Η ΑΓΑΠΗ ΩΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑ
Εν ολίγοις
Ένας ύμνος της σημερινής ακολουθίας του Όρθρου περιγράφει ως εξής, όσα με την μορφή της παραβολικής ιστορίας διηγείται ο Κύριος στο ευαγγελικό ανάγνωσμα: « έχει φτάσει η μέρα, ήδη έξω από την πόρτα μας βρίσκεται η κρίση ψυχή μου, μείνε άγρυπνη. Τότε βασιλιάδες μαζί με άρχοντες, πλούσιοι και πτωχοί θα συναχθούν και ο κάθε άνθρωπος θα λάβει ανάλογα με όσα έπραξε». Ο ευαγγελιστής Ματθαίος μας περιγράφει την έλευση του Υιού του Ανθρώπου και τη δικαιοσύνη που θ’ αποδώσει την ημέρα της κρίσεως.
Είναι αναπόφευκτο γεγονός, ότι εκείνο που θα τερματίσει την ιστορία του κόσμου και θα σφραγίσει την προσωπική μας ζωή, το παρουσιάζει με εύγλωττο τρόπο η σημερινή ευαγγελική διήγηση με την μέλλουσα κρίση.
Όσο τολμηρό και παράδοξο κι αν ακούγεται, ο Ιησούς Χριστός δεν θα ξανάρθει, αφού είναι ήδη παρών μέσα την ιστορία του κόσμου κα του ανθρώπου. Ο Χριστός δεν έχει φύγει ποτέ από την ζωή μας. Μας το βεβαίωσε ο Ίδιος: « ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος».
Όμως κάποτε, στο τέλος της ιστορίας απλώς θα εμφανισθεί εν δόξη και θα λάμψει αυτό που τώρα δεν βλέπουμε, κι’ όμως υπάρχει η αλήθεια και η δόξα Του. Τότε το σκηνικό του κόσμου και της ιστορίας θα πέσει και θα κριθεί η ζωή του κάθε ανθρώπου.
Είναι αλήθεια, ότι το προφητικό της βάθος διαστρέφεται κάθε φορά που το αντιλαμβάνονται οι πιστοί μ’ ένα τρόπο που προκαλεί και τρομοκρατεί τον άνθρωπο με καταδίκες και τιμωρία. Όμως ο Θεός δεν τιμωρεί, αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος αυτοτιμωρείται με τις επιλογές του. «Καθώς ακούω κρίνω και η κρίσης η εμή δικαία εστίν», λέγει ο Χριστός.
Ο Κύριος ακούει και σέβεται τη δική μας απόφαση, και από τη δική μας τοποθέτηση εξαρτάται η κρίση Του. Κάθε φορά που ό άνθρωπος αρνείται την αγάπη στον πάσχοντα αδελφό είναι σαν να αρνείται τον ίδιο τον Θεό. Γι’ αυτό αν αδιαφορήσουμε και δεν δείξουμε έμπρακτη αγάπη στον συνάνθρωπο, τότε θα κριθούμε γιατί «ουδέ εμοί εποιήσατε».
Η αγάπη, λοιπόν, γίνεται το διαχρονικό μέτρο του Θεού που μας μετράει και αποτελεί το αδιαμφισβήτητο κριτήριο της κρίσεως Του. Ο άνθρωπος δεν έχει άλλο ασφαλή δρόμο και τρόπο για να ενωθεί με τον Θεό και να ζήσει την υπαρξιακή σωτηρία, παρά με την αγάπη ως διακονία προς τον συνάνθρωπο. Και εδώ σημασία δεν έχει το π ο ι ό ς είναι ο πλησίον, αλλά π ώ ς θα σταθούμε εμείς πλησίον κοντά στον άλλο.
Η παραβολή μας αναφέρει πως θα είναι, πως συμπεριφερθήκαμε απέναντι στους ανθρώπους. Αν σταθήκαμε κοντά τους ή όχι. Αν είδαμε τους ανθρώπους σαν παιδιά του Θεού, σαν αδελφούς του Χριστού, σαν δικούς μας αδελφούς ή όχι. Γι’ αυτό και θα μας ρωτήσει ο Θεός κατά την κρίση. «ου γαρ ο άρπαξ εγκαλείται, αλλ’ ο ακοινώνητος κατακρίνεται» (Μ. Βασίλειος).
Ας προσέξουμε, ότι ο κριτής Κύριος δεν θα μας ρωτήσει πως φερθήκαμε στον πονεμένο, τον διψασμένο κ. ο .κ. , γιατί αν καταλάβαμε έτσι την περικοπή διαστρέφουμε το προφητικό νόημά της. Όλες αυτές οι κατηγορίες πασχόντων που αναφέρει ο Χριστός, είναι απλώς οι εκπρόσωποι των ποικίλων μορφών ανάγκης και αδικίας. Δηλ. οι άνθρωποι θα κριθούν ανάλογα με τον τρόπο που αντιμετώπισαν τις ανάγκες και την αδικία ανάμεσά τους, την εργασία και την αμοιβή τους, την ανάγκη της στέγης, την απόδοση του δικαίου, τον τρόπο σκέψεως για τον φυλακισμένο, τον ασθενή, του ξένου. Ανάλογα μ’ αυτά θα κριθούν οι λαοί, οι εποχές. Δεν θα κριθούν ανάλογα με τις επιστημονικές, τεχνολογικές ή καλλιτεχνικές επιδόσεις τους, ούτε από τη δύναμη, ή για τους πολεμικούς ηρωισμούς τους ή την στρατιωτική υπέροχή τους. Αλλά θα κριθούν ανάλογα με όσα πέτυχαν σχετικά με το δίκαιο, την ανθρωπιά, την ελευθερία και κυρίως για το πώς στάθηκαν απέναντι στους αδύνατους, τους μικρούς και τους ελάχιστους αδελφούς του Χριστού. Αυτό είναι το μεγαλειώδες μήνυμα της παραβολής αυτής.
Αυτό το μήνυμα δεν ισχύει για τους λαούς γενικά, αλλά και για τον καθένα ξεχωριστά. Εξ άλλου αυτό είναι το νέο στοιχείο που έφερε ο Χριστός στην αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων. Η μεγάλη στροφή προς το πρόσωπο. Η στροφή προς τον άνθρωπο, και τον αδελφό ως αδελφό, προς τους αδύνατους και ελάχιστους.
Βέβαια αυτή εξατομικευμένη αγάπη που θα είναι το κριτήριο δεν καταργεί το κανονικό της νόημα, απεναντίας το βαθαίνει και το εξαγιάζει. Ισχύει για λαούς, πολιτισμούς, Εκκλησίες και θα κριθούν μ’ αυτό το κριτήριο της διακονίας προς τους αδελφούς. Και αυτή η προσωπική διακονία αποδεικνύει με έμπρακτο και χειροπιαστό τρόπο την πίστη και την αγάπη μας για τον Θεό.
Διότι αν η αγάπη μας δεν διακονεί, τότε δεν είναι γνήσια και ξεπέφτει . Γιατί η διακονία είναι κορυφαίος τρόπος χριστιανικής παρουσίας και μαρτυρίας. Είναι μια θυσία χωρίς υπολογισμούς που θεραπεύει ό, τι πονάει όλο τον άνθρωπο. Ο πεινασμένος, ο διψασμένος, ο ξένος, φυλακισμένος, ο άρρωστος είναι καταστάσεις που μαστίζουν τον άνθρωπο ως πρόσωπο και την κοινωνία. Έτσι είναι, ο διάβολος και η αμαρτία δημιουργούν συνεχώς αναρίθμητες εστίες και πλέγματα αναγκών που μας πνίγουν. Ασθένειες, θεομηνίες, πείνα, μοναξιά, εγκατάλειψη, εκμετάλλευση, μετανάστευση, αδικία, ανεργία, είναι ο χώρος της αδυναμίας των ανθρώπων των ελαχίστων αδελφών του Χριστού.
Το μεγάλο ερώτημα είναι: Πώς τους αντιμετωπίζουμε;
Οι περισσότεροι από μας τους προσπερνάμε αδιάφορα ή δείχνουμε απλά τον οίκτο μας. Περιορίζουμε το νόημα της παραβολής στο καθήκον μιας πενιχράς ελεημοσύνης. Δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε το φόβο και τις ανασφάλειές που μας δημιουργούν οι ξένοι, οι αποτυχημένοι και οι εγκαταλελειμμένοι. Αδυνατούμε να κατεβούμε στον άδη της ζωής των, για να τους βοηθήσουμε και στην ανάσταση της ζωής της αγάπης.
Μερικοί ίσως πουν: Ωραία είναι όλα αυτά, αλλά είναι δύσκολα πράγματα!
Σωστά. Αλλά μήπως είναι πιο εύκολος ο δρόμος για την κατάκτηση του χρήματος, της επικράτησης, της δόξας, των απολαύσεων; Η προσπάθεια ανταγωνισμού δείχνει πόση αποκρουστική γίνεται η πορεία μας με τα κριτήρια που επιλέξαμε. Εξ άλλου η ψευδαίσθηση της ικανοποίησης είναι παροδική και για λίγο. Κι όλα αυτά χωρίς να καταξιώνουμε την ύπαρξή μας. Οι δυσκολίες που απαιτεί η αγάπη ως κριτήριο των πράξεών μας, δεν είναι μεγαλύτερες και η ικανοποίηση είναι μονιμότερη και βαθύτερη. Δύσκολη είναι μόνο η αρχή, γι’ αυτό και την αναβάλλουμε. Αυτή λοιπόν την αναβολή η σημερινή παραβολή μας καλεί να νικήσουμε. Για να ξαναγεννηθούμε, να γίνουμε νέοι άνθρωποι, για να νικήσουμε τη φθορά και τον θάνατο, για να γεμίσουμε ζωή αληθινή.
Καλό Τριώδιο
π. γ. στ.