Για τη θαυματουργό τάφρο του μοναστηριού του Σεραφείμ-Ντιβέγεβο ήθελα να γράψω εδώ και καιρό.
Λίγο η βαριεστημάρα της μετάφρασης και της μεταφοράς, λίγο η επικαιρότητα και τα ζητήματα της, το καθυστέρησαν . Σήμερα , νομίζω για πρώτη φορά στην ελληνική ιστολογιόσφαιρα, γίνεται λόγος γι αυτό το προσκύνημα , το οποίο ο όσιος Σεραφείμ το περιέγραφε ως κλήρο της Παναγιάς , ισοδύναμο με τους Αγίους Τόπους και το Αγιονόρος.
Αν κάποιος φίλος ωφεληθεί από την ανάγνωση αυτής της εγγραφής ας πει ενα «Παναγιά βοήθα» και για τον συντάκτη της

Η χρονιά του 1829 χαράχτηκε από δύο γεγονότα -το ένα χαρμόσυνο , το άλλο λυπηρό.
Το χαρμόσυνο γεγονός ήταν ότι ήλθαν τα χαρτιά που από τόσο καιρό περίμεναν και που επικύρωναν την δωρεά από την οικογένεια Μπατάσεφ των 30000τ.μ γής αντί των 10000 που είχαν υποσχεθή, προς το μοναστήρι του Ντιβέγεβο.Ο πατήρ Bασίλειος Σαντόφσκη λέγει πως ο στάρετς είχε μια τέτοια χαρά που δεν ήξερε πώς να την εκφράση.Έδωσε ένα μικρό κάδο με υδρομέλι στον Mιχαήλ Μαντούρωφ για να το πάη στο Ντιβέγεβο.Ήθελε να το πιούν οι αδελφές , αφού θάκαναν τον γύρο του κτήματος τους, τρώγοντας μαζί άσπρο ψωμί.
Ήταν Μεγάλη Τεσσαρακοστή.Η γη ήταν ακόμη σκεπασμένη μ΄ένα παχύ στρώμα χιόνι.Οι αδελφές έπρεπε να εφοδιασθούν με χαλίκια που θα τα έβαζαν μέσα στο χιόνι μεταξύ των πασσάλων , προσδιορίζοντας έτσι τα σύνορα της καινούριας τους κατοικίας.
Την άνοιξη ανοίξανε ένα χαντάκι κατά μήκος αυτού του ορίου.Ήταν παρόντες ο Μιχαήλ Μαντούρωφ, ο π.Βασίλειος Σαντόφσκη και πολλές από τις παλαιότερες αδελφές.Αυτό το αυλάκι, σύμφωνα με την εντολή του στάρετς, έπρεπε να σκαφτή μέχρις ότου γίνει μια ταφρος βαθειά πάνω από δύο μέτρα γύρω από το κτήμα.Το χώμα που έριχναν από το εσωτερικό, σχημάτισε ένα επίχωμα ύψους δύο μέτρων. Για να το σταθεροποιήσουν , ο στάρετς ήθελε να φυτέψουν εκεί φραγκοσταφυλιές.

Ο π.Σεραφείμ μάς έλεγε πολλά εκπληκτικά πράγματα με αυτή την τάφρο , γράφει ο π.Βασίλειος Σαντόφσκη.Η ίδια η Μητέρα του Θεού, προσωπικά , θα περνούσε από εκεί, αφήνοντας τα ίχνη των βημάτων της... Η γη στο εσωτερικό της -όπως στην Ιερουσαλήμ, τον Άθωνα και το Κίεβο - ήταν ιδιοκτησία της.Ο αντίχριστος όταν θάρθη δεν θα μπορέση να εισχωρήση εκεί.

Οι αδελφές πήραν την εντολή να σκάψουν αυτή τη θαυματουργική τάφρο όσο το δυνατόν γρηγορότερα.Όμως από τη μια μέρα στην άλλη αναβάλλανε τη δουλειά.

Μέσα στο τετράδιο αριθ.6 των Χρονικών τού Ντιβέγεβο, μπορεί κανείς να διαβάση τη διήγηση της αδελφής Άννας- μιάς από τις αρχαιότερες καλόγρηες της κοινότητας- για τον τρόπο που χρησιμοποίησε ο πατήρ Σεραφείμ, ώστε να τις αναγκάση να βιαστούν.


«Ένα πρωί κατά την αυγή, διηγείται η αδελφή Άννα, μια από τις αδελφές μας βγήκε από το σπίτι και τί βλέπει ;

Τον Μπάτουσκα Σεραφείμ , ντυμένο με την αιώνια άσπρη κάπα του να καταγίνεται με το φτιάρισμα.Τρομαγμένη, ευτυχισμένη έτρεξε να μάς το πή. Και εμείς όλες , έτσι όπως είμασταν , τρέξαμε έξω πέφτοντας στα πόδια του. Μόλις όμως ανασηκωθήκαμε δεν είδαμε πια κανέναν.Μόνο ένα φτυάρι και μια αξίνα πουυκείτονταν πάνω στο σκαμμένο χώμα σε βάθος 70 εκατοστών.
Βλέποντας ότι μάς έλειπε το κουράγιο, ο ίδιος ο γέροντας είχε έλθει να αρχίση τη δουλειά (χωρίς βέβαια να αφήση ποτέ το Σάρωφ- ένα παράδειγμα διπλής παρουσίας ). Από τότε ριχτήκαμε κι εμείς στη δουλειά και επειδή ο γέροντας εβίαζε σκάβαμε ακόμη και το χειμώνα. Σπίθες πετάγονταν , καθώς ριχνώμαστε με τις αξίνες μας πάνω στην παγωμένη γή.Μόλις είχαμε τελειώσει το γύρο του κτήματος , ο γέροντας πέθανε. Σαν να μη περίμενε παρά μόνο αυτό ο γέροντας μας.»
(από τον βίο του οσίου Σεραφείμ τού Σάρωφ, της Ειρήνης Γκοραϊνωφ -εκδ.Τήνος δ έκδοση μτφ Πίτσα Σκουτέρη)


Σύμφωνα με την παράδοση του Ντιβέγεβο κάθε μέρα οι μοναχές κάνουν μια προσευχητική πορεία κατά μήκος της Αγίας Τάφρου λέγοντας 150 φορές τον αρχαγγελικό ασπασμό , το « Θεοτόκε Παρθένε Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία , Κύριος μετά Σού, ευλογημένη Συ ει εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου ότι Σωτήρα έτεκες των ψυχών ημών».
Το ίδιο κάνουν και οι χιλιάδες προσκυνητες του Ντιβέγεβο, οι οποίοι σε κάθε καιρό περπατούν στον καλά διαμορφωμένο πλέον χώρο με τον χαιρετισμό της Παναγιάς στα χείλη.

Ο κανόνας αυτός της προσευχής λέγεται πως παραδόθηκε τον 8ο αιώνα και επανήλθε σε χρήση από τον όσιο Σεραφείμ.
Το 1922 ο επίσκοπος Σεραφείμ Ζβεντίνσκυ είχε δει την Μητέρα του Θεού να περπατά στο χείλος της τάφρου, ο άγιος στάρετς της Μόσχας Ζαχαρίας συμβούλευε τα πνευματικά του παιδιά να επαναλαμβάνουν την προσευχητικό κανόνα του αρχαγγελικού ασπασμού ως πρόξενο πολλών καλών, πνευματικών και σωματικών.
Για την Αγία Τάφρο του μπάτουσκα Σεραφείμ θα επανέλθουμε με περισσότερο υλικό