Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 20, 2013

Προσευχή του Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστή




Δέσποτα γλυκύτατε 
Kύριε ημών Iησού Xριστέ,
εξαπόστειλον την αγίαν σου χάριν 
και λύσον με έκ των
δεσμών της αμαρτίας. 
Φώτισον μου το σκότος
 της ψυχής
όπως κατανοήσω το Σόν άπειρον
 έλεος, 
και αγαπήσω
και ευχαριστήσω αξίως 
Σε τον γλυκύτατον
 Σωτήρα μου,
τον άξιον πάσης αγάπης και 
ευχαριστίας.
Nαι αγαθέ ευεργέτα μου και 
πολυεύσπλαχνε Kύριε‡
μή απώση αφ' ημών το σόν έλεος, 
αλλά σπλαχνίσθητι
το Σον πλάσμα.
Γινώσκω, Kύριε, το βάρος των ημών
 πλημμελημάτων,
αλλά είδον και τον Σόν ανείκαστον έλεος.
 Θεωρώ το
σκότος της αναισθήτου μου ψυχής, 
αλλά πιστεύω με
χρήστας ελπίδας, αναμένων θειόν Σου
 φωτισμόν και
την απαλλαγήν των πονηρών ου κακών
 και ολεθρίων
παθών‡ 
τη πρεσβεία της γλυκυτάτης Σου Mητρός
Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Aειπαρθένου 
Mαρίας
και πάντων των Aγίων. 
Aμήν

Κυριακή, Φεβρουαρίου 17, 2013

Όταν σοι έλθει θυμός κλείσε το στόμα σου- Γέρων Ιωσήφ Ησυχαστής




Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής 

«Ο θυμός καθ’ εαυτόν είναι φυσικός. Όπως τα νεύρα στο σώμα. Είναι και αυτός νεύρον ψυχής και οφείλει να τον μεταχειρίζεται ο καθείς εναντίον των δαιμόνων, ανθρώπων αιρετικών, και παντός κωλύοντος από την όδόν του Θεού. Εάν δε θυμώνεις κατά των ομοψύχων αδελφών ή, εκτός εαυτού γενόμενος, χαλάς τα έργα των χειρών σου, γίνωσκε ότι κενοδοξίαν νοσείς και κάμνεις παράχρησιν του νεύρου της ψυχής. Απαλλάττεσαι δε διά της αγάπης προς πάντας και αληθούς ταπεινώσεως.
Διά τούτο όταν σοι έλθει θυμός κλείσε το στόμα σου δυνατά και μη ομιλήσεις εις τον υβρίζοντα ή ατιμάζοντα ή ελέγχοντα ή πολυειδώς σε πειράζοντα άνευ λόγου. 

Ο άνθρωπος είναι πλασμένος ήμερος και λογικός και επομένως ο θυμός δεν αρμόζει ουδέποτε εις την φύσιν του, ενώ με την αγάπην πάντοτε ευδοκιμεί και υποτάσσεται. Με το καλό και με την αγάπην μπορείς να κάμεις πολλούς να ημερέψουν και αν κανείς είναι καλοπροαίρετος, τον κάμνεις ογλήγορα να συμμορφωθεί, να γένη Άγγελος Θεού». 

«Μη ζητήσεις ποτέ σου να ευρείς το δίκαιον, διότι τότε έχεις το άδικον. Αλλά μάθε να υπομένεις ανδρείως τους πειρασμούς, οιουσδήποτε και αν επιτρέψει ο Κύριος. Χωρίς πολλές δικαιολογίες να λέγεις «Ευλόγησον»! Και χωρίς να σφάλλεις να μετανοείς ότι έσφαλες. Εν επιγνώσει ψυχής και όχι απ’ έξω, δι΄ έπαινον, να λέγεις πως έσφαλες και μέσα να κατακρίνεις. Μη ζητάς εις τις θλίψεις σου παράκληση από τους ανθρώπους, διά να παρακληθείς από τον Θεόν. Μη νομίζεις ανάπαυσιν οπόταν ομιλήσεις, εάν ζητήσεις να ευρείς το δίκαιον. Το δίκαιον είναι να υπομείνεις ανδρείως τον επερχόμενον πειρασμόν διά να βγης νικητής καν έπταισες ή δεν έπταισες. Ει δε και λέγεις «μα διατί;» μάχεσαι τον Θεόν, τον αποστείλαντα λυπηρά διά την εμπαθή σου κατάσταση».

πηγή

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 04, 2013

Гέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής: "Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησον με"



Προσπάθησε πάντα ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ ἐπενδύη ὅλα τὰ ἔργα σου, κάθε πνοὴ καὶ κάθε νόημα. Ὢ τότε πόσο θὰ εὐφραίνεται ἡ καρδία σου! Πόσο θὰ χαίρεσαι, διότι θὰ ἀνεβαίνη ὁ νοῦς εἰς τὰ οὐράνια. Διὰ τοῦτο μὴν ἀμελῆς νὰ λέγης: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με.
Ὅταν ψάλης θὰ κατανοῆς τὰ ψαλλόμενα· θὰ ἔχης ὄρεξιν καὶ φωνὴν ἱκανὴν καὶ ταπείνωση διὰ νὰ ἀποδίδης καθὼς ἁρμόζει τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ. Διὰ τοῦτο μὴν ἀδικῆς ἄλλο τὴν ψυχήν σου, ἀλλὰ καὶ ψάλλων λέγε ἐνδόμυχα τὴν εὐχήν·Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με.
Ὅταν ἐργάζεσαι ἂς μὴν ἀπορροφᾶται ὅλη σου ἡ δύναμις εἰς τὴν ἐργασίαν, ἀλλὰ νὰ λέγης -ψιθυριστὰ καὶ τὴν εὐχὴν. Τότε καὶ τὰ ἔργα σου θὰ εἶναι ὀρθά, χωρὶς λάθη, καθαρὰ ἀπὸ λογισμοὺς καὶ ἡ ἀπόδοσις τῆς ἐργασίας σου θὰ εἶναι μεγαλυτέρα. Λέγε λοιπὸν τὴν εὐχὴν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, διὰ νὰ εὐλογοῦνται τὰ ἔργα σου· Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με.
Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον σκεπάζει τὴν ψυχὴν ποὺ εὔχεται. Εἰσέρχεται μέχρι τὰ βάθη τῆς ψυχῆς, ἐλέγχει ὅλον τὸν ἐσωτερικὸν κόσμον τῆς ψυχῆς καὶ τὸν κατευθύνει πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τὸ Ἅγιον. Τότε μόνον ἡ ψυχὴ ἔχει τὴν δύναμι, νὰ εἴπη μαζὺ μὲ τὸν Προφήτην. «Εὐλόγει ἡ ψυχὴ μου τὸν Κύριον καὶ πάντα τὰ ἐντός μου, τὸ ὄνομα τὸ Ἅγιον αὐτοῦ» (Ψαλ. 102, 1). Λέγε λοιπὸν τὴν εὐχὴν διὰ νὰ ἔχης τὴν σκέπην τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὅταν τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον καλύπτει τὴν ψυχήν σου, αἰσθάνεσαι μιὰ πληρότητα καὶ μιὰ ταπείνωσιν. Δὲν ἐπηρεάζεσαι ἀπὸ τὴν ἀδικία, τὴν εἰρωνεία ἢ τὸν ἔπαινον. Ζῆς σὲ μιὰ ἀτμόσφαιρα πνευματικὴ ποὺ δὲν εἰσέρχεται εὔκολα ὁ ἰὸς τῆς ἁμαρτίας. Ὁ πνευματικὸς ἀνακρίνει τὰ πάντα, αὐτὸς δὲ ὑπ᾿ οὐδενὸς ἀνακρίνεται. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον σοῦ δίδει ἄλλα μάτια καὶ ἄλλην κρίσιν. Λέγε συνεχῶς τὴν εὐχὴν, διὰ νὰ ζῆς ἄνετα μέσα σὲ κάθε περιβάλλον· Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με.
Ὡς ἄνθος ἀμάραντον καὶ δένδρον εὐσκιόφυλλον πεφυτευμένον παρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γίνεται ἡ ψυχή σου ὅταν λέγης·Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με.
Λέγε τὴν εὐχὴν καὶ ἄφησε τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ εἰσέλθη εἰς τὰ βάθη τῆς ψυχῆς σου. Гίνε τότε ἄγρυπνος θυρωρὸς τοῦ οἴκου τῆς ψυχῆς σου καὶ θεατὴς τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ λέγε μετ᾿ εὐφροσύνης·Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με.
Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον εἶναι ἡ εὐλογία ὅλου τοῦ κόσμου. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον εἶναι τὸ φῶς καὶ ἡ ζωὴ τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία ἀνυμνεῖ καὶ δοξολογεῖ ἀπὸ τὰ βάθη αὐτῆς τὸ Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἀμήν.

Φώναζε διαρκώς την ευχή με βία,με το ζόρι, με πόνο πολύ. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Και πάλι και πολλές φορές



Παιδί μου, εάν προσέχεις ό,τι σου γράφω...
- Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Λοιπόν βιάσου. Λέγε διαρκώς την ευχή. 
Να μη σταματά καθόλου το στόμα. 
Έτσι θα την συνηθίσεις μέσα σο
 και κατόπιν θα την παραλάβει ο νους. 
Μη ξεθαρρεύεις στους λογισμούς, 
διότι γίνεσαι μαλθακός και μολύνεσαι.
«Ευχή, βία φύσεως διηνεκής», 
και θα δεις πόση Χάρη θα λάβεις...
 
Η ζωή του ανθρώπου, παιδί μου, είναι θλίψη, διότι είναι
 στην εξορία. Μη ζητείς τελεία ανάπαυση. 
Ο Χριστός μας σήκωσε το σταυρό, και μείς θα σηκώσουμε. 
Όλες τις θλίψεις εάν τις απομένουμε, βρίσκομε Χάρη 
παρά Κυρίου. 
Γι’ αυτό μας αφήνει ο Κύριος να πειραζόμαστε, 
για να δοκιμάζει το ζήλο και την αγάπη που 
έχουμε προς αυτόν. Γι’ αυτό χρειάζεται υπομονή.
 Χωρίς υπομονή δεν γίνεται ο άνθρωπος πρακτικός, 
δεν μαθαίνει τα πνευματικά, δεν φθάνει σε μέτρα
 αρετής και τελειώσεως.
Αγάπα τον Ιησού και λέγε αδιάλειπτα την ευχή και αυτή
 θα σε φωτίζει στο δρόμο του.
Πρόσεχε να μην κατακρίνεις. 
Διότι από αυτό παραχωρεί ο Θεός και φεύγει η Χάρη και 
σε αφήνει ο Κύριος να πέφτεις, να ταπεινώνεσαι, 
να βλέπεις τα δικά σου σφάλματα. 
Αλλ’ όταν υποχωρεί η Χάρη για να δοκιμαστεί ο άνθρωπος,
 τότε γίνονται όλα σαρκικά και πέφτει η ψυχή.
 Συ όμως τότε μη χάνεις την προθυμία σου, άλλα 
φώναζε διαρκώς την ευχή με βία, με το ζόρι, με πόνο πολύ.
 «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». 
Και πάλι και πολλές φορές, το ίδιο συνεχώς.
 Και σαν να ατενίζεις νοερά τον Χριστό να του λέγεις• 
«…Δόξα σοι, δόξα σοι, ο Θεός μου». 
Και υπομένοντας, πάλι θα έλθει η Χάρη, πάλι η χαρά. 
Όμως και πάλι ο πειρασμός και η λύπη, η ταραχή και
 τα νεύρα. Αλλά και πάλιν αγώνας, νίκη, ευχαριστία. 
Και αυτό γίνεται μέχρις ότου σιγά-σιγά καθαρίζεσαι
 από τα πάθη και γίνεσαι πνευματικός…
Η άσκηση, παιδί μου, θέλει στερήσεις.
 Θέλει αγώνα και κόπο πολύ. 
Θέλει να φωνάζεις μέρα και νύκτα στον Χριστό.
 Θέλει υπομονή σε όλους τους πειρασμούς και 
τις θλίψεις. Θέλει να πνίξεις θυμό και επιθυμία.
Θα κουρασθείς πολύ, μέχρι να καταλάβεις ότι προσευχή 
χωρίς προσοχή και νήψη είναι χάσιμο χρόνου· 
κόπος χωρίς πληρωμή. Πρέπει σε όλες τις αισθήσεις 
μέσα έξω να βάλεις άγρυπνο φύλακα την προσοχή διότι
 χωρίς αυτήν ο νους και οι δυνάμεις της ψυχής διαχέονται 
στα μάταια και συνήθη, σαν το άχρηστο νερό που
 τρέχει στους δρόμους. Ποτέ κανένας δεν βρήκε 
προσευχή χωρίς προσοχή και νήψη. Κανένας ποτέ 
δεν αξιώθηκε να ανεβεί προς τα άνω χωρίς πρώτα να καταφρονήσει
 τα κάτω.

(«Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», εκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Άγ. Όρος

-αποσπάσματα σε νεοελληνική απόδοση)
πηγή

Τρίτη, Ιανουαρίου 29, 2013

Το θείον Πυρ.. (Μνήμη Αγίου Ιγνατίου τον θεοφόρου) γέροντος ιωσήφ του ησυχαστή



Το μοναδικό έπιπλο του αγίου! 



     Με την είσοδο των προεορτίων των Χριστουγέννων, έχομε και την μνήμη του Αγίου ενδόξου Ιερομάρτυρος Ιγνατίου του Θεοφόρου, ενός εκ των Αποστολικών Πατέρων. Και ενθυμήθηκα μία περικοπή από τους λόγους του Κυρίου μας, πού αρμόζει στην αυριανή εορτή. Μη νομίσητε ότι ήλθον, είπε κάποτε ο Ιησούς μας, βαλείν ειρήνην επί την γην ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην αλλά μάχαιραν (Ματθ. 10, 34). Και αφού είπε τους τρόπους της διαιρέσεως πού ήλθε να προκαλέση, όπως ερμηνεύονται φυσικά κατά την ιερά μας παράδοσι, προσέθεσε. Πυρ ήλθον βαλείν επί την γην και τι θέλω ει ήδη ανήφθη (Λουκ. 12,49). Περί αυτού του πυρός ακριβώς είναι ο λόγος, γιατί πολύ απασχολεί τουλάχιστον εμάς τους μοναχούς.
Το δοξαστικό του Αγίου Ιγνατίου αναφέρει τα εξής· «Ουκ εστίν εν εμοί πυρ φιλόυλον, ύδωρ δε μάλλον ζών, και λαλούν εν εμοί, ένδοθέν μοι λέγον - Δεύρο προς τον πατέρα.» Και γενικά η ακολουθία, όπως θα παρακολουθήσετε, είναι μια έξαρσι θεουργικού έρωτος, πού πάλλει μέσα στην καρδία αυτού του μεγάλου φωστήρος. Γιατί αναφέρει η παράδοσι, ότι αυτός ο Άγιος ήταν ένα οπό τα παιδιά εκείνα, τα οποία εδέχθη ο Ιησούς μας στις αγκάλες Του.
     Όταν κάποτε τον ερωτούσαν οι μαθηταί Του για τα πρωτεία και ποιες είναι οι αξίες τους στο μέλλον, κατά τον τρόπο πού ημορούσαν να συλλάβουν τότε το νόημα, επηρεασμένοι από τις ιουδαϊκές παραδόσεις, τότε, προσκαλεσάμενος ο Ιησούς παιδίον έστησε αυτό εν μέσω αυτών και είπεν ος αν δέξηται παιδίον τοιούτον εν επί τω ονόματί μου, εμέ δέχεται (Ματθ. 18,2,5). Και πάλιν άφετε τα παιδία και μη κωλύετε αυτά ελθείν προς με (Ματθ. 19,14). Ένα λοιπόν από τα παιδιά ήτο αυτός ο Άγιος, ο μετέπειτα Θεοφόρος.
Γι᾽ αυτό και ωνομάσθη Θεοφόρος, επειδή έφερε τον Θεό. Αλλά και πάντες οι Άγιοι Θεοφόροι είναι, διότι ο αγιασμός τούτο σημαίνει Θεοφόρος και Θεολόγος. Η Χάρις του Αγίου Πνεύματος ενοικεί μέσα στην ψυχή του ανθρώπου και τον καταξιώνει να ονομάζεται έτσι, διότι φέρει εντός του τον Θεό. Και αυτή η Χάρις, πού ενοικεί μέσα του, τον διδάσκει τα μυστήρια της Θεολογίας γενικά, αυτά πού είναι δόγματα της πίστεως.
Ειδικά όμως, εμάς τους μοναχούς μας απασχολεί αυτό. Πότε και εμείς θα ιδούμε μέσα μας εάν άναψε αυτό το πυρ; Άλλοτε ο Κύριος το ονομάζει ύδωρ αλλόμενον, όπως ερμήνευσε στην Σαμαρείτιδα. Όπου αναβλύση αυτό, ποτέ δεν τελειώνει και αυτό ακριβώς είναι η Θεία Χάρις. Και ειδικά εκείνη, η οποία συνδέει εμάς με την απόλυτο - ανθρωπίνως ερμηνεύομε - αγάπη του Ιησού μας, του κέντρου της αγάπης και όλου του ενδιαφέροντός μας.
Γι᾽ αυτό στενάζομε και εμείς, περιφερόμενοι εις αυτούς τους τόπους, στους οποίους μας οδήγησε Αυτός. Διότι όταν εξυπνήσαμε και εγνωρίσαμε περί τίνος πρόκειται, έγινε και σε μας αυτό πού λέει ο Απόστολος Ιωάννης. Ημείς αγαπώμεν Αυτόν ότι Αυτός πρώτος ηγάπησε ημάς (Α᾽ Ιωάν. 4,19). Και πραγματικά, πρώτος Αυτός ηγάπησε και γι᾽ αυτό μας εκάλεσε, όπως σας ερμήνευσα και άλλοτε. Δεν είναι απλή η κλήσι μέσα στην ψυχή, αλλά είναι προσωπική επέμβασι της μακαριάς Θεότητος.
Τώρα μας απασχολεί το πώς πρακτικά και εμείς θα μπορέσωμε να συμβάλωμε. Διότι από μέρους της Χάριτος αυτό υπάρχει. Το ότι έγινε η κλήσι μας και ότι ημπορούμε και ευρισκόμεθα εδώ και συνεχίζομε παρά τις ασθενείς δυνάμεις μας, αυτό είναι εγγύησι και η απόδειξι μάλλον της πλήρους από μέρους της Χάριτος λειτουργίας. Ο,τι εξαρτάται από τον Θεό, γίνεται απολύτως προς εμάς.
     Τώρα μένει το δεύτερο σκέλος, πού είναι το εξ ημών ή *, κατά την γνώμην των Πατέρων. Αυτό είναι πού πρέπει να καταβάλωμε εμείς, ούτως ώστε να συνεργαστούν αυτοί οι δύο παράγοντες, η ενέργεια της Θείας Χάριτος, πού γίνεται κατ᾽ ευδοκία και αγάπη του Θεού, και η προαίρεσι η σωστή από μέρους του ανθρώπου, πού αποδέχεται την κλήσι και υποτάσσεται στο Θείο θέλημα. Όταν αυτά τα δύο συναντηθούν καταλλήλως όπως ο Θεός ξέρει, τότε επιτυγχάνεται ακριβώς στην ψυχή του ανθρώπου η ενοίκησι της Θείας Χάριτος και τον επαναφέρει στην πρώτη του κατάστασι. Καταργείται τότε το θνητόν υπό της ζωής και η καινή κτίσις, ο Ιησούς μας ζη και λαλεί μέσα στον άνθρωπο. Και τότε γίνεται η ανάστασι. Αυτός πλέον ο άνθρωπος, είναι αυτός πού έλαβε Αυτόν (Ιωάν. 1,12) και ο Ιησούς του έδωσε εξουσίαν τέκνον Θεού γενέσθαι. Και ερμηνεύει. «Ουκ εκ θελήματος σαρκός, ουδέ εκ θελήματος ανδρός, άλλ᾽ εκ Θεού» (Ιωάν. 1,13) έγινε αύτη η γέννησι. Και γίνεται ο άνθρωπος πράγματι τέκνο και φίλος Θεού.
Αυτός είναι και ο στόχος μας. Και δεν θα παύσω να σας ενθυμίζω, ότι δεν πρέπει να σταματήσωμε όσο ζούμε να προσπαθούμε στο πώς θα επιτύχωμεν αυτό.
Και τότε είμεθα μοναχοί. Αυτή είναι η ερμηνεία του πραγματικού μονάχου. Αν και ζη στον κόσμο αυτό, είναι εκτός κόσμου, γιατί αντιστρατεύεται τις επιθυμίες του παλαιού ανθρώπου και προσπαθεί να εκδυθή, κατά το δυνατό, όλα τα συστήματα και τις ενέργειες του και να ενδυθή τον καινό άνθρωπο τον κατά Θεόν κτισθέντα (Εφεσ. 4,42). Τα δείγματα της παρουσίας του καινού ανθρώπου, είναι ακριβώς το πυρ αυτό το οποίο άναψε ο Ιησούς μας με την παρουσία Του εδώ, και όπως μας ερμήνευσε ο ίδιος, επιθυμούσε αυτή την ώρα πού το έλεγε, να το έβλεπε αναμμένο στην τετραπέρατο κτίσι και να πυρπολή όλων των ανθρώπων τις καρδιές. Δυστυχώς όμως η πλειονότης των ανθρώπων δεν έδειξε ενδιαφέρο.
Σε μας όμως, εδόθη ο κλήρος αυτός. Και έτσι με όλες μας τις δυνάμεις θα προσπαθούμε όσο υπάρχομε, να το ιδούμε και σε μας αναμμένο. Γιατί αν αυτό ανάψη, όπως λέει ο Άγιος Ιγνάτιος, θα μας αναβίβαση προς τον Πατέρα. Εφ᾽ όσο εκ μέρους του Θεού, εκ μέρους της Χάριτος, όλα ορθά λειτουργούν και δεν υπάρχει λάθος, τότε εάν δεν επιτυγχάνεται ο σκοπός, το σφάλμα είναι ιδικό μας. Κάτι σε μας δεν πάει καλά και επομένως εδώ πρέπει να συγκεντρωθή όλο μας το ενδιαφέρο, όλη μας η έννοια, όλη μας η σπουδή, όλη μας η προσοχή. Γιατί να μην ανάβη το πυρ αυτό; Φαίνεται υπάρχει μέσα μας υγρασία, δηλαδή φιλαυτία, φιληδονία, εγωισμός. Συμβαίνει όπως με την αισθητή φωτιά. Δεν ανάβουν τα ξύλα όταν η εμπρηστική ύλη είναι υγρή. Πρέπει να στέγνωση.
     Και εμείς ακριβώς τώρα πρέπει να προσέξωμε, διότι κάποια υγρασία υπάρχει και δεν ανάβει αυτή η πυρά. Διότι αν δεν αγαπήσωμε τον Θεό εξ ολοκλήρου, όπως μας παρεδόθη από την Εκκλησία μας, εξ όλης ψυχής, εξ όλης ισχύος, εξ όλης καρδίας, εξ όλης διανοίας και άρα και τον πλησίο μας όπως και τον εαυτό μας, δεν επιτυγχάνεται ο σκοπός είναι άστοχη η προσπάθεια μας. Γι᾽ αυτό βλέπετε, ότι από μέρους της Χάριτος τα πάντα είναι τέλεια. Ο Θεός με όλη την Θεοπρεπή του αγάπη και συμπάθεια, αγκαλιάζει τον άνθρωπο και από μέρους Του δεν υπάρχει τίποτε ελλιπές. Πρέπει όμως και από μέρους μας να συμβαίνει το ίδιο.
Παρούσης της φιλαυτίας, η οποία γεννά την περιεκτική φιληδονία του Εγώ, πού εκπροσωπεί τον παλαιό άνθρωπο, πού είναι τα πάθη και οι επιθυμίες, δεν ανάβει το Θείο πυρ. Όλη μας η σπουδή είναι να αποβάλωμε αυτές τις υγρασίες. Κάτω το εγώ, κάτω η φιλαυτία και η φιληδονία, πού είναι οι πόρτες πού εισήγαγαν την παρανομία και εδημιούργησαν την πτώσι και την φθορά. Κάτω τα αίτια του θανάτου και τα αίτια της φθοράς, για να ανάψη μέσα μας αυτό το πυρ.
Κάθε μέρα και κάθε νύκτα εξετάζετε τον εαυτό σας. Και όσο ζη μέσα αυτός ο εγωισμός, να μην δειλιάτε, αλλά συνεχώς να τον αποξέετε με οποιονδήποτε τρόπο μπορείτε, έως ότου, χάριτι Θεού, να τον κρημνίσωμε. Γιατί αν δεν πέσουν αυτές οι ρευστότητες, δεν θα ιδούμε μέσα μας αυτό το πυρ και τότε φυσικά σαν να αποδιώξαμε, δηλαδή δεν απεδέχθημεν την κλήσι του Θεού, αν και Αυτός την έχει δώσει κατ᾽ επανάληψι. Αυτή είναι η σπουδή μας.
Πώς είναι δυνατό να πιστέψωμε ότι αγαπάμε τον Θεό με όλες μας τις δυνάμεις, εφ᾽ όσο δεν παραμερίζομε τις ιδιοτέλειες; Όταν υπάρχει ιδιοτέλεια, τότε ο άνθρωπος ζη για το άτομο του και όχι για την αγάπη του Θεού και προτιμά κάτι, πού αρέσει πρώτα εις αυτόν και μετά εκείνο πού αρέσει στον Θεό. Οπόταν, εκείνος ο οποίος πηγαίνει με πλάγια μέσα προς Εμέ, θα πάω και Εγώ με πλάγια μέσα προς αυτόν, λέει ο Θεός και μόνο τους δοξάζοντάς με δοξάσω. Οι υπόλοιποι πού φαίνονται ότι με εξουθενούν, ατιμασθήσονται.
Όλη μας λοιπόν η σπουδή να είναι εδώ κάθε τι πού είναι θέλημα του Θεού, προηγείται. Εδώ δεν χωράει καμμιά συγκατάβασι. Αυτό ορκίσθημεν, αυτό ετάξαμε από την αρχή. Εάν παρασυρθήκαμε, δεν είναι παράδοξο. Δεν είναι εύκολο ο άνθρωπος με μια προαίρεσι να μεταφερθή στην απάθεια. Είναι δύσκολο πράγμα. Βλέπετε μεγαλώσαμε μέσα στα συστήματα του παλαιού ανθρώπου, και εσκληρύνθησαν μέσα μας οι παμπόνηρες έξεις και οι συνήθειες. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό
είναι και η δύναμι της αμαρτίας, πού εμφωλεύει μέσα στα μέλη μας. Η τραγική αυτή ανταρσία, πού εφυτεύθη μεταπτωτικά μέσα στον άνθρωπο και του δημιουργεί συνεχή πάλη. Επομένως θα έχωμε το νου μας εις αυτούς τους τρόπους της ανταρσίας, του αντιστρατευομένου νόμου, πού βρίσκεται μέσα στα μέλη μας και μας πιέζει να μην πειθαρχήσωμε στον Θεό. Εδώ είναι όλη η τιτανομαχία, όλη μας η πάλη, η μάχη, όλη μας η προσοχή. Δεν θα παρασυρθούμε «ει και πάντα ημίν έξεστιν άλλ᾽ ουκ εξουσιασθησόμεθα υπό τίνος».
     Αυτό είναι το σύνθημα των Πατέρων μας, το οποίο κάθε μέρα αναγινώσκομε. Θα συνεχίσωμε την πορεία μας αυτή με εστραμμένη την ελπίδα μας στον Πανάγαθο Δεσπότη, ο οποίος όχι μόνο τώρα πρακτικά, πού τον βλέπομε, αλλά και πριν ξυπνήσωμε να τον ιδούμε, εγνώριζε με την Θεοπρεπή Του μεγαλωσύνη, ότι είμεθα ευτελείς και ουτιδανοί και όμως δεν μας απεστράφη. Αυτός είναι ο θρίαμβος του καυχήματος μας και η μεγάλη μας ελπίδα. Ότι, παρ᾽ όλο πού ήξερε ότι είμαστε τόσο ευτελείς και αδύνατοι, δεν μας εβδελύχθη, αλλά μας έδωσε τον κλήρο της κλήσεως Του, όπως τον έδωσε στους εκλεκτούς. Και αυτό μας γεννάει, εν μέρει, την μακαριά ελπίδα ότι οπωσδήποτε θα πετύχωμε, εφ᾽ όσον Αυτός μένει μαζί μας και μας δικαιώνει.
Βλέποντας την μικρή μας πρόθεσι, Αυτός θα συνέχιση μέχρι τέλους και στο μέλλο θα μας δοξάση, όπως υπόσχεται με την αγαθότητα Του.

* αυτό πού, βέβαια, προέρχεται από μαςή, δηλαδή τη θέληση, την προαίρεση μας

πηγή

Τρίτη, Ιανουαρίου 15, 2013

Ἡ συμπλοκή τοῦ Ὁσίου Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστή μέ τά δαιμόνια


 Ο Άγιος Θεός έδωσε στον άνθρωπο «την εξουσίαν του πατείν επάνω όφεων και σκορπίων και επί πάσαν την δύναμιν του εχθρού» (Λουκ. ι’ 19). Αυτό το κατόρθωσε ο Γέρων Ιωσήφ με τη χάρη του Θεού. Γι’ αυτό ποτέ δεν λησμονεί να επαναλαμβάνει ότι ο άνθρωπος χωρίς τη χάρη του Θεού είναι μηδέν.
Θα παραθέσουμε τώρα ένα κείμενο, που αποτελεί το καταστάλαγμα όλης της εμπειρίας που απόκτησε στη σύγκρουση εναντίον των δαιμόνων. Είναι ένα μοναδικό κείμενο άφθαστου μεγαλείου και ηρωισμού με λεπτότητα και ακρίβεια εκφράσεων, που φανερώνουν το μέγεθος και τον τρόπο της συμπλοκής με τους δαίμονες. Είναι ίσως το εκφραστικότερο κείμενο της Ασκητικής Γραμματείας, όπου περιγράφονται κατορθώματα γενναίων ανδρών.
«Να, μάρτυρας μου ο Κύριος, που εξολοθρεύει τους ψεύτες μαζί με το ψέμα τους, περισσότερο από εικοσιπέντε χρόνια μέσα στον κόσμο δίνω αιματηρή πάλη με τους δαίμονες. Κατέβηκα  στο βυθό του πελάγους, γυμνός από αυταρέσκεια και δικό μου θέλημα, για να βρω τον πολύτιμο Μαργαρίτη. Υπέταξα τον ίδιον το Σατανά με όλο το στράτευμα, την επιστήμη και την τέχνη του. Και με ταπείνωση αφού τον σταμάτησα τον ερωτώ: Γιατί έχεις τόση μανία εναντίον μας και μας πολεμάς με τόσον θυμό; Και μου λέγει: Για να έχω συντρόφους πολλούς εις τον Άδην και να καυχώμαι εις τον Ναζωραίον Ιησούν ότι δεν είμαι ο μόνος παραβάτης εγώ, αλλά ιδού πόσοι άλλοι είναι μαζί μου! Και πάλιν ανέβηκα στους ουρανούς με τη χάρη και την πνευματική θεωρία και είδα τις ανέκφραστες ομορφιές του παραδείσου, που ετοίμασε ο Θεός για όσους τον αγαπούν» .
Με τη χάρη του Θεού, ο Γέρων Ιωσήφ, είχε αυτήν την τρομερή εμπειρία, που τόσον απλά μας περιέγραψε. Έπιασε με τα χέρια του τον ίδιο το Σατανά και αφού τον έδεσε, απέσπασε από αυτόν, την πονηρή δικαιολογία και καύχησή του. Δεν θα είναι μόνος αυτός στον Άδη, αλλά τόσοι άλλοι θα τον ακλουθούν.
Έπειτα από την τιτάνια αυτή μονομαχία, ο Άγιος Θεός, έδειξε στον μακαριστό Γέροντα Ιωσήφ τα κάλλη του Παραδείσου. Εδώ βρίσκει εφαρμογή ο λόγος του: «Εις τους μεγαλύτερους πειρασμούς βρήκα την μεγαλύτερη παράκληση». Είναι ο ίδιος ο λόγος που είπε ο βασιλεύς, δηλαδή ο Χριστός στον Άγιον Ανδρέα: «Δεν προσφέρω το πικρό μόνον ούτε πάλιν το γλυκό, αλλά πότε το ένα και πότε το άλλο. Το ένα διαδέχεται το άλλο».
Κατά τύχη, διηγείται ο Γέρων Ιωσήφ, ήλθε κάποιος από τον κόσμο γνωστός μας να μας δει. Και τη νύκτα τον έβαλα να κοιμηθεί στο καλυβάκι μου. Και έρχονται οι δαίμονες, καθώς είχαν συνήθειαν σε εμένα, και τον έπιασαν στο ξύλο, και βάζει κάτι φωνές! Έφριξε ο άνθρωπος. Κόντευε να τα χάσει. Έτρεξα ευθύς.
-Τί έχεις; του λέω.
-Οι δαίμονες, λέει, παρ’ ολίγον θα με έπνιγαν! Με σκότωσαν στο ξύλο!
-Μη φοβάσαι, του λέω, ιδικές μου ήταν αυτές και κατά λάθος τις έφαγες εσύ απόψε! Όμως μην ανησυχείς. Του είπα και άλλα τοιαύτα φαιδρά να τον ηρεμήσω. Αλλ’ στάθηκε αδύνατον. Δεν μπορούσε να παραμείνει πλέον εις τον τόπον εκείνον του μαρτυρίου. Έντρομος κοίταζε δεξιά και αριστερά και παρακαλούσε να φύγει. Νύχτα – μεσάνυκτα τον οδήγησα στην Αγία Άννα και επέστρεψα. Είμαστε εις τον Άγιον Βασίλειο τότε».
Εκείνο το βράδυ, συνεχίζει ο Γέρων Ιωσήφ, μου έδειξε ο Θεός την κακία του Σατανά. Ήμουν πολύ ­ψηλά εις ένα ωραίο μέρος και από κάτω ήταν σαν πλατεία και κοντά θάλασσα. Και είχαν στήσει οι Δαίμονες μυριάδες παγίδες. Και περνούσαν οι μοναχοί και πέφτοντας οι παγίδες άλλον έπιαναν από το κεφάλι, άλλον από το πόδι, άλλον από το χέρι, από τα ρούχα, απ’ όπου ήταν τρόπος.
Ο δε βύθιος δράκοντας είχε το κεφάλι του έξω από τη θάλασσα και βγάζοντας φωτιά από το στόμα του, τα μάτια και τη μύτη, χαιρόταν και ηγάλλετο  στην πτώση των μοναχών. Εγώ δε βλέποντας τον έβριζα.
-Ω βύθιε δράκοντα! έλεγα. Δι’ αυτό μας απατάς και μας παγιδεύεις!
Και συνήλθα έχοντας χαρά μαζί και θλίψη. Χαρά, γιατί είδα τις παγίδες του Διαβόλου. Θλίψη για την πτώση μας, για τον κίνδυνο, που μας απειλεί εφ’ όρου ζωής. Από τότε ήλθα σε μεγάλη ειρήνη και προσευχή» .
Ο Γέρων Ιωσήφ ως παλαίμαχος και έμπειρος αγωνιστής εναντίον των δαιμόνων μας καταθέτει ως συμπέρασμα την πολύτιμη πείρα του. Εμπειρία που είναι ποτισμένη με ιδρώτα, κόπο, πόνο, δάκρυα και βάσανα, αλλά και πλημμυρισμένη από την δροσοβόλο πνοή της χάριτος του Αγίου Πνεύματος.
«Μη παραξενεύεσαι, τέκνον μου. Ο γλυκύς Ιησούς μέσα  στις θλίψεις βρίσκεται. Και μόλις θα τον ζητήσεις, θα σου προβάλει τις θλίψεις. Η αγάπη του είναι μέσα  στα βάσανα. Λίγο μέλι σου δείχνει και από κάτω έχει κρύψει ολόκληρη αποθήκη πίκρας. Προηγείται το μέλι της χάριτος και ακολουθεί η πίκρα των πειρασμών.
Όταν θελήσει να σου στείλει τα βάσανα σε ειδοποιεί και ως αγγελιαφόρο σου στέλνει χάριν ανάλογη. Σαν να σου λέει· γίνου έτοιμος!
Είναι αγώνας σ’ αυτήν τη ζωή, αν θέλεις να κερδίσεις, δεν είναι αστεία! Με ακάθαρτα πνεύματα πολεμάς, που δεν μας ρίχνουν γλυκά και λουκούμια, αλλά μυτερές σφαίρες που θανατώνουν ψυχήν, όχι σώμα».

Κυριακή, Ιανουαρίου 13, 2013

ΟΙ ΑΛΛΟΙΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ - Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού

πηγή

Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής

Οι αλλοιώσεις στην πνευματική ζωή

γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή


Αν και ευρισκόμεθα στην εποχή του Χειμώνος, χθες είχαμε μια καλή ήμερα, ηλιόλουστη. Επήραμε θάρρος ότι ο καιρός έγινε ομαλός, και βλέπομε σήμερα ότι άλλαξε πάλι και ήλθε ταραχή. Και τώρα δεν ημπορούμε να κινηθούμε προς τα έξω για να κάνωμε την εργασία μας. Είμεθα υποχρεωμένοι να αμυνθούμε, έως ότου παρέλθη αυτή η κατάστασι, πού όλοι γνωρίζομε ότι είναι προσωρινή. Αυτή η εικόνα των αλλοιώσεων του καιρού συμβαίνει και στην πνευματική μας ζωή.

Οι τροπές και αλλοιώσεις, είναι μεταπτωτικό φαινόμενο. Μετά την πτώσι ο άνθρωπος, δυστυχώς έχασε την προσωπικότητα του και είναι υποκείμενος στις εναλλαγές. Προ της πτώσεως είχε σύνοικο την Χάρι του Αγίου Πνεύματος. Εζούσε κατά φύσι ευρίσκετο εκτός, αναγκών και «Κύριος πάντων ων» εδέσποζε του χρόνου, του τόπου, του τρόπου, των μέσων και δεν υπέκειτο σε καμμία μορφή αλλοιώσεως, διότι είχε ολοκληρωμένη προσωπικότητα, θέλοντας να γίνη Θεός, δια του διαβόλου, όπως αναφέρει ο αείμνηστος π. Ιουστίνος Πόποβιτς, όχι μόνο δεν έγινε Θεός, αλλά έγινε ένας ιδιότυπος διάβολος. Και τώρα υπήχθη πλέον στις αλλοιώσεις· του έγιναν αναφαίρετο πράγμα και ο άνθρωπος δεν εξουσιάζει τίποτε στην προσωπικότητα του. Και περιμένει να ιδή τι είναι αυτό πού θα εύρη.
 

Μόνο η δύναμι της λογικής του έμεινε και με αυτή επινοεί τρόπους, ώστε να απαλλάσσεται από τους κινδύνους, πού προκύπτουν από τις αλλοιώσεις.
Αυτή είναι μια μεγάλη φιλοσοφία πού θα βοηθήση ιδίως εμάς τους μοναχούς να επιτύχωμε, αφού η ζωή μας είναι η ακριβής μελέτη της συνειδήσεως. Δεν ελέγχαμε μόνο τα αποτελέσματα της πράξεως για να απέχωμε από αυτή. Ελέγχαμε ακόμα και αυτές τις αφορμές πού προκαλούν.

Στην περίοδο της Χάριτος, ο Ιησούς μας εδίδαξε να βγάζωμε την ρίζα του κακού. Στην περίοδο του Μωσαϊκού Νόμου, ετιμωρείτο το αποτέλεσμα, ο καρπός, η πράξι. Εμείς ζούμε στην περίοδο της Χάριτος. Δεν περιμένομε την ώρα πού γίνονται τα κακά να τα σταματήσωμε ή προσέχομε να μην τα εφαρμόσωμε. Εμείς οι μοναχοί προσέχαμε από την σύλληψι της σκέψεως, την «προσβολή» κατά την γλώσσα των Πατέρων, ούτως ώστε να ξεριζώσωμε τα ίδια τα φυτά, πού γεννούν τους κακούς καρπούς, πού είναι η κατ' ενέργεια αμαρτία. Για να το επιτύχωμε αυτό πρέπει να έχομε πολλή λεπτομέρεια στον χειρισμό των αλλοιώσεων.
 

Οι αλλοιώσεις, όπως αναφέραμε, είναι όπως οι καιρικές συνθήκες. Δεν είναι μόνιμες, αλλά παροδικές. Δεν πρέπει να φοβίζουν κανένα, ώστε να μεταβάλλουν τον ρουν της ζωής του. Έχομε παράδειγμα τους ναυτικούς. Δεν αρνούνται την ναυτική τους ιδιότητα επειδή η θάλασσα γίνεται σαν κόλασι, όταν έχη τρικυμία. Τι κάνουν; Δένουν λίγο στο λιμάνι το καράβι τους και περιμένουν. Και μετά συνεχίζουν την πορεία τους και δεν τους απασχολεί το θέμα της τρικυμίας. Έτσι και εμείς δεν τρομάζαμε, όταν ξέρωμε την δεξιοτεχνία του χειρισμού των αλλοιώσεων. Μέσω των αλλοιώσεων προσπαθεί ο σατανάς να μας προκαλέση φοβία, να μας φράξη τον δρόμο. Γνωρίζοντας όμως την λεπτομέρεια εκ των προτέρων, ότι οι αλλοιώσεις είναι παρείσακτα και παροδικά στοιχεία, τότε δεν τις λαμβάνωμε υπ' όψι, αλλά σαν τους ναυτικούς δένομε το καράβι και περιμένομε, θα παρέλθη η θύελλα και πάλι θα συνεχίσωμε.

Βλέπετε και στις αναγνώσεις πού κάνομε στην τράπεζα, πώς οι Πατέρες σχεδόν δεν δίνουν καμμία βαρύτητα στο ζήτημα των λογισμών - των λεγομένων προσβολών - και περισσότερο ο Μέγας καθηγητής της διακρίσεως, ο Αββάς Ποιμήν, ο οποίος μας ερμηνεύει αυτή ακριβώς την λεπτομέρεια.
 

Οι αλλοιώσεις, σε μας πού είμεθα μακράν από τα αίτια, είναι πραγματικάγελοίες, διότι δεν ημπορούν να κάνουν τίποτε. Εμείς πρακτικά ευρισκόμεθα μέσα στην πραγματικότητα. Ποία; Ότι ακούσαμε την κλήσι. Μας εκάλεσε ο Ιησούς μας με το προφητικό ρητό του Ησαϊου: «Εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε και ακαθάρτου μη άπτεσθε. Και εισδέξομαι υμάς και έσομαι υμίν εις πατέρα και έσεσθέ μοι εις υιούς και θυγατέρας». Και εμείς ακούσαμε την κλήσι· καθένας στην ηλικία και την περίστασι όπως οικονόμησε η θεία Χάρις και «εξήλθομεν εκ μέσου αυτών». Ποίων; Των αιτίων και όχι των ανθρώπων. Αλλοίμονο! Με τους ανθρώπους είμεθα αδελφοί. Δεν μας βλάπτουν οι άνθρωποι. Έχομε σχέσεις με τους ανθρώπους. Εξήλθαμε ακριβώς από τις αφορμές του «μαμωνά», κατά την γλώσσα του Ιησού μας, πού συμβολίζει τον νόμο της παραφύσεως, τον νόμο της επιθυμίας. Εβγήκαμε από εκεί και πλέον τέτοιου είδους «ακαθάρτου», πού συνιστά το σώμα του «μαμμωνά», δεν απτόμεθα...

Πράγμα της καταχρήσεως και της επιθυμίας δεν μας απασχολεί. Και παραμέναμε όχι για μια στιγμή μακράν των αιτίων, αλλά εκτίσαμε κατοικία και καλύβη μέσα στις ερημιές, σαν αγρίμια, και προσκαρτερούμε εδώ, προσμένοντες το έλεος του Θεού, πεπεισμένοι ότι Αυτός πού μας εκάλεσε είναι πιστός στις επαγγελίες Του.
 


Τώρα λοιπόν, ο διάβολος πολύ ελάχιστα ημπορεί να βγάλη από μας, αν είμεθα λίγο προσεκτικοί. Διότι, κατά την γλώσσα των Πατέρων, πού ερμηνεύουν με λεπτομέρεια την πρακτική φάσι της ζωής μας, τα πλείστα κακά τα όποια ημπορούμε να πάθωμε, ωφείλονται στις αφορμές και στα αίτια. Από εκεί πού οι αισθήσεις και οι φυσικοί πόροι και νόμοι, με προφάσεις ακατονόμαστες, τις όποιες συγχίζει ο σατανάς, γίνονται τα ολισθήματα μας. Τώρα πού ευρισκόμεθα έξω από αυτά, ο σατανάς απεγυμνώθη από την δύναμί του. Η θεία Χάρις με τον Σταυρό του Ιησού μας, τον απεγύμνωσε διότι «του εχθρού εξέλιπαν αι ρομφαίαι εις τέλος». Και ο Ιησούς μας λέγει ότι «έρχεται ο του κόσμου άρχων και εν εμοί ευρήσει ουδέν» και «θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμο» και φυσικά εννοεί και αυτό τον διάβολο.

Μη ημπορώντας τώρα να μας προσβάλη κατ' ευθεία από την ουσία των πραγμάτων, πού ευρίσκονται τα αίτια και μας ερεθίζουν, προσπαθεί μέσω των αλλοιώσεων να φέρη παλαιές μνήμες, ούτως ώστε να μας ταράξη, να μας διακόψη την ησυχία μας και την προσοχή μας από τον στόχο μας. Ποιον; Στο να ξεχάσωμε το παρελθόν και να ενστερνησθούμε το μέλλον. Να ξεχάσωμε την παλαιά ζωή, του παλαιού ανθρώπου της αμαρτίας και της καταχρήσεως και να ενστερνισθούμε την νέα, την «καινή ζωή». Να μιμηθούμε το παράδειγμα του Ιησού μας και των Αγίων μας Πατέρων, των οποίων είμεθα συνεχισταί.
 

Το κεφάλαιο της υποστάσεως των μοναχών είναι η παρθενία. Έχοντας σαν στόχο την αγνότητα και την παρθενία, γι' αυτό εφύγαμε από τα αίτια πού προκαλούν. Μαζί με την παρθενία συνυφαίνονται η υπακοή και η εκκοπή του ιδίου θελήματος, πού είναι η υποταγή και ακολουθούν φυσικά η διακονία, ηταπεινοφροσύνη, το πράο, το σιωπηλό, το ευκτικό και όλα όσα μας παρέδωσαν οι Πατέρες μας και με τα οποία ασχολούμεθα.

Αυτά χάριτι Χριστού, ο κάθε ένας μας λίγο-πολύ με όση έχει δύναμι τα κρατά και απέχει πρακτικά από τα αίτια. Μέχρι εδώ φθάνει η ανθρώπινη δύναμι και προσπάθεια, άλλο τίποτε δεν ημπορούμε να κάνωμε.

Εάν θα βγουν από μέσα μας οι ρίζες των κακών και στη θέσι τους θα σφηνωθούν οι ρίζες των καλών και θα αρχίσουν μέσα μας να καρποφορούν οι αγαθές μνήμες και οι αρετές, αυτό δεν εξαρτάται από εμάς. Το νοσταλγούμε, το προσμέναμε, το ελπίζαμε, το πιστεύομε, δεν το κρατούμε. Αυτό θα το δώσημόνο η θεία Χάρις, την οποία αναμένομε. Δεν εξαρτάται από τον ιδικό μας έλεγχο. Από τον ιδικό μας έλεγχο εξαρτάται μόνο το να απέχομε πρακτικά από κάθε τι, πού λέγεται και είναι αμάρτημα. Και με όση δύναμι έχομε, να ευρισκόμεθα στα περιθώρια του καλού και της αρετής.

Αυτό χάριτι Χριστού λίγο-πολύ το κάνομε. Μέχρι εδώ φθάνει η δύναμί μας. Τα άλλα όλα τα αναμέναμε δια της πίστεως και εφ' όσον έλθει η Χάρις τα δίδει εκείνη.
 

Ο διάβολος λοιπόν, δεν ημπορεί να μας αδικήση, εκτός αν θολώση τα νερά και πλανήση τον μοναχό και αρχίση να βγαίνη από τις βάσεις του, οι βάσεις ποιες είναι; Είναι η αγνότης, η υποταγή και υπακοή. Όταν λοιπόν, αυτά τα κράτηση ο μοναχός απαραχάραχτα, δεν ημπορεί ο διάβολος να του κάνει κακό. Εις μεν την αγνότητα δεν ημπορεί να τον ζημιώση, διότι δεν υπάρχουν τα αίτια. Πρέπει να είναι τόσο αφρών ένας μοναχός ώστε να πλανεθή και να μπή μέσα στα επίκτητα κακά και να επινόηση τρόπους να βρή ηδονή μέσα στις ακαθαρσίες και στις συγκαταθέσεις αυτές, πού είναι αισχρό και να τις ενθυμηθή κανείς.

Ένα από τα πιο σπουδαία αίτια πού φράζει τον δρόμο σε μας πού θέλομε να ακολουθήσωμε με ακρίβεια την παρθενία, είναι το έτερο φύλο. Διότι παρόντος αυτού του αιτίου, επιβουλεύεται η αγνότητα μας. Κάθε τι το οποίο μας παρακινεί προς ενθύμησι αυτού του είδους της ηδονής, είναι εντελώς ξένο για μας. Στον αληθινό μοναχό έχει τόση μεγάλη επίδρασι η Χάρις, πού τέτοιοι λογισμοί του προκαλούν γέλωτα. Εάν κάποτε επιτρέψη ο Θεός να παραταθή επάνω μας αυτός ο πόλεμος, υπάρχει κάποιος λόγος. Είτε διότι εμείς αφήναμε το καθήκον μας και παραδιδόμεθα στην αμέλεια και ακηδία ζητώντας έτσι η Χάρις να μας ξυπνήση, είτε επειδή είναι η ώρα πού θέλει να μας δώση τον στέφανο«Πιστός δε ό Θεός, ος ουκ εάσει ημάς πειρασθήναι υπέρ ο δυνάμεθα, αλλά ποιήσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι υμάς υπενεγκείν».
 

Ερχόμεθα τώρα στο δεύτερο καθήκον μας, την υποταγή και την υπακοή. Όπως γνωρίζετε, με την ανταρσία έγινε η πτώσι των λογικών όντων και των αγγελικών και των ανθρωπίνων. Όταν ήλθε ο Ιησούς μας να επαναφέρη σε ισορροπία τα πεπτωκότα, δεν ευδόκησε, δεν οικονόμησε, δεν επεχείρησε, δεν αποφάσισε να κάνη την επιστροφή από άλλη θύρα, παρά μόνο από την θύρα της υπακοής. Διότι αν έκανε την επαναφορά διαφορετικά, θα έδινε την εντύπωσι ότι είχε κάνει λάθος κατά την δημιουργία. Αλλά ο Θεός έκανε τα πάντα «καλά λίαν». της αγνότητας, την ολοκληρωτική σφραγίδα της παρθενίας και γι' αυτό επιτρέπει να μας πειράξη ο σατανάς, για να αποδείξωμε πρακτικά την ειλικρινή πρόθεσί μας προς την αγνότητα. Και στον πόλεμο αυτό, θα δώση ο Θεός και την κατάλληλη δύναμι.
 

Σε ένα λόγο του ο Άγιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος ερμηνεύοντας το «καλά λίαν», λέγει.

«Και πώς ήταν δυνατό, Πανάγαθε Δέσποτα, να κάνης Εσύ πράγμα εσφαλμένο, πού να μην είναι «καλό λίαν»; Αφού Εσύ είσαι το κέντρο πάσης καλοσύνης. Εσύ είσαι το υπέρτατο αγαθό, ήταν δυνατό να κάνης λάθος και να κάνης ένα πράγμα πού να μην είναι σαν και Σένα καλό;».

Επομένως τα «λίαν καλά» από τον Θεό γενόμενα, δεν ημπορεί να τα μεταβάλη ο διάβολος, ο άνθρωπος ή άλλος παράγων. Ερχόμενος ο Ιησούς μας, είχε την δύναμι σαν Κύριος των πάντων να μεταβάλη ακόμα και τον νόμο της δημιουργίας, διότι «Αυτός είπε και εγεννήθησαν, Αυτός ενετείλατο και εκτίσθησαν». Αυτός είναι ο τεχνουργός. Εν τούτοις για να αποδείξη το τέλειο της θεοπρεπούς μεγαλοσύνης Του, υπέδειξε ότι πρέπει να γίνη επιστροφή από εκεί πού έγινε η πτώσι.

Αναγκάζεται λοιπόν από την αγάπη Του, να φορέση την ιδική μας φύσι, να υποστή τέτοιους είδους κένωσι, πού να είναι ασύλληπτη στην διάνοια των λογικών όντων και για να μας πείση πρακτικά ότι η επαναφορά μας, μόνο δια του τρόπου της υπακοής ημπορεί να επιτευχθή. Εμείς οι μοναχοί, πού κρατούμε το κεφάλαιο της ευαγγελικής τελειότητος, είμεθα απόλυτοι μιμηταί του Ιησού μας. Γι' αυτό μετά την αγνότητα, υποσχεθήκαμε υποταγή και υπακοή. Εάν ο μοναχός μένει υπήκοος και υποτακτικός, δεν ημπορεί ο διάβολος ποτέ να του κάνει κακό, ούτε στις αλλοιώσεις, ούτε στις αρρώστιες, ούτε στους κινδύνους, ούτε στους φόβους, ούτε σε καμμιά λογική ή παράλογη
πρόφασι. Γιατί ακριβώς, ο υπάκουος μοναχός δεν δέχεται τον ιδικό του λογισμό.
 

Ο σατανάς κατ' ευθείαν δεν ημπορεί ποτέ να φανερωθή και να μιλήση στόμα με στόμα, ή ακόμα να μας κάνη σχήματα για να μας απατήση. Ακριβώς κάτι κάνει, αλλά με ποιο τρόπο; Δολίως, μέσω της σκέψεως. Από εκεί, πού ο νους πηγάζει τις ιδικές του σκέψεις και τις ρίχνει στην οθόνη της διανοίας και τις επιλέγει και τις αποφασίζει, πηγαίνει και ο σατανάς και από τον ίδιο προβολέα ρίχνει την πονηρή σκέψι στην ίδια οθόνη. Ο νους ο οποίος είναι αδαής και δεν καταλαβαίνει, βλέπει την εικόνα και δεν διακρίνει ποιος την έβαλε εκεί. Την παίρνει για ιδική του σκέψι. Διότι η σκέψι έρχεται με δόλο. Δεν λέγει καθαρά«φάγε, κοιμήσου, ραθύμησε, κλέψε, πες ψέματα, γέλασε». Διότι αν πη έτσι κατ' ευθεία, δεν υπακούει ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος, φύσι αγαθή, κατ' ευθεία στο πονηρό δεν πάει· εκτός αν διαστραφή.

Τότε έρχεται με την εύλογη πρόφασι και λέγει: «Είμαι αδιάθετος, ας πάω να κοιμηθώ»· και πολλές άλλες ακατονόμαστες προφάσεις. Όταν έλθουν αυτά, ο γνήσιος υποτακτικός αμέσως σκέπτεται. Οποιαδήποτε σκέψι έρχεται μέσα μου, καλή-κακή θα την αναγγείλω στον Γέροντα. Και ευρίσκεται στα πλαίσια της υποταγής και της υπακοής. Μόλις ο διάβολος ιδή ότι έτσι ενεργεί ο υποτακτικός, αποδυναμώνεται. Δοκιμάστε και θα ιδήτε.
Όταν επιμένει ένας λογισμός λεπτός και παραμένει, μόλις πείτε «θα πάω στον Γέροντα, και ότι μου πει θα κάνω», αμέσως εξαφανίζεται.
 

Οι αλλοιώσεις δυστυχώς υπάρχουν και μεταβάλλουν τις διαθέσεις. Ενώ τώρα ένας άνθρωπος είναι ευδιάθετος, πρόθυμος, «ζέων τω πνεύματι», ξαφνικά σκυθρωπάζει, αισθάνεται ξηρασία, ακηδία και χάνεται όλη η προθυμία του. Τότε έρχεται η εύλογη πρόφασι να εφαρμόση οικονομία. Επειδή είναι αδιάθετος να φάγη λίγο παραπάνω, κάτι καλύτερο, να ξεκουρασθή προ της κανονικής ώρας, να εγκατάλειψη τον κανόνα του. Ο μοναχός όμως λέγει: «Δεν θα κάνω τίποτε από αυτά. Και αν είναι ανάγκη θα ερωτήσω τον Γέροντα». Έτσι δεν κινδυνεύει. Διότι αν υποταχθή κανείς στον όρο της οικονομίας, εισέρχεται σε ένα πλήθος πειρασμών πού δεν έχει άκρη. Τον καταλαμβάνει απόγνωσι, αποθάρρυνσι, τον ελέγχει η συνείδησί του και δεν τον αφήνει ήσυχο, ούτως ώστε και σωματικά να τον πείση να παράλειψη τον κανόνα του και πνευματικά να μην τον αφήση να ενθυμηθή τον Θεό. Θα του σαλέψη και τον ψυχικό και τον σωματικό κόσμο.

Εάν όμως είναι προσεκτικός, ότι τον απασχολεί και τον πιέζει, το αναφέρει στον Γέροντα· και έτσι σκεπάζεται με την Χάρι της υπακοής και εξαρτήσεως, και εξ αιτίας αυτού δεν αιχμαλωτίζεται στις διάφορες παγίδες του σατανά. Εκεί πού δεν ημπορεί να εισχώρηση ο σατανάς, όλα τα πράγματα είναι ομαλά και ειρηνικά, διότι εμείς οι χριστιανοί έχομε κτήμα μας την ειρήνη του Ιησού μας, «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνη την εμήν δίδωμι υμίν» (Ίωάν. 14,27) και «Ιδού εγώ μεθ' υμών είμι πάσας τάς ημέρας» (Ματθ. 28,20). Αυτά είναι θέσεις, δεν είναι απλά λόγια.
 

Μένοντες εμείς μέσα στον όρο της υπακοής και του καθήκοντος, έχομε την συνέχεια της παρουσίας της Χάριτος του Ιησού μας και ειρηνεύομε. Όλα αυτά θα αυξήσουν μέσα μας την εμπειρία στο πώς να πολεμάμε.

Αν αυτό μάθετε, έληξε το θέμα. Δεν μπορεί να μας κάνη τίποτε κανείς· διότι νουνεχώς και με φρόνησι συνεχίζαμε την πορεία μας. Δεν φοβούμεθα οποιονδήποτε παράγοντα πού θέλει να μας φράξη το δρόμο, διότι απλούστατα, δεν έχει αυτό το δικαίωμα, γιατί «μείζων εστίν ο εν υμίν ή ο εν τω κοσμώ» (Α' Ιωάν. 4,4).

Ερ.: Γέροντα, εκτός από αυτά πού μας είπατε, τι άλλο πρέπει να κάνωμε όταν έλθουν αυτές οι αλλοιώσεις;

Απ.: Είπα και προηγουμένως ότι ο άνθρωπος οφείλει να μάθη την τέχνη του πολέμου. Το κεντρικότερο από όλα φυσικά, όπως ο Ιησούς μας ετόνισε, είναι η υπομονή. «Ο υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται» και « εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τάς ψυχάς υμών» Γιατί η υπομονή είναι αυτή πού θα δείξη την πραγματικότητα. Επειδή οι αλλοιώσεις, πού είναι ανιούσες και κατιούσες καταστάσεις, δεν είναι πραγματικές. Ούτε η ανιούσα, ούτε η κατιούσα κατάστασι είναι πραγματική, ούτε το κύμα της Χάριτος πού υπάρχει μέσα στον άνθρωπο και τον δροσίζει και τον παρηγορεί, είναι μόνιμο, αλλά ούτε η απόγνωσι και η ξηρασία πάλι είναι μόνιμα. Την ποιότητα τους θα την εύρωμε μόνο με την μακροθυμία, η οποία λέγεται υπομονή. Συνηθίζοντας κανείς να υπομένη, περιμένει το έλεος του Θεού πού θα έλθη και θα τον πληροφόρηση.
 

Οι αλλοιώσεις προκαλούνται από πολλές αιτίες. Είτε εκ δεξιών, είτε εξ αριστερών είναι, οι αφορμές ένα σκοπό έχουν. Το συμφέρον, την ωφέλεια του ανθρώπου. Ο Κύριος της ζωής και του θανάτου, για να επιτρέψη να συμβή στον άνθρωπο ο,τιδήποτε, πρέπει να το κρίνη με την θεοπρεπή Του δικαιοσύνη, πού οπωσδήποτε είναι προς ωφέλεια του ανθρώπου. Το θέμα της παναγάπης και προνοίας του Θεού είναι - όπως όλες οι θείες τελειότητες - θεοπρεπές και τέλειο. Ο Θεός δεν μεταβάλλεται, ώστε να πηγάζη από μια απόφασί Του κακό. Μόνο καλοσύνη, μόνο αγάπη, μόνο αγαθότης, μόνο συμπάθεια, μόνο ελεημοσύνη είναι ο Θεός. Άρα, και εκείνους πού αγαπά, και εκείνους πού παιδεύει, τους παιδεύει σύμφωνα με τις ιδιότητες Του, αγαπητικά.

Για να επιτρέψη ο Θεός - και ιδίως στον άνθρωπο, τον οποίο τόσο πολύ αγάπησε, ώστε «ουδέ του ιδίου Υιού εφείσατο» - μία αλλοίωσι, ένα πειρασμό, από αγάπη το επιτρέπει, για το συμφέρον του.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 15, 2012

Το Άθλημα της Πίστεως (Κυριακή των Προπατόρων) γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή


Το Άθλημα της Πίστεως
(Κυριακή των Προπατόρων)
γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή
      
   Στο απολυτίκιο της εορτής των Αγίων Προπατόρων αναφέρεται ότι «εν πίστει τους Προπάτορας εδικαίωσας, την εξ Εθνών διαυτών προμνηστευσάμενος Εκκλησίαν». Πόσο βαθειά νοήματα έχουν αυτά τα λόγια, αν τα προσέξετε! Εδικαιώθησαν οι Προπάτορες, που αποτελούν το θεμέλιο της Εκκλησίας, και που φανερώνουν την αφορμή της σχέσεως του Θεού μετά των ανθρώπων πρακτικά.
Και ποίοι ήσαν οι Προπάτορες; Άνθρωποι φυσικά, εθνικοί. Όπως και όλοι οι άνθρωποι, εθνικοί ήσαν τότε. Μετά την πτώσι, ο άνθρωπος τα έχασε και ακολουθούσε τον ιδικό του δρόμο. Και ο Θεός εξέλεξε από το σύνολο των ανθρώπων μερικούς, τους οποίους εκάλεσε να τον πιστεύσουν και να τον ακολουθήσουν. Και επείσθησαν. Δια της πίστεως απεδέχθησαν την κλήσι αυτή του Θεού και έγιναν φίλοι Του, ούτως ώστε, όταν ο Θεός απεκαλύφθη, να λέγεται «εγώ ειμί ο Θεός Αβραάμ και ο Θεός Ισαάκ και ο Θεός Ιακώβ».
Με την πίστι την οποία απεδέχθησαν και ακολούθησαν τον Θεό, έφθασαν σε τέτοιο ύψος, ούτως ώστε ο Θεός, όταν αποκαλύπτεται, να αποκαλείται Θεός αυτών. Και κατά αυτό τον τρόπο να δημιουργείται μια σχέσι, μια αγχιστεία, μια συγγένεια πλέον, μεταξύ ανθρώπων και Θεού. Και αυτός ο πανίσχυρος δεσμός να γεννάται μόνο από την πίστι. «Εν πίστει τους Προπάτορας εδικαίωσας». Βλέπετε τι μεγάλο πράγμα είναι η πίστι; Αυτό ακριβώς ζητά ο Θεός από τον άνθρωπο. Και ακούομε εν συνεχεία από τον Απ. Παύλο τον ωραίο εκείνο ύμνο. Διότι δεν είναι απλώς μια επιστολή, ένα σύγγραμα, που έγραψε ένας φωτισμένος άνθρωπος. Αυτός είναι ένας θεοΰφαντος ύμνος. «Οι Άγιοι Πάντες δια πίστεως» - και αρχίζει να λέη εκεί βέβαια για τους Προπάτορες-«κατηγωνίσαντο βασιλείας, ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγεννήθησαν ισχυροί εν πολεμώ, παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων έλαβον γυναίκες εξ αναστάσεως τους νεκρούς αυτών άλλοι δε ετυμπανίσθησαν..., έτεροι δε εμπαιγμών και μαστιγών πείραν έλαβον, έτι δε δεσμών και φυλακής· ελιθάσθησαν, επρίσθησαν, επειράσθησαν...» (Εβρ. 11, 33-37) και συνεχίζει όλο τον υπέροχο ύμνο τον οποίο γνωρίζετε.
Και όλα αυτά τα άθλα, όλοι οι θρίαμβοι οι οποίοι παρέτειναν και ολοκλήρωσαν την σχέσι της ανθρωπινής φυλής μετά του Θεού, εγεννήθησαν από την πίστι. Αυτή είναι, που μας σώζει. Η πίστι είναι που προεκτείνεται και στον καθένα μας και στο σύνολο των πιστών και αυτό ακριβώς είναι που δικαιώνει τα πάντα.
Ερχόμεθα τώρα σε ένα βαθύτερο μυστήριο. Όλοι αυτοί οι Προπάτορες, ήσαν εκείνοι, οι οποίοι εξ αποκαλύψεως ήσαν κεκλημένοι και άρα εις αυτούς τους ανθρώπους επρόκειτο να δοθούν οι ευλογίες, διότι ο Θεός τους προώρισε και τους εκάλεσε και έμεινε μαζί τους, ούτως ώστε να καυχάται ότι είναι Θεός αυτών. Αυτοί έλαβαν κατευθείαν τις επαγγελίες και κατά πρόσωπο ωμιλούσαν με τον Θεό. Και όμως όλοι αυτοί παρόλη την βεβαιότητα της επαγγελίας η οποία επεφαίνετο επάνω τους αποτελεσματικά, εκέρδισαν την Θεοσέβεια, την ευσέβειά τους και γενικά την προς τον Θεό στροφή τους, με ένα περιεκτικό σταυρό, δηλαδή με θλίψεις, με οδύνες, με διωγμούς, με ταλαιπωρίες, και σχεδόν παρήλθαν από τον κόσμο αυτό, χωρίς να ιδούν τίποτε από όλα εκείνα τα οποία τους υπεσχέθη ο Θεός, παρά μόνο σύμβολα και κατά περιόδους διάφορες αντιλήψεις. Βλέπετε το μυστήριο; Εις αυτή την κοιλάδα του Κλαυθμώνος, οι Θείες επαγγελίες από μέρους βλέπονται, από μέρους γινώσκονται και από μέρους αποκαλύπτονται. Εδώ ακριβώς είναι που εφαρμόζεται το «τις σοφός και φυλάξει ταύτα και συνήσει τα ελέη του Κυρίου» (Ψαλμ. 106,43).
Αυτός είναι ο τρόπος, με τον οποίο εμείς οι κεκλημένοι δια της πίστεως μένομε και εφαρμόζομε την υπόσχεσί μας προς τον Θεό και τις επαγγελίες Του. Πάλι ερμηνεύοντες δια της πίστεως, μέσα σε μια απέραντη μακροθυμία, υπομονή και καρτερία, μέσα στις διάφορες δοκιμασίες από πειρασμούς, θα τελειωθούμε και εμείς καθώς όλοι οι γιοι. Προχωρούμε λοιπόν με την ιδία πίστι, που δεν είναι πλέον αφηρημένη, διότι οι επαγγελίες ήλθαν, το πλήρωμα του χρόνου έφθασε και έγινε η σάρκωσι του Θεού Λόγου και παρουσιάστηκε ο «της μεγάλης βουλής άγγελος» (Ζαχ. 9,6). Η πίστι μας είναι συγκεκριμένη, διότι ήλθε ο Μονογενής Υιός του Θεού. Τον είδαμε, Τον εψηλαφήσαμε, Τον ακούσαμε και ήδη Τον κατέχομε. Τώρα, σε μας, η πίστι είναι κάτι παραπάνωΔεν είναι η απλή εκείνη πίστι των Προπατόρων, που προσδοκούσαν, ότι οπωσδήποτε σύμφωνα με την υπόσχεσί Του ο Θεός θα έλθη κάποτε και θα σώση τους απογόνους των και γενικά όλη την ανθρωπότητα. Επεράσαμε τα όρια αυτής της εισαγωγικής πίστεως και εισήλθαμε στην υψηλότερα πίστι, της πραγματικής πλέον παρουσίας της επαγγελίας του Θεού. 
Τώρα πλέον με αναπεπταμένο το φρόνημα, χωρίς ποτέ να φοβούμεθα, είμεθα πεπεισμένοι ότι, εφόσον ο Κύριος μας εκάλεσε και ευρισκόμεθα πλέον στο δρόμο αυτό τον στενό, τον τεθλιμμένο, πού ανάγει στον Γολγοθά, θα ιδούμε και την ανάστασι.
Οι διάφορες αντιξοότητες και πειρασμοί που προκύπτουν, είτε από τον σατανά, είτε από τα τόσα άλλα που υπάρχουν μέσα στην ζωή μας, δεν είναι κάτι το οποίο μας απειλεί, μας φράζει τον δρόμο, μας γεννάαμφιβολία, αλλά είναι τα μυστικά  εκείνα πρακτικά μέσα, δια των οποίων κατεργάζεται το μυστήριο του Σταυρού. Είναι οι τρόποι μέσω των οποίων θα αποδείξωμε την πίστι μας ορθή, για να δικαιούμεθα της επαγγελίας Του. Όταν βλέπωμε πειρασμούς, σηκώνομε το ανάστημά μας και συνεχίζομε, διότι η παρουσία των είναι σαφής απόδειξι, ότι η Θεία Χάρις, η οποία μας εκάλεσε και μας έβαλε μέσα στον δρόμο της γνώσεως, ευρίσκεται αυτή την ώρα μαζί μας και μας ερεθίζει για το βραβείο της προαγωγής. Τι χρειαζόμεθα τώρα; Καρτερία και υπομονή. Περισσότερο όμως η καρτερία και η υπομονή μας θα γιγαντώνεται, όταν το θέμα του πειρασμού, οποιουδήποτε πειρασμού, άγεται προς το θέμα της αγάπης του πλησίον μας. Εκεί θα είναι περισσότερο η προσοχή μας. Γιατί η αποκαλυφθείσα αλήθεια, «η Καινή Κτίσις», ο Ιησούς μας, αφού μας απέδειξε με όλη την λεπτομέρεια τον τρόπο της καταγωγής μας, τον τρόπο της σχέσεως μας μετά του Θεού και τανάπαλιν, απεφάσισε να μας πη και μία καινή εντολή, «Εντολή καινήν δίδωμι υμίν, ίνα αγαπάτε αλλήλους» (Ιωάν. 13,34). Και όπως γνωρίζετε, από τις ερμηνείες των Πατέρων μας, «εκ του πλησίον ημών εστίν η σωτηρία». Υπερτονίζουν οι Πατέρες ότι η εντολή της αγάπης είναι το κεφάλαιο όλων των αρετών και εντολών. Δεν είναι μια ελεύθερη αρετή, την οποία κατά βούλησι κανείς κατεργάζεται. Για μας είναι καθήκο, γιατί αυτό είναι το έμβλημά μας, είναι το ένσημό μας, που αποδεικνύει από που καταγόμεθα και που κατευθύνεται ο δρόμος μας.
Γι’αυτό να είστε προσεκτικοί. Κάθε εντολή που προήλθε από το στόμα του Θεού, για μας είναι δόγμα.  Αλλά η εντολή της αγάπης, είναι κάτι παραπάνω. Γιατί, βλέπετε, ότι Αυτός Ούτος ο Ιησούς μας, που είναι το κέντρο της αγάπης μας, ονομάζεται καθαυτό Αυτοαγάπη. «Ο Θεός αγάπη εστί και ο μένων εν τη αγάπη, εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αύτω» (Α’ Ιωάν. 4,16). 
Ιδού λοιπόν. Εάν θέλωμε να «μείνωμε εν τω Θεώ και να μείνη ο Θεός εν ημίν», δεν υπάρχει άλλος τρόπος και άλλος δρόμος από το νόημα της αγάπης. Γι’αυτόνα μην είστε πρόχειροι μέσα στον δαίδαλο των παρεξηγήσεων, που είναι το ευχερέστερο εργαλείο του σατανά, για να προκαλή συγκρούσεις και διαφωνίες. Εκεί να εντείνετε την προσοχή σας. Προκειμένου να πληγώσετε την αγάπη, καλύτερα να διαρρήξετε ο,τιδήποτε ευρίσκεται μπροστά σας. Κατά την γνώμη των Πατέρων, εκείνος ο οποίος πταίει στην αγάπη, είναι όμοιος με τον δούλο εκείνο που εράπισε στην παρειά τον Ιησού.
Δεν εννοούμε, ότι δήθεν μόνο με την αγάπη, με μόνο μια λέξι, προδιαγράφαμε και χαρακτηρίζομε την χριστιανική μας ζωή. Γιατί η αγάπη είναι αποτέλεσμα. Μαζί με την προσοχή μας στη φυλακή πασών των εντολών, περισσότερο στρέφεται το ενδιαφέρο μας εις αυτό τον δεσμό. Γιατί, αν τούτο κρατήσωμε, να είσθε βέβαιοι, ότι εξουδετερώνεται ο σατανάς. Είναι ο "σύνδεσμος της τελειότητας".
Όλοι οι πειρασμοί, όταν επικρατήσουν, πράγματι μας βλάπτουν και μας φράζουν τον δρόμο. Ένα έχουν σκοπό· να διαβρώσουν την αγάπη. Ο σατανάς πλάθει υποθέσεις και γεγονότα που στην ουσία είναι ανύπαρκτα και συγχίζει τον νου του ανθρώπου, που τον βρίσκει είτε στην κόπωσί του, είτε στην αδυναμία του, είτε στην συστολή της Χάριτος· και προσπαθεί να τον πείση να πιστέψη στις παρεξηγήσεις και να αρχίση να μέμφεται, να πονηρεύεται, να υπονοή, να κατηγορή, να υποψιάζεται κατά του άλλου και έτσι χαλαρώνει τον δεσμό της αγάπης που μας οδηγεί στην τελειότητα.
Το ότι είμεθα πιστοί, αυτό δεν είναι τυχαίο, για μας ιδίως τους μοναχούς. Εμεσολάβησε προσωπικά η ενέργεια της Μακαριάς Θεότητος. Κοιτάξετε τι λέει ο Ιησούς μας. «Ουδείς δύναται ελθείν προς με, εάν μη ο Πατήρ ο πέμψας με ελκύση αυτόν» (Ιωάν. 6,44). Δεν είπε ουδείς έρχεται προς με, εάν μη ο Πατήρ μου καλέση αυτόν. Διότι κλήσι γίνεται και από μακριά, με την φωνή, με ένα σύνθημα, με ένα νεύμα, με κάποιο άλλο μέσο. Εδώ δεν είναι έτσι. Είναι έλξι. Δηλαδή λέει ο Ιησούς μας, δεν ήλθετε σε μένα, αλλά ο Πατήρ μου πρώτος σας τράβηξε, σας ήλκυσε και σας έφερε κοντά μου. Να η ενέργεια του Πατρός. Και πάλι λέει. «Ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ει μη διεμού» (Ιωάν. 14,6). Διότι «Εγώ ειμί η οδός, η Θύρα και η ζωή». Να η δευτέρα ενέργεια του δευτέρου προσώπου. Και «ουδείς» λέει ο Παύλος «δύναται ειπείν Κύριον Ιησούν, είμη εν Πνεύματι Αγίω» (Α’ Κορ. 12,3).
Και το ότι εμείς σήμερα ευρισκόμεθα μέσα στην οσμή της γνώσεως του Θεού, αυτό πλέον είναι απόδειξι - δεν είναι ένδειξι, δεν είναι σύμβολο, δεν είναι σημείο - ότι ενήργησε η Μακαριά Θεότης μέσα στην παναγάπη Της. Γιατί ο Θεός δεν κάνει λάθη και τα χαρίσματά Του είναι αμεταμέλητα. Είδατε τότε στην δημιουργία, όταν εβουλήθη ο Θεός να κατασκευάση την κτίσι, με πόση αρμονία και θεοπρεπή σύνεσι ετέθησαν τα πάντα, ούτως ώστε να είναι λίαν καλώς; Και στην κατασκευή του ανθρώπου, προετοίμασε τα πάντα - φως, γην, θάλασσα, εφύτευσε τον παράδεισο - και μετά έκανε αυτόν δια τον οποίο "τα πάντα εγεννήθησαν".
Το ίδιο και τώρα στην ανάπλασι και κάτι παραπάνω, διότι έχομε «περίσσειαν Χάριτος», κατά τον Παύλο. Ναι, γιατί αυτή την ώρα δεν «είπε και εγεννήθησαν», ο Μονογενής Λόγος του Θεού, αλλά ήλθε προσωπικά και εφόρεσε την ιδική μας φύσι και εβάδισε μαζί μας, ανέβηκε στον Σταυρό και με τα ημαγμένα Του δάκτυλα εσφράγισε την σωτηρία και κατέστρεψε την παγκόσμιο αμαρτία και συνέτριψε τον σατανά. Άνοιξε τον παράδεισο και εκαυχήθη ότι «θέλω, ίνα όπου ειμί εγώ, κακείνοι ώσι μετεμού, ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν» (Ιωάν. 17, 24). Αυτά συγκλονίζουν. Αυτές είναι θέσεις, δεν είναι διηγήματα. Είναι η Επαγγελία του Πατρός, με λίγα λόγια, η κληρονομιά μας. Και όλα αυτά επιτυγχάνονται με την πίστι.
Κρατούντες αυτή την πίστι, ότι μας εκάλεσε ο Θεός, δεν αμφιβάλλαμε πλέον, δεν διερωτώμεθα. Εκείνο το οποίο φοβούμεθα και στενάζαμε είναι μήπως νυστάξωμε και γελαστούμε και αντί να βαδίζωμε προς ανατολάς, που είναι η κατευθύνουσα οδός, γυρίσωμε προς δυσμάς, με την ιδική μας ραθυμία. Αυτός είναι ο φόβος μας, μήπως ραθυμήσωμε, μήπως ξεχαστούμε. Αλλά πάλι και τούτα είναι έωλα, γιατί λέμε, πως είναι δυνατό να γίνη αυτό, αφού ο Θεός, εγνώριζε από πριν ότι είμεθα αδύνατοι και πάλι δεν απεποιήθη της αγάπης Του, να καλέση και εμάς, «τα μωρά και ασθενή και τα εξουθενημένα και τα μη όντα» (Α’ Κορινθ. 1,27-28). 
Η εορτή των Προπατόρων, πράγματι μας συγκινεί. Όπως εκάλεσε αυτούς ο Θεός και τον ακολούθησαν και εβάστασαν με τον τρόπο τους τον Σταυρό τους και επέτυχαν των επαγγελιών, έτσι και εις εμάς έγινε κάτι πιο σπουδαίο. Γιατί εις εμάς υπάρχει όχι η προσδοκία, αλλά η απόδειξι του παρόντος και του μέλλοντος, που κατέχαμε δια της πίστεως προς τον Ιησού μας και δια της αποδείξεως της αγάπης Του και της Χάριτός Του, που ενεργεί μέσα στις ψυχές μας. Με αυτά ας ετοιμαζόμεθα να προσκυνήσωμε και την εορτή της γεννήσεως Του και να εορτάσωμε την ιδική μας αναγέννησι.

Αμήν

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...