Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Ιουνίου 01, 2014

Η ΨΥΧΗ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ


  • Τι γίνεται η ψυχή μόλις χωρισθεί από το σώμα;
  • Που βρίσκονται οι ψυχές;
  • Επικοινωνούν; Έχουν μνήμη; Μπορούν να μετανοήσουν;
  • Μπορεί να βοηθηθεί η ψυχή μετά θάνατο;


Τι γίνεται η ψυχή μετά τον χωρισμό της από το σώμα:

Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγει, ότι κατά τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα στέκονται μπροστά της από μια μεριά οι φωτεινοί άγγελοι του Θεού και από την άλλη οι σκοτεινοί δαίμονες, που την κατηγορούν για τα έργα της και ζητούν να την πάρουν μαζί τους. Όταν η ψυχή δει τους δαίμονες φοβάται και τρέμει και ζητά προστασία από τους αγγέλους του Θεού. Οι άγγελοι τότε την ανεβάζουν ψηλά κάτω από την προστασία τους για να προσκυνήσει τον Θεάνθρωπο Κύριο. Περνώντας η ψυχή τον εναέριο χώρο συναντά τα «τελώνια», δαίμονες που αντιστοιχούν σε διάφορα πάθη, και εμποδίζουν τον δρόμο της για τον ουρανό.
Σε κάθε «τελώνιο» απαιτείται από την ψυχή λογαριασμός για κάθε αμάρτημα που έκανε.

Που βρίσκονται οι ψυχές:

Μετά τον «τελωνισμό» κατά την τεσσαρακοστή ημέρα, η ψυχή οδηγείται ενώπιον του Κυρίου να προσκυνήσει, και Εκείνος κρίνει τον τόπο που θα οδηγηθεί. Αυτή είναι η ΜΕΡΙΚΗ ΚΡΙΣΗ.
Μεταφέρεται λοιπόν σε μια άλλη κατάσταση, σε μια άλλη πραγματικότητα που λέγεται ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ. Οι ψυχές των δικαίων που γνώρισαν την αλήθεια και έζησαν με πίστη στον Θεάνθρωπο Ιησού, στην ευαγγελική διδασκαλία της Ορθοδόξου Πίστεως και στον Άγιο Τριαδικό Θεό, και με συνεχή μετάνοια, αυτές βρίσκονται στο φως και στην ανάπαυση. Προαπολαμβάνουν τα αιώνια αγαθά και προγεύονται της Θείας Μακαριότητας του Παραδείσου. Όσες όμως ψυχές δεν έζησαν σύμφωνα με το άγιο θέλημα του Θεού, αρνήθηκαν τον Ιησού και το έργο της Εκκλησίας Του και παρέμειναν μέχρι το τέλος της ζωής τους σκληρές, αμετανόητες και ασεβείς, όλες αυτές δοκιμάζουν θλίψη και στενοχώρια, αβάσταχτο πόνο και ψυχικό βάρος και μαρτύριο και προγεύονται τα αιώνια βάσανα της κολάσεως.
Η αναμονή των ψυχών στη ΜΕΣΗ αυτή κατάσταση διαρκεί από τη στιγμή του θανάτου του σώματος μέχρι που θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Οπότε όλες οι ψυχές θα λάβουν εκ νέου τα σώματά τους, θα αναστηθούν και θα δεχθούν την τελική κρίση. Οι δίκαιοι θα ζουν μαζί με τον Άγιο Τριαδικό Θεό στη Βασιλεία του Θεού αιωνίως και οι άδικοι στην αιώνια Κόλαση. Αυτή θα είναι και η τελική κατάσταση των ανθρώπων.

Οι ψυχές επικοινωνούν; Θυμούνται; Μπορούν να μετανοήσουν;

Οι ψυχές των δικαίων επικοινωνούν μεταξύ τους και χαίρουν και προγεύονται τον Παράδεισο. Με τις ψυχές όμως που βρίσκονται στην άλλη κατάσταση και προγεύονται την κόλαση δεν μπορούν να επικοινωνήσουν. Υπάρχει μεταξύ τους μέγα και αγεφὐρωτο χάσμα.
Οι ψυχές στη Μέση Κατάσταση έχουν συναίσθηκη και συνείδηση ποιες είναι. Έχουν έντονη μνήμη της προτέρας ζωής των. Θυμούνται τους δικούς τους πάνω στη γη, γονείς, αδέλφια, συγγενείς, φίλους καθώς και με λεπτομέρεια τι έπραξαν κάτω στη γη.
Στην κατάσταση αυτή οι ψυχές δεν μπορούν να μετανοήσουν! Υποφέρουν, βασανίζονται, ζητούν ν’ ανακουφισθούν λίγο, αλλά δεν μπορούν να μετανοήσουν: «Εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια».

Μπορεί να βοηθηθεί η ψυχή μετά θάνατο;

Μπορεί να μην υπάρχει στον Άδη μετάνοια, όμως η άπειρη ευσπλαχνία του Θεού βοηθά τις ψυχές με δύο τρόπους, μέχρι και της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού.
Πρώτον, η επουράνιος Εκκλησία των Αγγέλων και των Αγίων δέχεται τις παρακλήσεις μας για τους ζώντες και τους κεκοιμημένους και τις μεταφέρει μεσιτεύοντας γι’ αυτούς στο Θεό.
Δεύτερον, εμείς τα μέλη της Στρατευμένης Εκκλησίας παρακαλούμε και τελούμε για τις ψυχές:
  • την Θεία Λειτουργία.
  • Τα ιερά Μνημόσυνα.
  • Τα Τρισάγια.
  • Τα καομποσχοίνια και τις μετάνοιες.
  • Τις ελεημοσύνες.


Απόσπασμα από το βιβλίο του π. Γεωργίου Καλπούζου «ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ- Αυτονόητα αλλά τόσο άγνωστα θέματα», Εκδόσεις ΦΩΤΟΔΟΤΕΣ, σελ. 90-92
πηγή

Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΕΡΩΤΑ



Στο ζήτημα του έρωτα, έχουμε μία ακόμη διαστροφή της Χριστιανικής διδασκαλίας, η οποία δημιουργείται στο χώρο της Εκκλησίας και η οποία βασίζεται στην εντύπωση, πως οι αμαρτίες οι σχετικές με τον έρωτα και οι διάφορες ερωτικές παρεκτροπές απασχολούν κατά κύριο λόγο την γνήσια Χριστιανική παράδοση και πως αντιμετωπίζονται από το Χριστό με μία αυστηρότητα, με την οποία δεν αντιμετωπίζεται καμιά άλλη ανθρώπινη αμαρτία. Μάλιστα οι υποστηρικτές αυτής της άποψης παλιότεροι και νεότεροι, απομονώνουν φράσεις είτε των Πατέρων, είτε του Χριστού για να αποδείξουν το δίκαιο των λεγομένων τους και να συνεχίσουν την διαστροφή αυτή. Όμως, όπως είναι γνωστό, με την τακτική αυτή, μπορεί να κάνεις την Αγία Γραφή να σου πει, ότι θέλεις εσύ, διαστρεβλώνοντας παντελώς την αλήθεια και το νόημα του Χριστιανισμού.
Σ’ αυτή τη λογική πατώντας, αναπτύχτηκε το δουλεμπόριο των Αφρικανών σκλάβων προς τις φυτείες της Αμερικής τον 19ο αιώνα. Οι κατά τα άλλα «ευσεβείς Χριστιανοί» λευκοί μεγαλογαιοκτήμονες, που χρειάζονταν φθηνά και άφθονα εργατικά χέρια για τις φυτείες τους, δεν είχαν κανένα συνειδησιακό πρόβλημα για την σκληρή και απάνθρωπη συμπεριφορά τους απέναντι στους μαύρους σκλάβους, αφού όπως υποστήριζαν η στάση τους αυτή είναι σε αρμονία με την Αγία Γραφή. Παρέπεμπαν στην διήγηση της Γένεσης, στην οποία ο Νώε καταριέται τον υιό του Χαμ (πατέρα του Χαναάν), ο οποίος εκπροσωπεί την μαύρη φυλή, να είναι δούλος των αδελφών του Σημ και Ιάφεθ, οι οποίοι εκπροσωπούν αντίστοιχα την Σημιτική και την λευκή φυλή: «“Καταραμένος να είναι ο Χαναάν! Χειρότερος και από δούλος να γίνει για τ’ αδέλφια του”. Μετά είπε: “Ευλογημένος να είναι ο Κύριος, ο Θεός του Σημ! Ο Χαναάν να είναι δούλος του. Να αυξήσει ο Θεός το λαό του Ιάφεθ! Οι απόγονοί του να κατοικούν μαζί με το λαό του Σημ, και ο Χαναάν να είναι δούλος του Ιάφεθ”» Γένεση 9:25 – 27.
Ο Χριστός όπως μας παρουσιάζεται μέσα από τα Ευαγγέλια, ούτε συστηματικά ασχολήθηκε με τον έρωτα ούτε ανέπτυξε κάποια ολοκληρωμένη άποψη γι’ αυτόν. Μόνο μια επιδερμική αντιμετώπιση υπήρξε από μέρους του γι’ αυτόν, η οποία δεν ξεπερνά τις τέσσερις με πέντε περιπτώσεις. Παρόλα αυτά μπορούμε να οδηγηθούμε σε κάποια ίσως σημαντικά συμπεράσματα. Διαφαίνεται λοιπόν από τη στάση του, πως όταν κάνει λόγο για τον έρωτα και τις διάφορες ερωτικές παρεκτροπές, τις αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη επιείκεια. Δεν τις ξεχωρίζει από τις άλλες ανθρώπινες αμαρτίες, ούτε τις δίνει κάποιο ιδιαίτερο βάρος, ούτε τις κατατάσσει στις «μεγάλες και ασυγχώρητες αμαρτίες», όπως τις αποκαλεί η μετέπειτα Χριστιανική υποκρισία. Άλλη «εφεύρεση» αυτής της Χριστιανικής υποκρισίας! Μεγάλη και ασυγχώρητη αμαρτία! Λες και η αμαρτία μπαίνει στο ζύγι!
Τι σημαίνει μικρή και μεγάλη αμαρτία; Ή κάνεις αμαρτία ή δεν κάνεις. Φυσικά υπάρχουν μικρότερα και μεγαλύτερα εγκλήματα, αλλά το κακό και η αμαρτία δεν αξιολογούνται με την ποσότητα. Όταν βλέπουμε μία γυναίκα έγκυο 3 μηνών και μία άλλη 8 μηνών, λέμε «αυτή είναι λίγο έγκυος και άλλη πολύ;». Όχι βέβαια! Και η μία και η άλλη είναι έγκυος. Γι’ αυτό ο Ιάκωβος ο αδελφόθεος γνωρίζοντας την πραγματική διάσταση της αμαρτίας γράφει: «Διότι όποιος τηρήσει ολόκληρο το νόμο, φταίξει όμως σε ένα σημείο, έχει γίνει ένοχος παραβάσεως όλου του νόμου. Διότι εκείνος που είπε, Να μη μοιχεύσεις είπε και να μη φονεύσεις. Εάν δε, δεν μοιχεύσεις, αλλά φονεύσεις έχεις γίνει παραβάτης του νόμου» Ιακώβου Καθολική Επιστολή 2:10 – 11.
Αντιμετωπίζοντας λοιπόν ο Χριστός τις διάφορες ερωτικές παρεκτροπές, όπως και για τις άλλες αμαρτίες, ενδιαφέρεται σχεδόν αποκλειστικά για την εσωτερική διάθεση και το κίνητρο, παρά για την εξωτερική συμπεριφορά. Έτσι δικαιολογείται και η «σκανδαλώδης» στάση του απέναντι στην μοιχαλίδα που έπρεπε να θανατωθεί. Μια στάση που αποτελεί κόλαφο για τους απανταχού «ευσεβείς» Χριστιανούς όλων των εποχών, γι’ αυτό και προσπάθησαν να την εξαφανίσουν. Γιατί όπως μας πληροφορούν οι νεότερες κριτικές εκδόσεις της Γραφής, σε πολλά αρχαία χειρόγραφα που περιέχουν τα Ευαγγέλια, η περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, κεφάλαιο 8, στίχοι 3 – 11, όπου περιγράφεται η σκηνή στην οποία οι Φαρισαίοι οδηγούν μπροστά στο Χριστό «γυναίκα που έχει συλληφθεί επ’ αυτοφόρω να μοιχεύει», έχει κατά καιρούς εξαλειφθεί. Αν ο Χριστός ήταν «σωστός» και «δίκαιος», έπρεπε να συναινέσει στο λιθοβολισμό της, γιατί η μοιχεία όχι μόνο της παντρεμένης αλλά και της αρραβωνιασμένης σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο (Λευιτικό 20:10 και Δευτερονόμιο 22:20 – 23) θεωρούνταν ένα από τα μεγαλύτερα αμαρτήματα της θρησκευτικής και κοινωνικής Ηθικής. Αντ’ αυτού, λέει την περίφημη φράση στους κατηγόρους της, πως «όποιος από εσάς είναι αναμάρτητος ας ρίξει πρώτος την πέτρα», θυμίζοντας έτσι τηνκαθολικότητα της ανθρώπινης αποτυχίας και αμαρτίας, η οποία όχι μόνο δεν προσμετράται με το ανθρώπινα υποκριτικά μέτρα, αλλά είναι και προσωπική αποτυχία του καθενός από εμάς να ζήσει την πραγματική φύση του, αγαπώντας τους άλλους και αγαπώμενος από τους άλλους. Γιατί μπορεί πιθανόν αυτοί που ήταν έτοιμοι να την λιθοβολήσουν να μην είχαν μοιχεύσει – αν και κάποιοι από αυτούς μπορεί να ήταν και μοιχοί – αλλά ήταν ψεύτες, κλέφτες, φονιάδες, φιλάργυροι και ούτω καθ’ εξής. Και το αποκορύφωμα της «σκανδαλώδους» στάσης του Χριστού για τους απανταχού «ευσεβείς» Χριστιανούς όλων των εποχών, ολοκληρώνεται με την βεβαίωση του (στίχος 11), πως δεν την κατακρίνει, παρόλο που σύμφωνα με την ευαγγελική διήγηση, δεν διακρίνει από την μοιχαλίδα καμιά εξωτερική εκδήλωση μετάνοιας!: «ούτε εγώ σε κατακρίνω, πήγαινε και από τώρα και στο εξής μην αμαρτάνεις πλέον».
Για την πόρνη που άλειψε με μύρο τα πόδια του είπε: «Συγχωρούνται οι πολλές αμαρτίες της γιατί αγάπησε πολύ» Λουκάς 7:47. Στην Σαμαρείτιδα που ζούσε στην αμαρτία φέρθηκε πολύ θερμά. Της ζήτησε αρχικά νερό, για να της δώσει προφανώς κάποιο αίσθημα αξίας, γιατί το να μιλάς στις γυναίκες τότε ήταν άπρεπο, αφού θεωρούνταν κατώτερες από τον άνδρα και στην συνέχεια της αποκάλυψε μερικές από τις πιο υψηλές διδασκαλίες του. Δεν αγνόησε, ούτε αποσιώπησε την προσωπική της κατάσταση, αλλά ούτε στάθηκε σ’ αυτήν ή εμποδίστηκε από την αμαρτωλή της αυτή κατάσταση για να την πλησιάσει.
Στους αρχιερείς και τους υπόλοιπους θρησκευτικούς ηγέτες της εποχής του, που υποτίθεται πως δεν ήταν ένοχοι κανενός ερωτικού αμαρτήματος, ο Χριστός επαναλάμβανε διαρκώς: «Αλήθεια σας λέγω, πως οι τελώνες και οι πόρνες πηγαίνουν πριν από εσάς στη βασιλεία του Θεού» Ματθαίος 21:31. Στην παραβολή του σπλαχνικού Πατέρα, την γνωστή ως Ασώτου, ο μεγαλύτερος γιος θυμίζοντας τους εκάστοτε Πουριτανούς που έχουν κηρύξει «ιερό πόλεμο» κατά του έρωτα, λέει με «ιερή» αγανάκτηση στον πατέρα του: «Ορίστε, τόσα χρόνια σου δουλεύω και ποτέ δεν παράκουσα εντολή σου, και ποτέ δεν μου έδωσες ένα κατσικάκι να το απολαύσω με τους φίλους μου. Όταν δε ο γιος σου αυτός που κατασπατάλησε την περιουσία σου με τις πόρνες, επέστρεψε, θυσίασες γι’ αυτόν το μοσχάρι το σιτευτό» Λουκάς 15:29 – 30.
Τι γίνεται όμως με την αναφορά του Χριστού για την μοιχεία στην επί του όρους ομιλία του; Δεν φαίνεται εκεί πως καταδικάζει την μοιχεία; Ας δούμε όμως πρώτα τι λέει ο Χριστός στο συγκεκριμένο σημείο και μετά το σχολιάζουμε: «Έχετε ακούσει ότι είπαν στους αρχαίους, μη μοιχεύσεις. Εγώ όμως σας λέγω, ότι κάθε άνθρωπος που βλέπει μια γυναίκα και την επιθυμεί, ήδη διέπραξε με αυτή μοιχεία μέσα στην καρδιά του». Ματθαίος 5:27 – 28. Εδώ ο Χριστός χρησιμοποιεί ένα παράδειγμα γιατί θέλει να δείξει, πως γι’ αυτόν, αυτό που έχει σημασία δεν είναι η εξωτερική συμπεριφορά του ανθρώπου – η οποία πολλές φορές οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα – αλλά η εσωτερική του διάθεση. Αυτό φαίνεται και στα άλλα παραδείγματα που χρησιμοποιεί για τον ίδιο λόγο: «Έχετε ακούσει ότι είπαν στους αρχαίους, μη φονεύσεις, εκείνος που θα φονεύσει, θα πρέπει να δικαστεί. Εγώ όμως σας λέγω, ότι καθένας που οργίζεται εναντίον του αδελφού του χωρίς λόγο πρέπει να δικαστεί. Εκείνος που θα πει στον αδελφό του “ρακά” πρέπει να παραπεμφθεί στο Συνέδριο. Εκείνος πάλι που θα πει  “μωρέ”, πρέπει να παραδοθεί στη πύρινη γέεννα». Ματθαίος 5:21 – 22. Ο ανθρώπινος νόμος κρίνει τον άνθρωπο με βάση τα εξωτερικά φαινόμενα και θεωρεί το φόνο την πράξη που σκοτώνει το σώμα, για τον Χριστό όμως φόνος είναι η εσωτερική διάθεση απορρίψεως του άλλου που μπορεί να σκοτώσει την ψυχή του. Αξίζει πάντως να σημειωθεί και να επισημανθεί πως στο παράδειγμα που ο Χριστός αναφέρεται στην ερωτική παρεκτροπή δεν αναφέρει κάποια τιμωρία για τον αμαρτωλό, ενώ αντίθετα λέει πως όποιος αποκαλέσει τον αδελφό του μωρό, είναι ένοχος και πρέπει να παραδοθεί στη πύρινη γέεννα.
Βλέπουμε δηλαδή από τις παραπάνω αναφορές του Χριστού στο έρωτα, πως όχι μόνο δεν διαφαίνεται κάποια εχθρική διάθεση προς αυτόν, αλλά μια φυσική αντιμετώπισή του και μια πολύ ήπια αντιμετώπιση των ερωτικών παρεκτροπών.
Και ενώ ο Χριστός αντιμετωπίζει ήπια τα ερωτικά αμαρτήματα, για άλλου είδους αμαρτήματα που δεν έχουν καμιά σχέση με τον έρωτα δείχνει μια αδυσώπητη αυστηρότητα. Όπως λόγου χάρη το αμάρτημα του πλουσίου, από την παραβολή του πτωχού Λαζάρου, για το οποίο ο πλούσιος είχε ευρεθεί σε μια κατάσταση αφόρητου βασάνου μετά θάνατον, ώστε να παρακαλέσει τον Αβραάμ, στον κόλπο του οποίου βρίσκονταν ο Λάζαρος: «Πάτερ Αβραάμ, ελέησέ με και στείλε τον Λάζαρο να βουτήξει την άκρη του δακτύλου του σε νερό και να δροσίσει την γλώσσα μου, διότι υποφέρω μέσα σ’ αυτή τη φλόγα» Λουκάς 16:24. Τι τρομερό είχε κάνει ο πλούσιος, ποιο εν τέλει ήταν το φοβερό αμάρτημά του ώστε να υποφέρει ένα τόσο φρικτό μαρτύριο; Γιατί διαβάζοντας την διήγηση του Ευαγγελίου, διαπιστώνουμε πως ο πλούσιος κάθε άλλο παρά αμαρτωλός ήταν. Ήταν ένας καθώς πρέπει άνθρωπος, ένας έντιμος επιχειρηματίας, δεν έκλεβε, δεν σκότωσε κάποιον άνθρωπο, ήταν ένας πιστός σύζυγος και ακόμα, όταν κάποιος του ζητούσε κάτι δεν του το αρνούνταν. Με λίγα λόγια δηλαδή, ένας ευσεβής σημερινός Χριστιανός που όλοι προφανώς θα θέλαμε να ήμασταν στη θέση του για να βρεθούμε στον Παράδεισο. Ο Λάζαρος ήθελε τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του και ο πλούσιος τον άφηνε να τα πάρει. Δεν έχουμε λόγο να πιστεύουμε – όπως σημειώνει και ο ιερός Χρυσόστομος – πως αν είχε ζητήσει κάτι περισσότερο ο Λάζαρος, δεν θα του το είχε δώσει. Τι έκανε λοιπόν που ήταν τόσο φοβερό ώστε να υφίσταται την πιο σκληρή τιμωρία που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο για οποιοδήποτε αμάρτημα;
Το αμάρτημά του ήταν πως ασχολούνταν αποκλειστικά με τον εαυτό του. Ούτε ενδιαφέρονταν για κανένα άλλο, ούτε παρατηρούσε κανέναν άλλον. Οι άλλοι δηλαδή γι’ αυτόν ήταν αόρατοι, μη όντες (ανύπαρκτοι). Αυτή φαίνεται να είναι για το Ευαγγέλιο η σπουδαιότερη αμαρτία, αφού γι’ αυτήν αναφέρεται η πιο βαριά τιμωρία. Αυτή όμως η αμαρτία – δυστυχώς για όλους μας– είναι μια αμαρτία που επαναλαμβάνουμε διαρκώς.
Βαριές τιμωρίες αναφέρονται στο Ευαγγέλιο στις διηγήσεις των παραβολών, όχι για όσους υπέπεσαν σε ερωτικές παρεκτροπές, αλλά για όσους ήταν εγωκεντρικοί. Στην παραβολή των ταλάντων ο Χριστός περιέγραψε μια εξίσου βαριά τιμωρία για τον άνθρωπο που δεν αξιοποίησε τις δυνατότητές του θέτοντάς τες στην υπηρεσία των άλλων: «Τον άθλιο δούλο ρίξτε έξω στο σκοτάδι, εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών» Ματθαίος 25:30. Και τον άσπλαχνο δούλο, στην αντίστοιχη παραβολή, ο οποίος αρνήθηκε να χαρίσει τη μικρή οφειλή του συνδούλου του, ενώ εκείνος είχε απαλλαγεί από μια ασύγκριτη μεγάλη οφειλή, ο κύριός του τον παραδίδει στους βασανιστές Ματθαίος 18:34.
Τέλος στην παραβολή της τελικής κρίσης, που διαβάζεται στην Εκκλησία κάθε Κυριακή της Αποκριάς, ένας ύμνος στην φιλανθρωπία όπως έλεγε και ο μακαριστός καθηγητής Νικόλαος Ματσούκας, ο Χριστός περιγράφοντας την Δευτέρα Παρουσία του, λέει σ’ αυτούς που δεν έδειξαν αγάπη στο συνάνθρωπό τους: «Φύγετε από εμένα, καταραμένοι, στην αιώνια φωτιά, που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους αγγέλους του, γιατί πείνασα και δεν μου δώσατε να φάω, δίψασα και δεν με ποτίσατε, ξένος ήμουν και δεν με πήρατε στο σπίτι, γυμνός ήμουν και δεν με ντύσατε, ασθενής ήμουνα και φυλακισμένος και δεν με επισκεφτήκατε» Ματθαίος 25:41 – 43.
Από την προχειρότερη ανάγνωση του ευαγγελίου γίνεται σαφές, πως ο Χριστός, ούτε πίστευε πως η μεγαλύτερη ανθρώπινη αμαρτία συνδέεται με τον έρωτα, ούτε θεωρούσε αμαρτωλό τον έρωτα, αλλά ότι γι’ αυτόν αμαρτία βασικά είναι, η έλλειψη αγάπης για τον Θεό και τον άνθρωπο που είναι εικόνα του Θεού, και ότι η οποιαδήποτε ανθρώπινη εκδήλωση, ή ενέργεια είναι αμαρτωλή, όταν δεν είναι έκφραση αγάπης.
Όλα τα παραπάνω τα εκφράζει ωραιότατα ο Ραούλ Φολλερώ, Γάλλος ανθρωπιστής και ιεραπόστολος του 20ου αιώνα, σε μια αποστροφή από το βιβλίο του «Αγάπη και Πράξη»:
«Είδα αυτό το όνειρο: Ένας άνθρωπος παρουσιαζόταν στο κριτήριο του Κυρίου: “Κοίταξε, Θεέ μου”, του έλεγε “τήρησα τον νόμο σου, δεν έκανα τίποτα αισχρό,κακό ή αντίθρησκο. Κύριε, τα χέρια μου είναι καθαρά”. –“Ασφαλώς, ασφαλώς”, του απαντούσε ο καλός Θεός … αλλά είναι άδεια!».    

Βιβλιογραφία
Φ. Φάρος: Έρωτος Φύσις
Φ. Φάρος: Η Εκκλησία ως σκάνδαλο και ως σωτηρία
Χρ. Γιανναράς: Η ελευθερία του ήθους
πηγή

Αποτελέσματα της Ανομίας!

Μία σύγχρονη θαυμαστή ίαση

Θεραπεία καρκίνου παρειάς

«Εάν πορευθώ εν μέσω σκιάς θανάτου
 ου φοβηθήσομαι κακά, ότι συ μετ’ εμού ει».
Τον Απρίλιο του 1998 διαπιστώθηκε ότι είχα καρκίνο αριστεράς παρειάς σε προχωρημένο στάδιο, αφηγείται ο κ. I. Δ. Κ., καθηγητής θετικών επιστημών, από την Κατερίνη. Οι γιατροί εκτιμούν ότι εμφανίστηκε το β΄ εξάμηνο του 1997. Μετά από εξετάσεις και συνεννοήσεις, μετέβην στο Λονδίνο το Μάιο του 1998 για χημειοθεραπεία και στις 7.7.1998 υποβλήθηκα σε εγχείρηση, αφαιρέθηκε ο όγκος και μου έβαλαν μόσχευμα από την πλάτη. Επέστρεψα στην Ελλάδα και υποβλήθηκα σε ακτινοβολίες το Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο. Το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς διαπιστώθηκε ότι κατά την εγχείρηση στην Αγγλία δεν μου είχε αφαιρεθεί μικρό τμήμα του όγκου, το οποίο άρχισε να μεγαλώνει.
OLYMPUS DIGITAL CAMERA
Στις 23.2.1999 υποβλήθηκα σε νέα εγχείρηση στο «Θεαγένειο», και πήραν μόσχευμα από την κοιλιακή χώρα. Την ημέρα της εγχειρήσεως η εικόνα της Παναγίας στο υπνοδωμάτιό μου εξέπεμπε ευωδία και σχηματίστηκε ένα άσπρο σημάδι στη μορφή της, στο μέτωπο· το διαπίστωσαν και οι οικείοι μου.
Ένα μήνα μετά την εγχείρηση, όπως καθόμουν κι έκλεισα λίγο τα μάτια μου, είδα ότι βρέθηκα στη Μονή  Οσ. Εφραίμ Κονταριώτισσας. Στον αύλειο χώρο, η Ηγουμένη κι εγώ συνοδεύαμε ένα υψηλό επιβλητικό Μοναχό, Άγιο όπως ένιωθα. Στρέφει στην Ηγουμένη και της λέει: Άλλη φορά θα μιλήσουμε μαζί· πήγαινε τώρα. Καθώς συνεχίζαμε οι δύο, παίρνω θάρρος και τον ερωτώ: Τι θα γίνει με μένα; —Δεν είναι τίποτε, μη φοβάσαι. Προχωρούμε και ξαναρωτώ: Σας παρακαλώ, έχω ένα πρόβλημα εδώ. Τι θα γίνει; —Σου είπα, δεν είναι τίποτε! Την ίδια στιγμή σκύβει προς το χειρουργημένο μάγουλό μου, και αισθάνομαι ζεστό το χνώτο του. Αυτοστιγμεί βρέθηκα όπως ήμουν πριν. Τις επόμενες μέρες αντικρίζοντας για πρώτη φορά συμπτωματικά μια εικόνα του αγίου Ραφαήλ αναγνώρισα τον άγνωστο Άγιο του οράματος. Την αυτή αίσθηση είχε και η Ηγουμένη, επειδή στο όνειρό μου κατευθυνόμαστε προς το εκεί παρεκκλήσι του Αγίου.
Το Σεπτέμβριο του 1999, δίπλα στο μόσχευμα εμφανίζεται συρίγγιο, το οποίο άρχισε να πυορροεί. Υποβάλλομαι σε νέες ακτινοβολίες χωρίς αποτέλεσμα· η πυόρροια δεν σταματά για έξι-επτά μήνες. Τη Λαμπροτρίτη του 2000 επισκέπτομαι ως προσκυνητής τη Μονή Αγίου Ραφαήλ Γρίβας. Στη δεξίωση των επισήμων ανέφερα το περιστατικό. Παρευρισκόμενος Καθηγητής Γναθοχειρουργικής από την Αθήνα μου εξήγησε ότι η πυόρροια οφειλόταν σε υπόλειμμα του αφαιρεθέντος όγκου και πιθανότατα δε θα σταματούσε, με πολλά ενδεχόμενα. Μου συνέστησε όμως, μετά την αφήγηση του τόσο αποκαλυπτικού ονείρου, να βάζω λαδάκι από την εικόνα του Αγίου. Το έκανα με βαθειά πίστη και άλειφα με λαδάκι το μάγουλό μου. Σε μια βδομάδα το πύο περιορίστηκε, την επόμενη βδομάδα άλλαξε χρώμα προς το άσπρο και αργότερα το συρίγγιο έκλεισε τελείως. Μόνο με το λαδάκι!
Πηγή: Θαύματα Αγίων, σημεία Θεού. Μητροπολίτου Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου Δημητρίου. Β΄έκδοση. Έκδοση Ι. Μονής Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης. Γρίβα Γουμενίσσης 2006. Σέλ. 164-166.
πηγή

Ο μοναχός που δέχτηκε το χαστούκι και νίκησε τον διάβολο!

Ο μοναχός που δέχτηκε το χαστούκι και νίκησε τον διάβολο!
Η ταπεινοφροσύνη στολίζει τον άνθρωπο. Ο ταπεινός άνθρωπος όπου και αν σταθεί, όπου και αν βρεθεί, σκορπάει μία κατά κάποιο τρόπο μυστηριώδη χάρη και γίνεται αγαπητός και προσφιλής.
Την ταπείνωσιν οι δαίμονες την τρέμουν, όπως ακριβώς συνέβη και με έναν υποτακτικόν: Ένας Χριστιανός είχε μία κόρη δαιμονισμένη και την επήγε σε πολλούς γιατρούς αλλά δεν βρήκε την θεραπεία της. 
Αυτός ο Χριστιανός είχε ένα φίλο, πνευματικό άνθρωπο ο οποίος είχε σχέση με τους μοναχούς, και λέγοντάς του το παράπονο, τον πόνο του για το κορίτσι του, του λέγει εκείνος• «Το παιδί σου θα βρεί θεραπεία μόνον όταν καλέσεις ένα μοναχό, υποτακτικό, και έλθει στο σπίτι σου και κάνει μίαν ευχούλα, θα ιδείς αμέσως το παιδί σου θα γίνει καλά.
— Καί που θα τον βρω εγώ αυτόν τον μοναχό;
— Να! Κάτω στην αγορά κατεβαίνουν, λέγει, από την έρημο νεώτεροι υποτακτικοί μοναχοί και πωλούν διάφορα εργόχειρα. Σ’ ένα τέτοιο μοναχό πες του• «Έλα στο σπίτι να σού πληρώσω τα εργόχειρα, διότι τώρα επάνω μου δεν έχω χρήματα». Καί πες του να σού κάνει μία ευχή και θα δείς ότι το παιδί σου θα γίνει καλά.
Αυτός αμέσως το πρωί κατεβαίνει στην αγορά• βλέπει ένα νέο μοναχό να πωλεί διάφορα, εκεί, εργόχειρα.
Τού λέει: Πάτερ, πόσο τα δίνεται αυτά;
— Τόσο. Είπε ο μοναχός.
— Μπορείς να έλθεις μέχρι το σπίτι να σε πληρώσω, γιατί επάνω μου δεν έχω χρήματα;
— Έρχομαι, λέγει.
Καί αφού προχωρούσαν προς το σπίτι και πλησίαζαν, ο διάβολος μυρίστηκε το πράγμα, ότι ήρθε η ώρα του να πάρει το εξιτήριό του και να φύγει από τον άνθρωπο, ετοιμάστηκε και αυτός. Καί μπαίνοντας ο μοναχός μέσα στο σπίτι, τον απαντά η κόρη και σηκώνει το χέρι και του δίνει ένα ράπισμα, του μονάχου. Αυτός, ο μοναχός, γύρισε και την άλλη πλευρά του προσώπου και του δίνει και απ' εκεί ένα ράπισμα, και αμέσως η κόρη έπεσε κάτω και έβγαζε αφρούς. Καί στο τέλος, φεύγοντας το δαιμόνιο είπε, ότι η εντολή του Χριστού με βγάζει και με διώχνει. Καί αμέσως το παιδί έγινε καλά.
Ο υποτακτικός αυτός, από την πράξη αυτή φαίνεται ότι ήταν ένας προοδευμένος,ένας πετυχημένος μοναχός ο οποίος οπωσδήποτε θα είχε εξασκηθεί στην παιδεία και στη θεραπεία της ψυχής του.
Στην προσευχή μας πάντοτε να παρακαλούμε και να δεόμεθα του Θεού να μας απαλλάττη απ' αυτό το θηρίο, τον εγωισμόν, και να μας χαρίζη την αγίαν ταπείνωσιν της ψυχής. 

Η κριτική της εκκοσμίκευσης και η αυτοκριτική για την έλλειψη αναζητήσεων


Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Συχνά οι χριστιανοί κατηγορούμε τον κόσμο και το εκκοσμικευμένο πνεύμα, το οποίο θεωρούμε ότι είναι η αιτία για την απόσπαση των ανθρώπων από την ζωή της Εκκλησίας και την παράδοσή τους σε έναν τρόπο χωρίς Θεό. Είναι εύκολη η διατύπωση αυτής
της μομφής. Όλοι θα συμφωνούσαν ότι η εκκοσμίκευση αποτελεί δεδομένη κατάσταση. Και οι περισσότεροι, καθώς αισθανόμαστε μοναξιά όταν θέλουμε να είμαστε ενεργά μέλη της Εκκλησίας, νιώθουμε ότι η πίστη δεν μας εξασφαλίζει ζωή αποδεκτή από τους ανθρώπους. Παρηγοριόμαστε όμως ότι είμαστε αυτοί που αντιστεκόμαστε, έστω και κατ’ ολίγον έναντι του κόσμου. Και την ίδια στιγμή διατυπώνουμε με λόγους αλλά και με επικλήσεις στο παρελθόν και την ιστορία της Εκκλησίας, τους βίους των Αγίων και των Πατέρων, τις διαπιστώσεις μας.

Η αυθεντική παράδοση της Εκκλησίας μας όμως μάς πληροφορεί ότι απ’ αρχής το πραγματικά εκκοσμικευμένο πνεύμα, με την έννοια της απομάκρυνσης από την Αλήθεια και τον τρόπο της Σωτηρίας που μας δίδει ο Χριστός, βρισκόταν εντός των τειχών. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο απόστολος Παύλος στους χριστιανούς της Εφέσου, όταν επρόκειτο να αναχωρήσει από εκεί, «εξ υμών αυτών αναστήσονται άνδρες λαλούντες διεστραμμένα του αποσπάν τους μαθητάς οπίσω αυτών» (Πράξ. 20, 30). Από ανάμεσά σας θα βγουν πρόσωπα που θα διδάσκουν πλάνες για να παρασύρουν τους πιστούς με το μέρος τους. Το ερώτημα ανακύπτει εύλογα: γιατί υπάρχουν χριστιανοί οι οποίοι ελκύονται από λόγο παραπλανητικό ως προς την αλήθεια της πίστης και τη ζωή της Εκκλησίας; Γιατί τελικά αυτοί οι εχθροί είναι πιο δυσκολοδιάκριτοι σε σχέση με το εκκοσμικευμένο πνεύμα, προς το οποίο, συνήθως, είναι στραμμένη η ανησυχία μας;

Η απάντηση έχει να κάνει με τρία σημεία. Το πρώτο έγκειται στην αναζήτηση της αλήθειας δια του νου και του ορθού λόγου. Ο άνθρωπος δεν εμπιστεύεται την εμπειρία της Εκκλησίας, την αυθεντία του πατερικού λόγου, την φώτιση των μεγάλων προσωπικοτήτων που χάραξαν υγιείς γραμμές στη ζωή της πίστης, αλλά τον εαυτό του και τις δικές του αναζητήσεις. Τον δικό του τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται την πίστη. Κι ενώ το κίνητρό του είναι υγιές, καθώς αναζητεί το κάτι παραπάνω στην κατανόηση και ίσως και την βίωση του λόγου και της χριστιανικής εμπειρίας, δεν καταθέτει την αναζήτησή του στο Σώμα του Χριστού, αλλά επιδιώκει να σύρει αυτό το Σώμα προς την δική του λογική, την δική του κατεύθυνση. Έτσι ο λόγος του, από λόγος αναζήτησης, γίνεται διεστραμμένος λόγος. Είναι όμως συνήθως και ελκυστικός λόγος, γιατί καλύπτει και ανησυχίες άλλων. Έτσι, αποσπά χριστιανούς προς την δική του πορεία, για να έχει συμμετόχους στην πλάνη του. Καμία αναζήτηση δεν μπορεί να αποβεί υγιής αν δεν είναι ενταγμένη στο σώμα του Χριστού, στην κοινωνία εν τη Εκκλησία, στην σπουδή της παράδοσης. Αυτό δεν σημαίνει στατικότητα στην αναζήτηση ούτε αίσθημα αυτάρκειας. Κάποιοι πιστεύουν ότι οι παλαιότεροι έχουν μιλήσει για όλα. Δεν είναι όμως υγιές να μην μπορούμε να αξιοποιήσουμε την σοφία, την γνώση και την εμπειρία των παλαιότερων, οι οποίοι είχαν ως κριτήριό τους την Αλήθεια εν τη Εκκλησία και να προχωρήσουμε σε όποιον διάλογο με τον εαυτό μας, με την εποχή μας, με τον κόσμο μας. Ο λόγος των παλαιοτέρων είναι το όριο, είναι το σύνορο στο οποίο η αναζήτησή μας μπορεί να αισθάνεται ότι είναι υγιής.

Το δεύτερο σημείο, ως συνέχεια του πρώτου, έχει να κάνει με έναν περφεξιονισμό, μια τελειομανία που διακατέχει όλους εκείνους που γίνονται αιρετικοί. Έχοντας την δίψα να είναι οι εκλεκτοί, οι τέλειοι, οι καθαροί, δεν μπορούν να αποδεχθούν εντός τους πώς ο Θεός συγκαταβαίνει στην ανθρώπινη αδυναμία, πώς προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση και την συνενώνει με την θεότητα, πώς οδηγείται στο πάθος, τον θάνατο, πώς με την ανάστασή Του επαναπροσλαμβάνει το ανθρώπινο σώμα και την ίδια στιγμή, με την ένδοξό του Ανάληψη, το ανεβάζει στον ουρανό, σε πλήρη κοινωνία με τον Πατέρα. Για τους αιρετικούς αυτή η συγκατάβαση αντίκειται στα δεδομένα της λογικής τους, είτε αυτά στηρίζονται στην φιλοσοφική παιδεία των αρχαίων Ελλήνων που δεν μπορούσαν να δεχτούν την κένωση του Θεού και αρκούνταν σε μία φαινομενική μεταμόρφωσή του, είτε αυτά στηρίζονται στην ιουδαϊκή αυτάρκεια, η οποία δεν μπορούσε να διανοηθεί σωτηρία για όλους όσους δεν ήταν Ιουδαίοι, ο περιούσιος δηλαδή λαός του Θεού. Αυτά τα στοιχεία συνεχίζονται και στην εποχή μας. Από την μία έχουμε να κάνουμε με όλους εκείνους οι οποίοι δεν μπορούν να δεχθούν έναν Θεό αδύναμο, που δεν υποτάσσει τον κόσμο στο θέλημά Του, καθώς μάλιστα αυτό είναι για το καλό και την επικράτηση της δικαιοσύνης, και από την άλλη με εκείνους οι οποίοι ζητούν έναν Θεό αποκλειστικά για τους ίδιους. Ζητούμε οι άνθρωποι έναν Θεό αυστηρό στα παραπτώματα των άλλων, ιδίως εκείνα που σχετίζονται με το σώμα, και αδιαφορούμε για έναν Θεό που ζητά αγάπη, συγχωρητικότητα, κατανόηση, σεβασμό στον άνθρωπο, οποιαδήποτε μορφή ζωής κι αν ακολουθεί, αρκεί να ενεργοποιείται εντός του η διάθεση της μετανοίας, η οποία θα τον οδηγήσει στην αλλαγή. Ζητούμε έναν Θεό ο Οποίος θα είναι επιεικείς με όσους τηρούν τις εντολές Του και θα τους δίδει ξεχωριστή θέση σε σχέση με όσους είναι φαινομενικά ή πραγματικά μακριά από Εκείνον, ενώ ο Θεός είναι για όλους. Και ακολουθούμε ευκολότερα τους αυστηρούς, οι οποίοι όμως διαπνέονται συνήθως και από ένα πνεύμα υπερηφάνειας για τα κατορθώματά τους, κυρίως ασκητικά, χωρίς να διαβλέπουμε ότι ο Θεός είναι αγάπη.

Τέλος, πολλοί άνθρωποι ακολουθούν όσους μιλούν διεστραμμένα διότι εκείνοι έχουν μέσα τους ιεραποστολικό ζήλο, ο οποίος μεταφράζεται με την αναζήτηση και καλλιέργεια διαπροσωπικών σχέσεων. Ο αιρετικός νιώθει έντονη την ανάγκη να πείσει. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει μόνο με τον λόγο. Επιστρατεύει την κοινωνικότητα και τα όποια χαρίσματά του, τα οποία τα θέτει στην υπηρεσία της πλάνης του, για να μπορέσει να ελκύσει και άλλους στην πορεία του. Αυτός ο κατά τα άλλα αξιοθαύμαστος ιεραποστολικός ζήλος, ο οποίος όμως δεν πηγάζει συνήθως από γνήσια αγάπη για τον άλλον, αλλά έχει να κάνει με την αγωνία της υπέρβασης της προσωπικής μοναξιάς και την αυτοδικαίωση του αιρετικού, χτίζει κοινότητες. Την ίδια στιγμή, στην Εκκλησία υπάρχει μία παθητική θέαση του κόσμου και των ανθρώπινων σχέσεων. Δεν αισθανόμαστε την ανάγκη να συναντήσουμε πραγματικά τον άλλον, αλλά αρκούμαστε σε μία φιλάνθρωπη βοήθεια στις δυσκολίες του ή σε μία ατομοκεντρική συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας, ο καθένας ακολουθώντας το πρόγραμμα και τους ρυθμούς της ζωής του, ενώ δεν κατανοούμε και δεν νιώθουμε ότι χωρίς άνοιγμα, μετοχή στις δυσκολίες αλλά και στη χαρά του άλλου δεν νοείται η αγάπη. Αλλά, την ίδια στιγμή, μας διακρίνει και μία παθητικότητα στην έννοια της ιεραποστολής. Δεν συνειδητοποιούμε ότι εφόσον βιώνουμε την σωτηρία, δηλαδή την Αλήθεια που είναι ο Χριστός, η δωρεά αυτή δεν πρέπει να παραμένει κλεισμένη στα ίδια, αλλά να δίδεται και στους άλλους. Όχι για να κάνουμε οπαδούς, αλλά για να μοιραστούμε την χαρά της όντως ζωής.

Εύκολη είναι η κριτική του εκκοσμικευμένου πνεύματος. Ίσως θα ήταν σκοπιμότερη και γνησιότερη η αυτοκριτική μας για την δυσκολία μας να εμπιστευτούμε την πνευματική μας παράδοση, για την αδυναμία μας να αγαπήσουμε και να μην κατακρίνουμε, αλλά και για την έλλειψη διάθεσης ουσιαστικού ανοίγματος προς τον πλησίον και τις διανθρώπινες σχέσεις, όπως αυτό επιτυγχάνεται μέσω της ιεραποστολής. Ας προβληματιστούμε λοιπόν και ας αναζητήσουμε στην ζωή και την διδαχή των Πατέρων μας τα πρότυπα εκείνα τα οποία θα μας βοηθήσουν να ζήσουμε πιο γνήσια τη ζωή της Εκκλησίας και να μην παρασυρθούμε από ανθρώπους που με την διαστροφή του λόγου τους θα βρούνε την αδυναμία μας και θα μας αποτραβήξουν από την Αλήθεια.

Εκοιμήθη εν Κυρίω ο Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης


ΜΕΓΑΛΗ ΑΠΩΛΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

Εκοιμήθη ο γνωστός αγιορείτης μοναχός Μωυσής

Καλό Παράδεισο, Γέροντα!

Εκοιμήθη σε ηλικία 62 ετών  πριν από λίγο ο λόγιος γέροντας Μωυσής ο Αγιορείτης, ο οποίος τον τελευταίο καιρό αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα με την υγεία του.

Ο μακαριστός Γέροντας Μωυσής τον τελευταίο καιρό μετά από επιθυμία του,  φιλοξενούταν στο Επισκοπείο της Ιεράς Μητροπόλεως Καστορίας όπου και εκοιμήθη.

Ο μοναχός Μωυσής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1952,  και μόναζε στο Άγιον Όρος από τριακονταπενταετίας.

Ασχολήθηκε με την αγιογραφία, την ποίηση, την κριτική και τη συγγραφή.

Έχει εκδώσει 52 βιβλία κι έχει γράψει περισσότερα από χίλια άρθρα. Έργα του έχουν μεταφρασθεί σε άλλες γλώσσες κι έχουν βραβευθεί.

Έχει σειρά ομιλιών, κατόπιν προσκλήσεων μητροπόλεων, Πανεπιστημιών και συλλόγων, στην Ελλάδα και το Εξωτερικό.

Έχει λάβει μέρος ως εισηγητής σε 80 συνέδρια. Έχει διατελέσει αρχιγραμματεύς της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους.

Είναι από εικοσαετίας αρχισυντάκτης του αγιορειτικού περιοδικού «Πρωτάτον» και μέλος επιφανών συλλόγων.

Ήταν Γέροντας από 25ετίας της Καλύβης Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου της Ιεράς Σκήτης Αγίου Παντελεήμονος - Κουτλουμουσίου,της οποίας διετέλεσε Δικαίος.

Θεωρούταν ο πολυγραφότερος σύγχρονος Αγιορείτης Γέροντας.ή

ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΓΓΑΜΟΣ ΒΙΟΣ Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΟ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟ ΓΑΜΟ



Οἱ προϋποθέσεις τῆς σωτηρίας.
 Ὅταν ὁ Κύριος ἀπέστελλε τούς Ἁγίους Ἀποστόλους γιά νά ὁδηγήσουν τούς ἀνθρώπους στή σωτηρία, τούς εἶπε: «Πορευθέντες οὖν μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη͵ βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος͵ διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν»114.
Τούς ἔδωσε τίς δύο ἐντολές, πού ἀποτελοῦν καί τούς ὅρους τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων: α) νά βαπτίζουν τούς ἀνθρώπους στό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί β) νά τούς διδάσκουν νά τηροῦν ΟΛΕΣ τίς ἐντολές. Ἡ πίστη στόν Χριστό, γιά νά εἶναι ὀρθή καί ζῶσα, πρέπει νά συνοδεύεται ἀπό τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του. Αὐτές γίνονται ἀποδεκτές ἀπό τόν πιστό ὡς ὁδηγίες καί προδιαγραφές ζωῆς.
Ὅλοι ὅσοι βαπτίσθηκαν στό ὄνομα τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ μποροῦν, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ὀφείλουν, νά ἐκτελοῦν ΟΛΕΣ τίς ἐντολές τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτοί εἶναι πού σώζονται, εἴτε εἶναι ἔγγαμοι εἴτε ἄγαμοι. Δεν ὑπάρχουν ἐξαιρέσεις ἤ ἀποκλεισμοί στήν πορεία πρός τήν θέωση, στήν μετάβαση ἀπό τό «κατ’ εἰκόνα» στό «καθ’ ὁμοίωσιν».
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει «ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε»115 .
Οἱ πρῶτοι Χριστιανοί –ἔγγαμοι καί ἄγαμοι– ζοῦσαν ἀσκητικά, τηρώντας ὅλες τίς ἐντολές.
Γι’ αὐτό καί εἶχαν γνήσια πνευματικά βιώματα, πού προκύπτουν ἀπό αὐτήν τήν «ἔνδυσι τοῦ Χριστοῦ» κατά τήν Βάπτιση. Εἶχαν τό χάρισμα...
τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τά «γένη γλωσσῶν»116, ὅπως τά ἀποκαλεῖ ὁ Ἅγιος Παῦλος, τά ὁποῖα εἶναι τά διάφορα εἴδη τῆς νοερᾶς προσευχῆς117, καθώς καί τά ἄλλα χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ Ἅγιος Παῦλος αὐτούς καθώς καί ὅσους ἐπρόκειτο νά εἰσέλθουν στήν Ἐκκλησία τούς καθοδηγοῦσε μέ τό λόγο του, ἀλλά καί μέ τίς ἐπιστολες του.
Μέ ὅλες του τίς ἐπιστολές, στίς ὁποῖες κάνει λόγο γιά κάθαρση τῆς καρδιᾶς, γιά φωτισμό τῆς ψυχῆς, γι’ ἀπόκτηση τῆς νοερᾶς προσευχῆς, γιά ἀδιάλειπτη προσευχή, γιά τήν ἐν Πνεύματι ζωή, φανερώνει ποιά εἶναι ἡ σωστή χριστιανική ζωή. Εἶναι σημαντικό νά τονιστεῖ ὅτι οἱ ἐπιστολές αὐτές ἐστάλησαν σέ διάφορες ἐκκλησιαστικές κοινότητες τοῦ κόσμου καί ὄχι σέ μοναχούς. Σ’ αὐτές ὑπῆρχαν Χριστιανοί, ὄχι μόνο ἄγαμοι ἀλλά καί ἔγγαμοι πού προσπαθοῦσαν νά ζήσουν τήν κατά Θεόν οἰκογενειακή ζωή! Οἱ ἀσκητικές αὐτές προτροπές τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καθώς καί οἱ μαρτυρίες τῶν ἀρχαίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας φανερώνουν ὅτι στίς πρῶτες ἀποστολικές Ἐκκλησίες, μέχρι τόν 2ο μ.Χ. αἰῶνα, τά μέλη τους ζοῦσαν, ὅπως ζοῦν σήμερα στίς ἱερές Μονές οἱ μοναχοί. Ἔκαναν ἄσκηση, εἶχαν κοινοκτημοσύνη καί ἀσκοῦσαν τήν ὑπακοή, τήν σωφροσύνη, τήν ἁγνότητα. Ζοῦσαν δέ πολύ ἔντονα τήν λατρευτική- μυστηριακή ζωή. Ἐμιμοῦντο τόν Κύριο καί τούς Ἁγίους Ἀποστόλους.
Ὅταν ἀργότερα, μετά τήν κατάπαυση τῶν διωγμῶν, ὁ Χριστιανισμός ἔγινε ἐπίσημη πλέον θρησκεία τοῦ κράτους, εἰσῆλθε μέσα στήν Ἐκκλησία ἡ ἐκκοσμίκευση. Τότε ἀτόνησε αὐτή ἡ πρώτη μορφή τῆς αὐθεντικῆς ἐνοριακῆς χριστιανικῆς ζωῆς, ἐνῶ παράλληλα ἄρχισε νά ἀναδεικνύεται ὁ μοναχισμός ὡς προσπάθεια συνέχισης τῆς βιώσεως αὐτῆς τῆς ἀποστολικῆς ζωῆς. Τότε, στόν καιρό τῆς ἐκκοσμίκευσης, ἄρχισε νά διαμορφώνεται σέ κάποιους χριστιανούς ἡ ὀλέθρια ἀντίληψη ὅτι τάχα ἀπαιτοῦνται λιγότερα ἀπό τούς λαϊκούς γιά τήν σωτηρία τους σέ σχέση μέ τούς μοναχούς. Ἀπό αὐτήν τήν ἀντίληψη, ὅπως λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, προῆλθαν ὅλα τά κακά.
Ἡ ἰδέα ὅτι αὐτοί πού ζοῦν στόν κόσμο μποροῦν νά διάγουν «χαλαρά» καί νά μήν τηροῦν ἀκριβῶς τό Εὐαγγέλιο, σέ ἀντίθεση μέ τούς μοναχούς, οἱ ὁποῖοι θεωρεῖτο ὅτι ἦταν οἱ μόνοι πού ὑποχρεοῦνταν νά Τό τηροῦν πλήρως, λειτούργησε καταστροφικά γιά τά λαϊκά μέλη τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ἀντίληψη αὐτή, σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρες, δέν εἶναι παρά μία μεγάλη αὐταπάτη.
«Αὐταπατᾶσαι καί σφάλλεις πάρα πολύ», λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «ἄν νομίζεις ὅτι ἄλλα ἀπαιτοῦνται ἀπό τόν κοσμικό καί ἄλλα ἀπό τόν μοναχό. Διότι πρέπει τό ἴδιο νά ἀνεβοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι· καί ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἀνέτρεψε ὅλην τήν οἰκουμένη εἶναι αὐτή ἡ ἀντίληψη: νομίζουμε ὅτι μόνον ἀπό τόν μοναχό ἀπαιτεῖται μεγαλύτερη ἀκρίβεια (στήν ζωή του) καί ὅτι στούς ὑπολοίπους ἐπιτρέπεται νά ζοῦν μέ ραθυμία»118.
Ὁ Κύριος εἶπε σαφῶς ὅτι ἀπαιτεῖται ἀπό ὅλους, κοσμικούς καί μοναχούς, ἐγγάμους καί ἀγάμους, ὅσοι θέλουν νά σωθοῦν!, ἡ τήρηση ΟΛΩΝ τῶν ἐντολῶν: «Ὅποιος τηρήσει ὅλες τίς ἐντολές καί μία μόνον δέν τηρήσει ἀκριβῶς, εἶναι παραβάτης ὅλων», δηλ. εἶναι ὡς νά μήν τήρησε καμμία.«Ὅστις γὰρ ὅλον τὸν νόμον τηρήσῃ͵ πταίσῃ δὲ ἐν ἑνί͵ γέγονεν πάντων ἔνοχος»119.
Δέν ὑπάρχει ἕνα Εὐαγγέλιο βαρύ ἤ πλῆρες γιά τούς μοναχούς, τό ὁποῖο οἱ μοναχοί καί μόνον αὐτοί εἶναι ὑποχρεωμένοι νά τό τηροῦν μέχρι «κεραίας», καί ἀπό τήν ἄλλη μεριά ἕνα Εὐαγγέλιο «ἐλαφρύτερο» γιά τούς χριστιανούς, πού ζοῦν στόν κόσμο, τό ὁποῖο αὐτοί ὡς «κοσμικοί» δικαιοῦνται νά τό ἔχουν καί νά τό ἀκολουθοῦν.
Τό Εὐαγγέλιο εἶναι ΕΝΑ, κοινό γιά ὅλους. Οἱ ἐντολές Του εἶναι ἐπίσης κοινές γιά ὅλους καί εἶναι ἐλαφρές καί ἀπελευθερωτικές. «Οἱ Ἐντολές Μου» διακηρύττει ὁ Κύριος καί Δημιουργός μας, « βαρεῖαι οὐκ εἰσί»120. Ὁ Χριστός μας δέν μᾶς φορτώνει φορτία δυσβάστακτα. «Ὁ ζυγός μου χρηστός καί τό φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστι»121 μᾶς λέγει.
Ἀντιθέτως, βαρύ φορτίο εἶναι αὐτό πού φορτώνει ὁ κόσμος καί ὁ διάβολος στούς ὁπαδούς του: τό φορτίο τῆς ἁμαρτίας, τῶν παθῶν, τῆς ἀπομάκρυνσης ἀπό τόν Θεό, τῆς ἔλλειψης νοήματος γιά τήν ζωή, τό φορτίο τοῦ ἄγχους, τῆς μελαγχολίας, τῆς κατάθλιψης καί τοῦ ὑπαρξιακοῦ θανάτου. «Τά ἀποτελέσματα τῆς ἁμαρτίας εἶναι θάνατος»122 ψυχικός καί σωματικός, αἰώνιος χωρισμός τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν Θεία Χάρη, τήν αἰώνια μακαριότητα, τόν Θεό. Αὐτό συμβαίνει βεβαίως ἐάν ὁ ἄνθρωπος, ὅσο εἶναι σ’ αὐτήν τή ζωή, δέν μετανοήσει εἰλικρινῶς. Ἐάν μετανοήσει, ἡ ψυχή ἀνίσταται πνευματικά καί ὁ ἄνθρωπος σώζεται ἀπό τόν ἀθάνατο θάνατο -πού εἶναι ὁ αἰώνιος χωρισμός τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν Θεία Χάρη. Ὅσοι πάντως παραβαίνουν τίς ἐντολές, ἐπισημαίνει ὁ Μ. Βασίλειος, κινδυνεύουν νά ὁδηγηθοῦν στήν αἰώνια ἀπώλεια.
«Ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους», διδάσκει ὁ Οὐρανοφάντωρ, «θά ἀπαιτηθεῖ ἡ ὑπακοή πρός τό Εὐαγγέλιο· καί ἀπό τούς μοναχούς καί ἀπό αὐτούς πού ἔχουν σύζυγο. Διότι θά εἶναι ἀρκετό σ’ αὐτόν πού ἦλθε σέ γάμο ἡ παραχώρηση τῆς ἀκρασίας (ἔλλειψης ἐγκράτειας) καί τῆς ἐπιθυμίας πρός τό θῆλυ καθώς καί τῆς συνουσίας. Ὅλες οἱ ὑπόλοιπες ἐντολές εἶναι νομοθετημένες καί ἀφοροῦν σέ ὅλους στόν ἴδιο βαθμό. Ἐπίσης, δέν εἶναι ἀκίνδυνες γι’ αὐτούς πού τίς παραβαίνουν. Εὐαγγελιζόμενος ὁ Χριστός τίς ἐντολές τοῦ Πατρός διαλεγόταν μ’ αὐτούς πού βρίσκονταν στόν κόσμο (καί ὄχι μέ ἐρημίτες ἀσκητές). Ἐάν μάλιστα συνέβαινε κάποτε νά ἐρωτηθεῖ ἀπό τούς μαθητές Του κατ’ ἰδίαν –ἀλλά καί κατ’ ἰδίαν νά ἀπαντήσει–, διακήρυττε λέγοντας: ‘’Αὐτά πού λέγω σέ σᾶς, σέ ὅλους τά λέγω’’»123. Τό ἔκανε αὐτό, γιά νά μήν νομίσουν ὅτι αὐτά πού τούς ἔλεγε ἰδιαιτέρως, ἴσχυαν μόνο γι’ αὐτούς. Ἴσχυαν καί ἰσχύουν γιά ὅλους· μοναχούς καί ἐγγάμους.
Στὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου καί τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὅπως καταγράφεται στό Ἱερό Εὐαγγέλιο καί γενικότερα στήν ὀρθόδοξη Παράδοση δὲν ὑπάρχει διάκριση μεταξὺ μοναχῶν καὶ ἐγγάμων, ὡς πρὸς τὶς προϋποθέσεις-ὑποχρεώσεις γιὰ τὴν σωτηρία τους124. Δὲν εἶναι γιὰ κάθε τάξη διαφορετικὲς οἱ προϋποθέσεις-ὑποχρεώσεις. Ἕνα εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ: ὁ ἁγιασμός μας. «Τοῦτο γάρ ἐστιν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ», διδάσκει ἡ Ἁγία Γραφή, «ὁ ἁγιασμὸς ὑμῶν»125. Αὐτό καλοῦνται νά τηρήσουν ὅλοι, ἀνεξαρτήτως τάξης, ἤ οἰκογενειακῆς καταστάσης.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, κάνοντας λόγο γιά τήν παρθενία καί τόν γάμο, λέει ὅτι «ὁ ἄγαμος μεριμνᾶ τά τοῦ Κυρίου, ὁ δέ γαμήσας μεριμνᾶ τά τοῦ κόσμου, ὅσα ἀρέσει τῇ γυναικί»126. Τονίζει δέ συγχρόνως ὅτι «ὁ χρόνος εἶναι συνεσταλμένος, καί αὐτοί πού ἔχουν γυναῖκες (πρέπει) νά ζοῦν ὡς νά μήν ἔχουν»127. Τότε μπορεῖ πράγματι νά σωθεῖ αὐτός πού ἔχει γυναῖκα: ὅταν ζεῖ ὅπως αὐτοί πού δέν ἔχουν.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος διδάσκει ὅτι ὅλες οἱ εὐαγγελικὲς ἐντολές εἶναι κοινὲς γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Σὲ τίποτε δὲν διαφέρει ὁ λαϊκὸς ἀπὸ τὸν μοναχὸ, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ λαϊκὸς ἔχει ἔλθει «εἰς γάμου κοινωνίαν».
«Μήπως ὁ κοσμικός», παρατηρεῖ τό χρυσό στόμα τῆς Ἐκκλησίας, «ὀφείλει (δικαιοῦται) νά ἔχει κάτι περισσότερο ἀπό τόν μονάζοντα ἐκτός μόνο ἀπό τό ὅτι μπορεῖ νά συγκατοικεῖ μέ γυναῖκα; Σ’αὐτό μόνο ἔχει τήν συγγνώμη (παραχώρηση ἀπό τόν Θεό), στά ἄλλα ὅμως ὄχι, ἀλλά ὅλα πρέπει νά τά κάνει ἐξ ἴσου μέ τόν μονάζοντα (νά τηρεῖ ὅλες τίς ἐντολές). Ἄλλωστε καί οἱ μακαρισμοί δέν εἰπώθηκαν ἀπό τόν Χριστό μόνο πρός τούς μονάζοντες· διότι τότε χάθηκε ὅλη ἡ οἰκουμένη καί θά κατηγορούσαμε γιά ὠμότητα τόν Θεό. Ἐάν δέ οἱ μακαρισμοί ἔχουν εἰπωθεῖ μόνο γιά τούς μοναχούς καί ὁ κοσμικός δέν ἔχει τή δυνατότητα νά τούς κατορθώσει (ἐπιτύχει), Αὐτός δέ (ὁ Θεός) ἐπέτρεψε τό γάμο, ἑπομένως Αὐτός ὁδήγησε ὅλους στήν ἀπώλεια»128. Μέ τά σοφά αὐτά ἐπιχειρήματα ἀποδεικνύει ὁ ἱερός Πατήρ ὅτι πράγματι βλασφημεῖ αὐτός πού λέγει ὅτι οἱ ἔγγαμοι δέν μποροῦν νά τηρήσουν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ.
«Ἄν δέν εἶναι δυνατόν οἱ ἔγγαμοι», παρατηρεῖ πάλι ὁ μέγάλος διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας «νά κάνουν τά τῶν μοναχῶν, τότε τά πάντα χάθηκαν καί διαφθάρηκαν καί ἡ ἀρετή ἔχει γίνει γιά πολύ λίγους. Πῶς δέ τότε εἶναι τίμιος ὁ γάμος ἀφοῦ μᾶς ἐμποδίζει τόσο πολύ (στήν ἀρετή); Τί λοιπόν μποροῦμε νά ποῦμε; Εἶναι δυνατόν καί πάρα πολύ δυνατόν νά ἀσκοῦμε τήν ἀρετή ἐάν θέλουμε, ἐνῶ ἔχουμε γυναῖκες. Πῶς; Ἐάν ἔχοντας γυναῖκες εἴμαστε ὡς νά μήν ἔχουμε. Ἐάν δέν χαιρόμαστε μέ τίς κτήσεις…Ἐάν δέ κάποιοι ἐμποδίσθηκαν ἀπό τό γάμο, ἄς δοῦν ὅτι δέν ἦταν ἐμπόδιο ὁ γάμος, ἀλλά ἡ προαίρεση ἡ ὁποία χρησιμοποίησε μέ κακό τρόπο τό γάμο. Ἐπειδή καί ὁ οἶνος δέν προκαλεῖ τήν μέθη, ἀλλά ἡ κακή προαίρεση καί ἡ χρησιμοποίησή του πέραν τοῦ μέτρου. Μέ μέτρο χρησιμοποίησε τό γάμο καί πρῶτος θά εἶσαι στήν Βασιλεία (τῶν Οὐρανῶν) καί θά ἀπολαύσεις ὅλα τά ἀγαθά»129.
Οἱ μοναχοί, ζώντας στό Μοναστήρι τους καί οἱ ἔγγαμοι, ζώντας στό μικρό «μοναστηράκι» τους, τήν οἰκογένεια, καλοῦνται νά ἐργαστοῦν, γιά νά ἁγιάσουν τό «σκεῦος τους», τό σῶμα καί τήν ψυχή τους .
Ὅλοι μποροῦν νά σωθοῦν ἀρκεῖ νά τό θελήσουν καί νά «ἀθλήσουν νόμιμα»130, δηλαδή νά ζήσουν ἀσκητικά-ἡσυχαστικά καί μέ συμμετοχή στά Ἱερά Μυστήρια πρό πάντων δέ στά Μυστήρια τῆς Μετανοίας-Ἐξομολόγησης καί Θεία Εὐχαριστίας.
«Τί λοιπόν;», ἐρωτᾶ ὁ Ἱερός Χρυσόστομος «Ὅποιος κατοικεῖ στήν πόλη καί ἔχει σπίτι καί γυναῖκα δέν μπορεῖ νά σωθεῖ;».
Καί ἀπαντᾶ: «Καί βέβαια (μπορεῖ νά σωθεῖ), ἀφοῦ μάλιστα δέν ὑπάρχει μόνον ἕνας τρόπος σωτηρίας (δηλ. ὁ δρόμος τοῦ μοναχισμοῦ), ἀλλά πολλοί καί διάφοροι. Αὐτό ἀκριβῶς λέγει ἀόριστα ὁ Χριστός μας ὅταν ἀποφαίνεται ὅτι ὑπάρχουν πολλές μονές πλησίον τοῦ Πατρός»131.
Ἡ ὀρθόδοξη πνευματικότητα μπορεῖ καί πρέπει νά βιωθεῖ ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ὁ Χριστός καί ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν Του πρέπει νά εἶναι τό κέντρο τῆς ζωῆς, τόσο τῶν Μοναχῶν, ὅσο καί τῶν ἐγγάμων.
114Ματθ. 28, 19-20.
115Γαλ.3, 27.
116Α΄ Κορ. 12, 10.
117 Πρωτοπρ. Ἰωάννου Σ. Ρωμανίδου, Πατερική Θεολογία, Ποῖος εἶναι ὁ «προφήτης» στήν Καινή Διαθήκη, Ἐκδόσεις ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 100.
118 Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου,Πρός πιστόν πατέρα3, 14,PG 47, 372-374. «Σφόδρα ἀπατᾷς σαυτὸν καὶ σφάλλεις, εἰ ἄλλα μὲν οἴει τὸν βιωτικὸν, ἕτερα δὲ ἀπαιτεῖσθαι τὸν μοναχόν· Τό Τὸ γὰρ αὐτὸ πάντας ἀνθρώπους ἀναβῆναι δεῖ·καὶ τὸ πᾶσαν ἀνατρέψαν τὴν οἰκουμένην, τοῦτό ἐστιν, ὅτι μείζονος οἰόμεθα δεῖν ἀκριβείας τῷ μονάζοντι μόνῳ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐξεῖναι ῥᾳθύμως ζῇν»
119Ἰακ. 2, 10.
120Ἰω. Α΄, 5, 3.
121Ματθ. 11, 30.
122Ρωμ. 6, 23: «Τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος».
123 Μεγ. Βασιλείου, Λόγος ἀσκητικός καὶ παραίνεσις περὶ ἀποταγῆς βίου, καὶ τελειώσεως πνευματικῆς.Sermo 11 (sermoasceticusetexhortatioderenuntiationemundi) [Dub.] 31.625.35 «πάντες ἄνθρωποι ἀπαιτηθησόμεθα τὴν πρὸς τὸ Εὐαγγέλιον ὑπακοὴν, μοναχοί τε καὶ οἱ ἐν συζυγίαις. Ἀρκέσει γὰρ τῷ ἐπὶ γάμον ἐλθόντι ἡ συγγνώμη τῆς ἀκρασίας καὶ τῆς πρὸς τὸ θῆλυ ἐπιθυμίας τε καὶ συνουσίας· τὰ δὲ λοιπὰ τῶν ἐντολῶν πᾶσιν ὁμοίως νενομοθετημένα οὐκ ἀκίνδυνα τοῖς παραβαίνουσι. Καὶ γὰρ εὐαγγελιζόμενος ὁ Χριστὸς τὰ τοῦ Πατρὸς ἐντάλματα, τοῖς ἐν τῷ κόσμῳ διελέγετο· εἰ δέ που συνέβη καὶ κατ’ ἰδίαν ἐπερωτηθέντα αὐτὸν ἀποκρίνασθαι τοῖς αὑτοῦ μαθηταῖς, διεμαρτύρατο λέγων· Ἃ δὲ ὑμῖν λέγω, πᾶσι λέγω».
124 Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Στήν Πρός Ἑβραίους ἐπιστολή, ὁμιλία Ζ΄. ΕΠΕ 24, 394 . PG 63, 67: «Μὴ γὰρ ὁ κοσμικὸς ὀφείλει τι ἔχειν πλέον τοῦ μονάζοντος, ἢ τὸ γυναικὶ συνοικεῖν μόνον; ἐνταῦθα ἔχει τὴν συγγνώμην, ἐν δὲ τοῖς ἄλλοις οὐκέτι, ἀλλὰ πάντα ἐξ ἴσης τῷ μονάζοντι πράττειν αὐτὸν προσῆκε. .. Εἰ γὰρ οὐ δυνατὸν μετὰ γάμου τὰ τῶν μοναζόντων ποιεῖν, πάντα ἀπόλωλε καὶ διέφθαρται, καὶ εἰς στενὸν κατεκλείσθη τὰ τῆς ἀρετῆς».
125Α΄Θεσ. 4, 3 .
126Α΄ Κορ. 7, 33.
127 Α΄ Κορ.7, 29-31: «τοῦτο δέ φημι͵ ἀδελφοί͵ ὁ καιρὸς συνεσταλμένος ἐστίν· τὸ λοιπὸν ἵνα καὶ οἱ ἔχοντες γυναῖκας ὡς μὴ ἔχοντες ὦσιν͵ καὶ οἱ κλαίοντες ὡς μὴ κλαίοντες͵ καὶ οἱ χαίροντες ὡς μὴ χαίροντες͵ καὶ οἱ ἀγοράζοντες ὡς μὴ κατέχοντες͵ καὶ οἱ χρώμενοι τὸν κόσμον ὡς μὴ καταχρώμενοι· παράγει γὰρ τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου».
128 Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Στήν Πρός Ἑβραίους ἐπιστολή, ὁμιλία Ζ΄. ΕΠΕ 24, 394 PG 63, 67 -68: «Μὴ γὰρ ὁ κοσμικὸς ὀφείλει τι ἔχειν πλέον τοῦ μονάζοντος, ἢ τὸ γυναικὶ συνοικεῖν μόνον; ἐνταῦθα ἔχει τὴν συγγνώμην, ἐν δὲ τοῖς ἄλλοις οὐκέτι, ἀλλὰ πάντα ἐξ ἴσης τῷ μονάζοντι πράττειν αὐτὸν προσῆκε. Καὶ οἱ μακαρισμοὶ δὲ οἱ παρὰ τοῦ Χριστοῦ οὐ μονάζουσι μόνον εἰσὶν εἰρημένοι· ἐπεὶ τὸ πᾶν ἀπώλετο τῆς οἰκουμένης,καὶ κατηγορήσαμεν ἂν ὠμότητα τοῦ Θεοῦ. Εἰ δὲ οἱ μακαρισμοὶ τοῖς μονάζουσίν εἰσι μόνοις εἰρημένοι, καὶ τὸν κοσμικὸν οὐ δυνατὸν αὐτοὺς κατορθῶσαι, Αὐτὸς δὲ τὸν γάμον ἐπέτρεψεν, ἄρα Αὐτὸς πάντας ἀπώλεσεν. Εἰ γὰρ οὐ δυνατὸν μετὰ γάμου τὰ τῶν μοναζόντων ποιεῖν, πάντα ἀπόλωλε καὶ διέφθαρται, καὶ εἰς στενὸν κατεκλείσθη τὰ τῆς ἀρετῆς. Πῶς δὲ καὶ τίμιος ὁ γάμος, ὁ τοσοῦτον ἐμποδίζων ἡμῖν; Τί οὖν ἔστιν εἰπεῖν; Δυνατὸν, καὶ σφόδρα δυνατὸν καὶ γυναῖκας ἔχοντας τὴν ἀρετὴν μετιέναι, ἐὰν θέλωμεν. Πῶς; Ἐὰν ἔχοντες γυναῖκα, ὡς μὴ ἔχοντες ὦμεν· ἐὰν μὴ χαίρωμεν ἐπὶ κτήσεσιν, ἐὰν τῷ κόσμῳ χρώμεθα ὡς μὴ καταχρώμενοι. Εἰ δέ τινες ἐνεποδίσθησαν ὑπὸ γάμου, ἰδέτωσαν ὅτι οὐχ ὁ γάμος ἐμπόδιον, ἀλλ’ ἡ προαίρεσις ἡ κακῶς χρησαμένη τῷ γάμῳ· ἐπεὶ οὐδὲ ὁ οἶνος ποιεῖ τὴν μέθην, ἀλλ’ ἡ κακὴ προαίρεσις, καὶ τὸ πέραν τοῦ μέτρου χρῆσθαι· μετὰ συμμετρίας τῷ γάμῳ χρῶ, καὶ πρῶτος ἐν τῇ βασιλείᾳ ἔσῃ, καὶ πάντων ἀπολαύσεις τῶν ἀγαθῶν».
129Ὅ. π.
130Τιμ. Β΄ 2, 5.
131 Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: ΤLG,Work #003 47.356.30 toWork #003 47.356.34 «Τί οὖν; πόλιν οἰκοῦντα͵ καὶ οἰκίαν καὶ γυναῖκα ἔχοντα οὐκ ἔνι σωθῆναι͵ φησί; Μάλιστα μὲν οὐχ εἷς σωτηρίας τρόπος͵ ἀλλὰ πολλοὶ καὶ διάφοροι. Καὶ τοῦτο λέγει μὲν ἀορίστως ὁ Χριστὸς͵ πολλὰς εἶναι μονὰς ἀποφαινόμενος παρὰ τῷ Πατρί».

Η σοκολάτα της αγάπης


Την ιστορία αυτή την αφηγήθηκε η μητέρα μιας Μοναχής και αφορούσε την δική της οικογένεια.

Είπε: 
"Κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής υποφέραμε πολύ. 
Έφθασε ημέρα που στο σπίτι μας δεν υπήρχε τίποτε άλλο εκτός από νερό! 
Τότε ο πατέρας μου μας πήρε από το 


χέρι και ανεβήκαμε ψηλά στο βουνό, που δέσποζε πάνω από το χωριό που μέναμε, και μαζέψαμε λούπινα. 
Τα χιλιοέβρασε η καημένη η μητέρα μου, αλλά δεν λέγανε να ξεπικρίσουν. 
Με αυτά ξεγελούσαμε την πείνα μας, αλλά τα μάτια μας έκαιγαν από την πίκρα. 
Και να φανταστεί κανείς ότι είχαμε και σοβαρά άρρωστη την μεγαλύτερη αδελφούλα μου. 
Αλλά και τα δύο αδέλφια μου αγόρια που εργάζονταν κι ήταν πάνω στην ανάπτυξή τους τί να φάνε; 
Κάποτε η μητέρα εξοικονόμησε ένα κομματάκι σοκολάτα! 
Κανένας Άγγλος στρατιώτης της την έδωσε; Από καμμιά φιλανθρωπική οργάνωση την πήρε; Δεν γνωρίζω. 
Η καλή μας μητέρα ούτε που την άγγιξε.Την έφερε και κρυφά την έδωσε στην άρρωστη αδελφούλα μου, με την ελπίδα πως θα δυνάμωνε. Μάταια όμως. 
Σε λίγο καιρό πέθανε, την πήρε ο Θεός κοντά Του. 
Ούτε όμως και η άρρωστη την έφαγε. 
Επειδή άκουσε πως την άλλη μέρα η μητέρα κι εγώ θα κατεβαίναμε στην πόλη με το γαϊδουράκι για κάποια αναγκαία εργασία και θα περπατούσαμε τουλάχιστον οκτώ με δέκα ώρες, με φώναξε κρυφά κοντά της και δίνοντάς μου το κομματάκι της σοκολάτας, μου είπε: 
- Πάρε το, να το φας εσύ, αδελφούλα μου, γιατί έχεις να περπατήσεις πολύ αύριο και πρέπει να δυναμώσεις. 
Την πήρα και την φύλαξα για την αυριανή οδοιπορία. 
Όμως η καλή μου μητέρα έβαλε εμένα στο γαϊδουράκι κι εκείνη περπατούσε δίπλα με τα πόδια. 
Την παρακαλούσα ν΄ ανέβει κι εκείνη, αλλά δεν θέλησε. 
Με λυπόταν γιατί ήμουν μικρό. 
Τότε έβγαλα από την τσεπούλα μου την σοκολάτα και της την έδωσα λέγοντας: 
- Πάρε, μαμά, φάε εσύ σοκολάτα να δυναμώσεις που περπατάς τόσες ώρες, αφού εμένα με πάει το γαϊδουράκι! 
Πριν προλάβει να αρνηθεί, την έβαλα στα χέρια της. 
Τότε κοντοστάθηκε και την κοίταξε δακρυσμένη.Είχε ξαναγυρίσει στα χέρια της!" 
Μια ελληνική οικογένεια βασανισμένη από την φτώχεια και την αρρώστια είχε τέτοιο ήθος, τέτοια αγάπη, τέτοια αυταπάρνηση! 
Ας την θαυμάσουμε αλλά και ας την μιμηθούμε! 


πηγή  

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...