Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Απριλίου 21, 2015

Tο νόημα της Κυριακής των Μυροφόρων π. Alexander Schmemann

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!
              ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!!

Ακούγοντας τη διήγηση για τη σταύρωση και το θάνατο του Χριστού, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, με εντυπωσιάζει συνεχώς μια λεπτομέρεια της ιστορίας: η μέχρι τέλους αφοσίωση μιας χούφτας ανθρώπων, κυρίως γυναικών, για τις οποίες το ευαγγέλιο δεν λέει σχεδόν τίποτε άλλο.Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως οι μαθητές του Χριστού, όλοι τους, έφυγαν και τον άφησαν μόνο. Ο Πέτρος Τον αρνήθηκε τρεις φορές. Ο Ιούδας Τον πρόδωσε. Τα πλήθη ακολουθούσαν το Χριστό ενώ κήρυττε, και όλοι περίμεναν να πάρουν κάτι απ'; Αυτόν: προσδοκούσαν βοήθεια, θαύματα και θεραπείες, περίμεναν την απελευθέρωσή τους από τη μισητή Ρωμαϊκή κατοχή, περίμεναν απ'; Αυτόν να ασχοληθεί με τις επίγειες μέριμνές τους. [...]


Δεν είναι δε το οδυνηρότερο μέρος αυτών των τελευταίων ημερών η προδοσία των στενών φίλων και μαθητών, στους οποίους ο Χριστός είχε αληθινά και ολοκληρωτικά δοθεί; Στον κήπο της Γεσθημανή, ακόμη και οι τρεις στενότεροι μαθητές Του δεν άντεξαν, αλλά αποκοιμήθηκαν ενώ ο Χριστός βρισκόταν στην τελική αγωνία, με τον ιδρώτα Του «ωσεί θρόμβοι αίματος» και προετοιμαζόταν για ένα φοβερό θάνατο. Γνωρίζουμε πως ακόμη κι ο Πέτρος, που τόσο ηχηρά είχε υποσχεθεί να πεθάνει για το Χριστό, κλονίστηκε την τελευταία στιγμή και Τον αρνήθηκε, Τον απέρριψε και Τον πρόδωσε. Και «τότε», γράφει ο ευαγγελιστής, «οι μαθηταί πάντες αφέντες αυτόν έφυγον» (Ματθ. 26, 56).

Όχι όμως όλοι, όπως αποδείχθηκε. Ο Σταυρός έφερε την ώρα της απλής ανθρώπινης αφοσίωσης και αγάπης. Αυτοί που την ώρα της «επιτυχίας» φαίνονταν τόσο απόμακροι, που δεν τους βρίσκουμε σχεδόν ποτέ στις σελίδες των ευαγγελίων, στους οποίους ο Χριστός ποτέ δεν προανήγγειλε την ανάστασή Του, και για τους οποίους τα πάντα τέλειωσαν και χάθηκαν τη νύχτα του Σταυρού, αυτοί ήταν παρέμειναν στο Σταυρό με ακλόνητη ανθρώπινη αγάπη. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει, «εισήκεισαν δε παρά τω σταυρώ του Ιησού η μήτηρ αυτού και η αδελφή της μητρός αυτού, Μαρία η του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή» (Ιωάν. 19, 25). Αργότερα, μετά το θάνατο του Ιησού,

Οψίας δε γενομένης ήλθεν άνθρωπος πλούσιος από Αριμαθαίας, τούνομα Ιωσήφ, ος και αυτός εμαθήτευσε τω Ιησού, ούτος προσελθών τω Πιλάτω ηττήσατο το σώμα του Ιησού, τότε ο Πιλάτος εκέλευσεν αποδοθήναι το σώμα, και λαβών το σώμα ο Ιωσήφ ενετύλιξεν αυτό σινδόνι καθαρά, και έθηκεν αυτό εν τω καινώ αυτού μνημείω ο ελατόμησεν εν τη πέτρα, και προσκυλίσας λίθον μέγαν τη θύρα του μνημείου απήλθεν. (Ματθ. 27, 57- 60).

Μια μέρα αργότερα, μετά το Σάββατο, την αυγή της τρίτης ημέρας, οι ίδιες γυναίκες ήρθαν στον τάφο, όπου σύμφωνα με το έθιμο της εποχής θα άλειβαν το νεκρό με μύρα. Ακριβώς σ'; αυτές ο αναστημένος Χριστός εμφανίστηκε για πρώτη φορά. Ήταν οι πρώτες που άκουσαν απ'; αυτόν το «Χαίρετε», το οποίο πλέον έγινε για πάντα η ουσία της Χριστιανικής δύναμης. Ο Χριστός δεν είχε αποκαλύψει σ'; αυτές τις γυναίκες τα μυστήρια του μέλλοντος όπως τα είχε αποκαλύψει στους δώδεκα αποστόλους. Δε γνώριζαν ούτε το νόημα του θανάτου Του, ούτε το μυστήριο της προσεγγίζουσας νίκης Του με την ανάσταση. Γι'; αυτές ο θάνατος του δασκάλου και φίλου τους ήταν ένας απλός θάνατος, ένα τέλος, ακόμη χειρότερα, ήταν ένας τρομακτικός και επαίσχυντος θάνατος, ένα τρομερό και παράλογο τέλος. Στάθηκαν στο Σταυρό μόνο επειδή αγαπούσαν το Χριστό, και λόγω αυτής της αγάπης υπέφεραν μαζί Του. Δεν άφησαν το φτωχό, βασανισμένο σώμα Του, αλλά έκαναν όλα όσα η αγάπη κάνει πάντοτε κατά τον τελικό χωρισμό. [...]

Αυτό είναι το νόημα της Κυριακής των Μυροφόρων. Μάς υπενθυμίζει πως η αγάπη και η αφοσίωση λίγων ατόμων έλαμψε φωτεινά στο μέσο του απελπιστικού σκοταδιού. Μάς καλεί να εξασφαλίσουμε πώς σ'; αυτόν τον κόσμο η αγάπη και η αφοσίωση δε θα εξαφανισθούν, ούτε θα πεθάνουν. Κρίνει την έλλειψη θάρρους, το φόβο μας, τον ατέλειωτο και δουλοπρεπή ορθολογισμό μας. Οι μυστηριώδεις Ιωσήφ και Νικόδημος, και αυτές οι γυναίκες που πάνε στον τάφο την αυγή, καταλαμβάνουν τόσο λίγο χώρο στα ευαγγέλια. Ακριβώς εδώ όμως είναι που αποφασίζεται η αιώνια μοίρα του καθενός μας.

Νομίζω πως σήμερα έχουμε ιδιαίτερη ανάγκη να ξαναβρούμε αυτή την αγάπη και τη βασική ανθρώπινη αφοσίωση. Επειδή έχουμε εισέλθει σε μια εποχή όπου ακόμη κι αυτά δυσφημούνται από επιβλαβείς ιδέες σχετικά με το πρόσωπο και την ανθρώπινη ζωή, που επικρατούν τώρα σ'; αυτόν τον κόσμο. Για αιώνες ο κόσμος διέθετε ακόμη εκείνη την αδύνατη, αλλά τρεμάμενη και φεγγοβόλα φλόγα της αφοσίωσης, της αγάπης και της συμπόνιας που ήταν σιωπηλά παρούσα στα βάσανα του Ανθρώπου που είχε απορριφθεί από όλους. Πρέπει δε να πιαστούμε, σαν από τελευταία κλωστή, από το καθετί που στον κόσμο μας διαθέτει ακόμη αυτό το ζεστό φως της απλής, γήινης, ανθρώπινης αγάπης. Η αγάπη δεν εξετάζει θεωρίες και ιδεολογίες, αλλά μιλά στην καρδιά και στην ψυχή. Η ανθρώπινη ιστορία πέρασε με βοή, βασίλεια υψώθηκαν και έπεσαν, πολιτισμοί φτιάχθηκαν και αιματηροί πόλεμοι έγιναν, αλλά αυτό που έμεινε αμετάβλητο πάνω στη γη και σ'; αυτή την ταραγμένη και τραγική ιστορία είναι η φωτεινή εικόνα της γυναίκας. Μια εικόνα φροντίδας, αυτοπροσφοράς, αγάπης και συμπόνιας. Δίχως αυτή την παρουσία, χωρίς αυτό το φως, ο κόσμος μας, ανεξάρτητα από τις επιτυχίες και τα κατορθώματά του, θα ήταν ένας κόσμος τρόμου. Μπορεί να ειπωθεί χωρίς υπερβολή πως η ανθρωπιά του ανθρωπίνου γένους διασώζεται και συντηρείται από τη γυναίκα, συντηρείται όχι με λόγια και ιδέες, αλλά με τη σιωπηλή παρουσία της που φροντίζει και αγαπά, και αν συνεχίζεται ακόμη η μυστηριώδης γιορτή της ζωής, παρά το κακό που επικρατεί στον κόσμο, αν ακόμη αυτή η γιορτή εορτάζεται σε κάποιο πάμφτωχο δωμάτιο, σ'; ένα γυμνό τραπέζι, τόσο χαρούμενα όσο και σ'; ένα παλάτι, τότε η χαρά και το φως αυτής της γιορτής ανήκει σ'; αυτή, στη γυναίκα, στην αγάπη και την αφοσίωσή της που ποτέ δε σβήνει. «Και υστερήσαντος οίνου...» (Ιωάν. 2, 3), αλλά όσο είναι αυτή εδώ, - η μητέρα, η σύζυγος, η νύφη -; υπάρχει αρκετό κρασί, αρκετή αγάπη, αρκετό φως για τον καθένα...

Από το βιβλίο  «Εορτολόγιο-  Ετήσιος Εκκλησιαστικός Κύκλος»  Αλέξανδρος Σμέμαν  Εκδ. Ακρίτας

Read more: ΠΗΓΗ

Εἰς τὴν Κυριακὴν τῶν Μυροφόρων Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ !!!
              ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!!

῞Οπου λέγεται καί ὅτι πρώτη ἡ Θεοτόκος εἶδε τόν Κύριο μετά τήν ἀνάστασί του ἐκ νεκρῶν

Ἡ ἀνάστασις τοῦ Κυρίου εἶναι ἀνανέωσις τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, εἶναι ἀναζώωσις καί ἀνάπλασις καί ἐπάνοδος πρός τήν ἀθάνατη ζωή τοῦ πρώτου ᾿Αδάμ πού καταβροχθίσθηκε ἀπό τόν θάνατο λόγω τῆς ἁμαρτίας καί διά τοῦ θανάτου ἐπαλινδρόμησε πρός τήν γῆ ἀπό τήν ὁποία ἐπλάσθηκε. ῞Οπως λοιπόν ἐκεῖνον στήν ἀρχή δέν τόν εἶδε κανείς ἄνθρωπος νά πλάττεται καί παίρνη ζωή, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε κανείς ἄνθρωπος ἐκείνη τήν ὥρα, 
μετά δέ τήν λῆψι τῆς πνοῆς ζωῆς μέ θεῖο ἐμφύσημα πρώτη ἀπό ὅλους τόν εἶδε μιά γυναῖκα, διότι μετά ἀπό αὐτόν πρῶτος ἄνθρωπος ἦταν ἡ Εὔα· ἔτσι τόν δεύτερο ᾿Αδάμ, δηλαδή τόν Κύριο, ὅταν ἀνίστατο ἀπό τούς νεκρούς, κανείς ἄνθρωπος δέν τόν εἶδε, ἀφοῦ δέν παρευρισκόταν κανείς δικός του καί οἱ στρατιῶτες πού ἐφύλασσαν τό μνῆμα ταραγμένοι ἀπό τόν φόβο εἶχαν γίνει σάν νεκροί, μετά δέ τήν ἀνάστασι πρώτη ἀπό ὅλους τόν εἶδε μιά γυναῖκα, ὅπως ἀκούσαμε νά εὐαγγελίζεται σήμερα ὁ Μάρκος.διότι, λέγει, “ὅταν ὁ ᾿Ιησοῦς ἀναστήθηκε τό πρωί τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, παρουσιάσθηκε πρῶτα στή Μαρία τή Μαγδαληνή”.

Φαίνεται βέβαια σαφῶς ὅτι ὁ εὐαγγελιστής εἶπε καί τήν ὥρα κατά τήν ὁποία ἀναστήθηκε ὁ Κύριος, δηλαδή πρωί, καί ὅτι παρουσιάσθηκε πρῶτα στή Μαρία τή Μαγδαληνή καί ὅτι ἐφάνηκε ἀκριβῶς τήν ὥρα τῆς ἀναστάσεως. Δέν λέγει ὅμως ἔτσι, ὅπως θά φανῆ ἄν ἐξετάσωμε προσεκτικώτερα τά πράγματα. διότι λίγο παραπάνω καί αὐτός σέ συμφωνία μέ τούς ἄλλους εὐαγγελιστάς λέγει ὅτι αὐτή ἡ Μαρία ἦλθε καί προηγουμένως μαζί μέ τίς ἄλλες Μυροφόρες στόν τάφο, καί ἀφοῦ τόν εἶδε ἀδειανό ἀπῆλθε. ῞Ωστε ὁ Κύριος ἀναστήθηκε πολύ ἐνωρίτερα ἀπό τό πρωί πού τόν εἶδε. ᾿Επισημαίνοντας δέ καί τήν ὥρα ἐκείνη, δέν εἶπε ἁπλῶς πρωί, ὅπως ἐδῶ, ἀλλά πολύ πρωί· ἑπομένως ὡς ἀνατολή ἡλίου ἐκεῖ ἐννοεῖ τό ἀμυδρό φῶς πού προτρέχει στόν ὁρίζοντα, τό ὁποῖο δηλώνοντας καί ὁ ᾿Ιωάννης λέγει ὅτι ἦλθε τό πρωί, ὅταν ἀκόμη ἦταν σκοτεινά ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή στό μνημεῖο καί εἶδε τήν πέτρα σηκωμένη ἀπό τό μνημεῖο.

Δέν ἦλθε δέ μόνο πρός τό μνῆμα τότε αὐτή, κατά τόν ᾿Ιωάννη, ἀλλά καί ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό μνῆμα, χωρίς νά ἰδῆ τόν Κύριο ἀκόμη. Τρέχει κι᾿ ἔρχεται πρός τόν Πέτρο καί τόν ᾿Ιωάννη, καί ἀναγγέλει ὄχι ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Κύριος, ἀλλ᾿ ὅτι μεταφέρθηκε ἀπό τόν τάφο, ὥστε δέν ἐγνώριζε ἀκόμη τήν ἀνάστασι. ῾Επομένως ὁ Κύριος ἐμφανίσθηκε στή Μαρία ὄχι ἐντελῶς πρώτη, ἀλλά μετά τήν πλήρη ἔλευσι τῆς ἡμέρας. ῾Υπάρχει λοιπόν κάτι πού ἀναφέρεται συνεσκιασμένως ἀπό τούς εὐαγγελιστάς, τό ὁποῖο θ᾿ ἀποκαλύψω πρός τήν ἀγάπη σας. Πραγματικά τό εὐαγγέλιο τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου πρώτη ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅπως ἦταν σωστό καί δίκαιο, ἐδέχθηκε ἀπό τόν Κύριο ἡ Θεοτόκος καί αὐτή εἶδε πρίν ἀπό ὅλους τόν ἀναστάντα καί ἀπήλαυσε τή θεία ὁμιλία του, καί ὄχι μόνο τόν εἶδε μέ τούς ὀφθαλμούς της καί ἔγινε αὐτήκοος αὐτοῦ, ἀλλά καί πρώτη καί μόνη ἄγγιξε τά ἄχραντα πόδια του, ἔστω καί ἄν οἱ εὐαγγελισταί δέν τά λέγουν φανερά ὅλα αὐτά, μή θέλοντας νά προσαγάγουν ὡς μάρτυρα τήν μητέρα, γιά νά μήν δώσουν ἀφορμή ὑποψίας στούς ἀπίστους. ᾿Επειδή δέ τώρα ἐμεῖς μέ τή χάρη τοῦ ἀναστάντος ὁμιλοῦμε πρός πιστούς καί ἡ ὑπόθεσις τῆς ἑορτῆς ἀπαιτεῖ ἐπείγουσα διευκρίνησι τῶν σχετικῶν μέ τίς Μυροφόρες, μέ τήν ἄδεια αὐτοῦ πού εἶπε “δέν ὑπάρχει κρυφό πού δέν θά γίνη φανερό”, θά τό φανερώσωμε καί τοῦτο.

Λοιπόν Μυροφόρες εἶναι οἱ γυναῖκες πού ἀκολουθοῦσαν τόν Κύριο μαζί μέ τήν Μητέρα του, ἔμειναν μαζί της κατά τήν ὥρα τοῦ σωτηριώδους πάθους καί ἐφρόντισαν νά ἀλείψουν μέ μῦρα τό σῶμα τοῦ Κυρίου. ῞Οταν δηλαδή ὁ ᾿Ιωσήφ καί ὁ Νικόδημος ἐζήτησαν καί ἔλαβαν ἀπό τόν Πιλᾶτο τό δεσποτικό σῶμα, τό κατέβασαν ἀπό τόν σταυρό, τό περιέβαλαν σέ σινδόνια μαζί μέ ἐκλεκτά ἀρώματα, τό ἐτοποθέτησαν σέ λαξευτό μνημεῖο, καί ἔβαλαν μεγάλη πέτρα ἐπάνω στή θύρα τοῦ μνημείου, παρευρίσκονταν θεωρώντας κατά τόν εὐαγγελιστή Μάρκο ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή καί ἡ ἄλλη Μαρία πού ἐκαθόταν ἀπέναντι τοῦ τάφου. Μέ τήν φράσι καί ἡ ἄλλη Μαρία ἐννοοῦσε ὁπωσδήποτε τήν Θεομήτορα· διότι αὐτή ἐλεγόταν μητέρα καί τοῦ ᾿Ιακώβου καί τοῦ ᾿Ιωσῆ, πού ἦσαν ἀπό τόν ᾿Ιωσήφ τόν Μνήστορα. Δέν παρευρίσκονταν μόνο αὐτές παρατηρώντας, ὅταν ἐνταφιαζόταν ὁ Κύριος, ἀλλά καί ἄλλες γυναῖκες, ὅπως ἱστόρησε ὁ Λουκᾶς γράφοντας· “παρακολουθώντας κάποιες γυναῖκες πού εἶχαν ἔλθει μαζί του ἀπό τήν Γαλιλαία, εἶδαν τό μνημεῖο καί τήν σ᾿ αὐτό τοποθέτησι τοῦ σώματός του· ἦσαν ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί ἡ ᾿Ιωάννα καί ἡ Μαρία τοῦ ᾿Ιακώβου καί οἱ ἄλλες μαζί τους”.

᾿Αφοῦ δέ ἐπέστρεψαν, λέγει, ἀγόρασαν ἀρώματα καί μῦρα· διότι δέν εἶχαν καταλάβει ἀκριβῶς ὅτι αὐτός εἶναι ἀληθινά ἡ ὀσμή τῆς ζωῆς γιά ἐκείνους πού τόν πλησιάζουν μέ πίστι, ὅπως ὀσμή θανάτου καταλαμβάνει τούς ἕως τό τέλος ἀπειθεῖς, καί ἡ ὀσμή τῶν ἐνδυμάτων του, δηλαδή τοῦ ἰδίου τοῦ σώματος, εἶναι ἀνωτέρα ἀπό ὅλα τά ἀρώματα καί τό ὄνομά του εἶναι μῦρο χυμένο, μέ τό ὀποῖο ἐγέμισε θεία εὐωδία τήν οἰκουμένη. ῾Ετοιμάζουν λοιπόν μῦρα καί ἀρώματα, ἀφ᾿ ἑνός μέν πρός τιμήν τοῦ νεκροῦ, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ γιά παρηγοριά ἀπό τή δυσωδία τοῦ σώματος, ὅταν θά ἔλειωνε, βοηθώντας μέ τήν ἀλοιφή των τούς ἐπιθυμοῦντας νά παραμένουν δίπλα.

᾿Αφοῦ λοιπόν ἑτοίμασαν τά μῦρα καί τά ἀρώματα, κατά τήν ἐντολή τό Σάββατο ἡσύχασαν· διότι δέν εἶχαν καταλάβει ἀκόμη τά ἀληθινά σάββατα, οὔτε εἶχαν γνωρίσει καλά τό εὐλογημένο ἐκεῖνο σάββατο πού μεταφέρει τή φύσι τους ἀπό τά βάραθρα τοῦ ἅδη στό ὁλόφωτο καί θεῖο καί οὐράνιο ὕψος. “Τήν πρώτη τῆς ἑβδομάδος, ὄρθρο βαθύ”, ὅπως λέγει ὁ Λουκᾶς, “ἦλθαν στό μνῆμα, φέροντας τά ἀρώματα πού ἑτοίμασαν”· ὁ δέ Ματθαῖος λέγει, “ἀργά τό Σάββατο, ξημερώνοντας τήν πρώτη τῆς ἑβδομάδος” καί ὅτι οἱ προσελθοῦσες εἶναι δύο· ὁ ᾿Ιωάννης “τό πρωί, ἐνῶ ἦταν ἀκόμη σκοτεινά”, καί ὅτι μιά εἶναι ἡ προσελθοῦσα, Μαρία ἡ Μαγδαληνή· ὁ δέ Μάρκος “πολύ πρωί τῆς πρώτης τῆς ἑβδομάδος” καί ὅτι τρεῖς εἶναι οἱ προσελθοῦσες. Πρώτη λοιπόν τῆς ἑβδομάδος λέγουν ὅλοι οἱ εὐαγγελισταί τήν Κυριακή· ἀργά τό Σάββατο, ὄρθρο βαθύ, πολύ πρωί καί πρωί σκοτεινά ἀκόμη, ὀνομάζουν τόν χρόνο γύρω ἀπό τόν ὄρθρο, ἀνάμικτο ἀπό φῶς καί σκότος· αὐτός ὁ χρόνος εἶναι, ἀφοῦ ἀρχίζει νά αὐγάζει τό ἀνατολικό μέρος τοῦ ὁρίζοντος πού προκαταγγέλλει τήν ἡμέρα. Μπορεῖ δέ κανείς παρατηρώντας ἀπό μακριά, πρός αὐτό, νά τό ἰδῆ νά ἀρχίζη νά χρωματίζεται ἀπό φῶς γύρω ἀπό τήν ἐνάτη ὥρα τῆς νυκτός, ὥστε ἕως τήν πλήρη ἡμέρα νά ὑπολείπωνται τρεῖς ὥρες.

Φαίνονται βέβαια νά διαφωνοῦν κάπως οἱ εὐαγγελισταί μεταξύ τους τόσο γιά τήν ὥρα, ὅσο καί γιά τόν ἀριθμό τῶν γυναικῶν, ἐπειδή, ὅπως εἶπα, οἱ Μυροφόρες ἦσαν πολλές, καί ἦλθαν στόν τάφο ὄχι μιά φορά, ἀλλά καί δύο καί τρεῖς φορές, συντροφιά μέν, ἀλλ᾿ ὄχι οἱ ἴδιες, καί κατά τόν ὄρθρο μέν ὅλες, ἀλλ᾿ ὄχι τόν ἴδιο χρόνο ἀκριβῶς, ἡ δέ Μαγδαληνή ἦλθε πάλι μόνη της καί ἔμεινε περισσότερο. Κάθε εὐαγγελιστής λοιπόν ἀναφέρει μιά προέλευσι μερικῶν καί παραλείπει τίς ἄλλες. ῞Οπως δέ ἐγώ ὑπολογίζω καί συνάγω ἀπό ὅλους τούς εὐαγγελιστάς, σύμφωνα μέ ὅσα εἶπα προηγουμένως, πρώτη ἀπό ὅλες ἦλθε στόν τάφο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἡ Θεοτόκος, ἔχοντας μαζί τήν Μαγδαληνή Μαρία. Τοῦτο κυρίως τό συμπεραίνω ἀπό τόν εὐαγγελιστή Ματθαῖο. Διότι, λέγει, “ἦλθε ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί ἡ ἄλλη Μαρία”, πού ἦταν ὁπωσδήποτε ἡ Θεομήτωρ, γιά νά ἰδοῦν τόν τάφο. Καί ἰδού ἔγινε μέγας σεισμός· διότι ἄγγελος Κυρίου, ἀφοῦ κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, προσῆλθε, ἀπεκύλισε τήν πέτρα ἀπό τήν θύρα τοῦ μνημείου κι᾿ ἐκαθόταν ἐπάνω σ᾿ αὐτήν· ἦταν δέ ἡ μορφή του σάν ἀστραπή καί τό ἔνδυμά του λευκό σάν τό χιόνι, ἀπό τόν φόβο δέ ἐμπρός του ἐταράχθηκαν οἱ φύλακες κι᾿ ἔγιναν σάν νεκροί”.

῞Ολες λοιπόν οἱ ἄλλες γυναῖκες ἦλθαν μετά τό σεισμό καί τήν φυγή τῶν φυλάκων, κι᾿ εὑρῆκαν τόν τάφο ἀνοιγμένο καί τήν πέτρα ἀποκυλισμένη· ἡ δέ Παρθενομήτωρ ἔφθανε τή στιγμή πού ἐγινόταν ὁ σεισμός, ἀποκυλίσθηκε ἡ πέτρα καί ἀνοιγόταν ὁ τάφος καί οἱ φύλακες ἦσαν παρόντες, ἄν καί συγκλονισμένοι ἀπό τόν φόβο· γι᾿ αὐτό μετά τόν σεισμό αὐτοί ἀνασηκώθηκαν καί ἐκύτταξαν ἀμέσως νά φύγουν, ἐνῶ ἡ Θεομήτωρ ἐντρυφοῦσε στή θέα. ᾿Εγώ πάντως νομίζω ὅτι γι᾿ αὐτήν πρώτη ἀνοίχθηκε ὁ ζωηφόρος ἐκεῖνος τάφος (διότι γι᾿ αὐτήν πρώτη καί δι᾿ αὐτῆς ἔχουν ἀνοιχθῆ σ᾿ ἐμᾶς ὅλα, ὅσα εἶναι ἐπάνω στόν οὐρανό καί κάτω στή γῆ) καί ὅτι γι᾿ αὐτήν ἄστραπτε ἔτσι ὁ ἄγγελος, ὥστε, ἄν καί ἡ ὥρα ἦταν ἀκόμη σκοτεινή, αὐτή μέ τό πλούσιο φῶς τοῦ ἀγγέλου ὄχι μόνο νά ἰδῆ τόν τάφο κενό, ἀλλά καί τά ἐντάφια νά εἶναι τακτοποιημένα καί πολυτρόπως νά μαρτυροῦν τήν ἔγερσι τοῦ ἐνταφιασθέντος.

῏Ηταν δέ προφανῶς ὁ εὐαγγελιστής ἄγγελος ὁ ἴδιος ὁ Γαβριήλ. Διότι μόλις τήν εἶδε αὐτός νά σπεύδη πρός τόν τάφο, αὐτός πού παλαιότερα τῆς εἶχε εἰπεῖ, “μή φοβῆσαι, Μαρία, διότι εὑρῆκες χάρι ἀπό τόν Θεό”, σπεύδει καί τώρα καί κατεβαίνει νά εἰπῆ τό ἴδιο πάλι στήν ἀειπάρθενο καί νά ἀναγγείλη τήν ἀπό τούς νεκρούς ἀνάστασι τοῦ γεννηθέντος ἀπό αὐτήν ἀσπόρως, νά σηκώση τήν πέτρα, νά ὑποδείξη τόν κενό τάφο καί τά ἐντάφια, κι᾿ ἔτσι νά ἐπιβεβαιώση τήν καλή ἀγγελία. Διότι, λέγει, “ἀποκρινόμενος ὁ ἄγγελος, εἶπε στίς γυναῖκες· μή φοβῆσθε ἐσεῖς, ζητεῖτε τόν ᾿Ιησοῦ, τόν ἐσταυρωμένο; ἀναστήθηκε· ἰδού ὁ τόπος ὅπου ἐκοιτόταν ὁ Κύριος”. ᾿Εάν, λέγει, βλέπετε τούς φύλακες συγκλονισμένους ἀπό τόν φόβο, ἀλλά ἐσεῖς νά μήν φοβῆσθε· διότι γνωρίζω ὅτι ζητεῖτε ᾿Ιησοῦν τόν ἐσταυρωμένο.ἐσηκώθηκε, δέν εἶναι ἐδῶ. Διότι αὐτός, ὄχι μόνο εἶναι ἀκράτητος ἀπό τοῦ ἅδη καί τοῦ θανάτου καί τοῦ τάφου τά κλεῖστρα καί τούς μοχλούς καί τίς σφραγίδες, ἀλλ᾿ εἶναι καί κύριος τῶν ἀθανάτων καί οὐρανίων ἀγγέλων μας καί μόνος αὐτός εἶναι Κύριος τοῦ σύμπαντος.“ἰδέτε”, λέγει, “τόν τόπον ὅπου ἐκοιτόταν ὁ Κύριος καί πηγαίνετε γρήγορα νά εἰπῆτε στούς μαθητάς του ὅτι ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς”.

“᾿Αφοῦ δέ ἐξῆλθαν”, λέγει, “μέ φόβο καί χαρά μεγάλη”. ᾿Εγώ νομίζω πάλι ὅτι τόν μέν φόβο ἔχει ἀκόμη ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί οἱ ἄλλες γυναῖκες πού εἶχαν ἔλθει ἕως τότε μαζί (διότι αὐτές δέν κατενόησαν τήν σημασία τῶν λόγων τοῦ ἀγγέλου οὔτε μπόρεσαν νά συλλάβουν τελείως τό φῶς, ὥστε νά ἰδοῦν καί μάθουν ἀκριβῶς), ἐνῶ ἡ Θεομήτωρ ἀπέκτησε τή μεγάλη χαρά, διότι κατενόησε τά λόγια τοῦ ἀγγέλου καί παραδόθηκε ὁλόκληρη στό φῶς, ὡς τελείως καθαρά καί θείως χαριτωμένη, ἐγνώρισε μέ ὅλα αὐτά τήν ἀλήθεια κι᾿ ἐπίστευσε στόν ἀρχάγγελο, ἐπειδή αὐτός ἀπό πολύν καιρό τῆς ἐφάνηκε διά τῶν ἔργων ἀξιόπιστος. Πῶς ἄλλωστε, ἀφοῦ ἦταν παροῦσα στά γεγονότα ἡ θεόσοφος Παρθένος, δέν θά κατανοοῦσε τό συμβάν, ἀφοῦ δηλαδή εἶδε σεισμό, καί μάλιστα μεγάλο, ἄγγελο νά κατέρχεται ἀπό τόν οὐρανό, καί μάλιστα ἀστραποβόλο, τή νέκρωσι τῶν φυλάκων καί τοῦ λίθου τήν μετάθεσι, τήν κένωσι τοῦ τάφου καί τό μέγα θαῦμα τῶν ἐνταφίων, πού ἦσαν ἄλυτα καί συγκρατημένα μέ σμύρνα καί ἀλόη καί συγχρόνως ἐφαίνονταν ἀδειανά ἀπό τό σῶμα, καί ἐπί πλέον ἀφοῦ ἔλαβε τήν χαρμόσυνη πρός αὐτήν θέα καί ἀγγελία τοῦ ἀγγέλου; ῞Οταν δέ ἐξῆλθαν μετά τόν εὐαγγελισμό τοῦτον, ἡ μέν Μαγδαληνή Μαρία, σάν νά μήν ἄκουσε κἄν τόν ἄγγελο, ἀφοῦ ἄλλωστε οὔτε ἐκεῖνος ὡμίλησε γι’ αὐτήν, διαπιστώνει μόνο τήν κένωσι τοῦ τάφου, χωρίς νά ἀναφέρει καθόλου τά ἐντάφια· καί τρέχει πρός τόν Σίμωνα Πέτρο καί τόν ἄλλο μαθητή, ὅπως λέγει ὁ ᾿Ιωάννης.

῾Η δέ Θεομήτωρ Παρθένος, συνοδευομένη ἀπό ἄλλες γυναῖκες, ἐπανερχόταν πάλι ἐκεῖ ἀπό ὅπου ἦλθε· καί ἰδού, ὅπως λέγει ὁ Ματθαῖος “ὁ ᾿Ιησοῦς τίς συνάντησε λέγοντας, χαίρεται”. Βλέπετε ὅτι καί πρίν ἀπό τήν Μαγδαληνή Μαρία ἡ Θεομήτωρ εἶδε αὐτόν πού γιά τήν σωτηρία μας ἔπαθε σαρκικά καί ἐτάφηκε καί ἀναστήθηκε; “Αὐτές δέ”, λέγει, “προσῆλθαν, ἔπιασαν τά πόδια του καί τόν προσκύνησαν”. ῞Οπως δέ, ὅταν ἡ Θεοτόκος ἄκουσε τό εὐαγγέλιο τῆς ἀναστάσεως μαζί μέ τήν Μαγδαληνή Μαρία ἀπό τόν ἄγγελο, μόνο αὐτή κατάλαβε τή σημασία τῶν λόγων, ἔτσι καί μαζί μέ τίς ἄλλες γυναῖκες, ὅταν συνάντησε τόν Υἱό καί Θεό, πρώτη ἀπό ὅλες τίς ἄλλες εἶδε καί ἀναγνώρισε τόν ἀναστάντα καί προσπίπτοντας ἔπιασε τά πόδια του κι᾿ ἔγινε ἀπόστολός του πρός τούς ᾿Αποστόλους. ῞Οτι δέ ἡ Μαγδαληνή Μαρία δέν ἦταν μαζί μέ τήν Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἐπιστρέφοντας ἀπό τόν τάφο τήν συνάντησε καί τῆς παρουσιάσθηκε καί τῆς ὡμίλησε ὁ Κύριος, διδασκόμαστε ἀπό τόν ᾿Ιωάννη· διότι, λέγει, “τρέχει αὐτή πρός τόν Σίμωνα Πέτρο καί πρός τόν ἄλλο μαθητή, τόν ὁποῖο ἀγαποῦσε ὁ ᾿Ιησοῦς, καί λέγει σ᾿ αὐτούς, ἐσήκωσαν τόν Κύριο ἀπό τό μνῆμα καί δέν γνωρίζομε πού τόν ἐτοποθέτησαν”. Πῶς τάχα, ἄν τόν εἶδε καί τόν ἄγγισε μέ τά χέρια της καί τόν ἄκουσε νά ὁμιλῆ, θά ἔλεγε τέτοια πράγματα, ὅτι τόν ἐσήκωσαν καί τόν μετέθεσαν, ποῦ ὅμως, δέν γνωρίζομε; ᾿Αλλά μετά τό δρόμο τοῦ Πέτρου καί τοῦ ᾿Ιωάννη πρός τόν τάφο καί τήν ἐκεῖ θέα τῶν σινδονιῶν καί τήν ἐπιστροφή, λέγει, “ἡ δέ Μαρία ἐστεκόταν κόντα στό μνημεῖο ἔξω κλαίοντας”.

Βλέπετε ὅτι ὄχι μόνο δέν τόν εἶχε ἰδεῖ ἀκόμη, ἀλλ᾿ οὔτε κἄν εἶχε πληροφορηθῆ σχετικά; Καί ὅταν δέ τήν ἐρώτησαν οἱ παρουσιασθέντες ἄγγελοι, γυναῖκα, “γιατί κλαίεις”, ἐκείνη πάλι ἀποκρίνεται σάν γιά νεκρό. Καθώς δέ ἐστράφηκε καί εἶδε τόν ᾿Ιησοῦ, οὔτε τότε δέν ἐκατάλαβε, ἀλλά ἐρωτωμένη ἀπό αὐτόν, τί κλαίει, ἀπαντᾶ παρόμοια, ἕως ὅτου ἐκεῖνος, καλώντας την ὀνομαστικά, παρουσίασε τόν ἑαυτό του ζωντανό. Τότε λοιπόν προσπίπτοντας καί αὐτή καί ζητώντας νά προσφέρη τόν ἀσπασμό στά πόδια ἐκείνου, ἄκουσε ἀπό αὐτόν τίς λέξεις, “μή μ᾿ ἐγγίζης”. ᾿Από αὐτό μαθαίνομε ὅτι, ὅταν προηγουμένως ἐφάνηκε στή μητέρα καί στίς γυναῖκες πού ἦσαν μαζί, μόνο σ᾿ αὐτήν ἐπέτρεψε νά πιάση τά πόδια του, ἄν καί ὁ Ματθαῖος ἀποδίδει τοῦτο καί στίς ἄλλες γυναῖκες, μή θέλοντας γιά τήν αἰτία πού εἴπαμε στήν ἀρχή νά προβάλη φανερά τήν μητέρα στό θέμα αὐτό.

᾿Αφοῦ δέ πρώτη ἦλθε στόν τάφο ἡ ἀειπάρθενος Μαρία καί πρώτη ἐδέχθηκε τό μήνυμα τῆς ἀναστάσεως, ἔπειτα ἦλθαν πολλές μαζί, εἶδαν καί ἐκεῖνες τήν πέτρα ἀποκυλισμένη καί ἄκουσαν τούς ἀγγέλους, πού ἐπιστρέφοντας μέ τό ἄκουσμα αὐτό καί τήν θέα ἐχωρίσθηκαν. ῎Αλλες, ὅπως λέγει ὁ Μάρκος, “ἔφυγαν ἀπό τό μνῆμα, κυριαρχημένες ἀπό φόβο καί ἔκστασι καί δέν εἶπαν σέ κανένα τίποτε, διότι ἐφοβοῦνταν“· ἄλλες ἀκολούθησαν τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου, καί αὐτές ἦσαν πού ἐπέτυχαν τήν θέα καί συνομιλία τοῦ Δεσπότη. ῾Η δέ Μαγδαληνή ἐπῆγε στόν Πέτρο καί τόν ᾿Ιωάννη, μαζί μέ τούς ὁποίους ἔρχεται πάλι μόνη στόν τάφο· ὅταν δέ ἐκεῖνοι ἀναχώρησαν, αὐτή παραμένοντας ἀξιώνεται τῆς δεσποτικῆς θέας, στέλλεται καί αὐτή πρός τούς ᾿Αποστόλους καί ἔρχεται πάλι πρός αὐτούς, γιά ν᾿ ἀπαγγείλη σέ ὅλους, ὅπως λέγει ὁ ᾿Ιωάννης, “ὅτι εἶδε τόν Κύριο, πού εἶπε σ᾿ αὐτήν αὐτά”. Αὐτή λοιπόν ἡ θέα λέγει καί ὁ Μάρκος ὅτι ἔγινε πρωί, δηλαδή κατά τήν πλήρη ἀρχή τῆς ἡμέρας, ἀφοῦ ἐπέρασε ὅλος ὁ ὄρθρος, ἀλλά δέν ἰσχυρίζεται ὅτι τότε ἔγινε ἡ ἀνάστασις τοῦ Κυρίου ἤ ἡ πρώτη ἐμφάνισίς του.

῎Εχομε λοιπόν τά συμβάντα ἐξακριβωμένα καί τήν ἀπό τήν ἀρχή ζητουμένη συμφωνία τῶν τεσσάρων εὐαγγελιστῶν ὡς πρός αὐτά. Οἱ δέ μαθηταί κατά τήν ἡμέρα τῆς ἀναστάσεως τήν ἴδια, ἐνῶ ἄκουσαν ἀπό τίς Μυροφόρες καί τόν Πέτρο, καθώς καί ἀπό τόν Λουκᾶ καί τόν Κλεόπα, ὅτι ὁ Κύριος ζῆ καί ἐθεάθηκε ἀπό αὐτές, ἀπίστησαν· γι᾿ αὐτό ὀνειδίζονται ἀπό αὐτόν, ὅταν τούς ἐμφανίσθηκε ὕστερα, καθώς ἦσαν συναθροισμένοι μαζί. ῞Οταν ὅμως παρέστησε τόν ἑαυτό του ζωντανό κατά πολλούς τρόπους καί πολλές φορές, ὄχι μόνο ἐπίστευσαν ὅλοι, ἀλλά καί ἐκήρυξαν παντοῦ· “ὁ λόγος τους ἐξῆλθε σέ ὅλη τή γῆ καί τά ρήματά τους ἔφθασαν στά πέρατα τῆς οἰκουμένης”, “ἐνῶ ὁ Κύριος συνεργοῦσε καί ἐβεβαίωνε τόν λόγο μέ τά συνοδευτικά θαύματα”· διότι τά θαύματα ἦσαν ἀναγκαιότατα, μέχρις ὅτου κηρυχθῆ ὁ λόγος σέ ὅλη τή γῆ. ᾿Αλλά χρειάζονται μέν σημεῖα καί τεράστια θαύματα πρός παράστασι καί βεβαίωσι τῆς ἀληθείας τοῦ κηρύγματος.χρειάζονται ὅμως σημεῖα, ἀλλ᾿ ὄχι τεράστια πρός παράστασι αὐτῶν πού ὑποδέχθηκαν τόν λόγο, ἄν βεβαίως ἐπίστευσαν. Ποιά δηλαδή σημεῖα; Τά ἀπό τά ἔργα. “Δεῖξε μου”, λέγει, “τήν πίστη σου ἀπό τά ἔργα σου”, καί “ποιός εἶναι πιστός, ἄς δείξη τά ἔργα του ἀπό τήν καλή διαγωγή”. Ποιός θά πιστεύση πραγματικά ὅτι ἔχει διάνοια θεία καί ὑψηλή, καί θά ἐλέγαμε οὐράνια, ὅπως εἶναι ἡ εὐσέβεια, αὐτός πού ἐπιδίδεται σέ φαῦλα ἔργα καί εἶναι προσηλωμένος στή γῆ καί στά γήινα;

Δέν ὠφελεῖ τίποτε λοιπόν, ἀδελφοί, ἐάν λέγη κανείς ὅτι ἔχει θεία πίστι, δέν ἔχει ὅμως ἔργα κατάλληλα στήν πίστι. Τί ὠφέλησαν οἱ λαμπάδες τίς μωρές παρθένους, ἀφοῦ δέν εἶχαν ἔλαιο, δηλαδή τά ἔργα τῆς ἀγάπης καί τῆς συμπαθείας; Τί ὠφέλησε ἡ ἐπίκλησις τοῦ ᾿Αβραάμ σάν πατρός τόν πλούσιο ἐκεῖνον πού τηγανιζόταν στήν ἄσβεστη φλόγα ἐξ αἰτίας τῆς ἀσυμπαθείας πρός τόν Λάζαρο; Τί ὠφέλησε ἡ δῆθεν εὐπείθεια πρός τήν πρόσκλησι ἐκεῖνον τόν ἄνθρωπον πού δέν εἶχε ἀποκτήσει διά τῶν ἀγαθῶν ἔργων ἔνδυμα κατάλληλο γιά τό θεῖο γάμο καί γιά τόν ἄφθαρτο ἐκεῖνο νυμφῶνα; Προσκλήθηκε μέν καί προσῆλθε, διότι ἐπίστευσε ὁπωσδήποτε, καί παρακάθησε μέ τούς ἁγίους ἐκείνους συνδαιτυμόνες, ἀλλ᾿ ὅταν ἐξεσκεπάσθηκε καί καταισχύνθηκε, ὡς ἐνδεδυμένος τήν φαυλότητα ἀπό τά ἤθη καί τίς πράξεις ἐδέθηκε ἀνηλεῶς χειροπόδαρα κι᾿ ἐρρίφθηκε στή γέεννα τοῦ πυρός, ὅπου ἐπικρατεῖ ὁ κλαυθμός καί ὁ τρυγμός τῶν ὀδόντων.

Αὐτήν εἴθε νά μή τήν δοκιμάση κανείς Χριστιανός, ἀλλ᾿ ἐπιδεικνύοντας ὅλοι διαγωγή πρέπουσα στήν πίστι, νά εἰσέλθωμε στόν νυμφώνα τῆς ἄφθαρτης εὐφροσύνης καί νά ζήσωμε αἰωνίως μαζί μέ τούς ἁγίους ἐκεῖ, ὅπου εἶναι ἡ κατοικία ὅλων τῶν εὐφραινομένων. Γένοιτο

«Τις αποκυλίσει ημίν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου;» +Μητροπολίτης Πατρών Νικόδημος

 «ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ !!!
                ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!!

Τις αποκυλίσει ημίν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου;»
Τη αυτή ημέρα μνήμη των ΑΓΙΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ γυναικών, Ιωσήφ του από Αριμαθαίας και ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ

«Τις αποκυλίσει ημίν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου;»

            Το πρόβλημα τούτο είχον να αντιμετωπίσουν αι μυροφόροι. Τας απησχόλει, αλλά δεν ανέκοψε την μετάβασίν των εις το μνημείον του Διδασκάλου, δια να επιτελέσουν το μυροφόρον έργον των.

1.Συμβαίνει εν τούτοις να θάπτωνται όχι σπανίως και να καλύπτωνται από τον βαρύν λίθον της απογοητεύσεως τα υψηλά ιδανικά και αι κατά Χριστόν διαθέσεις και βλέψεις και κίνητρα πολλών ανθρώπων, κατ’ αρχήν χριστιανών. Και «τις αποκυλίση τον λίθον» και την ταφόπετραν, ίνα μη τα επικαθήσαντα εις την ψυχήν-και την καρδίαν και την συνείδησιν- προσχώματα καλύψουν και αφανίσουν τον ζήλον και την προς τα άνω έλξιν του χριστιανού;

Τις άλλος, ει μη ο Κύριος, ο αναστάς εκ νεκρών και διά της θείας Αυτού δυνάμεως αποκυλίσας τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου; Εφ’ όσον όμως δεν θα ανακοπεί εξ ορθολογιστικής σκέψεως η χριστιανική μας διάθεσις και δραστηριοποίησις.

2. Των μυροφόρων δεν ανεκόπη η πορεία προς το μνημείον εκ των δυσκολιών και των κινδύνων που ηδύναντο να διατρέξουν, και εκ του προβλήματος «τις αποκυλίσει ημίν τον λίθον;» Έπραξαν ό, τι ηδύναντο, με θάρρος και αποφασιστικότητα, και με αγάπην πολλήν προς τον Κύριον, και με αφοσίωσιν εις το προς Αυτόν καθήκον.
Και ιδού. Δεν επρόφθασαν να ευρεθούν καν προ του προβλήματος, «και αναβλέψασαι θεωρούσιν ότι αποκεκύλισται ο λίθος».
            Πράττοντες όθεν το εφ’ ημίν, με πίστιν και ενθουσιασμόν και εμμονήν εις το εκάστοτε χριστιανικόν καθήκον και χρέος, θα βλέπωμεν προπορευόμενον τον Κύριον και δίδοντα θαυμαστάς και αισίας λύσεις.
            Τα θαύμα και η συμπαράστασις του αγγέλου θα αποκυλίσει τον λίθον- θα άρει τας παρεμβαλλομένας δυσκολίας και αντιξοότητας- «ίνα η υπερβολή της δυνάμεως ή του Θεού και μη εξ ημών». Παραδείγματα, εκ του ατομικού, οικογενειακού και κοινωνικού βίου, δύνανται να αναφερθούν πολλά…
            Με τοιαύτας σκέψεις και τοιαύτην χριστιανικήν  κατανόησιν οφείλομεν να δεχώμεθα ό, τι η πίστις προς τον αναστάντα Κύριον μας υποδεικνύει ως καθήκον και ως φρόνημα και πεποίθησιν. Ο εκ του τάφου Αναστάς κύριος αναμένει και παρ’ ημών το μύρον το εύοσμον της αφοσιώσεως και τελείας και ανυποχωρήτου αγάπης μας προς Αυτόν.

Μητροπολίτου Πατρών κυρού ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ, «ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑΤΟΣ»
(Εις ανάμνηση των επί γης και νυν εν ουρανοίς σεπτών ονομαστηρίων του σεπτού ιεράρχου)

1967 και 1973: Εκκλησία και χούντα – οι δυο όψεις

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!
                ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!!


Το ποστ αυτό χαρίζεται ειδικά στον από τροχαίο «χαμένο» – το πιθανότερο δολοφονημένο –  π. Τιμόθεο Λαγουδάκη, τον ανεξάντλητο αγωνιστή π. Γεώργιο Πυρουνάκη
pgiorg-pyrounakis-1
και τον εξορισμένο στη Γυάρο αγωνιστή Νίκο Ψαρουδάκη!
Όσοι είναι σχετικοί με τον αντιδικτατορικό αγώνα ξέρουν τι εννοώ. Βεβαίως ισχύουν και τα λόγια του π. Γ. Μεταλληνού: ««Δυστυχώς, οι ιεράρχες δεν ετήρησαν δημοκρατική στάση και δεν αφουγκράστηκαν τους παλμούς του λαού κατά την περίοδο της δικτατορίας, όπως το έπραξαν -με πολλούς τρόπους- οι απλοί παπάδες. Το μεγάλο έγκλημα της Ιεράς Συνόδου ήταν που δεν πήγε σύσσωμη στο Πολυτεχνείο. Αν το έκανε, η εξέλιξη θα ήταν βέβαια πολύ διαφορετική»[1].
ierwnymos-a-frideriki-1Νομίζω όμως είχε τόσο ο Ιερώνυμος Α΄, όσο και οι επιλεγέντες έτσι, τέτοια δυνατότητα αντίδρασης για αντίσταση, όπως ο «πλούσιος του Ευαγγελίου»,  ώστε τελικά η υπέρβαση αυτή να είναι …αδιανόητη, πλην λίγων τελικά εξαιρέσεων απ΄αυτούς…
Είναι έτσι δύσκολο από τους πολλούς να κατανοηθεί ότι οι όψεις στο ζήτημα αυτό είναιδύο τουλάχιστον. 35 ολόκληρα χρόνια πάνε λοιπόν από το κοινωνικό – πολιτικό ορόσημο του Νοέμβρη του 1973 και 41,5 από τη στυγνή δικτατορία ξημερώνοντας το Σάββατο του Λαζάρου το 1967.
Είχα μια αιτία και τρεις αφορμές για το σημερινό θέμα.
21apriliou-1967Η αιτία, που χρόνια με απασχολούσε: Η απουσία από το δημόσιο λόγο ως κυρίαρχης άποψης για το τι έκαναν πολλοί χριστιανοί (κληρικοί και λαϊκοί) στα ορόσημα 1967 και 1973. Οι πολλοί γνωρίζουν τον αρνητικό μόνο ρόλο της «θεσμικής  εκκλησίας»   της Ελλάδος. Δεν γνωρίζουν όμως το πως συγκροτήθηκε, αλλά και πως έδρασαν ή αντέδρασαν άλλα μέλη της ιεραρχίας, απλοί κληρικοί, πολύ δε περισσότερο λαϊκά μέλη.
Οι τρεις αφορμές:
α) Ο τρόπος που κάποιοι Ιεράρχες, κληρικοί και λαϊκοί σήμερα αναπολούν τον μακ. Χριστόδουλο σε σχέση με τον Αρχιεπ. Ιερώνυμο.
β) Ο τρόπος που ο γνωστός «Λασκαράτος», απογοητευμένος πρώην στρατευμένος θεολόγος και βαθύς γνώστης από μέσα του εκκλησιαστικού παρασκηνίου και πριν το 1967, φέρθηκε απέναντί μου σε τρία σχόλια (είναι τα τελευταία που έχω κάνει) στου«Ροΐδη» με θέμα «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών», στις 21-04-2008.
γ) Η συγκλονιστική εκπομπή «Ράδιο Παράγκα», με θέμα «τι έκανε η Εκκλησία τον καιρό της χούντας και την ώρα του Πολυτεχνείου», που άκουσα χθες(δύο φορές μερικά αποσπάσματα) από την Κυριακή 17-11-1996, από τον π. Κωνσταντίνο Στρατηγόπουλο, στον Ραδ. Σταθμό της «Εκκλησίας της Ελλάδος», που μας προσέφερε το egοlpio.gr μέσω της ….floga.gr.
Στοιχεία μπορείτε να δείτε στο πρόσφατο θέμα στο ΜτΒ 1973: Εδώ Παράρτημα Πάτρας με πολλή… ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ!
Στην εκπομπή αυτή ακούστηκαν πολλά ονόματα κληρικών με αντιστασιακή δράση, άμεση ή έμμεση. Μεταξύ αυτών με ιδιαίτερη τιμή αναφέρω τον εκτελεσθέντα από τη χούντα, με «τροχαίο» που ήταν της μόδας, π. Τιμόθεο Λαγουδάκη, που ως φοιτητής της θεολογικής το Γενάρη του 1973 απεκάλυψε την πρώτη (;) νοθεία στις φοιτητικές εκλογές στην Αθήνα, η οποία ήταν το προοίμιο της κατάληψης της Νομικής το Μάρτη του 1973. Μαζί με τον μάρτυρα αυτό αξίζει να αναφερθεί και ο τότε λαϊκός Χρήστος Χριστοδούλου. Η πράξη αυτή δημιούργησε την εξέγερση της θεολογικής από 65 φοιτητές (έμπαιναν κατ’ έτος τότε μόνο 25!).
Γιατί όμως η τότε Ιεραρχία αντέδρασε λίγο;
Θεωρώ λοιπόν ότι η υπό τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Κοτσώνη Ιεραρχία της Ελλάδος ήταν πλήρως αντικανονική[2] και πολιτικά απολύτως ελεγχόμενη[3] από τη χούντα, πλην εξαιρέσεων. Να θυμίσω ότι οι «οκτώ» που «πρόδωσαν» τόσο την κανονικότητα,  όσο και την (όποια) δημοκρατία (ως ανώτατοι κρατικοί φορείς λόγω των σχέσεων πολιτείας-ιεραρχίας) ήταν ελάχιστοι και όχι οι «άριστοι»[4]. Εκλέχτηκαν από «οκτώ» δεκαέξι Μητροπολίτες. Πρώτος ο Ιερώνυμος Κοτσώνης – ο Α΄-  με χειροτονία στις 4/05/1967, χωρίς να έχει παραιτηθεί ο κανονικός Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β΄ (Παπασταύρου)! Αξίζει να σημειώσουμε ότι η «παραίτηση» του,  άνω των 80 ετών[5],  Αθηνών Χρυσοστόμου Β΄ έγινε στις 11/05/1967!!!
Ακολούθησαν 15 «εκλογές» σε όντως κενές θέσεις ή δημιουργηθείσες από υποχρεωτικές «παραιτήσεις» λόγω ορίου ηλικίας, που είχαν προσφύγει στο Σ. της Ε. – χειροτονίες Μητροπολιτών, η πλειοψηφία τους οργανωσιακοί (κυρίως ζωϊκοί)[6] και ενός Τιτουλάριου[7]. Θεωρώ ότι, παρότι μερικοί υπήρξαν εξαίρετοι[8] ή αργότερα ήλθαν σε ρήξη με το καθεστώς[9] σε εκκλησιολογικά ζητήματα, ήταν «ηθικά και πολιτικά» δέσμιοι της επιλογής της χούντας.
ieraxia-1967
Δεν επιλέχτηκαν ή δεν ενέδωσαν, με καθαρά πολιτικά ή ευσεβιστικά[10] κριτήρια παρότι δεν αντέδρασαν δημόσια και άμεσα, 44 ιεράρχες. Από αυτούς οι 32 ήταν στην Ιεραρχία και αποτέλεσαν ΜΟΝΟ ΑΥΤΟΙ το εκλεκτορικό σώμα (Ιερά Σύνοδο) που επέλεξαν (12-01-1974) τον Αρχιεπ. Σεραφείμ[11] (Ιωαννίνων) νέο αρχιεπίσκοπο, αφού είχε ήδη παραιτηθεί από το Δεκέμβριο του 1973 ο Ιερώνυμος Α΄, οπότε βάσει της 3ης Συντακτικής Πράξης[12], ήταν οι μόνοι κανονικοί, πριν την 21η Απριλίου 1967[13].
Θα κάνω λοιπόν μόνο μερικές παρατηρήσεις και θα κατατίθενται τα στοιχεία από  τον καθένα σας, στα σχόλια.
α) Αποδέχομαι, παρά την αντίθετα διαδεδομένη αντίληψη, τη βασική εκκλησιολογική επισήμανση του Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου ότι[14]: «…Όσοι ομιλούν για λάθη της Εκκλησίας κατά τη διάρκεια της Επταετίας έχουν μια βατικανοποιημένη αντίληψη περί της Εκκλησίας, αφού θεωρούν ότι η Εκκλησία ταυτίζεται με την Ιεραρχία των Επισκόπων ή την Ιερά Σύνοδο. Όμως, Εκκλησία είναι το σύνολο κληρικών και λαϊκών, οι οποίοι ζουν μέσα στη μυστηριακή ατμόσφαιρά της. Και μέσα από αυτήν την προοπτική,κυρίως τα λαϊκά μέλη της Εκκλησίας, αλλά και πολλοί κληρικοί, με τον ιδιαίτερο τρόπο του ο καθένας, αντιδρούσαν στο τότε καθεστώς. Και τότε πράγματι πολλά μέλη της Εκκλησίας διώχθηκαν, φυλακίσθηκαν, εξορίσθηκαν και ταλαιπωρήθηκαν ποικιλοτρόπως. Βεβαίως, υπήρξαν και αρνητικά παραδείγματα, αλλά το κύρος της Εκκλησίας διαφυλάχθηκε στα πρόσωπα αυτά που αντιδρούσαν στην καταπάτηση των ελευθεριών του λαού… ».
gpapadopoulos-1
β) Συμφωνώ με την διαπίστωση του Δ. Φ. Παναγιώτη Ν. Πανταζάκου[15], ότι: «…Το δεύτερο πλήγμα εναντίον της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας καταφέρθηκε από την ξενοκίνητη απριλιανή δικτατορία το έτος 1967 μεσούντος του ψυχρού πολέμου και του χωρισμού των ευρωπαϊκών λαών σε στρατόπεδα και σφαίρες επιρροής. Τότε η δικτατορία με τη συγκρότηση «αριστίνδην Συνόδου» εξέλεξε αντικανονικά αρχιεπίσκοπο της αρεσκείας της, με απώτερο σκοπό να χρησιμοποιήσει την Εκκλησία για να καπηλευτεί την αγάπη του Ελληνικού λαού για την πατρίδα του και τις παραδόσεις του. Με τον τρόπο αυτό αξίες, όπως η πατρίδα ή η παράδοση, την σπουδαιότητα των οποίων αναγνωρίζουν οι περισσότεροι από εμάς, κατάντησαν να μας φαίνονται ύποπτες, αφού ένα μέρος των συμπολιτών μας εξακολουθεί σε πείσμα των καιρών να μεταχειρίζεται την Ορθοδοξία με όρους πολιτικούς παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι η Εκκλησία θα έπρεπε να μένει στο απυρόβλητο έξω από κάθε κομματική διαμάχη…».
Συμπέρασμα: Δεν μπορούμε ποτέ στη ιστορία να περιμένουμε με βατικάνεια αντίληψη ότι τα υποδείγματα θα είναι οπωσδήποτε θεσμικά  κορυφαία πρόσωπα, αλλά κορυφαία στη ζωή. «Όστις θέλει πρώτος είναι, έστω έσχατος»…, έστω και αν είναι μερικές φορές θεσμικά πρώτος…
Σημείωση: μετά την  κοίμηση  του πρώην Πατρών (από Ζίχνης και Νευροκοπίου, 22-11-1965) Νικοδήμου (Βαληνδρά) στις 16-11-2008,
nikodimos-patrwn_001
από τους ιεράρχες πριν το 1974,  απομένουν  εν ζωή οι:
1)Ο Λαγκαδά Σπυρίδων (26-6-1967)
2) Πολυανής καί Κιλκισίου Απόστολος (από Ζακύνθου, ένας των 12) 27-6-1967
3) ο  Καρυστίας καί Σκύρου Σεραφείμ (24-11-1968) και
4) 0  Σταγών καί Μετεώρων Σεραφείμ (31-5-1970)
UPDATE, 18-11-08, ώρα 07.30: κατόπιν παρατήρησης σχολιαστή προσθέτω στοιχεία και για τον αντιστασιακό πρώην Αθηνών (1962) Μεγαρίδος Ιακώβου  (βαβανάτσου)(παραιτήθηκε όχι γιατί αποδέχτηκε κατηγορίες των ευσεβιστών, αλλά για την ανάμειξη της Πολιτείας).
……………………………….
Μετά την παραίτησή του έλαβε από τη Σύνοδο τον τίτλο του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου πρώην Αθηνών και πάσης Ελλάδος και καταστάθηκε Πρόεδρος της Μητρόπολης Αττικής και Μεγαρίδος, επιστρέφοντας στο εκεί ποιμαντικό του έργο[i]. Το Συνοδικό Δικαστήριο, ασχολούμενο με τις εναντίον του καταγγελίες και εξετάζοντας 70 μάρτυρες, εξέδωσε ομόφωνη απόφαση, συνοδευόμενη από πόρισμα 135 σελίδων, με την οποία αθώωνε τον Αρχιεπίσκοπο Ιάκωβο.
Με την επιβολή της δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967 και τη σύσταση αριστίδην Συνόδου διοίκησης της Εκκλησίας της Ελλάδος ζήτησε να συναντηθεί[ii]με τον Ιάκωβοο πραξικοπηματίας στρατηγός Σπαντιδάκης, που του δήλωσε πως έπρεπε να παραιτηθεί από το θρόνο της Μητρόπολης Αττικής γιατί οι θέσεις του για τις σχέσεις μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας ήταν αντίθετες με αυτές της «επαναστάσεως».
Ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε την παραίτηση επαναλαμβάνοντας τα λόγια του Μεγάλου Βασιλείου προς τον έπαρχο Μόδεστο. Από εκείνη τη στιγμή τέθηκε σε παρακολούθηση μέχρι και τη δημοσίευση του νόμου 214/67[iii]. με τον οποίο μπόρεσε η δικτατορία να τον καταδικάσει αφαιρώντας του και τη διαποίμανση της επαρχίας του. Ακόμα θεσπίστηκε ειδική διάταξη στη ΛΣΤ’/968 Συντακτική Πράξη, πουπροέβλεπε φυλάκισή του σε Ι. Μονή εντός της χώρας, οριζόμενης από απόφαση του «υπουργικού συμβουλίου».
Παρά τις προσωπικές διώξεις του ο Αρχιεπίσκοπος Ιάκωβος συμπαραστάθηκε ενεργά στους πολιτικούς κρατούμενους και εξόριστους από τη Χούντα και σε προσωπικότητες της αντίστασης. Συνάμα στήριξε και τους νέους της οργάνωσης «Ρήγας Φεραίος», που οδηγήθηκαν σε δίκη το 1971[iv].
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στην Ι. Μονή Παναγίας Φανερωμένης Σαλαμίνας όπου και εκοιμήθη στις 25 Οκτωβρίου 1984. Η κηδεία του τελέστηκε στη Μητρόπολη Αθηνών χοροστατούντος του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ ενώ συμμετείχαν πολλοί αρχιερείς της ελλαδικής και άλλων εκκλησιών. Ο τάφος του βρίσκεται στη Μονή Παναγίας Φανερωμένης.

[i] Η κύρωση της απόφασης της Ι. Συνόδου από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων έγινε το 1966.
[ii] Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στο κτίριο του Πενταγώνου.
[iii] Νόμος, που αφορούσε την απώλεια της «έξωθεν καλής μαρτυρίας» και χρησίμευσε για την αποβολή από το σώμα της Ιεραρχίας Αρχιερέων ανεπιθύμητων στο δικτατορικό καθεστώς.
[iv] Ο Γιάννης Ρέγκας, αγωνιστής του αντιδικτατορικού αγώνα, σε συνέντευξή του στην εκπομπή του Στέλιου Κούλογλου Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα (Ημερομηνία προβολής 14/11/2005) ανέφερε σχετικά με τον Αρχιεπίσκοπο Ιάκωβο: «Μας ζήτησε να μας γνωρίσει ο τέως Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιάκωβος ο Βαβανάτσος, γύρω από τον οποίο είχαν υπάρξει προδικτατορικά σοβαρά προβλήματα και ο οποίος ήταν και μια εξέχουσα προσωπικότητα της αντίστασης. Την επαφή με τον Ιάκωβο είχα την τιμή να την κάνω εγώ. Ζήτησε εμένα ο Ιάκωβος. Κρατούσε επαφή μαζί μας, ζήτησε την γυναίκα του Λεωνίδα και ζήτησε ο Ιάκωβος να συναντηθεί με τα παιδιά της δίκης. Ο Κώστας, ο Φώτης, ο Σπηλιώτης είχαν πάει στην φυλακή και την συνάντηση την έκανα εγώ μαζί του. Και διατήρησα αυτές τις σχέσεις μαζί του μέχρι το τέλος της ζωής του. Ο οποίος ήταν ένα πρόσωπο, αυτό το κομμάτι της ζωής του δεν έχει αναδειχθεί, όλος ο παράνομος μηχανισμός του ΕΛΑΣ των υπολοίπων, Μεγαρίδος και των υπολοίπων της Αττικής ήταν σε εκκλησίες τις οποίες τις κάλυπτε ο Ιάκωβος ο Βαβανάτσος. Ήταν ένα πρόσωπο εξαιρετικών δυνατοτήτων και πολύ μεγάλου κύρους και είναι και ο μοναδικός Μητροπολίτης γιατί είχε πια παραιτηθεί από Αρχιεπίσκοπος ο οποίος δεν δέχτηκε να παραιτηθεί στην χούντα. Ο Σπαντιδάκης τον επισκέφθηκε και ζήτησε την παραίτησή του. Ο μοναδικός που δεν παραιτήθηκε και τον έδιωξε λέγοντάς του ότι πηγαίνετε κύριοι, εγώ έχω Ιερά Σύνοδο, εσείς να πάτε στον στρατό σας, όλοι οι άλλοι Μητροπολίτες παραιτηθήκανε.»

[1] ΠΗΓΗ: ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ – 11/11/2001,
http://www.enet.gr/online/online_print?id=62735724, όπου επιπλέον γράφονται περιληπτικά, όσα αναλυτικά θα εκθέσω: «…Οι εξαιρέσεις, Της ΜΑΡΙΑΣ ΠΑΠΟΥΤΣΑΚΗ
Πάντως, και στην Εκκλησία υπήρξε πραξικόπημα.
Και ενώ η πλειοψηφία των αρχιερέων «βυσσοδομεί» εναντίον των δημοκρατών και της δημοκρατίας, κάποιοι -ελάχιστοι- μητροπολίτες σώζουν ίσως την τιμή της Ιεραρχίας.
* Πρωτεύουσα θέση μεταξύ τους έχει ο τότε μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος, ο οποίος είχε διαμάχη με τον Σπαντιδάκη με αποτέλεσμα όχι μόνον να τον απειλεί ότι θα τον στείλει δεμένο στο Αγιον Ορος, αλλά πέτυχε να τον σύρει στα στρατοδικεία «επί εξυβρίσει». Ο θαρραλέος κληρικός ετέθη τελικά σε κατ’ οίκον περιορισμό.
* Ενοχλητικός για άλλους λόγους ήταν και ο Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης. Οι δικτάτορες επιδίωξαν να τον κλείσουν σε… ψυχιατρείο για να ησυχάσουν απ’ αυτόν.
* Ο μητροπολίτης Κορίνθου, Παντελεήμων Καρανικόλας, είναι γνωστός για την αντιδικτατορική του δράση και τους αγώνες του με τον μητροπολίτη Πειραιώς Χρυσόστομο Ταβλαδωράκη για την αποκατάσταση της Κανονικής Τάξης της Εκκλησίας.
* Ο Αλβανίας, Αναστάσιος Γιαννουλάτος, ήταν τότε επίσκοπος Ανδρούσης όταν συμμετείχε στο πλευρό των φοιτητών της Νομικής, στα γεγονότα που προηγήθηκαν του Πολυτεχνείου.
Φοιτητές της Θεολογικής Σχολής, ακόμη θυμούνται τον ιεράρχη να κρύβει στα ράσα του τρόφιμα και φάρμακα για τους εγκλείστους φοιτητές της Νομικής.
Βασανιστήρια
Μεγάλος, όμως, είναι ο κατάλογος των τότε απλών κληρικών που συμμετείχαν με κάθε τρόπο ακόμη και σε αντιστασιακές πράξεις.
* Ο νυν μητροπολίτης Κοζάνης Αμβρόσιος, διάκος τότε, συνελήφθη λόγω της δράσης του και υπέστη βασανισμούς στο περίφημο ΕΑΤ-ΕΣΑ.
* Γνωστός βέβαια για την αντιστασιακή του δράση ο πατήρ Γεώργιος Πυρουνάκης, ενώ στον Αγιο Κωνσταντίνο του Πειραιά λειτουργεί ακόμη και σήμερα ο πατήρ Χρήστος Χριστοδούλου που μαζί με τους επίσης φοιτητές της Θεολογικής Σχολής, Ευάγγελο Δασκαλάκη και Τιμόθεο Λαγουδάκη, διαμαρτυρήθηκαν για τη νοθεία στις φοιτητικές εκλογές.
Οπως λέει στην «Κ.Ε.» ο πατήρ Χρήστος Χριστοδούλου, η παρουσία του, τόσο στη Νομική όσο και αργότερα στο Πολυτεχνείο, είχε ως αποτέλεσμα ακόμη και αναφορές εναντίον του με τις οποίες ζητούσαν την κεφαλήν του επί πίνακι από τον «προϊστάμενό» του μητροπολίτη Πειραιώς Χρ. Ταβλαδωράκη.
* Διώξεις υπέστη ο πατήρ Γεώργιος Δημητριάδης, γνωστός και ως «ρακοσυλλέκτης» που φυλακίστηκε, προκαλώντας την κατακραυγή των πιστών, με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί να παρέμβει ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος για να αποφυλακιστεί…».
[2] Εισήγηση Σεβ. Κορίνθου Παντελεήμονα «περί των λαβόντων μέρος εις την ονομασθείσαν Αριστίνδην Σύνοδον την συγκροτηθείσαν δια του Α (νγκαστικού) Ν(όμου) 3/10-5-1967» στις 5-3-1974. Του ιδίου, κείμενα Εκκλησιαστικά – Αγωνιστικά 1965 – 1975, σελ. 426-429.
[3] Γράφει σχετικά ο Μάριος Πλωρίτης στις 23-07-2000, Αντιστάσεως μη ούσης: «…ΞΕΡΕΙ λ.χ. πως ένας από τους πρώτους άθλους των πραξικοπηματιών ήταν το πραξικόπημα μέσα και εναντίον της Εκκλησίας. Έτσι ­ μετράτε:
1) Με τον Αναγκαστικό Νόμο 3/10.5.1967, κήρυξαν «χηρεύοντα» τον αρχιεπισκοπικό θρόνο, και ανάγκασαν τον 87χρονο και άρρωστο αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο να «παραιτηθεί»,
2) Διόρισαν στη θέση του τον αρχιμανδρίτη Ιερώνυμο Κοτσώνη, ιερέα των Ανακτόρων και «πνευματικό» του Κωνσταντίνου (Αν δεν ταιριάζανε, δεν θα συμπεθεριάζανε οι πραξικοματίες της 21.4.67 με τον πραξικοπηματία της 15.7.64)
3) Κατάργησαν την αιρετή Ι. Σύνοδο και την αντικατέστησαν με διορισμένη εννεαμελή Αριστίνδην Σύνοδο.
4) Η οποία διόρισε 21 Μητροπολίτες που, πολλοί τους, ήταν μέλη των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων «Ζωή» και «Σωτήρ» ­ ο Ιερώνυμος ήταν διαπρεπής «Ζωϊκός».
5) Με τον Α.Ν. 214/7.12.67, σύστησαν πενταμελές Συνοδικό Δικαστήριο (ανάλογο με τα χουντικά Στρατοδικεία), για να δικάζει όσους κληρικούς είχαν «χάσει την έξωθεν καλήν μαρτυρίαν», δηλ. την εύνοια της χούντας. Και το εκκλησιαστικό στρατοδικείο καθαίρεσε μερικούς απ’ αυτούς τους «απείθαρχους».
6) Με το Διάταγμα 126/10.2.69, επέβαλαν νέον Χάρτη της Εκκλησίας, που έδινε απόλυτες εξουσίες στον Ιερώνυμο και τους συν αυτώ…».
[4] Για την ιστορία, πρόκειται για τους: 1. Ναυπακτίας και Ευρυτανίας Δαμασκηνό, Νικοπόλεως και Πρεβέζης Στυλιανό, Ξάνθης Αντώνιο, Διδυμοτείχου Κωνσταντίνο, Κασσανδρείας Συνέσιο, Τρίκκης και Σταγών Διονύσιο, Κυθήρων Μελέτιο και Πατρών Κωνσταντίνο (που έκανε και τον πρόεδρο).
[5] Ορίστε τι γράφει φιλο-χουντική «παπδοπουλική» ιστοσελίδα: «… Η Επαναστατική Κυβέρνησις της 21ης Απριλίου 1967, εισήγαγεν Αναγκαστικόν Νόμον, δι’ ού εθεσπίζετο το 80ον έτος ως όριον ηλικίας διά τον προκαθήμενον της Εκκλησίας. Εις εφαρμογήν τούτου, εθωρήθη ότι ο τότε Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρυσόστομος απεχώρησεν αυτομάτως της θέσεώς του, και ούτω ο Αρχιεπισκοπικός Θρόνος εκηρύχθη εν χηρεία τον Μάιον του 1967. Συγκροτηθείσα επταμελής αριστίνδην Ιερά Σύνοδος, εξέλεξε τον Καθηγητήν του Πανεπιστημίου και πρωθιερέαν των Ανακτόρων Ιερώνυμον (Κοτσώνην) ως νέον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και πάσης Ελλάδος… »,
[6]2.  01/06/1967: Εκλογή Φωκίδος Χρυσοστόμου (από Κερνίτσης). [Εκκλησία της Ελλάδος].
3.  07/06/1967: Χειροτονία Σιδηροκάστρου Ιωάννου. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
4. 08/06/1967: Χειροτονία Αλεξανδρουπόλεως Κωνσταντίου. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
5.  08/06/1967: Χειροτονία Θηβών Νικοδήμου. [Εκκλησία της Ελλάδος].
6. 11/06/1967: Χειροτονία Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανού. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
7. 20/06/1967: Εκλογή Νικαίας Γεωργίου (από Τριμυθούντος). [Εκκλησία της Ελλάδος].
08.  25/06/1967: Χειροτονία Εδέσσης Καλλινίκου. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
9.  25/06/1967: Χειροτονία Φλωρίνης Αυγουστίνου. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
10.  25/06/1967: Χειροτονία Χίου Χρυσοστόμου. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
11.  25/06/1967: Χειροτονία Περιστεράς Ηλία. [Εκκλησία της Ελλάδος].
12.  26/06/1967: Χειροτονία Λαγκαδά Σπυρίδωνος. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
13. 26/06/1967: Χειροτονία Κερκύρας Πολυκάρπου. [Εκκλησία της Ελλάδος].
14. 26/06/1967: Χειροτονία Ύδρας Ιεροθέου. [Εκκλησία της Ελλάδος].
15. 27/06/1967: Χειροτονία Ζακύνθου Αποστόλου. [Εκκλησία της Ελλάδος].
[7] 16. 17/09/1967: Χειροτονία Βρεσθένης Δημητρίου. [Εκκλησία της Ελλάδος], τώρα Αρχιεπισκόπου Αμερικής και υποψήφιου για την Εκκλησία της Ελλάδος μετά την κοίμηση του μακ. Σεραφείμ (Τίκα).
[8] Εδέσης καλλίνικος, σε κενή θέση, βλ. Σεβ. Ναυπάκτου Ιεροθέου:
[9] Αναφέρω τον πρώην Φλωρίνης Αυγουστίνο (Καντιώτη) που μαζί με τον μακ. Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιο, μακ. Κορίνθου Παντελεήμονα για την απόσχιση της Εκκλησίας της Ελλάδος από το Οικ. Πατριαρχείο!
[10] Χρ. Γιανναράς, 03-02-08: «…Έτσι, όταν η δικτατορία των συνταγματαρχών το 1967 συγκροτεί «αριστίνδην» σύνοδο επισκόπων, η οποία εκλέγει αρχιεπίσκοπο Αθηνών το κορυφαίο στέλεχος των ευσεβιστικών οργανώσεων Ιερώνυμο Κοτσώνη και ο Ιερώνυμος επιχειρεί σαρωτική «ηθική κάθαρση» του επισκοπικού σώματος, ό,τι και αν λέμε για λόγους «αντιστασιακούς» εκ των υστέρων, το γενικό αίσθημα λαϊκής ανακούφισης ήταν περισσότερο και από έκδηλο…»,
Θεωρώ ότι η άποψη αυτή είναι σχετικά ορθή ως διαπίστωση, αφού στις πόλεις η ευσεβιστική θεολογία ήταν κυρίαρχη. Λόγω της κυριαρχίας των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων, οι οποίες ταυτόχρονα είχαν άκρως συντηρητικές μέχρι και ακροδεξιές απόψεις. Όμως είναι άλλο πράγμα η αντίσταση που έγινε αργότερα και φυσικό άλλο πράγμα ο σχεδιασμός της «Παπαδοπουλικής» χούντας!
[11] ΠΗΓΗ: (ΤΟ ΚΑΛΑΜΙ) ΣΕΡΑΦΕΙΜ: Ο Αρχιεπίσκοπος που νίκησε τα γεγονότα, Δημοσιογραφικό οδοιπορικό στην αρχιεπισκοπία Σεραφείμ για συγκρίσεις με την αρχιεπισκοπία Χριστόδουλου, Γράφει ο Β.Α. ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ,http://www.kalami.net/2005/arthra/serafeim.html.
[12] Είναι όμως τελείως διαφορετικά τα πράγματα από τη χούντα του Ιωαννίδη. Αυτή «έφερε» την προδοσία τςη Κύπρου και έδωσε την αφορμή για την τουρκική κατοχή της βόρειας Κύπρου, που φυσικά οδήγησε και στην κατάρρευση της επτάχρονης τυρρανίας…
[13] Στις 28-3-2-1974, λόγω αποδοχής της κανονικότητας και της νέας κανονικής τάξης, οι Μητροπολίτες Φωκίδος, Θηβών και Λεβαδείας, Χίου, Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης, Λευκάδος και Ιθάκης, Καρυστίας και Σκύρου, Γόρτυνος και Μεγαλουπόλεως,  Νικαίας, Λαγκαδά, Φλωρίνης, Δρυϊνουπόλεως-Πωγωνιανής και Κονίτσης, Εδέσης και Πέλλης, Κερκύρας και Παξών, Βεροίας και Ναούσης, Ηλείας και Σπάρτης. Τιμής ένεκεν πρώτος ο Φλωρίνης Αυγουστίνος για τους αγώνες του. 12 όμως μητροπολίτες αρνήθηκαν την κανονική ταξη και έχασαν τις θέσεις τους. Κάποιοι απ’ αυτούς αργότερα άλαξαν γνώμη και τοποθετήθηκαν σε νεές Μητροπόλεις (Κιλκισίου Απόστολος). Ο μόνος εν ζωή από τους 12 είναι ο σε ακοινωνησία πρώην Μεγαρίδος Νικόδημος.
Στη συνέχεια του 1974  εκλέχτηκαν 22 Μητροπολίτες, ανάμεσά τους και ο (ως Δημητριάδος) μακ. Χριστόδουλος (Παρασκευαΐδης). Από το 1975 έως το 1981 εκλέχτηκαν άλλοι 13, ανάμεσα στους οποίους και ο από Θηβών νυν Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος (Λιάπης).
Το είδαμε εδώ
[14] ΠΗΓΗ: ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 28/05/2001, Η συγγνώμη της Εκκλησίας για την Επταετία,
[15]ΠΗΓΗ: Οι σχέσεις εξουσίας – Εκκλησίας υπό το φως της φιλοσοφίας της θρησκείας, Δ.Φ. Παναγιώτη Ν. Πανταζάκου,

Υπάρχει Ζωή πριν από το Θάνατο

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!
             ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!!

Συχνά στο χώρο της ορθόδοξης θεολογίας σημειώνεται μία στατική παθογένεια, ικανή να αιχμαλωτίσει την αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου μέσα στη σκιά της αναίσθητης κακοτεχνίας. Μιας κακοτεχνίας που περισσότερο αναζητά την αμαρτία παρά την αγιοσύνη. Τα πάθη παρά την ίαση. Και την καταδίκη παρά τη σωτηρία.
Στα Εξάρχεια και στη Θεσσαλονίκη, υπάρχουν δύο τοίχοι με μία εκφραστική απορία αγωνιακής πάλης. Μιας πάλης που σε κάνει να διαβάζεις δυο και τρεις φορές τις φράσεις των δύο τοίχων προκειμένου να συνειδητοποιήσεις αν υφίσταται όντως αυτό που αναγράφεται. «Υπάρχει ζωή πριν το θάνατο;». Η τάση των φορέων της εκκλησίας και συγκεκριμένα μέρους του ιερατείου είναι τάση απόγνωσης πολλές φορές. Ένα άγχος για απομυθοποίηση, αλλοπρόσαλλο προσανατολισμό, πνευματική φυγομαχία και καταδίκη. Συναντάται με άλλα λόγια μία ορθοδοξία που «ανακαλύπτει παντού ασχήμιες, εχθρούς της πίστεως, απουσία αισθητικής, ειλικρινούς ευσέβειας» κατά τον ακαδημαϊκό Χρυσόστομο Σταμούλη.
Depositphotos_2768282_original2
Η διακονία «αναλώνεται» συνήθως στα ιερά μυστήρια και τις ιερές ακολουθίες, στο κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο ή σε μία αμέτοχη παρουσία στην αγωνία και τον πόνο του άλλου, όπου στο τέλος της εξομολόγησης ο άλλος δεν είναι ο «ξένος» του δοξαστικού του Μ. Σαββάτου, αλλά ένας άγνωστος. Αυτό όμως σκιαγραφεί την εκκλησία ως «σκιά θανάτου» κατά τον Μάξιμο Ομολογητή, δηλαδή ως ιδεολογία ελλείψει της μυστηριακής ομολογίας και αποκάλυψης. Εκείνο που απουσιάζει είναι η σύγχρονη μαρτυρία.
Έτσι λοιπόν η όλη προσοχή και αγωνία στρέφεται στην ύπαρξη μετά τον θάνατο. Συνδέουμε τη ζωή μας όσο μπορούμε με το επέκεινα, αδιαφορώντας να ζήσουμε και νοηματοδοτήσουμε τις στιγμές του παρόντος καιρού. Διερωτήθηκε όμως κάποιος αν έζησε πριν τον θάνατο; Αν οι θλίψεις και οι πόνοι της ζωής, του επέτρεψαν να χαρεί αυτή τη ζωή; Αν έζησε πριν ζήσει; Και ο συνεκτικός δεσμός μεταξύ ζωής και αιωνιότητας είναι η ζωή ή αλλιώς ο θάνατος. Εξάλλου το ίδιο και το αυτό είναι. Γι’ αυτό και ο θαυμάσιος φιλόσοφος άγιος Γρηγόριος Νύσσης παρατηρεί πως ο θάνατος είναι «η καινούρια γέννα που οδηγεί σε νέα ζωή».
Με την κατάλυση του κράτους του θανάτου και της διαβολικής κυριαρχίας, ο θάνατος ανασταίνει την ευλογία της οικείωσης στο σώμα του φθαρτού, δραπετεύει από την κατάρα της ταφικής καταδίκης και ως ευλογία συνεχίζει να ζει. Υπάρχουν δύο όροι που εύστοχα χρησιμοποιεί ο Γιάννης Ρίτσος στη «Σονάτα του Σεληνόφωτος». Η συμμαχία και η υπακοή. Η συμμαχία της ζωής με το θάνατο, αλλά ταυτόχρονα και η ανυπακοή της στο θάνατο. Η ζωή είναι θάνατος και ο θάνατος είναι ζωή. Γεννιόμαστε, «συναντούμε» τη χώρα του θανάτου και εκείνος με τη σειρά του μας ζει στην αιώνια ζωή. Αυτό είναι αλήθεια. Και μάλιστα αναδυόμενη από τον Πανάγιο Τάφο όπου ο Σταυρός του Χριστού δεν είναι κραυγή απόγνωσης, αλλά ζωή εκ του τάφου, καθώς «εκ του τάφου ανέτειλε ζωή και ελπίδα».
Η αγωνία της εκκλησίας κατάντησε να είναι ένα ερώτημα και όχι μία κατάφαση. Αν το ερώτημα αυτό γίνει εμμονή, τότε η ζωή γίνεται άρνηση. Η ζωή του θανάτου αλλοιώνει την αρνητική παραδοχή της απολυτότητας και της μονοφυσιτικής ιδιοτέλειας. Αναδεικνύει την πολύπλευρη σημασία της συνέχειας και ως πολιτισμός της αγιοσύνης δεν βλέπει, δεν ακούει, δεν γεύεται και δεν ζει στο θάνατο αλλά στη ζωή του. Ο αποπροσανατολισμός των υπαρξιακών ερωτημάτων και πόθων είναι κάτι περισσότερο από βέβαιος, αφού όλη η αγωνία επικεντρώνεται στη ζωή μετά τον θάνατο και όχι στη ζωή πριν τον θάνατο. Σαν να υπάρχει μία προκαθορισμένη παρθενογένεση με την αφετηρία του θανάτου που δεν προϋποθέτει τη ζωή. Έτσι η αγνότητα ξεπέφτει και αποτελεί ίδιον γνώρισμα της μετά θάνατον ζωής.
Στη σκιά του άχρωμου χρώματος που έχασε το χρώμα του εν τη γεννήσει της φύσεως του και εκ του μηδενός ήρθε σαν δημιουργική αρχή και τελείωση στην άναρχη αρχή του. Σαν να μην γεννήθηκε ο άνθρωπος για να ζήσει. Σαν να χώρεσε τον εαυτό του στην αρχή του θανάτου, στην αρχή της εξουσιαστικής του απομόνωσης από τη θέα ενός πρωτόπλαστου κάλλους που υπάρχει στην αφετηρία του θανάτου και στη συνέχεια του. Επ’ ουδενί λόγω στη ζωή πριν θάνατο. Γι’ αυτό και ο φιλόσοφος Σενέκας «πνίγει» την αγωνία του σε ένα αύριο του «ίσως», διερωτώμενος ο ίδιος: «Γιατί οι περισσότεροι από εμάς δαπανάμε τα χρόνια μας όχι για να γευόμαστε τη ζωή, αλλά ξοδεύοντας την σε προετοιμασίες, που τάχα θα μας επιτρέψουν να τη χαρούμε στο απώτερο μέλλον;».
Συνεχίζεται
Το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...