Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 26, 2018

Πώς πέθανε ο Ηρώδης

Πώς πέθανε ο Ηρώδης
Ο Ηρώδης Α’, ο επονομαζόμενος και Μέγας, υπήρξε Βασιλίας της Ιουδαίας από το 37 π.Χ. μέχρι και το έτος της Γέννησης του Ιησού Χριστού. Η άνοδος του Ηρώδη του Μεγάλου στον θρόνο του βασιλείου της Ιουδαίας σηματοδοτεί την αρχή της Ηρωδιανής Δυναστείας.
Αν και στις περισσότερες περιτπώσεις αρχαίων προσωπικοτήτων δεν έχουμε ιδέα για το πώς πέθαναν, στην περίπτωση του Ηρώδη ο Ιώσιππος μας …βγάζει από τη δύσκολη θέση. Αναφερόμενος σε παλαιότερους ιστορικούς, καθώς ο ίδιος έζησε μερικές δεκαετίες μετά τον Ηρώδη, ο Ιώσιππος  περιγράφει τα συμπτώματα και το πώς πέθανε ο Ηρώδης.
Είχε πυρετό, όχι πολύ ψηλό, ανυπόφορη φαγούρα σ’ολόκληρο το σώμα του, συνεχείς πόνους στα έντερα, όγκους στα πόδια, ερεθισμό στην κοιλιακή χώρα και γάγγρενα στους όρχεις. Είχε επίσης σπασμούς, άσθμα και άσχημη αναπνοή’.
Οι γιατροί της εποχής δεν μπορούσαν να κατανοήσουν τα συμπτώματά του. Χρησιμοποιούσαν, ωστόσο, τα μέσα της εποχής για να τον ανακουφίσουν, περιλαμβανομένου του μπάνιου σε καυτό λάδι. Αυτό, όμως, δεν είχε κανένα αποτέλεσμα εκτός από το να του κατακαύσει τα μάτια.
Γράφει, λοιπόν, ο Ευσέβιος Καισαρείας στην Εκκλησιαστική Ιστορία (εκδόσεις ΕΠΕ, τόμος 1):
Και στο δεύτερο δε βιβλίο των Ιστοριών, το οποίο  παραδίδει ο Ιώσιππος περί αυτού παραπλήσια, γράφοντας ως εξής:
«Έπειτα η νόσος αφού κατέλαβε όλο το σώμα του, διαμοίραζε σ’ αυτό ποικίλα πάθη. Πράγματι υπήρχε αρκετός πυρετός, αφόρητος κνησμός σε όλη την επιφάνεια, συνεχείς πόνοι του κόλου, πρήξιμο στα πόδια υδρωπικού χαρακτήρα, φλεγμονή του υπογαστρίου, σήψη στο αιδοίο που δημιουργούσε σκουλήκια, ορθόπνοια και δύσπνοια, σπασμοί όλων των μελών, ώστε οι μάντεις να λέγουν ότι τα νοσήματα ήταν ποινή.
Αυτός όμως, αν και πάλευε με τόσα πάθη, παρέμενε στη ζωή, ήλπιζε σε σωτηρία και εφεύρισκε θεραπείες. Παιρνώντας λοιπόν από τον Ιορδάνη χρησιμοποίησε τα θερμόλουτρα της Καλλιρόης, τα οποία εκβάλλουν στην Ασφαλτίτη λίμνη, λόγω δε της γλυκύτητας είναι και πόσιμα. Εδώ αυτός, καθώς οι γιατροί αποφάσισαν να περιθάλψουν όλο το σώμα με θερμό έλαιο και το ξάπλωσαν σε λεκάνη γεμάτη έλαιο, λιποθύμησε και ανέστρεψε τους οφθαλμούς σαν νεκρός.
Επειδή  οι υπηρέτες θορύβησαν, αναστέναξε για τη συμφορά, και απογοητευμένος στο εξής για τη σωτηρία, διέταξε να διανείμουν στους στρατιώτες από πενήντα δραχμές και πολλά χρήματα στους διοικητές και τους φίλους. Αυτός επέστρεψε και έφθασε στην Ιεριχώ, με μελαγχολία και σχεδόν απειλώντας τον εαυτό του με θάνατο.
Προέβη μάλιστα στο σχεδιασμό μιας αθέμιτης πράξης. Αφού συγκέντρωσε τους επίσημους άνδρες από κάθε κώμη όλης της Ιουδαίας, διέταξε να τους κλείσουν στον καλούμενο ιππόδρομο, και αφού προσκάλεσε την αδελφή του Σαλώμη και τον άνδρα της Αλεξά, είπε «γνωρίζω ότι οι Ιουδαίοι θα γιορτάσουν το θάνατό μου· μπορώ όμως να πενθηθώ με άλλα μέσα και να λάβω λαμπρό επιτάφιο, αν θελήσετε να εκτελέσετε τις εντολές μου. Μόλις εκπνεύσω, φονεύστε τάχιστα αυτούς τους φρουρούμενους άνδρες, αφού τους περικυκλώσετε με τους στρατιώτες, έτσι ώστε όλη η Ιουδαία και κάθε οίκος να δακρύσει για μένα, έστω και ακούσια».
Και με λίγα λόγια  λέει. «Κατόπιν δε [επειδή βασανιζόταν από έλλειψη τροφής και σπασμωδικό βήχα] νικημένος από τους πόνους, επιχείρησε να προφθάσει την ειμαρμένη. Αφού πήρε ένα μήλο, ζήτησε και μαχαίρι γιατί συνήθιζε να τρώει κόβωντας σε τεμάχια. Έπειτα, αφού κοίταξε τριγύρω, μήπως υπάρχει κάποιος ο οποίος θα τον εμπόδιζε, σήκωσε το δεξί του χέρι για να αυτοτραυματιστεί».Πέραν δε τούτων ο ίδιος συγγραφέας ιστορεί ότι αυτός πριν το θάνατό του φόνευσε με εντολή του και άλλον γνήσιο γιό, τρίτο μετά τους δύο φονευθέντες προηγουμένως, και αμέσως έπειτα παρέδωσε τη ζωή του με φοβερούς πόνους».
Τι αποφαίνεται σήμερα η Επιστήμη για το θάνατο του Ηρώδη
Εκείνοι που έχουν περιέργεια για τα κλινικά συμπτώματα του Ηρώδη, δεν έχουν παρά να ανατρέξουν στην Ιστορική Κλινικοπαθολογική Διάσκεψη του Πανεπιστημίου του Μεριλαντ. Εδώ συγκεντρώνονται οι ειδικοί και αποφαίνονται για τα αίτια θανάτου επιφανών ανδρών, μεταξύ των οποίων έχουν ασχοληθεί και με τον Ηρώδη.
Ο συνδυασμός των συμπτωμάτων του αποτελούσε ιδιαίτερη πρόκληση, ειδικά η γάγγρενα των όρχεων, μιας και δεν είναι κάτι συνηθισμένο. Ωστόσο αποφάνθηκαν ότι ο Ηρώδης έπασχε από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια αγνώστου αιτίας. Η ανεπάρκεια περιπλεκόταν από την σπάνια, ευτυχώς, γάγγρενα των όρχεων- Φουρνιέρ. Υπάρχουν φυσικά και άλλες πιθανές ασθένειες όπως η σύφιλη και άλλα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα. Ωστόσο, η νεφρική ανεπάρκεια φαίνεται να ταιριάζει καλύτερα στην κλινική εικόνα των συμπτωμάτων του.

Άγιος Ευθύμιος ο Ομολογητής, επίσκοπος Σάρδεων [26 Δεκεμβρίου].

agios eythymios sardeon 01

Άγιος Ευθύμιος ο Ομολογητής, επίσκοπος Σάρδεων [26 Δεκεμβρίου]
Νίκος Σταμάτουζας, Θεολόγος
Ο Άγιος Ευθύμιος γεννήθηκε περί το 760 μ.Χ στη μικρή πόλη Ούζαρα της επαρχίας της Λυκαονίας της Καππαδοκίας, την εποχή που αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο εικονομάχος Κωνσταντίνος ο Ε΄.
Οι γονείς του ήταν ευσεβείς Χριστιανοί, αρκετά εύποροι με κτήματα, αμπέλια και χωράφια.
Ο Ευθύμιος είχε πολλά αδέλφια που ασχολούνταν με διάφορες τέχνες, όμως εκείνος ξεχώριζε για τη φιλομάθειά του και την κλίση που είχε προς τα ιερά γράμματα. Ήταν δε πολύ έξυπνος και επιμελής. Μελετούσε με ζήλο τις Γραφές κάνοντας πράξη τα λόγια του Ιησού: «Ερευνάτε τας Γραφάς, εν αυταίς γαρ ευρήσετε ζωήν αιώνιον».
Ο πατέρας του εκτιμώντας την φιλομάθειά του, τον έστειλε να σπουδάσει στην Αλεξάνδρεια, όπου εκείνη την εποχή, η ελληνική παιδεία είχε μεγάλη ακμή. Εκεί ο Ευθύμιος επιδόθηκε με ζήλο στην μελέτη και αφού τελείωσε τις σπουδές του, γύρισε πίσω στο πατρικό του σπίτι, κοντά στα αγαπημένα πρόσωπα της οικογένειάς του.

Η ψυχή όμως του Ευθυμίου ζητούσε να έλθει πιο κοντά στο Θεό. Γνώριζε πόσο μάταια είναι τα πράγματα αυτής της ζωής. Ένιωθε πόση ευτυχία και ασφάλεια υπάρχει κοντά σον Θεό και στο θέλημά Του και φλεγόταν από την επιθυμία να Τον πλησιάσει πιο πολύ και να Του αφιερώσει τη ζωή του. Τότε είπε στον πατέρα του.
«Στοχάζομαι την ματαιότητα του κόσμου τούτου που μοιάζει με ένα περιβόλι γεμάτο από διάφορα όμορφα και ευωδιαστά λουλούδια. Σήμερα τα βλέπεις και τα θαυμάζεις, μετά από λίγες μέρες όμως τα βρίσκεις ξερά και μαραμένα χωρίς ομορφιά, χωρίς άρωμα, πεσμένα στη γη. Βγάζω λοιπόν το συμπέρασμα πως από την ματαιότητα του κόσμου αυτού, δεν υπάρχει καμιά ωφέλεια για τον άνθρωπο, γι’ αυτό θα ήταν φρόνιμο να καταφρονήσει τον ψεύτικο αυτό κόσμο και να φροντίσει την σωτηρία της ψυχής του.»
Ο πατέρας του ακούγοντας αυτά στεναχωρήθηκε στην αρχή, έπειτα όμως από μικρή σκέψη του είπε: «Αγαπητό μου παιδί, είχα σκοπό να σε παντρέψω και να σε έχω στήριγμα στα γηρατειά μου, αφού όμως αυτή είναι η επιθυμία σου κάνε ότι σε φωτίσει ο Θεός».
Έτσι ο Ευθύμιος με την ευχή του πατέρα του - η μητέρα του είχε στο μεταξύ πεθάνει –πηγαίνει σε μοναστήρι της πατρίδος του και γίνεται μοναχός.
Από την πρώτη στιγμή δείχνει τέτοια αρετή και προθυμία στην ασκητική ζωή ώστε πολλοί από τους πατέρες του μοναστηριού τον είχαν ως πρότυπο και προσπαθούσαν να τον μιμηθούν. Έτσι ο Ευθύμιος γίνεται «ο επίγειος άγγελος και ο ουράνιος άνθρωπος».
Πολύ σύντομα ο Θεός τον καλεί στο μεγάλο λειτούργημα της Ιεροσύνης. Χειροτονείται διάκονος και λίγο αργότερα Ιερεύς.
Η ασκητική του αυξάνεται και μαζί και η χάρις που λαμβάνει από τον Θεό. Η φήμη του ως αγίου ανθρώπου απλώνεται στη γύρω περιοχή.
Την εποχή αυτή, εχήρευσε ο θρόνος της επισκοπής των Σάρδεων και οι ευσεβείς χριστιανοί έψαχναν να βρουν άξιο και ενάρετο κληρικό για να αναλάβει το αξίωμα αυτό. Κατέληξαν λοιπόν, ότι ο πιο άξιος για να τους ποιμάνει είναι ο Ευθύμιος και έστειλαν αντιπροσωπεία στο μοναστήρι όπου βρισκόταν και τον μετέφεραν σχεδόν με τη βία στις Σάρδεις όπου τον χειροτόνησαν επίσκοπό τους.
Ο Ευθύμιος ως επίσκοπος στέκεται στοργικός πατέρας και διδάσκαλος των χριστιανών της περιοχής του. Φροντίζει ιδιαίτερα τους φτωχούς και τους δυστυχισμένους. Προστατεύει τα ορφανά, τις χήρες, τους αρρώστους και γίνεται παράδειγμα προς μίμηση με την αγία ζωή του και το ακούραστο ενδιαφέρον του για τον συνάνθρωπο. Ακόμα προσπαθούσε με το κήρυγμά του να ποτίσει τους χριστιανούς με τα αληθινά νοήματα της διδασκαλίας του Χριστού και να τους προφυλάξει από τους αιρετικούς.
Εκείνη την εποχή, η εκκλησία βρισκόταν σε μεγάλη ταραχή από την ολέθρια αίρεση των εικονομάχων. Οι εικονομάχοι, οι οποίοι είχαν και την υποστήριξη πολλών αυτοκρατόρων του Βυζαντίου, πίστευαν ότι οι Χριστιανοί δεν πρέπει να προσκυνούν τις ιερές εικόνες, διότι αυτό είναι ειδωλολατρία. Οι εικόνες που αναπαριστούν τον Θεό, την Παναγία και τους Αγίους, χρησιμοποιήθηκαν από τους χριστιανούς ήδη από την εποχή των διωγμών στις κατακόμβες. Μετά τον 4Ο αιώνα, απελευθερωμένοι από τους διωγμούς οι Χριστιανοί ανέπτυξαν εικονικές παραστάσεις, με θέματα από την Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Οι παραστάσεις κοσμούσαν το εσωτερικό των ναών και ήταν τα βιβλία των αγραμμάτων, που δεν είχαν την δυνατότητα να διαβάσουν την Αγία Γραφή. Οι εικονομάχοι υποστήριζαν, ότι δεν είναι σωστό να προσκυνούμε τις εικόνες, νομίζοντας ότι οι Χριστιανοί έδιναν τιμή στο υλικό από το οποίο ήταν φτιαγμένη η εικόνα. Έτσι ξέσπασε μεγάλη αναταραχή στην ορθοδοξία με τους εικονόφιλους να υποστηρίζουν την προσκύνηση των εικόνων και τους εικονομάχους το αντίθετο. Πολλές εικόνες παραδόθηκαν στην πυρά και την καταστροφή και πολλοί κληρικοί, μοναχοί και απλοί λαϊκοί εικονόφιλοι διώχθηκαν, εξορίστηκαν και υπέστησαν βασανιστήρια.
Η μεγάλη αυτή αναταραχή που συγκλόνισε την εκκλησία και γενικότερα τη Βυζαντινή αυτοκρατορία, χωρίζεται σε δύο περιόδους. Η πρώτη περίοδος τελειώνει με την Ζ΄ (έβδομη) Οικουμενική σύνοδο που συγκάλεσε το 787 μ.Χ. η αυτοκράτειρα Ειρήνη η Αθηναία με το γιο της Κωνσταντίνο. Η Σύνοδος έλαβε χώρα στο ναό της Αγίας Σοφίας στη Νίκαια της Βιθυνίας και έλαβαν μέρος σ’ αυτή, 367 άγιοι πατέρες. Ανάμεσά τους και ο Ευθύμιος επίσκοπος Σάρδεων.
Ο Ευθύμιος με την βαθιά γνώση της Γραφής που κατείχε, απέδειξε ότι πρέπει να προσκυνούμε τις άγιες εικόνες δίνοντας τιμή στο πρόσωπο που εικονίζεται και όχι βέβαια στο υλικό από το οποίο έχουν κατασκευαστεί.
Οι Άγιοι πατέρες αποφάσισαν:
«ΌΣΤΙΣ ΔΕΝ ΠΡΟΣΚΥΝΕΙ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ, ΕΝ ΕΙΚΟΝΙ ΠΕΡΙΓΡΑΠΤΟΝ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΝ, ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΟΝ ΑΥΤΟΥ ΜΗΤΕΡΑ ΚΑΙ ΔΕΣΠΟΙΝΑΝ ΗΜΩΝ, ΩΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΑ ΕΚΤΥΠΩΜΑΤΑ, ΕΙΗ ΤΩ ΑΙΩΝΙΩ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙ ΥΠΟΔΙΚΟΣ ΚΑΙ ΜΑΚΡΑΝ ΤΗΣ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΟΜΗΓΥΡΕΩΣ».
Οι βασιλείς Κωνσταντίνος και Ειρήνη η Αθηναία, τίμησαν πολύ τον Άγιο Ευθύμιο και τον χρησιμοποίησαν ως κήρυκα σε διάφορες αποστολές.
Το 802 μ.Χ. ανεβαίνει στο θρόνο του Βυζαντίου ο Νικηφόρος. Την εποχή αυτή ένας άρχοντας των Σάρδεων ζητούσε να πάρει ως σύζυγό του μια νεαρή κόρη, η οποία δεν επιθυμούσε το γάμο αυτό. Η κοπέλα κατέφυγε στον επίσκοπο Ευθύμιο και εκείνος για να την προφυλάξει, την έκειρε μοναχή. Ο άρχοντας θύμωσε τόσο πολύ, ώστε διέβαλλε τον Άγιο στον αυτοκράτορα και επέτυχε να εξοριστεί ο Άγιος στην Παταλαραία της Δύσεως όπου υπέστη πολλές θλίψεις και δοκιμασίες.
Το 813 μ.Χ. ανέβηκε στο θρόνο ο Λέων ο Ε΄ ο Αρμένιος, λιοντάρι πραγματικό που κήρυξε αμείλικτο πόλεμο κατά των αγίων εικόνων. Αυτός ανακάλεσε από την εξορία τον ‘Αγιο, και του είπε: «Άκουσα για την αρετή σου και αν κάνεις το θέλημά μου θα γυρίσεις πάλι στην επισκοπή σου και θα ξεχάσεις όλες τις άσχημες μέρες που πέρασες». ΄Ετσι προσπάθησε να τον πείσει να υποστηρίξει τις θέσεις των εικονομάχων. Ο Άγιος όμως αντιστάθηκε σθεναρά στον αυτοκράτορα, ο οποίος τον εξόρισε στην Άσσο όπου δοκίμασε πολλές ταλαιπωρίες. Εκεί παρέμεινε ως το θάνατο του Λέοντα.
Ο επόμενος αυτοκράτορας, Μιχαήλ ο Τραυλός, ήταν κι αυτός εικονομάχος. Έφερε τον Άγιο Ευθύμιο από την εξορία μαζί με τον Πατριάρχη Μεθόδιο και τους ρώτησε αν επιμένουν στην προσκύνηση των εικόνων. Ο Άγιος και πάλι με θάρρος έλεγξε τον αυτοκράτορα και τον ονόμασε δυσσεβή και παράνομο και υποστήριξε την ορθόδοξη άποψη υπέρ της προσκυνήσεως των αγίων εικόνων. Τότε ο αυτοκράτορας θύμωσε παρά πολύ και διέταξε να εξορίσουν τον Άγιο στον Ακρίτα, το ανατολικότερο άκρο της Μαύρης Θάλασσας και εκεί τον έριξαν σε μια σκοτεινή και βρωμερή φυλακή όπου για τρία ολόκληρα χρόνια υπέφερε πολλά βασανιστήρια.
Αφού πέθανε και ο Μιχαήλ, ανήλθε στο θρόνο ο γιος του Θεόφιλος, ο οποίος καλεί τον Άγιο από την εξορία και με φοβέρες προσπαθεί να τον πείσει να αρνηθεί την προσκύνηση των αγίων εικόνων. Ο Άγιος με γενναιότητα αρνείται να συγκατανεύσει στις αιρετικές απόψεις του αυτοκράτορα.
Ο Θεόφιλος τότε τον υποβάλλει σε φρικτά βασανιστήρια. Τον έδεσαν σε τέσσερις πασσάλους, του έδωσαν 400 ραβδισμούς σε όλο του το σώμα, το οποίο έγινε μια ολόκληρη ανοιχτή πληγή. Και έτσι ενώ μόλις ανέπνεε, τον έρριξαν σε μια βρωμερή φυλακή όπου μετά από 8 ημέρες, έχοντας περάσει ανυπόφορους πόνους, παρέδωσε την αγίαν ψυχή του στα χέρια του Θεού.
Μόλις συνέβη αυτό, το ταλαιπωρημένο του σώμα έλαμψε σαν ήλιος και γέμισε τον τόπο με θαυμάσια ευωδία. Οι χριστιανοί πήραν κρυφά το σώμα του και το μετέφεραν στο Ναό του Αγίου μάρτυρος Ιουλιανού και το ενταφίασαν ευλαβικά.
Από την πρώτη στιγμή ο Άγιος, επιτελούσε πλήθος θαυμάτων. Η θαυματουργική του χάρις έκανε ώστε τυφλοί να βλέπουν, χωλοί να περπατούν, δαιμονισμένοι να θεραπεύονται. Θα αναφέρουμε δύο χαρακτηριστικά θαύματα από τα πολλά που έγιναν.
Στο Ρύσσειο της Νικομήδειας είχε πέσει επιδημία πανώλης και καθημερινά πέθαιναν πολλοί. Τότε έφεραν την κάρα του Αγίου και έκαναν λιτανεία και η επιδημία της πανώλης σταμάτησε να εξαπλώνεται. Κάποιο παιδί ήταν πολύ άρρωστο από τύφο . Η μητέρα του παρακαλούσε τον Άγιο να το κάνει καλά. Τη νύχτα είδε τον Άγιο να περνά με λιτανεία έξω από το σπίτι της και να λέει στον κόσμο «σιγά γιατί εδώ έχουμε άρρωστο» . Τις στιγμές αυτές δεν ακουγόταν τίποτε, νόμιζες πως περπατούσαν όλοι ξυπόλυτοι. Τότε ο Άγιος ευλόγησε έξω από το παράθυρο τρεις φορές το άρρωστο παιδί και το πρωί έπαυσε ο πυρετός και έγινε τελείως καλά.
Το θείο και ιερό Λείψανο παρέμεινε με τη Χάρη του Θεού άφθορο και τιμόταν ιδιαίτερα στην Κωνσταντινούπολη. Μετά την άλωση από τους Τούρκους μετεφέρθη από ευσεβείς χριστιανούς στη Χερσώνα της Κριμαίας όπου επιτελούσε και εκεί πολλά θαύματα.
Εκείνη την εποχή είχαν πάει στην Χερσώνα κάποιοι Ευρωπαίοι έμποροι, οι οποίοι βλέποντας τα θαύματα του Αγίου, αποφάσισαν να κλέψουν το λείψανό του. Το βάλανε λοιπόν μέσα σ’ ένα γερό και βαρύτιμο σεντούκι, αγόρασαν και μάρμαρα για να κτίσουν εκκλησία στ’ όνομά του και ανοίχτηκαν στη Μαύρη Θάλασσα. Καθώς όμως περνούσαν κοντά από την κωμόπολη Χηλή της Μικράς Ασίας, ξέσπασε φουρτούνα που τους ανάγκασε να αγκυροβολήσουν εκεί. Τη νύκτα φανερώθηκε ο Άγιος και τους είπε: «Αύριο το πρωί να με βγάλετε σ’ αυτόν τον τόπο και να με αφήσετε. Αν κάνετε αυτό που σας λέγω θα σας βοηθήσω να πάτε σώοι στην πατρίδα σας». Εκείνοι αψήφησαν το όνειρο και ξεκίνησαν να φύγουν. Μόλις ανοίχτηκαν στην θάλασσα ξέσπασε μια φοβερή φουρτούνα και το καράβι έγινε κομμάτια στ’ ανοιχτά της θάλασσας. Το πρωί οι κορδοτζήδες και οι φαροφύλακες του φαναριού της Χηλής, είδαν το σεντούκι του Αγίου που είχε βγει στην παραλία, χωρίς να πάθει τίποτε. Χρυσοστόλιστο και με ζωγραφισμένα εικονίδια που παρίσταναν στάδια του μαρτυρίου του Αγίου, νόμισαν πως περιέκλειε κάποιο θησαυρό. Ο πρώτος που ύψωσε το χαντζάρι του για να σχίσει το σεντούκι έμεινε με ξερά τα υψωμένα χέρια του. Το ίδιο έπαθε και ένας άλλος που προσπάθησε ν’ ανοίξει την κλειδωνιά. Τότε κατάλαβαν πως πρόκειται για ιερό πράγμα και ειδοποίησαν τους ιερείς της Χηλής που κατέβηκαν στο γιαλό με εξαπτέρυγα και λαμπάδες και πήραν τον Άγιο στην Εκκλησία της πόλεως.
Αργότερα έκαναν ειδικό παρεκκλήσι στα δεξιά της εκκλησίας. Τα μάρμαρα που είχαν μαζί τους οι έμποροι έπεσαν στον πάτο της θάλασσας και παρ’ ότι πέρασαν σχεδόν τέσσερις αιώνες από τότε δεν έχουν καλυφθεί από την άμμο και όταν είναι γαλήνη διακρίνονται μέχρι σήμερα καθαρά, όπως διηγούνται οι ευσεβείς Χηλήτες.
Το 1922 , κατά την μικρασιατική καταστροφή, το μισό τμήμα της Χηλής όπου κατοικούσαν μόνο Έλληνες, καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά. Τον Σεπτέμβριο του 1922 οι Τούρκοι εξόντωσαν με ομαδική σφαγή 150 άνδρες από τον άμαχο πληθυσμό της Χηλής του Ευξείνου Πόντου. Στη μνήμη των μαρτύρων αυτών του έθνους και με την ακλόνητη πίστη για την επάνοδο στην πατρική γη, οι εκ των επιζησάντων Χηλήτες, έστησαν ευλαβικά αυτή την πλάκα σ’ αυτούς που υπήρξαν το τελευταίο και τραγικό εκκλησίασμα του ιερού ναού και οι τελευταίοι που ασπάστηκαν το σεπτό λείψανο του Αγίου Ευθυμίου.Οι ευσεβείς Χηλήτες φεύγοντας κυνηγημένοι από τον τόπο που γεννήθηκαν κατάφεραν να πάρουν την Κάρα του Αγίου Ευθυμίου και να την φέρουν στην Ελλάδα. Τι απέγινε το υπόλοιπο ιερό λείψανο , κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα. Η κάρα του Αγίου ήρθε αρχικά στη βόρειο Ελλάδα και από κεί με πομπή μεγάλη έφτασε στην Ευγένεια του Κερατσινίου το 1936 και τοποθετήθηκε στο Ναό που έφτιαξαν οι πρόσφυγες Χηλήτες, αφιερωμένο στον Άγιο Ευθύμιο επίσκοπο Σάρδεων.
Από τότε το Κερατσίνι έχει την ευλογία να κατέχει αυτόν τον ανεκτίμητο θησαυρό, θερμό προστάτη της πόλεως και πρεσβευτή προς τον Θεό.
Η ιστορία του Ιερού Ναού του Αγίου Ευθυμίου στο Κερατσίνι
Οι ευσεβείς Χηλήτες ξεριζωμένοι από τον τόπο τους φτάνουν ταλαιπωρημένοι και εγκαθίστανται στο λόφο του Κερατσινίου. Αρχικά μένουν σε παράγκες και αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες. Πρώτο μέλημά τους όμως είναι να φτιάξουν εκκλησία όπου θα λατρεύουν το Θεό και θα τοποθετήσουν τον πολύτιμο θησαυρό που με τόσους κινδύνους έφεραν μαζί τους, την κάρα του Αγίου Ευθυμίου. Έτσι το 1936 εγκαινιάσθηκε ο ναός στο όνομα του Αγίου. Αρχικά ένα ξύλινο παράπηγμα και επειδή φοβόντουσαν μήπως ο Άγιος κλαπεί, το βράδυ φιλοξενούσαν την τίμια Κάρα του σε ιδιωτικές οικίες. Εκείνοι που είχαν την μεγάλη τιμή να έχουν τον Άγιο σπίτι τους, διηγούνται πως όταν τύχαινε να σβήσει το καντήλι του κατά τη διάρκεια της νύχτας, άκουγαν χτυπήματα που τους ειδοποιούσαν να το ανάψουν και πάλι.
Οι φιλόθεοι χριστιανοί της περιοχής Κερατσινίου όμως, βοηθώντας τις πιο πολλές φορές από το υστέρημά τους, κατάφεραν να φτιάξουν τον μεγαλοπρεπή ναό που υπάρχει σήμερα, το μοναδικό σ’ όλη την Ελλάδα που τιμάται επ’ ονόματι του Αγίου.
Η χάρις του Αγίου δίνεται απλόχερα σε κάθε χριστιανό που προστρέχει με πίστη σ’ εκείνον που είναι πρόθυμος ν’ ακούσει τις ικεσίες μας . Πολλοί χριστιανοί φθάνουν στον Ναό για να ευχαριστήσουν του Άγιο για την θαυματουργική επέμβαση του στη ζωή τους.
Η μνήμη του Αγίου Ευθυμίου επισκόπου Σάρδεων του Ομολογητού, τιμάται την 26Η Δεκεμβρίου (ημέρα που παρέδωσε την αγία ψυχή του στο Θεό).
Από το 1964 και μετά, έχει καθιερωθεί και δεύτερη πανήγυρις, την Κυριακή που είναι αφιερωμένη στην μνήμη των Πατέρων της Ζ΄ (έβδομης) Οικουμενικής Συνόδου που συμπίπτει μεταξύ 11ης και 17ης Οκτωβρίου, λόγω της συμμετοχής του Αγίου Ευθυμίου στη Σύνοδο αυτή.
Στη σημερινή εποχή που τα πάντα αμφισβητούνται, που έχουμε θεοποιήσει το χρήμα και την ηδονή και έχουμε χάσει το αληθινό νόημα της ζωής, ο Άγιος Ευθύμιος ας γίνει ο φωτεινός οδοδείκτης που θα μας επαναφέρει στο σωστό δρόμο.
Ας τον παρακαλούμε μέσα στον κόσμο που λοιδορεί την πίστη στο Θεό, να μας δίνει τη δύναμη να ομολογούμε την Ορθοδοξία όπως με παρρησία έπραξε εκείνος.
«Άγιε του Θεού Ευθύμιε επίσκοπε Σάρδεων και ομολογητά πρέσβευε υπέρ ημών».
Κοντάκιον. Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Εὐθυμίας ἔμπλεως καὶ θυμηδίας ἀῤῥήτου, φερωνύμως Ὅσιε ὑπὲρ τῶν θείων εἰκόνων, ἔφερες, πικρῶν βασάνων τὰς ἀλγηδόνας, στέφανον, τῆς ἀφθαρσίας σοὶ προξενούσας, διὰ τοῦτο ἀνεδείχθης, τῆς εὐσεβείας ὑπέρμαχος ἔνδοξος.
Ὁ Οἶκος.
Τῷ ἐν εἰκόνι τυπουμένῳ θεανδρικῷ χαρακτῆρι ἐνατενίζων, καὶ διὰ τῆς προπτύξεως τὴν σχετικὴν ἀπονέμων προσκύνησιν καὶ τιμήν, τὰς ὄψεις καὶ τὰ χείλη καθηγίαζες Ὅσιε·δι᾿ αὐτῆς δὲ πρὸς τὸ θεῖον ἀρχέτυπον διαβιβάζων τὸν νοῦν, καὶ τῷ γλυκυτάτῳ ἔρωτι τῆς αὐτοῦ ἀγαπήσεως τιτρωσκόμενος, τὰ τῆς θεόπαιδος θαύματα καὶ τῶν ἁγίων ἁπάντων τὰ κατορθώματα, ἰστορεῖσθαι καὶ τιμᾶσθαι συνοδικῶς ἐβεβαίωσας· ὦν τὸν βίον καὶ τοὺς ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας ἀγῶνας ζηλῶσας, βασιλεῖς παρανόμους διήλεγξας τὴν τῶν θείων εἰκόνων προσκύνησιν δυσσεβῶς ἀθετήσαντας. Ὅθεν καὶ διωγμοὺς ἀνδρειοφρόνως ἐγκαρτερήσας καὶ ὁμολογίᾳ τὸν βίον ἐπισφραγίσας, εἰς οὐρανοὺς σταφανηφόρος περιχαρῶς ἀνελήλυθας· διὰ τοῦτο ἀνεδείχθης, τῆς εὐσεβείας ὑπέρμαχος ἔνδοξος.
Μεγαλυνάριον.
Δεῦτε αἱ χορεῖαι τῶν εὐσεβῶν ὕμνοις ἐγκωμίων καταστέψωμεν εὐλαβῶς, Εὐθύμιον ὄντως τὸν θεῖον Ἱεράρχην καὶ Μάρτυρα Κυρίου τὸν μεγαλώνυμον.
Έτερον Μεγαλυνάριον.
Σέβας ἀπονέμων τῷ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Θεοτόκου ἐκτυπώματι σχετικῶς, πικραῖς ἐξορίαις ἠλάθης θεοφόρε, καὶ θάνατον ὑπέστης Πάτερ Εὐθύμιε.

Τρίτη, Δεκεμβρίου 25, 2018

ΕΝΑ ΑΓΝΩΣΤΟ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΩΣ ΘΕΙΟ ΒΡΕΦΟΣ. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΧΡΙΔΟΣ.



Ένα περιστατικό από τη ζωή του Χριστού ώς Θείου Βρέφους: όταν ή άγια οικογένεια διέφυγε από το ξίφος τού Ηρώδη, και πορευόταν στην Αίγυπτο, εμφανίστηκαν καθ’ οδόν κάποιοι ληστές, με πρόθεση νά κατακλέψουν τούς οδοιπόρους. Ό δίκαιος Ιωσήφ οδηγούσε το γαϊδουράκι, πάνω στο όποιο ήταν φορτωμένα τά λίγα ύπάρχοντά τους και όπου έπέβαινε ή Ύπεραγία Θεοτόκος, κρατώντας στο στήθος της τον Υιό της. 


Οί ληστές άρπαξαν το γαϊδουράκι με σκοπό νά το οδηγήσουν μακριά, και ένας άπ' αυτούς πλησίασε τη Μητέρα τού Θεού γιά νά δει τί κρατούσε κατάστηθα. Μόλις άντίκρισε τον Χριστό-νήπιο, έξεπλάγη άπό την άσυνήθιστη ομορφιά Του και τότε, μέσα στην έκπληξή του, άναφώνησε: «Και ό Θεός αν έπαιρνε σάρκα ανθρώπινη, δεν θά μπορούσε νά είναι πιο όμορφος άπ’ αυτό το Παιδί!». Κατόπιν ό ληστής πρόσταξε τούς συνεργούς του νά μην άρπάξουν τίποτα άπ’ αυτούς τούς οδοιπόρους.

Έμπλεως ευγνωμοσύνης προς τον γενναιόδωρο αυτό ληστή, ή Παναγία Θεοτόκος τού είπε: «Γνώριζε ότι το Παιδί αυτό
θά σέ άνταμείψει μέ άνταμοιβή μεγάλη, επειδή έσύ σήμερα Τον προστατέυσες». Τριάντα τρία χρόνια αργότερα ό ίδιος άνθρωπος κρεμόταν στον Σταυρό, για τα παραπτώματά του, εσταυρωμένος εκ δεξιών του Σταυρού τού Χριστού. 

Το όνομά του ήταν Δυσμάς και το όνομα τού άλλου, έξ άριστερών, ληστή ήταν Γεστάς. Βλέποντας ό Δυσμάς τον Δεσπότη, τον αθώο και αναμάρτητο Ιησού Χριστό, έσταυρωμένο, μετανόησε γιά κάθε κακό πού είχε κάνει στη ζωή του. Όταν ό Γεστάς βλασφήμησε έναντίον του Κυρίου, ό Δυσμάς Τον υπερασπίστηκε λέγοντας: ούτος δε ούδέν άτοπον έπραξε (Λουκ. 23, 41).


Ό Δυσμάς επομένως ήταν ό σοφός ληστής στον όποιον είπε ό Χριστός μας: αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ' εμού έση έν τω παραδείσω (Λουκ. 23, 43). Ό Κύριος χάρισε τον Παράδεισο σ’ αυτόν πού Τού χάρισε τη ζωή, όταν ήταν Παιδί!

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Ο ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΑΧΡΙΔΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ/ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ.

ΠΗΓΗ

Β΄ Ἡμέρα Χριστουγέννων Ἀνεκλινεν αὐτόν ἐν τῇ φάτνῃ.

Ἀνεκλινεν αὐτόν ἐν τῇ φάτνῃ.

Ἄν ἀνοίξουμε, ἀγαπητοί μου, τό πρῶτο βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τήν Γένεση, θά δοῦμε ἐκεῖ πῶς ὁ Θεός μέ τίς συνεχεῖς δημιουργικές ἐπεμβάσεις του ἔκτισε, στόλισε καί διεμόρφωσε τήν γῆ. Ἀνάκτορο, βασιλικό, παλάτι τήν ἔκανε. Αὐτό τό ἀνάκτορο τό ζωγράφισε μέ πολλά καί διάφορα χρώματα. Τό πλαισίωσε μέ κήπους εὐωδιαστούς, πού εἶχαν λουλούδια πολύχρωμα, κρυστάλλινα νερά, μέ ὅλων τῶν εἰδῶν τά ζῶα καί τά πουλιά. Ἔκανε, αὐτό πού λέμε πιό ἁπλά, τόν παράδεισο.
Ὅταν εἶδε ὁ Θεός, ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι καλά λίαν, τότε ἔπλασε καί τόν βασιλέα, τόν ἄνθρωπο καί τόν ἔβαλε νά ζεῖ, νά ἀναπαύεται καί νά χαίρεται μέσα στά βασιλικά ἀνάκτορα. Ὅλα ἔγιναν γιά χάρη του. Ὅλα διετέθησαν στήν ὑπηρεσία του, γιά νά εἶναι ἡ ζωή του ὅσο τό δυνατό πιό εὐχάριστη. Μέσα σ᾿ αὐτά τά ἀνάκτορα δέν ὑπῆρχε πόνος, λύπη, ἱδρώτας, κούραση, δάκρυα. Ζοῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι ζωή χαρισάμενοι.
Ὅμως ὑπῆρχε κάποιος, πού ζήλεψε, φθόνησε αὐτήν τήν εὐτυχία. Ὁ προαιώνιος ἐχθρός τοῦ βασιλιᾶ, ὁ ἀνθρωποκτόνος διάβολος, μέ ὕπουλο καί σατανικό τρόπο ἔβαλε δυναμίτη στά θεμέλια καί ἀνατίναξε τά βασιλικά ἀνάκτορα. Ἔντρομοι οἱ βασιλεῖς, ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα εἶδαν τό παλάτι τους νά γκρεμίζεται καί νά ἐρειπώνεται.
Μέ ἄλλα λόγια μέ ἀπάτη καί πονηρό τρόπο ὁ διάβολος παρέσυρε τούς πρωτοπλάστους στήν πτώση, τούς ὡδήγησε στήν ἁμαρτία, στήν καταπάτηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Μέ τόν τρόπο αὐτό τούς ἔβγαλε ἀπό τόν παράδεισο καί ἔτσι ἔμειναν ἄστεγοι. Ἔγιναν πλέον δυστυχισμένοι. Γνώρισαν τήν ὁδύνη καί τήν δυστυχία καί ἀντί λουλούδια ὁ δρόμος τους ἦταν γεμᾶτος ἀγκάθια καί τριβόλια.
Ὁ Θεός, σάν στοργικός Πατέρας καί ἄριστος παιδαγωγός, μέσα στήν ἀπελπισία τους ἀνοίγει ἕνα παράθυρο στήν ἐλπίδα. Δέν θά εἶστε γιά πάντα σ᾿ αὐτήν τήν κατάσταση. Ἕνας ἀπόγονος αὐτῆς τῆς γυναίκας θά συντρίψει τήν κεφαλή τοῦ ὄφεως, θά καταργήσει τόν διάβολο, θά φέρει τήν λύτρωση σέ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος.
Αὐτό, ἀγαπητοί μου, γιορτάζουμε καί πανηγυρίζουμε αὐτές τίς ἡμέρες. Λύτρωσιν ἀπέστειλε Κύριος τῷ λαῷ αὐτοῦ. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ υἱός τῆς παρθένου γίνεται. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ σαρκώθηκε, ἔγινε ἄνθρωπος καί ἦλθε εἰς τά ἴδια, στούς δικούς του ἀνθρώπους. Τά ἀνάκτορα πού ὁ ἴδιος ἔκτισε τά βρῆκε ἀνατιναγμένα καί κατεστραμμένα, τίποτε δέν ἦταν ὄρθιο.
Πράγματι, λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι, ὅταν ἦρθε ὁ Χριστός στόν κόσμο, οἱ ἄνθρωποι βρισκόντουσαν στό ἔσχατο σημεῖο καταπτώσεως καί ἐτυραννοῦντο φοβερά ἀπό τούς δαίμονες. Γι᾿ αὐτό ἔχουμε μέσα στά Εὐαγγέλια πολλά θαύματα θεραπείας δαιμονισμένων. Ὅλα λοιπόν κατεστραμμένα εἴτε ὑλικά, εἴτε πνευματικά, κυρίως τό δεύτερο. Γι᾿ αὐτό κανένα σπίτι δέν ὑπῆρχε νά ἀνοίξει τήν πόρτα του στόν Χριστό. Μόνο ὁ σταῦλος ὑπῆρχε. Ἕνα σπήλαιο μέ ζῶα. Καί ὁ Χριστός, χωρίς δισταγμό καί ἐπιφυλάξεις, μπῆκε σ᾿ αὐτόν τόν σταῦλο τῶν ζώων. Ἐκεῖ κατέλυσε καί ἀναπαύθηκε. Αὐτόν χρησιμοποίησε σάν σκάλα, γιά νά κατεβεῖ στήν γῆ. Αὐτό τό σπήλαιο ἔκανε γέφυρα, γιά νά ἔρθει κοντά στούς ἀνθρώπους.
Οἱ ἄνθρωποι, ὅπως διαβάζουμε στήν Ἁγία Γραφή, ὡμοιώθησαν τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί σέ πολλές περιπτώσεις ἔγιναν χειρότεροι ἀπό αὐτά. Ὁ Χριστός προτίμησε νά γεννηθεῖ ἀνάμεσα σέ ζῶα παρά σέ ἀνθρώπους. Θεός ἐν φάτνῃ ἀνακλίνεται. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἡ τροφή τοῦ παντός κόσμου, ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς ἀνακλίνεται μέσα στήν φάτνη, ὥστε τά ζῶα, οἱ ἄνθρωποι, ὅταν θά ἔσκυβαν μέσα στό παχνί, γιά νά πάρουν τήν τροφή τους, ἐκεῖ μέσα θά εὕρισκαν, θά συναντοῦσαν τόν οὐράνιο ἄρτο, τόν Χριστό.
Ἔρχεται λοιπόν ὁ Χριστός στόν κόσμο καί βρίσκει τά πάντα κατεστραμμένα καί διαλυμένα. Καί τί κάνει; Ἀναλαμβάνει τό ἔργο τῆς ἀναστηλώσεως τῶν ἀνακτόρων. Προσπαθεῖ νά τά ἀνακαινίσει. Τριάντα τρία χρόνια ὁ Χριστός αὐτό ἔργο ἔκαμνε. Ἀνέστησε τήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση καί τήν ἔβαλε ἐκεῖ, ὅπου ἦν τό πρότερον. Διαβάζουμε σέ μιά εὐχή τῆς Θείας Λειτουργίας, ἔκανε τά πάντα μέχρι πού μᾶς ἀνέβασε στόν οὐρανό καί μᾶς χάρισε τήν βασιλεία του τήν ἐπουράνια. Μέ τήν ἀνάπλαση καί τήν ἀναδημιουργία ὁ Χριστός μᾶς ἔκανε καλύτερους ἀπό ὅ,τι εἴμασταν, μᾶς ἀνέβασε ψηλότερα καί μᾶς ἔκανε συγκληρονόμους του.
Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πλέον δέν ἀκοῦμε γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύσει, ἀλλά παρ᾿ ὅτι εἶσαι πλασμένος ἀπό γῆ προορίζεσαι γιά τόν οὐρανό. Ὅλα αὐτά τά ὀφείλουμε στόν ἐναθρωπήσαντα Υἱόν τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά ἐξ αἰτίας τῆς φάτνης καί τοῦ σπηλαίου. Δέν εἶναι λοιπόν ψέμα καί ὑπερβολή, ἄν ποῦμε ὅτι ἡ φτωχική φάτνη μᾶς ἐδόξασε, τό ταπεινό σπήλαιο μᾶς ἀνέβασε στούς οὐρανούς.
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ὤν, ὁ ἦν καί ὁ ἐρχόμενος. Ἦρθε, ἀλλά καί πάντοτε ἔρχεται. Ἕνα τροπάριο αὐτῶν τῶν ἡμερῶν λέγει, σπήλαιον εὐτρεπίζου, ἡ παρθένος ἤκει τοῦ τεκεῖν. Ὁ Χριστός ἦρθε καί  ἔρχεται. Γεννήθηκε καί πάντοτε γεννᾶται. Χτυπάει τήν πόρτα καί τῆς δικῆς μας καρδιᾶς.  Ἐπιθυμεῖ νά μπεῖ καί στό δικό μας σπίτι. Θελει νά γεννηθεῖ καί στήν δική μας φάτνη. Θέλει νά μᾶς βγάλει ἀπό τά λιμνάζοντα νερά, νά μᾶς ξεκολλήσει ἀπό τόν βοῦρκο. Θέλει νά μᾶς βοηθήσει νά ἀναγεννηθοῦμε, νά κάνουμε μιά νέα ἀρχή.
Τά Χριστούγεννα ἔγιναν σ᾿ ἕνα κλειστό χῶρο, περιορισμένο καί ἀκάθαρτο, στόν σταῦλο τῆς Βηθλεέμ. Τά  δικά μας Χριστούγεννα νά τά γιορτάσουμε μέσα στήν Ἐκκλησία, ὄχι σέ κέντρα διακεδάσεως. Μέσα στό σπίτι μας μέ τούς δικούς μας, μέ ὅλους τούς συγγενεῖς, ὄχι μέ ἐκδρομές στήν Εὐρώπη ἤ στήν Ἀσία, ἀνάμεσα σέ ἄπιστους, ἀλλόθρησκους καί αἱρετικούς. Νά γιορτάσουμε μέ καθαρές ψυχές, γιά νά καταδεχθεῖ τό Θεῖο Βρέφος νά ἀναπαυθεῖ καί στήν δική μας φάτνη, στή δική μας καρδιά καί νά μᾶς ὁδηγεῖ στήν αἰώνια ἀνάπαυση. Ἀμήν.-

Κοιτώντας την εικόνα της Γεννήσεως

Στο πλούσιο υμνολόγιο της Εκκλησίας μας, την παραμονή των Χριστουγέννων, ψάλλεται ένα πολύ ωραίο ιδιόμελο, στη διάρκεια της Α΄ Ὥρας, των Βασιλικών Μεγάλων Ωρών.: «Βηθλεέμ ετοιμάζου· ευτρεπιζέσθω η φάτνη· το Σπήλαιον δεχέσθω, η αλήθεια ήλθεν· η σκιά παρέδραμε· και Θεός ανθρώποις, εκ Παρθένου πεφανέρωται, μορφωθείς το καθ᾿ ημάς, και θεώσας το πρόσλημμα. Διο Αδὰμ ανανεούται συν τη Εύα, κράζοντες· Επί γης ευδοκία επεφάνη, σώσαι το γένος ημών». [1]Είναι ποίημα, του Πατριάρχου της Αγίας Πόλεως των Ιεροσολύμων Σωφρονίου, και ψάλλεται σε ήχο πλ. του Δ΄.
Η Βηθλεέμ, απέχει περί τα 20 λεπτά με το αυτοκίνητο, από την Ιερουσαλήμ και σήμερα, είναι υπό Παλαιστινιακό έλεγχο. Στα Εβραϊκά, Βηθλεέμ σημαίνει ψωμόπολη, δηλ. πόλη του ψωμιού. Τότε η Βηθλεέμ, ήταν ένα μικρό ασήμαντο χωριό.
Την ύστερη όμως δόξα αυτού του χωριού, ο Προφήτης Ησαΐας, την είχε προϊδει 700 χρόνια, πρίν λέγοντας: «…και συ Βηθλεέμ, γη Ιούδα, ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα· εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος, όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ…»[2], δηλ., και συ Βηθλεέμ, γη του Ιούδα δεν είσαι καθόλου μικρή, γιατί από σένα θα προέλθει ο Ηγούμενος, εκείνος που θα ποιμάνει τον Ισραήλ.
Στην ασήμαντη Βηθλεέμ διάλεξε να γεννηθεί το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Σωτήρας και Λυτρωτής του ανθρωπίνου γένους ο Χριστός. Από τη μικρή Βηθλεέμ, ξεκίνησε το σχέδιο του Θεού, για τη λύτρωση του ανθρώπου και την επανείσοδό του, στον χαμένο γι’ αυτόν Παράδεισο.
Ση Βηθλεέμ απευθύνεται ο υμνωδός, Παριάρχης Ιεροσολύμων Σοφρώνιος, καλώντας την να ετοιμασθεί. «Βηθλεέμ ετοιμάζου ευτρεπιζέσθω η φάτνη· το Σπήλαιον δεχέσθω»! Καλεί την Βηθλεέμ να ετοιμασθεί και τη φάτνη να ευτρεπισθεί και το σπήλαιο να δεχθεί. Η πρόσκληση, είναι σε ενεστώτα χρόνο και σε έγκληση προστακτική «ετοιμάζου, ευτρεπιζέσθω, δεχέσθω».
Γιατί άραγε σε ενεστώτα; Γιατί η πρόσκληση στο θαύμα της Γεννήσεως, αφορά και στον καθένα και στην καθεμία από μας. Τι οξύμωρο σχήμα αλήθεια!
Πόσο μπορεί μιά φάτνη αλόγων, ένα μαντρί και ένας στάβλος, να στολιστούν και να γίνουν τόπος, για να χωρέσει και να κατακλιθεί εκεί ο ίδιος ο Θεός;
Απορεί και θαυμάζει ο υμνωδός στον όρθρο των Χριστουγέννων: «Ο αχώρητος παντί πως εχωρήθη εν γαστρί; Ο εν κόλποις του Πατρός πώς εν αγκάλαις της Μητρός;» [3] Πώς, Αυτός που δεν χωράει πουθενά χώρεσε στην κοιλιά της Παναγίας; Πώς, Εκείνος που όντας Άχρονος και στους κόλπους του Πατέρα, είναι τώρα στην αγκαλιά της Μητέρας Του, Αειπαρθένου Μαρίας;
Ο υμνωδός της εκκλησίας, μας καλεί όλους στο Ναό. Εκεί με πίστη και κατάνυξη θα ζήσουμε το θαύμα και θα λύσουμε την απορία μας για το μεγάλο γεγονός: «Δεύτε ίδωμεν πιστοί, που εγεννήθη ο Χριστός, ακολουθήσωμεν λοιπόν ένθα οδεύει ο αστήρ μετά των μάγων Ανατολής των Βασιλέων. Άγγελοι υμνούσιν ακαταπαύστως εκεί. Ποιμένες αγραυλούσιν ωδήν επάξιον Δόξα εν Υψίστοις λέγοντες τω σήμερον εν σπηλαίω τεχθέντι εκ της Παρθένου και Θεοτόκου εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας….». [4]
Ελάτε, να δούμε, ακολουθώντας τον Αστέρα και τους Μάγους, που εγεννήθη ο Χριστός. Ελάτε να ζήσουμε τα αληθινά Χριστούγεννα. Τα Χριστούγεννα της προσωπικής μας σωτηρίας. Σ’ αυτή την πρόσκληση όμως πόσοι άραγε ανταποκρίνονται;
Για τους πολλούς, τα Χριστούγεννα είναι η γιορτή που θ’ αγοράσουμε δώρα, θα φτιάξουμε γλυκά, θα κάνουμε τραπέζια, θα ξενυχτίσουμε στα «ρεβεγιόν».
Μετά απ’ όλα αυτά, όταν οι καμπάνες της εκκλησίας, σημαίνουν χριστούγεννα και καλούν στην εκκλησία, εμείς γυρίζουμε ξενυχτισμένοι κι’ άϋπνοι, μέσα στα άγρια χαράματα, για να πάμε για ύπνο!!!
Προτιμάμε τα εμπορικά Χριστούγεννα με τα δένδρα, τα μελομακάρονα και τους κουραμπιέδες, τις γαλοπούλες, τα χοιρινά και τα ρεβεγιόν.
Ζούμε έτσι τα εμπορικά Χριστούγενα, που δεν έχουν καμία σχέση με την ταπεινή φάτνη την «Άγια Νύχτα τη χριστουγεννιάτικη» και την προσωπική μας σωτηρία.
Τι όμως έγινε στ’ αλήθεια εκείνη τη «Άγια Νύχτα» της Γεννήσεως;
«Ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν Αυτού γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμον ίνα τους υπό νόμον εξαγοράσει ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν» [5] όπως γράφει στους Γαλάτες ο Απ. Παύλος.
Εκείνη τη Νύχτα ήλθε στον κόσμο ο Χριστός! Έγινε σάρκα από τη σάρκα μας «ο λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» [6] «ο νόμος διά Μωϋσέως εδόθη, η χάρις και η αλήθεια διά Ιησού Χριστού, εγένετο» [7] όπως μοναδικά και θεολογικώτατα περιγράφει ό Ευαγγελιστής Ιωάννης.
Τον είδαμε με τη δόξα του μονάκριβου Υιού, πλήρη χάριτος και αληθείας, που ήλθε να συμπληρώσει το Νόμο, που είχε δοθεί στο Μωϋσή. [8]
Ο στάβλος των αλόγων ζώων, που διάλεξε να γεννηθεί ο Χριστός μας, είναι από τα δυσωδέστερα σημεία, σ’ ένα ποιμνιοστάστιο!
Σ’ αυτό το σημείο του σταύλου εσπαργανώθη, ο «Αχώρητος Παντί» «ως είδεν ως ηθέλησε και ως ηυδόκησεν» Στο σταύλο και στη Φάτνη των αλόγων «άνθρωπος γίνεται Θεός, ίνα Θεόν τον Αδάμ απεργάσηται».
Εκεί, στη φάτνη της Βηθλεέμ, ήταν παρών όλος ο κτιστός κόσμος. Εκεί στη φάτνη χώρεσε Εκείνος, που δεν χωράει πουθενά.
Εκεί στη φάτνη της μικρής Βηθλεέμ, ταπεινώθηκε νεογέννητο Θείο βρέφος, και βρήκε αχυρένιο παχνί για κατάλυμα, για τη δική μας σωτηρία.
Μπροστά στους Μάγους, τους απλούς αγραυλούντες Ποιμένες, τα άλογα ζώα, σύμβολα της ανθρώπινης άγνοιας, τον Ιωσήφ τον Μνήστορα και τους ψάλλοντες το «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γής ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία» Αγγέλους, γίνεται η προσωπική Θεία Αποκάλυψη! Ο Θεός γίνεται άνθρωπος για να κάνει τον άνθρωπο Θεό!.
Εκεί στη φάτνη της Βηθλεέμ η ιστορία χωρίζεται στα δύο. Πρό Χριστού και μετά Χριστόν. Εκεί «ο έχων θρόνον ουρανόν και υποπόδιον την γην», εισήλθε στο χρόνο, «αρχήν λαβών χρονικήν» [9], για να αγιάσει τον χρόνο, τούς κόπους και τον ιδρώτα του ανθρώπου, αλλά και να κάνει τον άνθρωπο μέτοχο της αιωνιότητος.
Παράδοξον Μυστήριον, οικονομείται σήμερον! καινοτομούνται φύσεις, και Θεός άνθρωπος γίνεται· όπερ ην μεμένηκε, και ο ουκ ην προσέλαβεν, ου φυρμόν [10] υπομείνας, ουδέ διαίρεσιν [11].
Καινούργια και ασυνήθιστα γεγονότα στη φύση. Μέγα μυστήριο και πρωτοφανές! Ο Θεός γίνεται άνθρωπος.
Έμεινε όπως ακριβώς ήταν, δηλ. Θεός, και έγινε ότι δεν ήταν, δηλ. άνθρωπος, χωρίς να υποστεί καμία σύγχυση, και ανάμειξη ή διαίρεση. Γεννήθηκε τέλειος άνθρωπος και παρέμεινε Τέλειος Θεός.
Εκεί, στην φάτνη της Βηθλεέμ, μας έδειξε ότι ήλθε, για τον κάθε ταπεινό και καταφρονεμένο «τι γαρ ευτελέστερον σπηλαίου τι δε ταπεινότερον σπαργάνων;» σημειώνει με θαυμαστική απορία ο υμνωδός.
Ήλθε για να μας ξαναβάλει στον χαμένο Παράδεισο. Εκεί στην ταπεινή φάτνη της Βηθλεέμ με τη γέννηση, εγράφη η Καινή Διαθήκη, που σφραγίσθηκε 33 χρόνια αργότερα στο Γολγοθά, με τη σταυρική θυσία.
Η γέννηση του Χριστού που γίνεται κάθε Χρόνο, δεν γιορτάζεται σα γεγονός που έγινε κάποτε, τότε που βασιληάς ήταν ο Ηρώδης ο Τετράρχης, ο σφαγέας των δεκατεσσάρων χιλιάδων νηπίων.
Ο Χριστός γεννιέται κάθε χρόνο και σώζει πάντοτε. «Σήμερον γεννάται εκ Παρθένου» βεβαιώνει ο υμνωδός της εκκλησία μας. Ούτε εγεννήθη, ούτε θα γεννηθεί.
«Γεννάται» ιστορικός εδώ ο ενεστώτας. «Η αλήθεια ήλθεν η σκιά παρέδραμε» «Άνθρωπος γίνεται θεός, ίνα θεόν τον Αδάμ απεργάσηται». [12]
Η σκιά και το σκοτάδι, από την ημέρα της εξόδου του Αδάμ απ’ τον Παράδεισο, καταδυνάστευε το ανθρώπινο γένος. Η αγωνία του ανθρώπου να λυτρωθεί απ’ το σκοτάδι είναι διάχυτη στην αρχαία Ελληνική γραμματεία.
Στην εικόνα της Γεννήσεως, οι αγιογράφοι ζωγραφίζουν αυτό το σκοτάδι με μαύρο χρώμα στο εσωτερικό του σπηλαίου της Γεννήσεως. [13]
Μίλησε, γι’ αυτή τη λύτρωση και την ανάγκη ενός Θεού, χωρίς ανθρώπινα πάθη, ο Σωκράτης. Κατηγορήθηκε ότι εισάγει κενά δαιμόνια, δικάσθηκε και καταδικάσθηκε σε θάνατο, με κώνειο που πλήρωσε ο ίδιος.
Στην τραγωδία του Προμηθέα Δεσμώτη, ο Προμηθέας περιγράφει στην Ιώ [14], όσα την περίμεναν και της είχε αναγγείλει, προκειμένου να την παρηγορήσει, για τα μελλοντικά της βάσανα. Της είπε, ότι ένας από τους απογόνους της, μετά από πολλές γενιές, θα ερχόταν να τον ελευθερώσει και ταυτόχρονα να κλονίσει την εξουσία του Δία [15]. Διάχυτη και διαρκής η προσδοκία των εθνών!
Ιδού τι λέγει ο υμνωδός της Εκκλησίας γι’ αυτή την κατάσταση της προχριστιανικής ανθρωπότητας: «Ιδών ο Κτίστης ολλύμενον, τον άνθρωπον χερσίν, ον εποίησε, κλίνας ουρανούς κατέρχεται, τούτον δε εκ Παρθένου θείας Αγνής, όλον ουσιούται, αληθείᾳ σαρκωθείς…» [16]
Βλέποντας, μας λέγει ο υμνωδός, ο Θεός, τον άνθρωπο, που έφτιαξε με τα χέρια του, να χάνεται, τον λυπήθηκε και κλίνοντας τους ουρανούς, κατεβαίνει και γίνεται ένας απλός άνθρωπος αληθινά.
Παίρνει σάρκα και οστά, από την Παρθένο μητέρα του. όχι συμβολικά. όχι χάνοντας την θεότητά του, αλλά παραμένοντας Θεός γενήθηκε αληθινά σαν άνθρωπος.
Πόσο όμορφα περιγράφει το γεγονός ο ποιητής Γ. Βερίτης:
Τον ερχομό Σου, ώ! πώς τον πρόσμενε
του βράχου ό τραγικός Δεσμώτης,
όσο τα σπλάγχνα τ’ όρνιο εσπάραζε
της αδαπάνητής του νιότης!
Κι ήρθες! Δεν ήρθες μ’ αστροπέλεκα
και με βροντές και καταιγίδα.
Ήρθες σαν αύρα, σαν πνοή, σαν φως,
σαν ορθρινή δροσοσταλίδα. [17]
Βλέποντας ο υμνωδός το φώς του Αστέρα στη Βηθλεέμ, που, σκόρπισε το σκοτάδι, αναφωνεί με δοξολογική απορία: «Τί σοι προσενέγκωμεν Χριστέ, ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος δι’ ημάς; έκαστον γαρ των υπό σου γενομένων κτισμάτων, την ευχαριστίαν σοι προσάγει· οι Άγγελοι τον ύμνον, οι ουρανοί τον Αστέρα, οι Μάγοι τα δώρα, οι Ποιμένες το θαύμα, η γη το σπήλαιον, η έρημος την φάτνην· ήμείς δε Μητέρα Παρθένον· ο προ αιώνων Θεός ελέησον ημάς». [18]
Τι να σου προσφέρουμε Χριστέ γιατί φάνηκες στη γή ως άνθρωπος για όλους εμάς; Κάθε κτίσμα σου σε ευχαριστεί με τον τρόπο του. Οι Άγγελοι προσφέρουν τον ύμνο «Δόξα εν υψίστοις Θεώ..».
Οι ουρανοί προσφέρουν τον Αστέρα. Οι Μάγοι προσφέρουν τα Δώρα, χρυσό, λίβανο και σμύρνα. Οι ποιμένες αναγγέλλουν το θαύμα. Η γή προσφέρει το Σπήλαιο.
Η έρημος της Ιουδαίας τη φάτνη και οι άνθρωποι την Παρθένο Μητέρα. Ελέησέ μας, ως προ Αιώνων, υπάρχων Θεός.
Ο ποιητής Τέλος Άγρας [19] λυρικά νοσταλγεί και ποιητικά περιγράφει, τη φάτνη και τη Γέννηση, στην άσημη μέχρι τότε, Βηθλεέμ
Το μέτωπό του ήταν σαν ήλιος,
και μέσα η φάτνη η φτωχική,
άστραφτε πιο καλά από μέρα,
με κάποια λάμψη μαγική.
………………..
Μα κι’ από αγγέλους κι’ από μάγους,
δεν ζήλεψα άλλο πιο πολύ,
όσο της Μάνας Του το στόμα,
και το ζεστό – ζεστό φιλί.

Ο βάρδος της ποίησής μας Κωστής Παλαμάς [20] στο ποίημά του «Να ‘μουν του σταύλου έν’ άχυρο» περιγράφει επίσης, λυρικά και πολύ παραστατικά, τη ψυχική νοσταλγία, για τη Γέννηση του Χριστού:
Να ‘μουν του σταύλου έν’ άχυρο, ένα φτωχό κομμάτι
την ώρα π’ άνοιγ’ ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι.
Να ιδώ την πρώτη του ματιά και το χαμόγελό του,
το στέμμα των ακτίνων του γύρω στο μέτωπό του.
Να λάμψω από τη λάμψη του κι’ εγώ σαν διαμαντάκι
κι’ από τη θεία του πνοή να γίνω λουλουδάκι.
Να μοσκοβοληθώ κι’ εγώ από την ευωδία,
που άναψε στα πόδια του των Μάγων η λατρεία.
Να ‘μουν του σταύλου ένα άχυρο ένα φτωχό κομμάτι
την ώρα π’ άνοιγ’ ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι.

Στην εποχή της κρίσης των αξιών που βιώνουμε και που, για να μην καταλαβαίνουμε τι ακριβώς λέμε, την ονομάσαμε «οικονομική κρίση», η γέννηση του Θεανθρώπου είναι γεγονός, που ελέγχει και προκαλεί.
Ελέγχει τους σύγχρονους μιμητές του Ηρώδη και τους αθέους της εποχής. Γι’ αυτό και αφαιρείται, απ’ τα βιβλία, απ’ τη ζωή μας απ’ τα σχολεία και τα Πανεπιστήμια. [21]
Βλέπουμε μία προσπάθεια, χωρίς μέτρο και χωρίς όρια, να βγεί απ’ τη ζωή μας ο Χριστός, στο όνομα της «διαφορετικότητας».
«Διαφορετικότητα», ορισμός εφεύρημα, ακατανόητος και απροσδιόριστος κατά περιεχόμενο, όσων επαγγέλλονται την «πανθρησκεία» και την «παγκοσμιοποίηση».
Πολύ επιτυχημένα ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, την πραγματικότητα αυτή ονόμαζε «κιμαδοποίηση».
Τραγικές υπάρξεις πλανεμένων μειοψηφιών, που όσο τους ελέγχουν τα έργα και η συνείδησή τους, τόσο και παλεύουν να σβήσουν την Γέννηση και την Ανάσταση του Ιησού.
Δεν γνωρίζουν άραγε «ότι ο Θεός φως εστί και σκοτία εν αυτώ ουκ εστίν ουδεμία…» Το γνωρίζουν σίγουρα αλλά «…..πας γαρ ο φαύλα πράσσων μισεί το φως και ουκ έρχεται προς το φως, ίνα μη ελεγχθή τα έργα αυτού υπό του φωτός…» [22]
Γι’ αυτούς όλους θα πεί ο Σοφός Σολομών: «Ακούσατε ουν, βασιλείς, και σύνετε· μάθετε, δικασταί περάτων γης. ενωτίσασθε οι κρατούντες πλήθους και γεγαυρωμένοι [23] επί όχλοις εθνών· ότι εδόθη παρά του Κυρίου η κράτησις υμίν και η δυναστεία παρά Υψίστου, ος εξετάσει υμών τα έργα και τας βουλάς διερευνήσει· ότι υπηρέται όντες της αυτού βασιλείας ουκ εκρίνατε ορθώς, ουδέ εφυλάξατε νόμον, ουδέ κατά την βουλήν του Θεού επορεύθητε. φρικτώς και ταχέως επιστήσεται υμίν, ότι κρίσις απότομος εν τοις υπερέχουσι γίνεται.» [24]
Δηλαδή, σε ελεύθερη απόδοση: Ακούσατε οι βασιλείς και οι άρχοντες και σοβαρευτείτε. Μάθετε οι δικαστές, ανά τα πέρατα της οικουμένης και όσοι υπερήφανα στρέφεσθε εναντίον των εθνών, ότι η εξουσία που έχετε, σας έχει δοθεί από τον Ύψιστο.
Αυτός θα εξετάσει τα έργα, τις σκέψεις, τις επιθυμίες και θελήσεις σας. Και επειδή, όντας υπηρέτες της βασιλείας του Θεού, χάριν του λαού, δεν κρίνατε ορθώς, δεν φυλάξατε τον νόμον, ούτε πολιτευθήκατε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, ο Θεός θα στραφεί φρικτά εναντίον σας.
Γιατί πρέπει να ξέρετε ότι η κρίση των αρχόντων γίνεται απότομα και χωρίς προειδοποίηση. Ξεχνούν, όλοι αυτοί οι άρχοντες, ότι και ο Απόστολος Παύλος υπήρξε φοβερός διώκτης, πριν απ’ αυτούς «εδίωκον την εκκλησίαν του Χριστού και επόρθουν αυτήν, υπέρ τους συνηλικιώτας εν τω γένει μου» [25], όπως ο ίδιος ομολογεί.
Μετά όμως την κατηγορηματική προειδοποίηση-διαβεβαίωση, του ίδιου του Θεού, «σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίζειν» [26], έγινε ο Μέγας απόστολος των Εθνών και ιδρυτής της Ελλαδικής εκκλησίας.
Ξεχνούν επίσης, όλοι αυτοί, την περίφημη και κλασική, περί υπάρξεως Θεού και θρησκείας, βεβαίωση, που έγραψε ο Πλούταρχος [27], που δεν ήταν Χριστιανός: «εύροις δ’ αν επιών και πόλεις ατειχίστους, αγραμμάτους, αβασιλεύτους, αοίκους, αχρημάτους, νομίσματος μη δεομένας, απείρους θεάτρων και γυμνασίων• ανιέρου δε πόλεως και αθέου, μη χρωμένης ευχαίς μηδέ όρκοις, μηδέ μαντείαις, μηδέ θυσίαις επ’ άγαθοίς ουδείς εστιν, ουδ’ έσται θεατής. Αλλά πόλις αν μοι δοκή μάλλον εδάφους χωρίς, ή πολιτεία της περί Θεού δόξης αναιρεθείσης παντάπασι σύστασιν λαβείν ή λαβούσα τηρήσαι». [28]
Με απλά λόγια: Όπου να πας κι όπου να σταθείς, και όλο τον κόσμο να γυρίσεις, μπορεί ίσως, να βρεις πόλεις και χωριά χωρίς τείχη, χωρίς σχολεία, χωρίς βασιλιάδες, χωρίς κατοίκους, χωρίς χρήματα, χωρίς θέατρα και γυμναστήρια.
Τέτοιες πολιτείες μπορεί να βρεις. Αλλά πόλη άθεη, που να μην έχει ναούς και ιερά, που οι κάτοικοί της να μη προσεύχονται και να μην επικαλούνται το Θεό στα δικαστήρια με όρκους, που να μην κάνουν θυσίες και να ζητούν από το Θεό ευλογίες, κανείς δεν βρήκε ούτε πρόκειται να βρει.
Μου φαίνεται δε πως, ίσως, μπορεί να βρεθεί πόλη χωρίς έδαφος παρά πολιτεία χωρίς θρησκεία και πίστη στο Θεό.
Τέτοια πολιτεία δεν μπορεί να υπάρξει, ή κι αν παρουσιασθεί, ποτέ δεν θα σταθεί. [29]
Σε αντίθεση με όλους αυτούς, πόσο όμορφα και ποιητικά, ζωγραφίζει τη Χριστουγεννιάτικη Άγια Νύχτα, ο Γ. Δροσίνης [30]:
Την άγια νύχτα τη Χριστουγεννιάτικη
– ποιός δεν το ξέρει; –
των Μάγων κάθε χρόνο τα μεσάνυχτα
λάμπει τ᾿ αστέρι.
Κι όποιος το βρή μεσ᾿ στ᾿ άλλα αστέρια ανάμεσα
και δεν το χάσει
σε μια άλλη Βηθλεέμ ακολουθώντας το
μπορεί να φτάση.
Κλείνω αυτές τις λίγες σκέψεις, ως οφειλόμενη δοξολογία και ομολογία, όπως την έγραψε ο πολύ πιστός, μεγάλος Έλληνας, Φώτης Κόντογλου [31]: «Δόξα στο Θεό, που υπάρχει ακόμα κάποιο καταφύγιο για μας, που δεν είμαστε σε θέση να νοιώσουμε «το μεγαλείο της εποχής μας». Δόξα στο Θεό που υπάρχουν ακόμα κάποιοι τόποι που δεν τους εξήρανε αυτή η φυλλοξήρα που λέγεται σύγχρονος πολιτισμός…… Καλό είναι να υπάρχεις, αλλά να ζεις είναι άλλο πράγμα».
Το «κάποιο» δικό μας «καταφύγιο» είναι η Πίστη μας στο Θαύμα της Γέννησης του Χριστού και της Ανάστασής του. Ζώντας τη Γέννησή του αγωνιζόμαστε, και πρέπει να αγωνιζόμαστε για την «Επί γής Ειρήνη», προσδοκώντας την Ανάσταση, γιατί:
Η Σωτηρία της ψυχής
είναι πολύ μεγάλο πράγμα [32]
1) Ιδιόμελο της Α΄ Ώρας των Βασιλικών Μεγάλων Ωρών.
2) Ματθ. β΄ 1-12
3) Κάθισμα του Όρθρου της εορτής των Χριστουγέννων, Ήχος Δ΄
4) Κάθισμα του Όρθρου της εορτής των Χριστουγέννων. Ήχος Δ΄
5) Γαλ. Δ 4,5
6) Ιωάν. 1,14
7) Ιωάν. 1, 17
8) Μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον ή τους προφήτας· ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλὰ πληρώσαι. Ματθ. 5 στιχ. 17
9) Στιχηρόν Κεκραγαρίων Εσπερινού 26ης Μαρτίου
10) φύρω: αρχ. αναμειγνύω κάτι ξερό με νερό, ανακατεύω με υγρό
11) Ιωάννου Μοναχού Ήχος πλ. δ’.
12) Μηναία, κε΄ Μαρτίου Ευαγγελισμός της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας.
13) Φώτης Κόντογλου: «Οι πιο ωραίες εικόνες της Γεννήσεως που αφήσανε οι παληοί ευσεβείς αγιογράφοι μας είναι κατά πρώτον οι ψηφιδωτές του Δαφνιού και του Οσίου Λουκά, έργα εξαίσια για όποιον νοιώθει τη βυζαντινή τέχνη και δεν θέλει σκηνοθεσίες και επιδείξεις κούφιες. Άλλη ωραία εικόνα της Γεννήσεως είναι στην Περίβλεπτο του Μυστρά, ίσως η ωραιότερη, καθώς και άλλη στην Παντάνασσα. Σπουδαία είναι και η Γέννηση στο Καχριέ Τζαμί της Πόλης (αρχαία Μονή της Χώρας), της Υπαπαντής στα Μετέωρα, στα μοναστήρια του Διονυσίου και του Δοχειαρίου στ’ Άγιον Όρος, καθώς και του Αγίου Παύλου, στο μοναστήρι της Μεταμορφώσεως στα Μετέωρα, καθώς και στο μοναστήρι του Βαρλαάμ, έργο του Φράγκου Κατελλάνου. Υπάρχουνε κι’ άλλες έμορφες Γεννήσεις σε αρχαία εξωκκλήσια, όλες στον ίδιο τύπο που ιστορήσαμε. Πλήθος Γεννήσεις στολίζουνε τα αρχαία χειρόγραφα, όπως είναι δυο που βρίσκονται στο μοναστήρι των Ιβήρων. Το αμαρτωλό χέρι μου αξιώθηκε να ζωγραφίσει κάμποσες Γεννήσεις σε σανίδι, και δυο σε τοιχογραφία, τη μια στο οικογενειακό παρεκκλήσι του Γ. Πεσμαζόγλου στην Κηφισιά, την άλλη, σε πολύ μεγάλο σχήμα, στην εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής στο Λιόπεσι.»
14) Η Ιώ είναι πρόσωπο που αναφέρεται στην ελληνική μυθολογία, ερωμένη του Δία. Σύμφωνα με τους σωζόμενους μύθους ήταν θυγατέρα του Ίασου, βασιλέα του Άργους και απογόνου του Ίναχου ή, κατά άλλη εκδοχή, του ιδίου του βασιλέα Ίναχου ή κατά τρίτη τέλος, εκδοχή του Κορίνθιου Πειρήνα, θείου του ήρωα Βελλεροφόντη. Μητέρα της ήταν η Μελία ή η Λευκάνη. Ήταν ιέρεια της Ήρας και έγινε ερωμένη του Δία. Σύμφωνα με τις διάφορες πηγές, η περιπέτειά της άρχισε όταν η Ήρα αντιλήφθηκε την παράνομη σχέση. Τότε ο Ζευς, για να την προστατεύσει από το μένος της συζύγου του, τη μεταμόρφωσε σε αγελάδα. Η Ήρα όμως υποχρέωσε τον Δία να αρνηθεί, με όρκο (αφροδίσιος όρκος), την παράνομη σχέση του και να της παραδώσει την ωραία αγελάδα, πράγμα που εκείνος αναγκάστηκε να κάνει. Η Ήρα εμπιστεύτηκε τη φύλαξη της αγελάδας στον πανόπτη Άργο, που αγρυπνούσε εναλλάξ με τα 500 από τα 1.000 μάτια του. Ο Ζευς ανέθεσε στον Ερμή να τερματίσει την κατάσταση και να βοηθήσει τον έρωτά του απελευθερώνοντας την Ιώ. Ο Ερμής αποκοίμισε με τη γοητεία του αυλού όλα τα μάτια του Άργου, και ενώ κοιμόταν τον αποκεφάλισε. Η Ιώ περιπλανήθηκε ως αγελάδα στην περιοχή γύρω από τις Μυκήνες και κατόπιν πέρασε στην Εύβοια. Η Ήρα όμως δεν παραιτήθηκε από την εκδίκησή της και έστειλε έναν οίστρο (μύγα των βοδιών) για να την βασανίζει. Τότε η Ιώ καταδιωκόμενη από τον οίστρο άρχισε να περιπλανάται σε όλη την Ελλάδα. Διέτρεξε την ακτή του Ιονίου πελάγους (που εξαιτίας της πήρε το όνομά του), έφθασε στην Ιλλυρία, διέσχισε όλη την Σκυθία, έφθασε στον Προμηθέα που ήταν δεμένος στον Καύκασο, διέτρεξε την ακτή του Ευξείνου Πόντου (που εξαιτίας της μετέβαλε την ονομασία της, από Άξενος Πόντος σε Εύξεινος), διήλθε από τον Βόσπορο (που εξαιτίας της πήρε το όνομά του (βους+πόρος), και τελικά κατέληξε στην Μέμφιδα της Αιγύπτου όπου γέννησε τον Έπαφο, τον γιο της από τον Δία, ο οποίος στο μέλλον θα γινόταν γενάρχης της φυλής των Δαναών.(βλ. Βικιπαίδεια)
15) «Οι Ολύμπιοι το άκουσαν αυτό και έστειλαν τον Ερμή στον Προμηθέα, για να μάθουν, για τι ακριβώς πρόκειται. Ο Ερμής προσπαθεί να κάνει τον Προμηθέα να μιλήσει απειλώντας τον. Ο Προμηθέας αρνείται και το έργο τελειώνει με την πραγματοποίηση των απειλών του Ερμή, ένα είδος κατακλυσμού με κεραυνούς και αστραπές, όπου η γη σχίζεται και καταπίνει τον Προμηθέα κάτω από τα κομμάτια του βουνού στο οποίο τον είχε δέσει στην αρχή ο Ήφαιστος…. Επομένως, σε αυτό τον τελευταίο διάλογο, ο Προμηθέας βεβαιώνει (στ. 958-959) ότι η εξουσία του Δία, η τρίτη κατά σειρά, θα πέσει όπως και οι προηγούμενες, αἴσχιστα και τάχιστα, σύντομα και πολύ άσχημα, ότι η τυραννία του θα τελειώσει.» (Πρβλ. λεπτομερώς κείμενο Βικιπαιδείας αναφερόμενο στο μύθο του Προμηθέα Δεσμώτη).
16) Ο Ειρμός Ωδή α’ Ήχος α’
17) «Δεύτε ίδωμεν πιστοί» (Γ. Βερίτης)
18) Ιδιόμελον Εσπερινού Χριστουγέννων ήχος β»
19) «Είδα χτες το βράδυ στ’ όνειρό μου». Τέλλος Άγρας (1899-1944): ποιητής και κριτικός (φιλολογικό ψευδώνυμο του Ευαγγέλου Λ. Ιωάννου) Γεννήθηκε στην Καλαμπάκα, όπου υπηρετούσε τότε ως σχολάρχης, ο πατέρας του Γεώργιος Ιωάννου. Η μητέρα του λεγόταν Ειρήνη Βλάχου, ενώ ο μικρότερος αδερφός του Χρήστος. Ο Τέλλος Άγρας τοποθετείται στους έλληνες ποιητές του μεσοπολέμου, τους λεγόμενους νεορομαντικούς ή παρακμιακούς (Καρυωτάκης, Κλέων Παράσχος, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Κώστας Ουράνης κ.ά.)
20) Κωστής Παλαμάς, ποιητής, δημοσιογράφος, κριτικός λογοτεχνίας, θεατρικός συγγραφέας και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Πάτρα 13 Ιανουαρίου 1859 και πέθανε στην Αθήνα 27 Φεβρουαρίου 1943. Η κηδεία του έμεινε ιστορική, καθώς μπροστά τους έκπληκτους Γερμανούς κατακτητές, χιλιάδες κόσμου τον συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία, στο Α΄ νεκροταφείο ΑθηνώνΑ΄ νεκροταφείο Αθηνών, ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο. Το ποίημα που εκφώνησε ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός, ως Επικήδειο Λόγο, στην κηδεία του Κωστή Παλαμά (28 Φεβρουαρίου 1943) ήταν ένας λόγος αντίστασης και ελευθερίας. Η κηδεία του έγινε στο Α΄ Νεκροταφείο και μετατράπηκε σε παλλαϊκή αντικατοχική εκδήλωση στην Αθήνα.
21) Στο ιστολόγιο «Αντιπληροφόρηση» καταχωρίσθηκε πέρυσι τα Χριστούγεννα η παρακάτω είδηση: «Οι γιορτές πλησιάζουν, αλλά το Πανεπιστήμιο του Τενεσί βάλθηκε να… απαγορεύσει τα Χριστούγεννα, σε μία προσπάθεια «πολιτικής ορθότητας» που φαίνεται να έχει καταβάλει την πανεπιστημιούπολη. Το Γραφείο Διαφορετικότητας και Ένταξης, του Πανεπιστημίου, δημοσίευσε στην ιστοσελίδα του ένα πλάνο δέκα σημείων, για την αποφυγή αναφορών στη θρησκεία, κατά τη διάρκεια των γιορτών, απευθυνόμενο στο προσωπικό της πανεπιστημιούπολης. Έτσι, είναι επιτρεπτό να «γιορτάσουν και να ενισχύσουν τις εργασιακές σχέσεις και το ομαδικό ηθικό», αλλά- προειδοποιεί το Γραφείο «βεβαιωθείτε ότι το πάρτι των διακοπών που κάνετε δεν είναι ένα καλυμμένο χριστουγεννιάτικο πάρτι».
22) Α’ Ιωαν. 1, 5
23) Αρχ. Ρήμα: γαυριώ (-άω) υπερηφανεύομαι και είμαι ασυγκράτητος εναντίον άλλου (Λεξ. Γ. Μπαμπινιώτης σελ. 402)
24) Σοφία Σολομώντος 6 στιχ. 1-5
25) «Ηούσατε γαρ την εμήν αναστροφήν ποτε εν τω Ιουδαϊσμώ, ότι καθ᾿ υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν του Θεού και επόρθουν αυτήν, και προέκοπτον εν τω Ιουδαϊσμώ υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων των πατρικών μου παραδόσεων….» (Γαλ. Α΄ 12,13)
26) Παξ..26. στιχ. 24.
27) Πλούταρχος (45 – 120 μ. Χ.) ήταν Έλληνας ιστορικός, βιογράφος και δοκιμιογράφος. Γεννημένος στη μικρή πόλη της Χαιρώνειας, στη Βοιωτία.
28) Προς Κολώτην Επικούρειον §31
29) Πρβλ. ιστολόγιο Χριστιανικής Φοιτητικής Δράσεως
30) Γεώργιος Δροσίνης: Ποιητής, πεζογράφος και δημοσιογράφος γεννήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 1859, σ’ ένα αρχοντικό της Πλάκας και πέθανε στις 3 Ιανουαρίου 1951, στην Κηφισιά.
31) Φώτης Κόντογλου, γεννήθηκε στο Αϊβαλί της Μ. Ασίας το 1895 και πέθανε στην Αθήνα το 1965- Αγιογράφος, Λογοτέχνης, Ὀρθόδοξος και προ πάντων Ἕλληνας.
32) Ελληνική μπαλάντα (1985) με στιχουργό τη Λίνα Νικολακοπούλου και συνθέτη το Σταμάτη Κραουνάκη, τραγουδισμένη από την Άλκηστη Πρωτοψάλτη.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...