Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 18, 2013

Λόγος στά Εἰσόδια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Ἁγίου Πρόκλου Πατριάρχου Κων/πόλεως




Νά πάλι ἑορτή.
Νά πάλι πανηγύρι.
Νά πάλι χαρούμενο ἀναψοκέρι γιά τήν μητέρα τοῦ Κυρίου.
Νά ἡ προπόρευσις τῆς ἀψεγάδιαστης νύμφης.
Νά τό πρῶτο ξεπροβόδισμα τῆς βασιλίσσης.
Νά τό σίγουρο σημάδι γιά τήν δόξα πού τήν περιμένει.
Νά προάγγελος τῆς χάριτος πού πρόκειται νά τήν ἐπισκιάση.
Νά γνώρισμα, πού φαίνεται ἀπό μακρυά, τῆς ὑπερβολικῆς της καθαρότητος.Διότι ἐκεῖ πού ὁ ἱερέας εἰσερχόμενος ὄχι πολλές φορές, ἀλλά μόνον μία φορά τόν χρόνο, τελεῖ τίς μυστικές λατρεῖες, ἐκεῖ γιά νά παραμένη μόνιμα ὁδηγεῖται ἀπό τούς γονεῖς της οἱ ὁποῖοι ἀναδεικνύονται ἔτσι λειτουργοί τῆς χάριτος.
Ποιός γνώρισε παρόμοια περίπτωσι στό παρελθόν; Ποιός εἶδε ἤ ἄκουσε τώρα ἤ ἀπό παληά κορίτσι νά ὁδηγεῖται βαθειά στά Ἅγια τῶν ἁγίων, αὐτά πού, παρά λίγο θά ἦταν ἀπλησίαστα καί γιά τούς ἄνδρες, καί σ᾽ αὐτά νά μένη καί νά τρέφεται; Ἄραγε δέν εἶναι αὐτό τρανή ἀπόδειξις τῶν ἀσυνήθιστα μεγάλων θαυμασίων πού θά τῆς γίνουν μελλοντικά; Ἄραγε δέν εἶναι σημάδι ξεκάθαρο; Ἄραγε δέν εἶναι σίγουρη ἀπόδειξις;
Ἄς μᾶς δείξουν ὅσοι κακολογοῦν ἐναντίον της, καί ἐνῶ βλέπουν εἶναι σάν νά μή βλέπουν: Ποῦ τά εἶδαν αὐτά, δηλ. κόρη καί μάλιστα μόλις τριῶν ἐτῶν, πού γεννήθηκε μέ θεία ὑπόσχεσι, νά προσφέρεται ὡς δῶρο τέλειο καί γιά νά ζήση ἐκεῖ, καί νά συνοδεύεται ἀπό τούς πλουσίους τοῦ λαοῦ, νά ὁδηγεῖται μέ λαμπάδες, καί νά παραλαμβάνεται ἀπό τά γνώριμα χέρια τῶν ἱερέων καί τῶν προφητῶν; Γιατί δέν θέλησαν νά ἔρθουν στά καλά τους; Γιατί, ἐνῶ ἔβλεπαν τά πρῶτα σημάδια, δέν πίστεψαν στά κατοπινά; Γιατί ἐνῶ προϊδεάσθηκαν ἀπό τά παράξενα καί διαφορετικά, δέν ἀποδέχθηκαν τά ὅσα ἔγιναν μετά;
Διότι, ὅσα ἔγιναν στήν ἀρχή γύρω ἀπό αὐτήν, δέν ἦσαν συμπτωματικά καί τυχαῖα, ἀλλ᾽ ὅλα ἦταν προμηνύματα γιά ὅσα θά γίνονταν στή συνέχεια.
Ἐπί τέλους ἄς μᾶς ποῦν τίς ματαιοπονίες τους αὐτοί πού θεωροῦνται σοφοί. Γιατί ἡ θυγατέρα καμμιᾶς ἀπό τίς στεῖρες πού γέννησαν δέν ὁδηγήθηκε στά ἅγια τῶν ἁγίων καί δέν παραλήφθηκε ἀπό τούς προφήτας;
Σίγουρα, αὐτοί πού λεπτολογοῦν πάνω σ᾽ αὐτά, τίποτα δέν εἶχαν νά ποῦν, ὅπως (δέν εἶχαν νά ποῦν τίποτα) καί οἱ μεταγενέστεροι ὁμόφρονές τους γιά τόν υἱό ἐκείνης, ἀλλ᾽ ἁπλῶς σήκωναν τούς ὤμους μέ τήν ἀπορία· «Ἄραγε τί θά γίνη αὐτό τό παιδί;» Τίποτε ἀπολύτως δέν εἶχαν νά ποῦν.
Σίγουρα μποροῦν νά πορεύωνται τόν δρόμο τῆς ἀπωλείας ὅσοι ἔχουν πλανεμένη πίστι, καί εἶναι ἐλεύθεροι νά πέφτουν στόν λάκκο πού μόνοι τους ἔσκαψαν.
Ὅμως ἐμεῖς, ὁ περιούσιος λαός τοῦ Θεοῦ, ἱερεῖς καί ἄρχοντες, δοῦλοι καί ἐλεύθεροι, τεχνῖτες καί γεωργοί, ἄνδρες καί γυναῖκες, ἐλᾶτε νά συγκεντρωθοῦμε πρός τιμήν τῆς Θεοτόκου καί, κατ᾽ οἰκονομίαν, νά παρακολουθήσωμε ὅσα θαυμαστά τῆς ἔγιναν. Πῶς δηλ. προσφέρεται σήμερα ἀπό τούς γονεῖς της, ἡ καθ᾽ ὅλα ἱερή, στό ναό τοῦ Θεοῦ, καί ἀπό τούς ἱερεῖς τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖται. Πῶς ὁ προφήτης αὐτήν τήν δέχεται μέσα στό ναό καί τήν εἰσάγει στά ἄδυτα, χωρίς ἀντίρρησι, χωρίς νά πῆ στούς γονεῖς της·
Δέν τό κάνω αὐτό τό πρωτόφαντο τόλμημα καί νά φέρω ἕνα κορίτσι νά ζῆ συνέχεια στά ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπου μόνον σέ ἐμένα μία φορά τό χρόνο μοῦ δόθηκε ἡ ἐντολή νά μπαίνω. Ὁ προφήτης ἐκεῖνος τίποτε ἀπό αὐτά δέν εἶπε, ἀλλά τή δέχεται μέ προθυμία, ὡσάν νά προγνώριζε αὐτό πού θά γινόταν, ἐξ ἄλλου προφήτης ἦταν, σίγουρα ἐπειδή τήν περίμενε καί τήν ἀνέμενε, ὅπως τόν υἱό της μετά ἀπό αὐτήν ὁ Συμεών.
Ἔπειτα, ἀφοῦ χαιρέτησε βιαστικά τήν μητέρα, καί κρατώντας ἀπό τά χέρια τήν κόρη τήν προσφώνησε μέ αὐτά τά λόγια· Ἀπό ποῦ καί πῶς ἦρθες ἐδῶ, γυναῖκα, καί ποιός ὁ σκοπός τῆς πράξεώς σου; Καί πῶς, ἐνῶ δέν ἔχεις προηγούμενο παράδειγμα, ἔφερες καί ζητᾶς νά γίνη τοῦτο τό νέο δρᾶμα, πού δέν ἀκούσθηκε ἄλλη φορά, δηλ. νά ὁδηγεῖται κόρη καί νά ζῆ κάτω ἀπό τήν σκέπη τοῦ ναοῦ στά ἅγια; Πές μας ποιό εἶναι τό ἐπιχείρημά σου, ἡ δικαιολογία σου, καί τί ἔχεις στό μυαλό σου;
Ἐγώ, εἶπε στόν προφήτη ἡ συνώνυμη μέ τή χάρι γυναῖκα, προέρχομαι ἀπό ἱερατική γενηά, ἀπό τήν φυλή τοῦ Ἀαρών, ἔχω ρίζα προφητική καί βασιλική. Καί ἔγινα ἕνα κλαδί ἀπό Δαβίδ, τόν Σολομῶντα τούς διαδόχους τους, καί, ἐπί πλέον, εἶμαι συγγενής τῆς γυναῖκας σου Ἐλισάβετ. Μετά, στόν κατάληλο καιρό, συνδέθηκα μέ ἄνδρα κατά τό θέλημα τοῦ Δεσπότου. Βρέθηκα ὅμως στεῖρα καί ἄγονος γιά ἀρκετό καιρό καί ἐπειδή δέν μπόρεσα νά βρῶ κανένα φάρμακο, πού θά μέ ἀπάλλασε ἀπό τή συμφορά, κατέφυγα πρός τό Θεό τό μόνο κυρίαρχο, πού μπορεῖ νά δίνη διέξοδο στίς δυσκολίες, καί σ᾽ αὐτόν ἄνοιξα μέ σοβαρότητα τό στόμα μου, σ᾽ αὐτόν πού εἶναι ὁ μόνος φιλάνθρωπος, καί μέ πόνο καρδίας καί μέ δάκρυα στά μάτια ἔκραξα καί αὐτά τοῦ εἶπα·
Ὦ Κύριε, Κύριέ μου, ἀπευθύνομαι σέ σένα πού ἀκοῦς ἀμέσως τήν φωνή τῶν πονεμένων ψυχῶν.
Γιατί μέ διαφοροποίησες ἀπό τή φύσι τῶν προγόνων μου;
Γιατί μέ θεατρίνισες στήν γενιά μου, καί ἔκανες τά μέλη τῆς φυλῆς μου νά κινοῦν τό κεφάλι τους μέ νόημα;
Γιατί μέ ἔκανες συμμέτοχο τῆς κατάρας τῶν προφητῶν, δίνοντάς μου μήτρα ἄτεκνη καί μαστούς στερημένους ἀπό γάλα;
Γιατί ἀπέρριψες τίς προσφορές μου ὡς ἄτεκνης;
Γιατί μέ ἄφησες νά γίνω περίγελως στούς γνωστούς γείτονές μου;
Ρίξε τό βλέμμα σου πάνω μου Κύριε, ἄκουσε τήν προσευχή μου Δέσποτα, λυπήσου με Ἅγιε, κάνε με ὅμοια μέ τά πουλιά τοῦ οὐρανοῦ, μέ τά θηρία τῆς ξηρᾶς, μέ τά ψάρια τῆς θαλάσσης, διότι καί αὐτά εἶναι γόνιμα μπροστά σου. Νά μή φανῶ, Ὕψιστε, ἐγώ, πού ἀπό σένα ἔγινα σύμφωνα μέ τήν δική σου εἰκόνα, χειρότερη ἀπό τά ἄλογα ζῶα.
Κοντά σέ αὐτά πού εἶπα πρόσθεσα καί τοῦτο· Διότι δικό σου Δέσποτα, θά εἶναι δῶρο εὐχαριστήριο, σάν ἱερό τάμα, καί δῶρο πολύτιμο αὐτό, πού μοῦ δωρήθηκε ἀπό σένα τόν πλουσιότατο δωρητή τῶν τελείων χαρισμάτων.
Αὐτά ἐγώ (ἔλεγα) ὅσο βρισκόμουν ὑπαίθρια στόν δικό μου κῆπο, ρίχνοντας τό βλέμμα μου στούς οὐρανούς καί κτυπώντας τό στῆθος μου μέ τά χέρια μου ἔκραζα πρός τούς οὐρανούς. Ὁ δέ σύζυγός μου ἐνῶ βρισκόταν ὁλομόναχος στό βουνό καί γιά σαράντα μερόνυχτα νήστευε, καί γιά τόσα ἐκλιπαροῦσε τόν Θεό.
Ἔτσι λοιπόν ὁ φιλάνθρωπος Κύριος πού εἶναι πάντα πρόθυμος νά δείξη τόν οἶκτο του, ἀφοῦ κάμφθηκε ἀπό τίς προσευχές καί τῶν δυό μας, ἔστειλε τόν ἄγγελό του νά μᾶς ἀναγγείλη τή σύλληψι τῆς θυγατρός μας.
Ἀμέσως λοιπόν, ἀφοῦ διατάχθηκε ἡ φύσις ἀπό τό Θεό, ἀποδέχθηκε τό σπέρμα. Διότι αὐτή δέν εἶχε τολμήσει νά τό δεχθῆ, πρίν ἀπό τή θεία χάρι, παρά μόνον ἀφοῦ ἐκείνη πρώτη εἰσῆλθε, καί ἀφοῦ ἔτσι πέρασε, ἄνοιξε ἡ μήτρα τίς δικές της πύλες, καί ἀφοῦ δέχθηκε αὐτό πού τῆς ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεός, τό κράτησε μέσα της μέχρι πού, μέ τή χάρι τοῦ Θεοῦ, τό σπέρμα πού τοποθετήθηκε μέσα της, βγῆκε στό φῶς.
Εὐχαριστῶ τό Θεό μου μέ ὅσες εὐχαριστίες συνέθεσαν τά χείλη μου καί ἐκφώνησε τό στόμα μου μέσα στή θλῖψι μου. Καί γι᾽ αὐτό τό λόγο συγκέντρωσα τό χορό τῶν παρθένων, συγκάλεσα τούς ἱερεῖς, ξεσήκωσα τούς συγγενεῖς, καί σέ ὅλους ἔλεγα τά παρακάτω·
Χαρεῖτε ὅλοι μαζί μου, διότι σήμερα ἀναδείχθηκα καί μητέρα καί ἀφιερώτρια, πού πρόσφερα τό δικό μου τέκνο ὄχι σέ ἐπίγειο βασιλέα, οὔτε ἦταν πρέπον, ἀλλά πού τό ἀφιέρωσα στόν ἐπουράνιο βασιλέα, ἀφοῦ ἦταν καί δικό του δῶρο.
Νά δεχθῆς λοιπόν, ὦ προφήτα τή δική μου θυγατέρα, νά τή δεχθῆς καί νά τήν εἰσαγάγης καί νά τή ριζώσης σέ τόπο ἁγιασμοῦ, καί νά ἑτοιμασθῆ γιά νά γίνη κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά περιεργάζεσαι τίποτε, μέχρις ὅτου ἐπιτρέψει νά πραγματοποιηθοῦν τά σχετικά μέ αὐτήν, αὐτός πού προτρέπει νά μείνει αὐτή ἐδῶ.
Αὐτά τά λόγια ἀφοῦ τά ἄκουσε ὁ Ζαχαρίας, ἀμέσως ἀπάντησε στή γυναῖκα καί εἶπε· Εὐλογημένη ἡ ρίζα σου πάντιμε, δοξασμένη ἡ μήτρα σου φίλανδρε καί πιό δοξασμένη ἡ ἀφιέρωσί σου φιλόθεε.
Μετά, ὅλος χαρά καί ἔχοντας στά χέρια του τήν κόρη, πρόθυμα τήν προσφέρει στά ἅγια τῶν ἁγίων, λέγοντας περίπου αὐτά τά λόγια πρός αὐτήν·
Ἔλα ἐκπλήρωσις τῆς προφητείας μου.
Ἔλα ἔργο τῶν ἐδῶ συζύγων.
Ἔλα ἐπισφράγισμα τῆς διαθήκης του.
Ἔλα τό τέλος τῶν θελημάτων του.
Ἔλα φανέρωσις τῶν μυστηρίων του.
Ἔλα ὅραμα ὅλων τῶν προφητῶν.
Ἔλα ἕνωσις τῶν παλιά χωρισμένων.
Ἔλα στήριγμα τῶν ταπεινωμένων.
Ἔλα ἀνανέωσις τῶν παλιωμένων.
Ἔλα φῶς τῶν ὅσων βρίσκονται στό σκοτάδι.
Ἔλα τό πιό κανούριο καί θεῖο δώρημα.
Ἔλα Δέσποινα ὅλων τῶν θνητῶν, μπές στή δόξα τοῦ Κυρίου σου, τώρα μέν στήν κάτω καί πού πατεῖται, μετά ἀπό λίγο δέ στήν ἄνω καί ἄβατη στούς ἀνθρώπους.
Ἔτσι, ὅπως ἦταν φυσικό, ἀφοῦ μίλησε πρός τήν κόρη ὁ ἱερέας, τήν ὁδήγησε καί τήν ἄφησε ἐκεῖ πού τῆς ταίριαζε στό ναό τοῦ Θεοῦ, σάν σέ νυφικό δωμάτιο, καταχαρούμενη καί πολύ εὐχαριστημένη, τρίχρονη ὡς πρός τήν ἡλικία, ἀλλ᾽ ὡς πρός τό Θεό τῶν ὅλων καθ᾽ ὅλα τελεία.
Ἔμεινε λοιπόν αὐτή στά ἐσώτερα ἅγια τῶν ἁγίων, τρεφομένη ἀπό ἄγγελο μέ τροφή ἀμβροσίας καί ποτιζομένη μέ θεῖο νέκταρ, μέχρι τήν εἴσοδό της στήν ἐφηβεία. Καί τότε, μέ θεῖο νεῦμα καί μέ τή γνώμη τῶν ἱερέων δίνεται γι᾽ αὐτήν κλῆρος, καί μέ κλῆρο παίρνει τήν ἁγία αὐτή Παρθένο ὁ Ἰωσήφ ὁ δίκαιος καί κατ᾽ οἰκονομίαν τήν παραλαμβάνει ἀπό τό ναό τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἱερέων του, γιά νά ξεγελασθῆ ὁ ἀρχέκακος ὄφις, γιά νά μήν προσβάλη τήν καθαρή κόρη ὡς παρθένο, ἀλλά νά τήν προσπεράση ὡς μνηστευμένη.
Βρισκόταν λοιπόν ἡ πεντακάθαρη στό σπίτι τοῦ τέκτονος Ἰωσήφ φυλασσόμενη γιά τόν ἀρχιτέκτονα Θεό, μέχρις ὅτου πραγματοποιήθηκε σ᾽ αὐτήν τό πρίν ἀπό ὅλους τούς αἰῶνες κρυφό καί ἅγιο μυστήριο, καί ἀπό αὐτήν ὁ Θεός ἔγινε ὅμοιος μέ τούς ἀνθρώπους. Ἀλλά τοῦτο εἶναι θέμα ἄλλης πραγματείας καί εὐκαιρίας, πού ἄν τό ἐπιτρέψη ὁ καιρός θά γίνη ὁ ἀναγκαῖος λόγος. Τώρα στό προκείμενο πάλι, νά ἐπανέλθη ὁ λόγος καί, μέρα πού εἶναι, νά δοξολογηθοῦν σήμερα τά εἰσόδια.
Πήγαινε λοιπόν, ὦ Δέποινα Θεομῆτορ, πήγαινε στήν κληρωμένη θέσι σου, καί βάδιζε κοντά στόν Κύριο νά χαίρεσαι καί ἀγάλλεσαι, νά τρέφεσαι καί νά ἐλπίζης, περιμένοντας ἀπό μέρα σέ μέρα, τόν ἐρχομό μέσα σου τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τήν ἐπισκίασι τῆς δυνάμεως τοῦ Ὑψίστου, καί τή σύλληψι τοῦ υἱοῦ σου, σύμφωνα μέ τήν προσφώνησι πού σοῦ ἔκανε ὁ Γαβριήλ.
Καί νά χαρίσης, σέ ὅσους τελοῦν τήν ἑορτή σου, τήν βοήθειά σου, τήν σκέπη σου καί τήν προστασία σου, σώζωντάς τους πάντοτε, μέ τίς ἱκεσίες σου, ἀπό κάθε ἀνάγκη καί κινδύνους, ἀρρώστιες καί δοκιμασίες καί διάφορες συμφορές, καί ἀπό τή μέλλουσα ἀπειλή τοῦ υἱοῦ σου.
Ὡς μητέρα τοῦ Δεσπότου καί τελεία δόσις τῶν ἐπιθυμητῶν, κατάταξέ τους σέ τόπους φωτός, εὐφροσύνης καί εἰρήνης. Νά γίνουν ἄλαλα τά πονηρά χείλη πού κακολογοῦν μέ ὑπερηφάνεια καί περιφρόνησι ἐσένα τή δίκαιη. Νά ἐκμηδενισθῆ ἡ παρουσία τους μέσα στήν πόλι σου, νά ντραποῦν καί νά σβήσουν, καί νά καταλάβουν ὅτι τό ὄνομά σου εἶναι Δέσποινα καί ὅτι ἐσύ εἶσαι ἡ μόνη Θεόνυμφος Θεοτόκος.
Ἐμεῖς ἐσένα μέ πίστι σέ εὐλογοῦμε, μέ πόθο σέ δοξολογοῦμε καί μέ φόβο σέ προσκυνοῦμε, πάντοτε ἐσένα μεγαλύνοντες καί μέ σεβασμό μακαρίζοντες.
Διότι πράγματι εἶναι μακάριος ὁ πατέρας σου ἀπό τούς ἀνθρώπους καί ἡ μητέρα σου ἀπό τίς γυναῖκες.
Μακάριο τό σπίτι σου
Μακάριοι οἱ γνωστοί σου
Μακάριοι ὅσοι σέ εἴδανε
Μακάριοι ὅσοι σοῦ μίλησαν
Μακάριοι οἱ τόποι σου
Μακάριος ὁ ναός στόν ὁποῖο σέ ἀφιερώσανε,
Μακάριος ὁ Ζαχαρίας πού σέ ἀγκάλιασε.
Μακάριο τό κρεββάτι σου.
Μακάριος ὁ τάφος σου.
Διότι ἐσύ εἶσαι ἡ τιμή ὅσων σέ τιμοῦν καί βραβεῖο τῶν βραβείων καί κορυφή τῶν κορυφῶν, ἡ μόνη θεία δροσιά τοῦ ἐσωτερικοῦ μου καύσωνος, ἡ θεοστάλακτη δροσιά τῆς ξεραμένης μου καρδιᾶς, τῆς μαύρης μου ψυχῆς ἡ φωτεινότατη λαμπάδα, ὁ ὁδηγός τῆς πορείας μου, ἡ δύναμις τῆς ἀσθενείας μου, τό ντύσιμο τῆς γυμνότητός μου, ὁ πλοῦτος τῆς πτωχείας μου, ἡ θεραπεία τῶν ἀγιάτρευτων πληγῶν, τό σκούπισμα τῶν δακρύων, τό σταμάτημα τῶν στεναγμῶν, ἡ μεταστροφή τῶν συμφορῶν, ἡ ἐλάφρυνσις τῶν πόνων, τό λύσιμο τῶν δεσμῶν, ἡ μόνη ἐλπίδα κατά τῆς πικρίας.
Εἰσάκουσε τίς προσευχές μου, συμπόνεσε τούς στεναγμούς μου, ἐλέησέ με μαλακώνοντας ἀπό τά δάκρυά μου, λυπήσου με ὡς μητέρα τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ, ρίξε τό βλέμμα σου πάνω μου καί ἠρέμησε τήν τρικυμία μου.
Ἱκανοποίησέ μου τή μεγάλη ἐπιθυμία καί κατάταξέ με μαζί μέ τή σύζυγό μου καί δική σου δούλη, στήν γῆ τῶν πράων, στίς σκηνές τῶν δικαίων, στό χορό τῶν ἁγίων.
 Καί ἀξίωσέ με, ἐσύ πού εἶσαι ἡ προστασία ὅλων, ἡ χαρά καί ἡ λαμπρή εὐθυμία ὅλων, νά χαιρόμαστε μέσα σέ αὐτή, σέ παρακαλῶ, τή χαρά, τήν πραγματικά ἀνέκφραστη πού προέρχεται ἀπό τό Θεό καί βασιλέα τόν γεννημένο ἀπό σένα, καί στόν ἄφθαρτό σου νυμφῶνα καί στήν ἀτελείωτη καί ἀπέραντη βασιλεία σου.
Πράγματι, Δέσποινα, καί δική μου καταφυγή, ἡ ζωή καί ἡ βοήθειά μου, τό ὅπλο καί τό καμάρι μου, ἡ ἐλπίδα καί ἡ δύναμίς μου, δῶσε μαζί μέ αὐτήν νά ἀπολαύσω τίς ἀνεκδιήγητες καί ἀκατάληπτες δωρεές στήν ἐπουράνιο διαμονή. Διότι ἔχεις μαζί μέ τήν θέλησι καί τόν τρόπο, ὡς μητέρα τοῦ Ὑψίστου, καί γι᾽ αὐτό τολμῶ νά τό ζητήσω.
Μή λοιπόν γίνει νά στερηθῶ, πανάχραντε καί κυρία Δέσποινα, αὐτό πού περιμένω, ἀλλά νά τό πετύχω αὐτό, Θεόνυμφε, πού εἶσαι ὁλονῶν προσδοκία καί ἀναμονή, ἐσύ πού, μέ τρόπο πού ξεπερνάει τή λογική, γέννησες τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, τόν ἀληθινό Θεό καί Δεσπότη, στόν ὁποῖο ταιριάζει κάθε δόξα, τιμή καί προσκύνημα, μαζί μέ τόν χωρίς ἀρχή Πατέρα του καί τό ζωοποιό Πνεῦμα, τώρα καί πάντα, καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (Μον. Μωυσῆς Ἁγιορ.) «Ἡ ὡραία, καλὴ καὶ σιωπηλὴ Θεοτόκος νὰ πρεσβεύει καὶ νὰ μᾶς βάλει κι ἐμᾶς στὸν ναό».

Τ Εσόδια τς Θεοτόκου

Γράφει ὁ Μοναχὸς Μωυσῆς, Ἁγιορείτης

ἐφημ. «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ», 17.11.13



.                   Κατόπιν τῆς γεννήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, οἱ ἅγιοι προπάτορες, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, οἱ γονεῖς τῆς Θεοτόκου, κατὰ τὴν ὑπόσχεσή τους, προσέφεραν στὸν ναὸ τὴν Παναγία σὲ ἡλικία μόλις τριῶν χρόνων.
.                   Τὴν παρέδωσαν πρόθυμα στὸν ἀρχιερέα. Ἀπὸ μικρὴ καταλάβαινε ὅλα ὅσα τῆς συνέβαιναν. Φανέρωσε ὅτι δὲν ὁδηγήθηκε στὸν ναὸ ἀπὸ ἄλλους, ἀλλὰ πῆγε ἡ ἴδια, μόνη καὶ ἐλεύθερη. Ἀγάπησε ἀπὸ μικρὴ τὸν Θεό. Εἰσῆλθε στὰ ἅγια τῶν ἁγίων ἀπὸ θεῖο ἔρωτα. Ἐκεῖ ἔμπαινε μόνο ὁ ἀρχιερέας μόνο μία φορὰ τὸ ἔτος. Ὁ φωτισμένος ἀρχιερέας μὲ θεϊκὴ προσταγὴ ἐπέτρεψε στὴν Παναγία νὰ μείνει στὰ ἅγια τῶν ἁγίων. Ἔμεινε ἐκεῖ μὲ προσευχὴ καὶ ἀφιέρωση δώδεκα ἔτη.
.                   Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, σὲ ὡραιότατο λόγο του, φωτισμένος μᾶς φανερώνει τὴ ζωὴ τῆς Παναγίας. Μόνιμη ἐργασία της ἦταν ἡ θεία θεωρία. Τὴν ὑπηρετοῦσαν ἄγγελοι Θεοῦ καὶ ὅλη της ἡ ζωὴ ἦταν ἀγγελική. Σιωπηλή, σεμνή, σοβαρὴ στὰ ἅγια τῶν ἁγίων μὲ τὴν ἀρέμβαστη καὶ συνεχῆ προσευχή της. Ἄνοιξε ἔτσι νέα ὁδὸ γιὰ τὸν οὐρανό, ποὺ ὀνομάζεται εὔλαλη σιωπή, θεϊκὴ σιγή, θεία σιωπή. Εἶχε παραδώσει ὁλόκληρη τὴ ζωὴ στὸν πανοικτίρμονα Θεό. Ἀπὸ τὸ κατ’ εἰκόνα πῆγε στὸ καθ’ ὁμοίωση καὶ τὸν Θεὸ ὁμοίωσε μὲ τὸν ἄνθρωπο.
.                   Ὅταν ἡ Θεοτόκος ἔγινε δεκαπέντε χρόνων, ὁ σώφρωνας Ἰωσήφ, κατὰ τὴ θεία Πρόνοια, πῆρε ἀπὸ τὸν Προφήτη Ζαχαρία τὴν Παναγία γιὰ νὰ τὴ φυλάξει, ἔτσι ὥστε νὰ προετοιμαστεῖ ἡ πραγματοποίηση τοῦ μεγάλου μυστηρίου τῆς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Μετὰ τὴν παραλαβὴ ἀπὸ τὸν Ἰωσὴφ πραγματοποιήθηκε ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου ἀπὸ τὸν ἀρχάγγελο Γαβριήλ.
.                   Εἶναι ἕνα θαῦμα πῶς μία μικρὴ παιδούλα μένει ἐπὶ δώδεκα χρόνια στὸν ναό. Δίχως τοὺς σεβαστοὺς γονεῖς της, τοὺς ἀγαπητοὺς συνομήλικους φίλους της, παρέες, παιχνίδια καὶ περιπάτους. Ὅλα τὰ ἀντικαθιστοῦσε ἡ προσευχή. Ἀπορίας ἄξιο τὸ γενόμενο. Τί νὰ πεῖ κανείς; Τί νὰ θαυμάσει; Εἰσέρχεται ἡ μικρὴ Παναγία στὸν ναὸ καὶ μένει ἐκεῖ ἀτάραχη, εἰρηνική, γαληνιαία, ἡσύχια. Ὁ ναὸς γίνεται εὐχάριστη κατοικία. Ὁ ἀρχιερέας σοφὸς διδάσκαλος.Σήμερα δὲν πηγαίνουμε οὔτε γιὰ λίγο στὸν ναό. Ὁ ἄνθρωπος βαριέται τὴν πνευματικὴ ζωή. Οἱ ἄνθρωποι ἀσχολοῦνται μὲ ξένα, ἀλλότρια καὶ κοσμικά. Ἡ ὡραία, καλὴ καὶ σιωπηλὴ Θεοτόκος νὰ πρεσβεύει καὶ νὰ μᾶς βάλει κι ἐμᾶς στὸν ναό.

Κυριακή, Νοεμβρίου 17, 2013

«Μαγεία! Ευλογία! Μέθη!»: Η εξομολόγηση ενός μοναχού...



«Από την αρχή της μοναχικής μου ζωής ζούσα μια ήσυχη, καλή ζωή. Οι ακολουθίες στο Μοναστήρι και η Μυστηριακή ζωή με θέρμαιναν, με ανέπαυαν. Αυτό μέχρι την ώρα που γεννήθηκε μέσα μου κάτι άλλο, μέχρι την ώρα που αναπτύχθηκε η εσωτερική ζωή.

Преподобный Памва Нитрийский
Αββάς [=πατήρ] Παμβώ
Ξαφνικά αισθάνθηκα ένα κάψιμο εσωτερικό, ένα κάψιμο θείας αγάπης. Η φυσική και καλή ζωή που ζούσα μέχρι τότε, φαινόταν τώρα πολύ σκοτεινή, χωρίς νόημα και περιεχόμενο. Άρχισα να βρίσκω τον χώρο της καρδιάς, το κέντρο της υπάρξεως, τον ευλογημένο εκείνο χώρο που ανακαλύπτεται με την εν Χάριτι άσκηση και μέσα στον οποίο αποκαλύπτεται ο Ίδιος ο Θεός.

Αυτή η καρδιά είναι το πρόσωπο, γιατί πρόσωπο είναι «ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος εν τω αφθάρτω του πνεύματος... ο εστίν ενώπιον του Θεού πολυτελές» (Α' Πέτρου γ' [κεφ. 3] 4).

Μέχρι τότε διάβαζα αυτά στα βιβλία, τώρα τα έβλεπα στην πραγματικότητα. Ένοιωθα αυτό που λέγει ο Αββάς Παμβώ «ει έχεις καρδίαν δύνασαι σωθήναι»[=αν έχεις καρδιά μπορείς να σωθείς], αυτό που λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος «Θεός θεοίς ενούμενός τε και γνωριζόμενος εν καρδία» και ο Απόστολος Παύλος «ος έλαμψεν εν ταις καρδίαις ημών». Η καρδιά που είναι τα άγια των αγίων «της μυστικής ενώσεως Θεού και ανθρώπου, αυτής της ενυποστάτου δι' Αγίου Πνεύματος ελλάμψεως» ανακαλύφθηκε. Αισθανόμουν την καρδιά σαν Ναό μέσα στον οποίο λειτουργούσε ο αληθινός Ιερεύς της θείας Χάριτος. Παράλληλα με τον κτύπο του σαρκικού οργάνου της καρδιάς ακουγόταν και ένας άλλος κτύπος βαθύτερος και γρηγορότερος. Αυτός ο κτύπος συντονιζόταν με την ευχή του Ιησού. Ή μάλλον η ίδια η καρδιά έλεγε την ευχή. Όλη αυτή η κατάσταση συνδεόταν με μερικά χαρακτηριστικά.


Άγιος Μάξιμος
Αναπτύχθηκε μια ερωτική κοινωνία με τον Θεό. Τότε καταλάβαινα γιατί οι Πατέρες ονόμαζαν τον Θεό έρωτα. «Ο Θεός έρως εστί και εραστόν» (Μάξιμος ο Ομολογητής) και «ο εμός έρως εσταύρωται» (αγ.Ιγνάτιος Θεοφόρος). Κάθε μέρα αισθανόμουν την περίπτυξη [αγκάλιασμα] του Θεού. Αυτή η αγάπη εκείνο τον καιρό με είχε τρελλάνει. Ο Θεός βιωνόταν ως ελεήμων, ως γλύκα και γλυκασμός. Άναψε μέσα στην καρδιά μου το ευλογημένο πυρ, που έκαιγε τα πάθη και δημιουργούσε ανέκφραστη πνευματική ηδονή.
Αναζητούσα ησυχία, σκοτάδι, ηρεμία εξωτερική. Τα μικρά κελλιά, οι τρύπες των βράχων, ο ανοιχτός ορίζοντας της φύσεως, τα σκοτεινά μέρη με δέχονταν σαν φιλοξενούμενο. Την νύκτα έβγαινα στις ερημιές του Άθωνα. Μαγεία! Ευλογία! Μέθη! Στην μοναξιά και στην πολυκοσμία, στην έρημο και στα κοινόβια ζούσα την παρουσία του Θεού, την θεία περίπτυξη. Αναπτύχθηκαν τότε άλλες αισθήσεις, αισθήσεις πνευματικές, η νοερά αίσθηση, η νοερά δράση και ακοή. 

Όλος ο νους ήταν συγκεντρωμένος μέσα στο βάθος της καρδιάς και άκουγε εν ακορέστω γλυκασμώ την ευχή πού λεγόταν μέσα εκεί. Όλος ο εσωτερικός κόσμος ενοποιημένος. Όλα έδειχναν ότι γεννήθηκε ένας καινούργιος άνθρωπος, ένας καινούργιος κόσμος και μια καινή ζωή. Μια θερμότητα έκαιγε τα πάντα. «Ουχί η καρδία ημών καιομένη ην εν ημίν ως ελάλει ημίν εν τη οδώ...» Η αίσθηση των μαθητών αυτών υπήρξε δική μου βίωση. Αισθανόμουν καλά τον λόγο του Χριστού: «πυρ ήλθον βαλείν επί την γην και τι θέλω ει ήδη ανήφθη;» Και τον λόγον ότι ο Θεός «πυρ εστί καταναλίσκον». Άλλοτε αυτή η θέρμη και αυτή η φωτιά μετατρεπόταν σε πληγή βαθειά. Αισθανόμουν ότι αυτή η θερμότητα αναγεννούσε την ύπαρξή μου, πρώτα την ψυχή και μετά επεκτεινόταν και στο σώμα. Η αίσθηση ότι τώρα γεννήθηκα σε άλλον κόσμο ήταν διαρκής. Χοροπηδούσα σαν μικρό παιδί. Ακόμη υπήρξαν μερικές φορές πού ένοιωσα και την σάρκα μου σαν μικρού παιδιού, πού μόλις βγήκε από την μήτρα της μάνας του.
Αυτό δημιουργούσε βαθύτατηειρήνη λογισμών. Ο νους καθαριζόμενος διαρκώς απέβαλε όλα τα ξένα στοιχεία τα οποία σαν λέπια τον εκάλυπταν. Γινόταν έτσι ελαφρός και πάντοτε εύρισκε καταφύγιο στην καρδιά. Εκεί παρέμεινε και ευφραινόταν πνευματικά. Εκεί μερικές φορές άκουγε και την φωνή του Θεού, πού ήταν πολύ συνταρακτική και δημιουργούσε πηγές δακρύων. Η γνωριμία με τον Θεό ήταν προσωπική. Η γνώση του Θεού πραγματικό γεγονός.
Μερικές φορές βυθιζόμουν σε βαθειά μετάνοια. Ο νους μπαίνοντας στην καρδιά εν Χάριτι έβλεπε το σκοτάδι, την βρωμιά της ψυχής και όλη η ύπαρξή ξεχυνόταν σε καυτά δάκρυα. Έκλαιγε η καρδιά. Τα δάκρυα της καρδιάς ξεχύνονταν επάνω της και την ξέπλεναν από την αμαρτία. Παράλληλα άνοιγαν και τα μάτια και γίνονταν πηγές δακρύων. Άλλοτε έκλαιγε μόνον η καρδιά και άλλοτε και το σώμα. Θρήνος βαθύς από την αποκάλυψη της ασωτίας... Κλάμα πολύ, αλλά όχι με απελπισία. Ήταν συνδεδεμένο με την αίσθηση της αγάπης του Θεού.


Εκείνο τον καιρό όλα ήταν ωραία. Η λέξη ωραία δεν έχει σχέση με την αισθητική, αλλά με την οντολογική πραγματικότητα. Έβλεπα τους λόγους των όντων σε όλη την δημιουργία. Και αυτό προξενούσε άρρητη ευφροσύνη. Όλα εξέφραζαν την αγάπη του Θεού. Η ανάγνωση της Γραφής έτρεφε την καρδιά. Οι λέξεις δεν πήγαιναν στην λογική, αλλά εισχωρούσαν στην καρδιά και την ζωογονούσαν. Όπως το μωρό ρουφά το γάλα από τον μαστό της μάνας του και τρέφεται, έτσι αισθανόταν η καρδιά τρεφόταν από το λόγο του Θεού. Γινόταν μετάγγιση αίματος. Τα βιβλία των Πατέρων τα διάβαζα με άλλο πρίσμα. Γνωστά κείμενα τότε τα έβλεπα διαφορετικά. Σαν να είχα αποκτήσει καινούργια μάτια και σαν να είχα μάθει καινούργια γλώσσα. Αισθανόμουν συγγενής πνευματικά με τους Πατέρας. Όμως τις πιο πολλές φορές δεν ήθελα να διαβάζω ακόμη και βιβλία πατερικά. Σαν να σταματούσαν την προσωπική επικοινωνία με τον εράσμιο Νυμφίο, σαν να διέκοπταν τη ζωντανή επικοινωνία με τον Δημιουργό του παντός.
 
Τα πάθη δεν ενεργούσαν τότε. Ένοιωθα όχι ηθικές αναστολές, αλλά την αναγέννησή μου. Ήμουν τόσο μεθυσμένος, ώστε δεν με ενδιέφερε απολύτως τίποτε. Υπήρχε μέσα μου μια ακατάσχετη αναζήτηση και επιθυμία να μη με αγαπούν οι άνθρωποι και μάλιστα να με περιφρονούν. Αφού είχα την αγάπη του Θεού, δεν με ενδιέφερε τίποτε άλλο. Ζούσα μια ερωτική ζωή, ζωή δακρύων... Η μόνη απασχόληση εγώ και ο Θεός. Ζητούσα την μοναξιά πού ήταν κοινωνία. «Ενώπιος Ενωπίω», «πρόσωπον προς Πρόσωπον». Αλλά και όταν ευρισκόμουν σε πολυκοσμία η εσωτερική φωνή ήταν ισχυρότερη. Και όταν κατά την διάρκεια ακολουθίας ο Γέροντας με έβαζε να ψάλλω, εγώ συγχρόνως άκουγα και αυτήν την εσωτερική φωνή της καρδιάς να επαναλαμβάνει την ευχή πού έγινε το εντρύφημά μου.
Αυτή η κατάσταση κράτησε περίπου τέσσερα χρόνια. Μέρα-νύχτα έλεγα την ευχή. Και την ώρα πού κοιμόμουν η καρδιά προσευχόταν. Την άκουγα καθαρά να αδολεσχεί με τον Θεό.
Όποιος θέλει να διαπιστώσει αν υπάρχη Θεός, ας δοκιμάσει. Θα συναντήσει ένα ζωντανό Θεό! Η Χάρη του Θεού με αξίωσε εμένα το έκτρωμα όλου του κόσμου να αποκτήσω μια μικρή σταγόνα γνώσεως Θεού».
 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Μητροπολίτη Ιεροθέου Βλάχου «Το μυστήριο της Παιδείας του Θεού».

πηγή

Θαυμαστή μαρτυρία:Είδαμε τον Άγιο Σπυρίδωνα!

...(ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ ΠΟΥ ΜΟΥ ΕΔΩΣΕ Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΗΡΘΕ ΣΤΟ ΜΑΓΑΖΙ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΦΥΛΑΩ ΑΚΟΜΗ) 

 Το περιστατικό που περιγράφω και συμφωνεί και ο σύζυγος μου, ήταν η απαρχή για να ανοίξουμε τις καρδιές μας και να πιστέψουμε πραγματικά στον Θεό, γιατί μέχρι τότε, μόνο αρνητική κριτική ασκούσαμε στους λειτουργούς του Θεού. Ο δε σύζυγος μου υπεράσπιζε ακόμα και την άποψη ότι Θεός δεν υπάρχει. Ήταν ένα γεγονός που μας επιβεβαίωσε πόσο άδικο είχαμε, πόσο λάθος κάναμε και μας άνοιξε τα μάτια ώστε να μπορέσουμε να δούμε τον αληθινό δρόμο, τον δρόμο του Θεού.

  «Ο γιός μας ο Σωτήρης γεννήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1994. Είχα αποφασίσει όταν το παιδί μου συμπληρώσει σαράντα μέρες ζωής να το πάω σε εκκλησία για να πάρει την ευχή, όπως συνηθίζεται, μετά και από τις παραινέσεις των άμεσα συγγενών μας. Δεν το πήγα την ημέρα που σαράντισε, αλλά την επομένη ημέρα που ήταν Κυριακή στις 30 Οκτωβρίου 1994. Όμως, σαν αμελείς και αφελείς άνθρωποι που είμαστε, την ημέρα εκείνη ναι μεν ξύπνησα στις 7:00 η ώρα το πρωί για να το ταΐσω, αλλά μετά ξάπλωσα ξανά και μας πήρε ο ύπνος. Έτσι, σηκωθήκαμε αργότερα με τον σύζυγο μου και ετοιμαστήκαμε με την άνεση μας να πάμε στην εκκλησία. Όταν πήγαμε στην πρώτη εκκλησία, η Θεία Λειτουργία είχε τελειώσει και δεν υπήρχε κανένας Ιερέας να δώσει την ευχή στο παιδί. Φύγαμε και πήγαμε σε άλλη εκκλησία. Επισκεφτήκαμε τις εκκλησίες που γνωρίζαμε στους Δήμους, Περιστερίου, Χαϊδαρίου και Αιγάλεω, Άλλες εκκλησίες ήταν κλειστές και άλλες που "ήταν ανοικτές, είχαν φύγει οι Ιερείς. Εγώ όμως επέμενα και έλεγα στον άντρα μου ότι «Σήμερα, Κυριακή θα πρέπει να πάρει την ευχή». 


Καταλήξαμε περίπου στις δυο (2:00) η ώρα το μεσημέρι έξω από τον Ιερό ναό του Άγιου Σπυρίδωνα στο Αιγάλεω. Ο σύζυγος μου έλεγε να παρατήσουμε την προσπάθεια και να πάμε την άλλη ημέρα να πάρουμε ευχή, όμως εγώ επέμενα. Είδα την πόρτα της εκκλησίας μισάνοικτη και του είπα ότι «αυτή θα ήταν η τελευταία μας προσπάθεια». Έτσι μπήκαμε μέσα στον Ιερό Ναό, εγώ με το παιδί μου στην αγκαλιά και ο άντρας μου. Ο πολυέλαιος μπροστά από την ωραία πύλη του Ιερού ήταν ηλεκτροφωτισμένος. Ένας Ιερέας καθόταν στα πίσω στασίδια των γυναικών (σήμερα τα στασίδια έχουν αντικατασταθεί με καρέκλες). Ήταν μεγάλος σε ηλικία και επειδή δεν ήθελα να τον ενοχλήσω και να τον κουράσω, πήγα στο γραφείο των Ιερέων που ευρίσκετε εντός της εκκλησίας, σε διαμορφωμένο χώρο, για να βρω κάποιον άλλο Ιερέα να δώσει την ευχή. Στα γραφεία δεν υπήρχε κανένας. Κοίταξα σε όλη την εκκλησία και δεν υπήρχε άλλος άνθρωπος, ούτε η νεοκόρος.


 Τότε, ο μοναδικός ηλικιωμένος Ιερέας όπως καθόταν γύρισε το κεφάλι του προς το μέρος μας και μας ρώτησε: «Τι θέλετε;». «Πατέρα», του είπα, «θέλω να σαραντίσω το παιδί μου, αλλά αργήσαμε σήμερα». «Εγώ θα το κάνω», είπε και σηκώθηκε όρθιος. Τότε είδαμε έναν άνθρωπο ψηλό, ηλικιωμένο, με κάτασπρα γένια και μαλλιά, φορώντας άσπρα ράσα. Ερχόταν αργά προς εμάς, όχι επειδή ήταν ηλικιωμένος, αλλά επειδή ήταν πολύ γαλήνιος, Πήρε το παιδί στα χέρια του και αυτό χάθηκε μέσα στην αγκαλιά του. Είπε τις ευχές απ' έξω, χωρίς να διαβάσει τίποτα και το πήγε να το περάσει από το Ιερό του ναού. Μπήκε από την κεντρική Ιερά πύλη του Ιερού και βγήκε από την πλαϊνή αριστερή πόρτα. Ήρθε προς το μέρος μας, μου έδωσε το παιδί και είπε τρεις ευχές, όχι όμως «να σας ζήσει», αλλά πολύ συγκεκριμένες ευχές που αφορούσαν το μέλλον του παιδιού, τις οποίες όμως επειδή δεν είχαμε δείξει την απαραίτητη προσοχή, δεν θυμόμαστε μέχρι σήμερα, ούτε εγώ, ούτε ο άντρας μου. Πήραμε το παιδί πανευτυχείς που μπορέσαμε να το σαραντίσουμε και αδαείς καθώς ήμασταν φύγαμε.


 Μετά από αρκετό καιρό, ήρθε στο μαγαζί που έχουμε στο Αιγάλεω και εργαζόμαστε σ' αυτό, ένας επίτροπος του συγκεκριμένου Ιερού ναού. Πιάσαμε την συζήτηση και του είπαμε ότι «έχετε έναν πολύ καλό Ιερέα στον ναό σας» και αρχίσαμε να περιγράφουμε τον Ιερέα που νομίσαμε ότι είχαμε δει. 

«Δεν έχουμε κάποιον Ιερέα που να είναι έτσι», μας απάντησε. Μετά μας ρώτησε «Μήπως εννοείτε τον πατέρα ...;» (δεν θυμόμαστε το όνομα του),.
 «Όχι», απαντήσαμε. «Τον πατέρα ... τον γνωρίζουμε. Δεν ήταν αυτός». Όταν δε του είπαμε ότι φορούσε λευκά ράσα, δάκρυσε λέγοντας μας ότι ένας παπάς απλός δεν φοράει λευκά ράσα παρά μόνο σε κάποιες ιδιαίτερες περιστάσεις. Επίσης μας είπε ότι η εκκλησία αυτή την ώρα της ημέρας είναι κλειστή, γιατί όλοι ξεκουράζονται από την πρωινή Θεία Λειτουργία και πηγαίνουν στην εκκλησία αργότερα το απόγευμα.
 «Μόνο ο Χριστός και οι Άγιοι έχουν δικαίωμα να φορούν λευκά ράσα, γι' αυτό να προσεύχεστε και να ευχαριστείτε τον Θεό», ήταν τα λόγια του και έφυγε. Τότε σκεφτήκαμε ότι άμεσα μία από τις επόμενες ημέρες θα πρέπει να επισκεφτούμε τους Ιερείς της εκκλησίας και να δούμε ποιος πραγματικά Ιερέας ήταν. Πριν προλάβουμε να πάμε, ήρθε στο μαγαζί μας, μια γυναίκα, η οποία δεν είχε έρθει ποτέ, ούτε και ξαναήρθε από τότε.Μίλαγε συνέχεια, δεν μπορούσε κανείς να την σταματήσει. (Σημειωτέον εντός του μαγαζιού υπήρχαν και άλλοι πελάτες). Παρατήρησε μια μικρή εικονίτσα του αγίου Εφραίμ, που μας είχαν δώσει και την είχαμε αναρτήσει σε εμφανές σημείο και μας είπε «Α!, ξέρετε και τον άγιο Εφραίμ; Πάρτε μια εικονίτσα» μας είπε». Και πριν προλάβω να πω οτιδήποτε, έπιασε το χέρι μου και έβαλε στην παλάμη μου μια μικρή εικόνα. Την κοίταξα. Ήταν η εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνα.
 Περίμενα να φύγει η άγνωστη γυναίκα και οι υπόλοιποι πελάτες και ρώτησα τον άντρα μου:
 «Θυμάσαι τον Πατέρα που μας σαράντισε τον Σωτήρη μας;».
 «Ναι», μου απάντησε. 
«Θυμάσαι πώς ήταν ακριβώς;». 
«Ναι», μου απάντησε ξανά. «Για κοίτα αυτή την εικόνα», του είπα δείχνοντας του την εικόνα του Αγίου.
 «Ναι», μου είπε ενθουσιασμένος, «αυτός είναι». 
Πήγαμε λοιπόν στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, είδαμε πάλι τον Άγιο Σπυρίδωνα σε μεγάλη εικόνα. Ήταν ο ίδιος ο άγιος που είχαμε συναντήσει. Το αναφέραμε στους Ιερείς το θαυμαστό αυτό γεγονός. Το έμαθαν και οι υπεύθυνοι της Ιεράς Μητρόπολης Νικαίας, όπου ανήκει η εκκλησία.
  Κάποια Κυριακή, στον συγκεκριμένο ναό, κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, ένας Ιερέας στο κήρυγμα του περιέγραψε το θαυμαστό περιστατικό της εμφάνισης του Αγίου Σπυρίδωνα, μη αναφέροντας βέβαια ονόματα, λέγοντας στους πιστούς ότι και στις μέρες μας γίνονται θαύματα, αρκεί να ανοίξουμε τα μάτια μας και την ψυχή μας. Και πραγματικά, έχει απόλυτο δίκιο. Αν ανοίξουμε την καρδιά μας και ζητήσουμε πραγματικά από τον Θεό να έρθει στην ζωή μας, τότε αυτός θα μας βοηθήσει σε κάθε βήμα μας, σε κάθε στιγμή της ζωής μας. Μέχρι σήμερα που γράφω αυτές τις γραμμές ο γιός μας έχει συμπληρώσει τα δεκατέσσερα έτη, έχει μεγαλώσει πάρα πολύ όμορφα, ήρεμα προσφέροντας μας πάντα ευτυχία και χαρά που τον έχουμε κοντά μας. Ο Θεός να του δίνει πάντα φώτιση!» Εγώ και ο σύζυγος μου θέλαμε να καταθέσουμε την δική μας μαρτυρία που αφορά ένα από τα θαύματα που γίνονται ακόμα και στις μέρες μας! Η συγκεκριμένη Εκκλησία, εορτάζει την μνήμη του Αγίου Σπυρίδωνα στις 12 Δεκεμβρίου Αιγάλεω 10 Απριλίου 2009 Η μητέρα: Αρχοντούλα Φ. Ο πατέρας: Γρηγόριος Φ.

πηγή

ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΤΩΧΟ ΒΑΣΙΛΕΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ.

Απληστία: Καλύτερα παρέα με γύπες...

«Tο μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό», του Πήτερ Mπρέγκελ του Πρεσβύτερου. Πενάκι και σινική μελάνι, 1557. Oπως κάνουν τα ψάρια, έτσι και ο πλεονέκτης καταπίνει στο απύθμενο στομάχι του τους αδύναμους, έλεγε ο Mέγας Βασίλειος. Eίναι αδύνατο ο πλεονέκτης να μη στραφεί κατά του συνανθρώπου του.

Θανάσης Ν. Παπαθανασίου
Δρ. Θεολογίας, εκπαιδευτικός, αρχισυντάκτης του περιοδικού «Σύναξη»

ΛIΓA ΛEΠTA μετά την έναρξη μιας βάπτισης (και συγκεκριμένα, λίγο πριν ο ανάδοχος δηλώσει ότι «αποτάσσεται» τον σατανά και τα έργα του), ο ιερέας διαβάζει μιαν ευχή όπου ξορκίζονται τα ακάθαρτα πνεύματα που πολιορκούν την ανθρώπινη καρδιά. Αν ο λειτουργός δεν πνίξει στα χείλη του τις λέξεις, κι αν οι παριστάμενοι δεν χαρίσουν όλη τους την προσοχή στη συγγενική αδολεσχία, τότε θα ακουστεί η ευχή να κάνει λόγο, συν τοις άλλοις, για «πνεύμα πλάνης, πνεύμα πονηρίας, πνεύμα ειδωλολατρίας και πάσης πλεονεξίας, πνεύμα ψεύδους…» κ.λπ.
Η πρώτη εντύπωση είναι προφανώς ότι η ευχή σημειώνει κατά παράταξη διάφορα αμαρτήματα. Αν ωστόσο προσεχτεί η σύνταξη της πρότασης, θα διαπιστωθεί ότι, ενώ το κάθε αμάρτημα ίσταται μόνο του, δύο απ' αυτά συνδέονται μεταξύ τους σαν να αποτελούν ζεύγος: «πνεύμα ειδωλολατρίας και πάσης πλεονεξίας». Oντως αυτό δεν είναι τυχαίο. Η ευχή απηχεί τον ορισμό που είχε δώσει ο απόστολος Παύλος: η πλεονεξία -ούτε λίγο ούτε πολύ- αποτελεί ειδωλολατρία (Κολ. 3:5).

Ο ορισμός αυτός έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθόσον την πλεονεξία δεν την αντιλαμβάνεται απλώς ως ηθικό ολίσθημα, αλλά, πολύ περισσότερο, ως θρησκεία. 

Προδήλως εδράζεται στην κατανόηση της θρησκείας όχι ως μιας επί μέρους παραμέτρου της ζωής, αλλά, αντιθέτως, ως του βασικού προσανατολισμού της ανθρώπινης ύπαρξης. Τα λόγια του Χριστού ότι «όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας» (Ματθ. 6:21) μοιάζει να τα υπομνημάτισε ο Έριχ Φρομ όταν υποστήριξε ότι θρησκεία συνιστά η ολόψυχη αφιέρωση σε κάτι, το οποίο και νοηματοδοτεί την ανθρώπινη ζωή. Αυτό το κάτι μπορεί στην πραγματικότητα να είναι ο Θεός υπό την καθιερωμένη έννοια, μπορεί όμως να είναι και μια ιδέα, μια επιδίωξη κ.ο.κ., ανεξάρτητα από το αν ο συγκεκριμένος άνθρωπος δηλώνει πιστός ή άθεος (1).

Στη χριστιανική οπτική η δίψα για απόκτηση έχει όντως να κάνει με τον υπαρξιακό προσανατολισμό του ανθρώπου. Ολόκληρη η ύπαρξή του στρέφεται σ' αυτήν και υποτάσσει σ' αυτήν κάθε τι: τη σχέση με τα πράγματα, με τα πρόσωπα, με τον χρόνο.

Eτσι, λοιπόν, η απόκτηση αναδεικνύεται σε αληθινό θεό, και μάλιστα θεό με τόσο σαρωτική παρουσία, ώστε ο Χριστός αυτόν έφερε ως κορυφαίο παράδειγμα επιλογής αγεφύρωτα ασύμβατης προς τον ίδιο. ΄Η με τον Θεό, είπε, ή με τον Mαμωνά (Ματθ. 6:24).

Pίζα όλων των κακών

Δεν είναι διόλου παράδοξο, λοιπόν, αν στη βιβλική και στην ασκητική ανθρωπολογία το πάθος της απληστίας -με οιαδήποτε μορφή και υπό οιοδήποτε όνομα κι αν εμφανίζεται (πλεονεξία, φιλαργυρία κ.λπ.)- ξεχωρίζει. Αποκαλείται «ρίζα όλων των κακών» που «τρέφει σαν κλαδιά όλα τα υπόλοιπα πάθη», «μητέρα όλων των κακών», «ακρόπολη της κακίας», «κολοφών των αμαρτημάτων» (2). Από την ίδια του τη φύση σημαίνει μετάλλαξη του ανθρώπου σε απόλυτη ατομικότητα, σε άπατο πηγάδι που καταπίνει τα πάντα δίχως τελειωμό. 

Μήπως η λέξη απληστία, άλλωστε, δεν σημαίνει την έλλειψη πλησμονής, ενώ η πλεονεξία το αδιάκοπο κυνηγητό για ολοένα και περισσότερα; Είναι χαρακτηριστικό ότι το βυζαντινό λεξικό «Σούδα» (περί τα τέλη του 10ου αι.) ερμηνεύει την «απληστία» ως «αδηφαγία» και διασώζει την έκφραση «άπληστος πίθος», έκφραση η οποία παραπέμπει στην άπελπι αιωνιότητα των Δαναΐδων στον Aδη, όπου πάσχιζαν να γεμίσουν με νερό ένα πιθάρι με σπασμένο πυθμένα. 

Ακριβώς επειδή αυτό το αμάρτημα είναι εξ ορισμού ακόρεστο, οι Πατέρες δεν διστάζουν να το καταδείξουν ως το μονιμότερο πάντων. Τα άλλα αμαρτήματα, λέει ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός (π. 8ον αι.), όσο πονηρά κι αν είναι, είναι «ολιγόχρονα» (3). 

Παρόμοια ο άγιος Αστέριος, επίσκοπος Αμασείας (π. 4ον αι.) επιμένει ότι η πορνεία, η λαγνεία, η φιλοδοξία έχουν κορεσμό. Η πλεονεξία, όμως, είναι θηρίο που μένει πάντα ακμαίο και δεν μαραίνεται ποτέ (4). Ο εραστής της πλεονεξίας, συμπληρώνει ο Ιωάννης Χρυσόστομος (4ον αι.), υποκύπτει στον διάβολο περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον (5).

Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίον ερμηνεύει τη δέκατη και τελευταία εντολή του παλαιοδιαθηκικού Δεκαλόγου ένας σπουδαίος σύγχρονος διανοούμενος, ο Ρενέ Ζιράρ. Η εντολή επικεντρώνει, ως γνωστόν, στην επιθυμία απόκτησης. «Ουκ επιθυμήσης την γυναίκα του πλησίον σου, ουκ επιθυμήσεις την οικίαν του πλησίον σου ούτε τον αγρόν αυτού ούτε τον παίδα(= δούλο) αυτού ούτε την παιδίσκην (= δούλη) αυτού ούτε του βοός αυτού…» (Εξ. 20: 17). 

Ο Ζιράρ υποστηρίζει ότι ο οξυδερκής νομοθέτης διέγνωσε στην εν λόγω επιθυμία τη στρέβλωση των ανθρώπινων σχέσεων και τη ρίζα της βίας. Ο άλλος εκπροσωπεί στα μάτια μας μια πληρότητα που νιώθουμε να μας λείπει. Eτσι, τα πράγματα που αυτός κατέχει, φορτίζονται για μας με ιδιαίτερη αξία. Επιθυμούμε, λοιπόν, αυτό που ο άλλος επιθυμεί (ο Ζιράρ εισηγείται τον όρο «μιμητική επιθυμία») ή, με άλλα λόγια, επιθυμούμε να αποκτήσουμε αυτά που εκείνος διαφεντεύει. Αν η επιθυμία αυτή εμποδιστεί, τις περισσότερες φορές δεν σβήνει, αλλά δυναμώνει, ακριβώς επειδή η αντίσταση πηγάζει από εκείνον ο οποίος εμπνέει την επιθυμία (6). Καλωσορίσαμε στον φαύλο κύκλο που γεννιέται από την επιθυμητική μήτρα της βίας!

«Aποστερητής»

Εδώ βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ζήτημα καίριας σημασίας, το οποίο, παρόλο που είναι αυτονόητο πρόταγμα του Χριστιανισμού, συχνά προσπερνιέται και υποβαθμίζεται. Το πρόβλημα με τα αμαρτήματα και τα πάθη δεν είναι ότι πλήττουν την ατομική καθαρότητα, την ατομική ευσέβεια κ.ο.κ. Στην εκκλησιαστική οπτική η προσωπική συγκρότηση είναι αδιανόητη δίχως την κοινωνία με τον άλλον. 

Η αγάπη, το άνοιγμα, με άλλα λόγια, του εγώ στους όχι-εγώ δεν είναι ηθικιστικό καθήκον αλλά κάτι απείρως περισσότερο. Θεμελιώδης όρος ώστε το ανθρώπινο υποκείμενο να γίνει αυθεντικό. Αμαρτία, λοιπόν, είναι οι επιλογές που χτίζουν έναν εαυτό περίκλειστο στον εαυτό του και ανίκανο να ανοιχτεί στον άλλον· Θεό ή άνθρωπο.

Eτσι, λοιπόν, είναι ιδιαιτέρως εύστοχος ο ορισμός που δίνει ο άγιος Μάξιμος Ομολογητής (π. 7ον αι.) στη φιλαργυρία. Είναι, λέει, το πάθος εκείνου που λαμβάνει με χαρά και δίνει με λύπη (7)! Σ' αυτό καθαυτό, δηλαδή, το γεγονός του (ατομικού) πάθους εμπεριέχεται η εργαλειοποίηση του άλλου. 

Το ίδιο ουσιαστικά λέει και ο Μ. Βασίλειος όταν, για να περιγράψει τους πλεονέκτες, επιστρατεύει μιαν εικόνα που παραπέμπει σε όσα είπαμε παραπάνω περί άπατου πηγαδιού: όπως κάνουν τα ψάρια, έτσι και ο πλεονέκτης καταπίνει στο απύθμενο στομάχι του τους αδύναμους (8). 

Είναι αδύνατο ο πλεονέκτης να μη στραφεί κατά του συνανθρώπου του. Γι' αυτό κι ένας έμπειρος ασκητής, ο Ισαάκ Σύρος (7ον αι.), συνιστά: Καλύτερα να κάτσεις παρέα με γύπες, παρά με πλεονέκτη και άπληστο (9).

Μια τέτοια θεώρηση ανοίγει ένα σπουδαίο κεφάλαιο. Την κριτική στάση όχι μόνο απέναντι στις διαπροσωπικές σχέσεις, αλλά και ευρύτερα, απέναντι στην κοινωνική αδικία, την εκμετάλλευση και τις ταξικές δομές. Ίσως να ακούγεται παράδοξο στις μέρες μας, όμως μια τέτοια ριζοσπαστική ματιά ανήκει στο ίδιο το μεδούλι της εκκλησιαστικής παράδοσης (10). 

Στο μύθευμα, π.χ., που καλλιεργούν οι διαπλεκόμενοι με την εκκλησιαστική εξουσία πλουτοκράτες, ότι ο πλουτισμός τους είναι τάχα θέλημα Θεού, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης (4ον αι.) αντιτείνει: «Δεν προέρχεται από τον Θεό το ψωμί του πλεονέκτη» (11). 

«Η μανιασμένη Ρίτα» (λεπτομέρεια), 1562, πίνακας του Πήτερ Μπρέγκελ του Πρεσβύτερου. H άχαρη γυναίκεια μορφή με τα φθαρμένα ρούχα και με την ποδιά της ξέχειλη από κατσαρολικά, αναζητά κρυψώνα για τα λάφυρά της. Mε βήμα βαρύ πορεύεται μέσα σε ένα τοπίο Aποκάλυψης, περιτριγυρισμένη από ένα ζοφερό πλήθος. Aμβέρσα, Mουσείο Mάγερ βαν ντεν Mπεργκ.

Γι' αυτό και υπάρχει ολόκληρο ρεύμα μέσα στην εκκλησιαστική παράδοση, σύμφωνα με το οποίο ούτε η ελεημοσύνη, ούτε οι προσφορές στους ναούς αποτελούν κολυμπήθρα του Σιλωάμ ώστε να δικαιώνονται οι τρόποι με τους οποίους συσσωρεύεται ο πλούτος. Αυτό που αξιώνει το εν λόγω ρεύμα είναι η κατάπαυση της εκμετάλλευσης. 

Ο Μ. Βασίλειος, για παράδειγμα, τον πλεονέκτη τον ταυτίζει με τον «αποστερητή» (12), μ' αυτόν, δηλαδή, που στερεί από τους εργαζομένους τη δίκαιη αμοιβή τους και δεν χορηγεί στους αναγκεμένους τα χρειαζούμενα. Οι δωρεές του στις εκκλησιές δεν μπορούν να γίνονται δεκτές, απλούστατα διότι «δεν πρόκειται να γίνει συμμέτοχος της πλεονεξίας ο Θεός» (13).

«Ολιγοδεΐας εραστής»

Ποια είναι η απάντηση στον εφιάλτη της απληστίας; Σίγουρα το να ασκηθεί ο άνθρωπος στην ολιγάρκεια (το να γίνει, όπως θα 'λεγε ο Μάξιμος, «ολιγοδεΐας εραστής» (14)) και να αφήσει χώρο στη δράση του Θεού. Να ζήσει τα πράγματα με μέτρο και την αγάπη άμετρα. Μα αυτό και πάλι δεν σημαίνει αποτράβηξη σε μια ατομική πνευματική γυμναστική. 

Αδιάκοπα ρηξικέλευθος, ο Χρυσόστομος, π.χ., παρατηρεί ότι η παρθενία, που θεωρείται ύψιστη αρετή, ούτε καθολική εντολή συνιστά, ούτε οδηγεί από μόνη της στον παράδεισο. Ο πλεονέκτης παρθένος θα βλέπει τον νυμφώνα απ' έξω! Η αλληλεγγύη, όμως, και καθολική εντολή συνιστά και στον παράδεισο οδηγεί (15), απλούστατα διότι από τη φύση της σημαίνει έγνοια για τον άλλον. Κι αυτή η έγνοια σημαίνει πολλά. Αν παράδεισος είναι η ζωή με τον Χριστό, ο τόπος όπου ο Χριστός μας έχει κλείσει ραντεβού μαζί του είναι -κατά ρητή δήλωσή του- το πρόσωπο του ξένου και του αδικημένου (Ματθ. 25:31-46).

Πώς να πετύχετε ως φιλάργυροι

ΣTHN ΠAΓKOΣMIA γραμματεία δεν είναι μόνον η αρχετυπική τσιγγουνιά του Αρπαγκόν που αγκαλιάζει τρυφερά το σεντούκι του στον Μολιέρο, ούτε το πνιγηρό δίλημμα που αντιμετωπίζουν, ο Εβραίος της Μάλτας στον Μάρλοου και ο Σάυλοκ στον Σαίξπηρ: το πουγκί σου ή τη ζωή σου. Η σάτιρα έδωσε πολλούς καθημερινούς χαρακτήρες φιλάργυρων. 

Ο Άγγλος, ουγγρικής καταγωγής, χιουμορίστας συγγραφέας Τζωρζ Μάικς (1912-1987) άφησε ένα σχετικό κείμενο με τίτλο Περί Φιλαργυρίας όπου, μεταξύ άλλων, επαναφέρει τη γνωστή συνταγή της επιτυχούς φιλαργυρίας: «Αν θέλετε να είστε φιλάργυρος, να θυμόσαστε έναν πολύ απλό βασικό κανόνα: «Ο φιλάργυρος ποτέ δεν είναι τόσο πλούσιος, ώστε να μπορεί να περιφρονήσει έστω και μια πεντάρα». 

Και δέστε την ιστορία που επαληθεύει τον κανόνα αυτόν: 

Όταν ήμουν 17 χρονών έτυχε να βρίσκομαι σ' ένα συμβολαιογραφείο της Βουδαπέστης, όπου ένας πλούσιος κύριος, ιδιοκτήτης 22 τεραστίων κτημάτων, πουλούσε ένα από τα σπίτια του. Ο αγοραστής τού μέτρησε 50.000 λίρες και το τραπέζι εξαφανίστηκε κάτω από το τεράστιο χρυσό βουνό που σωρεύτηκε πάνω του. Ο γερο-πλούσιος μέτρησε τέσσερις φορές τα λεφτά. Ύστερα άνοιξε μια σαρακοφαγωμένη κασετίνα και έβγαλε τους τίτλους του σπιτιού, τυλιγμένους σε μια κορδέλα. Τους ξετύλιξε διστακτικά και μετά πολλή σκέψη τους έδωσε στον αγοραστή. Ο τελευταίος αυτός, τους πήρε και του είπε:
- Μου δίνετε σας παρακαλώ και την κορδέλα για να τους τυλίξω;
Ο γέρος δίστασε μια στιγμή· έριξε μια ματιά στην τεράστια χρυσή στοίβα που βρισκόταν πάνω στο τραπέζι κι απάντησε:
- Την κορδέλα; Ευχαρίστως. Πληρώστε μου, όμως, τέσσερις πεντάρες!»
Θ.Β.
Από τη «Χιουμοριστική Ανθολογία» (εκδόσεις Τ. Δρακόπουλου, 1958).


Σημειώσεις:
1. Eριχ Φρομ, «Να Eχεις ή να Είσαι», εκδ. Μπουκουμάνης, Αθήνα 1978, σσ. 173-174
2. Α΄ Τιμοθ. 6:10. - Αββάς Νείλος, «Patrologia Graeca» (στο εξής: PG) 79:1152B. - Ιωάννης Χρυσόστομος, PG 53:173. - Σύνοδος Καρθαγένης, PG 138:37A. - Κλήμης Αλεξανδρείας, PG 8:437C. - Μ. Βασίλειος, PG 30:813C.
3. Ιωάννης Δαμασκηνός, PG 95:1148Β.
4. Αστέριος Αμασείας, PG 40:200C.
5. Ιωάννης Χρυσόστομος, PG 57:212.
6. Ren Girard, «Εθεώρουν τον σατανάν ως αστραπήν» (μτφρ. Ευγενία Γραμματικοπούλου) εκδ. Εξάντας-Νήματα, Αθήνα 2002, σσ. 25-33.
7. Μάξιμος, PG 90, 104D.
8. Βασίλειος, PG 29:152D.
9. Ισαάκ Σύρος, «Ασκητικά», εκδ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1977, σ. 238.
10. Βλ. ενδεικτικά Θανάση Ν. Παπαθανασίου, «Κοινωνική δικαιοσύνη και Ορθόδοξη θεολογία», εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2005. Η σχέση αυτής της κριτικής στάσης με την εκάστοτε κοινωνική πραγματικότητα (π.χ. με το πιστωτικό σύστημα, τη διελκυστίνδα κεντρικής εξουσίας και ευγενών κ.λπ.) έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, δεν είναι όμως του παρόντος.
11. Γρηγόριος Νύσσης, PG 44:1173Β.
12. Βασίλειος, PG 31:276C.
13. Βασίλειος, PG 32:1164D.
14. Μάξιμος, PG 91:805Α.
15. Ιωάννης Χρυσόστομος, PG 51:277.
(Πηγή: Ένθετο Καθημερινής «7 Ημέρες» 5/2/2006)

Των Αγίων Ημερών, Άγιοι και Μνήμες (15-21 Νοεμβρίου)




15 Νοεμβρίου: Μνήμη του αγιασμένου πατριάρχη Σερβίας Παύλου (†2009) - αγγλικά: Patriarch Pavle of Serbia: "a saint who walks"

16 Νοεμβρίου: του αγίου αποστόλου και ευαγγελιστή Ματθαίου ("Δε μπορείς ν' αλλάξεις; Δες εμένα!")
 

17 Νοεμβρίου:
Άγιος Γρηγόριος Νεοκαισαρείας ο Θαυματουργός (ο "πνευματικός Παππούς" του Μεγάλου Βασιλείου)

Μνήμη Εξέγερσης Πολυτεχνείου, 1973:
Εκκλησία και Χούντα (1)
1967 - 1973: Εκκλησία και Χούντα (2), οι δύο όψεις

Ένας ορθόδοξος αγωνιστής κατά της χούντας

19 Νοεμβρίου: 
Μνήμη του νέου ιερομάρτυρα Δανιήλ Συσόεφ (†2009), ιεραποστόλου της Μόσχας(αγγλικά εδώ & ενότητα στο blog μας εδώ). 

21 Νοεμβρίου:
Τα Εισόδια της Θεοτόκου στην Αγία Γραφή

Μνήμη Γερόντων Ιάκωβου Τσαλίκη & Γεώργιου Καλτσίου

Άλλοι άγιοι στις 151617181920 & 21 Νοέμβρη.
Και: Δυτικοί άγιοι στα μέσα Νοεμβρίου 

Ένας παπάς στο «Κάτι Ψήνεται» - Ή: Η «μόνη απόλαυση των μοναχών»...


Πρόσφατα ένας παπούλης συμμετείχε στην παραπάνω τηλεοπτική εκπομπή, όπου διαγωνίστηκε μαγειρεύοντας για τους συμπαίκτες του (14 Νοε 2013).
Η παρουσία του προκάλεσε μάλλον γέλιο - είπε αστεία, τραγούδησε ρεφραίν από λαϊκά τραγούδια, έκανε και προσευχή, αλλά και εκκεντρικότητες - μπορεί όμως (και το εύχομαι) σε μερικούς να προκάλεσε και κάποιο σεβασμό.

Στις εκκεντρικότητές του δε θα σταθώ. Ξέρουμε καλά πως στην Ορθοδοξία υπάρχουν και σαλοί, η αποθέωση της αντισυμβατικότητας. Την ώρα όμως που έφτιαχνε το γλυκό του, είπε μια κουβέντα που με πλήγωσε κάπως και αυτή θα ήθελα να σχολιάσω...
Είπε: «Επειδή η μόνη απόλαυση του μοναχού είναι το φαγητό, το φτιάχνω συχνά αυτό το γλυκό στο μοναστήρι και οι μοναχοί δεν αφήνουν ούτε κομματάκι».
Εδώ θα διαφωνήσω, πατέρα Ποιμένα. Νομίζω πως η μόνη απόλαυση του μοναχού είναι αυτή! (Και εδώ).
Δε συμφωνείτε;

ΥΓ. Φαίνεται όμως πως τελικά ο π. Ποιμένας δεν είναι κανονικός ορθόδοξος μοναχός. Ηγείται ενός αντικανονικού μοναστηριού, που δεν υπάγεται σε καμιά Ορθόδοξη Εκκλησία και μάλιστα μερικές φορές έχει προκαλέσει και προβλήματα... Αναλυτικό ρεπορτάζ εδώ & εδώ.
Ας προσευχόμαστε γι' αυτόν & τους ακολούθους του. Δε θα ανεβάσω σχόλια σ' αυτή την ανάρτηση.

                        
Πηγή

Ὅσιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος - Προσευχὴ τῶν δακρύων

Ὅσιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος


Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὅστις ἔκλαυσας ἐπὶ Λαζάρῳ, καὶ ἔχυσας δάκρυα λύπης καὶ συμπαθείας ἐπάνω εἰς αὐτόν, δέξαι τὰ τῆς πικρίας μου δάκρυα· ἰάτρευσον διὰ τῶν ἁγίων σου παθημάτων τὰ πάθη μου· θεράπευσον διὰ τῶν πληγῶν σου τὰς ψυχικάς μου πληγάς· διὰ τοῦ τιμίου σου αἵματος καθάρισόν μου τὸ αἷμα, καὶ ἕνωσον τὴν εὐωδίαν τοῦ ζωοποιοῦ σου σώματος τῷ σώματί μου· ἡ χολή, τὴν ὁποίαν παρὰ τῶν ἐχθρῶν ἐποτίσθης, ἂς γλυκάνῃ τὴν ψυχήν μου ἀπὸ τὴν πικρίαν, τὴν ὁποίαν ὁ ἀντίδικός μου διάϐολος μ᾿ ἐπότισε· τὸ πανάγιόν σου σῶμα, τὸ ὁποῖον ἐτανύσθη ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, ἂς ἀναπτερώσῃ πρὸς σὲ τὸν νοῦν μου, ὅστις ἐσύρθη κάτω ὑπὸ τῶν δαιμόνων· ἡ παναγία σου κεφαλή, τὴν ὁποίαν ἔκλινας ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, ἂς ὑψώση τὴν κεφαλήν μου, τὴν πειϋϐρισθεῖσαν ὑπὸ τῶν ἀντιπάλων δαιμόνων· αἱ πανάγιαί σου χεῖρες, αἱ καθηλωθεῖσαι ὑπὸ τῶν παρανόμων ἐν τῷ σταυρῳ, ἂς μὲ ἀναϐιϐάσωσι πρὸς σὲ ἐκ τοῦ χάσματος τῆς ἀπωλείας, καθὼς ὑπεσχέθη τὸ πανάγιόν σου στόμα· τὸ πρόσωπόν σου, τὸ δεξάμενον ραπίσματα καὶ ἐμπτύσματα ὑπὸ τῶν καταράτων Ἰουδαίων, ἂς μοῦ λαμπρύνῃ τὸ πρόσωπον, τὸ ὁποῖον ἐμολύνθη ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας· ἡ ψυχή σου, τὴν ὁποίαν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ ὑπάρχον, παρέδωκας εἰς τὸν πατέρα σου, ἂς μὲ ὁδηγήσῃ πρὸς σὲ διὰ τῆς χάριτός σου.Δὲν ἔχω καρδίαν θλιϐομένην προς ἀναζήτησίν σου, δὲν ἔχω μετάνοιαν, δὲν ἔχω κατάνυξη, οὐδὲ δάκρυα, τὰ ὁποῖα ἐπαναφέρουσι τὰ τέκνα εἰς τὴν ἰδίαν αὐτῶν πατρίδα. Δὲν ἔχω, δέσποτα, δάκρυον παρακλητικόν· ἐσκοτίσθη ὁ νοῦς μου ἀπὸ τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου, καὶ δὲν δύναται ν᾿ ἀτενίσῃ πρὸς σὲ μετὰ πόνου· ἐψυχράνθη ἡ καρδία μου ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν πειρασμῶν, καὶ δὲν δύναται νὰ θερμανθῇ διὰ τῶν δακρύων τῆς πρὸς σὲ ἀγάπης.
Ἀλλὰ σύ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, δώρησαί μοι τελείαν μετάνοιαν καὶ καρδίαν ἐπίπονον, ἵνα ὁλοψύχως ἐξέλθω εἰς ἀναζήτησίν σου· διότι ἄνευ σοῦ θέλω ἀποξενωθῇ ἀπὸ παντὸς ἀγαθοῦ. Χάρισαί μοι λοιπόν, ὦ ἀγαθέ, τὴν χάριν σου· ὁ πατήρ, ὅστις σ᾿ ἐγέννησεν ἐκ τῶν κόλπων αὐτοῦ ἀχρόνως καὶ ἀϊδίως, ἂς ἀνανεώσῃ εἰς ἐμὲ τὰς μορφὰς τῆς εἰκόνος σου· σ᾿ ἐγκατέλιπον, μὴ μ᾿ ἐγκαταλείπῃς· ἐχωρίσθην ἀπὸ σοῦ, ἔξελθε εἰς ἀναζήτησίν μου, καὶ εὐρὼν εἰσάγαγέ με εἰς τὰς νομάς σου, καὶ συναρίθμησόν με μετὰ τῶν προϐάτων τῆς ἐκλεκτῆς σου ποίμνης, καὶ διάθρεψόν με μετ᾿ αὐτῶν ἐκ τῆς χλόης τῶν θείων σου μυστηρίων, τῶν ὁποίων ὑπάρχει κατοικητήριον ἡ καθαρὰ καρδία, εἰς τὴν ὁποίαν ἀναφαίνεται ἡ ἔλλαμψις τῶν ἀποκαλύψεών σου, ἡ ὁποία ἔλλαμψις εἶναι παρηγορία καὶ ἀναψυχὴ τῶν κοπιώντων διὰ σὲ ἐν θλίψεσι καὶ διαφόροις μάστιξι· τῆς ὁποίας ἐλλάμψεως εἴθε ν᾿ ἀξιωθῶμεν καὶ ἡμεῖς διὰ τῆς χάριτος καὶ φιλανθρωπίας σου, τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


ΕΡΜΗΝΕΙΑ:

 Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Σὺ ποὺ ἔκλαψες γιὰ τὸ φίλο Σου Λάζαρο καὶ τὰ μάτια Σου ἔσταξαν δάκρυα λύπης καὶ συμπάθειας, δέξου τὰ δάκρυα τῆς πικρίας μου. Μὲ τὰ πάθη Σου θεράπευσε τὰ πάθη μου. Μὲ τὰ τραύματά Σου γιάτρεψε τὰ τραύματά μου. Μὲ τὸ Ἅγιο αἷμα Σου ἄγνισε τὸ αἷμα μου καὶ ἡ εὐωδία τοῦ ζωοποιοῦ Σου σώματος ἂς μοσχομυρίσει καὶ τὸ δικό μου σῶμα. Ἡ χολή, ποὺ Σὲ πότισαν, ἂς γλυκάνει τὴν ψυχή μου ἀπ᾿ τὶς πικρίες, ποὺ μὲ πότισε ὁ ἀντίδικος. Τὸ σῶμα Σου, ποὺ τὸ τάνυσαν πάνω στὸ Σταυρό, ἂς ἀνεβάσει σὲ Σένα τὸ νοῦ μου, ποὺ τὸν τράβηξαν κάτω οἱ δαίμονες. Τὸ κεφάλι Σου, ποὺ ἔγειρε πάνω στὸ Σταυρό, ἂς ὑψώσει τὸ δικό μου κεφάλι, ποὺ τὸ ταπείνωσε ὁ ἐχθρός. Τὰ Πανάγια χέρια Σου, ποὺ καρφώθηκαν ἀπὸ τοὺς ἀπίστους στὸ Σταυρό, ἂς μὲ τραβήξουν ἀπ᾿ τὸν γκρεμὸ τοῦ χαμοῦ, ὅπως ὑποσχέθηκε τὸ Πανάγιό Σου στόμα. Τὸ πρόσωπό Σου, ποὺ δέχθηκε χτυπήματα καὶ φτυσίματα ἀπὸ τοὺς καταραμένους, ἂς ὀμορφήνει τὸ πρόσωπό μου, ποὺ τὸ ἀσχήμιναν οἱ ἀνομίες μου. Ἡ ψυχή Σου, ποὺ ἀπ᾿ τὸ Σταυρὸ τὴν παρέδωσες στὸν Πατέρα Σου, ἂς μὲ ὁδηγήσει στὴ Χάρη Σου.
Δὲν ἔχω καρδιὰ ἔμπονη γιὰ ἀναζήτησή Σου. Δὲν ἔχω μετάνοια, οὔτε κατάνυξη, πράγματα ποὺ φέρνουν τὰ παιδιὰ στὴν κληρονομιά τους. Δὲν ἔχω, Κύριε, δάκρυ ἱκετευτικό. Σκοτίστηκε ὁ νοῦς μου μὲ τὰ βιοτικὰ καὶ ὑλικά, καὶ δὲν ἔχει τὴ δύναμη νὰ σὲ δεῖ μὲ πόνο καὶ συμπάθεια. Πάγωσε ἡ καρδιά μου ἀπ᾿ τὸ πλῆθος τῶν πειρασμῶν καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ζεσταθεῖ μὲ τὰ δάκρυα τῆς ἀγάπης γιὰ Σένα.
Ἀλλὰ Σύ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, δώρησέ μου ὁλοκληρωμένη μετάνοια καὶ καρδιὰ ἔμπονη γιὰ νὰ βγῶ καὶ νὰ Σ᾿ ἀναζητήσω μ᾿ ὅλη μου τὴν ψυχή, γιατί, χωρὶς Ἐσένα, εἶμαι ξένος κάθε καλοῦ. Χάρισέ μου, λοιπόν, Ἀγαθέ, τὴν Χάρη Σου. Ὁ Πατέρας Σου... ἂς ξανακαινουργώσει μέσα μου τὴν Εἰκόνα Σου. Σὲ ἐγκατέλειψα - μὴ μ᾿ ἐγκαταλείψεις. Μακρύνθηκα ἀπὸ Σένα - βγὲς νὰ μ᾿ ἀναζητήσεις, νὰ μὲ βρεῖς καὶ νὰ μὲ ξαναβάλεις στὸ κοπάδι τῶν λογικῶν Σου προβάτων, καὶ νὰ μὲ θρέψεις, μαζὶ μ᾿ αὐτά, μὲ τὴ χλόη τῶν Θείων Σου μυστηρίων, τῶν ὁποίων τόπος εἶναι ἡ καθαρὴ καρδιά, στὴν ὁποία παρουσιάζεται καὶ ἡ ἔλλαμψη τῶν ἀποκαλύψεών Σου, ποὺ εἶναι παρηγοριὰ κι ἀναψυχὴ γι᾿ αὐτοὺς ποὺ κοπίασαν γιὰ Σένα μὲ θλίψεις καὶ ποικίλα βάσανα. Μακάρι ν᾿ ἀξιωθοῦμε κι ἐμεῖς νὰ δοῦμε αὐτὴ τὴν ἔλλαμψη, μὲ τὴ Χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία Σου, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...