Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Μαΐου 14, 2013

Κυριακή των Μυροφόρων Η τόλμη των δύο



Μεγάλη Παρασκευή απόγευμα, λίγο πριν γείρει ο ήλιος στη δύση του στο Γολγοθά. Ο Ιωάννης, ο αφοσιωμένος μαθητής του Κυρίου, και οι λίγες μαθήτριες που παρέμειναν εκεί ατενίζουν με αβάσταχτο πόνο και βαθιά θλίψη το νεκρό σώμα του αγαπημένου τους Κυρίου να κρέμεται άψυχο πάνω στον σταυρό. Κι ένας φόβος μεγάλος και απειλητικός τριγυρνά στη σκέψη όλων τους: ο κίνδυνος να μείνει άταφο το άχραντο σώμα του νεκρού αγαπημένου τους. Ποιος όμως θα τολμήσει να το ζητήσει για να του αποδώσουν νεκρικές τιμές; Και μάλιστα πριν δύσει ο ήλιος! Ο χρόνος κυλά αδυσώπητος. Σ’ αυτήν την κρίσιμη ώρα που το αδιέξοδο τρομοκρατεί τις καρδιές, μια αναπάντεχη λύση φαίνεται στον ορίζοντα. Κάποιοι ανηφορίζουν προς τον Γολγοθά. Ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία, ο κρυφός μαθητής, και ο Νικόδημος, ο νυχτερινός μαθητής· εκλεκτά μέλη του Ιουδαϊκού Συνεδρίου. Τι να συμβαίνει άραγε; Μέσα στην καταχνιά της Μεγάλης Παρασκευής ο Ιωσήφ τόλμησε. Παρουσιάσθηκε στον Πιλάτο ζητώντας το σώμα του Χριστού. Ο Πιλάτος έμεινε έκπληκτος: Πώς τόσο γρήγορα πέθανε ο Ιησούς! Και όταν βεβαιώθηκε από τον εκατόνταρχο γι’ αυτό, απάντησε θετικά στον Ιωσήφ. Όλα πλέον γίνονται αστραπιαία. Ο Ιωσήφ αγόρασε καινούργιο σεντόνι και ο Νικόδημος προμηθεύτηκε εκατό λίτρα σμύρνας και αλόης. Και αφού έφθασαν στον Γολγοθά με πόνο βαθύ και δάκρυα πολλά, κατέβασαν ευλαβικά το σώμα του Κυρίου από τον σταυρό. Το τύλιξαν με τα οθόνια, το περίελουσαν με τα πολύτιμα μύρα τους και τα καυτά τους δάκρυα. Και το εναπέθεσαν στο καινούργιο μνημείο, που ήταν σκαλισμένο στο βράχο, και κύλησαν μπροστά ένα μεγάλο λίθο.
Ο κίνδυνος να μείνει το σώμα του Εσταυρωμένου άταφο ξεπεράστηκε. Για να γίνει όμως αυτό, κάποιοι τόλμησαν. Οι δυο κρυφοί μαθητές του Κυρίου που τώρα αποκαλύπτονται. Τώρα δεν υπολογίζουν ούτε τη θέση τους στο Ιουδαϊκό Συνέδριο ούτε τον κίνδυνο να γίνουν αποσυνάγωγοι. Τολμούν. Επειδή αγάπησαν τον Κύριο και πίστεψαν σ’ Αυτόν. Τώρα ήρθε η ώρα να αποδείξουν στην πράξη την πίστη τους. Και το αποδεικνύουν στην κρισιμότερη ώρα με σύνεση, αλλά και με τόλμη. Και δίνουν το μάθημα της τόλμης σ’ εμάς που κάποτε δειλιάζουμε ν’ αποκαλύψουμε τις θρησκευτικές μας πεποιθήσεις. Και μας καλούν να μη διστάζουμε να υψώνουμε τη φωνή μας όταν το κακό θριαμβεύει, όταν πολεμείται ο Χριστός και η Εκκλησία του. Αλλά να παίρνουμε θέση· να τολμούμε με σύνεση και θάρρος. Χωρίς να φοβόμαστε τις αντιδράσεις και το κόστος. Και οι κίνδυνοι θα υπερνικώνται.

Ο φόβος των μυροφόρων

Κοντά στο σταυρό του Κυρίου την ώρα της αποκαθηλώσεως οι αφοσιωμένες μαθήτριες του Κυρίου παρατηρούσαν προσεκτικά πού τοποθετήθηκε το σώμα του Κυρίου. Πώς άντεξαν να βλέπουν νεκρό Αυτόν που επί τρία χρόνια έδινε φως και ζωή; Πόσο θα ήθελαν να Του προσφέρουν και τα δικά τους ακριβά μύρα της αγάπης τους! Όμως ο χρόνος και ο νόμος δεν τους το επέτρεπε. Και αφού περίμεναν με αδημονία να περάσει το Σάββατο, αγόρασαν αρώματα για να έλθουν το πρωί της επόμενης ημέρας στον τάφο. Πολύ πρωί ξεκίνησαν για το μνημείο. Ένα θέμα μόνο τις προβλημάτιζε: Ποιος θα αποκυλίσει τον μεγάλο λίθο από την είσοδο του τάφου; Μόλις όμως πλησίασαν και έστρεψαν τα μάτια τους προς το μνημείο, είδαν έναν άγγελο να κάθεται στα δεξιά ντυμένο με λευκή στολή, και γέμισαν φόβο και κατάπληξη. Αυτός όμως τους είπε: Μη φοβάστε. Ζητάτε τον Ιησού τον Ναζαρηνό τον εσταυρωμένο. Αναστήθηκε! Δεν είναι εδώ. Να, είναι αδειανός ο τόπος που Τον έβαλαν. Αλλά πηγαίνετε και πέστε στους μαθητές του και στον Πέτρο ότι θα σας περιμένει στη Γαλιλαία. Εκεί θα τον δείτε, όπως σας το είχε πει. Και εκείνες έφυγαν από το μνημείο γεμάτες τρόμο και έκσταση. Και δεν είπαν τίποτε σε κανένα, διότι είχαν κυριευθεί από φόβο.
Μυροφόρες
Γιατί όμως φοβήθηκαν οι γυναίκες αυτές; Αυτές ατρόμητες ξεκίνησαν μέσα στη νύχτα προς το μνημείο και δεν υπολόγισαν ούτε τους μανιασμένους Ιουδαίους ούτε τους απειλητικούς Ρωμαίους στρατιώτες ούτε τους ληστές που καιροφυλακτούσαν ούτε το φόβο που ασφαλώς προκαλούσε η ώρα και ο τόπος ο ερημικός, τόπος νεκρών. Τι ήταν λοιπόν αυτός ο φόβος;
Οι γυναίκες αυτές είδαν το μνημείο κενό, τον λίθο αποκυλισμένο, τον άγγελο απαστράπτοντα να τους λέει κάτι που φαινόταν αδιανόητο: Ο εσταυρωμένος νεκρός «οὐκ ἔστιν ὧδε». Κι αυτές κυριεύθηκαν από τρόμο και έκσταση, διότι άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι μέσα στο μνημείο έγινε κάτι πολύ μεγάλο. Το συγκλονιστικότερο θαύμα του κόσμου. Εκεί μέσα νικήθηκε ο θάνατος. Εκεί μέσα αναστήθηκε όχι ένας άνθρωπος, όπως πριν λίγες ημέρες ο Λάζαρος, αλλά ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Κύριος. Και αναστήθηκε όχι για να ξαναπεθάνει κάποτε, αλλά για να μην πεθάνει ποτέ. Και οι Μυροφόρες λοιπόν τά ‘χαν χαμένα, έμειναν εκστατικές, διότι δεν μπορούσαν τότε να διανοηθούν αυτό που τα πράγματα έδειχναν ότι εκεί στο κενό μνημείο, Αυτός που αναστήθηκε, Αυτός τον Οποίο διακονούσαν επί τρία χρόνια δεν ήταν μόνο ο Διδάσκαλός τους, ο Μεσσίας, ο μέγας προφήτης, αλλά ήταν ασυγκρίτως ανώτερος, ο ίδιος ο Θεός! Και μέσα από τα βάθη του νου τους μια αλήθεια, η μεγαλύτερη αλήθεια δονούσε τις καρδιές τους: ο Χριστός ανέστη!

Άγιος Λουκάς Κριμαίας: Κυριακή των Μυροφόρων


ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΡΙΜΑΙΑΣ 
Λόγος εις την Κυριακή των Μυροφόρων
Στα τριάμιση τελευταία χρόνια της επίγειας ζω­ής του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, όταν Αυτός κήρυττε το Ευαγγέλιο της δικαιοσύνης και έκανε αμέ­τρητα θαύματα, μαζί Του βρίσκονταν συνεχώς οι άγι­οι απόστολοι και οι μυροφόρες γυναίκες. Οι από­στολοι τους οποίους ο ίδιος διάλεξε ήταν περισσό­τεροι από τις μυροφόρες. Και μόνο τους αποστόλους έστελνε ο Κύριος να κηρύττουν το Ευαγγέλιο. Μό­νο στους αποστόλους έδωσε την εξουσία να διώ­χνουν τα δαιμόνια και να θεραπεύουν τους ασθενείς. Οι μυροφόρες, αν και δεν τις αγαπούσε ο Κύριος λι­γότερο από τους αποστόλους, δεν έλαβαν απ' Αυτόν τέτοια χαρίσματα.
Πρέπει να σκεφτούμε ποιοι είναι οι λόγοι που ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός άλλη στάση κρατούσε απέναντι στους άνδρες και άλλη απέναντι στις γυ­ναίκες, τα δύο αυτά φύλα του ανθρωπίνου γένους. Δεν μπορούμε βέβαια να δώσουμε μία εξαντλητική απά­ντηση σ' αυτό το ερώτημα.
Μπορούμε όμως με βάση όχι τη δική μας λογική αλλά την αγία Γραφή να βρούμε κάποια στοιχεία που θα βοηθήσουν τη σκέ­ψη μας να πάρει σωστή κατεύθυνση.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να σκεφτούμε, αν μπορούσαν ή όχι οι γυναίκες με τις ασθενείς δυνά­μεις τους να σηκώσουν το βάρος του αποστολικού έργου, των διωγμών και των βασάνων που υπέφεραν οι απόστολοι του Χριστού. Υπάρχουν γι' αυτό το θέμα πολλές μαρτυρίες και στην Αγία Γραφή και στους βίους των αποστόλων. Ας ακούσουμε τι λέει ο Πρωτοκορυφαίος και μεγάλος απόστολος Παύλος για τα βάσανα που υπέφερε για τον Χριστό και τους διω­γμούς που υπέστη για το όνομά Του κατά τη διάρκεια του αποστολικού του έργου:
«Υπό Ιουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρά μί­αν έλαβον, τρις ερραβδίσθην, άπαξ ελιθάσθην, τρις εναυάγησα, νυχθημερόν εν τω βυθώ πεποίηκα· οδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμών, κινδύνοις ληστών, κινδύνοις εκ γένους, κινδύνοις εξ εθνών, κινδύνοις εν πόλει, κινδύνοις εν ερημία, κινδύνοις εν θαλάσση, κινδύνοις εν ψευδαδέλφοις· εν κόπω και μόχθω, εν αγρυπνίαις πολλάκις, εν λιμώ και δίψει, εν νηστείαις πολλάκις, εν ψύχει και γυμνότητι» (Β' Κορ. 11, 24-27).
Αυτά υπέφερε ο απόστολος Παύλος.
Ας θυμηθούμε τώρα το βίο του Πρωτοκλήτου αποστόλου Ανδρέα. Ήταν πολύ δύσκολη η ζωή του. Στην αρχή κήρυττε το Ευαγγέλιο στην Ιουδαία. Με­τά πήγε στην περιοχή της Μαύρης θάλασσας, επι­σκέφτηκε όλες τις σημαντικότερες παραθαλάσσιες πόλεις και κήρυττε εκεί τον Χριστό. Στη Σινώπη οι ειδωλολάτρες τον χτύπησαν με αγριότητα και τον άφησαν μισοπεθαμένο έξω από την πύλη της πόλε­ως. Εδώ του φανερώθηκε ο Κύριος Ιησούς Χριστός, τον θεράπευσε και του είπε να μην φοβάται κανέ­ναν. Έτσι ο απόστολος Ανδρέας συνέχισε το δρόμο και αφού πέρασε την Αμπχαζία και τον Καύκασο έ­φτασε στην Κριμαία.
Ναι, και εδώ κήρυττε ο απόστολος Ανδρέας το Ευαγγέλιο. Όμως δεν σταμάτησε εδώ αλλά συνέχι­σε την πορεία του. Ακολουθώντας τον ποταμό Δνεί­περο έφτασε στον τόπο όπου σήμερα βρίσκεται η μεγάλη και η αγία πόλη του Κιέβου. Εκεί στους λό­φους του Κιέβου ύψωσε τον Τίμιο Σταυρό και είπε: «Πιστέψτε με, εδώ σ' αυτούς τους λόφους θα λάμψει η χάρη του Θεού. Μεγάλη πόλη θα είναι εδώ, θα κτί­σει ο Κύριος στον τόπο αυτό πολλές εκκλησίες και θα φωτίσει με το θείο Βάπτισμα όλη την Ρωσική γη».
Δεν τελείωσε όμως στο Κίεβο η περιοδεία του. Ο απόστολος του Χριστού προχώρησε στο βάθος της ρωσικής γης και έφτασε μέχρι την βόρεια πόλη Νόβγκορον. Φανταστείτε τώρα πόσο δύσκολος ήταν ο δρόμος του. Από δω γύρισε στην Ελλάδα, όπου τελείωσε τη ζωή του πάνω στο σταυρό. Δεν κάρφω­σαν με τα καρφιά τα χέρια και τα πόδια του αλλά τα έδεσαν με σχοινί για να υποφέρει πιο πολύ. Επάνω στο σταυρό ο απόστολος βρισκόταν τέσσερεις μέρες και τέσσερεις νύχτες, υποφέροντας πολλά βάσανα και δοξάζοντας τον Θεό.
Σκεφτείτε τώρα, αν θα μπορούσαν οι μυροφόρες γυναίκες να αντέξουν τέτοιους κόπους, πόνους και διωγμούς που υπέφεραν οι απόστολοι. Σας έχω πει ότι εκτός από τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο όλοι οι άλλοι απόστολοι είχαν μαρτυρικό θάνατο και πολ­λοί απ' αυτούς τελείωσαν την ζωή τους πάνω στο σταυρό. Θα μπορούσαν οι γυναίκες να αντέξουν τέ­τοιους κόπους; Τέτοιους διωγμούς και καταδιώξεις που υφίσταντο οι απόστολοι; Μπορούν να συγκρι­θούν οι ασθενείς δυνάμεις μιας γυναίκας με την δύ­ναμη που είχε για παράδειγμα ο άγιος απόστολος Ανδρέας; Ασφαλώς όχι. Οι γυναίκες είναι πιο αδύναμες από τους άνδρες, γι' αυτό και ο Κύριος Ιη­σούς Χριστός αλλιώς φερόταν στους άνδρες και αλ­λιώς στις γυναίκες. Δεν θέλησε να επιφορτίσει τις μυροφόρες γυναίκες με το βάρος του αποστολικού έργου.
Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος. Υπάρχει όμως και μία άλλη, η οποία και αυτή έχει μεγάλη σημασία. Ακούστε τι είπε ο μεγάλος προφήτης Μωϋσής στο πέμπτο βιβλίο της Πεντατεύχου, στο Δευτερονόμιο: «Ουκ έσται σκεύη ανδρός επί γυναικί, ουδέ μη ενδύσηται ανήρ στολήν γυναικείαν, ότι βδέλυγμα Κυρίω τω Θεώ σού εστιν πας ποιών ταύτα» (Δευτ. 22, 5). Μη νομίζετε ότι εδώ πρόκειται για καρναβάλια. Και να μην νομίζετε ότι είναι ασήμα­ντος αυτός ο σύντομος λόγος του προφήτη, που ανα­φέρεται στο γυναικείο ένδυμα.
Ο λόγος αυτός έχει μεγάλη σπουδαιότητα και θα ήθελα να το καταλάβετε διότι αυτό θα μας βοηθή­σει για να κατανοήσουμε καλύτερα γιατί ο Κύριος Ιησούς Χριστός ανέθεσε το αποστολικό έργο με τους κόπους και τους πόνους του στους άνδρες απο­στόλους και όχι στις μυροφόρες γυναίκες. Είναι πο­λύ σημαντική η διάκριση που έκανε ο Κύριος μετα­ξύ ανδρών και γυναικών σε σχέση με το ρόλο και την αποστολή που έχει κάθε φύλο.
Εκείνοι οι επιστήμονες, οι οποίοι ασχολούνται με τη βιολογία, ξέρουν καλά ότι κάθε φυτό και κάθε ζώο από τη φύση τους, ή καλύτερα να πούμε από τον Δημιουργό, είναι προορισμένα να ζουν σε κάποιες συγκεκριμένες συνθήκες, οι οποίες είναι διαφορετι­κές για το καθένα απ' αυτά. Αυτές οι συνθήκες προσδιορίζουν τη ζωή τους αλλά επίσης και τη δομή που έχει το σώμα τους.
Τώρα, ό,τι αφορά τον άνθρωπο. Υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ ανδρός και γυναικός. Και είναι δια­φορετική η δομή του σώματος τους. Πρώτ' απ' όλα η γυναίκα είναι πολύ πιο αδύνατη από τον άνδρα. Ο Θεός προόρισε τη γυναίκα για ένα συγκεκριμένο έργο. Τη γυναίκα, και όχι τον άνδρα. Το έργο αυτό διαφέρει πολύ από εκείνο, για το οποίο είναι προο­ρισμένος ο άνδρας.
Τι είναι το σημαντικότερο στη ζωή του άνθρω­που; Όλα τα έργα που κάνει ο άνθρωπος έχουν γι' αυτόν την ίδια σπουδαιότητα; Ασφαλώς όχι. Όταν έπλασε ο Θεός τους πρώτους ανθρώπους, τον Αδάμ και την Εύα, τους έδωσε την πρώτη εντολή, πολύ σύντομη και πολύ απλή: «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε» (Γεν. 1, 28). Αν αυτή ήταν η πρώτη εντολή τό­τε πρέπει να παραδεχθούμε ότι είναι εξαιρετικά σημαντική και πολύ βαθιά. Αν δεν υπήρχε αυτή η ε­ντολή, τότε το ανθρώπινο γένος θα ήταν ολιγάριθμο και αδύναμο μπροστά στη φύση. Ξέρουμε ότι μόνο εκείνα τα κράτη θεωρούνται ισχυρά, αυτά που έχουν μεγάλο πληθυσμό.
Η εντολή, λοιπόν, του Θεού «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε» δηλώνει την σπουδαιότητα που έχει για το ανθρώπινο γένος το έργο αυτό. Αδιαμφισβήτητα τον πρώτο λόγο εδώ έχει η γυναίκα και όχι ο άνδρας. Για τη γυναίκα το έργο αυτό είναι το πιο σημαντικό στη ζωή της. Αυτό δεν το λέω εγώ αλλά η αγία Γραφή. Βέβαια δεν είναι σωστό να περιορίζουμε το ρόλο της γυναίκας στην τεκνογονία. Και πιστεύω ότι κανένας άνθρωπος προσεκτικός και πνευματικά καλλιεργημέ­νος δεν σκέφτεται έτσι.
Οι Γερμανοί λένε ότι όλος ο ρόλος και η απο­στολή της γυναίκας προσδιορίζονται από τέσσερεις λέξεις: παιδιά, ρούχα, κουζίνα, εκκλησία. Είναι ασέ­βεια να λέμε και να σκεφτόμαστε έτσι και να προσ­βάλλουμε ολόκληρο το γυναικείο φύλο. Για μας τους ορθοδόξους αυτό είναι απαράδεκτο. Θέλω να πω ότι αν η γυναίκα έχει κάποια προσόντα δεν πρέ­πει να τα αφήσει. Αν της έδωσε ο Θεός βαθιά διά­νοια μπορεί να ασχοληθεί με την επιστήμη ή τη λο­γοτεχνία. Επαναλαμβάνω, είναι μεγάλο λάθος και είναι ανεπίτρεπτο να περιορίζουμε το ρόλο της γυ­ναίκας στην τεκνογονία και την ανατροφή των παι­διών.
Αυτό όμως δεν αφορά όλες τις γυναίκες. Διότι είναι λίγες οι γυναίκες που έχουν κάποιες εξαιρετι­κές ικανότητες ή ταλέντα ή κλίση στην τέχνη, την επιστήμη ή την φιλοσοφία. Οι περισσότερες ως το σημαντικότερο έργο τους πρέπει να βλέπουν αυτό για το οποίο τις προόρισε ο Κύριος. Το να γεννάει η γυναίκα και να φροντίζει τα παιδιά της είναι έργο σπουδαιότατο. Και είναι απαράδεκτο να αφήνει η γυναίκα το παιδί της χωρίς φροντίδα. Καμμία άλλη γυναίκα δεν μπορεί να φροντίσει το παιδί της όπως το φροντίζει η μητέρα του.
Εδώ πολύ μεγάλο ρόλο παίζει η συγγένεια εξ αίματος, την οποία δεν πρέπει να την παραβλέπου­με. Επίσης και το μητρικό γάλα, τις ιδιότητες του οποίου ίσως δεν τις γνωρίζουμε καλά, έχει μεγάλη σημασία για τη σωστή ανάπτυξη του παιδιού. Και ένα άλλο εξίσου σημαντικό πράγμα: Η αγάπη που προσφέρει η μητέρα στο παιδί της δεν μπορεί να του την προσφέρει καμμία άλλη γυναίκα. Αλλοίμονο στο παιδί που το μεγαλώνει μία ξένη γυ­ναίκα και όχι η μητέρα του ή που μεγαλώνει σε κά­ποιο εκπαιδευτικό ίδρυμα. Αλίμονο στη γυναίκα που αρνείται το παιδί της.
Αλλοίμονο και σ' αυτή τη γυναίκα που παραβλέ­πει και δεν δίνει σημασία στις προτεραιότητες του φύλου της. Αλλοίμονο σ' εκείνες τις γυναίκες που περιφρονώντας την αξιοπρέπεια τους προτιμούν να φοράνε ανδρικά ρούχα. Έχω ακούσει για μία ανόη­τη γυναίκα που κυκλοφορούσε στους δρόμους ντυμέ­νη με ανδρικό κοστούμι. Όταν την έβλεπαν οι άν­θρωποι με απέχθεια και αγανάκτηση έστρεφαν το βλέμμα τους. Δεν καταλάβαινε η καημένη ότι προσ­βάλλει μ' αυτό την αξιοπρέπειά της.
Αυτό επιβεβαιώνει και η Αγία Γραφή με το λό­γο που ήδη έχουμε αναφέρει: «Ουκ έσται σκεύη ανδρός επί γυναικί, ουδέ μη ενδύσηται ανήρ στολήν γυναικείαν, ότι βδέλυγμα Κυρίω τω Θεώ σού εστιν πας ποιών ταύτα» (Δευτ. 22, 5). Βεβαίως δε θεωρεί­ται βδέλυγμα κάθε άνθρωπος που είναι ντυμένος με ρούχα του άλλου φύλου. Δεν μπορεί να είναι οργή του Θεού πάνω στη γυναίκα η οποία για να θρέψει τα μικρά της παιδιά δουλεύει ως σοβατζής και είναι αναγκασμένη να φοράει ανδρικά ρούχα για να κάνει τη δουλειά της. Δεν πρόκειται εδώ για τέτοιες περιπτώσεις. Εδώ μιλάμε για τις γυναίκες που περιφρο­νούν το δικό τους γυναικείο ένδυμα. Έχω δει στα πανεπιστήμια πολλές καθηγήτριες που φοράνε ανδρικά ρούχα. Αυτές είναι βδέλυγμα ενώπιον του Θε­ού, αυτές παραβαίνουν την εντολή που τις δόθηκε από τον Θεό.
Αυτός λοιπόν είναι ο λόγος για τον οποίο ο Κύ­ριος δεν κάλεσε τις μυροφόρες γυναίκες να αναλά­βουν το έργο που προοριζόταν για τους άνδρες. Και γι' αυτό ζητά ο Κύριος από τις γυναίκες να εκτιμούν και να σέβονται το δικό τους γυναικείο φύλο, τις ιδι­ότητες της ψυχολογικής τους σύνθεσης που τις χά­ρισε ο Θεός. Αν έχετε από τον Θεό αυτές τις ιδιό­τητες, να τις φυλάγετε με μεγάλο σεβασμό και ευχα­ριστία προς τον Κύριο. Αμήν.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ



Κατά ἕνα παλαιό λειτουργικό ἔθιμο τῆς Ἐκκλησίας μας, τήν ἑπομένη τῶν μεγάλων ἑορτῶν τελεῖται ἡ «Σύναξις», πανηγυρική δηλαδή συνάθροισις τῶν πιστῶν, πρός τιμήν τῶν ἱερῶν προσώπων, πού διεδραμάτισαν ἕνα σπουδαῖο ρόλο στό ἑορτασθέν γεγονός. Ἔτσι τήν ἑπομένη τῶν Χριστουγέννων ἑορτάζομε τήν Σύναξι τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καί τήν μετά τά Χριστούγεννα Κυριακή τήν μνήμη Δαυίδ τοῦ βασιλέως, Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος καί Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου. Τήν ἑπομένη τῶν Θεοφανείων τήν Σύναξι τοῦ Προδρόμου. Τήν ἑπομένη τῆς Ὑπαπαντῆς τήν Σύναξι τοῦ δικαίου Συμεών τοῦ θεοδόχου καί τῆς προφήτιδος Ἄννης. Τήν ἑπομένη τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τήν Σύναξι τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ κλπ.
Στό ἴδιο προφανῶς αἴτιο ὀφείλεται καί ὁ ἑορτασμός τήν δευτέρα Κυριακή μετά τοῦ Πάσχα δύο ὁμάδων προσώπων πού ὑπηρέτησαν στό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἀφ᾽ ἑνός δηλαδή τοῦ Ἰωσήφ τοῦ ἀπό Ἀριμαθαίας καί τοῦ Νικοδήμου, πού ἔθαψαν τό σῶμα τοῦ Κυρίου, ἀφ᾽ ἑτέρου δέ τῶν Μυροφόρων γυναικῶν, πού ἦλθαν νά ἀλείψουν μέ μῦρα τό σῶμα καί πρῶτες ἄκουσαν τό εὐαγγέλιο τῆς Ἀναστάσεως καί πρῶτες εἶδαν τόν ἀναστάντα Κύριο.
Σύμφωνα λοιπόν πρός τά ἀνωτέρω ἡ σύναξις πρός τιμήν τῶν ἱερῶν αὐτῶν προσώπων θά ἔπρεπε νά ἑορτάζεται τήν ἑπομένη τοῦ Πάσχα, τήν Δευτέρα δηλαδή τῆς Διακαινησίμου. Ἀλλ᾽ ὅλη ἐκείνη ἡ ἑβδομάς, ἀπό τήν Δευτέρα μέχρι τό Σάββατο, κατείχετο ἀπό τό θέμα τῆς Ἀναστάσεως. «Ἐλογίζετο» ὡς μία πασχάλιος ἡμέρα. Ἡ μετά τό Πάσχα πάλι Κυριακή λόγῳ τοῦ γεγονότος πού συνέβη κατ᾽ αὐτήν, τῆς ἐμφανίσεως δηλαδή τοῦ ἀναστάντος στόν Θωμᾶ καί στούς μαθητάς, ἦταν ἤδη κατειλημμένη ἀπό τόν ἑορτασμό τοῦ περιστατικοῦ αὐτοῦ. Ὁ ἑορτασμός του διήρκεσε ὅλη τήν ἐπακολουθοῦσα ἑβδομάδα καί ἡ πρώτη μετά τό Πάσχα ἐλευθέρα ἡμέρα γιά τήν τοποθέτησι τῆς «Συνάξεως» ἔμενε ἡ δευτέρα μετά τό Πάσχα Κυριακή.
Ἔτσι κατά τόν Ι’ αἰῶνα βρίσκομε στό ἑορτολόγιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως νά ἀναγράφεται στήν Κυριακή αὐτή ἡ «μνήμη τῶν δικαίων Ἰωσήφ τοῦ ἀπό Ἀριμαθαίας καί Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς καί τῶν λοιπῶν μαθητριῶν τοῦ Κυρίου», γιά νά προστεθῇ ἀργότερα σ᾽ αὐτούς καί ἡ μνήμη τοῦ «νυκτερινοῦ μαθητοῦ» τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Νικοδήμου. Ἀπολυτίκιο τῆς ἡμέρας, ἐκτός ἀπό τό γνωστό «Ὁ εὐσχήμων Ἰωσήφ…», ἦταν καί τό παλαιό τροπάριο «Τῶν μαθητῶν σου ὁ χορός…», πού σήμερα, κάπως παρηλλαγμένο, ἀπαντᾷ σάν δεύτερο κάθισμα τοῦ ὄρθρου τῆς Κυριακῆς τῶν Μυροφόρων μετά τήν γ’ ᾠδή τοῦ κανόνος καί στήν Παρακλητική σάν δεύτερο καί πάλι κάθισμα μετά τήν δευτέρα στιχολογία στόν ὄρθρο τῆς Κυριακῆς τοῦ β’ ἤχου. Ἀκριβῶς δέ τό τροπάριο αὐτό, πού ἔχει εἰδικά γραφῆ καθώς φαίνεται γιά τήν παροῦσα ἑορτή, μᾶς δίδει καί τό θέμα τῆς Κυριακῆς τῶν Μυροφόρων καί τήν συνάρτησί του πρός τό θέμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου:
«Τῶν μαθητῶν σου ὁ χορός σύν μυροφόροις γυναιξί ἀγάλλονται συμφώνως, κοινήν γάρ ἑορτήν αὐτοῖς ἑορτάζομεν εἰς δόξαν καί τιμήν τῆς σῆς ἀναστάσεως καί δι᾽ αὐτῶν δεόμεθα, φιλάνθρωπε Κύριε, τῷ λαῷ σου παράσχου τό μέγα ἔλεος».
Ἡ κοινή ἑορτή τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου, τοῦ Ἰωσήφ καί τοῦ Νικοδήμου, καί τῶν Μυροφόρων γυναικῶν ἑορτάζεται πρός δόξαν καί τιμήν τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι δηλαδή μία ἀνακίνησις, μία ἀνανέωσις τοῦ ἀναστασίμου πανηγυρισμοῦ μέ νέο κέντρο, τά πρόσωπα πού ἄμεσα συνεδέθησαν μέ αὐτόν.
Ὁ Ἰωσήφ καί ὁ Νικόδημος κατεῖχαν ὑψηλά ἀξιώματα στήν Ἰουδαϊκή κοινωνία. Ἦσαν μέλη τοῦ Μεγάλου Συνεδρίου, τῆς Βουλῆς. Ὁ πρῶτος, ὁ Ἰωσήφ ὁ ἀπό Ἀριμαθαίας, πόλεως τῶν Ἰουδαίων (Λουκ. 23, 51), «ἄνθρωπος πλούσιος» (Ματθ. 27, 57), «εὐσχήμων βουλευτής» (Μάρκ. 15, 43), «μαθητής κεκρυμμένος διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων» (Ἰω. 19, 38. Ματθ. 27, 57), πού «προσεδέχετο τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. 23, 51. Μάρκ. 15, 43) καί δέν συγκατετίθετο μέ τά λοιπά μέλη τοῦ Συνεδρίου στήν κατά τοῦ Χριστοῦ βουλήν καί πρᾶξι των (Λουκ. 23, 51), κατά τίς πληροφορίες τῶν Εὐαγγελίων, ἀναλαμβάνει τόν τολμηρό ρόλο νά ζητήσῃ γιά ταφή τό σῶμα τοῦ ἐκτελεσθέντος ὡς ἐπαναστάτου κατά τῆς Ρωμαϊκῆς ἀρχῆς βασιλέως τῶν Ἰουδαίων. Προσέρχεται στόν Πιλάτο καί ζητεῖ τό σῶμα. Λαμβάνει τήν ἄδεια τῆς ταφῆς, τοῦ ἀποδίδει πρόχειρες νεκρικές τιμές καί τό θάπτει στό κενό μνημεῖο, πού εἶχε ἑτοιμάσει γιά τόν ἑαυτό του.
 Στό ἔργο του αὐτό βοηθεῖται καί ἀπό ἕναν ἄλλον ἄρχοντα τῶν Ἰουδαίων, τόν Νικόδημο, φαρισαῖο (Ἰω. 3, 1), μέλος καί αὐτόν τοῦ Συνεδρίου, πού παλαιότερα εἶχε ἔλθει μία νύκτα νά συναντήσῃ τόν Χριστό καί νά ἀκούσῃ τήν διδασκαλία Του (Ἰω. 3, 1 ἑξ.) καί εἶχε ἐπιχειρήσει νά τόν ὑπερασπίσῃ ἀργότερα στό Συνέδριο (Ἰω. 7, 50). Αὐτός φέρνει καί μία μεγάλη ποσότητα ἀρωμάτων «μίγμα σμύρνης καί ἀλόης ὡσεί λίτρας ἑκατόν» γιά νά ἐνταφιάσουν τόν Χριστό κατά τά Ἰουδαϊκά ἔθιμα (Ἰω. 19, 39-40).
Τά δύο λοιπόν αὐτά σοβαρά καί εὐϋπόληπτα πρόσωπα προσάγονται ἀπό τήν Ἐκκλησία σάν δύο ἀψευδεῖς μάρτυρες τοῦ θανάτου καί τῆς ταφῆς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτοί Τόν εἶδαν νεκρό, ζήτησαν τό σῶμα ἀπό τήν Ρωμαϊκή ἀρχή, τό κατέβασαν ἀπό τόν Σταυρό, τό ἄλειψαν μέ τά ἀρώματα καί τό τύλιξαν στά σάβανα, τό μετέφεραν καί τό ἔθαψαν καί προσεκύλησαν «λίθον μέγαν» στή θύρα τοῦ μνημείου. Εἶναι σάν μία ἔμμεσος ἀπάντησις σ᾽ ἐκείνους πού τυχόν θά ἀμφέβαλλαν γιά τόν πραγματικό θάνατο τοῦ Σταυρωθέντος. «Ἐπί στόματος δύο μαρτύρων καί ἐπί στόματος τριῶν μαρτύρων στήσεται πᾶν ρῆμα», ἔλεγε ὁ Μωσαϊκός νόμος (Δευτ. 19, 15). Καί ἐδῶ μάρτυρες τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μόνο οἱ στρατιῶται τοῦ ἐκτελεστικοῦ ἀποσπάσματος, ὁ ἑκατόνταρχος, ὁ Πιλᾶτος, οἱ παριστάμενες γυναῖκες. Ἀλλά καί δύο ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων. Δύο κοινῶς ἀνεγνωρισμένα καί τιμώμενα πρόσωπα.
Οἱ ἐκκλησιαστικοί ποιηταί ἔβαλαν στό στόμα τῶν δύο αὐτῶν ἀνδρῶν θαυμασίους ἐπικηδείους θρήνους. Ἕνας ἀπό αὐτούς εἶναι καί ἐκεῖνος πού πλέκεται στό δοξαστικό τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ πλ. α’ ἤχου. Εἶναι ἕνας ἀπό τούς ὡραιοτέρους ὕμνους καί ψάλλεται καί κατά τήν ἡμέρα τοῦ θανάτου τοῦ Κυρίου, τήν Μεγάλη Παρασκευή, καί κατά τήν ἀκολουθία τῆς Κυριακῆς τῶν Μυροφόρων:
«Σέ τόν ἀναβαλλόμενον τό φῶς ὥσπερ ἱμάτιον, καθελών Ἰωσήφ ἀπό τοῦ ξύλου σύν Νικοδήμῳ καί θεωρήσας νεκρόν, γυμνόν, ἄταφον, εὐσυμπάθητον θρῆνον ἀναλαβών, ὀδυρόμενος ἔλεγεν· Οἴμοι, γλυκύτατε Ἰησοῦ! ὅν πρό μικροῦ ὁ ἥλιος ἐν σταυρῷ κρεμάμενον θεασάμενος ζόφον περιεβάλλετο καί ἡ γῆ τῷ φόβῳ ἐκυμαίνετο καί διερρύγνυτο ναοῦ τό καταπέτασμα· ἀλλ᾽ ἰδού νῦν βλέπω σε δι᾽ ἐμέ ἑκουσίως ὑπελθόντα θάνατον. Πῶς σέ κηδεύσω, Θεέ μου; ἤ πῶς σινδόσιν εἰλήσω; ποίαις χερσί δέ προσψαύσω τό σόν ἀκήρατον σῶμα; ἤ ποία ᾄσματα μέλψω τῇ σῇ ἐξόδῳ, οἰκτίρμον; Μεγαλύνω τά πάθη σου, ὑμνολογῶ καί τήν ταφήν σου σύν τῇ ἀναστάσει κραυγάζων· Κύριε, δόξα σοι».
Ἄν ὁ Ἰωσήφ καί ὁ Νικόδημος εἶναι οἱ μάρτυρες τοῦ θανάτου καί τῆς ταφῆς, αἱ μυροφόροι γυναῖκες εἶναι οἱ πρῶτοι μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτές πού ἐπεθύμησαν νά συμπληρώσουν τίς ἐλλείψεις τῆς ἐσπευσμένης ταφῆς, ἀλλ᾽ ἀντί νά ἀλείψουν μέ μῦρα τό νεκρό σῶμα, ἀντί νά κλαύσουν γιά τόν νεκρό, ἔγιναν οἱ πρῶτοι θεαταί τοῦ κενοῦ τάφου καί πρῶτες αὐτές ἄκουσαν ἀπό τό στόμα τοῦ λευκοφόρου ἀγγέλου τό χαρούμενο καί παράδοξο μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτές ἔγιναν ἀπό Μυροφόροι εὐαγγελίστριαι κι᾽ ἔφεραν τό εὐαγγέλιο τῆς ἐγέρσεως στούς μαθητάς καί στόν κόσμο.
Αὐτήν δέ ἀκριβῶς τήν μετάβασι τῶν Μυροφόρων στό μνῆμα καί τό ἀγγελικό μήνυμα, τό ἄγγελμα τῆς Ἀναστάσεως, ποιητικά ἐπεξεργάζεται τό δοξαστικό τῶν αἴνων τοῦ β’ ἤχου. Εἶναι ποίημα τοῦ βασιλέως Λέοντος τοῦ Σοφοῦ καί ἐμπνέεται ἀπό τήν σχετική ἀναστάσιμο περικοπή τοῦ Κατά Μάρκον Εὐαγγελίου (Μάρκ. 16, 1-8), τό Β’ ἑωθινό Εὐαγγέλιο τῶν Κυριακῶν:
«Μετά μύρων προσελθούσαις ταῖς περί τήν Μαριάμ γυναιξί καί διαπορουμέναις πῶς ἔσται αὐταῖς τυχεῖν τοῦ ἐφετοῦ ὡράθη ὁ λίθος μετῃρμένος καί θεῖος νεανίας καταστέλλων τόν θόρυβον αὐτῶν τῆς ψυχῆς· Ἠγέρθη γάρ, φησιν, Ἰησοῦς ὁ Κύριος· διό κηρύξατε τοῖς κήρυξιν αὐτοῦ μαθηταῖς εἰς τήν Γαλιλαίαν δραμεῖν καί ὄψεσθαι αὐτόν ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν, ὡς ζωοδότην καί Κύριον».
Καί πάλι λοιπόν τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων θά δοξολογηθῇ ὁ νικητής τοῦ θανάτου καί τοῦ Ἅδου. Ὁ νεκρός – τό βεβαιώνουν ὁ Ἰωσήφ καί ὁ Νικόδημος, πού ἔγινε ζῶν – τό βεβαιώνουν αἱ Μυροφόροι. «Ἡ ζωή ἡ ἀθάνατος» πού κατέβη στό βασίλειο τοῦ Ἅδου καί ἐνέκρωσε τόν Ἅδη μέ τό ἀνέσπερο φῶς Του, μέ τήν ἀστραπή τῆς Θεότητός Του. Αὐτός πού ἀνέστησε τούς πεθαμένους ἀπό τά σκοτεινά μνήματα. Ὁ ζωοδότης, πού μέ τήν ἀνάστασί Του σύναψε σέ ἀτελεύτητο δοξολογία τίς δυνάμεις τῶν οὐρανῶν καί τούς λαούς τῆς γῆς. Αὐτός πού ἀπέθανε καί κατέβη στόν Ἅδη, γιά νά μᾶς ἀνεβάσῃ μέ τήν ἔγερσί Του στούς οὐρανούς.
Αὐτό ἀκριβῶς ψάλλει ὁ ὑμνῳδός τοῦ ἀναστασίμου ἀπολυτικίου τοῦ β΄ ἤχου, πού θά ἀκουσθῇ τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων στούς ναούς μας:
«Ὅτε κατῆλθες πρός τόν θάνατον, ἡ ζωή ἡ ἀθάνατος, τότε τόν Ἅδην ἐνέκρωσας τῇ ἀστραπῇ τῆς Θεότητος· ὅτε δέ καί τούς τεθνεῶτας ἐκ τῶν καταχθονίων ἀνέστησας, πᾶσαι αἱ δυνάμεις τῶν ἐπουρανίων ἐκραύγαζον· Ζωοδότα Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, δόξα σοι».
πηγή

Ποια η σημασία του αντίδωρου στη λειτουργική μας ζωή; -Πως πρέπει να παίρνουμε το αντίδωρο και τι πρέπει να ξέρουμε για αυτό;


Του Πρωτ. Θεμιστοκλέους Στ. Χριστοδούλου, Δρος Θ.

ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ ΜΑΪΟΣ 2007
  
         Επειδή κατά καιρούς πολλά και διάφορα διαπιστώνουμε -όλοι όσοι είμαστε με τη χάρη του Θεού ποιμένες του λογικού ποιμνίου σχετικά με τη χρήση και τη σημασία του αντίδωρου, επιθυμώ να χαράξω λίγες γραμμές με βάση την Ιερά Παράδοση μας.

Καταρχήν το αντίδωρο είναι ευλογημένος άρτος. Κι αυτό γιατί κατά την ώρα πού γίνεται η ακολουθία της προσκομιδής προσφέρονται άρτοι, (πρόσφορα) συνήθως 3 ή 5 για να εξαχθούν οι μερίδες, πρώτα ο αμνός πού συμβολίζει το σώμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, δεύτερον η τριγωνική μερίδα της Θεοτόκου, τρίτον οι μερίδες των 9 ταγμάτων, δηλαδή πάντων και πασών των αγίων της Εκκλησίας μας, τέταρτον η μερίδα του οικείου μας επισκόπου (Αρχιεπισκόπου ή Μητροπολίτου για τα εν Ελλάδι δεδομένα) και τέλος μερίδες των ζώντων και κεκοιμημένων, της θριαμβεύουσας και της στρατευόμενης Εκκλησίας.

Τα υπόλοιπα των άρτων αυτών (δηλ. των προσφορών) χρησιμοποιούνται για το αντίδωρον. Και φυσικά το μέγεθος των αντίδωρων δεν μπορεί να είναι ιδιαίτερα μεγάλο και ικανώς χορταστικό (sic), αλλά τέτοιο πού να επαρκεί ώστε να διανέμεται σε όσους δεν μετέλαβαν των αχράντων Μυστηρίων, οι οποίοι σύμφωνα με τον άγιοΣυμεών Θεσσαλονίκης «οι πάντες εκείνου (ένν. του Σώματος και Αίματος Χρίστου, δηλ. του Δώρου) ικανοί μετασχείν τούτο δίδοται (δηλ. το αντίδωρον) αντ' εκείνου» (P.G. 155, 301 D), πού είναι και το Κύριο «Δώρον» της Εκκλησίας. Η μετοχή, όμως, στον αγιασμό του Θεού έρχεται σε κάθε άνθρωπο διά των αισθητών.
Ο άνθρωπος με άλλα λόγια ανάγεται στα θεϊκά διά των αισθητών. Για τον λόγο αυτό και το αντίδωρο πού είναι μετοχή αγιασμού Θεού γίνεται δι' αυτού του αισθητού άρτου. Σχετικά ο άγιος Συμεών Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης θα πει: «Επεί δε και δι' αισθητών τίνων ως σώμα περικειμένοις τον αγιασμόν έδει λαβείν, διά του αντίδωρου γίνεται» (P.G. 155, 745 D).

Ωστόσο η Εκκλησία μας καίτοι μπορεί ανάξιοι οι πιστοί να μην λαμβάνουν το «Δώρο», δεν θέλει κανείς να φύγει απ' αυτήν χωρίς να δώσει κάτι στον καθένα. 
Αυτό το κάτι είναι το αντίδωρο. Είναι θα λέγαμε μια πράξη αγάπης και φιλανθρωπίας για τους αναξίους της μετοχής. Και μπορεί μεν το αντίδωρο να μην είναι το ίδιο Σώμα Χριστού, αλλά σφραγίσθηκε με τη λόγχη και δέχθηκε από τον λειτουργούντα και προσκομίζοντα κληρικό τα άγια λόγια. 


Σχετικώς ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης αναφέρει: «Επεί και ηγιασμένος εστί και ούτος άρτος, σφραγιζόμενος τε τη λόγχη, και ιερά δεχόμενος ρήματα» (P.G. 155, 304 A). Ο Μέγας Αγιασμός έρχεται στον πιστό με τη μετοχή στα Άχραντα Μυστήρια. Όμως, ένας έστω και μικρός αγιασμός έρχεται και από το Αντίδωρο. Πρόκειται περί «δωρεάς θείας πάροχον» (P.G. 155, 304 A). Για το λόγο αυτό εμείς οι ποιμένες πρέπει να μάθουμε τους πιστούς μας ότι το αντίδωρο δεν είναι για «πρωινή δόση» τύπου τροφής-γεύματος χορταστικού! (sic), αλλά μετοχή ευλογίας και αγιασμού. Κι ένα ψίχουλο να μεταλάβει ο πιστός από το αντίδωρο, αγιάζεται. Ακούμε ακόμη ότι οι πιστοί μας ζητούν πολλά αντίδωρα για ολόκληρη την εβδομάδα. Καλή κι ευλαβική η συνήθεια. Όμως το αντίδωρον είναι αντί της μετοχής των Αχράντων Μυστηρίων στη συγκεκριμένη ημέρα, χρόνο και τόπο τελέσεως της Θείας Ευχαριστίας. Μαζί με τον Εκκλησιασμό έρχεται ή το Δώρο ή το Αντίδωρον. Εκτός του Εκκλησιασμού ποια η θέση του;


Ακόμη συνηθίζεται πολλοί κληρικοί εξ αιτίας παλαιοτέρων συνηθειών από προκατόχους κληρικούς να μοιράζουν «υψώματα». Το ύψωμα κατ' ακρίβειαν της λέξεως είναι,ότι υψώνεται από τους άρτους στην Αγία Πρόθεση και προσκομίζεται. Όμως κάθε ευλαβής πιστή κυρία ή κύριος πού παρασκευάζει με ζήλο και ζέουσα ευσέβεια το πρόσφορο, ζητά από το δικό της πρόσφορο ύψωμα. Τότε συμβαίνουν δύο τινά. Ή από το συγκεκριμένο πρόσφορο εξάγεται η προσκομιδή, κάτι από τα προαναφερθέντα, ή υψώνονται όλα τα πρόσφορα στην Πρόθεση και εξ αυτών εξάγονται αυτά τα ιδιαίτερα! (sic) αντίδωρα τα λεγόμενα «υψώματα» και μάλιστα τυλιγμένα σε χαρτί ή ασημόχαρτο. Φυσικά αυτή η συνήθεια, όπως και πολλές άλλες της λατρευτικής μας ζωής δεν ξεκόβονται με τη μέθοδο «της μαχαίρας». Άλλωστε και σ' αυτήν την πράξη της ποιμαίνουσας Εκκλησίας κρύβεται κάτι πιο βαθύ. Αυτό είναι η ευλαβική ενασχόληση των πιστών μας με τα άγια πράγματα της Εκκλησίας μας. Δικαιολογώντας αυτή την ευλαβική διανομή του «υψώματος» ο ποιμένας δημιουργεί άμιλλα πνευματικού χαρακτήρα στους πιστούς του, τους μαθαίνει το ιερό εργόχειρο της προετοιμασίας του προσφόρου και τους οδηγεί βήμα-βήμα στην πνευματική ζωή. Και για να μην είναι ασυνεπής στο ότι μόνο από τα προσκομιζόμενα τα 3 ή 5 πρόσφορα εξάγονται τα υψώματα, ας προσκομίζει -όλα τα προσφερόμενα πρόσφορα, ιδιαιτέρως τα ζυμωτά «(=τα φτιαγμένα με το χέρι στα σπίτια, τα επονομαζόμενα και σπιτικά) και ας εξάγει πολλά υψώματα όσο και όλα τα προσφερόμενα των πιστών. 


Ακόμη υπάρχει η ευλαβική συνήθεια μερικών πιστών μας να ζητούν το ύψωμα της Θείας Λειτουργίας της Μεγάλης Πέμπτης για ευλογία για όλο το χρόνο. Αυτό φαίνεται ότι έχει επιδράσει από την εξαγωγή του αμνού της Μεγάλης Πέμπτης για τη Θ. Κοινωνία των ασθενών. Κι αύτη η συνήθεια εντάσσεται στην απλοϊκή ευλάβεια πού προσπαθεί μέσα από τέτοιου είδους συνήθειες να αγιάζεται. Πρέπει όμως να σημειώσω εν προκειμένω ότι τέτοιου είδους «επιφανειακές» ευλάβειες πόσο εύκολα διαδίδονται μεταξύ των πιστών μας και πώς άλλα σπουδαία και ουσιαστικότερα θέματα πού άπτονται της πνευματικής μας ζωής μένουν ανενεργά, πως συνειδητά συμμετοχή στα Ιερά Μυστήρια και ακολουθίες της Εκκλησίας μας, καθαρή εξομολόγηση κ.ά.


Τέλος, επιθυμώ να σημειώσω την μετ' ευλάβειας βρώση του αντίδωρου πού δείχνει και τον προσωπικό, κατ' επίγνωση σεβασμό, του εσθίοντος «μετά φόβου Θεού». Γιατί, τέλος πάντων, δεν είναι ο φόβος (=σεβασμός) μόνο για τα άχραντα Μυστήρια πού πρέπει να θεωρείται και είναι εκ του ών ούκ άνευ απαραίτητος, αλλά και για άλλα, όπως το αντίδωρο, το περίσσευμα του λαδιού του Ευχελαίου, το καμμένο φυτιλάκι του κανδηλιού μας, το αποκέρι, η μετάληψη του μικρού, πόσο μάλλον και του μεγάλου Αγιασμού, τα απονέρια της Βαπτίσεως και τόσα άλλα...
http://www.egolpion.com/0731E27E.el.aspx 
Πηγή εἰκόνας:
http://www.faneromenihol.gr/images/stories/orthodoxia/Inaos_Antidoro_01.gif

Πως πρέπει να παίρνουμε το αντίδωρο και τι πρέπει να ξέρουμε για αυτό;

Ο Ιερός Καβάσιλας μας λέει: «Ο άρτος που διανέμεται ως αντίδωρο, έχει από πριν αγιασθεί, επειδή προσφέρθηκε στον Θεό. Όλοι οι εκκλησιαζόμενοι χριστιανοί τον δέχονται με ευλάβεια μέσα στην δεξιά κυρτή τους παλάμη και ασπάζονται το δεξί χέρι του Ιερέως που πριν από λίγο ακούμπησε και κομμάτιασε το πανάγιο Σώμα του Σωτήρος Χριστού. Επειδή αγιάσθηκε ολόκληρο, γιαυτό πιστεύεται από την Εκκλησία μας ότι το χέρι του λειτουργού μεταδίδει αυτόν τον αγιασμό σε όσους το αγγίζουν και το ασπάζονται»


Βασικά πράγματα που πρέπει να γνωρίζουμε για το αντίδωρο:
  • Πρέπει να μοιράζεται μέσα σε ησυχία και τάξη
  • Το παίρνουμε από το χέρι του Ιερέα και όχι από το παγκάρι
  • Τοποθετούμε το δεξί μας χέρι πάνω στο αριστερό και με ανοιχτή την παλάμη
  • Οι ιεροψάλτες ψάλλουν ύμνους κατά την διάρκεια της διανομής
  • Πρέπει να είμαστε νηστικοί για να το φάμε.
  • Το καταναλώνουμε όλο και δεν το πετάμε πουθενά.
  • Μην ξεχνάμε ότι δίνεται αντί-δώρου δηλαδή αντί για το μεγάλο δώρο που είναι η Θεία Κοινωνία, αλλά και ως επιπλέον δώρο για αυτούς που κοινώνησαν


Πιο αναλυτικά (του π.Θεολόγου) :
α. Το αντίδωρο βγαίνει από τα πρόσφορα, που προσεκόμισαν και προσέφεραν οι πιστοί, προκειμένου να τελεσθεί η Θ.Λειτουργία. (γι'αυτό και η ονομασία "πρόσφορο", από το ρήμα προσφέρω). Το πρόσφορο ζυμώνεται με προσευχές και θυμιάματα και σφραγίζεται με τα σύμβολα του Χριστού μας ΙC XC ΝΙΚΑ. Γι'αυτό ήδη από την παρασκευή του ενέχει ευλογία, δεν είναι κοινός άρτος. Με το που προσφέρεται στο Αγιο Βήμα, αποκτά ακόμη μεγαλύτερο αγιασμό. Τελικά, αμέσως μετά τον Καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, όπου το τμήμα του προσφόρου, που προσκομίσθηκε στο Αγιο Δισκάριο και την Αγία Τράπεζα, έγινε Σώμα και Αίμα Χριστού, παίρνει ο Λειτουργός τα κάνιστρα με το Αντίδωρο ένα-ένα και τα υψώνει εμπρός από την Αγία Τράπεζα λέγοντας "Μέγα το Όνομα της Αγίας Τριάδος". Αυτό είναι μιά προσομοίωση της πράξεως που προηγήθηκε στο "τα σα εκ των σων", όπου ο Λειτουργός ύψωσε και σχημάτισε στον αιθέρα το σχήμα του Τιμίου Σταυρού, δοξολογώντας ευγνωμονικά τον Πλαστουργό μας. Έτσι το Αντίδωρο αποκτά και μιά ακόμη ευλογία. Επίσης ωρισμένοι Ιερείς λέγουν και μιά άλλη σύντομη ευχή (όχι απαραίτητη - η ευλογία κατέρχεται με τη Δοξολόγηση του εν Τριάδι Προσκυνητού και Λατρευτού Θεού μας): "ευλόγησον, Κύριε, τους άρτους τούτους και τους εξ αυτών μεταλαμβάνοντας αγίασον". Ομοίως, άλλοι Λειτουργοί προσθέτουν έναν Θεομητορικό Ύμνο: "η το Χαίρε δι'Αγγέλου δεξαμένη και τεκούσα τον Κτίστην τον ίδιον, Παρθένε σώζε τους σε μεγαλύνοντας". Και κάπου συνάντησα έναν ευσεβέστατο Εφημέριο (σε χωριό των Καλαβρύτων) που λειτουργεί καθημερινώς! να λέει "η το Χαιρε δι'Αγγέλου δεξαμένη και τεκούσα τον Κτίστην τον ίδιον, Παρθένε Υπερένδοξε, Απειρόγαμε, Υπερευλογημένη, σώζε τους σε μεγαλύνοντας". Τούτο, πραγματικά, έχει τη θέση του, διότι το Αντίδωρο συμβολίζει το σώμα της Αειπαρθένου. Είναι τμήμα του προσφόρου, απ'όπου προήλθε ο Αμνός του Θεού. Και άκουσα κάποτε ένα παιδάκι που κοινώνησε να προσέρχεται στο Αντίδωρο και να λέει, "μαμά, να πάρουμε τώρα και την Παναγία μας".
β. Καλό είναι το Αντίδωρο να υπάρχει σε ένα κάνιστρο κοντά σε όσους κοινωνούν, ώστε αμέσως μετά τη Θ.Μετάληψη να λαμβάνουν ένα κομμάτι και να σπογγίζουν τα χείλη και το στόμα τους.
γ. Μερικοί αποζητούν το λεγόμενο "Ύψωμα". Αυτό είναι Αντίδωρο, αλλά τέτοιο κομμάτι που να διατηρεί τη σφραγίδα του Κυρίου (IC XC ΝΙΚΑ) πάνω του. Και το θεωρούμε πιό τιμητικό. Το προσφέρει ο Ιερεύς σε όσους ήδη είχαν προσκομίσει πρόσφορο γιά την τέλεση της Θ.Λειτουργίας, ή σε όσους τιμώνται (πχ Δήμαρχος του τόπου) ή σε συγγενείς ανθρώπου, του οποίου τελούμε Μνημόσυνο, προς παρηγορίαν τους μεγαλυτέρα. Τούτο όμως δεν πρέπει να καταλήγει να γίνεται αφορμή ξεσυνέργιας ή παρεξηγήσεων. Ίδια είναι η ευλογία που παίρνουμε. Ακόμη και με τα ψίχουλα που απέμειναν στο κάνιστρο!! Κι'όσο πιό ευλαβική και κατανυκτική και ανώτερη και εύτακτη είναι η ψυχή μας, τόσο πιό πολύ ωφελούμεθα..
δ. Παίρνοντας το αντίδωρο από το χέρι του Ιερέα, συγχρόνως και επικοινωνούμε μαζί του. Τον προσεγγίζουμε. Έκείνος λουσμένος στην ιερότητα και τη θεΪκή Χάρη (και στον ιδρώτα συχνά, έναν ξεχωριστό ιδρώτα κατανύξεως) κι'οι εκκλησιαζόμενοι, που μέχρι τώρα ήταν απέναντι, κάπως απόμακροι, να έρχονται και να τον εγγίζουν, σα να εγγίζουν τον ίδιο το Χριστό μας. Εκείνη τη στιγμή και ο Ιερέας θα δείξει μιά διακριτική οικειότητα προς κάθε ψυχή της Ενορίας του, θα τους χαιρετήσει με το όνομά τους, θα τους ευχηθεί, θα στείλει χαιρετίσματα σε κάποιον κατάκοιτο της οικογενείας κοκ. Λιτά όμως. Και χωρίς διαχύσεις ή πληθωρικά χαμόγελα ή άσχετα θέματα και καθυστερήσεις. Μέσα στο κλίμα της Λειτουργίας!.
ε. Αρκετές φορές από τα πρόσφορα που έφεραν οι πιστοί περίσσεψαν πολλά. Είναι ευλογία αυτό. Δείχνει πόσο οι πιστοί συμμετέχουν στο μεγάλο γεγονός της Θ.Λειτουργίας. Οι Ιερείς κρατούν ωρισμένα, γιά να λειτουργήσουν ενδιαμέσως της εβδομάδος, και τα υπόλοιπα είναι επιτρεπτό να τα διοχετεύσουν σε σπίτια ευσεβών χριστιανών. Σκεφθείτε μάλιστα όταν υπάρχει πανηγύρι, πόσα περισσεύουν!.. Δεν είναι άτοπο να τα παραλάβουν οι πιστοί, αλλά πρέπει να παρατεθούν στο τραπέζι, όπου καθόμαστε κανονικα΄και κάνουμε προσευχή, τραπέζι οικογενείας, όπου όλα είναι ευλογημένα και ιερά, και έτσι το πρόσφορο, που το λαμβάνουμε ως ψωμί, προσθέτει στην ιερότητα του τραπεζιού μας. Υπάρχει και η περίπτωση να το φρυγανίσουμε λίγο, ώστε να διατηρηθεί και να το λαμβάνουμε με το τσάϊ μας. Ομοίως και ευλογημένο τμήμα Αντιδώρου μπορούμε να φρυγανίζουμε (γιά να διατηρηθεί πολλές μέρες), ώστε να λαμβάνουμε το πρωϊ κατά την προσευχή μας..
http://orthodox-answers.blogspot.com/2007/11/blog-post.html 
Πηγή εἰκόνας: http://www.faneromenihol.gr/images/stories/orthodoxia/Inaos_Prosforo_01.gif

Ὁ βλάσφημος παριανός ψαράς καί ἡ Παναγία ἡ Ἑκατονταπυλιανή


 https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiDjbYS1GsJMKXTaFrZzbV4YolYwv3DOVIuJkpzKBxnvvqG5_KNzn36j61BDQNDATrjjhCOx48Q7fOsJvR4vWiDAs2_Zat3f8YzO0TfAV3yFg1Gz0zs9iyOUluRbq-qerKH5nvqTBEgw0E/s1600/%CE%95%CE%9A%CE%91%CE%A4%CE%9F%CE%9D%CE%A4%CE%91%CE%A0%CE%A5%CE%9B%CE%99%CE%91%CE%9D%CE%97+%CE%A0%CE%91%CE%9D%CE%91%CE%93%CE%99%CE%91.jpg
Στο Πίσω Λιβάδι της Πάρου, προπαραμονή Δεκαπενταύγουστου 1931,
 βρίσκονταν τρεις ομάδες ψαράδων, που ψάρευαν τις νύχτες με τα γρι-γρι
 στο στενό μεταξύ Πάρου και Νάξου.
Εκείνη τη νύχτα η μία ομάδα έμεινε στο μικρό λιμάνι. Οι ψαράδες το έριξαν στο πιοτό, 
το πιοτό έφερε το κέφι, κι εκείνο παρεξηγήσεις και βαρείες κουβέντες.
Ούτε την Παναγία δεν σεβάστηκαν οι βλάσφημοι. Του κάκου προσπαθούσαν
 ο Λιμενοφύλακας και ο μαγαζάτορας του μικρού λιμανιού να τους συγκρατήσουν.
Απότομα ο ουρανός βάρυνε. Η θάλασσα άρχισε να μουγγρίζει. 
Σε μισή ώρα το κύμα σηκώθηκε βουνό, παρασύροντας το ψαροκάϊκο και τις βάρκες
 με τις λάμπες, μέχρι πού τις πέταξε σπασμένες στη στεριά. 
Κατόπιν η θάλασσα γαλήνεψε, κι ένα καΐκι από τη Νάξο φάνηκε να μπαίνει
 στο λιμανάκι. Ο καπετάνιος του απόρησε βλέποντας τα συντρίμμια στη στεριά.
— Πώς έγινε αυτό; ρώτησε. Εγώ ταξίδευα με θάλασσα γυαλί!

— Ήταν θαύμα της Παναγίας, εξήγησε ένας από τους ψαράδες του γρι-γρι.
Οι περισσότεροι συμφώνησαν. Δυο-τρεις όμως μίλησαν ειρωνικά κι έδωσαν άλλη εξήγηση:
— Ήταν ανεμοστρόβιλος. Καλά πού δεν μας σήκωσε στον ουρανό τις βάρκες.
Ένας μάλιστα, ο Γρηγόρης Λιάκουρας, πρόσθεσε:
— Άντε μωρέ, πού ήταν θαύμα! Όρεξη δεν είχε η Παναγιά
 -να μην τη στολίσω και τώρα- να καταπιάνεται με μας τους ψαράδες.
Αυτά είπε και πήγε να δει τη ζημιά πού είχε πάθει η δική του ψαρόβαρκα.
 Τη βρήκε σμπαραλιασμένη. Έφτυσε τότε έξαλλος πάνω στα συντρίμμια, 
βλαστήμησε πάλι την Παναγία και αποσύρθηκε να κοιμηθεί.
Μόλις ξάπλωσε, είδε ολοζώντανη την Παναγία, 
-σαν σε όνειρο, σαν σε ξύπνιο- να τον πλησιάζει και να τον ερωτά:
— Γιατί, παιδί μου, δεν με σέβεσαι;
— Τί είν΄ αυτά που μου λες, κυρά μου; θύμωσε εκείνος. Δεν σε ξέρω καθόλου.
 Πότε δεν σε σεβάστηκα;
— Δεν με ξέρεις; Τότε γιατί όλο με βλαστημάς;
Στα λόγια αυτά τινάχτηκε όρθιος. Έκανε να φωνάξει, να τρέξει, 
αλλά δεν μπορούσε. Τα πόδια του είχαν βυθιστεί ως τα γόνατα στην άμμο. 
Έκανε τον σταυρό του. Και τότε είδε πάλι, ξεκάθαρα πια, την Παναγία
 και την άκουσε να του λέει:
— Έλα στο σπίτι μου, στην Εκατονταπυλιανή, στην Παροικία της Πάρου.
 Έλα εκεί να με προσκυνήσεις.
Ο Λιάκουρας έφυγε την ίδια στιγμή σχεδόν τρέχοντας. 
Έφθασε στην Εκατονταπυλιανή λίγο μετά την ανατολή του ήλιου.
 Έτρεξε γρήγορα στο εικόνισμα της Θεοτόκου. 
Στη θεία της μορφή αναγνώρισε τη γυναίκα του οράματός του. 
Γονάτισε και προσευχήθηκε ώρες ολόκληρες. 
Ύστερα γύρισε στο Πίσω Λιβάδι. 
Εκεί διαπίστωσε ένα καινούργιο θαύμα:
 Οι βάρκες και το ψαροκάϊκο έστεκαν στη στεριά χωρίς καμμία ζημιά!
πηγή: Ν. Καπίτογλου, Θαύματα που γίνονται σήμερα, περιοδ. Κιβωτός
, τεύχ. 21 και 22, Αθήναι
εμείς αντιγράφουμε από: Ο βλάσφημος ψαράς, Εμφανίσεις και 
θαύματα της Παναγίας,σελ. 154-156, Έκδοση Εβδόμη, Ιερά Μονή 
Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 2007

Γιατί γιορτάζουμε την ονομαστική μας γιορτή και όχι τα γενέθλια‏



Όταν έμαθα πως έφερα μόνο ένα λατινικό όνομα(Βιργίλιος λέγεται ο
συγγραφέας,Ρουμάνος στην καταγωγή),όπως αρμόζει σ΄έναν απόγονο της
Ρώμης,αλλ' ακόμα το όνομα του πιο μεγάλου ποιητού της ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας,ένιωσα περήφανος.Είναι ανθρώπινο να νιώθεις περήφανος
γι΄αυτό που κατέχεις.Και να το παρουσιάζεις και να καυχάσαι γι΄αυτό.
Περισσότερο από μια φορά,εξαιτίας του λατινικού μου ονόματος, ένιωσα
σαν ένα παγώνι στολισμένο με ποικιλόχρωμα φτερά.Και ρώτησα τη μαμά
πρεσβυτέρα,τη μητέρα μου:
_ Ποια μέρα πέφτει η γιορτή μου;
Πρέπει να διευκρινίσω αμέσως πως εμείς οι Ρουμάνοι δε γιορτάζουμε
ποτέ τα γενέθλιά μας,όπως το κάνουν οι άλλες χώρες της γης.Η
φυσιολογική γέννηση-η μέρα που βγαίνει κανείς από την κοιλιά της
μητέρας του-δεν είναι για μας ένα γεγονός,στο οποίο αξίζει κανείς να
σταματήσει.Ή ακόμα και να το σκεφτεί.Διότι,μιλώντας λογικά,η
φυσιολογική γέννηση δεν είναι τίποτε το εξαιρετικό για μια ανθρώπινη
ύπαρξη.Ούτε τίποτα το χαρούμενο.Είναι ένα γεγονός που δεν αξίζει να
γίνει μέρα γιορτής.Και να το θυμάται κανείς κάθε χρόνο της ζωής του.Ή
και να κάνεις γνωστή την ημερομηνία του στους άλλους.Η φυσιολογική μας
γέννηση είναι όμοια με τη γέννηση όλων των ζώων,που ονομάζονται
μαστοφόρα.Το να θυμόμαστε την ημερομηνία της γεννήσεώς μας σημαίνει να
θυμόμαστε πως ερχόμαστε στον κόσμο όπως τα σκυλιά,οι γάτες και τα
μοσχάρια.Δεν είναι ένα ωραίο θέαμα.Είναι,αντίθετα, αηδιαστικό.Και
ταπεινωτικό.Εν πάση περιπτώσει,δεν είναι ένα γεγονός για να το
διασώζει κανείς.Όχι περισσότερο από άλλες φυσιολογικές λειτουργίες,που
γίνονται κρυφά.
Αλλά δεν είναι μόνο επειδή η γέννησή μας δε μας ξεχωρίζει σε τίποτε
από τα ζώα και επειδή ερχόμαστε στον κόσμο από τον ίδιο δρόμο με τους
ποντικούς και τις αγελάδες,που αποφεύγουμε προσεχτικά να μιλάμε
γι΄αυτή τη μέρα.Δεν είναι μόνο από ντροπή ούτε από υπερηφάνεια.Δεν
είμαστε βέβαια πιο υπερήφανοι από τους άλλους λαούς της γης,που
τραγουδούν,χορεύουν,προσκαλούν όλους τους φίλους και γιορτάζουν ως το
πρωί με μουσική και σαμπάνια αυτή τη φυσιολογική υπόθεση.Δεν είναι
μόνο αυτό.Υπάρχει ένας βαθύτερος λόγος.Είναι ότι εμείς οι Ρουμάνοι
είμαστε όχι μόνο οι άμεσοι απόγονοι των Ρωμαίων, αλλ΄ακόμα και προ
πάντων ένας λαός χριστιανικός.Το χαρακτηριστικό του χριστιανού είναι
εκείνο που κατέχουμε σαν το πολυτιμότερο πάνω στη γη.Επειδή είμαστε
χριστιανοί,πριν απ΄όλα για μας, η φυσιολογική γέννηση όχι μόνο δεν
έχει καμιά ομορφιά και μοιάζει με τη γέννηση όλων των ζώων,που
λέγονται μαστοφόρα,αλλά μας ξαναθυμίζει το θλιβερότερο γεγονός που
συνέβη στον άνθρωπο από τον καιρό της δημιουργίας του.Η φυσιολογική
γέννηση μας θυμίζει την υπέρτατη ανθρώπινη τραγωδία:την έξωση από τον
Παράδεισο.Διότι,πριν απ΄το αμάρτημα των προπατόρων μας,του Αδάμ και
της Εύας,ο πολλαπλασιασμός διά της σεξουαλικής οδού ήταν ξένος στον
άνθρωπο.Στην αρχή ο άνθρωπος πλάσθηκε αθάνατος.Αγνοούσε το φύλον.Την
τεκνοποίηση.Τον πόνο.Το θάνατο.Στον ουρανό δεν υπήρχε
γάμος.Γιατί,αλήθεια ο γάμος δεν εμφανίστηκε προ του αμαρτήματος;Γιατί
δεν υπήρχαν σεξουαλικές σχέσεις στον Παράδεισο;Γιατί προ της κατάρας
δεν υπήρχαν οι πόνοι του τοκετού;Διότι αυτά τα πράγματα ήταν τότε
άχρηστα και δεν έγιναν αναγκαία παρά αργότερα,εξαιτίας της αδυναμίας
μας.Αυτά και όλα τα υπόλοιπα.Το φύλον,η γέννηση,η αρρώστια,τα γεράματα
και ο θάνατος είναι τιμωρίες για τον άνθρωπο.Ο άγιος Γρηγόριος
Νύσσης,καθώς και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, είναι αρκετά σαφείς
στο ζήτημα αυτό της τεκνοποιήσεως και του φύλου:"Όσον αφορά το
διαχωρισμό των φύλων σε άνδρες και γυναίκες αυτός έγινε μετά την
πτώση.Γιατί δεν πρέπει να νομίζουμε πως η θεία και μακαρία φύσις
παρουσιάζεται διηρημένη σε φύλα.Αλλά,δίνοντας στον άνδρα αυτό που
χαρακτήριζε τη ζωώδη φύσι,ο Θεός έδωσε στο ανθρώπινο είδος το γνωστό
τρόπο του πολλαπλασιασμού,που δεν ήταν σύμφωνος με την πρώτη
κατ΄εξοχήν δημιουργία του.Γι΄αυτό,όπως λέγει η γραφή,ο Θεός
εδημιούργησε πρώτα τον άνθρωπο κατ΄εικόνα του(και ο απόστολος Παύλος
το ίδιο μας διδάσκει, όταν λέει ότι στο νέο άνθρωπο δεν υπάρχει άρρεν
ή θήλυ) και έπειτα πρόσθεσε αυτά που χαρακτηρίζουν τη ζωώδη
φύση,δημιουργώντας τον άνδρα και τη γυναίκα.
Κάθε γέννηση δια της σεξουαλικής οδού,δια τοκετού,όπως και των
ζώων,ήταν ξένη στον άνθρωπο προ της πτώσεως.Ο Αδάμ "ου πρότερον
αυτήν(την Εύα) έγνω,πριν εξορισθήναι του Παραδείσου και πριν εκείνην
αντί της αμαρτίας,ην απατηθείσα εξήμαρτε,τη των ωδίνων τιμωρία
κατακριθήναι"(Γρ.Νύσσης)
Το αμάρτημα μπήκε με απάτη υπό τη μορφή της ηδονής."Ηδονή τότε
δι΄απάτης εγγενομένη της εκπτώσεως ήρξατο.Είτα αισχύνη και φόβος τω
πάθει της ηδονής επηκολούθησε και το μηκέτι λοιπόν εν οφθαλμοίς τολμάν
είναι του κτίσαντος,αλλά φύλλοις και σκιαίς υποκρύπτεσθαι΄δέρμασι
νεκροίς μετά ταύτα περικαλύπτοντας.Και ούτως εις το νοσώδες τούτο και
επίπονον χωρίον άποικοι πέμπονται,εν ω γάμος παραμυθία του αποθνήσκειν
επενοήθη".(Γρ.Νύσσης)
Κάθε φυσιολογική,σαρκική γέννηση θυμίζει σε μας την έξωση από τον
Παράδεισο.Και το ντίσιμο με τους δερμάτινους χιτώνες(Γεν.γ,21),αυτές
τις σωφρονιστικές στολές,την κατάπτωσή μας και την κατάταξή μας στην
κατηγορία των μαστοφόρων.Ο πολλαπλασιασμός διά της σεξουαλικής οδού
μπήκε στη φύση του ανθρώπου αργότερα,σαν μια τιμωρία."Η παρθενία μεν
εξ αρχής και του γάμου προτέρα ημίν εφάνη.Διά ταύτα δε επεισήλθεν
ύστερον ο γάμος και πράγμα αναγκαίον ενομίζετο είναι,ως ει γε έμεινεν
υπακούων ο Αδάμ,ουκ αν εδέησε τούτου".(Ι.Χρυσόστομος)
Και ο άγιος Χρυσόστομος βεβαιώνει με το χρυσό στόμα του:"Γάμου ουκ
έδει τω Θεώ προς τους πολλούς ποιήσαι τους επί γης ανθρώπους".
Υπάρχουν αναρίθμητα ουράνια πλάσματα,τα οποία πολλαπλασιάζονται
χωρίς να γνωρίζουν το φύλο.
Να,αυτό που μας θυμίζει η ημέρα της φυσιολογικής μας
γεννήσεως.Γιορτάζοντας τα γενέθλιά μας,θα μοιάζαμε μ΄ένα βαρυποινίτη
κατάδικο,που γιορτάζει με μουσική,χαρά και παραφορά ευθυμίας την
επέτειο της μέρας και της ώρας που τον έστειλαν στο κάτεργο,όπου
δέχτηκε τα δεσμά και τη στολή του καταδίκου.Αυτό ξεπερνάει τη λογική
μας.Δεν μπορούμε να γιορτάζουμε τις συμφορές και τις καταστροφές.Δεν
μπορούμε να χορεύουμε και να τραγουδάμε,καθώς θυμόμαστε την καταδίκη
μας και το ντύσιμο με τις σωφρονιστικές στολές μας,αυτούς τους
φρικτούς δερμάτινους χιτώνες,που είναι υφασμένοι με κτηνώδη πάθη...
Να,λοιπόν,γιατί κάνουμε το παν,για να μη θυμόμαστε τη ζωώδη γενέθλιο
ημέρα μας.
Προσωπικά εγώ ποτέ δεν γιόρτασα τα γενέθλιά μου,όπως λένε.Κανένας
από τους γνωστούς μου δεν τα γιόρτασε.Η μέρα αυτή,η μέρα της
φυσιολογικής μας γεννήσεως,δεν έχει καμιά σπουδαιότητα στην πατρίδα
μας,παρά μόνο για την αστυνομία,τη δικαιοσύνη,τα πολιτικά και
δικαστικά γραφεία.Δηλαδή για τον κόσμο τούτο.Οι υπηρεσίες αυτές
ασχολούνται με το να παίρνουν τα δακτυλικά αποτυπώματα του ανθρώπου,το
βάρος του,το ανάστημά του,το χρώμα των μαλλιών του,το χρώμα του
δέρματός του,τον αριθμό των δοντιών του και των άλλων
λεπτομερειών.Λεπτομέρειες άλλωστε,που τις σημειώνουμε στα διαβατήρια
με τον ίδιο τρόπο,που τις καταχωρούν και στα δελτία πωλήσεως και
αγοράς των αλόγων,των βοδιών και των σκύλων.Στον κόσμο τούτο τα
πράγματα αυτά έχουν μεγάλη σπουδαιότητα.Για μας η καταγραφή αυτών των
λεπτομερειών αφορά αποκλειστικά τη ζωώδη και γήινη φύση μας και την
ανεχόμαστε εκ μέρους των αρχών,που μας βγάζουν τα διαβατήρια και τις
ταυτότητες σαν μια συνέπεια της εξώσεώς μας από τον Παράδεισο.Είναι
τούτο μια ταπείνωση μεταξύ των άλλων.Όπως η αρρώστια.Τα γεράματα.Ο
θάνατος.Η φθορά.Ο πατέρας μου,ο σεβαστός ιερεύς Κωνσταντίνος,του
οποίου ήμουν το πρώτο παιδί,αρνήθηκε να πάει να με καταγράψει στο
δημαρχείο,όταν γεννήθηκα.Τον ταπείνωνε αυτό.Ένα παιδί που γεννιέται
δεν είναι υλικό για ζύγισμα,για καταγραφή στα δελτία,για δήλωση και
για αντάλλαγμα,του οποίου παίρνει κανείς-όπως για ένα εμπόρευμα-νια
απόδειξη.
Έμαθα αργότερα από το στόμα της μαμάς πρεσβυτέρας,της μητέρας
μου,πώς συνέβησαν τα πράγματα:
_ Αφού σου έδωσα το όνομα Βιργίλιος,το πιο υπέροχο από
όλα,παρακάλεσα τον πατέρα σου να πάει και να σε δηλώσει στο
δημαρχείο,μου είπε.Ο πατέρας σου αρνήθηκε.Και ο καιρός πέρασε.Ένα μήνα
μετά τη γέννησή σου οι χωροφύλακες του χωριού ήλθαν στο πρεσβυτέριο με
τις καραμπίνες τους,τα πιστόλια τους,τις ξιφολόγχες τους,τις μπότες
τους και το απειλητικό ύφος τους.Προχώρησαν προς τον πατέρα σου,για να
του περάσουν τις χειροπέδες.Για να τον αλυσοδέσουν σαν τους
δολοφόνους.Τον φοβέριζαν.Έλεγαν πως θα τον ρίξουν στη φυλακή.Στην υγρή
ψάθα.Κι όλα αυτά,γιατί ο πατέρας σου δεν είχε δηλώσει τη γέννησή σου
στο δημαρχείο,όπως ο νόμος το διατάζει για κάθε πολίτη με ποινή
φυλακίσεως.Αυτή τη φορά ο πατέρας σου ήταν υποχρεωμένος να δηλώσει πως
υπήρχες.Πως είχες γεννηθεί.Διαφορετικά δεν θα το είχε κάνει.Και συ θα
ζούσες λαθραία πάνω στη γη...Τώρα είσαι δηλωμένος...Αλλά με κάποια
ανακρίβεια...Στην ταυτότητά σου είναι γραμμένο πως γεννήθηκες στις15
Σεπτεμβρίου.Και αυτό είναι λάθος.Διότι γεννήθηκες στις 9 Σεπτεμβρίου.
Είμαι πάρα πολύ ευχαριστημένος απ΄το επεισόδιο αυτό.Όχι μόνο
απαλλάχτηκα απ΄τον παλαιό άνθρωπο διά του βαπτίσματος,αλλά και η
ημερομηνία της φυσιολογικής γεννήσεώς μου είναι ανύπαρκτη ακόμα και
στα ληξιαρχικά έγγραφα.Διότι είναι μια μέρα για να τη λησμονεί καν
εις.
Εάν εμείς οι απόγονοι των Ρωμαίων των Καρπαθίων δεν γιορτάζουμε τη
μέρα της φυσιολογικής μας γεννήσεως,γιορτάζουμε εντούτοις με
πρωτόγνωρη χαρά,με μουσική,με προσκεκλημένους και την πιο δυνατή
μεγαλοπρέπεια,την ονομαστική μας γιορτή.Γιορτάζουμε,δηλαδή,το όνομα
που πήραμε με το βάπτισμα.Διότι η ημέρα του βαπτίσματός μας είναι η
ημέρα της πραγματικής μας γεννήσεως."Το βαπτισθήναι αυτό το κατά
Χριστόν γεννηθήναι και λαβείν αυτό το είναι και υποστήναι μηδέν
όντας".(Ν.Καβάσιλα)
"Εν αυτώ γαρ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν"(Πραξ.ιζ,28) "  Η
φυσιολογική μας γέννηση είναι ένα γεγονός ανακατεμένο με την ασθένεια
που πήραμε στον Παράδεισο".(Σοφρ.Ιεροσολύμων)
Το βάπτισμα είναι μια πράξη επανορθωτική.Μας αποκαθιστά,μας
αναγεννά,μας αναδημιουργεί."Τους γεννωμένους και πλαττομένους και
άλλοτε γεννηθήναι και απολέσαντας την μορφήν νυν δευτέρα γεννήσει προς
το πρώτον είδος αύθις επανιέναι,καθάπερ ανδριάντος ύλην το είδος
απολωλεκότος". (Ν.Καβάσιλας)
Το όνομά μου Βιργίλιος-το όνομα που θα φέρω εδώ κάτω και στην
αιωνιότητα-δεν το πήρα τη μέρα της γεννήσεώς μου, διά του τοκετού της
μητέρας μου,αλλά τη μέρα του βαπτίσματός μου.Κατά την αληθινή μου
γέννηση.Και το βάπτισμα,εκτός των άλλων,λέγεται και Ημέρα του Ονόματος
ή Ονομαστική Ημέρα.Αυτή είναι η μέρα των γενεθλίων μας.Διότι σ΄αυτή
την αξιομνημόνευτη μέρα δεν  παίρνουμε το όνομα από το στόμα του
ιερέως ούτε της μητέρας μας αλλά από το Θεό,τον Ουράνιο Πατέρα μας και
Δημιουργό μας.Ο Θεός κατεβαίνει απ΄τον ουρανό και σκύβει επάνω μας.Μας
δίνει ένα όνομα.Αναγνωρίζει σε μας ένα από τα παιδιά του.Ο άγιος Ι. ο
Χρυσόστομος είναι κατηγορηματικός:" Ώσπερ γαρ όταν βαπτίζη (ο ιερεύς)
ουκ αυτός σε βαπτίζει,αλλ΄ο Θεός εστιν ο κατέχων σου την κεφαλήν
αοράτω δυνάμει,και ούτε άγγελος,ούτε αρχάγγελος,ούτε άλλος τις τολμά
προσελθείν και άψασθαι".
Εκείνη τη μέρα ο Θεός γίνεται ο αποκλειστικός πατέρας μας.Γινόμαστε
νίμιμα και για την αιωνιότητα παιδιά του .Είναι μια γέννηση ασύγκριτα
ωραιότερη,ευγενέστερη απ' την άθλια φυσιολογική μας γέννηση.Και την
απόδειξη ότι αυτή τη μέρα ο ίδιος ο Θεός είναι που μας
γεννά,εγγίζοντάς μας με το χέρι του και χορηγώντας μας το όνομα,με το
οποίο θα μας αναγνωρίσει και το οποίο θα φέρουμε στην αιωνιότητα(διότι
απ' τη νέα αυτή γέννηση βγαίνουμε αθάνατοι).Είναι πάντοτε ο άγιος Ι. ο
Χρυσόστομος,που μας τη δινει:Δεν είναι μόνο το χέρι του ιερέως που
εγγίζει το κεφάλι του βαπτιζομένου αλλά επίσης και το δεξί χέρι του
Χριστού,όπως φανερώνεται απ' τα λόγια εκείνου που βαπτίζει.Ο ιερεύς
δεν λέγει:"Σε βαπτίζω τάδε...".Ο ιερεύς λέει:"Βαπτίζεται ο δούλος του
Θεού...".Δείχνοντας έτσι πως είναι μόνο ο λειτουργός της χάριτος και
πως δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να δανείζει το χέρι του.
Αυτή τη μέρα ο Θεός μάς λέει:"Υιός μου ει συ.Εγώ σήμερον γεγέννηκά
σε"(Πραξ.ιγ,33).Η απόφαση με την οποία ο Θεός κατεδίκαζε τον άνθρωπο
στο θάνατο:"Γη ει και εις γην απελεύση"(Γεν.γ,19) ακυρώθηκεμε το
βαπτισμα.Ήταν μια θεϊκή καταδίκη και δεν μπορούσε να ακυρωθεί απ' την
ανθρωπότητα.Βρέθηκε όμως ένα φάρμακο.Ο άνθρωπος να πεθάνει και να
αναστηθεί.( Αγ.Αμβροσίου)
Και τούτο είναι το βάπτισμα:ο θάνατος του καταδικασμένου ανθρώπου
και η ανάσταση του νέου ανθρώπου.
Για μας τους Ρουμάνους χριστιανούς των Καρπαθίων η φυσιολογική
γέννηση δεν έχει λοιπόν κανένα ενδιαφέρον.Τι να γιορτάσεις;Μια
πτώση;Μια καταδίκη;Μια έξωση και μια ύπαρξη στην εξορία;Τη βιολογική
ύπαρξη;Στη γη;Έρχεται κανείς σ' ένα μέρος της γης που δεν έχει
γιαλέξει.Ακόμη περισσότερο,δε διαλέγει κανείς ούτε αυτήν τη μητέρα του
κι αυτόν τον πατέρα του ούτε τη γλώσσα που θα μιλήσει με τους άλλους
ανθρώπους.
Είναι παράλογο να γιορτάζουμε αυτά τα πράγματα.Ενώ για την άλλη
γέννηση,το Βάπτισμα,το σωστό είναι το αντίθετο.Βγαίνει κανείς από το
νερό της κολυμβήθρας υιός του Θεού.Είναι νόμιμα αθάνατος,υιοθετημένος
από το Δημιουργό και κληρονόμος της Βασιλείας των ουρανών.Είναι κανείς
κάτι περισσότερο και από τους πρίγκιπες του κόσμου.Περισσότερο και από
το γιο ενός αυτοκράτορα της γης." Αντί μεν της αλουργίδος την αρετήν
ημφιεσμένη( η ανθρώπινη φύσις),ό δη πάντων βασιλικώτατον εσθημάτων(
ενδυμάτων) εστίν.Αντί δε του σκήπτρου τη μακαριότητι της αθανασίας
ερειδομένη.Αντί δε του βασιλικού διαδήματος τω της δικαιοσύνης στεφάνω
κεκοσμημένη, ώστε διά πάντων εν τω της βασιλείας αξιώματι δείκνυσθαι
δι' ακριβείας προς το αρχέτυπον κάλλος ομοιωθείσαν".
Είναι κανείς τελείως γυμνός.Τόσο δα μικρός.Αλλά βγαίνοντας από τα
αγιασμένα νερά του βαπτίσματος είναι κάτοχος των πάντων.
Με το Βάπτισμα η καταδικαστική απόφαση"γη ει και εις γην απελεύση"
ακυρώθηκε.Αλλά αυτό δεν είναι το παν.Ο άνθρωπος δεν έχει απλώς
αμνηστευθεί και μεταταγεί στην κατάσταση της αθωότητος,στην οποία
βρισκόταν προ της πτώσεως.Είναι κάτι περισσότερο από πριν.Ο άνθρωπος
που βγήκε από τα βαπτιστικά νάματα είναι ασύγκριτα ανώτερος από τον
Αδάμ.Το βάπτισμα είναι μια νέα δημιουργία του ανθρώπου,καλύτερη από
την πρώτη.Διότι κατά τη δημιουργία του ανθρώπου ο Θεός είπε:"ποιήσωμεν
αυτώ βοηθόν".Στο βάπτισμα" ο την του Πνεύματος λαβών χάριν,τίνος
δεήσεται βοηθού ετέρου; Ο εις το σώμα του Χριστού τελών,ποίαν έχει
λοιπόν συμμαχίας χρείαν;Τότε κατ' εικόνα Θεού εποίησεν τον
άνθρωπον,νυν αυτώ τω Θεώ ήνωσε.Τότε ιχθύων άρχειν και θηρίων
εκέλευσε,νυν υπεράνω των ουρανών την απαρχήν ημών ανήγαγεν.Τότε
Παραδείσου έδωκε την δίαιταν,νυν δε τον ουρανόν ημίν ανέωξε.Τότε
επλάσθη τη έκτη ημέρα...νυν τη πρώτη ημέρα και εν προοιμίοις,ότε και
το φως".(Ι.Χρυσόστομος)
Όπως ακριβώς μερικά παιδιά που γεννιούνται στα ξένα-με την εγγραφή
τους στο προξενείο της μακρινής χώρας,όπου βλέπουν το φως της
μέρας-γίνονται πολίτες της πραγματικής των πατρίδας,της
μητροπόλεως,έτσι και με το Βάπτισμα.Τα παιδιά που γεννιούνται από τη
γυναίκα,εδώ στη γη γίνονται πολίτες του ουρανού.Αποκτούν τα δικαιώματα
των πολιτών της άνω πατρίδος,δηλαδή την αθανασία.Αυτό γίνεται σε κάθε
εκκλησία,όσο μικρή κι αν είναι,όσο αμαρτωλός κι αν είναι ο ιερεύς και
όσο άθλια η κατάσταση του βαπτιζομένου.Διότι μία πράξη προξενική,μία
πράξη συμβολαιογραφική,δεν εξαρτάται από τη μεγαλοπρέπεια της
οικοδομής μέσα στην οποία έχει μονογραφηθεί ούτε από την αξία του
προξένου,που εκτελεί χρέη συμβολαιογράφου και του υπαλλήλου του
κράτους.Αυτό το γεγονός έχει τόσο μεγάλη σπουδαιότητα για μας-τους
χριστιανούς κατοίκους της μεγάλης ανατολικής περιφέρειας της
Ευρώπης-που θα ήταν ντροπή να γιορτάζουμε τα γενέθλια της φυσιολογικής
γεννήσεώς μας στον κόσμο τούτο.Κρατούμε την ημερομηνία της πνευματικής
μας γεννήσεως,στην οποία συμμετέχουν και παρευρίσκονται όχι μόνο οι
γείτονες,οι φίλοι μας του κόσμου τούτου και οι συγγενείς μας κατά
σάρκα,αλλά όλες οι ουράνιες δυνάμεις.Το θέαμα είναι τόσο εκθαμβωτικό
και με ένα τόσο ασυνήθιστο κοινό,που κανένας άνθρωπος,όσο πλούσιος κι
αν είναι,δεν μπορεί να το έχει ποτέ στα γενέθλιά του.Να τι λέει ο
άγιος Αμβρόσιος για το Βάπτισμα:Οι άγγελοι σάς είδαν να πλησιάζετε και
την ανθρώπινη φύση,που άλλοτε ήταν μουντζουρωμένη απ' τη μαύρη
ακαθαρσία της αμαρτίας,την είδαν ξαφνικά να λάμπει.Και οι άγγελοι
ρώτησαν"τις αύτη η αναβαίνουσα λελευκανθισμένη;"(Άσμα Ασμ.η,5) Κι
αυτοί οι άγγελοι θαυμάζουν.
Με το βάπτισμα εμείς οι χριστιανοί γινόμαστε πολίτες της ουράνιας
Ιερουσαλήμ,που είναι η αληθινή μας μητροπολιτική πατρίδα.Οι τρεις
καταδύσεις συμβολίζουν τις τρεις ημέρες που ο Χριστός πέρασε μέσα στον
τάφο.Κάτω στη γη.Κάθε βαπτιζόμενος συμμετέχει στο θάνατο,τον
ενταφιασμό και την Ανάσταση του Χριστού.Ο άνθρωπος που γεννήθηκε από
τη γυναίκα πεθαίνει.Και ένας νέος άνθρωπος ανασταίνεται από τα
ύδατα.Και ο αναστημένος παίρνει το όνομα του χριστιανού,που σημαίνει
χρισμένος.Διότι είναι σημειωμένος με το λάδι,σφραγισμένος.Το άγιο
έλαιο με το οποίο είναι χρισμένος ο καινούργιος χριστιανός είναι η
Σφραγίς του Αγίου Πνεύματος.Το άγιο Χρίσμα,που γίνεται με το Άγιο
Μύρο,μεταδίδει το Άγιο Πνεύμα αληθινά.Δεν είναι απλώς ένα σύμβολο.Το
Άγιο Μύρο.με το οποίο σφραγιζόμαστε,παρασκευάζεται σε μια μεγαλειώδη
τελετή,από τις μοναδικές της Ορθοδόξου Εκκλησίας.Μόνος του ο
Πατριάρχης ετοιμάζει το άγιο Μύρο.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Στο βάτισμα και με το χέρι του ιερέως παίρνουμε τη σφραγίδα απ' αυτό
το Άγιο Πνεύμα. Και από τον ίδιο το Θεό Πατέρα παίρνουμε το όνομα, το
όνομά μας, που θα φέρουμε σ' όλη μας τη ζωή και που θα χαραχθεί στο
σταυρό του τάφου μας.
Τα γενέθλια σε εμάς -τους Ρουμάνους και Χριστιανούς- είναι η μέρα της
νέας μας δημιουργίας, στην οποία ο καθένας από μας παίρνει το όνομά
του. Είναι μια διπλή ονομαστική γιορτή. Διότι παίρνουμε δύο ονόματα
εκείνη τη μέρα, που χριζόμαστε σαν τους βασιλείς και τους προφήτες της
Παλαιάς Διαθήκης. Και είναι το βάπτισμα η ονομαστική μας γιορτή, διότι
σ' αυτό παίνρουμε πρώτα το όνομα του Χριστιανού. Ο Άγιος Κύριλλος ο
Ιεροσολύμων μας εξηγεί: "Τούτου του αγίου χρίσματος καταξιωθέντες,
καλείσθε Χριστιανοί, επαληθεύοντες τη αναγεννήσει και το όνομα. Προ
γαρ του καταξιωθήναι υμάς ταύτης της χάριτος, ταύτης της προσηγορίας
κυρίως Χριστιανοί ουκ ήτε άξιοι, αλλ' οδεύοντες προεβαίνετε εις το
είναι". Παίρνοντας το όνομα του Χριστιανού, τη σφραγίδα του Αγίου
Πνεύματος, σημαίνει πως του ανήκουμε. Βρισκόμαστε κάτω από την
προστασία του. Χωρίς να μπορούν να μας φτάσουν οι προσβολές των εχθρών
μας. Διότι κάθε θησαυρός που είναι σφραγισμένος, είναι ασφαλισμένος.
Ένα πρόβατο που φέρει τη σφραγίδα του κυρίου του, είναι σεβαστό. Ο
ολοθρευτής άγγελος παλιά άφηνε τα παιδιά που έφεραν το σημάδι και
χτυπούσε τα άλλα. Έτσι και εκείνοι που είναι σημαδεμένοι με τη
σφραγίδα που πήραν στο βάπτισμα, αναγνωρίζονται από τους αγγέλους και
τους δαίμονες, ότι ανήκουν στην οικογένεια του Χριστού. Μπροστά στο
σημάδι αυτό οι δαίμονες τρέμουν, νιώθουν άοπλοι και τρέπονται σε φυγή.
Οι άγγελοι, αντίθετα, τρέχουν κοντά στους Χριστιανούς -κοντά σ' αυτούς
που φέρουν τη σφραγίδα- σαν σε δικό τους.
Είναι οι άγγελοι που προετοιμάζουν το νερό του βαπτίσματος:
Καθαρισμένοι μέσα στα ύδατα, κάτω απ' την ενέργεια ενός αγγέλου,
ετοιμαζόμαστε για το Άγιο Πνεύμα. Ο άγγελος προΐστατι στο βάπτισμα,
ετοιμάζει τους δρόμους του Αγίου Πνεύματος, ετοιμάζει την κάθαρση του
προπατορικού αμαρτήματος. (Τερτυλλιανός)
Αλλά οι άγγελοι που παίρνουν μέρος στο βάπτιμσά μας, δεν κάνουν μόνο
αυτό. Ψάλλουν, όπως ακριβώς όλοι ο χοροί στην εκκλησία, όταν γίνεται
κάποια ιερή ακολουθία. "Άγγελος εστί ζώον λογικόν, άυλον, υμνολογικόν,
αθάνατον". (Ψευδοαθανασίου)
Αν σηκώσετε τα μάτια σας -όχι τα σάρκινα μάτια, διότι η σάρκα δε
βλέπει τα ουράνια πράγματα, αλλά τα μάτια της ψυχής- θα δείτε τους
αγγέλους που σας περικυκλώνουν στο βάπτισμα και ψάλλουν: Υψώστε τα
μάτια του πνεύματός σας, μοιάστε με τους χορούς των αγγέλων, ο Ύψιστος
Θεός του σύμπαντος στο θρόνο του, ο μονογενής Υιός του καθισμένος στα
δεξιά του και το Άγιο Πνεύμα που βρίσκεται στο πλάι τους, οι Θρόνοι
και οι Κυριότητες που εκτελούν το λειτούργημά τους...
Οι άγγελοι επίσης είναι εκείνοι που γράφουν το όνομά μας στον ουρανό,
ακριβώς όπως οι ιερείς το καταχωρούν στην εκκλησία. Και γι' αυτό το
λόγο νιώθω άσχημα, όταν με φωνάζουν και με τα δύο ονόματά μου. Ένα
μόνο όνομα έχω, αυτό που πήρα κατά το βάπτισμα. Οι άγγελοι το
καταχώρησαν στο βιβλίο του ουρανού. Είναι το όνομά μου σαν πολίτου της
ουρανίου Ιερουσαλήμ. Και με το όνομα Βιργίλιος θα με καλέσει ο Θεός
στην έσχατη Κρίση. Όταν κοινωνώ στο θυσιαστήριο, λέω: "Εγώ, ο ιερεύς
Βιργίλιος, κοινωνώ". Δε λέω: "Εγώ, ο ιερεύς Γκεωργκίου". Γκεωργκίου
είναι ένα όνομα, που δε γνωρίζει ο Θεός. Που δε μου ανήκει. Στην
εξομολόγηση, όταν βρίσκομαι γονατισμένος μπροστά στην εικόνα του
Παντοκράτορος και κάτω από το επιτραχήλιον, ο πνευματικός ρωτάει για
τα αμαρτήματά μου και απευθύνεται σ' εμένα λέγοντάς μου: Πάτερ
Βιργίλιε. Ποτέ δεν είμαι ο Γκεωργκίου. Το όνομα Βιργίλιος θα αναφερθεί
κατά την ημέρα του θανάτου μου και του ενταφιασμού μου από τον ιερέα
στις δεήσεις του και αυτό το όνομα είναι που θα χαραχτεί στο ξύλο του
επιτάφιου σταυρού μου, στο κοιμητήριο, όπου θα περιμένω την ανάσταση
των νεκρών και την αιώνια ζωή. Οι Χριστιανοί μου στην εκκλησία όπου
είμαι ιερεύς, οι γιοι και οι κόρες μου εν Χριστώ και όλοι οι Ορθόδοξοι
Χριστιανοί με ονομάζουν "πάτερ Βιργίλιε". Κανείς απ' αυτούς δε με λέει
"πάτερ Γκεωργκίου". Διότι κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Γκεωργκίου είναι
ένα όνομα που ανήκει στη γήινη ζωή μου, τη φθαρτή, τη βιολογική, τη
φυσιολογική. Γκεωργκίου είναι ένα όνομα που δεν έχει νόημα, παρά μόνο
σ' αυτόν τον κάτω κόσμο, την κοινωνία και τη γήινη ιστορία. Βιργίλιος
είναι ένα όνομα για την αιωνιότητα. Ένα όνομα παρμένο από ψηλά.
Απευθείας από το Θεό. Διότι "ο Θεός γνωρίζει να διαχωρίζει το λαό του
μ' ένα δίκαιο και κατάλληλο τρόπο, όχι μόνο σε φυλές, οικογένειες και
οίκους, αλλά και ατομικά, εξ ονόματος" (Αριθμ. α' 17).
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Εκτός απ' όλ' αυτά, υπάρχουν άπειροι λόγοι για τους οποίους ,αντί να
γιορτάζουμε την ημέρα της φυσιολογικής γεννήσεώς μας,όπως οι
περισσότεροι κάτοικοι της γης,γιορτάζουμε τη γιορτή του ονόματός
μας,την ονομαστική γιορτή μας.
Πρώτα ο άγιος του οποίου φέρουμε το όνομα είναι ένα αδιάσπαστο
κομμάτι της οικογένειάς μας και της καθημερινής ζωής μας.Παίρνουμε την
εικόνα του αγίου προστάτου μας την ημέρα του Βαπτίσματός μας και τη
φυλάμε σ' ολόκληρη τη ζωή μας κρεμασμένη στον τοίχο που βρίσκεται προς
την ανατολή.Και όταν μετακομίζουμε,παίρνουμε τον άγιο μαζί μας.Και τη
μέρα του θανάτου μας θα μας βάλουν την εικόνα του αγίου μας πάνω στο
στήθος μας.Και όλοι εκείνοι που θα έλθοθν να μας αποχαιρετίσουν,θα
αποθέσουν τον ασπασμό τους στην εικόνα του αγίου,που θα βρίσκεται πάνω
στο άψυχο στήθος μας, σαν να έδιναν ένα φίλημα στο ζωντανό μέτωπό
μας.Διότι,εάν εμείς πεθάνουμε,οι άγιοι παραμένουν ζωντανοί,όχι μόνο
στον ουρανό αλλά και στη γη.
Ο άγιος,του οποίου φέρουμε το όνομα,είναι συγχρόνως και ο πρεσβευτής
μας στον ουρανό.Θα είναι ένας από τους υπερασπιστές μαςστην έσχατη
κρίση,πολύ κοντά στη Θεοτόκο,τη μητέρα του Θεού και πλάι στο φύλακα
άγγελό μας.
Στην ονομαστική γιορτή μας παίρνουν μέρος πρώτα οι γονείς μας κατά
σάρκα,ο πατέρας μας, η μητέρα μας,οι αδελφοί μας και οι αδελφές
μας.Αλλά στην κορυφή του τραπεζιού,στην τιμητική θέση,κάθεται ο ιερεύς
του χωριού,ο πνευματικός μας πατέρας.Διότι με το στόμα του είναι που
μας έδωσε ο Θεός το όνομά μας,το όνομα που γιορτάζουμε τη μέρα
εκείνη.Και είναι φυσικό να προϊσταται αυτός.Έρχονται ακόμα οι φίλοι
μας,τα ξαδέλφια μας,οι γείτονές μας,οι συμμαθητές μας.Όλοι είναι
καλεσμένοι στην ονομαστική γιορτή μας.Αλλά αόρατος,πλάι στον
ιερέα,βρίσκεται ο άγιος προστάτης μας,του οποίου φέρουμε το όνομα και
του οποίου το όνομα γιορτάζουμε εκείνη την ημέρα.Ο άγιος είναι ένας
άνθρωπος της γης,που αν και είχε σώμα σαρκικό και οστά,κατέκτησε τον
ουρανό.Ένας άγιος,που ζει ταυτόχρονα στη γη και στον ουρανό.Είναι
ταυτόχρονα πολίτης των δύο πατρίδων,της άνω και της κάτω.Ένας άνθρωπος
όπως όλοι εμείς,αλλά που θέωσε το σώμα του και τη ζωή του.Και καθώς
είναι όλος ζωή,έχει το δικαίωμα να μένει μεταξύ των αγγέλων.Οι πιο
πολλοί άγιοι βρίσκονται στον ουρανό από αιώνες.Αλλά τη μέρα της
ονομαστικής μας γιορτής κατεβαίνουν στη γη κι ενώ είναι κάτοικοι του
,είναι κι αυτοί καλεσμένοι μας και ζουν κοντά μας,μεταξύ μας.Κάθε
χρόνο περιμένουμε-χωρίς κανένα κίνδυνο να διαψευστούμε-την κάθοδο του
προστάτου αγίου μας από τον ουρανό.Έρχεται στο σπίτι μας.Μπαίνει κάτω
από τη στέγη μας.Θα μείνει συντροφιά μας όλη τη μέρα.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . .. . . . . . . . . .
Τη μέρα της ονομαστικής του γιορτής ο άνθρωπος δέχεται στο σπίτι
του,κάτω από τη στέγη του,επί της γης,για μια ολόκληρη μέρα,όλα τα
μεγαλεία του ουρανού.Τα Χερουβίμ με τα αναρίθμητα μάτια,τα Σεραφείμ,με
τις έξι φτερούγες,τους αγγέλους με τα γυμνά πόδια,τους αγγέλους
φύλακες των γονέων μας,των φίλων μας,του χωριού μας,της εκκλησίας
μας...Μα υπάρχει και συνέχεια.Μαζί με τους αγγέλους κατεβαίνουν απ'
τον ουρανό οι άλλοι άγιοι,οι ομολογηταί,οι μάρτυρες,οι νεκροί
συγγενείς,οι γείτονες που βρίσκονται θαμμένοι από πολλούς αιώνες κοντά
μας και όλοι οι νεκροί αδελφοί χριστιανοί γείτονες ή εκείνοι που
φέρουν το ίδιο όνομα με τον άγιό μας.Όλοι είναι εκεί.όλοι οι παλαιοί
κάτοικοι.Διότι όλοι είναι καλεσμένοιστην ονομαστική μας γιορτή.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Όλοι οι πολίτες της γης ανταμώνονται ξαφνικά με τους πολίτες του
ουρανού.Κια τούτο εξαιτίας της ονομαστικής γιορτής.Όπως οι Απόστολοι
στη Μεταμόρφωση του Χριστού,πάνω στο όρος Θαβώρ,είχαν προγευθεί τη
μέλλουσα ζωή τους στον ουρανό,έτσι και μεις οι φτωχοί χριστιανοί της
ανατολικής πλαγιάς των Καρπαθίων,τη μέρα της ονομαστικής μας γιορτής
προγευόμαστε τη μέλλουσα ζωή και τον ουρανό.Όταν όλα και όλοι θα είναι
μαζί.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Να τι είναι για μας ,τους φτωχούς Μολδαβούς της Ρουμανίας του
Βορρά,τους μακρινούς απόγονους της Ρώμης,η ονομαστική γιορτή...

Από το βιβλίο "Ένα όνομα για την αωνιότητα"

VIRGIL CHEORGIU
Εκδόσεις "Τήνος" 1970

Ο νεαρός με τα μακριά μαλλιά - Γέροντας Παΐσιος




Ένας νεαρός με μακριά μαλλιά μπήκε στην αυλή και κατευθύνθηκε προς τον Γέροντα. Εκείνος είπε με ένα γλυκό χαμόγελο.
- Που είσαι βρε παιδάκι μου και σε ψάχνω; Ο νεαρός σάστισε καθώς για πρώτη φορά πήγαινε στο Άγιον Όρος και ήταν αδύνατο να τον περιμένει ο Γέροντας. Γεμάτος αγωνία και περιέργεια ρώτησε:
-Γιατί με ψάχνετε; Τι θέλετε;
-Να βρε παιδάκι μου, ήθελα λίγα από τα μαλλιά σου !!!
-Γιατί τα θέλετε, Γέροντα, τι θα τα κάνετε;
Και ο Γέροντας χαμογελώντας  είπε:
-Να βρε παιδάκι μου, έχω υποσχεθεί ένα θαύμα σε κάποιον φαλακρό και περιμένει .... ο καημένος.

πηγή : απόσπασμα από το βιβλίο "ΧΑΡΙΤΩΜΕΝΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ " Με παραβολές και παραδείγματα ,Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, εκδόσεις "Βρυέννιος", ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2003

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...