Εἶπε ὁ Κύριος στοὺς Ἀποστόλους, καὶ κατ᾽ ἐπέκταση σὲ ὅλους ἐμᾶς: «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι. ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ' ἂν ἀπολέσῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ, εὑρήσει αὐτήν». Σωτήριο βέβαια τὸ παράγγελμα τοῦ Κυρίου καὶ πρόξενο τῆς μετοχῆς στὴν αἰώνια ζωὴ καὶ δόξα. Ὡστόσο, ἐπειδὴ οἱ μαθητὲς δὲν εἶχαν λάβει ἀκόμη τὴν ἐξ ὕψους δύναμη, εὔλογο ἦταν νὰ ἀναρωτιοῦνται: «πῶς μπορεῖ νὰ ἀπαρνηθεῖ κάποιος τὸν ἑαυτό του; Ἢ πῶς γίνεται, ἀφοῦ χάσει κάποιος τὴν ζωή του, νὰ τὴν βρεῖ πάλι;». Γιὰ νὰ τοὺς ἀπομακρύνει ἀπὸ αὐτὲς τὶς σκέψεις καὶ νὰ τοὺς ἀναμορφώσει καὶ νὰ τοὺς προσφέρει μιὰ μικρὴ γεύση τῆς μέλλουσας δόξης, τοὺς λέει: «ἀμὴν λέγω ὑμῖν, εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐν τῇ βασιλείᾳ αὐτοῦ». Σᾶς διαβεβαιῶ, δηλαδή, ὅτι κάποιοι ἀπ᾽ αὐτοὺς ποὺ βρίσκονται ἐδῶ, δὲν θὰ γευθοῦν θάνατο, προτοῦ δοῦν τὸν Χριστὸ νὰ ἔρχεται δοξασμένος εἰς τὴ βασιλεία του. Λέγοντας βασιλεία ὁ Κύριος ἐννοεῖ τὴν ἴδια τὴ θέα τῆς δόξας, μέσα στὴν ὁποία θὰ ἐμφανιστεῖ καὶ θὰ λάμψει, καὶ τῆς ὁποίας οἱ σεσωσμένοι θὰ κοινωνήσουν.
Πῶς, λοιπόν, ἤθελε νὰ καταστήσει θεατὲς τοῦ θαύματος αὐτοὺς ποὺ δέχθηκαν τὴν ὑπόσχεση; Ἀνεβαίνει στὸ Ὄρος ἔχοντας τρεῖς ἀπ᾽ αὐτούς, τοὺς ὁποίους ἐπέλεξε, καὶ ἔμπροσθέν τους μεταμορφώνεται. Τὸ πρόσωπό του ἔλαμψε ὅπως ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτιά του ἔγιναν λευκὰ ὅπως τὸ φῶς. Λαμπρύνθηκε, λοιπόν, μὲ τὸ ἴδιο φῶς καὶ τὸ προσκυνητὸ ἐκεῖνο σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ἱμάτια, ἀλλ᾽ ὄχι ἐξίσου. Διότι τὸ μὲν πρόσωπό του ἔλαμψε σὰν τὸν ἥλιο, τὰ δὲ ἱμάτια, ἐφόσον ἄγγιζαν τὸ σῶμα του, ἔγιναν φωτεινά. Καὶ ἔδειξε μὲ αὐτὸ ποιὲς εἶναι οἱ στολὲς τῆς δόξης, ποὺ θὰ ἐνδυθοῦν κατὰ τὸν μέλλοντα αἰῶνα ὅσοι πλησίασαν τὸν Θεό, καὶ ποιὰ εἶναι τὰ ἐνδύματα τῆς ἀναμαρτησίας, τὰ ὁποῖα ὅταν ἀπέβαλε ὁ Ἀδὰμ λόγῳ τῆς παραβάσεως, φαινόταν γυμνὸς καὶ αἰσθανόταν ντροπή.
Τὸ φῶς ποὺ εἶδαν τὰ μάτια τῶν Ἀποστόλων στὴν ἀρχὴ ἔλαμπε μετριότερα καὶ ἐπέτρεπε τὴν ὅρασή του. Ὅταν ὅμως διαχύθηκε μὲ πολὺ μεγαλύτερη ἔνταση, ἦταν γι᾽ αὐτοὺς ἀόρατο λόγῳ τῆς ἀσύγκριτης λαμπρότητάς του. Ἄλλωστε, καὶ στὸν αἰσθητὸ ἥλιο τὸ ἴδιο φῶς ἐπιτρέπει τὴν ὅραση μέσῳ τῆς ἀκτίνας καὶ ἀφαιρεῖ πάλι τὴν ὅραση, ὅταν κατάματα τὸν κοιτάξει κανείς, διότι ἡ λαμπρότητά του εἶναι ὑπεράνω τῆς δυνατότητας τῶν ὀφθαλμῶν μας. Ἀλλ᾽ ὁ μὲν αἰσθητὸς ἥλιος φαίνεται ὅπως εἶναι ἐκ φύσεως καὶ ὄχι ὅπως θέλει, οὔτε μόνο σὲ ὅποιους θέλει. Ὁ Χριστός, ὅμως, ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ἔχοντας ὄχι μόνο φύση καὶ φυσικὴ λαμπρότητα καὶ δόξα, ἀλλὰ καὶ θέληση ἀνάλογη, φωτίζει προνοητικῶς καὶ σωτήρια μόνο ὅσους θέλει καὶ ὅσο θέλει καὶ ὅταν θέλει. Ἔτσι θέλησε καὶ φάνηκε σὰν ἥλιος ἐνώπιον τῶν Ἀποστόλων. Ἔπειτα ἔλαμψε πιὸ ἔντονα κατὰ τὴν θέλησή του καὶ ἀπὸ τὴν ἀσύγκριτη ἐκείνη φωτεινότητα ἔγινε ἀόρατος στὰ μάτια τῶν Ἀποστόλων, σὰν νὰ εἰσῆλθε σὲ φωτεινὴ νεφέλη. Καὶ τότε ἀκούσθηκε φωνὴ ἀπὸ τὴ νεφέλη: «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε». Αὐτὴ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐμφανίστηκε καὶ ἄλλοτε˙ ὅταν ὁ Κύριος βαπτίσθηκε στὸν Ἰορδάνη, ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοὶ καὶ ἡ ἴδια φωνὴ ἀκούσθηκε ἀπὸ τὴ δόξα ἐκείνη, τὴν ὁποία δόξα καὶ ὁ Στέφανος ἀργότερα ἐνατένισε, ὅταν ἄνοιξαν γι᾽ αὐτὸν οἱ οὐρανοί. Τώρα φάνηκε καὶ ἀκούσθηκε ἀπὸ τὴ νεφέλη, ποὺ ἐπισκίασε τὸν Ἰησοῦ καὶ τοὺς Ἀποστόλους.
Ἡ φωνὴ τοῦ Πατρός, μέσα ἀπὸ τὴ νεφέλη, μᾶς δίδαξε ὅτι ὅλα ἐκεῖνα τὰ πρὸ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, οἱ νομοθεσίες καὶ τὰ παραγγέλματα, ἦταν ἀτελῆ καὶ δὲν ἔγιναν οὔτε τελέσθηκαν σύμφωνα μὲ προηγούμενο θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ παραχωρήθηκαν γιὰ τὴ μέλλουσα παρουσία καὶ ἐπιφάνεια τοῦ Κυρίου. Αὐτὸς λοιπόν, ὁ ἀγαπητὸς Υἱός, εἶναι ἐκεῖνος, στὸν ὁποῖο εὐδοκεῖ καὶ ἀναπαύεται καὶ εὐαρεστεῖται τέλεια ὁ Πατήρ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ μᾶς παραγγέλλει αὐτὸν νὰ ἀκοῦμε καὶ σ᾽ αὐτὸν νὰ πειθαρχοῦμε. Ὅταν λοιπὸν μᾶς λέει «εἰσέλθετε ἀπὸ τὴν στενὴ πύλη, διότι εἶναι πλατειὰ καὶ ἄνετη ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια, ἐνῶ στενὴ καὶ δύσβατη ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ζωή», αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε. Κι ὅταν πάλι μᾶς λέει πῶς τὸ φανὲν φῶς εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, αὐτὸν νὰ ἀκοῦμε, σ᾽ αὐτὸν νὰ πιστεύουμε καὶ τέτοιου φωτὸς νὰ ἀγωνιζόμαστε νὰ καταστήσουμε ἀξίους τοὺς ἑαυτούς μας.
Πῶς, λοιπόν, ἤθελε νὰ καταστήσει θεατὲς τοῦ θαύματος αὐτοὺς ποὺ δέχθηκαν τὴν ὑπόσχεση; Ἀνεβαίνει στὸ Ὄρος ἔχοντας τρεῖς ἀπ᾽ αὐτούς, τοὺς ὁποίους ἐπέλεξε, καὶ ἔμπροσθέν τους μεταμορφώνεται. Τὸ πρόσωπό του ἔλαμψε ὅπως ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτιά του ἔγιναν λευκὰ ὅπως τὸ φῶς. Λαμπρύνθηκε, λοιπόν, μὲ τὸ ἴδιο φῶς καὶ τὸ προσκυνητὸ ἐκεῖνο σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ἱμάτια, ἀλλ᾽ ὄχι ἐξίσου. Διότι τὸ μὲν πρόσωπό του ἔλαμψε σὰν τὸν ἥλιο, τὰ δὲ ἱμάτια, ἐφόσον ἄγγιζαν τὸ σῶμα του, ἔγιναν φωτεινά. Καὶ ἔδειξε μὲ αὐτὸ ποιὲς εἶναι οἱ στολὲς τῆς δόξης, ποὺ θὰ ἐνδυθοῦν κατὰ τὸν μέλλοντα αἰῶνα ὅσοι πλησίασαν τὸν Θεό, καὶ ποιὰ εἶναι τὰ ἐνδύματα τῆς ἀναμαρτησίας, τὰ ὁποῖα ὅταν ἀπέβαλε ὁ Ἀδὰμ λόγῳ τῆς παραβάσεως, φαινόταν γυμνὸς καὶ αἰσθανόταν ντροπή.
Τὸ φῶς ποὺ εἶδαν τὰ μάτια τῶν Ἀποστόλων στὴν ἀρχὴ ἔλαμπε μετριότερα καὶ ἐπέτρεπε τὴν ὅρασή του. Ὅταν ὅμως διαχύθηκε μὲ πολὺ μεγαλύτερη ἔνταση, ἦταν γι᾽ αὐτοὺς ἀόρατο λόγῳ τῆς ἀσύγκριτης λαμπρότητάς του. Ἄλλωστε, καὶ στὸν αἰσθητὸ ἥλιο τὸ ἴδιο φῶς ἐπιτρέπει τὴν ὅραση μέσῳ τῆς ἀκτίνας καὶ ἀφαιρεῖ πάλι τὴν ὅραση, ὅταν κατάματα τὸν κοιτάξει κανείς, διότι ἡ λαμπρότητά του εἶναι ὑπεράνω τῆς δυνατότητας τῶν ὀφθαλμῶν μας. Ἀλλ᾽ ὁ μὲν αἰσθητὸς ἥλιος φαίνεται ὅπως εἶναι ἐκ φύσεως καὶ ὄχι ὅπως θέλει, οὔτε μόνο σὲ ὅποιους θέλει. Ὁ Χριστός, ὅμως, ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ἔχοντας ὄχι μόνο φύση καὶ φυσικὴ λαμπρότητα καὶ δόξα, ἀλλὰ καὶ θέληση ἀνάλογη, φωτίζει προνοητικῶς καὶ σωτήρια μόνο ὅσους θέλει καὶ ὅσο θέλει καὶ ὅταν θέλει. Ἔτσι θέλησε καὶ φάνηκε σὰν ἥλιος ἐνώπιον τῶν Ἀποστόλων. Ἔπειτα ἔλαμψε πιὸ ἔντονα κατὰ τὴν θέλησή του καὶ ἀπὸ τὴν ἀσύγκριτη ἐκείνη φωτεινότητα ἔγινε ἀόρατος στὰ μάτια τῶν Ἀποστόλων, σὰν νὰ εἰσῆλθε σὲ φωτεινὴ νεφέλη. Καὶ τότε ἀκούσθηκε φωνὴ ἀπὸ τὴ νεφέλη: «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε». Αὐτὴ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐμφανίστηκε καὶ ἄλλοτε˙ ὅταν ὁ Κύριος βαπτίσθηκε στὸν Ἰορδάνη, ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοὶ καὶ ἡ ἴδια φωνὴ ἀκούσθηκε ἀπὸ τὴ δόξα ἐκείνη, τὴν ὁποία δόξα καὶ ὁ Στέφανος ἀργότερα ἐνατένισε, ὅταν ἄνοιξαν γι᾽ αὐτὸν οἱ οὐρανοί. Τώρα φάνηκε καὶ ἀκούσθηκε ἀπὸ τὴ νεφέλη, ποὺ ἐπισκίασε τὸν Ἰησοῦ καὶ τοὺς Ἀποστόλους.
Ἡ φωνὴ τοῦ Πατρός, μέσα ἀπὸ τὴ νεφέλη, μᾶς δίδαξε ὅτι ὅλα ἐκεῖνα τὰ πρὸ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, οἱ νομοθεσίες καὶ τὰ παραγγέλματα, ἦταν ἀτελῆ καὶ δὲν ἔγιναν οὔτε τελέσθηκαν σύμφωνα μὲ προηγούμενο θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ παραχωρήθηκαν γιὰ τὴ μέλλουσα παρουσία καὶ ἐπιφάνεια τοῦ Κυρίου. Αὐτὸς λοιπόν, ὁ ἀγαπητὸς Υἱός, εἶναι ἐκεῖνος, στὸν ὁποῖο εὐδοκεῖ καὶ ἀναπαύεται καὶ εὐαρεστεῖται τέλεια ὁ Πατήρ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ μᾶς παραγγέλλει αὐτὸν νὰ ἀκοῦμε καὶ σ᾽ αὐτὸν νὰ πειθαρχοῦμε. Ὅταν λοιπὸν μᾶς λέει «εἰσέλθετε ἀπὸ τὴν στενὴ πύλη, διότι εἶναι πλατειὰ καὶ ἄνετη ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια, ἐνῶ στενὴ καὶ δύσβατη ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ζωή», αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε. Κι ὅταν πάλι μᾶς λέει πῶς τὸ φανὲν φῶς εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, αὐτὸν νὰ ἀκοῦμε, σ᾽ αὐτὸν νὰ πιστεύουμε καὶ τέτοιου φωτὸς νὰ ἀγωνιζόμαστε νὰ καταστήσουμε ἀξίους τοὺς ἑαυτούς μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά