Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαΐου 07, 2011

Εμμένω εις τας απόψεις μου περί αντικανονικής καθαιρέσεως του Σεβ. Ράσκας


undefined
Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ,
Εμμένω εις τας απόψεις μου περί αντικανονικής καθαιρέσεως του Σεβ. Ράσκας
Ἀνέπτυξεν αὐτάς καί εἰς τήν Συνεδρίαν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Ἐπισημαίνει ὅτι εἶναι ὑποχρεωμένος νά ὑπογράφη ὡς Συνοδικός τάς ληφθείσας κατά πλειοψηφίαν ἀποφάσεις τῆς ΔΙΣ
Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ μέ ἐπιστολήν του πρός τόν «Ο.Τ.» ἀπαντᾶ εἰς σχόλιον μας συμφώνως πρός το ὁποῖον ἐνῶ ἀνεγνώρισε τό ἀντικανονικόν τῆς καθαιρέσεως τοῦ ἀντιοικουμενιστοῦ–ἀντιπαπικοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ράσκας και Πριζρένης κ. Ἀρτεμίου, ὑπέγραψε Συνοδικόν ἔγγραφον διά τοῦ ὁποίου υἱοθετεῖ τήν ἄποψιν τῆς Ἐκκλησίας μας ὅτι ὁ Σεβ. Ράσκας προβαίνει εἰς συκοφαντίας, προπαγάνδα καί παρασυναγωγήν εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας. Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ μέ την ἐπιστολήν του εἰς τόν «Ο.Τ.»:

1ον) Ὑποστηρίζει ὅτι ἐμμένει εἰς τάς θέσεις του περί τῆς ἀντικανονικῆς καθαιρέσεως τοῦ Σεβ. Ράσκας καί Πριζρένης κ. Ἀρτεμίου...

2ον) Τάς θέσεις του αὐτάς τάς ὑπεστήριξε καί εἰς τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

3ον) Ἐπισημαίνει ὅτι ἡ ἀπόφασις τῆς ΔΙΣ ἐλήφθη κατά πλειοψηφίαν καί ὅτι αὐτός ἐμειοψήφισε.

4ον) Τονίζει ὅτι εἶναι ὑποχρεωμένος νά συνυπογράφη τάς κατά πλειοψηφίαν ληφθείσας ἀποφάσεις καί νά ἐμφανίζωνται αὗται ὡς ὁμόφωνοι.

Τό πλῆρες κείμενον τῆς ἐπιστολῆς ἔχει ὡς ἀκολούθως:«Ἐλλογιμώτατε κ. Διευθυντά,
Εἰς τήν Ὑμετέραν ἔγκριτον ἔκδοσιν τῆς ΠΟΕ “Ὀρθόδοξος Τύπος” τῆς 22/4/2011 ἀριθμ. Φύλλου 1876 καί εἰς πρωτοσέλιδον δημοσίευμα: “Μεθοδεύουν τόν ἀφορισμόν τοῦ Σεβ. Ἀρτεμίου” περιέχονται σχόλια εἰς Ὑμέτερον ἐνυπόγραφον ἄρθρον, δι΄ οὗ ἐκφράζεται ἔκπληξις καί προβληματισμός, διότι εἰς κυκλοφορηθεῖσαν ὑπό τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Ἐγκύκλιον πρός τούς Σεβ. Ἱεράρχας Αὐτῆς, δι΄ ἧς γνωστοποιεῖται τό περιεχόμενον τοῦ Πατριαρχικοῦ ἐγγράφου τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχου Σερβίας κ. Εἰρηναίου ἀφορόν εἰς τόν Πανιερώτατον ἐπίσκοπον Ράσκας καί Πριζρένης κ. Ἀρτέμιον ὑφίσταται εἰς τά διαπέμποντα Μέλη τῆς Δ.Ι.Σ. καί τό ἡμέτερον ὄνομα. Ἐπί τῶν τεθέντων προβληματισμῶν ἐπάγομαι τά κάτωθι:

1. Εἶναι παγκοίνως πλέον γνωστόν ὅτι κατεδείχθη οὐσίᾳ δυνάμει τῆς ὑπ΄ ἀριθμ. ἀποφάσεως 1410/2010 τοῦ Στ΄ Ποινικοῦ Τμήματος Αὐτοῦ ὅτι ἡ ὅλη δίωξις, ἔκπτωσις καί καθαίρεσις τοῦ Πανιερωτάτου Ἐπισκόπου Ράσκας καί Πριζρένης κ. Ἀρτεμίου ὑπό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας τυγχάνει προσχηματική, ἀνεπέρειστος καί εὐθέως ἀντικανονική. Τό σαθρόν οἰκοδόμημα τῶν σκευωρῶν κατέπεσεν μετά πατάγου καί συνετρίβη. Αὐτό τό διεκήρυξα καί τό διακηρύττω μέ ὅλην τήν μικράν δύναμίν μου.

2. Εἰς τήν συνεδρίαν τῆς ΔΙΣ καθ΄ ἥν ἐνημερώθημεν ὑπό τοῦ Προέδρου Αὐτῆς Μακ. Ἀρχιεπιεσκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Ἱερωνύμου τοῦ Β΄ περί τοῦ ἐν τοῖς ὕπερθεν ἀναφερομένου γράμματος, διά μακρόν ἀπέδειξα τήν καταστρατήγησιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί τοῦ θύραθεν δικαίου ὑπό τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας διά τήν βιαίαν ἔξωσιν κατ’ ἐπιταγήν τοῦ Ἀμερικανοσιωνιστικοῦ παράγοντος τοῦ ὁποίου προτεκτορᾶτο τυγχάνει τό Κόσσοβον τοῦ Πανιερωτάτου κ. Ἀρτεμίου ἐξ αὐτοῦ, ἀναπτύσσων ἅμα καί τήν μεθοδείαν κατά τοῦ ὄντος μαρτυρικοῦ Ἐπισκόπου Ράσκας καί Πριζρένης καταγραφέντων τῶν θέσεών μου ἐν τοῖς τηρουμένοις Πρακτικοῖς.

Τά Διοικητικά ὅμως Σώματα τῆς Ἐκκλησίας κατά τήν Κανονικήν τάξιν ἀλλά καί κατά τήν θύραθεν νομοθεσίαν λειτουργοῦν καί ἀποφασίζουν ἐν τῷ ἀποστολικοπαραδότῳ Συνοδικῷ συστήματι κατά πλειοψηφίαν ὑπείκοντα εἰς τήν παγίαν Κανονικήν ἀρχήν “Κρατείτω ἡ τῶν πλειόνων ψῆφος” (Στ΄ Κανών Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου και 19ος τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου). Κατά ταῦτα κατεγράφη ἡ ἡμετέρα μειοψηφία εἰς τά Πρακτικά τῆς συγκεκριμένης συνεδρίας ἀλλά ἡ ἀπόφασις διά τήν γνωστοποίησιν τῶν ἀποφασισθέντων ὑπό τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Σεβίας ἐλήφθη κατά πλειοψηφίαν και ἑπομένως ἡ αὐτονόητος καί πασίδηλος αὕτη διαδικασία θά ἔδει νά ἄρη οἱονδήποτε προβληματισμόν ἐξ Ὑμῶν διά τήν τυχόν ὑποστολήν τῶν θέσεών μου. Ἄλλωστε ὅλαι αἱ Ἀποφάσεις τῶν συλλογικῶν ὀργάνων ἐκδίδονται καί ὑπογράφονται ὑπό τῶν μελῶν αὐτῶν δικαιουμένων μόνον νά καταχωρήσωσιν ἐν τοῖς Πρακτικοῖς τήν τυχόν μειοψηφίαν αὐτῶν.

3. Εἰς ἐπίρρωσιν διακεκηρυγμένων θέσεών μου διά τόν Πανιερ. κ. Ἀρτέμιον καί διά τήν στρεβλήν οἰκουμενιστικήν πορείαν τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας ἀναφέρω ὅτι προτίθεμαι νά ἐγείρω μέγα ζήτημα εἰς τήν Δ.Ι.Σ. εἰς την ὁποίαν μετέχω κατά τήν παροῦσαν περίοδον διά τήν ἀπαράδεκτον ὑπό τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας παραβίασιν τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων καί τῆς τελετουργικῆς Κανονικῆς τάξεως ἰδίᾳ τοῦ Ν´ου τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί ΝΘ´ου τῆς ς΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί μίμησιν τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς παρασυναγωγῆς διά τῆς πρότριτα (17/4/2011) ὁμαδικῆς “βαπτίσεως” 550 μαθητῶν τῆς Α΄ βαθμίου καί Β΄ βαθμίου Ἐκπαιδεύσεως ἔξωθεν τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Μάρκου Βελιγραδίου ὑπό τοῦ Βοηθοῦ Ἐπισκόπου τοῦ Μακ. Πατριάρχου Σερβίας Χβόσνου κ. Ἀθανασίου, διοργανωθεῖσα ὑπό τῆς ἐπιτροπῆς Θρησκευτικῶν τῆς Ἱ. Ἀρχιεπισκοπῆς Βελιγραδίου καί Καρλοβικίου, δι΄ ἐπιχύσεως εἰς τήν κεφαλήν ὕδατος κατά τήν ὡς εἴπομεν Ρωμαιοκαθολικήν στρέβλωσιν τοῦ Ἱ. Μυστηρίου. Ἡ τοιαύτη ἀντικανονικότης ὑφίσταται εἰς τήν Ἁγιωτάτην Ἐκκλησίαν τῆς Σερβίας δυστυχῶς ἀπό τῶν ἐτῶν τῆς κατοχῆς τῆς χώρας ὑπό τῆς δυαδικῆς Αὐστροουγγρικῆς Αὐτοκρατορίας, ἐπί βασιλείας τῆς Μαρίας Θηρεσίας (1717–1780) καί ἐπειδή κατά τόν ὡς εἴρηται Ν΄ Κανόνα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἔχοντος ἐπικύρωσιν ὑπό Οἰ κουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων συστατικόν στοιχεῖον ἀπαραίτητον τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος τυγχάνει ἡ τρισσή κατάδυσις καί ἀνάδυσις ἐντός ἡγιαμένου ὕδατος, ἐλέγχεται ὡς πάνυ ἀντικανονική ἡ εἰσδοχή τῶν Σέρβων ὁμοπίστων ἀδελφῶν ἡμῶν ἐν τῷ Σώματι τῆς Μιᾶς, Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καί ἐγείρει μεῖζον Κανονικόν θέμα δι’ ἡμᾶς, τούς κοινωνοῦντας μετ΄ αὐτῶν.

Εὐελπιστῶν ὅτι διεσκέδασα τούς Ὑμετέρους προβληματισμούς διατελῶ,
Μετά διαπύρων ἑορτίων εὐχῶν
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ».
πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 6/5/2011

Άγιος Νείλος του Σόρα ή Σόρσκυ (7 Μαΐου)

 

undefined
Ο Όσιος Νείλος του Σόρκυ καταγόταν από την ευγενή οικογένεια των Μάικωφ και γεννήθηκε στη Μόσχα το 1433 μ.Χ. από ευσεβείς γονείς. Όταν ήταν νέος, εργάσθηκε ως ταχυγράφος στην υπηρεσία του μεγάλου ηγεμόνα της Μόσχας.
Η αγάπη του προς το μοναχικό βίο οδήγησε τα βήματά του στη Μονή της Λευκής Λίμνης, που είχε Ιδρύσει ο ασκητής Κύριλλος. Λίγο αργότερα μεταβαίνει στο Άγιον Όρος, με το συμμοναστή του μοναχό Ιννοκέντιο, και ασκητεύει στη «Σκήτη του Ξυλουργού». Υπάρχει βέβαια η πληροφορία ότι έμεινε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στη Μονή του Αγίου Διονυσίου του Αγίου Όρους, η οποία εκείνη την εποχή βρισκόταν σε μεγάλη ακμή.
Ο Όσιος Νείλος και ο μοναχός Ιννοκέντιος επιστρέφουν στη Ρωσία περί το 1480 μ.Χ. Η αναζήτηση της ησυχίας τον κάνει να αποσυρθεί σε ένα μικρό ερημικό μέρος, λίγο μακρύτερα από τη Μονή Λευκής Λίμνης, στον ποταμό Σόρα.

Εκεί κτίζει, και ένα μικρό ναό προς τιμήν της Δεσποτικής εορτής της Υπαπαντής του Κυρίου και επιδίδεται στο θεωρητικό βίο και την αδιάλειπτη προσευχή. Αλλά και εδώ ο Όσιος Νείλος συνιστά προσοχή και διάκριση. Γνωρίζει καλά ότι υπάρχει καιρός αδιάλειπτης προσευχής και καιρός χαλαρώσεως και αναπαύσεως. Γνωρίζει ότι δεν πρέπει να μπει κάποιος πρόωρα σε ανώτερες πνευματικές περιοχές.
Το συγγραφικό έργο του Οσίου Νείλου είναι πολύ πλούσιο. Τα κυριότερα έργα του είναι ασκητικά και αφορούν τον ασκητικό βίο και την ερημική ζωή. Ο Όσιος Νείλος κοιμήθηκε με ειρήνη την Κυριακή των Μυροφόρων του 1508.

Μετά την κοίμηση του οσίου Νείλου του Θαυματουργού ήλθε στη Λευκή Λίμνη στη μονή του Κυρίλλου ο ευσεβής Τσάρος και Μέγας Ηγεμόνας Ιβάν Βασίλιεβιτς (δηλαδή ο Ιβάν Δ΄ ο τρομερός) και έκανε στο μοναστήρι  Παράκληση. Και είδε τον ερημικό τόπο, ο οποίος προκαλεί σε όλους μελαγχολία και λύπη. Πήγε στη σκήτη του Νείλου του Θαυματουργού και έψαλε Παράκληση για ψυχική ωφέλεια, και δόξασε το Θεό και θαύμασε το βίο του Θαυματουργού. Διέταξε να κτιστεί πέτρινος ναός. Εκείνο τον καιρό φανερώθηκε σε αυτόν ο Νείλος ο Θαυματουργός και διέταξε να μην κτίσει πέτρινη  εκκλησία, και να μην γίνει οποιαδήποτε διακόσμηση ούτε στις εκκλησίες, ούτε στα κελιά, εκτός από τα  αναγκαία, επειδή προείδε ο Όσιος, ότι έμελλε να συμβεί αρπαγή από κλέφτες. Και έτσι έγινε. Μετά τη φανέρωση αυτή ο ευσεβής Τσάρος Ιβάν Βασίλιεβιτς έδωσε στη σκήτη ιδιόχειρο χαριστήριο έγγραφο, με το οποίο παραχωρούσε μία ρόγα σιταριού και μία δωρεά χρημάτων για τη διατροφή των αδελφών. Και το έγγραφο αυτό βρίσκεται μέχρι σήμερα στο σκευοφυλάκιο.
Θαύμα του οσίου Πατρός ημών Νείλου του Θαυματουργού για την εικόνα του, πώς άρχισε να ιστορείται μετά τη φανέρωσή του.
Κάποιος αιχμάλωτος από τη Μόσχα, ο οποίος πολλά χρόνια ήταν  στην τουρκική γη, προσευχόταν πολύ στο Θεό και παρακαλούσε τους Θεράποντές του, για να τον ελευθερώσει ο Θεός από την αιχμαλωσία.  Λυπόταν για το σπίτι  του, τη γυναίκα και τα παιδιά του, επειδή ήταν πολύ πλούσιος, και στενοχωριόταν με μεγάλη θλίψη.  Φανερώθηκε σ’ αυτόν τη νύκτα ο Νείλος ο Θαυματουργός και του ζήτησε να υποσχεθεί ότι θα φτιάξει την εικόνα του, και του είπε· «θα είσαι στο σπίτι σου απελευθερωμένος από την αιχμαλωσία».  Αναπήδησε ο άνθρωπος εκείνος από ένα λεπτό ύπνο και θέλησε να τον προσκυνήσει και να τον ρωτήσει για το τί πρέπει να κάνει, αλλ’ ο Όσιος μεταβλήθηκε σε δυνατό  φως. Ο άνθρωπος αυτός χάρηκε πολύ  και σκεπτόταν: «Ποιός είναι ο όσιος Νείλος, δεν γνωρίζω, και δεν άκουσα πού βρίσκεται». Μετά τη σκέψη αυτή άρχισε να προσεύχεται και να επικαλείται τη βοήθεια του Νείλου του Θαυματουργού και υποσχέθηκε ότι θα εκτελέσει την εντολή του. «Δεν γνωρίζω ποιά εικόνα να φτιάξω και σε ποιά περιοχή να τη στείλω». Και έκλαψε πικρά από το  βάθος της καρδιάς του, πως θα μπορούσε να ελευθερωθεί από τη αιχμαλωσία των ειδωλολατρών. Την άλλη νύκτα φάνηκε σ’ αυτόν πάλι ο Όσιος και είπε «Στη περιοχή της Λευκής Λίμνης. Είμαι ο Νείλος του Σόρα, από το μοναστήρι του Κυρίλλου 12 βέρστια». Αναπήδησε γρήγορα από το κρεβάτι και θέλησε  να δει τον Όσιο με τα μάτια του,  να τον προσκυνήσει και να τον ρωτήσει λεπτομερώς. Έγινε πάλι φως μεγάλο και πολλή  ευωδιά , όπως και την πρώτη φορά. Άρχισε τότε ο άνθρωπος αυτός να φωνάζει  με δυνατή φωνή και να λέει : «Κύριε ο Θεός μου, αληθώς μου έστειλες σε βοήθεια τον Όσιό Σου!».  Έκλαψε και  όλη τη νύκτα παρέμεινε άγρυπνος και εβόησε λέγοντας «Κατά ποιά ομοίωση να γράψω την εικόνα; Γιατί δεν είδα το πρόσωπό σου αισθητά».  Έπειτα του φανερώθηκε για τρίτη φορά ο Όσιος και του πρόσφερε ένα σχέδιο της εικόνας σε φύλλο χαρτιού και το άφησε  στο προσκέφαλό του και του είπε «Άνθρωπε του Θεού, λάβε τούτο το φύλλο και πήγαινε στη ρωσική γη!». Αυτός σηκώθηκε αμέσως  και βρήκε  στο προσκέφαλό του το φύλλο με το σχεδιάγραμμα και η καρδία του χάρηκε χαρά ανεκλάλητη και ευχαρίστησε , το Θεό για το μεγάλο θαύμα, πώς ο Θεός δοξάζει τον Θεράποντά Του. Και άρχισε να σκέφτεται πώς θα ήταν δυνατό να αναχωρήσει, ελπίζοντας στο Θεό και στον Θεράποντά του Νείλο τον Θαυματουργό.  Όμως δεν γνώριζε  πώς να διασχίσει τη στέπα.  Άρχισε να προσεύχεται στο Θεό και  στον Θεράποντά του με δάκρυα και στεναγμούς με όλη τη καρδιά του, πώς να γνωρίσει το δρόμο και να διαφυλαχθεί από την τιμωρία των απίστων.  Εκείνη την ώρα άκουσε μία φωνή «Άνθρωπε, πήγαινε  τη νύκτα στη στέπα και θα είναι μπροστά  σου αστέρι φωτεινό·  πορεύου οπίσω του και θα διαφυλαχθείς από τους άθεους Αγαρηνούς!». Άκουσε εκείνος ο φιλόθεος άνθρωπος τη φωνή αυτή, ενισχύθηκε και πείσθηκε. Έφυγε τη νύκτα στη στέπα και του φάνηκε ένα φωτεινό αστέρι, το οποίο πορευόταν  μπροστά του. Αυτός ακολούθησε πίσω και αδιαλείπτως παρακαλούσε  το Θεό και τον άγιό Του Νείλο τον Θαυματουργό. Με δύναμη και παρρησία πορευόταν διά μέσου της άγνωστης στέπας, έχοντας  λίγη τροφή για την ανάγκη.  Έγινε ημέρα και  οι άθεοι Αγαρηνοί έφιπποι  κατέφθασαν με τους σκύλους  τους στη στέπα. Είδε εκείνος ο άνθρωπος  την καταδίωξη των αθλίων βαρβάρων  που με γυμνά ξίφη έτρεχαν πίσω του θέλοντας να τον κατακόψουν. Αυτός δε από το φόβο και τον τρόμο του έπεσε κάτω στη γη και έκλαψε πικρά και μετανόησε ενώπιον του Θεού για τις αμαρτίες του και συγχωρήθηκε με όλους τους ορθοδόξους Χριστιανούς, απελπισμένος για τη ζωή του. Είδε ο Κύριος τον μετανοήσαντα και τον σκέπασε με την αόρατη δύναμή Του, και υπερπήδησαν αυτόν οι ίπποι και οι σκύλοι τους και καθόλου δεν τον έβλαψαν.  Φώναξαν εκείνοι οι άθλιοι μεταξύ τους  λέγοντας· «Πώς τον είδαμε, δεν γνωρίζουμε. Πού κρύφτηκε από εμάς;».  Τον αναζήτησαν και δεν τον βρήκαν και επέστρεψαν πίσω. Όταν δε ο άνδρας εκείνος είδε ότι επέστρεψαν, σηκώθηκε από τη γη, κοίταξε γύρω του και δεν είδε κανένα. Ευχαρίστησε το  Θεό και τον άγιό  Του Νείλο τον θαυματουργό, χάρηκε και λούσθηκε με πολλά δάκρια για τη λύτρωσή του από τον άδικο θάνατο. Ημέρα και νύχτα, περπατούσε και δεν έδωσε ανάπαυση στον εαυτό του περνώντας  τη στέπα, και έφθασε σε κάποιο ποταμό. Ο δε ποταμός αυτός ήταν πολύ  βαθύς και ορμητικός αλλ’ όχι παρά πολύ πλατύς. Πέρασμα δεν υπήρχε σε κανένα σημείο του μέχρι τη θάλασσα. Εκείνοι οι άθεοι βάρβαροι γνώριζαν εκείνον τον ποταμό και  ότι κανείς δεν μπορούσε να ξεφύγει, και ακολούθησαν τα ίχνη του μέχρι το ποτάμι. Δεν υπήρχε τόπος εκεί να κρυφτεί, και εκείνοι όρμισαν γρήγορα  και έβγαλαν  τα ξίφη τους για να τον κατακόψουν. Αυτός είδε ότι ήδη έπεσε στα χέρια τους, αλλά δεν ήθελε να παραδοθεί για να τον βασανίσουν και να τον σκοτώσουν. Έκανε  το σημείο του σταυρού και έπεσε  στον ποταμό. Το νερό  τον μετέφερε γρήγορα σαν πουλί. Αυτός δε πάνω στο νερό έπλεε με το ρεύμα του πόταμου σαν να βρίσκεται πάνω σε σανίδα. Εκείνοι οι κακοί άνθρωποι άρχισαν από τη όχθη να τοξεύουν επάνω του, αλλά με κανένα τρόπο και με κανένα μέσο δεν μπορούσαν να τον βλάψουν και έτσι σώθηκε με τη Χάρη του  Θεού και τις πρεσβείες του Νείλου του Θαυματουργού. Οι άθεοι Αγαρηνοί τον αναζήτησαν μακρύτερα, κοντά στον ποταμό, και νόμισαν ότι πνίγηκε και γύρισαν στον τόπο τους. Εκείνον δε τον άνθρωπο έφερε το ρεύμα  του ποταμού για πολλή ώρα, και τον μετέφερε στην άλλη όχθη. Βλέποντας δε ότι βρέθηκε κοντά  στην όχθη κρατήθηκε και βγήκε στη ξηρά ευχαριστώντας  το Θεό και τον άγιό Του Νείλο τον Θαυματουργό. Χωρίς φόβο ημέρα και νύκτα περπατούσε  και τρεφόταν από βότανα της στέπας.  Έφθασε μέχρι των πόλεων της Ρωσίας και διηγήθηκε σε όλους όσα του συνέβησαν. Ήλθε στη Μόσχα σώος και αβλαβής, αν και είχε υποφέρει πολλά παθήματα και θλίψεις και ανάγκες.  Έφθασε στο σπίτι του, όμως δεν μπήκε μέσα. Πήγε γρήγορα στον αγιογράφο και του έδωσε το φύλλο με το σχέδιο του Νείλου του Θαυματουργού και παρήγγειλε την εικόνα του όπως ήταν σχεδιασμένη πάνω στο φύλλο  και έπειτα μπήκε στο σπίτι του με ψυχική χαρά και αγαλλίαση.  Κάλεσε ιερή σύναξη και έκανε Παρακλητικό Κανόνα και διέταξε να παρατεθεί μεγάλη τράπεζα· συγκέντρωσε πολλούς πτωχούς και όλους τους φιλοξένησε με φαγητό και ελεημοσύνη. Ήταν χαρά μεγάλη στο σπίτι του. Διηγήθηκε  σε όλους όσα του συνέβησαν· πώς γλύτωσε από την αιχμαλωσία και όσοι άκουσαν αυτά έλεγαν το «Κύριε ελέησον» και πολύ θαύμασαν γι’ αυτό το θαύμα. Ο δε αγιογράφος έκανε την εικόνα του οσίου Νείλου του Θαυματουργού και τη έφερε σ’ αυτόν τον φιλόθεο. Αυτός δε με πολύ ζήλο και φόβο πήρε την εικόνα του αγίου Νείλου και τη περιέλουσε με δάκρυα  χαράς επειδή ο Θεός τον αξίωσε να δει την εικόνα του αγίου του, Νείλου του Θαυματουργού. Ο άνθρωπος εκείνος χάρισε στον αγιογράφο πολλά δώρα. Μετά από αυτά τέλεσε μεγάλη πανήγυρη και εόρτασε τη εορτή του Νείλου του Θαυματουργού και έψαλε Παρακλητικό Κανόνα. Τη δε εικόνα συνόδευσε στη σκήτη του Νείλου και την έστειλε με τους δούλους, με πολλά  αφιερώματα για τις ανάγκες της εκκλησίας. Τη μετέφερε  και την κατέθεσε στον τάφο του οσίου Νείλου του Θαυματουργού, όπου μέχρι σήμερα βρίσκεται η εικόνα αυτή πάνω στη σωρό του και δίνει ίαση στους με πίστη προσερχόμενους. Από την αγία εικόνα αυτή γίνονται και μέχρι τώρα πολλά θαύματα. Και εμείς οι αμαρτωλοί μοναχοί του ερημητηρίου αυτού είδαμε πολλά θαύματα και δοξάζουμε την Αγία Τριάδα, Πατέρα και Υιό και Άγιο Πνεύμα, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
(Αρχιμ. Βασιλείου Grolimund, Ηγουμένου της Ι. Σκήτης Αγ. Σπυρίδωνος, Geilnau (Γερμανία).  «Του εν Οσίοις Πατρός ημών Νείλου Σόρσκυ»- Άπαντα τα σωζόμενα Ασκητικά, εκδ, Ορθ. Κυψέλη.)

Ποιός είναι ο διάβολος και πως ενεργεί;

ο

Η Αγία Γραφή μας λέει ότι ο διάβολος είναι «ο πεσών Εωσφόρος». γι’ αυτόν μας πληροφορεί ο Κύριος: «είδον τον σατανάν ως αστραπήν εκ του ουρανού πεσόντα» (Λουκ. 10,1.8. ). Είναι ο άρχοντας, ο αρχηγός τουαγγελικού τάγματος των εκπεσόντων από τον ουρανό, όταν θέλησαν νααποστατήσουν από το θείο θέλημα. Τότε αυτόματα συντρίφτηκαν καιξέπεσαν από την αξία και τη θέση τους. Έχασαν συγχρόνως και την έκπαγλη και φωτεινή ωραιότητα της μορφής τους. Έγιναν φρικιαστικά τέρατα των οποίων και μόνο η μνήμη είναι μισητή. Δεν υπάρχει στηδιαβολική του υπόσταση τίποτα το καλό, το αγαθό, το δίκαιο, το ευθές, το
λογικό, το αληθινό.

Ο διάβολος, ο άλλοτε φορέας του φωτός της δικαιοσύνης, της αγάπης και του αγιασμού, μεταβλήθηκε απότομα – με την ανταρσία κατά του Θεού – σε απόλυτο οργανο του σκότους, του μίσους, του ψεύδους, του ολοκληρωτικού κακού και όσων συντελούν στον όλεθρο της φθοράς και του θανάτου. έγινε και θα παραμείνει πάντοτε σκότος και ψεύδος και απώλεια – με ένα επί πλέον σκοπό – την αντίσταση σε οτιδήποτε είναι του Θεού και σε όσα ο Θεός προνοεί και ιδιαίτερα τον ανθρωπο. Έγινε – και ς – κληρονόμος του θανάτου και κάτοικος του Άδη, με κύριο του σκοπό να αποπλανά και να παρασύρει προς το μέρος του όσους μπορέσει.
Κεντρικό στόχο του έχει τον άνθρωπο, που βαδίζει να ενωθεί με το Θεό. Ο διάβολος δεν ενέχεται να τον βλέπει να ανεβαίνει ψηλότερα από την πρώτη αξία, που είχε πριν την έκπτωσή του, γι αυτό και ρίχνει εναντίον τα πιο λυσσαλέα βέλη του. Έγινε και έμεινε κατά πρόθεσηανθρωποκτόνος.
Ως ψέμα και δόλος και κακία δεν παρουσιάζεται φανερά. Μόνο με υποβολές ερεθίζει το νου και τις αισθήσεις με δόλια προσχήματα, για να αποπλανήσει τη σκέψη και τη θέληση, να παρασύρει σε συγκατάθεση τη γνώμη και έτσι να υποσκελίσει το θύμα πάντοτε με δόλο, υποκρισία καιαπάτη. Ο άνθρωπος κινείται και ενεργεί περισσότερο με τις αισθήσεις και τα συναισθήματα. Ο εχθρός το γνωρίζει αυτό. Γι αυτό ερεθίζει τις αισθήσεις με προφάσεις ευλογοφανείς και έτσι κλέβει ευκολότερα τη συγκατάθεση. Προβάλλει, βλέπετε, τη βιολογική αναγκαιότητα. Αυτόγίνεται και σο σωματικό και ψυχικό κόσμο. Αν ο άνθρωπος είναι ελεύθερος από πάθη και κακές συνήθειες, εύκολα απαλλάσσεται από τη διαβολική επιβουλή και πάλη. Αν όμως είναι αιχμάλωτος πονηρών έξεων, η μάχη είναι σκληρή και αγωνιώδης.
Πάντως η αντίσταση με βάση τον προορισμό μας και τις θείες εντολέςγίνεται κατορθωτή με τη συμμαχία της χάριτος που συνυπάρχει με μας. Δεν έχει εξουσία ο διάβολος απ’ ευθείας ή αισθητά να πειράξει τον άνθρωπο. Μόνο με τη φαντασία, με εικόνες, που προβάλλει στην οθόνη της διάνοιας, και με έννοιες μέσω του νου, προκαλεί. Τότε ο άνθρωπος μόνος του αποφασίζει να αποδεχθεί την πρόκληση (προσβολή) ή να την απορρίψει.Αυτός είναι ο κύριος τρόπος επαφής του πονηρού με τον άνθρωπο.
Η συνέχεια πλέον εξαρτάται από τη θέληση του ανθρώπου. Ή να υποκύψει ή να αντισταθεί. Ο αμεσότερος τρόπος της δικής μας άμυνας και αντιστάσεως είναι η
θεία επίκληση (προσευχή) και η ενθύμηση του σκοπού και προορισμού μας. Το παράδειγμα του Κυρίου μας, όταν ήταν στην έρημο, μας χάραξη στον πρακτικό τρόπο της πάλης με τον εχθρό, καθώς και όσα συντελούν σ’αυτόν.
Ο διάβολος δεν έχει προορατική ικανότητα, ούτε γνωρίζει τί σκέπτεται ο άνθρωπος. Συμπεραίνει από τις κινήσεις των συναισθημάτων και ερεθίζει ανάλογα τα μέλη και τις αισθήσεις με εμπαθή νήματα. Όταν βλέπει να κλίνει η διάθεση μετά την εικόνα είτε του πράγματος είτε του νοήματος, που προσέβαλε τη φαντασία, καταλαβαίνει ότι σ’ αυτό έχει ο άνθρωπος την επιθυμία και την πρόθεσή του και φέρνει τα κατάλληλα αίτια για να υποτάξει το θύμα του. Στη φύση του ο διάβολος είναι όμοιο μ ε τη φύση του νου. Είναι ταχύτατος, ακούραστος, ανύστακτος και αδίστακτος, αμετάβλητος στην πονηρία και κακία. Μεταβάλλεται και μετασχηματίζεται αμέσως σεδιάφορα σχήματα και μορφές, αν αυτό βοηθά τον πονηρό του σκοπό. μετακινείται πάντοτε ταχύτατα, σε κάθε χώρο, και μετέρχεται κάθετρόπο, με κύριος σκοπό της παρεμπόδιση του θείου θελήματος.
ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΘΩΝΑ.
Αποσπάσματα από το βιβλίο “Συζητήσεις στον Άθωνα” του Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού.

Ο Χριστός είναι ο Παράδεισος

 



 
Αυτός είναι η Βασιλεία των Ουρανών, Αυτός είναι η αιώνια ζωή. Ο καθηγητής Γεώργ. Μαντζαρίδης μας διευκρινίζει και μας λέει πως ο Ιησούς Χριστός, ο Θεός, είναι «ο τόπος» των σωζόμενων. Και η αιώνια ζωή είναι ενυπόστατη, διότι ο ίδιος ο Χριστός προσλαμβάνει τον άνθρωπο στην ένθεη ζωή:
«Η αιώνια ζωή δεν είναι αφηρημένη, αλλά ενυπόστατη. Αιώνια ζωή είναι ο ίδιος ο Χριστός (Α’ Ιωάν. 5, 20), που ως Πρωτότοκος των νεκρών, προσλαμβάνει τον άνθρωπο στη ζωή Του και τον καταξιώνει ως δημιούργημα “κατ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού”, “Ο Θεός”, παρατηρεί ο άγιος Μά­ξιμος ο Ομολογητής, “θα είναι ο τόπος των σωζόμενων”. Στον τόπο αυτό συνέχεται η αιώνια ζωή των ανθρώπων».
Και το πρώτο και υπέρτατο αγαθό του Παραδείσου είναι κυρίως η μετοχή, η ένωση, η κοινωνία και η μέθεξη, όχι στην ουσία του Θεού, αλλά στο φως και τη δόξα του Θεού, πράγμα που θεωρείται από τους Πατέρες, Βασιλεία του Θεού και παραδεκτή και αιώνια ζωή.
Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος μάς αναφέρει ότι Παράδεισος είναι η αγάπη του Θεού. Και μέσα σ’ αυτή την αγάπη βρίσκεται η τρυφή και κάθε είδους μακαρισμός. Αλλά αναφερόμενος και στην Κόλαση δίνει σχεδόν τον ίδιο ορισμό, με τη διαφορά, όπως μας λέει, ότι «Κόλαση είναι η μάστιγα της αγάπης». Διότι, όπως πάλι ο ίδιος μας εξηγεί, η λύπη που φέρνει στην καρδιά η αμαρτία. είναι «οξυτέρα», πιό οδυνηρή, από κάθε κόλαση.

Γι’ αυτό παρατηρεί ο θείος Χρυσόστομος.«Είναι καλύτερα να υπομείνει κανείς να κατακεραυνωθεί από μύριους κεραυνούς, παρά να δει το Πρόσωπο εκείνο του Θεού, το ήμερο, να μας αποστρέφεται και τον γαλήνιο εκείνον οφθαλμό, να μην ανέχεται να μάς βλέπει».
Είπαμε ήδη ότι «η αθάνατη ζωή είναι μετοχή και κοινωνία, μια φιλική συντροφιά μεταξύ Θεού και λογικών πλασμάτων. Είναι φιλία η παραδείσια ζωή, ενώ η Κόλαση αφιλία και ακοινωνησία, τόσο σε σχέση με το Θεό, όσο σε σχέση και με τους άλλους». Η σχέση μας λοιπόν με τον άγιο Θεό θα είναι προσωπική και θα έχουμε τη δυνατότητα του διαλόγου μαζί Του.
Έχει όμως τη δυνατότητα ο άνθρωπος να περιλάβει τη μεγαλειότητα της θείας Βασιλείας;
Ο άγιος Γρήγορος ο Παλαμάς στην ομιλία του «Περί Δευτέρας Παρουσίας», λέει ότι η προαιώνιος βουλή του Θεού είναι η μετοχή όλης της κτίσεως στη Βασιλεία και τη δόξα του Τριαδικού Θεού. Ο άνθρωπος θεώνεται εισερχόμενος σ’ αυτή τη δόξα, ενώ η υπόλοιπη κτίση αγιάζεται. Λέει λοιπόν ο άγιος Γρηγόριος: «Ο κόσμος δημιουργήθηκε για να μπορέσει ο άνθρωπος να χωρέσει το άκτιστο φως της θείας Χάριτος».
Γι’ αυτό το σκοπό λοιπόν, για να μπορέσει ο άνθρωπος να χωρέσει μέσα του το άκτιστο φως της θείας Χάριτος, «τα πάντα εγένοντο». Και η σάρκωση του Θεού Λόγου και η Θεανδρική πολιτεία και τα σωτήρια πάθη και όλα τα μυστήρια πάνσοφα και προνοητικά έχουν σχεδιασθεί από τη Χάρη του Θεού από καταβολής κόσμου.
Δεν ανταποκρίνονται όμως όλοι οι άνθρωποι το ίδιο και γι’ αυτό δεν μετέχουν όλοι στην άκτιστη Χάρη του Θεού. Γι’ αυτό γίνεται λόγος και για κρίση μέσα στην ιστορία, και δεν πρόκειται βέβαια για κρίση, αλλά για τοποθέτηση του ανθρώπου ανάλογα με τα βιώματα που ζει και τη μετοχή του στη Χάρη του Θεού.
Ο ίδιος ο Θεός γίνεται Παράδεισος για τους Αγίους και ο ίδιος πάλι γίνεται Κόλαση για τους μη μετανοημένους αμαρτωλούς. «Είναι άτοπο», λέει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, «να σκέπτεται κανείς ότι οι αμαρτωλοί στη γέεννα στερούνται την αγάπη του Θεού… Η αγάπη του Θεού ενεργεί με τη δύναμή της με διπλό τρόπο: Τους μεν αμαρτωλούς κολάζει, όπως συμβαίνει και στην εδώ ζωή από τον φίλο προς τον φίλο, αυτούς όμως που έχουν τηρήσει όλα όσα τους έχει παραγγείλει ο Θεός, τους ευφραίνει. Και αυτή είναι κατά τη γνώμη μου η Κόλαση, η μεταμέλεια, η αναγνώριση δηλαδή των αμαρτιών μας και ο θρήνος γι’ αυτές».
Ο Θεός δεν ενεργεί για τους σωζόμενους με αγάπη, και για τους κολαζόμενους με μίσος και εκδίκηση. Μία είναι η ενέργεια του Θεού, αγάπη και φως. Η φωτιστική αυτή και θεωτική άκτιστη ενέργεια του Θεού είναι μία και απλή. Αλλά μερίζεται κατά την αξία των μετεχόντων. Όλοι θα φτάσουν στην επίγνωση της αλήθειας, αλλά δεν θα μετέχουν όλοι ομοιοτρόπως. Οι μεν θα φωτίζονται και θα δοξάζονται από τη θέα του ακτίστου φωτός, οι δε θα κολάζονται και θα βασανίζονται από τη θέα του ακτίστου πυρός. Και αυτό, φυσικά, συνδέεται με τη φύση και την κατάσταση του ανθρώπου και όχι με τη φύση και ενέργεια του Θεού.
Ο Θεοφύλακτος Βουλγαρίας ερμηνεύει αυτό το σημείο με ορθόδοξα κριτήρια και λέει τα εξής: «Καθώς ο ήλιος το μεν κερί απαλύνει, τον δε πηλό σκληρύνει, όχι καθ’ εαυτόν, αλλά για την διαφορετική ύλη του κεριού και του πηλού, έτσι και ο Θεός την πήλινη καρδιά του Φαραώ λέγεται πως σκληρύνει»,
Δεν θα υπάρχουν λοιπόν δύο διαφορετικοί χώροι, ο  Παράδεισος για τους Αγίους, όπου θα είναι ταρών ο Θεός, και η Κόλαση, όπου ο Θεός θα είναι απών και θα κυριαρχεί ο διάβολος. Δεν ομιλεί η ορθόδοξη θεολογία για απουσία του Θεού από την Κόλαση. Αυτά είναι αποκυήματα της Δυτικής θεολογίας. Άλλωστε, όπως ήδη τονίσαμε και σε άλλες ενότητες, ο Παράδεισος και η Κόλαση υπερβαίνουν την αίσθηση και τη λογική μας, δεν είναι κάτι το κτιστό, είναι νοητοί τόποι, άκτιστοί. Αν υπήρχαν δύο χωριστοί χώροι και στον ένα κυριαρχούσε ο Θεός, ενώ στον άλλο ο διάβολος, τότε ο διάβολος θα είχε κατορθώσει αυτό το οποίο από την αρχή ήθελε. Να έχει ένα χώρο πνευματικό που να τον κυβερνά και να τον εξουσιάζει. Αυτό όμως δεν του το επέτρεψε ο Θεός να το κάνει. Και ο Χριστός, με την κάθοδό Του στον Άδη, αυτό ήθελε να αποτρέψει. Διότι ο Σατανάς, «προ της εις Άδου καθόδου του Χριστού, ήτο ο μόνος ο έχων το κράτος του θανάτου», μάς λέει ο π. Ιωάννης ο Ρωμανίδης, και «ο μόνος τρόπος συντριβής της ισχύος του διαβόλου, ήτο η ανάστασις των νεκρών διά της καταπατήσεως του θανάτου», πράγμα το οποίο μάς δώρισε ο Κύριος Ιησούς Χριστός.
Μ’ αυτή την έννοια λέει και ο Ψαλμωδός το «κατακυ­ρίευε εν μέσω των έχθρων σου» (Ψαλμ. 109, 2). Ο 109ος. ψαλμός θεωρείται ψαλμός προφητικός και μεσσιακός, αναφέρεται δε στη Βασιλεία και αδιάδοχη ιεροσύνη του Κυρίου. Η ερμηνεία δε του χωρίου αυτού μάς υπογραμμίζει ότι ασφαλώς δεν θα υπάρχουν στην αιωνιότητα δύο χωριστοί χώροι, ο Παράδεισος και η Κόλαση, ούτε κάποια διαρχία, αλλά ο Χριστός θα είναι Θεός επουρανίων, επιγείων και κα­ταχθονίων. Ούτε θα υπάρχει κάτι που θα το εξουσιάζει ο διάβολος και δεν θα βρίσκεται κάτω από τη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

(«Θάνατος, Ανάσταση και Αιώνια ζωή», εκδ. Ετοιμασία. Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου. Καρέας)

Απόφαση Αγίου Όρους κατά της κάρτας του πολίτη

ΚΑΡΥΑΙ ΤΗ 22.4/5.5.2011
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ
ΙΕΡΑΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΟΣ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΚΑΙ ΤΗΣ «ΚΑΡΤΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ»
Εξ αφορμής της προσφάτου καταθέσεως στην Βουλή των Ελλήνων του νομοσχεδίου «Για την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση» και την απορρέουσα εκ τούτου μελ­λον­τική έκδοσι της «Κάρτας του Πολίτη», η Ιερά Κοινότης του Αγίου Όρους επιθυμεί να επισημάνη τα ακόλουθα:
Η «Κάρτα του Πολίτη» ταυτοποιεί την προσωπικότητα του πολίτη και τον μετατρέπει σε ένα αριθμό του συστήματος της ηλεκτρο­νικής διακυβερνήσεως.
Όλοι οι πολίτες εντάσσονται πλέον σε ένα ηλεκτρονικό σύστημα, το οποίο ελέγχει και επεξερ­γάζεται τα στοιχεία της προσωπικής τους ζωής (οικονομική δραστηριότης, θέματα υγείας, εργασίας, κοινωνικής συμπεριφοράς κ.λπ.), καταργώντας ουσιαστικά τις προσωπικές τους ελευθερίες.
Επειδή το σύστημα αυτό έχει την δυνατότητα να μετεξελίσσεται εύκολα θεωρούμε ότι είναι ορατός ο κίνδυνος για τους Χριστιανούς να παραβιάζεται η ελευθερία της θρησκευτικής τους συνειδήσεως, στερώντας τους την δυνατότητα να ομολογούν ελεύθερα την πίστι τους και να κηρύσσουν το Ευαγγέλιο του Χριστού.
Επειδή μάλιστα η εξουσία χρήσεως του συστήματος αυτού παραδίδεται σε φορείς ακαθόριστους ως προς τον δη­μόσιο η ιδιωτικό τους χαρακτήρα και τους δίδεται η ευχέρεια να προσθαφαιρούν στην Κάρτα δεδομένα, υπάρχει το ενδεχόμενο ακόμη και της ανεπίγνωστης εκ μέρους των πιστών χρήσεως αντιχριστιανικών συμβόλων.
Για όλους τους παραπάνω λόγους η Ιερά Κοινότης του Αγίου Όρους εκφράζει την έντονη ανησυχία της και υποβάλλει θερμή παράκλησι προς την Ελληνική Κυβέρνησι να μη προχωρήση στην έκδοσι της ηλεκτρονικής «Κάρτας του Πολίτη», συνιστά δε στους χριστιανούς να χρησιμοποιούν τα συμβατικά μέσα ταυτοποιήσεώς τους.
Η υποχρεωτική επιβολή τοιούτου είδους Κάρτας μας ευρίσκει αντιθέτους.
Ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεν λησμονούμε ότι «μείζων ο εν ημίν η ο εν τω κόσμω», και ότι ο Χριστός «νενίκηκε τον κόσμον»• τούτο όμως δεν συνεπάγεται και την συμφωνία μας σε υποχρεωτικές και ανελεύθερες πρακτικές.
Ευχόμεθα ολοψύχως η Κυρία Θεοτόκος, η Προστάτις και Έφορος του Αγίου Όρους, να δίδη στον ευλαβή λαό της πατρίδος μας την δύναμι να ανταπεξέρχεται σε όλες τις δυσκολίες του βίου, μάλιστα μέσα στη δυσχερή αυτή συγκυρία που διερχόμεθα.
Άπαντες οι εν τη κοινή Συνάξει Αντιπρόσωποι και Προϊστάμενοι των είκοσιν Ιερών Μονών του Αγίου Όρους Άθω.

Συζήτησαν για να αποφασίσουν ότι…θα συζητήσουν!

των Νίκου Παπαχρήστου και Αντώνη Τριανταφύλλου – Φώτο: Χρήστος Μπόνης
Η αποδέσμευση και αξιοποίηση της εναπομείνασας Εκκλησιαστικής περιουσίας, το ζήτημα των χρηματικών διαθεσίμων των εκκλησιαστικών ΝΠΔΔ, το ευαίσθητο ζήτημα της «εικαζόμενης συναίνεσης» για τη δωρεά οργάνων, οι προσλήψεις και αποσπάσεις κληρικών, το ζήτημα της Κάρτας του Πολίτη, η αναβάθμιση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, η αποτροπή υποβάθμισης του μαθήματος των θρησκευτικών καθώς και η αποτελεσματικότερη συνεργασία Εκκλησίας-Πολιτείας προς όφελος της Κοινωνίας, βρέθηκαν στο επίκεντρο της σχεδόν δίωρης συνάντησης που είχαν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος και ο Πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου το μεσημέρι της Παρασκευής στο Μέγαρο Μαξίμου.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, στην οποία συμμετείχαν επίσης οι υπουργοί Παιδείας Άννα Διαμαντοπούλου, Πολιτισμού Παύλος Γερουλάνος, ο υφυπουργός Υγείας Χρήστος Αηδόνης, ο υφυπουργός Εξωτερικών Δημήτρης Δόλλης καθώς και οι Μητροπολίτες Σάμου Ευσέβιος, Ελασσώνος Βασίλειος, Νέας Σμύρνης Συμεών και ο Αρχιγραμματέας Αρχιμ.π.Μάρκος Βασιλάκης, αποφασίστηκε να συνεχιστεί ο διάλογος πάνω σε συγκεκριμένη ατζέντα.
Για τον σκοπό αυτό, όπως είπε η υπουργός Παιδείας σε συζήτησή της με δημοσιογράφους, θα υπάρξει μια νέα θεσμική σχέση στο διάλογο Κυβέρνησης-Εκκλησίας με την σύσταση μεικτής Επιτροπής στην οποία από Κυβερνητικής πλευράς θα προΐσταται η υπουργός Παιδείας και θα συμμετέχουν εκπρόσωποι των συναρμόδιων υπουργείων όπως Εσωτερικών, Οικονομικών, Εξωτερικών, Πολιτισμού, Περιβάλλοντος και Υγείας.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος παρέδωσε αναλυτικό υπόμνημα με τις θέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος για όλα τα παραπάνω ζητήματα.
Σε ό,τι αφορά την δεσμευμένη ακίνητη εκκλησιαστική περιουσία ο Αρχιεπίσκοπος φέρεται να ζήτησε για άλλη μια φορά τον σεβασμό του Κράτους προς τις αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις που διατάζουν την αποδέσμευση των μέχρι σήμερα ρυμοτομικώς δεσμευμένων ακινήτων της Εκκλησίας. Εκκλησιαστικές πηγές αναφέρουν ότι ο κ.Ιερώνυμος, όπως και στο πρόσφατο παρελθόν, πρότεινε την αξιοποίηση αυτών των ακινήτων προς όφελος του λαού, στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης και με σαφή χρονικό ορίζοντα συνεργασίας με την Πολιτεία.
Μεγάλο «αγκάθι» στη σημερινή συνάντησή του Αρχιεπισκόπου και της αντιπροσωπείας της ΔΙΣ με τον Πρωθυπουργό φαίνεται να ήταν το ζήτημα των χρηματικών διαθεσίμων των εκκλησιαστικών ΝΠΔΔ (Εκκλησίας της Ελλάδος, Μητροπόλεων, Ι.Ναών) και της απόφασης της Τράπεζας της Ελλάδος όπως τα διαθέσιμα των ΝΠΔΔ μεταφερθούν σε ειδικό λογαριασμό της. Συγκεκριμένα η ΤτΕ έχει θέσει θέμα εφαρμογής του νόμου 1611 του 1950 που προβλέπει ότι όλα τα ΝΠΔΔ οφείλουν να έχουν κατατεθειμένα τα χρηματικά διαθέσιμά τους στην ΤτΕ, η οποία αποκλειστικά διαχειρίζεται και επενδύει τα εν λόγω ποσά σε κινητές αξίες του ελληνικού Δημοσίου (π.χ. ομόλογα), δηλαδή δανείζει το Δημόσιο.
Η Εκκλησία της Ελλάδος αντιδρά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο αφού θα της αποστερήσει κάθε δυνατότητα στήριξης και περαιτέρω ανάπτυξης του πολυδιάστατου φιλανθρωπικού έργου της.
Η υπουργός Παιδείας, μιλώντας στους δημοσιογράφους, υποστήριξε ότι η ΤτΕ είναι ένας ανεξάρτητος οργανισμός και δεν είναι εύκολη η παρέμβαση ακόμα και από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό. Ωστόσο άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο αν δεν διευθετηθεί το ζήτημα, να εξεταστεί η δυνατότητα αντιμετώπισης του με νομοθετική ρύθμιση.

Πάντως σημαντικός αριθμός Μητροπολιτών αναμένουν να δουν τι θα κάνει η Κυβέρνηση. Στην περίπτωση που δεν παρέμβει τότε φέρονται αποφασισμένοι να ζητήσουν από τα εκκλησιαστικά ΝΠΔΔ που ελέγχουν, να αποσύρουν από τις τράπεζες τις καταθέσεις τους. Ανάλογη αναμένεται να είναι η στάση Ιερών Μονών και εκκλησιαστικών ιδρυμάτων.
Στο ζήτημα της Κάρτας του Πολίτη η κυβερνητική πλευρά έσπευσε να δώσει διευκρινήσεις. Σύμφωνα με πληροφορίες ο Πρωθυπουργός διαβεβαίωσε τον Αρχιεπίσκοπο και τους Ιεράρχες ότι τον ενδιαφέρει προσωπικά η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενώ κατέστησε σαφές πως δεν τίθεται θέμα ασφάλειας προσωπικών δεδομένων.
Στο θέμα της «εικαζόμενης συναίνεσης» για την δωρεά οργάνων σώματος, ο Αρχιεπίσκοπος, σύμφωνα με πληροφορίες, κατέστησε σαφές πως η Εκκλησία δεν μπορεί να συμφωνήσει στην προωθούμενη ρύθμιση.
Σύμφωνα με πληροφορίες διατυπώθηκαν και οι επιφυλάξεις της Εκκλησίας της Ελλάδος σχετικά με τον όρο «εχθροπάθεια» που χρησιμοποιείται σε πρόσφατο νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης για την «καταπολέμηση ορισμένων μορφών ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου» και αναφέρεται στην «καλλιέργεια και εξωτερίκευση αισθημάτων μίσους και αντιπαλότητας».
Υπενθυμίζεται ότι πολλοί Μητροπολίτες θεωρούν ότι μέσω του σχετικού άρθρου του εν λόγω νομοσχεδίου, με τον ασαφή όρο «εχθροπάθεια», επιχειρείται να τεθούν περιορισμοί, μεταξύ άλλων, και στη δυνατότητα της Εκκλησίας να ενημερώνει τον λαό για καταστροφικές λατρείες και επιθετικές θρησκευτικές παραδοχές.
Να σημειωθεί ότι ο Πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου και η συνοδεία του έτυχαν θερμής υποδοχής από τον πρωθυπουργό στο κατώφλι του μεγάρου Μαξίμου.
Ο Πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου υποδεχόμενος την αντιπροσωπεία της Ιεράς Συνόδου αναφέρθηκε στην ανάγκη να υπάρξει «συνέργεια και συνεργασία μεταξύ κράτους και Εκκλησίας» προκειμένου «με τον ιδιαίτερο ρόλο που έχει ο κάθε ένας αυτή τη δύσκολη στιγμή που περνά η χώρα να μπορέσουμε να δώσουμε λύσεις, αισιοδοξία και ελπίδα» όπως ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο κ.Παπανδρέου εμφανίστηκε αισιόδοξος για τη δυνατότητα στενής συνεργασίας μεταξύ πολιτείας και Εκκλησίας σημειώνοντας ότι «θα μας επιτρέψει να βάλουμε την Ελλάδα σε διαφορετικό δρόμο».
Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος υποστήριξε ότι η Εκκλησία βρίσκεται στο πλευρό της Πολιτείας. «Είμαστε κοντά σας» ανέφερε χαρακτηριστικά, ενώ προϊδέασε τους συνομιλητές του για το εύρος της ατζέντας της συζήτησης λέγοντας ότι «θέλουμε να συζητήσουμε θέματα ευρύτερης σημασίας στις σχέσεις κράτους-Εκκλησίας». Ο κ. Ιερώνυμος συμφώνησε με τη διαπίστωση του πρωθυπουργού για την κρίση στην οποία βρίσκεται η χώρα τείνοντας χείρα βοηθείας προς την πολιτεία. «Η Εκκλησία προσπαθεί να βοηθήσει όσο το δυνατόν περισσότερο» υποστήριξε μεταφέροντας στον πρωθυπουργό την αγωνία των πολιτών. «Ο λαός προσβλέπει με αγωνία, έχει απαιτήσεις. Πρέπει να πάρουμε αποφάσεις που θα ανακουφίσουν τον κόσμο» δήλωσε με νόημα.

Θαυματουργικές εκδιώξεις ακρίδων από τον Άγιο Σεραφείμ της Λειβαδιάς


Παλαιά εικόνα του αγίου Σεραφείμ
VatopaidiFriend: Είναι συνηθισμένο θαύμα το να εξαφανίζεται αμέσως με απίστευτο τρόπο μια επιδημία ή μια επιδρομή ακρίδων ή άλλων ζημιογόνων εντόμων ή να λύεται μια ανομβρία με έναν αγιασμό ή μια λιτανεία ή την περιφορά ενός αγίου λειψάνου (π.χ. του αγίου Σεραφείμ του Δομπού, του αγίου Νικάνορα των Γρεβενών, της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής – βλ. εδώ) ή της Αγίας Ζώνης (βλ. εδώ και εδώ) ή μιας θαυματουργικής εικόνας της Παναγίας. Αυτό έχει συμβεί πάρα πολλές φορές μέχρι και τα πρόσφατά μας χρόνια. Παρακάτω σας παραθέτουμε τρία περιστατικά που σχετίζονται με τον πολύ θαυματουργό άγιο Σεραφείμ που γιορτάζει σήμερα.
Θαυματουργεί στον Πειραιά
Η φήμη του Αγίου είχε διαδοθή παντού. Άλλοτε ο Άγιος, όπως είπαμε, απάλλαξε τους αγρούς της Μονής από τις ακρίδες. Αυτό μαθεύτηκε παντού. Όταν δε κατόπιν έπεσε ακρίδα στα χωράφια των Αθηναίων και έτρωγε τα πάντα, οι Αθηναίοι θυμήθηκαν τον ασκητή του Δομπού. Επήγαν, τον βρήκαν και τον έφεραν επί τόπου. Τον ωδήγησαν στο Μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνος στον Πειραιά. Έγινε λιτανεία και έψαλλεν Αγιασμό. Όταν δε είπε το «Σώσον, Κύριε τον λαόν Σου» και έρριξε τον Σταυρόν στην θάλασσα, ω! του θαύματος! όλες εκείνες οι ακρίδες σύννεφα ολόκληρα μαζεύτηκαν και έπεσαν στη θάλασσα και πνίγηκαν. Βλέποντας ο Λαός το θαύμα εφώναξε: «Μέγας εί, Κύριε». Το δε νερό της θάλασσας, στο οποίον έπεσεν ο Τίμιος Σταυρός, έγινε γλυκό και πολλοί από τους παρευρεθέντες Χριστιανούς και Τούρκους, που έπιαν, εθεραπεύθηκαν από χρόνια νοσήματα. Τόσον δε ήτο το σμήνος των άκρίδων που πνίγηκαν, ώστε ήταν αδύνατον να κωπηλατήση βάρκα.
Οι Αθηναίοι που είδαν το θαύμα κατεσκεύασαν και εδώρησαν εις τον Άγιο ένα πολύτιμο Σταυρό. Επίσης συνέλεξαν πολλά χρήματα και έστειλαν και οικοδόμους για να αποτελειώση τον Ναό και να τον κοσμίση. Ουδέποτε δε εξέχασαν το θαύμα οι Αθηναίοι. Έκτισαν δε αργότερα εις το Άνω Φάληρο και Ναόν του Αγίου Σεραφείμ, που εώρταζε πανηγυρικά εις τας 6 Μαΐους. Κατ’ εξοχήν δε τον εώρταζε η γεωργική τάξις των Αθηναίων. Εις κάθε τους δε ανάγκην αργότερα έστελναν εις το Μοναστήρι του Δομπού και έφερναν την Κάρα του Αγίου και του ζητούσαν την βοήθειάν Του. Και σήμερα την καλούν για βοήθειά τους μερικοί Αθηναίοι.
Πρέπει δε να σημειωθή ότι και από πολλά άλλα μέρη, όταν πέφτη η ακρίδα, στέλνουν και φέρνουν τα λείψανα του Αγίου, ψάλλουν επί τόπου Αγιασμόν και χάνεται η ακρίδα.
Τούρκος στο Αμαρούσι δέρνει τον Χόντζα
Όχι μόνον οι Χριστιανοί, αλλά και οι Τούρκοι, όταν ήσαν εις την Ελλάδα, έπαιρναν από τον Αγιασμό αυτό των Χριστιανών και ερράντιζαν τα χωράφια των και έσωζαν τα σπαρτά τους. Εις το Αμαρούσι μάλιστα είχε συμβή το εξής: “Ένας Τούρκος είχε μεγάλο κτήμα γεμάτο καρποφόρα δένδρα. Έπεσε ακρίδα πολλή και θα το κατέστρεφε. Ο Τούρκος είχεν ακούσει, ότι οι Χριστιανοί σε τέτοιες περιστάσεις ζητούν την βοήθειαν του Θεού, μέσω των Ιερέων. Εκάλεσε λοιπόν και αυτός τον χότζα του, να ζητήση την βοήθειαν του Μωάμεθ. Ο χότζας προσευχήθηκε στο Μωάμεθ, αλλά τίποτε, καμμία απάντησις. Ο Τούρκος ήταν άπηλπισμένος και έβλεπε να καταστρέφεται τελείως από την ακρίδα το κτήμα του. Ένας Χριστιανός όμως τού είπε: «Να σου φέρω εγώ Χριστιανό ιερέα, που με την προσευχή του θα διώξη την ακρίδα». Την εποχήν εκείνην είχαν φέρει εις το Αμαρούσιον, για την ακρίδα έναν ιερέα από το Μοναστήρι του Άγ. Σεραφείμ με την Αγίαν Κάραν. Αυτόν τον ιερέα επήγε ο Χριστιανός στο κτήμα του Τούρκου. Μόλις έγινε ο Αγιασμός, η ακρίδα σηκώθηκε ψηλά και έγινε άφαντος από το κτήμα. Ο Τούρκος, όταν είδε το θαύμα, ευχαρίστησε τον Χριστιανό ιερέα, τον δε χότζα τον έδειρε αλύπητα. Από τότε δε δεν έπαυσε να διακηρύττει την ευγνωμοσύνην του εις τον Άγιον Σεραφείμ. Τέτοια θαύματα έγιναν πάρα πολλά μετά τον θάνατο του Αγίου Σεραφείμ.
Καθαρίζει το χωριό του
Τον Μάϊον του 1929 έπεσε εις το χωριό Ζέλι από το οποίον κατήγετο ο Άγ. Σεραφείμ, πολλή ακρίδα, που κατέτρωγε όλη τη βλάστησι. Αι κρατικαί υπηρεσίαι ανέλαβον αγώνα δια την έξόντωσί της. Διέθεσαν 1500 δοχεία πετρελαίου και 800 σάκκους με δηλητηριώδη πίτουρα, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Οι κάτοικοι τότε κατέφυγαν στον πατριώτη τους Άγιο, να τους προστατεύη. «Καλούμεν, γράφει ο ιερεύς Κ. Ζελιανάκος, εκ της Μονής την Αγίαν Κάραν. Την επομένην 18ην Μαΐου ψάλλεται έξωθεν του χωρίου Αγιασμός. Και ω του θαύματος! την επομένην όλα τα σμήνη των μυριάδων ακρίδων, από όλα τα σημεία του ορίζοντος, έπαιρναν την άγουσαν προς ξηρόν και άκαρπον βουνόν, χωρίς οφθαλμός ανθρώπου να ίδη τί απέγιναν. Εντός δύο ημερών εκαθάρισεν άπασα η περιφέρειά μας».
Πηγή: + Αρχιμ. Χαραλάμπους Βασιλόπουλου, Ο Όσιος Σεραφείμ Λεβαδείας, εκδ. Ορθόδοξου Τύπου, Κάνιγγος 10,  Αθήναι 1994 (σελ. 15-16, 27, 28)

Οι ιλιγγιώδεις ερωτήσεις του Θεού προς τον Ιώβ και η κατάληξη της ιστορίας του ομώνυμου βιβλίου

undefined
(Το κείμενο που σας παραθέτουμε είναι από την πολύ καλή μετάφραση της Αγίας Γραφής από τον μακαριστό Ι. Θ. Κολιτσάρα, εκδόσεις “Ζωή”.) 
ΙΩΒ 38
1 Όταν έπαυσεν ο Ελιούς να ομιλή, είπεν ο Κύριος δια μέσου της λαίλαπος και των νεφών·
2 “ποιός είναι αυτός, ο οποίος με τας εξηγήσεις που δίδει συσκοτίζει και αποκρύπτει τας ιδικάς μου βουλάς, κρατεί δε εις την καρδίαν του λόγους αστηρίκτους και νομίζει ότι εγώ είμαι εκείνος, που κρύπτω τας βουλάς μου;
3 Ζώσε, λοιπόν, την μέσην σου ως ανήρ πολεαιστής και πάρε θάρρος, διότι εγώ θα σε ερωτήσω, συ δε δος μου απόκρισιν.
4 Πού ήσουνα, όταν εγώ εθεμελίωνα την γην; Απάντησέ μου, εάν έχης σύνεσιν.
5 Ποιός έθεσε τα μέτρα αυτής; Πές μου, εάν το γνωρίζης. Ποιός, όταν αυτή οικοδομείτο, έβαλε νήμα στάθμης δια την ακρίβειαν της οικοδομής;
6 Επάνω δε εις ποίαν βάσιν έχουν εμπηχθή στερεά οι κρίκοι αυτής; Ποιός είναι εκείνος, που έβαλε τον ακρογωνιαίον θεμέλιον λίθον, δια να την υποβαστάζη στερεάν και ακλόνητον;
7 Οταν εδημιουργήθησαν τα άστρα, οι άγγελοί μου με εδοξολόγησαν με μεγάλην φωνήν.
8 Εγώ έφραξα με πύλας τας ακτάς της θαλάσσης, όταν αυτή δημιουργουμένη και εξερχομένη από το χάος εφαίνετο, ως εάν εξήρχετο από την κοιλίαν της μητρός της με την βοήθειαν μαίας.
9 Τα νέφη του ουρανού τα έθεσα ως ενδυμασίαν της, με ομίχλην δέ [...] την εσπαργάνωσα (δηλαδή όταν ήταν “βρέφος” – ακριβής περιγραφή του τρόπου σχηματισμού της θάλασσας, για την οποία γίνεται λόγος και στον 1ο κεφάλαιο της Γένεσης. Οι λέξεις που αφαιρέθηκαν από την μετάφραση όπως δηλώνεται με το “[...]“, δεν έχουν βάση στο κείμενο).
10 Εθεσα εις αυτήν όρια, διότι ετοποθέτησα ολόγυρα κλειδιά και πύλας.
11 Είπα δε εις αυτήν· Εως στο σημείον αυτό θα έλθης και δεν θα το υπερβής. Αλλά τα κύματά σου θα συντριβούν μέσα σου, μέσα εις τα όρια, που εγώ σου εχάραξα.
12 Ή μήπως επί της ιδικής σου εποχής εγώ έχω τακτοποιήσει τον ήλιον, ο οποίος από της πρωΐας στέλλει το φως του; Επί των ημερών σου δε ο αυγερινός είδε την τακτικήν και κανονικήν πορείαν του,
13 ώστε να απλώνη το ορθρινόν φως έως εις τα άκρα της γης, να αποκαλύπτη δε και να διασκορπίζη από αυτήν τους ασχημονούντας ασεβείς, τους ανθρώπους του σκότους;
14 Ή μήπως συ επήρες από την γην χώμα, έφτιασες πηλόν και έπλασες ον ζων, τον άνθρωπον, έδωσες εις αυτόν λογικόν και ομιλίαν και τον έθεσες κυρίαρχον επάνω εις την γην;
15 Αφήρεσες συ το φως από τους ασεβείς και συνέτριψες τον προς την αδικίαν εκτεινόμενον βραχίονα των υπερηφάνων; (Αυτό θα γίνει κατά κύριο λόγο την ημέρα της Κρίσεως.)
16 Κατήλθες συ στον βυθόν της θαλάσσης, όπου υπάρχουν αι πηγαί της, εις δε τους πυθμένας των θαλασσών περιεπάτησες;
17 Ανοίγονται ενώπιόν σου με φόβον αι κατάκλειστοι πύλαι της περιοχής, όπου κυριαρχεί ο θάνατος, οι δε θυρωροί του άδου, όταν σε είδαν, ετρόμαξαν και υπεστάλησαν; (Αυτό έγινε όταν κατέβηκε ο Χριστός στον άδη.)
18 Εχεις γνωρίσει, πόσον είναι το πλάτος της κάτω από τον ουρανόν εκτεινομένης γης; Είπέ μου, λοιπόν, πόση είναι η έκτασις της;
19 Εις ποίον δε τόπον της γης κατοικεί το φως κατά το διάστημα της νυκτός; Ποίος δε είναι ο τόπος, όπου διαμένει το σκότος;
20 Ημπορείς να με οδήγησης εις τα σύνορα των; Μήπως γνωρίζεις τους δρόμους των;
21 Μηπως και γνωρίζεις τούτο, διότι τότε που εδημιουργείτο το φως και εξεχώριζα αυτό από το σκότος, είχες και συ γεννηθή, ο δε αριθμός των ετών σου είναι μεγάλος;
22 Έχεις έλθει συ εις τα μέρη, όπου είναι αποταμιευμένοι οι θησαυροί της χιόνος; Έχεις δε ίδει και τους θησαυρούς της χαλάζης;
23 Μηπως αυτά είναι εκεί φυλαγμένα, δια να τα χρησιμοποίησης συ εις ώραν μάχης, εις ημέραν πολέμων εναντίον των εχθρών σου;
24 Από πού έρχεται η πάχνης; Ή πώς ο νότιος άνεμος σκορπίζεται εις την υπό τον ουρανόν γην;
25 Ποίος δε ητοίμασεν άφθονον ροήν των υδάτων με μεγάλην βροχήν, όπως επίσης και τον δρόμον εις τας βροντάς, που την συνοδεύουν,
26 δια να ποτίση με την βροχήν αυτήν την γην εκεί, που δεν υπάρχει άνθρωπος, να την καλλιεργήση εις ερήμους περιοχάς, όπου δεν κατοικεί κανείς,
27 δια να χορτάση την διψασμένην απάτητον και ακατοίκητον περιοχήν, ώστε αυτή να βλαστήση πλουσίαν χλόην;
8 Ποιός από τους ανθρώπους είναι ο πατήρ της βροχής; Ποιός δε είναι εκείνος, ο οποίος έχει γεννήσει τας χονδράς σταγόνας της δρόσου;
29 Από την κοιλίαν δε ποίου βγαίνει και εκπορεύεται ο πάγος; Την πάχνην στον ουρανόν ποιός την έχει γεννήσει,
30 η οποία πάχνη κατεβαίνει εις την γην ωσάν το νερό που τρέχει; Ποιός δε ετρομοκράτησε τον ασεβή και τον έκαμε να συσταλή καταπτοημένος;
31 Μηπως εξεύρεις με ποίον είδος δεσμού είναι δεμένα μεταξύ των τα άστρα της Πλειάδος η μήπως μπορείς να διάσπασης τον δεσμόν των αστέρων του Ωρίωνος;
32 Ή μήπως συ θα διανοίξης και θα καθορίσης στο καθένα από τα ζώδια τον δρόμον, που πρέπει να ακολουθήση, δια να καταλάβη τον τόπον του εις την ωρισμένην εκάστοτε εποχήν; Μηπως και ημπορείς να αρπάξης, σαν από την κόμην του, τον Εσπερον, δια να τον μεταφέρης, όπου θέλεις;
33 Γνωρίζεις δε τους νόμους, σύμφωνα με τους οποίους γίνονται αι μετακινήσεις των αστέρων του ουρανού, η όλα ομού τα υπό τον ουρανόν γινόμενα φυσικά φαινόμενα;
34 Ημπορείς να καλέσης και να διατάξης τα νέφη με την φωνήν σου και εκείνα με τρόμον να σε υπακούσουν και να μεταβληθούν εις ορμητικήν βροχήν;
35 Ημπορείς να διατάξης και να στείλης τους κεραυνούς, όπου θέλεις, και εκείνοι σύμφωνα με την διαταγήν σου να πορευθούν; Θα πουν μήπως, ευπειθείς εις σέ· Τι συμβαίνει; Διάταξε και υπακούομεν.
36 Ποίος έδωσεν εις τας γυναίκας σοφίαν και επιδεξιότητα, ώστε να κατασκευάζουν υφάσματα η καλαισθητικήν ικανότητα, ώστε να κεντούν θαυμαστά ποικίλματα;
37 Ποίος είναι εκείνος, που αριθμεί τα νέφη και κατέχει την ακριβή γνώσιν περί αυτών, κάμνει δε τον ουρανόν να κλίνη μέχρι της γης;
38 Ποτε γίνεται ωσάν κονιορτός η ομίχλη, απλώνεται και σκεπάζει την γην, και πότε την κάμνω να σκληρύνεται σαν λίθος μεταβαλλομένη εις πάγον και εις χάλαζάν με ακριβή γεωμετρικά σχήματα;
39 Ημπορείς συ να θηρεύσης δια τους λέοντας τροφήν; Είσαι εις θέσιν να χορτάσης την πείναν των δρακόντων;
40 Διότι αυτοί φοβούνται και ανησυχούν δια την τροφήν των μέσα εις τας φωλεάς των, παραμονεύουν δε εις τας λόχμας, δια να συλλάβουν την λείαν των.
41 Ποιός ητοίμασε τροφήν δια τον κόρακα; Διότι και αυτά τα μικρά πουλιά του κόρακος, καθώς πετούν από δω και από εκεί, φωνάζουν προς τον Κυριον και ζητούν την απαραίτητον δι’ αυτά τροφήν.
ΙΩΒ 39
1 Μηπως συ εγνώρισες και ώρισες τον χρόνον του τοκετού των αγρίων αιγών, που ζουν στους αποκρήμνους βράχους; Μηπως συ φροντίζεις και παρακολουθείς το κοιλοπόνημα των ελάφων;
2 Μηπως εγνώρισες ακριβώς επί πόσους μήνας θα κυοφορήσουν; Κατεπράϋνες δε και έλυσες τους πόνους των κατά τους τοκετούς αυτών;
3 Συ έθρεψες και ανέθρεψες τα νεογνά των, ασφαλή από κάθε φόβον και από κάθε κίνδυνον της ζωής των; Μηπως διέλυσες και έδιωξες μακράν από τας μητέρας των τους πόνους του τοκετου των;
4 Θα αποδιώξουν δε αυταί στον κατάλληλον καιρόν τα τέκνα των, ώστε αυτά να μεγαλώσουν και να πληθυνθούν μέσα εις τα γεννήματα των αγρών. Θα βγουν έξω από τας φωλεάς των και δεν θα επιστρέψουν πλέον στους γονείς των.
5 Ποίος είναι εκείνος που αφήκεν ελεύθερον τον άγριον όνον, ποιός κατήργησε τα σχοινιά, με τα οποία θα εδένετο;
6 Εγώ ώρισα ως κατοικίαν του την έρημον περιοχήν και τους αλμυρούς τόπους ως διαμονήν του.
7 Εμπαίζων δε αυτός και καταφρονών τον θόρυβον της πολυανθρώπου πόλεως, μη ακούων την ωργισμένην φωνήν οδηγού,
8 παρατηρεί με προσοχήν και ερευνά τα βουνά δια την ανεύρεσιν της τροφής του, και την αναζητεί εκεί, όπου υπάρχει τρυφερά χλόη.
9 Μηπως θα θελήση ποτέ ο ρινόκερως, να σε υπηρετήση η να κοιμηθή στον σταύλον σου;
10 Θα ημπορέσης να τον δέσης με λουριά στον ζυγόν του, ώστε να σύρη το άροτρον, δια να ανοίξη αυλάκια στον αγρόν;
11 Εχεις, βέβαια, πεποίθησιν εις αυτόν, διότι μεγάλη είναι η δύναμίς του. Θα τον αφήσης όμως να εκτρελέση τα βαρειά έργα της καλλιεργειάς σου;
12 Θα εμπιστευθής δε εις αυτόν την κατευόδωσιν της σποράς και την καλλιέργειαν των αγρών σου, ώστε να σου αποδώση το εισόδημα, το οποίον θα συγκεντρώσης στο αλώνι σου;
13 Καμαρώνει και τέρπεται η στρουθοκάμηλος δια το ωραίον της πτέρωμα, το οποίον φυσικά είναι ωραιότερον από τα πτερά του πελαργού και του ιέρακος.
14 Εν τούτοις στερείται αυτή της στοργής του πελαργού προς τα παιδιά της δι’ αυτό και θα αφήση τα αυγά της εις την γην, εις την άμμον, δια να τα ζεστάνη και τα εκκολάψη αυτή.
15 Δεν έλαβεν υπ’ όψιν, ότι πόδια ανθρώπων, που βυθίζονται εις την άμμον, θα τα διασκορπίσουν και τα θηρία του αγρού θα τα καταπατήσουν.
16 Φέρεται με σκληρότητα προς τα τέκνα της, ως εάν αυτά δεν ήσαν ιδικά της. Και ως εάν μάτην εκοπίασε, δεν φοβείται μήπως χαθούν τα τέκνα της.
17 Συμβαίνει δε αυτό, διότι ο Θεός απεσιώπησε και δεν την εδίδαξε την σοφίαν της στοργής, δεν κατεμέρισεν εις αυτήν σύνεσιν.
18 Εις ώρας όμως κινδύνου θα υψώση τα ωραία πτερά της και θα τρέχη τόσον γρήγορα, ώστε θα κατανικήση και θα καταγελάση οιονδήποτε ίππον και τον ιππέα, που επιβαίνει εις αυτόν.
19 Μηπως συ περιέβαλες με δύναμιν τον ίππον και ενέδυσες τον τράχηλόν του με ευκινησίαν, που εμπνέει φόβον;
20 Συ τον περιέβαλες με τόλμην, ως με πανοπλίαν; Συ του ενέβαλες εις τα στήθη τόλμην και θάρρος;
21 Ανυπόμονος σκάπτει με τα πόδια του το έδαφος, όπου στέκεται, επιπίπτει δέ με ασυγκράτητον ορμήν στο πεδίον της μάχης.
22 Εάν συναντήση σιδηρόφρακτον και περιφρουρούμενον βασιλέα, τον καταφρονεί και τον εμπαίζει, και δεν πτοείται ούτε και γυρίζει πίσω ενώπιον σιδηρών όπλων, μαχαιρών και τόξων.
23 Επάνω εις αυτόν κάθεται υπερήφανα ο ιππεύς και χρησιμοποιεί το τόξον και την μάχαιράν του.
24 Από τον θυμόν του, όταν τον υποχρεώνουν να περιμένη, κατασκάπτει και εξαφανίζει με τα πόδια του την γην· δεν θα μείνη ήσυχος, έως ότου η σάλπιγξ θα δώση το σύνθημα της επιθέσεως.
25 Όταν δε η σάλπιγξ σημάνη εξόρμησιν, ικανοποιείται και φαίνεται σαν να λέγη· Εύγε! Από μακρυά οσφραίνεται τον πόλεμον και τρέχει με μεγάλα άλματα εκεί, που ακούονται πολεμικαί κραυγαί.
26 Μηπως από την ιδικήν σου σοφίαν, έμαθε το γεράκι να στέκεται στον αέρα ακίνητον απλώνοντας τας πτέρυγας του, και στρέφει το βλέμμα του προς τον νότον, όπου πρόκειται να πετάξη;
27 Κατόπιν ιδικής σου διαταγής πετά προς μεγάλα ύψη ο αετός, ο δε γυψ διέρχεται την νύκτα επί της φωλεάς του, εις την οποίαν θα καθίση
28 και η οποία είναι κτισμένη εις απότομον και απόκρυφον προεξοχήν βράχου;
29 Ενώ δε είναι εκεί, αναζητεί την τροφήν του, διότι βλέπουν από μακρυά τα μάτια του προς τα μέρη εκείνα όπου ευρίσκεται το θήραμά του.
30 Τα πουλιά του, από τας πρώτας ημέρας της ζωής των, ζυμώνονται με το αίμα των κατασπαρασσομένων ζώων· όπου δε και αν υπάρχουν θνησιμαία, εκεί αμέσως ευρίσκονται και αυτά”.
ΙΩΒ 40
1 Απηυθύνθη ακόμη ο Θεός από το νέφος προς τον σιωπώντα Ιώβ και είπε·
2 “μήπως και θα ημπορέση κανείς να αποφύγη να κριθή με εμέ τον παντοδύναμον; Όταν δε εκφράζη παράπονα και ελέγχους προς τον Θεόν, ημπορεί να αποκριθή δια την επίκρισίν του αυτήν;”.
3 Απαντών ευλαβως ο Ιώβ είπε προς τον Κυριον·
4 “προς τί εγώ και τώρα, που νουθετούμαι από τον Κυριον, να παραπονεθώ συμβουλεύων και ελέγχων τον Κυριον εγώ, ο οποίος δεν είμαι τίποτε; Ποίαν δε απάντησιν θα δώσω εγώ εις αυτά; Θα βάλω το χέρι μου στο στόμα μου, δια να το κλείσω και να σιωπήσω πλέον.
5 Μια φορά ωμίλησα κατά ανόητον τρόπον· δεν πρέπει και δευτέραν φοράν κατά τον αυτόν τρόπον να ομιλήσω”.
6 Λαβών πάλιν ο Κυριος τον λόγον είπε προς τον Ιώβ από το νέφος·
7 “μη σταματάς την συζήτησιν, αλλά ζώσε ως ανδρείος ανήρ την οσφύν σου, διότι εγώ θα σε ερωτήσω, συ δέ, εάν ημπορής απάντησέ μου.
8 Μη αρνείσαι και δεν ημπορείς να αρνηθής την δικαίαν απόφασίν μου και ενέργειαν σχετικώς προς σέ. Νομίζεις ότι δι’ άλλον λόγον ενήργησα εγώ δια σέ, ει μη μόνον δια να αναδειχθής δίκαιος;
9 Μηπως ο ιδικός σου βραχίων είναι τόσον ισχυρός, ώστε να υψωθή και να συγκριθή με τον παντοδύναμον βραχίονα του Κυρίου; Ή η φωνή σου ομοιάζει με την φωνήν του, η οποία είναι ως η βροντή;
10 Σηκωσε, λοιπόν, το ανάστημά σου, πάρε επάνω σου την δύναμίν σου, ενδύσου δόξαν και τιμήν,
11 στείλε, αν ημπορής, τους αγγέλους σου με εντολήν και οργήν, ταπείνωσε δε κάθε αλαζόνα και ασεβή.
12 Σβήσε και εξάλειψε από προσώπου της γης κάθε υπερήφανον. Φέρε αμέσως σήψιν και αποσύνθεσιν στους ασεβείς.
13 Θαψε τους και κρύψε τους όλους μαζή εις την γην, τα δε πρόσωπά των γέμισέ τα από καταισχύνην και εξευτελισμόν.
14 Τοτε θα διακηρύξω και εγώ, ότι η δεξιά σου δύναται να σε σώση από κινδύνους.
15 Ιδού όμως ότι θηρία μεγάλα (στα εβραϊκά η λέξη που χρησιμοποιείται είναι “βεεμώθ”  και από την περιγραφή του είναι φανερό ότι είναι κάποιο είδος χερσαίου δεινόσαυρου) πλησίον σου τρώγουν τον χόρτον ωσάν βόϊδια.
16 Ιδού εις ένα από αυτά (η μετάφραση προσθέτει “, τον ιπποπόταμον”, αλλά αυτό είναι λάθος), η δύναμίς του ευρίσκεται εις την οσφύν του και την καθιστά ισχυράν και αλύγιστον. Μαλιστα δε η δύναμίς του είναι στον ομφαλόν της κοιλίας του.
17 Υψώνει την ουράν του, που είναι υψηλή και ευθεία όπως το κυπαρίσσι. Τα νεύρα του συμπλέκονται μεταξύ των.
18 Τα πλευρά του είναι ισχυρά ωσάν χαλκός και η ράχις του είναι ωσάν χυτός σίδηρος.
19 Το θηρίον δηλαδή αυτό, ο ιπποπόταμος, είναι θαυμαστόν πλάσμα του Κυρίου. Δημιούργημα τόσον ισχυρόν, ώστε μόνον υπό των αγγέλων του Θεού είναι δυνατόν να περιπαίζεται.
20 Οταν δια την ανεύρεσιν της τροφής του εξέρχεται από τον ποταμόν και ανέρχεται εις απόκρημνον λόφον, που έχει χλόην, προκαλεί χαράν εις τα τετράποδα, τα οποία ευρίσκονται κάτω εις την πεδιάδα.
21 Κοιμάται κάτω από διάφορα δένδρα, πλησίον στο παπύρι, εις τα καλάμια και εις τα ψαθιά.
22 Ριπτούν επάνω εις αυτόν την σκιαν των δένδρα μεγάλα και τρυφερά βλαστάρια και κλώνοι, που υψώνονται στους αγρούς.
23 Εάν πλημμυρίση ο ποταμός, αυτός δεν θα αισθανθή τίποτε. Εχει πεποίθησιν εις την δύναμίν του και όταν ακόμα προσκρούση στο στόμα του ο Ιορδάνης ποταμός.
24 Εάν ημπορή κανείς, ας τον συλλάβη φανερά ενεργών. Η ας διατρυπήση, αν ημπορή, το ρύγχος του χρησιμοποιών προς τούτο παγιδευτικά μέσα.
25 Ημπορείς συ να συλλάβης τον δράκοντα τον μεγάλον, τον κροκόδειλον (στα εβραϊκά το πλάσμα αυτό ονομάζεται “λεβιάθαν” και από την περιγραφή του είναι φανερό ότι είναι κάποιο άλλο είδος δεινόσαυρου, θαλάσσιου αυτήν την φορά), με άγκιστρον, να βάλης δε γύρω από το ρύγχος του χαλινάρι;
26 Μηπως και ημπορείς να δέσης κρίκον στους ρώθωνάς του, να τρυπήσης δε το χείλος του και να του περάσης χαλκάν;
27 Μηπως αυτός τρέμων την δύναμίν σου θα σου ομιλήση ικετευτικά, μαλακά και ήρεμα;
28 Μήπως και θα θελήση να συνάψη μαζή σου σύμφωνον φιλίας; Μηπως και έχεις την δύναμιν να τον πάρής και να τον κρατήσης παντοτεινόν δούλον σου;
29 Θα παίξης, τάχα, μαζή του όπως παίζεις με ένα πουλί η ημπορείς να τον δέσης, όπως δένεις ένα σπουργίτην, που τον δίνεις στο παιδί για να παίζη;
30 Τρέφονται από τας σάρκας του έθνη, οι δε εμπορικοί λαοί των Φοινίκων κόπτουν αυτόν εις μεγάλα τεμάχια και τον εμπορεύονται;
31 Οποιοδήποτε πλοίον και αν έλθη, δεν θα ημπορέση ούτε το δέρμα της ουράς του να σηκώση. Και εις τα πλοιάρια των αλιέων δεν θα καταστή δυνατόν να φέρουν ζωντανήν την κεφαλήν του.
32 Εάν δε τολμήσης και βάλης το χέρι σου επάνω εις αυτόν, θα ενθυμηθής τον αγώνα, που γίνεται στο σώμα του, και θα είπης· Ποτέ πλέον να μη γίνη τέτοιος αγών κατά αυτού του (η μετάφραση λέει “κατά του κροκοδείλου”, αλλά αυτό είναι λάθος).
ΙΩΒ 41
1 Δεν έχεις ίδει το μέγα αυτό θηρίον; Δεν έχεις δοκιμάσει δέος και θαυμασμόν, όταν ήκουσες να ομιλούν δι’ αυτό;
2 Δεν φοβείσαι λοιπόν και εμέ, ο οποίος έχω δημιουργήσει αυτό το θηρίον; Διότι ποιός είναι εκείνος, ο οποίος μου αντεστάθη ποτέ έως τώρα;
3 Και ποιός είναι δυνατόν να μου αντισταθή στο μέλλον και να μείνη ακλόνητος αφού όλη η κάτω από τον ουρανόν γη και τα εν αυτή είναι ιδικά μου;
4 Δεν θα παύσω ακόμη να κάνω λόγον δια το μέγα αυτό θηρίον. Εξ αιτίας της τρομεράς δυνάμεώς του, καθένας θα λυπηθή εκείνον, που επιτίθεται εναντίον του, διότι θα τον βλέπη εκτιθέμενον εις μέγαν θανάσιμον κίνδυνον.
5 Ποιός ημπορεί να αφαίρεση και να ξεσκεπάση το κάλυμμα της επενδύσεως του; Ποιός δε ημπορεί να εισχωρήση εις τας πτυχάς του θώρακός του;
6 Ποιός ημπορεί να ανοίξη την πύλην του στόματός του, τας φοβεράς δηλαδή σιαγόνας του; Γυρω από τας σιαγόνας αυτάς είναι οι τρομεροί οδόντες του, οι οποίοι εμπνέουν φόβον.
7 Τα εσωτερικά του προφυλάσσονται σαν από χαλκίνας ασπίδας, αι δε ηνωμέναι μεταξύ των φολίδες του δέρματός του είναι σαν να έχουν κατασκευασθή από σμυρίτην λίθον.
8 Η μία φολίς συνδέεται τόσον στενά με την άλλην, ώστε ούτε η πνοή ανέμου δεν ημπορεί να περάσή δια μέσου αυτών.
9 Σαν αδέλφια προσκολλάται η μία με την άλλην, συνδέονται στενότατα και δεν είναι δυνατόν να αποσπασθούν και να ξεχωρίσουν ούτε από μεταξύ των ούτε από το σώμα του κροκοδείλου.
10 Καθώς πταρνίζεται, τα σταγονίδια του πταρμού του ακτινοβολούν το φως, τα δε μάτια του ομοιάζουν με τον Αυγερινόν.
11 Από το στόμα του εξέρχονται σαν αναμμένες λαμπάδες και εξαφανίζονται ολόγυρά του ωσάν εστίαι φωτιάς.
12 Τα σταγονίδια που εκτοξεύονται από τους ρώθωνάς του ομοιάζουν με εξερχόμενον καπνόν καμίνου, η οποία καίεται με αναμμένα κάρβουνα.
13 Η εκπνοή αυτού είναι σαν αναμμένα κάρβουνα, φλόγα δε εκπορεύεται από το στόμα του.
14 Εις τον τράχηλόν του εδράζεται η δύναμίς του και έμπροσθέν του απλώνεται όλεθρος και καταστροφή.
15 Αι σάρκες του σώματός του είναι στενά κολλημέναι μεταξύ των και σκληραί, ώστε εάν κανείς ρίψη εναντίον του βέλη ούτε που θα τα αισθανθή και ούτε θα σαλευθή.
16 Η καρδία του είναι σκληρή όπως το λιθάρι· στέκεται άκαμπτη και αλύγιστη σαν το αμόνι.
17 Εάν βγη από το νερό και στραφή προς την ξηράν, φόβος και τρόμος θα πέση εις τα θηρία της υπαίθρου, τα οποία φεύγουν ενώπιόν του με πηδήματα.
18 Λογχαι εάν πέσουν με ορμήν επάνω του, δεν τον θίγουν καθόλου. Ούτε το δόρυ και οι θωρακισμένοι πολεμισταί ημπορούν να του κάμουν τίποτε.
19 Αυτός θεωρεί τα σιδερένια όπλα σαν άχυρα, τα δε χάλκινα σαν σάπιο ξύλο.
20 Το χάλκινον τόξον δεν ημπορεί να του επιφέρη καμμίαν πληγήν, την δε σφενδόνην που εκσφενδονίζει λίθους, την θεωρεί σαν το χορτάρι.
21 Τα σιδερένια σφυριά τα θεωρεί σαν την ανάλαφρη καλαμιά. Καταφρονεί δε τα πυρφόρα βέλη, που εκσφενδονίζονται εναντίον του.
22 Κοιμάται με άνεσιν επάνω σε μυτερά καρφιά, όλος δε ο κάτω από αυτόν χρυσός της θαλάσσης θεωρείται σαν λάσπη άνευ αξίας.
23 Αναταράσσει και κάμνει σαν να βράζουν τα ύδατα, όπως το φυσερό του σιδηρουργείου. Ευχαριστείται δε εις την θάλασσαν, ως εάν αυτή είναι λεκάνη λουτρού καθαριότητος.
24 Τα βάθη των θαλασσών είναι υπό την εξουσίαν του ως αιχμάλωτα. Περίπατον δε ευχάριστον θεωρεί τον ωκεανον.
25 Δεν υπάρχει άλλο θηρίον επάνω εις την γην όμοιον με αυτόν (η μετάφραση λέει “με τον κροκόδειλον”, αλλά αυτό είναι λάθος), ο οποίος είναι έτσι φτιασμένος, ώστε μόνον από τους αγγέλους μου είναι δυνατόν να εμπαίζεται.
26 Βλέπει απτόητος όλα τα υψηλά, βασιλεύει δε εις όλα τα ζώα, που υπάρχουν μέσα εις τα ύδατα”.
ΙΩΒ 42
1 Έλαβε τον λόγον τότε ο Ιώβ και είπε προς τον Κυριον·
2 “γνωρίζω πλέον πολύ καλά, Κυριε, ότι συ δύνασαι τα πάντα, τίποτε δε δεν είναι αδύνατον εις σέ.
3 Ποίος δε είναι δυνατόν να κρύψη από σε τας σκέψεις και αποφάσστου; Ποιός δε είναι εκείνος, που τσιγκουνευόμενος και συγκρατών μέσα τα λόγια του νομίζει ότι δύναται να τα αποκρύψη από σέ; Ποίος όμως άλλος, εκτός από σέ, θα μου ανήγγελλεν αυτά, που δεν εγνώριζα, τα μεγάλα και αξιοθαύμαστα, που δεν ήξευρα;
4 Ακουσε δε εμέ, Κύριε, δια να τολμήσω να ομιλήσω και εγώ προς σέ. Θα σε ερωτήσω, συ δε δίδαξέ με.
5 Μέχρι τώρα με τα αυτιά μου μόνον ήκουα περί σου και των μεγαλείων σου. Τωρα όμως σε είδα με τα ίδια μου τα μάτια.
6 Δια τούτο ελεεινολόγησα και εξουθένωσα τον εαυτόν μου, έλυωσα από ψυχικήν συντριβήν, αισθάνομαι ότι είμαι πράγματι χώμα και στάκτη”.
7 Όταν ο Κύριος είπεν όλους αυτούς τους λόγους προς τον Ιώβ, απευθυνόμενος προς Ελιφάζ τον Θαιμανίτην είπεν· “ημάρτησες συ και οι δύο φίλοι σου, διότι δεν ωμιλήσατε ενώπιόν μου τίποτε το αληθές και σύμφωνον προς την βουλήν μου, όπως ο δούλος μου ο Ιώβ.
8 Λάβετε λοιπόν τώρα επτά μόσχους και επτά κριους και πηγαίνετε προς τον δούλον μου τον Ιώβ και θα προσφέρη αυτός αυτά ολοκαύτωμα δια σας. Ο δούλος μου ο Ιώβ θα προσευχηθή δια σάς και εγώ αυτόν και την δέησίν του θα λάβω υπ’ όψιν μου και θα συγχωρήσω το αμάρτημά σας. Εάν δεν ήτο προς χάριν αυτού, θα σας κατέστρεφα. Διότι ομιλούντες, όπως ωμιλήσατε, εναντίον του δούλου μου του Ιώβ, δεν είπατε το αληθές”.
9 Επήγαν πράγματι ο Ελιφάζ ο Θαιμανίτης, Βαλδάδ ο Σιαυχίτης και Σωφάρ ο Μιναίος και έπραξαν, όπως τους είχε διατάξει ο Κυριος. Ο δε Κυριος συνεχώρησε και διέλυσε την αμαρτίαν των προς χάριν του Ιώβ.
10 Ο Κύριος εδόξασε και επί του σημείου αυτού τον Ιώβ. Οταν αυτός προσηυχήθη δια τους φίλους του, ο Κυριος συνεχώρησε την αμαρτίαν εκείνων. Εις δε τον Ιώβ έδωσε τα διπλάσια, από όσα προηγουμένως είχεν.
11 Επληροφορήθησαν δε όλοι οι αδελφοί του και αι αδελφαί του όλα όσα είχαν συμβή εις αυτόν και ήλθαν πάντες προς αυτόν, όσοι τον είχαν γνωρίσει και προηγουμένως. Αφού δε έφαγαν και έπιαν στο σπίτι μαζή του, τον παρηγόρησαν αλλά και τον εθαύμασαν δι’ όλα όσα επέφερεν εις αυτόν ο Κυριος. Έκαστος δε από αυτούς έδωκεν στον Ιώβ ως δώρον μίαν αρνάδα, ένα χρυσούν τετράδραχμον και ακατέργαστον άργυρον.
12 Ο δε Κύριος ευλόγησε τα μετά ταύτα έτη του Ιώβ πλουσιώτερον και περισσότερον από τα προηγηθέντα χρόνια του. Ανήλθον δε τα κτήνη του, τα πρόβατά του εις δεκατέσσαρες χιλιάδες, αι κάμηλοί του εις εξ χιλιάδες, τα ζεύγη των βοϊδιών του εις χίλια, αι θηλυκαί όνοι, που έβοσκαν εις κοπάδια, ανήλθον εις χιλίας.
13 Απέκτησε δε αυτός επτά υιούς και τρεις θυγατέρας.
14 Και εκάλεσε την μεν πρώτην Ημέραν, εις συμβολισμόν της νέας χαρμοσύνου περιόδου που ανέτειλε δια τον Ιώβ. Την δευτέραν Κασίαν, ευάρεστον ως το αρωματώδες φυτόν, την τρίτην εκάλεσεν Αμαλθαίας κέρας, εις δήλωσιν της νέας υπεραφθονίας των αγαθών του.
15 Καθ’ όλην δε την υπό τον ουρανόν οικουμένην δεν ευρέθησαν ωσάν τας θυγατέρας του Ιώβ καλύτεραι και ωραιότεροι. Απέκτησε δε τόσα πολλά ο Ιώβ, ώστε έδωκε και εις τας τρεις αυτάς θυγατέρας του κληρονομίαν μεγάλην μεταξύ των αδελφών των.
16 Εζησε δε ο Ιώβ μετά την θλίψιν της ασθενείας του εκατόν εδδομήκοντα έτη. Όλα δε τα έτη της ζωής του Ιωβ ανήλθον εις διακόσια τεσσαράκοντα. Και είδεν ο Ιώβ τα παιδιά του και τα παιδιά των παιδιών του μέχρι τετάρτης γενεάς.
17 Εξεδήμησε δε ο Ιώβ γέρων και πλήρης ημερών.
17α Εχει δε γραφή ότι θα αναστήση πάλιν αυτόν ο Κυριος μαζή με όλους εκείνους, τους οποίους θα αναστήση κατά την μέλλουσαν ζωήν.
17β Δια τον Ιώβ πληροφορούμεθα από την εις την Συριακήν γλώσσαν μετάφρασιν της Βιβλου, ότι κατοικούσε εις την χώραν Αυσίτιδα, η οποία ευρίσκετο εις τα σύνορα Ιδουμαίας και Αραβίας. Το δε προηγούμενον
17γ Επήρε δε και μίαν γυναίκα εξ Αραβίας, από την οποίαν απέκτησεν υιόν, ονομασθέντα Εννών. Ο πατήρ του Ιώβ ήτο ο Ζαρέ, απόγονος της πατριαρχικής οικογενείας του Ησαύ. Η μητέρα του ωνομάζετο Βοσόρρα, ώστε αυτός ως εγγονός του Ησαύ ήτο πέμπτος απόγονος από τον Αβραάμ.
17δ Οι βασιλείς, οι οποίοι εβασίλευσαν εις την χώραν της Ιδουμαίας, της οποίας άρχων και βασιλεύς υπήρξεν και ο Ιώβ, ήσαν οι εξής· Πρώτος ο Βαλάκ υιός του Βεώρ. Το δε όνομα της πόλεώς του ήτο Δενναβά. Μετά τον Βαλάκ εβασίλευσεν ο Ιωβάβ, δηλαδή ο Ιώβ. Επειτα από αυτόν ο Ασώμ, ο ηγεμών που κατήγετο από την Θαιμανίτιδα χώραν. Επειτα από αυτόν εβασίλευσεν ο Αδάδ, ο υιός του Βαράδ, ο οποίος εξωλόθρευσε τους Μαδιανίτας εις την πεδιάδα της Μωάβ. Η δε πόλις του ωνομάζετο Γεθθαίμ.
17ε Οι φίλοι του Ιώβ, που είχαν ελθει εις επίσκεψίν του ήσαν· Ελιφάζ από τους απογόνους του Ησαύ, βασιλεύς των Θαιμανών, ο Βαλδάδ αρχών των Σαυχαίων και ο Σωφάρ ο βασιλεύς των Μιναίων.

Το θαύμα του Αγίου Γεωργίου και ο δράκοντας της λίμνης

undefined
Στην Ανατολική επαρχία της Ατταλείας και στην πόλι Αλαγία εβασίλευε κάποιος Σέλβιος που ήταν πολύ χριστιανομάχος. Είχε βασανίσει πολλούς χριστιανούς για ν’ αρνηθούν την πίστη τους και έπειτα τους εφόνευε.
Κοντά στην πόλι υπήρχε ένας δράκοντας φοβερός που καθημερινά άρπαζε ανθρώπους ή ζώα και τα κατέτρωγε. Οι κάτοικοι είχαν πανικοβληθή και απέφευγαν να περνούν απ’ εκεί. Κάποτε ο βασιλιάς συνεκέντρωσε τον στρατό του και πήγαν για να σκοτώσουν το άγριο θηρίο. Όμως τίποτα δεν επέτυχαν και επέστρεψαν άπρακτοι.
Όταν είδαν οι κάτοικοι ότι ο βασιλιάς απέτυχε να σκοτώση τον δράκοντα, πήγαν να τον ερωτήσουν γιατί δεν μπόρεσε να βρη τρόπους να εξοντώση το φοβερό θηρίον. Τότε ο βασιλιάς ύστερα από συμβουλήν που του έδωσαν οι ιερείς των ειδώλων, είπε προς το πλήθος: «Γνωρίζετε ότι επιχειρήσαμε αρκετές φορές να φονεύσωμε το θηρίον και δεν το κατορθώσαμε, γιατί έτσι ήταν το θέλημα των θεών. Τώρα λοιπόν κατά την εντολή τους θα πρέπει ο καθένας μας να στέλνη το παιδί του για να το τρώγη ο δράκοντας. Ακόμα και εγώ θα στείλω την μοναδική μου κόρη, όταν θα έλθη η σειρά της». Έτσι λοιπόν ο λαός υπήκουσε στη διαταγή του βασιλιά γιατί δεν ημπορούσε να κάνη και διαφορετικά. Έστελναν λοιπόν τα παιδιά τους με δάκρυα και με θρήνους για να καταβροχθίζωνται από το θηρίον.
Όταν ήλθε και η σειρά της κόρης του βασιλιά ξετυλίχθηκαν τραγικές σκηνές. Ο βασιλιάς κτυπούσε το στήθος του, το πρόσωπόν του, τραβούσε τα γένεια του και με λυγμούς έλεγε: «Αλλοίμονον σε μένα τον ταλαίπωρον! Τι να πρωτοκλάψω γλυκύτατόν μου παιδί; Τον χωρισμόν μας ή τον ξαφνικόν σου θάνατον που πρόκειται να ίδω σε λίγο; Τι να πρωτοθρηνήσω, αγαπημένο μου παιδί, το κάλλος σου ή τον τρόμον που σε λίγο θα νοιώσης καθώς θα σε κατασπαράζη το άγριο θηρίο; Αλλοίμονον, κόρη μου, που έλαμπες σαν πολύφωτη λαμπάδα στο παλάτι μου και επερίμενα την ώραν που θα εώρταζα τους χαρούμενους γάμους σου. Πού θα βρω πια παρηγοριά και πώς θα ζήσω μακρυά σου; Τι τη θέλω την ζωή και τα παλάτια χωρίς εσένα;» Αυτά έλεγε ο απαρηγόρητος βασιλιάς. Έπειτα γύρισε προς το πλήθος και είπε: «Αγαπητοί μου φίλοι και άρχοντες, σας ζητώ να με ελεήσετε και να με συμπονέσετε. Σας προσφέρω πλούτη όσα θέλετε, και ακόμη την βασιλείαν μου, αλλά να μου κάνετε μίαν χάρι. Να μου χαρίσετε το αγαπημένο και μονάκριβο παιδί, αλλοιώς αφήστε με κι εμένα να πάω μαζί της». Κανένας όμως δεν συγκινήθηκε από τα λόγια του βασιλιά γιατί αυτός ήταν που εξέδωσε διαταγή, για να βρίσκουν τα παιδιά τους τέτοιο οικτρό τέλος. Έτσι με μια φωνή όλοι του είπαν ότι έπρεπε να εφαρμοσθή και στο παιδί του η διαταγή του.
Μη μπορώντας να κάνη διαφορετικά ο βασιλιάς την συνώδευσε μέχρι την πύλη της πόλεως. Αφού την αγκάλιασε και την κατεφίλησε κλαίοντας την παρέδωσε στους ανθρώπους για να την οδηγήσουν κοντά στην λίμνη. Πράγματι οι άνθρωποι την άφησαν εκεί και έφυγαν. Ο λαός έβλεπε μέσα από τα τείχη την κόρη που καθόταν κοντά στη λίμνη και επερίμενε να έλθη το θηρίον για να την κατασπαράξη.
Εκείνον τον καιρό ο Μέγας Γεώργιος, που δεν είχε ακόμη ομολογήσει την Χριστιανικήν του πίστιν, ήτο κόμης και αρχηγός στρατιωτικής μονάδος στο στράτευμα του Διοκλητιανού. Επέστρεφε μάλιστα στην Καππαδοκία από ένα πόλεμον που συνεξεστράτευσε με τον Διοκλητιανόν. Κατ’ οικονομίαν Θεού επέρασε και από την λίμνην και όταν είδε το νερό θέλησε να ποτίση τον ίππον του και να ξεκουρασθή και ο ίδιος. Όταν είδε την κόρη να κλαίη ασταμάτητα και να διακατέχεται από αγωνία και τρόμον την επλησίασε και την ερώτησε γιατί έκλαιγε και ακόμη ποιος ήταν ο λόγος που την παρακολουθούσε ο λαός μέσα από τα τείχη. Η κόρη του είπε ότι αδυνατούσε να του διηγηθή τα όσα συνέβησαν και τα όσα επρόκειτο να συμβούν και τον παρεκάλεσε να ιππεύση τον ίππον του και να φύγη όσον πιο σύντομα ημπορούσε, γιατί κινδύνευε να χάση την ζωή του και ήταν τόσο νέος και ωραίος». Ο Άγιος επέμενε να μάθη τι της συνέβη. Και αυτή του είπε: «Είναι μακρά η αφήγησις, κύριέ μου, και δεν μπορώ να σου διηγηθώ τα καθέκαστα αυτήν την ώρα. Μόνον σου λέγω και σε παρακαλώ να φύγης τώρα αμέσως για να μην θανατωθής μαζί μου άδικα». Και ο άγιος της είπε: «Πες μου την αλήθεια, γιατί κάθεσαι εδώ και ορκίζομαι στον Θεό που πιστεύω εγώ, ότι δεν θα σε αφήσω μόνη, αλλά θα σε ελευθερώσω από τον θάνατον. αλλοιώς θ’ αποθάνω μαζί σου».
Τότε η κόρη εστέναξε πικρώς και διηγήθη στον άγιον τα όσα συνέβησαν. Αφού άκουσε ο άγιος τα γεγονότα ερώτησε την κόρην: «Ο πατέρας σου και η μητέρα σου και ο λαός σε ποιόν θεόν πιστεύουν;» Και εκείνη απεκρίθη: «Πιστεύουν στον Ηρακλή και στην μεγάλη θεάν Άρτεμιν». Ο Άγιος τότε της είπε: «Από σήμερα να μη φοβάσαι ούτε και να κλαις. Μόνον πίστεψε στον Χριστόν που πιστεύω εγώ και θα δης την δύναμιν του Θεού μου». Η βασιλοπούλα απήντησε στον άγιον: Πιστεύω, κύριέ μου, μ’ όλη μου την ψυχή και μ’ όλη μου την καρδιά». Ο άγιος συνέχισε: «Έχε θάρρος στο θεό που εδημιούργησε τον ουρανό και την γην και την θάλασσα διότι ο Χριστός πρόκειται να καταργήση την δύναμιν του θηρίου και θα ελευθερωθούν και ακόμη θα διώξουν το φόβο του θηρίου όλοι οι κάτοικοι του τόπου αυτού. Μείνε λοιπόν εδώ και μόλις ιδής το θηρίον να έρχεται, φώναξέ με».
Τότε ο Άγιος έκλινε τα γόνατά του στη γη και αφού ύψωσε τα χέρια του προς τον ουρανό προσευχήθηκε λέγοντας: «Ο Θεός ο Μέγας και Δυνατός, ο καθήμενος επί των Χερουβίμ και επιβλέπων αβύσσους, ο ων ευλογητός και διαμένων εις τους αιώνας, Συ γνωρίζεις τας καρδίας ότι είναι μάταιες. Συ, Φιλάνθρωπε Δέσποτα, ο των προαιωνίων θαυμασίων Θεός, τον οποίον ούτε έννοια ημπορεί να συλλάβη ούτε λόγος να ερμηνεύση επίβλεψον και τώρα επ’ εμέ τον ταπεινόν και φανέρωσέ μου τα ελέη σου. Υπόταξε υπό τους πόδας μου το πονηρόν αυτό θηρίον, για να γνωρίσουν όλοι ότι υπάρχεις μαζί μου και είσαι Συ ο μόνος θεός και εκτός από εσένα άλλος δεν υπάρχει». Τότε ηκούσθη φωνή από τον ουρανόν η οποία έλεγε: «Εισηκούσθη η δέησίς σου, Γεώργιε, και κάνε όπως θέλεις, διότι εγώ θάμαι πάντοτε μαζί σου». Μόλις ετελείωσε την προσευχή ο Άγιος εφάνη το άγριο θηρίον. Όταν το είδε η κόρη εφώναξε: «Αλλοίμονόν μου, κύριέ μου. Έρχεται το θηρίο για να με κατασπαράξη».
Τότε ο Άγιος έτρεξε για να συναντήση το θηρίον. Ήτο το θηρίον φοβερόν. Έβγαζε από τα μάτια του φωτιά και ήταν τόσο εξαγριωμένο και απαίσιον ώστε παρουσίαζε ένα θέαμα φοβερόν. Αμέσως ο Άγιος έκαμε το σημείον του Τιμίου Σταυρού και είπε: «Κύριε ο Θεός μου, ημέρεψε για χάρι μου, που είμαι δούλος σου, το θηρίο αυτό για να πιστέψη ο λαός στο όνομά Σου το Άγιον». Έτσι και έγινε. Ο φοβερός δράκοντας με τα μεγάλα δόντια έπεσε στα πόδια του ίππου του αγίου και ενώ κυλιόταν, εβρυχάτο. Μόλις η βασιλοπούλα είδε το θέαμα αυτό ένοιωσε μεγάλη χαράν. Και ο Άγιος της είπε: «Βγάλε την ζώνη σου και δέσε μ’ αυτήν τον δράκοντα από τον λαιμόν». Αμέσως τότε η κόρη άφοβα έβγαλε την ζώνην της και έδεσε τον δράκοντα, και ευχαριστούσε τον Άγιον που την εγλύτωσε από τον βέβαιον θάνατον. Ο Άγιος αφού ανέβηκε στο άλογό του είπε προς την βασιλοπούλα: «Σύρε τον δράκοντα με την ζώνη σου μέχρι την πόλι».
Όταν είδαν οι κάτοικοι το παράξενον συμβάν ότι δηλαδή μια κόρη σύρει τον δράκοντα δεμένον, ετράπησαν σε φυγήν. Ο Άγιος Γεώργιος τους εφώναξε: «Μη φοβείσθε, σταθήτε και θα δήτε την δόξαν του Θεού και την σωτηρία σας». Τότε εσταμάτησαν όλοι απορημένοι και επερίμεναν να δουν τι θα τους δείξη. Τους προέτρεψε λοιπόν να πιστέψουν στον Αληθινόν Θεόν και αυτοί δέχτηκαν με χαρά. Αφού εσήκωσε το χέρι του εκτύπησε με το ακόντιον τον δράκοντα και το φοβερό τέρας εσκοτώθη. Έπειτα αφού επήρε από το χέρι την βασιλοπούλα την παρέδωσε στον βασιλιά. Όλοι ένοιωσαν μεγάλη και ανέκφραστη χαρά και αφού εγονάτισαν, καταφιλούσαν τα πόδια του Αγίου και ευχαριστούσαν τον Πανάγαθον Θεόν, διότι τους ελευθέρωσε από το θηρίο κι έτσι σταμάτησε η θυσία των παιδιών τους.
Ο Άγιος Γεώργιος εκάλεσε από κάποια πόλι της Αντιοχείας τον Επίσκοπον Αλέξανδρον και εβάπτισε τον βασιλιά και τους άρχοντας και ολόκληρο τον λαόν. Μέσα σε δεκαπέντε μέρες εβάπτισε σαρανταπέντε χιλιάδες.
Αφού λοιπόν εβαπτίσθηκαν όλοι και έγινε μεγάλη χαρά στη γη και στον ουρανόν έκτισαν και μια μεγάλη εκκλησία επ’ ονόματι του τρισυποστάτου Θεού. Ο Άγιος επήγε να την ιδή. Μόλις μπήκε στο Άγ. Βήμα και προσευχήθηκε εβγήκε πηγή αγιάσματος και σκορπίσθηκε ευωδία στο Ναό. Η πηγή αυτή σώζεται μέχρι σήμερα.

Παρασκευή, Μαΐου 06, 2011

6 Μαΐου Συναξαριστής

Ἰὼβ Προφήτου, Βαρβάρου Μάρτυρα, τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Δάνακτος, Μεσίρου καὶ Θερίνου, Δημητρίωνος Μάρτυρα, Δονάτου Μάρτυρα, τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Ἠλιοδώρου, Βενούστου καὶ τῶν σὺν αὐτῶν, Βενδίκτης Ὁσίας, Ἐαντβέρτου Σκωτίας, τῶν Ὁσίων Ἰλαρίωνος, Μάμαντος καὶ Παχωμίου, ἐγκαίνια ναοῦ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων ἐν Ψαμαθίᾳ, Σεραφεὶμ Ὁσίου, Ἰὼβ Ὁσίου.


Ὁ Ἅγιος Ἰὼβ ὁ Δίκαιος ὁ Προφήτης
 

Ὁ Δίκαιος Ἰὼβ καταγόταν ἀπὸ τὴ χώρα Αὐσίτιδα ποὺ βρισκόταν μεταξὺ τῆς Ἰουδαίας καὶ τῆς Ἀραβίας καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ Ζαρὲθ καὶ τῆς Βασώρας. Προφήτης ἐπὶ σαράντα χρόνια, ἄκμασε περὶ τὸ 1900 π.Χ. (κατ’ ἄλλους τὸ 1400 π.Χ.). Παρὰ τὰ μυθώδη πλούτη του ἦταν θεοσεβής, δίκαιος, εὐθὺς καὶ ἄμεμπτος.
Κατὰ παραχώρηση Θεοῦ, γιὰ νὰ τὸν δοκιμάσει, πειράχθηκε ἀπὸ τὸν σατανᾶ καὶ ἀπώλεσε πλοῦτο καὶ κάθε ἀγαπημένο του πρόσωπο, πλὴν τῆς συζύγου του, αὐτὸς δὲ ὁ ἴδιος προσβλήθηκε ἀπὸ βαρύτατη μορφὴ λέπρας. Λόγω αὐτοῦ ἐξῆλθε τῆς πόλεως καὶ διερχόταν τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του μέσα σὲ σπήλαιο, προσευχόμενος καὶ ξύνοντας τὶς πληγές του γιὰ
ἀνακούφιση.
Οὔτε οἱ παροτρύνσεις τῆς συζύγου καὶ τῶν φίλων του στάθηκαν ἱκανὲς νὰ τὸν ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅταν δὲ τὸν ἐπισκέφθηκε ἡ σύζυγός του καὶ πλήρης θυμοῦ τοῦ εἶπε: «Μέχρι πότε θὰ ὑπομένεις λέγοντας: ἰδού, θὰ περιμένω λίγο ἀκόμη χρόνο καὶ ἐλπίζω, ὅτι θὰ ἀπαλλαγῶ τῆς καταστάσεώς μου;

Ἰδοὺ ἡ μνήμη σου ἐξέλιπε ἀπὸ τὴ γῆ, διότι οἱ υἱοὶ καὶ οἱ θυγατέρες σου, οἱ ἐπώδυνοι αὐτοὶ καρποὶ τῆς κοιλίας μου, ἐξαφανίσθηκαν. Μάταια κόπιασα, γιὰ νὰ τοὺς μεγαλώσω. Ἐσὺ δὲ ὁ ἴδιος κάθεσαι ἐπάνω σὲ σάπια ἀπορρίμματα σκωληκοβριθῆ διερχόμενος ὄχι μόνο τὶς ἡμέρες ἀλλὰ καὶ τὶς νύχτες στὸ ὕπαιθρο.
Ἐγὼ δὲ περιπλανιέμαι ὡς μία ὑπηρέτρια μεταβαίνουσα ἀπὸ τὸν ἕνα τόπο στὸν ἄλλον καὶ ἀπὸ τὴ μία οἰκία στὴν ἄλλη καὶ περιμένω πότε νὰ δύσει ὁ ἥλιος, γιὰ νὰ ἀναπαυθῶ ἀπὸ τοὺς σωματικοὺς κόπους καὶ ψυχικὲς ὀδύνες, οἱ ὁποῖες σήμερα μὲ περισφίγγουν.
Πές, λοιπόν, λόγο κατὰ τοῦ Κυρίου καὶ πέθανε», αὐτός, ἀφοῦ ἄκουσε μὲ τὴ συνήθη πραότητα τοὺς πικροὺς αὐτοὺς λόγους τῆς συζύγου του, μὲ μεγάλη θλίψη ἀπάντησε πρὸς αὐτήν: «Διατὶ ὁμίλησες ἔτσι ὡς μία ἀπὸ τὶς ἄφρονες γυναῖκες;
Ἀφοῦ δέχθηκες τὶς τόσες καλὲς δωρεὲς ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ ὑπομείνουμε καὶ τὶς συμφορές;», παραμένοντας ἔτσι καὶ πάλι θεοσεβὴς καὶ ἄμεμπτος. Μόνο πρὸς στιγμήν, ὅταν τὸν ἐπισκέφθηκαν οἱ τρεῖς φίλοι του Ἐλιφάζ, βασιλέας τῶν Θαιμανῶν, Βαλδάδ, τύραννος τῶν Σαυχέων καὶ Σαφάρ, βασιλέας τῶν Μιναίων, οἱ ὁποῖοι παρέμειναν σιωπηλοί, ἀφοῦ τὸν συντρόφευαν ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρες, τὸ ἠθικὸ τοῦ Ἰὼβ κλονίσθηκε, ἀλλὰ ἀμέσως, διαμέσου τῆς βαθιᾶς πίστεώς του, ἀνέκτησε καὶ πάλι αὐτό.
Μετὰ ἑπταετῆ ὑπομονὴ τῆς ὑπεράνθρωπης αὐτῆς δοκιμασίας, ὁ Θεὸς ἀνταμείβοντας τὸν Ἰώβ, ἔδωσε σὲ αὐτὸν πάλι ὅλα τὰ ἀπολεσθέντα ἀγαθὰ καὶ τὰ προσφιλῆ του πρόσωπα. Ἔζησε, μετὰ τὴ δοκιμασία του, ἐπὶ ἑκατὸν σαράντα ἔτη καὶ σὲ ἡλικία διακοσίων σαράντα ἐτῶν, περὶ τὸ 1650 π.Χ., κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη ἀποτελώντας ὑπόδειγμα ὑπομονῆς καὶ προσκαρτερίας. Οἱ ἆθλοι του περιγράφονται ἐκτενῶς στὸ ὁμώνυμο βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς τῆς ἀνδρείας ἀκαθαίρετος πύργος, τᾶς τοῦ Βελίαρ ἀπεκρούσω ἑφόδους, καὶ ἀκλινὴς διέμεινας σοφὲ ἐν πειρασμοίς, ὅθεν χαρακτῆρα σε, ἀρραγοῦς καρτερίας, καὶ λαμπρὸν ὑπόδειγμα, ἀρετῶν οὐρανίων, ἡ Ἐκκλησία μέλπει σε Ἰώβ, λαμπρυνομένη, τοὶς σοὶς προτερήμασι.

Κοντάκιον  Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχᾶς τῆς φύσεως.
Ὡς ἀληθὴς καὶ δίκαιος, θεοσεβὴς καὶ ἄμεμπτος, ἠγιασμένος τε ὤφθης πανένδοξε, Θεοῦ θεράπον γνήσιε, καὶ ἐδίδαξας κόσμον, ἐν τὴ σὴ καρτερία Ἰὼβ πολύαθλε, ὅθεν πάντες τιμῶντες, ὑμνοῦμέν σου τὸ μνημόσυνον.




Ὁ Ἅγιος Βάρβαρος ὁ Μάρτυρας

Στοὺς Συναξαριστὲς ἀναφέρεται ὅτι ὁ Ἅγιος Μάρτυς Βάρβαρος τελειώθηκε διὰ ξίφους.
Ὅμως στὶς 14 Μαΐου ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴ μνήμη ἐνὸς ἄλλου ὁμώνυμου Ἁγίου Βαρβάρου, ποὺ ἀναφέρεται μὲ τοὺς Μάρτυρες Ἀλέξανδρο καὶ Ἀκόλουθο.
Εἶναι ἄλλος Ἅγιος ἢ πρόκειται γιὰ τὸν ἴδιο; Ἡ πιὸ ἐνημερωμένη Ὀρθόδοξη ἁγιολογία ἀξιώνει ἀνοικτά, ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ Μητροπολίτου πρ. Λεοντοπόλεως Σωφρονίου Εὐστρατιάδου, τὴν ὕπαρξη δυὸ ὁμώνυμων Ἁγίων, ποὺ ἔζησαν σὲ διαφορετικοὺς τόπους καὶ χρόνους.
Παρὰ ταῦτα μερικὲς ἐνδείξεις ἀφήνουν νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι, κάτω ἀπὸ δυὸ διαφορετικὰ πρότυπα ἁγιότητος καὶ μία διαφορετικὴ ἐξέλιξη τῆς λατρείας, κρύβεται ἡ ἴδια μορφή. Αὐτὸ μᾶς κάνει νὰ τὸ σκεφθοῦμε ὄχι μόνο ἡ γειτνίαση τῆς ἡμερομηνίας ἑορτασμοῦ τῶν δυὸ Ἁγίων (6 καὶ 14 Μαΐου), ἀλλὰ κυρίως τὸ γεγονὸς ὅτι καὶ γιὰ τοὺς δυό, οἱ ὁποῖοι μεταξὺ τῶν ἄλλων ἐμφανίζονται στὴ σκηνὴ ὡς στρατιῶτες, τὸ ἴδιο τὸ ὄνομα Βάρβαρος χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν ἀπρόσωπη σημασία τῆς λέξεώς του: καὶ τὶς δυὸ φορές, πράγματι, εἶναι «βάρβαρος» στὸ ὄνομα, γιατί εἶναι καὶ στὴν πράξη.




Οἱ Ἅγιοι Δάναξ, Μέσιρος καὶ Θερίνος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Δάναξ, Μέσιρος καὶ Θερίνος τελειώθηκαν διὰ ξίφους. Ἡ μνήμη τοὺς ἐτελεῖτο στὸ μαρτύριο αὐτῶν «ἐν τῷ Δευτέρῳ».




Ὁ Ἅγιος Δημητρίων ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Δημητρίων τελειώθηκε διὰ τόξου.




Ὁ Ἅγιος Δονάτος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Δονάτος τελειώθηκε διὰ τόξου.




Οἱ Ἅγιοι Ἠλιόδωρος καὶ Βενοῦστος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοὶς μαρτυρήσαντες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἠλιόδωρος καὶ Βενοῦστος μαρτύρησαν μαζὶ μὲ ἄλλους ἑβδομήντα πέντε Χριστιανοὺς στὴν Ἀφρική, ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοὺ (284-305 μ.Χ).



Ἡ Ὁσία Βενεδίκτη ἡ Ρωμαία

Ἡ Ὁσία Βενεδίκτη ἔζησε τὸν 6ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη. Ἔγινε μοναχὴ στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Γάλλου (τιμᾶται 6 Νοεμβρίου) καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.




Ὁ Ἅγιος Ἐαντβέρτος ἐκ Σκωτίας

Περὶ τοῦ Ἁγίου Ἐαντβέρτου ἀναφέρει στὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία ὁ Ἅγιος Βεδέας. Ὁ Ἅγιος Ἐαντβέρτος διακρινόταν γιὰ τὴν ἄριστη γνώση τῶν Γραφῶν καὶ τὴ φιλανθρωπία του, ἀφοῦ διένειμε τὸ δέκατο τῶν ἐσόδων τῆς Ἐπισκοπῆς του.
Ὁρίσθηκε διάδοχος τοῦ Ἁγίου Κουθβέρτου (τιμᾶται 20 Μαρτίου) στὴν Ἐπισκοπὴ τοῦ Λινστισφέιρν τὸ 687 μ.Χ. καὶ κυβέρνησε τὴν Ἐκκλησία ἐπὶ ἕνδεκα ἔτη. Συνήθιζε κατὰ τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ τῆς νηστείας τῶν Ἁγίων Χριστουγέννων νὰ ἀποσύρεται σὲ ἔρημο τόπο, κατὰ μόνας, πενθώντας, νηστεύοντας καὶ προσευχόμενος.
Εἶχε τὸ χάρισμα τῶν δακρύων. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του ἔλαβε χώρα ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ προκατόχου του, Ἁγίου Κουθβέρτου, ὁ ὁποῖος εὑρέθη ἄφθορος.
Ὁ Ἅγιος Ἐαντβέρτος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 698 μ.Χ.




Οἱ Ὅσιοι Ἰλαρίων, Μάμας καὶ Παχώμιος

Οἱ Ὅσιοι Ἰλαρίων, Μάμας καὶ Παχώμιος ἀσκήτεψαν σὲ τόπο ἐρημικό, ὅπου διῆλθαν τὸ μοναχικὸ βίο τους μὲ νηστεία, ἀγρυπνίες, ἀγαθοεργίες. Ἀφοῦ ἔζησαν σὲ ὁμόνοια ψυχῆς καὶ ἀγαθοπρεπῆ συνείδηση, κοιμήθηκαν ὀσιακῶς μὲ εἰρήνη.
Ἡ Σύναξη αὐτῶν ἐτελεῖτο «ἐν Ὀχείαις».



Ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων ἐν τὴ μονὴ τοῦ Ψαμαθία

Ὁ ναὸς αὐτὸς σῳζόταν πρὶν τὸν 9ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἑόρταζε τὴν ἡμέρα αὐτὴ τὴ μνήμη τῶν ἐγκαινίων του.



Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ

Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ ὑπῆρξε σπουδαῖος ἀνάμεσα στοὺς ἀσκητὲς καὶ διέλαμψε μέσῳ τῶν θαυμάτων του. Πατρίδα του εἶχε τὸ ἀποκαλούμενο σήμερα Ζέλι, χωριὸ μικρό, ὑποκείμενο στὴ χώρα τοῦ Ταλάντου τῆς Βοιωτίας.
Οἱ γονεῖς του ἦταν εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι. Ἐνῷ ἀκόμη ἦταν βρέφος καὶ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ διακρίνει τὶς ἡμέρες, ὅμως τὸ Πανάγιο Πνεῦμα γνωρίζοντας ἀπὸ πρὶν τὴ μελλοντικὴ πνευματικὴ προκοπή του τὸ φώτιζε καὶ τὸ δίδασκε ὅτι ἡ Τετάρτη καὶ ἡ Παρασκευὴ εἶναι ἡμέρες τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου, γι’ αὐτὸ καὶ ἔμενε νηστικό, ὅπως ἡ ἴδια ἡ μητέρα του ἔλεγε στοὺς γείτονες. Μόνο κατὰ τὴν δύση τοῦ ἡλίου, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ ἀντέξει περισσότερο νὰ νηστεύει, θήλαζε λίγο καὶ κοιμόταν.
Ὅταν ἔφθασε στὴν παιδικὴ ἡλικία, τότε οἱ γονεῖς του τὸν παρέδωσαν στὸν ἐφημέριο τοῦ χωριοῦ νὰ μάθει τὰ ἱερὰ γράμματα. Ὁ νέος ἔνιωσε μέγα ἔρωτα πρὸς τὰ ἱερὰ γράμματα, μελετοῦσε μὲ πολὺ ζῆλο καὶ μάθαινε ὅσα τοῦ ὑπεδείκνυε ὁ δάσκαλος.
Τὸν χαρακτήριζαν στοιχεῖα ὅπως ἡ προσοχὴ στὸ σχολεῖο, ἡ ταπεινοφροσύνη πρὸς τοὺς μαθητές, ἡ ἄκρα ταπείνωση καὶ ὑποταγὴ πρὸς τοὺς γονεῖς, ἡ σεμνότητα καὶ ἡ ὑποδειγματικὴ διαγωγὴ πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.
Ὅσο μεγάλωνε ὁ Ὅσιος, αὔξανε περισσότερο ὁ ζῆλος του καὶ μέσα στὴν ἀνάγνωση τῶν Ἁγίων Γραφῶν εὕρισκε μεγάλη πνευματικὴ εὐφροσύνη. Γι’ αὐτό, ἂν καὶ ἦταν νέος στὴν ἡλικία καμία ἄλλη εὐχαρίστηση δὲν αἰσθανόταν παρὰ μόνο πῶς θὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν κόσμο, γιὰ νὰ ὑπηρετήσει ἀνενόχλητα τὸν Δημιουργό μας καὶ τὸν Πλάστη, μιμούμενος τὰ Σεραφὶμ καὶ τὶς χορεῖες τῶν Ὁσίων.
Αὐτὰ λοιπὸν σκεπτόμενος, ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει γονεῖς, πατρίδα, συγγενεῖς καὶ φίλους, νὰ πάει στὸ μοναστῆρι καὶ ἐκεῖ νὰ ἐνδυθεῖ τὸ μοναχικὸ σχῆμα καὶ νὰ ἀφιερωθεῖ, ψυχὴ τε καὶ σώματι, στὸν Θεὸ καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ κορέσει τὴν πνευματικὴ δίψα ποὺ αἰσθανόταν.
Μία λοιπὸν ἡμέρα ζητεῖ ἀπὸ τοὺς γονεῖς του τὴν εὐλογία τους καὶ τοὺς παρακαλεῖ μὲ δάκρυα νὰ συγκατατεθοῦν καὶ νὰ τὸν συνοδεύσουν μὲ τὴν εὐχὴ τους στὸ νέο αὐτὸ στάδιο, τὸ μοναχικό, ποὺ ἀγάπησε ἀπὸ παιδικὴ ἡλικία.
Οἱ εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι γονεῖς χάρηκαν μὲν γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν τέλεια ἀφοσίωση τοῦ παιδιοῦ, λυπήθηκαν ὅμως πολύ, γιατί ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀγαπημένου τους παιδιοῦ θὰ προξενοῦσε τόσο σὲ αὐτοὺς ὅσο καὶ στὸ χωριὸ μεγάλη κατήφεια. Προσπαθοῦσαν λοιπὸν νὰ τὸν ἀποτρέψουν μὲ συγκινητικὰ λόγια ζητώντας του νὰ τοὺς γηροκομήσει πρῶτα καὶ μετὰ νὰ ἀκολουθήσει τὴν κλίση του.
Ὁ νεαρὸς Σωτήριος, γιατί ἔτσι ὀνομαζόταν ὁ Ἅγιος, παρόλη τὴν συντριβὴ ποὺ αἰσθάνθηκε ἔμεινε ἀμετάβλητος στὴν ἀπόφασή του. Ρίχνεται λοιπὸν στὴν ἀγκαλιά τους, ἀσπάζεται τὴν δεξιά τους καὶ ἀποχωρεῖ γιὰ κάποιο μονύδριο, στὸ ὁποῖο τιμόταν ὁ Προφήτης Ἠλίας καὶ ἀπέχει μία ὥρα ἀπὸ τὸ χωριὸ Ζέλι στὸ ὄρος Κάρκαρα.
Ἐκεῖ κάπου κοντὰ στὸ ὄρος ἀναγείρει μικρὸ ναὸ στὸ ὄνομα τοῦ Σωτῆρος μέσα σὲ κάποιο σπήλαιο, τοῦ ὁποίου ἴχνη φαίνονται μέχρι σήμερα καὶ οἱ κάτοικοι τῶν γύρω χωριῶν ὀνομάζουν ἀσκητήριο τοῦ Ὁσίου Σεραφείμ, ἐνῷ στὰ πέριξ αὐτοῦ ὑπάρχει ἄλλος ναὸς πρὸς τιμὴν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ κάποια κελλιά, τὰ ὁποία, ὅπως λένε οἱ Γέροντες, ἀνήγειραν οἱ κάτοικοι τῆς Ἐλάτειας σὲ καιρὸ λοιμικῆς νόσου.
Ἐκεῖ λοιπὸν ὁ Ὅσιος παρέμεινε ἀρκετὸ χρόνο ἀγωνιζόμενος μὲ ἀγρυπνίες καὶ δεήσεις ὡς καλὸς ἐργάτης τοῦ μυστικοῦ ἀμπελῶνος τοῦ Κυρίου. Ἐπειδὴ ὅμως τὴν πνευματική του ἡσυχία τάραζαν οἱ συχνὲς ἐπισκέψεις τῶν γονέων, τῶν φίλων καὶ τῶν συγγενῶν, ἀναχωρεῖ γιὰ τὸ γειτονικὸ ἱερὸ μοναστῆρι τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων.
Μετὰ τὶς συνεχιζόμενες ἐνοχλήσεις ἀναχωρεῖ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ γιὰ τὸ Σαγμάτιο ὄρος, στὴν κορυφὴ τοῦ ὁποίου ὑπάρχει μοναστῆρι ἀφιερωμένο στὴ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος. Τὸ μοναστῆρι αὐτὸ βρίσκεται μεταξὺ τῶν Θηβῶν καὶ τῆς Εὔβοιας καὶ κατέχει ἱερὸ τεμάχιο τοῦ Τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, ποὺ δώρισε στὸ μοναστῆρι ὁ εὐσεβὴς αὐτοκράτορας Ἀλέξιος ὁ Κομνηνὸς μὲ χρυσόβουλλο γράμμα.
Στὸ μοναστῆρι αὐτὸ ὁ Ὅσιος κατετάγη στὴν ἀγγελικὴ χορεία τῶν ἐνάρετων ἀσκητῶν καὶ ἀγωνιζόταν νύχτα καὶ ἡμέρα μὲ νηστεῖες καὶ προσευχές, ἀγρυπνίες καὶ δάκρυα, ὑπακοὴ καὶ ὑπομονὴ στὶς θλίψεις καὶ ὁλοκληρωτική, ἐν τέλει, ἀφοσίωση στὰ πνευματικά.
Μέσα σὲ λίγο χρονικὸ διάστημα ὑπερέβη ὅλους τοὺς συνασκητές του στὴν ἀρετὴ καὶ στὰ κατορθώματα τῆς ἀσκήσεως. Βλέποντας τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν πρόοδο τοῦ Ὁσίου, ὁ ἡγούμενος τὸν ἔκειρε μοναχὸ μετονομάζοντας τὸν Σεραφεὶμ καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο τὸν προβίβασε στὰ ἀνώτερα ἀξιώματα, πρῶτα σὲ αὐτὸ τοῦ διακόνου καὶ στὴ συνέχεια σὲ αὐτὸ τοῦ πρεσβυτέρου. Τὸ ὑψηλὸ ἀξίωμα τῆς ἱεροσύνης ἀποδέχθηκε ὁ Σεραφείμ, ἐνδίδοντας στὶς θερμὲς παρακλήσεις τοῦ ἡγουμένου καὶ τῶν ὑπολοίπων μοναχῶν.
Ἔμεινε στὸ μοναστῆρι γιὰ δέκα ὁλόκληρα χρόνια. Καθὼς ἡ φήμη τῶν κατορθωμάτων διαδόθηκε πολὺ γρήγορα, ζητᾷ ἀπὸ τὸν ἡγούμενο ἄδεια καὶ ἀποχαιρετώντας τοὺς συνασκητές του καὶ τὸν πνευματοφόρο Γερμανό, συνασκητὴ τοῦ Ἁγίου Κλήμεντος, ποὺ ἄσκησε καὶ τελειώθηκε στὸ ὄρος Σαγματά, ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ μοναστῆρι γιὰ νὰ εὕρει τὴν ποθούμενη πνευματικὴ ἡσυχία. Διανύοντας μεγάλες ἀποστάσεις καὶ περνώντας πολλὰ βουνά, ἔφθασε τελικὰ στὸν λόφο ποὺ βρίσκεται δυτικὰ τοῦ Ἑλικῶνος, μία ὥρα πάνω ἀπὸ τὴν ἀρχαία Βουλίδα, στὴν τοποθεσία Δομπού. Ἐκεῖ ἵδρυσε μικρὸ ναΐσκο στὸ ὄνομα τοῦ Σωτῆρος καὶ ἀνήγειρε κάποια κελλιά, συγκέντρωσε λίγους μοναχοὺς καὶ μαζί τους ἔμεινε δέκα χρόνια, ἀσκώντας τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς καὶ διδάσκοντας τοὺς μαθητές του τὰ σωτήρια διδάγματα τῆς μοναχικῆς πολιτείας.
Ὅσο βρισκόταν ἐκεῖ ὁ Ὅσιος ὁδήγησε πολλὲς ψυχὲς ἀπολωλότων ἀνθρώπων στὴ σωτηρία. Κοντὰ στὸ ἀσκητήριο τοῦ Ὁσίου, στὴν θέση ποὺ βρίσκεται σήμερα τὸ μοναστῆρι, ὑπῆρχαν λίγες οἰκογένειες ἀλβανικῆς καταγωγῆς μὲ ἦθος σκληρὸ καὶ ἄγριο, τῶν ὁποίων ὁ βίος ἦταν λῃστρικὸς καὶ ἐπικίνδυνος γιὰ τοὺς γείτονές τους. Αὐτοὺς τοὺς κατοίκους πλησίασε ὁ Ἅγιος καὶ μὲ λόγια κατηχήσεως μετέβαλε τὸν σκληρὸ καὶ ἄγριο τρόπο ζωῆς τους. Σταμάτησαν νὰ κλέβουν καὶ νὰ ἐκβιάζουν, ἔριξαν τὰ ὅπλα καὶ ἀσχολήθηκαν μὲ εἰρηνικὲς ἐργασίες.
Πολλοὶ Χριστιανοί, ἀκούγοντας γιὰ τὴν φήμη του, προσέρχονταν ἀπὸ πολλὰ μέρη ζητώντας καὶ παίρνοντας βοήθεια, καθὼς τοὺς θεράπευε σωματικὲς καὶ ψυχικὲς ἀσθένειες. Ἡ μεγάλη συρροὴ ὅμως ἔγινε ἡ ἀφορμὴ νὰ ἐγκαταλείψει τοὺς μαθητές του καὶ τὸ μονύδριο μετὰ ἀπὸ δέκα χρόνια περίπου καὶ κατέλαβε τὴν κορυφὴ βορειοδυτικὰ τοῦ Ἑλικῶνος ποὺ ἀπεῖχε δυὸ ὧρες ἀπὸ τὸ μονύδριο καὶ σήμερα ἀποκαλεῖται κελλὶ τοῦ Ὁσίου.
Στὴ μεμονωμένη αὐτὴ κορυφὴ ἄκουσε ἀπὸ τὸν Δεσπότη Χριστὸ φωνή, ἡ ὁποία τὸν καλοῦσε νὰ ἀφήσει τὴν κορυφὴ ἐκείνη καὶ νὰ κατέβει σὲ μέρος ἐπίπεδο, γιὰ νὰ κτίσει ἐκεῖ μοναστῆρι, ὥστε νὰ μποροῦν νὰ βρίσκουν πνευματικὸ καταφύγιο καὶ παρηγοριὰ ὅλοι ὅσοι εἶχαν ἀνάγκη. Ὁ Ὅσιος ἄκουσε ἀμέσως τὴν φωνὴ τοῦ Κυρίου, κατέβηκε ἀπὸ τὴν κορυφή, συγκέντρωσε τοὺς λίγους μαθητές του, ποὺ εἶχε κάποτε ἀφήσει, ὅταν ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ αὐτούς, γιὰ νὰ βρεῖ τὴν πνευματική του ἡσυχία, καὶ ἄρχισε νὰ κτίζει μοναστῆρι.
Λόγω ὅμως τῆς τραχύτητας τοῦ ἐδάφους καὶ τῆς ἀνήλιαγης θέσεως ποὺ ἐπέλεξε ὁ Ὅσιος γιὰ νὰ τὸ κτίσει, ἐμφανίζεται σὲ αὐτὸν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καὶ τὸν διατάζει νὰ ἀφήσει αὐτὴ τὴν οἰκοδομὴ ὡς ἀκατάλληλη γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν μεταγενέστερων καὶ νὰ κτίσει ἄλλο στὴν θέση ἐκείνη ποὺ ὑπάρχει τὸ χωριὸ Δομπός.
Ὁ Ὅσιος ἐκπληρώνοντας τὴν διαταγὴ τῆς Θεοτόκου, ἔρχεται στὸ χωριὸ καὶ πείθει τοὺς κατοίκους νὰ ἀφήσουν τὶς καλύβες τους καὶ τὸν τόπο τους καὶ νὰ ἀποικήσουν σὲ ἄλλο μέρος, ἀφοῦ λάβουν τὸ ἀντίτιμο τῆς ἰδιοκτησίας τους.
Μετὰ τὴν ἀγορὰ τῆς τοποθεσίας αὐτῆς τῶν Δομποϊτῶν, μετέβη ὁ Ὅσιος στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀφοῦ ἔλαβε τὴν ἄδεια ἀπὸ τὸν Πατριάρχη, ἡ ὁποία σῴζεται μέχρι σήμερα, ἄρχισε νὰ ἀνεγείρει  ναὸ σταυροπηγιακὸ στὸ ὄνομα τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ μοναστῆρι, σύμφωνα μὲ τὴν διαταγὴ ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὴν Θεοτόκο.
Ἀλλὰ ὁ μισόκαλος διάβολος θέλοντας νὰ ματαιώσει τὸ θεάρεστο αὐτὸ ἔργο, σπείρει ζιζάνια στὶς καρδιὲς κάποιων ἀνθρώπων καὶ τοὺς ὁδηγεῖ νά τὸν διαβάλουν ὡς ἄνθρωπο ραδιοῦργο καὶ ἀπατεῶνα στὸν ἀλλόθρησκο ἄρχοντα τῆς Λιβαδειᾶς, λέγοντας ὅτι κάποιος ραδιοῦργος καλόγηρος ἔπεισε μὲ πονηρὸ τρόπο καὶ ἀπομάκρυνε τοὺς κατοίκους ἀπὸ τὴν ἰδιοκτησία τους ἀντὶ εὐτελέστατης χρηματικῆς ἀποζημιώσεως. Μόλις ἄκουσε ὁ ἄρχοντας ἐξεμάνη κατὰ τοῦ Ὁσίου καὶ ἔστειλε τρεῖς Τούρκους στρατιῶτες νὰ ὁδηγήσουν αὐτὸν δεμένο στὴ Λιβαδειά, γιὰ νὰ λάβει τὴν πρέπουσα τιμωρία. Ἀφοῦ ἔφθασαν λοιπὸν οἱ ἀπεσταλμένοι στρατιῶτες ἀπὸ τὴ Λιβαδειὰ στὸ μέρος στὸ ὁποῖο ἐργαζόταν ὁ Ὅσιος, τὸν ἔβρισαν χυδαία καὶ τοῦ κατάφεραν στὸ κεφάλι μεγάλο κτύπημα, ἐξαιτίας τοῦ ὁποίου ἔμεινε ἡμιθανής. Μὲ τὸ κτύπημα σχίσθηκε τὸ κεφάλι του σὲ μεγάλο μέρος, ὅπως φαίνεται τὸ σημεῖο σήμερα ἐπάνω στὴν ἁγία Κάρα. Ἀφοῦ ὁ Ὅσιος συνῆλθε λίγο τὸν ἔδεσαν καὶ ἀναχώρησαν μαζί του γιὰ τὴ Λιβαδειά, ἐκπληρώνοντας τὴν διαταγὴ τοῦ ἀρχηγοῦ τους. Καθ’ ὁδόν, ἐπειδὴ ἡ τοποθεσία ἦταν ἄνυδρη, οἱ στρατιῶτες, ἀφοῦ δίψασαν καὶ δὲν βρῆκαν νερό, ἐπιτέθηκαν πάλι ἐναντίον του καὶ ἀπειλοῦσαν νὰ τὸν φονεύσουν, γιατί ἐξαιτίας αὐτοῦ ὑπέφεραν δίψα καὶ κόπους καὶ κινδύνευαν νὰ πεθάνουν στὴν ἄνυδρο αὐτὴ ἔρημο.
Ἀλλὰ ὁ Ὅσιος, ἂν καὶ ἦταν καταβεβλημένος ἀπὸ τὸν δριμὺ πόνο καὶ τὶς κακώσεις καὶ ὑπέφερε ὑπερβολικὰ ἀπὸ τὴν πληγή, τὴν ὁποία τοῦ δημιούργησαν οἱ ἄσπλαχνοι  αὐτοὶ στρατιῶτες, δὲν ἀγανάκτησε ἐναντίον αὐτῶν, δὲν μνησικάκησε γιὰ τὴν σκληρότητα καὶ τὴν ἀπανθρωπιά. Ζήτησε λοιπὸν ἄδεια ἀπὸ τοὺς Τούρκους νὰ προσευχηθεῖ στὸν Θεό, ἔλαβε τὴν ἄδεια, ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὰ δεσμά, γονάτισε καὶ προσευχήθηκε στὸν Κύριο, γιὰ νὰ ἐξάγει νερὸ ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ σκληρὸ τόπο. Μετὰ τὴν προσευχή, κτύπησε τὴν ράβδο του στὸν τόπο ἐκεῖνο στὸν ὁποῖο ἔχυσε πηγὲς δακρύων, καὶ ὢ τοῦ θαύματος! ἐξῆλθε νερὸ γλυκὸ καὶ διαυγές, τὸ ὁποῖο ἀναβλύζει μέχρι σήμερα καὶ ἀπὸ τὸ ὁποῖο ὅλοι οἱ διαβάτες πίνοντας δοξάζουν τὸν Θεό, ἐνθυμούμενοι τὸ ἐξαίσιο θαῦμα.
Ἀφοῦ οἱ Τοῦρκοι ἤπιαν ἀπὸ τὸ νερὸ αὐτὸ καὶ κατέσβησαν τὴ δίψα τους, ξεκίνησαν πάλι τὴν ὁδοιπορία τους, δείχνοντας σεβασμὸ στὸν Ὅσιο καὶ μετάνοια γιὰ ὅσα κακὰ προξένησαν σὲ αὐτόν, γιατί ἀπὸ τὸ θαῦμα πείσθηκαν ὅτι ὁ συνοδός τους δὲν ἦταν τέτοιος ποὺ κατηγοροῦσαν. Τὴν πεποίθηση αὐτὴ τὴν ἐπιβεβαίωσε καὶ ἄλλο θαῦμα τοῦ Ἁγίου: κατὰ τὴν διαδρομὴ πετοῦσαν ἄγρια περιστέρια, τὰ ὁποία οἱ Τοῦρκοι ἤθελαν νὰ σκοτώσουν πυροβολώντας τα. Ἀλλά, ἂν καὶ πολλὰ ὅπλα ἄδειασαν ἐναντίον τους, δὲν σκότωσαν κανένα περιστέρι.
Τότε ὁ Ὅσιος εἶπε σὲ αὐτοὺς νὰ σταματήσουν νὰ πυροβολοῦν καὶ αὐτὸς θὰ μπορέσει νὰ δώσει σὲ αὐτοὺς ζωντανὰ τὰ περιστέρια. Πράγματι, προσευχήθηκε, ἅπλωσε τὰ χέρια καὶ ἔπιασε τρία περιστέρια, δίνοντας ἕνα σὲ κάθε Τοῦρκο. Οἱ Τοῦρκοι βλέποντας αὐτὸ τὸ θαῦμα ἐξεπλάγησαν καὶ ἄφησαν τὸν Ὅσιο ἐλεύθερο νὰ πάει στὸ ἔργο του καὶ νὰ κάνει ὅτι θέλει καὶ ὅτι τὸν διατάξει ὁ Θεός. Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ πῆγε στὴ μονὴ καὶ βρῆκε τοὺς μαθητές του νὰ εἶναι ἀπαρηγόρητοι ἐξαιτίας τὴν ἀπώλειας τοῦ διδασκάλου καὶ προστάτη τους.
Τοὺς ἐνθάρρυνε λέγοντας ὅτι εἶναι θέλημα Θεοῦ νὰ ὁλοκληρώσουν τὸ ἔργο ποὺ ξεκίνησαν καὶ τοὺς προέτρεψε νὰ δοξάσουν τὸν Θεό.
Σὲ σύντομο λοιπὸν χρονικὸ διάστημα τὸ ἔργο τελείωσε, ἡ φήμη τοῦ Ὁσίου ἐξαπλώθηκε ταχύτατα στὴν περιοχή, ὥστε ἡ ἄγονη καὶ τραχεία ἔρημος τοῦ Δομποῦ ἔγινε πόλη μουσόφιλη καὶ εὔανδρη, καθὼς συνέρρευσαν ἄνδρες ἀρετῆς καὶ παιδείας.
Τόσο μεγάλη ἦταν ἡ συρροὴ στὸ μοναστῆρι τοῦ Ὁσίου Σεραφεὶμ ὅσων ποθοῦσαν τὴ μοναδικὴ πολιτεία καὶ τὴν ἄσκηση τῶν πνευματικῶν ἀγώνων, ὥστε τὸ μοναστῆρι ἦταν ἀνεπαρκὲς γιὰ τὸν ἀριθμὸ τῶν ἐπισκεπτῶν καὶ τῶν πνευματικὰ ἀνήσυχων.
Ἀποχωροῦσαν λοιπὸν ἀπὸ τὴ μονὴ καὶ ἔμεναν στὴν ἔρημο συγγράφοντας καὶ ἐξασκώντας τοὺς κανόνες τῆς μοναδικῆς πολιτείας.
Μετὰ τὴν παρέλευση τριῶν ἐτῶν, ἔφθασε ὁ καιρὸς κατὰ τὸν ὁποῖο ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ ἔμελλε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν κόσμο αὐτὸ καὶ νὰ ἀποχωρήσει γιὰ τὴν οὐράνια πατρίδα, μὲ σκοπὸ νὰ λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν ἀμοιβὴ τῶν διηνεκῶν κόπων του, τοὺς ὁποίους κατέβαλε στὴν γῆ γιὰ δοξολογία τοῦ θείου Αὐτοῦ Ὀνόματος.
Ὅταν προεῖδε τὸν χρόνο τῆς τελειώσεως τοῦ βίου του, κάλεσε τοὺς ἀγαπημένους του μαθητὲς καὶ μὲ γλυκιὰ φωνὴ τούς ἔδωσε συμβουλὲς νὰ μὴν ξεχνοῦν τὰ διδάγματά του, νὰ μὴν ἐγκαταλείψουν τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα, τὴν προσευχὴ ἀλλὰ καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν ὀλιγάρκεια, μιμούμενοι τὸν Σωτῆρα Χριστὸ ποὺ ταπεινώθηκε ἐπάνω στὸν Σταυρὸ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Τοὺς ζήτησε μάλιστα νὰ τὸν ἐνταφιάσουν στὸ παλαιὸ μοναστῆρι ποὺ τοῦ εἶχε ἀποκαλυφθεῖ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, γιὰ νὰ μείνει ἄγνωστη ἡ τοποθεσία τῆς ταφῆς καὶ νὰ μὴν συρρέει κόσμος. Μετὰ τὰ λόγια αὐτὰ προσευχήθηκε γιὰ τελευταία φορὰ στὸν Θεό, εὐλόγησε τοὺς πολλοὺς μαθητές του καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ Πλάστη, τὸν Ὁποῖο πόθησε ἀπὸ τὴν βρεφικὴ ἡλικία καὶ ἀκολούθησε μὲ αὐταπάρνηση.
Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ὁσίου παρέλαβαν μὲ εὐλάβεια οἱ μαθητές του τὸ καταπονημένο ἀπὸ τὴν ἄσκηση σῶμα καὶ τὸ μετέφεραν στὸν τόπο, ποὺ ὑπέδειξε ὁ Ὅσιος, ὅσο ζοῦσε. Ἐκεῖ κάποιος μοναχὸς ταγμένος ἀπὸ τὴν ἀδελφότητα φύλαγε γιὰ δυὸ ὁλόκληρα χρόνια τὸν θεῖο αὐτὸ θησαυρό, γιὰ νὰ μὴν συληθεῖ ἀπὸ κανέναν ἱερόσυλο, φόβος ποὺ ὁδήγησε στὴν ταχεῖα ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του. Γιατί καὶ κάτω ἀπὸ τὴν γῆ ὁ Κύριος δὲν ἄφησε τὸν Ὅσιος χωρὶς μαρτυρία, καθὼς θεῖο φῶς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ φώτιζε τὸν τάφο του καὶ ὁδηγοῦσε πολλοὺς εὐσεβεῖς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἔπεφταν στὸν τάφο καὶ ζητοῦσαν τὴν βοήθεια τοῦ Ὁσίου.
Μετὰ τὴν συμπλήρωση δυὸ χρόνων, ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ὁσίου Σεραφεὶμ ποὺ ἀνέβλυζαν εὐωδία καὶ μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὸ παλαιὸ μοναστῆρι στὸ διατηρούμενο τώρα μοναστῆρι καὶ κατατέθηκαν μέσα στὸν ἱερὸ ναὸ ὡς κειμήλιο ἱερὸ καὶ θησαυρὸς ἀδάπανος τοῦ μοναστηριοῦ, τὸ ὁποῖο ἵδρυσε ὁ Ὅσιος μὲ πολλοὺς κόπους καὶ μόχθους πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ ψυχικὴ ὠφέλεια τῶν Χριστιανῶν.
Ὁ Ἅγιος κοιμήθηκε σὲ ἡλικία ἑβδομήντα πέντε ἐτῶν τὸ 1602, κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Μεσοπεντηκοστῆς καὶ ὥρα 6η τῆς μεσημβρίας.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον βλάστημα, τῆς Βοιωτίας, ἔμπνουν ὄργανον, τῆς ἐγκράτειας, ἀνεδείχθης Σεραφεὶμ ἀξιάγαστε, σὺ γὰρ Ὅσιων βαδίσας τοὶς ἴχνεσιν, ἀρτιφανῶς ἐν τῷ κόσμῳ ἐξέλαμψας, Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.



Ὁ Ὅσιος Ἰὼβ ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Ἰὼβ τοῦ Ποτσάεφ, κατὰ κόσμο Ἰωάννης Τσέλεζο, γεννήθηκε περὶ τὸ 1550 στὸ Γκαλισὶν τῆς Ρωσίας. Σὲ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν μόνασε στὴ Λαύρα τοῦ Ποτσάεφ, στὴν Οὐκρανία, τῆς ὁποία ἀναδείχθηκε ἡγούμενος τὸ 1597.
Διακρίθηκε γιὰ τοὺς ἀγῶνες του ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ τὴν κρίσιμη περίοδο μετὰ τὴν Σύνοδο τῆς Βρέστης (1596) μὲ τὴν ὁποία δημιουργήθηκε ἡ Οὐνία. Μὲ τὸ τεράστιο γιὰ τὴν ἐποχή του ἔργο στήριξε τὴν Ὀρθοδοξία στὴν Βολυνία.
Ὁ Ὅσιος Ἰὼβ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1651. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾷ, ἐπίσης, τὴν μνήμη του στὶς 28 Αὐγούστου καὶ στὶς 28 Ὀκτωβρίου.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...