Μετά τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας, γεμάτοι δυνάμεις πνευματικές, συνεχίζουμε τον αγώνα μέσα στο ευλογημένο στάδιο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Στην λειτουργική μας σύναξη, που κάθε Κυριακή την προσμένουμε ως το πολυτιμότερο και ακριβότερο δώρο του Θεού στη γη μας, θα ακούσουμε την θεραπεία του παραλύτου της Καπερναούμ. Μια Ευαγγελική περικοπή η οποία είναι γεμάτη μηνύματα και περιγράφει καταστάσεις τόσο θετικές όσο και αρνητικές. Φαίνεται η αγάπη των φίλων του Παραλυτικού που υποβάλλονται στον κόπο για να τον μεταφέρουν, περιγράφεται το παράτολμο του σχεδίου που μας το περιγράφει ο Ευαγγελιστής Μάρκος “απεστέγασαν την στέγην όπου ην και εξορύξαντες χαλώσι τον κράβαττον, εφ” ω ο Παραλυτικός κατέκειτο”.
Κυρίως δε αποκαλύπτεται κατά τρόπο άμεσο αυτή η αγάπη του Θεανθρώπου Κυρίου μας, δίνοντας την θεραπεία πρώτα στην ψυχή με το “αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου” και στην συνέχεια χαρίζοντας την ποθητή υγεία και στο ανάπηρο σώμα: “ Ίνα δε είδητε ότι εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου αφιέναι επί της γής αμαρτίας – λέγει τω παραλυτικώ, σοι λέγω, έγειρε και άρον τον κράββατόν σου και ύπαγε εις τον οίκον σου”!
Και φυσικά αποδεικνύεται αυτή η Θεότητα του Ιησού, αφού, όπως με κακία παρατηρούν οι γραμματείς, μόνο Θεός μπορεί να συγχωρεί τις αμαρτίες, αλλά και να θεραπεύει τις χρόνιες ασθένειες των ανθρώπων.
Αυτός δε είναι και ο λόγος που αμέσως μετά την θεραπεία του παραλυτικού και την συγχώρεση των αμαρτιών του που προηγήθηκε όλοι οι παρευρισκόμενοι δόξασαν τον Θεόν, “λέγοντας ότι ουδέποτε ούτως είδομεν”!
Η Ευαγγελική περικοπή, είναι γεμάτη μηνύματα που πρέπει να προσλάβουμε και να τα μελετήσουμε. Αλλά εκείνο που ευθύς εξ” αρχής προξενεί εντύπωση στον πιστό Χριστιανό, είναι η προθυμία των κατοίκων της Καπερναούμ, αλλά και όλης της Παλαιστίνης και των γύρω περιοχών να ακούσουν με ενδιαφέρον τον λόγο του Κυρίου.
Αυτός ο χαρακτηριστικός λόγος του Ευαγγελιστού Μάρκου στην αρχή της Ευαγγελικής Περικοπής ότι “ηκούσθη, ότι εις οίκον εστί. Και ευθέως συνήχθησανν πολλοί, ώστε μηκέτι χωρείν μηδέ τα προς την θύραν· και ελάλει αυτοίς τον λόγον”, οπωσδήποτε έχει να πει πολλά και σε εμάς αλλά και στους ανθρώπους της κάθε εποχής.
Και έχει να πει πολλά, διότι αναλόγως των περιπτώσεων οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν είτε με προθυμία, είτε με περιφρόνηση τον λόγο του Θεού, όπως αυτός κηρύσσεται υπό της Εκκλησίας και ερμηνεύεται υπό των φωτισμένων και θεουμένων Αγίων μας.
Και αφού αναφερθήκαμε στους Αγίους της Ορθοδοξίας μας, να τονίσουμε το γεγονός ότι, Μεγάλοι Πατέρες και σοφοί εκκλησιαστικοί συγγραφείς, εντρυφούσαν συνεχώς στα κείμενα της Αγίας Γραφής, τόσο της Παλαιάς όσο και της Καινής, και αυτήν ακριβώς την διδασκαλία της Γραπτής και προφορικής Παραδόσεως, την εκήρυσσαν ακαταπαύστως στο ποίμνιόν τους.
Χαρακτηριστικό μάλιστα στο σημείο αυτό είναι το φωτεινό παράδειγμα των τριών Ιεραρχών, αλλά και άλλων Πατέρων και Διδασκάλων οι οποίοι επί καθημερινής βάσεως δίδασκαν αυθεντικά τον Ευαγγελικό λόγο.
Είναι δε τόσο συγκινητική η βαθυστόχαστη ομολογία του Αγίου Ιγνατίου του θεοφόρου, ο οποίος παρά το προχωρημένο της ηλικίας του και παρά την άμεση και πολύπλευρη γνώση της Αγίας Γραφής, όταν έστρεφε τον λόγο του στην Ευαγγελική διδασκαλία, έλεγε “νυν ηρξάμην μαθητής γενέσθαι”. Και εάν το έλεγε αυτό ένας Άγιος Ιγνάτιος που γνώριζε τα Ευαγγελικά κείμενα και ζούσε την θεία αγάπη όσο ελάχιστοι, τι άραγε να πούμε εμείς που τόσες ελλείψεις παρουσιάζουμε στα κείμενα του λόγου του Θεού και γενικώς δείχνουμε απροθυμία στην ακρόαση και στη μελέτη της Αγίας Γραφής; Έχει δυστυχώς επικρατήσει σε κάποιες περιπτώσεις η άποψη ότι, το να μελετά ο πιστός Χριστιανός τόσο την Παλαιά, όσο και την Καινή Διαθήκη, αυτό δήθεν δεν είναι και τόσο Ορθόδοξο, διότι την Βίβλο την μελετούν και την παρερμηνεύουν οι Προτεστάντες και γενικώς οι αιρετικοί.
Το ότι οι αιρετικοί διαστρέφουν τα Βιβλικά κείμενα, αυτό βεβαίως είναι πραγματικότητα, και τούτο διότι, όπως αρκετές φορές έχουμε τονίσει, η Αγία Γραφή δεν μπορεί να σταθεί εκτός του Σώματος της Εκκλησίας.
Αλλά είναι δυνατόν η πραγματικότητα αυτή των Προτεσταντών και όλων των εκτός της Αγίας μας Ορθοδοξίας, είναι δυνατόν να ισχύει για όλους εμάς, που χάριτι Θεού αποτελούμε μέλη του Σώματος του Χριστού;
Είναι δυνατόν να τίθεται καν θέμα για τους Ορθοδόξους πιστούς, όταν υπάρχει η Ευλογία των Αγίων Πατέρων που με τα συγγράμματά τους μας ερμηνεύουν κατά τρόπον μοναδικό τα Ιερά κείμενα; Και επιτρέπεται να διατυπώνονται τέτοιου είδους ισχυρισμοί, όταν οι φωτισμένοι ποιμένες γνωρίζουν να καθοδηγούν το ποίμνιο στην ορθή ερμηνευτική οδό μέσω των Πατέρων και Διδασκάλων;
Φυσικά η μελέτη του λόγου του Θεού δεν μπορεί να γίνεται ξεκομμένα από όλες τις λειτουργικές εκφράσεις και τα μυστήρια του βιώνει η Εκκλησία μας, αυτό είναι πραγματικότητα, την οποία όμως ουδείς έχων σώας τας πνευματικάς φρένας, αρνείται. Όπως πάλι η συμμελέτη της Αγίας Γραφής δεν μπορεί να γίνεται αίτια ώστε να αναπτύσσεται κάποια περίεργη καθοδηγητική των πιστών και ν” αναπτύσσονται τάσεις οργανικής αυτονομίας.
Άλλωστε οι ίδιοι οι Πατέρες που αγωνίσθηκαν να ερμηνεύσουν τα κείμενα των Θεοπνεύστων Αποστόλων, ταυτοχρόνως και ακόμα περισσότερο αγωνίζονται στο να αναπτύξουν στο ποίμνιο που τους είχε εμπιστευθεί ο Θεός την αυθεντική εκκλησιολογική συνείδηση.
Αλλά η προθυμία των πιστών τέκνων της Εκκλησίας μας και η Ευλογία της σποράς του λόγου του Θεού, δεν περιορίζεται μόνο στον τρόπο που προαναφέραμε, αλλά επεκτείνεται και σε τόσες άλλες ευλογημένες ευκαιρίες και δυνατότητες που έχουμε.
Φυσικά τον πρώτο λόγο τον έχει ο ίδιος ο ενοριακός μας ναός, όπου κατά τις Κυριακές και τις εορτές, γίνεται, θα πρέπει να γίνεται κήρυγμα του Θείου Λόγου. Και πάλι θα μας πουν οι Άγιοι που έχουν ασχοληθεί με το θέμα, και έχουν εργασθεί στο θείο κήρυγμα και ιδίως με την ποιμαντική των ψυχών, ότι ιδιαίτερη χάρη και δύναμη αποκτούν τα λόγια του Κυρίου, όταν λέγονται και ακούγονται εντός του πλαισίου της Θείας Λειτουργίας, αλλά και των άλλων φυσικά μυστηρίων και Ιερών ακολουθιών. Γι” αυτό δε τον λόγο, από την αρχή της Εκκλησίας μας, όπως βλέπουμε ακόμα και μέσα στις Επιστολές του Απ. Παύλου, αλλά και όπως συνεχίζεται από τους Αποστολικούς Πατέρες και γενικώς από την λειτουργική και ποιμαντική πραγματικότητα, το κήρυγμα το αυθεντικό ήταν αναπόσπαστα συνδεδεμένο με την θεία λατρεία. Ήταν αδύνατον να νοηθεί Ιερά λειτουργία άνευ του κηρύγματος.
Εννοείται δε ότι η προθυμία και η διάθεση για γνώση των λόγων του Κυρίου μας και γενικώς των δογμάτων της πίστεώς μας, σε συνδυασμό βεβαίως με το ορθό βίωμα των Αγίων μας, δεν θα πρέπει να εξαντλούνται μόνο κατά τις λατρευτικές ώρες και τις χρυσές ευκαιρίες των Ιερών ακολουθιών, αλλά να συνεχίζονται και στην οικία.
Άλλωστε, παρά τα άλλα αρνητικά της εποχής μας, έχουμε την δυνατότητα να κατέχουμε βιβλία, τόσο αυτών των Ιερών ακολουθιών, όσο και Πατερικές διδαχές και ερμηνείες, μέσα στα σπίτια μας.
Και ομολογουμένως, δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα από το να συγκεντρώνεται ολόκληρη η οικογένεια, “η κατ” οίκον εκκλησία” τόσο για κοινή προσευχή, όσο και για μελέτη της πίστεώς μας.
Έλεγε ένας σύγχρονος Άγιος το εξής για το θέμα που αναπτύξαμε. Η ευλογημένη οικογένεια, και μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, θα συνεχίσει την δική της λειτουργία και μέσα στο σπίτι. Δια της ευχής, της προσευχής αλλά και της μελέτης της Γραφής μέσω των Αγίων, η χάρις θα ενεργεί και θα κατευθύνει τα διαβήματα στην οδόν της καθάρσεως πρώτα, του θείου φωτισμού κατόπιν και τέλος αυτό που βίωσαν πολλοί εκ των Αγίων, αυτής της θεώσεως.
Αδελφοί μου, εάν οι κάτοικοι της Καπερναούμ έχαιραν και έσπευδαν, με λαχτάρα να ακούσουν τον λόγο του Κυρίου, ας σκεφθούμε πόσο εμείς σήμερα που κοινωνούμε αυτό το Δεσποτικό Σώμα και Αίμα του Κυρίου Ιησού Χριστού, που προστατευόμαστε από την Πανάχραντο Μητέρα του και που καθοδηγούμαστε από τους Αγίους του, πόση λαχτάρα και δίψα καρδιακή πρέπει να αισθανόμαστε στην μελέτη, στην γνώση και κυρίως στην εφαρμογή αυτών των λόγων του Θεανθρώπου που κατέχει, διασφαλίζει και μας μεταδίδει η Αγία μας Εκκλησία!
Αποτελεί δε μεγάλη ευλογία το να κλείσουμε με ένα έξοχο απόσπασμα εκ των λόγων του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ακριβώς για το θέμα αυτό.
“Μεγάλο το κέρδος που προσφέρουν οι θείες Γραφές και διαρκής η ωφέλεια που πηγάζει από αυτές. Και αυτό έδειχνε ο Παύλος όταν έλεγε· “Διότι όσα από ενωρίτερα έχουν γραφεί, έχουν γραφεί προς νουθεσία δική μας, που φτάσαμε στους τελευταίους τούτους καιρούς, για να κρατούμε την ελπίδα με την υπομονή και την παρηγορία των Γραφών” (Ρωμ. 15, 4· Α” Κορινθ. 10, 11), Και είναι πράγματι τα θεία λόγια θησαυροφυλάκιο φαρμάκων κάθε είδους· ώστε, είτε χρειάζεται να σβήσει κανείς την υπερηφάνεια, είτε να κοιμίσει την επιθυμία, είτε να καταπατήσει τον έρωτα των υλικών πραγμάτων, είτε να ξεπεράσει την οδύνη, είτε να εμπνεύσει ευψυχία και να δημιουργήσει υπομονή, απ” εδώ να βρει πολύ το υλικό” (Εις τον Ιωάννην, Ομιλία ΛΖ’, α” P.G. 59,207).
Αμήν
Αρχιμ. Ιωήλ. Κωνστάνταρος
Στην λειτουργική μας σύναξη, που κάθε Κυριακή την προσμένουμε ως το πολυτιμότερο και ακριβότερο δώρο του Θεού στη γη μας, θα ακούσουμε την θεραπεία του παραλύτου της Καπερναούμ. Μια Ευαγγελική περικοπή η οποία είναι γεμάτη μηνύματα και περιγράφει καταστάσεις τόσο θετικές όσο και αρνητικές. Φαίνεται η αγάπη των φίλων του Παραλυτικού που υποβάλλονται στον κόπο για να τον μεταφέρουν, περιγράφεται το παράτολμο του σχεδίου που μας το περιγράφει ο Ευαγγελιστής Μάρκος “απεστέγασαν την στέγην όπου ην και εξορύξαντες χαλώσι τον κράβαττον, εφ” ω ο Παραλυτικός κατέκειτο”.
Κυρίως δε αποκαλύπτεται κατά τρόπο άμεσο αυτή η αγάπη του Θεανθρώπου Κυρίου μας, δίνοντας την θεραπεία πρώτα στην ψυχή με το “αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου” και στην συνέχεια χαρίζοντας την ποθητή υγεία και στο ανάπηρο σώμα: “ Ίνα δε είδητε ότι εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου αφιέναι επί της γής αμαρτίας – λέγει τω παραλυτικώ, σοι λέγω, έγειρε και άρον τον κράββατόν σου και ύπαγε εις τον οίκον σου”!
Και φυσικά αποδεικνύεται αυτή η Θεότητα του Ιησού, αφού, όπως με κακία παρατηρούν οι γραμματείς, μόνο Θεός μπορεί να συγχωρεί τις αμαρτίες, αλλά και να θεραπεύει τις χρόνιες ασθένειες των ανθρώπων.
Αυτός δε είναι και ο λόγος που αμέσως μετά την θεραπεία του παραλυτικού και την συγχώρεση των αμαρτιών του που προηγήθηκε όλοι οι παρευρισκόμενοι δόξασαν τον Θεόν, “λέγοντας ότι ουδέποτε ούτως είδομεν”!
Η Ευαγγελική περικοπή, είναι γεμάτη μηνύματα που πρέπει να προσλάβουμε και να τα μελετήσουμε. Αλλά εκείνο που ευθύς εξ” αρχής προξενεί εντύπωση στον πιστό Χριστιανό, είναι η προθυμία των κατοίκων της Καπερναούμ, αλλά και όλης της Παλαιστίνης και των γύρω περιοχών να ακούσουν με ενδιαφέρον τον λόγο του Κυρίου.
Αυτός ο χαρακτηριστικός λόγος του Ευαγγελιστού Μάρκου στην αρχή της Ευαγγελικής Περικοπής ότι “ηκούσθη, ότι εις οίκον εστί. Και ευθέως συνήχθησανν πολλοί, ώστε μηκέτι χωρείν μηδέ τα προς την θύραν· και ελάλει αυτοίς τον λόγον”, οπωσδήποτε έχει να πει πολλά και σε εμάς αλλά και στους ανθρώπους της κάθε εποχής.
Και έχει να πει πολλά, διότι αναλόγως των περιπτώσεων οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν είτε με προθυμία, είτε με περιφρόνηση τον λόγο του Θεού, όπως αυτός κηρύσσεται υπό της Εκκλησίας και ερμηνεύεται υπό των φωτισμένων και θεουμένων Αγίων μας.
Και αφού αναφερθήκαμε στους Αγίους της Ορθοδοξίας μας, να τονίσουμε το γεγονός ότι, Μεγάλοι Πατέρες και σοφοί εκκλησιαστικοί συγγραφείς, εντρυφούσαν συνεχώς στα κείμενα της Αγίας Γραφής, τόσο της Παλαιάς όσο και της Καινής, και αυτήν ακριβώς την διδασκαλία της Γραπτής και προφορικής Παραδόσεως, την εκήρυσσαν ακαταπαύστως στο ποίμνιόν τους.
Χαρακτηριστικό μάλιστα στο σημείο αυτό είναι το φωτεινό παράδειγμα των τριών Ιεραρχών, αλλά και άλλων Πατέρων και Διδασκάλων οι οποίοι επί καθημερινής βάσεως δίδασκαν αυθεντικά τον Ευαγγελικό λόγο.
Είναι δε τόσο συγκινητική η βαθυστόχαστη ομολογία του Αγίου Ιγνατίου του θεοφόρου, ο οποίος παρά το προχωρημένο της ηλικίας του και παρά την άμεση και πολύπλευρη γνώση της Αγίας Γραφής, όταν έστρεφε τον λόγο του στην Ευαγγελική διδασκαλία, έλεγε “νυν ηρξάμην μαθητής γενέσθαι”. Και εάν το έλεγε αυτό ένας Άγιος Ιγνάτιος που γνώριζε τα Ευαγγελικά κείμενα και ζούσε την θεία αγάπη όσο ελάχιστοι, τι άραγε να πούμε εμείς που τόσες ελλείψεις παρουσιάζουμε στα κείμενα του λόγου του Θεού και γενικώς δείχνουμε απροθυμία στην ακρόαση και στη μελέτη της Αγίας Γραφής; Έχει δυστυχώς επικρατήσει σε κάποιες περιπτώσεις η άποψη ότι, το να μελετά ο πιστός Χριστιανός τόσο την Παλαιά, όσο και την Καινή Διαθήκη, αυτό δήθεν δεν είναι και τόσο Ορθόδοξο, διότι την Βίβλο την μελετούν και την παρερμηνεύουν οι Προτεστάντες και γενικώς οι αιρετικοί.
Το ότι οι αιρετικοί διαστρέφουν τα Βιβλικά κείμενα, αυτό βεβαίως είναι πραγματικότητα, και τούτο διότι, όπως αρκετές φορές έχουμε τονίσει, η Αγία Γραφή δεν μπορεί να σταθεί εκτός του Σώματος της Εκκλησίας.
Αλλά είναι δυνατόν η πραγματικότητα αυτή των Προτεσταντών και όλων των εκτός της Αγίας μας Ορθοδοξίας, είναι δυνατόν να ισχύει για όλους εμάς, που χάριτι Θεού αποτελούμε μέλη του Σώματος του Χριστού;
Είναι δυνατόν να τίθεται καν θέμα για τους Ορθοδόξους πιστούς, όταν υπάρχει η Ευλογία των Αγίων Πατέρων που με τα συγγράμματά τους μας ερμηνεύουν κατά τρόπον μοναδικό τα Ιερά κείμενα; Και επιτρέπεται να διατυπώνονται τέτοιου είδους ισχυρισμοί, όταν οι φωτισμένοι ποιμένες γνωρίζουν να καθοδηγούν το ποίμνιο στην ορθή ερμηνευτική οδό μέσω των Πατέρων και Διδασκάλων;
Φυσικά η μελέτη του λόγου του Θεού δεν μπορεί να γίνεται ξεκομμένα από όλες τις λειτουργικές εκφράσεις και τα μυστήρια του βιώνει η Εκκλησία μας, αυτό είναι πραγματικότητα, την οποία όμως ουδείς έχων σώας τας πνευματικάς φρένας, αρνείται. Όπως πάλι η συμμελέτη της Αγίας Γραφής δεν μπορεί να γίνεται αίτια ώστε να αναπτύσσεται κάποια περίεργη καθοδηγητική των πιστών και ν” αναπτύσσονται τάσεις οργανικής αυτονομίας.
Άλλωστε οι ίδιοι οι Πατέρες που αγωνίσθηκαν να ερμηνεύσουν τα κείμενα των Θεοπνεύστων Αποστόλων, ταυτοχρόνως και ακόμα περισσότερο αγωνίζονται στο να αναπτύξουν στο ποίμνιο που τους είχε εμπιστευθεί ο Θεός την αυθεντική εκκλησιολογική συνείδηση.
Αλλά η προθυμία των πιστών τέκνων της Εκκλησίας μας και η Ευλογία της σποράς του λόγου του Θεού, δεν περιορίζεται μόνο στον τρόπο που προαναφέραμε, αλλά επεκτείνεται και σε τόσες άλλες ευλογημένες ευκαιρίες και δυνατότητες που έχουμε.
Φυσικά τον πρώτο λόγο τον έχει ο ίδιος ο ενοριακός μας ναός, όπου κατά τις Κυριακές και τις εορτές, γίνεται, θα πρέπει να γίνεται κήρυγμα του Θείου Λόγου. Και πάλι θα μας πουν οι Άγιοι που έχουν ασχοληθεί με το θέμα, και έχουν εργασθεί στο θείο κήρυγμα και ιδίως με την ποιμαντική των ψυχών, ότι ιδιαίτερη χάρη και δύναμη αποκτούν τα λόγια του Κυρίου, όταν λέγονται και ακούγονται εντός του πλαισίου της Θείας Λειτουργίας, αλλά και των άλλων φυσικά μυστηρίων και Ιερών ακολουθιών. Γι” αυτό δε τον λόγο, από την αρχή της Εκκλησίας μας, όπως βλέπουμε ακόμα και μέσα στις Επιστολές του Απ. Παύλου, αλλά και όπως συνεχίζεται από τους Αποστολικούς Πατέρες και γενικώς από την λειτουργική και ποιμαντική πραγματικότητα, το κήρυγμα το αυθεντικό ήταν αναπόσπαστα συνδεδεμένο με την θεία λατρεία. Ήταν αδύνατον να νοηθεί Ιερά λειτουργία άνευ του κηρύγματος.
Εννοείται δε ότι η προθυμία και η διάθεση για γνώση των λόγων του Κυρίου μας και γενικώς των δογμάτων της πίστεώς μας, σε συνδυασμό βεβαίως με το ορθό βίωμα των Αγίων μας, δεν θα πρέπει να εξαντλούνται μόνο κατά τις λατρευτικές ώρες και τις χρυσές ευκαιρίες των Ιερών ακολουθιών, αλλά να συνεχίζονται και στην οικία.
Άλλωστε, παρά τα άλλα αρνητικά της εποχής μας, έχουμε την δυνατότητα να κατέχουμε βιβλία, τόσο αυτών των Ιερών ακολουθιών, όσο και Πατερικές διδαχές και ερμηνείες, μέσα στα σπίτια μας.
Και ομολογουμένως, δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα από το να συγκεντρώνεται ολόκληρη η οικογένεια, “η κατ” οίκον εκκλησία” τόσο για κοινή προσευχή, όσο και για μελέτη της πίστεώς μας.
Έλεγε ένας σύγχρονος Άγιος το εξής για το θέμα που αναπτύξαμε. Η ευλογημένη οικογένεια, και μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, θα συνεχίσει την δική της λειτουργία και μέσα στο σπίτι. Δια της ευχής, της προσευχής αλλά και της μελέτης της Γραφής μέσω των Αγίων, η χάρις θα ενεργεί και θα κατευθύνει τα διαβήματα στην οδόν της καθάρσεως πρώτα, του θείου φωτισμού κατόπιν και τέλος αυτό που βίωσαν πολλοί εκ των Αγίων, αυτής της θεώσεως.
Αδελφοί μου, εάν οι κάτοικοι της Καπερναούμ έχαιραν και έσπευδαν, με λαχτάρα να ακούσουν τον λόγο του Κυρίου, ας σκεφθούμε πόσο εμείς σήμερα που κοινωνούμε αυτό το Δεσποτικό Σώμα και Αίμα του Κυρίου Ιησού Χριστού, που προστατευόμαστε από την Πανάχραντο Μητέρα του και που καθοδηγούμαστε από τους Αγίους του, πόση λαχτάρα και δίψα καρδιακή πρέπει να αισθανόμαστε στην μελέτη, στην γνώση και κυρίως στην εφαρμογή αυτών των λόγων του Θεανθρώπου που κατέχει, διασφαλίζει και μας μεταδίδει η Αγία μας Εκκλησία!
Αποτελεί δε μεγάλη ευλογία το να κλείσουμε με ένα έξοχο απόσπασμα εκ των λόγων του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ακριβώς για το θέμα αυτό.
“Μεγάλο το κέρδος που προσφέρουν οι θείες Γραφές και διαρκής η ωφέλεια που πηγάζει από αυτές. Και αυτό έδειχνε ο Παύλος όταν έλεγε· “Διότι όσα από ενωρίτερα έχουν γραφεί, έχουν γραφεί προς νουθεσία δική μας, που φτάσαμε στους τελευταίους τούτους καιρούς, για να κρατούμε την ελπίδα με την υπομονή και την παρηγορία των Γραφών” (Ρωμ. 15, 4· Α” Κορινθ. 10, 11), Και είναι πράγματι τα θεία λόγια θησαυροφυλάκιο φαρμάκων κάθε είδους· ώστε, είτε χρειάζεται να σβήσει κανείς την υπερηφάνεια, είτε να κοιμίσει την επιθυμία, είτε να καταπατήσει τον έρωτα των υλικών πραγμάτων, είτε να ξεπεράσει την οδύνη, είτε να εμπνεύσει ευψυχία και να δημιουργήσει υπομονή, απ” εδώ να βρει πολύ το υλικό” (Εις τον Ιωάννην, Ομιλία ΛΖ’, α” P.G. 59,207).
Αμήν
Αρχιμ. Ιωήλ. Κωνστάνταρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά