Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αλελφότης Θεολόγων Ο ΣΩΤΗΡ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αλελφότης Θεολόγων Ο ΣΩΤΗΡ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Δεκεμβρίου 18, 2018

Μυστήριο Απροσπέλαστο

Χριστούγεννα!
Κάθε φορὰ ποὺ γιορτάζουμε τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς Σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ὀφείλουμε νὰ τὸ προσεγγίζουμε μὲ δέος καὶ συντριβὴ καρδιᾶς, διότι ὑπερβαίνει κάθε προσπάθεια λογικῆς ἑρμηνείας. «Οὐ φέρει τὸ μυστήριον ἔρευναν· πίστει μόνῃ τοῦτο πάντες δοξάζομεν…» (Αἶνοι Χριστουγέννων).
Χριστούγεννα!
Ὅταν ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἡ Παναγία
Παρθένος δέχθηκε στὰ σπλάχνα της τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ· «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμα σου», ἀπάντησε στὸ μήνυμα τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ (Λουκ. α΄ 38), καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ στὰ σπλάχνα της εἰσῆλθε τὸ πῦρ τῆς Θεότητος. Συλλαμβάνει καὶ κυοφορεῖ τὸν Θεάνθρωπο Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
«Θυγάτριον θεοπόθητον», ἡ Παρθένος, «ὡσεὶ ἐλαία κατάκαρπος πάσης ἀρετῆς καταγώγιον γέγονε»· σὰν ἐλιὰ γεμάτη καρπούς, ἔγινε κατοικητήριο κάθε ἀρετῆς. «Τίς λαλήσει τὰ μεγαλεῖα σου, Παρθένε;», ἀναφωνεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, καὶ προσθέτει: «Υἱὸν ἐποίησας Θεὸν ἀνθρώπου, καὶ τὸν ἄνθρωπον υἱὸν Θεοῦ»· ἔκανες τὸν Θεὸ υἱὸ ἀνθρώπου καὶ τὸν ἄνθρωπο υἱὸ τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς βοηθεῖ νὰ προσεγγίσουμε κάπως αὐτὸ τὸ ἀπροσπέλαστο στὴ διάνοιά μας Μυστήριο: «Ὁ Ἰησοῦς Χριστός», γράφει, «ἂν καὶ εἶχε τὴν ἴδια οὐσία καὶ φύση μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα, καὶ ὡς ἀπαράλλακτη καὶ ζων τανὴ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἶχε τὴ μορφὴ καὶ τὴ φύση τοῦ Θεοῦ… κένωσε τὸν ἑαυτό Του ἀπὸ τὴ θεϊκή Του δόξα καὶ πῆρε μορφὴ δούλου καὶ ἔγινε ὅμοιος μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Κι ἐνῶ παρουσιάστηκε μὲ τὴν ἐξωτερικὴ ὄψη τοῦ ἀνθρώπου, δὲν ἦταν μόνο ἄνθρωπος, ὅπως φαινόταν, ἀλλὰ ἦταν συγχρόνως καὶ Θεός» (βλ. Φιλιπ. β΄ 6­8). «Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί» (Α΄ Τιμ. γ΄ 16)· ὁ Θεὸς φανερώθηκε σαρκωμένος. «Ἐπὶ τῆς γῆς ὤφθη καὶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη» (Βαροὺχ γ΄ 38).
Χριστούγεννα!
Θαῦμα ἀσύλληπτο! Ὁ Θεὸς εἶναι πιὰ κοντά μας. Ἔχει ἑνωθεῖ μαζί μας, ἔχει γίνει ἕνας ἀπὸ μᾶς, γιὰ νὰ ποθήσουμε νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς ἕνα μαζί Του.
Λοιπόν, «εὐφραίνεσθε δίκαιοι· οὐρανοὶ ἀγαλλιᾶσθε· σκιρτήσατε τὰ ὄρη, Χρι στοῦ γεννηθέντος». Νὰ χαίρετε ἐσεῖς οἱ δίκαιοι ἄνθρωποι, καὶ ἐσεῖς οἱ οὐ ράνιες δυνάμεις. Ἡ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐδῶ καὶ εἴκοσι αἰῶνες ψηλαφητὴ πραγματικότητα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ οὐρανοὶ ἀγάλλον ται καὶ ἡ γῆ εὐφραίνεται, πανηγυρίζει.
Ἂς χαιρόμαστε κι ἐμεῖς κι ἂς γεμίζει ἡ ψυχή μας μὲ ἐλπίδα. Ἡ παντοδυναμία καὶ ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ φανερώνεται μὲ τὴν ἄπειρη συγκατάβαση καὶ ταπείνωσή Του, προκειμένου νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο.
Ἦλθε στὴ γῆ, ἀλλὰ δὲν ἔπαψε νὰ εἶναι Θεός. «Ὃ γὰρ ἦν διέμεινε, Θεὸς ὢν ἀληθινός, καὶ ὃ οὐκ ἦν προσέλαβεν, ἄνθρωπος γενόμενος διὰ φιλανθρωπίαν»· αὐτὸ ποὺ ἦταν (δηλαδὴ Θεός), παρέμεινε, διότι ἦταν Θεὸς ἀληθινός. Καὶ αὐτὸ ποὺ δὲν ἦταν, τὸ πῆρε μὲ τὸ νὰ γίνει ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀγάπη (Ἰδιόμελον Ἑσπερινοῦ Χριστουγέννων).
Γι᾿ αὐτὸ ἂς ψάλουμε μέσα ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας, ὅπως κάνει ὁ ὑμνωδός, δίνοντας παράλληλα σ᾿ Ἐκεῖ νον καὶ τὴν ἀμετάκλητη ἀπόφασή μας νὰ ζήσουμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά Του: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ, καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία». Νὰ ψάλουμε, διότι «ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἐξ ὕψους ὁ Σωτὴρ ἡμῶν»· μᾶς ἐπισκέφθηκε ὁ Σωτήρας μας ἀπὸ τὸ ἄπειρο ὕψος τῆς θεϊκῆς Του δόξας. «Ὁ οὐ ρα νὸς καὶ ἡ γῆ σήμερον ἡνώθησαν, τεχθέντος Χριστοῦ. Σήμερον Θεὸς ἐπὶ γῆς παραγέγονε, καὶ ἄνθρωπος εἰς οὐ ρανοὺς ἀναβέβηκε»· ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ σήμερα ἑνώθηκαν μὲ τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Σήμερα ἔφθασε στὴ γῆ ὁ Θεός, καὶ ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνεβεῖ στὸν οὐρανό.
‘Ο ΣΩΤΗΡ’ Ἔτος 57ο Τεῦχος 2145

Σάββατο, Μαρτίου 18, 2017

Κυριακή Γ’ Νηστειών (Σταυροπροσκυνήσεως) – Μαθητές του Σταυρού


Αποτέλεσμα εικόνας για Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Ἑβρ. δ´ 14 – ε΄ 6
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ: Μᾶρκ. η´ 34 – θ’ 1
Ἦχος βαρύς – Ἑωθινόν: Ζ´
ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
1. Ὁ δρόμος τῆς θυσίας
   Ὁ Τίμιος Σταυρός, τὸν ὁποῖο προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας γιὰ νὰ τὸν προσκυνήσουμε, καθὼς βρισκόμαστε στὸ μέσον τῆς «Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς», ἀποτελεῖ γιὰ τὸν καθένα μας σταθερὴ πυξίδα ποὺ δείχνει τὴν πορεία ζωῆς ποὺ ὀφείλουμε νὰ ἀκολουθήσουμε γιὰ νὰ πετύχουμε τὴ σωτηρία μας. Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴ μεγάλη ἀλήθεια μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ Κύριος στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα.
   Εἶχε ἀντιδράσει ὁ Πέτρος, ὅταν ἄκουσε τὸν Κύριο νὰ προειδοποιεῖ ὅτι πρόκειται νὰ καταδικασθεῖ καὶ νὰ θανατωθεῖ πάνω στὸ Σταυρό. Κι ὁ θεῖος Διδάσκαλος, ἀφοῦ τὸν ἐπετίμησε αὐστηρὰ γιὰ τὴν ἀντίδρασή του, κάλεσε κοντὰ Του ὅλους τοὺς μαθητές Του καὶ ὅσους ἄλλους Τὸν ἀκολουθοῦσαν καὶ τοὺς εἶπε:
   Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθεῖ ὡς μαθητής μου, «ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι»· ἂς διακόψει κάθε φιλία καὶ σχέση μὲ τὸν διεφθαρμένο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἑαυτό του κι ἂς εἶναι ἕτοιμος ὄχι μόνο νὰ ὑποστεῖ γιὰ μένα θλίψεις καὶ δοκιμασίες, ἀλλὰ καὶ θάνατο σταυρικό, καὶ τότε ἂς μὲ ἀκολουθεῖ, μιμούμενος τὸ παράδειγμά μου.
Σκληρὸς ὁ λόγος!… Νὰ ἀπαρνηθοῦμε τὸν κακὸ ἑ­­αυτό μας. Νὰ σταματήσουμε νὰ κάνουμε ὅ,τι θέλουμε, ὅ,τι μᾶς εὐχαριστεῖ καὶ ὅ,τι μᾶς βολεύει, καὶ νὰ ἀρχίσουμε νὰ ζοῦμε ὅπως θέλει ὁ Θεός, ἀκόμα κι ἂν αὐτὸ σημαίνει κόπο, ὀδύνη ἢ καὶ θάνατο! Ἡ περίοδος τῆς «Σαρακοστῆς» μὲ τὴ νηστεία, τὴν ἐγκράτεια καὶ τὸν ἀγώνα ἐναντίον τῶν παθῶν, μᾶς βοηθεῖ νὰ καλλιεργήσουμε αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἀσκήσεως.
   Εἶναι γνωστὸ ὅτι ἡ ἐποχή μας εἶναι «ἀν­τισταυρική». Ὁ σύγχρονος ­ἄνθρωπος χρησιμοποιεῖ ὅλα τὰ μέσα γιὰ νὰ ζεῖ μὲ κάθε ἄνεση καὶ εὐκολία. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀποφεύγει τὴ συζυγικὴ δέσμευση μὲ γάμο, καθὼς καὶ τὴν ­τεκνογονία, δὲν ἀντέχει στὶς θλίψεις, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπομείνει κάποια ἀσθένεια, τρομάζει καὶ μόνο μὲ τὴν ἰδέα τοῦ θανάτου. ­Ἀντίθετα, ὁ πιστὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ ­μαθαίνει νὰ ­ἀγωνίζεται, νὰ ὑπομένει τὶς ­δοκιμασίες, νὰ θυσιάζεται γιὰ τὴν ἀγάπη τῶν ἀδελφῶν του. ­Ἄλλωστε γνωρίζει ὅτι μόνο ὅποιος ἀκολουθεῖ αὐ­τὸν τὸν δρόμο τῆς ­θυσίας καὶ τῆς αὐταπαρνήσεως μπορεῖ νὰ θεωρεῖται γνήσιος μαθητὴς Ἐκείνου ὁ Ὁποῖος σὲ ὅλη τὴν ἐπὶ γῆς ζωή Του, ἀπὸ τὴ γέννηση μέχρι καὶ τὸν σταυρικό Του θάνατο, βάδισε ἀκριβῶς αὐτὴ τὴν ὁδὸ τῆς αὐ­ταπαρνήσεως. Ἐπιπλέον, ὅποιος ­ἀκο­λουθεῖ τὸν δρόμο τῆς ­αὐταπαρνήσεως καὶ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Χριστὸ παύει νὰ ζεῖ ­ἐγωκεντρικὰ καὶ ἀπολαμβάνει τὴ χαρὰ τῆς προσφορᾶς καὶ τῆς ἀγάπης καὶ πρὸς τὸν συνάνθρωπο. Ἀλλὰ τὸ πιὸ παράδοξο εἶναι ὅτι αὐτὸς ποὺ ζεῖ μὲ αὐταπάρνηση καὶ φαινομενικὰ ζημιώνεται, τελικὰ ­ὠφελεῖται πολλαπλάσια. Αὐτὸ ἀκριβῶς τόνισε ὁ Κύριος στὴ συνέχεια τῆς ­διδασκαλίας Του.
2. Τὸ ἀληθινό μας συμφέρον
   Ὅποιος θέλει νὰ σώσει τὴ ζωή του, θὰ χάσει τὴν αἰώνια ζωή. «Ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐ­­μοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗ­τος σώσει αὐτήν». Ὅποιος ὅμως χάσει τὴ ζωή του ­θυσιάζοντάς την γιὰ τὴν ὁμολογία καὶ τὴν ὑπακοή του σὲ μένα καὶ τὸ Εὐαγγέλιό μου, αὐτὸς θὰ σώσει τὴν ψυχή του στὴ μέλλουσα ζωή, ὅ­­­που θὰ κερδίσει τὴν αἰώνια εὐτυχία.  Κι αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ σημαντικό. Διότι τί θὰ ὠφελήσει τὸν ἄνθρωπο, ἐὰν κερδίσει ὁλόκληρο τὸν κόσμο, καὶ στὸ τέλος χάσει τὴν ψυχή του; «…τί δώσει ­ἄνθρωπος ἀν­­­­­τάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;»… Ἐὰν ἕ­­­νας ἄνθρωπος χάσει τὴν ψυχή του, τί μπο­­­ρεῖ νὰ δώσει ὡς ἀντάλλαγμα γιὰ νὰ τὴν ἐξαγοράσει ἀπὸ τὴν αἰώνια ἀπώλεια;
   Καὶ ὁ Κύριος διακηρύττοντας σαφῶς ὅτι θὰ χάσει ὁπωσδήποτε τὴν ψυχή του ἐκεῖνος ποὺ δὲν θὰ ὑποστεῖ τὶς θυσίες αὐτές, εἶπε: Ὁποιοσδήποτε ντραπεῖ ἐμένα καὶ τοὺς λόγους μου ἐπηρεασμένος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῆς γενιᾶς αὐτῆς ποὺ ἀποστά­τησε ἀπὸ τὸν πνευματικό της Νυμφίο καὶ εἶναι ἁμαρτωλή, θὰ ντραπεῖ γι’ αὐτὸν καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ θὰ τὸν ἀποκηρύξει ὡς ξέ­νο ὅταν θὰ ἔλθει μὲ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους περιβεβλημένος μὲ τὴ δόξα τοῦ Πατρός Του.
   Καὶ κλείνοντας τὴ διδασκαλία Του αὐτή, εἶπε: Σᾶς λέω ἀληθινὰ ὅτι ὑπάρχουν μερικοὶ ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ στέκονται ἐδῶ, οἱ ὁ­­­ποῖοι δὲν θὰ γευθοῦν θάνατο, προτοῦ νὰ δοῦν τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ νὰ ἔχει ἔλ­θει δυναμικὰ καὶ ἀποτελεσματικά.
   Αὐτὸ πραγματικὰ καὶ ἔγινε. Μετὰ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ἐγκαθίδρυση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ­καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ καταργήθηκε ἡ παλαιὰ τάξη καὶ θεμελιώθηκε ἡ νέα τάξη, τὴν ὁ­­­ποία ἐκπροσωπεῖ πλέον ἡ Ἐκκλησία ὡς ἄλλη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ πάνω στὴ γῆ.
   Ἂς μὴ βλέπουμε λοιπὸν κοντόφθαλμα. Τί νόημα ἔχει νὰ ἐξασφαλίσουμε τὴ ζωή μας στὸ ἐδῶ καὶ τώρα καὶ νὰ διακινδυνεύσουμε τὸ αἰώνιο μέλλον μας;… Τίποτε στὸν κόσμο δὲν ἀξίζει ὅσο ἡ ψυχή μας. Τὸ εἶπε ὁ Κύριος, κι ὁ λόγος Του εἶναι ἀξιόπιστος καὶ ἀληθινός, καθόσον μάλιστα Αὐτὸς δημιούργησε τὸν κόσμο κι ὁ Ἴδιος ἐξαγόρασε τὴν ψυχή μας μὲ τὸ τίμιο Αἷμα Του. Εἶναι λοιπὸν ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ κρίνει ὀρθὰ τί ἀξίζει περισσότερο. Ἂς Τὸν ἐμπιστευθοῦμε κι ἂς συνειδητοποιήσουμε ὅτι τὸ πραγματικό μας συμφέρον εἶναι ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Γι’ αὐτὴν ἀξίζει νὰ θυσιάσουμε τὰ πάντα!


Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Σάββατο, Μαρτίου 11, 2017

Ο δεύτερος πειρασμὸς της Εκκλησίας





Ἡ μάχη δόθηκε στὴν ἔρημο. Ἐκεῖ ὅπου ὁ Χριστός μας κονταροχτυπήθηκε μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ κακοῦ, ἀμέσως μετὰ τὴ Βάπτισή Του στὸν Ἰορδάνη ἀπὸ τὸν Τίμιο Πρόδρομο.
    Σαράντα μερόνυχτα ἔμεινε τελείως νηστικός. Τὸ τέρας τῆς κολάσεως λύσσαξε. Μετὰ τὴν τεσσαρακοστὴ μέρα, κι ἐνῶ ἡ πεῖνα ἐκδηλώθηκε βίαιη, τὸ φθονερὸ φίδι Τὸν ὑπέβαλε σὲ τρεῖς πειρασμούς. Περιγράφονται λεπτομερῶς ἀ­πὸ τοὺς ἱεροὺς εὐαγγελιστὲς Ματθαῖο καὶ Λουκᾶ, μὲ μικρὴ διαφορὰ στὴ σειρά· ὁ δεύτερος στὸ Ματθαῖο παρουσιάζεται τρίτος ἀπὸ τὸν Λουκᾶ.
   Ὁ κατὰ τὸν Ματθαῖο δεύτερος πειρασμὸς δὲν ἦταν στιγμιαῖος· ἀκολούθησε τὸν Κύριο καθόλη τὴ διάρκεια τῆςδράσεώς Του καὶ κορυφώθηκε πάνω στὸ Σταυρό, στὸ Γολγοθά.
    Ἦταν ὁ πειρασμὸς τοῦ ἐντυπωσιασμοῦ.
    Ὕπουλος καὶ φοβερός.
    Ὁ διάβολος ἀνέβασε τὸν Κύριο «εἰς τὸ πτερύγιον τοῦ ἱεροῦ»· στὴν ἄκρη τῆς στέγης τοῦ μεγάλου Ναοῦ στὴν Ἱερουσαλήμ, καὶ Τὸν παρακίνησε νὰ πέσει ἀπὸ ἐκεῖ, ὥστε, κατὰ τὴ βεβαίωση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἄγγελοι νὰ Τὸν πιάσουν: «εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτὸν κάτω· γέγραπται γὰρ ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ, καὶ ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσί σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου» (Ματθ. δ΄ 6). Τὸν παρακινοῦσε δηλαδὴ νὰ κάνει ἕνα θαῦμα ἐντυπωσιασμοῦ, γιὰ νὰ καταπλήξει τοὺς ἀνθρώπους.
    Ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου ἦταν καταλυτική. Τὸν ἀπέκρουσε πάλι μὲ λόγο τῆς Γραφῆς: «οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου» (στ. 7). Καθιέρωσε ἔτσι αἰώνιο νόμο τῆς πνευματικῆς ζωῆς μέσα στὴν Ἐκκλησία Του: Ὁτιδήποτε δὲν εἶναι ἀπολύτως ἀναγκαῖο, ἀλλὰ γίνεται πρὸς ἐντυπωσιασμό, εἶναι ἀπόβλητο. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος σ᾿ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς Του φανέρωσε αὐτὸ τὸν τρόπο. Ἰδιαιτέρως στὰ τρία περίπου χρόνια τῆς δημόσιας δράσεώς Του τὸν ἐφήρμοσε μὲ ἀκρίβεια. Γι᾿ αὐτὸ καὶ συνιστοῦσε στοὺς θεραπευμένους τυφλούς: «ὁρᾶτε, μηδεὶς γινωσκέτω». Τὸ ἴδιο παρήγγειλε καὶ στοὺς μαθητές Του: «μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονὸς» τῆς Μεταμορφώσεώς Του.
Καὶ τὰ παραδείγματα εἶναι πλῆθος.
    Τὸ ἀποκορύφωμα αὐτῆς τῆς ἀθορύβου πολιτείας Του φανερώθηκε στὸ Σταυρό. Τότε ποὺ οἱ ἄπιστοι Ἑβραῖοι Τὸν προκαλοῦσαν: «εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ Σταυροῦ» (Ματθ. κζ΄ [27] 40). Ὁ διάβολος παρόμοια Τοῦ εἶχε πεῖ: «εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτὸν κάτω», γιὰ νὰ φανεῖ ὅτι μὲ τὸ στόμα τῶν ἀσεβῶν σταυρωτῶν μιλοῦσε τὸ δυστυχισμένο πλάσμα τοῦ σκότους. Τὸ ἴδιο Τοῦ ἔλεγαν καὶ οἱ ἀρχιερεῖς μὲ τοὺς γραμματεῖς καὶ τοὺς Φαρισαίους· προκαλοῦσαν ψευδόμενοι: «καταβάτω ἀπὸ τοῦ σταυροῦ καὶ πιστεύσωμεν αὐτῷ» (Ματθ. κζ΄ [27] 42). 
    Ὁ ἐντυπωσιασμός, δηλαδὴ ἡ κενοδοξία, εἶναι πνευματικὴ ἀσθένεια. Προσ­βάλλει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, μικροὺς καὶ μεγάλους, κι αὐτὰ ἀκόμη τὰ μωρά. Ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε εἰλικρινεῖς· μέσα μας βρίσκεται τὸ μικρόβιο. Οἱ ἀσκητικοὶ Πατέρες ἔμεναν ἔκθαμβοι: Ὅταν νηστεύω, κενοδοξῶ, ἀλλὰ καὶ ὅταν καταλύω τάχα γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ἡ ἀρετή μου, πάλι κενοδοξῶ μὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶμαι διακριτικός. Ὅταν φοράω λαμπρὰ ροῦχα, μὲ νικάει, ἀλλὰ καὶ ὅταν τὰ ἀλλάζω μὲ φτωχικά, πάλι κενοδοξῶ. Ὅταν μιλάω, μὲ νικάει, ἀλλὰ καὶ ὅταν σωπαίνω, πάλι μὲ νίκησε. «Ὅπως ἂν ρίψῃς τὴν τρίβολον ταύτην, ὀρθὸν τὸ κέντρον ἵσταται»· ὅπως κι ἂν ρίξεις αὐτὸ τὸ τρίμορφο ἀγκάθι, ὄρθιο τὸ κεντρί του στέκεται («Κλῖμαξ», Λόγος ΚΑ΄ 5).
    Λοιπόν, ὡς συνασθενεῖς ἐπισημαίνουμε τὸν κίνδυνο ποὺ παραμονεύει ἀκόμη καὶ στὰ πιὸ ἅγια ἔργα. Ἀπειλεῖ ὅλους μας. Ἐλλοχεύει στὴν προσευχή, στὴ φιλανθρωπία, σὲ ὅλα τὰ ἱερὰ διακονήματα. Στὸ κήρυγμα τοῦ ἱεροκήρυκα, στὰ ἄμφια τοῦ ἱερέως, στὴ φωνὴ τῶν ἱεροψαλτῶν, στὶς μετάνοιες τῶν μοναχῶν, στὶς ἀγρυπνίες τῶν ἀσκητῶν, στὶς συμβουλὲς τῶν Πνευματικῶν, στὴν πέννα τῶν συγγραφέων, σὲ κάθε διακόνημα καὶ ἔργο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.
Ναί, χρειάζεται προσοχή, ἀπαιτεῖται ἐπαγρύπνηση, «ἵνα μὴ ἀπολέσωμεν ἃ εἰργασάμεθα» (Β΄ Ἰω. 8). Συχνὰ κόποι μιᾶς ζωῆς μπορεῖ νὰ γίνουν μιὰ καὶ μόνη μπουκιὰ γιὰ τὸν διάβολο.
    Εἶναι περίοδος Τριωδίου, παραμονὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἡ ὅλη ἀτμόσφαιρα μᾶς παρακινεῖ σὲ ἐσωστρέφεια καὶ ἐνδοσκόπηση. Εἶναι καὶ περίοδος αὐξημένων πειρασμῶν. Ἀλλὰ καὶ δυνατοῦ πολέμου πρὸς κάθε κατεύθυνση.
    Ἂς ἐπιχειρήσουμε τὸν πόλεμο. Ἰδιαιτέρως αὐτὸν τῆς κενοδοξίας. Νὰ ἐξοντωθεῖ ἀπὸ τὴν προσωπική μας ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ὅλη ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ ὁ δαίμονας τοῦ δεύτερου πειρασμοῦ.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Τρίτη, Μαρτίου 07, 2017

«Κύριε, μὴ χρονίσῃς»

«Κύριε, μὴ χρονίσῃς»
Φωνὴ ζωηρῆς ἐπικλήσεως πρὸς τὸν Θεό. Φωνὴ καρδιᾶς συντετριμμένης καὶ ταπεινωμένης μέχρι κά τω στὴ γῆ, στὸ χῶμα. Φωνὴ ἱκεσίας θερμῆς, ἀπὸ τὰ τρίσβαθα ψυχῆς ὀδυνωμένης. Ψυχῆς ποὺ ἀπ’ ὅλους καὶ ὅλα εἰσέπραξε τὴν ἀπόρριψη. Οἱ θλίψεις καὶ δοκιμασίες τῆς ζωῆς σὰν κύματα ἀλλεπάλληλα τὴ βύθισαν στὸ πέλαγος τῆς ἀπογνώσεως, καὶ ἄλλη πιὰ βοήθεια δὲν ἔχει νὰ ἀναμένει ἀπὸ πουθενὰ παρὰ μόνο ἀπὸ Ἐκεῖνον. Ψυχῆς ποὺ ἀνατείνεται ὁρμητικὰ πρὸς τὸν Θεὸ καὶ μὲ πόθο ἰσχυρὸ καὶ ἀπαντοχὴ τελεία καρφώνει τὸ βλέμμα της ἐπάνω του. Ψυχῆς ποὺ βοᾶ, κραυγάζει πρὸς τὸν Θεό!

–Κύριε, μὴν ἀργήσεις...
Σὰν τὴ φωνὴ νεαρῆς κόρης πρὸς τὸν σύζυγο ποὺ ξενιτεύεται, σὰν τὴ φωνὴ παιδιῶν πρὸς τὸν πατέρα ποὺ μπαρκάρει, σὰν τὴ φωνὴ ἀσθενοῦς πρὸς τὸ γιατρὸ ποὺ φεύγει ἀπὸ κοντά του, ἔτσι ἡ φωνὴ τοῦ Ψαλμωδοῦ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ μαζί της καὶ ὅλες ἀνὰ τοὺς αἰῶνες οἱ φωνὲς ἐκείνων ποὺ Τὸν ἀναζητοῦν: τὸν Πατέρα, τὸν Νυμφίο, τὸν Ἰατρό. Ἐκεῖνον! Καὶ τὰ μάτια τους ἐκεῖ, κολλημένα, ἀκίνητα, ἀπαρασάλευτα.
Χωρὶς νὰ γυρνοῦν πουθενὰ ἀλλοῦ. Χωρὶς νὰ δέχονται καμιὰ ἄλλη παράκληση. Χωρὶς νὰ τοὺς ἐνδιαφέρει τίποτε ἄλλο. Μόνον αὐτό, πότε θὰ ξανάρθει ὁ Κύριος. Πότε πάλι θὰ τοὺς ἐπισκεφθεῖ. Πότε θά ’ρθεῖ, γιὰ νὰ Τὸν νιώσουν κοντά τους, νὰ αἰσθανθοῦν τὴν παρουσία του δίπλα τους, νὰ παρηγορηθεῖ ἡ καρδιά τους ἀπὸ τὸ βάρος ποὺ τὴν πιέζει, νὰ βαλσαμώσουν οἱ πόνοι της...
«Κύριε, μὴ χρονίσῃς» (Ψαλ. ξθ΄ [69] 6).
Καὶ ὁ Κύριος ἀκόμα δὲν φαίνεται. Καὶ ἡ ψυχὴ ἀκόμα πιὸ ἐπίπονα τώρα φωνάζει: Ποῦ εἶσαι, Κύριε; Γιατί δὲν μὲ ἀκοῦς; Γιατί δὲν ἔρχεσαι νὰ μὲ συναντήσεις; Πόσο ἀκόμα θὰ ἀντέχω νὰ φωνάζω; Τρέξε, Κύριε, κινδυνεύω νὰ καταποντισθῶ. Τρέξε, Κύριε, νὰ μὲ βοηθήσεις, «εἰς τὸ βοηθῆσαί μοι σπεῦσον» (στίχ. 2), νὰ μὲ γλυτώσεις ἀπὸ τὴ θλίψη μου. Τρέξε, Κύριε, νὰ ἁπαλύνεις τὸν πόνο μου, νὰ ἀνακουφίσεις τὸ βάρος μου. Μὴν καθυστερήσεις ἄλλο, ἱκετεύω.
«Κύριε, μὴ χρονίσῃς»!
Ἀλλά, ψυχὴ θεοφιλής, σὺ ποὺ ἀκόμα Τὸν ἀναζητεῖς, Τοῦ φωνάζεις, μὴν ἀποκάμνεις. Συνέχισε. Λίγο ἀκόμα. Καὶ λίγο ἀκόμα.
«Ἔτι μικρὸν ὅσον ὅσον, ὁ ἐρχόμενος ἥξει καὶ οὐ χρονιεῖ» (Ἑβρ. ι΄ 37).
Θά ’ρθεῖ ὁ Κύριος στὴ ζωή σου, ὅπως τὸ θέλησες, ὅπως τὸ πόθησε ἡ καρδιά σου. Θά ’ρθεῖ· δὲν θὰ καθυστερήσει. Θά ’ρθεῖ καὶ θὰ σοῦ δώσει ὅ,τι Τοῦ ζήτησες. Ὅ,τι γνωρίζει ὅτι ἔχεις ἀνάγκη. «Οὐ χρονιεῖ». Δὲν θὰ καθυστερήσει. Τὸ ὑποσχέθηκε ὁ Ἴδιος. Τὸ ἀκούσα-
με ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ τὸ λέει: «Ὁ δὲ Θεὸς οὐ μὴ ποιήσῃ τὴν ἐκδίκησιν τῶν ἐκλεκτῶν αὐτοῦ τῶν βοώντων πρὸς αὐτὸν ἡμέρας καὶ νυκτός, καὶ μακροθυμῶν ἐπ’ αὐτοῖς; λέγω ὑμῖν ὅτι ποιήσει τὴν ἐκδίκησιν αὐτῶν ἐν τάχει» (Λουκ. ιη΄ 7-8).
Ὁ Θεὸς λοιπὸν δὲν θὰ ἀποδώσει τὸ δίκαιο αἴτημα τῶν ἐκλεκτῶν του, ποὺ μέρα - νύχτα φωνάζουν πρὸς Αὐτὸν μὲ τὶς προσευχές τους καὶ Ἐκεῖνος ἀναβάλλει νὰ τοὺς τὸ δώσει; Σᾶς διαβεβαιώνω ὅτι γρήγορα θὰ τοὺς ἱκανοποιήσει. Ἔτσι μᾶς εἶπε ὁ Κύριος. Τώρα ποὺ βρίσκεσαι στὴ δίνη τοῦ πειρασμοῦ, τῆς θλίψεως, τῆς δοκιμασίας, σοῦ φαίνεται πὼς καθυστερεῖ ὁ Θεός. Πὼς φωνάζεις καὶ δὲν σὲ ἀκούει. Ὅταν ὅμως ἔλθει στὴ ζωή σου καὶ σοῦ χαρίσει τὸ ἔλεός του καὶ σὲ βγάλει ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδο ὅπου βρίσκεσαι, τότε καὶ σὺ θὰ ὁμολογήσεις ὅτι «ἐν τάχει» ἐνήργησε ὁ Κύριος. Τότε ἀποβλέποντας στὸ παρελθὸν σου θὰ λές, πότε τέλειωσαν ὅλα αὐτὰ καὶ ἤδη ἀπολαμβάνω τὸν ἥλιο στὴ ζωή μου; Τότε ὅλα θὰ ἔχουν ξεχαστεῖ πιὰ καὶ οὔτε ποὺ θὰ γυρνᾶ τὸ μυαλό σου στὰ περασμένα.
Γι’ αὐτὸ τώρα συνέχισε νὰ Τοῦ φωνάζεις. Μὲ τὸν ἴδιο αὐτὸ λόγο.
«Κύριε, μὴ χρονίσῃς»!
Σήκωσε τὰ χέρια σου, προσήλωσε τὸ βλέμμα σου ἐπάνω στὴν ἁγία μορφή του, ἱκέτευσέ Τον μὲ ὅλο τὸν πόθο, τὴν ἀπαντοχή, τὸ δόσιμο τῆς ψυχῆς σου. Καὶ ἐπιπλέον, πτώχευσε μπροστά του. Γίνε «πτωχὸς καὶ πένης» (στίχ. 6). Παραδέξου ὅτι ἐπάνω σου δὲν ὑπάρχει κανένας πλοῦτος, καμιὰ ἱκανότητα, τίποτε ποὺ νὰ σὲ στηρίζει, νὰ σὲ δικαιώνει μπροστὰ στὸν Θεό. Κι ὅταν αὐτὸ σοῦ γίνει ἐσωτερικὸ φρόνημα, μόνιμη διάθεση μέσα σου, τότε θὰ δεῖς τὸν Κύριο νὰ ἔρχεται στὴ ζωή σου καὶ νὰ σὲ σηκώνει, νὰ σὲ ἀνεβάζει, νὰ σὲ δοξάζει.
Διότι μόνος Αὐτὸς εἶναι «ταχὺς εἰς βοήθειαν».
το είδαμε εδώ

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 18, 2016

Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού -Η ουσία της χριστιανικής ζωής




ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Γαλ. β΄ 16-20
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ: Μάρκ. η΄ 34 - θ΄ 1 
Η ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ
1. Δὲν μᾶς σώζει ὁ Νόμος ἀλλὰ ὁ Χριστὸς
Ἡ σημερινὴ «Κυριακὴ μετὰ τὴν Ὕψωσιν» τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μᾶς ὑπενθυμίζει, μέσα ἀπὸ τοὺς ὕμνους καὶ τὰ ἱερὰ Ἀναγνώσματα, τὴν ἀνεκτίμητη δωρεὰ τῆς ἀφέσεως καὶ τῆς σωτηρίας ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὸ «ζωοπάροχον ξύλον», τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου.

Μέσα στὰ πλαίσια αὐτὰ ἀναγινώσκεται ἡ περικοπὴ ἀπὸ τὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὅπου ὁ Ἀπόστολος γράφει τὰ ἑξῆς:
Ἀδελφοί μου Χριστιανοί, ὅλοι γνωρίζουμε καλὰ ὅτι κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ βρεθεῖ τελείως ἀνένοχος, ἂν ἐξετασθεῖ μὲ βάση τὶς διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου. Μόνο «διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ» ἀθωώνεται καὶ σώζεται ὁ ἄνθρωπος. Γι’ αὐτό, ἀκόμα κι ἐμεῖς ποὺ εἴμαστε Ἰουδαῖοι, πιστεύσαμε στὸ Χριστό, προκειμένου νὰ σωθοῦμε μὲ τὴν πίστη μας σ’ Ἐκεῖνον κι ὄχι χάρη στὴν τήρηση τῶν διατάξεων τοῦ Νόμου, «διότι οὐ δικαιωθήσε­ται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ»· δὲν πρόκειται νὰ δικαιωθεῖ κανεὶς ἄνθρωπος, ἂν στηριχθεῖ στὴν τήρηση τοῦ Νόμου.
Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἀκολουθήσαμε τὴν ὁδὸ τοῦ Χριστοῦ, ἀφήσαμε πίσω τὸ Νόμο καὶ τὶς ἀτελείωτες διατάξεις του. Ἀλλὰ ἂν αὐτὸς ὁ δρόμος, τῆς πίστεως στὸ Χριστό, θεωρεῖται ἁμαρτωλὸς κι ἐμεῖς ἁμαρτωλοί, τότε λοιπὸν θὰ ποῦμε ὅτι κι ὁ Χριστὸς εἶναι διάκονος τῆς ἁμαρτίας; «μὴ γένοιτο»!
Δυστυχῶς σ᾿ αὐτὴ τὴ βλασφημία φθάνει ὅποιος παραθεωρεῖ τὴν πίστη στὸ Χριστὸ καὶ ἐξαρτᾶ τὴ σωτηρία του ἀπὸ τὸ Νόμο. Ἀλίμονο! Διότι ἂν ἀρχίζω πάλι νὰ ἀκολουθῶ τὶς διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου, σημαίνει ὅτι τὶς θεωρῶ ἔγκυρες κι ὅτι τόσο καιρό, ποὺ εἶχα σταματήσει νὰ τὶς ἐκτελῶ, ἤμουν παραβάτης!
Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ὁ θεόπνευστος Ἀπό­στολος θέλει νὰ τονίσει πόσο ἀντιφατικὴ καὶ παράλογη εἶναι ἡ στάση ἐκείνων τῶν Χριστιανῶν τῆς ἐποχῆς του ποὺ ἤθελαν νὰ ἐπιβάλλουν τὴν τήρηση τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου. Γενικὰ στὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολὴ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος στηλιτεύει τὴν πλάνη κάποιων Ἰουδαίων ψευδοδιδασκάλων ποὺ δίδασκαν ὅτι ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ τὴ σωτηρία εἶναι ἡ τήρηση τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου καὶ μάλιστα τῆς περιτομῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ συνεχῶς ὑπογραμμίζει ὅτι ἡ πίστη στὸ Σωτήρα Χριστὸ μᾶς σώζει κι ὄχι ἡ ἐκτέλεση κάποιων τυπικῶν διατάξεων.
Ὡστόσο αὐτὴ τὴν ἐπισήμανση ἀξίζει νὰ τὴν προσέξουμε κι ἐμεῖς, οἱ σύγχρονοι Χριστιανοί. Διότι ἴσως κάποτε ξεχνοῦμε τὴ δωρεὰ τῆς Χάριτος ποὺ μᾶς προσφέρει τὸ ἀπολυτρωτικὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ καὶ θεωροῦμε ὅτι αὐτὸ ποὺ θὰ μᾶς σώσει εἶναι ἡ τήρηση κάποιων τύπων ἢ ἡ ἐκτέλεση κάποιων καθηκόντων. Καλὲς εἶναι οἱ νηστεῖες, οἱ προσευχὲς καὶ οἱ μετάνοι­ες, ἀπαραίτητη εἶναι καὶ ἡ τήρηση τῶν ἐν­τολῶν, ἀλλὰ δὲν εἶναι σωστὸ νὰ νομίζουμε ὅτι αὐτὰ ἀπὸ μόνα τους μποροῦν νὰ μᾶς δικαιώσουν. Ἐκεῖνο ποὺ μᾶς σώζει εἶναι τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ἂς μὴν καλλιεργοῦμε λοιπὸν τὴν ἰδέα ὅτι ἀξίζουμε κάτι καὶ δικαιούμαστε νὰ σωθοῦμε, ἐπειδὴ τάχα τηροῦμε μὲ ἀκρίβεια κάποιους ἠθικοὺς κανόνες. Ὅ,τι καὶ νὰ κά­­νουμε, εἶναι ἐλλιπές. Γι’ αὐτὸ ἂς μὴ στηριζόμαστε στὶς δυνάμεις μας, ἀλλὰ στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἂς ἀτενίζουμε μὲ πίστη καὶ εὐγνωμοσύνη τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος ἔγινε πηγὴ ἀνεξάντλητων δωρεῶν: «Πάντα γὰρ διὰ Σταυροῦ ἐπέλαμψεν ἡμῖν τὰ χαρίσματα» (Δοξαστικὸ Ἑ­­σπερινοῦ 18ης Σεπτεμβρίου).
Μὲ αὐτὸ τὸ φρόνημα ζοῦν οἱ Ἅγιοι. Ἔτσι ἔζησε κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅπως ὁμολογεῖ στὴ συνέχεια τῆς περικοπῆς:
2. Ζωή μας ὁ Χριστὸς
Σύμφωνα μὲ τὸ Νόμο, ἐγὼ ἔπρεπε τώρα νὰ εἶμαι νεκρός. Διότι κάθε παραβάτης τοῦ Νόμου τιμωρεῖται μὲ θάνατο. Ἀλλὰ συνειδητὰ ἔγινα νεκρὸς γιὰ τὸ Νόμο, ὥστε νὰ ζήσω πρὸς δόξαν Θεοῦ. Μὲ τὸ Βάπτισμα στὴν οὐσία ἔχω κι ἐγὼ σταυρωθεῖ μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τώρα πλέον δὲν ζῶ ἐγώ, ἀλλὰ ζεῖ μέσα μου ὁ Χριστός: «Χριστῷ συν­εσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός».
Ἡ ζωή μου ἐμπνέεται πλέον καὶ κατευ­θύνεται ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μὲ ἀγάπησε προσωπικὰ καὶ παρέδωσε τὸν ἑαυτό Του γιὰ τὴ δική μου σωτηρία.
Αὐτὴ εἶναι ἡ ζωὴ ποὺ μᾶς χαρίζει ὁ Χριστός! Αὐτὴ εἶναι ἡ ζωὴ ποὺ ἀπολαμβάνει ὅποιος πεθάνει ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία. Ὅποιος ἀγωνίζεται νὰ νεκρώσει τὰ ὁρμητικὰ πάθη, τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες καὶ τὸ ἐγωιστικό του θέλημα, ζεῖ μιὰ νέα, ἀναγεννημένη ζωή, ὅπου ὁ Χριστὸς γίνεται τὸ κέν­τρο τῆς ὑπάρξεώς του. Αὐτὸ συμ­βολίζει τὸ ἅγιο Βάπτισμα, ποὺ δέχεται κάθε νέο μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ: Ἡ κατάδυση σημαίνει τὴ νέκρωση καὶ τὸν ἐνταφιασμὸ τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, καὶ ἡ ἀνάδυση ἀπὸ τὸ ἁγιασμένο νερὸ τῆς κολυμβήθρας τὴν ἀνάσταση σὲ νέα ζωὴ «ἐν Χριστῷ». Δὲν ἀρκεῖ ὅμως τὸ Βάπτισμα ποὺ δεχθήκαμε. Ὀφείλουμε κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς μας νὰ ζοῦμε μέσα σὲ αὐτὴ τὴν προοπτική. Νὰ νεκρώνουμε τὴν ἁμαρτία μέσα μας καὶ νὰ μετέχουμε στὰ χαριτόβρυτα ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκ­κλησίας μας, γιὰ νὰ ἔχουμε τὸν Χριστὸ ἔνοικο τῆς ψυχῆς μας καὶ νὰ μποροῦμε κι ἐμεῖς νὰ ὁμολογοῦμε μὲ εὐγνωμοσύνη μαζὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός».
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Σάββατο, Απριλίου 16, 2016

Ε΄ Κυριακή Νηστειών (Μαρίας της Αιγυπτίας)-Θυσία μοναδική και ανεκτίμητη

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Ἑβρ. θ΄ 11-14
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ: Μάρκ. ι΄ 32-45
ΘΥΣΙΑ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΕΚΤΙΜΗΤΗ
1.  «προσφέρων κα προσφερόμενος»
   Εἶναι μοναδικὴ καὶ ἀνεκτίμητη ἡ θυσία ποὺ προσέφερε ὁ Θεάνθρωπος Κύριος γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Σ’ αὐτὴ τὴ θυσία καὶ τὰ ἀγαθὰ ἀποτελέσματά της ἀναφέρεται ἡ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή. 

   Ὅταν ὁ Χριστὸς ἦλθε στὴ γῆ, ἀνέλαβε ὡς Ἀρχιερεὺς νὰ προσφέρει τὴ μόνη λυτρωτικὴ θυσία καὶ νὰ ἐξασφαλίσει τὰ ἀγαθὰ ποὺ προσδοκοῦσαν οἱ ἄνθρωποι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλὰ δὲν μποροῦσαν νὰ τὰ βροῦν. Διότι οἱ θυσίες ποὺ προσέφεραν ἀδυνατοῦσαν νὰ τοὺς ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὴν ἔνοχη συνείδηση καὶ νὰ τοὺς χαρίσουν τὴν ἄφεση καὶ τὴ σωτηρία. Ὁ Χριστὸς ὅμως αὐτὸ ἀκριβῶς ἐπέτυχε ὡς «ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν». Διότι ὡς ὁ μόνος Ἀρχιερεὺς εἰσῆλθε στὰ ἐπουράνια Ἅγια τῶν Ἁγίων «διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς», δηλαδὴ μέσα ἀπὸ μιὰ ἀνώτερη καὶ τελειότερη σκηνή, ποὺ δὲν κατασκευάστηκε ἀπὸ χέρια ἀνθρώπων· αὐτὴ ἡ τέλεια σκηνὴ εἶναι τὸ σῶμα Του, ποὺ ἔγινε κατοικία τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ τὸ ὁποῖο, ἐπειδὴ συνελήφθη ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, δὲν προερχόταν ἀπὸ τὴν κτίση αὐτή, ἀλλὰ ἀποτελοῦσε νέα πνευματικὴ κτίση. Δὲν εἰσῆλθε λοιπὸν ὁ Χριστὸς μέσα σὲ μιὰ ἐπίγεια σκηνή, ὅπως ἦταν ἡ Σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου, ἀλλὰ προσέφερε τὴ μία καὶ μόνη λυτρωτικὴ θυσία, μέσα ἀπὸ τὴ σκηνὴ τοῦ σώματός Του, ποὺ εἶναι ἀσυγκρίτως ἀνώτερη καὶ τελειότερη.
   Δὲν προσέφερε ὁ Χριστὸς ὡς θυσία τὸ αἷμα τρά­γων καὶ μόσχων, ὅπως οἱ ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων. Ἀλ­λὰ μὲ τὸ δικό Του αἷμα, «διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος», εἰσῆλθε μιὰ γιὰ πάντα στὰ ἐπου­ρά­νια Ἅγια τῶν Ἁγίων καὶ ἐξασφάλισε γιὰ μᾶς ἀπολύτρωση ὄχι προ­σ­ωρινὴ ἀλλὰ αἰώνια. 
   Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλεῖο τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ. Δὲν εἶναι θυσία ποὺ τὴν προσ­φέρει ἕνας ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος σὲ ἐπίγειο θυσιαστήριο. Οὔτε εἶναι θυσία ζώων καὶ ραντισμὸς μὲ αἷμα καὶ στάχτη ἀπὸ τὴ θυσία αὐτή. Στὴ μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη αὐτὴ θυσία, θύτης καὶ θύμα εἶναι ὁ Ἴδιος, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Εἶναι ὁ αἰώνιος Ἀρχιερεύς, ποὺ προσέφερε τὴν πλέον εὐάρεστη θυσία στὸ Θεό, τὸν ἴδιο Του τὸν ἑαυτό. Μία φορὰ καὶ γιὰ πάντα προσέφερε ὁ Μέγας Ἀρχιερεὺς τὴ θυσία αὐτὴ καὶ ἐξασφάλισε γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους τὴν αἰώνια λύτρωση.
   Αὐτὴ τὴ μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη θυσία προβάλλει ἡ Ἐκκλησία κάθε φορὰ ποὺ τελεῖ τὴ θεία Λειτουργία. Κέντρο τῆς θείας Λειτουργίας εἶναι ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός. Αὐτὸς εἶναι ὁ «προσφέρων καὶ προσφερόμενος καὶ προσδεχόμενος» (Εὐχὴ τοῦ Χερουβικοῦ). Αὐτὸς ἔγινε τὰ πάντα γιὰ τὸν ἄνθρωπο: Ἀρχιερεὺς ποὺ προσφέρει, Ἀμνὸς ποὺ προσ­φέρεται, Θεὸς ποὺ δέχεται τὴν προσφορά. Ἂς συμμετέχουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς στὴ θεία Λειτουργία μὲ πολλὴ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Εὐεργέτη μας Κύριο. Ἂς καταφεύγουμε μὲ πίστη καὶ ἐλπίδα στὸ Μεγάλο Ἀρχιερέα, διότι ἡ θυσία Του μᾶς ἐξασφαλίζει πλοῦτον ἀγαθῶν. Μᾶς χαρίζει τὴν ἄφεση καὶ τὴ λύτρωση, ὥστε νὰ λατρεύουμε τὸν ἅγιο Θεὸ μὲ καθαρὴ συνείδηση, ὅπως ἀναφέρει ἡ συνέχεια τῆς περικοπῆς.
2. Μ κατάκριτη συνείδηση
   Ἐρωτᾶ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος: Ἐὰν τὸ αἷμα τῶν ταύρων καὶ τῶν τράγων καὶ τὸ ράντισμα μὲ τὸ νερὸ καὶ τὴ στάχτη τῆς δαμάλεως ποὺ κατακαιγόταν στὸ θυσιαστήριο ἐξαγνίζει τὸ σῶμα αὐτῶν ποὺ θεωροῦνται ἀκάθαρτοι γιὰ νὰ μποροῦν νὰ μετέχουν στὴ λατρεία, πόσο μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος μὲ τὸ αἰώνιο Πνεῦμα ποὺ κατοικοῦσε μέσα Του πρόσ­φερε στὸ Θεὸ ὡς θυσία τὸν ἑαυτό Του τελείως καθαρὸ καὶ ἐλεύθερο ἀπὸ κάθε ρύπο ἁμαρτίας, «καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων», δηλαδὴ θὰ καθαρίσει τὴ συνείδησή σας ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, ποὺ φέρνουν στὴν ψυχὴ νέκρωση, καὶ θὰ σᾶς ἀξιώσει νὰ λατρεύετε ἀξίως τὸν ζωντανὸ Θεό;...
   Πράγματι, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ λατρεύει κανεὶς τὸν Θεό, ἐὰν δὲν διακόψει κάθε σχέση μὲ τὰ θανατηφόρα ἔργα τῆς ἁμαρτίας. Διότι πῶς θὰ προσκυνήσει τὸν ἀληθινὸ Θεὸ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει θεοποιήσει τὸ χρῆμα, τὴν κοιλία ἢ τὴ σαρκικὴ ἡδονή;... Εἶναι χαρακτηριστικὸ τὸ παράδειγμα μὲ τὴν ὁσία Μαρία τὴν Αἰγυπτία, ποὺ ἑ­ορ­τάζουμε σήμερα. Ἡ γυναίκα αὐτὴ ζοῦ­σε βυθισμένη στὴν ἀκολασία. Ὅταν ὅ­μως ἐπισκέφθηκε τοὺς Ἁγίους Τόπους, αἰσθάνθηκε μία δύναμη νὰ τὴν ἐμποδίζει νὰ προσκυνήσει τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ τὴ συγκλόνισε. Μετανόησε γιὰ τὶς ἁμαρτίες της, κι ἔζησε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς της στὴν ἔρημο μὲ συντριβὴ ψυχῆς καὶ σκληροὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες. 
   Κι ἐμεῖς, καθὼς πλησιάζουμε πρὸς τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα, ἂς προσέλθουμε μὲ μετάνοια στὸ ἱερὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ λατρεύσουμε τὸν σταυρωθέντα καὶ ἀναστάντα Κύριο «ψυχαῖς καθαραῖς καὶ ἀρρυπώτοις χείλεσι» καὶ νὰ κοινωνήσουμε τὸ Πανάγιο Σῶμα καὶ τὸ Τίμιο Αἷμα Του μὲ ἀκατάκριτη συνείδηση καὶ ἁγνὴ καρδιά, γεμάτη ἀπὸ εὐγνωμοσύνη καὶ ἀγάπη πρὸς τὸν αἰώνιο Λυτρωτή μας.

Τρίτη, Ιουλίου 14, 2015

Τι να κάνουμε όταν μας ειρωνεύονται


Τι να κάνουμε όταν μας ειρωνεύονται
Όταν μας ειρωνεύονται οι άλλοι, όχι για λάθη που κάναμε, αλλά γιατί εκκλησιαζόμαστε ανελλιπώς, γιατί έχουμε πολλά παιδιά, γιατί «πηγαίνουμε με το σταυρό στο χέρι», γιατί νηστεύουμε και τα όμοια, δεν υπάρχει λόγος να λυπούμαστε. 
Συνήθως παίρνουμε στάση άμυνας.

 Δεν τους ανεχόμαστε να λένε σε βάρος μας πικρόλογα.

Η υποτιμητική τους συμπεριφορά προς εμάς πάρα πολύ μας στοιχίζει.
 Άλλα παθήματα τα υπομένουμε ευκολότερα, αλλά τις 
ειρωνείες του κόσμου δεν μπορούμε να τις αντέξουμε. 

Αλλά γιατί δυσκολευόμαστε να υπομείνουμε τις ειρωνείες του κόσμου; 
Διότι ερεθίζουν το πάθος της φιλοδοξίας, το πιο βαθύρριζο πάθος που φωλιάζει στις καρδιές μας. Θέλουμε να προστατεύσουμε την τιμή μας. Κάνουμε ο,τι περνάει από το χέρι μας για να μην πέσει το κύρος μας. Κάποιες φορές προχωρούμε και στην αντεπίθεση. 
Προσπαθούμε να βάλουμε στη θέση τους αυτούς που μας προσέβαλαν. Αλλά μπορούν να θεωρηθούν νίκες οι θυμώδεις αντιδράσεις μας στα πικρόλογα των άλλων; 
Όταν αντιδρούμε από εγωισμό η από πληγωμένη φιλαρέσκεια, δεν είμαστε νικητές, αλλά ηττημένοι. 

Πνευματικώς ωφελούμαστε περισσότερο, αν μάθουμε να υπομένουμε τις ειρωνείες του κόσμου. Τότε αποκομίζουμε μεγάλη ωφέλεια. 
Πρωτίστως διότι ελευθερωνόμαστε από το βασανιστικό πάθος της φιλοδοξίας. Το πάθος αυτό θέλει να ακούει συνεχώς επαίνους.
 Αλλά οι έπαινοι δεν το θεραπεύουν. 
Απεναντίας το τρέφουν, με αποτέλεσμα να φουντώνει ακόμη περισσότερο. 
Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος από την πλουσιότατη πείρα του μας προτρέπει να δεχόμαστε με ευχαρίστηση τους «καυτήρες» των ονειδισμών ως φάρμακο και γιατρικό για την ασθένεια της ψυχής μας. Διότι οι ονειδισμοί μας εξαγνίζουν. Όσο καλό και καρποφόρο και παχύ κι αν είναι το έδαφος της ψυχής, όταν του λείπει το πότισμα με το νερό της ατιμίας, θα χορταριάσει και θα βλαστήσει αγκάθια υπερηφανείας, πορνείας και αφοβίας (Λόγος Δ΄ 24). Οι τιμές και τα εγκώμια αυξάνουν τη χολή των παθών (Λόγος Δ΄ 103). Αντί να μας κάνουν καλύτερους, μας κάνουν χειρότερους. Ενώ οι παρατηρήσεις, οι ταπεινώσεις και οι εξουθενώσεις των άλλων καθαρίζουν την ψυχή μας από τα πάθη. Επίσης, όταν υπομένουμε τις ειρωνείες του κόσμου, γινόμαστε μιμητές του Χριστού και μαθητεύουμε στο Πάθος του Κυρίου μας.
 
Εφόσον ο Χριστός ονειδίστηκε από τους ανθρώπους, είναι αναμενόμενο να ονειδιζόμαστε κι εμείς. «Οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ’ εμέ» (Ψαλμ. ξη΄ 10). Εφόσον ο Χριστός διώχθηκε από τους ανθρώπους, είναι αναμενόμενο να διωκόμαστε κι εμείς. «Ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσι» (Ιω. ιε΄ 20). Εφόσον ο Χριστός υβρίστηκε από τους ανθρώπους, είναι αναμενόμενο να υβριζόμαστε κι εμείς. Οι γλώσσες του κόσμου δεν θα σταματήσουν να ειρωνεύονται. 

Αλλά ενώπιον του Θεού τα ειρωνικά σχόλιά τους δεν λογίζονται ως ύβρεις, αλλ’ ως παράσημα.
 Στην ατελεύτητη αιωνιότητα δεν θα μετρήσουν ως ειρωνείες, αλλ’ ως διάσημα.
 Θα γίνουν ο φωτοστέφανος με τον οποίο θα στεφανώσει ο αγωνοθέτης Κύριος τους αγωνιστές του καλού αγώνα. 
Ο άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος προτρέπει να τρέχουμε στους ονειδισμούς, όπως τρέχουν τα διψασμένα ελάφια στις πηγές των υδάτων. «Εφόσον γνωρίζετε ότι ο Θεός τιμά τους δούλους Του που δέχονται ατιμώσεις και τους δοξάζει μέσα από τις ύβρεις, να τρέχετε βιαστικά μέσω όλων αυτών προς την αθάνατη πηγή σαν διψασμένα ελάφια». Είναι δείγμα μεγάλης αρετής να υπομένει ο χριστιανός υβριστικούς λόγους χωρίς να λυπάται. «Τούτο (εστί) δείγμα μεγίστης αρετής, το φέρειν ύβριν αλύπως», παρατηρεί ο Ολυμπιόδωρος. Καί αναφέρει ως παράδειγμα τον πολύαθλο Ιώβ, ο οποίος υπέμεινε αλυσίδα ταπεινώσεων. Από τη μια στιγμή στην άλλη έχασε την περιουσία του, το σπίτι του, τα παιδιά του, γέμισε με πληγές και ζούσε στην κοπριά, ακούγοντας πικρούς λόγους ακόμη κι από τη σύζυγο κι από τους φίλους του. Αλλά υπέμεινε τους ονειδισμούς και μνημονεύεται ως τύπος Χριστού.
 
Η θεοπρεπής αντιμετώπιση των ονειδισμών αποτελεί κριτήριο γνησιότητος των χριστιανών. Όσοι υπομένουν ονειδισμούς για τη χριστιανική τους ιδιότητα, είναι πανευτυχείς και μακάριοι. «Ει ονειδίζεσθε εν ονόματι Χριστού, μακάριοι» (Α΄ Πετρ. δ΄ 14). Μη λησμονούμε τον μακαρισμό του Κυρίου μας: «Μακάριοι είστε εσείς οι μαθητές μου, όταν σας χλευάσουν οι άνθρωποι και σας καταδιώξουν και εξαιτίας μου πούν κάθε είδους ψεύτικες κακολογίες και κατηγορίες εναντίον σας» (Ματθ. ε΄ 11). Όπως ο θείος Λυτρωτής βάσταξε τον επονείδιστο σταυρό Του, έτσι κι εμείς να σηκώνουμε τον δικό μας σταυρό, «τον ονειδισμόν αυτού φέροντες» (Εβρ. ιγ΄ 13). Να είμαστε έτοιμοι να υβρισθούμε και να περιφρονηθούμε γι’ Αυτόν, όπως υβρίστηκε και περιφρονήθηκε Εκείνος.
 
*Περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ" τεύχος Σεπτεμβρίου 2013 (σελ. 23-24)

το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...