Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Βασίλειος Βολουδάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Βασίλειος Βολουδάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Απριλίου 19, 2015

Η ΣΧΕΔΙΑΖΟΜΕΝΗ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΟΔΟΣ ΘΑ ΑΤΙΜΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ;

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!
        ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!!

φθάσαμεν ες τ κατάντημα ν ζητομεν
κα δεύτερον γάμον τν κληρικν!

Η ΣΧΕΔΙΑΖΟΜΕΝΗ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΘΑ ΑΤΙΜΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ;

Αἱ προειδοποιήσεις τοῦ ἁγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς ὅτι, ἐὰν συγκληθῆ Σύνοδος χωρὶς Ἁγιοπνευματικάς προϋποθέσεις, θὰ ἐπιφέρη μεγάλας πληγάς εἰς τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας φαίνεται, πὼς δὲν εἰσακούονται. Ἡ νέα Σύνοδος θὰ ἀκυρώση καὶ τὴν Ἁγίαν Γραφήν; Μὴ γένοιτο!

Του Πρωτοπρεσβυτέρου π.  Βασιλείου  Ε. Βολουδάκη 

σχεδιαζομένη ἀπὸ ἐτῶν Πανορθόδοξος Σύνοδος προετοιμάζεται πυρετωδῶς τὰ τελευταῖα δύο χρόνια, παρὰ τὶς θεοπαράδοτες προειδοποιήσεις τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς περὶ τῶν τραυμάτων  ποὺ θὰ ἐπιφέρη στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας μία Σύνοδος Ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι, στὴν συντριπτική τους πλειοψηφία εἴτε ὑπηρετοῦν πολιτικὲς σκοπιμότητες, γενόμενοι ὑποχείρια πολιτικῶν σχεδιασμῶν, εἴτε στεροῦνται καὶ στοιχειώδους ποιμαντικῆς διακρίσεως, θεολογικοῦ καταρτισμοῦ καὶ  ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος. Ἤδη, μάλιστα, ἡ Σύνοδος αὐτὴ προσδιορίσθηκε, γιὰ νὰ διεξαχθῆ κατὰ τὸ προσεχὲς ἔτος 2016!
Φαίνεται πὼς οἱ προειδοποιήσεις τοῦ Θεοῦ διά τῶν ἁγίων Του δὲν εἶναι ἐπαρκεῖς γιὰ τὰ νεκρωθέντα ἀπὸ τὸν κοσμικὸ θόρυβο ὦτα μας καὶ γι’ αὐτὸ περισσότερο βέβαιο  εἶναι  νὰ περιμένουμε Παγκόσμιο Πόλεμο, παρὰ Πανορθόδοξο Σύνοδο!
Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνεται «ἡμέρᾳ τῇ ἡμέρᾳ», μὲ τὰ προτεινόμενα πρὸς συζήτησιν θέματα τῆς μελλούσης αὐτῆς συνόδου, τὰ ὁποῖα, ὄχι μόνο δὲν συμβάλλουν στὴν καλλιέργεια τοῦ ἤθους τῶν χριστιανῶν «πρὸς εὐσέβειαν» ἀλλὰ καὶ παροτρύνουν τοὺς πιστοὺς νὰ ἀρνηθοῦν, ἐκτὸς τῶν Ἁγίων καὶ αὐτὴν τὴν Ἁγία Γραφή!
Ἡ νέα ἀντιεκκλησιαστικὴ πρόταση πρὸς τὴν ἑτοιμαζομένη Σύνοδο μᾶς γνωστοποιήθηκε πρὶν λίγες ἡμέρες, στὶς 9 Μαρτίου 2015,  μὲ ἄρθρο τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ζιμπάμπουε Σεραφεμ (Κυκκώτη) στὸ «γιορείτικο Βμα».
Μὲ τὸ ἄρθρο του αὐτὸ ὁ Σεβασμιώτατος, ἔντεχνα, ὡς ἐκφραστῆς μιᾶς τάχα πολυχρονίου ἀνάγκης τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος, ἀνασύρει ἄρθρο τοῦ 1920(!) τοῦ Καθηγητοῦ τοῦ Παγκυπρίου Ἱεροδιδασκαλίου, Ἀρχιμ. Μακαρίου Μαχαιριώτη, στὸ ὁποῖο εὐθέως ζητεῖται ἡ …καθιέρωση(!) δευτέρου Γάμου τῶν Κληρικῶν καὶ ἡ τέλεση Γάμου ἀπὸ τοὺς ἤδη χειροτονηθέντας  Κληρικούς!

Τί νὰ πρωτοειπῆ κανεὶς με τέτοιον καταιγισμὸ ἀντιχριστιανικῶν ἀπόψεων Ὀρθοδόξων Ἱερέων  καὶ Ἱεραρχῶν; Μέχρι πρότινος γνωρίζαμε ὅτι ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ἔχει γράψει ὅτι μία Πανορθόδοξος Σύνοδος μπορεῖ νὰ ἀκυρώση ἀποφάσεις ἀκόμη καὶ Οἰκουμενικῶν Συνόδων(!), παρὰ τὴν ἀπαγορευτικὴ ὁμοφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων μας καὶ τὴν ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας ἀνανέωση τῆς ἀπαγορεύσεως αὐτῆς ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἰουστῖνον Πόποβιτς, ὁ ὁποῖος μᾶς προειδοποίησε ὅτι: «Πσα νέα Οκουμενικ Σύνοδος δν θ εναι οτε γία οτε Οκουμενικ οτε γδόη, ἐὰν πρωτίστως δν δεχθ τς προγενεστέρας Οκουμενικς κα σαλεύτους ποφάσεις των»! Τώρα, μὲ τὴν εἰσήγηση τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ζιμπάμπουε περὶ δευτέρου γάμου τῶν Κληρικῶν, παρ τν κατηγορηματικπροσταγ το γίου ποστόλου Παύλου, πληροφορούμεθα ὅτι ἡ μέλλουσα Σύνοδος θὰ ἀκυρώση καὶ τὴν Ἁγία Γραφή!
Ἔχουμε ἐπίγνωση ὅτι ἡ φωνή μας εἶναι ἰσχνοτάτη καὶ δὲν ἔχει ἐλπίδα νὰ ἀκουσθῆ ἀπὸ τοὺς Ἱεράρχες ποὺ σχεδιάζουν τὴν μελλοντικὴ Σύνοδο καί, πολὺ περισσότερο νὰ εἰσακουσθῆ. Ὡστόσο, ἔχουμε χρέος νὰ ὑπενθυμίσουμε στὸ εὐσεβὲς Ὀρθόδοξο Πλήρωμα τὴν Ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας μας ὡς πρὸς τὸν Γάμο καὶ τὴν Ἱερωσύνη,  πρὸς καταρτισμὸν τῶν νεωτέρων,  ἀλλὰ καὶ διότι τὸ ἐνσυνείδητο Ὀρθόδοξο Πλήρωμα (Κλῆρος καὶ Λαὸς) εἶναι ἐκεῖνο ποὺ θὰ φανερώση τὴν Κρίση τοῦ Θεοῦ ὡς πρὸς τὸ ἐὰν ἡ Σύνοδος εἶναι  Ἁγία ἢ Λῃστρική.

Μὲ αὐτή, λοιπόν, τὴν προοπτικὴ ἀναπτύσσουμε τὸ θέμα, «πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων, πρὸς οἰκοδομὴν τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ».
*  *  *

  ἩἘκκλησία τοῦ Χριστοῦ μας θεωρεῖ τὸ μυστήριο τοῦ Γάμου ὡς τὴν σπουδαιότερη ὑπόθεση τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἐπέλεξε τὴν ἔγγαμη ὁδό, τὴν σπουδαιότερη μετὰ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα. Καὶ αὐτό, γιατί ἂν ἡ μοναδική καὶ ἀποκλειστική σχέση δύο ἑτεροφύλων ἀνθρώπων καλλιεργηθῆ μὲ τὶς ὁδηγίες τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, πραγματοποιεῖται ὁ σκοπός τοῦ ἐγγάμου ἀνθρώπου, δηλαδή νὰ ὁλοκληρώση τὴν προσωπικότητά του καὶ νὰ νοιώση, πραγματικά καὶ ὄχι μόνο συναισθηματικά, ριζωμένος στὸν Θεό. Γι᾽ αὐτό,  τὸ θέμα δευτέρου γάμου τῶν κληρικῶν εἶναι λελυμένο γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας καὶ δὲν συζητεῖται. Εἶναι ἱεροσυλία καὶ μόνη ἡ ἀπόπειρα συζητήσεως, ὅταν αὐτὴ ἀποσκοπεῖ στὴν ἐξεύρεση μιᾶς νέας λύσεως. Τό συζητοῦμε -ὅπως προείπαμε- γιά τήν ἐνημέρωση τῶν ἀγνοούντων ἀλλά καί γιά νὰ διατρανωθῆ γιὰ μιὰ ἀκόμη φορά, ἠχηρά καὶ ἐπίσημα, ὅτι ἀπαγορεύεται ρητῶς καὶ κατηγορηματικῶς ὁ δεύτερος γάμος τῶν κληρικῶν ὡς ἀντιχριστιανικὴ καὶ βέβηλη πράξη, ὡς αἰτία βαρυτάτου σκανδαλισμοῦ τῶν πιστῶν, ὡς «ἔργῳ» διαφθορά τῆς συνειδήσεως τῶν πιστῶν καὶ χειραγώγησή τους πρὸς ἀθέτηση τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, δεδομένου ὅτι στὸ προκείμενο θέμα δὲν ἔχουμε μόνο τὴ δέσμευση τῶν Ἱερῶν Κανόνων ἀλλὰ καὶ τὴν κατηγορηματική δέσμευση τῆς Ἁγίας Γραφῆς.

Πρέπει νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅλοι πὼς ὑπάρχουν ὅρια αἰώνια, τὰ ὁποῖα, ἂν τὰ ξεπεράσουμε, βρισκόμαστε «ἔξω τοῦ Νυμφῶνος Χριστοῦ». Καὶ κάτι ἀκόμη πολύ σημαντικό: Ὅσοι ξεπέρασαν ἢ ἐπιθυμοῦν διακαῶς νὰ ξεπεράσουν τὰ αἰώνια καὶ ἀπαρασάλευτα ὅρια, ποὺ ἔθεσε ὁ Θεός, καὶ δὲν ἐγκαταλείπουν τὴν ἱερωσύνη ἀλλὰ θέλουν νὰ μένουν γαντζωμένοι σ’ αὐτὴν καὶ νὰ τὴ συρρικνώνουν στὰ ὅριά τους, αὐτοὶ ἔχουν χάσει πρὶν ἀπὸ ὁ,τιδήποτε ἄλλο τὴ λογική καὶ τὴν αἰδῶ τους.

 μοναδικός γάμος εναι πιταγή τς γ. Γραφς

Ὁ ἕνας καὶ μοναδικός γάμος τῶν κληρικῶν εἶναι ἐπιταγή τῆς Ἁγίας Γραφῆς: «Μιᾶς γυναικὸς ἀνήρ» πρέπει νὰ εἶναι ὁ κληρικός –γράφει ὁ Θεὸς διὰ χειρὸς τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου– καὶ μάλιστα ὁ κληρικὸς καὶ τῶν τριῶν βαθμῶν τῆς Ἱερωσύνης, ἐφ’ ὅσον προτρέπονται καὶ οἱ Διάκονοι νὰ συμμορφωθοῦν πρὸς τὴν ἐπιταγὴ αὐτή: «Διάκονοι ἔστωσαν μιᾶς γυναικὸς ἄνδρες, τέκνων καλῶς προϊστάμενοι καὶ τῶν ἰδίων οἴκων» (1 Τιμ., 3, 2-12).

Αὐτή ἡ ἐπιταγή, λοιπόν, δὲν εἶναι διαπραγματεύσιμη. Δὲν συζητεῖται. Ὅποιος μπορεῖ, τὴν ἀντέχει, ἢ μᾶλλον ὄχι μόνο τὴν ἀντέχει ἀλλὰ ὁ τίμιος καὶ ἀληθινὸς ἄνθρωπος καὶ ἂν ἀκόμη δὲν ὑπῆρχε αὐτὴ ἡ ἐπιταγή θὰ τὴν ἐθέσπιζε, θὰ τὴν ὅριζε στὸν ἑαυτό του, γιατί ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μονοθέσια, ζητάει τὴν ἀποκλειστικότητα καὶ τὴ μοναδικότητα στὴ σχέση τοῦ γάμου, γιατί μέσα ἀπ’ αὐτὴ τὴν μοναδική καὶ ἀποκλειστική σχέση θὰ ἀσκήση ὁ ἄνθρωπος τὸ ἐρωτικό στοιχεῖο τῆς ψυχῆς του, ὥστε αὐτὸ νὰ μπορέση νὰ στραφῆ σωστά καὶ ὁλοκληρωτικά στὸν Θεό.

Ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς γάμος τῶν κληρικῶν εἶναι μονόδρομος, γιατί μόνο ὁ πρῶτος γάμος εἶναι μυστήριο. Μόνο ὁ πρῶτος γάμος τελεῖται μέσα στὴ Θεία Λειτουργία καὶ μόνο μὲ τὸν πρῶτο γάμο ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ μεταλαμβάνη ἀνεμπόδιστα.

Ὁ δεύτερος γάμος ἀνήκει στὴν Παλαιά Διαθήκη, εἶναι ἔκπτωση, εἶναι παραχώρηση τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ βοηθηθοῦν οἱ ἄνθρωποι ποὺ βρίσκονται στὸ πνευματικὸ ἐπίπεδο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἐξ ἄλλου, γι’ αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, λόγω τῆς ἀνωριμότητος ποὺ δείχνουν, τελοῦντες δεύτερο γάμο, σύμφωνα μὲ τοὺς Ἱ. Κανόνες, ἔχουν ἐπιτίμιο.

Ἄν, λοιπόν, ἰσχύση ἡ παραχώρηση τοῦ δευτέρου γάμου ὄχι μόνο γιὰ τοὺς λαϊκούς, ποὺ δὲν ἔχουν πνευματικὴ ὡριμότητα, ἀλλὰ ἰσχύση καὶ γιὰ τοὺς κληρικούς, τότε ποῦ καὶ πότε θὰ ἰσχύση ἡ “ἀκρίβεια” τῆς Ἐκκλησίας μας; «Ἐάν τὸ φῶς τὸ ἐν ἡμῖν (δηλαδή ἡ ἱερωσύνη) σκότος ἐστὶ (δηλαδή κατάπτωση) τὸ σκότος πόσον»; Θὰ πρέπει, τελικά, νὰ ἀναζητήσουμε τὰ Χερουβείμ καὶ τὰ Σεραφείμ, γιὰ νὰ ἐφαρμόσουν τὴν “ἀκρίβεια”; Καὶ ὕστερα, μὲ «τὶ μοῦτρα» θὰ διδάσκουμε τοὺς ἀνθρώπους νὰ μένουν πιστοί στὸν πρῶτο γάμο τους, ὅταν οἱ ἴδιοι οἱ Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας δὲν τὸν σέβονται;

κκλησιαστικ “οκονομία”  λλ χι... παραοικονομία!

Μὲ βαρειὰ καρδιὰ ἀναφέρομαι στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τὸ ὑπὸ συζήτηση θέμα καὶ αὐτὸ γιατί, ὅπως προείπαμε, ἡ συζήτηση εἶναι τόσο ἐξωφρενική, τόσο ἐξόφθαλμα ἀντιχριστιανική, ποὺ μοιάζει μὲ ἱεροσυλία ὁποιαδήποτε ἀπόπειρα προσκομίσεως θεολογικῶν καὶ πνευματικῶν ἐπιχειρημάτων, γιὰ νὰ καταδειχθῆ ἡ αλήθεια.

Ὅμως, τολμῶ νὰ ἀναφερθῶ στὴν ΣΤ´ Οἰκουμενική Σύνοδο καὶ ἰδιαιτέρως στὰ διακηρυχθέντα στὸν Γ´ Ἱερὸ Κανόνα της, γιατί ἀποδίδουν συνοπτικὰ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, θέτουν τὰ ὅρια τῆς Ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας καὶ φράσσουν κάθε ἀνόητο καὶ βέβηλο στόμα.

Καταθέτω τὴν ἑρμηνεία τοῦ Γ´ Κανόνος στὴν ἁπλούστερη γλῶσσα, ὅπως τὴν συνέταξε ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης:
«Οἱ Πατέρες τῆς παρούσης Συνόδου καὶ τὸ γινόμενον τότε κακόν διορθούμενοι καὶ πρὸς τὸ μέλλον ἀσφαλιζόμενοι, τὸν παρόντα οἰκονομικόν Κανόνα ἐξέδωσαν, ἐπειδὴ γὰρ ὁ Βασιλεύς παρεκάλεσεν αὐτοὺς νὰ καθαρίσουν τοὺς τότε ἱερωμένους ἀπὸ τὰς ἀκαθαρσίας τῶν ἀθέσμων γάμων καὶ παρανόμων, εἰς τοὺς ὁποίους περιέπεσαν. Καὶ ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος οἱ τοῦ Ρώμης τοποτηρηταὶ ἐπρότειναν νὰ φυλαχθῇ ἡ ἀκρίβεια τῶν Κανόνων εἰς αὐτούς, ἀπὸ δὲ τὸ ἄλλο, οἱ ὑπό τὸν Κωνσταντινουπόλεως Ἐπίσκοποι ἔλεγαν νὰ γένη συγκατάβασις καὶ φιλανθρωπία εἰς αὐτούς, αὐτοὶ συγκεράσαντες ὁμοῦ καὶ τὰ δύο, τὴν ἀκρίβειαν, λέγω, μὲ τὴν συγκατάβασιν (καὶ μάλιστα διατὶ πολὺ πλῆθος τῶν τότε Ἱερωμένων εἰς τοιούτους περιέπεσαν γάμους ἐξ ἀγνοίας), διὰ τὴν παρακάλεσιν τοῦ βασιλέως, ὥρισαν, ὅτι, ὅσοι μὲν ἱερωμένοι δευτεροϋπανδρευθέντες, ἔμειναν ἀμετανόητοι ἕως τοῦ καιροῦ τῆς Συνόδου ταύτης, καὶ δὲν ἐχωρίσθησαν ἀπὸ τοὺς παρανόμους γάμους, οὗτοι νὰ καθαιροῦνται παντελῶς, καὶ λαϊκοὶ νὰ γίνονται. Ὅσοι δὲ ἐκ τοῦ ἐναντίου δίγαμοι Ἱερωμένοι, Πρεσβύτεροι δηλαδή, ἢ Διάκονοι, πρὸ τοῦ νὰ γένη ἡ Σύνοδος μετενόησαν καὶ ἐχώρισαν ἀπὸ λόγου των τὸν παράνομον γάμον αὐτόν, ἢ καὶ μὲ τὸ νὰ ἀπέθαναν αἱ δεύτεραι γυναῖκες των, ἐπεστράφησαν εἰς σωφροσύνην καὶ μετάνοιαν, οὗτοι, λέγω, ἐκρίθη εὔλογον νὰ παύουσι μὲν ἀπὸ τοῦ νὰ ἱερουργῶσι τὰ τῆς ἱερωσύνης ἕως εἰς ἕνα διωρισμένον καιροῦ διάστημα, νὰ μετέχουσι δὲ τὴν ἔξω τοῦ βήματος τιμήν τῆς μετά τῶν ἱερωμένων καθέδρας καὶ στάσεως, προσκλαίοντες εἰς τὸν Θεόν, διὰ νὰ συγχωρηθῆ τὸ ἐξ ἀγνοίας αὐτῶν ἀνόμημα, καὶ μηδένα εὐλογοῦντες. Διότι δὲν εἶναι πρέπον νὰ δίδη εὐλογίαν εἰς ἄλλους ἐκεῖνος ποὺ χρεωστεῖ νὰ ἰατρεύη διὰ μετανοίας τὰς πληγάς τῆς ψυχῆς του... Πλὴν τοῦτο νὰ γένη ἀφ’ οὗ χωρίσουν τὰ παράνομα συνοικέσια». (Πηδάλιον, Ἀθῆναι 1970, σελ. 222)

Τὸ πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι σαφές: Οἰκονομεῖ τοὺς κληρικοὺς οἱ ὁποῖοι ἀπὸ ἄγνοια προχώρησαν σὲ δεύτερο γάμο, νὰ διατηρήσουν τὴν Ἱερωσύνη τους μετά ἀπὸ ἐπιτίμιο καὶ μετάνοια, ὑπό τὴν ἀπαραίτητη, ὅμως, προϋπόθεση νὰ χωρίσουν ἀπὸ τὸν ἄθεσμο δεύτερο γάμο τους. Καὶ αὐτά, βεβαίως, ἴσχυσαν κατά τὸ παρελθόν, γιὰ νὰ οἰκονομήσουν τοὺς πρὸ τῆς ΣΤ΄  Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐξ ἀγνοίας παρεκτραπέντας κληρικούς. Σὲ καμμιὰ περίπτωση δὲν ἰσχύουν σήμερα καὶ μάλιστα σὲ κληρικούς, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνο ἄγνοια τοῦ πράγματος δὲν ἔχουν, ἀλλὰ ἀνερυθρίαστα, χωρίς τσίπα καὶ στοιχειώδη φιλοτιμία γιὰ τὸν σκανδαλισμὸ ποὺ προκαλοῦν στοὺς πιστούς, διεκδικοῦν σὰν ἀναφαίρετο καὶ ἀπόλυτα δίκαιο αἴτημά τους τὸν ἄθεσμο δεύτερο γάμο!

Οἱ κληρικοί αὐτοί ἔχουν τὸ... κουράγιο(!) νὰ ὑψώνουν σὰν σημαία ἕνα ἐπιχείρημα–κουρέλι: «Ἐμεῖς δὲν ἐπιλέξαμε νὰ γίνουμε ἄγαμοι κληρικοί. Βρεθήκαμε στὴ θέση τοῦ ἀγάμου εἴτε λόγῳ χηρείας, εἴτε γιατί μᾶς ἐγκατέλειψε ἡ γυναῖκα μας». Καί, λοιπόν; Τὶ πρέπει νὰ γίνη; Νὰ συρρικνωθῆ ἡ Ἱερωσύνη στὰ μέτρα ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ δὲν ἔχει τὴν πνευματικὴ λεβεντιὰ οὔτε ἑνὸς ἁπλοῦ εὐσεβοῦς λαϊκοῦ γιὰ νὰ ξεκαθαρίση στὸν ἑαυτό του –προτοῦ ἀκόμη γίνη κληρικὸς– ὅτι γι’ αὐτὸν ὁ γάμος θὰ κλείση ὁριστικὰ καὶ ἀμετάκλητα μὲ τὴν πρώτη του γυναῖκα;

Τὶ εἴδους ἀγάπη εἶναι αὐτὴ ποὺ εἶχε στὴν πρώτη του γυναῖκα ὥστε μὲ τὸ θάνατό της νομίζει ὅτι ὅλα τέλειωσαν μεταξύ τους; Ἰσχύει τελικά καὶ ἐδῶ τὸ «ὁ γάϊδαρος ἐψόφησε τέρμα ἡ κολυγιά μας»; Ὁ γάμος δὲν εἶναι Μυστήριο; Τὸ Μυστήριο τελειώνει μὲ τὸ θάνατο; Αὐτὰ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας ἢ ἐμεῖς καταντήσαμε τὴν Ἐκκλησία μας συντεχνία τοῦ χειρίστου εἴδους μὲ κανόνες καὶ ρυθμίσεις ἀνθρώπων πολὺ χαμηλῆς πνευματικῆς ὑποστάθμης;

Ὅσο γιὰ κείνους ποὺ χώρισαν τὶ νὰ εἰποῦμε; Ζητοῦν καὶ τὰ ρέστα ἄνθρωποι ποὺ προχώρησαν στὸ γάμο τους χωρίς νὰ ἐξετάσουν ποιὸν ἄνθρωπο νυμφεύονται ἢ χωρίς διάθεση ἐκ μέρους τους νὰ προσεγγίσουν ψυχικὰ τὴν γυναῖκα μὲ τὴν ὁποία συνέδεσαν τὴν ζωή τους ἢ χωρίς διάθεση ἐκ μέρους τους νὰ ἀλλάξουν κάτι ἀπὸ τὸν κακό ἑαυτό τους. Ζητοῦν τὰ ρέστα (δηλαδή δεύτερο γάμο) ἄνθρωποι ποὺ δὲν διάβασαν ποτὲ ὅτι ἕνα ἀπὸ τὰ βασικὰ κριτήρια γιὰ νὰ ἐπιλεγῆ κάποιος ὡς ποιμὴν τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τὸ νὰ «προΐσταται καλῶς τοῦ ἰδίου οἴκου»!

Ἡ λύση ὑπάρχει. Ὅποιος ἀπὸ μᾶς –δὲν ἐξαιρῶ τὸν ἑαυτό μου γιατί καὶ ἐγὼ αὔριο μπορεῖ νὰ παραφρονήσω– δὲν ἔχει τὰ κότσια νὰ ἀνταποκριθῆ στοιχειωδῶς στὶς ὑποχρεώσεις τῆς Ἱερωσύνης (γιατί τὸ θέμα ποὺ συζητοῦμε ὑπάγεται στὰ στοιχειώδη), τότε πρέπει νὰ ξέρη ὅτι ἡ Ἐκκλησία καὶ τὸ ποίμνιο δὲν τὸν χρειάζονται.
Ὁ κόσμος δὲν χρειάζεται ρασοφοροῦντες ἀνθρώπους ἀλλὰ ποιμένες, διδασκάλους, παραδείγματα. Ἂν δὲν μποροῦμε, ἂς ἀφήσουμε τὴν Ἱερωσύνη, γιατί ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς γάμος καὶ τὸ ἂν μποροῦμε νὰ τὸν βαστάσουμε σωστὰ εἶναι πολὺ μικρὸ κριτήριο γιὰ τὸ ἂν θὰ ἔπρεπε νὰ χειροτονηθοῦμε Ἱερεῖς.

Ὡς πρὸς τὸ βιοποριστικό πρόβλημα τῶν ἀνθρώπων ποὺ συζητοῦμε, ἐφ’ ὅσον προτιμήσουν νὰ ἀφήσουν τὴν Ἱερωσύνη ἀντὶ τὸν δεύτερο γάμο, αὐτὸ, καὶ μόνο αὐτὸ, ἂς γίνη ἀντικείμενο μελέτης τῆς Ἱ. Συνόδου καὶ πιστεύουμε πὼς ἔχει τὸν τρόπο ἀλλὰ καὶ τὰ μέσα γιὰ νὰ τὸ λύση.
*  *  *
ν, τελικά, ἡ μέλλουσα Σύνοδος υἱοθετήση εἰσηγήσεις, ὅπως αὐτές τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ζιμπάμπουε Σεραφείμ και θεσμοθετήση ἄθεσμα, ἀτιμάζον-τας τόν Γάμο καί ἀθετώντας τήν Οἰκουμενικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν Ἁγία Γραφή, τότε θά ἔχη τα τραγικά ἀποτελέσματα πού προέβλεψε ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «Σχίσματα καί αρέσεις καί διαφόρους λλας συμφοράς. Ατό εναι  βαθεα μου ασθησις καί πλήρης δύνης πίγνωσις »!

Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ» φ.2062 (20-3-2015)


:πηγή

Τρίτη, Δεκεμβρίου 23, 2014

«ΟΤΙ ΠΑΙΔΙΟΝ ΕΓΕΝΝΗΘΗ ΗΜΙΝ, ΥΙΟΣ, ΚΑΙ ΕΔΟΘΗ ΗΜΙΝ» Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΜΑΣ!

Η Χριστολογία αποκλείει την θεωρία της Εξελίξεως
«ΟΤΙ ΠΑΙΔΙΟΝ ΕΓΕΝΝΗΘΗ ΗΜΙΝ, ΥΙΟΣ,
ΚΑΙ ΕΔΟΘΗ ΗΜΙΝ» Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΜΑΣ!

Τά Χριστούγεννα δέν ἑορτάζουμε τήν γέννηση ἑνός ἀνθρώπου, ἀλλά τήν Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου. Δέν ἑορτάζουμε τήν γέννηση ἑνός ἀνθρώπου πού συνελήφθη στήν κοιλία τῆς μητέρας του ἀπό τήν ἕνωση ἑνός πατρικοῦ σπερματοζωαρίου καί ἑνός μητρικοῦ ὠα­ρί­ου, καί ἀναπτύχθηκε σταδιακά ἀπό ἄμορφο ἔμβρυο σέ τέλεια σχηματισμένον ἄνθρωπον. Ἑορτάζουμε τήν Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου, πού συνελήφθη στήν κοιλία τῆς Θεοτόκου «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου», ὄχι ὡς ἄμορφο ἔμβρυο, «οὐ ταῖς κατά μικρόν προσθήκαις ἀπαρτιζομένου τοῦ σχήματος, ἀλλ’ ὑφ’ ἕν τελειωθέντος αὐτός ὁ τοῦ Θεοῦ Λόγος χρη­ματίσας τῇ σαρκί ὑπόστασις»1.
Τά Χριστούγεννα ἑορτάζουμε Αὐτόν πού ἐγεννήθη ἀχρόνως «Υἱός Μονογενής παρά Πατρός» καί «ἐδόθη ἡμῖν» ἐν χρόνῳ Παιδίον ἐσχηματισμένον ἐντός τῆς παναχράντου κοιλίας τῆς Ὑπεραγίας Θεο­τόκου. Δέν μᾶς ἐδόθη ὡς καρπός σπέρματος καί αἵματος ἀλλά μᾶς ἐδόθη ὡς καρπός Ἁγίου Πνεύματος καί τῶν παρθενικῶν αἱμάτων τῆς Παναγίας μας, τῆς Μητέρας «τοῦ Θεοῦ ἡμῶν».
Ὡς Θεός αὐτεξούσιος ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Υἱός τοῦ Πατρός, «Υἱός τῆς Παρθένου γίνεται» στήν Παρθενική Μήτρα της καί ἐνῶ λαμβάνει ἀνθρώπινη φύση «ἐν αὐτῷ κατοικεῖ πᾶν τό πλή­ρω­μα τῆς Θεότητος σωματικῶς». «Ἅμα σάρξ, ἅμα Θεοῦ Λόγου σάρξ, ἅμα σάρξ ἔμψυχος λογική τε καί νοερά, ἅμα Θεοῦ Λόγου σάρξ ἔμψυχος λογική τε καί νοερά»2.
Δηλαδή, ἡ ἀνθρώπινη φύση ἑνώ­θη­κε μέ τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τό Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου, καί γι’ αὐτό δέν ἐγεννήθη ὁ Χριστός ὅπως ὁ κάθε μεταπτωτικός ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἀπό ἔμβρυο ἀρχικά ἀσχη­­μά­­τιστο λαμβάνει σταδιακά ἀνθρώπινη μορ­φή, ἀλ­λά ὁ Χριστός μας «ἐξ ἄκρας συλ­λή­ψεώς του» μέ τόν Εὐαγ­γελισμόν τῆς Θεοτόκου ὑπό τοῦ Ἀρχαγ­γέ­λου Γαβριήλ, εὐθύς ἐσχη­μα­τίσθη ἐντός της ὁ Θεάνθρωπος, Τέλειος Θεός καί Ὁλο­κλη­ρω­μέ­νος Τέλειος Ἄνθρωπος.
Τό ὅτι ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος δέν συνελήφθη μέ σπέρμα ἀν­δρι­κό, ὄχι μόνο δέν μειώνει τήν ἀνθρώπινη φύση Του, ἀλλά καί τήν ἀναδεικνύει Τελεία, ὅπως τέλεια ἦταν ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ πρω­τοπλάστου Ἀδάμ, ἡ ὁποία ἦλθε στήν ὕπαρξη «δημιουργικῶς» καί ὄχι «σπερματικῶς». Ὅπως ὁ Ἀδάμ δημιουργήθηκε χωρίς νά μεσολαβήση ἀνδρικό σπέρμα, παρομοίως καί ὁ Χριστός ἔγινε ἄνθρωπος χωρίς ἀνθρώπινο σπέρμα καί χωρίς νά κληρονομήση καί ὁ Ἴδιος ἀν­θρώ­πινο σπέρμα, ἀφοῦ τό σπέρμα ἐδόθη λόγῳ τῆς ἀδαμιαίας πα­ρα­κοῆς μέ τούς «δερματίνους χιτῶνας» καί διά τοῦ σπέρματος με­ταγ­γίζεται στούς ἀπογόνους τό Προπατορικό ἁμάρτημα, τό ὁποῖο ὁ Χριστός δέν προσέλαβε.
Ὁ μεγάλος Πατέρας μας, ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, σημειώνει χαρακτηριστικά ὅτι ὁ Χριστός «ἦτο ὄχι μόνον ἀνώτερος ἀπό κάθε προσβολήν ἐμπαθοῦς καί ἡδονικοῦ λογισμοῦ καί κλίσεως ἁμαρτητικῆς, ἀλλά οὔτε ἐκ σπέρματος ἐγεννήθη, οὔτε σπέρμα εἶχε ὁλότελα»3.
Μετά τήν παρακοή τῶν Πρωτοπλάστων, ἔπαψε ἡ ἀνθρώπινη φύ­ση νά εἶναι τέλεια, ἀφοῦ πλέον ὑπόκειται στήν ἀναγκαιότητα καί στήν θνητότητα. Γι’ αὐτό, ὅταν ὀνομάζουμε τόν Χριστόν «Τέ­λει­ον Ἄνθρωπον», δέν ἐννοοῦμε ὅτι ἔγινε ὅμοιος μέ ἐμᾶς τούς με­τα­­πτω­τικούς ἀνθρώπους, πού εἴμαστε ἀτελεῖς, ἀφοῦ βρισκόμαστε ἀναγ­καστικά περιορισμένοι στά «ἀδι­ά­βλητα πάθη μας» (τῆς πείνας, τῆς δίψας, τῆς κοπώσεως, τῆς φθαρ­τότητος, τοῦ θανάτου), ἀλλά ἐννοοῦμε ὅτι ὁ Χριστός ἔγινε «δεύτερος Ἀδάμ», μέ μοναδικό, ὅμως, τρόπο ὑπερέχων καί τοῦ προπτωτικοῦ Ἀδάμ, ἐφ’ ὅσον ἔδωσε στήν ἀνθρώπινη φύση Του ὡς Πρόσωπό της, τό Θεῖο Του Πρόσωπο, τό Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Ἔγινε «δεύτερος Ἀδάμ» αὐτεξουσίως ὡς Υἱός, καί πραγματο-ποίησε τήν Εὐδοκία τοῦ Πατρός νά σαρκωθῆ ὁ Υἱός Του μέ τήν Χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος: «Ὁ Πατήρ ηὐδόκησεν, ὁ Λόγος Σάρξ ἐγέ­νε­το καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν». Αὐτεξουσίως, ὡς Θεός, ἐγεννήθη, καί αὐτεξουσίως ἐξῆλθε ἀπό τήν Παρθενική κοιλία τῆς Θεοτόκου «τάς κλεῖς τῆς Παρθενίας αὐτῆς μή λυμηνάμενος ἐν τῷ τόκῳ»4, παραμένων ἀναλλοίωτος καθ’ ὅλη τήν ἐπίγεια ζωή Του, ἀλλά καί μετά τήν Ἀνάστασή Του, γι’ αὐτό καί μετά τόν θάνατο καί τήν Ταφήν Του ψάλλουμε: «Προῆλθες ἐκ τοῦ μνή­ματος καθώς ἐτέχθης ἐκ τῆς Θεοτόκου»5.
Ὁ Χριστός, ἀπηλλαγμένος ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα εἶναι ἐλεύθερος ἀπό τόν καταναγκασμό τῶν «ἀδιαβλήτων παθῶν», δέν εἶ­ναι ἀναγκασμένος νά ἐνεργῆ αὐτά χωρίς τήν Θέλησή Του ἀλλά τά ἐνερ­γεῖ ὅποτε καί ὅπως Αὐτός θέλει. Ἔτσι, μέ τήν ἀνθρώπινη Φύση πού ἔλαβε ἐπαναφέρει –μόνο καί ἀποκλειστικά διά τοῦ Ἑαυτοῦ Του– τό ἀνθρώπινο Γένος στήν προπτωτική του κα­τά­σταση. Ἀποκαθιστᾶ τό ἀ­μαυ­ρωθέν «κατ’ εἰκόνα» στήν ἀρχική του λαμπρότητα ἀλλά καί πραγ­μα­το­ποιεῖ τό «καθ’ ὁμοίωσιν», ἀφοῦ μέ τήν ἕνωση τῆς Θείας καί τῆς ἀνθρωπίνης Φύσεως στό Θεῖο Του Πρό­σω­πο, ἡ ἀνθρώπινη Φύση ἐ­θε­ώ­θη. Γι’ αὐτό, χωρίς τήν ἀχώριστη ἕνωσή μας μέ τόν Χριστό, δέν ὑπάρ­χει γιά μᾶς σωτηρία.
Αὐτή ἡ φυσιολογία τοῦ Χριστοῦ εἶναι καί ἡ ἐπιστημονική ἀπό­δειξη, –εἶναι ἡ ἀποδεδειγμένη Ἀλήθεια– περί τῆς προελεύσεως καί δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου καί ὄχι οἱ φανταστικές διηγήσεις καί θεωρίες ἀνθρώπων μέ πανεπιστημιακά πτυχία, πού ὑπηρετοῦν τήν ματαιοδοξία τους ἤ πολυποίκιλες ἀθεϊστικές σκοπιμότητες, καί τῶν ὁποίων τά ἀναπόδεικτα στοιχεῖα καί συμπεράσματά τους τά ὀνομάζουν “ἐπιστη­μονική ἔρευνα” καί “ἐπιστημονική ἀλήθεια”!
Ἡ Δογματική Ἀλήθεια περί τῆς ἀνθρωπίνης Φύσεως τοῦ Χρι­στοῦ, στήν ὁποία κρύπτεται καί ἡ δημιουργία τοῦ προπτωτικοῦ Ἀδάμ, δέν ἀφήνει περιθώρια σέ κανένα πιστό –πολύ δέ περισσότερο σέ Ὀρ­θό­δοξο Θεολόγο ἤ Κληρικό– νά ἀναμιγνύη τήν «θεωρία τῆς ἐξε­λί­ξε­ως» –δηλαδή, «μωράς ζητήσεις καί γενεολογίας»– μέ τήν ἀπο­κά­λυ­ψη τοῦ Θεοῦ περί τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου.
Ποῦ, ἄραγε μπορεῖ νά στηριχθῆ ἡ περί ἐξελίξεως θεωρία6, χωρίς νά ἀθετηθῆ ἡ Ἀλήθεια τῆς Ἀνθρωπίνης Φύσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ὁποία εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μέ τήν Θεία Του Φύση; Γι’ αὐτό ἀποροῦμε πῶς κάποιοι θεολόγοι “ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ” συγκατανεύουν στήν ὅλως ἀθεολόγητη ἀλλά καί ἀντιεπιστημονική ἐξελικτική θεωρία, χωρίς, μάλιστα, τόν παραμικρό δισταγμό;
Ἡ ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ὅπως ἱστορεῖται στό Ἀποκα­λυπτικό βιβλίο τῆς Γενέσεως ἀλλά καί ὅπως ἐπιβεβαιώνεται μέ τήν καθημερινή πραγματικότητα φανερώνει ὅτι ὑπάρχει ὄντως ἐξέλιξη τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀλλά ἀπό τό καλό στό χειρότερο καί στό κάκιστο! Ὁ Θεός δημιούργησε τόν ἄνθρωπο «καλόν λίαν» καί οἱ ἄνθρωποι «ἐν τιμῇ ὄντες» δέν ἐκτιμήσαμε τήν θεοειδῆ μας κατάσταση ἀλλά θελήσαμε νά πορευθοῦμε «ἐν τοῖς θελήμασι τῶν καρδιῶν ἡμῶν».
Τό ἀποτέλεσμα τῶν ἐπιλογῶν μας ἦταν νά γίνουμε θνητοί καί νά περιπέσουμε σέ ποικίλες περιπέτειες καί ὀδῦνες, ἀπό τίς ὁποῖες πλειστάκις μᾶς ἐλύτρωσε ὁ Θεός μέ τό ἔλεός Του, γιά νά φθάσουμε στό σημερινό κατάντημα, ἀφοῦ προηγουμένως «παρεσυνεβλήθημεν τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις» καί γίναμε ὅμοιοι στίς ἐπιθυμίες μέ τά κτήνη, ἐπιλέξαμε νά ὁμοιωθοῦμε μέ τούς πιθήκους καί νά τούς ἀναγορεύσουμε προγόνους μας μέ πανηγυρικό τρόπο, γιατί ταυτισθήκαμε ἀπόλυτα μέ τήν ἠθική τῶν πιθήκων! Ἤδη στά βιβλία τῆς Γ΄ Λυκείου διαλαλεῖται ὅτι ἡ θεωρία τῆς Ἐξελίξεως εἶναι ἡ ἐπικρατέστερη ἐπιστημονική ἄποψη!
Ἡ Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ μας νά μᾶς ἀναβαπτίση μέ τό ὕδωρ τῆς Ἀληθινῆς Γνώσεως καί διά τῆς Θεογνωσίας νά ἐπανεύ­ρουμε τόν χαμένο ἑαυτό μας καί τήν Θεία Καταγωγή μας!
Καλά καί Εὐλογημένα Χριστούγεννα!
π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 148
Δεκέμβριος 2014

Ὑποσημειώσεις:
1. Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, «Περί τοῦ τρόπου τῆς συλλήψεως τοῦ Θεοῦ Λόγου καί τῆς θείας αὐτοῦ σαρκώσεως», Ε.Π.Ε., Θεσσαλονίκη 1976, τ.1, σελ. 286.
2. Ὅπου ἀνωτέρῳ, σελ. 286
3. Γυμνάσματα Πνευματικά, Μελέτη ΚΑ΄, σελ. 158, Ἐκδ. Ρηγοπούλου, 1971.
4.Ἐκτῆςστ΄ὠδῆςτοῦΚανόνοςτοῦΠάσχα.
5. Στιχηρά Ἀναστάσιμα τῶν Αἴνων, ἦχος πλ. Α΄.
6. Νάσημειώσουμεὅτιτήνθεωρίααὐτή, ἀμφισβήτησεκαίἴδιοςδημιουργόςτηςΔαρβῖνος, στόβιβλίοτου «Περίτῆςἐξελίξεωςτῶνεἰδῶν», παρατηρῶνταςτήνπολυ­πλο­κό­τητατῆςλειτουργίαςτοῦἀνθρώπινουὀφθαλμοῦ.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 02, 2014

ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΜΕΤΑΞΥ ΠΙΣΤΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ

Eἰλικρινά λυπήθηκα διαβάζοντας κάποιους σχολιασμούς τοῦ ἄρ­θρου μου «Τό νέο ἔτος θά εἶναι χρόνος ἡμερολογίου ἤ ἑορ­το­λο­γί­ου;», πού δημοσιεύθηκε στό Ἐνοριακό μας Περιοδικό «Ἐνο­ρι­ακή Εὐλογία» (τόν Ἰανουάριο 2014, τεῦχος 137).
Οἱ σχολιασμοί προέρχονται ἀπό πιστούς ἀνθρώπους πού ἀκο­λου­θοῦν, ὅμως, τό Ἀρχαῖο (Ἰουλιανό) ἡμερολόγιο καί ὡς ἐκ τούτου ἡ εὐαισθησία τους σέ κάποιες λέξεις, τούς ἀφαίρεσε τήν ψυχραιμία νά ἀξιοποιήσουν τό περιεχόμενο καί κυρίως, τό μήνυμα καί τόν σκο­πό τοῦ ἄρθρου μου.
Σκοπός τοῦ ἄρθρου δέν ἦταν νά ὑποτιμήση οὔτε νά προσβάλη τούς ἀνθρώπους τοῦ Ἀρχαίου Ἡμερολογίου (τό ἀποκαλῶ ἔτσι γιά μιά νέα ἀρχή, ἀφοῦ ὁ προσδιορισμός Παλαιο­ημερολογῖται ἔχει φορτισθεῖ ἀρνητικά). Κάθε ἄλλο: Ἡ πορεία κά­θε ἀνθρώπου εἶναι σεβαστή καί Κριτής ὅλων μας ὁ Θεός «ἐν τῇ ἡμέ­­ρᾳ ἐκείνῃ». Ἀντιθέτως, μάλιστα, ἐτόνισα ὅτι πρόκειται περί «πι­στῶν ἀνθρώπων». Ὡστόσο ἡ φράση μου «ἔκαμαν ἀπό τοῦ 1924 Σχῖ­σμα, στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος» ἦταν ἐκείνη πού πυροδότησε τήν ἀντί­δραση καί ἀγανάκτησή τους.
Θεωρῶ, λοιπόν, ὅτι ἀπαιτοῦνται ἐκ μέρους μου μερικές ἐξη­γήσεις, ὥστε ἀφ’ ἑνός μέν νά κατανοηθῆ τό πνεῦμα ἀλλά καί τό γράμμα τοῦ κειμένου μου καί, ἀφ’ ἑτέρου, νά τεθοῦν οἱ προϋποθέσεις γιά τή συνέχιση ἑνός γόνιμου διαλόγου μεταξύ μας, κάτι πού ἦταν ἀρχική ἐπιδίωξή μου, δεδομένου ὅτι τά τελευταῖα χρόνια ἔχω γνωρίσει κάποιους ἀξιόλογους ἀνθρώπους τοῦ Ἀρχαίου Ἡμερολογίου, οἱ ὁποῖοι θέλουν ἕνα γνήσιο θεολογικό διάλογο καί ὄχι ἁπλουστεύσεις καί ἄσχετους συσχετισμούς.
Ἐν πρώτοις, θέλω νά διευκρινήσω ὅτι οἱ ἐξηγήσεις πού θά κα­ταθέσω δέν ἀποσκοποῦν μόνο στό νά διασαφηνίσουν κάποια ἐπί­μα­χα σημεῖα τοῦ συγκεκριμένου ἄρθρου μου, ἀλλά καί νά ὑποδείξουν τήν θεματολογία πού ἀπαιτεῖται, ὥστε ἕνας διάλογος μεταξύ πιστῶν τοῦ Ἀρχαίου καί τοῦ Νέου Ἡμε­ρο­λογίου νά ἐλπίζη σέ κάποια θετικά ἀποτελέσματα.
Σημειώνω, λοιπόν, ὅτι:
Ἡ ἐπίμαχη παράγραφος τοῦ ἄρθρου μου, πού προκάλεσε τίς περισσότερες ἀντιδράσεις: «Πρέπει νά μᾶς προ­βλη­­ματίση τό γεγο­νός ὅτι τό Ἡμερολόγιο –ἀπό πλευρᾶς ὀπαδῶν– ὑπερισχύει τοῦ Ἑορτολογίου, ἀφοῦ ἀκόμη καί πιστοί ἄνθρωποι ἔκαμαν ἀπό τοῦ 1924 Σχῖσμα στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀναγνωρίσαντες ψευ­­­δῶς ὡς πατέρα τοῦ Ἡμερολογίου τούς Ἁγίους Πατέρας(!), ἀντί τοῦ πραγματικοῦ του πατέρα, πού εἶναι ὁ εἰδωλολάτρης Ἰού­λιος Καίσαρας!» περιγράφει μιά ἱστορική πραγμα­τι­κό­τητα, ἕνα ἀδιαμ­φι­σβήτητο ἱστορικό γεγονός. Ποιός ἄραγε, ἀμφιβάλλει ὅτι ὑπάρχει μέσα στήν Πατρίδα μας ἀπό τό 1924 Σχῖσμα μεταξύ πιστῶν ἀνθρώπων μόνο καί μόνο ἐπειδή ἀκολουθοῦν διαφορετικά Ἡμερολόγια;
Ποιός, ἐπίσης, ἀμφισβητεῖ πλέον μετά τά τόσα χρόνια τοῦ Σχί­­­σμα­τος, ὅτι ἀποκλειστική αἰτία του (καί ὄχι ἁπλῆ ἀφορμή) ὑπῆρ­ξε ἡ ἀλλαγή τοῦ Ἡμε­ρο­λο­γίου τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους; Ὅλα ὅσα προσετέθησαν ἐκ τῶν ὑστέρων χρειάζονται πολλή καί σοβαρή συζήτηση γιατί υἱοθετήθηκαν μέ βιασύνη ἀπό ὅσους τά ἀποδέχθηκαν, χωρίς βαθειά θεολογική καί ἱστορική ἐξέταση.
Ἡ ἀλήθεια, πού πρέπει ἀπό ὅλους μας νά γίνη ἀποδεκτή, εἶναι πώς ἄν δέν γινόταν ἡ ἀλλαγή τοῦ Ἡμερολογίου, δέν ἐπρόκειτο ποτέ νά γίνη ἐκκλησιαστικό Σχῖσμα, ἀσχέτως τῶν οἰκουμενιστικῶν καινοτομιῶν τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Ἡ ἐκ τῶν ὑστέ­ρων προβαλλομένη θεολογική ἐπιχειρηματολογία ἐνι­σχύει τούς ἰσχυρισμούς μου, ὅτι τό Σχῖσμα ἔγινε ἀποκλειστικά γιά τό Ἡμε­ρο­λό­γιο, κάτι πού σήμερα οἱ τοῦ Ἀρχαίου Ἡμερολογίου τό ἀρ­­νοῦν­­ται, παρ’ ὅτι ἐξακολουθοῦν νά τό ἀπο­καλοῦν «Πά­τρι­ον», δίδοντάς του μέ αὐτόν τόν προσδιορισμό ἱερές προεκτάσεις.
Ἕνα εἶναι βέβαιο. Ὅτι μέ τήν ἀ­πο­χώ­ρηση ἐκλεκτῶν πιστῶν ἀπό τήν «Θείαν Παρεμβολήν Παρατάξεως Κυρίου», ἀφ’ ἑνός μέν ἀπο­δυ­να­μώ­θηκε ἡ μάχιμη μερίδα τοῦ Πιστοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί ἀφ’ ἑτέρου, οἱ ἀποχωρήσαντες διεσπάσθησαν καί αὐτοί σέ πολλές καί –κα­τά καιρούς– ἀντιμαχόμενες μερίδες, μέ ἀποτέλεσμα νά γίνουμε ὅλοι ἐπίχαρμα τοῦ διαβόλου!
Σήμερα, πού ὁ ἀποχριστιανισμός τῆς Πατρίδος μας βρίσκεται σέ ὁριακό σημεῖο καί ἀπειλεῖται μέ ἀφανισμό ἡ Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα, ἔχουμε χρέος ὅλοι νά στραφοῦμε στό οὐσιῶδες καί ἀπό κοινοῦ, μέ φόβο Θεοῦ νά μελετήσουμε, νά συζητήσουμε καί νά συμφωνήσουμε κινούμενοι ἐπάνω σέ ἕνα βασικό ἄξονα. Νά συμφωνήσουμε, δηλαδή, ὅτι ὑπάρχει οὐσιώδης διαφορά μεταξύ τῶν ἀμετακινήτων Ὀρθο­δό­ξων Δογμάτων (πού ὅλοι οἱ πιστοί ἔχουμε χρέος νά προασπισθοῦμε μέχρι θανάτου) καί τῶν, τυχόν, προσωπικῶν ἤ Ποιμαντικῶν ἁμαρ­τιῶν τῶν Ἐπισκόπων ἤ τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκ­κλησιῶν. Αὐτό τό σημεῖο εἶναι καίριο ἀλλά ἀγνοήθηκε μέχρι σή­με­ρα καί γι’ αύτό τά ἀποτελέσματα ἦταν ἕνας ἀσταμάτητος κατα­κερματισμός τοῦ Σώματος τῶν Πιστῶν.
Γιά νά μήν παρεξηγηθῶ ὅτι ἐπιχειρῶ σκόπιμες ἁπλουστεύσεις, δηλώνω ἀπερίφραστα ὅτι ὅλες σχεδόν οἱ αἰτιάσεις τῶν ἀκο­λου­θούν­των τό Ἀρχαῖο Ἡμερολόγιο κατά τῶν καινοτομιῶν τῶν Οἰ­κου­­­με­­­νι­­στῶν Ἐπισκόπων τοῦ Νέου Ἡμερολογίου ἀληθεύουν. Ἐξ ἄλλου, αὐτές, ἀλλά καί πολύ περισσότερες ἐκκλησιολογικές καί ποι­μαν­τι­κές ἐκτροπές Νεοημερολογιτῶν ἔχουν κατακεραυνώσει κο­ρυ­φαῖοι ἐκπρόσωποι τοῦ Νέου Ἡμε­ρο­­λο­­γί­ου μέ ἐπι­κε­φα­λῆς τόν Ἅγιο Ἰουστῖνον Πόποβιτς καί τόν π. Ἐπι­­φά­­νι­ον Θεο­δω­ρό­πουλον. Δέν μπορεῖ, φερ’ εἰπεῖν, κανείς νά ἀρ­νη­θῆ ὅτι πα­ρα­μέ­νει μέχρι σήμερα ἀσυναγώνιστος ὁ ἔλεγχος, πού δημό­σια ἄσκησε ὁ π. Ἐπιφάνιος κατά τοῦ Πα­τρι­άρ­χου Ἀθηναγόρου καί συνάμα δίδει καί τό Ὀρθόδοξο στῖγμα, ἀλλά καί τό ἔναυσμα γιά νά ἀρχίση καί μιά ἄλλη συζήτηση –ἐξόχως ἐπείγουσα στίς μέρες μας– περί τοῦ ὅτι κανένα Πατριαρχεῖο δέν ἔχει πρωτεῖο Ἐξουσίας ἐπί τῆς Καθο­λι­κῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας!
Ἐπίσης, κανείς, νομίζω, δέν μπορεῖ νά ἀρνηθῆ ὅτι ἡ Δογματική τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι πλήρης καί γι’ αὐτό δέν ἐπιδέχεται προ­σθῆ­κες καί συμπληρώσεις. Ἡ Δογματική τῆς Ἐκκλησίας μας ἑρμηνεύεται μέ τό Πνεῦμα τῶν Ἁγίων μας στή διαλεκτική γλῶσσα κάθε ἐποχῆς ἀλλά δέν ἀλλοιώνεται οὔτε τροποποιεῖται.
Συνεπῶς, πρέπει νά ἐξαιρεθῆ ἀπό ἕνα μελλοντικό διάλογο με­τα­ξύ πιστῶν διαφορετικῶν Ἡμερολογίων ὅλος ὁ κατάλογος τῶν αἰτι­ά­σεων ἐκείνων πού θεμελιώνονται στήν θεολογικά σαθρή βάση ὅτι οἱ Οἰκουμενιστικές συμπεριφορές (συμπροσευχές μέ ἑτεροδόξους καί ἀλλοθρήσκους καί ἄλλες φαιδρές καί μέ πολιτικές σκοπιμότητες ἐνεργούμενες ἀσχήμιες καί ἀθεοφοβίες) Ἐπισκόπων ἤ Προκαθημένων Ἐκκλησιῶν μεταδίδουν αἵρεση καί σέ συλλειτουργούς τους! Οἱ ὁμόδοξοι συλλειτουργοί μετέχουν στήν Θεία Λειτουργία, δέν μετέχουν ὁ ἕνας στήν ψυχή καί στήν συνείδηση τοῦ ἄλλου. Καί –πολύ περισσότερο– δέν μεταδίδουν αἵρεση ὁ ἕνας στόν ἄλλον, ἐπειδή κάποιος ἀπό τούς δύο συμπροσευχήθηκε ἤ συλ­λει­τούργησε μέ αἱρετικούς.
Ἡ αἵρεση δέν μεταδίδεται στήν Ἐκκλησία, οὔτε μεταδίδεται σέ πιστούς Ὀρθοδόξους Κληρικούς μέ φρόνημα καί βιοτή κατά πάν­τα ἐναρμονισμένα μέ τήν «Πίστιν τῶν Ὀρθοδόξων», ἡ ὁποία «τήν Οἰκουμένην ἐστήριξεν».
Ἡ αἵρεση δέν εἶναι ἴωση, εἶναι οἰκείωση τῆς πλάνης. Οἰ­κειο­ποι­­οῦνται τήν πλάνη ὅσοι Ἐπίσκοποι ἤ καί Πρεσβύτεροι συμ­πλέουν καί συμπροσεύχονται ἤ καί συγκοινωνοῦν μέ αἱρετικούς ἀλ­λά δέν μεταδίδουν, οὔτε ἔχουν δικαίωμα καί δυνατότητα νά μεταδώσουν τήν αἵρεσή τους στούς πιστούς Κληρικούς μέ τούς ὁποίους Ὀρθοδόξως συλλειτουργοῦν.
Ἐάν πιστεύσουμε ὅτι ἡ αἵρεση ἔχει τέτοια καταλυτική δύναμη νά στερῆ τήν Ἱερωσύνη καί ἐκείνων τῶν πιστῶν ἁγιοπατερικῶν Κλη­ρι­κῶν πού ἁπλῶς συλλειτουργοῦν λόγῳ τῶν λειτουργικῶν τους ὑπο­χρε­ώσεων μέ συγκοινωνούς αἱρετικῶν, τότε δέν θά ἐχρειάζετο νά καθαιρεθοῦν οὔτε οἱ αἱρετικοί, ἀφοῦ ἡ αἵρεσή τους μεταδίδει τήν καθαίρεση ἀκόμη καί στούς κοινωνούς τῶν κοινωνούντων, ἔστω καί ἄν οἱ κοινωνοί αὐτοί εἶναι παντελῶς ἀθῶοι καί καταδικάζουν μετά βδελυγμίας τήν αἵρεση!
Ἔτσι ἐξηγεῖται τό γιατί δέν ἔγιναν Σχίσματα μεταξύ τῶν Πιστῶν Ὀρθοδόξων ἀνά τούς αἰῶνες, παρ’ ὅτι κατά διαστήματα ὑπῆρξαν ὄχι μόνο Ἐπίσκοποι συλλειτουργοί αἱρετικῶν ἤ αἱρετιζόντων ἀλλά καί Μάγοι Ἐπίσκοποι, δηλαδή Δαιμονολάτρες!
Ἡ μετάδοση τῆς αἱρέσεως δέν εἶναι μαγική ὑπόθεση ἤ κολλη­τι­κή. Ἡ μετάδοση τῆς αἱρέσεως εἶναι συνειδητή ἀποδοχή τῆς πλά­νης καί, γιά νά μιλήσουμε μέ εἰλικρίνεια, αὐτό συνέβαινε στό παρελθόν. Σήμερα, μετά τίς ἐξονυχιστικές ἀναλύσεις τῶν Ἁγ. Πα­τέ­ρων, ὅσοι Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι συμπλέουν ἤ καί υἱοθετοῦν τίς αἱρέσεις (βαπτίζοντάς τις, μάλιστα, ἐκδοχές τῆς Ἀληθείας τῆς Ἐκ­κλη­σίας!), τό πράττουν, ὄχι γιατί θεωροῦν τίς αἱρέσεις ἀνώτερες τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά γιατί ἁπλούστατα δέν πιστεύουν κἄν οὔτε στήν Ὕπαρξη Συγκε­κρι­μένου Θεοῦ! Ὑπηρετοῦν ἁπλῶς ὡς Κληρικοί–Πρίγκιπες τήν δόλια τακτική τῆς χειραγωγήσεως πιστῶν ἀνθρώπων στήν παγκο­σμι­ο­ποι­ημένη δαιμονική τακτική τῆς ἐπιβεβλημένης Ὑπο­κει­μενικότητος!
Πόσοι αἰῶνες εἶχαν περάσει ἀπό τῆς καταδίκης τοῦ Ἀρειανισμοῦ καί, ὑπῆρχαν ἀκόμη πυρῆνες Κληρικῶν, Πρεσβυτέρων καί Ἐπισκό­πων, πού κρυφά ἐξακολουθοῦσαν νά πιστεύουν τήν Ἀρειανική πλάνη καί ὅμως συν­υπῆρ­χαν μέ τούς Ὀρθοδόξους;
Πολλάκις συλλειτουργοῦσαν μέ Ὀρθοδόξους γιατί ἦταν ἀδύ­νατον νά ἐξιχνιασθῆ ἡ προέλευση καί ἡ συναναστροφή τοῦ καθενός, ἀλλά καί γιατί λειτουργικές ὑποχρεώσεις τῶν Πρεσβυτέρων δέν τούς ἐπέτρεπαν νά ἀποφύγουν τό συλλείτουργο μέ τόν Ἐπίσκοπό τους, ἄν καί ἐγνώριζαν ὅτι αὐτός ἐρωτοτροπεῖ μέ τούς Ἀρειανούς.
Ἡ πλέον, ὅμως, κραυγαλέα ἀπόδειξη τοῦ ὅτι ἡ αἵρεση δέν εἶ­ναι μεταδοτική, δίδεται ἀπό τήν Σύνοδο τῆς Φερράρας. Πόσο διά­στη­μα προηγήθηκε τῆς τελικῆς ἀρνήσεως τοῦ Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐ­­γε­­νι­­κοῦ νά ἑνωθῆ ἡ Ὀρθοδοξία μέ τήν Παπική πλάνη; Πόσοι Ἐπίσκοποι, ὁ ἕνας μετά τόν ἄλλον ὑπέκυπταν στήν Παπική αἵρεση; Πόσες συναλλαγές μεταξύ Ἐπισκόπων καί Πά­πα καί, ὅμως, κανένα Σχῖσμα μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων! Γιατί ἔγινε αὐτό καί ὄχι ἕνα Σχῖσμα τοῦ Ἁγ. Μάρκου; Διότι Πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας καί τῶν πιστῶν Της ἦταν καί εἶναι, πώς δέν μο­λύ­νε­ται ὁ Πιστός ἀπό κανέναν, ἄν ὁ πιστός δέν υἱοθετήση «ἐξ ὅλης ψυχῆς καί καρδίας καί διανοίας καί ἰσχύος του» τήν πνευματική μόλυνση τῆς αἱρέσεως, ἀρκεῖ νά μή δια­σπά­ση τήν ἑνότητα τοῦ Σώματος καί διαχωρίση τόν ἑαυτό του ἀπό τήν Ἀποστολική Διαδοχή τοῦ Σώματος τῶν Ἐπισκόπων, πού ἔχουν, ἀπό τόν Ἅγιο Ἰάκωβο τόν Ἀδελφόθεον, ἀδιάκοπη καί ἀδιατάρακτη Ἑνότητα μεταξύ τους.
Ἄν τότε εἶχε δημιουργήσει Σχῖσμα ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ἡ περιπέτεια πού θά ἐγνώριζε ἡ Ἐκκλησία μας θά εἶχε ἀπρόβλεπτες συνέπειες καί, ἀσφαλῶς, δέν εἶναι καθόλου βέβαιον ἄν θά ἦσαν οἱ Πατέρες μας εἰς θέσιν νά μᾶς μεταλαμπαδεύσουν μέχρι σήμερα ἀκεραία τήν Ὀρθόδοξη Πίστη μέσα σέ δύνη Σχισμάτων, ὅπως δέν κατόρθωσαν νά τήν μεταλαμπαδεύσουν στούς ἀπογόνους τους καί οἱ πατέρες ἄλλων λαῶν (ὅπως τῆς Κίνας, τῆς Ἰνδίας κ.ἄ.), παρ’ ὅτι δέν ἐγνώρισε αὐτή τήν περιπέτεια ἡ Ἐκκλησία!
Ἐάν ἕνας καί μόνος ἀληθινός Ἐπίσκοπος, ὁ ἅγιος Μᾶρκος, μέ τήν Ἀλήθεια Χριστός κατώρθωσε νά ἀποτρέψη τή συγχώνευση τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τήν πλάνη, ἄν καί ἔμεινε «τῆς Πίστεως Μονομάχος», εἶναι δυνατόν ἐμεῖς νά ἀμφιβάλουμε ὅτι θά διατηρηθῆ καί σήμερα ἡ Ὀρθο­δο­ξία μας ἀλώβητη, ἀφοῦ ὑπάρχουν στίς μέρες μας πολλοί περισσότεροι τοῦ ἑνός Ἐπίσκοποι τῆς Ἀληθείας καί ἀγωνισταί Κληρικοί καί λαϊκοί προασπιστές Της;
Μποροῦμε, ἄραγε, νά λησμονήσουμε ὅτι πρό τῆς Ἁλώσεως τῆς Βασιλευούσης ἔγινε πραγματικό καί ὁλοκληρωτικό συλλείτουργο Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν καί, μάλιστα, στήν Ἁγία Τράπεζα τῆς Ἁγίας Σοφίας ἐνώπιον τοῦ Αὐτοκράτορος(!) καί, παρά ταῦτα, δέν ἔγινε Σχῖσμα πιστῶν. Δόθηκε μέν ὡς ἐπιτίμιο τοῦ Θεοῦ ἡ Ἅλωση τῆς Πόλεως τῶν πόλεων, ἀλλά τό Σῶμα τῶν Πιστῶν ἔμεινε ἑνιαῖο καί ἀρραγές. Γι’ αὐτό καί ἄντεξε τό Γένος μας στήν 400χρονη δουλεία καί διατήρησε ἀλώβητη τήν Πίστη του.
Ἄν μετά τό ἀνοσιούργημα τοῦ συλλείτουργου τῆς Ἁγιά Σοφιᾶς δέν ἔγινε Σχῖσμα, ποιός πραγματικά πιστός νομιμοποιεῖται νά τολμήση κάτι τέτοιο, ἔχοντας, μάλιστα, τό κουράγιο νά ἐπιστρατεύη καί θεολογικά ἐπιχειρήματα;
Πόσοι ἅγιοι Πατέρες ἀνεδείχθησαν μετά τήν Ἅλωση; Καί, ὅμως, κανείς ἀπό αὐτούς δέν κατηγόρησε τούς χριστιανούς τῆς Ἁλώσεως ἐπειδή δέν ἔκαμαν Σχῖσμα, γιατί ἐγνώριζαν πολύ καλά οἱ Πατέρες μας ὅτι ὅλα τά Σχίσματα ἔγιναν ἀπό αἱρετικούς καί γι’ αὐτό κανένα ἀπό αὐτά δέν ἔχει δικαιωθεῖ καθ’ ὅλη τήν 2000ετῆ Ἐκκλησιαστική μας Ἱστορία!
Ἀπευθύνουμε, λοιπόν, μέ ἀνυπόκριτη ἀγάπη τό Προσκλητήριό μας γιά πραγματικό Θεολογικό Διάλογο μεταξύ Πιστῶν, Κληρικῶν καί Λαϊκῶν τοῦ Ἀρχαίου καί τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, ὅπως ἦταν καί ὁ ἀρχικός στόχος τοῦ προηγουμένου ἄρθρου μας.
Δέν ἔχουμε τήν μωρία νά πιστεύουμε ὅτι μέ αὐτόν τόν Διάλογο Ἀληθείας ἐλπίζουμε νά ἐπιτύχουμε περισσότερα ἀπό ὅσα ἐπέτυχαν προγενέστεροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, μέ κορυφαῖον τόν π. Ἐπι­φάνιον Θεοδωρόπουλον. Δέν ἔχουμε τόση μωρία ὥστε νά τό ἐλπί­ζουμε στηριζόμενοι στίς δυνατότητές μας, οἱ ὁποῖες καί χωρίς τήν χρήση ταπεινολογίας εἶναι μηδαμινές. Ἐλπίζουμε, ὅμως, σέ κατά Θεόν ἀποτελέσματα τοῦ προκηρυσσομένου Διαλόγου στηριζόμενοι στήν προεργασία πού ἔκαμε ὁ νέος «Μονομάχος (κατά τήν ἁγιοπνευματική ποιότητα) τῆς Πίστεως», μακαριστός Ἀρχιμανδρίτης Μᾶρκος Μανώλης, ἀλλά καί στήν πνευματική ποιότητα καί νηφαλιότητα πολλῶν πιστῶν τοῦ Ἀρχαίου Ἡμερολογίου, κάποιοι ἀπό τούς ὁποίους μαθήτευσαν πλησίον τοῦ συγχρόνου Ἁγίου μας, Πατρός Ἰουστίνου Πόποβιτς!

                                                π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
Φεβρουάριος 2014

Πέμπτη, Ιανουαρίου 02, 2014

πρωτ. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης: «ΤΟ ΝΕΟ ΕΤΟΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΧΡΟΝΟΣ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ Ἤ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟΥ;»

Ἡ εἴσοδος τοῦ Νέου Ἔτους ἔγινε χωρίς τή δική μας μεσολάβηση καί συμφωνία, γιατί ὁ χρόνος τρέχει χωρίς νά ἐπηρεάζεται ἀπό τή θέλησή μας, οὔτε ἀλλάζει ρυθμό, ἔστω καί ἄν προκαλῆ σέ μᾶς ψυχικές διαταραχές ὁ ρυθμός του.
Ὅμως, ἄν καί ποταμός ὁ χρόνος, δείχνει τή φιλανθρωπία καί συγκατάβασή του σέ πιστούς καί ἀπίστους, μέ τό νά καταδέχεται νά ἀναχαιτίζη τήν ὁρμή του καί νά κομματιάζη τή ροή του σέ ὧρες, μέρες καί χρόνια, ὑποχρεώνοντας τόν κοσμικό Γραμματικό του, τό ἡμερολόγιο, νά καθορίζη ἐπακριβῶς τό πῶς πρέπει νά κυλοῦν οἱ ἡμέρες τῆς χρονιᾶς, ὥστε νά ἔχουμε τήν εὐκαιρία νά ὠφεληθοῦμε ἀπό τόν χρόνο καί ὄχι νά καταποντισθοῦμε ἀπό τήν ὁρμή του.
Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ὁ χρόνος δέν μᾶς ἀνήκει. Εἶναι κτίσμα καί κτῆμα τοῦ Θεοῦ. Ποιήθηκε πρίν ἀπό ἐμᾶς ἀπό Τόν «Θεόν Λόγον» καί δίνει λόγο μόνο στόν «Θεόν Λόγον».
Κανείς ἀπό ἐμᾶς δέν ἔχει τήν ἐξουσία νά αὐξήση τόν χρόνο πού τοῦ ἀναλογεῖ, ἀλλά μόνο μπορεῖ νά ἀξιοποιήση τόν χρόνο του, μεταποιῶντας τόν σέ «καιρόν», συμμέτοχον τοῦ «Καιροῦ ἐκείνου», πού «μένει εἰς τόν αἰῶνα». Γι’ αὐτό, καί κανείς ἀπό ἐμᾶς δέν ἔχει δυνατότητα διαλόγου ἤ διαπραγματεύσεως μέ τόν χρόνο, παρά μόνο μέσῳ «τοῦ Θεοῦ καί Λόγου».
Μέσῳ τοῦ «Θεοῦ καί Λόγου» ὁ χρόνος, ἀπό ἡμερολόγιο, ἀπό ἁπλό ξεφύλλισμα ἡμερῶν, γίνεται Ἑορτολόγιο, καί καλεῖ τόν καθένα μας νά ἀποφασίση τό πῶς θά βιώση τή χρονιά πού ἤδη ἄρχισε.
Ὁ χρόνος ἔχει τήν δυνατότητα νά μᾶς καλῆ γιατί –ὅπως μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς– «εἰς τήν οὐσίαν του ὁ χρό νος εἶναι ἔλλογος καί διά τοῦτο ἀποτελεῖ τήν εἰσαγωγήν εἰς τήν αἰωνιότητα τοῦ Λόγου διά τῆς θεανθρωπότητος. Ὁ σαρκω θείς Θεός Λόγος ἀπέδειξε μετά βεβαιότητος ὅτι ὁ χρόνος εἶναι προετοιμασία διά τήν αἰωνιότητα. Ἐκεῖνος πού θά εἰσέλθη εἰς τόν χρόνον, εἰσέρχεται ταυτοχρόνως εἰς τόν προθάλαμον τῆς αἰω νιότητος…Φωτιζόμενος ἀπό τόν Θεάνθρωπον, ὁ χρόνος δεικνύει ὅλα τα λογικά ἰδιώματά του, διότι καί αὐτός διά τοῦ Λόγου ἐγένετο (πρβλ. Ἰωάν. 1,3)».
Ὁ χρόνος εἶναι ὁ φορέας, ἀλλά οἱ φερόμενοι ἀπό αὐτόν ἄν θρω ποι τόν διχοτομοῦμε, ἀναλόγως τῶν ἐπιλογῶν του ὁ καθένας μας, σέ χρόνο ἁπλοῦ ἡμερολογίου ἤ σέ «καιρόν» Ἑορτολογίου καί αὐτή ἡ διχοτόμηση τοῦ χρόνου, διχοτομεῖ καί τήν ἀνθρωπότητα καί κάθε λαό καί κάθε οἰκογένεια καί, πολλές φορές, καί τόν ἴδιο μας τόν ἑαυτό, κάνοντάς μας νά ζοῦμε διχοτομημένοι, ἄλλοτε ὡς «τῷ πνεύματι ζέοντες» καί ἄλλοτε «ὡς ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ»!
Πρέπει νά μᾶς προβληματίση τό γεγονός ὅτι τό Ἡμερολόγιο –ἀπό πλευρᾶς ὀπαδῶν– ὑπερισχύει τοῦ Ἑορτολογίου, ἀφοῦ ἀκόμη καί πιστοί ἄνθρωποι ἔκαμαν ἀπό τοῦ 1924 Σχῖσμα στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀναγνωρίσαντες ψευδῶς ὡς πατέρα τοῦ Ἡμερολο γίου τούς Ἁγίους Πατέρας(!), ἀντί τοῦ πραγματικοῦ του πατέρα, πού εἶναι ὁ εἰδωλολάτρης Ἰούλιος Καίσαρας!
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας δέν εἶναι οἱ Πατέρες τοῦ Ἡμερολογίου ἀλλά τοῦ Ἑορτολογίου, τό ὁποῖο μένει καί θά παραμένη ἀσάλευτο εἰς τούς αἰῶνας καί, γιά τήν διατήρηση τοῦ ἀπαρασαλεύτου του, θά θυσιάσουμε τά πάντα καί θά θυσιασθοῦμε! Τό Ἡμερολόγιο ἔχει τό ὄνομα τοῦ πατέρα του καί γι’ αὐτό λέγεται Ἰουλιανό, ἐνῶ τό Ἑορτολόγιό μας ἔχει τό ὄνομα τῶν ἁγίων γεννητόρων του καί γι’ αὐτό εἶναι καί λέγεται Ἁγιοπατερικό!
Εἶναι προφανές ὅτι δέν εἶναι καθόλου συμπτωματικό τό γεγονός τῆς ὑ πε ρ ο χῆς τοῦ Ἡμερολογίου στίς συνειδήσεις πολλῶν πιστῶν, καί, μάλιστα, σέ βαθ μό, νά ἀποσχισθοῦν ἐκκλησιαστικά –ἀποκλειστικά καί μόνο γιά τόν λό γο αὐτόν(!)– ἀπό τούς πιστούς ἀδελφούς τους. Ἀντι θέτως, φα νε ρώνει ὅτι ἡ ὑπερύψωση τοῦ Ἡμερολογίου πάνω ἀπό τό Ἑορτολόγιο, εἶναι ἡ τρα νό τε ρη ἀ πό δει ξη ὅτι ἀκόμη καί στίς συ νει δήσεις τῶν πιστῶν ἀν θρώ πων ὑπερέχει ὁ Καίσαρας ἔναντι τῆς Ἱερωσύνης τοῦ Χριστοῦ! Ὑπερέχει ἡ Πολιτεία καί ὄχι ἡ Ἐκ κλη σία! Αὐτό τό ἔχουν ἀντιληφθεῖ καί τό ἐκμεταλλεύονται στό ἔπακρον οἱ Πολιτικοί μας καί ἔγιναν ἀφεντικά τῆς Ἐκκλησίας!
Ἡ ἀποκατάσταση τοῦ Ἑορτολογίου στήν κορυφή τῆς ἀξιολο γήσεώς μας, πρέπει νά γίνη μέ πανηγυρικό τρόπο, ἰσοδύναμο μέ αὐτόν τῆς Ἀναστηλώσεως τῶν Ἁγίων Εἰκόνων. Πρέπει νά κατανοήσουμε τήν οὐσιώδη διάκριση μεταξύ τῆς ἁπλῆς ἡμερομηνίας καί τῆς ἑορ τῆς τῆς κάθε ἡμερομηνίας. Δηλαδή, πρέπει νά διακρίνουμε τίς ἁρμο δι ό τη τες τῆς Πολιτείας, πού εἶναι ἐν προκειμένῳ ὁ ὁρισμός τῶν ἡμερομηνιῶν καί τῶν ὡρῶν τῆς ἡμέρας, ἀπό τήν ἁρμοδιότητα τῆς Ἐκ κλησίας νά ὁρίζη ποιά ἑορτή θά τελεῖται σέ κάθε ἡμερομηνία. Ἡ Πο λιτεία –φέρ’ εἰπεῖν– ὁρίζει τό πότε εἶναι 25 Δεκεμβρίου, δέν τό ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία. Τήν ἑορτή τῆς ἡμέρας αὐτῆς ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία.
Αὐτή ἡ διάκριση τοῦ σημαντικοῦ καί σπουδαίου, πού εἶναι ἔργο τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τίς συμβατικές ἁρμοδιότητες τῆς Πολιτείας, ὅταν γίνη συνείδηση τοῦ πιστοῦ Λαοῦ μας, θά περιορίση τήν Πο λι τεία στά συμβατικά καθήκοντά της, θέτοντάς την ταυτόχρονα πρό τοῦ ἀμειλίκτου δι λήμ ματος: ΄Ἤ νά γίνη ὑπήκοος τῆς Ἐκκλησίας (τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι τῶν Κληρικῶν), ἀναγνωρίζουσα τήν Ἐκκλησία ὡς πε ρι έχουσα τήν Πολιτεία ἤ νά τεθῆ ἐκτός της Ἐκκλησίας!
Ὡς ὑπήκοοι τῆς Ἐκκλησίας, θά εἶναι ὑποχρεωμένοι οἱ Πολιτικοί νά ὑπακούουν «Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις», περιοριζόμενοι ἀποκλει στικά στά συμβατικά καθήκοντά τους. Δέν θά ἔχουν δικαίωμα νά ἄγονται καί νά φέ ρον ται ἀπό τίς διεστραμμένες ὀρέξεις καί ἐπιλογές τῆς Εὐ ρω πα ϊ κῆς Ἑνώσεως, καταργοῦντες τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς, τήν Θεολογική κα τή χηση τῶν βαπτισμένων παιδιῶν τῆς Πατρίδος μας καί τίς Πα ρα δό σεις τοῦ Λαοῦ μας. Δέν θά ἔχουν ἄλλοθι νά εἰσάγουν μέ ὕπου λο τρόπο πρακτικές, μέ τίς ὁποῖες ἄλλα ἐπιδιώκονται καί ἄλ λα προ σχη μα τίζονται, ὅπως προσπαθοῦν νά κάνουν μέ τούς ἀπο κα λου μέ νους Γάμους ὁμοφυλοφίλων, ὅπου ὁ ἐπιδιωκόμενος γά μος δέν ἐξυπηρετεῖ ἀπολύτως κανένα ἄλλον σκοπό παρά τό δι καί ω μα υἱοθεσίας βρεφῶν ἀπό τά ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια ὥστε νά ἀσκεῖται ἀκωλύτως καί ἐλευθέρως ἡ παιδεραστία καί ἡ ἀσέλ γεια πάνω στά ἀθῶα καί ἀνυπεράσπιστα πλάσματα!
Ἐάν ἐπιλέξουν οἱ πολιτικοί μας νά μήν εἶναι ὑπήκοοι τῆς Ἐκ κλη σίας, ἀλλά νά ἐνεργοῦν σάν νά ὑπάρχη δεύτερος, καί, μάλιστα, ἀνώ τε ρος θεός, ὁ θεός τῶν Πολιτικῶν, τότε ἡ Ἐκκλησία θά ἔχη τήν εὐ χέ ρεια νά καταγγείλη στόν Λαό τοῦ Θεοῦ τούς Πολιτικούς αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἤ, μᾶλλον, αὐτῆς τῆς “ράτσας” –κατά τόν «πολιτικά ὀρ θό» χαρακτηρισμό τῆς Νέας Ἐποχῆς– ὅποτε θά “εἰσπράξουν” τά μη δαμινά ποσοστά πού τούς ἀναλογοῦν!
Γνωρίζω ὅτι ἔγινε βαρύς ὁ λόγος μου ἀλλά οἱ ἡμέρες εἶναι πο λύ κρίσιμες καί ὀδυνηρές γιά νά τοῦ ἐπιτρέψουν νά γίνη ἐλα φρύ τε ρος. Καί ἐγώ θά τό ἤθελα νά ἀρθρώσω κατά τίς πρῶτες αὐτές ἡμέρες τοῦ νέου ἔτους ἕνα λόγο πιό ἀνάλαφρο, ἀλλά ὁ καιρός εἶναι συνεσταλμένος καί ἐπείγει ἡ «ἐξα γο ρά καιροῦ».
Ἄς εὐχηθοῦμε νά γίνη φέτος πολύ αἰσθητή ἡ Παρουσία τοῦ Χρι στοῦ μας στήν Πατρίδα μας, ὥστε καί ἐμεῖς νά γίνουμε πρα γ μα τικά ἀνάλαφροι!
Μέ Ἐλπίδα, Πίστη καί Ἀγάπη νά βιώσουμε “γιά τά καλά” τό φε τει νό Ἑορτολόγιο!
Καλή καί Εὐλογημένη Χρονιά!
πρωτ. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 137 Ἰανουάριος 2014

Τρίτη, Δεκεμβρίου 10, 2013

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ «ΟΥΚ ΗΛΘΕ ΒΑΛΕΙΝ ΕΙΡΗΝΗΝ ΑΛΛΑ ΜΑΧΑΙΡΑΝ»!


                                
Περιμένοντας τά Χριστούγεννα –ὅσοι τοὐλάχιστον βρισκόμαστε στή μέση ἡλικία καί ἄνω– νοιώθουμε ἀκόμη πιό ἔντονα σάν πρόσφυγες στήν ἴδια μας τήν Πατρίδα, ἀφοῦ ἡ Δημόσια ζωή δέν παρουσιάζει πιά σχεδόν κανένα ἐνδεικτικό τῆς πνευματικότητος μέ τήν ὁποία ἀνατραφήκαμε ἀπό βρέφη γιά νά γίνουμε Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι.
Οἱ Δημόσιες Ὑπηρεσίες ψυχρές σέ ὁτιδήποτε θά θύμιζε ἐκκλη­σι­αστική πνευματικότητα. Προϊστάμενοι καί ὑπάλληλοι Ὑπη­ρε­σιῶν καί καταστημάτων συμπεριφέρονται σάν «ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ» καί ἀντιμετωπίζουν ἀκόμη καί τούς κληρικούς μέ τή φράση: «Ὁρῖστε κύριε, τί θέλετε κύριε;», ὁσάκις ἔρχονται σέ συναλλαγή μαζί τους. Τά σχολεῖα δέν εἶναι πιά φωλιές πού θά θερμάνουν τούς νεοσσούς ἀλλά καί τούς μεγαλύτερους μαθητές μέ τό ἦθος, τήν προβολή πνευματικῶν προτύπων, μέ τό προσωπικό ἐνδιαφέρον τῶν διδασκόντων, μέ τήν αὐταπάρνησή τους καί τήν πνευματική ἀγάπη τους.
Ἀκόμη καί οἱ Ναοί πολλῶν ἐνοριῶν, δυστυχῶς καί τῆς Ὑπαί­θρου, ἔχουν χάσει τήν πνευματική ζεστασιά τους καί ἡ Ἱερατική Πα­τρική στοργή καί ἀγάπη ἔχουν ἀντικατασταθεῖ ἀπό τήν ψυχρή συναλλαγή καί τή συμμόρφωση σέ διαδικασίες.
Μέσα σ’ αὐτές τίς συνθῆκες οἱ ἄνθρωποι, πού μεγάλωσαν μέ Ἀρχές, μελαγχολοῦν, καί ἐκεῖνοι πού μεγάλωσαν μέ ἐκκλησιαστική πνευ­μα­τι­κό­τη­τα, ὑποφέρουν.
Δέν ἀναπαύονται πουθενά. Δέν βλέπουν σέ καμμιά ἔκφραση τῆς σύγχρονης ζωῆς «τόν Χριστό τῶν παιδικῶν τους χρόνων», πολύ δέ περισσότερο δέν βλέπουν τόν Χριστό ὅπως μᾶς τόν δίδαξαν καί μᾶς τόν φανέρωσαν μέ τή ζωή τους οἱ πνευματικοί μας Πατέρες.
Παντοῦ ἐπικρατεῖ τό πνεῦμα τοῦ κόσμου. Ὅποιος ἔχει συνταχθεῖ μέ τό πνεῦμα αὐτό, ὑπερισχύει. Προβάλλεται, καταλαμβάνει ἡγε­τι­κές θέσεις, ἀποκτᾶ ἰσχυρούς προστάτες ὥστε ἡ κατεδάφιση τῶν πνευματικῶν προπυργίων τῆς Πατρίδος μας νά μή συναντήση κανένα ἐμπόδιο.
Ἀπόλυτη κατοχύρωση τῆς διαφθορᾶς, ὅπου καί ἄν παρατηρεῖται, ἀρκεῖ ἀπό τά “προϊόντα” της νά λαμβάνει μερίδιο ἐκεῖνος πού ἔχει τήν ἐξουσία νά τήν καλύπτη!
Ἡ ἀπελπισία τῶν πιστῶν ἀνθρώπων κορυφώνεται ὅταν διαπι­στώνουν πώς οὔτε στήν Ἐκκλησία δέν μποροῦν πιά νά ἐλπίζουν γιά ψυχική θαλπωρή οὔτε καί γιά δικαίωση τῆς ἀγανακτήσεώς τους ἐναντίον ἐκείνων πού ἰσοπεδώνουν, τά πάντα.
Βλέπουν παντοῦ ἕναν ἄρρωστο ἐφησυχασμό, μιά συνθηκολόγηση, μιά ἀποδοχή ἑνός μοιραίου πού ἀναπόφευκτα, πρέπει, τάχα, νά δεχθοῦ­με.
Ὅμως, οἱ πιστοί ἄνθρωποι δέν ἡσυχάζουν μέ τά κηρύγματα τῶν ἐφησυχαστῶν γιατί εἶναι πράγματι πιστοί καί ἔχουν ἐπίγνωση τῆς μεγάλης τους εὐθύνης νά καταθέτουν τήν μαρτυρική τους πράξη κάθε στιγμή τῆς ζωῆς τους.
Μέ ἕνα λόγο οἱ πιστοί, πού ἀγωνίζονται μέ εἰλικρίνεια καί αὐ­­τα­­­πάρνηση γιά νά ἐπικρατήση στή γῆ μας καί ἰδιαιτέρως στήν πνευματική μας Πατρίδα, τήν Ἑλλάδα, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, αἰσθά­νον­ται πνευματικά ἄστεγοι καί ὀρφανοί, ἀφοῦ οἱ τεταγμένοι νά εἶναι Πνευματικοί τους Πατέρες ἤ συμβιβάζονται μέ τήν ἐξέλιξη τῶν δημοσίων πραγμάτων καί τήν κατάρρευση τοῦ ἤθους τοῦ Ἕλληνα, θεωρῶντας τα –μάλιστα– ἀναπόφευκτη ἐξέλιξη τοῦ πολιτισμοῦ, ἤ –στήν καλύτερη ἐκδοχή– ἀσχο­λοῦνται μέ τά συμπτώματα καί ὄχι μέ τό κυρίως πρόβλημα, πού εἶναι ἡ ὁλοκληρωτική κατάληψη τῆς περιοχῆς τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν Πολιτική Ἐξουσία.
Ποιός συνειδητά πιστός ἄνθρωπος αἰσθάνεται πνευματική ἀσφά­λεια σήμερα στήν Πατρίδα μας, ὥστε ἀπερίσπαστος νά ἐπιδοθῆ στήν προσωπική του καλλιέργεια καί στήν καλλιέργεια τῆς οἰκο­γε­νείας του; Ὅταν πρέπει ἀνά πᾶσα στιγμή νά ἀντιπαλεύη γιά νά ξεκαθαρίση μέσα του ποιά εἶναι τελικά ἡ Ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καί τῆς Ἐκ­κλησίας Του καί ὄχι ἁπλῶς ποιά εἶναι ἡ θρησκευτικοκουλτουριάρικη ἄποψη ἐκκλησιαστικῶν μεγαλοτιτλούχων ἤ ἡ φιλτραρισμένη ἀπό τό «πολι­τι­κῶς ὀρθόν» τῆς «Νέας Ἐποχῆς», πῶς νά τοῦ μείνη κουράγιο γιά νά ἀνδρωθῆ πνευματικά;
Τό σοβαρότερο πρόβλημα σήμερα δέν εἶναι ἡ πνευματική καί οἰκονομική κρίση, πού δημιούργησαν πρωταγωνιστικά οἱ Πολιτικοί μας, ἀλλά ἡ ἔλλειψη Ἐκκλησιαστικῆς Αὐθεντίας μέ Πανελλήνιο κῦ­ρος καί ἀναγνώριση, πού θά λειτουργοῦσε ὡς ἡ Ὄρνις πού θά ἐπι­συ­νήγαγε τούς πιστούς «ὑπό τάς πτέρυγας» τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἀλή­θειας.
Δέν εἴμαστε τόσο βαρειά κατατεθλιμμένοι ὥστε νά χάσουμε τήν Πίστη μας. Δόξα τῷ Θεῷ! Γι’ αὐτό πιστεύουμε, ὅτι ὑπάρχουν καί στίς μέρες μας ἐκφρασταί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς αὐθεντίας, ἀλλά, δυστυχῶς, εἶναι κρυμμένοι καί, πρός τό παρόν, δέν ἐμφανίζονται στό Πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅμως, τό γεγονός ὅτι, ἀφ’ ἑνός μέν δέν ἐμφανίζονται ἀκόμη δημόσια οἱ ζῶντες Ὁδηγοί καί, ἀφ’ ἑτέρου, ὅτι ὁ Θεός ἔχει πάρει ἀπό τήν ἐπίγεια ζωή τούς Αὐθεντικούς Πατέρες μας, ἐκείνους πού μέχρι χθές ἐμπιστευόμαστε ἀπόλυτα, καταδεικνύει ὅτι ὁ Οὐρανός ἔχει φρίξει μέ τήν ἀποστασία τοῦ πάλαι ποτέ εὐσεβοῦς Ἔθνους μας καί ἀπέστρεψε τό Πρόσωπό Του ἀπό τή Δημόσια ζωή μας, ἀρκούμενος νά ἐπιβλέπη μονάδες πιστῶν ἀνθρώπων καί ὄχι ἀγέλες ἁπλῶς καί ὡς ἔτυχε θρησκευομένων.
Ἰδιαιτέρως τραγική εἶναι ἡ ἀπουσία τῆς Ἐπισκοπικῆς Αὐθεντίας ἀπό τή Δημόσια ζωή τῆς Πατρίδος μας. Ἀπό τό ἕνα ἄκρο ἀκούγονται Ἐπισκοπικά λόγια πού ἔχουν καταδικασθεῖ ἀπό τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους του ἐδῶ καί αἰῶνες, ὅπως ὅτι οἱ Παπικοί δέν εἶναι αἱ­ρε­τικοί γιατί, τάχα, ἡ σημερινή Σύνοδος τῶν Ἐπισκόπων δέν τό παρα­δέχεται(!) καί, ἀπό τό ἄλλο ἄκρο, μιά ἀκατάσχετη «εὐσεβής φλυαρία» παπαγαλίζουσα τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, χωρίς, ὅμως, νά εἰσπράττη ὁ λαός μας ἀπό τούς Ποιμένες του οὔτε ἶχνος ἀπό τό Θεόμορφο ἁγιοπατερικό ἦθος καί τήν Χριστομίμητη βιωτή τῶν ἁγίων μας.
Τά δύο αὐτά φαινομενικῶς ἄκρα, οἱ δύο μερίδες, τῶν νεωτεριστῶν καί τῶν πιό παραδοσιακῶν Ἐπισκόπων, παραμένουν συμπαγῆ καί ἀρρήκτως συν­δε­δε­μέ­να σέ ἕνα «σύνδεσμον ἀδικίας» κατά τοῦ Ὀρθοδόξου λα­οῦ, ὁ ὁποῖος διαπιστώνει ὅτι, ὅπως καί ἄν ἔχουν τά πράγματα, οἱ «Πρίγκιπες τῆς Ἐκκλησίας» μένουν πάντα ἀχώριστοι μεταξύ τους, παρά τίς ὅποιες τους θεωρητικές διαφορές, καί χωρι­σμέ­νοι ἀπό τόν Λαό τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Χριστός, πού περιμένουμε μελαγχολικά ἀλλά καί μέ λα­χτά­ρα νά Γεννηθῆ Δυναμικά φέτος, ἦλθε στή Γῆ μας ὄχι γιά νά ἐπι­βά­λη μιά εἰρήνη πού θά σκεπάζη τήν ἀλήθεια καί τό ψέμα σέ μιά «μεῖξιν ἄμικτον», ἀλλά ἦλθε «πῦρ βαλεῖν»! Ἦλθε νά φέρη ὄχι «εἰρήνην ἀλλά μάχαιραν». Ἦλθε νά διχάση καί τούς πιό στενούς συγγενεῖς μεταξύ τους ὅταν ἡ συγγένειά τους βρίσκεται μόνο στό αἷμα καί ὄχι στό πνεῦμα καί αὐτό, γιά νά χωρίση τελεσίδικα τήν Ἀλήθεια ἀπό τό ψέμα.
Ὁ Χριστός ἦλθε γιά νά διαιρέση τά σπίτια! Τόν πατέρα ἀπό τόν γυιό, τήν νύφη ἀπό τήν πεθερά! Καί ἐμεῖς φοβόμαστε μήπως καί διαιρεθεῖ ἡ Ἱεραρχία μας; Βεβαίως νά διαιρεθῆ! Νά ξεχωρίση ἡ ἦρα ἀπό τό σιτάρι. Νά ξεχωρίσουν οἱ καθοδηγοῦντες τούς Πολιτικούς ἀπό τούς ὑποτακτικούς τῶν Πολιτικῶν. Οἱ ψευδοεπίσκοποι ἀπό τούς Ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας μας!
Τί περιμένουν οἱ Ἱεράρχες μας καί δέν καταγγέλουν στόν λαό σύνολο τό πολιτικό σύστημα πού κατεξευτέλισε τήν Πατρίδα μας καί μέ ἀσταμάτητη μανία –πότε ἀπροκάλυπτα καί πότε ὑποκριτικά συγκεκαλυμμένα– διώκει τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του, μέ τό νά πριονίζη τήν πνευματική μας ζωή;
Ποῦ ἀποσκοποῦν οἱ Ἱεράρχες μας; Ἕως πότε θά σέβονται τούς ἀσεβεῖς; Ἐάν τώρα πού ὅλος ὁ Ἑλληνικός λαός ἔχει σιχαθεῖ τούς Πολιτικούς καί ἔχει πρωτοφανῆ ἀγανάκτηση ἐναντίον τους, οἱ Ἱεράρχες μας δέν τολμοῦν νά ἐκφράσουν τόν λαό μας, τότε δέν μᾶς χρειάζεται ἄλλη ἀπόδειξη γιά νά βεβαιωθοῦμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δέν ἡγεῖται ἀλλά καθοδηγεῖται ἀπό τούς Πολιτικούς!
Δέν βλέπουν οἱ Ἱεράρχες μας ὅτι ἡ ὥρα εἶναι ἤδη περασμένη, ὅτι «πρός ἑσπέ­ραν ἐστί καί κέκλικεν ἡ ἡμέρα»; Μέ συν­αισθη­ματι­κο­ρομαντική θρη­σκευτικότητα καί πολιτική ὑποταγή θά σώσουμε τόν λαό μας; Θά ἀφήνουν ἐπί πολύ ἀκόμη, οἱ ὄντως πιστοί καί εὐ­σε­βεῖς Ἱεράρχες μας, τούς θρη­σκευ­τι­κούς καί πολιτικούς λύκους νά συν­ερ­γάζονται ἁρμονικά, κα­τα­σπα­ρά­ζον­τες τήν Ποίμνη τοῦ Θεοῦ μας, τήν Ἑλλάδα μας, γιά νά μήν διχάσουν, τάχα, τόν λαό ἀπό τούς πολιτικούς του ἤ ἀπό τούς κακούς Ποιμένες του; Εἶναι κακό νά διχάσουμε τόν λαό ἀπό τούς ἐχθρούς του; Ἐκτός καί ἄν δέν ἔχουμε ἀκόμη καταλάβει τί συμβαίνει, ὁπότε εἴμαστε ἀκόμη πιό ἐπικίνδυνοι!
Οἱ «καιροί οὐ μενετοί»! Ἤ τώρα, ἄμεσα, θά γίνη κάτι, ἤ, Ἑλλάδα, ὡς Μοναδική Πνευ­ματική Ὀρθόδοξη Κοιτίδα, ἦλθε τό τέλος σου!
Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ μας νά μήν ἀφήση νά «ἀρθῆ ἡ Βασιλεία Του» ἀπό τόν Τόπο μας, ἀλλά νά διχάση μέ ἀπόλυτα πνευματικό τρόπο τό ψέμα, πού λαθραῖα καί ὕπουλα πολιτογραφήθηκε ὡς Ὀρθόδοξο καί Ἑλληνικό, καί νά δώση «ἰσχύν τῷ λαῷ Του», ὥστε καί πάλι ἀπό τήν Πατρίδα μας νά δοξασθῆ «τό Ὄνομά Του ἐν τοῖς Ἔθνεσι»!
π. Βασίλειος E. Bολουδάκης

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 17, 2013

ΠΡΟΓΑΜΙΑΙΑΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ «ΑΔΙΑΒΛΗΤΑ ΠΑΘΗ»«Πορνεία ου γάμος ουδέ γάμου αρχή» (Μ. Βασίλειος) Πρωτ. Βασίλειος Βολουδάκης


ΠΡΟΓΑΜΙΑΙΑΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ «ΑΔΙΑΒΛΗΤΑ ΠΑΘΗ»
«Πορνεία ου γάμος ουδέ γάμου αρχή» (Μ. Βασίλειος) 
Πρωτ. Βασίλειος Βολουδάκης

Με αφορμή τις δηλώσεις του π.Φ.Φάρου δημοσιεύουμε κείμενο του π.Βασιλείου το οποίο απαντά στις πλάνες των νεονικολαϊτών

Ο αείμνηστος π.Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος με το σπουδαίο σύγγραμμά του «Προγαμιαίαι σχέσεις-Πολιτικός Γάμος- Αμβλώσεις» έθεσε την επιτάφιο πλάκα στον ασεβή ισχυρισμό κάποιων συγχρόνων«θεολόγων» ότι τάχα οι προγαμιαίες σχέσεις και ο πολιτικός γάμος δεν είναι πορνεία. Με θεολογικά και λογικά επιχειρήματα απέδειξε με τρόπο αναμφισβήτητο ότι «και εν τη Καινή Διαθήκη πορνεία είναι η εκτός γάμου σχέσις, αδιαφόρως αν αυτή γίνεται επί χρήμασιν ή... "εξ αγάπης"» και μας υπενθυμίζει ότι «η "διόρθωσις" οιασδήποτε διδασκαλίας της Εκκλησίας, δεν είναι πλέον ούτε μόνον ηθική παράβασις, ούτε απλώς κανονική ανταρσία· είνε μείζον αυτών: Είνε αίρεσις! Όταν, επί οιουδήποτε θέματος, υψοίς ηθελημένως και εν επιγνώσει το ανάστημά σου υπεράνω της αυθεντίας της Εκκλησίας, καθίστασαι αιρετικός!».

Την επιτάφιο πλάκα, που έθεσε στο θέμα ο μακαριστός π. Επιφάνιος, ουδείς διενοήθη να μετακινήση, όσο αυτός ευρίσκετο εν ζωή. Μετά, όμως, την κοίμησί του άρχισαν δειλά-δειλά να ξεμυτίζουν κάποιοι, οι οποίοι ενόμισαν ότι έχουν πλέον την ευχέρεια να νεκραναστήσουν το θέμα αποτινάζοντες τον «λίθον εκ του μνήματος»! — δειλή αρχικά εμφάνισί τους μετεβλήθη σταδιακά σε προκλητική, με αιχμή του δόρατος έναν αγαπητό μου κατά τα άλλα πανεπιστημιακό καθηγητή, για να φθάση στα όρια της απροκάλυπτης αναισχυντίας με τις δημόσιες δηλώσεις, σε πορνογραφικό περιοδικό, Μητροπολίτου της Ελλαδικής Εκκλησίας, ο οποίος χωρίς ίχνος ποιμαντικής ευθύνης διεκήρυξε: «Είμαι υπέρ του προγαμιαίου σεξ! Γιατί μια τέτοια σχέση θα προετοιμάσει ένα γάμο να πετύχει»!! (Εφημ. «Ελεύθερος Τύπος» 13.1.98 σελ. 12). 

Πίσω από όλους αυτούς κρύβεται, όμως, ο ηθικός αυτουργός, αυτός που ανεβίωσε επί των ημερών μας την αίρεσι των νικολαϊτών και για τον οποίο έγραψε ο π. Επιφάνιος την αντιρρητική μελέτη του για τις προγαμιαίες σχέσεις και τον πολιτικό γάμο: Ο καθηγητής κ. Χρ. Γιανναράς!

Ο κ. Γιανναράς πρέπει να αναζητηθή κυρίως ως η αιτία και των δηλώσεων του Μητροπολίτου, που συνετάραξαν το πανελλήνιο αυτές τις μέρες, δεδομένου ότι ο εν λόγω καθηγητής σε πρόσφατη δυναμική επανεμφάνισί του επί του θέματος έγραψε σε ημερήσια εφημερίδα τα εξής βλάσφημα:«Όμως ο Ελλαδικός κλήρος διακηρύττει ότι όποιος τελεί πολιτικό γάμο αποκόβεται από το σώμα της Εκκλησίας και γι' αυτό δεν μπορεί να κηδεύεται με Εκκλησιαστική ακολουθία. Με την ίδια λογική θα έπρεπε να αποκόβουν από το σώμα της Εκκλησίας και όσους γευματίζουν και δειπνούν εκτός του μυστηρίου της Ευχαριστίας, ικανοποιούν τη φυσική ανάγκη της τροφής όχι μόνο με τον ευχαριστιακό άρτο και οίνο»! («Καθημερινή», 14.12.97). 
Χωρίς να θεωρηθή απόπειρα αμνηστεύσεως του Μητροπολίτου, πρέπει να αναγνωρισθή ότι οι «πλάτες Γιανναρά» κατέστησαν «εύλαλο» το στόμα του, αλλιώς ουδέποτε θα τολμούσε, ούτε να ψελλίση, τα όσα ξεστόμισε. Άλλωστε, το έχει πολλές φορές διακηρύξει, ότι παραδέχεται τον κ. Γιανναρά και ταυτίζεται με τις θεολογικές απόψεις του.

Πάντως, όπως και να έχη το πράγμα, ένα είναι το βέβαιο. Ότι η θεωρία Γιανναρά ως λοιμική νόσος μαστίζει τον ορθόδοξο πληθυσμό, αρχής γενομένης από τη νεολαία μας και έφθασε ήδη απειλητικά έως και στους Επισκόπους της Εκκλησίας μας. — δαιμονική αύτη διδασκαλία απειλεί «εις τον ναόν του Θεού καθίσαι» (Β ' Θεσ. 6/ 4) ως διδασκαλία της Εκκλησίας και ως λόγος... Θεού και γι' αυτό αισθάνομαι χρέος μου να προσθέσω κάποιες σκέψεις με σκοπό να φανούν λίγο πιο αδρά οι μεγάλες δογματικές διαστάσεις και επιπτώσεις του θέματος.

Θέμα Χριστολογικό 

Το θέμα των προγαμιαίων σχέσεων δεν είναι μόνο ηθικό ή αντικείμενο του Κανονικού δικαίου, αλλά πρωτίστως δογματικό, και συγκεκριμένα Χριστολογικό. Και έφ' όσον είναι Χριστολογικό άπτεται ευθέως και αμέσως της σωτηρίας μας. Γι' αυτό, εγκαίρως η Αγία Γραφή μας προειδοποιεί λέγοντάς μας: «Μη πλανάσθε ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτραι ούτε μοιχοί ούτε μαλακοί ούτε αρσενοκοίται... βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι» (1 Κορ. 6, 9-10).

Βεβαίως, όπως προείπαμε, κάποιοι επεχείρησαν να βαπτίσουν την πορνεία ως πράξι αγάπης(!), με την ίδια συλλογιστική, που κάποιοι άλλοι βάπτισαν τον φόνο της εκτρώσεως ως... αποβολή ή διακοπή της κυήσεως(!) Άλλα, όμως, είναι τα παρατσούκλια και άλλα τα ονόματα. Διότι τα«ονόματα είσι των πραγμάτων επίσκεψις», εν αντιθέσει με τα παρατσούκλια «της πονηρίας του αιώνος τούτου», που είναι των πραγμάτων αλλοίωσις και διαστροφή.

Λέγοντας, λοιπόν, τα πράγματα με το όνομά τους ομολογούμε μαζί με την Εκκλησία μας ότι οποιαδήποτε σαρκική σχέσι ετεροφύλων προ ή εκτός του εκκλησιαστικού γάμου είναι πορνεία. Δηλαδή πράξι, που βλάπτει καίρια και την ψυχή αλλά και το σώμα του άνθρωπου. Και τούτο, διότι η σεξουαλικότης δεν συγκαταλέγεται στα «αδιάβλητα πάθη» του μεταπτωτικού άνθρωπου αλλά στα «ψεκτά πάθη», τα οποία επιφέρουν βαρύτατες κακώσεις στον ψυχοσωματικό ανθρώπινο οργανισμό.

Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ουσία του θέματος και οδηγός μας στη διερεύνησί της είναι η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού. Όχι οι ανθρώπινες ψευδαισθησιακές εμπειρίες και οι μάταιοι διαλογισμοί.

Η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού θα μας διδάξη ποια είναι τα «φυσικά και αδιάβλητα πάθη» της μεταπτωτικής άνθρωπίνης φύσεως, που προσέλαβε κατά την ενανθρώπησί Του ο Χριστός, τα οποία είναι ακίνδυνα και δεν βλάπτουν ψυχοσωματικά τον άνθρωπο (βεβαίως, όταν αυτά δεν εκτρέπονται σε καταχρήσεις), για να διαπιστώσουμε, αν η σεξουαλικότητα είναι πράγματι τόσο ακίνδυνη εκτός του μυστηρίου του γάμου, όπως μας την παρουσιάζουν οι νεοφανείς νικολαΐται.

Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο μέγας δογματικός Θεολόγος της Εκκλησίας μας ορίζει σαφώς ποια είναι τα αδιάβλητα ( = ακατηγόρητα) πάθη: «Φυσικά δε και αδιάβλητα πάθη εισί τα ουκ έφ' ημίν, όσα εκ της επί τη παραβάσει κατακρίσεως εις τον ανθρώπινον εισήλθε βίον˙ οίον πείνα, δίψα, κόπος, πόνος, το δάκρυον, η φθορά, η του θανάτου παραίτησις, η δειλία, η αγωνία (εξ ης οι ιδρώτες, οι θρόμβοι του αίματος) η δια το ασθενές της φύσεως υπό των αγγέλων βοήθεια και τα τοιαύτα, άτινα πάσι τοις ανθρώποις φυσικώς ενυπάρχει» (Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, Γ, 64). Και στην συνέχεια, εξηγώντας μας ότι τα «αδιάβλητα πάθη» τα ενεργούσε με τη θέλησί Του ο Χριστός, χάριν της σωτηρίας μας, και δεν τα έπασχε ακουσίως μας επιβεβαιώνει ότι μόνο αυτά τα «πάθη», που ενήργησε ο Χριστός, είναι «αδιάβλητα», φυσικά και αβλαβή.

Ας τον ακούσουμε: «Τα φυσικά ημών πάθη κατά φύσιν και υπέρ φύσιν ήσαν εν τω Χριστώ. Κατά φύσιν μεν γαρ, εκινείτο εν αυτώ, ότι παρεχώρει τη σαρκί παθείν τα ίδια˙ υπερ φύσιν δε ότι ου προηγείτο εν τω Κυρίω της θελήσεως τα φυσικά˙ ουδέν γαρ ηναγκασμένον έπ' αυτού θεωρείται, αλλά πάντα εκούσια˙ Θέλων γαρ επείνασε, θέλων εδίψησε, θέλων εδειλίασε, θέλων απέθανεν»(ο.α.) Ουδέποτε ο Χριστός ενήργησε τη σαρκικη επιθυμία, ώστε αυτη να συγκαταριθμηθή στα αδιάβλητα και φυσικά πάθη. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ούτε σπέρμα είχε ο Χριστός, έφ' όσον δεν συνελήφθη εκ σπέρματος και «θελήματος ανδρός» αλλά συνελήφθη «εκ Πνεύματος Αγίου». «Η του Θεού του υψίστου ενυπόστατος σοφία και δύναμις, ο Υιός του Θεού ο τω Πατρί ομοούσιος, επεσκίασεν επί την Αγίαν Παρθένον, οιονεί Θείος σπόρος, και συνέπηξεν εαυτώ εκ των αγνών και καθαρωτάτων αυτής αιμάτων σάρκα εμψυχωμένην ψυχή λογική τε και νοερά απαρχήν του ημετέρου φυράματος, ου σπερματικώς, αλλά δημιουργικώς, δια του Αγίου Πνεύματος, ου ταις κατά μικρόν προσθήκαις απαρτιζομένου του σχήματος, άλλ' υφ' εν τελειωθέντος, αυτός ο του Θεού Λόγος χρηματίσας τη σαρκί υπόστασις» (Έκδοσις, Γ, 46). 
Ο Χριστός δεν συνελήφθη «σπερματικώς», όπως οι πεπτωκότες άνθρωποι, αλλά δημιουργικώς, όπως ο Αδάμ. Ούτε έλαβε σπέρμα, ούτε προσέλαβε σπέρμα, ούτε ενήργησε την σπερματική διαδικασία στην Σάρκα Του, και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο άπ' αρχής της μεταπτωτικής ζωης του ανθρώπου ετέθησαν από τον Θεό όρια και προϋποθέσεις για την εξασφάλισι ακίνδυνης σαρκίκης σχέσεως μεταξύ ετεροφύλων.

Αρχικά, επέτρεψε τη σαρκική σχέσι μεταξύ αδελφών, διότι μόνο γονείς και αδέλφια υπήρχαν επί της γης. Ακολούθως, μόλις αυξήθηκε ο αριθμός των ανθρώπων, απηγόρευσε τις σαρκικές σχέσεις μεταξύ αδελφών, ώστε να διασώζεται επί της γης μία εικόνα επουρανίου ζωής, όπου εκεί οι άνθρωποι «ούτε γαμούσιν ούτε εκγαμίζονται, άλλ' ως άγγελοι εν ουρανώ είσι» (Ματθ. 22, 30). Και όχι μόνο απηγόρευσε τις σαρκικές σχέσεις μεταξύ αδελφών αλλά εφρούρησε την εντολή Του αυτή με την ασθένεια της αιμοφιλίας, ώστε να γίνεται σεβαστή και να εφαρμόζεται από όλους. Κατόπιν, όταν έδωσε ο Θεός στους ανθρώπους, ιερείς, «γράμματα και πλάκες», ώρισε σαφώς και τις προϋποθέσεις των αβλαβών για την ψυχή και το σώμα σαρκικών ετεροφύλων σχέσεων.

Έτσι φθάνουμε και στην Κ. Διαθήκη, όπου εκεί πάμπολλες φορές υπογραμμίζεται ότι κάθε σχέσι σαρκική ανδρός και γυναικός εκτός της ευλογίας του γάμου είναι πορνεία, δηλαδή χωρισμός του ανθρώπου από τον Θεό. Χαρακτηριστικός είναι ο διάλογος του Χριστού με την Σαμαρείτιδα, επί του οποίου διαλόγου ο αείμνηστος π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος κάνει σοφές και θεολογικώτατες επισημάνσεις ως προς το θέμα μας και γι' αυτό παραπέμπουμε τον αναγνώστη.

Το μυστήριο του γάμου.

Η Αγία μας Εκκλησία, ως Ταμείον της Θείας Χάριτος και Διδασκαλίας του Χριστού συναρίθμησε τον γάμο στα επτά άγια μυστήρια, τα οποία εξασφαλίζουν στον άνθρωπο τη μετοχή του στη Θ. Ευχαριστία, τη Θ. Κοινωνία. Τα άγια μυστήρια είναι άπειρα, διότι, όπως επισημαίνει ο αείμνηστος π. Ιουστίνος Πόποβιτς, η χάρις του Θεού δεν δίδεται «εκ μέτρου». Επτά, όμως, από αυτά είναι οι μοναδικές θύρες για την ένωσι του ανθρώπου με τον Θεό δια της Θ. Μεταλήψεως. Το Βάπτισμα και το Χρίσμα καθιστούν τον άνθρωπο μέλος του Σώματος του Χριστού, μέλος της Εκκλησίας, ώστε να μπορή να κοινωνή. Τα μυστήρια της Εξομολογήσεως και του Ευχελαίου, για να επουλώνουν τις τραυματικές από την αμαρτία καταστάσεις της ψυχής και να καθαρίζουν τον άνθρωπο από «πάσης αμαρτίας». Το μυστήριο της Ιερωσύνης, για να τελή τη Θ. Ευχαριστία και να δίδη σε όλες τις γενεές λειτουργούς του Μυστηρίου της Θ. Ευχαριστίας. Και τέλος, το μυστήριο του Γάμου προστατεύει το ζεύγος από τις καταστρεπτικές ψυχοσωματικές επιπτώσεις των σαρκικών σχέσεων (που εμποδίζουν να ανθίση μεταξύ τους η αγάπη του Θεού) μεταβάλλοντας το «ψεκτό» ( = θανάσιμο, φθοροποιό) πάθος της σαρκικής επιθυμίας σε κατά χάριν αδιάβλητο και έτσι δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την ακατάκριτη προσέλευσι του ζεύγους στη Θ. Κοινωνία.

Βεβαίως, το μυστήριο του γάμου είναι προαιρετικό, διότι δεν είναι απαραίτητο για τη σωτηρία του ανθρώπου, όταν ο άνθρωπος επιλέξη να ακολουθήση την αγαμία. Είναι όμως υποχρεωτικό, για οποίον επιθυμεί να έχη σαρκικές σχέσεις και να κοινωνή. Σαρκικές σχέσεις και Θ. Κοινωνία χωρίς τον εκκλησιαστικό γάμο είναι αδιανόητες. Είναι φωτιά! Είναι «κρίμα» και «κατάκριμα».

Ο κ. Γιανναράς ειρωνεύεται τον ελλαδικό κλήρο, που ακολουθεί την Εκκλησία του και όχι τον ίδιο. Αλλά και ο ελλαδικός και σύμπας ο Ορθόδοξος κλήρος ειρωνεύεται την ειρωνεία του κ. Γιανναρά και καταγελά την άγνοια του καθηγητού, που συγχέει τα «αδιάβλητα» με τα «ψεκτά» πάθη. Ο κ. Γ. συσχετίζει «όσους γευματίζουν και δειπνούν εκτός του μυστηρίου της Ευχαριστίας και ικανοποιούν τη φυσική ανάγκη της τροφής» με εκείνους που έχουν σαρκικές σχέσεις χωρίς Εκκλησιαστικό γάμο αλλά με πολιτικό. Δηλαδή με κείνους που πορνεύουν. Όμως, όπως είδαμε, άλλο είναι το «φυσικό και αδιάβλητο πάθος» της πείνας, το οποίο προσέλαβε και ενήργησε κατά την ενανθρώπησί του ο Χριστός και άλλο το «ψεκτό πάθος» της σαρκικής επιθυμίας και πράξεως, το οποίο δεν προσέλαβε κατά την ενανθρώπησί Του ο Χριστός και γι' αυτό ούτε το ενήργησε. Και συνεπώς, άλλο πράγμα είναι να τρως ένα φαγητό, για να κατασιγάσης την πείνα σου, που είναι φυσική και αδήριτη ανάγκη και άλλο να πορνεύης ισχυριζόμενος ότι οι σαρκικές σχέσεις είναι... φυσική ανάγκη.

Για το φαγητό η Εκκλησία δεν τελεί ειδικό μυστήριο αλλά μόνο προσευχή, ώστε οι άνθρωποι να μην λησμονούν την εγκράτεια και εκτραπούν σε γαστριμαργικές καταχρήσεις. Ενώ για τις σαρκικές σχέσεις τελείται ειδικό μυστήριο, το μυστήριο του γάμου, ώστε αυτές να χάσουν την φθοροποιό και βλαπτική ενέργειά τους και να μη εμποδίζουν να αναπτυχθή στο ζεύγος η τελεία αγάπη.

Την αλήθεια αυτή επιβεβαιώνει και ο Μέγας Βασίλειος στον Κ ' Κανόνα του, καταρρίπτοντας συγχρόνως και τον ισχυρισμό των μνημονευθέντων νεωτεριστών ότι τάχα δεν είναι πορνεία οι προγαμιαίες σχέσεις, όταν μεταξύ του ζεύγους υπάρχη αγάπη.

Γράφει ο Μ. Βασίλειος: «Η πορνεία γάμος ουκ έστιν, άλλ' ουδέ γάμου αρχή. Ώστε, εάν η δυνατόν τους κατά πορνείαν συναπτομένους χωρίζεσθαι, τούτο κράτιστον, αν δε στέργωσιν εκ παντός τρόπου το συνοικέσιον, το μεν της πορνείας επιτίμιον γνωριζέτωσαν, αφιέσθωσαν δε, ίνα μη χείρόν τι γένηται». Υπάρχει άραγε σαφέστερη διακήρυξι της Εκκλησίας μας κατά των προγαμιαίων σχέσεων από αυτήν του Μ. Βασιλείου;

Αλήθεια! Πόσα μας διδάσκει σε τόσο λίγες φράσεις! Πρώτον, ότι οι προγαμιαίες σχέσεις είναι πορνεία. Δεύτερον, ότι η πορνεία είναι δηλητήριο και γι' αυτό δεν πρέπει να προχωρούν σε γάμο, όσοι, πριν από το μυστήριο, ολοκλήρωσαν τις σαρκικές σχέσεις. Τρίτον, ότι μόνο κατ' οικονομίαν επιτρέπεται ο γάμος μεταξύ δύο, που έχουν προγαμιαίες σχέσεις, δηλαδή αν αυτοί έχουν τόσο σφοδρό έρωτα μεταξύ τους οπότε, αν χωρισθούν και συνάψουν γάμο με άλλα πρόσωπα, υπάρχει κίνδυνος να συναντώνται κρυφά μεταξύ τους και έτσι να υποπίπτουν στη μοιχεία ή να «φονεύσωσι τον εαυτόν τους, τον υπερβολικόν έρωτα και τον χωρισμόν μη υποφέροντες», όπως επεξηγεί ο Αγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Και τέταρτον, ότι και αν ακόμη τους επιτραπή να ενωθούν με εκκλησιαστικό γάμο, να λάβουν και το επιτίμιο που προβλέπεται για τους πορνεύσαντας!

Οι λόγοι για τους οποίους η Εκκλησία είναι κατηγορηματικη εναντίον των προγαμιαίων σχέσεων, είναι πάμπολλοι. Έχει αναφερθή σ' αυτούς εκτενώς ο μακαριστός π. Επιφάνιος. Εμείς τονίσαμε τις κακές υπαρξιακές επιπτώσεις των προγαμιαίων σχέσεων, που απορρέουν από την παραχάραξί του Χριστολογικού δόγματος. Διότι πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι, ότι με την παραχάραξι της ανθρωπίνης φύσεως του Χριστού δεν επιτυγχάνεται η Θεία Κοινωνία του ανθρώπου και γι' αυτό μένει απραγματοποίητος πόθος η αγαπητική ένωσι των ζευγαριών.

Οι σαρκικές σχέσεις ενός ζευγαριού έξω από το μυστήριο του γάμου εμπνέονται μόνο από ένα σαρκικό συναίσθημα, από το οποίο απουσιάζει η ευλογία του Θεού, εφ' όσον ο Ίδιος ο Χριστός και η Εκκλησία Του ώρισε τον ακριβή τρόπο μεταδόσεως αυτής της ευλογίας. Η απουσία της ευλογίας του Θεού συσκοτίζει το νου του ανθρώπου, ο οποίος έχοντας ανευλόγητες σαρκικές σχέσεις αδυνατεί να γνωρίση ως άνθρωπο και εις βάθος τον ερωτικό του σύντροφο. Γνωρίζει μόνο τη σάρκα, τα δε λοιπά του ανθρώπου τα φαντάζεται μέσα στην αχλύ του ανευλόγητου ερωτικού πάθους. Έτσι εξηγείται το πως πάμπολλα «τρελλά ερωτευμένα» ζευγάρια κατά τη διάρκεια των προγαμιαίων σχέσεων, καταλήγουν μέσα στο γάμο να συνειδητοποιήσουν ότι παντρεύτηκαν κάποιον άγνωστο: Έτσι εξηγείται και το γιατί προτρέπει ο Μ. Βασίλειος να χωρίζονται, όσα ζευγάρια έκαμαν αρχή όχι από το μυστήριο άλλ' από την πορνεία. Γιατί η κακή αρχή που έκαμαν, τους εστέρησε τη διαύγεια των κριτηρίων επιλογής και συνεπώς δεν εξασφαλίζονται εγγυήσεις για το μέλλον.

Αυτά, βεβαίως, απευθύνονται στους πιστούς, που έχουν συνειδητοποιήσει τις οντολογικές συνέπειες της αμαρτίας, τη φθορά, τη σήψη, τον πνευματικό θάνατο. Στους λοιπούς, που χαμογελούν ειρωνικά οικτείροντες τον ελλαδικό κλήρο για την προσήλωσί του στις οδηγίες του Χριστού και της Εκκλησίας Του, χαμογελούμε για το χαμόγελό τους αλλά και αδελφικά τους υπενθυμίζουμε: «Φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος»!

Ευχαριστούμε τον π.Βασίλειο Βολουδάκη για την αποστολή του κειμένου. 




ΠΗΓΗΑΝΤΙΓΡΑΦΗ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...