Στον περίφημο διάλογο του Πλάτωνα περί δικαίου "Πολιτεία", ο Σωκράτης ρωτά τον Γλαύκωνα: "Αλήθεια, υπάρχει κάποιος άνθρωπος που να είναι όντως δίκαιος, ή είναι δίκαιος για το φαίνεσθαι ή είναι δίκαιος κάτω από τον φόβο του νόμου;". Την απάντηση την δίνει ο ίδιος ο Σωκράτης με το "Μύθο του Γύγη"
Ο Γύγης είναι ένας απλός βοσκός, ο οποίος βόσκει μαζί με άλλους βοσκούς τα κοπάδια του βασιλιά. Φαίνεται στην κοινωνία που ζει να είναι ένας τίμιος και δίκαιος πολίτης. Μια μέρα εκεί που έβοσκε τα πρόβατα και μετά από μια νεροποντή και έναν σεισμό που έγινε, ανοίγει μπροστά του η γη δημιουργώντας μια μεγάλη χαράδρα. Κατεβαίνοντας ο Γύγης μέσα στη χαράδρα ανακαλύπτει ένα χάλκινο άλογο το οποίο στην πλευρά του έχει μια πόρτα. Ανοίγοντας τη πόρτα ο Γύγης βλέπει μέσα στη κοιλιά του αλόγου έναν άνθρωπο ξαπλωμένο νεκρό, ο οποίος στο χέρι του φορά ένα δακτυλίδι. Ο Γύγης παίρνει το δακτυλίδι και φεύγει. Φορά το δακτυλίδι και παρατηρεί το εξής θαυμαστό: Όταν στρίβει την πέτρα του δακτυλιδιού προς τα δεξιά, ο Γύγης γίνεται άφαντος, δεν φαίνεται από τους άλλους ανθρώπους. Όταν γυρνά τη πέτρα προς τα αριστερά, τότε ο Γύγης γίνεται φανερός στους άλλους ανθρώπους. Έτσι ο Γύγης καταφέρνει με την βοήθεια του δακτυλιδιού να μπει στο παλάτι, να γίνει εραστής της βασίλισσας και με την βοήθειά της να γίνει αυτός βασιλιάς. Γίνεται βασιλιάς, όχι γιατί έχει τις ικανότητες να διοικήσει σωστά έναν λαό, αλλά λόγω της βοήθειας του δακτυλιδιού". Με το μύθο αυτόν ο Σωκράτης φθάνει στο συμπέρασμα, λέγοντας στον Γλαύκωνα ότι: "Κανείς άνθρωπος δεν είναι όντως δίκαιος, όσο και αν φαίνεται δίκαιος. Και αυτό γιατί όταν θα του δοθούν οι ευκαιρίες να αδικήσει στα κρυφά, θα το κάνει. Συνεπώς είναι κάποιος δίκαιος ή για το φαίνεσθαι ή για τον φόβο του νόμου.
Στην Καινή Διαθήκη η λέξη δίκαιος έχει την έννοια της αγιότητας. Σύμφωνα με την διήγηση του ευαγγελίου του Ματθαίου, ο μνήστωρ της Παναγίας Ιωσήφ, όταν έμαθε ότι η μνηστή του Μαρία ήταν έγκυος πριν έλθουν σε ερωτική συνεύρεση, τότε αυτός "επειδή ήταν όντως δίκαιος και δεν ήθελε να την παραδειγματίσει σύμφωνα με τον Μωσαϊκό Νόμο, δηλαδή να την παραδώσει σε δημόσιο λιθοβολισμό, σκέφθηκε να την διώξει κρυφά ώστε να μην την λιθοβολήσουν. (Ματθ. 1,18-19) Ο Μωσαϊκός Νόμος έλεγε ρητά ότι γυναίκα που παντρεύτηκε και δεν βρέθηκε παρθένος από τον σύζυγό της, τότε αυτή δημοσίως λιθοβολείται (Δευτ. 22,20-21). Ο Ιωσήφ είναι όντως δίκαιος, όχι διότι τήρησε τον νόμο, αλλά διά της αγιότητός του υπερβαίνει τον Νόμο. Η υπέρβαση του Νόμου, καθιστά τον Νόμο ανενεργό.
Ο Χριστός λέει στην επί του όρους ομιλία του: "Όταν νηστεύεις, μην το κάνεις για το φαίνεσθαι ενώπιον των ανθρώπων, όπως κάνουν οι υποκριτές, οι οποίοι αλλοιώνουν και μαραίνουν το πρόσωπό τους για να φαίνονται ενώπιον των ανθρώπων ότι νηστεύουν. Σύ όταν νηστεύεις να κάνεις το πρόσωπό σου χαρωπό για να μη φαίνεσαι στους ανθρώπους ότι νηστεύεις" (Ματθ. 6,16-18). Και πάλι: "Όταν προσεύχεσαι μην το κάνεις όπως οι υποκριτές, οι οποίοι επιδιώκουν να προσεύχονται όρθιοι μπροστά-μπροστά στις Εκκλησίες και στις πλατείες και γωνίες των δρόμων, εκεί που περνούν πολλοί άνθρωποι, για να τους βλέπουν. Αλλά σύ όταν προσεύχεσαι, είσελθε στο ταμείο σου, κλείσε τη πόρτα και προσευχήσου στα κρυφά (Ματθ. 6,5-6). Ο Χριστός λέγει ότι η όντως δικαιοσύνη, η αγιότητα είναι αρετή όταν δεν γίνεται για το φαίνεσθαι.
Για τον απ. Παύλο ο Νόμος είναι κατάρα. Γράφει προς του Γαλάτες: "Όσοι βρίσκονται κάτω από τις διατάξεις του Νόμου, βρίσκονται υπό κατάρα" (Γαλ. 3,10). Σε μια πολιτεία ο Νόμος είναι αναγκαιότητα για να παιδαγωγήσει τους πολίτες. Είναι αναγκαιότητα. Και ότι είναι αναγκαιότητα, δεν είναι ελευθερία. Βέβαια, για όσο ο άνθρωπος βρίσκεται σε νηπιακή πνευματική κατάσταση, ο Νόμος ως παιδαγωγός είναι ωφέλιμος. Όταν όμως ο άνθρωπος ενηλικιώνεται πνευματικά ο Νόμος γίνεται ανενεργός, αχρείαστος. Όσο ο άνθρωπος δεν ενηλικιώνεται ο Νόμος γίνεται κατάρα, δέσμευση, φορτίο δυσβάστακτο. Γράφει ο απ. Παύλος: "Όσο ο άνθρωπος είναι ανήλικος βρίσκεται κάτω από εποπτεία και δεν μπορεί να διαχειρισθεί ο ίδιος την περιουσία του. Ακριβώς επειδή ήρθε ο καιρός της ενηλικίωσης έστειλε ο Θεός τον Υιό του για να μας εξαγοράσει, να μας ελευθερώσει από την εποπτεία-κατάρα του Νόμου και έτσι να γίνουμε υιοί, στέλνοντας το Άγιο Πνεύμα στη καρδιά μας και να κράζουμε τον Θεό Πατερούλη" (Γαλ. 4,1-6). Ο Παύλος φέρνει το παράδειγμα του δούλου και του υιού. Ο δούλος ότι πράττει το πράττει κάτω από τον φόβο του Κυρίου του. Ο υιός όμως βρίσκεται σε κατάσταση ελευθερίας. Ότι πράττει ο υιός, δεν το πράττει υπό τον φόβο του Κυρίου=Πατρός, αλλά το πράττει λόγω της ελεύθερης ανιδιοτελούς αγάπης προς τον Πατέρα.
Έτσι ο άνθρωπος διά της Χάριτος του Παναγίου Πνεύματος ενηλικιώνεται, και από δούλος γίνεται υιός=ελεύθερος. Ο άνθρωπος πλέον εν Χριστώ καθιστά το νόμο ανενεργό, γιατί εν Χριστώ υπερβαίνει το νόμο και ζει την κατάσταση της Χάριτος. Λέει ο Παύλος: "Καρπός της Χάρης του Αγίου Πνεύματος είναι η αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, οφελιμότης στους άλλους, καλοσύνη, εμπιστοσύνη στο Θεό και στους ανθρώπους, πραότητα, εγκράτεια. Εναντίων αυτών των ανθρώπων που ζουν με αυτές τις αρετές δεν υπάρχει νόμος. Ο νόμος καθίσταται ανενεργός" (Γαλ. 5,22-23). Συνεπώς, εν Χριστώ ο άνθρωπος ενηλικιώνεται, φεύγει από την κατάσταση της δουλείας του φαίνεσθαι και του νόμου, γίνεται ελεύθερος, άνθρωπος της Χάριτος. Δεν κλέβει όχι για να μην φανεί κλέπτης στα μάτια των ανθρώπων, ούτε γιατί φοβάται τον νόμο, αλλά στην κατάσταση της ελευθερίας ο άνθρωπος εν αγάπη μοιράζεται τον εαυτό του. Δεν φονεύει, όχι για το φαίνεσθαι, ούτε για τον φόβο του Νόμου, αλλά γιατί ελεύθερα=με αγάπη θυσιάζει τον εαυτό του για τον εχθρό του. Η συνεργεία της προαίρεσης του ανθρώπου με την θεία Χάρη, καθιστά τον άνθρωπο ελεύθερο, πέρα του φαίνεσθαι και υπεράνω του Νόμου.
Συνεπώς αναρχικός δεν είναι αυτός που απαντάει με βία στην βία της εξουσίας. Αναρχικός δεν είναι αυτός που σπάει, γκρεμίζει και καταλύει τον νόμο. Αναρχικός είναι αυτός που δεν έχει την ανάγκη καμίας αρχής=εξουσίας, είτε του φαίνεσθαι είτε του Νόμου για να είναι δίκαιος. Αναρχικός είναι αυτός που πράττει το αγαθό=καλό ελεύθερα, επειδή ελεύθερα αγαπάει. Αυτή η αναρχία είναι η αγιότητα κάθε ανθρώπου που ζει εν Χριστώ.