Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Σταύρος Τρικαλιώτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Σταύρος Τρικαλιώτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα, Απριλίου 25, 2016

Μεγάλη Δευτέρα - Ο εφησυχασμός μας μπροστά στον Νυμφίο που έρχεται «εν τω μέσω της νυκτός»


«Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός». Στἠν σιγαλιά τοῦ βραδιοῦ, ἐκεῖ πού οἱ αἰσθήσεις ἡσυχάζουν ἀπό τήν τύρβη τῆς ἡμέρας καί ἀδρανοποιοῦνται οἱ ἀνθρώπινες δυνάμεις καί γλυκός ἔρχεται ὁ ὕπνος «πρὸς ἀνάπαυσιν τῆς ἡμετέρας σαρκός», γίνεται ἡ ἀπρόσμενη ἐπίσκεψη τοῦ Νυμφίου.
 

Τὀ ὅλο τροπάριο παραπέμπει στήν σχετική καινοδιαθηκική περικοπή τῆς Παραβολῆς τῶν δέκα Παρθένων. Ὁ Κύριος μᾶς προειδοποιεῖ καί μᾶς προτρέπει: «Γρηγορεῖτε (=ἀγρυπνεῖτε) οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε ποίᾳ ὥρᾳ ὁ Κύριος ὑμῶν ἔρχεται». Ὁ Κύριος κάνει μία ἀντιδιαστολή μεταξύ τοῦ «μακαρίου δούλου» πού ἐργάζεται φιλότιμα καί φέρεται ἄψογα στούς συνδούλους πού τοῦ ἐμπιστεύτηκε καί ἀπό τήν ἄλλη μᾶς παρουσιάζει το πρότυπο τοῦ «κακοῦ δούλου», πού φέρεται μέ σκληρότητα στούς συνδούλους του. Ὁ πονηρός αὐτός δοῦλος σκέπτεται ὅτι ὁ Κύριός του ἀργεῖ νά ἔλθει («χρονίζει») καί τό ρίχνει στό φαγητό καί τό ποτό μαζί μέ αὐτούς πού μεθοῦν. Ὁ Κύριος ὅμως θά ἔλθει σέ ὥρα πού ἐκεῖνος ἀγνοεῖ καί θά τόν τιμωρήσει τοποθετώντας τον στό μέρος τῆς τιμωρίας τῶν ὑποκριτῶν, ὅπου θά κλαίει καί θά τρίζουν τά δόντια του. 
Ὁ ἐφησυχασμός, ἡ ἀδράνεια, ἡ κραιπάλη, ἡ ἀδιαφορία γιά τόν συνάνθρωπο, ὁ ἄκρατος ἀτομισμός, οἱ ἰδιοτελεῖς σκέψεις καί συμπεριφορές, νά οἱ καταστάσεις καί οἱ τακτικές πού μᾶς βγάζουν «ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ».

Ὅπως, ὅταν ὁ καθηγητής πού βάζει ἀπροειδοποίητο πρόχειρο διαγώνισμα, βλέπει ποιοί μαθητές ἐργάσθηκαν φιλότιμα καί ἀπέδωσαν καί ποιοί τεμπέλιασαν καί τό ἔριξαν ἔξω, ἔτσι καί ὁ Κύριος θά μᾶς τεστάρει. Θά μᾶς περάσει ἀπό τήν πνευματική κρισάρα ἀπροειδοποίητα καί ἀνάλογα θά μᾶς κατατάξει. Σέ αὐτήν τήν ζωή μας ἀνέχεται, περιμένει τή διόρθωσή μας, μᾶς δίνει πολλές εὐκαιρίες μετάνοιας καί διορθώσεως τῆς συμπεριφορᾶς μας. Ἐπειδή ὅμως ὑπάρχει ὁ κίνδυνος τῆς πνευματικῆς ἀδράνειας, γι᾽αὐτό καί ἡ ὥρα τοῦ θανάτου τοῦ καθενός ἀπό ἐμᾶς εἶναι ἄγνωστη.

Ἡ πνευματική ἀγρύπνια ἔχει κόπο, κόστος σωματικό, θυσία. Ἔχει ὅμως καί πλούσιους καρπούς. Ὁ κίνδυνος εἶναι νά πάρουμε τήν παροῦσα ζωή ὡς μόνιμη κατάσταση,νά ἐπιδοθοῦμε στήν ἀπόλαυση τῶν πρόσκαιρων ἡδονῶν, νά ξεχάσουμε τόν συνάνθρωπο ἀπό τόν ὁποῖο κρίνεται ὡς ἕνα βαθμό καί ἡ σωτηρία μας καί ναρκωμένοι νά παραδοθοῦμε στόν ὀλέθριο ὕπνο τῆς καλοπέρασης.
 
Ὁ δοῦλος πού ἐργάζεται φιλότιμα ὀνομάζεται μακάριος, εὐτυχής. Ἄνθρωπος πού βαδίζει σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου καί ὄχι σύμφωνα μέ τά ἁμαρτωλά θελήματα τῆς καρδιᾶς του. Ἄνθρωπος πού ὑπακούει στό θεῖο νόμο καί δέν ανακαλύπτει δικό του νόμο καί φιλοσοφίες ζωῆς. Ἄνθρωπος ταπεινός, πού ἀναφέρει ὅλη του τη ζωή στόν ἀρχηγό τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου.
 
Μέσα στό χαμηλό κατανυκτικό φῶς τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ὁ πιστός ἀσπάζεται τμέ εὐλάβεια καί δέος τήν εἰκόνα τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ, συγκινεῖται ἀπό τό θεῖο πάθος καί τή θεϊκή συγκατάβαση, μαλακώνει ἡ καρδιά του πού ἔχει σκληρυνθεῖ καί ἔχει πωρωθεῖ ἀπό τόν κοσμικό τρόπο ζωῆς. Ἀρχίζει νά ἔχει τήν καλή ἀνησυχία. Ἔρχεται εἰς ἑαυτόν. Συνειδητοποιεῖ ὅτι μέχρι τώρα τρεφόταν μέ τά ξυλοκέρατα τῆς πικρῆς ἁμαρτίας. Αρχίζει νά καλλιεργεῖ μέσα του τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, κάνει ἕναν αὐτοέλεγχο τῆς κατάστασής του καί μέ δειλά βήματα στήν ἀρχή, πού στή συνέχεια γίνονται πιό ἀποφασιστικά καί σταθεροποιοῦνται, ἐπιζητεῖ μιά εἰλικρινή σχέση μέ τόν ἀγαπημένο του ᾽Ιησοῦ, τόν Νυμφίο τῆς ψυχῆς του.
 
Ἐδῶ δέν χωροῦν δικανικά σχήματα, ἠθικολογικοῦ τύπου, ἐπιταγές καί στεῖρο τυπολατρικό πνεῦμα. Στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας οἰκοδομοῦνται μόνο σχέσεις ἐμπιστοσύνης καί ἀγάπης. Μόνο μιά τέτοια σχέση εἶναι ἱκανή νά μᾶς κάνει νά νά «γρηγοροῦμε» καί νά θυσιάζουμε τό ἐγώ μας. Μόνο μιά τέτοια σχέση εἶναι ἱκανή νά μᾶς εἰσάγει στόν νυμφικό θάλαμο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Πέμπτη, Μαρτίου 10, 2016

ΣΥΖΥΓΙΑ: ΑΘΛΗΜΑ ΖΩΗΣ


Gamos

πρωτοπρεσβυτέρου Σταύρου Τρικαλιώτη
Θεολόγου, φιλολόγου

 Σεβασμιώτατοι  ἅγιοι ἀρχιερεῖς, πανοσιολογιώτατοι καί αἰδεσιμολογιώτατοι σεβαστοί πατέρες, ἐκλεκτοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
   Στό θέμα πού θά ἀναπτύξω στήν ἀγάπη σας  θά ἐξετάσω τή συζυγία στό πλαίσιο τοῦ ὀρθοδόξου γάμου καί θά προσπαθήσω νά καταδείξω τήν  ἀνωτερότητα τῆς χριστιανικῆς συζυγίας, ἡ ὁποία θεμελιώνεται ἐν Χριστῷ καί ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ.
   Ἄν θελήσουμε νά δοῦμε τή λέξη συζυγία ἀπό ἑτυμολογικῆς ἀπόψεως, θά λέγαμε ὅτι ἡ λέξη προέρχεται ἀπό τήν ἀρχαιοελληνική λέξη συζυγία καί αὐτή μέ τή σειρά της  ἀπό τή μεταπτωτική βαθμίδα τοῦ θέματος  -συζυγ- πού ἀπαντᾶ στό ἀρχαῖο ²συζεύγνυμι² (συζευγνύω: συνδέω, ἑνώνω).(1)
   Ἑπομένως, συζυγία εἶναι ἡ «σύζευξη», «ἡ ἕνωση» τῶν δύο συζύγων, ὁ γάμος (συν. πάντρεμα, ζευγάρωμα) (2) καί σύζυγος (ὁ, ἡ) εἶναι ὁ νόμιμος σύντροφος, τό ἄτομο μέ τό ὁποῖο κανείς συνδέεται μέ γάμο. (3). Ἐνῶ στήν νεολληνική γλῶσσα τό ρῆμα συζῶ ἔφτασε νά σημαίνει: ζῶ στό ἴδιο σπίτι  μέ τόν / τήν σύντροφό μου χωρίς νά ἔχουμε παντρευτεῖ.
   Τό ἴδιο ρῆμα: ²συζεύγνυμι² ἤ ²συζευγνύω² χρησιμοποίησε καί ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός θέλοντας νά δηλώσει  τήν ἰσχυρή ἕνωση ἀνδρός καί γυναικός, ἕνωση τήν ὁποία ἐπικυρώνει καί διασφαλίζει ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Μᾶς λέει λοιπόν ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος ὅτι κάποτε οἱ Φαρισαῖοι θέλοντας νά πειράξουν τόν Κύριό μας τοῦ ἔθεσαν τό ἑξῆς ἐρώτημα: «εἰ ἔξεστιν ἀνθρώπῳ ἀπολῦσαι τὴν γυναῖκα αὐτοῦ κατὰ πᾶσαν αἰτίαν;», δηλ. «Ἐπιτρέπεται νά χωρίζει  κανείς τήν γυναίκα του διά κάθε αἰτία»; Γιά νά λάβουν τήν ἀποστομωτική ἀπάντηση ἀπό τόν Ἰησοῦ: «οὐκ ἀνέγνωτε ὅτι ὁ ποιήσας ἀπ᾽ ἀρχῆς ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς»  δηλ. «Δέν διαβάσατε ὅτι ὁ Δημιουργός ἀπό τήν ἀρχή τούς ἐδημιούργησε ἄνδρες καί γυναῖκες» «καὶ εἶπεν, ἕνεκεν τοῦτου καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα καὶ τὴν μητἐρα καὶ κολληθήσεται τῇ γυναικὶ αὐτοῦ, καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν; » δηλ. : «Καί εἶπε ὁ Δημιουργός: ²Διά τοῦτο ὁ ἄνθρωπος θά ἐγκαταλείψει τόν πατέρα καί τήν μητέρα καί θά προσκολληθεῖ στήν γυναίκα του, καί οἱ δύο θά γίνουν μία σάρκα;²» Καί καταλήγει συμπερασματικά ὁ Κύριος: «ὥστε οὐκέτι εἰσὶ δύο, ἀλλὰ σάρξ μία. ὅ οὖν ὁ Θεὸς συνἐξευξεν, ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω», δηλαδή «Ὥστε δέν εἶναι πλέον δύο, ἀλλά μία σάρκα. Ἐκεῖνο λοιπόν πού ὁ Θεός ἕνωσε, ὁ ἄνθρωπος ἄς μήν τό χωρίζει». (5)
    Ὁ Κύριός μας στό σημεῖο αὐτό  ἑρμηνεύει τό κλασικό χωρίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.(6) Τό χωρίο αὐτό εἶναι σημαντικότατο διότι μᾶς δείχνει  ὅτι ὁ  γάμος συνεστήθη ὑπό τοῦ Δημιουργοῦ Θεοῦ. Ἄρα  ὁ γάμος εἶναι θεῖος θεσμός καί δέν νοεῖται ὡς γάμος τίποτε ἄλλο , παρά ἡ ἕνωση τοῦ ἄνδρα μέ τή  γυναίκα, ὅπως σαφῶς προσδιορίζεται ἀπό τήν Ἁγ. Γραφή. Ὁ ἑρμηνευτής Εὐθύμιος Ζιγαβηνός μᾶς λέει ὅτι ὁ Θεός ἔπλασε στήν ἀρχή ἕναν ἄνδρα καί μία γυναίκα μέ σκοπό αὐτό τό ζεῦγος νά ἔχει μιά μοναδικότητα. Ἐάν ἤθελε ὁ Θεός ὁ ἄνδρας νά ἀφήσει τήν γυναίκα του καί νά πάρει ἄλλη, θά δημιουργοῦσε περισσότερες γυναῖκες. Ἐπειδή ὅμως δέν ἔπλασε περισσότερες γυναῖκες, θέλει ὁ Θεός νά μήν χωρίζει ὁ ἄνδρας τήν γυναίκα του». (Ἑρμην. Στό Κατά Ματθαῖον εὐαγγέλιον). Στή συνέχεια ὁ Κύριος τονίζει ὅτι ὁ Μωϋσῆς κατά ἄκρα συγκατάβαση καί ἐξ αἰτίας τῆς σκληροκαρδίας τῶν Ἰουδαίων τούς ἔδωσε τήν δυνατότητα νά χωρίζουν τίς γυναῖκες τους καί μέ τήν λέξη ²σκληροκαρδία² ὑποδηλώνει ἐδῶ τήν σκληρότητα καί τήν ὡμότητα πού ἐπεδείκνυαν οἱ Ἰουδαῖοι στίς γυναῖκες τους, «ἐπειδή γιά διάφορους λόγους ἔφταναν νά τίς μισοῦν καί δέν συμφιλιώνονταν μαζί τους» (Ζιγαβηνός). Ἦταν μάλιστα «τόσο σκληροί πρός τίς γυναῖκες τους, ὥστε ἔφταναν καί στό σημεῖο νά τίς φονεύουν» (Θεοφύλακτος Βουλγαρίας).  Γι᾽αὐτό κι ὁ Μωϋσῆς,  προκειμένου ν᾽ ἀποφεύγονται τέτοιου εἴδους ἀκραῖες καταστάσεις, παρεχώρησε τήν δυνατότητα τοῦ διαζυγίου. Ὁ Κύριός μας, ὅμως, διατρανώνοντας τήν ἱερότητα τοῦ θεσμοῦ τοῦ γάμου καί συμπληρώνοντας τόν νόμο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἕνα λόγο δέχεται ὡς εὔλογη αἰτία διαζυγίου:  «ἐπὶ πορνείᾳ», ἐάν δηλαδή ἡ γυναίκα διαπράξει τό ἁμάρτημα τῆς πορνείας μέ κάποιον ἄλλο ἄνδρα. Μέ αὐτόν τόν τρόπο ὁ Ἰησοῦς Χριστός θέλει νά διασφαλίσει «τήν ἀδιάσπαστον ἕνωσιν» (Θεοφύλακτος Βουλγαρίας) πού ὑπάρχει στήν νόμιμη συζυγία.
  Θά ἤθελα, ἀγαπητοί μου, νά σταθοῦμε στήν ἀδιάσπαστη αὐτή ἕνωση πού ὑπάρχει μεταξύ  τοῦ ἄνδρα καί  τῆς γυναίκας. Στήν ἀκολουθία τοῦ γάμου καί πρίν τήν στέψη  καί τήν ἕνωση τῶν χειρῶν τῶν νεονύμφων ἀπό τόν ἱερέα, ὁ ἱερέας διαβάζει μιά πολύ ὄμορφη εὐχή, μεστή θεολογικῶν νοημάτων, ἡ ὁποία προδιαγράφει τή σχέση τοῦ ἀνδρογύνου. Μᾶς λέει λοιπόν ἡ εὐχή: «Ὁ Θεὸς ὁ ἅγιος, ὁ πλάσας ἐκ χοὸς τὸν ἄνθρωπον, καὶ ἐκ τῆς πλευρᾶς αὐτοῦ ἀνοικοδομήσας γυναῖκα καὶ συζεύξας αὐτῷ βοηθὸν κατ᾽ αὐτόν, διὰ τὸ οὕτως ἀρέσαι τῇ σῇ μεγαλειότητι, μὴ μόνον εἶναι τὸν ἄνθρωπον ἐπὶ τῆς γῆς»· δηλ. «Ὁ Θεός ὁ ἅγιος, πού ἔπλασες ἀπό χῶμα τόν ἄνθρωπο καί ἀπό τήν πλευρά του δημιούργησες τήν γυναίκα, καί τήν ἔδωσες σ᾽αὐτόν ὡς βοηθό, ἐπειδή ἔτσι ἄρεσε στή μεγαλειότητά σου, νά μήν εἶναι ὁ ἄνθρωπος μόνος πάνω στή γῆ», «αὐτὸς καὶ νῦν, δέσποτα, ἐξαπόστειλον τὴν χεῖρά σου ἐξ ἁγίου κατοικητηρίου σου, καὶ ἅρμοσον τὸν δοῦλον σου (τὸνδε) καὶ τὴν δούλην σου (τὴνδε), ὅτι παρὰ σοὺ ἁρμόζεται ἀνδρὶ γυνή». Δηλαδή «στεῖλε ἀπό μακριά τό χέρι σου ἀπό τό ἅγιο κατοικητήριό σου καί συνένωσε τόν δοῦλον σου (τάδε) καί τήν δούλη σου (τάδε), γιατί ἀπό σένα ἑνώνεται ἡ γυναίκα μέ τόν ἄνδρα».  «Σύζευξον αὐτοὺς ἐν ὁμοφροσύνῃ, στεφάνωσον αὐτοὺς εἰς σάρκα μίαν, χάρισαι αὐτοῖς  καρπὸν κοιλίας, εὐτεκνίας ἀπόλαυσιν». Δηλαδή «Συνένωσέ τους μέ ἑνότητα φρονήματος καί αἰσθημάτων· στεφάνωσέ τους σέ μιά σάρκα· χάρισαί τους καρπό κοιλίας, ἀπόλαυση καλῶν παιδιῶν». (8)
    Ὁ συντάκτης τῆς εὐχῆς αὐτῆς ἔχει ἀναφορές σέ βασικά  χωρία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (βιβλίο Γενέσεως), τά ὁποῖα καί προσδιορίζουν τήν θεολογία τοῦ γάμου. Ἔτσι λοιπόν, βλέπουμε ὅτι:
   α. Ὁ πρωταρχικός  καί βασικός σκοπός τῆς δημιουργίας τοῦ ἑτέρου ἡμίσεως (δηλ. τῆς γυναίκας) εἶναι γιά νά ὑπάρχει ἡ  συντροφικότητα στό ἀνδρόγυνο καί ἡ βοήθεια τῆς γυναίκας πρός τόν ἄνδρα, χωρίς αὐτό νά ἀποκλείει καί τό ἀντίστροφο.
   β. Ἡ δημιουργία τῆς γυναίκας «ἐκ τῆς πλευρᾶς τοῦ ἀνδρός» δέν δηλώνει δουλική ἐξάρτηση τῆς γυναίκας ἀπό τόν ἄνδρα, ἀλλά μᾶλλον τήν ἰσοτιμία καί τήν οἰκειότητα  τῶν προσώπων.
   γ. Ἡ φράση: «διὰ τὸ οὕτως ἀρέσαι τῇ σῇ μεγαλειότητι» ὑποδηλώνει τήν ἐλευθερία τῶν ἐπιλογῶν τοῦ Θεοῦ κατά τήν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου καί τή βασική θέση ὅτι ἡ κρίση τοῦ  πανσόφου Δημιουργοῦ δέν ὑπόκειται σέ τυχόν  ἀνθρώπινες ἀμφισβητήσεις. Ὁ Θεός σέ καμμία περίπτωση δέν καθίσταται ὑπόλογος σέ ἐνστάσεις καί «γιατί» τῶν ἐλλόγων δημιουργημάτων του.
   δ. Ἡ ἕνωση τοῦ ἀνδρογύνου στό μυστήριο τοῦ γάμου γίνεται μέ θεία ἐνέργεια καί εὐλογία. Ἑπομένως ὁ θεσμός τῆς οἰκογένειας εἶναι θεοσύστατος καί κάθε  ἀνθρώπινη ἐνέργεια πού ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ,  ἀποβαίνει σέ τελευταία ἀνάλυση θεομάχος. Ἀλλά ὅπως μᾶς ὑπενθυμίζει καί ἡ θεία Γραφή:  «σκληρὸν» γιά τόν ἀνθρωπο τό «πρὸς κέντρα λακτίζειν». (9)
   ε. Τό «Σύζευξον αὐτοὺς ἐν ὁμοφροσύνῃ» ὑποδηλώνει σαφῶς ὅτι ἡ ἐπίτευξη συνεννοήσεως, ἀλληλοκατανοήσεως καί εἰρήνης μεταξύ τοῦ ἀνδρογύνου, ἀποτελεῖ ἱκανή καί ἀναγκαία συνθήκη γιά νά στερεωθεῖ ὁ γάμος καί αὐτό γίνεται καί μέ τήν προσπάθεια τῶν συζύγων (ἀνθρώπινος παράγοντας) καί μέ τήν θεία βοήθεια, διότι, ὅπως μᾶς ἔχει πεῖ καί ὁ Κύριός μας: «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». (10)
   στ. Τέλος, ἡ δημιουργία τέκνων καί ἡ χαρά πού προσφέρει στό ἀνδρόγυνο ἡ τεκνογονία εἶναι ἕνα δῶρο καί εὐλογία  τοῦ Θεοῦ,  τό ὁποῖο παρέχεται στόν ἀνδρόγυνο σύμφωνα μέ τίς βουλές τοῦ Θεοῦ. Δέν πρέπει ὅμως νά ἀπολυτοποιεῖται, γιατί μπορεῖ νά ὑπάρξει καί ζευγάρι πού νά ζεῖ σύμφωνα μέ τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καί παρ᾽ ὅλα αὐτά νά εἶναι ἄτεκνο. Σκοπός τοῦ γάμου εἶναι νά κερδίσουν ἀμφότεροι οἱ σύζυγοι τήν βασιλεία του Θεοῦ μέ ἤ χωρίς παιδιά. Ἡ τεκνογονία εἶναι μέν   μεγίστη εὐλογία ἀπό τόν Θεό, ταυτόχρονα ὅμως ἀποτελεῖ  καί μεγίστη εὐθύνη γιά τούς γονεῖς,  ἐφ᾽ ὅσον προϋποθέτει πνεῦμα αὐτοθυσίας καί αὐταπαρνήσεως καί τῶν δύο συζύγων.
   Ἡ χριστιανική  συζυγία, ὅπως προσδιορίζεται ἀπό τίς ὑψηλές προδιαγραφές πού θέτουν ἡ Ἁγία Γραφή καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, δέν εἶναι κάτι πού ἐπιτυγχάνεται  ²μαγικῷ τῷ τρόπῳ² ἀπό τή στιγμή πού ἡ Ἐκκλησία μας ἑνώνει μέ τά δεσμά τοῦ γάμου δύο πρόσωπα. Στό ἱερό μυστήριο παρέχονται οἱ προϋποθέσεις ἑνός ἐπιτυχημένου γάμου. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα ἐναπόκειται στό ζευγάρι πῶς μέσα ἀπό τήν ἐλευθερία καί τόν σεβασμό τῶν προσώπων, θά κατορθώσει νά διαπλεύσει τό πέλαγος τοῦ βίου καί θά ὁδηγήσει τό σκάφος τῆς συζυγίας σέ ἀκύμαντο λιμάνι. Ὁ βίος δέν εἶναι ἀνθόσπαρτος! Ἀντίθετα, εἶναι σπαρμένος μέ πολλά ἀγκάθια καί τριβόλια, πειρασμούς καί δοκιμασίες πού ἀναφύονται στήν πορεία τοῦ ἔγγαμου βίου καί προσπαθοῦν νά πνίξουν τήν ἀγάπη τῶν συζύγων.
   Ἄν γιά τήν συνύπαρξη καί συμβίωση δύο ἀδελφῶν (πού προέρχονται ἀπό τόν ἴδιο πατέρα καί ἀπό τήν ἴδια μητέρα) ὑπάρχουν προβλήματα καί δυσκολίες, πόσο μᾶλλον ἀπό τήν συμβίωση δύο ἐντελῶς ξένων μεταξύ τους προσώπων, δύο διαφορετικῶν κόσμων, μέ διαφορετικές ἤ καί ἀντίθετες πολλές φορές  νοοτροπίες, κοινωνικές καί οἰκονομικές καταβολές, ἐμπειρίες   καί πνευματικό ἤ   μορφωτικό ἐπιπέδο.
  Καί ἀκριβῶς ἐπειδή ὑπάρχουν ὅλες αὐτές οἱ ἀντιθέσεις καί δυσκολίες πού προαναφέραμε, γι᾽αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας θέτει ὡς βάση καί ὡς ὅρο ἀπαράβατο γιά τήν ἁρμονική συνύπαρξη τοῦ ζεύγους τήν ἀγάπη. Ἡ Ἐκκλησία μας προσεύχεται γιά τούς νεονύμφους: «Ὑπέρ τοῦ καταπεμφθῆναι αὐτοῖς ἀγάπην τελείαν, εἰρηνικὴν καί βοήθειαν». Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὡς  ἀλάνθαστος ἀνατόμος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς τονίζει πόσο σημαντικό εἶναι νά ὑπάρχει ἀγάπη μεταξύ τῶν συζύγων καί προσδιορίζει τήν ὑφή αὐτῆς τῆς ²ὑπερβάλλουσας ἀγάπης²: «Δέν ὑπάρχει τόσο μεγάλη οἰκειότητα ἄνδρα πρός ἄνδρα, ὅση τῆς γυναίκας πρός τόν ἄνδρα, ἐάν εἶναι κανείς συνεζευγμένος  ὅπως πρέπει». Ὁ ἅγιος κατόπιν μᾶς μιλάει γιά τήν τυραννίδα αὐτῆς τῆς ἀγάπης καί τήν σφοδρότητά της  καθώς καί γιά τό γεγονός ὅτι ἔχει τήν ἰδιότητα νά παραμένει σταθερή, «ἀμάραντος», χωρίς νά μαραίνεται. Καί ἐξηγεῖ τό γιατί ὁ ἱερός πατήρ: « Ὑπάρχει κάποιος ἔρωτας πού ἐμφωλεύει στή φύση καί  διαφεύγει τῆς προσοχῆς μας, ὁ ὁποῖος ἔρωτας συμπλέκει αὐτά τά σώματα. Γι᾽ αὐτό καί ἀρχικά ἡ γυναίκα πλάσθηκε ἀπό τόν ἄνδρα, καί κατόπιν ἀπό τόν ἄνδρα καί τήν γυναίκα ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα».  Πάλι ἐπανέρχεται ὁ ἱερός πατήρ καί μᾶς τονίζει τήν σπουδαιότητα πού ἔχει ὁ ἔρωτας τοῦ ἄνδρα καί τῆς γυναίκας στήν συγκρότηση τοῦ ἀνθρώπινου βίου: « Τίποτε δέν ἑνώνει τόσο τή ζωή μας, ὅσο ὁ ἔρωτας τοῦ ἄνδρα καί τῆς γυναίκας· ἐξαιτίας αὐτοῦ τοῦ ἔρωτα πολλοί καταθέτουν καί τά ὅπλα, χάριν αὐτοῦ παραδίδουν καί τήν ψυχή τους». Κατόπιν  ὁ ἱερός πατήρ μᾶς ἐπεξηγεῖ: « Δέν θά ἦταν δυνατόν λοιπόν ἔτσι ἁπλῶς καί χωρίς λόγο ὁ Παῦλος νά φρόντιζε πολύ ὑπέρ αὐτοῦ τοῦ πράγματος λέγοντας· ²Αἱ γυναῖκες, τοῖς ἰδίοις ἀνδράσιν ὑποτάσσεσθε, ὡς τῷ Κυρίῳ². (11) Γιατί λοιπόν; Διότι ἐάν ἔχουν αὐτοί ὁμόνοια καί τά παιδιά ἀνατρέφονται καλῶς καί οἱ ὑπηρέτες πειθαρχοῦν καί ὑπακοῦν, καί οἱ γείτονες ἀπολαμβάνουν τήν εὐωδία καί οἱ φίλοι καί οἱ συγγενεῖς. Ἐάν ὅμως συμβαίνει τό ἀντίθετο, ὅλα ἀνατρέπονται καί ἀναστατώνονται. Καί ὅπως, ὅταν εἰρηνεύουν οἱ στρατηγοί, τά πάντα ἀκολουθοῦν ὁμαλά καί ὅταν πάλι ἐκεῖνοι ταράσσονται, ὅλα γίνονται ἄνω κάτω, ἔτσι λοιπόν καί τώρα». (12)
   Στό σημεῖο αὐτό καί γιά νά μήν ὑπάρξουν παρανοήσεις καί παρερμηνεῖες, θά ἤθελα νά παρατηρήσω ὅτι τόσο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅσο καί ὁ ἑρμηνευτής του ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, περιγράφουν τίς σχέσεις ἄνδρα καί γυναίκας τονίζοντας τούς διαφορετικούς ρόλους τῶν δύο φύλων. Βέβαια, ἐάν τό ἑρμηνεύσει κάποιος αὐτό τό χωρίο μέ τίς τρέχουσες λανθασμένες φεμινιστικές ἀντιλήψεις,  ἴσως φτάσει στό μή ὀρθό συμπέρασμα ὅτι ἡ γυναίκα εἶναι κατώτερη ἀπό τόν ἄνδρα καί ὅτι ἀπό τήν Ἐκκλησία ζητεῖται ἀπό τήν γυναίκα ἡ  δουλική ὑποταγή στόν ἄνδρα, κάτι πού ἀσφαλῶς δέν ἰσχύει. Ἡ γυναίκα καλεῖται νά σεβαστεῖ καί νά συνεργαστεῖ μέ τόν ἄνδρα ὡς τήν πρώτη ἀρχή, ἀλλά ταυτόχρονα καί ὁ ἄνδρας καλεῖται νά θυσιαστεῖ γιά τήν γυναίκα καί νά κάνει τά πάντα γιά τήν γυναίκα του, ὅπως καί ὁ Χριστός θυσιἀστηκε γιά τήν Ἐκκλησία καί «ἑαυτὸν παρέδωκε ἵνα σταυρωθῇ». Στό σημεῖο αὐτό ἀξίζει νά δανειστοῦμε τήν χρυσοστόμειο ἑρμηνεία, ἡ ὁποία καί τοποθετεῖ τά πράγματα στήν ἁρμόζουσα τάξη καί σειρά.  Μᾶς λέει λοιπόν ὁ ἱερός πατήρ: «Ἄκουσες τήν ὑπερβολή τῆς ὑποταγῆς· ἐπαίνεσες καί ἐθαύμασες τόν Παῦλο, καθόσον συγκροτεῖ τή ζωή μας, ὡς ἕνα θαυμαστό καί πνευματικό ἄνδρα. Ἔχει καλῶς. Ἀλλ᾽ ἄκουσε καί ἐκεῖνα, τά ὁποῖα ἀπαιτεῖ ἀπό σένα.  Πάλι βέβαια χρησιμοποιεῖ τό ἴδιο παράδειγμα· ²Οἱ ἄνδρες, λέγει, νά ἀγαπᾶτε τίς γυναῖκες σας, καθώς καί ὁ Χριστός ἀγάπησε τήν Ἐκκλησία². (13) Εἶδες τό μέγεθος τῆς ὑπακοῆς; Ἄκουσε καί τό μέγεθος τῆς ἀγάπης. Θέλεις νά ὑπακούει σέ σένα ἡ γυναίκα σου, ²καθώς ἡ Ἐκκκλησία στόν  Χριστό²;  Φρόντιζε κι ἐσύ αὐτήν, ὅπως ὁ Χριστός φροντίζει τήν Ἐκκλησία. Εἶτε πρέπει νά δώσεις τήν ψυχή σου γιά χάρη τῆς γυναίκας σου, εἴτε πρέπει  νά πληγωθεῖς χίλιες φορές, εἴτε νά ὑπομείνεις καί νά πάθεις ὁ,τιδήποτε, νά μήν τό ἀποφύγεις· καί ἄν ἀκόμη πάθεις αὐτά, τίποτε ἀκόμη δέν κατόρθωσες, ὅπως ὁ Χριστός».  (14) Σέ κάποια ἄλλη ὁμιλία ὁ ἱερός πατήρ ἀποδεικνύει ὅτι ἡ γυναίκα ἐπλάσθηκε  ὡς λογική φύση ἀπό τήν πλευρά τοῦ ἄνδρα («ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων αὐτοῦ» ) καί δόθηκε  στόν ἄνδρα  «ὡς βοηθὸς κατ᾽αὐτόν» , δηλ. δόθηκε ἡ γυναίκα ὡς παρηγορία στόν ἄνδρα (²παραμυθία²). Στήν ἴδια ὁμιλία μᾶς ἀναφέρει ὅτι ἡ γυναίκα εἶναι ὁμότιμη μέ τόν ἄνδρα καί ὅτι πλάσθηκε κατόπιν συσκέψεως Πατρός πρός τόν Υἱόν, τόν ²Θαυμαστὸν σύμβουλον²:  «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾽ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾽ ὁμοίωσιν («διαλέγεται ὁ Πατήρ πρὸς τὸν ἐξ αὐτοῦ γεννηθέντα)». (15) Στήν Ἐκκλησία μας σύμφωνα καί μέ τήν παύλειο θέση δέν ὑπάρχουν διακρίσεις ὡς πρός τό φῦλο: «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ. Πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστὲ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (16), ἀλλά διαφοροποίηση ρόλων καί κοινή ἐν Χριστῷ πορεία πρός τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ὁ γάμος εἶναι μυστήριο ἀγάπης, μᾶς τονίζει κάπου ἀλλοῦ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος:  «μυστήριον ἀγάπης ἐστὶν ὁ γάμος. Γυνὴ γὰρ καὶ ἀνὴρ οὐκ εἰσὶν ἄνθρωποι δύο, ἀλλὰ ἄνθρωπος εἷς …». (17)
    Σέ κοσμικά κυρίως περιβάλλοντα ἤ σέ ἀνθρώπους πού εἶναι χαλαρά (ἤ ὑποκριτικά ) συνδεδεμένοι μέ τήν Ἐκκλησία, παρατηρεῖται μιά τάση ὑποβάθμισης  καί ὑποτίμησης τῆς  γυναίκας. Οἱ ἐφήμερες σχέσεις (ἐκτός γάμου), τό σχιζοφρενικό μοντέλο τῆς ἐναλλαγῆς «ἐρωτικῶν συντρόφων», ὁ περιορισμός τοῦ ρόλου τῆς γυναίκας ἀπό τούς ἄνδρες σέ ἀντικείμενο μόνο ἡδονῆς καί ἡ ἀνάλογη ἐμπορευματοποίηση τοῦ φαινομένου, ἡ οἰκονομική ἐκμετάλλευση τῆς γυναίκας, ἀκόμα (καί τό χειρότερο) ἡ χειροδικία τῶν ἀνδρῶν κατά τῶν γυναικῶν, ἀποτελοῦν μερικά μόνο  παραδείγματα γιά τό ποῦ μπορεῖ νά φτάσει ὁ ἐξευτελισμός τῆς γυναίκας ἀπό ἀνθρώπους πού δέν βιώνουν τήν γνησιότητα τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης.
   Μόνο στήν γνήσια ἐν Χριστῷ ζωή τό πρόσωπο τῆς γυναίκας βρίσκει τήν πλήρη καταξίωσή του. Στό εὐλογημένο πλαίσιο τοῦ γάμου (ὁ ὁποῖος εἶναι τύπος τῆς παρουσίας τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ) (18),  τά ἐπιμέρους ἐγώ, τά διάφορα πάθη καί οἱ μικρότητες πού δηλητηριάζουν τίς σχέσεις τῶν συζύγων, ὑποχωροῦν γιά  χάρη τῆς συζυγικῆς ἀγάπης καί τῆς ἁρμονικῆς συμβιώσεως. Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς συνέστηνε στά ζευγάρια –πνευματικά του παιδιά- κάθε βράδυ μετά τήν κοινή  προσευχή τοῦ  Ἀποδείπνου νά  βάζουν οἱ σύζυγοι ἀπό μία μετάνοια ὁ ἕνας στόν ἄλλο,  εἴτε ἔχουν ψυχρανθεῖ εἴτε ὄχι (προληπτικά). Αὐτό βοηθάει πάρα πολύ στήν ταπείνωση. Καί ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἐκεῖ ὑπάρχει καί ἀσφάλεια καί εἰρήνη, φυγαδεύονται οἱ δαίμονες  καί δίνεται πλούσια ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Γι᾽αὐτό καί πάλι μᾶς διδάσκει πολύ εὔστοχα ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Ἄς γίνει τό σπίτι σου στίβος καί παλαίστρα ἀρετῆς· ἀφοῦ γυμνασθεῖς ἐκεῖ μέσα καλῶς, νά ἀγωνισθεῖς μέ πολλή τέχνη καί στήν ἀγορά». (19) Ἀλλοῦ ὁ ἴδιος ἅγιος χαρακτηρίζει τόν γάμο ὡς «λιμάνι» καί ἔτσι πρέπει νά εἶναι: ἕνα ἀπάγγειο λιμάνι, ὅπου βρίσκουμε ζεστασιά καί θαλπωρή ἀπό τόν πολυκύμαντο ἀγώνα τῆς ζωῆς.
   Στό σημεῖο αὐτό πρέπει νά τονίσουμε τόν εὐεργετικό ρόλο πού διαδραματίζει στό ζεῦγος ἡ παρουσία ἑνός καλοῦ πνευματικοῦ πατέρα στή ζωή τους (εἰ δυνατόν κοινοῦ), ὁ ὁποῖος ὡς ἀντικειμενικός κριτής θά διορθώσει πνευματικά τίς ἑκατέρωθεν παρεκκλίσεις, θά ἀναλάβει ρόλο εἰρηνοποιοῦ σέ ὁριακές καταστάσεις,  ὅπου κλυδονίζεται ἡ συζυγική ἀγάπη  καί μέ τήν προσευχή του καί τήν δύναμη καί χάρη τοῦ  Μυστηρίου τῆς Ἱερᾶς  Ἐξομολογήσεως,  θά βοηθήσει τό ἀνδρόγυνο  νά ἀποφύγει τούς ὑφάλους πού κρύβει ὁ ἔγγαμος βίος καί τήν ὀδυνηρή ἐμπειρία ἑνός διαζυγίου ἤ μιᾶς ἐξωσυζυγικῆς σχέσης.
   Ὁ ἱερός Χρυσόστομος στήν περίπτωση ἐνδεχόμενης μοιχείας εἶναι σαφής καί κατηγορηματικός: « Τήν γυναίκα πού σοῦ ἔλαχε ἀπό τήν ἀρχή, αὐτήν νά ἔχεις συνέχεια».  Γι᾽αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας εὔχεται: «Τίμιος ὁ γάμος καὶ ἡ κοίτη ἀμίαντος». Ἐδῶ πρέπει νά κάνουμε εἰδική μνεία γιά τήν εὐθύνη πού ἔχει ὁ ἄνδρας ὥστε ἡ γυναίκα νά εἶναι «ἁγία καὶ ἄμωμος» συμφώνως πρός τήν   παύλειο προτροπή. (20)  Ὁ ἄνδρας πρέπει νά συμβουλεύει τήν γυναίκα, νά θυσιάζεται γι᾽αὐτήν, νά κάνει διάλογο μαζί της καί νά προσπαθεῖ μέ κάθε τρόπο νά ἐξασφαλίσει τήν σωτηρία της. Νά μήν ἀφήνει τήν γυναίκα του νά ἔχει συναισθηματικά κενά καί ἐλλείψεις, τά ὁποῖα μπορεῖ νά ἐκμεταλλευτεῖ ὁ πονηρός καί νά τήν ὁδηγήσει σέ παράνομα ὑποκατάστατα πού θά βάλουν «βόμβα» στά θεμέλια τοῦ γάμου.  «Πῶς εἶναι δυνατόν»  λέει στόν ἄνδρα ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «νά λείπεις ὅλη μέρα μέ τούς φίλους σου καί νά γυρνᾶς στό σπίτι τό ἀπόγευμα καί νά μήν ξέρει πού βρίσκεσαι καί νά τήν βάζεις νά ἔχει ὑπόνοιες γιά σένα» . «Κι ὅταν» , λέει στόν ἄνδρα ὁ ἱερός πατήρ, «σέ κατηγορήσει γιά τήν συμπεριφορά σου αὐτή, ἐσύ νά μήν δυσανασχετεῖς, γιατί ἡ ἐνέργειά της αὐτή εἶναι δεῖγμα ἀγάπης καί ὄχι ἄλογη ἀντίδραση. Οἱ κατηγορίες της εἶναι δεῖγμα θερμῆς φιλίας καί φόβου μήπως κάποια ἄλλη τῆς ἔκλεψε τήν συζυγική κλίνη». (21)
   Κάποιος διανοούμενος εἶχε πεῖ τό ἑξῆς χαρακτηριστικό: «Τό πρόβλημα μέ τόν γάμο εἶναι ὅτι ἐρωτευόμαστε μιά προσωπικότητα καί πρέπει νά ζήσουμε μέ ἕνα χαρακτήρα». Ἐγώ αὐτό τό καταλαβαίνω ὡς ἑξῆς: Στήν ἀρχή τοῦ γάμου βλέπουμε μόνο τά θετικά στοιχεῖα τοῦ ἄλλου, μᾶς ἑλκύει μιά ἰδανική εἰκόνα πού σχηματίζουμε γι᾽ αὐτόν. Στήν πορεία τῆς συζυγικῆς ζωῆς, ὅμως, ἀνακαλύπτουμε καί τόν χαρακτήρα τοῦ ἄλλου μέ ὅλα τά ἀρνητικά στοιχεῖα πού αὐτός«φέρει». Κι ἐδῶ ἀκριβῶς ἔγκειται ὁ ἀγώνας τῶν συζύγων: «Νά ξεπεράσουν τόν ἐγωκεντρισμό τους καί νά ἐπανατοποθετηθοῦν στόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στήν κοινωνία τῶν προσώπων, στήν ἑνότητα τῆς μίας ἀνθρώπινης φύσης, ²Εἰς Χριστὸν καὶ εἰς τὴν ᾽Εκκλησίαν²». (22)
   Γιά νά εἶναι ἐπιτυχημένη αὐτή ἡ συνοδοιπορία τοῦ ζεύγους  στόν δρόμο γιά τή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, θά πρέπει νά βάλουν καί οἱ δύο  ὁρισμένα ὅρια καί νά δουλέψουν στήν οἰκοδόμηση τῆς μεταξύ τους ἀγάπης. Ποιά εἶναι αὐτά τά ὅρια;
α) Ἀμφότεροι οἱ γονεῖς τῶν συζύγων θά πρέπει νά τηροῦν μιά διακριτική ἀπόσταση ἀσφαλείας, ἀλλά καί τό ζεῦγος θά πρέπει νά ἀποδίδει στούς γονεῖς τήν ὀφειλομένη τιμή καί  σεβασμό. Κάποτε ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ἔγραψε σέ εὐχετήρια κάρτα πού ἀπευθυνόταν σέ νιόπαντρο ζευγάρι: «Ὁ Χριστός καί ἡ Παναγία μαζί σας. Σοῦ δίνω τήν εὐλογία, Δημήτρη, νά μαλώνεις μέ ὅλον τόν κόσμο, ἐκτός ἀπό τήν Μαρία! Τό ἴδιο καί στήν Μαρία» (23)
β) Ἡ ἀγάπη τῶν τέκνων δέν πρέπει νά ὑποκαθιστᾶ τήν συζυγική ἀγάπη. Ἀγαπᾶμε τά παιδιά ἐξ αἰτίας τοῦ (τῆς) συζύγου ( Ἅγ. Ἰω.  Χρυσόστομος).
γ) Τά τυχόν περιουσιακά στοιχεῖα τῶν συζύγων δέν πρέπει νά γίνονται πρόσκομμα στήν συζυγική ἀγάπη. Πρέπει στό ζευγάρι ὅλα νά εἶναι κοινά. Ὅπως ἀκριβῶς συνέβαινε στούς πρώτους χριστιανούς, ὅπου «ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά» (24)
   Καί τέλος, ἄς μήν ξεχνᾶμε, ὅτι τό καλό κρασί τῆς συζυγικῆς ἀγάπης δίνεται στό ζευγάρι στό τέλος, ὅταν ὡριμάσουν καί οἱ δυό μέσα ἀπό τίς ἀντιξοότητες καί τίς δυσχέρειες τοῦ ἔγγαμου βίου, ὁ ὁποῖος, ὅπως προείπαμε, εἶναι «ἄθλημα ζωῆς».
………………………………………………………………………………………….
ΠΗΓΕΣ – ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

  1. Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ, ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ, ΑΘΗΝΑ 2009, σελ. 1353)
  2. Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ, ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ, ΑΘΗΝΑ 1998, σελ. 1698
  3. Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ, ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ, ΑΘΗΝΑ 1998, σελ. 1699
  4. Χρηστικό λεξικό τῆς Νεοελληνικής Γλώσσας, Ἐκδ. Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, ΑΘΗΝΑ 2014, σελ. 1505. Σύνταξη – ἐπιμέλεια: Χριστόφορος Χαραλαμπάκης.
  5. Ματθ. ιθ´, 4- 6.
  6. Γεν. α´, 27.
  7. (Ματ. ιθ´, 9)
  8. Ο ΓΑΜΟΣ (Ἰω. Β. Κογκούλη, Χρ. Οἰκονόμου, Παν. Σκαλτῆ), σελ. 92, 93, ἔκδ. «ΛΥΔΙΑ», Θες/ νίκη, 1996
  9. Πράξ. κστ´, 14
  10. Ἰω. ε´, 5
  11. Ἐφ. ε´, 22
  12. Ἰω. Χρυσοστόμου, ὁμιλ. Κ´εἰς τὴν Πρὸς Ἐφεσίους, Ε.Π.Ε. τ. 21, σελ. 194, 196.
  13. Ἐφ. ε´, 25
  14. Ἰω. Χρυσοστόμου, ὁμιλ. Κ ´εἰς τὴν Πρὸς Ἐφεσίους, Ε.Π.Ε. τ. 21, σελ. 198.
  15. Γεν. α´, 26. Ἰω. Χρυσοστόμου, ὁμιλ. ΙΔ´ Εἰς τὴν Γένεσιν, Ε.Π.Ε. τ. 2, σελ. 206, 208 & σελ. 368, 370
  16. (Γαλ. γ, 28)
  1. Ἰω. Χρυσοστόμου, Πρὸς Κολοσσαεῖς, Ὁμιλία ΙΒ, ΕΠΕ 22, 342)
  1. Ἰω. Χρυσοστόμου, Πρὸς Κολοσσαεῖς, Ὁμιλία ΙΒ, ΕΠΕ 22, 346
  1. «Ἀγὼν ἔστω καὶ παλαίστρα ἀρετῆς ἡ οἰκία, ἵνα ἐκεῖ καλῶς γυμνασάμενος, μετὰ πολλῆς τῆς ἐπιστήμης τοῖς ἐν ἀγορᾷ προσβάλλῃς» (Ἰω. Χρυσοστόμου, Εἰς Ματθαῖον, ὁμ. ΙΑ’, ΕΠΕ 9, 376).
  1. Ἐφεσ. ε´,27
  1. Ἰω. Χρυσοστόμου, ὁμιλ. Κ ´εἰς τὴν Πρὸς Ἐφεσίους, Ε.Π.Ε. τ. 21, σελ. 224
  1. ( Πρωτ. Ἀντωνίου Ἀλεβιζοπούλου, “Εγχειρίδιο αἱρέσεων καί παραχριστιανικῶν ὁμάδων”)
  1. Λόγοι Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου, τ.Δ´, ἔκδ. Ἱ. Μ. Ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου, Σουρωτή Θεσσαλονίκης)
  1. Πράξ. δ´, 32
  2. το είδαμε εδώ

Δευτέρα, Απριλίου 29, 2013

«᾽Ιδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται» (σκέψεις τῆς Μεγάλης Δευτέρας) τοῦ π. Σταύρου Τρικαλιώτη



Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός». Στἠν σιγαλιά τοῦ βραδιοῦ, ἐκεῖ πού οἱ αἰσθήσεις ἡσυχάζουν ἀπό τήν τύρβη τῆς ἡμέρας καί ἀδρανοποιοῦνται οἱ ἀνθρώπινες δυνάμεις καί γλυκός ἔρχεται ὁ ὕπνος «πρὸς ἀνάπαυσιν τῆς ἡμετέρας σαρκός», γίνεται ἡ ἀπρόσμενη ἐπίσκεψη τοῦ Νυμφίου.

Τὀ ὅλο τροπάριο παραπέμπει στήν σχετική καινοδιαθηκική περικοπή τῆς Παραβολῆς τῶν δέκα Παρθένων. Ὁ Κύριος μᾶς προειδοποιεῖ καί μᾶς προτρέπει: «Γρηγορεῖτε (=ἀγρυπνεῖτε) οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε ποίᾳ ὥρᾳ ὁ Κύριος ὑμῶν ἔρχεται». Ὁ Κύριος κάνει μία ἀντιδιαστολή μεταξύ τοῦ «μακαρίου δούλου» πού ἐργάζεται φιλότιμα καί φέρεται ἄψογα στούς συνδούλους πού τοῦ ἐμπιστεύτηκε καί ἀπό τήν ἄλλη μᾶς παρουσιάζει το πρότυπο τοῦ «κακοῦ δούλου», πού φέρεται μέ σκληρότητα στούς συνδούλους του.
Ὁ πονηρός αὐτός δοῦλος σκέπτεται ὅτι ὁ Κύριός του ἀργεῖ νά ἔλθει («χρονίζει») καί τό ρίχνει στό φαγητό καί τό ποτό μαζί μέ αὐτούς πού μεθοῦν. Ὁ Κύριος ὅμως θά ἔλθει σέ ὥρα πού ἐκεῖνος ἀγνοεῖ καί θά τόν τιμωρήσει τοποθετώντας τον στό μέρος τῆς τιμωρίας τῶν ὑποκριτῶν, ὅπου θά κλαίει καί θά τρίζουν τά δόντια του.


Ὁ ἐφησυχασμός, ἡ ἀδράνεια, ἡ κραιπάλη, ἡ ἀδιαφορία γιά τόν συνάνθρωπο, ὁ ἄκρατος ἀτομισμός, οἱ ἰδιοτελεῖς σκέψεις καί συμπεριφορές, νά οἱ καταστάσεις καί οἱ τακτικές πού μᾶς βγάζουν «ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ». Ὅπως, ὅταν ὁ καθηγητής πού βάζει ἀπροειδοποίητο πρόχειρο διαγώνισμα, βλέπει ποιοί μαθητές ἐργάσθηκαν φιλότιμα καί ἀπέδωσαν καί ποιοί τεμπέλιασαν καί τό ἔριξαν ἔξω, ἔτσι καί ὁ Κύριος θά μᾶς τεστάρει. Θά μᾶς περάσει ἀπό τήν πνευματική κρισάρα ἀπροειδοποίητα καί ἀνάλογα θά μᾶς κατατάξει.
Σέ αὐτήν τήν ζωή μας ἀνέχεται, περιμένει τή διόρθωσή μας, μᾶς δίνει πολλές εὐκαιρίες μετάνοιας καί διορθώσεως τῆς συμπεριφορᾶς μας. Ἐπειδή ὅμως ὑπάρχει ὁ κίνδυνος τῆς πνευματικῆς ἀδράνειας, γι᾽αὐτό καί ἡ ὥρα τοῦ θανάτου τοῦ καθενός ἀπό ἐμᾶς εἶναι ἄγνωστη.

Ἡ πνευματική ἀγρύπνια ἔχει κόπο, κόστος σωματικό, θυσία. Ἔχει ὅμως καί πλούσιους καρπούς. Ὁ κίνδυνος εἶναι νά πάρουμε τήν παροῦσα ζωή ὡς μόνιμη κατάσταση,νά ἐπιδοθοῦμε στήν ἀπόλαυση τῶν πρόσκαιρων ἡδονῶν, νά ξεχάσουμε τόν συνάνθρωπο ἀπό τόν ὁποῖο κρίνεται ὡς ἕνα βαθμό καί ἡ σωτηρία μας καί ναρκωμένοι νά παραδοθοῦμε στόν ὀλέθριο ὕπνο τῆς καλοπέρασης.
Ὁ δοῦλος πού ἐργάζεται φιλότιμα ὀνομάζεται μακάριος, εὐτυχής. Ἄνθρωπος πού βαδίζει σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου καί ὄχι σύμφωνα μέ τά ἁμαρτωλά θελήματα τῆς καρδιᾶς του. Ἄνθρωπος πού ὑπακούει στό θεῖο νόμο καί δέν ανακαλύπτει δικό του νόμο καί φιλοσοφίες ζωῆς. Ἄνθρωπος ταπεινός, πού ἀναφέρει ὅλη του τη ζωή στόν ἀρχηγό τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου.

Μέσα στό χαμηλό κατανυκτικό φῶς τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ὁ πιστός ἀσπάζεται τμέ εὐλάβεια καί δέος τήν εἰκόνα τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ, συγκινεῖται ἀπό τό θεῖο πάθος καί τή θεϊκή συγκατάβαση, μαλακώνει ἡ καρδιά του πού ἔχει σκληρυνθεῖ καί ἔχει πωρωθεῖ ἀπό τόν κοσμικό τρόπο ζωῆς. Ἀρχίζει νά ἔχει τήν καλή ἀνησυχία. Ἔρχεται εἰς ἑαυτόν. Συνειδητοποιεῖ ὅτι μέχρι τώρα τρεφόταν μέ τά ξυλοκέρατα τῆς πικρῆς ἁμαρτίας.
Αρχίζει νά καλλιεργεῖ μέσα του τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, κάνει ἕναν αὐτοέλεγχο τῆς κατάστασής του καί μέ δειλά βήματα στήν ἀρχή, πού στή συνέχεια γίνονται πιό ἀποφασιστικά καί σταθεροποιοῦνται, ἐπιζητεῖ μιά εἰλικρινή σχέση μέ τόν ἀγαπημένο του ᾽Ιησοῦ, τόν Νυμφίο τῆς ψυχῆς του.
Ἐδῶ δέν χωροῦν δικανικά σχήματα, ἠθικολογικοῦ τύπου, ἐπιταγές καί στεῖρο τυπολατρικό πνεῦμα. Στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας οἰκοδομοῦνται μόνο σχέσεις ἐμπιστοσύνης καί ἀγάπης. Μόνο μιά τέτοια σχέση εἶναι ἱκανή νά μᾶς κάνει νά νά «γρηγοροῦμε» καί νά θυσιάζουμε τό ἐγώ μας. Μόνο μιά τέτοια σχέση εἶναι ἱκανή νά μᾶς εἰσάγει στόν νυμφικό θάλαμο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
πηγή
Μεγάλη Δευτέρα (30 Ἀπριλίου 2013) - aganargyroi.gr

Παρασκευή, Απριλίου 19, 2013

Σχολιασμός ὕμνων Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πρωτ. π. Σταύρου Τρικαλιώτη


πρωτ.  π. Σταύρου Τρικαλιώτη

1. ΥΜΝΟΙ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ
Εἰσαγωγικά
  .          ῾Η ῾Εβδομάδα πού διανύουμε, ε´ ἑβδομάς  τῶν Νηστειῶν, κυριαρχεῖται ἀπό τήν παρουσία τοῦ Μεγάλου Κανόνος, ἑνός ἐκτενοῦς δηλαδή ποιήματος μέ ἕνδεκα εἱρμούς  μέ 250 τροπάρια,  πού συνέθεσε σέ μεγάλη ἡλικία ὁ ἅγιος ᾿Ανδρέας ἐπίσκοπος Κρήτης. ῾Ο Μέγας Κανών ψάλλεται κατά τήν παλαιά τάξη στά Μοναστήρια τήν Πέμπτη αὐτῆς τῆς ἑβδομάδας στόν ὄρθρο, ἐνῶ στούς ἐνοριακούς ἱερούς ναούς ἐπικράτησε -γιά ποιμαντικούς προφανῶς λόγους-  νά ψάλλεται τό ἀπόγευμα τῆς Τετάρτης  αὐτῆς τῆς ἑβδομάδας μαζί μέ τό Μικρό Ἀπόδειπνο. 
  .          Σέ ἕνα ἀπό τά κεντρικά τροπάρια τοῦ Μεγάλου Κανόνος (Κοντάκιον αὐτόμελον, σέ ἦχο πλ. β΄), ὁ ποιητής κάνει ἕνα ἐσωτερικό διάλογο μέ τήν ψυχή του, μία ἐνδοσκόπηση, ἕνα ἐσωτερικό, θά λέγαμε,  σκάψιμο. Προβληματίζεται κι ἐπισημαίνει ὁρισμένες πικρές ἀλήθειες: 
Ψυχή μου, ψυχή μου…

Κοντάκιον Μεγάλου Κανόνος
Ήχος πλ. β´

Ψυχή μου ψυχή μου, 
ἀνάστα, τί καθεύδεις; 
τό τέλος ἐγγίζει, 
καί μέλλεις θορυβεῖσθαι,
ἀνάνηψον οὖν, 
ἵνα φείσηταί σου 
Χριστός ὁ Θεός, 
ὁ πανταχοῦ παρών, 
καί τά πάντα πληρῶν.

.          Ἡ ψυχή τοῦ χριστιανοῦ ἔρχεται ὥρα πού χάνει τή ζωτικότητά καί τή νηφαλιότητα της. Περιέρχεται σ᾿ ἕναν πνευματικό λήθαργο, σέ μιά κατάσταση δηλαδή πού ἐξωτερικά μοιάζει μέ τόν φυσικό ὕπνο. Αὐτός πού κοιμᾶται, κάποτε θά ξυπνήσει. ῎Ετσι καί ψυχή πού «καθεύδει»( δηλ. κοιμᾶται) ἐξαιτίας τῆς ὑποδούλωσής της στά πάθη καί στήν ἁμαρτία πού νεκρώνει τόν ἄνθρωπο. Κάποτε ὅμως θά ξυπνήσει, θά ἀνανήψει, θά ἔρθει σέ νηφάλια κατάσταση καί θά συνειδητοποιήσει τήν κατάστασή της. ῾Η ψυχή,  θά μᾶς πεῖ ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἕνα μόνο πρέπει νά σκέπτεται: «῞Οταν φτάσει στήν τελευταία της ἀναπνοή, νά φύγει ὡς φίλη τοῦ Θεοῦ» (Ε.Π.Ε. 23, 374) 
     .          Ἡ  ψυχή,  λοιπόν,  νοσεῖ,    «μηδέν ὑγιές ἔχει», ὅταν  εἶναι ἕρμαιο τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας.  Μιά τέτοια ψυχή, «ἔστω κι ἄν νομίζει ὅτι ζεῖ», ἔχει πεθάνει, εἶναι ἤδη νεκρωμένη. (ἅγ. ᾿Ιω. Χρυσ. Ε.Π.Ε. 19, 118). ῎Αν ἡ ψυχή, ὁ ἐσωτερικός τῆς καρδίας ἄνθρωπος,  πάψει νά ἔχει πνευματική εὐαισθησία, ἄν χάσει τήν ντροπή της, τότε περιέρχεται στήν κατάσταση τῆς «πνευματικῆς πωρώσεως». Μιά πωρωμένη ψυχή, θά μᾶς πεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «οὔτε ὡραίους λόγους ἀκούει, οὔτε κάμπτεται ἀπό ἀπειλές, οὔ συγκινεῖται ἀπό εὐεργεσίες». 
Τό τέλος ὅμως τοῦ κάθε ἀνθρώπου ἐγγίζει. Δέν γνωρίζουμε τό πότε. Γνωρίζουμε ὅμως ὅτι αὐτό τό τέλος μπορεῖ γιά τόν καθένα μας νά εἶναι καί ἡ σημερινή ἡμέρα ἤ ἡ αὐριανή ἤ τά βαθιά γεράματά  μας. ᾿Επειδή λοιπόν τά ἀνθρώπινα εἶναι ἀστάθμητα καί ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι κατά τόν ἅγιο ᾿Ιάκωβο τόν ἀδελφόθεο  «ἀτμίς ἡ πρός ὀλίγον φαινομένη» («ἕνας ἀτμός πού φαίνεται γιά λίγο καί ὕστερα ἐξατμίζεται» ), γι᾿ αὐτό καί ὁ ἱερός ὑμνογράφος προτρέπει καί τήν ψυχή του καί τήν ψυχή τοῦ  καθενός  ἀπό ἐμᾶς: 
«ἀνάνηψον οὖν, ἵνα φείσηταί σου Χριστός ὁ Θεός». Σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Μάξιμο τόν ῾Ομολογητή, ἡ ψυχή πρέπει νά ἐγκαταλείψει τόν ὀλισθηρό δρόμο τῆς ἀγάπης γιά τήν ὕλη καί τόν κόσμο (νά πάψει δηλ. ἡ ψυχή νά εἶναι «φιλόϋλος» καί «φιλόκοσμος»), γιατί σύντομα θά ὁδηγηθεῖ στήν καταστροφή καί νά γίνει «φιλόθεος» καί σάν τό μαλακό κερί,   ὅταν δεχεται τίς ἀκτῖνες τοῦ θεϊκοῦ φωτός νά ἁπαλύνεται καί νά γίνεται κατοικητήριο τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. (Φιλοκαλία, τ. Β, § ιβ΄, σελ. 53, ἔκδ. ᾿Αστέρος).
.          Ὁ Χριστός, λοιπόν, ὡς πανταχοῦ παρών Θεός,  βλέπει τόν ἀγώνα μιᾶς καλοπροαίρετης ψυχῆς, τήν συμπονεῖ καί τῆς συμπαρίσταται.
.          Στά Μοναστήρια τό Μεγάλο ᾿Απόδειπνο τελεῖται μετά τό βραδυνό Δεῖπνο καί πρίν τόν βραδυνό ὕπνο.
.        Ὁ πιστός αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη πρίν κοιμηθεῖ νά εὐχαριστήσει ἀρχικά τόν Θεό πού τοῦ ἔδωσε τή δύναμη νά ἀντέξει τό βάρος τοῦ ἡμερινοῦ προγράμματος, νά κάνει ἕναν αὐτοέλεγχο, νά συγχωρεθεῖ μέ τούς ἀδελφούς του καί  νά ζητήσει τή θεία βοήθεια γιά τήν νύχτα πού ἔρχεται: «Καί δός ἡμῖν Δέσποτα πρός ὕπνον ἀπιοῦσιν ἀνάπαυσιν σώματος  καί ψυχῆς, ὔπνον ἐλαφρόν καί πάσης διαβολικῆς φαντασίας ἀπηλλαγμένον». Μέ ἄλλα λόγια: «Χάρισε σέ μᾶς,  Κύριε πού δεσπόσεις στή ζωή μας, τήν βραδυνή τούτη ὤρα πού πηγαίνουμε γιά ὕπνο τήν σωματική καί ψυχική μας ἀνάπαυση κι  ἕναν ἐλαφρύ    ὕπνο,  χωρίς δαιμονικές φαντασίες  καί ταραχές.

«Μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός»

   .          ῾Ο ὕμνος αὐτός ἀποτελεῖ  μιά ἐκλογή ἀπό τήν ὠδή τοῦ Προφήτη ῾Ησαῒα (κεφ. 8ο καί 9ο ἀπό τό ὁμώνυμο βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης). Πρόκειται γιά ὕμνο θριάμβου κι ἐγκαρτερήσεως. Ψάλλεται κατὰ στίχο κατὰ τὸν ἀρχαῖο τρόπο, μὲ ἐφύμνιο τὸ «ὅτι μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός». 
  .          Τό μήνυμα τοῦ ὕμνου αὐτοῦ εἶναι ὅτι ὁ Θεός εἶναι κοντά στόν πιστό σέ κάθε λεπτό τῆς ζωῆς του καί ἰδίως τώρα πού πρόκειται νά παραδοθεῖ στά χέρια τοῦ ὕπνου, ὅπου μέ ὕπουλο τρόπῳ ἐλλοχεύουν οἱ δαιμονικές δυνάμεις. ῾Ο ᾿Απόστολος Παῦλος μᾶς διδάσκει: «Εἰ ὁ Θεός μεθ᾿ ἡμῶν, οὐδείς καθ᾿ ἡμῶν», οὔτε ἄνθρωπος μέ κακές προθέσεις, οὔτε οἱ πονηροί δαίμονες μέ τά φοβερά τεχνάσματά τους. Φτάνει ὁ ἄνθρωπος νά ἐπικαλεῖται ταπεινά τό ἔλεος και τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. ῾Η προσευχή εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος γιά νά ἑλκύσει ὁ ἄνθρωπος τή θεία βοήθεια. ῞Οπως μᾶς διδάσκει κι ὁ θεοφώτιστος Γέροντας Παῒσιος: «Ρίξτε τό μεγαλύτερο βάρος τοῦ ἀγῶνα σας στήν προσευχή, γιατί αὐτή μᾶς κρατεῖ σέ ἐπαφή μέ τόν Θεό. Καί ἡ ἐπαφή αὐτή πρέπει νά εἶναι συνεχής. ῾Η προσευχή εἶναι τό ὀξυγόνο τῆς ψυχῆς, εἶναι ἀνάγκη τῆς ψυχῆς καί δέν πρέπει νά θεωρεῖται ἀγγαρεία. Η προσευχή γιά ν᾿ ἀκουστεῖ ἀπό τόν Θεό πρέπει νά γίνεται μέ ταπείνωση, μέ συναίσθηση βαθιά τῆς ἁμαρτωλότητας μας, καί νά εἶναι καρδιακή. ᾿Εάν δέν εἶναι καρδιακή, δέν ὠφελεῖ. ῾Ο Θεός ἀκούει πάντοτε τήν προσευχή τοῦ ἀνθρώπου πού εἶναι πνευματικά ἀνεβασμένος. ῾Η μελέτη τῆς ῾Αγίας Γραφῆς βοηθάει πολύ τήν προσευχή, θερμαίνει τήν ψυχή καί μεταφέρει τόν προσευχόμενο σ᾿ ἕνα πνευματικό χῶρο. ῾Η προσευχή είναι  ξεκούραση. ῞Οταν ἐμεῖς ἀναθέτουμε τά πάντα σ᾿ Αὐτόν, ὁ Θεός ὑποχρεώνεται νά μᾶς βοηθήσει.»

«῾Η ἀσώματος φύσις τά χερουβείμ»

.          Ὁ δεύτερος ὕμνος εἶναι ἕνα ἀρχαϊκὸ πρωτοχριστιανικὸ ποιητικὸ κείμενο σὲ στίχους ἑνδεκασύλλαβους, ποὺ τὸ βρίσκουμε καὶ σὲ πάπυρο τοῦ 6ου αἰώνα. Δοξολογία ἀγγελικὴ καὶ ἀνθρώπινη πρὸς τὸν Δημιουργὸ καὶ δέηση ἑνώνονται ἁρμονικὰ στὸ ὡραῖο αὐτὸ ὑμνογράφημα τὸ «Ἡ ἀσώματος φύσις τὰ χερουβείμ…
῾.          Ο πιστός αἰσθάνεται τήν  ἀνάγκη νά προστρέξει προσευχητικά  πρῶτα στήν Παναγία Τριάδα κι ἔπειτα στήν Παναγία καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ, στούς Προφῆτες, στούς Μάρτυρες καί στίς ἐπουράνιες Δυνάμεις καί νά τούς παρακαλέσει: «῾Υπέρ πάντων πρεσβεύσατε ἐκτενῶς, ὅτι πάντες ὑπάρχομεν ἐν δεινοῖς»… «ἵνα πλάνης ρυσθῶμεν  τοῦ πονηροῦ». Μέ τόν  ὄμορφο καί λιτό, γοργό  κι εὐχάριστο αὐτό πρωτοχριστιανικό ὕμνο  ὁ πιστός ἀναπτερώνει τήν κατακαμπτόμενη ἀπό τόν κάματο τῆς ἡμέρας ψυχική του διάθεση καί καλεῖ τόν Τριαδικό Θεό καί τήν χορεία τῶν ἁγίων καί τῶν ᾿Αγγέλων. Οἱ ἅγιοι, εἶναι οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὅμως παράλληλα καί πολύ κοντά μας γιατί  εἶναι προπάντων ἄνθρωποι μεγάλης  ἀγάπης καί θυσιαστικοῦ πνεύματος.῞Οπως μᾶς διδάσκει  κι ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος:  “᾿Από τήν ἀγάπη φλεγόταν ὁ Παῦλος. ῎Αν μάλιστα ἐξετάσουμε καί τούς ἄλλους ἁγίους, ὅλους θά τούς βροῦμε νά ἔχουν διακριθεῖ γιά τήν ἀγάπη τους. ῾Η ἀγάπη φανερώνει τόν πλησίον σάν τόν ἑαυτό σου. ῾Η ἀγάπη κάνει τούς πολλούς ἕνα σῶμα. ῾Η ἀγάπη κάνει κοινά σέ ὅλους ὅσα στόν καθένα ὑπάρχουν” (Ε.Π.Ε. 31,860).

 Κύριε τῶν Δυνάμεων

  .           ῞Ενας κορυφαῖος ὕμνος τοῦ Μ. ᾿Αποδείπνου εἶναι το Κύριε τῶν δυνάμεων, ὅπου κυριαρχεῖ ἡ ἐπωδός: “Κύριε τῶν δυνάμεων,  μεθ᾿ ἡμῶν γενοῦ, ἄλλον γὰρ ἐκτός σου βοηθόν ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν·  Κύριε τῶν δυνάμεων ἐλέησον ἡμᾶς”. ῾Η ἔκφραση “Κύριε τῶν δυνάμεων” συναντᾶται πολλές φορές στήν Παλαιά Διαθήκη καί κυρίως στούς ψαλμούς τοῦ Δαυίδ. Οἱ συνήθως οἱ ἄνθρωποι χρησιμοποιοῦν τήν λανθασμένη ἔκφραση ὅτι ὁ Θεός εἶναι “μιά ἀνώτερη δύναμη”. ῾Η ἔκφραση εἶναι λανθασμένη,  γιατί ὁ Θεός δέν εἶναι ἁπλῶς μία δύναμη ἀνώτερη -συγκριτικός βαθμός- γιατί αὐτό ἐξυπονοεῖ ὅτι πάνω ἀπό τόν Θεό ὑπάρχει μιά ἄλλη δύναμη ἀνώτερη ἀπό τόν Θεό, ἡ ἀνώτατη, κάτι τό ἄτοπο. ῾Ο Θεός εἶναι ὁ Δημιουργός τοῦ σύμπαντος κόσμου, ἡ ἀρχή ὑπάρξεως ὅλων τῶν “ὁρατῶν τε καί ἀοράτων”. Εἶναι ὁ μόνος πού μπορεῖ νά βοηθήσει τό ἀνυπεράσπιστο πλάσμα του ἀπό τούς κινδύνους καί τίς θλίψεις πού τό κατατρύχουν.
  .          Ὁ ἄνθρωπος πού πίστεψε ὅτι μπορεῖ νά γίνει ὑπεράνθρωπος, Θεός χωρίς τόν Θεό, περιμαζεύει τώρα τά συντρίμμια τῆς ἀλαζονείας του. Μακριά ἀπό τόν Θεό βρίσκεται σέ ἀπόγνωση, ἀδιέξοδο, θλίψη, κρίση κυρίως  πνευματική. ῾Ο ἄνθρωπος πού δέν ἀποξενώνεται ἀπό τόν Θεό, ξέρει ὅτι ὁ Θεός εἶναι κοντά του “ἐν ἡμέρᾳ θλίψεως”. Βιώνει  καθημερινά τήν ἀλήθεια πού διακηρύττει ὁ ψαλμωδός: “᾿εν θλίψει ἐπλάτυνάς με”.  Μόνο ὁ Θεός μπορεῖ νά μᾶς παρηγορήσει στίς δυσκολίες καί τίς θλίψεις τῆς ζωῆς μας. ῾Ο ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος θά χαρακτηρίσει τή θλίψη πολύ μεγάλο ἀγαθό πού σφυρηλατεῖ τίς ψυχές μας(Ε.Π.Ε. 15, 612).  ῾Ο μέγας νηπτικός Θεολόγος τῆς  ᾿Εκκλησίας μας, ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος,  θά μᾶς πεῖ ὅτι “ἡ ψυχή πού θλίβεται ἐξαιτίας τῶν πειρασμῶν θά ὁδηγηθεῖ στά δάκρυα πού καθαρίζουν τήν καρδιά καί τήν κάνουν ναό τοῦ ἁγίου Πνεύματος”. (Ε.Π.Ε. 19, 56). ῾Η θλίψη λοιπόν εἶναι εὐεργετική,  ὅταν μᾶς ὁδηγεῖ ὄχι στήν κατάθλιψη καί τήν ἀπόγνωση, ἀλλά στήν ἐκζήτηση τοῦ θείου ἐλέους.  

2. ΥΜΝΟΙ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

   .          Κυρίαρχη καί ἰδιάζουσα  θέση τήν περίοδο τῆς Μεγάλης  Τεσσαρακοστῆς περιλαμβάνει τό πρόσωπο τῆς κυρίας Θεοτόκου, τῆς μητέρας τοῦ Θεοῦ. ῾Ο Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου διαποτίζει ὁλόκληρη τήν ὑμνολογία καί νοηματοδοτεῖ μέ τό χαρμόσυνο μήνυμά του τήν ἀνηφορική  πορεία τοῦ πιστοῦ κατά τήν περίοδο αὐτή. 
     ῾.          Ο ἀνθρώπινος νοῦς δέν μπορεῖ νά συλλάβει τό μυστήριο τῆς θείας συλλήψεως. Πῶς ὁ ᾽Αχώρητος χωράει στήν μήτρα τῆς Παρθένου; Πῶς ὁ Δημιουργός τοῦ παντός,  ὁ Ποιητής τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς,  καταδέχεται νά κατοικήσει στήν κοιλία τῆς ἀπειρογάμου νύμφης καί νά λάβει σάρκα ἐκ τῶν ἁγνῶν αἱμάτων της;  ῾Ο χαρμόσυνος χαιρετισμός τοῦ ᾽Αρχαγγέλου Γαβριήλ πρός τήν Παρθένο Μαρία:  ῾῾Χαῖρε κεχαριτωμένη Μαρία, ὁ Κύριος μετά σοῦ᾽ ᾽, γίνεται πηγή ἐμπνεύσεως καί ὕμνος στά χείλη κάθε πιστοῦ. ῾Η Μαρία δέν εἶναι πλέον ἡ ταπεινή κόρη τῆς Ναζαρέτ, ἀλλά καθίσταται πλέον  ἡ ῾῾φωτοδόχος λαμπάδα᾽᾽, πού δέχτηκε μέσα της τό Φῶς (φωτο-  δόχος), τόν ῞Ηλιο τῆς Δικαιοσύνης, καί ἔτσι φέγγει  σέ αὐτούς πού εἶναι μέσα στό σκοτάδι καί μέ τό ἄϋλο αὐτό φῶς τῆς θεότητος,  πού μεταδίδει ὡς ἑτερόφωτος ἀστέρας,  ὁδηγεῖ ῾῾πρός γνῶσιν θεϊκήν ἅπαντας᾽᾽.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’.

Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει, 
ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ Ἰωσὴφ σπουδῇ ἐπέστη, 
ὁ ἀσώματος λέγων τῇ Ἀπειρογάμῳ· 
ὁ κλίνας τῆ καταβάσει τοὺς οὐρανούς, 
χωρεῑται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν σοί· 
Ὃν καὶ βλέπων ἐν μήτρᾳ σου, 
λαβόντα δούλου μορφήν, 
ἐξίσταμαι κραυγάζων σοι·  Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.


Ἑρμηνεία:  Ο ἀσώματος Ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ἀφοῦ ἔλαβε προσταγή ἀπό τόν Θεό κατά τρόπο ἀκατάληπτο σέ ἐμᾶς, παρουσιάσθηκε ἀμέσως στήν κατοικία τοῦ ᾽Ιωσήφ (τοῦ προστάτη τῆς Παρθένου)   καί εἶπε στήν Κόρη πού δέν εἶχε ἐμπειρία γάμου. Ὁ Θεός,  πού μέ ἀπερίγραπτη ταπείνωση  καταδέχτηκε νά γίνει ἄνθρωπος καί γιά τό σκοπό αὐτό ἐχαμήλωσε τούς οὐρανούς γιά νά κατέλθει στή γῆ, εἰσέρχεται τώρα ὁλόκληρος μέσα σου, χωρίς νά ὑποστεῖ καμμία μετατροπή  καί ἁλλοίωση στή θεία φύση Του). Βλέποντας κι ἐγώ Αὐτόν μέσα στήν κοιλιά σου νά λαμβάνει μορφή δούλου (δηλαδή νά γίνεται ἄνθρωπος), καταλαμβάνομαι ἀπό θαυμασμό καί δέος καί κραυγάζω σέ σένα: 
 Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

 ῾῾Τῇ ὑπερμάχῳ …᾽᾽

 .           Δέν θά μποροῦσε νά ἔλειπε ἀπό τήν σημερινή μας παρουσίαση τό πασίγνωστο πλέον :  ῾῾Τῇ ὑπερμάχῳ …᾽᾽. ῾Ιστορικό τροπάριο, μέ τό ὁποῖο ἐκφράζονται  ἐκφράζονται  εὐχαριστίες τοῦ λαοῦ τοῦ Βυζαντίου στήν Παναγία μας , γιατί σύμφωνα μέ τίς μαρτυρίες τῶν στρατιωτῶν  ἡ Θεοτόκος βοηθοῦσε καί σκέπαζε  τούς βυζαντινούς στρατιῶτες στήν ἀπόκρουση τῶν σκληρῶν  ἐπιδρομῶν τῶν ᾽Αβάρων ἐπί αὐτοκράτορα ᾽Ηρακλείου.  

Ἕτερον. Ἦχος ὁ αὐτός.

Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια, 
ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια, 
ἀναγράφω σοι ἡ πόλις σου, Θεοτόκε• 
ἀλλ’ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον, 
ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον, 
ἵνα κράζω σοι·  Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.
.          Ἑρμηνεία: Σέ σένα τήν  ὑπέρμαχο στρατηγό τή Θεοτόκο, ἐγώ ἡ πόλη σου, ἀποδίδω μέ εὐγνωμοσύνη τή νίκη, γιατί λυτρώθηκα (μέ τή δική σου βοήθεια) ἀπό τίς φοβερές συμφορές πού ἔρχονταν ἐναντίον μου. ᾽Επειδή, ὅμως, ἡ δύναμή σου εἶναι ἀκατανίκητη, Θεοτόκε, ἀπάλλαξέ με ἀπό κάθε κίνδυνο, γιά νά ψάλλω: 
Χαῖρε,  νύμφη ἀνύμφευτε.
.          Τὸ γνωστό μας ῾῾Ἄξιόν ἐστιν…᾽᾽ πού ψάλλεται σέ κάθε θεία Λειτουργία κατά πανηγυρικό τρόπο στήν Παναγία μας καί μέ αὐτόν τόν τρόπο τῆς ἀποδίδεται μιά ῾῾ἐξαιρετική᾽᾽ τιμή σέ ἐκείνη πού κατέχει τά δευτερεῖα τῆς ῾Αγίας Τριάδος, τήν δεύτερη δηλαδή ἀξιολογικά θέση  μετά τόν Τριαδικό Θεό μας. ῾Ο ὕμνος αὐτός ἀρχικά ἄρχιζε ἀπό τό ῾Τήν τιμιωτέραν τῶν Χερουμείμ᾽᾽, πού ἀποτελοῦσε ποίημα τοῦ μοναχοῦ Κοσμᾶ καί ἀργότερα συμπληρώθηκε στήν ἀρχή μέ τήν προσθήκη:  Ἄξιόν ἐστιν, ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν», κατά παράδοξη ἀγγελική ἀποκάλυψη σέ μοναχό στίς Καρυές τοῦ ῾Αγίου Ὄρους.

 .          Θά τό ἀφήσουμε ἀμετάφραστο γιατί εἶναι ἁπλό στή διατύπωσή του. Θά ἀφήσουμε ὅμως γιά λίγο τόν χαριτωμένο λόγο τοῦ Γέροντος Παϊσίου νά μᾶς διδάξει γιά ποιό λόγο προστρέχουμε μέ τόση οἰκειότητα στην Παναγία μας καί γιατί τήν νιώθουμε τόσο κοντά μας. Στό διάλογο πού ἀκολουθεῖ  ρωτάει κάποια μοναχή κι ὁ Γέροντας ἀποκρίνεται: ῾

– Κάποιος, Γέροντα, µᾶς ρώτησε: «Ἀφοῦ ἡ σωτηρία µας εἶναι στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, γιατί, ὅταν ἐπικαλούµαστε τὴν Παναγία, λέµε: “Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡµᾶς”»;
– Ἂς ποῦµε, µιὰ γυναίκα ἔχει γειτόνισσα τὴν µάνα ἑνὸς ὑπουργοῦ καὶ τὴν παρακαλεῖ νὰ φροντίση, ὥστε νὰ βρεθῆ µιὰ δουλειὰ γιὰ τὸ παιδί της. Ἡ γειτόνισσα προθυµοποιεῖται, ὄµως δὲν θὰ βρῆ ἡ ἴδια τὴν δουλειά, ἀλλὰ θὰ παρακαλέση τὸν γυιό της, ποὺ ὡς ὑπουργὸς ἔχει αὐτὴν τὴν δυνατότητα καὶ θὰ κάνη τὸ χατίρι τῆς µάνας του.  Ἔτσι κι ἐµεῖς, παρακαλοῦµε τὴν Παναγία νὰ µᾶς σώση καὶ ἡ Παναγία παρακαλεῖ τὸν Γιό Της ποὺ ἔχει αὐτὴν τὴν δύναµη. Καὶ Ἐκεῖνος τῆς κάνει τὸ χατίρι, γιατί ἀγαπάει πολὺ τὴν Μητέρα Του.
– Γέροντα, στὴν Παναγία προσεύχοµαι µἐ περισσότερη ἄνεση ἀπὸ ὅ,τι στὸν Χριστό. Μήπως αὐτὸ εἶναι ἀνευλάβεια;
– Κι ἐγὼ ἔτσι νιώθω. Ἀπὸ πολὺ σεβασµὸ στὸν Χριστό, νιώθω περισσότερη ἄνεση στὴν Παναγία, ὅπως καὶ τὰ παιδιὰ – καὶ µεγάλα ἀγόρια νὰ εἶναι – πηγαίνουν στὴν µάνα µἐ περισσότερο θάρρος ἀπὸ ὅ,τι στὸν πατέρα, ἀπὸ σεβασµὸ πρὸς τὸν πατέρα. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν πραγµατικὴ εὐλάβεια καὶ σεβασµὸ στὸν Χριστό, συστέλλονται µπροστὰ στὸν Χριστό, ἐνῶ στὴν Παναγία ἔχουν περισσότερο θάρρος καὶ τὴν πλησιάζουν ἄνετα, γιατί ἡ Παναγία ἀνήκει στὸ γένος τὸ ἀνθρώπινο. (ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ ϛ´ Περί Προσευχῆς, σελ. 86, 87, ἔκδ. Ἱ. Ἡσυχαστηρίου «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 2012)

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 11, 2013

Το Λειτούργημα της Πνευματικής Πατρότητας του Πρεσβυτέρου Σταύρου Τρικαλιώτη


του Πρεσβυτέρου Σταύρου Τρικαλιώτη

Ο πιστός καλείται να επιλέξει έναν πνευματικό οδηγό, που θα τον οδηγήσει στη σωτηρία της ψυχής του. Η επιλογή αυτή δεν πρέπει να γίνει τυχαία και αβασάνιστα. Οι άγιοι πατέρες μας θέτουν πολύ υψηλές προδιαγραφές. Ο άγιοςΣυμεών ο Νέος Θεολόγος εφιστά την προσοχή μας ώστε να μην αναθέσουμε την πνευματική μας καθοδήγηση σε διδάσκαλο άπειρο και εμπαθή και μας διδάξει διαβολικό αντί ευαγγελικό τρόπο ζωής. Στη συνέχεια προτρέπει τον πιστό να κάνει έντονη και μετά δακρύων προσευχή, ώστε ο Θεός να του στείλει καθοδηγητή απαθή και άγιο. 
Μάλιστα δεν σταματά εδώ. Προτρέπει τον πιστό να κάνει προσωπική έρευνα των Θείων Γραφών, καθώς και των πρακτικών συμβουλών των αγίων πατέρων, ώστε αυτά που διαβάζει να τα αντιπαραθέτει με τα «διδασκόμενα και πραττόμενα» από τον πνευματικό και αυτά που είναι σύμφωνα με τις Άγιες Γραφές να τα αποδέχεται ανεπιφύλακτα, όσα, όμως, είναι νοθευμένα και ξένα προς την Αγία Γραφή να τα απομακρύνει από τον νου του, για να μην πλανηθεί. Στο τέλος, μάλιστα, αποφθέγγεται: «Πολλοί γαρ, ίσθι, πλάνοι και ψευδοδιδάσκαλοι εν ταις ημέραις ταύταις γεγόνασιν» (Φιλοκαλία, τ. Γ’ , σελ. 242, βλβ’, λγ’, εκδ. Αστέρος).



Πόσα θύματα, αλήθεια, τέτοιων πλάνων και εμπαθών πνευματικών δεν βλέπουμε και σήμερα; Πόσοι δεν ξεφεύγουν από την ευαγγελική και πατερική διδαχή και διδάσκουν τους ανθρώπους ένα αταίριαστο και σχιζοφρενικό μίγμα ευαγγελικών και κοσμικών διδαχών και μπερδεύουν τους ανθρώπους, όντας οι ίδιοι μπερδεμένοι άνθρωποι. Ο γέροντας Πορφύριος, ο άγιος πνευματικός των ημερών μας, τόνιζε: «Να προσέχετε σε τι πνευματικούς πηγαίνετε». Κάπου αλλού δίδασκε πατρικά: «Οι κανόνες δεν έχουν τον χαρακτήρα της εκδικήσεως ή της τιμωρίας, αλλά της διαπαιδαγωγήσεως, και δεν έχουν καμία σχέση με αυτούς, που επιβάλλονται από ορισμένους πνευματικούς κατά την εξομολόγηση, και οι οποίοι, είτε από υπερβάλλοντα ζήλο, είτε από άγνοια, εξαντλούν τα όρια της τιμωρίας, χωρίς να αντιλαμβάνονται, ότι με τον τρόπο αυτό, αντί να κάνουν καλό, διαπράττουν έγκλημα. Εγώ, πάντα τους φωνάζω και τους συμβουλεύω: Όχι μεγάλες τιμωρίες. Αλλά σωστές συμβουλές. Γιατί, οι μεγάλες τιμωρίες τροφοδοτούν τον άλλο (τον διάβολο) με πλούσια πελατεία. Και αυτός, αυτό περιμένει. Αυτό καραδοκεί, και έχει πάντα ανοικτές τις αγκάλες του για να τους δεχτεί! Και τους τάζει, μάλιστα, λαγούς με πετραχήλια. Γι’ αυτό απαιτείται μεγάλη προσοχή στην επιλογή του πνευματικού. Όπως αναζητάμε τον καλύτερο γιατρό, το ίδιο να κάνετε και για τον πνευματικό. Και οι δύο γιατροί είναι. Ο ένας του σώματος κι ο άλλος της ψυχής.»! (Γέροντος Πορφυρίου ιερομονάχου, «Ανθολόγιο Συμβουλών», σελ. 338, εκδόσεις «Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος», Μήλεσι Αττικής, 2002).
Η εναγώνιος προσευχή του οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου προς τον Θεόήταν: «πέμψον μοι άνθρωπον γινώσκοντά σε». Πολλοί σήμερα, επηρεασμένοι από σύγχρονους προορατικούς πνευματικούς αναζητούν πνευματικούς που να κοσμούνται με το προορατικό χάρισμα, απολυτοποιώντας το έκτακτο αυτό δώρο, που δίνει ο Θεός σε ορισμένους μόνον ανθρώπους. 
Η τακτική αυτή είναι λανθασμένη, όπως μας εξηγεί ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος με τον διαχρονικό του λόγο: «Μη ζητώμεν [εννοείται γέροντες] προγνώστας μηδέ προβλέπτας [=προορατικούς]· αλλά προ πάντων ταπεινόφρονας πάντως, και ταις εν ημίν νόσοις αρμοδίους…» (Κλίμαξ, σελ. 112, βρκγ’, εκδ. Ιεράς Μονής Παρακλήτου). Ο πνευματικός πατήρ εμπνέεται κι έχει ως πρότυπό του τον Θαυμαστό Σύμβουλο, τον ίδιο τον Θεό. Κι όπως οι προφήτες έλεγαν: τάδε λέγει Κύριος, έτσι κι εκείνος δίδει λόγον και συμβουλή παρά Θεού. Ο απόστολος Παύλος παρότρυνε τους χριστιανούς της Εφέσου να κάνουν πολλή προσευχή, ώστε να του δοθεί λόγος: «Και υπέρ εμού [προσεύχεσθε], ίνα μοι δοθή λόγος εν ανοίξει του στόματός μου, εν παρρησία γνωρίσαι το μυστήριον του Ευαγγελίου» (προς Εφεσίους, στ’ 19).

Ο Μέγας Βασίλειος συνιστά να βρει κάποιος έναν «φίλο του Θεού», για τον οποίο είναι βέβαιος ότι ο Θεός ομιλεί μέσω αυτού. Ο πνευματικός πατήρ καλείται να γίνει όργανο του Αγίου Πνεύματος. Εξ άλλου αυτό σημαίνει πνευματικός: ο εμφορούμενος από το Άγιο Πνεύμα. Να έχει ο ίδιος θεραπευθεί: «Ιατρέ, θεράπευσον σεαυτόν» (Λουκ. δ’ 23). Να περάσει από τα στάδια της καθάρσεως και του φωτισμού του νου και της καρδίας του από το Άγιον Πνεύμα. Ή, αν δεν έχει κατορθώσει αυτά τα στάδια, τουλάχιστον να διδάσκει και να μεταφέρει όσα οι άγιοι πατέρες διδάσκουν, χωρίς διαστρεβλώσεις και παρερμηνείες, γιατί έχει να αποδώσει λόγο για κάθε μία ψυχή που του εμπιστεύεται στο πετραχήλι του ο ίδιος ο Θεός. Ο λόγος του προς κάθε πιστό πρέπει να είναι κρυστάλλινος και αληθινός, χωρίς υστεροβουλίες και ανθρώπινους υπολογισμούς. Όπως διδάσκει και ο απόστολος Παύλος: «Ου γαρ εσμεν ως οι λοιποί καπηλεύοντες τον λόγον του Θεού [=που νοθεύουν τον λόγο του Θεού], αλλ’ ως εξ ειλικρινείας [=αλλά ως άνθρωποι ειλικρινείς], αλλ’ ως εκ Θεού κατενώπιον του Θεού εν Χριστώ λαλούμεν [ως απεσταλμένοι από τον Θεό, μιλάμε ενώπιον του Θεού εν Χριστώ]» (Β’ Κορ. β’, 17).

Ο όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός τονίζει ότι, για να συμβουλεύσει κάποιος, πρέπει κάποιος να ρωτήσει και μάλιστα με τη θέλησή του και χωρίς πίεση ή εξαναγκασμό. Εδώ, πρέπει να υπογραμμίσουμε τον σεβασμό της ελευθερίας του προσώπου από τον πνευματικό. Η Εξομολόγηση πρέπει να γίνεται σε πνεύμα ελευθερίας και ανέσεως. Ο εξομολογούμενος είναι σαν το μικρό ανθάκι, που χρειάζεται χρόνο και πότισμα για να ανοίξει. Οποιαδήποτε μέθοδος καταδυναστεύσεως και επιβολής ή χειρισμού του πνευματικού στο πρόσωπο του εξομολογούμενου είναι εκ των προτέρων καταδικαστέα. Η εξομολόγηση είναι διακονία εν ταπεινώσει [=ταπεινή υπηρεσία (εννοείται του ιερέα προς τον άνθρωπο που πάει να εξομολογηθεί)] και όχι διαδικασία στραγγαλισμού των συνειδήσεων. Όταν, όμως, τον επιλέξει, δεν πρέπει να ανακρίνει τον «καλόν αγωνοθέτη», έστω κι αν δει σε αυτόν, ως άνθρωπος, που είναι, ίσως ορισμένα μικρά σφάλματα. Παρών αοράτως είναι ο ίδιος ο Θεός, που δέχεται την εξαγόρευση των πιστών. Επίσης ο πνευματικός πατήρ, σύμφωνα με τον όσιο Πέτρο τον Δαμασκηνό, για να συμβουλεύσει, θα πρέπει να έχει λάβει από τον Θεό το χάρισμα της διακρίσεως και να έχει αποκτήσει από τη μακροχρόνια άσκηση «διορατικόν νουν». Όταν υπάρχουν αυτές οι προϋποθέσεις, τότε εντυπώνεται «ο λόγος εν τη ψυχή του ακούοντος τον λόγον και θερμαίνηται εκ της πίστεως, ορών τον σύμβουλον αγαθόν» (Φιλοκαλία, τ. Γ’, σελ. 91, β10 – 20, εκδ. Αστέρος). Είναι χρέος – μας λέει ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος – του πιστού να εξετάζει και να ανακρίνει τον κυβερνήτη πριν τον επιλέξει ως πνευματικό πατέρα, μην πέσει σε ναύτη αντί για κυβερνήτη και σε νοσούντα αντί για ιατρό και σε εμπαθή αντί για απαθή. Διαφορετικά δεν υπάρχει ωφέλεια από την υποταγή στον πνευματικό πατέρα (Ιωάννου Σιναΐτου «Κλίμαξ», σελ. 67 – 68, β ζ’, εκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου).

Είπαμε ότι οι πατέρες στη διαδικασία επιλογής πνευματικού πατρός από τον πιστό θέτουν υψηλότατες προδιαγραφές. Οι προδιαγραφές αυτές είναι ενδεικτικές και βοηθούν τον πιστό να ευαισθητοποιηθεί ως προς τα κριτήρια επιλογής. Δεν πρέπει, όμως, να φτάσουμε στο άλλο άκρο και να πούμε: αφού δεν υπάρχουν πνευματικοί, που να πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις, τότε δεν πάμε να εξομολογηθούμε. Την απάντηση μας την δίνει ο θεοφώτιστος γέροντας Παΐσιοςο αγιορείτης: «Αυτά είναι δικαιολογίες. Κάθε πνευματικός έχει θεία εξουσία, εφ’ όσον φοράει πετραχήλι. Τελεί το μυστήριο, έχει την θεία χάρη και όταν διαβάσει την συγχωρητική ευχή, ο Θεός σβήνει όλες τις αμαρτίες, τις οποίες εξομολογηθήκαμε με ειλικρινή μετάνοια. Από μας εξαρτάται πόσο θα βοηθηθούμε από το μυστήριο της εξομολογήσεως» (Γέροντος Παϊσίου αγιορείτου «Λόγοι», τ. Γ’ Πνευματικός αγώνας, σελ. 244, Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης).


Η Γερόντισσα Σοφία, μεγάλη πνευματική διδασκάλισσα στην Καστοριά (όχι εξομολόγος, φυσικά, αλλά αγία πνευματική οδηγός). Δες κι άλλες εδώ.

Ο επίσκοπος, που δίνει την άδεια στον ιερέα να εξομολογεί, έχει τη βασική ευθύνη και πρέπει να δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την επιλογή των καταλλήλων προσώπων. Όμως και εμείς δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών. Θα κοιτάξουμε οι πνευματικοί να έχουν την «έξωθεν καλή μαρτυρία» (απόστολος Παύλος, επιστολή Α’ Τιμόθεον γ’, 7), να μην είναι ανήθικοι, να έχουν ορθόδοξο και πατερικό πνεύμα και όχι παπικό ή παπίζον [=δηλ. να μην αντιμετωπίζουν τη θρησκεία σα δικαστήριο, όπως οι παπικοί (καθολικοί) - δες σχετικά εδώ], ο πρότερος βίος τους να είναι ανεπίληπτος, να είναι σοβαροί, συνετοί και εχέμυθοι. Να έχουν μαθητεύσει κοντά σε δοκιμασμένους πνευματικούς, να έχουν σπλάγχνα οικτιρμών κατά το πρότυπο του ουρανίου πατρός, να είναι δηλαδή θεματοφύλακες της θείας φιλανθρωπίας, όπως μας διδάσκει ο άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός. Να μην είναι νεόφυτοι στο λειτούργημα της πνευματικής πατρότητος, αλλά να έχουν ψηθεί στο στάδιο της υπακοής σε πνευματικό και οι ίδιοι. Θα προσέξουμε να μην πέσουμε σε αλεξιπτωτιστές, που ανέλαβαν την πνευματική ευθύνη, χωρίς να έχουν ψηθεί από τα προβλήματα της ζωής, που έγιναν κατευθείαν καπετάνιοι και δεν πέρασαν πρώτα από το διακόνημα του μούτσου. Αλλά και η εμπειρία και μαθητεία άλλων εξομολογουμένων, που διακρίνονται για τη σοβαρότητά τους και τον ενάρετο βίο τους, θα αποτελέσει για μας ένα πρόσθετο κριτήριο.

Οι ποιμένες [=οι ιερείς], επίσης, θα πρέπει να εξασκούν με ιδιαίτερο ζήλο και προθυμία το μεγάλο διακόνημα της πνευματικής πατρότητος, που απαιτεί κόπους και θυσίες και καμιά φορά ξεπερνά και τις ανθρώπινες δυνάμεις. Είναι πολύ χαρακτηριστικά και τα όσα λέει σε πνευματικό του τέκνο ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «Συνελάβομέν σε δια διδασκαλίας, ωδινήσαμέν σε δια μετανοίας, απετέκομέν σε δια υπομονής πολλής και ωδίνων και πόνων σφοδρών και καθημερινών δακρύων» (Νεοελληνική απόδοση: Σε συλλάβαμε πνευματικά μέσω της διδασκαλίας, πονέσαμε με ωδίνες πνευματικές για σένα μέσω της μετανοίας, σε γεννήσαμε πνευματικά με πολλή υπομονή και κόπους και δυνατούς πόνους και καθημερινά δάκρυα». Επιστολή 3, 1 – 3). Πώς να μην παραδώσεις τον εαυτό σου σ’ ένα τέτοιο πνευματικό, που χύνει πραγματικά αίμα για να σε αναγεννήσει πνευματικά και να σε οδηγήσει στην πραγματική σου ελευθερία, που την προσφέρει ο Χριστός; (Γαλ. ε’, 1) 
Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας μας λέγει ότι με τον Χριστό η σχέση αφέντη – σκλάβου, που υπήρχε, αντικαθιστάται από το μυστήριο του Πατέρα – Υιού. Γι’ αυτό στην ουσία της η πνευματική πατρότητα δεν έχει άλλο λόγο ύπαρξης, παρά να οδηγήσει τον άνθρωπο από το στάδιο του σκλάβου στην ελευθερία των τέκνων του Θεού. Με το άγιο βάπτισμα γινόμαστε κατά χάριν τέκνα του Θεού και δια της Ιεράς Εξομολογήσεως διατηρούμε τη Χάρη της θείας υιοθεσίας.

Πηγή: Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του Πρεσβυτέρου Σταύρου Τρικαλιώτη, εφημερίου Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Αττικής.

Επίλογος του blog μας: Η εξομολόγηση είναι το θεραπευτήριο της Εκκλησίας. Όταν στη δύση χάθηκε η αρχαία χριστιανική παράδοση, πήγαμε στο φρικτό Μεσαίωνα και κατόπιν στο νεότερο αθεϊσμό, η εξομολόγηση αντικαταστάθηκε από την ψυχοθεραπεία (και όχι το αντίθετο). Βέβαια επί της ουσίας η κοσμική ψυχοθεραπεία (δεν την ονομάζω "επιστημονική", γιατί και η πνευματική πατρότητα είναι επιστήμη) ασχολείται με κάπως διαφορετικά ζητήματα ψυχικής υγείας - παρόλο που πολλά ζητήματα ψυχικής υγείας είναι άμεσα συνδεδεμένα και με τα πάθη και τις αμαρτίες...
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...