Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Sourozh Aντώνιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Sourozh Aντώνιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Μαρτίου 17, 2018

Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος








Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἡ Τεσσαρακοστὴ εἶναι μιὰ περίοδος μετάνοιας, μιὰ περίοδος ὅπου ἡ πέτρινη καρδιά μας μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ, πρέπει ἀπὸ πέτρινη νὰ γίνει ἀνθρώπινη, ἀπὸ ἀναίσθητη ν΄ ἀρχίσει νὰ συναισθάνεται, ἀπὸ ψυχρή καὶ σκληρή νὰ γίνει ζεστή καὶ ἀνοιχτή στοὺς ἄλλους, καὶ στὸν ἴδιο τὸν Θεό.

Ἡ Σαρακοστή εἶναι μιὰ περίοδος ἀνανέωσης, ὅπου ὅλα γίνονται ξανὰ καινούργια, ὅπως στὴν ἄνοιξη· ὅπου ἡ ζωή μας ἀπὸ τὸ ἁμυδρὸ φῶς ποὺ βρισκόταν, ζωντανεύει μ’ ὅλη τὴν ἔνταση ποὺ ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ κοινωνήσει σ’ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους, κάνοντάς μας μέτοχους τοῦ Ἁγίου Του Πνεύματος, καὶ μέσα ἀπὸ τὰ Ἱερὰ Μυστήρια καὶ τοῦ δώρου τοῦ Θεοῦ σ’ ἐμᾶς, τῆς ΘεϊκῆςΤου φύσης.

Εἶναι καιρὸς συμφιλίωσης, καὶ συμφιλίωση εἶναι χαρά: εἶναι ἡ χαρὰ τοῦ Θεοῦ, καὶ ἡ δική μας· εἶναι ἕνα νέο ξεκίνημα.

Σήμερα εἶναι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, καὶ θέλω νὰ σᾶς διαβάσω μερικὲς δικές του φράσεις ποὺ εἶναι σχετικές μὲ τὴν ἰδιαίτερη χρονική περίοδο ποὺ ζοῦμε:

«Μετάνοια ποὺ σημαίνει ἐπιστροφή στὸν Θεό εἶναι ἡ ἀνανέωση τοῦ βαπτίσματός μας· εἶναι ἡ προσπάθεια μας ν’ ἀνανεώσουμε τὸ συμβόλαιο μας μὲ τὸν Θεό, ἠ ὑπόσχεση μας ν΄ ἀλλάξουμε ζωή. Εἶναι καιρὸς ὅπου μποροῦμε ν’ ἀποκτήσουμε ταπείνωση, ποὺ σημαίνει νὰ εἰρηνεύσουμε μὲ τὸν Θεὸ, μὲ τὸν ἑαυτό μας, μ’ ὅλη τὴν κτίση. Μετάνοια εἶναι ἡ γέννηση τῆς ἐλπίδας καὶ ἡ ἀπόρριψη τῆς ἀπελπισίας. Καὶ κάποιος ποὺ μετανοεῖ, εἶναι κάποιος ποὺ τοῦ ἀξίζει καταδίκη – καὶ ὅμως, φεύγει ἀπὸ τὸ δικαστήριο δίχως ντροπή, ἐπειδὴ μετάνοια σημαίνει νὰ εἰρηνεύουμε μὲ τὸν Θεό. Καὶ αὐτὸ ἐπιτυγχάνεται ζώντας μιὰ ζωὴ ποὺ ν’ ἀξίζει, ξένη πρὸς τὶς ἁμαρτίες ποὺ διαπράξαμε στὸ παρελθόν. Μετάνοια εἶναι ὁ κάθαρση τῆς συνείδησης. Μετάνοια σημαίνει ν’ ἀπομακρύνω ὅλο τὸν πόνο καὶ τὴν θλίψη.»

Καὶ ἄν ἀναρωτηθοῦμε πῶς μποροῦμε νὰ τὸ ἐπιτύχουμε αὐτὸ, πῶς μποροῦμε νὰ φτάσουμε σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο, πῶς μποροῦμε ν’ ἀποκριθοῦμε στὸν Θεό ποὺ μᾶς δέχεται ὅπως ὁ πατέρας δέχτηκε τὸν ἄσωτο υἱό, ἕναν Θεό ποὺ μᾶς περιμένει μὲ λαχτάρα, ποὺ, ἄν καὶ Τὸν ἀπορρίψαμε, ποτὲ δὲν χωρίστηκε ἀπὸ ἐμᾶς – πῶς μποροῦμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε σ’ Ἐκεῖνον; Ἄς ποῦμε λίγα λόγια γιὰ τὴν προσευχή:

«Μὴν χρησιμοποιεῖς στὴν προσευχή ψεύτικα σοφὰ λόγια· ἐπειδὴ συχνὰ εἶναι οἱ ἁπλοὶ ψίθυροι τῶν παιδιῶν ποὺ δίνουν χαρά στὸν οὐράνιο Πατέρα μας. Μὴν προσπαθεῖτε νὰ λέτε πολλὰ, ὅταν μιλᾶτε στὸν Θεό, γιατὶ διαφορετικὰ ὁ νοῦς σας θὰ χαθεῖ στὴν ἀναζήτηση τῶν λέξεων. Ἕνας λόγος ποὺ εἰπώθηκε ἀπὸ τὸν τελώνη προκάλεσε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ· ἕνας λόγος πίστης ἔσωσε τὸν ληστή στὸν σταυρό. Ἡ χρήση πληθώρας λέξεων ὅταν προσευχόμαστε σκορπίζει τὸ νοῦ μας καὶ τὸν γεμίζει μὲ φαντασίες. Ἕνας λόγος πρὸς τὸν Θεὸ συγκεντρώνει τὸ νοῦ στὴν παρουσία Του. Kαὶ ἄν ἕνας λόγος στὴν προσευχὴ σᾶς ἀγγίζει βαθιά, ἄν τὸν νοιώθετε βαθιὰ μέσα σας – ἐπιμείνετε, ἐπιμείνετε, ἐπειδὴ τέτοιες στιγμὲς ὁ φύλακας Ἄγγελος μας προσεύχεται μαζὶ μ’ ἐμᾶς, ἐπειδὴ εἴμαστε ἀληθινοὶ πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἑαυτό μας».

Ἄς θυμηθοῦμε τί λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας, ἀκόμα κι ἄν ξεχνᾶτε τὰ σύντομα σχόλια (ποὺ ἔκανα) γιὰ νὰ γίνει τὸ κείμενό του πιὸ κατανοητό. Ἄς θυμηθοῦμε τὰ λόγια του ἐπειδὴ ἦταν ἕνας ἄνδρας ποὺ γνώριζε τὶ σημαίνει νὰ στρέφεσαι στὸν Θεό, νὰ μένεις μὲ τὸν Θεό, νὰ εἶσαι ἡ χαρὰ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ χαίρεσαι μαζί Του. Μᾶς προσφέρεται αὐτὴ τὴ στιγμὴ, καθὼς ἀναβαίνουμε πρὸς τὶς ἡμέρες τοῦ Πάθους, μᾶς προσφέρεται σὰν παράδειγμα τοῦ τὶ μπορεῖ νὰ κάνει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ποὺ μεταμορφώνει ἕναν συνηθισμένο, ἁπλὸ ἄνθρωπο σὲ φῶς μέσα στὸν κόσμο.

Ἄς μάθουμε ἀπὸ ἐκεῖνον, ἄς ἀκολουθήσουμε τὸ παράδειγμά του, ἄς χαροῦμε μ’ ὅ,τι μπορεῖ ὁ Θεὸς μὲ τὴ δύναμη Του νὰ κάνει σ’ ἕναν ἄνθρωπο, καὶ μ’ ἐμπιστοσύνη, μὲ πίστη, μὲ μιὰ θριαμβευτικὴ κι ὅμως γαλήνια χαρὰ, ἄς ἀκούσουμε τὸν Θεὸ ποὺ μᾶς ἱκετεύει νὰ βροῦμε ἕναν τρόπο ζωῆς καὶ ποὺ μᾶς λέει ὅτι μ’ Ἐκεῖνον, καὶ μέσα ὰπὸ Ἐκεῖνον θὰ παραμείνουμε ζωντανοί, ἐπειδὴ αὐτὸς εἶναι ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ὁδὸς καὶ ἡ αἰώνια Ζωή. Ἀμήν. 

Πιστεύω, Κύριε, βοήθα με στὴν ἀπιστία μου

Στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ὅπως καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα τῆς Καινῆς Διαθήκης, βλέπουμε νὰ ἔρχονται ἢ νὰ φέρνουν στὸν Κύριο ἄνδρες, γυναῖκες καὶ παιδιὰ μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς ἰάσης – τῆς ἴασης ἀπὸ σωματικὲς ἀσθένειες, ἀπὸ τὴν δυστυχία, ἀπὸ τὸν πόνο, τὴν ἀγωνία τῆς ζωῆς. Καὶ κάθε φορὰ ὁ Χριστὸς τοὺς λέει, «Πιστεύεις ὅτι μπορῶ νὰ τὸ κάνω αὐτό; » Καὶ σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση, ὁ ἄνδρας ποὺ ρωτήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο ἂν πιστεύει σὲ σχέση μὲ τὸν ἀσθενὴ υἱὸ του εἶπε, «Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μοι τῇ ἀπιστίᾳ μου». Ἀλλὰ ἐὰν πιστεύουμε ὅτι ὁ Χριστὸς ὁ Κύριός μας ἔχει τὴ δύναμη νὰ σώσει, ὑπάρχει κάτι περισσότερο σὲ αὐτό. Ἐπειδὴ εἶναι ἀναμενόμενο νὰ πιστέψουμε ὄχι μόνο στὴν Θεϊκὴ δύναμη, ἀλλὰ στὴν Θεϊκὴ συμπόνια.

Τὸ κείμενο τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου μᾶς μιλάει γιὰ τὸ ἔλεος. Ἔλεος σημαίνει τρυφερότητα, φροντίδα, ἀλλὰ πέρα ἀπ’ αὐτό, ὑπάρχει αὐτὴ ἡ σπουδαία, καὶ κατὰ ἕναν τρόπο τρομακτικὴ λέξη, «συμπόνια», ποὺ σημαίνει ἑτοιμότητα, καὶ πράγματι ὄχι μόνο ἑτοιμότητα ἀλλὰ τὴν πραγματικότητα νὰ ὑποφέρει κανείς, ἀναλαμβάνοντας μαζὶ τὸν πόνο ἑνὸς ἄλλου προσώπου. Καὶ αὐτὸ εἶναι ποὺ στὴν πραγματικότητα ἔκανε ὁ Χριστὸς μὲ τὴν Ἐνσάρκωσή Του. Δὲν ἐνδύθηκε μόνο τὴν ἀνθρώπινη φύση σ’ ὅλη τὴν ἀδυναμία της, ἀλλὰ ὅλο τὸν πόνο, τὰ βάσανα, τὴν ἀγωνία τοῦ καθένα ἀπὸ ἐμᾶς. Καὶ ἐὰν στρεφόμαστε σ’ αὐτὸν ζητώντας Του νὰ μᾶς θεραπεύσει, νὰ μᾶς βοηθήσει, αὐτὸ ποὺ ἀληθινὰ θέλουμε νὰ ποῦμε εἶναι, «Πιστεύω, Κύριε, ὅτι ἡ ἀγάπη Σου εἶναι τέτοια ὥστε δὲν ὑπάρχει πόνος τοῦ νοῦ, καμιὰ ἀγωνία τοῦ νοῦ, κανένας σωματικὸς πόνος ποὺ νὰ μὴν συμμετέχεις. Ναί, Ἐσὺ σταυρώθηκες, δὲν μοιράστηκες μοναχὰ τὸν θάνατό μας, ἀλλὰ τὸν πόνο ποὺ καίει σὲ κάθε καρδιὰ καὶ ξεσχίζει κάθε μέλος τοῦ σώματος.» Μποροῦμε νὰ στραφοῦμε στὸν Θεὸ ὅταν βρισκόμαστε σὲ ἀνάγκη καὶ νὰ ποῦμε, «Κύριε, ἔχω ἐμπιστοσύνη στὴν συμπόνια Σου. Πιστεύω ὅτι ὅποτε ὑποφέρω, δίκαια ἢ ἄδικα, ἀπὸ δικό μου φταίξιμο ἢ ὄχι, Ἐσὺ ὑποφέρεις μαζί μου, μοιράζεσαι τὴν ἀγωνία μου· καὶ ἡ ἀγωνία Σου εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν δική μου, ἐπειδὴ γνωρίζεις περισσότερο ἀπὸ ἐμένα, τί θὰ μποροῦσα νὰ εἶμαι στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα.»

Καὶ ἔτσι ὅταν ἔχουμε ἀνάγκη τὸ θεῖο ἔλεος ἢ τὴ θεία βοήθεια, ἂς μὴν στραφοῦμε ἁπλὰ σὲ Ἐκεῖνον γιὰ νὰ τοῦ ποῦμε, «Κύριε, βρίσκομαι σὲ ἀνάγκη καὶ ἔχεις Ἐσὺ τὴ δύναμη», ἂς στραφοῦμε καὶ ἂς ποῦμε, «Γνωρίζω, Κύριε, ὅτι δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα, πόνος, ἀγωνία ποὺ νὰ μὴν μοιράζεσαι μὲ μένα· λατρεύω τὴν ἀγάπη Σου, γονατίζω μπροστὰ στὸν σταυρό Σου, δέχομαι τὸν τρόμο νὰ μοιράζομαι μὲ Σένα τὸν πόνο μου, ἐπειδή, πιστεύω τόσο βαθιά, ἐξ ὁλοκλήρου στὴν συμπόνια Σου, δώρισέ μου νὰ μοιράζομαι τὴν ὁλότητά Σου». Ἀμὴν

Σάββατο, Φεβρουαρίου 17, 2018

Κυριακὴ τῆς Συγγνώμης


Αποτέλεσμα εικόνας για TYRINHS

Μετὰ ἀπὸ τὶς ἑβδομάδες τῆς προετοιμασίας ποὺ προηγήθηκαν, κατὰ τὶς ὁποῖες ἐξετάσαμε τὴν ψυχή μας, τὴ ζωή μας, ὅλες τὶς σχέσεις μας ἐνώπιον τοῦ βλέμματος καὶ τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ, μπαίνουμε σήμερα στὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ - στὴ χαρὰ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ συμπίπτει μὲ τὴν ἄνοιξη - εἶναι μία ἀρχὴ ζωῆς, μία ἀρχὴ καινότητας, μία νέα ἐποχή. Εἶναι μία περίοδος κατὰ τὴν ὁποία δὲν θέλουμε πιὰ νὰ θυμόμαστε τὶς ἁμαρτίες μας, δὲν θέλουμε πιὰ νὰ φέρνουμε στὸ νοῦ μας εἰκόνες ἀπὸ παραβολὲς γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴ μετάνοια, ἀλλὰ νὰ ἀτενίζουμε τοὺς Ἁγίους ποὺ ἄρχισαν τὴ ζωὴ τους ὅπως κι ἐμεῖς: εὔθραυστοι, ἀδύναμοι, ἀμφιταλαντευόμενοι, ἀλλὰ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ δύναμή Του ἔγιναν αὐτὸ ποὺ ἔγιναν: ἄνδρες, γυναῖκες, παιδιὰ ποὺ ἐμεῖς τώρα μποροῦμε νὰ τιμοῦμε, μὲ τοὺς ὁποίους μποροῦμε νὰ εὐφραινόμαστε, νὰ τοὺς ἔχουμε ὡς παράδειγμα καὶ νὰ ἀπευθυνόμαστε σὲ αὐτοὺς ζητώντας τους νὰ προσεύχονται γιὰ τὴ σωτηρία μας.

Ἀπόψε, ἀρχίζουμε ἕνα ταξίδι· ἕνα ταξίδι ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτωλή μας κατάσταση -τὴν ἀναγνωρίσαμε, μετανοοῦμε γι' αὐτὴν-σὲ μία νέα ἐποχή, στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ποὺ γιὰ μᾶς σηματοδοτεῖ τὴν ἔναρξη τῆς αἰώνιας ζωῆς μας. Ξεκινᾶμε τὸ ταξίδι μας ἀπόψε ὅπως ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ ξεκίνησε ἀπὸ τὴ γῆ τῆς Αἰγύπτου πρὸς τὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας: εἴμαστε ἀκόμη εὐάλωτοι, βαρυφορτωμένοι, ὄχι ἀπόλυτα ἐλεύθεροι. Τὸ θάρρος ὅμως καὶ τὴν ἔμπνευση γιὰ νὰ φτάσουμε στὴν τελικὴ νίκη, στὴν καινότητα τῆς ζωῆς ποὺ εἶναι ἡ κλήση μας καὶ ἡ ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ τὸ βροῦμε κοιτάζοντας πίσω τὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ ἀτενίζοντας τὸν Ζῶντα Θεό, ποὺ εἶναι ἡ Ζωὴ καὶ ἡ σωτηρία, καὶ τοὺς Ἁγίους ποὺ νίκησαν μὲ τὴ δική Του δύναμη. Θὰ πρέπει νὰ ταξιδέψουμε μαζὶ καὶ ἂς μὴν ἔχουμε ψευδαισθήσεις: θὰ εἴμαστε δύσκολοι συνοδοιπόροι ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο, ἀλλὰ θὰ στηριζόμαστε ὁ ἕνας στὸν ἄλλον ἂν θέλουμε νὰ φθάσουμε τελικὰ στὸ σκοπό μας - κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ oι Ἰσραηλίτες διάβηκαν τὴν ἔρημο: δὲν ἦταν πάντα ὑπάκουοι στὸ Θεό, οὔτε πάντα "ἐντάξει" μεταξύ τους, ὡστόσο, χρειάζονταν τὸν κάθε ἄλλον γιὰ νὰ φθάσουν στὸ ὑπεσχημένο τέλος.

Ἂς ξεκινήσουμε λοιπὸν τώρα· ἂς σκεφθοῦμε τί γιορτάζουμε τὴν ἑπόμενη Κυριακή: τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὄχι τὸν θρίαμβο τῶν Ὀρθοδόξων ἐπὶ ἄλλων ἀνθρώπων, ἀλλὰ τὸν θρίαμβο τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων. Τὸν θρίαμβο τῆς Ἀλήθειάς Του, τὸν θρίαμβό Του στὴ ζωή μας.

Καὶ στὴ συνέχεια, ἂς δοῦμε τὸν ἕναν ἅγιο μετὰ τὸν ἄλλον, κι ἂς ἀκούσουμε τί ἔχουν νὰ μᾶς ποῦν: Γρηγόριος Παλαμᾶς, Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, Μαρία ἡ Αἰγυπτία καὶ ὅλοι ὅσοι ἀκολούθησαν τὰ ἴχνη τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τέλος θὰ φθάσουμε στὸ σημεῖο ποὺ θὰ πρέπει νὰ ξεχάσουμε ὅλους καὶ ὅλα, δὲν θὰ θυμόμαστε τίποτε, κανέναν, παρὰ μόνον τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό: Ποιὸς εἶναι, τί ἔχει κάνει γιά μᾶς, τί κάνει γιά μᾶς; Ἂς μάθουμε ὅλες αὐτὲς τὶς ἑβδομάδες νὰ ξεχνᾶμε τὸν ἑαυτό μας, χαρούμενοι καὶ εὐγνώμονες ποὺ μποροῦμε τώρα νὰ τὸ κάνουμε, καὶ νὰ κοιτάζουμε μόνο πρὸς τὸ Θεό. Καὶ ὅταν γιὰ ἄλλη μία φορά, ἔρθει ἡ ἑβδομάδα τοῦ Πάθους, μ' ἕνα καινούριο τρόπο, μὲ καινούρια ἀπόφαση, μὲ καινούρια παραίτηση ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας θὰ στραφοῦμε καὶ θὰ κοιτάζουμε τὸ Θεὸ ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ σωθοῦμε· μὲ εὐγνωμοσύνη ἂς θυμόμαστε μόνον Αὐτὸν καὶ Ἐκεῖνος θὰ μᾶς θυμηθεῖ γιὰ τὴ σωτηρία μας.

Κυριακὴ τῆς συγχώρησης




Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, καθὼς ἀπόψε ξεκινᾶ ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, μᾶς μιλάει μὲ λόγια θείας ἐλπίδας ἀλλὰ καὶ προειδοποιεῖ: Συγχωρεῖτε ἐκείνους ποὺ σφάλουν ἐνώπιόν σας, συγχωρεῖτε, διότι διαφορετικὰ δὲν θὰ συγχωρηθεῖτε. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι βασιλεία ἀμοιβαίας ἀναγνώρισης, ἀμοιβαίας ἀποδοχῆς καὶ ἀγάπης, στοιχείων ποὺ συμπίπτουν μὲ τὴ χαρὰ τῆς κοινωνίας, ἀλλὰ καὶ τῆς ἑτοιμότητας νὰ σηκώνουμε ὁ ἕνας τὰ βάρη τοῦ ἄλλου.

Νὰ συγχωροῦμε, ἀλλὰ πῶς; Ἀπὸ ποῦ ξεκινᾶ ἡ συγνώμη; Θὰ ἦταν τόσο εὔκολο, πραγματικὰ θαυμάσιο, ἂν ἡ συγνώμη μποροῦσε νὰ ἀρχίσει μὲ μία τέτοια ἀλλαγὴ τῆς καρδιᾶς, ὥστε ἐκεῖνοι ποὺ μᾶς εἶναι ἀπεχθεῖς νὰ γίνουν ἀγαπητοί, αὐτὰ ποὺ μᾶς πόνεσαν νὰ ξεχαστοῦν καὶ νὰ μποροῦμε νὰ ἀρχίζουμε ἀπ' τὴν ἀρχὴ σὰν τίποτε νὰ μὴν ἔχει συμβεῖ.

Κάτι τέτοιο ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ γίνει! Τὸν πόνο τοῦ παρελθόντος τὸν νιώθουμε, δὲν ξεχνιέται, δὲν μποροῦμε ἁπλῶς νὰ ξαναρχίσουμε σὰν νὰ μὴν ὑπῆρξε τίποτε προηγουμένως. Ἀλλὰ τὸ νόημα τῆς συγνώμης δὲν εἶναι αὐτό. Συγνώμη δὲν σημαίνει λήθη· ἡ λήθη δὲν ὁδηγεῖ πουθενά. Ἂν ξεχάσουμε πώς, γιὰ ποιὸ λόγο, κάτω ἀπὸ ποιὲς συνθῆκες, λόγω ποιᾶς ἀδυναμίας, σὲ ποιὸ σημεῖο ἦταν εὐάλωτος ἐκεῖνος ποὺ ἔσφαλε, τότε τὸν ἀφήνουμε ἀπροστάτευτο. Ἐκεῖνος ποὺ ἔκανε τὸ λάθος πρέπει νὰ προστατευθεῖ ἀπὸ ἐνδεχόμενη νέα πτώση. Αὐτὸ ποὺ ἔκανε, οἱ λόγοι καὶ οἱ συνθῆκες τῆς πτώσης του δὲν θὰ πρέπει νὰ ξεχαστοῦν, διότι ἀπὸ δῶ καὶ πέρα ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὴ δική μας στοχαστική, ἀγαπητικὴ μέριμνα, ὥστε νὰ μὴ γλιστρήσει, νὰ μὴν ἁμαρτήσει καὶ πάλι.

Ἐδῶ ἀκριβῶς ἀρχίζει ἡ συγνώμη: τὴ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία, ἀναγνωρίζοντας τὸ εὔθραυστο τῶν ἄλλων, ὅπως ἀναγνωρίζω καὶ τὸ δικό μου, τὴν ἀνάγκη τους γιὰ προστασία καὶ βοήθεια, γιὰ εὐσπλαχνία, εἶμαι προετοιμασμένος νὰ φέρω μαζί τους τὸ φορτίο τῆς ἀδυναμίας τους, τὸ εὐάλωτο τῆς ἁμαρτωλότητάς τους. Ἡ συγνώμη ἀρχίζει τὴ στιγμὴ ποὺ ἀποφασίζω νὰ ἀνέχομαι τοὺς ἀδελφούς μου, χωρὶς νὰ περιμένω νὰ ἀλλάξουν, νὰ τοὺς ἀνέχομαι ὅπως εἶναι, νὰ κάνω ἐλαφρότερο τὸ φορτίο τους, ὥστε κάποτε ἡ ἀλλαγή τους νὰ καταστεῖ ἐφικτή.

Ἡ προϋπόθεση πάντως τῆς συγνώμης βρίσκεται μέσα μου: εἶναι ἡ προθυμία μου νὰ ἀναλάβω αὐτὸν τὸν σταυρό, αὐτὸ τὸ φορτίο, ὥστε οἱ ἄλλοι νὰ θεραπευθοῦν ἢ τουλάχιστον νὰ προστατευθοῦν ἀπέναντι στὸ κακό. Αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ τὸ κάνει ὁ καθένας, δὲν χρειάζεται παρὰ μία στιγμὴ κατανόησης, ἀποφασιστικότητα καὶ καλὴ θέληση. Ὅλοι μας ἔχουμε δίπλα μας ἀνθρώπους ποὺ δύσκολα ἀνεχόμαστε, ποὺ εἶναι αἰτία ταλαιπωρίας, δυστυχίας καὶ θυμοῦ· μποροῦμε νὰ ἀκυρώσουμε αὐτὸ τὸ θυμὸ καὶ νὰ ξεπεράσουμε τὴ δυστυχία ἂν κάνουμε τὸ καθῆκον μας, τὸ καθῆκον τῆς ζωῆς μας, τὸ ἔργο μας, ποὺ εἶναι νὰ κουβαλᾶμε μαζί τους τὸ φορτίο, νὰ εἴμαστε αὐτοὶ πού, πληγωμένοι καὶ προσβεβλημένοι καὶ ἀποδιωγμένοι, θὰ στραφοῦμε στὸν Κύριο καὶ θὰ ποῦμε: "Κύριε, συγχώρησε, γιατί δὲν μνησικακῶ, θέλω νὰ γίνω καὶ νὰ παραμείνω στέρεος μ' αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀδυναμία του καὶ στὴν ἁμαρτωλότητά του. Δὲν θὰ σταθῶ κριτικὰ ἀπέναντί του, κι ἂν ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀκόμη ἱκανὸς νὰ τὸ κάνω, κάνε το Ἐσὺ γιὰ μένα: μὴ μοῦ καταλογίσεις τὴν κρίση, μὴ μοῦ καταλογίσεις τὴν κατάκριση ποὺ μὲ τραχύτητα πρόφερα, μὴν ὑποστηρίξεις τὸν θυμό μου. Στάσου δίπλα σ' αὐτὸν ποὺ ἔσφαλε, ἐπειδὴ αὐτὸς ἢ αὐτὴ ἔχει ἀνάγκη βοήθειας, συγχώρησης καὶ θεραπείας γι' αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ λόγο ".

Ἐκεῖ ἀρχίζει ἡ συγνώμη, κι ἂν δὲν ἀρχίσει ἐκεῖ δὲν θὰ μπορέσει νὰ ἐξελιχθεῖ σὲ τίποτα ἄλλο. Σηκώνουμε τὸ φορτίο ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου, ἀποδεχόμαστε τὴν ἀλληλεγγύη μὲ ἐκείνους ποὺ ἔσφαλαν καὶ σφάλλουν, τοὺς ἀγαποῦμε "ἐν καινότητι" ζωῆς καὶ μόνον τότε ἡ συγχώρηση γίνεται αὐτὴ ποὺ πρέπει νὰ εἶναι: μία πράξη μεσιτείας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, μία πράξη ποὺ γιατρεύει καὶ μεταμορφώνει. Αὐτὴ τὴν ἀρχὴ τῆς συγνώμης ὅλοι μποροῦμε νὰ τὴν κάνουμε, εἶναι μέσα στὶς δυνάμεις μας νὰ ἀναλάβουμε αὐτὸ τὸ ἔργο. Ἂς κάνουμε λοιπὸν ὅ,τι μποροῦμε, καὶ ἂς ἀφήσουμε τὸ Θεὸ νὰ πραγματοποιήσει μέσα μας, γιά μᾶς, καταμεσῆς τῆς ζωῆς μας, αὐτὸ ποὺ ξεπερνᾶ τὴ καλή μας θέληση, ὥστε νὰ χτίσουμε σιγὰ-σιγὰ τὴ βασιλεία τῆς ἀμοιβαίας ἀγάπης, μιὰ βασιλεία ποὺ εἶναι ἀληθινὰ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Κυριακὴ τῆς Συγγνώμης



Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Oἱ ἑβδομάδες ποὺ προηγήθηκαν τῆς Κυριακῆς τῆς Συγγνώμης εἶναι ἑβδομάδες ὅπου μέσα ἀπὸ ἱστορίες ἤ παραβολὲς, ἐμφανιζόμαστε μὲ τὰ βασικὰ ἁμαρτήματα μας, τὴν αἰτία τῆς πτώσης μας.

Τούτη τὴν περίοδο θὰ ἔπρεπε νὰ εἴχαμε ἐξετάσει σὲ βάθος τὸν ἑαυτό μας· νὰ σταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἄλλοτε μὲ φρίκη γιὰ ὅ,τι δεχτήκαμε νὰ γίνουμε, ἄλλοτε μὲ πόνο γιὰ ὅ,τι ἔχει γίνει ὡς ἐπακόλουθο τῆς ζωῆς μας.

Καὶ τώρα φθάσαμε στὸ σημεῖο ποὺ καλεῖται Τεσσαρακοστή( Lent). Lent εἶναι μιὰ παλιὰ Ἀγγλικὴ λέξη ποὺ ἔχει τὶς ρίζες της στὴν Γερμανικὴ γλώσσα καὶ σημαίνει ἄνοιξη, τὸ ξύπνημα τῆς ζωῆς. Δὲν εἶναι πιὰ ἡ περίοδος ποὺ μᾶς παραχωρήθηκε γιὰ μετάνοια. Εἶναι καιρὸς ποὺ ἐφόσον ἔχουμε μετανοήσει, θὰ μποροῦμε μαζὶ νὰ κινηθοῦμε πρὸς ἕνα μονοπάτι ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσει, μέσα ἀπὸ τὰ παραδείγματα τῶν ἁγίων, πρῶτα στὸν Γολγοθᾶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ ἐκεῖ νὰ δοῦμε ποιὲς εἶναι οἱ συνέπειες τῆς ἁμαρτωλότητας μας· ἐπειδὴ, καθὼς διαβάζουμε στὸν βίο ἑνὸς ἁγίου, στὴν ἀπάντηση ἑνὸς ἱερέα ποὺ παρακαλοῦσε τὸν Χριστὸ νὰ τιμωρήσει τοὺς ἁμαρτωλοὺς, ὁ Κύριος τοῦ παρουσιάστηκε καὶ εἶπε· «Ποτὲ νὰ μὴν τὸ ζητᾶς αὐτὸ. Ἀκόμα κι ἄν ὑπῆρχε μόνο ἕνας ἁμαρτωλὸς στὸν κόσμο, θὰ γινόμουν ξανὰ ἄνθρωπος, καὶ θὰ πέθαινα πάλι στὸ σταυρὸ γιὰ νὰ σωθεῖ ἐκεῖνος.»

Ὅταν θὰ σταθοῦμε μαζὶ δίπλα στὸ Σταυρό, τὸ βράδυ τῆς Μ. Πέμπτης, ἤ δίπλα στὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ τὴν Μ. Παρασκευή, πρέπει νὰ ἀντιληφθοῦμε ὅτι αὐτὸ συνέβη γιὰ τὸν καθένα μας, - ὄχι γιὰ τὸ σύνολο τῆς ἀνθρωπότητας, ἀλλὰ γιὰ τὸν καθένα μας. Ὁ Χριστὸς πέθανε γιὰ μᾶς καὶ πρέπει ἐκείνη τὴ στιγμὴ νὰ παρουσιαστοῦμε ἔτσι ποὺ νὰ Τοῦ δείξουμε ὅτι δὲν πέθανε μάταια ἐπάνω στὸν σταυρό. Καὶ τότε νὰ κινηθοῦμε πρὸς τὴν Ἀνάσταση μὲ ἀγαλλίαση, μ’εὐγνωμοσύνη, ἀλλὰ ἐπίσης ἀνανεωμένοι, ν’ ἀποκτήσουμε νέα ὕπαρξη - ὄχι τέλεια, ἐπειδὴ ἔχουμε καιρὸ μπροστὰ μας ν’ ἀκολουθοῦμε τὸ ἴδιο μονοπάτι, βῆμα-βῆμα, ξανὰ καὶ ξανά, μέχρι νὰ ὡριμάσουμε καὶ νὰ μπορέσουμε νὰ εἰσέλθουμε στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Σήμερα θὰ ζητήσουμε συγχώρηση ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον. Αὐτὸ εἶναι κάτι ἀπραγματοποίητο, ἄν φανταστοῦμε ὅτι μποροῦμε νὰ πλησιάσουμε τὸν καθένα ποὺ μᾶς πλήγωσε, μᾶς τραυμάτισε, ποὺ κάποτε κατέστρεψε τὴ ζωή μας καὶ νὰ ποῦμε˙ « Ἄς συμφωνήσουμε ὅτι ὁ τρόμος ποὺ ἔφερες στὴ ζωή μου, δὲν ὑπάρχει πλέον. Σὲ συγχωρῶ, πήγαινε ἀναπαυμένος.»

Δὲν εἴμαστε ἀρκετὰ ὥριμοι γι’ αὐτὸ. Οἱ μάρτυρες ἦταν ἱκανοὶ˙ ἐμεῖς ὄχι. Ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ μποροῦμε νὰ κάνουμε, ποὺ μπορεῖ ὁ καθένας μας νὰ κάνει, εἶναι νὰ πεῖ˙ «ἐπειδὴ σὲ ἀγάπησε τόσο ὁ Χριστὸς, ὥστε νὰ γίνει ἄνθρωπος, νὰ ζήσει, νὰ διδάξει καὶ νὰ πεθάνει γιὰ σένα, σέ δέχομαι ὅπως εἶσαι. Πραγματικά, θὰ ἤμουν τόσο χαρούμενος, ἄν ἤσουν διαφορετικὸς, ἄν δὲν ἤσουν σταυρὸς στοὺς ὤμους μου, πληγὴ στὴν καρδιά μου, τρόμος στὴ ζωή μου, ταπείνωση. Ἀλλὰ ἔχουμε ἀκόμα καιρὸ μπροστά μας, καὶ τώρα σὲ δέχομαι ὅπως εἶσαι, καὶ θὰ σὲ σηκώσω στοὺς ὤμους, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος˙ «Νὰ φέρετε ὁ ἕνας τὰ βάρη τοῦ ἄλλου, ἐπειδὴ ἔτσι θὰ ἐκπληρώσετε τὸ νόμο τοῦ Χριστοῦ.»

Καὶ φέρω τὸ βάρος τοῦ ἄλλου σημαίνει, πρῶτα πρῶτα, ἀποδέχομαι τὸν πλησίον μου ὅπως εἶναι, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι τὰ πράγματα θ’ ἀλλάξουν, κάνοντας προσευχὴ ὅπως ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ μεταμορφώσει, ν’ ἀλλάξει αὐτὸ τὸ πρόσωπο - ἀλλὰ ἐπίσης κι ἐμένα, ἐπειδὴ πῶς μπορῶ νὰ κρίνω τὶς ἁμαρτίες ἄλλων, ἐνῶ εἶμαι ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος, ἐνῶ εἶμαι πειρασμὸς, πληγὴ στὴ ζωὴ τόσων ἄλλων ἀνθρώπων; 

Ἄς κάνουμε αὐτὴ τὴν προσπάθεια. Ὅταν ποῦμε ὁ ἕνας στὸν ἄλλον: «Συγχώρα με», ἄν πεῖτε, «ναὶ, σὲ συγχωρῶ», δὲν σημαίνει ὅτι κάθε τι κακὸ ἀνάμεσα μας ἔχει διαγραφεῖ, δὲν ὑπάρχει πλέον. Ἀλλὰ σημαίνει˙ «Σὲ δέχομαι ὅπως εἶσαι, μὲ τὶς ἁμαρτίες σου, πληγὴ στὴ σάρκα μου, πρόβλημα γιὰ τὴ ζωή μου - ἀλλὰ σὲ ἀποδέχομαι καὶ θὰ βαστάξω τὴ δοκιμασία μου καὶ σένα, γιὰ ὅλη μου τὴ ζωή, καὶ θὰ προσεύχομαι νὰ σ’ εὐλογεῖ ὁ Θεὸς καὶ νὰ μᾶς θεραπεύσει καὶ τοὺς δύο, μέχρι ποὺ νὰ φτάσω νὰ μὴν εἶμαι πειρασμὸς γιὰ σένα, αἰτία τῆς πτώσης σου.

Ἄς προσευχηθοῦμε λοιπὸν μαζὶ στὴ διάρκεια τούτης τῆς λειτουργίας, μετανοώντας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γι΄ αὐτὸ ποὺ εἴμαστε καὶ γιὰ ὅ,τι ἤμασταν, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ φέρουμε κοντά στὸν Θεὸ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. 

Ἡ πορεία μας πρὸς τὸν Γολγοθᾶ, πρὸς τὴν ἀνάσταση, μοιάζει μὲ τοὺς ταξιδιῶτες ποὺ ἐπιβιβάζονται στὸ ἴδιο πλοῖο, ὅπως ἔγραψε ἕνας ἀρχαῖος συγγραφέας. Δὲν θὰ φτάσουν ποτὲ ἀσφαλεῖς, ἄν μεταξύ τους ὑπάρχουν διαμάχες, ἄν δὲν εἶναι ἕνα. Ἄς γίνουμε ἕνα, «Ναὶ, σὲ συγχωρῶ,» σημαίνει, «Σὲ δέχομαι, ὅπως εἶσαι, μὲ τὶς ὅποιες συνέπειες. Σὲ δέχομαι, καὶ προσφέρω τὴ ζωή μου ἀντάλλαγμα γιὰ τὴ δική σου.» Ἀμήν.

Κυριακή τῆς Συγγνώμης Anthony Bloom


 
19 Φεβρουαρίου, 1996


Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

Σήμερα δύο θέματα κυριαρχοῦν στὰ Ἱερά ἀναγνώσματα. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μιλάει γιὰ τὴν νηστεία καὶ ὁ Κύριος γιὰ τὴν συγχώρεση· καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπιμένει στὸ γεγονὸς ὅτι ἡ νηστεία δὲν συνίσταται ἁπλὰ στὸ νὰ στερεῖ κάποιος τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸ ἕνα ἤ τὸ ἄλλο φαγητό, οὔτε ἄν τηρεῖται αὐστηρά, μὲ ὑπακοή, μὲ λατρεία· ἄν μᾶς δίνει ἀφορμή νὰ ὑπερηφανευόμαστε, νὰ εἴμαστε ἱκανοποιημένοι καὶ ἀσφαλεῖς, ἐπειδὴ σκοπὸς τῆς νηστείας δὲν εἶναι νὰ στερήσει τὸ σῶμα μας ἀπὸ ἕνα εἶδος φαγητοῦ περισσότερο ἀπὸ ἔνα ἄλλο, ἀλλὰ σκοπὸς τῆς νηστείας εἶναι νὰ ἐπιτύχουμε τὴν κυριαρχία στὸ σῶμα μας καὶ νὰ τὸ κάνουμε τέλειο ὄργανο τοῦ πνεύματος. Τὸν περισσότερο καιρό, εἴμαστε ὑπηρέτες τοῦ σώματος, γοητευόμαστε ἀπὸ ὅλες τὶς αἰσθήσεις μας ἀπὸ τὴν μία ἤ τὴν ἄλλη ἀπόλαυση, ἀλλὰ ἀπὸ μιὰν ἀπόλαυση ποὺ πηγαίνει πολὺ πέρα ἀπὸ τὴν ἁγνότητα ποὺ προσδοκᾶ ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Θεός.

Κι ἔτσι ἡ περίοδος τῆς νηστείας μᾶς προσφέρει τὸν χρόνο ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι θὰ βασανίσουμε τὸ σῶμα μας, ὅτι θὰ περιορίσουμε τὸν ἑαυτό μας σὲ ὑλικὰ πράγματα, ἀλλὰ τὸν χρόνο ποὺ θὰ γίνουμε ξανὰ κύριοι τοῦ σώματος μας, κάνοντάς το ἕνα τέλειο ὄργανο. Μοῦ ἔρχεται στὸ νοῦ ὁ τρόπος ποὺ κουρδίζουμε ἕνα μουσικὸ ὄργανο· αὐτὸ εἶναι καὶ ἡ σημασία τῆς νηστείας, νὰ κατακτήσουμε τὴ δύναμη ὄχι μόνο νὰ προστάζουμε τὸ σῶμα μας, ἀλλὰ ἐπίσης νὰ τοῦ δώσουμε τὴ δυνατότητα ν’ ἀνταποκριθεῖ σὲ ὅλες τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ πνεύματος.

Ἄς εἰσέλθουμε λοιπὸν στὴν περίοδο τῆς νηστείας ἔχοντας αὐτὸ κατὰ νοῦ, ὄχι μετρώντας τὴ νηστεία μὲ τὸ τὶ καὶ τὸ πόσο τρῶμε, ἀλλὰ μὲ μέτρο τὸ ἀποτέλεσμα ποὺ ἔχει στὴ ζωή μας, κατὰ πόσο ἡ νηστεία μᾶς ἐλευθερώνει, ἤ κατὰ πόσο γινόμαστε ὑπηρέτες της.

Ἄν νηστεύουμε ἄς μὴν εἴμαστε ὑπερήφανοι γι’ αὐτό, ἐπειδή μᾶς ἀποδεικνύει ἁπλὰ ὅτι ἴσως περισσότερο σὲ σχέση μὲ ἕνα ἄλλο πρόσωπο χρειαζόμαστε περισσότερα πράγματα γιὰ νὰ κατακτήσουμε κάτι στὴν φύση μας. Καὶ ἐάν γύρω μας οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι δὲν νηστεύουν ἄς μὴν τοὺς κατακρίνουμε, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἔχει δεχθεῖ ἐκείνους ὅσο καὶ τοὺς ἄλλους, ἐπειδὴ κοιτάζει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου.

Κι ἔπειτα ὑπάρχει τὸ ζήτημα τῆς συγχώρεσης γιὰ τὸ ὁποῖο θὰ πῶ σύντομα κάτι. Σκεφτόμαστε πάντα ὅτι ἡ συγχώρεση εἶναι ὁ τρόπος ποὺ θὰ μποροῦμε νὰ ποῦμε σ’ ἕνα πρόσωπο ποὺ μᾶς ἔχει προσβάλλει, ποὺ μᾶς ἔχει πληγώσει, ποὺ μᾶς ἔχει ταπεινώσει, ὅτι τὸ παρελθὸν εἶναι παρελθὸν καὶ ὅτι δὲν πρέπει νὰ κρατᾶμε πιὰ κακία ἀπέναντι του. Ἀλλὰ ἡ βαθύτερη σημασία τῆς συγχώρεσης εἶναι ἄν μποροῦμε νὰ ποῦμε σ’ ἕνα πρόσωπο: ἄς μὴν μετατρέψουμε τὸ παρελθὸν σ’ ἕνα καταστροφικὸ παρόν, ἄφησέ με νὰ σ’ ἐμπιστευτῶ, νὰ κάνω κάτι ποὺ νὰ δείχνει τὴν πίστη μου σὲ σένα, ἐὰν σὲ συγχωρήσω, σημαίνει γιὰ μένα ὅτι στὰ δικά μου μάτια δὲν εἶσαι χαμένος, ὅτι στὰ δικά μου μάτια ὑπάρχει σὲ σένα ἕνα μέλλον ὀμορφιᾶς καὶ ἀλήθειας.

Ἀλλὰ αὐτὸ ἀφορᾶ ἐπίσης καὶ ἐμᾶς. Διεστραμμένα, σκεφτόμαστε πολὺ συχνὰ νὰ συγχωρήσουμε τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ δὲν σκεφτόμαστε ἀρκετὰ τὴν ἀνάγκη ποὺ ἔχουμε, ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς προσωπικά, νὰ μᾶς συγχωροῦν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι. Ἀπομένουν λίγες ὧρες πρὶν τὴν Λειτουργία καὶ τὴν ἀκολουθία τῆς Συγγνώμης ἀπόψε, ἄς προβληματιστοῦμε καὶ ἄς προσπαθήσουμε νὰ θυμηθοῦμε, ὄχι τὶς προσβολὲς ποὺ ἔχουμε ὑποφέρει, ἀλλὰ τὸν πόνο ποὺ ἔχουμε προκαλέσει. Καὶ ἄν μὲ τὸν ἕνα ἤ τὸν ἄλλο τρόπο ἔχουμε πληγώσει κάποιον γιὰ μικρὰ ἤ πιὸ σπουδαῖα πράγματα, ἄς βιαστοῦμε πρὶν νὰ εἰσέλθουμε στὴν περίοδο τῆς Σαρακοστῆς αὔριο τὸ πρωί, ἄς βιαστοῦμε νὰ ζητήσουμε συγχώρεση, ν’ ἀκούσουμε κάποιον νὰ μᾶς λέει: πέρα ἀπ’ ὅ,τι ἔχει συμβεῖ πιστεύω σὲ σένα, σ’ ἐμπιστεύομαι, ἐλπίζω σὲ σένα καὶ θὰ περιμένω τὰ πάντα ἀπὸ ἐσένα. Καὶ τότε μποροῦμε μαζὶ νὰ διανύσουμε τὴν Σαρακοστή, βοηθώντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλο νὰ γίνουμε αὐτὸ ποὺ καλούμαστε νὰ εἴμαστε – νὰ γίνουμε μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, ἀκολουθώντας Τον βῆμα – βῆμα πρὸς τὸν Γολγοθᾶ, καὶ πέρα ἀπὸ τὸν Γολγοθᾶ πρὸς τὴν Ἀνάσταση. Ἀμήν.

Ἡ ἐπιστροφὴ στὸν Παράδεισο (τῆς Τυρινῆς)




Τό ἀνθρώπινο γένος στό πρόσωπο τοῦ παλιοῦ Ἀδάμ ἔπεσε, ὅταν ἁμάρτησε ἀπέναντι στήν ἀγάπη· κι ἡ φοβερή κρίση τοῦ Θεοῦ θά εἶναι μιά κρίση γιά τήν ἀνθρώπινη ἀγάπη.

Ὁ ἄνθρωπος εἶχε προσκληθεῖ στήν πλήρη ἀντίληψη, σέ μιά ἑνότητα ὁλόκληρης τῆς ζωῆς του μέ τό Θεό μέσω τῆς ἀγάπης ἀλλά ἔπεσε ἐπειδή θέλησε νά μάθει τό μυστήριο τοῦ εἶναι μέ τήν κρύα λογική του καί τήν τυφλωτική ἀντίληψη τῆς σάρκας. Καί ἔγινε σάρκα, τό πνεῦμα σβήστηκε ἐνῶ ὁ φυσικός ἄνθρωπος θριάμβευσε μέσα του, κι ἔγινε αὐτό ποὺ γνωρίζουμε τούς ἑαυτούς μας νά εἶναι: κάτοχος ἑνός ἀβέβαιου, ψεύτικου εἴδους κατανόησης τοῦ μυαλοῦ κι ἑνός μεθυστικοῦ εἴδους ἀντίληψης τοῦ σώματος.

Τή γνώση ὅμως ἐκείνη ποὺ ὁ ἄνθρωπος εἶχε κληθεῖ νά ἀποκτήσει μέσα στήν ἑνότητά του μέ τό Θεό, μέ τήν ἐνατένιση τῶν μυστηρίων τῆς ζωῆς καί τῆς ὕπαρξης στό βάθος τοῦ Θεοῦ τήν ἔχασε - ὅπως τή χάνει καί τώρα - ὅταν ἁμάρτησε ἀπέναντι στήν ἀγάπη.

Τό Εὐαγγέλιο τῆς περασμένης Κυριακῆς ἦταν γιά τή Μέλλουσα Κρίση. Ἡ κρίση αὐτή βασιζόταν ἀποκλειστικά στήν ἐρώτηση ἄν ἤμασταν ἱκανοί ν' ἀγαπᾶμε ὅταν ζούσαμε στή γῆ: «Ἔθρεψες τούς πεινασμένους, συμπόνεσες ὅσους κρύωναν, ἕντυσες τούς γυμνούς, εἶχες τό θάρρος νά ἐπισκεφτεῖς τούς φυλακισμένους, εἶχες δείξει ἔλεος καί ἀγάπη;» Αὐτή εἶναι ἡ μόνη κρίση γιά τήν ὁποία μιλάει ὁ Κύριος. Ρωτάει μόνο τί εἴδους καρδιά εἴχαμε, ἄν πάνω στή γῆ ἤμασταν ἱκανοί ν' ἀγαπήσουμε μέ ὅλο τό πλάτος τῆς γήινης ἀγάπης καί μέ μιά ζωντανή, ἀνθρώπινη καρδιά γεμάτη συμπάθεια, στοργή καί συμπόνια. Ἡ φοβερή κρίση εἶναι τρομακτική διότι δέ θά ἀπαιτήσει τίποτα ἀπό μᾶς. Θά σταθοῦμε ἁπλῶς μπροστά στό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ καί τότε ἐμπρός στό πρόσωπο τῆς θεϊκῆς ἀγάπης, σ' ἕνα πεδίο ὅπου δέν ὑπάρχει τίποτα ἄλλο ἐκτὸς ἀπό τήν ἀγάπη, ὅπου ἡ ἀγάπη ἐκφράζει ὅλο τό νόημα τοῦ εἶναι, αὐτό ποὺ εἶναι καλό μέσα μας θά θρηνήσει διότι ποτέ δέν τό ἀφήσαμε ἐλεύθερο, ποτέ δέν τό ἀφήσαμε νά ἐκφραστεῖ στήν πληρότητά του, διότι σκοτώσαμε τήν ἀγάπη γιά χάρη τῆς κρύας λογικῆς μας καί τῶν πειρασμῶν τῆς σάρκας.

Σήμερα λοιπόν, θυμούμενοι τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ μποροῦμε πολύ εὔκολα νά φανταστοῦμε τό πῶς ἔχυσε πικρά δάκρυα ἐμπρός ἀπό τίς πύλες τοῦ παραδείσου. Οἱ πύλες αὐτές τοῦ παραδείσου εἶναι οἱ πύλες οἱ ὁποῖες εἶναι κλεισμένες σέ ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἔχει ἀποτύχει στήν ἀγάπη. Πόσο συχνά δέ νιώθουμε κι ἐμεῖς κάτι παρόμοιο: ἡ οἰκογένεια διαλύεται καί κάποιος θρηνεῖ μπροστά στίς κλειστές πύλες τοῦ παραδείσου ἐπειδή ἡ ἀγάπη δέν μπόρεσε νά σταθεῖ καί νά θριαμβεύσει, ἐπειδή τίποτα δέν ἔχει μείνει ἐκτὸς ἀπό ψυχρότητα καί ἀπομάκρυνση· πεθαίνει ἴσως μιά φιλία κι ἕνας ἄνθρωπος στέκεται στόν παγωμένο κόσμο μιᾶς σβησμένης ἀγάπης καί μιᾶς κλειστῆς καρδιᾶς.

Δέ γνωρίζουμε κι ἐμεῖς τόν πόθο ἐκεῖνο τοῦ Ἀδάμ γιά τόν ὁποῖο ἡ ἐκκλησία ψάλλει μέ τόσο μεγάλο πόνο; Δέν ἕλκεται ἡ ψυχή μας πρός τό Θεό, πρός τά ἀγαπημένα μας πρόσωπα, καί δέ μᾶς κλείνεται ἡ πόρτα κατάφατσα ἐπειδή ἡ ἀγάπη μας δέν εἶναι ἀρκετή, ἐπειδή ἡ ψύχρα καί ἡ ἀπολίθωση τῶν καρδιῶν καί τοῦ μυαλοῦ μας εἶναι τόσο δυνατές;

Τί πρέπει νά κάνουμε ὅμως; Πῶς νά ξεφύγουμε ἀπό τή φρίκη αὐτή; Τήν ἀπάντηση μᾶς τή δίνει τό σημερινό Εὐαγγέλιο. Τό νά μάθουμε ν' ἀγαπᾶμε ἔξαφνα, ἀνεπιφύλακτα, τό ν' ἀνοίξουμε τίς καρδιές μας, ν' ἀνοίξουμε τίς ζωές καί τίς ψυχές μας στό Θεό καί τούς ἀνθρώπους εἶναι πέρα ἀπό τίς δυνάμεις μας, μποροῦμε ὅμως τουλάχιστο ν' ἀρχίσουμε ἀπό τά μικρά- μποροῦμε, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Ρωμ. 14.1) νά ἀρχίσουμε νά δεχόμαστε ὁ ἕνας τόν ἄλλο σάν «ἀσθενοῦντας», ὅπως ἀκριβῶς ἀσθενεῖς εἴμαστε καί ἐμεῖς. Αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τῆς συγχώρησης.

Εἴμαστε ἀνίκανοι νά συγχωροῦμε ὥστε νά μήν παραμένει πόνος καί φρίκη, μποροῦμε ὅμως ν' ἀρχίσουμε νά συγχωροῦμε, μποροῦμε νά ποῦμε: «Σέ δέχομαι ὅπως εἶσαι· παρ’ ὅλη σου τήν ψυχρότητα καί τήν πικροχολία, τήν κακοτροπία καί τήν ἀσχήμια δέ θά σέ ἀποστραφῶ· εἶσαι ὁ ἀδελφός μου, ἡ ἀδελφή μου, ἡ μητέρα μου, ὁ πατέρας, ὁ φίλος μου. Θά ἀνεχτῶ τήν ψυχρότητά σου, θά ἀνεχτῶ τά πάντα, θά τά ὑποφέρω. Πρός τό παρόν αὐτό εἶναι ὅλο ποὺ μπορῶ νά κάνω- δέν εἶμαι ἱκανός νά σέ ἀγαπήσω, μπορῶ ὅμως νά σέ ἀποδεχτῶ. Μπορῶ νά σέ δεχτῶ ὅπως καί ὁ Χριστός δέχτηκε τό σταυρό, τόν ἄσπλαχνο, βασανιστικό σταυρό, καί νά σέ μεταφέρω μέ μαρτύριο καί θλίψη στούς ὤμους μου».

Δέν εἶναι βέβαια ὅλους ποὺ πρέπει νά ὑπομείνουμε μέ τόσο πόνο καί λύπη. Πολλούς μποροῦμε νά μεταφέρουμε μέ χαρά· κι ἄς μήν ξεχνᾶμε ὅλους ὅσους μεταφέρουν ἐμᾶς μέ στοργή, μέ συμπόνια, μέ ἀγάπη.

Ἄν δέν μποροῦμε νά συγχωρέσουμε τέλεια ἄς λυπηθοῦμε τουλάχιστο τόν ἄλλο ποὺ εἶναι ἁμαρτωλός ὅπως ἀκριβῶς καί ἐμεῖς, ποὺ εἶναι ἐξ ἴσου μ' ἐμᾶς ἀσθενικός καί ἀνίσχυρος, τό ἴδιο ἀνίκανος ν' ἀγαπήσει, τό ἴδιο ἀνίκανος νά συγχωρέσει, νά ζήσει. Ἄς δεχτοῦμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο μέ τήν ἀγάπη τοῦ σταυροῦ, καί ἄς μποῦμε στή Μεγάλη Τεσσαρακοστή χαιρόμενοι ποὺ μᾶς δόθηκε νά προχωρήσουμε μαζί πρός τή σωτηρία, πρός τήν ἡμέρα ποὺ μέ τή χάρη καί τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, τή στοργή καί τήν ἀγάπη καί τήν παρηγοριά τοῦ Θεοῦ θά μπορέσουμε κι ἐμεῖς νά γίνουμε καλά καί νά γνωρίσουμε τήν πλήρη συγχώρηση, τήν τέλεια ἀγάπη καί μέσα ἀπό τίς στενές πύλες θά ἔχουμε φτάσει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Σημ. Τήν Κυριακή αὐτή μνημονεύουμε τήν Ἐξορία τοῦ Ἀδάμ ἀπό τόν Παράδεισο τῆς τρυφῆς.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 08, 2018

Της Μελλούσης Κρίσεως



Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
  
   Σήμερα, στην διαδικασία της προετοιμασίας για την Σαρακοστή, φθάσαμε στο τελευταίο στάδιο: ερχόμαστε αντιμέτωποι με την κρίση. Αν δώσουμε προσοχή σ’ αυτό, προετοιμαζόμαστε πνευματικά για την επόμενη εβδομάδα (η πνευματική μας κατεύθυνση θάναι στο χέρι μας), γιατί την επόμενη εβδομάδα είναι η ημέρα της Συγχώρησης.
Η σύνδεση μεταξύ των δύο ημερών είναι προφανής. Και μόνο αν μπορούμε να έχουμε την συναίσθηση ο,τι όλοι μας κι ο καθένας χωριστά θα βρεθούμε μπροστά στην κρίση του Θεού και την κρίση του ανθρώπου, αν μπορούμε να θυμηθούμε και να συνειδητοποιήσουμε σ’ όλο του το βάθος, μ’ ανοιχτή την καρδιά, στα σοβαρά, πόσο είμαστε, όλοι μας, υπόχρεοι ο ένας στον άλλο, έχουμε όλοι ευθύνη απέναντι στον άλλο για κάποιο πόνο και βάρος της ζωής, τότε θα μας φανεί εύκολο, όταν μας ζητιέται να συγχωρήσουμε, όχι μόνο να συγχωρήσουμε, αλλά σαν απάντηση σ’ αυτό το αίτημα, να ζητήσουμε να συγχωρηθούμε.
Δεν είναι μόνο για ο,τι έχουμε κάνει, αλλά και για όσα δεν κάναμε, απ’ αυτή την έλλειψη ευαισθησίας της υπευθυνότητάς μας, απ όλα όσα θα μπορούσαμε να είμαστε για τους άλλους, να κάνουμε για τους άλλους, γιατί δεν εκπληρώνουμε την ανθρώπινη κλίση μας. Μπορούμε και πρέπει σ’ όλα τα επίπεδα και για όλους τους ανθρώπους κι ακόμα παραπέρα για όλο τον κόσμο που είναι δικός μας, να είμαστε μία ευλογία και μία αποκάλυψη για τα μεγάλα, για πράγματα τόσο μεγάλα και τόσο βαθιά, που οι άνθρωποι, εμείς πρώτ’ απ όλα, να μπορούμε να συνειδητοποιούμε ότι είμαστε στην κλίμακα του ίδιου του Θεού, ότι η κλίση μας είναι όχι μόνο ηθική, αλλά τόσο μεγάλη όσο κι ο Θεός. Ένας μυστικιστής Γερμανός λέει σ’ ένα απ’ τα ποήματά του «είμαι τόσο μεγάλος όπως ο Θεός, ο Θεός είναι τόσο μικρός όσο εγώ.»
Αν μπορούμε να θυμόμαστε μόνο αυτό, κι αυτό είναι ότι η κρίση δεν είναι μία στιγμή μόνο, τη στιγμή που θα έρθουμε απέναντι στον φόβο της καταδίκης· αυτό είναι κατά την απόλυτη έννοια της κρίσης κάτι μεγάλο και εμπνευσμένο. Δεν θα κριθούμε με βάση τα ανθρώπινα πρότυπα συμπεριφοράς και κοσμιότητα. Θα κριθούμε σύμφωνα με δεδομένα πέραν της συνηθισμένης ανθρώπινης ζωής. Θα κριθούμε στην ζυγαριά του Θεού, κι η ζυγαριά του Θεού είναι η αγάπη, όχι η αγάπη που νιώσαμε, η συναισθηματική, αλλά η αγάπη που ζήσαμε και εκπληρώσαμε. Το γεγονός ότι θα κριθούμε, ότι πράγματι κρινόμαστε συνέχεια, μ’ όλους τους τρόπους, πέρα απ’ τα μικρότερα πρέπει μας, θα μπορούσε να μας αποκαλύψει το εν δυνάμει μεγαλείο μας. Κι η παραβολή που διαβάζουμε σήμερα, μπορεί να ειδωθεί από τόσες σκοπιές: οι άνθρωποι κρίνονται από τον Χριστό, στην παραβολή Του, με βάση την ανθρωπιά τους. Υπήρξαν αυτοί άνθρωποι η όχι; Ήξεραν πως ν’ αγαπούν, πρώτα μες την καρδιά τους, αλλά και με πράξεις, στο βάθος των πράξεων, γιατί όπως ο Άγιος Ιωάννης το θέτει, όποιος λέει, ότι αγαπά τον Θεό και δεν αγαπά τον διπλανό του ενεργά, δημιουργικά, είναι ένας ψεύτης. Και δεν είναι αγάπη Θεού, αν δεν εκφράζεται σε κάθε λεπτομέρεια της σχέσης με τους ανθρώπους συνολικά, αλλά και με κάθε πρόσωπο ξεχωριστά. 
Κι επίσης, ας προετοιμαστούμε αυτή την εβδομάδα για το τελευταίο στάδιο της πορείας ρωτώντας τους εαυτούς μας εμπρός σ’ αυτή την θεία κρίση «είμαι άνθρωπος; Είμαι άνθρωπος μέσα μου, στην συμπεριφορά μου- όχι γενικά στην στάση μου, αλλά στους τρόπους μου: είναι ανθρώπινοι οι τρόποι μου; Είναι η ζωή μου μία έκφραση λεπτής, στοχαστικής, με οξυδέρκεια και δημιουργικότητα, και κάποιες φορές γενναιόδωρης και θυσιαστικής αγάπης; Σαν αντικείμενο αγάπης στο τέστ αυτής της αγάπης, πρέπει να ’ναι ο διπλανός μου· το ν  ἀγαπᾶς τον Θεό που δεν ζητά τίποτα είναι τόσο εύκολο.»

Κι αν στην διάρκεια αυτής της εβδομάδας βρούμε που ανήκουμε, θα έχουμε βρει και τις αδυναμίες και το μεγαλείο της κλίσης μας· αφού ειρηνεύσουμε μ’ εκείνους στους οποίους οφείλουμε, έπειτα, όταν έρθει η ώρα της συγχώρεσης, κι όταν κάποιος άλλος έχει ανακαλύψει το δικό του χρέος προς εμάς, θα μπορούμε με χαρά να δώσουμε συγχώρεση κι ειρήνη, με αίσθηση υπευθυνότητας και με μια χαρά που χαρίζει η μετάνοια. Αμήν.

Κυριακή, Ιανουαρίου 21, 2018

Ανθολόγιον 208: Αντώνιος του Σουρόζ (Bloom), Περί προσευχής

Προσευχή σημαίνει αναζήτηση του Θεού, συνάντηση με το Θεό, και προώθηση πιο πέρα από τη συνάντηση στην κοινωνία μαζί Του. Η προσευχή είναι λοιπόν μια πράξη, ένα βίωμα, μια στάση.
Μια στάση όχι μόνο σε σχέση με τον Θεό αλλά και σε σχέση με τον κόσμο της δημιουργίας. Προκύπτει από τη συναίσθηση ότι ο κόσμος στον οποίο ζούμε δεν είναι απλώς δισδιάστατος, φυλακισμένος στις συντεταγμένες του χρόνου και του χώρου- ένας κόσμος επίπεδος στον οποίο συναντούμε την επιφανειακή όψη των πραγμάτων, μια θαμπή επιφάνεια που σκεπάζει το κενό.
Η προσευχή προκύπτει από την ανακάλυψη ότι ο κόσμος έχει βάθος· κι ότι δεν περιστοιχιζόμαστε μόνο από ορατά πράγματα, αλλά ότι είμαστε βουτηγμένοι μέσα σε αόρατα πράγματα και διαποτισμένοι απ' αυτά. 
Κι αυτός ο αόρατος κόσμος είναι συγχρόνως η παρουσία του Θεού, η ύψιστη και κορυφαία πραγματικότητα, και η εσώτατη μας αλήθεια.
Το ορατό και το αόρατο δε βρίσκονται σε αντίθεση μεταξύ τους ούτε μπορούν να αντιπαρατεθούν σαν ποσά προς άθροιση· είναι παρόντα συγχρόνως, όπως η φωτιά μέσα στο πυρωμένο σίδερο. [...]


Αντώνιος του Σουρόζ, Θέλει τόλμη η προσευχή, εκδόσεις Ακρίτας, Η' έκδοση, Αθήνα 2007, σελ. 11.

Κυριακή, Οκτωβρίου 01, 2017

Εὐαγγέλιον Λουκᾶ, 6,31-36«Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ἡμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως.»



Κυριακὴ 15 Ὁκτωβρίου 2000

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι ἀπείρως ἁπλὸ, ἄν τὸ δεχτοῦμε μὲ ἁπλότητα. Τὸ κύριο πρόβλημα μας ἔγκειται στὸ γεγονὸς ὅτι ἀναζητοῦμε σὲ αὐτὸ θεολογικὸ βάθος ἀντὶ νὰ βλέπουμε τὴν ἀμεσότητα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ἁπλότητα, ποὺ ἀπευθύνεται σ’ ἐμᾶς ὅπως σὲ φίλους, οὔτε κἄν σὰν σὲ μαθητές, ἀλλὰ ὅπως ἀπευθύνεται κάποιος σὲ φίλους· ἐπειδὴ ὁ Ἴδιος εἶπε, πηγαίνοντας πρὸς τὰ Ἰεροσόλυμα, «Δὲν σᾶς καλῶ πλέον δούλους, ἀλλὰ σᾶς καλῶ φίλους ἐπειδὴ ὅ,τι ἔχω νὰ πῶ τὸ μοιράστηκα μαζί σας».

Κι ἔτσι ἄς ἐκλάβουμε τὰ λόγια ποὺ ἀκούσαμε σήμερα μὲ τὴν ἀμεσότητα ποὺ εἰπώθηκαν ἀπὸ τὸν Χριστό : «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι καὶ ἡμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως».

Εἶναι κάτι ποὺ ἔχετε δεῖ νὰ ἐπαναλαμβάνεται συνεχῶς, ἀλλὰ εἶναι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποίο ζοῦμε; Θέλουμε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους γύρω μας κατανόηση, ὑπομονή, συμπόνοια, στήριξη, φιλία καὶ ὅλη τὴν ἁπλότητα τούτου τοῦ κόσμου. Δὲν περιμένουμε ἀπὸ ἐμᾶς ἠρωικὲς πράξεις, ἐπειδὴ δὲν ζοῦμε ἠρωικὲς στιγμὲς καὶ καταστάσεις. Ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ποὺ περιμένουμε νὰ λάβουμε. Καὶ ἄν ρωτήσουμε τὸν ἑαυτό μας τὶ κάνουμε γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μᾶς περιβάλλουν, μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἐκπληρώνουμε τούτη τὴν ἁπλὴ καὶ ἄμεση ἐντολή, αὐτὴ τὴ συμβουλὴ τοῦ Χριστοῦ ποὺ λέει ὅτι ἄν κάνετε αὐτὰ τὰ πράγματα θὰ εἶστε πραγματικὰ ἄνθρωποι;

Ἄς προβληματιστοῦμε πάνω σ’ αὐτὸ, ἐπειδὴ πολὺ συχνὰ σκεφτόμαστε σπουδαῖα, ἠρωϊκὰ πράγματα, καὶ ὅταν κάνουμε αὐτὲς τὶς μεγάλες σκέψεις πρέπει νὰ βροῦμε τὰ πιὸ ἁπλὰ πράγματα ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ κάνουμε. Ὅταν διαβάζουμε στὸ Εὐαγγέλιο ὅτι θὰ πρέπει νὰ δώσουμε τὴ ζωή μας ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον, νομίζουμε ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ τὸ κάνουμε, ἐπειδὴ δὲν γίνεται καμμιὰ προσπάθεια νὰ ἐπηρεάσουμε τὴ ζωὴ τοῦ πλησίον μας, αὐτοῦ ποὺ εἶναι πιὸ κοντὰ μας. Κι ὅμως νὰ προσφέρει κάποιος τὴ ζωή του σημαίνει νὰ τὴν ἀφιερώσει, ν’ ἀφιερώσει ὅλη του τὴν ἐνέργεια, τὴν κατανόηση, τὴν ὑπομονή, τὴ μέριμνα, τὴ συμπάθεια σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ βρίσκονται γύρω μας. Μὲ ἄλλα λόγια νὰ κάνουμε στοὺς ἄλλους ὅ,τι θέλουμε νὰ μᾶς κάνουν.

Ἄς σκεφτοῦμε σοβαρὰ αὐτὴν τὴν πολύ, πολὺ ἁπλὴ ἐντολή, καὶ ἄς δοῦμε ὅτι μᾶς ἀκολουθεῖ κάθε λεπτό, ἐπειδὴ περιμένουμε τὰ πάντα καὶ δίνουμε τόσο λίγα. Πραγματικὰ δίνουμε σ’ ἐκείνους ποὺ μᾶς εἶναι ἀγαπητοί, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ αὐτοὶ πρέπει τόσο συχνὰ νὰ συμβιβαστοῦν μὲ τὴν ἔλλειψη κατανόησης, ὑπομονῆς καὶ συμπόνοιας. Ἄς μᾶς προβληματίσουν αὐτὰ τὰ ἁπλὰ καὶ ἄμεσα λόγια τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄς σταθοῦμε κριτικὰ ἀπέναντι τους· ἄς ρωτήσουμε τοὺς ἑαυτοὺς μας πῶς μπορῶ νὰ σταθῶ ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ ὅταν θὰ μοῦ πεῖ, «Ἄκουσες αὐτὰ τὰ λόγια, τὰ κατανόησες, τὰ ἐπανέλαβες» - πράγματι, γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἱερεῖς-«τὰ κήρυξες καὶ τὶ ἔκανες;» Καὶ πόσο λυπηρὸ θὰ εἶναι νὰ κοιτάξουμε τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ποῦμε, «Ἰσχυρίστηκα ὅτι εἶμαι μαθητής σου ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα δὲν ἔκανα τίποτα ἀπ’ ὅ,τι ἤθελες· νὰ σώσω ἅλλους ἀνθρώπους ἀπὸ τὴ δυστυχία, τὴ μοναξιά, τὸ κακό». Ἀμήν.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 02, 2017

Ἡ Παραβολὴ τοῦ ἀμπελῶνος (Ματθ. 21,33-42) Anthony Bloom



Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς, καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, μετὰ ἀπὸ μιὰ σειρὰ ἀπὸ εὐχάριστα ἀναγνώσματα, εἶναι, νὰ τὸ πῶ ἔτσι, τρομαχτικό: εἶναι ἡ ἱστορία τῶν ἐργατῶν τοῦ ἀμπελῶνος ποὺ γίνονται προδότες. Καὶ πράγματι τούτη ἡ παραβολὴ ἀντικατοπτρίζει ὅλη τὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ἀλλὰ στὸ πλαίσιο ὅλων τῶν κειμένων ποὺ προηγήθηκαν, μᾶς μιλάει ἐπίσης γιὰ τὴν τρομερὴ, μὲ ὅλη τὴ σημασία τοῦ ὅρου, ἀγνωμοσύνη τῆς ἀνθρωπότητας πρὸς τὸν Θεό. Ἀπέναντι στὴν ἀγάπη Του, τὰ θαύματα Του, σὲ ὅλα ὅσα ἔκανε γιὰ ἐμᾶς, παραμένουμε ἀσυγκίνητοι καὶ ἐγωκεντρικοί· σκεφτόμαστε τὸν ἑαυτό μας, δὲν σκεφτόμαστε τὸν πλησίον μας, ἀκόμα λιγότερο σκεφτόμαστε τὸν Θεό· ἀχαριστία, ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό μας, ἐγωκεντρισμός, συγκέντρωση σὲ αὐτὸ ποὺ θέλουμε, ποὺ μᾶς γοητεύει, σ’ ὅ,τι μᾶς φαίνεται ἀπαραίτητο.

Τὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς λέει ὅτι ὁ Θεὸς δημιούργησε ἕναν ὄμορφο, ὑπέροχο κόσμο, τὸν περιέβαλλε μὲ τὴν δύναμη καὶ τὴν πρόνοια Του, προετοίμασε τὰ πάντα ὥστε νὰ γίνουν τόπος τῆς Βασιλείας Του, τοῦ Βασιλείου τῆς ἀμοιβαίας ἀγάπης, τῆς χαρᾶς. Ἀλλὰ γνωρίζουμε τὶ κάναμε σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο· φτιάξαμε ἕναν κόσμο ὅπου οἱ ἄνθρωποι φοβοῦνται νὰ ζήσουν, ὅπου ὑπάρχει αἱματοχυσία, ὅπου διαπράττονται ἀπάνθρωπες, σκληρὲς πράξεις ὄχι μόνο σὲ σὲ παγκόσμια κλίμακα, ἀλλὰ σὲ ἐπίπεδο οἰκογενειακό, ἐνοριακό, καὶ μεταξὺ τῶν πιὸ κοντινῶν φίλων. 

Ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ ὁ Κύριος ἔστελνε τοὺς ἀπεσταλμένους Του: πατριάρχες, προφῆτες, ἀγγέλους, κήρυκες, τὸν Πρόδρομο καὶ στὸ τέλος ἦλθε ὁ ἴδιος νὰ μᾶς θυμίσει ὅτι ὁ κόσμος πλάστηκε γιὰ τὴν ἀγάπη. Καὶ ὅπως στὴν παραβολὴ ὁδήγησαν τὸν υἱὸ ἕξω ἀπὸ τὸν ἀμπελώνα καὶ τὸν σκότωσαν, ἔτσι τὸ ἀνθρώπινο γένος φέρθηκε στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅταν μιλῶ γιὰ «ἀνθρωπότητα», δὲν ἀναφέρομαι στοὺς ἄλλους, ἀλλὰ σ’ ἐμᾶς, ἐπειδὴ ὁ Κύριος μᾶς ἐμπιστεύτηκε τὴν ζωὴ γιὰ νὰ τὴν κάνουμε θρίαμβο τῆς ἀγάπης, τῆς ἀδελφοσύνης, τῆς ἁρμονίας, τῆς πίστης καὶ τῆς χαρᾶς, καὶ δὲν τὸ κάνουμε ἐπειδὴ σκεφτόμαστε τοὺς ἑαυτοὺς μας. Σὲ ἀνταπόδοση ὅσων ἔκανε γιὰ μᾶς, ποὺ μᾶς δημιούργησε, ποὺ μᾶς ἀποκάλυψε τὸν ἑαυτό Του, ποὺ μᾶς πρόσφερε ὅλη Του τὴν ἀγάπη καὶ στὸ τέλος τὴν ζωὴ καὶ τὸν θάνατο τοῦ Υἱοῦ Του, μόλις καὶ μετὰ βίας προφέρουμε ἕνα «Εὐχαριστῶ» καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ ξεχνᾶμε. 

Στραφῆτε πίσω σὲ ὅ,τι ἀκούσατε στὴ διάρκεια τῆς Τεσσαρακοστῆς, σὲ ὅ,τι εἴδατε τὸ βράδυ τῆς Ἀνάστασης, σὲ ὅ,τι εἰπώθηκε ἀπὸ τοὺς ἁγίους τὶς μετέπειτα ἑβδομάδες, τοὺς ἁγίους τῆς Ρωσίας, τοὺς ἁγίους αὐτῶν τῶν νησιῶν, ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀνθρωπιᾶς. Μελετῆστε τα ὅλα αὐτὰ καὶ ἀναρωτηθῆτε: «Εἶμαι ἐργάτης τοῦ ἀμπελῶνος, καὶ εἶμαι ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀπωθεῖ μακρυὰ τὸν Χριστὸ κάθε φορὰ ποὺ ἔρχεται στὴν ζωή μου; Δὲν Τοῦ λέω: Βγὲς ἀπὸ τὸν δρόμο μου, βγὲς ἀπὸ τὴν ζωή μου – θέλω νὰ εἶμαι ὁ Θεὸς, ὁ ἀφέντης, θέλω νὰ διαχειρίζομαι τὰ πάντα.» Ἔτσι μιλάει ὁ καθένας μας, ἴσως ὄχι μὲ τέτοια ἀγένεια, τόσο βλάσφημα, ἀλλὰ μὲ τὰ ἔργα μας, μὲ κούφιες λέξεις. 

Πρέπει νὰ συνέλθουμε. Ἔχω πεῖ τόσες φορὲς ὅτι σωζόμαστε ἐπειδὴ μᾶς ἀγαπάει ὁ Θεός, ἀλλὰ ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του, ἀλλὰ ὰπὸ τὴν ἀνταπόκριση μας σ’ αὐτὴν. Ἄν ἐπιθυμία μας εἶναι ἁπλῶς νὰ καρπωθοῦμε τοὺς καρποὺς τοῦ Σταυροῦ, τῆς σταύρωσης, τῶν ἡμερῶν τοῦ πάθους, καὶ νὰ μὴν ἐπιστρέψουμε κάτι στὸν Θεό, καὶ νὰ μὴν προσφέρουμε κάτι στὸν πλησίον μας γιὰ τὸν ὁποῖο πέθανε ὁ Θεός, παρὰ μόνο μιὰ στιγμιαία σκέψη, εἴμαστε ἐχθρικοὶ πρὸς κάθε τι ποὺ ἔκανε γιὰ μᾶς.

Ἄς πάρουμε θέση ἐνώπιον αὐτῆς τῆς προειδοποίησης, τῆς ὑπενθύμισης τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἄς σκεφτοῦμε: «ποῦ εἶναι ἡ εὐγνωμοσύνη μου, εὐγνωμοσύνη ὄχι μόνο στὰ λόγια, ἀλλὰ στὴν πράξη;» Ἄς κρίνουμε τοὺς ἑαυτοὺς μας καὶ ἄς ξεκινήσουμε μιὰ νέα ζωή. Εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸ σημαίνει νὰ εἴμαστε ἡ χαρά Του, καὶ στήριγμα, σωτηρία καὶ χαρὰ πρὸς τὸν πλησίον μας. Ἄς ξεκινήσουμε σήμερα νὰ φέρουμε καρποὺς ἀπ’ ὅ,τι μόλις μάθαμε ἀπὸ τὸν Θεὸ μέσα ὰπὸ τὴν ζωή τοῦ Χριστοῦ. 
Ἀμήν. 

Σάββατο, Μαρτίου 18, 2017

Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως Anthony Bloom

Αποτέλεσμα εικόνας για Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως


Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἰοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Καθώς προχωρᾶμε τίς ἑβδομάδες τῆς Μ. Σαρακοστῆς, μποροῦμε να ποῦμε μὲ αὐξανόμενη αἴσθηση εὐγνωμοσύνης καὶ χαρᾶς, με μιά αἴσθηση γαλήνης καὶ χαρᾶς τά λόγια τοῦ Ψαλμοῦ «Ἡ ψυχή μου θα ζήσει, και μ’ εὐγνωμοσύνη θα δοξάζει τὸν Κύριο».

Τήν πρώτη ἑβδομάδα τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς εἴδαμε τήν ὑπόσχεση τῆς σωτηρίας δοσμένη ἀπό τὴν Π. Διαθήκη νὰ ἐκπληρώνεται: ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, ἡ σωτηρία ἔρχεται κι ὅσα ἐλπίζουμε εἶναι δυνατά. Μετά τὴν δεύτερη ἑβδομάδα ἔχουμε τὴν διακήρυξη ἀπό ὅλους τούς Ἁγίους τῆς Χριστιανοσύνης ὅτι ὁ Θεός ὄχι μόνο κατοίκησε ἀνάμεσα μας. ἀλλά καί (ἐξεχύθη πάνω μας) μᾶς πλημμύρισε ἡ χάρις Του, μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλά καὶ σέ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή ἕτοιμη να δεχθεῖ Ἐκεῖνον, τὴν παρουσία Του, τὸ μεταμορφωμένο σέ Ἅγιο Πνεῦμα δῶρο, πού μᾶς κάνει νὰ κοινωνοῦμε ὅλο και πιό βαθιά (οὐσιαστικά) μὲ τόν ζώντα Θεό, μέχρι να γίνουμε μιά μέρα μέτοχοι τῆς θείας φύσης.

Καὶ σήμερα, ἄν ἀναρωτηθοῦμε «ἀλλά πῶς; Πῶς θα συγχωρηθοῦμε, πῶς τὸ κακό θὰ ἀναιρεθεῖ;» - ἕνα βῆμα μᾶς φέρνει βαθύτερα στήν εὐγνωμοσύνη, βαθύτερα στὴν χαρά, βαθύτερα στὴν σιγουριά, ὅταν σκεφτόμαστε, ὅταν ἀτενίζουμε τον Σταυρό.

Ἐδῶ ἔχουμε ἕνα ἀπόσπασμα τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπου ὁ Χριστός μιλᾶ γιά τὴν σωτηρία καί τὶς προϋποθέσεις, ὁ Πέτρος τοῦ λέει: «Καὶ ποιός μπορεῖ νὰ σωθεῖ;» -καὶ ὁ Χριστός τοῦ ἀπαντᾶ: «Τά ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις δυνατά ἐστί παρά τῷ Θεῷ». Κι Ἐκεῖνος ἦρθε, ἡ πληρότητα τοῦ Θεοῦ κατοίκησε τὴν ἀνθρώπινη φύση, κι Ἐκεῖνος ἔχει τήν δύναμη να συγχωρεῖ γιατί Ἐκείνος εἶναι θύμα ὅλης τῆς κακίας, ὅλης τῆς σκληρότητας, τῆς καταστροφικότητας στήν ἀνθρώπινη ἱστορία. Γιατί βέβαια κανείς ἄλλος ἐκτός ἀπό τὸ θύμα δεν μπορεῖ να συγχωρεῖ αὐτόν πού ἔφερε την κακία, τὴν ἀθλιότητα, τήν μιζέρια, τήν φθορά και τόν θάνατο στήν ζωή μας. Καὶ ὁ Χριστός δὲν συγχωρεῖ μόνο τούς φονιάδες Του, ὅταν λέει; «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς, οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι», ἀλλά πῆγε και πέρα ἀπ’ αὐτό γιατί εἶπε: Ὅ δ’ ἄν ποιήσετε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε» «Ὅ τι κάνει κανείς στόν πιὸ μικρό ἀδελφό ἤ ἀδελφή μου, (εἶναι σὰν ) το κάνει σε μένα»)- ὄχι μόνο τὸ καλό ἀλλά και τὸ χειρότερο - γιατί στήν συμπόνια, τήν ἀλληλεγγύη βρίσκεται Ἐκεῖνος, σὲ καθένα πού ὑποφέρει: στόν θάνατο, τὸν πόνο, τήν ἀγωνία τοῦ καθενός πού ὑποφέρει, εἶναι Αὐτός. Καί ἀκόμα, ὅταν προσεύχεται «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς! Δέν ξέρουν τί κάνουν, τὶ πᾶνε να κάνουν», Ἐκεῖνος προσεύχεται γιὰ τὸν καθένα ἀπό μᾶς, ὄχι μόνο στό δικό Του ὄνομα, ἀλλά καί στό ὄνομα (για λογαριασμό) ὅλων αὐτῶν στοὺς ὁποίους ἔχει ἐπιτεθεῖ τὸ κακό, ἐξαιτίας τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας.

Ἀλλά δέν εἶναι μόνο ὁ Χριστός πού συγχωρεῖ· καθένας πού ἔχει πονέσει στὴν ψυχή, τὸ σῶμα, τὸ πνεῦμα – ὁ καθένας καλεῖται νά δώσει χάρη σ’ αὐτόν πού τόν ἔκανε νὰ ὑποφέρει.

Κι ἀκόμα, μποροῦμε νὰ δοῦμε τὸν Χριστό νά λέει «Συγχώρησε ὅπως συγχωρήθηκες» γιατί καὶ τὸ θύμα καὶ ὁ θύτης (ἔνοχος) δένονται μ’ ἕνα δεσμό ἀλληλεγγύης και ἀμοιβαίας ὑπευθυνότητας. Μόνο το θύμα εἶναι πού μπορεῖ νά πεῖ: «Κύριε συγχώρησέ τον, συγχώρησέ την» καί ὁ Κύριος μπορεῖ νά πεῖ «ναί, θα το κάνω!».

Ἀλλά συνειδητοποιοῦμε ποιά εὐθύνη βάζει στόν καθένα μας, ἀπέναντι στον ἄλλο; Ἀλλά ἐπίσης το βάθος, τὸ θαυμάσιο πλάτος ἐλπίδας πού ἀνοίγεται μπροστά μας ὅταν ἀντικρύζουμε τὸν Σταυρό και βλέπουμε ὅτι μέ τὴν συμπόνια ἀπέναντι σ’ ὅλο το ἀνθρώπινο εἶδος ὁ Χριστός παίρνει ἐπάνω Του ὅλο τὸν πόνο τοῦ κόσμου, δέχεται νά πεθάνει ἕναν ἀπίστευτο θάνατο λέγοντας ἐκ μέρους ὅλων ὅσων ὑποφέρουν «Ναί- σᾶς συγχωρῶ..!»

Αὐτό εἶναι ἄλλο ἕνα βῆμα πρός τήν ἐλευθερία, ἕνα ἀκόμα βῆμα πρός τὴν στιγμή πού θα ἀντικρύσουμε τόν ἀναστημένο Χριστό, τὴν ἀνάσταση, πού θα περιλάβει κι ὅλους ἐμᾶς, γιατί ὁ Χριστός ἀναστήθηκε καί χάρισε σ’ ὅλους ἐμᾶς τήν πληρότητα τῆς αἰώνιας ζωῆς.

Καί μποροῦμε νὰ ποῦμε ξανά καί ξανά, ὅτι ἡ Σαρακοστή εἶναι μιά πηγή νέας ζωῆς, ἑνός νέου χρόνου, χρόνου ἀνανέωσης, ὄχι μόνο μὲ τήν μετάνοια, ἀλλά νὰ πιαστοῦμε ἀπό τὸν ἴδιο τόν Χριστό, πού σάν βοσκός ἅρπαξε τὸ χαμένο πρόβατο, καθώς ὁ ἴδιος ὁ Χριστός σήκωσε τον Σταυρό Του, τὀν ἔβαλε στήν θέση τοῦ θανάτου, και ἀναίρεσε τόν θάνατο, ἀναίρεσε τὸ κακό (τήν ἁμαρτία) μὲ τὴν συγχώρεση και δίνοντας τήν ζωή Του. Γι’ ἄλλη μιά φορά ἐρχόμαστε ἄλλο ἕνα βῆμα πρός τήν ἐλευθερία και τήν ἀνανέωση. Ἄς μποῦμε βαθύτερα στό μυστήριο, στὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας και εὐφραινόμενοι παρά Θεῷ, καί χαιρόμενοι βῆμα με βῆμα, ὅλο και πιό πολύ, ἄς ἐκφράζουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας γι’ αὐτήν τὴν ἀνακαίνιση τῆς ζωῆς μας. Ἀμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...