Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγιορείτικα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγιορείτικα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Απριλίου 21, 2016

ΣΟΒΑΡΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΜΟΝΗ ΕΣΦΙΓΜΕΝΟΥ




ΣΟΒΑΡΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΜΟΝΗ ΕΣΦΙΓΜΕΝΟΥ

Του Παναγιώτη Τελεβάντου
=====

Διαβάσαμε στη “Ρομφαία”:

“Να επανενωθούν διοικητικά και να έχουν και πάλι λειτουργική κοινωνία με τις υπόλοιπες Μονές του Αγίου Όρους ζητά η αδελφότητα της Μονής Εσφιγμένου!

Ο Ηγούμενος Μεθόδιος με επιστολή του στον αρμόδιο Υπουργό του Υπουργείου Εξωτερικών και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, φέρεται να ζήτησε να επανέλθει η διοικητική και λειτουργική επικοινωνία της αδελφότητας τόσο με το Οικουμενικό Πατριαρχείο που είχε διακοπεί πολλά χρόνια θεωρώντας πως το Πατριαρχείο δεν ακολουθεί τον ορθό θεολογικά δρόμο.

Η αδελφότητα αποκαλούνταν η μόνη "γνήσια" και κατηγορούσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τις υπόλοιπες Μονές ότι ανέχονται την επικοινωνία με τον Πάπα, και τη διεθνοποίηση του Αγίου Όρους με τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αύριο, Πέμπτη 21 Απρίλιου σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της Romfea.gr, τριμελής αντιπροσωπεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου που αποτελείται από τους μητροπολίτη Μιλήτου κ. Απόστολο, Ανδριανουπόλεως Αμφιλόχιο και Σηλυβρίας Μάξιμο θα επισκεφθεί το Άγιον Όρος προκειμένου να διευθετηθούν οι λεπτομέρειες που θα οδηγήσουν στην τελική επανένωση τους με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τις άλλες μονές του Αγίου Όρους.

Με ενδιαφέρον αναμένεται να διαπιστωθεί ποιες θα είναι οι σχέσεις με τη "νέα" αδελφότητα και τον Ηγούμενο Βαρθολομαίο Εσφιγμενίτη, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον Μακαριστό Ηγούμενο Χρυσόστομο Κατσουλιέρη.”

Ευχόμαστε ολόψυχα την επούλωση του σχίσματος και προσευχόμαστε κάθε επιτυχία στις διαπραγματεύσεις που θα γίνουν μεταξύ της τριμελούς αντιπροσωπείας ιεραρχών του Οικουμενισκού Θρόνου με την παλαιά αδελφότητα της Μονής.

Θέλουμε να πιστεύουμε ότι υπάρχει γνήσιο ενδιαφέρον εκ μέρους της παλαιάς αδελφότητας να επουλώσει το σχίσμα και ότι δεν πρόκειται για τακτικό ελιγμό επειδή υπάρχει κίνδυνος η αστυνομία να εκδιώξει την αδελφότητα από τη Μονή.
το είδαμε εδώ

Σάββατο, Μαΐου 16, 2015

Ο γέρων Θεόκλητος Διονυσιάτης για τον παπα -Τύχωνα.

Ο σεβαστός λόγιος μοναχός γέρων Θεόκλητος Διονυσιάτης μου διηγήθηκε ότι πήγε κάποτε να συναντήσει τον θαυμάσιο στην ψυχή και την βιβλική όψη Pώσο ερημίτη παπα -Τύχωνα.

Πλησίασε το ασκητήριο του άκουσε θεσπέσιες ψαλμωδίες.
Νόμιζε ότι γινόταν Θεία Λειτουργία και για αυτό περίμενε έξω από την καλύβα μέχρι να τελείωση..
Τέλος, αφού μπήκε βρήκε μόνο τον παπα Τύχωνα στην εκκλησία, ο οποίος εκείνη την στιγμή μεταλάμβανε τον Άγιον Άρτον.
Διατηρούσε Άγιον Άρτον όλο το χρόνο και μεταλάμβανε συχνά μόνος του.
Ο πατέρας Θεόκλητος έμεινε κατάπληκτος και απορούσε τι να ήταν οι ψαλμωδίες που άκουσε προηγουμένως..
Λίγο πριν την μακάρια κοίμηση του ερημίτου τον υπηρετούσε ο μαθητής και υποτακτικός του, σεβάσμιος γέρων Παίσιος.
Εσύ είσαι ο άγιος Σεραφείμ; Ρώτησε κατάκοιτος και ετοιμοθάνατος παπα Τύχων.
Τι λέτε γέροντα, δεν σας καταλαβαίνω.
Να - είπε τότε – προ ολίγου ήταν εδώ ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ μαζί με την Παναγία και μιλούσαμε...

- Τι σου είπε η Παναγία; Ρώτησε ο πατέρας Παίσιος. 
-Μου είπε ότι θα με πάρει μετά την γιορτή μου. 
Πράγματι στις 10 Σεπτεμβρίου μετά την γιορτή της γεννήσεως της Θεοτόκου 8 Σεπτεμβρίου, κοιμήθη ο παπα – Τύχων με ειρήνη κρατώντας στα χέρια του ένα σταυρό. Πριν πεθάνει ο πατέρας Παίσιος του έβαλε στην μύτη να μυρίσει βασιλικό. Μυρίζει ωραία γέροντα; Του είπε. Ναι, παιδί μου αλλά ο παράδεισος μυρίζει πολύ πιο ωραία!…

ΛΟΓΟΙ ΑΘΩΝΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

 Αγιορείτικο Βήμα
πηγ'ή

Παρασκευή, Μαρτίου 27, 2015

Η εικόνα της Παναγίας της Εγγυήτριας, στην οποία η Αγία Μαρία η Αιγυπτία υποσχέθηκε μετάνοια.





Το σπήλαιο του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου, στο Νότιο άκρο του Αγίου Όρους και η η εικόνα της Παναγίας της Εγγυήτριας που συναντάμε στον βίο της Αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας.





Από τά ὅσα διασώζει ὁ ἅγιος Σωφρόνιος Ἱεροσολύμων στό Βίο τῆς ὁσίας Μαρίας, μᾶς εἶναι γνωστό ὅτι ἡ Ὁσία, μετά ἀπό πολλές ἀποτυχημένες ἀπόπειρες νά εἰσέλθει στό ναό τῆς Ἀναστάσεως στά Ἱεροσόλυμα γιά νά προσκυνήσει τόν τίμιο Σταυρό, ἀπέκαμε, καί κάποια στιγμή κοντοστάθηκε καί εἶδε τήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, πού βρισκόταν στό ὑπέρθυρο τοῦ Ναοῦ. Βλέποντας τότε τήν ἀειπάρθενο Θεοτόκο, φωτίσθηκε ὁ νοῦς της καί ἀντιλήφθηκε πώς γιά τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν της, ἐμποδιζόταν νά εἰσέλθει στό Ναό. Τότε ἦταν πού πῆρε τή ἀπόφαση νά μετανοήσει. Καί ἀμέσως, ἔβαλε τήν Θεοτόκο ἐγγυήτρια γιά τήν ἀποχή της ἀπό τά πρότερα ἁμαρτήματά της, καί τήν ἀκόλουθη καί γνωστή σέ ὅλους μας συγκλονιστική μετάνοιά της.
 

Γιά τήν εἰκόνα αὐτή τῆς Παναγίας τῆς Ἐγγυήτριας, ἀξίζει νομίζω νά μεταφέρω στήν ἀγάπη σας τήν ζῶσα ἁγιορειτική παράδοση. Σύμφωνα μ᾿αὐτήν, ἡ εἰκόνα αὐτή, ἀρίστης βυζαντινῆς τέχνης, βρέθηκε μέ θαυματουργικό τρόπο στό Ἅγιον Ὄρος καί πιό συγκεκριμένα, στό Σπήλαιο τοῦ ὁσίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου, στό ἀκρότατο σημεῖο τῆς ἀθωνικῆς χερσονήσου. Αὐτήν τήν εἰκόνα βρῆκε, θείᾳ νεύσει, ὁ ὅσιος Ἀθανάσιος, ἱδρυτής καί θεμελιωτής τοῦ ἀθωνικοῦ κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ, περί τό ἔτος 965 καί τή μετέφερε στό καθολικό τῆς Μεγίστης Λαύρας, γιά νά προσκυνεῖται ἀπ᾿ ὅλους τούς πατέρες. Ὅμως τό πρωΐ ἡ εἰκόνα εἶχε ἤδη ἐξαφανιστεῖ καί μεταφερθεῖ μυστηριωδῶς πάλι στό Σπήλαιο. Τότε ὁ Ὅσιος τήν ξαναπῆρε στή Λαύρα καί τήν ἐναπέθεσε στήν ἴδια θέση ἐντός τοῦ ναοῦ. Ἀλλά καί πάλι ἡ εἰκόνα ἀναχώρησε γιά τό Σπήλαιο. Ἔκτοτε πλέον δέν τόλμησε ὁ ὅσιος Ἀθανάσιος νά τή μετακινήσει, γι᾿ αὐτό καί τήν ἄφησε στό ἴδιο μέρος ὅπου καί μέχρι σήμερα βρίσκεται. Πρόκειται γιά τή θαυματουργό εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Ἐγγυήτριας.

Ἑορτάζεται μάλιστα πανηγυρικά μέ φροντίδα τῆς Μεγίστης Λαύρας, κατά τό Σάββατο τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου, κατά τήν Ε’ ἑβδομάδα τῶν νηστειῶν⋅
Εἶναι ὠφέλιμο πιστεύω, καί πρός δόξαν Θεοῦ καί τιμήν τῆς Θεοτόκου, τῆς προστάτιδος τόσο τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας ὅσο καί τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων,  νά ἐξιστορήσουμε τό ἀκόλουθο περιστατικό, πού συνέβη πρίν περίπου ἑκατό χρόνια, τό ἔτος 1905, κατά τόν πολύ καταστροφικό σεισμό πού ἔπληξε τήν Χαλκιδική καί τό Ἅγιον Ὄρος, κατά τόν ὁποῖο ἔπαθαν τεράστιες καταστροφές μοναστήρια, σκῆτες καί κελλιά καί μέ ἀρκετά ἀνθρώπινα θύματα.
Τήν ἐποχή ἐκείνη μέσα στό Σπήλαιο τοῦ ὁσίου Ἀθανασίου ζοῦσε μέ μεγάλη ἄσκηση καί πλούσια λειτουργική ζωή ὁ ξακουστός Χαρίτων ὁ Πνευματικός (1836-1906) καί ἡ συνοδεία του.
 
Ἡ Θεοτόκος ἡ Ἔγγυήτρια, πού οἰκονόμησε τή σωτηρία τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, τί οἰκονόμησε γιά τή σωτηρία τῶν Πατέρων πού ἀσκούνταν στό Σπήλαιο; Οἰκονόμησε, ὁ εὐλαβής Πνευματικός παπᾶ Χαρίτων νά ἐγερθεῖ ἀπό τόν ὕπνο μισή ὥρα γρηγορότερα ἀπό τήν συνηθισμένη ὥρα καί νά ξυπνήσει καί τούς ἄλλους πατέρες, προκειμένου νά ἀρχίσουν τήν Ἀκολουθία τους στό ναό τῆς Παναγίας τῆς Ἐγγυήτριας. Τότε, μέ τό πού ἄρχισε ἡ Ἀκολουθία, ἄρχισε νά σείεται σπήλαιο καί ὀγκωδέστατοι βράχοι ἔπεφταν ἀπό ψηλά μέ τέτοιο κρότο ὥστε νόμιζε κανείς ὅτι ὅλο τό Ὄρος ἔμοιαζε μέ ἡφαίστειο πού ἐκρήγνυτο. Καί τά βράχια πού ἔπεσαν καταπλάκωσαν τό μέρος τοῦ Σπηλαίου ὅπου βρίσκονταν τά κελλιά τῶν πατέρων καί τά παρέσυραν μέχρι τή θάλασσα. Ὅμως οἱ Πατέρες, ἀφοῦ βρίσκονταν ἤδη στό ναό γιά τήν Ἀκολουθία, διαφυλάχθηκαν ἀβλαβεῖς χωρίς νά πάθουν τίποτα. Καί ἀφοῦ τέλειωσε ἡ Ἀκολουθία καί ξημέρωσε, βγῆκαν ἀπό τό Σπήλαιο δοξάζοντας τόν Κύριο καί τήν κυρία Θεοτόκο πού μέ τό θαυματουργικό αὐτό τρόπο τούς εἶχε σώσει.
 
Οἱ δέ πατέρες τῆς Μεγίστης Λαύρας, ἀφοῦ συνῆλθαν ἀπό τό φόβο τοῦ σεισμοῦ, ἔστειλαν μερικούς πατέρες μέ ζῶα καί ἱερέα γιά νά δώσουν βοήθεια σέ ὅποιον τυχόν εἶχε γλυτώσει ἀπό τό σεισμό, ὑποθέτοντας ὅτι ἀναμφίβολα δέν θά εἶχε σωθεῖ κανείς. Ὅμως ὅταν κατέβηκαν στό Σπήλαιο, βρῆκαν τούς πατέρες, ὄχι μόνο σώους καί ἀβλαβεῖς, ἀλλά καί ψύχραιμους, παρόλο πού εἶχαν χάσει ὅλα τά ὑπάρχοντά τους ἀπό τήν καταστροφή. Συγκλονισμένοι τότε, ἄκουσαν τούς πατέρες γιά τό παράδοξο θαῦμα τῆς Θεοτόκου, ἐνῶ ἐκεῖνοι πῆγαν νά τούς ψάλλουν τρισάγια καί ἄλλα νεκρώσιμα τροπάρια, ὡς κεκοιμημένους. Καί ἀναχώρησαν, δοξάζοντας τόν Θεό καί τήν Θεοτόκο, πού, ὅπως καί μέ τήν ὁσία Μαρία τήν Αἰγυπτία, ἔτσι καί στίς μέρες μας, ἐγγυᾶται τή σωτηρία ὅλων ὅσων μέ εὐλάβεια καί πίστη προστρέχουν στή σκέπη της.



Δευτέρα, Μαρτίου 09, 2015

Περί της διαίτης των πατέρων.

Ότε η χάρις του Θεού ένευσεν εις την καρδίαν μου ίνα έλθω εις τον ευλογημένον τούτον τόπον της ησυχίας και προσευχής, ήτο Φεβρουάριος του σωτηρίου έτους 1910˙ ο πόθος μου ήτο να μεταβώ εις την Σκήτην των Καυσοκαλυβίων, όπου ήσκησεν ο συντοπίτης μου Όσιος Ακάκιος και όπου εμόναζον και μονάζωσιν εισέτι δύο αυτάδελφοι ιερομόναχοι συμπολίται μου, ων ο πνευματικός Παντελεήμων[1], οσιώτατος και εις άκρον ενάρετος, είναι και ο πρεσβύτερος ίσως των επιζώντων αγιορειτών ήδη 103 ετών γέροντας.
Γέρων Γαβριήλ Διονυσιάτης
Είχον πράγματι την απόφασιν και μετά την άφιξίν μου εις Άγιον Όρος να μεταβώ και ζήσω ως ασκητής, και εκίνησα διά ξηράς εκ Δάφνης διά Καυσοκαλύβια. Διερχόμενος όμως εκ της ιεράς ταύτης Μονής του Αγίου Διονυσίου και ιδών την ευταξίαν των πατέρων εις συμπεσούσαν εκείνην την ημέραν κηδείαν γηραιού ιεροδιακόνου και επηρεασθείς εκ της ασκητικής μορφής της τε Μονής και του φυσικού περιβάλλοντος παρέμεινα, εις τον πανάγαθον Θεόν και τον Τίμιον Πρόδρομον επιρρίψας τας ελπίδας της σωτηρίας μου.
Ήτο Μεγάλη Τεσσαρακοστή όταν εκοινοβίασα (εντάχθηκα στο μοναστήρι) και εδιωρίσθην να υπηρετώ ως βοηθός εις τον ξενώνα της Μονής. Κατ’ εκείνην την έποχήν αι ιεραί Σκήται και τα ερημητήρια ήσαν υπερπλήρη μοναχών, αι δε ιεραί Μοναί έχουσαι τα Μετόχια των τότε, έδιδον αφειδότερον την ελεημοσύνην, και δεν υπήρχε και ο χωρισμός του μνημόσυνου, έφ’ ω κάθε Σάββατον εσπέρας ήρχοντο ασκηταί και ερημίται πατέρες, ίνα και εις την αγρυπνίαν μείνωσι και την καθιερωμένην ελεημοσύνην λάβωσι.
Φυσική συμπάθεια και ευλαβώς προς αυτούς διακείμενος, αλλά και συστελλόμενος εκ σεβασμού δι’ ερωτήσεις, προσεπάθουν οτέ μεν ωτακουστών οτέ δε παρακαθήμενος να υποκλέψω τι εκ των ομιλιών και συζητήσεων των δια να κρίνω εξ αυτών περί της πνευματικής των καταστάσεως.
Ήτο νυξ σχεδόν και ανεμένοντο αι κρούσεις των σημάντρων δια την αγρυπνίαν, είχε δε τελειώσει και το κέρασμα του καθιερωμένου καφέ προς τε τους αδελφούς και ξένους και εκαθήμην ξεκουραζόμενος ένδοθεν της «Καφετζαρίας»[2] εως ου αρχίση η αγρυπνία της Ε’ Κυριακής των Νηστειών.
Θέλων ως φαίνεται, ο πανάγαθος Θεός να με πληροφόρηση περί της διαίτης των ασκητών πατέρων, έτι δε περισσότερον ίνα άρη τον ενδόμυχον γογγυσμόν μου δια τους ακρέμονας (αβρονιές) δι’ ας διττώς εμεμψιμοίρουν, πρώτον ότι ως νεώτερον με έστελλον δις της εβδομάδος προς συλλογήν μετ’ άλλων συνηλικιωτών, και εστερούμεθα της ιεράς ακολουθίας, και δεύτερον διότι δεν ηδυνάμην να τας φάγω μαγειρευομένας ως εκ της πικρότητός των, ωκονόμησε και ήλθον και εκάθησαν εις το έξωθι σκαμνίον δύο ερημίται, και η πρώτη ερώτησις του ενός προς τον έτερον ήτο «πως επέρασαν την αγίαν Τεσσαρακοστήν έως τότε»˙ εις απάντησιν ο άλλος είπε, «δι’ ευχών σας και χάριτι Χριστού καλά, έχομεν στην γειτονιά μας τον άγιον πνευματικόν παπα Ματθαίον και μας κάμει τας λειτουργίας και μεταλαμβάνουν οι αδελφοί Τετάρτην και Σάββατον, γιαυτό με έστειλεν ο Γέροντας να έλθω να πάρω πρόσφορα και λίγα κεριά και νάμα και να επιστρέψω».
«Κατά τα άλλα τα σωματικά πως περνάτε;» ξαναερώτησεν ο πρώτος˙ «δόξα τω αγίω Θεώ», ανταπάντησεν ο έτερος˙ «εφέτος η ευσπλαγχνία του Θεού μας ελυπήθη και εγέμισεν ο τόπος «αβρονιές» και δεν καταλάβαμε πως πέρασε η αγία Τεσσαρακοστή, κάθε μέρα αυτές βράζομεν με λίγο ρύζι και τα Σαββατοκύργιακα με λίγο λάδι, και είμεθα πλούσιοι από φαγητό, δοξασμένο το όνομα του Κυρίου». Ως ήκουσα ταύτα εταλάνισα εμαυτόν και ιατρεύθην από το πάθος του γογγυσμού, καθότι ημείς εις το Μοναστήριον μόνον μίαν – δύο φοράς την εβδομάδα εμαγειρεύαμεν και επί πλέον είχεν η τράπεζα προσφάγιον ελαίας ή σύκα, ενώ αυτοί εις την ξηράν έρημον στερούνται ίσως και τούτων.
Είναι δε αι «αβρονιές» αι τρυφεραί κορυφαί φυτού εκ της κατηγορίας των «ελλισσομένων» (πού αναρριχούνται) υδροχαρές (που ευδοκιμεί στο νερό) μάλλον, και πικρίζον κατά την γεύσιν, διουρητικόν και καθαρτικόν του αίματος κατά τους βοτανολόγους. Φύεται καθ’ όλας τας διεράδας (υγρά μέρη) του Αγίου Όρους, και οι ακρέμονές (κλωναράκια) του αναδύονται τρυφερώτατοι εκ της γης από αρχάς μέχρι τέλους Μαρτίου, και θεωρούνται ευλογία Θεού δια την νηστήσιμον ταύτην περίοδον. Δια τον τρώγοντα ταύτας πρώτην φοράν και δη άνευ ελαίου, ως γίνεται κατά τας νηστησίμους ημέρας εν Αγίω Όρει, φαίνονται πράγματι ως κάτι το δηλητηριώδες και βλαβερόν, οι πατέρες όμως τας συνηθίζουν συν τω χρόνω και τας ευρίσκουν και εδωδίμους (φαγώσιμους) και ωφελίμους.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Οι Γέροντες του Μακαριστού Γέροντος Πορφυρίου
[2] Χώρος στο Αρχονταρίκι για την παρασκευή καφέ και αφεψημάτων.
ΛΑΥΣΑΪΚΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
Ύπό  Άρχιμ. ΓΑΒΡΙΗΛ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΎ (†), 1983, Β’ ΕΚΔΟΣΙΣ, ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ 2002
το είδαμε εδώ

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 25, 2015

Βιώνοντας τὴν λειτουργικὴ ἡμέρα τῆς Τεσσαρακοστῆς στὸ Ἅγιον Ὅρος

Orthodox deacon 
Holy Mount Athos - Greece Τοῦ Ἰωάννου Μ. Φουντούλη, Λογικὴ Λατρεία, Θεσσαλονίκη 1971, σελ.40-48
ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
Ἂν θέλει νὰ ζήσει κανεὶς τὸ λειτουργικὸ πλοῦτο, τὸ θαυμαστὸ μυστικὸ μεγαλεῖο τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, πρέπει νὰ προσπαθήσει νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὴν ἐπιφάνειά της. Ἐπιφάνεια εἶναι αὐτὸ ποὺ βλέπομε καὶ ποὺ γνωρίζομε ὅλοι μας κατὰ τὶς Κυριακές τῆς Τεσσαρακοστῆς. Ἔχουν πράγματι κάτι ἰδιαίτερο οἱ Κυριακὲς αὐτὲς ἀπὸ τὶς ἄλλες Κυριακές τοῦ ὑπολοίπου ἔτους. Τὰ εἰδικὰ ἐορτολογικὰ θέματα, ἡ ὑμνογραφία των, ἡ λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου, ποὺ τελεῖται ἀντὶ τῆς λειτουργίας τοῦ Χρυσοστόμου, δίνουν σ’ αὐτὲς ἕνα ξεχωριστὸ χρῶμα. Ἀλλὰ οἱ Κυριακές τῆς Τεσσαρακοστῆς εἶναι ὀάσεις μέσα σ’ αὐτήν. Κατ’ οὐσίαν βρίσκονται ἔξω ἀπὸ αὐτήν. Τὴ γοητεία τῆς ἀληθινῆς Τεσσαρακοστῆς θὰ τὴν αἰσθανθεῖ κανεὶς μέσα στὸ «πέλαγος» ἢ στὴν «αὐχμηρὰ ἔρημο», ὅπως τὴν ὀνομάζουν οἱ Πατέρες, αὐτῆς τῆς ἴδιας τῆς Τεσσαρακοστῆς, δηλαδὴ τῶν καθημερινῶν, ἀπὸ τὴ Δευτέρα ὡς τὴν Παρασκευὴ τῶν ἔξι ἑβδομάδων ποὺ τὴν ἀποτελοῦν.

Ἡ Ἐκκλησία μας στὶς μοναστηριακὲς ἀκολουθίες εἶδε πάντοτε ἕνα ἰδεώδη τρόπο λατρείας, γι΄αὐτὸ καὶ σὺν τῷ χρόνω ἀντικατέστησε τὶς παλαιὲς ἰδιαίτερες ἐνοριακὲς ἀκολουθίες μὲ τὶς μοναχικές. Ἰδιαιτέρως ὅμως κατὰ τὴν Τεσσαρακοστὴ προσπάθησε νὰ μεταφέρει...
τὴ λατρεία τῶν μοναστηριῶν στοὺς κοσμικοὺς ναούς. Ἀφοῦ οἱ πιστοὶ δὲν μποροῦσαν νὰ βγοῦν στὴν ἔρημο, μετέφερε τὶς ἀκολουθίες τῆς ἐρήμου στὶς πόλεις. Θέλησε τὶς κατανυκτικὲς αὐτὲς ἡμέρες νὰ κάμει τὰ λαϊκὰ μέλη της νὰ γευθοῦν τὶς μυστικὲς καλλονὲς τῶν μοναστηριακῶν ἀκολουθιῶν· νὰ κάμει λίγο μοναχούς τούς λαϊκοὺς πιστούς. Καὶ δὲν εἶχε ἄδικο. Στὸ σύστημα τῶν μοναχικῶν ἀκολουθιῶν τῆς περιόδου τῆς Νηστείας βρίσκεται τὸ ἀποκορύφωμα ὁλοκλήρου τοῦ ἔτους. Λίγοι ἀπὸ τὸ λαὸ μποροῦν νὰ τὶς παρακολουθήσουν. Δὲν ἔχουν οὔτε τὸ διαθέσιμο χρόνο, οὔτε πολλὲς φορὲς καὶ τὴν ἀπαραίτητη ψυχικὴ διάθεση. Ἀντιθέτως στὶς μονές, ὅπου ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ τὸ κέντρο τῆς ζωῆς τῶν μοναχῶν καὶ τὸ βασικὸ ἐνδιαφέρον τῶν ἀφιερωμένων αὐτῶν ἀνθρώπων, ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀκολουθία τῆς περιόδου τῆς Τεσσαρακοστῆς γίνεται τὸ ἐντρύφημα καὶ ἡ μοναδικὴ σχεδὸν ἀπασχόληση τῶν πατέρων.

Θὰ προσπαθήσουμε νὰ δώσουμε μία ἀσθενικὴ σκιαγραφία τοῦ λειτουργικοῦ περιεχομένου μίας ἡμέρας τῆς Τεσσαρακοστῆς.
Κατὰ βάση οἱ ἀκολουθίες τῆς Τεσσαρακοστῆς εἶναι καὶ κατὰ τὸν ἀριθμὸ καὶ κατὰ τὸ διάγραμμα οἱ ἴδιες μὲ τὶς μοναχικὲς ἀκολουθίες τοῦ ὑπόλοιπου ἔτους. Ἐκεῖνο ποὺ τὶς διακρίνει εἶναι τὸ πιὸ ἀρχαϊκό τους περιεχόμενο, ἡ παρεμβολὴ κατανυκτικῶν τροπαρίων καὶ τὸ ἰδιαίτερο μῆκος ποὺ προσλαμβάνουν μὲ τὴν προσθήκη περισσότερων ψαλμῶν, ἀναγνώσεων καὶ ἄλλων λειτουργικῶν στοιχείων. Οἱ ἀκολουθίες ἀριθμοῦνται σὲ ἑπτά, κατὰ τὸ ψαλμικὸ «Ἑπτάκις τῆς ἡμέρας ἤνεσά σὲ» (Ψαλ. 118,164), ἀλλὰ στὴν οὐσία εἶναι περισσότερες. Ἡ εὐλάβεια τῶν μοναχῶν θέλησε νὰ τὶς ἐπαυξήσει μὲ προσθῆκες καὶ ἄλλων ἀκολουθιῶν, ἔτσι ὥστε ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ κατὰ τὴν πιὸ ἱερὴ περίοδο τοῦ ἔτους νὰ εἶναι σχεδὸν ἀκατάπαυστη. Κάθε μία ἀκολουθία ἀντιστοιχεῖ σὲ μία ὠρισμένη περίοδο τῆς ἡμέρας ἢ τῆς νύκτας. Εἶναι ἕνας σταθμὸς προσευχῆς ποὺ καθαγιάζει ἕνα τμῆμα τοῦ εἰκοσιτετραώρου.
Ἡ προσευχὴ ἀρχίζει μὲ τὴν ἀκολουθία τοῦ Μεσονυκτικοῦ· τὰ μεσάνυκτα θεωροῦνται ὡς ὁ πιὸ κατάλληλος γιὰ τὴν προσευχὴ χρόνος. Μέσα στὴν ἡσυχία καὶ στὴ γαλήνη τοῦ κόσμου οἱ μοναχοὶ ἀγρυπνοῦν καὶ προσεύχονται. Περιμένουν τὴν ἔλευση τοῦ Νυμφίου, τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔρχεται κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο, «μέσης νυκτὸς» (Ματθ. 25,6).
Στὴν ἀκολουθία τοῦ μεσονυκτικοῦ συνάπτεται ἡ ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, ἡ ἑωθινὴ (πρωϊνὴ) προσευχή. Ἀπὸ τὶς ἰδιορρυθμίες ποὺ χαρακτηρίζουν τὴν Τεσσαρακοστὴ θὰ δοῦμε δύο χαρακτηριστικὰ σημεῖα· τὴν ψαλμωδία τοῦ «Ἀλληλούϊα» μὲ τὰ τριαδικὰ καὶ τὸ φωταγωγικό. Τὸ «Ἀλληλούϊα» ψάλλεται στὸν ἦχο τῆς ἑβδομάδας σὰν ἐπωδὸς τῆς ὠδῆς τοῦ Ἠσαΐα «ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμα μου πρὸς σὲ ὁ Θεὸς»( Ἠσ. 26, 9-15). Τὰ τροπάρια ποὺ τὸ συνοδεύουν, τὰ τριαδικά, ἀποτελοῦν μία θαυμαστὴ συμφωνία μὲ τὸ «Ἀλληλούϊα» καὶ τὴν ὠδὴ τοῦ Ἠσαΐα. Εἶναι ἡ πρώτη ψαλμωδία ποὺ ἀκούεται στοὺς ναοὺς μέσα στὸ σκοτάδι καὶ στὴ σιγὴ τῆς νύχτας. Ὅλα μαζὶ συνιστοῦν μία προτροπή, μία πρόσκληση πρὸς δοξολογία τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ ἀπὸ ὁλόκληρη τὴ κτίση. Οἱ ἄνθρωποι ἑνώνονται μὲ τοὺς ἀγγέλους γιὰ νὰ ψάλλουν τὸν τρισάγιο ὕμνο στὴν τρισυπόστατη Θεότητα· «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος». Πιὸ κατάλληλος ἐναρκτήριος ὕμνος γιὰ τὴν ἀπαρχὴ τῆς δοξολογίας δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ βρεθεῖ. «Ἀλληλούϊα»- Αἰνεῖτε τὸν Θεόν. Ἡ Τεσσαρακοστὴ εἶναι ἡ περίοδος τοῦ «Ἀλληλούϊα»- τοῦ αἴνου τοῦ Θεοῦ.
Πρὸς τὸ τέλος τοῦ ὄρθρου χαιρετίζεται ἡ ἔλευση τοῦ φωτὸς τῆς ἡμέρας. Τότε ψάλλονται τὰ φωταγωγικὰ τροπάρια, ἕνα γιὰ κάθε ἦχο. Ἀποτελοῦν εὐχαριστία γιὰ τὴν ἀποστολὴ τοῦ ὑλικοῦ φωτὸς καὶ δέηση γιὰ τὴν ἔκχυση τοῦ νοητοῦ φωτός, τοῦ φωτισμοῦ τοῦ Χριστοῦ στὶς ψυχές μας.
Οἱ ἀκολουθίες τῶν ὡρῶν εἶναι τέσσερεις.
ἡ Α΄ (Πρώτη), ποὺ ἀποτελεῖ μία ἐπέκταση τοῦ ὄρθρου καὶ μία αἴτηση εὐλογίας τῶν ἔργων μας, ποὺ ἀρχίζουν τὴν ὥρα αὐτὴ- 7 π.μ περίπου.
Η Γ΄(Τρίτη), 9 π.μ, εἶναι ἡ ὥρα τῆς καθόδου τοῦ ἁγίου Πνεύματος στοὺς ἀποστόλους κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Στοὺς ψαλμούς, στὰ τροπάρια καὶ τὶς εὐχὲς τῆς ἀκολουθίας τῆς ὥρας αὐτῆς κυριαρχεῖ τὸ θέμα αὐτό. Ἡ δοξολογία καὶ ἡ δέηση γιὰ τὴν ἀποστολὴ τοῦ ἁγίου Πνεύματος καὶ σ’ ἐμᾶς.
Ἡ Στ΄ (Ἕκτη) ὥρα (12 τὸ μεσημέρι) καὶ ἡ Θ΄ (Ἐννάτη- 3 μ.μ) παίρνουν τὰ θέματά τους ἀπὸ τὸ πάθος τοῦ Κυρίου. Ἡ Στ΄ εἶναι ἡ ὥρα τῆς σταυρώσεως καὶ ἡ Θ΄ ἡ ὥρα τοῦ θανάτου- τοῦ «Τετέλεσται». Στὴν Θ΄ ὥρα συνάπτεται καὶ ἡ ἀκολουθία τῶν Τυπικῶν. Καὶ σ’ αὐτή, σὰν συνέχεια τοῦ θέματος τῆς Θ΄ ὥρας, ἀκούεται ἡ ψαλμωδία τῆς φωνῆς τοῦ ληστῆ στὸ σταυρὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθης ἐν τὴ βασιλεία σου» (Λουκ. 23,42), ποὺ ψάλλεται σὰν ἐπωδὸς τῶν μακαρισμῶν τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου. Εἶναι μία ὑπενθύμηση τοῦ εὐαγγελικοῦ νόμου, ἀλλὰ καὶ μία ἀπάντηση τοῦ ταπεινοῦ πιστοῦ στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ: Εἶπες, Κύριε, ὅτι εἶναι μακάριοι – εὐτυχεῖς οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, οἱ πραεῖς, οἱ ἐλεήμονες… Ἐγὼ δὲν εἶμαι τίποτε ἀπ’ αὐτά, γι’ αὐτό σοῦ φωνάζω σὰν τὸν ληστὴ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε».
Δὲν μᾶς μένει καιρὸς νὰ μιλήσουμε γιὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ κατανυκτικοῦ ἑσπερινοῦ μὲ τὰ θαυμαστά του τροπάρια, τοὺς ψαλμοὺς καὶ τὰ ἀναγνώσματα, οὔτε γιὰ τὴν καρδιὰ τῶν ἡμερῶν τῶν Νηστειῶν, τὴ λειτουργία τῶν Προηγιασμένων δώρων.
Μόνο δύο λόγια γιὰ τὸ Μέγα Ἀπόδειπνο, τὴν ἀκολουθία ποὺ κατακλείει τὴν ἡμέρα. Εἶναι μία μακρὰ ἀκολουθία, ποὺ συνιστᾶ δέηση γιὰ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τῆς ἡμέρας καὶ τὴν εἰρηνικὴ καὶ ἀσκανδάλιστη διέλευση τῆς νύκτας.
Τελειώσαμε τὴ σύντομη ἀναδρομὴ στὸ λειτουργικὸ περιεχόμενο τῶν ἱερῶν ἡμερῶν τῆς Τεσσαρακοστῆς. Δὲν ἦταν παρὰ μία ἀσθενικὴ σκιαγραφία. Μία μικρὴ ἀνθοδέσμη ἀπὸ τὸν ἀπέραντο ἀνθόκηπό της. Μία παρόρμηση γιὰ νὰ θελήσομε νὰ μποῦμε σ’ αὐτὸν καὶ νὰ τὸν γνωρίσομε προσωπικά, ἐμπειρικὰ οἱ ἴδιοι.
Το είδαμε εδώ

Πέμπτη, Ιουλίου 10, 2014

Ιστορίες και θαύματα του Αγίου Όρους.




Οι Εννέα Αόρατοι
Ψηλά στο όρος του Άθωνα, εξαφανίζονται άνθρωποι, και οι τοπικοί θρύλοι λένε ότι από εκεί έρχονται οι "Εννέα Αόρατοι", εννιά μοναχοί που τους πήρανε οι Άγγελοι, και απάγουν άλλους μοναχούς για να τους αφήσουν στη θέση τους, στην ομάδα των εννιά, που μυστικά κυβερνά το Άγιο Όρος.Αναδυόμενος μοναχός
Τότε ξαφνικά βλέπω ένα μοναχό να βγαίνει μέσα από τη θάλασσα, να αναδύεται από τα νερά! Εμφανίστηκε από το πουθενά και αναδύθηκε μέσα από τη θάλασσα, προχωρώντας μέσα στο νερό προς την ακτή. Ανέβηκε το τοιχάκι, διέσχισε τον παραλιακό δρόμο και πήρε το ανηφορικό μονοπάτι που οδηγεί από την ακτή προς το μοναστήρι και περνά δίπλα από το αίθριο που καθόμουν. Όταν τον είδα να βγαίνει από το νερό νόμισα πως είναι μια παραίσθησή μου. 

Αμέσως όμως σκέφτηκα πως εκεί πάντα υπάρχουν πολλοί μοναχοί που δουλεύουν στο εργοστάσιο ξυλείας, που εργάζονται στα χωράφια, που ψαρεύουν κλπ. και σκέφτομαι μήπως βγήκε μέσα απο καμιά βάρκα, που δεν πρόλαβα να δω και την τραβήξανε πίσω από το τοιχάκι, έξω από το οπτικό μου πεδίο. Ο μοναχός βγαίνει από τη θάλασσα και παίρνει το ανηφορικό δρομάκι που βγαίνει προς το μοναστήρι και έρχεται προς το μέρος μου στο αίθριο, εκεί που κάθομαι. 

Μου λέει "τις ευλογίες σου αδερφέ Ιωάννη και σκύβει να μου ασπασθεί το χέρι, εγώ φυσικά το τράβηξα τελείως σαστισμένος, σοκαρισμένος διότι γνώριζε το όνομά μου και το επίθετό μου όσο και για την παρουσία στο μοναστήρι του γιου μου Τάλω για τον οποίο έκανε κάποια φευγαλέα αναφορά. Πριν προλάβω να συνέλθω από το αρχικό σοκ, ο μοναχός μου λέει "αυτό που αναζητάτε, αδερφέ, βρίσκετε εκεί..." και μου υποδεικνύει το ακριβές σημείο όπου βρίσκεται το σύμβολο που αναζητούσα. Πριν προλάβω να του μιλήσω περισότερο, γυρίζει και παίρνει την κατηφόρα, μπαίνει πάλι μέσα στη θάλασσα και χάνεται! Μπήκε πάλι στο νερό και εξαφανίστηκε από τα μάτια μου... 

Τώρα μέσα στη σαστιμάρα μου, διότι ήταν ένα σοκ για μένα να έρθει κάποιος και να μου πει που βρίσκεται αυτό που αναζητούσα, η εντύπωση που μου άφησε ήταν ότι ο άνθρωπος αυτός ήταν ο μοναχός που είχα συναντήσει στη μονή του Αγ. Διονυσίου στον Όλυμπο! Ήταν το φαινότυπό του, και μέσα μου μέχρι τώρα επιμένω πως ήταν αυτός, νομίζω πως ήταν το ένα και το αυτό φυσικό πρόσωπο. Γνωρίζουμε φυσικά πολλά για την πολυστασία και ίσως μπορούμε να δώσουμε μια ερμηνεία σε αυτό το φαινόμενο.
Παΐσιος
Πολλοί από εσάς θα έχουν ακούσει την ιστορία του γέροντα πάτερ Παίσιου στο Άγιο Όρος, όταν κάποιος τον επισκεπτόταν στο σπιτάκι του δίπλα από τις Καρυές, το έβρισκε πάντα ανοικτό να κάθεται και να τον περιμένει, έβλεπε το φαγητό στην φωτιά και καταλάβαινε ότι θα είχε πάει κάπου κοντά και δεν θα αργούσε να επιστρέψει, καθόντουσαν και τον περίμεναν για πολύ ώρα μέχρι που ανησυχούσαν κα ψάχνανε γύρω για να τον βρούνε, και μόλις ξαναγυρνάγανε στο σπιτάκι τον βλέπανε να κάθεται σε μία καρέκλα και να χαμογελά.

Ήταν εκεί μία ώρα περίπου, σ' ένα μικρό δωματιάκι, δίχως να προσέξει τον πάτερ Παίσιο ο οποίος καθόταν ακριβώς απέναντί του αλλά για εντελώς ανεξήγητο λόγο του ήταν αόρατος.(ποιος ξέρει ποιόν περίμενες να δεις, κι εμένα τον ταπεινό δεν με πρόσεξες..>>έλεγε ο γέροντας)
Ο γέροντας και ο νεαρός μοναχός
Μία ιστορία μιλάει για έναν νεαρό μοναχό, ο οποίος πήγε να ζήσει στο καλυβάκι ενός γέροντα όπου θα έκανε. Προσπαθώντας να μάθει από τον γέροντα, ο οποίος ήταν πάρα πολύ σοφός και πολύ ταπεινός, πέρασε αρκετό καιρό δίπλα του. κάποια μέρα ο γέροντας εξαφανίστηκε. Άδικα τον έψαχνε ο μαθητής και άδικα τον περίμενε να εμφανιστεί. Ο γέροντας είχε χαθεί ανεξήγητα από την μια στιγμή στην άλλη, δίχως να πάρει τίποτα μαζί του, δίχως να αφήσει πίσω του κανένα απολύτως ίχνος.

Ο μαθητής ανησυχούσε μήπως είχε πάθει κάτι, πχ  μήπως είχε πέσει από κάποιο γκρεμό ή είχε πνιγεί στην θάλασσα. Πολλοί μοναχοί τον έψαξαν αλλά δεν τον βρήκαν ούτε ζωντανό ούτε νεκρό, Ο μαθητής έμενε μόνος στο καλυβάκι όλον αυτόν τον καιρό, πέρασαν δύο χρόνια, και μια μέρα ο γέροντας εμφανίστηκε και πάλι στον μαθητή του, Στην αυλή του μικρού του σπιτιούτον ρώτησε έκπληκτος ο μαθητής του. Ο γέροντας απάντησε τα εξής:
Ιερό χέρι
Εξαιρετική θέση ανάμεσα στα Αγια Λείψανα, που βρίσκονται στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας, κατέχει το αριστερό χέρι της Αγίας Μυροφόρου και Ισαποστόλου Μαρίας της Μαγδαληνής. Αυτό το χέρι της Αγίας είναι άφθαρτο, με το δέρμα και τους τένοντες και έχει ευωδία ουράνια. Ακόμη όσοι το ασπάζονται μ' ευλάβεια και πίστη διαπιστώνουν ότι είναι θερμό. Στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους, από τα πολλά θαύματα που κάνει μέχρι σήμερα η Αγία Μαρία, θεωρείται και τιμάται από τους αδελφούς σαν δεύτερη Κτιτόρισσα της Ιεράς Μονής.
Θαύμα με κατάσβεση φωτιάς
Το 1945, ξέσπασε μεγάλη πυρκαγιά στα δάση της Ιεράς Μονής των Ιβήρων. Ο άνεμος έπνεε δυνατός και η φωτιά μέσα σε λίγες ώρες έφθασε στην κορυφογραμμή που συνορεύουν τα μοναστήρια Ιβήρων, Φιλοθέου και Ξηροποτάμου με το δικό μας δάσος. Όλοι πιστεύανε ότι τα δάση θα καταστραφούν. Οι αδελφοί του μοναστηριού μας ειδοποιήθηκαν έγκαιρα και τρέξανε στον τόπο της πυρκαγιάς. Τότε οι αδελφοί ιερομόναχοι Νεόφυτος και Παντελεήμων, κινούμενοι από τη μεγάλη ευλάβεια που είχαν στο λείψανο της Αγίας Μαρίας, το πήρανε μαζί τους. Κανένας δεν μπορούσε να πλησιάσει στην πυρκαγιά, γιατί ήταν φόβος να περικυκλωθεί από τη μανιασμένη φωτιά.

Παρ' όλα αυτά, ω των θαυμάτων Σου Χριστέ Βασιλεύ! Μόλις πλησιάσανε οι αδελφοί με τα άγια λείψανα μπροστά από τη φωτιά, αμέσως η φωτιά έκοψε το δρόμο και μέχρις ότου οι ιερείς τελειώσουν τον Αγιασμό και τον Παρακλητικό Κανόνα της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής, η πυρκαγιά είχε τελείως σβήσει, σε μεγάλη έκπληξη των πατέρων που είχαν συγκεντρωθεί  εκεί.
Τα οστά που εωδίαζαν
Κάποιος, κάπου, κάποτε πήγε για επίσκεψη στο Άγιο Όρος. Επίσκεψη και όχι προσκύνημα! Σχεδίαζε να παραμείνει στον Άθωνα έξι μέρες, μόλις όμως γνώρισε από κοντά τη μοναστική ζωή των αγιορειτών μοναχών άλλαξε γνώμη και δεν έβλεπε την ώρα να επιστρέψει στον πολιτισμό, όπως ο ίδιος το έθετε και το διαλαλούσε με μεγάλο θράσος. Έφτασε στην Ι. Μονή Σταυρονικήτα, η οποία θα ήταν και ο τελευταίος σταθμός της αρχικά εξαήμερης εν τέλει τριήμερης περιήγησής του. 

Μάλιστα, κορόιδευε την παρέα του, διότι, όπως έλεγε, έβλεπαν τα πράγματα διαφορετικά και όχι όπως εκείνος, που μέτραγε τις ώρες για να βγει στον έξω κόσμο και επιτέλους να ελευθερωθεί. Στην είσοδο τις μονής τους υποδέχτηκε ο καλόγερος με λουκούμι και ρακί, έδειξε στους επισκέπτες-προσκυνητές τα δωμάτιά τους και τους ενημέρωσε για το πρόγραμμα των ακολουθιών. Η ώρα ήταν 12.00 το μεσημέρι και στις 16.00μ.μ. είχε εσπερινό. Ο φίλος μας την προηγούμενη μέρα είχε παραστεί σε αγρυπνία που διήρκεσε 12 ώρες. 

Αμέσως λοιπόν έπεσε για ύπνο και το μόνο που άκουσε ήταν το σήμαντρο, το οποίο σήμανε στις 16,00 ακριβώς και καλούσε όλους τους παρευρισκόμενους για τον εσπερινό. Ξύπνησε και σκουντουφλώντας κυριολεκτικά, έφτασε στο Καθολικό της μονής, όπου θέλοντας και μη παραβρέθηκε σωματικά στον εσπερινό. Και λέω σωματικά, διότι πνευματικά το μόνο που σκεφτόταν ήταν πότε θα ξεμπέρδευε, για να συνεχίσει τη δουλειά από την οποία τον έκοψε το καταραμένο σήμαντρο, έτσι έλεγε συνέχεια μέσα του.

Επιτέλους, τελείωσε ο εσπερινός, ο κόσμος όμως δεν έφευγε, καθώς περίμεναν να θέσουν σε προσκύνημα τα ιερά λείψανα αγίων, που φυλάσσονται στη μονή. Μέσα στο τσούρμο πήγε και αυτός. Καθώς έλεγε είχε πάρει το κολάι, αφού και στις άλλες μονές που είχε πάει δεν έκανε άλλη δουλειά από το να ασπάζεται νεκρά κόκαλα, που ούτε παλμό είχαν ούτε θερμότητα ούτε ανάβλυζαν μύρο, παρά τα όσα έλεγαν οι αγιορείτες πατέρες.

Προσκύνησε λοιπόν και ετοιμαζόταν να φύγει, παρόλο που ο υπόλοιπος κόσμος παρέμενε εντός του Καθολικού, όταν ο Παππούλης που βρισκόταν εκεί είπε με σπαστή φωνή, όσο μπορούσε δυνατή: «Παιδιά μου σας παρακαλώ, σας παρακαλώ στο όνομα του γλυκού μας Ιησού, πείτε μου ποιο από σας δε μύρισε από τα ιερά λείψανα τη θεία ευωδιά που βγάζουνε»; Εκείνος σταματάει ξαφνιασμένος στην είσοδο, αυτό δεν το είχε ξανακούσει σε κανένα μοναστήρι. Αμέσως, πηγαίνει μπροστά στον παπά και με ύφος προκλητικό του λέει: «Εγώ». Τότε ξεπετάχτηκαν και καμιά δεκαριά ακόμη. Ο σεβάσμιος ιερέας πηγαίνει μπροστά στα ιερά λείψανα και με γλυκιά φωνή αρχίζει να ψέλνει το τροπάριο του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλύτη.

Το πρόσωπο του, κίτρινο από τις χημειοθεραπείες, άρχισε να λάμπει τόσο πολύ, που στο τέλος δεν μπορούσες να το κοιτάξεις. Ο γνωστός αυτός φοβήθηκε από αυτό που είδε και τότε συνειδητοποίησε ότι την ίδια στιγμή τα ιερά λείψανα άρχιζαν να ευωδιάζουν τόσο έντονα και γλυκά, που δε χόρταινες να εισπνέεις. Σε λίγο, το πρόσωπο του ιερέα σταμάτησε να φωτίζει, όμως η θεία ευωδιά από τα οστά ήταν τόσο έντονη, που ξεχύθηκε έξω από το Καθολικό, απλώθηκε σε όλη τη μονή και ακολουθούσε τους επισκέπτες ακόμη και στην Τράπεζα και στα δωμάτια τους. Όσοι την είχαν αμφισβητήσει, έκλαιγαν σα μωρά παιδιά και έλεγαν ότι εξαιτίας των αμαρτημάτων τους δεν μπορούσαν να την μυρίσουν αρχικά. Τη νύχτα κανείς δεν μπόρεσε να κοιμηθεί. Την άλλη μέρα ξεκίνησαν για την Ι. Μονή Ιβήρων.

Η μυρωδιά τους ακολουθούσε ως τα μισά του δρόμου. Ο γνωστός μου άλλαξε για δεύτερη φορά γνώμη και ήθελε να παραμείνει στο Άγιο Όρος και να ολοκληρώσει το προσκύνημά του εκεί (δεν το αποκαλούσε πλέον περιήγηση ή εκδρομή). Όταν επέστρεψε στο σπίτι του, η γυναίκα του πήρε τα ρούχα του να τα πλύνει. Τότε διαπίστωσε ότι τα ρούχα του μύριζαν ακόμη αυτή τη γλυκύτατη θεία ευωδιά. Τα γεγονότα αυτά συνέβησαν στην Ι. Μ. Σταυρονικήτα Αγίου Όρους, στις 5 Σεπτεμβρίου 1997. Ο γνωστός αυτός είναι θείος μου, ξάδερφος της μητέρας μου και την εμπειρία του την ανέφερε σήμερα στο σαρακοστιανό τραπέζι. Η μεταστροφή στη θρησκεία εκείνου και της γυναίκας του υπήρξε ραγδαία. Ο παππούλης πατήρ Νεκτάριος τότε είχε λίγες μέρες ζωής, σύμφωνα με τους γιατρούς.

Την τελευταία φορά που επισκέφθηκε ο θείος μου το Άγιο Όρος, πριν λίγους μήνες, τον βρήκε κρυωμένο στο κρεβάτι του. Ο π. Νεκτάριος έμαθε και ζει με τον καρκίνο που τον έχει χτυπήσει σε όλο του το σώμα. Είναι οδοντίατρος και διατηρεί το ιατρείο του στο Άγιο Όρος, προσφέροντας τις υπηρεσίες του όσο του το επιτρέπει η κατάσταση της υγείας του. Την ιστορία αυτή, ακριβώς όμοια ως και την τελευταία λεπτομέρεια, την είχα διαβάσει και στο Internet, από κάποιον άλλον αυτόπτη μάρτυρα. Η συγκίνηση μου ήταν μεγάλη, όταν την άκουσα σήμερα από πρόσωπο συγγενικό, για αυτό σκέφτηκα να την μοιραστώ μαζί σας.
Ο ανεμοστρόβιλος
Σε ένα από τα πολλά Γεροντικά του Αγ. Όρους, εξιστορείται το ακόλουθο περιστατικό: Από κάποια ομάδα μοναχών που είχαν πάει για ψάρεμα ανοιχτά στη θάλασσα, με τη βάρκα τους, ένας μοναχός εξαφανίστηκε, αφού πέρασε και τον «μάζεψε» ένας ανεμοστρόβιλος! Ο συγκεκριμένος μοναχός είχε μία παλιότερη εμπειρία με τον Δαίμονα (εξαιτίας μιας σοβαρής αμετανοητής ανυπακοής του), που του είχε υποσχεθεί: «Θα ξανάρθω να σε πάρω για πάντα»

Πηγές Θαυμάτων:
-Πηγή: Περιοδικό Strange, No 57, σελίδα 33. Άρθρο του Αλβέρτου Δημητρίου-Λένας Αδαμοπούλου με τίτλο Στοιχειωμένη Ελλάδα
-Πηγή: Περιοδικό Strange, No 45, σελίδα 27. Άρθρο του Παντελή Γιαννουλάκη με τίτλο : Ιωάννης Φουράκης - Η Πυραιθέρια συνέντευξη Μέρος Α
-Πηγή: Χαρ. Βασιλόπουλου, Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΙΑ Η ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ, έκδοσις «Ορθόδοξος Τύπος», Αθήνα 1999, σσ. 42-45.

Τετάρτη, Ιουλίου 09, 2014

Η ζωή στο Άγιο Όρος


Μοναχική μύηση - Κουρά

Ο µοναχός, όπως και κάθε πλάσµα, του Θεού γεννιέται και πεθαίνει.
Όµως η γέννηση του µοναχού δεν ταυτίζεται µε τη βιολογική γέννηση, αλλά µε µια νέα ταυτότητα που αποκτά κατόπιν µακροχρόνιας και έντονης µύησης και δοκιµασίας. Τα θέσµια του Ορθόδοξου µοναχισµού και κατεξοχήν του Αγίου Όρους, προϋποθέτουν µια τέτοια πορεία.
  • Ο υποψήφιος αρχικά εντάσσεται δοκιµαστικά σε µια αδελφότητα. Εκεί, υπό την καθοδήγηση του Γέροντα - Ηγουµένου, ακολουθεί ένα πρόγραµµα προσευχής και διακονίας και συνυφασµένης κατήχησης, που τηρείται για ένα χρόνο ή και περισσότερο. Ως δόκιµος, συνήθως ο υποψήφιος δε φέρει παρά µόνο "σκουφάκι", κατόπιν ευχής που του διαβάζεται.
  • Ύστερα από απόφαση του ηγουµενοσυµβουλίου ορίζεται η στιγµή της κουράς του υποψήφιου µοναχού. Την ιεροτελεστία θα τελέσει κάποιος ιεροµόναχος, ενώ ο ηγούµενος θα παραστέκεται στον προσερχόµενο µοναχό ως ανάδοχός του. Ο υποψήφιος, φορώντας συνήθως λευκές κάλτσες και λευκή φανέλλα, µετά την είσοδο του ευαγγελίου στη Θεία Λειτουργία, οδηγούµενος υπό του ηγουµένου, φέρεται από τη θύρα του ναού κάτω από τον πολυέλαιο. Εκεί, αφού βάλει µετάνοια προς τα τέσσερα σηµεία του ορίζοντα, προχωρεί και βάζει τρεις µετάνοιες στις εικόνες του Χριστού, της Θεοτόκου και του αγίου που τιµάται το Καθολικό. Έπειτα βάζει µετάνοια, παίρνει την ευχή του Ηγουµένου και στέκεται στα αριστερά του µε σταυρωµένα τα χέρια.
  • Μετά την ψαλµωδία των διατεταγµένων απολυτικίων, ο ιερέας κατηχεί τον µέλλοντα µοναχό διαβάζοντας την ευχή "Άνοιξον τα της καρδίας σου ώτα, Αδελφέ,…". Ακολουθούν ερωταποκρίσεις ανάµεσα στον ιερέα και τον υποψήφιο που βεβαιώνουν την εκούσια προσέλευσή του στη µοναχική πολιτεία. Σ' όσες ερωτήσεις απαντά θετικά ακούµε την ευλογηµένη απόκριση "Ναι, του Θεού συνεργούντος µοι, τίµιε Πάτερ". Αµέσως µετά τις ερωταποκρίσεις συνεχίζεται η κατήχηση υπό του ιερέως. Νέα στιχοµυθία έπεται. Μετά και το πέρας αυτής της στιχοµυθίας, ο ιερέας απευθύνει ευχή ζητώντας τη βοήθεια του Θεού για τον κειρόµενο µοναχό. Ακολουθεί η εκφώνηση του ονόµατος του µοναχού. Ο ιερέας τότε τρεις φορές θα δώσει στον κειρόµενο µοναχό το ψαλίδι της κουράς του και ο µοναχός άλλες τρεις αντίστοιχα θα αντιδώσει το ψαλίδι διαµέσου του Ηγουµένου στον ιερέα. Ο ιερέας κείρει την κόµη του γονυκλινή υποψήφιου στο όνοµα της Αγίας Τριάδος, ενώ οι χοροί ψάλλουν τρεις φορές το "Κύριε Ελέησον". Ο τυπικάρης (µοναχός υπεύθυνος για την τήρηση του τυπικού) στη συνέχεια φέρνει τα µοναχικά ενδύµατα από το Ιερό Βήµα και τα επιδίδει στον ιερέα. Αυτός, αφού τα ευλογήσει τα παραδίδει στον Ηγούµενο, ο οποίος και ντύνει το νέο µοναχό. Έτσι µε τη σειρά του φορά το ζωστικό, το αγγελικό σχήµα, το πολυσταύρι, τη ζώνη, το ράσο, τα υποδήµατα, το καλυµµαύχι, το κουκούλι και τέλος τον µανδύα. Συνεχίζεται η Θεία Λειτουργία ψαλλοµένου του "Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε..". Θα ακολουθήσουν τα αναγνώσµατα και ο ιερέας θα δώσει στο νέο µοναχό σταυρό, κοµποσχοίνι και λαµπάδα αναµµένη. Ο νέος µοναχός θα µεταλάβει πρώτος χωρίς να βγάλει το κουκούλι του. Οι άλλοι µοναχοί µε τη σειρά πηγαίνουν στο νέο αδελφό που στέκεται σε στασίδι, ασπάζονται το σταυρό που κρατά και του εύχονται "καλό παράδεισο" ή άλλες αρµόζουσες ευχές. Ακολουθεί η τράπεζα, όπου ο νεοκαρείς µοναχός κάθεται πλησίον του ηγουµένου.
Τα µοναχικά ενδύµατα είναι µαύρα. Το µεγάλο σχήµα που µοιάζει µε πετραχήλι είναι µαύρο κεντηµένο µε κόκκινο ή άσπρες και χρωµατιστές κλωστές.
Πάνω του αναπαρασταίνονται ο σταυρός του Κυρίου µε τη λόγχη και τον σπόγγο εκατέρωθεν και από κάτω µια νεκροκεφαλή. Αριστερά και δεξιά έχει σε συντοµογραφίες τις επιγραφές:

ΜΙΧΑΗΛ ΓΑΒΡΙΗΛ
ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΝΙΚΑ
Τούτο το Σχήµα δαίµονες φρίτουσσι
Θεού θέα Θείον Θαύµα
Χριστός Χριστιανοίς χαράν χαρίζει
Φως Χριστού φαίνει πάσι
Τόπος Κρανίου Παράδεισος γέγονε Αδάµ


Ο Λειτουργικός Κύκλος µιας Ηµέρας

Η νύχτα και ο έναστρος ουρανός κρατύνουν πάνω από τα κτίσµατα του µοναστηριού. Είναι ώρα προσευχής, εγρήγορσης και ανάτασης της ψυχής προς τις θείες διακοσµήσεις.

Στις 7:30΄ µε τη Βυζαντινή ώρα, ο εκκλησιαστικός θα σηµάνει το πρώτο τάλαντο, θα ανάψει τις κανδήλες, τις λουσέρνες, τα φανάρια και τους φανούς του Καθολικού. Στις 7:45΄ σηµαίνει το δεύτερο τάλαντο και στις 8:00΄ το τρίτο. Ο εφηµέριος βάζει το πετραχήλι και το Μεσονυκτικό αρχίζει. Τούτη η ακολουθία φέρνει εγρήγορση στην ανύστακτη ψυχή που προσµένει στο µεσονύκτιο το Νυµφίο Χριστό. Αποτελεί σηµείο διαχωριστικό του σκότους της πλάνης που ο χριστιανός και ειδικά ο µοναχός άφησε πίσω του και της ζωής του φωτός που αναµένεται να ανατείλει την επόµενη ηµέρα. Καθώς αρχίζει ο "Άµωµος" ο εκκλησιαστικός βάζει µετάνοια στον Ηγούµενο και χτυπά µε την σειρά τον κόπανο και το καθηµερινό σιδεράκι.

Μετά το τρίτο κατανυκτικό τροπάριο ο εκκλησιαστικός ανοίγει τη Βασιλική Πύλη. Ο ιερέας εισέρχεται στον κυρίως ναό και ποιεί "Ευλογητόν" ιστάµενος έµπροσθεν του τέµπλου. Κατά τη διάρκεια ανάγνωσης του "Επακούσαι σου.." θα θυµιατίσει το ναό. Ο "Εξάψαλµος" θα διαβαστεί από τον Ηγούµενο. Με το πέρας της έκτης Ωδής διαβάζεται το Συναξάρι της ηµέρας και ο εκκλησιαστικός και πάλι θα χτυπήσει το σιδεράκι. Στην εννάτη Ωδή, "Την Τιµιωτέραν", ο ιερέας θυµιάζει το ναό, ενώ οι µοναχοί αποκουκουλίζονται και κατεβαίνουν από τα στασίδια τους. Μια στάση που εύγλωττα φανερώνει την ξεχωριστή τιµή που οι µοναχοί αποτίουν στην Κυρία Θεοτόκο.
Προς το τέλος του Όρθρου σηµαίνει ένα τάλαντο σε τρεις στάσεις κύκλω του ναού. Γίνεται απόλυση και µεταβαίνουν στο παρεκκλήσι που θα τελεσθεί η Θεία Λειτουργία. Εκεί πρωτίστως αναγιγνώσκεται η τρίτη και έκτη Ώρα. Στο "∆όξα" της έκτης Ώρας ο εκκλησιαστικός σηµαίνει το σιδεράκι. Τότε περίπου θα σηµάνει και ο ιερέας τον κωδωνίσκο της προθέσεως και οι πατέρες αποκουκουλισµένοι και έχοντας κατεβεί από τα στασίδια τους µνηµονεύουν µυστικά τα ονόµατα που ο καθείς φέρει στη µνήµη του, ζώντων και κεκοιµηµένων. Σε λίγο ο εκκλησιαστικός ανάβει τα δρακόντια από το τέµπλο του παρεκκλησιού και ακολουθεί η Θεία Λειτουργία. Τα βηµόθυρα παραµένουν κλειστά, για να ανοίξουν µόνο στις δύο εισόδους και την ώρα της Θείας Μετάληψης.
Στο τρίτο αντίφωνο γίνεται η µικρή είσοδος υπό του ιερέως φέροντος το ευαγγέλιο, προηγουµένου του εκκλησιαστικού µε αναµµένο εισοδικό. Ακολουθούν τα αναγνώσµατα, ο Απόστολος και το Ευαγγέλιο. Λίγο µετά ψάλλεται ο χερουβικός ύµνος, γίνεται η µεγάλη είσοδος όπου τα Τίµια ∆ώρα διακοµίζονται από την Πρόθεση στην Αγία Τράπεζα. Τα Λειτουργικά και οι αιτήσεις του ιερέως δηµιουργούν θεία ένταση φτάνοντας ως την Κυριακή προσευχή. Προ της Μεταλήψεως οι µοναχοί χαιρετούν τις εικόνες. Ακολουθεί η κοινωνία του Σώµατος και Αίµατος του Χριστού, το κέντρο της ζωής του µοναχού και κάθε χριστιανού. Έπεται η απόλυση. ∆ιανέµεται το αντίδωρο και κατά την έξοδο λαµβάνεται και ο αγιασµός που φυλάγεται σε ειδικό σκεύος στη λιτή.

Στη συνέχεια, αν δεν είναι µέρα νηστείας κατά την οποία απουσιάζει το πρωινό γεύµα, εισέρχονται στην Τράπεζα. Αρχίζει προσευχή, και ενώ οι παρευρισκόµενοι τρώνε, ο αναγνώστης διαβάζει αποσπάσµατα από πατερικά κείµενα ή βίους αγίων. Ο εφηµέριος, αν απουσιάζει ο ηγούµενος, δια ξυλίνου σφυρίδος σηµαίνει το τέλος του φαγητού και ευλογεί τα περισεύµατα ευχαριστώντας τον Θεό. Στην έξοδο της τράπεζας ο ιερέας ευλογεί τους εξερχόµενους και οι διακονητές, κάµπτοντες την οσφύ, ζητούν συγχώρεση από τους αδελφούς για τυχόν λάθη και παραλλείψεις. ∆ίωρη ή τρίωρη ξεκούραση προηγείται της επιστροφής των µοναχών στο διατεταγµένο για τον καθένα διακόνηµα.

Όπως µια µικρή κοινότητα για να ζήσει χρειάζεται σωστή κατανοµή εργασιών, έτσι και ένα κοινόβιο µοναστήρι ή σκήτη ή κελλί επιβιώνει και προοδεύει και εκπληρώνει τη σωστική αποστολή του µε την ανάθεση των διαφόρων διακονηµάτων στους εκεί εγκαταβιούντας µοναχούς.
Ο αρχοντάρης περιµένει να προσφέρει ξεκούραση στους νεοφερµένους προσκυνητές, να τους σερβίρει τον κλασικό δίσκο µε το νερό, το ρακί και το λουκούµι και να τους τακτοποιήσει στα δωµάτιά τους. Άλλοι αδελφοί ασχολούνται µε τους λαικούς εργάτες που δουλεύουν εκεί, φροντίζουν τους γεροντότερους, επιµελούνται τα ζώα, φτιάχνουν ψωµί και ετοιµάζουν το φαγητό στο µαγειρείο. Ο εκκλησιάρχης ευπρεπίζει το ναό, ενώ άλλοι έχουν για εργόχειρο το πλέξιµο κοµποσχινιών, την αγιογραφία, την ξυλογλυπτική και την αργυροχοία, την παρασκευή θυµιάµατος και σπάνια την ιεροραπτική και τη βιβλιοδεσία.
Οι γεροντότεροι, που προσµένουν τη µετάβασή τους στην αγήρω µακαριότητα, σµίγουν σε κουβέντες πνευµατικές, στρέφονται σε µνήµες του παρελθόντος και του µέλλοντος, ενώ ο τριγύρω χώρος εµµένει να διαιωνίζει µια ειρήνη αταλάντευτη που περιαυγάζει τους τρούλλους, τους σταυρούς, τη φιάλη και την κρήνη που κοσµούν το φυσικό περίγυρο.
Στις 8:30΄ κατά τη Βυζαντινή Ώρα ο εκκλησιαστικός θα σηµάνει το πρώτο τάλαντο, στις 8:45΄ το δεύτερο και στις 9:00΄ το τρίτο. Τότε στο χώρο της λιτής αρχίζει η εννάτη Ώρα. Στο "∆όξα" της εννάτης ο εκκλησιαστικός θα βγει από το ναό για να κρούσει τον κόπανο και κατόπιν το σιδεράκι. Με το τέλος της εννάτης Ώρας ο ιερέας, ιστάµενος έµπροσθεν του Ιερού Βήµατος, αρχίζει τον Εσπερινό. Η ακολουθία αυτή κατά αρχαία χριστιανική συνήθεια, έχοντας ιουδαικές καταβολές, αποτελεί το προοίµιο της επόµενης ηµέρας. Τον "Προοιµιακό" θα διαβάσει ο πρώτος στην τάξη µοναχός. Στο "Κύριε εκέκραξα.." ο ιερέας θυµιάζει το ναό. Μετά το "Νυν απολύεις…" ο εκκλησιαστικός σβήνει τα λαδοκέρια και λίγο µετά ακολουθεί η απόλυση.
Οι µοναχοί εξέρχονται του ναού κατευθυνόµενοι προς την Τράπεζα. Και πάλι λόγοι προσευχητικοί και διδακτικοί ανακρώνται µε το φαγητό.
Στις 12:00΄ ο εκκλησιαστικός θα κρούσει το σιδεράκι για το Απόδειπνο που λαµβάνει χώρα στη λιτή. Είναι ώρα για προσευχή και δέηση προς το Θεό να τηρήσει όσους πάνε να κοιµηθούν ασφαλείς υπό τη σκέπη Του. Μετά το "Σύµβολο της Πίστεως" ανάβεται το λαδοκέρι της εικόνας της Θεοτόκου και ένας µοναχός ασκεπής απαγγέλει τους "Χαιρετισµούς". Στη διάρκεια του Αποδείπνου, ή αµέσως µετά, οι προσκηνυτές έχουν την ευλογία να χαιρετίσουν τα άγια λείψανα στον κυρίως ναό. Πρό του τέλους του αποδείπνου µοναχοί και προσκηνυτές ασπάζονται τις εικόνες και παίρνουν την ευχή του ηγουµένου ή του ιερέως και γίνεται απόλυση.
Ύστερα άλλοι θα προτιµήσουν µια διδακτική συζήτηση, άλλοι την ανάγνωση και άλλοι την ξεκούραση. Τέλος όλοι θα πάνε στα κελλιά τους. Οι µοναχοί από νωρίς, µετά τα µεσάνυχτα, πριν προσέλθουν στο ναό, θα ξυπνήσουν για την επιτέλεση του προσωπικού τους κανόνα, που περιλαµβάνει συνήθως µετάνοιες, προσευχή µε κοµποσχοίνι και ανάγνωση ψυχωφελών βιβλίων.

Κατ' αυτόν τον τρόπο αρχίζει και κλείνει µια ηµέρα, η καθηµερινότητα του µοναχικού βίου στον Άθω, εδώ και χίλια χρόνια. Και έχεις την έντονη εντύπωση πως η νύχτα που εξουσιάζει και στην έναρξη και στη λήξη, δεν είναι ο ζόφος που συρρικνώνει και συστέλλει τη ζωή, αλλά η φερέλπιδη ησυχία που βιώνει τη ζωηφόρο νέκρωση, η ταφή που κυοφορεί σαν το σπόρο τη ζωή και η νύχτα µε το σκοτάδι που θα δώσει τόπο στην πληρότητα του φωτός της Τρισηλίου Θεότητος.


Κηδεία Μοναχού
Όταν επισυµβεί να κοιµηθεί ένα γεροντάκι ή οποιοσδήποτε µοναχός (συνήθως φθάνουν σε µεγάλη ηλικία, γιατί δεν κάνουν καταχρήσεις και τρώνε υγιεινές τροφές), δεν του κάνουν λουτρό, αλλά τον σφουγγίζουν µε χλιαρό νερό σταυροειδώς στο µέτωπο, το στήθος, τα χέρια, τα γόνατα και τα πόδια. Χωρίς να τον δει γυµνό ο µοναχός που θα τον ντύσει, τον αλλάζει, του φοράει κάλτσες καθαρές, εσώβρακο µακρύ, φανέλλα, το σχήµα, το πολυσταύρι, του σταυρώνει τα χέρια και τα δένει µε επίδεσµο. Του περνάει µετά ένα κοµποσχοινάκι σ' αυτό, του βάζει σκούφο και του σκεπάζει µε το κουκούλι, που του βάζει, το πρόσωπο σχηµατίζοντας σταυρό. Τον τοποθετεί στο σάγισµα (τρίχινο ή ψαθί), αφού τον περιζώσει µε το λουρί και του φορέσει καινούργια υποδήµατα. Μετά ρίχνει πάνω του το ράσο µε σχιστά τα µανίκια, που τα τοποθετεί διαγωνίως και το ράβει όλο, ώστε να περιλάβει µέσα όλο το λείψανο, µε µαύρη κλωστή. Με άσπρη κάνει τρεις σταυρούς στο κεφάλι, το στήθος και τα πόδια. Αν έχει κοιµηθεί στο Νοσοκοµείο ή το Γηροκοµείο, έρχεται ένας ιερέας και κάνει τρισάγιο. Αν ο ίδιος ο νεκρός είναι ιεροµόναχος, του βάζουν από πάνω ένα πετραχήλι. Αν είναι ηγούµενος δεν του σκεπάζουν το κεφάλι. Με ξύλινο φορείο (νεκροκράβατο) µεταφέρεται στο νάρθηκα. Όσον καιρό µένει εκεί, καίει λαµπάδα και αδελφοί εναλλάξ διαβάζουν το ψαλτήρι. Η νεκρώσιµη (εξοδιαστική) ακολουθία ιεροµονάχου ψάλλεται στο µέσο του καθολικού, ενώ απλού µοναχού στο µέσο της λιτής.

Κατά τη διάρκεια της ακολουθίας όλοι οι αδελφοί κρατούν αναµµένα κεριά. Πάνω στο στήθος του νεκρού υπάρχει η τρίµορφη εικόνα. Η ακολουθία είναι πολύ µεγαλύτερη από τη συνήθη.

Αµέσως µετά, ενώ ψέλνεται το Τρισάγιο, το λείψανο µεταφέρεται στο κοιµητήρι. Μπρος πηγαίνουν οι εκκλησιαστικοί κρατώντας φανάρια, ακολουθούν οι χοροί των ψαλτών, των ιερέων και των άλλων αδελφών και καθ' οδόν γίνονται στάσεις, για ν'αναπεµφθούν αιτήσεις. Αφού τοποθετηθεί το λείψανο χωρίς το σάγισµα στο µνήµα, ο ιερέας ρίχνει σταυροειδώς χώµα και λάδι απ' το καντήλι του Χριστού (στο Κοιµητήρι)… Μετά οι αδελφοί κάνουν κοµποσχοίνι 100άρι υπέρ αναπαύσεως… Ύστερα γίνεται το Τρισάγιο…και ο Ηγούµενος εκφωνεί λόγο εξαίροντας την αρετή και τους πνευµατικούς αγώνες του µοναχού που κοιµήθηκε.

Επί 40 µέρες οι αδελφοί του µοναστηριού κάνουν στον κανόνα τους κοµποσχοίνι "υπέρ αναπαύσεως" του αδελφού που κοιµήθηκε. Ο νεκρός µνηµονεύεται επί 40 µέρες µετά την ταφή του κατά τη µεγάλη είσοδο. Αν είναι Ηγούµενος, πολύ περισσότερο χρόνο. Αναγράφεται στα δίπτυχα (ο κάθε µοναχός που απήλθε) και µνηµονεύεται καθηµερινά στην προσκοµιδή κατά τη Θεία Λειτουργία (καθολικό, παρεκκλήσια).

Ονομασίες διακονημάτων στο Άγιον Όρος
Έχει καλλιεργηθεί από ορισμένους η άποψη ότι οι Ορθόδοξοι μοναχοί, αντίθετα προς εκείνους της δυτικής Εκκλησίας που αναπτύσσουν κοινωνικό έργο, ακολουθώντας τον δρόμο του αναχωρητισμού δεν προσφέρουν τίποτε στο κοινωνικό σύνολο κλπ. Την ανυπόστατη αυτή άποψη διαψεύδει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο η μακρόχρονη προσφορά του Αγίου Όρους στα Γράμματα, την Τέχνη, ακόμη και σε πλείστους άλλους τομείς. Ο επισκέπτης ενός αθωνικού μοναστηριού, αλλά και μιάς σκήτης, διαπιστώνει αμέσως ότι εκτός από τα λατρευτικά και άλλα πνευματικά τους καθήκοντα οι μοναχοί μέσα στο κοινόβιο έχουν συγκεκριμένο διακόνημα, με το οποίο συμβάλλουν στη λειτουργία του, και ως σκητιώτες ή κελλιώτες έχουν κάποιο εργόχειρο, από το οποίο αποζούν. Μεγάλο μέρος των λειτουργικών αναγκών μιάς μονής καλύπτεται από τα διακονήματα των μοναχών της. Ο χρόνος που αναπαύονται είναι συνήθως ελάχιστος κι όταν έχουν λίγη ελεύθερη ώρα κι αυτή την αξιοποιούν δημιουργικά με κάποια άλλη ενασχόληση. Λ.χ. κάποιος αγιογραφεί όχι για να διαθέσει τις εικόνες του, αλλά για προσωπική ευχαρίστης, άλλος συγγράφει κλπ.
Υπάρχουν μοναχοί που επιφορτίζονται με περισσότερα από ένα διακονήματα. Ορισμένες ασχολίες δεν είναι δυνατόν να γίνουν από ένα άτομο και σ’ αυτές συμμετέχουν οι περισσότεροι μοναχοί του κοινοβίου.
Πρόκειται για τη λεγόμενη «παγκοινιά» (την ακούμε κι ως «παγκενιά» κλπ). Π.χ. στον τρύγο, τις ελιές, τα φουντούκια κλπ.
Ακολουθεί η καταγραφή  διακονημάτων, που αναλαμβάνουν στα κοινόβια οι διάφοροι μοναχοί.
Αγιογράφος: ο καταγινόμενος με την ιστόρηση ιερών εικόνων και γενικά την αγιογραφία.

Αμπελικός: ο επιμελούμενος τον αμπελώνα.

Αντιπρόσωπος: ο εκπρόσωπος της Μονής στην Ιερά Κοινότητα.

Αρσανάρης: ο υπεύθυνος για τον αρσανά, λιμενίσκο γενικά της Μονής.

Αρχειοφύλαξ: ο υπεύθυνος του αρχείου.

Αρχοντάρης: ο αρμόδιος για το αρχονταρίκι και τη φιλοξενία των επισκεπτών και προσκυνητών.

Βαγενάρης: ο υπεύθυνος του βαγεναριού (κρασαριού).

Βδομαδιάρης: ο ιερομόναχος που εφημερεύει τη βδομάδα.

Βηματάρης: ο επιμελούμενος το ιερό βήμα του καθολικού με τα ιερά λείψανα, σκεύη, άμφια κλπ.

Βιβλιοφύλαξ: ο βιβλιοθηκάριος.

Βορδονάρης: ο ημιονηγός, επιμελείται και τον σταύλο και τη χορταποθήκη.

Γηροκόμος: ο μοναχός που περιποιείται τους γέροντες μοναχούς στο γηροκομείο.

Γραμματικός: ο επιμελούμενος τη γραμματεία, αλληλογραφία κλπ της Μονής.

Δευτερεύων: ο αναπληρωτής του διαβαστή.

Διαβαστής: ο αναγνώστης στην τράπεζα.

Δοχειάρης: ο υπεύθυνος του δοχειού (αποθήκης τροφίμων).

Εκκλησιαστικός: ο αρμόδιος για το ναό.

Επιστάτης: ο μοναχός ή ιερομόναχος που στέλνεται από τα 15 μοναστήρια που δικαιούνται κάθε 5 χρόνια συμμετοχή στην Επιστασία.

Επιστημονάρχης: ο επόπτης των διαφόρων διακονημάτων.

Ηγούμενος: ο αρχιμανδρίτης, ο πνευματικός ηγέτης του μοναστηριού ιερομόναχος, ο πατέρας όλων των μοναχών.

Ηγουμενιάρης: ο εντεταλμένος με τη φροντίδα του ηγουμένου.

Ιεροψάλτης: καλλίφωνος μοναχός που ψέλνει στο δεξιό ή αριστερό αναλόγιο.

Κανονάρχης: ο μοναχός που κανοναρχεί τους ψάλτες.

Κηροπλάστης: ο μοναχός που κατασκευάζει τα κεριά.

Κοιμητηριάρης: ο υπεύθυνος για το κοιμητήριο και οστεοφυλάκιο της μονής.

Κολλυβάς: καλλιτέχνης μοναχός που φτιάχνει τα κόλλυβα των πανηγύρεων.

Κονακτζής: ο επιμελούμενος το Αντιπροσωπείο (κονάκι) της μονής στις Καρυές, όπου διαμένει ο αντιπρόσωπος της μονής στην Ιερά Κοινότητα.

Κουρτζής: ο υπεύθυνος για το δάσος της μονής.

Κωδωνοκρούστης: ο μοναχός που κρούει τις καμπάνες.

Μάγειρος: ο μοναχός που ετοιμάζει το φαγητό για την τράπεζα.

Μάγκιπος: ο φούρναρης.

Νοσοκόμος: ο μοναχός που φροντίζει τους ασθενείς στο νοσοκομείο της μονής.

Οικονόμος: ο υπεύθυνος για τους εργάτες και τις γενικές εργασίες της μονής, εκτελεί και χρέη δοχειάρη. Στη Μεγίστη Λαύρα ο οικονόμος λέγεται παρα-οικονόμος, γιατί Οικονόμισσα θεωρείται η Παναγία.

Περβολάρης: ο κηπουρός.

Πνευματικός: ο εξομολόγος.

Πορτάρης: ο φύλακας του πυλώνα της μονής.

Προσμονάριος: διακονητής σε θαυματουργή εικόνα.

Προσφοριάρης: ο μοναχός που παρασκευάζει τα πρόσφορα.

Πρώτος: ο μοναχός ή ιερομόναχος που στέλνει μια από τις 5 μονές που δικαιούνται για πρωτεπιστάτη, κάθε 5 χρόνια όταν έχει σειρά το μοναστήρι.

Ράφτης: ο μοναχός που ράβει τα ζωστικά, τα άμφια κλπ των αδελφών.

Σκευοφύλαξ: ο υπεύθυνος για το σκευοφυλάκιο (κειμηλαρχείο) της μονής.

Τραπεζάρης: ο διακονητής της τράπεζας.

Τυπικάρης: ο αρμόδιος για το τυπικό και επιμελούμενος το τυπικαριό.

Ωρειάριος: ο υπεύθυνος για το ωρειό (αποθήκη σιταριού).


Διατροφή 
Οι αγιορείτες μοναχοί ακόμα και τις ημέρες του Πάσχα δεν τρώνε κρέας και προτιμούν το ψάρι. Καθόλου κρέας όλο τον χρόνο, πολλά χορταρικά και φρούτα.
Το διαιτολόγιο των μοναχών, εκτός από πιστό στους κανόνες της Εκκλησίας, αποδεικνύεται και… αντικαρκινικό, όπως διαπιστώνουν οι επιστήμονες. Οι αγιορείτες μοναχοί καταναλώνουν με μέτρο τις τροφές τους, ενώ χαρακτηριστικά της διατροφής τους είναι η εναλλαγή ημερών με κατανάλωση τροφών με και χωρίς λάδι, οι περίοδοι νηστείας.
Μοναχός Επιφάνιος 
Ο μοναχός Επιφάνιος ζει στο Aγιο Όρος εδώ και 35 χρόνια και από την αρχή της μοναχικής ζωής του είναι μάγειρας. Στο Aγιο Όρος, αναφέρει, οι μοναχοί σπάνια τρώνε κρέας. Η διατροφή τους περιλαμβάνει κυρίως ψάρια, θαλασσινά, όσπρια και λαχανικά. Δεν λένε όχι στα τηγανιτά, ιδιαίτερα στα αυγά και τα ψάρια, πίνουν καφέ, τσάι, αλλά και κόκκινο κρασί που φτιάχνουν οι ίδιοι. Το ίδιο συμβαίνει και με το ψωμί. Το παρασκευάζουν οι ίδιοι και το ψήνουν, όπως όλα τα φαγητά, σε φούρνους με ξύλα, χωρίς να χρησιμοποιούν ρεύμα ή φυσικό αέριο. Αυτό που αποκλείεται από τη διατροφή τους είναι το βούτυρο, τα μαγειρικά λίπη και οι μαργαρίνες, η κρέμα γάλακτος, η μπεσαμέλ και παρόμοια προϊόντα. Για όλα σχεδόν τα φαγητά χρησιμοποιούν ελαιόλαδο.
ΑΓΝΑ ΥΛΙΚΑ
"Τα υλικά που χρησιμοποιούμε", τονίζει ο μοναχός Επιφάνιος, "είναι αγνά και η μαγειρική τους δεν είναι περίπλοκη, αλλά όσο απλούστερη γίνεται. Η ομορφιά στις γεύσεις, άλλωστε, δεν προκύπτει από την ποικιλία, τα πολλά καρυκεύματα και τους περίτεχνους τρόπους μαγειρέματος. Όταν τα υλικά είναι αγνά, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια, για να αναδειχτούν. Για να φτιάξουμε πατάτες γιαχνί, για παράδειγμα, αν οι πατάτες είναι νόστιμες, το φαγητό θα γίνει καλό. Χρειαζόμαστε ένα κρεμμύδι, λάδι και λίγη ντομάτα. Το πολύ πολύ να βάλει κανείς λίγο μαυροπίπερο ή λίγη ρίγανη. Δεν απαιτείται τίποτα ιδιαίτερο. Επιπλέον, παίζει ρόλο το ότι μαγειρεύουμε τα πάντα σε φούρνους με ξύλα".

Ταξιδεύοντας συχνά στην Κωνσταντινούπολη και στην Αίγυπτο, στην Αγία Αικατερίνη του Σινά, ο μοναχός Επιφάνιος έχει εξοικειωθεί πάντως με το κύμινο, ένα ιδιαίτερα δημοφιλές μπαχαρικό στην κουζίνα των λαών στους τόπους αυτούς. Πλέον το χρησιμοποιεί ακόμη και σε φαγητά που δεν συνηθίζεται. "Όπως μαθαίνω και από βιβλία μαγειρικής που κυκλοφορούν, το κύμινο βοηθά πολύ τη χώνεψη", αναφέρει.

Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Συχνά το πρώτο γεύμα της ημέρας στα μοναστήρια σερβίρεται στις 8 το πρωί. Όσο περίεργο και αν φαίνεται στον κόσμο, αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι οι μοναχοί ξυπνούν στις 3 το πρωί και εκκλησιάζονται συνήθως για 3-4 ώρες. Συνεπώς, από το δείπνο που έχουν πάρει γύρω στις 6 το απόγευμα την προηγούμενη μέρα, έχουν περάσει αρκετές ώρες, ώστε να πεινούν.
Η διαδικασία του φαγητού στις μονές του Αγίου Όρους δεν είναι μονοδιάστατη. Σύμφωνα με τον μοναχό Επιφάνιο, σημαντικό ρόλο παίζει η ηρεμία, η καλή ψυχική κατάσταση και γενικότερα ο τρόπος ζωής. "Έχει σημασία η διάθεση που έχει κανείς όταν κάθεται στο τραπέζι. Το ίδιο ισχύει και για το χώρο όπου τρώμε. Στις μονές οι τραπεζαρίες είναι διακοσμημένες με αγιογραφίες, με μορφές αγίων τους οποίους οι μοναχοί προσπαθούν να μιμηθούν. Κατά τη διάρκεια των γευμάτων επικρατεί απόλυτη ησυχία και ακούγεται μόνο αυτός που διαβάζει εκκλησιαστικά κείμενα, ομιλίες, ή κείμενα σχετικά με την εκάστοτε επίκαιρη γιορτή. Όσο για τον μάγειρα μοναχό, μαγειρεύει για ανθρώπους που αγαπάει. Όχι για να τον συγχαρούν για το ωραίο φαγητό, ούτε για να πληρωθεί για αυτό. Αυτή ακριβώς είναι η ομορφιά της μαγειρικής του".

Εκατόν είκοσι έξι συνταγές μαγειρικής με τα μυστικά της υγιεινής διατροφής των Μοναχών του Αγίου Όρους, όπως πρώτη φορά τα αποκαλύπτει ο Μοναχός Επιφάνιος Μυλοποταμινός.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...