Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η Εκκλησία στους αγώνες του Έθνους. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η Εκκλησία στους αγώνες του Έθνους. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Απριλίου 01, 2015

Εμπνευσμένοι Ιερείς στον απελευθερωτικό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α.


Ο Παπάσταυρος Παπαγαθαγγέλου υπήρξε ο φλογερός στρατολόγος των αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α. και κατά τον Αγώνα έφερε το ψευδώνυμο «Τσέλιγκας». Σε μια Καινή Διαθήκη[1] μικρού μεγέθους όρκισε εκατοντάδες αγωνιστών, μερικοί από τους οποίους έπεσαν τραγουδώντας τα δικά του θούρια στα πεδία των μαχών ή ανέβηκαν μ’ αντρειωμένη την ψυχή στο ικρίωμα της αγχόνης των Κεντρικών Φυλακών. Ο ίδιος ο Παπάσταυρος, στη συνέντευξη του στον Παύλο Παύλου, αναφέρει για τη διαδικασία της ορκωμοσίας των αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α.:
«- Πάτερ Σταύρο, εσείς ήσασταν τότε ο εξομολόγος. Τι έκανε όλο τον κόσμο να τρέχει στον Παπασταύρο να εξομολογηθεί;
Ίσως επειδή ήμουν ο υπεύθυνος των κατηχητικών της νεολαίας. Ο κόσμος έτρεχε σε μένα. Κάθε Κυριακή, εκείνος ο μακαριστός από το Λιοπέτρι ο Ξάνθος ο Σαμάρας, μου έφερε ένα-δύο λεωφορεία, για να εξομολογηθούν. Και καθόμουν ώρες ολόκληρες εκεί. Και απ’ εκεί επιλέγαμε τα πρόσωπα…
6 Μαΐου 2012: Ο π. Φώτιος Καλογήρου, κατηχητής των αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α. και ο π. Χαράλαμπος Ζούμος μεταφέρουν την αφίσα με τις προσωπογραφίες των επτά ηρωικώς πεσόντων μελών της Ο.Χ.Ε.Ν. Λευκωσίας στο χώρο της Μαρμάρινης Στήλης, η οποία είναι αφιερωμένη στους ήρωες. Μπροστά από τη Στήλη τελέστηκε Τρισάγιο στη μνήμη τους.
6 Μαΐου 2012: Ο π. Φώτιος Καλογήρου, κατηχητής των αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α. και ο π. Χαράλαμπος Ζούμος μεταφέρουν την αφίσα με τις προσωπογραφίες των επτά ηρωικώς πεσόντων μελών της Ο.Χ.Ε.Ν. Λευκωσίας στο χώρο της Μαρμάρινης Στήλης, η οποία είναι αφιερωμένη στους ήρωες.
Μπροστά από τη Στήλη τελέστηκε Τρισάγιο στη μνήμη τους.
—Ακριβώς είναι αυτή σας η σχέση που σας βοήθησε να γίνετε ουσιαστικά ο στρατολόγος της Ε.Ο.Κ.Α. Ποιους από τους γνωστούς επώνυμους στρατολογήσατε και ορκίσατε;
Αγαπητέ μου Παύλε, ίσως τους περισσότερους. Δεν μπορώ να θυμηθώ τώρα.
—Μιλάμε και για τα γνωστά ονόματα των ηρώων. Ο Γρηγόρης Αυξεντίου έδωσε εκεί τον όρκο;
Όχι
—Διότι ήταν αξιωματικός του Ελληνικού στρατού. Αλλά όλοι οι άλλοι, ο Μάρκος Δράκος, ο Λένας…
Μάλιστα. Αναφέρω εδώ και τον Φώτη Πίττα, το δάσκαλο. Ήρθε τρεις φορές να τον ορκίσω. Και προτού ορκίσω κάποιον, ρωτούσα με ποιους κάνει παρέα. Και φρόντιζα, ώστε να ξέρω περίπου κάτι γι’ αυτόν.
—Πάτερ Σταύρο, επειδή είναι ιστορικό αυτό το γεγονός θα ήθελα να μας πείτε πως γινόταν η ορκωμοσία; Ερχόταν ένας νέος και αποφάσιζε ότι έχει τις προϋποθέσεις να μπει στην οργάνωση. Πως γινόταν η συγκεκριμένη στιγμή της ορκωμοσίας;
Ήταν εκείνος και εγώ. Οι δυο μας. Είχαμε το ευαγγέλιο επάνω στο γραφείο, γονάτιζε μπροστά μου. Και του έλεγα, παιδί μου, ήρθε ο καιρός αυτό που τόσες φορές τονίσαμε, ότι η ελευθερία είναι ένα ΔΩΡΟ από το Θεό, το οποίο μόνο αυτό μπορεί να κάνει τον άνθρωπο, άνθρωπο ελεύθερο, να δουλεύει και να μην ντρέπεται. Και αυτός και η πατρίδα του να ελευθερωθεί. Τώρα πρέπει να ορκιστούμε όλοι ότι αυτά που θα ακούσουμε δεν θα τα ξέρει κανείς. Δεν θα τα πούμε σε κανένα. Θα είμαστε έτοιμοι και στο θάνατο ακόμα να βαδίσουμε, χωρίς να πούμε…….
Η δράση και η προσφορά στον αγώνα της ΕΟΚΑ του π. Φωτίου Καλογήρου
To έργο του Παπάσταυρου Παπαγαθαγγέλου μετά την εξορία του συνέχισε «αποδοτικώς»[2] ο έτερος των εφημέριων της Εκκλησίας Φανερωμένης Φώτιος Καλογήρου, ο οποίος προσελήφθηκε στην υπηρεσία του Ιερού Ναού Φανερωμένης στις 16 Οκτωβρίου 1950.
Σημαντική ήταν η προσφορά και η δράση του π. Φώτιου κατά τον απελευθερωτικό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α., τόσο κατά την περίοδο της προπαρασκευής του όσο και κατά την περίοδο της διεξαγωγής του. Ως κατηχητής στην Ο.Χ.Ε.Ν. μαζί με τον Παπάσταυρο Παπαγαθαγγέλου προπαρασκεύασαν εθνικά και ψυχικά εκατοντάδες αγωνιστές της Ε.Ο.Κ.Α. και τους εφόδιασαν με τα πιο ισχυρά όπλα: τη φιλοπατρία και το ψυχικό σθένος.
Ο π. Φώτιος Καλογήρου, με τα ψευδώνυμα «Προμηθεύς»,«Κόδρος»,«Δραγούμης», «Δαίδαλος», υπήρξε ο σύνδεσμος του Διγενή με τον Μακάριο μέχρι την εξορία του τελευταίου, το Μάρτιο του 1956. Ο π. Φώτιος υπήρξε υπεύθυνος του «Γενικού Κέντρου» της Ε.Ο.Κ.Α. και του Ταμείου της Οργάνωσης από τον Ιούλιο 1955 μέχρι το Μάρτιο του 1956. Η χρηματοδότηση του Αγώνα αρχικά γινόταν από τον ίδιο τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ’, ο οποίος παρέδιδε τα ΧΡΗΜΑΤΑ στον π. Φώτιο μετά από σχετικό σημείωμα του Αρχηγού Διγενή. Για τις ανάγκες του Αγώνα απαιτούνταν περίπου δύο χιλιάδες λίρες (£2,000) το μήνα. Μετά την εξορία του Μακαρίου ο π. Φώτιος επισκέφθηκε τον Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Κύκκου Χρυσόστομο και συμφώνησαν να αναλάβει η Μονή τις δαπάνες για τις ανάγκες του Αγώνα[3].
Ο π. Φώτιος, σ’ έκθεσή του προς τον Αρχηγό της Ε.Ο.Κ.Α., την οποία συνέταξε μετά το τέλος του Αγώνα (10.11.1962) απαριθμεί με λεπτομέρεια το πολυσχιδές και πολυσήμαντο έργο του «Γενικού Κέντρου», το οποίο είχε έδρα του τα κτίρια της Φανερωμένης, ως εξής:
«1. Διαβίβασις της όλης αλληλογραφίας του Αρχηγού προς τους Τομεάρχας και τανάπαλιν,
  1. Πολυγράφησις και αποστολή εις όλην την Κύπρον των προκηρύξεων,
  2. Δακτυλογράφησις και αποστολή προς τους Τομεάρχας των Διαταγών Αρχηγού,
  3. Έκτακτος διαβίβασις εις Αρχηγόν και ταυτοχρόνως εις τον ενδιαφερόμενον Τομεάρχην επειγουσών πληροφοριών προς ταχυτέραν εκμετάλλευσιν των ή και κατ’ ευθείαν υπό του Γ. Κέντρου εφαρμογή μέτρων προς εκμετάλλευσιν των, αναλόγως συνθηκών και του επείγοντος αυτών,
  4. Φυγάδευσις και τακτοποίησις καταζητουμένων (συμφώνως πάντοτε των οδηγιών Αρχηγού) και φροντίς δια συμπλήρωσιν επανδρώσεως ανταρτικών ομάδων δια καταλλήλων μελών,
  5. Εφοδιασμός ανταρτικών ομάδων με πάσης φύσεως υλικόν δια τα λιμέρια, ως και τροφίμων, φαρμακών, ρουχισμού κ.λ.π.,
  6. Διευθετήσεις δι’ αποδράσεις[4],
  7. Επαφή μετά συλλαμβανομένων και Δικηγόρων προς υπεράσπισίν των καθώς και μετά των συγγενών των και αρωγή εις τας οικονομικός ανάγκας των τελευταίων,
  8. Εξεύρεσις ιατρών δι’ εκπαίδευσιν νοσοκόμων των ανταρτικών ομάδων,
  9. Φροντίς δια θεραπείαν εις ιατρούς πληγωμένων μελών της Οργανώσεως,
  10. Διευθετήσεις δια την εκ του εξωτερικού παραλαβήν όπλων και άλλου υλικού,
  11. Μεταφορά και διανομή οπλισμού εις Τομεάρχας και ομάδας ΕΟΚΑ
και 13. Εν γένει δε πάσης φύσεως εργασία προς υποβοήθησιν του έργου του Αρχηγού και όλων των τομέων της Οργανώσεως όλης της Κύπρου, μετά των Τομεαρχών των οποίων είχομεν συχνά και προσωπικήν επαφήν δια την καλυτέραν εξυπηρέτησίν των».
Στην οικία του π. Φώτιου, στη Λεύκωνος 8, καταρτίστηκε τον Οκτώβριο του 1955 το σχέδιο της απόδρασης του Μιχαλάκη Καραολή από τις Κεντρικές Φυλακές, από τους Κυριάκο Μάτση, Γιαννάκη Δρουσιώτη, Ησύχιο Σοφοκλέους και το δεσμοφύλακα Παρασκευά Κύρου. Η απόδραση, που οργανώθηκε για τις 16 Οκτωβρίου 1955, τελικά δεν πραγματοποιήθηκε μετά από άρνηση του Καραολή να ακολουθήσει το σχέδιο, γιατί υπολόγιζε ότι θα τον δολοφονούσαν οι Άγγλοι κατά τη φάση της απόδρασης. Μετά την αποτυχία της απόδρασης ο π. Φώτιος ετοίμασε και απέστειλε έκθεση στον Αρχηγό της Ε.Ο.Κ.Α. με τις δικές του εκτιμήσεις και εισηγήσεις για το θέμα[5].
[Συνεχίζεται]
  1. Ο Παπάσταυρος την Καινή αυτή Διαθήκη την προσέφερε αργότερα στο Μουσείο Αγώνος της Λευκωσίας. «Η Καινή αυτή Διαθήκη, σημειώνει ο Μιχαλάκης Μαραθεύτης, είναι ένα πολύτιμο τεκμήριο που επαναφέρει στη μνήμη τις μορφές πλείστων ηρωομαρτύρων της EOKA, που έθεσαν το χέρι τους επάνω σ’ αυτήν όταν ορκίζονταν πως θα αγωνιστούν για την ελευθερία της Κύπρου», βλ. Μιχαλάκης Μαραθεύτης, Ηρωικοί απόηχοι του ’55, ο.π., σ. 223.
  2. Βλ. Γεώργιος Γρίβας-Διγενής, Χρονικόν αγώνος ΕΟΚΑ 1955 -1959, ο.π., σ. 40-41.
  3. Βλ. Γιάννης Σπανός, ΕΟΚΑ έτσι πολεμούν οι Έλληνες, τ. Γ’, ο.π., σ. 167-171 και Κλείτος Ιωαννίδης, Πρόσωπα και ιδέες. Εκκλησία και διανόηση, τ. Β’, Εκδόσεις Αρμίδα – Ιερά Μονή Κύκκου, Λευκωσία
  4. Ο δικηγόρος Τίτος Φάνος αναφέρει ότι επισκέφθηκε στο Φρούριο της Κερύνειας τον κρατούμενο Μιχαήλ Γεωργάλλα και τον «πληροφόρησα ότι το σχέδιο είχε εγκριθεί και μετέφερα επίσης προφορικές οδηγίες όσον αφορά τα φωτεινά σήματα, που θα δίνονταν απ’ έξω από το Κάστρο από μέλη της ΕΟΚΑ, και άλλες λεπτομέρειες. Οι οδηγίες που διαβίβασα μου είχαν δοθεί από τον αγωνιστή ιερέα του ναού Φανερωμένης Αιδεσιμότατο Φώτιο Καλογήρου», βλ. Ελενίτσα Σεραφείμ-Λοΐζου, Μάρκος Δράκος (Η σεμνότητα του ήθους και η αρετή της ψυχής), Λευκωσία 1997, σ. 113.
  5. Βλ. Χρ.Ανδρέου, διευθυντής έκδοσης, Πεθαίνοντας για την ελευθερία, Μιχαλάκης Καραολής, τ. 1ος, Συγγραφή Νίκος Παπαναστασίου και Χρ. Ανδρέου, Εκδόσεις Χρ. Ανδρέου, [Λευκωσία 1990], σ. 123-128.

Κυριακή, Μαρτίου 22, 2015

Ο θρύλος γίνεται Ιστορία Συγχορδία τιμής και θυσίας


Είναι μερικές ημερομηνίες, κρίσιμες για τα έθνη. Σηκώνονται βουνοκορφές στην μέση του δρόμου της ιστορίας τους και από εκεί κατεβαίνει το κάλεσμα για τα ύψη. Οι λαοί στέκονται με συγκίνηση, ακουμπούν στο ραβδί της πορείας και πάνω από τούτες τις πανύψηλες βίγλες αγναντεύουν με αναγάλλιασμα τα περασμένα, που ψηλώνουν την καρδιά τους για τα μελλούμενα.
Υπάρχουν λαοί, που τους λείπουν αυτοί οι εγκαρδιωτικοί σταθμοί του ύψους. Το περπάτημά τους, μέσα στον χωροχρόνο των αιώνων, ήταν πορεία στην έρημον. Εν άχαρο σαλάγημα κοπαδιού, που πηγαίνει σκυφτό, με σμιχτά τα κεφάλια, στο βόσκημα. Καμμιά ανάταση δεν έκαμε τους σπονδύλους του τραχήλου να σφίξουν και να πονέσουν, κανένα δράμα δεν ανασήκωσε από χάμου τα προβατίσια μάτια τους. Δεν ξέρουν καν το γαλάζιο χρώμα που παίρνουν τα βουνά, τα δάση, το στερέωμα, κοιταγμένα από ψηλά, σχεδιασμένα στους μακρινούς και φαρδείς ορίζοντες. Δεν υποπτεύονται τα σχήματα του ονείρου, που γράφουν τα σύννεφα των μεγάλων αποστάσεων.  Εμείς οι Έλληνες έχουμε μιαν ατέλειωτη σειράν από τέτοιες βίγλες, μέσα στην μακρινή διαδρομή της φυλής μας.
Σε κάθε λεύκα, στέκεται μια κοσμοϊστορική ημερομηνία, βουνό ολόκληρο. Θέλει κόπο ν’ ανεβείς, όπως γίνεται με την κάθε ανηφοριά. Όμως, από εκεί πάνω, το αγνάντεμα γίνεται λουτρό αρετής και φρονηματισμού. Κατεβαίνει κανείς με την χαρά του μεγάλου χρέους. Η χαρά αυτή είναι μεγάλη για τις αρσενικές καρδιές, για τις αρσενικές φυλές.
Τέτοια ημερομηνία είναι κι αυτή, της 25ης Μαρτίου. Ανατέλλει και πάλι χαρμόσυνο στους ουρανούς της ιστορικής αιωνιότητος, το άστρο της ελληνικής Ανεξαρτησίας. Ξεδιπλώνεται ανάμεσα στις πρώτες ανοιξιάτικες ριπές σαν σημαία. Υμνολογεί σήμερα ο Ρωμιός δύο έννοιες που εξιδανικεύουν την αποστολή του στον κόσμον: Την ηθική και εθνικήν ελευθερίαν. Ένας Θεός κατεβαίνει στην γη, να γίνει Άνθρωπος. Ένας λαός, ανεβαίνει στους ουρανούς, με την καθολική θυσία του στον βωμό της λευτεριάς.
Με το ανάλογο δέος σκύβουμε πάνω στην Μνήμη του ’21:
– Μα, ίσως αναρωτηθείτε, τι το νέο έχουμε πια να μάθουμε από την Επανάσταση, εκτός από το να θυμηθούμε; Όμως, πάντοτ’ έχουμε να μάθουμε από αυτά την γνώση που δεν τελειώνει ποτέ, από αυτόν τον άγνωστο που δεν θα τον κατακτήσουμε ίσως ποτέ: από τον εαυτό μας. Απ’ ό,τι μας συνθέτει ως άτομα και ως έθνος. Από τις απίθανες παρορμήσεις, πότε προς τα πάνω, πότε προς την άβυσσον, αυτές που γίνονται πότε μεγαλείο, πότε τραγωδία. Πολλά τα μεγάλα όσα τότε έγιναν, μα κι οι αδυναμίες μέσα στην έξαρση πολλές.
Σ’ αυτή την ανεμόδαρτη και θαλασσόδαρτη πετρογωνιά της Βαλκανικής, άναψε πριν 192 χρόνια η θρυαλίδα της Ανεξαρτησίας. Άνθρωποι του λαού, διανοούμενοι, γραφειοκράτες, μεταπράττες στα παζάρια Δύσης - Ανατολής, καραβοκύρηδες, κληρικοί, αγρότες, προύχοντες, έγιναν πολέμαρχοι, μάρτυρες, ποιητές, ήρωες, προτομές της ελληνικής Ιστορίας.
– Πως άραγε μπορεί να πλέξει κανείς στεφάνια για τις κεφαλές αυτές, που αγίασε του μπαρουτιού η φλόγα; Για πρόσωπα που έχουμε ήδη τοποθετήσει στο υπερώο της συνειδήσεώς μας; Γι’ ανθρώπους που έψαλλαν την ζωή και τον θάνατο στον ίδιο φθόγγο, τον προαιώνιο φθόγγο της Ελευθερίας, όταν «στα ολόασπρά της δεφτέρια γερμένη, πρωτοχάραξε η Ελλάδα το όνομά της»;! Είχαν σαν έπαλξη το σώμα τους, την καρδιά τους, τις πεδιάδες, τις βουνοκορφές, τ’ αρχαία μνημεία, την χριστιανική πίστη, τις βίγλες και τα μετερίζια, τα κύματα του Αιγαίου, τ’ άπαρτα κάστρα.
Ξεκινούν μόνοι, μέσα στους εναντίους ανέμους. Άντρες περήφανοι και αποφασισμένοι να πεθάνουν, για να ξαναζήσει η Ελλάδα. Λεγεώνα ηρωική.
Ξεχνούν τα πάντα. Ο Θούριος του Ρήγα είναι η τροφή τους, η Φιλική εταιρεία κατευθυντήρια γραμμή τους κι ο όρκος τους στον Σταυρό, κάτω από το πετραχήλι, η ματωμένη πορεία τους. Ορκίζονται θάνατο κι ο θάνατος είναι σκληρό νόμισμα που εξαγοράζει την ελευθερίαν. Αξίζει να σημειωθεί πως 450 Έλληνες ξεκίνησαν πεζοί απ’ τις Ινδίες να έλθουν στην πατρίδα να πολεμήσουν! Είχαν όλοι τους μια γενναιότητα εμπνευσμένη από την αρετή. Το εορτολόγιο της Νίκης χαλύβδωνε το όραμα της ελληνικής αιωνιότητας. Δεν είχαν δικαίωμα να ηττηθούν αν ήθελαν ν’ αναστηθεί από τις αρχαίες πέτρες της η Ελλάδα. Γνώριζαν πως η Επανάσταση ήταν ηθικό έργο κι είχαν μάθει από την Εκκλησία που άγγιζε τις πιο ευαίσθητες χορδές του υποδούλου πως «η επιτυχία κάθε ηθικού έργου δεν στηρίζεται σε αριθμούς». Πραγματικά! Το ’21 είναι η αποθέωση του παράτολμου ηρωισμού, απέναντι σε κάθε λογική πρόβλεψη. Δεν είναι χρονολογία η περίοδος, είναι η απάντηση στο 1453. Τα κατορθώματα των Αγωνιστών, δεν είναι δυνατό να γίνουν νοητά με την απλή λογικήν. Απαιτείται η ενδοστρέφεια, η επίγνωσις, η με δέος προσήλωση, το σεβαστικό αντίκρυσμα των ιερών σκιών των θανόντων. Η θέα του κόσμου του ’21 δεν μπορεί να είναι μόνον εξωτερική· προπάντων εσωτερική πρέπει να είναι. Γιατί το όνομα της Ελλάδος, αναστήθηκε με το πνεύμα της.
Ακατάλυτο εγώ και δεν πεθαίνω.
Το ανέσπερο είμαι Πνεύμα της φυλής.
Καιρούς και χρόνους μ’ έλεγες χαμένο.
Με γύρεψες; Στα στήθια σου με κλεις!
Η ιστορική αυτεπίγνωσις, η καλλιέργεια της εθνικής συνειδήσεως, η ιχνηλασία του παρελθόντος της φυλής, αποβαίνουν αιτήματα επιτακτικά. Πρέπει ν’ αντιληφθούμε σε όλη την έκταση κι ένταση, ότι το Γένος μας –Γένος ηρωισμών και ολοκαυτωμάτων– αποφάσισε να καταθέσει την ύπαρξή του, ενέχυρο της λευτεριάς. Η συνέχεια της Ιστορίας είναι ο δεσμός που μένει στο βάθος της εθνικής ζωής, όχι οι μορφές που παίρνει. Τις μορφές τις κουμαντάρει η εξέλιξη· Τους αρμούς η παράδοση. Μακάριοι οι λαοί που συνθέτουν και την παράδοση και την εξέλιξη σ’ ενότητα δημιουργίας.
Η αναδρομή μας στην Ιστορία της Παλιγγενεσίας, γίνεται όχι απλώς μία γνώση αλλά ένας δεσμός με το χώμα, με το παρελθόν, με την περηφάνεια του, με την καρτερία. Πουθενά αλλού στον κόσμο, το ταξίδι δεν είναι τόσον ουσιαστική κατάκτηση, όσο στην Ελλάδα του πάθους. Εδώ, όλα γίνονται συνείδηση, κάτι βαθύτερο και διαρκέστερον. Όλα, παρελθόν, η φύση, αιωνιότητα, γίνονται με τον πιο απροσδιόριστο τρόπον Ιδέα, ύλη γόνιμη, αίσθηση διαρκείας, πίστις. Η Επανάσταση υπήρξε το σημαντικότερο γεγονός του 19ου αιώνος. Ήταν ένας ολυμπιακός άθλος του ευρωπαϊκού πνεύματος, που λικνίσθηκε στην κλασσικήν Ελλάδα. Ένας θρίαμβος της ελευθερίας, στον δυσμενή συσχετισμό των δυνάμεων. Συγχορδία τιμής και θυσίας, ευγνωμοσύνης και λεβεντιάς. Μέσα σ’ επτά χρόνια, η Ιδέα της Ανεξαρτησίας δεν έσπασε μόνο τις κλειδώσεις και τα δεσμά, αλλά και το τείχος της Συμμαχίας. Οι Ευρωπαίοι παρηκολούθησαν στην αρχή με αδιαφορίαν, έπειτα με κατάπληξη κι επιτέλους με θαυμασμό την ανθρωποθυσία που από το 1821 μέχρι το ’28 είχε σαν αποτέλεσμα ν’ απωλεσθή στα πεδία των μαχών το 1/4 του ελληνικού πληθυσμού· Πάνω από 6.000 ήσαν μόνον οι κληρικοί που θυσιάσθηκαν. Όσοι απέμειναν ζωντανοί, δεν έμοιαζαν πια με ανθρώπους, αλλά με Ιδέες! Οι χορτασμένοι της Δύσης παραδέχθηκαν –είτε το ήθελαν είτε όχι– ότι το ’21 αξιολογείται σαν θρίαμβος όλης της ανθρωπότητος. Το νόημα στο μήνυμά του, συγκλόνισε ολόκληρη την οικουμένη και ανέστησε την εθνική συνείδηση των λαών. Ο αγώνας είναι απόλυτος και ζωηφόρος. Άρχισε την προπαρασκευή του στα 1453, με την υψηλοφάνταστη δημιουργία ενός θρύλου. Προκάλεσε την έκρηξή του στα 1821, με το ενθουσιαστικό σάλπισμα του Γερμανού. Ο θρύλος τώρα γίνεται Ιστορία.
Το πανάχραντο ’21 μας έδωσε βέβαια τον γλυκύ του καρπό, την ελευθερία. Δεν πρέπει όμως σαν άλλοι λωτοφάγοι να χάσουμε την ιστορική μνήμη και –το χειρότερο– ν’ ασεβήσουμε σ’ αυτή. Μεγαλύνουμε όσους έπεσαν στο πολύαθλο χρέος. Μνήμη άλλωστε κι ευγνωμοσύνη, είναι τα δείγματα ενός υπευθύνου, εν δόξου λαού και τα συστατικά του ιστορικού δυναμισμού του.
Γνήσια όμως γιορτάζουμε, αν η συγκίνησή μας είναι σεισμική! Μια τέτοια συγκίνηση πρέπει να μας αρπάζει με τα φτερά της, και να μας ξενοδοχεί στους ιερούς τόπους και χρόνους της Παλιγγενεσίας. Ψηλαφούμε έτσι την μεγαλωσύνη της κι επιψαύουμε τις αθλιότητες που απείλησαν θανάσιμα να την παγιδεύσουν. Αντλούμε βασικά υποδείγματα ηθικής στάσεως και ζωής και κοινωνούμε με τις πολύτιμες αξίες που κομίζει.
Αλλά το ύψιστο κριτήριο του γνησίου εορτασμού, είναι η επίγνωση της νεοελληνικής ευθύνης απέναντι στην αναστάσιμη εκείνην ημέρα, που θήλασε την αιμάσουσαν ελευθερία της από το προγονικό της παρελθόν, «απ’ τα κόκκαλα των Ελλήνων». Φοβερό, πράγματι, το ιστορικό βάρος με το οποίο φορτώνονται οι συνειδήσεις μας. Αν αστόχαστα εθελοτυφλούμε «σπερμολογώντας άρρητ’ αθέμιτα» για την Επανάσταση, διχάζουμε τον λαό και του ετοιμάζουμε το οστεοφυλάκιο στο κοιμητήριο της Ιστορίας.
Μόνον Έλληνες ανεξάρτητοι από τίτλους, αξιώματα, ταξικές κατατάξεις και κοινωνικές διακρίσεις, μπορούν να συλλάβουν την έννοια της Εθνεγερσίας που συνοψίζεται σε 12 λέξεις: «Για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία». Μόνον Έλληνες αποξενωμένοι από κάθε σφαλερή κοσμοπολίτικην ιδέαν, αποτοξινωμένοι από κάθε ψεύτικη κοινωνική κοσμοθεωρίαν, Έλληνες στην σκέψη και στην ψυχή, πρέπει να είν’ εκείνοι που θα συλλάβουν την ξέχωρη σημασία που προσπαθούν να κλονίσουν οι λογής-λογής παραχαράκτες. Αυτό, βεβαίως, ίσως φαίνεται ουτοπία. Μα η Ελλάς ξέρει και ουτοπίες να πραγματοποιεί! Ας μη λησμονούμε πως ο αγώνας για την ελευθερία δεν σταματά μονάχα όταν διώχνουμε τους κατακτητές από τους θαλασσόδαρτους βράχους μας και συνεχίζεται και σε καιρούς ειρηνικούς. Γιατί είναι αγώνας Αληθείας και Δικαιοσύνης. Το Έθνος αυτό που ζει κάτω από το μόνιμον αστερισμό του 1821, πρέπει να ετοιμάσει μία νέα γενιά ανθρώπων που πνευματοποιούν την ζωή... Έτσι, δίνει σε όλους τους Έλληνες την ευχάριστη αίσθηση της γνησιότητός τους, καθώς τους φέρνει σ’ επικοινωνίαν από την μία μεριά μ’ ένα πλήθος αναμνήσεων που δεν αποτελούν απλώς λαογραφικό υλικό, αλλά βιωμένες υπερήφανες καταστάσεις και από την άλλη, με μορφές που τις κατευθύνει η ίδια βασική θέληση, κάνοντάς τις να παίρνουν την ίδιαν ηρωική στάση σε όλες τις μεγάλες κρίσεις που αντιμετωπίζει ο αγώνας για την ελεύθερη ζωή. Με άλλα λόγια, το 1821 δένεται με τις ρίζες μας, ακουμπά στα θεμέλιά μας. Ιστορικώς τοποθετείται ανάμεσα στις αντιπροσωπευτικότερες, στις κατηγορηματικότερες ελληνικές βεβαιώσεις. Κρατά τον ιδιάζοντα τόνο τους, εκείνον που εξασφαλίζει την διάρκεια στο ασύγκριτο ελληνικό πνεύμα, που είναι ο αιώνιος, ο ακατανίκητος πόθος για την ελευθερία· πάντα γι’ αυτήν. Εκεί μέσα περιλαμβάνονται σε υψηλή παρότρυνση, σε ζωική ώθηση, όλα τα ιδιαίτερα συστατικά που διακρίνουν την ποιότητα της ελληνικής ιδιοσυγκρασίας και ανανεώνουν τις πνευματικές διεκδικήσεις που εξευγενίζουν τον άνθρωπον.
Ας δούμε, λοιπόν, ξάστερα την ελληνική μνήμη που γονατίζει και πάλι ευλαβικά, κρατώντας το θυμιατήρι των ιερών αναμνήσεων και της ευγνωμοσύνης που καίει ακοίμητο, αναγνωρίζοντας δόξα και τιμή στο αιώνιο ελληνικό πνεύμα, το «ακούραστο και οιστρήλατο και πράο».
Ας αφουγκρασθούμε τον ποιητή, που δοκιμάζοντας την χαλύβδινα βελόνα του στις ραφές του κρανίου μας, απαγγέλει το τραγούδι των Ελλήνων:
Το δέντρο το βαθύρριζο αν ξεράθηκε,
πλήθος ξετίναξε καταβολάδες.
– Ποιός είπε την  Ελλάδα μας πως πέθανε;
Ζει και βασιλεύει στις πολλές Ελλάδες.
Κι έχει πολλές μαλαματένιες κάνουλες
η μαργαριταρένια κρήνη
και της Ελλάδας μία η βασίλισσα:
η Ρωμιοσύνη!
Το κριάρι σε βωμό θυσίας κι αν εσφάγηκεν,
έσπειρε της αρνάδας τις μανάδες.
– Ποιός είπε την Ελλάδα μας πως πέθανε;
Ζει και βασιλεύει στις πολλές Ελλάδες.
Στης καρυδιάς, πολλοί τ’ αγιόκλημα
χωρούν να κελαϊδήσουν σπίνοι.
Και της Ελλάδας δυο οι βασίλισσες:
Ορθοδοξία και Ρωμιοσύνη.
_______

Το είδαμε εδώ

Δευτέρα, Οκτωβρίου 27, 2014

Τό ΟΧΙ τοῦ κλήρου στό ἔπος τοῦ 1940

Εὐδοξία Αὐγουστίνου. Φιλόλογος - Θεολόγος 
Ἀναμφισβήτητα τό ἔπος τοῦ 1940 ἀνήκει σέ ὅλους τους Ἕλληνες. Ὅλος ὁ λαός μας τότε ἑνωμένος μέ μία ψυχή, χωρίς κανένα δισταγμό, ὄρθωσε τό ἀνάστημά του στόν ὁρμητικό χείμαρρο τοῦ φασισμοῦ καί τοῦ ναζισμοῦ. Ἔτσι, ἀπό αὐτήν τήν τιτάνια μάχη, πού ξεκίνησε τή Δευτέρα 28 Ὀκτωβρίου 1940, δέν θά ἦταν δυνατό νά ἀπουσιάζει ἡ Ἐκκλησία μας, ὁ ρόλος τῆς ὁποίας σήμερα μονίμως ἀγνοεῖται ἤ συστηματικά ἀποσιωπᾶται. Καί, ὅπως πάντοτε, ἔτσι καί τό 1940 ἔσπευσε νά καταγράψει μέ πράξεις ἡρωισμοῦ καί ἀντίστασης τήν ἀπροσκύνητη θέλησή της καί νά φανεῖ ἄλλη μία φορά ὁ φύλακας ἄγγελος τοῦ πονεμένου λαοῦ καί ὁ θύλακας τῆς σωτηρίας του.


Μέ τήν κήρυξη τοῦ πολέμου ἡ ἱερά Σύνοδος ὑπό τήν προεδρία τοῦ Ἀθηνῶν Χρυσάνθου ἐξέδωσε διάγγελμα πρός τόν λαό: «Ἡ Ἐκκλησία εὐλογεῖ τά ὅπλα τά ἱερά καί πέποιθεν ὅτι τά τέκνα τῆς Πατρίδος εὐπειθῆ εἰς τό κέλευσμα Αὐτῆς καί τοῦ Θεοῦ, θά σπεύσωσιν ἐν μιᾷ ψυχῇ καί καρδίᾳ νά ἀγωνισθῶσιν ὑπέρ βωμῶν καί ἑστιῶν καί τῆς ἐλευθερίας καί τιμῆς, καί... θά προτιμήσωσι τόν ὡραῖον θάνατον ἀπό τήν ἄσχημον ζωήν τῆς δουλείας... Ἐπιρρίψωμεν ἐπί Κύριον τήν μέριμναν ἡμῶν...».

Τότε, χωρίς χρονοτριβή, ὀγδόντα τέσσερις κληρικοί ὅλων τῶν βαθμίδων ἐγκαταλείποντας......
τίς ἄλλες ἐπείγουσες ὑποχρεώσεις καί διακονίες τους σκαρφάλωσαν χωρίς ποτέ κάποιοι νά ἐπιστρέψουν στά βουνά τῆς Βορείου Ἠ πείρου, γιά νά ἐνισχύσουν τόν ἕλληνα στρατιώτη μέ τά πύρινα κηρύγματά τους, τήν ἐξομολόγηση, τή θεία Λειτουργία. Συμπορεύθηκαν μαζί του στή δόξα, μά καί στήν ὀδύνη καί στή θανή. Πόσες φορές δέν δρόσισαν τά φρυγμένα χείλη τῶν στρατιωτῶν, δέν σκούπισαν τά δάκρυα καί τόν ἱδρώτα τους, περιθάλποντας τούς ἥρωες, σάν νά ’ταν δικοί τους! Κι ἄλλοτε πάλι νεκροστόλισαν καί κήδευσαν τούς λιονταρόψυχους πού θυσιάστηκαν στό πεδίο τῆς μάχης.

Κι ὅταν τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1941 οἱ Γερμανοί μπῆκαν νικητές στήν Ἑλλάδα, πάλι ἡ Ἐκκλησία ἐπωμίσθηκε τό μεγάλο βάρος γιά τή διάσωση τοῦ λαοῦ. Πρῶτος σήκωσε τή σημαία τῆς Ἀντίστασης ὁ «ὑπέρτατος πνευματικός ἡγέτης» ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρύσανθος. Ἀρνήθηκε νά συμμετάσχει στήν ἐπιτροπή παράδοσης τῆς πόλης τῶν Ἀθηνῶν ἀρνήθηκε νά τελέσει Δοξολογία στόν μητροπολιτικό ναό τῶν Ἀθηνῶν ἀρνήθηκε νά ὁρκίσει τήν κατοχική Κυβέρνηση Τσολάκογλου, μέ τίμημα τήν ἀπομάκρυνση ἀπό τόν θρόνο του.

Διάδοχός του ὁ «φιλόστοργος καί ἄκαμπτος πατριώτης» Δαμασκηνός ἀποδείχτηκε μεγάλη καί ἡγετική προσωπικότητα. Ἵδρυσε τόν Ἑλληνικό Ὀργανισμό Χριστιανικῆς Ἀλληλεγγύης (Ε.Ο.Χ.Α.) καί ἀπηύθυνε ἀγωνιώδεις ἐκκλήσεις στόν ἀνά τόν κόσμο Ἐρυθρό Σταυρό γιά ἀποστολή βοήθειας πρός τόν κακουχούμενο ἑλληνικό λαό.

Περιδιαβαίνοντας τά μονοπάτια τῆς ἱστορίας κλίνουμε εὐλαβικά τό γόνυ μπροστά στή μεγαλοσύνη τῶν Πατέρων μας: Ὁ θαρραλέος μητροπολίτης Ἰωαννίνων Σπυρίδων Βλάχος ἀπό τήν πρώτη στιγμή βρέθηκε στό Μέτωπο καί μπῆκε πρῶτος μαζί μέ τούς στρατιῶτες στό ἐλεύθερο Ἀργυροκάστρο. Ὁ μητροπολίτης Μυτιλήνης Ἰάκωβος ὁ Α΄, ὅταν οἱ Γερμανοί εἰσῆλθαν στήν πόλη τῆς Μυτιλήνης, ἐνώπιον τοῦ ἀνώτατου γερμανοῦ στρατιωτικοῦ διοικητῆ δήλωσε τεταγμένος ἀπό τόν Θεό νά προστατεύει τό ποίμνιό του.

Ὁ μητροπολίτης Δημητριάδος Ἰωακείμ, μετά τούς βομβαρδισμούς πού ὑπέστη ὁ Βόλος μένει ἐκεῖ, συγκακουχούμενος μέ τόν λαό τοῦ Θεοῦ προσπαθώντας νά τόν ἐμπνεύσει. Ὁ μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γεννάδιος στήν ἀπαίτηση τοῦ στρατιωτικοῦ διοικητῆ νά τοῦ ὑποδείξει ὁμήρους προσῆλθε στή γερμανική Κομμαντατούρ μέ κάποιους ἱερεῖς καί δήλωσε: «Ἐμεῖς εἴμεθα οἱ ζητηθέντες ὅμηροι».

Πόσα ἐπίσης χρωστᾶ τό Αἴγιο στόν ἀρχιμανδρίτη Κωνστάντιο Χρόνη (μετέπειτα Ἀλεξανδρουπόλεως), ὁ ὁποῖος τό ἔσωσε ἀπό ὁλοκληρωτική καταστροφή, ὅταν ὁ γερμανός στρατιωτικός διοικητής τό ἀπειλοῦσε μετά τίς σφαγές στά Καλάβρυτα. Ὁ μετέπειτα μητροπολίτης Τρίκκης καί Σταγών Διονύσιος Χαραλάμπους, ἐνῶ βρισκόταν ἔγκλειστος στό στρατόπεδο συγκεντρώσεως τῶν Γερμανῶν «Π. Μελᾶ» στή Θεσσαλονίκη, τοῦ ἐξασφαλίσθηκε ἡ δυνατότητα νά ἐλευθερωθεῖ. Δέν τή δέχθηκε. Ἔμεινε μέ τούς συγκρατούμενούς του, γιά νά τούς ἐνισχύει. Ὁδηγήθηκε στό Ἄουσβιτς καί ἔφθασε «παραπλήσιον θανάτου». Ὁ ἀρχιμανδρίτης Διονύσιος Παπανικολόπουλος, μετέπειτα μητροπολίτης Ἐδέσσης καί Πέλλης τή Μεγάλη Πέμπτη τοῦ 1941 μέ τά φλογερά του λόγια κατάφερε νά σώσει ἀπό τούς βομβαρδισμούς καί τόν ἐξευτελισμό τό ἱστορικό θωρηκτό «Ἀβέρωφ».

Ἀλλά καί «ἡ Ἐκκλησία τῆς Κρήτης», γράφει ὁ Στέφανος Μυλωνάκης «οὐδέποτε οὐδαμῶς ὑστέρησεν εἰς ἐκδηλώσεις πατριωτισμοῦ, θυσίας καί ὁλοκαυτωμάτων... Ἅπαντες... εὑρέθησαν ἀμέσως εἰς τάς ἐπάλξεις καί προμαχώνας τῆς προσφιλοῦς πατρίδος... Βλέπομεν καί πάλιν ἐπισκόπους τραυματιζομένους... φυλακιζομένους... τυφεκιζομένους πλήν οὐδέποτε ἐνδίδοντας ἤ ὑποχωροῦντας».

Στόν ἀγώνα ἀκόμη συμμετεῖχαν δυναμικά καί τά μοναστήρια μας, πού πάντοτε στάθηκαν οἱ κυματοθραῦστες τῶν βαρβαρικῶν ἐπιθέσεων. Κάποια καταστράφηκαν ἀπό τούς κατακτητές, ἄλλα λεηλατήθηκαν, πυρπολήθηκαν, ἀνατινάχθηκαν, πλήρωσαν βαρύ τόν φόρο τοῦ αἵματος. Ἰδιαιτέρως ἀναφέρουμε τά μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τῆς Ὕδρας, τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων στή Σπάρτη, τῆς Δαμάστας στή Λαμία, τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου καί τῆς Ἁγίας Λαύρας, τῆς Βελλᾶς στά Ἰωάννινα πού μετατράπηκε σέ Νοσοκομεῖο.

Ἀτελείωτο τό συναξάρι τῶν ἐθνομαρτύρων κληρικῶν μας, πού προμάχησαν γιά νά ἀναπνέουμε ἐμεῖς τόν ζείδωρο ἄνεμο τῆς ἐλευθερίας!

Γιά τίς τόσες ὅμως θυσίες καί τήν «κένωση» τήν ὁποία ὑπέστη ἡ Ἐκκλησία μας, χάριν τοῦ Γένους μας, δέχεται διαρκῶς ταπεινώσεις καί ἀμφισβητήσεις ἀπό ἐκείνους πού κατά λόγον δικαιοσύνης τῆς χρωστοῦν εὐγνωμοσύνη. Ἄς μᾶς συγχωρέσει ὁ Θεός γιά τήν ἀφροσύνη μας καί τά ὀλέθριά μας λάθη.

Περιοδικό “Απολύτρωσις”/πηγή
Το είδαμε : πηγή

Τρίτη, Ιουνίου 03, 2014

Οι Αρχιερείς στον Αγώνα του 1821



Οι Αρχιερείς στον Αγώνα του 1821
 ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ 1821
Είναι γνωστόν αλήθεια ότι οι μύδροι των επικριτών δε στρέφονται γενικά κατά του κλήρου αλλά κυρίως κατά των αρχιερέων η γενικά κατά του  ανωτέρου κλήρου. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις γίνεται αντιδιαστολή ότι ενώ ο κατώτε­ρος κλήρος (εννοώντας τους ιερείς) συμμετέσχε και συνέπραξε  σύξυλος  στον αγώνα, ο ανώτερος κλήρος και μάλιστα οι αρχιερείς ήταν εκείνοι που αντέδρασαν και αντιτάχθηκαν σ' αυτόν.
Για να υποστηρίξουν δε τις απόψεις και ισχυρισμούς τους οι επικριτές επικαλούνται πραγματικά περιστατικά και λόγους των ίδιων των ιεραρχών, που μαρτυρούν ότι μεμονωμένα ο α’ ή β’ ιεράρχης, ή μερικοί τουλάχιστον από αυτούς, έδειχναν να δυσπιστούν και να αμφιβάλλουν για τη δυνατότητα επιτυχίας ενός τέτοιου εγχειρήματος, όπως ο γενικός ξεσηκωμός του γένους, ενώ για άλλους ότι έφθαναν να αντιδρούν και να φαίνονται ότι τάσσονται στο πλευρό των Τούρκων. Αναφέρονται ακόμα και ορι­σμένες αδυναμίες ή και πάθη των ιεραρχών, που τα προβάλλουν ως βδεληρά και αποτρόπαια, ξεχνώντας ότι και οι αρχιερείς είχαν σώμα και ήταν άνθρωποι σαν όλους τους άλλους συγχρόνους τους ή και σαν και εμάς σήμερα με τις μικροεπιθυμίες, φιλοδοξίες, όνειρα, εγωισμούς κ.λπ. και επομένως θα πρέπει να τους βλέπουμε -όσο κι' αν ήταν οι κατά τόπους κεφαλές της Εκκλησίας και  εις τύπον Θεού  -ως ανθρώπους και όχι ως αγγέλους.
Ξεπερνώντας λοιπόν τις ενδεχόμενες και αναγνωριζό­μενες ανθρώπινες αδυναμίες, που τους καταμαρτυρούν, θα πρέπει να αναζητήσουμε να δούμε εάν τελικά κατόρθωσαν να αρθούν στο ύψος των τότε περιστάσεων και να προσφέρουν θετικό έργο στην υπόθεση του 1821.
Επιχειρώντας μάλιστα να διερευνήσουμε τα μύχια των ανθρώπων εκείνων και να τους ηθογραφήσουμε καλό είναι να μη μένουμε στα λόγια ή τις ενέργειες κάποιας οποιασδήποτε στιγμής τους αλλά να αναζητούμε τις ορια­κές στιγμές της πολιτείας τους, και μάλιστα του τέλους τους, γιατί, όπως έγραφε και ο Θουκυδίδης,  προς το τελευταίον  εκβάν έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται, και ανάλογα να τους μακαρίσουμε ή να τους κατακρίνου­με, κατά το απόφθεγμα του Σόλωνος  μηδένα προ του τέλους μακάριζε  (αλλά και κατάκρινε).
Πόσο κοντά λοιπόν στην αλήθεια είναι ο ισχυρισμός των επικριτών ότι αντέδρασαν οι αρχιερείς στο 1821; Ήταν στα αλήθεια εναντίον της αποτινάξεως του τουρκι­κού ζυγού ή όχι; Αλλά και εάν δεν αντέδρασαν ποια η συμμετοχή τους στο έπος του 1821; Ποια η θετική και αδιαμφισβήτητη συνεισφορά τους στην παλιγγενεσία των Ελλήνων;
Το ερώτημα αυτό θα επιχειρηθεί να διερευνηθεί και να απαντηθεί. Πιο συγκεκριμένα θα αναζητηθούν στοιχεία και μαρτυρίες για το πόσοι και ποιοι από τους αρχιερείς συμ­μετέσχαν, αυτόβουλοι και απρόσκλητοι, ενεργά και δραστή­ρια στον αγώνα. Πόσοι και ποιοι πήραν στο ένα χέρι το Σταυρό και στο άλλο το γιαταγάνι. Πόσοι εγκατέλειψαν τις πατερίτσες για τα καρυοφύλλια, τους θρόνους για τα μετερί­ζια και τα ταμπούρια, την επισκοπή για την ελευθερία.
Ποιοι πάλι δοκιμάσθηκαν σαν αληθινοί ποιμένες χάρη του λαού στα ανήλια, υγρά, θεοσκότεινα, δυσώδη και φοβερά μπουντρούμια των τουρκικών φυλακών όπου επί μέρες και μήνες ή χρόνια καθημερινά δοκίμαζαν τα πάνδεινα βασα­νιστήρια και φρικτές στερήσεις.
Τέλος ποιοι έδωσαν και την τελευταία τους πνοή, ώστε το όραμα τόσων γενεών να θεμελιωθεί και στοιχειωθεί επάνω στα λιπόσαρκα, αιμάσσοντα και ασπαίροντα κορμιά- σκέλε­θρά τους, ώστε από τα κατ' εξοχήν ιερά τους κόκκαλα να εξανθίσει ο κάλλιστος σπόρος και καρπός της ελευθερίας.
Έτσι π.χ. ο Σκαρίμπας, αν και ισχυρίζεται ότι όλοι οι ιε­ράρχες χλεύασαν και αντέδρασαν στο 21, τελικά φθάνει να παραδεχθεί ότι, έστω, μόνον οι αρχιερείς Σαλώνων Ησαΐας, Μεθώνης Γρηγόριος και Ρωγών Ιωσήφ υπήρξαν εκείνοι, που με τη θέληση τους συμμετέσχαν στον αγώνα και έδωσαν και τη ζωή τους σ' αυτόν[1].
Άλλοι όμως ερευνητές δέχονται ότι ο αριθμός των αρ­χιερέων που συμετέσχαν με τον α' ή β' τρόπο στους αγώνες του 1821 και πρόσφεραν και τη ζωή τους ή βασανίσθηκαν και δοκιμάσθηκαν από τους δυνάστες σ' αυτόν τον ιερό πόλεμο είναι πολλαπλάσιοι.
Αλλά και αυτοί που υπεραμύνονται της προσφοράς των αρχιερέων δυστυχώς δεν αναφέρουν επώνυμα και συγκεκρι­μένα παρά μόνο ελάχιστα ονόματα αρχιερέων, συνήθως τα ίδια και τα ίδια, που επαναλαμβάνονται από όλους τους μελε­τητές και συγγραφείς, ως απόδειξη της συμπράξεως των αρ­χιερέων στην παλιγγενεσία[2].
Έτσι συνήθως αναφέρονται τα ονόματα του Πατριάρ­χου Γρηγορίου και των αρχιερέων Αδριανουπόλεως Δωροθέου, Εφέσου Διονυσίου, Δέρκων Γρηγορίου, Αγχιάλου Ευγενίου, Π. Πατρών Γερμανού, Χριστιανουπόλεως Γερμα­νού, Δημητσάνης Φιλόθεου, Σαλώνων Ησαΐα, Ρωγών Ιω­σήφ, Μεθώνης Γρηγορίου, Κορώνης Γρηγορίου, Κύπρου Κυπριανού, Κρήτης Γερασίμου, Έλους Ανθίμου, Ταλαντίου Νεοφύτου, και, κατά περίπτωση, μερικών άλλων, ωσάν μόνον αυτοί να ήταν οι αρχιερείς που πήραν μέρος στους αγώνες του Έθνους.
Αλλ' όπως είναι ευνόητο, εάν πραγματικά μόνον οι παραπάνω αρχιερείς ήταν εκείνοι που πήραν μέρος στον αγώνα, όσο κι αν, συγκρινόμενοι με τους 2-3 του Σκαρίμπα, θεωρούνται πολλαπλάσιοι, εν τούτοις αν ήθελαν συγκρι­θεί με τους 190 ή έστω 200 αρχιερείς που υπήρχαν σ' ολό­κληρη την Οθωμανική αυτοκρατορία[3] θα πρέπει να ομολογηθεί ότι αποτελούν περιορισμένη μειοψηφία, και φαίνεται να δικαιώνονται σε αρκετά υψηλό βαθμό οι επικριτές των.
Φαίνεται όμως ότι ο αριθμός των αρχιερέων που έλαβε μέρος στην Επανάσταση και θυσιάσθηκε σ' αυτήν πρέπει να είναι μεγαλύτερος, γιατί διαφορετικά δε θα μπορούσε η επί των εκκλησιαστικών επιτροπή του Όθωνα να γράφει το 1833, οπόταν δηλ. ακόμα ήταν νωπές οι μνήμες, ότι  Εν διαστήματι της επαναστάσεως, πολλαί των επαρχιών της Ελλάδος εστερήθησαν τους Αρχιερείς τους, θυσιασθέντας τους περισσοτέρους εις τους υπέρ της πατρίδος αγώ­νας [4]. Όπως δε συνάγεται και από άλλα σημεία της ίδιας εκθέσεως από τους 49 αρχιερείς, που ποίμαιναν επί Τουρκο­κρατίας  τας ήδη συγκροτούσας το Βασίλειον της Ελλάδος επαρχίας  μόνον 22 αρχιερείς  επέζησαν εις τας άχρι τούδε πολιτικός μεταβολάς αυτού του τόπου [5], πράγμα βέβαια που σημαίνει ότι οι άλλοι 27, που πραγματικά ήταν και οι περισσότεροι,  θυσιάσθηκαν  κατά τη διάρκεια του ιερού αγώνα.
Για το λόγο αυτό θα επιχειρηθεί μια ενδελεχέστερη διε­ρεύνηση του όλου θέματος για τη στάση και συμπεριφορά αν όχι του συνόλου των αρχιερέων (γιατί, δυστυχώς, δεν υπάρ­χουν στοιχεία για όλους) οπωσδήποτε όμως της συντριπτι­κής πλειονότητας αυτών. Να διαπιστωθεί επί τέλους εάν οι αρχιερείς έλαβαν θετική ή αρνητική στάση στην επανάστα­ση, κατά πόσο δηλ. την χλεύασαν ή την καταπολέμησαν, όπως διατείνονται οι επικριτές τους, ή την υπερασπίσθηκαν και την υπηρέτησαν με λόγια, έργα, όπλα, μαρτύρια ή και τη ζωή τους.
Για το λόγο αυτό και προκειμένου να είναι πιο συστημα­τική και μεθοδική η διερεύνηση της στάσεως και προσφοράς των αρχιερέων στο 21 θα επιχειρηθεί η παρουσίαση αυτών ταξινομημένη κατά την εξής σειρά:
α) Αγωνιστές ιεράρχες 1) της Πελοποννήσου, Στερεάς Ελλάδος και των νησιών του Αιγαίου Πελάγους και 2) των υπολοίπων περιοχών του Ελληνισμού, οι οποίοι εγκατέλει­ψαν τις επαρχίες και θέσεις τους, για να συμπράξουν και αυ­τοί στους αγώνες του Έθνους.
β) Αρχιερείς που φυλακίσθηκαν, βασανίσθηκαν, εξορίσθηκαν και γενικά κακοπάθησαν ή αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τις επαρχίες τους επειδή θεωρήθηκαν ότι συνεργούσαν στην παλιγγενεσία του Γένους και
γ) Αρχιερείς που θυσιάσθηκαν, ως ολοκαυτώματα, στο βωμό της ελευθερίας του Γένους.

Α’   ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
Όπως τονίσθηκε και προηγουμένως οι Έλληνες Ορθόδοξοι κληρικοί και μάλιστα οι κατά τόπους αρχιερείς στη συντριπτική τους πλειονότητα δέχθηκαν με νεανική αδημο­νία το μεσσιανικό μήνυμα της απολυτρώσεως του δούλου γένους, που, ως άγγελοι της σωτηρίας του Έθνους, ευαγγε­λίζονταν οι Φιλικοί και με Συμεωνική εγκαρτέρηση και ελ­πίδα προσδοκούσαν την ευλογημένη ώρα. Βέβαια ως υπεύθυ­νοι ταγοί του γένους έπρεπε να είναι μέχρι παρεξηγήσεως αυτοσυγκρατημένοι και προσεκτικοί,  φρόνιμοι  και επιφυ­λακτικοί, προσποιητοί κόλακες με ευλύγιστη μέση και απλόχερη γενναιοδωρία προς τους  κρατούντας, προς δε ελεγκτικοί και επιτιμητικοί προς τυχόν θερμόαιμους και ανυπόμονους πατριώτες και ταυτόχρονα ειδήμονες, δραστήριοι και άγρυπνοι  φιλογενείς.
Όταν όμως ήχησαν οι σάλπιγγες της ελευθερίας και σήμαναν της ανάστασης οι καμπάνες, οι αρχιερείς εγκατέ­λειψαν τα προσχήματα και τα κατά συνθήκη μειδιάματα ή προσκυνήματα προς τους αλλόθρησκους και αλλογενείς δυνάστες του γένους και έδειξαν τον πραγματικό τους εαυτό οπουδήποτε και αν υπηρετούσαν. Τά σκουλήκια μεταμορ­φώθηκαν σε σταυραετούς.
Ως ένας άνθρωπος συνεγέρθηκαν χωρίς αμφιταλαντεύσεις και αμφιγνωμίες και όχι απλώς συντάχθηκαν αλλά προ­τάχθηκαν των αγωνιζομένων Ελλήνων. Έτσι μαρτυρούνται να συμμετέχουν από την πρώτη στιγμή του ένοπλου πλέον αγώνα ενεργά και δραστήρια σχεδόν όλοι τους. Άλλοτε μέσα στις εκκλησιές με το λόγο, το κήρυγμα, τις ευχές, τις παροτρύνσεις ή τις απειλές για να ενθαρρύνουν και ξεσηκώσουν τους δειλούς και αμφιταλαντευόμενους και άλλοτε στα στρατόπεδα και τα πεδία των μαχών με τις συνταλαιπωρίες, τις πείνες, τις αγρυπνίες, τις συγκατακλείσεις στα ταμπούρια και την κοινή τύχη στις πολεμικές συρράξεις. Κοντά σ' αυτά αναδείχθηκαν οι ένθερμοι και ειλικρινείς προασπιστές του λαού στις εθνοσυνελεύσεις ή οι κατ' έξοχη άξιοι αντιπρόσω­ποι του έθνους στις διάφορες Ευρωπαϊκές συσκέψεις ή κυβερνήσεις.
Πιο συγκεκριμένα αναφέρονται να έλαβαν ενεργό μέρος στον αγώνα:
Α' Από τους αρχιερείς της Πελοποννήσου οι:
1)  Παλ. Πατρών Γερμανός
2)  Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος
3)  Δαμαλών  Ιωνάς
4)   Έλους  Άνθιμος
5)  Κερνίτσης Προκόπιος
6)  Κορίνθου Κύριλλος
7) Ανδρούσης Ιωσήφ
8)  Τριπολιτζάς Δανιήλ
9)  Βρεσθένης Θεοδώρητος
10)  Λακεδαιμονίας Χρύσανθος
11)  πρ. Τριπολιτζάς Διονύσιος
12)  Μαΐνης Νεόφυτος
13)  Μαΐνης Ιωσήφ
14)  Μαλτζίνης Ιωακείμ
15)  Χαριουπόλεως Βησσαρίων
16)  Ζαρνάτας Γαβριήλ
17)  Ανδρουβίτσας Θεόκλητος
18)  Πλάτζης Ιερεμίας
19)  Καρυουπόλεως Κύριλλος
20)  Μηλέας Ιωσήφ
Β' Από τους αρχιερείς της Στερεάς Ελλάδος οι:
21)  Αθηνών Διονύσιος
22)  Ταλαντίου Νεόφυτος
23)  Λιτζάς και Αγράφων Δοσίθεος
24)  Θηβών Παΐσιος
25)  Λοιδωρικίου Ιωαννίκιος
26)  Μενδενίστης Γρηγόριος
27)  Μενδενίτσης Διονύσιος
Γ' Από τους αρχιερείς των Νήσων Αιγαίου Πελάγους οι:
28)  Καρύστου Νεόφυτος
29)  Παροναξίας Ιερόθεος
30)  Σάμου Κύριλλος
31)  Χίου Δανιήλ
32)  Σκιάθου και Σκοπέλου Ευγένιος
33)  Σκύρου Γρηγόριος
34)  Αιγίνης, Πόρου και Ύδρας Γεράσιμος
35)   Άνδρου Διονύσιος
36)  Τζιας και Θερμίων Νικόδημος
Για όλους του παραπάνω αρχιερείς όμως ο δύσπιστος επικριτής θα μπορούσε να αντιτείνει ότι όλοι αυτοί, ή, έστω οι περισσότεροι από αυτούς, ξεσηκώθηκαν στην επανά­σταση κάτω από το ζορμπαλίκι των ελληνικών γιαταγανιών.  Αν είναι δυνατόν! Αλλά και εάν υποτεθεί ότι αυτή είναι η αλήθεια, τι θα μπορούσε να ισχυρισθεί για ένα άλλο νέφος αρχιερέων, που επειδή στις επαρχίες τους δεν είχε εκδηλω­θεί ή δε μπόρεσε να ευδοκιμήσει η επανάσταση, δε δίστασαν να εγκαταλείψουν τους θρόνους και τις τιμές για να σπεύσουν αυτόκλητοι, όπου υπήρχαν επαναστατικές εστίες και μάλιστα προς την αγωνιζομένη νότια Ελλάδα για να συμμε­τάσχουν στον αγώνα προς αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού;
Έτσι βλέπουμε να σπεύδουν προς τις επαναστατημένες περιοχές αρχιερείς από διάφορα μέρη και με τον α' ή β' τρόπο να συμπράττουν και αυτοί για τον κοινό σκοπό. Πιο συγκεκριμένα:
Α' Από τη Θεσσαλία σπεύδουν οι:
37)   Πρ. Λαρίσης Κύριλλος
38)   Δημητριάδος Αθανάσιος
39)   Δημητριάδος Παρθένιος
40)   Σταγών Αμβρόσιος
41)   Φαναριοφαρσάλων Γεράσιμος
Β  Από την  Ήπειρο οι:
42)   πρ. Άρτης και Ναυπάκτου Πορφύριος
43)   πρ. Παραμυθιάς Προκόπιος
44)   πρ. Παραμυθιάς Αμβρόσιος
45)   Περιστεράς Λεόντιος
46)   πρ. Ρωγών Μακάριος
Γ  Από την Μακεδονία οι:
47)   Αρδαμερίου Ιγνάτιος
48)   Ειρηνουπόλεως και Βατοπεδίου Γρηγόριος
49)   Σιατίστης Ιωαννίκιος
Δ' Από τη Θράκη οι:
50)  Μετρών Μελέτιος
51)  Σηλυβρίας Μακάριος
52)  Παμφίλου Κύριλλος
53)  Θεοδωρουπόλεως  Άνθιμος
Ε' Από τη Μικρά Ασία οι:
54)  Μοσχονησίων Βαρθολομαίος
55)  Ηλιουπόλεως Άνθιμος
56)  πρ. Αγκύρας Αγαθάγγελος
57)  Μυρρίνης Σωφρόνιος
58)  Ελαίας Παΐσιος
59)  Κομάνων Αγαθάγγελος
Τέλος για να κλείσει όλο αυτό το νέφος των γνωστών αγωνιστών ιεραρχών, θα πρέπει να συγκαταριθμηθούν ακόμα και οι:
60)  Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος και
61)  Μολδοβλαχίας Βενιαμίν.
Για τους παραπάνω αρχιερείς που εγκατέλειψαν τις επαρχίες και τις τιμές για να λάβουν μέρος, όπου τους είχε ανάγκη η πατρίδα, δεν είναι εύκολο στον οποιονδήποτε επι­κριτή να ισχυρισθεί ότι το έκαμαν κάτω από τη βία των επαναστημένων Ελλήνων.
Αντίθετα, θέλω να πιστεύω πώς όλοι συμφωνούν ότι, οι αρχιερείς αυτοί[6] εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και το  «γάμο»  για τα  «πουρνάρια» , γιατί ένοιωθαν μέσα τους πύρωμα ψυχής για ελευθερία, σεβασμό, αξιοπρέπεια, τιμή και πάνω απ' όλα ΠΑΤΡΙΔΑ και ΘΡΗΣΚΕΙΑ.
Κοντά όμως σ' όλους αυτούς τους αγωνιστές ιεράρχες θα πρέπει αναντίλεκτα να προστεθούν και οι:
62)   Μεθώνης Γρηγόριος
63)   Σαλώνων Ησαΐας
64)   Ρωγών Ιωσήφ
65)   Ιερισσού και Αγίου Όρους Ιγνάτιος
66)   Πλαταμώνος Γεράσιμος
67)   Μαρώνειας Κωνστάντιος και
68)   Σωζοπόλεως Παΐσιος
οι οποίοι, όπως θα αναφερθεί και πιο κάτω, πέρα από την αγωνιστική τους προσφορά, θυσιάσθηκαν στον υπέρ όλων αγώνα και για τούτο γι' αυτούς γίνεται λόγος και σε άλλη συνάφεια.
Τέλος θα πρέπει ακόμα να συγκαταριθμηθούν στους αγωνιστές ιεράρχες και οι:
69)   Αδριανουπόλεως Γεράσιμος
70)   Βιζύης Ιωάσαφ
71)   Αγαθουπόλεως Ιωσήφ
72)   Βάρνας Φιλόθεος και
73)   Ευδοκιάδος Γρηγόριος
οι οποίοι, πέρα από την αγωνιστική τους παρουσία, δοκιμάσθηκαν, βασανίσθηκαν ή αναγκάσθηκαν να εγκατα­λείψουν τις επαρχίες τους όπως θα γίνει αναλυτικώτερα λόγος πιο κάτω για τον καθένα από αυτούς
 Αθροιστικά λοιπόν ένα σύνολο 73 επωνύμων αρχιερέων μαρτυρούνται να έλαβαν ενεργό μέρος στις διάφορες φάσεις του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων από όλα τα διαμε­ρίσματα της Ελλάδος.
Και να ληφθεί υπόψη ότι οι περισσότεροι από αυτούς μπήκαν στη τιτανομαχία παρά την κάποια προχωρημένη ηλικία, που οπωσδήποτε έφερναν στους ώμους τους και τις συμπαρομαρτούσες προς αυτά καχεκτικότητες και ασθέ­νειες, που αναμφίβολα καθιστούσαν αν όχι προβληματική πάντως δυσχερή τη διακίνηση και καθόλου δραστηριότητά τους, μέσα στις μύριες κακουχίες και δοκιμασίες, που συνε­παγόταν η απόφαση για την ανάσταση του Γένους ή όπως λέγει ένας δόκιμος μελετητής  «ενιδρώτι πολλώ και πόνοις και κακουχίαις, στερήσεσί τε και συμφοραίς....εν λιμώ, λοιμώ και δίψη, εν αυχμώ και κρυμώ» [7].
Παρ' όλα αυτά όμως οι αγωνιστές ιεράρχες περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη κατηγορία ή  «τάξη»  αγωνιστών απο­δείχθηκαν  «αεί παίδες»  στο φρόνημα και τη ψυχή.

Β.  ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ
Ο αριθμός όμως των αρχιερέων, που συνέδραμαν, συνέ­πραξαν και συναγωνίσθηκαν μαζί με όλους τους άλλους  Έλ­ληνες στο έπος της παλιγγενεσίας του 1821 δεν εξαντλείται μόνο με τον παραπάνω κατάλογο, των αγωνιστών ιεραρχών.
Υπάρχει και μια δεύτερη κατηγορία αρχιερέων, οι οποίοι έδωσαν το παρόν τους, τη μαρτυρία και τη συνεισφορά τους στον αγώνα με πιο επώδυνο γι' αυτούς τρόπο.
Πρόκειται για το νέφος εκείνο των αρχιερέων, που με ποικίλους, ασύλληπτους από ανθρώπινο νου και απερίγρα­πτους από ανθρώπινα χείλη ή χέρια, τρόπους, δοκιμάσθη­καν, ταπεινώθηκαν, διαπομπεύθηκαν και εξευτελίσθηκαν από τους κρατούντες με φυλακίσεις, φοβερά βασανιστήρια, εξορίες, εκθρονίσεις, περιορισμούς, χλευασμούς και ταπει­νώσεις για τον απλό και μόνο λόγο ότι ήταν  Έλληνες Ορθόδοξοι χριστιανοί αρχιερείς. Μιλιέτ μπασήδες (=εθνάρ­χες) των ρωμιών και κύριοι υπόλογοι απέναντι στο σουλτάνο και τους επάρχους του για ό,τι ήθελε συμβεί στην επαρχία τους ή ακόμα και για απλή υπόνοια συνεργείας ή ανοχής, αν μη συμμετοχής, στον αγώνα των  απίστων.
Έτσι ουσιαστικά οι κατά τόπους αρχιερείς των Ελλή­νων ήταν στην κυριολεξία οι κυριώτεροι και πλέον υπεύθυ­νοι όμηροι στα χέρια του σουλτάνου, που μ' αυτό τον τρόπο προσπαθούσε να κρατά υποχείριους και καταδυναστευόμενους τους  Έλληνες κάθε περιοχής.
Αλλά παρά τα φρικτά βασανιστήρια που κατά καιρούς δοκίμαζαν οι αρχιερείς στις διάφορες τουρκικές ειρκτές, «φούρνους», «λουτρά» και «μπουτρούμια», «υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακοχούμενοι»  και υφιστάμενοι τα πάνδεινα, αυ­τοί δε λύγισαν. Προτιμούσαν όλες τις ταπεινώσεις, εξαθλιώ­σεις, εξορίες και στερήσεις και υπέμειναν, όσο άντεχαν, πιο αγόγγυστα τα ποικίλα βασανιστήρια των δημίων τους, παρά να προδώσουν το  Έθνος και τους οραματισμούς του.
Αν και δεν είναι γνωστά όλα όσα υπέμειναν οι αρχιερείς από τους δυνάστες τους στα δύσκολα εκείνα χρόνια της νεώ­τερης Ελληνικής τιτανομαχίας και για τους περισσότερους από αυτούς ελάχιστες μόνο πληροφορίες ή απλώς νύξεις και ενδείξεις έχουμε, ενώ για τη συντριπτική πλειονότητα αυτών δε γνωρίζουμε απολύτως τίποτα, θα καταβληθεί προσπάθεια να εκδιπλωθεί και η πτυχή αυτή της προσφοράς των αρχιε­ρέων στο 1821. Και τούτο, διότι κι αν ακόμα αυτοί δεν έφθα­σαν να γευθούν την τελευταία σταγόνα της ολοκληρωτικής δοκιμασίας και θυσίας τους, το θάνατο, εν τούτοις, με τα καθημερινά βασανιστήρια και εκροές των αιμάτων τους, ήταν σα να έδιναν τη ζωή τους κάθε μέρα, επιβεβαιώνοντας το Γραφικό:  «ένεκά σου θανατούμεθα όλη την ημέραν»  (Ρωμ.8,36)
Έτσι η σιωπηλή και σεμνή αυτή στρατιά των βασανι­σμένων και μαρτυρικών αρχιερέων, κι αν δεν έλαβε από τους ανθρώπους το φωτοστέφανο του εθνομάρτυρα και νεομάρτυρα, αναμφίβολα και αναμφισβήτητα αποτελεί την εκλεκτή μερίδα των ιδανικών εκείνων ποιμένων, που αυταπαρνούμε­νοι θέσεις, αίγλη, ανέσεις, τιμές,  «πολυχρόνια», «φήμες», χειροφιλήματα αλλά και ελευθερία κινήσεως, σωματική ακε­ραιότητα κ.λπ μέχρι και τη ζωή τους, έθεσαν τον εαυτό τους υπέρ του λαού του Θεού, που τους εμπιστεύθηκε το γένος και η Εκκλησία, και αναδείχθηκαν πραγματικοί μάρτυρες, που με όλες τις δοκιμασίες και τα βασανιστήριά τους φανέ­ρωσαν, μαρτύρησαν και διακήρυξαν μπροστά στους αλλόπι­στους τι σημαίνει Ορθόδοξος επίσκοπος.
Η στάση τους λοιπόν μπροστά στις δοκιμασίες αναδει­κνύεται από τις ουσιαστικώτερες εκδουλεύσεις των αρχιε­ρέων προς το  Έθνος μια και η δική τους δοκιμασία αποδεί­χθηκε ακατάβλητος κυματοθραύστης όπου εκτονώνονταν το μένος, η αντεκδικητικότητα και ο θρησκευτικός φανατι­σμός των Μουσουλμάνων Τούρκων αφ' ετέρου δε σωτήριο κρηπίδωμα για τους αγωνιζόμενους  Έλληνες, γιατί αντλού­σαν δύναμη και κουράγιο να υπομένουν και αυτοί τους δικούς τους κατατρεγμούς και δοκιμασίες.
Αναδιφώντας λοιπόν τις πηγές της ιστορίας εκείνων των χρόνων, τις γνωστές και άγνωστες μαρτυρίες, ενθυμή­σεις, απομνημονεύματα, επιστολές, κώδικες και λοιπά κεί­μενα με έκπληξη ανακαλύπτουμε ένα αρκετά μεγάλο αριθμό αρχιερέων να έχει δεχθεί ποικίλες δοκιμασίες, φυλακίσεις και βασανιστήρια. Το πιο ίσως αξιοθαύμαστο είναι ότι όλοι αυτοί, σεμνοί από τη φύση ή τη θέση τους, βάσταζαν, με υπε­ρηφάνεια μεν αλλά χωρίς κομπορρημοσύνες, τα στίγματα των βασάνων ως εύσημα της συνεισφοράς των στην κοινή υπόθεση της ελευθερίας του γένους.
Ποιος όμως ο ακριβής αριθμός των δοκιμασθέντων αρ­χιερέων παραμένει άγνωστος. Από το λίγα στοιχεία που μπόρεσαν να συλλεγούν προκύπτει ο παρακάτω κατάλογος, που δε νομίζω να είναι ευκαταφρόνητος:
Α' Οι Πατριάρχες
1) Ευγένιος
2)   Άνθιμος
3)  Χρύσανθος
4)  Αγαθάγγελος
Β' Οι Αρχιερείς
5)  Χαλκηδόνος  Άνθιμος
6)  Νικομήδειας Πανάρετος
7)  Δέρκων Ιερεμίας
8)  Θεσσαλονίκης Ματθαίος
9)  Μυτιλήνης Καλλίνικος
10)Σμύρνης Παΐσιος
11) Εφέσου Μακάριος
12) Δέρκων Νικηφόρος
13) Προύσης Νικόδημος
14) Σβορνικίου Γαβριήλ
15) Αδριανουπόλεως Γεράσιμος
16) Ηρακλείας Ιγνάτιος
17) Τορνόβου Ιλαρίων
18) Ρασκοπρεσρένης Ζαχαρίας
19) Βιζύης Ιωάσαφ
20) Φιλιππουπόλεως Σαμουήλ
21) Χαλκηδόνος Αγαθάγγελος
22) Αγαθουπόλεως Ιωσήφ
23) Βάρνας Φιλόθεος
24) Ρόδου Αγάπιος
25) Ιωαννίνων Γαβριήλ
26) Άρτης  Άνθιμος
27) Ευδοκιάδος Γρηγόριος
28) πρ. Ελασσώνος Σαμουήλ
29) Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος
30)  Βρεσθένης Θεοδώρητος
31)  Ευρίπου Γρηγόριος
32)  Σερρών Χρύσανθος
33)   Τριπολιτζάς Δανιήλ
34)   Ανδρούσης Ιωσήφ
35)   Κορίνθου Κύριλλος
36)   Βιδύνης Γερμανός
37)   Λαρίσης Μελέτιος
38)   Αρκαδίας (Κρήτης) Νεόφυτος
39)   Διδυμοτείχου Καλλίνικος
40)   Μυριοφύτου Σεραφείμ
41)   Νύσσης Ιωσήφ
42)   πρ. Μήλου Διονύσιος

Γ’ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΘΥΜΑΤΑ
Τρίτη μερίδα, ασφαλώς η εκλεκτότερη και ηρωικώτερη, των αρχιερέων που συνέπραξαν και συνέπαθαν μαζί μ' όλους τους άλλους Έλληνες για τον κοινό σκοπό, την αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού και την απόλαυση της θρησκευτικής και εθνικής ελευθερίας, είναι αναμφίβολα όλες εκείνες οι σεπτές και άγιες μορφές των ανωτάτων κληρικών, οι οποίες, ως εθελόθυτα εξιλαστήρια θύματα, πορεύθηκαν το δρόμο του μαρτυρίου και της θυσίας.
Όλοι αυτοί αδιαμφισβήτητα αποτελούν τον κατ' εξοχή σεβάσμιο χορό, που πήρε επάνω του, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη εκλεκτή μερίδα των Ελλήνων, την οργή, το μίσος, το πάθος, τη θρησκευτική υστερία και φανατισμό του μουσουλμανικού όχλου και της εξουσίας. Ταυτόχρονα όμως όλοι αυτοί με την αυτοθυσία και το αίμα τους θεμελίω­σαν ασάλευτα και στερέωσαν αταλάντευτα το οικοδόμημα της ελευθερίας των Ελλήνων, σφυρηλάτησαν, χαλύβδωσαν και γαλβάνισαν τη θέληση κάθε ελληνικής ψυχής, ώστε να πληρωθεί με ιδανικά και οραματισμούς για ιερή εκδίκηση και την επίτευξη του επιδιωκομένου με κάθε τρόπο, και να αναζητεί πλέον «ή τη νίκη ή τη θανή», όπως θα τραγουδήσει ο εθνικός μας ποιητής, χωρίς πισωγυρίσματα.
Παράλληλα η θυσία όλων αυτών γέννησε και γιγάντωσε την απαίτηση και των άλλων Ορθοδόξων λαών, και μάλιστα των Ρώσων, για θρησκευτική ικανοποίηση και αντάξια τιμω­ρία των υβριστών της θρησκείας του Χριστού, αλλά και συνετέλεσε όσο τίποτε άλλο στη μεταστροφή των εχθρικών αισθημάτων των Ευρωπαίων, στον αγώνα των Ελλήνων, σε κατανόηση, συμπάθεια, συνδρομή και τέλος συμπαράσταση και συμπαράταξη.
Δυστυχώς όμως παρά την τόσο υψηλή και ουσιαστική συμβολή της θυσίας των αρχιερέων για τη θεμελίωση και επίτευξη της ελευθερίας των νεοελλήνων, ο χορός αυτός στην πλειονότητα του είναι αφανής και άγνωστος. Και το ακόμα πιο ειρωνικό είναι ότι αυτή η άγνοια υπάρχει και σ' αυτή την επίσημη Εκκλησία, ώστε και αυτή να σιωπά ή να αναμασά και να προβάλλει μόνο 5-10 ονόματα αρχιερέων, που θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, ωσάν μόνον αυτοί να ήσαν. Οι πολέμιοι δε και αρνητές της προσφοράς των αρχιε­ρέων, τους περιορίζουν σε 2-3 με συνέπεια να εκμηδενίζεται και να καταντά ανύπαρκτη η αιματηρή συνεισφορά των Ιε­ραρχών στον αγώνα και να διατείνονται ότι οι αρχιερείς χλεύασαν, αφόρισαν και πολέμησαν τον αγώνα του 1821.
Και όμως η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Οι αρχιερείς που έπεσαν θύματα της οργής και του φανατισμού των Τούρκων αποτελούν επιβλητικό χορό δεκάδων ιε­ραρχών.  Αν και δεν μπορούμε να έχουμε υπόψη μας το σύνολο των ιεραρχών που θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, από τα στοιχεία που κατέστη δυνατόν να συλλεγούν προκύ­πτει ο εξής εντυπωσιακός κατάλογος των αρχιερέων που ανα­δείχθηκαν εθελόθυτα εξιλαστήρια θύματα:
Α' Οι Πατριάρχες
1)  Γρηγόριος Ε'2)  Κύριλλος ΣΤ'

Β' Οι Αρχιερείς
3)  Εφέσου Διονύσιος
4)  Αγχιάλου Ευγένιος
5)  Νικομηδείας Αθανάσιος
6)  Τορνόβου Ιωαννίκιος
7)  Αδριανουπόλεως Δωρόθεος
8)  Θεσσαλονίκης Ιωσήφ
9)  Δέρκων Γρηγόριος
10) Σωζοπόλεως Παΐσιος
11) Μαρωνείας Κωνστάντιος
12) Γάνου και Χώρας Γεράσιμος
13) Μυριοφύτου και Περιστάσεως Νεόφυτος
14) Σαμμακοβίου Ιγνάτιος
15)  Μονεμβασίας Χρύσανθος
16)  Χριστιανουπόλεως Γερμανός
17)  Άργους και Ναυπλίου Γρηγόριος
18)  Ωλένης Φιλάρετος
19)  Δημητσάνης Φιλόθεος
20)  Κορώνης Γρηγόριος
21)  Μεθώνης Γρηγόριος
22)  Σαλώνων Ησαΐας
23)  Ρωγών Ιωσήφ
24)  Λαρίσης Πολύκαρπος
25)  Λαρίσης Κύριλλος
26)  Γηρομερίου Αγαθάγγελος
27)  Κίτρους Μελέτιος
28)  Ιερισσού και  Αγ. Όρους Ιγνάτιος
29)  Πλαταμώνος Γεράσιμος
30)  Χίου Πλάτων
31)  Κύπρου Κυπριανός
32)  Πάφου Χρύσανθος
33)  Κιτίου Μελέτιος
34)  Κυρηνείας Λαυρέντιος
35)   Κρήτης Γεράσιμος
36)   Κνωσού Νεόφυτος
37)   Χερσονήσου Ιωακείμ
38)   Ρεθύμνης Γεράσιμος
39)   Κυδωνίας Καλλίνικος
40)   Λάμπης Ιερόθεος
41)   Πέτρας Ιωακείμ
42)   Σητείας Ζαχαρίας
43)   Κισάμου Μελχισεδέκ
44)   Διουπόλεως Καλλίνικος
45)   Νύσσης Μελέτιος
Για την ιστορική αλήθεια θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι οι αναφερόμενοι από άλλους[8] ως εθνομάρτυρες αρχιε­ρείς  Άρτας, Ιωαννίνων και Γρεβενών, δε μαρτυρούνται να θυσιάσθηκαν και γι' αυτό δε τους συμπεριλαμβάνω στην παραπάνω λίστα των θυμάτων αρχιερέων.

Απολογιστικό συμπέρασμα
Μετά τα παραπάνω νομίζω ότι είναι καιρός πλέον να επι­χειρήσουμε να κάνουμε έναν απολογιστικό συγκριτικό πίνακα για να δούμε με αριθμούς και ποσοστά τη συμμετοχή των αρχιερέων στον εθνικό μας αγώνα.
Έτσι με βάση την αψεγάδιαστη και ανελέητη γυμνή αλήθεια των αριθμών θα μπορούμε πλέον να μιλούμε για μικρή ή μεγάλη συμμετοχή αυτών στην παλιγγενεσία και να παύσουν επί τέλους οι μεγαλοστομίες για αόριστες  «εκατόμ­βες»  θυμάτων αλλά και οι γκρίνιες και μεμψιμοιρίες των επι­κριτών ότι μόνο 2-3 ήταν οι αρχιερείς που έλαβαν μέρος στον αγώνα.
Από τους 200 λοιπόν αρχιερείς, που, όπως είδαμε πιο μπροστά, υπήρχαν σ' ολόκληρη την Οθωμανική αυτοκρατο­ρία, μαρτυρούνται να :
α)  Έλαβαν ενεργό μέρος, στον αγώνα επώνυμα και αδιαμφισβήτητα, 73 ιεράρχες, δηλ. ποσοστό 36,5%.
β) Είναι γνωστοί ότι δοκιμάσθηκαν, φυλακίσθηκαν, βασανίσθηκαν κ.λπ. 42 αρχιερείς, δηλ. ποσοστό 21,0% και
γ) Μαρτυρείται ότι θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, είτε από βασανιστήρια και θανατώσεις των Τούρκων είτε στις πολεμικές συρράξεις, 45 αρχιερείς, δηλ. ποσοστό 22,5%
Συγκεντρωτικά λοιπόν έχουμε:
α) Ποσοστό αγωνιστών ιεραρχών  36,5%
β) Ποσοστό μαρτύρων ιεραρχών  21,0%
γ) Ποσοστό θυμάτων ιεραρχών  22,5%
Γενικό ποσοστό  80,0%
Αν όμως ληφθεί υπόψη ότι οι πλείστοι αρχιερείς της Μ. Ασίας, της Συρίας, της Σερβίας ή Βουλγαρίας λόγω αδιαφο­ρίας ή αδυναμίας των χριστιανών των περιοχών αυτών, δεν έλαβαν μέρος στους αγώνες, τότε το ποσοστό των αρχιερέων της Ελληνικής χερσονήσου, δηλ. από τη Θράκη, τη Μακε­δονία και τα δυτ. παράλια της Μ. Ασίας και κάτω είναι ασφαλώς πολύ υψηλότερο, που φθάνει οπωσδήποτε γύρω στα 90% του συνολικού αριθμού των αρχιερέων. Σε τελική ανάλυση λοιπόν δε θα πρέπει να αναζητούμε ποιοι αρχιερείς και πώς έλαβαν μέρος στον αγώνα αλλά ποιοι είναι αυτοί οι ελάχιστοι αρχιερείς, δηλ. το υπόλοιπο 10% που δεν έλαβαν μέρος στην εθνεγερσία του 1821 και γιατί.

Πέτρου Α. Γεωργαντζή δ. Θ.ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ(αντίδραση ή προσφορά;)ΞΑΝΘΗ 1985


[1] Γ. Σκαρίμπα, 6.π. τ. Α' σ. 78 και τ. Β' σ. 127
[2] Ενδεικτικά βλέπε στους :
Σπ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελλην. Επαναστάσεως, ό.π. τ. Α' σ. 88,91,195 εξ.- Φωτάκου, Βίοι Πελοποννησίων ανδρών, ό.π. σ. 150-154, 157-161. -Κ. Οικονόμου, Τα σωζόμενα εκκλησιαστικά συγγράμματα, ό.π. τ.Β'σ. 15εξ.-Χρυσ. Παπαδοπούλου, Η Εκκλησία Κωνσταντι­νουπόλεως και η Μεγάλη Επανάστασις, ό.π. σ. 480 εξ. - Κ. Βοβολίνη, Η Εκκλησία εις τον αγώνα της ελευθερίας, ό.π. σ. 95 εξ. -Β. Ατέση, Εθνο­μάρτυρες Αρχιερείς, ό.π. σ. 5 εξ. - Θ. Σιμοπούλου, Μάρτυρες και αγωνισταί Ιεράρχαι, τ. Α' και Β'-Εκδοτ. Αθηνών, Ιστορία του Ελληνι­κού Έθνους, τ. 12 σ. 135 εξ.-Απ. Βακαλοπούλου, Ιστορία του νέου Ελληνισμού, τ. Ε' ό.π.σ. 315,324,509,517. -Ιωάν. Παπαϊωάννου, Ι­στορικές γραμμές, ό.π. τ. Α' σ. 99,102. - Α θα ν. Κι ρμιζή, Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε' και το εικοσιένα, Κοινωνία, ετ. ΚΖ' (Απρίλιος- Ιούνιος) 1984 σ. 164
[3] Από αυτούς οι 112 περίπου βρισκόταν στη σημερινή Ελλάδα και Κύπρο ήτοι
 α) 25 στην Πελοπόννησο (Κορίνθου, Μονεμβασίας, Π.Πατρών, Λακεδαιμόνιας, Χριστιανουπόλεως, Ναυπλίου, Ωλένης, Τριπολιτζάς, Ρέο­ντος και Πραστού, Δημητσάνης, Έλους, Ανδρούσης, Κερνίτσης, Μεθώ­νης, Κορώνης, Βρεσθένης, Καρυουπόλεως, Μαλτζίνης, Δαμαλών, Ζαρνάτας, Ακόβων, Μαΐνης, Ανδρουβίτσας, Πλάτζης και Μηλέας.)
β) 9 στην Στερεά Ελλάδα (Αθηνών, Θηβών, Ν. Πατρών, Ταλαντίου, Σαλώνων, Μενδενίτσης, Λοιδωρικίου, Ζητουνίου και Λιτζάς και Αγρά­φων).
γ) 20 στα νησιά του Αιγαίου (Αιγίνης και Ύδρας, Παροναξίας, Τζιας, Σίφνου- Μήλου - Μυκόνου, Άνδρου - Σύρου, Τήνου, Σαντορίνης, Σκοπέ­λου, Σκύρου, Ευρίπου, Καρύστου, Ρόδου, Κώου, Σάμου, Καρπάθου, Λέρου, Λήμνου, Μυτιλήνης, Μηθύμνης, Χίου)
δ) 8 στην Θεσσαλία (Λαρίσης, Φαναριοφαρσάλων, Ελασσώνος, Τρίκης, Σταγών, Γαρδικίου, Ραδοβιζίου, Θαυμακού)
ε) 20 στη Μακεδονία (Θεσσαλονίκης, Σερρών, Δράμας, Βερροίας, Κασσανδρείας, Βοδενών, Σισανίου, Κοζάνης, Γρεβενών, Καστοριάς, Κίτρους, Καμπανίας, Πλαταμώνος, Σερβίων, Αρδαμερίου, Πέτρας, Πολυανής, Ιε­ρισσού και Αγ. Όρους, Ελευθερουπόλεως.)
ς) 3 στη Θράκη (Ξάνθης, Μαρώνειας και Διδυμοτείχου)
ζ) 7 στην Ήπειρο (Ιωαννίνων, Άρτης και Ναυπάκτου, Κορυτζάς, Παραμυθίας Δρυϊνουπόλεως, Βελλάς, Χειμάρας)
 η) 12 στην Κρήτη (Κρήτης- Ηρακλείου, Κνωσού, Αρκαδίας, Χερσο­νήσου, Αυλοποτάμου, Ρεθύμνης, Κυδωνιάς, Λάμπης, Πέτρας, Σητείας, Ιε­ράς και Κισσάμου)
θ) 4 στα Επτάνησα (Κερκύρας, Κεφαληνίας Ιθάκης και Ζακύνθου)
και
ι) 4 στην Κύπρο (Κύπρου, Πάφου, Κιτίου, Κυρήνειας)
[4] Θεοκλ. Στράγκα, Εκκλησίας Ελλάδος, ο.π. τ. Α' σ. 31
[5] Θεοκλ. Στράγκα, ο.π. τ. Α' σ. 27 και 35
[6] Φαίνεται όμως ότι εκτός από τους παραπάνω γνωστούς αρχιερείς που κατέφυγαν στην επαναστατημένη Ν. Ελλάδα από τους  «υπό τους Τούρ­κους τελούντων τόπων» , πρέπει να ήταν και άλλοι γιατί ο συνολικός αριθμός αυτών, σύμφωνα με την εκκλησιαστική επιτροπή του 1833, ανερχόταν σε 30. (Θεοκλ. Στράγκα, Εκκλησίας Ελλάδος, ό.π. τ. Α' σ. 35).
[7] Θ. Σιμοπούλου, ό.π. τ.Α'σ. 12
[8] Εκδ. Αθηνών, Ιστορία του Ελληνικού  Έθνους, τ. 12σ. 135-136-Παρβλ. και  Αθαν. Κ ι ρ μ ι ζ ή. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος και το εικοσιένα, ό.π. σ. 164.
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...