Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Δεκεμβρίου 30, 2018

ΕΓΚΩΜΙΟ ΣΤΟΝ ΜΕΓΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟ


Ὁσίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου


Στρέψτε τὰ αὐτιὰ σας σ’ ἐμένα, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί· θὰ σᾶς διηγηθῶ μιὰ ὡραιότατη διήγηση. Διότι εἶναι σωστὸ νὰ κρύβει κανεὶς τὶς ἀποφάσεις τῶν βασιλέων, εἶναι ὅμως καλὸ νὰ ἀποκαλύπτει τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μὲ ἀφορμή τούς πιστοὺς δούλους του στηρίζει τοὺς ἀδύναμους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους πρῶτος εἶμαι ἐγώ. Ὑπάρχει λοιπὸν σ’ ἐμένα ὁ πόθος νὰ ἀγγίξω γεγονότα πού ἔχουν συμβεῖ γιὰ τὴ θεραπεία τῆς ταλαίπωρης ψυχῆς μου. Θέλω νὰ βάλω σήμερα στὸν ἀργαλειὸ στημόνι ἀπὸ τὸ ὡραῖο μαλλὶ τοῦ λογικοῦ προβάτου.
Ποθῶ νὰ ὑφάνω κεντημένο χιτώνα ἀπὸ τὸ μαλλὶ τῆς λογικῆς καὶ προσευχητικῆς γλώσσας. Διότι εἶδα κάποτε ἕνα κριάρι πού εἶχε ὡραία ἐμφάνιση καὶ πνευματικὰ κέρατα, τὰ ὁποῖα ἠχοῦσαν μὲ λόγια τοῦ Θεοῦ· καὶ ἀφοῦ τὸ πλησίασα μὲ μεγάλη ἀγωνία, ἀφαίρεσα ἀπ’ αὐτό ἀθόρυβα μιὰ μικρὴ τούφα.
Μὲ κυρίευσε ὅμως ἕνας ἀβάσταχτος φόβος, διότι ἀποτόλμησα τέτοιες φοβερὲς πράξεις, ἐπειδὴ δὲν ἤμουν συνετός.
Θέλετε λοιπὸν νὰ φανερώσω ποιὸ ἦταν αὐτό τὸ κριάρι πού ἦταν στολισμένο μὲ τόσο ὡραῖα χρώματα; Αὐτό τὸ κριάρι ἦταν ὁ σοφὸς καὶ πιστὸς Βασίλειος, ὁ ὁποῖος ἐπισκόπευσε στὴ χώρα τῶν Καππαδοκῶν καὶ κήρυξε στὴν πόλη τῶν Καισαρέων σωτήριες διδασκαλίες γιὰ ὅλη τὴν οἰκουμένη.
Ὁ Βασίλειος, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀληθινὰ ἡ βάση τῶν ἀρετῶν, τὸ βιβλίο τῶν ἐπαίνων, ὁ βίος τῶν θαυμάτων· αὐτός πού βαδίζει μὲ τὴ σάρκα καὶ προχωρεῖ μὲ τὸ πνεῦμα· αὐτός πού ζεῖ μὲ τὰ γήινα καὶ ἔχει τὸ βλέμμα του στραμμένο στὰ οὐράνια· αὐτός πού εἶναι τὸ βηρύλλιο πλῆκτρο τῆς μυστικῆς κιθάρας, αὐτό πού ἔτερψε τὴ χορεία τῶν ἁγίων Ἀγγέλων· αὐτός πού εἶναι τὸ σταθερὸ ἀρνί τῆς μάνδρας τῆς ζωῆς, πού καταβρόχθισε τὸ χορτάρι τοῦ ἱεροῦ Πνεύματος· αὐτός πού εἶναι τὸ ἀρνί πού πήδησε ἀπὸ τὸν πόθο καὶ ἅρπαξε τὸ ἄνθος ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ τιμίου Σταυροῦ· αὐτός πού εἶναι τὸ παχνὶ τῶν δογμάτων, ἡ γλώσσα τῶν λόγων, τὸ βραβεῖο τῶν ὀρθῶν καὶ ὠφέλιμων νοημάτων· αὐτός πού βύθισε τὸν ἑαυτό του στὸ βυθὸ τῶν Γραφῶν καὶ ἀνέσυρε τὸ λαμπρὸ μαργαριτάρι· αὐτός πού εἶναι τὸ ὥριμο σταφύλι τῆς θεϊκῆς κληματαριᾶς, πού ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πῆρε τὴ θεία γλυκύτητα· αὐτός πού εἶναι ἡ ὡραία μεμβράνη τῆς ἱερῆς σοφίας, στὴν ὁποία γράφηκαν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τὰ θεία χαράγματα· αὐτός πού εἶναι τὸ εὔφορο χωράφι τῆς οὐράνιας βασιλείας, τὸ ὁποῖο καρποφόρησε γιὰ τὸν Θεὸ καρποὺς δικαιοσύνης· αὐτός πού εἶναι βουνὸ στολισμένο μὲ τὰ ἄνθη τῆς μυστικῆς τριανταφυλλιᾶς, πού ἡ εὐωδιὰ του ἔφθασε στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό· αὐτός πού ἔψαλε ἐπάνω στὴ γῆ ἄσματα ἀρεστά στὸν Θεὸ καὶ πῆρε ἀπ’ τοὺς οὐρανούς στεφάνια εὐπρόσδεκτα· αὐτός πού ἀντιλήφθηκε τὴ χάρη καὶ διακήρυξε, ὅπως ὁ Ἰώβ, τὴν ὁμολογία του στὸν Σωτήρα τῶν ὅλων, λέγοντας: «Τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτό πού μὲ δημιούργησε, καὶ ἡ ἔμπνευση τοῦ Παντοκράτορος εἶναι αὐτή πού μὲ διδάσκει»· βεβαιώνοντας ὅτι μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κήρυττε σὲ ὅλους τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Ποθῶ ἀκόμη νὰ προσθέσω καὶ ἄλλη ὕφανση στὸ λόγο γιὰ τὰ ἐγκώμια, ὥστε μὲ τὴν ἀπόλαυση καὶ μὲ τὴν ἀνάμνηση τοῦ δίκαιου ἄνδρα νὰ βροῦμε στὶς προσευχὲς μας γνώση καὶ κατάνυξη. Πρέπει λοιπὸν νὰ πάρουμε στὰ χέρια μας τὴ σαΐτα τοῦ Πνεύματος καὶ νὰ τακτοποιοῦμε τὸ νῆμα τῶν νοημάτων μας. Ἔπειτα πρέπει νὰ ἑτοιμαζόμαστε γι’ αὐτή τὴν ἐργασία ἔτσι., ὥστε νὰ κλείνουμε μέσα στὸ στημόνι καὶ τὸ ὑφάδι. Ἂν λοιπὸν κάποιος κλώσει αὐτό τὸ μαλλὶ μὲ προσοχή, θὰ προσφέρει στολὴ ἀθανασίας σ’ ἐκείνους πού ποθοῦν αὐτὴ τὴ στολή.
Τέτοιες εἶναι οἱ ἀπαρχές τοῦ μυστικοῦ θρέμματος· τέτοιες εἶναι οἱ σοδειὲς τοῦ ἅγιου κτήματος. Ἔτσι ἄφθονος ἦταν στὴ διδασκαλία, ὥστε νὰ ντύνει ὅσους τύχαινε νὰ εἶναι παρόντες. Ἦταν πνευματοφόρο κριάρι τοῦ κοπαδιοῦ τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖο ἀνθοῦσε μέσα στὸ ἔλεος τῆς λαμπρῆς Ἐκκλησίας· ἀπὸ τὴ μιὰ προσφέροντας ζεστασιὰ στοὺς φτωχοὺς μὲ τὸ μαλλί του, ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁδηγώντας σὲ κατάνυξη τοὺς πλούσιους μὲ τὰ χτυπήματα τῶν κεράτων του. Καθὼς παρέμενε νύχτα καὶ μέρα στὰ ἴδια ἄδυτα, δέχθηκε τὴ Χάρη ἀπὸ τὸν οὐρανό. Γι’ αὐτό καὶ κάθε μέρα βγάζοντας ἄφθονα ἄνθη ὡς πρὸς τὸ λόγο, ἀνανέωνε γιὰ τὶς ψυχὲς τὸν ἀναλλοίωτο στολισμό. Καὶ παρόλο πού μοίραζε τὸν ἑαυτό του στὸν καθένα χωριστά, δὲν ἀλαζονεύονταν γιὰ τὴν ποικιλία του.
Ἐπειδὴ λοιπὸν πλήθαινε στὰ ἄφθαρτα ἄνθη, ἐπειδὴ τρεφόταν μὲ τοὺς ἅγιους κάλυκες, ἐπειδὴ ἔβρισκε ἀνάπαυση πάντοτε μέσα στὶς Γραφὲς καὶ ἀπὸ αὐτές ἔβοσκε ἄφθονο τὸ θεϊκὸ χορτάρι, καί ἀπολάμβανε τὴ χλόη στὰ βοσκοτόπια τῆς ἀποστολικῆς διδασκαλίας, καὶ εὐφραινόταν μέσα στὶς ἱερατικὲς αὐλὲς, γι’ αὐτό καὶ ὁ λόγος του κυλοῦσε σὰν ποταμός, καὶ ἡ ἀρετὴ του προχωροῦσε σὰν τὰ κύματα τῆς θάλασσας. Ἐκεῖ τρεφόταν μὲ θεία νοήματα, καὶ ἐδῶ κήρυττε μὲ δυνατὴ φωνὴ ἀθάνατα λόγια· ἐκεῖ ἔτρωγε ἐνάρετα φαγητά, καὶ ἐδῶ διακήρυττε εὐπρόσδεκτα λόγια. Δὲν ἦταν δηλαδὴ ἡ τροφὴ του στρύχνος καὶ βάτος, ἀλλά ἦταν ρόδο καὶ κρίνο, κρόκος καὶ κιννάμωμο. Ἀκολουθοῦσε δηλαδὴ πίσω ἀπὸ τέτοιο χορτάρι, ἀρωματίζοντας τὴν τροφή του μὲ μυστικὰ βλαστάρια. Γι’ αὐτό καὶ τὸ μαλλὶ του γίνονταν λαμπρό, καὶ ἦταν κατάλληλο γιὰ τὴν ὕφανση τῶν θείων διδαγμάτων.
Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο πρέπει νὰ λέω πολλὰ γι’ αὐτό τὸ κριάρι, ὅπου ὁλόκληρο ἔγινε σκεῦος ἕτοιμο, ὄχι σκεῦος τυχαῖο, ἀλλά τέτοιο πού εἶδε ὁ Πέτρος νὰ κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανό, πιασμένο ἀπὸ τὶς τέσσερες ἄκρες; Ἀλλά ἐκεῖνο κατεβαίνοντας στὴ γῆ, ἔδειξε ὅτι εἶχε πτηνὰ καὶ τετράποδα· ὁ Βασίλειος ὅμως πού βρῆκε τὴν ἄνοδο στὸν οὐρανό, παρουσίασε σ’ ἐμᾶς λόγια ἔνδοξα καὶ παράδοξα. Καὶ ἐκεῖνο βέβαια τὸ σκεῦος φάνηκε γιὰ λίγο, καὶ ἀνασύρθηκε ἡ ἐμφάνισή του, ἀφοῦ ἀποκαλύφθηκε μόνο σὲ ἕναν· αὐτὸς ὅμως ἀνυψωμένος πολλὰ χρόνια, χορήγησε σὲ πολλοὺς τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος. Γιὰ ἐκεῖνο τὸ σκεῦος ὁ Πέτρος ἄκουσε ἀπὸ τὸν οὐρανό, «Ἀπὸ ἐκεῖνα πού ἐγώ καθάρισα, φάγε»· καὶ γι’ αὐτὸν εἰπώθηκε σὲ ὅλους· «Αὐτόν πού ἐγώ ἁγίασα, καὶ σεῖς νὰ τὸν τιμήσετε».
Ποιὸς λοιπὸν δὲν θὰ ἐπαινοῦσε ἐκεῖνον πού δόξασε ὁ Πατέρας; ἤ ποιὸς δὲν θὰ τιμοῦσε ἐκεῖνον πού ἁγίασε ὁ Υἱός; Καὶ ποιὸς δὲν θὰ μακάριζε ἐκεῖνον πού μακάρισε τὸ σοφὸ καὶ νοερὸ καὶ σεβάσμιο Πνεῦμα;
Πωπώ, πῶς εὐδόκησε ἡ ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ νὰ κατοικήσει μέσα του καὶ νὰ περπατήσει μέσα του! «Βρίσκω ἀνάπαυση, εἶπε ὁ Θεός, στὸν ταπεινὸ καὶ ἥσυχο, καὶ σ’ αὐτόν πού φοβᾶται τὰ λόγια μου». Ἔτσι ἡ Χάρη τοῦ πλημμύρισε τὸ νοῦ, μὲ ἐκεῖνα τὰ σεμνὰ καὶ ἀστείρευτα ρεύματα, ὥστε νὰ παρουσιάσει κόσμιους καὶ αὐτούς πού μολύνθηκαν μέσα στὰ ἁμαρτήματά τους, ὅπως καὶ αὐτούς πού βαπτίσθηκαν.
Γιὰ νὰ δείξει λοιπὸν ὁ Κύριος τὴν εὐσπλαχνία του καὶ σ’ ἐμένα, ὅταν μοῦ δόθηκε ἀφορμή γιά νά προσφέρω ἐλεημοσύνη σὲ κάποια πόλη, ἄκουσα ὅταν βρέθηκα ἐκεῖ φωνὴ νὰ μοῦ λέει: «Σήκω, Ἐφραίμ, καὶ φάγε νοήματα». Καὶ ἀφοῦ ἀπάντησα, εἶπα μὲ πολλὴ ἀγωνία: «Ἀπὸ ποῦ, Κύριε, νὰ φάω;». Καὶ μοῦ ἀπάντησε: «Νά, στὸν οἶκο μου, τὸ βασιλικό σκεῦος θά σοῦ προσφέρει τὸ φαγητό». Καὶ ἀφοῦ θαύμασα πολὺ γιὰ τὰ λεγόμενα, σηκώθηκα καὶ πῆγα στὸ ναὸ τοῦ Ὕψιστου, καὶ ἀφοῦ προχώρησα ἀθόρυβα στὸ προαύλιο καὶ ἔσκυψα ἀπὸ τὸν πόθο στὰ πρόθυρα, εἶδα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων τὸ σκεῦος τῆς ἐκλογῆς νὰ εἶναι ἁπλωμένο λαμπρὰ μπροστὰ στὸ ποίμνιο, νὰ εἶναι ὁλόκληρο στολισμένο μὲ θεοπρεπῆ λόγια, καὶ τὰ μάτια ὅλων νὰ εἶναι στραμμένα σ’ αὐτόν. Εἶδα τὸ λαὸ νὰ τρέφεται ἀπὸ αὐτόν μὲ πνεῦμα, καὶ τὴ χήρα καὶ τὸ ὀρφανὸ νὰ ἐλεεῖται πάρα πολύ. Εἶδα ἐκεῖ νὰ κυλοῦν πρὸς αὐτόν τὰ δάκρυα σὰν ποτάμι, καὶ τὸ μαλλὶ τῆς ζωῆς νὰ λάμπει σὲ ὅλους σὰν χρυσάφι, καὶ τὸν ἴδιο τὸν ποιμένα νὰ στέλνει ψηλὰ μὲ τὰ φτερὰ τοῦ Πνεύματος δεήσεις καὶ νὰ κατεβάζει ἀπαντήσεις. Εἶδα τὴν ‘Ἐκκλησία νὰ καλλωπίζεται ἀπὸ αὐτόν, καὶ τὴν ἀγαπημένη νὰ στολίζεται μὲ πολλὰ στολίδια. Εἶδα τὰ δόγματα τοῦ Παύλου, τὰ διδάγματα τῶν Προφητῶν, τὸ νόμο τῶν Εὐαγγελίων, τὸ φόβο τῶν μυστηρίων. Εἶδα ἐκεῖ τὸν ὠφέλιμο καὶ σωτήριο λόγο νὰ ὑψώνεται πιστὰ στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό, καὶ γενικὰ ὅλη ἐκείνη τὴ Σύναξη νὰ λάμπει ἀπὸ τὶς ἀκτῖνες τῆς Χάρης. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὅλοι αὐτοί τόσο πολὺ προόδευαν στὴν εὐσέβεια, καθὼς ἀντλοῦσαν ἀπὸ τὸ ἐκλεκτό σκεῦος τῆς βασιλείας, ἀνύμνησα τὸν σοφὸ καὶ ἀγαθό Κύριο, ὁ Ὁποῖος τόσο πολὺ δοξάζει ἐκείνους πού τὸν δοξάζουν.
Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὸ κήρυγμα, δόθηκε στὸν ἄνδρα πληροφορία γιὰ μένα ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καὶ ἀφοῦ ἔστειλε καὶ κάλεσε ἐμένα τὸν τιποτένιο, ἀπευθύνθηκε σέ μένα διὰ μέσου τοῦ διερμηνέα, καί μέ ρώτησε: «Ἐσύ εἶσαι ὁ Ἐφραίμ, ὁ ὁποῖος ἔσκυψες τέλεια τὸν τράχηλό σου καὶ σήκωσες τὸ ζυγὸ τοῦ σωτήριου λόγου;». Καὶ ἀφοῦ ἀπάντησα καί εἶπα, «ἐγώ εἶμαι ὁ Ἐφραίμ, ὁ ὁποῖος ἄφησα τὸν ἑαυτό μου πίσω ἀπὸ τὸν οὐράνιο δρόμο». Καὶ ἀφοῦ μὲ πλησίασε ὁ θεόπνευστος αὐτός ἄνδρας, πρόσφερε σ’ ἐμένα τὸ ἅγιο φίλημά του καὶ ἀφοῦ ἔστρωσε τραπέζι μὲ τὰ φαγητὰ τῆς σοφῆς καὶ ἅγιας καὶ πιστῆς ψυχῆς του, ὄχι τραπέζι καρυκευμένο μὲ φθαρτὰ φαγητά, ἀλλά γεμάτο μὲ ἄφθαρτα νοήματα, ἔλεγε μὲ ποιὲς δηλαδὴ καλὲς πράξεις μποροῦμε νὰ δείξουμε τήν τέλεια μετάνοιά μας στὸν Κύριο  πῶς θὰ ἐμποδίσουμε τὶς ἐπιθέσεις τῶν ἁμαρτημάτων, καὶ πῶς θὰ κλείσουμε τὶς εἰσόδους τῶν παθημάτων· πῶς θὰ ἀποκτήσουμε τὴν ἀποστολικὴ ἀρετή, καὶ πῶς θὰ κάμψουμε τὸν ἀδωροδόκητο Κριτή. Καὶ ἀφοῦ ἔκλαψα, κραύγασα καὶ εἶπα: «Ἐσύ, πάτερ, φρούρησε ἐμένα τὸν πλαδαρὸ καὶ ράθυμο· ἐσύ ὁδήγησέ με στὸν ἴσιο δρόμο· ἐσύ φέρε σὲ κατάνυξη τὴ σκληρὴ σὰν πέτρα καρδιά μου· διότι σ’ ἐσένα μὲ ἀνέθεσε ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων, γιὰ νὰ θεραπεύσεις τὴν ψυχή μου. Ἐσύ προσόρμισε τὸ σκάφος τῆς ψυχῆς μου στὸ ἥσυχο λιμάνι».
Καὶ πρόσεξε τὴ φροντίδα τοῦ καλοῦ διδασκάλου, ἀπὸ ποῦ δηλαδὴ ἄδραξε τὸ παράδειγμα τῆς ἀρετῆς μου. Κράτησε σφιχτά, γιὰ νὰ τὸ πῶ ἔτσι, τὸ ραβδὶ τοῦ σώματος, καὶ ἀφοῦ μάδησε τὴ συνήθεια τῶν ἀνόητων παθῶν, ἀφαίρεσε τὰ λέπια μου, δηλαδὴ τὴν ἀδυναμία τῶν ματιῶν μου· καὶ ἀφοῦ ἐλάττωσε τὴν ὠχρότητα καὶ ἀνωριμότητα τοῦ λόγου, μὲ πῆρε μὲ τὸ ζῆλο καὶ μὲ βύθισε στὰ βάθη τῶν διδαγμάτων του. Τότε τὰ σπλάχνα μου πόθησαν πολὺ νὰ συνθέσουν τὸν ἔπαινο τῶν Σαράντα Μαρτύρων· διότι ὁ ἐκλεκτός πληροφόρησε τὰ αὐτιά μου γιὰ κάθε πράξη τῆς καρτερίας τους· πῶς δηλαδὴ προτίμησαν νὰ πεθάνουν γιὰ τὸν Χριστό, καὶ πόσους κινδύνους περιφρόνησαν, γιὰ νὰ Τὸν κερδίσουν, καὶ πόσοι ἦταν οἱ ἅγιοι ὡς πρὸς τὸν ἀριθμό· καὶ ἐξιστοροῦσε τὰ ὑπόλοιπα κατορθώματα τῆς εὐσέβειάς τους.
Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ πιστὸς ἀρχιερέας μᾶς ἔκανε ἄξιους γιὰ μιὰ τέτοια λαμπρὴ ἐργασία, ἀφοῦ ἀφήσουμε τοὺς ἐπαίνους αὐτῶν τῶν τροπαιούχων καλλινίκων ἀνδρῶν γιὰ ἄλλη διήγηση, ἂς μακαρίσουμε αὐτόν, τὸν ὅσιο τοῦ Χριστοῦ, τὸν ἄνδρα πού εἶχε τὸν ἴδιο ζῆλο καὶ τὴν ἴδια τιμὴ μ’ αὐτούς. Διότι, ὅπως οἱ Ἅγιοι ἀντιστάθηκαν μὲ ἀνδρεία στὸν τύραννο Λικίνιο καὶ στὸν ἄρχοντα Δούκα, ἔτσι καὶ ὁ Ὅσιος ἀντιπαρατάχθηκε στὸν Οὐάλη καὶ στὸν Ἄρειο καὶ στὸν ἀλαζονικὸ ἔπαρχο. Ἐκεῖνοι οἱ Ἅγιοι ξερίζωσαν τὰ ἀγκάθια τῆς πλάνης, καὶ αὐτὸς ξερίζωσε τὰ τριβόλια τῆς αἱρετικῆς μανίας. Ἐκεῖνοι διέλυσαν τὰ ἀγωνίσματα τοῦ Λικίνιου, καὶ αὐτός κατάργησε τὰ προστάγματα τοῦ Οὐάλη. Ἐκεῖνοι κατάργησαν τὶς προσταγὲς τοῦ Δούκα, καὶ αὐτός καταντρόπιασε τὰ ἐπιχειρήματα τοῦ Ἄρειου. Ἐκεῖνοι διέλυσαν τὴν ἀλαζονεία τοῦ ἄρχοντα, καὶ αὐτός τσάκισε τὴ μανία τοῦ ἔπαρχου Μόδεστου.
Ἀφοῦ λοιπὸν ὁπλίσθηκε ἀπὸ τὴν ἄθλησή τους μὲ κεντρί, ὅπως ὁ Φινεές, τρύπησε τὶς γλῶσσες πού ἔφυγαν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτό καὶ ποθοῦσε πολὺ ἔντονα νὰ πιεῖ τὸ ποτήρι τοῦ μαρτυρίου καὶ βιαζόνταν νὰ στήσει τρόπαιο μὲ τὸ μαρτύριό του. Οἱ Μάρτυρες, χάρη στὴν πίστη τους στὸν Χριστό, σήκωσαν ἐπάνω τους ὅλη μαζὶ τὴ θλίψη καὶ τὴν ὑπέ-μειναν μὲ γενναιότητα· ὁ Βασίλειος ἐπίσης, χάρη στὴν ἐλπίδα του στὸν Χριστό, ὑπέφερε μὲ ἀνδρεία τὴ χιονοθύελλα τῶν πειρασμῶν. Ἐκεῖνοι πέταξαν τοὺς χιτῶνες τους καὶ πρόσφεραν τὰ μέλη τους στὰ βασανιστήρια· καὶ αὐτός βιάζονταν νὰ πετάξει ἀπὸ πάνω του ἀκόμη καὶ τὸ κουρέλι πού εἶχε γύρω ἀπὸ τὸν τράχηλό του καὶ τὸ σῶμα. Ἐκεῖνοι στὴ λίμνη τράβηξαν πρὸς τὸν ἑαυτὸ τους αὐτόν πού πλανιόταν στὴν ἀσέβεια καὶ τὸν ἔκαναν ἄξιο γιὰ τὴ δόξα· αὐτός ἐπίσης βαφτίζοντας τοὺς ἄπιστους στὴν κολυμβήθρα, ἔγινε γι’ αὐτοὺς πρόξενος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἐκεῖνοι μέσα στὰ νερά, φλεγόμενοι ἀπὸ τὸν πόθο, εἶδαν τὸ φῶς μαζὶ μὲ τὰ στεφάνια πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι τους· καὶ αὐτός πυρπολούμενος ἀπὸ τὰ δόγματα τῆς Ἁγίας Τριάδας, πῆρε τὰ βραβεῖα γιὰ τὸν ἀγώνα του ἐνάντιον τῶν κακοδόξων.
Πόσες πανουργίες μεταχειρίσθηκε ὁ πονηρὸς Βελίαρ γιὰ νὰ χωρίσει τὸν Βασίλειο ἀπὸ τὴν οὐράνια βασιλεία! Ἐξόργισε βασιλιάδες, ἄρχοντες καὶ ὄχλους, ἀλλά ὁ Βασίλειος ἔγινε βάση τῶν πιστῶν. Ἐξαγρίωσε ὅλες τὶς καταιγίδες του, ἀλλά δὲν τάραξε διόλου τὸν σοφὸ ἔμπορο. Προκάλεσε θύελλα μὲ τοὺς βοηθούς του, δηλαδὴ μὲ τὶς αἱρέσεις, ἀλλά ἡ τέχνη τοῦ κυβερνήτη ἀποδεικνύονταν περισσότερο. Ξεσήκωσε τρικυμίες ἐνάντιον τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά δὲν μπόρεσε νὰ βυθίσει τὸ πλοῖο τῆς πίστης τοῦ Βασιλείου. Τὸν πολέμησε μὲ αἱρετικὰ λόγια, ἀλλά ἀμέσως τραυματίζονταν ἀπὸ τὰ δόγματα τῆς θεολογίας. Ἐξόπλισε ἐναντίον του τὸν Ἄρειο, ὅπως τὸν Γολιάθ, ἀλλά χτυπιόταν ἀπ’ αὐτόν, σὰν μὲ σφενδόνη, μὲ τὰ τρία λιθάρια τῆς πίστης. Ἐπιτέθηκε μὲ ὁρμή στὸν πύργο του μὲ τοὺς ἀνέμους τῆς κακοδοξίας —ἄνεμοι δηλαδὴ ἦταν οἱ λόγοι τῶν ἀσεβῶν— ἀλλά δὲν τὸν ἔπεισαν, διότι εἶχε ὀχυρωθεῖ μὲ τὰ τρία ἀπόρθητα τείχη τῆς ἄχραντης Τριάδας. Ἐκτόξευσε τὰ βέλη τῆς πολυθεΐας, ἀλλά ἀμέσως τράπηκε σὲ φυγὴ ἀπὸ τὴ μονοθεΐα. Ἔρχονταν στρατεύματα σκυλιῶν πού γαύγιζαν, ἀλλά μὲ τὴ ράβδο τοῦ σταυροῦ τὰ τραυμάτιζε. Οἱ λύκοι φοροῦσαν πάλι τὸ δέρμα τῶν προβάτων, ἀλλά ἀμέσως ἔλεγχε τὴν ὑποκρισία τους. Βιαζόταν ἡ ἀδικία νὰ τὸν ταράξει, ἀλλά ἀμέσως νικιόταν ἀπὸ τὴ δικαιοσύνη τοῦ ἀνδρός. Φιλονεικοῦσαν οἱ ἄπιστοι νὰ μιμηθοῦν τὴν πίστη καὶ τὴ διδασκαλία του, ἀλλά ἀμέσως διακηρυσσόταν ἡ κακόπιστη καὶ ἀσεβής γνώμη τους. Μεταχειρίζονταν κολακεῖες γιὰ νὰ ἀποκτήσουν τὴν παρρησία του, ἀλλά ἀμέσως ἀποκαλυπτόταν ἡ ἀφροσύνη τους.
Ἐπειδὴ δηλαδὴ γνωρίζουν καὶ οἱ ἔχθροι νὰ σέβονται καὶ νὰ τιμοῦν τὴν ἀρετή καὶ τὴν ἀνδρεία, ὅταν τὸ παιδὶ τοῦ τυράννου βασανιζόταν ἀπὸ φοβερὴ ἀρρώστια, παρακαλοῦσαν τὸν ἄνδρα νὰ προσευχηθεῖ γι’ αὐτό ·ἐκεῖνος ὅμως πρότεινε, λέγοντας: «θὰ προσευχηθῶ, ἂν μοῦ τὸ δώσεις νὰ τὸ ὁδηγήσω στὴν ἀψεγάδιαστη πίστη καὶ νὰ τὸ ἀπαλλάξω ἀπὸ κάθε δυσσέβεια τῶν μαθημάτων τοῦ Ἀρείου»· καὶ ὅταν ὁ πατέρας συμφώνησε, ἀμέσως ὁ Βασίλειος ἔγινε μεσολαβητὴς γιὰ τὸν ἐπίγειο βασιλιὰ πρὸς τὸν οὐράνιο· προσκόμιζε τὴν ὑπόσχεση τοῦ ἄνδρα, καὶ ἔφερνε σ’ αὐτόν τὴ θεραπεία τοῦ παιδιοῦ του.
Μόλις λοιπὸν εἶδαν τὰ φίδια νὰ ἔχει σωθεῖ τὸ παιδί, ξανὰ ἔβλαψαν ὕπουλα τὴ θέληση τοῦ ἀνόητου βασιλιᾶ, καὶ ἀφοῦ πῆραν τὸ γιό του, τὸν βάφτισαν μὲ νερό, ὄχι ὅμως μὲ Πνεῦμα. Δίδασκαν νὰ ἀρνηθεῖ τόνΥἱό τοῦ Θεοῦ. Ἐξωτερικά ντύνοντας καὶ ἐσωτερικὰ ξεντύνοντας· ἐξωτερικὰ ντύνει τὸν Χριστὸ καὶ ἐσωτερικὰ τὸν ξεσχίζει. Γι’ αὐτό καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο ἀφαίρεσε τὸ πνεῦμα τοῦ δύστυχου παιδιοῦ, κηρύττοντας τὴν ἀχαριστία τους.
Αὐτά δὲν εἶναι δευτερότερα ἀπὸ τὰ καταπληκτικὰ ἔργα τοῦ Ἠλία, καὶ δὲν εἶναι κατώτερα ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Ἐλισσαίου. Ὅπως ἐκεῖνοι ἐπανέφεραν στὴ ζωὴ τοὺς νεκρούς, ἔτσι καὶ ὁ πιστὸς Βασίλειος μὲ τὴν προσευχὴ του ἅρπαξε ἀπὸ τὸ θάνατο τὸ παιδὶ πού ἐπρόκειτο νὰ πεθάνει. Καὶ ὅπως ἐπίσης ὁ Πέτρος τὸν Ἀνανία καὶ τὴ Σαπφείρα, πού ἔκλεψαν, τοὺς θανάτωσε, ἔτσι καὶ ὁ Βασίλειος, κατέχοντας τὴ θέση τοῦ Πέτρου, καὶ συγχρόνως μετέχοντας στὴν παρρησία ἐκείνου, ἔλεγξε τὸν Οὐάλη, πού ἀθέτησε τὴν ὑπόσχεσή του, καὶ θανάτωσε τὸ γιό του. Ἀπὸ τὸ γεγονὸς αὐτό κυρίευσε πολλὴ λύπη καὶ ἀμηχανία τοὺς ἐλεεινοὺς καὶ ἐκεῖνο τὸν ἄπιστο βασιλιά.
Καὶ ποιὸς θὰ μπορέσει νὰ διηγηθεῖ ἀντάξια τὸ πλῆθος τῶν θαυμάτων, πού παρουσίασε ὁ μακάριος καὶ πιστὸς Βασίλειος, μέσα στὰ ἴδια τὰ γεγονότα; Ἐπειδὴ λοιπὸν εἴμαστε ἀδύνατοι νὰ ἐξηγήσουμε τὰ τόσα πολλὰ κατορθώματα τοῦ ἄνδρα, παραλείποντας ὅλα, καὶ ἀναφέροντας ἕνα, ἂς δείξουμε πῶς καὶ τὰ ἀναίσθητα συμμαχοῦσαν μὲ τὸν ἄνδρα. Ἐπειδὴ δηλαδὴ τὰ γεννήματα τῆς ὀχιᾶς μεταχειρίζονταν κάθε τρόπο νὰ φονεύσουν τὸν δίκαιο, διότι συνεχῶς πολεμοῦνταν μὲ τὰ λόγια ἐκείνου καὶ συγχρόνως μὲ τὰ θαύματά του, σὰν μὲ βέλη, προσῆλθαν στὸ βασιλιὰ ζητώντας νὰ τὸν ἁρπάξει καὶ νὰ τὸν ἐξορίσει: «Εἶναι ἀνυπόφορος, εἶπαν, ἀκόμη καὶ νὰ τὸν βλέπουμε· διότι ἐναντιώνεται πάρα πολὺ σ’ ἐμᾶς μὲ τὰ λόγια του· γι’ αὐτό εἶναι ἀδύνατο, βασιλιά, νὰ προοδεύσει ἡ δική μας πίστη, ὅσο αὐτός εἶναι παρών».
Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ βασιλιὰς παρασύρθηκε ἀπὸ τὰ λόγια τους, ἀποφάσισε νὰ ἐξορισθεῖ αὐτός· ἡ γραφίδα ὅμως ἀμέσως, ἐπειδὴ δὲν ἄντεξε νὰ ὑπηρετήσει τὴν παράνομη ἀπόφαση, συντρίφθηκε ἀπὸ μόνη της, διδάσκοντας στὸν ἀνόητο πόσο μεγάλη ἀσέβεια θέλει νὰ διαπράξει στὸ δοῦλο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος κήρυττε μία θεότητα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἀποδείκνυε ἐντελῶς μὲ σοφία ὅτι εἶναι σκυλιὰ λυσσασμένα ἐκεῖνοι πού φρονοῦσαν ἡ ὁμολογοῦσαν τὴ διαίρεση. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἀντιλαμβάνονταν ὁ ἀναισθητότερος ἀπὸ τὴν ἄψυχη γραφίδα, ὁ ὁποῖος ἦταν γιὸς τῆς πλάνης, πῆρε καὶ δεύτερη γραφίδα γιὰ νὰ ὑπογράψει καὶ νὰ ἀποτελειώσει τὴν πονηρὴ ἐπιθυμία του. Εἶδε ὅμως καὶ αὐτή τὴ γραφίδα νὰ θραύεται καὶ νὰ μὴ δέχεται νὰ συμμετάσχει στὸ κακὸ πού ἔσπευδε νὰ διαπράξει. «Γιατί σπεύδεις, βασιλιά, νὰ ἐξορίσεις σὲ ξένη χώρα αὐτόν πού ἔχει ἔνοικο μέσα του Ἐκεῖνον πού γεμίζει τὰ πάντα; Γιατί θέλεις νὰ ἐξοντώσεις αὐτόν πού εἶναι σέ ὅλα ἀδιάβλητος; Γιατί διώχνεις ἀπὸ τὴν πόλη τὸν οὐρανοπολίτη; Ἂν μάλιστα πάρεις καὶ τρίτη γραφίδα, θὰ τὴν δεῖς νὰ κομματιάζεται καὶ νὰ μὴ δέχεται κι αὐτή νὰ συνεργεῖ», πράγμα πού τελικά ἔγινε.
Τότε διακηρύχθηκε φανερὰ σὲ ὅλους ἡ νίκη καὶ τὸ λαμπρὸ τρόπαιο τοῦ ἀκατανίκητου ἄνδρα. Οἱ τρεῖς γραφίδες ἔγιναν ὑπερασπιστὲς αὐτοῦ πού κήρυττε τὴν ὁμοούσια Τριάδα. Τὸ χέρι ἔσπευδε νὰ βγάλει τὴν ἀπόφαση, οἱ γραφίδες ἀποδείκνυαν ὅτι αὐτή εἶναι ἄδικη. Τὸ χέρι βιαζόταν νὰ δώσει πονηρὴ ψῆφο, οἱ γραφίδες ἐμπόδιζαν τὴν ἀνωφελῆ βιασύνη. Καὶ ὅπως τὸ ραβδὶ τοῦ Μωυσῆ ντρόπιαζε ὅλους τούς γητευτὲς καὶ τοὺς ὑπόλοιπους μάγους τῆς Αἰγύπτου, ἔτσι καὶ οἱ γραφίδες κατάργησαν ἀμέσως τὴν ἀπόφαση τῶν ἀσεβῶν καὶ τῶν παιδιῶν τοῦ σκότους.
Πῶς νὰ σὲ μακαρίσουμε, πάτερ Βασίλειε, ἐσένα πού μὲ τὸ κεντρὶ τῆς ἀλήθειας κεντρίζεις καὶ διώχνεις τὴν πλάνη· ἐσένα πού ἀναχωρεῖς συνετὰ μαζὶ μὲ τὶς μέλισσες καὶ κατασκηνώνεις στὸ λιβάδι τῶν θεόπνευστων Γραφῶν, καὶ ἀπὸ κεῖ ἀνθολογεῖς γιὰ μᾶς ἄνθη προφητικά, δροσιὰ ἀποστολική, ζωὴ εὐαγγελική· ἐσένα πού διαρκῶς κάθεσαι στὶς κυψέλες τῶν ἀρετῶν, καὶ ἀπ’ αὐτές κατασκευάζεις γιὰ μᾶς τὴ θεία πρόπολη· ἐσένα πού παρήγαγες σοφά, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ μέλι τῆς θείας καὶ ἀψεγάδιαστης πίστης· ἐσένα πού μᾶς διδάσκεις νὰ καταφρονοῦμε τὶς πονηρὲς σφῆκες καὶ νὰ κατευθύνουμε τὸ πέταγμα στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό· ἐσένα πού κραύγασες ὅπως ὁ Δαβίδ, «εἶναι γλυκὰ τὰ λόγια σου στὸ λάρυγγά μου, εἶναι γλυκύτερα ἀπὸ τὸ μέλι στὸ στόμα μου»!
Πιστὲ Βασίλειε, ἔγινες δεκτὸς ὅπως ὁ Ἄβελ, μεταφέρθηκες στὸν οὐρανό ὅπως ὁ Ἐνώχ, σώθηκες ὅπως ὁ Νῶε, ὀνομάσθηκες φίλος τοῦ Θεοῦ ὅπως ὁ Ἀβραάμ, προσφέρθηκες θυσία στὸν Θεὸ ὅπως ὁ
Ἰσαάκ, ὑπέφερες πειρασμοὺς μὲ γενναιότητα ὅπως ὁ Ἰακώβ, καὶ δοξάσθηκες πολὺ ὅπως ὁ Ἰωσήφ. Βύθισες μὲ τὴ ράβδο τοῦ σταυροῦ τὸν δεύτερο Φαραώ, ὅπως ὁ Μωυσῆς, κόβοντας τὴ θάλασσα τῶν παθῶν, ἀναδείχθηκες ἀρχιερέας τοῦ Κυρίου ὅπως ὁ Ἀαρών, ἔτρεψες σὲ φυγὴ τοὺς ἐχθρούς ὅπως ὁ Ἰησοῦς ὁ γιὸς τοῦ Ναυῆ, ἀξιώθηκες νά δεχθεῖς τὴ Χάρη, ἐπειδὴ ἔδειξες ζῆλο ὅπως ὁ Φινεές, ὑψώθηκες ὅπως ὁ Σαμουήλ, διαφυλάχθηκες ὅπως ὁ Δαβίδ, ἁρπάχθηκες στὸν οὐρανό ὅπως ὁ Ἠλίας, ἀξιώθηκες διπλὴ χάρη ὅπως ὁ Ἐλισσαῖος. Καθαρίσθηκες μὲ τὴ νοητὴ φωτιὰ ὅπως ὁ Ἠσαΐας καὶ ἁγιάσθηκες ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς μητέρας σου ὅπως ὁ Ἱερεμίας. Εἶδες, ὅπως ὁ Ἰεζεκιήλ, Ἐκεῖνον πού κάθεται ἐπάνω στὰ Χερουβείμ, φίμωσες, ὅπως ὁ Δανιήλ, τὰ στόματα τῶν λιονταριῶν, καὶ ὅπως οἱ Τρεῖς Παῖδες καταπάτησες ἐντελῶς τὴ φλόγα τῶν ἐχθρῶν. Κήρυξες ὅπως ὁ Πέτρος, δίδαξες ὅπως ὁ Παῦλος, ὁμολόγησες ὅπως ὁ Θωμᾶς ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι ὁ Θεός, Αὐτός πού ἔπαθε γιά μᾶς. Ἐσύ θεολόγησες ὅπως ὁ Ματθαῖος, ὁ Μάρκος, ὁ Λουκᾶς καὶ ὁ Ἰωάννης· καὶ ὅπως οἱ Ἀπόστολοι, δίδαξες τοὺς ἄνομους, ἐπέστρεψες τοὺς ἀσεβεῖς, εὐαρέστησες στὸν Θεό.
Μεσίτευε γιὰ μένα τὸν πολὺ ἐλεεινό, καὶ ἐπανάφερέ με στήν εὐθεία ὁδό μὲ τὶς πρεσβεῖες σου, πάτερ· ἐσύ ὁ ἀνδρεῖος ἐμένα τὸν χαῦνο, ὁ ἀγωνιστής τὸν ὀκνηρό, ὁ πρόθυμος τὸν ράθυμο, ὁ σοφὸς τὸν ἀνόητο· ἐσύ πού θησαύρισες γιὰ τὸν ἑαυτό σου τὸ θησαυρὸ τῶν ἀρετῶν, ἐμένα τὸν στερημένο ἀπὸ κάθε καλό· διότι ἐσένα δόξασε ὁ Πατέρας τῆς εὐσπλαχνίας, καὶ ἐσένα μακάρισε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ· ἐσένα σὲ καθιέρωσε ναὸ ἅγιο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα· στὸ Ὁποῖο πρέπει ἡ δόξα, ἡ ἐξουσία, ἡ μεγαλοπρέπεια, στοὺς αἰῶνες. ‘Ἀμήν.







Τετάρτη, Φεβρουαρίου 07, 2018

Δευτέρα Παρουσία - Αντίχριστος Αγίου Εφραίμ του Σύρου

Δευτέρα Παρουσία - Αντίχριστος
Αγίου Εφραίμ του Σύρου
Κατά τον καιρόν δε εκείνον, όταν έλθη ο Δράκων, δεν υπάρχει άνεσις επί της γής, αλλά θλίψις μεγάλη, ταραχή και σύγχυσις, θάνατοι και πείνα εις πάντα τα πέρατα, διότι θα γίνουν κατά τόπους λιμοί, σεισμοί και θάνατοι διάφοροι επί της γής. Γενναία θα είναι η ψυχή, η οποία θα δυνηθή να κρατήση εαυτήν απηλλαγμένην από τα σκάνδαλα αυτά. Διότι εάν ευρεθή άνθρωπος ν' αδιαφορή ολίγον, εύκολα πολιορκείται και γίνεται αιχμάλωτος του Δράκοντος του πονηρού και δολίου, και ο τιούτος ευρίσκεται ασυγχώρητος εις την κρισιν, διότι επίστευσεν εις τον Τύραννον εκουσίως. Πολλών προσευχών και δακρύων έχομεν ανάγκην, αγαπητοί, δια να ευρεθώμεν ακλόνητοι εις τους πειρασμούς, διότι πολλά είναι τα φαντάσματα, τα οποία γίνονται από το θηρίον. Επειδή είναι Θεόμαχον θέλει όλοι ν' απωλεσθούν. Τοιούτον τρόπον μεταχειρίζεται ο Τύραννος, ώστε όλοι να βαστάζουν την σφραγίδα του Θηρίου, όταν θα έλθη να απατήση τα σύμπαντα.

Προσέχετε, αδελφοί μου, την υπερβολήν του Θηρίου, διότι μεταχειρίζεται διάφορα τεχνάσματα πονηρίας. Άρχεται από την γαστέρα, ίνα όταν τις μη έχων φαγητά, αναγκασθή να λάβη την σφραγίδα εκείνου, όχι ως έτυχεν εις πάν μέρος του σώματος, αλλ' εις την δεξιά χείρα και εις το μέτωπον, δια να μη έχη εξουσίαν ο άνθρωπος να κάμη με αυτήν το σημείον του σταυρού, μήτε πάλιν εις το μέτωπον να σημειώση το άγιον όνομα του Κυρίου. Διότι γνωριζει ο άθλιος, ότι όταν ο Σταυρός του Κυρίου σφραγισθή επί του ανθρώπου λύει πάσαν την δύναμιν του Εχθρού, και δι΄αυτό σφραγίζει την δεξιάν του ανθρώπου. Εάν κάποιος δεν σφραγίζεται με την σφραγίδα εκείνου, δεν γίνεται αιχμάλωτος εις τα φαντάσματα εκείνου, ούτε ο Κύριος απομακρύνεται απ΄ αυτού, αλλά τον φωτίζει και τον σύρει προς εαυτόν. Πρέπει να εννοήσωμεν, αδελφοί, μετά πάσης ακριβείας, ότι τά φαντάσματα του Εχθρού είναι αποτρόπαια. Ο δε Κύριος ημών έρχεται με γαλήνην διά να αποκρούση δι ημάς τα τεχνάσματα του Θηρίου...

Επειδή ο Σωτήρ, θέλων να σώση το ανθρώπινον γένος, ετέχθη εκ Παρθένου, και εν σχήματι ανθρώπου επάτησε τον εχθρόν με την αγίαν δύναμιν της Θεότητος Αυτού, ηθέλησε και αυτός να αναλάβη το σχήμα της αυτού παρουσίας διά να μας απατήση. Ο δε Κύριος ημών θα έλθη εις την γην εν νεφέλαις φωτειναίς, ως αστραπή φοβερά, ο δε Εχθρός δεν θα έλθη τοιουτοτρόπως, διότι είναι αποστάτης. Γεννάται μεν ακριβώς εκ κόρης μιαράς, αλλά δεν σαρκούται τοιουτοτρόπως. Θα έλθη δε ο Παμμίαρος με το εξής σχήμα, ως κλέπτης, διά να απατήση τα σύμπαντα. Θα είναι ταπεινός, ήσυχος, θα μισή την αδικίαν, θα αποστρέφεται είδωλα, θα προτιμά την ευσέβειαν, αγαθός φιλόπτωχος, ευειδής καθ' υπερβολήν, ευκατάστατος, ιλαρός εις όλους, θα τιμά πολύ το γένος των Ιουδαίων, διότι αυτοί προσμένουν την έλευσιν εκείνου. Μεταξύ δε όλων αυτών, θα εκτελή σημεία και τέρατα, φόβητρα με πολλήν εξουσίαν, θα προσπαθή δολίως να αρέση εις όλους, διά να αγαπηθή ταχέως από πολλούς, θα εξαπατά τον κόσμον υπό το πρόσχημα της ευταξίας, έως ου βασιλεύση.

Όταν λοιπόν ίδουν λαοί πολλοί και δήμοι τοιαύτας αρετάς και δυνάμεις, ενούνται όλοι συγχρόνος με μίαν γνώμην και με χαράν μεγάλην κηρύσσουν αυτόν βασιλέα, λέγοντες μεταξύ των. Μήπως άρα ευρίσκεται άνθρωπος άλλος τόσον αγαθός και δίκαιος; Ανορθούται δε ευθέως η βασιλεία εκείνου, και θα πατάξη μεθ υμών τρείς βασιλείς μεγάλους. Επειτα υψούται η καρδία του και θα εμέση ο Δράκων την πικρότητά του. Ταράσσων δεν την οικουμένην κινεί τα πέρατα, θλίβει τα σύμπαντα και μιαίνει τας ψυχάς. Όχι πλέον ως ευλαβής, αλλά πολύ αυστηρός εις όλα, απότομος, οργίλος,θυμώδης, ακατάστατος, φοβερός, αηδής, μισητός, βδελυκτός, ανήμερος, αλάστωρ, αναιδής, και προσπαθών να εμβάλη εις τον βόθρον της ασεβείας όλον το ανθρώπινον γένος. Πληθύνει σημεία ψευδώς και όχι αληθώς, και ενώ παρίσταται πολύς λαός και ευφημεί αυτόν, βάλλει φωνήν ισχυράν, ώστε να σαλευθή ο τόπος, επί του οποίου ίστανται οι όχλοι, λέγων.Γνωρίσατε όλοι οι λαοι την δύναμίν μου και την εξουσίαν, μεταθέτει όρη και ανάγει νήσους από την θάλασσαν με πλάνην και φαντασίαν, και ενώ πλανά τον κόσμον και φαντάζει τα σύμπαντα, πολλοί θα δοξάζουν και θα πιστεύουν αυτόν ως Θεόν ισχυρόν...

Πολλοί δε των αγίων, όσοι τότε θα ευρεθούν εις την έλευσιν του μιαρού, χύνουν ποταμηδόν τα δάκρυα μετά στεναγμών προς τον Θεόν τον Άγιον, διά να λυτρωθούν από τον Δράκοντα, και φεύγουν μετά μεγάλης σπουδής εις τας ερήμους και κρύπτονται εις τα όρη και τα σπήλαια μετά φόβου, και πασπαλίζουν χώμα και στάκτην εις τας κεφαλάς , παρακαλούντες νύκτα και ημέραν μετά πολλής ταπεινώσεως. Και ο Άγιος Θεός θέλει χαρίσει αυτό εις αυτούς, δηλαδή οδηγεί αυτούς η χάρις εις ωρισμένους τόπους και σώζονται κρυπτόμενοι εις τας οπάς και τα σπήλαια μη βλέποντες τα σημέια και τα φόβητρα του Αντιχρίστου. Η έλευσις δε αυτού γίνεται γνωστή εις τους έχοντας τον νούν προσηλωμένον εις τα άνω, εις δε τους έχοντας τον νουν εις βιωτικά πράγματα και ποθούντας τα γήινα, δεν θα γίνη φανερόν αυτό. Διότι όποιος είναι δεδεμένος πάντοτε εις βιωτικά πράγματα, και αν ακούση απιστεί και βδελύσσεται τον λέγοντα. Οι δε άγιοι θέλουν ενδυναμωθή, διότι πάντοτε απέρριψαν την μέριμναν του βίου αυτού.


Κυριακή, Δεκεμβρίου 10, 2017

Το μεγάλο μήνυμα της εορτής των Χριστουγέννων




Ο Μέγας Βασίλειος θαυμάζοντας το γεγονός της Γεννήσεως του Χριστού, θέτει στο στόμα της Παναγίας τα ακόλουθα λόγια:

«Πως να Σε ονομάσω εγώ, θαυμαστό μου βρέφος; 
Τι θνητό όνομα να δώσω στον καρπό του Αγίου Πνεύματος; 
Να Σου προσφέρω θυμίαμα ή γάλα; 
Έχεις ανάγκη από τις μητρικές μου φροντίδες, ή να πέσω στα πόδια Σου και να Σε λατρεύω; Τι ανεξήγητη αντίθεση; 
O ουρανός είναι ο θρόνος Σου κι εγώ σε τοποθέτησα στα γόνατα μου. Σε βλέπω στην γη κι όμως δεν άφησες τον ουρανό. O ουρανός είναι εκεί, όπου ευρίσκεσαι Εσύ».

Την απορία και την έκπληξη της Παναγίας συμμερίζεται και άγιος Βασίλειος. 
Και προσπαθώντας να βρει το μυστικό που πέτυχε την ένωση τόσο αντιθέτων πραγμάτων, καταλήγει ότι είναι  Η ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ!

Από ταπείνωση ο Θεός έγινε άνθρωπος!

Από την ταπείνωση Του η γη έγινε ουρανός!

Δεν ανέβηκε ο άνθρωπος στον ουρανό. Κατέβηκε ο Θεός στην γη. Και έτσι μας έμαθε έμπρακτα, πως μπορεί η γη, από τόπος εξορίας να γίνει παράδεισος. Από ζούγκλα, να γίνει Βασιλεία του Θεού. Γι’ αυτό και οι πρώτοι, που αξιώθηκαν να Τον προσκυνήσουν, ήταν οι ταπεινοί ποιμένες. Και οι γεμάτοι ταπεινό και ειλικρινές φρόνημα αναζήτησης της αλήθειας, «μάγοι εξ ανατολών»

Αυτή η αρετή της Ταπείνωσης είναι το μεγάλο μήνυμα της εορτής των Χριστουγέννων. Μόνο ο άνθρωπος που καλλιεργεί και αγαπάει αυτή την αρετή, μπορεί κάπως να νιώσει, τι έγινε εκείνη την παγωμένη νύχτα του Δεκέμβρη στην Βηθλεέμ της Ιουδαίας. 
Και μόνο με αυτή την αρετή, μπορεί να αξιωθεί να δεχθεί στην καρδιά του τον Νεογέννητο Βασιλέα και Σωτήρα Χριστό.

Αγίου Εφραίμ του Σύρου

Δευτέρα, Οκτωβρίου 02, 2017

Οσίου Εφραίμ του Σύρου Εις την Β' Παρουσίαν του Κυρίου Ο των όλων Θεός έρχεται κρίναι ζώντας και νεκρούς.


Εις την Β' Παρουσίαν του Κυρίου
Ο των όλων Θεός έρχεται κρίναι ζώντας και νεκρούς...

Και θα ανοιχθούν τα φοβερά εκείνα βιβλία, όπου είναι γραμμένα και τα έργα μας και λόγοι και οι πράξεις μας, τα οποία είπαμε και επράξαμε εις αυτήν την ζωήν, δηλαδή οι διαλογισμοί και τα ενθυμήματα, για τα οποία θα αποδώσουμε λόγον εις τον Κριτήν. 

Τότε θα ζητηθή από τον καθένα μας η ομολογία της πίστεως και η συνταγή του βαπτίσματος, και την πίστι καθαρή από κάθε αίρεσι και την σφραγίδα άθραυστη και τον χιτώνα αμόλυντον... 

Μετά την χάριν (του αγίου βαπτίσματος) ο ποιών τα πονηρά έργα, εξέπεσε της χάριτος, και ο Χριστός αυτόν εις τίποτε δεν θα ωφελήση, εάν επιμένη εις την αμαρτίαν. Διότι έχει γραφεί, ότι όλοι θα παρασταθούμε εμπρός εις το βήμα του Χριστού, διά να προσκομίση κάθε ένας όσα έπραξε με το σώμα του, είτε καλόν είτε κακόν (Β' Κορ. 5, 10).

Διότι όσοι έχουν τα καλά έργα και τους καλούς καρπούς χωρίζονται από τους ακάρπους και αμαρτωλούς, οι οποίοι και θα εκλάψουν, σαν τον ήλιον. Αυτοί είναι όσοι εφύλαξαν τις εντολές του Κυρίου, οι ελεήμονες, οι φιλόπτωχοι, οι φιλόρφανοι, οι ξενοδοχούντες, οι αντιλήπτορες των καταπονουμένων, οι επισκέπται των ασθενών, οι πενθήσαντες τώρα, καθώς είπεν ο Κύριος, οι πτωχεύσαντες τώρα διά τον πλούτον που ευρίσκεται εις τους ορφανούς, οι συγχωρούντες τα παραπτώματα των αδελφών, οι φυλάξαντες την σφραγίδα της πίστεως άθραυστον και αμόλυντον από πάθε αίρεσιν.

*Οι ευρισκόμενοι πάλιν εξ αριστερών είναι οι άκαρποι, εκείνοι που έχουν παροξύνει τον Καλόν Ποιμένα, εκείνοι που τον καιρόν αυτόν της μετανοίας τον επέρασαν παίζοντες και τρυφώντες, οι οποίοι εδαπάνησαν σε ασωτεία, μέθη και ασπλαχνία όλον τον χρόνον της ζωής των, σαν εκείνον τον πλούσιον, που ποτέ δεν ελέησε τον πτωχόν Λάζαρον, δι' αυτό και κατεκρίθησαν, ως ανελεήμονες και άσπλαχνοι και μη έχοντες καρπούς μετανοίας, ούτε έλαιον εις τας λαμπάδας των.

*Επειδή δεν ελεήσατε, έτσι και τώρα δεν θα ελεηθείτε, επειδή της φωνής μου δεν ακούσατε, έτσι ούτε εγώ τώρα θα ακούσω τους δικούς σας οδυρμούς. Διότι δεν διακονήσατε εμένα, ούτε με εθρέψατε πεινώντα, ούτε με εποτίσατε διψώντα, ούτε με εφιλοξενήσατε, ούτε γυμνητεύοντα με ενδύσατε, ούτε ασθενούντα με επισκεφθήκατε, ούτε όταν ήμουν εις την φυλακήν ήλθατε προς με. Άλλου Κυρίου εγίνατε εργάται και υπουργοί, δηλαδή του Διαβόλου...

*Τότε θα στενάζουν άρχοντες και πλούσιοι άσπλαχνοι, και θα προσβλέπουν παντού στενοχωρούμενοι, και κανείς δεν θα υπάρχει να μπορή να βοηθήση. Ούτε ο πλούτος φαίνεται, ούτε οι κόλακες παρεβρίσκονται, ούτε θα εύρουν έλεος, διότι δεν ελέησαν, ούτε προαπέστειλαν, δια να εύρουν... η γαρ κρίσις ανίλεως τω μη πράξαντι έλεος.

*Ας μη απιστήση κανείς, ότι είναι μόνον λόγια που λέγονται για την κρίσι. Αλλά με ακρίβεια και με ασφάλεια όλοι να πιστεύσουμε εις τον Κύριον, ότι υπάρχει ανάστασις νεκρών και κρίσις και ανταπόδοσις και των καλών και των κακών, κατά τις θείες Γραφές. Και παραβλέποντες όλα τα πρόσκαιρα, περιφρονούντες αυτά, να φροντίσουμε διά τα όσα αφορούν εις την απολογίαν και παράστασί μας εις το φοβερό βήμα, και την φρικτήν εκείνην ημέρα και φοβερήν ώραν...,η οποία θα δοκιμάση όλην την ζωήν.


(Αγ. Εφραίμ ο Σύρος) Ορθόδοξος Φιλόθεος μαρτυρία Έκδοσις "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ" 

Δευτέρα, Μαρτίου 14, 2016

Αγίου Εφραίμ του Σύρου :Ο τωρινός καιρός είναι καιρός για μετάνοια

Ο τωρινός καιρός είναι καιρός για μετάνοια ( Αγίου Εφραίμ του Σύρου )

Αδελφοί, ο τωρινός καιρός είναι καιρός για μετάνοια.
 Μακάριος λοιπόν είναι εκείνος, πού δεν έπεσε καθόλου στα δίχτυα του εχθρού.
 Μακάριος είναι για μένα κι εκείνος πού έπεσε στα δίχτυα του, αλλά κατόρθωσε να τα σκίσει και να του ξεφύγει όσο βρίσκεται στην παρούσα ζωή. Αυτός, ζώντας ακόμα σωματικά, μπόρεσε να ξεφύγει από τον πόλεμο και να σωθεί, όπως ξεγλιστράει το ψάρι από το δίχτυ. Γιατί το ψάρι, και να πιαστεί, αν σκίσει το δίχτυ και ορμήσει προς το βυθό, όσο βέβαια είναι ακόμα στο νερό, σώζεται. Αν όμως το τραβήξουν στη στεριά, τότε πιά δεν μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του.
 Έτσι κι εμείς.
 Όσο είμαστε σ΄ αυτή τη ζωή, έχουμε πάρει τη δύναμη και την εξουσία από το Θεό να σπάσουμε μόνοι μας τις αλυσίδες των θελημάτων του εχθρού, να πετάξουμε το φορτίο των αμαρτιών μας με τη μετάνοια και να σωθούμε, κερδίζοντας τη βασιλεία των ουρανών. Αν όμως μας προφτάσει το φοβερό εκείνο πρόσταγμα, αν η ψυχή χωριστεί από το σώμα και το σώμα μπει στον τάφο, τότε δεν μπορούμε πιά να βοηθήσουμε τον εαυτό μας – όπως ακριβώς συμβαίνει και με το ψάρι, πού το τράβηξαν απ΄ το νερό και το έκλεισαν μέσα σε δοχείο. Αδελφέ, μην πεις, «Σήμερα αμαρτάνω και αύριο μετανοώ», γιατί δεν έχεις σιγουριά.
Στον Κύριο ανήκει η φροντίδα για το αύριο.

Κυριακή, Μαρτίου 06, 2016

Πρόβατα και ερίφια στη Μεγάλη Ώρα-Άγιος Εφραίμ ο Σύρος

Αγαπητοί μου αδελφοί, ακούστε για τη δεύτερη και φοβερή παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Έφερα στο νου μου την ώρα εκείνη και, καθώς αναλογίστηκα όσα πρόκειται τότε να συμβούν, κατατρόμαξα. Ποιός μπορεί να τα διηγηθεί; Ποιά γλώσσα μπορεί να τα περιγράψει; Ποιά αυτιὰ μπορούν να τ’ ακούσουν;
Τότε ο Βασιλιάς της οικουμένης θα σηκωθεί από το θρόνο της δόξας Του και θα έρθει για να κρίνει όλους τους κατοίκους της γης, αμείβοντας με αιώνια μακαριότητα τους άξιους και τιμωρώντας με αιώνια κόλαση τους αμαρτωλούς!
Όταν τα φέρνω αυτά στο νου μου, τρόμος με κυριεύει. Παραλύω ολόκληρος. Τα μάτια μου δακρύζουν. Η φωνή μου κόβεται. Τα χείλη μου παγώνουν. Η γλώσσα μου τρέμει. Οι λογισμοί μου σταματούν.
Αν και ο φόβος με πιέζει να σωπάσω, αναγκάζομαι να μιλήσω για χάρη της δικης σας ωφέλειας.
Θα συμβούν τόσο μεγάλα και τρομακτικά γεγονότα, που ούτε έγιναν απὸ την κτίση του κόσμου ούτε θα γίνουν σ’ όλες τις γενιές.
Αν μία δυνατή βροντή πολλὲς φορὲς μας τρομάζει και μας κόβει τα πόδια, για σκεφτείτε, πὼς θ’ αντέξουμε ν’ ακούσουμε τον ήχο εκείνης της σάλπιγγας, που θα ηχήσει στα ουράνια δυνατότερα από κάθε βροντή, για να ξυπνήσει όλους τους νεκρούς, δίκαιους και αδίκους;
Τότε τα οστά των νεκρών θα συναρμολογηθούν. Θα προστάξει ο μεγάλος Βασιλιάς, που εξουσιάζει όλη την κτίση, κι ευθύς η γη και η θάλασσα θα δώσουν με τρόμο τους νεκρούς τους. Ακόμα κι όσοι κατασπαράχθηκαν από τα θηρία, όσοι φαγώθηκαν από τα ψάρια ή τα όρνια, όλοι, «εν ριπή οφθαλμού», θα παρουσιαστούν μπροστά στον αδέκαστο Κριτή.
Τότε οι ποταμοὶ και οι πηγὲς θα εξαφανιστούν, τ’ αστέρια θα πέσουν, ο ήλιος θα σβήσει, η σελήνη θα χαθεί.
Άγγελοι σταλμένοι από το Θεό θα διασχίζουν την υφήλιο και θα συγκεντρώνουν τους εκλεκτούς από κάθε σημείο της γης.
Τότε θ’ αντικρύσουμε «νέους ουρανοὺς και νέα γη» (Β’ Πέτρ. 3:13), σύμφωνα με την υπόσχεση του Κυρίου.
Πώς θ’ αντέξουμε, όταν θα δούμε να ετοιμάζεται ο φοβερός θρόνος και να προβάλλει ο Σταυρός, που πάνω του θυσιάστηκε εκούσια ο Χριστός για μας; Τότε θα θυμηθούμε και θα κατανοήσουμε το λόγο του Κυρίου για «το σημάδι του Υιού του ανθρώπου» (Ματθ. 24:30). Τότε θα πληροφορηθούμε όλοι, ότι πρόκειται να παρουσιαστεί ο μεγάλος Βασιλιάς. Τη φοβερή εκείνη ώρα, ο καθένας μας θα συλλογίζεται τις πράξεις του και θα σκέφτεται τί θα Του απολογηθεί…
Όταν θ’ ακούσουμε τη βροντερή εκείνη φωνή από τα ύψη τ’ ουρανού να διακηρύσσει, «Να, ο Νυμφίος έρχεται» (Ματθ. 25:6), «Ο Κριτής φτάνει για να κρίνει ζωντανούς και νεκρούς», τότε, από την κραυγή εκείνη, θα σαλέψουν συθέμελα τα έγκατα της γης, απ’ τη μίαν άκρη ως την άλλη. Τότε, αδελφοί μου, στενοχώρια και φόβος και τρόμος θα καταλάβει κάθε άνθρωπο γι’ αυτά που θα συμβούν στην οικουμένη. Οι δυνάμεις των ουρανών θα σαλευτούν. Οι ουρανοί θα σχιστούν. Και ο Βασιλεύς των βασιλέων, ο άγιος και ένδοξος Θεός μας, θα παρουσιαστεί σαν αστραπή φοβερή, με εξουσία και δόξα απερίγραπτη.
Έκσταση και φρίκη θα μας κυριέψουν την ώρα ἐκείνη, όταν θα καθίσει στο κριτήριο ο αμερόληπτος Κριτής και θ’ ανοίξει τα φοβερά βιβλία, όπου είναι γραμμένα τα έργα και τα λόγια μας, όλα όσα κάναμε και είπαμε στη ζωή αυτή, νομίζοντας ότι μπορούμε ν’ απατήσουμε τον καρδιογνώστη Θεό.
Ω! Πόσα δάκρυα πρέπει να χύνουμε, όταν συλλογιζόμαστε εκείνη την ώρα! Και όμως, είμαστε τόσο αμελείς!
Πόσο θα κλάψουμε και θα στενάξουμε τότε, όταν θα δούμε από το ένα μέρος τις μεγάλες δωρεές και την ασύλληπτη μεγαλοπρέπεια και λαμπρότητα της βασιλείας των ουρανών, που θ’ απολαύσουν όσοι πάλεψαν σκληρά για να τηρήσουν τις εντολὲς του Κυρίου, και από το άλλο μέρος τις φοβερὲς τιμωρίες, που θα υποστούν όσοι υποδουλώθηκαν στην αμαρτία! Και στη μέση, έντρομοι, όλοι οι άνθρωποι, από κάθε φυλή, από τον πρωτόπλαστο Αδάμ ως τον τελευταίο, θα γονατίζουν και θα προσκυνούν το Θεό, σύμφωνα με το λόγο της Γραφής: «Εγώ, ο ζωντανός Κύριος, το λέω πως όλοι θα με προσκυνήσουν» (Ρωμ. 14:11).
Τότε όλη η ανθρωπότητα, καθώς θα βρίσκεται ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, ανάμεσα στη μακάρια ανάπαυση και στην αιώνια καταδίκη, θα περιμένει με αγωνία τη φοβερή Κρίση. Και κανένας την ώρα αυτή δεν θα μπορεί να βοηθήσει τον διπλανό του.
Θα ρωτηθούν οι επίσκοποι και για τον δικό τους τρόπο ζωής και για το ποίμνιό τους. Θα τους ζητηθεί λόγος για τα λογικά πρόβατα, που παρέλαβαν απὸ τον αρχιποιμένα Χριστό. Αν απὸ αμέλειά τους χάθηκε κάποιο πρόβατο, το αίμα του θα ζητηθεί απὸ τους ίδιους. Παρόμοια και οι ιερείς θα δώσουν λόγο για τις ενορίες τους. Επίσης και κάθε πιστός θα δώσει λόγο για τον εαυτό του, για το σπίτι του, για τη γυναίκα του, για τα παιδιά του, για τους υπαλλήλους και τους δουλευτάδες του.
Θα εξεταστούν βασιλιάδες και άρχοντες, πλούσιοι και φτωχοί, μικροὶ και μεγάλοι, για όλα όσα έκαναν: «Γιατί όλοι μας πρέπει να παρουσιαστούμε μπροστά στο βήμα του Χριστού, για να πάρει καθένας την αμοιβή του ανάλογα με τα όσα καλό ή κακά έπραξε σ’ αυτή τη ζωή» (Β’ Κoρ. 5:10).
Όλων μας τα έργα θα ερευνηθούν και θα φανερωθούν μπροστά σε αγγέλους και ανθρώπους. Οι εχθροὶ του Χριστού θα κατασυντριβούν. Θα καταργηθεί κάθε αρχή και εξουσία και δύναμη (Α’ Κορ. 15:24). Τότε, καθώς είναι γραμμένο, ο Κύριος θα ξεχωρίσει «τα πρόβατα απὸ τα κατσίκια» (Ματθ. 25:32). Έτσι, όσοι έχουν καλά έργα και πνευματικούς καρπούς, θα χωριστούν από τους άκαρπους και τους αμαρτωλούς.
Οι πρώτοι θα λάμψουν σαν τον ήλιο, γιατί φύλαξαν τις εντολές του Θεού. Αυτόί είναι οι ελεήμονες, οι φιλόξενοι, οι βοηθοί των δυστυχισμένων, οι συμπαραστάτες των ασθενών, οι προστάτες των φτωχών και των αρφανών, όσοι έντυναν τους γυμνούς, όσοι επισκέπτονταν τους φυλακισμένους, όσοι έγιναν φτωχοὶ για τον πλούτο που υπάρχει στους ουρανούς, όσοι συγχώρησαν τα παραπτώματα των αδελφών τους, όσοι φύλαξαν τη σφραγίδα της πίστεως ακέραιη και αμόλυντη απὸ κάθε αίρεση. Αυτούς θα τους βάλει στα δεξιά Του, ενώ τους αμαρτωλούς στ’ αριστερά Του.
Οι δεύτεροι ειν’ εκείνοι που παρόργιζαν τον καλό Ποιμένα και περιφρονούσαν τους λόγους Του. Είναι οι περήφανοι, οι αδιόρθωτοι, οι φίλοι των διασκεδάσεων και των απολαύσεων, όσοι ξόδεψαν στην ακολασία και τη μέθη και την ασπλαχνία ολόκληρο το χρόνο της ζωής τους, σαν εκείνο τον πλούσιο που ποτε δεν ελέησε τον φτωχό Λάζαρο (Λουκ. 16:19-31). Αυτοί θα καταδικαστούν και θα σταθούν στ’ αριστερά, γιατί δεν έδειξαν συμπόνια. Ήταν σκληροί και δεν είχαν καρπούς μετάνοιας, δεν είχαν λάδι στα λυχνάρια τους (βλ. Ματθ. 25:1-12). Όσοι όμως αγόρασαν το λάδι της ελεημοσύνης από τους φτωχούς και γέμισαν τα λυχνάρια τους, θα σταθούν στα δεξιά, κρατώντάς τα αναμμένα, ένδοξοι και χαρωποί, και θ’ ακούσουν τη γαλήνια εκείνη και ποθητή φωνή: «Ελάτε, οι ευλογημένοι απ’ τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία, που σας έχει ετοιμαστεί απ’ την αρχή του κόσμου» (Ματθ. 25:34).
Όσοι πάλι είναι στ’ αριστερά, θ’ ακούσουν την οδυνηρή εκείνη και φοβερή απόφαση: «Φύγετε από μπροστά μου, καταραμένοι· πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά, που έχει ετοιμαστεί για το διάβολο και τους δικούς του» (Ματθ. 25:41). Όπως δεν ελεήσατε, έτσι τώρα δεν θα ελεηθείτε. Όπως δεν ακούσατε τη φωνή Μου, ουτ’ εγώ τώρα θ’ ακούσω τον απαρηγόρητο θρήνο σας.
Γιατί δεν Με θρέψατε όταν πεινούσα.
Δεν Με ποτίσατε όταν διψούσα.
Δεν Με φιλοξενήσατε όταν ήρθα κοντά σας.
Δεν Με ντύσατε όταν ήμουν γυμνός.
Δεν Μ’ επισκεφθήκατε όταν ήμουν άρρωστος, ούτε όταν ήμουν στη φυλακή.
Δεν υπηρετήσατε Εμένα.
Σε άλλο κύριο γίνατε υπηρέτες και δούλοι, στο διάβολο.
Φύγετε λοιπόν μακριά Μου, εργάτες της αδικίας.
Τότε θα οδηγηθούν αυτοί στην αιώνια κόλαση, ενώ οι δίκαιοι στην αιώνια ζωή (βλ. Ματθ. 25:41-46).
Αλίμονο σ’ εκείνους που αφήνουν ανεκμετάλλευτο τον καιρό τούτο της μετάνοιας και παραδίνονται σε πράγματα άσκοπα και γελοία. Θα ζητήσουν τότε το χρόνο που ξόδεψαν μάταια, και δεν θα τον βρουν. Αλίμονο σ’ εκείνους που δίνουν σημασία σε πνεύματα πλάνης και διδασκαλίες δαιμονικές, γιατί αυτά θα τους εξασφαλίσουν την καταδίκη στην άλλη ζωή. Αλίμονο σ’ εκείνους που ασχολούνται με μαντείες και ανηθικότητες. Αλίμονο σ’ εκείνους που υστερούν από τους εργάτες τον δίκαιο μισθό τους, γιατί είναι όμοιοι μ’ αυτούς που χύνουν αίμα. Αλίμονο σ’ εκείνους που κρίνουν άδικα, δικαιώνοντας το φταίχτη και καταδικάζοντας τον αθώο. Αλίμονο σ’ εκείνους που μολύνουν την αγία πίστη μας μ’ αιρετικές διδασκαλίες ἢ συναναστρέφονται μ’ αιρετικούς. Αλίμονο σ’ εκείνους που έχουν τ’ ανόητα πάθη του φθόνου και του μίσους. Και για να μη λέω πολλά: Αλίμονο σ’ εκείνους που θα βρεθούν στ’ αριστερά τη φοβερή μέρα της Κρίσεως. Θα κλάψουν πικρά αλλ’ ανώφελα, όταν θ’ ακούσουν την οδυνηρή εκείνη απόφαση: «Φύγετε από μπροστά μου, καταραμένοι• πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά» (Ματθ. 25:41).
Όσοι έχετε δάκρυα και κατάνυξη, θρηνήστε μαζί μου.
Όταν συλλογίζομαι τον αιώνιο εκείνο χωρισμό, νιώθω αβάσταχτη θλίψη. Γιατί τότε αποχωρίζονται ο ένας άνθρωπος από τον άλλο και φεύγουν σε αποδημία που δεν έχει επιστροφή. Ποιός είναι τόσο σκληρόκαρδος και αναίσθητος, ώστε να μην κλάψει από δω για την ώρα εκείνη;
Τότε, όσοι ήταν κάποτε βασιλιάδες, θα οδύρονται σαν αιχμάλωτοι.
Τότε θα στενάζουν οι άρχοντες και οι άσπλαχνοι πλούσιοι και θα ζητούν βοήθεια, αλλά κανείς δεν θα τους δίνει. Γιατί εκεί δεν έχουν καμίαν αξία ούτε ο πλούτος ούτε οι κόλακες. Και δεν θα βρουν έλεος, επειδή δεν ελέησαν κανένα.
Τότε θ’ αποχωριστούν γονείς από τα παιδιά τους και φίλοι από τους φίλους τους.
Τότε θα διαλυθούν οι συζυγικοί δεσμοί που δεν κρατήθηκαν αμόλυντοι και αγνοί.
Τότε θ’ αποδιωχτούν οι παρθένοι στο σώμα αλλ’ άκαρδοι και άσπλαχνοι στον τρόπο, γιατί η κρίση θα είναι ανελέητη σ’ όποιον δεν είχε έλεος (Ιακ. 2:13).
Θα παραλείψω όμως τα πολλά, γιατί κυριεύομαι από φόβο και φρίκη. άγγελοι φοβεροί θ’ απομακρύνουν βίαια όλους τους αμετανόητους ασεβείς, που θα τρίζουν με τρόμο τα δόντια τους και θα γυρίζουν συχνά, για να βλέπουν τους δικαίους και την ευδαιμονία που έχασαν. Θα βλέπουν το φως εκείνο το περίλαμπρο και τα κάλλη του παραδείσου. Θα βλέπουν τους γνωστούς τους στην τρισμακάρια εκείνη χώρα και τις μεγάλες δωρεές, που θα παίρνουν από το Βασιλιά της δόξας όσοι αγωνίστηκαν για τη σωτηρία τους σ’ αυτόν τον κόσμο.
Ύστερα από λίγο, αφού θα έχουν αποχωριστεί απ’ όλους τους δικαίους και τους φίλους και τους γνωστούς τους, θ’ αποχωριστούν κι απ’ αυτόν το Θεό. Δεν θα μπορούν πια να βλέπουν τη χάρη και το Φως τα αληθινό.
Τέλος, θα οδηγηθούν στις διάφορες κολάσεις για να παραδοθούν στην αιώνια τιμωρία.
Τότε, βλέποντας την τέλεια εγκατάλειψή τους, βλέποντας ότι κάθε ελπίδα τους χάθηκε, βλέποντας ότι κανένας πια δεν μπορεί να τους βοηθήσει, θα λένε κλαίγοντας απαρηγόρητα με πικρά δάκρυα:
Ω! Πόσο καιρό χάσαμε στην αμέλεια! Πόσο χλευαστήκαμε από τον πονηρό! Όταν ακούγαμε στις Γραφές να μιλάει ο ίδιος ο Θεός, όχι μόνο δεν προσέχαμε, αλλά και γελούσαμε. Τώρα κραυγάζουμε, κι Αυτός αποστρέφει το πρόσωπό Του από μας! Τί μας ωφέλησαν λοιπόν τ’ αγαθά του κόσμου; Πού είναι ο πατέρας και η μάνα που μας γέννησαν; Πού είναι οι αδελφοί; Πού τα παιδιά; Πού οι φίλοι; Πού ο πλούτος; Πού τα υπάρχοντα; Πού οι άρχοντες κι οι ηγεμόνες; Κανένας απ’ όλους αυτούς δεν μπορεί τώρα να μας σώσει. Ούτε κι εμείς μπορούμε να βοηθήσουμε τους εαυτούς μας. Αλλά εγκαταλειφτήκαμε εντελώς κι από το Θεό κι από τους αγίους. Τί μπορούμε λοιπόν να κάνουμε; Τώρα πια δεν είναι καιρός μετάνοιας. Δεν ισχύουν πια οι προσευχές. Δεν ωφελούν πια τα δάκρυα. Δεν υπάρχουν πια οι πωλητὲς του λαδιού, δηλαδή οι φτωχοὶ και οι δυστυχισμένοι. Όταν μας παρακαλούσαν ν’ αγοράσουμε, εμείς κλείναμε τ’ αυτιά μας. Τώρα ζητάμε και δεν βρίσκουμε. Δεν υπάρχει λύτρωση για μας, τους αξιοθρήνητους. Δεν θα βρούμε ευσπλαχνία, γιατί δεν είμαστε άξιοι.
Τότε λοιπόν θα πάει ο καθένας στον τόπο των βασάνων, στον τόπο που ο ίδιος ετοίμασε για τον εαυτό του με τις πονηρές πράξεις του, εκεί «όπου το σκουλήκι δεν πεθαίνει και η φωτιά δεν σβήνει» (Μάρκ. 9:44).
Να, ακούσατε τί κερδίζουν όσοι αμελούν και ραθυμούν και δεν μετανοούν. Ακούσατε πως χλευάζονται όσοι χλεύαζαν τις εντολὲς του Κυρίου.
Ο Πέτρος, ο κορυφαίος των αποστόλων, μας προειδοποιεί για την ημέρα εκείνη λέγοντας: «Η ημέρα του Κυρίου θα έρθει όπως ο κλέφτης τη νύχτα, και τότε οι ουρανοὶ θα εξαφανιστούν με τρομερό πάταγο, τα στοιχεία της φύσεως θα διαλυθούν στη φωτιά, και η γη, όπως και όλα όσα έγιναν πάνω σ’ αυτήν, θα κατακαούν» (Β’ Πέτρ. 3:10). Αλλά και πρωτύτερα, ο ίδιος ο Δεσπότης και Κύριός μας μάς αποκάλυψε τα εξής: «Προσέξτε καλά τους εαυτούς σας. Μην παραδοθείτε στην κραιπάλη και στη μέθη και στις βιοτικὲς ανάγκες, και σας αιφνιδιάσει η ημέρα ἐκείνη. Γιατί θα έρθει σαν την παγίδα σε όλους τους ανθρώπους που κατοικούν στη γη» (Λουκ. 21:34-35). Και αλλού: «Μπείτε από τη στενή πύλη… Στενή είναι η πύλη και γεμάτη δυσκολίες η οδός που οδηγεί στη ζωή» (Ματθ. 7:13-14).
Αδελφοί μου, ας βαδίσουμε τον δύσκολο αυτὸ δρόμο για να κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή.
Αυτὸς ο δρόμος απαιτεί μετάνοια, νηστεία, προσευχή, αγρυπνία, ταπεινοφροσύνη, περιφρόνηση της σάρκας, επιμέλεια της ψυχής, ελεημοσύνη, δάκρυα, πένθος. Να μισείται κανεὶς και να μη μισεί· να συγχωρεί αυτοὺς που του κάνουν κακό· ν’ αδικείται και να ευεργετεί· τέλος, να χύσει και το αίμα του για το Χριστό, όταν οι περιστάσεις το απαιτήσουν.
Αντίθετα, είναι «πλατειά η πύλη και ευρύχωρη η οδός που οδηγεί στην καταστροφή» (Ματθ. 7:13). Η πορεία αυτού του δρόμου εδώ είναι ευχάριστη, αλλά εκεί είναι θλιβερή. Εδώ είναι γλυκιά, εκεί όμως πικρότερη κι απὸ τη χολή. Εδώ είναι εύκολη, εκεί όμως δύσκολη και οδυνηρή. Γνωρίσματα αυτής της πορείας είναι η πορνεία, η μοιχεία, η ασέλγεια, η ειδωλολατρία, η φιλονικία, ο θυμός, η διχόνοια, οι φθόνοι, οι φόνοι, τα γλέντια, τα πολυτελή γεύματα, η λαιμαργία και τα όμοια μ’ αυτά. Μα το χειρότερο απ’ όλα, η αμετανοησία και η τέλεια λησμοσύνη της ώρας του θανάτου.
Αυτή την ημέρα της δευτέρας παρουσίας του Χριστού συλλογίστηκαν οι άγιοι μάρτυρες και δεν λυπήθηκαν τα σώματά τους, αλλά επέμειναν κάθε είδος βασάνων με χαρά και με την προσδοκία των ουράνιων στεφανιών. Για τον ίδιο λόγο αγωνίστηκαν στις ερημιές και στα βουνά, με νηστεία και αγνεία, όχι μόνο άνδρες, αλλά και γυναίκες, βαδίζοντας καρτερικά το στενό και θλιμμένο μονοπάτι, κι έτσι κέρδισαν τη βασιλεία των ουρανών.
Αυτό το φοβερό δικαστήριο συλλογίστηκε και ο μακάριος Δαβίδ, γι’ αυτό έβρεχε κάθε νύχτα με δάκρυα το στρώμα του και παρακαλούσε το Θεό, λέγοντας: «Κύριε, …μη με δικάσεις, το δούλο σου, γιατί κανένας ζωντανός δεν είναι δίκαιος μπροστά σου» (Ψαλμ. 142:2).
Εμπρός λοιπόν κι εμείς, πριν φτάσει η μέρα εκείνη, πριν τελειώσει το πανηγύρι της σύντομης τούτης ζωής, πριν έρθει ο Θεός και μας βρει απροετοίμαστους, ας ετοιμαστούμε για την υποδοχή Του με εξομολόγηση, με μετάνοια, με νηστεία, με δάκρυα, με αγαθοεργίες.
Προσέξτε, μην τολμήσει κανείς να πει ότι δεν αμάρτησε. Όποιος το λέει αυτό, είναι τυφλός και απατά τον εαυτό του, μη γνωρίζοντας ότι ο σατανάς μπορεί να τον κυριεύει και με λόγια και με έργα και με την ακοή και με την όραση και με την αφή και με τους λογισμούς. Ποιός μπορεί να καυχηθεί ότι έχει αγνή καρδιά και καθαρές όλες τις αισθήσεις του; Κανένας δεν είναι αναμάρτητος, κανένας δεν είναι καθαρός, παρά μόνο Εκείνος, που, αν και πλούσιος, «επτώχευσε» για μας. Αυτός μόνο είναι αναμάρτητος. Αυτός βαστάζει την αμαρτία του κόσμου και δεν θέλει το θάνατο των αμαρτωλών, αλλά τη σωτηρία τους. Σ’ Αυτόν ας καταφύγουμε κι εμείς, γιατί όσοι αμαρτωλοί πήγαν κοντά Του, σώθηκαν.
Ας μην απελπιστούμε, αδελφοί μου, για τη σωτηρία μας. Αμαρτήσαμε; Ας μετανοήσουμε. Μύριες φορές αμαρτήσαμε; Μύριες φορές ας μετανοήσουμε. Για κάθε έργο αγαθό χαίρεται ο Θεός, εξαιρετικά όμως χαίρεται για μία ψυχή που μετανοεί.
Ελάτε λοιπόν, ας πέσουμε στα πόδια Του κι ας εξομολογηθούμε τις αμαρτίες μας.
Δόξα στη φιλανθρωπία Του.
Δόξα στη μακροθυμία Του.
Δόξα στην αγαθότητα και τη συγκατάβασή Του.
Δόξα στην ευσπλαχνία Του.
Δόξα στη βασιλεία Του.
Δόξα και τιμή και προσκύνηση στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(Πηγή: «Η φωνή των Πατέρων», τ.Β΄, σ. 27-38, εκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής)

Παρασκευή, Ιουνίου 12, 2015

Ετοίμασε κάθε μέρα το λυχνάρι σου ( Οσιου Εφραιμ του Συρου )


Ετοίμασε κάθε μέρα το λυχνάρι σου, σαν φρόνιμος και πρόθυμος άνθρωπος˙ πρόσεξέ το κάθε ώρα, με δάκρυα και προσευχές. 


Όσο χρονικό διάστημα, αδελφέ, είσαι ελεύθερος, βιάσου. Διότι έρχεται ο καιρός, γεμάτος δειλία και φόβο και θόρυβο, ο οποίος εξαιτίας της σύγχυσής του δεν επιτρέπει να συλλογίζεσαι αυτά που είναι ανώτερα.

Οσιου Εφραιμ του Συρου






πηγή

το είδαμε εδώ

Τρίτη, Φεβρουαρίου 10, 2015

Ἡ Δευτέρα Παρουσία!


Ο των όλων Θεός έρχεται κρίναι ζώντας και νεκρούς…
Και θα ανοιχθούν τα φοβερά εκείνα βιβλία, όπου είναι γραμμένα και τα έργα μας και λόγοι και οι πράξεις μας, τα οποία είπαμε και επράξαμε εις αυτήν την ζωήν, δηλαδή οι διαλογισμοί και τα ενθυμήματα, για τα οποία θα αποδώσουμε λόγον εις τον Κριτήν.
Τότε θα ζητηθή από τον καθένα μας η ομολογία της πίστεως και η συνταγή του βαπτίσματος, και την πίστι καθαρή από κάθε αίρεσι και την σφραγίδα άθραυστη και τον χιτώνα αμόλυντον...
Μετά την χάριν (του αγίου βαπτίσματος) ο ποιών τα πονηρά έργα, εξέπεσε της χάριτος, και ο Χριστός αυτόν εις τίποτε δεν θα ωφελήση, εάν επιμένη εις την αμαρτίαν. Διότι έχει γραφεί, ότι όλοι θα παρασταθούμε εμπρός εις το βήμα του Χριστού, διά να προσκομίση κάθε ένας όσα έπραξε με το σώμα του, είτε καλόν είτε κακόν (Β' Κορ. 5, 10).
Διότι όσοι έχουν τα καλά έργα και τους καλούς καρπούς χωρίζονται από τους ακάρπους και αμαρτωλούς, οι οποίοι και θα εκλάψουν, σαν τον ήλιον. Αυτοί είναι όσοι εφύλαξαν τις εντολές του Κυρίου, οι ελεήμονες, οι φιλόπτωχοι, οι φιλόρφανοι, οι ξενοδοχούντες, οι αντιλήπτορες των καταπονουμένων, οι επισκέπται των ασθενών, οι πενθήσαντες τώρα, καθώς είπεν ο Κύριος, οι πτωχεύσαντες τώρα διά τον πλούτον που ευρίσκεται εις τους ορφανούς, οι συγχωρούντες τα παραπτώματα των αδελφών, οι φυλάξαντες την σφραγίδα της πίστεως άθραυστον και αμόλυντον από πάθε αίρεσιν.
Οι ευρισκόμενοι πάλιν εξ αριστερών είναι οι άκαρποι, εκείνοι που έχουν παροξύνει τον Καλόν Ποιμένα, εκείνοι που τον καιρόν αυτόν της μετανοίας τον επέρασαν παίζοντες και τρυφώντες, οι οποίοι εδαπάνησαν σε ασωτεία, μέθη και ασπλαχνία όλον τον χρόνον της ζωής των, σαν εκείνον τον πλούσιον, που ποτέ δεν ελέησε τον πτωχόν Λάζαρον, δι' αυτό και κατεκρίθησαν, ως ανελεήμονες και άσπλαχνοι και μη έχοντες καρπούς μετανοίας, ούτε έλαιον εις τας λαμπάδας των.
Επειδή δεν ελεήσατε, έτσι και τώρα δεν θα ελεηθείτε, επειδή της φωνής μου δεν ακούσατε, έτσι ούτε εγώ τώρα θα ακούσω τους δικούς σας οδυρμούς. Διότι δεν διακονήσατε εμένα, ούτε με εθρέψατε πεινώντα, ούτε με εποτίσατε διψώντα, ούτε με εφιλοξενήσατε, ούτε γυμνητεύοντα με ενδύσατε, ούτε ασθενούντα με επισκεφθήκατε, ούτε όταν ήμουν εις την φυλακήν ήλθατε προς με. Άλλου Κυρίου εγίνατε εργάται και υπουργοί, δηλαδή του Διαβόλου...
Τότε θα στενάζουν άρχοντες και πλούσιοι άσπλαχνοι, και θα προσβλέπουν παντού στενοχωρούμενοι, και κανείς δεν θα υπάρχει να μπορή να βοηθήση. Ούτε ο πλούτος φαίνεται, ούτε οι κόλακες παρεβρίσκονται, ούτε θα εύρουν έλεος, διότι δεν ελέησαν, ούτε προαπέστειλαν, δια να εύρουν...η γαρ κρίσις ανίλεως τω μη πράξαντι έλεος.
Ας μη απιστήση κανείς, ότι είναι μόνον λόγια που λέγονται για την κρίσι. Αλλά με ακρίβεια και με ασφάλεια όλοι να πιστεύσουμε εις τον Κύριον, ότι υπάρχει ανάστασις νεκρών και κρίσις και ανταπόδοσις και των καλών και των κακών, κατά τις θείες Γραφές. Και παραβλέποντες όλα τα πρόσκαιρα, περιφρονούντες αυτά, να φροντίσουμε διά τα όσα αφορούν εις την απολογίαν και παράστασί μας εις το φοβερό βήμα, και την φρικτήν εκείνην ημέρα και φοβερήν ώραν...,η οποία θα δοκιμάση όλην την ζωήν.
Αλλοίμονον εις εκείνους που μολύνονται μετά των βλασφήμων αιρετικών. Αλλοίμονον εις εκείνους που χλευάζουν τας θείας Γραφάς. Αλλοίμονον εις όσους μιαίνουν την αγίαν πίστι με αιρέσεις, ή συγκαταβαίνουν στους αιρετικούς.

(Αγ. Εφραίμ ο Σύρος) Ορθόδοξος Φιλόθεος μαρτυρία Έκδοσις "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"
πηγή

Τετάρτη, Ιουνίου 11, 2014

ἐν γνόφω περιπατῶ καί ἐν σκότει πολλῶ

5
Ὄρεξον μοί χείρα βοηθείας ἐν ἐδάφει κυλινδουμένω, Κύριε, θέλων γάρ ἀναστῆναι οὐ δύναμαι, διότι τό φορτίον τῆς ἁμαρτίας κατεβάρησε μέ, καί ἡ πονηρά συνήθεια κατέχει μέ. Βλέπω, καί ὡς ἐν γνόφω περιπατῶ καί ἐν σκότει πολλῶ. Τείνω μου τήν χείρα, καί ὥσπερ παράλυτος εἴμι. Εὔθυμος εἴμι, καί ἀηδίζομαι. Εὔχομαι καταλλαγῆναι, καί νηστεύων συνέχομαι.
Άπλωσε, Κύριε, χέρι βοήθειας σ’ εμένα που κυλιέμαι στο έδαφος· γιατί, αν και θέλω να σηκωθώ, δεν μπορώ, διότι το βάρος της αμαρ­τίας με καταπλάκωσε, και η κακή συνήθεια με εξουσιάζει. Βλέπω, αλλά περπατώ σαν μέσα σε «γνόφο» και σε πολύ σκοτάδι. Απλώνω το χέρι μου, αλλά είμαι σαν παράλυτος. Είμαι χαρούμενος, αλλά αισθάνομαι αηδία. Προσεύχομαι να απαλλαγώ, αλλά όταν νηστεύω, στενοχωρούμαι.Έχω καλή διάθεση, αλλά εμποδίζομαι από κάποια πίεση. Για τη δοξολογία είμαι φιλόπονος, αλλά δεν εισπράττω την ευαρέστηση τού Θεού. 
ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ ΠΕΝΘΟΣ ΣΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ

πηγή  το είδαμε εδώ

Τετάρτη, Μαρτίου 12, 2014

ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ : ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ και ΠΕΡΙ ΣΥΝΤΕΛΕΙΑΣ και ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΝ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ


 
Ο Άγιος Εφραίμ ο Σύρος


Εἰς τὴν Παρουσίαν τοῦ Κυρίου,


καὶ περὶ συντελείας,

καὶ

 εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Ἀντιχρίστου.





Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου


Πῶς ἐγὼ ὁ ἐλάχιστος καὶ ἁμαρτωλὸς Ἐφραίμ, καὶ πλήρης πλημμελημάτων, θέλω δυνηθῇ νὰ διηγηθῶ τὰ ὑπὲρ τὴν δύναμίν μου! Ἀλλ' ἐπειδὴ ὁ Σωτὴρ διὰ τῆς εὐσπλαγχνίας του, τοὺς ἀγραμμάτους σοφίαν ἐδίδαξε, καὶ δι' αὐτῶν τοὺς πανταχοῦ πιστοὺς κατεφώτισε, θέλει ἐνδυναμώσει καὶ ἡμῶν τὴν γλῶσσαν πρὸς ὠφέλειαν καὶ οἰκοδομήν, καὶ ἐμοῦ τοῦ λέγοντος καὶ πάντων τῶν ἀκροατῶν. Θὰ λαλήσω δὲ μὲ ὀδύνας, καὶ θὰ εἴπω μὲ στεναγμούς, περὶ τῆς συντελείας τοῦ κόσμου τούτου, καὶ περὶ τοῦ ἀναιδέστατου καὶ φοβεροῦ Δράκοντος, ὅστις μέλλει νὰ ταράξη πᾶσαν τὴν ὑπὸ τὸν οὐρανόν κτίσιν, καὶ νὰ ἐμβάλῃ δειλίαν, καὶ ὁλιγωρίαν, καὶ δεινήν ἀπιστίαν εἰς τὰς καρδίας τῶν ἀνθρώπων, καὶ νὰ ποίηση τέρατα καὶ σημεῖα καὶ φόβητρα, ὥστε, ἐὰν δυνηθῇ, νὰ πλανήσῃ καὶ τοὺς ἐκλεκτούς, καὶ νὰ ἀπατήσῃ πάντας διὰ ψευδῶν σημείων, καὶ διὰ φαντασμῶν τεράτων, ὑπὸ αὐτοῦ γενομένων. Διότι κατὰ συγχώρησιν τοῦ ἁγίου Θεοῦ λαμβάνει ἐξουσίαν ν' ἀπατήσῃ τὸν κόσμον· διότι ἐπληθύνθη ἡ ἀσέβεια τοῦ κόσμου, καὶ πανταχοῦ διάφορα κακά πράττονται. Καὶ ἐπειδὴ οἱ ἄνθρωποι ἠθέλησαν νὰ ἀπομακρυνθῶσιν ἀπό τοῦ Θεοῦ, καὶ ν' ἀγαπήσωσι τὸν Πονηρόν, διὰ τοῦτο ὁ ἄχραντος Δεσπότης συνεχώρησε.



Μέγας εἶναι ὁ ἀγών, ἀδελφοὶ, μάλιστα δὲ εἰς τοὺς πιστοὺς, κατὰ τοὺς καιροὺς ἐκείνους, ὅταν γίνωνται σημεῖα καὶ τέρατα ὑπ' αὐτοῦ τοῦ Δράκοντος ἐν πολλῇ ἐξουσία· ὅταν πάλιν δεικνύῃ ἑαυτόν ὡς Θεόν διὰ φοβερῶν φαντασμάτων, καὶ ἵπταται εἰς τὸν ἀέρα, καὶ πάντες οἱ δαίμονες σηκώνονται εἰς τὸν ἀέρα, ὡς ἄγγελοι, ἔμπροσθεν τοῦ τυράννου· διότι φωνάζει μετὰ δυνάμεως, ἀλλάσσων μορφάς· καὶ ἐκφοβίζων καθ' ὑπερβολήν ἅπαντας τοὺς ἀνθρώπους· τότε, ἀδελφοί, τίς θέλει εὑρεθῇ τετειχισμένος, καὶ μένων ἀσάλευτος, ἐὰν δὲν ἔχῃ τὸ σημεῖον ἐν τῇ ψυχῇ του, δηλαδὴ τὴν ἁγίαν παρουσίαν τοῦ μονογενοὺς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν; ὅταν ἴδῃ τὴν ἀπερίγραπτον ἐκείνην θλίψιν, ἥτις γίνεται πανταχοῦ εἰς πᾶσαν ψυχήν, ἡ ὁποία δὲν ἔχει τελείως παραμυθίαν, οὔτε πάλιν ἄνεσιν ἐν γῇ καὶ θαλλάσσῃ· ὅταν ἴδῃ ὅτι συνταράσσεται ὁ σύμπας κόσμος, καὶ φεύγει ἕκαστος διὰ νὰ κρυβῇ εἰς τὰ ὄρη, καὶ ἄλλος μὲν ἀποθνήσκει τῆς πείνης· ἄλλος δὲ ἀναλύεται ὡς κηρὸς ἐν δεινῇ θλίψει, καὶ οὐδεὶς ὑπάρχει ὁ ἐλεῶν· ὅταν ἴδῃ ἅπαντα τὰ πρόσωπα δακρύοντα, καὶ μετὰ πόθου ἐρωτῶντας τοὺς ἀνθρώπους, μήπως ἀκούεται λόγος Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς; καὶ ἀκούει οὐδαμοῦ. Τὶς θέλει ὑποφέρει τὰς ἡμέρας ἐκείνας; Τὶς δὲ θὰ ὑπομείνῃ τὴν θλίψιν τὴν ἀφόρητον; ὅταν ἴδῃ σύγχυσιν τῶν λαῶν, οἱ ὁποῖοι ἔρχονται ἀπὸ τῶν περάτων τῆς γῆς εἰς τὴν θέαν τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ἰδῆ ὅτι πολλοὶ προσκυνοῦσιν ἔμπροσθεν τοῦ τυράννου, καὶ κράζουσι μετὰ τρόμου, ὅτι σὺ εἶσαι ὁ Σωτὴρ ἡμῶν· ὅταν ἰδῇ ὅτι ἡ θάλασσα ταράσσεται, καὶ ἡ γῆ ξηραίνεται, οἱ οὐρανοί δὲν βρέχουσι, τὰ φυτὰ μαραίνονται· ἅπαντες δὲ οἱ ὄντες πρὸς ἀνατολάς, φεύγουσι πρὸς δυσμάς, ἐκ τῆς πολλῆς δειλίας καὶ πάλιν δὲ οἱ ὄντες πρὸς δυσμάς, φεύγουσι πρὸς ἀνατολάς μετὰ τρόμου, ὁ δὲ ἀναιδὴς εἰς πάντα τὰ πέρατα, ὥστε νὰ κηρύξῃ παρρησία, ὅτι βασιλεύς μέγας ἐφάνη μετὰ δόξης, ἔλθετε καὶ ἴδητε αὐτόν. Τὶς εἶναι ὁ ἔχων οὕτω ἀδαμαντίνην ψυχήν, ὥστε νὰ ὑποφέρῃ γενναίως ἅπαντα τὰ σκάνδαλα; Τὶς ἄρα ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ὡς προεῖπον, ὥστε νὰ μακαρίσουσιν αὐτὸν πάντες οἱ ἄγγελοι;



Ἐγὼ φιλόχριστοι καὶ τέλειοι ἀδελφοί, ἐφοβήθην ἐξ αὐτῆς τῆς ἐνθυμίσεως τοῦ Δράκοντος, μελετῶν καθ' ἑαυτόν τὴν θλίψιν, ἥτις μέλλει νὰ γίνῃ εἰς τοὺς ἀνθρώπους κατὰ τοὺς καιροὺς ἐκείνους· διότι αὐτὸς ὁ Δράκων εἶναι μιαρός, καὶ φοβερὸς εἰς τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, καὶ μάλιστα γίνεται πικρότερος εἰς τοὺς δυναμένους νὰ νικῶσι τὰ φαντάσματα αὐτοῦ. Διότι τότε θὰ εὑρεθῶσι πολλοί εὐάρεστοι εἰς τὸν Θεόν, δυνάμενοι νὰ σωθῶσιν εἰς τὰ ὄρη, καὶ εἰς τὰ βουνά, καὶ εἰς τοὺς ἐρήμους τόπους μετὰ πολλῶν δεήσεων καὶ ὑπερβολικῶν κλαυθμῶν. Διότι ὁ ἅγιος Θεός, θεωρῶν αὐτοὺς εἰς τοιοῦτον ἀπερίγραπτον κλαυθμόν, καὶ εἰλικρινὴ πίστιν, εὐσπλαγχνίζεται αὐτοὺς· ὡς φιλόστοργος πατήρ, καὶ διατηρεῖ αὐτοὺς ὅπου ἐκρύβησαν· διότι ὁ παμμίαρος δὲν παύει τοῦ νὰ ζητῇ τοὺς ἁγίους κατὰ γῆν καὶ θάλασσαν, νομίζων, ὅτι θέλει βασιλεύσει τοῦ λοιποῦ ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ πάντας ὑποτάσσει. Καὶ νομίζει ὁ ἄθλιος ὅτι θὰ ἀντισταθῇ κατὰ τὴν ὥραν ἐκείνην τὴν φοβεράν, ὅταν ἔλθῃ ὁ Κύριος ἐκ τῶν οὐρανῶν, μὴ γινώσκων ὁ ἄθλιος τὴν ἀσθένειαν καὶ ὑπερηφάνειαν αὐτοῦ, διὰ τὴν ὁποίαν καὶ ἐξέπεσεν.



Ὅμως ταράσσει τὴν γῆν ἐκφοβίζει τὰ σύμπαντα διὰ ψευδῶν μαγικῶν σημείων. Κατὰ τὸν καιρόν δὲ ἐκεῖνον, ὅταν ἔλθῃ ὁ Δράκων, δὲ ὑπάρχει ἄνεσις ἐπὶ τῆς γῆς· ἀλλὰ θλίψις μεγάλη, ταραχή, καὶ σύγχυσις, θάνατοι, καὶ πεῖνα εἰς πάντα τὰ πέρατα· διότι αὐτὸς ὁ Κύριος ἡμῶν διὰ τοῦ θείου αὑτοῦ στόματος εἶπεν· ὅτι τοιαύτα δὲν ἔγειναν ἀπ' ἀρχῆς τῆς κτίσεως. · Ἡμεῖς δὲ οἱ ἁμαρτωλοί, πῶς θὰ παρομοιάσωμεν τὸ ὑπέρμετρον καὶ άνέκφραστον αὐτῆς, άφού τοιουτοτρόπως τὴν ώνόμασεν ὁ Θεός;



Ἄς συλλογισθεί δὲ ἕκαστος ἀκριβῶς τὰς ἁγίας λέξεις τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος πῶς διὰ τὴν ἀνάγκην καὶ τὴν θλίψιν τὴν μεγάλην, κολοβώνει τὰς ἡμέρας τῆς θλίψεως, καθ' ὁ εὐσπλάγχνος, συμβουλεύων ἡμᾶς καὶ λέγων: «Προσεύχεσθε διὰ νὰ μὴ γείνῃ ἡ φυγή ἡμῶν ἐν καιρῷ χειμώνος, μήτε ἐν ἡμέρᾳ Σαββάτου.»(Ματθ. 24,20) ,(Μαρκ. 13,18) Καὶ πάλιν. «Ἀγρυπνεῖτε πάντοτε δεόμενοι συνεχῶς διὰ νὰ καταξιωθῆτε νὰ ἐκφύγητε τὴν θλίψιν καὶ νὰ σταθῆτε ἔμπροσθεν τοῦ Θεοῦ, διότι ὁ καιρὸς εἶναι ἐγγύς» (Λουκ. 21,36). Ἄς δεηθῶμεν συνεχῶς μὲ δάκρυα καὶ προσευχάς νύκτα καὶ ἡμέραν· προκόπτοντες ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ διὰ νὰ σωθῶσιν οἱ ἁμαρτωλοί. Έάν τις ἔχῃ δάκρυα καὶ κατάνυξιν, ἄς δεηθῇ εἰς τὸν Κύριον, διὰ νὰ ρυσθῶμεν ἀπό τὴν θλίψιν, ἡ ὁποία μέλλει νὰ ἔλθῃ εἰς τὴν γήν διότι θὰ γείνωσι κατὰ τόπους λιμοί, σεισμοί, καὶ θάνατοι διάφοροι ἐπὶ τῆς γῆς. Γενναία θὰ ἦναι ἡ ψυχή, ἥτις θὰ δυνηθῇ νὰ κράτησῃ ἑαυτήν ἀπηλλαγμένην ἀπό τὰ σκάνδαλα ταῦτα. Διότι ἐὰν εὑρεθεῖ ἄνθρωπος νὰ άδιαφορῇ, εὔκολα πολιορκεῖται καὶ γίνεται αἰχμάλωτος τοῦ Δράκοντος τοῦ πονηροῦ καὶ δολίου, καὶ ὁ τοιοῦτος εὑρίσκεται ἀσυγχώρητος εἰς τὴν κρίσιν, διότι ἐπίστευσεν εἰς τὸν Τύραννον ἐκουσίως. Πολλῶν προσευχῶν καὶ δακρύων ἔχομεν ἀνάγκην ἀγαπητοί, διὰ νὰ εὑρεθῶμεν ἀκλόνητοι εἰς τοὺς πειρασμούς. Διότι πολλά εἶναι τὰ φαντάσματα, τὰ ὁποία γίνονται ἀπό τὸ θηρίον. Διότι ἐπειδὴ εἶναι Θεόμαχον θέλει ὅλοι ν' ἀπολεσθῶσι διότι τοιοῦτον τρόπον μεταχειρίζετα ὁ Τύραννος, ὥστε ὅλοι νὰ βαστάζωσι τὴν σφραγίδα τοῦ Θηρίου ὅταν θὰ ἔλθῃ ν' ἀπατήσῃ τὰ σύμπαντα.



Προσέχετε, ἀδελφοί μου, τὴν ὑπερβολήν τοῦ θηρίου διότι μεταχειρίζεται διάφορα τεχνάσματα πονηρίας. Ἄρχεται ἀπό τὴν γαστέρα ἵνα ὅταν τις στενοχωρηθῇ μὴ ἔχων φαγητά, ἀναγκασθῆ νὰ λάβῃ τὴν σφραγίδα ἐκείνου, ὄχι ὡς ἔτυχεν, εἰς πᾶν μέρος τοῦ σώματος, ἀλλ' εἰς τὴν δεξιάν χείρα καὶ εἰς τὸ μέτωπον, διὰ νὰ μὴ ἔχῃ ἐξουσίαν ὁ ἄνθρωπος νὰ κάμῃ μὲ αὐτήν τὸ σημεῖον τοῦ σταυροῦ, μήτε πάλιν εἰς τὸ μέτωπον νὰ σημειώσῃ τὸ ἅγιον ὄνομα τοῦ Κυρίου. Διότι γνωρίζει ὁ ἄθλιος, ὅτι ὅταν ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου σφραγισθῇ ἐπὶ τοῦ ἀνθρώπου λύει πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ Ἐχθροῦ καὶ διὰ τοῦτο σφραγίζει τὴν δεξιάν τοῦ ἀνθρώπου.



Λοιπόν, ἀδελφοί μου, φρικτὸς εἶναι ὁ ἀγὼν εἰς ὅλους τοὺς φιλοχρίστους ἀνθρώπους, ἵνα μέχρις ὥρας τοῦ θανάτου μὴ δειλιάσωσι, μηδὲ ἀμελήσωσιν, ὅταν χαράσσῃ ὁ Δράκων τὴν σφραγῖδά του, ἀντὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος. Διότι πάντα τρόπον μεταχειρίζεται, ἵνα οὐδόλως ὀνομάζηται τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν καὶ Σωτῆρος εἰς τὸν καιρόν τοῦτον. Τοῦτον δὲ κάμνει φοβούμενος καὶ τρέμων τὴν ἁγίαν δύναμιν τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν. Διότι ἐὰν τις δέν σφραγίζηται μὲ τὴν σφραγῖδα ἐκείνου, δὲν γίνεται αἰχμάλωτος εἰς τὰ φαντάσματα ἐκείνου, οὔτε ὁ Κύριος ἀπομακρύνετα ἀπ' αὐτοῦ, ἀλλὰ τὸν φοβίζει καὶ τὸν σύρει, πρὸς ἑαυτόν. Πρέπει νὰ ἐννοήσωμεν, ἀδελφοί, μετὰ πάσης ἀκριβείας, ὅτι τὰ φαντάσματα τοῦ ἐχθροῦ εἶναι ἀποτρόπαια. Ὁ δὲ Κύριος ἡμῶν ἔρχεται μὲ γαλήνην διὰ ν' ἀποκρούση δι' ἡμᾶς τὰ τεχνάσματα τοῦ Θηρίου. Τὴν στερεὰν πίστιν τοῦ Χριστοῦ εἰλικρινώς βαστάζοντες, θὰ κάμωμεν τὴν δύναμιν τοῦ τυράννου εὐκλόνιστον. Ἄς ἀποκτήσωμεν λογισμόν ἀμετάθετον καὶ σταθερότητα, καὶ τότε ἀπομακρύνεται ἀφ' ἡμῶν ὁ ἀσθενής ἐχθρός, μὴ ἔχων τὶ νὰ κάμῃ. Ἐγὼ ὁ ἐλάχιστος παρακαλῶ ὑμᾶς, ἀδελφοί φιλόχριστοι, ἄς μὴ γινώμεθα μαλθακοί, ἀλλὰ μᾶλλον δυνατοὶ μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Χριστοῦ, διότι ἀπαραίτητος ἀγὼν εἶναι ἐπὶ θύρας· ἄς ἀναλάβωμεν λοιπόν τὸν θυρεόν τῆς πίστεως. Ἕτοιμοι λοιπόν γίνεσθε καθώς πιστοὶ οἰκέται, μὴ δεχόμενοι ἄλλον· ἐπειδὴ ὁ κλέπτης, καὶ ἀλάστωρ, καὶ ἄσπλαγχνος μέλλει νὰ ἔλθῃ πρῶτος εἰς ὡρισμένους καιρούς, θέλων νὰ κλέψῃ, νὰ θύσῃ, καὶ νὰ ἀπολέσῃ τὴν ἐκλεκτὴν ποίμνην τοῦ ἀληθινοῦ ποιμένος Χριστοῦ, καὶ ἐπὶ τούτω ἀναλαμβάνει σχῆμα τοῦ ἀληθινοῦ ποιμένος.



Ἄς μάθωμεν, ὦ φίλοι, μὲ ποῖον σχῆμα ἔρχεται εἰς τὴν γῆν ὁ ἀναίσχυντος ὄφις. Ἐπειδὴ ὁ Σωτήρ, θέλων νὰ σώσῃ τὸ ἀνθρώπινον γένος, ἐτέχθη ἐκ Παρθένου, καὶ ἐν σχήματι ἀνθρώπου ἐπάτησε τὸν ἐχθρόν μὲ τὴν ἁγίαν δύναμιν τῆς Θεότητος Αὐτοῦ, ἠθέλησε καὶ οὗτος ν' ἀναλάβῃ τὸ σχῆμα τῆς αὐτοῦ παρουσίας διὰ νὰ μᾶς ἀπατήσῃ. Ὁ δὲ Κύριος ἡμῶν θὰ ἔλθῃ εἰς τὴν γῆν ἐν νεφέλαις φωτειναῖς ὡς ἀστραπὴ φοβερά, ὁ δὲ ἐχθρὸς δὲν θὰ ἔλθῃ τοιουτοτρόπως, διότι εἶναι ἀποστάτης. Γεννᾶται μὲν ἀκριβῶς ἐκ κόρης μιαρᾶς, ἀλλὰ δὲν σαρκοῦται τοιουτοτρόπως. Θά ἔλθῃ δὲ ὁ παμμίαρος ἐν σχήματι τοιούτω, ὡς κλέπτης, διὰ νὰ ἀπατήσῃ τὰ σύμπαντα. Θά ᾖναι ταπεινός, ἥσυχος, θὰ μισῇ τὴν ἀδικίαν, θὰ ἀποστρέφηται τὰ εἴδωλα, θὰ προτιμᾷ τὴν εὐσέβειαν, ἀγαθός, φιλόπτωχος, εὐηδὴς καθ' ὑπερβολήν, εὐκατάστατος, ἱλαρὸς εἰς ὅλους, θὰ τιμᾷ πολὺ τὸ γένος τῶν Ἰουδαίων, διότι αὐτοὶ προσμένουσι τὴν ἔλευσιν ἐκείνου.



Μεταξὺ δὲ πάντων τούτων, θὰ ἐκτελῇ σημεῖα καὶ τέρατα, φόβητρα μὲ πολλὴν ἐξουσίαν, θὰ προσπαθῇ δολίως νὰ ἀρέσῃ εἰς ὅλους, διὰ νὰ ἀγαπηθῇ ταχέως ἀπὸ πολλούς, δὲν θὰ λάβῃ δῶρα, δὲν θὰ λαλήσῃ μεθ' ἡμῶν, θὰ φαίνηται κατηφής, θὰ ἐξαπατᾷ τὸν κόσμον ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς εὐταξίας, ἕως οὗ βασιλεύσῃ. Ὅταν λοιπὸν ἴδωσι λαοὶ πολλοὶ καὶ δῆμοι τοιαύτας ἀρετὰς καὶ δυνάμεις, ἑννοῦνται ὅλοι συγχρόνως μὲ μίαν γνώμην, καὶ μὲ χαρὰν μεγάλην κηρύσσουσι αὐτὸν βασιλέαν, λέγοντες μεταξύ των. Μήπως ἆρα εὑρίσκεται ἄνθρωπος ἄλλος τόσον ἀγαθὸς καὶ δίκαιος; Ἀνορθοῦται δὲ εὐθέως ἡ βασιλεία ἐκείνου, καὶ θὰ παρατάξῃ μεθ' ἡμῶν τρεῖς βασιλεῖς μεγάλους. Ἔπειτα ὑψοῦται ἡ καρδία του καὶ θὰ ἐμέσῃ ὁ Δράκων τὴν πικρότητά του. Ταράσσων δὲ τὴν οἰκουμένην κινεῖ τὰ πέρατα, θλίβει τὰ σύμπαντα, καὶ μιαίνει τὰς ψυχάς. Ὄχι πλέον ὡς εὐλαβής, ἀλλὰ πολὺ αὐστηρὸς εἰς ὅλα· Ἀπότομος, ὀργίλος, θυμώδης, ἀκατάστατος, φοβερός, ἀηδής, καὶ προσπαθῶν νὰ έμβάλῃ εἰς τὸν βόθρον τῆς ἀσεβείας ὅλον τὸ ἀνθρώπινον γένος. Πληνθύνει σημεῖα ψευδῶς, καὶ ὄχι ἀληθῶς· καὶ ἐνῷ παρίσταται, πολὺς λαὸς καὶ εὐφημεῖ αὐτόν, βάλλει φωνήν ἰσχυράν, ὥστε νὰ σαλευθῇ ὁ τόπος, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἴστανται οἱ ὄχλοι, λέγων. Γνωρίσατε ὅλοι οἱ λαοὶ τὴν δύναμίν μου καὶ τὴν ἐξουσίαν· μεταθέτει ὄρη, καὶ ἀνάγει νήσους ἀπό τὴν θάλασσαν μὲ πλάνην καὶ φαντασίαν καὶ ἐνῷ πλανᾷ τὸν κόσμον καὶ φαντάζει τὰ σύμπαντα, πολλοὶ θὰ δοξάζωσι καὶ θὰ πιστεύωσιν αὐτὸν θεὸν ἱσχυρόν.



Τότε θὰ θρηνῇ δεινῶς καὶ θὰ στενάζῃ πᾶσα ψυχή· τότε ὅλοι θὰ ὑποφέρωσι θλῆψιν ἀπαραμύθητον, ἡ ὁποία θὰ κατέχῃ αὐτοὺς νύκτα καὶ ἡμέραν, καὶ δὲν θὰ εὑρίσκωσιν οὐδαμοῦ παρηγορίαν. Τότε θὰ ἀποθνήσκωσι τὰ νήπια εἰς τοὺς κόλπους τῶν μητέρων, καὶ πάλιν ἡ μήτηρ θὰ ἀποθνήσκῃ ἐπάνω εἰς τὸ παιδίον· καὶ ὁ πατὴρ μετὰ τῆς γυναικὸς καὶ τῶν τέκνων τοῦ θ' ἀποθνήσκῃ εἰς τὰ αγοράς, καὶ δὲν θὰ ὑπάρχῃ τις νὰ θάψῃ αὐτοὺς καὶ νὰ τοὺς βάλῃ εἰς μνῆμα. Ἀπό τὰ πολλὰ δὲ θνησιμαῖα, τὰ ὁποῖα θὰ ρίπτονται εἰς τὰς πλατείας, θὰ ὑπάρχῃ παντοῦ δυσωδία, ἡ ὁποία θὰ στενοχωρῇ πολὺ τοὺς ζῶντας. Τὸ πρωῒ ὅλοι θὰ λέγωσι μετ' ὀδύνης καὶ στεναγμῶν πότε θὰ γίνῃ ἑσπέρα νὰ ἀναπαυθῶμεν ὀλίγον; ὅταν δὲ θὰ ἔλθῃ πάλιν ἡ ἑσπέρα θὰ λέγωμεν μὲ πικρότατα δάκρυα, πότε ἆρα θὰ φώτισῃ διὰ ν' ἀποφύγωμεν τὴ θλίψιν, ἡ ὁποία μᾶς κυριεύει; Καὶ δὲν θὰ ὑπάρχῃ τόπος νὰ φύγῃ τις καὶ νὰ κρυβῇ, διότι τὰ πάντα θὰ ταραχθῶσι καὶ ἡ θάλασσα καὶ ἡ ξηρά.



Διὰ τοῦτο εἶπεν εἰς ἡμᾶς ὁ Κύριος: Γρηγορεῖτε δεόμενοι ἀδιαλείπτως νὰ διαφύγητε τὴν θλῖψιν· θὰ ἦναι δυσωδίᾳ ἐν θαλάσσῃ, δυσωδίᾳ ἐπὶ τῆς γῆς, λιμοί, σεισμοί, ἐν θαλάσσῃ σύγχυσις, ἐπὶ τῆς γῆς σύγχυσις, ἐν θαλάσσης φόβητρα, φόβητρα ἐπὶ τῆς γῆς. Χρυσὸς πολύς καὶ ἄργυρος, καὶ μεταξωτά ἱμάτια, ἀλλὰ δέν θέλουσιν ὠφελήσει εἰς τὴν θλίψιν ἐκείνην, καὶ πάντες οἱ ἄνθρωποι μακαρίζουσι τοὺς ὅσοι ἀπέθανον πρίν ἔλθῃ ἡ μεγάλη θλῖψις ἐπὶ γῆς. Διότι ρίπτεται καὶ ὁ χρυσὸς καὶ ὁ ἄργυρος εἰς τὰς πλατείας, καὶ οὐδείς ἐγγίζει αὐτά· ἐπειδὴ ὅλα εἶναι βδελυκτά. Πάντες σπουδάζουσι νὰ διαφύγωσι καὶ νὰ κρυβῶσιν, ἀλλ' οὐδαμοῦ εὑρίσκουσι τόπον διὰ νὰ κρυβῶσιν ἐκ τῆς θλίψεως. Πρὸς δὲ τούτοις μετὰ τοῦ λιμοῦ καὶ τῆς θλίψεως, καὶ τοῦ φόβου, εὑρίσκονται θηρία καὶ ἑρπετά δάκνοντα, ἔσωθεν φόβος καὶ ἔξωθεν τρόμος· καὶ ἐν νυκτὶ καὶ ἐν ἡμέρα θνησιμαῖα κεῖνται εἰς τὰς πλατείας. Εἰς πλατείας δυσωδία, εἰς τὰς οἰκίας δυσωδία, εἰς τὰς πλατείας πεῖνα καὶ δίψα, εἰς τὰς οἰκίας πεῖνα καὶ δίψα· εἰς τὰς πλατείας φωνὴ κλαυθμοῦ, εἰς τὰς πλατείας θόρυβος, εἰς τὰς οἰκίας θόρυβος· εἰς ἕκαστος μετὰ κλαυθμοῦ συναντᾷ τὸν ἕτερον· πατὴρ τὸ τέκνον καὶ υἱὸς τὸν πατέρα, μήτηρ τὴν θυγατέρα, φίλοι μετὰ φίλων ἐναγκαλισθέντες ἐκλείπουσι καὶ ἀδελφοί μετὰ ἀδελφῶν ἐναγκαλισθέντες ἀποθνήσκωσιν. Ἐμαράνθησαν καὶ τὰ κάλλη τοῦ προσώπου πάσης σαρκός. Γίνονται δὲ αἱ μορφαὶ τῶν ἀνθρώπων ὡς νεκροῦ. Γίνεται βδελυκτὸν καὶ μισητὸν τὸ κάλλος τῶν γυναικῶν. Θέλει μαρανθῇ πᾶσα σάρξ, καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ἀνθρώπων. Ὅλοι δὲ ὅσοι ἐπείσθησαν εἰς τὸ φοβερόν θηρίον, καὶ ἔλαβον τὴν σφραγῖδα ἐκείνου, τὸν δυσεβῆ χαρακτῆρα τοῦ μιαροῦ, προστρέχοντες πρὸς αὐτὸν θὰ λέγωσι μετ' ὀδύνης. Δὸς εἰς ἡμᾶς νὰ φάγωμεν καὶ νὰ πίωμεν, διότι πάντες ἀποθνήσκομεν τῆς πείνης, καὶ ἀποδίωξον ἀφ' ἡμῶν πάντα τὰ ἰοβόλα θηρία. Καὶ μὴ ἔχων ὁ ἄθλιος ἀποκρίνεται πολὺ ἀποτόμως λέγων "πόθεν ἐγὼ θὰ δώσω εἰς ὑμᾶς νὰ φάγητε καὶ νὰ πίητε, ὦ ἄνθρωποι, ὁ οὐρανὸς δέν θέλει νὰ δώσῃ βροχήν εἰς τὴν γῆν· ἡ γῆ πάλιν δέν ἔδωκε διόλου θέρος ἤ γεννήματα. Ἀκούοντες δὲ ταῦτα οἱ λαοί, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι, μὴ ἔχοντες παντελῶς παραμυθίαν θλίψεως, ἀλλὰ θὰ γίνῃ εἰς τὴν θλίψιν αὐτῶν θλίψις ἀπερίγραπτος, διότι τόσον προθύμως ἐπίσπευσαν εἰς τὸν Τύραννον. Διότι ἐκεῖνος ὁ ἄθλιος δὲν δύναται οὐδὲ ἑαυτὸν νὰ βοηθήσῃ, καί πῶς θὰ ἐλεήσῃ αὐτούς;



Εἰς ἐκείνας τὰς ἡμέρας θὰ γίνῃ μεγάλη ἀνάγκη ἐκ τῆς πολλῆς στενοχώριας τοῦ Δράκοντος καὶ τοῦ φόβου, καὶ τοῦ σεισμοῦ, καὶ τοῦ ἤχου τῆς θαλάσσης, καὶ τοῦ λιμοῦ, καὶ τῆς δίψης, καὶ τῶν δηγμάτων τῶν θηρίων. Πάντες δὲ οἱ λαβόντες τὴν σφραγῖδα τοῦ Ἀντίχριστου, καὶ προσκύνησαντες αὐτόν, ὡς τὸν ἀγαθὸν Θεόν, δέν θέλουσιν ἔχει μερίδα εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ μετὰ τοῦ Δράκοντος θὰ βληθῶσιν εἰς τὴν γέενναν. Μακάριος ὁ εὑρεθείς πανάγιος καὶ πάμπιστος, καὶ ἔχων δεδομένην τὴν καρδίαν αὐτοῦ πρὸς τὸν Θεὸν ἀδιστάκτως· διότι ἀφόβως θὰ ἀποκρούσῃ τὰς ἐρωτήσεις τοῦ πονηροῦ, καταφρονῶν καὶ τὰς βασάνους, καὶ τὰς φαντασίας αὐτοῦ. Πρὶν δὲ ταῦτα γίνωσι, θ' ἀποστείλῃ ὁ Κύριος, Ἠλίαν τὸν Θεσβίτην καὶ τὸν Ἐνώχ, ὡς εὔσπλαχνος, διὰ νὰ παρακινήσωσιν εἰς τὴν εὐσέβειαν τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, κηρύξωσι παρρησίᾳ τὴν θεογνωσίαν εἰς πάντας τοὺς ἀνθρώπους, διὰ νὰ μὴ πιστεύσωσιν εἰς τὸν Τύραννον ἕνεκα φόβου, καὶ θέλουσι κράζει καὶ λέγει "Πλάνος εἶναι, ὦ ἄνθρωποι, ἄς μὴ πιστεύσῃ κανεὶς εἰς αὐτὸν παντελῶς, μηδὲ νὰ ὑπακούσῃ εἰς τὸν θεόμαχον" ἄς μὴ φοβηθῇ κανείς ἐξ ὑμῶν, διότι ταχέως θὰ ἀφανισθῇ· Ἰδοὺ ἔρχεται ἐξ οὐρανοῦ ὁ Κύριος διὰ νὰ κρίνῃ πάντας, ὅσοι ἐπίσθησαν εἰς τὰ σημεῖα αὐτοῦ, ἀλλ' ὀλίγοι εἶναι τότε οἱ θέλοντες νὰ ὑπακούσωσι, καὶ νὰ πιστεύσωσιν εἰς τὸ κήρυγμα τῶν προφητῶν. Ταῦτα δὲ ποιεῖ ὁ Σωτήρ, ἵνα δείξῃ τὴν ἄφατον αὐτοῦ φιλανθρωπίαν· ὅτι οὐδὲ κατὰ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον δέν ἀφίνει τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ἄνευ κηρύγματος, διὰ νὰ ὦσι πάντες ἀναπολόγητοι εἰς τὴν κρίσιν.



Πολλοὶ δὲ τῶν ἁγίων, ὅσοι τότε θὰ εὑρεθῶσιν εἰς τὴν ἔλευσιν τοῦ μιαροῦ, χύνουσιν ποταμηδὸν τὰ δάκρυα μετὰ στεναγμῶν πρὸς τὸν Θεὸν τὸν ἅγιον, διὰ νὰ λυτρωθῶσιν ἀπό τὸν Δράκοντα, καὶ φεύγουσι μετὰ μεγάλης σπουδῆς εἰς τὰς ἐρὴμους, καὶ κρύπνονται εἰς τὰ ὄρη, καὶ τὰ σπήλαια μετὰ φόβου· καὶ πασπαλίζουσι χῶμα καὶ στάχτην εἰς τὰς κεφαλάς, παρακαλοῦντες νύκτα καὶ ἡμέραν μετὰ πολλῆς ταπεινώσεως. Καὶ ὁ ἅγιος Θεὸς θέλει χαρίσει τοῦτο εἰς αὐτοὺς· δηλαδὴ ὁδηγεῖ αὐτοὺς ἡ χάρις εἰς ὡρισμένους τόπους, καὶ σώζονται κρυπτόμενοι εἰς τὰς ὀπὰς καὶ τὰ σπήλαια, μὴ βλέποντες τὰ σημεῖα καὶ τὰ φόβητρα τοῦ ἀντίχριστου.



Διότι ἡ ἔλευσις τούτου γίνεται γνωστὴ εἰς τοὺς ἔχοντας τὸν νοῦν προσηλωμένον εἰς τὰ ἄνω, εἰς δὲ τοὺς ἔχοντας τὸν νοῦν εἰς βιωτικά πράγματα καὶ ποθοῦντας τὰ γήινα, δὲν θὰ γίνῃ φανερὸν τοῦτο. Διότι ὅστις εἶναι δεδεμένος πάντοτε εἰς βιωτικὰ πράγματα, καὶ ἄν ἀκούσῃ, ἀπιστεῖ, καὶ βδελύσεται τὸν λέγοντα. Οἱ δὲ ἅγιοι θέλουσιν ἐνδυναμωθῆ, διότι πάντοτε ἀπέρριψαν τὴν μέριμναν τοῦ βίου τούτου. Τότε πενθεῖ πᾶσα ἡ γῆ καὶ ἡ θάλασσα, καὶ ὁ ἀὴρ πενθεῖ, συγχρόνως δὲ καὶ τὰ ἄγρια ζῶα, μετὰ τῶν πτεινῶν τοῦ οὐρανοῦ, πενθοῦσιν ὄρη, καὶ βουνά, καὶ τὰ δένδρα τῶν πεδιάδων, πενθοῦσι δὲ καὶ οἱ φωστῆρες τοῦ οὐρανοῦ διὰ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, ὅτι πάντες ἐξέκλιναν ἀπό τοῦ ἁγίου Θεοῦ καὶ ἐπίστευαν εἰς τὸν πλάνον, δεχθέντες τὸ σημεῖον τοῦ μιαροῦ καὶ θεομάχου, ἀντὶ τοῦ ζωοποιοῦ σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος.



Πενθεῖ ἡ γῆ καὶ ἡ θάλασσα, διότι αἰφνιδίως κατέπαυσεν ἡ φωνὴ τῆς ψαλμωδίας καὶ τῆς προσευχῆς ἐκ στόματος ἀνθρώπου. Πενθοῦσι πᾶσαι αἱ ἐκκλησίαι τοῦ Χριστοῦ πένθος μέγα, διότι δὲν λειτουργεῖται ὁ ἁγιασμὸς καὶ ἡ προσφορά.



Ὅταν λοιπὸν συμπληρωθῶσιν οἱ τρεῖς καιροὶ καὶ ἥμισυς τῆς ἐξουσίας καὶ πράξεως τοῦ μιαροῦ, καὶ ὅταν ἐκληρωθῶσι πάντα τὰ σκάνδαλα πάσης τῆς γῆς, θὰ ἔλθῃ ἐπὶ τέλους ὁ Κύριος, ὡς ἀστραπὴ ἀστράπτων ἐξ οὐρανοῦ, ὁ ἅγιος, καὶ ἄχραντος καὶ φοβερός, καὶ ἔνδοξος Θεὸς ἡμῶν μετὰ δόξης ἀκατανόητου, προτρεχόντων ἐνώπιον τῆς δόξης αὐτοῦ τῶν ταγμάτων τῶν ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, οἱ ὁποῖοι εἶναι πάντες φλόγες πυρός, καὶ ποταμὸς πλήρης πυρὸς μετὰ φοβέρας ἀνεμοζάλης. Τὰ χερουβείμ ἔχοντα τὸ ὄμμα κάτω, καὶ τὰ Σεραφείμ ἱπτάμενα καὶ κρύπτοντα τὰ πρόσωπα καὶ τοὺς πόδας εἰς τὰς πυρίνας πτέρυγας, θέλουσι κράξει μετὰ φρίκης. Ἐγείρεσθε, οἱ κοιμώμενοι· Ἰδού, ἦλθεν ὁ Νυμφίος. Ἀνοίγονται δὲ τὰ μνήματα, καὶ ὡς ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ ἐγείρονται πᾶσαι αἱ φυλαί, καὶ βλέπουσιν εἰς τὸ κάλλος τὸ ἅγιον τοῦ Νυμφίου, καὶ μύριαι μυριάδες, καὶ χίλιαι χιλιάδες ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, καὶ ἀναρίθμητοι στρατιαί, χαίρουσι χαρὰν μεγάλην, ἅγιοι δὲ καὶ δίκαιοι, καὶ πάντες οἱ μὴ λαβόντες τὴν σφραγῖδα τοῦ Δράκοντος καὶ ἀσεβοῦς ἀγάλλονται. Καὶ ἄγεται ὁ Τύραννος δεδεμένος ὑπὸ ἀγγέλων μετὰ πάντων τῶν δαιμόνων ἐνώπιον τοῦ βήματος, καὶ οἱ λαβόντες τὴν σφραγίδα αὑτοῦ, καὶ πάντες οἱ ἀσεβεῖς καὶ ἁμαρτωλοὶ δεδεμένοι· καὶ δίδει ὁ βασιλεὺς τὴν κατ' αὐτῶν ἀπόφασιν τῆς καταδίκης εἰς τὸ πὺρ τὸ ἄσβεστον. 


Ἀμήν.



Λοιπόν ἀδελφοί μου πρέπει νὰ εἴμεθα ἕτοιμοι διότι δὲν γνωρίζομεν τὴν ὥραν τοῦ θανάτου μας ἐπειδὴ ἔρχεται ξαφνικά καὶ μᾶς πέρνει. Πρέπει νὰ ξεμολογόμαστε νὰ δίνωμαι ἐλεημοσύνη καὶ νὰ μεταλαμβάνωμαι.

ΤΕΛΟΣ

Ὑπό Εὐσεβίου Μοναχοῦ


ΠΗΓΗ  το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...