Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Ιουνίου 06, 2011

Χάσε την ψυχή σου!......Ή σώσε την

Χάσε την ψυχή σου!...

...Ή σώσε την

Βάζουμε αυτό τον τίτλο και παραθέτουμε την εισήγηση του θεολόγου Θεόδ. Ρηγινιώτη σε εκδήλωση με θέμα "Η σωτηρία κατά το Ισλάμ και το Χριστιανισμό: μια σύγκριση", Αθήνα 16 Ιανουαρίου 2010. Λεπτομέρειες για την εκδήλωση, σχόλια για την ισλαμική σωτηριολογία αλλά και link για το βίντεο με τις δύο εισηγήσεις (ισλαμική και χριστιανική) εδώ.

Ο Χριστός είπε κάποτε ότι το καλό και το κακό δέντρο ξεχωρίζουν από τους καρπούς (Ματθ. 12, 33). Ο πιο σίγουρος τρόπος λοιπόν, για να βρούμε την αληθινή θρησκεία, κατά τη γνώμη μου, είναι να δούμε τι είδους άνθρωπο διαμορφώνει.
Και δεν εννοώ «καλό» ή «κακό» άνθρωπο (γιατί παντού υπάρχουν άνθρωποι που ερμηνεύουν την πίστη τους έτσι, ώστε να γίνουν είτε καλοί είτε κακοί), αλλά αν σώζει τον άνθρωπο από το θάνατο και τον μεταμορφώνει σε αυτό, για το οποίο τον έχει προσκαλέσει ο Θεός: σε πλάσμα όμοιο με το Θεό, δηλαδή άγιο.

Διευκρινίζω ότι, μιλώντας για χριστιανισμό, εννοώ τον αρχαίο χριστιανισμό των πρώτων χιλίων χρόνων και κατόπιν τον ορθόδοξο, που είναι η ιστορική συνέχεια του αρχαίου. Δεν αναφέρομαι σε καθολικούς, προτεστάντες και λοιπές αιρέσεις.

Ομολογώ ότι προβληματίστηκα πολύ για το πώς θα αναπτύξω ολοκληρωμένα το θέμα μου μέσα σε μισή ώρα.
Μπορώ, Θεού θέλοντος, να παρουσιάσω το θέμα μέσα σε 10 δευτερόλεπτα. Η παρουσίαση είναι:
Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, διά της Θεοτόκου και όλων των αγίων, ελέησόν με τον αμαρτωλό.
Να η σωτηρία του ανθρώπου στο χριστιανισμό, την παρουσίασα.
Ασφαλώς όμως χρειάζεται μια πιο επιστημονική παρουσίαση, δηλαδή πιο σύνθετη και χρονοβόρα. Κατ’ ανάγκην θα έχει κενά, λόγω χρόνου. Μπορείτε μετά να με ρωτήσετε.

Α. Η ανάγκη σωτηρίας και ο Σωτήρας
Ο Θεός είναι Τριαδικός, επειδή είναι αγάπη. Από αγάπη ο Πατέρας γεννά τον Υιό και εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα, η αγάπη ενώνει τα Τρία Πρόσωπα της Θεότητας και τα κάνει Ένα Θεό.
Από αγάπη ο Θεός δημιούργησε τους αγγέλους και τους ανθρώπους. Όχι για να Τον δοξάζουν, αλλά για να λάβουν τη θεία χάρη, να ενωθούν με αυτόν και να απολαμβάνουν την ένωση αυτή στην αιωνιότητα.
Ο ενωμένος με το Θεό δεν ενώνεται με τη θεία ουσία, αλλά με την άκτιστη θεία χάρη (την αγαθή ενέργεια του Θεού) και γίνεται θεϊκό ον, δηλαδή άγιος. Αυτό είναι που ονομάζουμε «ομοίωση με το Θεό» – όχι «ισότητα» με Αυτόν.
Με το προπατορικό αμάρτημα οι άνθρωποι απομακρύνθηκαν από το Θεό και ύψωσαν διαχωριστικό τείχος όχι μόνο ανάμεσα σε άνθρωπο και Θεό, αλλά και μεταξύ τους, με τη φύση και με τον εαυτό τους. Το προπατορικό αμάρτημα δεν είναι το φάγωμα ενός καρπού, όπως αλληγορικά λέγεται στη Βίβλο, αλλά η εγκατάλειψη του Θεού και η προσπάθεια του ανθρώπου να γίνει θεός από μόνος του, προσπάθεια καταδικασμένη σε αποτυχία.
Ο Θεός δεν τιμώρησε τους πρωτοπλάστους. Το διαχωριστικό τείχος (η απώλεια του παραδείσου) ήταν η συνέπεια της απομάκρυνσης από το Θεό. Το κακό εισέβαλε μέσα τους και στην ανθρώπινη ιστορία. Γι’ αυτό η ανθρωπότητα συνέχισε να ζει πίσω από αυτό το τείχος, παρόλο που δεν βαρυνόταν με ευθύνη για το προπατορικό αμάρτημα.
Ο Χριστός ήρθε για να ενώσει ξανά θεότητα και ανθρωπότητα, γκρεμίζοντας το τείχος. Ο Ίδιος είναι και Θεός και άνθρωπος, επομένως γίνεται η γέφυρα επανένωσης των δύο χωρισμένων μερών. Έτσι ο Θεός επιλέγει τον πιο ταιριαστό στην αγάπη Του τρόπο για να θεραπεύσει την πάσχουσα ανθρώπινη φύση.
Ο Ίδιος ο Χριστός είπε:
  • «Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή. Κανείς δεν έρχεται προς τον Πατέρα παρά μόνο μέσω εμού» («Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή. Ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ει μη δι’ εμού», Ιω. 14, 6).
  • «Εγώ είμαι το φως του κόσμου. Όποιος με ακολουθεί δεν θα περπατήσει στο σκοτάδι, αλλά θα έχει το φως της ζωής» («Εγώ ειμί το φως του κόσμου. Ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία, αλλ’ έξει το φως της ζωής», Ιω. 8, 12).
  • «Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή. Όποιος πιστεύει σ’ εμένα, και αν πεθάνει, θα ζήσει. Και κάθε ένας που πιστεύει σ’ εμένα δε θα πεθάνει ποτέ. Το πιστεύεις αυτό;» («Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται. και πας ο πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα. Πιστεύεις τούτο;», Ιω. 11, 25-26).
Τούτο φανερώνει ότι η αποστολή Του στον κόσμο ήταν η αποκάλυψη του εαυτού Του και η πρόσκληση προς τους ανθρώπους να ενωθούν με Αυτόν: «Ελάτε προς εμένα όλοι οι κουρασμένοι και φορτωμένοι και εγώ θα σας ξεκουράσω» («Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς», Ματθ. 11, 28). «Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου…» (Ματθ. 26, 26).
Αυτή η ένωση συνεπάγεται ένωση με το Θεό: «Κανείς δεν έρχεται προς τον Πατέρα παρά μόνο μέσω εμού» (Ιω. 14, 6), «Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα» («Εγώ και ο Πατήρ έν εσμέν», Ιω. 10, 30),  «Όποιος είδε εμένα, είδε τον Πατέρα» («Ο εωρακώς εμέ εώρακε τον Πατέρα», Ιω. 14, 8-9), «Μείνετε μέσα μου κι εγώ μέσα σας… γιατί χωρίς εμένα δε μπορείτε να κάνετε τίποτα» («Μείνετε εν εμοί καγώ εν ημίν… ότι χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν», Ιω. 14, 4-5) κ.λ.π.
Η ένωση αυτή του κάθε ανθρώπου με το Χριστό θα αποφέρει και την ένωση αγάπης όλων των ανθρώπων μεταξύ τους (όσων φυσικά το θέλουν). Θα είναι η εκπλήρωση της επιθυμίας που εκφράζει ο Ιησούς προς το Θεό Πατέρα Του, το βράδυ πριν σταυρωθεί: «για να είναι όλοι ένα, όπως και εμείς, [Πατέρα], είμαστε ένα. Εγώ μέσα τους και εσύ μέσα μου, για να είναι τελειοποιημένοι σε ένα» («ίνα ώσιν εν, καθώς και υμείς εν εσμέν, εγώ εν αυτοίς και συ εν εμοί, ίνα ώσι τετελειωμένοι εις εν», Ιω. 17, 22-23).

Ο Χριστός ήρθε να γιατρέψει τον άνθρωπο από την αμαρτία, που τον οδηγεί στον πόνο και στο θάνατο. Η εικόνα παριστάνει αυτή τη διδασκαλία της Ορθοδοξίας, με αφορμή την παραβολή του Καλού Σαμαρείτη.

Β. Το πρώτο βήμα: το βάπτισμα
Το πρώτο βήμα για την ένωση με το Χριστό είναι το βάπτισμα.
«Εάν κάποιος δεν γεννηθεί εξ ύδατος και Πνεύματος, δε μπορεί να μπει στη βασιλεία του Θεού» (Iω. 3, 5: «εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού»). «Πηγαίνετε να διδάξετε όλα τα έθνη, βαπτίζοντάς τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος…» (Ματθ. 28, 19-20: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος…»).
Το βάπτισμα έχει δύο μέρη: συμβολικό και πραγματικό. Το συμβολικό είναι η κατάδυση στο νερό: συμβολίζει τον (πραγματικό) θάνατο του παλαιού εαυτού μας, την ταφή του (γι’ αυτό βουτάμε ολόκληροι στο νερό) και τη γέννηση του καινούργιου εαυτού μας, που αναδύεται μέσα από τα νερά, όπως το μωρό γεννιέται μέσα από τα «νερά» της μήτρας. Γι’ αυτό και η κατάδυση γίνεται τρεις φορές, συμβολίζοντας την ανάσταση του Χριστού μετά από τρεις ημέρες θανάτου.
Αυτός είναι και ο λόγος που το βάπτισμα εξαλείφει τις προηγούμενες αμαρτίες του ανθρώπου: επειδή ο παλιός εαυτός του πεθαίνει και γεννιέται ένας νέος εαυτός, που, ως νεογέννητος, είναι ακόμη αναμάρτητος.
Το πραγματικό μέρος του βαπτίσματος είναι οι προσευχές που απευθύνουν οι χριστιανοί, μέσω του ιερέα, προς το Θεό, για την αναμόρφωση και αναγέννηση εν Χριστώ του αδελφού μας που βαπτίζεται. Γι’ αυτό και δεν έχει σημασία αν ο βαπτιζόμενος είναι νήπιο, αφού το βάπτισμα είναι μια πράξη αναγέννησης (πραγματικής) και δεν έχει σχέση με μελέτη και κατανόηση της πίστης, η οποία μπορεί να γίνει και μετά. Βέβαια, δεν υπάρχει κανόνας που να επιβάλλει να βαφτίζουμε τα παιδιά μας μωρά, αλλά οι χριστιανοί θέλουμε να φέρουμε αυτή τη μέγιστη θεία χάρη στα παιδιά μας, γι’ αυτό και τα βαφτίζουμε. Μετά, όταν μεγαλώσουν, αν, ο μη γένοιτο, δε θέλουν πια αυτή τη χάρη, ας την απορρίψουν κι ας τραβήξουν όποιο δρόμο νομίζουν καλύτερο.

Όπως με τη φυσική μας γέννηση είμαστε απόγονοι του παλαιού Αδάμ, έτσι με την πνευματική μας γέννηση (το βάπτισμά μας) γινόμαστε απόγονοι του νέου Αδάμ (του Ιησού). Αυτό εννοούμε, λέγοντας ότι με το βάπτισμα απαλλασσόμαστε από το προπατορικό αμάρτημα. Δεν πρόκειται για αθώωση από κάποια ενοχή, αλλά για ένταξη στην πνευματική γενεαλογία του νέου Αδάμ, στην οποία ο άνθρωπος έχει ξανά τη δυνατότητα ένωσης με το Θεό και ομοίωσης με Αυτόν – δηλαδή αγιότητας.

Το πρώτο βήμα έγινε, βαπτιστήκαμε. Όμως η σωτηρία δεν είναι κάτι μαγικό, να συμβαίνει μέσω μιας τελετής. Το πραγματοποιείς με τον τρόπο ζωής σου.
Και, επειδή ο Θεός είναι αγάπη, η ένωση αυτή γίνεται με την αγάπη. Αγάπα το Θεό, αγάπα τον πλησίον, και τότε θα υπάρξει η ένωση με Αυτόν.

Γ. Η αγάπη
Τι είναι η αγάπη;
Δεν είναι το συναίσθημα αγάπη (με το οποίο δε μπορείς να αγαπάς τον εχθρό σου, όπως ζήτησε ο Χριστός) αλλά η διεύρυνση της πνευματικής καρδιάς (της «νοερής καρδιάς» όπως λέμε οι χριστιανοί), εντός της οποίας περιλαμβάνονται εκείνοι που αγαπάς. Εκεί συναντάς και το Θεό. Εκεί έρχεται η θεία χάρη και σε αγιάζει ψυχικά και σωματικά. Εκεί εισβάλλει και το κακό, όταν δεν αγαπάς, δηλαδή όταν η αγάπη σου στρέφεται προς τον εαυτό σου ή προς το χρήμα, την εξουσία, τις ηδονές κ.τ.λ. κι όχι προς το Θεό και το συνάνθρωπο.
Για να μπορέσω λοιπόν να αγαπήσω το Θεό και το συνάνθρωπο (όποιος κι αν είναι), πρέπει η νοερή καρδιά μου να είναι καθαρή από αυτά που με εμποδίζουν να αγαπήσω. Δηλαδή από τα «πάθη», αυτά που μου προκαλούν ψυχική εξάρτηση: τον εγωισμό, τη φιλοχρηματία, τη φιληδονία κ.τ.λ.
Όλη η ζωή και η ασκητική προσπάθεια του χριστιανού (το ότι νηστεύει, προσεύχεται, πηγαίνει στην εκκλησία, εξομολογείται, μεταλαβαίνει Σώμα και Αίμα Χριστού κ.τ.λ. [δες εδώ]) αποσκοπεί σ’ αυτό: όχι να πείσει το Θεό ότι Τον πιστεύει και Τον υπακούει, για να «εξασφαλίσει» τον παράδεισο ως ανταμοιβή, αλλά να προσελκύσει μέσα του τη θεία χάρη (την αγαθή ενέργεια του Θεού), που θα τον βοηθήσει να διευρύνει τη νοερή καρδιά του και να περιλάβει σ’ αυτήν όσο το δυνατόν περισσότερους – χωρίς τη βοήθεια του Θεού είναι ακατόρθωτο αυτό το έργο, γιατί, εκτός από τα πάθη που έχω μέσα μου και τους ανθρώπους που θα με πληγώνουν, καραδοκεί και ο εχθρός (δηλ. ο διάβολος).
Στην τέλεια διεύρυνση, η καρδιά περιλαμβάνει όλο το ανθρώπινο γένος, όλων των εποχών, και όλα τα πλάσματα του κόσμου, ακόμη και τα όρνια, τα θηρία και τα ερπετά, ακόμη και το διάβολο. Γι’ αυτό οι άγιοι προσεύχονται και για το διάβολο, ώστε, αν είναι δυνατόν, να μετανοήσει και να σωθεί.
Από τα αναρίθμητα παραδείγματα, που μπορώ να φέρω, ανθρώπων που αγάπησαν με τέλεια αγάπη (και αγίασαν), θα αναφέρω για λόγους χρόνου μόνο ένα: οι Ρώσοι ορθόδοξοι άγιοι πρίγκηπες Μπόρις και Γκλεμπ, το 1015, παραδόθηκαν στον αδερφό τους Σβιατοπόλκο ξέροντας ότι θα θανατωθούν, για να μη θυσιάσουν τη ζωή των στρατιωτών τους βάζοντάς τους να πολεμήσουν για χάρη τους.

Οι άγιοι Μπόρις και Γκλεμπ
 
Σημειωτέον ότι τους χριστιανούς που σκοτώνονται στον πόλεμο, ακόμη κι αν είναι αμυντικός ή απελευθερωτικός, δεν τους θεωρούμε μάρτυρες και δεν τους τιμάμε ως αγίους, αλλά προσευχόμαστε ΥΠΕΡ της σωτηρίας τους, διότι (αφού πέθαναν σκοτώνοντας ανθρώπους) η σωτηρία τους δεν είναι σίγουρη. Ως μάρτυρες τιμάμε μόνο εκείνους που σκοτώθηκαν για τη χριστιανική τους πίστη χωρίς να πολεμήσουν και χωρίς να αφαιρέσουν τη ζωή των εχθρών τους ["Nεκρός": περί χριστιανισμού+πολέμου δες εδώ].
Αντίθετα, το Ισλάμ (όπως το βλέπουμε εμείς) πιστεύει ότι επιτρέπεται να επιβάλεις το «θέλημα του Αλλάχ» με πόλεμο, και αυτό έκανε από την αρχή, ακόμη και από την εποχή του Μωάμεθ.

Στην οικογένειά σας, στη γειτονιά σας, στο χωριό σας, μπορεί να υπάρχει κάποιος ή κάποια που πονάει όταν πονάνε οι άλλοι και χαίρεται όταν χαίρονται οι άλλοι (αυτός είναι ο ορισμός της αγάπης κατά τον απόστολο Παύλο, προς Ρωμαίους, 12, 15), και που συγχωρεί εκείνους που του έχουν κάνει κακό. Αυτός ο άνθρωπος, σε όποια θρησκεία κι αν ανήκει, κάνει πράξη την εντολή του Χριστού («αγαπάτε αλλήλους») και, ως χριστιανός, είμαι βέβαιος ότι ο Θεός (ο Θεάνθρωπος Χριστός) θα τον σώσει.
Αντίθετα, δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι εγώ θα σωθώ, κι ας είμαι χριστιανός, γιατί δεν αγαπώ πολύ. Ο μέσος άνθρωπος αγαπάει μέτρια, συνήθως υπό όρους, δε φτάνει σ’ αυτό το μέγιστο βαθμό αγάπης. Αυτός έχει ελπίδα σωτηρίας, όχι επειδή «είναι άξιος» να σωθεί, αλλά επειδή ο Θεός είναι ταπεινός και καλός και θέλει να σώσει όλους τους ανθρώπους. Έτσι, ο μέσος άνθρωπος ελπίζει στην αγάπη και το έλεος του Θεού. Πρέπει να προσεύχεται λέγοντας «Κύριε, ελέησέ με και σώσε με εξαιτίας της αγάπης που μου έχεις, αν και δεν το αξίζω», κι όχι να είναι εγωιστής και να νομίζει πως έχει τη σωτηρία στην τσέπη του.
Όμως εκείνοι, που φτάνουν την αγάπη τους στην τελειότητα, δεν «σώζονται» απλώς, αλλά μεταμορφώνονται, γίνονται όμοιοι με το Θεό, δηλαδή άγιοι.
Τι τους μεταμορφώνει; Η θεία χάρη, που μπαίνει μέσα στην πνευματική καρδιά τους, καθώς γίνονται αγνοί και ταπεινοί. Ο Θεός, που είναι εντελώς αγνός, ταπεινός και φωτεινός, μπαίνει μέσα στον άνθρωπο τόσο περισσότερο, όσο εκείνος γίνεται αγνός, ταπεινός και φωτεινός.

Δ. Τα τρία στάδια
Καθώς ο χριστιανός προοδεύει στην αγάπη και πλησιάζει προς το Θεό, η πνευματική του πρόοδος περνάει από τρία βασικά στάδια:
Το πρώτο στάδιο είναι η κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη – ο άνθρωπος τότε τους αγαπά όλους, και τους εχθρούς του, και προσεύχεται με αγάπη, αγωνία και πόνο ψυχής γι’ αυτούς.
Το δεύτερο στάδιο είναι ο φωτισμός του νου (από το Άγιο Πνεύμα). Σ’ αυτό το στάδιο ο άνθρωπος νιώθει ξεκάθαρα το Άγιο Πνεύμα να ενεργεί μέσα του. Οι άγιοι διδάσκαλοι του χριστιανισμού, που ερμηνεύουν αυθεντικά την αγία Γραφή και διαμορφώνουν τη θεολογία μας, έχουν φτάσει τουλάχιστον σε αυτό το στάδιο. Εμείς, που απλά «σπουδάζουμε θεολογία», είμαστε μόνο μαθητές των αγίων Πατέρων και Μητέρων, όχι δάσκαλοι του χριστιανισμού. Άγιοι δάσκαλοι του χριστιανισμού είναι άνθρωποι κάθε μορφωτικού επιπέδου, φύλου και κοινωνικής τάξης, όχι μόνο ιερείς ή επίσκοποι, αλλά και μοναχοί και λαϊκοί (και άντρες και γυναίκες, όπως είπα), και υπάρχουν σε όλες τις εποχές, και στη δική μας.
Το τρίτο στάδιο είναι η θέωση. Ο άγιος πλέον βλέπει τον Τριαδικό Θεό (ως Φως), σύμφωνα με τα λόγια του Χριστού «όποιον τηρεί τις εντολές μου… θα τον αγαπήσω και θα του εμφανίσω τον εαυτό μου» (Ιω. 14, 21 – «θα τον αγαπήσω»: όχι ότι αλλιώς δεν τον αγαπάει, υπονοείται ότι αυτός ο άνθρωπος επιτρέπει στην αγάπη του Θεού να ενεργήσει μέσα του). Τότε δε χρειάζεται λόγια προσευχής (αρκεί η «νοερά προσευχή», που λειτουργεί συνεχώς μέσα στην καρδιά του). Νιώθει τη χαρά και τον πόνο κάθε ανθρώπου, ανάλογα με τις πληροφορίες που του παραχωρεί ο Θεός. Κάνει θαύματα. «Είναι θεός σε όλα εκτός από τη θεϊκή ουσία» (άγ. Ισαάκ ο Σύρος), παραμένοντας άνθρωπος. Τότε η θεία χάρη του προκαλεί ανέκφραστη χαρά, που δεν είναι «ιδέα του», αλλά πρόγευση του μελλοντικού πλήρους παραδείσου.

Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος εντός του θείου Φωτός (ο ποιητής που κολυμπούσε στο θεϊκό Φως)

Σε κάθε γενιά υπάρχουν άνθρωποι που έχουν φτάσει στο φωτισμό και τη θέωση. Οι πιο πολλοί ίσως δε γίνονται ποτέ γνωστοί. Και στη δική μας: Πορφύριος, Παΐσιος, Σωφρόνιος Σαχάρωφ, Κλεόπας Ελίε και πολλοί άλλοι είναι οι άγιοι της δικής μας γενιάς ["Νεκρός": δες γι' αυτούς εδώ & εδώ]. Ας αναφέρω και το μεγάλο ορθόδοξο διδάσκαλο των ημερών μας (έναν από τους πολλούς) Εφραίμ Φιλοθεΐτη, που ζει στην Αριζόνα.

Τα θαύματα δεν αρκούν. Όλα τα θαύματα μπορεί να τα αναπαραστήσει ένας απατεώνας ή να τα αντιγράψει με πραγματική υπερφυσική δύναμη ο εχθρός (δηλ. ο διάβολος). Γι’ αυτό και τα θαύματα που υποτίθεται ότι έκανε ο Μωάμεθ π.χ., για μας τους χριστιανούς δε αποδεικνύουν τίποτε. Και τα θαύματα που μπορεί να κάνει ένας ορθόδοξος χριστιανός επίσης μόνο μετά από προσεχτική εξέταση γίνονται αποδεκτά. Και αν ακόμη εγώ αρχίσω να έχω οράματα με το Χριστό ή την Παναγία, πάλι μπορεί να πλανιέμαι, να είναι της φαντασίας μου ή παγίδα του εχθρού, που θα θέλει να με πείσει ότι είμαι άγιος για να σταματήσω τον αγώνα μου.
Τα θαύματα και τα οράματα δεν είναι το ζητούμενο. Δεν τα επιθυμούμε. Όποιος τα επιθυμεί, διατρέχει μεγάλο κίνδυνο – και μπορεί η επιθυμία αυτή να φωλιάζει στο βάθος της καρδιάς του και να μην την αντιλαμβάνεται ούτε ο ίδιος.
Γι’ αυτό, από την αρχή του χριστιανισμού (υπάρχουν αναφορές ήδη στην Καινή Διαθήκη), έχει αναπτυχθεί μια τεράστια προσπάθεια αποφυγής της πλάνης και ξεκαθαρίσματος των αληθινών εμπειριών θείας χάριτος από τις ψεύτικες. Είναι η μεγάλη επιστήμη της «διάκρισης των πνευμάτων», διδάσκαλοι της οποίας είναι οι άγιοι, οι οποίοι: έχουν ζήσει καταστάσεις ανοιχτής επίθεσης του εχθρού, καταστάσεις ψεύτικων βιωμάτων, δήθεν θεϊκών, έχουν ζήσει και πραγματικές επισκέψεις της θείας χάρης και έτσι η πείρα τους (αλλά κυρίως η μέγιστη ταπείνωσή τους) τους επιτρέπει να τα ξεχωρίζουν, τελικά, «διά της γεύσεως» (άγ. Σιλουανός).
Η παρουσία των αγίων στον κόσμο, σε συνδυασμό με τη διάκριση των πνευμάτων, αποτελεί τη μέγιστη απόδειξη ότι ο χριστιανισμός είναι αληθινός.
Ο ενδιαφερόμενος για λεπτομέρειες και περιπτώσεις πλάνης και διάκρισης των πνευμάτων, ας ανατρέξει (στο διαδίκτυο) στα άρθρα «Νευροθεολογία» και «Ιστορίες πλάνης». Και στο βιβλίο «Γεροντικό ονείρων και οραμάτων», ιερά μονή αγ. Νικοδήμου, Πεντάλοφος Γουμενίσσης.

Ε. Η άρνηση του Θεού – επίγεια πρόγευση της κόλασης
Όταν ο άνθρωπος αρνηθεί το Θεό, δηλαδή αντί να ανοιχτεί με αγάπη στο Θεό και το συνάνθρωπο, στρέψει την αγάπη του προς τον εαυτό του ή προς άλλη κατεύθυνση: στο χρήμα, την εξουσία, τις ηδονές κ.τ.λ. (αυτή η κατάσταση ονομάζεται «αμαρτία», δηλ. «σφάλμα»), τότε ο Θεός δεν τον τιμωρεί, όμως το τείχος που έχει υψώσει γύρω από τον εαυτό του τον απομονώνει. Αυτή η απομόνωση τον οδηγεί στην καταστροφή, στην αποκτήνωση, τον κάνει έρμαιο των παθών του, αλλά και του εχθρού (του διαβόλου). Είναι η επίγεια πρόγευση της κόλασης, την οποία γνωρίζει ενώ ακόμη ζει.
Ο Θεός τον περιμένει με αγάπη και όσο ζει ο άνθρωπος μπορεί να επιστρέψει στο Θεό. Θα γίνει δεκτός με χαρά, όπως ο άσωτος υιός, στην πασίγνωστη ιστορία που διηγήθηκε ο Χριστός (κατά Λουκάν, κεφ. 15). Ο Θεός δεν επιρρίπτει ενοχή στον άνθρωπο, αρκεί να επιστρέψει για να τον πάρει στην αγκαλιά Του. Ας επιστρέψει για να επιβιώσει. Δεν πειράζει. Ο Θεός αυτό θέλει, να επιβιώσεις (ενν. να σωθείς, να Του δώσεις την ευκαιρία να σε βάλει στον παράδεισο). Ο Θεός είναι αγάπη. Και αγαπάει εσένα πιο πολύ απ’ ό,τι αγαπάει τον εαυτό Του.
Στην ιστορία αυτή, ο μεγάλος αδελφός του ασώτου υιού αρνείται να μπει στο σπίτι του πατέρα τους, επειδή αγανακτεί για τη θερμή υποδοχή που έγινε στον αδελφό του. Έτσι, μένει έξω. Έξω από το σπίτι του πατέρα όμως (το οποίο συμβολίζει τον παράδεισο), πολύ απλά, είναι η κόλαση.
Έτσι ο Χριστός αποκαλύπτει πώς κάποιος οδηγείται στην κόλαση (μόνος του, όχι από το Θεό) και γιατί εκεί υφίσταται τόση οδύνη: όχι γιατί «τον τιμωρεί ο Θεός», αλλά γιατί ο Θεός είναι Φως και Ζωή και μακριά Του υπάρχει μόνο σκοτάδι, μοναξιά και πόνος.

Στ. Μετά θάνατον: η «μέση κατάσταση»
Για τη μετά θάνατον κατάσταση ξέρουμε αρκετά: από τη διδασκαλία του Χριστού, από τις πληροφορίες που έλαβαν διάφοροι άγιοι εξαιτίας της αγάπης και ενότητάς τους με το Θεό και με τις ψυχές των νεκρών, αλλά και από πληροφορίες που έδωσαν ψυχές νεκρών, εμφανιζόμενες σε όνειρα ή οράματα. Αυτά (τα όνειρα και τα οράματα), για να αποφύγουμε την πλάνη, τα αντιμετωπίζουμε με επιφύλαξη και τα αξιολογούμε υπό το φως της διδασκαλίας του Χριστού και της εμπειρίας των αγίων. Όμως πρέπει να πούμε ότι δεν έρχονται σε αντίθεση με τα προηγούμενα.
Όταν λοιπόν ένας άνθρωπος πεθάνει, άγγελος μεταφέρει την ψυχή του στον πνευματικό κόσμο των ψυχών, αυτόν που ονομάζουμε συμβατικά «ουρανό», έχοντας κρατήσει αυτή την ονομασία από την αρχαία χριστιανική παράδοση. Στο δρόμο προς τον ουρανό η ψυχή δέχεται επίθεση πονηρών πνευμάτων, που προσπαθούν να την αρπάξουν προβάλλοντας τις αμαρτίες της. Αν η αγάπη της ξεπερνά τον εγωισμό της, ο άγγελος μπορεί να την υπερασπιστεί και να την οδηγήσει προς το Θεό, αν όμως όχι, οι δαίμονες την αποσπούν και την οδηγούν στο δικό τους σκοτεινό κόσμο.
Ανάλογα η ψυχή «τοποθετείται» στη λεγόμενη «μέση κατάσταση των ψυχών», που διαρκεί από την ημέρα του σωματικού θανάτου μέχρι τη δευτέρα παρουσία του Χριστού, κατά την οποία θα γίνει η ανάσταση όλων των ανθρώπων. Στη μέση κατάσταση ο άνθρωπος βιώνει μια πρόγευση του παραδείσου ή πρόγευση της κόλασης. Ο πλήρης παράδεισος και η πλήρης κόλαση θα υπάρξουν μετά την ανάσταση.

Ένα εξαιρετικό βιβλίο για τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής και των αγίων Πατέρων περί θανάτου και αθανασίας (βλ. εδώ)

Ο Χριστός και οι άγιοι δεν δίνουν λεπτομέρειες για τη μέση κατάσταση. Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες ανθρώπων που είδαν σε όνειρα ή οράματα τη μέση κατάσταση, και αυτές τις μαρτυρίες πρέπει να τις λάβουμε υπόψιν, αλλά δεν είναι τυχαίο ότι καμία απ’ αυτές δεν είναι «επίσημο» κείμενο της Εκκλησίας. Οι πιο πολλές μαρτυρίες περιγράφουν την κόλαση ως ένα σκοτεινό τόπο, όπου οι ψυχές βασανίζονται με γήινα βασανιστήρια, και τον παράδεισο ως ένα γαλήνιο κήπο, όπου οι ψυχές ζουν ειρηνικά, με αγάπη και συντροφικότητα που ξεπερνάει τα γήινα μέτρα.
Τις περιγραφές αυτές θα πρέπει να τις αντιμετωπίσουμε ανθρωπομορφικά. Οι ψυχές δεν έχουν σώμα, ώστε να υφίστανται βασανιστήρια, να καίγονται στη φωτιά ή να χρειάζονται φως για να βλέπουν.
Έτσι θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε και τις αναφορές του Χριστού στη «γέενα του πυρός», στο «πυρ το αιώνιον», το «σκότος το εξώτερον», το «ακοίμητο σκουλήκι» κ.τ.λ., που χρησιμοποιούσε όταν μιλούσε για την κόλαση, αλλά και στη «λίμνη του πυρός», όπου κατά την Αποκάλυψη θα ριχτούν στο τέλος ο διάβολος, ο αντίχριστος και όσοι τους έχουν ακολουθήσει.

Κατά τους αγίους διδασκάλους του χριστιανισμού, όπως οι άγιοι Ισαάκ ο Σύρος, Ιωάννης Δαμασκηνός, Γρηγόριος ο Σιναΐτης, Γρηγόριος Παλαμάς κ.ά., από κάθε εποχή, το «πυρ της κολάσεως» είναι το ίδιο το Φως του Θεού, που το αποστρέφεται με οδύνη ως πυρ εκείνος που το βλέπει μέσα από την παραμόρφωση του εγωισμού. Η αγάπη του Θεού κυριαρχεί και στην κόλαση, όπως στον παράδεισο, όμως η κόλαση είναι η κατάσταση εκείνων που δε θέλουν αυτή την αγάπη και που η συνύπαρξή τους με το Θεό τούς προκαλεί οδύνη, όχι χαρά. Το σκότος είναι το περιεχόμενο της αμαρτωλής ψυχής, ενώ το ακοίμητο σκουλήκι –λέει κάποιος άγιος– είναι ο Ίδιος ο Χριστός, που παρομοιάζει τον εαυτό Του με σκουλήκι, επειδή είναι το πιο ευαίσθητο από όλα τα πλάσματα: πεθαίνει και με το πιο απαλό άγγιγμα. Έτσι κι ο Χριστός, ο Θεός, είναι το πιο ευαίσθητο από όλα τα όντα: πονάει και με την παραμικρή αμαρτωλή σκέψη που θα κάνει ένα από τα δημιουργήματά Του.
Γι’ αυτό και στην Αγία Γραφή φαίνεται ότι δίκαιοι και άδικοι το ίδιο θα βρεθούν μέσα στο πυρ του Θεού (π.χ. στον Ησαΐα, κεφ. 33, στην Α΄ προς Κορινθίους, κεφ. 3, κ.λ.π.). Ο ποταμός του φωτός, που ρέει από το Θρόνο του Θεού ΚΑΙ του Χριστού, στην Αποκάλυψη, κεφ. 22, είναι ο ίδιος με τον ποταμό του πυρός που ρέει από τον ίδιο Θρόνο κατά το Δανιήλ, κεφ. 7.

"Η Εκκλησία δεν στέλνει κανένα στον παράδεισο ή στην κόλαση, αλλά προετοιμάζει τους πιστούς για την δοξασμένη εικόνα του Χριστού την οποία θα έχουν όλοι οι άνθρωποι. Ο Θεός αγαπά τον κολασμένο τόσο, όσο και τους αγίους. Θέλει την θεραπεία όλων, αλλά όλοι δεν δέχονται την θεραπεία, που Αυτός προσφέρει" (π. Ι. Ρωμανίδης). Από το θρόνο του Χριστού ρέει ποταμός Φωτός, που γίνεται πυρ ή φως ανάλογα με τη δεκτικότητα των ανθρώπων (από εδώ)
 
Στο όραμα του αγίου Μακάριου του Αιγύπτιου, 4ος αι. μ.Χ., που είναι γραμμένο στο Γεροντικό (ένα βιβλίο της βυζαντινής εποχής που παραθέτει τις ιστορίες των αγίων της ερήμου), η ψυχή που βρισκόταν στην κόλαση πληροφορεί τον άγιο ότι: «Τα πάντα βρίσκονται μέσα στη φωτιά» (είπαμε τι είναι η φωτιά). «Κι εμείς είμαστε δεμένοι πλάτη με πλάτη. Όμως, όταν εσύ προσεύχεσαι για μας, βλέπουμε λίγο ο ένας τον άλλο, όση ώρα διαρκεί η προσευχή».
Να λοιπόν η απομόνωση, φυσική κατάληξη για τους ανθρώπους που αποστράφηκαν το Θεό και τον πλησίον και ουσιαστικά απομόνωσαν τον εαυτό τους όταν ζούσαν στη Γη.

Αν όμως η κόλαση είναι η απόλυτη μοναξιά, είναι λογικό ότι ο παράδεισος είναι η απόλυτη σχέση μεταξύ των πλασμάτων: ανθρώπων, αγαθών αγγέλων και του Τριαδικού Θεού. Αυτό γίνεται φανερό από τη διαρκή παρουσία των αγίων, αλλά και πολλών «μικρών αγίων» (απλών ανθρώπων που σώθηκαν και πήγαν στον παράδεισο), που εμφανίζονται μετά το θάνατό τους στους ζωντανούς. Η ιστορία της χριστιανικής ζωής είναι μια διαρκής συνύπαρξη ζωντανών και κοιμηθέντων, δεν υπάρχουν νεκροί. Οι άγιοι μάλιστα, με τη μεγάλη θαυματουργική δύναμη που λαμβάνουν από το Θεό, μετά θάνατον εμφανίζονται ολοζώντανοι και θαυματουργούν όχι μόνο στους χριστιανούς (σε αναρίθμητες περιπτώσεις), αλλά και στους μουσουλμάνους, οι οποίοι τους πιστεύουν και μερικοί βρίσκουν και το θάρρος να γίνουν χριστιανοί (εννοώ ορθόδοξοι). Βλ. σχετικά άρθρα στο διαδίκτυο: «Χριστιανικά θαύματα σε μουσουλμάνους» και «Μουσουλμάνοι που αγίασαν ως χριστιανοί» (αγίασαν, κατά κανόνα, επειδή οι άλλοι μουσουλμάνοι τους θανάτωσαν, με επίσημες δίκες, ως εξωμότες). Ο πρόσφατος άγιος Ευγένιος Ροντιόνωφ θανατώθηκε από Τσετσένους μουσουλμάνους το 1996 (23 Μαΐου), μετά από τρίμηνη αιχμαλωσία και βασανιστήρια για να ασπαστεί το Ισλάμ. Μετά το σφαγιασμό του καταγράφονται πολλές εμφανίσεις του.

Ο σύγχρονος μάρτυρας (ένας απ' τους πολλούς) άγιος Ευγένιος Ροντιόνωφ

Σε μια «επίσημη» προσευχή της Εκκλησίας (λέγεται «Ευχαριστία μετά τη θεία Μετάληψη») υπάρχει μια σπουδαία περιγραφή της παραδείσιας χαράς. Ο άνθρωπος παρακαλεί το Χριστό: αξίωσέ με να σταθώ από δεξιά Σου (η συμβολική θέση των σωζομένων) «όπου υπάρχει ο ασταμάτητος ήχος εκείνων που γιορτάζουν, η ανέκφραστη ευφροσύνη εκείνων που Σε αγαπούν και η απέραντη ηδονή εκείνων που βλέπουν την ομορφιά του προσώπου Σου, που ξεπερνά κάθε περιγραφή».
Αυτή λοιπόν είναι η απόλαυση του παραδείσου. Για να μη νομιστεί ότι ο «ήχος εκείνων που γιορτάζουν» αναφέρεται σε τσιφτετέλια και ζεϊμπέκικα, διευκρινίζω ότι πρόκειται για την ασταμάτητη υμνολόγηση του Θεού, που πραγματοποιείται από τους αγγέλους (βλ. τρισάγιο ύμνο των σεραφείμ, Ησαΐας, κεφ. 6) και από τους ανθρώπους στον παράδεισο, όπως φαίνεται από την Αποκάλυψη, αρχή κεφ. 15, κ.α.
Το ίδιο, όταν ο Χριστός παρομοιάζει τον παράδεισο με γαμήλιο γλέντι, μιλάει παραβολικά, δεν αξιώνει κυριολεκτική ερμηνεία των παραβολών Του, ούτε και ποτέ στο χριστιανισμό αυτές οι εικόνες εξελήφθησαν κυριολεκτικά. Στην παραβολή του πλούσιου και του Λάζαρου, Λουκ. κεφ. 16, ο παράδεισος είναι η αγκαλιά του Αβραάμ: άλλη μια πνευματική περιγραφή της παραδείσιας απόλαυσης.
Η περιγραφή του παραδείσου στο Ισλάμ ως τόπου με φαγοπότια και σεξουαλικές απολαύσεις, κατάλληλο κίνητρο για να προσηλυτιστούν οι φυλές της ερήμου, δε μπορεί να είναι αληθινή. Στα δικά μας μάτια φαίνεται όχι μόνο χονδροειδώς υλιστική, αλλά και βλάσφημη για το μεγαλείο και την πνευματικότητα του Θεού. Για να μην πω και ότι οι χριστιανοί ξέρουμε ότι εκείνος που δελεάζει τους ανθρώπους με υποσχέσεις σεξουαλικών απολαύσεων δεν είναι ο Θεός, αλλά ο εχθρός!...

Ζ. Η τελική ανάσταση
Η μέση κατάσταση θα τελειώσει με την ανάσταση όλων των ανθρώπων κατά την επιστροφή του Θεανθρώπου Χριστού στη Γη, που την ονομάζουμε «δευτέρα παρουσία Του», ενώ η Αγία Γραφή την ονομάζει «ημέρα του Κυρίου», «ημέρα του Χριστού», «εσχάτη ημέρα» κ.λ.π.
Ο Χριστός ο Ίδιος, σύμφωνα με τη διδασκαλία Του, θα αναστήσει τους νεκρούς, όλων των λαών, όλων των εποχών (π.χ. Ιω. 5, 21-29). Στην περίφημη παραβολή της τελικής κρίσης, Ματθ. κεφ. 25, όλα τα έθνη θα συναχθούν ενώπιον του Υιού του ανθρώπου (δηλ. του Χριστού), ο Οποίος θα διαχωρίσει «τα πρόβατα από των ερίφων» με βάση τη συμπεριφορά καθενός απέναντι στο συνάνθρωπο. Η συμπεριφορά αυτή ισοδυναμεί με συμπεριφορά προς τον Ίδιο το Χριστό, γιατί ο Χριστός ταυτίζει τον εαυτό Του με τον κάθε άνθρωπο. Έτσι, θα πει: «αφού ταΐσατε, ποτίσατε, ντύσατε, φιλοξενήσατε κ.τ.λ. έναν από τους ελάχιστους αδελφούς μου, σε μένα το κάνατε» και, αντίστοιχα, «αφού δεν το κάνατε σε έναν… σε μένα δεν το κάνατε». Έτσι θα πάνε οι μεν σε «ζωή αιώνια» και οι δε «σε κόλαση αιώνια».
Η εικόνα αυτή της δίκης, που επαναλαμβάνεται στο Δανιήλ, 7, Αποκάλυψις 20, ίσως και αλλού, φαίνεται ανθρωπομορφική. Στην πραγματικότητα, κατά τους αγίους του χριστιανισμού (π.χ. Σωφρόνιος Σαχάρωφ), «ο Χριστός κρίνει τον κόσμο» σημαίνει πως ο Ίδιος, που είναι η ενσάρκωση της τέλειας αγάπης, αποτελεί το μέγα κριτήριο για τη σωτηρία μας: στο βαθμό που πλησιάσαμε τη δική Του τέλεια αγάπη, ανοιχτήκαμε και προς το Θεό, γίναμε δεκτικοί της θείας χάριτος, μεταμορφωθήκαμε σε φωτεινά ή, αντίθετα, σκοτεινά όντα – δηλαδή γίναμε κατάλληλοι για να ζήσουμε την εμπειρία της θέας του Θεού ως φωτός ή πυρός.
Γι’ αυτό και κάθε άνθρωπος θα βιώσει σε διαφορετικό βαθμό τη χαρά του θείου φωτός ή την οδύνη του θείου πυρός, ανάλογα με την εν Χριστώ μεταμόρφωση της ψυχής του.
Ακόμη και αυτό όμως είναι ένας συλλογισμός ανθρωπομορφικός. Η πραγματικότητα της τελικής κρίσης, της αιώνιας ημέρας της βασιλείας του Θεού, του αιώνιου παραδείσου και της αιώνιας κόλασης, ξεφεύγει από την ανθρώπινη κατανόηση και ξεπερνά κάθε φαντασία.
Το σίγουρο είναι ότι ο Θεός θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν. Κανένα δεν καταδικάζει στην κόλαση. Η κόλαση είναι η καταδίκη που έδωσα ο ίδιος στον εαυτό μου. Και πρώτιστα είναι η κατάσταση που ζει ο διάβολος, στην οποία όμως προσκολλάται ο άνθρωπος που αρνήθηκε την αγάπη.
Ας σημειώσουμε πως στην παραβολή της τελικής κρίσης ο Χριστός δεν κρίνει τους ανθρώπους αν πίστεψαν ή αν τέλεσαν λατρευτικές πράξεις, ούτε καν αν αγάπησαν το Θεό, αλλά μόνο αν αγάπησαν ή περιφρόνησαν το συνάνθρωπο.

Πολλοί χριστιανοί φυσικά δεν θα σωθούν, λόγω της κακίας και του εγωισμού τους, ενώ θα σωθούν (διά του Χριστού) άνθρωποι από όλες τις θρησκείες, λόγω της ταπεινής αγάπης τους. Όμως οι μη χριστιανοί (στις θρησκείες και τις αιρέσεις) αντιμετωπίζουν σοβαρά εμπόδια, ικανά να τους στερήσουν τη σωτηρία τους.
Βασικά εμπόδια:


  • Ο άνθρωπος σώζεται με το να ενωθεί στο παγκόσμιο σώμα του Χριστού, μέσω του βαπτίσματος, και να ανοιχτεί με αγάπη προς Αυτόν. Πώς θα τα κάνει αυτά, αν δεν Τον πιστεύει ως Θεό αλλά ανήκει σε διάφορες θρησκείες;
  • Πάρα πολλές φορές είναι φανερό (κι άλλες τόσες καλυμμένο) ότι οι πιστοί των θρησκειών λατρεύουν πονηρά πνεύματα αντί για τον αληθινό Θεό, πράγμα που συσσωρεύει μέσα τους αρνητική ενέργεια εμποδίζοντας τη λεπτή, φωτεινή και ταπεινή θεία χάρη να μπει στην καρδιά τους και να τους σώσει.
  • Κατά κανόνα οι θρησκείες παρερμηνεύουν ή και απορρίπτουν εντελώς τη διδασκαλία περί αγάπης, την αντικαθιστούν με την απάθεια, τη συμπάθεια κ.τ.λ., ή και το μίσος προς τους εχθρούς (προσέξτε, αδελφοί μου!), υψώνοντας ένα ακόμη τείχος που διαχωρίζει τον άνθρωπο από το Θεό και τον πλησίον, αφού η ένωσή τους συντελείται διά της αγάπης.
Γι’ αυτό και οι χριστιανοί επιθυμούμε τον ευαγγελισμό τους και την είσοδό τους στο χριστιανισμό (φυσικά με ΕΙΡΗΝΙΚΟ τρόπο), όχι «για να δοξαστεί το όνομα του Θεού» (όπως διακηρύσσει ο ισλαμικός Αλλάχ – διακήρυξη εγωιστική και ανάξια του Θεού, κατ’ εμάς), αλλά για να ξεπεράσουν αυτά τα εμπόδια και να μπορέσουν να ενωθούν με το Θεό και να σωθούν! Η σωτηρία τους είναι αυτό που ενδιαφέρει το Θεό, που τόσο τους αγαπά, κι όχι «η δόξα του ονόματός Του».

Η Αποκάλυψη, στα δύο τελευταία κεφάλαια (21-22), δίνει μια εκπληκτική περιγραφή του αιώνιου παραδείσου, στην ανέσπερη ημέρα, μετά τη δευτέρα παρουσία. Μια λαμπερή πόλη, στολισμένη «σα νύφη», που κατεβαίνει από τον ουρανό στη Γη. Τα τείχη της έχουν δώδεκα πολύτιμους λίθους, ένα για κάθε απόστολο του Χριστού, μέσα της ρέει ο ποταμός του φωτός και φυτρώνει το δέντρο της ζωής, που καρπίζει δώδεκα φορές το χρόνο.
Κανένα κακό δε μπαίνει μέσα σ’ αυτήν (επομένως θα υπάρχει το κακό, αλλά αδύναμο και έξω από τον παράδεισο – και έξω είναι η κόλαση, όπως είδαμε στην παραβολή του ασώτου)
Η πόλη αυτή δεν έχει ήλιο, ούτε φεγγάρι, γιατί ήλιος και φεγγάρι της είναι ο Θεός και ο Χριστός.
Δεν έχει ναό, γιατί ναός της είναι ο Θεός και ο Χριστός.
Επομένως θα βρίσκεται μέσα στο Θεό. Εκεί θα υπάρχει η ενότητα των πάντων και η ανέκφραστη ευφροσύνη της θέας του προσώπου του Θεανθρώπου Χριστού. Εύχομαι να συναντηθούμε όλοι μας εκεί. Αμήν.

Άγιος Βονιφάτιος, απόστολος της Γερμανίας

undefined
Ο άγιος Βονιφάτιος
Ό άγιος πατήρ ημών Βονιφάτιος, ονομαζόμενος αρχικά Ούινφρίδος, γεννήθηκε περί το 672 κοντά στο Έξετερ, στήν δυτική εσχατιά του Ούέσεξ, ενός από τά βασίλεια τής άγγλοσαξωνικής Έπταρχίας. Από νεαρότατη ηλικία έδειξε κλίση προς τον μοναχικό βίο και επτά ετών εισήλθε σέ μοναστήρι, αρχικά στο Έξετερ, αργότερα δε στο Νέρσλιγκ, γιά νά διδαχθεί εκεί τόσο τά ιερά όσο και τά θύραθεν γράμματα. Μετά από λαμπρές σπουδές έλαβε τον τίτλο του καθηγητή, αλλά ή διδασκαλία τής γραμματικής και τής ρητορικής άλλον σκοπό δεν είχε γι’ αυτόν παρά την προπαρασκευή τής κατανόησης τής Άγιας Γραφής. Τέλειος σέ ολα μοναχός, φανέρωσε επιπλέον ζωηρό ζήλο γιά τό κήρυγμα και τό όνειρο του ηταν νά ακολουθήσει τό παράδειγμα τών αγίων Ιρλανδών μοναχών που είχαν εγκαταλείψει την πατρίδα τους γιά νά περιοδεύουν και νά διαδίδουν το Ευαγγέλιο στους ειδωλολάτρες.
Λίγο μετά τήν χειροτονία του εις πρεσβύτερον (716) εγκατέλειψε τήν Μονή του Νέρσλιγκ μαζι μέ τρέΐς συμμοναστές προκειμένου νά συμμε-τάσχει στήν ιεραποστολή του αγίου Ούίλλιμπρορντ [7 Νοεμ.] στήν Φρισία, ή όποια συναντούσε πολλές δυσκολίες, καθώς μπροστά στήν είδωλολατρική αντίδραση πού προκλήθηκε από τον θάνατο του Πεπίνου του Χέρισταλ, ο επίσκοπος είχε υποχρεωθεί να αποσυρθεί στο μοναστήρι του. Παρά τον ζήλο τους, οι νέοι ιεραπόστολοι αντιμετώπισαν τίς ίδιες δυσκολίες και χρειάστηκε συντομία να επιστρέψουν στο μοναστήρι τους στην Αγγλία, δπου οι αδελφοί δέχθηκαν με θέρμη τον Ούινφρίδο και του πρότειναν να διαδεχθεί τον ηγούμενο πού είχε προσφάτως τελευτήσει. Χάρις στην υποστήριξη του επισκόπου του Ουίντσεστερ, ό άγιος μπόρεσε να άποδεσμευθεί από την υποχρέωση αυτή καί να προετοιμάσει μία νέα ιεραποστολή, αφού προηγουμένως μετέβη σε προσκύνημα στην Ρώμη (718). Ό πάπας Γρηγόριος Β’ τον δέχθηκε με τιμές καί επιθυμώντας να συνεχίσει τό ιεραποστολικό εργο του ενδόξου ομωνύμου του Γρηγορίου Α’ [12 Μάρτ.], του ένεχείρισε επιστολή πού του έδινε την εξουσία να εύαγγελίσει όλους τους ειδωλολατρικούς λαούς στην Γερμανία, σε εξάρτηση από τήν ρωμαϊκή εδρα, ενώ ως ένδειξη άφοσιώσεως τον μετονόμασε Βονιφάτιο (719).
Αφού διέσχισε γρήγορα τήν Βαυαρία καί τήν Θουριγγία, ο άγιος κατευθύνθηκε εκ νέου προς τήν Φρισία, όπου ο άγιος Ουίλλιμπρορντ είχε καταφέρει να ανακτήσει τήν έ’δρα του της Ουτρέχτης. Έπί τρία χρόνια βοήθησε τον Γέροντα νά αποκαταστήσει τον Χριστιανισμό στήν περιοχή αυτή• όταν όμως ο Ουίλλιμπρορντ του πρότεινε νά τον χειροτονήσει επίσκοπο γιά νά τον διαδεχθεί, του απάντησε οτι είχε ως αποστολή νά εύαγγελίσει όλους τους βάρβαρους λαούς καί ήταν πιά καιρός νά στραφεί προς τίς περιοχές τής Γερμανίας, πού ήσαν ακόμη ελάχιστα εκχριστιανισμένες. Διείσδυσε λοιπόν προς τό εσωτερικό τών χωρών εκείνων πού βρίσκονταν υπό φραγκική κυριαρχία, άλλά ήσαν ώς έπί τό πλείστον ειδωλολατρικές. Στήν Έσση ξεκίνησε ιδρύοντας μονή στό Άμενεβούργο, ή οποία έγινε πόλος έλξης καί εκπαιδευτήριο ιεραποστόλων. Όταν ο πάπας έμαθε τίς επιτυχίες του Βονιφάτιου τον κάλεσε στήν Ρώμη καί τον χειροτόνησε επίσκοπο άνευ έ’δρας, άλλά υπό τήν άμεση εξουσία τής ρωμαϊκής έ’δρας (722). Επιστρέφοντας στήν Έσση, ξανάρχισε τίς ιεραποστολικές περιοδείες του καί επέτυχε λαμπρή νίκη έπί τής ειδωλολατρίας καταρρίπτοντας μία δρύ αφιερωμένη στον θεό Θώρ, τήν όποια οι ειδωλολάτρες τιμούσαν ώς στήριγμα του ουράνιου θόλου. Βλέποντας οι ειδωλολάτρες τί πήγαινε νά κάνει, όρμησαν εξαγριωμένοι κατεπάνω του, άλλά τό δένδρο αίφνης λύγισε κάτω από αόρατο χέρι καί ήρθε και τσακίστηκε σέ τέσσερα κομμάτια στά πόδια του άγιου. Ό Βονιφάτιος χρησιμοποίησε τό ιερό δένδρο γιά νά κατασκευάσει μία εκκλησία, κοντά στήν οποία ίδρυσε τήν Μονή Φρίτζλαρ.
Καθώς ο Χριστιανισμός απλωνόταν, ό άγιος άφησε τους μαθητές του νά συνεχίσουν τό έργο του κι εκείνος πέρασε στήν Θουριγγία (724), όπου άρχισε ξανά τήν αποστολή του με τήν ίδρυση μιας άνδρώας μονής στο Όρντουρφ, κοντά στήν Γκότα, καθώς καί πολλών γυναικείων μονών. Γιά νά οργανώσει τις νέες αυτές κοινότητες πάνω σέ παραδοσιακά θεμέλια, κάλεσε μοναχούς καί μοναχές από τήν Αγγλία11, οι όποιοι διέδωσαν στίς περιοχές αυτές όχι μόνο τήν χρηστότητα τών ευαγγελικών ηθών, άλλά καί τά φώτα του πολιτισμού.
Αφού έλαβε από τον πάπα Γρηγόριο Γ’ (731) τό αξίωμα του αρχιεπισκόπου καί τό πάλλιο, ό ακαταπόνητος απόστολος κατηύθυνε τις προσπάθειες του προς τήν Βαυαρία, τήν πλέον αχανή περιοχή τής Γερμανίας, πού είχε εύαγγελισθεΐ πρίν από πολύ καιρό από γενναίους ιεραποστόλους, άλλά στερούνταν ακόμη στερεής εκκλησιαστικής οργάνωσης. Εγκατέστησε εκεί τέσσερεις επισκόπους, στο Σάλτσμπουργκ, στο Φράιζινγκ, στήν Ρατισβόννη καί στο Πασάου, καί επέστρεψε κατόπιν στήν Ρώμη γιά νά αναφέρει στον πάπα τά αποτελέσματα τής αποστολής του καί νά ζητή¬σει οδηγίες. Επιστρέφοντας στήν Γερμανία εφοδιασμένος μέ ιερά λείψανα καί συστατικές επιστολές του πάπα, εγκατέστησε επισκόπους στήν Έσση καί στήν Θουριγγία- τό εργο αποδείχθηκε δυσχερέστερο άπ’ ό,τι στήν Βαυαρία, διότι οι περιοχές αυτές δέν είχαν κληρονομήσει τήν ρωμαϊκή διοικητική οργάνωση καί δέν διέθεταν πραγματικές πόλεις ικανές νά χρησιμεύσουν ώς επισκοπές (741). Όταν ολοκληρώθηκε ή αποστολή αυτή μετά από είκοσι χρόνια μόχθων, μπόρεσε νά παρουσιάσει, μέ τήν έγκριση του νέου πάπα Ζαχαρία, τήν οργάνωση τής νέας Εκκλησίας. Γιά νά σφραγίσει τό έργο αυτό ό άγιος αποφάσισε νά ιδρύσει στο κέντρο τών τεσσάρων χωρών πού είχε εύαγγελίσει, τής Φρισίας, τής Έσσης, τής Θουριγγίας καί τής Βαυαρίας, μία μεγάλη μονή πού συμβόλιζε τήν ενότητα τής Γερμανικής Εκκλησίας καί ή όποια θά μπορούσε νά του χρησιμεύσει ώς τόπος διαμονής. Μετά από μακρές έρευνες, ό μαθητής του Στρούμ βρήκε τον προσφυή τόπο, σε ίνα πυκνό δάσος που τό διέσχιζε ο ποταμός Φούλντα, ο δπόίδς και έδωσε τό όνομα του στο νέο καθίδρυμα. Κάθε χρόνο ο άγιος Βονιφάτιος ερχόταν έκεί νά αναπαυθεί και νά διδάξει τίς παραδόσεις του μοναχισμού στήν αδελφότητα, ή οποία έφθασε νά αριθμεί τετρακόσιους μονάχους όταν έτελεύτησε ο άγιος.
Παρά τήν προχωρημένη ηλικία του καί τήν επιθυμία γιά ησυχία, ο άγιος Βονιφάτιος δεν έπαυσε ωστόσο τίς δραστηριότητες του. Τό 743 έλαβε μέρος σε μία μεγάλη γερμανική Σύνοδο πού συγκλήθηκε γιά πρώτη φορά από τον αυλάρχη Αύστρασίας Καρλομάνο προκειμένου νά διευθετηθούν πολλά προβλήματα πού είχαν ανακύψει στήν Φραγκική Εκκλησία από τίς μεταρρυθμίσεις του Καρόλου Μαρτέλου καί τούς αγώνες μεταξύ των αριστοκρατικών φατριών. οι αναταράξεις αυτές στήν εκκλησιαστική οργάνωση είχαν ανοίξει τον δρόμο στήν επανεμφάνιση του παγανισμού καί στήν επιρροή πλήθους απατεώνων πού εκμεταλλεύονταν τήν ευπιστία του λαού. Στήν Σύνοδο αυτή επιβεβαιώθηκε ή αυθεντία τών επισκόπων, οι όποιοι, υπαγόμενοι στον άγιο Βονιφάτιο, όφειλαν νά επαγρυπνούν γιά τήν αναμόρφωση του κλήρου τους, τήν τήρηση τών ίερών παραδόσεων καί τον αγώνα κατά τών δεισιδαιμονιών. Αποδόθηκε μέρος τών εκκλησιαστικών αγαθών πού είχαν σφετερισθεί οι ευγενείς καί καθαιρέθηκαν οι ανάξιοι ιεράρχες. Ή μεταρρύθμιση αυτή επεκτάθηκε στο σύνολο τής Φραγκικής Εκκλησίας καί επικυρώθηκε στήν Σύνοδο του Σουασόν, τό 744. Ό άγιος Βονιφάτιος έπιθυμούσε νά ολοκληρώσει τό έργο αυτό τής ενοποίησης τής Φραγκικής Εκκλησίας έγκαθιστώντας τήν έδρα του στήν Κολωνία, άλλά οι αντιδράσεις ενός μέρους του κλήρου καί τών Φράγκων πριγκήπων εμπόδισε τήν πραγματοποίηση του σχεδίου αύτού καί έτσι δέχθηκε ώς έδρα τήν Μαγεντία (747)• ή Αλσατία, ή ‘Αλεμανία καί ή περιοχή τών Τρεβήρων παρέμειναν οργανωμένες πάνω σέ άλλες αρχές, με μία μεγαλύτερη ανεξαρτησία από τήν Ρώμη, ενώ ή Σαξωνία παρέμενε επίμονα προσηλωμένη στά βαρβαρικά ήθη.
Μετά τήν παραίτηση του Καρλομάνου γιά νά γίνει μοναχός στο Μόντε Κασσίνο, ο άγιος Βονιφάτιος έστεψε τον αδελφό του Πεπίνο τον Βραχύ στο Σουασόν, εγκαινιάζοντας έτσι τίς αρχές τής Καρολίγγειας δυναστείας (751). Παρά τήν ηλικία του ο αποστολικός του ζήλος δέν είχε σβήσει καί σχεδίαζε πάντα νά συνεχίσει τον ευαγγελισμό τής αντιστεκόμενης Φρισίας. Αφού τοποθέτησε ώς διάδοχο του στήν Μαγεντία τον προσφιλέστερο του μαθητή Αούλλο, αποχαιρέτησε τούς φίλους του καί παίρνοντας προφητικά ε να σάβανο στις αποσκευές του άνέπλευσε στον Ρήνο. Αφού πέρασε τον χειμώνα στήν Ουτρέχτη σέ ένα μοναστήρι πού διοικούσε ένας από τους μαθητές του, ξεκίνησε στίς αρχές τής άνοιξης γιά τήν αποστολή του στίς βορειότερες περιοχές τής χώρας. Έγινε φιλικά δεκτός από τον πληθυσμό καί οι ιεραπόστολοι βάπτισαν αρκετούς ειδωλολάτρες. Στίς 5 Ιουνίου 754, όμως, ενώ αυτοί ετοιμάζονταν νά λάβουν τό χρίσμα, μία ομάδα ένοπλων όρμησε ουρλιάζοντας στον καταυλισμό. οι υπηρέτες καί οι σύντροφοι του αγίου προσπάθησαν νά πάρουν τά όπλα γιά νά άντισταθούν, άλλά ό Βονιφάτιος στάθηκε στήν μέση τής συμπλοκής καί παροτρύνοντας τους ανθρώπους του νά μήν ανταποδώσουν κακό στο κακό, αναφώνησε: «Έφθασε επιτέλους ή πολυπόθητη μέρα. Ό καιρός ο ορισμένος γιά τήν επικείμενη λύτρωση μας. Άς παρηγορηθούμε λοιπόν εν Κυρίω, άς δεχθούμε τήν απόφαση Του ευχαριστώντας Τον, νά έχετε εμπιστοσύνη σέ Αυτόν. Έχει λυτρώσει ήδη τίς ψυχές μας!» Ό λύσσα τών βαρβάρων έγινε ακόμη μεγαλύτερη. Ένας ανάμεσα τους σήκωσε τό ξίφος του καί μέ μία σπαθιά έσχισε τό χειρόγραφο πού είχε σηκώσει ο άγιος γιά νά προστατευθεί καί κατόπιν τό κρανίο του. Έσφαξαν πενήντα δύο από τους συντρόφους του καί μέ ξίφη καί τσεκούρια έχαναν κομμάτια λειψανοθήκες καί βιβλία πού άποτελούσαν τον μόνο θησαυρό τών ιεραποστόλων.
Χριστιανοί ήλθαν αργότερα νά περισυλλέξουν τά λείψανα τους καί τό σκήνωμα του άγιου Βονιφατίου μεταφέρθηκε στήν Μαγεντία, από εκεί δέ σύμφωνα μέ τίς δδηγίες πού εΐχε δώσει ο άγιος στήν Μονή Φούλντα, ή όποια έγινε κέντρο προσκυνήματος καί τό σύμβολο τής ένότητος τής Εκκλησίας στήν Γερμανία.
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Εκδόσεις Ίνδικτος

Τρεις σύγχρονες Γερόντισσες της Κρήτης

Τρεις σύγχρονες Γερόντισσες της Κρήτης

Η αγιασμένη μοναχή Ξένη Παττακού 
Γεννήθηκε το 1878 το Χρωμοναστήρι Ρεθύμνης και κοιμήθηκε, τυφλή και πλήρης ημερών, στην ιερά μονή Σαββατιανών, στο Ηράκλειο, στις 7.8.1995. < Στράφηκε στο μοναχισμό όταν η οικογένειά της την εμπόδισε να παντρευτεί τον άνθρωπο που αγαπούσε]. Με το πρόσωπό της συνδέονται αρκετές παραδόσεις περί υπερφυσικών σημείων και εμφανίσεων, όπως ότι, όταν ήταν νέα και ασκήτευε σε ερημικό μέρος, ένας ντόπιος ξεκίνησε από το χωριό του να τη βιάσει (ήταν πανέμορφη). Επέστρεψε όμως άπρακτος και έντρομος, γιατί είδε δύο ένοπλους άντρες (αγγέλους) να φρουρούν την είσοδο του κελλιού της. 
Όπως και οι παλαιοί ασκητές (αλλά και πολλοί από εκείνους που αναφέρονται σ’ αυτή την εργασία), η γερόντισσα Ξένη πολλές φορές αντιμετώπισε το διάβολο καταπρόσωπο με διάφορες μορφές και σώθηκε χάρη στην άμεση επέμβαση, σε όραμα, της Παναγίας.
“Παραισθήσεις από την απομόνωση, τη νηστεία και τις εμμονές”, θα πουν κάποιοι. Δεν μπορώ να βεβαιώσω κανέναν για το αντίθετο –απλώς καταγράφω τις μαρτυρίες, που δεν έχω λόγο να τις αμφισβητήσω, αν και δεν είμαι άγιος για να τις ερμηνεύσω με βεβαιότητα. Η διάκριση των πνευμάτων (να ξέρεις, δηλαδή, από πού προέρχονται τα οράματά σου, να διακρίνεις τα αληθινά από τα ψεύτικα) είναι η «βασίλισσα των αρετών» για τους ορθόδοξους ασκητές, που συχνά αντιμετώπισαν το πρόβλημα της τρέλας ή των διαβολικών δοκιμασιών. Κατά τον άγ. Ιωάννη της Κλίμακος, μόνον οι τέλειοι είναι σε θέση να γνωρίζουν από τις σκέψεις της ψυχής τους «ποία μεν του συνειδότος, ποία δε Θεού, ποία δε δαιμόνων έννοια», όμως «εν δυσίν όμμασιν αισθητοίς φωτίζεται το σώμα, και εν ορατή και νοητή διακρίσει οι οφθαλμοί της καρδίας λαμπρύνονται» (Κλίμαξ, ΚΣΤ΄, Β΄, ο΄). 
Προσθήκη ": από τη βιογραφία της, όπως παραδίδεται από τους ανθρώπους του περιβάλλοντός της, φαίνεται ότι ήταν εργάτρια της νοεράς προσευχής, μια αγιασμένη ψυχή που ανήκε στην ορθόδοξη παράδοση των ησυχαστών μοναχών, δηλαδή εκείνων που μαθαίνουν να προσεύχονται διαρκώς  (κάνοντας παράλληλα και τις καθημερινές τους εργασίες), ανοίγοντας έτσι την καρδιά τους προς το Χριστό.
Η γερόντισσα Φιλοθέη Τζαγκαράκη 
Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που η σχέση τους με το Θεό έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: σε όνειρα ή οράματα φαίνεται ότι ο ουρανός τούς εμπιστεύεται ιερούς θησαυρούς, με την αποστολή να τους διαφυλάξουν αλλά και να τους αναδείξουν. Η αγιότητά τους είναι ιδιότυπη και οι άνθρωποι τους αγαπούν και τους σέβονται, επειδή έχουν καθαρή και φωτεινή καρδιά, γεμάτη αγάπη –και γι’ αυτό γίνονται «σκεύη εκλογής» και παίρνουν στα χέρια τους τα ιερά κειμήλια. Επιτρέψτε μου να αναφέρω δυο τρεις περιπτώσεις από το Ρέθυμνο της Κρήτης. [...]

Κοντά στο μοναστήρι του προφήτη Ηλία στα Ρούστικα Ρεθύμνης, δίπλα στο ναΐσκο της αγίας Φιλοθέης της Αθηναίας, είναι θαμμένη από το 1975 η μακαριστή μοναχή Φιλοθέη , κατά κόσμον Στυλιανή Τζαγκαράκη, γνωστή ως Χατζίνα, κάτοχος ιστορικού και θαυματουργού σταυρού ευλογίας (μητέρα τεσσάρων παιδιών, μεταξύ αυτών και του π. Σταύρου Τζαγκαράκη, εφημερίου της ενορίας Αγίων Αναργύρων στο προάστιο Περιβόλια του Ρεθύμνου, ο οποίος φυλάσσει τώρα το κειμήλιο αυτό), η ζωή της οποίας σφραγίστηκε από πλήθος θαυμαστών σημείων συνδεδεμένων με τον τίμιο σταυρό που είχε στη φύλαξή της κληροδοτημένο από μια θεία της. 
Το πρώτο και ίσως σπουδαιότερο απ’ αυτά ήταν η ανάσταση του μικρού Σταύρου, όταν, σε ηλικία λίγων μηνών, σκοτώθηκε πέφτοντας απ’ την ταράτσα. Ο θάνατός του πιστοποιήθηκε από γιατρό και ορίστηκε η κηδεία του. Το όνομα Σταύρος το φέρει λόγω του θαύματος που τον επανέφερε στη ζωή. Η συνέχεια ήταν εντυπωσιακή, με αμέτρητους προσκυνητές που ζήτησαν την ευλογία του θαυματουργού κειμηλίου. Η Χατζίνα, λαϊκή τότε και σύζυγος του Νίκου Τζαγκαράκη, αρχικά αντιμετώπισε την αντίδραση του τότε επισκόπου Ρεθύμνης, που άλλαξε όμως στάση κατά την πορεία. 
Μετά το θάνατο του συζύγου της και σε προχωρημένη ηλικία η ίδια έλαβε το μοναχικό σχήμα και το όνομα Φιλοθέη. Εξυπακούεται ότι δεν εκμεταλλεύτηκε οικονομικά τα θαύματα του σταυρού (θεραπείες κ.λ.π.), δε δημιούργησε οπαδούς, δε διαφήμισε τον εαυτό της, δεν έγινε διάσημη παρά μόνο από στόμα σε στόμα, δεν απέκτησε χρήματα ούτε πέρασε τον εαυτό της για αγία.
Για τη Γερόντισσα Φιλοθέη βλ:1) Η Γερόντισσα Φιλοθέη μοναχή, κατά κόσμον Στυλιανή Τζαγκαράκη (Χατζήνα), Ορθόδοξος Κυψέλη, 2005, και 2) Αννίτας Πιτσιδιανάκη (επιμ.) «Όταν λαός και κλήρος πορεύονται αρμονικά», εφημ. «Ρέθεμνος», Ρέθυμνο Τετάρτη 6.12.2000, σελ. 10.
Προσθήκη Από μαρτυρίες ντόπιων, φαίνεται ότι η Γερόντισσα δεν ήταν άγευστη του διορατικού χαρίσματος. Κάποτε κάποια ευσεβής γυναίκα ήθελε να την επισκεφτεί στο μοναστήρι της αγίας Φιλοθέης, αλλά χρειαζόταν 200 δραχμές για ταξί (ή για τη συγκοινωνία) και ο αυταρχικός σύζυγός της αρνιόταν να της δώσει αυτό το ποσόν. Μετά από πολύ αγώνα, τον έπεισε, αφού όμως είχε πληγωθεί και πικραθεί πολύ. Πήγε στη Γερόντισσα και συζήτησαν άλλα θέματα, δεν της είπε για το θέμα με το σύζυγό της. Όταν όμως έφευγε, η Γερόντισσα της έδωσε ένα φάκελο, για να τον δώσει στον άντρα της. Όταν εκείνος άνοιξε το φάκελο, είδε ότι είχε μέσα 200 δραχμές.

Η λαϊκή (=όχι μοναχή) Γερόντισσα Αικατερίνη Βασιλάκη (Στεφάναινα) 
Ανάλογη πορεία ακολούθησε και η Αικατερίνα Βασιλάκη, γνωστή ως Στεφάναινα, η οποία κατείχε έναν άλλο ιστορικό και θαυματουργό σταυρό, που φυλάσσεται σήμερα στο παρεκκλήσι του Τιμίου Σταυρού, στον ομώνυμο λόφο που δεσπόζει της πόλης του Ρεθύμνου. Ο σταυρός αυτός εκτινάχθηκε, κατά την παράδοση, από το Αρκάδι με την ανατίναξη της πυριτιδαποθήκης στις 9 Νοεμβρίου 1866.
Κατά καιρούς τον χρησιμοποίησε σε ανατριχιαστικούς εξορκισμούς (η μαζική περίπτωση των Κεραμιανών είναι η χαρακτηριστικότερη) και κάποια στιγμή τον εμπιστεύτηκε στην Εκκλησία του Ρεθύμνου, οικοδομώντας το 1935 τον ομώνυμο ναΐσκο (Τίμιος Σταυρός), όπου και σήμερα φυλάσσεται. 
Για την ανέγερση του ναού αυτού, η μεν Στεφάναινα ονειρεύτηκε δύο καβαλάρηδες που την καθοδήγησαν (και, όταν τους ρώτησε ποιοι είναι, απάντησαν “Στο σπίτι σας θα γεννηθούνε δυο παιδιά που θά ’χουνε τα ονόματά μας” –Γιώργης και Δημήτρης), ο δε ιδιοκτήτης του οικοπέδου έλαβε, επίσης σε όνειρο, εντολή να παραχωρήσει το χώρο παρά τις αντιρρήσεις του - αυτά τα διασώζει η προφορική παράδοση της πόλης του Ρεθύμνου, και, σημειωτέον, είναι πράξεις από τις οποίες κανείς δεν ωφελήθηκε οικονομικά. Η Στεφάναινα βρήκε το σχέδιο του ναού μυστηριωδώς χαραγμένο στη θέση όπου βρίσκεται, σαν απάντηση στην ανησυχία της για το πόσο μεγάλο έπρεπε να τον κάνει. Η ίδια πέθανε το 1956, ενώ η κόρη της Γαλάτεια υπηρετεί ακόμη και σήμερα, υπερήλικας, το προσκύνημα του Τ. Σταυρού. [Σημ: η λαϊκή γερόντισσα Γαλάτεια κοιμήθηκε γύρω στο 2005].

Βλ. σχετικά Κωνσταντίνου Α. Κωστουράκη, Κοινωνικά Θέματα, Ο Εχθρός - Τα Κεραμιανά, Θεσσαλονίκη 19822, σελ. 27-30. Για τη μετέπειτα πορεία του σταυρού της Στεφάναινας βλ. Τμήματος Β1 του 1ου Γυμνασίου Ρεθύμνης (συντον.-επιμ. Κων. Ηλ. Παπαδάκη), Ο Λόφος του Τιμίου Σταυρού της πόλης μας χθες και σήμερα, Ρέθυμνο 1994, και π. Ιω. Πίτερη, Θαύματα του Τιμίου Σταυρού, Ρέθυμνο 1989.

6 Ιουνίου Συναξαριστής

Ιλαρίωνος Οσίου, Αττάλου Οσίου, Των Αγίων 5 Παρθένων, Γελασίου, Ανούβ Οσίου, Φώτα Οσίου, Ιωνά Οσίου, Ἰωνᾶς Περμίας, Κουδβάλιος Οὐαλίας, Ρωμύλος, Ἀρχελαΐς, Θέκλα καὶ Σωσάνα, Ἀμοὺν, Ζαρλάθιος, Παΐσιος Οὔγκλιχ, Ἰωνᾶς Κλιμέζσκ.








Ο Όσιος Ιλαρίων



Ο Όσιος Ιλαρίων καταγόταν από την Καππαδοκία και έζησε τον 9ον μ.Χ. αι. Οι γονείς του, Πέτρος και Θεοδοσία, ήταν ευσεβείς και ενάρετοι άνθρωποι και γαλούχησαν τον μικρό γιο τους με τα νάματα της ορθόδοξης πίστης. Όταν ενηλικιώθηκε, ποθώντας το δρόμο της αρετής και της άσκησης πήγε στο μοναστήρι της Ξηρονησίας, στην Κωνσταντινούπολη, όπου αφοσιώθηκε ψυχή τε και σώματι στην άσκηση, την αυστηρή νηστεία, τη σιωπή και την μελέτη των Θείων Γραφών. 
Αργότερα πήγε στη Μονή Δαλμάτων, όπου και έγινε μεγαλόσχημος. Εκεί παρέμεινε μία δεκαετία και γρήγορα έγινε παράδειγμα άσκησης, ταπεινοφροσύνης και μεγαθυμίας για όλους τούς αδελφούς, οι οποίοι παμψηφεί τον ανέδειξαν ηγούμενο της Μονής. 
Όταν ξέσπασε η θύελλα της Εικονομαχίας ο αυτοκράτορας Λέων ο Αρμένιος, με τον ασεβή πατριάρχη Θεόδοτο το Μελισσηνό, προσπάθησαν, ανεπιτυχώς, να κάμψουν το αγέρωχο φρόνημα του Οσίου. Εκείνος όρθωσε το πνευματικό του ανάστημα και στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Τότε άρχισε ο απηνής διωγμός του.
 
Επί οκτώ ολόκληρα χρόνια, υπέστη αγόγγυστα και με θαυμαστή καρτερία περιορισμούς σε απομακρυσμένες Μονές, φυλακίσεις, ξυλοδαρμούς και εξορίες. Άντεξε όμως, όλες τις ταλαιπωρίες «ως καλός στρατιώτης Ιησού Χριστού», ευχαριστώντας και δοξάζοντας τον δωρεοδότη Κύριο, πού τον αξίωσε να μείνει αλύγιστος στις επάλξεις του αγώνα. Μετά το θρίαμβο της Ορθοδοξίας, επέστρεψε στη Μονή του, έζησε τρία ακόμη χρόνια και εκοιμήθη ειρηνικά σε ηλικία 70 ετών.



Aπολυτίκιον. Ήχος α'. Του λίθου σφραγισθέντος.
Των λόγων του Κυρίου την χάριν γεωργήσας, ήνθησας καθάπερ έλαια, παμμάκαρ Ιλαρίων, ελαίω των θείων αρετών, και της ομολογίας σου σοφέ, ιλαρύνων τας καρδίας και τας ψυχάς, των πίστει σοι εκβοώντων δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντη, δόξα τω ενεργούντι διά σου, πάσιν ιάματα.



Κοντάκιον  Ήχος α'. Τον τάφον σου Σωτήρ.

Πυρί προσομιλών, ουδαμώς κατεφλέχθης, Ιλάριε σοφέ, αθλητά γενναιόφρον, την δρόσον γαρ εκέκτησο, του Θεού αναψύχουσαν, όθεν ήνυσας, τους υπέρ φύσιν αγώνας, αγαλλόμενος, μετά Οσίων θεόφρον, μεθ' ων ημών μνήσθητι.









Ο Όσιος Άτταλος ο Θαυματουργός

Έλαμψε στις μοναχικές τάξεις, και φρόντισε να γνωρίσει το νόμο του Θεού, για να τον φυλάξει με κάθε προσοχή και ακρίβεια. Και ήξερε να λατρεύει εν αλήθεια και να προσεύχεται εν πνεύματι. Ήταν υπερβολικά ελεήμων και εγκρατής.
Ποτέ δεν έτρωγε δύο φορές την ήμερα, μάλιστα ευχαρίστηση του ήταν να τρώει μια φορά στις δύο μέρες. Στον ύπνο του ήταν ακόμα πιο εγκρατής. Το κρεβάτι, έλεγε, είναι ένα είδος φέρετρου, γι' αυτό περισσότερες ώρες ύπνου είναι περισσότερες ώρες νεκρότητας. 
Και ενώ είχε τόσο σκληρή ασκητική ζωή και μορφή, μέσα του φώλευε ψυχή πολύ τρυφερή. Κάθε πρωί τα πουλιά, έρχονταν άφοβα κοντά του και μαζί έστελναν ορθρινή δοξολογία στον πλάστη Θεό. Ο Θεός χάρισε στον Άτταλο και τη δύναμη να θαυματουργεί. 
Η προσευχή του, θεράπευε ασθένειες σωμάτων και πνευμάτων. Όταν προαισθάνθηκε το θάνατο του, ζήτησε ζωντανός ακόμα, τον τελευταίο ασπασμό από τους συμμοναστές του. Ο θάνατος τον βρήκε μέσα σε πνευματικό φως.







Οι Αγίες πέντε Παρθένες, Μάρθα, Μαρία, Κυρία (ή Κυρά), Βαρέρια (ή Βαλερία) και Μαρκία

Όλες κατάγονταν από την Καισαρεία της Παλαιστίνης. Αφού διδάχτηκαν τη χριστιανική πίστη από έναν ευσεβή χριστιανό, κατόπιν δέχτηκαν το Άγιο Βάπτισμα.
Από τότε κάθονταν όλες μαζί σ' ένα σπίτι και περνούσαν τη ζωή τους με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή, για να λάμψει η πίστη των Χριστιανών σ' όλη την οικουμένη. 
Κάποιοι όμως τις πρόδωσαν στον άρχοντα της Καισαρείας και επειδή δεν δέχτηκαν να θυσιάσουν στα είδωλα, βασανίστηκαν τόσο σκληρά, ώστε η μία μετά την άλλη, παρέδωσαν την αγία τους ψυχή στον στεφανοδότη Χριστό.







Ο Άγιος Γελάσιος

Ο Άγιος αυτός, όταν άρχισε ο διωγμός κατά των χριστιανών, μοίρασε όλα του τα υπάρχοντα στους φτωχούς, φόρεσε λευκό ρούχο και πήγαινε στους Μάρτυρες του Χριστού.
Βλέποντας τα φρικτά τους βασανιστήρια, φιλούσε τις πληγές τους, ζητούσε τις ευχές τους και τους παρακινούσε να σταθούν ανδρείοι στο μαρτύριο. Οπότε τον συνέλαβαν οι ειδωλολάτρες και τον οδήγησαν στον άρχοντα.
Εκεί ομολόγησε με θάρρος τον Χριστό και κήρυξε την πλάνη των ειδώλων. Στην αρχή ο άρχοντας τον περιφρόνησε, αλλά κατόπιν πρόσταξε και τον έδειραν και στη συνέχεια τον αποκεφάλισαν.









Ο Όσιος Ανούβ ο σημειοφόρος

Από τους διάσημους ασκητές της ερήμου, του οποίου σοφά αποφθέγματα βρίσκονται στο Λαυσαϊκό και στον Ευεργετινό. Απεβίωσε ειρηνικά.







Ο Όσιος Φώτας

Ὁ Ὅσιος Φωτᾶς, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου Φωτᾶ..







Ὁ Ἅγιος Ἰωνᾶς Ἐπίσκοπος τῆς Μεγάλης Περμίας



Τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰωνᾶ, Ἐπισκόπου τῆς Μεγάλης Περμίας, τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία τὴν 29η Ἰανουαρίου ὅπου καὶ ὁ βίος του.






Ὁ Ἅγιος Κουδβάλιος Ἐπίσκοπος Ἄλεθ Οὐαλίας

Ὁ Ἅγιος Κουδβάλιος ἐγεννήθηκε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. στὴν Οὐαλία καὶ ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἀφιερώθηκε στὸν Θεό. Ἔγινε ἡγούμενος μεγάλου μοναστηριοῦ ἐπὶ τῆς βραχώδου νήσου Πλέκιτ, ὅπου συγκέντρωσε 188 μοναχούς.
Κατόπιν ἀποσύρθηκε σὲ ἔρημο τόπο τῆς Κορνουάλης, ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ φήμη τῆς ἁγιότητός του προσείλκυσε πλῆθος μοναχῶν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἱδρυθεῖ ἐκεῖ μία ἐξ ἴσου μεγάλη μονή. 
Ποθώντας ὁ Ἅγιος τὴν ἡσυχία ἀποσύρθηκε στὴ Βρετάνη, ὅπου ἐπιδόθηκε σὲ σκληροὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες προσφέροντας τὸν ἑαυτό του θυσία εὐάρεστη στὸν Θεό. Ἐχειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ἄλεθ καὶ ὡς λύχνος φαεινὸς κατηύγασε τὶς ψυχὲς τοῦ ποιμνίου του. 
Ὅταν, λόγῳ γήρατος, δὲν μποροῦσε νὰ ἐκτελέσει τὰ ἐπισκοπικὰ καθήκοντά του, παραιτήθηκε καὶ ἀποσύρθηκε σὲ ἐρημητήριο μαζὶ μὲ λίγους μαθητές του.Ὁ Ἅγιος Κουδβάλιος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ τέλος τοῦ 6ου ἢ τὶς ἀρχὲς τοῦ 7ου μ.Χ. αἰῶνος.




Ὁ Ἅγιος Ρωμύλος ὁ Μάρτυρας 


Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ρωμύλος προχειρίσθηκε Ἐπίσκοπος ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο. Ἐμαρτύρησε στῆν Φλωρεντία τῆς Ἰταλίας ἐπὶ αὐτοκράτορος Δομιτιανοῦ (81 – 96 μ.Χ.).







Οἱ Ἁγίες Ἀρχελαΐς, Θέκλα καὶ Σωσάνα οἱ Παρθενομάρτυρες


Οἱ Ἁγίες Παρθενομάρτυρες Ἀρχελαΐς, Θέκλα καὶ Σωσάνα κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ρώμη καὶ ἀσκήτευαν θεοφιλῶς σὲ ἕνα μοναστήρι κοντὰ στὴ Ρώμη. Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν διωγμῶν, ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.), ἐνεδύθησαν ἐνδύματα λαϊκῶν, γιὰ νὰ διαφύγουν τὴ σύλληψη, καὶ κατέφυγαν στὴν Καμπανία. 
Ἀφοῦ ἐγκατεστάθησαν σὲ ἕναν ἔρημο τόπο, συνέχισαν τὴ ζωὴ τῆς ἀσκήσεως καὶ τῆς προσευχῆς. Ὁ Θεός, βλέποντας τὴν ὁσιότητα τοῦ βίου τους καὶ τὴν καθαρότητα τῆς καρδίας τους, τὶς ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας. 
Ἔτσι ἐθεράπευσαν πολλοὺς ἀσθενεῖς καὶ μετέστρεψαν στὸν Χριστὸ πολλοὺς εἰδωλολάτρες.Ὅταν ὁ ἔπαρχος ἐπληροφορήθηκε γι’ αὐτές, ἔδωσε ἐντολὴ νὰ συλληφθοῦν καὶ νὰ ὁδηγηθοῦν στὸ Σαλέρνο. Τὶς ἀπείλησε μὲ βασανιστήρια καὶ θάνατο, ἐὰν δὲν ἀρνοῦνταν τὴν πίστη τους στὸν Χριστὸ καὶ τὶς διέταξε νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. 
Μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ ἔχουσα τὴν ἐλπίδα της πρὸς τὸν Κύριο, ἡ Ἀρχελαΐς ἀρνήθηκε καὶ κατήγγειλε δημοσίως τὴν ψευδὴ θρησκεία τῶν εἰδώλων. Κατόπιν τούτου ὁ ἔπαρχος διέταξε νὰ ρίψουν τὴν Ἁγία στὰ πεινασμένα θηρία. 
Ὅμως οἱ λέοντες, ἀντὶ νὰ τὴν κάνουν κομμάτια, τὴν ἐπλησίασαν καὶ μὲ τρυφερότητα ἔπεσαν στοὺς πόδες της. Ὁ ἔπαρχος, βλέποντας τὸ γεγονὸς αὐτό, διέταξε τὸν ἐγκλεισμὸ τῶν τριῶν παρθένων στὴ φυλακή.
Οἱ βασανιστὲς ἄρχισαν νὰ καταξεσκίζουν τὶς σάρκες τῶν Ἁγίων Μαρτύρων καὶ νὰ χύνουν καυτὴ πίσσσα στὶς πληγές τους. Οἱ Ἁγίες προσεύχονταν πρὸς τὸν Κύριο καὶ ξαφνικὰ ἕνα οὐράνιο φῶς περιέλουσε τὴ φυλακὴ καὶ ἀκούσθηκε ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ λέγει: «Μὴ φοβᾶσθε. Ἐγὼ εἶμαι ἐδῶ, κοντά σας»
Ὄταν ἠθέλησαν, μετὰ ἀπὸ αὐτό, οἱ δήμιοι νὰ συντρίψουν τὶς κεφαλές τους μὲ βαριὰ πέτρα, Ἄγγελος Κυρίου ὤθησε αὐτὴ πρὸς τὴν κατεύθυνση τῶν βασανιστῶν, οἱ ὁποῖοι ἐφονεύθησαν. Ἕνας δικαστὴς διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμὸ τῶν Ἁγίων, ἀλλὰ οἱ στρατιῶτες ἀρνήθηκαν νὰ ὑπακούσουν. 
Οἱ Ἁγίες, φοβούμενες γιὰ τὴ ζωὴ τῶν στρατιωτῶν ποὺ ἀρνήθηκαν, τοὺς παρεκάλεσαν νὰ ἐκτελέσουν τὴν ἐντολὴ τοῦ δικαστοῦ. Ἔτσι ἀποκεφαλίσθηκαν τὸ 293 μ.Χ., ἔλαβαν τὸν ἀμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου καὶ εἰσῆλθαν στὴ χαρὰ τοῦ Κυρίου καὶ Νυμφίου τους.





Ὅσιος Ἀμοὺν ὁ Σημειοφόρος 


Εἶναι ἄγνωστο ἀπὸ ποῦ καταγόταν ὁ Ὅσιος Ἀμούν, ὁ Σημειοφόρος. Ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ὑπῆρξε φημισμένος ἀσκητὴς τῆς Αἰγυπτιακῆς ἐρήμου, στὴ Ραϊθώ. Σοφὰ αὐτοῦ Ἀποφθέγματα εὑρίσκονται στὸ Λαυσαϊκόν, στὸν Εὐεργετινὸ καὶ τὸν Παράδεισο τῶν Πατέρων.

Ἀπὸ τὰ Ἀποφθέγματα αὐτὰ ἀναφέρουμε ἕνα:

«Πήγαμε στὸ ἐρημητήριο τοῦ ἀδελφοῦ ποὺ μᾶς ἐκάλεσε, τὸ ὁποῖο ἀπεῖχε γύρω στὸ ἕνα μίλι, κι ἐκεῖ ξεκουρασθήκαμε ἀρκετὰ παίρνοντας καινούργια δύναμη γιὰ τὴν πορεία μας. Ἐκεῖνος ὁ μοναχὸς μᾶς διηγήθηκε, πώς, στὸν τόπο ποὺ ἀσκήτευε τώρα, ζοῦσε κάποιος γέροντας, ὀνομαζόμενος Ἀμούν, κοντὰ στὸν ὁποῖον ὁ ἴδιος μαθήτεψε. Ὁ Ἀββᾶς ἐκεῖνος ἦταν φημισμένος γιὰ τὰ πολλὰ θαύματα ποὺ εἶχε κάμει σ’ ἐκείνη τὴν περιοχή.

Σὲ αὐτὸν τὸν Γέροντα εἶχαν ἐπιτεθεῖ πολλὲς φορὲς οἱ ληστές, κλέβοντας ψωμιὰ καὶ ἄλλα τρόφιμα. Μιὰ μέρα, λοιπόν, βγαίνει ὁ Γέροντας στὴν ἔρημο, βρίσκει δυὸ μεγάλα φίδια καὶ τὰ φέρνει μαζί του, στὸ ἐρημητήριό του. Ἐκεῖ, τὰ ἔβαλε νὰ κάθονται μπροστὰ στὴν πόρτα καὶ νὰ φυλάγουν. Ὅταν, κάποια στιγμή, ἔφθασαν κατὰ τὴ συνήθειά τους οἱ φονιάδες καὶ εἶδαν αὐτὸ τὸ μέγα παράδοξο, ἔμειναν ἀπὸ ἔκπληξη μ’ ἀνοιχτὸ τὸ στόμα κι ἔπεσαν καταγῆς.

Βγῆκε τότε ὁ Γέροντας καὶ τοὺς βρῆκε νὰ τά’ χουν χαμένα, μισοπεθαμένοι σχεδόν. Τοὺς ἀνασήκωσε κι ἄρχισε νὰ τοὺς κατηγορεῖ λέγοντάς τους: «Βλέπετε, πόσο εἶστε ἀγριώτεροι ἀκόμη κι ἀπὸ αὐτὰ τὰ θηρία; 
Διότι, ἐνῷ αὐτὰ φοβοῦνται τὸ Θεὸ καὶ ὑπακούουν στὰ θελήματά μας, ἐσεῖς οὔτε τὸ Θεὸ φοβηθήκατε οὔτε τὴν εὐλάβεια καὶ τὸν κόπο τῶν Χριστιανῶν λυπηθήκατε».Ὕστερα ἀπ’ αὐτὰ τὰ λόγια, ὁ Γέροντας τοὺς ἔμπασε στὸ κελλί του, ὅπου τοὺς ἔβαλε νὰ φᾶνε, καὶ τοὺς συμβούλευσε ν’ ἀλλάξουν τρόπο ζωῆς. 
Καὶ τότε οἱ ληστὲς μετανόησαν γιὰ τὴν προηγούμενη ζωή τους κι ἔγιναν κι ἀπὸ πολλοὺς μοναχοὺς καλύτεροι. Καί, μάλιστα, δὲν ἄργησε πολὺ νά’ ρθεῖ καιρὸς ποὺ ἄρχισαν κι αὐτοὶ νὰ κάνουν παρόμοια θαύματα».





Ὁ Ἅγιος Ζαρλάθιος Ἐπίσκοπος Τούαμ Ἰρλανδίας 


Ὁ Ἅγιος Ζαρλάθιος ἐγεννήθηκε τὸ 445 μ.Χ. στὴν Ἰρλανδία καὶ θεωρεῖται ἱδρυτὴς καὶ προστάτης τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Τούαμ τῆς χώρας αὐτῆς. Καταγόταν ἀπὸ τὴν οἰκογένεια Κονμάϊσνε, ποὺ ἦταν ἡ ἰσχυρότερη τῆς περιοχῆς τοῦ Γκάλγουεϊ κατὰ τὴν περίοδο ἐκείνη. Ἔμαθε τὰ ἱερὰ γράμματα ἀπὸ ἕναν ὅσιο γέροντα καὶ ἀργότερα ἵδρυσε μονὴ σὲ σχολεῖο κοντὰ στὸ Τούαμ. 
Μεταξὺ τῶν μαθητῶν του συγκαταλέγονται ὁ Ὅσιος Βρενδανὸς ὁ Ἀναχωρητὴς († 16 Μαΐου) καὶ ὁ Ὅσιος Κολμάνος († 24 Νοεμβρίου). Ὁ Ἅγιος ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τοῦ Τούαμ καὶ ὁ Θεὸς τὸν εὐλόγησε, ἀπὸ τὴν μεγάλη ἄσκηση καὶ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, μὲ τὸ χάρισμα τῆς προφητείας. 
Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ 550 μ.Χ. (στὶς 26 Δεκεμβρίου ἢ στὶς 2 Φεβρουαρίου τοῦ ἑπομένου ἔτους). Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴ μνήμη του κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτή, διότι κατ’ αὐτὴ ἔγινε ἡ μετακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ στὸ ναὸ ποὺ ἐκτίσθηκε πρὸς τιμήν του στὸ Τούαμ.



Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἅγίου Ἱερομάρτυρος Βασιλείου τοῦ Θαυματουργοῦ


 Τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Βασιλείου τοῦ Θαυματουργοῦ, Ἐπισκόπου Μανγκαζίας τῆς Σιβηρίας, τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία τὴν 22α Μαρτίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων του.


 


Ὁ Ὅσιος Παΐσιος τοῦ Οὔγκλιχ


Ὁ Ὅσιος Παΐσιος τοῦ Οὔγκλιχ ἐγεννήθηκε στὴν περιοχὴ Τβὲρ τῆς Ρωσίας κοντὰ στὴν πόλη Καζίν,  καὶ ἦταν ἀνεψιὸς τοῦ Ὁσίου Μακαρίου (Καλυαζίν, † 17 Μαρτίου). Μετὰ ἀπὸ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, ὅταν ἦταν ἕνδεκα ἐτῶν, ἐπῆγε στὸ μοναστήρι τοῦ θείου του, ὅπου ἔγινε μοναχός. 
Ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Ὁσίου Μακαρίου, ὁ Παΐσιος ἐδιδάχθηκε τὰ τῆς μοναχικῆς πολιτείας, τὴν ὑπακοή, τὴ νηστεία καὶ τὴν προσευχή, καὶ ἀσχολήθηκε μὲ τὴν ἀντιγραφὴ πνευματικῶν βιβλίων καὶ συγγραμμάτων τῶν Πατέρων. 
Ἔτσι προόδευσε πολὺ στὴν πνευματικὴ ζωή.Γιὰ τὸ λόγο αὐτό, τὸ 1464, μετὰ ἀπὸ ἐπιθυμία καὶ παράκληση τοῦ πρίγκιπος Ἀνδρέου, ἴδρυσε μία κοινοβιακὴ μονὴ κοντὰ στὸ Οὔγκλιχ, καὶ τὸ 1489 τὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Νικολάου.
 Μετὰ ἀπὸ θεοφιλὴ ἄσκηση, ὁ Ὅσιος Παΐσιος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1504, καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῶν θαυμάτων.





Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς τοῦ Κλιμέζσκ


Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς (κατὰ κόσμον Ἰωάννης) ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἀγάπησε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἀφιερώθηκε στὸν Θεὸ γενόμενος μοναχός. Ὡς ἐκπλήρωση ἑνὸς τάματός του ἵδρυσε τὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Κλιμέζσκ στὴ Ρωσία. 
Ὅταν, τὸ 1490, ἐξέσπασε θύελλα καὶ ἐκεῖνος εὑρισκόταν ταξιδεύοντας μέσα στὰ νερὰ τῆς λίμνης Ὀμέγκα, τὴν ὥρα ποὺ ἐκινδύνευε ἡ ζωή του, παρεκάλεσε τὸν Θεὸ νὰ τὸν σώσει καὶ ὑποσχέθηκε νὰ ζήσει τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του μὲ μετάνοια καὶ προσευχή.
Ὁ Θεὸς εἰσάκουσε τὴν προσευχή του καὶ ἡ βάρκα ὁδηγήθηκε μὲ ἀσφάλεια στὶς ὄχθες τῆς λίμνης. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος εὑρῆκε μὲ θαυματουργικὸ τρόπο καὶ μία ἱερὴ εἰκόνα. Ἔτσι ἵδρυσε τὴ μονὴ αὐτὴ στὴν ὁποία ἀνήγειρε δύο ἐκκλησίες, τὴν μία ἀφιερωμένη στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ τὴν ἄλλη στὸν Ἅγιο Νικόλαο, Ἀρχιεπίσκοπο Μύρων τῆς Λυκίας. 
Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1534. Τὰ ἱερὰ λείψανά του μετεκομίσθησαν στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ζαχαρίου καὶ Ἐλισάβετ.





Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ποιμένος ἐν Ρωσίᾳ

Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ὀνομάζεται «τοῦ Ποιμένος», ἐπειδὴ τὴν ἔφερε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη στὴ Ρωσία, τὸ 1381, ὁ Μητροπολίτης Μόσχας Ποιμήν. Ἀπὸ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας ἔτρεχε μύρο, τὸ ὁποῖο ἐθεράπευε πολλοὺς ἀσθενεῖς ποὺ προσεύχονταν μὲ ἀληθινὴ πίστη καὶ ἐπικαλοῦνταν τὴ χάρη της.


Μνήμη Θαύματος τοῦ Ἀρχεγγέλου Μιχαήλ

Το θαῦμα τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ἔλαβε χώρα στην Ἀλεξάνδρεια. Δεν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Οι Εβραίοι είχαν ευχαριστήσει τον Σημίτη για τις ταυτότητες

undefined

Ο λαός αντιστέκεται νόμιμα με βάση το άρθρο 120 του Συντάγματος….

Όπως είπε και ο Συνταγματολόγος κ. Κασιμάτης, έχει ήδη ενεργοποιηθεί το ακροτελεύτιο άρθρο 120 του Συντάγματος. Επομένως οι εξεγερμένοι Έλληνες στις πλατείες της χώρας δρουν πλέον νόμιμα με βάση το πιο πάνω άρθρο και αντιστέκονται στην κατάλυση του Συντάγματος που επιβάλει με τη βία το κρατικοδίαιτο διεφθαρμένο καθεστώς. Η κατάλυση του Συντάγματος επήλθε με την αντισυνταγματική υπογραφή του πρώτου μνημονίου και των δανειακών συμβάσεων, αλλά επέρχεται και τώρα με την επιχειρούμενη αντισυνταγματική υπογραφή του δεύτερου μνημονίου.


Πράξεις παραχώρησης Εθνικής Κυριαρχίας, παραίτησης από της ασυλίας της δημόσιας περιουσίας, υποθήκευσης της δημόσιας περιουσίας, απαγόρευσης οικονομικών συναλλαγών με τρίτες χώρες, εκποίησης με διαδικασίες εξπρές της δημόσιας περιουσίας, τοποθέτησης τροϊκανής κυβέρνησης στα διάφορα υπουργεία κ.λ.π., είναι πράξεις που αντίκεινται τόσο στο ελληνικό Σύνταγμα, όσο και στο Διεθνές Δίκαιο, είναι άκυρες και δεν μπορούν να…. ισχύσουν, όχι μόνο αν τις ψηφίσουν και οι 300 βουλευτές, αλλά ακόμα και αν τις εγκρίνει ο ίδιος ο λαός με δημοψήφισμα.
Ο εξεγερμένος ελληνικός λαός αυτή τη στιγμή στην πραγματικότητα λέει προς τους ευρωπαίους εταίρους μας και προς το ΔΝΤ, ότι όταν καταρρεύσει το ισχύον σάπιο και διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα, δεν θα αναγνωρίσει καμία από τις πιο πάνω πράξεις ως έγκυρες. Ας το έχουν υπόψη τους..
Αντιστέκεται λοιπόν και ζητά την κατάρρευση του σάπιου πολιτικού συστήματος και άνοιγμα της δημοκρατίας στο λαό, ενώ ταυτόχρονα το προειδοποιεί να μην διανοηθεί επιβάλει την αντισυνταγματικές του ενέργειες με προβοκάτσιες, την κρατική βία και τα ΜΑΤ.

Kάποιοι θέλουν να μας πείσουν ότι η Ελλάδα είναι φτωχή και μπορεί να επιβιώσει μόνο με το να υπερχρεώνεται…

ΘΩΜΑΣ ΑΚΡΙΤΙΔΗΣ - Η πατρίδα μας είναι μια χώρα που πλήττεται για τρίτη φορά από το 1896 μέχρι σήμερα, από την απειλή της πτώχευσης που φαίνεται πολύ ορατή στον ορίζοντα. Κι ακόμη έχουμε γαλουχηθεί από τα χρόνια της Απελευθέρωσης από τον 400 ετή τουρκικό ζυγό ακόμη, πως είμαστε μια πολύ φτωχή και αδύναμη χώρα που η μοναδική της δυνατότητα είναι να προσπαθεί διαρκώς να αποδεικνύει ότι είναι σε θέση να αποπληρώνει τα δάνεια που χρειάζεται, έτσι ώστε, προκειμένου να μπορεί να επιβιώσει , να δανείζεται διαρκώς, χωρίς να προσπαθεί να δημιουργήσει προϋποθέσεις ίδιας ανάπτυξης με τα πλουτοπαραγωγικά μέσα που η ίδια διαθέτει…

Κι όμως η χώρα μας διαθέτει, σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες, ένα μεγάλο αριθμό από μοναδικές πλουτοπαραγωγικές πηγές, που αντί να τη φέρουν για τρίτη φορά στην πρόσφατη ιστορία της μπροστά στο απελπιστικό σκηνικό της πτώχευσης, θα μπορούσαν να την καταστήσουν με προϋπόθεση την σωστή διαχείριση και εκμετάλλευσή τους, μια από τις πλέον ευημερούσες χώρες του πλανήτη.
Η Ελλάδα μας διαθέτει ένα μοναδικό ήλιο, τα υπέροχα πελάγη της με τις απίστευτα όμορφες ακρογιαλιές της, τις μοναδικές φυσικές ομορφιές της, τα μοναδικά αμέτρητα νησιά της.
Ο μοναδικός ήλιος της με την μεγάλη ηλιοφάνεια που μας χαρίζει, αποτελεί μια ανεξάντλητη πηγή ηλιακής ενέργειας που η ευρύτερη εκμετάλλευσή της, θα την έκανε , σε συνδυασμό με τα πλούσια αποθέματα γαιανθράκων (πετρέλαιο και φυσικό αέριο), που κρύβουν τα εδάφη και οι θάλασσές της, σημαντικότατο διεθνή ενεργειακό κόμβο.
Οι θάλασσες μαζί με τον ήλιο και τις φυσικές ομορφιές της χώρας μας, αλλά και τα υπέροχα αμέτρητα μικρά και μεγάλα νησιά της, αποτελούν τις πλέον ευνοϊκές προϋποθέσεις για μια δυναμική ανάπτυξη μιας ιδιαίτερα δυναμικής τουριστικής βιομηχανίας, με βάση βέβαια την ανάπτυξη αντίστοιχων σύγχρονων υποδομών και τη δυνατότητα παροχής υψηλής ποιότητος υπηρεσιών στους επισκέπτες της χώρας μας, που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν για τις καλύτερες εβδομάδες του χρόνου, όλο το πολύτιμο συνάλλαγμά τους.
Η συστηματική ανάπτυξη και εκμετάλλευση της αλιείας θα συμπλήρωνε ιδανικά τα παραπάνω πλούτη που μπορούν να μας παράσχουν τα πελάγη μας.
Αφού το ελληνικό Εμπορικό Ναυτικό είναι το πρώτο στον κόσμο, η προσέλκυση των κεφαλαίων των Ελλήνων εφοπλιστών, που αποτελούν τους πλέον πλούσιους ανθρώπους του πλανήτη, θα μπορούσε να αποφέρει σήμερα τεράστια ωφέλη για τη χώρα. Η σημερινή γραφειοκρατία που μαστίζει τη χώρα μας τους ωθεί όμως δυστυχώς να επενδύσουν τα τεράστια κεφάλαιά τους στα χρηματιστήρια της Ν. Υόρκης και του Λονδίνου, αντί να τα επενδύσουν παραγωγικά και με σημαντικό κέρδος για τους ίδιους, σε σημαντικές παραγωγικές υποδομές για τον τουρισμό, τη γεωργία, τη βιοτεχνία, τη βιομηχανία κλπ. στην πατρίδα μας. Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, οι Κυβερνήσεις μας σφυρίζουν αμέριμνες, δείχνοντας πλήρη αδιαφορία σχετικά με το όλο θέμα…
Οι πεδιάδες της πατρίδας μας μπορούν με τη βοήθεια του ιδιαίτερα ευνοϊκού κλίματός της να παράγουν όλα τα είδη φρούτων και λαχανικών, λάδι, εσπεριδοειδή, κρασί, δημητριακά, βαμβάκι κλπ. που δεν είναι δυνατόν να παραχθούν πουθενά αλλού στον κόσμο, στην ποιότητα αυτή. Οι πλαγιές της, στις ορεινές περιοχές της, μπορούν να παράγουν πρώτης ποιότητος κρέας και γάλα και να αναπτύξουν σημαντικές βιομηχανίες κρέατος, αλλαντικών, αλλά και γαλακτοκομικών προϊόντων που θα μπορούσαν μαζί με όλα τα παραπάνω προϊόντα και με τη σωστή τυποποίησή τους να κατακλύσουν όλες τις αγορές του κόσμου, εξασφαλίζοντας χιλιάδες θέσεις εργασίας για όλους.
Παρόλα αυτά, δεν ξέρω γιατί, έχουμε εμποτιστεί με την ιδέα ότι όλα αυτά είναι πράγματα που δεν μπορούμε να τα κάνουμε εμείς, αφού εμείς δεν είμαστε π.χ. ΅Γερμανοί”…
Kι όμως κι εμείς, θα μπορούσαμε με μια σωστή διαχείριση όλων αυτών των πλουτοπαραγωγικών πηγών, με την πάταξη της γραφειοκρατίας, με τη δημιουργία σωστών δομών και υποδομών, καθώς και με την ψήφιση νόμων που θα προστάτευαν τον κόπο και το μόχθο του παραγωγού, αλλά θα εξασφάλιζαν και το λογικό και θεμιτό κέρδος του εμπόρου και θα διευκόλυναν τη διάθεση και την εξαγωγή των προϊόντων αυτών. Επίσης και με την ευρύτερη εκμετάλλευση του ελληνικού ηπειρωτικού και υποθαλάσσιου ορυκτού πλούτου, όπως πρόσφατα έχει αρχίσει να προσπαθεί να επιτύχει και η Κύπρος, να γίνουμε μια από τις πλέον ευημερούσες χώρες του κόσμου. Μια χώρα που θα όφειλε, αν όλα γίνονταν σωστά από αντίστοιχες ελληνοκεντρικές κυβερνήσεις που δυστυχώς δεν διαθέτουμε μέχρι σήμερα, όχι μόνο να μη χρωστάει δεκάρα σε κανέναν, αλλά να είναι και μία από τις λίγες ευημερούσες χώρες με ακμάζουσα οικονομία, για το σύνολο των πολιτών της στον κόσμο, αντάξια της τρισχιλιόχρονης και πλέον, διαρκούς και ένδοξης ιστορικής παρουσίας της στην περιοχή…

Ποιὸς ἀγαπάει ἀληθινὰ σήμερα;

Βουλγαράκης Ἠλίας


Συνέντευξη μὲ τὸν Καθηγητὴ κ. Ἠλία Βουλγαράκη

ΕΡΩΤΗΣΗ: Πολὺ συχνὰ χρησιμοποιοῦμε τὴ λέξη ἀγάπη στὴν καθημερινή μας ζωή. Τί ἀκριβῶς ἐννοοῦμε;


ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗΣ:
Δὲν μπορεῖ κανεὶς ν' ἀπαντήσει εὔκολα στὸ ἐρώτημά σας, γιατί δὲν νομίζω ὅτι ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῶν ἀνθρώπων ὑπάρχει ἕνας ἑνιαῖος τρόπος ποὺ ἀντιλαμβάνονται τὴν ἀγάπη. Βλέπουμε συχνὰ νὰ χρησιμοποιεῖται ἡ λέξη μὲ τόσο διαφορετικὰ νοήματα. Ἀπὸ τὸ «κάνω ἀγάπη» ποὺ μπορεῖ νὰ δηλώνει ἀκόμη καὶ μία ἀνέραστη σωματικὴ ἐπαφή, ὥς τὴν ἀγάπη σὰν βαθειὰ κοινωνία ἑνὸς ζευγαριοῦ γερόντων, ἀπὸ τὴν ἀγάπη ποὺ ἔχει κίνητρο τὸ συμφέρον, ἔστω κι ἂν δὲν τὸ συνειδητοποιοῦμε, ὥς τὴν ἀγάπη ποὺ εἶναι ὁλοκληρωτικὴ ἀφοσίωση, ἀπὸ τὴν ἀγάπη στὸ Θεὸ γιὰ νὰ εἰσπράξουμε μία ἐλπίζομενη ἀνταπόδοση, ὥς τὴν ἀγάπη ποὺ εἶναι ἕνα καθολικὸ δόσιμο τοῦ ἑαυτοῦ μας σ' Αὐτόν, ὑπάρχει τεράστια διαφορά. Συνήθως οἱ ἄνθρωποι συλλογιοῦνται, ζοῦν καὶ μιλοῦν γιὰ τὴν ἀγάπη, βλέποντας μόνο μία της πλευρά, δηλαδὴ μὲ τρόπο ἀποσπασματικό. Ἄλλοτε τὴ βιώνουν ἀρρωστημένα, σὲ μορφὲς ποὺ ἀνήκουν στὴν παθολογία της. Κάποτε, καὶ δὲν εἶναι αὐτὸ καθόλου σπάνιο, τὴ ζοῦν μέσα στὴν πλήρη ἄρνησή της, ποὺ δὲν εἶναι τὸ μίσος ὅπως συνήθως πιστεύουμε, ἀλλὰ ὁ ἐγωισμός.

ΕΡΩΤ.: Σύμφωνα μὲ τὴ χριστιανικὴ θρησκεία, ποιὰ εἶναι ἡ σωστὴ ἔννοια τῆς ἀγάπης;


ΒΟΥΛ: Ἡ χριστιανικὴ θρησκεία δέχεται ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι καθολικὸ φαινόμενο, ποὺ δὲν ἀπαντιέται μόνο στοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ σ' αὐτὰ τὰ ζῶα. Δέχεται ἀκόμη ὅτι ὁλόκληρο τὸ σύμπαν εἶναι δημιουργημένο ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ ὅτι λειτουργεῖ, στὴν πιὸ βαθειά του δομή, σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους της. Ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ ἄξονας γύρω ἀπὸ τὸν ὁποῖο περιστρέφεται ὁλόκληρος ὁ κόσμος. Ἀκόμη καὶ τὸ κακό, ὅσο κι ἂν φανεῖ αὐτὸ ποὺ λέγω τολμηρό, ὑπακούει στὸ νόμο τῆς ἀγάπης. Κανεὶς δὲν κάνει τὸ κακὸ χωρὶς νὰ ἀποβλέπει στὸ προσωπικό του καλό, δηλαδὴ ἀπὸ μία κίνηση ἀγάπης γιὰ τὸν ἑαυτό του, ὅσο κι ἂν ἡ ἀγάπη αὐτὴ εἶναι διαστροφή. Ἡ χριστιανικὴ θρησκεία δέχεται, ὅτι τὸ ἀληθινὸ νόημα τῆς πραγματικῆς καὶ σωστῆς ἀγάπης βρίσκεται στὸ Θεό. Ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης τὸ λέγει αὐτό, ὅταν σὲ μία ἐπιστολὴ του γράφει: «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστὶ» (Α' Ἰωαν. Δ' 8). Ἡ ἴδια ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη αὐτὴ τοῦ Θεοῦ φανερώθηκε καὶ φανερώνεται μὲ πολλοὺς τρόπους. Ὁ πιὸ μεγαλειώδης εἶναι ἡ ἀπόφασή Του νὰ στείλει τὸν Υἱόν του στὴ γῆ, ποὺ γίνεται ἄνθρωπος ὅπως καὶ μεῖς, θυσιάζεται, μὲ μοναδικὸ σκοπὸ νὰ σώσει ὅλους τους ἀνθρώπους. Αὐτὴ ἡ ἀνεπανάληπτη χειρονομία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μᾶς διδάσκει, ὅτι ἡ ἀγάπη, στὸ πιὸ βαθύ της νόημα, εἶναι μία ἄρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας, μία πορεία πρὸς τὸν ἄλλο.

ΕΡΩΤ.: Θὰ λέγαμε, λοιπόν, πὼς ἡ δυσκολία στὴν ἐπικοινωνία μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ποὺ τὴν αἰσθανόμαστε τόσο ἔντονα, ἔχει σχέση μὲ τὴν ἔλλειψη χριστιανικῆς ἀγάπης;


BΟΥΛ.: Δὲν ἔχω καμμιὰ ἀμφιβολία πάνω σ' αὐτό. Ἡ ἔλλειψη ἀγάπης ἤ καλύτερα ἡ διαστροφή της, ποὺ εἶναι ὁ ἐγωισμός, εἶναι ἡ αἰτία τοῦ κάκου. Ὁ ἐγωισμὸς εἶναι μία μορφὴ ἀγάπης μὲ ἀνάδρομη κατεύθυνση. Ἀντὶ νὰ πορεύεται πρὸς τὸν ἄλλο, ἀναδιπλώνεται στὸν ἑαυτό της. Ἀντὶ νὰ ὁδηγεῖται σὲ μία ἕνωση μὲ τὸν ἄλλο, καταλήγει στὴ διάστροφη μορφή της, τὴν αὐτοένωση, δηλαδὴ τὴ μόνωση. Ἀντὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ προσφέρεται στὸν ἄλλο γιὰ νὰ χαρεῖ μαζί του τὴν ὀμορφιὰ τῆς ἐπικοινωνίας, ἐκμεταλλεύεται τὸν ἄλλο γιὰ νὰ φτάσει στὴν πλήρη διάσπαση καὶ στὴ μοναξιά. Πολὺ φοβοῦμαι, ὅτι αὐτὴ ἡ μοναξιὰ εἶναι ἡ ἀρρώστια τοῦ αἰώνα μας, τὸ μεγάλο τίμημα ποὺ πληρώνουμε γιατί ἀρνηθήκαμε τὴ χριστιανικὴ ἀγάπη. Κάτι ἐκκλησιαστικὰ κείμενα περιγράφουν τὴν κόλαση σὰν ἕνα τόπο ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ εἶναι μαζί, ἀλλὰ θὰ στέκονται πλάτη μὲ πλάτη, δηλαδὴ δὲν θὰ μποροῦν νὰ κυττάζονται στὸ πρόσωπο, δὲν θὰ μποροῦν νὰ ἐπικοινωνοῦν. Πολὺ φοβοῦμαι ὅτι ἡ μορφὴ αὐτῆς τῆς κολάσεως δὲν μᾶς εἶναι ἄγνωστη.

ΕΡΩΤ.: Ποιὰ εἶναι ἡ σχέση μεταξὺ ἀγάπης καὶ εὐτυχίας;

BOΥΛ.: Ἡ καθημερινή μας πείρα μᾶς μιλάει γι' αὐτό. Ὅσοι, γιὰ κάποιο λόγο νοιώθουν τὸ ὄμορφο αὐτὸ συναίσθημα, καὶ ἔρχονται ἀρκετὲς στιγμὲς ποὺ σχεδὸν ὅλοι τὸ νοιώθουμε εἴτε στὸν ἀληθινὸ ἔρωτα, εἴτε στὴ μητρότητα, εἴτε στὴν πραγματικὴ φιλία, ξέρουμε ὅτι μᾶς γεμίζει χαρά. Κι εἶναι φυσικὸ αὐτὸ γιατί ὁ ἄνθρωπος στὴν οὐσία του εἶναι πλασμένος νὰ ἐπικοινωνεῖ κι ἡ ἀληθινὴ ἐπικοινωνία γίνεται, ὅπως εἴδαμε, μόνο μὲ τὴν ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη σοῦ σπάει τὰ δεσμὰ τῆς μοναξιᾶς ὅπου σ' ἔκλεισε ὁ ἐγωισμός, σὲ κάνει νὰ λειτουργεῖς καὶ πάλι σωστά, σύμφωνα μὲ τὸν ἀληθινὸ προορισμό σου, σὲ φέρνει σὲ ταυτότητα μὲ τὸν ἀληθινό σου ἑαυτό. Κάθε ὅμως μηχάνημα ἤ κάθε ὄργανο ποὺ λειτουργεῖ σωστὰ καὶ σύμφωνα μὲ τὸν προορισμὸ του εἶναι γαλήνιο. Ἡ γαλήνη αὐτὴ στὸν ἄνθρωπο δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ εὐτυχία. Κι ἐδῶ πρέπει νὰ προσθέσουμε κάτι ἄλλο. Ὅσο ἡ ἀγάπη αὐτὴ ξεμακραίνει ἀπὸ τὸν ἐγωισμό, ὅσο, δηλαδή, γίνεται πιὸ σωστὴ καὶ πιὸ ἀληθινή, τόσο πιὸ ὁλοκληρωτικὰ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος τὴν εὐτυχία.

ΕΡΩΤ.; Μπορεῖτε νὰ μᾶς ἀναφέρετε ἕνα παράδειγμα χριστιανικῆς ἀγάπης;

BOYΛ.: Τὰ παραδείγματα εἶναι ἄφθονα, ἔτσι ποὺ νὰ μὴν ξέρει κανεὶς πιὸ νὰ πρωτοδιαλέξει. Προτιμῶ, χωρὶς νὰ φύγω ἀπὸ τὸ ἐρώτημά σας, νὰ σᾶς πῶ ὅτι καὶ σ' αὐτὴ τὴ χριστιανικὴ ἀγάπη ὑπάρχουν σκαλοπάτια, φέρνω ἕνα παράδειγμα ἀπὸ τὴ διδασκαλία ἑνὸς ἁγίου, ποὺ προχώρησε πολὺ στὴν ἀγάπη. Ξέρω ὅτι τὰ λεγόμενά του πολλοὺς θὰ ξαφνιάσουν, ἄλλους θὰ ἀναστατώσουν κι ἄλλους θὰ ἐξοργίσουν. Εἶναι ὅμως ταυτόχρονα σίγουρο, ὅτι πολλοὺς ἄλλους θὰ τοὺς ὑποψιάσουν, τὸ λιγότερο, γιὰ τὸ πόσο μακριὰ μπορεῖ νὰ φτάσει κανεὶς μὲ τὴν ἀγάπη. Λέγει. λοιπόν, ὁ ἅγιος Δωρόθεος γιὰ τὶς διαφορετικὲς περιπτώσεις συμπεριφορᾶς μὲ ἀγάπη ἀπέναντι σὲ μία προσβολή, ποὺ γίνεται σ' ἕναν ἄνθρωπο. Ὁ πρῶτος δὲν θέλει νὰ ἀντιμιλήσει, ἀλλὰ ἡ συνήθεια τὸν παρασύρει. Ἕνας ἄλλος μὲ περισσότερη ἀγάπη ἀγωνίζεται νὰ μὴν πεῖ τίποτε, ἀλλὰ στενοχωριέται γιὰ τὴν προσβολή. Ἄλλος πιὸ τέλειος δὲν στενοχωριέται γιὰ τὴν προσβολὴ ἀλλὰ γιατί δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ὑποφέρει. Ἄλλος πάλι δὲν προσέχει τὴν προσβολή, ἀλλὰ λυπᾶται γιὰ τὴν ταραχὴ τοῦ ἄλλου. Τέλος ἕνας ἀκόμη πιὸ προχωρημένος στὴν ἀγάπη ἀναζητεῖ νὰ βρεῖ μέσα του τὸ ποσοστὸ τῆς εὐθύνης του γιὰ τὴν ταραχὴ ποὺ δοκιμάζει αὐτὸς ποὺ τὸν πρόσβαλε.

ΕΡΩΤ.: Κι ὅμως πολλὲς φορὲς ἀκοῦμε νὰ λένε ὅτι ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη εἶναι μία ἀδυναμία.


BOYΛ: Τὸ ἔχω κι ἐγὼ ἀκουστά, ἀλλὰ δὲν συμφωνῶ. Εἶναι δυνατὸ νὰ χαρακτηρίζουμε ὡς ἀδυναμία τὴ σωστὴ λειτουργία ἑνὸς ὀργάνου; Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀδυναμία τὸ νὰ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος σύμφωνα μὲ τὸν προορισμό του. Ἀντίθετα, ἀδυναμία εἶναι ἡ δυσλειτουργία, μὲ ἄλλα λόγια τὸ ἄγχος, ποὺ φέρνει μὲ τὴ σειρὰ του τὰ δῶρα τοῦ σημερινοῦ μας ἀνέραστου πολιτισμοῦ, δηλαδὴ τὶς ψυχώσεις καὶ τὶς νευρώσεις. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ δὲν εἶναι τὸ θύμα. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη δὲν εἶναι μία συνεχὴς ὑποχώρηση. Ἡ ἀγάπη εἶναι μία βαθειὰ δύναμη, ποὺ πηγάζει ἀπὸ μία ἐσωτερικὴ ἰσορροπία. Ἡ δύναμη αὐτῆς τῆς ἀγάπης σοῦ διώχνει τὸ φόβο ἀπὸ τὴ ζωή σου. Ἔχεις δεῖ κανένα νὰ φοβᾶται αὐτὸν ποὺ ἀγαπᾶ; Ἡ ἀγάπη σου δίνει ἀκόμα μία εὐεργετικὴ ὑπεροχή. Αὐτὸ σὲ ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὴν εὐθιξία, ποὺ εἶναι τόσο συνηθισμένο φαινόμενο στοὺς ἀδύνατους.

ΕΡΩΤ.: Θὰ λέγαμε ὅτι τὸ συναίσθημα τῆς ἀγάπης ἐκφράζεται εὐκολώτερα καὶ πιὸ ὁλοκληρωμένα στὸν ἔρωτα;


ΒΟΥΛ.: Ὅσο κι ἂν μπορεῖ νὰ σᾶς ξαφνιάσει αὐτὸ ποὺ θὰ πῶ, εἶναι πάντως ἀλήθεια ὅτι στὰ συγγράμματα τῶν ἀρχαίων ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων χρησιμοποιεῖται πολὺ συχνὰ ἡ λέξη ἔρωτας ἀντὶ γιὰ τὴ λέξη ἀγάπη. Ἕνας μεγάλος ἀσκητής, ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας, ἔφτασε νὰ πεῖ (καὶ δὲν εἶναι μόνο αὐτὸς ποὺ τὸ εἶπε), ὅτι ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη στὸ Θεὸ πρέπει νὰ μοιάζει μὲ τὴν μανιασμένη ἀγάπη τοῦ ἐραστῆ γιὰ τὴν ἐρωμένη του. Ταυτόχρονα, ὅμως οἱ ἴδιοι συγγραφεῖς διακρίνουν τὸν ἔρωτα ἀπὸ τὴν ἀγάπη. Ὁ ἔρωτας ἀναφέρεται καὶ ἀφορᾶ δύο πρόσωπα, ἐνῶ ἡ ἀγάπη εἶναι κάτι πολὺ πιὸ γενικό. Ἄν, συνήθως, χρησιμοποιοῦμε τὸν ἔρωτα γιὰ νὰ πάρουμε μία εἰκόνα τῆς ἀγάπης, εἶναι ἐξίσου ἀλήθεια, ὅτι ὁ ἔρωτας εἶναι στὴν οὐσία του κάτι τὸ πιὸ μερικὸ ἀπὸ τὴν ἀγάπη, ὄχι μόνο σὲ ἔκταση, ἀλλὰ καὶ σὲ ποιότητα. Πολλὲς φορὲς στὸν ἔρωτα ἀγαπᾶμε ἀποσπασματικά. Ὁ ἔρωτας δὲν μπορεῖ νὰ καλύψει ὅλες τὶς περιπτώσεις ἀγάπης, ὅπως τὸν γεμάτο ἀμοιβαία ἀφοσίωση δεσμὸ ἑνὸς γεροντικοῦ ζευγαριοῦ, τὴν ἁπαλὴ ἐμπιστοσύνη τοῦ μικροῦ παιδιοῦ στοὺς γονεῖς του, τὴν ὄμορφη σχέση ποὺ δημιουργεῖ ἡ φιλία. Μεγάλο πράγμα ὁ ἔρωτας στὴ στεγνὴ ἀπὸ συναισθήματα ἐποχή μας, δὲν νομίζω, ὅμως, ὅτι μπορεῖ νὰ φτάσει τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὸ πλάτος τῆς ἀγάπης.

ΕΡΩΤ.: Εἶναι δυνατὸ νὰ λέμε ὅτι ἀγαπᾶμε ἕνα μόνο πρόσωπο καὶ ν' ἀδιαφοροῦμε γιὰ τοὺς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους;

BOYΛ.: Τί θὰ λέγατε γιὰ ἕνα γιὸ ποὺ ἀγαπᾶ τὴ μητέρα του ὥστε νὰ μὴν ἔχει μάτια νὰ δεῖ μία κοπέλλα; Δὲν ἔχει ἡ στάση του αὐτὴ κάτι τὸ ἄρρωστο; Τί θὰ λέγατε πάλι γιὰ ἕνα ἀντρόγυνο, ποὺ τόσο πολὺ ἀγαπιέται, ὥστε νὰ ἀρνιέται νὰ γεννήσει παιδιά, μήπως τοὺς πάρουν μέρος ἀπὸ τὴν μεταξύ τους ἀγάπη; Ὅταν ἡ ἀγάπη κλείνεται καὶ δὲν προσφέρεται πιὸ πέρα, χάνει τὴν ὀξυγόνωσή της καὶ μαραζώνει. Εἶναι, κατὰ βάθος, ἕνας ὁμαδικὸς ἐγωισμός, ποὺ δὲν μένει στὸ τέλος δίχως συνέπειες γι' αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν ἀγάπη. Ἀκόμα κι αὐτὴ ἡ ἀγάπη στὸ Θεό, ὅταν ἀποκλείει τοὺς ἄλλους, εἶναι ἀπόλυτα ἀπαράδεκτη. Μά, θὰ μοῦ πεῖτε, μπορῶ νὰ ἀγαπῶ ὅλους τους ἀνθρώπους; Κι ἐγώ, μὲ τὴ σειρά μου, θὰ ἔλεγα ὅτι, ὅταν ἕνας μπορέσει νὰ ἀγαπήσει σωστὰ κι ἀληθινὰ ἕναν ἄλλο, ἀνακαλύπτει μέσα του ὅτι, αὐτόματα, ἀγαπάει ὅλον τὸν κόσμο. Τὴν ἀλήθεια αὐτὴ διαπιστώνουμε ἀκόμα καὶ στὸν ἔρωτα. Ὅταν ἡ ψυχὴ τραγουδάει, τὰ μάτια βλέπουν ὅλο τὸν κόσμο διαφορετικά. Μὲ τὸ νὰ λέμε, ὅμως ὅτι ἀγαπᾶμε ὅλους τους ἀνθρώπους, δὲν σημαίνει πὼς πρέπει νὰ φορτωθοῦμε ἐπάνω μας τὴν εὐθύνη γιὰ ὅλους. Ἀρκεῖ ἀκόμα ἕνα κάποιο χαμόγελο, ἕνας ζεστὸς λόγος, ἕνας πρόσχαρος χαιρετισμός, δύο κουβέντες παρηγοριᾶς, μία διάθεση νὰ δώσουμε λίγη προσοχὴ στὸν ἄλλο, μία προθυμία νὰ τὸν ἀκούσουμε, μία στάση φιλικὴ σὲ στιγμὲς ἐντάσεως καὶ ἐκνευρισμοῦ, λίγη περισσότερη ὑπομονὴ ἡ κατανόηση καὶ τόσα ἄλλα.

ΕΡΩΤ.: Ποῦ ὀφείλεται τὸ ὅτι πολλοὶ ἀπὸ μᾶς δὲν μποροῦν νὰ νοιώσουν αὐτὸ τὸ συναίσθημα;


BOYΛ.: Ἀπὸ ὅσα εἴπαμε πιὸ πάνω, θὰ μποροῦσε νὰ δοθεῖ σὰν ἀπάντηση ὅτι δὲν νοιώθουμε τὴν ἀγάπη, γιατί δουλεύουμε στὸν ἐγωισμό. Ἀλλὰ ἡ ἀπάντηση αὐτὴ εἶναι μία ἁπλὴ μετάθεση τοῦ ἐρωτήματος. Γιατί τότε εἴμαστε ἐγωιστές; Φοβοῦμαι ὅτι, γιὰ τὴν ἔκταση ποὺ ἔχει πάρει ὁ ἐγωισμὸς σήμερα, φταίει κατὰ ἕνα μεγάλο μέρος, ἡ ἐποχή μας. Ἐνῶ σήμερα ἔχουμε δώσει τόση ἀξία στὸν ἄνθρωπο, στὶς προσωπικές μας σχέσεις, ἔχει μειωθεῖ ἡ πίστη μας σ' αὐτόν. Οἱ ἄνθρωποι μᾶς ἀπογοητεύουν. Δὲν τοὺς ἐμπιστευόμαστε. Ἔτσι, κλεινόμαστε ὁλοένα καὶ περισσότερο στὸν ἑαυτό μας. Ἐμπιστευόμαστε ὁλοένα καὶ περισσότερο στὶς δυνάμεις μας. Εἶναι βαρὺς ὁ κλῆρος τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου νὰ ἐξαρτᾶ τὰ πάντα ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Γιατί, ὅμως, χάσαμε τὴν πίστη μας στὸν ἄνθρωπο; Προσωπικὰ δὲν ἔχω ἀμφιβολία, ὅτι αὐτὸ ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι χάσαμε τὴν πίστη μας στὸ Θεό. Σκεφθεῖτε γιὰ λίγο αὐτὸ ποὺ σᾶς λέω. Ἡ ἀπιστία ἤ ἡ ἀμφιβολία βαραίνει πάνω στὴν ὕπαρξή μας. Μᾶς ἀποδυναμώνει τὴν ἐλπίδα. Μᾶς ἀφαιρεῖ τὴ δυνατότητα νὰ χαλαρώσουμε. Εἴμαστε σφιγμένοι. Ἀφοῦ δὲν ἔχουμε κάποιον νὰ ἐνδιαφέρεται γιά μᾶς, αὐτόματα τὸ συναίσθημα τῆς αὐτοσυντηρήσεως μεγαλώνει. Προσπαθοῦμε, στὴν ἀπελπισία μας, νὰ κρατηθοῦμε ἀπ' ὅ,τι βροῦμε.

ΕΡΩΤ.: Πῶς μποροῦμε νὰ αἰσθανθοῦμε ἀγάπη γιὰ τὸν ἄλλο; Εἶναι κάτι ποὺ ὑπάρχει ἔμφυτο σὲ ὁρισμένους ἤ μπορεῖ νὰ καλλιεργηθεῖ;


BOYΛ.: Ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι προνόμιο ὁρισμένων. Εἶναι κάτι ἔμφυτο στὸν ἄνθρωπο. Ἁπλὴ ἀπόδειξη εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὅλοι μας, ἀνεξαιρέτως, ἀπὸ τὴ μία μεριὰ πικραινόμαστε βαθιά, ὅταν δὲν μᾶς ἀγαποῦν καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἐπιθυμοῦμε ζωηρὰ νὰ μᾶς προσφέρουν ἀγάπη. Ἡ δυσκολία εἶναι νὰ τὴν δείξουμε κι ἐμεῖς. Ἔχω ἀκούσει ἀρκετοὺς νὰ λένε ὅτι «θὰ παντρευτῶ ἀπὸ ἀγάπη κι ὅσο αὐτὴ ὑπάρχει, θὰ κρατήσω τὸ δεσμό μου». Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ παίρνουν, δυστυχῶς τὴν ἀγάπη σὰν κάτι δεδομένο, ποὺ ὑπάρχει ἤ δὲν ὑπάρχει, κι ὄχι σὰν κάτι ποὺ σὲ καλεῖ νὰ τὸ φροντίσεις, νὰ τὸ καλλιεργήσεις καὶ νὰ τὸ ἀναπτύξεις. Ἄν, ὅμως, ἡ ἀγάπη ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὴν εὐτυχία μας, καὶ εἴδαμε ὅτι ἔτσι εἶναι, τότε ἀξίζει τὸν κόπο νὰ παλαίψουμε γι' αὐτήν. Πρέπει, ὅμως στὴν προσπάθειά μας, νὰ ξεκινήσουμε σωστά. Ὅπως σὲ κάθε ἀγώνα, ἔτσι καὶ σ' αὐτὸν χρειάζεται μία τεχνική. Πρέπει πρῶτα ἀπ' ὅλα, νὰ πιστέψουμε ὅτι ἡ ἀγάπη μᾶς συμφέρει. Ἀμφιβάλλουμε γι’αὐτό; Ἂς κάνουμε μία δοκιμή. Ἂς χαλαρώσουμε γιὰ λίγο κι ἂς δείξουμε ἀγάπη. Τὶς περισσότερες φορὲς θὰ τὴν εἰσπράξουμε. Θὰ βροῦμε ἀνταπόκριση. Παρατηροῦμε ἔτσι, ὅτι ὁ κόσμος δὲν εἶναι τόσο κακός, ὅσο φανταζόμαστε. Διαπιστώνουμε ὅτι ἔχει ἀκόμα εὐαισθησία. Ἂν συνεχίσουμε τὸ πείραμα θὰ δοῦμε σιγὰ-σιγὰ ὅτι οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀλλάζουν γύρω μας. Στὴν πραγματικότητα, ἔχουμε ἀλλάξει ἐμεῖς. Θέλουμε νὰ προχωρήσουμε πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτή; Πρέπει τότε νὰ στρέψουμε τὴν φροντίδα μας μέσα στὸν ἑαυτό μας, γιὰ νὰ καλυτερέψουμε τὴν ποιότητα τῆς ἀγάπης μας. Κι αὐτὸ θὰ γίνεται ὅσο πιὸ πολὺ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὸν ἐγωισμό. Ἀπὸ δῶ καὶ πέρα χρειάζεται ἡ ἄσκηση. Κι ἄσκηση δύσκολη, ἀλλὰ καὶ εὐχάριστη. Τὸ πόσο θὰ τραβήξει ἡ ἄσκηση αὐτὴ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ στόχο ποὺ βάζουμε καὶ ἀπὸ τὴν πίστη μας στὴν ἀξία τῆς ἀγάπης. Καὶ στὴν ἄσκησή μας γιὰ τὴν ἀγάπη ἔχουμε Κάποιον, ποὺ εἶναι πρόθυμος νὰ μᾶς βοηθήσει. Εἶναι Αὐτός, ποὺ τὴν ἔζησε στὴν τέλειά της μορφὴ καὶ μᾶς τὴ δίδαξε μὲ τόσους τρόπους, ἕνας ἀπὸ τοὺς ὁποίους εἶναι τὸ ἀνέβασμά Του πάνω στὸ σταυρό.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...