Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Φιλόθεος Φάρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Φιλόθεος Φάρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Φεβρουαρίου 17, 2018

"Το εμπόδιο του ανθρώπινου εγωκεντρισμού"


(π. Φιλόθεος Φάρος) 

Η αγάπη προϋποθέτει άρνηση του εγώ. Η δυνατότητα του ανθρώπου να αγαπήσει το συνάνθρωπό του εξαρτάται από την ικανότητά του να καταστείλει τα πάθη του. Για να μπορέσει να πει ο άνθρωπος ναι στις ανάγκες του άλλου θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να λέει όχι στις δικές του επιθυμίες.
Ο άνθρωπος που ασχολείται αποκλειστικά με τον εαυτό του και με την ικανοποίηση των δικών του επιθυμιών στερείται της δυνατότητας να αισθανθεί αγάπη για το συνάνθρωπό του και σαν αποτέλεσμα στερείται της δυνατότητας να ενωθεί με το Θεό· έτσι χάνει τον παράδεισο της τρυφής.

Γι' αυτό, αμέσως μετά την προβολή της αγάπης ως απαραίτητης προϋποθέσεως για τη συνάντηση του ανθρώπου με τον αναστημένο Χριστό "ανάμνησιν ποιούμεθα της από του παραδείσου της τρυφής εξορίας του πρωτοπλάστου Αδάμ".


Με την ανάμνηση αυτή οι άγιοι Πατέρες θέλησαν να δείξουν πόσο καταστρεπτική είναι η υποδούλωση του ανθρώπου στις αυτοκαταστρεπτικές του επιθυμίες και πόσο σωστική είναι η ανάπτυξη της δυνατότητας του να αντιστέκεται σ' αυτές. Οι άγιοι Πατέρες τονίζουν το κακό που έπαθε ο Αδάμ για να μη μπορεί να αναβάλει για λίγο την ικανοποίηση μιας επιθυμίας και πόσο διέφθειρε έτσι την ανθρώπινη φύση μας και υπογραμμίζουν ότι η αντίσταση στην αμαρτωλή τάση για άμεση ικανοποίση όλων μας των επιθυμιών είναι μια βασική εντολή του Θεού. 

Ο Αδάμ παρήκουσε το Θεό γιατί μόνο στις επιθυμίες του και τον εγωκεντρισμό του υπάκουε και έτσι αποκόπηκε από το Θεό, γιατί μόνο δια της αγάπης μπορεί ο άνθρωπος να ενωθεί με το συνάνθρωπο και το Θεό ενώ ο εγωκεντρισμός τον αποκόπτει τον από τον ένα και από τον άλλο. 

Ο Ιησούς Χριστός με την τεσσαρακονθήμερη νηστεία Του, δηλαδή την άρνηση στην επιθυμία Του για τροφή, αναπτύσσει τη δυνατότητα να λέει όχι στο δικό Του θέλημα για να μπορεί να λέει ναι στο θέλημα του Θεού και δείχνει το δρόμο της αντίστροφης πορείας από εκείνη του Αδάμ. Για τον ίδιο λόγο θεσπίσθηκε η νηστεία της Σαρακοστής, για να δίνεται η ευκαιρία στον άνθρωπο δια της νηστείας να κατανικάει το δικό του θέλημα, που πολύ συχνά είναι αυτοκαταστροφικό, για να μπορεί να κάνει το θέλημα του Θεού που είναι πάντοτε σωτήριο και έτσι να μπορεί να καλλιεργεί τη δυνατότητα της αγάπης που τον ενώνει με το Θεό και που ο Αδάμ έχασε εξαιτίας της υποδουλώσεώς του στη δική του επιθυμία. 

Ο διάβολος εδελέασε τον Αδάμ με την υπόσχεση μιας ευχάριστης και γλυκιάς εμπειρίας, όπως δελεάζει πάντα τον άνθρωπο όταν του προτείνει μια εγωκεντρική ικανοποίηση των αυτοκαταστροφικών, στην ουσία, επιθυμιών του σε βάρος των συνανθρώπων του. Η γεύση όμως της βρώσεως του απαγορευμένου καρπού ήταν πικρή και όχι γλυκιά. Απαγορεύει ο Θεός τη χρησιμοποίηση του συνανθρώπου για την ικανοποίηση της δικής μας επιθυμίας και ο διάβολος διατείνεται ότι ο Θεός από φθόνο μας στερεί μια ευχάριστη εμπειρία.

Κάθε φορά όμως που πέφτουμε σ' αυτή την παγίδα του διαβόλου και επιδιώκουμε την εγωκεντρική μας ικανοποίηση σε βάρος των άλλων, δοκιμάζουμε την πίκρα της αποκοπής από τους άλλους, που δέν θέλουν φυσικά να τους χρησιμοποιούμε, και την τυραννία της μοναξιάς, μιας μοναξιάς που έχει υπαρξιακές διαστάσεις, γιατί η αποκοπή από το συνάνθρωπο συνεπάγεται και την αποκοπή από το Θεό. Ο εγωκεντρισμός, όπως εχώρισε "Θεού της δόξης" τον Αδάμ, χωρίζει "Θεού της δόξης" κάθε άνθρωπο. "Γλυκύς εις γεύσιν ο καρπός της γνώσεως εν τη Εδέμ εφάνη μοι, πλησθέντι της βρώσεως, εις χολήν δε γέγονεν το τέλος αυτής" λέει ο Αδάμ σ' ένα τροπάριο της ενάτης ωδής του κανόνος αυτής της τετάρτης Κυριακής του Τριωδίου.

Ο άνθρωπος με την επανάληψη εθίζεται στη χωρίς αναβολή ικανοποίηση όλων των επιθυμιών του χωρίς διάκριση, έτσι που να μην μπορεί τελικά να αντισταθεί στις αυτοκαταστροφικές του επιθυμίες και τελικά οδηγείται στο θάνατο. Ο εθισμός σκοτίζει τόσο πολύ την κρίση του, ώστε να μην μπορεί να δει ότι πολύ συχνά αυτό που θέλει κι αυτό που πραγματικά έχει ανάγκη όχι μόνο δεν συμπίπτουν αλλά είναι εντελώς αντίθετα, και τελικά εκείνο που ο άνθρωπος θέλει για τον εαυτό του είναι αντίθετο με εκείνο που ο Θεός θέλει γι' αυτόν γιατί ο άνθρωπος καταντάει να θέλει την αυτοκαταστροφή του ενώ ο Θεός θέλει την ολοκλήρωση του ανθρώπου, την πραγμάτωση των ανεξάντλητων δυνατοτήτων του, και τη θέωσή του. 

Έτσι, όσο ο άνθρωπος κάνει αυτό που εκείνος θέλει και όχι αυτό που ο Θεός θέλει γι' αυτόν, αυτοκαταστρέφεται. Είναι επομένως επιτακτική ανάγκη να αναπτύξει τη δυνατότητα να λέει όχι σ' αυτό το αυτοκαταστροφικό του θέλημα και γι' αυτό η Εκκλησία αντιτάσσει στον εθισμό της άμεσης ικανοποιήσεως κάθε επιθυμίας την άσκηση και τη νηστεία. 

Η άσκηση και η νηστεία επιδιώκουν μια συμπεριφεριολογική αλλαγή των αυτοκαταστροφικών τάσεων του ανθρώπου που όμως δεν είναι αυτοσκοπός, γιατί τότε θα ήταν ευσεβισμός, αλλά που αποβλέπει στην εσωτερική αλλαγή. Ασκείται ο άνθρωπος να μπορεί να δίνει κάτι από τον εαυτό  του στο συνάνθρωπό του όχι για να αισθανθεί ότι είναι καλός άνθρωπος, αλλά για να μπορέσει με τη χάρη του Θεού μ' αυτή την άσκηση να αλλάξει την εσωτερική εγωκεντρική του διάθεση σε μια εσωτερική διάθεση προσφοράς και αγάπης για το συνάνθρωπο. 

Η άσκηση για την ανάπτυξη της δυνατότητάς του ανθρώπου να αντιστέκεται στις επιθυμίες του αρχίζει από το σώμα και την επιθυμία της τροφής. Ο άνθρωπος π.χ. που δεν μπορεί να αντισταθεί στην επιθυμία της τροφής δεν θα μπορέσει ασφαλώς να αντισταθεί στην επιθυμία να παραγνωρίσει το συνάνθρωπό του για να επιτύχει τη δική του επαγγελματική ή κοινωνική τακτοποίηση. 

Στο ποσοστό που εξουσιάζεται ο άνθρωπος από την αγάπη της σάρκας, λέει ο Ισαάκ ο Σύρος, δεν μπορεί να αντισταθεί στις πιέσεις που τον εμποδίζουν να καλλιεργήσει μέσα του την αγάπη. 

Ο κορεσμός του στομαχιού προκαλεί φλόγα λαγνείας. Εκείνοι που τρέφουν το σώμα αφειδώς δημιουργούν τις προϋποθέσεις, λέει ο αββάς Ευάγριος, για την ικανοποίηση και όλων των άλλων παθών. 

Πραγματικά, είναι γενική η πεποίθηση των Πατέρων της Εκκλησίας, και ιδιαίτερα των νηπτικών, ότι η υποχώρηση στο πάθος της λαιμαργίας αποκλείει από τον άνθρωπο τη δυνατότητα να αντισταθεί σε οποιοδήποτε άλλο εγωκεντρικό και αυτοκαταστροφικό πάθος. Οι απολαύσεις προκαλούν συχνά ζημιά και πόνο, και το πολύ φαγητό προκαλεί ανησυχία, αδυναμία και τον ξεπεσμό της ψυχής. Η πολυτέλεια και η καλοπέραση προσβάλλουν και διαφθείρουν τα πάντα. 

Εκείνος που χορταίνει διαρκώς το στομάχι του και ικανοποιεί την όρεξη και την επιθυμία του και φροντίζει διαρκώς για την άνεση του σώματός του, χάνει τον παράδεισο. 

Όπως το σύννεφο κρύβει το φως του φεγγαριού έτσι και οι αναθυμιάσεις του γεμάτου στομαχιού απομακρύνουν τη θεία σοφία από την ψυχή. 

Η εγκράτεια είναι η ευπρέπεια των αγγέλων, "η προς Θεόν παρρησία". Δι' αυτής ο Μωυσής έγινε "τω κτίστη συνόμιλος, και φωνήν αοράτως, εν ταις ακοαίς υπεδέξατο" (δοξαστικό Όρθρου Τυρινής). Με τη νηστεία επιτυγχάνουμε εκείνο που είναι καλύτερο και από τη νηστεία, την αποχή από το κακό. 

Πολλά επιτυγχάνονται με τη νηστεία γιατί η εντολή της νηστείας απαιτεί να νηστεύουμε όχι μόνο με το σώμα αλλά και με την ψυχή. Οι αρετές και οι κακίες είναι η τροφή της ψυχής και η ψυχή μπορεί να φάει οποιαδήποτε απ' αυτές τις δύο τροφές και να διατεθεί ανάλογα. Γι' αυτό θα προετοιμασθούμε κατάλληλα για την Ανάσταση του Χριστού τηρώντας τη νηστεία του σώματος στα εξωτερικά πράγματα και τρέφοντας την ψυχή με τη Θεία Τροφή του Λόγου και σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. 

Πολλοί άνθρωποι στις ημέρες μας ισχυρίζονται ότι η παράδοση της νηστείας είναι αναχρονιστική σήμερα και επιδιώκουν την κατάργηση των κανόνων της νηστείας, ενώ άλλοι θεωρούν τους κανόνες αυτούς απόλυτους νόμους που η τήρησή τους είναι απαραίτητη για όσους θέλουν να είναι "καλοί" χριστιανοί. Οι πρώτοι, ενώ αισθάνονται εκσυγχρονισμένοι, δεν έχουν συλλάβει την παθολογία της εποχής μας, γιατί θα ήταν πολύ δύσκολο να βρούμε μια άλλη εποχή για την οποία η νηστεία θα είχε τόση χρησιμότητα, όση έχει για την εποχή μας. Η αφθονία στις ημέρες μας έχει γίνει αφορμή περισσότερο από κάθε άλλη εποχή να υποδουλωθεί ο άνθρωπος ολοκληρωτικά στον εαυτό του και στις επιθυμίες του, γι' αυτό έχει ανάγκη περισσότερο από τον άνθρωπο κάθε άλλης εποχής την άσκηση της νηστείας. Οι νεώτεροι, που και η σωματική τους ακόμη υγεία κινδυνεύει εξαιτίας του διαιτολογίου της αφθονίας που τους επέβαλαν οι παλαιότεροι, που μαστίζονται από το σύμπλεγμα του πεινασμένου, του παιδιού της κατοχής, αισθάνονται την ανάγκη μιας παραδόσεως νηστείας και αγνοώντας τη δική τους παράδοση καταφεύγουν στις παραδόσεις της Άπω Ανατολής και των "health foods". 

Ο Κοσμάς ο Αιτωλός, που είναι πραγματικά "εκσυγχρονισμένος" και που γνωρίζει καλά την ανθρώπινη φύση, λέει τα εξής σχετικά με τη νηστεία στις Διδαχές του: 
"Ένας άνθρωπος πλούσιος πηγαίνει εις ένα πνευματικόν να ξομολογηθή. Τι κανόνα πρέπει ο πνευματικός να του δώσει; Πρέπει να του ειπεί εις τρεις ημέρες να τρώγει μίαν φορά την ημέραν ψωμί και νερό και να κάμει τρεις χιλιάδες μετάνοιες και νηστείες. Λέγει ο πλούσιος: φωτιά να την κάψει την αμαρτία, καλύτερα να μην την είχα κάμει. Διατί να του ειπεί να δώσει ελεημοσύνην, εκείνος έχει και δίνει και δεν διορθώνεται. Εξομολογάται και ένας πτωχός. Τι κανόνα πρέπει ο πνευματικός να του δώση; να του ειπεί να δώσει πεντακόσια γρόσια ελεημοσύνη. Αυτός δεν έχει να τα δώση και έτσι λέγει: Φωτιά να κάψη την αμαρτία, καλύτερα ας λείψω από δαύτην. Διατί αν του ειπεί ο πνευματικός να νηστεύη, εκείνος είναι πτωχός και πάντοτε νηστεύει. Να του ειπεί να κάνει μετάνοιες; Εκείνος σκάπτει και όλο μετάνοιες κάμνει και δεν διορθώνεται. Αλλά χρειάζεται το εναντίον τόσον εις τον πλούσιον ωσάν και εις τον πτωχόν". 

Η εποχή μας, που είναι εποχή αφθονίας, έχει πιο πολύ ανάγκη τη νηστεία από τις εποχές των στερήσεων. Ιδιαίτερα τα παιδιά της εποχής μας, που τα μεγαλώνουμε σήμερα έτσι ώστε να μην μπορούν για κανένα λόγο να αναβάλουν την ικανοποίηση μιας επιθυμίας τους προετοιμάζοντάς τα με τον τρόπο αυτό για τον αναπότρεπτο χαμό τους, έχουν μεγάλη ανάγκη της νηστείας, που θα βάλει κάποιο χαλινάρι στην τρυφερή ηλικία τους και από τη λιτή δίαιτα, που θα συγκρατήσει τις ανυπότακτες ορέξεις με ένα όχι πολύ οδυνηρό τρόπο. 

Τόσο εκείνοι που επιζητούν την κατάργηση της νηστείας όσο και εκείνοι που την απολυτοποιούν, υποφέρουν από το ίδιο πουριτανικό σύνδρομο για το οποίο η τήρηση κάποιου νόμου, και στην προκειμένη περίπτωση του νόμου της νηστείας, είναι απαραίτητη για να θεωρείται κανείς χριστιανός και "καλός" άνθρωπος. Εκείνοι τώρα που δεν θέλουν να τηρήσουν το "νόμο" της νηστείας ζητούν την καθιέρωση ενός "νόμου" που να είναι στα μέτρα τους, για να μπορούν έτσι να συμπεριληφθούν στους "καλούς" ανθρώπους, χωρίς να ξεβολευτούν. 

Η νηστεία πρέπει να είναι άμεση και έμμεση έκφραση αγάπης. Άμεση από τη μια, γιατί πρέπει με τη λιτή δίαιτα να αποβλέπει στον περιορισμό των δαπανών συντηρήσεως του ανθρώπου, έτσι που να μπορεί να βοηθήσει άλλους, που βρίσκονται σε ανάγκη, έμμεση από την άλλη, γιατί περιορίζοντας τον εγωκεντρισμό του ανθρώπου κάνει δυνατή την ανάπτυξη της αγάπης. 

Η νηστεία λοιπόν είναι φάρμακο, αλλά ένα φάρμακο μπορεί να γίνει άχρηστο αν δεν χρησιμοποιηθεί σωστά. Για τη σωστή χρησιμοποίηση του φαρμάκου πρέπει να ξέρουμε το χρόνο που θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί, την απαιτούμενη ποσότητα, την ιδιοσυγκρασία του ανθρώπου που το χρησιμοποιεί, τη φύση του τόπου, την εποχή του χρόνου και πολλές άλλες λεπτομέρειες, που η παράβλεψη κάθε μιας τους μπορεί να αλλοιώσει όλες τις άλλες. Αν απαιτείται τόση ακρίβεια λοιπόν από μέρους μας όταν πρόκειται για τις ανάγκες του σώματος, πολύ περισσότερο πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όταν πρόκειται για τη φροντίδα της ψυχής και όταν προσπαθούμε να θεραπεύσουμε τις αρρώστιες τις πνευματικές. 

Ο άγγελος που έδωσε οδηγίες στον Παχώμιο για την καθοδήγηση των μοναχών, του είπε μεταξύ άλλων και τα εξής: "Συγχωρήσεις εκάστω κατά την δύναμιν φαγείν και πιείν. Και προς τας δυνάμεις των εσθιόντων ανάλογα και τα έργα αυτών εγχείρησον και μήτε νηστεύσαι κωλύσης μήτε φαγείν. Ούτω μέντοι τα ισχυρά τοις ισχυροτέροις και εσθίουσιν εγχείριζε έργα, τα άτονα δε και ελαφρά τοις ανασκητικωτέροις και ασθενεστέροις". 

Ωστόσο, στην παράδοση της Ανατολής που διατηρεί αμόλευτη τη διδασκαλία του Χριστού, αν και δεν καταργείται η μοναδικότητα του κάθε χριστιανού, όπως γίνεται στο νομικό χριστιανισμό της Δύσεως, η πνευματική προσπάθεια του ανθρώπου δεν είναι και δεν μπορεί να είναι ατομιστική, όπως γίνεται στον αναρχοκρατούμενο χριστιανισμό της Δύσεως. Η εμπειρία της νηστείας, αν και προσαρμόζεται στη μοναδικότητα του κάθε πιστού, είναι βασικά μια εμπειρία που βιώνεται απ' όλο το σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, όταν ενωμένο προπαρασκευάζεται για να δει το ανέσπερο φως της Αναστάσεως ή για οποιαδήποτε άλλη συνάντηση με τον αναστημένο Κύριο. 

Ακόμη, η ασκητική προσπάθεια του ανθρώπου είναι απαραίτητο να αυξομειώνεται σε ένταση και οι περίοδοι χαλαρώσεως είναι αναγκαίες και όσον άφορα τα επιμέρους άτομα και όσον αφορά το σύνολο του λαού του Θεού. 

Κάποτε κάποιος κυνηγός αγρίων θηρίων είδε τον Μ. Αντώνιο να χαριεντίζεται με τους αδελφούς. Θέλοντας ο Μ. Αντώνιος να του διδάξει να έχει συγκατάβαση για τους ανθρώπους, του είπε: Βάλε το βέλος στο τόξο σου· και αυτός το έβαλε. του λέει τότε: Τέντωσέ το· και αυτός το τέντωσε. Τέντωσε το περισσσότερο, του λέει ο Αντώνιος. Αν το τεντώσω υπέρμετρα, λέει ο κυνηγός, θα σπάσει. Τότε του λέει ο Αντώνιος: Έτσι γίνεται και στο έργο του Θεού, αν εντείνουμε τις προσπάθειες των αδελφών πάνω από το μέτρο πο- λύ γρήγορα. Γι' αυτό πρέπει πότε-πότε να συγκαταβαίνεις στους αδελφούς. Όταν τα άκουσε αυτά ο κυνηγός κατενύγη και ωφεληθείς πολύ από το γέροντα έφυγε· και οι αδελφοί έφυγαν για τον τόπο τους ενθαρρημένοι. 

Είναι αξιοσημείωτο ότι τη δεύτερη εβδομάδα του Τριωδίου γίνεται κατάλυση κάθε είδους τροφής, ακόμη και την Τετάρτη και την Παρασκευή που είναι μόνιμα ημέρες νηστείας. Συμβαίνει και άλλοτε, αμέσως πριν από μια περίοδο νηστείας να επιτρέπεται μια ιδιαίτερη χαλάρωση της γενικής ασκητικής προσπάθειας μέσα στη ζωή της Εκκλησίας. Ίσως αυτή την αρχή εκφράζει η μακραίωνη λαϊκή παράδοση, που καθιέρωσε για την περίοδο του Τριωδίου έθιμα που καλλιεργούν μια ατμόσφαιρα διονυσιακή. 

Με αυτές τις προϋποθέσεις η ασκητική προσπάθεια και η νηστεία είναι απαραίτητες, για να μπορέσει ο άνθρωπος να συναντήσει τον αναστημένο Χριστό. Ο άνθρωπος, τα μάτια της ψυχής του οποίου είναι τυφλωμένα από τον εγωκεντρισμό, δεν μπορεί να γίνει θεόπτης. 

"Αδάμ του παραδείσου διώκεται, τροφής μεταλαβών ως παρήκοος. Μωϋσής θεόπτης εχρημάτισε, νηστεία, τα όμματα της ψυχής καθηράμενος· διό του παραδείσου οικήτορες γενέσθαι επιποθούντες, απαλλαγώμεν της αλυσιτελούς τροφής και Θεόν καθοράν εφιέμενοι, Μωσαϊκώς την τετράδα της δεκάδος νηστεύσωμεν προσευχή και τη δεήσει, ειλικρινώς προσκαρτερούντες, κατευνάσωμεν της ψυχής τα παθήματα, αποσοβήσωμεν της σαρκός τα οιδήματα· κούφοι προς την άνω πορείαν μετιώμεν, όπου αι των Αγγέλων χορείαι, ασιγήτοις φωναίς, την αδιαίρετον ανυμνούσι Τριάδα, καθορώσαι το αμήχανον κάλλος, και δεσποτικόν" (ιδιόμελο αίνων Κυριακής Τυρινής).

------------------------------------------------------ 

πηγή: π. Φιλόθεος Φάρος, Πρίν και Μετά το Πάσχα, εκδ. Ακρίτας

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 08, 2018

Ὁ ἀγαπῶν ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγένηται καὶ γιγνώσκει τὸν Θεὸν


Ὁ ἀγαπῶν ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγένηταιΔεν μπορεί ο άνθρωπος όμως να επιστρέψει στο Θεό και να τον συναντήσει χωρίς προηγουμένως να συναντήσει το συνάνθρωπο, γι’ αυτό το επόμενο βήμα στην πορεία για τη συνάντηση με τον αναστημένο Χριστό είναι ακριβώς η συνάντηση με το συνάνθρωπο.
Θέμα της τρίτης Κυριακής του Τριωδίου είναι η κρίση που θα βασιστεί αποκλειστικά στην αγάπη που ο άνθρωπος έχει δείξει για το συνάνθρωπό του και που τελικά μεταβαίνει σ’ αυτόν τον ίδιο το Θεό· «ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. 25,40).
Η αγάπη είναι από το Θεό και όποιος αγαπάει το Θεό είναι παιδί του Θεού και γνωρίζει το Θεό, εκείνος που δεν αγαπά, δεν γνωρίζει το Θεό γιατί ο Θεός είναι αγάπη (Α΄ Ιωάν. 4, 7-8). Αποκτούμε επίγνωση των μυστηρίων του Θεού όταν είμαστε ενωμένοι με την αγάπη (Κολ. 2,2). Ο Θεός μένει μέσα μας όταν αγαπιόμαστε μεταξύ μας (Α΄ Ιωάν. 4, 12). Μόνο ενωμένοι γινόμαστε κατοικητήριο του Θεού (Εφ. 2,22). Αν το να μείνουμε στο Θεό εξαρτάται από την αγάπη και η αγάπη από την τήρηση των εντολών και η εντολή είναι να αγαπούμε ο ένας τον άλλο, το να μείνουμε κοντά στο Θεό εξαρτάται από την αγάπη που έχουμε ο ένας για τον άλλο.[1]
«Ὅθεν ὅποιος ἔχει αὐτὴν τὴν εὐλογημένην ἀγάπην πρῶτον εἰς τὸν Θεὸν καὶ δεύτερον εἰς τὸν ἀδελφόν του τὸν χριστιανόν, αὐτὸς ἀξιώνεται καὶ δέχεται τὴν Παναγίαν Τριάδα μέσα εἰς τήν καρδίαν του».[2]
Υπάρχουν πολλά χωρία στη Γραφή όπου φαίνεται να απαιτείται για την τελειότητα μόνο η αγάπη για τον πλησίον ενώ η αγάπη για το Θεό παρασιωπάται, αν και ο νόμος και οι προφήτες κρέμονται και από τις δυο αυτές εντολές. Αλλά αυτό συμβαίνει επειδή αυτός που αγαπάει τον πλησίον πρέπει πάνω από οτιδήποτε άλλο να αγαπάει αυτή την ίδια την αγάπη. Όμως η αγάπη είναι ο Θεός «καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ».[3]
Αγκάλιασε την αγάπη του Θεού και αγκαλιάζοντας την αγάπη αγκαλιάζεις τον ίδιο το Θεό.[4]
Η αγάπη για το Θεό δεν μπορεί να τελειωθεί παρά μόνο όταν ο άνθρωπος αγαπάει τον πλησίον του και πλησίον δεν πρέπει να θεωρούνται μόνον οι φίλοι μας ή οι γνωστοί μας, αλλά όλοι οι άνθρωποι με τους οποίους έχουμε κοινή φύση, είτε είναι εχθροί, είτε είναι σύμμαχοι, είτε ανήκουν στην ίδια κοινωνική τάξη με μας, είτε όχι, γιατί μας έφτιαξε ο ίδιος δημιουργός και μας έδωσε πνοή ζωής, γιατί όλοι χαιρόμαστε τον ίδιο ουρανό και την ίδια ατμόσφαιρα, τις ίδιες ημέρες και τις ίδιες νύχτες, και αν και μερικοί είναι καλύτεροι και άλλοι χειρότεροι, μερικοί δικαιότεροι και άλλοι λιγότερο δίκαιοι, ο Θεός είναι πλουσιοπάροχος και καλός σε όλους.[5] Όταν αγαπάει κανείς πραγματικά δεν εξαρτάται η διάθεσή του για τους ανθρώπους από τις απόψεις τους αλλά, αποβλέποντας στην ανθρώπινη φύση που όλοι έχουμε κοινή, αγαπάει εξίσου όλους τους ανθρώπους.[6]
Εκείνος που αγαπάει το Θεό δεν μπορεί να μην αγαπάει και κάθε άνθρωπο σαν τον εαυτό του.[7] Εκείνος που αγαπάει το Θεό έχει προαγαπήσει τον αδελφό του, γιατί η δεύτερη αγάπη είναι απόδειξη της πρώτης. Εκείνος που λέει ότι αγαπάει τον Κύριο και οργίζεται κατά του αδελφού του μοιάζει με υπνοβάτη.[8]
Εκείνος που έχει συνηθίσει να αγαπάει το Θεό στο συνάνθρωπο, επεκτείνει σ’ αυτόν τις εκδηλώσεις της αγάπης του με την ίδια διάθεση με την οποία πλησιάζει το Χριστό.[9]
Φαντάσου έναν κύκλο σημειωμένο πάνω στο χώμα, λέει ο Δωρόθεος. Υπόθεσε ότι ο κύκλος είναι ο κόσμος και ότι το κέντρο του κύκλου είναι ο Θεός. Ένας αριθμός γραμμών οδηγούν από την περιφέρεια στο κέντρο και αυτές οι γραμμές αντιπροσωπεύουν τους δρόμους της ζωής που οι άνθρωποι μπορούν να ακολουθήσουν. Στην επιθυμία τους να πλησιάσουν το Θεό οι άγιοι προχωρούν ακολουθώντας αυτές τις γραμμές προς το κέντρο του κύκλου. Έτσι, όσο πιο πολύ προχωρούν τόσο πιο πολύ πλησιάζουν ο ένας τον άλλο και το Θεό. Όσο πιο κοντά έρχονται στο Θεό τόσο πιο κοντά έρχονται στον άνθρωπο. Αυτή είναι η φύση της αγάπης, όσο πιο πολύ ενωνόμαστε με το συνάνθρωπο τόσο περισσότερη είναι η ένωσή μας με το Θεό.
Δείχνουμε αγάπη στο συνάνθρωπο όταν του δίνουμε κάτι που έχουμε εμείς και που εκείνος το έχει ανάγκη· «ἐπείνασα καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν» (Ματθ. 25, 35).
«Εγώ έχω ένα ψωμί να φάω, εσύ δεν έχεις. Ανίσως και σου δώσω κομμάτι και εσένα όπου δεν έχεις, ε, τότε φανερώνω πως σε αγαπώ. Αμή εγώ να φάω όλο το ψωμί και εσύ να πεινάς, τι φανερώνω; φανερώνω πως η αγάπη όπου έχω εις εσένα είναι ψεύτικη. Έχω δυο ποτήρια κρασί να πιω, εσύ δεν έχεις. Ανίσως και σου δώσω και εσένα, από αυτό να πιεις, τότε φανερώνω πως σε αγαπώ, αμή ανίσως και δεν σε δώσω εσένα, είναι κάλπικη η αγάπη. Αμή εγώ να έχω τα φορέματα μέσα εις το σεντούκι φυλαγμένα να τα τρώγει το σκουλήκι και εσύ να περιπατείς γυμνός, είναι κάλπικη η αγάπη. Εσύ είσαι λυπημένος, απέθανε η μητέρα σου, ο πατέρας σου ή το παιδί σου ή άρρωστος είσαι. Ανίσως και έλθω να σε παρηγορήσω, τότε είναι αληθινή η αγάπη. Αμή ανίσως εσύ κλαίης και θρηνείς, και εγώ κάθομαι τρώγω, πίνω, χορεύω, τραγουδώ, ξεφαντώνω, είναι ψεύτικη η αγάπη».[10]
«Δεν περιγράφεται το ύψος στο οποίο μας ανεβάζει η αγάπη· η αγάπη μας ενώνει με το Θεό, καλύπτει πλήθος αμαρτιών, ανέχεται τα πάντα, μακροθυμεί πάντοτε. Στην αγάπη δεν υπάρχει τίποτε βάναυσο, τίποτε υπερήφανο, η αγάπη δεν έχει σχίσμα, δεν στασιάζει, η αγάπη τα κάνει όλα με ομόνοια· στην αγάπη τελειώθηκαν όλοι οι εκλεκτοί του Θεού, χωρίς αγάπη τίποτε δεν είναι ευάρεστο στο Θεό. Με την αγάπη μάς προσέλαβε στον εαυτό του ο Δεσπότης».[11]
Αυτός που έχει κάποιο ίχνος μίσους μέσα στην καρδιά του για κάποιον άλλο εξαιτίας κάποιου λάθους του είναι απόλυτα αποξενωμένος από το Θεό.[12] Δεν μπορεί να έχει ειρήνη με το Θεό εκείνος που εξαιτίας μιας φθονερής διαμάχης δεν έχει ειρήνη με το συνάνθρωπό του.[13]
«Όθεν πρέπει και ημείς, ανίσως και θέλωμεν να λέγωμεν αυτόν τον Θεόν μας πατέρα, να είμεσθεν εύσπλαχνοι και φιλάνθρωποι και να χαροποιούμεν τους αδελφούς μας τους χριστιανούς. Είδε και είμεσθεν άσπλαχνοι, σκληρόκαρδοι και πικραίνομεν τους αδελφούς μας και τους φαρμακεύομεν και τους βάνομεν τον θάνατον εις την καρδίαν, δεν πρέπει να λέγωμεν τον Θεόν μας πατέρα, αλλά τον Διάβολον».[14]
Όταν αγαπούμε ένα ή δυο φίλους μας ή τους δικούς μας ανθρώπους, δεν αγαπούμε για χάρη του Θεού, αλλά για να αγαπηθούμε κι εμείς απ’ αυτούς. Θα μοιάσουμε πραγματικά με το Θεό όχι όταν κάνουμε θαύματα, αλλ’ όταν αγαπούμε όλους τους ανθρώπους, ακόμη και τους εχθρούς μας.[15]
Επειδή πρέπει να αγαπιόμαστε μεταξύ μας με το ίδιο μέτρο, είναι απαράδεκτο να σχηματίζουμε φατρίες και κλίκες. Γιατί εκείνος που αγαπάει τον ένα πιο πολύ από τους άλλους κατηγορεί τον ίδιο τον εαυτό του ότι για τους άλλους δεν έχει πραγματική αγάπη.[16]
Όπως η ανάμνηση της φωτιάς δεν ζεσταίνει το σώμα έτσι και η πίστη χωρίς αγάπη δε φέρνει το φως της γνώσεως του Θεού στην καρδιά του ανθρώπου.[17]
«Χιλιάδες καλά και αρετές να κάμωμεν, νηστείες, προσευχές, ελεημοσύνες, καν το αίμα μας να χύσωμεν δια την αγάπην του Χριστού», αν δεν έχουμε αγάπη για το συνάνθρωπο «όλα χαμένα είναι και δεν μας ωφελούν τίποτε και εις την κόλασιν πηγαίνομεν».[18]
«Οὐ γὰρ τοσοῦτον ἐστι κέρδος νηστείας, ὅσον ὀργῆς ζημία, οὔτε τοσαύτη τῆς ἀναγνώσεως (τῶν Ἁγ. Γραφῶν) ὠφέλεια, ὅσον βλάβη ἐκ τοῦ περιφρονῆσαι τοῦ ἀδελφοῦ καὶ λυπῆσαι αὐτόν. Καὶ γὰρ αἱ νηστεῖαι καὶ αἱ ἀγρυπνίαι καὶ ἡ μελέτη τῶν Γραφῶν καὶ ἡ γύμνωσις τοῦ πλούτου καὶ ἡ ἀποταγὴ ὅλου τοῦ κόσμου οὐκ ἕστιν τελειότης, ἀλλὰ τελειότητος ἐργαλεῖα, ἐπειδὴ οὐκ ἐν τούτοις εὑρίσκεται ἡ τελειότης, ἀλλὰ διὰ τούτων προσγίνεται. Εἰς μάτην, τοίνυν, ἐπὶ νηστείᾳ, καὶ ἀγρυπνίᾳ καὶ ἀκτημοσύνῃ καὶ ἀναγνώσει Γραφῶν ἐγκαυχώμεθα, ὅταν μὴ τὴν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὸν πλησίον ἀγάπην κατορθώσωμεν· ὁ γὰρ κατορθώσας τὴν ἀγάπην, ἐν ἑαυτῷ ἔχει τὸν Θεὸν καὶ ὁ νοῦς αὐτοῦ ἀεὶ μετὰ τοῦ Θεοῦ ἐστιν».[19]
Όπως το σώμα είναι ένα αν και έχει πολλά μέλη και όλα τα μέλη του σώματος, αν και είναι πολλά είναι ένα σώμα, έτσι και ο Χριστός (Α΄ Κορ. 12, 12). Ο Χριστός συνηθίζει να αναλαμβάνει τη μορφή των μελών Του και να αποδίδει στον ίδιο τον εαυτό Του ό,τι λέγεται για εκείνα, γιατί το κεφάλι και το σώμα είναι ένας Χριστός.[20]
Ο πραγματικός ναός του Κυρίου, είναι η ψυχή του πιστού. Ας τον λατρεύσουμε αυτόν το ναό, ας τον διακοσμήσουμε, ας προσφέρουμε σ’ αυτόν δώρα, ας υποδεχτούμε σ’ αυτόν το Χριστό.[21] Τι καλύτερους θησαυρούς έχει ο Χριστός από εκείνους δια των οποίων θέλει να παρουσιάζεται;[22]
Να φοβάσαι το Χριστό επάνω, αναγνώριζέ Τον εδώ κάτω. Έχε το Χριστό επάνω παρέχοντα τις πλούσιες δωρεές Του, αναγνώριζέ Τον εδώ κάτω δυστυχούντα. Εδώ είναι φτωχός, εκεί είναι πλούσιος.[23]
Ο Χριστός πέθανε και τάφηκε μια φορά αλλά θέλει να χύνεται καθημερινά μύρο στα πόδια Του. Τι είναι λοιπόν αυτοί στους οποίους χύνουμε το μύρο; Είναι τα πόδια του Χριστού και γι’ αυτούς λέει αυτός ο ίδιος «ὅ,τι ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε». Αυτά τα πόδια που η γυναίκα του Ευαγγελίου τα ξεκουράζει και τα δροσίζει με τα δάκρυά της, αυτά τα πόδια ραίνει με μύρο εκείνος που προσφέρει τη γλυκύτητα της καλοσύνης του ακόμη και στον πιο αδύνατο. Σ’ αυτά οι μάρτυρες, σ’ αυτά οι απόστολοι, σ’ αυτά ο Κύριος Ιησούς Χριστός δηλώνει ότι τιμάται.[24]
«Έτσι ξέρουμε ότι αγαπάμε τα παιδιά του Θεού» λέει ο Ιωάννης (Α΄Ιωάν. 5,2). Τι σημαίνει αυτό; Προηγουμένως μιλούσε για το γιο του Θεού, μας πρόβαλε το Χριστό και είπε· «όποιος πιστεύει ότι ο Ιησούς Χριστός γεννιέται από το Θεό και όποιος αγαπάει Εκείνον που γέννησε, δηλαδή τον Πατέρα, αγαπάει επίσης και Εκείνον που γεννήθηκε απ’ Αυτόν, δηλαδή το Γιο, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό» και συνεχίζει: «Έτσι ξέρουμε ότι αγαπούμε τα παιδιά του Θεού», σαν να επρόκειτο να πει «έτσι ξέρουμε ότι αγαπούμε το Γιο του Θεού». Είπε τα παιδιά του Θεού ενώ μιλούσε ακριβώς πριν για το Γιο του Θεού, επειδή τα παιδιά του Θεού είναι το σώμα του μόνου Γιου του Θεού, και αφού Εκείνος είναι το κεφάλι και εμείς τα μέλη, είναι ένας Γιος του Θεού. Γι’ αυτό όποιος αγαπάει τα παιδιά του Θεού, αγαπάει το Γιο του Θεού και όποιος αγαπάει το Γιο του Θεού, αγαπάει τον Πατέρα.[25]
Αν λοιπόν μας πει κάποιος, δείξε μου Εκείνον για να τον αγαπήσω, τι άλλο θα πρέπει να απαντήσουμε παρά αυτό που είπε ο Ιωάννης: «Κανείς δεν είδε ποτέ το Θεό» (Ιωάν. 1, 18) και για να μη νομίσει ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να δει καθόλου το Θεό, είπε «ο Θεός είναι αγάπη» και «όποιος μένει στην αγάπη μένει στο Θεό» (Α΄ Ιωάν. 4,16). Γι’ αυτό αγάπα τον πλησίον σου, εκεί θα δεις, όσο μπορείς, το Θεό.[26]
Πόσοι απ’ αυτούς που ζουν σήμερα δεν θα εύχονταν να ζούσαν εκείνη την εποχή που ο Χριστός βρισκόταν στη γη, ώστε να κάθονται και να συντρώγουν μαζί Του στο ίδιο τραπέζι. Αλλά και τώρα μπορεί να γίνει αυτό. Μπορούμε και τώρα να Tον καλέσουμε για φαγητό και να φάμε μαζί Του και μάλιστα με περισσότερη ωφέλεια, γιατί πολλοί από εκείνους που έφαγαν μαζί Του τότε χάθηκαν (όπως ο Ιούδας και άλλοι παρόμοιοί του) ενώ ο καθένας απ’ αυτούς που Tον προσκαλούν σήμερα στο σπίτι τους και του προσφέρουν στέγη και φαγητό θα απολαύσει μεγάλη ευλογία.[27]
Γι’ αυτό κανείς δεν θα πρέπει να λέει, ευλογημένοι εκείνοι που δέχθηκαν τη χάρη να έχουν το Χριστό στο σπίτι τους. Δεν θα πρέπει να λυπόμαστε και να παραπονιόμαστε που δεν είχαμε γεννηθεί τότε, γιατί δεν μας έχει αποστερήσει αυτής της ευλογίας. «Ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων», λέει, «ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. 25,40)[28] και συνεχίζει «σας λέω ότι όποιος δέχεται εκείνον που θα στείλω εγώ, δέχεται εμένα και όποιος δέχεται εμένα δέχεται Εκείνον που με έστειλε» (Ιωάννης 13,20) και «εάν δεχθείτε στο όνομά μου ένα απ’ αυτά τα παιδιά, δέχεστε εμένα και όποιος δέχεται εμένα, δεν δέχεται εμένα αλλά Εκείνον που με έστειλε» (Μαρκ. 9, 37).
Ό,τι κάνετε σ’ έναν απ’ αυτούς τους ελαχίστους το κάνετε σε μένα. Και αν αυτός δεν είναι ο Παύλος, όμως είναι κάποιος πιστός, κι αν ακόμα είναι ασήμαντος, όμως «ὁ Χριστὸς δι᾿ αὐτοῦ παραγίνεται».[29]
Όποιος δέχεται αυτούς τους ελάχιστους για το Χριστό και όχι για κάποιον άλλο λόγο, δέχεται το Χριστό.[30]
Όποιος λοιπόν πέφτει στα πόδια των αδελφών, αγγίζει το Χριστό, παρακαλεί το Χριστό. Με τον ίδιο τρόπο, όταν εκείνοι χύνουν δάκρυα, γι’ αυτόν είναι ο Χριστός που υποφέρει και που προσεύχεται γι’ αυτόν στον Πατέρα.[31]
Ο Αβραάμ αναζητώντας ξένους να τους φιλοξενήσει δέχθηκε και περιποιήθηκε αυτόν τον ίδιο το Θεό και ο Λωτ δέχθηκε τους αγγέλους και εμείς αν θα δεχθούμε τους ανθρώπους, θα δεχθούμε το Χριστό.[32]
Οι μοναχοί που γνώριζαν καλά πvς θα συναντούσαν ασφαλώς το Χριστό αν πλησίαζαν με αγάπη το συνάνθρωπο, όταν τους ρωτούσαν πώς κατόρθωναν να υπηρετούν με τόση προθυμία τους ανθρώπους, απαντούσαν: «Οὐδέποτε ἀνθρώποις με δουλεύειν ἐννενόηκα, ἀλλά τῷ Θεῶ».[33] Αυτοί λένε και σε μας: «Δεῖ ἐρχομένους τοὺς ἀδελφοὺς προσκυνεῖν· οὐ γὰρ αὐτοὺς ἀλλὰ τὸν Θεὸν προσεκύνησας εἶδες γὰρ φησιν τὸν ἀδελφόν σου, εἶδες τὸν Θεόν σου».[34]
Πραγματικά, μόνο έτσι θα μπορέσουμε να συναντήσουμε τον αναστημένο Χριστό. Πολύ συχνά εμείς «οι χριστιανοί» όταν αντιμετωπίζουμε ανθρώπους που αρνιούνται ή αμφιβάλλουν για την Ανάσταση του Χριστού τους βομβαρδίζουμε με διαλεκτικά πυροτεχνήματα χωρίς να υποπτευόμαστε πόσο είμαστε, όταν το κάνουμε αυτό, κύμβαλα αλαλάζοντα, χωρίς να υποπτευόμαστε ακόμη ότι αυτό που τους παρουσιάζουμε ως τον αναστημένο Χριστό δεν είναι παρά ένα αξιοθρήνητο διανοητικό σχήμα, ένα παιδικό δημιούργημα της φαντασίας μας, ένα θλιβερό είδωλο, γιατί τον πραγματικό Χριστό δεν Τον έχουμε δει, και δεν Τον έχουμε δει γιατί δεν έχουμε κοιτάξει ποτέ βαθιά στα μάτια το συνάνθρωπό μας. Τα διανοητικά μας επιχειρήματα είναι η αδιάψευστη απόδειξη ότι δεν έχουμε πραγματικά συναντήσει το Χριστό, γιατί αν Τον είχαμε πραγματικά συναντήσει θα Τον συναντούσαμε και πάλι στο πρόσωπο αυτού του αρνητή ή του αμφισβητία και αντί να τον αντιμετωπίζουμε σαν εχθρό που πρέπει να κατατροπώσουμε θα τον αποκαλούσαμε, σαν τον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ, «χαρά μου» και τότε αυτός θα ένιωθε ότι εκείνη ακριβώς τη στιγμή βλέπουμε τον αναστημένο Χριστό και θα Τον έβλεπε και εκείνος.
[1] Χρυσοστόμου, ΕΠΕ, τομ. 14, σελ. 476.
[2] Κοσμά αιτωλού, Διδαχή Α 2, Ι. Μενούνου, εκδ. Τήνος, σελ. 155.
[3] Αυγουστίνου, On Trinity, κεφ. 7, §10.
[4] Όπου παραπάνω, κεφ. 8, §10.
[5] Leo the Great Sermons, Nicene and Post Nicene Fathers, vol. XII, σελ. 122.
[6] Μαξίμου του Ομολογητού, Περί αγάπης, εκατοντάς πρώτη, Ο΄, ΟΑ΄.
[7] Μαξίμου του Ομολογητού, Περί αγάπης, εκατοντάς πρώτη, ΙΓ΄.
[8] Ιωάννου της Κλιμακος, Migne 88, 1157.
[9] Αυγουστίνου, The City of God, Nicene and Post Nicene Fathers, vol. VII, σελ. 476.
[10] Κοσμά Αιτωλού, Διδαχή Α 1, Ι. Μενούνου, εκδ. Τήνος, σελ. 124.
[11] Κλήμεντος Ρώμης, Προς Κορινθίους Α΄ XLIX, 4-6.
[12] Μαξίμου, όπου παραπάνω, ΙΕ΄.
[13] Cyprian Treatises Ante Nicene Fathers, vol. V, σελ. 425
[14] Κοσμά Αιτωλού, Διδαχή Α 2, όπου παραπάνω, σελ. 155.
[15] Χρυσοστόμου, Εις την προς Εβραίους Ομιλ. ΙΙΙ,§ 10.
[16] Βασιλείου, Migne 31, 885.
[17] Μαξίμου, όπου παραπάνω, λα΄.
[18] Κοσμά Αιτωλού, όπου παραπάνω, σελ. 154.
[19] Ιωάννου Κασσιανού, Διαλέξεις Πατέρων, εκδ. Κ. Δυοβουνιώτου (ανατύπωση από το περιοδ. «Εκκλησιαστικός Φάρος» ΙΑ΄, 1913). σελ. 11-13.
[20] Αυγουστίνου, The City of God, όπου παραπάνω, σελ. 356.
[21] Jerome’s letter LVIII to Paulinus, Nicene and Post Nicene Fathers, vol. VI.
[22] Αμβροσίου, Duties of the Clergy, book II, chapter XXVII.
[23] Αυγουστίνου, Sermons on N.T. Lessons LXXII, Nicene and Post Nicene Fathers, vol. VI, σελ. 473.
[24] Αμβροσίου, Επιστολή XLI, § 23.
[25] Αυγουστίνος, Homily X on the Epistle of St. John, Nicene and Post Nicene Fathers, vol. VI, σελ. 521.
[26] Αυγουστίνου, On the gospel of St. John, Nicene and Post Nicene Fathers, vol. VII, σελ. 114.
[27] Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 14, σελ. 112.
[28] Αυγουστίνου, Sermons on N.T. Lessons, Nicene and Post Nicene Fathers, vol. VI, σελ. 427.
[29] Χρυσοστόμου, Migne 60, σελ. 317.
[30] Κυρίλλου Αλεξανδρείας, εις το κατά Μάρκον, Catenae, τομ. 1, σ. 365.
[31] Τερτυλλιανού, On Repentance, chapter X, Ante Nicene Fathers, vol. VIII.
[32] Αμβροσίου, Duties of the Clergy, chapt. XXI, Nicene and Post Nicene Fathers, vol. X, σελ. 60.
[33] Ιωάννου Κλίμακος, Migne 88, σελ. 685.
[34] Société des Bollandistes, Subsidia Hagiographica, Historia Monachorum in Aegypto, caput VIII, § 55, σελ. 68.
π. Φιλόθεος Φάρος, Πριν και μετά το Πάσχα, Εκδ. Ακρίτας, Αθήνα, 1998

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 06, 2017

π. Φιλόθεος Φάρος: Κυριακή του Ασώτου - Η επιστροφή από την εξορία



π. Φιλόθεος Φάρος: Κυριακή του Ασώτου - Η επιστροφή από την εξορία.


Όσο ο άνθρωπος είναι ναρκωμένος από το μεθύσι της ναρκισσιστικής αυτοαποθεώσεως δεν βιώνει άμεσα την οδύνη της υπαρξιακής του μοναξιάς, αν και υφίσταται έμμεσα τις συνέπειές της με την μορφή των σωματικών συμπτωμάτων ή των διαπροσωπικών δυσκολιών. Μόλις απαλλαγεί από τη νάρκη της αυτοαποθεώσεως βιώνει βαθιά αυτή την οδύνη και διαπιστώνει ότι βρίσκεται σε μια κατάσταση εξορίας, μακριά από το σπίτι του πατέρα του, τη γη της Επαγγελίας. "Ω πόσων αγαθών ο άθλιος εμαυτόν εστέρησα. Οποίας βασιλείας εξέπεσα ο ταλαίπωρος εγώ" (δοξαστικό Εσπερινού Κυριακής Ασώτου).Όταν ο άνθρωπος κάνει αυτή τη διαπίστωση, αναπότρεπτα θα αισθανθεί την ανάγκη της επιστροφής και θα πει σαν τον άσωτο γιο της παραβολής, "αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου". Είναι αυτή η βαθιά συναίσθηση του ανθρώπου για την αποξένωσή του από την πηγή της ζωής του, το Θεό, που ονομάζουμε μετάνοια. Η μετάνοια δεν έχει καμιά σχέση με νομικές αφέσεις αμαρτιών, για απάλειψη συναισθημάτων ενοχής και βαυκαλιστικά ξαλαφρώματα. Ούτε έχει καμιά σχέση η μετάνοια με πνευματκές λογιστικές και μαθηματικές πράξεις. Αυτού του είδους η "μετάνοια" είναι είτε ένας άλλος τρόπος αυτοδικαιώσεως είτε μια άλλη μορφή επιδιώξεως ναρκισσιστικής ευφορίας.
Επειδή ακριβώς η μετάνοια έχει αυτές τις βαθιές υπαρξιακές διαστάσεις, γι' αυτό ακούμε συχνά τους αγίους να παραπονούνται ότι δεν έχουν μετάνοια. "Ουκ έχω μετάνοιαν, ουκ έχω κατάνυξιν, ουκ έχω δάκρυον παρακλητικόν τα επανάγοντά με, τέκνα, εις ιδίαν κληρονομίαν", όπως λέει ο συγγραφέας του κανόνα στον Ιησού Χριστό. Και ο αββάς Σισώης που έζησε μια ολόκληρη ζωή χύνοντας καυτά δάκρυα μετανοίας, έτσι που να αυλακώσει το πρόσωπό του, όταν έφθασε η στιγμή του θανάτουζητούσε απότ ο Θεό και τους αγίους περισσότερο χρόνο για να μετανοήσει κι όταν οι μαθητές του απόρησαν λέγοντας: "Γέροντα, εσύ ζητάς καιρό για να μετανοήσεις που γνώρισες τόσο πολύ και τόσο καλά τη μετάνοια; - Μόλις τώρα αρχίζω να γνωρίζω τη μετάνοια" απάντησε ο άγιος αββάς.
Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να επιτύχει ο άνθρωπος αυτή την πραγματική μετάνοια, όταν όμως την επιτύχει δεν του χρειάζονται πια τα πνευματικά μέσα που χρησιμοποιεί η Εκκλησία, κυρίως για να καλλιεργήσει και να αναπτύξει τη μετάνοια μέσα στην ψυχή του πιστού. Γι' αυτό και ο Ποιμήν δεν έρχεται σε αντίφαση με το Πηδάλιο ή τους Κανόνες, με τις απόψεις που διατυπώνει στο ακόλουθο περιστατικό: "Αδελφός ηρώτησε τον αββά Ποιμένα λέγων. Εποίησα αμαρτίαν μεγάλην, και θέλω μετανοήσαι τρία έτη. Λέγει αυτώ ο Γέρων: πολύ εστίν. Και είπε αυτώ ο αδελφός: Ένα χρόνο; και είπε πάλι ο Γέρων: πολύ εστιν. Οι δε παρόντες έλεγον: έως 40 ημέρες; Και πάλι είπε: πολύ εστιν. είπε δε, εγώ λέγω, ότι εάν εξ όλης καρδίας μετανοήσει άνθρωπος, και μη προσθή έτι ποιείν την αμαρτίαν, και εις τρεις ημέρας δέχεται αυτόν ο Θεός.
Πραγματικά, στην παραβολή ο πατέρας δέχεται αμέσως τον άσωτο χωρίς επιφυλάξεις, χωρίς όρους, χωρίς κυρώσεις, χωρίς ούτε καν επιπλήξεις, αλλά με χαρές και γλέντια και χορούς.
Όμως η μετάνοια, όπως και όλες οι άλλες πνευματικές πραγματικότητες, δεν βιώνεται ή απόλυτα ή καθόλου, αλλά περισσότερο ή λιγότερο. Κανείς δεν έχει την τέλεια μετάνοια όπως δείχνει το παράδειγμα του Σισώη. Και από την άλλη μεριά, και ο πιο αμετανόητος έχει νιώσει έστω και ελάχιστα, αυτό το αίσθημα του αποδήμου από τη Χάρη του Θεού, γι' αυτό και ο συγγραφέας του κανόνα στον Ιησού Χριστό ζητάει "μετάνοιαν ολόκληρον".
Όπως όλοι οι άνθρωποι έχουν κάποια γεύση μετάνοιας έτσι κι όλοι οι άνθρωποι έχουν κάποια, όσο κι αν είναι ελάχιστη, γεύση της παρουσίας του Θεού στην καρδιά τους.

Έτσι τον αναστημένο Χριστό θα συναντήσουμε τόσο, όσο έχουμε νιώσει αυτό το βαθύ υπαρξιακό αίσθημα της αποξενώσεως και της αποδημίας από το πατρικό σπίτι, από τον παράδεισο της τρυφής.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 10, 2016

Γιατί ὁ ἄνθρωπος ἀποφεύγει τὴν προσωπική ἀνάπτυξη




Γιατί ο άνθρωπος αποφεύγει την προσωπική ανάπτυξη;
Ομιλεί ο π. Φιλόθεος Φάρος.
Την συνέντευξη διευθύνει η Βίκυ Αρβελάκη.
Γιατί ο άνθρωπος αποφεύγει την προσωπική ανάπτυξη 00:59 Why do we avoid self-development
Ενήλικες που δεν έχουν ενηλικιωθεί 10:53 Αdults who are not grown ups
Η έννοια της ταπείνωσης 17:22 The sense of humbleness
Πως εκφράζεται η υγιής θρησκευτικότητα 21:42 How is healthy religiousness expressed
Τι δείχνει η συνήθειά μας να παραπονιόμαστε οτι "ποτέ δεν ήταν χειρότερα" 25:46 Why do we complain that "everything is a disaster"
Ποιος καθορίζει τη ζωή μας 28:29 Who determines our lives
Η αυτοκαταστροφή το μεγαλύτερο είδος αμαρτίας 29:52 Self destruction, the highest sin
Τα τέσσερα είδη κακών 30:52 Four types of sins

Εικονοληψία // Διεύθυνση Φωτογραφίας : Σταύρος Παπαδημητρίου
Παραγωγή : Νέα Τηλεόραση Κρήτης

Director of photograohy : Stavros Papadimitriou
Produced by : Nea Tv Greece
Πηγή

Σάββατο, Μαΐου 07, 2016

Π.Φιλόθεος Φάρος: Σε χασικλήδες και πόρνες είδα περισσότερο Θεό απ' ότι σε υποτιθέμενους ευσεβείς ...

Είναι φορές που η ανάγκη μας για στηρίγματα είναι μεγάλη, έχουμε χάσει την εμπιστοσύνη στην ίδια τη ζωή και τη γεύση των αληθινών πραγμάτων. 

Από τη μια, η ανάγκη, από την άλλη, υπαρξιακά ερωτήματα, που έως τώρα δεν έχουν απαντηθεί, μ' έφεραν κοντά σε μια προσωπικότητα, τον πατέρα Φιλόθεο Φάρο.
Μερικοί από εσάς μπορεί να έχετε διαβάσει βιβλία του, αρκετοί μόνο το «Έρωτος Φύσις» εξαιτίας του οποίου πολλοί τον χαρακτήρισαν «επαναστάτη ή αναρχικό παπά», άλλοι, πάλι, τον ακούτε για πρώτη φορά. Άλλοι πιστεύετε στον Θεό και άλλοι όχι. Το βέβαιο είναι πως, όλοι είμαστε φτιαγμένοι απ' το ίδιο ύφασμα και άνθρωπος χωρίς ανησυχίες δεν υπάρχει.

«Μεγάλωσα στην Τρούµπα, ο πατέρας µου είχε εκεί κουρείο. Έτσι είχα την ευκαιρία να γνωριστώ µε τους χασικλήδες και τις πόρνες της περιοχής. Σας διαβεβαιώνω, πως σ' αυτούς τους ανθρώπους είδα περισσότερο Θεό απ' ό,τι σε υποτιθέμενους ευσεβείς. Γιατί είδα ανθρώπους οικτίρμονες. Σπλαχνικούς».

Γιατί γίνατε ιερέας;


Στην πραγματικότητα έγινα για να καλύψω δικές µου ανάγκες, για να σώσω εμένα...

Από τι;


Μεγάλωσα σ' ένα πολύ προβληματικό περιβάλλον, µε δυο γονείς που δεν είχαν καμιά επικοινωνία και τίποτα κοινό µεταξύ τους. Ο πατέρας μου ήταν αλκοολικός.. Ήθελα να πιαστώ από κάπου, έψαχνα ένα καταφύγιο. Και το βρήκα στα λόγια των πατέρων της Εκκλησίας. Είναι πολύ σημαντικό ο άνθρωπος να γνωρίζει τον εαυτό του, αλλά και τα κίνητρά του. Δεν έχει σημασία τι κάνουμε και τι λέμε, αλλά γιατί το κάνουμε και γιατί το λέμε. Κυρίως το πρόβλημα δεν είναι «πόσα έχουμε», αλλά πώς τα διαχειριζόμαστε

Η σχέση σας µε τον Θεό;


Λίγο πριν χειροτονηθώ είχα πάει ένα ταξίδι στο Άγιο Όρος και εκμυστηρεύτηκα στον ηγούμενο της Μονής Διονυσίου πως δεν είχα αρκετή πίστη. Μα θέλετε να γίνετε παπάς και δεν έχετε αρκετή πίστη; µε ρώτησε. Μαζί µου ήταν τότε ο καθηγητής Θεολογίας Σάββας Αγουρίδης, ο οποίος του είπε, τι νομίζετε γέροντα, πως µόνο σαρκικές έγνοιες ταλαιπωρούν τους ανθρώπους; Είναι και οι υπαρξιακές.

Τί είναι πίστη; Πως μπορεί κάποιος να βοηθηθεί από κάτι που δεν γνωρίζει;


Είναι μια τραγική ερώτηση και δεν ξέρω αν καλυφθείτε από την απάντηση μου. Η πίστη βιώνεται μέσα από άσκηση, μέσα από τον περιορισμό του Εγώ, μέσα από την άρνηση του κόσμου των υλικών πραγμάτων και ο άνθρωπος δεν μπορεί να τη βρει όσο είναι απορροφημένος από τη ρηχή πραγματικότητα των υλικών ανέσεων, του εγωκεντρισμού και της ιδιοτέλειας.

Έρωτας η αγάπη; Οι φροϋδικοί, λένε ότι ερωτευόμαστε αυτόν που μας καθρεφτίζει καλύτερα απ' όλους τους άλλους.


Η δυσκολία είναι ότι φοβόμαστε πως αν αφεθούμε, δεν θα ερωτευτούμε αυτόν που «πρέπει». Ο έρωτας δεν είναι κατοχή, αλλά µία διαρκής αναζήτηση. Για να τον ζήσεις όσο γίνεται ουσιαστικότερα, πρέπει να ασχοληθείς µε την ωριμότητά σου. Ο Χριστός λέει «αν θέλεις να κερδίσεις τη ζωή σου, πρέπει να τη χάσεις». Στον έρωτα πρέπει να δοθείς µέχρι θανάτου, αν θέλεις να βιώσεις την πληρότητά του.

Γιατί οι θρησκείες μιλάνε για τη μετά θάνατον ζωή, την ανάσταση; Γιατί κανείς δεν δέχεται το «πεπερασμένο»του μυαλού μας;


Διότι ο θάνατος είναι η μεγαλύτερη ανθρώπινη αγωνία. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να δεχτεί ότι θα «καταλήξει» στο μηδέν. Γι' αυτό είναι πολύ επιρρεπής σε οποιονδήποτε του προσφέρει κάποια διέξοδο, κάποια «θεραπεία» γι' αυτήν την αγωνία του θανάτου. Η πραγματική χριστιανική παράδοση δεν αναζητεί αλλού τη ζωή, αλλά εδώ και τώρα. Υποσχόμαστε τη μετά θάνατον ζωή, όταν δεν έχουμε να προσφέρουμε τίποτα τώρα.

Γιατί υπάρχουν αδικίες;


Επειδή ο άνθρωπος είναι ελεύθερος. Αν δεν είναι ελεύθερος να κάνει κακό, παύει να είναι ελεύθερος.

Υπάρχει δρόμος για τη σωτηρία της ψυχής;


Όσο περισσότερο μοιραζόμαστε, κοινωνούμε με τους άλλους ανθρώπους, τόσο πιο ξεκάθαρα θα βλέπουμε που μπορούμε να πάμε. Ωστόσο, η αυτογνωσία είναι πάρα πολύ ρηχή. Δεν έχουμε ιδέα τι γίνεται μέσα μας. Ο άνθρωπος όταν περιμένει από αλλού να φτιαχτεί η ζωή του, είναι σε πολύ άσχημη θέση.

Γιατί χρειάζονται οι άλλοι; Δεν καταλαβαίνω. Εννοείτε το καθρέφτισμα;

Η δυνατότητα του ανθρώπου να αυτοεξαπατάται είναι ασύλληπτη. Υπάρχει μια ιστορία που λέει πως όταν ένας άνθρωπος σου πει πως είσαι άλογο, το παραθεωρείς. Όταν ένας δεύτερος σου το ξαναπεί, το σκέφτεσαι. Όταν ένας τρίτος στο επαναλάβει, πας και αγοράζεις μια σέλα. Η δυνατότητα να πιστεύω πως είμαι ο Βαλεντίνο, ενώ έχω μια μύτη τρία μέτρα, είναι πραγματικά ασύλληπτη.

Πως διαχειριζόμαστε τις ενοχές μας;


Η ενοχή είναι μια κρίση αλαζονείας. Είναι η άρνηση ενός ανθρώπου να δεχτεί ότι μπορεί να έχει κάνει κάτι αποκρουστικό και ότι έπεσε τόσο χαμηλά. Η αλαζονεία είναι ανωριμότητα, και είναι γεγονός πως ο μέσος άνθρωπος δεν μπορεί να δεχτεί ότι είναι ατελής. Ο Σκοτ Πεκ έχει γράψει ότι η επίτευξη της κοινωνίας προϋποθέτει κατάθεση της κατάντιας. Ο άνθρωπος που ζει μόνος, που η ανάγκη του ν' αγαπήσει και ν' αγαπηθεί δεν καλύπτεται, βιώνει μια οδύνη από την οποία αναπόφευκτα θα ζητήσει μια απόδραση: φάρμακα, πολιτική, θρησκεία, ταχύτητα, επιστήμη, δεν έχει σημασία το μέσο απόδρασης. Ο νέος άνθρωπος μεγαλώνει ευνουχισμένος σπίτι του, με την ψευδαίσθηση ότι είναι το κέντρο του κόσμου, κι έτσι όταν κάποια στιγμή στην εφηβεία βγαίνει στον κόσμο, τα χάνει...

Γιατί αγαπάτε τη λέξη «οικτίρμων;»


Στα στενά της Τρούµπας, όπως σας είπα, συνάντησα την Ορθοδοξία. Εκεί είδα ανθρώπους οικτίρμονες. Σπλαχνικούς. Έχοντας πλήρη επίγνωση της κατάντιας τους, ήταν ανεκτικοί τόσο μεταξύ τους όσο και µε τους άλλους. Αυτοί οι «μεγάλοι αμαρτωλοί» βίωναν την πιο καίρια χριστιανική αρετή, που είναι η χωρίς όρους και προϋποθέσεις αποδοχή του άλλου. Στο βιβλίο μου «Κλήρος: Μια υπόσχεση πατρότητας που δεν έχει τηρηθεί», αναφέρεται πως ο Θεός έλαβε σάρκα για να προσφέρει τη δυνατότητα ολοκλήρωσης και πληρότητας στον άνθρωπο. Αυτή η δυνατότητα δεν εξασφαλίζεται ούτε και προσφέρεται απρόσωπα και εξ αποστάσεως. Αν δεν «µπούμε και δεν περπατήσουμε μέσα στα παπούτσια των ανθρώπων», δεν µπορούµε να βοηθήσουμε. Όποιος Ζει, κάνει λάθη.

Μετανάστες, ξενοφοβία, ρατσισμός, φράχτες για να τους κρατάμε έξω, άλλοι τους πετάνε στη 
θάλασσα. Τι λέτε;

Μπορούμε να καλύψουμε τις ανάγκες τους; Αν αγαπάς έναν άνθρωπο, σκέφτεσαι ποιες είναι οι δικές του πραγματικές ανάγκες. Η κοινωνία μας διέπεται από μια στάση, η οποία για μένα είναι παρακμιακή, που λέει πως, αν αγαπάς κάποιον, πρέπει να τον χαϊδεύεις. Αυτό δεν είναι αγάπη. Όταν ένας άνθρωπος έχει λιποθυμήσει, χρειάζεται ένα χαστούκι, όχι ένα χάδι.

Η ομοφυλοφιλία είναι αμάρτημα;


Η οµοφυλοφιλία δεν είναι επιλογή για να είναι αµαρτία. Η αµαρτία προϋποθέτει επιλογή. Είναι θεόδοτο το δικαίωμα του ανθρώπου να ζήσει και να πεθάνει όπως εκείνος θέλει. Ο Θεός δεν επεμβαίνει σε αυτήν την ελευθερία. Ποιος είμαι εγώ να επέμβω;

Στο βιβλίο σας «Ούτε πολύ νωρίς, ούτε πολύ αργά» αναφέρετε ότι η μέση ηλικία είναι παραμελημένη. Πώς ξεπερνιέται η κρίση της μέσης ηλικίας εσωτερικά αλλά και στις σχέσεις με τους άλλους;

Όσο μεγαλώνουμε, δύσκολα αλλάζουμε, αλλά ζωή χωρίς αλλαγές δεν είναι ζωή. Ό,τι δεν αλλάζει είναι νεκρό. Αν ο άνθρωπος θέλει να ζει μέσα στην πραγματικότητα, πρέπει ν' αλλάζει και εκείνος, αλλιώς μένει απέξω...

Είστε ευτυχισμένος πάτερ;

Δεν ξέρω τι πάει να πει ευτυχία. Για µένα καταλληλότερη λέξη είναι η «πληρότητα». Να αισθάνεσαι μέσα σου «γεμάτος». Χαρά, αγαλλίαση, συγκίνηση! Αυτό δεν σημαίνει πως δεν έχω και στιγμές δυσφορίας, απογοητεύσεις, στιγμές πικρίας... Αλλά το κυρίαρχο συναίσθημα μου είναι εσωτερική γαλήνη..

πηγή

Πέμπτη, Απριλίου 28, 2016

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ «ΚΑΝ ΜΙΑΝ ΩΡΑΝ ΟΥΚ ΙΣΧΥΣΑΤΕ ΑΓΡΥΠΝΗΣΑΙ ΜΕΤ’ ΕΜΟΥ, ΠΩΣ ΕΠΗΓΓΕΙΛΑΤΕ ΑΠΟΘΝΗΣΚΕΙΝ ΔΙ’ ΕΜΕ;»



«ΚΑΝ ΜΙΑΝ ΩΡΑΝ ΟΥΚ ΙΣΧΥΣΑΤΕ ΑΓΡΥΠΝΗΣΑΙ ΜΕΤ’ ΕΜΟΥ, ΠΩΣ ΕΠΗΓΓΕΙΛΑΤΕ ΑΠΟΘΝΗΣΚΕΙΝ ΔΙ’ ΕΜΕ;»

          Η λειτουργική ζωή δεν είναι μια παράσταση για να την παρακολουθήσουμε ως θέαμα, αλλά μια ευκαιρία γεύσης βασιλείας του Θεού.
          Η λειτουργική ζωή δεν είναι ανάμνηση ενός γεγονότος, αλλά μία ευκαιρία για τη βίωσή του. Η λειτουργική ζωή δεν αναφέρεται σε πραγματικότητες του παρελθόντος, αλλά μας δίνει την ευκαιρία να βιώσουμε υπερχρονικές πραγματικότητες. Η βασιλεία του Θεού είναι ένα διαρκές παρόν. Δεν είναι ιστορικές αναμνήσεις, αλλά διαρκείς πραγματικότητες. Όλα στη λειτουργική ζωή συμβαίνουν «σήμερον».
          Για να βιώσουμε αυτό το «σήμερον» πρέπει να συμμετάσχουμε στο γεγονός. Να δεχόμαστε το αγγελικό άγγελμα πως ο Χριστός θα σαρκωθεί μέσα μας και θα λέμε «γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου». Πρέπει κι εμείς ν’ αναβαίνουμε μαζί Του στο σταυρό, όπου θα σταυρώνουμε τον εγωκεντρισμό μας και θα βάζουμε στον τάφο, όπου εκείνος θάβεται, νεκρωμένο τον παλιό εαυτό μας για να ανασταινόμαστε νέοι άνθρωποι μαζί Του.
          Αλλά ενώ όταν ο Χριστός έπασχε «τα πάντα  συνέπασχον τω τα πάντα κτίσαντι» και «πάσα η κτίσις ηλλοιούτο φόβω, θεωρούσα εν σταυρώ κρεμάμενον» για μας τους ανθρώπους είναι δύσκολο να συμπάσχουμε με Εκείνον και να συμμετάσχουμε στην αγωνία Του. Είναι δύσκολο για μας να σταυρώσουμε το ναρκισσισμό μας στο σταυρό της αγάπης για τον πλησίον. Γι’ αυτό αν και συχνά δίνουμε μεγαλόστομες υποσχέσεις στο Χριστό «καν δέη με συν σοι αποθανείν ου μη σε απαρνήσομαι», αρκεί η πίεση μιας παιδίσκης, για να πούμε «ουκ οίδα τον άνθρωπο». Φτάνει μια απειλή για να χάσουμε κάποια μικρή άνεση ή η ελπίδα μιας μικρής απόλαυσης για να ξεχάσουμε την χριστιανική μας ακεραιότητα: «Δεν βαριέσαι, εγώ θα φτιάξω τον κόσμο;».
          Έτσι, όταν η αγάπη σταυρώνεται από τον εγωισμό, ο Χριστός που «τας αμαρτίας ημών φέρει και περί ημών οδυνάται» στρέφει το βλέμμα Του σε μας και λέγει με παράπονο: «Ιδού έρχεται ώρα και νυν ελήλυθεν ίνα σκορπισθήτε έκαστος εις τα ίδια και εμέ μόνον αφήτε» (Ιωάν. 16,32).
          Πραγματικά έρχεται ώρα που πολλοί από εμάς εγκαταλείπουμε το δρόμο της αγάπης για να κουρνιάσουμε στη βολική μας γωνιά και Εκείνος μας λέγει πάλι με παράπονο, όπως έλεγε στους κοιμωμένους μαθητές «κάν μίαν ώραν ουκ ισχύσετε αγρυπνήσαι μετ’ εμού, πώς επηγγείλατε αποθνήσκειν δι’ εμού;».
          Κι όταν εμείς οι «στυλοβάτες» της χριστιανοσύνης εγκαταλείπουμε τόσο εύκολα το Χριστό, βλέπουμε να στέκωνται «παρά τω σταυρώ» Του μερικές γυναίκες «η μήτηρ αυτού και η αδελφή της μητρός αυτού Μαρία η του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή». Οι αδύνατοι και απλοί είναι εκείνοι που χωρίς κηρύγματα στέκονται πλάι Του στο καθημερινό σταύρωμά Του.
          Αν θέλουμε όμως να συναντήσουμε τον αναστημένο Χριστό πρέπει να συμπορευτούμε μαζί Του προς το Σταυρό, εκεί που εκείνος θα σταυρώνεται για τις δικές μας αμαρτίες, να σταυρώσουμε κι εμείς τα εγωκεντρικά μας πάθη. Κι αν δεν έχουμε τη δύναμη να καθαρίσουμε τις καρδιές μας απ’ αυτά τα πάθη που θέλουν να χρησιμοποιήσουν όλους τους ανθρώπους, και αυτόν ακόμη το Θεό, για την ικανοποίηση των δικών μας επιθυμιών, ας βοήσουμε σαν τον Μωυσή: «Κύριε, ο τον ληστήν συνοδοιπόρον λαβών, και τον εν αίματι χείρα μολύναντα», «ιδεών αυτόν και ημάς» που πνευματικά και συναισθηματικά σκοτώνουμε καθημερινά τον αδελφό μας, «καταρίθμησον, ως αγαθός και φιλάνθρωπος» (Αντιφ. ιδ΄ Ακολουθία των Παθών).

          Και τότε ο Κύριος θα σταθεί και θα μας περιμένει να τον ακολουθήσουμε, θα μας φέρει κρατώντας μας τρυφερά το χέρι μπροστά στο σταυρό κι όταν μας δει να λυγίζουμε, θα μας χαϊδέψει με το στοργικό Του βλέμμα και θα μας πει: «θάρσει τέκνον» και τότε θα βρούμε τη δύναμη και θ’ ανεβούμε πάνω στο σταυρό της αγάπης.


π. Φ. Φάρος, «ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΣΗ»
το είδαμε:εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...