Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Ιουλίου 01, 2013

ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΙΚΗ ΙΑΣΗ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ


PORTAITISAἘφησυχάζοντος Μητροπολίτου Ἀντινόης
 Παντελεήμονος (κατὰ κόσμον Γεωργίου Λαμπαδαρίου).

«Γεννήθηκα στὴν Κάλυμνο, στὶς 14 Μαΐου 1955, ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς· τὸν Παντελὴ Λαμπαδάριο καὶ τὴν Καλλιόπη, τὸ γένος Ζαΐρη. Τὸ 1975 ἔγινε ἡ κουρά μου ὡς μοναχοῦ ἀπὸ τὸν σεβαστὸ Γέροντά μου ἀρχιμ. π. Ἀμφιλόχιο Τσοῦκο, σημερινὸ Μητροπολίτη Νέας Ζηλανδίας. Ἡ κουρὰ ἔλαβε χώρα στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος Καλύμνου καὶ
μετονομάστηκα Εὐθύμιος. Στὶς 20 Μαΐου 1980, ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χειροτονήθηκα διάκονος ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Μητροπολίτη Λέρου, Καλύμνου καὶ Ἀστυπαλαίας Ἰσίδωρο Ἀηδονόπουλο καὶ στὶς 6 Δεκεμβρίου 1983 προχειρίζομαι στὸν βαθμὸ τοῦ Πρεσβυτέρου λαμβάνοντας καὶ τὸ ὀφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτη ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη
Λέρου, Καλύμνου καὶ Ἀστυπαλαίας κ. Νεκτάριο Χατζημιχάλη.
Ἕνα χρόνο μετὰ ἀπὸ τὴ χειροτονία μου, στὸ τέλος Νοεμβρίου τοῦ 1984,
αἰσθάνθηκα μεγάλους πόνους στὴ μέση μου. Νόμιζα ὅτι οἱ πόνοι προήρχοντο ἀπὸ ὑπερβολικὴ κούραση ἢ εἶχα κάποιο πρόβλημα μὲ τὰ νεφρά μου. Στὴν ἀρχὴ δὲν ἔδωσα σημασία. Ἄφησα τὸ πρόβλημα νὰ περάσει. Δὲν τὸ πῆρα στὰ σοβαρά. Νόμιζα ὅτι ἦταν κάτι τὸ περαστικό.
Ἀναχώρησα ἀπὸ τὴν Κάλυμνο στὶς 8 Ἰανουαρίου 1985 μὲ σκοπὸ νὰ δώσω ἐξετάσεις – χρωστοῦσα τρία μαθήματα τοῦ πρώτου ἔτους τῶν θεολογικῶν μου σπουδῶν. Στὴν Ἀθήνα μόλις ποὺ πρόλαβα νὰ δώσω τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ τρία μαθήματα ποὺ χρωστοῦσα. Μέσα σὲ δυὸ ἑβδομάδες, μετὰ ἀπὸ τὴν ἄφιξή μου στὴν Ἀθήνα τὰ πράγματα πῆραν ἄλλη τροπή. Οἱ
πόνοι αὐξήθηκαν τόσο πολὺ ποὺ δὲν μποροῦσα νὰ βρῶ ἀνάπαυση. Τὸ συκώτι πρήστηκε καὶ ἐγὼ ἤμουν μόνος μέσα στὸ διαμέρισμα ποὺ εἶχα ἐνοικιάσει ἀκριβῶς ἀπέναντι ἀπὸ τὴ Θεολογικὴ Σχολή.
Οἱ καλοὶ φίλοι μου μὲ πῆγαν στὸ νοσοκομεῖο τῶν κληρικῶν στὴν Ἁγία
Βαρβάρα (τότε ὀνομαζόταν Ν.Ι.Ε.Ε.). Κάναμε ἐξετάσεις, ἀλλὰ δὲν μποροῦσαν νὰ ἐντοπίσουν τὸ πρόβλημα. Μέρα μὲ τὴ μέρα ἡ κατάσταση χειροτέρευε. Ἐνθυμοῦμαι ὅτι ἕνα ἀπόγευμα θέλησα νὰ κατέβω τὴ σκάλα, ἀλλὰ κάτι μὲ ἐμπόδιζε. Αἰσθανόμουν μεγάλο φόβο. Δὲν μποροῦσα νὰ ἐλέγξω τὰ πόδια μου. Πίστευα ὅτι θὰ ἔπεφτα. Ἔτσι, γύρισα στὸ δωμάτιό μου. Τὸ βράδυ θέλησα νὰ πάω γιὰ τὴ σωματική μου ἀνάγκη. Ἐκεῖ διαπίστωσα ὅτι ἡ ὑγεία χειροτέρεψε γιὰ τὰ καλά. Πράγματι ἀπὸ ἐκείνη τὴ βραδιὰ ἄρχιζα νὰ χάνω τὴν κινητικότητα τῶν κάτω ἄκρων. Οἱ γιατροὶ ἄρχισαν νὰ ἀνησυχοῦν. Κάλεσαν κάποιο νευρολόγο καὶ ἐκεῖνος μὲ συνεργασία κάποιας γιατροῦ μοῦ ἔκαναν παρακέντηση. Ἡ γιατρὸς
ἦταν ἐντελῶς ἄπειρη. Ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ θὰ ἔκανε παρακέντηση. Ἀπὸ τὴ νευρικότητά της κτύπησε τὴ ρίζα τοῦ νεύρου καὶ τὸ δεξί μου πόδι ἀντέδρασε δυναμικὰ καὶ μὲ τρομεροὺς πόνους. Οἱ πόνοι ἦσαν ἀφόρητοι καὶ ἡ ταραχή μου ἀπερίγραπτη, τόσο πολὺ ὑπόφερα ποὺ οἱ ἄλλοι ἀσθενεῖς ἀπὸ συμπάθεια δὲν μποροῦσαν νὰ μείνουν ἄλλο στὸ κοινὸ δωμάτιο καὶ βγῆκαν ἔξω. Τὰ πράγματα δὲν ἦταν εὐχάριστα. Μόλις ὁ νευρολόγος εἶδε τὴ σύριγγα εἶπε ὅτι ἡ κατάσταση χρειάζεται νευροχειροῦργο.
Στὸ μεταξὺ χρόνο φθάνει στὴν Ἀθήνα ἡ ἀδελφή μου, ἡ Θέμις. Μέχρι τὴν ἡμέρα ἐκείνη δὲν εἶχα εἰδοποιήσει κανένα ἀπὸ τοὺς δικούς μου. Δὲν ἤθελα νὰ ἀνησυχήσουν. Μετὰ ἀπὸ πολλὲς παρακλήσεις μ’ ἔπεισαν νὰ μὲ μεταφέρουν στὸ νοσοκομεῖο «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ». Θυμᾶμαι ὅτι βγαίνοντας ἀπὸ τὸ νοσοκομεῖο Ν.Ι.Ε.Ε. τελοῦσαν Θεία Λειτουργία στὸ παρεκκλήσι. Ἦταν ἡ γιορτὴ τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους (10 Φεβρουαρίου
1985). Ἔκανα τὸν σταυρό μου καὶ παρακάλεσα τὴν Παναγία νὰ μὲ προστατεύσει.
Μὲ τὸ ἀσθενοφόρο φθάσαμε στὸ νοσοκομεῖο «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ». Μοῦ
ἔδωσαν ἀμέσως κρεβάτι σ’ ἕνα δωμάτιο μὲ ὀκτὼ ἄτομα. Οἱ ἐξετάσεις δὲν καθυστέρησαν. Μὲ πῆραν ἀμέσως καὶ μοῦ ἔκαναν μυελογράφημα. Ἡ κατάσταση δὲν ἦταν τόσο εὐχάριστη. Προσπάθησα νὰ συνεργαστῶ, ὅσο μποροῦσα, μὲ τοὺς γιατρούς. Μόλις τελείωσαν συνεδρίασαν ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ κ. Καρβούνη. Ἡ διάγνωση δὲν ἦταν εὐχάριστη.
Προσβλήθηκα ἀπὸ τὴ σοβαρὰ ἀσθένεια μεταστατικοῦ καρκίνου τοῦ νωτιαίου μυελοῦ ποὺ προκάλεσε τὴν πλήρη παραλυσία τῶν κάτω ἄκρων. Ἤμουν μόλις 29 χρονῶν.
Μ’ ἔβαλαν σ’ ἕνα δωμάτιο, γιὰ νὰ μοῦ ποῦν τὰ ἀποτελέσματα. Ἐκεῖ ἤμουν μόνος καὶ ἀπὸ τὸ κρεβάτι παρατηροῦσα τὰ διάφορα ἐργαλεῖα. Εἶχα πλήρεις τὶς αἰσθήσεις μου καὶ δὲν ἤμουν ὑπὸ τὴν ἐπήρεια κάποιου φαρμάκου. Ἁπλῶς περίμενα ὑπομονετικὰ τὰ ἀποτελέσματα. Ξαφνικὰ ἀκούω μία ἀντρικὴ φωνὴ νὰ μοῦ λέγει:
-«Δὲν πρέπει νὰ φύγεις ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, διότι ἡ Παναγία θὰ σὲ κάνει καλὰ ἐδῶ μέσα· ἐὰν φύγεις, θὰ πεθάνεις!»
Στὸ ἄκουσμα αὐτῆς τῆς φωνῆς ξαφνιάστηκα καὶ γυρνοῦσα τὸ κεφάλι μου δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ γιὰ νὰ δῶ ποιός μοῦ μίλησε. Δὲν ἦταν κανεὶς μέσα στὸ δωμάτιο. Μονολογοῦσα καὶ ἔλεγα:
-«Ἡ φαντασία μου θἆταν.»
» Ἡσύχασα καὶ ἔβλεπα τὸ ταβάνι τοῦ δωματίου. Τότε, μόλις ποὺ πέρασαν λίγα λεπτά, ἡ φωνὴ ἐπαναλήφθηκε γιὰ δεύτερη φορά, καθαρά, πεντακάθαρα, ὅπως καὶ τὴν πρώτη φορά:
-«Δὲν πρέπει νὰ φύγεις ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, διότι ἡ Παναγία θὰ σὲ κάνει καλὰ ἐδῶ· ἐὰν φύγεις, θὰ πεθάνεις!»
»Δὲν πρόλαβα νὰ κοιτάξω ξανὰ καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς νευροχειρούργους μπῆκε στὸ δωμάτιο καὶ μοῦ εἶπε:
-«Πάτερ, ἀποφασίσαμε ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ σὲ χειρουργήσουμε ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα.
Ἔχομε ὑπογράψει τὰ σχετικὰ ἔγγραφα. Πρέπει νὰ φύγεις ἀμέσως εἴτε γιὰ Ἀγγλία, εἴτε γιὰ Ἀμερική. Ἡ ἐκλογὴ εἶναι δική σου. Ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ σὲ χειρουργήσουμε.»
Ἐγὼ ἀρνήθηκα καὶ τοῦ ἐξήγησα τί ἀκριβῶς συνέβη πρὸ ὀλίγου στὸ δωμάτιο. Ὁ γιατρός μοῦ εἶπε:
-«Πάτερ, καὶ ἐγὼ εἶμαι Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς καὶ πιστεύω στὸν Θεό, ἀλλὰ ἐδῶ παίζουμε τὴ ζωή σου. Κάθε δευτερόλεπτο ποὺ περνᾶ δὲν εἶναι σὲ βάρος τῆς ὑγείας σου, ἀλλὰ τῆς ζωῆς σου. Πρέπει νὰ φύγεις ἀμέσως.»
»Τότε, τοῦ ἀπήντησα:
-«Ὄχι, δὲν φεύγω ἀπ’ ἐδῶ. Δὲν γνωρίζω τί ἦταν ἐκείνη ἡ φωνή πού μοῦ μίλησε. Ἀλλά ἐὰν ὑποθέσουμε ὅτι ἦταν ἀπὸ τὸν Θεό, τότε δὲν θὰ τὴν παρακούσω, ἀλλὰ θὰ τὴν ὑπακούσω καὶ ἐὰν ἐσεῖς δὲν θέλετε νὰ μὲ χειρουργήσετε, τότε προτιμῶ νὰ πεθάνω.»
Οἱ γιατροὶ δὲν εἶχαν ἄλλη ἐπιλογή. Προσπάθησαν νὰ μὲ πείσουν μέσῳ τῆς ἀδελφῆς μου καὶ τοῦ θείου μου, Γιάννη Π. Ζαΐρη, ποὺ ἦταν τότε Πρόεδρος Ἐφετῶν στὴν Ἀθήνα. Ἡ ἀδελφή μου ἡ Θέμις καὶ μερικοὶ ἀπὸ στοὺς καλούς μου φίλους ἦταν πάντοτε δίπλα μου.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς Καθηγητές μου, ὁ κ. Γεώργιος Γρατσέας ἦταν ἐπίσης κοντά μου. Ἡ ἐγχείρηση ἔλαβε χώρα χωρὶς καμμία καθυστέρηση, τὸ ἴδιο ἀπόγευμα.
Ὁ θεράπων γιατρὸς ἦταν ὁ κ. Κωνσταντῖνος Κρασανάκης, Νευροχειρουργός. Ὅταν μὲ βάλανε στὸ δωμάτιο γιὰ τὴ μεγάλη ἐγχείρηση, εἶδα ἀπέναντί μου τὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου Μαρίας. Τὴν παρακάλεσα λέγοντας:
-«Παναγία μου, ἐσὺ κάνε τὴν ἐγχείρηση μὲ τὰ χέρια τῶν γιατρῶν!»
Ἡ ἐγχείρηση κράτησε ἀρκετὲς ὧρες. Ὅταν ξύπνησα ἀπὸ τὴ νάρκωση δίπλα μου ἦταν ὁ καλός μου φίλος καὶ συμφοιτητὴς π. Δημήτριος Ἀργυρός. Πάντοτε τὸν χαρακτήριζε τὸ θαρραλέο του φρόνιμα. Μοῦ ’δωσε κουράγιο. Βρισκόταν δίπλα μου στὶς πιὸ δύσκολες ὧρες τῆς ζωῆς μου, ὅπως καὶ ὁ π. Κωνσταντῖνος Ράπτης καὶ ἄλλοι.
Μετὰ ἀπὸ λίγο βρέθηκα στὸ δωμάτιό μου μὲ τὴν ἀδελφή μου. Οἱ μέρες περνοῦσαν καὶ ἀντιμετώπισα ἄλλους κινδύνους. Ὅλα τὰ ἐσωτερικὰ ὄργανα εἶχαν παραλύσει. Τίποτε δὲν λειτουργοῦσε κανονικά. Κύστη καὶ ἔντερα ἔμειναν παράλυτα καὶ ἀδρανῆ. Εὐτυχῶς ποὺ μία νοσοκόμα ἀντιλήφθηκε τὸ πρόβλημα καὶ πρόσταξε νὰ μοῦ βάλουν καθετήρα, εἰδάλλως ἡ κύστη θὰ σποῦσε.
Δὲν θυμᾶμαι πόσες μέρες πέρασαν καὶ μὲ ἐπισκέφθηκε ὁ ἰατρὸς κ. Κωνσταντῖνος Ἀλεξόπουλος, Παθολόγος- Ὀγκολόγος καὶ σήμερα Διευθυντὴς Ὀγκολογικοῦ Τμήματος Γ.Ν.Α. «Ὁ Εὐαγγελισμός». Μοῦ εἶπε ὅτι θὰ ἀρχίσει χημειοθεραπεία καὶ μὲ μετέφερε σ’ ἕνα ἰδιαίτερο δωμάτιο στὸ 10ο  ὄροφο τῆς Β΄ Παθολογικῆς. Ἐκεῖ ἔμεινα τὸ περισσότερο
διάστημα τῆς παραμονῆς μου στὸ Νοσοκομεῖο. Προϊσταμένη Νοσοκόμα τὴν περίοδο ἐκείνη ἦταν ἡ Δ/νὶς Μαρία Κτενοπούλου.
Ἦταν μία δύσκολη περίοδος, γιατί κάθε μέρα εὑρισκόμουν ἀντιμέτωπος μὲ τὸν θάνατο. Ἦταν μία πάλη μεταξὺ ζωῆς καὶ θανάτου. Ἀλλά, ποτὲ δὲν ἔχασα τὴν πίστη μου ἢ τὶς ἐλπίδες μου ἢ τὴν ἐμπιστοσύνη μου στὴν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ, ὅτι θὰ μὲ κάνει καλὰ μέσῳ τῆς  Μητέρας Του, τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο Μαρία, ὅπως μοῦ ἀναγγέλθηκε.
Στὸ μεταξὺ χρόνο ἡ ἀδελφή μου θυμήθηκε ἕνα ὄνειρο ποὺ εἶχε δεῖ στὰ μέσα τοῦ Γενάρη, ἀλλὰ δὲν εἶχε δώσει σ’ αὐτὸ σημασία. Εἶδε τὴν Παναγία ντυμένη ὡς νοσοκόμα καὶ μὲ κρατοῦσε στὴν ἀγκαλιά Της ὡς βρέφος. Λέγει στὴν ἀδελφή μου:
-«Ὁ ἀδελφός σου πεθαίνει αὐτὴ τὴν ὥρα, ἀλλὰ μὴ φοβᾶσαι, διότι ἐγὼ θὰ τὸν κάμω καλά.»
Ἡ Παναγία πῆρε στὰ χέρια Της ἕνα νυστέρι καὶ ἔκανε δυὸ ἐγχειρήσεις. Ἀκριβῶς στὰ ἴδια ἀκριβῶς σημεῖα ποὺ ἔγιναν καὶ οἱ ἐγχειρήσεις μου. Τότε πίεσε τὶς πληγὲς καὶ ἀπ’ αὐτὲς βγῆκε πύον καὶ στὸ τέλος ἕνα σκουλήκι. Καθάρισε τὶς πληγές, τὶς ἔραψε καὶ μετὰ λέγει στὴν ἀδελφή μου:
-«Ὁ ἀδελφός σου θὰ ζήσει, ἀλλὰ θὰ κάνει δυὸ χρόνια γιὰ νὰ ξαναπερπατήσει!»
Ἡ Θέμις, ὅπως μου εἶπε, εἶχε ἐντελῶς λησμονήσει τὸ ὄνειρο ἐκεῖνο καὶ μόνον ὅταν πραγματοποιήθηκε ἡ δεύτερη χειρουργικὴ ἐπέμβαση, μετὰ ἀπὸ μῆνες, τὸ ξαναθυμήθηκε.
Τὸ περίεργο εἶναι ὅτι κάθε φορὰ ποὺ ζητοῦσα ἀπὸ κάποιο ἐπισκέπτη νὰ μοῦ φέρει μία εἰκόνα, μοῦ ἔφερναν πάντοτε τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Πορταϊτίσσης τοῦ Ἁγίου Ὅρους. Ἔτσι, πίστεψα ὅτι ἦταν ἡ Παναγία ἡ Πορταΐτισσα ποὺ μὲ προστάτευε καὶ Τῆς ἔταξα, ὅτι «ἐὰν γίνω καλά, θὰ Τὴν διακονήσω».
Οἱ μέρες, οἱ ἑβδομάδες καὶ οἱ μῆνες περνοῦσαν καὶ ἐγὼ ἀκόμη βρισκόμουν στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου χωρὶς καμμία ἀλλαγή. Οἱ ἀσθενεῖς στὸ διπλανὸ κρεβάτι ἐρχόντουσαν καὶ ἔφευγαν, καὶ ἐγὼ ἀκόμη ἐκεῖ. Χρειαζόμουν πολλὴ ὑπομονή. Παρ’ ὅλο ποὺ ἔκανα
χημειοθεραπεία, ὁ καρκῖνος μεταδόθηκε σὲ ἄλλα σημεῖα τοῦ ὀργανισμοῦ (πνεύμονες, συκώτι καὶ αἷμα). Ἀπὸ ἰατρικῆς πλευρᾶς δὲν ὑπῆρχε ἐλπίδα. Ὁ Καθηγητὴς κ. Ἀλεξόπουλος, ἂν δὲν ἐπέμενε ἡ Προϊσταμένη Δ/νὶς Μαρία Κτενοπούλου, ἀρνιόταν ἀκόμα νὰ συνεχίσει τὴ θεραπεία.
-«Εἶναι ἄσκοπο νὰ συνεχίσουμε, ἔλεγε ὁ γιατρός. Δὲν ὑπάρχει ζωὴ μέσα του. Τὸ πολύ, μέσα σὲ δυὸ ἢ τρεῖς μέρες θὰ πεθάνει. Ἂς τὸν ἀφήσουμε νὰ φύγει χωρὶς ἄλλη ταλαιπωρία.»
Μάλιστα, ὁ ἴδιος τηλεφώνησε στὸν Μητροπολίτη Καλύμνου Νεκτάριο καὶ τοῦ ἀνάφερε ὅτι:
-«Ἡ κατάσταση εἶναι σοβαρή. Τὸ πολύ, σεβασμιώτατε, τὸ Σάββατο ἢ τὴν Κυριακὴ θὰ ἔχει κοιμηθεῖ. Νὰ ἑτοιμαστεῖτε νὰ τὸν ὑποδεχθεῖτε.»
Ὁ Μητροπολίτης Καλύμνου Νεκτάριος κάλεσε τοὺς ἱερεῖς τῆς Καλύμνου σὲ συνεδρίαση. Τοὺς ἀνάγγειλε τὰ ὅσα ὁ κ. Ἀλεξόπουλος τοῦ εἶπε καὶ πρότεινε νὰ προετοιμαστοῦνε κατάλληλα. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς, ὁ πρωτοπρεσβύτερος π. Ἰάκωβος Συριώτης, ζήτησε τὸν λόγο. Ὁ μητροπολίτης τοῦ ἔδωσε τὴν ἄδεια νὰ μιλήσει. Ὁ π. Ἰάκωβος εἶπε:
-«Σεβασμιώτατε, δὲν νομίζετε ὅτι βιάζεστε νὰ βγάλετε συμπεράσματα. Ἐδῶ ὁ ἄνθρωπός μας δὲν πέθανε καὶ ἐσεῖς σχεδιάζετε τὴν κηδεία του. Ἐὰν ὁ κόσμος μάθει τὸ τί συζητᾶμε αὐτὴ τὴ στιγμὴ θὰ μᾶς κυνηγήσει ὅλους καὶ ἐσᾶς πρῶτα θὰ πετάξει στὴ θάλασσα. Γι’ αὐτό, ἂς περιμένουμε νὰ δοῦμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ μετὰ ἐνεργοῦμε.»
Ὁ κ. Ἀλεξόπουλος, ἐν τῷ μεταξύ , ἐνημέρωσε τὴν ἀδελφή μου γιὰ τὴν κατάστασή μου καὶ πρότεινε νὰ ἐνημερωθεῖ ἡ οἰκογένειά μου.
-«Δὲν ὑπάρχει ζωὴ μέσα του», ἔλεγε.
Πρέπει νὰ σημειώσω, ὅτι ὁ πυρετὸς ἐκεῖνο τὸ διάστημα καὶ γιὰ περισσότερο ἀπὸ ἕνα μήνα ἦταν 42.5 C. Κανένα φάρμακο δὲν βοηθοῦσε ὥστε νὰ κατέβει ὁ πυρετός. Ἐκείνην τὴν περίοδο γιὰ μία ὁλόκληρη ἑβδομάδα οἱ νοσοκόμες ἔπαιρναν τὸν πυρετὸ κάθε μία ὥρα.
Τί κουραστικὴ ἑβδομάδα ἦταν ἐκείνη! Κάθε ὥρα καὶ θερμόμετρο. Νύκτα καὶ μέρα δὲν ἔβρισκα χρόνο νὰ ξεκουραστῶ. Πρέπει νὰ ἦταν ἕνα Σάββατο στὰ μέσα τοῦ Μάη 1985. Ὁ πυρετὸς νὰ μὲ καίει καὶ ἐνῷ στὶς 06:00 τὸ πρωὶ ὁ πυρετὸς ἦταν 42.5 C, στὶς 07:00 π.μ. ἔγινε ξαφνικὰ 36.6 C. Ἡ νοσοκόμα ἔγινε ἔξαλλη γιατί νόμιζε ὅτι μετακίνησα τὸ θερμόμετρο.
-«Πάτερ, μοῦ εἶπε μὲ αὐστηρὸ τόνο, ἔχομε κι ἄλλους ἀσθενεῖς νὰ κοιτάξουμε. Βᾶλτο σωστὰ αὐτὴν τὴ φορά!»
Μά, ἐγὼ γνωρίζω καὶ δὲν σφάλλω στὴ μαρτυρία μου, ὅτι τὸ εἶχα τοποθετήσει σωστὰ καὶ ἤμουν ἀμετακίνητος. Ἡ νοσοκόμα βάζει τὸ θερμόμετρο γιὰ δεύτερη φορά. Τὰ ἴδια ἀποτελέσματα, 36,6 C! Φωνάζει τὴν ἀδελφή μου τὴ Θέμιδα. Τὸ ξαναβάζει γιὰ τρίτη φορὰ καὶ πάλι τὰ ἴδια ἀποτελέσματα, 36,6 C! Τότε φωνάζει τὴν προϊσταμένη, Μαρία
Κτενοπούλου, ποὺ ἀντὶ νὰ ἐξετάσει τὸ θερμόμετρο, τηλεφωνεῖ ἀμέσως τὸν γιατρό μου, τὸν κ. Ἀλεξόπουλο.
Ὁ γιατρὸς ἀπουσίαζε ἐκεῖνο τὸ πρωϊνό. Στὴ τηλεφωνική τους ἐπικοινωνία ἡ κ. Κτενοπούλου τοῦ ἀναφέρει γιὰ τὴν ἀπότομη ἀλλαγή. Ἐκεῖνος δὲν πίστεψε, ἀλλὰ εἶπε:
-«Κοιτᾶξτε, ἀδελφή, ἀγαπᾶμε καὶ σεβόμαστε τὸν π. Παντελεήμονα, ἀλλὰ αὐτὸς ὁ νέος δὲν ἔχει ζωὴ μέσα του. Μέσα σὲ δυὸ μέρες θὰ πρέπει νὰ πεθάνει. Πρέπει ὅλοι νὰ τὸ συνειδητοποιήσουμε.»
Ἡ κ. Κτενοπούλου καὶ πάλι ἐπέμενε νἄρθει νὰ ἐξετάσει ὁ ἴδιος.
-«Δὲν ξέρω ἂν πρέπει νὰ πεθάνει ἢ ὄχι, εἶπε, ἀλλὰ εἶναι ἡ μοναδική σου εὐκαιρία. Ἔλα νὰ δεῖς ἀπὸ μόνος σου. Ὁ πυρετὸς ἐξαφανίστηκε!»
Ἔτσι, ὁ γιατρὸς πείσθηκε καὶ ἦρθε στὸ Νοσοκομεῖο. Ὅταν ἦρθε οὔτε κἂν μὲ χαιρέτισε, ἀλλά, ὅταν ὁ ἴδιος ἔβαλε τὸ θερμόμετρο καὶ εἶδε ὅτι ἦταν στὰ φυσιολογικὰ ὅρια, δὲν πίστεψε στὰ μάτια του καὶ ξανάβαλε τὸ θερμόμετρο. Στὴ δεύτερη διαπίστωση, ποὺ κράτησε 12 λεπτά, μονολογοῦσε καὶ ἔλεγε:
-«Ἔ, εἴπαμε ὅτι πιστεύομε, ἀλλὰ ἐδῶ μέσα παραγίνεται.»
»Καὶ γυρνώντας στοὺς ἄλλους γιατροὺς εἶπε:
-«Ὅ,τι ἔγινε ἐδῶ μέσα δὲν ἦταν ἀπὸ ἐμᾶς. Μόνον ἕνας Θεὸς μπορεῖ νὰ τὰ κάνει. Ἀλλὰ εἶναι σημάδια γιά μᾶς. Γι’ αὐτὸ ἐσὺ θὰ κάνεις αὐτό, κι ἐσὺ θὰ κάνεις τὸ ἄλλο.»
Ἔδωσε τὶς κατάλληλες ὁδηγίες στὸν κάθε γιατρὸ νὰ ἐνεργήσει ἀνάλογα. Τὸ πρωὶ τῆς Δευτέρας μ’ ἐπισκέφθηκε κατὰ τὶς 08:00. Πρώτη φορὰ τέτοια ὥρα. Κάθισε δίπλα μου καὶ μὲ ρώτησε  πῶς αἰσθανόμουν.
-«Καλά, γιατρέ μου, ἀπήντησα, δόξα τῷ Θεῷ, καμμιὰ ἀλλαγή.»
»Ἐκεῖνος ἀπήντησε:
-«Ξέρεις, πάτερ, ἐσὺ εἶσαι σὰν τὸν Λάζαρο, ἀλλὰ κάπως διαφορετικά. Γιατί ἐκεῖνος πέθανε καὶ τάφηκε γιὰ τέσσερεις μέρες. Ἐσύ, ἐνῷ πέθαινες, πρὶν προλάβομε νὰ σὲ βάλουμε στὸν τάφο, πήδηξες ἔξω.»
-«Καί, λοιπόν, τί θὲς νὰ πεῖς;»
-«Νά, τὸ Σάββατο πρωὶ μεταξὺ 06:00 καὶ 07:00 κάτι συνέβη καὶ ἄλλαξε ὅλη τὴν πορεία τῆς ἀγωγῆς σου καὶ τώρα χρειαζόμαστε νὰ δοῦμε τί ἀκριβῶς συνέβη.»
Ἐγὼ ρώτησα:
-«Τί συνέβη, γιατρέ;»
»Καὶ ἐκεῖνος ἀπάντησε:
-«Δὲν ξέρω. Αὐτὸ θέλομε νὰ μάθουμε καὶ εἶναι ἡ μοναδική μας εὐκαιρία νὰ τὸ δοῦμε, ἀλλὰ πρέπει νὰ κάνουμε μερικὲς ἐξετάσεις.»
Ἐπακολούθησαν λεπτομερεῖς ἐξετάσεις. Τὰ ἀποτελέσματα ἦταν θαυμαστὰ καὶ ἐνῷ τέσσερις φορὲς ἔδειξαν κατάμεστο τὸν ὀργανισμὸ ἀπὸ καρκίνο, σ’ αὐτὸν κανένα ἴχνος δὲν βρέθηκε. Τὸ θαῦμα πραγματοποιήθηκε.


*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , Ε΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΙΑΝ.-ΜΑΡ. 2011
πηγή

ΘΑΥΜΑΤΑ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ ΣΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΤΩΝ "ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΙΚΩΝ ΔΙΗΓΗΣΕΩΝ" ΜΟΝΑΧΟ ΛΑΖΑΡΟ

15«Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις αυτού».
Τα όσα γράφονται αφιερώνονται προς δόξαν και τιμήν των Αγίων Αναργύρων ιατρών Κοσμά και Δαμιανού. Για δυο χρόνια (1943-45) ήμουν άρρωστος από «ίλιγγο». Όταν ξυπνούσα έπρεπε να κάθομαι 3-5 λεπτά ακίνητος στο κρεβάτι και μετά να σηκωθώ, να ντυθώ και να κάνω τα πρώτα βήματα με πολλή προσοχή για να μην πέσω κάτω από πονοκέφαλο.

Εάν έστρεφα το βλέμμα μου απότομα προς την οροφή του δωματίου ή σε ένα σημείο ψηλότερο μου φαινόταν ότι στριφογύριζε οτιδήποτε έβλεπα και κινδύνευα να πέσω κάτω στο πάτωμα χάνοντας την ισορροπία μου.

Πολλές φορές από τη ζάλη αισθανόμουν ανακάτωμα στο στομάχι με πόνους με αποτέλεσμα να κάνω εμετό. Όταν αυτό συνέβαινε δύο φορές την ημέρα βρισκόμουν σε κατάσταση ατονίας.

Μεταχειρίστηκα διάφορα θεραπευτικά μέσα, ρώτησα και ιατρούς αλλά και μετά την εφαρμογή των συμβουλών τους δεν είδα βελτίωση. Η κατάσταση αυτή συνεχιζόταν για δύο χρόνια.

Κατά την αγρυπνία της 1ης Νοεμβρίου 1945 των Αγίων Αναργύρων, που επιτελεί η Μονή αφού έψαλλα ότι μπορούσα, κατά την λειτουργία, κατέβηκα στο παρεκκλήσι των Αγίων Αναργύρων, που είχα την επιμέλεια, για να ανάψω τα καντήλια. Επικαλούμενος τότε νοερά τη βοήθεια των Αγίων Ιατρών, ω του θαύματος! Μετά από αυτό, σταμάτησε όλη ακαταστασία της ασθένειας μου, που την διαπίστωσα μετά την παρέλευση μιας εβδομάδας.

Από τότε και μέχρι σήμερα, που γράφω τις γραμμές αυτές, 4 Δεκεμβρίου 1954, ουδέποτε επανήλθε η ασθένεια. Γι’ αυτό ευχαριστώ και ευγνωμονώ τους Αγίους ιατρούς και θεράποντές μου, Κοσμάν και Δαμιανόν εις αιώνα τον άπαντα. Αμήν.

2. Άλλο θαύμα  από τους Αγίους Αναργύρους.
Θα αφηγηθώ άλλο θαύμα που έγινε σε μένα πρόσφατα (1954). Κατά το έτος 1916 προσβλήθηκα από ελονοσία. Ήμουν τότε αρχάριος μοναχός και εργαζόμουν ως κελλάρης στο μετόχι της Μονής μας, που λεγόταν Δεβελήκια, στην περιφέρεια Γομάτι Χαλκιδικής

Τόσον εξασθένησε ο οργανισμός μου, ώστε κατάντησα σχεδόν σε ημιπαραλυσία. Με την πάροδο του χρόνου έγινα καλά  αλλά προσβλήθηκα  από ρευματική πολυαρθρίτιδα  στην κνήμη του δεξιού μου ποδιού, στο οποίο και σχηματίσθηκαν κιρσοί από φλεβίτιδα. Η κατάστασή μου μέρα με τη μέρα χειροτέρευε, οι πόνοι πολλαπλασιάζονταν και η κνήμη έγινε κατακόκκινη από εσωτερική φλόγωση. Διέκοψα περισσότερο από ένα μήνα τις ακολουθίες  στην εκκλησία, επειδή δεν μπορούσα να σταθώ ούτε όρθιος, ούτε καθήμενος? μόνον ξαπλωμένος στο κρεβάτι ανακουφιζόμουν και δεν πονούσα.

Έφθασε η εορτή των Αγίων Αναργύρων της 1ης Νοεμβρίου 1954, κατά την οποίαν έκαμα κουράγιο και ανέβηκα  στο Καθολικό για να παρακολουθήσω την αγρυπνία. Καθ΄ όλην τη διάρκεια της ακολουθίας οι πόνοι διαρκώς με ενοχλούσαν. Σουβλιές δυνατές από το γόνατο μέχρι το κάτω άκρο της κνήμης και γύρω από αυτήν.

Μετά την ακολουθία του όρθρου, ο πνευματικός παπα-Διονύσιος τέλεσε τη λειτουργία στο παρεκκλήσι των Αγίων Αναργύρων με μεγάλη ευλάβεια και λαμπρότητα, οι δε αδελφοί Ιωακείμ και Θεόκλητος έψαλλαν με πολλή κατάνυξη και φαιδρότητα.

Κατόπιν επακολούθησε πανηγυρικό κέρασμα με τα συνηθισμένα: κονιάκ, λουκούμι, καφές, κόλλυβα. Μετά, με την βοήθεια του Θεού, αποσυρθήκαμε για τρεις ώρες στα κελιά μας για ξεκούραση μέσρι την ώρα του φαγητού.

«Θαυμαστός ο Θεός εν τοις Αγίοις αυτού» πρέπει να φωνάξω δυνατά! Οι Άγιοι Ανάργυροι λόγω της μεγάλης τους ευσπλαχνίας και αγάπης, αόρατα με επισκέφτηκαν και με θεράπευσαν τελείως. Από την ώρα που άρχισε η θεία λειτουργία, δεν αισθάνθηκα ούτε τον ελάχιστον πόνο πλέον. Οι συνηθισμένες σουβλιές εξαφανίσθηκαν, το πόδι μου ήλθε στη φυσική του κατάσταση, έφυγε, χάθηκε η κοκκινίλα, ξεπρίσθηκαν οι φλέβες και επανήλθα πάλιν στην προηγουμένη υγιή κατάσταση με τη βοήθεια και επίσκεψη των Αγίων Ιατρών μου, Κοσμά και Δαμιανού, τους οποίους από ψυχής και καρδίας ευχαριστώ.

Συνέθεσα δε προς τιμήν τους και το ακόλουθο μεγαλυνάριο, που πολλές φορές το ψάλλω μπροστά στην αγία εικόνα τους με ευλάβεια και ευγνωμοσύνη όσες φορές ανάβω τα κανδήλια.

«Από των εγκάτων μου της ψυχής, ο πτωχός οικέτης, ευγνωμόνως ευχαριστώ, υμάς τους Αναργύρους Κοσμάν Δαμιανόν τε, διά την θεραπείαν ην μοι παρέσχετε».

Πηγή: Λαζάρου Μοναχού Διονυσιάτου, Διονυσιάτικες Διηγήσεις, έκδ. Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου, Άγιον Όρος. 

ΜΕ Ο,ΤΙ ΘΑ ΦΥΓΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΔΩ, Μ΄ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΘΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΕΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Πηγή: Βάλε στη Ζωή σου το Χριστό...: ΜΕ Ο,ΤΙ ΘΑ ΦΥΓΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΔΩ, Μ΄ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΘΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΕΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


Η σκέψη του θανάτου είναι ικανή να παρακινήσει τον αμαρτωλό σε μετάνοια. Μας είναι και γνωστός και άγνωστος ο θάνατος. Γνωστός, γιατί ξέρουμε ότι όλοι θα πεθάνουμε. Άγνωστος, γιατί δεν ξέρουμε πότε, πού και πώς θα πεθάνουμε. Όσο περισσότερο ζούμε, τόσο περισσότερο μικραίνει η ζωή μας, τόσο λιγοστεύουν οι μέρες μας και πλησιάζουμε στο θάνατο.

Είμαστε πιο κοντά του σήμερα απ΄ό,τι χθές, αυτή την ώρα απ΄ό,τι την προηγούμενη. Ο θάνατος βαδίζει αόρατος πίσω απ΄τον καθένα και τον αρπάζει τότε που δεν το υποπτεύεται.Εντούτοις, σχεδόν όλοι οι άνθρωποι - και μάλιστα οι υγιείς και οι δυνατοί - κάνουν τις ακόλουθες σκέψεις για τον ευατό τους:

- Εγώ θα ζήσω ακόμη αρκετά. Είναι πολύ μακριά το τέλος μου. Θα μαζέψω πλούτη και θα ευφραίνομαι. Μα ορμάει ξαφνικά εναντίον τους ο θάνατος και σβήνουν τα όνειρα και οι επιθυμίες. Και πεθαίνει γρήγορα εκείνος που έταξε στον εαυτό του μακροζωία. Και αφήνει τ΄αγαθά του και το σώμα του στον κόσμο εκείνος που ήθελε να συγκεντρώνει πλούτη. Άγνωστο λοιπόν μας είναι το τέλος, χριστιανοί.

Ο φιλάνθρωπος Θεός, που φροντίζει για το καλό μας, τα καθόρισε έτσι, ώστε να είμαστε πάντα έτοιμοι και να καταφεύγουμε στην ειλικρινή μετάνοια. Με ό,τι θα φύγει ο άνθρωπος από δω, μ΄αυτό και θα παρουσιαστεί μπροστά στο κριτήριο του Χριστού.

Αδελφοί, ας συλλογιστούμε προσεκτικά αυτά τα λόγια κι ας μετανοήσουμε, για να μην ταξιδέψουμε προς την αιωνιότητα με τις αμαρτίες μας και εμφανιστούμε μ΄αυτές σ΄εκείνο το δικαστήριο. Ο φιλεύσπλαχνος Θεός μας υποσχέθηκε το έλεός Του, δεν μας υποσχέθηκε όμως ότι θα ζούμε το επόμενο πρωί. Και τούτο, για να είμαστε προσεκτικοί, και όταν ξυπνάμε, να θυμόμαστε το θάνατό μας, να διορθώνουμε τον εαυτό μας, να ετοιμαζόμαστε για την έξοδό μας, ώστε να έχουμε μακάριο τέλος. Είναι φοβερή η ώρα του θανάτου.

Όλοι οι άγιοι τη σκέφτονταν κι έκλαιγαν, ικετεύοντας τον φιλάνθρωπο Θεό να τους ελεήσει εκείνη την ώρα. Εκπληκτικό! Να κλαίνε οι άγιοι στη σκέψη του θανάτου, και οι αμαρτωλοί ωστόσο να μη συγκινούνται, αν και καθημερινά κάποιον βλέπουν να πεθαίνει. Φτωχοί αμαρτωλοί! Γιατί κοιμόμαστε, ενώ ο διάβολος σαν κλέφτης αρπάζει τη σωτηρία μας; Ας γράψουμε στη μνήμη μας την ώρα του θανάτου και ας είμαστε έτοιμοι. Απ΄αυτήν θα εξαρτηθεί, αν ο άνθρωπος θα είναι αιώνια ευτυχισμένος ή αιώνια δυστυχισμένος.

Από το θάνατο ανοίγουν για τον καθένα οι πύλες της αιωνιότητας, ο δρόμος για την αιώνια μακαριότητα ή την αιώνια δυστυχία. Απ΄αυτόν τον σταθμό αρχίζει ο άνθρωπος να ζει ή να πεθαίνει αιώνια. Πού βρίσκονται τώρα όσοι έζησαν πρίν από μας και πέρασαν τη ζωή τους αμετανόητα, με κραιπάλες και ηδονές; Έφυγαν απ΄αυτόν τον κόσμο, αφήνοντας εδώ όλες τους τις χαρές. Οδηγήθηκαν καθένας στον τόπο του, περιμένοντας την τελευταία Κρίση, οπότε θα λάβουν την αμοιβή των έργων τους.

Γι΄αυτό εφόσον δεν ήρθε ακόμα για μας εκείνη η ώρα, ας στραφούμε ολόψυχα προς το Θεό μας με την πίστη και τη μετάνοια, ώστε να κερδίσουμε την αιωνιότητα. Αγαπητέ χριστιανέ! Ο θάνατος μας ακολουθεί βήμα προς βήμα χωρίς να τον βλέπουμε, και το τέλος φτάνει τότε που δεν το περιμένουμε. Γι΄αυτό να βρίσκεσαι συνέχεια σε κατάσταση μετάνοιας, έτοιμος παντού και πάντοτε για την αναχώρησή σου. Ο συνετός δούλος είναι πάντα άγρυπνος και περιμένει πότε θα τον καλέσει ο Κύριός του.

Αγρύπνα κι εσύ και περίμενε πότε θα σε καλέσει ο Κύριός σου, ο Χριστός. Να ζεις όπως θα ήθελες να σε βρει ο θάνατος. Να ζεις με ευσέβεια και να εργάζεσαι με φόβο και τρόμο για τη σωτηρία σου. Έτσι δεν θα στερηθείς την αιώνια σωτηρία, που μας δώρισε ο Κύριός μας με το αίμα Του και το θάνατό Του. Έτσι θα τελειώσεις τη ζωή σου χριστιανικά. Και είναι πραγματικά μακάριοι οι νεκροί εκείνοι πού πεθαίνουν πιστοί στον Κύριο και ενωμένοι μαζί Του".

ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ: Ο θάνατος (Αγ. Τύχων, αρχιεπ. Βορονέζ και Ζαντόνσκ)

 πηγή 

Ένα - ένα βήμα..


 
Στήριξον τα διαβήματά μου εν ταις οδοίς Σου, διά να μη σαλευθώσιν οι πόδες μου. Ψαλμός ιζ΄ 5

Μια γυναίκα είδε ένα όνειρο.
Βρισκόταν, λέει, ανάμεσα σ΄ ένα πλήθος
Χαρούμενων νέων πάνω σ’ έναν καταπράσινο λόφο.
Μπροστά της ξεκινούσε ένα στενό, ανώμαλο μονοπάτι
Που πιο πέρα γινόταν χαράδρα.
Όλο ανηφόριζε κι ήταν στρωμένο
Με μεγάλες, μυτερές πέτρες και άγρια αγκάθια.
Μια φωνή την πρόσταξε:
"Αυτός είναι ο δρόμος της ζωής σου... περπάτησέ τον!
Αυτή φοβήθηκε, μαζεύτηκε και αρνήθηκε.



Ανθρώπινο πόδι δεν μπορεί να πατήσει σ΄ αυτό το δρόμο χωρίς να ματώσει.
Δεν έχω τη δύναμη να σκαρφαλώσω.
Θα ματώσω, θα λιποθυμήσω, θα πεθάνω.
Η φωνή συνέχισε:
"Αυτό το μονοπάτι φτιάχτηκε για σένα... προχώρησε.
Η γυναίκα ξεκίνησε.
Δυο βήματα πιο κάτω άρχιζαν τα’ αγκάθια και οι πέτρες.
Μα ξαφνικά, μόλις σήκωσε το πόδι της, ένα παιδί, σαν άγγελος
βρέθηκε μπροστά της και καθάρισε τόσο τόπο, ώστε να χωράει ακριβώς μια πατημασιά.
Η γυναίκα πάτησε το πόδι της και το παιδί καθάρισε άλλη μια πατημασιά.
Έτσι συνέχισε το δρόμο της.
Σαν γύρισε το κεφάλι της για να δει πόσο είχε προχωρήσει
Εκεί, στην αρχή του μονοπατιού, στεκόταν ο Κύριος κι έδειχνε στο παιδάκι με το δάχτυλο
Που ακριβώς να κάνει τόπο για το πόδι της.
Αυτό το όνειρο κυριάρχησε στη σκέψη της σ΄ όλη της τη ζωή και ανακούφισε κάθε πικρή της στιγμή...
Η ζωή του Χριστού φαίνεται δύσκολη, ο διάβολος την παρουσιάζει ακατόρθωτη.
Μα είναι ο Χριστός, που με την αναγέννηση που μας χαρίζει, την κάνει μπορετή και όμορφη.
Ο δρόμος Του είναι στενός, μα δεν είμαστε μόνοι.
Εκείνος στηρίζει το κάθε μας βήμα.
Κύριέ μου, μάθε με να μην κοιτάζω τις δυσκολίες και τις δοκιμασίες
Μα να κοιτάζω στα μάτια Εσένα με πίστη
Κι έτσι να παίρνω δύναμη και να προχωρώ με θάρρος και χαρά για την Ουράνια Πατρίδα.
πηγή

Η ξεχειλισμένη κούπα (ιστορία απ'το γεροντικό)



Τον συνάντησε σε μια φτωχική καλύβα.
- Ευλογείτε , είπε χαιρετώντας τον ερημίτη. Ξέρετε , έκανα πολύ δρόμο για να έλθω εδώ  . . .
- Κάθισε , τον διέκοψε ο γέροντας. Άσε με να σου βάλω λίγο τσάι .
 
 
- Έχω περάσει πολλά χρόνια σπουδάζοντας σε Πανεπιστήμια του εξωτερικού . . .  , άρχισε να αυτοσυστήνεται ο επισκέπτης.
- Ας πιούμε πρώτα λίγο τσάι , επέμεινε ο γέροντας.
- Τώρα διευθύνω μια μεγάλη επιχείρηση . . . , συνέχισε να περιαυτολογεί ο ξένος.
- Πιστεύω ότι το τσάι θα σας αρέσει πολύ , είπε ο ερημίτης συνεχίζοντας να γεμίζει την κούπα του επισκέπτη του.
- Μα εσείς την ξεχειλήσατε , πάτερ · το τσάι χύνεται απ`έξω ! παρατήρησε ενοχλημένος ο ξένος.

- Κι εσύ μοιάζεις μ`αυτήν την ξεχειλισμένη κούπα ! απάντησε τότε ο σοφός γέροντας. Αν δεν αδειάσεις , ευλογημένε , έστω λίγα από αυτά που κουβαλάς , πώς θα αφήσεις να στάξει μέσα σου κάτι από τα λίγα πράγματα πού ξέρω. 

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΑΥΛΕΙΟΥ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΔΙΔΑΧΗΣ Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΑΥΛΕΙΟΥ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΔΙΔΑΧΗΣ 

Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν  κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

          Δοξολογία καί αἶνον πρέπει νά ἀναπέμπωμε ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες πρός τόν Θεό, διότι τόσο μᾶς ἀγάπησε καί ἀπέστειλε στήν χώρα μας Ἀποστόλους καί κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου Του, γιά νά γνωρίσουν οἱ προπάτορές μας τήν ἀλήθεια καί νά ἀφήσουν τήν πλάνη τῶν εἰδώλων. Σέ ποιά κατάσταση θά εὑρίσκετο ἄραγε ἡ Ἑλλάς χωρίς τήν καινή, τήν καινούρια δηλαδή διδαχή, τήν ἀποκάλυψη τῆς ἀληθείας περί τοῦ ἑνός καί μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ, περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ καί Λόγου καί περί τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου;
          Θά σταθοῦμε γιά λίγο, χωρίς νά ἀναφερθοῦμε σέ λεπτομέρειες, στό τελευταῖο τμῆμα ἀπό τήν διδαχή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στήν Ἀθήνα, ὅπως περιγράφεται στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων:
          «Ἀκούσαντες δέ ἀνάστασιν νεκρῶν οἱ μέν ἐχλεύαζον, οἱ δέ εἶπον∙ ἀκουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου. Καί οὕτως ὁ Παῦλος ἐξῆλθεν ἐκ μέσου αὐτῶν. Τινές δέ ἄνδρες κολληθέντες αὐτῷ ἐπίστευσαν, ἐν οἷς καί Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καί γυνή ὀνόματι Δάμαρις καί ἕτεροι σύν αὐτοῖς» (Πραξ. ιζ’. 32-34).
          Μελετῶντας τό ἱερό κείμενο, διαπιστώνομε ὅτι ἡ διδασκαλία περί Ἀναστάσεως προξένησε πολύ μεγάλη ἀπορία στούς ἀκροατάς τοῦ Παύλου καί ἐνέσπειρε σ’ αὐτούς μεγάλο καί βαθύτατο προβληματισμό.  Δέν ἦτο  ἁπλῶς γι’ αὐτούς    «καινή  διδαχή», ἀλλά ἀνέτρεπε ἐκ θεμελίων ὅσα μέχρι τήν στιγμή ἐκείνη ἐγνώριζαν καί τά εἶχαν κάνει τρόπο ζωῆς τους.
          Ἔτσι λοιπόν, οἱ Ἀθηναῖοι χωρίζονται σέ τρεῖς κατηγορίες, σέ τρεῖς ὁμάδες. α) Ὅσοι δέν ἄντεξαν αὐτό τό ἰσχυρό φῶς καί ἀντέδρασαν προκλητικά καί ὑποτιμητικά, ἀφοῦ ἐχλεύασαν τόν ὁμιλητή, τόν ὁποῖο, σημειωτέον, οἱ ἴδιοι ὡδήγησαν στό βῆμα τοῦ Ἀρείου Πάγου γιά νά τόν ἀκούσουν.     
       β) Ὅσοι ἀδιαφόρησαν γιά τήν εἰς βάθος ἐξέταση τοῦ σοβαροῦ αὐτοῦ ζητήματος, καί μή θέλοντας νά ἀφήσουν τήν πνευματική ραστώνη, στήν ὁποία εὑρίσκοντο, μέ χαρακτηριστικό τρόπο εἶπαν στόν Παῦλο τό, «ἀκουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου». Δηλαδή, πήγαινε τώρα, καί μιά ἄλλη φορά πού θά περάσῃς ἀπό τά μέρη μας καί τήν πόλη μας, θά μᾶς τά ξαναπῇς καί μεῖς θά σέ ἀκούσωμε.
γ) Καί ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἔχοντας «ἀγαθήν γῆν» ἐν τῇ καρδίᾳ των, ἔπαθαν τήν καλή ἀλλοίωση ἀπό ὅσα ἤκουσαν, καί ἠκολούθησαν τόν Ἀπόστολο Παῦλο, πιστεύσαντες εἰς ὅσα ἐκεῖνος ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἐκήρυξε στόν ἐπίσημο ἐκεῖνο τόπο τῶν Ἀθηνῶν, τοῦ κλεινοῦ ἄστεως τῆς Ἑλλάδος. Αὐτοί ἀπετέλεσαν τήν «μικράν ζύμην», ἡ ὁποία μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ «ὅλον τό φύραμα ἐζύμωσε» καί ἐδημιουργήθη ἡ Ἐκκλησία τοῦ Ἐσφαγμένου Ἀρνίου, ἡ Ἑλληνική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ μάνα καί ἡ ἀπαντοχή  αὐτοῦ τοῦ Λαοῦ διαχρονικά.
·        Ἄν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος βρισκόταν καί πάλι σωματικῶς στήν «κατείδωλον» Ἀθήνα καί ἀπό τόπο ἐπίσημο ἐδίδασκε τούς Ἀθηναίους, κατ’ ἐπέκταση δέ καί τούς παρεπιδημοῦντας ἐν Ἀθήναις, θεωρῶ ὅτι τίς ἴδιες ἀπαντήσεις θά ἤκουε  καί τῆς ἰδίας ἀντιμετωπίσεως θά ἐτύγχανε.
          Τό πρόβλημα τῶν περισσοτέρων ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς μας, εἶναι τό ὅτι δέν ἔχουν ἐμπεδώσει μέσα τους τήν ἀλήθεια περί τῆς Ἀναστάσεως. Ὁπότε ἀρκετοί θά ἦταν ἐκεῖνοι πού θά ἐχλεύαζαν σήμερα τό κήρυγμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἡ ζωή χωρίς τήν πίστη στόν Ἀναστάντα Κύριο καί τήν Ἀνάσταση, εἶναι ὀδύνη, εἶναι μαρτύριο, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος ξεκινάει ἀπό τό τίποτα  καί βαδίζει πρός τό πουθενά. Χάνει ἡ πορεία τό νόημά της, χάνει ὁ βίος τήν ὀμορφιά του καί καταντᾶ βοσκηματώδης, μέ τούς ἀνθρώπους τραγικούς στρατοκόπους ἀποσταμένων καί σβησμένων ἐλπίδων. Ἕνας τέτοιος νεκρός κόσμος, πού στίς μεταφυσικές ἀνησυχίες τοῦ ἀνθρώπου προσφέρει μονάχα σκοτάδια καί ἀδιέξοδα, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἕνα ἀπαίσιο θλιβερό πέπλο, πού καλύπτει τό «εἶναι» καί ἐμποδίζει τόν ἄνθρωπο νά φτάσῃ στό «δυνάμει εἶναι», δηλαδή στήν θέωση. Ἡ θέωση ἀποτελεῖ, ὡς οἱ πάντες γνωρίζομε, τόν σκοπό καί τελικό προορισμό τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ χλεύη λοιπόν ἐναντίον τοῦ κηρύγματος τῆς Ἀναστάσεως, εἶναι ὕβρις ὄχι μόνο ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί αὐτοῦ τούτου τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.
          Ἀλλά καί μιά δεύτερη κατηγορία, κατ’ ἀντιστοιχίαν τῶν ἀνθρώπων ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, θά ἤκουε σήμερα μέ ἀδιαφορία τήν διδαχή τοῦ ἱερωτάτου Ἀποστόλου Παύλου. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι τοῦ ἐπίπλαστου ἐνδιαφέροντος, οἱ «ψυχικοί», ὡς θά τούς ὀνόμαζαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ «κουλτουριάρηδες», ὅπως θά τούς ἀποκαλούσαμε, οἱ ὁποῖοι νοιάζονται μόνο γιά τό «φαίνεσθαι» καί ὄχι γιά τό «εἶναι». Δέν  ἐνδιαφέρονται γιά τήν οὐσία τῶν πραγμάτων. Αὐτοί δέν ἐπιθυμοῦν νά πράξουν τό ἀγαθό, διότι χρειάζεται πρός τοῦτο κόπος. Ἐπειδή δέ, δέν εἶναι διατεθειμένοι νά προβοῦν σέ ὁποιαδήποτε θυσία, περιορίζονται στήν πεζότητα τῆς καθημερινότητος, παραμένοντας πνευματικά ἀνεπρόκοποι. «Νά σπρώχνωμε τόν καιρό μας», ὅπως χαρακτηριστικά λέγει ὁ Λαός. Ἴσως καί τό κακό νά ἀποφεύγουν, μονάχα γιά νά ἔχουν μιά καλή πρός τά ἔξω εἰκόνα. Εἶναι οἱ χλιαροί, οἱ ὁποῖοι καί τά τάλαντα κρύπτουν, ὅσα τούς ἔχει δώσει ὁ Θεός, ἀλλά καί τροχοπέδη τῆς κοινωνίας ἀποβαίνουν, μέ τήν ὅλη συμπεριφορά καί πολιτεία τους.
          Ὑπάρχει ὅμως καί τό «μικρόν λῆμμα». Οἱ χαριτωμένοι ἄνθρωποι. Οἱ ἔχοντες ἔντονες πνευματικές ἐφέσεις καί ἀναζητήσεις. Ὅμοιοι μέ τούς ἐκλεκτούς τῶν Ἀθηνῶν, οἱ ὁποῖοι συγκινοῦνται μέ τόν Λόγο τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ, καλλιεργοῦν τίς ἐσωτερικές αἰσθήσεις καί ἀξιοποιοῦν ὅλα ὅσα προσλαμβάνουν μέ τά ἐξωτερικά τους αἰσθητήρια. Προσλαμβάνουν τό «καινό», τό καινούργιο δηλαδή, τό οὐράνιο μήνυμα, καί ἀφήνουν τήν θεοειδῆ ψυχή τους νά καλλιεργήσῃ τήν χάρη, ἡ ὁποία ὡς δωρεά τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐπί τούς ἀνθρώπους. Βλέπουν πέρα ἀπό τά πεζά, τά γήινα, τά πεπερασμένα, αἰσθάνονται τήν φθαρτότητα τοῦ σαρκίου, καί μέ τήν βεβαιότητα τῆς συναντήσεως μέ τόν Οὐράνιο Πατέρα πορεύονται ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει, ζῶντας τήν Ἀνάσταση ἀπό αὐτήν ἐδῶ τήν ζωή.
          Αὐτοί εἶναι τά στηρίγματα τῆς κοινωνίας, πού δίνουν ἐλπίδα στόν κουρασμένο κόσμο. Εἶναι ἐκεῖνοι πού ἔχουν ἀναλάβει στούς ὤμους τους τό βαρύ φορτίο, τόν βαρύ σταυρό, τοῦ εὐαγγελισμοῦ καί τῆς σωτηρίας τῶν συνανθρώπων τους. Ζοῦν ἐν τῷ φωτί τῆς δόξης τοῦ Κυρίου, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, καί ἀναδεικνύονται καθ’ ἡμέραν «τό φῶς καί τό ἁλάτι τοῦ κόσμου».
          Χωρίς αὐτούς ὁ κόσμος θά ἦταν σκοτεινός καί ἀνιαρός, «ἀνάλατος», ἄγευστος δηλαδή χαρᾶς, «ἄνοστος» πνευματικά. Θά εἶχε ἀλλοιωθῆ, ὅπως τό φαγητό πού δέν μπορεῖ νά διατηρηθῇ χωρίς τό ἁλάτι.
          Ἄραγε, σέ ποιά κατηγορία ἀνήκει ὁ καθένας ἀπό μᾶς; Μήπως στήν πρώτη, πού χλευάζει τό κήρυγμα τῆς Ἀναστάσεως; Μήπως στήν δεύτερη, πού ἀδιαφορεῖ γιά τά πνευματικά θέματα; Ἤ μήπως στήν τρίτη, πού μοιάζει μέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι «κολληθέντες τῷ Παύλῳ ἐπίστευσαν»; 
          Μακάρι νά ἀνήκωμε στήν τρίτη ὁμάδα ἀνθρώπων, διότι ἀπό υἱούς τῆς Ἀναστάσεως ἔχει ἀνάγκη σήμερα ὁ κόσμος.   

Οι δοκιμασίες, είναι βαρύτερες στους πιστούς!!


"Όλοι όσοι θέλουν να ζουν ευσεβώς, θα διωχθούν" (Β΄ Τιμ. 3/γ: 12) είπε ο απόστολος Παύλος. Αυτό το "όλοι", δεν είναι τυχαίο. Ακόμα και ο Ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός, διώχθηκε: "Καταφρονημένος και απορριμμένος από τους ανθρώπους· άνθρωπος θλίψεων και δόκιμος ασθένειας· και σαν άνθρωπος από τον οποίο κάποιος αποστρέφει το πρόσωπο, καταφρονήθηκε, και τον θεωρήσαμε σαν ένα τίποτα" (Ησαίας 53/νγ: 3).
Και το ίδιο είπε ότι θα συνέβαινε στους ακολούθους Του: "Να θυμάστε τον λόγο, που εγώ σας είπα: Δεν υπάρχει δούλος μεγαλύτερος από τον κύριό του. Αν εμένα δίωξαν, θα διώξουν και σας· αν φύλαξαν τον λόγο μου, θα φυλάξουν και τον δικό σας" (Ιωάννης 15/ιε: 20).
Και όχι μόνο από διωγμούς θα έπασχαν οι πιστοί, αλλά από κάθε είδους θλίψη: "Μέσα στον κόσμο θα έχετε θλίψη· αλλά, να έχετε θάρρος· εγώ νίκησα τον κόσμο" (Ιωάννης 16/ις: 33). Και δήλωσε: "Αν κάποιος θέλει νάρθει πίσω μου, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, κι ας σηκώσει τον σταυρό του, κι ας με ακολουθεί. Επειδή, όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει· και όποιος χάσει τη ζωή του, εξαιτίας μου, θα τη βρει" (Ματθαίος 16/ις: 23,24).

Έχοντας υπ' όψιν αυτά τα λόγια, που πολλοί από εμάς τα έχουμε βιώσει "στο πετσί μας", παίρνουμε θάρρος μέσα από τις θλίψεις, καθώς βιώνουμε καθημερινά τα λόγια του αποστόλου Παύλου: "σε κάθε τι συνιστώντας τον εαυτό μας ως υπηρέτες τού Θεού, με πολλή υπομονή, με θλίψεις, με ανάγκες, με στενοχώριες, 5. με ραβδισμούς, με φυλακές, με ακαταστασίες, με κόπους, με αγρυπνίες, με νηστείες· 6. με καθαρότητα, με γνώση, με μακροθυμία, με αγαθότητα, με Πνεύμα Άγιο, με αγάπη ανυπόκριτη· 7. με λόγο αλήθειας, με δύναμη Θεού· με τα όπλα τής δικαιοσύνης, τα δεξιά και τα αριστερά· 8. με δόξα και ατιμία, με συκοφαντία και με εγκωμιασμό· σαν πλάνοι, όμως κάτοχοι της αλήθειας· 9. σαν αγνοούμενοι, αλλά είμαστε καλά γνωστοί· σαν να φτάνουμε στον θάνατο, αλλά, δέστε, ζούμε· σαν να περνάμε από παιδεία, αλλά δεν θανατωνόμαστε· 10. σαν λυπούμενοι, αλλά πάντοτε έχουμε χαρά· σαν φτωχοί, όμως πλουτίζουμε πολλούς· σαν να μη έχουμε τίποτε, όμως τα πάντα κατέχουμε" (Β΄ Κορ. 6/ς: 4-10). Θυμάμαι σαν σήμερα, τα λόγια ενός φίλου απίστου, για τη ζωή του νονού μου, τον οποίο ο Θεός ευλόγησε με χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, αλλά κατά κόσμον θλιβόταν υπερβολικά ως τον θάνατό του. Μου είπε ο άπιστος εκείνος: "Μα πώς είναι δυνατόν ο Θεός να επιτρέπει να βασανίζεται τόσο ένας δικός Του; Αν είχατε την αληθινή πίστη, δεν θα ήταν η ζωή του ένα βασανιστήριο. Να μην έχει δουλειά, να τον κοροϊδεύουν οι εργοδότες, να αρρωσταίνει, να γκρεμίζεται το σπίτι του, να θλίβεται τόσο πολύ!
Αυτό δεν είναι πίστη, είναι πλάνη!" Και πράγματι, είχα δει κι εγώ αυτόν τον ευλογημένο άνθρωπο, να προσεύχεται με δάκρυα, να ζητάει από τον Θεό να τον πάρει "ΤΩΡΑ!". (Και πράγματι, έφυγε νέος, όταν ο αγώνας του έφθασε στην τελείωση). Απάντησα στον άπιστο φίλο μου, ότι αυτή είναι η εν Χριστώ ζωή.
Όχι χαρά και διασκέδαση, αλλά θλίψη και πόνος, και δοκιμασία. Αλλά δεν μπορούν αυτό να το δεχθούν όλοι. Μάλιστα θα έλεγα, ότι αν κάποιος δεν βιώνει αυτή τη θλίψη στη Χριστιανική του ζωή, κάτι δεν πάει καλά με αυτόν. Θα πρέπει να ανησυχεί! Γιατί δεν γνωρίζω ΚΑΝΕΝΑΝ που να προοδεύει στην εν Χριστώ ζωή, χωρίς να υφίσταται δοκιμασίες και θλίψεις.


Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ: «Η ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΔΙΩΧΝΕΙ ΤΗ ΛΥΠΗ»

1Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου


Ευχάριστο είναι το λιβάδι και ο κήπος, αλλά πολύ πιο ευχάριστη είναι η ανάγνωση των θείων Γραφών.

Γιατί εκεί υπάρχουν άνθη που μαραίνονται, ενώ εδώ νοήματα που πάντοτε είναι ακμαία.
Εκεί ζέφυρος που φυσάει, ενώ εδώ η αύρα του Αγίου Πνεύματος.
Εκεί τα αγκάθια που περιτειχίζουν, ενώ εδώ η πρόνοια του Θεού που ασφαλίζει.
Εκεί τζιτζίκια που τραγουδούν, ενώ εδώ οι προφήτες που κελαηδούν.
Εκεί τέρψη από την εμφάνιση, ενώ εδώ ωφέλεια από την ανάγνωση.
Ο κήπος βρίσκεται σε έναν τόπο, ενώ οι Γραφές σε όλα τα μέρη της οικουμένης. 
Ο κήπος υποτάσσεται στις ανάγκες των καιρών, ενώ οι Γραφές και μέσα στο χειμώνα και μέσα στο καλοκαίρι έχουν πολλά φύλλα και είναι γεμάτες καρπούς.


Ας προσέχουμε λοιπόν στην ανάγνωση των Γραφών, γιατί εάν προσέχεις στην Γραφή, σου ξεριζώνει τη λύπη, σου φυτεύει την ευχαρίστηση, αναιρεί την κακία, ριζώνει την αρετή, δεν αφήνει μέσα στην αναταραχή των πραγμάτων να παθαίνεις όπως οι ναυτικοί στην τρικυμία. Η θάλασσα μαίνεται, αλλά εσύ πλέεις με γαλήνη, γιατί έχεις κυβερνήτη την ανάγνωση των Γραφών, επειδή αυτό το σκοινί δεν το σπάζει η δοκιμασία των περιστάσεων".

(από την Προς Ευτρόπιον Β΄ επιστολή)
πηγή

ΠΩΣ ΧΑΙΡΕΤΑΜΕ ΕΝΑΝ ΚΛΗΡΙΚΟ

1Σαν συναντήσεις έναν Ιερέα και έναν Άγγελο θα χαιρετήσεις πρώτα τον Ιερέα και μετά τον Άγγελο (Από το Γεροντικό)

Ο κληρικός.
Ο ιερέας, δεν είναι ο οποιοσδήποτε τον οποίον συναντάμε

Και με τον οποίον συναλλασόμεθα στην καθημερινή μας ζωή.
Η Ιεροσύνη του.
Το Λειτούργημά του.
Το Σχήμα του. 
Η Αποστολή του.
Η Παρουσία του, τον θέτουν και τον θέλουν ή του επιβάλλουν
Να είναι και Εντός και Εκτός του "κόσμου τούτου".
Η θρησκευτική – Χριστιανική αγωγή
Η Ελληνορθόδοξη πατερική παράδοση
Ο πολιτισμός μας
Η ιστορία μας
Η ευγένεια ψυχής

Δεν επιτρέπουν ν΄ απευθύνουμε στον κληρικό τους στερεότυπους κοσμικούς χαιρετισμούς:
"Καλημέρα", "Καλησπέρα", "Καληνύχτα".


Ή, "να ‘σαι πάντα καλά","να περνάμε καλά","άντε γεια","τα λέμε", που ανταλλάσσουν οι λαϊκοί μεταξύ τους.

Σ’ έναν κληρικό οποιαδήποτε ώρα της ημέρας και αν τον συναντήσουμε

Εντός ή εκτός του Ιερού Ναού, με μια ελαφρά κλίση της κεφαλής προς τα κάτω
Δια καταδύσεως ή προς Θεόν ημών άνοδος γίνεται, απευθύνουμε με ταπείνωση και με ευλάβεια το:
"Ευλογείτε πάτερ" και Εκείνος με συνείδηση της υψηλής, της αγίας και ιερής αποστολής Του
Ως πνευματικός Φάρος Φωτός Χριστού

Ως λειτουργός των αγίων μυστηρίων της Εκκλησίας του Εσταυρωμένου και αναστημένου Ιησού
Ως Ορθόδοξη παρουσία- μαρτυρία
Ως πατέρας όλων, με σεμνότητα και παρρησία απαντά:
"Ο Κύριος".
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός καλεί την Ιεροσύνη "Τέχνην τεχνών και Επιστήμην επιστημών"
Και τον Ιερέα "Άγγελον Κυρίου".

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...