Ιερός Αυγουστίνος.
Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ιερός Αυγουστίνος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ιερός Αυγουστίνος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Πέμπτη, Απριλίου 20, 2017
Σε κανέναν από αυτούς δεν διάβασα: ''έλθετε προς εμέ πάντες οι κοπιώντες
Τετάρτη, Ιουλίου 22, 2015
Τὸ ποτὸ τοῦ Θεοῦ
Ἅγιος Αὐγουστῖνος
Στόν κόσμο πού ζοῦμε ἕνα πρᾶγμα εἶναι βέβαιο: ὁ θάνατος· κάποια στιγμή, ὅλοι μας, θά ἀφήσουμε αὐτή τήν ζωή· βιολογικά, θά πάψουμε νά ὑπάρχουμε.
Ὅλα τά ὡραῖα τοῦ κόσμου τούτου χαρακτηρίζονται ἀπό τήν σφραγίδα τῆς φθορᾶς· τῆς ἀστάθειας· τῆς ἀβεβαιότητας. Ὅπου κι ἄν στρέψεις τό βλέμμα σου θά ἰδεῖς, κυρίαρχο στοιχεῖο τήν ρευστότητα. Ἀκόμη καί ἡ δική μας παρουσία ἐπάνω στήν γῆ εἶναι μία περιπλάνηση. Ζοῦμε χωρίς μόνιμη κατοικία. Στό σπίτι πού σύ τώρα ζεῖς, θά σέ διαδεχθῆ κάποιος ἄλλος, ὅπως καί σύ διαδέχθηκες τόν προκάτοχό του. Τό ἀληθινό μας σπίτι εἶναι κάπου ἀλλοῦ. Στόν οὐρανό. Καί νά, τό παράξενο: δέν ξέρομε πότε θά ἀναχωρήσωμε· πότε θά ἀκούσωμε τήν φωνή τοῦ Πατέρα μας νά μᾶς καλεῖ νά γυρίσωμε στό σπίτι Του· στό σπίτι μας.
Πόσο ὄμορφη εἶναι ἡ ζωή! Τί γλυκειά πού εἶναι ἡ ζωή!
Ὅλοι μας ἔχομε ἀνάγκη καί ἀπό λίγη ἀναψυχή· λίγη «χαλάρωση», γιά νά μπορέσωμε νά συνεχίσωμε αὐτό τό ἐπίγειο προσκύνημά μας. Βέβαια, μέ τήν «χαλάρωση» δέν ἐννοῶ τήν ἁμαρτωλή διασκέδαση, οὔτε τήν σπατάλη. Γιά ρίξε μιά ματιά στόν ἄνθρωπο πού κατάλαβε ποῦ βρίσκεται ἡ πραγματική χαρά. Γι᾿ αὐτόν, ἀναψυχή εἶναι τό ζεστό περιβάλλον τῆς οἰκογένειάς του καί ἡ ἀνέμελη ζωή τῆς ἁπλότητας.
Ὅμως. Ὅσο ἀθῶα κι ἄν ζεῖ κανείς, ἀπολαμβάνοντας τήν ὀμορφιά τῆς ζωῆς καί τά ὡραῖα τοῦ κόσμου, διατρέχει τόν μέγιστο κίνδυνο: νά λησμονήσει τήν ἀληθινή του πατρίδα· τό πατρικό του σπίτι. Γι᾿ αὐτό, ὁ πανάγαθος Πατέρας, βλέποντας τό παιδί Του, μέσα στήν χαρά τῆς ζωῆς, νά ἀποπροσανατολίζεται, θέλοντας νά συμμετέχει καί αὐτός στήν χαρά του, τοῦ προσφέρει τό δικό Του ποτό: ἕνα μεῖγμα, δικῆς Του κατασκευῆς. Τοῦ ἀνακατεύει:
•τά χαρούμενα μέ τά λυπηρά·
•τά εὐχάριστα μέ τά δυσάρεστα·
•τά γλυκά μέ τά πικρά.
Γι᾿ αὐτό, καί σύ ἀδελφέ, μή κάνεις τό λάθος καί ἀπελπίζεσαι, ὅταν στήν πορεία τῆς ζωῆς σου δοκιμάζεις πίκρες, πόνο καί θλίψη. Τό ποτό τοῦ Θεοῦ, γιά σένα πού ταξιδεύεις γιά τήν ἀληθινή σου πατρίδα, εἶναι εὐεργεσία καί προστασία, ὥστε νά μή νομίσεις τό ξενοδοχεῖο (τήν παρούσα ζωή) σάν τήν μόνιμη κατοικία σου (τήν αἰώνια ζωή).
Θυμίσου, τότε, καί τό πάθημα τοῦ Πέτρου. Μέ μιά διαφορά: Ἐκεῖνος, περπάτησε ἐπάνω στά νερά μιᾶς λίμνης. Ἐσύ, περπατᾶς ἐπάνω στά νερά τῆς θάλασσας τοῦ κόσμου τούτου. Γιά σένα, κύματα εἶναι οἱ δοκιμασίες· καί φουρτούνα οἱ πειρασμοί· γύρω σου, οἱ ἄνθρωποι σάν ἄλλα ψάρια, «σκοτώνονται» ποιός θά καταβροχθίσει τόν ἄλλο. Ἐσύ ὅμως, μή φοβᾶσαι! Μή δειλιάζεις! Ξεκίνα. Περπάτα ἐπάνω στά νερά μέ σταθερότητα καί ἐμπιστοσύνη σέ Ἐκεῖνον πού σέ πρόσταξε νά περπατήσεις, γιά νά μή βυθισθεῖς. Ὁ Πέτρος φώναξε: ἐάν πράγματι εἶσαι Σύ Κύριε, πρόσταξε νά ἔρθω κοντά Σου. Τοῦ εἶπε ὁ Χριστός: Ἐμπρός, ἔλα! Ὁ Πέτρος ἄκουσε, ὑπάκουσε καί ξεκίνησε νά περπατάει ἐπάνω στά νερά. Ὅταν ὅμως, νοῦς καί καρδιά ἔπαυσαν νά ἀτενίζουν τόν Χριστό, ἄρχισε νά βουλιάζει. Καί μέσα στήν ἀπελπισία του φώναξε: «Κύριε, χάνομαι, σῶσε με». Καί ὁ Χριστός τόν ἅρπαξε ἀπό τό χέρι.
Καί ἐσύ, ἀδελφέ μου, τό ἴδιο κάμε. Ὅταν δυσκολεύεσαι νά πιεῖς τό ποτό πού σοῦ ἔφτιαξε ὁ Χριστός, φώναξε Του ὅπως ὁ Πέτρος: Κύριε, χάνομαι! Ἅπλωσε τό παντοδύναμο Σου χέρι καί κράτα με στήν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας γιά νά μήν πνιγῶ, νά μή χαθῶ! Καί τότε, θά Τόν ἰδεῖς νά ἁπλώνει τό χέρι Του καί νά σέ κρατάει γερά ἐπάνω ἀπό τά νερά.
Πέμπτη, Ιουλίου 16, 2015
Τὸ ποτὸ τοῦ Θεοῦ - Ἅγιος Αὐγουστῖνος
Στόν κόσμο πού ζοῦμε ἕνα πρᾶγμα εἶναι βέβαιο: ὁ θάνατος· κάποια στιγμή, ὅλοι μας, θά ἀφήσουμε αὐτή τήν ζωή· βιολογικά, θά πάψουμε νά ὑπάρχουμε.
Ὅλα τά ὡραῖα τοῦ κόσμου τούτου χαρακτηρίζονται ἀπό τήν σφραγίδα τῆς φθορᾶς· τῆς ἀστάθειας· τῆς ἀβεβαιότητας. Ὅπου κι ἄν στρέψεις τό βλέμμα σου θά ἰδεῖς, κυρίαρχο στοιχεῖο τήν ρευστότητα. Ἀκόμη καί ἡ δική μας παρουσία ἐπάνω στήν γῆ εἶναι μία περιπλάνηση. Ζοῦμε χωρίς μόνιμη κατοικία. Στό σπίτι πού σύ τώρα ζεῖς, θά σέ διαδεχθῆ κάποιος ἄλλος, ὅπως καί σύ διαδέχθηκες τόν προκάτοχό του. Τό ἀληθινό μας σπίτι εἶναι κάπου ἀλλοῦ. Στόν οὐρανό. Καί νά, τό παράξενο: δέν ξέρομε πότε θά ἀναχωρήσωμε· πότε θά ἀκούσωμε τήν φωνή τοῦ Πατέρα μας νά μᾶς καλεῖ νά γυρίσωμε στό σπίτι Του· στό σπίτι μας.
Πόσο ὄμορφη εἶναι ἡ ζωή! Τί γλυκειά πού εἶναι ἡ ζωή!
Ὅλοι μας ἔχομε ἀνάγκη καί ἀπό λίγη ἀναψυχή· λίγη «χαλάρωση», γιά νά μπορέσωμε νά συνεχίσωμε αὐτό τό ἐπίγειο προσκύνημά μας. Βέβαια, μέ τήν «χαλάρωση» δέν ἐννοῶ τήν ἁμαρτωλή διασκέδαση, οὔτε τήν σπατάλη. Γιά ρίξε μιά ματιά στόν ἄνθρωπο πού κατάλαβε ποῦ βρίσκεται ἡ πραγματική χαρά. Γι᾿ αὐτόν, ἀναψυχή εἶναι τό ζεστό περιβάλλον τῆς οἰκογένειάς του καί ἡ ἀνέμελη ζωή τῆς ἁπλότητας.
Ὅμως. Ὅσο ἀθῶα κι ἄν ζεῖ κανείς, ἀπολαμβάνοντας τήν ὀμορφιά τῆς ζωῆς καί τά ὡραῖα τοῦ κόσμου, διατρέχει τόν μέγιστο κίνδυνο: νά λησμονήσει τήν ἀληθινή του πατρίδα· τό πατρικό του σπίτι. Γι᾿ αὐτό, ὁ πανάγαθος Πατέρας, βλέποντας τό παιδί Του, μέσα στήν χαρά τῆς ζωῆς, νά ἀποπροσανατολίζεται, θέλοντας νά συμμετέχει καί αὐτός στήν χαρά του, τοῦ προσφέρει τό δικό Του ποτό: ἕνα μεῖγμα, δικῆς Του κατασκευῆς. Τοῦ ἀνακατεύει:
•τά χαρούμενα μέ τά λυπηρά·
•τά εὐχάριστα μέ τά δυσάρεστα·
•τά γλυκά μέ τά πικρά.
Γι᾿ αὐτό, καί σύ ἀδελφέ, μή κάνεις τό λάθος καί ἀπελπίζεσαι, ὅταν στήν πορεία τῆς ζωῆς σου δοκιμάζεις πίκρες, πόνο καί θλίψη. Τό ποτό τοῦ Θεοῦ, γιά σένα πού ταξιδεύεις γιά τήν ἀληθινή σου πατρίδα, εἶναι εὐεργεσία καί προστασία, ὥστε νά μή νομίσεις τό ξενοδοχεῖο (τήν παρούσα ζωή) σάν τήν μόνιμη κατοικία σου (τήν αἰώνια ζωή).
Θυμίσου, τότε, καί τό πάθημα τοῦ Πέτρου. Μέ μιά διαφορά: Ἐκεῖνος, περπάτησε ἐπάνω στά νερά μιᾶς λίμνης. Ἐσύ, περπατᾶς ἐπάνω στά νερά τῆς θάλασσας τοῦ κόσμου τούτου. Γιά σένα, κύματα εἶναι οἱ δοκιμασίες· καί φουρτούνα οἱ πειρασμοί· γύρω σου, οἱ ἄνθρωποι σάν ἄλλα ψάρια, «σκοτώνονται» ποιός θά καταβροχθίσει τόν ἄλλο. Ἐσύ ὅμως, μή φοβᾶσαι! Μή δειλιάζεις! Ξεκίνα. Περπάτα ἐπάνω στά νερά μέ σταθερότητα καί ἐμπιστοσύνη σέ Ἐκεῖνον πού σέ πρόσταξε νά περπατήσεις, γιά νά μή βυθισθεῖς. Ὁ Πέτρος φώναξε: ἐάν πράγματι εἶσαι Σύ Κύριε, πρόσταξε νά ἔρθω κοντά Σου. Τοῦ εἶπε ὁ Χριστός: Ἐμπρός, ἔλα! Ὁ Πέτρος ἄκουσε, ὑπάκουσε καί ξεκίνησε νά περπατάει ἐπάνω στά νερά. Ὅταν ὅμως, νοῦς καί καρδιά ἔπαυσαν νά ἀτενίζουν τόν Χριστό, ἄρχισε νά βουλιάζει. Καί μέσα στήν ἀπελπισία του φώναξε: «Κύριε, χάνομαι, σῶσε με». Καί ὁ Χριστός τόν ἅρπαξε ἀπό τό χέρι.
Καί ἐσύ, ἀδελφέ μου, τό ἴδιο κάμε. Ὅταν δυσκολεύεσαι νά πιεῖς τό ποτό πού σοῦ ἔφτιαξε ὁ Χριστός, φώναξε Του ὅπως ὁ Πέτρος: Κύριε, χάνομαι! Ἅπλωσε τό παντοδύναμο Σου χέρι καί κράτα με στήν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας γιά νά μήν πνιγῶ, νά μή χαθῶ! Καί τότε, θά Τόν ἰδεῖς νά ἁπλώνει τό χέρι Του καί νά σέ κρατάει γερά ἐπάνω ἀπό τά νερά.
πηγή
Τρίτη, Φεβρουαρίου 24, 2015
Αγίου Αυγουστίνου – Μέ τό βλέμμα στήν αἰωνιότητα
Οἱ
ψυχές πού ἀγάπησαν τόν Χριστό καί γεύθηκαν ὅτι «χρηστός ὁ Κύριος»,
ποθοῦν καί λαχταροῦν τήν τέλεια ἕνωση μαζί του. Ἀπό τήν κοιλάδα αὐτή τοῦ
κλαυθμῶνος συχνά στρέφουν γεμᾶτο νοσταλγία τό βλέμμα πρός τήν οὐράνια
χώρα τῆς αἰωνιότητος, ὅπου θά γίνει ἡ ποθητή συνάντηση. Ἡ ἐνατένιση αὐτή
τούς δίνει δύναμη καί κουράγιο γιά τούς ἀγῶνες τῆς ζωῆς ἀλλά καί
θερμαίνει τήν ἐπιθυμία νά βρεθοῦν γρήγορα στήν αἰωνιότητα. Τά αἰσθήματα
αὐτά ἐξομολογεῖται ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος σέ μιά προσευχή του, ἀπόσπασμα τῆς ὁποίας παραθέτουμε σέ ἐλεύθερη ἀπόδοση.
Ἔλα Σωτήρα μας, ποθητέ σέ ὅλους. Φανέρωσε τό πρόσωπό σου καί θά σωθοῦμε. Ἔλα φῶς μου, λυτρωτή μου. Βγάλε με ἀπό τή φυλακή γιά νά δοξολογήσω τ’ ὄνομά Σου. Μέχρι πότε ὁ δυστυχής θά ρίχνομαι στά κύματα αὐτῆς τῆς θνητῆς ζωῆς; Σοῦ κραυγάζω, Κύριε, δέν θά μ’ ἀκούσεις; Ἄκουσέ με πού σέ κράζω ἀπό τήν μεγάλη αὐτή θάλασσα καί βγάλε με στό λιμάνι τῆς αἰωνίου μακαριότητος.
Εὐτυχεῖς ἐκεῖνοι πού ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τούς κινδύνους αὐτῆς τῆς θάλασσας καί ἀξιώθηκαν νά φθάσουν σέ σένα, τό ἀσφαλέστατο λιμάνι. Ὤ, πράγματι, εἶναι εὐτυχεῖς ὅσοι ἔφθασαν ἀπ’ τό πέλαγος στό γιαλό, ἀπό τήν ξενιτιά στήν πατρίδα, ἀπό τήν φυλακή στά ἀνάκτορα!… Μακάριοι ἐκεῖνοι, πού ἀπό αὐτή τή ζωή, τή γεμάτη ναυάγια, ἀξιώθηκαν νά φθάσουν σέ τέτοια εὐφροσύνη, καί δυστυχισμένοι ἐμεῖς, πού σέρνουμε τό σκάφος μας ἀνάμεσα στά κύματα, στήν καταιγίδα καί τή φουρτούνα αὐτῆς τῆς μεγάλης θάλασσας. Δέν ξέρουμε ἄν μπορέσουμε νά φθάσουμε στό λιμάνι τῆς σωτηρίας. Δυστυχισμένοι, γιατί ἡ ζωή μας περνᾶ στήν ξενιτιά, σέ κίνδυνο κι ἔχει ἀμφίβολο τό τέλος της. Δέν ξέρουμε ποῦ θά καταλήξουμε, γιατί ὅλα τά μελλοντικά εἶναι ἄγνωστα, ἀλλά ἐνῶ ταλαιπωρούμαστε ἀπό τά κύματα μέσα στό πέλαγος, ἀγκαλιάζουμε μέ τή σκέψη μας τό λιμάνι. Ὦ πατρίδα μας, γεμάτη ἀσφάλεια, ἀπό μακριά σέ βλέπουμε, σέ χαιρετοῦμε ἀπό τή θάλασσα αὐτή· ἀπ’ αὐτή τήν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος ὑψώνουμε σέ σένα τό πνεῦμα μας καί ἀγωνιζόμαστε μέ δάκρυα, μήπως μπορέσουμε ν’ ἀράξουμε σέ σένα, ἐλπίδα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Χριστέ, Θεέ μας, δύναμη καί καταφύγιό μας, πού τό φῶς σου στέλνει τίς ἀκτῖνες του στά μάτια μας σάν ἄστρο μέσα στά σκοτεινά σύννεφα τῆς θαλασσοταραχῆς, ὁδήγησέ μας στό λιμάνι, κυβέρνησε τό πλοῖο μας μέ τό δεξί σου χέρι καί μέ τά καρφιά τοῦ σταυροῦ σου, γιά νά μή χαθοῦμε στά κύματα, γιά νά μή μᾶς βυθίσει ἡ ταραχή τοῦ νεροῦ καί νά μή μᾶς καταπιεῖ ὁ βυθός. Ἀλλά μέ τό ἀγκίστρι τοῦ σταυροῦ σου τράβηξέ μας ἀπ’ αὐτό τό πέλαγος. Σέ σένα, τή μόνη μας παρηγοριά, πού σάν ἄστρο τῆς αὐγῆς καί ἥλιος δικαιοσύνης στέκεσαι στό γιαλό τῆς πατρίδας μας καί μᾶς περιμένεις, ὑψώνουμε τά δακρυσμένα μάτια μας.
Δῶσ’ μας, Κύριε, ἔτσι νά περάσουμε ἀνάμεσα ἀπό τή σκύλλα καί τή χάρυβδη, ὥστε ξεφεύγοντας καί τούς δύο κινδύνους, μαζί μέ τό σκάφος καί τήν πραμάτεια του, νά φθάσουμε μέ ἀσφάλεια στό λιμάνι.
Ἔλα Σωτήρα μας, ποθητέ σέ ὅλους. Φανέρωσε τό πρόσωπό σου καί θά σωθοῦμε. Ἔλα φῶς μου, λυτρωτή μου. Βγάλε με ἀπό τή φυλακή γιά νά δοξολογήσω τ’ ὄνομά Σου. Μέχρι πότε ὁ δυστυχής θά ρίχνομαι στά κύματα αὐτῆς τῆς θνητῆς ζωῆς; Σοῦ κραυγάζω, Κύριε, δέν θά μ’ ἀκούσεις; Ἄκουσέ με πού σέ κράζω ἀπό τήν μεγάλη αὐτή θάλασσα καί βγάλε με στό λιμάνι τῆς αἰωνίου μακαριότητος.
Εὐτυχεῖς ἐκεῖνοι πού ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τούς κινδύνους αὐτῆς τῆς θάλασσας καί ἀξιώθηκαν νά φθάσουν σέ σένα, τό ἀσφαλέστατο λιμάνι. Ὤ, πράγματι, εἶναι εὐτυχεῖς ὅσοι ἔφθασαν ἀπ’ τό πέλαγος στό γιαλό, ἀπό τήν ξενιτιά στήν πατρίδα, ἀπό τήν φυλακή στά ἀνάκτορα!… Μακάριοι ἐκεῖνοι, πού ἀπό αὐτή τή ζωή, τή γεμάτη ναυάγια, ἀξιώθηκαν νά φθάσουν σέ τέτοια εὐφροσύνη, καί δυστυχισμένοι ἐμεῖς, πού σέρνουμε τό σκάφος μας ἀνάμεσα στά κύματα, στήν καταιγίδα καί τή φουρτούνα αὐτῆς τῆς μεγάλης θάλασσας. Δέν ξέρουμε ἄν μπορέσουμε νά φθάσουμε στό λιμάνι τῆς σωτηρίας. Δυστυχισμένοι, γιατί ἡ ζωή μας περνᾶ στήν ξενιτιά, σέ κίνδυνο κι ἔχει ἀμφίβολο τό τέλος της. Δέν ξέρουμε ποῦ θά καταλήξουμε, γιατί ὅλα τά μελλοντικά εἶναι ἄγνωστα, ἀλλά ἐνῶ ταλαιπωρούμαστε ἀπό τά κύματα μέσα στό πέλαγος, ἀγκαλιάζουμε μέ τή σκέψη μας τό λιμάνι. Ὦ πατρίδα μας, γεμάτη ἀσφάλεια, ἀπό μακριά σέ βλέπουμε, σέ χαιρετοῦμε ἀπό τή θάλασσα αὐτή· ἀπ’ αὐτή τήν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος ὑψώνουμε σέ σένα τό πνεῦμα μας καί ἀγωνιζόμαστε μέ δάκρυα, μήπως μπορέσουμε ν’ ἀράξουμε σέ σένα, ἐλπίδα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Χριστέ, Θεέ μας, δύναμη καί καταφύγιό μας, πού τό φῶς σου στέλνει τίς ἀκτῖνες του στά μάτια μας σάν ἄστρο μέσα στά σκοτεινά σύννεφα τῆς θαλασσοταραχῆς, ὁδήγησέ μας στό λιμάνι, κυβέρνησε τό πλοῖο μας μέ τό δεξί σου χέρι καί μέ τά καρφιά τοῦ σταυροῦ σου, γιά νά μή χαθοῦμε στά κύματα, γιά νά μή μᾶς βυθίσει ἡ ταραχή τοῦ νεροῦ καί νά μή μᾶς καταπιεῖ ὁ βυθός. Ἀλλά μέ τό ἀγκίστρι τοῦ σταυροῦ σου τράβηξέ μας ἀπ’ αὐτό τό πέλαγος. Σέ σένα, τή μόνη μας παρηγοριά, πού σάν ἄστρο τῆς αὐγῆς καί ἥλιος δικαιοσύνης στέκεσαι στό γιαλό τῆς πατρίδας μας καί μᾶς περιμένεις, ὑψώνουμε τά δακρυσμένα μάτια μας.
Δῶσ’ μας, Κύριε, ἔτσι νά περάσουμε ἀνάμεσα ἀπό τή σκύλλα καί τή χάρυβδη, ὥστε ξεφεύγοντας καί τούς δύο κινδύνους, μαζί μέ τό σκάφος καί τήν πραμάτεια του, νά φθάσουμε μέ ἀσφάλεια στό λιμάνι.
Πέμπτη, Ιουλίου 03, 2014
Τὰ ἔξω καὶ τὰ ἔσω -Ἅγιος Αὐγουστῖνος
«Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω».
Ὅποιος διψάει, ἄς τρέξει. Πῶς θά τρέξει; Ὄχι μέ τά πόδια. Ὄχι μέ κάποια μετακίνηση ἐξωτερική, σωματική. Ἀλλά μέ μιά κίνηση ἐσωτερική· μέ μιά κίνηση τοῦ ἔσω ἀνθρώπου. Ἀλλιῶς κάνομε μιά μετακίνηση μέ τό σῶμα· καί ἀλλιῶς μέ τήν καρδιά.
Μετακινεῖται σωματικά ἐκεῖνος πού μέ μιά κίνηση ἀλλάζει θέση. Μετακινεῖται ψυχικά, ἐκεῖνος πού μέ μιά κίνηση τῆς καρδιᾶς, ἀλλάζει ἐσωτερική διάθεση. Τό βλέπεις λοιπόν; Ἄν κάτι ἄλλο ἀγαποῦσες μέχρι τώρα, καί ἄλλο ἀγαπᾶς τώρα, δέν εἶσαι πιά ἐκεῖ πού ἤσουν· ἔχεις ἀλλάξει θέση καί διάθεση.
* * *
Ἔχομε δίψα ἐξωτερική· καί δίψα ἐσωτερική. Ἡ δίψα ἡ ἐξωτερική φαίνεται· ἡ ἐσωτερική δέν φαίνεται. Ναί· δέν φαίνεται· ἀλλά ἔχει πολύ πιό μεγάλη ἀξία ἀπό ἐκείνη πού φαίνεται. Γιατί γενικά ὁ ἔσω ἄνθρωπος ἔχει πολύ πιό μεγάλη ἀξία ἀπό τόν ἔξω.
Θέλεις παράδειγμα;
Λέμε γιά κάποιον: «Αὐτός ζεῖ ἄσχημα». Τό λέμε γιά ἐκεῖνον, πού ἀδιαφορώντας γιά τίς ἐπιταγές τοῦ ἔσω ἀνθρώπου, κάνει ὅ,τι τοῦ ζητάει ὁ ἔξω ἄνθρωπος, τό σῶμα!
Καί πάλι λέμε: «Αὐτός ζεῖ καλά». Καί ἐννοῦμε, ὅτι ὑπακούοντας στίς ἐπιταγές τοῦ ἔσω ἀνθρώπου, παραμερίζει ἀπό τήν ζωή του μερικές ἀπαιτήσεις τοῦ ἔξω ἀνθρώπου.
Θά εἰπεῖ κανείς: Καί λοιπόν, θά στερηθῶ ἐγώ κάθε χαρά καί κάθε ἡδονή, πού εἶναι τόσο γλυκειά, γιά ἕνα τίποτε;
Λάθος. Ὁ ἄνθρωπος δέν στερεῖται τίποτε περπατώντας στόν δρόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀντίθετα· παίρνει πιό πολλή χαρά ἀπό τόν ἐσωτερικό του κόσμο, ἀπό ὅ,τι μπορεῖ νά πάρει ἀπό τόν ἐξωτερικό, ἀπό τό σῶμα του!
* * *
Ἔχεις προσέξει κάτι; Τό ἔχεις παρατηρήσει; Καί στόν ἄλλο, στόν κάθε φίλο μας καί ἀγαπητό μας, πιό πολύ μᾶς ἀρέσει ἡ ψυχή του, παρά τό σῶμα του.
Τί ἀγαπᾶς στόν φίλο σου; Τό σῶμα του, ἤ τήν ψυχή του; Γιατί τόν ἀγαπᾶς; Γιά τό σῶμα του, ἤ γιά τόν ἐσωτερικό του κόσμο; Γιά τίς ἀρχές του! Γιά τήν καλή του καρδιά. Γιά τόν ψυχικό του κόσμο. Γιά τόν ἔσω ἄνθρωπο. Μή μοῦ εἰπεῖς, ὅτι τόν ἀγαπᾶς μόνο καί μόνο, ἐπειδή εἶναι ὄμορφος, ἤ ἐπειδή εἶναι ἔξυπνος! Τόν ἀγαπᾶς, γιατί σέ ἀγαπάει.
Ἀκόμη καί οἱ πιό ἐρωτευμένοι, ἀκόμη καί ἐκεῖνοι πού τό διακηρύττουν ὅτι ἔχουν γοητευθῆ ἀπό τήν σωματική ὀμορφιά τοῦ ἰνδάλματός τους, ὅταν εὑρίσκουν στήν ἀγάπη τους ἀνταπόκριση, τά αἰσθήματά τους βαθαίνουν! Καί ἀντίθετα, ὅταν δέν εὑρίσκουν, ὀργίζονται, θυμώνουν, βρίζουν, βράζουν, μισοῦν!
Γιατί;
Γιατί ὁ ἔσω ἄνθρωπος ἔχει πάντοτε καί σέ ὅλα προτεραιότητα ἔναντι τοῦ ἔξω ἀνθρώπου!
* * *
Ἄν λοιπόν ἐκεῖνοι πού φαίνονται ὅτι ζητοῦν κατά προτεραιότητα τήν γλύκα τοῦ ἔξω ἀνθρώπου, σέ τελική ἀνάλυση ζητοῦν κατά προτεραιότητα τήν γλύκα τοῦ ἔσω ἀνθρώπου, φαντασθῆτε, πόση ἀξία ἔχει (σέ ὅλα· καί γιά ὅλη μας τήν ζωή!) ὁ ἔσω ἄνθρωπος.
Μετάφραση: Μητροπολίτης Νικοπόλεως καὶ Πρεβέζης
Κυριακή, Ιανουαρίου 05, 2014
ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΙΑ ΝΑ ΑΓΑΠΗΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ
Ιερού Αυγουστίνου
Εσένα θα αγαπήσω, Κύριε ο Θεός μου. Θα αγαπήσω Εσένα, την ανέκφραστη χαρά της ψυχής μου. Και ολόκληρη η ζωή μου, η οποία καταναλώθηκε προηγουμένως στην απώλεια και την αθλιότητα της αμαρτίας και αναστήθηκε τώρα με την επέμβαση της δικής σου φιλανθρωπίας, θα ζει πλέον όχι για τον εαυτό μου, αλλά για Σένα. Θεέ μου εύσπλαχνε και πολυέλεε, το όνομά σου θα μείνει σ' όσους Σε αγαπούν, σε αναρίθμητες γενεές γενεών.
Γι' αυτό παρήγγειλες με τον νόμο σου, Κύριε ο Θεός μου, να Σε αγαπώ με όλη μου την καρδιά, με όλη την ισχύ μου και τις δυνάμεις μου, τις σωματικές και τις ψυχικές, κα με τους κρυφούς μου διαλογισμούς και πόθους' σ' όλες τις ώρες και στις αιφνίδιες περιστάσεις, όταν απολαμβάνω τα αγαθά του ελέους σου.
Διότι προ πολλού θα έιχα χαθεί, εάν διαρκώς δεν με υποβάσταζες. Προ πολλού θα είχα πεθάνει μέσα στην αμαρτία, εάν Συ δεν με ζωοποιούσες συνεχώς και δεν με συγκρατούσες σε κάθε αιφνίδιο πειρασμό, παρέχοντάς μου, όπου κι αν βρεθώ, τις μεγάλες ευεργεσίες σου. Όπως δεν υπάρχει σ' όλη μου τη ζωή καμιά ώρα ή στιγμή που να μη χρησιμοποιώ και απολαμβάνω τα δώρα σου, έτσι σε κάθε στιγμή του χρόνου δεν είναι δίκαιο να μην έχω Εσένα μπροστά στα μάτια μου και να μη Σε ενθυμούμαι.
Δεν είναι δίκαιο να μη Σε αγαπώ με όλη τη δύναμη της ψυχής μου. Αλλ' ούτε τούτο μπορώ να το κατορθώσω, εάν δεν μου το δώσεις Συ, Κύριε. Διότι από Σένα προέρχεται κάθε δόση αγαθή και κάθε δώρημα τέλειο. Κάθε αγαθό κατεβαίνει από Σένα, τον Πατέρα των φώτων, της αλήθειας και της ζωής, από Σένα που είσαι αμετάβλητος και απαράλλακτος, που είσαι πάντοτε φιλάνθρωπος και ελεήμων και πηγή αγαθών.
Διότι το να Σε αγαπά κάποιος δεν είναι κατόρθωμα εκείνου που αγωνίζεται και προσπαθεί, αλλά είναι δώρο δικό σου, του ελεήμονα Θεού. Ναι, δικό σου δώρο είναι, Κύριε, αυτό, διότι δικό σου είναι κάθε αγαθό. Παραγγέλλεις σε μας να Σε αγαπάμε. Χάρισέ μας λοιπόν την αγάπη αυτή, την οποία νομοθετείς, και πρόσταξε οτιδήποτε θέλεις από μας.
Αμήν.
Εσένα θα αγαπήσω, Κύριε ο Θεός μου. Θα αγαπήσω Εσένα, την ανέκφραστη χαρά της ψυχής μου. Και ολόκληρη η ζωή μου, η οποία καταναλώθηκε προηγουμένως στην απώλεια και την αθλιότητα της αμαρτίας και αναστήθηκε τώρα με την επέμβαση της δικής σου φιλανθρωπίας, θα ζει πλέον όχι για τον εαυτό μου, αλλά για Σένα. Θεέ μου εύσπλαχνε και πολυέλεε, το όνομά σου θα μείνει σ' όσους Σε αγαπούν, σε αναρίθμητες γενεές γενεών.
Γι' αυτό παρήγγειλες με τον νόμο σου, Κύριε ο Θεός μου, να Σε αγαπώ με όλη μου την καρδιά, με όλη την ισχύ μου και τις δυνάμεις μου, τις σωματικές και τις ψυχικές, κα με τους κρυφούς μου διαλογισμούς και πόθους' σ' όλες τις ώρες και στις αιφνίδιες περιστάσεις, όταν απολαμβάνω τα αγαθά του ελέους σου.
Διότι προ πολλού θα έιχα χαθεί, εάν διαρκώς δεν με υποβάσταζες. Προ πολλού θα είχα πεθάνει μέσα στην αμαρτία, εάν Συ δεν με ζωοποιούσες συνεχώς και δεν με συγκρατούσες σε κάθε αιφνίδιο πειρασμό, παρέχοντάς μου, όπου κι αν βρεθώ, τις μεγάλες ευεργεσίες σου. Όπως δεν υπάρχει σ' όλη μου τη ζωή καμιά ώρα ή στιγμή που να μη χρησιμοποιώ και απολαμβάνω τα δώρα σου, έτσι σε κάθε στιγμή του χρόνου δεν είναι δίκαιο να μην έχω Εσένα μπροστά στα μάτια μου και να μη Σε ενθυμούμαι.
Δεν είναι δίκαιο να μη Σε αγαπώ με όλη τη δύναμη της ψυχής μου. Αλλ' ούτε τούτο μπορώ να το κατορθώσω, εάν δεν μου το δώσεις Συ, Κύριε. Διότι από Σένα προέρχεται κάθε δόση αγαθή και κάθε δώρημα τέλειο. Κάθε αγαθό κατεβαίνει από Σένα, τον Πατέρα των φώτων, της αλήθειας και της ζωής, από Σένα που είσαι αμετάβλητος και απαράλλακτος, που είσαι πάντοτε φιλάνθρωπος και ελεήμων και πηγή αγαθών.
Διότι το να Σε αγαπά κάποιος δεν είναι κατόρθωμα εκείνου που αγωνίζεται και προσπαθεί, αλλά είναι δώρο δικό σου, του ελεήμονα Θεού. Ναι, δικό σου δώρο είναι, Κύριε, αυτό, διότι δικό σου είναι κάθε αγαθό. Παραγγέλλεις σε μας να Σε αγαπάμε. Χάρισέ μας λοιπόν την αγάπη αυτή, την οποία νομοθετείς, και πρόσταξε οτιδήποτε θέλεις από μας.
Αμήν.
Τρίτη, Ιουλίου 16, 2013
Τὸ ποτὸ τοῦ Θεοῦ Ἅγιος Αὐγουστῖνος
Στόν κόσμο πού ζοῦμε ἕνα πρᾶγμα εἶναι βέβαιο: ὁ θάνατος· κάποια στιγμή, ὅλοι μας, θά ἀφήσουμε αὐτή τήν ζωή· βιολογικά, θά πάψουμε νά ὑπάρχουμε.
Ὅλα τά ὡραῖα τοῦ κόσμου τούτου χαρακτηρίζονται ἀπό τήν σφραγίδα τῆς φθορᾶς· τῆς ἀστάθειας· τῆς ἀβεβαιότητας. Ὅπου κι ἄν στρέψεις τό βλέμμα σου θά ἰδεῖς, κυρίαρχο στοιχεῖο τήν ρευστότητα. Ἀκόμη καί ἡ δική μας παρουσία ἐπάνω στήν γῆ εἶναι μία περιπλάνηση. Ζοῦμε χωρίς μόνιμη κατοικία. Στό σπίτι πού σύ τώρα ζεῖς, θά σέ διαδεχθῆ κάποιος ἄλλος, ὅπως καί σύ διαδέχθηκες τόν προκάτοχό του. Τό ἀληθινό μας σπίτι εἶναι κάπου ἀλλοῦ. Στόν οὐρανό. Καί νά, τό παράξενο: δέν ξέρομε πότε θά ἀναχωρήσωμε· πότε θά ἀκούσωμε τήν φωνή τοῦ Πατέρα μας νά μᾶς καλεῖ νά γυρίσωμε στό σπίτι Του· στό σπίτι μας.
Πόσο ὄμορφη εἶναι ἡ ζωή! Τί γλυκειά πού εἶναι ἡ ζωή!
Ὅλοι μας ἔχομε ἀνάγκη καί ἀπό λίγη ἀναψυχή· λίγη «χαλάρωση», γιά νά μπορέσωμε νά συνεχίσωμε αὐτό τό ἐπίγειο προσκύνημά μας. Βέβαια, μέ τήν «χαλάρωση» δέν ἐννοῶ τήν ἁμαρτωλή διασκέδαση, οὔτε τήν σπατάλη. Γιά ρίξε μιά ματιά στόν ἄνθρωπο πού κατάλαβε ποῦ βρίσκεται ἡ πραγματική χαρά. Γι᾿ αὐτόν, ἀναψυχή εἶναι τό ζεστό περιβάλλον τῆς οἰκογένειάς του καί ἡ ἀνέμελη ζωή τῆς ἁπλότητας.
Ὅμως. Ὅσο ἀθῶα κι ἄν ζεῖ κανείς, ἀπολαμβάνοντας τήν ὀμορφιά τῆς ζωῆς καί τά ὡραῖα τοῦ κόσμου, διατρέχει τόν μέγιστο κίνδυνο: νά λησμονήσει τήν ἀληθινή του πατρίδα· τό πατρικό του σπίτι. Γι᾿ αὐτό, ὁ πανάγαθος Πατέρας, βλέποντας τό παιδί Του, μέσα στήν χαρά τῆς ζωῆς, νά ἀποπροσανατολίζεται, θέλοντας νά συμμετέχει καί αὐτός στήν χαρά του, τοῦ προσφέρει τό δικό Του ποτό: ἕνα μεῖγμα, δικῆς Του κατασκευῆς. Τοῦ ἀνακατεύει:
•τά χαρούμενα μέ τά λυπηρά·
•τά εὐχάριστα μέ τά δυσάρεστα·
•τά γλυκά μέ τά πικρά.
Γι᾿ αὐτό, καί σύ ἀδελφέ, μή κάνεις τό λάθος καί ἀπελπίζεσαι, ὅταν στήν πορεία τῆς ζωῆς σου δοκιμάζεις πίκρες, πόνο καί θλίψη. Τό ποτό τοῦ Θεοῦ, γιά σένα πού ταξιδεύεις γιά τήν ἀληθινή σου πατρίδα, εἶναι εὐεργεσία καί προστασία, ὥστε νά μή νομίσεις τό ξενοδοχεῖο (τήν παρούσα ζωή) σάν τήν μόνιμη κατοικία σου (τήν αἰώνια ζωή).
Θυμίσου, τότε, καί τό πάθημα τοῦ Πέτρου. Μέ μιά διαφορά: Ἐκεῖνος, περπάτησε ἐπάνω στά νερά μιᾶς λίμνης. Ἐσύ, περπατᾶς ἐπάνω στά νερά τῆς θάλασσας τοῦ κόσμου τούτου. Γιά σένα, κύματα εἶναι οἱ δοκιμασίες· καί φουρτούνα οἱ πειρασμοί· γύρω σου, οἱ ἄνθρωποι σάν ἄλλα ψάρια, «σκοτώνονται» ποιός θά καταβροχθίσει τόν ἄλλο. Ἐσύ ὅμως, μή φοβᾶσαι! Μή δειλιάζεις! Ξεκίνα. Περπάτα ἐπάνω στά νερά μέ σταθερότητα καί ἐμπιστοσύνη σέ Ἐκεῖνον πού σέ πρόσταξε νά περπατήσεις, γιά νά μή βυθισθεῖς. Ὁ Πέτρος φώναξε: ἐάν πράγματι εἶσαι Σύ Κύριε, πρόσταξε νά ἔρθω κοντά Σου. Τοῦ εἶπε ὁ Χριστός: Ἐμπρός, ἔλα! Ὁ Πέτρος ἄκουσε, ὑπάκουσε καί ξεκίνησε νά περπατάει ἐπάνω στά νερά. Ὅταν ὅμως, νοῦς καί καρδιά ἔπαυσαν νά ἀτενίζουν τόν Χριστό, ἄρχισε νά βουλιάζει. Καί μέσα στήν ἀπελπισία του φώναξε: «Κύριε, χάνομαι, σῶσε με». Καί ὁ Χριστός τόν ἅρπαξε ἀπό τό χέρι.
Καί ἐσύ, ἀδελφέ μου, τό ἴδιο κάμε. Ὅταν δυσκολεύεσαι νά πιεῖς τό ποτό πού σοῦ ἔφτιαξε ὁ Χριστός, φώναξε Του ὅπως ὁ Πέτρος: Κύριε, χάνομαι! Ἅπλωσε τό παντοδύναμο Σου χέρι καί κράτα με στήν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας γιά νά μήν πνιγῶ, νά μή χαθῶ! Καί τότε, θά Τόν ἰδεῖς νά ἁπλώνει τό χέρι Του καί νά σέ κρατάει γερά ἐπάνω ἀπό τά νερά.
πηγή
Τετάρτη, Ιουλίου 03, 2013
Τὰ ἔξω καὶ τὰ ἔσω Ἅγιος Αὐγουστῖνος
«Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω».
Ὅποιος διψάει, ἄς τρέξει. Πῶς θά τρέξει; Ὄχι μέ τά πόδια. Ὄχι μέ κάποια μετακίνηση ἐξωτερική, σωματική. Ἀλλά μέ μιά κίνηση ἐσωτερική· μέ μιά κίνηση τοῦ ἔσω ἀνθρώπου. Ἀλλιῶς κάνομε μιά μετακίνηση μέ τό σῶμα· καί ἀλλιῶς μέ τήν καρδιά.
Μετακινεῖται σωματικά ἐκεῖνος πού μέ μιά κίνηση ἀλλάζει θέση. Μετακινεῖται ψυχικά, ἐκεῖνος πού μέ μιά κίνηση τῆς καρδιᾶς, ἀλλάζει ἐσωτερική διάθεση. Τό βλέπεις λοιπόν; Ἄν κάτι ἄλλο ἀγαποῦσες μέχρι τώρα, καί ἄλλο ἀγαπᾶς τώρα, δέν εἶσαι πιά ἐκεῖ πού ἤσουν· ἔχεις ἀλλάξει θέση καί διάθεση.
* * *
Ἔχομε δίψα ἐξωτερική· καί δίψα ἐσωτερική. Ἡ δίψα ἡ ἐξωτερική φαίνεται· ἡ ἐσωτερική δέν φαίνεται. Ναί· δέν φαίνεται· ἀλλά ἔχει πολύ πιό μεγάλη ἀξία ἀπό ἐκείνη πού φαίνεται. Γιατί γενικά ὁ ἔσω ἄνθρωπος ἔχει πολύ πιό μεγάλη ἀξία ἀπό τόν ἔξω.
Θέλεις παράδειγμα;
Λέμε γιά κάποιον: «Αὐτός ζεῖ ἄσχημα». Τό λέμε γιά ἐκεῖνον, πού ἀδιαφορώντας γιά τίς ἐπιταγές τοῦ ἔσω ἀνθρώπου, κάνει ὅ,τι τοῦ ζητάει ὁ ἔξω ἄνθρωπος, τό σῶμα!
Καί πάλι λέμε: «Αὐτός ζεῖ καλά». Καί ἐννοῦμε, ὅτι ὑπακούοντας στίς ἐπιταγές τοῦ ἔσω ἀνθρώπου, παραμερίζει ἀπό τήν ζωή του μερικές ἀπαιτήσεις τοῦ ἔξω ἀνθρώπου.
Θά εἰπεῖ κανείς: Καί λοιπόν, θά στερηθῶ ἐγώ κάθε χαρά καί κάθε ἡδονή, πού εἶναι τόσο γλυκειά, γιά ἕνα τίποτε;
Λάθος. Ὁ ἄνθρωπος δέν στερεῖται τίποτε περπατώντας στόν δρόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀντίθετα· παίρνει πιό πολλή χαρά ἀπό τόν ἐσωτερικό του κόσμο, ἀπό ὅ,τι μπορεῖ νά πάρει ἀπό τόν ἐξωτερικό, ἀπό τό σῶμα του!
* * *
Ἔχεις προσέξει κάτι; Τό ἔχεις παρατηρήσει; Καί στόν ἄλλο, στόν κάθε φίλο μας καί ἀγαπητό μας, πιό πολύ μᾶς ἀρέσει ἡ ψυχή του, παρά τό σῶμα του.
Τί ἀγαπᾶς στόν φίλο σου; Τό σῶμα του, ἤ τήν ψυχή του; Γιατί τόν ἀγαπᾶς; Γιά τό σῶμα του, ἤ γιά τόν ἐσωτερικό του κόσμο; Γιά τίς ἀρχές του! Γιά τήν καλή του καρδιά. Γιά τόν ψυχικό του κόσμο. Γιά τόν ἔσω ἄνθρωπο. Μή μοῦ εἰπεῖς, ὅτι τόν ἀγαπᾶς μόνο καί μόνο, ἐπειδή εἶναι ὄμορφος, ἤ ἐπειδή εἶναι ἔξυπνος! Τόν ἀγαπᾶς, γιατί σέ ἀγαπάει.
Ἀκόμη καί οἱ πιό ἐρωτευμένοι, ἀκόμη καί ἐκεῖνοι πού τό διακηρύττουν ὅτι ἔχουν γοητευθῆ ἀπό τήν σωματική ὀμορφιά τοῦ ἰνδάλματός τους, ὅταν εὑρίσκουν στήν ἀγάπη τους ἀνταπόκριση, τά αἰσθήματά τους βαθαίνουν! Καί ἀντίθετα, ὅταν δέν εὑρίσκουν, ὀργίζονται, θυμώνουν, βρίζουν, βράζουν, μισοῦν!
Γιατί;
Γιατί ὁ ἔσω ἄνθρωπος ἔχει πάντοτε καί σέ ὅλα προτεραιότητα ἔναντι τοῦ ἔξω ἀνθρώπου!
* * *
Ἄν λοιπόν ἐκεῖνοι πού φαίνονται ὅτι ζητοῦν κατά προτεραιότητα τήν γλύκα τοῦ ἔξω ἀνθρώπου, σέ τελική ἀνάλυση ζητοῦν κατά προτεραιότητα τήν γλύκα τοῦ ἔσω ἀνθρώπου, φαντασθῆτε, πόση ἀξία ἔχει (σέ ὅλα· καί γιά ὅλη μας τήν ζωή!) ὁ ἔσω ἄνθρωπος.
Μετάφραση: Μητροπολίτης Νικοπόλεως καὶ Πρεβέζης
Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2012
Ὁ θάνατος τοῦ θανάτου
῎Αν σέ προβληματίζει, ἀδελφέ μου, ὁ θάνατος, τότε μάθε ὅτι στόν Χριστό αὐτός δέν ἔχει καμία ἐξουσία πλέον. Κάποια στιγμή, βεβαίως, Τόν κατέλαβε, μά ἀκριβῶς πάνω σέ τούτη τήν κυριαρχία του πέθανε καί χάθηκε. Διότι ὁ Κύριος, καθώς εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἀκατάλυτη πηγή τῆς ζωῆς, τόν θανάτωσε.
Θάρρος, λοιπόν, ὅσο κι ἄν πονοῦμε! ῾Ο θάνατος θά πεθάνει καί γιά μᾶς. Κι ἄν μέ ρωτήσεις πότε θά γίνει αὐτό τό καταπληκτικό, ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι θά συμβεῖ στό τέλος τῶν αἰώνων, ὅταν θά ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί. Τοῦτο τό πιστεύουμε ἀκράδαντα χωρίς τήν παραμικρή ἀμφιβολία. Διότι, ὅπως λέει ἡ Γραφή, «ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται», ἐνῶ ἀμέσως προσθέτει ἐκεῖνο πού ἴσως σέ φοβίζει· «ὁ δέ ἀπιστήσας κατακριθήσεται». ᾿Από τό συγκεκριμένο χωρίο συμπεραίνουμε ἀκόμη ὅτι ὁ θάνατος θά καταργηθεῖ βεβαίως σέ μᾶς, θά ὑπερισχύσει ὅμως στούς κατάκριτους. Κι ὅπου ὁ θάνατος δέν θά δεῖ θάνατο, θά κυριαρχεῖ αἰώνια, ἀφοῦ, ὅπως ξέρουμε, ἡ κόλαση εἶναι αἰώνια. ῞Ομως γιά μᾶς τούς πιστούς ἡ ἐξουσία του θά τερματιστεῖ ὁριστικά.
Ξέρω τώρα ὅτι, μετά ἀπ᾿ ὅσα σᾶς εἶπα, θέλετε νά μάθετε τό πῶς θά πραγματοποιηθοῦν ὅλα αὐτά. Δέν θά σᾶς ἐξηγήσω ἐγώ, ἀλλά ἐκεῖνοι πού ἤδη πανηγυρίζουν τούτη τήν ἐπαγγελία. ῎Ετσι θά κατέχετε στέρεα αὐτό πού συλλογίζεσθε, πού τραγουδᾶτε μέ τήν καρδιά σας, πού ἐλπίζετε ὁλόψυχα καί κυνηγᾶτε νά ἐπιτύχετε μέ τήν πίστη καί τά καλά σας ἔργα.
Νά, λοιπόν, τί παιανίζουν κάποιοι γιά τό θάνατο τοῦ θανάτου, τόν ὁποῖο θά γευθοῦμε κι ἐμεῖς ὅπως ὁ ἀρχηγός μας. Γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Δεῖ γάρ τό φθαρτόν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καί τό θνητόν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν... τότε γενήσεται ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος· κατεπόθη ὁ θάνατος εἰς νῖκος» (Α' Κο 15,53-54). Γιά τίς ὑπάρξεις μας, λοιπόν, ὁ θάνατος θά πάψει κάποτε. Αὐτό σημαίνει ὅτι «κατεπόθη ὁ θάνατος εἰς νῖκος». Θά καταποθεῖ, ὥστε νά μή φαίνεται. Καί τί σημαίνει ὅτι δέν θά φαίνεται; ῞Οτι δέν θά ὑπάρχει πουθενά οὔτε στήν ψυχή οὔτε στό σῶμα μας. «Κατεπόθη ὁ θάνατος εἰς νῖκος»!
Εἶναι, συνεπῶς, ἀπολύτως εὔλογη ἡ εὐφροσύνη πού αἰσθάνονται ὅσοι ἀναπέμπουν τούτους τούς θριάμβους. Καί ὁ ἀπόστολος συνεχίζει στόν ἴδιο τόνο· «Ποῦ σου, θάνατε, τό κέντρον; Ποῦ σου, ᾅδη, τό νῖκος;». Ποῦ πῆγε τό καύχημά σου ὅτι κατέλαβες, κατέκτησες, νίκησες καί κατακύρωσες στόν ἑαυτό σου τά λάφυρα, φόνευσες καί σκότωσες; «Ποῦ σου, θάνατε, τό κέντρον; Ποῦ σου, ᾅδη, τό νῖκος;». Δέν τόν συνέτριψε ὁ Κύριός μου; ῏Ω θάνατε, ὅταν ὁ Κύριός μου σ᾿ ἐξολόθρευσε καί σέ λαφυραγώγησε μέ τό σταυρό καί τήν ἀνάστασή του, τότε πέθανες καί γιά μένα. Μέ τήν ἴδια σωτηρία ἀπό τήν ὥρα ἐκείνη καί στό ἑξῆς «ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται, ὁ δέ ἀπιστήσας κατακριθήσεται».
῎Ας ξεφύγουμε, ἀδελφοί μου, ἀπό τήν καταδίκη κι ἄς ἔχουμε τήν ἀγάπη καί τήν ἐλπίδα μας στήν αἰώνια αὐτή σωτηρία!
ἱ. Αὐγουστίνου, Λόγος 233,
Στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ κατά Λουκᾶν.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...
-
Ο εν παντί καιρώ και πάση ώρα, εν ουρανώ και επί γης προσκυνούμενος και δοξαζόμενος Χριστός ο Θεός, ο μακρόθυμος, ο πολυέλεος, ο πο...
-
Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Το πνευματικό μεγαλείο, το μυστικό βάθος και το αισθητικό κάλλος της Ορθοδόξου τέχνης συνε...
-
ΕΥΧΗ ΕΠΙ ΕΥΛΟΓΙΑ ΠΙΤΑΣ ΑΓΙΟΥ ΦΑΝΟΥΡΙΟΥ Μητροπολίτου Ν.Ιωνίας και Φιλαφελφείας ΤΙΜΟΘΕΟΥ Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Ουράνιος Άρτος, ο τη...
-
Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...
-
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΟΔΕΣΤΟΣ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΑ ΖΩΑ ΒΙΟΣ ΑΓΙΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΜΟΔΕΣΤΟΥ Α' ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ Ο Μόδεστος γεννήθηκε στη Σ...
-
τοῦ π. Μαρτίνου Πέτζολτ «Ἄγγελοι μετὰ ποιμένων δοξολογοῦσι», ψέλνει ο λαός στην εκκλησία το κοντάκιον των Χριστουγέννων. Και στις ει...
-
ΧΟΕ : ΕΝΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ π.Αντώνιος Αλεβιζόπουλος Δρ. Θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ – ΠΡΕ...
-
Θλίψη στους εκκλησιαστικούς χώρους της Πάτρας από την αναγγελία της κοιμήσεως του πρωτοπρεσβύτερου Ιωάννη Τσακουμάγκου, σε ηλικία 79 ετ...
-
Ιωάννης Ελ. Σιδηράς Θεολόγος – Εκκλησιαστικός Ιστορικός – Νομικός Οι θεολογικές, σ...
-
Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, πάντοτε, νῦν, καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέ...