Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Παναγιώτης Γκέζος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Παναγιώτης Γκέζος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Ιουνίου 21, 2014

Ο ΤΕΛΕΙΟΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ Β’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ Ἀπὸ τὸν πατέρα Παναγιώτη Γκέζο

Ο ΤΕΛΕΙΟΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
ΚΥΡΙΑΚΗ Β’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Ἀπὸ τὸν πατέρα Παναγιώτη Γκέζο
«Ὅσοι ἀνόμως ἥμαρτον, ἀνόμως καὶ ἀπολοῦνται καὶ ὅσοι ἐν νόμῳ ἥμαρτον, διὰ νόμου κριθήσονται»
Πολλοὶ εἶναι, ἀδελφοί μου, αὐτοὶ ποὺ ρωτᾶνε· μὲ ποιὰ κριτήρια θὰ κρίνη ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους; Θὰ κριθοῦν ὅλοι μὲ τὸν ἴδιο τρόπο; Τί θὰ γίνουν ὅσοι ἔζησαν πρὶν ἀκόμα ἔρθη στὸν κόσμο ὁ Χριστός; Μὲ ποιὸ νόμο θὰ τοὺς κρίνη, θὰ τοὺς δικάση; Σὲ αὐτὴ τὴν ἀπορία ἀπαντᾶ ὁ θεῖος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του. Ὅσοι, λέει, δὲν εἶχαν λάβει γραπτὸ νόμο, θὰ καταδικαστοῦν χωρὶς νὰ ἔχουν γιὰ κατήγορο τὸν νόμο, δηλαδὴ μὲ ἐπιείκεια. Ὅσοι ὅμως ἁμάρτησαν ἔχοντας στὴν διάθεσή τους νόμο, αὐτοὶ θὰ κριθοῦν μὲ κριτήριο τὸν νόμο τοῦτο, δηλαδὴ αὐστηρότερα. Θὰ ἔχουν δύο μάρτυρες κατηγορίας, τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ εἰδωλολάτρες θὰ ἔχουν μονάχα ἕνα. Ποιοὶ ὅμως εἶναι οἱ δύο αὐτοὶ νόμοι;
Ὁ πρῶτος νόμος ποὺ δόθηκε στοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὸν πάνσοφο Νομοθέτη, τὸν Θεό, ἦταν ἄγραφος. Ἦταν χαραγμένος στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων & εἶναι ὁ νόμος ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὴν πανίσχυρη φωνὴ τῆς συνείδησης. Εἶναι ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, τὸ ἠθικὸ ἀλφάβητο τῶν ἀνθρώπων. «Ὅταν γάρ ἔθνη τὰ μὴ νόμον ἔχοντα φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιῇ, οὗτοι νόμον μὴ ἔχοντες ἑαυτοῖς εἰσὶ νόμος, οἵτινες ἐνδείκνυνται τὸ ἔργον τοῦ νόμου ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν» (Ρωμ. 2-15-15)· γιατί, ὅταν ἔθνη ποὺ δὲν ἔχουν πάρει νόμο ἐκ φύσεως, τηροῦν ὅ,τι λέει ὁ νόμος, ἄρα αὐτοὶ εἶναι οἱ ἴδιοι νόμος γιὰ τὸν ἑαυτό τους καὶ ἀποδεικνύουν ὅτι αὐτὰ ποὺ ὁρίζει ὁ νόμος τὰ ἔχουν γραμμένα μέσα στὴν καρδιά τους. Ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἄγραφου νόμου ἐξαρτᾶται ἀποκλειστικὰ ἀπὸ τὴν ἀβίαστη βούληση καὶ ἐπιλογὴ τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ ἔργο εἶναι διπλὸ τοῦ πανανθρώπινου τούτου νόμου. Ἀλλοίμονο ἂν δὲν ὑπῆρχε νόμος. Θὰ βασίλευε ἡ ἀνομία καὶ μαζὶ μὲ αὐτὴν ἡ παρανομία. Ὁ ἔμφυτος νόμος τῆς συνείδησης μοιάζει μὲ τὶς ρίζες τοῦ δέντρου, ποὺ ὅσοι ἄνεμοι καὶ ἂν χτυπᾶνε τοὺς κλώνους καὶ τὰ φύλλα καὶ ὅσες βαρυχειμωνιὲς καὶ ἄν ἔλθουν, αὐτὲς παραμένουν ἀπείραχτες καὶ ἀνέγγιχτες.
Ὁ Θεὸς ὅμως, ἀδελφοί μου, δὲν μᾶς ἄφησε μόνο μὲ τὸν ἄγραφο νόμο, ἀλλὰ μᾶς χάρισε καὶ τὸν γραπτὸ νόμο, τὸν τελειότερο καὶ καθαρότερο. Εἶναι καὶ λέγεται «ἀποκεκαλυμμένος», γιατὶ τὸν ἀποκάλυψε ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὴ ἡ ἀποκάλυψη τοῦ θείου νόμου ἔγινε σὲ δύο στάδια. Τὴν πρώτη φορὰ δόθηκε στὸν Ἰσραὴλ μὲ τὸν Μωϋσῆ καὶ τοὺς Προφῆτες καὶ τὴν δεύτερη μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Τὸ πρῶτο στάδιο ἦταν ἡ Μωσαϊκὴ νομοθεσία. Τὸ δεύτερο ἦταν μὲ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἦταν ὁ πρόδρομος καὶ ἡ προτύπωση τῆς Καινῆς Διαθήκης. «Πρὸ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα, ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστὸν» (Γάλ. 3, 23-24).
Καὶ ὁ ἄγραφος καὶ ὁ γραπτὸς νόμος καταγράφουν καὶ διδάσκουν τὴν ἀλήθεια ποὺ σώζει καὶ λυτρώνει. Ἂν ὅμως τοὺς συγκρίνουμε, θὰ διαπιστώσουμε πὼς ὁ ἕνας μοιάζει μὲ νήπιο, ὁ ἄλλος μὲ ὥριμο ἄνθρωπο. Γιὰ τὴν προχριστιανικὴ ἐποχὴ ἡ Παλαιὰ Διαθήκη καὶ ἰδιαίτερα ὁ Δεκάλογος ἦταν ὁ πιὸ ἄρτιος ἠθικὸς κώδικας μὲ ἀνάγλυφη τοῦ Θεοῦ τὴν Σοφία. Τὰ θεόφραστα λόγια τοῦ Νόμου ἦταν γιὰ αὐτοὺς «ἐπιθυμητὰ ὑπὲρ χρυσίον καὶ λίθον τίμιον πολὺν καὶ γλυκύτερα ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον». Ἰδιαιτέρως ὁ Δεκάλογος. Ἀδελφοί μου, ὁ Εὐαγγελικὸς νόμος ποὺ δόθηκε μὲ τὸν Χριστό μας εἶναι ἡ τέλεια ἀποκάλυψη τοῦ θείου θελήματος. Εἶναι «νόμος ἀγάπης» καὶ «νόμος χάριτος», «Νόμος Πνεύματος». Τώρα «οὐκ ἐσμὲν ὑπὸ νόμον ἀλλὰ ὑπὸ χάριν», γιατὶ γνωρίσαμε τὴν «καινὴν ἐντολὴν» τῆς ἀγάπης καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀγαπᾶ «νόμος οὐ κεῖται». Τέλος, ἀδελφοί, οἱ εἰδωλολάτρες (ὄχι οἱ νεοειδωλολάτρες, οἱ ἀρνητὲς) θὰ κριθοῦν μὲ συγκατάβαση. Οἱ Ἰσραηλῖτες αὐστηρότερα, οἱ χριστιανοὶ παραβάτες τοῦ θείου Νόμου (ἄγραφου καὶ γραπτοῦ) αὐστηρότατα. «Στῶμεν», λοιπόν, «καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου». Ἀμήν.
Ἀπὸ αὐτὰ ὅμως τώρα μποροῦμε νὰ ἀντιληφθοῦμε τὸ δικό μας καθῆκον. Ἐμεῖς δὲν εἴμαστε οὔτε σὰν τοὺς εἰδωλολάτρες μὲ μόνο τὸν νόμο τῆς συνειδήσεως, οὔτε σὰν τοὺς Ἰουδαίους μὲ μόνο τὸν ἀτελὴ καὶ περιορισμένο Μωσαϊκὸ νόμο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἐμεῖς πιστεύουμε στὸν Χριστὸ καὶ ἔχουμε πάρει ἀπὸ αὐτὸν τὸν τέλειο ἠθικὸ νόμο τοῦ Εὐαγγελίου. Εἶναι ἐξαιρετικὴ ἡ τιμὴ καὶ τὸ προνόμιο αὐτὸ, ἀλλὰ καὶ πιὸ αὐστηρὴ ἡ τιμωρία, ἐὰν τυχόν – Θεὸς φυλάξοι – δὲν ἐφαρμόσουμε τὸν νόμο τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Μὲ ὁδηγὸ λοιπὸν τὸν θεόσδοτο νόμο τοῦ Εὐαγγελίου, ἀκολουθώντας πιστὰ τὶς ὑποδείξεις τῆς συνειδήσεώς μας καὶ μὲ τὴ χάρι τοῦ Κυρίου ποὺ θὰ μᾶς ἐνισχύει, ἄς προσπαθοῦμε νὰ ἐφαρμόζουμε ὅσα ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ διατάζει, γιὰ νὰ πραγματοποιηθοῦν καὶ σ’ ἐμᾶς οἱ λόγοι τοῦ θείου ἀποστόλου Παύλου: «Δόξα καὶ τιμὴ καὶ εἰρήνη παντὶ τῶ ἐργαζομένω τὸ ἀγαθόν».
Πηγή: Ἀρχιμ. Νικηφόρου Α.Κυπριανοῦ καὶ ἀρχιμ. Χριστοφοροῦ Ν.Παπουτσοπουλοῦ

Τρίτη, Δεκεμβρίου 03, 2013

«Κάνε Κύριε, να μπορέσω να δω». - ποίημα

Παναγιώτη Γκέζου πρεσβυτέρου
Παναγιώτη Γκέζου
πρεσβυτέρου



   Η πίστη στο Θεό μας καλεί
σε μια διαφορετική θέαση του κόσμου.
 Ζητά από εμάς,
 όπως ο τυφλός που συνάντησε ο Χριστός
κατά την είσοδό Του στην Ιεριχώ,
να αναφωνήσουμε στο Θεό
«Κύριε, ίνα αναβλέψω»,
«κάνε Κύριε, να μπορέσω να δω».
     Προκύπτει, όμως, ἕνα ερώτημα.
 Γιατί άραγε παρατείνεται
                            η πνευματική μας τυφλότητα;
Ίσως γιατί ο εγωισμός μας και η φιλαυτία
στέκονται εμπόδια για κάποιον να πιστέψει.
 Συνήθως πιστεύουμε ότι η δική μας ικανότητα
 στην επιστήμη και στην παντοδύναμη,
στις ημέρες μας, τεχνολογία,
μπορεί να μας θεραπεύσει.
θαμπωμένοι από τα επιτεύγματα,
τα άλματα της προόδου
και την εξέλιξη στον ανθρώπινο πολιτισμό,
στηρίζουμε υπερβολικές ελπίδες
στις δυνατότητές μας
και αδιαφορούμε για το Θεό
που δίνει το φως και είναι ο ίδιος το Φως
και η πηγή Του.
Υπάρχει βέβαια και μια άλλη πτυχή
για την θεραπεία του τυφλού στην Ιεριχώ.
Ο πόθος του για τον Χριστὸ
και τα εμπόδια που του παρουσίαζαν
                                             οι συγχωριανοί .
Μάλλον δεν τον ώθησε στον Χριστὸ
 η δυστυχία του, αλλά η δική του επιμονή,
και η ελπίδα στο Χριστό, να σωθεί.
 Είχε δει και είχε διακρίνει με την αίσθηση του,
είχε αναγνωρίσει την αγαπώσα δύναμή Του
 καλύτερα από τους άλλους, που είχαν μάτια,
 το Μεσσία Χριστό
                         σαν θεράποντα γιατρό
Ένα πλήθος από εμπόδια στάθηκαν
 ανάμεσα στον τυφλό και τον Χριστό:
η αρρώστια του, ο πολύς κόσμος, η οχλαγωγία,
οι επιπλήξεις του κόσμου να σωπάσει
την ώρα της διδασκαλίας.
 Κανένα, όμως, ἀπὸ τὰ εμπόδια αυτά
 δεν αποδείχτηκε ανυπέρβλητο γι' αυτόν.
Ο πόθος του να συναντήσει τον Χριστό,
 να βρει το φως του, ξεπέρασε κάθε φραγμό.
Όμως και ο Χριστός
βλέποντας του τυφλού την πίστη του
διακόπτει την δύναμη του λόγου,
για να εκδηλώσει την αγάπη του έργου Του.
     Ας αφήσουμε τώρα τον τυφλό της Ιεριχούς
και ας ρίξουμε μια ματιά στην κοινωνία μας.
 Ένα μεγάλο πλήθος τυφλών περιπλανάτε
                                                από δω και από κει,
 ζητώντας τα αναγκαία για τη ζωή.
Τί; Ποιοι είναι; Μα, φυσικά, όλοι όσοι είναι τυφλοί
                                                                            στη ψυχή.
 Βέβαια βλέπουν με τα σωματικά μάτια τους,
αλλά δεν είναι σε θέση να δουν με τα μάτια
                                                         της ψυχής τους.
 Έχουν πάθει τύφλωση πνευματική
 και έχουν μεσάνυχτα γύρω από πολλά ζητήματα,
 ιδίως γύρω από την πίστη.
Το Θεό δεν τον βλέπουν.
 Άγγελοι λένε ότι δεν υπάρχουν.
Τα θαύματα του Κυρίου τα νομίζουν παραμύθια.
 Την ψυχή απάτη της φαντασίας.
Τη λύτρωση και την άλλη ζωή ανοησίες.
 Και επειδή έχουν θολωμένο το μυαλό
 από τις αμαρτίες,
τυφλώνονται τόσο πολύ,
 που  χάνουν και τον δικό τους προσανατολισμό. 
     Πρέπει και εμείς να αναζητήσουμε καί να βρούμε
 “το αληθινό φως”.      Κάθε μέρα στις προσευχές μας
                                           από τον Κύριο να το ζητούμε.
 να παρακαλούμε το Θεό να μας δώσει το φως,
που τις ψυχές μας θα πλημμυρίσει
 και η δόξα του Αγίου Ονόματός του θα μας φωτίσει.


Εν Βάρη 30. 10. 2013


πηγ'η

Παρασκευή, Αυγούστου 23, 2013

Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ και Η ΑΦΡΟΔΙΤΗ - Όχι δεν είμαι σουβλάκι!


    Το αυτοκίνητο μας έστριψε αριστερά, περάσαμε τις ράγιες του tram και σταματήσαμε στη πλαζ της Γλυφάδας. Απέναντι μας η θάλασσα και πάνω μας το φεγγάρι, το μεγαλύτερο φεγγάρι του έτους. Το φεγγάρι που με τα μεγάλα χέρια του αγκάλιαζε όλη τη θάλασσα, της χάδευε όλο το σώμα της, την έκανε χρυσαφένια, μπερλαντένια, διαμαντένια με το ηλιακό φως του. Η θάλασσα έτσι παντρεμένη με το φεγγάρι μας μουρμούριζε την ευτυχία της και μας έδειχνε τα λευκά δόντια της. Κοντά στη θάλασσα ένα αγόρι και ένα κορίτσι, ρομαντικοί, απολάμβαναν αυτή τη θέα και δεν το κουνούσαν απ’ εκεί με τις ώρες. Η θάλασσα τους φιλούσε τα πόδια με κάθε κύμα. Λίγο ποιό πέρα ένα σεντόνι είχε σκεπάσει δυο παιδιά νέα, τα οποία έβλεπαν τα ομορφότερα όνειρα της ζωής τους.
    -Εμείς τι κερδίσαμε κλεισμένοι σε ένα κατάστημα με μικρά φώτα, με δυνατή μουσική να αναπνέουμε τη κάπνα του τσιγάρου, την βόχα του ποτού και τον ιδρώτα απο τη σχεδόν γυμνή σάρκα των νεαρών που χόρευαν και φώναζαν συνεχώς; - αυτά έλεγα με το νου μου.
    Το φρενάρισμα του αυτοκινήτου μας στην άμμο με κάμε να σταματήσω να σκέπτομαι το φεγγάρι και να βλέπω τον Ήλιο που είχα μέσα στο αυτοκίνητο.
    - Μωρό μου σ’ αγαπάω, σε λατρεύω. Εδώ είμαστε μόνοι μας. Όλη τη νύχτα δεν μέθυσα. Εσύ Αφροδίτη μου θα με μεθύσεις, θα με ανεβάσεις στα ουράνια. Απο κει θα σ’ αγκαλιάζω....
    Ήταν ο Δημήτρης μου, το παλικάρι μου. Παρακαλούσα το Θεό και τη Παναγία να γίνει ο άνδρας της ζωής μου. Να μας ενώσει ο Θεός ψυχή και σώμα με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Το θέλω πολύ.
     «Πως θα ενωθείς με τον άλλον; Ο άλλος είναι σώμα και ψυχή. Πως θα ενωθούν αν δεν τους ενώσει ο Θεός; Εμείς το θέλουμε. Κανείς όμως δεν μπορεί να ενωθεί με κάποιον άλλον χωρίς τη Χάρη του Θεού». Αυτά μας έλεγε ο πατέρα Κωνσταντίνος σε μια ομιλία του τώρα πρόσφατα.
    Στον ορίζοντα έβλεπα τον Ήλιο να λούζει τις κορυφές των βουνών. Εν τω μεταξύ μέσα στο αυτοκίνητο μας ο Δημήτρης μου, η αγάπη μου, όπως και ό Ήλιος, άρχισε να πιάνει τα μαλλιά μου, το πρόσωπο μου με τα χέρια του και να τα πλησιάζει στα χείλη του και στην συνέχεια τα μελένια φλογερά χείλη του να ταξιδεύουν στο σώμα μου. Ένιωσα όλα τα άνθη του Απρίλιου και του Μάι πάνω στο σώμα μου και όλα τα αστέρια του ουρανού να με ανεβάζουν στον Παράδεισο.
    «. Απο εκεί μετά είναι μια ένωση σωματική. Τον χρησιμοποιείς τον άλλον σωματικά για να ικανοποιήσεις τις ανάγκες σου. Είναι για κατανάλωση ο άλλος; Είναι σουβλάκι; Βλέπεις δηλαδή τον άλλο σαν σάρκα σαν αντικείμενο;. Θέλεις τον άνθρωπο να τον κάνεις ότι θέλεις;. Ο άνθρωπος δεν είναι να τον κάνεις ότι θέλεις». Συνέχιζε η ομιλία του πατρός Κωνσταντίνου.
-Όχι δεν είμαι σουβλάκι να με κάνεις ότι θέλεις.
- Μωρό μου, τι μουρμουρίζεις; - έλεγε ο Δημήτρης και τα ατσαλένια χέρια του με έκαναν να πονάω όπου με άγγιζε.
«Για αυτό υπάρχει το μυστήριο του γάμου όπου ολόκληρος ο άνθρωπος κατεργάζεται και χαριτώνεται απο τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Δεν είναι απλώς να ενωθούμε, δηλαδή να κάνω ξερό σεξ. Αλίμονο αν ο γάμος ήταν μόνο αυτό. Είναι μια άλλη βαθύτατη ένωση όπου μέσα απ’ αυτήν, αν όλα είναι σωστά, δεν υπάρχουν τα λεγόμενα προβλήματα του γάμου και αυτά τα ψευδό σεξουαλικά προβλήματα.».
    -Πατέρα Κωνσταντίνε! – έλεγα εγώ μέσα μου.
    -Μα τι σ’ έπιασε; Δεν μ’ αγαπάς Μωρό μου;- με ρώτησε ο Δημήτρης.
     - Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ. Εσύ μ’ αγαπάς;
      -Γλυκιά μου δεν βλέπεις πως τρελαίνομε για σένα;
Αυτή τη στιγμή θυμήθηκα το «Τεστ του έρωτα»  που έλεγε ο π. Κωνσταντίνος στην ομιλία του:
     -Δημήτρη, καρδιά μου θέλω να μ’ αγαπάς τζάμπα χωρίς να μου ζητάς τίποτε.
     -Αγάπη μου, μα είμαι άνδρας και έχω ανάγκες.
«Πατήρ Κωνσταντίνε, τι κάνω τώρα; Θα τον χάσω το Δημήτρη μου. Τον αγαπώ πολύ» - σκεπτόμουν εγώ.
      - «Τι να τον κάνεις; Αυτός είναι έμπορος. Θα σου πει μετά πως σε χρησιμοποιεί σαν το σουβλάκι. Θα σε φάει και μετά θα σε πετάξει στα σκουπίδια σαν το χαρτάκι απο το σουβλάκι που το πετάμε κάτω» - μου απάντησε ο π. Κωνσταντίνος.
     -Ό χ ι δεν είμαι σ ου β λ ά κ ι.-φώναξα δυνατά και ο Θεός μου δώσε δύναμη και γλίστρησα απο τα σιδερένια χέρια του Δημήτρη.
       Ο Δημήτρης θύμωσε πολύ. Έβγαλε την μάσκα και είδα σ’ αυτόν τον έμπορα που μας έλεγε ο πατέρας Κωνσταντίνος.
       Ήταν ώρα 5.30 το πρωί. Ένα αυτοκίνητο πλησίασε το δικό μας. Εγώ δεν έβλεπα τίποτε. Σκεπτόμουνα. « Αχ Δημήτρη! Είσαι σαν τα ανδράκια που τα βάζουν στα πόδια γιατί δεν αντέχουνε χωρίς κατανάλωση».
     -Και τώρα συνεχίζει το πρόγραμμα με Θεία λειτουργία.- άκουσα να λέει ο Δημήτρης σαν είδε μέσα στο αυτοκίνητο που σταμάτησε κοντά μας έναν ιερέα με μακρύ χιονάτα γενειάδα..
     -Εξομολόγος θα είναι. Ο Θεός μας τον έστειλε.- του απάντησα και σαν να συνήλθα λίγο.
    Ο ιερέας, πρωινός- πρωινός βγήκε με το μπανιερό του να πάει να κολυμπήσει στη θάλασσα.
    -Καλημέρα παιδιά μου. – μας χαιρέτησε με πατρική αγάπη.
     Τώρα τι κάνουμε; Ν’ απαντήσουμε; Θα μας βάλει μήπως τις φωνές;
      - Με την ευχή σας πάτερ. – του απαντήσαμε εμείς λίγο ντροπιασμένοι.
      - Ο Θεός αγάπη εστί. Η Αγάπη δεν ασχημονεί. - Μας ευλόγησε με το χέρι του και συνέχισε προς τη θάλασσα.
     - Φιλενάδα μου, και μετά τι έγινε; - με ρώτησε η Ευδοξία.
     Ο Δημήτρης με πήγε σπίτι μου και δεν με χαιρέτισε καν όταν έφυγε για το δικό του. Όμως το απόγευμα μου τηλεφώνησε και μου ζήτησε συγνώμη.
    -Και μετά; - Συνέχισε η Ευδοξία.
     -Συνεχίσαμε να βγαίναμε μαζί. Στο τέλος χωρίζαμε και πάλι με νευράκια. Εγώ είχα στ’ αυτιά μου πάντα τις συμβουλές του πνευματικού μου πατέρα. Πέρασαν έτσι δυο μήνες και ξαφνικά μια μέρα μου έκαμε πρόταση γάμου.
    - Φιλενάδα μου, και κάθε πότε ομιλεί ο π. Κωνσταντίνος;
    - Ευδοξία μου, πρέπει να έρχεσαι τακτικά στην Εκκλησία και θα μάθεις πολλά για τη σωτηρία σου.

Πρεσβύτερος Παναγιώτης Γκέζος
πηγή   /μεταφορά

Σάββατο, Ιουνίου 15, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ-«Νὰ ὑπακούετε καὶ νὰ ὑποτάσσεσθε στοὺς πνευματικοὺς σας ἡγουμένους. Αὐτοὶ ἀγρυπνοῦν γιὰ τὴ ζωή σας, ἐπειδὴ θὰ δώσουν λόγο στὸν Θεὸ γιὰ σᾶς» (Ἑβρ 13,17). Ἀπὸ τον πατέρα Παναγιώτη Γκέζο


Ἡ σημερινὴ Κυριακή, πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, εἶναι ἀφιερωμένη ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας στὴ μνήμη τῶν ἁγίων πατέρων τῆς πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ ἔγινε τὸ 325 μ.Χ. στὴν Νικαια τῆς Βιθυνίας. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Κυριακὴ αὐτὴ, μέσα στὸ λειτουργικὸ ἔτος ἔχουν ὁρισθῆ καὶ ἄλλες δύο Κυριακὲς γιὰ τὴ μνήμη τῶν ἁγίων πατέρων τῆς τετάρτης καὶ τῆς ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἐπὶ πλέον ὑπάρχουν καὶ πολλὲς ἑορτὲς γιὰ ξεχωριστούς ἁγίους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Τὸ ἰδιαίτερο αὐτὸ ἐνδιαφέρον τῆς Ἐκκλησίας ἀποδεικνύει τὴν μεγάλη σημασία ποὺ ἔχει γι’ αὐτὴν ἡ παρουσία τῶν ἁγίων πατέρων. Οἱ ἐκκλησιαστικοὶ πατέρες ἀποτελοῦν ἀπαραίτητο στοιχεῖο στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ πίστη, ἡ ζωὴ καὶ ἡ λατρεία τῶν πιστῶν σχετίζεται ἄμεσα μὲ τοὺς ἁγίους πατέρες. Χωρὶς αὐτοὺς δὲν μποροῦμε νὰ ἔχουμε σωστὲς σχέσεις οὔτε μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία του, οὔτε μὲ τοὺς ἀνθρώπους.
Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια φαίνεται καθαρὰ στὴν πορεία τῶν αἱρετικῶν, οἱ ὁποῖοι διακηρύττουν μὲ καύχημα ὅτι δὲν χρειάζονται τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ὑποστηρίζουν ὅτι μποροῦν νὰ συνδέονται μὲ τὸν Θεό μόνοι τους, ἀφοῦ μόνοι τους ἑρμηνεύουν καὶ τὶς ἅγιες Γραφές, χωρὶς τὴ βοήθεια «μεσαζόντων». Ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ, ποὺ ἔχουν αὐτὲς τὶς ἀντιλήψεις, ὁμοιάζουν μὲ τὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνο ποὺ ἔκοψε τὶς ρίζες ἑνὸς δένδρου καὶ ὕστερα τὸ φύτεψε μέσα στὴ γῆ, γιὰ νὰ στέκεται καὶ νὰ τροφοδοτεῖται μόνο του. Ὅσο μωρὴ καὶ ἀνόητη εἶναι ἡ πράξη τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ, ἄλλο τόσο μωρὴ καὶ ἀνόητη εἶναι ἡ πεποίθηση τῶν αἱρετικῶν ὅτι οἱ ἅγιοι πατέρες δὲν εἶναι ἀπαραίτητοι γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή τῶν πιστῶν στὴν Ἐκκλησία.
Οἱ πνευματικοὶ πατέρες εἶναι ἀναγκαῖοι στὴν Ἐκκλησία, ὅπως καὶ οἱ φυσικοὶ πατέρες σὲ μία οἰκογένεια. Ὅλοι γνωρίζουμε τὴ θέση τοῦ πατέρα μέσα σὲ μία οἰκογένεια. Ὅπως, λοιπόν, οἱ φυσικοὶ πατέρες, γεννοῦν, ἀνατρέφουν καὶ ἀσφαλίζουν τὰ παιδιά τους, ἔτσι καὶ οἱ πνευματικοὶ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας συντελοῦν κυρίως σὲ τρεῖς βασικοὺς τομεῖς τῆς πνευματικῆς ζωῆς τῶν πιστῶν:
α. Στὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση. Αὐτὴ ἀποτελεῖ ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ νὰ γίνη κάποιος μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ἀποκάλυψε στὸν κρυφὸ μαθητή του, τὸν Νικόδημο ὅτι «ἐὰν μή τις γεννηθῆ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰω 3,5). Δηλαδή, δὲν μπορεῖ κάποιος νὰ ἀναγεννηθῆ πνευματικὰ καὶ νὰ γίνη μέλος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ χωρὶς νὰ κατηχηθῆ, νὰ βαπτισθῆ καὶ νὰ συμμετέχη στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ κατήχηση ὅμως καὶ τὸ βάπτισμα, μαζὶ μὲ τὴν μύηση στὰ ἄλλα μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας τοῦ νεοφωτίστου, γίνεται ἀπὸ τοὺς πνευματικοὺς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ ἔργο αὐτὸ τὸ ἀνέθεσε ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός στοὺς ἀποστόλους καὶ στοὺς διαδόχους τους μέχρι τὴ συντέλεια τῶν αἰώνων. Ἡ ἐντολή του πρὸς αὐτοὺς εἶναι: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Μτθ 28,19).
β. Οἱ ἅγιοι πατέρες συντελοῦν στὴν πνευματικὴ καλλιέργεια, ποὺ εἶναι ἀναγκαία μετὰ τὸ βάπτισμα, ὥστε ὁ νεοφώτιστος χριστιανὸς νὰ αὐξηθῆ «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ 4,13). Ὅπως γιὰ ἕνα φυσικὸ ἄνθρωπο δὲν ἀρκεῖ μόνον τὸ ὅτι γεννήθηκε, ἀλλὰ χρειάζεται διαρκῆ φροντίδα, τροφοδοσία, καθαριότητα, γιὰ νὰ ὁλοκληρωθῆ ὡς ἄνθρωπος, ἔτσι καὶ γιὰ ἕνα χριστιανὸ δὲν εἶναι ἀρκετὸ τὸ ὅτι ἀναγεννήθηκε καὶ ἔγινε μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ εἶναι μόνον ἡ ἀρχή. Στὴ συνέχεια χρειάζεται ἀδιάκοπη πνευματικὴ φροντίδα καὶ καλλιέργεια. Κι ἐδῶ τὸν λόγο τὸν ἔχει κυρίως ὁ πνευματικὸς πατέρας, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἐξομολόγηση θὰ καθαρίση, θὰ κατευθύνη, θὰ παρηγορήση, καὶ μὲ τὸ μυστήριο θὰ ἐνισχύση πνευματικὰ τὸν χριστιανό. Γι αὐτὸ τὸ ἔργο οἱ πνευματικοὶ πατέρες ἀκούουν ζωντανὴ τὴν θεόπνευστη προτροπὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ποὺ ἔγινε στοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐφέσου: «Νὰ προσέχετε τὸν ἑαυτό σας καὶ νὰ εἶστε προσεκτικοὶ σὲ ὅλο τὸ ποίμνιο, στὸ ὁποῖο τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον σᾶς ἔθεσεν ἐπισκόπους νὰ ποιμαίνετε τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν ὁποία ὁ Κύριος ἔδειξε τὸ ἐνδιαφέρον του  μὲ τὸ ἴδιο του τὸ αἷμα» (Πρξ 20,28).
γ. Οἱ ἅγιοι πατέρες συντελοῦν στὴν πνευματικὴ ἀσφάλεια, ποὺ χρειάζονται οἱ πιστοί, γιὰ νὰ προφυλαχθοῦν ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις τῶν φανερῶν καὶ ἀφανῶν ἐχθρῶν. Οἱ ἐχθροὶ ποὺ ἀπειλοῦν τοὺς πιστούς εἶναι πολλοὶ καὶ ποικίλοι. Ἀνάμεσά τους ὁ ἀντίδικος διάβολος, οἱ ἄπιστοι καὶ οἱ αἱρετικοί. Γιὰ τὴν ὑπεράσπισή τους ἀπαιτοῦνται ἔμπειροι καὶ ἰσχυροὶ ἀγωνιστές, ποὺ θὰ κατευθύνουν τὸν ἀγώνα τους καὶ θὰ τοὺς προφυλάξουν ἀπὸ τὶς παγίδες καὶ θὰ τοὺς ἐνισχύσουν στὶς κρίσιμες ὧρες. Αὐτὴ τὴν εὐθύνη τὴν ἔχουν ἀναλάβει οἱ πνευματικοὶ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτοὶ ἀγωνίζονται μὲ σοφία, μὲ σύνεση καὶ μὲ ἀποφασιστικότητα, γιὰ νὰ προφυλάξουν τὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὶς μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου, ἀπὸ τὶς βάναυσες ἐπιθέσεις τῶν ἀπίστων καὶ ἀπὸ τὶς ὕπουλες προσβολὲς τῶν αἱρετικῶν.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
ἅγιοι πατέρες ὑπῆρχαν, ὑπάρχουν καὶ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε στὴν ἀληθινὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, διότι δὲν νοεῖται Ἐκκλησία χωρὶς αὐτούς. Καθὼς σήμερα τιμοῦμε τοὺς ἁγίους πατέρες, ποὺ ἔλαβαν μέρος στὴν πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, μαθαίνουμε πὼς κανένας χριστιανὸς δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχη, νὰ προοδεύη καὶ νὰ ἀσφαλίζεται πνευματικὰ χωρὶς νὰ συνδέεται μὲ κανονικὸ καὶ γνήσιο πνευματικὸ πατέρα. Ἄν πράγματι θέλουμε τὴν ἐκκλησιαστικὴ πνευματική μας προκοπή ὀφείλουμε νὰ ἔχουμε τὸν ἑαυτό μας κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγηση ἐγκεκριμένου πνευματικοῦ τῆς Ἐκκλησίας μας. Συγχρόνως ὅμως χρειάζεται νὰ κάνουμε πράξη καὶ τὴν προτροπὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου πρὸς ὅλους τοὺς χριστιανούς: «Νὰ ὑπακούετε καὶ νὰ ὑποτάσσεσθε στοὺς πνευματικοὺς σας ἡγουμένους. Αὐτοὶ ἀγρυπνοῦν γιὰ τὴ ζωή σας, ἐπειδὴ θὰ δώσουν λόγο στὸν Θεὸ γιὰ σᾶς» (Ἑβρ 13,17). Ἀμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...