Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Διδαχές Γεροντισσών. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Διδαχές Γεροντισσών. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Μαρτίου 17, 2022

Αγία Αλυπία του Κιέβου: "Αὐτός δέν θά εἶναι πόλεμος, ἀλλά ἐκτέλεση λαῶν γιά τή σάπια κατάστασή τους"

 


Γεννήθηκε το 1910 στην περιοχή της Πένζα, και βαπτίσθηκε με το όνομα της αγίας μάρτυρος Αγάθης, της οποίας την εικόνα έφερε όλη της τη ζωή στην πλάτη της. Η μητέρα της ήταν πολύ ευσπλαχνική και ελεήμων. Ήταν φορές, που έβαζε κάθε είδους τρόφιμα στην ποδιά της και της έλεγε να τα πάει στους φτωχούς του χωριού τους.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 άλλαξε ανελέητα τη ζωή της. Η ίδια επέζησε με θαυμαστό τρόπο. Το 1918 οι γονείς της πυροβολήθηκαν ενώ αυτή έλειπε από το σπίτι. Παρά τη βαθειά θλίψη της, όλη τη νύχτα η οκτάχρονη κοπέλα διαβάζε το Ψαλτήρι για τους νεκρούς γονείς της. Το ορφανό φιλοξενήθηκε για λίγο στη θεία της. Μετά από σπουδές στο σχολείο για δύο μόνο χρόνια, πήγε να “περιπλανηθεί” στα ιερά μέρη …πήρε το σταυρό της και ακολούθησε τον Χριστό, έτοιμη να υποφέρει γι΄αυτόν. Έγινε εντελώς σιωπηλή και αφοσιώθηκε τελείως στην προσευχή. Ζούσε με ό,τι της έστελνε ο Θεός, και ήταν φορές που περνούσε τη νύχτα στην ύπαιθρο.

Οι σκληρές δοκιμασίες δεν σκλήρυναν την συμπονετική καρδιά της, αλλά την έκαναν ακόμα πιο φιλεύσπλαχνη. Η απέραντη ανθρώπινη θλίψη ώθησε το κορίτσι να προσεύχεται συνεχώς για τους πονεμένους και βασανισμένους. Η περιπλάνηση της ζωή της την είχε διδάξει να είναι ευγνώμων στον Θεό και στους ανθρώπους για το παραμικρό καλό: για την μέρα που πέρασε, για μια ήσυχη νύχτα, για μια γουλιά νερό, για τα ψίχουλα από το γεύμα κάποιου, για έναν καλό λόγο και μια φιλική συμπεριφορά. Το δώρο της ευγνώμονος αγάπης, η μάτουσκα το είχε σε όλη της τη ζωή. Γερόντισσα πια ευχαριστούσε έναν άνθρωπο ακόμη και για μια καλή σκέψη που έκανε για αυτήν.

Κατά τα χρόνια της απιστίας και των διωγμών, συνελήφθη και πέρασε δέκα χρόνια φυλακή, παρά τις δύσκολες συνθήκες κράτησης, προσπαθούσε να κρατήσει τη νηστεία και την αδιάλειπτη προσευχή.

Θαυματουργή απελευθέρωση από τη φυλακή, από τον Αποστόλο Πέτρο

Στη φυλακή όπου κρατήθηκε, υπήρχαν πολλοί ιερείς. Κάθε βράδυ, έπαιρναν 5-6 ανθρώπους και δεν ξαναγύριζαν. Τέλος, όταν έμειναν μόνο τρεις φυλακισμένοι στο κελί: ένας ιερέας, ο γιος του και η μάτουσκα, ο ιερέας είπε στον γιο του: “Ας ψαλλουμε την κηδεία μας, σήμερα την αυγή θα μας πάρουν “. Μετά από αυτό, ο ιερέας είπε ότι η μάτουσκα θα ζήσει. Η μάτουσκα παρέμεινε μόνη, η πόρτα άνοιξε ήσυχα μέσα στην φυλακή, κι ο Απόστολος Πέτρος μπήκε μέσα και από την πίσω πόρτα την οδήγησε στη θάλασσα όπου την διέταξε να πάει κατά μήκος της ακτής. Για την υπόλοιπη ζωή της δεν σταμάτησε να τον ευχαριστεί για την απελευθέρωσή της, τον θεωρούσε προστάτη της και στον ναό η θέση της ήταν πάντα στην εικόνα των ιερών αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Περπάτησε χωρίς φαγητό και νερό για 11 ημέρες. Σκαρφάλωσε σε τεράστια βράχια, χτύπησε, έπεσε, σηκώθηκε, ξανάπεσε… Αλλά ο Κύριος την βοήθησε. Της έμειναν βαθιά σημάδια στα χέρια της, τα οποία μετά έδειχνε.

Η περιπλάνηση άρχισε ξανά, αλλά ο Κύριος προστάτευε την εκλεκτή Του.

Η μητέρα μας προσπαθούσε πάντοτε να μην προκαλέσει τη δίωξη των αρχών. Η ασκήτρια ήταν πάντα μοναχική, αθέατη, ταπεινή, δεν άκουγε τίποτα και δεν κατέκρινε κανέναν. Κανείς δεν γνώριζε για τις προσευχές της, αλλά κάθε εργασία της την εκτελούσε προσεκτικά και ευσυνείδητα. Δεν είχε ποτέ ένα καταφύγιο, και ποτέ δεν είχε ασφαλές σπίτι. Αν κατάφερνε να βρει ένα καταφύγιο κάπου για να περάσει τη νύχτα, προσπαθούσε να μην επιβαρύνει τους οικοδεσπότες σε τίποτα, παντού διατηρούσε την καθαριότητα και την τάξη, ακόμα και στις πιο φτωχές συνθήκες. Η μητέρα μας πάντα ήταν πολύ λιτή.

Ο Αρχιμανδρίτης Κρονίδης ηγούμενος του μοναστηριού της Πετσέρσκαγια Λαύρας έκανε την μοναχική της κουρά και την ονόμασε Αλυπία, προς τιμή του οσίου Αλυπίου του εικονογράφου της Λαύρας.

Για τρία χρόνια έζησε στην κουφάλα ενός δένδρου υπομένοντας με ανδρεία κάθε δυσκολία. Μόνο η αδιάλειπτη προσευχή του Ιησού την παρηγορούσε, την ενίσχυε και την θέρμαινε. Έμεινε εκεί όσο ζούσε ο γέροντας της Κρονίδης. Στην Πετσέρσκαγια Λαύρα έμεινε περίπου 15-20 χρόνια.

Μετά το κλείσιμο της Κίεβο-Πετσέρσκαγια Λαύρα, το 1961 η ευλογημένη Αλυπία ξεκίνησε ξανά τη μακρόχρονη περιπλανώμενη ζωή της.

Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας της το Αγιο Πνεύμα, της ενίσχυε την πίστη και την αφοσίωσή της στο θέλημα του Θεού, που υπάκουα δέχθηκε από το χέρι του Κυρίου. Η μητέρα δεν ζήτησε ποτέ βοήθεια και προστασία από τους ανθρώπους, ζήτησε βοήθεια και προστασία μόνο από τον Θεό. Η πίστη και η εμπιστοσύνη της ήταν τόσο ισχυρή ώστε μόνο να άκουγες, με τι παιδική απλότητα έλεγε το Θεό, «Πατέρα!» Και εισακούονταν αμέσως οι προσευχές της, χωρίς καμμία αμφιβολία, πάνω απ ‘όλα ο Πατέρας ήταν γι’ αυτήν – ο πιο στενός οικείος, ο πιο αγαπημένος , ο προστάτης της.

Με τον καιρό, πήγε κι έμεινε σε ένα μικρό σπίτι κοντά στην περιοχή Goloseevskaya. Οι ντόπιοι, που γνώριζαν για τα θαύματα με τις προσευχές της, πήγαιναν συνέχεια ζητώντας τις προσευχές της για βοήθεια, θεραπεία ή μια συμβουλή. Αλλά το σπίτι στο οποίο ζούσε κατέρρευσε και ήταν ξανά στο δρόμο.

Τέλος, μέσα από τις προσπάθειες μιας πιστής γυναίκας, βρέθηκε ένα νέο σπίτι – στην οδό Zatevakhin. Εδώ, σε ένα μικρό δωμάτιο που είχε ξεχωριστή είσοδο, η μητέρα έζησε τα τελευταία εννέα χρόνια της ασκητικής της ζωής – από το 1979 έως το 1988.

Η Σταρίτσα γνώριζε πάντα πόσοι άνθρωποι και με ποιες ανάγκες έρχονταν και για όλους τους προετοίμαζε ένα γεύμα. Πολλοί κατά τη διάρκεια του γεύματος λάμβαναν θεραπεία από τις ασθένειές τους. Επίσης, θεράπευε τους αρρώστους και με μια δική της αλοιφή, η οποία ήταν τόσο θαυματουργή που όλοι πίστευαν ότι η θεραπευτική δύναμη της δεν ήταν στην ίδια την αλοιφή, αλλά στις άγιες προσευχές της. Κατά κανόνα, οι επισκέπτες έφευγαν χαρούμενοι και … θεραπευμένοι, αν και δεν μπορούσαν να το καταλάβουν αμέσως. Η μάτουσκα έλεγε ένα λόγο σε όλους και αυτός γινόταν κατανοητός μόνο από τον άνθρωπο στον οποίο απευθυνόταν αυτός.

Στη μητέρα Αλυπία έρχονταν όχι μόνο πιστοί, αλλά και αθεϊστές και κομμουνιστές με  δύσκολα προβλήματα και σοβαρές ασθένειες. Κι όλους τους βοηθούσε με την αγάπη και την προσευχή της , στρέφοντάς τους προς τον Χριστό. Μόνο ο Θεός ξέρει πόσους ανθρώπους έσωσε από την καταστροφή και την απόγνωση, πόσους θεράπευσε, πόσες οικογένειες έσωσε από την διάλυση.

Τον Απρίλιο του 1988 κρατούσα, λέει η συνοδός-φίλη της Μαρία, το Ημερολόγιο της Εκκλησίας και η Μητέρα ρωτάει: “Κοίτα τι μέρα είναι στις 30 Οκτωβρίου.” Κοίταξα και είπα: “Κυριακή”. Επανέλαβε: “Κυριακή”. Μετά το θάνατό της, συνειδητοποιήσαμε ότι τον Απρίλιο η μητέρα μας γνωστοποίησε την ημέρα του θανάτου της που από έξι μήνες πριν αυτήν ήδη γνώριζε. Και μια άλλη φορά είπε: «Θα φύγω όταν αρχίσουν οι παγετοί και πέσει το πρώτο χιόνι ».

Μια εβδομάδα πριν από το θάνατό της συγκεντρώθηκαν στο κελί της πάλι τα πνευματικά της παιδιά. Απευθύνθηκε σε όλους λέγοντας: Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με!

Μετά γύρισε προς τον Θεό:

– Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Και έκανε το σημείο του σταυρού.

Άρχισε να κλαίει η πιστή διακόνισσα της, αλλά της φώναξε:”Μην κλαις, θα είμαστε για πάντα μαζί!” Είπε: “Πάντα να έρχεστε στον τάφο μου και όταν έχετε θλίψη και όταν έχετε χαρά, να λέτε τα πάντα σαν να είμαι ζωντανή, και ο Κύριος θα σας ακούει και θα σας βοηθάει!” Το βράδυ του Σαββάτου, στις 16/29 Οκτωβρίου, ήταν πολύ άρρωστη.

Την επόμενη μέρα, στις 17/30 Οκτωβρίου 1988, έπεσε το πρώτο χιόνι και άρχισε ο πρώτος παγετός. Όλοι προσευχόταν. Η μητέρα τους ευλόγησε όλους, εκτός από μία γυναίκα, να πάνε στην έρημο Κιτάγιεβο , και να προσευχηθούν γι ‘αυτήν στους τάφους της Μοναχής Δοσιθέας και του οσίου Θεοφίλου του δια Χριστόν σαλού.

Στη κοίμησή της, ήταν φωτεινή, σαν να κοιμόταν. Το πρόσωπό της ήταν ήρεμο και ιλαρό. Η κηδεία της έγινε την 1η Νοεμβρίου στην Εκκλησία της Ανάληψης της Μονής Φλωρόβσκι, όπου συγκεντρώθηκαν πολλοί άνθρωποι. Η θλίψη που ένοιωσαν όσοι την αγαπούσαν διαλύθηκε από μια ήσυχη χαρά, γεμάτη πίστη και ελπίδα. Όλοι ένιωθαν ότι αυτό ήταν θρίαμβος της πίστης μας, δεν ήταν θάνατος, αλλά μια νίκη πάνω του.

Είπε ένα πνευματικό της παιδί μετά την κοίμηση της: Είδα τη Μάτουσκα σε ένα όνειρο να είναι στα λείψανα του Οσίου Ζήνωνος του Νηστευτή της Μεγάλης Λαύρας του Κιέβου (30 Ιανουαρίου), με εξέπληξε το γεγονός ότι η μητέρα ήταν εδώ και εκείνη μου απάντησε: «Είμαι σε όλα τα Ιερά Σπήλαια».

Κάθε μέρα εκατοντάδες άνθρωποι έρχονται στον τάφο της. Την ημέρα της μνήμης της Μητέρας Αλυπίας, τεράστιες ουρές πιστών σχηματίζονται σε αυτόν. 

Η ανακομιδή των ιερών λειψάνων της αγίας μητέρας Αλυπίας έγινε το πρωί της 5/18 Μαΐου 2006.

***

Έλεγε ο πατήρ Μεθόδιος Demeevskoy Finkevich για τη μάτουσκα Αλυπία:

– Ήταν μια ενσάρκωση της καλοσύνης και της ευγένειας. Προσεύχομαι σε αυτήν ακόμη και για μικρά πράγματα.

Μεταξύ των πνευματικών της  παιδιών ήταν  ο πρώην επίσκοπος της Tulchin και Bratslav Ιππόλυτος (Khil’ko), όπου του προείπε ότι θα γίνει επίσκοπος.

Κατά τα χρόνια του πολέμου με το Αφγανιστάν, όσοι στρατιώτες ζήτησαν τις προσευχές της δεν στάλθηκαν στο Αφγανιστάν και έτσι απέφυγαν τον θάνατο.

Τις αποκαλύφθηκε ότι στις 26 Απριλίου 1986 θα γίνει ατύχημα στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ. Και η μητέρα Αλυπία προειδοποίησε τους ανθρώπους πολύ πριν από την τραγωδία ότι η γη θα καεί, ότι θα «δηλητηριαστούν» η γη και το νερό.

“Κάτω από το έδαφος καίγεται, Σβήστε τη φωτιά!” Έλεγε η ευλογημένη. “Μην αφήνετε το φυσικό αέριο!” Κύριε! Τι θα συμβεί τη Μεγάλη Εβδομάδα!

Αλλά κανείς δεν την καταλάβαινε. Πάνω από μισό χρόνο, η ευλογημένη γυναίκα παρέμεινε σε έντονη προσευχή για τη σωτηρία της γης και των ανθρώπων από μια τρομερή καταστροφή. Μια ημέρα πριν από το ατύχημα, η μητέρα μας περπατούσε στους δρόμους και φώναζε:

– Κύριε! Λυπήσου τα μωρά, μη καταστρέψεις τους ανθρώπους!

Οι άνθρωποι που ήρθαν σ ‘αυτήν εκείνη την ημέρα, τους συμβούλευε:” Κλείστε τις πόρτες και τα παράθυρα καλά, θα υπάρξει πολύ αέριο. “

Ο Κύριος αποκάλυψε στην γερόντισσα τον πνευματικό λόγο της τραγωδίας του Τσερνομπίλ, αλλά δεν μπορούσε να αποτρέψει εντελώς την οργή του Θεού από τους ανθρώπους που την προκάλεσαν.

Όταν συνέβη το ατύχημα και άρχισε ο πανικός, ειδικά στο Κίεβο και στις πόλεις και τα χωριά κοντά στη ζώνη των 30 χιλιομέτρων, η μητέρα Αλυπία δεν έφυγε από το σπίτι. Αυτή, ως στοργική μητέρα, προέτρεψε όλους να ηρεμήσουν, να στραφούν στον Θεό και να στηριχθούν στη βοήθεια και το έλεός Του. Η μακαρία κάλεσε τους ανθρώπους να στραφούν στον Σταυρωμένο Κύριο Ιησού Χριστό και να θυμούνται τη δύναμη του Σταυρού Του, που νίκησε τον θάνατο.

Την ρώτησαν: Να φύγουμε;

Είπε: όχι. Όταν ρωτήθηκε τι να κάνουν με τα τρόφιμα, είπε: “Πλύντε τα, προσευχηθείτε λέγοντας το ” Πάτερ ημών” και το ” Θεοτόκε Παρθένε “, σταυρώστε τα και φάτε και θα είναι καθαρά” …

Η μητέρα ευλόγησε να καλύψουν τα σπίτια κάνοντας το σημείο του Σταυρού και να συνεχίσουν να ζουν μέσα, να σταυρώνουν το φαγητό και να το τρώνε χωρίς φόβο.

– Πώς να πιούμε ραδιενεργό γάλα; Την ρώτησαν με φόβο.

– Να το σταυρώνετε – απάντησε η μητέρα μας – και δεν θα έχει ακτινοβολία.

Σε αυτές τις φοβερές ημέρες, η μάτουσκα στήριζε πολλούς και τους συγκρατούσε από τον πανικό και την απελπισία και τους οδηγούσε στο Θεό.

Η μητέρα προειδοποίησε τα πνευματικά παιδιά της και για μια άλλη καταστροφή, ένα “πνευματικό Τσερνομπίλ”: τη μελλοντική  διαίρεση του ”Φιλαρέτου” στην Ουκρανία. Προέβλεψε κι έπειθε τους επισκέπτες της ότι έπρεπε να ανήκουν μόνο στην κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία. 

Ο Αλεξέι Α. θυμάται: “Όταν είδε τη φωτογραφία του Φιλαρέτου, είπε: ” Δεν είναι δικός μας “. Αρχίσαμε να τις εξηγούμε ότι αυτός είναι ο Μητροπολίτης μας, νομίζοντας ότι δεν τον ξέρει, αλλά και πάλι η ίδια σταθερά επαναλάμβανε: «Δεν είναι δικός μας.» Τότε δεν καταλαβαίναμε την έννοια των λέξεών της, και τώρα μας εκπλήσσουν, πόσα χρόνια πριν η μητέρα είχε προβλέψει τα πάντα ».

Ο Ν.Τ. θυμάται: «Είμασταν στη μάτουσκα, και μιλάγαμε. Η σόμπα έκαιγε, κάποιος της έδειξε ένα περιοδικό στο οποίο υπήρχε μια μεγάλη φωτογραφία του Mητροπολίτη Φιλαρέτου Denisenko. Η μητέρα άρπαξε το περιοδικό, το πέταξε με τα δύο δάχτυλα και φώναξε: “Ου, ου, ου, πόση θλίψη θα φέρει στους ανθρώπους, πόσο κακό θα κάνει. Λύκος με ένδυμα προβάτου! Στη σόμπα, στη σόμπα! “. Άρπαξε το περιοδικό και το έριξε στη σόμπα. Όταν συνήλθε από την σύγχυση, κάθισε σιωπηλά, και άκουγε τη σόμπα, που καίγονταν το περιοδικό. Είπα στη μητέρα: “Και τι θα συμβεί;” Η μητέρα χαμογέλασε με το μεγάλο παιδικό χαμόγελο της και είπε: “Ο Βλαντιμίρ θα είναι, ο Βλαντιμίρ!”. Και όταν υπήρξε διάσπαση στην εκκλησία μας, εμείς χωρίς καμία αμφιβολία και δισταγμό ακολουθήσαμε αυτή που η μητέρα μας έδειξε ενάμιση χρόνο πριν τον θάνατό της και σχεδόν πέντε χρόνια πριν από τα γεγονότα ».

Προέβλεψε όλα τα επόμενα δεινά και τον επερχόμενο πόλεμο. Δεν θα είναι πόλεμος, αλλά εκτέλεση λαών για τη σάπια κατάσταση τους. Τα νεκρά σώματα θα είναι σαν βουνά, και κανείς δεν θα τα παίρνει για να τα θάψει. Οι άνθρωποι θα τρέχουν από τόπο σε τόπο. Ο πόλεμος θα ξεκινήσει από του Πέτρου και Παύλου – στις 12 Ιουλίου, την ημέρα των πρωτοκορυφαίων Μεγάλων Αποστόλων. Τα βουνά και οι λόφοι θα διαλυθούν, θα ισοπεδωθούν. Οι άνθρωποι θα τρέχουν από τόπο σε τόπο. Ο Κύριος τους δικούς του δεν θα επιτρέψει να πεθάνουν • τους πιστούς θα τους κρατάει και μόνο με αντίδωρο. Θα υπάρχουν πολλοί μάρτυρες που θα μαρτυρήσουν και άνευ αίματος για την Ορθόδοξη πίστη. 

«Το μέλλον του κόσμου κρύβεται από τους ανθρώπους. Ποιος γνωρίζει τις οδούς και τους τρόπους του Κυρίου; Είναι ο Ένας – ο Δημιουργός όλων των δημιουργημάτων, μπορεί να αλλάξει τα πάντα σε μια στιγμή».

«Μας είπε για ολόκληρη την καταστροφή του κόσμου», θυμάται ο LA. Cherednichenko, «μας μίλησε για περίπου μια ώρα, ακούγαμε προσεκτικά, αλλά όλα διέφυγαν από τη μνήμη μας, παρέμειναν μόνο δύο ή τρεις φράσεις, ως οδηγός στο σκοτάδι». Η προφητευμένη ημερομηνία έναρξης του πολέμου μπορεί να μην αντιστοιχεί στη κοινή χρονολογία, καθώς η μητέρα Αλυπία ένα χρόνο πριν από το θάνατό της το 1988, άρχισε να ζει σύμφωνα με ένα μόνο σε αυτή κατανοητό ημερολόγιο, το οποίο ονόμαζε Ιερουσαλημίτικο.

Η εορτή των αγίων Πέτρου και Παύλου σημειώνεται στο ημερολόγιό της το φθινόπωρο.

Κάθε ανθρώπινη δυστυχία και θλίψη προκαλούσε πάντα μεγάλη συμπόνια στην ψυχή της γερόντισσας. Η επιθυμία της να τους βοηθήσει όλους εκφράστηκε όχι μόνο με εντατικές προσευχές, αλλά και με το να υποβάλει το γεροντικό, ταλαιπωρημένο σώμα της σε στερήσεις. Έτσι, κατά τη διάρκεια μιας ξηρασίας, όχι μόνο δεν έτρωγε φαγητό, αλλά δεν έπινε και νερό, ακόμη και στον καύσωνα.

Κάποτε, η ευλογημένη, ικετεύοντας τον Κύριο να βρέξει, δεν έτρωγε ούτε έπινε για δύο εβδομάδες. Και όταν έριξε μια δυνατή νεροποντή, η μητέρα Αλυπία με μεγάλη χαρά πήγαινε γύρω από το σπίτι, σηκώνοντας τα χέρια της προς τον ουρανό .

– Δόξα τω Θεω! Βροχή! Φώναζε δυνατά.

– Δόξα τω Θεω! Βροχή! Η συγκομιδή! Η συγκομιδή! Η συγκομιδή!

Ακόμα η μητέρα ενίσχυε τον αγώνα της και στις περιπτώσεις που τα πνευματικά της παιδιά προσέβαλλαν τον Θεό με την ανυπακοή τους.

Τα τελευταία εννέα χρόνια της ζωής της, έζησε στο Γκοζοσεέβο. Εδώ αποκαλύφθηκαν πλήρως τα μεγάλα πνευματικά της χαρίσματα . Το δώρο της προόρασης και διόρασης, που της χάρισε ο Κύριος, να διαβάζει τις καρδιές των ανθρώπων που έρχονταν σε αυτήν, σαν ανοιχτό βιβλίο, της ίασης αλλά πάνω απ ‘όλα – το δώρο της αγάπης. Κατανοούσε τη γλώσσα των ζώων και των πουλιών. Προειδοποιούσε τους ανθρώπους για κινδύνους, βοηθούσε να αποφευχθούν προβλήματα και πειρασμοί ή προστάτευε από επικείμενη καταστροφή. Έτσι, μια μέρα προσευχόταν όλη τη νύχτα στα γόνατα να σωθεί μια κοπέλα που βρισκόταν στα χέρια ενός σαδιστή σε μια άγνωστη πόλη, παρακαλούσε τον Κύριο να σώσει τη ζωή του κοριτσιού. Ήταν και είναι μια ανεξάντλητη πηγή θαυμάτων.

Απολυτίκιον Ήχος πλ. δ’

Εν σοι Μήτερ, ακριβώς διεσώθη το κατ’ εικόνα• λαβούσα γαρ τον Σταυρόν, ηκολούθησας τω Χριστώ, και πράττουσα εδίδασκες, υπεροράν μεν σαρκός, παρέρχεται γαρ• επιμελείσθαι δε ψυχής, πράγματος αθανάτου• διό και μετά Αγγέλων συναγάλλεται, οσία Αλυπία, το πνεύμα σου.

πηγή

Παρασκευή, Απριλίου 06, 2018

Θέλετε να μάθετε πόσο αξίζει η ψυχή σας; ΑΓΑΘΑΓΓΕΛΗ ΜΟΝΑΧΗ.

Θέλετε να μάθετε πόσο αξίζει η ψυχή σας;

Ρωτήστε το δαίμονα
Που αγωνίζεται κάθε μέρα να σας την κλέψει.
Ρωτήστε τον Χριστό που κατήλθε
Από τον ουρανό στη γη για να τη σώσει.
Εμείς πόσο την εκτιμάμε όταν:
Ο υπερήφανος την πουλάει για μια μάταια σκέψη.
Ο φιλάργυρος για λίγο χρήμα.
Ο ασελγής για μια στιγμή ηδονής.
Ο μέθυσος για ένα ποτήρι κρασί.
Ο βλάσφημος για ένα ξέσπασμα θυμού.
Ο θυμώδης για ένα ξέσπασμα εκδίκησης.

Αντί να πλουτίσουμε την ψυχή μας με προσευχή, μελέτη Αγίας Γραφής και τακτική Θεία κοινωνία. Είναι ανεκτίμητη η αξία της ψυχής.

Ας το αναγνωρίσουμε και ας εργαστούμε να αποκτήσουμε μία Άγια χριστιανική ψυχή.


πηγή

Δευτέρα, Μαρτίου 19, 2018

Γερόντισσα Γαβριηλία:Για την αλλαγή των άλλων,


Μ.: Αδελφή μου, όταν βλέπουμε κάτι στραβό στον άλλον, πως μπορούμε να τον κάνουμε ν’ αλλάξει σ’αύτό το σημείο;

Γ.Γ.: Είναι μεγάλη πλάνη να νομίζεις ότι με την προσπάθειά σου μπορείς να αλλάξεις έναν άνθρωπο. Ποτέ. Με την ζωή σου, μπορεί. Με την προσπάθεια, την ομιλία, την αντίθεση και με όλα αυτά, ποτέ, η πάρα πολύ σπάνια. Η αλλαγή, θα γίνει όταν έρθει η Ώρα του Θεού. Εάν έσυ αλλάξεις τον εαυτόν σου και γίνεις το ζωντανό παράδειγμα αυτού που θέλεις ν’ αλλάξεις, το ιδεώδες του, και σε δει ευτυχισμένη, τότε θ’άλλαξει. Όταν προσεύχεται κανείς για έναν άνθρωπο, αυτό είναι εντάξει. Αλλά, όταν προσπαθεί να τον αλλάξει, όχι. Αυτό είναι μόνο στο Χέρι του Θεού. Ο Θεός έχει το Πρόγραμμά Του για την ζωή του καθενός μας. Για όλους. Εμείς είμεθα ελεύθεροι. 
Δεν ξέρουμε όμως ότι Εκείνος ξέρει τι θα κάνουμε. Εκείνος τα ξέρει όλα. Ξέρει την πορεία μας μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής. Εμείς δεν την ξέρουμε. Κι αν Μ. μου, προσπαθήσουμε τον εαυτό μας, να ενώνουμε πέρισσοτερο με τον Θεό, τότε δεν θα έχουμε ανάγκη να κάνουμε τίποτε. Γιατί αυτομάτως θα γινόμαστε παράδειγμα σ’ αυτούς που θα θέλαμε να δούμε στο Δρόμο Του. Όμως, είναι φυσικό, τόσο με τα νειάτα σου, όσο και με την αγάπη που έβαλε ο Θεός μέσα στην καρδιά σου, να μην μπορείς στην αρχή τουλάχιστον, να το καταλάβεις και να απογοητεύεσαι και να λες: «Τι κατάστασις είναι αυτή; Τόση προσπάθεια, κι ακόμα αυτός εκεί;» Ξέρεις όμως; 
Το ίδιο λέει και ο Θεός μαζύ μας: «Τόσες φορές συγχώρεσα. Τόσες φορές έκανα υπομονή. Ακόμα αυτός;» Και τότε, η συνέχεια θα είναι σε προσευχή. Όπως και η άρχη είναι στην προσευχή. Χωρίς να κρίνουμε τον άλλον. Μια φορά, όταν είχα καταλάβει πια ότι η προσευχή είναι το παν, είδα στον δρόμο δύο παιδάκια, στον θυμό τους πάνω, να σκοτώνονται στο ξύλο. Δεν πήγα να τα χωρίσω, όπως θα πήγαινα παληά, άλλα έβαλα αμέσως σε πράξη αυτό που πίστευα. Γύρισα άπο την άλλη μεριά το κεφάλι και είπα: Κύριε, βάλε Εσύ την Ειρήνη Σου ανάμεσα στα δυό τους. Κι ώσπου να γυρίσω να τα δω, αυτά γελούσαν και παίζαν πάλι…Ήταν μια απάντηση του Θεού. Να το ξέρεις Μ. μου. Η ειρήνη και η γαλήνη μας, και το πως ζούμε είναι που δείχνουν το πόσο πιστεύουμε. Γι’ αυτό, μπορεί ένας άνθρωπος να μας λέει τα καλύτερα διδάγματα.Όμως, αν τον δούμε ταραγμένο, ανήσυχο και να παραπαίει ο ίδιος, δεν μπορούμε να πιστέψουμε αυτά που θα μας πει.
Αν θέλουμε λοιπόν να βοηθήσουμε τους άλλους, σκοπός της ζωής μας πρέπει να είναι να πλησιάζουμε όσο μπορούμε στο Πρότυπο, δηλαδή στον Κύριο.
Από το βιβλίο «Η Ασκητική της Αγάπης».
agioritikovima.gr 

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 08, 2017

Γερόντισσα Λαμπρινή Βέτσιου: Εμείς Οι Χριστιανοί Θα Περάσουμε Εδώ Μεγάλες Δοκιμασίες!



keri
Παρ’ όλο που ζούσε μέσα στον κόσμο, ο πόθος της για τον Μοναχισμό και την Εκκλησία την έκαναν να μετατρέψει το δωμάτιό της σ’ ένα μοναχικό κελλί. Ό,τι χαρτάκι εύρισκε πού είχε φωτογραφία κάποιου αγίου το κολλούσε στον τοίχο, δημιουργώντας μια ξεχωριστή ατμόσφαιρα.
Δεν αγαπούσε τα χρήματα, ήταν ανάργυρη. Το μόνο που την ενδιέφερε ήταν να μπορεί να κάνει ελεημοσύνες και να βοηθά τον κόσμο. Όλη την σύνταξη της την μοίραζε σε ελεημοσύνες.
Όταν τα παιδιά της, επίσης της έδιναν χρήματα, τα διέθετε και αυτά για να βοηθά φτωχούς. Έλεγε στα παιδιά της: «Τα χρήματα αυτά που δίνω, δεν είναι δικά μου. Πιάνονται (λογίζονται) σε σας, γιατί δικά σας είναι».
Απέφευγε μάλιστα να πιάνει με τα χέρια της τα χρήματα, αλλά με μια χαρτοπετσέτα ή με ένα κομμάτι ύφασμα. Και όταν πήγαινε να ψωνίσει άνοιγε το πορτοφόλι ή την χαρτοπετσέτα και έπαιρνε ο μπακάλης μόνος του. Από το σπίτι της έβγαινε τη νύχτα κρυφά, να μην την βλέπουν, και πήγαινε σε φτωχά σπίτια, άφηνε έξω από την πόρτα ό,τι είχε και έφευγε.
Στον φούρναρη είχε δώσει παραγγελία να εφοδιάζει με ψωμί μια φτωχή οικογένεια, χωρίς να μάθει κανείς τίποτε. Το είπε στην κόρη της μόνο πριν κοιμηθεί, και της άφησε παρακαταθήκη να συνεχίσει την ελεημοσύνη. Η Λαμπρινή συμβούλευε:
«Μεγάλη ευλογία έχει ο άνθρωπος που κάνει ελεημοσύνη. Όταν κάνετε ελεημοσύνη δεν θα δίνετε αυτό που είναι για πέταμα, αλλά θα δίνετε για τον ξένο και τον φτωχό το καλύτερο. Οι γονείς να μην στενοχωρούνται που δεν έχουν ν’ αφήσουν περιουσία στα παιδιά τους, αλλά να φροντίζουν για την κατά Θεόν πρόοδό τους και τα υπόλοιπα θα τα τακτοποιήσει ο Θεός».
Επισκεπτόταν αρρώστους χωρίς φόβο να κωλύσει κάτι, αφού πολλές φορές κοινωνούσε πρώτα ο άρρωστος (ετοιμοθάνατος) κα! αμέσως εκείνη, γιατί δεν φοβόταν τον θάνατο, αντίθετα θεωρούσε πώς θα την έφερνε πιο κοντά στον Θεό.
Κάποτε πήγε να προσκυνήσει τον Άγιο Σπυρίδωνα στην Κέρκυρα με ένα παιδάκι που το είχε βαφτίσει, χωρίς να έχει μαζί της χρήματα. Όμως με την βοήθεια του Θεού πήγαν και γύρισαν, χωρίς να τους ζητήσουν χρήματα ούτε στο λεωφορείο ούτε στο καράβι.
Η γιαγιά Λαμπρινή αγαπούσε τον Χριστό, αγωνιζόταν περισσότερο από μοναχή, προσευχόταν συνέχεια και μετέδιδε την θεία Χάρη. Πολλοί πήγαιναν να την δουν, να την συμβουλευθούν και να ζητήσουν την προσευχή της.
Ολόκληρα λεωφορεία σταματούσαν στο φτωχικό της. Δεχόταν όλους τους ανθρώπους αδιαμαρτύρητα, πολλές φορές χωρίς ούτε μια διακοπή στην διάρκεια της ημέρας.
Οι επισκέψεις στο σπίτι της ήταν καθημερινές. Δεν υπήρχε ωράριο. Ο καθένας ερχόταν οπότε ήθελε και έφευγε όταν ήθελε. Δεχόταν τους πάντες αγόγγυστα. Όταν ήταν μόνη της διάβαζε ή προσευχόταν. Για να ξεμουδιάσει έβγαινε και έκανε περίπατο, όχι στο χωριό, αλλά στον κήπο με τις πορτοκαλιές και έλεγε την ευχή (Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με).
Ο λόγος της ήταν πάντα για την υπομονή. Έλεγε: «Εμείς Οι χριστιανοί θα περάσουμε εδώ μεγάλες δοκιμασίες, ακόμα και μέσα στην ίδια την οικογένεια μας. Θα πρέπει να δείχνουμε υπομονή, αγάπη, και να κάνουμε ελεημοσύνες». Σε όσους είχαν οικογενειακά προβλήματα τους παρακαλούσε να μη διαλύσουν την οικογένεια τους. «Ο πειρασμός σας βάζει», έλεγε.
Σε νέους πού την επισκέπτονταν συμβούλευε: «Αποφάσισες να παντρευτείς; Θα κάνεις υπομονή και όχι μία, αλλά πολλές. Να εκκλησιάζεστε τακτικά, να εξομολογείστε, να κοινωνάτε και να προσεύχεσθε. Όταν κάνετε αυτά, θα πάτε κοντά στον Χριστό να χαίρεστε για πάντα».
Αν και δεν είχε σπουδάσει, όμως διάβαζε πολλά πνευματικά βιβλία, τα κατανοούσε και τα εξηγούσε.
Άνθρωποι εγγράμματοι – ακόμη και καθηγητές Πανεπιστημίου – πήγαιναν να ακούσουν την γιαγιά Λαμπρινή. Την είχαν σε ιδιαίτερη ευλάβεια γιατί η ζωή της ήταν τελείως δοσμένη στον Χριστό, αλλά και γιατί έβλεπαν να ενεργεί η θεία Χάρη μέσω αυτής θαυμαστά έργα.
Αρπαζόταν πολλές φορές ο νους της και έβλεπε τα αθέατα μυστήρια του μέλλοντος αιώνος, η προσευχή της εισακούετο, γνώριζε τα κρύφια των ανθρώπων, και προέβλεπε γεγονότα του μέλλοντος…

Τρίτη, Φεβρουαρίου 14, 2017

"Τὰ πράγματα θὰ ἀλλάξουν, δὲν θὰ εἶναι ὅπως τώρα. Θὰ ἔρθει μεγάλη φτώχεια! Θὰ ποῦν δικαιοῦσαι ἕνα βοήθημα οἰκονομικό, γιὰ νὰ τὸ πάρεις ὅμως θὰ πρέπει νὰ ἔχεις τὴν κάρτα-ταυτότητα!"


Αποτέλεσμα εικόνας για γεροντισσα λαμπρινη βετσιου

Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ἀσκητὲς μέσα στὸν κόσμο». Κεντρικὴ διάθεση βιβλίου: Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον «Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος», Μεταμόρφωσις Χαλκιδικς.
Ἡ Ἀσκήτρια ἐν τῷ κόσμῳΓερ-Δρίβα, ἀπὸ τὴν Ἄρτα, ποὺ κοιμήθηκε στὶς 17 Ὀκτωβρίου 2002, προεῖπε σὲ διάφορους ἀνθρώπους ὅσα πολὺ δύσκολα ἔρχονται γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ τοὺς Ἕλληνες, πού ξέχασαν τὸν Θεό, ἀκολουθώντας ἀδιέξοδους δρόμους καὶ θεωρίες, ἀθεΐα, ἀπιστία, αἱρέσεις, σαρκικὲς ἡδονὲς καὶ ὑλισμό! Πού δὲν ἔσκυψαν νὰ πιοῦν ἀπὸ τὸ γάργαρο καὶ δωρεὰν νερὸ τῆς αἰωνιότητας, τῆς εὐσέβειας, τῆς εὐλογημένης Ὀρθοδοξίας. Πού ξέχασαν νὰ κάνουν ἀκόμη καὶ τὸν σταυρό τους, τὸ «δόξα τῷ Θε», τὴν Παναγιὰ τῆς μάνα μας, τὸν Ἐκκλησιασμὸ τῆς Κυριακῆς, τὸ καντηλάκι τῆς βραδινῆς προσευχῆς…
«Ἡ Ἑλλάδα, μιὰ ὥρα, οἰκονομικὰ θὰ πέσει ἔξω! Τὰ λεφτὰ θὰ ἐξευτελιστοῦν. Τυχεροὶ ὅσοι θὰ ἔχουν χρυσὸ (ὡς μέσο συναλλαγῆς) καὶ ἕνα κομμάτι γῆς».
Μοῦ εἶπε ἡ γερόντισσα (ἔγινε μοναχὴ ἀπὸ τὸν π. Μητροφάνη) γιὰ τὸ σπίτι μου (1990):
«Τί τὸ θὲς παιδί μου τόσο μεγάλο σπίτι; Θὰ ἔρθει καιρὸς ποὺ θὰ βάλουν φόρο καὶ στὰ βήματά σας μέσα σ’ αὐτό, καὶ στὰ ἄτομα ποὺ εἶστε μέσα!  Τυχεροί ὅσοι θὰ μένουν σὲ καλύβες (μικρὰ σπιτάκια). Τὰ αὐτοκίνητα θὰ τὰ ἀράξει ὁ κόσμος στὶς αὐλές του! Ἂν ἔχεις δουλειὰ θὰ δουλεύεις ὅλη μέρα, τὸ μισὸ μεροκάματο θὰ τὸ δίνεις γιὰ βενζίνη γιὰ νὰ πᾶς στὴ δουλειά σου καὶ τὸ ὑπόλοιπο νὰ ταΐσεις τὰ παιδιά σου καὶ ἂν φτάσουν γιὰ νὰ φᾶνε... Τὴν ἀποθήκη ποὺ βάζει ὁ πατέρας σου τὸ χόρτο γιὰ τὰ ζῶα θὰ σὲ....
παρακαλᾶνε γιὰ νὰ μείνουν μέσα!
Γεμάτος ἔκπληξη τῆς εἶπα. Βρὲ γιαγιὰ ἔχει ποντίκια μέσα!

Ἡ γιαγιά μου εἶπε: «Όταν κάποιος δὲν ἔχει ποῦ νὰ βάλει τὴν οἰκογένειά του, τὰ ποντίκια θὰ ὑπολογίσει; Ἀφοῦ ἔριξε μιὰ ματιὰ στὸν οὐρανὸ μὲ κοίταξε καὶ μοῦ εἶπε:  «Θα εἶναι ἄτομα ἀπὸ τὴν Ἀθήνα καὶ ἀπὸ ἄλλα μέρη, καὶ ἀπὸ νησιὰ θὰ ἔρθει κόσμος! Πότε θὰ γίνουν αὐτὰ γιαγιά; Δὲν θὰ ζῶ ἐγὼ τότε!
Τὰ πράγματα θὰ ἀλλάξουν, δὲν θὰ εἶναι ὅπως τώρα. Θὰ ἔρθει μεγάλη φτώχεια! Θὰ ποῦν, εἶσαι μακροχρόνια ἄνεργος, δικαιοῦσαι ἕνα βοήθημα οἰκονομικό, γιὰ νὰ τὸ πάρεις ὅμως θὰ πρέπει νὰ ἔχεις τὴν κάρτα-ταυτότητα. Ἐκεῖ θὰ ἐξαπατηθοῦν πολλοί… Σκέψου ἕνα πατέρα μὲ τρία παιδιὰ ποὺ ἔχουν τρεῖς μέρες νὰ φᾶνε. Θὰ τρέχει ἀμέσως νὰ πάρει τὴ κάρτα, γιὰ νὰ ἀγοράσει λίγα μακαρόνια, λίγα φασόλια… (Δὲν μιλάει γιὰ ἁπλὴ τραπεζικὴ κάρτα, ἀλλὰ γιὰ ὑπὲρ κάρτα-ταυτότητα).
«Θὰ ἔρθει ὁ κατήφορος μὲ τὸ εὐρὼ καὶ μετὰ μεγάλη φτώχεια»
…Ἤξερε τὰ μελλούμενα καὶ ἔλεγε ὅτι μᾶς περιμένουν πολὺ δύσκολα χρόνια. Λυπόταν τὰ μικρὰ παιδιὰ καὶ ἔλεγε: «Ἂν ἤξεραν τί θὰ περάσουν»!
 Ἀλλὰ ἀμέσως συμπλήρωνε: «Ἔχει ὁ Θεός.Θὰ οἰκονομήσει γιὰ τοὺς Χριστιανούς». Περισσότερα, ἔλεγε, δὲν τὴν ἄφηνε ὁ Χριστὸς νὰ εἰπεῖ …
Αἰωνία ἃς εἶναι ἡ μνήμη της…

πηγή

Πέμπτη, Απριλίου 28, 2016

Γερόντισσα Μακρίνα: «Νὰ μὴ φύγη σήμερα ἡ μέρα μὲ ἀργολογίες, νὰ λέμε τὴν "εὐχή"»







Ὁμιλία τῆς Γερόντισσας Μακρίνας Βασσοπούλου, ἀπὸ τὸ βιβλίο «Λόγια Καρδίας», ἐκδόσεις Ἱ.Μ. Παναγίας Ὁδηγητρίας Πορτιαριὰ Βόλου
Δὲν χορταίνονται τὰ «γράμματα» τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος! Ἕνας Θεὸς δὲν μπόρεσε νὰ κάνη τὸν ἄνθρωπο λεῖο. Τὸν ὕβρισαν καὶ Τὸν ἐβλασφήμησαν. Εἴδατε τί ἔλεγε. «Διψῶ», «Κύριε, ἰνατὶ μὲ ἐγκατέλιπες;». Εἶχε πόνο τὴν ὥρα τοῦ Σταυροῦ, γιατί γνώριζε ὅτι ναὶ μὲν θὰ σταυρωθῆ, ἀλλὰ καὶ πάλι θὰ ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ δὲν θὰ ἐκτελοῦν τοὺς λόγους Του. Τί ὡραία γραμματάκια! Τί ὡραία ποὺ συνομιλοῦσε μὲ τὸν Πατέρα Του! Τί ὡραία λόγια ἔλεγε στοὺς Ἀποστόλους! Τί συμβουλὲς τοὺς ἔδινε! Δὲν Τὸν καταλάβαιναν, τοὺς νικοῦσε ὁ ὕπνος, εἶχαν σκοτοδίνη. Τί ὡραῖο αὐτὸ τὸ Εὐαγγέλιο! Πολὺ μ΄ ἀρέσει. Τί ὡραία ποὺ συμβουλεύει καὶ παρακαλεῖ τοὺς Μαθητᾶς!
Ὅταν ὁ νοῦς μας εἶναι καθαρὸς καὶ βρίσκεται συνέχεια σὲ θεωρία κοντὰ στὸν Χριστὸ καὶ κάνουμε πνευματικὸ ἀγώνα, γιὰ νὰ μὴ δεχώμαστε ὅ,τι θὰ μᾶς φέρη ὁ διάβολος, ὅπως λογισμοὺς καὶ διάφορα ἄλλα, τότε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ θὰ εἶναι κοντά μας. Θὰ βλέπουμε καὶ θὰ αἰσθανώμαστε τὰ μεγαλεία τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν ψυχή μας. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔλεγε: «Τὸ χέρι μου εἶναι πήλινο καὶ ἡ γλώσσα μου εἶναι πήλινη καὶ δὲν μπορῶ νὰ γράψω οὔτε νὰ διηγηθῶ τὰ μεγαλεία τοῦ Θεοῦ· εἶναι ἀνέκφραστα». Ἀλλὰ μόνο διὰ τῆς θεωρίας ποὺ κάνει ὁ ἄνθρωπος...
κατὰ τὴν ὥρα τῆς ἐκκλησίας, διὰ τῆς «εὐχῆς» ποὺ λέει, διὰ τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς ποὺ ἔχει μέσα στὴν ψυχή του καὶ ὅταν δὲν φεύγη ὁ νοῦς του ἀπὸ τὸν Θεό, ὁ Θεὸς «μεγενθύνει» τὴ διάνοιά του καὶ τὴν κάνει νὰ βλέπη αὐτὰ τὰ πράγματα νοερῶς, δηλαδὴ τὰ αἰσθάνεται, πὼς ἐνεργοῦν τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, βλέπει τὰ τάγματα τῶν Ἀγγέλων, τῶν Ἀρχαγγέλων, τὰ πολυόμματα Χερουβεὶμ καὶ τὰ ἑξαπτέρυγα Σεραφείμ.

Τὰ πολυόμματα Χερουβεὶμ εἶναι ἡ ἐξυπηρέτησι τοῦ Θεοῦ· εἶναι στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ καὶ περιτριγυρίζουν τὸν θρόνο Του, ἕτοιμα ἀνὰ πάσα στιγμὴ νὰ ἐκτελέσουν τὰ θέλημα τοῦ Θεοῦ. 

...Μόλις μᾶς ἔρχεται ὁ κακὸς λογισμός, ἀμέσως νὰ πηγαίνουμε τὸν νοῦ μας σὲ ἀγαθὸ λογισμό. Νὰ μὴ μένη μῶμος στὴ διάνοιά μας. Μᾶς ἦρθε κατάκρισι; Νὰ πηγαίνουμε τὸ λογισμό μας στὴν Κόλασι, νὰ κάνουμε κάμποσες μετάνοιες... καὶ θὰ δοῦμε πῶς θὰ φύγη!
Νὰ προσέχουμε τὰ πάθη. Ὁ θυμός, ἡ ζήλεια καὶ ὁ φθόνος εἶναι τὰ μεγαλύτερα. Ἔτσι εἶναι. Ἔχουμε ὅλα αὐτὰ τὰ πάθη ποὺ ξεφυτρώνουν ἀπὸ ΄δῶ καὶ ἀπὸ ΄κεῖ καὶ ἅμα δὲν τὰ κόψουμε μὲ τὸ δρεπάνι, δὲν μποροῦμε νὰ προκόψουμε. Ἦθρε ἡ ζήλεια; Κόψε την. Ἦρθε τὸ ἄλλο; Πέταξέ το. Τὸ ἑπόμενο; Θέρισέ το. Νὰ μὴ ἔχουμε τὰ χεράκια μας σταυρωμένα καὶ μᾶς κυριεύουν τὰ πάθη. 

....Ὁ ἄνθρωπος νὰ εἶναι πολυόμματος· νὰ μὴ φύγη σήμερα ἡ μέρα μὲ ἀργολογίες. Τί λέει ὁ Γέροντας; Νὰ λέμε τὴν «εὐχή»: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». 

...Τί κουτὰ μυαλὰ εἴμαστε καὶ μᾶς αἰχμαλωτίζουν ὅλα τὰ χαζὰ καὶ τὰ τιποτένια καὶ χάνουμε αὐτὰ τὰ μεγαλεῖα! Καὶ μετὰ τί νὰ κάνουμε; Μᾶς φταίει ὁ ἕνας ὁ ἄλλος. Ὅταν θὰ ἔχουμε τὴν «εὐχή», θὰ λέμε ὅτι ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι ἁγιασμένοι κι ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ἁμαρτωλοὶ καὶ θὰ αἰσθανώμαστε μεγάλη συμπάθεια πρὸς ὅλους.



Παρασκευή, Φεβρουαρίου 19, 2016

Να ''κυνηγάμε'' την ευχή


Στην ώρα τής διακονίας (εργασίας) μας, ή οτιδήποτε άλλο κάνουμε, αντί νά αργολογήσουμε, αντί νά συζητήσουμε, αντί να πούμε ιστορίες, αντί νά πούμε πνευματικά, καλύτερα είναι νά λέμε τήν "ευχή".
Γιατί μέσα καί στά πνευματικά ακόμη θά υπάρχει καί μία κατάκριση, ένα κουτσομπολιό, μία αργολογία, μία μεμψιμοιρία,, θά υπάρξουν αστεϊσμοί, διάφορα.
Όταν μάς έρχεται διάθεσις γιά συζήτηση, όταν μάς πιάνει πλήξη, μάς πιάνει στενοχώρια, νά ξέρετε είναι γιατί δέν κυνηγάμε τήν "ευχή".
Νά τήν κυνηγήσουμε, όπως τήν κυνηγούσαν οί Πατέρες οί άγιοι, όπως τήν κυνήγησαν πνευματικοί άνθρωποι στόν κόσμο καί αισθάνθηκαν τήν Χάρι τού Θεού.
Γιορτές καί Κυριακές πού έχουμε περισσότερο χρόνο νά λέμε τήν "ευχή" (Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με), νά τόν εκμεταλευόμαστε τόν χρόνο.

Από τό βιβλίο: Γερόντισα Μακρίνα - Λόγια Καρδιάς, εκδόσεις Ιεράς Μονής Παναγίας Οδηγήτριας Πορταριά Βόλου


Δευτέρα, Ιουνίου 15, 2015

ΔΕΚΑ ΑΝΤΙ-ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΙΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ



1.) Ἐπειδή βλέπω τόν μεγάλο σάλο εἰς τήν Ἐκκλησίαν μας, ἐξαἰτίας τῶν διαφόρων φιλενωτικῶν κινήσεων καί τῶν ἐπαφῶν τοῦ Πατριάρχου (Ἀθηναγόρα) μετά τοῦ Πάπα, ἐπόνεσα κι ἐγώ σάν τέκνον Της καί ἐθεώρησα καλόν, ἐκτός ἀπό τίς προσευχές μου, νά στείλω κι ἕνα μικρό κομματάκι κλωστή (πού ἔχω σάν φτωχός Μοναχός), διά νά χρησιμοποιηθεῖ κι αὐτό, ἔστω γιά μιά βελονιά, διά τό πολυκομματιασμένο φόρεμα τῆς Μητέρας μας… 
*****
2.) Φαντάζομαι ὅτι θά μέ καταλάβουν ὅλοι, ὅτι τά γραφόμενά μου δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἕνας βαθύς μου πόνος διά τήν γραμμήν καί κοσμικήν ἀγάπην δυστυχῶς τοῦ πατέρα μας κ. Ἀθηναγόρα.
Ὅπως φαίνεται, ἀγάπησε μιάν ἄλλην γυναίκα μοντέρνα, πού λέγεται Παπική «Ἐκκλησία», διότι ἡ Ὀρθόδοξος Μητέρα μας δέν τοῦ κάμνει καμμίαν ἐντύπωσι, ἐπειδή εἶναι πολύ σεμνή. Αὐτή ἡ ἀγάπη, πού ἀκούσθηκε ἀπό τήν Πόλι, βρῆκε ἀπήχησι σέ πολλά παιδιά του, πού τήν ζοῦν εἰς τάς πόλεις. Ἄλλωστε αὐτό εἶναι καί τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς μας: ἡ οἰκογένεια νά χάση τό ἱερό νόημά της, πού ὡς σκοπόν ἔχουν τήν διάλυσιν καί ὄχι τήν ἕνωσιν…
Μέ μιά τέτοια περίπου κοσμική ἀγάπη καί ὁ Πατριάρχης μας φθάνει στή Ρώμη. Ἐνῶ θά ἔπρεπε νά δείξη ἀγάπη πρῶτα σέ μᾶς τά παιδιά του καί στή Μητέρα μας Ἐκκλησία, αὐτός, δυστυχῶς, ἔστειλε τήν ἀγάπη του πολύ μακριά. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά ἀναπαύσει μέν ὅλα τά κοσμικά παιδιά, πού ἀγαποῦν τόν κόσμο καί ἔχουν τήν κοσμικήν αὐτήν ἀγάπην, νά κατασκανδαλίση, ὅμως, ὅλους ἐμᾶς, τά τέκνα τῆς Ὀρθοδοξίας, μικρά καί μεγάλα, πού ἔχουν φόβο Θεοῦ.

*****
3.) Μετά λύπης μου, ἀπό ὅσους φιλενωτικούς ἔχω γνωρίσει, δέν εἶδα νά ἔχουν οὔτε ψίχα πνευματική οὔτε φλοιό. Ξέρουν, ὅμως, νά ὁμιλοῦν γιά ἀγάπη καί ἑνότητα, ἐνῶ οἱ ἴδιοι δέν εἶναι ἑνωμένοι μέ τόν Θεόν, διότι δέν Τόν ἔχουν ἀγαπήσει.

*****
4.) Ἄς γνωρίζομεν ὅτι δέν ὑπάρχουν μόνο φυσικοί νόμοι, ἀλλά καί πνευματικοί. Ἑπομένως ἡ μέλλουσα ὀργή τοῦ Θεοῦ δέν μπορεῖ νά ἀντιμετωπισθῆ μέ συνεταιρισμόν ἁμαρτωλῶν (διότι διπλήν ὀργήν θά λάβωμεν), ἀλλά μέ μετάνοιαν καί τήρησιν τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου.
Ἐπίσης ἄς γνωρίσωμεν καλά ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας δέν ἔχει καμμίαν ἔλλειψιν. Ἡ μόνη ἔλλειψις, πού παρουσιάζεται, εἶναι ἡ ἔλλειψις σοβαρῶν Ἱεραρχῶν καί Ποιμένων μέ πατερικές ἀρχές. Εἶναι ὀλίγοι οἱ ἐκλεκτοί· ὅμως δέν εἶναι ἀνησυχητικόν. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί Αὐτός τήν κυβερνάει.
*****
5.) Ὁ Κύριος, ὅταν θά πρέπη, θά παρουσιάση τούς Μάρκους τούς Εὐγενικούς καί τούς Γρηγορίους Παλαμάδες, διά νά συγκεντρώσουν ὅλα τά κατασκανδαλισμένα ἀδέλφια μας, διά νά ὁμολογήσουν τήν Ὀρθόδοξον Πίστιν, νά στερεώσουν τήν Παράδοσιν καί νά δώσουν χαράν μεγάλην εἰς τήν Μητέρα μας».

*****
6.) «Κάποτε, διηγήθηκε ὁ Γέροντας, μοῦ ἦρθαν δύο παπικοί, λατίνοι. Μοῦ λέει λοιπόν ὁ ἕνας – Ἔλα νά ποῦμε τό ‘Πάτερ ἡμῶν.’ – Γιά νά τό ποῦμε μαζί, τοῦ εἶπα, πρέπει νά συμφωνοῦμε στό Δόγμα. Ὅμως, μεταξύ ἡμῶν καί ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστί. Ὕστερα μοῦ λέει: - Μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι εἶναι κοντά στό Θεό καί μόνο αὐτοί θά σωθοῦνε; Ὁ Θεός εἶναι μέ ὅλο τόν κόσμο. – Ναί, τοῦ εἶπα. Ἐσύ μπορεῖς νά μοῦ πῆς καί πόσος κόσμος εἶναι κοντά στό Θεό; ... – Ὅλοι μιλᾶνε γιά ἀγάπη, εἰρήνη καί ὁμόνοια, τούς εἶπα στό τέλος, ἀλλά ὅλοι αὐτοί εἶναι διχασμένοι καί μέ τόν ἑαυτό τους καί μέ τούς ἄλλους. Γι' αὐτό καί ἑτοιμάζουν ὅλο καί μεγαλύτερες βόμβες. Πολλοί, πού μιλοῦν γιά ἀγάπη καί ἑνότητα, οἱ ἴδιοι δέν εἶναι ἑνωμένοι μέ τόν Θεό, γιατί δέν τόν ἔχουν ἀγαπήσει, οὔτε ἔχουν ἀληθινή ἀγάπη. Ἀγάπη ἀληθινή ἔχει ἐκεῖνος, πού ἔχει ὀρθή πίστη, ζῆ κοντά στό Θεό, καί τότε ὁ Θεός ζωγραφίζεται στό πρόσωπό του καί οἱ ἄλλοι βλέπουν στό πρόσωπό του τόν Θεό. 

*****
7.) Ὁ τότε Πάπας, ἔχοντας ἀκούσει γιά τήν φήμη τοῦ Γέροντος Παϊσίου, ἔστειλε μερικούς καρδιναλίους στήν καλύβη τοῦ γέροντος, γιά νά τοῦ ἀνακοινώσουν ὅτι ὁ Πάπας τόν προσκαλεῖ στή Ρώμη, γιά νά συζητήσουν περί δογματικῶν καί ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων. Ἡ ἀπάντηση τοῦ γέροντος ἦταν ἀποστομωτική: «Ὁ πάπας δέν εἶναι ἕτοιμος ἀκόμη γιά μιά τέτοια συζήτηση. Πρέπει νά ἀποβάλει τόν ἐγωϊσμό του».

*****
8.) Στήν ἐποχή μας, ὅμως, πολλοί ἀπό ἐμᾶς, ἐπηρεαζόμενοι δυστυχῶς ἀπό τήν κοσμική ἀγάπη, πού δέν ἔχει πνευματικό ἀντίκρυσμα, πᾶμε δῆθεν νά κάνουμε καλό, νά δώσουμε αἷμα, ἐνῶ τό αἷμα μας εἶναι γεμάτο ἀπό πνευματικά μικρόβια καί βλάπτουμε περισσότερο. Ἐάν ὅμως ζούσαμε Πατερικά, θά εἴχαμε ὅλοι πνευματική ὑγεία, τήν ὁποία θά ζήλευαν καί ὅλοι οἱ ἑτερόδοξοι καί θά ἄφηναν τίς ἀρρωστημένες τους πλάνες καί θά σώζονταν δίχως κήρυγμα.

*****
9.) Αὐτό πού ἐπιβάλλεται σέ κάθε Ὀρθόδοξο εἶναι νά βάζη τήν καλή ἀνησυχία καί στούς ἑτεροδόξους, νά καταλάβουν δηλαδή ὅτι βρίσκονται σέ πλάνη, γιά νά μήν ἀναπαύουν ψεύτικα τόν λογισμό τους καί στερηθοῦν καί σ' αὐτήν τήν ζωή τίς πλούσιες εὐλογίες τῆς Ὀρθοδοξίας καί στήν ἄλλη ζωή στερηθοῦν τίς περισσότερες καί αἰώνιες εὐλογίες τοῦ Θεοῦ.

*****
10.) Σήμερα δυστυχῶς μπῆκε ἡ εὐρωπαϊκή εὐγένεια καί πᾶνε νά δείξουν τόν καλό. Θέλουν νά δείξουν ἀνωτερότητα καί τελικά πᾶνε νά προσκυνήσουν τόν διάβολο μέ τά δύο κέρατα. Σήμερα λένε: Ὄχι μόνο μέ αἱρετικό, ἀλλά καί μέ Βουδδιστή καί μέ πυρολάτρη καί μέ δαιμονολάτρη νά συμπροσευχηθοῦμε. Πρέπει νά βρίσκωνται στίς συμπροσευχές τους καί στά συνέδρια καί οἱ Ὀρθόδοξοι. Εἶναι μιά παρουσία. Τί παρουσία; Τά λύνουν ὅλα μέ τή λογική (χωρίς τό Ἅγιο Πνεῦμα) καί δικαιολογοῦν τά ἀδικαιολόγητα. Τό εὐρωπαϊκό πνεῦμα νομίζει ὅτι καί τά πνευματικά θέματα μποροῦν νά μποῦν στήν Κοινή Ἀγορά. 

Κυριακή, Μαρτίου 01, 2015

Συγκλονιστική μαρτυρία: Η Γερόντισσα Λαμπρινή που έβγαινε έξω από το σώμα της…


Η κυρία Β. Τ. από το Κομμένο Άρτας μαρτυρεί…


«Άκουσα σε μια Εκκλησία της Άρτας για πρώτη φορά να συζητούν για την Λαμπρινή και τα πνευματικά της χαρίσματα και ένιωσα μεγάλη επιθυμία να την γνωρίσω.

Με μια συγγένισσά μου που την ήξερε πήγαμε στο φτωχικό σπιτάκι της.
Από τότε για σαράντα περίπου χρόνια μέχρι πού έφυγε από την ζωή την ακολουθούσα σχεδόν πάντοτε σε προσκυνήματα, σε αγρυπνίες, σε λειτουργίες που έκανε σε Εκκλησίες και κοιμόμασταν μέσα σ’ αυτές τις νύχτες.
Η θεία Λαμπρινή προσευχόταν και διάβαζε πολλές ώρες και κοιμόταν ελάχιστα.
Κάποτε ζήτησα την βοήθειά της. Ο άνδρας μου χαρτόπαιζε και παραμελούσε το σπίτι. Είχαμε φθάσει σε αδιέξοδο. «Μη φοβάσαι», μου είπε, «όλα θα τα τακτοποιήσει ο Κύριος Ιησούς Χριστός, αρκεί να δείξεις πίστη στον Κύριο».
Μου ζήτησε για σαράντα μέρες να ξυπνώ στις 3 μετά τα μεσάνυχτα και να προσεύχομαι κάνοντας και 40 μετάνοιες. Μου είχε δώσει να διαβάζω κάποιες προσευχές και μου είπε ότι και αυτή θα προσεύχεται για να μας βοηθήσει ο Κύριος. «Πράγματι έκανα όπως μου είπε η θεία Λαμπρινή κρυφά από τον άνδρα μου και μετά τις σαράντα μέρες ξαφνικά όλα άλλαξαν.
Ο άνδρας μου δεν ξανάπαιξε χαρτιά, ασχολούνταν με τα κτήματα και την οικογένεια και τα οικονομικά μας βελτιώθηκαν.
Κάποτε με τη θεία Λαμπρινή και άλλες γυναίκες κοιμηθήκαμε σε μια Εκκλησία. Αφού τελείωσε τις προσευχές της ξάπλωσε να κοιμηθεί. Εμένα δεν με έπαιρνε ο ύπνος. Ακούω την θεία Λαμπρινή ενώ κοιμόταν έβγαζε κάτι αναστεναγμούς, σαν να δούλευε και ήταν πολύ κουρασμένη.
Αυτό κράτησε για λίγο. Σηκώθηκα και έπιασα τα χέρια της και τα πόδια της. Ήταν σαν να έπιανα έναν πεθαμένο…
Κατάλαβα ότι πάλι η θεια Λαμπρινή έφυγε πνευματικά από το σώμα της. Τις πρωινές ώρες την άκουσα πάλι σαν να αγκομαχούσε. «Τώρα θα επέστρεψε», σκέφθηκα. Μόλις ξύπνησε την ρωτάω: «Το βράδυ έφυγες; Που πήγες»; Μου έδωσε την έξης απάντηση: «Πήρα την (τάδε, μια γυναίκα πού ήταν στην παρέα μας) και την παρουσίασα στον Κύριο».
Κάποια φορά αντιμετώπισα ένα μεγάλο πρόβλημα. Έμεινα για έξι μήνες στο κρεββάτι με δυνατούς πόνους στην μέση μου. Δεν μπορούσα να κουνηθώ και πήγαινα από γιατρό σε γιατρό, αλλά η κατάσταση μου χειροτέρευε. Μια μέρα η θεία Λαμπρινή με επισκέφθηκε στο σπίτι μου.
«Μην ανησυχείς», μου είπε, «σε λίγο καιρό θα είσαι τελείως καλά». Την ίδια μέρα με πληροφόρησε κάποια γνωστή μου ότι η θεία Λαμπρινή πριν έρθει στο σπίτι μου πήγε στην Εκκλησία του χωριού μου, και γονατιστή για πολλή ώρα προσευχόταν μπροστά στην εικόνα της Κοιμήσεως της Παναγίας, που είναι αφιερωμένη η Εκκλησία.
Σε λίγες μέρες με την βοήθεια κάποιου γιατρού περπατούσα κανονικά. Από τότε μέχρι σήμερα για 18 χρόνια δεν είχα την παραμικρή ενόχληση.
Και μετά την κοίμηση της σε δύσκολες στιγμές της ζωής μου την επικαλούμαι και πάντα με βοηθάει. Είχα ένα καλοκαίρι πονοκεφάλους και ζαλάδες που ίσως οφείλονταν στους καύσωνες.
Ξάπλωσα να κοιμηθώ, αφού πρώτα ζήτησα την βοήθεια της. Ήρθε στον ύπνο μου, στάθηκε από πάνω μου και με σκέπασε μ’ ένα σεντόνι. Το πρωί πού σηκώθηκα ήμουν υγιέστατη».
Η κυρία Μαρία Δραγατάκη από την Άρτα αναφέρει:
«Έμαθα πολλά κοντά στη γιαγιά Λαμπρινή πηγαίνοντας μαζί της στις αμέτρητες ολονυχτίες και στα προσκυνήματα πού οργάνωνε η ίδια. Με αποκαλούσε «παιδί μου» και η λέξη αυτή άγγιζε πραγματικά την ψυχή μου. Είχε υπομονή και άκουγε τα προβλήματα μου και πάντα εύρισκε λύσεις.
Η ζωή της ήταν αγία και ήταν πολύ ταπεινή. Τι να πρωτοθυμηθώ; Την βοήθεια της προς την μητέρα μου; Τις προβλέψεις και την προσευχή πού έκανε για τα παιδιά μου;
Ή το μεγάλο καλό πού έκανε σε μένα; Όταν μετά από ένα βαρύ χειρουργείο έχασα τον ύπνο μου, νιώθοντας απελπισμένη και χαμένη, πήγα μεσάνυχτα στο σπίτι της, ζητώντας βοήθεια και την βρήκα στα γόνατα να προσεύχεται λουσμένη στον ιδρώτα και γύρω της αναμμένα καντήλια και κεριά. Μου είπε: «Παιδί μου, Τι έπαθες απόψε»;
Σταυρώνοντάς με από τότε ηρέμησα. Να είναι καλά εκεί πού βρίσκεται η γιαγιά Λαμπρινή και να πρεσβεύει για όλους μας».
Ο Α. Γ. αναφέρει:
«Γνώριζα την γιαγιά Λαμπρινή από μικρός, γιατί ερχόταν στο σπίτι μας και έβλεπε την κατάκοιτη γιαγιά μου, αλλά την θεωρούσα μια αγράμματη γιαγιά. Άκουσα άλλους να μιλούν με ευλάβεια γι’ αυτήν και όταν γύρισα από το πρώτο προσκύνημα μου στο Άγιον Όρος το 2002, πήγα να την δω και να της δώσω μια ευλογία. Μπαίνοντας στο κελλάκι της ένιωσα σαν να βρίσκομαι μπροστά σ’ ένα γίγαντα. Συνειδητοποίησα τότε, χωρίς να ξέρω πώς, ότι αυτή η γυναίκα ήταν πολύ ψηλά πνευματικά, τόσο πού δεν μπορούσα να την ατενίσω, αν και σωματικά ήταν μικροκαμωμένη.
Η συζήτηση μαζί της ήταν μια πνευματική πανδαισία. Τότε κυριαρχούσε το θέμα των ταυτοτήτων που με απασχολούσε έντονα. Η πρώτη κουβέντα που μου είπε, χωρίς να αναφέρω κάτι σχετικό, ήταν: «Δεν πρέπει να πάρουμε τις ταυτότητες με το χάραγμα…»
Στις επόμενες επισκέψεις μου μέχρι την κοίμησή της διαπίστωσα ότι είχε το προορατικό και διορατικό χάρισμα.
Μου ανέφερε γεγονότα άγνωστα σύμφωνα με την ανθρώπινη λογική, άλλοτε γεγονότα που αφορούσαν το μέλλον μου και έγιναν, και άλλα για γενικότερα θέματα. Ορισμένες δε φορές ενώ είχα στο νου μου να θέσω μια ερώτηση η μου γεννιόταν μια απορία σε συζήτηση παρουσία και άλλων ανθρώπων, αυτή σταματούσε την συζήτηση, απαντούσε στην ερώτηση που σκεφτόμουν και συνέχιζε την συζήτηση.
Τον Μάϊο του 2002 πού την είδα μου είπε ότι σε λίγους μήνες θα φύγει. Αλλά όταν με είδε πως στενοχωρήθηκα πολύ, είπε: «Ε, έτσι το λέω, μήνες – χρόνια». Αλλά κοιμήθηκε πράγματι σε λίγους μήνες, τον Οκτώβριο του 2002 και πορεύθηκε η ψυχή της στον Κύριο που τόσο πόθησε από μικρή».
Την τελευταία Κυριακή που πήγε στην Εκκλησία κοινώνησε και διάβασε την Ευχαριστία στο σπίτι της. Την Δευτέρα άπλωσε όλα τα βιβλία στο κρεββάτι της, διάβαζε από το καθένα λίγο, το σταύρωνε, το ασπαζόταν και το άφηνε στην άκρη. Τρόπον τινά τα αποχαιρετούσε, γιατί τόσα χρόνια αυτά ήταν η καλύτερη συντροφιά της. Την Τρίτη το απόγευμα κάλεσε την κόρη της να κάνουν Παράκληση. Τελειώνοντας είπε: «Σ’ ευχαριστώ, Παναγία μου, πού μου έδωσες να κάνω κι αυτή την Παράκληση. Γιατί μέχρι την Πέμπτη έχω πολλές προσευχές να κάνω ακόμη».
Στην ερώτηση της κόρης της τι θα κάνει την Πέμπτη, απάντησε: «Θα πάω για εκεί πού εργάστηκα, αν εργάστηκα καλά…»
Την Τετάρτη το πρωί ζήτησε να δη τα εγγόνια της. «Αύριο θα φύγω», είπε.
Το βράδυ είπε σε μια ανιψιά της: «Τώρα εγώ θα φύγω. Να πας να το πεις εσύ στην Σταθούλα, να μην της κακοφανεί. Παρακαλούσα τον Θεό να με αφήσει να ζήσω, μέχρι να ωριμάσει η Σταθούλα και να καταλάβει τι είναι η άλλη ζωή».
Κάποια στιγμή ανασηκώθηκε στο κρεββάτι, άνοιξε τα χέρια της και είπε στους παρευρισκομένους: «Ελατέ τώρα, όλοι μαζί, να πάμε στα Ιεροσόλυμα».
Τους αγκάλιασε όλους, μετά σταύρωσε το στήθος της, το προσκέφαλο και ξάπλωσε. Τότε η Σταθούλα έβγαλε τους άλλους έξω και μαζί με τον σύζυγο της άναψαν κεράκι και διάβασαν τις προσευχές, όπως ακριβώς της είχε αφήσει εντολή να κάνει η μητέρα της Λαμπρινή. Όταν τελείωσαν τις προσευχές άκουσαν ένα ελαφρύ σσσσς και η Λαμπρινή Βέτσιου ξεψύχησε σαν πουλάκι, στις 17 Οκτωβρίου 2002, ημέρα Πέμπτη.
Στον τάφο της περνούν και προσκυνούν πολλοί άνθρωποι. Προσεύχονται και αντλούν δύναμη. Κάποια που όσο ζούσε η Λαμπρινή την συμβουλευόταν, ήταν πολύ στενοχωρημένη, γιατί ο σύζυγός της θα έκανε σοβαρή εγχείρηση καρδιάς. Αφού προσκύνησαν τον τάφο της και προσευχήθηκαν, είδε στον ύπνο της την γιαγιά Λαμπρινή που της είπε:
«Μην στενοχωριέσαι. Ο άνδρας σου θα γίνει καλά. Μόνο πριν πας στο νοσοκομείο, θα φτιάξεις πρόσφορο και θα το πας στην Εκκλησία. Πράγματι έκανε το πρόσφορο και όλα πήγαν καλά.
Αυτή ήταν η Λαμπρινή Βέτσιου. Ασκήτρια με μεγάλες νηστείες, με καθημερινές αγρυπνίες, με συνεχή μελέτη και προσευχή. Αγαπούσε τον Χριστό, μιλούσε συνέχεια γι’ Αυτόν και όλα τα κύτταρα του σώματος της ανέδιναν Χριστό. Βοηθούσε τους ανθρώπους με την χάρη πού είχε. Είδε απ’ αυτή την ζωή τον Παράδεισο και την Κόλαση. Ενώ προσευχόταν ερχόταν ενίοτε ο Χριστός, η Παναγία και άλλοι Άγιοι και συνομιλούσαν.
Ήξερε τα μελλούμενα και έλεγε ότι μας περιμένουν πολύ δύσκολα χρόνια. Λυπόταν τα μικρά παιδιά και έλεγε: «Αν ήξεραν τι θα περάσουν»!. Αλλά αμέσως συμπλήρωνε:
«Έχει ο Θεός. Θα οικονομήσει για τους Χριστιανούς».
Περισσότερα, έλεγε, δεν την άφηνε ο Χριστός να ειπεί…
Αιωνία άς είναι η μνήμη της…
Από το βιβλίο «Ασκητές μέσα στον κόσμο», η 19η διήγηση.
Κεντρική διάθεση βιβλίου: Ιερόν Ησυχαστήριον «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...