Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εθνική Συνείδηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εθνική Συνείδηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή, Μαΐου 15, 2015

Ἱστορικοί ἐχθροί τῆς Ῥωμηοσύνης





Θεοδώρου Λ. Κουτσιώρα, Θεολόγου
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Ὁ χρυσὸς δικέφαλος ἀετός, μέσα σὲ πορφυρὸ φόντο, γνωρίζουμε ὅτι ἀποτελοῦσε καὶ ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ κύρια σύμβολα τῆς Ρωμηοσύνης.Ἐκτὸς τῶν ἄλλων, συμβόλιζε τὴν ἀνατολικὴ καὶ τὴ δυτικὴ Ρωμηοσύνη, δηλ. τὰ δύο ἰσότιμα τμήματα τῆς αὐτοκρατορίας, τὰ ὁποῖα ὁ ἅγιος καὶ μέγας αὐτοκράτορας τοῦ Γένους Θεοδόσιος ἀνέθεσε τὸ 395 μ.Χ. στὰ παιδιά του, γιὰ τὰ ὁποῖα φρόντισε ἰδιαίτερα νὰ παιδαγωγηθοῦν μὲ τὰ νάματα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ Ἀρκάδιος ἀνέλαβε τὴ διακυβέρνηση τῆς Ἀνατολῆς καὶ ὁ Ὁνώριος τὴ Δύση. Ἀνατολὴ καὶ Δύση εἶχαν κοινὸ σκοπὸ καὶ ἐπιδίωξη, δηλ. οἱ πολίτες νὰ ζοῦν εἰρηνικὰ καὶ μὲ τὸν πιὸ ὑψηλὸ πολιτισμὸ τῆς Οἰκουμένης.
Γλωσσικὸς ἐθνικισμὸς καὶ ἐπαρχιακὸς ρατσισμός, μέσα σ΄ αὐτὸ τὸν πολιτισμό, ἦταν καὶ εἶναι ἀδιανόητος. Στὸ ἀνατολικὸ τμῆμα τῆς αὐτοκρατορίας ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο μέχρι τὸν Ἰουστινιανὸ ἐπίσημη γλῶσσα ἦταν τὰ λατινικά, ὅμως περισσότερη συμπάθεια ὑπῆρχε πρὸς τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, τὴ γλῶσσα τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ ὁποία καὶ τελικὰ ἐπὶ αὐτοκράτορος Ἡρακλείου ἐπικράτησε ὁριστικά. Στὸ δυτικὸ τμῆμα τῆς αὐτοκρατορίας καὶ στὴν ἐπικράτεια τῆς Παλαιᾶς Ρώμης παρατηροῦμε ἀρχικὰ μία εὔνοια πρὸς τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, ἐνῶ παράλληλα μιλοῦσαν καὶ τὰ λατινικά. Ἀργότερα ἡ λατινικὴ ἔγινε ἡ κυρίαρχη γλῶσσα, ἐνῶ ἡ ἑλληνικὴ διδασκόταν ὡς....

 δεύτερη πιὸ σημαντικὴ γλῶσσα. Τὸν 8ο μ.Χ. αἰῶνα στὴ Ρώμη ὑπῆρχαν 38 ὀρθόδοξα μοναστήρια ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὰ 10 ἦταν ἑλληνόφωνα!
Ἡ ἱστορικὴ ἐποχὴ πού μᾶς ἀπασχολεῖ καὶ ἔχει σχέση μὲ τοὺς Λογγοβάρδους εἶναι ὁ 6ος, ὁ 7ος καὶ ὁ 8ος αἰώνας. Στὴν ἐποχὴ αὐτὴ ἡ Ἀνατολὴ μιλάει Ρωμαίϊκα, δηλ. ἑλληνικά, ἀλλὰ κατανοεῖ τὰ λατινικά, ἐνῶ ἡ Δύση μιλάει ρωμαϊκά, δηλ. λατινικά, ἀλλὰ κατανοεῖ καὶ τὰ ἑλληνικά

ΟΙ ΛΟΓΓΟΒΑΡΔΟΙ
Οἱ Λογγοβάρδοι ὑπῆρξαν ἱστορικὰ ἕνα γερμανικῆς προέλευσης φυλετικὸ καὶ νομαδικὸ ὑποσύνολο, χωρὶς ἑνιαία πολιτιστικὴ συνοχή. Κύρια στοιχεῖα ἑνότητας θεωροῦνταν ἡ πολεμικὴ ἐξάσκηση, οἱ ἐπιδρομές, ἡ βαρβαρότητα, ὁ ἐπεκτατισμὸς καὶ ἡ ἀπόκτηση πλουτισμοῦ διὰ παντὸς μέσου. Τὸ 552 μ. Χ. οἱ Λογγοβάρδοι νίκησαν τοὺς Ὀστρογότθους καὶ γιὰ τρεῖς περίπου αἰῶνες, δίκην χιονοστιβάδας, ἔγιναν ἡ θεομηνία τῆς δυτικῆς Ρωμηοσύνης στὴν περιοχὴ τῆς Ἰταλίας. Νὰ λάβουμε ὑπ’ ὄψιν ὅτι ἀπὸ τὸ 476 μ. Χ. στὴ Δύση ὑπάρχει κενὸ πολιτικῆς ἐξουσίας.
Ἡ ἀνατολικὴ Ρωμηοσύνη, κατὰ τοὺς ἴδιους αἰῶνες, 6ο, 7ο καὶ 8ο, συνεχῶς ἀπειλεῖται καὶ τὰ σύνορά της παραβιάζονται ἀπρόκλητα καὶ ἀδικαιολόγητα ἀπὸ Ἀβάρους, Πέρσες, Σαρακηνούς κ.ἄ. Παρ΄ὅλα αὐτὰ ἡ ἀνατολικὴ Ρωμηοσύνη, στὰ μέτρα τοῦ ἐφικτοῦ, προσπαθεῖ μὲ στρατιωτικὲς ἐνισχύσεις ἢ νὰ ἀμυνθεῖ ἢ νὰ ἀπωθήσει τὰ ἐχθρικὰ φῦλα τῶν Λογγοβάρδων, συμπαραστεκόμενη στὸ σκληρὰ δοκιμαζόμενο ἀδελφικὸ κομμάτι τῆς δυτικῆς Ρωμηοσύνης. Ὁ Ἰουστινιανὸς ἐπιστρατεύει τοὺς δύο ἀξιόλογους στρατηγούς του, Ναρσῆ καὶ Βελισσάριο, ὥστε νὰ ἐπανακτήσουν τὰ κατακτημένα ἐδάφη της. Τὸ 751 μ. Χ. οἱ Λογγοβάρδοι καταλύουν καὶ τὸ Ἐξαρχᾶτο τῆς Ραβέννας, τὸ προπύργιο τῆς Ρωμηοσύνης στὴ Βόρεια Ἰταλία. Τὸ 774 μ. Χ. οἱ ὁμόφυλοι τῶν Λογγοβάρδων Φράγκοι τοῦ Καρλομάγνου, μετὰ ἀπὸ αἱματηρὲς μάχες, τοὺς ὑποτάσσουν καὶ ὅτι ἀπέμεινε ἀπὸ τοὺς Λογγοβάρδους σβήνει τὸν 11ο αἰ. ἀπὸ τοὺς Νορμανδούς.
Ἀπὸ θρησκευτικῆς πλευρᾶς οἱ ὀρδὲς τῶν Λογγοβάρδων, γιὰ τοὺς ὁποίους γίνεται λόγος, διακρίνονται σὲ δύο κατηγορίες. Ἡ πρώτη κατηγορία ἀποδέχτηκε τὴν ἀρειανικὴ αἵρεση. Μία αἵρεση ἡ ὁποία ἀμφισβητοῦσε τὴ Θεϊκὴ φύση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ὁποία αἵρεση καταδίκασε, μὲ πρωτοβουλία τοῦ αὐτοκράτορα Μ. Κωνσταντίνου, σύσσωμη ἡ Ρωμηοσύνη τὸ 325 μ. Χ. μὲ τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, πού ἔγινε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Ἡ δεύτερη κατηγορία τῶν Λογγοβάρδων ἀνῆκε στὴν παμπάλαια ἀσέβεια τοῦ παγανισμοῦ πού ἐμπιστευόταν τὰ πνεύματα τοῦ δάσους καὶ στὰ ὁποῖα πρόσφερε λατρεία καὶ αἱματηρὲς θυσίες.
ΛΟΓΓΟΒΑΡΔΟΙ ΚΑΙ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ
Μαῦρες σελίδες ἔχουν γραφτεῖ γιὰ τοὺς Λογγοβάρδους στὴ διαχρονικὴ ἱστορία τῆς Ρωμηοσύνης. Στὶς ληστρικὲς ἐπιδρομὲς τους κατέσφαξαν ἀνελέητα τὸ πολυπληθὲς καὶ πολύπαθο Γένος τῶν Ρωμιῶν. Πολιόρκησαν καὶ ἐρήμωσαν πόλεις ἀπ΄τὶς ὁποῖες ἐλάχιστοι διασώθηκαν. Γκρέμισαν κάστρα, πυρπόλησαν Ἐκκλησίες, διέλυσαν ἀνδρικὰ καὶ γυναικεία ὀρθόδοξα μοναστήρια.
Ἔφευγαν ἀλλόφρονες οἱ φιλήσυχοι Ρωμιοὶ νὰ κρυφτοῦν, σὰν τὰ ἀγρίμια, στὰ πιὸ ἀπίθανα καὶ ἀνυποψίαστα μέρη, ὥστε νὰ γλυτώσουν ἀπὸ τὸ ἐπαίσχυντο ξῖφος τῶν Λογγοβάρδων. Ἡ θέα καὶ μόνο αὐτῶν τῶν βαρβάρων προκαλοῦσε τὴ φρίκη, τὸν τρόμο καὶ τὸν πανικό. Ἡ ζεστὴ ἀγκαλιὰ τῶν Ρωμαίϊκων μοναστηριῶν, πού δὲν ὑποδουλώθηκαν στὸν κατακτητή, ἔγιναν τὸ καταφύγιο τῶν κατατρεγμένων Ρωμιῶν τῆς Δύσης.
Ὅταν οἱ Λογγοβάρδοι συλλάμβαναν καλογήρους μας τοὺς τυραννοῦσαν καὶ τοὺς βασάνιζαν ἀπάνθρωπα μέχρι θανάτου, ζητώντας θησαυροὺς καὶ χρυσάφι. Ἀκόμα καὶ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσης, χωρὶς ὑπερβολή, συνταράσσονταν ἀπὸ τίς αἱματοχυσίες καὶ τὶς σφαγὲς πού προκαλοῦσαν στοὺς κατακτημένους. Πολλοὶ Λογγοβάρδοι ἐξαιτίας τῆς βάρβαρης συμπεριφορᾶς τους καὶ τῶν ἀνατριχιαστικῶν ἐγκλημάτων δαιμονίζονταν. Ἦταν ἕνα σημάδι τοῦ Θεοῦ νὰ διαπιστώσουν οἱ δοκιμαζόμενοι ὁμογενεῖς μας τῆς Δύσης ὅτι αὐτοὶ οἱ ἐπιδρομεῖς ὑπηρετοῦν τὸν Ἀντικείμενο. Ἦταν ἕνα σημάδι νὰ συναισθανθοῦν οἱ Λογγοβάρδοι τὰ πονηρά τους ἔργα καὶ ἕνα σημάδι ἐπίσης νὰ ἀποθαρρύνονται, ὅταν σχεδίαζαν βεβήλωση ἁγίων καὶ ἱερῶν τόπων τῶν Ὀρθόδοξων Ρωμηῶν.
Η ΑΡΧΟΝΤΙΑ ΤΩΝ ΡΩΜΗΩΝ ΚΑΙ Η ΑΓΡΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΑΡΕΙΑΝΩΝ ΛΟΓΓΟΒΑΡΔΩΝ
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, τοῦ ὁποίου ἡ μνήμη ἑορτάζεται στὶς 12 Μαρτίου εἶναι ὁ ἱδρυτὴς ἕξι μοναστηριῶν στὴν περιοχὴ τῆς Ἰταλίας καὶ τῆς Σικελίας. Αὐτὸς λοιπὸν διηγεῖται:
Κάποτε οἱ Ἀρειανοὶ Λογγοβάρδοι, πού συνέβαινε νὰ εὐλαβοῦνται πολὺ τὸν Ἰωάννη Βαπτιστή, συνέλαβαν, στὴν περιοχὴ τῆς Ἰταλίας, πολλοὺς Ρωμιοὺς αἰχμαλώτους. Συνέλαβαν καὶ τὸν πρεσβύτερο(ἱερέα) τῆς Νουρσίας Σάγκτουλο καθὼς καὶ ἕνα διάκονο, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα δὲν μᾶς διασώζεται. Οἱ Λογγοβάρδοι εἶχαν ἀποφασίσει σύντομα νὰ ἐκτελέσουν τὸ διάκονο. Ὁ Σάγκτουλος, ὅταν τὸ ἔμαθε, σκέφθηκε νὰ τὸν ἐλευθερώσει κρυφά. Ζήτησε ἀπὸ τοὺς κατακτητὲς νὰ τὸν προσέχει καὶ ἐκεῖνοι ἔκαναν τὴν παραχώρηση μὲ τὴν ὑπόσχεση πώς , ἂν δραπετεύσει ὁ διάκονος, τότε θὰ ἐκτελεστεῖ ὁ ἴδιος ἀντὶ γιὰ ΄κεῖνον. Ὅταν βράδιασε καὶ οἱ Λογγοβάρδοι ἀποκοιμήθηκαν κατάκοποι, ὁ Σάγκτουλος βρῆκε μία εὐκαιρία καὶ ἐλευθέρωσε τὸ διάκονο πού, ὅπως ἦταν ἑπόμενο, εἶχε τοὺς δισταγμούς του.
Τὴν ἄλλη μέρα πού ξύπνησαν οἱ Λογγοβάρδοι καὶ διαπίστωσαν πώς ὁ κρατούμενος διάκονος εἶχε δραπετεύσει ἀποφάσισαν νὰ ἐκτελέσουν τὸν Σάγκτουλο. Τοῦ ζήτησαν νὰ διαλέξει τὸν τρόπο τῆς θανάτωσής του καὶ ἐκεῖνος τοὺς εἶπε: -Εἶμαι στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Σκοτῶστε με, μὲ ὅποιον τρόπο ἐπιτρέψει ὁ Κύριος. Οἱ Λογγοβάρδοι ἀποφάσισαν νὰ τὸν ἐκτελέσουν μὲ ἀποκεφαλισμό, χωρὶς νὰ κάνουν χρήση βασανιστηρίων. Συγκεντρώθηκαν λοιπὸν ὅλοι τους, σχημάτισαν κύκλο γύρω του καὶ ἕνας γεροδεμένος καὶ ἁρματωμένος Λογγοβάρδος ἐπιλέχτηκε νὰ γίνει ὁ δήμιός του. Ὁ Σάγκτουλος τοὺς παρακάλεσε νὰ τοῦ δώσουν λίγο χρόνο γιὰ προσευχὴ καὶ μετὰ θὰ εἶναι στὴ διάθεσή τους. Ἐκεῖνοι συμφώνησαν καὶ ὁ Σάγκτουλος γονάτισε καὶ ἄρχισε νὰ προσεύχεται θερμά.
Ὁ δήμιος ὅμως ἦταν ἀνυπόμονος, τὸν σκούντηξε μὲ τὸ πόδι του, εἰδοποιώντας τον πώς καθυστερεῖ. Τοῦ ζήτησε νὰ ἁπλώσει τὸ κεφάλι του ὥστε νὰ διευκολυνθεῖ στὴν ἀποτομή. Ὁ Σάγκτουλος γονατιστὸς ἅπλωσε τὸ κεφάλι καὶ βλέποντας τὸ ξῖφος τοῦ δημίου νὰ βγαίνει ἀπὸ τὸ θηκάρι του, μὲ ἔντονη φωνὴ, εἶπε τὰ λόγια:
-Ἅγιε Ἰωάννη Πρόδρομε, δέξου τὴν κεφαλή μου.
Τὸ γυμνωμένο σπαθὶ τοῦ Λογγοβάρδου ὑψώθηκε μὲ σκοπὸ νὰ κατεβεῖ μὲ δύναμη στὸν αὐχένα τοῦ ἥρωα πρεσβυτέρου, ἀλλὰ προέκυψε κάτι τὸ θαυμαστὸ καὶ ἀπίστευτο. Τὸ ὑψωμένο χέρι πού κράδαινε σφιχτὰ τὸ κοφτερὸ ξῖφος, ὀρθωμένο πρὸς τὸν οὐρανό, αὐτοστιγμεὶ ἀκινητοποιήθηκε, μένοντας ἀλύγιστο σ΄αὐτὴ τὴ θέση. Οἱ Λογγοβάρδοι σάστισαν ἀπὸ τὴ μορφὴ πού ἔβλεπαν μπροστά τους. Μὰ ποιὸς εἶναι αὐτός, ἀναρωτήθηκαν, πού μὲ τὴν προσευχὴ καὶ μόνο ἔδεσε τὸ χέρι τοῦ δημίου; Τώρα θαύμαζαν τὴν ἁγιότητά του, τὸν παρακαλοῦσαν νὰ σηκωθεῖ ἀπὸ τὸ ἔδαφος καὶ ἐπίσης μὲ τὴν προσευχή του νὰ λύση τὴν παραλυσία στὸ χέρι τοῦ δημίου. Καὶ ὁ Σάγκτουλος ἀπάντησε:
-Δὲν πρόκειται νὰ προσευχηθῶ γιὰ τὸν δήμιο πού μὲ παρακαλεῖται, παρὰ μόνο ἄν μοῦ ὑποσχεθεῖ μὲ ὅρκο ὅτι δὲν θὰ ξανασκοτώσει Ὀρθόδοξο Χριστιανό.
Ἀφοῦ δόθηκαν οἱ ὅρκοι καὶ οἱ βέβαιες ὑποσχέσεις ὁ Σάγκτουλος τοῦ εἶπε:
-Κατέβασε τὸ χέρι σου καὶ ξαναβάλε τὸ σπαθὶ στὴ θήκη του.
Τὸ χέρι ἀπέκτησε καὶ πάλι τὴν εὐλυγισία του καὶ λειτούργησε κανονικά, ὅπως καὶ πρῶτα. Μπροστὰ στὸ πρωτοφανὲς αὐτὸ θαῦμα οἱ Λογγοβάρδοι ἔτρεχαν νὰ τοῦ φέρει ὁ καθένας κάποιο μικρὸ ἢ μεγάλο δῶρο, ὥστε νὰ τὸν ἔχουν σύμμαχο καὶ βοηθό. Ὁ Σάγκτουλος ὅμως, ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, δὲν δέχτηκε τίποτα ἀπ’ ὅλα αὐτὰ πού ἀποτελοῦσαν προϊόντα λεηλασίας ἀπὸ τὶς περιουσίες τῶν Ρωμιῶν. Ἀντίθετα τοὺς εἶπε:
-Μπορεῖτε νὰ μοῦ προσφέρετε κάτι καὶ τὸ ὁποῖο θὰ δεχτῶ μὲ χαρά. Θέλω νὰ ἐλευθερώσετε ὅλους τους αἰχμάλωτους Ρωμιούς, πού ἔχετε στὰ χέρια σας, καὶ ἐγὼ σᾶς ὑπόσχομαι πώς θὰ προσεύχομαι γιὰ σᾶς.
Τέτοια ἦταν πιὰ ἡ ἐμπιστοσύνη στὸ πρόσωπό του, πού οἱ Λογγοβάρδοι ἀποδέχτηκαν τὸ αἴτημα καὶ ὅλοι οἱ αἰχμάλωτοι Ρωμηοὶ μαζὶ μὲ τὸν Σάγκτουλο ἐλεύθεροι, διὰ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ξαναγύρισαν καὶ πάλι στὰ σπίτια τους. Νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὁ πρεσβύτερος(ἱερέας) Σάγκτουλος δὲν γνώριζε καθόλου γράμματα, ἀλλὰ βίωνε τὸ γλυκύτατο ρωμαίϊκο ἦθος. Ἔχοντας ἁπλότητα, ἀρχοντιά, εὐσέβεια καὶ ἀγάπη στὴν καρδιά του, ἐκπλήρωνε μὲ χαρά, τὶς ἐντολὲς τοῦ θεοῦ καὶ ἔτσι ἀνυψώθηκε σὲ ἀξιοθαύμαστα πνευματικὰ ὕψη.
Ἄλλοτε πάλι ἕνας Ἀρειανὸς Λογγοβάρδος «ἐπίσκοπος» ζητοῦσε ἐπίμονα ἀπὸ τοὺς κατακτημένους Ρωμιοὺς στὰ βόρεια τῆς Ρώμης νὰ τοῦ παραδώσουν τὸν Ὀρθόδοξο ναό τους. Οἱ Ὀρθόδοξοι Ρωμιοὶ ὄχι μόνο ἀρνήθηκαν κατηγορηματικά, ἀλλὰ ὁ ὑπεύθυνος τοῦ Ὀρθόδοξου ναοῦ, γιὰ νὰ μὴ βεβηλωθεῖ ὁ ναός τους ἀπὸ τοὺς ἀλλόπιστους, ἔσβησε τοὺς λύχνους καὶ τὶς κανδῆλες τοῦ ναοῦ καὶ ἀφοῦ τὸν ἀσφάλισε παρέμεινε μέσα στὸ ναό. Ὁ Λογγοβάρδος ψευδεπίσκοπος δήλωσε πώς τὴν ἑπόμενη μέρα θὰ ἅρπαζε μὲ τὴ βία τὸν Ὀρθόδοξο ναό, πού ἦταν ἀφιερωμένος στὸν Ἀπόστολο Παῦλο.


Χαράματα ἦταν ὅταν ἔφτασε ἀγανακτισμένος ὁ Λογγοβάρδος αἱρετικὸς ἐπίσκοπος, μαζὶ μὲ πλῆθος ὁμοεθνῶν του, μπροστὰ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. τοιμάστηκαν νὰ τήν παραβιάσουν καὶ νὰ ἁρπάξουν τὸν σβηστὸ καὶ ἀσφαλισμένο ναὸ τῶν Ὀρθοδόξων. Πρὶν ὅμως κάνουν τὴν ὁποιαδήποτε κίνηση, αἰσθάνονται νὰ σείεται ἡ γῆ κάτω ἀπὸ τὰ πόδια τους. Ἔκπληκτοι βλέπουν ὅλες τὶς θύρες τῆς Ἐκκλησίας νὰ ἀνοίγουν, τὰ κλεῖθρα τους νὰ κατρακυλοῦν στὸ ἔδαφος, ὅλοι οἱ λύχνοι καὶ οἱ κανδῆλες νὰ ἀνάβουν διὰ μιᾶς, κάνοντας τὸ ναὸ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου νὰ φωτοβολεῖ καὶ νὰ λάμπει σὰν νὰ γινόταν πανηγύρι, καὶ τὸν «ἐπίσκοπό» τους τὴν ἴδια στιγμὴ νὰ τυφλώνεται. Οἱ Λογγοβάρδοι πανικοβλήθηκαν. Πῆραν τὸν τυφλὸ « ἐπίσκοπό» τους ἀπὸ τὸ χέρι καὶ ἔφυγαν κατατρομαγμένοι γιὰ τὸ καταφύγιο. Ἡ εἴδηση τοῦ θαυμαστοῦ αὐτοῦ γεγονότος ἁπλώθηκε σὲ ὅλους τούς Λογγοβάρδους. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ θαυμαστὸ συμβὰν δὲν ξανατόλμησαν νὰ βεβηλώσουν Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες.


Η ΑΡΧΟΝΤΙΑ ΤΩΝ ΡΩΜΗΩΝ ΚΑΙ Η ΕΥΤΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΠΑΓΑΝΙΣΤΩΝ ΛΟΓΓΟΒΑΡΔΩΝ
Γύρω στὸ 579 μ. Χ. 40 Ρωμιοὶ χωρικοί της Ἰταλίας αἰχμαλωτίστηκαν ἀπὸ παγανιστὲς Λογγοβάρδους. Οἱ Λογγοβάρδοι, ἀφοῦ ἔκαναν θυσίες στοὺς θεούς τους, ἐξανάγκαζαν τοὺς αἰχμαλώτους νὰ φᾶνε ἀπὸ τὰ εἰδωλόθυτα, δηλ. ἀπὸ τὰ σφάγια τῆς δαιμονολατρείας, διαφορετικὰ θὰ τοὺς θανάτωναν. Καὶ οἱ 40 αἰχμάλωτοι Ρωμιοὶ χωρικοὶ ἀντιστάθηκαν μὲ σθένος καὶ ἔμειναν ἀνυποχώρητοι. Τότε οἱ ἀπάνθρωποι Λογγοβάρδοι τοὺς ἐκτέλεσαν ὅλους ἕναν-ἕναν, χωρὶς κανένα οἶκτο. Οἱ Ὀρθόδοξοι αὐτοὶ χωρικοί, μένοντας ἀμετακίνητοι ἀναδείχτηκαν ἄξιοι μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἀλήθειας, ἀφοῦ προτίμησαν τὸ ξῖφος, παρὰ νὰ ἀσεβήσουν καὶ νὰ προσβάλλουν τὸν ἴδιο τὸ Δημιουργό.
Τὴν ἴδια ἐποχὴ παγανιστὲς Λογγοβάρδοι συνέλαβαν ἄλλους περίπου 400 ὁμόδοξους αἰχμαλώτους τῆς δυτικῆς Ρωμηοσύνης. Οἱ παγανιστὲς Λογγοβάρδοι σχημάτισαν κύκλο γύρω τους καὶ λέγοντας μαγικὲς προσευχὲς θυσίασαν στοὺς δαίμονες μία κατσίκα καὶ προσκυνοῦσαν τὸ κεφάλι της. 
Στὴ συνέχεια ζήτησαν ἀπὸ τοὺς αἰχμάλωτους Ρωμιοὺς νὰ κάνουν καὶ αὐτοὶ τὸ ἴδιο. Ἐπειδὴ οἱ αἰχμάλωτοι Ὀρθόδοξοι ἀρνήθηκαν νὰ προσκυνήσουν τὸ ἱερό τους ζῶο, οἱ ἀδίστακτοι κατακτητὲς Λογγοβάρδοι ἔβγαλαν τὰ σπαθιά τους καὶ ἔσφαξαν σὰν ἀρνιὰ ὅλους τους αἰχμάλωτους Ρωμιούς. Καὶ οἱ 400 ὑπῆρξαν ἐκλεκτοὶ καὶ ἀξιώθηκαν νὰ δεχτοῦν τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου, ἀκόμα καὶ ἐκεῖνοι πού συνήθως δὲν φαίνονταν νὰ ἀκολουθοῦν μὲ συνέπεια τὴν ὁδὸ τοῦ Εὐαγγελίου.
ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΑΥΘΑΔΕΙΑΣ ΛΟΓΓΟΒΑΡΔΟΥ. ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΣΥΝΕΒΗ!
Τὸ 968 μ.Χ. ὁ Λογγοβάρδος καὶ ὀπαδὸς τοῦ Ἀρείου «ἐπίσκοπος» Κρεμώνας, ὁ Λιουτπράνδος, τόλμησε να παρουσιαστεί, ὡς διπλωμάτης, στὸν Καππαδόκη αὐτοκράτορα τῆς Ἀνατολῆς Νικηφόρο Φωκᾶ (963-969), ζητώντας γιὰ πρώτη φορὰ τὴν πορφυρογέννητη βασιλοπούλα καὶ κόρη τοῦ Ρωμανοῦ τοῦ Β΄, Θεοφανώ, γιὰ σύζυγο τοῦ συνομηλίκου της γερμανοῦ ρήγα τῆς Δύσης Ὄθωνα τοῦ Β΄.
Ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς δέχτηκε τὸν Λιουτπράνδο, χωρὶς ἰδιαίτερες φιλοφρονήσεις. Μὰ ὅταν ὁ Λιουτπράνδος διατυπώνοντας τὸ αἴτημά του ἀποκάλεσε τὸν Γερμανὸ ἡγεμόνα καί κατακτητή, Ὄθωνα Α΄, «Ρωμαῖο» καὶ «αὐτοκράτορα» τῆς Δύσης ὁ αὐτοκράτορας Φωκᾶς, τὸν διέκοψε πάραυτα λέγοντάς του τὴ λατινικὴ φράση “incredibile auditu”(εἶναι ἀδιανόητα τὰ ὅσα ἀκούγονται). Τὸ αἴτημα ἀπορρίφθηκε καὶ ὁ Λιουτπράνδος ὁδηγήθηκε στὴ φυλακὴ γιὰ αὐθάδεια καὶ ὑπέρβαση νομιμότητας. Οἱ Λογγοβάρδοι ποτὲ δὲν ἦταν Ὀρθόδοξοι καὶ ποτὲ ἐπίσης δὲν ἀνῆκαν στὸ Γένος τῶν Ρωμιῶν. Ὁ αὐτοκράτορας δὲν τοῦ ἐπέτρεψε κἄν νὰ ἐπιχειρηματολογήσει μπροστά του. Τότε ὁ «ἐπίσκοπος» Λιουτπράνδος καταφάνερα ἐνοχλημένος καὶ ὀργισμένος, ἔχασε τὴν ψυχραιμία του, καὶ ἀνάμεσα στὰ ἄλλα, εἶπε καὶ τὰ παρακάτω λόγια:
«Αὐτοὺς(τοὺς Ρωμιοὺς) ἐμεῖς, δηλαδὴ οἱ Λογγοβάρδοι, οἱ Σάξωνες, οἱ Φράγκοι, οἱ Λοθαρίγγιοι, οἱ Βαυαροί, οἱ Σουηβοί, οἱ Βουργούνδιοι τοὺς περιφρονοῦμε τόσο πολύ, ὥστε ὅταν ὀργιζόμαστε κατὰ τῶν ἐχθρῶν μας δὲν τοὺς ἀπευθύνουμε καμμιὰ ἄλλη ἀπὸ τὶς ὕβρεις παρὰ μόνο τὴ λέξη: Ρωμαῖε! Καὶ σ’ αὐτὸ μόνο τὸ ὄνομα τῶν Ρωμαίων περιλαμβάνουμε κάθε εἶδος ἀγένειας, δειλίας, φιλαργυρίας, ἀσωτείας, ἀπιστίας, καὶ γενικὰ κάθε εἶδος κακίας»
Μέχρι σήμερα τὰ προσβλητικὰ αὐτὰ στερεότυπα μισελληνισμοῦ τῶν δυτικῶν ἐχθρικῶν φυλῶν παραμένουν ἀμείωτα στούς ἐπιγόνους τους καί ἐπανέρχονται εὐκαίρως ἀκαίρως στὴν ἐπιφάνεια, ὅταν θέλουν νὰ πλήξουν τὸν ἀνώτερο πολιτισμὸ τῆς Ρωμηοσύνης. Ὅταν οἱ Δυτικοὶ ἀποφασίσουν νά κάνουν οὐσιαστικὴ αὐτοκριτικὴ καὶ βροῦν τὴ δύναμη νὰ παραδεχτοῦν τὴν ὑπεροχὴ τοῦ μοναδικοῦ αὐτοῦ πολιτισμοῦ τῆς Ρωμηοσύνης θὰ ἔχουν σημειώσει σημαντικὰ βήματα ἐκσυγχρονισμοῦ. Τὸ δικό μας χρέος εἶναι νὰ διαφυλάξουμε ἄθικτη καί ζωντανή τήν ἱστορική μας μνήμη. Τὴ μνήμη ποὺ ἀποτελεῖ καί τὸ ἀκαταμάχητο ὅπλο τοῦ Γένους μας.
 
Βιβλιογραφία
Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Μεγάλου «Βίοι ἀγνώστων ἀσκητῶν» Εἰσαγωγὴ –Μετάφραση-Σημειώσεις ὑπὸ Στεφάνου δ. μ. Ἔκδοσις ἀδελφότητος Ἱερομ. Ἰωάννου «Κοίμησις τῆς Θεοτόκου» Ἁγ. Ἄννα ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ 1988
Liutprandus, «Relatio de legatione Constantinopolitana», ἔκδ. Becker, Ἀννόβερο-Λειψία, 1915, κεφάλαιο 12ο.
The Roman church in the time Gregory the Grate, by Edward spearing, B.A., LLB. CAMBRIGE. At the university pres 1918
Steven Runciman. «Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἐν αἰχμαλωσίᾳ (1968)
το είδαμε εδώ

Δευτέρα, Μαΐου 04, 2015

Καλούμαστε νὰ κρατήσουμε τὴν πατρίδα μέσα στὰ περιθώρια ποὺ οἱ ἥρωές μας τὴν παρέδωσαν καὶ ὅπως αὐτοὶ βάδισαν. Οἱ ἥρωές μας ἦταν παιδιά ποὺ βγῆκαν μέσα ἀπὸ τὸ λίκνο τῆς Ἐκκλησίας


Τὸ ἔθνος τῶν Ρωμηῶν 
Τοῦ Μητροπολίτου Λεμεσοῦ Ἀθανασίου 
Εἶναι γεγονὸς ὅτι καυχόμαστε γιὰ τὴν ἑλληνική μας καταγωγὴ καὶ τὴν σχέση μας μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ὄχι ἀδίκως βέβαια, παρόλο ποὺ καμιὰ φορᾶ εἴμαστε λίγο ὑπερβολικοί, ὅμως ἡ ἱστορία δικαιώνει τὸ ἑλληνικὸ ἔθνος. 
Πάρα πολλοὶ λαοὶ ἄκουσαν τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, πάρα πολλοὶ λαοὶ δέχθηκαν τὶς ἐπισκέψεις τῶν Ἀποστόλων, πρὸς στιγμὴν ἔγιναν χριστιανοί, ἀλλὰ...στὸ πέρασμαεμ τῶν αἰώνων εἴτε χάθηκαν γιατί ὑποδουλώθηκαν ἀπὸ ἄλλους λαούς, εἴτε ἄλλαξαν θρησκεία ἐξολοκλήρου, εἴτε προσχώρησαν σὲ αἱρέσεις καὶ ἄλλες κακοδοξίες οἱ ὁποῖες νόθευσαν τὴν Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ ἑλληνικὴ φυλή, τὸ ἑλληνικὸ γένος, οἱ Ἕλληνες, παρὰ τὶς πολλὲς δυσκολίες...

ποὺ εἶχαν, κράτησαν τὸ Εὐαγγέλιο, κράτησαν τὴν πίστη στὴν Ἐκκλησία, στὴν Ὀρθοδοξία. Καὶ ὄχι μόνο δὲν τὴν ἔχασαν ἀλλὰ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας ἔδωσαν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ σὲ ἄλλους λαοὺς (π.χ. Ρώσους, Βούλγαρους, Ρουμάνους, Σέρβους, Γεωργιανούς), σὲ ὅλη τὴν ἀνατολικὴ Εὐρώπη. Οἱ βυζαντινοὶ Ρωμιοὶ πρόγονοὶ μας ἐπέμεναν, παρόλο ποὺ ἡ Δύση ἀντιδροῦσε σὲ αὐτό, ὅτι οἱ νέοι ὀρθόδοξοι λαοὶ ἔπρεπε νὰ λατρεύουν τὸ Θεὸ στὴ γλώσσα τους. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος ποὺ μετέφεραν στοὺς Σλάβους τὸ Εὐαγγέλιο ἔφτιαξαν ἀλφάβητο, ὥστε νὰ μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νὰ ἔχουν δική τους γραπτὴ γλώσσα, νὰ μορφώνονται, νὰ ἐκπολιτίζονται καὶ νὰ ἔχουν τὴ δική τους συνείδηση καὶ νὰ λατρεύουν τὸ Θεὸ στὴ δική τους γλώσσα. Οὐδέποτε χρησιμοποιήθηκε τὸ Εὐαγγέλιο ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες ὡς μέσο κατάκτησης τῶν ἄλλων λαῶν. Ἀντίθετα, ἦταν μία προσφορὰ σ’ αὐτοὺς τοῦ φωτὸς τοῦ Εὐαγγελίου, ἐπ’ ἐλευθερία, ποτὲ μὲ τὴ βία. Δὲν ἔχουμε φαινόμενα στὴν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐπιβολῆς τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τὴ βία.


Τὸ ἐρώτημα εἶναι, ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ ὀρθόδοξοι, πῶς μποροῦμε νὰ ταυτίσουμε τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν πατρίδα μας σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ὀρθόδοξη πίστη μας;

Ὡς Ἕλληνες καὶ ὡς ὀρθόδοξοι, καυχόμαστε ὅτι μέχρι σήμερα βαστάζουμε τὴν ὀρθόδοξη πίστη μας ἀπαρασάλευτη καὶ ἀπαραχάρακτη καὶ μαζὶ μὲ αὐτὴν ἔχουμε τὴν εὐλογία νὰ βαστάζουμε τὸ σταυρό, τὸν εὐλογημένο σταυρὸ τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς μέσα στὸν κόσμο, ποὺ κουβάλησε ὅλη αὐτὴ τὴν ἔνδοξή μας ἱστορία. Τὸ ἑλληνικὸ γένος, ἔχοντας πανάρχαιες ρίζες μέσα στὴν ἱστορία, ἔφτασε σὲ τόσο μεγάλα μέτρα γνώσεως τῆς ἀνθρώπινης σοφίας καὶ ἐλευθερίας, ἔφθασε σὲ τόσο ὑψηλὰ ἐπίπεδα φιλοσοφικῶν πτήσεων καὶ ἀποκαλύψεων ὥστε νὰ θεωρεῖται πρόδρομος τοῦ χριστιανισμοῦ.


Νομίζω ὅτι τὸ νὰ εἶναι κανεὶς Ἕλληνας, τὸ νὰ εἶναι κανεὶς Ρωμιός, δὲν εἶναι ὑπερηφάνεια ἀλλὰ εἶναι σταυρὸς καὶ μόνο σὰν σταυρὸ καὶ σὰν διακόνημα μποροῦμε νὰ τὸ κρατήσουμε σήμερα. Εἴμαστε Ἕλληνες, ἔχουμε μία ἱστορία, ὅπως ὁ κάθε λαὸς καὶ ἀναγνωρίζουμε σὲ κάθε ἄνθρωπο αὐτὸ τὸ δικαίωμα νὰ καυχᾶται γιὰ τὴν ἱστορία του, γιὰ τοὺς προγόνους του. Καυχόμαστε σὰν Ἕλληνες ὄχι γιατί λατρεύαμε τοὺς ψεύτικους θεοὺς τοῦ Ὀλύμπου, ἀλλὰ καυχόμαστε γιατί εἴμαστε ἕνας λαὸς μὲ φιλοσοφικὲς ἀναζητήσεις, καυχόμαστε γιατί εἴμαστε ἕνας λαὸς ποὺ γέννησε τὴ δημοκρατία, τὴ φιλοσοφία.
Οἱ ἐθνικὲς γιορτὲς εἶναι βέβαια γιορτὲς μυήσεως στὸ νόημα, ἀλλὰ εἶναι καὶ κρίση τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς μας. Καὶ πρέπει νὰ ὑφιστάμεθα αὐτὴ τὴν κρίση γιατί διαφορετικὰ θὰ μᾶς κρίνει ἡ ἱστορία ὡς ἀνθρώπους ποὺ δὲν διδαχτήκαμε ποτὲ ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ἱστορία καὶ τὴ πορεία μας.
Ἡ ἱστορία ὀφείλει νὰ μᾶς διδάξει καὶ ἐμεῖς ἂν εἴμαστε ἄξιοι τῶν προγόνων μας, πραγματικὰ παιδιά τους, τότε πρέπει νὰ μάθουμε νὰ διδασκόμαστε, γιατί ἔχουμε τὴ βαρύτατη αὐτὴ κληρονομιὰ νὰ εἴμαστε Ἕλληνες. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἔχουμε μία ἱστορία ἔνδοξη σὲ πολέμους καὶ σὲ ἀγῶνες. Οἱ Ἕλληνες κρατοῦσαν τὴ σημαία τους, γιὰ νὰ δείξουν ὅτι ἀγωνίζονται ὅπως ἔλεγαν «ὑπὲρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν», γιὰ νὰ δείξουν ὅτι ἀγωνίζονται γιὰ συγκεκριμένα ἰδανικά, ἤσαν ἰδεολόγοι, δὲν ἤσαν πολεμιστὲς μὲ τὴν πραγματικὴ σημασία τῆς λέξεως, ἀλλὰ γίνονταν πολεμιστὲς ὅταν ἡ ἀνάγκη τοὺς καλοῦσε καὶ ἦταν πράγματι αὐτὴ ἡ ἀνάγκη ἀδήριτη, γιὰ νὰ φυλάξουν τὴν πίστη τους καὶ τὴν πατρίδα τους.

Σήμερα, ἀδελφοί μου, καλούμαστε νὰ κρατήσουμε αὐτὴ τὴν πατρίδα μέσα στὰ περιθώρια ποὺ οἱ ἥρωές μας τὴν παρέδωσαν καὶ ὅπως αὐτοὶ βάδισαν τὸ δρόμο τους μὲ σύνεση πολλή, μὲ σοφία πολλή, μὲ ὑπομονὴ πολλή.
Οἱ ἥρωές μας ἦταν παιδιά, ἦταν ἄνθρωποι τοῦ τόπου ποὺ βγῆκαν μέσα ἀπὸ τὸ καλύτερο λίκνο, τὸ λίκνο τῆς Ἐκκλησίας καὶ πραγματικὰ στέκει κανεὶς μπροστά τους μὲ μεγάλο θαυμασμὸ καὶ μὲ μεγάλη συγκίνηση, γιατί διαβάζει κανεὶς γιὰ τὴ ζωή τους, διαβάζει κανεὶς τὶς ἐπιστολές τους, διαβάζει αὐτὰ τὰ ὁποία ἔγραψαν καὶ ὄχι ἁπλῶς συγκινεῖται συναισθηματικὰ ἀλλὰ τὰ κείμενα αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων, αὐτὲς οἱ ἐπιστολὲς τῶν ἡρώων τοῦ ΄55-΄59 μᾶς θυμίζουν συναξάρια, μᾶς θυμίζουν λόγια νεομαρτύρων, μᾶς θυμίζουν τὶς ἐπιστολὲς τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως, τὶς ἐπιστολὲς καὶ τὰ γραπτὰ τῶν νεομαρτύρων τῆς τουρκικῆς κατοχῆς στὸν ἑλληνικὸ χῶρο. Δὲν διαφέρει καθόλου τὸ ἦθος τους ἀπὸ τὸ ἦθος τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως καὶ τῶν μαρτύρων τῆς πατρίδας. Διαβάζει κανεὶς τὶς ἐπιστολὲς ἐκεῖνες καὶ βλέπει ποὺ ἔστεκαν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι καὶ βλέπει τί ἤθελαν σὲ αὐτὸ τὸν τόπο. Δὲν βλέπεις ἴχνος μισαλλοδοξίας, δὲν βλέπεις ἴχνος τρομοκρατίας, κι ἂς τοὺς κατηγοροῦσαν τότε ὅτι ἦταν τρομοκράτες. Διαβάζει κανεὶς τὶς ἐπιστολές τους καὶ βλέπει ἕνα ἱλαρὸ φῶς, τὸ φῶς τῆς πίστεως τὸ ὁποῖο τοὺς ὁδηγοῦσε στὴν ἀγάπη τῆς πατρίδας τους, τοὺς ὁδηγοῦσε στὴν ἀγάπη τῆς ἐλευθερίας ἀλλὰ δὲν τοὺς ὁδηγοῦσε ποτὲ στὸ μίσος ἀκόμα καὶ αὐτῶν ποὺ τοὺς εἶχαν κατακτήσει. Καὶ ἂν χρειάστηκε νὰ κάνουν πόλεμο καὶ νὰ κάνουν ἐπανάσταση, αὐτὸ ἦταν γιατί μὲ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς καὶ τῆς ὥρας ἐκείνης ἦταν μία ἀνάγκη καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ κάμουν διαφορετικά.

Μέσα στὶς ἐπιστολὲς τῶν μαρτύρων καὶ τῶν ἡρώων βλέπει κανεὶς τὸ Θεό, τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ νὰ βασιλεύει, πού τοὺς ἔδωσε τὴ δυνατότητα νὰ νικήσουν τὸ θάνατο, νὰ ὑπερβοῦν τὸ θάνατο, πού αἰσθάνονταν τὴ ψυχή τους νὰ φτερουγίζει γύρω ἀπὸ τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ, τί ἄλλο εἶναι παρὰ τὰ ἴδια βιώματα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως; Δὲν εἶναι αὐτὰ οἱ ἐπισκέψεις τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ οἱ ὁποῖες παρηγοροῦσαν τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων πού βρισκόντουσαν μόνο λίγο πρὸ τοῦ θανάτου; Ταυτόχρονα, βλέπει κανεὶς τὴν πίστη τους καὶ τὴν ἀγάπη τους πρὸς τὴν Ἑλλάδα. Τὴν Ἑλλάδα ὄχι ὡς γεωγραφικὸ χῶρο μόνο, ἀλλὰ τὴν Ἑλλάδα ὡς τὴν κοιτίδα τοῦ πολιτισμοῦ, τὴ μητέρα τῆς φιλοσοφίας, τὴ μητέρα τῆς Ρωμιοσύνης.
Ὀφείλουμε λοιπὸν νὰ μαθαίνουμε μέσα ἀπὸ τὴν ἱστορία μας, νὰ διδασκόμαστε. Ὀφείλουμε νὰ ὁδηγηθοῦμε μπροστὰ στὰ διάφορα γεγονότα τῆς ἱστορίας μας καὶ νὰ κρίνουμε τὸν ἑαυτό μας, σιωπώντας καὶ περιορίζοντας τὰ λόγιά μας καὶ τὴν ἐξωστρέφειά μας καὶ νὰ ἀφήσουμε νὰ μᾶς δείξουν ὅλοι αὐτοὶ οἱ μάρτυρες τῆς πατρίδας τὸ δικό τους φρόνημα καὶ νὰ μᾶς μιλήσουν γιὰ τὴν ἱστορία μας, νὰ μᾶς μιλήσουν γιὰ τὴν πατρίδα μας, νὰ μᾶς μιλήσουν γιὰ τὴν παράδοσή μας, νὰ μᾶς δείξουν ἀπὸ ποιὸ δέντρο καταγόμαστε κι ἀκόμα, νὰ ἔχουμε τὸ θάρρος νὰ δοῦμε ποὺ εἴμαστε ἐμεῖς σήμερα.

Πρέπει νὰ ἔχουμε τὸ θάρρος νὰ ἀνακαλύψουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ ποῦμε τὴ μεγάλη ἀλήθεια, ὅτι αὐτὸς ὁ τόπος, ἐὰν θέλει νὰ ζήσει πρέπει νὰ γίνει ἑλληνικὸς τόπος κατὰ κυριολεξία. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ τύχει παιδείας, παιδείας φιλοσοφικῆς, παιδείας πνευματικῆς, παιδείας ρωμαίικης, μὲ ρωμιοσύνη ποὺ σημαίνει ὅτι θὰ ἀπολαύσει ὅλη αὐτὴ τὴν ἱστορία τῆς παραδόσεώς μας. Οὔτε ἀρχαιολάτρες εἴμαστε ἀλλὰ οὔτε καὶ βυζαντινόπληκτοι εἴμαστε. Ξέρουμε ὅτι ὁ τόπος ζύμωσε τὴν ἀρχαία φιλοσοφία καὶ παράδοση μὲ τὴν ὀρθοδοξία. Καὶ ὀρθόδοξος σημαίνει ἐλεύθερος. Ὀρθόδοξος καὶ Ρωμιὸς σημαίνει ἄνθρωπος χωρὶς παρωπίδες, σημαίνει ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἀγαπᾶ τὸν ἄλλο καὶ δὲν φοβᾶται τὸν ἄλλο ἄνθρωπο, γιατί ἔχει ἀρχοντιά, γιατί δὲν εἶναι κομπλεξικός, γιατί δὲν αἰσθάνεται μειονεκτικὰ μπροστὰ σὲ κανένα, γιατί εἶναι περήφανος γι’ αὐτὸ ποὺ εἶναι καὶ αὐτὴ ἡ περηφάνια δὲν εἶναι ἀλαζονεία ἀλλὰ εἶναι τὸ «γνώθι σ’ αὐτὸν» τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων• εἶναι αὐτὴ ἡ γνώση τῆς βαρύτατης κληρονομιᾶς τὴν ὁποία κουβαλοῦμε πάνω μας. Αὐτὴ ἡ ρωμαίικη ὑπερηφάνεια μπορεῖ νὰ ὑπηρετήσει καὶ ὄχι νὰ ὑπηρετεῖται, μπορεῖ νὰ σταθεῖ καὶ νὰ ἀγκαλιάσει τὸν κόσμο ὅλο καὶ νὰ γίνει διάκονος τῆς ἀνθρωπότητας.
Ἐμεῖς σὰν Ρωμιοὶ πάντοτε εἴχαμε τὴ μεγάλη ὑπομονὴ ἡ ὁποία ἦταν γέννημα τῆς πίστεως, Καὶ ὁ πιστὸς ἄνθρωπος βλέπει πίσω ἀπὸ τὰ φαινόμενα, πέραν τῶν φαινομενικῶν πραγμάτων. Δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει ἐμᾶς ἂν μᾶς μισοῦν ἢ ὄχι οἱ Τοῦρκοι. Ὁ Θεὸς τί θὰ πεῖ στὸ τέλος. Δὲν θὰ γίνει τίποτα περισσότερο καὶ τίποτα λιγότερο ἀπὸ ὅσα ὁ Θεὸς θὰ ἐπιτρέψει. Πρέπει νὰ μάθουμε νὰ ἔχουμε τελεία ἐμπιστοσύνη στὸ Θεό. Ἐὰν ἐλπίζεις στὸ Θεὸ καὶ πιστεύεις ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι Πατέρας σου, τότε λοιπὸν γιατί φοβᾶσαι;

Ἂς ἀνοίξουμε τὸ δρόμο στὴν ἀληθινὴ παιδεία• νὰ φτιάξουμε πρῶτα ἀνθρώπους ἐλεύθερους καὶ ἂν φτιάξεις ἀνθρώπους ἐλεύθερους, τότε θὰ ἀποκτήσεις καὶ πατρίδα ἐλεύθερη. Ἂν ἔχεις ἀνθρώπους δούλους, τότε καὶ ἡ ἐλεύθερη πατρίδα θὰ γίνει δούλη. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι αὐτὸς ποὺ ἐλευθερώνεται πρῶτα καὶ ὕστερα ἐλευθερώνει καὶ γεωγραφικὰ τὸν τόπο του. Ἂν ἐνδιατρίψουμε στὴν ἱστορία μας, ἂν γνωρίσουμε τὴν παράδοσή μας, ἂν ἀσκήσουμε καλόβουλη καὶ θετικὴ κριτικὴ στὶς παρελθοῦσες πράξεις καὶ ἐνέργειές μας, ἂν εἴμαστε ἔντιμοι, ἀνυστερόβουλοι καὶ εἰλικρινεῖς, τότε θὰ ἀνακαλύψουμε ὅτι ὁ τόπος γεννᾶ ἥρωες, ὁ τόπος γεννᾶ μάρτυρες, ὁ τόπος γεννᾶ ἡγέτες, ὅπως τοὺς ἡγέτες οἱ ὁποῖοι σήκωσαν τὸν τόπο αὐτὸ καὶ ἔδωσαν τὴν ἀνάσταση στὴ πατρίδα μας καὶ στὴ φυλή μας. Αὐτὸ εἶναι τὸ μήνυμα τῆς Ρωμιοσύνης, τοῦ πόνου καὶ τῆς ἀγάπης γιὰ τὴ πατρίδα μας.

Περιοδικὸ «ΚΑΘ’ ΟΔΟΝ» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λεμεσοῦ, τεῦχος 13/2008

Ἀπὸ τὸν τόμο: «Ἑλληνορθόξη Πορεία», Ἀνθολόγιο κειμένων, Ἀθήνα 2008.

Παρασκευή, Μαΐου 01, 2015

ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΔΙΚΕΦΑΛΟΥ ΑΕΤΟΥ



dikefalos_aetos_by_kothanos-d7gwu8n  Ιωάννης Κων. Νεονάκης  MD, MSc, PhD.

Μετά τη υιοθέτηση του ως αυτοκρατορικό έμβλημα από τον Ισαάκιο Κομνηνό (1057-1059) ο δικέφαλος αετός ταυτίστηκε πλήρως με τη Ρωμανία (Βυζαντινή Αυτοκρατορία) και το ρωμαίικο πολιτισμό. Κατά την Τουρκοκρατία, αλλά και μέχρι τις μέρες μας, η Εκκλησία θα προσλάβει το σύμβολο αυτό και σήμερα είναι από τα πλέον αναγνωρίσιμα σύμβολα στον τόπο μας. Εκφράζοντας όμως και την κοινή ρωμαίικη παράδοση των βαλκανικών και σλαβικών λαών ο δικέφαλος αετός απαντάται  σήμερα στα εθνόσημα κι στις σημαίες της Ρωσίας, της Σερβίας, της Αλβανίας και του Μαυροβουνίου.
Ανέκαθεν ο δικέφαλος αετός υπήρξε σύμβολο υπέρτατης δύναμης και κυριαρχίας. Κατά καιρούς εξέφρασε τα αυτοκρατορικά δικαιώματα της Ρωμανίας τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ασία, αλλά και τη διαφοροποίηση και τους  συνεχείς αγώνες της Ρωμανίας τόσο με τη Δύση όσο και την Ανατολή αναδεικνύοντας έτσι και εκφράζοντας ζωντανά την ιδιοπροσωπία του γένους των Ρωμηών. Συχνά επίσης θέλησε να εκφράσει τη διπλή εξουσία του φέροντος το έμβλημα τόσο δηλαδή την πνευματική όσο και την κοσμική εξουσία. Βαθύτερα, θέλησε να εκφράσει το δισυπόστατο της Θεανθρωπότητας. Της νέας οντολογικής κατάστασης που ξεκίνησε ο Χριστός, της εν ταυτώ ενώσεως της ανθρωπίνης και θείας φύσεως. Αυτός, ο πρώτος Θεάνθρωπος ανοίγοντας και για μάς το δρόμο της Θεανθρωπίας ως δώρο, ως χάρη. Περαιτέρω, με την πάροδο του χρόνου και των αλλεπάλληλων πληγών που υπέστη το γένος ο δικέφαλος αετός εδραιώθηκε στις συνειδήσεις ως το αδιαμφισβήτητο σύμβολο της συνέχειας του γένους μας, της διατήρησης και πιστότητας των παραδόσεων του, της αγωνιστικότητας και αποφασιστικότητάς του, ενώ συνεχώς  υπομιμνήσκει και θέτει το αδιαπραγμάτευτο αίτημα βιώσεως του ρωμαίικου πολιτισμού στο τώρα.
Η αγαπητική σχέση των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδος, των τριών υποστάσεων μεταξύ τους είναι ένα μέγα και ανερμήνευτο μυστήριο. Μόνο προσεγγίσεις μπορούν να γίνουν και μάλιστα από θεοφόρους πατέρες που έχουν τα εχέγγυα και φυσικά, πάντα μέχρι τα όρια της δικής τους χωρητικής, υπαρξιακής δυνατότητας αντοχής ως προς τη θεία αποκάλυψη. Από τις βασικές προσεγγίσεις που μάς έχουν δοθεί από τους Αγίους Πατέρες μας αναφορικά με τις σχέσεις των προσώπων στην Αγία Τριάδα είναι και η βασική θέση της Ορθοδοξίας του «ασυγχήτως και αδιαιρέτως». Δηλαδή τα πρόσωπα στην Αγία Τριάδα είναι εν ταυτώ ασύγχητα και αδιαίρετα. Το «αδιαιρέτως» εκφράζει τη συνεχή αγαπητική ενότητα, το ένα, ενώ το «ασυγχήτως» εκφράζει το ίδιο, την ετερότητα και την ελευθερία του κάθε προσώπου. Το «ασυγχήτως και αδιαιρέτως» παραδίδεται από την Εκκλησία μας σε όλους τους ανθρώπους ως ερμηνευτικό κλειδί και ανυπέρβλητο πρότυπο όλων των σχέσεων προσώπων, όλων των ανθρωπίνων σχέσεων.  Από τις σχέσεις των μελών μιας οικογένειας, από τις σχέσεις των αγαπημένων και των φίλων έως τις σχέσεις των κοινωνικών ομάδων ή ακόμα και των λαών.  Υπάρχουμε σε μια αγαπητική σχέση ως ενότητα, αλλά χωρίς να αφομοιωνόμαστε, διατηρώντας συνεχώς την ιδιοπροσωπία και ελευθερία μας. Αυτό είναι το πρότυπο του καθ’ ημάς τρόπου ζωής.
Και αυτό το πρότυπο νομίζω ότι το εκφράζει και το σχηματοποιεί με τον καλύτερο τρόπο το σύμβολο του δικέφαλου αετού. Υπάρχει το κοινό σώμα, η ενότητα, η αγαπητική σχέση που μετεξελίσσει τα άλλως διεστώτα μέρη στο οντολογικό (και όχι φανταζόμενο ή νοητό) υπαρξιακό ένα, ενώ από την άλλη υπάρχουν τα ρωμαλαία δύο πρόσωπα των αετών ως εκφραστές των προσώπων που τόλμησαν γενναίω το τρόπω τη σχέση. Πρόσωπα δύο, πρόσωπα διαφορετικά, πρόσωπα αδιαπραγμάτευτης ετερότητας και συνεχούς ελευθερίας. Η ενότητα και η ιδιοπροσωπία εν ταυτώ, σε μια ολότητα, σε μια νέα, καινή, εδραία, οντολογία πληρότητας, ολοκλήρωσης και τέλους. Με τα κεφάλια στραμμένα σε διαφορετικές κατευθύνσεις ένδειξη του ησυχασμού, αναστοχασμού και συνεχούς εσωτερικού αγώνα για τη διασφάλιση και πιστότητα της αγαπητικής σχέσης και της διατήρησης της ελευθερίας, αλλά ταυτοχρόνως και ως ένδειξη συνεχούς διεύρυνσης, αιώνιας κίνησης από δόξης εις δόξαν, πρόσληψης και συμπερίληψης του σύμπαντος κόσμου.

Δευτέρα, Απριλίου 27, 2015

Μαύρη Ημέρα – Τα γερμανικά στρατεύματα καταλαμβάνουν την Αθήνα..Βίντεο

#


 27 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1941… Τα γερμανικά στρατεύματα καταλαμβάνουν την Αθήνα.







το είδαμε εδώ

Ποιά ήταν η παράταξη που πλειοδότησε σε δωσιλογισμό και γέννησε Τσολάκογλου

Ήταν 27 Απρίλη 1941, σαν σήμερα, όταν τα γερμανικά  στρατιωτικά τμήματα μπαίνουν στην Αθήνα. Ο λαός «υποδέχεται» τους ναζί κατακτητές παραμένοντας  ερμητικά κλεισμένος στα σπίτια του. Η πρωτεύουσα είναι μια έρημη πόλη...
του ΝΙΚΟΥ ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΥ
Τρεις μέρες πριν πέσει η Αθήνα στα χέρια των Γερμανών και επιβληθεί στη χώρα η στυγνή τριπλή (γερμανική, ιταλική, βουλγάρικη) κατοχή, ο Τσολάκογλου είχε υπογράψει στη Θεσσαλονίκη το οριστικό πρωτόκολλο της συνθηκολόγησης. Οι Γερμανοί εκτιμώντας τον «πατριωτισμό» του τον...
διόρισαν πρώτο «πρωθυπουργό» της κατεχόμενης Ελλάδας.
Μια μέρα νωρίτερα από την συνθηκολόγηση Τσολάκογλου οι «κεφαλές του έθνους» είχαν φροντίσει να… λακίσουν. Ο βασιλιάς και η κυβέρνηση έφυγαν αρχικά για την Κρήτη, αφήνοντας οπισθοφυλακή τον υφυπουργό Ασφαλείας του μεταξικού καθεστώτος και κατοπινό βουλευτή της ΕΡΕ, τον διαβόητο Κ. Μανιαδάκη.
Βασική φροντίδα του Μανιαδάκη ήταν να παραδοθούν δέσμιοι στους Γερμανούς οι 2.000 περίπου φυλακισμένοι και εξόριστοι αγωνιστές, κυρίως κομμουνιστές, που από τα κάτεργα της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου περνούσαν (από… τα ελληνικά χέρια) στα χέρια της Γκεστάπο.
Η είσοδος των Γερμανών συνοδεύεται από τον απόλυτο εξευτελισμό του προπολεμικού αστικού πολιτικού κόσμου. 
Ένα μέρος του επέλεξε την ανοιχτή συνεργασία με τους κατακτητές. Ένα δεύτερο παρέμεινε στην Ελλάδα απέχοντας από τον αγώνα προσβλέποντας σε μελλοντικές εξελίξεις. Ένα άλλο, συμμαχικό της Βρετανίας, που ανέλαβε να διεξάγει αντικατοχική δράση δεν παρέλειψε να έχει στην πλειοψηφία του σχέσεις και με τους κατακτητές. Ο κύριος, δε, όγκος, μαζί με το Παλάτι, διέφυγε στο εξωτερικό αρπάζοντας μαζί του και τις τεράστιες ποσότητες των κρατικών αποθεμάτων σε χρυσό…
Η φυγή τους αποτελεί εκδήλωση παροιμιώδους… λεβεντιάς και «εθνικού φρονήματος»:Ανήμερα της συνθηκολόγησης ο Βασιλιάς Γεώργιος με τον πρωθυπουργό Εμμ. Τσουδερό, τον πρίγκιπα Πέτρο και τον Άγγλο πρεσβευτή σερ Μάικλ Πάλαιρετ εγκατέλειψαν την Ελλάδα μ' ένα υδροπλάνο «Σάντερλαντ». Προηγήθηκε το ζεύγος των διαδόχων Παύλος και Φρειδερίκη, ενώ τη νύχτα 22 προς 23 Απριλίου με τα αντιτορπιλικά «Β. Ολγα», «Πάνθηρ» και «Ιέραξ» αναχώρησαν… άπαντες:
Ο ναύαρχος Σακελλαρίου γράφει χαρακτηριστικά:
«(…)άπαντες οι υπουργοί, ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος και μερικοί κρατικοί επίσημοι και μη λειτουργοί, οι πλείστοι με τας οικογενείας των- γυναίκες, τέκνα, πενθερές, κουβερνάντες- και τας αποσκευάς των- μπαούλα, βαλίτσες και τουαλέτες, τσάντες με ρουχισμό, μερικοί με παιχνίδια των παιδιών των και κάποιοι με τα χρυσαφικά των. Ο Βασιλεύς και ο κ. Τσουδερός ανεχώρησαν αεροπορικώς περί τα ξημερώματα της 23ης Απριλίου, αφού αφήκαν και από μίαν προκήρυξιν προς τον Λαόν διά να του εξηγήσουν την προς την Κρήτην απομάκρυσίν των. Φαίνεται όμως ότι η θέα τοσούτον ασυνηθίστου διά πολεμικά πλοία φορτίου, και δη εν καιρώ πολέμου, εξηρέθισε τα πληρώματα εις τοιούτον βαθμόν, ώστε εις την Σούδαν εξεδηλώθη μικρά στάσις επί του "Βασίλισσα Ολγα", του προσωπικού απαιτήσαντος να μην επιβή κανείς πλέον. Αντιλαμβάνεται ο καθείς την ψυχολογία όλων αυτών των αξιωματικών, υπαξιωματικών και ναυτών που κανένας τους δεν εγνώριζε πού και πώς άφηναν τα σπίτια τους, όταν έβλεπαν ότι υπήρχαν προνομιούχοι Έλληνες και Ελληνίδες ή Ελληνόπουλα που μπορούσαν ανέτως να μεταφέρονται με τα πολύτιμα των υπαρχόντων των προς άλλας ασφαλείς κατευθύνσεις μέχρις ότου παρέλθει η συμφορά ή όταν έβλεπαν ότι η οικογένεια του Πρωθυπουργού της Ελλάδος συνωδεύετο και από το απαραίτητο σκυλάκι της, χωρίς τη συντροφιά του οποίου φαίνεται ότι δεν ήτο δυνατόν να σωθεί η Ελλάς»…
Ανάλογη εικόνα με τον Σακελλαρίου δίνει και ο έφεδρος πλοίαρχος Ν. Δ. Πετρόπουλος, ο οποίος γράφει:
«Μου έκανε εντύπωσι και ένα άλλο θέαμα, που με επηρέασε κατά κάποιο ποσοστό για να μη φύγω από την Ελλάδα: Μεταξύ των Ελλήνων ιδιωτών επιβατών ήταν κι ένα ζευγάρι - όχι πρώτης νεότητος- που το συνόδευε η μητέρα της συζύγου. Η ηλικιωμένη πεθερά κρατούσε ένα βαλιτσάκι που, όπως επρόδιδαν οι μεταξύ των τριών τους κουβέντες, περιείχε τα τιμαλφή της οικογενείας. Χωρίς να θέλω με κατέλαβε αηδία από το γεγονός, ότι δε διαθέταμε τα πλοία για να σώσουμε έστω και λίγους στρατιώτες μας από τις χιτλερικές ορδές, αλλά καταλαμβανόταν η πολύτιμη χωρητικότης για να δοθεί ευκαιρία στα μπιζού και στα εξαντλημένα σαρκία της ευπόρου οικογενείας... να... συνεχίσουν και εκτός της Ελλάδος τον αγώνα κατά του κατακτητού!».
Ταυτόχρονα με την κατοχή της χώρας και την φυγή των «προυχόντων» ξεκίνησε και η προπαγάνδα της υποταγής. Το μήνυμα του οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου προς τον λαό ήταν να… κάτσει ήσυχος.
Στις 29 Απρίλη 1941, δύο μέρες μετά την κατάληψη της Αθήνας η εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΒΗΜΑ»,έγραφε στο κύριο θέμα της :
«Εντός εικοσιτετραώρων η κατάληψις της χώρας μας θα έχει συμπληρωθή. Έτσι η Ελλάς βγαίνει από τον πόλεμο - και βγαίνει οριστικώς από τον πόλεμον, καθ' ον τρόπον εβγήκαν όλαι σχεδόν αι χώραι της ηπειρωτικής Ευρώπης (…). Αυτό δεν το λέγομεν προς παρηγορίαν μας. Τα λέγομεν διά να τονίσωμεν τη βασικήν κατά τη γνώμην μας αλήθειαν που δεν πρέπει ποτέ να φεύγη από τα μάτια μας, ότι δηλαδή τα ελληνικά προβλήματα που εδημιουργήθησαν από της 27ης Απριλίου δεν ημπορούν να αντιμετωπισθούν παρά εις το πλαίσιο της Νέας Ευρωπαϊκής πραγματικότητος. Πρέπει να καταλάβουμε ότι εφεξής αποτελούμεν μέρος ενός εκτεταμένου ηπειρωτικού συνόλου του οποίου όλα τα τμήματα θα έχουν αναποφεύκτως κοινότητα κατευθύνσεων και προπαντός κοινότητα συμφερόντων, οικονομικών και άλλων. Αυτή η ηπειρωτική σύλληψις της υποστάσεώς μας πρέπει να αποτελέση το πλαίσιον μέσα εις το οποίον θα κινηθούμε. Η τύχη μας είναι εφεξής αρρήκτως συνδεδεμένη προς την τύχη της γηραιάς Ηπείρου της οποίας αποτελούμεν τη νοτιοανατολικήν εσχατιάν».
Αντίστοιχο και το μήνυμα της εφημερίδας «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»:
«Ο αθηναϊκός λαός αντιμετωπίζει τα γεγονότα με σταθεράν πεποίθησιν ότι όλα βαίνουν προς το καλύτερον, ότι λήξαντος του πολέμου, διά την Ελλάδα τουλάχιστον, ανοίγεται η περίοδος της ειρήνης και της εντός των πλαισίων της ειρήνης αυτής παραγωγικής δραστηριότητος. Η θέλησις των Ελλήνων, όπως εντός του ειρηνικού πλαισίου, το οποίο εξασφαλίζει εις αυτούς ο τερματισμός του πολέμου,αναπτύξουν όλας των τας ικανότητας και όλας των τας πρωτοβουλίας, θα δώση ασφαλώς αφορμήν διά να εκδηλωθούν όλαι εκείναι αι κεκρυμμέναι αρεταί της φυλής μας, αι οποίαι είτε εξ αδιαφορίας, είτε εξ αισθημάτων ηλαττωμένης αλληλεγγύης δεν είχον ανέλθει εις την επιφάνειαν τους τελευταίους καιρούς. Αι γερμανικαί αρχαί εμφορούμεναι από τας φιλικωτέρας των διαθέσεων απέναντι του ελληνικού πληθυσμού, τας αρετάς και τα προτερήματα του οποίου δεν ήργησαν να γνωρίσουν, θα τον συντρέξουν -περί τούτου δεν υπάρχει αμφιβολία- εις πάσαν θετικήν και οικοδομητικήν του προσπάθειαν».
Κόντρα στα κηρύγματα της υποταγής, στην προπαγάνδα της συνθηκολόγησης που διατεινόταν ότι η κατοχή σήμαινε το… τέλος του πολέμου και ότι οι Γερμανοί κατακτητές εμφορούντο από «τας φιλικωτέρας των διαθέσεων απέναντι του ελληνικού πληθυσμού», ο λαός μας ακολούθησε τον άλλο δρόμο.
Ο λαός ακολούθησε το δικό του μεγαλειώδη δρόμο, τον αγώνα της εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης, όπως τον είχε περιγράψει ήδη από την έναρξη του ιμπεριαλιστικού πολέμου – μέσα από τα μπουντρούμια της Ασφάλειας – ο Νίκος Ζαχαριάδης στο ιστορικό του πρώτο γράμμα της 31 Οκτώβρη 1940:
«Προς το λαό της Ελλάδας
Ο φασισμός του Μουσσολίνι χτύπησε την Ελλάδα πισώπλατα, δολοφονικά και ξετσίπωτα με σκοπό να την υποδουλώσει και εξανδραποδίσει. Σήμερα όλοι οι έλληνες παλαίβουμε για τη λευτεριά, την τιμή, την εθνική μας ανεξαρτησία. Η πάλη θα είναι πολύ δύσκολη και πολύ σκληρή. Μα ένα έθνος που θέλει να ζήσει πρέπει να παλεύει, αψηφώντας τους κινδύνους και τις θυσίες. Ο λαός της Ελλάδας διεξάγει σήμερα έναν πόλεμο εθνικοαπελευθερωτικό, ενάντια στο φασισμό του Μουσσολίνι. Δίπλα στο κύριο μέτωπο και Ο ΚΑΘΕ ΒΡΑΧΟΣ, Η ΚΑΘΕ ΡΕΜΑΤΙΑ, ΤΟ ΚΑΘΕ ΧΩΡΙΟ, ΚΑΛΥΒΑ ΜΕ ΚΑΛΥΒΑ, Η ΚΑΘΕ ΠΟΛΗ, ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΣΠΙΤΙ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ.
Κάθε πράκτορας του φασισμού πρέπει να εξοντωθεί αλύπητα (…)»
Και το γράμμα του Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ κατέληγε:
«Έπαθλο για τον εργαζόμενο λαό και επιστέγασμα για το σημερινό του αγώνα, πρέπει να είναι και θα είναι, μια καινούργια Ελλάδα της δουλιάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση και από κάθε εκμετάλλευση, μ' ένα πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό.
Όλοι στον αγώνα, ο καθένας στη θέση του και η νίκη θάναι νίκη της Ελλάδας και του λαού της. Οι εργαζόμενοι όλου του κόσμου στέκουν στο πλευρό μας».
Ο λαός μας, αρνούμενος την καταχνιά της κατοχής που πλάκωσε τη χώρα τον Απρίλη του ’41, πιάνοντας το νήμα του ‘21, απειθαρχώντας στα κελεύσματα της συνθηκολόγησης, χωρίς να διαπραγματευτεί τίποτα από την τιμή και την Ιστορία του, τράβηξε το δρόμο του μεγαλείου και της θυσίας, όπως ακριβώς περιγραφόταν σε εκείνο το πανό του ΕΑΜ:
«Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα»
To είδαμε εδώ

Δευτέρα, Απριλίου 13, 2015

13 Απριλίου 1204.Η Άλωση της Κων/πόλεως από τους Λατίνους Σταυροφόρους.(Άρθρο του έγκριτου Βυζαντινολόγου,Σερ Στήβεν Ράνσιμαν)

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!
ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!




13 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1204:ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΛΑΤΙΝΟΥΣ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΟΥΣ-ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗ ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΛΕΗΛΑΣΙΑ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΠΟΤΕ,ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥΣ!

22
Άρθρο του έγκριτου Βυζαντινολόγου,Σερ Στήβεν Ράνσιμαν,που πρέπει να διαβαστεί από όλους:
Ενώ τονίζεται η 29η Μαϊου 1453 ως το τέλος της χιλιόχρονης αυτοκρατορίας μας, το κυριότερο γεγονός που κλόνισε την ύπαρξή της ανεπανόρθωτα, και οδήγησε στον οριστικό τερματισμό της υλικής και οικονομικής υπεροχής του κράτους μας σε όλη την Ευρώπη, και τελικά στο 1453, δηλαδή η καταστροφή της Ρωμανίας από τη Δύση, με την Άλωση της Νέας Ρώμης/Κωνσταντινούπολης την 13η Απριλίου 1204 από τους Σταυροφόρους, αποσιωπάται ή δεν του δίνεται η πρέπουσα σημασία. Θα έλεγε κανείς, ότι επειδή ο προσανατολισμός του νεοελληνικού κράτους ήταν προς τη Δύση, οι ηγέτες του σκέφτηκαν ότι αυτός ο προσανατολισμός συνεπάγεται απαραίτητα και τη λήθη της ιστορίας, τη λήθη του γεγονότος ότι εξαιτίας της Άλωσης του 1204 Η Ρωμηοσύνη στάθηκε αδύναμη να αντιμετωπίσει τους Τούρκους. Με άλλα λόγια, η Άλωση του 1204 οδήγησε στα 400-600 χρόνια Τουρκοκρατίας, αλλά αυτό το συμπέρασμα απωθήθηκε, πιθανότατα λόγω του ιδεολογικού προσανατολισμού της ηγετικής τάξης του Ελληνικού κράτους. Είναι σήμερα γενικά παραδεκτό, πως αυτή ήταν η αιτία της επικράτησης των Τούρκων στη Μικρά Ασία και τα Βαλκάνια. Ένα Ρωμαίικο Κράτος που δεν θα είχε υποστεί την Άλωση του 1204, πιθανότατα θα ανέκαμπτε, όπως είχε κάνει πολλές φορές στο παρελθόν άλλωστε, και θα αντιμετώπιζε τους Τούρκους νικηφόρα, όπως και τους Άραβες. Αλλα αυτή η ευκαιρία δεν δόθηκε στην ρωμηοσύνη.
Η ευκαιρία να χτυπηθεί η Ρωμηοσύνη, δεν άργησε να δοθεί στους Φραγκολατίνους. Ήδη από τον 12 αι. πολλές δεκάδες χιλιάδες από αυτούς υπήρχαν στην Κωνσταντινούπολη. Απολάμβαναν προνόμια και ήταν προκλητικοί προς τους Ρωμηούς της Κωνσταντινούπολης. Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α’ Κομνηνός παραχώρησε το 1082 υπέρμετρα δικαιώματα που τους έκαναν μισητούς στους Ρωμαίους. Ο Ιωάννης ο Β’ έκανε κάποιες προσπάθειες ώστε θα θέσει τέλος στα προνόμια αυτά. Αλλά η ενέργεια του αυτή, είχε ως αποτέλεσμα εχθροπραξίες από μέρους τους τόσο στο Αιγαίο, όσο και στο Ιόνιο και την Αδριατική. Αναγκάστηκε, ο αυτοκράτορας να ξαναδώσει πίσω τα προνόμια, όταν ο στόλος των Βενετών κινήθηκε εχθρικά προς τα εδάφη της Ρωμανίας. Οι Λατίνοι είχαν αλλοιώσει πολλές πλευρές της δημόσιας ζωής και οικονομικά διείσδυαν στον εμπορικό/επαγγελματικό ιστό συμβάλλοντας στην παρακμή της αυτοκρατορίας. Η Ρωμαϊκή οικονομία, πλέον ήταν υποχείριο της δύσης.

Ο λαός της Ρωμηοσύνης, αντιστάθηκε στις προκλήσεις τους, με μεγάλες εξεγέρσεις, οι οποίες βάφτηκαν με αίμα. Τον Μάιο του 1182, έγινε η πρώτη εξέγερση κατά των Λατίνων. Μια επανάσταση που χαρακτηρίστηκε από σφαγές και εξανδραποδισμούς. Κάτω από την πίεση της κατάστασης ο Ανδρόνικος ο Α’ αναγκάστηκε να υιοθετήσει την αντιλατινική πολιτική. Όπως είναι φυσικό, οι Λατίνοι αντέδρασαν κατά της Ρωμανίας. Η επεκτατική πολιτική τους εκφράστηκε με την επίθεση των Ούγγρων στη βαλκανική το 1183 καθώς και με την επίθεση των Νορμανδών κατά των Ρωμαϊκών εδαφών το 1185, με αποτέλεσμα την άλωση της Θεσσαλονίκης. Ακολούθησε νέα επανάσταση του δυσαρεστημένου από τα γεγονότα λαού στην οποία σφαγιάστηκε ο Ανδρόνικος.
Αυτοκράτορας έγινε ο Iσαάκιος ο B΄ ο Άγγελος. Δυστυχώς, εκείνη την περίοδο, η Ρωμανία έπασχε από ελλιπή ηγεσία Οι Άγγελοι ήταν ίσως η χειρότερη δυναστεία! Ο Παπαρρηγόπουλος λέει (Δ΄ Β 237): “η ολεθρία των Αγγέλων γενεά”. ο Iσαάκιος προσπάθησε να έρθει σε συνεννόηση με τους Λατίνους και να τους παραχωρήσει ξανά, ευνοϊκή μεταχείριση. Το 1187 επαναφέρει τα προνόμια των Βενετών, οι οποίοι έχουν πλέον την υποχρέωση να μην συνάπτουν συμμαχίες ενάντια στην Αυτοκρατορία. Το 1195 ανατρέπεται ο Ισαακιος από τον Αδελφό του Αλέξιο Γ’ , πράγμα το οποίο κάνει τους Βενετούς σκεπτικούς, αν και τα προνόμια τους ανανεώνονται.
Ο Πάπας Ιννοκέντιος ο Γ’ ήταν ο πνευματικός πατέρας της 4ης Σταυροφορίας. Υπήρχε σε αυτήν ένα ανάμεικτο πνεύμα αρρωστημένης θρησκευτικότητας και «ιπποτικής» ιδεολογίας. Έστειλε τους Λατίνους ιεροκήρυκες να προωθήσουν την υπόθεση του ιερού πολέμου στην Δυτική Ευρώπη. την κήρυξη του ιερού πολέμου. Ο Θεοβάλδος ο Γ΄., κόμης της Καμπανίας, κήρυξε τελικά τον (ανίερο) πόλεμο. Οι Σταυροφόροι “Ήταν ένα περίεργο ανακάτωμα από ευσεβείς και θρήσκους άνδρες, αλλά και από αποβράσματα της κοινωνίας, από ανθρώπους, δηλαδή, που ήταν ικανοί για κάθε έγκλημα” [Παντίτ Νεχρού “Παγκόσμιος Ιστορία”, επιστολή 62α]. Μυριάδες λαού έσπευσαν στο κάλεσμα των κηρύκων της Σταυροφορίας. Η θρησκευτικότητα ήταν πρόσχημα και επικάλυψη της κατάκτησης. Οι ελευθερωτές των Αγίων Τόπων έγιναν κατακτητές της Ανατολής, κοσμικοί και πνευματικοί αφέντες και δυνάστες. Το φεουδαρχικό κλίμα της Φράγκικης Δύσης μεταφυτεύτηκε στην Ανατολή.
To συμβούλιο που αποτελείτο από τους Φεουδάρχες οι οποίοι λάμβαναν μέρος στην σταυροφορία αποφάσισε πως η συγκέντρωση θα γινόταν στην Βενετία και κατόπιν θα κατευθύνονταν είτε στην Συρία, είτε στην Αίγυπτο. Οι σταυροφόροι έπασχαν τόσο από πλευράς οργάνωσης και εξοπλισμού, όσο και στα οικονομικά. Γι’ αυτό συνάψανε συμφωνία με τους Βενετούς, με την οποία θα παρείχετο τροφή και υποστήριξη, έναντι 85.000 μάρκων. Επίσης προσέφεραν και τα μισά εδάφη που θα κατακτούσαν οι σταυροφόροι. Οι περισσότεροι έφτασαν το 1202, αργοπορημένα στην Βενετία. Η οργάνωση, ο εξοπλισμός και τα οικονομικά τους ήταν σε άθλια κατάσταση. Μια και δεν μπορούσαν να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους, οι σταυροφόροι αναγκάστηκαν να βοηθήσουν τους Βενετούς χτυπώντας εχθρικές πόλεις, ως «πληρωμή». Κατέστρεψαν και λεηλάτησαν την πόλη Ζάρα.
Ο Βολταίρος έλεγε ότι η “Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους” δεν ήταν ούτε αγία, ούτε ρωμαϊκή ούτε καν αυτοκρατορία! Η Βενετική “Serenissima Repubblica” (Γαληνότατη Δημοκρατία) κατ’ αναλογία , ούτε γαλήνια, ούτε και Δημοκρατία ήταν. Ήταν ένα κράτος βαθιά ιμπεριαλιστικό, πλουτοκρατικό, αποικιοκρατικό και ρατσιστικό / αριστοκρατικό. Το Βενετικό κράτος ήταν «εμπορικό». Βεβαίως, δεν γνωρίζουμε αν το να είσαι κλέπτης και κλεπταποδόχος είναι «εμπόριο». Ο Φράγκος σταυροφόρος εντυπωσίασε, κλέβοντας και διαλύοντας την Ρωμηοσύνη. Δεν είναι μόνο τα «ελγίνεια» μάρμαρα που ξέρουμε όλοι. Όποιος έχει επισκεφθεί την Ιταλία, θαυμάζει, τα τέσσερα χάλκινα άλογα που κοσμούν τον εξώστη του ναού, τα οποία κάποτε στόλιζαν τον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης!
Ακόμα και η βαριά μεγαλοπρεπής χαλύβδινη πόρτα του ναού, κάποτε κοσμούσε την Αγία Σοφία! Η Βενετία, ξεκίνησε ως μία καθαρά Ρωμαίικη πόλη, αλλά τελικά κατάληξε να αλωθεί πολιτισμικά από τους Φράγκους και να γίνει και αυτή Φραγκική. Αυτό συνέβη, κυρίως, μετά την κατάληψη του Πατριαρχείου Ρώμης από τους Φράγκους. Για παράδειγμα, ως τον 10ο αιώνα τα δημόσια έγγραφα της Βενετίας άνοιγαν με το όνομα του Ρωμαίου αυτοκράτορα. Στα τέλη του 12ου αιώνα όλοι οι Δόγηδες έφεραν τίτλους Ρωμηών αυλικών αξιωματούχων. Το σύστημα χρονολόγησης των εγγράφων παρέμεινε Ρωμαϊκό και συνέχισε να χρησιμοποιεί το μεσαιωνικό Index, ενώ ως την ενθρόνιση του τελευταίου βενετού Δόγη το 1789 το τελετουργικό ακολουθούσε αυστηρά τη Ρωμαίικη παράδοση. [GHERARDO ORTALLI, «H Βενετία και τα ίχνη του Βυζαντίου», ΤΟ ΒΗΜΑ, 24-10-2004] Μόνο μετά το 1797, οπότε και εγκαθιδρύθηκε η «Γαληνότατη Δημοκρατία», η Βενετία απέταξε εντελώς τα σύμβολα της Ρωμαίικης αυτοκρατορίας.
Στην πόλη Ζάρα στην Αδριατική Ακτή, αρχές του 1203, οι σταυροφόροι δέχτηκαν τους αντιπροσώπους του Αλέξιου Δ΄ Αγγελου , υιού του εκθρονισμένου και τυφλωμένου Ισάκιου Β΄ Αγγελου,. Η αδελφή του Αλέξιου είχε παντρευτεί τον βασιλιά της Σουηβίας Φίλιππο. Ο Αλέξιος Δ΄ έχει χαρακτηριστεί ο «Εφιάλτης» της Ρωμανίας! Αυτός έφερε τους Λατίνους Σταυροφόρους στην Κωνσταντινούπολη. Ήθελε να αποκαταστήσει, στον θρόνο, τον πατέρα του Ισαάκιο. Συνεργάστηκε όμως, με τους εχθρούς της αυτοκρατορίας, για να πετύχει τον σκοπό του. Οι Σταυροφόροι δεν μπόρεσαν να αποφασίσουν, και απέπλευσαν προς Κέρκυρα, όπου ο Αλέξιος επανέλαβε τις προτάσεις του.
Σημαντικό ρόλο έπαιξε ο δόγης της Bενετίας Eρρίκος Δάνδολος, ο οποίος έτρεφε μίσος κατά των Ρωμηών. Ο Δάνδολος έγινε Δόγης όταν ήταν 85 ετών. Είχε τυφλωθεί στην Κωνσταντινούπολη, ενώ ήταν επικεφαλής μίας πρεσβείας των Βενετών στον Μανουήλ Α΄ Κομνηνό. Το 1171, ο αυτοκράτορας, έχοντας απηυδήσει από την “ανυπόφορη” συμπεριφορά των Βενετών εμπόρων, είχε συλλάβει μερικούς από αυτούς. Ο Δάνδολος θα έλθει, τότε, σε σύγκρουση με τον Μανουήλ Α΄ και σε μια συμπλοκή στην Πόλη, τραυματίστηκε και τυφλώθηκε. Έτσι, ο Δάνδολος μισούσε θανάσιμα τους Ρωμηούς και ανέμενε κάποια ευκαιρία, για ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Επόμενο ήταν να «αρπάξει την ευκαιρία» και να ασκήσει και αυτός επιρροή, ώστε η εκστρατεία να κατευθυνθεί προς την Νέα Ρώμη / Κωνσταντινούπολη.
Τον Μάιο του 1203 ο στόλος των σταυροφόρων έφυγε από την Κέρκυρα και έφθασε στην Βασιλεύουσα τον Ιούνιο. O ιππότης Γοδεφρείδος Bιλλεαρδουΐνος, που μετείχε ο ίδιος στη Σταυροφορία, έκπληκτος και αυτός, έγραψε χρονογραφία («Χρονικό της Κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης») που δίνει σαφή εικόνα των εντυπώσεων, σχετικά με το μέγεθος του ρωμαϊκού πολιτισμού, που αντίκρισαν οι στρατιώτες:
Παράγραφος 128.: «Τώρα μπορείτε να μάθετε πως κοίταζαν επίμονα την Κωνσταντινούπολη εκείνοι που δεν την είχαν δει ποτέ [σ.σ.: αναφέρεται στην στιγμή όπου τα δυτικά στρατεύματα πρωτοαντίκρισαν την Πόλη, 24 Ιουνίου 1203]. Γιατί δεν μπορούσαν καθόλου να σκεφτούν πως μπορεί να υπάρχει σε όλο τον κόσμο μια τόσο ΠΛΟΥΣΙΑ πόλη, όταν είδαν αυτά τα ψηλά της τείχη και τους ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ πύργους κι αυτά τα ΠΛΟΥΣΙΑ παλάτια με τις ψηλές εκκλησίες, που ήταν τόσες πολλές που κανείς δεν θα το πίστευε αν δε το έβλεπε με τα μάτια του, και ακόμα το μήκος της πόλης που κυβερνούσε τις υπόλοιπες. Και μάθετε πως δεν υπήρξε άνθρωπος, άνθρωπος τόσο ασυγκίνητος, που να μην ανατριχιάσει. Κι αυτό δεν ήταν καθόλου περίεργο, γιατί ποτέ δεν ανέλαβαν άνθρωποι μια τόσο μεγάλη επιχείρηση από τότε που χτίστηκε ο κόσμος.»
Τρομοκρατημένος ο σφετεριστής αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ διέφυγε στην Θράκη παίρνοντας μαζί του το κρατικό θησαυροφυλάκιο. Με την βοήθεια των Φράγκων που παρέμειναν έξω από την πόλη, ο τυφλωμένος πρώην αυτοκράτορας Ισαάκιος Β΄ Άγγελος αποκαταστάθηκε στον θρόνο του. Συναυτοκράτορας έγινε ο υιός του Αλέξιος Δ΄ Άγγελος. Ο Iσαάκιος επικύρωσε με χρυσόβουλλο όλες τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει απέναντι στους Σταυροφόρους ο Aλέξιος ο Δ΄. Η βασιλεία τους, όμως, δεν κράτησε πολύ.
Ο λαός αντέδρασε στην υποδούλωση στους δυτικούς, που ήταν εμφανής και ξέσπασε επανάσταση. Την αγανάκτηση του πληθυσμού προκάλεσαν η επιβολή βαριάς φορολογίας και η ληστρική συμπεριφορά των σταυροφόρων. Η επανάσταση είχε ως αποτέλεσμα ο Αλέξιος Δ’ να χάσει τόσο το στέμμα, όσο και την ίδια τη ζωή του. Στο θρόνο ανέβηκε ο γαμπρός του Αλέξιου Γ’, Αλέξιος Ε’ Δούκας Μούρτζουφλος τον Ιανουάριο του 1204. Οι σταυροφόροι εκμεταλλεύθηκαν την ευκαιρία και αποφάσισαν να επέμβουν, αυτή τη φορά όμως για να τοποθετήσουν όχι μια Ρωμαίικη κυβέρνηση, αλλά μια δική τους. Με εισήγηση του δόγη της Βενετίας Δάνδολου υπέγραψαν μπροστά στα τείχη της Κωνσταντινούπολης συμφωνία διανομής των εδαφών της Ρωμανίας (Partitio Romaniae) και άρχισαν την πολιορκία της πόλης που έπεσε στα χέρια τους στις 13 Απριλίου 1204. Η ειρωνεία της τύχης είναι πως ο Δάνδολος πέθανε στην Κων/πολη και θάφτηκε στην Αγία Σοφία.
Η “βασιλίδα των πόλεων”, απόρθητη από την εποχή της ίδρυσής της υπέκυψε για πρώτη φορά στον εχθρό. Φοβερές λεηλασίες και σφαγές ακολούθησαν την άλωση της Πόλης. Kύριοι της Kωνσταντινούπολης οι σταυροφόροι και οι συνεργάτες τους Bενετοί επέβαλαν το δίκαιο του κατακτητή. Οι σφαγές και η λεηλασία των δημόσιων κτηρίων και των ιδιωτικών κατοικιών ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο. Άπληστοι και ακόρεστοι οι ιππότες της Δύσης επέπεσαν πάνω στα θαυμαστά πλούτη και τους θησαυρούς που είχαν συγκεντρώσει αιώνες πολιτισμού στη Bασιλεύουσα. [«H Δ’ Σταυροφορία και η πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης», Nίκος Γ.Mοσχονάς Iνστιτ. Bυζαντ. Eρευνών, ενθετο «Επτά Ημέρες» εφημ «Καθημερινή», 1-11-98].
Ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ’ (1198-1216), θα απειλήσει, δήθεν, τους Σταυροφόρους με αφορισμό, αλλά θα φροντίσει να λησμονήσει, εγκαίρως, την απειλή του. Μετά την καταστροφή της Βασιλεύουσας, θα γράψει προς τον αυτοκράτορα της Νίκαιας Θεόδωρο Λάσκαρη ότι «οι Λατίνοι υπήρξαν όργανο της Θείας Προνοίας, που τιμώρησε τους ‘Ελληνες για την άρνησί τους να δεχθούν την ηγεσία της Ρωμαϊκής Εκκλησίας» [Αρχιεπισκόπου πρ. Θυατείρων και Μ. Βρεταννίας Μεθοδίου Γ. Φούγια, Μητροπολίτου Πισιδίας, “’Ελληνες και Λατίνοι”, Α.Δ.Ε.Ε., Αθήνα , σ. 278,] Σε ολόκληρη την Δύση θα ψάλλουν ύμνους για να πανηγυρίσουν την πτώση της «μεγάλης ανίερης (profana) πόλεως».
Στη θέση του αυτοκράτορα τοποθετήθηκε νέα λατινική κυβέρνηση. Οι κληρονόμοι του Ρωμαϊκού θρόνου, από τις επαρχίες της αυτοκρατορίας, επρόκειτο να συνεχίσουν τους αγώνες, μέχρι την ανάκτησή της το 1261 από το Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο.
ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ:
«Οι επιπτώσεις της Τέταρτης Σταυροφορίας επί του ευρωπαϊκού πολιτισμού υπήρξαν εξ ολοκλήρου καταστρεπτικές. Η λάμψη του ελληνικού πολιτισμού, την οποία το Βυζάντιο (σ.σ: διάβαζε Ρωμανία) συντηρούσε επί εν­νέα αιώνες μετά από την επιλογή της Κωνσταντινούπολης ως πρωτεύου­σας, έσβησε ξαφνικά… Το έγκλημα της Τέταρτης Σταυροφορίας παρέδω­σε την Κωνσταντινούπολη και τη Βαλκανική Χερσόνησο σε έξι αιώνες βαρβαρότητας… Προκειμένου να αντιληφθούμε την πλήρη σημασία της λατινικής κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης, πρέπει να προσπαθήσουμε να συνειδητοποιήσουμε ποιος θα ήταν σήμερα ο πολιτισμός της Δυτικής Ευρώπης, αν η προ έξι αιώνων Ρωμανία δεν είχε καταστραφεί. Μπορεί κανείς να φανταστεί όχι μόνο τη Μαύρη Θάλασσα, τον Βόσπορο και τον Μαρμαρά να περιβάλλονται από προοδευτικά και πολιτισμένα έθνη, αλλά ακόμα και τα ανατολικά και νότια παράλια της Μεσογείου να έχουν επι­στρέψει υπό μια καλή διακυβέρνηση και υπό μια θρησκεία η οποία δεν αποτελεί φραγμό στον πολιτισμό…» [σερ Έντουιν Πήαρς, «Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204»]
Η λεηλασία και απογύμνωση της Κωνσταντινουπόλεως από όλα της τα πλούτη, δεν είχε όμοιο της. Όσοι τολμούσαν να αντισταθούν σφάζονταν επί τόπου. Δεν έμεινε παλάτι, αρχοντικό εκκλησία μεγάλη ή μικρή, μοναστήρι, χαμοκέλα, που να μην υποστεί φρικώδη λεηλασία. Ιδίως τους προσέλκυσε ο μυθικός πλούτος της Αγίας Σοφίας. Μπήκαν μέσα στον Ιερό Ναό με άλογα και μουλάρια που λέρωναν με τις κοπριές τους το μαρμάρινο δάπεδο. Και άρχισαν με φρενιτιώδη ταχύτητα να ξηλώνουν και να παίρνουν τα πάντα: από άγια δισκοπότηρα, ευαγγέλια, ιερά άμφια, άγιες εικόνες, την Αγία Τράπεζα, και το ασημένιο εικονοστάσιο του Τέμπλου, αφού προηγουμένος το έκαναν κομμάτια, μανουάλια, πολυκάνδηλα, μέχρι και κουρτίνες. Μάλιστα κατά τη διάρκεια της λεηλασίας μια Γαλλίδα πόρνη ανεβασμένη στον πατριαρχικό θρόνο χόρευε ασεμνα μισόγυμνη και τραγουδούσε. Ούτε οι τάφοι των Αυτοκρατόρων γλύτωσαν: συλήθηκαν όλοι, ενώ τα λείψανα πετάχτηκαν εδώ κι εκεί. π.χ. το πτώμα του Βασίλειου Β’ Μακεδόνα πετάχτηκε έξω και στα χέρια του τοποθέτησαν οι Φράγκοι μια φλογέρα –ειρωνικά -. Με αφορμή αυτό το γεγονός ο Παλαμάς έγραψε το ποίημα «η φλογέρα του βασιλιά».
Κυρίως όμως καταστράφηκαν αναρίθμητα έργα τέχνης. Τόσο της κλασσικής αρχαιότητας (π.χ. αγάλματα του Δια, του Απόλλωνα, των Διοσκούρων, το χάλκινο άγαλμα του Ηρακλή από τον Λύσσιπο τον Σικυώνιο, της Άρτεμης, της Ηρας, της Ελένης του Μενελάου κ.ά. που κοσμούσαν δρόμους, πλατείες και παλάτια της Βασιλεύουσας) όσο και της Ρωμαϊκής περιόδου, τα οποία κομμάτιαζαν για να αφαιρέσουν το χρυσό, το ασήμι και τους πολύτιμους λίθους, ενώ τα κατασκευασμένα από χαλκό τα έλυωναν στα καμίνια για να κόψουν νομίσματα.
Τα αρχαία ελληνικά χειρόγραφα καίγονταν από τους σταυροφόρους, για να ψήσουν τα κρεατικά τους! Οι πιο φρικτοί από όλους ήταν οι Γάλλοι και οι Φλαμανδοί, ενώ αντιθέτως οι Βενετοί που ήταν εξοικειωμένοι με το Ρωμάϊκο πολιτισμό ήταν οι πλέον φιλεύσπλαχνοι έναντι των ηττημένων: Ήταν τέτοια η έκταση της καταστροφής που στο τέλος το άλλοτε περικαλλές άστυ, η Βασιλίδα των πόλεων της οικουμένης, που επί 9 αιώνες είχε συσσωρεύσει αμύθητα πλούτη, κατάντησε σκέτο κουφάρι!
Μεθυσμένοι από τη νίκη τους οι Φραγκοδυτικοί περιγελούσαν τους νικημένους, φορούσαν με γελοίο τρόπο τα ρούχα που τούς είχαν αρπάξει, τοποθετούσαν στα κεφάλια των αλόγων τους τις καλύπτρες και τα κοσμήματα των Ρωμηών. Άλλοι κρατούσαν αντί για σπαθί χαρτιά, μελανοδοχεία, και βιβλία, και περιφέρονταν στους δρόμους της Πόλης, παριστάνοντας τους λογίους. Το πιο τραγικό από όλα ήταν όμως ότι ολόκληρος ο γυναικείος πληθυσμός της Κωνσταντινουπόλεως, αδιακρίτως ηλικίας ή ιδιότητας (μοναχές) υποβλήθηκε στην τρομερή διαδικασία του βιασμού. Τότε ακριβώς εσφάγησαν οι περισσότεροι από τους άρρενες κατοίκους: διότι στην προσπάθειά τους οι πατεράδες και οι σύζυγοι να διαφυλάξουν την τιμή των θυγατέρων και των συζύγων έπεσαν θύματα των αποχαλινωμένων Δυτικών. Βόγκηξε η Κωνσταντινούπολη από τον ατελείωτο βιασμό. Δεν περιγράφονται τα μαρτύρια που υπέστησαν οι κάτοικοι επί τρεις συνεχείς ημέρες, διότι τους βασάνιζαν απάνθρωπα για να τους αποκαλύψουν τα μέρη όπου είχαν κρύψει χρυσά και αργυρά νομίσματα και κυρίως τιμαλφή. Μόνο όταν κορέστηκε η δίψα τους για αρπαγή, αίμα και γενετήσιες απολαύσεις, ησύχασαν, αφού πρώτα τους τρόμαξε μια έκλειψη σελήνης. Κατόπιν συγκέντρωσαν όλη τη λεία και την έθεσαν υπό την φύλαξη των ευγενών.
Γράφει κι ο Νικήτας Χωνιάτης για την Άλωση της Πόλης:
«Κι έτσι, καθένας είχε πόνο, στα στενά θρήνος και κλάματα, στα τρίστρατα οδυρμοί, στους ναούς ολοφυρμοί, φωνές των ανδρών, κραυγές των γυναικών, απαγωγές, υποδουλώσεις, τραυματισμοί και βιασμοί σωμάτων. (..)Το ίδιο και στις πλατείες, και δεν υπήρχε μέρος ανεξερεύνητο που να δώσει άσυλο σε αυτούς. Χριστέ μου, τι θλίψη και φόβος υπήρχαν τότε στους ανθρώπους (…) Τέτοιες παρανομίες έκαναν οι στρατοί από τη Δύση εναντίον της κληρονομιάς του Χριστού, χωρίς να δείξουν σε κανένα φιλανθρωπία, αλλά γυμνώνοντάς τους όλους από χρήματα και κτήματα, από σπίτια και ρούχα. (…) και το πιο σημαντικό, αυτοί που πήραν το σταυρό στους ώμους και πολλές φορές ορκίστηκαν σε αυτόν και στα θεία λόγια ότι θα περάσουν δίχως να πειράξουν τις χώρες των Χριστιανών, χωρίς να κοιτάξουν αριστερά ή να εκκλίνουν προς τα δεξιά, αλλά θα οπλιστούν κατά των Σαρακηνών και να βάψουν τα ξίφη τους με το αίμα τους.(…) Οι δε Σαρακηνοί δεν έκαναν έτσι, και φέρθηκαν πολύ φιλάνθρωπα και ευγενικά όταν κυρίευσαν την Ιερουσαλήμ. Γιατί ούτε πείραξαν τις γυναίκες των Λατίνων, ούτε τον κενό τάφο του Χριστού έκαναν ομαδικό τάφο,(…) και αφήνοντας όλους να φύγουν με ένα ορισμένο αριθμό χρυσών νομισμάτων και από τον καθένα έπαιρναν μερικά πράγματα αφήνοντας τα υπόλοιπα στους κατόχους τους, ακόμα κι αν αυτά ήταν σαν την άμμο. Κι έτσι φέρθηκε το γένος που μάχονταν το Χριστό [σ.σ: οι Άραβες] προς τους αλλόπιστους Λατίνους, ούτε με ξίφος ούτε με φωτιά ούτε με λιμό ούτε με διωγμούς ούτε με άλλα δεινά. Σε εμάς όμως τα προκάλεσαν αυτά τα παραπάνω οι φιλόχριστοι και ομόδοξοι [σ.σ: οι Δυτικοί της Δ΄ Σταυροφορίας], όπως είπαμε με συντομία, αν και δεν είχαμε κάνει κάποιο αδίκημα»
Και βεβαίως , είναι φυσικό που οι Ρωμηοί ένοιωθαν απορία με το μέγεθος της καταστροφής, αφού, με τον πόλεμο με τους άραβες , ουδέποτε είχαν γνωρίσει τέτοια κτηνωδία, τους φαινόταν ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ πως άνθρωποι με πίστη στον Χριστό, ήταν δυνατόν να φέρονται έτσι. Σε αντίθεση με την γενικότερη έλλειψη ανεκτικότητας της Δύσης, στη Ρωμανία οι «μισαλλόδοξοι Ρωμηοί» (όπως αρέσκονται κάποιοι να αποκαλούν) είχαν κτίσει ήδη από τις αρχές του 8ου αιώνα στην Κωνσταντινούπολη τζαμί, για να προσεύχονται οι μουσουλμάνοι που περνούσαν από εκεί (π.χ. εμποροι), κι αργότερα έχτισαν και άλλα δύο. Ας μάς πει κανείς, πότε πρωτοχτίστηκε ισλαμικό τέμενος σε κράτος της Δυτικής Ευρώπης; Από τον 8ο αιώνα, οι Ρωμηοί δεν είχαν πρόβλημα να υπάρχει τζαμί στην πρωτεύουσα ενός χριστιανικού κράτους, το οποίο αντιμαχόταν τους Μουσουλμάνους και ήταν σε πόλεμο με αυτούς. Αν αυτό δε σημαίνει ανεκτικότητα, τότε τι σημαίνει, σε μια εποχή όπου οι Δυτικοί έκαναν Σταυροφορίες;
Όμως η λεηλασία και η άλωση, δεν σταμάτησε στο «1204». Η Φραγκικη αγνωμοσύνη και τάση προς την καταστροφή, συνεχίστηκαν και στους επόμενους αιώνες. Χαρακτηριστικό , είναι το εξής: Το 450 μ.Χ. ο Παρθενώνας μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία αφιερωμένη στην Παναγία. Κατόπιν, το 1453, κάτω από την κυριαρχία των Τούρκων πλέον, εξελίχθηκε σε τζαμί. Το 1674, ο Γάλλος πρεσβευτής Μαρκήσιος του Nointel επισκεύτηκε την Αθήνα συνοδευόμενος από τον Jacques Carrey, ο οποίος έκανε κάποια σχέδια του Παρθενώνα. Στα σχέδια του Carrey φαίνεται ότι εκείνη την εποχή ο Παρθενώνας παρέμενε ακόμα άθικτος. Δεκατρία χρόνια αργότερα, το 1687, ο Βενετός στρατηγός Francesco Morosini πολιόρκησε την Ακρόπολη. Τη βομβάρδισε παρά το γεγονός ότι γνώριζε πως οι Τούρκοι τη χρησιμοποιούσαν ως πυριτιδαποθήκη. Από την έκρηξη που δημιουργήθηκε καταστράφηκε μεγάλο μέρος του Παρθενώνα.
Το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...