Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Εδέσσης Ιωήλ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Εδέσσης Ιωήλ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Μαρτίου 05, 2016

Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ (Ματθ 25, 31-46 «Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε»Μητροπολίτης Ἐδέσσης Ἰωὴλ



«Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε»

Στὶς παραβολὲς ποὺ χρησιμοποιοῦσε ὁ Κύριος, ἔλεγε τὴ φράση ‹‹ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν›› (Ματθ. 22,2), δηλ. Παρομοιάζεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μὲ δέκα παρθένες, μὲ πολύτιμο μαργαρίτη, μὲ ἀγρὸ ἢ μὲ χαμένη δραχμὴ κ. ἄ. Στὸ σημερινὸ ὅμως Εὐαγγέλιο δὲν ὁμιλεῖ παραβολικά, ἀλλὰ ἀποκαλύπτει μιὰ κατάσταση πραγματικὴ καὶ δείχνει ἀποκαλυμμένο τὸν ἑαυτό Του, γι’ αὐτὸ καὶ λέγει ‹‹ὅταν ἔλθη ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ› (25,31), ποὺ σημαίνει πὼς ἡ περικοπὴ ἐκφράζει πλήρως τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴν τελικὴ Κρίση τῶν ἀνθρώπων.


Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐλεημοσύνη τῶν ἀνθρώπων

Μία ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ ἔλεός Του. Μᾶς καταδιώκει συνεχῶς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος, ὁ πλασμένος κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔχει πολλὰ κοινὰ σημεῖα μὲ τὸ Δημιουργό του, ἀλλὰ κατ’ ἐξοχὴν ἡ ἰδιότητα τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς εὐεργεσίας τοῦ πλησίον εἶναι ἐκείνη ποὺ τὸν κάνει νὰ πλησιάζει τὸν Κύριο. Ὁ Χριστὸς διῆγε τὴ ζωὴ Του κάνοντας διαρκῶς εὐεργεσίες στοὺς ἄλλους καὶ ‹‹ἰᾶτο πάντας›› (Λουκ. 6,19). Ἀκόμη καὶ τὸν ἑαυτὸ Του ἔδωσε ‹‹λύτρον ἀντὶ πολλῶν›› (Μάρκ. 10,45), ὡς δεῖγμα καὶ καρπὸ τῆς μεγάλης Του ἀγάπης πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Οἱ φτωχοὶ ἀδελφοί μας, εἴτε εἶναι πεινασμένοι εἴτε ἄρρωστοι καὶ ἐνδεεῖς, εἶναι ἀδέλφια τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ τὸν ἔχουν ‹‹ἐνδυθεῖ››, ‹‹κατὰ τὸν ἔσω ἀνθρωπον››, σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο. Ἔχουν τὸ ἴδιο βάπτισμα μέ μᾶς, μετέχουν στὴν ἴδια χάρη, ὑπακούουν στοὺς ἴδιους νόμους τοῦ Θεοῦ, μετέχουν στὴν ἴδια θεία Εὐχαριστία κι ἔχουν τὶς ἴδιες μὲ μᾶς ἐλπίδες. Πολὺ ὡραῖα τὸ τονίζει αὐτὸ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ‹‹ἀδελφὸν γὰρ τὸ βάπτισμα ἐργάζεται καὶ ἡ τῶν θείων μηστηρίων κοινωνία››. Ἡ ἐλεήμων καρδία κάνει τὸν ἄνθρωπο κληρονόμο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ κι ὄχι τόσο τὰ μεγάλα χαρίσματα, ὅπως π.χ. τὰ θαύματα, τὸ προορατικὸ χάρισμα, ἡ μεγάλη σοφία τοῦ νοῦ κ.λ.π.

Ἕνας μεγάλος ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, περιγράφει πῶς πρέπει νὰ εἶναι μία ἐλεήμων καρδιά, δηλ. πῶς γίνεται ὁ ἄνθρωπος φιλάνθρωπος. Ὀφείλει νὰ καίγεται ἡ καρδιά του ἀπὸ ἀγάπη γιὰ ὅλη τὴν κτίση. Νὰ ἀγωνιᾶ ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων, ὑπὲρ τῶν ὀρνέων, ὑπὲρ τῶν ζώων, ἀκόμη καὶ ὑπὲρ τῶν δαιμόνων, ἂν εἶναι δυνατόν. Στὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶχε τέτοια καρδιά, τὰ δάκρυα εἶναι ἀσταμάτητα. Δὲν μπορεῖ ν’ ἀκούσει δυστυχία ἢ νὰ δεῖ κάποια βλάβη καὶ νὰ μὴ συγκλονισθεῖ, νὰ μὴ δακρύσει. Προσεύχεται μὲ δάκρυα καὶ ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν του ἀκόμη καὶ ὑπὲρ τῆς φύσεως. Ὅλοι κι ὅλα νὰ ἐλεηθοῦν ἀπ’τὸ Θεό. Βλέπουμε, λοιπόν, πὼς ἕνα δάκρυ μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει τὴν εὐκαιρία νὰ κάνουμε δική μας τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.


Πῶς ἐκδηλώνεται ἡ ἀγάπη μας πρὸς τοὺς ἄλλους;

Ἕνας ἀοίδιμος Ἐπίσκοπος, ὁ Κοζάνης Διονύσιος, γράφει πὼς ἁπλὰ περιστατικὰ τῆς καθημερινῆς ζωῆς μας θὰ μᾶς κρίνουν. Ὄχι σοφία, ὄχι πολιτικὴ ἐξουσία καὶ δύναμη, ὄχι ὑλικὸς πλοῦτος καὶ χρήματα, ὄχι σωματικὴ ρώμη καὶ ὡραιότητα. Δὲν εἶναι αὐτὰ ποὺ ἔχουν ἀξία ἐκείνη τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως ἀλλὰ γεγονότα ἁπλά, ὅπως τὰ βλέπουμε στὴν καθημερινὴ ζωή. Ἕνα πιάτο φαγητοῦ, μιὰ οἰκονομικὴ ἐνίσχυση στὸν ἄλλο, μία συμπαράσταση σὲ κεῖνον ποὺ περνάει δύσκολες ὧρες, μία ἁπλὴ ἐπίσκεψη στὸν πονεμένο. Ὅλα αὐτὰ γίνονται μὲ ἀθόρυβο τρόπο, χωρὶς τυμπανοκρουσίες καὶ δημοσιεύσεις. Ὁ χριστιανὸς ποὺ πιστεύει καὶ ἐνεργεῖ τὴν πίστη του, ἀποφεύγει τὶς θεαματικὲς ἐκδηλώσεις κι ἐκείνους τοὺς πομπώδεις τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους μᾶς ἔχει συνηθίσει ἡ ἐποχή μας. Τὸ μοναδικὸ πράγμα ποὺ θὰ πάρουμε στὴν ἄλλη ζωὴ εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ ὁποία γίνεται συνήγορος γιὰ μᾶς στὸ Θεό.

Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο ἀπευθύνεται σ’ ὅλους ἐμᾶς ποὺ τιμᾶμε τὴν εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ λησμονοῦμε νὰ τιμήσουμε τὴν ἔμψυχη εἰκόνα Του ποὺ εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἂς ἀκούσουμε τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο ποὺ μᾶς προτρέπει: ‹‹Πλούτισον μὴ περιουσίαν μόνον, ἀλλὰ καὶ εὐσέβειαν...››, δηλ. ἄς πλουτίσουμε ὄχι μόνον σὲ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ καὶ σὲ εὐσέβεια. Ἄς γίνουμε ἐμεῖς στὸν κάθε πτωχὸ ποὺ θὰ συναντήσουμε ὅ,τι εἶναι ὁ Θεὸς γιὰ ὅλους μας, γιὰ νὰ βροῦμε κι ἐμεῖς ἔλεος.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 18, 2016

Ὁ ἄνθρωπος εἶναι μοναδικὸ πλάσμα τοῦ Θεοῦ





‹‹Τὶ δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;››


Ἕνας ἀοίδιμος Μητροπολίτης ἔγραφε: ‹‹Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ ὑποκείμενον, τὰ γύρω του εἶναι τὰ ‹‹ἀντικείμενα››. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πρόσωπον, ὅλα τὰ γύρω του εἶναι πράγματα καὶ χρήματα, δηλ. ἤ ἀποτελέσματα τῶν πράξεων τοῦ ἀνθρώπου ἢ μέσα πρὸς χρῆσιν τοῦ ἀνθρώπου››. Ἂν γελασθοῦμε καὶ μεταθέσουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ τὴν ἐλπίδα μας στὰ πράγματα ποὺ μᾶς περιβάλλουν, χάσαμε τὴ δύναμή μας καὶ τὴ θέση μας. Οὐδέποτε πρέπει νὰ ξεχάσουμε πὼς ἔχουμε ψυχή, ποὺ ἀξίζει περισσότερο ἀπ’ ὅλα ὅσα ἔχει ὁ κόσμος γύρω μας. Αὐτὲς τὶς ἀλήθειες ἐκφράζει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο καὶ μάλιστα τὰ λόγια τοῦ Κυρίου, ποὺ πιστοποιοῦν τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς μας.


Ὁ κόσμος καὶ ἡ ψυχή μας

Εἶναι ἀδύνατο ἕνας ἄνθρωπος νὰ κερδίσει ὅλο τὸν κόσμο. Ἀκόμη κι ἂν αὐτὸ ἦταν κατορθωτό, δὲν εἶχε νὰ ὠφεληθεῖ τίποτε. Ὁ κόσμος εἶναι πεπερασμένος ἐνῶ ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου συνδεδεμένη μὲ τὴ ζωὴ τοῦ Θεοῦ παραμένει ἀθάνατη. Μὲ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου ἔχουμε μιὰ τέρψη πρόσκαιρη, ἐνῶ μὲ τὴν ἀπώλεια τῆς ψυχῆς μας μιὰ κόλαση αἰώνια. Ὅλη τὴν Οἰκουμένη νὰ ἔχουμε, δὲν ἀξίζει οὔτε ζυγίζει ὅσο ἡ ψυχή μας, δηλ. ἡ ὕπαρξή μας. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς κάνει μία ἀνάλυση σπουδαία πάνω στὸ σημεῖο αὐτό. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι διπλός. Ὁ ἐκτός, δηλ. τὸ σῶμα, καὶ ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος, ‹‹ἡ ψυχὴ δηλονότι››. Ὅταν, λοιπόν, ὁ ἐκτὸς ἄνθρωπος προδώσει τὸν ἑαυτό του στὸ θάνατο, ‹‹ἀπόλλυσι τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν χωριζομένην αὐτοῦ››, δηλ. χάνει καὶ τὴν ψυχή του, ποὺ χωρίζεται ἀπ’αὐτόν. Ὁ φιλόψυχος, ἐπειδὴ ἀγαπᾶ τὸν παρόντα αἰώνα καὶ ὅσα πράγματα ἔχει ὁ αἰώνας αὐτός, ζημιώνει τὴν ψυχή του καὶ τὴν ἀποστερεῖ, ‹‹τῆς ὄντως ζωῆς››. Ἡ ἄρνηση τῆς θυσίας νὰ σηκώσουμε τὸ Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, νὰ ἀπαρνηθοῦμε τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ τὸν ἀκολουθήσουμε, δὲν ἰσοσταθμίζεται οὔτε μὲ τὴν κατάκτηση ὅλου τοῦ κόσμου. Τὴν ὄντως ζωή, γιατί αὐτὸ σημαίνει ψυχὴ στὸ σημεῖο αὐτό, ποὺ μᾶς παρέχει ὁ Χριστός, δὲν μποροῦμε νὰ τὴν ἀντικαταστήσουμε μὲ τίποτε.


Προυποθέσεις γιὰ τὴν αἰώνια ζωὴ

Ἡ ἄρση τοῦ Σταυροῦ εἶναι μία πορεία πρὸς ἐκτέλεση. Ἐὰν ὁ Σταυρὸς ἀναμένει τὸ Σωτήρα, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ εἶναι διαφορετικὴ ἡ τύχη τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ κι ὅλων ὅσοι θὰ πιστεύσουν στὸ πρόσωπό Του στὸ μέλλον. Ὁ πιστὸς μαθητής, γράφει ἕνας θεολόγος, ἀκολουθεῖ καὶ μιμεῖται τὸ διδάσκαλό του ὄχι μόνο στὴ ζωὴ ἀλλὰ καὶ στὸ θάνατο. Ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας εἶναι βασικὴ προυπόθεση γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Σημαίνει τὴν ἀπονέκρωση τοῦ ἐγώ μας, τῶν ἐπιθυμιῶν μας καὶ τῆς δαιμονικῆς αὐτάρκειας τοῦ ἑαυτοῦ μας.Ἐπίσης ἡ ὑποταγή μας στὸ Χριστὸ ἀπαιτεῖ, ἐφ’ ὅσον τὸν ἀκολουθήσουμε, τὴ θετικὴ ἐργασία τῶν ἐντολῶν Του.

Ὅλα αὐτὰ τὰ λόγια του Κυρίου ἴσως φαίνονται δυσέφικτα καὶ ἀκατανόητα γιὰ τὴν ἐποχή μας. Πολλοὶ ἴσως τὰ θεωροῦν καὶ οὐτοπικά. Εἶναι λάθος αὐτό. Ὅσοι ἀγωνίζονται πνευματικὰ γνωρίζουν πὼς εἶναι ἐφαρμόσιμα καὶ ἀληθινά. Εἴμαστε στηριγμένοι στὰ πάθη μας, ποὺ ἐμποδίζουν νὰ πάρουμε μέσα μας τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτὸ μᾶς φαίνονται δύσκολα τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου. Ἂς ἀρχίσουμε νὰ κάνουμε μικρὲς προσπάθειες μὲ τὴν προσευχή, τὴν ἐκκοπὴ τοῦ θελήματός μας, τὴν ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν, καὶ τότε θὰ δοῦμε τὰ εὐεργετικὰ ἀποτελέσματα. Ἡ δειλία εἶναι κατάσταση ποὺ τὴν καλλιεργεῖ ὁ διάβολος. Ὁ ἀββὰς Ἰσαὰκ ἔλεγε πὼς μία μικρὴ προσπάθεια ποὺ γίνεται κάθε μέρα, φέρνει πολὺ καρπό. Ἀντίθετα ἡ ραθυμία γιὰ μιὰ σωστὴ πνευματικὴ ζωὴ φέρνει τὸ θάνατο. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος μᾶς ὑπενθυμίζει πὼς ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ πρότυπο τῆς ζωή μας κι Αὐτὸν ὀφείλουμε νὰ ἀκολουθήσουμε: ‹‹Χριστὸς ἔπαθεν ὑπὲρ ἡμῶν, ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν, ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ›› (Α’ Πέτρ. 2,21).

Παρασκευή, Ιουλίου 24, 2015

Κυριακή Η Ματθαίου Ὁ Ζωοποιὸς Ἄρτος «Καὶ ἔφαγον πάντες καὶ χορτάσθησαν»



«Καὶ ἔφαγον πάντες καὶ χορτάσθησαν»

Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ὁ Χριστὸς ἀναχωρεῖ στὴν ἔρημο. Ἀναχωρεῖ στὴν ἔρημο, γιὰ νὰ φυλάξει τὸν ἑαυτό Του γιὰ τὸν κατάλληλο καιρὸ τοῦ Σταυροῦ. Δὲν εἶχε ἔλθει ἡ ὥρα γιὰ τὸ πάθος Του. Ὁ ἄλλος Εὐαγγελιστὴς γράφει πὼς ἀναχώρησε στὴν ἔρημο γιὰ νὰ δώσει τὴν εὐκαιρία στοὺς μαθητές Του νὰ ξεκουρασθοῦν (Μάρκ. 6,31). Ἀνεχώρησαν σὲ κάποια ἔρημο τῆς πόλεως Βηθσαιδᾶ (Λουκ. 9,10). Στὸ χῶρο αὐτὸ ἔκανε τὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων.

Οἱ συνθῆκες τοῦ θαύματος τὰ ἀρνητικὰ δεδομένα εἶναι περισσότερα ἀπ’ τὰ θετικὰ στὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων, γράφει ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς Δημήτριος. Ὁ τόπος ἦταν ἔρημος καὶ δὲν ὑπῆρχε κάποια ἑστία ἀνεφοδιασμοῦ γιὰ τὸν κόσμο. Ἡ ὥρα ἦταν περασμένη· «Ἡ μὲν ἡμέρα κλίνειν ἤρξατο», καθὼς εἶπε Λουκᾶς· «αὐτοὶ δὲ παρέμειναν ἄσιτοι», δηλαδὴ ἡ ἡμέρα τελείωνε, ἀλλὰ αὐτοὶ παρέμειναν ἄσιτοι, σημειώνει ὁ Εὐθύμιος Ζιγαβηνός. Ὁ πολὺς ὁ κόσμος εἶχε αἰχμαλωτευθεῖ ἀπ’ τὴ διδασκαλία, γιὰ νὰ μπορέσουν οἱ ἄνθρωποι νὰ ψάξουν νὰ βροῦν κάτι νὰ φᾶνε (ὅπ. π.). Κατὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ «‹οὐ λιμοκτονήσει Κύριος ψυχὴν δικαίαν» (Παροιμ. 10,3), δηλαδὴ ὁ Κύριος δὲν θὰ ἀφήσει νὰ πεθάνει ἀπ’ τὴν πείνα ἡ ψυχὴ ποὺ εἶναι δίκαιη. Ὁ Χριστὸς εἶχε ἀποφασίσει νὰ τοὺς θρέψει μὲ τὸν παράδοξο αὐτὸ τρόπο, ἀλλὰ περίμενε νὰ Τοῦ τὸ ζητήσουν νὰ μὴ φανεῖ πὼς κάνει θαύματα πρὸς ἐντυπωσιασμό. Ἄφησε νὰ πεινάσουν ὑπερβολικά, προκειμένου νὰ λάβουν μεγαλύτερη αἴσθηση τοῦ θαύματος.



Ἄλλες πλευρὲς τοῦ θαύματος

Πρὶν κάνει τὸ θαῦμα προσευχήθηκε στὸν Πατέρα Του· «ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησεν» (Ματθ. 14,19). Ἐδῶ βλέπουμε τὸ μυστήριο τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας, δηλαδὴ ὁ Χριστὸς ἦταν τέλειος ἄνθρωπος, γι’ αὐτὸ καὶ προσεύχεται ὅπως κάνουν ὅλοι ποὺ ἔχουν τὴν ἀνθρώπινη φύση. Μετὰ προσευχήθηκε στὸν Πατέρα Του, λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, γιὰ νὰ δώσει νὰ καταλάβουν ὅλοι πὼς δὲν εἶναι ἀντίθεος, ἀλλ’ ἔχει τὴν προέλευσή Του ἀπὸ τὸ Θεὸ «καὶ ὅτι ἴσος ἐστί», δηλαδὴ εἶναι ἴσος μὲ τὸ Θεὸ Πατέρα. Ὁ Μωϋσῆς στὴν ἔρημο παρακάλεσε τὸ Θεὸ κι ἔδωσε στοὺς Ἰσραηλίτες τὸ μάννα ἀνάλογα μὲ τὴν ἀνάγκη, ποὺ εἶχαν, ὅπως κι ὁ Ἠλίας ἔδωσε στὴ χήρα γυναίκα στὰ Σάρεπτα τῆς Σιδώνας τὸ λάδι καὶ τὸ ἀλεύρι μόνον γιὰ τὸν καιρὸ τοῦ λιμοῦ, ἐνῶ ὁ Κύριος πολλαπλασίασε τοὺς πέντε ἄρτους χωρὶς φειδώ, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἔχουν περισσεύματα «δώδεκα κοφίνους πλήρεις» (Ματθ. 14,20).

Στοὺς μαθητὲς του δίνει ἄρτους, γιὰ νὰ τοὺς μοιράσουν στὸ πλῆθος, γιὰ νὰ θυμοῦνται μόνιμα καὶ συνεχῶς τὸ θαῦμα. Ἀκόμη τοὺς δίνει τοὺς ἄρτους, γιὰ νὰ μὴ νομισθεῖ πὼς κατὰ φαντασία θαυματούργησε. Τὰ περισσεύματα εἶναι δείγματα ἀτράνταχτης ἀλήθειας. Τὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων εἶναι σύμβολο καὶ τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι ὁ οὐράνιος ἄρτος τῶν ἀνθρώπων. Ἀκόμη μπορεῖ οἱ ἄρτοι νὰ συμβολίζουν καὶ τὰ πολλὰ χαρίσματα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Κύριος τρέφει τὸ λαό Του καὶ τὴν Ἐκκλησία Του μὲ τὸν ἑαυτό Του. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ζωοποιὸς ἄρτος.



Τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα 

Πολλοὶ διαβάζοντας τὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων ἴσως κάνουν σκέψεις πὼς ὁ Χριστὸς πρέπει νὰ λύσει τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα τῶν ἀνθρώπων ποὺ συνδέεται μὲ τὶς βιοποριστικές τους ἀνάγκες κατὰ τρόπο μαγικό. Κάπως ἔτσι πίστευαν καὶ οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς Του (Ἰωάν. 6,26). Νόμιζαν πὼς ὁ Χριστὸς θὰ ἔκανε κάθε μέρα τὸ ἴδιο θαῦμα καὶ θὰ τοὺς ἁπάλλασε ἀπὸ τὴν ἐργασία. Ὁ Χριστὸς δὲν περιφρονεῖ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ τὰ ἱεραρχεῖ. Πρῶτα εἶναι ἡ βρώση ἡ μένουσα (ὅπ. π. στίχ. 27) καὶ μετὰ ἡ πρόσκαιρη. Πρῶτα βάζει τὴν πνευματικὴ καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου καὶ μετὰ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ἡ ἀγχώδης μέριμνα καὶ ἡ ἐπίμονη προσπάθεια γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀγαθῶν ποὺ προέρχονται, εἶναι καταδικαστέες ἀπ’τὸ Χριστό.

Ἡ Ἐκκλησία ἐνδιαφέρεται τὸ ἴδιο γιὰ τὶς ὑλικὲς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ βάζει μία σειρὰ στὶς ἀπαιτήσεις μας. Δὲν πρέπει ποτὲ νὰ προηγοῦνται τῶν πνευματικῶν ἐνδιαφερόντων μας τὰ ὑλικά. Πρῶτα δίδαξε ὁ Χριστὸς τὸν ὄχλο καὶ μετὰ τοὺς ἔδωσε ψωμὶ νὰ φᾶνε. Τὸν ἄνθρωπο ὀφείλει νὰ τὸν διακατέχει ἡ ἀγωνία μήπως χάσει τὸν σύνδεσμό του μὲ τὸ Χριστό, ποὺ εἶναι ὁ ζωοποιὸς ἄρτος κι ὄχι ἡ ἐπιθυμία νὰ ἀποκτήσει πολλὰ ἐφήμερα ἀγαθά.



Ἀδελφοί μου,

Νὰ θεωροῦμε τὸν ἑαυτὸ μας πλούσιο, ὅταν ἀρκούμεθα στὰ ἀναγκαῖα κι ἔχουμε τὸν Χριστὸ ἐπιούσιο ἄρτο στὴ ζωή μας. Τότε ὄντως εἴμαστε πλούσιοι.

Σάββατο, Ιουλίου 18, 2015

Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ εἶναι φῶς τοῦ κόσμου



Ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα γιορτάζει τοὺς Πατέρες ποὺ ἔλαβαν μέρος στὴν τετάρτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία ἀσχολήθηκε καὶ ἀποφάνθηκε ὁριστικὰ γιὰ τὴν ἕνωση τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ. Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ διαβάζεται σήμερα στοὺς Ναοὺς εἶναι ἀφιερωμένο σ’ αὐτοὺς καὶ εἶναι ἀπὸ τὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους Ὁμιλία τοῦ Κυρίου μας. Ὁ Θεάνθρωπος ὀνομάζει τοὺς μαθητὲς Του φῶς τοῦ κόσμου. Ἂς δοῦμε πιὸ ἀναλυτικὰ τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Χριστοῦ.


Τὸ παράδειγμα τοῦ φωτὸς τί ὑπονοεῖ;

Ὁ Κύριος χρησιμοποίησε γιὰ τοὺς μαθητὲς Του τὸ παράδειγμα τοῦ ἁλατιοῦ (Ματθ. 5,13) καὶ τοῦ φωτός. Τὸ παράδειγμα τοῦ φωτὸς εἶναι τὸ ὑψηλότερο. Ὅταν λέγει πὼς ἡ πόλη ποὺ εἶναι πάνω στὸ βουνό, δὲν μπορεῖ νὰ κρυφτεῖ, θέλει νὰ τοὺς τονίσει «ἀκρίβειαν τοῦ βίου, καθαρὴ ζωή», λέγει ὁ Χρυσόστομος. Τοὺς διαπαιδαγωγεῖ νὰ εἶναι ἐναγώνιοι στὴ ζωή τους, νὰ ἔχουν στραφεῖ τὰ μάτια ὅλων τῶν ἀνθρώπων πάνω τους καὶ νὰ ἀγωνίζονται ἐνώπιον ὅλης τῆς οἰκουμένης.

Ὁ Χριστὸς ἄναψε τὸ φῶς τῆς χάριτός Του μέσα μας. Ἡ δική μας προσπάθεια εἶναι νὰ διατηρήσουμε τὸ φῶς αὐτὸ ἄσβεστο. Ἡ λαμπρότητα τῆς ζωῆς μας ἔχει ἐπίδραση στοὺς ἄλλους. Ἀπόλυτο φῶς εἶναι ὁ Χριστὸς ποὺ μάλιστα εἶπε γιὰ τὸν ἑαυτό Του, πὼς εἶναι “τὸ φῶς τοῦ κόσμου” (Ἰω. 8,12). Φῶς καὶ φωστῆρες εἶναι μὲ σχετικὴ ἔννοια καὶ οἱ πιστοὶ καὶ οἱ ἅγιοι. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει: “διότι κάποτε ἤσασταν στὸ σκοτάδι, τώρα ὅμως ποὺ πιστεύετε στὸν Κύριο, εἶστε στὸ φῶς· νὰ ζεῖτε λοιπὸν σὰν ἄνθρωποι ποὺ ἀνήκουν στὸ φῶς.” (Ἐφ. 5,8). Ὁ ἴδιος θὰ πεῖ σὲ ἄλλη του ἐπιστολὴ γιὰ τοὺς πιστοὺς πὼς εἶναι “σὰν λαμπερὰ ἀστέρια στὸν κόσμο, μένοντας σταθεροὶ στὸ εὐαγγέλιο ποὺ δίνει ζωὴ” (Φιλιπ. 2,15-16).


Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου

Πράγματι ὁ Κύριος εἶναι φῶς, ποὺ ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν πλάνη στὴν ἀλήθεια, ἀπὸ τὴν ἁμαρτία στὴν ἀρετή, ποὺ φωτίζει τὸ ἡγεμονικὸ (τὸ νοῦ) τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπίσης τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ τὸ κάνουν κι οἱ πιστοί. Ἕνας σύγχρονος θεολόγος θὰ τὸ πεῖ αὐτὸ χαρακτηριστικά: Ἡ σωτηρία δὲν εἶναι μιὰ ἁπλὴ ἀτομικὴ ὑπόθεση, οὔτε περιορίζεται σὲ κάποιο στενὸ κύκλο “ἐκλεκτῶν”, ἀλλὰ προσφέρεται σ’ ὅλο τὸν κόσμο. Ἡ σωτηρία δὲν εἶναι ἕνα εἶδος πνευματικότητας, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἀντίθεση σὲ κάποιο δαιμονικὸ κατεστημένο, στὸ σκοτάδι καὶ στὴν ἀποσύνθεση.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Αὐτὸ σημαίνει τὴν καθολικὴ καὶ παγκόσμια εὐθύνη της, ἀλλὰ καὶ τὴν εὐθύνη τοῦ καθενός μας. Δὲ ζοῦμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας ἢ γιὰ ἕναν ὁρισμένο κύκλο ἐθνικό, ἰδεολογικό, θρησκευτικὸ· ζοῦμε γιὰ τὰ ἀδέλφια μας παντοῦ πάνω στὴ γῆ, ὅσο κι ἂν διαφέρουν ἀπὸ μᾶς κι ὅσο κι ἂν μᾶς ἀντιμάχονται. Ὁ Χριστὸς εἶχε πεῖ στοὺς μαθητὲς του τὸ ἑξῆς σπουδαῖο παράγγελμα· “καὶ θὰ γίνετε δικοί μου μάρτυρες στὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ σὲ ὅλη τὴν Ἰουδαία καὶ Σαμάρεια καὶ ὥς τὰ πέρατα τῆς γῆς” (Πράξ. 1,8). Μέχρι καὶ στὸ τελευταῖο μέρος τῆς γῆς ὀφείλουμε νὰ ἀνάψουμε τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἠσαΐας ἀναφέρεται στὸν Πατέρα ποὺ ἀπευθύνεται στὸ Μεσσία καὶ τοῦ λέγει· “Ἰδοὺ δέδωκά σε εἰς διαθήκην γένους, εἰς φῶς ἐθνῶν τοῦ εἶναι σε εἰς σωτηρίαν ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς” . Τὸ φῶς τῶν ἐθνῶν, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός, ὀφείλει ἡ Ἐκκλησία μὲ τοὺς πιστοὺς νὰ τὸ μεταδώσει στὰ πέρατα τῆς γῆς. Οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι ποὺ καθαρίζουν συνέχεια τὸν ἑαυτό τους μὲ πόνους γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ποὺ ταπεινώνουν τὴ σάρκα τους μὲ διάφορες ἀσκήσεις, ποὺ μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ μελέτη γεμίζουν τὸ νοῦ τους μὲ φῶς, αὐτοὶ ποὺ γνώρισαν «τοὺς λόγους τῶν ὄντων» καὶ ξεπέρασαν κάθε αἴσθηση τοῦ κόσμου, αὐτοὶ μποροῦν νὰ κηρύξουν τὸ Χριστὸ καὶ νὰ μεταδώσουν τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου, λέγει ὁ ὅσιος Νικήτας. Πρὸς αὐτοὺς ἀπευθύνεται ὁ Κύριος, ὅταν λέει:” Σεῖς εἶστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου” (Ματθ. 5,14).


Τὸ χρέος τῶν πιστῶν

Μεγάλη εἶναι ἡ εὐθύνη τῶν πνευματικῶν ταγῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ καὶ τῶν ἁπλῶν πιστῶν στὴ διάδοση τοῦ εὐαγγελικοῦ μηνύματος. Ἐπίσκοποι, κληρικοί, λαϊκοὶ ποὺ γνώρισαν τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὸ βίωσαν, μεταδίδουν καὶ στοὺς ἄλλους τὸ βίωμά τους. Ἀντίθετα, ἐὰν αὐτοὶ ποὺ εἶναι ταγμένοι νὰ στέκονται «ἐπὶ τὴν λυχνίαν» δείχνουν ἀδυναμία πρὸς τὴν πίστη, τότε καθυστερεῖ ὁ εὐαγγελισμὸς τῶν ἀνθρώπων καὶ γίνεται μάλιστα καὶ σκανδαλισμὸς στὶς ψυχές τους. Οἱ ἁμαρτίες μας καὶ ἡ κακὴ προσωπική μας ζωὴ ἐνεργεῖ ἀρνητικὰ στοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν γνώρισαν τὸ Χριστό. Ἂς φροντίσουμε νὰ ἔχουμε συνέπεια λόγων καὶ πράξεων, ὥστε νὰ ἀνάπτεται συνεχῶς τὸ σωτήριο φῶς τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου σ’ ὅλη τὴ γῆ.

Τετάρτη, Ιουλίου 01, 2015

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Μητροπολίτου Εδέσσης Ιωήλ

Κύριε ὁ Θεός ἠμῶν, ὁ δείξας τό ἔλεός Σου ἐν πάσι τοῖς προσιούσι σοῖ καί ἑξαιτουμένοις τοῦτο, ὁ εὐμήχανος καί ποικίλα ἔχων τῆς σωτηρίας τά φάρμακα, «ὁ πατήρ τῶν οἰκτιρμῶν καί Θεός πάσης παρακλήσεως, ὁ παρακαλῶν ἠμᾶς ἐπί πάση τή θλίψει ἠμῶν», ὁ διά τοῦ μονογενοῦς Σου Υἱοῦ πληροφορήσας ἠμᾶς ὅτι οἰκτίρμων ὑπάρχεις καί πολυέλεος, «ὁ ἐλεῶν πάντας, ὅτι πάντα δύνασαι καί παρορῶν ἁμαρτήματα ἀνθρώπων εἰς μετάνοιαν», ὁ παρακινήσας τόν προφητάνακτα Δαυΐδ εἰπεῖν• «καθαρισθήσομαι ἀπό ἁμαρτίας μεγάλης» τή δυνάμει σου, ὁ μή θέλων τόν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ, προσδεξαι ἐν ταύτη τή ὥρα τήν δέησιν ἠμῶν ὑπέρ τοῦ Ἔθνους καί τῆς Πατρίδος ἠμῶν.
Πάντες γάρ οἱ ὁμοπάτριδες κείμεθα ἐπί ξυροῦ ἀκμῆς τῶν θλίψεων ὀδυνόμενοι ἐπί τή χλεύη καί καταφρονήσει τῆς φιλτάτης ἠμῶν πατρίδος, οὐ μήν ἀλλά καί τή δυστυχία τῶν κατοίκων αὐτῆς.
Ὄντως ἐκ τέ τῶν ἁμαρτιῶν ἠμῶν καί ἐκ τῆς ἐνεστώσης οἰκονομικῆς ἀνάγκης καί τῆς πνευματικῆς κρίσεως τῶν Ἐθνῶν κατέστημεν ἄνθρωποι θλίψιν μόνιμον ἔχοντες καί Ἔθνος ὑπό τῶν ἄλλων Ἐθνῶν ὀνειδιζόμενον. Δός, οὔν, ἠμίν, Κύριε ὁ Θεός ἠμῶν ἄνεσιν βίου, πάντα τά χρειώδη της κάθ” ἡμέραν ἐπί τῆς γής ἠμῶν διαβιώσεως, μετάνοιαν διά τάς παραλείψεις καί ἁμαρτίας ἠμῶν, ἐλευθερίαν ἐκ τῶν πολλῶν δυσοιώνων λογισμῶν, πίστιν βεβαίαν πρός Σέ, ἐλπίδα ἐπί τά βελτίω τῶν ὀχληρῶν ἠμῶν καταστάσεων ἀκαταίσχυντον, χαράν ἐν ταῖς καρδίαις ἠμῶν σταθηρᾶν.
Ἐξάγαγε ἠμᾶς ἐκ τῶν λυπηρῶν ἐπί τά θυμηδέστερα, ἐκ τῶν στενωπών τῆς ἀπελπισίας εἰς τόν δίαυλον τοῦ θάρσους, ἐκ τῆς ὀλισθηρᾶς ὁδοῦ τῆς ἀπωλείας εἰς τήν ἀτραπόν τῆς σταθερότητος, ἐκ τῆς ἀπιστίας εἰς τήν πίστιν, φανερῶν τοῖς πάσι τόν δρόμον τῆς ἀληθινῆς ζωῆς.
Ὅτι σύ εἰ ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί σοί τήν δόξαν ἀναπέμπομεν τῷ Πατρί καί τῷ Υἱῶ καί τῷ Ἁγίω Πνεύματι, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Μητροπολίτης Ἐδέσσης Ἰωήλ  

Το  είδαμε εδώ

Τετάρτη, Ιουνίου 24, 2015

Κυριακή Δ Ματθαίου Ἡ δύναμη τῆς πίστεως «Ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι» Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας Ἰωὴλ


«Ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι»

Μιὰ συγκινητικὴ ἱστορία μᾶς περιγράφει τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα. Ἕνας Ρωμαῖος ἀξιωματικὸς ἦλθε νὰ παρακαλέσει τὸν Κύριο νὰ θεραπεύσει τὸ δοῦλο του, «ὁ παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός, δεινῶς βασανιζόμενος›› (Ματθ. 8,6). Εἶναι ἀξιόλογος καὶ θαυμαστὸς ὁ διάλογος ποὺ διαμείφθηκε μεταξύ τοῦ ἑκατοντάρχου καὶ τοῦ Ἰησοῦ. Ἂς δοῦμε πιὸ ἀναλυτικάτα στοιχεῖα αὐτοῦ τοῦ θαύματος.


Τὸ πρόσωπο τοῦ ἑκατοντάρχου

Ὁ ἑκατόνταρχος προκειμένου νὰ πλησιάσει τὸ Χριστὸ κατ’ ἀρχὴν ἔστειλε ἄλλους· «ἀπέστειλεν πρὸς αὐτὸν πρεσβυτέρους τῶν Ἰουδαίων» (Λουκ. 7,3). Μετὰ ἀφοῦ ἄνοιξε κάπως τὸ δρόμο γιὰ νὰ πλησιάσει τὸν Ἰησοῦ, πῆγε καὶ ὁ ἴδιος προσωπικὰ νὰ Τὸν συναντήσει (Ματθ. 8,5). Αὐτὸ δείχνει πὼς εἶχε πάρει στὰ σοβαρὰ τὴν ὑπόθεση τῆς θεραπείας τοῦ δούλου του. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ πὼς δὲν ἐνδιαφερόταν γιὰ κάποιο συγγενή του, ἀλλὰ γιὰ τὸ δοῦλο του. Εἶναι δὲ γνωστὸ πόση μηδαμινὴ ἀξία εἶχαν οἱ δοῦλοι τὴν ἐποχὴ ἐκείνη. Ὁ Ρωμαῖος ἀξιωματικὸς εἶχε βαθιὰ πίστη στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴν τὴν πίστη ἤθελε νὰ ἀποκαλύψει ὁ Θεάνθρωπος. Χωρὶς νὰ τοῦ τὸ ζητήσει ὁ ἑκατόνταρχος, ὁ Χριστὸς ζήτησε νὰ πάει στὸ σπίτι του. Ὁ Ζιγαβηνὸς σημειώνει πὼς ὁ Κύριος «ἠθέλησε τὴν πολλὴν αὐτοῦ πίστιν ἐκκαλυφθῆναι καὶ τοῖς ἀκολουθοῦσι», δηλ. ἤθελε τὴν πολλή του πίστη νὰ τὴν ἀποκαλύψει καὶ στοὺς μαθητὲς ποὺ Τὸν ἀκολουθοῦσαν. Δὲ θαύμασε μόνο τὴν πίστη του ὁ Κύριος, ἀλλὰ τὴν πρόβαλλε γιὰ νὰ τὸν μιμηθοῦν κι ἄλλοι. Ἤθελε ἀκόμη ὁ Κύριος νὰ ταπεινώσει καὶ τοὺς Ἰουδαίους ποὺ ἀλαζονευόντουσαν πὼς κατάγονται ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ, ἐνῶ παράλληλα ἤθελε νὰ δώσει θάρρος στοὺς ἐθνικοὺς γιὰ νὰ Τὸν πλησιάσουν καὶ νὰ σωθοῦν. Ἐπίσης ἡ παρατήρηση τοῦ ἀξιωματικοῦ πὼς μπορεῖ νὰ κάνει τὸ δοῦλο του καλὰ χωρὶς νὰ πάει στὴν οἰκία του δείχνει τὴν μεγάλη του ἐμπιστοσύνη στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου, καὶ ὅπως λέγει ἕνας ἀρχαῖος συγγραφεύς, «καὶ ζωῆς καὶ θανάτου εἶχεν ὁ ἑκατόνταρχος τὸν Ἰησοῦν ἐξουσιαστήν».


Ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Χριστοῦ

Παντοῦ ὁ Κύριος ἀκολουθοῦσε τὴν προαίρεση τῶν αἰτουμένων ἀπ’ Ἐκεῖνον κάτι. Μέσα στὰ κείμενα τῶν Εὐαγγελίων δὲν Τὸν βλέπουμε νὰ πίκρανε ποτὲ ἄνθρωπο. Ὅποιος πλησίαζε τὸν Ἰησοῦ, πάντοτε ἔφευγε ὠφελημένος. Ἀρκετὲς φορὲς πραγματοποιοῦσε καὶ τὶς ἁπλὲς ἐπιθυμίες τῶν ἀνθρώπων ποὺ πήγαιναν κοντά Του, γιὰ νὰ ὠφεληθοῦν. Π.χ. ἤθελε ἡ αἱμορροοῦσα γυναίκα νὰ πιάσει τὸ ροῦχο Του καὶ νὰ γίνει καλά. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ τῆς ἔδωσε τὴ θεραπεία της. Στὴν περίπτωση τοῦ ἑκατοντάρχου ὅμως ξεπέρασε κάθε ὅριο φιλανθρωπίας. Ὄχι μόνον ἤθελε νὰ τὸν θεραπεύσει, ἀλλὰ προθυμοποιήθηκε νὰ πάει καὶ καὶ στὸ σπίτι του, γιὰ νὰ δεῖ ἀπὸ κοντὰ τὸν ἄρρωστο δοῦλο. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἔκανε γιὰ νὰ φανεῖ ἡ πίστη κι ἡ ἀρετὴ τῶν ἀνθρώπων ποὺ Τοῦ ζητοῦσαν κάτι. Ἐδῶ γιὰ νὰ λάμψει ἡ πίστη τοῦ ἑκατοντάρχου. Ὁ Χριστὸς εἶναι εὐμήχανος καὶ ἔχει ποκίλα φάρμακα γιὰ τὴ σωτηρία μας. Πράγματι μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀξιωματικοῦ εἶδε νὰ ὑπάρχει ὁ πλοῦτος τῆς πίστεως, γι’ αὐτὸ καὶ συγκατέβη καὶ ταπεινώθηκε ὁ Κύριος καὶ εἶπε πὼς ἐπιθυμεῖ νὰ πάει στὸ σπίτι του νὰ δεῖ κι ἀπὸ κοντὰ τὸν ἄρρωστο δοῦλο.


Ἡ δύναμη τῆς πίστεως

Ὁ πιστὸς χριστιανὸς εἶναι βέβαιος πὼς καὶ τὸ μεγαλύτερο ἐμπόδιο στὸν πνευματικό του ἀγώνα θὰ ἐξαφανισθεῖ, ἐφ’ ὅσον ἔχει σύμμαχο τὸ Θεό. Ὁ πιστὸς χριστιανὸς δὲν εἶναι εὐκολόπιστος, ἀλλ’ οὔτε καὶ ἄπιστος. Εἶναι πιστός. Ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη καὶ οἱ λοιπὲς ἀρετὲς εἶναι βιώματα ἀσυγκρίτως ἀνωτέρα ἀπὸ τὰ θαύματα. Ἡ πίστη δὲν εἶναι πολυπραγμοσύνη. Ὁ ἴδιος ὁ Λυτρωτὴς Κύριος μᾶς διαβεβαίωσε «ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτω μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν» (Ματθ. 17,20). Ἡ πίστη καὶ βουνὰ μετακινεῖ ἀκόμη καὶ μπροστά της ἐξαφανίζονται ὅλα τὰ ἐμπόδια. Ὁ πιστὸς δὲν εἶναι ἁπλῶς πιστός, ἀλλὰ βεβαιόπιστος, δηλ. ἔχει ἀκλόνητη ἐμπιστοσύνη στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ τὴν πορεία τῆς ζωῆς του. Ὅλα τὰ ἀναθέτει σ’ Αὐτόν. Τὸ δικό μας χρέος εἶναι νὰ ἔχουμε πίστη ζωντανή, χωρὶς ἀμφιβολίες, γεμάτη ἀπὸ βεβαιότητα γιὰ τὸ Θεὸ καὶ μὲ τὴν ἐλπίδα πὼς δὲν θὰ μᾶς ἐγκαταλείψει ποτὲ σ’ ὅλα τὰ συμβάντα τῆς ζωῆς μας.


Τρίτη, Ιουνίου 09, 2015

Β΄ Κυριακῆ Ματθαίου (Ματθ. 4, 18-23)Ἡ κλήση τῶν μαθητῶν

Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας Ἰωὴλ 




«Ἐκάλεσεν αὐτοὺς»

Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ὁ Χριστὸς προσκαλεῖ τοὺς τέσσερις πρώτους μαθητὲς νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν, τὸν Πέτρο καὶ τὸν Ἀνδρέα ἀλλὰ καὶ τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, τοὺς ἀδελφούς. Στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια δυὸ φορὲς φαίνεται νὰ καλεῖ ὁ Χριστὸς τοὺς μαθητὲς αὐτούς. Ἡ πρώτη κλήση ἦταν δοκιμαστική, ἐνῶ ἡ δεύτερη ὁριστικὴ καὶ γίνεται στὸ χρονικὸ διάστημα ποὺ ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς εἶχε δολοφονηθεῖ ἀπὸ τὸν Ἡρώδη. Ἡ σημερινὴ κλήση ποὺ περιγράφεται στὸ ἀνάγνωσμα εἶναι ἡ δεύτερη, ποὺ ὅπως εἴπαμε εἶναι καὶ ἡ ὁριστική.


Ἡ ποιότητα ζωῆς τῶν Ἀποστόλων

Τί ἄνθρωποι ἦταν αὐτοὶ οἱ ψαράδες ποὺ κάλεσε ὁ Κύριος γιὰ νὰ γίνουν μαθητές του; Ἦταν ἄνθρωποι ταπεινοί, ἀγράμματοι καὶ ἀφανεῖς κοινωνικά. Δὲν ἀνῆκαν στὴν τάξη τῶν Φαρισσαίων καὶ τῶν νομικῶν. Ὁ Βασίλειος ὁ Σελευκείας παρατηρεῖ: «ζητώντας ὁ Κύριος ἀνθρώπους νὰ παιδεύσουν τὴν οἰκουμένη παρέβλεψε πόλεις, δήμους καὶ βασιλεῖες. Ἀπεστράφη τοὺς ἀνθρώπους τοῦ πλούτου, τοὺς ρήτορες, «ἐμίσησε κράτος ρητόρων»... «Ὁ Κύριος μὲ τὸν τρόπο τῆς κλήσεως τῶν πρώτων εἶναι σὰν νὰ ἔλεγε στοὺς ἀνθρώπους: «ἁλιεῖς, οὐ βασιλέας ζητῶ». Ὁ Ματθαῖος γράφει πὼς ὁ Κύριος τοὺς βρῆκε «ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν» (Ματθ. 4,21). Διόρθωναν τὰ δίχτυά τους «μὴ δυνάμενοι ὠνήσασθαι ἕτερα», δηλ. δὲν μποροῦσαν νὰ ἀγοράσουν ἄλλα, κατὰ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο. Ἦσαν ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν ἀγάπη μεταξύ τους. Ὅλοι μαζὶ ψάρευαν, ὅλοι μαζὶ διόρθωναν τὰ δίχτυα. Πατέρας καὶ παιδιὰ ἐργαζόντουσαν μαζὶ κι εἶχαν χαρακτηριστικὸ γνώρισμα «τὸ ἀπὸ δικαίων τρέφεσθαι πόνων», νὰ τρέφονται μὲ τὸν ἱδρώτα καὶ τὸν κόπο τους (Χρυσόστομος). Μπορεῖ νὰ μὴν εἶχαν μόρφωση ἀλλὰ τοὺς διέκρινε ἡ ἀρετὴ τῆς ἀγάπης. Ἕνας σύγχρονος θεολόγος θὰ προσθέσει πὼς ὁ Κύριος δὲν κάλεσε ἀνέργους στὸ ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν λαῶν, ἀλλ’ ἀνθρώπους ποὺ ἐργάζονταν. Τὰ παράτησαν ὅλα, γιατί εἶχαν ἐμπιστοσύνη στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.


Ἡ κλήση τῶν μαθητῶν δείχνει τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ
Αὐτοὺς ποὺ περιφρονοῦσε ὁ κόσμος, αὐτοὺς διάλεξε γιὰ Ἀποστόλους Του ὁ Κύριος.Ὁ Παῦλος τὸ σημειώνει αὐτὸ χαρακτηριστικά: «Τὰ μωρά τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρὰ» (Α’ Κορ. 1,27). Αὐτοὺς ἐπέλεξε ὁ Κύριος, γιὰ νὰ φανεῖ στὸν κόσμο πὼς ἡ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου δὲν ἦταν ἀποτέλεσμα δυνάμεως καὶ σοφίας ἀνθρώπινης, ἀλλ’ ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς δυνάμεως καὶ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, «ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (ὅπ.π. στίχ. 29). Ἡ ἀνταπόκριση τῶν μαθητῶν εἶναι αὐθόρμητη καὶ ὁλοκληρωτική. «Ἄφησαν τὰ δίχτυα, τὰ πλοῖα καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν» (Ματθ. 4,22) καὶ τὸν ἀκολούθησαν. Δὲν εἶχαν δεῖ ἀπὸ τὸ Χριστὸ μεγάλα θαύματα ἢ δὲν ἄκουσαν σπουδαίους λόγους κι ὅμως ἀντελήφθησαν καὶ κατανόησαν τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου καὶ θυσίασαν τὰ πάντα γι’ Αὐτόν.


Οἱ πιστοὶ μόνο μὲ τὸ Χριστὸ δένονται ἄρρηκτα
Ὁ Χριστιανὸς δὲν πρέπει νὰ δένεται μὲ κανένα πράγμα ἢ πρόσωπο τῆς παρούσης ζωῆς τόσο, ὅσο μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Τὸν πρῶτο λόγο στὴ ζωή μας τὸν ἔχει ὁ Κύριος. Δὲν μᾶς προτρέπει ἡ Ἐκκλησία μας νὰ ἐγκαταλείψουμε τὰ σπίτια μας, τὰ ὑπάρχοντά μας καὶ τὶς οἰκογένειές μας. Θέλει ὅμως περισσότερο ἀπὸ τὰ ὑλικὰ καὶ τὰ ἀγαπημένα μας πρόσωπα νὰ ἀγαπᾶμε τὸ Χριστό. Νὰ ἔχουμε ζωντανὴ σχέση μὲ τὸ Χριστό. Ὁ σύνδεσμός μας μὲ τὸν Ἰησοῦ νὰ μὴν περιορίζεται σὲ μία διανοητικὴ σχέση, σ’ ἕνα ἰδεολόγημα. Νὰ εἶναι ζωντανὸς καὶ νὰ ἐκφράζεται στὴν προσευχή, στὴ συμμετοχή μας στὰ μυστήρια καί, ἂν παραστεῖ ἀνάγκη, στὴ δημόσια ὁμολογία καὶ στὴ θυσία ὁρισμένων προσφιλῶν μας πραγμάτων.

Στὶς ἡμέρες μας ἀνθεῖ ἡ ἁλιεία τῶν ἀνθρώπων γιὰ διαφόρους σκοπούς. Ἁλιεύονται μὲ πολλὴ τέχνη ἄνθρωποι, γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσουν πολιτικούς, κοινωνικούς, ἰδεολογικούς, παραθρησκευτικοὺς κι ἀκόμα καὶ αἰσχροὺς σκοπούς. Ἀνθεῖ στὶς ἡμέρες μας μία στρατολόγηση ποὺ διακρίνεται γιὰ τὴν ἰδιοτέλεια καὶ τὸ κέρδος. Παρουσιάζονται πολλοὶ «μεσσίες» μὲ ἀξιώσεις ὑποταγῆς σ’ αὐτοὺς ἐκ μέρους τῶν ἀνθρώπων. Οἱ προσωπικὲς φιλοδοξίες εἶναι στὴν ἡμερήσια διάταξη. Ζητᾶμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀφοσίωση καὶ ὑπακοὴ γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουμε τὰ πάθη μας ποὺ πολλὲς φορὲς εἶναι καὶ ποταπά. Μόνον ἡ ὑπακοὴ στὸ Χριστὸ ὠφελεῖ τὸν ἄνθρωπο πολλαπλῶς. Τὸν κάνει εἰρηνικὸ ἀπέναντι στοὺς ἄλλους, χωρὶς μικροσυμφέροντα καὶ ὑλικὲς ἀπολαβές. Τὸν καταξιώνει ὡς ἄνθρωπο καὶ ἀναδεικνύει τὰ χαρίσματά του καὶ τὶς ἀρετές του. Τὸν προάγει στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ζήσει αἰώνια κοντὰ στὸ Χριστὸ ποὺ ἀγάπησε ὁλοκληρωτικὰ καὶ ἐγκάρδια.

Πέμπτη, Μαΐου 28, 2015

Τὸ Πανάγιον Πνεῦμα

Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας  Ἰωὴλ 





«Τοῦτο δὲ εἶπεν περὶ τοῦ Πνεύματος»
Ὁ Χριστὸς τὴν τελευταία ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Σκηνοπηγίας ἔκανε τὴν ἀποκάλυψη πὼς ὁ ἴδιος εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς.Ἐπειδὴ θὰ ἔφευγαν οἱ ἄνθρωποι γιὰ τὸν τόπο τους, τὰ λόγια του Χριστοῦ ἦταν γι’ αὐτοὺς ἐφόδια σωτηρίας. Ὁ Κύριος εἶπε πὼς ὅποιος διψάει, νὰ ἔλθει σ’ Αὐτὸν καὶ ποτάμια ζωντανοῦ νεροῦ θὰ ρεύσουν ἀπὸ τὴν κοιλιὰ του (Ἰωάν. 7,38). Ἡ λέξη «κοιλία» σημαίνει τὴν καρδιά. Προφανῶς τὸ ὕδωρ ἐδῶ εἶναι ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Κύριος εἶναι ἀστείρευτη πηγὴ τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅταν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐγκατασταθεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ἀναβλύζει συνέχεια τὰ χαρίσματα καὶ τὶς δωρεές Του. Τὸ εἶπε ἄλλωστε καὶ στὴ Σαμαρείτιδα· «τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἀλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. 4,14), δηλ. τὸ νερὸ ποὺ θὰ τοῦ δώσω, θὰ γίνει μία ἐσωτερικὴ πηγὴ νεροῦ ποὺ θὰ ἀναβλύζει τὴν αἰώνια ζωή.



Ὁ Χριστὸς ἔγινε αἰτία νὰ λάβουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα
Ὁ Χριστὸς ἔγινε ἡ ἀπαρχὴ τοῦ καινούργιου ἀνθρώπου, δηλ. τῆς ἀνανεωθείσης ἀνθρωπίνης φύσεως. Μὲ τὸ θάνατο καὶ τὴν Ἀνάστασή Του καθάρισε τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ κατέστησε τὴν ἀνθρώπινη φύση ἄξια νὰ δεχθεῖ μόνιμα τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Προηγουμένως ὁ προπάτοράς μας Ἀδὰμ μὲ τὴν παρακοή του στὸ θέλημα καὶ στὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ ἀπώλεσε τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἀμαύρωσε τὸ κατ’ εἰκόνα. Τότε ὁλόκληρη ἡ ἀνθρώπινη φύση ἔχασε τὸ θεόσδοτο ἀγαθό τῆς χάριτος τοῦ Παρακλήτου. Γι’ αὐτὸ ὁ Κύριος ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ ριζωθεῖ στὸν καθένα μας ἡ χάρη Ἁγίου Πνεύματος. Στοὺς προφῆτες, γράφει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, ἔχουμε ἁπλῶς μία πλούσια ἔλλαμψη καὶ δαδουχία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ τοὺς ἔδωσε τὴν ἱκανότητα νὰ καταλάβουν τὰ μέλλοντα καὶ τὴ γνώση τῶν κρυπτῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι πιστεύουν στὸ Χριστὸ καὶ γίνονται μέλη τῆς Ἐκκλησίας Του δὲν παίρνουν ἁπλῶς καὶ παροδικὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀλλὰ μόνιμα, καὶ μάλιστα γίνονται καὶ ναός Του. Εἴμαστε ναὸς «τοῦ ἐν ἡμῖν Ἁγίου Πνεύματος» (Α’ Κορ. 6,19).



Σημάδια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀναφέρουν οἱ «Ἀποστολικὲς Διαταγές», σ’ αὐτοὺς ποὺ τὸ ἀπέκτησαν, παραμένει συνέχεια μέχρις ὅτου παραμένουν κι αὐτοὶ ἄξιοι καὶ καθαροί. Ἐνῶ ἀντίθετα ἀπὸ ὅσους χωρίζεται, συμβαίνει τὸ ἑξῆς· οἱ ἄνθρωποι γίνονται ἔρημοι τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπιρρεπεῖς στὰ πονηρὰ πνεύματα.

Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εὑρίσκεται παντοῦ καὶ γεμίζει τὰ πάντα, ἀλλὰ μόνο στοὺς ἄξιους δείχνει τὴ δύναμή Του. Ποῦ ἐπιφοιτᾶ ὁ Παράκλητος; Δὲν ἐπιφοιτᾶ στοὺς ἀπίστους οὔτε στοὺς φιλόδοξους οὔτε στοὺς ρήτορες οὔτε στοὺς φιλοσόφους οὔτε σ’ ἐκείνους ποὺ ἔχουν μεγάλα ὀνόματα οὔτε στοὺς ἀνόμους, ἀλλὰ στοὺς ταπεινοὺς καὶ σ’ ἐκείνους ποὺ ἔχουν καθαρὴ καρδιά. Σκηνώνει σ’ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἁπλὸ λόγο καὶ ἁπλούστερο βίο, ποὺ ἡ γνώμη τους εἶναι καθαρὴ κι ἁπλὴ κι ἀποφεύγουν τὴ δόξα. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι τὸ δῶρο τῆς ἐλευθερίας μας ποὺ μᾶς χάρισε ὁ Χριστὸς μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του.



Στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα
Μέσα στὴν Ἐκκλησία μποροῦμε νὰ διατηρήσουμε μόνιμα τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μὲ τὴν προσευχή, τὴν ἄσκηση καὶ μὲ τὸ ὑπερφυέστατο μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Στοὺς πιστοὺς δὲ δίδεται «δόση» τῆς χάριτος, ἀλλὰ τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος κι ἀνάλογα μὲ τὴν ἐσωτερική μας κάθαρση τὸ διατηροῦμε. Ἄλλος τὸ διατηρεῖ τριάντα τοῖς ἑκατό, ἄλλος ἑξήντα κι ἄλλος ἑκατό. Ἄλλος τὸ ἔχει μόνιμα, ἄλλος πρόσκαιρα, ἄλλος ἐλάχιστα. Τὰ σημεῖα τῆς παραμονῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα μας εἶναι τὸ βίωμα τῆς υἱοθεσίας, δηλ. ὅτι εἴμαστε παιδιὰ τοῦ θεοῦ, ἡ εἰρήνη μέσα μας, ἡ συγχωρητικότητα ποὺ δείχνουμε στοὺς ἐχθρούς μας, ὁ πόθος τῆς σωτηρίας μας, ὁ ἔλεγχος τῶν παθῶν μας, ἡ γαλήνη τῶν λογισμῶν μας, ἡ αὔξηση τῶν χαρισμάτων μας, ἡ ἀφιλαργυρία, ἡ καθαρότητα τοῦ σώματος, ἡ ὀρθὴ πίστη κ. ἄ.



Ἀδελφοί μου,

Ἰσόβιος εἶναι ὁ ἀγώνας μας γιὰ νὰ διατηρήσουμε μόνιμα τὴ χάρη τοῦ Παρακλήτου. Ἂς φροντίσουμε νὰ ἔχουμε συνέπεια στὴ ζωή μας κι ἐμπιστοσύνη στὸ Θεὸ γιὰ νὰ βιώσουμε τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν καρδιά μας.


Πέμπτη, Μαΐου 21, 2015

Τὸ Πανάγιον Ὄνομα τοῦ Θεοῦ

(Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας  Ἰωὴλ 




«Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις»

Τὸ ὄνομα ἐκφράζει τὴν ὑπόληψη, τὴ φήμη, τὴ δόξα. «Καὶ εὐλογήσω σε καὶ μεγαλυνῶ τὸ ὄνομά σου, καὶ ἔσῃ εὐλογητὸς" (Γεν. 12,2), εἶπε ὁ Θεὸς στὸν Ἀβραάμ. Τὸν Ἐπίσκοπο Περγάμου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τὸν ἐγκωμιάζει λέγοντας πὼς «κρατεῖς τὸ ὄνομά μου καὶ οὐκ ἠρνήσω τὴν πίστιν μου» (Ἀποκ. 2,13). Στὸν ἀγωνιστὴ ὁ Θεὸς θὰ τοῦ δώσει ψῆφο ποὺ θὰ εἶναι γραμμένο ὄνομα «καινὸν» (ὅπ. π. στίχ.17). Στὴν ἀρχιερατικὴ προσευχὴ τοῦ Κυρίου ἀκοῦμε πὼς ἀποκάλυψε τὸ ὄνομα τοῦ Πατέρα Του στοὺς ἀνθρώπους, ἢ λέγει: «ἐγνώρισα αὐτοῖς τὸ ὄνομά σου καὶ γνωρίσω» (Ἰωάν. 17,26).



Ποιὸ εἶναι τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ;

Ἕνας σύγχρονος θεολόγος γράφει πὼς μετὰ τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Πεντηκοστὴ τὸ μυστήριο τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ θὰ ἀποκαλυπτόταν πλήρως. Ἡ ἀρχιερατικὴ προσευχὴ εἶναι ἡ ἔνθεος ἀνάπτυξη τοῦ δόγματος τοῦ Τραδικου θεοῦ. Εἶναι ἡ φανέρωση τῆς ζωαρχικῆς Τριάδος. Ἡ θεότητα ἔχει μία οὐσία καὶ τρία πρόσωπα, δηλ. τὸν ἀγέννητο Πατέρα, τὸν Υἱὸ ποὺ γεννᾶται ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα. Χρονικῶς ὅμως δὲν ἔχουν διαφορὰ τὰ τρία Πρόσωπα. Στὸ πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ φανερώθηκε καὶ ὁ Πατέρας. Ὁ Υἱὸς εἶναι σοφία, ὅσιος, ἄκακος, οἰκτίρμων, ἅγιος, ἀγαθός. «Ἐγνώσθη ταῦτα ὑπάρχων καὶ ὁ γεννήσας αὐτόν», δηλ. ἀποκαλύφθηκε πὼς αὐτὲς τὶς ἐνέργειες τὶς ἔχει κι ὁ Πατέρας ποὺ ὑπερφυῶς Τὸν γεννᾶ, λέγει κάποιος ἀπὸ τοὺς πατέρες. Οἱ Ἰουδαῖοι γνώριζαν τὸ Θεό, ἀλλὰ δὲν Τὸν γνώριζαν ὡς Πατέρα, μᾶλλον ὡς Δημιουργὸ Τὸν γνώριζαν. Ὁ Υἱὸς φανέρωσε τὸν Πατέρα, καὶ μὲ τὰ λόγια καὶ μὲ τὰ ἔργα ἔκανε τὸν ἑαυτὸ Του γνώριμο σὲ ὅλους. Ἐπειδή, λοιπόν, ὁ Χριστὸς ἀπέδειξε τὸν ἑαυτὸ Του Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, παράλληλα καὶ «Πατέρα ἐκεῖνον συναπεδείκνυε», δηλ. φανέρωσε καὶ τὸν Πατέρα Του, γράφει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος. Δοξάζεται ὁ Πατέρας διὰ τοῦ Υἱοῦ.



Οἱ πατέρες φανέρωσαν τὸ ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ

Σήμερα γιορτάζουμε τὴν πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία διατράνωσε τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος, δηλ. «Πατρὸς καὶ Υἱοῦ καὶ Πνεύματος Ἁγίου μίαν οὐσίαν ἐδογμάτισαν καὶ φύσιν», ὅπως λέγει τὸ γνωστὸ τροπάριο. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι ποὺ συναθροίσθηκαν στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, ἦσαν ἀγωνιστὲς καὶ ὁμολογητὲς τῆς πίστεως. Ἄλλοι εἶχαν ἀκρωτηριασθεῖ στοὺς διωγμοὺς ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ ἀνόμους βασιλεῖς. Σὲ ἄλλους εἶχαν κόψει τὰ νεῦρα, σὲ ἄλλους εἶχαν ἐξορύξει τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ σ’ ἄλλους εἶχαν ἀκρωτηριάσει ἄλλα μέλη τοῦ σώματος. Ὅλα αὐτὰ γιὰ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως πρὸς τὸ Χριστό. Αὐτὸ τὸ Πανάγιο ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ὑπερασπίσθηκαν μέχρις αἵματος καὶ ἐξορίας. Ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος, ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας, λέγει πὼς πολέμησαν «τὸ χριστομάχον ἐργαστήριον» τοῦ Ἀρείου μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς τους. Τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου ποὺ ἔφεραν στὸ σῶμα τους, ἦταν γιὰ νὰ μὴ σβησθεῖ ἢ μωμηθεῖ τῆς Ἁγίας Τριάδος τὸ ὄνομα ποὺ μᾶς φανέρωσε ὁ Χριστός. Δὲν ἦταν ἁπλῶς σύνοδος Ἐπισκόπων, ἀλλὰ δῆμος μαρτύρων, θὰ λέγαμε τὸ προσωπικὸ ὀρθόδοξο ἦθος τους ξεκινοῦσε ἀπὸ τὴν πίστη στὰ ὀρθὰ δόγματα. Στὴ ζωὴ τους δόγμα καὶ ἦθος πήγαιναν μαζί.



Σήμερα καλλιεργεῖται ὁ δογματικὸς ἀποχρωματισμὸς

Σήμερα καλλιεργεῖται, ὅπως εἶπε ἕνας θεολόγος, ὁ δογματικὸς πιετισμὸς (εὐσεβισμός). Ἡ εὐσέβεια ὅλων τῶν Χριστιανῶν, ἀνεξαρτήτως ποῦ ἀνήκουν, δὲν ἐκπορεύεται ἀπὸ τὰ δόγματα τῆς πίστεως. Δὲν ἔχουν τὰ βιώματα καὶ τὴν ἄσκηση καὶ τὴ ζωὴ τῆς σωστῆς πίστεως. Μάλιστα καλλιεργεῖται καὶ ἡ ἀντίληψη νὰ εἴμαστε καλοὶ ἄνθρωποι κι ὅλα τὰ ἄλλα δὲν ἔχουν καὶ πολλὴ σημασία. Καλλιεργεῖται ἡ ἀτομικὴ ἠθικὴ κι ὄχι τὸ ὀρθόδοξο ἦθος ποὺ εἶναι συνδεδεμένο μὲ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως. Τὸ πρωτεῖο τῆς ἀφηρημένης ἀγάπης εἰς βάρος τῶν δογμάτων. Διαφέρουμε ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ὄχι τόσο σὲ ἀφηρημένες διατυπώσεις, ἀλλὰ στὴν ἔμπρακτη πίστη. Τὰ δόγματα κρύβουν τὴν ἀλήθεια τῆς προσωπικῆς μας σχέσεως μὲ τὸ Θεὸ μέσα στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τὰ ἀγνοοῦμε καὶ νὰ περιοριζόμαστε σ’ ἕνα τρόπο ζωῆς ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸν βρεῖ καὶ σὲ πολλοὺς αἱρετικούς.



Ἀδελφοί μου,

Ὅποιος ἀποκόπτεται ἀπὸ τὴν ἄμπελο τῆς Ἐκκλησίας, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ζωντανός. Αὐτὴν τὴν οὐσιαστικὴ σχέση μὲ τὴ χάρη τοῦ Τριαδικοῦ θεοῦ νὰ ἐπιδιώξουμε, γιὰ νὰ εἴμαστε πάντα ζωντανοί.

Τρίτη, Μαΐου 12, 2015

Ἡ θεραπεία τοῦ τυφλοῦ Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας


 



«Εἶδεν ἄνθρωπον τυφλὸν ἐκ γενετῆς»

Ἡ θεραπεία τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ εἶναι ἕνας φοβερὸς ἔλεγχος γιὰ τοὺς Φαρισαίους ποὺ δὲ θέλουν νὰ παραδεχθοῦν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Πρὶν ἀπὸ τὸ μεγάλο αὐτὸ γεγονὸς ὁ Χριστὸς ἔκανε ἕνα μεγάλο διάλογο μὲ τοὺς Γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους. Στὸ διάλογο αὐτὸ ὁ Κύριος τοὺς εἶπε: «ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, πρὶν Ἀβραὰμ γενέσθαι ἐγὼ εἰμὶ" (Ἰω. 8,58). Ἐξαγριωμένοι τότε οἱ Ἰουδαῖοι, ἐπειδὴ δὲν κατάλαβαν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, σήκωσαν λίθους γιὰ νὰ Τὸν κτυπήσουν (ὅπ. π. στίχ. 59). Ὁ Χριστός, γιὰ νὰ καταπραΰνει τὸ θυμὸ τους ἐκρύβη καὶ ἐξῆλθεν ἐκ τοῦ ἱεροῦ» (ὅπ. π.). Μετὰ τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνάντησε τὸν ἐκ γενετῆς τυφλὸ καὶ τὸν θεράπευσε, γιὰ νὰ γίνει ἡ ἴασή του ἐκτὸς τῶν ἄλλων καὶ μία ἀπάντηση στοὺς ἐχθρούς του, ποὺ ὑποτιμοῦσαν τὸ πρόσωπό Του.


Ὁ ἐκ γενετῆς τυφλὸς

Οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ νόμιζαν πὼς ἢ αὐτὸς ἁμάρτησε ἢ οἱ γονεῖς του γιὰ νὰ γεννηθεῖ τυφλός. Στὴ συνέχεια ὅμως ὁ Κύριος ἀποκλείει καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο. Γεννήθηκε τυφλὸς γιὰ νὰ φανερωθεῖ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀντίληψη τῶν μαθητῶν εἶναι ἐσφαλμένη, γιατί πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ πέσει κάποιος στὴν ἁμαρτία πρὶν νὰ γεννηθεῖ; Μόνον οἱ εἰδωλολάτρες εἶχαν τέτοιες δοξασίες καὶ τέτοια ἀνόητα δόγματα. Ὁ Κύριος εἶναι κατηγορηματικός. Κάθε ἕνας εἶναι ὑπεύθυνος γιὰ τὰ δικά του ἁμαρτήματα. Ἡ ἁμαρτία ποὺ διαπράττουμε εἶναι ἐκείνη ποὺ μᾶς ταλαιπωρεῖ. Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας γράφει πὼς ἡ ὠφέλεια στὸν ἄνθρωπο εἶναι μεγάλη, ὅταν γνωρίζει τὴ σωστὴ διδασκαλία τοῦ Θεοῦ. Δὲν πέφτει σὲ σφάλματα οὔτε ἑρμηνεύει λάθος τὰ γεγονότα.


Ὁ τρόπος τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ

Ἀξιοθαύμαστος εἶναι ὁ τρόπος θεραπείας τοῦ τυφλοῦ. Μποροῦσε ὁ Χριστὸς νὰ τὸν θεραπεύσει διὰ λόγου χωρὶς νὰ χρησιμοποιήσει πηλὸ καὶ νὰ τοῦ ἀλείψει τὰ μάτια. Πρῶτα πρῶτα ἤθελε νὰ τοῦ διεγείρει τὴν πίστη. Ἔπειτα, μὲ τὴν πράξη Του αὐτὴ ἔδειξε τὴ δημιουργική Του δύναμη. Ὅπως ἕνας οἰκοδόμος τὴν μισοτελειωμένη οἰκία του τὴ συμπληρώνει (κτίζοντας μὲ νέα ὑλικά), ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς στὸ θαῦμα τοῦ τυφλοῦ «τὸ σῶμα τὸ ἡμέτερον συγκολλᾶ καὶ ἀναπληροῖ», δηλαδὴ συμπληρώνει τὶς ἀτέλειες τοῦ σώματός μας, γράφει ὁ Χρυσόστομος. Μὲ χῶμα δημιούργησε τὸν Ἀδάμ, μὲ χῶμα δημιούργησε καὶ τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ. Μετά, κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου τοῦ εἶπε νὰ πάει νὰ πλύνει τὸ πρόσωπό του στὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ. Ὁ τυφλὸς ὑπάκουσε ἀμέσως. Μέχρι νὰ πάει στὴ δεξαμενὴ ἀπὸ τὸ σημεῖο ποὺ τὸν διέταξε ὁ Κύριος, ἀσφαλῶς θὰ συνάντησε πολλοὺς ἀνθρώπους ποὺ θὰ τὸν ρωτοῦσαν ποῦ πάει καὶ γιατί ἔχει λάσπη στὰ μάτια του. Ἤθελε ὁ Κύριος νὰ γίνει τὸ σημεῖο ἐνδεικτικώτερο. Μετὰ τὴν θεραπεία θὰ ξαναγύριζε πάλι ἀπὸ τὸν ἴδιο δρόμο καὶ θὰ γινόταν κατὰ κάποιο τρόπο μία λιτάνευση τοῦ σημείου, θὰ γινόταν γνωστὸ τὸ θαῦμα χωρὶς εἰδικὴ σύσταση καὶ διάδοση. Βέβαια καὶ οἱ συνεχεῖς ἀνακρίσεις ποὺ κάνανε στὴ συνέχεια οἱ Φαρισαῖοι, χωρὶς νὰ τὸ θέλουν, κάνουν γνωστὸ σ’ ὅλους τὸ θαῦμα. Ὅπως λέγουν οἱ Πατέρες, ὁ Θεὸς «ἐκ τῶν ἐναντίων τὰ ἐνάντια κατασκευάζει», θεραπεύτηκε ὁ τυφλὸς μὲ τὴ ζωοποιὸ ἐνέργεια τοῦ Κυρίου.


Ἡ πνευματικὴ Σιλωὰμ

Ὁ Κύριος εἶναι ἡ πνευματικὴ πέτρα καὶ ἡ πνευματικὴ κολυμβήθρα τοῦ Σιλωὰμ ποὺ καθαρίζονται ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες οἱ ἄνθρωποι. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἕνας μεγάλος χείμαρρος ποὺ δρόσισε καὶ ἀνέψυξε ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Στὶς πάσης φύσεως ἀρρώστιες μας, συμβουλεύει ὁ Μ. Βασίλειος, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς γιατροὺς νὰ καταφεύγουμε στὴ θεία χάρη. Ἡ μεγάλη τραγωδία τοῦ ἀνθρώπου, λέγει ἕνας Ἐπίσκοπος, εἶναι ἡ ἁμαρτία του. Ὄχι ἁπλῶς ὅτι ἁμάρτησε, ἀλλ’ ὅτι ἡ ἁμαρτία του «μένει». Στὴ διαμάχη μεταξὺ τυφλοῦ καὶ Φαρισαίων δὲν εἶναι ἡ ἀνεύρεση τῆς ἀλήθειας, ἀλλὰ ἡ ἁμαρτία. Δὲν ἐνδιαφέρονται τόσο γιὰ τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου, ἀλλ’ ὅτι θίγεται ὁ ἐγωισμὸς τῶν Φαρισαίων. Ὁ ἐγωισμός μας δὲ μᾶς ἀφήνει νὰ παραδεχθοῦμε τὶς ἐνέργειες καὶ τὰ θαύματα τοῦ Θεοῦ. Βλέπουμε τὰ μικρὰ καὶ ἀφήνουμε τὰ μεγάλα. Ἐγκλωβίζεται ἡ καλή μας θέληση καὶ ἀρνούμεθα νὰ παραδεχθοῦμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ σέ μᾶς. Στὸ βάθος πιστεύουμε μόνον στὸν ἑαυτό μας καὶ στὰ χαρίσματά μας.


Ἀδελφοί μου,

Ἂς σπάσουμε αὐτὸ τὸ σύμπλεγμα τοῦ ἐγωισμοῦ μας κι ἂς παραδεχθοῦμε τὰ σφάλματά μας, ἂς ἀφήσουμε τὸ Θεὸ νὰ ἐνεργήσει ἐπάνω μας ὅπως Αὐτὸς γνωρίζει καὶ μὲ ὅποιον τρόπο θέλει. Ἐὰν γίνουμε ὄργανο γιὰ νὰ φανερωθεῖ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, τότε ἂς ὑποστοῦμε καὶ τὶς μεγαλύτερες θυσίες.

Τετάρτη, Μαΐου 06, 2015

Κυριακὴ τῆς Σαμαρείτιδος «Προσκυνήσουσι τῷ Πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ» Ἀληθινοὶ Προσκυνητὲς τοῦ Θεοῦ (Ἰω. δ, 5-42)



«Προσκυνήσουσι τῷ Πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ»

Ὑπῆρχε μία διαμάχη μεταξὺ Ἰουδαίων καὶ Σαμαρειτῶν. Δὲν ἦταν συγγενεῖς λαοί. Ἡ Σαμάρεια ἦταν ἐξ’ ὁλοκλήρου ξένη περιοχὴ μὲ τὸν ἐθνικὸ βίο τοῦ Ἰσραήλ. Οἱ Σαμαρεῖτες πῆραν τὸ ὄνομά τους ἀπὸ τὸ ὄρος Σομόρ. Τὸν ἀληθινὸ Θεὸ τὸν θεωροῦσαν τοπικὸ θεό, ἐνῶ παράλληλα πίστευαν καὶ σὲ ἄλλους εἰδωλολατρικοὺς θεούς. Οἱ Ἰσραηλίτες ἀπέφευγαν μὲ ἀποστροφὴ τοὺς Σαμαρεῖτες καὶ οἱ ραββινικὲς ἐντολὲς ἦταν νὰ μὴν ἔχουν οἱ Ἰουδαῖοι οὐδεμία σχέση μὲ τοὺς κατοίκους τῆς Σαμάρειας. Στὴν περιοχὴ αὐτὴ σταμάτησε ὁ Χριστὸς νὰ ξεκουρασθεῖ καὶ πιὸ εἰδικὰ στὴν πόλη Συχὰρ κοντὰ στὴν πηγὴ τοῦ Ἰακώβ. Στὸ χῶρο ἔκανε διάλογο μὲ μία γυναίκα Σαμαρείτιδα.



Ὁ διάλογος τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴ Σαμαρείτιδα

Ἡ Σαμαρείτιδα ἀπὸ τὶς ἐρωτήσεις καὶ τὴν ἔκπληξη ποὺ δοκίμασε ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, φαίνεται πὼς ἦταν μία ἁπλοικὴ γυναίκα, ἀγράμματη καὶ ἀμαθής. Ἀκόμη φαίνεται πὼς δὲν εἶχε καὶ καλὴ βιοτή. Παρ’ ὅλα αὐτά, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, ἦταν ἄνθρωπος ποὺ ἐπιθυμοῦσε νὰ μάθει τὴν τελειότερη γνώση γιὰ τὸ θεό. Μεταξὺ ἄλλων ὁ Κύριος ἔθιξε τὸ θέμα τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ. Βέβαια τόνισε πὼς ὁ Σαμαρειτικὸς τρόπος λατρείας τοῦ θεοῦ εἶναι σφαλερός, ἐνῶ ὁ Ἰουδαϊκὸς ὁ ὀρθός. Οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ Σαμαρεῖτες νόμιζαν πὼς μὲ τὰ θυμιάματα, τὶς θυσίες, τὶς περιτομές, τὸ Ναὸ ἢ τὸ ὄρος Γαρειζίν, τοὺς σωματικοὺς καθαρμοὺς κ. ἄ. εὐαρεστοῦν τὸ θεό. Ἔρχεται ὁ Κύριος καὶ λέγει πὼς ὁ θεὸς εἶναι Πνεῦμα, δηλαδὴ ἄϋλος καὶ οἱ προσκυνητὲς πρέπει νὰ Τὸν λατρεύουν πνευματικά. Ὁ θεὸς δὲν θεραπεύεται μὲ τὴν ὕλη, γι’ αὐτὸ καὶ ἀνάλογη εἶναι καὶ ἡ λατρεία στὸ πρόσωπό Του. Ὅλοι οἱ καθαρμοὶ καὶ οἱ περιτομὲς εἶναι σκιές, ἐνῶ ἡ ἀλήθεια εἶναι ἡ πνευματικὴ λατρεία. Ὁ Εὐθύμιος Ζιγαβηνὸς γράφει πὼς πνευματικὴ λατρεία εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Ἄλλος ἑρμηνευτὴς θὰ πεῖ πὼς ἀληθινὴ λατρεία εἶναι ἡ ὀρθότητα τῶν δογμάτων καὶ τὰ κατορθώματα τῆς ἀρετῆς.



Ποῦ βρίσκεται ὁ Θεός;

Ποῦ εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ποῦ πρέπει νὰ τὸν προσκυνοῦμε; Ὁ Θεὸς εἶναι παντοῦ καὶ μέσα μας. Ὁ θεὸς εἶναι πνεῦμα καὶ τὸ πνεῦμα «ὅπου θέλει πνεῖ» (Ἰωάν. 3,8). Ὅλος ὁ κόσμος πλέει μέσα στὶς ἐνέργειες τοῦ θεοῦ. Ἄλλωστε τὸ Πνεῦμα τοῦ θεοῦ «ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος» (Γέν. 1,2) καὶ τῆς ἀβύσσου. Ὁ θεὸς εἶναι «πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν». Ὁ Θεοφάνης ὁ Κεραμεὺς σημειώνει πὼς τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς στὴ Σαμαρείτιδα γιὰ τὴν ἀληθινὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ, σημαίνουν πὼς θὰ ἔλθει καιρός, κατὰ τὸν ὁποῖον «οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ οὐκ ἐν ἀφωρισμένῳ τόπῳ, ἀλλὰ πανταχόθεν προσοίσουσιν τὴν προσκύνησιν τῷ πανταχοῦ παρόντι θεῷ», δηλαδὴ οἱ ἀληθινοὶ προσκυνητὲς ὄχι σὲ κάποιον εἰδικὸ τόπο, ἀλλὰ παντοῦ καὶ σ’ ὅλα τὰ μέρη τῆς γῆς θὰ προσφέρουν τὴν προσκύνηση στὸν πανταχοῦ παρόντα θεό. Μέσα στὰ δύο τελειωτικὰ στοιχεῖα τοῦ ἀνθρώπου ποὺ εἶναι ἡ πράξη καὶ ἡ θεωρία, θὰ λατρεύεται ὁ Θεός.



Ἡ Σαμαρείτιδα εἶναι ἔλεγχος τῶν ραθύμων

Ἐὰν μιὰ γυναίκα Σαμαρείτιδα δείχνει τόση σπουδὴ καὶ τόση ἐπιμέλεια καὶ προθυμία γιὰ νὰ μάθει κάτι χρήσιμο γιὰ τὴν πνευματική της ζωὴ καὶ παραμένει πλησίον τοῦ Κυρίου, ἂν καὶ ἀγνοοῦσε ποιὸς εἶναι, καταλαβαίνουμε τί πρέπει νὰ κάνουμε ἐμεῖς. Ἐμεῖς γνωρίζουμε ποιὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς, ποὺ βρίσκεται, ποὺ προσφέρει τὸν ἑαυτὸ Του κ.λ.π. Πάντοτε νὰ Τὸν ἀναζητοῦμε χωρὶς ὀκνηρία. Στοιχειώδη πράγματα ἀγνοοῦμε γύρω ἀπὸ τὴν πνευματική μας ζωή. Πολλοὶ ἀπὸ μᾶς δὲ γνωρίζουμε ποιὸ θεὸ λατρεύουμε. Τί εἶναι Ἐκκλησία; Πῶς θὰ σωθοῦμε; Ἡ μετάνοια τί χαρακτηριστικὰ ἔχει καὶ πολλὰ ἄλλα. Ἡ γυναίκα αὐτή, ἂν καὶ ἁμαρτωλή, εἶχε ἐπιθυμία νὰ μάθει τὴν ἀληθινὴ λατρεία τοῦ θεοῦ. Ἐμεῖς ἔχουμε τὸ ἴδιο ἐνδιαφέρον νὰ μάθουμε τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τὸ Εὐαγγέλιο;



Ἀδελφοί μου,

Ἐὰν ἐνδιαφερόμαστε νὰ μάθουμε κάτι, θὰ γνωρίζαμε πὼς ἡ ἀληθινὴ λατρεία εἶναι πνευματική. «Τιμήσατε τὸν Θεὸν πλέον τῆς συνηθείας», γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος. Δὲ μᾶς σώζουν τὰ εὐλαβῆ ἔθιμα, ἀλλὰ ἡ ὁλόψυχη καὶ μὲ ἐπίγνωση πνευματικὴ λατρεία τοῦ θεοῦ.

Τρίτη, Απριλίου 28, 2015

Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ στήριγμα τῶν ἀνθρώπων




«Καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος»

Παρατηρώντας τὰ Εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα βλέπουμε πὼς τὰ περισσότερα καὶ μάλιστα τὰ μεγάλα θαύματα τὰ ἔκανε ὁ Χριστὸς κατὰ τὶς μεγάλες ἡμέρες τῶν Ἰουδαίων. Τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ μὲ τὴ διδασκαλία Του. Τὴν ἐκφωνοῦσε συνήθως στὶς μεγάλες γιορτές, ποὺ συνέρρεε πολὺς κόσμος. Στὶς γιορτὲς τοῦ Πάσχα, τῆς Σκηνοπηγίας, τῆς Πεντηκοστῆς κ.λ.π. στὰ Ἱεροσόλυμα ποὺ ἦταν ἡ μητρόπολη τῶν Ἰουδαίων, μαζευόταν πολὺς κόσμος. Ὅπως ἐπίσης συναθροιζόντουσαν καὶ πολλοὶ ἄρρωστοι ποὺ εἶχαν τὴν ἐλπίδα τους, ὅτι μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ τοὺς κάνει καλά. Ἡ ἐπιθυμία τῶν ἀσθενῶν νὰ γίνουν καλά, δὲν ἦταν τόσο μεγάλη, ὅσο ἦταν μεγάλη ἡ θέληση τοῦ Χριστοῦ νὰ τοὺς κάνει καλά.


Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε εὐεργετικὴ σ’ ὅλους
Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας γράφει πὼς «ὅπου ἂν φανῇ ὁ Ἰησοῦς, ἐκεῖ καὶ ἡ σωτηρία», δηλαδὴ ὅπου θὰ φανεῖ ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ σωτηρία. Μπῆκε μέσα στὸ σπίτι τοῦ Ζακχαίου κι ὁ ἀρχιτελώνης μετανόησε. Εἰσῆλθε στὸ τελωνεῖο τοῦ Ματθαίου καὶ ἀμέσως μετατρέπει τὸν ἄνδρα καὶ τὸν κάνει Εὐαγγελιστή. Θάπτεται ἀνάμεσα στοὺς νεκροὺς καὶ ἐγείρονται οἱ νεκροί. Κατεβαίνει στὸν Ἅδη καὶ ζωοποιοῦνται οἱ κάτοικοί του. Χαρίζει τὸ φῶς στοὺς τυφλούς, τὴν ἀκοὴ στοὺς κωφοὺς καὶ περιέρχεται τὶς κολυμβῆθρες, ὅπως τὴν Βηθεσδά, καὶ θεραπεύει τὸν Παράλυτο. Ἐὰν ἐμβαθύνουμε περισσότερο, θὰ λέγαμε πὼς ὁ Χριστὸς γίνεται ἄρτος στοὺς πεινῶντες, ὕδωρ, ποὺ κρύβει μέσα του τὴ ζωή, στοὺς διψῶντες, ἀνάσταση στοὺς νεκρούς, ἰατρὸς στοὺς νοσοῦντες, ἡ ἀπολύτρωση τῶν ἁμαρτωλῶν.

Ὅλα αὐτὰ τὰ πραγματοποιεῖ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. «Ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον» (Ἰωάν. 4,34), θὰ τονίσει ὁ ἴδιος γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἂς ποῦμε καὶ μία ἔκφραση ποὺ τὴ χρησιμοποιεῖ ὁ Ἰωσὴφ ὁ Βρυέννιος. Ὅλοι θὰ ἔχουμε ἀκούσει τὴ λέξη ἀλήτης. Ἀλήτης στὴν κυριολεξία σημαίνει ὁ περιπλανώμενος, ὁ πλάνης, ὁ ἀνέστιος. Ἀργότερα στὰ νεότερα χρόνια πῆρε τὴν ἔννοια τοῦ κακοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Ἰωσὴφ θὰ πεῖ πὼς ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ «δι’ ἐμὲ ἀλήτης γεγονώς», δηλαδὴ αὐτὸς ποὺ περιπλανήθηκε ἀπ’ ἐδῶ κι ἀπ’ ἐκεῖ καὶ ἔκανε τὰ πάντα γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο.


Ὁ Χριστὸς ἔδινε περισσότερα ἀπ’ ὅ,τι τοῦ ζητοῦσαν
Πράγματι ὁ Χριστὸς ἔδινε πιὸ πολλὰ ἀπ’ ἐκεῖνα ποὺ ζητοῦσαν οἱ ἄνθρωποι. Π.χ. Ὁ σημερινὸς παραλυτικὸς βλέποντας τὸν Ἰησοῦ ἀπὸ πάνω του ἴσως σκέφθηκε καὶ ἤλπιζε περισσότερο πὼς τὸ πιὸ πιθανὸ ἦταν νὰ τὸν βοηθοῦσε ὁ Κύριος νὰ πέσει μέσα στὸ νερὸ κατὰ τὸν ἁγιασμὸ τῶν ὑδάτων, ὅταν θὰ ταραζόντουσαν τὰ νερά. Πιθανῶς στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ νὰ ἔβλεπε κάποιον ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του, ποὺ τὸν εἶχαν λησμονήσει.Ὁ παράλυτος ἤθελε ἕνα καὶ ὁ Κύριος τοῦ ἔδωσε δέκα. Τὸν ἔκανε καλά, τόσο καλά, ὥστε αὐτὸς ποὺ τριάντα ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια δὲν μποροῦσε νὰ κουνηθεῖ, τώρα νὰ σηκώνει τὸ κρεββάτι του καὶ νὰ φεύγει μπροστὰ στὰ ἔκπληκτα μάτια ὅλων. Ἔχουμε κι ἄλλες τέτοιες περιπτώσεις. Ὁ κάθε ἄρρωστος, κατὰ τὸν ἅγιο Κύριλλο, ἔστω κι ἂν τὸν εἶχαν ἐγκαταλείψει οἱ πάντες, «ἔσχεν βοηθὸν Υἱὸν τοῦ θεοῦ τὸν μονογενῆ».


Ἡ Ἐκκλησία συνεχίζει τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ
Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς ποὺ δὲ σταματᾶ ποτέ. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος φέρνει τὸ παράδειγμα τῆς κολυμβήθρας. Μέσα στὴν κολυμβήθρα τῆς Ἐκκλησίας ὄχι ἕνας καὶ δύο, ἀλλ’ ὁλόκληρη ἡ Οἰκουμένη κι ἂν μπεῖ, θὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὶς ἀρρώστιες τῆς ἁμαρτίας. Ὄχι μία φορὰ τὸ χρόνο, ἀλλὰ κάθε μέρα θεραπεύει τοὺς ἀσθενεῖς ἀπὸ τὶς ψυχικὲς ἀρρώστιες. Ἡ χάρη τοῦ θεοῦ δὲ δαπανᾶται ποτέ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ κοινὸς τρόπος καθάρσεως τῶν ἀνθρώπων. Μὲ τὴ μετάνοια, τὴν ἐξομολόγηση καὶ μὲ τὴ θεία Εὐχαριστία καθαριζόμαστε ἀπὸ τὰ πολυπληθῆ καὶ πολυειδῆ πάθη μας. Ὀφείλουμε νὰ δώσουμε τὴ διάθεσή μας καὶ τὸν ἑαυτό μας στὸ Χριστὸ ποὺ ψάχνει εὐκαιρίες νὰ μᾶς θεραπεύσει. Στὸν καθένα μας ἀκούγεται ἡ ἐρώτηση τοῦ Σωτῆρος «θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (Ἰωάν. 5,6). Στὸ φιλάργυρο, στὸν ἐγωιστή, στὸν ἐνεργούμενο ἀπὸ τὸ πονηρὸ πάθος τοῦ θυμοῦ ἢ τῆς πορνείας ἢ τῆς μνησικακίας ἀπευθύνεται τὸ ἐρώτημα τοῦ Χριστοῦ. Βεβαίως ὀφείλουμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε ὁλοκάρδια στὴν πρόσκλησή Του καὶ νὰ μὴν ἐξοικειωθοῦμε μὲ μία χρονίζουσα κατάσταση ἀθλιότητας καὶ ἁμαρτίας. Νὰ ἀποκολληθοῦμε ἀπὸ τὰ πράγματα ἐκεῖνα ποὺ μᾶς κρατοῦν παράλυτους πνευματικά. Νὰ ἀφήσουμε τὸ θεὸ νὰ ἐνεργήσει ἀνεμπόδιστα, γιατί ἡ ἁμαρτωλὴ θέλησή μας παρεμποδίζει τὴ χάρη Του.


Ἀδελφοί μου,

Ἡ σωτηρία μας ἂς εἶναι ἡ πολυχρόνια ἐπιθυμία μας, ὥστε νὰ καταξιώσουμε τὴν ὕπαρξή μας καὶ νὰ βροῦμε τὴν ὄντως ζωὴ τοῦ Χριστοῦ.

Παρασκευή, Απριλίου 24, 2015

Κυριακή των Μυροφόρων Ἡ τόλμη τῶν Μυροφόρων




 



«Ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτὸν»

Τὸ μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας τὸ ὑπηρέτησε ὁλόκληρη ἡ κτίση. Ὅταν Ἐκεῖνος ἅπλωσε τὰ χέρια Του πάνω στὸ Σταυρό, ἡ γῆ σείσθηκε, τὰ μνημεῖα ἄνοιξαν, οἱ νεκροὶ διαμαρτυρήθηκαν, ὁ ἑκατόνταρχος ὁμολόγησε, ὁ ἥλιος σκοτίσθηκε, ἡ Παναγία ἔκλαψε, ὁ Ἰωσὴφ κήδευσε καὶ οἱ μυροφόρες γυναῖκες «ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτὸν" (Μάρκ. 16,1). Ἐνῶ στὴν παλαιὰ ἐποχὴ ἡ γυναίκα γινόταν διάκονος καὶ αἰτία τῆς πτώσεώς μας στὴν ἁμαρτία, ἀντιθέτως σήμερα βλέπουμε στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τὶς μυροφόρες γυναῖκες νὰ γίνονται ταχυδρόμοι τῆς χαρᾶς. Ὁ Εὐθύμιος Ζιγαβηνὸς τὸ σημειώνει: «Ἐπειδὴ πάλαι γυνὴ γέγονε τῷ ἀνδρὶ διάκονος λύπης, νῦν γυναῖκες γίνονται τοῖς ἀνδράσι διάκονοι χαρᾶς».


Εἶχαν ἀνδρικὸ φρόνημα
Πράγματι εἶχαν ἀνδρικὸ φρόνημα, γιατί τὴν ὥρα ποὺ οἱ μαθητὲς εἶχαν σκορπισθεῖ στὰ διάφορα σημεῖα τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ φοβόντουσαν νὰ πλησιάσουν τὸν τάφο τοῦ Κυρίου οἱ τολμηρὲς μυροφόρες γυναῖκες ἀγόραζαν ἀρώματα γιὰ νὰ πᾶνε νὰ ἀλείψουν τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ κινητήρια δύναμη ποὺ ὠθοῦσε τὶς μυροφόρες νὰ πᾶνε στὸ ζωοδόχο τάφο, εἶναι ἡ ἀγάπη. Γιὰ τὴν ἀγάπη αὐτὴ καὶ σὲ δαπάνη καὶ σὲ κόπο καὶ σὲ κίνδυνο ὑποβλήθηκαν καὶ σὲ ἀπρόβλεπτες καταστάσεις ἐξετέθησαν μὲ μεγάλη προθυμία. Τὴν τελευταία στιγμὴ θυμήθηκαν· «τὶς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθο ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου;» (ὅπ.π. στίχ. 3). Ἕνας σύγχρονος Ἐπίσκοπος γράφει γιὰ τὴν ἀγάπη τῶν μυροφόρων: Ὁ λογισμὸς ἐρωτᾶ, ἡ γλώσσα σιωπᾶ, ἡ ἀγάπη βαδίζει. Στὶς δύσκολες περιστάσεις τὴ λύση τὴ δίνει πάντα ὁ θεός. «Τῶν δ’ ἀδόκητων πόρον εὗρε θεός», ἔλεγε ἕνας ἀρχαῖος φιλόσοφος. Στὰ ξαφνικὰ καὶ δύσκολα περιστατικὰ τῆς ζωῆς μας τὴ λύση δίνει μόνον ὁ θεός.


Τὰ ἀποτελέσματα τῆς τόλμης τους
Πρῶτα πρῶτα στὸ ἐρώτημά τους ὁ θεὸς ἀπάντησε μὲ τὸν ἄγγελο ποὺ σήκωσε τὴν πέτρα ἀπὸ τὴν εἴσοδο τοῦ μνήματος. Μετὰ τοὺς ἁπαλλάσει ἀπὸ τὸ φόβο ποὺ δημιουργήθηκε μέσα τους ἐξαιτίας τῆς παρουσίας τῶν ἀγγέλων. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι χαροπιὸ γεγονός. Ὅπου ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἐκεῖ τὰ δεσμὰ τοῦ φόβου, τῆς δειλίας καὶ τῆς νευρικότητας διαλύονται. Μετὰ τοὺς μίλησε γιὰ τὸν Ἐσταυρωμένο Ἰησοῦ Χριστό. Μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Σωτήρα ἡ λέξη Ἐσταυρωμένος εἶναι πλέον τίτλος τιμῆς. Δὲν εἶναι βδελυρὴ καὶ ἀποτρόπαια λέξη. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου εἶναι τίμιος. Ἡ Ἀνάσταση εἶναι καρπὸς τῆς Σταυρώσεως. Σταυρὸς καὶ Ἀνάσταση δὲ χωρίζονται. Ἀκόμη εἶδαν τὸν ἄδειο τάφο νὰ εἶναι γεμάτος ἀπὸ τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως ἔχοντας μέσα του τὰ σημεῖα τῆς ἐγέρσεως τοῦ Κυρίου. Στὸ τέλος εἶδαν πρῶτες τὸν ἀναστημένο Ἰησοῦ καὶ κράτησαν τοὺς ἀχράντους πόδας Του καὶ «προσεκύνησαν αὐτῷ» (Ματθ. 28,9).


Οἱ Μυροφόρες εἶναι ἔλεγχος γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς
Οἱ γυναῖκες ποὺ πῆγαν νὰ ἀλείψουν τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, εἶναι ἔλεγχος γιὰ τοὺς σημερινοὺς χριστιανούς· γιὰ μᾶς τοὺς χριστιανοὺς ποὺ ἔχουμε μία δειλία νὰ δείξουμε στοὺς ἄλλους πὼς οἱ σχέσεις μας μὲ τὸ Χριστὸ εἶναι στενές. Φοβόμαστε νὰ ποῦμε πὼς ὁ Κύριος εἶναι τὸ ἀγαπημένο πρόσωπο στὴ ζωή μας. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος κάνει μία παρατήρηση γιὰ τὴ σχέση τοῦ χριστιανοῦ καὶ τοῦ πιστοῦ. Μερικοὶ μακαρίζουν τὶς μυροφόρες ποὺ προσκύνησαν τὸν Κύριο. Ὁ Ἅγιος ὅμως λέγει πὼς «δύνασθε καὶ νῦν ὅσοι βούλεσθε», δηλαδὴ μπορεῖτε καὶ τώρα ὅσοι θέλετε ὄχι μόνον τοὺς πόδας καὶ τὰ χέρια, ἀλλὰ καὶ τὴν κεφαλὴ τοῦ Χριστοῦ νὰ ἀκουμπήσετε, ἐὰν «τῶν φρικτῶν ἀπολαύσητε μυστηρίων καθαρῷ συνειδότι» ἐὰν ἀπολαύσετε τὰ ἄχραντα μυστήρια, δηλαδὴ τὴ θεία Εὐχαριστία, μὲ καθαρὴ συνείδηση. Χρειάζεται τόλμη γιὰ νὰ πλησιάσει κάποιος τὰ ἱερὰ μυστήρια. Χρειάζεται νὰ ἔχει τὸν πόθο τῶν μυροφόρων, νὰ ἀγαπάει τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὅπως αὐτὲς νὰ ὑπερπηδᾶ τὰ ἐμπόδια, ποὺ ἀναφύονται ἀνάμεσα σ’ αὐτὸν καὶ τὸν Κύριο· νὰ παραδέχεται τὴν Ἀνάστασή Του καὶ νὰ εἶναι δεκτικὸς ἄνθρωπος, νὰ ἀκούει τὰ μηνύματα τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπως οἱ εὐλογημένες αὐτὲς γυναῖκες ἄκουσαν τὴ χαρμόσυνη εἴδηση τοῦ Χριστοῦ. Ἐπίσης πρέπει νὰ μποῦμε σὲ σκέψεις γιὰ τὸ τί προσφέραμε ἀπὸ τὴ μεριά μας στὸ Χριστό. Μήπως ὁ Χριστὸς εἶναι στὸ περιθώριο τῆς ζωῆς μας κι ὄχι στὸ κέντρο;


Ἀδελφοί μου,

Ὁ Ἐσταυρωμένος Κύριος πρέπει νὰ συνέχει τὴ ζωή μας, νὰ τὴ νοηματοδοτεῖ, νὰ τὴ μεταβάλλει καὶ νὰ τὴν ἁγιάζει. Τὰ μύρα ποὺ προσφέρουμε ἐμεῖς εἶναι ἡ καλή μας προαίρεση, ὁ συνεχὴς ἀγώνας μας καὶ ἡ ἀπέραντη ἀγάπη στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας.

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 23, 2015

Σκέψεις γιὰ τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστή



Εἶναι γνωστὸ πὼς στὴν περίοδο αὐτὴ ἔχουμε δυὸ νηστεῖες. Εἶναι περίπου ἑπτὰ ἑβδομάδες αὐστηρῆς νηστείας καὶ μία ἡ ἑβδομάδα τῆς Τυρινῆς ποὺ προηγεῖται, ὀκτώ. Γιὰ πολλοὺς εἶναι μία εὐχάριστη καὶ ἐπιθυμητὴ περίοδος, ἐνῶ γιὰ ἄλλους εἶναι δύσκολη καὶ γιὰ ἄλλους καθόλου εὐχάριστη. Θὰ προσπαθήσουμε νὰ ποῦμε λίγες σκέψεις γιὰ τὴν περίοδο αὐτή, ὅπως τὴν ἔχουν χαρακτηρίσει οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.

Πρῶτα πρῶτα νὰ θυμηθοῦμε τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸ Δαμασκηνό, ποὺ κάνει μία γενικὴ παρατήρηση γιὰ τὴν ἁγία Τεσσαρακοστή. Λέγει πρὸς ὅλους μας: «Τὴν Τεσσαρακοστὴν μὴ ἐξουθενεῖτε· μίμησιν γὰρ περιέχει τῆς τοῦ Χριστοῦ πολιτείας». Εἶναι σημαντικὴ παρατήρηση αὐτή. Ὁ Χριστὸς δὲν ἐξουθενώνει, δηλ. δὲν ἀφαιρεῖ τὴ δύναμη τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Πιὸ πλατειὰ θὰ λέγαμε, δὲν περιφρονεῖ τὴν μεγάλη Τεσσαρακοστή. Δὲ λέγει πὼς ἡ περίοδος αὐτὴ δὲν εἶναι σωστή, οὔτε κοροϊδεύει τὴ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε τὴν ἀτιμάζει, οὔτε δυσανασχετεῖ μὲ τὸν ἐρχομό της, οὔτε εὔχεται νὰ περάσει γρήγορα, οὔτε καταλύει τὴ νηστεία ἐπιδεικτικὰ καὶ χωρὶς λόγο, οὔτε προπαγανδίζει πὼς οἱ καιροὶ ἄλλαξαν καὶ πρέπει νὰ ἀλλάξουμε καὶ ἐμεῖς.

Ἡ ἁγία Τεσσαρακοστὴ εἶναι μία μίμηση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Μετὰ τὴ βάπτισή Του πῆγε στὴν ἔρημο καὶ ἐκεῖ «νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα ὕστερον ἐπείνασεν» (Ματθ. 4,2). Ὁ Χριστὸς ἦταν τέλειος ἄνθρωπος καὶ μέσα Του δὲν εἶχε τὴν ἁμαρτητικὴ φορά, ἀλλὰ χρειαζόταν νὰ μᾶς δώσει τύπο ζωῆς. Ἔπρεπε νὰ ἔχουμε μία εἰκόνα ἀσκήσεως μπροστά μας, γιὰ νὰ ἐπιτύχουμε τοῦ σκοποῦ μας, ποὺ εἶναι ἡ ἕνωσή μας μὲ τὸ Θεό. Κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ δέχθηκε καὶ τοὺς πειρασμοὺς τοῦ διαβόλου καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τῶν πειρασμῶν Του «ἄγγελοι διηκόνουν αὐτῷ» (Μάρκ. 1,13). Πολλὰ διδάγματα ἔχει νὰ μᾶς δώσει ἡ περίοδος τῶν πειρασμῶν τοῦ Κυρίου.

Ὁ Χριστὸς ἐκπαιδεύθηκε τρόπον τινα στοὺς πειρασμοὺς μὲ τὴ νηστεία. Ἀργότερα ὁ διάβολος σὰν μία φοβερὴ θύελλα θὰ ἐπιπέσει ἐπάνω Του. Σ᾿ ὅλους τοὺς πειρασμοὺς βγῆκε νικητής. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ πιστός. Στὴ ζωή μας θὰ ἔχουμε πολλοὺς πειρασμούς. Χρειαζόμαστε ἐκπαίδευση. Ἡ περίοδος τῆς νηστείας εἶναι μία πνευματικὴ ἐκπαίδευση τοῦ Χριστιανοῦ. Μαθαίνει νὰ πολεμᾶ. Ὁ Κύριος μᾶς ἔδειξε τὸν τρόπο, ἀφοῦ πρῶτα αὐτὸς πειράσθηκε.

Ὁ Χριστὸς μέσα στὴν περίοδο τῆς νηστείας πειράσθηκε καὶ νίκησε. Ἐπίσης καὶ οἱ πιστοὶ πειράζονται. Γιατί παραχωρεῖ τοὺς πειρασμοὺς ὁ Θεός; Γιὰ νὰ πληροφορηθοῦμε πὼς εἴμαστε ἀνώτεροι ἀπ᾿ αὐτούς. Γιὰ νὰ ταπεινωνόμαστε. Γιὰ νὰ πληροφορηθεῖ ὁ δαίμονας πὼς τὸν ἐγκαταλείψαμε. Γιὰ νὰ ἀσκηθοῦμε. Γιὰ νὰ λάβουμε σαφῆ πείρα τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ. Ἄγγελοι Κυρίου στηρίζουν τοὺς ἀγωνιστές.

Ὁ διάβολος πείραξε τὸ Χριστὸ κατὰ τὴν περίοδο τῆς νηστείας ὄχι μόνο μὲ τὸν τρόπο, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν τόπο. Ἡ μοναξιὰ καὶ ἡ ἀπομόνωση εἶναι πολλὲς φορὲς ὄπλα τοῦ διαβόλου. Παράδειγμα ἡ Εὔα, τὴν ὁποία πείραξε, ὅταν ἦταν χωρισμένη ἀπὸ τὸν Ἀδάμ. Ἀκόμη, ἡ ἀπομόνωση φέρνει μερικὲς φορὲς τὴν μονοτονία, τὴν ἀκηδία, τὴν πείνα, τὴν ἀδημονία. Τότε κατὰ τὴν περίοδο τῆς νηστείας παίρνει θάρρος καὶ ἐπιτίθεται ἐναντίον μας. Ὅταν ὅμως μᾶς δεῖ μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους καὶ συγκεκροτημένους, δὲν ἔχει τὸ θάρρος (γράφει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος) νὰ μᾶς κάνει μεγάλη ζημιά. Γι᾿ αὐτό, λοιπόν, στὴν περίοδο τῆς νηστείας νὰ συχνάζουμε στὴν Ἐκκλησία, στὶς ἀκολουθίες, καὶ ὅλοι μαζὶ νὰ στηρίζουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο γιὰ νὰ ἐνθαρρυνόμαστε πὼς στὸν ἀγώνα μας δὲν εἴμαστε μόνοι, ἀλλὰ μαζί μας εἶναι ὅλη ἡ Ἐκκλησία. Τὸν Κύριο Τὸν ἐνθάρρυναν οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ. Καταλαβαίνουμε, συνεπῶς, πόση μεγάλη ὠφέλεια παίρνουμε ἀπὸ τὴν ἁγία Τεσσαρακοστή.

Μετά, ἕνας ἄλλος Ἅγιος της Ἐκκλησίας μας, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, γράφει πὼς κατὰ τὴν περίοδο τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὁ ἄνθρωπος ἐμπορεύεται τὴν πνευματικὴ ἐμπορία καὶ συγκεντρώνει πολὺ πλοῦτο ἀρετῆς. Τονίζει πὼς δὲν εἶναι μεγάλο κατόρθωμα νὰ διέλθουμε τὶς ἡμέρες ἁπλῶς τῆς νηστείας, ἀλλὰ σημασία ἔχει νὰ διορθώσουμε κάτι ἀπὸ τὰ ἐλαττώματά μας καὶ νὰ πλυθοῦμε ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματά μας, «εἰ διωρθώσαμεν τί τῶν ἡμετέρων ἐλαττωμάτων, εἰ τὰ ἁμαρτήματα ἀπενιψάμεθα».

Συνηθίζουμε νὰ ρωτᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς «πόσας ἕκαστος ἑβδομάδας ἐνήστευσε· καὶ ἔστιν ἀκοῦσαι λεγόντων τῶν μέν, ὅτι δυό, τῶν δὲ ὅτι τρεῖς, τῶν δέ, ὅτι πάσας ἐνήστευσαν τὰς ἑβδομάδας», δηλαδὴ συμβαίνει νὰ ἀκοῦς νὰ λένε ἄλλος μὲν πὼς νήστευσε δυό, ἄλλος τρεῖς καὶ ἄλλος ὅλες τὶς ἑβδομάδες. Καὶ ποιὸ εἶναι τὸ κέρδος, ἐὰν δίχως κατορθώματα ἀρετῆς περάσουμε τὴν περίοδο τῆς νηστείας;

Ἐὰν κάποιος λέγει, ὅτι νήστευσα ὅλη τὴν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς, σὺ εἰπέ, ὅτι εἶχα ἐχθρὸν καὶ συμφιλιώθηκα μ᾿ αὐτόν· εἶχα συνήθεια νὰ κατηγορῶ καὶ τὴν ἐσταμάτησα· εἶχα συνήθεια νὰ ὁρκίζομαι καὶ ἀπαλλάχθηκα ἀπὸ τὴν κακὴ συνήθεια.... Καμία ὠφέλεια δὲν θὰ ἔχουμε ἀπὸ τὴν νηστεία, ἂν ἁπλῶς καὶ μόνο τὴν περάσουμε εἰκῆ καὶ ὡς ἔτυχε. Ἂν περάσουμε τὴ νηστεία τῶν φαγητῶν, ὅταν περάσουν οἱ σαράντα ἡμέρες, περνᾶ καὶ ἡ νηστεία· ἂν ὅμως ἀπέχουμε ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα καὶ ἡ περίοδος τῆς νηστείας νὰ περάσει, ἐκείνη ἡ νηστεία (δηλ. τῶν ἁμαρτημάτων) πάλιν μένει καὶ θὰ εἶναι συνεχὴς ἡ ὠφέλεια σὲ μᾶς καὶ πρὶν ἀκόμα ἀπὸ τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν θὰ μᾶς χαρίσει ὄχι μικρὲς ἀμοιβὲς ἐδῶ.

Βλέπουμε πὼς ἡ μεγάλη Τεσσαρακοστὴ δὲν εἶναι μία περίοδος γιὰ νὰ νηστεύσουμε μόνο ἀπὸ φαγητά, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐξασκούμαστε στὴν ἀρετή. Ὅταν ὅλα αὐτὰ τὰ κατορθώσουμε, τότε θὰ ἀξιωθοῦμε τὴν κυρία ἡμέρα νὰ προσέλθουμε στὴν πνευματικὴ τράπεζα, δηλ. στὴ θεία Εὐχαριστία, γιὰ νὰ κοινωνήσουμε. Ἡ προσέλευση στὸ μυστήριο τῆς ζωῆς εἶναι ἱκανὸ κίνητρο, γιὰ νὰ μᾶς παρακινεῖ στὴν πνευματική μας ἄσκηση.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τονίζει πὼς ἡ νηστεία εἶναι καὶ καθάρσιο τοῦ ἐαυτοῦ μας. Πρὸ τῆς μεγάλης ἡμέρας τοῦ Πάσχα, «κάθαρσίς ἐστι προεόρτιος». Ὁ χριστιανὸς ἐπιτυγχάνει τὴ «συννέκρωση» μὲ τὸ Χριστό, συμμετέχει στὴ νέκρωση τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως ὁ Κύριος νεκρώνει τὴ σάρκα Του γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, ἔτσι καὶ οἱ χριστιανοὶ νεκρώνουν τὰ πάθη τους γιὰ τὴ σωτηρία τὴν ἰδική τους. Ὁ Κύριος νήστευσε λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν πειρασμό, ἐμεῖς πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα.

Μὲ τέτοιες σκέψεις ἂς διέλθουμε τὸ στάδιο τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς γιὰ νὰ ὠφεληθοῦμε πολύ.
πηγή

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 11, 2015

Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ (Ματθ 25, 31-46) «Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε»




«Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε»

Στὶς παραβολὲς ποὺ χρησιμοποιοῦσε ὁ Κύριος, ἔλεγε τὴ φράση ‹‹ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν›› (Ματθ. 22,2), δηλ. Παρομοιάζεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μὲ δέκα παρθένες, μὲ πολύτιμο μαργαρίτη, μὲ ἀγρὸ ἢ μὲ χαμένη δραχμὴ κ. ἄ. Στὸ σημερινὸ ὅμως Εὐαγγέλιο δὲν ὁμιλεῖ παραβολικά, ἀλλὰ ἀποκαλύπτει μιὰ κατάσταση πραγματικὴ καὶ δείχνει ἀποκαλυμμένο τὸν ἑαυτό Του, γι’ αὐτὸ καὶ λέγει ‹‹ὅταν ἔλθη ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ› (25,31), ποὺ σημαίνει πὼς ἡ περικοπὴ ἐκφράζει πλήρως τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴν τελικὴ Κρίση τῶν ἀνθρώπων.


Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐλεημοσύνη τῶν ἀνθρώπων

Μία ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ ἔλεός Του. Μᾶς καταδιώκει συνεχῶς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος, ὁ πλασμένος κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔχει πολλὰ κοινὰ σημεῖα μὲ τὸ Δημιουργό του, ἀλλὰ κατ’ ἐξοχὴν ἡ ἰδιότητα τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς εὐεργεσίας τοῦ πλησίον εἶναι ἐκείνη ποὺ τὸν κάνει νὰ πλησιάζει τὸν Κύριο. Ὁ Χριστὸς διῆγε τὴ ζωὴ Του κάνοντας διαρκῶς εὐεργεσίες στοὺς ἄλλους καὶ ‹‹ἰᾶτο πάντας›› (Λουκ. 6,19). Ἀκόμη καὶ τὸν ἑαυτὸ Του ἔδωσε ‹‹λύτρον ἀντὶ πολλῶν›› (Μάρκ. 10,45), ὡς δεῖγμα καὶ καρπὸ τῆς μεγάλης Του ἀγάπης πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Οἱ φτωχοὶ ἀδελφοί μας, εἴτε εἶναι πεινασμένοι εἴτε ἄρρωστοι καὶ ἐνδεεῖς, εἶναι ἀδέλφια τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ τὸν ἔχουν ‹‹ἐνδυθεῖ››, ‹‹κατὰ τὸν ἔσω ἀνθρωπον››, σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο. Ἔχουν τὸ ἴδιο βάπτισμα μέ μᾶς, μετέχουν στὴν ἴδια χάρη, ὑπακούουν στοὺς ἴδιους νόμους τοῦ Θεοῦ, μετέχουν στὴν ἴδια θεία Εὐχαριστία κι ἔχουν τὶς ἴδιες μὲ μᾶς ἐλπίδες. Πολὺ ὡραῖα τὸ τονίζει αὐτὸ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ‹‹ἀδελφὸν γὰρ τὸ βάπτισμα ἐργάζεται καὶ ἡ τῶν θείων μηστηρίων κοινωνία››. Ἡ ἐλεήμων καρδία κάνει τὸν ἄνθρωπο κληρονόμο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ κι ὄχι τόσο τὰ μεγάλα χαρίσματα, ὅπως π.χ. τὰ θαύματα, τὸ προορατικὸ χάρισμα, ἡ μεγάλη σοφία τοῦ νοῦ κ.λ.π.

Ἕνας μεγάλος ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, περιγράφει πῶς πρέπει νὰ εἶναι μία ἐλεήμων καρδιά, δηλ. πῶς γίνεται ὁ ἄνθρωπος φιλάνθρωπος. Ὀφείλει νὰ καίγεται ἡ καρδιά του ἀπὸ ἀγάπη γιὰ ὅλη τὴν κτίση. Νὰ ἀγωνιᾶ ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων, ὑπὲρ τῶν ὀρνέων, ὑπὲρ τῶν ζώων, ἀκόμη καὶ ὑπὲρ τῶν δαιμόνων, ἂν εἶναι δυνατόν. Στὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶχε τέτοια καρδιά, τὰ δάκρυα εἶναι ἀσταμάτητα. Δὲν μπορεῖ ν’ ἀκούσει δυστυχία ἢ νὰ δεῖ κάποια βλάβη καὶ νὰ μὴ συγκλονισθεῖ, νὰ μὴ δακρύσει. Προσεύχεται μὲ δάκρυα καὶ ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν του ἀκόμη καὶ ὑπὲρ τῆς φύσεως. Ὅλοι κι ὅλα νὰ ἐλεηθοῦν ἀπ’τὸ Θεό. Βλέπουμε, λοιπόν, πὼς ἕνα δάκρυ μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει τὴν εὐκαιρία νὰ κάνουμε δική μας τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.


Πῶς ἐκδηλώνεται ἡ ἀγάπη μας πρὸς τοὺς ἄλλους;

Ἕνας ἀοίδιμος Ἐπίσκοπος, ὁ Κοζάνης Διονύσιος, γράφει πὼς ἁπλὰ περιστατικὰ τῆς καθημερινῆς ζωῆς μας θὰ μᾶς κρίνουν. Ὄχι σοφία, ὄχι πολιτικὴ ἐξουσία καὶ δύναμη, ὄχι ὑλικὸς πλοῦτος καὶ χρήματα, ὄχι σωματικὴ ρώμη καὶ ὡραιότητα. Δὲν εἶναι αὐτὰ ποὺ ἔχουν ἀξία ἐκείνη τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως ἀλλὰ γεγονότα ἁπλά, ὅπως τὰ βλέπουμε στὴν καθημερινὴ ζωή. Ἕνα πιάτο φαγητοῦ, μιὰ οἰκονομικὴ ἐνίσχυση στὸν ἄλλο, μία συμπαράσταση σὲ κεῖνον ποὺ περνάει δύσκολες ὧρες, μία ἁπλὴ ἐπίσκεψη στὸν πονεμένο. Ὅλα αὐτὰ γίνονται μὲ ἀθόρυβο τρόπο, χωρὶς τυμπανοκρουσίες καὶ δημοσιεύσεις. Ὁ χριστιανὸς ποὺ πιστεύει καὶ ἐνεργεῖ τὴν πίστη του, ἀποφεύγει τὶς θεαματικὲς ἐκδηλώσεις κι ἐκείνους τοὺς πομπώδεις τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους μᾶς ἔχει συνηθίσει ἡ ἐποχή μας. Τὸ μοναδικὸ πράγμα ποὺ θὰ πάρουμε στὴν ἄλλη ζωὴ εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ ὁποία γίνεται συνήγορος γιὰ μᾶς στὸ Θεό.

Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο ἀπευθύνεται σ’ ὅλους ἐμᾶς ποὺ τιμᾶμε τὴν εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ λησμονοῦμε νὰ τιμήσουμε τὴν ἔμψυχη εἰκόνα Του ποὺ εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἂς ἀκούσουμε τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο ποὺ μᾶς προτρέπει: ‹‹Πλούτισον μὴ περιουσίαν μόνον, ἀλλὰ καὶ εὐσέβειαν...››, δηλ. ἄς πλουτίσουμε ὄχι μόνον σὲ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ καὶ σὲ εὐσέβεια. Ἄς γίνουμε ἐμεῖς στὸν κάθε πτωχὸ ποὺ θὰ συναντήσουμε ὅ,τι εἶναι ὁ Θεὸς γιὰ ὅλους μας, γιὰ νὰ βροῦμε κι ἐμεῖς ἔλεος.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 15, 2014

Ἕνα διαδεδομένο πάθος


 
 


«Εἰσί δέ τρεῖς διαφοραί ψεύδους· ἔστιν ὁ ψευδόμενος κατά διάνοιαν καί ἔστιν ὁ ἐν λόγῳ ψευδόμενος καί ἔστιν ὁ εἰς αὐτόν τόν βίον αὐτοῦ ψευδόμενος»   (ἀββᾶ Δωροθέου, Περί Ψεύδους, ΕΠΕ «Φιλοκαλία», τ. 12).

Ὑπάρχουν τρεῖς γενικοί τρόποι γιά νά λέμε ψέματα καί νά εἴμαστε ψευδόμενοι, γράφει ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος.

α. Ὁ πρῶτος τρόπος εἶναι νά ψεύδεται κάποιος κατά διάνοια. Χαρακτηριστικό αὐτῆς τῆς καταστάσεως εἶναι ἡ ὑπόνοια καί ἡ καχυποψία. Αὐτός πού ἔχει καχυποψίες, ἐάν δεῖ κάποιον νά ὁμιλεῖ μέ ἕναν ἄλλο, ὑποπτεύεται πώς μιλοῦν γι' αὐτόν. Ἐάν διακόψουν τήν ὁμιλία, ὑποψιάζεται πώς διέκοψαν γι' αὐτόν. Ἡ καχυποψία, πού εἶναι μία μορφή ψεύδους, τόν κάνει νά μή λέγει τίποτε τό ἀληθινό, ἀλλά νά κατασκευάζει ὅλο ὑποθέσεις. Τά ἀποτελέσματα τῆς περιπτώσεως αὐτῆς εἶναι περιέργειες, κρυφακούσματα, καταλαλιές, κατακρίσεις καί μαλώματα.

β. Ὁ δεύτερος τρόπος εἶναι νά ψευδόμαστε μέ τόν λόγο. Ἕνας πού εἶναι ψεύτης στά λόγια, προσπαθεῖ νά δικαιολογήσει τίς ἁμαρτίες του, τά πάθη του ἤ προσπαθεῖ νά ἐπιτύχει τοῦ σκοποῦ του μέ ψέματα. Τροποποιεῖ τίς κατηγορίες εἰς βάρος του μέ ψέματα. Λέγει ψέματα γιά νά ἐκπληρωθοῦν οἱ ἐπιθυμίες του. Ψεύδεται γιά νά ἐντυπωσιάσει, νά ἀποφύγει πολλές καταστάσεις ἤ γιά νά κερδίσει χρήματα καί ἀγαθά. Αὐτός πού λέγει ψέματα στά λόγια του, φτάνει στό σημεῖο νά μήν τόν πιστεύουν οἱ ἄλλοι, ἔστω καί ἄν λέγει ἀλήθεια.

γ. Ὁ τρίτος τρόπος εἶναι ὅταν ψεύδεται κάποιος μέ τόν βίο του. Ἄλλη εἶναι ἡ πραγματική ζωή πού κάνει καί ἄλλη δείχνει νά κάνει. Εἶναι ἄσωτος, ἀλλά ἐμφανίζεται ἐγκρατής. Εἶναι πλεονέκτης καί ἐμφανίζεται ἐλεήμονας καί μιλᾶ μέ θέρμη γιά τήν ἐλεημοσύνη. Εἶναι ὑπερήφανος καί θαυμάζει τήν ταπεινοφροσύνη. Προβάλλει τήν ἀρετή ἤ γιά νά σκεπάσει τόν ἑαυτό του ἤ γιά νά τόν θαυμάζουν οἱ ἄλλοι. «Οὗτος οὐκ ἔστιν ἁπλοῦς ἄνθρωπος, ἀλλά διπλοῦς». Εἶναι διπλοπρόσωπος. Ἡ κατάσταση τῆς ὑποκρισίας συνδέεται στενά μέ τό ψεῦδος, καί μάλιστα μερικές φορές ἡ ὑποκρισία καί τό ψεῦδος ταυτίζονται.

Τό πάθος τοῦ ψεύδους ὅλους μας ἔχει ἀκουμπήσει. Ἄλλος ψεύδεται ἐπειδή ἀποσκοπεῖ στό συμφέρον του, ἄλλος γιά τήν καλοπέρασή του, ἄλλος γιά τήν ἱκανοποίηση τῆς φιληδονίας του, ἄλλος γιά νά προξενήσει γέλιο καί εὐτραπελία, ἄλλος γιά νά ἐπιβουλευτεῖ τόν ἀδελφό του καί νά τόν κακοποιήσει· ὑπάρχουν πολλοί λόγοι γιά νά πεῖ κάποιος ψέματα.

Τό ψέμα ὅμως, ὅπως μέ εὐκολία θριαμβεύει, ἔτσι καί μέ εὐκολία καταρρέει. Μπορεῖ κάποιος νά λέγει ἕνα σωρό λόγια πού μέσα σέ αὐτά κρύβεται μέ ἐπιμέλεια τό ψέμα, στό τέλος ὅμως δέν ἐπιτυγχάνει τίποτε. Πολλές φορές λέμε ψέματα γιά νά ἐπικρατήσουμε, ἀλλά τελικά τά ἴδια μας τά ψέματα μᾶς ἐκθέτουν καί μᾶς ρεζιλεύουν.

Κατά κανόνα ὅσοι λέμε ψέματα ἀποδίδουμε στούς ἄλλους τά ἐλαττώματα τά δικά μας, ὅπως ἀκριβῶς κάνουν καί οἱ ἀνήθικες γυναῖκες, πού κατηγοροῦν τίς τίμιες ἀπό φόβο μήν τυχόν μιλήσουν. Ἐπίσης, γινόμαστε ἰδιαίτερα φορτικοί στούς ἄλλους ἤ ἀκόμη καί βίαιοι. Αὐτό φαίνεται καθαρά στήν περίπτωση τῆς καχυποψίας. Ὅποιος δηλαδή ἔχει ὑπόνοιες καί καχυποψία, βασανίζει τούς ἄλλους. Ἕνας σύζυγος πού ὑποψιάζεται τήν σύντροφό του, τήν βασανίζει, τήν βρίζει, τήν ἐξουθενώνει καί τήν κακοποιεῖ. Συμβαίνουν ὅλα αὐτά, ἐπειδή στό μυαλό του ἔχει πλάσει ψευδεῖς εἰκόνες ἤ ἔχει καταλήξει σέ ψευδῆ συμπεράσματα.

Ἀκόμη ὑπάρχει καί ὁ μυθομανής. Λέγει ψέματα χωρίς νά ἐξυπηρετοῦν σέ τίποτε. Νομίζει ὅτι τόν καταδιώκουν, προφυλλάσσεται ἀπό ἄλλους χωρίς λόγο κ.ἄ. Ὁ μυθομανής μπορεῖ νά προκαλέσει στούς ἄλλους ἄσχημες καταστάσεις καί ἐνδέχεται ἐξ αἰτίας του, νά ἀποδίδονται σέ ἀνθρώπους ἀθώους κατηγορίες ἐντελῶς ἀνυπόστατες καί μή πραγματικές. Ἡ μυθομανία εἶναι ἕνα εἶδος διαστροφῆς.

Αὐτό τό φοβερότατο πάθος, τό ὁποῖο δέν θεωροῦμε σπουδαῖο, ἀφοῦ μάλιστα βρίσκουμε καί δικαιολογίες πώς τάχα λέμε ψέματα γιά καλό, γιά νά προστατεύσουμε τούς ἄλλους, γιά νά σώσουμε μία οἰκογένεια, γιά νά προλάβουμε τυχόν μεγαλύτερες καταστροφές, ὀφείλουμε νά τό πολεμήσουμε. Ὅσοι συνηθίσαμε νά λέμε ψέματα, δέν σεβόμαστε οὔτε τόν ἑαυτό μας οὔτε τούς ἄλλους καί πολλές φορές τό πάθος αὐτό μᾶς ἐκθέτει στά μάτια τῶν ἄλλων, ἀλλά προπαντός μᾶς στερεῖ τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.
 πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...