Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πατερικές Διδαχές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πατερικές Διδαχές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Φεβρουαρίου 28, 2017

Ο δρόμος της νηστείας


νηστείας


Ας έρθει, λοιπόν, ανάμεσά μας ο μαθητής του Χριστού. Ας μας διδάξει τον τρόπο της νηστείας. Ας τον ακούσουμε που λέει: ‹‹Νηστεία καθαρή και αμόλυντη ενώπιον του Θεού και Πατέρα είναι αυτή: να επισκέπτεται κανείς ορφανά και χήρες στη θλίψη τους και να τηρεί τον εαυτό του αμόλυντο από τον κόσμο››.
Πως όμως και με ποιο τρόπο θα επιτύχουμε αυτά που ελέχθησαν, είναι εύκολο να ανεύρουμε. Διότι αρκεί, νομίζω, γι᾿ αυτούς που σκέπτονται σωστά και αυτός ο φυσικός νόμος, που αφ᾿ ενός μας διδάσκει να μισούμε όσα φαίνεται να είναι αντίθετα στις θείες εντολές και αφ᾿ ετέρου μας παρακινεί να κρατούμε μέσα μας το θέλημα του Νομοθέτου.
Αν τώρα κάποιος νομίζει ότι γι᾿ αυτό χρειαζόμαστε ακόμη πιο σαφή παραγγέλματα, ας ακούσει τον Παύλο που λέει: ‹‹Νεκρώσατε ο,τι γήινο είναι μέσα σας, δηλαδή την πορνεία, την ακαθαρσία, το πάθος, την κακή επιθυμία››. Διότι, βέβαια, δεν θα επιτύχουμε τη χάρη που παρέχει η αληθής νηστεία απλώς με την ασιτία και με την απόρριψη μόνο των τροφών. Ούτε πάλι, έχοντας απόσχει από αυτά και μόνο, θα γίνουμε εξάπαντος καθαροί και άγιοι, αλλά αποδιώκοντας από τη διάνοιά μας εκείνα, για τα οποία βρέθηκε και το φάρμακο της νηστείας».
Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 16, 2017

Ἡ μετάνοια






Φοβερό κακό καί ἐπικίνδυνη ἀρρώστια τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ ἁμαρτία. Τήν ἀπονευρώνει μέ δολιότητα καί τήν παραδίνει παράλυτη στήν αἰώνια κόλαση. Εἶναι ὅμως κακό πού ἐξαρτᾶται ἀπό τή δική μας θέληση. Εἶναι καρπός τῆς δικῆς μας προαιρέσεως.

Φοβερό κακό εἶναι ἡ ἁμαρτία, ἀλλά ὄχι καί ἀθεράπευτο. Τό θεραπεύει εὔκολα ἡ μετάνοια. Ὅση ὥρα κρατάει κανείς στό χέρι του τή φωτιά, ὁπωσδήποτε καίγεται. Μόλις ὅμως τήν τινάξει, παύει νά καίγεται. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τήν ἁμαρτία• γιατί εἶναι κι αὐτή μία φωτιά πού κατακαίει τόν ἄνθρωπο. Γιά ὅσους μάλιστα δέν αἰσθάνονται αὐτό τό κάψιμο, λέει ἡ Γραφή: «μπορεῖ κανείς νά βάλει φωτιά μέσα στόν κόρφο του, δίχως τά ροῦχα του νά κάψει;» (Παροιμ. 6:27).

Ἡ ἁμαρτία δέν εἶναι κανένας ἐχθρός πού σέ πολεμάει ἀπ’ ἔξω, ἀλλά κακό πού φυτρώνει καί ἀναπτύσσεται μέσα σου. «Βλέπε μέ σωφροσύνη» (Παρ. 4:25), καί δέν θά νιώσεις αἰσχρή ἐπιθυμία. Νά θυμᾶσαι τή μέλλουσα κρίση, καί οὔτε πορνεία οὔτε μοιχεία οὔτε φόνος οὔτε ἄλλη παρανομία θά σέ κυριέψει ποτέ. Ὅταν ὅμως ξεχάσεις τόν Θεό, τότε θ' ἀρχίσεις νά σκέφτεσαι πονηρά καί νά ἐνεργεῖς παράνομα.

Στήν ἁμαρτία σέ σπρώχνει ὁ παγκάκιστος διάβολος. Σέ σπρώχνει, μά δέν μπορεῖ νά σέ ἀναγκάσει ν' ἁμαρτήσεις, ἄν ἐσύ ἀντιδράσεις. Δέν μπορεῖ νά σέ βλάψει, ἀκόμα κι ἄν χρόνια σέ σκανδαλίζει, ἄν ἐσύ ἔχεις τήν καρδιά σου κλειστή. Ἄν ὅμως χωρίς ἀντίδραση δεχθεῖς κάποια κακή ἐπιθυμία, πού σοῦ σπέρνει, θά σέ αἰχμαλωτίσει καί θά σέ ρίξει σέ βάραθρο ἁμαρτιῶν.

Ἴσως ὅμως νά πεῖς: Εἶμαι δυνατός στήν πίστη καί δέν θά μέ κυριέψει ἡ αἰσχρή ἐπιθυμία, ὅσο συχνά κι ἄν τή δεχθῶ. Ἀγνοεῖς, φαίνεται, ὅτι καί τήν πέτρα ἀκόμα τήν κομματιάζει πολλές φορές μία ρίζα πού εἶναι μέσα στή γῆ. Μή δέχεσαι λοιπόν τό σπόρο τῆς ἁμαρτίας, γιατί θά σοῦ διαλύσει τήν πίστη. Ξερίζωσε τό κακό πρίν ἀνθήσει, μήπως, δείχνοντας στήν ἀρχή ραθυμία, ἀργότερα τιμωρηθεῖς καί δοκιμάσεις τό τσεκούρι καί τή φωτιά. Φρόντισε νά γιατρευτεῖς ἔγκαιρα, ὅταν βρίσκεται στήν ἀρχή ἡ βλάβη τοῦ ματιοῦ, γιά νά μή γυρεύεις ἄσκοπα γιατρούς, ὅταν θά ἔχεις πιά τυφλωθεῖ.

Ὁ διάβολος, πού ἁμάρτησε πρῶτος, δημιουργεῖ ὅλα τά κακά. Αὐτό δέν τό λέω ἐγώ, ἀλλά ὁ Κύριος: «Ὁ διάβολος ἁμαρτάνει ἐξαρχῆς» (Α' Ἰωάνν. 3:8). Κανείς δέν εἶχε ἁμαρτήσει πρίν ἀπ’ αὐτόν. Ἁμάρτησε ὁ διάβολος χωρίς τίποτα νά τόν ἀναγκάσει, γιατί τότε ὑπεύθυνος γιά τήν ἁμαρτία θά ἦταν ὁ Θεός. Ἀπ’ Αὐτόν πλάστηκε ἀγαθός. Ἁμάρτησε ὅμως μέ τή δική του προαίρεση, καί, ἀπό τό ἔργο του, ὀνομάστηκε διάβολος. Γιατί, ἐνῶ πρῶτα ἦταν ἀρχάγγελος, κατάντησε ὕστερα νά διαβάλει, δηλαδή νά συκοφαντήσει τόν Θεό στούς πρωτοπλάστους. Ἐπίσης, ἐνῶ στήν ἀρχή ἦταν πιστός ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ, ἔπειτα ἔγινε σατανᾶς, δηλαδή ἐχθρός καί ἀντίπαλός Του. Γιατί ἡ λέξη σατανᾶς ἑρμηνεύεται ἀντικείμενος, δηλαδή αὐτός πού βρίσκεται στήν ἀντίθετη πλευρά, ὁ ἀντίπαλος.

Ὁ διάβολος, μετά τήν πτώση του, ὁδήγησε πολλούς στήν ἀποστασία. Αὐτός σπέρνει τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες σέ ὅσους τόν ἀκολουθοῦν. Ἀπ' αὐτόν προέρχονται ἡ μοιχεία, ἡ πορνεία καί κάθε ἄλλο κακό. Αὐτός ὁδήγησε τόν προπάτορα στήν παρακοή καί στήν ἐξορία. Ἐξαιτίας του ὁ Ἀδάμ, ἀντί γιά τόν παράδεισο, πού καρποφοροῦσε θεσπέσιους καρπούς, κληρονόμησε τή γῆ, πού ἔβγαζε ἀγκάθια.

Τί θά γίνει τώρα;

Ἀπατηθήκαμε καί χάσαμε τόν παράδεισο. Δέν ὑπάρχει ἄραγε σωτηρία;

Τυφλωθήκαμε. Δέν θά ξαναδοῦμε ἄραγε τό φῶς;

Γίναμε ἀνάπηροι. Δέν θά ξανασταθοῦμε ἄραγε στά πόδια μας;

Μέ μιὰ λέξη, πεθάναμε. Ἄραγε δέν θ' ἀναστηθοῦμε;

Ἀδελφέ μου, Αὐτός ποὺ ἀνέστησε ἀπό τόν τάφο τόν δίκαιο Λάζαρο, δέν ἔχει τή δύναμη ν' ἀναστήσει πολύ εὐκολότερα ἐσένα, ποὺ εἶσαι ἀκόμα ζωντανός; Αὐτός ποὺ ἔχυσε τό αἷμα Του γιά μᾶς, δέν θά μᾶς σώσει ἀπό τήν ἁμαρτία; Ἄς μήν ἀπελπιστοῦμε. Ἄς μή βυθιστοῦμε στήν ἀπόγνωση. Εἶναι φοβερό νά χάσουμε τήν ἐλπίδα τῆς συγχωρήσεως. Ὅποιος δέν προσδοκᾶ τή σωτηρία, ἁμαρτάνει ἀσυλλόγιστα. Ὅποιος ὅμως ἐλπίζει σ' αὐτήν, σπεύδει νά μετανοήσει.

Τό φίδι ἐγκαταλείπει τό παλιό του δέρμα. Ἐμεῖς δέν θά ἐγκαταλείψουμε τήν ἁμαρτία; Ἡ ἄκαρπη γῆ, ἄν καλλιεργηθεῖ μέ ἐπιμέλεια, μεταβάλλεται σέ καρποφόρα. Ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά διορθωθοῦμε;

Ὁ Θεός εἶναι φιλάνθρωπος, ἀπέραντα φιλάνθρωπος. Γι’ αὐτό μή λές: Πόρνευσα, μοίχευσα, ἁμάρτησα. Καί μάλιστα ὄχι μία φορά, ἀλλά πολλές. Ἄραγε θά μέ συγχωρήσει; Ἄραγε θά μέ ἀπαλλάξει ἀπό τήν καταδίκη; Ἄκουσε τί λέει ὁ ψαλμωδός: «Πόσο μεγάλη, Κύριε, εἶναι ἡ ἀγαθότητά σου!» (Ψαλμ. 30:20).

Τά ἁμαρτήματά σου ποτέ δέν νικοῦν τό μέγεθος τῆς εὐσπλαχνίας τοῦ Θεοῦ. Τά τραύματά σου ποτέ δέν ξεπερνοῦν τή θεραπευτική Του δύναμη. Μόνο παραδόσου σ' Αὐτόν μέ πίστη. Ἐξομολογήσου τό πάθος σου. Πές κι ἐσύ μαζί μέ τόν Προφήτη Δαβίδ: «Θά ἐξομολογηθῶ μέ εἰλικρίνεια τήν ἀνομία μου στόν Κύριο». Θ' ἀκολουθήσει τότε αὐτό πού ἀναφέρει στή συνέχεια ὁ ἴδιος στίχος: «Κι ἐσύ, Κύριε, συγχώρεσες τήν ἀσέβεια τῆς καρδιᾶς μου» (Ψαλμ. 31:5).

Θέλεις νά γνωρίσεις τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ καί τό μέγεθος τῆς μακροθυμίας Του; Ἄκουσε τί ἔγινε μέ τόν Ἀδάμ: Ἔκανε παρακοή ὁ πρωτόπλαστος. Δέν μποροῦσε ὁ Θεός νά τόν παραδώσει ἀμέσως στό θάνατο; Καί βέβαια μποροῦσε. Τί κάνει ὅμως ὁ Φιλάνθρωπος; Τόν ἐξορίζει ἀπό τόν παράδεισο, ἀφοῦ ἦταν ἀνάξιος νά παραμένει πιά ἐκεῖ, ἀλλά τόν βάζει νά κατοικήσει ἀπέναντι, γιά νά βλέπει ἀπό ποῦ ξέπεσε καί τί ἔχασε καί ποῦ κατάντησε, ὥστε νά μετανοήσει καί νά σωθεῖ.

Ὁ Κάϊν, ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πού γεννήθηκε, ἔγινε ἀδελφοκτόνος, ἐφευρέτης κακῶν, πρόδρομος ὅλων τῶν φθονερῶν καί τῶν φονιάδων. Ἐνῶ ὅμως σκότωσε τόν ἀδελφό του, σέ τί καταδικάστηκε; «Θά ζεῖς πλέον στενάζοντας καί τρέμοντας» (Γέν. 4:12). Φοβερό τό ἔγκλημα. Μικρή ὅμως ἡ καταδίκη.

Πραγματικά, μεγάλη εἶναι ἡ φιλανθρωπία πού ἔδειξε ὁ Θεός στόν Κάϊν. Μεγαλύτερη ὅμως εἶναι τούτη: Θυμήσου τήν ἐποχή τοῦ Νῶε. Ἁμάρτησαν οἱ γίγαντες καί ἁπλώθηκε στή γῆ ὑπερβολική παρανομία. Τιμωρία της θά ἦταν ὁ κατακλυσμός. Μ' αὐτόν ἀπειλεῖ ὁ Θεός. Τόν ἐξαπολύει ὅμως ὕστερ' ἀπό ἑκατόν εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια (Γέν. 6:3)!

Βλέπεις τό μέγεθος τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ; Αὐτό ποὺ πραγματοποίησε ὕστερ' ἀπό ἑκατόν εἴκοσι χρόνια, δέν μποροῦσε νά τό πραγματοποιήσει ἀμέσως; Παράτεινε ὅμως τόσο πολύ τόν καιρό τῆς τιμωρίας, γιά νά δώσει χρόνο μετάνοιας. Ἄν μετανοοῦσαν οἱ ἁμαρτωλοί, ὁ Θεός δέν θά ἔστελνε τήν τρομερή καί δίκαιη τιμωρία.

Ἄς ἔρθουμε τώρα καί σέ παραδείγματα ἁμαρτωλῶν πού σώθηκαν μέ τή μετάνοια.

Ἴσως κάποια ἀπό τίς γυναῖκες νά πεῖ: Μόλυνα τήν ψυχή καί τό σῶμα μου μέ κάθε εἴδους ἀκολασίες. Ἄραγε μπορῶ νά σωθῶ;. Θυμήσου, γυναίκα, τή Ραάβ τήν πόρνη, καί προσδόκησε κι ἐσύ τή σωτηρία. Γιατί ἄν ἐκείνη, πού ἁμάρτανε φανερά καί μπροστά σέ ὅλους, σώθηκε μέ τή μετάνοια, δέν θά σωθεῖς κι ἐσύ μέ τόν ἴδιο τρόπο;

Ζήτησε νά μάθεις πῶς σώθηκε ἐκείνη. Αὐτό μόνο εἶπε: «Ὁ Θεός σας εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός στόν οὐρανό καί στή γῆ» (Ἰησ. Ναυῆ 2:11). Ἀπό τή βαθειά συναίσθηση τῆς ἀκολασίας της, δέν τόλμησε νά πεῖ, ὁ Θεός μου, ἀλλά ὁ Θεός σας. Ὁλοφάνερη ἔχει τή μαρτυρία τῆς σωτηρίας της στό στίχο τῶν Ψαλμῶν: «Θά θυμηθῶ τή Ραάβ καί τή Βαβυλώνα καί θά τίς συγκαταλέξω ἀνάμεσα σ' ἐκείνους πού μ' ἀναγνωρίζουν» (Ψαλμ. 86:4).

Πόσο μεγάλη εἶναι ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ! Μνημονεύει καί τήν πόρνη μέσα στήν Ἁγία Γραφή. Καί μάλιστα δέν λέει ἁπλά, «Θά θυμηθῶ τή Ραάβ καί τή Βαβυλώνα», ἀλλά προσθέτει «πού μ' ἀναγνωρίζουν», οἱ ὁποῖες δηλαδή μέ γνωρίζουν καί μέ λατρεύουν.

Ὑπάρχει λοιπόν σωτηρία καί γιά τούς ἄνδρες καί γιά τίς γυναῖκες. Σωτηρία, τήν ὁποία προκαλεῖ ἡ μετάνοια.

Ἀλλά κι ἄν ἀκόμα ἕνας ὁλόκληρος λαός ἁμαρτήσει, ἡ ἁμαρτωλότητά του δέν ξεπερνάει τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἰσραηλιτικός λαός στήν ἔρημό τοῦ Σινᾶ λάτρεψε τό χρυσό μοσχάρι. Ὁ Θεός ὅμως δέν ἔπαψε τίς ἐκδηλώσεις τῆς φιλανθρωπίας Του. Οἱ ἄνθρωποι Τόν ἀρνήθηκαν. Ὁ Ἴδιος ὅμως δέν ἀρνήθηκε τόν ἑαυτό Του. Μολονότι λάτρεψαν τό εἴδωλο, δέν σταμάτησε νά τούς εὐεργετεῖ.

Καί τότε δέν ἁμάρτησε μόνο ὁ λαός. Ἁμάρτησε μαζί του καί ὁ Ἀαρών, ὁ ἀρχιερέας! Ἀναφέρει ὁ προφήτης Μωυσῆς: «Ἦταν πάρα πολύ ὀργισμένος ὁ Κύριος καί ἐναντίον τοῦ Ἀαρών τόσο, πού ἤθελε νά τόν ἐξοντώσει. Τότε, στή δύσκολη αὐτή ὥρα, προσευχήθηκα καί γιά τόν Ἀαρών, καί ὁ Θεός τόν συγχώρησε» (παράβαλλε Δευτ. 9:20).

Ἔσφαλε ὁ Δαβίδ. Καθώς σηκώθηκε τό δειλινό ἀπό τό κρεβάτι καί βημάτιζε στό δωμάτιο, κοίταζε ἀπρόσεκτα κι ἔπεσε σύντομα στό διπλό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας καί τοῦ φόνου. Δέν νεκρώθηκε ὅμως ἡ καλή του διάθεση ν' ἀναγνωρίσει τό σφάλμα του.

Ἦρθε ὁ προφήτης Νάθαν, γιά νά τόν ἐλέγξει καί νά γιατρέψει τό τραῦμα του. Ὁ ὑπήκοος εἶπε στό βασιλιά πὼς ἁμάρτησε βαριά καί πῶς ὁ Θεός ἦταν ὀργισμένος μαζί του. Ὁ πορφυροφόρος Δαβίδ δέν ἀγανάκτησε. Δέν στάθηκε στό πρόσωπο τοῦ Προφήτη, ἀλλά ὕψωσε τή σκέψη σ' Αὐτόν πού τόν ἔστειλε. Δέν τόν σκλήρυνε ὁ ἐγωισμός τῆς ἐξουσίας πάνω σέ τόσο πλῆθος στρατιωτῶν, πού εἶχε γύρω του, γιατί ἔφερε στό νοῦ τοῦ τόν ἀγγελικό στρατό τοῦ Κυρίου. Δοκίμασε ἀγωνία, νιώθοντας σάν ὁρατό τόν Ἀόρατο. Καί ἀπάντησε στόν Προφήτη, ἤ μᾶλλον στόν ἴδιο τόν Θεό, πού τόν ἔστειλε: «Ἁμάρτησα στόν Κύριο!» (Β' Βασ. 12:13).

Βλέπεις τήν ταπεινοφροσύνη τοῦ βασιλιᾶ; Βλέπεις τήν ἐξομολόγησή του; Μήπως εἶχε ποτέ πρίν ἐλεγχθεῖ ἀπό κανένα; Μήπως εἶχαν μάθει τήν ἁμαρτία του πολλοί; Ἁμάρτησε, κι ἀμέσως ὁ προφήτης παρουσιάστηκε. Μόλις τοῦ ἀπήγγειλε τήν κατηγορία, ὁ φταίχτης ὁμολόγησε τό σφάλμα του. Καί ἐπειδή τό ὁμολόγησε μέ εἰλικρινῆ μετάνοια, γρήγορα ἐκδηλώθηκε καί ἡ θεραπεία, ἡ συγχώρηση.

Ὁ προφήτης Νάθαν παρηγόρησε τόν Δαβίδ μέ τήν ἀναγγελία τῆς συγχωρήσεως τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος ὅμως δέν ἐγκατέλειψε τή μετάνοια. Ἀντί γιά βασιλική πορφύρα, ντύθηκε πένθιμο δουλικό σάκκο. Ἀντί σέ χρυσοστόλιστο θρόνο, κάθησε πάνω σέ χῶμα καί στάχτη. Καί δέν κάθησε μόνο πάνω σέ στάχτη, ἀλλά καί ἔφαγε στάχτη, καθώς ὁ ἴδιος λέει: «Τρώω στάχτη ἀντί γιά ψωμί καί τό νερό πού πίνω τό ἀνακατεύω μέ τά δάκρυά μου» (Ψαλμ. 101:10).

Ἔλιωσε ἀπ’ τά δάκρυα τά μάτια του, πού ἔγιναν ἀφορμή νά συλλάβει τήν αἰσχρή ἐπιθυμία: «Κάθε νύχτα λούζω τό κρεβάτι μου καί βρέχω τό στρῶμα μου μέ δάκρυα» (Ψαλμ. 6:7).

Οἱ ἄρχοντες τόν παρακαλοῦσαν νά διακόψει τή νηστεία. Αὐτός ὅμως δέν ὑποχωροῦσε. Ὁλόκληρη ἑβδομάδα νήστεψε ἀπό κάθε τροφή. Ἄν λοιπόν ἕνας βασιλιάς μέ τέτοιο τρόπο ἐκδήλωνε τή μετάνοιά του, ἐσύ, ὁ ἁπλός ἄνθρωπος, δέν θά ἐξομολογηθεῖς;

Ἀργότερα πάλι, ὅταν ἐπαναστάτησε ὁ Ἀβεσσαλώμ, ἐνῶ ὑπῆρχαν πολλοί ἄλλοι δρόμοι διαφυγῆς, ὁ Δαβίδ προτίμησε νά γλυτώσει φεύγοντας πρός τό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν. Σάν νά προσευχόταν ἔτσι στό Λυτρωτή, πού ἔμελλε ἀπό κεῖ νά ἀναληφθεῖ στούς οὐρανούς. Στή δύσκολη μάλιστα ἐκείνη περίσταση, ὁ Σεμεΐ ἄρχισε νά βρίζει καί νά καταριέται τό βασιλιά. Ὁ Δαβίδ ὅμως τόν ἀντιμετώπιζε μέ ταπείνωση καί μακροθυμία, λέγοντας: «Ἀφῆστε τον! Ὁ Κύριος τοῦ εἶπε νά μέ καταριέται» (Β' Βασ. 16:10). Γιατί ἤξερε πὼς συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες ἐκείνου πού συγχωρεῖ τούς ἄλλους.

Βλέπεις τήν ὠφέλεια τῆς ἐξομολογήσεως; Βλέπεις ὅτι σώζονται ὅσοι μετανοοῦν;

Ὁ Ἀχαάβ, ὁ βασιλιάς τῆς Σαμάρειας, ὑπῆρξε ὑπερβολικά παράνομος, εἰδωλολάτρης, προφητοκτόνος, ἀσεβὴς καί ἄδικος. Ὅταν ὅμως μέ τή Βασίλισσα Ἰεζάβελ σκότωσε τόν Ναβουθαί καί ἦρθε ὁ προφήτης Ἠλίας καί τόν ἀπείλησε, ἀμέσως ἔδειξε μετάνοια. Ξέσκισε τή βασιλική ἐνδυμασία καί φόρεσε τόν πένθιμο σάκκο. Τί εἶπε τότε ὁ φιλάνθρωπος Θεός στόν Ἠλία; «Βλέπεις τή μετάνοια τοῦ Ἀχαάβ; δέν θά τόν τιμωρήσω!» (παράβαλλε Γ΄ Βασ. 20:29).

Συγχωρεῖ ὁ φιλάνθρωπος Θεός τόν Ἀχαάβ, μολονότι ἔμελλε ἐκεῖνος νά συνεχίσει τίς ἁμαρτίες του. Ὁ Κύριος, βέβαια, δέν ἀγνοοῦσε τό μέλλον του, ἀλλά τώρα, στόν καιρό τῆς μετάνοιας, τοῦ χαρίζει τήν ἀνάλογη συγχώρηση. Εἶναι χαρακτηριστικό τοῦ δικαίου δικαστῆ νά ἀνταποκρίνεται κατάλληλα σέ κάθε περίσταση πού παρουσιάζεται.

Ὁ βασιλιάς Ἱεροβοάμ τελοῦσε θυσίες στό βωμό τῶν εἰδώλων. Ἐπειδή πρόσταξε νά συλλάβουν τόν Προφήτη, πού τόν κατέκρινε γιά τήν εἰδωλολατρία, τό χέρι του ἔμεινε ξερό. Μόλις δοκίμασε τήν τιμωρία τοῦ Θεοῦ, παρακάλεσε τόν Προφήτη: «Προσευχήσου στόν Κύριο γιά μένα» (Γ' Βασ. 13:6). Ἀποτέλεσμα τῆς μετάνοιας ἦταν νά γιατρευτεῖ τό χέρι του. Ἄν ὁ προφήτης γιάτρεψε τόν Ἱεροβοάμ, ὁ Χριστός δέν μπορεῖ νά σώσει ἐσένα, συγχωρώντας τίς ἁμαρτίες σου;

Ὑπερβολικά ἁμαρτωλός ὑπῆρξε καί ὁ Μανασσῆς. Πρόσταξε καί πριόνισαν τόν Ἠσαΐα. Μολύνθηκε μέ τήν εἰδωλολατρία. Πλημμύρισε τήν Ἱερουσαλήμ μέ αἵματα ἀθώων. Ὅταν ὅμως ὁδηγήθηκε αἰχμάλωτος στή Βαβυλώνα καί δοκίμασε τήν τιμωρία, ἔσπευσε νά θεραπευθεῖ μέ τή μετάνοια. Λέει ἡ Γραφή: «Ταπεινώθηκε βαθιά ὁ Μανασσῆς ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ τῶν πατέρων του καί ζήτησε τό ἔλεός Του. Ὁ Κύριος ἄκουσε τή θερμή του προσευχή, τόν ἐπανέφερε στήν Ἱερουσαλήμ καί τοῦ ξαναχάρισε τό θρόνο του» (Β' Παραλ. 33:12-13). Ἄν σώθηκε μέ τή μετάνοια αὐτός ποὺ πριόνισε τόν Προφήτη, ἐσύ, ποὺ ἀσφαλῶς δέν ἁμάρτησες τόσο φρικτά, δέν θά σωθεῖς; Πρόσεξε, νά μήν ἀμφιβάλλεις γιά τή δύναμη τῆς μετάνοιας.

Ἡ ἐξομολόγηση μπορεῖ καί τή φωτιά νά σβήσει καί τά θηρία νά ἡμερέψει. Ἄν ἀμφιβάλλεις, θυμήσου τί ἔγινε μέ τόν Ἀνανία, τόν Ἀζαρία καί τόν Μισαήλ μέσα στό καμίνι τῆς Βαβυλώνας. Πόσες βρύσες θά μποροῦσαν νά σβήσουν τή φλόγα ποὺ ἀνέβαινε σέ ὕψος σαράντα ἐννέα πήχεων; Ὅπου ὅμως ὑψωνόταν ἡ τεράστια φλόγα, ἐκεῖ σάν ποτάμι ξεχύθηκε ἡ πίστη τῶν τριῶν νέων καί ἐκεῖ ἀκούστηκε ἡ προσευχή τῆς μετανοίας: «Δίκαιος εἶσαι, Κύριε, γιά ὅλα ὅσα ἐπέτρεψες νά πάθουμε, γιατί ἁμαρτήσαμε καί ἀνομήσαμε» (Δὰνιήλ, Προσ. Ἀζαρία: 3, 5).

Ἡ μετάνοια διέλυσε τή φλόγα! Βεβαιώσου ἀπ’ αὐτό γιά τή δύναμή της νά σβήνει καί τή φλόγα τῆς κολάσεως.

Ἴσως ὅμως νά πεῖ κάποιος προσεκτικός ἀναγνώστης: Ὁ Θεός ἔσωσε τούς τρεῖς νέους ὄχι γιά τή μετάνοιά τους, ἀλλά γιά τήν πίστη τους. Ἐπειδή ὑπάρχει κι αὐτό τό ἐνδεχόμενο, θά σᾶς παρουσιάσω καί μίαν ἄλλη περίπτωση.

Τί γνώμη ἔχετε γιά τόν Ναβουχοδονόσορ; δέν μάθατε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή ὅτι ἦταν ἄγριος, αἱμοβόρος, σκληρόκαρδος; δέν ἀκούσατε ὅτι κατέστρεψε τάφους καί ξέθαψε λείψανα βασιλιάδων; δέν ἀκούσατε ὅτι ὁλόκληρο λαό ἔσυρε στήν αἰχμαλωσία; δέν ἀκούσατε ὅτι τύφλωσε τό βασιλιά, ἀφοῦ πρῶτα τόν ὑποχρέωσε νά δεῖ τή σφαγή τῶν παιδιῶν του; δέν ἀκούσατε ὅτι συνέτριψε τά Χερουβείμ; (δέν ἐννοῶ, βέβαια, τούς ἀγγέλους μή σκεφτεῖ κανείς τίποτα τέτοιο. Ἐννοῶ τά γλυπτά, πού κάλυπταν τήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης, ἀπ’ ὅπου ἀκουγόταν ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ). Ὁ Ναβουχοδονόσορ βεβήλωσε ἀκόμα καί τό καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ. Πῆρε τό ἅγιο θυμιατήρι καί τό ἔστειλε σέ εἰδώλειο. Ἅρπαξε ὅλες τίς ἱερές προσφορές. Ἔβαλε φωτιά κι ἔκαψε τό Ναό ἀπό τά θεμέλια (Β' Παραλ. 36:11-21).

Μέ πόσες τιμωρίες ἄξιζε νά τιμωρηθεῖ αὐτός ποὺ σκότωσε βασιλιάδες, ποὺ ἔκαψε ἱερά, ποὺ αἰχμαλώτισε τό λαό, ποὺ τοποθέτησε ἅγια σκευή τοῦ Ναοῦ ἀνάμεσα στά εἴδωλα; δέν θά ἦταν ἄξιος νά θανατωθεῖ χίλιες φορές;

Γνωρίσατε ὡς ἐδῶ τό πλῆθος τῶν ἐγκλημάτων τοῦ Ναβουχοδονόσορ. Ἐλᾶτε τώρα νά μάθετε καί τοῦ Θεοῦ τή φιλανθρωπία.

Τιμωρήθηκε ὁ θηριώδης βασιλιάς νά ζεῖ σάν ἄγριο θηρίο μέσα στήν ἔρημο. Τιμωρήθηκε ὅμως μ' αὐτόν τόν τρόπο γιά νά σωθεῖ. Ἔβγαλε νύχια καί τρίχες σάν αὐτά πού ἔχει τό λιοντάρι, γιατί πρίν σάν λιοντάρι ἅρπαζε τά ἅγια καί οὔρλιαζε. Ἔτρωγε χόρτα σάν τό βόδι, γιατί πρίν σάν βόδι ζοῦσε, ἀγνοώντας τόν ἀληθινό Θεό, πού τοῦ εἶχε χαρίσει τό βασιλικό ἀξίωμα. Ὅταν ὅμως μέ τίς παιδαγωγικές αὐτές τιμωρίες ἀναγνώρισε τόν ὕψιστον Θεό καί προσευχήθηκε καί μετανόησε, τότε Ἐκεῖνος τοῦ χάρισε πάλι τό ἀξίωμά του (Δαν. 4:26-34).


Στόν Ναβουχοδονόσορ, πού ἁμάρτησε τόσο φοβερά καί μετανόησε, χάρισε ὁ Θεός τή συγχώρηση καί τή βασιλεία. Ἄν λοιπόν κι ἐσύ μετανοήσεις καί ζήσεις χριστιανικά, δέν θά σού χαρίσει τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν καί τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν;

Φιλάνθρωπος εἶναι ὁ Κύριος. Γρήγορος στή συγχώρηση. Ἀργός στήν τιμωρία. Κανείς λοιπόν ἄς μήν ἀπελπίζεται γιά τή σωτηρία του.

Ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος τῶν Ἀποστόλων, φοβήθηκε μία δούλη κι ἀρνήθηκε τρεῖς φορές τό Χριστό. Μεταμελήθηκε ὅμως κι ἔκλαψε πικρά (Ματθαῖος 26:69-75). Τό κλάμα φανέρωνε τήν ὁλόψυχή του μετάνοια. Γι’ αὐτό δέν ἔλαβε μόνο τή συγχώρηση γιά τήν ἄρνηση, ἀλλά καί τήν ἀποκατάσταση στό ἀποστολικό ἀξίωμα.

Ἔχοντας λοιπόν, ἀδελφοί, τόσα παραδείγματα ἀνθρώπων πού ἁμάρτησαν καί μετανόησαν καί σώθηκαν, πρόθυμα κι ἐσεῖς νά μετανοεῖτε καί νά ἐξομολογεῖσθε. Ἔτσι θά λάβετε τή συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν σας καί θ' ἀξιωθεῖτε νά κληρονομήσετε τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν μαζί μέ ὅλους τοὺς ἁγίους.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 03, 2017

Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου (Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς)


Αποτέλεσμα εικόνας για ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου



Ένας άνθρωπος βάδιζε στο δάσος. Ήθελε να διαλέξει ένα καλό δέντρο, απ’ όπου θα έβγαζε δοκάρια για τη σκεπή του σπιτιού του. Εκεί είδε δύο δέντρα, το ένα δίπλα στο άλλο. Το ένα ήταν ίσιο, λείο και ψηλό, αλλά το εσωτερικό του, ο πυρήνας του, ήταν σάπιο. Το άλλο είχε ανώμαλη επιφάνεια κι ο κορμός του έδειχνε άσχημος. Το εσωτερικό του όμως ήταν γερό. Ο άνθρωπος αναστέναξε και είπε: «Σε τι μπορεί να μου χρησιμέψει το ψηλό και ίσιο αυτό δέντρο, αφού το μέσα του είναι σάπιο κι ακατάλληλο για δοκάρια; Το άλλο μοιάζει ανώμαλο, άσχημο, αλλά τουλάχιστο το μέσα του είναι γερό. Έτσι, αν καταβάλω λίγο μεγαλύτερη προσπάθεια, μπορώ να το διαμορφώσω και να το χρησιμοποιήσω για δοκάρια στο σπίτι μου». Και χωρίς να το σκεφτεί περισσότερο, διάλεξε το δέντρο εκείνο, το γερό. Το ίδιο θα κάνει κι ο Θεός για να ξεχωρίσει δύο ανθρώπους που βρίσκονται μέσα στο ναό Του. Δε θα διαλέξει εκείνον που φαίνεται επιφανειακά δίκαιος, αλλά τον άλλον, εκείνον που η καρδιά του είναι γεμάτη με την αληθινή δικαιοσύνη του Θεού.
Οι υπερήφανοι έχουν τα μάτια τους διαρκώς υψωμένα προς το Θεό. Οι καρδιές τους όμως είναι κολλημένες στη γη. Αυτοί δεν ευαρεστούν στο Θεό. Ευάρεστοι στο Θεό είναι οι ταπεινοί άνθρωποι, οι πράοι, που έχουν τα μάτια τους χαμηλωμένα στη γη, μα οι καρδιές τους είναι γεμάτες ουρανό. Ο Δημιουργός προτιμά τους ανθρώπους που ομολογούν στο Θεό τις αμαρτίες τους, όχι τα καλά τους έργα.
Ο Θεός είναι γιατρός. Πλησιάζει στο κρεβάτι όπου κείτεται ο καθένας μας και ρωτάει: «Που πονάς;» Ο άνθρωπος που αξιοποιεί την παρουσία του γιατρού κοντά του και του φανερώνει όλους τους πόνους και τις αδυναμίες του, είναι σοφός. Εκείνος που κρύβει τις αμαρτίες του και καυχιέται μπροστά στο γιατρό πως είναι υγιής, είναι ανόητος. Λες κι ο γιατρός επισκέπτεται τον άνθρωπο για να δει πόσο καλά είναι κι όχι από τι πάσχει. Λέει ο Ιερός Χρυσόστομος:
«Το ν’ αμαρτάνεις είναι κακό, όταν όμως το ομολογείς, μπορείς να λάβεις βοήθεια. Όταν όμως αμαρτάνεις και δεν το παραδέχεσαι, δεν υπάρχει ελπίδα να βοηθηθείς».
Γι’ αυτό ας γίνουμε σοφοί, συνετοί. Όταν στεκόμαστε για να προσευχηθούμε μπροστά στο Θεό, πρέπει να νιώθουμε πως βρισκόμαστε μπροστά στον πιο καλό και πιο ελεήμονα γιατρό. Εκείνος ρωτάει τον καθένα μας με αγάπη και μέριμνα: «Που πονάς;» Εμείς ας μην αμελήσουμε καθόλου να του αποκαλύψουμε την αρρώστια μας, να του φανερώσουμε τις πληγές και τις αμαρτίες μας.
***
Ο Κύριός μας Ιησούς μας μιλάει γι’ αυτά τα πράγματα στην παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου. Στο ευαγγέλιο διαβάζουμε πως ο Χριστός είπε την παραβολή αυτή «πρός τινας πεποιθότας εφ’ εαυτοίς ότι εισί δίκαιοι, και εξουθενούντας τους λοιπούς», προς εκείνους που είχαν την αλαζονική αυτοπεποίθηση πως είναι δίκαιοι και περιφρονούσαν τους άλλους. Μήπως κι εμείς συγκαταλεγόμαστε ανάμεσα σ’ εκείνους που ο Κύριος τους απηύθυνε την παραβολή αυτή;
Μην αντιδράς σ’ αυτά που σου λέω. Ομολόγησε καλύτερα την αρρώστια σου, ταπεινώσου γι’ αυτήν και πάρε το φάρμακο που σου δίνει ο πανεύσπλαχνος γιατρός. Σ’ ένα νοσοκομείο βρίσκονταν πολλοί άρρωστοι κρεβατωμένοι. Μερικοί είχαν πυρετό κι ανυπομονούσαν, περίμεναν με αγωνία πότε θά ‘ρθει ο γιατρός. Άλλοι έκοβαν βόλτες, γιατί νόμιζαν πως ήταν υγιείς και δεν είχαν ανάγκη το γιατρό. Ένα πρωινό ο γιατρός έκανε επίσκεψη στους αρρώστους. Μαζί του ήταν κι ένας φίλος του, που κρατούσε δώρα για να τους δώσει. Ο φίλος του γιατρού είδε εκείνους που υπόφεραν από πυρετό και τους λυπήθηκε.
– Θα γίνουν καλά; ρώτησε το γιατρό.
Εκείνος του ψιθύρισε στο αυτί:
– Αυτοί εδώ οι εμπύρετοι, ναι, μπορούν να γίνουν καλά. Το ίδιο κι οι άλλοι που κείτονται στα κρεβάτια τους. Αυτοί που κόβουν βόλτες όμως, όχι, δε γίνονται καλά. Αυτοί υποφέρουν από ανίατες αρρώστιες, έχει προχωρήσει η σήψη μέσα τους.
Ο φίλος του γιατρού έμεινε κατάπληκτος. Η έκπληξή του στρεφόταν προς δύο κατευθύνσεις: προς το μυστήριο που κρύβουν οι αρρώστιες και προς την οφθαλμαπάτη των ανθρώπων.
Φαντάσου τώρα πως είμαστε άρρωστοι στο νοσοκομείο του κόσμου. Η αρρώστια που έχει προσβάλει όλους μας έχει το ίδιο όνομα: αδικία. Η λέξη αυτή καλύπτει όλα τα πάθη, όλες τις επιθυμίες, όλες τις αμαρτίες και τις αδυναμίες που αγγίζουν την καρδιά, την ψυχή και το νου μας. Οι άρρωστοι χωρίζονται σε κατηγορίες. Μερικοί μόλις προσβλήθηκαν από την αρρώστια, άλλοι βρίσκονται σε προχωρημένη κατάσταση κι υπάρχουν κι αυτοί που βρίσκονται στο στάδιο της ανάρρωσης. Τα χαρακτηριστικά των ασθενειών αυτών στον εσωτερικό άνθρωπο όμως είναι τέτοια, ώστε μόνο όσοι θεραπεύτηκαν μπορούν να κατανοήσουν πόσο σοβαρή ήταν η ασθένεια από την οποία είχαν προσβληθείΟι πιο σοβαρά άρρωστοι είναι κι αυτοί που έχουν λιγότερη επίγνωση της κατάστασής τους. Στις σωματικές αρρώστιες ο άνθρωπος που υποφέρει από ψηλό πυρετό δεν ξέρει τίποτα για τον εαυτό του ή για την αρρώστια του. Ούτε ο τρελός καταλαβαίνει την τρέλα του.
Εκείνοι που αρχίζουν να διαπράττουν ανομίες, για λίγο καιρό ντρέπονται γι’ αυτές. Όταν το κακό όμως συνεχίζεται, ο άνθρωπος συνηθίζει στην αμαρτία, που του γίνεται έξη και σιγά σιγά οδηγείται σε παραλήρημα και μέθη, φτάνει σε τέτοια κατάσταση, ώστε η ψυχή του γίνεται αναίσθητη και δεν καταλαβαίνει την αρρώστια της.
Φαντάσου τώρα ένα γιατρό να πηγαίνει σε νοσοκομείο και να ρωτάει: «Τι έχετε; Από τι υποφέρετε;» Εκείνοι που η αρρώστια τους βρίσκεται στο πρώτο στάδιο ντρέπονται να παραδεχτούν πως είναι άρρωστοι κι απαντούν: «Τίποτα». Οι άλλοι που η αρρώστια τους βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο εκνευρίζονται με την ερώτηση κι όχι μόνο απαντούν «δεν έχουμε τίποτα», αλλ’ αρχίζουν και να καυχιούνται πως είναι υγιείς. Μόνο αυτοί που βρίσκονται στο στάδιο της θεραπείας αναστενάζουν κι απαντούν στο γιατρό: «Απ’ όλα υποφέρουμε. Λυπήσου μας και βοήθησέ μας».
Γράφει ο Τερτυλλιανός σε μια ομιλία του «Περί μετανοίας»: «Αν ντρέπεσαι να ομολογήσεις τις αμαρτίες σου, σκέψου τη φωτιά της κόλασης, που μόνο η εξομολόγηση μπορεί να σβήσει».
Αναλογίσου όλ’ αυτά λοιπόν, άκουσε την παραβολή του Χριστού και σκέψου πόσο αφορά και σένα. Αν κραυγάσεις με έκπληξη πως «η παραβολή αυτή δε με αφορά», σημαίνει πως έχεις προσβληθεί από την (πνευματική) ασθένεια που ονομάζεται ανομία ή αδικία. Αν διαμαρτυρηθείς και πεις πως «εγώ είμαι δίκαιος, η παραβολή αυτή αφορά τους αμαρτωλούς γύρω μου», σημαίνει πως η αρρώστια έχει προχωρήσει πολύ. Αν όμως χτυπήσεις το στήθος σου με μετάνοια και πεις «αλήθεια είναι. Είμαι άρρωστος, έχω ανάγκη από γιατρό», σημαίνει πως βρίσκεσαι σε καλό δρόμο για να θεραπευτείς. Τότε μη φοβασαι. Θα γίνεις καλά.
***
«Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερόν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος τελώνης». Δυο άνθρωποι, δυο αμαρτωλοί, ανέβηκαν στο ιερό για να προσευχηθούν. Ο ένας ήταν Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. Δυο άνθρωποι, δυο αμαρτωλοί, με τη διαφορά πως ο Φαρισαίος δεν έβλεπε τον εαυτό του σαν αμαρτωλό, ενώ ο τελώνης το παραδεχόταν. Ο Φαρισαίος ανήκε στην υψηλότερη κοινωνική τάξη της εποχής, ο τελώνης στην πιο περιφρονημένη.
«Ο Φαρισαίος σταθείς προς εαυτόν ταύτα προσηύχετο· Ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης· νηστεύω δις του Σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι». Ο Φαρισαίος στάθηκε επιδεικτικά, για να προκαλεί εντύπωση, κι έλεγε τα εξής λόγια στην προσευχή του: Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ γιατί δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους που είναι άρπαγες, άδικοι, μοιχοί ή και σαν αυτόν εδώ τον τελώνη. Εγώ τηρώ κατά γράμμα το νόμο, νηστεύω δυο φορές την εβδομάδα και δίνω ελεημοσύνη το ένα δέκατο απ’ όλα όσα κερδίζω.
Ο Φαρισαίος στάθηκε μπροστά ακριβώς από το ιερό. Ήταν συνήθεια των Φαρισαίων να κάθονται στην πρώτη θέση. Το ότι ο Φαρισαίος καθόταν στην πρώτη θέση, φαίνεται κι από το γεγονός πως ο τελώνης έστεκε «μακρόθεν». Η υπερηφάνεια του Φαρισαίου κι η σιγουριά του πως ήταν δίκαιος, δηλαδή πνευματικά υγιής, ήταν τέτοια, ώστε δεν απαίτησε την πρώτη θέση μόνο από τους ανθρώπους, για να τον βλέπουν όλοι, αλλά κι από το Θεό. Την απαιτούσε όχι μόνο όταν συμμετείχε σε γεύματα και σε συναθροίσεις, μα ακόμα και στο ναό, την ώρα της προσευχής. Αυτό από μόνο του είναι αρκετό για να δείξει πόσο άρρωστος ήταν πνευματικά ο Φαρισαίος, πόσο η αρρώστια της αδικίας και της αλαζονείας τον είχαν διαφθείρει.
Γιατί λέει προς εαυτόν ταύτα προσηύχετο; Γιατί δεν προσευχόταν δυνατά; Επειδή ο Θεός ακούει πιο προσεχτικά αυτά που η καρδιά λέει, όχι όσα προφέρουν τα χείλη. Αυτά που σκέφτεται κι αυτά που αισθάνεται ο άνθρωπος την ώρα που προσεύχεται έχουν περισσότερη σημασία για το Θεό από τα λόγια που προφέρει η γλώσσα. Η γλώσσα μπορεί να εξαπατήσει, η καρδιά όμως όχι. Αυτή φανερώνει καθαρά πώς είναι ο άνθρωπος μέσα του, αν είναι μαύρος ή άσπρος, αν είναι ειλικρινής ή υποκριτής.
Ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων. Ένας αμαρτωλός άνθρωπος τολμά να το πει αυτό στην εκκλησία, μπροστά στο Θεό! Τι είναι η Εκκλησία; Δεν είναι ο χώρος όπου οι άρρωστοι συναντούν το γιατρό τους; Εκείνοι που είναι άρρωστοι πνευματικά, αμαρτωλοί, πηγαίνουν εκεί για να εξομολογηθούν την αρρώστια τους στο Θεό, το γιατρό. Ν’ αναζητήσουν τη θεραπεία τους από Εκείνον που είναι ο αληθινός γιατρός για όλες τις αρρώστιες, για όλα τα βάσανα των ανθρώπων, που είναι ο χορηγός όλων των αγαθών.
Στο νοσοκομείο δεν πηγαίνουν οι υγιείς, για να καυχηθούν στο γιατρό πόσο καλή υγεία έχουν. Ο Φαρισαίος αυτός όμως δεν πήγε στο ναό απόλυτα υγιής ψυχικά, για να κομπάσει για την υγεία του. Αυτός ήταν σοβαρά άρρωστος, υπόφερε από την αρρώστια της αδικίας και της αλαζονείας. Στον πυρετό της αρρώστιας του αυτής όμως δεν καταλάβαινε πόσο σοβαρά άρρωστος ήταν.
Κάποτε επισκέφτηκα ένα ψυχιατρείο. Ο γιατρός με οδήγησε μπροστά από ένα συρμάτινο πλέγμα, κατά μήκος του δωματίου του πιο σοβαρά άρρωστου από τους ασθενείς του. «Πώς αισθάνεσαι;», τον ρώτησα. Κι εκείνος μου απάντησε αμέσως: «Πώς νομίζεις ότι μπορώ να αισθάνομαι, ανάμεσα σ’ όλους αυτούς τους τρελούς;».
Τι έλεγε ο Φαρισαίος; Ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπωνΣτην πραγματικότητα δεν ευχαριστεί το Θεό επειδή αναγνωρίζει ότι σ’ Εκείνον οφείλεται το ότι δεν είναι σαν τους άλλους ανθρώπους. Όχι. Τα λόγια, Ο Θεός, ευχαριστώ σοι, δεν είναι τίποτ’ άλλο από ένα θαυμασμό, μια αυτοεγκωμιαστική προσέγγισή του στο Θεό, ώστε Εκείνος ν’ ακούσει την κομπορρημοσύνη του. Απ’ όλα όσα λέει, προκύπτει πως δεν ευχαριστεί το Θεό για τίποτα. Αντίθετα, βλασφημεί το Θεό, με το να βλασφημεί όλη την υπόλοιπη δημιουργία Του. Για τίποτα δεν ευχαριστεί το Θεό. Όσα λέει για τον εαυτό του τ’ αποδίδει σε δικές του ενέργειες, στα κατορθώματα που μόνος αυτός πέτυχε, χωρίς τη βοήθεια του Θεού. Δε θα πει σε καμιά περίπτωση πως δεν είναι άρπαγας, άδικος, μοιχός ή τελώνης επειδή ο Θεός τον προφύλαξε από τις αμαρτίες και τα πάθη αυτά με τη δύναμη και το έλεός Του. Είναι αυτός που είναι, επειδή ο ίδιος αποτιμά έτσι τον εαυτό του, δηλαδή έναν άξιο άνθρωπο με εξαιρετικό χαρακτήρα, που δεν έχει το ταίρι του σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Αυτός ο εξαιρετικός χαρακτήρας κάνει προσπάθειες και θυσίες για να διατηρηθεί στο υψηλό αυτό επίπεδο, ψηλότερα απ’ όλους τους άλλους ανθρώπους. Αυτό θέλει να πει όταν κομπάζει πως νηστεύει δυο φορές την εβδομάδα και δίνει το δέκατο απ’ όλα όσα κερδίζει.
Πόσο εύκολο τρόπο διάλεξε για να σωθεί ο Φαρισαίος! Ευκολότερο κι από τον πιο εύκολο τρόπο που οδηγεί στην καταστροφή! Απ’ όλες τις εντολές που έδωσε ο Θεός στους ανθρώπους, μέσω του Μωυσή, αυτός διάλεξε τις δυο ευκολότερες. Στην πραγματικότητα όμως δεν τηρεί καμιά. Ο Θεός δεν έδωσε τις δυο αυτές εντολές επειδή ο ίδιος είχε ανάγκη να νηστεύουν και να δίνουν το δέκατο της περιουσίας τους οι άνθρωποι. Αυτό είναι το μόνο που δε χρειάζεται ο Θεός. Δεν έδωσε τις εντολές αυτές στους ανθρώπους σαν αυτοσκοπό, αλλά – όπως και τις άλλες εντολές- για να καρποφορήσουν στην ταπείνωση, στην υπακοή στο Θεό, στην αγάπη για Εκείνον και για τον άνθρωπο.
Με λίγα λόγια, τις εντολές ο Θεός τις έδωσε για να διεγείρουν, να μαλακώσουν και να φωτίσουν τις καρδιές των ανθρώπων. Ο Φαρισαίος τηρούσε τις εντολές χωρίς σκοπό. Νήστευε κι έδινε το δέκατο της περιουσίας του αλλά μισούσε τους άλλους, τους περιφρονούσε, στάθηκε με αλαζονεία μπροστά στο Θεό. Παρέμεινε ένα άκαρπο δέντρο. Ο καρπός δεν έγκειται στη νηστεία, αλλά στην καρδιά. Ο καρπός δεν προκύπτει από τη συγκεκριμένη εντολή αλλ’ από την καρδιά. Όλες οι εντολές κι όλοι οι νόμοι υπάρχουν για να βελτιώνουν την καρδιά. Να τη θερμαίνουν, να τη φωτίζουν, να την ποτίζουν, να την περιχαρακώνουν, να τη σπέρνουν, να την καλλιεργούν. Κι όλ’ αυτά μόνο και μόνο για να καρποφορήσει ο αγρός της καρδιάς, ν’ αναπτυχθεί και να ωριμάσει ο καρπός.
Όλα τα καλά έργα είναι μέσα, δεν είναι σκοπός· είναι η μέθοδος, όχι ο καρπός. Σκοπός είναι η καρδιά που φέρει τον καρπό.
Ο Φαρισαίος με την προσευχή του δεν πέτυχε τον επιδιωκόμενο σκοπό. Δεν αποκάλυψε το κάλλος της ψυχής του, αλλά την ασχήμια της. Δε φανέρωσε την υγεία του, αλλά την αρρώστια. Ο Χριστός θέλησε με την παραβολή αυτή να μας δείξει πως, όχι μόνο ο συγκεκριμένος Φαρισαίος, αλλά το σύνολο των Φαρισαίων εκείνη την εποχή ήθελε να εξουσιάζει τον ισραηλιτικό λαό. Θέλησε με την παραβολή Του ο Κύριος να μας δείξει πως η διεστραμένη ευσέβεια κι ο πλανεμένος φαρισαϊσμός ανήκουν και σε μας, σε όλες τις γενιές των χριστιανών μέχρι τις μέρες μας. Δεν υπάρχουν σήμερα ανάμεσά μας χριστιανοί που προσεύχονται στο Θεό με τον ίδιο τρόπο, όπως ο Φαρισαίος; Δεν είναι πολλοί αυτοί που αρχίζουν την προσευχή τους με κατηγορίες και μομφές κατά του πλησίον τους και τελειώνουν με αυτοεγκωμιασμούς; Δεν είναι πολλοί εκείνοι που στέκονται μπροστά στο Θεό ως δανειστές μπροστά στον οφειλέτη τους; Δε λένε πολλοί από μας, «Θεέ μου, εγώ νηστεύω, πηγαίνω στην εκκλησία, πληρώνω τους φόρους μου, κάνω δωρεές στην εκκλησία· δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους εγώ, σαν τους άρπαγες και τους συκοφάντες, σαν τους άπιστους και τους μοιχούς. Αυτοί με στενοχωρούν εμένα. Εσύ, τι κάνεις, Θεέ μου; Γιατί δεν τους αφανίζεις αυτούς, γιατί δεν επιβραβεύεις εμένα για όλ’ αυτά που κάνω για Σένα; Δε βλέπεις, Θεέ, πόσο αγνή είναι η καρδιά μου, πόσο υγιής είναι η ψυχή μου;».
Πρέπει να ξέρεις πως, όπως λέει ο όσιος Μάξιμος, «ο Θεός δεν μπορεί να σε εξαπατήσει, μα ούτε και συ Εκείνον. Όλοι κάνουν το σταυρό τους, μα δεν προσεύχονται όλοι». Ο Φαρισαίος είναι «Αβραάμ ως προς τη γενειάδα του, μα Χαμ ως προς τα έργα του».
Μ’ αυτόν τον τρόπο μιλάνε οι Φαρισαίοι. Κι ο Θεός τους ακούει και τους στέλνει πίσω κενούς, άδειους. Τους απαντά: «Δεν αναγνωρίζω την περιγραφή που κάνετε στον εαυτό σας». Στην τελική κρίση θα τους πει: «Ουκ οίδα υμάς». Δεν σας ξέρω. Ο Θεός δεν αναγνωρίζει τους φίλους Του από τα λόγια τους, αλλ’ από τις καρδιές τους. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που δεν εκτιμά τη συκιά από τα φύλλα της, αλλ’ από τους καρπούς της.
***
Πώς θά ‘πρεπε να προσευχηθεί ένας αληθινός άνθρωπος της προσευχής; Ιδού, πώς: «Και ο τελώνης μακρόθεν εστώς ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ’ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων· ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Ο τελώνης έστεκε μακριά από το θυσιαστήριο και δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να σηκώσει προς τον ουρανό, αλλά χτυπούσε το στήθος του κι έλεγε: Θεέ μου, σπλαχνίσου κι ελέησέ με τον αμαρτωλό.
Ο πραγματικός άνθρωπος της προσευχής δεν πηγαίνει μπροστά, στην πρώτη θέση μέσα στην εκκλησία. Τι ανάγκη έχει να το κάνει αυτό; Ο Θεός τον βλέπει και στο πίσω μέρος της εκκλησίας το ίδιο, όπως κι αν στεκόταν μπροστά. Ο αληθινός άνθρωπος της προσευχής βρίσκεται πάντα σε πραγματική μετάνοια. «Η μετάνοια του ανθρώπου είναι πανηγύρι για το Θεό», λέει ο όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Ο ταπεινός άνθρωπος στέκεται μακριά. Νιώθει τη μηδαμινότητά του ενώπιον του Θεού, γεμίζει με ταπείνωση μπροστά στη μεγαλοσύνη Του. Ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο «μείζων εν γεννητοίς γυναικών», ομολόγησε έμφοβος όταν τον πλησίασε ο Χριστός: «Ουκ ειμί ικανός κύψας λύσαι τον ιμάντα των υποδημάτων αυτού» (Μάρκ. α’ 7). Η αμαρτωλή γυναίκα έπλυνε τα πόδια του Χριστού με τα δάκρυά της. Ο αληθινός άνθρωπος της προσευχής είναι πολύ ταπεινός, νιώθει ευτυχής μόνο από το γεγονός ότι ο Θεός του επιτρέπει να πλησιάσει στα πόδια Του.
Ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι. Γιατί; Τα μάτια είναι ο καθρέφτης της ψυχής. Τις ψυχικές αμαρτίες μπορείς να τις διαβάσεις στα μάτια. Δεν διαπιστώνεις κάθε μέρα πως, όταν ένας άνθρωπος αμαρτάνει, χαμηλώνει τα μάτια του μπροστά στους άλλους; Πώς θα μπορούσαν τα μάτια ενός αμαρτωλού να μη χαμηλώσουν ενώπιον του Θεού, του παντογνώστη; Κάθε αμαρτία που διαπράττεται μπροστά στους ανθρώπους, διαπράττεται κι ενώπιον του Θεού. Δεν υπάρχει αμαρτία στη γη που να παραμείνει απαρατήρητη από το Θεό. Ο αληθινός άνθρωπος της προσευχής το γνωρίζει αυτό και γι’ αυτό ταπεινώνεται βαθιά, στέκεται με ντροπή μπροστά στο Θεό. Γι’ αυτό και η παραβολή λέει, ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι.
Αλλά γιατί χτυπούσε το στήθος του; Για να δείξει μ’ αυτόν τον τρόπο πως το σώμα είναι το όργανο με το οποίο αμαρτάνει ο άνθρωπος. Οι σωματικές επιθυμίες οδηγούν τον άνθρωπο στις μεγαλύτερες αμαρτίες. Η λαιμαργία οδηγεί στη λαγνεία. Η λαγνεία οδηγεί στην οργή κι αυτή στο φόνο. Η σωματική ψύχωση χωρίζει τον άνθρωπο από το Θεό, τον εξασθενίζει και σκοτώνει τον θεϊκό ηρωισμό που ενυπάρχει στον άνθρωπο. Αυτός είναι ο λόγος που ο τελώνης χτυπάει το σώμα του. Ξέρει καλά την αμαρτία του, την ταπείνωσή του και την ντροπή που πρέπει να νιώθει μπροστά στο Θεό.
Γιατί όμως χτυπάει κυρίως το στήθος του κι όχι το κεφάλι του ή τα χέρια του; Επειδή η καρδιά βρίσκεται στο στήθος. Κι η καρδιά είναι πηγή κάθε αμαρτίας και κάθε αρετής. Είπε ο ίδιος ο Κύριος: «το εκ του ανθρώπου εκπορευόμενον, εκείνο κοινοί τον άνθρωπον, έσωθεν γαρ εκ της καρδίας των ανθρώπων οι διαλογισμοί οι κακοί εκπορεύονται, μοιχείαι, πορνείαι, φόνοι, κλοπαί, πλεονεξίαι, πονηρίαι, δόλος, ασέλγεια, οφθαλμός πονηρός, βλασφημία, υπερηφανία, αφροσύνη· πάντα ταύτα τα πονηρά έσωθεν εκπορεύεται και κοινοί τον άνθρωπον» (Μάρκ. ζ’ 20-23). Γι’ αυτό ο τελώνης χτυπούσε το στήθος του.
Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. Θεέ μου, σπλαχνίσου κι ελέησέ με τον αμαρτωλό. Αυτά έλεγε ο τελώνης. Δεν απαριθμούσε ούτε τα καλά του έργα ούτε τα κακά. Ο Θεός τα γνωρίζει όλα. Κι ο Θεός δεν επιθυμεί την απαρίθμηση των αμαρτιών, αλλά την ταπείνωση και τη μετάνοια για όλ’ αυτά. Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ.
Τα λόγια αυτά τα λένε όλα. Θεέ μου, Εσύ είσαι ο γιατρός κι εγώ ο άρρωστος. Μόνο Εσύ μπορείς να με θεραπεύσεις, σε Σένα μόνο ανήκω. Ο γιατρός είσαι Εσύ, θεραπεία είναι το έλεός Σου. Λέγοντας ο άρρωστος, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ, είναι σα να λέει με ειλικρινή μετάνοια: «Γιατρέ, δώσε τη θεραπεία σε μένα τον άρρωστο. Κανένας άλλος στον κόσμο δεν μπορεί να με θεραπεύσει παρά μόνο Εσύ, Θεέ μου. «Σοι μόνω ήμαρτον και το πονηρόν ενώπιόν σου εποίησα» (Ψαλμ. ν’ 6). Από τους ανθρώπους δεν υπάρχει βοήθεια για μένα, όσο δίκαιοι κι αν είναι αυτοί. Μόνο Εσύ μπορείς να με βοηθήσεις. Τίποτ’ άλλο δεν μπορεί να με βοηθήσει. Ούτε η νηστεία μου, ούτε το δέκατο της περιουσίας μου που δίνω ούτε όλα τα καλά μου έργα. Μόνο το ελεός Σου μπορεί να γειάνει τις πληγές μου σαν φάρμακο σωστικό. Ο έπαινος των ανθρώπων δεν μπορεί να θεραπεύσει τα τραύματά μου, μάλλον τα χειροτερεύει. Εσύ μόνο γνωρίζεις την αρρώστια μου κι Εσύ έχεις και τη θεραπεία. Είναι άσκοπο για μένα να πάω οπουδήποτε αλλού ή να προσευχηθώ σε οποιονδήποτε άλλον. Αν Εσύ με απορρίψεις, ο κόσμος ολόκληρος δεν μπορεί να με συγκρατήσει από την καταστροφή. Εσύ, μόνο Εσύ, Κύριε, μπορείς, αν το θέλεις. Θεέ μου, συχώρεσέ με, σώσε με. Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ.
***
Τι λέει ο Κύριος τώρα, πώς απαντάει σ’ αυτού του είδους την προσευχή; «Λέγω υμίν, κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού ή γαρ εκείνος» (Λουκ. ιη’ 14). Σε ποιον απευθύνει τα λόγια αυτά ο Κύριος; Σε όλους εμάς, που νομίζουμε πως είμαστε δίκαιοι. Ο τελώνης είναι αυτός που γύρισε στο σπίτι του δικαιωμένος, όχι ο Φαρισαίος. Ο άνθρωπος που ομολογεί με ταπείνωση τις αμαρτίες του γυρίζει στο σπίτι του δικαιωμένος, όχι ο άδικος και αλαζόνας. Ο ταπεινός και μετανιωμένος άνθρωπος δικαιώνεται, όχι ο αυθάδης, ο ματαιόδοξος και υπερήφανος. Ο γιατρός ελεεί και θεραπεύει τον άρρωστο που ομολογεί την αρρώστια του κι αναζητά θεραπεία, ενώ στέλνει άδειο στο σπίτι του εκείνον που επισκέπτεται το γιατρό για να κομπάσει πως είναι υγιής.
Ο Κύριος τελειώνει τη θαυμάσια παραβολή Του με την εξής διδαχή: «ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται» (Λουκ. ιη’14). Ποιος είναι ο υψών εαυτόν και ποιος ο ταπεινών; Κανένας δεν μπορεί να υψωθεί ούτε όσο το φάρδος μιας τρίχας, αν ο Θεός δεν τον σηκώσει. Εδώ όμως εννοεί εκείνον που νομίζει πως υψώνεται με το να σπεύδει να καταλάβει την πρώτη θέση, μπροστά σε Θεό και ανθρώπους· εκείνον που κομπάζει για τα καλά του έργα· εκείνον που υπερηφανεύεται ακόμα και μπροστά στο Θεό· αυτόν που ταπεινώνει και περιφρονεί τους άλλους, ώστε ο ίδιος να φαίνεται ανώτερος. Σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις, εκείνοι που πιστεύουν πως υψώνονται, στην ουσία ταπεινώνονται. Όσο ανώτεροι φαντάζουν στα δικά τους τα μάτια ή και στα μάτια των άλλων, τόσο μικρότεροι φαίνονται στα μάτια του Θεού. Τέτοιους ανθρώπους θα τους ταπεινώσει ο Θεός. Κάποια μέρα θα τους κάνει να νιώσουν την ταπείνωση αυτή. «Ωσότου ο άνθρωπος αποκτήσει ταπείνωση, δε θα λάβει την ανταπόδοση των έργων του. Η ανταπόδοση δεν δίδεται για τα έργα αλλά για την ταπείνωση», λέει ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος (Λόγος λδ’).
Ποιος είναι αυτός που ταπεινώνει τον εαυτό του; Όχι βέβαια εκείνος που προσπαθεί να φαίνεται ταπεινότερος, μα εκείνος που βλέπει την ταπεινότητά του επειδή είναι αμαρτωλός. Ο Θεός δεν απαιτεί άλλη ταπείνωση από μας, παρά μόνο την αίσθηση και την ομολογία της αμαρτωλότητάς μας. Ο άνθρωπος που αισθάνεται κι ομολογεί το βάθος όπου τον βύθισε η αμαρτία, είναι αδύνατο να βυθιστεί περισσότερο. Η αμαρτία μας τραβάει πάντα χαμηλά, στο βάθος της καταστροφής, πιο βαθιά απ’ ό,τι μπορούμε να φανταστούμε. Λέει ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος: «Ο ταπεινός άνθρωπος δεν πέφτει ποτέ. Πού μπορεί να πέσει, αφού βρίσκεται πιο χαμηλά απ’ όλους; Η ματαιότητα είναι μεγάλη αισχύνη, ενώ η ταπείνωση είναι ύψος μεγάλο, τιμή και αξία» (Ομιλ. 19).
Με λίγα λόγια: Εκείνος που ενεργεί όπως ο τελώνης, τιμάται. Ο πρώτος (ο Φαρισαίος) δεν μπορεί να θεραπευτεί, γιατί δε βλέπει πως είναι άρρωστος. Ο δεύτερος (ο τελώνης) είναι άρρωστος, αλλά βρίσκεται στο στάδιο της θεραπείας επειδή γνωρίζει την αρρώστια του, παρακολουθείται από το γιατρό και κάνει τη θεραπεία του. Ο πρώτος είναι σαν το λείο και ψηλό δέντρο που μέσα του όμως είναι σάπιο και γι’ αυτό άχρηστο στον οικοδεσπότη. Ο δεύτερος είναι σαν το δέντρο που έχει ανώμαλη επιφάνεια κι ο κορμός του είναι στραβός, μα ο οικοδεσπότης το κατεργάζεται, φτιάχνει δοκάρια και τα χρησιμοποιεί για το σπίτι του.
Ο Θεός να ελεήσει όλους τους αμαρτωλούς που μετανοούν, να θεραπεύσει από την αρρώστια της αμαρτίας όλους αυτούς που προσεύχονται με φόβο και δοξάζουν τον πανεύσπλαχνο Πατέρα, τον μονογενή Του Υιό και το Πανάγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

(Πηγή: «Καιρός Μετανοίας» Ομιλίες Β’, Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Επιμέλεια – Μετάφραση – Κεντρική διάθεση: Πέτρος Μπότσης)
Συνιστούμε ανεπιφύλακτα στους επισκέπτες της ιστοσελίδος μας το εξαιρετικό βιβλίο με τις ομιλίες του Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς:


Το  είδαμε εδώ


«ΕΝ ΠΑΣΙ ΤΟΙΣ ΔΙΩΓΜΟΙΣ ΥΜΩΝ» (Β΄ ΘΕΣ. 1,4) ΘΑ ΓΙΝΗ ΔΙΩΓΜΟΣ ΚΑΙ ΘΑ ΔΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ, ΓΙΑΤΙ ΟΧΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΑΠΑΔΕΣ ΚΑΙ ΔΕΣΠΟΤΑΔΕΣ, ΝΑ ΠΡΟΣΚΥΝΑΝΕ ΤΟ ΘΗΡΙΟ. ΑΠΟ ΤΟΥΣ 30.000 ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ ΖΗΤΗΜΑ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΝ 100 ΠΟΥ ΝΑ ΠΟΥΝ: «ΠΡΟΤΙΜΟΥΜΕ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΛΟΥΣΤΡΟΙ ΠΑΡΑ ΝΑ ΚΗΡΥΤΤΟΥΜΕ ΑΘΕΪΑ. ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ, ΜΕ ΟΣΗ ΕΥΚΟΛΙΑ ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΟΥΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ, ΜΕ ΟΣΗ ΕΥΚΟΛΙΑ ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΟΥΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ, ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΕΥΚΟΛΙΑ ΘΑ ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΟΥΝΕ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟ. ΘΑ ΤΑ ΔΗΤΕ ΑΥΤΑ

Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

«ΕΝ ΠΑΣΙ ΤΟΙΣ ΔΙΩΓΜΟΙΣ ΥΜΩΝ» (Β΄ ΘΕΣ. 1,4)


ΘΑ ΓΙΝΗ ΔΙΩΓΜΟΣ ΚΑΙ ΘΑ ΔΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ, ΓΙΑΤΙ ΟΧΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΑΠΑΔΕΣ ΚΑΙ ΔΕΣΠΟΤΑΔΕΣ, ΝΑ ΠΡΟΣΚΥΝΑΝΕ ΤΟ ΘΗΡΙΟ. ΑΠΟ ΤΟΥΣ 30.000 ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ ΖΗΤΗΜΑ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΝ 100 ΠΟΥ ΝΑ ΠΟΥΝ: «ΠΡΟΤΙΜΟΥΜΕ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΛΟΥΣΤΡΟΙ ΠΑΡΑ ΝΑ ΚΗΡΥΤΤΟΥΜΕ ΑΘΕΪΑ. ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ, ΜΕ ΟΣΗ ΕΥΚΟΛΙΑ ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΟΥΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ, ΜΕ ΟΣΗ ΕΥΚΟΛΙΑ ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΟΥΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ, ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΕΥΚΟΛΙΑ ΘΑ ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΟΥΝΕ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟ. ΘΑ ΤΑ ΔΗΤΕ ΑΥΤΑ.



ΑΓΩΝΙΣΘ

Ἐκεῖ πᾶμε.

 Θὰ ἐπανέλθουμε στοὺς ἀποστολικοὺς χρόνους. Αὐτὸ θὰ γίνῃ ἢ μέσα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἢ ἀπ᾿ ἔξω μὲ ἐξωτερικὸ διωγμό. Ὅπως στὴ Ῥωσία ἦταν ἑκατομμύρια ψευτοχριστιανοί. Μετὰ ἦρθε τὸ μεγάλο κόσκινο καὶ κοσκινίστηκαν οἱ Χριστιανοί. Τώρα ὑπάρχουν λίγοι, ἀλλὰ πραγματικοὶ Χριστιανοί. Ζήτημα μέσα στὴ Μόσχα, ποὺ εἶνε 8 ἑκατομμύρια, νὰ ὑπάρχουν 100 – 200 Χριστιανοί. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ ἔχουν μέσα τους δύναμι. Ὁ βίος τους, τὸ παράδειγμά τους, ἡ αὐτοθυσία τους τὸ δείχνει.
Ἐδῶ ἐμεῖς εἴμαστε ὅλοι χριστιανοὶ τοῦ γλυκοῦ νεροῦ. Ἂν πιστεύαμε στὸ Θεό, θὰ εἴχαμε ἐγκαταλείψει κάθε ἄλλη κοσμικὴ ἀσχολία. Τί νὰ τὰ κάνῃς τ᾿ ἄλλα· τὸ Εὐαγγέλιο ποιός ἐφαρμόζει.
Στὴ Θεσσαλονίκη ὅμως τότε ἦταν πραγματικοὶ Χριστιανοί. Καὶ ἀπόδειξις, ὅτι δὲν λυγίζανε στοὺς διωγμούς. Ἐκεῖνα τὰ πτωχαδάκια πάλευαν μ᾿ ὅλες τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἐξουσίες, ποὺ ἦταν ἐχθρικές. Αὐτοὶ οἱ λίγοι Χριστιανοὶ ἐθεωροῦντο ἀμελητέοι, δὲν τοὺς ὑπολόγιζαν· καὶ ὅμως αὐτοὶ ἦρθαν σὲ ῥῆξι μὲ ὅλους τοὺς ἰσχυροὺς τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ὑπέστησαν πολλοὺς διωγμούς.
Ἀλλὰ καὶ πάντοτε τὰ πτωχαδάκια διώκονται, καὶ μένουν κοντὰ στὸ Χριστό. Οἱ ἄλλοι, ποὺ ἔχουν ἀξιώματα, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον πολεμοῦν τὸ Χριστό.
Θὰ γίνῃ διωγμός. Θὰ τὰ δῆτε ἐσεῖς ποὺ θὰ ζήσετε, ἐγὼ γέρος ἄνθρωπος εἶμαι. Θὰ γίνῃ διωγμός, καὶ θὰ δῆτε ὅλους τοὺς δασκαλάκους νὰ προσκυνᾶνε τὸ κόκκινο θηρίο. Τριάντα χιλιάδες εἶνε ὅλοι οἱ δάσκαλοι· ζήτημα νὰ μείνουν ἑκατὸ ποὺ νὰ ποῦν· Προτιμοῦμε νὰ γίνουμε λοῦστροι στὴν πλατεῖα τῆς πόλεως, παρὰ νὰ κηρύττουμε ἀθεΐα. Ὅλοι οἱ ἄλλοι, μὲ ὅση εὐκολία χειροκροτοῦσαν τὸν Παπαδόπουλο, μὲ ὅση εὐκολία χειροκροτοῦσαν τὸν Καραμανλῆ, μὲ τὴν ἴδια εὐκολία θὰ χειροκροτοῦνε καὶ τὸν ἀντίχριστο. Θὰ τὰ δῆτε αὐτά. Συμφέρον καὶ μόνο συμφέρον εἶνε σήμερα οἱ ἄνθρωποι, καὶ τίποτε περισσότερο. Τέτοιοι εἶνε καὶ οἱ δάσκαλοι καὶ οἱ καθηγηταὶ καὶ οἱ ἀξιωματικοί, γιατί ὄχι καὶ οἱ παπᾶδες καὶ οἱ δεσποτάδες – δὲν κάνω καμμία διάκρισι.
Δὲν ἦρθε ἀκόμη ἡ ὥρα τοῦ ἀντιχρίστου· ὅταν θὰ ἔρθῃ, θὰ τὸ δοῦμε. Μιλάει παρακάτω ὁ ἀπόστολος γιὰ τὴν ὥρα τοῦ ἀντιχρίστου.

Διαμάντια ἄθραυστα εἶνε οἱ πραγματικοὶ Χριστιανοί. Στὴν Ἀμερικὴ κοπίασαν πάρα πολὺ γιὰ νὰ κόψουν ἕνα διαμάντι, νὰ τὸ χωρίσουν στὰ δύο. Δὲν σπάει εὔκολα τὸ διαμάντι. Σπάει τὸ σφυρὶ ποὺ τὸ κτυπᾷ, ἀλλὰ τὸ διαμάντι δὲν σπάει. Ἔτσι εἶνε καὶ ὁ ἀληθινὸς Χριστιανός. «Ἐν πᾶσι τοῖς διωγμοῖς». Ὄχι ν᾿ ἀντέξουμε σὲ ἕναν μόνο διωγμὸ ἢ σὲ δύο, ἀλλὰ σὲ ὅλους τοὺς διωγμούς.
Ὑπέφεραν οἱ Χριστιανοὶ τῆς Θεσσαλονίκης· ἦταν πραγματικοὶ ἥρωες. Μακάρι νὰ ἐπανέλθουμε σ᾿ αὐτοὺς τοὺς Χριστιανούς. Νὰ ἔχουμε λίγους Χριστιανούς, ἀλλὰ ζωντανούς. Γιατί ν᾿ ἀσχολούμεθα μὲ ὅλους; Δὲν πά᾿ ν᾿ ἀνάβῃ αὐτὸς φωτιὲς(*) καὶ ν᾿ ἀγαπᾷ τὴν πυρολατρία; Δὲν πά᾿ νά ᾿νε μασόνος καὶ ροταριανός; Δὲν θ᾿ ἀσχολούμεθα μ᾿ αὐτούς. Τώρα ἀσχολούμεθα ἀναγκαστικῶς μὲ ὅλους. Ἐὰν ὑποθέσουμε, ὅτι ξεκαθαρίζουν τὰ πράγματα καὶ μένουν ἐδῶ στὴν πόλι 200 μὲ 300 Χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι θὰ ποῦν «Θέλουμε νὰ ζήσουμε χριστιανικά», δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη χαρά. Οἱ ἄλλοι, ὅ,τι θέλουν ἂς κάνουν. Καὶ χαύρα καὶ τζαμὶ νὰ κτίσουν, δὲν θὰ ἔχουμε καμμιὰ εὐθύνη. Δὲ βλέπεις τὶς γιορτὲς ποῦ τὶς περνᾷ ὁ πρωθυπουργὸς τῆς χώρας ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι; Στὰ ρεβεγιόν, ὄχι στὴν ἐκκλησία!
Λίγοι, λοιπόν, ἦταν οἱ Χριστιανοὶ τῆς Θεσσαλονίκης, ἀλλὰ ζωντανοί. Ἔχει ἀξία ὄχι τὸ ποσὸν ἀλλὰ τὸ ποιόν. Πότε θ᾿ ἀποκτήσῃ ἡ Ἐκκλησία μας τέτοιους ζωντανοὺς Χριστιανούς;
Ἔτσι ἦταν οἱ πρῶτοι Χριστιανοί. Ὑπέφεραν ἀπὸ διωγμούς, ἀλλὰ δὲν λύγιζαν. Γι᾿ αὐτὸ τοὺς ἐπαινεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος.


Πέμπτη, Φεβρουαρίου 02, 2017

Η ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΕΩΣΦΟΡΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΜΕΓΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟ




Οι αόρατες δυνάμεις (άγγελοι), βρίσκονται σε ισόρροπη κατάσταση όσον αφορά την αρετή και την κακία, αφού η αγιότητα – που ανήκει αποκλειστικά και μόνο στον Τριαδικό Θεό – είναι εκτός της ουσίας τους, η δε τελείωσή τους επιτυγχάνεται, μόνο διά της επικοινωνίας με το Άγιο Πνεύμα και της ελεύθερης επιλογής και επιμονής τους (αυτεξούσιο) να παραμένουν στο καλό. Την αγιαστική αυτή προς τελείωση βοήθεια τού Αγίου Πνεύματος, αποποιήθηκε ο εκλεκτός αρχάγγελος του Θεού Εωσφόρος (= αυτός που φέρνει την αυγή, ο Αυγερινός), γεμίζοντας από υπέρμετρη υπερηφάνεια και φοβερό μίσος κατά του Θεού. Συνεπώς η ουσία τής πτώσης του συνίσταται στον αφανισμό τής αγάπης του προς τον Θεό δια της κακής χρήσης τού αυτεξούσιου, χάρισμα το οποίο είχε δοθεί από τον Θεό – λόγω αγάπης – σε όλα τα λογικά όντα. Ο διάβολος “εμίσησε πρώτον, ετραχηλίασε κατά Θεού παντοκράτορος, κατεφρόνησε Δεσπότου, ηλλοτριώθη του Θεού”. Την πτώση τού Εωσφόρουακολούθησαν και τα πνεύματα που ήταν μαζί του.
Ο Μέγας Βασίλειος ερμηνεύοντας την πτώση τού Εωσφόρου ως συνέπεια τού αφανισμού τής αγάπης του προς τον Θεό, δίνει πλέον δημιουργική λύση και διέξοδο στο εν λόγω θέμα, που είχε προκύψει από τις θεωρίες του Ωριγένη, απορρίπτοντας την άποψη κατά την οποία η πτώση των λογικών όντων εκλαμβάνεται ως αποτέλεσμα του κορεσμού αυτών από τη θέαση του Θεού. Η περί κορεσμού αντίληψη η οποία είναι Πλατωνικής προέλευσης και αφορά τον υπερβατικό “Κόσμο των Ιδεών”, είναι πέρα για πέρα λανθασμένη, διότι αρνείται κάτι πάρα πολύ βασικό, το οποίο είναι η ακαταληψία και απειρία τού Θεού, καθώς επίσης και τις εκπηγάζουσες από αυτήν θεωρίες, περί περιοδικών πτώσεων και αναστάσεων των “λογικών” όντων.
Παρόλα αυτά όμως ο Μέγας Βασίλειος διατήρησε την άποψη που εισήγαγε πρώτος ο Ωριγένης, πως η πτώση του διαβόλου δεν οφείλεται στην φιληδονία αυτού, κάτι που πιστεύονταν μέχρι τότε, αλλά στην υπερηφάνεια του. Αυτό κατέστη δυνατό, όταν ο Ωριγένης, ταύτισε τον Εωσφόρο που αναφέρεται στο βιβλίο του προφήτη Ησαΐα και τον άρχοντα της Φοινικικής πόλης της Τύρου που αναφέρεται στο βιβλίο του προφήτη Ιεζεκιήλ, με τον διάβολο. Έκτοτε η άποψη αυτή επικράτησε στη χριστιανική θεολογία. Αναφέρουμε τα εν λόγω χωρία για να γίνει φανερή η ταύτιση αυτή:
“Πως έπεσες από τον ουρανό, Εωσφόρε, τέκνο της αυγής! [1] Πάνω στη γη συντρίφτηκες εσύ, που υπέταξες λαούς. Έλεγες μέσα σου: «στον ουρανό θ’ ανέβω, το θρόνο μου θα υψώσω πάνω από τ’ άστρα του Θεού. Θα πάρω θέση πάνω στο βουνό, στο μακρινό βορρά που οι θεοί συνάζονται. Θ’ ανέβω πάνω από τα σύννεφα και με τον Ύψιστο θα είμαι ίσος». Μα έπεσες μέσα στον άδη, στης αβύσσου τον βυθό” Ησαΐας 14:12 – 15
και

Μου είπε πάλι ο Κύριος: “«Εσύ άνθρωπε, τόνισε για το βασιλιά τής Τύρου θρηνητικό τραγούδι και πες του: «Άκου τι έχει να σου πει ο Κύριος ο Θεός: Εσύ ήσουν υπόδειγμα τελειότητας, με τη μεγάλη σου σοφία και την ασύγκριτη ομορφιά σου. Ζούσες στην Εδέμ, στον κήπο τού Θεού κι ήσουν ντυμένος πλήθος λίθους πολύτιμους: ρουμπίνια, τοπάζια, διαμάντια, όνυχα, βήρυλλο και ίασπι, ζαφείρια, γρανάτες και σμαράγδια˙ και το χρυσάφι ήταν κεντημένο πάνω στο στήθος σου. Τη μέρα που δημιουργήθηκες όλα αυτά είχαν κιόλας ετοιμαστεί. Σε είχα βάλει φύλακα χερούβ στο άγιο μου όρος και περπατούσες ανάμεσα σε λαμπερά πετράδια. Ήσουν τέλειος στη συμπεριφορά σου από την ημέρα που πλάστηκες, ωσότου αμάρτησες. Με το δραστήριο εμπόριό σου οδηγήθηκες στη βία και στην αδικία. Γι’ αυτό κι εγώ σε πέταξα σαν μολυσμένο πράγμα από το όρος μου, φύλακα χερούβ, σε έσπρωξα μέσα από τα πολύτιμα πετράδια σου στην καταστροφή. Επειδή ήσουν όμορφος περηφανεύτηκες˙ επειδή ήσουν δοξασμένος η σοφία σου διαφθάρηκε. Γι’ αυτό σε πέταξα στη γη και σε παρέδωσα στην κοινή θέα τών άλλων βασιλιάδων. Με πολλές παρανομίες που έκανες στο εμπόριό σου, μόλυνες τους τόπους της λατρείας σου. Γι’ αυτό έβαλα φωτιά στην πόλη σου για να καταστραφείς και να γίνεις στάχτη πάνω στη γη, μπροστά στην κοινή θέα. Όλοι όσοι σε γνώριζαν ανάμεσα στα έθνη τρόμαξαν με το κατάντημά σου˙ έφτασες σε τέλος φοβερό κι εκεί θα μείνεις για πάντα»”Ιεζεκιήλ 28:11 – 19
Εφόσον λοιπόν η πτώση τού μη φύσει κακού διαβόλου εκλαμβάνεται ως ελεύθερη διακοπή τής κοινωνίας τής αγάπης μετά του Θεού, τονίζεται από τονΜέγα Βασίλειο, ότι τουλάχιστον στην αρχή υπήρχε η κάποια δυνατότητα μετάνοιας για τον εκπεσόντα άγγελο, καθώς επίσης και για τους αγγέλους που τον είχαν ακολουθήσει στην πτώση. Θα μπορούσε ενδεχομένως ο Εωσφόρος διά του εξιλασμού και της μετάνοιας να θεραπεύσει τον εαυτό του και έτσι να αποκατασταθεί “εις το εξ αρχής” δηλαδή στην αρχική του κατάσταση πριν να εκπέσει. Μετά όμως την δημιουργία τού ορατού κόσμου και την πλάση τού ανθρώπου, η αποξένωση και η απομάκρυνση του από το Θεό κατέστη οριστική, γιατί ο διάβολος κινούμενος από φθόνο ο οποίος τον κυρίευσε “εφόνευσε” διά της αμαρτίας τον “τετιμημένον” άνθρωπο και επέφερε τον θάνατο. Η πράξη αυτή τού διαβόλου ήταν ουσιαστικά πράξη αυτοκαταστροφής και ανοησίας, γιατί “καθ’ εαυτού τεχνάσας έλαβεν ο κατά του ανθρώπου μεμηχανάται, ουδέν τοσούτον εκείνον ζημιώσας, ον ήλπισεν απαλλοτριώσειν Θεού και ζωής αιωνίου, όσον εαυτόν προδούς, αποστάτης του Θεού γεγονώς, και θανάτω καταδικασθείς αιωνίω”.
Κριτική στις θέσεις για την πτώση των αγγέλων και του Εωσφόρου τούΜεγάλου Βασιλείου και των άλλωνΚαππαδοκών Πατέρων (Γρηγορίου Θεολόγου και Γρηγορίου Νύσσης), ασκεί τους νεότερους χρόνους ο Otis. Ξεκινώντας από τις προσωπικές του φιλοσοφικές προϋποθέσεις και από την μη πλήρη κατανόηση τών Πατερικών κειμένων καταλήγει σε εσφαλμένα συμπεράσματα. Συγκεκριμένα αναλύοντας τα χωρία τού Μεγάλου Βασιλείου που αναφέρονται στην πτώση τών αγγέλων, συμπεραίνει πως οιΚαππαδόκες ταυτίζοντας την αμαρτία με την άγνοια κατά το πλατωνικό πρότυπο, αδυνατούν να ερμηνεύσουν την υπό του Εωσφόρου διαπραχθείσα αμαρτία, εφόσον η αμαρτία γενικά συνδέεται με την σαρκική συσκότιση τής διάνοιας τών πνευμάτων, ο δε Εωσφόρος ως πνεύμα δεν δεσμεύεται ούτε υπόκειται στην υλική φύση. Συνεπώς – σύμφωνα με τον Otis – επειδή οιΚαππαδόκες δεν δέχονται ότι είναι δυνατόν μια πνευματική άϋλη ύπαρξη να διαπράξει με πλήρη επίγνωση τής πράξης κάποια αμαρτία, και επιπλέον επειδή απέρριψαν την περί κορεσμού διδασκαλία τού Ωριγένη, αδυνατούν να δώσουν ικανοποιητική λύση στο πρόβλημα τής πτώσης τού διαβόλου.
Οι απόψεις όμως του Otis πάσχουν σε πολλά σημεία. Πρώτον και κύριον παραγνωρίζει εντελώς την σημασία τού αυτεξούσιου τών αοράτων δυνάμεων, αλλά και του σχετικού τής τελειότητας αυτών, όπως έχουμε προαναφέρει. Επιπλέον συγχέει και δεν διαχωρίζει την κατάσταση τών άϋλων όντων, πριν και μετά την πτώση τού Εωσφόρου και έτσι δεν λαμβάνει υπόψη του την περαιτέρω πρόοδο αυτών προς το καλό ή το κακό. Γι’ αυτό και παρουσιάζει τον Μεγάλο Βασίλειο ως ευρισκόμενο σε πλήρη λογική ανακολουθία και σύγχυση και ως υποπίπτοντα σε συνεχείς αντιφάσεις φρονώντας πως οι άγγελοι
1. δεν επιδέχονται αλλοίωση και χαρακτηρίζονται για το “μόνιμο εις αρετήν”
2. δημιουργήθηκαν τέλειοι από την αρχή
3. η αγιότητα έγινε συστατικό τής ουσίας τους
Ενώ λοιπόν – πάντα κατά τον Otis – ο Μεγάλος Βασίλειος υποστηρίζει τα ανωτέρω εκτεθέντα, ταυτόχρονα ερχόμενος σε αντίφαση υποστηρίζει ότι
α. είναι δυνατόν η τροπή των αγγέλων από την ισόρροπη θέση μεταξύ τού καλού και του κακού
β. αναφέρεται στο μίσος τού Εωσφόρου κατά του Θεού
γ. τονίζει το αυτεξούσιο τών λογικών όντων              
Ο Otis φτάνει στα παραπάνω συμπεράσματα για τις “αντινομίες” τού Μεγάλου Βασιλείου, παρανοήσας βασικά χωρία της διδασκαλίας του, όπως λόγου χάρη το αναφερόμενο “Εις 44 Ψαλμόν 1” (PG 29, 388C), στο οποίο αναφέρεται πως οι άγγελοι δεν υφίστανται αλλοίωση. Ο Otis παρανοώντάς το, το ερμηνεύει το χωρίο αυτό, ως αφορών την ηθική κατάσταση των αγγέλων, ενώ η πραγματική του ερμηνεία έχει να κάνει με την φυσική κατάσταση τών αγγέλων, η οποία δεν υπόκειται στη φθοροποιό ροή του χρόνου. Πρέπει επίσης στο σημείο αυτό να σημειωθεί και η Ορθόδοξος Παράδοση η οποία δέχεται πως όλα τα όνταελεύθερα κινούνται προς τον Θεό ή απομακρύνονται από αυτόν. Έτσι και οι άγγελοι σαν σχετικά τέλεια όντα επιθυμούν την τελείωση, η οποία προοδευτικά πραγματοποιούμενη έφθασε, ιδίως δε, μετά την πτώση τού Εωσφόρου, σε τέτοιο σημείο, ώστε να θεωρείται αδύνατο το ενδεχόμενο τής μελλοντικής πτώσης τους.
Η ηθική πρόοδος αυτών αποδεικνύεται κατά πρώτον όταν “εστερεώθησαν” κατά την δημιουργία τους, με αποτέλεσμα να είναι δυσκίνητοι από το αγαθό, στη συνέχεια δε, κατά την δοκιμασία τους, όταν εξέπεσε ο Εωσφόρος και τα συν αυτώ πνεύματα, δεδομένου πως όλοι οι άγγελοι είχαν την δυνατότητα και την ευκαιρία να αποστατήσουν, αλλά “διεσώσατο αυτούς της αγάπης του Θεού το ακόρεστον”, ενώ “απόβλητον έδειξεν (τον διάβολον) η εκ Θεού αναχώρησις”. Γι’ αυτό κατά τον Μέγα Βασίλειο η σταδιακή βύθιση τού Εωσφόρου στο κακό είναι κατά κάποιο τρόπο ανάλογη με την προοδευτική επιτυγχανόμενη τελειότητα των αγγέλων.
Θεμελιώδης γνώρισμα τής Ορθόδοξης διδασκαλίας για τις σχέσεις τών λογικών όντων με το Θεό είναι η δυναμική φορά που αναπτύσσεται μεταξύ αυτών. Έτσι και η ηθική κατάσταση τών αγγέλων ουδέποτε θεωρήθηκε ως κάτι το στατικό και αμετάβλητο, αλλά αποτέλεσε κοινή πεποίθηση, ότι επειδή αυτοί “παρέμειναν πιστοί στον Θεό διατήρησαν την φυσική τους αγιότητα και με την βοήθεια της θείας χάρης τελειώθησαν, φθάνοντας στη μέγιστη ηθική τελειότητα, γινόμενοι όλοι ακίνητοι προς την αμαρτία”.
Κάθε φορά λοιπόν που οι Πατέρες έχουν υπόψη την κατάσταση των αγγέλων πριν την πτώση του διαβόλου, αποκαλούν αυτούς “δυσμεταπτώτους” ή “δυσκινήτους” από το αγαθό. Κάθε φορά όμως που αναφέρονται στην κατάστασή τους μετά την δοκιμασία που πέρασαν και την αποστασία τούδιαβόλου, όταν λόγω της αυτεξούσιας επιμονής τους στο αγαθό στερεώθηκαν ακόμη περισσότερο από το Άγιο Πνεύμα, τους χαρακτηρίζουν “ακίνητους” ή “αμετακίνητους” στο αγαθό. Έτσι μπορεί να ερμηνευτεί και η κατά τον Otis“ασυνέπεια” της σκέψης των Καππαδοκών όσον αφορά την όλη διδασκαλία αυτών για τους αγγέλους. Ενισχυτικό τούτου είναι και η άριστα διατυπωμένη Ορθόδοξη θέση για τους αγγέλους από τον Ιωάννη Δαμασκηνό “δυσκίνητοι προς το κακόν, αλλ’ ουκ ακίνητοι … νυν δε ακίνητοι”.

Σημειώσεις
1. Ο Εωσφόρος και η Αυγή θεωρούνταν στην φοινικική θρησκεία θεϊκά όντα

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Δημητρίου Γ. Τσάμη: Θέματα Πατερικής Θεολογίας, Εκδόσεις Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1976     
2. Αγία Γραφή της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρείας
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...