν παραμένει στό θάνατο κι οὔτε διαλύεται ἀπό τή φθορά. Ὅπως ὁ ἥλιος, ὁ ὁλόλαμπρος καί πάντα φωτεινός, ὅταν σκεπαστεῖ γιά λίγο ἀπό τό σῶμα τῆς σελήνης, φαίνεται σάν νά χάνεται καί τό σκοτάδι νά παίρνει τή θέση τῆς λάμψης του, μά αὐτός δέν χάνει τό φῶς του, ἀλλά ἔχει μέσα του τήν πηγή τοῦ φωτός. Ἔτσι κι Ἐσύ, ἄν καί καλύπτεσαι σωματικά ἀπό τόν θάνατο γιά κάποιο χρονικό διάστημα, ἐντούτοις ἀναβλύζεις πλούσια, καθαρά κι ἀτελείωτα τά νάματα τοῦ θείου φωτός καί τῆς ἀθάνατης ζωῆς, ποταμούς χάριτος καί πηγές ἰαμάτων.

Ἐσύ ἄνθισες σάν δένδρο γλυκύτατο κι εἶναι ὁ καρπός Σου εὐλογία στό στόμα τῶν πιστῶν! Γι' αὐτό καί δέν θά ὀνομάσω θάνατο τήν ἱερή μετάστασή Σου, ἀλλά κοίμηση ἤ ἀποδημία ἤ ἐνδημία, γιά νά ἐκφρασθῶ καλύτερα, ἀφοῦ, φεύγοντας ἀπό τήν κατοικία τοῦ σώματος, πηγαίνεις νά κατοικήσεις στά καλύτερα, στά δεξιά τοῦ θρόνου τοῦ Υἱοῦ Σου.

Ἄγγελοι μαζί μέ Ἀρχαγγέλους Σέ μεταφέρουν ἀπό τή γῆ στούς οὐρανούς. Καθώς περνᾶς εὐλογεῖται ὁ ἀέρας καί ὁ αἰθέρας καθαγιάζεται. Χαίροντας ὑποδέχεται ὁ οὐρανός τήν ψυχή Σου. Σέ προϋπαντοῦν οἱ οὐράνιες δυνάμεις μέ ὕμνους ἱερούς καί τελετή χαρμόσυνη: «τίς αὕτη ἡ ἀναβαίνουσα λελευκανθισμένη, ἐγκύπτουσα ὡσεί ὄρθρος;». Εἶσαι ὡραία, λένε οἱ οὐράνιες δυνάμεις, σάν τό φεγγάρι, κι ὅλα τά Χερουβείμ ἐκπλήσσονται καί τά Σεραφείμ Σέ δοξάζουν, Ἐσένα πού δέν ἀνέβηκες μονάχα ὡς τόν οὐρανό, σάν τόν προφήτη Ἠλία, οὔτε μονάχα μέχρι τόν τρίτο οὐρανό, σάν τόν ἀπόστολο Παῦλο, ἀλλά ἔφτασες μέχρις αὐτόν τόν θρόνο τοῦ Υἱοῦ Σου καί στέκεις κοντά Του μέ πολλή κι ἀνείπωτη παρρησία.

Ἔγινες λοιπόν εὐλογία γιά ὅλον τόν κόσμο, ἁγιασμός γιά τό σύμπαν, ἄνεση γιά τούς κουρασμένους, παρηγοριά γιά τούς πενθοῦντες, θεραπεία γιά τούς ἀρρώστους, λιμάνι γιά τούς θαλασσοδαρμένους, συγχώρηση γιά τούς ἁμαρτωλούς, παρηγοριά γιά τούς λυπημένους, πρόθυμη βοήθεια γιά ὅλους πού σέ ἐπικαλοῦνται, ἀρχή καί μέση καί τέλος ὅλων τῶν ἀγαθῶν πού ξεπερνοῦν τόν νοῦν μας.

Πῶς ὑποδέχθηκε ὁ οὐρανός Αὐτήν πού ἔγινε πλατύτερη ἀπ' αὐτόν; Καί πῶς ὁ τάφος δέχθηκε Αὐτήν πού δέχθηκε μέσα Της τόν Θεό; Ὦ, μνῆμα ἱερό καί θαυμαστό καί σεβάσμιο καί προσκυνητό, πού καί τώρα τό περιποιοῦνται Ἄγγελοι, παρευρισκόμενοι μέ πολύν σεβασμό καί φόβο, καί ἄνθρωποι πού ἔρχονται σ' αὐτό μέ πίστη, τιμώντας το, προσκυνώντας το, φιλώντας το μέ μάτια καί χείλια καί μέ πόθο ψυχῆς, ἀντλώντας πλοῦτο ἀγαθῶν.

Ἐμπρός, λοιπόν, ἄς ταξιδέψουμε νοερά μακριά ἀπ' τή ζωή αὐτή μαζί μέ τήν Παρθένο πού φεύγει ἀπ' τή γῆ αὐτή. Ἐλᾶτε ὅλοι μέ πόθο καρδιακό, ἄς κατεβοῦμε στόν τάφο μαζί μέ τήν Παρθένο πού κατέρχεται σ' αὐτόν. Ἄς παρασταθοῦμε ὁλόγυρα στό ἱερότατο κρεβάτι της. Ἄς ψάλλουμε ὕμνους ἱερούς, τέτοια περίπου λέγοντας μελωδικά ᾅσματα:«Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ. Χαῖρε ἀμνάς πού γέννησες τόν Ἀμνό τοῦ Θεοῦ. Χαῖρε Σύ πού εἶσαι πάνω ἀπό τίς ἀγγελικές δυνάμεις. Χαῖρε ἡ δούλη καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν

Οδοιπορικό σε μια ''διαμελισμένη'' Θεοτόκο που αναζητά τα κομμάτια της


Συλημένος και αλειτούργητος παραμένει εδώ και 37 χρόνια στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου ο ναός της Παναγίας της Κανακαριάς με τα απαράμιλλης τέχνης εντοίχια ψηφιδωτά, τα οποία αποτοιχίστηκαν μεταξύ 1978-1979 από τον Τούρκο αρχαιοκάπηλο Αϊντίν Ντικμέν, μεταφέρθηκαν στη Γερμανία και πολλά τμήματα τους πουλήθηκαν σε εμπόρους τέχνης.
Ο ναός της Παναγίας Κανακαριάς, που βρίσκεται στο χωριό Λιθράγκωμη της Καρπασίας, είναι από τις πιο κραυγαλέες περιπτώσεις σύλησης της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού.
Για την ονομασία Κανακαριά υπάρχουν τρεις εκδοχές. Η λαϊκή παράδοση αναφέρει ότι ένας Σαρακινός χτύπησε με βέλος, ή με μαχαίρι, το γόνατο της Παναγίας στην εικόνα, που βρισκόταν στον τοίχο έξω από την εκκλησία.
Αμέσως έτρεξε αίμα. Αλλά το αιχμηρό αντικείμενο επέστρεψε σ' εκείνον και καρφώθηκε στο χέρι του. Στην προσπάθειά του να θεραπεύσει την πληγή, έσπευσε στο διπλανό χωριό, φωνάζοντας «καν, καν» («αίματα, αίματα»). Ο Σαρακινός πέθανε στο δρόμο κι από τότε η Παναγία ονομάστηκε Κανακαναριά.
Κατά άλλον θρύλο, η Παναγία ονομάστηκε έτσι επειδή χτίστηκε από έναν κανακάρη, δηλαδή ένα μοναχοπαίδι.
Η τρίτη εκδοχή προέρχεται από το ψηφιδωτό της βρεφοκρατούσας Παναγίας, η οποία «κανακεύει» τον γιο της κρατώντας τον στα γόνατά της.
Ο ναός της Παναγίας Κανακαριάς, στην πρώτη του μορφή ήταν μοναστηριακός, σπάνιο δείγμα της τέχνης του 6ου μ.Χ. αιώνα. Ανήκει στον τύπο της βασιλικής με τρούλο και, σύμφωνα με τους βυζαντινολόγους, η κεντρική αψίδα του είναι το μόνο τμήμα, που σώζεται από την ξυλόστεγη βασιλική του 5ου αιώνα. Η βασιλική αυτή καταστάφηκε τον 7ο αιώνα κατά τη διάρκεια των αραβικών επιδρομών.
Ο ναός ξανακτίστηκε πρώτα ως ξυλόστεγος και έπειτα ως καμαροσκεπής. Σε μεταγενέστερο στάδιο, σύμφωνα με το Τμήμα Αρχαιοτήτων της Κύπρου, προστέθηκε στο κτίσμα ασπιδόμορφος τρούλος πάνω από το ιερό βήμα και κατά τον 12ο αι. προστέθηκε τρούλος στο κεντρικό κλίτος.
Η κεντρική αψίδα του ναού, που χρονολογείται στη Μέση Βυζαντινή περίοδο, ήταν διακοσμημένη με ψηφιδωτά από τον 6ο αι μ.Χ. και αποτελούν πολύ σημαντικά έργα τέχνης και από τα λιγοστά εναπομείναντα πρωτοχριστιανικά ψηφιδωτά παγκοσμίως. Σε αυτά εικονίζεται η Θεοτόκος ένθρονη περιβαλλόμενη από «φωτεινή δόξα», στοιχείο το οποίο συνήθως περιβάλλει τον Χριστό στις σκηνές της Μεταμόρφωσης και της Ανάληψης.
Η Θεοτόκος κρατά στα γόνατα της τον Χριστό. Τη δόξα πλαισίωναν δύο φοινικόδεντρα και δύο αρχάγγελοι με σκήπτρο. Την παράσταση περιέβαλλε πλατιά ζώνη με γεωμετρικό και φυτικό διάκοσμο και με δεκατρία μετάλλια, όπου εικονίζονταν στηθαίοι ο Χριστός ή σταυρός και οι δώδεκα απόστολοι.
Εκτός από τα ψηφιδωτά, στον ναό υπήρχαν τοιχογραφίες του 12ου, του 14ου αιώνα και του 16ου. Η μόνη που διασώθηκε, αλλά «τραυματισμένη», είναι η τοιχογραφία της Παναγίας Κανακαρίας στο τυφλό τόξο πάνω από τη νότια είσοδο, που μπορεί να χρονολογηθεί στην τελευταία εποχή.
Όταν το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου πληροφορήθηκε τη σύληση του ναού κατήγγειλε το γεγονός στην UNESCO, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στο Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM), στο Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Χώρων (ICOMOS) και στη Europa Nostra, αλλά και σε καθηγητές Βυζαντινής τέχνης παγκοσμίως.

ΜΕΤΟΧΙ ΓΕΘΣΗΜΑΝΗ - ΤΑΦΟΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

Λάμπρος Σκόντζος, «Εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες Θεοτόκε»

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟ
«Εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες Θεοτόκε»
Του ΛΑΜΠΡΟΥ ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - καθηγητού
Μέσα στην σωματική και πνευματική νωχέλεια του καλοκαιριού η Εκκλησία μας προβάλει, ως μια δροσερή νοητή όαση και πνευματική ανάταση, τη μεγάλη εορτή της Παναγίας μας. Το δεκαπενταύγουστο, ή όπως το ονομάζουν πολλοί «το Πάσχα του καλοκαιριού», αποτελεί έναν σπουδαίο εορτολογικό σταθμό του εκκλησιαστικού ενιαυτού. Η κορυφαία αυτή εορτή είναι για ολόκληρη την Ορθοδοξία και ιδιαίτερα για μας του Έλληνες, που ευλαβούμαστε τη Θεοτόκο κατά τρόπο ξεχωριστό, μια ευκαιρία να εκφράσουμε ολόθυμα την τιμή μας προς το ιερό Της πρόσωπο, κι αυτό διότι η προσωπική και εθνική μας ζωή είναι συνυφασμένη με την υψηλή σκέπη και προστασία της Μεγάλης Μάνας, του κόσμου. Μεγάλα προσκυνηματικά κέντρα της χάρης Της (Τήνος, Πάρος, Βέρμιο, κ.α.) θα γίνουν και φέτος πόλοι έλξης χιλιάδων πιστών... Ακόμα πλήθος άλλων ναών αφιερωμένοι στην σεπτή Της Κοίμηση θα πανηγυρίσουν λαμπρά και θα τιμήσουν όπως πρέπει την έξοδό Της από τον κόσμο και την είσοδό Της στην αιωνιότητα και την ατέρμονη δόξα.

Τα ιερά βιβλία της Καινής Διαθήκης δεν αναφέρουν δυστυχώς τίποτε για την ζωή της Παναγίας μας μετά την Ανάσταση του Κυρίου και την Πεντηκοστή. Την σιωπή αυτή έρχεται να αναπληρώσει η ιερά Παράδοση της Εκκλησίας μας, η οποία, όπως είναι γνωστό, μαζί με την Αγία Γραφή, αποτελεί την πηγή της πίστεώς μας. Η ευσέβεια, ο σεβασμός και αγάπη των πιστών της ιεροσολυμίτικης εκκλησίας προς την Θεοτόκο διέσωσαν ορισμένα στοιχεία της ζωής Της, τα οποία καταγράφηκαν αργότερα στα έργα των Πατέρων και στην υμνολογία της Εκκλησίας μας.

Σύμφωνα με αυτά η Μητέρα του Κυρίου μας μετά την Ανάσταση του Κυρίου παρέμεινε ένα απλό, αλλά επίλεκτο μέλος της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ. Οι απόστολοι, οι ποιμένες και οι πιστοί της Εκκλησίας έτρεφαν απεριόριστη αγάπη και σεβασμό προς Αυτήν. Στους δύσκολους καιρούς του διωγμού των χριστιανών στην Παλαιστίνη (Πράξ.8:1) η Παναγία μας έγινε προφανώς ο μεγάλος παρήγορος αυτών. Πόσα χρόνια έζησε δεν γνωρίζουμε. Πάντως δεν πρέπει να γεύθηκε το επώδυνο γήρας. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός την πήρε γρήγορα κοντά Του, πιθανότατα γύρω στα πενήντα Της χρόνια.

Όταν ήρθε η ώρα, λοιπόν, της εξόδου Της στάλθηκε και πάλι ο αρχάγγελος Γαβριήλ να της αναγγείλει την θέληση του Θεού και Υιού Της. Ενώ προσευχόταν στον οίκο Της στην Ιερουσαλήμ παρουσιάστηκε ο άγγελος και της προσέφερε ένα μικρό κλαδί φοίνικα και της είπε: «Χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία. Σου φέρνω μήνυμα από τον Υιό Σου. Ήρθε η ευλογημένη ώρα να πας κοντά Του και να δοξαστείς όπως Σου ταιριάζει. Ετοιμάσου λοιπόν και σε τρεις ημέρες θα έρθει Εκείνος να πάρει την τίμια και αμόλυντη ψυχή Σου». Μετά από αυτό και αφού συνήλθε από την οπτασία, χάρηκε πολύ και κίνησε βιαστικά να ανέβει στο αγαπημένο Της Όρος των Ελαιών για να προσευχηθεί, εκεί που προσευχήθηκε για τελευταία φορά ο Υιός Της πριν από το πάθος Του. Συνήθιζε να ανεβαίνει συχνάκαι να προσεύχεται εκεί.

Ανηφορίζοντας το μονοπάτι συνέβη το απροσδόκητο: Τα δένδρα και οι θάμνοι του δρόμου έγερναν και την προσκυνούσαν! Η άψυχη και άλογη κτίση, όπως είχε εναντιωθεί την ώρα του σταυρικού πάθους του Κυρίου και Υιού Της, τώρα αποκτά ξανά κρίση και συναίσθημα και προσκυνά την Βασίλισσα του κόσμου! Κατευθύνθηκε στο σημείο εκείνο του κήπου που είχε προσευχηθεί και ο Κύριος. Γονάτισε ταπεινά, ύψωσε τα σεπτά της χέρια και ατένισε τον ουρανό και αφού ευχαρίστησε το Θεό τον παρακάλεσε για την σωτηρία του κόσμου. Καθ’ όλη τη διάρκεια της προσευχής Της ένα ουράνιο φως Την έλουζε. Το τίμιο και άγιο πρόσωπό Της έλαμπε από θεία ενέργεια.

Μετά γοργά γύρισε στον οίκο Της και άρχισε να ετοιμάζει τα απαραίτητα της κηδείας Της. Μάζεψε επίσης τους συγγενείς και πιστούς φίλους και φίλες Της και τους ανακοίνωσε την θέληση του Κυρίου να την καλέσει κοντά Του. Εκείνοι όταν το άκουσαν ξαφνιάστηκαν και άρχισαν να θρηνούν το χωρισμό της Μητέρας του Κυρίου. Εκείνη τους παρηγόρησε λέγοντάς τους πως αυτή είναι η θέληση του Θεού και πως από την θέση Της στον ουρανό θα πρεσβεύει πάντοτε για ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Για παρηγοριά τους δώρισε δύο από τα φορέματά Της, την σκέπη (το μαντίλι της κεφαλής) και την εσθήτα Της, τα οποία αποτέλεσαν κατόπιν από τους πολυτιμότερους θησαυρούς της Εκκλησίας μας!

Την Τρίτη ημέρα μετά την επίσκεψη του αρχαγγέλου, η Κυρία Θεοτόκος αφού ντύθηκε μόνη Της τα νεκρικά Της ενδύματα, κάλεσε και πάλι τους φίλους Της και ξάπλωσε ήρεμα στην κλίνη Της. Τότε συνέβη το εξής θαυμαστό γεγονός: Μια δυνατή βοή ακούστηκε στον σπίτι Της, μια φωτεινή νεφέλη το κάλυψε. Πάραυτα μεταφέρθηκαν σε νεφέλες από τα πέρατα της οικουμένης οι άγιοι Απόστολοι προκειμένου να παραβρεθούν στην έξοδό Της. Κατά τον ίδιο τρόπο μεταφέρθηκε επίσης ο απόστολος Παύλος, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και ο άγιος Ιερόθεος, πρώτος επίσκοπος των Αθηνών, ο άγιος Τιμόθεος και άλλα σημαίνοντα πρόσωπα της Εκκλησίας. Η Κυρία Θεοτόκος, αφού χαιρέτισε και ευλόγησε όλους, παρέδωσε την αγία ψυχή Της στα χέρια του Υιού Της ο Οποίος κατέβηκε από τον ουρανό για να την παραλάβει ο Ίδιος.

Οι συγκεντρωμένοι απόστολοι, οι προεστοί της εκκλησίας των Ιεροσολύμων και ο πιστός λαός άρχισαν να ψάλλουν εξόδιους ύμνους στην Θεομήτορα. Ταυτόχρονα ακούστηκε να συμψάλλει στρατιά αγγέλων από τον ουρανό! Η ουράνια μελωδία ακούστηκε σε ολόκληρη την πόλη. Φόβος και έκσταση κατέλαβε τους κατοίκους της αγίας πόλεως. Μόνο οι σκληρόκαρδοι και φθονεροί Ιουδαίοι δεν συγκινήθηκαν από αυτό το θαυμαστό γεγονός.

Μετά σχηματίσθηκε νεκρική πομπή η οποία κατευθυνόταν στο χωριό Γεθσημανή, όπου θα θάπτονταν το τίμιο σκήνωμά Της. Οι θρήνοι του πιστού λαού, που είχε χάσει την Μάνα του, έσμιγαν με τις ψαλμωδίες των αποστόλων. Στα ιλαρά πρόσωπά τους κυλούσαν δάκρυα λύπης και χαράς.

Πριν φτάσουν στον τόπο της ταφής έφτασαν φανατικοί Ιουδαίοι και θέλησαν να βεβηλώσουν την έξοδο της Μητέρας του Ιησού, τον Οποίο μισούσαν θανάσιμα. Με ύβρεις, απειλές και λοιδορίες προκαλούσαν την σεμνή ομήγυρη. Κάποιος από αυτούς είχε την αναίδεια να πλησιάσει το σεπτό φέρετρο της Θεοτόκου, με σκοπό να ρίξει στο έδαφος το άγιο σκήνωμα. Μόλις τόλμησε να αγγίξει το στολισμένο με μυρωδάτα άνθη νεκροκρέβατο, πάραυτα κόπηκαν και τα δυο του χέρια και έμειναν κολλημένα σε αυτό. Ταυτόχρονα έχασε και το φως του! Τότε κατάλαβε την ασεβέστατη και αισχρότατη πράξη του και με φωνές γοερές δήλωνε την μετάνοιά του και παρακαλούσε την Παναγία να τον λυπηθεί και να τον θεραπεύσει. Και ω του θαύματος, ο άνθρωπος εκείνος θεραπεύτηκε αμέσως! Κατόπιν ομολόγησε την ανομία και την απιστία του και έγινε χριστιανός. Με δάκρυα στα μάτια ακολουθούσε και αυτός την ιερή πομπή. Αντίθετα οι άλλοι σύντροφοί του παρέμειναν ψυχροί και αμετανόητοι μπροστά στο μεγάλο θαύμα της Θεομήτορος!

Εκεί στο ήσυχο χωρίο Γεθσημανή έγινε η κήδευση του άχραντου λειψάνου της Παναγίας μας. Το θεοδόχο σώμα Της, τέθηκε σε περιποιημένο μνημείο, που ετοίμασαν οι Χριστιανοί της αγίας πόλεως. Με λυγμούς και δάκρυα οι άγιοι απόστολοι και οι άλλοι Χριστιανοί σφράγισαν το μνημείο και αποχώρησαν.

Η ευσεβής παράδοση της Εκκλησίας μας αναφέρει πως μετά την ταφή και αφού πέρασαν τρεις ημέρες, έφτασε στην Γεθσημανή αργοπορημένος ο απόστολος Θωμάς από τις μακρινές Ινδίες, όπου έκανε ιεραποστολή. Ζήτησε επίμονα, με δάκρυα στα μάτια και λύπη πολύ, να του ανοίξουν τον τάφο για να δει και να προσκυνήσει για τελευταία φορά το τίμιο σκήνωμα της αγαπημένης Μητέρας του Δασκάλου του. Μπροστά στην επιμονή του οι άλλοι απόστολοι άνοιξαν τον τάφο και, ω του θαύματος, ο τάφος ήταν κενός, ο Κύριος μετέστησε το πάνσεπτο σώμα Της στον ουρανό, ώστε να μην γευτεί την φυσική φθορά. Η αργοπορία το Θωμά χαρακτηρίστηκε από την Εκκλησία ως οικονομία του Θεού, για να γίνει γνωστή η μετάσταση της Κυρίας Θεοτόκου! Ο κενός τάφος Της στην Γεθσημανή αποτελεί μέχρι σήμερα πηγή αγιασμού των μυριάδων πιστών που τον επισκέπτονται κάθε χρόνο και τεκμήριο της μετάστασής Της στον ουρανό

Ο Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός στην Εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου

Ενθρόνιση π. Ευσεβίου, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Αγίας Λαύρας. 13.08.2011

enthronisi_newΣε κατανυκτική ατμόσφαιρα πραγματοποιήθηκε χθες Σάββατο 13 Αυγούστου, η τελετή της Ενθρονίσεως του νεοεκλεγέντος Καθηγουμένου, της ιστορικής Ιεράς Μονής της Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων, Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτη π. Ευσεβίου Σπανού, υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας κ.κ. Αμβροσίου.
Ο Σεβασμιώτατος στον λόγο του, αφού συνεχάρη τον νέο Καθηγούμενο, τόνισε ότι η ηθική κρίση που διέρχεται η σημερινή κοινωνία είναι αποτέλεσμα της αποβολής του Θεού από την ζωή μας, γι' αυτό πολλοί άνθρωποι οδηγούνται στην απόγνωση και στην απελπισία.
Ως εκ τούτου μη έχοντας άλλο στήριγμα ζωής πολλοί είναι εκείνοι που στέφονται στην Εκκλησία και ιδίως στα Μοναστήρια, τα οποία θεωρούν ως πνευματικά θεραπευτήρια, για να βρουν την ελπίδα, την παρηγοριά, την ηρεμία την χαρά της ζωής τους και την σωτηρία της ψυχής τους κοντά στον Χριστό.
Γι' αυτό προέτρεψε πατρικά τον νέο Καθηγούμενο και τους πατέρες να εργασθούν με αυταπάρνηση στον πνευματικό στίβο και να στηρίξουν πνευματικά τον κάθε άνθρωπο που θα έρθει κοντά τους.
Να ζουν την μοναστική τους ζωή με πνεύμα αγάπης, αλληλοκατανόησης, αμοιβαίας συνεργασίας και όλη τους η ζωή να είναι η φανέρωση της πνευματικής εν Χριστώ και κατά Χριστόν ζωής.
Ο νέος Καθηγούμενος ευχαρίστησε τον Σεβασμιώτατο, τους παρευρισκομένους Πατέρες τους γονείς του και όλους τους πιστούς για την αγάπη με την οποία περιέβαλαν και εξακολουθούν να περιβάλλουν την Αδελφότητα, εξαιτούμενος τις προσευχές όλων για την πνευματική πρόοδο της Αδελφότητας.
Παρευρέθηκαν, ευχήθηκαν και τίμησαν με την παρουσία τους πολλοί Καθηγούμενοι Ιερών Μονών, κληρικοί της Μητροπόλεως Πατρών και της οικείας Μητροπόλεως καθώς και πλήθος πιστών και πνευματικών τέκνων του π. Ευσεβίου.

Η ΣΚΛΗΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ & ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

undefined
Η οικονομική κρίση την οποία βιώνουμε έφερε και πάλι το προσκήνιο την σκληρότητα της ζωής. Είναι κατάσταση την οποία ο κάθε άνθρωπος βιώνει, από τη στιγμή που γεννιέται (ο τοκετός είναι ο χωρισμός του παιδιού από την μητέρα του) μέχρι και τη στιγμή που φεύγει από αυτόν τον κόσμο (ο θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα, αλλά και ο χωρισμός του ανθρώπου από όλους τους συνανθρώπους του και τη ζωή όπως μέχρι τότε ο άνθρωπος τη γνωρίζει). Με τον ιδρώτα του προσώπου μας βγάζουμε τον «επιούσιο άρτο μας», με «ωδίνες» γεννούμε τα παιδιά μας, σταυρός είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, λιγότερες είναι οι χαρές από τις λύπες. Ακόμη και η όποια ηδονή την οποία γεύεται ο άνθρωπος είναι συνδεδεμένη με την οδύνη. Συνήθως, την ύπαρξή μας ταλανίζει ένα ερώτημα: «γιατί» αυτή η σκληρότητα; Με ποιο τρόπο μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε;
Στον προβληματισμό και τα ερωτήματα για την σκληρότητα της ζωής η Εκκλησία φέρνει ενώπιόν μας ένα πρόσωπο: αυτό της Υπεραγίας Θεοτόκου. Δεν μιλά για ιδέες, ούτε για ψευτοφάρμακα, ούτε για υποκατάστατα που θα μας κάνουν να ξεγελαστούμε ότι δεν υπάρχει σκληρότητα και πόνος στη ζωή. Δεν λειτουργεί δηλαδή προσπαθώντας να ξεγελάσει τον άνθρωπο, υποσχόμενη παραδείσους σε όποιον πιστεύει στο Θεό. Άλλωστε, ο ίδιος ο Χριστός το επεσήμανε: «στενή η πύλη και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν» (Ματθ. 7, 14). Και αυτή η στενότητα και η θλίψη δεν πηγάζουν από το Θεό, αλλά από την εμπαθή κατάσταση του κόσμου λόγω της αμαρτίας, από τον χρόνο και την φύση που εκ των πραγμάτων συνδέονται με τη φθορά, από τον εαυτό μας που δεν μπορεί να βρει εύκολα τον αληθινό προσανατολισμό του, όντας εγωκεντρικός, από την ιδέα ότι σκοπός της ζωής είναι μόνο η ηδονή και η με κάθε τρόπο επιδίωξή της, αλλά και από το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της κοινωνίας με τους άλλους ανθρώπους που κι εκείνοι έτσι σκέπτονται, με γνώμονα την προσωπική τους ηδονή. Γι’ αυτό και ο άνθρωπος που πιστεύει στο Θεό καλείται να νικήσει την σκληρότητα της ζωής, να μην αποκαρδιωθεί ούτε από τα σφάλματα και τις αμαρτίες του, ούτε από τις δοκιμασίες τις οποίες βιώνει. Στην παράδοση της Εκκλησίας μας υπάρχει ρεαλισμός. Η όποια βοήθεια δεν είναι στερεωμένη σε ψεύτικες υποσχέσεις, αλλά στην νέα πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσης, όταν μπορεί να κοινωνήσει εν προσώπω με το Θεό.
Σε έναν από τους ωραιότερους ύμνους της περιόδου του Δεκαπενταυγούστου η Εκκλησία μας ψάλλει προς την Υπεραγία Θεοτόκο: «Ο γλυκασμός των Αγγέλων, των θλιβομένων η χαρά, χριστιανών η προστάτις, Παρθένε μήτηρ Κυρίου, αντιλαβού μου και ρύσαι των αιωνίων βασάνων». Με τα λόγια αυτά μάς δείχνει ποια ακριβώς είναι η Υπεραγία Θεοτόκος και γιατί μπορεί να μας βοηθήσει, καθώς και με ποιο τρόπο, να αντιμετωπίσουμε την σκληρότητα της ζωής.
Η Παναγία είναι ο γλυκασμός των Αγγέλων. Η λέξη σημαίνει την αγαλλίαση, δηλαδή την υπερβολική χαρά που δίνει πληρότητα, η οποία πηγάζει από την ίδια τη φύση του προσώπου ή του αντικειμένου που προκαλεί την αγαλλίαση. Είναι γλυκεία η Παναγία και προκαλεί γλυκύτητα και αγαλλίαση στους Αγγέλους. Η φράση αυτή μας καλεί να στρέψουμε την προσοχή μας πρώτον στο πρόσωπο και δεύτερον στο με ποιους κοινωνεί. Είναι γλυκεία η Παναγία γιατί η ίδια υπήρξε η Κεχαριτωμένη. Αυτή η οποία επέλεξε την αρετή ως περιεχόμενο της ζωής της και της ύπαρξής της. Και αρετή σημαίνει όχι απλώς η εμφάνιση προς τα έξω, με γνώμονα την συμπεριφορά, κάποιων θετικών στοιχείων που επιτρέπουν την κοινωνία με τους άλλους (π.χ. καλοσύνη, χαρά, ευγένεια), αλλά η παρουσία εντός του ανθρώπου της αλήθειας. Ενάρετος είναι ο άνθρωπος που ό,τι είναι εντός του, το φανερώνει και στη σχέση του με τους εκτός. Ο ενάρετος δεν μπορεί να είναι υποκριτής. Δεν τηρεί τους νόμους λόγω του φόβου, ενώ στην ιδιωτική του ζωή επαναστατεί και τους καταπατεί. Η Παναγία ό,τι ήταν εντός της, το φανέρωνε στους ανθρώπους. Γι’ αυτό η αρετή της ήταν αληθινή.
Αυτό το βλέπουμε να τονίζεται στα Ευαγγέλια σε κάθε αναφορά στο πρόσωπό της. Στον διάλογο με τον αρχάγγελο Γαβριήλ την στιγμή του Ευαγγελισμού, δεν φουσκώνει από υπερηφάνεια για την επιλογή του Θεού να κατοικήσει εντός της. Διατυπώνει τους προβληματισμούς της στον αρχάγγελο, λαμβάνει απαντήσεις που ήταν αδύνατον να καταλάβει στην πληρότητά τους, αλλά αποδέχεται το θέλημα του Θεού. Στην επίσκεψή της στην Ελισάβετ, μετά τον μακαρισμό που δέχεται από αυτήν, η απάντησή της είναι «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον... ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού» (Λουκ. 1, 46-48). Γνωρίζει ότι κάθε τι που της συμβαίνει δεν είναι κατόρθωμά της, αλλά η βίωση από την ίδια των μεγαλείων του Δυνατού Θεού και αυτό είναι τελικά η χαρά της. Στο θαύμα της Γέννησης εν ταπεινώσει θα κρατήσει στην καρδιά της όλα όσα θα δει και θα πορευθεί εν σιωπή και θαυμασμώ για τον Υιό του Θεού που κυοφόρησε, γέννησε και ανέθρεψε. Το ίδιο θα κάνει ακούγοντας το χαιρετισμό του Συμεών και τον λόγο του περί της «ρομφαίας» του πόνου, που έμελλε να διαπεράσει την καρδιά της. Θα αποδεχθεί εν ταπεινώσει την επιτίμηση από τον δωδεκάχρονο υιό της στο ναό των Ιεροσολύμων, ενώ θα προτρέψει τους υπηρέτες στην Κανά να κάνουν υπακοή σε ό,τι Εκείνος τους ζητήσει, παρότι και πάλι θα γευθεί την επιτίμησή του. Θα ακούσει τον Υιό της να λέει ότι «μητέρα μου και αδέλφια μου είναι όσοι κάνουν υπακοή στο θέλημα του Θεού» (Λουκ. 8,18) και θα αποδεχθεί ότι η μητρότητα δεν μπορεί να εγκλωβίσει τον Θεάνθρωπο σε μία κλειστή σχέση, αλλά ότι έκανε αυτό που έπρεπε για το παιδί της, όμως το χρέος της ήταν να το αφήσει ελεύθερο. Θα τον συνοδεύσει στο Σταυρό, πονώντας σιωπηλά. Θα Τον ακούσει να της λέει ότι άλλος θα είναι ο υιός της (ο Ιωάννης) από κει και πέρα. Θα τον κηδεύσει, αλλά και θα τον επισκεφθεί στο μνήμα, θα Τον συναντήσει αναστημένο και θα ζήσει την μεγαλύτερη χαρά που μια Μάνα μπορεί να ζήσει μετά από έναν τέτοιο πόνο, θα είναι μαζί Του στην Ανάληψη, αλλά και με την πρώτη Εκκλησία στην Πεντηκοστή, συνεχίζοντας το έργο που Εκείνος έφερε στον κόσμο. Και θα Τον συναντήσει, ψυχή τε και σώματι στην Κοίμηση και την Μετάστασή της, νικώντας κοντά Του τον θάνατο.
Και μόνο η περιγραφή των αρετών της Παναγίας την καθιστούν γλυκεία εντός της. Κεχαριτωμένη, ταπεινή, άνθρωπος που σκέπτεται, αλλά δεν αφήνει τον λογισμό του να νικήσει την εμπιστοσύνη στο Θεό, αφοσιωμένη στο παιδί της, χωρίς όμως να του στερεί την ελευθερία, άνθρωπος πράος και ταυτόχρονα με επίγνωση πως ό,τι είναι δεν είναι κατόρθωμά της, αλλά βίωση των μεγαλείων του Θεού, αφοσιωμένη στον Θεάνθρωπο μέχρι το τέλος, ύπαρξη σιωπώσα, αυτή που ζει τον πόνο στα άκρα του, αλλά και τη χαρά της Ανάστασης και μέλος της Εκκλησίας, όπως όλοι. Αυτή η εσωτερική, αγιοπνευματική κατάσταση, καθιστά την Παναγία γλυκασμό και για τους Αγγέλους. Γιατί οι Άγγελοι βλέπουν στο πρόσωπό της, στο πρόσωπο ενός ανθρώπου, μία ύπαρξη που έφτασε στην δική τους κατάσταση και την ξεπέρασε. Διότι δεν είναι μόνο η αρετή ή η διακονία του Θεού που έχουν οι Άγγελοι το χαρακτηριστικό της Παναγίας. Κυρίως είναι ο αγιασμός της, όχι απλώς μέσω της επικοινωνίας η της συνάντησης με το Θεό, αλλά χάρις στην παρουσία του Θεού εντός της, που σημαδεύει και νοηματοδοτεί την ύπαρξή της, κατάσταση που ούτε οι Άγγελοι μπορούν να βιώσουν στην πληρότητά της.
Προβάλλοντας την Υπεραγία Θεοτόκο ως τον γλυκασμό των Αγγέλων, η Εκκλησία την φέρνει στη συνέχεια ανάμεσά μας. Τη χαρακτηρίζει «χαρά των θλιβομένων». Μόνο κάποιος που έχει γευθεί την σκληρότητα της ζωής μπορεί να καταλάβει όσους θλίβονται εξαιτίας της. Μόνο η Μάνα που έχει χάσει το παιδί της μπορεί να καταλάβει τις μάνες αυτού του κόσμου που υποφέρουν για τις δοκιμασίες και την απώλεια των παιδιών τους. Μόνο Εκείνη που νιώθει την αγωνία της απόρριψης των πολλών λόγω μιας εγκυμοσύνης, η οποία ήταν ακατανόητη για το περιβάλλον της, μπορεί να καταλάβει πώς αισθάνεται κάποιος που απορρίπτεται από τους συνανθρώπους του, για οποιονδήποτε λόγο. Μόνο Εκείνη που μεγάλωσε ένα παιδί έχοντας την δύναμη και την γενναιότητα να το αφήσει ελεύθερο, μπορεί να καταλάβει τον πόνο των γονέων που, αφού έκαναν ό,τι μπορούσαν για να δώσουν στα παιδιά τους ό,τι αγαθό, παίρνουν την γενναία απόφαση να τα αφήσουν ελεύθερα, ακόμη και μέσα στις δοκιμασίες, γνωρίζοντας πως δεν μπορείς να πετύχεις τίποτα αν δεν σεβαστείς το σπουδαιότερο δώρο που έδωσε ο Θεός στον άνθρωπο, την ελευθερία. Μόνο Εκείνη που έζησε την Ανάσταση, μπορεί τελικά να δώσει την παρηγοριά σε όσους θλίβονται για τους σταυρούς της ζωής και να τους βοηθήσει να αντέξουν, τόσο προσωπικά, όσο και συλλογικά. Μόνο Εκείνη που νίκησε τελικά και για τον ίδιο τον εαυτό της τον θάνατο, χάρις στην σχέση της με τον Υιό και Θεό της, μπορεί να γίνει ο οδοδείκτης για να ξεπεράσει ο καθένας από εμάς τον φόβο κάθε θανάτου είτε βιολογικού είτε πνευματικού είτε κοινωνικού, εξαιτίας της απώλειας της αγάπης.
Είναι ο γλυκασμός των Αγγέλων και η χαρά των θλιβομένων η Υπεραγία Θεοτόκος. Καθώς μάλιστα ζούμε σήμερα σ’ αυτήν την εποχή της μεγάλης κρίσης και αισθανόμαστε την αγωνία και την απελπισία τόσο σε προσωπικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο, η Εκκλησία τολμά να μας υπενθυμίσει, γιορτάζει δηλαδή το Πρόσωπο της Παναγίας μας. Αυτήν που ο λαός μας, από την παράδοσή του, είχε μάθει να επικαλείται σε κάθε δύσκολη στιγμή του και να παίρνει δύναμη και θάρρος. Προσπαθούμε να πολεμήσουμε την κρίση με υλικά και οικονομικά όπλα, με μέτρα, με διαπραγματεύσεις, με εξάρτηση από αλλότριες δυνάμεις. Ίσως δεν υπάρχει και άλλος τρόπος κατά κόσμον. Έχουμε όμως αφήσει στην άκρη το πνευματικό μας όπλο. Στραφήκαμε στα υλικά αγαθά και σε έναν τρόπο ζωής, ο οποίος υποσχόταν ηδονή. Διαπιστώσαμε πικρά πόσο έξω πέσαμε στους υπολογισμούς μας και πόσο σκληρή είναι η πραγματικότητα. Ας επανέλθουμε λοιπόν στον τρόπο της σχέσης μας με την Παναγία.
Ας διδαχθούμε από την γνησιότητα και την αλήθεια που αποτύπωσε η αρετή της τόσο εντός της όσο και στους ανθρώπους και στον κόσμο, ας αλλάξουμε εν μετανοία νοοτροπία εμπιστευόμενοι το Θεό και θέτοντας άλλες προτεραιότητες στη ζωή μας και ας την επικαλούμαστε με πολλή προσευχή και ελπίδα για να λάβουμε την χαρά εκείνη που θα μας βοηθήσει να υπερβούμε την θλίψη , αλλά και να διέλθουμε την στενή οδό, όντας βέβαιοι για την τελική απόληξη και της δικής μας ζωής, που δεν είναι άλλη από την Ανάσταση. Κι Εκείνη, ως «προστάτις των χριστιανών», θα μας συμπαρασταθεί, δίδοντάς μας δύναμη στην σκληρότητα αυτής της ζωής, και θα μας απαλλάξει από τα αιώνια βάσανα που συνεπάγεται η ζωή χωρίς Θεό.
πηγή ΒΗΜΑΤΑ

Η Κοίμηση της Θεοτόκου. (Φώτης Κόντογλου)



«Ως εμψύχω Θεού κιβωτώ ψαυέτω μηδαμώς χειρ αμυήτων. χείλη δε πιστών τη Θεοτόκω ασιγήτως φωνήν του αγγέλου αναμέλποντα, εν αγαλλιάσει βοάτω: Όντως ανωτέρα πάντων υπάρχεις, Παρθένε αγνή».
«Εσένα που είσαι ζωντανή κιβωτός του Θεού, ας μη σε αγγίζει ολότελα χέρι άπιστο, αλλά χείλια πιστά ας ψάλλουνε δίχως να σωπάσουνε τη φωνή του αγγέλου (ο υμνωδός θέλει να πει τη φωνή του αρχαγγέλου Γαβριήλ, που είπε «ευλογημένη συ εν γυναιξί») κι ας κράζουνε: «Αληθινά, είσαι ανώτερη απ’ όλα Παρθένε αγνή».

Αλλοίμονο! Αμύητοι, άπιστοι, ακατάνυχτοι, είμαστε οι πιο πολλοί σήμερα, τώρα που έπρεπε να προσπέσουμε με δάκρυα καυτερά στην Παναγία και να πούμε μαζί με το Θεόδωρο Δούκα το Λάσκαρη, που σύνθεσε με συντριμμένη καρδιά τον παρακλητικό κανόνα: «Εκύκλωσαν αι του βίου με ζάλαι ώσπερ μέλισσαι κηρίον, Παρθένε». «Σαν τα μελίσσια που τριγυρίζουνε γύρω στην κερήθρα, έτσι κ’ εμένα με ζώσανε οι ζαλάδες της ζωής και πέσανε απάνω στην καρδιά μου και την κατατρυπάνε με τις φαρμακερές σαγίτες τους.
Άμποτε, Παναγιά μου, να σε βρω βοηθό, να με γλυτώσεις από τα βάσανα». Μα ποιός από μας γυρεύει βοήθεια από την Παναγία, από τον Χριστό κι’ από τους αγίους; Γυρεύουμε βοήθεια από το κάθε τι, παρεκτός από το Θεό. Αλλά τι βοήθεια μπορούνε να δώσουνε στον άνθρωπο τα είδωλα τα λεγόμενα «επιστήμη» και «τέχνη»;
Ο άγιος Ισαάκ ο αναχωρητής λέγει: «Σ’ όλους τους δρόμους που πορεύονται οι άνθρωποι σε τούτον τον κόσμο δεν βρίσκουνε σε κανένα την ειρήνη, ως που να σιμώσουμε στην ελπίδα του Θεού. Mα αλλοίμονο οι πιο πολλοί άνθρωποι είναι «οι μη έχοντες ελπίδα» όπως λέγει ο Παύλος. Όποιος δεν έχει την πίστη μέσα στην καρδιά του, τί ελπίδα μπορεί νάχει; Όπου ν’ ακουμπήσει όλα είναι σάπια.
Γι’ αυτό κι’ ο υμνογράφος που είπαμε, λέγει στην Παναγία: «Απορήσας εκ πάντων, οδυνηρώς κράζω σοι. Πρόφθασον, θερμή προστασία, και την βοήθειαν δος μοι τω δούλω σου τω ταπεινώ και αθλίω». «Όλα, λέγει τα δοκίμασα, μα κανένα πράγμα δε μπόρεσε να με ξαλαφρώσει. Για τούτο φωνάζω Εσένα με θρήνο πικρό, και λέγω: Πρόφταξε και δώσε τη βοήθεια σου σε μένα τον ταπεινό κι’ άθλιο δούλο σου».
Η Παναγία είναι η ελπίδα των απελπισμένων, η χαρά των πικραμένων, το ραβδί των τυφλών, η άγκυρα των θαλασσοδαρμένων, η μάνα των ορφανεμένων. Η θρησκεία του Χριστού είναι πονεμένη θρησκεία, ο ίδιος ο Χριστός καρφώθηκε απάνω στο ξύλο: κ’ η μητέρα του η Παναγία πέρασε κάθε λύπη σε τούτον τον κόσμο.
Γι’ αυτό καταφεύγουμε σε Κεiνη που την είπανε οι πατεράδες μας: «Καταφυγή»,«Σκέπη του κόσμου», «Γοργοεπήκοο», «Γρηγορούσα»,«Οξεία αντίληψη»,«Ελεούσα», «Οδηγήτρια», «Παρηγορίτισσα» και χίλια άλλα ονόματα, που δεν βγήκανε έτσι απλά από τα στόματα, αλλά από τις καρδιές που πιστεύανε και που πονούσανε. Μονάχα στην Ελλάδα προσκυνιέται η Παναγία με τον πρεπούμενο τρόπο ήγουν με δάκρυα με πόνο και με ταπεινή αγάπη.
Γιατί η Ελλάδα είναι τόπος πονεμένος, χαροκαμένος, βασανισμένος από κάθε λογής βάσανο. Κι’ από τούτη την αιτία το έθνος μας στα σκληρά τα χρόνια βρίσκει παρηγοριά και στήριγμα στα αγιασμένα μυστήρια της ορθόδοξης θρησκείας μας, και παραπάνω από όλα στο Σταυρωμένο το Χριστό και στη χαροκαμένη μητέρα του, που πέρασε την καρδιά της σπαθί δίκοπο. Σε άλλες χώρες τραγουδάνε την Παναγία με τραγούδια κοσμικά, σαν νάναι καμιά φιληνάδα τους, μα εμείς την υμνολογούμε με κατάνυξη βαθειά, θαρρετά μα με συστολή, με αγάπη μα και με σέβας, σαν μητέρα μας μα και σαν μητέρα του Θεού μας. Ανοίγουμε την καρδιά μας να τη δει τι έχει μέσα και να μας συμπονέσει.
Η Παναγία είναι η πικραμένη χαρά της Ορθοδοξίας, «το χαροποιόν πένθος», «η χαρμολύπη» μας, «ο ποταμός ο γλυκερός του ελέους», «ο χρυσοπλοκώτατος πύργος και η δωδεκάτειχος πόλις». Η υμνωδία της εκκλησίας μας είναι ένας παράδεισος, ένα μυστικό περιβόλι που μοσκοβολά από λογής λογής μυρίπνοα άνθη, και τα πιο μυρουδικά, τα πιο εξαίσια, είναι αφιερωμένα στην Παναγία.
Όλος ο κόσμος θλίβεται μαζί της και μαζί της χαίρεται με μια χαρά πνευματική:«Επί Σοι χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις, αγγέλων το σύστημα και ανθρώπων το γένος, ηγιασμένε ναέ και παράδεισελογικέ, παρθενικόν καύχημα, εξ ης Θεός εσαρκώθη και παιδίον γέγονεν ο προ αιώνων υπάρχων Θεός ημών». Απορείς τι να πρωτοδιαλέξεις απ’ αυτή την υμνολογία της Θεοτόκου!
Θαρρείς πως ο αγέρας, τα βουνά, oι θάλασσες της Ελλάδας, τα χωριά oι πολιτείες, γεμίσαvε ευωδία πνευματική απ’ αυτό «το χρυσούν θυμιατήριον», απ’ αυτή «την μανναδόχον στάμνον που έχει μέσα «μύρον το ακένωτον».
Οι γυναίκες μας είναι στολισμένες με τ’ όνομά της, τα βουνά μας, οι κάμποι, τα νησιά, τ’ ακροθαλάσσια είναι αγιασμένα από τα ξωκκλήσια της, τα καράβια μας έχουν γραμμένο απάνω στη μάσκα και στην πρύμη το γλυκύτατο τ’ όνομά της. Αληθινά στην Ελλάδα μας «επί Σοι χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις». «Για Σένα, χαίρεται όλη η πλάση. Σήμερα που κοιμήθηκες, θαρρείς πως η χαρά γίνηκε πιο μεγάλη, η θλίψη άλλαξε σε αγαλλίαση, η ελπίδα ζωήρεψε αντί να αποσκιάσει και πλημμύρησε τις καρδιές μας.
Σήμερα τ’ αγέρι φυσά γλυκύτερα στα κουρασμένα πρόσωπά μας, τα δέντρα σαν να γενήκανε πιο χλωρά, τ’ αυγουστιάτικο κύμα σαν να αρμενίζει πιο δροσερό μέσα στο πέλαγο και αφρίζει φουσκωμένο από χαρά μεγάλη, το κάθε τι πανηγυρίζει κι’ αγάλλεται..
Ω! Τι θάνατος λοιπόν είναι αυτός, που γέμισε την οικουμένη και τις καρδιές μας με τη χαρά της αθανασίας! Και καλώτατα ψέλνει ο υμνωδός σήμερα: «Εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας, εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε. Μετέστης προς την ζωήν, μήτηρ υπάρχουσα της ζωής, και ταις πρεσβείαις ταις σαις λυτρουμένη εκ θανάτου τας ψυχάς ημών». Αληθινά λέγει και σ’ ένα άλλο τροπάρι: «Τη αθανάτω σου κοιμήσει, Θεοτόκε, μήτηρ της ζωής…».
Αλλά το ξαναλέγω. Τί να πει κανένας πρώτα και τί ύστερα, από τα τόσα πνευματικά υμνολογήματα που προσφέρανε οι ορθόδοξες καρδιές στην Παναγία, στο «Ρόδον το αμάραντον», που μοσκοβόλησε και άγιασε την καταβασανισμένη την Ελλάδα;
Την υμνολογήσανε με τα λόγια, με τη ψαλμωδία, με τη ζωγραφική, με το σκαλισμένο ξύλο, με τ’ ασήμι, με το μάλαμα, με το κηρομάστιχο, με κάθε τίμιο κι’ αγιασμέvο πράγμα που μπορεί να χρησιμέψει στον άνθρωπο για vα μπορέσει vα δείξει την αγάπη του, το σέβας του, τη χαρά του, την πίκρα του, κι’ ότι άλλο αγνό αίσθημα έχει μέσα στα φύλλα της καρδιάς του. Το να πιάσει κανένας να τα ιστορήσει καταλεπτώς, θα ήτανε σαν νάθελε vα μετρήσει τον άμμο της θάλασσας; Για τούτο ανθολογάμε λιγοστά λουλούδια από της υμνωδίας το αγιόκλημα «εις οσμήν ευωδίας πνευματικής»
Πρώτα απ’ όλα ας μεταγράψουμε λίγα λόγια από τις Καταβασίες του Ακαθίστου ύμνου «Ανοίξω το στόμα μου», που είναι το βυζαντινώτατο, όλη η Κωνσταντιούπολη πνευματικά πανηγυρίζουσα. Στοχασθείτε καλά εκείνη την εξαίσια γ΄ ωδή που λέγει: «Τους σους υμνολόγους Θεοτόκε, ως ζώσα και άφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας πνευματικόν, στερέωσον και εν τη θεία δόξη σου στεφάνων δόξης αξίωσον».
Ουράνια απηχήματα!:«Τους υμνολόγους σου, Θεοτόκε, που συγκροτήσανε έναν πνευματικό θίασο, στερέωσέ τους, Εσύ που είσαι ζωντανή ως άφθονη πηγή. Kαι με τη θεία δόξα σου, αξίωσέ τους να φορέσουνε της δόξας τα στέφανα», Αμή η θ΄ ωδή που λέγει: «Άπας γηγενής σκιρτάτω τω πνεύματι λαμπαδουχούμενος· πανηγυριζέτω δε αΰλων νόων φύσις, γεραίρουσα τα ιερά θαυμάσια της θεομήτορος, και βοάτω, Χαίροις, παμμακάριστε Θεοτόκε, αγνή, αειπάρθενε.»
Αμή εκείvα τα πανηγυρικά αυτόμελα που ψέλνουνε στον εσπερινό της Κοιμήσεως, με μέλος θριαμβευτικό και με πνευματική μεγαλοπρέπεια! Ποιος χριστιανός Πίνδαρος τα σύνθεσε, Πίνδαρος αγιασμένος! «Ω του παραδόξου θαύματος! η πηγή της ζωής εν μνημείω τίθεται, και κλίμαξ προς oυραvόv ο τάφος γίνεται! Ευφραίνου Γεθσημανή, της Θεοτόκου το άγιον τέμενος. Βοήσωμεν οι πιστοί, τον Γαβριήλ κεκτημένοι ταξίαρχον: Κεχαριτωμένη, χαίρε, μετά σου ο Κύριος, ο παρέχων τω κόσμω διά Σου το μέγα έλεος.» Ποταμός μέγας και βουερός αναβρύζει και μας δροσίζει, και πίνουνε νερό δροσερό ψυχές ξερές και διψασμένες! Κύτταξε πάθος και μεράκι που ξελοχίζει από καιγόμενη καρδιά!
Ο υμνωδός, αντί να κλάψει για την Παναγία που είναι μπροστά του ξαπλωμένη απάνω στην κλίνη της, τυλιγμένη με το μαφόρι της με κλεισμένα τα μάτια της που δίνανε παρηγοριά στην ανθρωπότητα, με σταυρωμένα τα άχραντα χέρια της, που βαστάξανε τον Χριστό και τον αναθρέψανε, πεθαμένη σαν τον κάθε άνθρωπο, αντίς λέγω να κλάψει, αφού πρώτα απορεί πώς η πηγή της ζωής κείτεται στο μνήμα, μονομιάς κράζει με δάκρυα στα μάτια, πλην δάκρυα χαράς: «Ευφραίνου Γεθσημανή, που έχεις θησαυρισμένο το άγιο σκήνωμα της Θεοτόκου.» Κ’ ύστερα στρέφει στους χριστιανούς που είναι μέσα στην εκκλησία και τους λέγει με τον ίδιο πνευματικό οίστρο.
«Ας κράξουμε όλοι μαζί στην Παναγία, έχοντας για πρωτοψάλτη τον αρχάγγελο Γαβριήλ, που τη χαιρέτισε με τα ίδια λόγια κατά τη χαρoύμενη, μέρα του Ευαγγελισμού κι’ ας πούμε: «Κεχαριτωμένη, χαίρε, μαζί σου είναι ο Κύριος, που δωρίζει στον κόσμο με εσένα, το μέγα έλεος». Θάνατος δεν υπάρχει εδώ πέρα που είναι η μητέρα της Ζωής;
Κι’ ούτε μοιρολόγια και ξόδια θρηνητερά, παρά χαρά ανεκλάλητη, γάμος πνευματικός, τράπεζα αγιασμένη που έχει απιθωμένο απάνω της τον άρτο της ζωής και το κρασί της αθανασίας, και πίνουνε οι χριστιανοί και μεθάνε ένα μεθύσι άγιο, αγνό, άμωμο και δεν βρίσκονται πια μπροστά σένα λείψανο που το κηδεύουνε, αλλά βρίσκονται στη Ναζαρέτ, στο σπίτι το χαρούμενο και το μοσκοβολημένο από την παρθενική ευωδία της Παναγίας, τότε που ήτανε δεκάξη χρονών, κατά κείνη την ημέρα που έγινε ο Ευαγγελισμός, και κράζουνε γηθόσυνα οι λιγόζωοι οι άνθρωποι σα νάναι αθάνατοι, μαζί με τον αρχάγγελο Γαβριήλ : «Κεχαριτωμένη, χαίρε, μετά σου ο Κύριος!» Η Κοίμηση γίνεται Ευαγγελισμός, η θλίψη μεταλλάζεται σε χαρά!
Ναι. Δεν υπάρχει αληθινή χαρά, παρά μονάχα στο Χριστό κι’ αυτή η χαρά είναι ένα αμάραντο λουλούδι, πώχει τη ρίζα του στον πόνο. Οι άλλες οι χαρές είναι χαρές ψεύτικες, χωρίς ρίζα.
Τα μάτια μου είναι θολωμένα από τα δάκρυα τώρα που γράφω αυτά τα λόγια του Χριστού μας. Αυτά τα λίγα λόγια τα φύλαξε η ανθρωπότητα στην καρδιά της και μ’ αυτά κλαίγει και μ’ αυτά χαίρεται. Αυτά τα λόγια γενήκανε θεμέλιο της Ορθοδοξίας, και μεταλλαχτήκανε σε λογής λογής αγιασμένα αισθήματα και βγήκανε από τις καιόμενες καρδιές των αγίων ανθρώπων και ευωδιάσανε τον κόσμο.
Από τον έναν γινήκανε ύμνοι, από τον άλλον εικονίσματα, σε άλλον γινήκανε προσευχή, σε άλλον ψαλμός, σε άλλον εκκλησιά με κουμπέδες και με αγιατράπεζα, σε άλλον θυσία του μάταιου κόσμου και βουβή κατάνυξη. Αυτά τα λόγια του Χριστού σταθήκανε πηγή και έμπνευση και για το θρηνητικό αηδόνι της έρημος, θέλω να πω για τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, σε όσα έγραψε για το «Χαροποιόν πένθος»: «Όποιος κλαίγει, λέγει αυτός ο άγιος, και πικραίνεται για τον Θεό, εκείνος αξιώνεται να δει στην ψυχή του την ουράνια και θεία παρηγοριά».
Κι’ αυτή η ουράνια παρηγοριά είναι κάποια ανακούφιση και θεϊκή αλάφρωση, που παρηγορά την πονεμένη και πικραμένη ψυχή, οπού θλίβεται γιατί χωρίσθηκε από τον Θεό με τις αμαρτίες της. Και τούτη η χαριτωμένη βοήθεια αλλάζει τα πονεμένα δάκρυα της ψυχής, που είναι καταφαρμακωμένη, σε κάποια παρηγοριά θαυμαστή. Όποιος πορεύεται μ’ αυτή τη λύπη του Θεού, αυτός ακατάπαυστα γιορτάζει κάθε μέρα κι’ αγάλλεται η ψυχή του.
Τούτο το άγιο και θεάρεστο κλάψιμο είναι μια λύπη αλησμόνητη της ψυχής, μια όρεξη πονεμένης καρδιάς, που γυρεύει με μεγάλη θέρμη τον Θεό οπού τον επιθυμά πάντα της. Κράτα λοιπόν καλά τη χαριτωμένη και την ήμερη και την άγια λύπη, που κάνει την ψυχή σου να θλίβεται αντάμα και να χαίρεται.
Εγώ, λογιάζοντας καλά την ενέργεια τούτη της άγιας κατάνυξης, ξεσταίνουμαι και θαυμάζω, πώς ετούτο που λέγεται κλάψιμο και λύπη, και που φαίνεται πολύ πικρό κι’ αβάσταχτο, έχει μέσα του πλεγμένη και σμιγμένη τη χαρά, και την ευφροσύνη, όπως είναι σμιγμένο το κερί με το μέλι στην μελόπιτα.
Και σέρνει εκείνους που την αξιωθήκανε με πόθο μεγάλο και με πολλήν αγάπη, και φοβούνται να μην την χάσουνε, και την φυλάγουνε περισσότερο απ’ όσο φυλάγουνε οι άλλοι άνθρωποι τ’ ακριβά πετράδια και τ’ ασημοχρύσαφα. Είναι μια ήμερη χαρά κ’ ένα θεϊκό χάρισμα, με το οποίο στολίζει ο Θεός τους φίλους του, και κάνει να έχουνε μιαν αληθινή χαρά και όρεξη για τον Θεό, πούναι συντροφιασμένη με κάποια θεραπευτική λύπη οπού δεν έχει μέσα της καμιά σαρκική αγάπη, παρά μονάχα μια παρηγοριά αγγελική και ουράνια.
Με την οποία παρηγορά ο Θεός κρυφά εκείνους που συντρίβουνε με πόνο και με ταπείνωση την καρδιά τους. Άμποτε να την αξιωθούμε κ’ εμείς, με τη χάρη της Παναγίας που γιορτάζουμε σήμερα. Αμήν.

Τα φιδάκια της Παναγίας (Παναγία η Φιδούσα, Κεφαλλονιά)


Στο χωριό Μαρκόπουλο της Κεφαλονιάς, σε μια πλαγιά γεμάτη από δένδρα, βρίσκεται ο Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Στην Εκκλησιά αυτή εμφανίζονται κάθε χρόνο από 6 Αυγούστου μέχρι 15 του ίδιου μήνα τα φίδια της Παναγίας, πού κρέμονται από τις εικόνες με τις καντήλες, τα στασίδια χωρίς να πειράζουν κανένα...
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΚΑΙ ΘΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕΤΕ
Η εικόνα της Παναγίας, σύμφωνα με την παράδοση, βρέθηκε μέσα σ' ένα σκίνο (δένδρο), πού άγνωστο πώς, πήρε φωτιά χωρίς να καταστραφεί η εικόνα. Ανήκει στην Ιερά Μητρόπολη Κεφαλληνίας...

Πήρε το όνομα Φιδιώτισσα από ένα θαύμα της, το οποίο θυμίζει κάθε χρόνο στους προσκυνητές της με ένα άλλο θαύμα της. Ψηλά στην πλαγιά του χωριού Μαρκόπουλο (στη νότια Κεφαλονιά), πριν χρόνια οι χωρικοί είδαν ένα δέντρο (σχίνο) να καίγεται και οι φλόγες να ανεβαίνουν πολλά μέτρα ψηλά. Το δάσος πήρε φωτιά σκέφτηκαν. Ανησύχησαν και έτρεξαν να σβήσουν τη φωτιά για να μην καεί το δάσος και το χωριό. Όταν έφθασαν οι χωρικοί είδαν το δέντρο εντελώς καμένο και στην καμένη ρίζα του ήταν ακουμπισμένη μια πολύ όμορφη εικόνα της Παναγίας, που η φωτιά δεν την άγγιξε. Οι χωρικοί συγκινημένοι πήραν την εικόνα στα χέρια τους, την προσκύνησαν και χαρούμενοι την κατέβασαν στο χωριό και την τοποθέτησαν στην εκκλησία του χωριού τους, που ήταν στην πλατεία. Το επόμενο πρωί πήγαν και οι άλλοι χωρικοί στην εκκλησία για να προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγίας. Όμως η εικόνα έλειπε και δεν βρισκόταν πουθενά. Κάποιος πήγε στο βουνό και βρήκε την εικόνα στο καμένο δέντρο, την κατέβασε στο χωριό και ρωτούσε ποιος την πήγε εκεί. Έτσι οι κάτοικοι αποφάσισαν να κλειδώσουν την εκκλησία. Όμως τρεις φορές η εικόνα έλειπε και την ξανάβρισκαν στο καμένο δέντρο. Τότε οι χωρικοί πίστεψαν πως η επιθυμία της Παναγίας είναι να βρίσκεται εκεί και γι' αυτό έχτισαν μία εκκλησία και έβαλαν μέσα σε ένα ωραίο εικονοστάσι την Παναγία. Μετά από λίγο καρό χτίστηκε μοναστήρι γυναικών. Οι μοναχές προσεύχονταν καθημερινά στην Παναγία. Ένα πρωί είδαν να πλησιάζουν πειρατικά καράβια και να ανηφορίζουν πειρατές στο μοναστήρι με σκοπό να το λεηλατήσουν. Τότε οι μοναχές φοβήθηκαν και ζήτησαν την προστασία της Παναγίας. Κι αυτή έκανε το θαύμα της. Φίδια κύκλωσαν το μοναστήρι κι όταν πήγαν οι πειρατές φοβήθηκαν κι έφυγαν. Οι μοναχές σώθηκαν και ευχαρίστησαν την Παναγία. Από τότε κάθε χρόνο εμφανίζονται φίδια.Φεύγοντας η 15η Αυγούστου, αναχωρούν και τα φίδια. Γερμανοί φυσιοδίφες τα εξέτασαν, αλλά δεν μπόρεσαν να τα κατατάξουν σε κανένα από τα γνωστά είδη.

Είναι γκρίζα, λεπτά, και δεν περνούν το μέτρο.

Όταν τα χαϊδεύεις, νιώθεις το δέρμα τους βελούδινο και βλέπεις δυο ματάκια σπινθηροβόλα. Στο πλατύ τους κεφάλι σχηματίζεται ένας μικρός σταυρός, καθώς επίσης και στην άκρη της λεπτής γλώσσας τους.

Αν κάποια χρονιά τα φίδια δεν παρουσιασθούν, είναι κακό σημάδι. Αυτό συνέβη το 1940, καθώς και το 1953, οπότε δοκιμάσθηκε το νησί από τους σεισμούς.


Πηγή: tro-ma-ktiko

"Νεκρός": Αντί για το βίντεο που προσφέρει το αρχικό post, ανεβάζουμε αυτό το εξαιρετικό και πολύ πιο περιεκτικό. Απολαύστε το:


.

Δύο ιδιαίτεροι σύγχρονοι διδάσκαλοι της Ορθοδοξίας

Δ. Παναγόπουλος - π. Χ. Βασιλόπουλος


Δύο ιδιαίτεροι σύγχρονοι διδάσκαλοι της Ορθοδοξίας 



"...Οι εσωτερικές αντιστάσεις του υποχώρησαν εντελώς όταν είδε σε όραμα τον άγιο Δημήτριο, ο οποίος τον μάλωσε γιατί αρνιόταν ν’ αγωνιστεί για χάρη του Χριστού και της σωτηρίας των συνανθρώπων του. Φυσικά εξομολογήθηκε το όραμα αυτό και το συζήτησε αρκετά με τον πνευματικό του, γιατί είναι εύκολο να παρασυρθεί κάποιος από ψεύτικα οράματα.
Έτσι άρχισε μια πλούσια δραστηριότητα εσωτερικής ιεραποστολής, που συνεχίστηκε σε όλη την υπόλοιπη ζωή του Δ. Παναγόπουλου. Αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του στο να μιλάει σε ναούς και αίθουσες και να γράφει άρθρα και βιβλία για το Χριστό και τη χριστιανική ζωή. Ταξίδεψε σε ολόκληρη την Ελλάδα και στο εξωτερικό κάνοντας ομιλίες και κατά γενική ομολογία έσωσε πλήθος ψυχές, που παρακινήθηκαν από τις ομιλίες του και στράφηκαν προς το Θεό..."

Υπενθύμιση του αφιερώματός μας, με επιπλέον υλικό. 



"...Κατά τα χρόνια του εμφύλιου πολέμου μιλάει ενάντια στην κομουνιστική αθεΐα, γι’ αυτό το ΕΑΜ τον καταδικάζει σε θάνατο. Αντί γι’ αυτό όμως, με την κατάρρευση του ΕΑΜ, μέλη του τον βρίσκουν και του εμπιστεύονται το αρχείο του ΕΑΜ της Δυτικής Στερεάς, να το κρύψει (όπως και κάνει), επειδή τον αναγνωρίζουν ως έντιμο άνθρωπο. [...]
Ο π. Χαράλαμπος έμεινε σε όλη την επίγεια ζωή του φτωχός: τριμμένο ράσο, μπαλωμένα παπούτσια, παμπάλαια και φθαρμένη τσάντα (που, όταν την ξέχασε στο λεωφορείο και έτρεξε να την πάρει γιατί είχε μέσα τα χειρόγραφα ενός βιβλίου του, οι υπάλληλοι στις συγκοινωνίες γελούσαν και του είπαν πως δεν υπήρχε φόβος να την κλέψει κανείς, γιατί ήταν για πέταμα). Από τα χέρια του πέρασαν πολλά χρήματα, δωρεές διαφόρων, αλλά πάντα τα χρησιμοποιούσε για καινούργια βιβλία και φιλανθρωπίες..."

Η υπέροχη μπουγάδα της εξομολόγησης



Θυμάσαι λατρεμένο μου, που πηγαίναμε για εξομολόγηση όταν ήσασταν μικρούλια;

Όταν είδατε τον καλό σας πατέρα να πλησιάζει και κείνος με τη σειρά του, στον πνευματικό, γουρλώσατε τα παιδικά σας ματάκια και σχολιάσατε:

-Πάει και ο μπαμπάς για εξομολόγηση;
Μα τι έχει να πει αυτός;
Αυτός είναι, σχεδόν, αναμάρτητος!

Θυμάμαι πόσο πολύ γέλασα.
Πόσο αστείο, μού φάνηκε.

Όμως, η αλήθεια είναι ότι την εξομολόγηση, όλοι τη χρειαζόμαστε.

Και μπαμπάδες φαινομενικά αναμάρτητοι, και παπάδες δήθεν άγιοι, και δεσποτάδες και πατριαρχάδες, δήθεν αγιότεροι.

Οι άνθρωποι που από μικροί συνηθίζουν να εξομολογούνται, είναι σε πλεονεκτική ψυχολογική θέση, σε σχέση με κείνους που δεν ακολούθησαν παιδιόθεν, την ευλογημένη και ψυχοσωτήρια πρακτική της.

Όχι ότι αυτοί που έμαθαν τη διαδικασία, καταλαβαίνουν και επακριβώς τη χρησιμότητά της.

-Όοοχι!

Ωστόσο, το γεγονός ότι τηρούν το τυπικό της -έστω και χωρίς ιδιαίτερη επίγνωση για τα οφέλη που απορρέουν- τους βοηθάει, ακριβώς όπως βοηθείται ο καθένας - αν ασκείται συχνά με οποιοδήποτε τρόπο, και ας μην έχει ιδέα, ποιά σημεία του σώματός του, ευεργετούνται εκ της ασκήσεως, ιδιαίτερα.

Όσοι συντηρούν ζωντανή σχέση με την Εκκλησία, γνωρίζουν το τυπικό τής εξομολογήσεως, πώς ξετυλίγεται.

Κάποιοι, ασχετότεροι, φέρνουν αντίρρηση:

-Δεν είναι ανάγκη να πω, ό,τι με βαραίνει σε έναν τραγόπαπα - εννοώντας έναν άθλιο και φανερά αμαρτωλό, Ορθόδοξο ιερέα.

-Θα τα ψιθυρίσω σε μια εικόνα, θα τα βγάλω σ' ένα φίλο, σ' ένα ψυχίατρο που διαθέτει και επιστημονική κατάρτιση μεγαλύτερη και, είναι το ίδιο!

- Λοιπόν, είσαι πολύ μακριά νυχτωμένος, περιστεράκι μου!

ΔΕΝ είναι το ίδιο!
Δεν είναι το ίδιο!
Δεν είναι το ίδιο!

-Πώς το αποδεικνύεις αυτό; θα με ρωτήσεις, κουλτουριάρικα ενοχλημένος.

-Το αποδεικνύω, από την αίσθηση της ψυχής, μετά την ολοκλήρωση του Μυστηρίου, οπότε υπάρχει ένα Φως μέσα μας, μια γεύση πνευματικής χαράς, που είναι τόσο μεγαλύτερη, όσο μεγαλύτερη υπήρξε η επίγνωση και η ταπείνωση με την οποία η ψυχή μας, εξαγόρευσε τους λογισμούς και τα πεπραγμένα της.

Επίσης το αποδεικνύω(στον εαυτό μου κυρίως, με ενδιαφέρει να το αποδείξω) και από την παρατήρηση ότι μετά την εξομολόγηση, νιώθω - ως και ο κάθε- τιμίως- αγωνιζόμενος πιστός- να λιγοστεύουν στην καρδιά μου, οι εξουσίες των διαφόρων παθών που την ταλανίζουν.

Έχω φίλους, που τους βάραιναν διάφορα.

Πήγαν αρχικά σε ψυχίατρους και ξαναπήγαν.

Δεν είδαν θεραπεία.
Θεραπεία με χάπια δεν αποτελεί θεραπεία.
Είναι απλή συντήρηση στον άρρωστο, μέχρι να βγει η ψυχή του.

Όταν αποφάσισαν να καταφύγουν σε Ορθόδοξο πετραχήλι-ύστερα από σχετική έρευνα για τον εμπειρότερο πνευματικό- η Χάρη του Αγίου Πνεύματος, τούς επισκίασε μέχρι δακρύων...

Αναφορά στην ευλογία της εξομολόγησης -με ευχάριστη έκπληξή μου- συνάντησα και στο βιβλίο: <Ο δρόμος ο λιγότερο ταξιδεμένος συνεχίζεται> του Ψυχίατρου Σκοτ Πεκ, από τις εκδόσεις <Κέδρος>.
Σε κάποια σελίδα του, καταγράφεται μια συγκινητική ιστορία για τη μυστική ευλογία και απελευθέρωση που απορρέει από τη συγκεκριμένη πρακτική.
Αυτό ομολογώ ότι από Αμερικάνο, φημισμένο ψυχοθεραπευτή -σπουδασμένο στο Χάρβαρντ- δεν το περίμενα να το διαβάσω!
Ήταν απ'τα απροσδόκητα!

Όμως, θα το επαναλάβω:

Είναι άλλο η άφεση των αμαρτιών που τη συνείδησή μας βαραίνουν, και που με την εξαγόρευση-σε ιερέα εντεταλμένο προς τούτο- απαλείφονται, και άλλο η πνευματική καθοδήγηση-ανάλυση των παθών και των αιτιών τους, που χρειάζεται δια βίου να κάνουμε, κάθε τόσο, με τη βοήθεια πνευματικού οδηγού Ορθόδοξου, ο οποίος μπορεί και να μην συμπίπτει υποχρεωτικά με το πρόσωπο του εξομολόγου ιερέα, μπορεί να είναι και απλός μοναχός ή και λαικός με ιδιαίτερη φώτιση, όπως σοφά αναλύει ο Κάλλιστος Γουέαρ στο έργο του <Η Εντός ημών Βασιλεία>.

Δεν αναπαύεται εύκολα η κάθε ψυχή στον καθένα,όσα ράσα και να φοράει όσα κηρύγματα και να κάνει.

Είναι ένας μεγάλος κόπος, να ψάξεις και να βρεις τον πνευματικό οδηγό που θα μπορέσει πρώτα και κύρια υπομονετικά να σε α κ ο ύ σ ε ι , μετά να κ α τ α λ ά β ε ι, το βάσανό σου, και μετά, με τις φωτισμένες από την πατερική εμπειρία και σοφία συμβουλές και τους χειρισμούς, να σε ο δ η γ ή σ ε ι πραγματικά- και όχι αφηρημένα και κατά φαντασίαν- με τη Χάρη του Παναγίου Πνεύματος, σε περαιτέρω συνειδητοποίηση, ωριμότητα και απελευθέρωση από τα ψυχοκτόνα πάθη.

Σεργιανώντας κάπου στο διαδίκτυο, διάβασα μια φράση, κάποιου αμφισβητία και πολέμιου:

Την πέταξε σαν φτυσιά:<η εξευτελιστική εξομολόγηση>

-Ναι, ενίοτε, έτσι μπορεί κάποιος, να την βιώσει την εξομολόγηση.

Σαν εξευτελισμό, το να αποκαλύψεις -στα μάτια ενός τρίτου, που επιτέλους δεν σου φαίνεται καθόλου αγιότερος απο σένα-τα προσωπικά σου βιώματα.

Αυτό είναι ένα πρόβλημα.

(Ειδικά όταν ο εξομολόγος ειναι φαρισαίος επηρμένος από τις κατά κόσμον περγαμηνές του).

Ιδιαίτερα, για μεγάλους στην ηλικία και επί χρόνια ανεξομολόγητους που κουβαλάνε βάρη πολλά επάνω τους και που διστάζουν -από τον άφατο εγωκεντρισμό τους- να τα επιδείξουν και να τα ξεφορτωθούνε.

Λένε τα σχετικά βιβλιαράκια των οδηγιών με εξομολόγηση:

<Δεν πρέπει να ντρέπεσαι να δείχνεις τις πληγές σου στον πνευματικό γιατρό!>

-Αχ, χρυσούλι μου, εύκολο να το λες.

Στην πράξη είναι πανδύσκολο!

Ειδικά με τις γυναίκες.




Μου εκμυστηρεύτηκε μια εκλεκτή, ηλικιωμένη κυρία, πόσο ντρεπόταν να πεί στον εξομολόγο, ότι όταν ήταν νέα, στο χωριό που έμενε, έδινε τα πρώτα της κρυφά ραντεβού με τον μετέπειτα άντρα της, στο κοιμητήριο(!) του χωριού -επειδή εκεί δεν πάταγε ούτε αρουραίος, τις νύχτες- και δεν κινδύνευαν να τους φωτογραφίσουν αδιάκριτα βλέμματα...
Πόσο ντρεπόταν να ξεστομίσει ότι ανήμερα Μ. Παρασκευή
(ναι, ναι, η Μ. Παρασκευή ήταν που την πείραζε περισσότερο και από το νεκροταφείο, λατρεμένο μου,)
εκείνη επάνω στους κρύους τάφους, αγκάλιαζε περιπαθώς τον αγαπημένο της υπό το χλωμό -ως πεθαμένος- σεληνόφως, και έδινε όρκους για αγάπη πέρα από τη ζωή και το θάνατο, όρκους που- πάντως- η ίδια, με θρησκευτική ευλάβεια θα έλεγα, δια βίου, τούς τήρησε!

Λοιπόν-δεν θα κουραστώ να το διατυπώνω σε όλους τους τόνους:

Η εξομολόγηση, είτε το καταλαβαίνουμε με την επιστημονική λογική μας, είτε όχι, είναι κάτι πάνω και από απαραίτητο στη ζωή μας.
Ανήκει στις Εντολές, που πρέπει οπωσδήποτε να τηρήσουμε άν θέλουμε να προχωρήσει το πρόγραμμα της ζωής μας σωστά και να εισέλθουμε στη Χαρά της Ουράνιας Βασιλείας, που περιμένει όσους με σοφία εγκεντρίστηκαν στο Σώμα του Χριστού, ενόσω ζούσαν ακόμη στο φθαρτό τούτο κόσμο.

Χωρίς την Εξομολόγηση σε Ορθόδοξο ιερέα και χωρίς συνεχή Θεία Μετάληψη, δεν ολοκληρώνεται η σωτηρία μας, με βάση το αψευδές στόμα του Κυρίου μας, με βάση την εμπειρία Πάντων των Αγίων.

Αν δεν έχουμε το θάρρος να πάμε σε ένα γνωστό παπά, ας πάμε σε έναν (με καλές συστάσεις) άγνωστο.




Ας τον χρησιμοποίησουμε-επιτέλους-και σαν σκουπιδιάρη!

Μας συμφέρει!

Τα καλά και συμφέροντα ταις ψυχαίς ημών, αδελφή μου Αικατερίνα.

Ας πλησιάσουμε και ας του πούμε:

-Πάρε καλέ μου άνθρωπε, αυτή τη σκουπιδοσακούλα μου, και κάψ'τη να πάει να χαθεί η βρόμα που έχει μέσα, να ελαφρώσω ο άνθρωπος!

Πίσω από τον κάθε Ορθόδοξο ιερέα, αοράτως παρευρίσκεται ο Χριστός, ο Αθάνατος, Αιώνιος, Αγαπημένος Σκουπιδιάρης, που παίρνει τα σκουπίδια μας διά της Μετανοίας και της Εξαγορεύσεως, τα καίει, τα πετάει ως τέφρα κάτω από τη Γέφυρα Ρίου Αντίρριου, και μας Λυτρώνει!

Ό,τι και να σας αναπτύσσει κάποιος ως θεωρία, μονάχα, αν ζήσετε την εμπειρία, θα εισέλθετε στο κλίμα της μεγάλης, Χαράς, της ευλογημένης.

Μια δοκιμή, λατρεμένο μου, θα σε πείσει!


"ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ"

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...