Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ορθόδοξη Ψυχολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ορθόδοξη Ψυχολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Ιουλίου 28, 2013

Πῶς μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπισθεῖ τὸ ἄγχος;



Τὸ ἄγχος εἶναι ἀναμφιβόλως ἕνα πληθωρικὸ ψυχολογικὸ χαρακτηριστικό τῆς συμπεριφορᾶς τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας. Οἱ χαρακτηρισμοί: ἀγχώδης ἀντίδραση, ἀγχογόνος κατάσταση ἀνθρώπινης ζωῆς, ἀγχωτικὸς τύπος καὶ ἄλλοι παρόμοιοι καὶ σχετικοὶ μὲ τὴν ἔννοια τοῦ ἄγχους χαρακτηρισμοί, ἀκούγονται συχνὰ στὴν καθημερινή μας ζωή.

Στὸ ἐπίπεδο τῆς ἐπιστημονικῆς ψυχολογικῆς ἔρευνας τὸ ἄγχος ἐντοπίσθηκε ὡς νοσογόνο σύμπτωμα ἀνθρώπινης συμπεριφορᾶς, κατὰ τὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ 19ου αἰῶνος, στὸ πλαίσιο τῆς ἀναπτύξεως τῶν διαφόρων θεωριῶν τῆς Ψυχολογίας τοῦ Βάθους (τοῦ ἀσυνειδήτου).

Ἀλλὰ τὸ ἄγχος ὑπῆρχε πάντοτε στὴν ἀνθρώπινη ψυχή, ἀπὸ κάποια χρονικὴ στιγμὴ καὶ ἑξῆς, ὡς λανθάνον αἴτιο ἐνδεχόμενης ψυχικῆς διαταραχῆς, μικρῆς ἢ μεγάλης ἐκτάσεως. Ἁπλῶς κατὰ τὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ 20ου αἰῶνος οἱ συνεχεῖς, μεγάλες καὶ συχνὰ ἐκπληκτικὲς ἀλλαγὲς συνθηκῶν καὶ ὅρων ἀνθρώπινης ζωῆς, ὀφειλόμενες στὴν ταχεία ἐξέλιξη τῶν ἐπιστημῶν καὶ μάλιστα τῆς τεχνολογίας, ὅπως καὶ στὴ σχετικὴ συνεργία λοιπῶν κοινωνικῶν, ἰδεολογικῶν καὶ πολιτισμικῶν παραγόντων, συνετέλεσαν στὴν ἔντονη διέγερση τοῦ ἀνθρώπινου ψυχισμοῦ, μὲ συνέπεια τὴν ἐκδήλωση ψυχολογικῶν προβλημάτων ἀλλὰ καὶ ψυχοπαθολογικῶν συμπτωμάτων μὲ κορυφαῖο, συχνά, χαρακτηριστικὸ τὸ ἄγχος.

Τὸ ἄγχος γεννήθηκε στὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ στὸν παράδεισο ἀμέσως μὲ τὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἁμαρτία. Ἡ παράβαση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ποὺ προῆλθε ἀπὸ τὴ θανατηφόρο παρακοὴ τοῦ Ἀδάμ, βιώθηκε καὶ ἐκδηλώθηκε ἤδη μέσα στὸν παράδεισο ὡς ἀγχογόνος ἀντίδραση στὰ ἀποτελέσματα τῆς παρακοῆς αὐτῆς, ἐπὶ τοῦ ψυχοσωματικοῦ ὀργανισμοῦ τοῦ ἀδαμικοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ πρώτη ἀγχωτικὴ ἀντίδραση τοῦ ἀδαμικοῦ ζεύγους σχετίζεται μὲ τὴν μεταπτωτικὴ αὐτοσυνειδησία τοῦ ζεύγους αὐτοῦ· «καὶ διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοὶ τῶν δύο, καὶ ἔγνωσαν ὅτι γυμνοὶ ἦσαν, καὶ ἔρραψαν φύλλα συκῆς καὶ ἐποίησαν ἑαυτοῖς περιζώματα» (Γεν. γ’ 7).

Ἡ προσεκτικὴ μελέτη τοῦ στίχου αὐτοῦ δείχνει ὅτι οἱ παραβάτες τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, μόλις ἔφαγαν τὸν ἀπαγορευμένο καρπό, βρέθηκαν μπροστὰ σὲ μία εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ τους, τόσον ἀποκρουστικὴ στὰ μάτια τῆς αὐτοσυνειδησίας τους, ὥστε ἀμέσως, χωρὶς τὴν παραμικρὴ χρονοτριβή, προσπάθησαν νὰ καλύψουν τὴν ἀσχημοσύνη τῆς ψυχικῆς, ἀπαράδεκτης γι’ αὐτούς, εἰκόνας τους.

Ἔτσι στὸ Γεν. 3,7 ἔχουμε δύο σημαντικὰ ὑπαρξιακὰ γεγονότα τῆς ζωῆς τῶν παραβατῶν αὐτῶν τὴν ἀπαράδεκτη γι’ αὐτοὺς μεταπτωτικὴ αὐτοσυνειδησία τους καὶ τὴν κάλυψη τῆς εἰκόνας τῆς αὐτοσυνειδησίας τους αὐτῆς, μὲ τέτοια συνάφεια μεταξύ τους, ὥστε νὰ μαρτυρεῖται ἐντυπωσιακὰ ὁ ἀγχώδης χαρακτήρας τῆς ἀμεσότητος μὲ τὴν ὁποία ἔσπευσαν, εὐθὺς ἀμέσως, νὰ πραγματοποιήσουν τὴν κάλυψη αὐτή, τῆς κακοποιημένης ἀπὸ τὴν ἁμαρτία προσωπικῆς τους εἰκόνας.

Ἐξάλλου ἡ δεύτερη ἀγχώδης ἀντίδραση τοῦ ἀδαμικοῦ ζεύγους στὴν ἀποτρόπαια αὐτὴ εἰκόνα τους, ἦταν ἡ ἄμεση, ἐσπευσμένη, ἀπόκρυψή τους πίσω ἀπὸ τὰ δέντρα τοῦ παραδείσου, ὅταν «ἤκουσαν τῆς φωνῆς Κυρίου τοῦ Θεοῦ περιπατοῦντος ἐν τῷ παραδείσῳ τὸ δειλινὸν» (Γεν. 3, 8). Τὸ ἠχητικὸ ἐρέθισμα τῆς φωνῆς τοῦ Θεοῦ τοὺς προκάλεσε ἔντρομη φυγὴ καὶ κρύψιμο. Ἔτσι «ἐκρύβησαν ὅ τε Ἀδὰμ καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ ἀπὸ προσώπου Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἐν μέσῳ τοῦ ξύλου τοῦ παραδείσου».

Ὅταν ὅμως ὁ Θεὸς ἐκάλεσε ὀνομαστικῶς τὸν Ἀδάμ, μὲ τὴν ἐρώτηση· «Ἀδάμ, ποῦ εἶ;», ἐκεῖνος ἀπήντησε ὁμολογώντας καὶ δικαιολογώντας συγχρόνως τὸ κρύψιμό του πίσω ἀπὸ τὰ δέντρα τοῦ παραδείσου· «τῆς φωνῆς σου ἤκουσα περιπατοῦντος ἐν τῷ παραδείσῳ καὶ ἐφοβήθην, ὅτι γυμνὸς εἰμί, καὶ ἐκρύβην». Ἡ αὐτοσυνειδησία τῆς γυμνότητος τῆς εἰκόνας τους ἀπὸ τὰ θεουργὰ χαρίσματα τοῦ «κατ’ εἰκόνα» λειτούργησε μὲ ἔντρομη ἀμεσότητα, γιὰ τὴν ἀπόκρυψή τους ἀπὸ τὴν ἐλεγκτικὴ παρουσία τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ. «Ἐφοβήθην» καὶ «ἐκρύβην»! Φόβος καὶ κρύψιμο, πρὸ τῆς ἐλεγκτικῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ!

Ἂν θὰ θέλαμε νὰ συσχετίσουμε τὶς δύο αὐτὲς λέξεις ἢ ἀντιδράσεις τοῦ πεπτωκότος ἀδαμικοῦ ἀνθρώπου, φόβο καὶ κρύψιμο, μὲ βασικὲς ἔννοιες τῆς Ψυχολογίας τοῦ ἀσυνειδήτου (τοῦ Βάθους), θὰ διαπιστώναμε χωρὶς δυσκολία τὴ σύμπτωση τοῦ ἀδαμικοῦ φόβου μὲ τὸ ἄγχος, ὅπως ἀκριβῶς τὸ ἐννοεῖ ἡ σύγχρονη Ψυχολογία στὴν ψυχοδυναμική του λειτουργία. Ἀλλὰ καὶ τὸ κρύψιμο θὰ μπορούσαμε ἄνετα νὰ τὸ παραλληλίσουμε καὶ μᾶλλον νὰ τὸ ταυτίσουμε μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀπωθήσεως τοῦ ἑαυτοῦ στὸ ἀσυνείδητό του, ὅπως ἀκριβῶς τὴν ἀντιλαμβάνεται τὴν ἔννοια αὐτή, στὴ σχέση της μὲ τὸ ἄγχος, ἡ ἴδια Ψυχολογία.

Σύμφωνα μὲ τέτοιες συσχετίσεις μποροῦμε νὰ δεχθοῦμε ὅτι ἡ πτώση στὴν ἁμαρτία ἐπεσκότισε πράγματι καὶ ἀχρείωσε σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴ χαρισματικὴ (θεουργὸ) δυναμική τοῦ «κατ’ εἰκόνα». Τὸ μεγάλο αὐτὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν πρωτόπλαστο, βυθίστηκε στὸ σκότος μιᾶς ψυχικῆς πραγματικότητας, ἄγνωστης πλέον καὶ ἀπρόσιτης στὸ σκοτισμένο λογικό του ἀνθρώπου. Θὰ λέγαμε μὲ τὴ γλώσσα τῆς σύγχρονης ψυχολογίας στὸν ἀσυνείδητο ψυχισμό του.

Ἔτσι, στὸ ἑξῆς, οἱ ψυχικὲς ἀντιδράσεις τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου εἶχαν πλέον ἀσυνείδητες ἀφετηρίες, ἐφόσον ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, βυθισμένος στὸ σκότος τῆς ἁμαρτίας, δὲν μπορεῖ πλέον νὰ κατόπτευση φωτιστικὰ τὸ ἀπύθμενο βάθος τῆς ἁμαρτίας αὐτῆς, στὴν ὁποία εἶχε ἤδη δουλωθῆ.

Ἑπομένως ὄχι μόνο τὸ ἄγχος ἀλλὰ καὶ ἡ ἀπώθηση τοῦ ἑαυτοῦ στὸν ἀσυνείδητο ψυχισμό του, εἶναι συμπτώματα τῆς διαβρώσεως τοῦ «κατ’ εἰκόνα» ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία στὴν ἁμαρτία, μὲ κοινὴ ὅμως ἐσωτερικὴ ἁμαρτητικὴ σχέση, ποὺ οὐσιώνεται στὴ βίωση τῆς ἐνοχῆς γιὰ τὴν παράβαση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὸ ἄγχος ἔχει σαφῶς ἐνοχικὴ ἀφετηρία. Ἐκφράσθηκε ὡς φόβος μπροστὰ στὴν ἀπειλὴ τῆς ἐλεγκτικῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ.

Καὶ εἶναι ἰδιαίτερα ἀξιοπρόσεκτο τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ σύγχρονη Ψυχολογία τοῦ ἀσυνειδήτου, κατανοεῖ τὸ ἄγχος ἐπίσης ὡς ἀσυνείδητη καὶ διάχυτη στὴ συνολικὴ ὕπαρξη τοῦ ἄνθρωπου ἐνοχικὴ ἀγωνία. Πρόκειται ἀσφαλῶς γιὰ τὸ ἰσχυρότερο πάθος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς· τὸ βίωμα ἢ τὸ αἴσθημα τῆς ἐνοχῆς, ποὺ ἐξάλλου ἀποτελεῖ καὶ τὸν πυρήνα τοῦ νευρωτικοῦ γενικὰ φαινομένου.
 
*
 
Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ τὸ ἄγχος ὑποδηλώνει τὴν ἀόριστη, μὴ δυνάμενη νὰ προσδιορισθεῖ ἐξ ἀντικειμένου ἀγωνία ἐνώπιον κάποιας ἀπειλῆς κινδύνου. Τὸ δὲ ἔντονο κινητικὸ – ψυχοδυναμικὸ στοιχεῖο του, ποὺ προεκτείνεται συχνὰ στὴ συμπεριφορὰ τῆς ἀγχωτικῆς ἀντιδράσεως, μὲ μορφὴ ἐπιθετικότητος, ἀποτελεῖ ἀσφαλῶς μαρτυρία τῆς ἐνοχικῆς ἀφετηρίας του.
 
*
 
Ἀλλὰ τὸ ἄγχος, ὡς παθογόνος παράγοντας τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ὡς πάθος, εἶναι ὑπὸ ὡρισμένους ὅρους, ἐπιδεκτικὸ μιᾶς ἀξιοποιήσεώς του ὡς ἐργαλείου πνευματικῆς καὶ μάλιστα νηπτικῆς προκοπῆς. Κατὰ τὸν ἅγ. Μάξιμο, τὰ πάθη, ἂν καὶ δὲν «συνεκτίσθησαν προηγουμένως» στὴν ἀνθρώπινη φύση, εἶναι καλὰ γιὰ τοὺς προχωρημένους στὴν πνευματικὴ ζωή. Γιατί αὐτοὶ μποροῦν νὰ χρησιμοποιοῦν τὴν ἐμπειρία τῶν παθῶν ποὺ εἶχαν (καὶ τὰ ἐξέβαλαν ἀπὸ τὴ σαρκική τους ἀφετηρία) γιὰ τὴν ἀπόκτηση οὐρανίων ἀρετῶν. Ὅπως τὸ φόβο ὡς μέσο προφυλάξεως ἀπὸ τὴ μέλλουσα τιμωρία ἀλλὰ καὶ τὴ λύπη, ὡς διορθωτικὴ διάθεση, κατὰ τὴ μεταμέλεια γιὰ κάποιο κακό, ποὺ διαπράχθηκε κατὰ τὸν παρόντα βίο.

Πρόκειται ἐδῶ γιὰ μία μεταποιητικὴ «κατεργασία» τῆς δυναμικῆς ἑνὸς πάθους σὲ πνευματικὴ λειτουργία ἀρετῆς. Τὴ μεταποιητικὴ αὐτὴ μέθοδο μεταβολῆς μιᾶς ἀρνητικῆς πνευματικῆς ἐμπειρίας σὲ θετικὴ καὶ ἐποικοδομητικὴ ἐνέργεια ἀνωτέρου ἐπιπέδου πνευματικῆς ζωῆς, ἐπισημαίνει καὶ ὁ ἅγ. Μάξιμος σὲ ὁρισμένα σημεῖα τοῦ συγγραφικοῦ του ἔργου.

Ἐφόσον· «Πᾶν πάθος κατὰ συμπλοκὴν πάντως αἰσθητοῦ τινός, καὶ αἰσθήσεως καὶ «φυσικῆς δυνάμεως», θυμοῦ λέγω τυχόν, ἢ ἐπιθυμίας, ἢ λόγου παρατραπέντος τοῦ κατὰ φύσιν συνίσταται», εἶναι δυνατὸν ἕνας «σπουδαῖος» πνευματικὸς ἀγωνιστής, κατὰ τὴν ἐπιδίωξη κάποιας ἀρετῆς νὰ «μεταποίησῃ ἢ νὰ «μεθορμήσῃ» ἢ νὰ «μετεργασθῇ» ἢ νὰ «ἐπαναγάγῃ» τὴ φυσικὴ αὐτὴ δυναμική τοῦ πάθους σὲ βιωματικὴ ποιότητα ἀρετῆς.

Εἶναι λοιπὸν δυνατὸν ἕνας ἀγωνιζόμενος χριστιανός, ποὺ ἀνήκει σ’ ἕνα ἀγχώδη τύπο, νὰ προσπαθήσει νὰ «μεθορμήσῃ» τὴν ἀγχωτική του δυναμικὴ σὲ ὑψηλὰ πεδία πνευματικῆς ζωῆς, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι ἡ νήψη, ἡ ἐγρήγορση, ἡ πατερικὴ προσοχὴ καὶ ἄλλες παρόμοιες πνευματικὲς ἐμπειρίες καὶ ἐνέργειες. Στὴν ἁγιογραφικὴ ἀλλὰ καὶ στὴν πατερικὴ διδαχὴ συναντοῦμε προτροπὲς ποὺ μᾶς προσανατολίζουν στὴν πνευματικὴ ἀξιοποίηση μιᾶς «ἀγχωτικῆς» ἢ «φοβικῆς» δυναμικῆς. Ὅπως ἐνδεικτικῶς•

α) Στὴν Π. Δ. «δουλεύσατε τῷ Κυρίῳ ἐν φόβῳ καὶ ἀγαλλιάσθε αὐτῷ ἐν τρόμῳ» (Ψαλμ β’ 11).

β) Στὴν Κ.Δ. «Γρηγορεῖτε οὖν ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται». «Γρηγορεῖτε οὖν· οὐκ οἴδατε γὰρ πότε ὁ κύριος τῆς οἰκίας ἔρχεται… μὴ ἐλθὼν ἐξαίφνης εὕρῃ ὑμᾶς καθεύδοντας».

«Μετὰ φόβου καὶ τρόμου τὴν ἑαυτῶν σωτηρίαν κατεργάζεσθε». «Νήψατε, γρηγορήσατε· ὁ ἀντίδικος ὑμῶν διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίη.

γ) Κατὰ τὸν ἅγ. Μακάριο τὸν Αἰγύπτιο, αὐτὸς ποὺ θέλει πραγματικὰ νὰ εὐχαρίστησει τὸ Θεὸ καὶ νὰ δεχθεῖ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πρέπει νὰ βιάζει τὸν ἑαυτό του στὴν τήρηση ὅλων τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ… ὅπως ἀκριβῶς αὐτὸς ποὺ προσπαθεῖ νὰ μάθει τὴν εὐχὴ καὶ «βιάζεται καὶ ἄγχει». Κι’ αὐτὸς λοιπὸν ποὺ θέλει νὰ ἐφαρμόσει τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ «βιάζεται καὶ ἄγχει καὶ ἐθίζει ἔθος ἀγαθόν… Καὶ ἐμεῖς λοιπὸν βιασώμεθα καὶ ἄγξωμεν ἑαυτοὺς εἰς τὴν κατόρθωσιν τῶν ἀρετῶν».

Ὁ ἴδιος ἅγιος συνιστᾶ «Πάντοτε ο»=υν ἐν τῇ συνειδήσει ὀφείλεις ἔχειν τὴν μέριμναν καὶ τὸν φόβον…. τὸν φόβον καὶ τὸν πόνον, ὡς φυσικὸν καὶ ἄτρεπτον, τὸν συντριμμὸν τῆς καρδίας πάντοτε πεπηγμένον».

Ἐπίσης, κατὰ τὸν ἀββᾶ Δωρόθεο, ὁ ἀδιαλείπτως προσευχόμενος ἄνθρωπος, ἂν ἀξιωθεῖ νὰ ἀπόκτησει κάποιο χάρισμα γνωρίζει πῶς τὸ κατόρθωσε καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπερηφανευθεῖ γιὰ τὸ χάρισμα αὐτό, ὅτι μὲ τὴ δική του δύναμη τὸ ἀπέκτησε ἀλλὰ τὸ ἀποδίδει στὸ Θεὸ καὶ συνεχῶς τὸν παρακαλεῖ «τρέμων» νὰ μὴ ἀποδειχθεῖ ἀνάξιος αὐτοῦ τοῦ χαρίσματος καὶ στερηθεῖ τῆς βοηθείας του καὶ ἀποκαλυφθεῖ ἔτσι ἡ ἀσθένεια καὶ ἡ ἀδυναμία του.

Ἡ ἀνάδυση τοῦ ἄγχους ἀπὸ ἀσυνείδητες, ἄγνωστες καὶ ἀπρόσιτες ἀπὸ τὸ λογικὸ ἐνδοψυχικὲς ἀφετηρίες, κάνουν πολὺ δύσκολη, ἂν μὴ ἀδύνατη, τὴν κατὰ μέτωπο καταπολέμησή του. Γεγονὸς ποὺ ἀφορᾶ σ’ ὅλα τὰ πάθη τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ἡ πατερικὴ ἐμπειρία ποὺ ἐπισημαίνει ὅτι ὁ πνευματικὸς ἀγωνιστὴς δὲν εἶναι ἐκριζωτὴς τῶν παθῶν ἀλλὰ ἀνταγωνιστής, δείχνει ὅτι ἡ μέθοδος τῆς μετοχετεύσεως τῆς ψυχικῆς δυναμικῆς τοῦ πάθους σὲ στόχους πνευματικῆς ζωῆς, δημιουργεῖ ἐλπίδες μιᾶς θεοφιλοῦς ἀξιοποιήσεως τοῦ ἄγχους, σὲ νηπτικοὺς ἀγῶνες καὶ προσπάθειες φωτιστικῆς αὐτογνωσίας, στὸ κλίμα τῆς ἀδιάλειπτης μνήμης τοῦ ὀνόματος καὶ τῆς παρουσίας τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ στὴ προσωπικὴ ζωὴ τοῦ πνευματικοῦ ἀγωνιστοῦ.

Ἂν τὸ ἄγχος βιώνεται ὡς ἕνας ἀνεπιθύμητος ψυχικὸς ἀναγκασμός, σὰν μία πιεστικὴ βία στὸν πυρήνα τῆς αὐτοσυνειδησίας τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, ὁ μόνος τρόπος νὰ ἀνταγωνιστεῖ κανεὶς τὸ ἄγχος εἶναι ἡ ἄσκηση βίας στὴ βία τοῦ πάθους αὐτοῦ. Στὸ σημεῖο τοῦτο εἶναι χρήσιμη ἡ προτροπὴ τοῦ ὁσίου Νείλου τοῦ ἀσκητοῦ· «Θέλησον τῇ βίᾳ τῆς φιλόθεου σπουδῆς ἐκνικῆσαι καὶ λῦσαι τὴν βίαν (τοῦ ἄγχους)! «Ἡμεῖς τῇ βίᾳ τὴν βίαν καταγωνισώμεθα».

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Στὸ ἐρώτημα «πῶς μπορεῖ ἕνας πνευματικὸς ἄνθρωπος νὰ ἀντιμετώπισει καὶ νὰ ἀξιοποίηση τὸ ἄγχος ὡς ἐργαλεῖο πνευματικῆς προκοπῆς;» μία ἐπιγραμματικὴ – συνοπτικὴ ἀπάντηση θὰ ἦταν, στὸ ἐρώτημα αὐτὸ ἡ ἑξῆς·

- Νὰ παραδώσει τὸ ἄγχος καὶ τὴν ἀνασφάλεια ποὺ τὸ συνοδεύει στὸ ἔλεος καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

- Νὰ προσπαθήσει νὰ τὸ ἰδεῖ καὶ νὰ τὸ κατανοήσει στὴν ψυχοδυναμική του ἰδιαιτερότητα ὡς φοβίας ἢ ἀόριστης ἀγωνίας ἢ ἀναιτιολόγητης ἐπιθετικῆς παρορμήσεως ἢ τέλος ὡς ἐνοχικῆς φοβικῆς εὐαισθησίας, ὡς παράγοντα τῆς παιδείας τοῦ Κυρίου!

- Νὰ ἐντοπίσει ἐνδεχομένως τὸ ἐνοχικὸ ὑπόστρωμα τοῦ ἄγχους, ποὺ συνήθως ἀποτελεῖ τὴν κυρία ψυχοδυναμική του ἀφετηρία. Ἀπωθημένες ἁμαρτητικὲς ἐμπειρίες, δηλ. ἀνεξομολόγητες ἐνοχές, ἐκδικοῦνται μὲ ἀσυνείδητη ἀγχώδη ἀντίδραση.

- Νὰ συλλάβει τὴν ἀφυπνιστικὴ πνευματικὴ σημασία τοῦ ἄγχους, ὡς ἐρεθίσματος μιᾶς ἐργασίας αὐτογνωσίας μὲ κριτήρια ἀντικειμενικὰ καὶ ὄχι αὐτοδικαιωτικά.

- Νὰ μεταποιήσει τὴ δυναμική τῆς ἀγχωτικῆς ἀγωνίας σὲ νηπτικὸ τρόπο βιώσεως τῆς πνευματικῆς ζωῆς, σύμφωνα μὲ τὴν μνημονευθεῖσα προτροπὴ τοῦ ἄγ. Μακαρίου του Αἰγυπτίου· «Καὶ ἡμεῖς τοίνυν βιασώμεθα καὶ ἄγξωμεν ἑαυτοὺς εἰς τὴν ταπεινοφροσύνην, τὴν ἀγάπην καὶ τὴν πραότητα., ἵνα ἀποστείλῃ τὸ Πνεῦμα αὐτοῦ εἰς τὰς καρδίας ἡμῶν ὁ Θεός»!

Ὄντως τὰ ἀντίρροπα τοῦ ἄγχους εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ πραότητα!


 

Τετάρτη, Ιουνίου 26, 2013

Η θεραπεία του θυμού

Μη δικαιολογείς τον θυμό σου 
1. Ποτέ να μη δικαιολογούμε τον θυμό μας, όσο δυσμενείς κι αν είναι οι περιστάσεις. Μη λέμε αβασάνιστα εκείνο το επιπόλαιο και ένοχο, που είναι ασυγχώρητη δικαιολογία: “Ο δικός μου θυμός περνά γρήγορα”. Περνά ίσως γρήγορα, αλλά τι αφήνει πίσω του; Είναι πολύ δύσκολο -και συχνά αδύνατο- να επανορθώσουμε ό,τι καταστρέψαμε με το θυμό μας. Μετά τη θύελλα και το χαλάζι ξαναβγαίνει ασφαλώς ο ήλιος, αλλ’ όμως πίσω ολόκληρες εκτάσεις παραμένουν καταστρεμμένες. Ο Μέγας Αλέξανδρος για λίγο θύμωσε, όμως πάνω σ’ αυτό τον θυμό του φόνευσε τον εκλεκτό φίλο του και στρατηγό του Κλείτο. Και πέρασαν τρεις μέρες που τον θρηνούσε, μάταια όμως διότι το κακό έμεινε ανεπανόρθωτο.
2. Ο θυμός μας, έστω κι αν είναι ολιγοχρόνιος, πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε, δεν είναι δείγμα παλληκαριάς και δυναμισμού, αλλά γνώρισμα αδυναμίας και απαιδευσίας και αναίδειας. Ανδρισμός και ηρωισμός και ευγένεια ψυχής και ήθος ψηλό είναι η πραότης, η γλυκύτης, και η ανεξικακία. “κρείσσων ἀνὴρ μακρόθυμος ἰσχυροῦ, ὁ δὲ κρατῶν ὀργῆς κρείσσων καταλαμβανομένου πόλιν” (Παροιμ. ιστ’ 32). Ο άνθρωπος που δε θυμώνει, είναι δυνατότερος από τον ισχυρό και χειροδύναμο, εκείνος δε, που συγκρατεί τον θυμό του και έχει αυτοκυριαρχία, είναι ανώτερος από τον πορθητή, που κυριεύει πόλεις και φρούρια οχυρωμένα.
3. Πρέπει να το εννοήσουμε και να το παραδεχθούμε, ότι ο θυμός δεν αποτελεί φυσιολογική αντίδραση της ψυχής στις δύσκολες περιστάσεις και στην ορθή αντιμετώπιση των ποικίλων προβλημάτων της ζωής. Με τον θυμό δεν κερδίζουμε, αλλά χάνουμε, δεν οικοδομούμε, αλλά κατεδαφίζουμε. Με το θυμό κάνουμε δυσκολότερη και προβληματική τη ζωή μας. Και στο κακό που τυχόν υπάρχει προσθέτουμε μεγαλύτερο κακό. Οι δυσκολίες της ζωής, που ποτέ δε θα λείψουν και από κανέναν, για να αντιμετωπιστούν σωστά και θεάρεστα, απαιτούν από όλους μας πολλή υπομονή και αξιοπρεπή και ειρηνική αντιμετώπιση. [...]
“Εταπεινώθην, καὶ ἔσωσέ με”
1. Η ολοσχερής θεραπεία του πάθους του θυμού μόνο τότε θα ευοδωθεί και η ψυχή θα ελευθερωθεί από τα βαριά δεσμά της, εάν το κακό χτυπηθεί στη ρίζα του, που είναι ο επάρατος εγωισμός μας. Η ρήσις του Ψαλμωδού “ἐταπεινώθην, καὶ ἔσωσέ με” (Ψ. 114, 6) έχει και εδώ απόλυτα την εφαρμογή της. Όπως το δέντρο, όταν κοπούν οι ρίζες του, αυτομάτως ξεραίνεται, έτσι και ο θυμός ξεραίνεται, όταν κοπεί η ρίζα του. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός και αποτελεί κανόνα, ότι οι ταπεινόφρονες ποτέ δε θυμώνουν. Και στη δική μας ψυχή, όταν νεκρωθεί ο πολυκέφαλος εγωισμός και αποκτήσουμε αληθινή ταπείνωση, ουδέποτε θα οργιζόμαστε και θα θυμώνουμε, αλλά παντού και πάντοτε θα διατηρούμαστε πράοι και ειρηνικοί, απαθείς και ατάραχοι. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να προσεγγίσουμε την προτροπή του Κυρίου: “Μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πραΰς εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ“.
2. Ας ακούσουμε και εις το σημείο αυτό την Πατερική σοφία και εμπειρία:
–Μακάριος είναι, αδελφοί μου, λέγει ο αββάς Δωρόθεος, εκείνος που έχει ταπείνωση. Γιατί η ταπείνωση είναι μεγάλη αρετή. Πετυχημένα δε ο άγιος εκείνος χαρακτήρισε αυτόν που έχει αληθινή ταπείνωση λέγοντας: “Η ταπείνωση κάνει τον άνθρωπο να μην οργίζεται, ούτε να εξοργίζει κανέναν”. Και αυτό μοιάζει σαν παράξενο πράγμα. Γιατί η ταπείνωση αντιτίθεται μόνο στην κενοδοξία και απ’ αυτή μόνο φαίνεται ότι προστατεύει τον άνθρωπο. Οργίζεται όμως κανείς και για χρήματα και για φαγητά. Πώς λοιπόν λέει ότι η ταπείνωση κάνει τον άνθρωπο να μην οργίζεται, ούτε να εξοργίζει κανέναν; Η ταπείνωση είναι μεγάλη αρετή, όπως είπαμε, και έχει τη δύναμη να ελκύει τη χάρη του Θεού στην ψυχή.. Λοιπόν, όταν έρθει η ίδια η χάρη του Θεού, σκεπάζει την ψυχή από τ’ άλλα δύο αυτά βαριά πάθη… Πραγματικά αν δεν σκεπαστεί αυτός γρήγορα με την ταπείνωση, σιγά σιγά καταντάει σε δαιμονική κατάσταση ταράζοντας τον εαυτό του και τους άλλους… Μόλις φανεί το φως, υποχωρεί το σκότος. Ομοίως μόλις “μυρίσει” η ταπείνωση, εξαφανίζεται κάθε πικρία και θυμός”.
3. Ο άγιος Γρηγόριος, με φιλοσοφικό τρόπο εκφράζει αυτή την αλήθεια:
Ο ταπεινός ανέχεται να νικάται” (ΕΠΕ, 9, 329). Δηλαδή, ανέχεται τους άλλους, δεν συγκρούεται μαζί τους, ξέρει να υποχωρεί. Αυτό όμως κατ’ ευφημισμόν λέγεται ήττα, ενώ αποτελεί μεγάλη και θεάρεστη νίκη.
Με τον ίδιο φιλοσοφημένο και επιγραμματικό τρόπο εκφράζονται και άλλοι Πατέρες:
–”Εν τοις λογισμοίς τοις ταπεινοίς κοιμίζομεν τον θυμόν” (Χρυσόστομος).
–”Την ταπεινοφροσύνην ακολουθεί η καλοσύνη… η ακινησία του θυμού… και η υπομονή των πειρασμών” (Ισαάκ ο Σύρος).
–Ο Μέγας Αντώνιος μιλάει γενικότερα για τους πειρασμούς, στους οποίους συμπεριλαμβάνει το πάθος του θυμού: “Είδα όλες τις παγίδες του πονηρού απλωμένες πάνω στη γη και στενάζοντας είπα: Ποιος μπορεί τάχα να τις προσπεράσει; Και μια φωνή μου αποκρίθηκε: Η ταπεινοφροσύνη“.
4. Και επειδή αυτή είναι η πραγματικότητα, γι’ αυτό και συμβουλεύει ο Μ. Βασίλειος: “Προκοπή της ψυχής είναι προκοπή εις την ταπείνωση… Γνώση θεοσεβείας σημαίνει γνώση ταπεινώσεως και πραότητος. Η ταπείνωση είναι μίμηση του Χριστού, η έπαρση δε και η θρασύτητα και η αναίδεια (και ο θυμός) είναι μίμηση του διαβόλου. Γίνε μιμητής Χριστού, και μη του αντιχρίστου…“.
Η πραότητα (που αποτελεί τη σκιά της ταπεινώσεως) διαφυλάσσει το θυμό ατάραχο” λέγει ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής. Δηλαδή κρατεί τα ηνία του θυμού και τον διοχετεύει δημιουργικά.
5. Όμως το θέμα της ταπεινώσεως, που αναφέραμε ως αποτελεσματικό φάρμακο του θυμού, είναι άμεσα συνδεδεμένο με την κατάσταση της μετάνοιας. Δεν μπορεί ο αμαρτωλός άνθρωπος χωρίς μετάνοια να προσεγγίσει την ταπείνωση. Η μετάνοια και η ταπείνωση συμπορεύονται και σχεδόν συνταυτίζονται. Ας θυμηθούμε την κλασική φράση του Ψαλμού της μετανοίας: “πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει” (Ψ. ν’ 19).
Δηλαδή, όταν μετανοήσει κανείς όλες οι κακίες, τα πάθη και ο θυμός θεραπεύονται.
6. “Ποιος, λοιπόν που πενθεί καθημερινά θα συνεχίσει να ζει οργισμένος και δε θα γίνει πράος;” ρωτά ο άγιος Συμεών ο Νέος θεολόγος. Και δίνει την απάντηση. “Διότι όπως ακριβώς η φλόγα της φωτιάς σβήνει από το νερό, έτσι και ο θυμός της ψυχής σβήνει από το πένθος και τα δάκρυα της μετάνοιας και σε μεγάλο βαθμό, ώστε αν περάσει κανείς πολύ χρόνο σ’ αυτή την κατάσταση, να μετατεθεί το θυμικό της ψυχής και να περιέλθει σε ακινησία” (ΕΠΕ 19Δ, 443).
7. Επομένως, η συναίσθηση της αμαρτωλότητάς μας, δηλαδή η μετάνοια, αποτελεί ισχυρό χαλινάρι κατά του θυμού και της οργής. Όταν βαθειά συναισθάνομαι και αναγνωρίζω ότι είμαι αμαρτωλός και ένοχος και φταίχτης σε πολλά, όταν “τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μου ἐστὶ διὰ παντὸς” (Ψ. ν’ 5), ασφαλώς αυτή η συντριβή και η συναίσθηση, που είναι εκδήλωση ταπεινώσεως, θα με συγκρατεί από το θυμό και θα με βοηθήσει να είμαι συμπαθής και επιεικής στα λάθη και τα σφάλματα, στις παραλείψεις και τις αφορμές των άλλων και δε θα θυμώσω. “Εκείνος που μετανοεί, λέει ο ιερός Χρυσόστομος, δεν πρέπει να οργίζεται, ούτε να θυμώνει και να αγριεύει, αλλά να συντρίβεται εσωτερικά, εφ’ όσον είναι ένοχος, δεν έχει παρρησία, είναι καταδικασμένος, μπορεί να σωθεί μόνο κατά χάριν, φάνηκε αγνώμονας στον ευεργέτη του, και αχάριστος και ανάξιος και είναι άξιος για πολλές τιμωρίες. Αν σκέπτεται αυτά, δε θα αγανακτήσει, αλλά θα πενθήσει, θα κλάψει, θα στενάξει και οδύρεται νύχτα και μέρα. Εκείνος που μετανοεί δεν πρέπει ποτέ να λησμονήσει την αμαρτία του, αλλά να παρακαλεί τον Θεό να την ξεχάσει, ο ίδιος όμως δεν πρέπει ποτέ να τη λησμονεί” (ΕΠΕ 25, 316).
Και υπενθυμίζει ο ιερός Πατήρ το παράδειγμα του Τελώνου, που δεν οργίσθηκε για την απρεπή συμπεριφορά του Φαρισαίου, ακριβώς διότι βρισκόταν σε κατάσταση μετανοίας. Και της αμαρτωλής εκείνης γυναίκας, που δεν πειράχθηκε, ούτε θύμωσε για την περιφρόνηση του Σίμωνος του Φαρισαίου, διότι ακριβώς ωδύρετο για τις αμαρτίες της.
8. Όλα αυτά κάνουν τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος να αποφαίνεται: “Σε όσους μετανοούν τίποτα δεν είναι πιο αταίριαστο από την ταραχή του θυμού. Διότι η μετάνοια και η επιστροφή χρειάζονται πολλή ταπείνωση, ενώ ο θυμός δείχνει άνθρωπο γεμάτο από υπερηφάνεια“.
Διασκευασμένο απόσπασμα από το βιβλίο “Ο ΘΥΜΟΣ”, Αρχιμ. Γαβριήλ Γ. Αθανασιάδη

Πέμπτη, Μαΐου 23, 2013

Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΗ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Ρωμανού Ξενοφάνουc Ανδρούτσου* Το θεμέλιο της ορθόδοξης ψυχοθεραπευτικής αγωγής



Το θεμέλιο της ορθόδοξης ψυχοθεραπευτικής αγωγής


«(...) Πρέπει να τονισθή ότι οι προφήται και οι απόστολοι δεν διακρίνουν 
απλώς τας εν τη ιστορία ενεργείας ή πράξεις του Θεού, ως διατείνοντες
 σήμερον τινές των ασχολουμένων με την Βίβλον ερμηνευτών, αλλά 
βλέπουν και ακούουν και συνομιλούν με τας ακτίστους ενεργείας του
 Θεού, δηλαδή την δόξαν, φωτεινήν νεφέλην, στήλην πυρός, θεότητα,
 βασιλείαν και χάριν του Θεού και δι’ αυτών με τον εν αυταίς Θεόν, 
δι’ οράσεως υπέρ την όρασιν, δι’ ακούσματος υπέρ την ακοήν, δι’ οσφρήσεως 
υπέρ την όσφρησην, διά γνώσεως υπέρ την γνώσιν, διά νοήσεως υπέρ
 την νόησιν, δηλαδή ακούουν “άρρητα ρήματα” (...)».
Τότε και μόνον τότε, οι αποκαθαίροντες τον «κρυπτόν της 
καρδίας άνθρωπον» (Ά Πέτρ., γ΄4), θα ζήσουν τα θαυμαστά
 αποτελέσματα της μετανοίας και της ακτίστου φωτίσεως,
 ώστε να δύνανται να ελέγχουν αποφασιστικά και μετά διακρίσεως
 τις τυχόν παρεκλίσεις σε θέματα ορθής πίστεως, χωρίς 
ζηλωτισμούς και ακρότητες. Αλλά πολύ περισσότερο, 
θα δύνανται να προσεύχονται μετά καρδιακών δακρύων υπέρ της
 φωτίσεως του εκάστοτε μη ορθοτομούντα τον Λόγο της Αλήθειας, 
Επισκόπου, αλλά και για τον κάθε εκκλησιομάχο, αιρετικό ή
 άθεο πολιτικό άρχοντα που επιχειρεί να απαξιώσει την
 μόνην Ελπίδα της Οικουμένης, την Αγίαν Σώζουσαν
 Πίστιν που «όρη μεθιστάνειν» (Ά Κορ., ιγ΄2).

*Από το υπό έκδοση βιβλίο του:
ΦΡΑΓΚΟCΥΝΗ«ΜΝΗΜΟΝΙΟ»ΡΩΜΗΟCΥΝΗ
πηγή

Δευτέρα, Μαΐου 20, 2013

Ὁ ψυχοπαθής κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας π. Ἰωάννης Ρωμανίδης





Ποιός εἶναι ὁ ψυχοπαθὴς κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας; Ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ψυχοπαθὴς κατὰ τὴν Πατερικὴ ἔννοια. Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ εἶναι κάποιος σχιζοφρενὴς γιὰ νὰ εἶναι ψυχοπαθής. Ὁ ὁρισμὸς τῆς ψυχοπάθειας ἀπὸ Πατερικῆς ἀπόψεως εἶναι ὅτι ψυχοπάθεια ὑπάρχει στὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνον ποὺ δὲν λειτουργεῖ σωστὰ ἡ νοερὰ ἐνέργεια μέσα του. Ὅταν δηλαδὴ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι γεμᾶτος ἀπὸ λογισμούς, ὄχι μόνο κακοὺς λογισμούς, ἀλλὰ καὶ καλοὺς λογισμούς.
 
Ὅποιος ἔχει λογισμούς, καλοὺς ἤ κακοὺς μέσα στὴν καρδιά του, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ Πατερικῆς ἀπόψεως εἶναι ψυχοπαθής. Ἂς εἶναι οἱ λογισμοὶ αὐτοὶ ἠθικοί, ἀκόμη καὶ ἠθικώτατοι, ἀνήθικοι ἤ ὁ,τιδήποτε ἄλλο. Δηλαδὴ κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅποιος δὲν ἔχει περάσει ἀπὸ κάθαρσι τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ δὲν ἔχει φθάσει σὲ κατάστασι φωτισμοῦ μὲ τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ψυχοπαθής. Ὄχι ὅμως μὲ τὴν ἔννοια τῆς Ψυχιατρικῆς. Ὁ ψυχοπαθὴς γιὰ τὸν ψυχίατρο εἶναι κάτι ἄλλο. Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ πάσχει ἀπὸ ψύχωσι, εἶναι ὁ σχιζοφρενής. Γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ὅμως ἕνας ποὺ δὲν ἔχει περάσει ἀπὸ κάθαρσι τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ δὲν ἔχει φθάσει σὲ φωτισμό, εἶναι νορμὰλ ἤ δὲν εἶναι νορμάλ; Αὐτὸ εἶναι τὸ θέμα.
  
Ποιὸς εἶναι ὁ νορμὰλ Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς στὴν Πατερικὴ παράδοσι; Ἂν θέλετε νὰ τὸ δῆτε αὐτὸ ξεκάθαρα, διαβάστε τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, διαβάστε τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Μύρου, ἡ ὁποία τελεῖται στὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως τὴν Μεγάλη Πέμπτη• διαβάστε τὴν ἀκολουθία τῶν Ἐγκαινίων τῶν ἱερῶν ναῶν. Ἐκεῖ θὰ δῆτε τί σημαίνει ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐκεῖ θὰ δῆτε ποιὸς εἶναι ὁ φωτισμένος. 
 
Ὅλες οἱ ἀκολουθίες καθὼς καὶ ἡ ἀσκητικὴ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας ἀναφέρονται κυρίως σὲ τρεῖς πνευματικὲς καταστάσεις: Στὴν κάθαρσι ἀπὸ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, στὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ στὴν θέωσι τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου. Κυρίως ὅμως μιλοῦν γιὰ τὴν κάθαρσι καὶ τὸν φωτισμό, ἐπειδὴ οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐκφράσεις τῆς λογικῆς λατρείας. Ὁπότε ὁ νορμὰλ Ὀρθόδοξος ποιὸς εἶναι; Ὁ βαπτισμένος, ἀλλὰ μὴ κεκαθαρμένος; Ὁ μὴ φωτισμένος; Ἤ ὁ κεκαθαρμένος καὶ φωτισμένος; Ὁ τελευταῖος φυσικά. Αὐτὸς εἶναι ὁ νορμὰλ Ὀρθόδοξος.
  
Ἄρα σὲ τί διαφέρουν οἱ νορμὰλ Ὀρθόδοξοι ἀπὸ τοὺς ἄλλους Ὀρθοδόξους; Στὸ δόγμα; Ὄχι, βέβαια. Πάρτε τοὺς Ὀρθοδόξους, γενικά. Μεταξὺ τους ὅλοι ἔχουν τὸ ἴδιο δόγμα, τὴν ἴδια παράδοσι καὶ τὴν ἴδια κοινὴ λατρεία. Μέσα σὲ ἕναν ἱερὸ ναὸ μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν π.χ. τριακόσιοι Ὀρθόδοξοι. Ἀπὸ αὐτοὺς ὅμως μόνο οἱ πέντε νὰ εἶναι σὲ κατάστασι φωτισμοῦ, ἐνῶ οἱ ἄλλοι νὰ μὴν εἶναι. Καὶ μάλιστα οἱ ἄλλοι νὰ μὴν ἔχουν ἰδέα τοῦ τί εἶναι κάθαρσις. Ὁπότε τίθεται τὸ ἐρώτημα: Οἱ νορμὰλ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ μεταξὺ αὐτῶν πόσοι εἶναι; Δυστυχῶς μόνο οἱ πέντε.

Τρίτη, Απριλίου 02, 2013

Ἐγωισμός-‘Υπερηφάνεια: τό κύριο αἴτιο τῆς κατάθλιψης καί τῶν ἄλλων «ψυχολογικῶν»


Ζοῦμε σ’ ἕναν κόσμο γεμάτο πάθη ψυχικά καί σωματικά. Ἀπό τά κυριότερα πάθη τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου εἶναι τό πάθος τῆς ὑπερηφανείας.
Εἶναι «τό Γενικό Ἐπιτελεῖο ὅλων τῶν παθῶν», ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Παΐσιος. «Ἡ ὑπερηφάνεια, ὁ ἐγωισμός, ἡ κενοδοξία κ.λπ. ἐκτός ἀπό τήν ἔπαρση, πού εἶναι ἑωσφορικός βαθμός, εἶναι τό ἴδιο πάθος μέ μικρές διαφορές καί διαβαθμίσεις. Ὁ ἐγωισμός εἶναι τό ἀναρχικό παιδί τῆς ὑπερηφανείας· δέν τό βάζει κάτω, ἐπιμένει. Ὅπως ὅμως τά δένδρα πού δέν λυγίζουν σπάζουν τελικά ἀπό τόν ἀέρα, ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἐγωισμό, ἐπειδή δέν κάμπτεται, σπάζει τελικά τά μοῦτρα του. Μεγάλο κακό ὁ ἐγωισμός! Ἐνῶ καί ἀνάπαυση δέν ἔχει ὁ ἐγωιστής, πάλι ἐπιμένει!…».
Ὁ ἐγωισμός διαφέρει κάπως ἀπό τήν μητέρα του τήν ὑπερηφάνεια στίς ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις του. «Ὁ ἐγωιστής», δίδασκε ὁ π. Παΐσιος, «ἔχει θέλημα, πεῖσμα, ἐνῶ ὁ ὑπερήφανος μπορεῖ νά μήν ἔχει οὔτε θέλημα, οὔτε πεῖσμα. Ἄς πούμε ἕνα παράδειγμα: Στήν Ἐκκλησία προσκυνᾶτε τίς εἰκόνες μέ μιά σειρά· ἡ καθεμιά ξέρει τήν σειρά της. Μιά ἀδελφή, ἄν ἔχη ἐγωισμό καί τῆς πάρη κάποια ἄλλη τήν σειρά, θά κατεβάσει τά μοῦτρα καί μπορεῖ νά μήν πάει οὔτε νά προσκυνήση. «Ἀφοῦ προσκύνησε ἐκείνη πρίν ἀπό μένα, θά πῆ, δέν πάω νά προσκυνήσω». Ἐνῶ, ἄν ἔχη ὑπερηφάνεια, πάλι θά πειραχθῆ, ἀλλά δέν θά ἀντιδράση ἔτσι· μπορεῖ μάλιστα νά πῆ καί στίς ἑπόμενες, δῆθεν μέ εὐγένεια: «Περάστε! Πέρνα κι ἐσύ, πέρνα κι ἐσύ!». Καί οἱ δύο πειράζονται (θίγονται-λυπούνται), ἀλλά ἡ ἐγωίστρια τό ἐκδηλώνει ἐξωτερικά μέ τήν κατάθλιψη-πεῖσμα ἐνῶ ἡ ὑπερήφανη μέ τήν εἰρωνία-περιφρόνηση-ἀπαξίωση.
Τό ἀποτέλεσμα τῆς ὑπερηφάνειας-ἐγωισμοῦ εἶναι (σύμφωνα μέ τούς σύγχρονους χαρισματούχους Γέροντες π. Παΐσιο καί π. Πορφύριο) ἡ κατάθλιψη καί τά ἄλλα λεγόμενα «ψυχολογικά» προβλήματα, τά ὁποῖα στήν πραγματικότητα εἶναι πνευματικά.

Τρίτη, Μαρτίου 26, 2013

Τά τέσσερα εἴδη τῆς λύπης


Σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό ὑπάρχουν τέσσερα εἴδη λύπης:
α) Τό ἄχος (θλίψη τῆς ψυχῆς-κατάθλιψη),
β) τό ἄχθος (βάρος τῆς ψυχῆς-στενοχώρια),
γ) ὁ φθόνος καί
δ) τό ἔλεος.
«Τό ἄχος εἶναι λύπη πού προξενεῖ ἀφωνία (κόβει τήν φωνή).
Τό ἄχθος εἶναι λύπη πού προξενεῖ βάρος στήν ψυχή.
Φθόνος εἶναι λύπη γιά τά ξένα ἀγαθά.
Ἔλεος (= συμπάθεια) εἶναι λύπη γιά τά ξένα κακά»
Τί εἶναι ἡ λύπη καί ἡ κατάθλιψη κατά τούς Ἁγίους Πατέρες
Πρέπει νά τονιστεῖ ὅτι ἡ λύπη εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ· μᾶς δόθηκε μετά τήν πτώση καί κατατάσσεται στά ἀδιάβλητα πάθη.
«Τὴν λύπη», διδάσκει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «τὴν ἔβαλε μέσα μας ὁ Θεός. Ὄχι ὅμως γιὰ νὰ τὴν μεταχειριζόμαστε ἄσκοπα ἢ καὶ βλαπτικά, σὲ ἀκατάλληλο χρόνο καὶ σὲ ἀντίθετες στὴν φύση μας περιστάσεις, κλονίζοντας ἔτσι τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, ἀλλὰ γιὰ ν’ ἀποκομίζουμε ἀπ’ αὐτὴν ὅσο γίνεται μεγαλύτερο πνευματικὸ κέρδος. Γι’ αὐτό, δὲν πρέπει νὰ λυπόμαστε ὅταν παθαίνουμε κάτι κακό, μὰ ὅταν κάνουμε κάτι κακό. Ἐμεῖς, ὡστόσο, ἔχουμε ἀντιστρέψει τὰ πράγματα. Ἔτσι, καὶ ἀμέτρητα κακὰ νὰ διαπράξουμε, οὔτε λυπόμαστε οὔτε ντρεπόμαστε. Ἄν ὅμως πάθουμε καὶ τὸ παραμικρὸ κακὸ ἀπὸ κάποιον, τότε τὰ χάνουμε, βαριοθυμοῦμε, γινόμαστε συντρίμμια καὶ δὲν συλλογιζόμαστε πὼς οἱ θλίψεις καὶ οἱ πειρασμοὶ φανερώνουν τὴ φροντίδα τοῦ Θεοῦ γιὰ μᾶς περισσότερο ἀπὸ τὰ εὐχάριστα περιστατικά».
Εἶναι ἡ λύπη μία δύναμη τῆς ψυχῆς πού μᾶς δόθηκε ἀπό τόν Θεό ὡς βοηθός στήν μετάνοιά μας.
Ἡ κατά Θεόν λύπη ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή καί «ἀμεταμέλητο μετάνοια».
«Γι’ αὐτό λοιπόν ὑπάρχουν ἡ λύπη καὶ ἡ ἀθυμία», τονίζει ὁ Χρυσορρήμων· «ὄχι γιὰ νὰ μᾶς κυριεύουν ὅταν πεθαίνει ἕνα ἀγαπημένο μας πρόσωπο ἢ ὅταν χάνουμε χρήματα ἢ ὅταν δοκιμάζουμε κάποια ἀποτυχία, ἀλλὰ γιὰ νὰ μᾶς βοηθοῦν στὸν πνευματικό μας ἀγώνα. Ἂς λυπόμαστε ὄχι γιὰ τὴν θλίψη ἢ τὴν βλάβη ποὺ μᾶς προξενεῖ κάποιος, ἀλλὰ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, μὲ τὶς ὁποῖες λυποῦμε τὸν Θεό. Γιατί οἱ ἁμαρτίες διώχνουν μακριὰ μας τὸν Θεό, ἐνῶ οἱ θλίψεις, ποὺ δοκιμάζουμε ἀπὸ ἄλλους ἀνθρώπους, Τὸν κάνουν νὰ μένει κοντά μας ὡς προστάτης».
Ὅταν ὅμως τήν Θεόσδοτη αὐτήν δύναμη τῆς λύπης τήν κυριεύσει ὁ πονηρός, τότε γίνεται μέσο γιά τήν ἀπώλεια μας, ἀφοῦ δι’ αὐτῆς ὁδηγούμαστε στήν ἀδιαφορία, στήν ἀκηδία, στήν κατάθλιψη, στήν ἀμετανοησία, στήν ἀπελπισία, στόν πνευματικό ἤ καί σωματικό θάνατο-αὐτοκτονία.
Μέ τήν ὁρολογία τῶν ἁγίων Πατέρων ἡ κατάθλιψη θά μποροῦσε νά ὁρισθεῖ ὡς δαιμονική λύπη- ἐνέργεια, ἀθυμία, ἀκηδία, αἰχμαλωσία ἀπό τούς λογισμούς, ἀπώλεια τῆς ἐργασίας γιά τήν πραγμάτωση τοῦ καθ’ ὁμοίωσιν. Ἐντάσσεται στήν γενικότερη κατηγορία τῆς παθολογικῆς λύπης, τῆς μή κατά Θεόν λύπης.
«Πέρα ἀπ’ αὐτό πού ἡ ἴδια ἡ λέξη πιθανόν φανερώνει», παρατηρεῖ ὁ Jean Claude Larchet, «ἡ λύπη ἐμφανίζεται ὡς κατάσταση τῆς ψυχῆς πού περιλαμβάνει ἀποθάρρυνση καί ἀθυμία, ἀτονία καί ἀδυναμία, ψυχική ἐπιβάρυνση καί πόνο, κατάπτωση, στενόχωρη διάθεση, καταπίεση, κατάθλιψη, πού συχνότατα συνοδεύονται ἀπό ἔντονη ἀνυπομονησία ἀκόμη καί ἀγωνία»6.
Ἀπόσπασμα ἀπό τό Βιβλίο:Τά πάθη καί ἡ κατάθλιψη – Τί εἶναι καί πῶς θεραπεύονται (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου)

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 28, 2013

Εξομολόγηση και Ψυχοθεραπεία (Πρωτοπρ. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)


Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του π. Κωνσταντίνου, στην Αγία Παρασκευή του ομωνύμου προαστίου Αθηνών, στις 18-3-2003.

Εισαγωγή
Τί είναι πρόσληψη;
Τί είναι ψυχιατρική;
Τί είναι ψυχολογία;
Τι είναι ψυχοθεραπευτική;
Υπάρχει ορισμός της ψυχής στην Ψυχοθεραπευτική;
Ορισμός της ψυχής, σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας.
Πρώτο θεολογικό σημείο.
Δεύτερο θεολογικό σημείο.
Τρίτο θεολογικό σημείο.
Τι είναι οι ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες;
Μπορούν οι ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες να γιατρέψουν την ψυχή;
Πώς θεραπεύεται το "εγώ" σύμφωνα με τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή.
Ο μισών την ψυχήν αυτού ένεκα εμού και του Ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν.
Μπορεί το Μυστήριο να δεχτεί τεχνικές και μεθοδολογίες;


Έχουμε μπροστά μας ένα θέμα πάρα πολύ καίριο πραγματικά, πολύ λεπτεπίλεπτο, που πρέπει να το δούμε με πλεονάζουσα σοβαρότητα, γιατί ακριβώς αυτή η συγκριτική που θέτει το θέμα μπροστά μας, «Ψυχοθεραπεία και Εξομολόγηση», μπορεί να δημιουργήσει συγχύσεις ή ακόμη και περιττές αντιπαλότητες. Επειδή το θέμα είναι πάρα πολύ μεγάλο, στα λίγα λεπτά που διαθέτω μπροστά μου, θα προσπαθήσω να το σκιαγραφήσω πολύ απλά, πολύ αδρά, να πω πολύ μεγάλες έννοιες με απλά λόγια, να το ορίσω στην αγάπη σας και να ΄χετε  κάποιο στοιχείο, κάποιο επίπεδο, για να μπορείτε όταν γίνονται αυτές οι αναλύσεις να τις καταλαβαίνετε λίγο καλύτερα.
            Πρώτα-πρώτα, πού στοχεύει αυτή η συγκριτική; Τι στόχο έχει; «Εξομολόγηση ή ψυχοθεραπεία». Πρώτα-πρώτα για ένα ξεκαθάρισμα εννοιών, να ξέρουμε τι έχουμε μπροστά μας και ποιες είναι οι έννοιες, ποιες είναι οι ορολογίες. Τι εννοούμε «ψυχοθεραπεία». Και ένα δεύτερο, πάρα πολύ ουσιαστικό και πολύ καίριο για την Εκκλησία μας, είναι για να μη γίνει πρόσληψη λαθεμένων στοιχείων.  Τι είναι πρόσληψη : ξέρετε, η Εκκλησία μας όταν μπει σ’ ένα χώρο για να κάνει ποιμαντική, όταν κάνει ιεραποστολή, προσλαμβάνει τα στοιχεία του πολιτισμού που είναι εκεί -του τόπου- τη «σάρκα» του τόπου και μέσα σ’ αυτή τη «σάρκα» ορίζει την αγάπη του Θεού. Και ο Χριστός προσέλαβε την ανθρώπινη σάρκα, την ανθρώπινη φύση. Έτσι λοιπόν η πρόσληψη είναι ένα καίριο θέμα˙ τι προσλαμβάνουμε.Ό,τι είναι προς πρόσληψη, προς αγιασμό, το προσλαμβάνουμε. Βλέπετε, ο Χριστός προσέλαβε την ανθρώπινη φύση. Δεν προσέλαβε την αμαρτία της ανθρώπινης φύσης. Έχουμε εμείς κάτι να προσλάβουμε από αυτούς τους χώρους που γίνονται αυτές οι διεργασίες, ή όχι; Έχουμε να πάρουμε κάτι από όλες αυτές τις μεθοδολογίες που αναπτύσσονται, εμείς, ως νέες τεχνικές προσεγγίσεως των ψυχικών δεδομένων; Πρέπει να τονίσω εκ προοιμίου, για τους χώρους που θα αναφερθώ, της ψυχοθεραπείας ειδικά, ότι όσοι ασχολήθηκαν έχουν ένα καλό κοίταγμα, μια καλή διάθεση, δεν υπάρχει δηλαδή κακότητα. Θέλουν να βοηθήσουν τον σήμερα κουρασμένο και τραυματισμένο άνθρωπο. Γι’ αυτό δεν διαθέτουμε καμία αμφιβολία. Είναι μια προσπάθεια να βοηθήσουν τον άνθρωπο. Αλλά το θέμα είναι το πώς θα βοηθήσουν τον άνθρωπο.
            Να αρχίσω πρώτα-πρώτα να ξεκαθαρίζω τους όρους. Οι πιο γνωστοί όροι που έχουμε μπροστά μας είναι οι όροι : ψυχιατρική, ψυχολογία και ψυχοθεραπευτική. Διαφέρουν αυτοί οι τρεις όροι. Να πω πού διαφέρουν και τι είναι. Για να ξέρουν και οι χριστιανοί να μη συγχύζονται και μπλέκουν τα πράγματα. Η ψυχιατρική ασχολείται -ως ιατρικός κλάδος- με τις διεργασίες του εγκεφάλου, του νευρικού συστήματος και των νευροδιαβιβαστών. Απλά τα λέω τώρα. Ό,τι αφορά δηλαδή τα σωματικά μεγέθη. Και όπως σεβόμαστε την ιατρική για όλα τα μέλη του σώματός μας, σεβόμαστε και εκείνους που προσεγγίζουν τα οργανικά μεγέθη του εγκεφάλου, του νευρικού συστήματος (ένα όργανο είναι) και των λεγομένων νευροδιαβιβαστών, που είναι μια προσπάθεια που κάνει σήμερα η επιστήμη να βρει βαθύτερες οργανικές διεργασίες, για θεραπεία του ανθρώπου. Είναι ένα οργανικό μέγεθος και, ομολογουμένως, σήμερα ο μεγαλύτερος χώρος της ψυχιατρικής ομολογεί πως ο όρος «ψυχιατρική» είναι ατυχής. Γιατί το περιεχόμενό του είναι σωματικό. Έχουν γραφτεί κείμενα, πάρα πολλά, και στην Ελλάδα μας και στο εξωτερικό για το ατυχές του όρου «ψυχιατρική». Βλέπετε και μόνο ο όρος συγχύζει τα πράγματα.Είναι μια προσέγγιση σωματική. Αυτό το ξεκαθαρίζουμε. Άρα, δεν έχουμε τίποτα με την ψυχιατρική υπ΄ αυτήν την έννοια. Εφόσον προσδιορίζει αρρωστημένο εγκεφαλικό μέγεθος, νευρικό σύστημα ή οτιδήποτε άλλο αφορά το σώμα. Μπορεί, φυσικά, το σώμα να αρρωσταίνει από τις διεργασίες της ψυχής. Μπορεί να το δούμε σε λίγο αυτό, αλλά πιστεύω να καταλάβατε πως η ψυχιατρική είναι ένας κλάδος επιστημονικός, θετικός, κοιτάζει το σώμα˙ απλώς έτυχε κάτω από μια λανθασμένη ορολογία να εκφράζει αυτό που εκφράζει. Εξάλλου σ’ άλλες χώρες δεν μιλάνε καν για ψυχιατρική, μιλάνε για διανοητικές νόσους (mental diseases). Έτσι λοιπόν, δε μας αφορά τώρα η ψυχιατρική, εφόσον η ίδια δεν προσπαθεί να μπει σ΄ άλλους χώρους που δεν τους κατέχει. Είναι σωματική διεργασία, πιστεύω να το καταλάβατε.
            Δεύτερον, η ψυχολογία. Και εδώ ο όρος είναι ατυχής. Γιατί η ψυχολογία τι κάνει. Διαπιστώνει πώς συμπεριφέρεται ο άνθρωπος κάτω από διάφορες συνθήκες. Δηλαδή, αν ένας εργάτης δουλεύει σ’ ένα εργοστάσιο που έχει θόρυβο, αυτός κουράζεται και αρρωσταίνει, επειδή είναι ο θόρυβος μεγάλος. Βλέπει η ψυχολογία και λέει «όταν υπάρχει θόρυβος, αυτός ο άνθρωπος είναι στενοχωρημένος». Είναι μια παρατήρηση μιας συμπεριφοράς. Τα λέω πολύ απλά. Παρατηρεί απλώς πώς κινείται η ψυχή που δεν την ξέρει. Απλώς παρατηρεί συμπεριφορά. Κοιμάται ένας σ’ ένα χώρο που είναι χωρίς ήλιο. Ε, αισθάνεται λίγο άσχημα. Αυτό το παρατηρεί η ψυχολογία. Είναι παρατήρηση συμπεριφοράς.
            Και υπάρχει και η ψυχοθεραπευτική. Είναι η προσπάθεια πια, κάποιων, για να θεραπεύσουν την ψυχή. Μπορεί κι ένας ψυχίατρος να ξεφύγει από τα όριά του και να κάνει ψυχοθεραπεία. Μπορεί κι ένας ψυχολόγος να ξεφύγει από τα όριά του (παρατήρηση απλώς: να πει για ένα παιδί το οποίο είναι σε μια οικογένεια η οποία φωνάζει, κάνει φασαρία, ότι είναι νευρικό στο σχολείο). Είναι μια ψυχολογική παρατήρηση. Αλλά παρατήρηση δεν είναι ο λόγος περί ψυχής. Είναι μια παρατήρηση πώς εκφέρεται η ψυχή. Η ψυχοθεραπεία, λοιπόν, είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Είναι η προσπάθεια να θεραπευτεί η ψυχή. Τονίζω πως δεν είναι ανάγκη να είσαι ψυχίατρος για να κάνεις ψυχοθεραπευτική, ούτε ψυχολόγος. Μπορεί να είσαι ένας ψυχοθεραπευτής, ο οποίος εκφράζει διάφορες φιλοσοφικές αντιλήψεις. Η ψυχοθεραπεία είναι μία έκφραση διαφόρων φιλοσοφικών αντιλήψεων περί ψυχής. Και εδώ είναι το επικίνδυνο, γιατί η ψυχοθεραπευτική θέλει να θεραπεύσει την ψυχή και προτείνει μάλιστα και μεθοδολογίες θεραπείας της ψυχής. Γι’ αυτό εκείνο που μας αγγίζει εμάς κι εκεί που μπορεί να γίνει μίξη, όχι σωστή μίξη, με τα θέματα της εκκλησιαστικής ποιμαντικής θεραπευτικής και εξομολογήσεως, είναι η ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. Τα άλλα -είπα- είναι συγκεκριμένα. Αρκεί κι αυτοί να μην εκτρέπονται (μπορεί ένας ψυχολόγος να κάνει ψυχοθεραπευτική˙ εξετράπη από την παρατήρηση, παρατήρηση συμπεριφοράς είναι).
            Έτσι λοιπόν αν καταλάβατε αυτή τη βασική αφετηριακή τοποθέτησή μου εξ απόψεως ορισμών, μπορώ να προχωρήσω. Άρα στέκομαι τι είναι αυτή η ψυχοθεραπεία. Τι τολμάνε να γιατρέψουν. Πώς γιατρεύουν. Το πρώτο ερώτημα: η ίδια η ψυχιατρική αρχίζει να αρνείται τον όρο ψυχή. Δεν τον ξέρει. Τι είναι αυτό που λένε αυτοί ψυχή. Τι ορίζεται ως ψυχή. Όσο μπόρεσα, έχω κοιτάξει και πολλά συγγράμματα και πολλά λεξικά που αναφέρονται σ΄ αυτόν τον χώρο των ψυχο-επιστημών. Ο ορισμός της ψυχής δε δίνεται πουθενά. Ασχολούμεθα δηλαδή με κάτι -αν είμαστε ψυχοθεραπευτές- και δεν ξέρουμε ούτε το περιεχόμενο της αναζητήσεώς μας. Όταν λέω «γεωλόγος» εννοώ αυτόν που ασχολείται με τη γη. Άρα το περιεχόμενο της ερεύνης του είναι η γη. Όταν λέω «βιολόγος» εννοώ αυτόν που ασχολείται με τα του οργανικού βίου του ανθρώπου. Όλες αυτές οι επιστήμες έχουν ένα κέντρο. Ο ψυχοθεραπευτής και φυσικά και ο ψυχολόγος -που απλώς βλέπει τις αντιδράσεις της ψυχής στις διάφορες καταστάσεις- δεν ξέρει το αντικείμενο με το οποίο ασχολείται. Δεν υπάρχει ορισμός της ψυχής στην ψυχοθεραπευτική. Δεν υπάρχει. Ουδείς. Άρα δεν ξέρουν με τι ασχολούνται. Γι’ αυτό ακριβώς να αρχίσω τώρα να κάνω μια θεολογική προσέγγιση, να σας δώσω τι λέει η Εκκλησία μας και μετά θα κάνω μια συγκριτική.
            Έχω βρει κάποιους ορισμούς της ψυχής σε κείμενα των πατέρων. Απλώς να παραθέσω δύο από τους πατέρες που προσεγγίζουν την έννοια της ψυχής και δίνουν ορισμό της ψυχής. Υπάρχει ένας απλός ορισμός, αλλά πολύ ουσιαστικός, που δίνεται πρώτα-πρώτα από τον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο. Μάλιστα αυτός ο ορισμός είναι γραμμένος σ’ ένα από τα κείμενά του,  τα «Δογματικά Έπη» («Έπη», δηλαδή τραγούδια), που είναι γραμμένα στο πρωτότυπο σε αρχαία Ελληνική γλώσσα και μάλιστα σε ρυθμό αρχαίων και ιαμβικών στίχων, πάρα πολύ δύσκολα γραμμένα, αλλά εγώ θα διαβάσω μετάφραση. Είναι κορυφαία ποιήματα δογματικά. Λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στα «Δογματικά Έπη», περί ψυχής: «Η ψυχή είναι πνοή του Θεού και δέχθηκε σύντροφό της ό,τι έδωσε ο Θεός να τη συντροφεύει», το σώμα δηλαδή. Αυτή είναι η προσέγγιση του Γρηγορίου του Θεολόγου, απλή. «Πνοή έδωσε ο Θεός». Έναν πιο προχωρημένο ορισμό, πολύ προχωρημένο ορισμό, μετά από μερικούς αιώνες απ΄ το Γρηγόριο το Θεολόγο δίνει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, σε εκείνο το περίφημο βιβλίο του  -εύχομαι όλοι οι Χριστιανοί να το διαβάσουν- που λέγεται «Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως», όπου ο  Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός βάζει κάτω και αναλύει, απλά και γλαφυρά, τα δόγματα της πίστεώς μας. Γι΄ αυτό λέγεται «Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως». Να διαβάσω το κείμενο που γράφει εδώ ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός˙ ορισμός της ψυχής: «ψυχή,λοιπόν, είναι ουσία ζώσα, απλή, ασώματη, αόρατη κατά τη φύση της στα σωματικά μας  τα μάτια, λογική και νοερή, ασχημάτιστη. Ενώ χρησιμοποιεί ως όργανο το σώμα και παρέχει σ’ αυτό ζωή και αύξηση και αίσθηση και γέννηση, χωρίς να έχει αλλού νου στην περιοχή της, αλλά είναι η ίδια καθαρή, αυτεξούσια, θελητική, ενεργητική, τρεπτή, δηλαδή εθελότρεπτη˙ είναι και κτιστή, αφού όλα αυτά τα έχει πάρει κατά φύσιν από το Δημιουργότης, απ΄ όπου πήρε το είναι κατά φύσιν». Κι έτσι είναι. Πολύ βαθύς ορισμός, πραγματικά θα χρειαζόταν μια ώρα για ανάλυση του ορισμού. Προσέξτε τη λέξη «ουσία». Είναι καίρια για την ανάλυσή μας η λέξη «ουσία» που είναι «απλή». Να θυμηθούμε πάλι το Γρηγόριο το Θεολόγο που λέει πως ο Θεός είναι «απλός», δηλαδή δεν έχει διχασμούς μέσα Του. Και εφόσον η ψυχή είναι κτίσμα του,  αλλά είναι εικόνα του Θεού, είναι κι αυτή απλή. Δηλαδή δεν είναι φτιαγμένη να έχει διχασμούς. Και φυσικά είναι αόρατη, λογική και νοερή. Κρατήστε λοιπόν ότι είναι ουσία ζώσα, απλή κι όλα τα άλλα που είπα και φυσικά είναι κτιστή, έχει φτιαχτεί από κάποιον.
            Παρακαλώ τώρα την αγάπη σας όσο μπορείτε να με ακολουθήσετε σε τρία κεφαλαιώδη σημεία, που αν γίνουν κατανοητά από το πλήρωμα της Εκκλησίας, τότε θα έχουμε στο χέρι μας τα όπλα για τη διαφοροποίηση και τη διάκρισή μας από όλες τις ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες. Δεν τις λέω ακόμη ποιες είναι. Να ξέρουμε τι έχουμε εμείς ως θησαυρό στα χέρια μας και μετά βλέποντας το άλλο που έχουν οι άλλοι, θα μπορούμε να κάνουμε τη συγκριτική μας χωρίς αντιπαλότητες. Είπα, σέβομαι τον κόπο και τον μόχθο αυτών των ανθρώπων˙ προσπαθούν κάπου να κρατήσουν κάποιους ανθρώπους. Πιθανώς κι απ΄ την αυτοκτονία. Το σέβομαι! Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δέχομαι τη μεθοδολογία ή τους ορισμούς τους. Άλλο που δε λέω ότι είναι βλάσφημοι -δεν ξέρουν, λέω- κι άλλο που εμείς έχουμε μια πλεονάζουσα θεολογία που έχει να δώσει κάλλος και σ΄ αυτό που κι εκείνοι κάνουν. Για να δούμε λοιπόν τρία καίρια σημεία της θεολογίας μας, τα οποία δίνουν πραγματικά απαντήσεις σ’ όλη μας την αναζήτηση. Αυτά που σας παρουσιάζω σήμερα έχω τη μεγάλη χαρά για πρώτη φορά να τα παρουσιάζω σε σας σαν ένα σχεδιάγραμμα ενός μεγάλου βιβλίου που ετοιμάζω γι΄ αυτά τα θέματα. Για πρώτη φορά καταθέτω το πρώτο μου σχέδιο εδώ στην αγάπη σας.
            Ποια είναι αυτά τα τρία σημεία, τα καίρια, τα θεολογικά. Μίλησαν πολλοί πατέρες της Εκκλησίας μας, επέλεξα ελάχιστα κομμάτια και περικοπές -να μην σας κουράζω- στις κορυφαίες εκφράσεις τους.  Πρώτο θεολογικό σημείο. Γράφει ο Γρηγόριος ο Παλαμάς κάτι καταπληκτικό, ότι η ψυχή του ανθρώπου έχει ουσία και ενέργεια. Μην μπλέκεστε με τις ορολογίες. Ενέργεια είναι ό,τι βλέπουμε να εκφράζεται: τα αισθήματα, τα συναισθήματα είναι ενεργήματα της ουσίας που δεν την προσεγγίζουμε, μια ουσία που δεν μπορούμε να την προσεγγίσουμε. Ενέργεια είναι όλα αυτά με τα οποία εκφέρεται η συμπεριφορά μας. Ουσία και ενέργεια. Λέει ο Γρηγόριος ο Παλαμάς, η ψυχή των ζώων (προσέξτε, λέει ότι τα ζώα έχουν ψυχή, αλλά τι ψυχή) είναι η ζωή του σώματός τους. Δεν υπάρχει όμως ουσία της ψυχής, είναι μόνο ενέργεια. Πεινούν, πηδούν, χορεύουν, γιατί δεν έχουν τίποτα άλλο εκτός από τα ενεργούμενα μέσω του σώματος, γι΄ αυτό και όταν διαλύεται το σώμα, συνδιαλύεται και αυτή η ενέργεια μαζί. Είναι μια ενέργεια αυτό. Το λέει και η Αγία Γραφή. Λέει «το αίμα του ζώου ψυχή αυτού εστί». Δεν είναι αυτή η ψυχή που λέμε εμείς, η κατ΄ εικόνα, αλλά είναι μια ενέργεια.  Άρα βλέπετε, έχουμε ουσία και ενέργεια στην ψυχή μας. Μόνο ο άνθρωπος έχει την ουσία. Τα ενεργήματα είναι κάποιες κινήσεις ζωικές. Δεν είναι μόνο σάρκα το ζώο, έχει μία κίνηση, ο Δημιουργός την έδωσε, αλλά είναι μόνο ενέργειες, όχι ουσία. Λέει ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής : «η ψυχή του ανθρώπου κινείται, είναι θρεπτική και αυξητική». (Αυξάνει, κινείται, θρέφεται, αυτό είναι η ενέργεια της ψυχής). Είναι λέει και «ορμητική». Βλέπετε τα ζώα είναι ορμητικά (έχουν και ορμές) και αυτό είναι ενέργεια, αλλά είναι λέει και λογική, έλλογος˙ πάνω στην ψυχή έρχεται καιεγκαθιδρύεται η Χάρις του Θεού. Αυτή είναι η ουσία του Θεού. Τα ζώα έχουν το αυξητικό, έχουν το ορμητικό, αλλά δεν έχουν το έλλογο, γι΄ αυτό λέει πάρα πολύ ωραία ο Βασίλειος Καισαρείας, ένας πατέρας της Εκκλησίας που έγραψε μία δική του «Εξαήμερο», ο γνωστός Βασίλειος Καισαρείας (λέω δική του «Εξαήμερο», γιατί άλλοι έγραψαν «Εξαήμερο»): «επειδή τα ζώα δεν έχουν αυτήν την ουσία της ψυχής, ο Θεός αναπλήρωσε την έλλειψη του λογικού με την υπεροχή των αισθητηρίων». Βλέπετε, τα ζώα πηδάνε πιο πολύ από εμάς, τρέχουν πιο γρήγορα από εμάς, κάνουν πράγματα που δεν τα κάνουμε εμείς, γιατί δεν έχουν αυτήν την ουσία της ψυχής, όπου εδράζεται το λογικό, και είναι μόνο το ορμητικό και το θρεπτικό. Αν αγνοήσω την ουσία της ψυχής, όλα τ΄ άλλα τι είναι; Ζωώδεις εκφράσεις: θυμός, νεύρα, ταχύτητα, αγωνία, πεινώ, δεν πεινώ, έχω ανάγκες. Αν βγάλω την ουσία που την ξέρει μόνο η Εκκλησία η οποία έδωσε ορισμό, για ποια ψυχή ομιλώ; Αν δεν ξέρω αυτό το σημείο διακρίσεως ουσίας και ενέργειας της ψυχής του Παλαμά, του Βασιλείου Καισαρείας, του Γρηγορίου Θεολόγου και του  Μαξίμου, τότε πώς προσεγγίζω την ψυχή; Θα δούμε  σε λίγο -μερικά παραδείγματα θα δώσω- ότι όλες οι ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες αγνοούν το λογικό μέρος της ψυχής και κινούνται στο πώς θα χαλιναγωγήσουν ή και θα ερεθίσουν τα ένστικτα σαν θεραπευτική μεθοδολογία. Αλλά τους λείπει η ουσία του πράγματος. Πώς μπορεί λοιπόν να γιατρέψουν την ψυχή όλη, αφού δεν ξέρουν ότι η ψυχή είναι ουσία και ενέργεια και λένε ότι είναι μόνο ενέργεια; Πιστεύω αυτό να το καταλάβατε.
             Δεύτερο θεολογικό σημείο. Δεύτερος ορισμός, και αυτός πολύ απαραίτητος. Έρχεται από το κάλλος της θεολογίας του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού. Θα σας το πω με ένα απλό σχήμα. Λέει, καθετί και φυσικά ο άνθρωπος που έλαβε την ύπαρξη -το είναι- ενώ δεν ήταν τίποτε -από το μη είναι- κινείται. Επειδή τον έφτιαξε μία αιτία και κινείται. Ο άνθρωπος έτσι φτιάχτηκε από το Θεό, κινείται γιατί φτιάχτηκε από το Θεό˙ κινείται, είναι σε μια συνεχή κίνηση. Αυτή  η κίνηση είναι φτιαγμένη από το Θεό για να πηγαίνει τον άνθρωπο στο Θεό. Γι΄ αυτό γίνεται η κίνηση. Είναι μια κίνηση πάντοτε αναγωγική, προς τα πάνω και συνέχεια κινείται ο άνθρωπος προς το Θεό, μέχρις ότου καταλήξει μέσα στο Θεό, όπου, λέει ο μεγάλος θεολόγος Μάξιμος ο Ομολογητής, εκεί  φτάνει σε μία κατάσταση όπου φαίνεται ότι παύει, αλλά δεν παύει. Ο Θεός είναι ατελείωτος, είναι αιώνιος. Δε λέει ο Απόστολος Παύλος «από δόξα εις δόξαν»; Αλλά κάπου αναπαύεται στο Θεό. Που τι σημαίνει; Έγινε άτρεπτος άνθρωπος πια.  Ενώ βλέπετε, κινούμεθα προς το Θεό, αλλά αμαρτάνουμε λίγο από δω, λίγο από κει, μας έρχονται λογισμοί, υποκύπτουμε στους λογισμούς, αλλά κινούμεθα προς το Θεό και η θεραπευτική της Εκκλησίας μας είναι να κινηθούμε προς το Θεό. Η Εκκλησία μας μας βάζει να κινηθούμε : προσευχήσου, κάνε μετάνοια, βάλε το είναι σου, η Λειτουργία, να κινηθείς σ΄ Αυτόν. Και εμείς πέφτουμε.Ανάπαυση στο Θεό σημαίνει πια μια ακινησία που δεν είναι ακινησία, γίνεται ο άνθρωπος άτρεπτος, η ψυχή του πια κινείται και πάλι κινείται. Πού να σταματήσει; Μέσα στο αιώνιο; Μέσα στο απέραντο; Μέσα στο ατέλειωτο; Να λοιπόν κάτι σπουδαίο. Η κίνηση της ψυχής προς το Δημιουργό της ως θεραπευτική τομή. Αγνοώντας την κίνηση αυτή, πώς μπορείς να προσεγγίσεις τη θεραπευτική; Ακούστε τι γίνεται στον κόσμο. Κινούνται οι άνθρωποι οριζόντια. Τρέχουνε. Άλλοι τρέχουν πολύ και κουράζονται και άλλοι επειδή κουράστηκαν πάνε να ξεκουραστούν. Άλλοι δεν κάνουνε τίποτα και μόνο αναπαύονται. Και αυτοί που τρέχουν αρρωσταίνουν και αυτοί που δεν τρέχουν αρρωσταίνουν. Τι λέει η Εκκλησία; Λάθος και τα δύο. Αν τρέχεις, χωρίς να τρέχεις προς το Δημιουργό σου, λάθος τρέχεις. Αν δεν κινείσαι, χωρίς να φτάσεις στην ατρεψία, που είπαμε είναι μια στάση, πάλι αρρώστια είναι. Πώς θα κινηθεί ο τεμπέλης, ο οκνηρός και πώς θα κινηθεί ο δυναμικός και ο δραστήριος; Και οι δυο θα κινηθούν προς το Θεό. Δεν είναι δηλαδή τον τεμπέλη να τον βάλω να δουλέψει, ή αυτόν που δουλεύει πολύ να τον βάλω να ξεκουραστεί λίγο. Και τα δύο είναι αρρώστιες. Αν δεν καταλάβουμε αυτήν την κίνηση του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή προς το Θεό, που είναι η μόνη θεραπευτική κίνηση που έχει ο άνθρωπος, δεν κάναμε τίποτα. Ακόμη και στο χώρο της Εκκλησίας. Βλέπετε πώς συνδυάζεται η μετάνοια: εξομολόγηση. Σου λέει, κάνε μια κίνηση. Να κινηθεί το σώμα. Τι είναι η γονυκλισία; Τι είναι η νηστεία; Τι είναι η ενατένιση με το μάτι, της εικόνας; Τι είναι όλες αυτές οι σωματικές πράξεις που κάνουμε στην Ορθοδοξία μας και πολλοί άλλων ομολογιών δεν τις καταλαβαίνουν; Είναι η κίνηση του όλου ανθρώπου προς το Θεό. Τι είναι αυτός ο συνεχής κύκλος των ακολουθιών της Εκκλησίας μας; Η κίνηση πρωί, μεσημέρι, βράδυ: Μεσονυκτικό, Απόδειπνο, Όρθρος, Εσπερινός. Μια συνεχής  κίνηση: Ώρες˙ Πρώτη, Τρίτη, Έκτη, Ενάτη. Μια συνεχής ενεργοποίηση προς Αυτόν, προς το Θεό. Αυτό το σημείο λοιπόν της κινήσεως για μια στιγμή ο Μάξιμος ο Ομολογητής το λέει (είπα αναπαύεται), το λέει και λίγο αλλιώτικα ο Μάξιμος. Βλέπετε «στάση» δεν είναι καλή λέξη.Το λέει «έκσταση». Είναι μια άλλου είδους  στάση. Μες το Θεό. Και ενώ αναπαύεσαι είσαι εκεί μέσα. Και επειδή ο Θεός είναι απέραντος, συνέχεια κινείσαι «από δόξα εις δόξαν»Άρα, η θεραπευτική της Εκκλησίας μας, η μοναδική θεραπευτική, αυτό το μέγεθος το ορίζει ως θεραπεία. Βλέπετε, πρώτα ήταν η ουσία και η ενέργεια και μετά έρχεται αυτή η κίνηση, η συνεχής κίνηση προς το Θεό. Αν κάποιος δεν ορίσει τον υπό θεραπεία κάτω απ’ αυτήν την κίνηση, απλώς τον ταλαιπωρεί από δω κι από κει. Τον συγκρατεί, να μην αυτοκτονήσει, να μην απογοητευτεί, να μην καταστρέφει τον κόσμο. Καλά κάνει και τον συγκρατεί, αλλά δεν μπορεί πάντα να τον συγκρατεί, αν δεν τον βάλει σ’ αυτή την κίνηση. Να, βλέπετε μια άλλη ειδοποιός διαφορά. Καίρια, ανεπανάληπτη διαφορά της Εκκλησίας μας απ’ οποιαδήποτε ψυχοθεραπευτική διαδικασία και ας έχει τις καλύτερες προθέσεις. Το ξαναλέω˙ δε θέλω να παρεξηγηθώ. Οι άνθρωποι έχουν καλές προθέσεις και κουράζονται και ιδρώνουν κοντά στους ανθρώπους, κουράζονται πραγματικά. Αλλά δεν είναι η έξοδος της τραγωδίας εκεί που ψάχνουν απλώς.
            Και ένα καίριο σημείο, το τρίτο σημείο το θεολογικό, μπορεί να δώσει αυτή τη διαφορά. Είναι κάτι πράγματι καταπληκτικό, που είναι γραμμένο από τους μεγάλους αυτούς πατέρες, το Μάξιμο και τον Παλαμά. Να διαβάσω το κείμενο του Μάξιμου. «Ο Θεός», λέει, «ο οποίος δημιούργησε την ανθρώπινη φύση, δεν έβαλε μέσα της ηδονή» -μην το παρεξηγήσετε, ακούστε πώς το ερμηνεύει- «αλλά κάποια νοερή δύναμη προς ηδονή». Θέλω να σταθώ ένα λεπτό, έχει καίρια σημασία. Είμαστε γεμάτοι από αισθήσεις. Βλέπουμε, ακούμε, αισθανόμαστε τα πάντα, όλα είναι αισθήσεις. Οι αισθήσεις είναι απ΄ το Θεό, αλλά ο Θεός, λέει, δεν έδωσε ηδονή στην κάθε αίσθηση. Προσέξτε, έδωσε κίνηση προς ηδονή προς το Θεό. Αν οι αισθήσεις στραφούν στο Θεό και κινηθούν προς το Θεό, όλες οι αισθήσεις -αυτό που κάνει η Ορθοδοξία μας. Ο άνθρωπος έχει μέσα του την κίνηση προς ηδονή, το΄χει μέσα του, αλλά τι ηδονή; Αυτή η ηδονή του «εράσθαι τον Θεόν», λέει ο Μάξιμος, να αγαπάς το Θεό. Αν έχουμε την κίνηση προς ηδονή, όλα τ΄ άλλα είναι αισθήσεις (η γεύση κτλ), αν η κίνηση για ηδονή δεν πάει στο Θεό, υπάρχει όμως μέσα, τότε στρέφεται και γίνεται ηδονή των αισθήσεων και εκεί αρχίζει η αμαρτία. Βλέπετε, καίριο σημείο αυτό σε μια ψυχοθεραπευτική διαδικασία και μάλιστα τονίζει ο Μάξιμος «και επειδή είδε ο Θεός πως ο άνθρωπος έτρεψε όλη την ηδονή, την κίνηση προς ηδονή που είχε προς το Θεό, την έτρεψε τώρα προς τις αισθήσεις του, ο Θεός έβαλε ένα φάρμακο και ένα θεραπευτήριο, σπουδαίο θεραπευτήριο, έβαλε την οδύνη, όπου μες την οδύνη και τον πόνο  η ηδονή που πάει να ξεσπάσει, να γίνει κάτι κυρίαρχο αρχίζει και υποτάσσεται. Έβαλε λοιπόν την οδύνη ως φάρμακο. Ήρθε η οδύνη και καλύπτει την ηδονή του ανθρώπου. Αυτά τα τρία καίρια σημεία τα θεολογικά -επιτρέψτε μου να τα επαναλάβω απλώς να τα θυμάστε για τη συνέχειά μας, γιατί εκεί θα στηριχθούμε-ορίζουν την ουσιαστική διαφορά του μυστηρίου της Εκκλησίας, της θεραπευτικής της, από οποιαδήποτε άλλη καλοπροαίρετη και έντιμη κατά τα κοσμικά προσπάθεια θεραπευτικής. Τονίζω πρώτα˙ η διαφορά ουσίας και ενέργειας στην ψυχή. Ενέργειες είναι οι εκφράσεις οι εξωτερικές, ουσία είναι το έλλογο. Ορίζω το δεύτερο˙ η κίνηση προς το Θεό και καμία άλλη κίνηση δεν θεραπεύει τον άνθρωπο παρά μόνο η κίνηση προς το Θεό, όπως τα όρισα από τον Μάξιμο τον Ομολογητή, η κίνηση που γίνεται παύση, έκσταση και ξανά κίνηση. Και τρίτον˙ η δομή της ηδονής, η τάση για την ηδονή, που επειδή δεν την έχουμε προς το Θεό, δεν έχουμε αυτήν την κίνηση να αγαπήσουμε το Θεό ως ηδονή, αυτό ξεσπάει στα οριζόντια μεγέθη. Και θαρρείς και κρατάς στα χέρια σου έναν πύραυλο που πρέπει να εκτοξευτεί προς τα πάνω, αν αποτύχει η διαδικασία της εκτοξεύσεως, σκάει κάτω οριζόντια και συντρίβει τα πάντα στο γύρω περιβάλλον. Αυτό γίνεται. Αυτή η δύναμη για ηδονή που έδωσε ο Θεός, αλλά ηδονή του «εράν Αυτόν», του αγαπάν Αυτόν και είναι η κίνηση προς ηδονή, βλέπετε λέει κίνηση. Κινείσαι στο Θεό και μετά έρχεται αυτή η ηδονή. Αν δεν εκφραστεί προς τα πάνω, επειδή έχει αυτό το δυναμικό, ξεσπάει προς τα κάτω και περνάει μέσα σ΄ όλες τις αισθήσεις του ανθρώπου και ο άνθρωπος γίνεται άνθρωπος της ηδονής. Όλα που λέμε, γαστριμαργία… Αυτή η έκρηξη είναι πια. Τρία λοιπόν καίρια θεολογικά σημεία.
            Τώρα να δούμε τι κάνει η οποιαδήποτε ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. Ξεκαθάρισα την ψυχιατρική ως σωματικές διεργασίες, ξεκαθάρισα την ψυχολογία ως απλώς παρατήρηση πώς συμπεριφέρεσαι και μένει αυτό μόνο, η ψυχοθεραπεία της σύγχρονης κοινωνίας. Οι ψυχοθεραπευτές αυτά που σας είπα δεν τα ήξεραν. Κανονικά έπρεπε να τα ξέρουν, αφού μιλούν για ψυχή, εφόσον μελετούν την ψυχή- πράγμα που δεν το όρισαν, εμείς το ορίσαμε με την ορολογία του Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού- θα΄ πρεπε τουλάχιστον να ψάξουν, τι έχουν πει οι προηγούμενοι αιώνες περί ψυχής. Ξεκίνησαν λοιπόν χωρίς να ξέρουν αυτήν την ιστορία. Και άρχισαν να κάνουν υποθέσεις. Γιατί ο άνθρωπος είναι έτσι; Έβαλαν ορολογίες, δύο βασικές ορολογίες είναι : «νευρώσεις», «ψυχώσεις». Δεν θα μπω στην ανάλυσή τους. Δε θέλω να σας κουράσω. Ποια είναι η αιτία της νευρώσεως; Η μεγάλη αγωνία των ψυχοθεραπευτών˙ πώς θα θεραπεύσουν τη νεύρωση. Βλέπουν τον άνθρωπο κουρασμένο, διαλυμένο. Προσέξτε τώρα το καίριο σημείο. Άρχισαν να κάνουν υποθέσεις. Η υπόθεση είναι πάντα υπόθεση. Η υπόθεση έχει μέσα της μια φιλοσοφική πρόταση, είναι υπόθεση. Και είπαν η αιτία είναι αυτή, αυτή κι αυτή. Και είπαν 200 και 300 αιτίες, γι’ αυτό σήμερα μπορεί να έχουμε 200 και 300 σχολές ψυχοθεραπευτικής. Ο καθένας πιάνει κάτι. Μπορεί κάπου να ΄χει ένα στοιχείο αλήθειας. Και ξεκινώντας η οποιαδήποτε σχολή να θεραπεύσει, ξέρει εκ προοιμίου τι είναι η αιτία. Απλώς προσπαθεί να τ΄ αποκαλύψει. Αν πει ένας ότι είναι εγωισμός, αυτό˙ αν πει ένας ότι είναι το σεξουαλικό, αυτό. Ξέρει από πριν τι είναι σαν υπόθεση φιλοσοφική και ψάχνει να βρει αυτό που όρισε. Και εδώ είναι το μπλέξιμο, ότι όλες οι ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες είναι φιλοσοφικές μεθοδολογίεςΔεν είναι επιστημονικές προσεγγίσεις. Δεν έχουν καμιά σχέση με την ψυχιατρική (με τον εγκέφαλο, με το νευρικό σύστημα, με τους νευροδιαβιβαστές). Καμιά σχέση. Απλώς μένει η λανθασμένη ορολογία «ψυχιατρική». Άλλο αυτό και άλλο η φιλοσοφία περί της παθήσεως. Θα τονίσω κάτι πάλι πάρα πολύ καίριο. Λένε αυτοί «μα ας μην ξέρουμε τον ορισμό της ψυχής, κτιστή δε λέτε ότι είναι η ψυχή; Κτιστή δεν είναι; Ο Θεός μόνο είναι άκτιστος, κτιστή είναι. Ωραία. Το καθετί κτιστό είναι ερευνώμενο», λένε. Ξέρετε τι λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός; Ότι «παν κτιστόν μη ερευνώμενον». Μα, τι λες Ιωάννη; Αφού είναι κτιστό υπόκειται σε έρευνα, σε μικροσκόπιο, σε παρατήρηση. Ερώτηση: δε μου λέτε, οι ουράνιες δυνάμεις των Αρχαγγέλων είναι κτιστές ή όχι; Κτιστές είναι. Ερευνώνται; ΟΧΙ. Άρα παν κτιστόν μη ερευνώμενον. Και συνεχίζει ο ίδιος Άγιος: «Τι είναι το ομοειδές των ανθρώπων με τις ουράνιες δυνάμεις;» Αυτή η νοερή κίνηση στο Θεό, που δεν την έχουνε την ουσία της ψυχής τα ζώα είπαμε, μόνο ενέργειες έχουνε. Βλέπετε, το μη ερευνώμενο από τον άνθρωπο είναι η ουσία της ψυχής που είναι κτιστή μεν, αλλά μη ερευνώμενη. Κατά το ομοειδές με τις ουράνιες δυνάμειςΆρα η ψυχή δεν ερευνάται. Όποιος τολμήσει να πει ότι είναι υποκείμενο ερεύνης, κάνει λάθος. Κτιστό, αλλά μη ερευνώμενο. Εάν λοιπόν προσπαθούν να την βρουν την ψυχή, δεν μπορούν να την ερευνήσουν. Θα πούνε κάποιοι : μια μέρα θα έρθει μια επιστημονική μεθοδολογία που θα την ανακαλύψει. Όχι, ποτέ. Ενέργειες θα προσδιορίζει. Όχι ουσία ψυχής. Ενέργειες, αυτό που βλέπουμε. Να λοιπόν η κάθε σχολή έρχεται τώρα να κάνει προτάσεις, προτάσεις περί θεραπείας. Και αρχίζει ο μεγάλος κυκεώνας πια της ψυχοθεραπευτικής.
            Θα σας δώσω μερικά υποδείγματα, μερικές νύξεις απ΄ όλες αυτές τις σχολές, να πάρετε μια μικρή γεύση. Και τονίζω, παρόλες τις έντιμες προσπάθειες πολλών απ΄ αυτούς. Αλλά είναι αδύνατον και την ψυχή να ερευνήσουν και να δώσουν στην ψυχή αυτά που σας είπα: ουσία, το λογικό που είναι του Χριστού μας, την κίνηση προς το Θεό και την κάλυψη της ηδονής -προς τα πού; Όλες λοιπόν οι προτεινόμενες προτάσεις τους κινούνται στο επίπεδο το οριζόντιο. Βλέπουν τον άνθρωπο, τον έξω  από το Θεό, και πάνε να τον γιατρέψουν. Πώς; Η ουσία; Η κίνηση; Η ηδονή; Όλες οι θεωρίες αυτές -από όλες αυτές κάπου 25 κυριαρχούν στην Ελλάδα σήμερα- όλες, μα όλες, προσεγγίζουν τον άνθρωπο χωρίς το κάλλος αυτών των τριών μεγεθών που σας είπα. Άρα, αδύνατον να γιατρευτεί η ψυχή.
Να λοιπόν μερικά παραδείγματα. Το πρώτο γνωστό παράδειγμα, το πολύ γνωστό παράδειγμα, το Φροϋδικό, του πατέρα αυτών των ψυχοθεραπευτικών μεθοδολογιών. Προσέξτε, ψυχίατρος ήταν, αλλά εγκαινίασε το χώρο του συνδυασμού της ψυχοθεραπευτικής με την ιατρική. Άρα έγινε φιλόσοφος. Εκεί δεν είναι επιστήμων. Είναι φιλόσοφος. Προσέξτε.  Το τονίζω˙ η κάθε ψυχοθεραπεία είναι φιλοσοφική προσέγγιση, γι΄ αυτό σήμερα στην Ελλάδα πολλοί ψυχοθεραπευτές δεν είναι γιατροί. Μπορεί να περάσουν από  ένα σεμινάριο ενός χρόνου, ενάμισι χρόνου και να γίνουν ψυχοθεραπευτές. Μπορεί να πάτε σε μια σχολή κοινωνικών λειτουργών, να πάρετε ένα μάθημα ψυχοθεραπευτικής και να γίνετε ψυχοθεραπευτής, ως κοινωνικός λειτουργός. Είναι φιλοσοφική προσέγγιση, το τονίζω. Να λοιπόν ο Φρόυντ, μη γνωρίζοντας αυτό το ανοδικό, προσδιορίζει πολύ σωστά ότι η ρίζα του πράγματος είναι στα ένστικτα, λέει. Στην ηδονή, σωστά το προσδιορίζει. Στα ένστικτα. Και εκεί βάζει τον όρο «υποσυνείδητο». Είναι μέσα, είναι κρυμμένο μέσα. Και επειδή υπάρχουν κάποιοι ορισμοί απ΄ την κοινωνία, υπάρχουν νόμοι, υπάρχουν εντολές, ε, τις φοβάσαι λίγο και δεν εκδηλώνεις τα ένστικτά σου αυτά, τα φοβάσαι. Αυτές τις εντολές τις λέει «υπερεγώ», πάνω από μένα και με καταπιέζουν. Και λίγο η καταπίεση του νόμου, της ηθικής, λίγο οι ορμές μου, ε, αυτό που βγαίνει στη μέση είναι το «εγώ», τι εμφανίζομαι εγώ. Θέλω μερικά πράγματα να κάνω με τα ένστικτα, με εμποδίζει ο νόμος και η ηθική και είμαι αυτό το «εγώ», το καταπιεσμένο «εγώ». Κι αρχίζει να λέει ποια είναι τα πιο κυρίαρχα ένστικτα. Και βάζει το σεξουαλισμό. Βλέπετε, έτσι ξεκινάει. Κάνει σωστό προσδιορισμό, τα ένστικτα, αλλά ποια ένστικτα;   Πώς θα θεραπεύσει αυτά τα ένστικτα; Δεν έχει το ανοδικό, την κίνηση προς το Θεό, δεν έχει την ηδονή-οδύνη. Πώς θα γιατρέψει; Δεν μπορεί.
Και αρχίζει πια η πρόταση της κάθε σχολής να είναι ή παράλληλη με το Φρόυντ ή λίγο διαφορετική. Εδώ στο δικό του μέγεθος, το ξέρετε πολύ καλά, είναι να αρχίσεις να λες τη ζωή σου, να λες, να λες. Για πάρα πολύ καιρό. Η βασική, αρχαία, πρωτογενής μέθοδος του Φρόυντ ήταν μέχρι 5-6-7 χρόνια να κάνεις την κουβέντα αυτή και σιγά-σιγά να αναδυθεί από μέσα σου, να απελευθερωθείς απ΄ τα ταμπού, από όλο αυτό το «υπερεγώ» που σε καταπιέζει, νόμοι ηθικοί -μόνο στον ψυχοθεραπευτή τα λες-  βγαίνει, βγαίνει, βγαίνει και θα βγει από μέσα σου αυτό (το υποσυνείδητο). Και θεραπεία; Αν ο προσδιορισμός είναι το σεξουαλικό ένστικτο, πώς θα το θεραπεύσει; Τι θα γίνει μ΄ αυτή την ηδονή; Πού θα στραφεί αυτή η ανώμαλη ηδονή; Πού θα τη στρέψεις; Δεν υπάρχουν απαντήσεις. Υπάρχει μια φοβερή διαδικασία, η οποία μάλιστα περνάει και από μια άλλη φιλοσοφική μέθοδο, που λέγεται «μεταβίβαση», όπου ο άρρωστος έχει μια σχέση ιδιότυπη με τον θεραπευτή του. Μια σχέση όπου ο θεραπευτής παίρνει τη θέση του γονιού. Ή παίρνει ιδεατά και τη θέση του εραστή, όπου ο θεραπευόμενος -αυτό είναι βασική μεθοδολογία της κλασικής φροϋδικής προσέγγισης- εξιδανικεύει το γιατρό του, το θεραπευτή του. Και εξιδανικεύει και έχει ένα πρότυπο επιτέλους στη ζωή του. Γιατί δεν το ΄χε ποτέ. Γιατί έχει περάσει και από αυτά τα ένστικτα τα εσωτερικά που και λάθος εκφράστηκαν και βρίσκει ένα πρότυπο επιτέλους στη ζωή του. Γιατί δεν το ’χε ποτέ. Και αρχίζει αυτή η φοβερή ιστορία της «μεταβίβασης», όπου γίνεται μια δέσμευση του προσώπου του θεραπευόμενου με το πρόσωπο του θεραπευτή και αυτό θέλει χρόνια διαδικασία. Βλέπετε, ένας στοιχειώδης προσδιορισμός του σεξουαλικού ενστίκτου χωρίς θεραπευτική και με λάθος μεθοδολογία.
Να, αν τολμούσαμε, μερικές άλλες παρατηρήσεις. Η γνωστή ιστορία του Άντλερ. Λέει είναι το ένστικτο της ανωτερότητας. Δε λέει πώς γιατρεύεται. Λέει να βρω πού είναι αυτό και να δω πόσο σωστά θα εκφραστεί. Εδώ είναι η μεγάλη ιστορία. Εμείς το λέμε εγωισμό αυτό. Πώς θα γιατρευτεί αυτό; Πού θα πάει το «εγώ»; Λέει ο Μάξιμος ο Ομολογητής: το «εγώ» θα πάει στο Θεό και θα γίνει πραγματικό «εγώ». Χωρίς το Θεό είναι ένα ηδονικό «εγώ». Βλέπετε, το «εγώ» πάλι. Να βρεθεί μπρος το Θεό. «Εγώ ειμί ο Ων» και εσύ -που είσαι εσύ, το πλάσμα- βρίσκεις τον «εγώ ειμί ο Ων». Αλλά αυτό είναι ένα ταπεινό, ταπεινούμενο «εγώ» και βρίσκεις το πρόσωπό σου μπρος το Θεό. Τι θα γίνει πια αυτό το «εγώ»; Πού θα εκδηλωθεί; Τρόποι, μηχανισμοί, για να καθηλωθεί. Ρωτάει ο Φρόυντ: «Πώς έφτασε ο άνθρωπος σ΄ αυτή την κατάσταση; Πώς έφτασε; Φταίει το σεξ». Λέει ο Άντλερ : «Τι προσπαθεί να πετύχει ο άρρωστος μ΄ αυτό που κάνει; Ε, να γίνει ηγέτης». Κι έρχεται ένας τρίτος, ο Γιουνγκ που λέει τι συμβολίζει αυτό που κάνει ο άνθρωπος. Αρχίζουν οι συμβολισμοί. Μπαίνει σε μια χαώδη διαδικασία. Τι συμβολίζει αυτό που κάνεις; Μπορεί κάτι να συμβολίζει. Αλλά δεν είναι εκεί η θεραπεία. Και μετά από κει πια, αρχίζει μια ολόκληρη ιστορία, υπάρχουν αυτοί οι μαθητές του Φρόυντ που αρνούνται το Φρόυντ και κάνουν δικές τους σχολές. Λέω, παραδείγματος χάριν, ο Ότο Ρανκ λέει το τραύμα της γέννησης.  Ένα παιδί, την ώρα που γεννιέται, περνάει ένα σοκ κι αυτό του μένει για πάντα. Και οτιδήποτε παθαίνει, όποιο ψυχολογικό πρόβλημα, είναι αυτό το τραύμα της γέννησης, συνεχώς. Η γέννηση, λέει, είναι η αιτία του αρχέγονου άγχους. Βλέπετε, το ότι βγαίνεις από τη μήτρα της μητέρας σου και πας στον έξω κόσμο είναι ένα σοκ, λέει. Κι αυτό καθορίζει τη ζωή σου. Το λέει ο Ρανκ. Ο  Θεοντόρ Ράιχ λέει κάτι άλλο. Και μάλιστα έχει γράψει ένα βιβλίο που λέγεται «Ακούγοντας με το τρίτο μάτι». Η έλλειψη μητρικής φροντίδας στα πρώτα στάδια της ζωής μας. Μεταθέτει την προηγούμενη θεωρία, το τραύμα της γέννησης στα πρώτα χρόνια, τις πρώτες εβδομάδες της ζωής μας. Μια μητέρα που ήταν λίγο ανέμελη, δούλευε, δεν είχε το παιδί κοντά της κτλ, το ψάχνει, το ψάχνει ο ψυχοθεραπευτής… Αν πας δηλαδή σε μια σχολή των Ραϊχιστών, αυτοί εκ προοιμίου ξέρουν ότι είσαι νευρωτικός, γιατί αυτό οφείλεται στην έλλειψη της μητρικής φροντίδας στα πρώτα έτη της ζωής σου και ψάχνουν εκεί την ιστορία. Κι αν δεν είναι έτσι; Και μπορεί μια περίπτωση να είναι και έτσι. Αλλά εκεί είναι η θεραπεία; Και το βρήκε. Μία περίπτωση μπορεί να είναι κι έτσι. Μπορεί και κάτι να είναι έτσι. Αλλά δεν είναι όλα έτσι.
            Ή θα πάτε σε άλλες μεθοδολογίες, όπως ο Έριχ Φρομ, ο γνωστός Έριχ Φρομ που λέει «για να θεραπευτεί ένας άνθρωπος, δεν αρκεί να θεραπευτεί ένας άνθρωπος. Πρέπει να θεραπευτεί όλη η κοινωνία. Γιατί η κοινωνία είναι το παν που ορίζει τα μεγέθη». Ε, πώς θα θεραπευτεί η κοινωνία; «Πρέπει όλοι να περάσουν από ψυχανάλυση», λέει. Μα, μπορεί να γίνει αυτό το πράγμα; Αυτό έχει μια απολυτότητα. Δεν μπορεί να γίνει. Η Εκκλησία τι λέει; Κι εμείς θέλουμε την εν Χριστώ κοινωνία, όλον τον κόσμο να είναι εν Χριστώ κοινωνία. Θεραπεύουμε το πρόσωπο κι αυτό μεταμορφώνει την κοινωνία. Αλλά, το πρόσωπο πώς θεραπεύεται; Με την κίνηση, με την οδύνη, με την άσκηση και τον πόνο. Είναι μια κάθετη άποψη που δεν έχει τίποτε να πει. Ακούστε τι λέει ένας τρομερός ψυχοθεραπευτής, ο Βίλχελμ Ράιχ. Λέει ότι η αιτία της νευρώσεως είναι ότι δεν εκφραζόμαστε σωματικά, ότι δεν αφήνουμε το σώμα μας να εκφραστεί. Και η απόλυτη έκφραση είναι η απόλυτη σεξουαλικότητα. Η έκρηξη της σεξουαλικότητας, λέει ο Βίλχελμ Ράιχ. Η έκρηξη, μια έκρηξη και πρέπει όλο αυτό να εκφραστεί. Ακούστε τη θεραπευτική μέθοδο του Ράιχ: να ουρλιάζεις, να χτυπιέσαι -συγνώμη γι΄ αυτά που θα πω- να κάνεις καταναγκαστικό εμετό, να κάνεις αυνανισμό, να κάνεις αμοιβαίο αυνανισμό, αμοιβαίο σεξ και ομαδικό σεξ. Να ξεσπάσει το σώμα. Εδώ δε μιλάμε καν για την τάση προς ηδονή, εδώ είναι πια όλη η ηδονή βαλμένη σε μια έκφραση προς τα έξω. Τι θα γιατρέψει αυτό το πράγμα; Τι σχέση έχουν αυτά μ΄ όλο το κάλλος της Εκκλησίας μας; Δυστυχώς η ώρα πέρασε ήδη για να διαβάσω κείμενα των πατέρων. Όλα αυτά τα κείμενα των πατέρων για όλες αυτές τις θέσεις θα τα καταθέσω σ΄ αυτό το ταπεινό πόνημα που ετοιμάζω.
            Κι έρχονται πολλές άλλες θέσεις, η υπαρξιακή ανάλυση, το πρόβλημα γιατί ζούμε, γιατί υπάρχουμε, η αγωνία του ανθρώπου, του Ρόλλο Μέη. Έρχεται μια άλλη θεωρία, η οποία λέει ότι ο άνθρωπος  κατανοείται μόνο υπό τη βάσει της ολότητάς του, πρέπει να καταλάβεις πού ζει, πώς είναι, γιατί είναι έτσι, τι τρώει κτλ., μόνο έτσι θα θεραπεύσεις. Λέγεται μορφολογική θεραπεία αυτή. Πολλά ονόματα˙ ορθολογική ψυχοθεραπεία του Άλμπερτ Έλλις : αδυναμία να αποδείξουμε τίποτα στη ζωή μας, ανάλυση του Μάσλοου : αν αυτοπραγματωθούμε, τότε σώζουμε τη ζωή μας, η ανάλυση του Έρικσον. Απίθανες υποθέσεις. Τα ΄χω μπροστά μου και ζαλίζομαι που τα βλέπω. Και όλη αυτή η ιστορία καταλήγει μετά σε μια μετεξέλιξη, στην ομαδική ψυχοθεραπεία,            όπου είδαν ότι έλεγαν θεωρίες ο καθένας, θεωρίες, και ο κάθε ασθενής μπορεί να ήταν κάπου αλλού, σ΄ άλλο χώρο να ήταν, κάποια αιτία να είχε. Λέει να τους βάλω όλους μαζί και αν ακουστούν όλες οι περιπτώσεις, θα ΄χουμε το μαζικό. Κι ακούς 20 αιτίες αρρώστιας και λες όλες είναι δικές μας. Ο ένας φωνάζει «έχω αρρωστήσει απ΄ τη μητέρα μου», ο άλλος «έχω αρρωστήσει γιατί δεν εξέφρασα το σώμα μου», ο άλλος «γιατί είχα αυτό το στάδιο του σοκ της γεννήσεως», άλλος «γιατί είχα το σεξουαλικό». Τ΄ ακούς όλα αυτά σε μια ομάδα και σου λέει: «κάπου μέσα σ΄ όλα αυτά είσαι και συ». Και μπαίνεις με μία αρρώστια και βγαίνεις με είκοσι. Ένα απέραντο χάος, που δεν έχει να δώσει τίποτε σ΄ αυτήν μας την αναζήτηση.
            Ολοκληρώνοντας αυτή τη σύντομη ανάλυση, να πω δυο-τρία πράγματα καταληκτήρια. Μπορεί κάπου να σας βοηθήσουν. Θα καταλάβατε πρώτα-πρώτα πως σε αυτές τις θεραπείες (που σας λέω οι άνθρωποι είναι έντιμοι, ψάχνουν να βρουν κάτι να βοηθήσουν τους ανθρώπους - αλλά πώς;) δε γίνεται λόγος για θεραπεία των παθών, των ορμών, για την ψυχή, για την άσκηση, για το λόγο, για την ηδονή, για τίποτε απ΄ όλα αυτά. Κανένας λόγος δε γίνεται. Και τελικά θυμάμαι αυτό που είχε πει ο Χριστός σε εκείνον τον καταπληκτικό του λόγο και οι πατέρες τον ερμηνεύουν. Ερμηνεύσατε ποτέ το λόγο του Χριστού μας, όταν έλεγε «όποιος θέλει να σωθεί, να μισήσει την ψυχή αυτού»; «Ο μισών την ψυχήν αυτού ένεκα εμού και του Ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν». Το σκεφτήκατε ποτέ; Τραγικό δεν είναι; Να το λέει ο Χριστός;   «Ο μισών την ψυχήν αυτού». Μα τι λες, Χριστέ μου; Την ψυχή μας έδωσες. Και λένε οι πατέρες με ένα φοβερό κάλλος, ερμηνευτικό: «μα την ψυχή που κινείται χωρίς ουσία και μόνο με τις ενέργειες, κατά τα ζωικά της μεγέθη». Γι΄ αυτό «ψυχή φάγε, πίε, ευφραίνου, έχεις πολλά αγαθά». Βλέπετε; Οι ενέργειες. Και η πλεονάζουσα ενασχόληση με την ψυχή, χωρίς την         κίνηση, χωρίς  την ουσία  και χωρίς τον πόνο  και την  οδύνη. «Ο μισών την ψυχήν  αυτού». Θα μισήσεις αυτήν την ψυχή, με την οποία ασχολείσαι γύρω, γύρω, γύρω, κατά τα ενεργήματα, θα αφήσεις αυτό που ξέρεις και θα πας στη λογοποίηση της ψυχής σου (ουσία), στην κίνηση προς το Θεό (το δεύτερο θεραπευτικό μέγεθος) και τρίτον σ΄ αυτή την έκφραση του ξεπεράσματος της ηδονής δια της στροφής στο Θεό και της οδύνης, τον πόνο τον ασκητικό. Κι έρχεται πια το μυστήριο της Εξομολογήσεως. Εκεί να ορίσετε τη θεραπευτική. Και να πάει σ΄ άλλο χώρο τον πιστό. Λένε, τι μου βάζει κανόνα; Αυτός είναι ο κανόνας: στροφή στο Θεό, του σώματος, των αισθήσεων, όλης της υπάρξεώς μου, η λογοποίηση της ψυχής, να βρεθεί μέσα ο Λόγος Χριστός και τότε πια δεν είναι η ψυχή που λέει «ψυχή μου έχεις πολλά αγαθά», είναι η ψυχή που λέει «ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα, τι καθεύδεις;» Βλέπετε τη διαφοροποίηση; Είναι Μεγάλη Σαρακοστή. Και πια το Μυστήριο δε δέχεται τεχνικές αυτών των μεθοδολογιών. Τι τεχνική; Ποια τεχνική; Οι τεχνικές είναι οι φιλοσοφικές εκφράσεις και προσπάθειες να συγκρατήσουμε τον άνθρωπο από το να μην ξεσπάσει από τα πάθη του πιο πολύ, οριζόντια. Καμιά τεχνική δεν μπορούμε να δανειστούμε. Κι έρχομαι σ΄ αυτό με το οποίο ξεκίνησα. Ναι, δεν μπορούμε να προσλάβουμε τίποτα απ΄ όλα αυτά, από μεθοδολογίες. Δεν είναι δυνατό. Δεν το δεχόμαστε. Άλλο ότι η Εκκλησία για να κάνει Λειτουργία μπορεί να πάρει το πρόσφορο κι απ΄ το φούρνο, μια πρόσληψη είναι. Το υποστήριξαν αυτό μερικοί. Όχι εδώ. Δεν έχουμε να προσλάβουμε μεθοδολογία. Να προσλάβουμε από την ψυχιατρική πώς λειτουργεί  ο εγκέφαλος, οι νευροδιαβιβαστές, να καταλάβουμε μερικά πράγματα παραπάνω, ακόμη κι απ΄ τον ψυχολόγο˙ «να, ένα παιδάκι το οποίο είναι σε μια οικογένεια όπου είναι καταπιεσμένο, στο σχολείο είναι στενοχωρημένο», να τ’ ακούσουμε σαν μια παρατήρηση. Να τ΄ ακούσουμε. Αλλά μεθοδολογία ψυχοθεραπευτική δεν μπορούμε να προσλάβουμεΕίναι άνομο για την Εκκλησία μας. Δεν μπορεί να μπει στο Μυστήριο μέσα καμιά τέτοια δομή κατά τα μέτρα πολύ απλά που σας τ΄ ανέλυσα.
            Ήταν πολύ μεγάλα θέματα, προσπάθησα να τα απλοποιήσω, να τα κάνω μικρά, μικρά, μικρά μηνύματα στην αγάπη σας, κάπου για να ξέρετε λίγο πού θα σταθείτε σ΄ αυτό το χάος που επικρατεί σήμερα. Κατά τ΄ άλλα όσοι δεν είναι κοντά στην Εκκλησία, έστω αν βοηθούν αυτούς τους ανθρώπους για να μην πηδούνε απ΄ τα παράθυρα -μέχρι να βρουν την Εκκλησία- ε, καλό κάνουν κι αυτοί.






πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...