Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Χερουβείμ Βελέντζας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Χερουβείμ Βελέντζας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Δεκεμβρίου 07, 2014

Κήρυγμα Κυριακή Ι' Λουκά π. Χερουβείμ Βελέτζας

(κεφ. 13, 10-17) 
  Η διήγηση της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής μας περιγράφει τη θεραπεία της συγκύπτουσας, μιας γυναίκας που λόγω της ασθένειάς της ήταν κυρτωμένη και ταλαιπωρούνταν επί δεκαοκτώ έτη. Όταν την είδε ο Χριστός, ένα Σάββατο που δίδασκε στη Συναγωγή, την σπλαγχνίστηκε, μας λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς, και με ένα Του λόγο, χωρίς αυτή να το ζητήσει, τη θεράπευσε. 
  Ωστόσο το θαύμα αυτό αντί να κάνει τους σκληρόκαρδους φαρισαίους να θαυμάσουν μαζί με όλο το λαό τα μεγαλεία του Θεού, κίνησε την αγανάκτηση του αρχισυνάγωγου, που τους κάλεσε να προσέρχονται τις άλλες μέρες για να θεραπεύονται, και να μη “καταλύουν” την αργία του Σαββάτου. 

  “Υποκριτές”, απαντά ο Ιησούς, “ο καθένας δεν λύνει το Σάββατο το βόδι του ή το γαϊδουράκι του για να πάει να το ποτίσει; και αυτή η γυναίκα, που δεν είναι ζωντανό αλλά παιδί του Αβραάμ, δεν έπρεπε λοιπόν να λυθεί από τα δεσμά που επί δεκαοχτώ χρόνια την είχε δέσει ο διάβολος, επειδή σήμερα είναι Σάββατο;” Μέσα από τη σημερινή διήγηση ο Κύριος στηλιτεύει την υποκρισία και την τυπολατρία όχι μόνον των φαρισαίων, αλλά και κάθε ανθρώπου, κάθε εποχής. 
  Οι φαρισαίοι της εποχής Του είχαν μετατρέψει τις εντολές του Δεκαλόγου και του Νόμου σε ένα στείρο σύστημα υποχρεώσεων και περιορισμών, και γι αυτό συχνά αντιδρούσαν με αγανάκτηση όταν ο Χριστός θεράπευε τα Σάββατα, σε σημείο να λένε ότι εφόσον δεν τηρεί το Σάββατο, δεν προέρχεται από τον Θεό1. Η τυπολατρία τούς έκανε να θεωρούν τους εαυτούς τους αυτάρκεις έναντι του Θεού, σαν τον πλούσιο της περασμένης Κυριακής, που θεωρούσε τον εαυτό του τέλειο, μιας που δεν είχε κλέψει και δεν είχε σκοτώσει. Αγανακτούν οι φαρισαίοι που ο Χριστός κάνει θαύματα το Σάββατο, αγανακτούν που συνομιλεί και τρώει μαζί με αμαρτωλούς, αγανακτούν όταν βλέπουν τους μαθητές Του να τρώνε χωρίς προηγουμένως να έχουν πλύνει τα χέρια τους, ή να μην τηρούν επακριβώς τις νηστείες2. 
  Ο Χριστός όμως την περασμένη Κυριακή δίδαξε την ανάγκη της εξόδου από την εγωκεντρική αυτάρκεια και σήμερα μάς δείχνει ότι πάνω από τους τύπους βρίσκεται η ουσία των πραγμάτων και η αλήθεια. Γι αυτό και θα πει χαρακτηριστικἀ ότι δεν είναι φτιαγμένος ο άνθρωπος για το Σάββατο, αλλά το Σάββατο για τον άνθρωπο3, ότι δηλαδή μεγαλύτερη σημασία έχει ο άνθρωπος ως ψυχοσωματική οντότητα, παρά η επακριβής τήρηση κάποιων κανόνων, ιδίως όταν παραβλέπεται το ανθρώπινο πρόσωπο. 
  Το μήνυμα όμως του Ευαγγελίου, το κήρυγμα του Χριστού αλλά και ο τρόπος της ενανθρώπησής Του και του Πάθους Του δίνουν προτεραιότητα στην ελευθερία του ανθρώπινου προσώπου και στοχεύουν στην πνευματική του αποδέσμευση τόσο από τα δεσμά της αμαρτίας όσο και από τις στείρες υποχρεώσεις που φορτίζουν και καταπιέζουν τον άνθρωπο. Η τυπική και μηχανιστική τήρηση των εντολών του Θεού τελικά δεν μας προσφέρει τίποτα, αν στην καρδιά μας δεν πρυτανεύει η αγάπη προς τον πλησίον, η ευσπλαχνία και η διάθεση της προσφοράς και της αυτοθυσίας.
   Το μήνυμα επομένως της σημερινής περικοπής μας αγγίζει και μας αφορά όλους, μιας που συχνά, ίσως και ασυναίσθητα, προτάσσουμε τις εντολές του Θεού και βάζουμε σε δεύτερη μοίρα την αγάπη προς τον πλησίον. Άλλες φορές πάλι, είτε θεωρούμε τους εαυτούς μας εντάξει έναντι του θεού, και άρα ο Θεός μάς οφείλει, είτε αγανακτούμε όταν κάποιοι από τους αδελφούς μας δεν τηρούν όλα όσα εμείς τηρούμε, και προσπαθούμε να τους πειθαναγκάσουμε να ακολουθήσουν το δικό μας μοτίβο πίστεως και ασκήσεως.
  Διανύουμε την περίοδο της νηστείας των Χριστουγέννων και πολλοί από εμάς νηστεύουμε και προετοιμαζόμαστε για την μεγάλη εορτή που έρχεται. Αν κάποιοι ανάμεσά μας δεν τηρούν τη νηστεία, ας μη τους κατακρίνουμε. Ας θυμηθούμε ότι πάνω από τη νηστεία, πάνω από κάθε εξωτερικό τύπο, σημασία έχει να μη καταλύεται ο σύνδεσμος της αγάπης. Και το ένα είναι ωφέλιμο, και το άλλο ουσιώδες. 
  Αλίμονο αν παραθεωρήσουμε είτε το ένα είτε το άλλο, ή αν προσπαθήσουμε να επιβάλλουμε στους ανθρώπους γύρω μας τη στάση μας και τις επιλογές μας.  Αλίμονο αν γίνουμε τυπικοί τηρητές των υποχρεώσεών μας απέναντι στο Θεό, και λησμονήσουμε τη μεγαλύτερη των εντολών Του, αυτή της αγάπης προς τον πλησίον.
  Χαρακτηριστική είναι άλλωστε και η διήγηση από το βίο ενός σύγχρονου γέροντα, του π. Ιακώβου Τσαλίκη, που ήταν ηγούμενος στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ στην Εύβοια: όταν κάποτε είχαν ψήσει κρέας και όλοι μαζί οι μοναχοί γευμάτιζαν, χάρηκε που είδε τα πνευματικά του τέκνα να έχουν αγάπη και ομόνοια και τους είπε : “κρέας παιδιά μου να τρώτε, τις σάρκες των αδελφών σας να μην τρώτε”. 

 1. Ιω. 9, 16: “ ἔλεγον οὖν ἐκ τῶν Φαρισαίων τινές͵ Οὐκ ἔστιν οὗτος παρὰ θεοῦ ὁ ἄνθρωπος͵ ὅτι τὸ σάββατον οὐ τηρεῖ. ἄλλοι δὲ ἔλεγον͵ Πῶς δύναται ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς τοιαῦτα σημεῖα ποιεῖν; καὶ σχίσμα ἦν ἐν αὐτοῖς”. 2. Βλ. Μαρ. 2, 14 – 3, 6. 3. Μαρ. 2, 27 : “καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς͵ Τὸ σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο καὶ οὐχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ σάββατον 
πηγή
Το είδαμε εδώ

Πέμπτη, Νοεμβρίου 20, 2014

Κήρυγμα εις τα Εισόδια της Θεοτόκου π. Χερουβείμ Βελέτζας


Εορτάζει σήμερα και πανηγυρίζει η Εκκλησία μας την είσοδο της Παναγίας Παρθένου στο Ναό του Σολομώντος, όταν τριετές νήπιο την αφιέρωσαν στον Θεό οι άγιοι γονείς της, ο Ιωακείμ και η Άννα. Το γεγονός αυτό δεν αναφέρεται στα Ευαγγέλια, αποτελεί όμως από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια στοιχείο της ιεράς Παραδόσεως της Εκκλησίας μας και περιγράφεται στο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου. Σύμφωνα λοιπόν με τα όσα η διήγηση αυτή, αλλά και η υμνολογία και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας διασώζουν, τόσο η γέννηση της Θεοτόκου όσο και ο βίος της μέχρι που γέννησε τον Χριστό ορίζονται από μια σειρά θαυμαστών γεγονότων.
Ο Ιωακείμ και η Άννα, γέροντες στην ηλικία και άτεκνοι, δέχονται από τον αρχάγγελο Γαβριήλ την είδηση ότι η Άννα θα γεννήσει παιδί. Και όντως, λύνεται η στείρωση της Άννας και αποκτούν την Μαρία. Σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο, κάθε πρωτότοκο αγόρι έπρεπε να το αφιερώσουν οι γονείς του στο Ναό του Σολομώντα, μέχρι την ηλικία των δώδεκα ετών. Μη έχοντας άλλο παιδί, και θέλοντας να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους προς τον Θεό, ο Ιωακείμ και η Άννα αποφάσισαν να αφιερώσουν την Παναγία. Όταν λοιπόν έγινε τριών ετών, προσήλθαν στο Ναό και προσέφεραν την Μαρία στο Θεό. Ο Αρχιερέας, έπειτα από θεϊκή υπόδειξη, την εισήγαγε στα Άγια των Αγίων, όπου μόνος αυτός μία φορά το χρόνο επιτρεπόταν να εισέλθει για να θυμιάσει την Κιβωτό της Διαθήκης. Εκεί η Παναγία μας έζησε μέχρι που έγινε δώδεκα ετών, ενώ καθημερινά άγγελος Κυρίου της έφερνε τροφή και την διακονούσε.


Σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, η είσοδος της Παρθένου Μαρίας στα Άγια των Αγίων και η εκεί διαμονή της μέχρι την ώρα που την μνηστεύθηκε ο Ιωσήφ, αποτελεί μέρος του σχεδίου του Θεού για την σωτηρία των ανθρώπων. Ο Θεός δηλαδή, θέλοντας να προστατέψει και να διατηρήσει αγνή και αμόλυντο την μέλλουσα να γίνει Μητέρα του Υιού Του, την δέχεται στα άδυτα του Ναού, και την σκεπάζει και την γαλουχεί με την διαρκή παρουσία Του και αποστέλλει άγγελο να διακονεί την Παναγία. Μέσα στο πλέον άγιο επί της γης περιβάλλον, δεν μπορεί να γνωρίσει η Μαρία την κακία του κόσμου, ούτε την αμαρτία, ούτε την αλλοίωση που επιφέρει στον άνθρωπο ο εγωισμός, η κενοδοξία και τα άλλα πάθη. Παραμένει λοιπόν καθαρή από κάθε πνευματικό ρύπο και γνωρίζει σε βάθος την αγάπη του Θεού, και την διαρκή παρουσία Του στη ζωή της.


Και όταν έλθει ο αρχάγγελος Γαβριήλ να της μεταφέρει την πρόσκληση του Θεού να γίνει Μητέρα του Θεανθρώπου Χριστού, τότε εκείνη όχι μόνο θα συναινέσει με ταπείνωση και συστολή στο θέλημα του Θεού, αλλά και θα προσφέρει την αμόλυντη ανθρώπινη φύση της για να την προσλάβει και να γεννηθεί ο Υιός και Λόγος του Θεού, τέλειος Θεός, γεννηθείς αχρόνως εκ της ουσίας του Πατρός, και τέλειος άνθρωπος, γεννηθείς εν χρόνω εκ των παρθενικών αιμάτων της Υπεραγίας Θεοτόκου.


Χαιρόμαστε λοιπόν σήμερα και πανηγυρίζουμε, μαζί με τις λαμπαδηφόρες παρθένες που συνοδεύουν την Παναγία μας στα Άγια των Αγίων. Χαιρόμαστε και πανηγυρίζουμε μαζί με τους αγίους γονείς της, που έφεραν στον κόσμο και είδαν με τα μάτια τους την Θεομήτορα Μαριάμ. Χαιρόμαστε και πανηγυρίζουμε και δοξάζουμε τον Θεό, που με τρόπο μυστικό και θαυμαστό προστάτεψε και ανέθρεψε την Παναγία μας, ώστε να έλθει στην τελειότητα και στο κάλλος το πνευματικό που απαιτούσε η μεγάλη της αποστολή και προσφορά στον κόσμο. Δοξάζουμε τον Θεό για την ανεξιχνίαστη πρόνοιά Του και για την άπειρη αγάπη Του για τον άνθρωπο, και υμνούμε και μεγαλύνουμε την Παναγία μας, που ολόκληρη η ζωή της ήταν ένα θαύμα με σκοπό τη δική μας σωτηρία και απολύτρωση. Την δοξάζουμε και την προσκυνούμε, όχι μόνο γιατί έγινε η Μήτηρ της Ζωής, αλλά και επειδή αποτελεί την Μητέρα όλου του κόσμου και το υπέρτατο παράδειγμα ανθρώπου που έχει αφιερώσει τη ζωή του στον Θεό.


Χαιρόμαστε λοιπόν και πανηγυρίζουμε σήμερα, μαζί με τους Προφήτες και τους Αγγέλους και τους αγίους και τους υμνογράφους της Εκκλησίας μας, και ψάλλουμε:


“Σήμερον τῷ Ναῷ προσάγεται, ἡ Πανάμωμος Παρθένος, εἰς κατοικητήριον τοῦ παντάνακτος Θεοῦ, καὶ πάσης τῆς ζωῆς ἡμῶν τροφοῦ. Σήμερον τὸ καθαρώτατον ἁγίασμα, ὡς τριετίζουσα δάμαλις, εἰς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων εἰσάγεται· Tαύτῃ ἐκβοήσωμεν, ὡς ὁ Ἄγγελος· Χαῖρε μόνη ἐν γυναιξὶν εὐλογημένη”1.



1Δοξαστικό των Αίνων της εορτής.



 πηγή

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 20, 2014

Κυριακή μετά την Ύψωσιν

Ο Νόμος και η κατά Χριστόν ζωή

Γαλ. 2.16-20 
Ἀδελφοί εἰδότες ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. 17 Εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο. 18 εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. 19 ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. 20 Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός·


«Ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. 2.19-20). Με αυτή την φράση συνοψίζει ο Απόστολος Παύλος όλα όσα εξηγεί στην επιστολή του προς τους Γαλάτες, η οποία αποτελεί απάντηση στο ερώτημα εάν οι χριστιανοί πρέπει να τηρούν τις εντολές του Μωσαϊκού νόμου. Η αφορμή βέβαια είχε δοθεί από το ζήτημα που είχε προκύψει την εποχή εκείνη, αν δηλαδή οι εξ εθνών χριστιανοί έπρεπε να περιτέμνονται ή όχι. Ο Απόστολος Παύλος δίνει με την επιστολή αυτή μία σαφή και κατηγορηματική απάντηση, η σπουδαιότητα της οποίας οδήγησε την Εκκλησία ώστε να ορίσει αποσπάσματα της προς Γαλάτας επιστολής να διαβάζονται την Κυριακή πριν από την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού και την Κυριακή μετά την Ύψωση.

Και γιατί λέει ότι έχει πεθάνει για τον νόμο, προκειμένου να ζήσει για τον Χριστό; Την απάντηση μάς δίνει ο ίδιος ο απόστολος Παύλος. Εμείς, λέει, που είμαστε από τη φύση μας Ιουδαίοι, γαλουχημένοι από μικρή ηλικία στην διδασκαλία του νόμου, αφήσαμε την πρότερη πολιτεία και καταφύγαμε στον Χριστό. Επειδή είδαμε ότι δεν δικαιώνεται ο άνθρωπος από τα έργα του νόμου, αλλά με την πίστη στον Χριστό, γι αυτό και πιστέψαμε στον Χριστό, ούτως ώστε να δικαιωθούμε εξαιτίας της πίστεως στον Χριστό και όχι από τα έργα του νόμου, γιατί κανείς δεν θα δικαιωθεί από τα έργα του νόμου.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος εξηγεί ότι αφήνουμε τον νόμο όχι ως κακό ή πονηρό, αλλά ως ασθενή και ατελή, και εφόσον ο νόμος δεν παρέχει δικαιοσύνη, τα έργα του νόμου είναι πλέον περιττά. Και για να δείξει ότι δεν είναι μόνο περιττά αλλά και επικίνδυνα, προσθέτει ο Παύλος τα εξής: γιατί εάν ζητώντας να δικαιωθούμε εν Χριστώ βρεθήκαμε οι ίδιοι αμαρτωλοί – και έχουμε ανάγκη και πάλι τον νόμο – άρα ο Χριστός είναι διάκονος της αμαρτίας; Γιατί εάν αφήσαμε τον νόμο για τον Χριστό και δεν αρκεί η άφεση και η λύτρωση που παρέσχε με τον Σταυρό και την Ανάστασή Του, τότε ο ίδιος γίνεται για εμάς αιτία κατακρίσεως και ουσιαστικά δεν έχει την δύναμη να μάς λυτρώσει. Ομοίως και εγώ, εάν άφησα τον νόμο για την πίστη στον Χριστό και τώρα επιστρέφω στα έργα του νόμου, καθιστώ τον εαυτό μου παραβάτη, και μάλιστα διπλό, εφόσον από τη μια άφησα τον νόμο και από την άλλη απιστώ στον Χριστό.

Επομένως, «τό Εὐαγγέλιον ἀνατρέπεται διά τῆς παρατηρήσεως τοῦ νόμου»*. Γιατί εκείνος που θεωρεί ότι πρέπει να εφαρμόζεται έστω και μία εντολή από τον Μωσαϊκό νόμο, θεωρεί την συγγνώμη και την λύτρωση που παρέσχε ο Χριστός στον κόσμο διά της πίστεως και της μετανοίας ως κάτι το ατελές και ανίσχυρο. Και επιπλέον, εάν ισχύει έστω και μία από τις εντολές του νόμου, τότε θα πρέπει να ισχύουν όλες ανεξαιρέτως. Αυτό όμως δεν είναι Ευαγγέλιο εν Χριστώ αλλά ιουδαϊσμός.

Γι αυτό και ο απόστολος Παύλος τέμνει κατηγορηματικά κάθε σχέση με τον Μωσαϊκό νόμο λέγοντας: «εγώ με τον νόμο πέθανα για τον νόμο, ώστε να ζήσω για τον Θεό» Εννοεί δηλαδή είτε ότι εφόσον εφαρμόζει τον νόμο της χάριτος του Χριστού, ο παλαιός νόμος είναι πλέον ανενεργός, είτε ότι εφόσον δεν τηρεί έστω και μία εντολή του νόμου εκείνου, είναι σύμφωνα με τον νόμο νεκρός. Και συνεχίζει: «Σταυρώθηκα μαζί με τον Χριστό και δεν ζω πλέον εγώ, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός. Και αυτό που ζω τώρα με την σάρκα μου, το ζω με πίστη στον Υιό του Θεού, ο οποίος με αγάπησε και παρέδωσε τον εαυτό του θυσία για μένα». Μεταθέτει δηλαδή την προσοχή των ακροατών του από τα έργα του νόμου στην εν Χριστώ ζωή.

Τα στοιχεία πάλι της εν Χριστώ ζωής είναι πρώτο, να συσταυρωθούμε με τον Χριστό, να ταπεινωθούμε δηλαδή και να νεκρώσουμε τον παλαιό άνθρωπο με τις επιθυμίες και με τα πάθη του. Δεύτερο, να γίνουμε μιμητές του Χριστού στην αγάπη, στην φιλανθρωπία, στην θυσία υπέρ των αδελφών μας. Και τέλος, να συναναστηθούμε με τον Χριστό στο φως της Αναστάσεώς Του και να ζήσουμε την εντός ημών Βασιλεία του Θεού, προσδοκώντας «ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος».

Ακόμη και σήμερα πολλοί από εμάς προσπαθούν να μετρήσουν την ζωή των χριστιανών με γνώμονα τις εντολές του Μωσαϊκού νόμου. Πολλές φορές μάλιστα επιχειρούν να επιβάλλουν την τήρηση κάποιων από αυτές, επικαλούμενοι τις τιμωρίες και τις απειλές που διατυπώνονται στην Παλαιά Διαθήκη. Η Εκκλησία με την σημερινή αποστολική περικοπή μάς υπενθυμίζει την πληρότητα και την υπεροχή της αγάπης και της χάριτος του Χριστού, την υπεροχή του Σταυρού απέναντι σε ολόκληρο τον νόμο. Με τον Σταυρό και την Ανάσταση χάρισε ο Θεός στον κόσμο την άφεση και την λύτρωση, η οποία παρέχεται διά της πίστεως και διά της μετανοίας. Το ζητούμενο δεν είναι να ζούμε σύμφωνα με τις εντολές του νόμου, ούτε καν σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού, ούτε ακόμη να ζούμε σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, αλλά να ζει μέσα μας ο Χριστός, όπως διατείνεται ο απόστολος Παύλος.

Και ο Χριστός ζει μέσα μας όταν αποβάλλουμε τόσο το κοσμικό όσο και το ιουδαϊκό φρόνημα, όταν νεκρώσουμε δηλαδή τον παλαιό άνθρωπο του νόμου και της αμαρτίας και όταν γευτούμε την άπειρη ευεργεσία του Θεού και την χάρη της απολυτρώσεως και όταν, αφού αντιληφθούμε το μέγεθος της φιλανθρωπίας και της αγάπης του Θεού, γίνουμε και εμείς φιλάνθρωποι και πρόθυμοι να θυσιάσουμε ακόμα και την ζωή μας για τον αδελφό και τον πλησίον μας. Αμήν.

π. Χ.Β.
_______________
* Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

Σάββατο, Ιουλίου 19, 2014

Κυριακή ΣΤ' Ματθαίου Ματθ. 9, 1-8 π. Χερουβείμ Βελέτζας

Ένα ακόμα θαύμα του Χριστού μάς περιγράφει σήμερα ο ευαγγελιστής Ματθαίος, το οποίο αποτελεί συνέχεια της διήγησης της περασμένης Κυριακής, όπου είχε θεραπεύσει τους δύο δαιμονισμένους στη χώρα των Γαδαρηνών, και οι κάτοικοι της πόλης εκείνης αντί να Τον υποδεχτούν Τον παρεκάλεσαν να φύγει. Μπήκε ο Κύριος πάλι στο πλοίο και επέστρεψε στη Γαλιλαία. Εκεί του έφεραν έναν παράλυτο, κατάκοιτο στο κρεβάτι, και καθώς είδε ο Ιησούς την πίστη των ανθρώπων, λέει στον παράλυτο “έχε θάρρος, παιδί μου, οι αμαρτίες σου έχουν συγχωρεθεί”. Κάποιοι από τους γραμματείς σκέφτηκαν ότι ο Χριστός βλασφημεί και ο Κύριος, γνωρίζοντας τις σκέψεις τους, ρωτά “γιατί έχετε πονηρούς λογισμούς μέσα σας; τί είναι άραγε ευκολότερο να πει κανείς, συγχωρούνται οι αμαρτίες σου, ή σήκω και περπάτα; για να δείτε όμως ότι ο υιός του ανθρώπου έχει εξουσία να συγχωρεί στη γη αμαρτίες”, λέει στον παράλυτο: “σήκω, και πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου”. Έτσι κι έγινε: σηκώθηκε ο ασθενής και επέστρεψε στο σπίτι του, ενώ ο κόσμος που είδε το θαύμα κυριευμένος από δέος δόξαζε τον Θεό, που δίνει τόσο μεγάλη εξουσία στους ανθρώπους.

Παρά το σύντομο της σημερινής διήγησης, τα μηνύματα που αντλούμε από αυτή είναι πολλά και πλούσια. Και πρώτα από όλα, αντιπαραβάλλονται η πίστη των απλών ανθρώπων με την αμφισβήτηση των γραμματέων. Όπως πολλές φορές έχουμε δει, σχεδόν σε κάθε θαύμα που έκανε ο Χριστός, απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η πίστη εκείνου που το ζητά. Τόσο ο παράλυτος της σημερινής περικοπής, όσο και οι άνθρωποι που τον μετέφεραν, είχαν πίστη μέσα τους, γι αυτό και ο Κύριος, πριν ακόμα εκφράσουν με λόγια την επιθυμία τους, σπεύδει να παράσχει την ίαση. Αυτή η πίστη, δυστυχώς, συχνά απουσιάζει από τις καρδιές μας, ακόμα και όταν παρακαλούμε στις προσευχές μας τον Θεό να επέμβει στη ζωή μας, να μας βοηθήσει, να κάνει ένα μικρό ή μεγαλύτερο θαύμα. Τα χείλη μας μπορεί να προσεύχονται, η καρδιά μας όμως διατηρεί αμφιβολίες ότι ο Θεός θα μας ακούσει ή ότι θα μας βοηθήσει. Και αυτό, άλλοτε μπορεί να αποτελεί δική μας πνευματική αδυναμία, και άλλοτε έναν από τους μεγαλύτερους πειρασμούς στη ζωή μας, που σκοπό έχει να αποδυναμώσει την προσευχή μας και ουσιαστικά να μας απομονώσει από τον Θεό. Πίστη όμως είναι η βεβαιότητα ότι για τον Θεό τα πάντα είναι δυνατά, ότι στο θέλημά Του τίποτα δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο, ότι ο Θεός νοιάζεται για τα πλάσματά Του και συντρέχει σε όσους Τον επικαλούνται με ταπείνωση και συντριβή καρδίας. Πίστη είναι η σιγουριά για πράγματα που δεν είναι ορατά με το ανθρώπινο μάτι, όπως η άφεση των αμαρτιών την οποία παρέχει σήμερα ο Κύριος στον παράλυτο.
Ένα άλλο μήνυμα είναι ότι ο Χριστός είναι ο ιατρός όχι μόνο των σωμάτων, αλλά και των ψυχών μας. Θεωρεί τον άνθρωπο στο σύνολό του, και δεν περιορίζεται μόνο στη σωματική ασθένεια, γι αυτό και πρώτα ασχολείται με τη θεραπεία της ψυχής, με την συγχώρεση των αμαρτιών. Για τον Θεό δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία η σωματική μας ακεραιότητα, όσο η πνευματική μας υγεία. Το κάθε θαύμα, ακόμα και όταν πρόκειται για αποκατάσταση μιας σωματικής ασθένειας, στοχεύει στην πνευματική μας προκοπή και τελείωση. Κι εδώ συχνά κάνουμε ένα μεγάλο σφάλμα, όταν παρακαλούμε στις προσευχές μας τον Κύριο να μας βοηθήσει σε πράγματα που έχουν σχέση είτε με την καθημερινότητά μας είτε με την σωματική μας υγεία. Καλά κάνουμε βέβαια και παρακαλούμε τον Θεό για όλα αυτά, όμως πρωτίστως οφείλουμε να ενδιαφερόμαστε και να Τον παρακαλούμε για την ψυχική μας θεραπεία, για τη συγχώρεση των αμαρτιών μας, για την καλλιέργεια των αρετών. Γι αυτό και σε αρκετές περιπτώσεις που νιώθουμε ότι ο Θεός δεν εισακούει τις προσευχές μας, αυτό οφείλεται στο ότι τα αιτήματά μας είτε δεν απευθύνονται με την δέουσα πίστη, είτε δεν ωφελούν την πνευματική μας υγεία, ειδικά όταν πρόκειται για υλικά αγαθά ή σωματική υγεία.
Τέλος, το τρίτο μήνυμα που αντλούμε από τη σημερινή περικοπή είναι ότι ο Θεός δίνει την εξουσία στους ανθρώπους και της αφέσεως των αμαρτιών, και της σωματικής θαυματουργίας. Βέβαια, ο Χριστός δεν είναι ένας απλός άνθρωπος, είναι ο σαρκωθείς Υιός και Λόγος του Θεού, και δεν χρειάζεται να Του δοθεί η εξουσία αυτή. Τόσο όμως στην Παλαιά Διαθήκη, όσο και στην ιστορία της Εκκλησίας, αυτή η εξουσία έχει δοθεί στους ανθρώπους: οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Άγιοι, αποτελούν τέτοια παραδείγματα, τα οποία δεν έχουν εκλείψει μέχρι τις μέρες μας. Ο Θεός θαυματουργεί στη ζωή μας, τόσο μέσα από ανθρώπους χαρισματικούς, όσο και μέσα από τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας, κυρίως δε με την Εξομολόγηση και την Θεία Ευχαριστία, που αποτελούν το θεραπευτήριο της ψυχής μας.
Πίστη επομένως στον Θεό, καρδιά χωρίς αμφιβολίες και μέριμνα πρωτίστως για τα πνευματικά αγαθά είναι αυτά που χρειαζόμαστε όλοι μας. Και ακόμη, ζωή Μυστηριακή, όχι ατομική θρησκευτικότητα, αλλά συνδεδεμένη με την Εκκλησία, η οποία αποτελεί το σώμα του Χριστού και προσφέρει στον καθένα μας το διαρκές θαύμα της σωτηρίας

Σάββατο, Ιουνίου 21, 2014

Κυριακή Β' Ματθαίου Ματθ. 4, 18-23 π.Χερουβείμ Βελέτζας

Είδαμε την περασμένη Κυριακή ότι έχει μεγάλη σημασία για την πνευματική μας ζωή να προτάσσουμε τον Χριστό ακόμα και από τους γονείς και τους συγγενείς μας και να Τον ομολογούμε ενώπιον των ανθρώπων. Ένα τέτοιο παράδειγμα αφοσίωσης αποτελεί και η σημερινή ευαγγελική περικοπή, κατά την οποία ο Ευαγγελιστής Ματθαίος μας περιγράφει την κλήση των πρώτων Αποστόλων. Περπατούσε, μας λέει, ο Ιησούς στην άκρη της λίμνης της Γαλιλαίας και είδε δύο αδελφούς, τον Σίμωνα Πέτρο και τον Ανδρέα, οι οποίοι, μιας που ήταν ψαράδες, έριχναν το δίχτυ στη θάλασσα. “Ακολουθήστε με, και θα σας κάνω αλιείς ανθρώπων” τους λέει, κι εκείνοι, δίχως δεύτερη σκέψη, παράτησαν τα δίχτυα μέσα στο νερό, και Τον ακολούθησαν. Πιο κάτω βλέπει άλλους δύο αδελφούς, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, μέσα στη βάρκα μαζί με τον πατέρα τους Ζεβεδαίο, να ετοιμάζουν κι εκείνοι τα δίχτυα. Στο κάλεσμά Του, άφησαν αμέσως το πλεούμενο και τον πατέρα τους, και ακολούθησαν τον Ιησού, ο οποίος περιόδευε σε ολόκληρη την Γαλιλαία διδάσκοντας το Ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού και θεραπεύοντας κάθε είδους ασθένεια.

Ούτε γονείς σκέφτηκαν οι μαθητές του Χριστού, ούτε περιουσία, ούτε την ίδια τους την εργασία, ούτε καν τον τρόπο με τον οποίο θα εξασφάλιζαν τα προς το ζην. Αλλά χωρίς δισταγμό, χωρίς δεύτερη σκέψη, εγκατέλειψαν πίσω τους τα πάντα και ακολούθησαν τον Ιησού. Ακολούθησαν έναν άγνωστο, ο οποίος ακόμα δεν είχε αποκτήσει τη φήμη του Διδασκάλου, κι όμως ο λόγος Του τους σαγήνεψε και τους γέμισε με τέτοια σιγουριά, ώστε να τολμήσουν μέσα σε μια στιγμή να αλλάξουν τη ζωή τους ολόκληρη. Μια τέτοια απόφαση δεν είναι καθόλου απλή, ούτε εύκολη. Απαιτεί τόλμη, πίστη και καθαρότητα καρδιάς, στοιχεία που αναγνωρίζει ο Ιησούς στους ψαράδες τους οποίους καλεί να Τον ακολουθήσουν.
Σε αντίθεση με τους φαρισαίους, οι ψαράδες της Γενησαρέτ δεν έχουν εντρυφήσει στο Μωσαϊκό νόμο, δεν γνωρίζουν πολλά για τις Γραφές, δεν ασχολούνται σχολαστικά με την τήρηση των κανόνων που έχουν επιβάλλει οι νομομαθείς. Οι γραμματείς και οι φαρισαίοι μπορεί να γνώριζαν το Νόμο, ωστόσο η υπερηφάνεια τους και η ασφάλεια που ένοιωθαν εξαιτίας των γνώσεών τους και της διακεκριμένης θέσης τους στην εβραϊκή κοινωνία, δεν τους επέτρεψε να αναγνωρίσουν στο πρόσωπο του Ιησού τον Λυτρωτή του κόσμου, τον αναμενόμενο Μεσσία. Διέθεταν γνώση, αλλά τους έλλειπε η αληθινή πίστη. Ένιωθαν τέλειοι, και γιαυτό δεν ήταν διατεθειμένοι να εγκαταλείψουν την ατομική τους ασφάλεια και να διακινδυνεύσουν να γίνουν οπαδοί μιας νέας διδασκαλίας, η οποία ασφαλώς απαιτούσε αγώνα. Εγκλωβισμένοι μέσα στην τυπολατρία και την υποκρισία, δεν διέθεταν την καθαρότητα της καρδιάς, ώστε να δουν και να αναγνωρίσουν την Αλήθεια. Και για την κατάστασή τους αυτή δεν ευθύνεται ασφαλώς η μελέτη και η γνώση των Γραφών, αλλά η αυτοεκτίμηση και ο εγωισμός τον οποίο είχαν καλλιεργήσει μέσα τους με αφορμή την υπεροχή τους έναντι των άλλων, των ταπεινών συνανθρώπων τους.
Γι αυτό και ο Χριστός καλεί τους ταπεινούς ψαράδες, οι οποίοι αν και δεν έχουν τα εφόδια των φαρισαίων, διαθέτουν την απλότητα, την καθαρότητα, την ευθυκρισία και την ταπείνωση, στοιχεία απαραίτητα για να δεχτούν το μήνυμα του Ευαγγελίου. Εξαιτίας πάλι της φύσεως του επαγγέλματός τους, έχουν μάθει να μη θεωρούν τίποτα ως δεδομένο και να εμπιστεύονται την πρόνοια του Θεού. Έτσι τολμούν να εγκαταλείψουν τα πάντα, τη δουλειά τους, τα δίχτυα, τους συγγενείς τους, να εμπιστευτούν τα λόγια του Διδασκάλου και να Τον ακολουθήσουν.
Αυτά τα στοιχεία, την πίστη δηλαδή, την άρνηση κάθε πράγματος που μας κρατά προσηλωμένους σε γήινα πράγματα όπως η οικογένεια ή η εργασία, και την αυθόρμητη κίνηση της καρδιάς μας ζητά από όλους μας ο Κύριος προκειμένου να Τον ακολουθήσουμε. Η πίστη στο Χριστό, η μίμηση της ζωής των Αποστόλων, η ζωή σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, προϋποθέτει την αποδέσμευσή μας από κάθε τι που μπορεί να σταθεί εμπόδιο σε αυτή. Για τον λόγο αυτό τονίζεται ιδιαίτερα, και στις δύο περιπτώσεις της σημερινής περικοπής, ότι οι Απόστολοι εγκατέλειψαν τα πάντα και στη συνέχεια ακολούθησαν τον Ιησού.
Στη σύγχρονη κοινωνία μας, περισσότερο από ό,τι κατά το παρελθόν, οι άνθρωποι φροντίζουμε να εξασφαλίσουμε την προσωπική μας άνεση, το βόλεμά μας σε κάθε επίπεδο, ακόμη και στον τρόπο με τον οποίο ασκούμε την θρησκευτικότητά μας. Γι αυτό και συχνά δεν είμαστε πρόθυμοι να ακολουθήσουμε τον δρόμο της ασκήσεως που η Εκκλησία ανέκαθεν υποδεικνύει σε κάθε πιστό. Αρκούμαστε στα λίγα, στην ημιμάθεια, στην αποφυγή κάθε πνευματικής προσπάθειας. Και λησμονούμε ότι αν θέλουμε να είμαστε και να λεγόμαστε αληθινοί μαθητές του Χριστού, τότε οφείλουμε να εγκαταλείψουμε τα πάντα και να Τον ακολουθήσουμε, στο δρόμο που οδηγεί στο Γολγοθά και στην Ανάσταση.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 09, 2014

Μνήμη Αγίου Χαραλάμπους (10 Φεβρουαρίου) Τα της Πίστεως κατορθώματα π. Χερουβείμ Βελέτζας

Όταν μελετάμε τις διηγήσεις των μαρτυρίων που με καρτερικότητα υπέμειναν οι άγιοι Μάρτυρες της Αγίας μας Εκκλησίας δύο κυρίως πράγματα μας προξενούν την μεγαλύτερη έκπληξη: η ακράδαντη πίστη τους στον Θεό και η άκαμπτη γενναιότητα απέναντι στα ποικίλα βασανιστήρια που μηχανεύονταν τα πολυμήχανα μυαλά των διωκτών του Χριστιανισμού. Ίσως κανείς προτάξει την νεότητα και το ενθουσιώδες του χαρακτήρα που την διακρίνει, ως αιτία αυτής της σθεναρής στάσεως των, νέων συνήθως, Μαρτύρων. Όμως το παράδειγμα αγίων όπως του Αγίου Χαραλάμπους, που τιμάμε την μνήμη του στις 10 Φεβρουαρίου, διαψεύδει κάθε τέτοια θεωρία.

Ο έπαρχος της Μαγνησίας (της Μ. Ασίας) Λουκιανός, όταν κήρυξε τον διωγμό του κατά των Χριστιανών το 202 μ.Χ., θέλησε στο πρόσωπο του Ιερέα Χαραλάμπους να καταφέρει ένα καίριο όσο και εύκολο –όπως τουλάχιστον νόμιζε- πλήγμα στους πιστούς της περιοχής. Εύκολο, διότι ο υπεραιωνόβιος πρεσβύτης, που έφερε πάνω του το βάρος εκατόν δέκα τριών ετών, στη δύση πλέον του βίου του δεν θα παρουσίαζε μεγάλη αντίσταση καίριο δε επειδή η υποχώρηση του ηγέτη της τοπικής εκκλησίας θα εξασθενούσε και τις αντιστάσεις όλων των μελών της. Η αλήθεια είναι πως ένας νέος άνθρωπος αψηφά πολύ εύκολα τη ζωή του, αντίθετα ο ηλικιωμένος αισθανόμενος το τέρμα της επιγείου ζωής επιθυμεί κάθε δυνατή παράταση.
Αυτά σκεπτόμενος ο Λουκιανός, και σε εφαρμογή σχετικού αυτοκρατορικού διατάγματος διωγμού των Χριστιανών, κάλεσε τον Γέροντα Ιερέα ενώπιόν του και του ζήτησε να αρνηθεί τον Θεό που επί τόσα πολλά χρόνια υπηρετούσε. Η άρνηση του Αγίου σηματοδοτεί και την έναρξη των βασανιστηρίων. Η απόφαση είναι σκληρή: δύο πανίσχυροι δήμιοι με σιδερένιες χειράγρες που καταλήγουν σε σουβλερά νύχια αναλαμβάνουν να γδάρουν ζωντανό τον Άγιο. Του γδέρνουν πρώτα το κεφάλι και συνεχίζουν στο μεγαλύτερο μέρος του σώματός του. Η υπομονή όμως και η καρτερικότητα του Αγίου Χαραλάμπους μεταστρέφει τις σκληρές καρδιές τους και τους κάνει να ομολογήσουν τον αληθινό Θεό. Ο Βάπτος και ο Πορφύριος (οι δήμιοι) και τρεις ακόμα χριστιανές αποκεφαλίστηκαν, και το έργο του βασανισμού ανέλαβε ο δούκας Λούκιος. Μόλις όμως επεχείρησε κατά του μάρτυρος, κοπήκανε τα χέρια του από τους αγκώνες κι έμειναν κρεμασμένα πάνω στο καταματωμένο κορμί του Αγίου. Ο Λουκιανός, ύστερα από αυτό το θαυμαστό γεγονός και από τον προσωπικό του συνετισμό –διότι όταν έφτυσε περιφρονητικά τον Άγιο στράφηκε το κεφάλι του ανάποδα και παρέμεινε κοιτώντας προς την πλάτη- αναγκάστηκε να αφήσει ελεύθερο τον Άγιο, ο οποίος παρά τους ιατρικούς όρους, αφού το περισσότερο δέρμα του είχε εκδαρεί, συνέχισε να ζει.
Νέος όμως γύρος μαρτυρίων αναμένει τον Άγιο Χαράλαμπο. Αυτή την φορά ενώπιον του ίδιου του αυτοκράτορα Σεβήρου, που περιοδεύοντας την αυτοκρατορία είχε σταθμεύσει στην γειτονική Αντιόχεια της Πισιδίας. Του καρφώνουν καρφιά στα πλευρά, τον σουβλίζουν στο στήθος, τον ρίχνουν στην πυρά, τον λιθοβολούν, κι όμως ο Μάρτυς δεν λυγίζει! Συνεχίζει με το μαρτύριό του να προσελκύει όλο και περισσότερες ψυχές στον Χριστό, μέχρι και την κόρη του αυτοκράτορα, Γαλήνη. Τελικά καταδικάζεται σε αποκεφαλισμό, παραδίδει όμως την αγία ψυχή του στον Κύριο πριν την εκτέλεση αυτής της τελευταίας αποφάσεως.
Πολλοί, ακόμα και σήμερα, αδυνατούν να κατανοήσουν την τόσο πεισματική εμμονή των μαρτύρων και την ανυποχώρητη στάση τους μπροστά στα βασανιστήρια, φτάνουν δε στο ακρότατο σημείο να θεωρούν αυτήν την κατάσταση ως μια έκφραση ακραίου μαζοχισμού, μίσους και περιφρόνησης προς το ανθρώπινο σώμα. Ακόμα όμως και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, δεν δικαιολογείται η τόσο μεγάλη καρτερικότητα στον πόνο, ούτε βέβαια οι θαυματουργικές οπωσδήποτε διασώσεις και επιβιώσεις από αυτά τα φρικτά, θανατηφόρα βασανιστήρια.
Το θέμα όμως, αν θέλετε, δεν είναι πώς θα αντέξει κανείς στο μαρτύριο, αλλά αν παίρνει ολόψυχα την γενναία απόφαση να μαρτυρήσει για τον Χριστό, αν έχει μέσα του αυτή την μεγάλη Πίστη, την μικρή «ως κόκκον σινάπεως», που του επιβάλλει να μην εγκαταλείψει ούτε για μια στιγμή τον Κύριο και Θεό, αν έχει γευτεί έστω και για λίγο την γλυκύτητα της ζωής και της εν Χριστώ κοινωνίας που του υπαγορεύει την αναζήτηση της αληθινής ευφροσύνης κι ευτυχίας. Διότι όταν υπάρχει η πίστη, ως βίωμα φυσικά, ως τρόπος ζωής και όχι ως θεωρητικό σχήμα ή συναισθηματική κατάσταση, τότε αυτή υπερισχύει πάνω από κάθε αίσθηση και συναίσθημα, πέρα από την πεπερασμένη λογική του ανθρώπινου πνεύματος, έξω από τη σφαίρα των φυσικών νόμων και της συνήθους πραγματικότητας. Έτσι δεν υφίσταται για τον Χριστιανό το ψευδοδίλλημα Χριστός ή επίγεια ζωή, όπως άλλωστε το διατυπώνει και ο Απόστολος Παύλος: «εμοί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος εστί». Κάτω από αυτό το πρίσμα το μαρτύριο αποτελεί οδό σωτηρίας και κατά Θεόν τελειώσεως, πρόσκαιρο βάσανο μη συγκρινόμενο με την αιώνια χαρά, γι αυτό και δεν αποφεύγεται.
Το γεγονός ότι δεν υπάρχει σήμερα η απειλή των διωγμών δεν σημαίνει πως έχει εκλείψει και η ανάγκη για μαρτυρία της Πίστεως στον Κύριο Ιησού Χριστό και την Αγία Του Εκκλησία. Απεναντίας, ο κατακλυσμός των ιδεών και των διαφόρων θρησκευτικοκοινωνικών ρευμάτων επιβάλλουν μια τέτοια στάση και έκφραση. Επιπλέον δε, η διάθεση να δώσουμε την δική μας, την Ορθόδοξη μαρτυρία στον κόσμο και η σθεναρότητα με την οποία υπερασπιζόμαστε τα πιστεύω μας, αποτελούν και απόδειξη της γνησιότητας και του βάθους της Πίστεώς μας. Αλίμονο αν αισθήματα ντροπής, φοβίας, κατωτερότητας, βίας αν θέλετε, μας ωθήσουν σε μια παθητική στάση ανεκτικότητας και ηττοπάθειας: αυτόματα θα σημαίνει έλλειμμα Πίστεως, απουσία βιώματος εν Χριστώ, συμβατική άνευ νοήματος θρησκεία, πνευματικό θάνατο…

(22-2-1999)
πηγή

Παρασκευή, Ιανουαρίου 03, 2014

Κυριακή προ των Φώτων (Μαρ. 1, 1-8) π. Χερουβείμ Βελέτζας

Κατά τη σημερινή Κυριακή, που προηγείται της μεγάλης εορτής των Θεοφανίων, διαβάζουμε το προοίμιο του κατά Μάρκον Ευαγγελίου, που αναφέρεται στη δράση του Ιωάννη του Προδρόμου, στο πρόσωπο του οποίου αναφέρονταν δύο προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης. Στην πρώτη δηλώνει ο Θεός ότι θα αποστείλει τον προάγγελό Του, να προετοιμάσει την οδό του Λυτρωτή. Και στη δεύτερη, ο προφήτης Ησαΐας περιγράφει τον Ιωάννη ως τη “φωνή βοώντος εν τη ερήμω” που προτρέπει τους ανθρώπους να ετοιμάσουν την οδό του Κυρίου και να ακολουθήσουν τον ευθύ δρόμο της μετανοίας. Έτσι, μας λέει ο ευαγγελιστής Μάρκος, ο Ιωάννης βρισκόταν στην έρημο, και κήρυττε βάπτισμα μετανοίας “εις άφεσιν αμαρτιών”, και όλοι προσέτρεχαν και βαπτίζονταν στον Ιορδάνη ποταμό, αφού πρώτα εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους. Φορούσε ένδυμα από τρίχες καμήλας και ζώνη δερμάτινη γύρω από τη μέση του και τρεφόταν με μέλι άγριο και ακρίδες, δηλαδή βλαστάρια από τα άγρια δένδρα της ερήμου. Φαίνεται μάλιστα πως πολλοί τον περνούσαν για το Μεσσία, μας το περιγράφει αυτό καλύτερα ο ευαγγελιστής Ιωάννης, γι αυτό και έλεγε στον λαό ότι “έρχεται πίσω μου ο ισχυρότερός μου, που δεν είμαι άξιος ούτε τα υποδήματά του να λύσω. Εγώ σας βάπτισα στο νερό, εκείνος όμως θα σας βαπτίσει στο Άγιο Πνεύμα”.
Φωνή βοώντος εν τη ερήμω ήταν η φωνή και η παρουσία του Ιωάννη. Στην πνευματική έρημο της απελπισίας που γεννά η αμαρτία, προετοίμασε τον ερχομό του Χριστού, προφέροντας μία και μόνο λέξη, “Μετανοείτε!”. Αν δεν αλλάξετε δηλαδή μέσα σας, αν δεν αναθεωρήσετε τη στάση σας και τη συμπεριφορά σας, ουδεμία ελπίδα υπάρχει να αλλάξει ο κόσμος γύρω σας. Και από ότι φαίνεται, οι άνθρωποι ήταν έτοιμοι να δεχτούν το μήνυμα της μετανοίας. Συνέρρεαν και άκουγαν το κήρυγμα του Ιωάννη, και στη συνέχεια εξομολογούνταν τα αμαρτήματά τους και βαπτίζονταν στον Ιορδάνη ποταμό.
Αυτό όμως δεν ήταν το τέρμα, αλλά η αρχή μιας πορείας πνευματικής. Γι αυτό και ο Ιωάννης δεν επικεντρώνει τη διδασκαλία του ούτε στο βάπτισμα στον Ιορδάνη, ούτε στο δικό του πρόσωπο. Γνωρίζει πολύ καλά και βλέπει ως προφήτης τον Χριστό, που ως Υιός του Θεού είναι σαφώς ανώτερός του, που είναι εκείνος που θα φέρει στους ανθρώπους όχι απλά τη συγχώρεση, αλλά την Λύτρωση και την πνευματική αναγέννηση. Γι αυτό και κάνει σαφή διάκριση ανάμεσα στο δικό του βάπτισμα, που είναι στο νερό, και στο βάπτισμα του Χριστού που θα είναι εν Πνεύματι Αγίω.
Το βάπτισμα του Ιωάννη, όπως είδαμε, ήταν βάπτισμα μετανοίας, βάπτισμα αφέσεως αμαρτιών. Ήταν δηλαδή βάπτισμα εξαγνιστικό, καθαρισμού του ανθρώπου από τον ρύπο της αμαρτίας, και για τούτο προπαρασκευαστικό για το βάπτισμα της πνευματικής αναγεννήσεως με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Το βάπτισμα του Χριστού δεν καθαρίζει απλά τον άνθρωπο, αλλά τον μεταμορφώνει πνευματικά, τον κάνει και πάλι μέτοχο της κοινωνίας με το Θεό και κληρονόμο της ουρανίου Βασιλείας Του. Γι αυτό και μετά την Βάπτιση του Χριστού στον Ιορδάνη, η δράση του Ιωάννη του Προδρόμου θα ανασταλεί, μιας που πλέον ο σκοπός της παρουσίας του θα έχει εκπληρωθεί και η περίοδος της ετοιμασίας του ερχομού του Σωτήρος Χριστού θα έχει παρέλθει.
Ωστόσο, για να γίνουμε μέτοχοι της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, για να αναγεννηθούμε πνευματικά και να ζήσουμε τη χαρά της παλιγγενεσίας και της Αναστάσεως, είναι απαραίτητο και σημαντικό να διαβούμε από το στάδιο της πνευματικής προετοιμασίας. Χωρίς δηλαδή μετάνοια, χωρίς αλλαγή της στάσης μας απέναντι στο Θεό και προς τον πλησίον, δεν μπορούμε να καταστούμε δεκτικοί της Χάριτος του Θεού. Η Μετάνοια, η Εξομολόγηση, η κάθαρση της καρδιάς μας από εμπαθείς και πονηρούς λογισμούς, και κυρίως η απόφασή μας να ακολουθήσουμε τον ευθύ δρόμο της αγάπης του Θεού, είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την πνευματική μας αναγέννηση. Και η μεγάλη ευεργεσία της αγάπης του Θεού δεν είναι άλλη από την ευκαιρία που μας προσφέρεται με την μετάνοια, να αρχίσουμε δηλαδή εκ νέου την πνευματική μας ζωή, να θέσουμε ένα νέο ξεκίνημα, άσχετα από το πόσο χρόνο χάσαμε από τη ζωή μας βαδίζοντας σε κακοτράχαλα μονοπάτια.
Ίσως με τις συνθήκες που επικρατούν στην εποχή μας, το κηρυγμα της μετανοίας να ακούγεται σαν “φωνή βοώντος εν τη ερήμω”, δηλαδή σαν λόγια εξωπραγματικά και ανεφάρμοστα. Ωστόσο, όσο υπάρχουν άνθρωποι, θα έχουν τις ίδιες πνευματικές ανάγκες και τις ίδιες αναζητήσεις. Ακόμα και όταν ψάχνουμε σε λάθος κατευθύνσεις, αυτό που επιζητούμε είναι η κοινωνία της αγάπης και η πληρότητα της ψυχής μας. Μόνο που τότε διαδέχεται η μια απογοήτευση την άλλη. Η ελπίδα του κόσμου βρίσκεται στο μήνυμα του κηρύγματος του Ιωάννη, “μετανοείτε, καθαριστείτε πνευματικά, για να λάβετε από το Χριστό τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, που φέρνει την αληθινή χαρά και πληρότητα στη ζωή σας”. Ας έχουμε λοιπόν τα ώτα της καρδιάς μας ανοιχτά και τις καρδιές μας έτοιμες και δεκτικές.
π. Χερουβείμ Βελέτζας

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 23, 2013

Ετοίμασες την Φάτνη σου;


π. Χερουβείμ Βελέτζας

Αναρωτηθήκαμε ποτέ, γιατί άραγε ο Χριστός διάλεξε να γεννηθεί μέσα στο σπήλαιο και να γείρει, μετά την ενανθρώπησή Του, μέσα στην φάτνη; 
Γιατί δεν γεννήθηκε μέσα σε κάποιο σπίτι, φτωχικό και ταπεινό έστω;
 
Ο Θεός ως άνθρωπος στο πρόσωπο του Χριστού ήλθε και έζησε στην γη ταπεινά κι απαρατήρητα. Ποια όμως ανάγκη εξυπηρέτησε ο συγκεκριμένος τρόπος της Γέννησής Του;

Διότι, αν γεννιόταν σε κάποιο σπίτι, πάλι απαρατήρητος θα περνούσε και πάλι ταπεινός θα ήταν.

Χειρότερο μέρος από το σπήλαιο και την φάτνη δεν υπήρχε, για να δει το φως της ημέρας, ή μάλλον το λαμπύρισμα των άστρων, ο νεογέννητος Μεσσίας!
 
Για τον κάθε κοινό θνητό θα ήταν ντροπή να γεννηθεί σε στάβλο, πόσο μάλλον για τον ίδιο τον Θεό.
 
Αυτό ακριβώς ήθελε όμως να τονίσει ευθύς εξ αρχής ο Κύριος: ότι παρόλο που είναι Θεός, ταπεινώθηκε και έλαβε ανθρώπινη υπόσταση, και αυτή η Θεία ταπείνωση είναι πολύ μεγαλύτερη από το να γεννηθεί κάποιος απλός άνθρωπος μέσα σ΄ έναν κρύο στάβλο.
 
Διάλεξε να γεννηθεί μέσα στο σπήλαιο και όχι σε κανονικό στάβλο, για να μας δείξει ότι ο Θεός δεν κατοικεί μέσα σε χειροποίητους ναούς, αλλά μέσα στις καρδιές όσων αναγνωρίζουν στον εαυτό τους την αναξιότητα να Τον δεχθούν και ζουν ταπεινά, χωρίς κομπασμούς και αυτοπροβολές.
 
Διάλεξε να ανακλιθεί στην φάτνη των αλόγων, για να μας δείξει ότι ήλθε και κατοίκησε μέσα στην α-λογία του κόσμου, ενός κόσμου που κυριαρχούνταν (και μέχρι σήμερα, δυστυχώς, κυριαρχείται) από την αμαρτία, που είναι μωρία στα μάτια του Θεού.
 
Μέσα στην βαβούρα της απογραφής δεν βρέθηκε κατάλυμα για τον νεογέννητο Χριστό, παρά μόνο μια αχυρένια αγκάλη στην φάτνη των αλόγων.
 
Και μέσα στην παραζάλη της αμαρτίας και της υποκρισίας δεν τον αποδέχθηκε ο περιούσιος λαός Του, εκτός από μερικές ταπεινές και συντριμμένες καρδιές απλών ψαράδων, τελωνών και πορνών, που διέθεταν το άχυρο της ταπείνωσης και τον ενστερνίστηκαν ως Διδάσκαλο και σωτήρα.
 
Επέλεξε να γίνουν όλα έτσι, ώστε με την επίσκεψη των Μάγων να γίνει φανερό ποιος είναι ο Βασιλεύς.
 
Οι μακρινοί επισκέπτες παρακάμπτουν στο πρόσωπο του Ηρώδη κάθε επίγεια δόξα και αξίωμα και έρχονται, οι σοφοί του κόσμου, να προσφέρουν τα δώρα τους σ΄ Αυτόν που Του αξίζει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, στο άσημο Βρέφος, στον προ αιώνων Θεό.
 
Μέσα στην σύγχρονη βαβούρα, μέσα στην ζάλη της ετοιμασίας των φαγητών και των γλυκισμάτων, μέσα στην α-λογία των κοσμικών εκδηλώσεων, θα μείνει και πάλι έξω από τις δραστηριότητες των ανθρώπων.
 
Θα ψάξει ξανά για κάποιο σκοτεινό σπήλαιο αυτογνωσίας, που να διαθέτει μια φάτνη ταπείνωσης με λίγο άχυρο γνήσιας αγάπης, κι εκεί θα αναπαυθεί, στις καρδιές κάποιων ανθρώπων που θα ζήσουν και φέτος αυτό το μέγα Μυστήριο της Θείας Ενανθρωπήσεως και θα ψελλίσουν μυστικά, μαζί με τους Αγγέλους, το "Δόξα εν Υψίστοις Θεώ…".
 
Επί δύο χιλιάδες χρόνια κάνει ακριβώς το ίδιο, κάθε ημέρα και κάθε ώρα:
 
Ψάχνει για Φάτνη!
 
Όταν την εντοπίσει, εκεί μένει, και λυπάται όταν δει πως αυτή απουσιάζει.
 
Εδώ και αρκετά χρόνια, αυτή είναι η αγωνία μου, αν δηλαδή διαθέτω την απαιτούμενη φάτνη της ταπείνωσης μέσα στο σπήλαιο της καρδιάς μου και αν την έχω κοσμήσει αρκετά με το άχυρο της αληθινής αγάπης…
 
Αλήθεια, εσύ ετοίμασες την Φάτνη σου;
 

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 14, 2013

ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ π.ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ ΒΕΛΕΤΖΑΣ

 
Στη σημερινή Κυριακή, Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, ακούσαμε από τον Ευαγγελιστή Μάρκο τον ίδιο το Χριστό να μάς περιγράφει την σταυρώσιμη ζωή του Χριστιανού. Ο Κύριος απευθύνει μια πρόσκληση στον καθένα μας, να απαρνηθεί τον εαυτό του και να σηκώσει τον προσωπικό του σταυρό και να ακολουθήσει το Χριστό. Σε αυτά τα τρία σημεία θα λέγαμε ότι συνίσταται η κατά Χριστόν ζωή, που για να καταλήξει στην Ανάσταση και την αιώνιο Ζωή είναι ανάγκη να διέλθει από τον Σταυρό και το Γολγοθά. 

Ο Χριστός λοιπόν καλεί όλους μας σήμερα, αν θέλουμε βέβαια να Τον ακολουθήσουμε, πρώτα απ’ όλα να απαρνηθούμε τον εαυτό μας. Στη Βασιλεία του Θεού δεν χωρούν εγωιστές, δεν χωρούν όσοι ενδιαφέρονται και ασχολούνται μόνο με το δικό τους ατομικό συμφέρον. Για να μπορέσουμε να ακολουθήσουμε την οδό της σωτηρίας είναι ανάγκη να απαγκιστρωθούμε από το Εγώ μας, να αρνηθούμε τον ίδιο μας τον εαυτό. Ο Κύριος στο σημερινό Ευαγγέλιο εξηγεί τη σημασία της αυταπάρνησης του εγώ, λέγοντας ότι όποιος φροντίζει μόνο για τον εαυτό του, τελικά δεν καταφέρνει να σώσει την ψυχή του. Αντίθετα, όποιος θυσιάσει την ζωή του για τον Χριστό και για το Ευαγγέλιο, εκείνος θα σώσει την ψυχή του. Διότι, τονίζει, δεν υπάρχει κανένα όφελος να κερδίσει κανείς όλο τον κόσμο, και όμως να χάσει ή να καταστρέψει την ψυχή του, και δεν υπάρχει μεγαλύτερο και ανταξιότερο αντάλλαγμα από την αυταπάρνηση, προκειμένου να κερδίσουμε την ψυχή μας.
Αλήθεια, τι σημαίνει να απαρνηθούμε τον εαυτό μας; Αν η ζωή του πιστού είναι μίμηση της ζωής του Χριστού, τότε στο πρόσωπο του Θεανθρώπου μπορούμε να δούμε τι σημαίνει αρνούμαι τον εαυτό μου. Ο Υιός και Λόγος του Θεού, από άκρα αγάπη προς τον άνθρωπο συστέλλει την θεότητά Του και γίνεται άνθρωπος, και προσφέρει τον εαυτό Του θυσία επάνω στο Σταυρό, ως λύτρο για την αμαρτία όλου του κόσμου. Η αγάπη λοιπόν προς τον Θεό και προς τον πλησίον είναι αυτή που χρειαζόμαστε, προκειμένου να βάλουμε τον Χριστό, το Ευαγγέλιο και τον συνάνθρωπό μας πάνω από το εγώ μας, και προκειμένου να θυσιάσουμε τις προσωπικές μας βλέψεις και επιθυμίες και να αρνηθούμε με τον τρόπο αυτό τον εαυτό μας. Οι άνθρωποι που δεν έχουν πνεύμα Θεού θεωρούν σημαντικά τα υλικά αγαθά και φροντίζουν άμετρα μόνο για το ατομικό τους συμφέρον, πολλές φορές ακόμη και με αθέμιτα μέσα. Το πραγματικό συμφέρον όμως για κάθε άνθρωπο, πολύ δε περισσότερο για τον Χριστιανό, βρίσκεται και επιτυγχάνεται μέσα από την αυταπάρνηση και την αυτοθυσία, μέσα δηλαδή από την άσκηση και την εφαρμογή της εντολής της Αγάπης.
Το δεύτερο στοιχείο που απαιτείται, μετά την άρνηση του εαυτού μας, προκειμένου να είμαστε γνήσιοι μαθητές του Χριστού, είναι να σηκώσουμε με προθυμία το σταυρό μας. Αν ο Χριστός αγόγγυστα και οικιοθελώς σήκωσε τον Σταυρό Του, μας προσκαλεί σήμερα κι εμείς να σηκώσουμε τον δικό μας σταυρό, εφαρμόζοντας στην πράξη την πρώτη προϋπόθεση, δηλαδή την αυταπάρνηση. Η ζωή δεν έχει χαρακτηριστεί τυχαία σαν κυματώδες πέλαγος και σαν Γολγοθάς. Για τον καθένα μας υπάρχουν δυσκολίες και δοκιμασίες. Και κάθε φορά που καλούμαστε να αρνηθούμε τον εαυτό μας για την αγάπη του Θεού και του πλησίον, μοιάζει σαν ένας σταυρός, που οφείλουμε να σηκώσουμε με προθυμία, με υπομονή και προπαντός με πίστη.
Κι αφού σηκώσουμε το σταυρό μας, ας ακολουθήσουμε το Χριστό. Αυτό είναι και το τρίτο σημείο που ο ίδιος μάς τονίζει. Ας μη δειλιάσουμε, ας μην καταβληθούμε από τους κόπους, αλλά με καρτερικότητα ας Τον ακολουθήσουμε στον ανηφορικό δρόμο του Γολγοθά και ας σταυρωθούμε μαζί με τον Χριστό, σταυρώνοντας τα πάθη και τις επιθυμίες μας, όπως χαρακτηριστικά λέει ο απόστολος Παύλος[1]. Γιατί απλά, μετά το Γολγοθά ακολουθεί η Ανάσταση, η Ζωή και η όντως χαρά.
Ας ακολουθήσουμε λοιπόν όλοι τον Χριστό στην πορεία τη σταυρική, ας απαρνηθούμε τον εαυτό μας, ας σηκώσουμε το σταυρό μας και ας ανέβουμε μαζί Του στο Γολγοθά. Γιατί, όπως ο ίδιος βεβαιώνει στο τέλος της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής, αν δειλιάσουμε και ντραπούμε και Τον αρνηθούμε, τότε και ο ίδιος θα μας αρνηθεί κατά την ημέρα της Κρίσεως, ενώπιον του Θεού και των αγίων Αγγέλων. Αν δειλιάσουμε και ρίξουμε το σταυρό μας ή χειρότερα, αν ακούσουμε τον πειρασμό και κατέβουμε από τον σταυρό, τότε θα τα έχουμε χάσει όλα. Ο Χριστός όμως πάλι μάς ενθαρρύνει λέγοντας ότι όποιος δεν πτοηθεί και Τον ακολουθήσει με πίστη και με υπομονή, θα νικήσει τελικά τον ίδιο το θάνατο και θα ζει αιώνια με τον Αρχηγό της Ζωής, τον Χριστό, όχι μόνο στην αιωνιότητα αλλά και από την παρούσα ζωή.

Δευτέρα, Αυγούστου 26, 2013

Κήρυγμα εις την Αποτομή του Προδρόμου π. Χερουβείμ Βελέτζας





Εορτάζει σήμερα η αγία μας Εκκλησία το μαρτυρικό θάνατο του Ιωάννου του Προδρόμου, εκείνου δηλαδή που όχι μόνο βάπτισε στα νερά του Ιορδάνη τον Κύριο Ιησού Χριστό, αλλά και προετοίμασε τον δρόμο του ερχομού Του, κηρύσσοντας μετάνοια στον κόσμο και δίνοντας το παράδειγμα της ασκητικής ζωής του. Ο Ευαγγελιστής Μάρκος, από τον οποίο προέρχεται η σημερινή περικοπή, περιγράφει ότι ο Ηρώδης, ο ηγεμόνας της Ιουδαίας, είχε φυλακίσει τον Ιωάννη επειδή εκείνος τον έλεγχε για τον παράνομο γάμο που είχε κάνει με την γυναίκα του αδερφού του. Ωστόσο, αναγνώριζε ότι ο Ιωάννης ήταν άνδρας άγιος και δίκαιος, και γι αυτό δεν αποφάσιζε να τον τιμωρήσει, και μάλιστα με ευχαρίστηση άκουγε τα λόγια του. Ήρθαν και τα γενέθλια του Ηρώδη, και στη μεγάλη γιορτή που ετοίμασε χόρεψε η κόρη της γυναίκας του, στην οποία έταξε να της δώσει ό,τι κι αν του ζητήσει, μέχρι ακόμα και το μισό του βασίλειο. Τότε η κοπέλα ρώτησε τη μητέρα της, και η Ηρωδιάδα τη συμβούλεψε να ζητήσει το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή. Στεναχωρημένος ο Ηρώδης, που δεν ήθελε να παραβεί τον όρκο του, έστειλε ένα δήμιο και εκτέλεσε την επιθυμία. Κι εκείνος, αφού αποκεφάλισε στη φυλακή τον Πρόδρομο, έφερε σε δίσκο το κεφάλι του και το έδωσε στο κορίτσι, κι εκείνη το πήγε στη μητέρα της. Τέλος, όταν οι μαθητές του Ιωάννη έμαθαν για το θάνατο του δασκάλου τους, πήγαν στη φυλακή, παρέλαβαν το άψυχο σώμα του και το ενταφίασαν.
Όπως ο Χριστός αργότερα, έτσι και ο Πρόδρομος θανατώθηκε από μίσος και φθόνο. Οι γραμματείς και οι φαρισαίοι προφασίστηκαν ότι συμφέρει να πεθάνει ένας για το καλό του λαού, και η παράνομη σύζυγος θεώρησε συμφερότερο γι αυτήν το θάνατο του ανθρώπου που την έλεγχε, παρά το μισό βασίλειο του άντρα της. Κι αυτό γιατί ο λόγος της Αληθείας δεν είναι πάντοτε ευχάριστος, μιας που οριοθετεί το σωστό από το λάθος και συνεπώς καλεί τον κάθε άνθρωπο να εξετάσει και να αναθεωρήσει την πορεία του. Η Μετάνοια όμως δεν είναι εύκολο αγώνισμα, και δεν είναι λίγοι εκείνοι που προτιμούν, σαν την Ηρωδιάδα, να φιμώσουν οριστικά το στόμα που λέει αλήθειες, παρά να αποδεχτούν τα σφάλματά τους.
Αλλά και όταν ακόμα ο λόγος της Αληθείας ακούγεται ευχάριστα, όταν δηλαδή συμφωνούμε και δεχόμαστε ως σωστά αυτά που ακούμε, πάλι υπάρχει απόσταση μέχρι την εφαρμογή τους. Το βλέπουμε αυτό στο παράδειγμα του Ηρώδη, ο οποίος άκουγε μεν με ευχαρίστηση τα λόγια του Βαπτιστή, όμως αυτό δεν τον απέτρεψε να γίνει εγκληματίας για χάρη μιας ανόητης υπόσχεσης. Άλλωστε, η υπόσχεσή του αφορούσε κάποιο δώρο, και όχι εγκληματική πράξη. Αλλά προτίμησε και ο ίδιος να φανεί αρεστός ανάμεσα στους συνδαιτυμόνες του, παρά στον ίδιο το Θεό.
Η ανθρώπινη Ιστορία, και ακόμη περισσότερο η ιστορία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης αλλά και της Εκκλησίας μέχρι τις μέρες μας, έχει να μας παρουσιάσει αναρίθμητα ίσως παραδείγματα ανθρώπων που διώχθηκαν, βασανίστηκαν ή και θανατώθηκαν επειδή υπερασπίζονταν την Αλήθεια, δηλαδή το λόγο του Θεού. Ο προφήτης Ηλίας, οι άγιοι Μακκαβαίοι, οι Τρεις Παίδες, ο Πρωτομάρτυς Στέφανος, οι Μάρτυρες και Ομολογητές, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, είναι ενδεικτικά μερικοί από αυτούς. Το παράδειγμά τους επαινείται και εκθειάζεται, και προβάλλεται σε όλους εμάς ως ορόσημο και ως πρότυπο ζωής, ώστε να μη δειλιάζουμε αλλά να υπερασπιζόμαστε την αλήθεια της πίστεώς μας με κάθε τίμημα.
Στην εποχή μας βέβαια, περισσότερο από ότι στο παρελθόν, παρατηρούμε μια απομάκρυνση της κοινωνίας από τις αξίες του Ευαγγελίου και μια μανιώδη προσκόλληση στο κυνήγι της ευημερίας, του χρήματος, του συμφέροντος, των υλικών αγαθών. “Τί θα οφελήσει, όμως, τον άνθρωπο, εάν κερδίσει όλο τον κόσμο, αλλά ζημιωθεί την ψυχή του;” μας λέει ο ίδιος ο Χριστός. Γιατί μεγαλύτερη αξία ακόμη και από όλα τα πλούτη του κόσμου έχει μία και μόνη ανθρώπινη ψυχή. Και αυτό, ασυναίσθητα και με τραγικό τρόπο, το επιβεβαίωσε σήμερα η Ηρωδιάδα, η οποία προτίμησε το θάνατο ενός ανθρώπου παρά τα πλούτη και τις εξουσίες.
Αυτό επομένως που όλοι μας οφείλουμε να κρατήσουμε, με την ευκαιρία της σημερινής εορτής, είναι πρώτα από όλα ο επανακαθορισμός των αξιών που θέτουμε στη ζωή μας, η ιεράρχηση της σπουδαιότητας των αναζητήσεών μας και η στροφή μας προς τα πνευματικά, σε πείσμα του κόσμου που καλλιεργεί τον υλιστικό και καταναλωτικό τρόπο ζωής. Έπειτα, ότι δεν αρκεί μόνο να είμαστε ευχάριστοι ακροατές του λόγου του Θεού, δεν αρκεί να τον ακούμε μόνο, αλλά και να αγωνιζόμαστε, ώστε να τον εφαρμόζουμε στη ζωή μας. Και τέλος, ότι δεν πρέπει να διστάζουμε, όταν χρειαστεί να πούμε την Αλήθεια, αλλά να την ομολογούμε με θάρρος και παρρησία, άσχετα αν κάποιο ενοχληθούν και κυρίως παρά τις όποιες συνέπειες ενδεχομένως θα έχει αυτή μας η ομολογία. Και τούτο διότι η μόνη Αλήθεια και η όντως Ζωή είναι ο ίδιος ο Χριστός, και χωρίς Αυτόν δεν υπάρχει ούτε ζωή ούτε Ανάσταση.


 π. Χερουβείμ Βελέτζας

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...