Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιανουαρίου 28, 2012

Ιωάννη Κων. Κορναράκη: Η νηπτική επιμονή της Χαναναίας γυναίκας


Ιωάννη Κων. Κορναράκη: Η νηπτική επιμονή της Χαναναίας γυναίκας
Κατά τον απόστολο Πέτρο ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, αλλά κάθε άνθρωπος, σ' όποιο έθνος κι αν ανήκει όταν είναι θεοφοβούμενος και εργάζεται δικαιοσύνη, αγωνιζόμενος για τον ενάρετο βίο, είναι δεκτός από τον Θεό.
Εντούτοις, όταν η Χαναναία γυνή, η "εξελθούσα" από τα όρια των εθνικών πόλεων Τύρου και Σιδώνος, προκειμένου να συναντήσει τον Κύριο, ο οποίος είχε πλησιάσει στην περιοχή αυτή, θέλησε να μιλήσει μαζί του, Εκείνος δεν έδειξε διάθεση να της απευθύνει λόγο. Απέφυγε τον διάλογο με την γυναίκα αυτή. 
Σύμφωνα με το σχετικό ευαγγελικό κείμενο, μόλις η Χαναναία γυνή πλησίασε την ακολουθία του Κυρίου, άρχισε να κραυγάζει δυνατά για να την ακούσει και να την προσέξει· ελέησόν με Κύριε, υιέ Δαβίδ· η θυγάτηρ μου κακώς δαιμονίζεται, ο Κύριος όμως ουκ απεκρίθη αὐτή λόγον! Δεν της έδωσε σημασία. Μάλιστα, όταν οι μαθητές του, ενοχλημένοι από τις κραυγές της Χαναναίας, τον παρεκάλεσαν· απόλυσιν αυτήν, ότι κράζει όπισθεν ημών, ο Κύριος "διέψευσε" τον λόγο του Πέτρου, ότι ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης και δεν κάνει διάκριση μεταξύ των εθνών και του Ισραήλ, λέγοντας στους μαθητές του· ουκ απεστάλην ει μη εις τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ. 
Παρά την απογοητευτική εν τούτοις απάντηση του Κυρίου προς τους μαθητές του, για την δύστυχη γυναίκα, την Χαναναία, εκείνη συνέχισε να επιμένει στο αίτημά της· Κύριε, βοήθει μοι. Τότε ο Κύριος εμίλησε, για να της δηλώσει, με λόγο προσβλητικό, ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο επικοινωνίας του μαζί της. Για ποιο λόγο άραγε; Διότι· οὐκ ἔστι καλόν λαβεῖν τόν ἄρτον των τέκνων καί βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. 
Οποιοσδήποτε κι αν ήταν ο αποδέκτης αυτού του σκληρού και ταπεινωτικού λόγου του Κυρίου, θα προσπαθούσε το γρηγορότερο να εξαφανισθεί από προσώπου Κυρίου, για να κρύψει το δικό του πρόσωπο στα έγκατα της γης. 
Η Χαναναία όμως δεν έλεγε  να σκύψει το κεφάλι. Επέμενε, ήθελε να κάμψει την αντίσταση του Χριστού για διάλογο μαζί της. Έτσι απάντησε αυθόρμητα και άμεσα στον ταπεινωτικό λόγο του· Ναί, Κύριε· καί γάρ τά κυνάρια ἐσθίει ἀπό τῶν ψυχίων τῶν πιπτόντων ἀπό τπης τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν. 
Παραδέχθηκε ότι είναι σκυλάκι. Και μάλιστα πεινασμένο. Ναι! Αλλά δεν κάμφθηκε! Δεν τελμάτωσε στον πόνο του ηχηρού ταπεινωτικού λόγου του Κυρίου. Αντίθετα ο λόγος αυτός την ετίναξε επίσης αυθόρμητα υπεράνω της σκληρής εξουθένωσης του Κυρίου, σε μια σωτήρια υπέρβαση της ταπεινωτικής απορρίψεώς του, ώστε να "νικήσει" τον Κύριο στην διαλογική του αντίσταση, πείθοντάς τον, ότι, ναι, και σαν σκυλάκι δικαιούται να είναι, ακόμη και επί του εδάφους της απορρίψεώς της αυτής, ομοτράπεζος των κυρίων της. 
Και αξιώθηκε να τιμηθεί με την αξιοζήλευτη επιβράβευσή της· ὦ γῦναι, μεγάλη σου ἡ πίστις· γεννηθήτω σοι ὡς θέλεις! Καί ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπό τῆς ὥρας ἐκείνης. 
Σε ποιο σημείο άραγε της στάσεώς της απένταντι στον Κύριο έδειξε η Χαναναία γυναίκα την νηπτική ανταύγεια του νου της; Ασφαλώς στο σημείο που κεραυνοβολήθηκε από την εξουθενωτική απόρριψη του Χριστού. Οὐκ ἔστι καλόν, λαβεῖν τόν ἄρτον τῶν τέκνων καί βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. 
Μια τέτοια ταπείνωση, μπροστά στα μάτια του πλήθους κόσμου, δεν θα την άντεχε άλλος άνθρωπος. Η οξύτητα της προσβολής αυτής· "κυνάριο", είσαι σκύλος, θα μπορούσε να λειτουργήσει στις περισσότερες, παρόμοιες περιπτώσεις, ως ανάφλεξη οργής με δυναμισμό φονικού όπλου! Και τότε η ψυχολογία θα εδικαίωνε ασφαλώς τον εκμανέντα. 
Αντίθετα όμως, για την εθνική γυναίκα της Τύρου και της Σιδώνος η προσβολή αυτή λειτούργησε φωτιστικά. Ο νους της ήταν "ξύπνιος"! Δεν κοιμότανε, δεν... ροχάλιζε. Είχε την νηπτική ετοιμότητα να ανατρέψει την πρόκληση επιθετικότητος του παθογόνου ερεθισμού της κυριακής προσβολής σε ευλογία Κυρίου. Αποδέχθηκε την προσβολή αυτή με καθαρή καρδία και αξίωσε το δικαίωμα του κυναρίου να σιτίζεται από τα ψιχία της τραπέζης των κυρίων του. Αυτή ήταν η νηπτική λειτουργία του νου ενός ανθρώπου του εθνικού χώρου, χωρίς προϋποθέσεις ευαγγελικής παιδείας. Πραγματικό θαύμα! Νηπτική ανταύγεια μιας ψυχής του χώρου αυτού, επιδεκτικής όμως της υψοποιού ταπεινώσεως, χάριτι θεία. 
Το θετικό αποτέλεσμα της θεαματικής, εν μέσω πολλού κόσμου, απορρίψεως της Χαναναίας γυναίκας από τον Κύριο δεν πρέπει φυσικά να καταλογισθεί αποκλειστικώς και μόνο στην τελευταία, αλλά κια στην χαριτόβρυτη ευλογία του κυριακού λόγου. Οπωσδήποτε όμως ο Κύριος, με όργανο την ευλογία της απορρίψεώς της, φώτισε τον νου της με μια έκρηξη νηπτικής ελλάμψεως, φωτιστικής και για τους αναγνώστες της οικείας ευαγγελικής περικοπής. 
Η Χαναναία γυναίκα, σε εκπληκτική εγρήγορση ετοιμότητος να δεχθεί την απόρριψή της στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο, έγινε παράδειγμα προς μίμηση σ' ένα κοινό πρόβλημα όλων μας· την προστασία πάση θυσία του κοινωνικού προσωπείου μας! Η ανταύγεια της νήψεως εκπέμπεται πλούσια στη δημόσια αυτή ταπείνωση, όπου η παραδοχή της γυμνότητος του ανθρώπου, από γνήσια αξιολογικά ερείσματα της ζωής αποβαίνει πάθος ανυπόφορο.         
...

Κυριακή ΙΖ’ Ματθαίου (Της Χαναναίας)



Κυριακή ΙΖ' Ματθαίου (Της Χαναναίας)Κυριακή ΙΖ’ Ματθαίου
(Της Χαναναίας)

Είχε μεγάλη πίστη η Χαναναία της ευαγγελικής περικοπής της  Κυριακής. Πίστευε στην σπουδαιότερη αλήθεια. Ποια; Κάποιος μεγάλος πολιτικός, αρχηγός κόμματος κάποτε, μιλώντας προ στα  στελέχη του κόμματος του, είπε τον εξής λόγω: «Ο Θεός της Ελλάδος είναι ο λαός..». Φυσικά με αυτό  το δημαγωγικό πυροτέχνημα έδειξε, πώς ούτε στο Θεό πιστεύει, ούτε τον λαό αγαπάει. Ποιος λοιπόν είναι ο Θεός; Η Χαναναία  το διαλαλεί. Ο Χριστός είναι ο Θεός. «Κύριε, υιέ Δαβίδ». Τον αποκαλεί τρεις φορές «Κύριο».  Και «Κύριος»στη γλώσσα της Γραφής σημαίνει «Θεός» είχε πίστη ακράδαντη. Και είχε πίστη, διότι είχε ταπείνωση  αληθινή η Χαναναία. Την ταπείνωσε ο πόνος, θα πείτε. Ναι, το δέχομαι. Ο πόνος ταπεινώνει  και το πιο υψηλόκορμο  κυπαρίσσι. Μα υπάρχουν άνθρωποι, που ούτε από τον πόνο λυγίζουν. Και πάνω στον πόνο ακόμη βλασφημούν το Θεό. Έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους. Η Χαναναία είχε αληθινή και διαρκώς αυξανομένη ταπείνωση. Που βλέπουμε την ταπείνωση της Χαναναίας; Για το δράμα του παιδιού της δέχεται, άτι εκείνη φταίει. Το κορίτσι της είναι δαιμονισμένο. Θα περίμενε κανείς να ζητάει για το κορίτσι της έλεος. Και όμως, για τον εαυτό της ζητάει έλεος. «ελέησόν με, Κύριε…Κύριε, βοήθει μοι». Πιστεύει, ότι η ίδια φταίει για το κατάντημα του παιδιού της.  Αν τα παιδιά μας και οι νέοι μας έχουν φτάσει στο απροχώρητο, αν έχουν κυριευθεί από δαιμόνια, αν κάνουν σαν δαιμονισμένα, εμείς είμαστε η αιτία. Το λίθο του αναθέματος όχι στους άλλους, αλλά στον εαυτό μας. Εγώ φταίω, να πει ο καθένας μας, όχι μόνο για τα δικά του αμαρτήματα, αλλά και για τα αμαρτήματα των άλλων. Και διότι πολλές φορές τα προκαλώ, αλλά και διότι δια των άλλων τιμωρούμαι για τα δικά μου αμαρτήματα. Κάθε πιστός και ταπεινός είναι «ο αίρων την αμαρτία του κόσμου». Η Χαναναία έβλεπε, πως εκείνη έφταιξε που το παιδί της έγινε δαιμονισμένο. Εμείς πότε θα ταπεινωθούμε να καταλάβουμε ότι φταίμε για το δαιμονισμό της σύγχρονης κοινωνίας;  Η ταπείνωση φαίνεται και από την ιδέα, που έχει για τον εαυτό της. Ο Χριστός, για να την δοκιμάσει, την ονομάζει «κυνάριον». Αν ήταν άλλος στη θέση της, θα αντιδρούσε, θα θύμωνε, θα επιστράτευε όλα τα επιχειρήματα του, για να υπεραμυνθεί της προσωπικότητα του. Γιατί έχουμε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας.  Ποιοί;  Εμείς, που δεν είμαστε απλώς αθώα σκυλάκια , τα οποία   μόνο γαυγίζουν και δεν δαγκώνουν, αλλά είμαστε λυσσασμένα σκυλιά που δαγκώνουμε. Γινόμαστε ταύροι μαινόμενοι πάνω στο θυμό μας. Είμαστε ακάθαρτοι σαν τα χοιρώδη ζώα. Η Χαναναία όμως δέχεται τον εξευτελισμό. Ναι, Κύριε, σκυλάκι είμαι. Αλλά όπως το σκυλάκι έχει δικαίωμα και καθήκον να γαυγίζει, άφησε με και μένα να γαυγίζω γύρω από την αγάπη σου. Είμαι σκυλάκι, αλλά σκυλάκι στην δική σου αυλή, στην αυλή της αγάπη σου. Ας αποκτήσουμε ταπεινή ιδέα για τον εαυτό μας. Θα έπρεπε να είμαστε άγγελοι. Η αμαρτία μας έχει κατεβάσει στην κλίμακα των ζώων. Γινόμαστε σε πολλά πράγματα χειρότεροι και από τα ζώα. Αυτό ας μας απελπίσει. Ας είμαστε ανάξιοι. Μπορούμε να παρακαλούμε το Θεό για τα τόσα αμαρτήματά μας. Η ταπείνωση της Χαναναίας φαίνεται και από άλλο σημείο. Όχι μόνο δέχεται, άτι είναι σκυλάκι και όχι παιδί του Θεού, αλλά ζητάει ένα ψίχουλο μόνο από το τραπέζι Του. Ένα ψίχουλο της αγάπης σου μου αρκεί. Ένα ψίχουλο της αγάπης του Θεού αξίζει περισσότερο από όλο το χρυσάφι της γης. Η ταπείνωση  αφόπλισε το Χριστό, που ήθελε να δοκιμάσει την Χαναναία μητέρα. Η ταπείνωση είναι αφοπλιστική. Αφοπλίζει τον άλλον, που θέλει να τσακωθεί μαζί σου. Αλλά και οπλίζει το ισχυρότατο όπλο, που ονομάζεται προσευχή. Άριστα στην πίστη, άριστα στην ταπείνωση, άριστα στην προσευχή η Χαναναία. Η προσευχή της είναι ενοχλητική. Δεν παρακαλεί με απάθεια, αδιαφορία και νωθρότητα. Παρακαλεί με κραυγή. Οι άνθρωποι ενοχλούνται και παρεξηγούνται, όσο τους παρακαλούμε για κάτι με επιμονή. Ο Χριστός το αντίθετο, τότε μας αγαπάει, όταν τον ενοχλούμε με την συνεχή προσευχή. Η προσευχή της Χαναναίας είναι προσκυνηματική. Πέφτει στα πόδια του Χριστού. Στα γόνατα, για να προσκυνούμε τον Κύριο της δόξης. Μετάνοιες προσκυνηματικές ας κάνουμε, και το θαύμα θα γίνει. Αμήν.

Κυριακή ΙΖ Ματθαίου (Της Χαναναίας) (Ματθ. ιε’, 21-28) του Ιωάννη Δήμου



του Ιωάννη Δήμου
Θεολόγου - Φιλολόγου
από την ιστοσελίδα του:  www.sostikalogia.com
Όταν ο Ιακώβ επέστρεφε στην πατρίδα του ύστερα από μακροχρόνια απουσία, βρισκόταν σε μεγάλη αγωνία από το φόβο μήπως δεν θα τον δεχόταν ο αδελφός του Ησαύ. Όπως είναι γνωστό, είχε  αυτό το φόβο, γιατί ο Ησαύ είχε θυμώσει εναντίον του, επειδή είχε χάσει τα πρωτοτόκια  και την ευλογία του πατέρα του εξ αιτίας του Ιακώβ. Τώρα όμως, ύστερα από πολλά χρόνια απουσίας ο Ιακώβ,  αφού διέκοψε τη συνεργασία του με το θείο του  το Λαβαν, πήρε την οικογένεια του, τους υπηρέτες του και τα ποίμνιά του, και βάδιζε το δρόμο της επιστροφής. Καθώς πλησίαζε για να συναντήσει τον αδελφό του,  έμεινε μόνος εκείνο το βράδυ και πάλευε μαζί του μέχρι το πρωί ένας δυνατός άνθρωπος που συμβόλιζε το Θεό. Όταν το πρωί ο άνθρωπος εκείνος είπε στον Ιακώβ να τον αφήσει να φύγει, ο Ιακώβ του είπε, δε θα σε αφήσω να φύγεις, αν δε με ευλογήσεις. Αυτό φανερώνει ότι κατάλαβε ο Ιακώβ ότι ο αντίπαλός του ήταν ο Θεός. Ο Θεός τον ρώτησε, ποιο είναι το όνομά σου;  Αυτός του είπε, Ιακώβ. Τότε ο Θεός του είπε, δεν θα είναι πλέον το όνομά του Ιακώβ, αλλά Ισραήλ, επειδή αποδείχτηκες δυνατός με το Θεό, και θα είσαι δυνατός και με τους ανθρώπους. Έτσι οι απόγονοι του Ιακώβ ονομάζονται Ισραηλίτες.  Η πάλη αυτή του Ιακώβ συμβολίζει την επίμονη προσευχή που έκανε αυτός εκείνο το δραματικό βράδυ στο Θεό.
Αλλά, γιατί αναφερθήκαμε σήμερα στην προσευχή του Πατριάρχη Ιακώβ, και ποια σχέση έχει αυτή με τη Χαναναία, στην οποία αναφέρεται η σημερινή ευαγγελική περικοπή; Όπως ο Ιακώβ απέσπασε την ευλογία του Θεού με την επίμονη προσευχή του, έτσι και η Χαναναία γυναίκα κατόρθωσε να πετύχει και να αποσπάσει από το Χριστό αυτό που ήθελε και είχε ανάγκη. Η Χαναναία καταγόταν από τη ρίζα των Χαναναίων, οι οποίοι δεν εξοντώθηκαν από τον Ιησού του Ναυή. Ήταν Ελληνίδα Συροφοινίκισσα και, όταν ο Χριστός έφθασε στα όρια της πατρίδας της, αν και ήταν ειδωλολάτρισσα, έτρεξε να τον προϋπαντήσει. Είχε μέσα της τη λαχτάρα να θεραπεύσει το άρρωστο παιδί της. Το ότι όμως δεν   ήταν Ιουδαία την δυσκόλευε να πλησιάσει, αν και πίστευε ακράδαντα. Έτσι ακολουθούσε από μακρινή απόσταση και έκραζε και παρακαλούσε να της δείξει έλεος και να θεραπεύσει το κορίτσι της. Ο Χριστός όμως προσποιείτο ότι αδιαφορεί με αποτέλεσμα να επέμβουν οι μαθητές Του και να του πουν, άκουσε την παράκληση της, λυπήσου την, κάμε της αυτό που με τόσο σπαραγμό σου ζητάει, και άφησε την να φύγει, γιατί μας  ακολουθεί και φωνάζει.   Τότε ο Κύριος  τους είπε ότι δεν έχω αποσταλεί παρά μόνο για τα χαμένα πρόβατα του Ισραηλιτικού λαού. Η Χαναναία  όμως δεν το έβαλε  κάτω αλλά  ήρθε μπροστά στο Χριστό και αφού   γονάτισε με ευλάβεια   του είπε, Κύριε, βοήθησε με. Εκείνος της  απάντησε λέγοντας ότι δεν είναι καλό να πάρει κανείς το ψωμί από τα παιδιά του και να το ρίξει στα σκυλάκια.  Τότε η γυναίκα άρπαξε την ευκαιρία και του είπε, και τα σκυλάκια τρώνε  από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους. Όταν  ο Κύριος  άκουσε αυτά  τα λόγια που ήταν γεμάτα πίστη και ταπείνωση της είπε με θαυμασμό. Ω γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστη σου, ας γίνει  όπως  θέλεις και τη στιγμή εκείνη   η κόρη της θεραπεύτηκε αμέσως.
Η συμπεριφορά  της Χαναναίας, και γενικά  ο τρόπος με τον οποίο αυτή  απευθύνθηκε στο Χριστό προκειμένου να της δώσει αυτό που πολύ ποθούσε, παρομοιάζει και  υπενθυμίζει τη στάση του Πατριάρχη Ιακώβ που αναφέραμε στην αρχή. Έτσι αποτελεί υπόδειγμα προς μίμηση για όλους τους ανθρώπους όλων των εποχών.  Όσο δύσκολα και αν εμφανίζονται τα πράγματα στα μάτια των ανθρώπων, για το Θεό είναι δυνατά. Ο Ίδιος ο Κύριος είπε, « τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν». Όταν ο Χριστός είναι μαζί μας, όλα είναι δυνατά. Αμήν.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ


«Ω γύναι μεγάλη σου η πίστις! Γενηθήτω σοι ως θέλεις». (Ματθ. ιε΄28)    
Σε δυο περιπτώσεις εκδηλώνει ο Κύριος το θαυμασμό, αλλά και το δίκαιο έπαινο του για την πίστη συγκεκριμένων ανθρώπων. Και οι δυο περιπτώσεις αφορούν ειδωλολάτρες. Η πρώτη αφορά ένα Ρωμαίο εκατόνταρχο (Ματθ. η΄10) και η δεύτερη τη γυναίκα  του σημερινού ευαγγελίου, τη Χαναναία. Όμως, πέρα από το θαυμασμό και το δίκαιο έπαινο, ο Κύριος επιβραβεύει «από της ώρας εκείνης» την πίστη τους, θεραπεύοντας το δούλο του εκατόνταρχου και σήμερα την κόρη της Χαναναίας.  
Και οι δυο, αν και ειδωλολάτρες, τον αναγνωρίζουν ως Κύριο και Μεσσία. «Κύριε υιέ Δαυίδ» τον προσφώνησε σήμερα η Χαναναία. «Κύριε, βοήθει μοι» επανέλαβε προσκυνώντας τον. Με τον τρόπο αυτό οι δυο ειδωλολάτρες γίνονται οι πρωτεργάτες της αποδοχής του Ιησού ως Λυτρωτή και Σωτήρα όλων των εθνών, επιβεβαιώνοντας τον προφητικό λόγο του Ησαΐα ότι: «και τω ονόματι αυτού έθνη ελπιούσι» (Ματθ. ιβ΄ 21). Και στ’ όνομα του θα στηρίζουν τα έθνη την ελπίδα τους.
Κατά συνέπεια, ο Θεός δεν είναι Θεός ενός μόνο έθνους, αλλά Θεός όλων των ανθρώπων και όλων των λαών, ανεξαρτήτως γλώσσας, φυλετικής ή και θρησκευτικής καταγωγής. Κριτήριο αυτής της ισότιμης αντιμετώπισης των ανθρώπων από το Θεό είναι η πίστη. Η πίστη που ενώνει το Θεό με τους ανθρώπους. Αυτή την ενοποιό πίστη διακρίνουμε σήμερα στη Χαναναία.
Έχει μια κόρη η οποία «κακώς δαιμονίζεται». Μοναδική της ελπίδα ο Ιησούς. Η Χαναναία βγαίνει έξω από τα όρια της περιοχής της και του φωνάζει δυνατά: «Ελέησε με Κύριε, Υιέ του Δαβίδ». Αυτή η έξοδος της είναι ουσιαστική. Είναι έξοδος από την ειδωλολατρία και προάγγελος της εξόδου των εθνών από την ειδωλολατρία.
Η έξοδος της Χαναναίας είναι μια πρόσκληση και πρόκληση για τον καθένα από εμάς. Και σήμερα, όπως και τότε, έχουμε ανάγκη μιας ηρωϊκής εξόδου από εγωισμούς, πάθη, αδυναμίες για να μπορέσουμε να συναντήσουμε το λυτρωτή. Ο ίδιος έρχεται για να μας συναντήσει. Εμείς επιδιώκουμε αυτή τη συνάντηση;
Όλοι τον έχουμε ανάγκη μέσα από τη διαφορετικότητα των προβλημάτων μας. Διαφορετικά τα προβλήματα του καθενός, όμως είναι κοινό το σημείο που μας ενώνει. Και αυτό το κοινό σημείο είναι η πίστη, όχι σαν θεωρία, αλλά κυρίως σαν βίωμα και τρόπος καθημερινής ζωής. Μια πίστη που αντέχει στις δοκιμασίες, αλλά και που καταφεύγει στο Θεό την ώρα που οι ανθρώπινες δυνάμεις εξαντλούνται, ο Θεός αν και γνωρίζει τα προβλήματα μας, εν τούτοις θέλει μέσα από την ένταση της κραυγής μας να εκδηλωθεί η δύναμη της πίστεως μας, όπως έγινε σήμερα και με τη Χαναναία.
Όποια λοιπόν κι αν είναι η ένταση της προσευχής – κραυγής μας που θα φανερώνει και την έκταση του πόνου μας, αυτή η κραυγή, αυτή η προσευχή θα πρέπει να είναι και ο καθρέφτης της πίστεως του καθενός μας. Θα είναι κατά κάποιο τρόπο ένας νέος μετρητής «Ρίχτερ» που θα καταγράφει όμως  τις δονήσεις των συναισθημάτων μας. Αν οι φυσικές δονήσεις συνήθως έχουν ένα καταστροφικό αποτέλεσμα, αυτές οι δονήσεις των συναισθημάτων θα έχουν αντίθετα «θετική καταστροφή», ιδιαίτερα δε του οικοδομήματος που λέγεται ολιγοπιστία. Αυτή η «θετική καταστροφή» της ολιγοπιστίας θα δημιουργήσει στο τέλος μέσα μας μια ανέκφραστη γαλήνη. Γιατί θα διαπιστώσουμε ότι αυτό για το οποίο παρακαλέσαμε το Θεό έχει γίνει πραγματικότητα, όπως έγινε σήμερα και με τη Χαναναία. Ακόμα κι όταν ο Θεός κρίνει να καθυστερήσει να μας απαντήσει και τότε, όταν εναποθέσουμε με πίστη την ελπίδα μας σ’ Αυτόν, τότε και πάλι το φως της χάριτος Του θα φωτίσει και θα γαληνέψει την ψυχή μας.
Παρακολουθήσαμε σήμερα τη Χαναναία να μην αποθαρρύνεται όταν ο Ιησούς «ουκ απεκρίθη αυτή λόγον», αλλά και όταν άκουε τις προτροπές των μαθητών Του να την διώξει. Μας δίδαξε με το παράδειγμά της ότι δεν πρέπει να καταθέτουμε τα όπλα του αγώνα, έστω κι αν δεν παίρνουμε απάντηση στις προσευχές μας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μας δίδαξε ότι παρά τη «σιωπή» τον Ιησού, παρά τις αντιρρήσεις ή αποθαρρύνσεις του οικογενειακού ή του κοινωνικού μας περιβάλλοντος, εμείς πρέπει να επιμένουμε, όπως τη Χαναναία, ως την ώρα που θα λυθεί η «σιωπή» του Ιησού, όπως έγινε σήμερα. Οι θλίψεις και οι δοκιμασίες είναι μέρος της ζωής μας, όπως μας προαναγγέλλει ο ίδιος ο Κύριος :«Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμον» (Ιωάν. ιστ΄33). Ο κόσμος θα σας κάνει να υποφέρετε αλλά εσείς να έχετε θάρρος, γιατί εγώ έχω νικήσει τον κόσμο.
Τη δύναμη και την παιδαγωγική αξία της ασθένειας ή των θλίψεων τονίζει και ο Απόστολος Παύλος λέγοντας ¨Όταν γαρ ασθενώ τότε δυνατός ειμί». (Β΄ Κορ. ιβ΄10). Η δύναμη αυτή αντλείται από την πίστη στο Θεό γεγονός που οδηγεί σε διαφορετική και ενθαρρυντική αντιμετώπιση των θλίψεων. Απάντηση γι’ αυτή την ενθαρρυντική αντιμετώπιση μας δίνει και πάλι ο Απόστολος Παύλος: «Αφού, λοιπόν, ο Θεός μας έσωσε επειδή πιστέψαμε, οι σχέσεις μας με το Θεό αποκαταστάθηκαν με τη μεσολάβηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αυτός μας οδήγησε στο χώρο αυτής της χάρης του Θεού, στην οποία είμαστε στερεωμένοι, και καυχόμαστε για την ελπίδα της συμμετοχής μας στη δόξα του Θεού. Μα δε σταματά εκεί η καύχησή μας. Καυχόμαστε ακόμα και στις δοκιμασίες, επειδή ξέρουμε καλά πως οι δοκιμασίες οδηγούν στην υπομονή, η υπομονή στο δοκιμασμένο χαρακτήρα, κι ο δοκιμασμένος χαρακτήρας στην ελπίδα. Κι η ελπίδα τελικά δεν απογοητεύει. Μαρτυρεί γι’ αυτό η αγάπη του Θεού, με την οποία το Άγιο Πνεύμα που μας δόθηκε γέμισε και ξεχείλισε τις καρδιές μας» (Ρωμ. ε΄1-5).
Ναι, αδελφοί μου, η ελπίδα τελικά δεν απογοητεύει, όπως δεν απογοητεύει σήμερα και τη Χαναναία. Αφού επέτρεψε ο Κύριος να περάσει η πίστη της Χαναναίας μέσα από διάφορες δοκιμασίες, στο τέλος έλαμψε αυτή η πίστη, όπως το χρυσάφι που δοκιμάστηκε στη φωτιά. Αν. λοιπόν, και η δική μας πίστη είναι τόσο βαθιά και σταθερή, τότε να ‘μαστε βέβαιοι ότι θα ισχύει και για μας η διαβεβαίωση του Κυρίου «Πάντα όσα εάν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες λήψεσθε». (Ματθ κα΄22). Όλα όσα ζητήσετε στην προσευχή με πίστη, θα τα λάβετε. Ας τον παρακαλέσουμε κι εμείς, τον Κύριο όπως και οι Απόστολοι: «πρόσθες ημίν πίστιν» (Λουκ. ιζ΄5). Κύριε, αύξησε την πίστη μας. Κύριε βοήθησε με και τότε νάμαστε βέβαιοι ότι θα ακούσουμε την ποθητή απάντηση: «Μεγάλη σου η πίστις. Γενηθήτω σοι ως θέλεις». «Μεγάλη είναι η πίστη σου. Ας γίνει όπως θέλεις». Αμήν.

Θεόδωρος Αντωνιάδης

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΤΗΣ ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ) ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ



           
 Είδαμε, μέσα από την σημερινή ευαγγελική περικοπή, μια γυναίκα Χαναναία, που δεν καταγόταν δηλαδή από τον εκλεκτό λαό του Ισραήλ, να ανερεί με την πράξη της την πίστη των φαρισαίων περί «αποκλειστικότητας της σωτηρίας». Πίστευαν δηλαδή οι φαρισαίοι ότι μόνο αυτοί μπορούσαν να σωθούν γιατί κατάγονταν από το εβραϊκό έθνος, ενώ όλοι οι άλλοι λαοί αποτελούσαν το βδέλυγμα, την περιφρόνηση του Θεού και τους ονόμαζαν μάλιστα με μια λέξη «κύνες», σκυλιά. Πίστευαν ότι κάθε ξένος λαός ήταν ταυτόχρονα και άπιστος, ενώ οι ίδιοι είχαν την πεποίθηση ότι ήταν οι πιστοί. Μα η πίστη δεν περιορίζεται σε έθνη και λαούς. Αυτό το αποδεικνύει η Χαναναία, η οποία,  μέσω της διακριτικής στάσης που παίρνει ο Χριστός απέναντι της, κατορθώνει να φανερώσει σε όλους την βαθειά πίστη που έκρυβε μια γυναίκα, και μάλιστα αλλοεθνής.
            Έτσι, ενώ βλέπουμε τον εκλεκτό λαό του Ισραήλ, ουδέποτε να αναγνωρίζει τον Χριστό ως τον αναμενόμενο Μεσσία, αλλά ούτε και να ζητά το έλεός Του, παρά μόνο να τον αντιμετωπίζουν με περιφρόνηση, εντούτοις ακούμε σήμερα μια αλλοεθνή γυναίκα την Χαναναία, να του φωνάζει: «ελέησόν με, Κύριε, Υιέ Δαυίδ». Τον αναγνωρίζει ως τον Κύριο και τον αναμενόμενο Μεσσία απόγονο του Δαυίδ και αυτή η βεβαιότητά και η πίστη της δεν είναι καθόλου επιφανειακή. Αποδεικνύεται η πίστη της πρώτα με την υπομονή και την επιμονή της. Αν δεν πίστευε ακράδαντα στον Χριστό ως σωτήρα, θα εγκατέλειπε την προσπάθειά της με την πρώτη περιφρόνηση του Χριστού, πράγμα που δεν βλέπουμε να κάνει. Ύστερα αν η πίστη της ήταν χλιαρή, δεν θα μπορούσε να φτάσει, στην ταπείνωση και στον εξευτελισμό, με το να δεχθεί τους λόγους του Χριστού ότι είναι  «σκυλί». Ο εγωισμός του άπιστου ανθρώπου δεν του δίνει αυτό το δικαίωμα. Όμως η Χαναναία όχι μόνο δέχεται τους ταπεινωτικούς αυτούς λόγους, αλλά βάζει και την θέση της στη θέση του σκυλιού που ζητά το έλεος του Θεού, και μάλιστα, που αρκείται μόνο στα ψίχουλα. Και η θεραπεία της κόρης της ήταν μόνο ψίχουλα του ελέους του Θεού.
            Ο Χριστός βέβαια ως παντογνώστης που γνωρίζει τα κρύφια της καρδίας του καθ’ ενός χειρίζεται ως σωστός παιδαγωγός την περίπτωση της Χαναναίας. Αφενός μεν, για να δοκιμάσει τη πίστη της και μέσω της ταπείνωσης να την οδηγήσει στην σωτηρία, αφετέρου δε για να ξεσκεπάσει την υποκρισία των φαρισαίων. Να αποδείξει τέλος,  στους μαθητές Του και στους καλοδιάθετους ανθρώπους, ότι ο Θεός δεν κρύβεται πίσω από έθνη και λαούς αλλά αγκαλιάζει «πάντα τα έθνη» με την ίδια στοργή και αγάπη. Μέτρο της κρίσης Του, είναι πάνω από όλα η πίστη, η οποία επιβεβαιώνεται όπως είδαμε, με την υπομονή, την επιμονή και την ταπείνωση της Χαναναίας.
            Η στάση των φαρισαίων από την μια και η στάση της Χαναναίας από την άλλη, χαρακτηρίζει άριστα τους ανθρώπους κάθε εποχής, καθώς και τη στάση τους  έναντι του Θεού και της σωτηρίας τους. Οι πρώτοι που θα αρκεστούν να πουν ότι συγκαταλέγονται ανάμεσα στους εκλεκτούς  του Θεού, θα παραμείνουν σε μια αυτοδικαίωση και παράλληλα σε περιφρόνηση των άλλων ως «αμαρτωλών», πράγμα που θα τους φέρει σε αντίθεση με την κρίση του Θεού. Οι δεύτεροι θα αναζητήσουν τον Χριστό και αφού τον βρουν θα αναφωνήσουν μαζί με την Χαναναία «Κύριε, Υιέ Δαυίδ ελέησόν με». Έτσι θα φτάσουν στο έλεος του Θεού μέσα από την ταπείνωση και την αληθινή πίστη.
            Όταν ο άνθρωπος προσεγγίζει τον Θεό και τον προσεγγίζει κυρίως με την προσευχή απευθύνοντάς του συνήθως αιτήματα, τα αιτήματα αυτά για να γίνουν δεκτά από τον Θεό και να εισακουστούν πρέπει να πηγάζουν από δύο κυρίως πηγές, όπως ακριβώς και της Χαναναίας, την πίστη και την ταπείνωση.
  •  Η πίστη είναι μια από τις κορυφαίες πνευματικές αρετές που πρέπει να κοσμεί τον χριστιανό. Αυτή ακριβώς η πίστη εκφράζεται μέσα από την επιμονή και επιβεβαιώνεται μέσα από την υπομονή και ιδιαίτερα την ταπείνωση. Βλέπουμε τον Χριστό σήμερα να δοκιμάζει την πίστη της Χαναναίας, μέχρι τέλους. Στην ζωή του χριστιανού θα έρθουν και θλίψεις και αρρώστιες, που πολλές φορές να νιώσει ότι εγκαταλείφθηκε από τον Θεό. Όταν τον παρακαλούμε και αυτός φαινομενικά δεν ακούει τις προσευχές μας, ή δεν μας απαλλάσσει από κάτι δυσάρεστο που μας βρήκε ή δεν μας χαρίζει κάτι το ποθούμενο για μας, είναι γιατί, ο Ίδιος ξέρει καλύτερα τι θα μας ωφελήσει και τι μας οδηγήσει στον πνευματικό θάνατο. Αλλά και όπως είδαμε σήμερα είναι και με δοκιμασία που θα ξεχωρίσει ο Θεός τους εκλεκτούς Του. Αν εμείς μείνουμε σταθεροί στην πίστη μας μέχρι τέλους και δεν ολιγοψυχήσουμε, τότε σαν πραγματικοί πιστοί θα αποτελέσουμε το παράδειγμα για τους άλλους.
  • Έπειτα η ταπείνωση μας βοηθά να κρίνουμε με αυστηρότητα τον εαυτό μας και να αντιμετωπίζουμε με επιείκεια τους άλλους, όπως και η μάνα το παιδί της. Θα πρέπει να μην αυτό-δικαιώνουμε τους εαυτούς μας όπως οι φαρισαίοι, και να κατακρίνουμε τους άλλους. Αλλά να κρίνουμε, αυστηρά τον εαυτό μας και να ζητούμε το έλεος από τον Θεό ως δούλοι αχρείοι, ενώ να βλέπουμε τα όποια ελαττώματα του αδελφού μας με αγάπη και κατανόηση. Ο εγωισμός δεν φέρνει ποτέ καλά αποτελέσματα. Ο διάβολος εξέπεσε από άγγελος φωτός και έγινε ο διάβολος εξαιτίας του εγωισμού του. Ο ίδιος ο Κύριος μιλώντας για τους υπερηφάνους λέει ότι: «ο Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται». Είναι δηλαδή εχθρός του Θεού ο υπερήφανος, ενώ «ταπεινοίς δε δίδωσιν χάριν» στους ταπεινούς δίδει την χάρη Του.
Τόσο η πίστη όσο και η ταπείνωση είναι κορυφαίες αρετές και χρειάζονται αγώνα και κόπο για να αποκτηθούν. Χρειάζονται επιμονή, υπομονή και αγώνα για την κατάκτησή τους, γιατί χωρίς αυτές τις αρετές  δεν σώζεται κανείς.
Ας αποφύγουμε λοιπόν την υποκρισία των φαρισαίων. Ας μείνουμε μακριά από την όποια αυτό-δικαίωση, ή  και την κατάκριση των άλλων. Στο πρόσωπο του οποιουδήποτε άλλου κρύβεται η εικόνα του ίδιου του Θεού για την οποία ήρθε στον κόσμο ο Υιός του Θεού και ο οποίος σταυρώθηκε για να την σώσει. Ας έχει ο καθένας σαν πρότυπο την Χαναναία, και ιδιαίτερα τον τρόπο που προσεγγίζει τον Χριστό, δηλαδή με πίστη και ταπείνωση. Μόνο έτσι θα εισακουστούν οι προσευχές μας από το Θεό και θα μπορεί να πει και σε μας «μεγάλη σου η πίστις γεννηθήτω σοι ως θέλεις ».
Αρχιμανδρίτης Τυχικό

Απαντάει ο Θεός προσευχές;



ImageΠολλές φορές βρισκόμαστε σε ανάγκη, κάποτε μάλιστα βρισκόμαστε 
σε μεγάλη ανάγκη. Φυσικό είναι να κράξουμε προς τον Κύριο για βοήθεια,
 κι ο Κύριος μας ακούει, αλλά μερικές φορές κάνει πως δεν μας ακούει,
 το αίτημα μας φτάνει στην καρδιά Tου, αλλά απάντηση δεν παίρνουμε
 καμία. Και εδώ αρχίζουνε οι αγώνες μας και τα παράπονα μας, 
γιατί άραγε δεν παίρνω απάντηση, γιατί ο Κύριος δεν κουνάει λιγάκι το δάχτυλό
 του για να φύγουνε οι φόβο μου και να λυθούν τα προβλήματά μου.

Ξέρεις γιατί δεν σου απαντάει ο Κύριος αμέσως; Απλούστατα, σε θεωρεί
 πνευματικά δυνατό και σε προκαλεί σ΄  ένα άγιο αγώνα, στον αγώνα της πίστεως
. Έτυχε να έχεις ποτέ προσέξει το περιστατικό το οποίο μας περιγράφει, 
πως μια Χαναναία γυναίκα πάλεψε αυτόν τον αγώνα; Το περιστατικό αυτό
 είναι γραμμένο στο ευαγγέλιο του Ματθαίου στο κεφάλαιο 15/ιε και αρχίζει
 από το χωρίο 22.

Είχε αυτή μία κόρη δαιμονισμένη, βρήκε λοιπόν τον Κύριο Ιησού και τον
 φώναζε, ελέησέ με Κύριε, Υιέ του Δαβίδ, η θυγατέρα μου είναι δαιμονισμένη.
 Ο Κύριος άκουσε τις φωνές της γυναίκας αλλά απάντηση δεν της έδινε καμία,
 έκανε πως δεν άκουε. Και τότε οι μαθητές πλησίασαν τον Κύριο και τον
 συμβούλεψαν να διώξει επιτέλους εκείνη την γυναίκα γιατί τους έφαγε τα
 αυτιά με τις φωνές της.


  Πράγματι, ο Κύριος της έδωσε μία απάντηση, «ήρθα μονάχα για τον λαό
 Ισραήλ για κανένα άλλον». Η γυναίκα αυτή ήταν Χαναναία, δεν ήταν Ισραηλίτισα, 
την έδιωξε με ένα όμορφο τρόπο, αλλά εκείνη δεν έφευγε, επέμενε. Και ήρθε και 
τον προσκύνησε, και του ξαναείπε: «Κύριε βοήθησε με». Και τότε ο Κύριος της
 έδωσε άλλη μία αρνητική απάντηση, της είπε: «δεν είναι καλό να πάρει κανείς το
 ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλιά.». Τα παιδιά για τον Κύριο ήταν 
οι Ισραηλίτες, ο λαός Ισραήλ, επειδή αυτή ήταν Χαναναία και δεν ήταν Ισραηλίτισα
 την είπε σκυλί. Την έδιωξε δηλαδή αυτή την φορά με ποιο αυστηρό τρόπο,
 της αρνήθηκε ακόμα μια φορά να απαντήσει στο αίτημά της, και η γυναίκα 
ούτε αυτή την φορά έφυγε. Τουναντίον, απάντησε και είπε στον Κύριο:


« Ναι Κύριε, αλλά και τα σκυλιά τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουνε
 από το τραπέζι του κυρίου τους».
Παρατηρείτε εδώ τον αγώνα της πίστεως; Όσο σιωπούσε ο Κύριος, τόσο αυτή 
η γυναίκα ζητούσε, όσο ο Κύριος της άλλαζε κουβέντα, τόσο αυτή η γυναίκα
 επέμενε. Και η νίκη ήρθε, ο Κύριος της είπε: «Ω, γυναίκα, η πίστη σου είναι
 μεγάλη, ας γίνει το αίτημά σου όπως το ζήτησες». Και πράγματι η θυγατέρα τ
ης γιατρεύτηκε από εκείνη την ώρα.

  Ο Κύριος λοιπόν, ανοίγει τον δρόμο για τον αγώνα στις εκλεκτές ψυχές. 
Ένας που είναι αδύνατος στην πίστη και ζητάει, ο Κύριος δεν αργεί να
 του δώσει, συμπαθεί στην αδυναμία της πίστεως του και δίνει, για να
 μην σκανδαλιστεί αυτός ο άνθρωπος, αλλά με τους δυνατούς, με τους 
ήρωες της πίστεως, ο Κύριος συμπεριφέρεται τότε πολύ διαφορετικά. Κάνει 
πως δεν ακούει, και ο σκοπός του είναι προκαλέσει τον πιστό σ΄ έναν άγιο 
αγώνα και να δείξει στους ανθρώπους με ποιο θριαμβευτικό τρόπο νικάει η
 πίστη. Αυτό ακριβώς που έκανε ο Κύριος και με την Χαναναία γυναίκα.


 Η πίστη πάντοτε νικάει, ο απ. Παύλος βεβαιώνει, «τα πάντα είναι δυνατά 
σ΄ εκείνον που πιστεύει». Αλλά, ας δούμε τι είδους πίστη είναι αυτή που νικάει, 
γιατί πρέπει να ξέρουμε ότι υπάρχουνε δύο είδους πίστεις. Το ένα είδος, 
είναι η πίστη του μυαλού, το άλλο είδος είναι η πίστη της καρδιάς. Ξέρετε ποια 
\
είναι η πίστη του μυαλού; Όταν γνωρίζουμε τα χριστιανικά πράγματα, αλλά 
δεν έχουμε την όρεξη να ζήσουμε όπως μας θέλει ο Θεός, αυτή είναι η πίστη
 του μυαλού.


 Και ξέρετε τι βεβαιώνει ο ίδιος Κύριος για κείνους που έχουν την πίστη του
 μυαλού; Για ακούστε, «δεν θα μπει στην βασιλεία των ουρανών όποιος 
μου λέγει Κύριε, Κύριε, αλλά εκείνος που κάνει το θέλημα του Πατέρα
 μου που είναι στον ουρανό». Ματθαίος 7/ ζ 21

Υπάρχουν άνθρωποι που γνωρίζουν αρκετά πράγματα για την χριστιανική 
ζωή, διαβάζουνε και πολλά πράγματα και για την χριστιανική αλήθεια, ψάλλουν
 και προσεύχονται, λένε Κύριε, Κύριε, αλλά δεν κάνουνε στην ζωή τους το θέλημα 
του Θεού, ζουν την δική τους ζωή. Αυτή είναι η πίστη του μυαλού. Γνωρίζω τα
 πράγματα του Θεού, αλλά η καρδιά μου δεν έχει αλλάξει, διαβάζω τα πράγματα 
του Θεού, αλλά η καρδιά μου μένει πάντοτε εκεί, κολλημένη στην αμαρτία, την
 υποκρισία, το ψέμα και την ανομία. Ο Κύριος ο ίδιος μας προειδοποιεί, τι
 θα απαντήσει
 σ΄ εκείνους που έζησαν με την πίστη του μυαλού, θα του πει, «ποτέ δεν σας
 εγνώρισα, φεύγετε από κοντά μου, εσείς που εργάζεστε την ανομία». 
Ματθαίος 7/ ζ: 23

Μια μέρα η πίστη του μυαλού όχι μόνο θα αποδεχτεί άχρηστη για μας, 
μα θα μας καταδικάσει, διότι γνωρίζαμε αυτό που ο Χριστός, μας  λεει να
 πιστεύουμε αλλά δεν κάναμε αυτό που μας είπε να κάνουμε.
 Αυτή η πίστη του μυαλού είναι πίστη κούφια, άκαρπη, είναι το κουτί
 που δεν έχει μέσα του το διαμάντι. Μήπως και εσύ έχεις αυτού του είδους
 την πίστη; Ρίξε μια καλή ματιά μέσα στον εαυτό σου, και αν είσαι ειλικρινής
 θα σου δείξει ο Κύριος τι είδους πίστη έχεις. Και αν ιδείς ότι γνωρίζεις
 αρκετά πράγματα για την χριστιανική ζωή και για την χριστιανική αλήθεια,
 και δεν αισθάνεσαι στην καρδιά σου καμία αλλαγή, καμία χαρά, τότε
 ζήτησε από τον Κύριο να μετατρέψει αυτή την πίστη του μυαλού και να την
 κάνει πίστη της καρδιάς.


Για άκουσε τι μεγάλα πράγματα θα κάνει μέσα σου αυτού του είδους η πίστη, 
η πίστη της καρδιάς σου. Γράφει ο απ. Παύλος, «κατά χάριν είσαστε
 σεσωσμένοι, δια μέσου της πίστεως, και τούτο δεν προέρχεται από 
εσάς, είναι δώρο του Θεού». Εφεσ 2/β :8 Το πρώτο λοιπόν, και μεγάλο
 πράγμα που θα σου δώσει ο Θεός είναι η σωτηρία της ψυχής σου.
 Σωτηρία της ψυχής είναι μια κατάσταση ειρήνης και πνευματικού χορτασμού,
 τα φτιάχνεις με τον Θεό δια μέσου της πίστεώς σου στον Ιησού Χριστό.


Μα θα μου πεις, πιστεύω στον Χριστό, βαπτίστηκα, είμαι χριστιανός, '
εκκλησιάζομαι, όλα αυτά δεν δείχνουν ότι πιστεύω στον Χριστό; Μην βιάζεσαι,
 θυμάσαι τι λέγαμε για την πίστη του μυαλού παραπάνω. Αυτού του είδους 
η πίστη του μυαλού δεν φέρνει κανένα αποτέλεσμα στην θέση μας απέναντι του
Θεού, είναι μόνο γνώση αυτή η πίστη, δεν είναι δύναμη. Τόσα χρόνια την έχεις,
 αλλά δεν έχεις αλλάξει, δεν έχεις αλλάξει διόλου, και αν η πίστη που λες ότι 
έχεις και δεν έχει αλλάξει την καρδιά σου και την ζωή σου, τότε έχεις την 
άκαρπη και κούφια πίστη του μυαλού, δεν έχεις την πίστη της καρδιάς.
 Δεν έχεις δηλαδή την δύναμη που μας σώζει και μας χορταίνει πνευματικά,
 αυτή την δύναμη δεν την έχεις.


Και αυτή είναι η μεγάλη διαφορά μεταξύ το να είσαι ένας θρησκευόμενος
 άνθρωπος από το να είσαι ένας αλλαγμένος άνθρωπος. Για αυτό και ο 
απ. Παύλος το θεωρεί σπουδαίο να τονίσει, ότι, «όποιος άνθρωπος \
είναι του Χριστού, δηλαδή πιστεύει στον Χριστό με την πίστη της
 καρδιάς, αυτός ο άνθρωπος είναι ένα νέο δημιούργημα». Β΄ Κορ.  5/ ε :17


 Αυτό λοιπόν είναι το φωτεινό σημάδι, ότι η πίστη μας είναι αληθινή 
πίστη, είναι δηλαδή πίστη της καρδιάς. Μας έχει αλλάξει, μας έχει σώσει,
 και η πίστη, μας κρατεί σε μία στενή σχέση με τον Κύριο μας, τον Ιησού
 Χριστό. Έχουμε προβλήματα σ΄ εκείνον θα τα πούμε, θα μας ακούσει
 όταν έχουμε την πίστη της καρδιάς, όχι του μυαλού. Αυτή την Χαναναία
 γυναίκα που είχε την θυγατέρα της δαιμονισμένη την άκουσε ο Κύριος,
 επειδή είχε την πίστη της καρδιάς, για αυτό την άκουσε. Και της είπε:
 «Ω, γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστη σου, ας γίνει το αίτημά σου
 όπως το ζήτησες».  Και η θυγατέρα της γιατρεύτηκε από εκείνη την ώρα.

 Βλέπεις, όταν γνωρίσεις τον Θεό, και συνδεθείς με τον Χριστό δια μέσου 
της αληθινής πίστεως, δηλαδή δια μέσου της πίστεως της καρδιάς, τότε 
αφήνεις την ζωή σου ολόκληρη στα χέρια του Κυρίου. Και κάθε μέρα
 ζεις εξαρτώμενος απ΄ Αυτόν και στηριζόμενος στις αιώνιες υποσχέσεις
 Του. Αυτή είναι η πετυχημένη ζωή, αυτή είναι η ζωή του αληθινού χριστιανού.

Φυσικά θα βρεθείς σε ανάγκες, και ποιος δεν βρίσκεται σε ανάγκες, θα 
παρουσιαστούν στην ζωή σου προβλήματα, αλλά θυμήσου τι είπαμε
 παραπάνω στην αρχή όταν διαβάζαμε το περιστατικό μ΄ εκείνη την
 γυναίκα, ο Κύριος αργούσε να της απαντήσει, έκανε πως δεν άκουγε,
 αλλά η καρδιά του ήτανε γεμάτη από αγάπη για αυτή, την καμάρωνε
 κρυφά στον αγώνα της πίστεώς της. Έτσι ο Κύριος καμαρώνει
 και εμάς, όταν επιμένουμε στην προσευχή και ζητάμε, μολονότι δεν 
βλέπουμε να απαντάει, ζητάμε και επιμένουμε. Στους δυνατούς αργεί
 να απαντήσει, γιατί γνωρίζει, ότι ο δυνατός δεν εγκαταλείπει εύκολα 
τον αγώνα, και δεν εγκαταλείπει εύκολα τον αγώνα, επειδή ο δυνατός δεν
 έχει σκοπό με την προσευχή του να ικανοποιήσει τα συμφέροντα του, τις 
επιδιώξείς του, αλλά θέλει στον αγώνα της πίστεώς του να δοξαστεί ο Κύριος
 και να μεγαλυνθεί το όνομά Του, αυτό θέλει.


Να το θυμάσαι λοιπόν, η αληθινή πίστη δεν είναι γνώση, αλλά είναι υποταγή της
 ζωή μας στο θέλημα του Κυρίου. Ούτε η αληθινή πίστη είναι ένα ξερό δόγμα
 που κρατάμε μέσα στο μυαλό μας, είναι μία δύναμη μέσα στην καρδιά μας 
 που μας σώζει και μας αλλάζει την ζωή, μια και καλή.

Πολλά χρόνια τώρα εκκλησιάζεσαι, πολλά χρόνια γνωρίζεις για την αλήθεια του
 Θεού και την χριστιανική ζωή, σε ρωτώ, έχεις αλλάξει; Έχεις βρει αυτό που
 διψάει η ψυχή σου; Δεν το έχεις βρει, ξέρεις γιατί; Επειδή έχεις πίστη του
 μυαλού και όχι της καρδιάς. Γνωρίζεις αλλά δεν υπακούς, είσαι χριστιανός
 τυπικός, δεν είσαι όπως ο Κύριος σε θέλει να είσαι. Ξέρεις ποιο είναι το
 παράπονο του Κυρίου; Για άκουσέ του, «γιατί με λετε Κύριε, Κύριε, και 
δεν κάνετε αυτό σας λεω»; Αυτό είναι το παράπονό Του. Πολλά 
θρησκευτικά βιβλία, πολλές εκκλησίες, πολλές μετάνοιες, πολλές
, νηστείες, πολλούς σταυρούς, αλλά η ίδια καρδιά, καρδιά  που είναι
 έτοιμη να κάνει το κακό, η καρδιά που δεν έχει αλλάξει, η καρδιά που
 δεν έχει σωθεί.


Τόσα χρόνια δοκίμασες την πίστη του μυαλού, είναι καιρός να δοκιμάσεις 
την πίστη της καρδιάς, και αυτό που Κύριος έκανε σ΄ εκείνη την Χαναναία γυναίκα, 
είναι πρόθυμος να το κάνει στον καθένα που θα ανοίξει την καρδιά του να το 
ζητήσει, να το ζητήσει από τον Χριστό. Και αν το θέλει και η δική σου καρδιά,
 πες του, μίλησε στον Χριστό με λόγια απλά, «Κύριε, τόσα χρόνια είχα την
 πίστη του μυαλού, θέλω η καρδιά μου ν΄ αλλάξει, να την αλλάξεις εσύ με το
 Πνεύμα σου. Δώσε και σ΄ εμένα αυτό που υπόσχεσαι ότι θα δώσεις στον 
καθένα όταν στο ζητήσει με καθαρή καρδιά, την σωτηρία σου θέλω Κύριε
, την συγνώμη σου και την ειρήνη σου». Ξέρεις κάτι, θα το κάνει ο Κύριος και σε
 σένα, και θα το κάνει και σε σένα, διότι σε κανένα μέχρι σήμερα δεν το αρνήθηκε. 
Αυτό που θα ζητήσεις θα το πάρεις, είναι διαβεβαίωση του ίδιου του Κυρίου,
 ζητείτε και θα σας δοθεί. 

Η Χαναναια Αρχιμανδριτης Μελέτιος Βαδρασχάνης



    Ὁ ἥρωας τῆς περικοπῆς Μάτθ. 15,21-28 εἶναι μία γυναῖκα. Μιὰ γυναῖκα ποὺ δὲν εἶναι Ἰουδαία, δὲν ἀνήκει στὸ λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, οὔτε ἔχει ὡς Θεὸ τὸν Θεὸ τοῦ Ἰσραήλ. Εἶναι ὅπως μας λέγει τὸ εὐαγγέλιο Χαναναία. Κατάγεται ἀπὸ ἕνα γειτονικὸ λαὸ τῆς Ἰουδαίας, τοὺς Χαναναίους. Εἶναι δηλαδὴ ἀλλόφυλη καὶ ἀλλόθρησκη. Δὲν εἶχε ἀκούσει τοὺς προφῆτες, δὲν εἶχε δεῖ ἀπὸ κοντὰ τὸν Χριστό, δὲν εἶχε ἀκούσει τὴ διδασκαλία του. Πλὴν ὅμως, ὅπως μας πληροφοροῦν ὁ Ματθαῖος (4,24) καὶ ὁ Λουκᾶς (4,37), ἡ φήμη τοῦ Χριστού εἶχε ἐξέλθει σ’ ὅλες τὶς γειτονικὲς χῶρες καὶ παντοῦ μιλοῦσαν γι’ αὐτόν. Καὶ ἐπειδὴ «ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς» (Ρώμ. 10,17), ἡ Χαναναία ἄκουσε καὶ πίστευσε στὸν Χριστὸ καὶ ἔγινε συγχρόνως ἱκέτης καὶ κήρυκας, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ἱκέτης στὸν Θεό-Χριστὸ καὶ κήρυκας συγχρόνως τῆς Θεότητάς του τὴν ὁποία μὲ κανένα τρόπο δὲν ἀναγνώριζε τὸ θρησκευτικὸ κατεστημένο τῶν Ἰουδαίων.

   Αὐτὴ ἡ ἀλλόφυλη καὶ ἀλλόθρησκη γυναῖκα εἶχε μία κόρη ἄρρωστη βαρειά, ἀπὸ ἀρρώστια ποὺ τὴν προκαλοῦσε τὸ δαιμόνιο. Ἀπελπισμένη λοιπὸν ἀπὸ τοὺς μάγους καὶ τοὺς ἱερεῖς τῆς πατρίδας της, ποὺ δὲν μπόρεσαν νὰ τὴν προσφέρουν τίποτα, τρέχει πρὸς τὸ Χριστό. Ὁ Χριστός, ἐκείνη τὴ στιγμή, ἐπιχειροῦσε τὸ πρῶτο καὶ τελευταῖο ταξίδι τοῦ «πρὸς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος» (Μάτθ. 15,21) ἣ πρὸς τὰ σύνορα τῆς Γαλιλαίας μὲ τὴν Τύρο καὶ τὴν Σιδῶνα (Μάρκ. 7,24), πρὸς τὴν παλαιὰ Φοινίκη δηλαδή, τὸ σημερινὸ κράτος τοῦ Λιβάνου πρὸς τὰ βόρεια τοῦ Ἰσραήλ. Μάλιστα, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ εἶναι πιστὸς στὰ ὅσα συμβούλευσε στοὺς ἀποστόλους τοῦ (Μάτθ. 10,5), «εἰσελθῶν εἰς οἰκίαν οὐδένα ἤθελε γνώναι» (Μάρκ. 7,24). Ἀλλά, λόγω τῆς φήμης του ποὺ εἶχε φθάσει παντοῦ, «οὐκ ἠδυνήθη λαθείν». Ἔτσι ἡ Χαναναία κατορθώνει καὶ τὸν συναντᾷ καὶ μόλις τὸν συναντᾷ ἀρχίζει νὰ κραυγάζει· «Ἐλέησον μέ, Κύριε, υἱὲ Δαυίδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται». Ἡ θυγατέρα της δὲν εἶχε συναίσθηση τῆς συμφορᾶς της καὶ τῆς συμπεριφορᾶς της. Ἡ προσωπικότητά της εἶχε ἐκμηδενιστεῖ καὶ ἡ θέληση τῆς ἀδρανοῦσε τελείως. Γι’ αὐτὸ ἀναλαμβάνει νὰ λύσει τὸ πρόβλημά της ἡ μητέρα της. Ἃς προσέξουμε τὰ λόγια της. Δὲν λέγει ἐλέησε τὴν κόρη μου, ἐλέησε τὸ παιδί μου ποὺ πάσχει, ἀλλὰ ἐλέησε μέ. Ἐμένα προσωπικά. Γιατί μιλᾷ ἔτσι; Γιατί εἶναι μάνα καὶ ὁ πόνος τοῦ παιδιοῦ τῆς εἶναι δικός της πόνος. Εἶναι σὰν νὰ λέγει· εἶναι σάρκα μου, εἶναι τὰ σπλάχνα μου, εἶναι ἡ προέκταση τοῦ ἐαυτοῦ μου. Εἶναι τὸ παιδί μου· αὐτὸ τὰ λέει ὅλα. Ὁ πόνος τοῦ πόνος μου καὶ τὸ πρόβλημά του πρόβλημά μου.

   Πόσο ὡραία φαίνεται στὴ περικοπή μας τί ἀγάπη πρέπει νὰ ἔχει ἡ μητέρα γιὰ τὸ παιδί της. Πόσο πρέπει νὰ τὴ συγκλονίζει καὶ νὰ τὴ γεμίζει μὲ εὐθύνες τὸ δῶρο ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεό. Κι εὐτυχῶς ὑπάρχουν ἀκόμη καὶ σήμερα συγκλονιστικὰ καὶ συγκινητικὰ γεγονότα πού μας ὑπενθυμίζουν αὐτὴν τὴν ξεχασμένη ἀρετὴ τῆς μητρότητας. Στοὺς τελευταίους σεισμοὺς ποὺ ἔπληξαν τὴν Ἀρμενία, πρὶν ἀρκετὰ χρόνια βέβαια, γράφτηκε («Μακεδονία» 1-1-89) τὸ ἑξῆς συγκινητικὸ γεγονός. Μιὰ 26χρονη μητέρα, ἡ Σουζάνα Πετροσιᾶν, εἶχε ταφεῖ μαζὶ μὲ τὸ 4χρονο κοριτσάκι της, κάτω ἀπὸ τὰ ἐρείπια τοῦ σπιτιοῦ της, γιὰ ὀκτὼ ὁλόκληρες μέρες. Καὶ ἡ μητέρα γιὰ νὰ κρατήσει ζωντανὴ τὴν κόρη της, ἀφοῦ δὲν εἶχε ἄλλη τροφή, ἔσχιζε κάθε μέρα τὸ χέρι τῆς πάνω σ’ ἕνα τζάμι καὶ ἔδινε τὸ δάκτυλό της νὰ ρουφήξει τὸ παιδὶ τῆς τὸ αἷμα της καὶ νὰ τραφεῖ. Ἂν καὶ ἤξερε ὅτι στὸ τέλος κάποτε θὰ πεθάνουν. Ἐν τέλει ὅμως τὰ σωστικὰ συνεργεῖα τοὺς βγάλανε ἀπὸ τὰ ἐρείπια καὶ κατάπληκτος ὁ κόσμος ἔμαθε τὴ συγκλονιστικὴ αὐτὴ ἱστορία.

   Θὰ πρέπει, νὰ προσέξουν οἱ μητέρες τὰ συγκινητικὰ παραδείγματα, τόσον τῆς Χαναναίας ὅσο καὶ τῆς ἡρωίδας τῆς Ἀρμενίας. Στὴν ἐποχή μας -ἐποχὴ εὐδαιμονισμοῦ, φιλαυτίας, σαρκολατρείας, καὶ ἀποφυγῆς τοῦ καθήκοντος- ἔχει ὑποχωρήσει καὶ ἡ ἀρετὴ τῆς μητρότητας. Εἴτε σὰν πόθος εἴτε σὰν εὐθύνη. Ἀποφυγὴ τεκνογονίας, ἐκτρώσεις, ἐγκατάλειψη βρεφῶν καὶ ἄλλα πολλά, ἔγιναν τόσο συνηθισμένα, ὥστε δὲν προκαλοῦν σὲ κανένα ἐντύπωση.

   Ἀλλὰ καὶ γιὰ κάτι ἄλλο πρέπει νὰ προσέξουμε τὴν κραυγὴ τῆς Χαναναίας «ἐλέησον μέ». Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὁλόκληρη ἡ κοινωνία, εἴμαστε ὅλοι ἕνα σῶμα, ὅπως λέγει ἡ ἁγία Γραφή. Δὲν ὑπάρχει πρόβλημα προσωπικὸ ποὺ νὰ μὴ εἶναι καὶ γενικὸ καὶ δὲν ὑπάρχει γενικὸ ποὺ νὰ μὴ εἶναι προσωπικό. Μὴ δοῦμε κάποιον νὰ ὑποφέρει καὶ ποῦμε δὲν μὲ νοιάζει. Εἶναι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δικοί μας, εἶναι σάρκα μας, εἶναι ἀδέλφια μας. Συναποτελοῦμε ὅλοι μαζὶ ἕνα σῶμα. Τὸ σῶμα τῆς κοινωνίας· τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἃς διδαχθοῦμε ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα· μπαίνει ἕνα ἀγκάθι στὸ πόδι κι ἀμέσως σημαίνει συναγερμός. Σκύβει τὸ κεφάλι, ψάχνουν τὰ μάτια νὰ τὸ βροῦν, τὰ χέρια κινοῦνται γιὰ νὰ τὸ βγάλουν, καὶ τότε ὁ ὀργανισμὸς ἡσυχάζει ὅταν τὸ ἀγκάθι βγεῖ καὶ δὲν πληγώνει τὸ πόδι μας. Ἃς διδαχθοῦμε ἀπὸ τὸ σύγχρονο φαινόμενο τῆς ἀπεργίας. Κάποιοι ἐργαζόμενοι ποὺ θίγονται τὰ συμφέροντά τους ἣ τὰ δικαιώματά τους ἀπεργοῦν· δηλαδὴ σταματοῦν νὰ προσφέρουν τὶς ὑπηρεσίες τους. Καὶ τότε ὑποφέρει ὁλόκληρη ἡ κοινωνία. Πρέπει νὰ λυθεῖ τὸ πρόβλημά τους γιὰ νὰ λυθεῖ τὸ εὐρύτερο κοινωνικὸ πρόβλημα. Γι’ αὐτὸ ποτὲ μὴ ποῦμε τὰ λόγια του Κάϊν, ὅταν τὸν ρώτησε ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι ὁ ἀδελφός σου κι ἐκεῖνος ἀπάντησε· «οὐ γινώσκω· μὴ φύλαξ τοῦ ἀδελφοῦ μου εἰμὶ ἐγώ» (Γέν. 4,9). Ὄχι ποτὲ τέτοια ἀδιάφορα καὶ ψυχρὰ λόγια.
 

* * *

   «Ἐλέησον μέ, Κύριε, υἱὲ Δαυίδ». Τὸν προσφωνεῖ «Κύριε»· δηλαδὴ ἀναγνωρίζει τὴν θεότητά του, ἂν καὶ εἶναι Χαναναία εἰδωλολάτρισσα. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς θεωρεῖ ὅτι ἡ γλῶσσα τῆς Χαναναίας κινεῖται ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, διότι ὁ Παῦλος γράφει ὅτι «οὐδεὶς δύναται εἰπεὶν Κύριον Ἰησοῦν εἰ μὴ ἐν Πνεύματι Ἁγίω (Ἅ΄Κόρ. 12,3). Εἶναι ἀπὸ τὶς σπάνιες περιπτώσεις, ποὺ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα φωτίζει ἀνθρώπους ποὺ ἔτυχε νὰ βρίσκονται ἐκτὸς τοῦ περιουσίου λαοῦ του, ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας θὰ λέγαμε σήμερα. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως αὐτοὶ ἔχουν τέτοια ἀρετὴ καὶ τέτοια ψυχικὴ διάθεση, ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι εἶναι χριστιανοὶ προτοῦ γνωρίσουν τὸν Χριστό. Ἃς θυμηθοῦμε τὸν Ἰὼβ στὴ Παλαιὰ Διαθήκη, τοὺς Μάγους ποὺ ᾖρθαν νὰ προσκυνήσουν τὸν Χριστό, τὸν ἑκατόνταρχο ποὺ θεράπευσε ὁ Χριστὸς τὸν ὑπηρέτη του, τὸν καλὸ Σαμαρείτη, τὸν λεπρὸ Σαμαρείτη ποὺ γύρισε νὰ εὐχαριστήσει τὸν Χριστό, τὸν ἑκατόνταρχο Κορνήλιο, στὴ Καινὴ Διαθήκη.

   Καὶ ἡ Χαναναία λοιπόν, ποὺ ἀνήκει στοὺς ἐθνικοὺς ποὺ προαναφέραμε, φωτισμένη ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀναγνωρίζει τὴν θεότητά του ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνθρώπινή του φύση, γι’ αὐτὸ καὶ τὸν προσφωνεῖ ἐπίσης «υἱὲ Δαυίδ». Δηλαδὴ τὸν παραδέχεται ὡς Μεσσία, γιατί αὐτὸ σημαίνει ὁ τίτλος υἱὸς τοῦ Δαυίδ. Οἱ προφῆτες εἶχαν πεῖ ὅτι ὁ Μεσσίας -δηλαδὴ ὁ χρισμένος ἀπὸ τὸ Θεὸ γιὰ νὰ σώσει τὸ λαό του- θὰ εἶναι ἀπόγονός του θαυμαστοῦ βασιλιὰ Δαυίδ. Καὶ ἡ Χαναναία, ἀκούγοντας προφανῶς τὶς παραδόσεις τῶν Ἰουδαίων γιὰ τὸν Μεσσία καὶ μαθαίνοντας τὰ θαύματα ποὺ ἐπιτελοῦσε ὁ Χριστὸς ὅπως καὶ τὴ διδασκαλία του, τὸν προσφωνεῖ μὲ τὸν τίτλο τοῦ υἱοῦ τοῦ Δαυίδ. Ἐνῷ οἱ Ἰουδαῖοι καὶ μάλιστα οἱ ἱερεῖς, οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, μὲ κανένα τρόπο δὲν τὸν θεωροῦσαν Μεσσία τους. Ἡ Χαναναία τὸν ἀναγνωρίζει ὅμως καὶ ζητᾷ νὰ τὴν βοηθήσει.

   «Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτὴ λόγον». Τί παράξενα καὶ περίεργα πράγματα. Ἡ γυναῖκα παρακαλεῖ, φωνάζει, θρηνεῖ, ἱκετεύει σπαρακτικά, καὶ ὁ Χριστὸς δὲν τὴ δίνει σημασία. Λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· «τρέχει ἡ ἄρρωστη στὸ γιατρὸ κι αὐτὸς κρύβει τὰ φάρμακα· τρέχει ἡ διψασμένη στὴν πηγὴ καὶ κείνη σταματάει τὸ νερό της». Ὢ αὐτὸ τὸ μυστήριο τῆς σιωπῆς τοῦ Θεοῦ ποὺ παρουσιάζεται πολλὲς φορὲς στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων καὶ μάλιστα τῆς ἀδικαιολόγητης σιωπῆς. Προσεύχεσαι, κλαίς, θρηνεῖς, πενθεῖς, ἱκετεύεις, σπαράζεις, λειώνεις, καίγεσαι ἀπὸ τὸν πόνο, ἀπὸ τὴ θλίψη, ἀπὸ τὰ βάσανα, κι ὁ οὐρανὸς μένει σιωπηλός, ἀπαθής, φλεγματικὰ ψυχρός. Κτυποῦν τὰ κύματα τῶν θλίψεων τὸ καράβι τῆς ζωῆς μας, σηκώνονται θύελλες καὶ καταιγίδες δοκιμασιῶν καὶ μᾶς κάνουν κουρέλι τὴν ψυχὴ καὶ τὸ ἠθικό μας, σκοτάδι ἁπλώνεται τριγύρω μας, περιμένουμε κάποιο φῶς, κι ὅμως ὁ οὐρανὸς παραμένει σκοτεινός. Φοβερὲς στιγμές! Εἶναι οἱ στιγμὲς ποὺ φαίνεται ὅτι ὁ Θεός μας ἔχει ξεχάσει. Κλονίζουν ἀκόμη καὶ ἁγίους! Θὰ πρέπει πολὺ νὰ προσέξουμε αὐτὲς τὶς στιγμὲς τῆς φαινομενικῆς ἀπουσίας τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴ ζωή μας. Νὰ προσέξουμε νὰ μὴ ἐγκαταλείψουμε τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ στὴ θέση τοῦ βάλλουμε κάποιον ἄλλο. Τὸ χρυσὸ μοσχάρι τῶν Ἰσραηλιτῶν στὴν ἔρημό του Σινᾶ, στὸ ὁποῖο προσέτρεξαν νὰ λύσουν τὰ προβλήματά τους, ἀφοῦ τοὺς ἔλλειψε ὁ Μωυσῆς γιὰ 40 μέρες χωρὶς νὰ δώσει σημεῖο ζωῆς, δείχνει ποὺ μπορεῖ νὰ καταντήσει ὁ ἄνθρωπος πάνω στὴν ἀπελπισία του.

   Εἰδικώτερα πρέπει νὰ προσέξουμε τὴν περίπτωση ποὺ ἔχουμε ἀνίατη ἀσθένεια καὶ ὁ Θεός, γιὰ τοὺς λόγους ποὺ ἐκεῖνος ξέρει, δὲν δίδει ἀπάντηση στὶς προσευχές μας. Ὑπάρχει ἄμεσος κίνδυνος νὰ καταφύγουμε σὲ μάγους, σὲ μέντιουμ, σὲ ἀστρολόγους, καὶ σὲ χίλιους ἄλλους δυό, ποὺ ὄχι μόνο δὲν ἔχουν καμμία σχέση μὲ τὸ χριστιανισμό, ἀλλὰ εἶναι τὰ ὑποκατάστατα τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ προσφέρουν ὑποδούλωση σὲ πονηρὰ πνεύματα. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος λέγει, ὅτι σὲ περίπτωση ποὺ ἔχουμε σοβαρὰ προβλήματα στὴ ζωή μας καὶ ὁ Θεὸς δὲν δώσει λύση σ’ αὐτὰ καὶ ἐμεῖς -παρ’ ὅλες τὶς δυσκολίες ποὺ ἀντιμετωπίζουμε καὶ ποὺ κυριολεκτικά μας ἐξουθενώνουν- δὲν τρέξουμε σ’ ἄλλους «σωτῆρες», τότε ὡς μάρτυρες θὰ δοξασθοῦμε.

   Καὶ κάτι ἄλλο ποὺ πρέπει νὰ ξεκαθαρίσουμε μία γιὰ πάντα. Ἂν ὁ Θεὸς δὲν δίδει ἀπάντηση στὶς προσευχές μας μερικὲς φορές, δὲν σημαίνει ἐξάπαντος ὅτι δὲν ἔχουμε τὴν ἀνάλογη πίστη· ἀλλὰ μερικὲς φορὲς συμβαίνει αὐτό, διότι ὁ Θεός μας βρίσκει τόσο πιστούς, τόσο δυνατούς, τόσο ἀλύγιστους, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ ἐπαναπαυθεῖ ὅτι θὰ μείνουμε δικοί του ἀκόμη κι ἂν αὐτὸς σιωπᾷ. Σ’ αὐτὴ τὴ περίπτωση, ἡ σιωπὴ τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ μεγαλύτερο ἔπαθλο ποὺ μπορεῖ νὰ πάρει ὁ πιστὸς σ’ αὐτὴ τὴ ζωή. Εἶναι ἕνα σίγουρο καὶ ἀτράνταχτο ἀποδεικτικό της ἀξίας του καὶ τῆς μεγαλωσύνης του.

* * *

   Σιωπᾷ λοιπὸν ὁ Χριστός. Δὲν ἀποκρίνεται τίποτα. Μὰ σὲ λίγο λύει τὴ σιωπή του. Ἀναγκάζεται ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τοῦ οἱ ὁποῖοι μπρὸς στὴν ἐπιμονὴ καὶ τὶς κραυγὲς τῆς Χαναναίας ἀρχίζουν νὰ τὴν λυποῦνται, ἀλλὰ σὰν βέροι Ἰουδαῖοι δὲν τολμοῦν νὰ τὸ ποῦν ξεκάθαρα καὶ παρακαλοῦν τὸ Χριστὸ νὰ τὴν ἐλεήσει, παρουσιάζοντας μία τυπικὴ δικαιολογία· «ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἠμῶν». Εἶναι σὰν νὰ τοῦ λένε· ἱκανοποίησε τὸ αἴτημά της γιὰ νὰ ἡσυχάσουμε ἀπ’ αὐτήν. Ἔτσι ὁ Χριστὸς λύνει τὴν σιωπή του καὶ μιλᾷ. Ἀλλὰ τί λέγει; Τί λόγια βγῆκαν ἀπὸ τὰ χείλη του; Πῶς μπόρεσε αὐτὸς ὁ τόσο εὔσπλαχνος καὶ φιλάνθρωπος νὰ ἐκφρασθεῖ μ’ αὐτὸ τὸ σκληρὸ τρόπο; «Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολολώτα οἴκου Ἰσραήλ». Δηλαδὴ εἶναι σὰν νὰ λέγει· ἀφῆστε μὲ ἥσυχο. Μὴ μὲ ἐνοχλεῖτε μὲ μία Χαναναία, μὲ μιὰ εἰδωλολάτρισσα, μὲ μιὰ ἄπιστη, μὲ μιὰ ποὺ δὲν ἀνήκει στὸν περιούσιο λαό μου τὸν Ἰσραήλ. Ἐγὼ ᾖρθα μόνο γιὰ σᾶς καὶ δὲν μπορῶ νὰ χάνω τὸν καιρό μου μ’ αὐτήν.

   Ὢ Χριστέ μου γιατί λὲς αὐτὰ τὰ πικρὰ λόγια, γιατί τὴν πληγώνεις ἔτσι, ἄνθρωπος δὲν εἶναι κι αὐτή; Δικό σου δημιούργημα εἶναι· δικό σου παιδί. Ἐσὺ δὲν ὀνομάσθηκες «προσδοκία τῶν ἐθνῶν»; Ἐσὺ δὲν εἶπες ὅτι ἔχω κι ἄλλα πρόβατα τὰ ὁποία δὲν εἶναι ἀπὸ τὴν αὐλὴ τῆς Ἰουδαίας κι ὅτι πρέπει νὰ ἐνδιαφερθῶ καὶ γι’ αὐτά; Γιὰ σένα δὲν προφήτεψε ὁ Δαυὶδ «ὅλοι οἱ βασιλεῖς καὶ τὰ ἔθνη θὰ σὲ προσκυνήσουν»; Ἐσὺ δὲν κάλεσες τοὺς μάγους στὴ γέννησή σου μὲ τὸ παράξενο ἐκεῖνο ἀστέρι; Ἐσὺ δὲν εἶπες ὅτι «ᾖρθε ἡ ὥρα νὰ δοξασθεῖ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» ὅταν ᾖρθαν νὰ σὲ ζητήσουν Ἕλληνες; Ἐσὺ δὲν εἶπες μετὰ τὴν ἀνάστασή σου στοὺς ἀποστόλους «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη»; Ὢ Χριστέ μου γιατί μιλᾷς ἔτσι; Καλύτερα νὰ συνέχιζες τὴν σιωπή σου Χριστέ μου.

   Καὶ ἡ Χαναναία τί ἔκανε, πὼς ἀντιμετώπισε τὴν ἀπροσδόκητη καὶ ψυχρὴ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ; Μήπως ἀπελπίσθηκε, μήπως τὰ ἔχασε, μήπως ψυχράθηκε, μήπως σκανδαλίσθηκε; Τίποτα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ δὲν ἔπαθε. Ἀλλὰ τρέχει, φθάνει τὸν Χριστό, πέφτει μπροστά του καὶ τὸν προσκυνᾷ καὶ τοῦ λέγει· «Κύριε βοήθει μοί». Δηλαδὴ μὲ ἄλλα λόγια· ναὶ ᾖρθες γιὰ τὸν Ἰσραήλ, ἀλλὰ βοήθησε μὲ καὶ μένα. Ναὶ ᾖρθες γιὰ τὸν ἐκλεκτό σου λαό, ἀλλὰ κι ἐγὼ πλάσμα σου εἶμαι. Ναὶ ἔχεις ὑποχρέωση νὰ κοιτάξεις τοὺς δικούς σου, ἀλλὰ κι ἐγὼ δική σου εἶμαι.

   Κι ὁ Χριστὸς τί κάνει; Μήπως κάμπτεται; Μήπως ἀλλάζει στάση; Μήπως συγκινεῖται ἀπὸ τὴν ἐπιμονή της; Μήπως ἀρχίζει νὰ τὴ λυπᾶται; Ὄχι τίποτα ἀπ’ αὐτὰ δὲν συμβαίνει. Ἀντίθετα λέγει κάτι, ποὺ σκανδαλίζει ὅλους τους ἑρμηνευτὲς τῆς Γραφῆς. Λέγει κάτι, ποὺ ὅλοι οἱ θεολόγοι ἀποροῦν πὼς τὸ εἶπε. Λέγει κάτι, ποὺ ὄχι μόνο δὲν ταιριάζει στὴν ἀγάπη του, ἀλλὰ καὶ δείχνει τὸ Χριστὸ σκληρὸ κι ἀπάνθρωπο ἐθνικιστὴ Ἰουδαῖο καὶ μισαλλόδοξο πιστό του Ἰεχωβά. «Οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεὶν τοὶς κυναρίοις». Ὄχι δὲν σὲ ἐλεῶ. Δὲν σὲ δίνω προσοχή. Διότι δὲν εἶναι σωστὸ νὰ πάρω τὸ ψωμὶ τῶν θείων δωρεῶν καὶ νὰ τὸ δώσω στὰ σκυλιά. Διότι ἐσεῖς οἱ Χαναναίοι εἶσθε ἄπιστοι, εἶσθε διεφθαρμένοι μέχρι τὸ κόκαλο· ἔχετε τόσο αἰσχρὴ λατρεία ποὺ καταντήσατε κτήνη, σκυλιά.

   Ἀλλὰ ἡ Χαναναία ἀκλόνητη. Δὲν τὸ βάζει κάτω. Ἡ πίστη τῆς βουνὸ πελώριο· φθάνει μέχρι τὸν οὐρανό. Ἡ ἐξυπνάδα της καὶ ἡ ἑτοιμότητά της ἄνευ προηγουμένου. Ἡ τόλμη της δὲ ἀπερίγραπτη. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, τὸ θαῦμα θαυμάτων, εἶναι, ὅτι οἱ σπάνιες ἀρετὲς τῆς -τῆς πίστεως, τῆς ἐξυπνάδας, τῆς ἐπιμονῆς, τῆς τόλμης, τῆς ἀποφασιστικότητας, τῆς ἀνδρείας- συνυπάρχουν μὲ μία ἄκρα ταπείνωση, ποὺ λυγίζει τὸ Θεὸ καὶ τὸν κάνει τοῦ χεριοῦ της. Τί εἶπε ὁ Χριστός· «οὐκ ἔστι καλόν». Ναί, ἀπαντᾷ ἐκείνη. Ναὶ Κύριε, εἶναι καλό· εἶναι σωστό, εἶναι πρέπον, εἶναι ἁρμόζον. «Ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψυχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν». Φαντασθῆτε τόλμη, ἐξυπνάδα, καὶ ἀποφασιστικότητα. Ὄχι λέει ὁ Χριστός, ναὶ λέει ἐκείνη. Ὁ Κύριος λέει «δέν», ναὶ λέει ἐκείνη. Μὲ λὲς σκυλί, ἐγὼ σὲ λέω Κύριε. Μὲ βρίζεις, ἐγὼ σὲ ὑμνολογῶ. Μὲ λὲς σκυλὶ καὶ δὲν τὸ ἀρνοῦμαι. Μάλιστα εἶμαι σκυλί. Κι ὅπως τὸ σκυλὶ τὸ χτυπᾷ, τὸ δέρνει, τὸ ἀφήνει νηστικὸ ὁ κύριός του, κι αὐτὸ δὲν θυμώνει, δὲν φεύγει, δὲν τὸν δαγκάνει, ἀλλὰ συνέχεια κουνᾷ τὴν οὐρά, τρέχει πίσω ἀπὸ τὸν κύριό του, γαυγίζει ἱκετευτικὰ καὶ τοῦ γλύφει τὰ πόδια του, ἔτσι κι ἐγὼ τρέχω ἀπὸ πίσω σου, σὲ παρακαλῶ, σὲ ἱκετεύω, καὶ δὲν θὰ παύσω νὰ σὲ ἀκολουθῶ. Ναὶ Κύριε εἶμαι σκυλί· ἀλλὰ μ’ αὐτὸ ποὺ εἶπες -καὶ ποὺ τὸ δέχομαι- μ’ αὐτὸ θὰ σὲ πολεμήσω, θὰ σὲ νικήσω, καὶ θὰ πετύχω αὐτὸ ποὺ θέλω. Δὲν εἶμαι εὔκολος ἀντίπαλος ἐγώ. Μὴ περιμένεις νὰ ὑποκύψω. «Καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν». Δῶσε μου λοιπὸν καὶ μένα κάτι· δῶσε μου ἕνα ψίχουλο ἀπὸ τὴ θεία σου δύναμη καὶ θεράπευσε τὴ κόρη μου. Ἂν ἦταν γιὰ μένα, δὲ θὰ στὸ ζητοῦσα. Θεράπευσε τὴν, ἀφοῦ καὶ τὰ σκυλάκια τρῶνε ἀπὸ τὰ ψίχουλα ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι τοῦ κυρίου τους.

   Καὶ ὁ Κύριος, μετὰ ἀπ’ αὐτὴν τὴν πανέξυπνη συγκλονιστικὴ καὶ ταπεινὴ ἱκεσία, ποὺ συγχρόνως εἶναι καὶ μία ὁμολογία τῆς θεότητάς του, ξεσπάει μὲ θαυμασμὸ καὶ δείχνει τὰ πραγματικὰ τοῦ αἰσθήματα τὰ ὁποία μέχρι τότε ἔκρυβε, γιὰ νὰ μὴ σκανδαλίσει τοὺς Ἰουδαίους. «Ὢ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! Γενηθήτω σοὶ ὡς θέλεις». Ἡ πίστη τῆς ἦταν τόσο μεγάλη, ποὺ τὴν θαυμάζει καὶ ὁ Θεός!!!

   Ἐδῶ παρατηροῦμε, ὅτι ἡ ταπείνωση καὶ ἡ πίστη εἶναι ποσὰ εὐθέως ἀνάλογα καὶ ἀλληλοεξαρτῶνται καὶ ἀλληλοπεριχωροῦνται. Ὅταν ὁ Πέτρος πῆγε ξανὰ στὸ ψάρεμα μετὰ ὁλονύκτιο ἀποτυχία, πιστεύοντας στὸ λόγο τοῦ Κυρίου, τότε ἔφθασε καὶ στὴ ἄκρα ταπείνωση. «Ἔξελθε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλὸς εἰμί, Κύριε» (Λούκ. 5,8). Καὶ ὅταν ὁ ἑκατόνταρχος εἶπε «Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανός, ἶνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθης· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ λόγω, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου» (Μάτθ. 8,8), φανέρωσε πάλι αὐτὴ τὴ θαυμαστὴ συζυγία ταπεινώσεως καὶ πίστεως, ἡ ὁποία εἶναι ἡ βάση καὶ ἡ προϋπόθεση γιὰ τὴν ἀπόκτηση κάθε ἀρετῆς. «Ὥστε τῶν πιστῶν ἐστὶ μόνον ἡ ταπείνωσις, καὶ τῶν τεταπεινωμένων ἡ πίστις (Γρηγόριος Παλαμᾶς).

 


  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...