Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Μαρτίου 15, 2013

Του Ἀρχιμανδρίτου πατρός Ἰγνατίου Σταυρόπουλου


Ἡ λέξη “καρναβάλι” καὶ “καρνάβαλος”,
 προέρχεται ἀπὸ τὴν ἰταλικὴ 
λέξη carne = κρέας + vale =
 χαῖρε, ἔχε γειά. 
Τελευταία ἡμέρα κρεοφαγίας. 
Δηλαδὴ ἔχει ταυτόσημη ἔννοια 
μὲ τὴν ἑλληνικὴ λέξη “ἀπόκρεω”,
 ποῦ σημαίνει ἀπομακρύνομαι 
ἀπὸ τὸ κρέας καὶ ποῦ ἀφορᾶ
 στὴν περίοδο πρὶν τὴν ἔναρξη τῆς νηστείας τῆς Μ. Σαρακοστῆς,
 τῆς προετοιμασίας δηλαδὴ γιὰ τὸ Πάσχα, ποῦ εἶναι καθαρὰ 
χριστιανικὴ παράδοση.
 Σὲ αὐτὴ λοιπὸν τὴν πνευματικὴ περίοδο ποῦ καθορίστηκε 
ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ποῦ ὀνομάζεται “Τριώδιο”
 ἀναμίχθηκαν δυστυχῶς ἐκδηλώσεις, ἔθιμα, 
θρησκευτικὲς εἰδωλολατρικὲς τελετές, καὶ δημιούργησαν 
ἕνα ἑνιαῖο σύνολο, γνωστὸ σήμερα σὰν καρναβάλι. 
Δὲν ἔχουμε σκοπὸ στὴ στήλη αὐτὴ νὰ παρουσιάσουμε ἀναλυτικὰ
 τὸ κάθε τι ποῦ συμβαίνει στὸ κάθε καρναβάλι.
 Θυμίζουμε μόνο τὰ βασικὰ στοιχεῖα ποῦ συνθέτουν...

τὴν σημερινή του εἰκόνα, καὶ ποῦ εἶναι.
 α) Λιτάνευση ὁμοιώματος ἀγάλματος πάνω σὲ ἅρμα,
 ποῦ εἶναι καὶ ὁ κυρίως ὀνομαζόμενος καρνάβαλος, 
τὸν ὁποῖο συνήθως ἀκολουθοῦν καὶ ἄλλα ἅρματα. 
Στὸ σημεῖο αὐτὸ παρατηρεῖται καθαρὰ ἡ ἀποκρυφιστικὴ 
καὶ μάλιστα σατανιστικὴ ἐπιρροὴ στὶς ἀναπαραστάσεις 
ἀγαλμάτων καὶ στὶς διαφημιστικὲς ἀφίσσες 
ποῦ δείχνουν π.χ. τὸ κεφάλι ἄνδρα μὲ κέρατα ποῦ 
συμβολίζουν τὸν Σατανᾶ. 
β) Μεταμφιέσεις κάθε εἴδους, στὶς ὁποῖες 
περιλαμβάνονται ἀντιστροφὴ φύλου 
(ἄνδρες μεταμφιέζονται σὲ γυναῖκες καὶ 
ἀντίστροφα), προσποίηση ζώων, διακωμώδηση 
ἱερῶν προσώπων, ἱερῶν στολῶν καὶ συμβόλων. 
γ) Ὁ ἔξαλλος χορὸς μὲ χτυπήματα τῶν ποδιῶν 
στὴ γῆ καὶ μὲ ἀκανόνιστες κινήσεις μαγικῶν 
ἐπιδράσεων καὶ σαμανιστικῶν εἰδωλολατρικῶν
 τελετῶν. 
δ) Πράξεις ἀκολασίας, βρισιές, πειράγματα, μεθύσι κ.α.
Ἡ συστηματικὴ προβολή, κυρίως μέσα ἀπὸ τὴν
 τηλεόραση, τῶν διαφόρων καρναβαλιστικῶν 
ἐκδηλώσεων ποῦ γίνονται ἀνὰ τὸν κόσμο, ἀλλὰ 
κυρίως τὰ διάφορα προσωπικὰ οἰκονομικὰ συμφέροντα 
ὁρισμένων, ἀνοίγουν δυστυχῶς τὴν ὄρεξη καὶ σὲ ἐπίδοξους
 νέους δημιουργοὺς καρναβαλιστικῶν ἐκδηλώσεων νὰ 
ἡγηθοῦν τέτοιων προσπαθειῶν ἀκόμη καὶ σὲ τόπους ὅπου
 οὐδέποτε ὑπῆρξαν.
Ἡ παράδοση τοῦ καρναβαλιοῦ εἶναι πολὺ παλαιά.
 Συνδέεται μὲ τὶς εἰδωλολατρικὲς ἐκδηλώσεις τῶν
 Ἀρχαίων Ἑλλήνων πρὸς τιμὴ τοῦ θεοῦ τοῦ κρασιοῦ,
 τοῦ Διονύσου, τοῦ λεγομένου καὶ Βάκχου. 
Αὐτὲς οἱ τελετὲς ποῦ εἶχαν ἔντονο εἰδωλολατρικὸ 
θρησκευτικὸ χαρακτήρα, ἐπέδρασαν καὶ στὴ Δύση
 ἀλλὰ καὶ στὴν Ἀνατολή, στοὺς Βυζαντινούς.
Εἶναι γεγονὸς ὅτι στὴν ἐποχὴ μᾶς γίνονται 
προσπάθειες νὰ παρουσιασθεῖ ὁ Καρναβαλισμὸς
 μὲ κάποια ἐκσυγχρονισμένη μορφὴ μέσα στὶς 
ἀστικὲς κοινωνίες. 
Πολλοὶ μάλιστα, γιὰ νὰ πείσουν τοὺς ἀφελεῖς,
 ὁμιλοῦν γιὰ “πολιτιστικές” ἐκδηλώσεις ἢ 
γιὰ “ψυχαγωγία”, ἀναφερόμενοι στὰ παραπάνω
 ἀκατονόμαστα, τὰ ὁποῖα βέβαια εἶναι μόνον
 τὸ ξεκίνημα τῶν “καρναβαλιστικών” δηλαδὴ 
σατανιστικῶν ἐκδηλώσεων. 
Τὸ τραγικὸ στὴν ὑπόθεση εἶναι ὅτι 
παρασύρονται καὶ μαθητὲς ἀκόμη τοῦ Δημοτικοῦ 
καὶ συμμετέχουν στὴν τελετή, γιὰ νὰ μυηθοῦν 
ἀπὸ μικροὶ στὸ πῶς λατρεύεται ὁ “καρνάβαλος”. 
Ἡ μεγαλύτερη κραιπάλη καὶ διαφθορὰ ἔρχεται
 μετὰ ἀπὸ τὸ ὀργιαστικὸ ξεφάντωμα τοῦ 
καρναβάλου, ὅπου βέβαια πολλὲς φορὲς 
ἔχουμε “διασκεδάσεις μετὰ πυροβολισμῶν μὲ 
δυστυχήματα καὶ φόνους”.
Γιὰ μᾶς τοὺς Χριστιανοὺς καὶ τὴν Ἐκκλησία 
οἱ καρναβαλιστικὲς ἐκδηλώσεις εἶναι ἔθιμο 
εἰδωλολατρικό, εἶναι συνέχεια τῶν ἀρχαίων 
εἰδωλολατρικῶν ἐκδηλώσεων. 
Εἶναι πομπὲς καὶ ἔργα σατανικά. 
Λατρεία τοῦ Σατανᾶ. 
Μάλιστα ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος,
 σὲ παλαιότερη ἐγκύκλιό της καλοῦσε ὅλους τους 
πιστοὺς νὰ “ἐγκαταλείψουν αὐτὰ τὰ σκοτεινὰ καὶ 
ὀργιώδη βακχικὰ σκιρτήματα...”.
Σχετικὰ μάλιστα μὲ τὶς μεταμφιέσεις, 
ὁ ΞΒ’ Κανὼν τῆς ΣΤ’ Οἰκουμ. Συνόδου ἀναφέρει
 “...μηδένα ἄνδρα γυναικείαν στολὴν ἐνδιδύσκεσθαι, 
ἢ γυναίκα τὴν ἀνδράσιν ἁρμόδιον. 
Ἀλλὰ μήτε προσωπεῖα κωμικὰ ἢ σατυρικά,
 ἢ τραγικὰ ὑποδύσεσθαι”.
Δυστυχῶς, σὲ παρόμοιες εἰδωλολατρικὲς ἐκδηλώσεις, 
ἔλαβε μαρτυρικὸ θάνατο ὁ Ἀπόστολος Τιμόθεος, 
ἐπίσκοπος Ἐφέσου, καὶ μαθητὴς τοῦ Ἄπ. Παύλου, 
ὅταν προσπάθησε νὰ διδάξη καὶ νὰ παρακινήση στὸ
 σταμάτημα τῶν ἀταξιῶν καὶ ὀργίων.
Καλούμαστε ὁ καθένας προσωπικά, ἀλλὰ καὶ ὅλοι
 οἱ συλλογικοὶ φορεῖς, νὰ κρατήσουμε σταθερὰ τὴν
 Ὀρθόδοξη Παράδοσή μας, ἐναντίον τῶν 
νέο-εἰδωλολατρικῶν καρναβαλιστικῶν τελετῶν.
 Νὰ ἐνημερώνουμε ὅσους δὲν γνωρίζουν 
τὴν ἀλήθεια. Νὰ ἀπέχουμε ἀπὸ παρόμοιες 
συγκεντρώσεις. Νὰ ὁδηγοῦμε τὰ παιδιὰ μόνο στὸν
 Χριστὸ καὶ νὰ τὰ φυλάξουμε μακρυὰ ἀπὸ τέτοιες 
παγίδες, πρὶν τὰ θρηνήσουμε σὰν θύματα.

Ο ΒΟΣΚΟΣ ΤΙΜΩΡΕΙ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΛΑΟ!!



Κάποτε ένας ιεροκήρυκας έκανε μια περιοδεία και περνώντας έξω από μία αγροικία, μια στάνη, λέει: "Δεν σταματάω και σ' αυτόν εδώ τον χριστιανό; Κάτι θα βρω να του πω". Μπήκε λοιπόν και άρχισε να του μιλάει για τον Κύριο. Πρόσεξε όμως ότι μέσα στο σπίτι δεν υπήρχαν εικόνες. Του μίλησε λοιπόν για τις εικόνες.
-Τι είναι αυτό; ρώτησε ο χωρικός. 

Έβγαλε μία ο ιεροκήρυκας από την τσεπούλα του, του την έδωσε. Του είπε να ανάβει το καντηλάκι, να κάνη προσευχή...Τον δίδαξε αρκετά. Ενθουσιάστηκε ο χωρικός. Με την πρώτη ευκαιρία κατεβαίνει στην πόλη, παίρνει μια εικόνα της Παναγίας. Του άρεσε, έτσι όπως κρατούσε το Βρέφος Ιησού. Βλέπει και τον Άγιο Δημήτριο, καβαλάρη, με το ακόντιο. Θα τον πάρω, να χτυπάει τον εχθρό, σκέφθηκε. "Ας πάρω και αυτόν τον μακρυγένη Άγιο...", ήταν ο Άγιος Νικόλαος. Τους έβαλε μέσα στο σπιτάκι του και άρχισε να κάνη την προσευχούλα του στην Παναγία, στον Άγιο Δημήτριο, στον Άγιο Νικόλαο. 
Δεν πέρασαν πολλές ημέρες και κάποια φορά πού έλειψε, μπήκαν μέσα στο σπίτι του κλέφτες και του τα πήραν όλα. Δεν του άφησαν τίποτα. Έμειναν μόνο οι τρεις εικόνες. Μπαίνει μέσα έκπληκτος, βλέπει ότι όλα του τα είχαν κλέψει. Πηγαίνει λοιπόν στην εικόνα της Παναγίας:
-Καλά, εσύ είχες να φροντίσεις το μωρό, να το πλένεις, να το ταΐσεις, δεν προλάβαινες. Τι να πρωτοκάνεις; Το μωρό να κοιτάξεις ή τους κλέφτες... Πάει στον Άγιο Δημήτριο.
- Κι εσύ, καβαλάρης, ώσπου να βγάλεις το άλογο από το σταύλο, να το σελώσεις, να το ετοιμάσεις, φύγανε οι κλέφτες.
- Αμ, εσύ, (απευθύνεται στον Άγιο Νικόλαο), τι έκανες; Τίποτα δεν έκανες! Γιατί δεν φύλαγες τα πράγματα; Λοιπόν, για τιμωρία σε βγάζω έξω! Παίρνει την εικόνα του Αγίου Νικόλαου και την κρεμάει έξω.
- Εδώ θα καθίσεις, μέχρι πού να έρθουν τα πράγματα πίσω! 

Την άλλη μέρα το πρωί καταφθάνουν οι κλέφτες, φορτωμένοι με τά πράγματα.
- Πάρ' τα γρήγορα, γιατί ένας γέρος μας τρέλανε στο ξύλο... 
Ο Άγιος Νικόλαος επέστρεψε τα πράγματα πίσω κάνοντας το θαύμα!

ΒΙΒΛΙΟ : ΄΄ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ΄΄
ΠΡ. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

Οἱ συνέπειες τοῦ ὀρθολογισμοῦ στή ζωή μας Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου Ἀρχιμανδρίτης,Ἀναστασίου Ἀθανάσιος




 


Ὁ ὀρθολογισμός θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι ἡ ὑπερβολική ἐμπιστοσύνη στή λογική μας, ἡ ἀναγωγή της σέ ὑπέρτατη αὐθεντία καί ἀπόλυτη ἀξία. Εἶναι ἁμαρτητική νοοτροπία καί βιοθεωρία, καί ὄχι κάποια ἁπλή ἁμαρτία. Εἶναι κατ’ οὐσίαν ἀπιστία. Ὁ ὀρθολογισμός εἶναι ἡ πιό χαρακτηριστική καί ὕπουλη ἐκδήλωση τῆς ὑπερηφάνειας, ἡ ὁποία ὑποκρύπτεται κάτω ἀπό ὅλες τίς ἁμαρτίες μας, ὑφέρπει σέ κάθε μας πράξη καί δηλητηριάζει ὅλα τά καλά ἔργα μας. Αὐτή ὁδηγεῖ στήν αὐτοδικαίωση καί τελικά στήν ἀμετανοησία, κλείνοντας ἔτσι τή θύρα τοῦ θείου ἐλέους. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος ὅλων τῶν κακῶν. Κατά τόν μακαριστό Γέροντα Σωφρόνιο τοῦ Ἔσσεξ ἡ ὑπερηφάνεια «ἀποτελεῖ τήν μόνιμη ἀπειλή τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς», «βρίσκεται στήν ρίζα ὅλων τῶν τραγωδιῶν τοῦ ἀνθρώπινου γένους» καί ἀποτελεῖ «τήν οὐσία τοῦ ἅδη». Ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος, λαϊκός, κληρικός ἤ μοναχός, γίνεται ἄτομο καί προσφέρει τόν πνευματικό θάνατο καί τόν ἅδη, τήν κόλαση, ὄχι μόνο στόν ἑαυτό του, ἀλλά καί στήν οἰκογένειά του, στό κοινόβιό του καί σέ ὅλο τό περιβάλλον του.

Ὁ ὀρθολογιστής ὑποβάλλει τήν ἁγνή καί πηγαία πίστη σέ λογικές διαδικασίες, ζητώντας ἐπιχειρήματα καί ἀποδείξεις. Πιστεύει μόνο σέ ὅ,τι μπορεῖ νά κατανοηθεῖ καί νά γίνει ἀποδεκτό μέ τό μυαλό. Γι’ αὐτό καί οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι σήμερα, ἀλλά καί πολλοί χριστιανοί μας, ἀμφιβάλλουν ἤ καί δέν πιστεύουν στήν ἀθανασία τῆς ψυχῆς, στήν ὕπαρξη τῆς ἄλλης ζωῆς, στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, στόν παράδεισο καί τήν κόλαση. Ἀρνοῦνται ἀκόμη τήν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου, τοῦ προαιώνιου αὐτοῦ ἐχθροῦ μας. Ἀγνοοῦν ὅτι ὁ διάβολος εἶναι πρόσωπο μέ νοῦ καί μέ θέληση, καί ὅτι αὐτός ἀποτελεῖ τήν αἰτία καί τήν πηγή τοῦ κακοῦ, δεχόμενοι γενικά καί ἀόριστα τήν ὕπαρξη μόνο «δυνάμεων τοῦ κακοῦ».

Ἀμφισβητοῦν τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, τῆς Θείας Κοινωνίας, τοῦ Γάμου, ὁ ὁποῖος τείνει νά ἀντικατασταθεῖ ἀπό μία ἁπλή συμβίωση, μία ἐλεύθερη σχέση, ἐκτός γάμου. Ἀρνοῦνται ἤ δέχονται ἐπιλεκτικά τά δόγματα τῆς πίστεώς μας, τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου, τή λατρεία, τήν εὐσέβεια καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπειδή δέν μποροῦν νά τά συλλάβουν μέ τήν λογική καί τό μυαλό τους.

Νά διευκρινίσουμε σέ αὐτό τό σημεῖο ὅτι ἡ ἀναφορά μας στό ἀρνητικό φαινόμενο τοῦ ὀρθολογισμοῦ καί στίς ἀνάλογες συνέπειές του στήν πνευματική ζωή τοῦ καθενός σέ καμία περίπτωση δέν ἔχει τήν ἔννοια τῆς ὑποτιμήσεως ἤ τῆς παραγνωρίσεως τῆς λογικῆς, αὐτῆς τῆς ὕψιστης δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, ἡ ὁποία τόν διαφοροποιεῖ ἀπό τά ἄλογα ζῶα καί τά ὑπόλοιπα κτίσματα.

Ὁ ὀρθολογιστής ἀντικαθιστᾶ τήν ἀναφορά καί τήν ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, πού εἶναι ἡ πίστη, μέ τή σκέψη καί τή διάνοια. Ἔτσι ὅμως καταργεῖται οὐσιαστικά ἡ πίστη, ἀφοῦ ὁ Θεός δέν μᾶς ἀποδεικνύεται, ἀλλά μᾶς φανερώνεται. Μᾶς ἀποκαλύπτεται μυστικά. Βιώνεται καρδιακά καί πηγαία, ἁπλά, ταπεινά καί ἀθόρυβα. Γι’ αὐτό καί ὁ ὀρθολογισμός συνιστᾶ οὐσιαστικά ἀπιστία• μία ἄλλη μορφή ἀθεΐας, χειρότερη ἴσως ἀπό τήν ἀπόλυτη καί καθαρή ἀθεΐα, ἀφοῦ μᾶς ἐφησυχάζει καί μᾶς παραπλανᾶ πώς δῆθεν πιστεύουμε.

Αὐτός ἀκριβῶς εἶναι καί ὁ λόγος πού καθιστᾶ τόν ὀρθολογισμό, τήν ὀρθολογιστική θεώρηση τῆς πίστεως, ἕνα ἀπό τά σοβαρότερα ἐμπόδια, καί τά δυσεπίλυτα προβλήματα πού ἀπειλοῦν καί ἀλλοιώνουν τήν πνευματική πορεία τῶν σύγχρονων πιστῶν καί ἐπιβουλεύονται τή σωτηρία τους.

Θά λέγαμε ὅτι ὁ ὀρθολογισμός δέν εἶναι ἁπλά καί μόνο μία συγκεκριμένη ἁμαρτία, δέν εἶναι μία πτώση, ἕνα λάθος, πού εἶναι ἀνθρώπινο καί φυσιολογικό νά συμβαίνει σέ κάθε πιστό, πού ἀγωνίζεται γιά τή σωτηρία του, ἀφοῦ κανείς δέν εἶναι ἀναμάρτητος ἤ ἀλάνθαστος. Γι’ αὐτό καί ὅλες οἱ πτώσεις καί ὅλα τά ἁμαρτήματά μας συγχωροῦνται, ὅταν μέ εἰλικρινῆ μετάνοια καί συντριβή τά ἐναποθέσουμε στό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ μας, μέ τό Μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως.

Ὁ ὀρθολογισμός λοιπόν ξεπερνᾶ τά στενά ὅρια τῆς ἁμαρτίας καί λειτουργεῖ ἀλλοιωτικά καί διαφορετικά, ὑποσκάπτοντας τά ἴδια τά θεμέλια καί οὐσιώδη τῆς πίστεως. Καταργεῖ τή σχέση, τήν ἐμπιστοσύνη, τήν ἐλπίδα, γιατί στηρίζεται μόνον στά δικά μας λογικά συμπεράσματα, στίς ἀτομικές μας ἀντιλήψεις καί στήν ἀτομική μας νοοτροπία καί βιοθεωρία.


Νοῦς καί λόγος

Γιά νά κατανοήσουμε καλύτερα τήν διαφορά ἀνάμεσα στήν «καλή» καί «κακή» χρήση τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς (πού εἶναι ὁ ὀρθολογισμός), θά ἦταν χρήσιμο νά ἀναπτύξουμε ἐν συντομίᾳ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τήν φύση καί τήν λειτουργία της.

Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή καί τήν ὀρθόδοξη πατερική παράδοση, ὁ ἄνθρωπος ἔχει δύο γνωστικά κέντρα. Δηλαδή δύο ὁδούς, δύο τρόπους μέσα ἀπό τούς ὁποίους μπορεῖ νά γνωρίσει τά πράγματα, τήν κτιστή φυσική δημιουργία καί τόν ἴδιο τόν Θεό.

Τά δύο αὐτά κέντρα εἶναι ὁ νοῦς (πού οἱ πατέρες τόν ταυτίζουν μέ τήν καρδιά) καί ὁ λόγος (δηλαδή ἡ λογική, ἡ διάνοια, τό μυαλό). Ὁ νοῦς ἔχει τήν ἕδρα του στήν καρδιά καί ὁ λόγος (ἡ λογική) στόν ἐγκέφαλο. Ὁ νοῦς εἶναι τό κέντρο τῆς ψυχῆς, γι’ αὐτό καί οἱ Πατέρες τόν ὀνομάζουν «τό ἡγεμονικόν τῆς ψυχῆς». Μέ τό νοῦ, πού εἶναι ἡ θεωρητική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς (γι’ αὐτό καί ἀναφέρεται καί ὡς «ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς»), ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τή γνώση καί τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, γίνεται μέτοχος τῆς θείας Ἀποκαλύψεως.

Ὁ λόγος (ἤ λογική) εἶναι ἡ πρακτική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Μέ τό λόγο (τή λογική) ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τή φύση καί τήν κτιστή δημιουργία. Ἡ γνώση τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ βοηθάει, βεβαίως, τόν ἄνθρωπο νά φθάσει καί στήν γνώση τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία ὅμως ἀποκτᾶ μέ τό νοῦ. Μέ τή λογική, δηλαδή, δέν μποροῦμε νά γνωρίσουμε τό Θεό. Ἡ λογική μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀνάγκη τῆς πίστεως στό Θεό. Ἡ ἀληθινή, ὅμως, γνώση τοῦ Θεοῦ γίνεται μέ τό νοῦ, μέ τήν καρδιά δηλαδή.

Τό μεγαλύτερο ἐμπόδιο, πού δέν ἐπιτρέπει στό σύγχρονο ἄνθρωπο νά φθάσει στή γνώση τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀκριβῶς αὐτό: ὅτι προσπαθεῖ νά Τόν γνωρίσει μέ λάθος τρόπο, χρησιμοποιώντας λανθασμένα μέσα. Ἀντικαθιστᾶ δηλαδή τό νοῦ (τήν καρδιά) μέ τό λόγο (τή λογική) καί καταλήγει ἔτσι στόν ὀρθολογισμό καί στήν ἀδυναμία νά γνωρίσει ἀληθινά τό Θεό.

Ἀπό τά ἀνωτέρω γίνεται φανερό πώς παραιτοῦμαι ἀπό τή λογική μου δέν σημαίνει ὅτι γίνομαι παράλογος. Ἡ πίστη δέν εἶναι παράλογη, ἀλλά ὑπέρλογη. Δέν κατανοεῖται, ἀλλά βιώνεται. Πίστη δέν σημαίνει κατανόηση, ἀλλά ἐμπιστοσύνη. Δέν ἀντιβαίνει στόν ὀρθό λόγο, ἀλλά τόν ὑπερβαίνει, τόν ξεπερνᾶ. Τό ὑπέρλογο μέσα στήν Ὀρθοδοξία δέν εἶναι ἡ κατάργηση τῆς λογικῆς, ἀλλά ἡ μετακένωση καί ἀνύψωσή της στήν ἀποδοχή τῶν ἐμπειριῶν τῆς θείας Ἀποκαλύψεως. Τό ὑπέρλογο εἶναι ἡ ἀπόλυτη διάθεση τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἡ αὐτοεγκατάλειψή μας στό θέλημα καί στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τό λογικό εἶναι τό «στένεμα» τοῦ Θεοῦ καί ἡ σμίκρυνσή του στίς προσωπικές μας ἀνάγκες καί ἀπαιτήσεις, στό ἐγωιστικό θέλημά μας. Τό ὑπέρλογο εἶναι νά ἀφήνω στό Θεό ἀνοιχτό τό δρόμο τῆς καρδιᾶς μου γιά νά ‘ρθεῖ καί νά ἐνεργήσει μέσα μου μέ τό δικό Του τρόπο, πού δέν εἶναι οὔτε λογικός, οὔτε ἄλογος, οὔτε παράλογος, ἀλλά εἶναι ὑπέρλογος. Εἶναι ἡ αἰώνια Ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ πηγή καί ἡ ὁδός τῆς σωτηρίας μας. Τό ὑπέρλογο εἶναι ἡ ὑπαγωγή τῆς λογικῆς μας στή Λογική του Θεοῦ. Εἶναι ἡ προσπάθεια πού κάνουμε γιά νά δεχθοῦμε τή Λογική τοῦ Θεοῦ, ὅταν αὐτή δέν συμφωνεῖ μέ τή δική μας.

Σκοπός τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ὁ Οὐρανός. Πατρίδα του εἶναι ὁ Οὐρανός. Ὁ χριστιανός εἶναι οὐρανοπολίτης καί στόχος κεντρικός τῆς ζωῆς του εἶναι νά γνωρίσει τό Θεό καί νά ἑνωθεῖ μαζί Του, νά φθάσει δηλαδή στή θέωση. Τό ἀπόλυτο ζητούμενο τῆς πνευματικῆς μας πορείας παραμένει πάντοτε ἡ θέωση, πού ἐπιτυγχάνεται μόνο μέσα ἀπό τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς καί τό φωτισμό τοῦ νοῦ. Ὁ φωτισμός λοιπόν τοῦ νοῦ ὀφείλει νά εἶναι ἡ κύρια ἐπιδίωξή μας, καί ὄχι ἡ καλλιέργεια τῆς λογικῆς. Ὁ φωτισμένος νοῦς εἶναι αὐτός πού ὁδηγεῖ στό Θεό καί ὄχι ἡ ἀνεπτυγμένη λογική. Ὁ φωτισμένος νοῦς εἶναι ἡ ἀνταμοιβή τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἐκχώρηση τῆς λογικῆς μας σ’ Αὐτόν. Γι’ αὐτό καί ἡ προσπάθειά μας θά πρέπει νά εἶναι ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ καί ὄχι ἡ ἐξάσκηση τῆς λογικῆς μας.



Ἡ πνευματική γνώση

Ὁ στόχος ὅμως αὐτός ἐπιτυγχάνεται κυρίως μέ τήν «πνευματική γνώση». Πνευματική γνώση εἶναι πίστη, εἶναι ἐμπειρία, εἶναι θεῖος φωτισμός, εἶναι Θεία χάρις καί Θεογνωσία.

Ἡ πνευματική αὐτή γνώση δέν εἶναι ἀπόρροια τῆς λογικῆς τοῦ μυαλοῦ μας. Δέν κατέχεται μόνον ἀπό τούς εὐφυεῖς, ἀπό τούς μορφωμένους, ἀπό τούς ἐπιστήμονες. Δέν ἀπαιτεῖ σύνθετη σκέψη, πολύπλοκες ἀναλύσεις καί συλλογισμούς. Ἡ πνευματική γνώση εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ πού προσφέρεται σέ ὅλους, μορφωμένους καί ἀγράμματους, γνωστικούς καί ἀδαεῖς, ἔξυπνους καί ἁπλοϊκούς, σέ ὅλους ὅσοι ἔχουν ἁπλή, ταπεινή καί καθαρή καρδιά. Ἡ πίστη εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ στούς ἁπλούς καί ταπεινούς ἀνθρώπους, καί ὄχι ἀποτέλεσμα λογικῆς ἐπεξεργασίας.

Ἡ πνευματική γνώση δέν σπουδάζεται στά πανεπιστήμια καί τά σπουδαστήρια τοῦ κόσμου, δέν ἀναγνωρίζεται μέ διπλώματα καί μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδῶν, δέν ἀποτελεῖ ἀντικείμενο ἐπιστημονικῶν ἐρευνῶν. Ἡ πνευματική γνώση εἶναι ὑπόθεση τῆς καρδιᾶς, εἶναι φωτισμένος νοῦς, εἶναι μετοχή στήν ἀγάπη, τή χάρη καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ Ἀποκάλυψη τῆς Ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας καί στόν κόσμο ὁλόκληρο. Ἐργαστήριο τῆς πνευματικῆς γνώσεως εἶναι ἡ πίστη καί ἡ ἐλπίδα. Ἡ ἐμπιστοσύνη στό Θεό καί ἡ αὐτοεγκατάλειψή μας στήν ἄπειρη ἀγάπη καί πρόνοιά Του. Εἶναι ἡ καθημερινή ἄσκηση καί τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ἐξάσκηση τῆς ἀγάπης διά τῆς φιλανθρωπίας καί τῆς ἐλεημοσύνης ἐνεργούμενης. Εἶναι ἡ φιλαδελφία, ἡ καλοσύνη καί ἡ ἱλαρότητα.

Ὁ ὀρθολογισμός, περνώντας ἀπό ὅλες τίς πτώσεις τῆς ὑπερηφάνειας, μᾶς ὁδηγεῖ τελικά στήν αὐτοδικαίωση• γιατί μᾶς πείθει ὅτι ἔχουμε δίκιο. Καί ἐφ’ ὅσον οἱ σκέψεις μας, τά λόγιά μας καί οἱ πράξεις μας εἶναι λογικές, ἄρα εἶναι ὀρθές καί δίκαιες. Ἔχουμε λοιπόν δίκιο, ἄρα καί δικαίωμα νά τό ἐπιβάλλουμε ὡς γνώμη, ὡς ἐπιθυμία καί ὡς συμπεριφορά. Ἀπό τό σημεῖο αὐτό ξεκινᾶ μία ἀτελεύτητη πορεία πρός τήν μηδέποτε ἐπιτυγχανομένη – γιατί εἶναι καί ἀκόρεστη – αὐτοδικαίωσή μας, πού μᾶς παρασύρει σέ μία ἁλυσίδα διαρκῶς μεγαλύτερων καί βαρύτερων ἁμαρτημάτων.

Ὁ Φαρισαῖος τῆς παραβολῆς (Λουκ.18,9-14) εἶναι ὁ ἀντιπροσωπευτικότερος τύπος τοῦ αὐτοδικαιούμενου ἀνθρώπου. Καυχᾶται γιά τίς ἀρετές του, θεωρεῖ τόν ἑαυτό του δίκαιο καί συγχρόνως ἐξουθενώνει τόν τελώνη, βλέποντας τόν ἁμαρτωλό, κατώτερό του. Ὁ αὐτοδικαιούμενος γίνεται ὁ ἴδιος κριτής τοῦ ἑαυτοῦ του καί τοῦ ἀπονέμει τόν τίτλο τοῦ δικαίου, πιστεύοντας ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὑποχρεωμένος νά τόν ἀνταμείψει.

Ὁ αὐτοδικαιούμενος ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος πού πάσχει ἀπό ψυχολογικά προβλήματα, ἐπειδή ἀπωθεῖ τήν ἐνοχή του. Γίνεται ἔτσι νευρικός, διαταραγμένος ἀνικανοποίητος, ἀπαιτητικός, ἀνυπόμονος, ἀνυπάκουος, αὐθάδης, ἐριστικός. Ἀκολουθώντας τό παράδειγμα τοῦ Ἑωσφόρου, δέν θέλει νά ζητήσει συγχώρηση καί νά ὁμολογήσει τίς ἁμαρτίες του. Ἐπαναλαμβάνει ὡς ἐπωδό τά λόγια του μηδενιστῆ Ἀλμπέρτ Καμύ: «Εἶχα δίκιο, ἔχω ὁπωσδήποτε δίκιο, θά ἔχω πάντα δίκιο», καί ὀρθώνει μόνος του ἀνυπέρβλητο φράγμα στήν ἄβυσσο τοῦ Θείου ἐλέους.

Ὁ ὀρθολογισμός εἶναι συμπυκνωμένη ὑπερηφάνεια, ἀλαζονεία, αὐτοδικαίωση, αὐτάρκεια καί αὐτονομία. Γι’ αὐτό καί ἀλλοτριώνει τόν ἄνθρωπο, τόν ἀπομονώνει καί τόν ἀπομακρύνει ἀπό τό Θεό καί ἀπό τούς συνανθρώπούς του. Ὁ ὀρθολογιστής καθίσταται ἔτσι στοιχεῖο διαλυτικό τῆς φιλίας, τοῦ γάμου, τῆς οἰκογένειας, τοῦ κοινοβίου καί τῆς κοινωνίας.

Τελικά ὁ ὀρθολογιστής, παρά τή λαμπρότητα τῶν ἐπιτευγμάτων του, καταλήγει νά εἶναι ὁ κουρασμένος, ὁ κενός, ὁ ἀνικανοποίητος, ὁ ἀπογοητευμένος σύγχρονος ἄνθρωπος. Αὐτός πού βιώνει καθημερινά τό δράμα τῆς ὑπαρξιακῆς ἀγωνίας του, τῆς ἀνασφάλειάς του καί τοῦ ἀδιεξόδου, στό ὁποῖο τόν παγιδεύει ἡ λογική του καί ἡ αὐτοπεποίθησή του στίς ὁποῖες τόσο στηρίχτηκε.

Θά πρέπει λοιπόν νά βγοῦμε ἀπό τά ὅρια τῆς πεπερασμένης ἀνθρώπινης λογικῆς καί νά μποῦμε στήν ἀπεραντοσύνη, στόν πλοῦτο καί τήν εὐλογία τῆς λογικῆς του Θεοῦ.

Ἐπιστολὴ διαμαρτυρίας γιὰ τὰ καρναβάλια καὶ ἄλλες ἐκδηλώσεις ἀπό μία ἐκπαιδευτικὸ.


Προς  τὸν Ὑπουργὸ Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων, Πολιτισμοῦ καὶ Ἀθλητισμοῦ κ. Κωνσταντνο ρβανιτόπουλο,
Διὰ τῆς Διεύθυνσης τοῦ 2ου Δημοτικού σχολείου Γουμένισσας Κιλκίς.
Γουμένισσα, 27/02/2013
Θέμα: Ἐξωσχολικὰ θεάματα καὶ ἐκδηλώσεις σὲ δημοτικὰ σχολεῖα
Ἀξιότιμε κ. Ὑπουργέ,
Θέμα τῆς παρούσας ἐπιστολῆς εἶναι οἱ ἀπαράδεκτες καὶ ἀντιορθόδοξες ἐκδηλώσεις στὶς ὁποῖες συμμετέχουν τὰ σχολεῖα μας ἢ λαμβάνουν χώρα μέσα σ’ αὐτά. 
Συγκεκριμένα, οἱ ἐπισκέψεις σὲ παντὸς εἴδους θεατρικὲς παραστάσεις καὶ ἡ διενέργεια ἀποκριάτικων ἐκδηλώσεων, «πάρτι», ἔρχονται σὲ πλήρη ἀντίθεση μὲ... τὰ «πιστεύω» τῆς πλειοψηφίας τῶν Ἑλλήνων μαθητῶν καὶ μαθητριῶν καὶ δὲν ἔχουν καμία θέση στὸ χῶρο τοῦ σχολείου.
Ὅπως γνωρίζετε, τὸ Σύνταγμα τῆς χώρας μας ἔχει ψηφιστεῖ στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου καὶ Ἀδιαιρέτου Τριάδος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὡς χριστιανοὶ ὀρθόδοξοι ἀλλὰ καὶ ὡς πολίτες εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ...
τηροῦμε ἀπαρασάλευτα τόσο τοὺς ἱεροὺς ἀποστολικοὺς καὶ συνοδικοὺς κανόνες καὶ τὶς ἱερὲς παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας μας (ἄρθρο 3, παρ. 1) ὅσο καὶ τοὺς νόμους ποὺ συμφωνοῦν μὲ τὸ Σύνταγμα (ἄρθρο 120, παρ. 2). Ἐπιπλέον ὡς ἐκπαιδευτικοὶ ὀφείλουμε νὰ συμβάλλουμε στὴν ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης τῶν μαθητῶν μας (ἄρθρο 16, παρ. 2).
Ἔτσι, λοιπόν, σύμφωνα μὲ τὸν ΝΑ΄ κανόνα τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ τὸν ΜΓ΄ ἀποστολικὸ κανόνα (Διαταγὴ Βιβλ. Η΄, κεφ. ΛΖ΄) ἀφορίζεται, δηλαδὴ ἀποκόπτεται ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὅποιος βλέπει ἢ κάνει θέατρα. Ἐπίσης, σύμφωνα μὲ τὸν ΞΒ΄ κανόνα τῆς ΣΤ΄  Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅποιος συμμετέχει σὲ καρναβαλικὲς ἐκδηλώσεις (κατάλοιπα τῶν βακχικῶν-διονυσιακῶν καὶ ἄρα εἰδωλολατρικῶν ἐκδηλώσεων), ἔστω καὶ μόνο ὡς θεατής, ἀφορίζεται, ἐνῶ τὸ 1957 ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἑλλάδας μὲ ἐγκύκλιό της στηλιτεύει αὐτὲς τὶς ἐκδηλώσεις καὶ παρακαλεῖ τὰ τέκνα τῆς ν’ ἀπέχουν ἀπ’ αὐτές.
Μὲ βάση τὰ παραπάνω συνάγεται τὸ συμπέρασμα ὅτι τέτοιου εἴδους ἐκδηλώσεις πρέπει ν’ ἀποκλειστοῦν ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ ἑλληνικοῦ ὀρθόδοξου σχολείου.
Εὐελπιστῶ ὅτι θὰ ἐπιληφθεῖτε ἄμεσα του θέματος καὶ θὰ λάβετε τὰ ἀπαραίτητα μέτρα πρὸς τὴν ἐξάλειψή τους.
Εὐχαριστῶ ἐκ τῶν προτέρων γιὰ τὴ θετική σας ἀνταπόκριση.
Σᾶς γνωστοποιῶ ὅτι ἡ παροῦσα ἐπιστολὴ θὰ κοινοποιηθεῖ, μέσω ἠλεκτρονικοῦ ταχυδρομείου, στὴν Ἀνώτατη Συνομοσπονδία γονέων-μαθητῶν Ἑλλάδας, στὴν Πανελλήνια Ἕνωση Γονέων, στὴν Ἐπιτροπὴ Αἱρέσεων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, σὲ γνωστὰ χριστιανικὰ ἱστολόγια καὶ στὶς Ἱερὲς Μητροπόλεις τῆς Ἑλλάδας.
Μετὰ τιμῆς καὶ σεβασμοῦ
Ἡ ἐκπαιδευτικὸς
Παρασκευὴ Βέργου


 πηγή

Περισπασμὸς καὶ προσοχὴ Ἅγιος Ἰγνάτιος Brianchaninov


Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν κοσμικὸ φρόνημα θεωροῦν τὸν περισπασμὸ ἀθῶο, οἱ ἅγιοι πατέρες ὅμως λένε πὼς εἶναι ἡ ἀρχὴ ὅλων τῶν κακῶν.

Ὅποιος ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμὸ ὅλων τῶν πραγμάτων καὶ τῶν θεμάτων, ἀκόμα καὶ τῶν πιὸ σοβαρῶν, ἔχει ἀντίληψη πολὺ περιορισμένη καὶ ἐπιφανειακή.

Ὅποιος ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμό, εἶναι συνήθως ἀσταθής. Τὰ αἰσθήματα τῆς καρδιᾶς του δὲν ἔχουν βάθος καὶ δύναμη, γι’ αὐτὸ εἶναι ρευστὰ καὶ ἐφήμερα.

Ὅπως ἡ πεταλούδα πετάει ἀπὸ λουλούδι σὲ λουλούδι, ἔτσι κι αὐτὸς ποὺ ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμό, τρέχει ἀπὸ τὴ μία σωματικὴ ἀπόλαυση στὴν ἄλλη κι ἀπὸ τὴ μία μάταιη φροντίδα στὴν ἄλλη.

Ὁ περισπασμὸς δὲν γνωρίζει τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Ἀδιάφορα κοιτάζει τὴ δυστυχία τῶν ἀνθρώπων καὶ εὔκολα τούς φορτώνει μὲ δυσβάσταχτα φορτία.

Ὅποιος ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμό, συνταράζεται ἀπὸ τὶς θλίψεις, ἀκριβῶς ἐπειδὴ δὲν τὶς περιμένει˙ μόνο χαρὲς προσδοκᾶ. Κάθε θλίψη, ἀκόμα καὶ τὴν πιὸ βαριά, ὅταν αὐτὴ δὲν ἔχει μεγάλη διάρκεια, γρήγορα τὴν ξεχνᾶ μέσα στὸν θόρυβο τῶν διασκεδάσεων καὶ τῶν μεριμνῶν του. Ἡ παρατεταμένη θλίψη, ὅμως, τὸν τσακίζει.

Ὁ ἴδιος ὁ περισπασμὸς τιμωρεῖ τὸν πολυμέριμνο ἄνθρωπο ποὺ τοῦ παραδίνεται, καθὼς αὐτός, μὲ τὸν καιρό, ὅλα τὰ βρίσκει βαρετὰ καὶ βουλιάζει σὲ μιάν ἀτέλειωτη, μιάν ἐξουθενωτικὴ πλήξη.

Ὁ περισπασμός, τόσο ἐπιζήμιος γενικά, εἶναι πραγματικὰ ὀλέθριος γιὰ τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ, τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας, ποὺ ἀπαιτεῖ συνεχῆ ἐγρήγορση καὶ ἐντατικὴ προσοχή.

«Μένετε ἄγρυπνοι καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴ σᾶς νικήσει ὁ πειρασμός», ἔλεγε ὁ Κύριος στοὺς μαθητὲς Του. Καὶ σ’ ὅλη τὴ χριστιανοσύνη, ἑπομένως καὶ σ’ ἐμᾶς, ἔδωσε ἐντολή: «Σὲ ὅλους τὸ λέω: Ἀγρυπνεῖτε!»3. Ὅποιος ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμό, ἐναντιώνεται μὲ τὴ ζωή του στὴν ἐντολὴ αὐτὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ὅλοι οἱ ἅγιοι μὲ ἐπιμέλεια ἀπέφευγαν τὸν περισπασμό. Ἀγωνίζονταν νὰ εἶναι συγκεντρωμένοι στὸν ἑαυτό τους καὶ νὰ προσέχουν τὶς κινήσεις τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς τους, κατευθύνοντάς τες σύμφωνα μὲ τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές.

Ἂν συνηθίσουμε νὰ προσέχουμε τὸν ἑαυτό μας, θὰ ἀποφεύγουμε τὸν περισπασμὸ ἀκόμα καὶ ὅταν μᾶς κυκλώνουν ἀπὸ παντοῦ οἱ αἰτίες του. Ὁ προσεκτικός, ὁ αὐτοσυγκεντρωμένος ἄνθρωπος, καὶ σὲ πολυκοσμία μέσα νὰ βρίσκεται, παραμένει ἐσωτερικὰ ἀπομονωμένος.

Γνωρίζοντας ἐμπειρικὰ τὴν ὠφέλεια τῆς προσοχῆς καὶ τὴ βλάβη τοῦ περισπασμοῦ, ἕνας σοφὸς γέροντας εἶπε: «Χωρὶς προσοχὴ μεγάλη, δὲν προοδεύει ὁ ἄνθρωπος οὔτε σὲ μία ἀρετὴ».

Πόσο ἀνόητο εἶναι νὰ σπαταλᾶμε τὴ σύντομη ἐπίγεια ζωή, ποὺ μᾶς δόθηκε ὡς χρόνος προετοιμασίας γιὰ τὴν ἀτελεύτητη ἐπουράνια, σὲ ἐγκόσμιες μόνο ἀσχολίες, ἱκανοποιώντας ἀναρίθμητες ἰδιοτροπίες καὶ εὐτελεῖς ἐπιθυμίες, μεταπηδώντας ἐπιπόλαια ἀπὸ τὴ μία αἰσθησιακὴ ἱκανοποίηση στὴν ἄλλη, ξεχνώντας ἐντελῶς ἤ βάζοντας σπάνια καὶ ἐπιπόλαια στὸν νοῦ μας τὴν ἀναπόφευκτη, τὴ μεγαλειώδη καὶ συνάμα τρομερὴ αἰωνιότητα!

Εἶναι φανερὸ ὅτι τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ τὰ μελετᾶμε καὶ νὰ τὰ γνωρίζουμε μὲ τὴν πιὸ μεγάλη εὐλάβεια καὶ προσοχή, ἀλλιῶς τόσο ἡ μελέτη ὅσο καὶ ἡ γνώση τους εἶναι ἀδύνατες. Θαυμαστὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ δημιουργία καί, μετὰ τὴν προπατορικὴ πτώση, ἡ λύτρωση καὶ ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου. Τὰ ἔργα αὐτὰ πρέπει λεπτομερειακὰ νὰ τὰ γνωρίσει κάθε χριστιανός. Δὲν θὰ κατορθώσει, ὅμως, ποτὲ νὰ τὰ γνωρίσει, ἂν ζεῖ μέσα στὸν περισπασμό!

Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ δόθηκαν ὄχι μόνο γιὰ τὴν ἐξωτερικὴ συμπεριφορὰ ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου˙ ἀγκαλιάζουν ὅλους τούς λογισμούς, ὅλα τὰ αἰσθήματα, ὅλες τὶς μυστικὲς κινήσεις τῆς ψυχῆς. Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν δὲν εἶναι δυνατὴ χωρὶς τὴ διαρκή ἐγρήγορση καὶ τὴν ἔντονη προσοχή. Ἀλλὰ ἡ ἐγρήγορση καὶ ἡ προσοχὴ δὲν ἔχουν θέση στὴ ζωὴ τοῦ περισπασμοῦ.

Ἡ ἁμαρτία κι ἐκεῖνος ποὺ τὴ σπέρνει, ὁ διάβολος, τρυπώνουν στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδιὰ μας ἀνεπαίσθητα. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ βρισκόμαστε διαρκῶς σὲ ἐπιφυλακή, ὥστε, μόλις μᾶς πλησιάσουν αὐτοὶ οἱ ἀόρατοι ἐχθροί μας, νὰ τοὺς ἀπομακρύνουμε μὲ τὴν προσευχή. Ἀλλὰ πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ βρίσκεται κανεὶς σὲ πνευματικὴ ἐπιφυλακή, ὅταν εἶναι παραδομένος στὸν περισπασμό;

Ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ζεῖ μέσα στὸν περισπασμό, μοιάζει μὲ σπίτι δίχως πόρτες καὶ κλειδαριές. Κανένας θησαυρὸς δὲν μπορεῖ νὰ φυλαχθεῖ σὲ τέτοιο σπίτι, ποὺ εἶναι ἀνοιχτὸ γιὰ τοὺς κλέφτες καὶ τοὺς ληστές.

Ἡ ζωὴ τοῦ περισπασμοῦ, ζωὴ γεμάτη μὲ βιοτικὲς μέριμνες, βαραίνει τὴν ψυχὴ ἐξίσου μὲ τὴν κραιπάλη καὶ τὴ μέθη, κάνοντάς την δυσκίνητη σὲ κάθε πνευματικὸ ἔργο, ἀνίκανη νὰ προσέχει καὶ ν’ ἀγρυπνεῖ. Ἡ ψυχὴ αὐτὴ εἶναι κολλημένη στὴ γῆ, εἶναι ἀπορροφημένη ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα καὶ τὰ μάταια. Γιὰ τὴ διακονία τοῦ Θεοῦ ἐλάχιστα ἐνδιαφέρεται, ἤ μᾶλλον δὲν ἐνδιαφέρεται καθόλου. Σκληρὴ βρίσκει καὶ μόνο τὴ σκέψη κάποιας πνευματικῆς ἐργασίας, σκληρὴ καὶ ἀσήκωτη καὶ ζοφερή.

Ἡ προσοχὴ ἐξασκεῖ καὶ ἐνισχύει τὶς ψυχικὲς αἰσθήσεις στὸν ἄνθρωπο, ἐνῶ ἐξασθενίζει τὴν ψυχοβλαβή ἐπενέργεια τῶν σωματικῶν του αἰσθήσεων. Ὁ περισπασμός, ἀπεναντίας, ἀδρανοποιεῖ καὶ ἀποκοιμίζει τὶς ψυχικὲς αἰσθήσεις, ἐνῶ τρέφεται μὲ τὴν ἀδιάλειπτη λειτουργία τῶν σωματικῶν αἰσθήσεων.

Μάταια οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ζοῦν μέσα στὸν περισπασμό, θεωροῦν τὴ ζωὴ τους φυσιολογική, ὑγιή, ἀπαλλαγμένη ἀπὸ ἐνοχές! Ἔτσι δὲν ἀποκαλύπτουν παρὰ τὴν ἀσθένειά τους σ’ ὅλη της τὴ σοβαρότητα: Τόσο ἔχει πωρωθεῖ ἡ ψυχή τους, πού, μολονότι εἶναι ἄρρωστοι, δὲν τὸ ἀντιλαμβάνονται.

Ὅσοι ἐπιθυμοῦν νὰ οἰκειωθοῦν τὴν προσοχή, ὀφείλουν νὰ ἐγκαταλείψουν ὅλες τὶς μάταιες ἀσχολίες. Καὶ σ’ αὐτές, βέβαια, δὲν ἀνήκουν οἱ ἀπαραίτητες καὶ ὠφέλιμες ἐργασίες, διακονίες καὶ ὑποχρεώσεις, προσωπικὲς ἤ κοινές, οἱ ὁποῖες δὲν ἀποτελοῦν περισπασμό. Ὁ περισπασμὸς συνδέεται πάντοτε εἴτε μὲ τὴν ἀργία εἴτε μὲ ἀνώφελες ἐνασχολήσεις ποὺ δὲν διαφέρουν οὐσιαστικὰ ἀπὸ τὴν ἀργία.

Ὄχι μόνο δὲν διασπᾶ ἀλλὰ καὶ συντρέχει τὴν προσοχὴ ἡ ἐργασία, ὅταν ἀποτελεῖ διακονία τοῦ Θεοῦ ἤ τοῦ πλησίον καὶ ὅταν γίνεται μὲ ὑπευθυνότητα. Στὴν ἀπόκτηση, τὴν καλλιέργεια καὶ τὴ διατήρηση τῆς προσοχῆς συντελοῦν πολὺ περισσότερο τὰ μοναστηριακὰ διακονήματα, ὅταν αὐτὰ ἐκτελοῦνται ὅπως πρέπει.

Προσέχοντας τὸν ἑαυτό μας σὲ ἀπόλυτη μόνωση, ἀποκομίζουμε πολύτιμους πνευματικοὺς καρπούς. Γιὰ τὴ μόνωση, ὡστόσο, εἶναι ἱκανοὶ μόνο ἄνθρωποι ὥριμοι πνευματικά, ἄνθρωποι ποὺ πραγματοποίησαν πρόοδο στὴν ἄσκηση καὶ τὴν εὐσέβεια, ἀφοῦ πρῶτα διδάχθηκαν τὴν προσοχὴ στὴν πρακτικὴ ζωή.

Ἡ ὑποταγὴ εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος ἀσκήσεως στὴν προσοχή. Κανένας δὲν θὰ σὲ διδάξει τόσο καλὰ νὰ προσέχεις τὸν ἑαυτό σου ὅσο ἕνας συνετὸς καὶ αὐστηρὸς προϊστάμενος.

Ὅταν ἐργάζεσαι πρακτικὰ μαζὶ μὲ ἄλλους ἀνθρώπους, μὴν ἐπιτρέπεις στὸν ἑαυτό σου νὰ ξεστομίζει μάταια λόγια καὶ ἀνόητα ἀστεῖα. Καὶ ὅταν ἡ ἐργασία σου εἶναι γραφικὴ καὶ γενικότερα διανοητική, μὴν ἀφήνεσαι στὴν ὀνειροπόληση, τὸν ρεμβασμὸ καὶ τὸν μετεωρισμό. Ἔτσι σύντομα ἡ συνείδησή σου θὰ εὐαισθητοποιηθεῖ καὶ θ’ ἀρχίσει νὰ σοῦ ὑποδεικνύει κάθε ὑποχώρησή σου στὸν περισπασμὸ ὡς ἀθέτηση ὄχι μόνο τοῦ εὐαγγελικοῦ νόμου ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τῆς ὀρθοφροσύνης. Ἀμήν.
πηγή

Όλοι μαζί να σώσουμε τη γλώσσα μας

Γράφει ο Χρήστος Πασαλάρης

Οι ξένοι τη θαυμάζουν, τη σπουδάζουν, ΤΗ ΜΙΛΑΝΕ! Εμείς την περιφρονούμε, τη μαδάμε, ΤΗ ΣΚΟΤΩΝΟΥΜΕ! Ποιά; Τη γλώσσα μας. Τον πολυτιμότερο  εθνικό θησαυρό  μας! Που, μαζί με την θρησκεία κράτησε για χιλιάδες χρόνια και κρατά ακόμη την Ελλάδα μας  ζωντανή! 

Είναι ΕΘΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ να τη σώσουμε τώρα που κινδυνεύει, καθώς δέχεται ανεμπόδιστα την χειμαρρώδη εισβολή  ξένων όρων και καθώς η νεολαία μας έχει προσβληθεί  βαριά  από την ύπουλη επιδημία της ΛΕΞΙΠΕΝΙΑΣ. Τεμπέλικη και αδιάβαστη καθώς είναι, στη μεγάλη της πλειοψηφία, χτυπά στο κομπιούτερ ή στο κινητό μονοσύλλαβα  μηνύματα ,με ρηχές αγγλικές λέξεις και νοήματα στεγνά από γνώση…

Την παγκόσμια σημασία της ελληνικής γλώσσας ήλθαν στην Αθήνα να υμνήσουν οι διασημότεροι ξένοι ελληνιστές που μαζί με τους Έλληνες  επιστήμονες  και πνευματικούς ανθρώπους  μετέχουν σε μεγάλη εκδήλωση στην Ακαδημία Αθηνών από την Παρασκευή ως την Κυριακή. Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο Πρωθυπουργός, ο Αρχιεπίσκοπος, όλοι οι  «νυν» και «τέως» επίσημοι ήσαν εκεί, όπως ήσαν στην εκδήλωση για τον  Κωνσταντίνο Καραμανλή. 

Δυστυχώς δεν  είναι  εκεί όλα τα κανάλια να το κάνουν ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ γιατί, κατά τους αφεντάδες  τους, το γεγονός «δεν πουλάει», όπως φερ΄ ειπείν ο Σουλεϊμάν, που ακόμη και τη μετάφραση των διαλόγων στα ελληνικά  την κάνουν οι Τουρκαλάδες… 

Χρειάστηκε ένας   Μπαμπινιώτης και μερικοί άλλοι γλωσσολόγοι να αποδείξουν με τα λεξικά τους ότι η πολιτισμένη Δύση ΜΙΛΑΕΙ ΕΛΛΗΝΙΚΑ, χωρίς ίσως να το ξέρει αφού, ακόμη και το «κομπιούτερ» είναι αρχαία ελληνική λέξη..

Αναρωτιέμαι λοιπόν σήμερα ποιο κόμμα, ποιο κίνημα, ποιός  αρχηγός, ποιο κανάλι θα ξεκινήσει μια πανεθνική, εκστρατεία για τη σωτηρία της ελληνικής γλώσσας.  Με άλλα λόγια ποιός θα περιλάβει και τη γλώσσα μας στη μεγάλη αντίσταση κατά της ξένης κατοχής που στόχος της είναι και η εξαφάνισή της  γιατί αλλιώς δεν θα μας υποδουλώσει δια παντός… 

Συναξαριστής της 15ης Μαρτίου

Οἱ Ἅγιοι Ἀγάπιος, Πλήσιος, Ῥωμῦλος, Τιμόλαος, δυὸ Ἀλέξανδροι καὶ δυὸ Διονύσιοι

 


Ἔζησαν καὶ κέρδισαν τὰ ἀθάνατα βραβεῖα, κατὰ τὸ διωγμὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ (284-304) ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Ἀγάπιος ἦταν ἀπὸ τὴν Γάζα τῆς Παλαιστίνης, ὁ Τιμόλαος ἀπὸ τὴν Μαύρη Θάλασσα, οἱ δυὸ Διονύσιοι ἀπὸ τὴν Τρίπολη τῆς Φοινίκης, ὁ Ρωμύλος -ὑποδιάκονος- ἀπὸ τὴν Λύδδα ἢ Διόσπολη, ὁ Πλήσιος καὶ οἱ δυὸ Ἀλέξανδροι ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο.

Κατηγορήθηκαν ὅτι εἶναι χριστιανοὶ καὶ ὁδηγήθηκαν μπροστὰ στὸν ἔπαρχο τῆς Καισαρείας Οὐρβανό, ὅπου μὲ παῤῥησία ὁμολόγησαν τὸ Χριστό. Μάταιες ἀπόπειρες ἔκανε ἐκεῖνος γιὰ νὰ τοὺς δελεάσει ἢ καὶ νὰ τοὺς ἐκφοβίσει.

Διότι στὸ μυαλὸ ὅλων ἐπικρατοῦσε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Τὸν φόβον αὐτῶν μὴ φοβηθῆτε μηδὲ ταραχθῆτε». Δηλαδή, μὴ φοβηθεῖτε τὸ φόβο μὲ τὸν ὁποῖο ζητοῦν οἱ ἄπιστοι νὰ σᾶς πτοήσουν καὶ μὴ ταραχθεῖτε καθόλου ἀπ᾿ αὐτόν.
Πέθαναν ὅλοι μαρτυρικὰ μὲ ἀποκεφαλισμό, δίνοντας σ᾿ ὅλους τοὺς ἀγωνιστὲς χριστιανοὺς μήνυμα θάῤῥους καὶ ἐλπίδας.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἀγάπη τοῦ Κτίσαντος, πεπυρσευμένος τὸν νοῦν, χορείαν συνήθροισας, πανευκλεῶν Ἀθλητῶν, Ἀγάπιε ἔνδοξε, ὅθεν σὺν τούτοις Μάρτυς, ἀριστεύσας νομίμως, ξίφει τὸν σὸν αὐχένα, σὺν αὐτοὶς ἀπετμήθης, μεθ' ὧν ἐκδυσώπει, δοῦναι ἠμὶν ἄφεσιν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’.
Τούς Μάρτυρας Χριστοῦ ἱκετεύσωμεν πάντες, αὐτοί γάρ τήν ἡμῶν σωτηρίαν αἰτοῦνται, καί πόθω προσέλθωμεν πρός αὐτούς μετά πίστεως, οὗτοι βρύουσι τῶν ἰαμάτων τήν χάριν, οὗτοι φάλαγγας ἀποσοβουσι δαιμόνων, ὡς φύλακες τῆς πίστεως.

Κοντάκιον 
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ὡς ἀγαπήσας Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν, τῶν ἐπιγείων ἁπάντων ἠλόγησε, Μαρτύρων χορός ὁ ὀκτάριθμος, καὶ κεφαλάς ἐκτεμνομένοι ἔκραζον· προσδέχου Οἰκτίρμον τοὺς δούλους σου.

 
Ὁ Ἅγιος Ἀριστόβουλος ἐπίσκοπος Βρετανίας

 


Ἀνῆκε στὸ χορὸ τῶν 70 ἀποστόλων καὶ ἀκολούθησε σὲ μερικὲς περιοδεῖες τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Ἐκτιμώντας δὲ αὐτὸς τὴν διδακτικὴ ἱκανότητα τοῦ Ἀριστοβούλου, καθὼς καὶ τὰ διοικητικά του χαρίσματα ποὺ συνοδεύονταν μὲ γνήσιο ζῆλο γιὰ τὴν πίστη, τὸν ἔκανε ἐπίσκοπο τῆς Βρετανίας.

Οἱ τότε κάτοικοί της ἦσαν ἐντελῶς ἀπολίτιστοι καὶ βάρβαροι, προσκολλημένοι τυφλὰ στὶς χυδαῖες καὶ ἀνόητες δεισιδαιμονίες τους. Γι᾿ αὐτὸ τὸ ἔργο τοῦ Ἀριστοβούλου, συνάντησε μεγάλη ἀντίσταση. Πολλὲς φορὲς κινδύνευσε ἡ ζωή του, ὑπέφερε δὲ ἀμέτρητα βάσανα καὶ θλίψεις. Ἀλλ᾿ ἡ θεία χάρη, δὲν ἄφησε χωρὶς ἀποτέλεσμα τὶς προσπάθειές του.

Ἀρκετοὶ ἀπὸ τοὺς κατοίκους πίστεψαν στὸ Χριστό, καὶ στὰ ἄγρια ἐκεῖνα μέρη ἱδρύθηκε χριστιανικὴ Ἐκκλησία. Αὐτὴν καλλιεργώντας μὲ ἄγρυπνη ἐπιμέλεια καὶ ἐπεκτείνοντας μὲ ἀκούραστη φιλοπονία πέθανε ὁ ἅγιος Ἀριστόβουλος, σ᾿ ὅλα ἀντάξιος τοῦ ἀδελφοῦ του καὶ Ἀποστόλου ἐπίσης Βαρνάβα.

(Ἡ μνήμη του ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 31η Ὀκτωβρίου, μαζὶ μὲ ἄλλους ἀποστόλους ἐκ τῶν 70).

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν κιθάραν τοῦ Πνεύματος τὴν ἑξάχορδον, τὴν μελωδήσασαν κόσμω τᾶς ὑπὲρ νοῦν δωρεᾶς ὡς ἐκφάντορας Χριστοῦ ἀνευφημήσωμεν, Στάχυν, Ἀμπλίαν, Ἀπελλῆν, σὺν Ναρκίσσω, Οὐρβανὸν καὶ Ἀριοτόβουλον ἅμα ὡς γὰρ Ἀπόστολοι θεῖοι, χάριν αἰτοῦνται ταὶς ψυχαὶς ἠμῶν.

 
Ὁ Ἅγιος Νίκανδρος ὁ ἐν Αἰγύπτῳ

Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ (284-305). Θερμὸς ζηλωτὴς τῆς πίστης, θαύμαζε μὲ ὅλη του τὴν ψυχὴ ἐκείνους, ποὺ ἔχυναν γι᾿ αὐτὴν τὸ αἷμα τους. Καὶ ὅσες φορὲς μάθαινε τὸν θάνατο μαρτύρων, πήγαινε ἐπὶ τόπου, παραλάμβανε τὰ Ἅγια λείψανά τους καὶ τὰ ἔθαβε καταβρέχοντας αὐτὰ μὲ τὰ δάκρυά του.

Στὴν ἐκτέλεση τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ ἔργου συνελήφθη καὶ δικάστηκε. Ἐπειδὴ ὅμως ἔμεινε πιστὸς στὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, καταδικάστηκε σὲ σκληρότατο θάνατο. Μὲ διαταγὴ τοῦ τυράννου, ἔγδαραν τὸ δέρμα του καὶ ἔπειτα τὸ ἔκαψαν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες.

 
Ὁ Ἅγιος Μανουὴλ ἀπὸ τὰ Σφακιά

 


Ὁ νεομάρτυρας αὐτὸς γεννήθηκε στὰ Σφακιὰ τῆς Κρήτης, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς. Σὲ μικρὴ ἡλικία αἰχμαλωτίστηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους, μὲ τὴν βία ἐξισλαμίστηκε καὶ στὴ συνέχεια παρέμεινε στὴν ὑπηρεσία τους.

Βρῆκε ὅμως τὴν εὐκαιρία καὶ δραπέτευσε ἀπὸ τὸ σπίτι τῶν κυρίων του, καὶ πῆγε στὴ Μύκονο, ὅπου ἐξομολογήθηκε καὶ ζοῦσε μὲ χριστιανοπρέπεια. Ἐκεῖ παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε ἕξι παιδιά. Ἐπειδὴ ὅμως ἡ σύζυγός του πρόδωσε τὴν συζυγική της τιμή, μετακόμισε αὐτὸς μὲ τὰ ἕξι παιδιά του σὲ ἄλλο σπίτι χωρὶς νὰ τὴν διαπομπεύσει.

Ἀλλ᾿ ὁ ἀδελφός τῆς ἄπιστης συζύγου του, ποὺ ὑπηρετοῦσε στὸν Τουρκικὸ στόλο, κατάγγειλε τὸν Μανουὴλ στὸν Τοῦρκο πλοίαρχο ὅτι, ἐνῷ εἶχε γίνει μουσουλμάνος, ἐπανῆλθε στὴ χριστιανικὴ θρησκεία.

Ὅταν συνελήφθη ἀπὸ τὸν Τοῦρκο πλοίαρχο, ὁ Μανουὴλ μὲ θάῤῥος ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Μετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια, παραδόθηκε στὸν Τοῦρκο Ναύαρχο, ποὺ βρισκόταν στὴ Χίο. Αὐτὸς τὸν ἀνέκρινε καὶ ἐξέδωσε θανατικὴ ἀπόφαση. Ὁπότε οἱ ὑπηρέτες τοῦ Ναυάρχου, πῆραν τὸν Μανουὴλ καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσης, ποὺ ὀνομαζόταν Παλαιὰ Βρύση.

Καὶ ἐνῷ ὁ μάρτυρας ἔσκυψε τὸ κεφάλι του, ὁ δήμιος, ποὺ εἶχε ὁρισθεῖ νὰ τὸν ἐκτελέσει, δείλιασε, πέταξε τὸ σπαθὶ καὶ ἀπομακρύνθηκε. Τότε ἅρπαξε τὸ σπαθὶ κάποιος ὑπαξιωματικός, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ δὲν μπόρεσε μετὰ ἀπὸ πολλὰ κτυπήματα στὸ λαιμὸ τοῦ μάρτυρα νὰ τὸν ἀποκεφαλίσει, τὸν ἔριξε κάτω καὶ τὸν ἔσφαξε μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο σὰν πρόβατο.

Ὅλα αὐτὰ ἔγιναν στὴ Χίο, στὶς 15 Μαρτίου 1792, ἡμέρα Δευτέρα καὶ ὥρα τέσσερις μ.μ. Τὸ δὲ τίμιο λείψανό του, οἱ Τοῦρκοι, ἀφοῦ τὸ ἔδεσαν μὲ ὀγκόλιθους τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα.

Χειρόγραφο μαρτύριο τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ, βρίσκεται στὴ βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς Ξενοφῶντος τοῦ Ἁγίου Ὄρους.

 
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ ἐν τῷ φρέατι

Βλέπε βιογραφία του τὴν 30η Μαρτίου.

 
Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος ὁ ἐν Σκήτῃ Κολιτζοῦ
 

 
Ὁ Ἅγιος Παρθένιος Νεομάρτυρας

Διάκονος ἐν Διδυμοτείχῳ (+ 18ος αἰ.).


 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...