Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Απριλίου 22, 2011

Η πίστις τού ληστού χωρίς αποδείξεις



215-γ
Μ.Παρασκευή, 2009

«Κατάβηθι από του Σταυρού ίνα πιστέψομεν».
Ο Χριστός καρφωμένος στο Σταυρό, πάνω στο λόφο του Γολγοθά.
Και δω ακριβώς χριστιανοί μου συναντάμε ταυτόχρονα δύο πράγματα. Αφενός μεν την πιο μεγάλη αγάπη, και μακροθυμία του Θεού, προς τους αμαρτωλούς ανθρώπους, που εκφράζεται και με την κραυγή πάνω από το Σταυρό «Πάτερ άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι», και από την άλλη το πιο σκοτεινό μίσος, την πιο αποκρουστική αχαριστία και πρόκληση του λαού και των αρχόντων.
Άρχοντες και λαός συναγωνίζονται στο ποιος θα δείξει την πιο μεγάλη κακία. Και γιατί όχι; Ο λαός συνήθως είναι το κατ’ εικόνα των αρχόντων του ή όπως λέει η λαϊκή παροιμία «κατά τον λαόν και οι άρχοντες». Από τον λαόν εξέρχονται οι άρχοντες και ο λαός είναι αυτός που τους ψηφίζει και τους εκλέγει. Γι’ αυτό και είναι και άξιος της τύχης του.
Συμπίπτουν λοιπόν, αυτή τη μεγάλη ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής, που άρχισε από τα μεσάνυχτα της Μεγάλης Πέμπτης, ηθική εξαχρείωσις, ο ξεπεσμός κάθε ανθρωπιάς, και από τον αχάριστον λαόν, τον όχλον, και από τους άρχοντες. Οι μεν παραπορευόμενοι εκ του όχλου, βλασφημούντες και κινούντες τα κεφαλάς αυτών λέγοντες «κατάβηθι από του Σταυρού».
Ομοίως, τονίζεται η λέξις «ομοίως», ομοίως δε και οι αρχιερείς μετά των γραμματέων και των πρεσβυτέρων και των Φαρισαίων εμπαίζοντες έλεγον. «Καταβάτω νυν από του Σταυρού και πιστεύομεν επ’ αυτώ». «Ομοίως», «ομοίως», δηλαδή κατά παρόμοιο τρόπο Τον κοροϊδεύουν Τον περιπαίζουν και Τον προκαλούν να κατέβει από το Σταυρό και να τους δείξει τη δύναμή Του.
Έτσι μιλάνε πάντα οι ένοχοι, οι θεομπαίχτες, οι θρασύδειλοι. Και σήμερα ακόμα προκαλούν μετά θρασύτητος, κι ενώ βλέπουν τα τόσα θαυμάσια του Θεού γύρω τους, δε θέλουν να τα δούνε. Κι ενώ ακούν από αυτόπτες μάρτυρες για κάποιο θαύμα θεραπείας ας πούμε ενός όγκου από καρκίνο, κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν. Θέλουν να το δουν με τα μάτια τους, να το ακούσουν με τα αυτιά τους, και να το ψηλαφίσουν με τα χέρια τους.
Έτσι είναι όλοι εκείνοι, που δεν θέλουν να πιστέψουν. Έτσι και ο λαός των Ιουδαίων μαζί με τους άρχοντες την ίδια απαίτηση έχουν. «Κατάβηθι από του Σταυρού». Κατέβα απ’ το Σταυρό. Κατέβα για να δούμε. Κατέβα για να πιστέψουμε. Και όμως αυτό είναι ένα ψέμα, είναι κοροϊδία, είναι εμπαιγμός, γιατί; μήπως λίγα ήταν αυτά που είδαν και έβλεπαν επί τρία ολόκληρα χρόνια;
Είδαν τυφλούς να βλέπουν το φως της ημέρας, και μάλιστα ο ένας ήταν τυφλός εκ γενετής.
Είδαν λεπρούς να καθαρίζονται και παράλυτοι να περπατούν. Και όμως, δεν επίστεψαν.
Είδαν βουφούς να ομιλούν και κουφοί να ακούνε. Κι όμως πάλι δεν επίστεψαν.
Είδαν δαιμόνια να εκβάλλονται, ακόμα και νεκροί να ανασταίνονται. Και ιδιαιτέρως ο από τετραημέρου νεκρός Λάζαρος. Κι όμως δεν επίστεψαν.
Το «καταβάτω από του Σταυρού ίνα πιστέψουμε», είναι σκέτη κοροϊδία, είναι ασέβεια. Είναι χλευασμός. Είναι αθεοφοβία.
Αυτοί που πριν από λίγες μέρες αποτελούσαν ένα μεγάλο πλήθος που ζητωκραύγαζε φωνάζοντας «Ωσαννά, Ωσαννά, ευλογημένος ο Ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου», σήμερα Μεγάλη Παρασκευή απαιτούν το «Σταύρωσον, Σταύρωσον Αυτόν».
Και μόλις υψώθηκε καρφωμένος πάνω στο Σταυρό φώναζαν κοροϊδευτικά «κατάβηθι από του Σταυρού, και πιστεύσωμεν επ’ αυτώ».
Και όμως ήσαν αυτοί οι ίδιοι που πολλές φορές ομολόγησαν, ακούγοντας με τ’ αυτιά τους την πρωτοφανή υψηλή θεολογική διδασκαλία της αγάπης, ότι «ουδέποτε ελάλησεν άνθρωπος ως ούτως ο άνθρωπος». Είναι λοιπόν ψεύτες και συκοφάντες, θεομπαίχτες και θεομάχοι.
Όχι, δεν θέλουν να πιστέψουν, αλλά να χλευάσουν θέλουν. Και να κοροϊδέψουν θέλουν.

Έτσι και οι περισσότεροι από μας, τους Νεοέλληνες Χριστιανούς, Θεόν θέλουμε θέαμα, και όχι θαύμα αληθινόν. Και κάθε θαύμα του Θεού, κάθε πνευματικό μικρό μας κατόρθωμα, κάθε πράξις ταπεινού φρονήματος, κάθε μορφή ασκητικού αγώνος, έστω με λίγη νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, εγκράτεια, ηθική σωφροσύνη, υπομονή και μετάνοια, είναι για τους πολλούς ευκαιρία για να χλευάσουν, να κοροϊδέψουν, και να προβάλλουν χίλιες δυο δικαιολογίες, για να μεταβάλλουν μετά μανίας το φως του Θεού σε σκότος, δηλαδή σε σκοτάδι της Κολάσεως.
Πιστεύεις; Εσύ χριστιανέ μου, και συ και συ …
Συγχωρείς τους εχθρούς σου;
Εκκλησιάζεσαι όσο μπορείς τακτικά;
Νηστεύεις το κατά δύναμιν;
Κοινωνείς των Αχράντων Μυστηρίων;
Προσεύχεσαι πρωί βράδυ;
Ε τότε ο πολύς λαός, ακόμα και οι δικοί σου μέσα από το σπίτι, από το ίδιο σου το σπίτι θα σε κοροϊδεύουν. Κατά κάποιον τρόπον περνάς και συ το δικό σου μαρτύριο, σηκώνεις το δικό σου Σταυρό.

Χριστιανοί μου, δεν ήταν μόνον το «κατάβηθι από του Σταυρού». Υπήρχαν πολλών ειδών προκλήσεις. Και μία από αυτές ήταν το «άλλους έσωσεν, εαυτόν ου δύναται σώσαι», βεβαιωτικά το λένε. Και δω ειπώθηκε και λέχτηκε μια μεγάλη αλήθεια, όσο κι αν σας φανεί παράξενο. Ότι ο Θεάνθρωπος Κύριος ως παντοδύναμος Θεός μπορούσε να κατέβει από τον Σταυρό και να κατατροπώσει τους πάντες. Το είπε και στη σύλληψη « δεν μπορώ να φέρω λεγεώνας εδώ αγγέλων;». Όχι «δεν μπορούσε», αλλά δεν ήθελε.
Ο Χριστός δεν άφησε τη γη να καταπιεί τους σταυρωτές Του, είπε χθές το βράδυ η εκκλησιαστική μας υμνολογία. Ο Χριστός πάνω στο Σταυρό δεν ήταν καρφωμένος από τα καρφιά των σταυρωτώς Του, αλλά από την άπειρη αγάπη για την σωτηρία όλων των ανθρώπων όλων των αιώνων. Γι’ αυτό και και δεν θέλησε να κατέβει από τον Σταυρό, ενώ μπορούσε.
Άλλωστε γι’ αυτό και υπέστη εκουσίως τα πάθη και τον Σταυρόν ως κακούργος. Για να σώσει τον αμαρτωλόν άνθρωπον. Εσταυρώθη υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας, προσφέροντας τον εαυτόν Του λύτρον αντί πολλών.
Και το παράδοξο. Άλλο ένα παράδοξο: Έρχεται ένας άνθρωπος, ένας ληστής, ένας κακούργος, καρφωμένος κι αυτός σ’ ένα σταυρό για τα εγκλήματά του όμως, πλάι στο Χριστό, εκ δεξιών ήτο. Σε τελεία αντίθεση με τον αχάριστο λαό και την σκληρότητα των αρχόντων, αυτός πιστεύει.
Ναι, πιστεύει στην Θεότητα του Ιησού Χριστού και στην Βασιλεία Του.
Πιστεύει στην αθωότητά Του. Και παρόλο που δεν είδε, νεκρούς να ανασταίνονται, λεπρούς να καθαρίζονται, δαίμονες να φυγαδεύονται, δεν είδε παράλυτους να περπατούν, τυφλοί να βλέπουν, ψωμιά να πολλαπλασιάζονται, πτωχοί να ευαγγελίζονται, θάλασσα να γαληνεύει. Και τον Κύριο δεν Τον είδε να μεταμορφώνεται όλος Δόξα και Χάρη και μεγαλοπρέπεια στο Όρος Θαβώρ. Κι όμως αυτός, χωρίς να δει ποτέ τίποτα στη ζωή του, γίνεται ο πρώτος πολίτης της Βασιλείας του Θεού, γιατί πίστευψε. Κι αυτό που βλέπει, δεν βλέπει έναν Βασιλέα της Δόξης. Βλέπει έναν Σταυρωμένο, έναν καταματωμένο απ’ τις πληγές, απ’ τα καρφιά, από το ακάνθινο στεφάνι. Βλέπει έναν άνθρωπο που συνεχώς Τον εμπαίζουν και Τον χλευάζουν, λαός και άρχοντες. Και παρά ταύτα αυτός πίστεψε!
Ο ληστής εκ δεξιών ανήκει στους μακαρίους φίλους του Θεού, για τους οποίους είπεν ο ίδιος ο Κύριος «μακάριοι οι μη ειδόντες και πιστεύσαντες». «Μακάριοι οι μη ειδόντες και πιστεύσαντες».

«Κατάβηθι από του Σταυρού», αλλά ο Χριστός όμως δεν τους κάνει το χατίρι. Δεν θα υποκύψει στον εκβιασμό και τον εμπαιγμό των αρχόντων και του λαού. Θα πιεί το πικρό ποτήρι της Σταυρικής Θυσίας μέχρι το τέλος. Μέχρι που να ακουστεί κι η τελευταία Του λέξη, βγαίνοντας και η τελευταία Του πνοή «τετέλεσται».
Και βλέποντες τα γενόμενα που ακολουθούν, ο εκατόνταρχος ομολόγησε και διακήρυξε την πιο μεγάλην αλήθεια. «Αληθώς Θεού Υιός ην ούτος». Τα δε γενόμενα που γέμισαν φόβο και στις καρδιές όλων, ήσαν όχι μόνον ο ήλιος εσκοτίσθη από ώρας έκτης έως ώρας ενάτης, όχι, αλλά κυρίως όταν το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη εις δύο, από άνωθεν έως κάτω, ότι και η γη εσείσθη, αι πέτραι εσχίσθησαν, και τα μνημεία ανεώχθησαν, και τότε πάντες οι συμπαραγενόμενοι όχλοι, θεωρούντες τα γενόμενα, τίπτωντες εαυτών τα στήθη υπέστρεφον, δηλαδή όλα αυτά τα πλήθη του όχλου, που ήλθαν να παρακολουθήσουν το θέαμα της Σταυρώσεως, και για να εμπαίξουν ακόμη, όταν είδαν όσα φοβερά ακολούθησαν μετά το «τετέλεσται», γύρισαν πίσω στην πόλη, κτυπώντας τα στήθια τους, πιθανόν για να εκπληρώσουν μια μετάνοια για το μεγάλο κακό που έκαμαν, πιθανόν. Αυτό φαίνεται στη συνέχεια της ιστορίας.
Κατέβηκε ο Χριστός απ’ το Σταυρό μετά το «τετέλεσται», αλλά κατέβηκε στον Άδη, για να φέρει κι εκεί το φως, της ελπίδος και της σωτηρίας. Κι όταν ανέβηκε, ανέβη ως νικητής του θανάτου, προσφέροντας στην ανθρωπότητα, την λύτρωση από τα δεσμά της αμαρτίας, του διαβόλου και του θανάτου. Αυτός είναι και ο δικός μας δρόμος! Στο δρόμο του Χριστού που βαδίζουμε και θα βαδίζουμε, θα μας βρίζουν, θα μας ειρωνεύονται, θα μας συκοφαντούν, θα μας καταδιώκουν, θα μας περιφρονούν, θα γελούν μαζί μας. Αυτός είναι ο κλήρος όλων των πιστών Ορθοδόξων χριστιανών, που θυσιάζονται από αγάπη, και για τον Χριστό και για τους άλλους.
Και παρόλον που θα καταδιώκονται και θα τους βρίζουν, αυτοί είναι οι αληθινοί χριστιανοί, που μαζί με τον Χριστόν, δεν θα κατεβαίνουν από τον Σταυρό τους. Θα υπομένουν μέχρι το τέλος όλες τις δοκιμασίες με υπομονή και αγάπη. Με υπομονή και αγάπη.
Και όταν θα έλθει ο καιρός της δικαιώσεως, θα τους κατεβάσει ο Θεός από τον σταυρό, θα άρει δηλαδή τον σταυρόν. Ο ίδιος ο Χριστός θα τους χαρίσει θριαμβευτικά τότε, την Ανάστασιν.
Διότι Αυτήν ποθούμε, Αυτήν περιμένουμε, και Αυτήν την Ανάσταση είθε να μας την χαρίσει ο Χριστός, ο Αναστάς εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας και ζωήν χαρισάμενος,
Αμήν

Πέμπτη, Απριλίου 21, 2011

Η μαρτυρία των Ιουδαϊκών κειμένων για την ιστορικότητα του Ιησού.


undefined 
Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
F.F. Bruce
Καθηγητής Πανεπιστημίου
Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΙΟΥΔΑΪΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ



     Ραββινικά κείμενα

     Όταν το 70 μ.Χ. έπεσε η Ιερουσαλήμ, μαζί με τον Ναό, και την κυριαρχία των ιερατικών οικογενειών, έπεσε και το ανώτατο δικαστήριο, το Συνέδριο. Το μόνο τμήμα του Ιουδαϊσμού που μπορούσε ν' αναλάβει την ανοικοδόμηση ήσαν οι Φαρισαίοι. Και πράγματι αυτό έκαναν, σε μια πνευματική κι όχι πολιτική βάση. Με την καθοδήγηση του Γιωχανάν, γιου του Ζακκά, κατασκεύασαν τα κεντρικά γραφεία τους στη Γιαβνέθ ή Γιάμνια, στα νοτιοδυτικά της Παλαιστίνης. Εδώ, λοιπόν, αναδιοργάνωσαν το Συνέδριο σαν ανώτατο δικαστήριο για την οργάνωση όλου του θρησκευτικού νόμου, πρώτος πρόεδρος του οποίου, στη νέα του μορφή, ήταν ο Yohanan. Ένας μεγάλος αριθμός νομοθετημάτων, «η παράδοση των πρεσβυτέρων», όπως αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη, είχε παραδοθεί από γενιά σε γενιά, προφορικά, κι αυξανόταν με το πέρασμα του χρόνου. Έγινε έτσι το πρώτο βήμα για την κωδικοποίηση όλου αυτού του υλικού. Το δεύτερο βήμα έγινε απ' τον μεγάλο Ραββίνο Ακίμπα, που πρώτος κατέταξε το υλικό, σύμφωνα με τα θέματα. Μετά τον ηρωικό του θάνατο, το 135 μ.Χ., στη διάρκεια της ήττας που υπέστη ο επαναστάτης κατά της Ρώμης Βαρ - Κοχεμπά, το έργο του αναθεωρήθηκε και συνεχίστηκε απ΄ τον μαθητή του, Ραββίνο Μέιρ. Το έργο της κωδικοποίησης ολοκληρώθηκε γύρω στο 200 μ.Χ απ' τον Ραββίνο Ιούδα, πρόεδρο του Συνεδρίου, απ' το 170 έως το 217. Ο όλος κώδικας του θρησκευτικού νομικού συστήματος, που συλλέχθηκε μ' αυτό τον τρόπο είναι γνωστός ως Μισνά.

Αυτός ο κώδικας Μισνά έγινε αντικείμενο μελέτης, και πολλά σχόλια εκφράσθηκαν μ' αυτόν από τις Ραββινικές σχολές τόσο της Παλαιστίνης όσο και της Βαβυλωνίας. Τα σχόλια αυτά ή Γκεμάρα αποτέλεσαν ένα είδος συμπληρώματος της Μισνά και η Γκεμάρα αποτέλεσαν το γνωστό Ταλμούδ. Το «Ταλμούδ της Ιερουσαλήμ», που αποτελείται από τη Μισνά, μαζί με την ογκώδη Γκεμάρα των Παλαιστινιακών σχολών, συμπληρώθηκε το 300 μ.Χ. περίπου. Το κατά πολύ μεγαλύτερο Βαβυλωνιακό Ταλμούδ συνέχισε ν' αυξάνει για δυο ακόμη αιώνες, πριν να καταγραφεί, γύρω στο 500 μ.Χ.
Καθώς η Μισνά είναι ένας νομικός κώδικας και το Ταλμούδ βιβλία με σχόλια πάνω σ' αυτό τον κώδικα, δεν υπάρχει περίπτωση αναφοράς στον Χριστιανισμό, κι όπου υπάρχουν αναφορές είναι εχθρικές. Όπως και νάναι όμως αυτές οι αναφορές δείχνουν τουλάχιστον πως δεν υπήρχε ούτε η παραμικρή αμφιβολία για τον ιστορικό χαρακτήρα του Ιησού.
     
        Σύμφωνα με τις γνώμες των πρώτων Ραββίνων που καταγράφονται σ' αυτά τα έργα, ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ ήταν ένας αμαρτωλός στο Ισραήλ, που ασχολήθηκε με τη μαγεία, περιφρόνησε τα λόγια των σοφών, παραπλάνησε τον κόσμο και είπε πως δεν ήρθε να καταστρέψει τον νόμο, αλλά να τον συμπληρώσει. Κρεμάσθηκε την παραμονή του Πάσχα, με την κατηγορία της αίρεσης και παραπλάνησης του λαού. Οι μαθητές του, πέντε απ΄ τους οποίους αναφέρονται με τα ονόματα τους, γιάτρευαν αρρώστους στ' όνομά του.

Είναι ολοφάνερο πως πρόκειται για ένα πορτραίτο του Κυρίου μας όπως ακριβώς θα το περιμέναμε από ένα έργο γραμμένο απ' τους Φαρισαίους, που ήσαν αντίπαλοί Του. Μερικά από τα ονόματα με τα οποία Αυτός αναφέρεται γίνονταν άμεσες ή έμμεσες μαρτυρίες για τις διηγήσεις των Ευαγγελίων. Η ονομασία Ha-Taluy («Ο κρεμασμένος») αναφέρεται ξεκάθαρα στον τρόπο με τον οποίο πέθανε. Ένα άλλο όνομα που Του δίνεται, Ben-Pantera («Γιος Παντέρα»), κατά πάσα πιθανότητα αναφέρεται, όχι (όπως υπονόησαν μερικοί) σ' έναν Ρωμαίο στρατιώτη, που ονομαζόταν Παντέρας, αλλά στη Χριστιανική πίστη για τη γέννηση του Κυρίου μας από παρθένο. Είναι δηλαδή η λέξη «παρθένος» . Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως όλοι όσοι τον ονόμαζαν έτσι πίστευαν στη γέννηση Του από παρθένο.
Στα τέλη περίπου του πρώτου αιώνα μ.Χ. και στις αρχές του δεύτερου, υπήρχε όπως φαίνεται κάποια διαφωνία στους Ιουδαϊκούς κύκλους, για το κατά πόσο μερικά Χριστιανικά έργα έπρεπε ν' αναγνωρισθούν ως κανονικά ή όχι. Αυτά τα έργα, όποια κι αν ήσαν, πήραν το Ελληνικό όνομα Ευαγγέλιο. Το αμφισβητούμενο Ευαγγέλιο ήταν κατά πάσα πιθανότητα μια Αραμαϊκή μορφή του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, του Ευαγγελίου που προτιμούσαν οι Ιουδαίοι Χριστιανοί της Παλαιστίνης και των γύρω περιοχών.
Λέγεται πως οι Ραββίνοι Γιωχανάν και Μέιρ έκαναν δυσμενή λογοπαίγνια με τη λέξη Ευαγγέλιο, υψώνοντας τα φωνήεντα της λέξης έτσι, ώστε να διαβάζεται Awen-gillayon ή Awon-gillayon, που σήμαιναν «Αμαρτία του Περιθωρίου» ή «Αμαρτία της Πλάκας του γραψίματος». Αυτές οι δυσνόητες αναφορές δείχνουν πως υπήρχε κάποια επαφή ανάμεσα στους ορθόδοξους Φαρισαίους και τους Ιουδαίους Χριστιανούς, που δεν πρέπει να μας εκπλήσσει αν σκεφθούμε ως η πρώτη Παλαιστινιακή εκκλησία περιλάμβανε πιστά μέλη, που προέρχονταν απ' την παράταξη των Φαρισαίων και πολλές χιλιάδες Ιουδαίων, που ήσαν «ζηλωτές του νόμου» (Πρξ. 15/5, 21/20). Μετά το 70 μ.Χ., πράγματι, μπορεί αυτοί οι Ιουδαίοι Χριστιανοί να είχαν περισσότερη επαφή με άλλους Ιουδαίου, παρά με τα μέλη των Εθνικών εκκλησιών, που ολοένα κι έκλιναν στο χαρακτηρισμό των Ιουδαίων Χριστιανών ως αιρετικών και ημι - Χριστιανών. Υπάρχουν βάσιμες πληροφορίες για να σκεφθούμε ότι αυτοί οι φυγάδες από την εκκλησία της Ιερουσαλήμ, που εγκαταστάθηκαν στην Υπεριορδανία, γύρω στο 70 μ.Χ., συνεργάστηκαν με ορισμένες ομάδες Εσσαίων, που πιθανώς περιλάμβαναν και τ' απομεινάρια της κοινότητας του Κουμράν.


     Ο Ιώσηπος

     Όμως, έχουμε και αρχαιότερη και πιο σπουδαία για μας Ιουδαϊκή φιλολογία απ' αυτή που βρίσκουμε στα Ταλμούδ. Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος γεννήθηκε από ιερατική οικογένεια το 37 μ.Χ. Στην ηλικία των δεκαεννιά χρόνων προσχώρησε στην Φαρισαϊκή παράταξη. Σε μια επίσκεψή του στη Ρώμη, το 63 μ.Χ., μπόρεσε να εκτιμήσει την ισχύ της Αυτοκρατορία. Όταν ξέσπασε ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, το 66 μ.Χ., διορίστηκε διοικητής των Ιουδαϊκών δυνάμεων στη Γαλιλαία και υπερασπίστηκε τη στρατηγική θέση Jotapata εναντίον των Ρωμαίων μέχρις ότου η περαιτέρω αντίσταση ήταν ανώφελη. Διέφυγε τότε σε μια σπηλιά, μαζί μ' άλλους σαράντα, κι όταν αντιλήφθηκαν πως το καταφύγιό τους είχε κυκλωθεί σχεδίασαν μια ομαδική αυτοκτονία.
Ίσως, πιο πολύ από καλό χειρισμό του θέματος παρά από τύχη, ο Ιώσηπος ήταν ένας απ' τους δυο που επέζησαν. Έπεισε τον σύντροφο του να παραδοθούν στους Ρωμαίους κι όταν έγινε κι αυτό, κατάφερε να κερδήσει την εύνοια του Βεσπασιανού, του Ρωμαίου διοικητή, προλέγοντας την άνοδο του στον αυτοκρατορικό θρόνο, μια πρόβλεψη που εκπληρώθηκε το 69 μ.Χ. Ο Ιώσηπος προσλήφθηκε στο γενικό Ρωμαϊκό διοικητήριο, στη διάρκεια της πολιορκίας της Ιερουσαλήμ, ενεργώντας μάλιστα σαν διερμηνέας του Τίτου, γιου του Βεσπασιανού και διαδόχου του στη διοίκηση της Παλαιστίνης, όταν θέλησε να κάνει εξαγγελίες στους πολιορκούμενους κατοίκους. Μετά την πτώση της πόλης και την καταστολή της επανάστασης, ο Ιώσηπος εγκαταστάθηκε κανονικά στη Ρώμη, σαν δικηγόρος και συνταξιούχος του αυτοκράτορα παίρνοντας το οικογενειακό του όνομα, Φλάβιος, κι έτσι έγινε γνωστός, ως Φλάβιος Ιώσηπος.

Όπως είναι φυσικό, αυτή η ποικιλόμορφη καριέρα δεν ήταν δυνατό να τον κάνει δημοφιλή ανάμεσα στους συμπατριώτες του, πολλοί απ' τους οποίους τον θεωρούσαν - και τον θεωρούν ακόμα - έναν δις εις θάνατον προδότη. Παρόλα αυτά. Χρησιμοποίησε τα χρόνια που αναπαυόταν στη Ρώμη έτσι που να μπορεί ν' απαιτήσει την ευγνωμοσύνη τους, γράφοντας την ιστορία του έθνους τους. Το λογοτεχνικό του έργο περιλαμβάνει μια Ιστορία περί του Ιουδαϊκού Πολέμου, από το 170 π.Χ. μέχρι το 73 μ.Χ., που γράφτηκε πρώτα στ' Αραμαϊκά, προς όφελος των Ιουδαίων, που ζούσαν μέσα στην Αυτοκρατορία, κι έπειτα δημοσιεύτηκε μια Ελληνική μετάφραση. Επίσης, μια Αυτοβιογραφία στην οποία υπερασπίζεται τον εαυτό του εναντίον ενός άλλου Ιουδαίου ιστορικού, του Ιούστου, από την Τιβεριάδα, ο οποίος αναφερόμενος στον Πόλεμο εκφράστηκε δυσμενώς για τον ρόλο που είχε παίξει ο Ιώσηπος.
Ακόμα, δυο βιβλία Κατ' Απίωνος, στα οποία υπερασπίζεται το έθνος του εναντίον στις αντι-Σημιτικές συκοφαντίες (μερικές απ' τις οποίες υπάρχουν και σήμερα) του Απίωνα, ενός Αλεξανδρινού γυμνασιάρχη, και άλλων συγγραφέων. Τέλος, είκοσι βιβλία με τις Αρχαιότητες των Ιουδαίων,* όπου περιγράφεται η ιστορία του έθνους του απ' την αρχή της Γένεσης μέχρι την εποχή του. Όσο και να μη του άξιζε να διασώσει την ιστορία της πτώσης του έθνους του, πρέπει να είμαστε χαρούμενοι που το έκανε, γιατί, χωρίς τα ιστορικά του έργα, παρ' ότι έχουν πολλές ατέλειες, οι πηγές των πληροφοριών μας, σχετικά με την ιστορία της Παλαιστίνης την εποχή της Καινής Διαθήκης, θα ήσαν απίστευτα φτωχότερες.

        Στις σελίδες του Ιώσηπου συναντάμε πολλά πρόσωπα που μας είναι γνωστά απ' την Καινή Διαθήκη: Την ποικιλόμορφη οικογένεια του Ηρώδη, τους Ρωμαίους αυτοκράτορες Αύγουστο, Τιβέριο, Κλαύδιο και Νέρωνα, τον Κυρήνιο, κυβερνήτη της Συρίας∙ τον Πιλάτο, τον Φήλικα, τον Φήστο προκουράτορες της Ιουδαίας∙ τις οικογένειες του ανώτατου ιερατείου - Άννα, Καϊάφα, Ανανία και τους λοιπούς του Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους και ούτω καθεξής. Μπορούμε να διαβάσουμε την Καινή Διαθήκη συγκρίνοντάς την με το πλαίσιο που μας προσφέρει ο Ιώσηπος, πράγμα που την κάνει ακόμα πιο ενδιαφέρουσα και μας βοηθάει να την κατανοήσουμε καλύτερα.

      Όταν ο Γαμαλιήλ (στις Πράξεις 5/37), μιλάει για τον Ιούδα απ' τη Γαλιλαία που ήταν επικεφαλής μιας εξέγερσης την περίοδο της φορολογίας, γυρίζουμε στις σελίδες του Ιώσηπου και βρίσκουμε την ιστορία αυτής της εξέγερσης τόσο στο έργο του Πόλεμος (11/8) όσο και στις Αρχαιότητες (XVIII/1). Ο Ιώσηπος μας μιλάει, επίσης, για κάποιον αγύρτη, ονόματι Θευδά, (Αρχαιότ. ΧΧ/5,1) που εμφανίστηκε λίγο μετά το 44 μ.Χ., ο Θευδάς όμως τον οποίο αναφέρει ο Γαμαλιήλ έδρασε πριν απ' τον Ιούδα της Γαλιλαίας (6 μ.Χ.)∙ σ' οποιαδήποτε λοιπόν περίπτωση, ο λόγος του Γαμαλιήλ έλαβε χώρα ανάμεσα στο 30 και το 33. Δεν πρέπει όμως να σκεφθούμε πως ο Λουκάς διέπραξε κάποιον αναχρονισμό, επειδή διαβάζουμε τον Ιώσηπο λανθασμένα (το βάρος της μαρτυρίας είναι κατά του Λουκά να έχουμε διαβάσει προηγουμένως τον Ιώσηπο). Ο Ιώσηπος ο ίδιος μας λέει πως περίπου στην εποχή που πέθανε ο Ηρώδης ο Μέγας (4 μ.Χ.) υπήρχαν πολλά προβλήματα στην Ιουδαία, και η δραστηριότητα λοιπόν του Θευδά (που δεν ήταν και τόσο ασυνήθιστο όνομα) τον οποίο ανέφερε ο Γαμαλιήλ, ίσως ν' ανήκει σ' αυτή την περίοδο.

Η πείνα της εποχής του Κλαύδιου (Πρξ. 11/28) αναφέρεται και από τον Ιώσηπο. Αν ο Λουκάς μας λέει πως οι Χριστιανοί στην Αντιόχεια έστειλαν βοήθεια στην εκκλησία της Ιερουσαλήμ, σ' αυτή την περίπτωση, ο Ιώσηπος μας λέει πως η Έλενα, η Ιουδαία βασιλομήτορα της Αδιαβηνής, που βρίσκεται στα βορειοανατολικά της Μεσσοποταμίας, αγόρασε στην Αλεξάνδρεια καλαμπόκι και στην Κύπρο σύκα, για ν' ανακουφίσει την πείνα του λαού της Ιερουσαλήμ σ' αυτή την περίπτωση.

Ο ξαφνικός θάνατος του Ηρώδη Αγρίππα Α', τον οποίο διηγείται ο Λουκάς στις Πράξεις (12/19-23) καταγράφεται επίσης κι απ' τον Ιώσηπο (Αρχ. ΧΙΧ/8,2) σε μια μορφή που συμφωνεί με τις γενικές γραμμές του Λουκά, αν και οι δυο διηγήσεις είναι αρκετά ανεξάρτητες, η μια απ' την άλλη. Να πώς δίνει αυτήν την εξιστόρηση ο Ιώσηπος:

«Όταν ο Αγρίππας είχε συμπληρωθεί τρία χρόνια βασιλείας στην Ιουδαία, ήρθε στην Καισάρεια, που αρχικά ονομαζόταν Πύργος Στράτωνος. Εκεί έκανε γιορτές προς τιμήν του Καίσαρα, εγκαινιάζοντας ένα φεστιβάλ για τη μακροημέρευση του αυτοκράτορα. Εκεί, λοιπόν, κατέφθασε πλήθος τοπικών αρχόντων και άλλων που είχαν προαχθεί σε ανώτερα αξιώματα. Τη δεύτερη μέρα των εκδηλώσεων φόρεσε ένα μανδύα από ασήμι, με θαυμάσια ύφανση κι έφτασε στο θέατρο τα ξημερώματα. Το ασήμι έλαμπε καθώς οι αχτίνες του ήλιου έπεφταν πάνω του και γυάλιζε υπέροχα. Η αίγλη του ενέπνεε κάποιο φόβο και τρόμο σε όσους το κοιτούσαν. Ξαφνικά, οι κόλακές του άρχισαν να φωνάζουν απ' όλες τις μεριές, λόγια που στ' αλήθεια δεν ήσαν για το καλό του, κατονομάζοντάς τον θεό, και τον επικαλούνταν κραυγάζοντας, ‘'Δείξε ευμένεια! Αν μέχρι τώρα σ' αντιμετωπίζαμε σαν άνθρωπο, από δω και στο εξής θα ομολογούμε πως βρίσκεσαι πάνω απ' την ανθρώπινη φύση''.

Ο βασιλιάς δεν τους επέπληξε ούτε καταδίκασε την ασεβή κολακεία τους. Αλλά, κοιτάζοντας ψηλά είδε την κουκουβάγια να κάθεται σ' ένα σχοινί, πάνω απ' το κεφάλι του κι αμέσως τη θεώρησε μηνυτή κακού, όπως ακριβώς προηγουμένως είχε γίνει μηνυτής καλού, κι ένα βάρος θλίψης γέμισε την καρδιά του. Ξαφνικά τον έπιασε δυνατός πόνος στην κοιλιακή χώρα... Μεταφέρθηκε γρήγορα στο παλάτι και γρήγορα διαδόθηκε το νέο πως σίγουρα θα πέθαινε σύντομα... Όταν είχε πια υποφέρει πέντε μέρες από πόνο, έφυγε απ' αυτό τον κόσμο, στο πεντηκοστό τέταρτο της ζωής του και το έβδομο της βασιλείας του».

      Οι παραλληλίες ανάμεσα στις δυο διηγήσεις είναι ολοφάνερες, όπως επίσης είναι φανερή και η απουσία συνεννόησης μεταξύ τους. Ο Λουκάς περιγράφει το ξαφνικό χτύπημα του βασιλιά λέγοντας, στη βιβλική γλώσσα, πως «άγγελος Κυρίου επάταξε αυτόν». Δεν είναι ανάγκη να σκεφθεί κανείς πως υπάρχει κάποια σημασία στη χρήση της Ελληνικής λέξης «άγγελος», απ' τον Λουκά, που σημαίνει «αγγελιαφόρος», και τη λέξη «μηνυτής», που αποδίδεται απ' τον Ιώσηπο στην κουκουβάγια, παρόλο που μερικοί απ' τους πρώτους Πατέρες της Εκκλησίας υπέδειξαν κάτι τέτοιο. Οι Τύριοι εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία της γιορτής για να συμφιλιωθούν δημόσια με το βασιλιά.

Γενικά, θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε τη σύγκριση των δυο διηγήσεων με τα λόγια ενός απροκατάληπτου ιστορικού, του Eduard Meyer: «Οι δυο διηγήσεις συμφωνούν απόλυτα στις γενικές γραμμές, τα δεδομένα και την όλη σύλληψη. Με τις τόσο ενδιαφέρουσες λεπτομέρειές της, που με κανένα τρόπο δεν μπορούν να εξηγηθούν σαν μια «τάση» ή σαν λαϊκή παράδοση∙ η διήγηση του Λουκά μπορεί μ' εγγύηση να θεωρηθεί τουλάχιστο τόσο αξιόπιστη, όσο κι αυτή του Ιώσηπου.

Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι το ότι ο Ιώσηπος αναφέρεται στον Ιωάννη τον Βαπτιστή και τον Ιάκωβο, αδελφό του Κυρίου, καταγράφοντας το θάνατό τους μ' έναν τρόπο ολοφάνερα διαφορετικό απ' την Καινή Διαθήκη, έτσι που δεν μπορούμε να υποψιαστούμε κάποια Χριστιανική παρεμβολή, σε κανένα από τα αποσπάσματα αυτά. Στις Αρχαιότητες (XVIII/5,2) διαβάζουμε πως ο Ηρώδης Αντύπας, τετράρχης της Γαλιλαίας, νικήθηκε στη μάχη απ' τον Αρέτα, βασιλιά των Αράβων της Νουβίας, πατέρα της πρώτης γυναίκας του Ηρώδη, την οποία παράτησε χάρη της Ηρωδιάδας. Ο Ιώσηπος συνεχίζει:

«Μερικοί από τους Ιουδαίους νόμισαν πως ο στρατός του Ηρώδη είχε καταστραφεί απ' τον Θεό κι ήταν αυτό μια τιμωρία για τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη, του επονομαζόμενου Βαπτιστή. Γιατί ο Ηρώδης είχε σκοτώσει, αν και ήταν καλός άνθρωπος και πρόσταζε στους Ιουδαίους να ζουν ενάρετα, να είναι δίκαιοι μεταξύ τους και προς τον Θεό και να βαπτίζονται. Δίδασκε πως το βάπτισμα ήταν αποδεκτό απ' τον Θεό, στην περίπτωση που αυτό γινόταν όχι για τη συγχώρηση συνειδητών αμαρτιών, αλλά για τον καθαρισμό του σώματος, ενώ η ψυχή είχε ήδη καθαρισθεί με δικαιοσύνη. Όταν άρχισαν πολλοί να μαζεύονται γύρω του (γιατί επηρεάζονταν πολύ σαν άκουγαν τα λόγια του), ο Ηρώδης φοβήθηκε τη δύναμη πειθούς, που διέθετε πάνω στους ανθρώπους, φοβήθηκε μήπως οδηγήσει σε κάποια στάση, καθώς ακολουθούσαν τη συμβουλή του για κάθε θέμα. Το θεώρησε, λοιπόν, καλό να τον συλλάβει και να τον σκοτώσει, πριν να προκαλέσει κάποια αναταραχή, παρά να μετανιώσει αργότερα μπαίνοντας σε τέτοια βάσανα, αφού δηλαδή ξεσπούσε η επανάσταση. Μ' αυτές τις υποψίες του Ηρώδη, ο Ιωάννης στάλθηκε αλυσοδεμένος στο Machaerus (Σημ.τ.μετ.:Μαχαίρους), ένα φρούριο που αναφέρθηκε πιο πάνω, και εκεί θανατώθηκε. Οι Ιουδαίοι, λοιπόν, πίστεψαν πως εξαιτίας αυτής της θανάτωσης καταστράφηκε ο στρατός, γιατί ο Θεός ήθελε να φέρει κακό στον Ηρώδη».

Υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα σ' αυτήν τη διήγηση και σ' εκείνη των Ευαγγελίων : Σύμφωνα με τον Μάρκο (1/4), ο Ιωάννης «εκήρυττε βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών», ενώ ο Ιώσηπος λέει πως το βάπτισμα του Ιωάννη δεν είχε σκοπό την άφεση αμαρτιών. Επίσης, ο Ιώσηπος δίνει πολιτική σημασία στο θάνατο του Ιωάννη, ενώ στα Ευαγγέλια φαίνεται πως ήταν αποτέλεσμα της αντίθεσης του Ιωάννη για το γάμο του Ηρώδη με την Ηρωδιάδα. Είναι πολύ πιθανό ο Ηρώδης να θέλησε να πετύχει μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια φυλακίζοντας τον Ιωάννη. Όσο για την ασυμφωνία αναφορικά με τη σημασία του βαπτίσματος του Ιωάννη, οι ανεξάρτητες παραδόσεις που μπορούμε να βρούμε στην Καινή Διαθήκη είναι εντυπωσιακά ομόφωνες, κι εκτός του ότι είναι πρωιμότερες της διήγησης του Ιώσηπου (οι Αρχαιότητες δημοσιεύτηκαν το 93 μ.Χ.) δίνουν μια πιο αξιόπιστη περιγραφή από θρησκευτικο-ιστορική άποψη.

Όπως φαίνεται, ο Ιώσηπος αποδίδει πράγματι στον Ιωάννη το δόγμα των Εσσαίων για το βάπτισμα, όπως μας είναι γνωστό απ' τα κείμενα του Κουμράν. Το γενικό διάγραμμα όμως της ιστορίας του Ιώσηπου βεβαιώνει τη μαρτυρία των Ευαγγελίων. Αυτή η μαρτυρία του Ιώσηπου ήταν γνωστή τόσο στον Ωριγένη (230 μ.Χ., περίπου) όσο και στον Ευσέβιο (326 μ.Χ., περίπου).
Αργότερα, ο Ιώσηπος περιγράφει στις Αρχαιότητες (ΧΧ/9,1) τις αυθαίρετες πράξεις του αρχιερέα Άνανου, μετά το θάνατο του προκουράτορα Φήστου (61 μ.Χ.) με τα εξής λόγια:

«Ο νεότερος όμως Άνανος, ο οποίος, όπως είπαμε, ανέλαβε αρχιερέας, ήταν θρασύς και τολμηρός. Ακολούθησε την παράταξη των Σαδδουκαίων, που είναι οι πιο αυστηροί στην κρίση απ' όλους του Ιουδαίους, όπως δείξαμε πιο πάνω. Μ' αυτόν, λοιπόν, το χαρακτήρα που είχε ο Άνανος σκέφτηκε πως ήταν καλύτερη ευκαιρία, μια που ο Φήστος είχε πεθάνει κι ο Αλβίνος βρισκόταν ακόμα στο δρόμο∙ έτσι, συγκάλεσε συμβούλιο των κριτών και έφερε μπροστά τους τον αδελφό του Ιησού, τον λεγόμενο Χριστό, τον Ιάκωβο, μαζί με άλλους, κι αφού τους κατηγόρησε σαν παραβάτες του Νόμου, τους έστειλε για λιθοβολισμό».

Αυτό το απόσπασμα, όπως και το προηγούμενο ήταν γνωστό τόσο στον Ωριγένη όσο και στον Ευσέβιο. Την ιστορία του θανάτου του Ιακώβου, του Δίκαιου (όπως ονόμαζαν τον αδελφό του Κυρίου), διηγείται με περισσότερες λεπτομέρειες ο Ηγήσιππος, ένας Ιουδαίος Χριστιανός συγγραφέας του 170 μ.Χ. περίπου. Η διήγηση του Ιώσηπου παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, καθώς ο Ιώσηπος ονομάζει τον Ιάκωβο αδελφό του Ιησού, του λεγόμενου «Χριστού» με τέτοιο τρόπο, που υπονοείται πως έχει προηγουμένως αναφερθεί στον Ιησού. Βρίσκουμε επίσης κάποια μνεία για τον Ιησού και σ' ένα άλλο εκτεταμένο αντίτυπο του Ιώσηπου, το ονομαζόμενο Testimonium Flavianum, στις Αρχαιότητες (XVIII/3,3). Ο Ιώσηπος διηγείται εκεί μερικά από τα προβλήματα που σημάδεψαν τη διακυβέρνηση του Πιλάτου, και συνεχίζει:

«Περί την εποχή αυτή εμφανίστηκε ο Ιησούς, ένας σοφός άνθρωπος, αν βέβαια μπορούμε να τον ονομάσουμε έτσι. Γιατί έκανε θαύματα και δίδασκε τους ανθρώπους που δέχονταν με χαρά την αλήθεια. Παρέσυρε πολλούς Ιουδαίους, αλλά και Έλληνες. Αυτός ο άνθρωπος ήταν ο Χριστός. Όταν λοιπόν τον καταδίκασε ο Πιλάτος σε σταυρικό θάνατο, αφού παραπέμφθηκε από τους άρχοντές μας, εκείνοι που τον αγαπούσαν δεν χάθηκαν. Γιατί εμφανίστηκε σ' αυτούς την τρίτη μέρα και πάλι ζωντανός, όπως οι προφήτες είχαν μιλήσει γι' αυτά και για χιλιάδες άλλα θαυμάσια σχετικά μ' αυτόν: Ακόμα και σήμερα η φυλή των Χριστιανών, όπως ονομάστηκαν απ' το όνομά Του, δεν έχει πεθάνει».

Αυτή είναι μετάφραση του κειμένου αυτού του αποσπάσματος, όπως έφτασε σε μας και ξέρουμε πως ήταν το ίδιο και στην εποχή του Ευσέβιου, ο οποίος το παραθέτει δυο φορές. Ένας λόγος για τον οποίο πολλοί θέλησαν να το χαρακτηρίσουν σαν μια Χριστιανική παρεμβολή, είναι το ότι ο Ωριγένης αναφέρει πως ο Ιώσηπος δεν πίστευε ότι ο Χριστός ήταν ο Μεσσίας, ούτε Τον ανακήρυττε τέτοιον. Το ότι ο Ιώσηπος δεν ήταν Χριστιανός είναι γνωστό. Είναι όμως παράξενο ένας μη-Χριστιανός συγγραφέας να γράφει τα παραπάνω υπογραμμισμένα λόγια. Παρόλα αυτά, δεν μπορούμε, από την άποψη της κριτικής του κειμένου, να πούμε τίποτε εναντίον αυτού του αποσπάσματος. Οι μαρτυρίες των χειρογράφων είναι ομόφωνες κι άφθονες, όπως άλλωστε για κάθε τι στον Ιώσηπο. Ίσως όμως να ήταν γνωστή στον Ωριγένη μια πρωιμότερη μορφή Του αποσπάσματος, απ' την οποία έλλειπαν τα υπογραμμισμένα μέρη. Καθώς το κείμενο του Ιώσηπου μεταδόθηκε από Χριστιανούς κι όχι από Ιουδαίους, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει αν η αναφορά στον Ιησού πήρε πιο Χριστιανικό χρώμα με το πέρασμα του χρόνου.
      Αν όμως, προσέξουμε πιο πολύ τα υπογραμμισμένα αυτά τμήματα, ίσως συμβεί ν' αναρωτηθούμε, μήπως ο Ιώσηπος έγραφε ειρωνικά. Η έκφραση «αν βέβαια μπορούμε να τον ονομάσουμε άνθρωπο, ίσως να είναι μια σαρκαστική αναφορά στη Χριστιανική πίστη, πως ο Ιησούς ήταν Γιος του Θεού. Η έκφραση «Αυτός ο άνθρωπος ήταν ο Χριστός», ίσως να σημαίνει πως αυτός ήταν ο Ιησούς, που συνήθως ονομαζόταν Χριστός. Κάποια τέτοιου είδους αναφορά, υπονοείται εν πάση περιπτώσει με τη μεταγενέστερη διακήρυξη ότι οι Χριστιανοί, ίσως ονομάστηκαν από το όνομά Του. Όσο για την τρίτη υπογραμμισμένη φράση, σχετικά με την ανάσταση, ίσως να καταγράφει απλά τι ο Χριστιανοί ισχυρίζονταν.
Μερικοί διακεκριμένοι κριτικοί δεν δυσκολεύτηκαν να δεχθούν το Testimonium Flavianum όπως έχει. Το απόσπασμα αυτό περιέχει οπωσδήποτε πολλά χαρακτηριστικά στοιχεία της γλώσσας του Ιώσηπου, όπως αποδείχθηκε απ' τον αείμνηστο Dr. H. St. John Thackeray (η κορυφαία αυθεντία στη Βρετανία σχετικά με τον Ιώσηπο τα τελευταία χρόνια) και άλλους.
Αποδείχθηκε, επίσης, πως η παράλειψη λέξεων και οι σύντομες φράσεις αποτελούν χαρακτηριστικό της παράδοσης των Αρχαιοτήτων, γεγονός που μας βοηθάει να δεχθούμε την άποψη πως η λέξη «λεγόμενος» εξαφανίσθηκε πριν απ' τη λέξη «Χριστός», και μια φράση όπως «έλεγαν» ή «καθώς τον λένε» εξαφανίστηκε πριν τη φράση «γιατί εμφανίστηκε σ' αυτούς». Και οι δυο αυτές τροποποιήσεις είναι ελκυστικές, ιδιαίτερα η πρώτη, γιατί και την ίδια τη φράση «ο λεγόμενος Χριστός» τη βρίσκουμε και στην ενότητα του Ιώσηπου τη σχετική με το θάνατο του Ιάκωβου.
Δυο άλλες τροποποιήσεις απαιτούν αρκετό σχολιασμό. Η μια έχει προταθεί απ' τον Trackeray, πως, δηλαδή, αντί να διαβάζουμε «την αλήθεια» (τ' αληθή), πρέπει να διαβάζουμε «πράγματα ασυνήθιστα» (αήθη). Η άλλη προτάθηκε απ' τον Δρα Robert Eisler, ότι δηλαδή έχουν παραλειφθεί μερικές λέξεις απ' την αρχή του αποσπάσματος, η οποία άρχιζε: «Εκείνη την εποχή εμφανίστηκε μια καινούργια πηγή προβλημάτων, κάποιος Ιησούς». Αν δεχθούμε αυτές τις τροποποιήσεις του κειμένου έχουμε το εξής αποτέλεσμα:

«Τότε παρουσιάσθηκε μια νέα πηγή προβλημάτων, κάποιος Ιησούς, ένας άνθρωπος σοφός. Έκανε θαύματα και δίδασκε τους ανθρώπους οι οποίοι δέχονταν μ' ευχαρίστηση τα παράξενα πράγματα που τους έλεγε. Παρέσυρε πολλούς Ιουδαίους, αλλά και Έλληνες. Αυτός ο άνθρωπος ήταν εκείνος που λεγόταν Χριστός. Όταν, λοιπόν, ο Πιλάτος τον καταδίκασε σε σταυρικό θάνατο, αφού παραπέμφθηκε απ' τους άρχοντές μας, εκείνοι που τον αγαπούσαν δεν χάθηκαν. Γιατί ξαναπαρουσιάστηκε σ' αυτούς, όπως είπαν, την τρίτη μέρα και πάλι ζωντανός, όπως οι θείοι προφήτες είχαν πει, μαζί με χιλιάδες ακόμα θαυμαστά πράγματα σχετικά γι' αυτόν: Κι ακόμα, και σήμερα η φυλή των Χριστιανών, όπως ονομάστηκαν απ' τ' όνομά Του, δεν έχει χαθεί.»

Τα πλάγια γράμματα αυτή τη φορά σημειώνουν τις τροποποιήσεις του κειμένου (Η κυριότερη δυσκολία στο να δεχθούμε την τροποποίηση του Eisler, που από μόνη της πιθανόν να είναι επαρκής, καθώς κάνει το απόσπασμα πιο ταιριαστό στο όλο πλαίσιο, είναι ο απειθάρχητος περίγυρος που διατηρεί. Με βάση ένα ριζικά τροποποιημένο κείμενο του Testimonium Flavianum, κι ένα ριζικά τροποποιημένο κείμενο της πρόσφατης παρέκκλισης της Σλαβονικής μετάφρασης του έργου του Ιώσηπου Ιουδαϊκός Πόλεμος, ο Dr. Eisler προώθησε μια γενική αναδόμηση της ιστορίας των αρχών του Χριστιανισμού στο έργο του The Messiah Jesus and John the Baptist (1931). Η αναμόρφωσή του αυτή, αν κι έξυπνη, πνευματώδης κι ελκυστική, έχει αρκετά παρεκτραπεί και δεν είναι επιστημονική, γιατί βασίζεται σε κείμενα τα οποία προηγουμένως τροποποίησε, ώστε να ταιριάζουν στις θεωρίες που προσπαθεί να βγάλει απ' αυτές τις τροποποιήσεις.). Αυτή η μετάφραση απ' το Testimonium απαλλάχθηκε από ένα - δυο πολύ απλά τεχνάσματα, από τις δυσκολίες του παραδοσιακού κειμένου, ενώ διατηρεί (ή ακόμα κι αυξάνει) την αξία του αποσπάσματος ως ιστορικού ντοκουμέντου. Η ουσία της όλης προσπάθειας τονίσθηκε περισσότερο σαν αποτέλεσμα των προσθηκών. Και η τελική αναφορά στη «φυλή των Χριστιανών» συνοδεύεται από κάποια ελπίδα πως, κι αν δεν χάθηκαν ακόμα, σύντομα όμως θα χαθούν.
Επομένως, έχουμε σοβαρούς λόγους να πιστεύουμε πως ο Ιώσηπος, αναφερόμενος στον Ιησού, μαρτυρεί: (α) Για την εποχή που έζησε (β) για τη φήμη Του σαν θαυματοποιού, (γ) για το ότι ήταν αδελφός του Ιακώβου, (δ) για τη σταύρωσή Του απ' τον Πιλάτο, μετά από πληροφορίες των Ιουδαίων αρχόντων, (ε) για τον ισχυρισμό ότι ήταν Μεσσίας, (στ) για το ότι ήταν ιδρυτής της «φυλής των Χριστιανών» και πιθανώς (ζ) για την πίστη πως αναστήθηκε απ' τους νεκρούς.

Αν και το απόσπασμα της Σλαβονικής μετάφρασης του Ιουδαϊκού Πολέμου αντιμετωπίζεται γενικά σαν μια Χριστιανική παρέκκλιση, ο Trackeray κατέληξε να την αντιμετωπίζει ευνοϊκά (δες το έργο του. στο Loeb, Josephus, III, σελ. 648 επ.). Τοποθετείται στον Ιουδαϊκό Πόλεμο, μεταξύ του ΙΙ/9,3 και ΙΙ/9,4 κι έχει ως εξής:

«Εκείνη την εποχή παρουσιάσθηκε ένας συγκεκριμένος άνθρωπος, αν ταιριάζει βέβαια να τον ονομάσουμε άνθρωπο. Η φύση κι η μορφή του ήσαν ανθρώπινες, αλλά η εμφάνισή του ήταν κάτι παραπάνω από ανθρώπινη∙ τα έργα του όμως ήσαν θεϊκά. Έκανε θαύματα υπέροχα και μεγάλα. Γι' αυτό και αδυνατώ να τον ονομάσω άνθρωπο. Αλλά, απ' την άλλη, πλευρά, ρίχνοντας μια ματιά στη φύση του που τη μοιράζονταν κι άλλοι, δεν θα τον ονομάσω άγγελο.
Ο,τιδήποτε έκανε, το έκανε με μια ακατανίκητη δύναμη, μ' ένα λόγο, με μια διαταγή. Μερικοί είπαν, «Αναστήθηκε απ' τους νεκρούς ο πρώτος μας νομοθέτης, και κάνει σημεία και τέρατα». Άλλοι, όμως, σκέφθηκαν πως τον έστειλε ο Θεός. Σε πολλές περιπτώσεις πάντως ήρθε σ' αντίθεση με το Νόμο και δεν ακολουθούσε τα σάββατα, σύμφωνα με το Νόμο των προγόνων μας. Δεν έπραξε όμως με τα χέρια του τίποτα που να ήταν ντροπή, και το κάθε τι, το προετοίμαζε με τα λόγια του.
Πολλοί απ' τον όχλο τον ακολουθούσαν κι άκουγαν με προσοχή τη διδασκαλία του. Πολλές καρδιές τονώθηκαν, γιατί σκέφτηκαν πως οι Ιουδαϊκές φυλές θα μπορούσαν πλέον να ελευθερωθούν απ' τα Ρωμαϊκά χέρια. Συνήθιζε όμως ν' απομακρύνεται απ' την πόλη στο Όρος των Ελαιών. Εκεί επίσης θεράπευε ανθρώπους. Συγκεντρώθηκαν γύρω του περί τους εκατόν πενήντα βοηθοί, αλλά και πλήθος λαού. Όταν όμως είδαν τη δύναμή του, που μ' ένα λόγο έκανε ό,τι ήθελε, κι όταν τού γνωστοποίησαν την επιθυμία τους να κατεβεί στην πόλη και να καταστρέψει τα Ρωμαϊκά στρατεύματα και τον Πιλάτο και να τους κυβερνήσει, δεν έδωσε σ' αυτό προσοχή. Όταν, λοιπόν, τα νέα αυτά έγιναν γνωστά στους Ιουδαίους άρχοντες, συγκεντρώθηκαν μαζί με τον αρχιερέα κι είπαν: «Δεν έχουμε δύναμη ν' αντισταθούμε στους Ρωμαίους. Εφόσον, λοιπόν, το τόξο λύγισε θα πάμε στον Πιλάτο και θα του γνωστοποιήσουμε ό,τι ακούσαμε, για ν' απαλλαχτούμε απ' το πρόβλημα, μη και τ' ακούσει από άλλους και κλέψει τα αγαθά μας και μας σκοτώσει, και διασκορπίσει τα παιδιά μας». Πήγαν, λοιπόν, κι έκαναν αναφορά στον Πιλάτο. Κι εκείνος έστειλε κι έσφαξε πολλούς απ' το πλήθος. Και συνέλαβε αυτόν τον θαυματοποιό κι αφού τον ανέκρινε διακήρυξε την άποψή του, «Κάνει καλό κι όχι κακό, δεν είναι επαναστάτης ούτε σφετεριστής του θρόνου». Τον άφησε, λοιπόν, να φύγει γιατί είχε θεραπεύσει την ετοιμοθάνατη γυναίκα του. Όταν επέστρεψε στον τόπο του έκανε τα συνηθισμένα του θαύματα. Περισσότεροι και περισσότεροι άνθρωποι μαζεύτηκαν γύρω του δόξαζε τον εαυτό του με μεγαλύτερη δραστηριότητα απ' ό,τι πριν. Οι γραμματείς τον φθόνησαν κι έδωσαν στον Πιλάτο τριάντα αργύρια για να τον σκοτώσει. Εκείνος τα πήρε και τους άφησε ελεύθερους να κάνουν ό,τι θέλουν. Τον πήραν, λοιπόν, και τον σταύρωσαν αντίθετα με το Νόμο των πατέρων τους.»

     Μόνο μ' ένα ανήλεο κουτσούρεμα θα μπορούσε ο Eisler να μετατρέψει αυτό το απόσπασμα σε μια σαν κι αυτό που θα έγραφε ένας Ιουδαίος συγγραφέας. Ο Χριστιανός που παρεμβλήθηκε εισάγει αρκετά απομνημονεύματα απ' το Testimonium Flavianum σε καμιά όμως περίπτωση δεν μειώνει τη λάμψη του Πιλάτου και των Ρωμαίων για να τονίσει αυτή των Ιουδαίων.
Άλλα αποσπάσματα Χριστιανικής φύσης στη Σλαβονική μετάφραση του Ιουδαϊκού Πολέμου αναφέρονται στον Ιωάννη τον Βαπτιστή, τον Φίλιππο τον τετράρχη (συγκρ. Λκ 3/1), στους Χριστιανούς της Παλαιστίνης την εποχή του Κλαύδιου. Επίσης, σε μια επιγραφή στο Ναό, υποστηρίχθηκε ότι υπενθυμίζει τη σταύρωση του Ιησού, γιατί ο ίδιος είχε προφητεύσει την πτώση της πόλης και του Ναού, το σχισμένο καταπέτασμα και την ανάσταση του Ιησού.
Τέλος, στην προφητεία που αναφέρεται στη συνήθη έκδοση (στο VΙ/5,4), ότι απ' την Παλαιστίνη θα έβγαινε παγκόσμιος κυβερνήτης. Μια λεπτομερής εξέταση όλων αυτών των Σλαβονικών προσθηκών, καθώς και μια κριτική της θεωρίας του Eisler δίνει ο J.W. Jack, στο έργο του, Historic Christ (1933).


F.F. Bruce ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ Είναι άραγε αξιόπιστα; ΑΘΗΝΑ 2000

Η διαφορά τής ανθρώπινης και τής θείας δικαιοσύνης




Τού γέροντα Παϊσίου

«Η θεία δικαιοσύνη είναι ενάντια στο ανθρώπινο δίκαιο. Το ανθρώπινο δίκαιο είναι ισότης του μέτρου, διότι δίνει στον καθένα το δίκαιο και δεν παρεκκλίνει σε ένα ή άλλο μέρος, ούτε προσωπολητττεί, όταν πρόκειται να αποδώσει το δίκαιο. Η θεία δικαιοσύνη, όμως, παρεκκλίνει και χαρίζεται μετά συμπαθείας σε όλους και τον μεν άξιο τιμωρίας δεν τον παιδεύει, τον δε άξιον επαίνου τον γεμίζει με κάθε αγαθό.

Μια μέρα ένας προσκυνητής ρώτησε το γέροντα τι είναι η θεία δικαιοσύνη κι εκείνος απάντησε μ' ένα χαριτωμένο παράδειγμα.

- Να, πες πως κάθονται δυο άνθρωποι σ' ένα τραπέζι για να φάνε, κι έχουν μπροστά τους ένα πιάτο με δέκα βερίκοκα. Αν λοιπόν ο ένας φάει από λαιμαργία επτά και αφήσει τρία στον άλλον, τότε αυτός έχει αδικία και αδικεί τον άλλον αυτό είναι το άδικο.

Αν τώρα αυτός πει:
- Ε, είμαστε δύο και τα βερίκοκα είναι δέκα - άρα μας αναλογούν από πέντε- και φάει αυτός τα πέντε κι αφήσει για τον άλλον τα άλλα πέντε, τότε αυτός ο άνθρωπος εφαρμόζει το ανθρώπινο δίκαιο και έχει την ανθρώπινη δικαιοσύνη. Γι' αυτό, το ανθρώπινο δίκαιο, πολλές φορές τρέχουμε στα δικαστήρια για να το βρούμε.

Αν όμως αυτός δει πως στον άλλο αδελφό αρέσουν τα βερίκοκα και προσποιηθεί πως σ' αυτόν δεν αρέσουν -και φάει μόνον ένα για το λογισμό- και λέει στον άλλο: "αδελφέ, φάε εσύ τα άλλα βερίκοκα, γιατί εμένα δεν μου πολυαρέσουν", τότε αυτός έχει τη θεία δικαιοσύνη με την οποία προτιμά ανθρωπίνως να αδικηθεί. Με τη θεία όμως, αμοίβεται για τη θυσία του.

Ο Κύριος εφάρμοσε πρώτος τη θεία αυτή δικαιοσύνη. "Ούτε όταν Τον κατηγορούσαν, δικαιολόγησε τον εαυτό του, ούτε όταν Τον έφτυναν, διαμαρτυρόταν, ούτε όταν έπασχε απειλούσε, αλλά όλα τα υπέμεινε καρτερικά και σιωπηλά, χωρίς να αντιδράσει καθόλου. Το σπουδαιότερο όμως όλων ήταν ότι Εκείνος όχι μόνο δε ζητούσε βοήθεια από τους ανθρώπινους νόμους, αλλά αντίθετα δικαιολογούσε τους διώκτες του στον πατέρα Του κι ευχόταν γι' αυτούς, ώστε να συγχωρηθούν: ...Πάτερ, άφες αυτοίς, ου γάρ οίδασι τι ποιούσι (Λουκ. ΚΓ', 34) Πάντα η δικαιοσύνη του θεού βασιλεύει. Γι' αυτό το λόγο ο Κύριος μας προτρέπει και μας λέει πως πρέπει να περισσεύει η δικαιοσύνη η δική μας από εκείνη των Φαρισαίων, διότι εκείνοι αποσκοπούσαν στην ανθρώπινη δικαιοσύνη. Γι' αυτό και τιμωρούσαν, δίκαζαν, φυλάκιζαν, φιλονικούσαν, υπερασπιζόντουσαν τα δίκαια τους, δεν μπορούσαν να δεχτούν την αρπαγή των υπαρχόντων τους ή την κάθε αδικία που γινόταν σε βάρος τους. Ενώ ο Κύριος διαβεβαίωσε τον καθένα μας ότι: Λέγω γαρ υμίν ότι εάν μη περισσεύση η δικαιοσύνη υμών πλείον των γραμματέων και Φαρισσαίων, ου μη εισέλθητε εις τήν Βασιλείαν των ουρανών.(Ματθ. Ε', 20)

Καλό είναι κι εμείς να υπομένουμε τη βία εκείνων, που θέλουν να μας αδικούν, και να προσευχόμαστε γι' αυτούς, ώστε να απαλλαγούν από το παράπτωμα της πλεονεξίας με τη μετάνοια. Αυτό είναι και το μόνο που θέλει η δικαιοσύνη του θεού, το να ξαναπάρουμε κάποτε τον πλεονέκτη -όχι τα "πλεονεκτήματα" πράγματα- ελεύθερο από την αμαρτία, δια της μετάνοιας.

Πασχαλινή Ποιμαντορική Εγκύκλιος 2011 του Μητροπολίτη Κυθήρων Σεραφείμ


ΠΑΣΧΑΛΙΝΗ ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
(ὑπ΄ἀριθ. 82/2011)
Προς
Τόν Ἱερόν Κλῆρον καί τόν Χριστώνυμον Λαόν
τῆς καθ΄ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κυθήρων καί Ἀντικυθήρων
«Ἀναστάσεως ἡμέρα, λαμπρυνθῶμεν λαοί, Πάσχα Κυρίου Πάσχα...»
(Καταβασίαι τοῦ Πάσχα, α' εἱρμός)
Προσφιλεῖς μου ἐν Χριστῷ Ἱερεῖς, Ἀδελφοί καί Συλλειτουργοί,
Ἀδελφοί μου Χριστιανοί, τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά˙
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Κατά τήν ὁλόφωτη καί φωταυγῆ ἁγία Νύκτα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Ζωοδότου Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ λαμπροφορεμένοι ὄχι μόνον ἐξωτερικά, ἀλλά πρωτίστως καί κυρίως ψυχικά καί πνευματικά, ἑορτάζουμε τήν λαμπροφόρο καί λαμπαδηφόρο Ἀνάστασι τοῦ Θείου Λυτρωτοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ψάλλουμε πανευφρόσυνα κατά τήν ἅγια καί μοναδική αὐτή καί φωτόλουστη Ἀναστάσιμη Νύκτα : «Σήμερον πᾶσα κτίσις, ἀγάλλεται καί χαίρει, ὅτι ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ καί δης ἐσκυλεύθη». «Ὁ Ἄγγελος ἐβόα τῇ Κεχαριτωμένῃ, Ἁγνή Παρθένε χαῖρε, καί πάλιν ἐρῶ χαῖρε, ὁ σός Υἱός ἀνέστη τριήμερος ἐκ τάφου». «Ὡς ὄντως ἱερά καί πανέορτος, αὕτη ἡ σωτήριος νύξ καί φωταυγής, τῆς λαμπροφόρου ἡμέρας τῆς Ἐγέρσεως οὖσα προάγγελος...».
Καί ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία μέ τήν γλῶσσα τοῦ ἱεροῦ ὑμνῳδοῦ μᾶς καλεῖ νά λαμπρυνθοῦμε ὡς πρός τήν ψυχή, πέραν ἀπό τά λαμπρά μας πασχαλινά ἐνδύματα, καί νά ἐνδυθοῦμε μέ τήν πνευματική λαμπρότητα καί ὡραιότητα, πού χαρίζει τό φῶς τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ζωογόνος Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Μέ αὐτή τήν πνευματική προϋπόθεσι μᾶς προτρέπει νά ἑορτάσωμε ὄχι τό Πάσχα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλά τό Πάσχα τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου καί Θεοῦ μας Σωτῆρος Χριστοῦ.
Ὁ μεγάλος Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ὑψιπέτης αὐτός ἀετός τῆς Θεολογίας λέγει, μεταξύ πολλῶν ἄλλων, καί τά ἑξῆς διά τό Ἅγιον Πάσχα (τά ἀποδίδουμε εἰς τήν ἁπλῆ γλῶσσα) : «Τό Πάσχα αὐτό, τό μέγα καί σεβάσμιο ... ἡ λέξις Πάσχα δηλώνει τήν διάβασι, τό πέρασμα. Ἱστορικά μέν σημαίνει τήν φυγή καί μετανάστευσι τῶν Ἑβραίων ἀπό τήν Αἴγυπτο πρός τήν γῆ τῆς Χαναάν, τήν γῆ πού ἔρεε μέλι καί γάλα. Πνευματικά, ὅμως, ὑποδηλώνει τήν ἀπό τά γήϊνα πρός τά οὐράνια, τήν νοητή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, πνευματική πρόοδο καί ἀνάβασι». Καί σέ ἄλλο περίφημο λόγο του ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, προσθέτει τά ἀκόλουθα : «Τό ἅγιο Πάσχα καί περιβόητο, ἡ βασίλισσα τῶν ἡμερῶν ἡμέρα καί ἡ λαμπρή Νύκτα, πού διαλύει τό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας. Κατά τήν ἅγια αὐτή Νύκτα ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, φωτιζόμενοι ἀπό τό πλούσιο Ἀναστάσιμο φῶς ἑορτάζουμε πανηγυρικά τήν σωτηρία μας. Καί ἀφοῦ μέ τό θεῖο καί ἀνέσπερο φῶς τῆς Ἀναστάσεως ἀξιωθήκαμε νά νεκρωθοῦμε μαζί μέ Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος ἐνεκρώθη χάριν τῆς λυτρώσεως καί σωτηρίας μας, δηλ. μέ τόν Ἐσταυρωμένο Κύριό μας, θά ἔχωμε καί τήν εὐλογία τῆς Ἀναστάσεως μαζί μέ Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς ὡς Θεός Παντοδύναμος».
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ὁλόψυχα εὔχομαι ἡ ψυχική λαμπρότητα, μέ τήν ὁποία καλούμεθα νά ἑορτάσωμε τήν κοσμοσωτήριο Ἀνάστασι τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί νά λατρεύσωμε ἀπό καρδίας τόν Ἀναστάντα Θριαμβευτή καί Νικητή τοῦ διαβόλου, τοῦ θανάτου, τῆς φθορᾶς καί τῆς ἁμαρτίας, νά καταυγάσῃ ὅλη τήν ζωήν μας : τόν νοῦ, τήν καρδία, τούς λογισμούς, τούς λόγους, τήν ἀναστροφή μας, τίς πράξεις καί τά ἔργα μας.
Οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοί ἁρμόζει νά εἴμεθα «φωτόμορφα τέκνα τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας μας» καί «παιδιά φωτός καί ἡμέρας», κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, θεοσεβεῖς χριστιανοί κοινωνοί καί μέτοχοι τοῦ Ἀναστασίμου Θείου Φωτός.
Εἴθε, Ἀδελφοί μου, τό φῶς, ἡ εἰρήνη, ἡ χαρά, ἡ εὐφροσύνη καί ἡ ἀγαλλίασις τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας νά κατακλύζουν τήν ζωή, τό περιβάλλον καί τήν κοινωνία μας. Ἡ Χάρις καί ἡ εὐλογία τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ νά ἐπισκιάζουν ὅλα τά πνευματικά μας τέκνα, τά ἐγγύς καί τά μακράν, τούς ταξιδεύοντες προσφιλεῖς μας ναυτικούς, τούς ἀποδήμους καί ὁμογενεῖς συμπατριώτας μας Κυθηρίους καί Ἀντικυθηρίους, τούς ἐμπερίστατους καί ταραγμένους λαούς τῆς Ἀσίας, Ἀφρικῆς καί Αὐστραλίας καί ὅλο τόν κόσμο.
Τό ἀπόγευμα τῆς Μεγάλης σημερινῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα καί περί ὥραν 7ην μ.μ. θά τελεσθῇ ὁ πανηγυρικός Ἀναστάσιμος Ἑσπερινός τῆς Ἀγάπης εἰς τήν Ἱερά Μονή τῆς Παναγίας μας τῆς Μυρτιδιώτισσας μέ τήν συμμετοχή τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου, τῶν Ἱεροψαλτῶν μας καί ὅλων τῶν φιλοχρίστων Χριστιανῶν τῆς νήσου μας, θά ἀναγνωσθῆ τό Ἱερό Εὐαγγέλιο σέ πολλές γλῶσσες καί θά προσφερθοῦν τά πασχαλινά αὐγά. Σᾶς ἀναμένουμε ὅλους μέ περισσή Ἀναστάσιμη χαρά.
Μέ Πασχάλιες εὐχές καί εὐλογίες
Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Κυθήρων Σεραφείμ

Ποιμαντορική Εγκύκλιος του Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας κκ.Κοσμά



Ἐν Ἱερᾷ Πόλει Μεσολογγίου τῇ 14ῃ Ἀπριλίου 2011
Π Α Σ Χ Α 2 0 1 1
Π Ο Ι Μ Α Ν Τ Ο Ρ Ι Κ Η Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ
(ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 35)
Κ Ο Σ Μ Α Σ
ΧΑΡΙΤΙ ΘΕΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
Προς το Χριστεπώνυμον Πλήρωμα
της καθ’ ημάς Ιεράς Μητροπόλεως

Αγαπητοί συμπρεσβύτεροι και αγαπητοί αδελφοί,
«Αύτη η ημέρα ην εποίησεν ο Κύριος,
αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή» (Ψαλμ. 117, 24).

Ο ψαλμικός αυτός στίχος είναι προφητικός. Κατά τον Μέγα Αθανάσιο η ημέρα για την οποία μιλάει ο ιερός ψαλμωδός δεν είναι άλλη, παρά η ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Καμιά ημέρα δεν είναι τόσο μεγάλη και σπουδαία, τόσο συντελεστική στην ευτυχία και τη χαρά ολοκλήρου του κόσμου, όλης της ανθρωπότητος.
Όλες οι άλλες ημέρες χρόνων και αιώνων, όσο μεγάλες και σημαντικές κι αν είναι, όσο κι αν θεωρούνται ιστορικοί σταθμοί αφορούν ωρισμένους ανθρώπους, αναφέρονται σε γεγονότα των οποίων οι συνέπειες δεν έχουν τόση σημασία και τόση διάρκεια, όσο οι συνέπειες του μυστηρίου της Αναστάσεως.
Όταν μετά την παρακοή των πρωτοπλάστων ο Θεός μας τους απεμάκρυνε από τον Παράδεισο της Εδέμ και τα χερουβείμ με την φλογίνη ρομφαία έκλεισαν τις πύλες του επιγείου Παραδείσου, ο θάνατος άνοιξε τις δικές του πύλες.
Από τότε ο άνθρωπος ζούσε αφ’ ενός με κόπο, μόχθο και πόνο, αφ’ ετέρου όταν έφευγε από την επίγειο ζωή, πορευόταν προς τη φρίκη, τον τρόμο, το σκοτάδι, τη φθορά, την κατάρα, τον αιώνιο θάνατο, προς τον φοβερό Άδη.
Δόξα τω Θεώ όμως. Ο Πατέρας της αγάπης και του απείρου ελέους «δεν απεστράφη το πλάσμα του εις τέλος, ο εποίησε…» (Μ. Βασίλειος).
«Εξαπέστειλε τον Υιόν Αυτού», ο οποίος «έδωκεν εαυτόν αντάλλαγμα τω θανάτω…» και «κατελθών δια του Σταυρού εις τον Άδην … έλυσε τας οδύνας του θανάτου…» (Μ. Βασίλειος).
Φοβερός καθαιρέτης και εξολοθρευτής του θανάτου έγινε ο εκουσίως παθών Κύριος με τη σταυρική Του θυσία, την εις τον Άδην κάθοδόν Του και την Ανάστασί Του.
Πριν από την σταυρική Του θυσία διεκήρυξε και εβεβαίωσε ότι είναι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου.
Ανέστησε την θυγατέρα του αρχισυναγώγου, τον μονογενή υιό της χήρας στη Ναΐν, αλλά και τον τετραήμερο Λάζαρο λέγοντας: «Εγώ ειμί η Ανάστασις και η ζωή» (Ιω. ια’, 25).
Αυτά τα μεγάλα θαύματα ήταν προανάκρουσμα του μεγίστου
Αιωνίου μυστηρίου και θαύματος της Αναστάσεώς Του, το οποίο έγινε «τη μια των Σαββάτων», την πρώτη Κυριακή.
Ο διάβολος και τα απαίσια όργανά του επέπεσαν με μίσος και ορμή επάνω στον Κύριο και τον θανάτωσαν ως άνθρωπο, αφού ο Κύριος το επέτρεψε.
Αλλοίμονο όμως σ αὐτούς. Κάτω από την σάρκα του ενανθρωπίσαντος Χριστού ήταν η Θεότης. Και η σατανική δύναμι συνελήφθηκε, αγκιστρώθηκε, αχρηστεύθηκε.
Έτσι αποδείχθηκε ότι ο Εσταυρωμένος Χριστός, είναι ο Θεός ο αληθινός, τον οποίο δεν μπορούσε να κρατήση αιχμάλωτο ο σκοτεινός Άδης.
Ο Χριστός «ανέστη εκ νεκρών», ενίκησε την αμαρτία, ενίκησε τον θάνατο, συνέτριψε το κράτος του Άδου. Ο Αναστάς έφερε ειρήνη στις ψυχές , ελπίδα, φως.
Τον αποστάτη άνθρωπο με την Άνάστασί του, τον έκαμε φίλο, κληρονόμο της Βασιλείας του Θεού, συγκληρονόμο Χριστού.
Και το όνομα ακόμη του θανάτου δεν είναι πλέον τόσο φοβερό. Γιατί ο θάνατος έγινε και είναι ύπνος. «Ανέστη ο Κύριος και την οικουμένην εαυτώ συνανέστησεν. Αυτός μεν ανέστη, του θανάτου τα δεσμά διαρρήξας» κηρύσσει ο Ιερός Χρυσόστομος.
Ανέστη ο Κύριος και έδωσε την δυνατότητα όλοι οι άνθρωποι να αναστηθούν κατά την μεγάλη και ένδοξο ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας του. «Χριστός εγήγερται, εκ νεκρών απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο» βεβαιώνει ο Απ. Παύλος (Α Κορινθ. ιε’, 20). Από την στιγμή που κατέβηκε ο Κύριος στον Άδη και ανέστη, δεν υπάρχει νεκρός στον τάφο αλλά κεκοιμημένος. «Ανέστη Χριστός και ουδείς νεκρός επί μνήματος» (Κατηχ. Λόγος).
Με την Ανάστασί Του, άνοιξε την «κεκλεισμένη θύρα της Εδέμ», άνοιξε την πύλη του Ουράνιου Παραδείσου, για να οδηγηθούν εκεί όλοι, όσοι πιστεύουν και ζουν κατά Χριστόν.
Γι αὐτό μετά την Πεντηκοστή Απόστολοι, Πατέρες, Όσιοι, Μάρτυρες, Νεομάρτυρες, γέροντες, νέοι, νέες περιφρόνησαν τον θάνατο και υπέμειναν πολυώδυνα βάσανα, για να μη χάσουν τον Χριστό, την Ανάστασι, τον γλυκύ Παράδεισο.
Αυτή την νίκη και τον θρίαμβο του Αναστάντος Χριστού μας εορτάζουμε και ζούμε αυτή την λαμπροφόρο Κυριακή. Πως να μην ευφραίνεται η ψυχή μας σήμερα; «Αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή τη ημέρα» λοιπόν.
Να χαρούμε, να πανηγυρίσουμε, να εορτάσουμε ολόψυχα σήμερα. «Εορτάσωμεν την εορτήν ταύτην την μεγίστην και λαμπράν … φαιδρώς και θεοσεβώς» συμβουλεύει ο ιερός Χρυσόστομος. Να την εορτάσουμε με χαρά αλλά και με «θεοειδείς έννοιες» συμπληρώνει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης. Να την εορτάσουμε με ευγνωμοσύνη. Να την εορτάσουμε με θερμή πίστι.
Με πίστι στην θεότητα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, με πίστι στην Ανάστασή Του. Να στερεώσουμε στην καρδιά μας την πίστι ότι ο Αναστάς Χριστός θα είναι ο αιώνιος νικητής όλων εκείνων που τολμούν σήμερα να τον αμφισβητήσουν, να τον αρνηθούν, να τον πολεμήσουν, να τον συκοφαντήσουν.
Να πιστέψουμε και να συνειδητοποιήσουμε ότι μόνον ο Αναστάς Κύριος μπορεί να μας λυτρώση από την οποιαδήποτε κρίσι που μας ταλαιπωρεί και μας συντρίβει σήμερα.
Να πιστέψουμε στην θεότητά Του, στην παντοδυναμία Του, να Του παραδώσουμε τον εαυτό μας και να ειρηνεύσουμε.
Να την εορτάσουμε με αγάπη στον Χριστό μας, με αγάπη για κάθε συνάνθρωπό μας. Σήμερα «συγχωρήσωμεν πάντα τη Αναστάσει».
Για την αγάπη του Αναστάντος να μη φύγουμε σήμερα από την Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία. Να ζήσουμε την Ανάστασί Του, ζώντας το μέγα μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Όλοι μαζί αγαπημένοι και ενωμένοι.
Τέλος, να την εορτάσουμε παίρνοντας την σωτήριο απόφασι:
Στην αντισταυρική και χωρίς φως Αναστάσεως εποχή μας, εμείς να θελήσουμε να αρνηθούμε το περιρρέον υλιστικό και αντιχριστιανικό φρόνημα. Να ζούμε ζωή αναστημένη με τον Αναστάντα στην καρδιά μας.
Αγαπητοί,
Εύχομαι, πατρικά, να ζούμε όλοι «χαίροντες και ευφραινόμενοι εν Χριστώ Αναστάντι».

Καλή Ανάστασι!

Μετά πατρικών ευχών
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

+ Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΚΟΣΜΑΣ

αρχιμ. Καλλίστρατος Λυράκης: Τα πρόσωπα του εγκλήματος (της σταύρωσης του Κυρίου) και οι παγίδες τους

Οι θρησκευτικοί ηγέτες

Ανάμεσα στα πρόσωπα, που με σατανική μανία πολέμησαν τον Υιό του ανθρώπου, πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, οι Αρχιερείς και οι Πρεσβύτεροι. Οι τίτλοι τους φανερώνουν την κοινωνική τους θέση και το έργο τους.
Αυτοί ηταν όχι απλώς οι άρχοντες, αλλά οι θρησκευόμενοι ηγέτες του Ιουδαϊκού λαού. Είχαν μόρφωση θεολογική. Εγνώριζαν το Νόμο και τους Προφήτες. Επομένως εγνώριζαν τα χαρακτηριστικά του Μεσσία. Γι' αυτό και αυτοί πρώτοι έπρεπε να τον αναγνωρίσουν. Να τον πιστεύσουν. Να γίνουν οι οπαδοί Του. Και κατόπιν να καθοδηγήσουν τον Ισραηλιτικό λαό σ' Αυτόν. Ένα είδος προφήτου να γίνονταν. Όπως ο Πρόδρομος και Βαπτιστής Ιωάννης υποδείκνυε και έλεγε: «Ίδε ο αμνός του Θεού» (Ίω. Α' 36). Όπως ο Ανδρέας, όταν έλεγε προς τον αδελφό του Σίμωνα: «Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν ο έστι μεθερμηνευόμενον Χριστός» (Ιω. Α' 42). Γιατί αυτό είναι το καθήκον του θρησκευτικού άρχοντα, του διδασκάλου: Αυτός πρώτος να πιστεύει σ' αυτά που διδάσκει. Αυτός πρώτος να εφαρμόζει τα όσα διδάσκει. Αυτός πρώτος να γίνεται τύπος και υπογραμμός στους άλλους ανθρώπους, ιδιαίτερα στους διδασκόμενους.

Δυστυχώς, δεν είναι ξένη η συμπεριφορά των Γραμματέων και Φαρισαίων στη σημερινή πραγματικότητα. Λυπηρό, αλλά όχι σπάνιο, η παρουσία Θεολόγων, ιεροκηρύκων, ιερέων, που κηρύττουν, αλλά δεν εφαρμόζουν· που παροτρύνουν, αλλά δεν παραδειγματίζουν.

Γίνονται έτσι αιτία να απομακρύνεται ο λαός από την πίστη, τη χριστιανική αλήθεια, την Εκκλησία. Γιατί αποβαίνουν σκάνδαλα. Ο λαός επιζητεί να ιδεί στα πρόσωπά τους και την εν γένει ζωή τους να κυριαρχεί η πίστη, η ευλάβεια, το ηθικό παράδειγμα. Εάν δεν το διαπιστώνει, πραγματοποιείται το: «Δι' ημάς βλασφημείται το όνομα μου εν τοις έθνεσι» (Ρωμ. Β' 4). Ο «λύχνος» της ζωής τους δεν φέγγει και δεν φωτίζει «πάσι τοις εν τη οικία» (Ματθ. Ε΄ 15), αλλά το ημίφως των ασυστόλων παραβάσεών τους, το όνομα του Θεού βλασφημεί και κακοσυσταίνει.

Τέτοιοι ήσαν και οι θρησκευτικοί ηγέτες των Ιουδαίων. Σε τίποτε δεν τους ωφέλησε η θεολογική μόρφωση, το εκκλησιαστικό αξίωμα! Έμειναν άπιστοι! Από την πρώτη στιγμή εκδηλώθηκε η κακία της ψυχής τους, ως αντίδραση κατά του θείου Διδασκάλου. Με κάθε τρόπο επεζήτησαν να στερεώσουν τους εαυτούς τους στην απιστία. Γι' αυτό και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης υπογραμμίζει τη σκληροτράχηλη απιστία τους, όπως αυτή ξεσκεπάστηκε και στο θαύμα του εκ γενετής τυφλού: «Ουκ επίστευσαν οι Ιουδαίοι (Φαρισαίοι) περί αυτού ότι τυφλός ην και ανέβλεψεν» (Ιω. Θ' 18). Και όμως το θαύμα του εκ γενετής τυφλού ήταν ολοφάνερο, όπως και όλα τα εκπληκτικά θαύματα του Κυρίου. Και παρά ταύτα εξακολουθούσαν να μη πιστεύουν στο Χριστό ότι ηταν ο Μεσσίας, παρ' όλα τα εκπληκτικά θαύματα τα οποία έβλεπαν να επιτελεί. Κατ' αυτόν τον τρόπο, σταδιακά, αλλά σταθερά, μόνοι τους παρασκεύασαν τους εαυτούς τους ως εύχρηστα όργανα του Σατανά, για να συντελεσθεί το μεγαλύτερο, το ανεπανάληπτο Έγκλημα στη γη.

Ας παρακολουθήσομε, λοιπόν, την κακοποιό δράση των θρησκευτικών ηγετών του Ισραήλ, για να πάρουμε και τα ανάλογα μηνύματα-διδάγματα.


Οι τρεις αφορμές

Βρισκόμαστε στο τέλος του τρίτου έτους της δημόσιας δράσης του Κυρίου. Κάποια αλυσιδωτά γεγονότα πυροδοτούν την κακεντρέχεια και το φθόνο των Φαρισαίων και Γραμματέων.

Το θαύμα της εκ νεκρών αναστάσεως του Λαζάρου υπήρξε η απαρχή των αφορμών. Τους είχε κάνει τεράστια εντύπωση το θαύμα αυτό! Νικητής του θανάτου ο Χριστός, πώς να μη είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας, ο Βασιλιάς του Ισραήλ; Εξάλλου το φρόνημα αυτό επικρατεί πια μεταξύ του λαού. Μεγάλος ενθουσιασμός έχει αρχίσει να δημιουργείται για τον Χριστό. Πλήθη λαού πιστεύουν σ' Αυτόν. Ποια ερμηνεία να δώσει η πωρωμένη τους καρδιά σ' ό,τι μέγιστο συντελείται; Δυστυχώς, αρνητική υπήρξε η αντίδραση και λειτουργία τους. Όχι ταπεινή αποδοχή της σωτηριώδους θαυματουργίας Του, αλλά μικροψυχία, φόβος και στενότητα καρδίας.

Την επομένη ημέρα ακολουθεί η θριαμβευτική είσοδος του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα. Η υποδοχή του λαού ήταν απροσδόκητη. Σείεται η πόλη από τις ζητωκραυγές... Λαός πολύς, που είχε έλθει στη γιορτή, όταν άκουσε ότι έρχεται ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα έστρωσαν τα εξωτερικά τους ρούχα για να περάσει πάνω απ' αυτά· άλλοι πήραν στα χέρια τους κλαδιά από φοίνικες, που ήσαν κατά μήκος του δρόμου και βγήκαν από την πόλη για να τον προϋπαντήσουν και φώναζαν δυνατά: «Ωσαννά τω υιώ Δαβίδ· ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου· ωσαννά εν τοις υψίστοις» (Ματθ. κα΄ 9).

Κι ήταν αυτά τα «ωσαννά» η δεύτερη αφορμή, που ερεθίζει θανάσιμα το φθόνο των θρησκευτικών ηγετών του Ισραήλ εναντίον του Ιησού.

Το κοντόφθαλμο της διανοίας των Φαρισαίων και Αρχιερέων διαισθάνθηκε την απειλή της εξουσίας τους από την ξαφνική εμφάνιση του Κυρίου και τη λαμπρή υποδοχή Του από το λαό, που του απέδιδε κάθε δόξα και τιμή. Διαισθάνονταν την απειλή του ένδοξου βασιλείου του Ισραήλ ή τον έλεγχο της άνομης ζωής τους;

Γεγονός πάντως είναι ότι τρώθηκε καίρια ο εγωισμός των Φαρισαίων. Γι' αυτό οι Αρχιερείς και οι Φαρισαίοι συγκάλεσαν σε σύσκεψη τα μέλη του Συνεδρίου και έλεγαν: Τι να κάνουμε; Ο κίνδυνος που μας παρουσιάζεται είναι μεγάλος, γιατί αυτός ο άνθρωπος ενεργεί πολλά θαύματα. Αν τον αφήσουμε ελεύθερο, όπως τον είχαμε έως τώρα, όλοι θα πιστεύσουν σ' Αυτόν, ότι είναι ο Μεσσίας και επόμενο είναι να γίνει κάποια επανάσταση (Ιω. ια' 48).

Και ενώ αυτά συνωμοτούν οι Φαρισαίοι, η τριάδα των αφορμών συμπληρώνεται με την είσοδο του Ιησού στο Ναό και την εκδίωξη από τον ιερό χώρο όλων εκείνων που πωλούσαν και αγόραζαν στο σπίτι του Πατέρα Του. Αυτό εξόργισε περισσότερο τους Φαρισαίους. Εξέλαβαν τον τρόπο αυτόν της συμπεριφοράς Του ως σφετερισμό της θείας εξουσίας. Γι' αυτό και αποφασίζουν το θάνατό Του. Αλλά πώς να το επιτύχουν; Έπρεπε προηγουμένως να τον συλλάβουν ως παραβάτη του Νόμου.


Η α΄ παγίδα

Το δολοπλόκο σχέδιο των Φαρισαίων στήνεται πρωταρχικά στη σκέψη και στην καρδιά τους! Γι' αυτό και επιζητούν «όπως αυτόν παγιδεύσωσιν εν λόγω» (Ματθ. κβ΄ 15). Αρχίζουν τις επιθέσεις τους! Στήνουν τις παγίδες τους!!!

Η πορεία των γεγονότων θα βεβαιώσει του λόγου το αληθές.

Ο Κύριος διδάσκει στο Ναό. Τον πλησιάζουν οι Αρχιερείς και οι Πρεσβύτεροι του λαού «εν σώματι» για να τον καταλάβουν εξ απρόοπτου! Θέτουν αμέσως σε εφαρμογή τη δολοπλόκο και παγιδευτική τακτική των ερωτήσεων: «εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς; Και τις σοι έδωκε την εξουσίαν ταύτην;» (Ματθ. κα΄ 23).

Η διπλή αυτή ερώτηση συνιστά την α' παγίδα και αναλύεται ως εξής:
Πώς τόλμησες και εισήλθες στα Ιεροσόλυμα χθες; Με ποιά εξουσία έδιωξες εκείνους που πωλούσαν και αγόραζαν στο Ναό; Πολιτική είναι η θρησκευτική η εξουσία σου;

Αν έλεγε ο Ιησούς ότι πολιτική είναι η εξουσία Του, θα τον χαρακτήριζαν ως στασιαστή. Αν έλεγε θρησκευτική, θα τον χαρακτήριζαν ως βλάσφημο και σφετεριστή. Επειδή νόμιζαν ότι ο Ιησούς -αφού ούτε ιερέας, ούτε λευΐτης ήταν- δεν είχε δικαίωμα να διδάσκει και να διώχνει εκείνους που πωλούσαν και αγόραζαν από το ιερό. Και αν μεν αρνιόταν ότι είχε βασιλική εξουσία, θα δυσφημιζόταν από τον όχλο. Εάν πάλι διεκδικούσε αυτήν θα τον παρέδιδαν στον Πιλάτο.

Αλλά ο Κύριος, «ο δρασσόμενος τους σοφούς εν τη πανουργία αυτών» (Α' Κορ. γ΄19) , δηλαδή ο Θεός που πιάνει σφικτοδεμένους αυτούς, που κάνουν το σοφό, και τους εξευτελίζει με την ίδια τους τη σοφιστική εξυπνάδα και δεξιότητα, καταδικάζει την πανουργία τους με την ίδια ερωτηματική μέθοδο: « Ερωτήσω υμάς καγώ λόγον ένα, ον εάν είπητέ μοι, καγώ υμίν ερώ εν ποία εξουσία ταύτα ποιώ. Το βάπτισμα Ιωάννου πόθεν ην, εξ ουρανού ή εξ ανθρώπων;» (Ματθ. κα΄ 24-25).

Δίλημμα τρομερό!
Αν έλεγαν οι Φαρισαίοι ότι ήταν από το Θεό, θα τους απαντούσε: «Γιατί, λοιπόν, δεν πιστεύσατε σ' αυτό; Εκείνος με κήρυξε: Ίδε ο αμνός του Θεού ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου» (Ιω. α' 29). Και ακόμη θα μπορούσε ο Κύριος να αντιπαραθέσει στους Φαρισαίους την προφητεία του Ησαΐου που την αναφέρει και ο Ευαγγελιστής Ματθαίος και η οποία καθαρά φανερώνει την εξουσία που έχει ο Υιός του Θεού στους ανθρώπους. Η προφητεία αυτή παρουσιάζει τον Κύριο να ξεκαθαρίζει τους πιστούς Του από τους αμαρτωλούς για να χαρίσει στους πρώτους τη βασιλεία Του, καθό χρόνο οι δεύτεροι θα τιμωρούνται αιώνια. Το περιεχόμενο της προφητείας είναι: «ου το πτύον εν τη χειρί αυτού και διακαθαριεί την άλωνα αυτού, και συνάξει τον σίτον αυτού εις την αποθήκην, το δε άχυρον κατακαύσει πυρί ασβέστῳ» (Ματθ. γ΄12). Και η ερμηνεία της: Κρατεί στα χέρια Του φτυάρι που λιχνίζει. Η δίκαιη κρίση Του δηλαδή είναι έτοιμη να λειτουργήσει και καθαρίσει τέλεια το αλώνι Του, που είναι ο κόσμος ολόκληρος. Και θα συνάξει το σίτο Του στην αποθήκη, δηλαδή τους ενάρετους στην ουράνια βασιλεία, το άχυρο όμως, δηλαδή τους αμετανόητους, θα τους κατακαύσει με φωτιά που δεν σβήνει ποτέ.

Και από την άλλη πλευρά εάν έλεγαν οι Φαρισαίοι ότι ήταν κατ' εντολή ανθρώπων το βάπτισμα του Ιωάννη, φοβόνταν, μήπως τους κακοποιήσει ο λαός. Γιατί όλοι τιμούσαν τον Ιωάννη ως προφήτη (Ματθ. κα' 26).

Όμως οι Φαρισαίοι και οι Γραμματείς ήταν καρδιές διεστραμμένες. Καθόλου δεν φοβόνταν το Θεό. Υπήρξαν αθεόφοβοι και ασυνείδητοι! Αυτοί που όλα τα έκαναν προς το «θεαθήναι τοις ανθρώποις» (Ματθ. κγ΄ 5) - για να τους βλέπουν και να τους θαυμάζουν οι άνθρωποι- ταίριαζε να φοβούνται τον όχλο; Ποτέ! Την αλήθεια δεν τη φοβάται ο ειλικρινής άνθρωπος. Έπρεπε να πουν ελεύθερα: «εξ ουρανού», ήταν από το Θεό το βάπτισμα του Ιωάννη. Να μετανοήσουν στη συνέχεια γιατί δεν πίστεψαν στο κήρυγμά Του, και να ομολογήσουν ότι ο Χριστός ήταν «ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιω. α΄ 29). Ή να πουν «εξ ανθρώπων» και να αντιμετωπίσουν τη δίκαιη οργή του λαού. Για την αλήθεια επιβάλλεται να αποθάνει κανείς, και μάλιστα όταν αυτός είναι θρησκευτικός ηγέτης.

Αλλά, όταν η ψυχή διαστραφεί, χάνει το θάρρος και την τιμή της. Γι' αυτό και τι απήντησαν; «Ουκ οίδαμεν» (Ματθ. κα' 27).

Τι εξευτελισμός γι αυτούς! Να μη γνωρίζουν το τόσο σπουδαίο ζήτημα! Τι λέγουν, λοιπόν, οι Γραφές; Που είναι οι θεολογίες σας; Και έτσι αυτό που δεν ήθελαν, το έπαθαν. Το χειρότερο εξευτελισμό μπροστά στα μάτια του λαού! Με αυτό τον τρόπο εξευτελίζεται πολλές φορές ο πόλεμος κατά της αλήθειας.


Προσπάθεια του Κυρίου συνετίσεως των Φαρισαίων με τις δύο παραβολές

Η αποτυχία τους αυτή δεν τους συνετίζει. Γι' αυτό και ο Κύριος μετά την εξουθενωτική ερώτηση που τους έκανε κατηγορηματικά τους απαντά: «Ουδέ εγώ λέγω υμίν εν ποία εξουσία ταύτα ποιώ» (Ματθ. κα' 27). Και αυτό, γιατί στην εσκεμμένη επιμονή, που δεν ήθελε να αποδεχθεί την κρυστάλλινη αλήθεια, όπως τους την πρόσφερε ο Κύριος, ούτε και Εκείνος θα απαντούσε.

Παρόλα αυτά ο Κύριος θα προσπαθήσει να αναχαιτίσει τους κακούς άρχοντες από το έγκλημα της χριστοκτονίας, στο οποίο προχωρούσαν, με τις παραβολές των δύο υιών και των κακών γεωργών.

Αλλά «όταν έλθη ο ασεβής εις βάθος κακών καταφρονεί, επέρχεται δε αυτώ ατιμία και όνειδος» (Παροιμ. γ΄ 3). Όταν ο ασεβής αποσείει κάθε φόβο Θεού και προχωρεί πολύ στην αμαρτία και φθάνει σε βάθος πολλών κακών, τότε, χωρίς να αισθάνεται τύψεις συνειδήσεως, καταφρονεί τους πάντες, έρχεται δε κατεπάνω του η ατιμία και η εντροπή.

Πραγματικά. Ο ασεβής που αποτίναξε κάθε φόβο Θεού και προχώρησε σε βάθος κακών και «πρόκοψε» πολύ στην αμαρτία, αυτός καταφρονεί. Δεν αισθάνεται πια καμιά τύψη. Περιφρονεί όχι μόνο την απειλή του Θεού, αλλά και την κατακραυγή των ανθρώπων. Ομοιάζει προς το σιδηρουργό, που το χέρι του με τη συνεχή επαφή με τα θερμά σώματα, έχει αποβάλλει τη λεπτότητα του δέρματος, που χόνδρυνε και σκληρύνθηκε τόσο πολύ, ώστε δύσκολα να αισθάνεται τη φωτιά. Απελπιστική η κατάσταση! Είναι κατάσταση σκλήρυνσης και πώρωσης. Επέρχεται σ' αυτόν ατιμία και όνειδος και στην εδώ ζωή και μετά το θάνατο.


Η παραβολή των δύο υιών

Η παραβολική αντιμετώπιση του Κυρίου με σκοπό να συνετίσει τους αμετανόητους άρχοντες είναι η εξής: Ένας άνθρωπος είχε δυό γιους. Και αφού ήλθε στον πρώτο του είπε: «Παιδί μου, πήγαινε σήμερα και δούλευσε στο αμπέλι μου». Αυτός δε αποκρίθηκε και είπε: «Δεν θέλω να πάω. Ύστερα όμως μεταμελήθηκε και πήγε. Αφού ήλθε ο πατέρας και στο δεύτερο γιο είπε τα ίδια. Αυτός αποκρίθηκε και είπε: «Εγώ, Κύριε, πάω. Και δεν πήγε» (Ματθ. κα΄ 28-30).

Το νόημα της παραβολής, που μόνο ο Ευαγγελιστής Ματθαίος συνέγραψε, είναι το ακόλουθο: Οι Ιουδαίοι που πίστεψαν στον αληθινό Θεό και είχαν δώσει υπόσχεση να υποτάσσονται στο θέλημά Του, αυτοί στο τέλος αρνήθηκαν να υποταχθούν και να πιστέψουν στον Υιό του Θεού. Αντίθετα, οι ειδωλολάτρες τελικά πίστευσαν και ακολούθησαν το Χριστό.

Ακολούθως ο Κύριος, αφού τελείωσε την παραβολή, ρώτησε τους Γραμματείς και Φαρισαίους: «τις εκ των δύο εποίησε το θέλημα του Πατρός;» (Ματθ. κα΄ 31). Αυτό δεν ήταν ερώτημα αγνοίας, αλλά μια ακόμα ευκαιρία για να καταλάβουν την πλάνη τους και να εγκαταλείψουν τα οχυρά της αυτοπεποιθήσεως και της ψευτοαρετής τους. Γι' αυτό και κατέληξε ο Κύριος: «Αλήθεια σας λέω, οι Τελώνες και οι πόρνες που στην αρχή έδειξαν απείθεια στο Νόμο του Θεού, προλαμβάνουν στη βασιλεία του Θεού σάς τους Φαρισαίους και Γραμματείς, που με λόγια μόνο δείξατε υπακοή στο Θεό, στα πράγματα όμως επάνω υπήρξατε απειθείς και άπιστοι. Διότι ήλθε προς σας ο Ιωάννης κηρύττοντας συμπεριφορά και βίο συμμορφωμένο προς τις απαιτήσεις της δικαιοσύνης και δεν πιστεύσατε σ' Αυτόν. Οι Τελώνες όμως και οι πόρνες πίστευσαν σ' Αυτόν. Σεις όμως όταν τους είδατε να πιστεύουν, ούτε καν ύστερα μεταμεληθήκατε, ώστε να πιστεύσετε και σεις σ' Αυτόν» (Ματθ. κα΄ 31-32).


Η παραβολή των κακών γεωργών

Στη συνέχεια ο Κύριος διηγείται στους Φαρισαίους την παραβολή των κακών γεωργών. Με αυτή τους παρουσιάζει τον Αμπελώνα του Θεού, το λαό του Θεού, στα χέρια των κακών γεωργών, οι οποίοι όχι μόνο κατατρώγουν τους κόπους των εργατών, φονεύουν τους Προφήτες, αλλά και στο τέλος φονεύουν και τον Υιό του ιδιοκτήτη, τον κληρονόμο του Αμπελιού.

Κι η ερμηνεία της παραπάνω παραβολής αφορά τον Κύριο και τη στάση που κράτησαν απέναντί Του οι Φαρισαίοι κι οι άρχοντες του Ιουδαϊκού λαού. Αφού οι Αρχιερείς και οι Πρεσβύτεροι καταδίκασαν σε θάνατο και σταύρωσαν το Μονογενή Υιό του Θεού, το Μεσσία και Λυτρωτή του κόσμου, τον Κύριο μας Ιησού Χριστό.

Γι αυτό κι οι ίδιοι οι Φαρισαίοι διατύπωσαν την καταδίκη τους με το να ορίσουν οι ίδιοι την ποινή των κακών γεωργών: «Θα εξολοθρεύσει με θάνατο κακό αυτούς που τόσο κακοί είναι, και το αμπέλι θα το νοικιάσει σ' άλλους γεωργούς, οι οποίοι θα δώσουν σ' Αυτόν τους οφειλόμενους καρπούς στίς κατάλληλες εποχές».

Μετά από αυτά ο Κύριος πρόσθεσε: «Γι' αυτό σας λέω, ότι θα αφαιρεθεί από σας η βασιλεία και η ιδιαίτερη προστασία του Θεού και θα δοθεί σε έθνος, που θα παράγει τα αγαθά έργα, που είναι οι καρποί της βασιλείας αυτής (Ματθ. κγ' 43).

Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι όμως αντί να συνετισθούν με τα όσα αφυπνιστικά ο Κύριος τους έλεγε, αυτοκαταδικάζονται, γιατί συνέχισαν την καταστροφική πλάνη τους: «πορευθέντες οι Φαρισαίοι συμβούλιον έλαβον όπως αυτόν παγιδεύσωσιν εν λόγω» (Ματθ. κβ΄ 15). Τότε αφού πήγαν οι Φαρισαίοι στο τόπο των συσκέψεών τους, συμφώνησαν να τον πιάσουν σε παγίδα με λόγο.

Η διεστραμμένη καρδιά τους εκδηλωνόταν με σατανική εμμονή στην αμετανοησία τους. Παρόλες τις ευκαιρίες με τις οποίες ο Κύριος έριχνε άπλετο φως στα σκοτάδια της ψυχής τους, αυτοί δεν θέλησαν να αγκαλιάσουν την αλήθεια και να πιστεύσουν στον ενανθρωπήσαντα Υιό και Λόγο του Θεού.


Η β΄ παγίδα

Μετά τις παραβολές, οπότε έπρεπε να συνετισθούν και να μετανοήσουν, Του αποστέλλουν τους μαθητές τους «μετά των Ηρωδιανών» (Ματθ. κβ' 16).

Οι Ηρωδιανοί ήσαν οπαδοί του βασιλιά Ηρώδη. Αυτοί υποστήριζαν το φόρο που επέβαλλε ο Καίσαρας στους Ιουδαίους. Αντίθετα οι Φαρισαίοι τον απέκρουαν ως παράνομο, γιατί δινόταν σε αλλοεθνή βασιλιά. Ήταν, λοιπόν, εχθροί οι Ηρωδιανοί και οι οπαδοί των Φαρισαίων.

Τώρα όμως συμμαχούν οι Φαρισαίοι με τους εθνικούς Ηρωδιανούς για να πολεμήσουν τον κοινό αντίπαλό τους, το Χριστό και να τον εξοντώσουν!

Η συσπείρωση του κακού εργάζεται αδιάκριτα και αχαλίνωτα, αλλά όχι ειλικρινά και με διαφάνεια. H υποκρισία και η πονηρία τους κατασκευάζει καινούργια επίθεση, κάτω από το ένδυμα της κολακείας: «Διδάσκαλε, γνωρίζουμε ότι είσαι ειλικρινής και αληθής και διδάσκεις την αλήθεια, χωρίς ψέματα, και το δρόμο του Θεού και δεν σε ενδιαφέρει για τίποτε, γιατί δεν επηρεάζεσαι από σκέψεις και ιδέες ανθρώπων, ούτε χαρίζεσαι σε πρόσωπα» (Ματθ. κβ' 16).

Είναι οι ίδιοι αυτοί οι θρησκευτικοί άρχοντες που άλλοτε του είπαν κατά πρόσωπο: «Ουκ οίδαμεν πόθεν εστίν» (Ιω. θ' 29), «ούτος ούκ έστι από Θεού» (Ιω. θ' 16), και ότι «πλανά τον λαόν» (Ιω. ζ' 12), και «Σαμαρείτης ει συ και δαιμόνιον έχεις» (Ιω. η' 48). Πόσο αγεφύρωτο χάσμα υπάρχει μεταξύ των λόγων που αποπνέουν τον καθαρό αέρα της μετάνοιας από εκείνων της πονηρής κολακείας που τώρα -στο πρόσωπο των Φαρισαίων και των Ηρωδιανών-- ζητούν να τον ρίξουν σε παγίδα! Αγνοούν οι άθλιοι ότι ο Θεός δεν κολακεύεται.

Και να το ερώτημα-παγίδα: «Επιτρέπεται η δεν επιτρέπεται να δώσουμε κεφαλικό φόρο στον Καίσαρα και να αναγνωρίσουμε έτσι ότι είμαστε υποτελείς και δούλοι του Καίσαρα;» (Ματθ. κβ΄ 17).

Δυο απαντήσεις ήταν δυνατό να δώσει ο Κύριος. Εάν υποστήριζε ότι δεν έπρεπε να δώσουν τον κεφαλικό φόρο για τον Καίσαρα, οι Ηρωδιανοί θα τον κατάγγελναν στον Πιλάτο ως στασιαστή. Εάν έλεγε ότι επιτρέπεται να δίνουμε φόρο, θα τον κατάγγελναν στο λαό ότι είναι υποστηρικτής της Ρωμαϊκής εξουσίας. Οι άρχοντες αυτοί απέβλεπαν με το παραπάνω ερώτημα να τον εκθέσουν στην οργή του λαού ή του Πιλάτου.

Ο Κύριος όμως τους έδωσε αποστομωτική απάντηση και διαπίστωσε την πονηρία τους: «Γιατί με εκθέτετε σε πειρασμό, ω υποκριτές; Γιατί με βάζετε σε πειρασμό, σε δοκιμασία, όπως ο διάβολος για να με καταστρέψετε;».

Η ερώτηση του Κυρίου γίνεται μαχαιριά που βυθίζεται στα σπλάγχνα τους για να αποκαλύψει το πρόσωπο της υποκρισίας τους.

Ο ιερός Χρυσόστομος αιτιολογεί την αποτομία με την οποία ο Κύριος μίλησε στους Γραμματείς και Φαρισαίους υποστηρίζοντας ότι σοβαρά ψυχικά νοσήματα -και τέτοια είναι η ολοκληρωμένη κακία- απαιτούν ισχυρούς και δραστικούς τρόπους και μεθόδους αντιμετώπισης και θεραπείας. Κι ο Κύριος ως Πάνσοφος γνώριζε καλά ότι ο αυστηρός και δημόσιος έλεγχος της κακίας τους μπορούσε ίσως να τους συγκρατήσει κάπως από τον κατήφορο που ολοταχώς κατρακυλούσαν. Σημειώνει χαρακτηριστικά ο ιερός Πατήρ: «Επειδή ολοκληρωμένη και φανερή ήταν η κακία τους, δίδει βαθύτερο το κτύπημα πρώτα με το να προκαλέσει σύγχυση σ' αυτούς και να τους αποστομώσει, και στη συνέχεια με το να φανερώσει μπροστά σ' όλους τα κρυπτά σχέδιά τους, και να κάνει γνωστό σ' όλους με ποιες διαθέσεις τον πλησιάζουν».

Γιατί ως Θεός παντογνώστης που ήταν γνώριζε τις διαθέσεις των καρδιών τους.

Ακολούθως ο Κύριος ζητεί να του επιδείξουν το νόμισμα του κήνσου.

Ο κήνσος ηταν νόμισμα Ρωμαϊκό με το οποίο πληρωνόταν ο φόρος. Του έφεραν ένα δηνάριο, που είχε την εικόνα και την επιγραφή του Καίσαρα πάνω. Η αξία του ηταν 84 λεπτά.

Η επίδειξη του δηναρίου έδωσε αφορμή στον Κύριο να διαχωρίσει την απόδοση της τιμής και υποταγής στους κοσμικούς άρχοντες από το σεβασμό και τη λατρεία του ονόματος του Θεού: «Απόδοτε ουν τα του Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ» (Ματθ. κβ΄ 21).

Στον Καίσαρα και στους άρχοντες ανήκουν οι φόροι, ο σεβασμός και η υποταγή στους νόμους, εφόσον δεν παραβλάπτουν αυτά την ευσέβεια. H ψυχή σας όμως και ολόκληρο το εσωτερικό σας και ο εαυτός σας όλος ανήκουν στο Θεό. Με άλλα λόγια, δεν σας εμποδίζει τίποτε να είστε και καλοί πολίτες και καλοί Ιουδαίοι.

Το ίδιο ισχύει και για μας. «Να φοβάσθε ευλαβικά το Θεό και να τιμάτε το βασιλιά». Η παραπάνω αποστολική προτροπή αποτελεί παρήχηση του Παροιμιαστή: «Παιδί μου, να φοβάσαι τον Θεό, και να τιμάς το βασιλιά που διαχειρίζεται την κοσμική εξουσία και σε καθένα από αυτούς τους δυο να μη φανείς απειθής».

Έτσι έχουν τα πράγματα. Πρώτα απ' όλα είναι ο φόβος του Θεού. Γιατί ο Θεός είναι ο Πλάστης μας και ο ύψιστος εξουσιαστής μας. Βασιλιάδες και ιδιώτες είμαστε όλοι εξαρτώμενοι από Αυτόν και εξ ίσου έχομε ανάγκη της προστασίας Του. Έχομε, λοιπόν, καθήκον σ' Αυτόν πρώτα-πρώτα να ανήκουμε και μπροστά στο φόβο Του να αποδιώχνουμε κάθε άλλο φόβο. Κυρίως Εκείνον να υπολογίζουμε.

Αλλά μετά το Θεό πρέπει να σεβόμαστε και την κοσμική εξουσία. Γιατί το έννομο κράτος, όσες ελλείψεις και αν παρουσιάζει, είναι πάντοτε προτιμότερο από την αναρχία. Οι εξουσίες εξασφαλίζουν πάντοτε κάποια ελευθερία. Μας παρέχουν σε ορισμένη ακτίνα τα αγαθά της ασφάλειας, της ειρήνης, της δικαιοσύνης και της κοινωνικής συμβίωσης.

Γι' αυτό και ο απ. Παύλος μας προτρέπει να υποτασσόμαστε στην κοσμική εξουσία: «Κάθε άνθρωπος ας υποτάσσεται σ'εκείνους, που κατέχουν ανώτερες εξουσίες στην πολιτεία. Γιατί το καθεστώς του κράτους με τις εξουσίες του είναι σύμφωνο με το σχέδιο του Θεού, ο Οποίος δημιούργησε τους ανθρώπους για να ζήσουν σε κοινωνία. Συνεπώς κάθε εξουσία προέρχεται από το Θεό. Οι δε άρχοντες που ασκούν την εξουσία έχουν ταχθεί κατ' απόφαση ή ανοχή του Θεού». Και συνεχίζει ο απόστολος των Εθνών σχετικά με τα παραπάνω:
 «Αποδώσατε, λοιπόν, σ όλους, όσοι κατέχουν εξουσία, εκείνο που τους οφείλετε σαν χρέος και σαν καθήκον. Σ' εκείνον που εισπράττει το φόρο από τα εισοδήματα και τον κεφαλικό φόρο, θα αποδώσετε τον φόρο. Σ' εκείνον που εισπράττει τους τελωνειακούς δασμούς, να αποδώσετε τον τελωνειακό φόρο. Σ' εκείνον που ανήκει ο βαθύς σεβασμός, να αποδώσετε το βαθύ σεβασμό. Σ' εκείνον που ανήκει η τιμή, να αποδώσετε την τιμή».

Πραγματικά. Οι συνειδήσεις μας δεν υπόκεινται σε κανέναν άλλον κύριο παρά μόνο στο Θεό. Είναι αποκλειστικά προνόμιο του Θεού να ζητεί ολόκληρο το εσωτερικό μας και με το νόμο Του να δεσμεύει και αυτές ακόμη τις σκέψεις και τις εσωτερικές αποφάσεις μας.

Η υποταγή στους άρχοντες απεναντίας υπονοεί σεβασμό και εκδήλωση τιμής προς αυτούς, υπακοή στους νόμους και τις διαταγές τους, εφόσον αυτές δεν προσκρούουν στην ευσέβεια και στα καθήκοντα προς τον Θεό, όπως είναι π.χ. η πληρωμή των φόρων και κάθε συνδρομή προς υποστήριξη της τάξεως στην κοινωνία και εξασφάλιση της ειρηνικής συμβιώσεως των μελών της.

«Το καθεστώς του κράτους είναι σύμφωνο προς το σχέδιο του Θεού, ο Οποίος δημιούργησε τον άνθρωπο για την κοινωνική ζωή. Η ύπαρξη της εξουσίας πραγματοποιεί τη θεία σκέψη».

Στην περίπτωση αυτή, λοιπόν, κάλλιστα οι Φαρισαίοι μπορούσαν να πληρώνουν το φόρο, και πιστοί στο Θεό να μένουν, βέβαια ουδέποτε φαντάσθηκαν ότι θα είχαν από μέρους του Ιησού μια τέτοια απάντηση. Γι' αυτό,«όταν άκουσαν την απάντηση, εθαύμασαν και αφού τον άφησαν, έφυγαν» (Ματθ. κβ' 22) καταξευτελισμένοι. Έφυγαν όμως χωρίς να συνετισθούν!!!!


Η παγίδα των Σαδδουκαίων

Την ίδια εκείνη ήμερα έρχονται μετά από τους Φαρισαίους οι Σαδδουκαίοι. Τι ησαν αυτοί; Οι υλιστές της εποχής εκείνης. Σκοπός της παρουσίας τους ήταν να εκθέσουν τον Ιησού Χριστό και να αποδείξουν ότι αγνοεί τις Γραφές ή ότι δεν μπορεί να συμβιβάσει Αυτές με τη λογική. Και τούτο, γιατί δεν πίστευαν στην ανάσταση των νεκρών, τη μέλλουσα ζωή, ούτε ότι υπάρχουν άγγελοι ή πνεύματα.

«Μεγάλος ή μικρός είναι ο Θεός σας;», ρώτησε ένας άπιστος ένα ευσεβή χριστιανό. Και ο ευλαβής χριστιανός απάντησε: «Είναι τόσο μεγάλος, ώστε να μη χωρεί στην καρδιά σου»...

Κατ' αυτό τον τρόπο και οι Σαδδουκαίοι: «Διδάσκαλε», Του λένε, «αφού κατά το Μωϋσή και κατά τη διδασκαλία τη δική Σου υπάρχει ανάσταση νεκρών, στην οικογένειά μας κατά τη μέλλουσα ζωή θα γεννηθεί μεγάλο πρόβλημα. Μεταξύ μας ήσαν επτά αδελφοί. Ο πρώτος ήλθε σε γάμο, αλλά πέθανε άτεκνος, και κατά το νόμο του Μωυσέα, άφησε τη γυναίκα του στον αδελφό του. Και αυτό έγινε και με τους επτά αδελφούς. Επειδη δεν έκαναν παιδιά, τη γυναίκα την πήραν όλοι τους. Τώρα, όταν θα γίνει η ανάσταση των νεκρών και θα αναστηθούν και οι επτά αδελφοί, ποιος θα την πρωτοπάρε ι γυναίκα του; » (Ματθ. κβ' 23-28).

Βέβαια, το πράγμα φαίνεται απίθανο. Αλλά ακόμα μαρτυρεί ότι είχαν πλήρη άγνοια των Γραφών. Πόσο μακριά ήταν η υλιστική σκέψη τους από την πνευματική, άγια, ουράνια θεώρηση του πνεύματος των Γραφών περί αναστάσεως των νεκρών!

Ύλη και πνεύμα! Χάσμα μεγάλο μεταξύ τους! Αδύνατη η προσέγγιση και ο συγκερασμός τους. «Πλανάσθε»· και είναι η πλάνη σας Σαδδουκαίοι το μοναδικό «επιχείρημα» σ' όλους εκείνους, που ανά τους αιώνες θα προσπαθήσουν να υπερασπίσουν παρόμοιες υλιστικές απόψεις, προκειμένου να υποβαθμίσουν ή να «κόψουν» στα μέτρα τους το χριστιανισμό.

Ναί. Οι Σαδδουκαίοι βρίσκονται σε πλάνη με τα όσα λένε και υποστηρίζουν. Γι' αυτό και ο Κύριος τους έδωσε αυτή την απάντηση: «Πλανάσθε και δεν γνωρίζετε ούτε τις Γραφές, οι οποίες δεν υποστηρίζουν υλικές και παχυλές αντιλήψεις περί αναστάσεως, όπως φαντάζεσθε την ανάσταση σεις· ούτε τη δύναμη του Θεού γνωρίζετε, στην οποία τίποτε δεν είναι αδύνατο ή δύσκολο. Πλανάσθε δε και δεν εννοείτε το αληθινό νόημα των Γραφών, γιατί δε ξέρετε, ότι στην ανάσταση ούτε οι άνδρες έρχονται σε γάμο, ούτε οι γυναίκες δίδονται σε γάμο, αλλά είναι όλοι σαν άγγελοι Θεού στον ουρανό» (Ματθ. κβ' 29-30). Μια οικογένεια αποτελούμε όλοι με Πατέρα το Θεό.

Με αυτό τον τρόπο και οι υλιστές Σαδδουκαίοι αποστομώθηκαν από τον Θεάνθρωπο Κύριο.

Αλλά αντί να εννοήσουν ότι είναι αδύνατο να νικήσουν το Χριστό, επιμένουν! Τέτοια κακία κατείχε τις ψυχές τους!!!


Και άλλη φαρισαϊκή πρόκληση

Οι Φαρισαίοι, όταν άκουσαν ότι αποστόμωσε ο Ιησούς τους Σαδδουκαίους, μαζεύτηκαν σ' εκείνο το μέρος. Και ένας από αυτούς, νομοδιδάσκαλος, ερωτά τον Κύριο: «Διδάσκαλε, ποια εντολή είναι η πιο μεγάλη μέσα στο νόμο;» (Ματθ. κβ΄ 36).

Τότε επικρατούσαν μεταξύ των Ιουδαίων πολλές γνώμες σχετικά με την ιεράρχηση των εντολών του Θεού. Γι' αυτό και χώριζαν τις εντολές του Θεού σε μεγάλες και μικρές· άλλοι ισχυρίζονταν ως πρώτη εντολή την περιτομή, άλλοι τις θυσίες, άλλοι άλλα. Είχαν έτσι την ελπίδα ότι με την απορία που του έθεσαν, κάπου θα προσέκρουε ο Ιησούς με επακόλουθο να αρχίσει έριδα και φιλονικία.

Ο Κύριος παρόλη την υποκρισία τους τους υπομένει. Και τους απαντάει ήρεμα: «Να αγαπάς Κύριο το Θεό σου με όλη την καρδιά, ώστε ολόκληρη η θέλησή σου σ' Αυτόν να είναι παραδομένη, και με το νου σου ολόκληρο, ώστε Αυτόν πάντοτε να σκέπτεσαι. Αυτή είναι η πρώτη και μεγάλη εντολή. Δεύτερη δε εντολή όμοια προς αυτή είναι: να αγαπήσεις τον πλησίον σου, όπως αγαπάς τον εαυτό σου. Σ' αυτές τις δυό εντολές όλος ο νόμος και η διδασκαλία των προφητών στηρίζονται» (Ματθ. κβ΄ 37-40).

Οι Φαρισαίοι παρέβαιναν και τις δύο εντολές. Ούτε το Θεό αγαπούσαν, ούτε τον πλησίον. Γι' αυτό, εξάλλου εκπειράζανε τον Ιησού και Τον καταδίκασαν σε θάνατο.

Αλλά ο Ιησούς παρόλα αυτά δεν παραιτείται. Καταβάλλει ύστατη προσπάθεια με υπεράνθρωπη δύναμη και σοφία για να τους σώσει.

Και προχωρεί ο Κύριος σε μια ερμηνεία των Γραφών, για να αποδείξει ότι είναι ο Χριστός του Θεού. Κι έτσι να βοηθήσει τους σκληροτράχηλους Φαρισαίους να οδηγηθούν στη σώζουσα πίστη και μετάνοια. Γι' αυτό και αρχικά τους έρωτα: «Τι ιδέα έχετε περί του Μεσσία, που θα αναδειχθεί και θα χρισθεί από Αυτόν το Θεό; Ποιανού απόγονος είναι;» Και οι Φαρισαίοι απαντούν: «Του Δαβίδ».

Στη συνέχεια ο Κύριος τους αποστομώνει με την ακόλουθη, αναντίρρητη ερώτηση και απάντηση στο ζητούμενο θέμα: «Πώς, λοιπόν, ο Δαβίδ εμπνεόμενος από το άγιο Πνεύμα τον αποκαλεί Κύριο, όταν λέει: Είπε ο Κύριος και Θεός προς τον Κύριό μου Χριστό. Κάθισε στο θρόνο μου, στα δεξιά μου, μέχρις ότου θέσω τους εχθρούς σου σαν άλλο υποστήριγμα, που θα ακουμπούν και θα πατούν πάνω τα πόδια σου. Αν, λοιπόν, ο Δαβίδ τον αποκαλεί Κύριο, πώς είναι υιός και απόγονος του;» Και συμπεραίνει ο Κύριος: «Αυτό σημαίνει ότι ο Μεσσίας δεν είναι μόνο υιός του Δαβίδ, αλλά και Υιός του Θεού, και σαν τέτοιος είναι Κύριος του Δαβίδ» (Ματθ. κβ΄ 43-45).

Έτσι αποδείκνυε ο Κύριος ότι δεν είναι μόνο υιός του Δαβίδ, αλλά και Υιός του Θεού. Ακόμη ότι θα πατάξει τους εχθρούς Του. Τα ανωτέρω ήταν ικανά να εμβάλλουν τους Φαρισαίους σε σοβαρό προβληματισμό και φόβο. Τώρα θα έπρεπε επιτέλους να μετανοήσουν. Διότι αν ούτε η λογική σκέψη και ερμηνεία ούτε η απειλή δύναται να φοβίσει και ωθήσει σε μετάνοια τον ασεβή, τότε αποδεικνύεται ότι είναι ανίατο το νόσημά του. Δυστυχώς αυτό ίσχυε για τους Φαρισαίους. Οι Τελώνες και οι πόρνες πίστευσαν στο Χριστό και την αλήθεια Του. Αντίθετα οι Φαρισαίοι, οι Αρχιερείς και οι Γραμματείς έμειναν τελείως αμετανόητοι και πωρωμένοι! Και ενώ αυτοί ώφειλαν, αν κινδύνευε από άλλους ο Ιησούς, να τον προστατεύσουν, να του συμπαρασταθούν, αυτοί τον επιβουλεύονται! Γίνονται όργανα του μεγάλου και ανεπανάληπτου Εγκλήματος. Εξαιτίας της αμετανόητης αμαρτίας τους!

Η αμαρτία αποτυφλώνει

Τέτοια είναι η αμαρτία. Ποια αμαρτία; Κάθε αμαρτία. Προ πάντων όμως ο εγωισμός και η αλαζονεία. Αποτυφλώνει και καταστρέφει τον άνθρωπο. Όταν ο άνθρωπος αδιαφορεί στις περιστάσεις που του προβάλλονται, και λακτίζει τις ευκαιρίες που ο Θεός του παρουσιάζει προς μετάνοια, τότε η νόσος προχωρεί στα βάθη της ψυχής του. Διαφθείρει όλες τις ψυχικές του δυνάμεις. Σκληρύνει την καρδιά του, που μοιάζει τώρα με πατημένο δρόμο. Καμιά μόρφωση, κανένα αξίωμα δεν μπορεί να τον αναχαιτίσει. Λένε: «Τόσο μορφωμένος άνθρωπος είναι δυνατό να είναι πωρωμένος;». Η μόρφωση για τον αμαρτωλό και κακό άνθρωπο γίνεται όπλο κακουργίας, όπως και το αξίωμα και το χρήμα. Αυτό συνέβη και με τους Φαρισαίους της εποχής του Κυρίου. Αφού οι κακοί, μορφωμένοι θεολογικά, και οι κακοί αξιωματούχοι παρέσυραν στο τέλος και το λαό εναντίον του Κυρίου!

Τέτοια είναι η αμαρτία! Γι' αυτό φωνάζει ο λόγος του Θεού: «Προτρέπετε ο ένας τον άλλον κάθε ημέρα, όσο καιρό το σήμερα της παρούσης ζωής διαρκεί και σας καλεί κατ' αυτό ο Θεός. Προτρέπετε και διορθώνετε ο ένας τον άλλον για να προλάβετε και να μη σκληρυνθεί κανένας από σας εξαπατώμενος από την αμαρτία».

Έτσι είναι, κάθε αμαρτία είναι απατηλή. Υπόσχεται πολλά, ενώ στην πραγματικότητα οδηγεί τον άνθρωπο στην αθλιότητα και κακοδαιμονία. Φαίνεται ωραία και ύστερα από λίγο παρουσιάζεται ρυπαρή και ατιμωτική. Εμφανίζεται θελκτική και στο βάθος υποκρύπτει τον όλεθρο. Η αμαρτία και με το προσωπείο της αρετής προβάλλει παραπειστικές δικαιολογίες, μέχρις ότου εμπλέξει το θύμα στην καταστρεπτική παγίδα της. Το κατάντημα δε στο οποίο με την απάτη της παρασύρει, είναι η σκλήρυνση του αμαρτωλού. Γι' αυτό κάθε αμαρτία που δεν επανορθώνεται οδηγεί την ψυχή σε αλλεπάλληλα ολισθήματα, τα οποία δημιουργούν έξεις και πάθη. Επιφέρει στη συνέχεια ολοένα και μεγαλύτερη εξασθένηση στη φωνή της συνειδήσεως, που τελικά τη σβήνει ολότελα.

Γι' αυτό καθήκον του καθενός μας είναι να προτρέπει και να συμβουλεύει με αγάπη τον αδελφό του. Οπωσδήποτε, το καθήκον αυτό δεν είναι αποκλειστικό δικαίωμα των Ποιμένων της Εκκλησίας, είναι καθήκον και όλων των πιστών. Ο Ποιμένας πολλές φορές δεν μπορεί να βλέπει και να παρακολουθεί από κοντά και κατ' ιδία όλα τα μέλη του ποιμνίου του. Γι' αυτό και οι φίλοι έχουν καθήκον να προτρέπουν τους φίλους, οι γείτονες τους γειτόνους, οι διδάσκαλοι τους μαθητές, οι γονείς τα παιδιά τους, οι σύζυγοι αλλήλους, οι πρεσβύτεροι τους νεωτέρους, όλα τα μέλη της Εκκλησίας, αδιακρίτως ηλικίας, φύλου, επαγγέλματος, πρέπει να προτρέπουν και να βοηθούν άλληλα.

Εάν οι χριστιανοί δεν προτρέπουν και δεν υποβαστάζουν ο ένας τον άλλον στον καθημερινό πνευματικό αγώνα, διατρέχουν τον κίνδυνο να σκληρυνθούν από την απατηλή αμαρτία. Το καθήκον, λοιπόν, και του αλληλοστηριγμού πρέπει να εκτελείται σταθερά και κάθε ημέρα, για να αποφεύγεται έτσι ο κίνδυνος της πνευματικής αποτύφλωσης· για να μπορεί να μεταβάλλεται η πέτρινη ανθρώπινη καρδιά σε σαρκική --μαλακή και εύπλαστη-- επάνω στην οποία όλο και περισσότερο θα γράφεται, ανεξίτηλα, το θέλημα του Θεού.

Υπάρχει όμως και η περίπτωση μερικών χριστιανών, που, αν και βαρύνονται με πολλά αμαρτήματα, δεν δέχονται την αδελφική προτροπή της Εκκλησίας για διόρθωση. Αυτοί, εάν δεν μετανοήσουν, αποβαίνουν εχθροί του Θεού. Γίνονται θεομάχοι. Και το χειρότερο, με την πάροδο του χρόνου δεν μπορούν να μετανοήσουν. Τότε πλέον το λόγο έχει η θεία Δικαιοσύνη.


Ο ταλανισμός της φαρισαϊκής υποκρισίας

Αυτό συνέβη με τους Φαρισαίους και Γραμματείς. Έμειναν αδιόρθωτοι. Γι' αυτό και ο Κύριος άρχισε το φοβερό μαστίγωμα. «Πότε; Όταν σταμάτησαν πια να τολμούν να τον πειράζουν. 'Όταν απέδειξε, ότι αυτοί ήσαν αθεράπευτοι», σημειώνει ο ιερός Χρυσόστομος.

Ο Κύριος με αρνητικές προτροπές απευθύνεται στο πλήθος του λαού και τους μαθητές Του, με σκοπό να μην προσέχουν το ποιόν των υποκριτών Γραμματέων και Φαρισαίων απεναντίας να αποφεύγουν επιμελώς τη μίμησή τους.

Η επίδειξη, η ματαιοδοξία, η αλαζονεία, η φιλαργυρία ήσαν αρνητικές, και προς αποφυγή, όψεις για τις οποίες χαρακτηρίζονταν οι Γραμματείς, Φαρισαίοι, Αρχιερείς και Σαδδουκαίοι. Το μεγαλύτερο όμως ολίσθημά τους συνίστατο στο ότι όλες αυτές οι κακίες καλύπτονταν κάτω από το ένδυμα της θεοσοφίας. Βέβαια, ο ματαιόδοξος και αλαζόνας και φιλάργυρος είναι αλλότριος του πνεύματος του Θεού. Αλλά εκείνος που καλύπτει τις κακίες αυτές με το πρόσχημα θορυβώδους θρησκευτικότητας είναι πολύ περισσότερο αξιοκατάκριτος! Γι' αυτό και η καταδίκη των υποκριτών θα είναι μεγαλύτερη από την καταδίκη κάθε άλλου παραβάτη, ο οποίος δεν συγκαλύπτει τις παραβάσεις του με το πρόσχημα της ευσέβειας.

Ολόκληρο το κγ΄ κεφάλαιο του κατά Ματθαίου Ευαγγελίου περιλαμβάνει τους πάνσοφους και άρτιους παιδαγωγικούς χειρισμούς του Κυρίου, οι οποίοι κλιμακωτά διαφοροποιούνται από επικρίσεις και προτροπές σε αποδοκιμασίες, που εισάγονται με τη χαρακτηριστική ρήση «Ουαί».

Η πονηρή και δόλια κακία των Φαρισαίων, Γραμματέων και Αρχιερέων και Σαδδουκαίων έφθασε στο αποκορύφωμά της. Ο Κύριος είναι μακρόθυμος. Αλλά έρχεται ώρα που ο Αναμάρτητος εκδηλώνει τη ζωηρή και έντονη αποδοκιμασία Του απέναντι στους παραβάτες του θελήματος του Θεού. Και αυτό δεν είναι παρά μια ακόμη απόδειξη της άπειρης αγάπης Του, η οποία με αυτόν τον έντονο τρόπο κινεί τον άνθρωπο σε μετάνοια και επιστροφή. Είναι άραγε σπάνια η περίπτωση; Όχι. Όσο περισσότερο συσσωρεύουν κάποιοι θησαυρούς κακίας, τόσο εντονότεροι θα είναι και οι θησαυροί της οργής του Θεού, οι οποίοι θα εκσπάσουν πάνω τους.

Παρόμοιο συνέβη με τους Γραμματείς και Φαρισαίους Αρχιερείς και Σαδδουκαίους. Η μακροθυμία και η ανοχή του Κυρίου, ο Οποίος μέχρι της ημέρας εκείνης μεταχειριζόταν ποικίλους και ήπιους τρόπους και ανέμενε τη μετάνοιά τους, εξαντλήθηκε. Εκείνοι με πονηρία και δολιότητα μηχανεύτηκαν σατανικές παγίδες για να παγιδεύσουν και πετύχουν τη θανατική Του καταδίκη. Αντιθέτως, ο Κύριος Ιησούς με ανοχή και μακροθυμία, αλλά και θαυμαστή πραγματικά θεία σοφία απαντούσε στις δόλιες ερωτήσεις. Με αυτή τη στάση και συμπεριφορά Του επιζητούσε να τους αποτρέψει από τη θεοκτονία και να ανοίξει σ' αυτούς το δρόμο της μετάνοιας. Αλλά αυτοί πωρωμένοι και διεστραμμένοι, διαποτισμένοι από κακία και πάθος μέχρι «μυελού οστέων», επέμειναν βαδίζοντες τη σκληρή οδό της πλάνης και σκληροκαρδίας. Αμετανόητοι έδειξαν φανερά, ότι τίποτε άλλο δεν επιζητούσαν παρά μόνο το θάνατό Του.

Και τότε ο Κύριος, ως Θεός και Κριτής δίκαιος εταλάνισε τη φοβερή υποκρισία των πονηρών με τα αδυσώπητά Του «Ουαί». Αλλοίμονό σας δυστυχείς και ταλαίπωροι, πώς θα ξεφύγετε τη δίκαιη οργή του Θεού; Να η οργή έρχεται και πρώτοι που θα συντρίψει η οργή εκείνη θα είσθε σεις και η άνομη γενεά σας. «Άξια γάρ ων επράξατε» θα απολαύσετε.

Αυτό προείπε ο Κύριος. Και αυτό ακριβώς συνέβη στη γενεά εκείνη. Η οργή του Θεού έπεσε δίκαια πάνω τους και τους εξολόθρευσε. Η τελευταία καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τα ρωμαϊκά στρατεύματα ερήμωσε ολόκληρο τον ιερό τόπο. Φόνευσε τους φονείς του Δικαίου, τους υποκριτές Γραμμματείς και Φαρισαίους. Αποδοκίμασε τους Αρχιερείς και Σαδδουκαίους. Η βασιλεία του Θεού δόθηκε σε έθνος, που ο λαός πίστευσε στο Χριστό. Έγινε χριστιανικός λαός, που απέδωσε και αποδίδει καρπούς στο Θεό, καρπούς μετανοίας, αγάπης και κάθε αρετής.

Άραγε, εμείς έχομε φοβηθεί την υποκρισία, η οποία διεισδύει ύπουλα, και δόλια στις ψυχές και το νου μας με το ένδυμα εξωτερικών και ανούσιων τύπων, ευθυγραμμισμένων με τη σύμφωνη ή διάφορη γνώμη του κόσμου; Ή μήπως αφήνομε αυτή, που είναι γέννημα και θρέμμα του εγωϊσμού και της αλαζονείας, και εμμένομε σ' αυτή, με αποτέλεσμα να μένομε στην αμετανοησία, η οποία αναμφίβολα θα επισύρει σε μας την οργή του Θεού;

«Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας» (Β' Κορ. στ΄ 2). Διότι, αλλοίμονο, θα είναι σκληρό αλλά αδύνατο να αποφύγουμε ή διορθώσουμε κάποιο άλλο «ουαί», που με τη στάση μας προκαλέσαμε, όταν έλθει η Δευτέρα Παρουσία, όπου ο Κύριος θα αποδώσει την τέλεια, αιώνια και δίκαιη κρίση Του σε μας.

------------
αρχιμ. Καλλίστρατος Ν. Λυράκης, Οδοιπορικό του θείου πάθους κατά τον ευαγγελιστή Ματθαίο, Αθήνα 2003. 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...