ΤΟ ΜΕΝΟΣ ΤΩΝ ΠΑΠΙΚΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΥ Μ. ΦΩΤΙΟΥ
Εν Πειραιεί 6-2-2013
Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος εφημέριος Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως Πειραιώς
«Τοιούτος γαρ ημίν έπρεπεν αρχιερεύς, όσιος, άκακος, αμίαντος, κεχωρισμένος από των αμαρτωλών και υψηλότερος των ουρανών γενόμενος»[1].
Στη Θεία Λειτουργία, που τελείται στους Ιερούς Ναούς επί τη μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Φωτίου πατριάρχου Κων/λεως του Μεγάλου, του Ισαποστόλου και Ομολογητού, ακούμε το αποστολικό ανάγνωσμα από την προς Εβραίους επιστολή του Απ. Παύλου να μας δίνει μια εικόνα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού ως Αρχιερέως. Λέει ο Απ. Παύλος ότι τέτοιος μας ταίριαζε αρχιερεύς. Αρκετές φορές απογοητευόμαστε από τα παραδείγματα των ανθρώπων αρχιερέων. Πάθη, κακίες, μίση, ομαδοποιήσεις, μέσα, συμφέροντα, θρόνοι, δόξες, φιλαργυρία, φιλοδοξία, φιλαρχία, σκάνδαλα οικονομικά και ηθικά κ.ά. Αλλά, πάνω απ’όλους, Μέγας Αρχιερεύς της Εκκλησίας είναι ο Χριστός. Όσες κακίες και πάθη κι αν έχουν οι άνθρωποι αρχιερείς, αυτά δεν βλάπτουν σε τίποτε την Εκκλησία του Χριστού, η οποία επικεφαλή έχει τον ουράνιο, τον Μέγα Αρχιερέα Χριστό, ο οποίος, όπως μας λέει ο Απ. Παύλος, μας ταίριαζε, ταίριαζε στην Εκκλησία να είναι Αρχιερεύς. Οι άνθρωποι αρχιερείς και ιερείς, με τα ανθρώπινα πάθη και τις αδυναμίες, συμβαίνει πολλές φορές να μην είμαστε όσιοι, άκακοι, αμίαντοι, κεχωρισμένοι από των αμαρτωλών. Μερικές φορές, μάλιστα, συμφρόμαστε με τους αμαρτωλούς και είμαστε χειρότεροι κι απ’τους χειρότερους αμαρτωλούς. Ο Χριστός, όμως, είναι ο όσιος, ο άκακος, ο αμίαντος, ο κεχωρισμένος από των αμαρτωλών. Και όχι μόνο αυτό, αλλά «και υψηλότερος των ουρανών γενόμενος». Είναι Αυτός, ο Οποίος έχει τόση δόξα και τόση καθαρότητα εις τρόπον ώστε να είναι πιο ψηλά, ακόμη, κι απ’τους ουρανούς.
Αλλά, δεν είναι όλοι οι άνθρωποι αρχιερείς αμαρτωλοί, κακοί και εμπαθείς, που απογοητεύουν τους ποιμενομένους και το ποίμνιο και μερικές φορές τους σκανδαλίζουν. Στην ιστορία της Εκκλησίας μας φάνηκαν παραδείγματα ανθρώπων αρχιερέων, που ακολούθησαν πιστά και αντέγραψαν το πρότυπο του ουρανίου Αρχιερέως, το πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Ενός τέτοιου αρχιερέως την μνήμη εορτάζει στις 6 Φεβρουαρίου η Εκκλησία μας. Την μνήμη του εν αγίοις Πατρός ημών Φωτίου πατριάρχου Κων/λεως του Μεγάλου, του Ισαποστόλου και Ομολογητού.
Ο Μ. Φώτιος, ο οποίος μαζί με τον άγιο Μάρκο Εφέσου τον Ευγενικό και τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά αποτελούν τους Νέους Τρεις Ιεράρχες, τους ονομαζομένους αντίπαπες και παπομάστιγες, ήλεγξε σφοδρότατα και αυστηρότατα, τον 9ο αιώ., στο πρόσωπο του πάπα Νικολάου την τότε πρωτοαναφυόμενη και πρωτοεμφανιζόμενη αίρεση του Παπισμού και ιδίως την παράνομη προσθήκη του Filioque, δηλ. την δογματική διδασκαλία των παπικών ότι το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται όχι εκ μόνου του Πατρός, αλλά και εκ του Υιού, η οποία ήταν η πρώτη αιτία του σχίσματος Με τους αντιαιρετικούς και αντιπαπικούς αγώνες του Μ. Φωτίου αποφεύχθηκε ο εκλατινισμός, ο εκπαπισμός, η φραγκοποίηση της Ορθοδοξίας. Παραλλήλως αντιμετώπισε κι άλλες αιρέσεις, όπως τον μανιχαϊσμό, την εικονομαχία και τον μονοφυσιτισμό. Ιδίως, όμως, για την σθεναρή και σκληρή του στάση έναντι της αιρέσεως του παπισμού, ο Μ. Φώτιος έχει γίνει αποστρεπτέος και μισητός ακόμη μέχρι και σήμερα από τους αιρετικούς Λατίνους. Οι παπικοί δεν θεωρούν τον Μ. Φώτιο άγιο, αλλά αντιθέτως «αιρετικό»!!! Φρίττουν και τρέμουν μόνο στο άκουσμα του αγίου ονόματός του!
Πού οφείλεται, όμως, αυτό το μένος, το μίσος των παπικών έναντι του Μ. Φωτίου; Ποιοί είναι οι λόγοι της μήνιδος των Δυτικών κατά του Μ. Φωτίου;
Την διαλεύκανση και απάντηση του ανωτέρω ζητήματος μάς την δίνει ένας άλλος αντιαιρετικός και αντιπαπικός θεολόγος και άγιος της Εκκλησίας μας, ο γνωστός σε όλους μας και δημοφιλής, άγιος Νεκτάριος επίσκοπος Πενταπόλεως[2].
Σύμφωνα με τον άγιο Νεκτάριο, «δύο είναι οι λόγοι, που εξήγειραν το μίσος των παπικών έναντι του Μ. Φωτίου.
Α) Τα αποτελέσματα της Εγκυκλίου, που έστειλε ο Μ. Φώτιος, και Β) οι αποφάσεις της Η΄ Οικουμενικής Συνόδου, που συνεκλήθη επί Μ. Φωτίου το 879 μ.Χ. στην αγία Σοφία.
Α) Η εγκύκλιος εκείνη του Μ. Φωτίου, κατά την πρώτη ανάρρησή του στον θρόνο της Κων/λεως, α) ανέκοψε το έργο του πάπα Νικολάου στη Βουλγαρία, επειδή γνωστοποίησε στους Βουλγάρους ποιός είναι αυτός, που διδάσκει την αρτία, αληθή και ορθή πίστη, β) επέστησε την προσοχή της Καθολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας κατά των καινοτομιών της τότε πρώην Δυτικής Εκκλησίας, την οποία πρώτος ο Μ. Φώτιος τόλμησε να καταγγείλλει, επειδή απέκλινε στην αίρεση και την κατεδίκασε, και γ) περιφρούρησε την ανεξαρτησία της Ελληνικής Εκκλησίας, την οποία οι πάπες ζητούσαν να υποδουλώσουν.
Β) Κατά την δεύτερη ανάρρησή του, κατάφερε το μέγα πλήγμα κατά της Δυτικής οφρύος, επειδή συνεκάλεσε την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο και αναθεμάτισε αυτούς, που τολμούν να προσθέσουν κάτι στο Σύμβολο της Πίστεως. Η Σύνοδος αυτή υπέδειξε στον πάπα και σε κάθε επίσκοπο ότι οφείλει να σέβεται το Σύμβολο της Πίστεως της εν Νικαία Συνόδου, το οποίο και οι υπόλοιπες Σύνοδοι επεκύρωσαν και επιβεβαίωσαν. Δεν αρκέσθηκε μόνο στο να επικυρώσει την εκλογή του Μ. Φωτίου, αλλά και τον «θεοποίησε», επειδή τον ανέδειξε υπέρτερο του Αρχιερέως της Ρώμης. Όταν στην τελευταία συνεδρία, μετά από άπειρα εγκώμια υπέρ του ιερού Φωτίου, ο Καισαρείας Προκόπιος ανέκραξε «τοιούτον έπρεπεν επ’αληθείας είναι τον του σύμπαντος κόσμου την επιστασίαν λαχόντα, εις τύπον του αρχιποίμενος Χριστού του Θεού ημών», οι τοποτηρητές του πάπα επεκύρωσαν τον λόγο, λέγοντας˙ «και ημείς οι τα έσχατα της γης κατοικούντες, ταύτα ακούομεν», δηλ. ανεβίβασαν τον ιερό Φώτιο σε ομολογουμένως ανωτέρα περιωπή από αυτήν του Αρχιερέως της Ρώμης. Στην τέταρτη συνεδρία οι τοποτηρητές του πάπα οίκοθεν απένειμαν στον Μ. Φώτιο την υπεροχική εκείνη τάξη στον κόσμο. Διότι, αφού η Σύνοδος ανεβόησε «ότι Θεός οικεί εν αυτώ ουδείς αγνοεί», οι τοποτηρητές του πάπα πρόσθεσαν επί λέξει τα εξής : «το έλεος του Θεού και η έμπνευσις αυτού τοιούτον φως διέδωκαν εις την καθαράν ψυχήν του αγιωτάτου Πατριάρχου, ότι λαμπρύνει και φωτίζει πάσαν την κτίσιν˙ ώσπερ γαρ ο ήλιος καν εις μόνον τον Ουρανόν περιέχεται, όμως όλον τον περίγειον κόσμον φωτίζει, ούτω και ο δεσπότης ημών, ο κύριος Φώτιος καθέζεται εις Κων/λιν, αλλά και την σύμπασαν κτίσιν δαδουχεί και καταλάμπει».
Στις 13-8-880 ο πάπας Ιωάννης Η΄, με απαντήσεις του προς τον αυτοκράτορα Βασίλειο και τον ιερό Φώτιο, επεκύρωσε τα αποφασισθέντα υπό της Συνόδου.
Να, κυρίως, ο λόγος, για τον οποίο οι παπικοί πνέουν μένεα κατά του Μ. Φωτίου ακόμη και σήμερα˙ και δικαίως˙ πρώτον, διότι η στάση του Μ. Φωτίου απέκρουσε την δυτική επιδρομή στην Ανατολή και την έσωσε από την παπική πλάνη και καταδυναστεία, και δεύτερον, διότι κατεδίκασε με συνοδική απόφαση την προσθήκη του Filioque, την οποία έκαναν στο Σύμβολο της Πίστεως και έθεσε υπό αφορισμό τους δράστες. Εξαιτίας αυτού συναισθάνονται τους εαυτούς τους βεβαρημένους κάτω από το ανάθεμα αυτής της Συνόδου, της οποίας το κύρος μάτην αγωνίζονται να καταρρίψουν. Όσα κι αν πουν περί της αναγνωρίσεως ή μη του Ιωάννου και των λοιπών παπών ή περί του κύρους της χειροτονίας του ιερού Φωτίου είναι λόγοι στερημένοι νομικού κύρους και αυθαίρετοι.
Όλες οι επιθέσεις κατά του Μ. Φωτίου έχουν σκοπό να αποδείξουν άκυρη την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο, επειδή προεδρεύθηκε από άνδρα, που ήταν στερημένος ιερωσύνης, και επειδή συγκροτήθηκε από επισκόπους, που κι αυτοί ήταν στερημένοι αξιώματος, επειδή οι περισσότεροι απ’αυτούς είχαν χειροτονηθεί από τον Μ. Φώτιο. Αυτό εξηγεί και τον λόγο, για τον οποίο ο πάπας Μαρτίνος, που διαδέχθηκε τον Ιωάννη στα τέλη του 882, αναθεμάτισε τον ιερό Φώτιο και ο Στέφανος Ε΄, που διαδέχθηκε τον Αδριανό Γ΄, τον διάδοχο του Μαρτίνου, μαζί με τον Φορμόζο, τον διάδοχο του Στεφάνου, έλεγαν ότι οι χειροτονηθέντες υπό του Μ. Φωτίου δεν μπορούν να γίνουν δεκτοί στους κόλπους της Εκκλησίας, παρά μόνο ως απλοί λαϊκοί!
Φοβεροί αληθώς άνθρωποι! Σ’αυτούς αληθώς αρμόζει ο έλεγχος του Σωτήρος προς τους Φαρισαίους ότι την μεν κάμηλο καταπίνουν, τον δε κώνωπα διϋλίζουν. Ενώ δεν σέβονται κανένα νόμο, θείο και ανθρώπινο, επαναστατούν ακάθεκτοι κατά της νομιμωτάτης εκλογής του Μ. Φωτίου. Αλλά, όπως είπαμε, έχουν τον ιδιαίτερό τους λόγο. Η στάση του ιερού Φωτίου και τα προπύργια του Μ. Φωτίου υπέρ της ανεξαρτησίας και της ορθοδοξίας της Ανατολικής Εκκλησίας εξασφάλισαν την Εκκλησία και αργότερα. Οι κατά καιρούς πρόμαχοί της οχυρώνονταν πίσω από αυτούς τους προμαχώνες και λάμβαναν τους αγώνες του Μ. Φωτίου ως αξιομίμητο παράδειγμα. Εάν η Ανατολή δεν υποτάχθηκε στη Δύση, οφείλεται στον Μ. Φώτιο. Διότι, εάν ο ιερός Φώτιος μιμούνταν τον Ιγνάτιο, δεν θα συγκροτούσε την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο και όλη η Ανατολή θα υποτάσσονταν στον πάπα. Ο Μ. Φώτιος όχι μόνο ανέτρεψε όσα έγιναν επί Ιγνατίου και έστησε το ορθόδοξό του ίδρυμα, αλλά έσωσε και την Βουλγαρία από την ετεροδοξία˙ εάν οι Βούλγαροι διέσωσαν την ορθή πίστη, αυτή την οφείλουν στον Μ. Φώτιο. Να, οι λόγοι για τους οποίους οι παπιστές πνέουν τα μένεα κατά του ιερού Φωτίου. Έχουν δίκαιο˙ διότι, εάν δεν υπήρχε ο Μ. Φώτιος, αληθώς δεν θα υπήρχε σχίσμα, αλλά δεν θα υπήρχε και Ελληνισμός και Ορθοδοξία˙ θα υπήρχε πνευματική δουλεία και πλανεμένο θρησκευτικό και εθνικό φρόνημα. Ο Μ. Φώτιος περιέσωσε αμφότερα, καταπολεμώντας την Δυτική επιδρομή».
Τονίσαμε προηγουμένως ότι το πρώτο αίτιο του σχίσματος ήταν η αίρεση του Filioque. Το Filioque, δηλ. η δογματική διδασκαλία του παπισμού ότι το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται και εκ του Υιού, είναι φοβερή αίρεση. Και είναι φοβερή αίρεση, επειδή είναι α) αντίθετο προς τα αψευδέστατα λόγια του Ιδίου του Χριστού, που είπε ότι «το Πνεύμα της αληθείας, ο εκ του Πατρός εκπορεύεται»[3], έχουμε δηλ. κατάφορη αθέτηση του Ιδίου του Θεού, του Χριστού, β) είναι αντίθετο προς το Σύμβολο της Πίστεως Νικαίας-Κων/λεως, σύμφωνα με το οποίο «(πιστεύω) και εις το Πνεύμα το Άγιον, το Κύριον, το Ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον», έχουμε δηλ. αθέτηση και των δύο Οικουμενικών Συνόδων της Α΄ και της Β΄, γ) είναι αντίθετο προς τον 7ο Ιερό Κανόνα της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, ο οποίος απαγορεύει οποιαδήποτε πρόσθεση ή αφαίρεση στο Σύμβολο της Πίστεως, έχουμε δηλ. αθέτηση και της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, δ) καταστρέφει τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων της Αγίας Τριάδος και συγχέει τα ακοινώνητα υποστατικά ιδιώματα των τριών προσώπων, ε) υποβιβάζει το Άγιον Πνεύμα στο επίπεδο του κτίσματος, και στ) εισάγει δυαρχία στην Αγία Τριάδα, εφόσον και ο Υιός είναι πηγή του Αγίου Πνεύματος, άρα έχουμε δύο πηγές, δύο αρχές, τον Θεό Πατέρα και τον Υιό. Βέβαια, πίσω από το Filioque δεν κρύβεται τίποτε άλλο παρά η οφρύ του πάπα, η αλαζονεία του, το αλάθητο και το πρωτείο του να νομοθετεί αυτός μόνο πάνω από τα παραδεδομένα υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Παρακολουθώντας τις τελευταίες εξελίξεις γύρω από το θέμα του Filioque, βλέπουμε ότι ο πάπας χρησιμοποιεί μια πολύ πονηρή τακτική, σύμφωνα με την οποία, όταν βρίσκεται στο Βατικανό απαγγέλλει το Σύμβολο της Πίστεως με το Filioque, ενώ όταν βρίσκεται σε Ορθόδοξες χώρες το απαγγέλλει χωρίς το Filioque. Παράλληλα και οι Ουνίτες στη «λειτουργία» τους το απαγγέλλουν χωρίς το Filioque. Βεβαίως αυτό είναι διπροσωπεία και παγίδα για τους ανυποψίαστους, επειδή, αν είχε πραγματική μετάνοια, θα έπρεπε να εξαλείψει την αίρεση του Filioque από την δογματική διδασκαλία του παπισμού. Αυτό, όμως, όπως καταλαβαίνουμε, είναι αδύνατον.
Το πλέον χειρότερο είναι ότι ο νυν πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄, όπως έχει αποκαλύψει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ.κ. Ιερόθεος, έχει δημιουργήσει ένα δικό του «σύμβολο πίστεως», στο οποίο επικρατεί ο δογματικός μινιμαλισμός καί μαξιμαλισμός, δηλ. έχουν αφαιρεθεί πολλά και έχουν προστεθεί άλλα, και το οποίο πλασάρει ως το «σύμβολο πίστεως» του παπισμού.
Για να έλθουμε στα δικά μας, στα του οίκου μας, οι οικουμενιστές κληρικοί και θεολόγοι, συνεπείς προς τις επιταγές της αντίχριστης «Νέας Εποχής», της «Νέας Τάξεως Πραγμάτων» και της παναιρέσεως του Οικουμενισμού για επίσπευση της ψευδοενώσεως των δήθεν λεγομένων «εκκλησιών», δεν θεωρούν το Filioque ως αίρεση, αλλά ως ένα τοπικό έθιμο των παπικών, που δεν εμποδίζει τον «θεολογικό διάλογο» μεταξύ των «εκκλησιών». Σχετικά με τους αγίους Πατέρες ανερυθριάστως και μεταπατερικώς δηλώνουν ότι «οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών, υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως, και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού. Αιτούμεθα υπέρ αυτών το έλεος του Θεού, αλλ’ οφείλομεν ενώπιον Αυτού όπως επανορθώσωμεν τα σφάλματα εκείνων...»[4].
Εκτός, βέβαια, από την αίρεση του Filioque, ο παπισμός μετρά αναρίθμητες άλλες αιρέσεις. Αναφέρουμε τις πιο βασικές. α) το εκκοσμικευμένο κράτος του Βατικανού˙ ο παπισμός και ο πάπας είναι κράτος και όχι Εκκλησία, β) η κτιστή θεία Χάρις, γ) τα άζυμα ή όστια, δ) το καθαρτήριο πυρ, ε) το πρωτείο εξουσίας, στ) το αλάθητο, ζ) το βάπτισμα δι’επιχύσεως ή με ραντισμό, η) η διαστρέβλωση του Μυστηρίου της θείας Κοινωνίας, θ) η επίκληση με τα ιδρυτικά λόγια, ι) η υποχρεωτική αγαμία του κλήρου, ια) η Μαριολογία και η άσπιλος σύλληψη της Θεοτόκου, ιβ) η περίσσεια των έργων του Χριστού και των Αγίων, ιγ) η «πάσχουσα» Εκκλησία, ιδ) η ικανοποίηση της θείας δικαιοσύνης, ιε) τα αγάλματα και η θρησκευτική ζωγραφική, ιστ) το σχήμα του σταυρού και τέλος ιζ) η επάρατη ουνία, ο δούρειος ίππος του παπισμού.
Ενώ θα περίμενε κανείς οι διοικητικοί και εκκλησιαστικοί ταγοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας να εκμεταλλευθούν τον αντιαιρετικό πατερικό θησαυρό και να αποδοθούν σε παρομοίους αγώνες, ακολουθώντας ταπεινά τα βήματα, που χάραξαν οι άγιοι Πατέρες, όπως ο Μ. Φώτιος, και να οδηγήσουν τους αιρετικούς σε μετάνοια, επιστροφή και εγκεντρισμό στην αγία Ορθοδοξία, δυστυχώς μία ομάδα οικουμενιστών κληρικών και θεολόγων πράττει τα εκ διαμέτρου αντίθετα προς όσα εντέλλεται ο Κύριός μας, το Ευαγγέλιο, η Αγία Γραφή, οι άγιοι Πατέρες, οι Ιεροί Κανόνες και γενικά η ιερά παράδοση της Εκκλησίας μας. Όλοι έχουμε καταστεί μάρτυρες αυτής της αποστασίας των εσχάτων χρόνων, παρακολουθώντας τις συνεχώς πυκνούμενες επισκέψεις μεταξύ αιρετικών και Ορθοδόξων, τους εναγκαλισμούς, τις συμπροσευχές, τα θυμιατίσματα, τα «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου», την πρόταση χειρών πάπα και πατριάρχου ως σύμβολο ενότητος και νίκης, την αναγνώριση των αιρέσεων ως ισοτίμων και ισαξίων «Εκκλησιών» με την Ορθόδοξη Εκκλησία, την αναγνώριση της εγκυρότητος των μυστηρίων των αιρετικών. Δείγματα αυτής της αποστασίας υπήρξαν η για πρώτη φορά έλευση του αιρεσιάρχου πάπα στην Αθήνα τον Μάϊο του 2001, η σύγκληση πάλι για πρώτη φορά του παμπροτεσταντικού Παγκοσμίου Συμβουλίου των λεγομένων «εκκλησιών» ή μαλλον των αιρέσεων (Π.Σ.Ε). στην Αθήνα τον Μάϊο του 2005 και στην Κρήτη το 2012, η επίσκεψη του πάπα στο Φανάρι τον Νοέμβριο του 2006, η υπογραφή των επαίσχυντων κειμένων της Ραβέννας τον Οκτώβριο του 2008 και του Potro Alegre της Βραζιλίας, η διαθρησκειακές συναντήσεις στην Ελούντα της Κρήτης, στην Κύπρο τον Νοέμβριο του 2008, η συμμετοχή του Οικουμενικού Πατριάρχου στη σύνοδο των καρδιναλίων, η επίσκεψη του πάπα στη Κύπρο τον Ιούνιο του 2010, οι τελευταίες συνεδριάσεις της Μικτής Επιτροπής διαλόγου Ορθοδόξων και Παπικών στη Κύπρο και τη Βιέννη, η συμμετοχή του Οικουμενικού Πατριάρχου στην διαθρησκειακή της Ασίζης τον Οκτώβριο του 2011 και στους εορτασμούς για τα πενήντα χρόνια από τη σύγκληση της Β΄ Βατικάνειας Συνόδου τον Οκτώβριο του 2012, η δωρεά Κορανίων από Ορθοδόξους Πατριάρχες και επισκόπους σε Μουσουλμάνους, η χρίση και ευλόγηση Ορθοδόξων αρχιερέων από τους καρδιναλίους και ιέρειες, η αναγνώριση των αιρετικών Μονοφυσιτών ως «Εκκλησίας» με έγκυρα μυστήρια, η απόδοση μίτρας σε Μονοφυσίτη πατριάρχη ως αναγνώριση της ιερωσύνης και της αποστολικής διαδοχής, η σχεδιαζομένη ανέγερση πανθρησκειακού ναού για Χριστιανούς, Μουσουλμάνους και Εβραίους, η ανάπτυξη της κατάπτυστης μεταπατερικής ή νεοπατερικής ή συναφειακής αιρέσεως, η διοργάνωση ετησίως οικουμενιστικής εβδομάδος συμπροσευχών κ.ά.
Ο Μ. Φώτιος κατάλαβε τον κίνδυνο των παπικών και συνεκάλεσε την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο, αναθεματίζοντας τον παπισμό και διακόπτοντας κάθε σχέση μαζί του. Σήμερα ποιός αντιλαμβάνεται αυτόν τον κίνδυνο από τις αιρέσεις και ιδιαίτερα από την αίρεση του παπισμού και την παναίρεση του οικουμενισμού; Ποιά Σύνοδος θα συγκληθεί για να βάλει τα πράγματα στη θέση τους; Θεωρούμε αδήριτη ανάγκη την σύγκληση Πανορθοδόξου Συνόδου με την συμμετοχή απάντων των Ορθοδόξων Πατριαρχών, Αρχιεπισκόπων, Μητροπολιτών, Επισκόπων, Καθηγουμένων, Αρχιμανδριτών, Ιερέων, Μοναχών και λαϊκών θεολόγων, η οποία θα ασχοληθεί συνοδικώς και με βάση την πατερική παράδοση τόσο με το θέμα της παναιρέσεως του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού συγκρητιστικού οικουμενισμού, όσο και με το θέμα της αναγνωρίσεως των Συνόδων επί Μ. Φωτίου και επί αγίου Γρηγορίου Παλαμά ως της Η΄ και Θ΄ Οικουμενικής Συνόδου.
Σχετικά με το τελευταίο θέμα είναι αξιοπρόσεκτη η πρόταση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ. κ. Σεραφείμ. Ο Σεβασμιώτατος προτείνει την «ὑποβολή προτάσεως εἰς τήν Γραμματείαν τῆς μελλούσης Πανορθοδόξου Συνόδου διά τήν ἐπίσημον ἀναγνώρισιν ὑπό τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας ὡς Η΄ καί Θ΄ Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς ὄντως Οἰκουμενικῆς Συνόδου τοῦ ἔτους 880 ἐν Κωνσταντινουπόλει συνελθούσης ἐπί τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Ἰσαποστόλου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μεγάλου Φωτίου, προστάτου καί ἐφόρου τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱ. Συνόδου καί τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει ὡσαύτως συνελθούσης Συνόδου τοῦ ἔτους 1351 ἐπί τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Γρηγορίου Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τοῦ Παλαμᾶ, δι’ ἧς ὡλοκληρώθη ἡ Θεόσδοτος θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας διά τῆς θεοπρεποῦς διακρίσεως ἀμεθέκτου θείας οὐσίας καί μεθεκτῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ.
Ἐνταῦθα δέον ὅπως ἐπισημειωθῇ ὅτι οἱ ἀξιολογώτατοι καί ἁρμόδιοι καθ’ ὕλην ὁρισθέντες εἰσηγηταί Σεβ. Μητροπολίται Ναυπάκτου καί Ἁγ. Βλασίου κ.κ. Ἱερόθεος καί Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως κ.κ. Ἱερεμίας ὀτρηρῶς ἠργάσθησαν ἐπί τῶν ἐν λόγῳ θεμάτων καί σαφῶς ἀπέδειξαν τήν ἀξίαν καί περιωπήν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῶν ὡς εἴρηται Συνόδων διότι τόσον ἡ ἐν Κων/πόλει συνελθοῦσα τό ἔτος 880 Σύνοδος ἐπί μεγάλου Φωτίου, συνεκλήθη ὑπό τοῦ Βασιλέως ὡς καί αἱ λοιπαί 7 Οἰκουμενικαί Σύνοδοι, μετεῖχεν αὐτῆς ὁ Ὀρθόδοξος Πάπας Ρώμης Ἰωάννης Η΄ διά τῶν ἀντιπροσώπων του, διεκήρυξεν τήν Οἰκουμενικότητα Αὐτῆς, ἀνεγνώρισεν τήν Ζ΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον ὡς τοιαύτην, ἀπεκήρυξεν τήν μεταβολήν τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως (Νικαίας-Κων/πόλεως), ἐδικαίωσεν τόν Μ. Φώτιον ἐκ τῆς ληστρικῆς Συνόδου τοῦ ἔτους 870 καί ἐπανεβεβαίωσεν τά κανονικά ὅρια δικαιοδοσίας τῶν Θρόνων πρεσβυτέρας καί Ν. Ρώμης, καθώς καί ἡ ἐν Κων/πόλει συνελθοῦσα τό ἔτος 1351 κατεδίκασεν τάς κακοδοξίας τῶν Βαρλαάμ καί Ἀκινδύνου, ἐδικαίωσεν τόν ἱερόν Γρηγόριον τόν Παλαμᾶν καί διετύπωσεν τήν ὀρθόδοξον θεολογίαν περί τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν ἐπιλύουσα οὕτως τάς ἡσυχαστικάς ἔριδας.
Τυγχάνει δέ ἐξόχως ἀπαράδεκτον τό γεγονός ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἱ. Σύνοδος ἀφ’ ἑνός νά θεωρῇ ὡς προστάτην καί ἔφορον Αὐτῆς τόν Ἰσαπόστολον Μ. Φώτιον, νά μήν χωρῇ εἰς τήν διαδικασίαν ὑποβολῆς προτάσεως ἀνακηρύξεως ὡς Η΄ Οἰκουμενικῆς τῆς δικαιωσάσης αὐτόν Συνόδου τοῦ ἔτους 880 καί ἀφ’ ἑτέρου νά συνομιλῇ καί νά συναγελάζεται μετά τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς θρησκευτικῆς κοινωνίας, ἡ ὁποία διά προφανεῖς ἰδιοτελεῖς λόγους ἀποδέχεται ὡς Η΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον τήν ληστρικήν Σύνοδον τοῦ ἔτους 870, ἡ ὁποία καθυβρίζει τόν Μ. Φώτιον ὡς δῆθεν «αἱρεσιάρχην».
Παρέλκει ὅπως ἀναφέρωμεν Ὑμῖν ὅτι ἐκ τῶν θεμάτων τούτων ἀσφαλῶς ὀχλεῖται ὁ δαίμων τοῦ συγκρητιστικοῦ οἰκουμενισμοῦ καί οἱ συνοδοιποροῦντες αὐτῷ»[5].
Εν κατακλείδι, ωφείλουμε να τονίσουμε ότι η Εκκλησία πάντα αντιμετώπιζε προβλήματα. Αλλά, πάντοτε ο Άγιος Τριαδικός Θεός – να μην φοβόμαστε – ανεδείκνυε, αναδεικνύει και θ’αναδεικνύει άνδρες με παρρησία, με τόλμη, με αγιότητα, με οσιότητα για να κρατούν το σκάφος της Εκκλησίας σε ευθύ πορεία και να μιμούνται το αιώνιο παράδειγμα του αγίου Αρχιερέως Χριστού και του ομολογητού Αυτού Μ. Φωτίου.
[1]Εβρ. 7, 26.
[2] ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ, «Τίνες οι λόγοι της μήνιδος των δυτικών κατά του Φωτίου», Θεοδρομία Γ2 (Απρίλιος-Ιούνιος 2001) 29-32.
[3] Ιω. 15, 26.
[4] Επίσκεψις 563 (30.11.1998) και Μοναχός Νικόλαος Αγιορείτης, «Στον καύσωνα του οικουμενισμού ήταν όαση η «Ομολογία Πίστεως» », Θεοδρομία ΙΒ2 (Απρίλιος-Ιούνιος 2010) 311-312.
[5] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ, Επιστολή στον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, http://www.imp.gr/index.php/home-4/anakoino8enta-deltia-typoy/anakoino8enta-deltia-typoy-2012/22-anakoino8enta-deltia-typoy-2012/64-2012-07-16-02-52-28.