Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Μαΐου 09, 2011

Συνέντευξη με τον Μητροπολίτη Μαυροβουνίου κ. Αμφιλόχιο Ράντοβιτς για τον Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο

 

Τοιχογραφία του Οσίου Φιλόθεου στο εκκλησάκι της Παναγίας Παντάνασσας στο βατοπαιδινό μετόχι της ευλογημένης λίμνης Βιστωνίδας.
Κ.Ι.: «Τά άνω φρονείτε, μή τά επί της γης», μας παροτρύνει ο απόστολος των εθνών Παύλος στην προς Κολασσαείς επιστολή του. Και μας εξηγεί: «Άπεθάνετε γάρ, καί ή ζωή υμών κέκρυπται σύν τω Χριστώ εν τω Θεώ” όταν ό Χριστός φανερωθή, ή ζωή υμών, τότε καί ύμεϊς σύν αύτω φανερωθήσεσθε έν δόξη».
Αυτά μου έρχονται στο νου, μιμνησκόμενος των αγίων Γερόντων, για τους οποίους ο Θεός αξίωσε εμάς τους ελαχίστους να ομιλούμε και να γράφουμε, προς δόξαν Κυρίου.
Μια άλλη μεγάλη Γεροντική μορφή του αιώνα μας υπήρξε ο αρχιμανδρίτης Φιλόθεος Ζερβάκος, Καθηγούμενος της ιεράς κοινοβιακής Μονής της Ζωοδόχου Πηγής στη Λογγοβάρδα της νήσου Πάρου.
Για τον πατέρα Ζερβάκο έχουμε μια σύντομη, αλλά σημαντική μαρτυρία από το Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μαυροβουνίου και Παραθαλάσσιας κ. Αμφιλόχιο Ράντοβιτς.
Α.Ρ.: Υπήρξε μεγάλη μορφή, θαυμάσιος άνθρωπος.
Πήγα και τον επισκέφθηκα στο μοναστήρι, που έκτισε στη Λογγοβάρδα της Πάρου. Μέσα στο δωμάτιο του είχε ετοιμάσει και τον τάφο του’ στη μια μεριά του δωματίου του ήταν το κρεβάτι του και στην άλλη μεριά ήταν ο τάφος του.
Τον ρώτησα γιατί είχε φτιάξει τον τάφο του και μου απάντησε:
-Σ’ όλη μου την ζωή, προσπάθησα να μην επιβαρύνω κανένα. Τώρα, που γέρασα, δεν ξέρω πότε θα με πάρει ο Θεός. Γι’ αυτό έφτιαξα μόνος μου τον τάφο μου κι ελπίζω ότι τόσο τουλάχιστον κέρδισα στη ζωή, ώστε να με μεταφέρει κάποιος από το κρεβάτι μου στον τάφο μου. Αν θα γνώριζα την ώρα που θα πέθαινα, αντί να πέσω στο κρεβάτι, θα έπεφτα στον τάφο, για να μην επιβαρύνω ούτε και σ’ αυτό τους πλησίον μου.
Κ.Ι.: Είναι πολύ σπουδαία πράγματα αυτά, που ακούμε.
Α.Ρ.: Είναι πράγματι πολύ σημαντικό αυτό. Ο άγιος ζητά από τον εαυτό του πολλά, αλλά δεν ζητά τίποτε από τους άλλους.
Κ.Ι.: Οι άγιοι ζητούν μόνο από το Θεό το έλεος του, ενώ όλοι εμείς οι άλλοι συνεχώς ζητούμε ο ένας από τον άλλο, αντί να δίνουμε.
Α.Ρ.: Ακριβώς, αυτοί οι άγιοι άνθρωποι δεν ζητούν, παρά μόνο δίνουν.
Κ.Ι.: Γι’ αυτό κι εμείς θα πρέπει, σ’ όλη τη διάρκεια του βίου μας, ν’ αγωνιζόμαστε, ο καθένας στο μέτρο των δυνάμεων του και, φυσικά, με τη χάρη του Θεού, να γίνουμε, όπως μας παραγγέλλει ο απόστολος Παύλος στην προς Εφεσίους επιστολή του, «συμπολΐται των αγίων καί οικείοι τοΰ Θεοΰ, έποικοδομηθέντες επί τω θεμελίω των Αποστόλων καί προφητών, δντος ακρογωνιαίου αύτοϋ Ίησοΰ Χριστού».
Α.Ρ.: Μια φορά, που εξομολογήθηκα στον πατέρα Φιλόθεο Ζερβάκο και του είπα ένα λογισμό μου, μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση πώς αντιμετώπισε το θέμα ως πνευματικός. Μου είπε:
-Αδελφέ πάτερ Αμφιλόχιε, ο άλλος είναι η εικόνα του Θεού. Επιτρέπεται ν’ αμαρτήσουμε εναντίον της εικόνας του Θεού, έστω και με λογισμό;
Κ.Ι.: Συγκλονιστικό αυτό.
Α.Ρ.: Ναι. Ποτέ δεν θα είχα σκεφτεί ν’ αντιμετωπίσω μ’ αυτό τον τρόπο τον αμαρτωλό λογισμό εναντίον κάποιου. Και θυμάμαι αυτό, που έλεγε ο πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς: «Στον άλλο να πηγαίνεις με τα πόδια της περιστεράς». Να τον πλησιάζεις, δηλαδή, όπως το περιστέρι, απαλά, μαλακά, διότι ο πλησίον σου έχει τους φόβους του, έχει τις θλίψεις του. Έχει ήδη έτσι αρκετό βάρος’ να μην παίρνει κι άλλο βάρος από σένα».
Κ.Ι.: Όπως το Αγιο Πνεύμα, που ήρθε υπό μορφή περιστεράς.
Α.Ρ.: Ναι, ακριβώς αυτό.
Κ.Ι.: Ο Κύριος μας είπε να είμαστε «ακέραιοι ώς αί περιστεραί». Διαβάζουμε στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο ότι ο Κύριος είπε στους μαθητές του: «Ιδού εγώ αποστέλλω υμάς ώς πρόβατα εν μέσω λύκων’ γίνεσθε ουν φρόνιμοι ώς οί όφεις καί ακέραιοι ώς αί περιστεραί».
Α.Ρ.: Στην Αθήνα όταν βρισκόμουν, φίλος μου και πνευματικό μου στήριγμα ήταν ο μακαριστός πατήρ Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, στον οποίο και εξομολογούμην. Πήγαινε εκεί και ο πατήρ Φιλόθεος Ζερβάκος, υπέργηρος και μιλούσε στο εκκλησίασμα μετά τη Θεία Λειτουργία. Ο λόγος του κυλούσε όπως το ήρεμο ποτάμι. Κι ένιωθες ότι ο λόγος του δεν έβγαινε από το νου του, αλλά από την ψυχή του’ ήταν το απόσταγμα της ζωής του.
Όταν τον είδα στη Λογγοβάρδα της Πάρου, στους Αγίους Πάντες, όπου ασκήτευε, καθώς μας μιλούσε, τον αισθάνθηκα ως τον πατριάρχη της νήσου. Κι από τότε μέχρι σήμερα, κάθε φορά που τον σκέφτομαι, έτσι τον σκέφτομαι1 ως πατριάρχη της Πάρου.
Κ.Ι.: Πολύ ωραία εικόνα αυτή. Κι ήταν πράγματι πατριάρχης της Πάρου, αφού έσωσε τόσους ανθρώπους εκεί από το θάνατο. Στην Πάρο μέχρι σήμερα θυμούνται πολύ έντονα το γεγονός αυτό, το οποίο υπήρξε ένας ακόμη λόγος για να θεωρούν το Γέροντα Φιλόθεο ως ιερό πρόσωπο. Θ’ αφηγηθώ αυτό το ιστορικό γεγονός, όπως το αφηγήθηκαν και σ’ εμένα άλλοι.
Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα, οι αγωνιστές της Αντίστασης έκαναν μια δολιοφθορά στην Πάρο. Ο Γερμανός διοικητής των Κυκλάδων, που πήγε στην Πάρο για να κάνει τις ανακρίσεις, διέταξε να του πάρουν εκατόν πενήντα νέους, κυρίως, ανθρώπους, τους οποίους θα εκτελούσε.
Πραγματικά συγκεντρώθηκαν αυτοί οι εκατόν πενήντα άνθρωποι. Και το γεγονός έγινε ακόμη πιο τραγικό, διότι είπαν στους προέδρους των κοινοτήτων να διαλέξουν εκείνοι αυτούς τους ανθρώπους. Να σκεφτούμε τη θέση ενός κοινοτάρχη μέσα σ’ ένα χωριό, να πρέπει να διαλέξει αυτούς, που θα εκτελούσαν οι Γερμανοί. Αναγκάστηκαν τότε οι κοινότητες να βάλουν κλήρο για το ποιος θα πήγαινε.
Μαζεύτηκαν, λοιπόν, αυτοί οι εκατόν πενήντα άνθρωποι, οι οποίοι συνελήφθησαν από τους Γερμανούς, κλείστηκαν στις φυλακές και περίμεναν σε λίγες μέρες την εκτέλεση τους. Και, βέβαια, ξεσηκώθηκαν οι αρχές, ο δήμαρχος, η Εκκλησία, οι πάντες, να παρακαλούν το Γερμανό διοικητή. Ανένδοτος αυτός. Πήγαν τότε στον πατέρα Φιλόθεο Ζερβάκο, ο οποίος είχε πολλά πνευματικά τέκνα του ανάμεσα στους επιλεγέντες για εκτέλεση.
Κάλεσε, λοιπόν, ο πατήρ Φιλόθεος το Γερμανό διοικητή στο μοναστήρι του, για να τον φιλοξενήσει. Πήγε ο διοικητής με τη συνοδεία του. Έφαγαν όλοι μαζί, μίλησαν για το μοναχισμό και για πολλά άλλα θέματα. Κι όταν άρχισε να μαλακώνει κάπως ο Γερμανός, του είπε ο πατήρ Ζερβάκος: «Ξέρετε, εμείς οι Ορθόδοξοι στα μοναστήρια συνηθίζουμε, όταν έχουμε κάποιο φιλοξενούμενο, να πηγαίνουμε μέσα στην εκκλησία και να κάνουμε μια παράκληση για την υγεία τη δική του και της οικογένειας του. Αν θέλετε, δώστε μου τα ονόματα της οικογένειας σας, που είναι στη Γερμανία, να κάνουμε μια παράκληση εδώ». Έδωσε ο Γερμανός τα ονόματα, πήγαν στην εκκλησία και, πραγματικά, έκαναν την παράκληση.
Ο Γερμανός βγήκε πολύ σκεπτικός από την εκκλησία και, όταν ήταν έτοιμος να φύγει, γύρισε και είπε: «Θέλω να ξεπληρώσω αυτές τις περιποιήσεις, που μου κάνατε. Μπορείτε, λοιπόν, να μου ζητήσετε μια χάρη, την οποία θα σας κάνω. Αλλά η χάρη αυτή να μην είναι η αίτηση για την απελευθέρωση των κρατουμένων. Αυτοί θα εκτελεστούν. Ο,τιδήποτε άλλο μου ζητήσετε, θα το κάνω». «Πριν σας ζητήσω ο,τιδήποτε», είπε ο πατήρ Ζερβάκος, «θέλω να μου δώσετε το λόγο της στρατιωτικής σας τιμής ότι θα κάνετε αυτό, που θα σας πω». «Έ-
χετε το λόγο της στρατιωτικής μου τιμής», απάντησε ο Γερμανός. Του είπε τότε ο πατήρ Φιλόθεος: «Θέλω να βάλετε κι εμένα ανάμεσα στους εκατόν πενήντα και να εκτελέσετε εμένα πρώτο».
Ο Γερμανός βρέθηκε στο δίλημμα ή να σκοτώσει το Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο ή ν’ αφήσει και τους άλλους, γιατί, χωρίς να του το ζητήσει άμεσα ο πατήρ Φιλόθεος, έμμεσα αυτό ζήτησε. Κι είχε δεσμευτεί με το λόγο της στρατιωτικής του τιμής ο Γερμανός. Αναγκάστηκε, λοιπόν, να υπογράψει την απόλυση και των εκατόν πενήντα Παριανών.
Πραγματικά κάθε φορά, που θυμούμαι αυτό το γεγονός, συγκλονίζομαι, διότι είναι όντως αυτό, που λέγει το Ευαγγέλιο, ότι ο καλός ποιμήν θυσιάζει την ψυχή του υπέρ των προβάτων.
Αυτή την ημέρα τη γιορτάζουν ακόμη στην Πάρο, ως την επέτειο της σωτηρίας των εκατόν πενήντα εκείνων ανθρώπων, οι οποίοι μεγάλωσαν, έκαναν οικογένειες, έχουν εγγόνια και δισέγγονα, χωρίς ποτέ να ξεχνούν ότι οφείλουν τη ζωή τους και την ευτυχία τους, τις ανθρώπινες χαρές, στο Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο, ο οποίος πραγματικά έθεσε τον εαυτό του υπέρ του ποιμνίου του.
Ως κατακλείδα θα θέλαμε ν’ αναφέρουμε, για όσους τυχόν δεν το γνωρίζουν, ότι ο Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος υπήρξε και ένας από τους σημαντικούς εκκλησιαστικούς συγγραφείς του αιώνα μας. Έγραψε πολύ ωραία βιβλία, τα οποία αξίζει να διαβάσουμε, γιατί πάρα πολύ έχουμε να ωφεληθούμε από τη μελέτη τους <1>.
Σημείωση:
1. Δίνουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το εξαίρετο βιβλίο του Γέροντος Φιλόθεου Ζερβάκου Ο Οδοιπόρος -Μια ευσεβής οδοιπορία από της επιγείου πατρίδος έως της ουρανίου Ιερουσαλήμ:
«Ωσαύτως είς τους πειρασμούς, τας θλίψεις, τους κινδύνους, τας στενοχώριας, να καταφεύγης διά της προσευχής προς τον Θεόν ζητών βοήθειαν’ δύνασαι όμως να βάζης και μεσίτας προς τον Θεόν διά τα αιτήματα σου την Κυρίαν Θεοτόκον και πάντας τους αγίους, οίτινες, επειδή έχουν χάριν και παρρησίαν προς τον Θεόν, δύνανται να σε βοηθήσωσιν’ αλλά και οι πνευματικοί αδελφοί και φίλοι είς τας θλίψεις και πειρασμούς δύνανται να μας βοηθήσωσι, παρηγορήσωσι και ανακουφίσωσι’ διά τούτο ο ανωτέρω σοφός Σειράχ λέγει είς την σοφίαν του’ ‘ει κτάσαι φίλον, εν πειρασμώ κτήσαι αυτόν… φίλος πιστός φάρμακον ζωής’, είς δε το έργον της αγάπης και της φιλαδελφείας μιμήθητι τους αγίους, αυτόν τον ίδιον Χριστόν, όστις ήλθεν εις τον κόσμον ουχί διά να διακονηθή, αλλά να διακονήση και κατεδέχθη να πλύνη τους πόδας των μαθητών του, του πλάσματος του, ο διδάσκαλος, ο ποιητής και πλάστης των απάντων!! Μιμήθητι τον ανωτέρω Οδοιπόρον και καθώς εκείνος ηγάπα να επισκέπτεται και να περιποιήται τους ασθενείς, ούτω και συ αγάπα πάντα άνθρωπον και ιδίως τους πτωχούς και δυστυχείς, οι οποίοι δεν έχουν τα μέσα ούτε είς ιατρούς να υπάγωσιν, ούτε φάρμακα να αγοράσωσιν ούτε τρόφιμα έχουσι’ τούτους εξαιρετώτερα των άλλων να επισκέπτησαι, να τους παρήγορης και εάν είσαι είς θέσιν να τους βοηθής υλικώς’ εάν δεν είσαι, τότε να τους βοηθής πνευματικός με λόγους ωφελίμους’ να έχουν δηλ. θάρρος, πίστιν, ελπίδα, μεγαλοψυχίαν, υπομονήν, και καρτερίαν είς τας θλίψεις των και ασθενείας διό να έχωσι μεγάλον μισθόν είς τους ουρανούς διά την υπομονήν των. Να τους προτρέπης να εξομολογηθώσι, να μεταλάβωσι των αχράντων μυστηρίων, να ενθυμώνται τον θάνατον και την κόλασιν. Επειδή ο άνθρωπος συνίσταται εκ δύο ουσιών, από σώμα υλικόν και φθαρτόν και από ψυχήν άυλον και αθάνατον, το μεν σώμα έχει ανάγκην βοηθείας υλικής, η δε ψυχή βοηθείας πνευματικής. Όσην λοιπόν διαφοράν έχει η ψυχή από το σώμα, τόσην διαφοράν έχει και η πνευματική βοήθεια και ελεημοσύνη από την σωματικήν. Στοχάσου λοιπόν, αγαπητέ μοι, πόσον μέγα καλόν εστίν η ελεημοσύνη, την οποία εμακάρισεν ο Κύριος ειπών’ ‘Μακάριοι οι ελεήμονες, ότι αυτοί ελεηθήσονται’. Κατά δε την δευτέραν αυτού παρουσίαν θα είπη είς τους δικαίους και εξαιρετικώς είς τους ελεήμονας’ την ελεημοσυνην την οποίαν εκάματε είς τους πτωχούς αδελφούς μου, είς εμέ την εκάμετε. Έφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε’.
Εάν θέλης, αγαπητέ μου συνοδοιπόρε, να καθαρίσης τον εαυτόν σου από τας αμαρτίας, να όδευσης ευκόλως την στενήν και τεθλιμμένην οδόν και φθάσης είς την Βασιλείαν των ουρανών, εάν θέλης να πλησίασης είς τον Θεόν και ομοιωθής με αυτόν, μη παύσης την ελεημοσυνην την υλικήν, εάν είσαι εύπορος και την πνευματικήν, εάν δεν είσαι εύπορος από υλικά αγαθά. Το τάλαντον, όπερ έλαβες από τον πλουσιόδωρον Θεόν, φρόντισε να το αύξησης διά της αγάπης, της φιλαδελφείας, της ελεημοσύνης, της μεταδόσεως. Άρεσάτω σου η βουλή μου, ω βασιλεύ’, είπεν ο Δανιήλ προς τον βασιλέα Ναβουχοδονόσορα, ‘και τας αμαρτίας σου εν ελεημοσύναις λύτρωσαι, και τας αδικίας σου εν οικτιρμοίς πενήτων’. Ο δίκαιος σοφός παροιμιαστής λέγει’ ‘ελεημοσύναις και πΐστεσιν αποκαθαίρονται αμαρτίαι’. Ο δίκαιος Τωβίτ’ “ελεημοσύνη εκ θανάτου ρύεται, και ουκ εά εισελθείν εις το σκότος”. Ο δε Θεολόγος Γρηγόριος λέγει’ ‘εν ουδενί άλλω άνθρωπος Θεώ ομοιούται, ως το ευ ποιείν… ευεργετών νόμιζε μιμείσθαι Θεόν’. Και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εν ευαγγελίοις έφη. Αγαπάτε τους εχθρούς υμών και αγαθοποιείτε και δανείζετε μηδέν απελπιζοντες και έσται ο μισθός υμών πολύς και έσεσθε υιοί του Υψίστου’ ότι αυτός χρηστός εστίν επί τους αχάριστους και πονηρούς’ γίνεσθε ουν οικτίρμονες, καθώς και ο Πατήρ υμών οικτίρμων εστί’. Διά της φιλοξενίας και της ελεημοσύνης ηξιώθη ο Αβραάμ να φιλοξενήση είς μορφήν τριών Αγγέλων την αγ. Τριάδα. Δι’ ο και ο θεοκήρυξ Απόστολος Παύλος παροτρύνει ημάς λέγων: ‘Της φιλοξενίας μη επιλανθάνεσθε, διά ταύτης γαρ έλαθόν τίνες ξενίσαντες αγγέλους’.
Περί της ελεημοσύνης λέγει και ο θείος Χρυσόστομος τα ακόλουθα. Αυτή μείζων η χάρις, ή νεκρούς ανιστά’ του γάρ εν τω ονόματι του Ιησού τους αποθανόντος εγείρειν, πολλώ μείζον τω πεινώντι τρέφειν τον Χριστόν. Ενταύθα μεν γαρ ου τον Χριστόν ευεργετείς’ εκεί δε αυτός σε και ο μισθός εν τω ποιείν ευ, ουκ εν τω πάσχειν ευ, ενταύθα μεν γαρ (επί των σημείων λέγω) αυτός οφείλεις τω Θεώ επί δε της ελεημοσύνης τον Θεόν οφειλέτην έχεις’. Βλέπεις, αγαπητέ μοι, πώς ο φιλάνθρωπος και πολεύσπλαγχνος Θεός και Πατήρ ημών ο ουράνιος διά να μας διευκολύνη και ομαλύνη την στενήν και τεθλιμμένην οδόν πόσους τρόπους και μέσα εφεύρε διά των οποίων ευκόλως και ακινδύνως δυνάμεθα να διαπλεύσωμεν το πολυκύμαντον πέλαγος της παρούσης ζωής, να βαδίσωμεν την στενήν και τεθλιμμένην οδόν και να φθάσωμεν είς τους γαληνούς λιμένας της αιωνίου και ατελεύτητου ζωής και βασιλείας. Βάδιζε λοιπόν μετά προθυμίας μεγίστης την προς την άνω Ιερουσαλήμ άγουσαν οδόν, ευχαριστεί και δοξολογεί εκ καρδίας τον Κύριον και μη παύσης πάσας τας ημέρας της ζωής σου, άχρι τελευταίας αναπνοής σου, να τον υμνής, δοξάζης, ευχάριστης και να τον παρακαλής να σε φωτίζη και οδηγή είς το να ποιής το θέλημα του το άγιον και ούτω αξιωθής της αιωνίου και ατελεύτητου ζωής και βασιλείας’ ης γένοιτο πάντας επιτυχείν

Ο Όσιος Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος (+ 8 Μαΐου 1980)

Δείτε και ΕΔΩ.
Ο Οσιος Φιλόθεος ο εν Πάρω, κατά κόσμον Κωνσταντίνος Ζερβάκος, γεννήθηκε στους Μολάους της Λακωνίας το έτος 1884. Οι γονείς του ήταν άνθρωποι πιστοί στον Θεό και ενάρετοι.
Από την παιδική του ηλικία φάνηκε μία έμφυτη κλίση του προς την Εκκλησία και ενας ιερός ζήλος τον διακατείχε. Εκκλησιαζόταν τακτικά, προσευχόταν κατά μόνας και μελετούσε τα ιερά κείμενα. Την Αγία Γραφή, τους Βίους των Αγίων και άλλα ψυχωφελή βιβλία τα οποία επίμονα αναζητούσε.
Οσο μεγάλωνε στην ηλικία, αυξανόταν και ο πόθος του να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στον Θεό. Επειδή αγαπούσε τα γράμματα, οταν τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο, οι γονείς του τον εστειλαν στο Διδασκαλείο. Μετά την περάτωση των σπουδών του, διορίσθηκε διδάσκαλος στα δεκαεπτά του χρόνια. Αυτό ήταν αρκετά σημαντικό για την εποχή του. Ανταποκρινόταν μάλιστα πολύ καλά στα καθήκοντά του, οπως και σε ολη την μετέπειτα ζωή του στην οποία διακρίθηκε πάντα για το υψηλό αίσθημα ευθύνης πού τον συνείχε και την συνέπεια στις υποχρεώσεις του.
Όμως ο νεαρός Κωνσταντίνος, δεν δενόταν με τα πράγματα του κόσμου τούτου. Είχε άλλες επιθυμίες. Μέσα του δυνάμωνε όλο και περισσότερο ο πόθος για την αναχώρηση. Λαχταρούσε να μιμηθεί την ζωή των Αγγέλων, όσο γινόταν πιο σύντομα.
Όπως ήταν φυσικό, οι γονείς του τον αγαπούσαν και επιθυμούσαν να μείνει κοντά τους. Νόμιζαν πώς έπρεπε να αξιοποιήσει τις σπουδές του και να διαπρέψει στον κόσμο. Προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να τον εμποδίσουν και να τον πείσουν ότι το μέλλον του θα ήταν λαμπρό στην κοινωνία.
Από την πρώτη στιγμή ο πονηρός τον πολέμησε με λύσσα. Ο Κωνσταντίνος προσπαθούσε να υπερνικά τις επιθέσεις του με προσευχές, νηστείες και αγρυπνίες. Διαρκώς έφερνε στον νου του τα παραδείγματα των Αγίων και ιδιαίτερα των μεγάλων Οσίων. Αναλογιζόταν τα αθέατα κάλλη του Παραδείσου και διαπίστωνε ότι δεν συγκρίνονταν με τις πρόσκαιρες ομορφιές του κόσμου τούτου. Ο θείος έρωτας νικούσε την φυσική αγάπη πού αισθανόταν για τους γονείς και τα αδέλφια του.
Πέρα από τον προσωπικό του αγώνα προσπάθησε να βρεί εναρέτους ανθρώπους και έμπειρους πνευματικούς ώστε να τον καθοδηγήσουν σωστά. Σε κάθε του απόφαση έπρεπε να είχε την σύμφωνη γνώμη του πνευματικού του.
Κάνοντας υπακοή υπηρέτησε πρώτα στον στρατό ως υπαξιωματικός. Υπηρετώντας την πατρίδα δεν αμέλησε καθόλου και τα προς τον Θεόν καθήκοντά του. Βρήκε τον τρόπο να συμμετέχει έντονα στην λατρευτική ζωή της Εκκλησίας μας. Είχε την μεγάλη ευλογία να βρεθεί κοντά στον Άγιο Νικόλαο τον Πλανά. Στον Ναό του Προφήτου Ελισσαίου πήρε μέρος σε πολλές αγρυπνίες. Έψαλλε με τους πιστούς χριστιανούς και φημισμένους λογοτέχνες Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και Αλέξανδρο Μωραϊτίδη.
Όταν τελείωσε η υπηρεσία του στον επίγειο Βασιλέα, ήταν πιά ελεύθερος να υπηρετήσει τον Επουράνιο. Η απόφασή του να γίνει μοναχός ήταν πλέον αμετάκλητη. Ο Θεός έφερε τα βήματα του κοντά στον Άγιο Νεκτάριο. Ανοιξε την καρδιά του στον σοφό και διακριτικό ιεράρχη. Όπως ήταν φυσικό, ο Άγιος χάρηκε για την απόφασή του. Τον συμβούλεψε μάλιστα να αφιερωθεί στην ξακουστή Μονή Λογγοβάρδας. Ο Κωνσταντίνος φανέρωσε την έντονη επιθυμία του να μονάσει στο Άγιον Όρος. Ο Άγιος Νεκτάριος δεν του έκλεισε αυτό το δρόμο. Τον προειδοποίησε όμως, ότι όπου και να πάει, θα καταλήξει στην Λογγοβάρδα.
Προσπάθησε να μεταβεί στο «Περιβόλι της Παναγίας», μα στάθηκε αδύνατον. Βρέθηκε μπροστά σε ανυπέρβλητα εμπόδια. Κινδύνεψε η ζωή του από τους Τούρκους πού τότε κατείχαν την Θεσσαλονίκη. Σώθηκε κατόπιν θαυματουργικής επεμβάσεως του πολιούχου της Αγίου Δημητρίου. Έτσι κατάλαβε ότι το θέλημα του Θεού ήταν να μονάσει στην Λογγοβάρδα και όχι στον Αθωνα.
Η Ζωοδόχος Πηγή τον δέχθηκε στο ονομαστό Μοναστήρι της στην Πάρο. Έμεινε πολύ ικανοποιημένος από την αγάπη πού του έδειξαν οι Πατέρες και από την τάξη της μονής.
Το έτος 1907 έγινε μοναχός και ονομάσθηκε Φιλόθεος. Μετά από λίγο, κάνοντας υπακοή στον Γέροντά του, με φόβο και τρόμο δέχθηκε τον πρώτο βαθμό της ιερωσύνης. Ως διάκονος αξιώθηκε να εκπληρώσει την έντονη επιθυμία του να προσκυνήσει στο Άγιον Όρος. Να έλθει σε ζωντανή επαφή με τους ιερούς εκείνους τόπους, στους οποίους αγωνίστηκαν μεγάλες μορφές του ορθόδοξου μοναχισμού. Τους υπέροχους αυτούς άνδρες ύμνησε επάξια ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης με τα εξής λόγια: «Ώ πληθύς οσίων ηγιασμένη, και πεποθημένη Θεώ! Ώ μελισσών θεοσύλλεκτε, ο εν οπαίς και σπηλαίοις του Όρους, καθάπερ εν σίμβλοις νοητοίς, το γλυκύτατον μέλι της ησυχίας κηροπλαστήσας! Τριάδος ηδύσματα˙ Θεοτόκου εντρυφήματα˙ του Αθω καυχήματα˙ και της Οικουμένης σεμνολογήματα. Πρεσβεύσατε προς Κύριον, ελεηθήναι τάς ψυχάς ημών».
Το 1912 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και ακολούθησε η χειροθεσία του σε πνευματικό και αρχιμανδρίτη. Προσπάθησε όσο μπορούσε να υπηρετήσει επάξια στο ιερό θυσιαστήριο. Ταυτόχρονα εξελίχθηκε σε έναν πολύ έμπειρο και φωτισμένο πνευματικό. Χιλιάδες ψυχές από ολόκληρη σχεδόν την Ελλάδα και από το εξωτερικό ακόμη, εμπιστεύθηκαν την σωτηρία τους στην διακριτική του καθοδήγηση, καθώς ενεργούσε με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος.
Το 1924 τον αξίωσε ο Θεός να εκπληρώσει και έναν άλλο πόθο του. Προσκύνησε τους Αγίους Τόπους και το Θεοβάδιστο Όρος Σινά. Εκεί έζησε απερίγραπτες στιγμές και είχε ανεπανάληπτες εμπειρίες. Με πολύ δέος και ιερή συγκίνηση περπάτησε στα άγια μέρη όπου στάθηκαν τα άχραντα πόδια του Κυρίου. Αν ήταν δυνατόν θα έμενε για πάντα εκεί! Κοντά στον φρικτό Γολγοθά και στον Ζωοδόχο Τάφο του Λυτρωτή των ψυχών μας. Είναι πολύ συναρπαστικές οι περιγραφές πού με γλαφυρότατο ύφος εκθέτει στο βιβλίο πού δημοσίευσε μετά την περιήγησή του. Στο Όρος Σινά ασκήθηκαν κατά Θεόν μεγάλοι ησυχαστές και νηπτικοί Πατέρες της Εκκλησίας μας. Την θαυμαστή πολιτεία τους προσπάθησε να μιμηθεί στην μετέπειτα πορεία του, σύμφωνα με την προτροπή του Οσίου Ιωάννου, του Ηγουμένου της Ραϊθού: «Μιμησώμεθα τους πατέρας ημών μετά ποίας σκληραγωγίας και ησυχίας εκάθησαν ώδε».
Το 1930 κοιμήθηκε ο ηγούμενος της Μονής της Μετανοίας του και πολυσέβαστος Γέροντάς του Ιερόθεος Βοσυνιώτης. Με διαθήκη του τον όρισε διάδοχό του. Οι Πατέρες της Λογγοβάρδας με μεγάλη χαρά τον δέχθηκαν ως νέο τους ηγούμενο. Του έκαναν απεριόριστη υπακοή και με κάθε τρόπο του έδειχναν τον σεβασμό τους.
Όμως, η διοίκηση μιάς Μονής δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Ο κάθε ηγούμενος έχει πολλά προβλήματα να αντιμετωπίσει. Οι μοναχοί, όσο και να ασκούνται κατά Θεόν, δεν παύουν να έχουν μέσα τους τον παλαιό άνθρωπο. Ο σατανάς τους πολεμεί πολύ περισσότερο από τους κοσμικούς. Ο Οσιος Φιλόθεος συνάντησε αρκετές δυσκολίες. Πικράθηκε και λυπήθηκε κατά την διάρκεια της διαποίμανσης της Μονής. Είδε μερικά από τα παιδιά του να φεύγουν. Αλλοι επειδή δεν άντεξαν το υγρό κλίμα της Λογγοβάρδας. Αλλοι γιατί δυσκολεύθηκαν να προσαρμοστούν στην ασκητική ζωή του Μοναστηριού. Κάποιοι ακολούθησαν το παλαιό εορτολόγιο και άλλοι έφυγαν για άλλους λόγους.
Δεν κάμφθηκε όμως από τις δυσκολίες. Βάδιζε σταθερά και αταλάντευτα ακολουθώντας την γραμμή των προκατόχων του και τηρώντας τις αρχές του αναγεννητικού κινήματος των Κολλυβάδων. Επί των ημερών του η Λογγοβάρδα αναδείχθηκε σε έναν φωτεινό φάρο της Ορθοδοξίας. Το Μοναστήρι συνέχισε το θαυμάσιο πνευματικό και κοινωνικό του έργο. Κάτω από την εμπνευσμένη καθοδήγησή του όλοι οι Πατέρες φρόντιζαν με επιμέλεια όσους ζητούσαν υλική και πνευματική ενίσχυση.
Παράλληλα με το έργο του ηγουμένου, ο Οσιος Φιλόθεος επιτελεί και ένα εξαιρετικό ιεραποστολικό έργο στον κόσμο. Κάνει πολλές και κοπιαστικές περιοδείες σε αρκετά μέρη της πατρίδας μας. Έχει την ευλογία να αποκτήσει πολλά και εκλεκτά πνευματικά παιδιά. Αρκετά από αυτά αναγεννώνται πνευματικά με τα φλογερά του κηρύγματα, καλλιεργούνται ψυχικά και αφιερώνονται στον μοναχισμό. Ο Οσιος Φιλόθεος διακόνησε με επιτυχία την Εκκλησία και το Έθνος μας.
Σε όλη του την ζωή βίαζε τον εαυτό του να κερδίσει την Βασιλεία των Ουρανών. Είχε το πολίτευμά του στον ουρανό. Μιμούμενος τους Αγίους αγωνιζόταν διά βίου για την νέκρωση των παθών. Θεωρούσε ότι ήταν ένας ταπεινός οδοιπόρος πού έσπευδε να φθάσει στο τέλος του δρόμου.
Πλήρης ημερών κοιμήθηκε οσιακά στην Ιερά Μονή Θαψανών στις 8 Μαΐου του έτους 1980. Η λύπη των πνευματικών του παιδιών, λόγω της αναχωρήσεώς του, μετριάζεται από την βεβαιότητα ότι βρήκε παρρησία στον Θεό. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι δεν είναι μόνο σεσωσμένος, αλλά και ένας νεώτερος Άγιος της Εκκλησίας μας. Απαλλαγμένος πλέον από την βαρύτητα του σώματος, μάς βοηθά πιο αποτελεσματικά πρεσβεύοντας στον Κύριο του ουρανού και της γής για την σωτηρία μας.
Ο μεγάλος ασκητής και σύγχρονος Άγιος της Εκκλησίας μας, ο χαρισματικός Γέροντας π. Παΐσιος ο Αγιορείτης (1924 – 1994), πληροφορήθηκε από τον Θεό με θαυμαστό τρόπο, την προς Κύριον εκδημία του Αγίου Γέροντος. Τον είδε με τα μάτια της ψυχής του να φεύγει από την ματαιότητα και να πορεύεται προς την αληθινή μας Πατρίδα. Το γεγονός αυτό, το έκανε γνωστό σε πνευματικό του παιδί, πού έτυχε να είναι κοντά του, λέγοντας :« Αυτή την στιγμή φεύγει για την αιωνιότητα ένας μεγάλος Άγιος της Εκκλησίας μας, ο πατήρ Φιλόθεος Ζερβάκος! ».
Ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, σε ομιλία του κατά την τελετή των εγκαινίων του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου Αβάνας στην Κούβα ( 25 Ιανουαρίου 2004 ), τόνισε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έπαυσε ποτέ να αναδεικνύει Αγίους. Αφού ανέφερε αρκετά ονόματα Αγίων πού ανακηρύχθηκαν πρόσφατα, συνέχισε: «Υπάρχουν ακόμη και εκείνοι τους οποίους το πλήρωμα της Εκκλησίας ομοφώνως αναγνωρίζει ως Αγίους, αν και επίσημος πράξις αναγνωρίσεως της Αγιότητος αυτών δεν έχει εισέτι εκδοθή, όπως οι Γέροντες Παΐσιος, Πορφύριος και Εφραίμ, ο συμπατριώτης του Αγίου Νικολάου Ιάκωβος της Ευβοίας, ο Φιλόθεος Ζερβάκος και εί τις έτερος. Πέριξ των μορφών αυτών χιλιάδες ψυχαί ειρήνευσαν, εγλυκάνθησαν, εχαροποιήθησαν, εζωοποιήθησαν. Τα στοιχεία της φύσεως τους υπήκουον. Τα ζώα τους εσέβοντο. Οι πάντες και τα πάντα ένιωθαν την αγάπην των και την χάριν του εν αυτοίς κατοικούντος Αγίου Πνεύματος. Το βλέμμα των ήτο βλέμμα Χριστού. Αι χείρές των χείρες φιλανθρωπίας. Η καρδία των πλήρης θυσιαστικής αγάπης. Ο νους των ειρηνικός. Το φρόνημά των άγιον. Η καθημερινή ζωή των «αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια». Πολλοί οφείλουν εις τους γνησίους τούτους ανθρώπους του Θεού πολλά. Είναι οι μεγαλύτεροι ευεργέται ημών. Η προσευχή των διεσκέδαζε βουλάς Εθνών, έφερε το έλεος και την βοήθειαν του Θεού εις τον κόσμον, εφυγάδευεν ακάθαρτα πνεύματα, αποκαθίστα την υγιείαν των ασθενούντων, έλυεν ανθρωπίνως άλυτα προβλήματα».
Τους Αγίους στην Ορθόδοξη Εκκλησία τους φανερώνει ο Θεός. Τα θαύματα πού γίνονται από τους Αγίους μας είναι ένδειξη ότι ο Θεός αναδεικνύει τους ανθρώπους εκείνους ως Αγίους. Μέχρι τώρα έχουμε αρκετά σημεία τα οποία αποκαλύπτουν την αγιότητα του Οσίου Φιλοθέου. Θαύματα τα οποία επιτελεί ο Θεός με την μεσολάβησή του. Πολλοί πιστοί τον επικαλούνται και ο Οσιος Φιλόθεος ανταποκρίνεται. Ευχόμαστε να έλθει σύντομα η λαμπρή ημέρα, πού η Εκκλησία μας θα διακηρύξει επίσημα την αγιότητά του. Αυτό πού είναι βέβαιο στις συνειδήσεις των πιστών, να γίνει και επίσημα δεκτό εις δόξαν του εν Τριάδι Θεού. Αμήν.

Γέροντας Παΐσιος: “με πνευματικό το τρόπο” μεταβάσεις

undefined
Τις ημέρες πού πήγε να προσκύνηση στα Ιεροσόλυμα ήλθε μία παρέα νέων να τον δεί. Ενώ απουσίαζε από το Κελλί του, αυτοί τον βρήκαν! Τους άνοιξε ο Γέροντας, τους κέρασε λουκούμι, συζήτησαν και έφυγαν πολύ χαρούμενοι. Διανυκτέρευσαν στην Μονή Φιλόθεου και εκεί ανέφεραν ότι είδαν τον Γέροντα. Οι πατέρες απορούσαν, πώς τον βρήκαν, ενώ έλειπε. Την επομένη κάποιος  Φιλοθεΐτης πήγε στην «Παναγούδα», αλλά δεν βρήκε τον Γέροντα. Ρώτησε σε γειτονικό Κελλί και επιβεβαίωσαν την απουσία του.
Το γεγονός αυτό είχε πληροφορηθή και ο τότε πορτάρης της Μονής Κουτλουμουσίου, ο νύν ηγούμενος Βατοπεδίου Αρχιμανδρίτης Εφραίμ και άλλοι πατέρες, και είχε γίνει ευρύτερα γνωστό στο Άγιον Όρος.
Πηγή: Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, σελίδες: 595-596, έκδοσις Καλύβης Αναστάσεως, Καψάλα Άγιον Όρος, Άγιον Όρος 2004.
Φωτογραφία απο: Γέροντες της εποχής μας

Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός: Τί είναι οι ηδονές; Ποιές είναι αθώες και ποιές ένοχες;

undefined
Hδονές είναι όσα «ηδύνουν» και γλυκαίνουν τη ζωή μας και είναι διπλές καθώς και η φύση μας είναι διπλή. Oπως είμαστε σώμα και ψυχή και καθένας έχει τις αισθήσεις και τα μέλη του, έτσι και οι ηδονές ανήκουν και στα δύο μέρη. Eίναι οι σωματικές ηδονές, που γίνονται αισθητές μέσω των μελών του σώματος· είναι και οι πνευματικές, που ανήκουν στον ψυχικό και πνευματικό μας κόσμο.
Οι ηδονές προκύπτουν, ως επί το πλείστον, από τη δραστηριότητά μας και παρηγορούν ή απογοητεύουν ανάλογα με την ορθή ή τη λανθασμένη ενέργειά μας.  Aν το πρόγραμμα και ο σκοπός των κινήσεών μας είναι «κατά Θεόν» και σύμφωνα με το θέλημά του, τα συναισθήματα και οι ηδονές, που προκύπτουν, είναι ευχάριστες και γλυκαίνουν.  Aν όμως, οι προτιμήσεις και ενέργειές μας είναι παράλογες και εμπαθείς, τότε αισθανόμαστε αποτροπιασμό και απέχθεια.
Oι ηδονές όμως, που συναρπάζουν περισσότερο και αποπλανούν, έχουν σχέση με τη βιολογική μας υπόσταση και βρίσκονται στα σωματικά μέλη και αισθητήρια. ∆ήν πρώτη θέση έχουν η γεύση, η αφή και η όσφρηση. Τά συναισθήματα της γλυκύτητας, που προκαλούνται όταν έρθουμε σε επαφή με τις ύλες και τα πράγματα, λέγονται ηδονές.
Eδώ χρειάζεται η διάκριση του ορθού μέτρου, για να αποφευχθεί η παράχρηση.  Aπαραίτητο στοιχείο της ζωής είναι η βιολογική μας υπόσταση, της οποίας το μεγαλύτερο μέρος βρίσκεται στις τρεις αισθήσεις και σ  αυτές λειτουργεί η ικανοποίηση και ηδονή.
Aν ο άνθρωπος θυμάται τον προορισμό του καί το ότι τρώει για να ζεί–, τότε ελέγχει τις ηδονές, που προκύπτουν από το νόμο της «χρείας».  Aν όμως, αλλοίμονο, ζεί για να τρώει και να σπαταλά –πράγμα που επικρατεί στην εποχή μας–, τότε τη θέση παίρνει το παράλογο, που ντρέπομαι και να το περιγράψω ακόμη.
Υπάρχουν όμως και του ηθικού και αισθησιακού μέρους οι ηδονές με κύριο κεφάλαιο τη γενετήσια ορμή και σχέση.  Eδώ προκύπτει ο πραγματικός λαβύρινθος της διαστροφής και εδώ είναι του «βύθιου δράκοντα» τα πολυπληθή τρόπαιαπ
O νόμος και ο λόγος της αναπαραγωγής ως βασική αναγκαιότητα στην παρούσα μας εξορία, γίνεται το ισχυρότατο θέλγητρο της προσεγγίσεως των δύο φύλων. Kαί τότε αρχίζει η βιαιότερη πρόφαση του παράνομου ηδονισμού, που κυριολεκτικά συντρίβει την άπειρη νεολαία.
Περιγράψαμε με συντομία τις αφορμές των ηδονών.  Aπομένει η σύνεση της αρνήσεώς τους, για να μή θρηνούμε τα αναρίθμητα ερείπια από την παράλογη παραδοχή και χρήση τους. Aυτά αφορούν τις ηδονές στον αισθητό μας χώρο και κόσμο.
Υπάρχουν όμως και οι πνευματικές ηδονές, που πράγματι μας ξεκουράζουν και ενθαρρύνουν. Πνευματικές ηδονές είναι οι ενέργειες και οι καρποί της θείας Χάριτος, που παρηγορούν και ανακουφίζουν τον ψυχικό μας κόσμο, φωτίζουν το νού, ειρηνεύουν την καρδιά, παρηγορούν τις αισθήσεις και αυξάνουν το θάρρος και την ελπίδα στις δυσκολίες της ζωής.  H χαρά, η ειρήνη, η υπομονή, η ανεκτικότητα και όσα είναι γεννήματα της αγάπης και της συμπάθειας, τί άλλο είναι παρά πνευματικές ηδονές; Oλοι οι καρποί και τα προϊόντα της αυτοθυσίας, που η αγάπη επιβάλλει, είναι η γλυκύτερη πνευματική ηδονή που προκαλεί τη μεγαλύτερη ευτυχία στη ζωή μας.
Υπάρχουν όμως και οι υπερφυσικές ηδονές, που αν και ανήκουν στη μεταφυσική του άλλου κόσμου, μας τις παραχωρεί η θεία ευσπλαγχνία απ  αυτήν τη ζωή, σαν προοίμιο της μακαριότητας που μας αναμένει. Oι ηδονές αυτές, ως υπερφυσικές, δεν ελέγχονται, ούτε προγραμματίζονται από μας στον κόσμο αυτόν, αλλά χαρίζονται από τη θεία παναγάπη σ  όσους αγωνίζονται σωστά για θάρρος και παρηγοριά. Μερικές απ  αυτές είναι η ειρήνη των λογισμών, η ελευθερία από την πάλη με τα πάθη, η τέλεια νέκρωση όσο αφορά τα πράγματα και τα νοήματα αυτού του κόσμου, αλλά και η επιφοίτηση της Χάριτος σε όσους πέτυχαν την καθαρότητα της καρδιάς. Aυτοί «πάσχουν τα θεία» και εξέρχονται από το χώρο, τον τρόπο και την αίσθηση του κόσμου. Aυτοί είναι εκείνοι στους οποίους μαρτυρεί ο Kύριός μας ότι θα εμφανίσει τον εαυτό του και μαζί με τον Πατέρα του θα «ποιήσουν μονήν». Oσοι θέλουν να απολαύσουν αυτά τα υπερφυσικά δώρα και χαρίσματα, ας φροντίζουν να τηρούν τις εντολές και ο Kύριος είναι «πιστός εν πάσι τοίς λόγοις αυτού».

ΣΤΟ ΛΙΒΑΝΟ ΟΜΟΛΟΓΟΥΝ ΔΗΜΟΣΙΑ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟ! ΕΜΕΙΣ;;;



To μήνυμα της Ανάστασης του Χριστού μας, εμπνέει, χαροποιεί, συγκλονίζει ακόμη και τους αλλόθρησκους. Σας παρουσιάζουμε ένα εκπληκτικό βίντεο από το αραβικό δορυφορικό κανάλι SAT 7. Προβάλλεται η αξιοθαύμαστη πρωτοβουλία ορθοδόξων σε μεγάλο εμπορικό κέντρο της Βηρυττού στο Λίβανο οι οποίοι ανήμερα το Πάσχα σηκωνόταν ένας ένας όρθιος και τραγουδούσαν το Χριστός Ανέστη και μάλιστα και στα Ελληνικά!!!


Θυμίζουμε ότι ο Λίβανος επί χρόνια μαστιζόταν από αιματηρότατο εμφύλιο πόλεμο και συγκρούσεις μεταξύ θρησκευτικών ομάδων. Ας σκεφτούμε: στην Ορθόδοξη Ελλάδα πόσοι από εμάς θα μπορούσαν να κάνουν δημόσια το ίδιο;

Κυριακή, Μαΐου 08, 2011

Για την μάνα


Δική μου, ξέχωρη από σας, ζωή δεν έχω.
Ξοπίσω σας, με την δική σας πάντα συλλογή,
σαν ίσκιος σας, παιδιά μου, τρέχω

Μ.Πετρίδης

Κυριακή των Μυροφόρων Κήρυγμα Αρχιμανδρίτου Ιωήλ Κωνστάνταρου

                                                  ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ
                                           ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ (Μαρκ. ΙΕ΄ 43-ΙΣΤ΄ 8)

Υπάρχουν ψυχές, οι οποίες εν αντιθέσει προς το πνεύμα του κόσμου και των χλιαρών Χριστιανών, έχουν καλλιεργήσει τις δωρεές του Θεού και μέσα στην καρδιά τους συνυπάρχουν η θερμή αγάπη του Ιησού αλλά και το θάρρος της ομολογίας.
Αυτές ακριβώς τις όντως θαυμαστές προσωπικότητες εορτάζει η αγία μας Εκκλησία την Κυριακή των Μυροφόρων κατά την οποία, όπως χαρακτηριστικά καταγράφεται στο εορτολόγιο:  «Κυριακή Γ΄ από του Πάσχα εν η των αγίων γυναικών Μυροφόρων εορτή εορτάζομεν, έτι δε μνείαν ποιούμεθα Ιωσήφ του εξ’ Αριμαθαίας, ος ην μαθητής κεκρυμμένος, και του νυκτερινού μαθητή Νικοδήμου».
Αλλά τί ήταν οι Μυροφόρες; Και γιατί ονομάστηκαν έτσι;
Ήταν ευσεβείς υπάρξεις, οι οποίες ακολουθούσαν και διακονούσαν τον Κύριο μας Ιησούν Χριστόν, στην τριετή περίοδο της δημοσίας δράσεώς Του. Ήταν γυναίκες που είχε βοηθήσει ο Κύριος Ιησούς, αλλά και γνωστές της Παναχράντου Μητρός Του, και οι οποίες προσέφεραν πολύτιμες υπηρεσίες, κυρίως όταν ο Ιησούς ήταν εντελώς απορροφημένος από το έργο του Θείου κηρύγματός Του και των θαυμάτων Του.
Οι Ιεροί Ευαγγελιστές κάνουν συχνά λόγο γι’ αυτές, στα κεφάλαια του θείου πάθους μα κυρίως στο μοναδικό γεγονός της ενδόξου Αναστάσεως.
Πόσα, πράγματι, διδάγματα μας υπογραμμίζει η αγία βιωτή τους, αλλά και αυτή η συγκλονιστική στάση τους, κατά την ημέρα της Κυριακής «της μιάς των Σαββάτων», που ετοιμάστηκαν να πάνε τα μύρα (εξ’ου και Μυροφόρες εκλήθησαν) στον «όλβιον τάφον» Του Αναστάντος!
Θα πρέπει να μελετήσει κανείς τα όσα γράφουν οι Ιεροί Ευαγγελιστές, για να μείνει εκστατικός μπροστά στο φίλτρο της Θεϊκής αγάπης που φλόγιζε την καρδιά τους...Μόνο μέσα από αυτό το πάναγνο αίσθημα της θερμής αγάπης προς τον Ιησού μπορεί να κατανοηθεί το τόλμημά τους, να πλησιάσουν δηλ. τον φρουρούμενο υπό των στρατιωτών τάφο. Μόνο όταν η καρδιά ξεχειλίσει από την αγάπη του Χριστού, η ψυχρή λογική προσφέρει τον πρώτο λόγο στην πράξη που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην θυσία!
Και ενώ οι μαθητές είναι κλειδαμπαρωμένοι έχοντας χάσει το θάρρος τους, οι απλές αυτές γυναίκες, όπως και ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, αποδεικνύουν ότι η αγάπη «έξω βάλει τον φόβον».
Ο Ιωσήφ, όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Ιερός Ευαγγελιστής Μάρκος: «τολμήσας, εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού» (Μαρκ. ΙΕ΄ 43). Δηλ. ο Ιωσήφ έλαβε την τόλμη και παρουσιάστηκε στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού.
Αυτή η λέξη «τολμήσας», αστράφτει ως αστραπή μέσα στο πυκνό σκοτάδι των φοβερών γεγονότων, φωτίζει τις ψυχές και συνάμα χαρίζει το θάρρος της ομολογίας το οποίο εξαφανίζει το δαιμόνιο της δειλίας.
Πόσο λυρικά ο υμνογράφος της Μεγάλης Εβδομάδος αποδίδει αυτή την αλήθεια: «Πέπαυται τόλμα μαθητών, Αριμαθαίας δε αριστεύει Ιωσήφ...»
Και ενώ ο Ιωσήφ ζητά από τον Πιλάτο το νεκρό σώμα του Ιησού, που δεν έπαυσε ποτέ να είναι ενωμένο με την Θεότητα, για να το τοποθετήσει στο «μνημείο ο ην λελατομημένον εκ πέτρας», η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία του Ιωσή «εθεώρουν που τίθεται».
Έχει λεχθεί και είναι φυσικά αλήθεια ότι η γυναίκα μπορεί να επιφέρει μεγάλο κακό, αλλά ταυτοχρόνως να προσφέρει και μεγάλο καλό. Να δωρίσει μεγάλο καλό στην οικογένεια και γενικώς στην κοινωνία αλλά και στην Εκκλησία. Είναι ή δύναμις ή αδυναμία...
Πόσο έχουν να ωφεληθούν οι νέες κυρίως γυναίκες, από το δυναμικό παράδειγμα των αγίων Μυροφόρων; Αξιώνονται να δουν όχι μόνο τον φωτεινό Άγγελο «επι τον λίθον του μνήματος», μεταδίδοντάς τους το χαροποιό μήνυμα της Αναστάσεως, αλλά και Αυτόν τον Αναστάντα Ιησούν. Έτσι οι γυναίκες, που δεν θα τους έδινε ίσως κανείς καμμία σημασία, ευλογούνται και χρηματίζουν Ευαγγελίστριες και αυτών των ίδιων Αποστόλων και Ευαγγελιστών!
            Αλλά και πόσο έχουν να διδαχθούν από την θαρραλέα συμπεριφορά του Ιωσήφ, του «ευσχήμονος βουλευτού» όσοι ασχολούνται με τα κοινά, και αρκετές φορές ενώ γνωρίζουν το πανάγιο και σωστικό θέλημα του Θεού, δειλιάζουν και δεν τολμούν να υποστηρίξουν την αλήθεια και το ορθό, με αποτέλεσμα τελικώς να ψηφίζονται αντιχριστιανικοί νόμοι, ακριβώς διότι απουσιάζει από την καρδιά το θάρρος της Χριστιανικής ομολογίας.
Μα και πόσο, τέλος, είναι ανάγκη τα πρόσωπα που αποτελούν την διοίκηση της Εκκλησίας μας να παραδειγματιστούν, όχι από τη δειλία των μαθητών στην προκειμένη περίπτωση, αλλά από την τόλμη και το θάρρος του Ιωσήφ. Να «τολμούν». Ας παύσει επιτέλους να καλύπτεται με ένα διάτρητο μανδύα «συνέσεως» η δειλία της ολιγοπιστίας. Ας ξεριζωθεί από τις κλονισμένες συνειδήσεις το κακώς νοούμενον «φιλάδελφον», που κάνει τελικώς τον Καίσαρα να αποδίδει δικαιοσύνη...Τα υπεύθυνα πρόσωπα ας ορθοτομούν τον λόγον της αληθείας για τον οποίον έχουν ταχθεί, και επιτέλους έχουν λόγο υπάρξεως, ώστε το καύχημα να μη περιορίζεται μόνο στο «θρόνον διάδοχοι», αλλά ταυτοχρόνως να υπογραμμίζεται το «τρόπων μέτοχοι»...
Είθε να κατανοήσουμε όλοι μας, εκτός των άλλων, ότι η αυθεντικότητα δεν είναι απλώς ένα «Βυζαντινό τυπικό», ούτε πάλι μια φολκλορική φιέστα που αρκετές φορές, πρέπει να ομολογήσουμε, εκνευρίζει «τοις νουν έχουσι» και σκανδαλίζει το απλό ποίμνιο, αλλά μια δυναμική, μέσα στην αλήθεια, στάση ζωής που οδηγεί αν χρειαστεί και σε αυτή τη θυσία. «Κραταιά ως θάνατος αγάπη» (Άσμα Ασμάτων Η΄ 6).  Προϋποτίθεται φυσικά όλων αυτών, το ξεχείλισμα της καρδιάς μας, από το μύρο της αγάπης του Λατρευτού μας Κυρίου Ιησού Χριστού.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!-ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Αμήν

Σάββατο, Μαΐου 07, 2011

Η ΑΓΩΝΙΑ ΚΑΙ Ο ΑΓΩΝΑΣ


    Η ΑΓΩΝΙΑ ΚΑΙ Ο ΑΓΩΝΑΣ

          Όλοι μας κατά καιρούς είμαστε υποχρεωμένοι να παραμερίσουμε κάποιο ογκόλιθο, κάποια δυσκολία της ζωής. Δεν έχει ζήσει άνθρωπος ακόμη που να μην έχει να αντιμετωπίσει στη ζωή του προβλήματα και δεν έχει υποχρεωθεί να αποκυλίσει κάποιον ογκόλιθο που του πιέζει τα στήθη. Μερικοί μάλιστα από μας είμαστε υποχρεωμένοι να αποκυλίσουμε κάποιους ή κάποιον, όπως στην περίπτωση των μυροφόρων γυναικών, είναι πραγματικά  «μέγας σφόδρα».
          Όλοι λοιπόν πρέπει να παλέψουμε για να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες μας.
          Εκείνο όμως που μας κουράζει δεν είναι κυρίως η αντιμετώπιση των πραγματικών δυσκολιών, αλλά η ενασχόληση μας με προβλήματα που ίσως παρουσιασθούν στο μέλλον.  
          Ας παρακολουθήσουμε τις μυροφόρες γυναίκες του σημερινού Ευαγγελίου. Αντιμετώπισαν με γενναιότητα τεράστιες δυσκολίες και τις ξεπέρασαν. Μόνον αυτές είχαν το θάρρος να συμπαρασταθούν στον Κύριο και την Μητέρα Του, ακόμη και την φρικτή ώρα του Σταυρού. Μόνον αυτές τόλμησαν να υπερνικήσουν και τον φόβο των Ιουδαίων και όλες τις άλλες δυσκολίες και να εμφανιστούν οπαδοί ενός καταδικασμένου που τον εγκατέλειψαν όλοι. Τέλος αυτές ανέλαβαν το επικίνδυνο εγχείρημα να έλθουν πριν ξημερώσει για να αλείψουν το νεκρό διδάσκαλο με αρώματα. Και ενώ είχαν το θάρρος να αντιμετωπίσουν τόσες μεγάλες δυσκολίες, τώρα τις  ανησυχεί η συνέχεια μιας δυσκολίας που δεν είχε ακόμα παρουσιασθεί, αλλά που νόμιζαν πως θα αντιμετωπίσουν. Δηλ. πως όταν φθάσουν στο μνημείο πως θα μετακινήσουν τον λίθο που έφραζε την είσοδο.
          Το ενδιαφέρον είναι, ότι δεν γνώριζαν, ότι ενώ εκείνες ανησυχούσαν με το πώς θα μετακινήσουν τον λίθο από την θύρα του μνημείου, άλλος  πλέον τον είχε  μετακινήσει και η είσοδος ήταν ελεύθερη. Είχαν λησμονήσει, ότι δεν ήταν μόνες, ότι πιο πάνω απ’ αυτές  ήταν Κάποιος, που είχε την δύναμη όχι μόνο τη μεγάλη πέτρα, αλλά ολόκληρα βουνά να μετακινήσει.
          Πράγματι! Με μόνη τη δική μας δύναμη δεν είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε όχι όλες τις δυσκολίες  που ανθρωπίνως μπορούν να αντιμετωπισθούν, αλλά ούτε  ένα μικρό ποσοστό απ’ αυτές. Ενώ με την δύναμη του Θεού κατορθώνουμε να ξεπεράσουμε  εμπόδια που φυσικά θα ήταν αδύνατο να υπερπηδηθούν με μόνη την ανθρώπινη δύναμη.
          Και το περίεργο είναι, ότι ενώ έχουμε πείρα αυτής της βοήθειας συχνά αρνούμαστε να την επικαλεσθούμε. Ή την επικαλούμαστε μεν αφού πρώτα ταλαιπωρηθήκαμε και αγωνισθήκαμε μόνοι και παλέψαμε να ξεπεράσουμε εμπόδια τα οποία μόνο με τη θεία βοήθεια είναι δυνατό να ξεπερασθούν. Κουραζόμαστε ψυχικά και σωματικά και γινόμαστε ράκη, γιατί στις πραγματικές δυσκολίες δεν επικαλεστήκαμε έγκαιρα τη βοήθεια του Θεού, αλλά προσθέτουμε και τις δυσκολίες που πλάθουμε με τη φαντασία μας, ότι δηλ. μπορούν να παρουσιασθούν και στο μέλλον.
          Εδώ βέβαια προβάλλεται και ο ισχυρισμός μήπως η υπερβολικά εμπιστοσύνη στη βοήθεια του Θεού οδηγήσει στη μοιρολατρία.
          Μπορεί κι’ αυτό να γίνει, αλλά δεν θα είναι η πρώτη ή η τελευταία περίπτωση, όπου θα κάνουμε κατάχρηση ενός δώρου του Θεού. Όπως από το ότι σε άλλες περιπτώσεις δεν βγάζουμε το συμπέρασμα, ότι δεν πρέπει να τα χρησιμοποιούμε, κατά παρόμοιο τρόπο και επειδή μερικοί από κακή αντίληψη της έννοιας για τη βοήθεια του Θεού, καταντούν μοιρολάτρες, δεν θα καταλήξουμε στην απόφαση, ότι πρέπει στη ζωή μας να πάψουμε να υπολογίζουμε τη θεία βοήθεια.. Αν μάλιστα δούμε τι συμβαίνει γύρω μας, τότε θα δούμε, ότι η σωστή αντίληψη για τη θεία βοήθεια δεν οδηγεί στην αδράνεια, αλλά αφαιρεί την αγωνία και το άγχος για την υπερνίκηση των πραγματικών δυσκολιών. Επίσης μας βοηθεί να σκεπτόμαστε ψύχραιμα και να μην τρομάζουμε μπροστά στα ήδη εμπόδια και για κείνα που ίσως εμφανιστούν στο μέλλον.
          Οι χριστιανοί αντιμετωπίζοντας σωστά τις δυσκολίες μοιάζουν με ένα καλό επιχειρηματία που προσπαθεί να αυξήσει το αποθεματικό του κεφάλαιο. Το βάζει στην άκρη για περίπτωση ανάγκης. Όπως λοιπόν εκείνος δεν μειώνει την δραστηριότητα του, επειδή βάζει στην άκρη το περίσσευμα του, έτσι και οι αληθινοί χριστιανοί δεν ελαττώνουν τη δραστηριότητα τους γιατί έχουν στη διάθεση τους τη θεία βοήθεια.   
          Υπολογίζουν στη βοήθεια του Θεού, όχι για να μην κάνουν ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν, αλλά για να μην αγωνιούν. Γνωρίζουν ότι πέρα από τη δική τους προσπάθεια υπάρχει και ο Θεός που είναι έτοιμος να επέμβει, αν δεν επαρκούν οι ανθρώπινες δυνάμεις.
          Ας είμαστε ειλικρινείς. Η αδράνεια  μας δεν προέρχεται από την πολλή μας εμπιστοσύνη στο Θεό, αλλά από την αγωνία που προέρχεται από την ελλειπή πίστη σ’ Αυτόν. Η γωνία δεν δημιουργεί αγωνιστές, αλλά ψυχικά παράλυτους. Και στον αγώνα μετ’ εμποδίων οι τελικοί νικητές δεν είναι εκείνοι που τις ψυχικές τους δυνάμεις έχει παραλύσει ο φόβος και η ολιγοπιστία
          Τα λάθη μας είναι ότι λησμονούμε εντελώς ή δεν θυμόμαστε έγκαιρα τις ρητές υποσχέσεις του Θεού. Εάν δεν λησμονούμε τις υποσχέσεις του Θεού και γενικά δεν θυμόμαστε πιο συχνά τα λόγια Του και οι αγωνίες μας δεν θα μας σκοτώνουν και στον αγώνα της ζωής θα είμαστε καλύτεροι μαχητές.
Και οι μυροφόρες γυναίκες αν δεν είχαν λησμονήσει, ότι προ του σταυρικού Του θανάτου τους είχε προσκαλέσει να Τον συναντήσουν στην Γαλιλαία, δεν θα βασανίζονταν με το ποιος θα τους μετακινήσει το λίθο για χάρη τους από την είσοδο του μνημείου. Αντί να βασανίζονται από την  άγονη αγωνία, θα έπρεπε να σκέπτονταν, ότι Εκείνος που ήταν τόσο βέβαιος για την εκ νεκρών Ανάσταση Του, ώστε μετά από αυτή τους ορίζει και τόπο συναντήσεως τους, θα εύρισκε κάποια λύση και για το πρόβλημα που τους απασχολούσε.
          Γι’ αυτό και μείς ας μην παραδίνουμε τον εαυτό μας έρμαιο στην αγωνία λησμονώντας τι υποσχέσεις του Θεού και να νομίζουμε ότι μπορούμε μόνοι μας ν’ αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες της ζωής. Και τέλος με τους φόβους μας για το μέλλον ας μην προσθέτουμε στους ώμους μας και άλλο βάρος πέρα από εκείνο που μπορούμε να σηκώσουμε.
          Αν εργασθούμε προς αυτή την κατεύθυνση τότε και μείς και οι άλλοι συνάνθρωποι μας θα είμαστε άγγελοι συνεχούς χαράς. Διότι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τη ζωή μας θα είναι μια ζωντανή και αδιάψευστη απόδειξη, ότι « ηγέρθη όντως» ο Κύριος και ότι είναι ζων, έτοιμος να μας βοηθεί καθένα από μας που επικαλούμαστε τη βοήθεια Του.
           
           
π.Γ.Στ.

Κυριακή των Μυροφόρων- «Ελθών Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ... τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού» (Μάρκ. ιε΄ 43).


Απόστολος: Α΄ Καθ Ιωάν. α΄ 1 – 7
Ευαγγέλιο: Μάρκ. ιε΄ 43 – ιστ΄ 8
«Ελθών Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ... τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού» (Μάρκ. ιε΄ 43).
Τιμώντας διαχρονικά κάποια πρόσωπα, σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε την προσφορά τους. Σημαίνει ακόμα ότι αποδεχόμαστε τη διδασκαλία τους και τέλος δεσμευόμαστε να τους μιμηθούμε. Τα πρόσωπα που τιμούμε σήμερα ήταν αυτόπτες μάρτυρες της παρουσίας «του λόγου της ζωής», κατά το σημερινό «Απόστολο». Αυτοί «είσαν, άκουσαν και εψηλάφησαν τη ζωή όπως αυτή φανερώθηκε στο πρόσωπο του Χριστού». Αυτοί έγιναν κοινωνοί και συμμέτοχοι αυτής της χαράς της κοινωνίας με τον Πατέρα και τον Υιό και αργότερα με το Άγιο Πνεύμα. Αυτής δε της «κοινωνίας» θέλουν να μας καταστήσουν κοινωνούς και εμάς, για να είναι και η δική μας χαρά ολοκληρωμένη.
Κατά τη σημερινή Κυριακή των Μυροφόρων τιμούμε τα «μυροφόρα» πρόσωπα, άντρες και γυναίκες, όπως τον Ιωσήφ από την Αριμαθαία και το Νικόδημο, καθώς και τις γυναίκες, Μαρία τη Μαγδαληνή, τη Μαρία τη μητέρα του Ιακώβου και τη Σαλώμη. Τέλος, τιμούμε σήμερα, 8 Μαΐου, και τη μνήμη του Ευαγγελιστού Ιωάννου. Όλοι τους, άντρες και γυναίκες, οδήγησαν τη φύση μας στην καταξίωση, ξεπερνώντας τα όρια του «φύλου». Όλοι τους επιβεβαίωσαν τη βασική διδασκαλία του Χριστιανισμού, ότι «ουκ ένι άρσεν και θήλυ» (Γαλ. γ΄ 28) και ότι όλοι είναι «κληρονόμοι της ζωής», η οποία προσφέρθηκε ξανά στους ανθρώπους δια του θανάτου και της Αναστάσεως του Χριστού.
Όλοι τους επιβεβαίωσαν με τις πράξεις τους ότι η ισότητα ανδρός και γυναικός δεν είναι ούτε ευκαιριακό σύνθημα, αλλά ούτε και μαθηματική πράξη. Η ισότητα είναι τρόπος ζωής που πηγάζει από την ένωση του ανθρώπου με την πηγή της ζωής, το Θεό. Η ισότητα είναι στάση ζωής απέναντι σε καταστάσεις, απέναντι στους ανθρώπους και τέλος στάση ζωής απέναντι στο Θεό.
Τόσο στο σημερινό «Απόστολο», που είναι από την πρώτη καθολική επιστολή του Ευαγγελιστού Ιωάννου, όσο και στο Ευαγγέλιο του Μάρκου, καταγράφονται οι «μαγικές» λέξεις που οδήγησαν σ’ αυτή τη στάση ζωής όλα τα πρόσωπα που τιμούμε σήμερα. Λέξεις όπως, «ακηκόαμεν», «εωράκαμεν», «εθεασάμεθα» και «αι χείρες ημών εψηλάφησαν», και που ακούσαμε στο σημερινό «Απόστολο». Λέξεις που αποτελούν όχι απλά μαρτυρία, αλλά βεβαιότητα η αίσθηση της παρουσίας της αιώνιας ζωής, καθώς και της συμμετοχής σ’ αυτήν.
Αυτή ακριβώς η βιωματική ζωή τους οδήγησε σε τολμηρές αποφάσεις, που είχαν σαν αποτέλεσμα να γίνουν συμμέτοχοι της κοινωνίας με το Θεό. Οι λέξεις «τολμήσας» και «εδωρήσατο», του σημερινού Ευαγγελίου, εκφράζουν όλο το δυναμισμό της πίστεως, αλλά και τη χαρά της δικαίωσης, κατ’ αρχάς με την παράδοση του σώματος του Ιησού από τον Πιλάτο και στη συνέχεια με το να ακούσουν το χαρμόσυνο μήνυμα της Αναστάσεως του Ιησού. «Μη εκθαμβείσθε», τους είπε ο Άγγελος και συνέχισε: «Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον· ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε· ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν». Μην τρομάζετε. Ψάχνετε για τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, το σταυρωμένο. Αναστήθηκε. Δεν είναι εδώ. Να και το μέρος όπου τον είχαν βάλει.
Η πίστη στο πρόσωπο του Ιησού τους έκαμε όλους να πάρουν, για τα δεδομένα των ημερών, τολμηρές αποφάσεις. Ο Ιωάννης, του οποίου τιμούμε σήμερα τη μνήμη, παρευρίσκετο στη δίκη του Ιησού, άκουσε με τα ίδια του τα αυτιά την καταδίκη του Διδασκάλου του και τέλος ήταν ο μοναδικός από τους δώδεκα Μαθητές που παρακολούθησε τη σταύρωση του Ιησού. Μέσα από αυτή την οδυνηρή εμπειρία μπόρεσε, σαν αυτόπτης μάρτυρας, να μας αποκαλύψει αυτά που ακούσαμε στο σημερινό «Απόστολο»: «Όταν η ζωή φανερώθηκε, την είδαμε με τα μάτια μας. καταθέτουμε, λοιπόν, τη μαρτυρία μας και σας μιλάμε για την αιώνια ζωή που ήταν με τον Πατέρα, φανερώθηκε όμως σ’ εμάς. Αυτό που είδαμε κι ακούσαμε το αναγγέλλουμε και σ’ εσάς, για να συμμετάσχετε κι εσείς μ’ εμάς, στην ίδια κοινωνία, που είναι η κοινωνία με τον Πατέρα και τον Υιό του τον Ιησού Χριστό. Κι αυτά σας τα γράφουμε για να είναι ολοκληρωμένη η χαρά σας».
Τόλμησε ο Ιωάννης. Τόλμησαν και ο Ιωσήφ με το Νικόδημο καθώς και οι Μυροφόρες γυναίκες. Τόλμησαν και αντιπαρατάχθηκαν, τόσο με τους θρησκευτικούς και πολιτικούς άρχοντες, όσο και με τον Ιουδαϊκό λαό. Τόλμησαν, ξεπερνώντας φόβο και υπολογισμούς. Τόλμησαν, παίρνοντας το δρόμο της ελευθερίας, αφού προηγουμένως ξεπέρασαν και τον ίδιο τον εαυτό τους. Πήραν το δρόμο της ελευθερίας, ένα δρόμο που κατά τον ποιητή «θέλει αρετήν και τόλμη». Τόλμησε ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία. Παραμέρισε το φόβο και ζήτησε από τον Πιλάτο το σώμα του Ιησού, μαζί δε με τον Νικόδημο το έθαψαν σε λαξευμένο βράχο. Τόλμησαν και νίκησαν. Τόλμησαν την ώρα που οι μαθητές του, εκτός του Ιωάννη, τον είχαν προδώσει, αρνηθεί και εγκαταλείψει. Τόλμησαν κυριαρχημένοι από την αγάπη. Και η τόλμη αυτή τους δικαίωσε, γιατί ο Πιλάτος «εδωρήσατο το σώμα τω Ιωσήφ».
Αυτή την τόλμη, κι αυτή την αγάπη διακρίνουμε και στις μυροφόρες που ξεπέρασαν «τον φόβον των Ιουδαίων», ξεπέρασαν το φόβο της παρουσίας των Ρωμαίων στρατιωτών και τέλος ξεπέρασαν το φόβο της απομάκρυνσης του λίθου από την είσοδο του τάφου. Και οι τρεις τους απέδειξαν ότι δεν υπάρχει «ασθενές» και «ισχυρό» φύλο, αλλά αντίστοιχη αδυναμία, ή δύναμη της ψυχής. Και όλα τα πρόσωπα που τιμούμε σήμερα είχαν αυτή την ψυχική δύναμη, χάρις στην οποία θυσίασαν το ατομικό συμφέρον και υπερασπίστηκαν με αποφασιστικότητα την πίστη τους. γιατί, το πνεύμα που μας έδωσε ο Θεός, είναι πνεύμα δύναμης και αγάπης και όχι πνεύμα δειλίας.
Σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, χρειαζόμαστε, αδελφοί μου, αυτό το πνεύμα της δύναμης της πίστεως και της ηθικής που θα προτάξουμε στον επιχειρούμενο αποχρωματισμό μας ως Χριστιανών. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος βρίσκεται στο δικό μας συμβιβασμό, ή τη δική μας αδιαφορία. Σε εποχές δύσκολες ή εύκολες χρειάζεται μια δυναμική στους Χριστιανούς που θα προβάλουν τη δύναμη της πίστεως μέσα από τη ζωή και τη συμπεριφορά τους. στο χώρο της πίστεως δεν υπάρχει χώρος για συμβιβασμούς ή λιποταξίες. Αν θεωρηθεί ότι η Χριστιανική ζωή είναι σταυρική, αφού, όπως προέτρεψε και ο ίδιος ο Κύριος ότι «όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει το σταυρό του και ας με ακολουθήσει» (Ματθ. ιστ΄ 24), τότε, να ξέρουμε ότι όσοι βρίσκονται στο σταυρό δεν κατεβαίνουν από μόνοι τους. Μένουν εκεί, όπως έκανε και ο Χριστός. Μένουν στις επάλξεις του αγώνα, όπως έκαναν όλα τα πρόσωπα που τιμούμε σήμερα και μέσα από την τόλμη τους γίνονται οι ζωντανοί μάρτυρες της πίστεως και της αγάπης προς το Θεό. Ας τους μιμηθούμε. Αμήν.
Θεόδωρος Αντωνιάδης – Μητρόπολη Πάφου

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα Κυριακής των Μυροφόρων

Ευαγγέλιο: Μάρκ. 15,43-16,8

Το Ευαγγέλιο μας διηγείται πρώτα για την τολμηρή πράξη του Ιωσήφ από την Αριμαθαία, να ζητήσει να ενταφιάσει το νεκρό σώμα του Ιησού Χριστού. Ήταν άνθρωπος με αξίωμα και μεγάλη εκτίμηση. Είχε όμως μέσα του μεγάλη ευσέβεια που του έδωσε το θάρρος και την τόλμη να προσέλθει στον Πιλάτο και να ζητήσει την άδεια του να ενταφιάσει το σώμα του Κυρίου. Η πράξη αυτή του Ιωσήφ είναι πολύ σπουδαία και σημαντική. Αρκεί να θυμηθούμε πως όλος ο κόσμος τότε, άρχοντες και λαός, είχαν ξεσηκωθεί και ζήτησαν το θάνατο του Αναμάρτητου Κυρίου. Μετά τον Ιωσήφ έχουμε την τολμηρή πράξη των τριών μυροφόρων γυναικών, να επισκεφθούν το τάφο του Κυρίου το πρωί της Κυριακής. Και οι τρεις είχαν μεγάλη αγάπη και αφοσίωση στον Ιησού Χριστό αφού τον ακολουθούσαν σε όλες τις περιοδείες του και τον διακονούσαν. Για να κατορθώσουν να αλείψουν το σώμα του Ιησού με αρώματα θα έπρεπε να υπερβούν πολλές δυσκολίες και εμπόδια. Έπρεπε να αντιμετωπίσουν τους άρχοντες, το λαό, τη φρουρά και να μετακινήσουν τη μεγάλη και βαριά πέτρα που κάλυπτε το μνημείο. Δε λογάριασαν όμως τίποτε απ' όλα αυτά, γιατί η ψυχή τους γέμιζε από την αγάπη του Διδασκάλου. Ο Κύριος βράβευσε την ηρωική πράξη των γυναικών αφού τις αξίωσε να γίνουν οι πρώτοι μάρτυρες της Ανάστάσης.
Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο παρόν ευαγγελικό ανάγνωσμα διαδραμάτισαν πολύ σημαντικό ρόλο, ώστε να πραγματοποιηθεί ο ενταφιασμός του Κυρίου αλλά και στη συνέχεια να διαδοθεί το γεγονός της Ανάστασης του. Για το λόγο αυτό έχαιραν μεγάλης εκτίμησης μεταξύ των μαθητών του Κυρίου αλλά και μέχρι σήμερα τιμώντας αυτούς η Εκκλησία μας. Τιμώνται χωριστά ο καθένας ως Άγιοι και μαθητές του Κυρίου αλλά και όλοι μαζί κατά την δεύτερη Κυριακή μετά το Πάσχα, γι’ αυτό και η Κυριακή αυτή έχει ονομαστεί Κυριακή των Μυροφόρων.
Ο Ιωσήφ της Αριμαθείας ή Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ήταν μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου της Ιερουσαλήμ, πλούσιος και μυστικός μαθητής του Ιησού, που φέρεται να αντιτάχθηκε στην καταδίκη του και ο οποίος, σύμφωνα με το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (27,57-60), μετά τον θάνατο του Ιησού ζήτησε από τον Πόντιο Πιλάτο την άδεια να αποκαθηλώσει το νεκρό σώμα του Ιησού από τον Σταυρό, προκειμένου να το προετοιμάσει για τον ενταφιασμό (κηδέψει) στον παραχωρούμενο από τον ίδιο τον Ιωσήφ, λαξευτό τάφο, πιθανώς οικογενειακό. Πράγματι η άδεια αυτή του παραχωρήθηκε και με βοηθό του τον (ελληνιστή) Νικόδημο "το Άχραντον Σώμα σινδόνι καθαρά ειλήσας και αρώμασι εν μνήματι καινώ κηδεύσας απέθετο", έως την ανάστασή Του. Ο Ιωσήφ αναφέρεται και από τους τέσσερις Ευαγγελιστές[1], αλλά επί της ουσίας τίποτα περαιτέρω δε γνωστοποιείται για τις μεταγενέστερες δραστηριότητές του.
Ο Νικόδημος είναι πρόσωπο που εμφανίζεται στην Καινή Διαθήκη. Ήταν Φαρισαίος και μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου, ο οποίος, με βάση το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, υποστήριξε τον Ιησού. Εμφανίζεται τρεις φορές στη διήγηση του Ιωάννη: την πρώτη επισκέπτεται τη νύχτα τον Ιησού για να ακούσει τη διδασκαλία του ( Ιωάν 3,1-21), τη δεύτερη επικαλείται το νόμο σχετικά με την υπόθεση της σύλληψης του Ιησού κατά τη γιορτή της Σκηνοπηγίας (Ιωάν 7,45-51) και την τελευταία μετά τη Σταύρωση, όπου και βοηθάει τον Ιωσήφ από την Αριμαθαία να ετοιμάσει το σώμα του Ιησού για την ταφή (Ιωάν19,39-42). Η συζήτηση του Νικόδημου με τον Ιησού αποτελεί πηγή για πολλές εκφράσεις του Χριστιανισμού, και κυρίως, για την περιγραφική φράση αναγέννηση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πίστη ότι ο Χριστός είναι ο Σωτήρας.
Η Αγία Μαρία η Μυροφόρος ήταν σύζυγος του Κλωπά και μια από τις γυναίκες, πού ακολούθησαν τον Κύριο μας Ιησού Χριστό και υπηρετούσαν το έργο Του. Γιοι της Μαρίας αυτής, ήταν ό Ιωσής και ό Ιάκωβος. Ό τελευταίος συγκαταλέχθηκε μεταξύ των 12 αποστόλων, ονομαζόταν μάλιστα Μικρός για να διακρίνεται από τον άλλο Ιάκωβο τον αδελφό του Ιωάννη του Θεολόγου. Όταν γινόταν η φρικτή θυσία του Γολγοθά και οι μαθητές κρύβονταν και διασκορπίζονταν, αυτή ήταν παρούσα στον τόπο της καταδίκης και συμπαραστεκόταν στην σταυρική αγωνία και την ταφή του Ιησού. Στο ευαγγέλιο του Ιωάννη διαβάζουμε ότι κάτω από το σταυρό του Ιησού ήταν η μητέρα Του, η αδερφή της μητέρας Του Μαρία η γυναίκα του Κλωπά, και η Μαρία η Μαγδαληνή (Ιωαν 19,25). Στο ευαγγέλιο του Ματθαίου αναφέρεται ότι βρίσκονταν η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή και η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου (Ματθ 27,56). Στο δε ευαγγέλιο του Μάρκου αναφέρονται η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου του μικρού, του Ιωσή και της Σαλώμης (Μαρ 15,40).
Εάν συσχετίσουμε τα παραπάνω χωρία καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η Μαρία του Κλωπά και η μητέρα του Ιακώβου του μικρού και του Ιωσή, είναι το ίδιο πρόσωπο. Η Μαρία του Κλωπά αναφέρεται για πρώτη φορά κατά την ημέρα της Σταύρωσης. Το βράδυ της ίδιας ημέρας την βρίσκουμε μαζί με την Μαρία τη Μαγδαληνή να κάθονται απέναντι στον τάφο (Ματθ 27,31, Μάρ15,47), ενώ το πρωί της επόμενης ημέρας ήταν μια από τις μυροφόρες, που πήγαν στον τάφο μαζί με δύο άλλες γυναίκες για να αλείψουν το σώμα του Ιησού με αρώματα και που ευτύχησαν ν' ακούσουν το χαρμόσυνο άγγελμα της Ανάστασης (Ματθ. 28,1, Μάρκ. 16,1, Λουκ. 23,56). Επίσης η Μαρία του Κλωπά, ήταν παρούσα και κατά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στο υπερώο. Όταν σχηματίστηκε η πρώτη Εκκλησία στην Ιερουσαλήμ, η Μαρία εξακολούθησε να προσφέρει τις υπηρεσίες της, για την επέκταση της αληθινής πίστης και για κάθε καλό και φιλάνθρωπο έργο.
Η Αγία Σαλώμη η Μυροφόρος ήταν σύζυγος του Ζεβεδαίου και μητέρα των Αποστόλων Ιακώβου και Ιωάννου, μάλιστα σύμφωνα με κάποιους ερμηνευτές η Σαλώμη ήταν αδελφή του Ιωσήφ του Μνήστορος. (Ματθ. 27,56 και Μάρκ. 15,40. 16,1). Προικισμένη και η ίδια με ένθερμη ευσέβεια, ήταν από τις γυναίκες που ακολουθούσαν τον Ιησού, και συνεισέφεραν στο ταμείο της αποστολικής αδελφότητας (Μάρκ. 15,40-41). Η Σαλώμη ήταν εκείνη, που παρακινούμενη από μητρική φιλοστοργία, παρακάλεσε τον Κύριο όταν αυτός πήγαινε για τελευταία φορά στην Ιερουσαλήμ, να τιμηθούν οι γιοί της με πρωτεύοντα αξιώματα. Διότι είχε την ιδέα, ότι ο Ιησούς στην Ιερουσαλήμ έμελλε να αναστήσει το θρόνο του Δαβίδ (Ματθ. 20,20). Όμως η Σαλώμη, τις στιγμές του φρικτού πάθους του Κυρίου στο Γολγοθά, και ενώ μαθητές και φίλοι από φόβο είχαν διασκορπιστεί, αυτή, μαζί με μερικές άλλες πιστές γυναίκες ήταν εκεί και θρηνούσαν (Μάρκ. 15,40). Επίσης η Σαλώμη, αξιώθηκε να είναι μια από τις μυροφόρες που πήγαν στο μνήμα για να αλείψουν με αρώματα το σώμα του Κυρίου τους και στις οποίες ο άγγελος γνωστοποίησε την Ανάσταση (Μάρκ. 15,40. 16,1). Ονομαστικά αναφέρεται μόνο στις δύο τελευταίες περιπτώσεις.
Μετά την ίδρυση της χριστιανικής κοινότητας των Ιεροσολύμων, η Σαλώμη εξακολούθησε να διακρίνεται για το ζήλο και τις ελεημοσύνες της. Ο διωγμός εναντίον της Εκκλησίας στην Ιερουσαλήμ, προξένησε μεγάλη λύπη στη Σαλώμη. Η καρδιά της υπέστη μεγάλο σπαραγμό την ήμερα, που ο Ηρώδης αποκεφάλισε τον πρωτότοκο γιο της Ιάκωβο. Αλλά η ελπίδα στον Χριστό την ενίσχυσε και με την προσδοκία των αιωνίων αγαθών παρέδωσε την ψυχή της ειρηνικά.

Η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν μια νέα γυναίκα που ανήκε στον κύκλο των γυναικών οι οποίες ακολουθούσαν τον Ιησού και τους αποστόλους και βοηθούσαν στο έργο τους με κάθε δυνατό τρόπο. Η καταγωγή της ήταν από τα Μάγδαλα, μια μικρή πόλη στα δυτικά της Λίμνης Γεννησαρέτ και νότια της πεδιάδας της Γαλιλαίας. Σύμφωνα με τα ευαγγέλια, η Μαγδαληνή ήταν μία από τις πολλές ακολούθους που ευεργετήθηκαν από τον Ιησού και ίσως, όπως οι μαθητές, έτσι κι εκείνες, κατά καιρούς εγκατέλειπαν τα σπίτια και τους συγγενείς τους για να υπηρετήσουν το ιεραποστολικό έργο του Ιησού. Ο Ματθαίος μάλιστα, εισάγει το όνομά της για πρώτη φορά στο χωρίο 27:56 σαν να ήταν κάποιο γνωστό πρόσωπο παρόλο που δεν την είχε μνημονεύσει πάλι μέχρι τότε. Βλέπουμε, συγκεκριμένα, μερικές από τις γυναίκες που κατάγονταν από τα μέρη της Γαλιλαίας, να βρίσκονται στα νότια της Ιουδαίας και στην πόλη των Ιεροσολύμων ακόμη, και να βοηθούν το έργο του Ιησού (Λουκ. 23,56).
Ο ευαγγελιστής Λουκάς υπογραμμίζει μερικές φορές, ότι ολόκληρο σχεδόν το ιεραποστολικό έργο το συντηρούσαν οικονομικά πολλές από τις "μαθήτριες" αυτές, διαθέτοντας προφανώς τα οικονομικά μέσα "εκ των υπαρχόντων αυταίς", για τη συντήρηση, μετακίνηση και διαμονή της συνοδείας του Ιησού (Λουκ. 8,3). Η Μαρία Μαγδαληνή είναι εκείνη από την οποία ο Ιησούς διώχνει επτά δαιμόνια (Μαρκ. 16,9), δηλ. "πολλά" καθώς αυτή ήταν η συνήθης χρήση του αριθμού επτά από τους εβραίους.
Η Μαρία η Μαγδαληνή μαζί με την Μαρία Ιωσή παρακολούθησαν την ταφή του Ιησού από τον Ιωσήφ Αριμαθαίας (Μαρκ. 15,47). Η Μαρία η Μαγδαληνή μαζί με άλλες ακολούθους του Ιησού, βρίσκεται στο Γολγοθά την ώρα της σταύρωσης (Ματθ. 27,56). Η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν από τους πρώτους που είδαν ότι η πέτρα του τάφου του Ιησού είχε μετακινηθεί (Ματθ. 28,1-2). Η Μαρία η Μαγδαληνή έτρεξε με τις υπόλοιπες γυναίκες να πει στους μαθητές ότι το σώμα του Ιησού έλειπε αλλά εκείνοι δεν το πίστεψαν (Λουκ. 24,10). Η Μαρία η Μαγδαληνή είναι εκείνη στην οποία πρώτα εμφανίζεται ο αναστημένος Ιησούς (Μαρκ. 16,9), τον οποίο όμως, (σύμφωνα με άλλη διήγηση), δεν τον αναγνώρισε αμέσως θεωρώντας τον ως κηπουρό (Ιωαν. 20,11-18).
Ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία ο «εὐσχήμων βουλευτής» ο οποίος υπήρξε άνθρωπος της εξουσίας αλλά και πλήρως καταρτισμένος πάνω σε θέματα πνευματικής φύσεως, αφού «ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ», τολμά, όπως μας αναφέρει ο Ευαγγελιστής Μάρκος, να παρουσιαστεί ενώπιον του Πόντιου Πιλάτου και να ζητήσει το νεκρό σώμα του Χριστού για να το ενταφιάσει. Ήταν γνώστης της όλης εχθρικής διάθεσης απέναντι στον «εσταυρωμένον» Ιησού Χριστό που χαρακτήριζε τους Ιουδαίους αλλά και του κινδύνου που ελλόχευε, και θα μπορούσε βέβαια ο Ιωσήφ να κατηγορηθεί για αμφισβήτηση των δικαστικών αποφάσεων, αλλά να χάσει και το αξίωμα του και πολύ περισσότερο τη ζωή του. Ο Ευαγγελιστής Μάρκος τονίζοντας την λέξη «τολμήσας», για τον βουλευτή Ιωσήφ, δεν είναι τυχαία. Δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια ασυνείδητη και αυθόρμητη πράξη της στιγμής. Είναι το αποκορύφωμα μιας ολόκληρης διαδικασίας. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς υπερτονίζει την άρνηση του Ιωσήφ στο να δώσει την συγκατάθεση του στο Μεγάλο Συνέδριο ώστε να θανατωθεί ο Χριστός. Μάλιστα προχωρεί ακόμα περισσότερο αφού με συνέπεια, θάρρος αλλά και αγάπη μέγιστη προς τον εσταυρωμένο κατάδικο ζητά να διεκπεραιώσει τα της ταφής του.

Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη για τον ενταφιασμό του Χριστού κάνει λόγο και για τον Νικόδημο, ένα άλλο σημαντικό μέλος της Ιουδαϊκής κοινωνίας και ανώτατο στέλεχος του Μεγάλου Συνεδρίου. Ο Νικόδημος θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σεβάσμια προσωπικότητα και ως διδάσκαλος του Ισραήλ. Και μόνο από τη συμμετοχή στα θλιβερά αυτά γεγονότα δύο σπουδαίων προσωπικοτήτων, διαπιστώνει κανείς ότι το κήρυγμα και γενικά η παρουσία και τα λεγόμενα του Ιησού Χριστού δεν έχουν επηρεάσει μόνο τον απλό λαό και τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα αλλά και σημαντικά μέλη της υψηλής κοινωνίας.
Οι Μυροφόρες γυναίκες «αποτόλμησαν» και αυτές να έλθουν με μύρα και αρώματα, να φροντίσουν το νεκρό σώμα του Χριστού με τον φόβο πάντα αφού την κάθε κίνηση τους την έλεγχε η στρατιωτική φρουρά. Πήγαν στον τάφο χωρίς να διστάσουν για τις οποιεσδήποτε συνέπειες και επιπτώσεις που θα είχαν για τη ζωή τους. Η αγάπη συνέτριψε το αίσθημα του φόβου και η ιερότητα της πράξης έδωσε τρανό παράδειγμα προς μίμηση. Αν συγκρίνει κανείς τη στάση των μυροφόρων με αυτή των μαθητών συμπεραίνει κανείς ότι η τολμηρή απόφαση των γυναικών αυτών θα μείνει στην ιστορία ως κριτήριο πιστότητας και αφοσίωσης, χωρίς να θέλει να υποβαθμίσει κανείς τη στάση των μαθητών μετά την σταυρική θυσία. Αυτό το γεγονός τις καταξίωσε να γίνουν και οι πρώτοι μάρτυρες της αναστάσεως του Κυρίου.
Η γυναίκα από την κατάσταση της εξουθένωσης γίνεται μάρτυρας αληθείας. Πρώτα η Παναγία και μετά οι μυροφόρες συμβάλλουν αποφασιστικά στο σχέδιο της θείας οικονομίας. Η γυναίκα από την ιστορική αφάνεια εισέρχεται στην επικαιρότητα των γεγονότων. Αναδεικνύεται μάρτυρας και παράγοντας αληθείας. Η ιστορία της γυναικείας απελευθέρωσης οφείλει πολλά στη συμβολή των μυροφόρων γυναικών της Καινής Διαθήκης. Είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των μαθητών και του αναστάντος Κυρίου. Ο Άγγελος λέει προς αυτές «ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε». Φαίνεται ξεκάθαρα μια ενδιαφέρουσα εκκλησιολογική ερμηνεία της διακονίας των γυναικών στο έργο και την αποστολή του αναστημένου Χριστού. Οι γυναίκες δεν παραγκωνίζονται αλλά ούτε μένουν στο περιθώριο των γεγονότων, αντίθετα η συμμετοχή τους στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου είναι έντονη.
Σύμφωνα με την ορθόδοξη Θεολογία η αποστολικότητα έχει άμεση σχέση με την εμπειρία της Ανάστασης. Μόνο όσοι είδαν και κοινώνησαν με τον Αναστάντα καταξιώθηκαν της αποστολικής ιδιότητας. Έτσι θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι μυροφόρες γυναίκες ως μάρτυρες της Ανάστασης, μετέχουν στην αποστολική διακονία και λειτουργία. Ας μην ξεχνάμε εξάλλου, ότι και η πρώτη εντολή του Κυρίου προς τους Αποστόλους «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του πατρός και του υιού και του αγίου πνεύματος» (Ματθ. 28,19-20) είναι μεταναστάσιμη εντολή και αυτό έχει την εκκλησιολογική σημασία της.
Η Εκκλησία και το έργο της, και η ιεραποστολική λειτουργία, δεν είναι μια ανδροκρατική κοινωνία, χωρίς ασφαλώς να είναι γυναικοκρατική. Μέσα στην Εκκλησία διαγράφονται όλα τα διαιρετικά στοιχεία. Όλα λειτουργούν με μια αρμονικότητα αλλά και ισχυρή ενότητα. Μέσα στην Εκκλησία, στην αναστάσιμη κοινωνία ανθρώπων, «ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ πάντες γαρ υμείς είς εστέ εν Χριστώ Ιησού» (Γαλάτ. 3,28-29). Πρόκειται για ένα διαχρονικό μήνυμα το οποίο ανάγει την αρχή του από την μαρτυρία εκείνη των Μυροφόρων Γυναικών.
Χρίστος Θεοδώρου, Θεολόγος – Μητρόπολη Κωνσταντίας

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...