Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Οκτωβρίου 16, 2011

Ἡ ἀκαρπία-Αυγουστίνου Καντιώτου

πηγη ΑΚΤΙΝΕΣ


Ἡ ἀκαρπία

(Ομιλία του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου)

Ωραῖο, ἀγαπητοί μου, εἶνε τὸ θέαμα τῆς ὑπαίθρου τὶς μέρες αὐτὲς τοῦ φθινοπώρου. Ἀρχίζει μάχη γιὰ τὴ σπορά.Χαρὰ Θεοῦ!
Οἱ γεωργοὶ κάνουν τὸ σταυρό τους καὶ πιάνουν δουλειά, γιὰ νὰ πέσῃ ὁ σπόρος στὴ γῆ. Ἐμπιστεύονται τὶς ἐλπίδες τους στὸν Κύριο. Ἀλλ᾿ ἂν εἶνε ὡραῖο στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων τὸ θέαμα τῆς σπορᾶς στοὺς ἀγρούς, ἀσυγκρίτως ὡραιότερο στὰ μάτια τῶν ἀγγέλων εἶνε τὸ θέαμα μιᾶς ἄλλης σπορᾶς, σπορᾶς πνευματικῆς, ποὺ γίνεται στὶς ψυχές. Σπέρνει συνεχῶς ὁ Κύριος· σπόρος ἡ ἀλήθεια του, γῆ οἱ καρδιές μας. Ἑκατομμύρια ἀντίτυπα τῆς ἁγίας Γραφῆς τυπώνονται καὶ κυκλοφοροῦν. Χιλιάδες κήρυκες κηρύττουν. Καὶ τώ-ρα, ποὺ τελειοποιήθηκαν τὰ μέσα ἐπικοινωνίας καὶ ἐνημερώσεως, καὶ διὰ τῶν αἰθέρων μεταδίδεται ἡ φωνὴ τοῦ κηρύγματος παντοῦ. Ἀλλ᾿ ὑπάρχει καὶ κάτι λυπηρό. Ἀπὸ τὰ ἑκατομμύρια, ποὺ ἀκοῦνε τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου, ἐλάχιστοι εἶνε ἐκεῖνοι ποὺ τὸ πιστεύουν καὶ τὸ ἐφαρμόζουν. Οἱ ἄλλοι; Εἶνε ἄκαρποι, ὅπως λέει ὁ Κύριος στὴν παραβολὴ τοῦ σπορέως. Ἀλλὰ ποιά εἶνε ἡ αἰτία τῆς ἀκαρπίας αὐτῶν τῶν ψυχῶν; Ὁ Κύριος ἀπαντᾷ· οἱ ἴδιοι!

Ἀπ᾽ αὐτοὺς ἄλλοι μὲν μοιάζουν μὲ πατημένοδρόμο, ἄλλοι μὲ πετρῶδες ἔδαφος, καὶ ἄλλοι μὲ ἀκανθοφόρο γῆ. Ἂς δοῦμε ὅμως κάπως λεπτομερέστερα τὴν ἑρμηνεία τῆς παραβολῆς.
Ἡ πρώτη αἰτία, ἀγαπητοί μου, ποὺ δὲν καρ-ποφορεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶνε ἡ ἀνευλάβεια ποὺ ἔχουν πολλοί. Καὶ τὴν ἀνευλάβεια τὴ δημιουργεῖ κυρίως ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ ἑωσφορικὴ ἰδέα ὅτι αὐτοί, ὡς ἀνώτερα πνεύματα, δὲν ἔχουν ἀνάγκη τὰ ἁπλᾶ λόγια τῶν ἁλιέων τῆς Γαλιλαίας. Περιφρονοῦν τὸ εὐαγγελικὸ κήρυγμα. Τοὺς φαίνεται μωρία. Ἂν βρεθοῦν σὲ θρησκευτικὴ ὁμιλία, εἰρωνεύονται· «Αὐτὰ ποὺ λέει ὁ κήρυκας εἶνε γιὰ νήπια…». Αὐτοὶ εἶνε σοφοί, βλέπετε, καὶ θέλουν ν᾿ ἀκοῦνε ῥητορεία Δημοσθένους καὶ διαλεκτικὴ Σωκράτους!…
Δὲν προσέχουν τὴν οὐσία τῶν λόγων, ποὺ εἶνε πνεῦμα καὶ ζωή, ἀλλὰ τὴ μορφή, τὶς λέξεις.Στέκονται κάτω ἀπ᾽ τὸν ἄμβωνα ὄχι σὰν ἀκροαταὶ ποὺ διψοῦν ν᾿ ἀκούσουν τὴν ἀλήθεια ἀλλὰ σὰν κριταί. Ἀλλοίμονο ἂν ὁ ἱεροκήρυκας πέσῃ σὲ κανένα συντακτικὸ λάθος· εἶνε ἕτοιμοι νὰ τὸν διαπομπεύσουν. Ἀλλὰ ὁ λόγος αὐτός , ποὺ αὐτοὶ ἐπικρίνουν, θὰ κρίνῃ καὶ αὐτοὺς καὶ τὸν κόσμο ὁλόκληρο. Διότι τὸ κήρυγμα δὲν εἶνε κοσμικὴ λογοτεχνία. Ὁ γιατρὸς ὅταν συνιστᾷ ἕνα φάρμακο δὲν ῥητορεύει, καὶ ὁ γνήσιος κήρυκας δὲν ἀνεβαίνει στὸ βῆμα γιὰ νὰ παρατάξῃ φανταχτερὲς λέξεις καὶ εἰκόνες καὶ νὰ ἱκανοποιήσῃ αἰσθητικὲς ἰδιοτροπίες· ἐμφανίζεται ἀπὸ ἐσωτερικὴ ἐπιταγὴ ὡς πρέσβυς τοῦ Κυρίου γιὰ ν᾽ ἀναγγείλῃ μὲ φόβο Θεοῦ καὶ νὰ ἑρμηνεύσῃ μὲ ἁπλᾶ λόγια τὸ διάγγελμα τοῦ ἐσταυρωμένου Βασιλέως· «Μετανοεῖτε­ καὶ­ πιστεύετε ­ἐν ­τῷ ­εὐαγγελίῳ »(Μᾶρκ. 1,15). Ἀλλὰ δυστυχῶς τὰ θέματα περὶ μετανοίας καὶ πίστεως, ποὺ εἶνε τὰ βαθύτερα καὶ ὑψηλότερα ἀπ᾽ ὅλα, δὲν συγκινοῦν αὐτοὺς ποὺ ἀρέσκονται σὲ λεκτικὰ καρυκεύματα. Ἀκοῦνε ἀδιάφορα ἢ γελοῦν , ὅπως οἱ σύγχρονοι τοῦ Νῶεὅταν ἐκεῖνος τοὺς ἔλεγε ὅτι ὁ κόσμος θὰ καταστραφῇ, ἢ ὅπως οἱ ἐπικούρειοι ἀκροαταὶ τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὅταν ἐκεῖνος τοὺς ἔλεγε ὅτι οἱ νεκροὶ θ᾿ ἀναστηθοῦν. Γελοῦν. Ἂς γελοῦν· θά ᾽ρθῃ ὥρα ποὺ θὰ κλάψουν πικρά.
Αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ ἀκροαταὶ μοιάζουν κ τὰ τὴν παραβολὴ μὲ τὸν πατημένο δρόμο. Εἴδατε νὰ φυτρώνουν ἄνθη στὸ δημόσιο δρόμο,ποὺ τὸν πατοῦν διαρκῶς ἄνθρωποι καὶ ἁμάξια; Ἔτσι καὶ στὶς ψυχὲς τῶν ὑπερηφάνων δὲν ἀνθεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὑπερηφάνεια σκλή-ρυνε τὴ συνείδησί τους. Ἡ καρδιά τους ἔγινεπέρασμα τῶν ἐναερίων πνευμάτων, τὰ ὁποῖαδὲν ἀφήνουν οὔτε σπυρὶ ἀληθείας στὴν ἐπιφάνειά της. Ὦ ὑπερήφανες καρδιές! ἂν δὲν ταπεινωθῆτε «ὡς­τὰ­ παιδία» (Ματθ. 18,3), ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἔστω κι ἂν ἐξαγγέλλεται ἀπὸ ἕνα Χρυσόστομο ἢ Μέγα Βασίλειο, δὲν πρόκειταινὰ ῥιζώσῃ καὶ νὰ καρπίσῃ μέσα σας. Ἀλλ᾽ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ὑπερήφανη καρδιὰ ὑπάρχει καὶ ἡ δειλή. Ὅσοι εἶνε δειλοὶ ἀκοῦνε στὴν ἀρχὴ μὲ εὐλάβεια καὶ χαρὰ τὸ κήρυγμα.Συγκινοῦνται, ἀναστενάζουν, δακρύζουν. Κι ὁ ἱεροκήρυκας σχηματίζει τὴν ἰδέα, ὅτι αὐτοὶθὰ ἐξελιχθοῦν σὲ σπουδαίους Χριστιανούς. Πόσο ὅμως πλανᾶται! Ἔρχονται περιστάσειςκαὶ ἀποδεικνύεται, ὅτι οἱ ἀκροαταὶ αὐτοὶ δὲνἔχουν ῥίζα καὶ βάθος.Διώκονται γιὰ τὴν πίστι; κινδυνεύει ἡ ζωήτους; ἢ ἐξ αἰτίας τηρήσεως τοῦ θείου νόμουἀπειλοῦνται τὰ ὑλικά τους συμφέροντα; θὰ κάνουν ὑποχώρησι, θὰ ποῦν ψέμα, θὰ κατα-πατήσουν τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς, θ᾽ ἀγνοήσουν φιλίες καὶ ὑποχρεώσεις, θὰ κολάσουν τὴν ψυχή τους γιὰ ν᾽ ἀποφύγουν μιὰ ὑλικὴ ζημιά.
Καλὴ ἡ Θρησκεία, ἐφ᾿ ὅσον δὲν ζητάει θυσίες! μόλις στὸν ὁρίζοντα προβάλῃ ὁ σταυρός, ὁ διωγμὸς δηλαδή, τότε τὰ ὡσαννὰ σταματοῦν, ὁ ἐνθουσιασμὸς πέφτει, ὁ ζῆλος μαραίνεται, καὶ ὁ δειλὸς χριστιανὸς ἐγκαταλείπει τὴ μάχη.Καὶ ὄχι μόνο ἐν καιρῷ διωγμοῦ ἀλλὰ καὶ ἐν καιρῷ θλίψεως . Παρατηρῆστε. Συμβαίνει δυστύχημα στὴν οἰκογένεια; ἔρχεται ὁ θάνατος; Ὁ δειλὸς ταράζεται, γογγύζει κατὰ τῆς θείας προνοίας· παύει νὰ ἐκκλησιάζεται, νὰ μελετᾷ καὶ νὰ προσεύχεται. «Ἀφοῦ ἤμουν τόσο καλός», λέει, «γιατί νὰ μοῦ ἔρθῃ τὸ δυστύχημα;». Βλέπει δηλαδὴ τὶς σχέσεις του μὲ τὸν Κύριο ἐμπορικά. «Σὲ ἀγαπῶ, Κύριε! πρέπει νὰ
μοῦ δώσῃς ὅλα τ᾽ ἀγαθά. Ἔτσι θὰ σ᾽ ἀγαπῶ περισσότερο». Αὐτὸς εἶνε ὁ συμφεροντολόγο ςθρῆσκος. Ἀλλ᾿ ἐὰν ὁ Κύριος ἀφαιρέσῃ κάτι ἀ-πὸ τὰ εἴδωλα ποὺ λατρεύει, τότε πικραίνεταικαὶ φεύγει ἀπὸ κοντά του. Δὲν εἶχε ῥίζα ὁ ἄνθρωπος αὐτός. Ἂν ἀγαποῦσε τὸ Θεὸ ἀνιδιο-τελῶς, θὰ ἔμενε πιστὸς μέχρι τέλους.Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δὲ μένει στὸν ὑπερή-φανο καὶ δὲν καρποφορεῖ σὲ ψυχὲς δειλῶν. Αὐτοὶ μοιάζουν μὲ τὴν πετρώδη γῆ , στὴν ὁποία ἔπεσε μὲν ὁ σπόρος καὶ βλάστησε, ἀλλὰμὲ τὶς πρῶτες καυστικὲς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου «ἐξηράνθη ­διὰ­τὸ μὴ­ ἔχειν ­ἰκμάδα»(Λουκ. 8,6).
Ἄκαρποι οἱ ὑπερήφανοι, ἄκαρποι οἱ δειλοί,ἀλλ᾿ ἄκαρποι καὶ ὅσοι κυριεύονται ἀπὸ Μέριμνες τοῦ βίου, ἀπάτη τοῦ πλούτου καὶ ἡδονές. Ἀπ᾽ τὸ πρωὶ ὣς τὸ βράδυ ὁ κόσμος κινεῖται πυρετωδῶς σὰν μηχανὴ μέσα σ᾽ ἕνα κύκλο μυρίων μεριμνῶν. Δὲν εἶνε μόνο οἱ φροντίδεςγιὰ τὴν τροφὴ καὶ τὸ ροῦχο· σ᾽ αὐτὲς προσθέτει καὶ νέες περιττὲς φροντίδες, ποὺ καταντοῦν κωμικές. Ἡ γυναίκα γιὰ καλλυντικά,βαφὲς καὶ ἀρώματα ξοδεύει χρήματα ἀλλὰ καὶ ὧρες πολύτιμες. Ὁ ἄντρας πάλι δὲ μπορεῖ χωρὶς τσιγάρο, χαρτοπαίγνιο, τυχερὰ παιχνίδια, ἀπολαύσεις Βάκχου καὶ Ἀφροδίτης.
Ψυχὴ ποὺ κυλιέται μέσα στὶς φροντίδες αὐτὲς μοιάζει κατὰ τὴν παραβολὴ μὲ χωράφι, ποὺδέχτηκε μὲν τὸν καλὸ σπόρο, ἀλλὰ μαζὶ μὲ τὸ σπόρο φύτρωσαν καὶ ἀγκάθια , ποὺ μεγάλωσαν, ἀπορρόφησαν τοὺς χυμοὺς τῆς γῆς κ᾽ ἔπνιξαν τὰ τρυφερὰ στάχυα. Ἀφαιρέστε ἀπ᾽ τὸ χωράφι τ᾽ ἀγκάθια, γιὰ ν᾽ ἀναπτυχθοῦν καὶ καρποφορήσουν τὰ στάχυα. Ἀφαιρέστε ἀπ᾽ τὶς ψυχὲς τὶς μέριμνες γιὰ τὰ μάταια, τὴ μανία τοῦ πλούτου καὶ τὶς ἡδονὲς τοῦ βίου, καὶ θὰ δῆτεν᾽ ἀναπτύσσωνται οἱ ἀρετὲς τοῦ Εὐαγγελίου.
Πολλὲς φορὲς ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὴ φωνὴ τοῦ Κυρίου. Κάνατε ἆραγε κάτι γενναῖο, ἀρχίσατε ζωὴ χριστιανική, παρουσιάσατε καρπούς;
Ἐὰν ναί, οἱ καρδιές σας εἶνε καλὴ γῆ·συνεχίστε. Ἐὰν ὅμως ὄχι, τότε κλάψτε γιὰτὴν ἀκαρπία καὶ ἀναζητῆστε τὴν αἰτία.Λίγες λέξεις ἄκουσαν οἱ Νινευῗτες ἀπὸ τὸν Ἰωνᾶ κ᾽ ἔδειξαν μετάνοια. Λίγα εἶδε κι ἄκουσε ὁ ἑκατόνταρχος Λογγῖνος τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ κι ἄλλαξε ζωή. Καὶ σύ, φίλη ψυχή, ποὺχρόνια ἀκοῦς τὶς σάλπιγγες τῶν οὐρανῶν, γιατί δὲν ἀλλάζεις;
Τί ἆραγε συμβαίνει στὴν καρδιά σου; Μήπως ἡ ὑπερηφάνεια σ᾽ ἔχει σκληρύνει; Μήπως ἡ δειλία καὶ τὸ συμφέρονδὲ σ᾽ ἀφήνουν νὰ σηκώσῃς τὸ σταυρό; Ἢ μήπως ἡ ζάλη κοσμικῶν φροντίδων, ἡ δίψα τοῦ χρήματος καὶ ἡ λύσσα τῶν ἡδονῶν σὲ κρατοῦν μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ τοῦ θείου λόγου; Καλλιέργησε τὴν καρδιά . Ζήτησε μὲ πίστιτὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου. Σύντριψε μὲ τὸ σφυρὶ τῆς ταπεινώσεως τὴν πέτρα τῆς ὑπερηφανείας.
Κάψε μὲ τὴ φλόγα τῆς προσευχῆς τ᾽ ἀγκάθια τῶν μεριμνῶν. Ὄργωσε βαθειὰ μὲ τὸ ἀλέτρι τῆς αὐταπαρνήσεως καὶ πέταξε τὰ μικρὰ ἢ μεγάλα ἐλαττώματα. Ὕψωσε στὸ κέντρο τὴ σημαία τοῦ σταυροῦ, νὰ τὴ βλέπουν ν᾿ ἀνεμίζῃ καὶ νὰ φεύγουν τὰ ἐναέρια πνεύματα καὶ νὰ μὴν ἁρπάζουν τὸ σπόρο. Φράξε μὲ τὸ φράχτη τῆς ἀδιαλείπτου προσοχῆς τὸ χωράφι. Πότιζε μὲ δάκρυασυνεχοῦς μετανοίας τὸ ἔδαφος τῆς καρδιᾶς,γιὰ νὰ γίνῃ καὶ σ᾽ ἐσένα ἐκεῖνο ποὺ ψάλλει ἡ Ἐκκλησία γιὰ ὅσους καλλιέργησαν τὴν ψυχήτους καὶ τὴν ἔκαναν κῆπο τοῦ Χριστοῦ· «Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς τῆς ἐρήμου τὸ γονον ἐγεώργησας­καὶ­τοῖς­ἐκ βάθους στεναγμοῖς εἰς ἑκατὸν τοὺς πόνους ἐκαρποφόρησας»
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Γραπτὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία μεταδόθηκε ἀπὸ τὸν ῾Ραδιοφωνικὸ Σταθμὸ Λαρίσσης τὸ 1949 στὴν καθαρεύουσα.

Αποτελεσματικότητα: εξέγερσις με Eurogendfor ή συνάθροισις με αίτημα πολιτειότητας;



Γράφει ο Νικόλαος Γεωργαντζάς*
Είναι αναγκαία η τακτική της βίαιης εξέγερσης, μέσα στην όλη στρατηγική ανατροπής του νυν σαθρού πολιτικού συστήματος της δυναστικής κομματοκρατίας και της αντικατάστασής του με ένα άλλο πολιτικό σύστημα; Ποιά τακτική θα έχει περισσότερη αποτελεσματικότητα, εκείνη της λαϊκής εξέγερσης με βία ή η ειρηνική λαϊκή συνάθροισις με αίτημα ‘πολιτειότητας’, δηλαδή αίτημα ανάκτησης της ιδιότητας του πολίτη, από Ελληνίδες και Έλληνες που επιθυμούν να ξαναγίνουμε πραγματικοί πολίτες;
Ποιές είναι οι επιλογές τακτικών γιά την ανατροπή και αντικατάσταση του νυν σαθρού πολιτικού συστήματος της δυναστικής κομματοκρατίας;
Τακτική επιλογή #1. Συνένωση όλων μα όλων των πολιτικών κινημάτων και πατριωτικών μετώπων, όχι κομμάτων, σε ένα ενιαίο ψηφοδέλτιο, με προκήρυξη εκλογών γιά την ανάδειξη προσωρινής λαϊκής κυβέρνησης κατά την διάρκεια της αναγκαίας συντακτικής εθνοσυνέλευσης.
Τακτική επιλογή #2. Σύμπραξη, χωρίς συνένωση, όλων μα όλων των πολιτικών κινημάτων και πατριωτικών μετώπων, όχι κομμάτων, σε ένα ενιαίο ψηφοδέλτιο, με προκήρυξη εκλογών γιά την ανάδειξη προσωρινής λαϊκής κυβέρνησης κατά την διάρκεια της αναγκαίας συντακτικής εθνοσυνέλευσης.
Εφ’ όσον και η συνένωση (τακτική επιλογή #1) και η σύμπραξη (τακτική επιλογή #2) δεν είναι αρεστές τακτικές, τότε ας γίνει απλά:
Τακτική επιλογή #3. Μία ειρηνική λαϊκή συνάθροισις όλων μα όλων των πολιτικών κινημάτων και πατριωτικών μετώπων, όχι κομμάτων, με αίτημα ‘πολιτειότητας’, δηλαδή αίτημα ανάκτησης της ιδιότητας του πολίτη, από Ελληνίδες και Έλληνες που επιθυμούν να ξαναγίνουμε πραγματικοί πολίτες.**
Αν και θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε ένα ενιαίο ψηφοδέλτιο, με προκήρυξη εκλογών γιά την ανάδειξη προσωρινής λαϊκής κυβέρνησης κατά την διάρκεια της αναγκαίας συντακτικής εθνοσυνέλευσης, η επιλογή και η εκτέλεση τηςτακτικής επιλογής #3 απαιτούν όλα τα ετερόκλητα ελληνικά κινήματα και πατριωτικά μέτωπα, χωρίς κόμματα, να συναχθούν σε μία ειρηνική λαϊκή συνάθροιση σε έναν κατάλληλο, μεγάλο, δημόσιο χώρο, π.χ., στο Ολυμπιακό Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, όπου θα καταθέσουν όλα τα κοινώς αποδεκτά από τον ελληνικό λαό πολιτικά τους αιτήματα, διατυπωμένα με ‘νομοθετική’ σαφήνεια.
Από την Δευτέρα 13 Ιουνίου 2011, ο Γιώργος Κοντογιώργης έκανε έκκληση στην ελληνική κοινωνία, ενόψει της περικύκλωσης της Βουλής στις 15/6/2011, να το πράξει με συγκεκριμένα πολιτικά αιτήματα και όχι σαν μία αποσπασματική διαδηλώση διαμαρτυρίας. Εκείνο γιά το οποίο υπάρχει άμεση Ανάγκη είναι πως ο ελληνικός μας κόσμος, η ελληνική μας κοινωνία πρέπει «να διατυπώσει με ‘νομοθετική’ σαφήνεια τα αιτήματά του/της και να είναι ρεαλιστικά.
Να αντιληφθεί [δηλαδή] ότι το μείζον πρόβλημα δεν είναι το μνημόνιο [με όλα τα χαράτσια που αυτό συνεπάγεται], αλλά οι λόγοι που οδήγησαν σ’αυτό. Ότι η διάσωση της χώρας δεν είναι εφικτή χωρίς τη μεταβολή του πολιτικού συστήματος» .
Τακτική επιλογή #4. Λαϊκή εξέγερσις, είναι μία χωρίς αποτελεσματικότητα, επικίνδυνη τακτική, την οποία η συλλογικότητα όλων μα όλων των πολιτικών κινημάτων και πατριωτικών μετώπων, όχι κομμάτων, πρέπει να απορίψει ως μη αποτελεσματική. Διότι η τακτική τούτη μπορεί εύκολα να συμβάλλει τα μέγιστα στην επιβίωση και στην διαιώνιση του νυν σαθρού πολιτικού συστήματος της δυναστικής κομματοκρατίας.
Απεναντίας, ως συλλογικότητα, όλα μα όλα τα πολιτικά κινημάτα και πατριωτικά μέτωπα, όχι κόμματα, πρέπει από κοινού να επιλέξουν μία εκ’ των τριών τακτικών: #1 ή #2 ή #3. Και, επειδή η πολιτική ελευθερία γιά αυτοθέσμιση δεν βιώνεται ατομικά, αλλά συλλογικά μόνον, από την κοινωνία των πραγματικών πολιτών μιάς χώρας, να ρωτούν σε κάθε τους συνάθροιση: πότε επιτέλους θεσμοθετείται νομικά και νόμιμα εκείνος ο έρημος ο Δῆμος (Dēmos) Ελληνίδων και Ελλήνων πολιτών, ο οποίος προκύπτει από την άμεση Ανάγκη ώστε:
α) Ανεξαρτήτως πολιτεύματος, το πολιτικό σύστημα της Ελλάδος να ανήκει, δηλαδή να είναι κτήμα, της θεσμισμένης νομικά και νόμιμα ελληνικής κοινωνίας σε έναν Δήμο Ελληνίδων και Ελλήνων πολιτών. Μόνον έτσι μπορεί η ελληνική μας κοινωνία να είναι ο ‘εντολέας’ του όλου πολιτικού συστήματος, ενώ η εκάστοτε κυβέρνηση αμέσως ανακλητών αρίστων να πράττει μόνον ως ο ‘εντολοδόχος’ της ελληνικής κοινωνίας.
β) Όλη η ελληνική επικράτεια, συμπεριλαμβανομένης και της άμεσα θεσμισμένης ΑΟΖ/EEZ και , να ανήκει, δηλαδή να είναι κτήμα, του ελληνικού λαού.
Όσες και όσοι ενοχλούνται από ή προσποιούνται πως δεν κατανοούν τάχα τα παραπάνω δύο αιτήματα, μάλλον είναι ίσως οι άσπονδοι εχθροί του προτάγματος γιά την ελευθερία όλης της ελληνικής μας κοινωνίας και όλου του ελληνικού μας λαού. Ναι λοιπόν, τόσο απλό είναι!
*o Νικόλαος Κ. Γεωργαντζάς είναι Καθηγητής Συστημικής Δυναμικής
στο Πανεπιστήμιο Fordham, Νέα Υόρκη
** Περί του ορισμού του ποιές και ποιοί ακριβώς είμαστε οι Ελληνίδες και οι Έλληνες πολίτες, χρειάζεται μελέτη, διαλογισμός και διάλογος επί του άρθρου του Νίκου Σαραντάκου «Ισοκράτης και ελληναράδικη κοπτοραπτική»: Kαι επί τούτου βέβαια, την απάντηση θα την βρούμε όλοι μαζί.
(Ανάρτηση από Συγκλητική)

Η Eurogendfor ήρθε στην Ελλάδα;

H Eurogendfor πέρασε στην Ελλάδα από την Ηγουμενίτσα. Μία ολόκληρη Ταξιαρχία, αποτελούμενη από Γερμανούς και Ολλανδούς, με πολιτικά ρούχα και βαλιτσάκια με την ένδειξη της Ευρωπαϊκής Δύναμης Καταστολής Εξεγέρσεων (Eurogedfor) μπήκε στην Ελλάδα μέσω Ηγουμενίτσας και μετακινήθηκε στη Λάρισα, όπου -σύμφωνα με πληροφορίες- στρατοπέδευσε.
Ο μόνος χώρος που μπορεί να φιλοξενήσει έναν τέτοιο αριθμό ανδρών είναι το αεροδρόμιο της Π.Α. που πρόσφατα έκλεισε στην Λάρισα.
Την επομένη ημέρα της άφιξης των ανδρών της Eurogendfor μπήκαν από την Ηγουμενίτσα φορτηγά (νταλίκες) που μετέφεραν καμουφλαρισμένα (σκεπασμένα) τεθωρακισμένα οχήματα.
Η Ελληνική Δημοκρατία προφανέστατα έχει ήδη καταλυθεί από την κατοχική κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου. Οι εξελίξεις, όμως, φαίνεται πως είναι ραγδαίες, αφού πάρθηκε η απόφαση για την έλευση στην Ελλάδα της Ευρωπαϊκής Δύναμης Καταστολής. Με απλά λόγια, πέφτουν τα προσωπεία και το πολίτευμα διαταράσσεται και μεταβάλλεται σε χούντα με την βοήθεια των Ευρωπαίων «εταίρων» μας.
Μία ταξιαρχία της ευρωχωροφυλακής EGF εγκαταστάθηκε στην Λάρισα
(από Κλασσικοπερίπτωση)
Περιμένουμε τις αντιδράσεις τόσο των κομμάτων, όσο -κυρίως- της Ελληνικής Αστυνομίας και γενικότερα των Δυνάμεων Ασφαλείας και Άμυνας της χώρας, αφού έχουμε ένοπλες δυνάμεις εισβολής και κατοχής της πατρίδας μας. Ο Γιώργος Παπανδρέου κήρυξε τον πόλεμο στους Έλληνες, και τώρα φέρνει και τον… στρατό του!!!
Απ΄ότι φαίνεται επαληθεύεται η πληροφορία που είχαμε απο το πρωί, ότι δηλαδή τις δύο τελευταίες ημέρες πέρασε μέσω Ηγουμενίτσας μια ταξιαρχία της γνωστής EUROGENDFOR ή European Gendarmerie Force…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ: http://kostasxan.blogspot.com/2011/10/eurogendfor.html

Γιατί δεν θέλουν τους Έλληνες;


Σ’ ένα βιβλίο με τίτλο «Σκυλάνθρωποι» (Δημ. Μοσχόπουλου) είναι καταγεγραμμένη η ενδιαφέρουσα αφήγηση μίας Ελβετίδας, η οποία επεξηγεί γιατί οι Ευρωπαίοι και γενικότερα οι ξένοι, συμπεριφέρονται με ελεεινό τρόπο κατά των Ελλήνων. Η κοπέλα αναφέρεται σε κάποιον πλούσιο θείο της ονόματι Αλμπέρ που ζούσε κοντά στη Λοζάννη υπεραγαπώντας τα ζώα καί προστατεύοντας στη βίλα του πολλά από αυτά. Ένας φίλος του γιατρός απ’ τη Γενεύη του δώρισε ένα κουτάβι ράτσας «μποξέρ», που άκουγε στο όνομα «Τέλος», ενημερώνοντάς τον ότι άμα μεγαλώσει το καθαρόαιμο σκυλί χρειάζεται προσοχή διότι είναι επικίνδυνο!...
Πράγματι, σ’ ένα χρόνο είχε δυναμώσει τόσο πολύ που ήταν απλησίαστο. Ο πρώτος που την πλήρωσε ήταν ο κηπουρός που δέχτηκε επίθεση από το σκυλί με αποτέλεσμα να μείνει ένα μήνα ακίνητος στην κλινική έχοντας χάσει την γάμπα που την είχε φάει ο σκύλος και θα έμενε κουτσός σε όλη του τη ζωή με καρφιά στο πόδι του!
Ο Αλμπέρ απεφάνθη ότι ο σκύλος έπρεπε να εκπαιδευθεί για να αποκτήσει σωστή συμπεριφορά. Έφερε Γερμανό σκυλοδαμαστή και πράγματι σε 6 μήνες ο «Τέλος» ήταν «αρνάκι». Περιέργως όμως σε μία δεξίωση ο σκύλος ξαναεπιτέθηκε αιμοβόρικα σ’ έναν υπηρέτη και ευτυχώς γι’ αυτόν ο οδηγός της βίλας πυροβόλησε τον «Τέλος» και έβαλε τέλος στην άτακτη ζωή του!
Η στεναχώρια του Αλμπέρ ήταν απερίγραπτη ώσπου τον επισκέφτηκε ο δωρητής του σκύλου, ο γιατρός, ο οποίος εξήγησε στον περίλυπο φίλο του ότι ο σκύλος όσο καλά και να δαμαστεί κρατάει μέσα του κακία, ζήλια, μίσος, καί εκδικείται: «Τα ζώα δεν συγχωράνε ποτέ στον άνθρωπο την βελτίωση της συμπεριφοράς τους, γιατί νιώθουνε ότι αυτή η βελτίωση τ’ απομακρύνει από τη φύση τους… και όποτε δίνετε η ευκαιρία το μίσος εκρήγνυται». Για να κατανοήσει ο Αλμπέρ καλύτερα την συμπεριφορά του σκύλου, ο γιατρός κάνει τον εξής εκπληκτικό παραλληλισμό: «Είναι ακριβώς αυτό που συμβαίνει μ’ εμάς τους Ευρωπαίους καί τους Έλληνες! Αν υπάρχει μια φυλή στον κόσμο που κυριολεκτικά τη μισώ αφόρητα, αυτή η φυλή είναι οι Έλληνες»! Και τεκμηριώνει την άποψή του λέγοντας ότι στα γυμνασιακά του χρόνια ένιωθε «ψυχικά καταπιεσμένος. Διότι δεν μας διδάξανε τίποτα οι σοφοί μας διδάσκαλοι που να μην το ’χανε εξηγήσει, να μην το ’χανε ανακαλύψει, να μην το ’χανε πετύχει, να μην το ’χανε τελειοποιήσει οι Έλληνες! Κι αν κάποτε αναφέρανε κανένα άλλονε φτωχό συγγενή της γνώσεως και της σοφίας, όχι Έλληνα, στο τέλος προσθέτανε ότι αυτός ο κάποιος, ο φουκαράς βασίστηκε για την ανακάλυψή του πάνω σ’ ένα θεώρημα προγενέστερο κάποιου Έλληνα, πάνω σε μια παλιά σκέψη κάποιου άλλου Έλληνα, πάνω σ’ ένα έργο αιώνες πριν δοσμένο από κάποιον άλλο Έλληνα!... Σιγά σιγά ένιωθα πως οι γνώσεις μου, οι σκέψεις μου, τα αισθήματά μου, η προσωπικότητά μου, ο κόσμος μου, η ύπαρξή μου ως το έσχατο μόριο διαβρώνονταν και χρωματίζονταν απ’ αυτό που χαρακτηρίζουμε με την κλασική πια έκφραση ¨ελληνικό παρελθόν¨». Αυτά όλα καταστάλαζαν στα βάθη της ψυχής του γιατρού «ένα φλογερό μίσος για καθετί το ελληνικό»! Και η συνέχεια: «Αργότερα στο πανεπιστήμιο, η κατάσταση έγινε δραματική. Ο Ασκληπιός από τη μια, ο Ιπποκράτης απ’ την άλλη! Ο Γαληνός τη μια μέρα, ο Ορειβάσιος την επομένη! Αέτιος το πρωί, Αλέξανδρος Τραλλιανός τ’ απόγευμα! Παύλος ο Αιγινίτης από ’δω, Στέφανος ο Αθηναίος από ’κει… Δεν μπορούσα ν’ ανοίξω βιβλίο χωρίς να βρω μπροστά μου την ελληνική παρουσία. Δεν τολμούσα να πιάσω στα χέρια μου λεξικό για να βρώ μια δύσκολη, σπάνια, μια χρήσιμη, μια έξυπνη, μια όμορφη, μια μεστωμένη λέξη. Όλες ελληνικές! Και άλλες αμέτρητες σαν την άμμο των θαλασσών και των ποταμών, ελληνικής κι αυτές προέλευσης! Άρχισα κι εγώ με την πάροδο του χρόνου να νιώθω απέναντι στους Έλληνες όπως ο ¨Τέλος¨… Πρόκειται για φαινόμενο ομαδικό! ΄Έτσι αισθανόμαστε λίγο πολύ όλοι μας απέναντι στους Έλληνες. Τους μισούμε όπως τα ζώα τους θηριοδαμαστές. Και μόλις μας δίνεται η ευκαιρία χιμάμε τους δαγκώνουμε και τους κατασπαράζουμε. Γιατί στο βάθος ξέρουμε ότι κάποτε ήμαστε ζώα μ’ όλη τη σημασία της λέξης κι είναι αυτοί, οι Έλληνες, πάλι οι Έλληνες, πάντα οι Έλληνες, που μας εξώσανε από τη ζωώδικη υπόσταση και μας ανεβάσανε στην ίδια με τους εαυτούς τους ανθρώπινη βαθμίδα!... Δεν αγαπάμε κάτι που θαυμάζουμε… Ρίξε μια ματιά στην ιστορία και θα διαπιστώσεις ότι όλοι οι Ευρωπαίοι, με αρχηγούς τους Λατίνους και το Βατικανό, λυσσάξαμε να τους εξαφανίσουμε τους Έλληνες από το πρόσωπο της γης! Δεν θα βρεις και δε θα φανταστείς συνδυασμό και συγκέρασμα εγκλήματος, πλεκτάνης και παγίδας που δεν το σκαρφιστήκαμε και δεν το πραγματώσαμε για να τους εξολοθρεύσουμε!... η ιστορία με το μίσος κατά των Ελλήνων δεν ξέφτισε. Ο σύγχρονος ¨πολιτισμένος¨ άνθρωπος είναι ο ίδιος και χειρότερος… Δεν θα επιτρέψει ποτέ το Βατικανό, Αλμπέρ μου, να επιβιώσει στην αυλόπορτα της Ευρώπης, στα πλευρά της Ασίας και στο κατώφλι της Αφρικής ο ελληνισμός κι η ορθοδοξία του, η μόνη πραγματικότητα, η μόνη γνήσια χριστιανική πίστη… Είναι ο μόνος λαός που κατόρθωσε να συνταιριάξει αρμονικά τον αρχαίο του πολιτισμό, την υπεράνθρωπη πνευματικότητά του με όλα τα θετικά στοιχεία του χριστιανισμού και να γεννήσει αυτός ο θεϊκός συνουσιασμός μια βαθιά πίστη, μια θεμελιωμένη θρησκεία, μια τρομερή ενωτική ισχύ. Η δική μας ηγεσία, οι δικοί μας ταγοί, η δική μας εκκλησία δεν θα επιτρέψουν ποτέ την προκοπή τους, γιατί αν μονοιάσουνε και στο κοινωνικό πεδίο, χαθήκαμε! Ποιος τους πιάνει, αν βλαστήσει στη γη τους μια στάλα κοινωνική δικαιοσύνη κι ο λαός τους που στενάζει κι αναστενάζει φτάσει να κουμαντάρει τον τόπο του! Θα ξαναπιάσουνε το πολιτιστικό μαστίγιο στα χέρια τους και θα τους θωρούμε πάλι από το ύψος των αστραγάλων τους εμείς τα σκαθάρια αυτούς τους γίγαντες»!
Ο φιλέλληνας Αλμπέρ σ’ όλα αυτά αρκέστηκε να απαντήσει με νόημα: «Γι’ αυτό θα τους αγαπάω πάντα, θα τους θαυμάζω και θα τους σέβομαι…».
Στρατής Ανδριώτης

Άγιον Όρος: Φάρος στην σταυροαναστάσιμη πορεία του Γένους


Μετά από 400 χρόνια ζωής με τους Τούρκους (800 και στην Μικρά Ασία), βγήκαμε αναγεννημένοι Ορθόδοξοι Ρωμιοί, κυρίαρχοι της Ανατολικής Μεσογείου.
Πως έγινε αυτό; Μείναμε πιστοί στην παράδοση και χύθηκε ποτάμι μαρτύρων και ηρώων αίμα, είχαμε τα ματωμένα ράσα, το σχοινί του Πατριάρχη …
Σήμερα, λιγότερο από 200 χρόνια με την «διαφωτισμένη» Δύση τι είμαστε; Καιρός να χαράξουμε νέα πορεία.
Πίσω στην φιλοκαλική παράδοση των Πατέρων μας, στην μάννα και τροφό του Γένους Εκκλησία.
Κι ενώ ήδη ζούμε την κατάλυση του νέου Ελληνικού Κράτους, δεν μας έχει καταλάβει η απελπισία.
Πως γίνεται αυτό; Μέσα στο πέλαγος της ασέβειας και της αποστασίας ένα κομμάτι του λαού ακόμη προσεύχεται, ασκείται, μετανοεί, αγιάζει και ξανασηκώνεται από την πτώση του μέσα στην Κιβωτό του Γένους, την Εκκλησία μας, παρά τον λυσσαλέο πόλεμο που της γίνεται…
Ένας λαός που έχει πάντα πίστη και εμπιστοσύνη στον Κύριο της ζωής και του θανάτου που του είπε «καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16:18), και έδωσε (και θα δώσει και πάλι) εκατομμύρια μαρτύρων.
Εμπροσθοφυλακή των αγώνων του Γένους και πάλι ο Μοναχισμός, ιδίως το Άγιον Όρος. Πρόσφατες οι αναμνήσεις από το τελευταίο προσκύνημα.
Πολλές και πολύτιμες οι εμπειρίες λειτουργούν σαν φάρος μέσα στο πέλαγος ενός κόσμου που χάνεται στριφογυρίζοντας γύρω από τον εαυτό του και την φιλαυτία του.
Η Παναγία του Ακαθίστου αγρυπνεί στην Διονυσίου και η γαλήνη και η απλότητα του μακαριστού Γέροντα Χαράλαμπου έχει διαποτίσει την σημερινή αδελφότητα που αγιάζεται η ίδια και αγιάζει τους προσκυνητές.
Περικυκλώνει στην λιτανεία της Πανήγυρης η Αγία Ζώνη το Βατοπαίδι. Και οι σταυρωτές του νικώνται. Τα θαύματα ατέλειωτα. Όσο πολεμούν την αδελφότητα τόσο αυτή δυναμώνει. Την φυλά η Παναγία και την στηρίζει ο λαός του Θεού.
Έτσι, η αδελφότητα συνεχίζει την σταυροαναστάσιμη πορεία της, και σώζεται η ίδια αλλά και σώζει πολλούς.
Είναι η Μονή που στέλνει την Αγία Ζώνη στην Ρωσία για να ταξιδεύσει προς βορρά και νότο, προς ανατολή και δύση, σχηματίζοντας ένα νοητό σταυρό πάνω από την Αγία Ρωσία (που, όπως γράφηκε, έσπευσε να μας βοηθήσει αλλά οι κυβερνώντες της γύρισαν αγέρωχα (!) την πλάτη).
Αναπαύεται ο νους και καρδιά στο Κελλί του Αγίου Ιωάννου του Χρυσόστόμου στις Καρυές, και ο προσκυνητής ξεδιψά με το γάργαρο νερό της αγιορείτικης παράδοσης το οποίο ο Γέροντας Μωυσής φέρνει στην εποχή μας. Κάνει καταδύσεις ο Γέροντας στα βαθιά νερά της παράδοσης για να μας φέρει τον πολύτιμο μαργαρίτη, να μας πει για τον «Όσιο Τελώνη και τον Άγιο Άσωτο».
Να η ελπίδα μας, ο Τελώνης, ο άσωτος και ο ληστής.
Η αγιότητα του παπουτσή της Αλεξάνδρειας, που ήταν ανώτερος στα μάτια του Θεού ακόμη και από τον πολιστή της ερήμου, τον Μέγα Αντώνιο, για την αυτομεμψία του διακρίνει την αδελφότητα της Ξενοφώντος, χαριτώνει την αδελφότητα και παραδειγματίζει τους προσκυνητές.
Βάθος νου, πλάτος καρδίας διακρίνει τους Ξενοφωντινούς Πατέρες, που δείχνουν τον δρόμο και για το Γένος.
Και τι να πει κανείς για την Γρηγορίου; Λαός Άγιος, βασίλειο ιεράτευμα. Να παράδειγμα αγώνα. Να παράδειγμα σταυροαναστάσιμης ζωής για το Γένος.
Πλάτανος αιωνόβιος ο πολιός Γέροντας που πάντα καλεί σε μετάνοια, σε νέους αγώνες, αλλά και παρηγορεί με το κήρυγμα του για τα θεανθρώπων δικαιώματα του ανθρώπου ως εικόνος Θεού. Που κάνουν τα στερημένα από κάθε ηθική βάση ανθρώπινα δικαιώματα του διαφωτισμού, τα οποία η κάθε κυβέρνηση κόβει και ράβει ανάλογα με τα συμφέροντα της, να μοιάζουν με στοιχεία ενός κατωτέρου και αδιέξοδου πολιτισμού.
Και έρχεται η ώρα που αξιώνεται κανείς να δει αυτό το θαύμα θαυμάτων, το αγλάισμα των οφθαλμών, την Σιμωνόπετρα, όπου η αδελφότητα επιτυγχάνει πραγματικά «τη ταπεινώσει τα υψηλά, τη πτωχεία τα πλούσια».
Η αρχοντιά, η καλαισθησία και η πνευματική ζωή του Γένους μας στο μεγαλείο της. Όσο υπάρχει η Σιμωνόπετρα και το Άγιον Όρος θα υπάρχει και ο κόσμος όλος. Ο Θεός θα μας λυπηθεί για τις προσευχές των αγίων Του.
Είναι η Μονή που έστειλε στην Αγία Ρωσία τα λείψανα της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής, που έγιναν δεκτά με τιμές αρχηγού Κράτους και ταυτόχρονα λαϊκό προσκύνημα εκατομμυρίων Ρώσων.
Και αυτό την εποχή που η «χριστιανική» Ευρώπη (που αρειανίζει κατά τον νέο Άγιο της Σερβικής Εκκλησίας, π. Ιουστίνο Πόποβιτς) σιωπούσε με την βλασφημία του ονόματος της Αγίας και του Κυρίου σε ανόσια βιβλία και κινηματογραφικές ταινίες, στο όνομα της ελευθερίας έκφρασης (που περιορίζεται όταν βλασφημεί κανείς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας αλλά όχι όταν βλασφημεί τον Θεό).
Άγιον Όρος, ο Άγιος τόπος όπου σώζεται, μέσα από τα Μοναστήρια της Μικρασίας, η εμπειρία της αλήθειας που έζησαν οι Πατέρες της Ερήμου, ο φάρος για να συνεχίσει το Γένος την σταυροαναστάσιμη πορεία του. «Ει ο Θεός με’ ημών, ουδείς καθ’ ημών».
Επιμύθιο
Παρακολούθησα στο διαδίκτυο με συγκίνηση την χειροτονία γνωστού μου νεαρού ιερέα από τον Άγιο Θεσσαλονίκης, γιου ιερέα, παντρεμένου με κόρη ιερέα, και σκέφθηκα: Ιδού οι νέοι δάσκαλοι του και πάλι σκλαβωμένου Γένους. Άξιος!

"Ο καθολικισμός της Ρώμης είναι χειρότερος κι απ'τον αθεϊσμό" Φ. Ντοστογιέφσκι.


"O καθολικισμός της Ρώμης είναι χειρότερος κι από τον αθεϊσμό, αυτή είναι η γνώμη μου. Μάλιστα!

Ο αθεϊσμός κηρύττει μονάχα το μηδέν , ο καθολικισμός όμως προχωρεί πιο πέρα ακόμα:
κηρύττει ένα διαστρεβλωμένο Χριστό, έναν Χριστό που τον έχει κατασυκοφαντήσει και καθυβρίσει, έναν Χριστό, αντίθετο του Χριστού.
Κηρύττει τον Αντίχριστο, σας το ορκίζουμαι, σας διαβεβαιώ!

Ο καθολικισμός της Ρώμης πιστεύει πως χωρίς την παγκόσμια κρατική εξουσία η Εκκλησία δε θα μπορέσει να κρατηθεί όρθια στη γη και κραυγάζει: Non posumus (Δεν μπορούμε)

Κατά τη γνώμη μου ο καθολικισμός της Ρώμης δεν είναι καν μια πίστη, μα απλώς και μόνο η συνέχεια της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και τα πάντα είναι υποταγμένα σε αυτή την ιδέα της Αυτοκρατορίας αρχίζοντας απ'την πίστη.

Ο πάπας, άρπαξε τη γη, έκατσε σε επίγειο θρόνο και πήρε το ξίφος στα χέρια του.
Από τότε δεν έχει αλλάξει τίποτα, μονάχα πού στο ξίφος πρόσθεσαν και το ψεύδος, τη ραδιουργία, την απάτη, το φανατισμό, την πρόληψη, το έγκλημα, παίξανε με τα πιο άγια, τα πιο δίκαια, τα πιο αγνά, τα πιο φλογερά αισθήματα του λαού,

όλα, όλα τα προδώσανε

για να καρπωθούν χρήματα,

για να κερδίσουν την ανάξια επίγεια εξουσία.

Δεν είναι λοιπόν αυτά, διδασκαλία του Αντιχρίστου;

Πώς να μην ξεφύτρωνε από κει ο αθεϊσμός;

Ο αθεϊσμός από εκεί έχει πηγάσει, από τον ρωμαιοκαθολικισμό".
.....................................................
"Όσο για το Χριστό , στην πρώτη και έσχατη εμφάνισή του μέσα στο έργο του Ντοστογιέφσκι, δεν παραλείπει να κάνει δυο μνημειώδεις κινήσεις.

Πρώτον δε βγάζει μιλιά απέναντι στους μύδρους του ιεροεξεταστή και δεύτερον αποχωρώντας από το μυθιστόρημα, σκύβει και φιλάει το γέρο στα λιπόσαρκα χείλη του.

Το αίνιγμα και το χλευασμό αυτού του ασπασμού (που καίει την καρδιά) η Ιστορία και μαζί της το ρώσικο Έθνος δεν παύουν να τους ανακαλούν , όπως εξάλλου δεν παύουν να αναλογίζονται τον τελικό αναθεματισμό του Ιεροεξεταστή : "Πήγαινε και μην ξανάρθεις πια..ποτέ, ποτέ!"

(Απ' το βιβλίο του ΚΩΣΤΗ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗ:" Ντοστογιέφσκι" εκδόσεις Καστανιώτη)

Σάββατο, Οκτωβρίου 15, 2011

Ἡ παραβολὴ τοῦ σπορέως (Λουκ. η΄ 5-15)

Γιαννακόπουλος Ἰωήλ (Ἀρχιμανδρίτης)




(Ματθ. 13,1 —9. 18—23. Μάρκ. 4,1-9. 1,13-20,26—29. Λουκ. 8,4—9. 11 — 15)

Ὁ Κύριος εὑρίσκεται ἐν Καπερναούμ. «Ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνη» κατὰ τὴν ὁποίαν συνέβη τὸ ὑπὸ τοῦ Ματθαίου 12,22—50 ἀναφερόμενον ἐπεισόδιον «ἐξελθών ὁ Κύριος τῆς οἰκίας ἐκάθητο παρὰ τὴν θάλασσαν» μετὰ τῶν μαθητῶν του προφανῶς, ἵνα ἀναπαυθῇ. Ἡ ἀνάπαυσίς του ὅμως αὕτη δὲν διήρκησε πολύ, διότι «συνιόντος ὄχλου πολλοῦ καὶ τῶν κατὰ πόλιν ἐπιπορευομένων πρὸς Αὐτὸν» συρρέοντος δηλαδὴ πολλοῦ ὄχλου καὶ πολλῶν προσερχόμενων πρὸς αὐτὸν ἐκ τῶν πόλεων τῆς Γαλιλαίας «συνάγεται πρὸς αὐτὸν ὄχλος πλεῖστος» συγκεντρώνεται πολὺς λαός, ἵνα ἀκούσῃ τὸν θεῖον λόγον Του. Ὁ ὄχλος οὗτος ἦτο τόσον πολύς, «ὥστε εἰς πλοῖον ἐμβάντα Αὐτὸν καθῆσθαι, πᾶς δὲ ὁ ὄχλος ἐπὶ τὸν αἰγιαλὸν εἱστήκει». Ὁ Κύριος δηλαδὴ ἠναγκάσθη νὰ εἰσέλθῃ εἴς τι «πλοῖον», λέμβον καὶ καθήμενος ἐκεῖ «καὶ ἐλάλησε πολλὰ ἐν παραβολαῖς» ἐδίδασκε πρὸς τὸν ὄρθιον κατὰ μῆκος τῆς παραλίας ἱστάμενον λαὸν διὰ παραβολῶν. Παραβολὴ εἶναι διήγησις ἐκ τῆς ζωῆς, ἡ ὁποία δὲν ἔγινεν ὡς γεγονός, δύναται ὅμως νὰ συμβῇ. Μεταξὺ τῶν ἄλλων παραβολῶν εἶναι καὶ ἡ παραβολὴ τοῦ σπορέως, ἡ ὁποία ἔχει ὡς ἑξῆς:

« Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπείρειν τὸν σπόρον αὐτοῦ». Κἄποιος γεωργὸς ἔσπερνεν εἰς τὸν ἀγρὸν αὐτοῦ. «Ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν» ἐν ᾧ ἔσπερνε τὸν σπόρον του «ὅ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδὸν» μέρος δηλαδὴ τοῦ σπόρου ἔπεσεν εἰς τοὺς ἐντός τοῦ ἀγροῦ δρομίσκους καὶ ἄλλος μὲν «κατεπατήθη» ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, ἄλλον δὲ «τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγον αὐτόν». «Ἄλλα ἔπεσεν ἐπὶ τὰ πετρώδη, ὅπου οὐκ εἶχε γῆν πολλήν». Ἄλλο δηλαδὴ μέρος σπόρου ἔπεσεν εἰς πετρῶδες μέρος, ὅπου δὲν ὑπῆρχε πολὺ χῶμα. Ὁ πεσών εἰς τὸ μέρος αὐτὸ σπόρος «εὐθὺς ἐξανέτειλεν» ἀμέσως ἐφύτρωσε «διὰ τὸ μὴ ἔχειν βάθος γῆς», διότι δὲν εἶχε πολὺ χῶμα. «Ὅτε» ὅμως «ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος» ὁ φυτρώσας στάχυς «ἐκαυματίσθη» ἐκάη «διὰ τὸ μὴ ἔχειν ρίζαν» ἐπειδὴ δὲν εἶχεν ἀρκετὴν ρίζαν «καὶ ἰκμάδα» ὑγρασίαν «ἐξηράνθη». Ὁ σπόρος δηλαδὴ οὗτος ὡς ἐγγύς τῆς ἐπιφανείας τοῦ ἐδάφους ἦτο περισσότερον ἐκτεθειμένος εἰς τὴν ἐπίδρασιν τοῦ ἡλίου καὶ διὰ τοῦτο ἐξηράνθη. «Ἄλλο ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν» εἰς μέρος ὅπου δὲν ὑπῆρχον ἄκανθαι, ἀλλὰ ἐφύτρωσαν βραδύτερον «καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτὸ καὶ καρπὸν οὐκ ἔδωκε». «Ἄλλα ἔπεσεν εἰς γῆν ἀγαθήν, καλὴν καὶ ἐδίδου καρπὸν ἀναβαίνοντα καὶ αὐξανόμενον» γινόμενον δηλαδὴ ἡμέραν μὲ τὴν ἡμέραν μεστότερον καὶ ὀγκωδέστερον. Ἐκ τοῦ σπαρέντος καρποῦ εἰς τὴν γῆν ταύτην «ὅ μὲν ἔφερε ἑκατόν, ὅ δὲ ἑξήκοντα , ὅ δὲ τριάκοντα». Ἄλλος δηλαδὴ κόκκος ἔφερε στάχυν ἔχοντα ἑκατὸν κόκκους, ἄλλος κόκκος ἔφερε στάχυν, ὁ ὁποῖος εἶχε τριάκοντα κόκκους καὶ ἄλλος κόκκος ἔφερε στάχυν φέροντα ἑξήκοντα κόκκους. Ἡ πλούσια αὕτη καρποφορία δὲν πρέπει νὰ μᾶς ἐκπλήσσῃ, διότι εἰς παλαιάς ἐποχὰς ἐν Παλαιστίνῃ συνέβαινε αὕτη.

Ὁ Εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος (4,26—29) συμπληρῶν τὴν παραβολὴν ταύτην ἀναφέρει ἄλλην παραβολὴν τοῦ Κυρίου τὴν ἑξῆς: «Οὕτως ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὡς ἂν ἄνθρωπος βάλῃ τὸν σπόρον ἐπὶ τῆς γῆς καὶ καθεύδῃ καὶ ἐγείρηται νύκτα καὶ ἡμέραν καὶ ὁ σπόρος βλαστάνῃ καὶ μηκύνηται ὡς οὐκ οἶδεν αὐτός. Αὐτομάτη γὰρ ἡ γῆ καρποφορεῖ πρῶτον χόρτον, εἶτα στάχυν, εἶτα πλήρη σῖτον ἐν τῷ στάχυϊ. Ὅταν δὲ παραδῶ» ὡριμάσῃ «ὁ καρπός, εὐθέως ἀποστέλλει τὸ δρέπανον, ὅτι παρέστηκεν ὁ θερισμός».

Ἐνταῦθα δεικνύεται, ὅτι καὶ εἰς τὰς εὐνοϊκάς ἀκόμη περιστάσεις ὁ ῥιφθείς σῖτος εἰς τὴν γῆν δὲν καρποφορεῖ ἀμέσως. Πρέπει νὰ παρέλθῃ ὡρισμένον χρονικὸν διάστημα. Ὁ γεωργὸς δὲν ἀσχολεῖται πλέον μὲ τὸν ἀγρὸν του ἀλλὰ μὲ ἄλλας ἀσχολίας καὶ ὅμως ὁ σπαρείς σῖτος αὐτομάτως ἄνευ ἀνθρωπίνης βοηθείας καὶ ἀθορύβως αὐξάνει καὶ γίνεται πρῶτον χόρτος, ἔπειτα στάχυς, καρπὸς εἰς τὸν στάχυν καὶ τέλος θερίζεται. Κατὰ παρόμοιον τρόπον αὐξάνει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ βραδέως, ἀσφαλῶς, ἄνευ ἀνθρωπίνης βοηθείας καὶ ἀθορύβως.

Ἑπομένως οὔτε βιαιότητες χρειάζονται διὰ τὴν καρποφορίαν τοῦ θείου σπόρου, οὔτε ἀπογοητεύσεις διὰ τὴν βραδεῖαν καρποφορίαν. Ἡ καρποφορία θὰ εἶναι ὁριστικὴ καὶ ὁ σπείρας θὰ ἀμειφθῇ.

Ὁ Κύριος, ἵνα ἑλκύσῃ τὴν προσοχὴν τῶν ἀκροατῶν του εἰς τὰ λόγια του ταῦτα, ἔλεγεν «ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω».

Οἱ Ἀπόστολοι δὲν ἐννοοῦν τὴν παραβολὴν ταύτην. Ὁ Κύριος ἐν πρώτοις ἐλέγχει τοὺς μαθητάς του, διότι δὲν ἐννοοῦν τὴν ἁπλὴν αὐτὴν παραβολὴν «καὶ λέγει αὐτοῖς˙ οὐκ οἴδατε τὴν παραβολὴν ταύτην καὶ πῶς πάσας τὰς παραβολάς οἴδατε;» πῶς θὰ ἐννοήσητε τὰς ἄλλας παραβολάς, ἀφοῦ δὲν ἐννοεῖτε αὐτὴν τὴν τόσον ἁπλὴν παραβολήν, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὸ κλειδὶ τῶν ἄλλων παραβολῶν; Μετὰ ταῦτα προβαίνει εἰς τὴν ἑρμηνείαν τῆς παραβολῆς τοῦ σπορέως ὡς ἑξῆς :

«Ὑμεῖς οὖν ἀκούσατε τὴν παραβολὴν τοῦ σπείραντος. Ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὁ σπείρων» εἶναι ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος «τὸν λόγον σπείρει. Οἱ παρὰ τὴν ὁδὸν εἰσὶν οἱ ἀκούσαντες εἶτα ἔρχεται ὁ Διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν» διότι «παντὸς ἀκούοντος τὸν λόγον τῆς βασιλείας καὶ μὴ συνιέντος» μὴ προσέχοντος «ἔρχεται ὁ πονηρὸς» ὁ Διάβολος «καὶ ἁρπάζει τὸ ἐσπαρμένον ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν.

Ὁ δὲ ἐπὶ τὰ πετρώδη σπαρείς, οὗτος ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων καὶ εὐθὺς μετὰ χαρᾶς δεχόμενος καὶ λαμβάνων αὐτόν. Οὐκ ἔχει δὲ ρίζαν ἐν ἑαυτῷ, ἀλλὰ πρόσκαιρος ἐστιν˙ εἶτα γενομένης θλίψεως ἤ διωγμοῦ διὰ τὸν λόγον εὐθὺς σκανδαλίζεται. Οἵ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. Τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσὸν οὗτοι εἰσὶν οἱ τὸν λόγον ἀκούσαντες καὶ ὑπὸ μεριμνῶν τοῦ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι καὶ ἡ ἀπάτη τοῦ πλούτου καὶ αἱ περὶ τὰ λοιπὰ ἐπιθυμίαι εἰσπορευόμεναι συμπνίγουσι τὸν λόγον καὶ ἄκαρπος γίνεται. Ὁ δὲ ἐπὶ τὴν καλὴν γῆν σπαρείς, οὗτος ἐστὶν ὁ τὸν λόγον ἀκούων καὶ συνιῶν» ἐννοῶν «ὃς δὴ καρποφορεῖ καὶ ποιεῖ ὁ μὲν ἑκατόν, ὁ δὲ ἑξήκοντα, ὁ δὲ τριάκοντα ἐν ὑπομονῇ».

Τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ θείου λόγου εἰς τὰς καρδίας τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἀνάλογον τῆς προσφερθείσης θείας χάριτος καὶ τῆς ἐλευθερίας τῶν ἀνθρώπων. Ἡ παραβολὴ δεικνύει τὰς διαφοράς τῶν ἀκροατῶν τοῦ θείου λόγου.

Ἰδοὺ ἡ παραβολὴ τοῦ σπορέως. Ἐν τῇ παραβολῇ ταύτῃ ἔχομεν τὰ ἐμπόδια τῆς καρποφορίας τοῦ θείου λόγου καὶ τὴν ἄρσιν τῶν ἐμποδίων αὐτῶν.



Θέμα: Ἐμπόδια καρποφορίας τοῦ θείου λόγου καὶ ἄρσις αὐτῶν.

Αον) Ἐμπόδια καρποφορίας τοῦ θείου λόγου εἶναι τρία.
1) Ἡ πεπατημένη γῆ. Οὗτοι εἶναι οἱ ἀδιάφοροι. Διὰ νὰ φυτρώσῃ εἰς τὴν γῆν ὁ πεσών σῖτος, εἶναι ἀνάγκη, ὡς γνωστόν, τόσον τὸ χῶμα τῆς γῆς, εἰς τὸ ὁποῖον ἔπεσεν ὁ κόκκος, ὅσον καὶ ὁ ἴδιος ὁ κόκκος νὰ πάθουν ἀμοιβαίαν τινὰ κίνησιν, συγκίνησιν. Οὐδεμία ριζοβόλησις οὐδενὸς κόκκου εἶναι δυνατὴ εἰς περίπτωσιν οὐδεμιᾶς ἑκατέρωθεν συγκινήσεως. Κατὰ παρόμοιον τρόπον καὶ ἡ γῆ, ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ σπόρος τοῦ θείου λόγου, ὁ ὁποῖος θὰ πέσῃ ἐπ’ αὐτῆς, πρέπει νὰ συγκινηθοῦν ἀμοιβαίως. Ἡ καρδία μὲ τοὺς παλμούς της θὰ ἀνάλυσῃ τὸν σπόρον τοῦ θείου λόγου, ὅπως ἡ καλλιεργημένη γῆ ἀναλύει τὸν κόκκον τοῦ σίτου. Δυστυχῶς ὅμως ὡς ἡ πεπατημένη γῆ εἶναι τελείως ἀδιάφορος λόγῳ τῆς σκληρότητός της καὶ οὐδεμίαν κίνησιν αἰσθάνεται εἰς τὸν πεσόντα εἰς αὐτὴν σπόρον, κατὰ παρόμοιον τρόπον ὑπάρχουν καὶ καρδίαι τόσον σκληραὶ καὶ πεπατημέναι, αἱ ὁποῖαι τόσον ἐπιπολαίως ἐδέχθησαν τὸν λόγον τοῦ Κυρίου, ὥστε οὐδένα παλμόν, οὐδεμίαν συγκίνησιν αἰσθάνονται διὰ τὸν πεσόντα σπόρον τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ Σατανᾶς ἤρπασεν ἀπὸ τὴν καρδίαν των τὸ ἀποτέλεσμα τῆς καρποφορίας. Μένουσιν ἀδιάφοροι, ἀσυγκίνητοι. Ἐκοινώνησαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, ὅταν ἦσαν βρέφη καὶ ἡλικιωμένοι ψυχορραγοῦν καὶ οὐδεμίαν αἰσθάνονται συγκίνησιν νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν Χριστό. Ἡ σαρκολατρεία, ἡ φιλαργυρία, ἡ ὑπερηφάνεια, αἱ διάφοραι αὗται μορφαί τοῦ ἐγωϊσμοῦ ἐπὶ ἔτη πολλὰ ἐποδοπάτησαν τὴν ψυχὴν των καὶ τὴν ἐσκλήρυναν. Τί σκληρότερον τοῦ ἐγωισμοῦ; Οὐδέν. Τί σκληρότερον τῆς πολυχρονίου συνήθειας ἐν τῇ ἁμαρτίᾳ τοῦ ἐγωϊσμοῦ; Οὐδέν. Ἑπομένως ἐγωϊσμὸς καὶ συνήθεια πολυχρόνιος, ἰδοὺ τὰ μέσα τῆς σκληρύνσεως τῆς ἀνθρωπίνης καρδίας ὡς εἶναι σκληρὰ ἡ πεπατημένη γῆ.

2) Ἡ ἀκανθώδης γῆ. Αὕτη, ὡς ὁ Κύριος ἑρμηνεύει, εἶναι αἱ μέριμναι, ὁ πλοῦτος καὶ αἱ ἡδοναὶ τοῦ βίου, αἱ ὁποῖαι συμπνίγουσι τὴν ψυχὴν ὡς αἱ ἀκάνθαι. Ἄκανθαι συμπνίγουσαι εἶναι ὁ πλοῦτος ὡς δεύτερον ἐμπόδιον τῆς καρποφορίας τοῦ θείου λόγου διὰ τὸν ἑξῆς λόγον. Αἱ ἄκανθαι ἔχουσι ῥίζας μαλακάς καὶ ἀκάνθας ἀντὶ φύλλων. Κατὰ παρόμοιον τρόπον καὶ ἡ μέριμνα, ὁ πλοῦτος καὶ ἡ ἡδονὴ ἔχουσι μαλακάς τὰς ῥίζας των, τὰς ἀρχὰς των μέσα μας, διότι εἶναι εὐχάριστοι, ὁ καρπὸς των ὅμως εἶναι ἀγκάθι. Ὅπως τὸ ἀγκάθι, ὅταν σὲ κεντήσῃ, ἐπισύρεται ἀμέσως ἡ προσοχή σου εἰς αὐτὸ καὶ εἰς τὸ μέρος τοῦ σώματός σου, τὸ ὁποῖον ἐκέντησε, κατὰ παρόμοιον τρόπον καὶ αἱ ἡδοναί, ὁ πλοῦτος, ἡ μέριμνα ἐπισύρουν τὴν προσοχήν μας εἰς τὸν ἑαυτόν τους καὶ εἰς τὸ μέρος τοῦ σώματός μας, τὸ ὁποῖον κεντοῦν. Ταῦτα συμπνίγουν, ἀποσποῦν τὴν προσοχήν μας καὶ δὲν ἀφήνουν ταύτην νὰ ὑψωθῇ πρὸς τὰ ἄνω. Τῇ ἀνοχῇ τοῦ γεωργοῦ ὑπάρχουν τὰ ἀγκάθια εἰς τὸν ἀγρόν. Τῇ θελήσει μᾶς ὑπάρχουν ἡ βουλιμία τοῦ πλούτου, τῆς μερίμνης καὶ τῶν ἡδονῶν. Εἰς τοὺς ἀνθρώπους τούτους ἔγινεν ἡ ῥιζοβόλησις τοῦ καρποῦ τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου ἀλλὰ δὲν ἐσυνεχίσθη. Ἤρχισαν τὸ καλὸν ἀλλὰ δὲν τὸ ἐσυνέχισαν. Οἱ δύο ἀνωτέρω πειρασμοὶ— ἐμπόδια εἶναι ἐσωτερικοὶ πειρασμοί. Τώρα ὅμως ἔρχεται τρίτον ἐμπόδιον.

3) Ἡ πετρώδης γῆ. Τὸ ἐμπόδιον τοῦτο εὑρίσκεται ἐκτός τοῦ ἀνθρώπου, διότι, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ Κύριος, πετρώδης γῆ εἶναι ἐκεῖνοι, οἵτινες «πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται». Ἡ πετρώδης γῆ εἶναι ἀνεξάρτητός τῆς θελήσεως τοῦ γεωργοῦ. Οἱ ἄνθρωποι οὗτοι ἠσθάνθησαν παλμὸν καρδίας εἰς τὸν θεῖον λόγον, ἀπέφυγον τὸν πειρασμὸν τοῦ πλούτου, τῆς ἡδονῆς, τῶν μεριμνῶν, ἐσκόνταψαν ὅμως εἰς πειρασμούς, οἱ ὁποῖοι ἦλθον παρὰ τὴν θέλησιν των χωρὶς νὰ τὸ περιμένουν. Ἡ πτωχεία, ἡ νόσος, ὁ θάνατος, ἡ συκοφαντία καὶ τὰ λοιπὰ ἀτυχήματα τῆς ζωῆς εἶναι πειρασμοί, τοὺς ὁποίους δὲν θέλομεν καὶ δὲν περιμένομεν. Ὁ ἐξ αὐτῶν κίνδυνος εἶναι μεγάλος. Τσακίζει τὴν ψυχὴν τοῦ ἀνθρώπου, διότι οἱ πειρασμοὶ αὐτοὶ εἶναι ἀπροσδόκητοι.


Βὸν) Ἄ ρ σ ι ς ἐμποδίων. Ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ τρία ταῦτα ἐμπόδια τῆς καρποφορίας τοῦ θείου λόγου ἔχομεν τὴν ἀγαθὴν γῆν, ἡ ὁποία δὲν εἶναι οὔτε πεπατημένη, οὔτε ἀκανθώδης, οὔτε πετρώδης, ἀλλὰ τοὐναντίον εἶναι ὠργωμένη ἄνευ ἀκανθῶν εἰς τὴν ἐπιφάνειαν καὶ ἄνευ βράχων εἰς τὸ ἐσωτερικόν της. Αἱ καρδίαι τῶν ἀνθρώπων, τὰς ὁποίας δὲν ἐσκλήρυνεν ὁ ἐγωισμός, δὲν κατέστησεν ἀδιάφορους ἡ ἁμαρτωλὸς συνήθεια, δὲν εἶναι δηλαδὴ αὗται γῆ πεπατημένη, ἀλλὰ αἰσθάνονται κίνησιν, παλμὸν τινα, ὅπως ἡ ὠργωμένη γῆ, ἡ ὁποία λαμβάνει τὸν σπόρον συγκινοῦνται καὶ καρποφοροῦν.

Πόσον πράγματι πολύτιμοι εἶναι οἱ παλμοὶ τῆς καρδίας μας διὰ τὴν καρποφορίαν τοῦ θείου λόγου! Πόσον εὐτυχεῖς εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι κατὰ τὰς ἀρχὰς τῆς χριστιανικῆς των ζωῆς ἀκούσαντες ἕνα κήρυγμα, μίαν συμβουλὴν συνεκινήθησαν κατενύγησαν καὶ μὲ δάκρυα εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς ᾐσθάνθησαν, τοὺς πρώτους παλμοὺς τῆς καρδίας των εἰς τὸν λόγον τοῦ Κυρίου !

Ὅσον ὅμως ὡραία καὶ ἂν εἶναι ἡ ἀρχή, πρέπει αὕτη νὰ συνεχισθῇ. Αἱ καρδίαι τῶν ἀνθρώπων, αἱ ὁποῖαι δὲν κατελήφθησαν ὑπὸ τῶν μεριμνῶν καὶ τοῦ πλούτου, ὥστε νὰ εἶναι ἐπιπόλαιαι, ἀλλ’ ἔστρεψαν τὴν προσοχὴν των πρὸς τὰ ἄνω, ἐκαρποφόρησαν τὸν λόγον τοῦ Κυρίου, διότι ἀστεῖα βρωμερά, γέλωτες καὶ γλέντια διαβολικά, βρωμολογήματα καὶ πειράγματα καὶ αἱ λοιπαὶ ἐπιπολαιότητες τῆς ζωῆς δὲν ὑπάρχουν εἰς αὐτούς. Ἐκεῖνοι ἐπῆραν τὴν ζωὴν ὄχι μποέμικα ἀλλὰ εἰς τὰ σοβαρά. Ἐννοήσαντες τὸ πρόσκαιρον καὶ ὀλέθριον τῶν ἡδονῶν ὕψωσαν τὸ βλέμμα τῶν πρὸς τὰ ἄνω καὶ ἐκεῖθεν ἔλαβον τὴν βροχὴν τῆς θείας χάριτος, ὥστε νὰ ἀσχοληθῶσι σοβαρῶς διὰ τὸ τόσον σοβαρὸν ζήτημα τῆς ψυχῆς των. Ἐφρόντισαν νὰ ἀπομακρύνουν τὰ ἀγκάθια αὐτὰ τῶν ἡδονῶν καὶ τοῦ πλούτου ἀπὸ τὸν νοῦν των καὶ νὰ φροντίσουν διὰ τὴν χαρὰν τῆς ψυχῆς των καὶ τὸν πνευματικὸν πλουτισμόν. Οἱ τοιοῦτοι ἄνθρωποι ὠπλισμένοι κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον ἐπολέμησαν ἐξωτερικοὺς πειρασμοὺς τὰ ἀτυχήματα τοῦ βίου διὰ τῆς ὑπομονῆς των, ἔχοντες πεποίθησιν καὶ πίστιν ἀπόλυτον εἰς τὸν Θεόν, ὅτι ὅλα τὰ ἀτυχήματα τοῦ βίου τὰ ἐπιτρέπει ὁ Πανάγαθος Θεὸς πρὸς καταρτισμὸν των. Ὑψώνοντες τὸ βλέμμα των πρὸς τὸν Θεὸν ἀποκτοῦν μεγάλον βάθος εἰς τὴν ψυχὴν των. Ἑπομένως οἱ πρῶτοι παλμοὶ εἰς τὴν ἀκρόασιν τοῦ θείου λόγου, ἡ συνέχεια καὶ τὸ ἀμέριστον ἐνδιαφέρον μας καὶ τρίτον ἡ ὑπομονὴ εἰς τὴν ἐργασίαν τοῦ θείου λόγου εἶναι τὰ τρία μέσα ἄρσεως τῶν τριῶν ἐμποδίων.

Λαμπρὸν παράδειγμα τῶν δύο ψυχικῶν καταστάσεων εἶναι ἡ ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία. Αὕτη ἀπὸ ἡλικίας 12—27 ἐτῶν ἦτο γῆ πεπατημένη καὶ ἀκανθώδης, διότι ζῶσα εἰς τὴν σαρκικὴν ἁμαρτίαν οὐδένα παλμὸν θεῖον ἠσθάνετο εἰς τὴν ψυχήν της. Τόσην πώρωσιν εἶχεν, ὥστε ὡς ναῦλον κατὰ τὴν μετάβασίν της εἰς Ἱερουσαλὴμ ἔδωκε τὸ σῶμα της. Ἀποφασίσασα ὅμως νὰ προσκυνήσῃ τυπικῶς τὸν τίμιον σταυρὸν ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ μὴ δυνηθεῖσα, διότι ἠμποδίσθη ὑπὸ ἀοράτου δυνάμεως, ἐδέχθη τὸν πρῶτον παλμὸν μετανοίας ἐν τῇ καρδία της. Ἡ ἀρχὴ αὕτη εἶχε καὶ τὴν συνέχειάν της, διότι ἔζησε 47 ἔτη εἰς ἀσκητικὴν ζωὴν κατὰ τὴν ὁποίαν ἡ πεπατημένη, ἡ ἀκανθώδης καὶ πετρώδης γῆ ἔγινε τόσον εὔφορος, ὥστε διήρχετο τὸν Ἰορδάνην ἀβρόχοις ποσὶ καὶ ὅταν προσηύχετο, ἵστατο ὑπεράνω τῆς γῆς. Οὐδεὶς ἁμαρτωλὸς πρέπει νὰ ἀπελπίζεται!
Ἂς ἀρχίσωμεν, ἄς συνεχίσωμεν, ἂς ὑπομείνωμεν μέχρι τέλους, ἵνα δοξασθῶμεν ὑπὸ τοῦ Θεοῦ.




Τὸ τέλος καὶ τὸ ἐπισφράγισμα τῶν παραβολῶν.

Ματθ. 13, 10—17. 34—35. Μάρκ. 4, 10—14. 21—25. 33—34. Λουκ. 8, 9—10. 16—18.

Καὶ α) Τὸ τέλος τῶν παραβολῶν τούτων.
«Ὅτε ὁ Κύριος ἐγένετο κατὰ μόνας» ἀποχωρήσαντος τοῦ ὄχλου «προσελθόντες οἱ περὶ Αὐτὸν σὺν τοῖς δώδεκα ἠρώτων Αὐτὸν διατὶ ἐν παραβολαῖς λαλεῖς αὐτοῖς; καὶ τὶς αὕτη εἴη ἡ παραβολή;» τοῦ σπορέως. Τὴν παραβολὴν ταύτην ἡρμηνεύσαμεν ἀνωτέρω ἰδὲ σελίδα 170—172.

Ἡ παραβολή, ὅπως θὰ ἴδωμεν κατωτέρω, ἔχει τὰ φωτεινὰ ἀλλὰ ἔχει καὶ τὰ σκοτεινά της σημεῖα. Ὁ εὐρύτερος κύκλος τῶν μαθητῶν μετὰ τῶν δώδεκα Ἀποστόλων ἐρωτοῦν τὸν Κύριον διατὶ ὁμιλεῖ πρὸς τὸν λαὸν διὰ παραβολῶν. Ὁ Κύριος ἀπαντᾷ: «Ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἐκείνοις δὲ τοῖς ἔξω οὐ δέδοται». Μυστήρια τῆς βασιλείας εἶναι τὰ μυστικὰ σχέδια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, πὼς δηλαδὴ αὕτη ἀναπτύσσεται καὶ προοδεύει. Οἱ «ἔξω» εἶναι ἡ ἄπιστος μάζα τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ. Ὁ Κύριος φέρει τὴν δικαιολογίαν τῆς τοιαύτης διακρίσεως τῶν πιστῶν του ἀκολούθων, οἱ ὁποῖοι δύνανται νὰ ἐννοήσωσι τὰ Μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἄνευ καὶ μετὰ παραβολῶν πρὸς τοὺς ἄλλους τοὺς «ἔξω» καὶ λέγει. «Ὅστις γὰρ ἔχει δοθήσεται αὐτῷ καὶ περισσευθήσεται. Ὅστις δὲ οὐκ ἔχει καὶ ὁ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ’ αὐτοῦ». Ἐκεῖνος δηλαδὴ ὁ ὁποῖος ἐπωφελεῖται τὴν πρώτην δοθεῖσαν δωρεάν, λαμβάνει καὶ ἄλλην δωρεάν. Ἐκεῖνος ὅμως ὁ ὁποῖος δὲν ἐπωφελεῖται τὴν πρώτην δωρεάν, ὄχι μόνον δὲν λαμβάνει κι ἄλλην, ἀλλὰ χάνει καὶ ἐκείνην, τὴν ὁποίαν ἔχει. Ἡ πρώτη δωρεά, ἡ ὁποία ἐδόθη εἰς ὅλους, εἶναι ἡ διδασκαλία καὶ τὰ θαύματα τοῦ Κυρίου. Αὐτὰ εἶναι τὰ κλειδιά, διὰ τῶν ὁποίων θὰ ἀνοιχθῶσι τὰ νοήματα τῶν παραβολῶν. Ταῦτα ὅμως ἀπέκρουσαν «οἱ ἔξω» τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἄπιστοι Ἰουδαῖοι. Δία τοῦτο στεροῦνται τῶν ὑψηλοτέρων ἀληθειῶν τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, αἵτινες ὑπάρχουσιν εἰς τὰς παραβολάς. Σεῖς δὲ οἱ Ἀπόστολοι καὶ λοιποὶ πιστοί, λέγει ὁ Κύριος, ἐπειδὴ ἐδέχθητε τὰ θαύματα καὶ τὴν διδασκαλίαν, τὰ κλειδιά, δύνασθε νὰ εἰσέλθετε εἰς τὰ νοήματα τῶν παραβολῶν. Κάμνων ὁ Κύριος προσεκτικούς τούς μαθητάς καὶ ἀποστόλους τοῦ διὰ τὰς παραβολάς καὶ δωρεάς αὐτάς λέγει καὶ πρὸς αὐτούς : «Βλέπετε οὖν πῶς ἀκούετε. Ἐν ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε, μετρηθήσεται ὑμῖν καὶ προστεθήσεται ὑμῖν». Ὅσον περισσότερον προσέξητε, τόσον περισσότερα θὰ ἐννοήσητε, ὅσον περισσότερον ἐργασθῆτε τὰς δωρεάς αὐτάς, τόσον περισσότερον θὰ σᾶς αὐξηθοῦν, τόσον περισσότερον θὰ ἀμειφθῆτε.

Ὁ Κύριος, ἵνα τονίσῃ περισσότερον τὴν θέσιν τῶν ἀπίστων ἔναντι τῶν παραβολῶν, λέγει: «ἐκείνοις δὲ τοῖς ἔξω ἐν παραβολαῖς πάντα γίνεται, ἵνα βλέποντες βλέπωσι καὶ μὴ ἴδωσιν καὶ ἀκούοντες ἀκούουσι καὶ μὴ συνιῶσι, μήποτε ἐπιστρέψωσι καὶ ἀφεθῇ αὐτοῖς». Αἰτία τῆς τυφλώσεως τῶν ἀπίστων Ἰουδαίων δὲν εἶναι ὁ παραβολικὸς φλοιὸς καὶ ὁ Κύριος ὁ εἰπών τὰς παραβολάς ταύτας, ἀλλὰ αὐτοὶ οἱ ἄπιστοι Ἰουδαῖοι, οἱ ὁποῖοι ἀπέρριψαν τὴν κλεῖδα τῶν παραβολῶν, τὰ θαύματα δηλαδὴ καὶ τὴν διδασκαλίαν τοῦ Κυρίου, ὡς εἴπομεν. Ὡς ἀποτέλεσμα ὅμως ἦλθεν ἡ τύφλωσις αὐτῶν. Ἑπομένως ἐνταῦθα οἱ τελικοὶ σύνδεσμοι «ἵνα μὴ ἴδωσιν.... καὶ μὴ συνιῶσιν μήποτε ἐπιστρέψωσι…» δὲν ἔχουσιν ἔννοιαν τελικήν, δὲν ἐκφράζουσι σκοπόν, ἀλλὰ ἔννοιαν ἀποβατικήν, διότι ἐκφράζουσιν ἀποτέλεσμα. Ἑπομένως τὸ «ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι....» κ.λ.π. πρέπει νὰ ἀποδοθῇ διὰ τοῦ : Οἱ «ἔξω» ἐθελοτυφλοῦν, ὥστε βλέποντες νὰ μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες νὰ μὴ ἐννοῶσιν. Ὁ Κύριος, ἵνα τονίσῃ τὰ αἴτια τῆς τυφλώσεως των εἶναι ἡ ἀπιστία των καὶ ἡ ἀδιαφορίαν των, φέρει τὴν προφητείαν τοῦ Ἡσαΐου, ἡ ὁποία λέγει: «ἀκοῇ ἀκούσετε» καὶ ἐπανάληψιν ἀκούετε «καὶ οὐ μὴ συνῆτε καὶ βλέποντες βλέψετε» κατ’ ἐπανάληψιν βλέπετε «καὶ οὐ μὴ ἴδητε. Ἐπαχύνθη» ἐσκληρύνθη «γὰρ ἡ καρδία» ἡ ψυχὴ «τοῦ λαοῦ τούτου καὶ τοῖς ὠσὶ βαρέως ἤκουσαν καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν ἐκάμμυσαν». Ἐνῷ ἤκουον μὲ τὰ σωματικὰ των αὐτιὰ τὰ λόγια τοῦ Κύριου, δὲν ἐνόουν τὰ νοήματα αὐτῶν. Ἐνῷ ἔβλεπον τόσα θαύματα δὲν ἐνόουν τὴν ἀποστολὴν τοῦ Χριστοῦ. Τοῦτο ἔγινε, διότι ἐσκληρύνθη ἡ καρδία τοῦ λαοῦ τούτου καὶ διὰ τοῦτο ἔκλεισαν ματιὰ καὶ αὐτιὰ εἰς τὰ θαύματα καὶ τὴν διδασκαλίαν τοῦ Σωτῆρος. Ἡ διαγωγὴ των δὲ αὕτη ἦτο τοιαύτη «μήποτε ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ τοῖς ὠσὶν ἀκούσωσι καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσι «καὶ ἐπιστρέψωσι καὶ ἰάσωμαι αὐτούς». Δὲν ἤθελον νὰ ἀκούσωσι μήπως καὶ ὅπως κοινῶς λέγομεν μὴ – μπᾶς….. καὶ σωθῶσι! Πόση εἰρωνεία!

Ὁ Κύριος στρέφεται καὶ πάλιν πρὸς τοὺς μαθητάς του καὶ μακαρίζει αὐτούς, διότι ἀκούουσι τὰ θεῖα του λόγια πιστεύοντες εἰς αὐτά ὡς ἑξῆς˙ «ὑμῶν μακάριοι οἱ ὀφθαλμοί, ὅτι βλέπουσι τὰ ὦτα ὑμῶν ὅτι ἀκούουσιν. Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι πολλοὶ προφῆται καὶ δίκαιοι» τὰ πλέον ἐξαίρετα πρόσωπα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης «ἐπεθύμησαν ἰδεῖν ἃ βλέπετε καὶ οὐκ εἶδον καὶ ἀκοῦσαι, ἃ ἀκούετε καὶ οὐκ ἤκουσαν». Ἐνταῦθα πρόκειται περὶ πνευματικῶν ὀφθαλμῶν καὶ ὤτων.

Ἵνα μὴ νομισθῇ ὅτι αἱ παραβολαὶ αὗται ἐδόθησαν, ἵνα ἐννοηθῶσι μόνον ὑπὸ τῶν ἀποστόλων, ὁ Κύριος τονίζει, ὅτι πρέπει νὰ κηρυχθῶσιν εἰς ὅλον τὸν κόσμον καὶ λέγει τὰ ἑξῆς: «οὐδεὶς λύχνον ἅψας καλύπτει αὐτὸν σκεύει ἤ ὑποκάτω κλίνης τίθησιν, ἀλλὰ ἐπὶ λυχνίας τίθησιν, ἵνα οἱ εἰσπορευόμενοι βλέπωσι τὸ φῶς. Οὐ γὰρ ἐστι κρυπτόν, ὁ οὐ φανερὸν γενήσεται, οὐδὲ ἐγένετο ἀπόκρυφον ἀλλ’ ἵνα ἔλθῃ εἰς φανερόν». Δία τῶν φράσεων τούτων ὁ Κύριος συνιστᾷ εἰς τοὺς ἀποστόλους του, ὅτι πρέπει νὰ κηρύξωσιν εἰς ὅλον τὸν κόσμον, διότι ὁ ἀνάψας λύχνον δὲν τὸν σκεπάζει μὲ δοχεῖον τι οὔτε τοποθετεῖ αὐτὸν κάτωθεν τῆς κλίνης, ἀλλὰ θέτει αὐτὸν εἰς τὸν λυχνοστάτην, ἵνα φωτίζῃ τοὺς εἰσερχόμενους εἰς τὴν οἰκίαν. Ὅ,τι εἶπεν ὁ Κύριος ἐν τῷ κρυπτῷ, μεταξὺ δηλαδὴ τῶν μαθητῶν του, πρέπει νὰ ἔλθῃ ὡς, πρέπει νὰ διαδοθῇ εἰς ὅλον τὸν κόσμον. Ὁ Κύριος τέλος ἐφιστῶν τὴν προσοχὴν εἰς τὰ λεγόμενά του προσθέτει˙εἴ τις ἔχει ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω». Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θέλει νὰ ἀκούσῃ τὰ λόγια αὐτά, ἂς τὰ ἀκούσῃ.



Β') Τὸ ἐπισφράγισμα τῶν παραβολῶν.
Οἱ εὐαγγελισταὶ καὶ ὁ Κύριος κατακλείουσι τὰς παραβολάς ὡς ἑξῆς:

Ὁ Ματθαῖος καὶ ὁ Μάρκος λέγουσι˙ «τοιαύταις παραβολαῖς ἐλάλει τοῖς ὄχλοις τὸν λόγον καθὼς ἠδύναντο ἀκούειν». Ὁ Ἰησοῦς ἐδίδασκε σαφῶς προσαρμοζόμενος εἰς τὰς ἱκανότητας τῶν ἀκροατῶν του, χρησιμοποιῶν εἰκόνας ἐκ τῆς ἀγροτικῆς, οἰκογενειακῆς ζωῆς. «Χωρὶς δὲ παραβολῆς οὐκ ἐλάλει αὐτοῖς». Ἔκαμε τοσαύτην χρῆσιν τῶν παραβολῶν κατὰ τὴν περίοδον αὐτὴν ὥστε ἔκαμεν ἐντύπωσιν εἰς τοὺς Ἀποστόλους. Ἄνευ παραβολῆς δὲν ὠμίλει. Ἑπομένως πολλαί ἐξ αὐτῶν δὲν ἐγράφησαν. «Κατ’ ἰδίαν τοῖς ἰδίοις μαθηταῖς ἐπέλυε πάντα», προσθέτει ὁ Μᾶρκος. Ἰδιαιτέρως δὲ ἐξήγει ὁ Κύριος εἰς τοὺς Ἀποστόλους τοῦ πάσαν ἀπορίαν των. Ὁ δὲ Ματθαῖος ἐνθυμηθείς ἀναφέρει τὸν 77ον ψαλμόν, ὁπού ὁ ἱερὸς προφήτης Ἀσάφ λέγει «ἀνοίξω ἐν παραβολαῖς τὸ στόμα μου, ἐρεύξομαι κεκρυμμένα ἀπὸ καταβολῆς κόσμου».

«Ἐρεύξομαι» σημαίνει ἀναγγέλλω μετὰ ἰσχυρᾶς φωνῆς. «Κεκρυμμένα ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» εἶναι αἱ ὁδοὶ τῆς θείας Προνοίας διὰ τὴν προστασίαν τοῦ Ἰσραὴλ τὰ ἐν αὐταῖς κεκρυμμένα νοήματα. «Αἰνίγματα» κρυμμένα νοήματα ἔχουσι καὶ αἱ εὐαγγελικαὶ παραβολαί. Ὅπως λοιπὸν ὁ Ἀσὰφ ἐχρησιμοποίει τὸ παρελθὸν τῆς ἱστορίας τοῦ Ἰσραήλ, ὡς ἀπαλλαγῆ ἐκ τῆς Αἰγύπτου κλπ. δία νὰ ἐξαγάγῃ μυστικόν, ἠθικὸν τι συμπέρασμα, κατὰ παρόμοιον τρόπον καὶ ὁ Χριστὸς ἐχρησιμοποίει διὰ τῶν παραβολῶν γεγονότα τῆς φύσεως καὶ τῆς ζωῆς, ἵνα διδάξῃ τὰς μυστηριώδεις ἀληθείας τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Χριστὸς εἶναι εἰκὼν τοῦ Ἀσάφ.

Ὁ Κύριος κατακλείει ὡς ἑξῆς τὰς παραβολάς ταύτας: «συνήκατε ταῦτα πάντα» ἐνοήσατε, λέγει πρὸς τοὺς Ἀποστόλους του, ὅλας αὐτάς τὰς ἑρμηνείας καὶ τὰ κύρια σημεῖα τῶν παραβολῶν; Ἐρωτᾷ ὁ Κύριος τούς μαθητάς του, διότι ἦτο ἕτοιμος νὰ δώσῃ ἑρμηνείας, εἰς ὅσα δὲν ἐνόησαν. Οἱ μαθηταὶ ἀπαντῶσι ναί! Ὁ Χριστὸς λέγει εἰς αὐτούς˙ «Δία τοῦτο πᾶς γραμματεὺς μαθητευθείς εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ὅμοιός ἐστιν ἀνθρώπῳ οἰκοδεσπότη, ὅστις ἐκβάλλει ἐκ τοῦ θησαυροῦ αὐτοῦ καινὰ καὶ παλαιά». Ἀφοῦ ἐνοήσατε, σᾶς λέγω τοῦτο: «πᾶς γραμματεὺς» πᾶς χριστιανὸς δηλαδὴ διδάσκαλος «μαθητευθείς» λαβών μαθήματα «ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ δηλαδὴ τοῦ Θεοῦ καὶ ἐννοήσας αὐτὰ ὁμοιάζει πρὸς οἰκοδεσπότην, νοικοκύρην. Ὅπως δηλαδὴ ὁ οἰκοδεσπότης ἐκ τοῦ «θησαυροῦ», τοῦ θησαυροφυλακίου του, ἐκ τῆς ἀποθήκης του, ὅπου ἔχει ἐναποταμιεύσει διὰ τὰς ἀνάγκας τῆς οἰκογενείας του τὰ χρειώδη, ἐξάγει «καινὰ καὶ παλαιὰ» τὰ ἀπαραίτητα δηλαδὴ δὶ’ ἑκάστην ἡμέραν τρόφιμα καὶ πράγματα, κατὰ παρόμοιον τρόπον καὶ ὁ χριστιανὸς διδάσκαλος πρέπει διδάσκων νὰ παραθέτῃ καινὰ καὶ παλαιὰ ἤτοι θρησκευτικὴν γνῶσιν, ἡ ὁποία συνίσταται ἐκ παλαιῶν καὶ νέων καλῶν διδαγμάτων ἐκ τῆς Παλαιᾶς καὶ Νέας Διαθήκης, ἐκ τῆς κοσμικῆς καὶ χριστιανικῆς σοφίας διὰ νὰ ὠφελήσῃ τοὺς ἀκροατάς του, διότι καὶ ὁ Κύριος ἐχρησιμοποίει εἰς τὴν διδασκαλίαν τοῦ παραβολάς ἐκ τῆς καθημερινῆς ζωῆς. Ὁ Χριστὸς διδάσκαλος ἐκφράζει «τὰ κοινὰ καινῶς καὶ τὰ καινὰ κοινῶς». Ἤτοι διδάσκει τὰ γνωστά κατὰ τρόπον καινούργιον καὶ τὰ καινούργια κατὰ τρόπον εὔληπτον εἰς ὅλους.


Γ') Σκέψεις ἐπὶ τῶν παραβολῶν.
Ἡ παραβολὴ διασαφεῖ διὰ παραδειγμάτων καὶ ἀναλογιῶν τὰς ἐννοίας, ὑποβοηθεῖ τὴν μνήμην, διεγείρει τὴν σκέψιν, διδάσκει βαθμιαίως, παιδαγωγικῶς. Ταῦτα πάντα εἶναι δι’ ὅλους τούς ἀνθρώπους ἰδίᾳ ὅμως διὰ τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι ἠγάπων τὴν συγκεκριμένην διδασκαλίαν περισσότερόν τῆς θεωρητικῆς καὶ φιλοσοφικῆς. Παρ’ ὅλα τὰ πλεονεκτήματα αὐτὰ ἡ παραβολὴ ἔχει καὶ τὸ μειονέκτημα, ὅτι δὲν θίγει ἀπ’ εὐθείας τὸ θέμα ἀλλὰ ἐμμέσως, διότι δὲν ἐκφράζεται ῥητῶς ἀλλὰ συγκεκαλυμμένως. Μάρτυρες τούτων οἱ ἴδιοι οἱ Ἀπόστολοι, οἱ ὁποῖοι ζητοῦν ἐξήγησιν καὶ ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος ἑρμηνεύει τὴν παραβολὴν τοῦ σπορέως. Πόση διαφορὰ παραβολῆς καὶ ἑρμηνείας!

Αὐτὰ τὰ πλεονεκτήματα γίνονται μειονεκτήματα, διότι ἐνῷ διεγείρουν τὴν προσοχήν, τὴν ἔρευναν, τὴν σκέψιν, δὲν ἐκφράζουσι πλήρως τὰ νοήματα, ὅπως ἡ ῥητὴ διδασκαλία. Αἱ παραβολαὶ ἔχουν δύο ὄψεις : μίαν φωτεινὴν καὶ τὴν ἄλλην σκοτεινήν, ὅπως ἡ νεφέλη, ἡ ὁποία ὡδήγει τοὺς Ἰουδαίους καὶ ἐσκότιζε τοὺς Αἰγυπτίους.

Ὁ παραβολικὸς δηλαδὴ φλοιὸς εἶναι τοιοῦτος, ὥστε ἐν ᾧ διεγείρει τὴν προσοχὴν τῶν ἐπιμελῶν καὶ ἀμείβει αὐτοὺς πλουσίως εἰς νοήματα, ἐμποδίζει καὶ τιμωρεῖ τοὺς ἀμελεῖς, τοὺς ἀδιάφορους εἰς τὴν κατανόησιν τῶν νοημάτων, διότι εἰς αὐτοὺς παρουσιάζεται αὕτη ὡς τερπνὴ διήγησις ἱκανοποιοῦσα μόνον τὴν περιέργειαν. Ἡ παραβολὴ ὁμοιάζει πρὸς ἀμύγδαλον τοῦ ὁποίου ὁ πρὸς βρῶσιν καρπὸς εἶναι τὰ νοήματα, ὁ δὲ σκληρὸς φλοιός του ἡ διήγησις. Ταυτοχρόνως δὲ φυλάσσονται τὰ ὑψηλότερα νοήματα ἀπὸ ἀπίστους καὶ ἀδιάφορους, ἵνα μὴ θέσωμεν τοὺς μαργαρίτας ἔμπροσθεν τῶν χοίρων. Ἡ παραβολὴ εἶναι ἔκφρασις τῆς θείας καλωσύνης, διότι κρύπτουσα ἀπὸ τοὺς κακοὺς τὰ καλὰ νοήματα καθιστᾷ αὐτοὺς ὀλιγώτερον ὑπευθύνους τοῦ νὰ ἁμαρτήσωσι συνειδητῶς, ταυτοχρόνως δὲ παρέχει εἰς αὐτοὺς τὴν εὐκαιρίαν νὰ ἐρωτήσουν, νὰ ἐννοήσουν, νὰ ἐπιστρέψουν. Ἐπὶ πᾶσι δὲ τούτοις ἡ παραβολὴ εἶναι σεβασμὸς τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, διότι ἀφήνει ἐλεύθερον τὸν ἂν-θρωπον, ἂν θέλῃ νὰ εἰσαχθῇ εἰς τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως αἱ παραβολαὶ ἐκφράζουσι τὴν δικαιοσύνην τοῦ Θεοῦ, διότι ἀμείβουσι τοὺς ἐπιμελεῖς καὶ τιμωροῦσι τοὺς ἀμελεῖς, φυλάττουσι τοὺς οὐρανίους θησαυροὺς ἀπὸ ἀναξίους χεῖρας καὶ κύνας καὶ σέβονται τὴν ἐλευθερίαν τοῦ ἀνθρώπου. Ὁποῖον βάθος !

Παραβολὴ τοῦ σπορέως (Λουκ η΄5-15)

Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))




29 Ὀκτωβρίου 1989

Πόσο οἰκεία, καὶ πόσο ἁπλή μᾶς φαίνεται ἡ σημερινὴ Παραβολὴ τοῦ σπόρου καὶ τοῦ σπορέως· καὶ ὅμως πόσο σχετικὴ εἶναι μέ μᾶς, πόσο περισσότερο θὰ πρέπει νὰ τὴν σκεφτοῦμε. Λησμονοῦμε τὴν εἰκόνα τοῦ σπορέα καὶ τοῦ σπόρου, ὅπως φαίνεται μέσα ἀπὸ τὴν παραβολή, δὲν βλέπουμε τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ νὰ περπατάει στοὺς δρόμους καὶ τὰ μονοπάτια τῆς Γαλιλαίας καὶ τῆς Ἰουδαίας· καὶ παντοῦ ὅπου πῆγε, οἱ ἄνθρωποι ἔρχονταν στὴν ἄκρη τοῦ δρόμου, ἐπειδὴ εἶχαν ἀκούσει, ὅπως εἶχε ἀκούσει ὁ Τυφλός, γιὰ τὸν ὁποῖο μιλάει ὁ Ἀπόστολος Μάρκος, ὅτι ἦταν Δάσκαλος, ὅτι τὰ λόγια του ἦταν ἀληθινά, ὅτι ἔφεραν τὴν δύναμη τῆς ζωῆς.

Καὶ οἱ ἄνθρωποι ἦρθαν καὶ γέμισαν τοὺς δρόμους καὶ ἄκουσαν. Κάποιοι ἦταν ἕτοιμοι γιὰ τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας· κάποιοι ἀγωνιοῦσαν, καὶ ἔκαναν στὸν ἑαυτὸ τους ἐρωτήσεις ποὺ μέχρι τότε κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ ἀπαντήσει. Ἀλλὰ ἦλθαν ἄλλοι ἄνθρωποι, ὅπως τόσοι πολλοὶ ἔρχονται τώρα σ’ ἕναν ἱερέα, σ’ ἕναν εὐαγγελιστή, σ’ ἕναν ἡγέτη ὁποιασδήποτε παράταξης, ἦλθαν νὰ δοῦν ἕνα ἄνθρωπο ποὺ κάποιος τοὺς μίλησε γι’ αὐτόν, ν’ ἀκούσουν τί εἶχε νὰ πεῖ. Δὲν ἀπαντοῦσε σὲ καμία ἀπὸ τὶς ἐρωτήσεις τους, δὲν ἱκανοποιοῦσε καμία ἀπὸ τὶς ἀνάγκες τους, ἐκτὸς ἴσως ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία νὰ δοῦν κάποιον ποὺ ἦταν ξεχωριστός, κάποιον μοναδικὸ γιὰ τὴν ἐποχή του. Ἄκουσαν τὸν λόγο Του, ἀλλὰ δὲν τὸν κράτησαν μέσα τους, τὸν βρῆκαν ὄμορφο, ἀληθινὸ – ἀλλὰ δὲν πῆγαν πιὸ πέρα. Ἄκουσαν λόγια, δὲν ἄκουσαν τὴν κραυγὴ τῆς ψυχῆς τους ποὺ πεινοῦσε γιὰ λόγο ἀληθείας.

Ἔτσι ὅταν Ἐκεῖνος εἶχε διαβεῖ, ὅλοι ἐπέστρεψαν στὶς συνηθισμένες τους ἀσχολίες, στὴν κανονική τους ζωή. Θὰ μποροῦσαν νὰ ἔχουν πάει στὸ σπίτι καὶ νὰ ἔχουν ἐπαναλάβει αὐτὰ τὰ λόγια, λέγοντας: «Δὲν ἦταν θαυμάσια; Δὲν μίλησε ὡραία;» - καὶ ἔπειτα ἐπέστρεψαν στὴν συνηθισμένη, καθημερινὴ ζωή τους…

Ἄλλοι ποὺ στάθηκαν στὴν ἄκρη τοῦ δρόμου, δέχτηκαν τὸ μήνυμα μὲ συγκίνηση, κάτι ἀναδεύτηκε στὴν καρδιά, στὸ μυαλό τους, τοὺς ἔδωσε ἀπάντηση σὲ κάτι. Καὶ τὸ δέχτηκαν, τὸ ἀγκαλίασαν, καὶ ἐπέστρεψαν στὴν οἰκία τους· ἀλλὰ τὴν στιγμὴ ποὺ δὲν ἦταν πιὰ στὸν δρόμο, τοὺς κυρίευσαν οἱ ἀνησυχίες τοῦ σπιτιοῦ τους: ὑπῆρχαν τόσα πράγματα στὴν ζωή τους νὰ κάνουν, νὰ σκεφτοῦν, δὲν ὑπῆρχε καιρὸς νὰ συλλογιστοῦν ξανὰ καὶ ξανὰ τὰ λόγια ποὺ εἶχαν ἀκούσει, δὲν ὑπῆρχε καιρὸς νὰ καθίσουν μὲ ἠρεμία καὶ νὰ φανταστοῦν τὸ πρόσωπο ποὺ εἶχαν δεῖ, νὰ ξαναθυμηθοῦν τὴν φωνὴ ποὺ εἶχαν ἀκούσει.

Ὑπάρχει ἄλλη μία παραβολὴ ποὺ μιλᾶ γιὰ ἐκείνους ποὺ εἶχαν κληθεῖ στὸ Γαμήλιο Βασιλικὸ Δεῖπνο: ἄκουσαν τὸ κάλεσμα, ἤξεραν ὅτι εἶχαν κληθεῖ προσωπικὰ – ἀλλὰ μπόρεσαν νὰ πᾶνε; Ὁ ἕνας εἶχε ἀγοράσει ἕναν ἀγρό, ἦταν ριζωμένος σ’ αὐτόν, δεμένος μὲ αὐτόν, φυλακισμένος· ἄλλοι εἶχαν ἀγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια – ἔπρεπε νὰ τὰ δοκιμάσουν, ἔπρεπε κάτι νὰ κάνουν στὴ ζωή, ἕνα ἐπάγγελμα, μία ἐργασία- ἢ ἁπλὰ κάτι ποὺ ἐπειδὴ ἀφορᾶ τὴν προσωπική μας ζωή, ἔχει πολὺ μεγάλη σημασία, ὅπως ἡ τελευταία περίπτωση ἐκείνου ποὺ εἶχε παντρευτεῖ- πῶς μποροῦσε νὰ ξοδέψει χρόνο γιὰ κάποιον ἄλλον;

Αὐτοὶ εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ δέχονται τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὸν δέχονται ἀληθινὰ στὴν καρδιά τους, ἀλλὰ ὑπάρχουν τόσα πολλὰ πράγματα ποὺ ἔχουν σημασία - θὰ τὸ κάνουμε αὔριο, ἤ, ἂν μπορούσαμε μοναχὰ νὰ ἀλλάζαμε τὸ μήνυμα τοῦ Κυρίου μὲ ἕνα πιὸ ἐφικτό, πιὸ ἁπλό, νὰ μὴν εἶναι τόσο ἀπόλυτο ὅσο αὐτό.

Καὶ ἔπειτα, ἐκεῖνοι ποὺ δέχονται τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἡ πλούσια γῆ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ λάβει τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας, δέχονται τὸν σπόρο καὶ καρποφοροῦν. Ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι δὲν ἦταν ἁπλὰ καλύτεροι ἄνθρωποι, πιθανὸν δὲν ἦταν καλύτεροι· ἦταν ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν ἕνα ἐρώτημα στὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά, ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν καημό, ποὺ ἡ καθημερινὴ ζωὴ τους ἦταν πολὺ περιορισμένη, μικρή, ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν συναίσθηση ὅτι ἡ ψυχὴ τους εἶναι ἀπέραντη, καὶ δὲν μποροῦσε νὰ γεμίσει ἀπὸ τὰ ἀσήμαντα τῆς καθημερινότητας- οὔτε κἄν ἀπὸ τὰ εὐγενικὰ καὶ καλὰ πράγματα τῆς ζωῆς: ἀποδέχτηκαν τὸ μήνυμα βαθιὰ μέσα στὴν καρδιά τους, καὶ αὐτὸ ἐπειδὴ ἔδωσε ἀπάντηση στὶς ἀνάγκες τους, ἡ ζωὴ τους καρποφόρησε.

Τώρα ἂς τὸ ἐφαρμόσουμε στὴν δική μας ζωή· πόσοι ἀπὸ ἐμᾶς ἀκοῦν τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, τὰ λόγια τοῦ κηρύγματος, μελετοῦν βιβλία ἐνδιαφέροντα μὲ βάθος καὶ τὰ διατηροῦν στὴ μνήμη τους, τὰ χαίρονται- ἀλλὰ μέχρι ἐκεῖ· μποροῦν νὰ τὰ ἐπαναλάβουν, νὰ τὰ μεταδώσουν στοὺς ἄλλους,- ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ὅλο.

Καὶ ὑπάρχουν τόσοι πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς ποὺ ἔλαβαν τὸ μήνυμα μὲ ἐνθουσιασμό, μὲ πάθος, γνωρίζοντας ὅτι εἶναι πράγματι ἡ ἀπάντηση στὴν λαχτάρα, τὴν πείνα, τὸ μεγαλεῖο ποὺ ὑπάρχει μέσα μας· ἀλλ’ ὅμως ἡ ζωὴ εἶναι τόσο σύνθετη, ἔχουμε τόσα πράγματα νὰ κάνουμε! Καὶ σ’ ὅλη τούτη τὴν πολυπλοκότητα καὶ τὸ καθημερινὸ «γίγνεσθαι», τὰ λόγια ποὺ ἀκούσαμε, παραμερίζονται- γιὰ μιὰ ἄλλη μέρα, γιὰ μιὰ ἄλλη φορά, ὅταν θὰ εἶμαι ἀρκετὰ μεγάλος γιὰ νὰ ἔχω ὁποιεσδήποτε ἀνησυχίες: τότε θὰ μπορῶ νὰ στραφῶ πίσω καὶ νὰ θυμηθῶ ἐκείνη τὴν λαμπρὴ στιγμὴ ποὺ ἡ ζωὴ ξεδίπλωσε ὅλο τὸ μεγαλεῖο της..- τὴν κρατῶ στὴν μνήμη μου!

Τί συμβαίνει μέ μᾶς, δεχόμαστε τὸ μήνυμα καὶ αὐτὸ καρποφορεῖ μέσα μας;

Πῶς μπορεῖ τὸ μήνυμα νὰ μᾶς ἀγγίξει; Θυμᾶμαι ἕναν Ρῶσο ἱερέα νὰ μοῦ λέει· «μελετῶ καθημερινὰ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ πολὺ σπάνια ἡ ζωή μου ἀνταποκρίνεται σ’ αὐτό. Ἀλλὰ τὸ μελετάω καθημερινὰ γιατί δὲν γνωρίζω ποτὲ κατὰ πόσο σήμερα, αὔριο ἢ κάποια ἄλλη ἡμέρα θὰ εἶμαι ἡ ἄγονη πλευρὰ τοῦ δρόμου ἢ τὰ ἀγριόχορτα, κατὰ πόσο τοῦτος ὁ λόγος θὰ πέσει σὲ ἕνα μικρὸ κομμάτι γῆς μέσα μου, ἱκανὸ νὰ τὸν δεχτεῖ καὶ νὰ φέρει καρπούς».

Δὲν εἶναι τόσο ἁπλό, τόσο ἐνθαρρυντικό; Ὅλοι μας βρισκόμαστε καὶ στὶς τρεῖς περιπτώσεις ποὺ περιγράφονται στὴν παραβολὴ τοῦ Εὐαγγελίου· ἀλλὰ ἐὰν δώσουμε μιὰ εὐκαιρία στὸν Κύριο ποὺ μιλάει, στὸν Κύριο ποὺ διαβαίνει ἀπὸ τὴν ζωή μας, ποὺ κρούει τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας - ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρὸ θὰ δεχτοῦμε τὸ μήνυμα μὲ χαρά· μὲ τὸν καιρό, θὰ φθάσει στὸ βάθος τῆς καρδιά μας, στὸν πυρήνα τῆς ζωῆς μας καὶ θὰ εἶναι ἡ ἀπάντηση ποὺ θὰ τὴν ἀλλάξει.

Ἑπομένως, ἂς ἀκοῦμε μέρα μὲ τὴ μέρα τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου· ἂς ἀκοῦμε τὴ φωνὴ τῆς συνείδησής μας, ἂς ἀκοῦμε τί μᾶς λέει ὁ βαθύτερος ἐαυτός μας γιὰ τὴν ζωή, τὴν ἀλήθεια, τὴν πραγματικότητα· καὶ ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρό, θὰ ἔχουμε τὸ γόνιμο ἔδαφος ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ φέρει καρπούς.

Αὐτὴ ἡ παραβολή, ἡ τόσο ἁπλή, ἡ τόσο ξεκάθαρη, ἂν μοναχὰ τὴν ἐφαρμόσουμε, μπορεῖ νὰ εἶναι τὸ ξεκίνημα μιᾶς νέας ζωῆς. Ἀμήν.



Πρωτότυπο Κείμενο


The Parable of the Sower
29 October 1989


In the Name of the Father, the Son and the Holy Ghost.

How familiar, and how simple seems to us, appears to us today's parable of the seed and of the sower; and yet, how relevant it is to us, and how much more thought we should give to it. We forget the setting itself of the parable, the imagery of the sower and the seed, and we dont see in it an image of Christ, walking along the roads and the paths of Galilee and Judea; and everywhere He went, people came to the roadside because they have heard, as the Blind Man have heard of whom Saint Marc reports, that He was a Teacher, that His words were true, that they had in them a power of life.

And people came, and lined the roads, and lined the streets, and listened. Some were prepared for the message; some have been in an agony of mind, have been asking themselves questions which hitherto no one have been able to answer. But others came, as so many people come now to a preacher, to an evangelist, to a leader of any side, came to see a man of whom one spoke, and to listen to what he had to say. He was not answering any of their questions, He was not meeting any of their needs, except perhaps the desire to see someone that was outstanding, someone unique in his time. They heard the word, but it fell at their ears, they find it beautiful, lovely, true - but it did not go beyond this. They were listening to words, they were not listening to the cry of their own soul that was hungry for words of truth.

And so, when He had passed, they all returned to what was their ordinary, their normal life. They might have gone home and repeated these words, saying, Wasn't it lovely? Did He speak well? - and then they went back to what was life, ordinary life, day-to-day life...

Others, who had come to the roadside, received the message with emotion, it stirred something in their hearts, something in their minds, it answered something in them. And they received it and hugged it to themselves, and returned home; but the moment they were no longer by the road, at home, the concerns of home overwhelmed them: there was so much to do, so much to think about, there was so much in life, there was no time to reflect again and again on the words heard, there was no time to sit quietly and to look in imagination at the face they had seen, to rehearse the voice they have heard.

We have another parable about those who have been called to the Bridal Feast of the King: they heard a call, they knew they were called personally - but could they go? The one had bought a field, he was rooted in it, tied to it, a prisoner of it; others have bought five pairs of oxen - they had to try them, they had something to do in life, a vocation, a job, something great - or something simply that matters supremely in a personal way, as the last one: he had taken a bride - how could he spend time for anyone else?

Those are the people who receive the word, who receive it truly, in their heart, but there are so many things that matter - tomorrow will do, or, if we only could reduce the message to something liveable, simple, not to the absoluteness of it!

And then, those who receive the message, like the rich soil that could receive the message, receive a seed and bear fruit. Those people were not simply better people, they probably were not better people; they were people who had a question in their mind and heart, people who had a longing, people for whom their daily life was too narrow, too small, people who were aware that their soul was deep, and vast and could not be filled with the trivialities - or even the noble, the good things of life: they received the message, they took it to heart, deep into them, and they bore fruit because it was answering a need.

Now, we can apply it to ourselves: how many of us listen to the words of the Gospel, listen to the words of preaching, read books that are full of interest and depth, and they store it in their memory, they enjoy it - but that is the end; they can quote it, they can pass it on to others, - but that is all.

And there are so many of us who have received the message with enthusiasm, with passion, knowing that this message is an answer to all there is in us of longing, of hunger, of greatness, indeed; but then, life is so complex, there is so much to do! And in all this doing, in all this complexity the words is left aside - for another time, for another day, when I will be old enough not to have any concerns: then I can turn back to this glorious moment when life unfolded itself in all its splendour - I keep it in my memory!

What about us, receiving the message and bearing fruit?

But how does this message reach us? I remember a Russian priest saying to me, вЂ˜I read the Gospel daily, and I respond to it very seldom. But I read it daily because I never know whether today, or tomorrow, or on another day I will be the barren roadside, or the weeds by the way, or, of a sudden, whether this word will not fall on a small patch in me which is capable of receiving it and bearing fruit.

Isn't that simple, isn't that encouraging? We all are the three things described in the parable of the Gospel; but if we give a chance to God Who speaks, to God, Who passes through our life, to God Who knocks at our heart - from time to time we will receive the message with joy and let go of it; but from time to time it will reach a depth in our heart, a core of our life and be the answer that will change it.

Let us therefore listen, listen to the words of the Gospel day in and day out; listen to the voice of our conscience, listen to what the deepest self says to us about life, about truth, about reality; and from time to time we will have been the good ground that can bear fruit.

This parable, so simple, so clear, if we only apply it, can be a beginning of a new life. Amen

Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ εὐθύνη τοῦ ἀνθρώπου

Νικάνωρ Καραγιάννης (Ἀρχιμανδρίτης)




Τὸ βαθύτερο νόημα τοῦ σκοποῦ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἕνα μυστήριο ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἐκφρασθεῖ παρὰ μόνο μὲ παραβολές. Μιὰ τέτοια παραβολὴ εἶναι καὶ αὐτὴ τοῦ σπορέα. Οἱ παραλληλισμοὶ ἐξηγοῦνται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Γεωργὸς ὁ Θεός, σπόρος ὁ λόγος Του, ἀγρὸς-χωράφι ὁ ἄνθρωπος κάθε ἐποχῆς καὶ τόπου, ἀγκάθια τὰ πολλὰ καὶ ποικίλα ἐμπόδια τῆς καρποφορίας τοῦ κηρύγματος.



Ὁ σπόρος τοῦ θείου λόγου

Ὅπως ὁ σπόρος, αὐτὸ τὸ δυναμικὸ στοιχεῖο τῆς φύσης, κρύβει μέσα του τὸ μυστήριο τῆς δημιουργίας καὶ τῆς ζωῆς, ἔτσι καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς μεταμορφώνει ἐσωτερικὰ καὶ μᾶς μεταγγίζει τὴν «ὄντως ζωή». Ὁ σπόρος εἶναι ἴδιος, πέφτει ὅμως σὲ διάφορα μέρη, γι' αὐτὸ καὶ τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι διαφορετικό. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ προσφέρεται καὶ ἀπευθύνεται σὲ κάθε ἄνθρωπο ἀδιακρίτως. Δὲν εἶναι προνόμιο κάποιων, ἀλλὰ δικαίωμα καὶ δωρεὰ ὅλων. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ «ἀεὶ σπείρων τὸν σπόρον τῆς αἰωνίου ζωῆς». Ὅταν, λοιπόν, ὁ Θεὸς μᾶς μιλᾶ μὲ τὸ λόγο Του, καθὼς ἀκοῦμε τὴ φωνὴ Του μέσα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, μέσα ἀπὸ τοὺς προφῆτες καὶ τὸ Εὐαγγέλιο, μέσα ἀπὸ τὴ διδασκαλία καὶ τὴν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, μᾶς φανερώνει τὴν προσωπική Του ὕπαρξη. Μᾶς λέει ποιὸς εἶναι καὶ τί θέλει ἀπὸ ἐμᾶς, καὶ τότε αἰσθανόμαστε τὴν ἀγάπη νὰ μᾶς ἀγγίζει καὶ νὰ μᾶς ἑλκύει. Μετέχουμε στὴ χάρη Του, ἡ ὁποία μᾶς γαληνεύει καὶ μᾶς σκεπάζει, νιώθουμε τὴ δύναμή Του νὰ μᾶς ἐνισχύει στὴν πορεία τῆς ζωῆς μας. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ἀνθρώπινη ἐπινόηση, εἶναι «ρήματα ζωῆς αἰωνίου», θεϊκὴ ἀποκάλυψη καὶ σοφία «ἄνωθεν κατερχομένη», ποὺ ὑπερβαίνει ὅλα τὰ ἐμπόδια καὶ ὁδηγεῖ στὴν πνευματικὴ ὁλοκλήρωση καὶ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τελικά, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐκείνη ποὺ ἐνεργεῖ μέσα ἀπὸ τὴν ὅποια ἀδυναμία τῆς ἀνθρώπινηε ἐκφορᾶς Του, διεισδύει στὴν καρδιά μας καὶ σὲ χρόνο ἀνύποπτο βλαστάνει καὶ καρποφορεῖ.



Τὸ ἔδαφος τῶν ἀνθρώπων

Ἡ παραβολὴ τονίζει τὴν εὐθύνη τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀκοῦν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ τοποθετηθοῦν ἀπέναντι σὲ αὐτόν. Ὑπογραμμίζει τὴν ποιότητα τῆς γῆς ποὺ ἀντιπροσωπεύει ὁ καθέναs μαs. Πολλὲs φορὲς οἱ ἀτελείωτες καὶ ἀγχώδεις βιοτικὲς μέριμνεs δὲν ἀφήνουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ νὰ εἰσχωρήσει κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τῆς ψυχῆς μαs. Ἀναπόφευκτα, λοιπόν, ὁ σπόροs τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καταπατεῖται καὶ ἀφανίζεται ἀπὸ τὰ «πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ», τὶς πολλὲς καὶ ποικίλες προκλήσεις τῆς ἐποχῆς μας, ποὺ μεταβάλλουν τὸν ἐσωτερικό μαs κόσμο σὲ ἕνα σκληρὸ πεζόδρομο, ποὺ ἰσοπεδώνει τὶς πνευματικές μας εὐαισθησίες . Τὸ πετρῶδες ἔδαφος εἶναι ἡ εἰκόνα μιᾶς ἐπιφανειακῆς ζωῆς, ἑνὸs ἀνώριμου καὶ ἐπιπόλαιου ἐνθουσιασμοῦ, χωρὶς βαθειὲς ρίζες, χωρὶς σταθερὲς ἀξίες καὶ ἀρχές. Τὰ ἀγκάθια ἀντιπροσωπεύουν ὁτιδήποτε περιστασιακὸ καὶ φευγαλέο πνίγει τὴν ὕπαρξή μαs, καθὼς ἡ ζωὴ προχωρᾶ χωρὶς προτεραιότητες καὶ ἀξιολογήσεις, χωρὶς οὐσία καὶ ἀλήθεια.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, γιὰ νὰ καταλάβουμε τί μᾶs λέει ὁ Χριστός, πρέπει νὰ νιώσουμε ὅτι ὁ λόγοs Του ἀπευθύνεται στὸν καθένα μας προσωπικὰ καὶ ξεχωριστά. Κατακλυζόμαστε καθημερινὰ ἀπὸ ἐντυπώσεις, γεγονότα, ἰδέεs, εἰδήσεις, μὲ μιὰ πρωτοφανῆ ταχύτητα καὶ ἐναλλαγή, ποὺ ὅλο ἀκοῦμε καὶ συνεχῶς ξεχνᾶμε. Γι' αὐτὸ ἔχει ἰδιαίτερη σημασία νὰ μὴν ἀκοῦμε ἁπλῶς τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ νὰ τὸν κατέχουμε, νὰ τὸν κατανοοῦμε βαθύτερα καὶ νὰ τὸν βιώνουμε ὅλο καὶ περισσότερο. Γιὰ νὰ γίνει, ὅμως, κάτι τέτοιο, ἀπαιτεῖται ἡ κατάλληλη ἐσωτερικὴ διάθεση, μιὰ ἀνοιχτὴ καὶ πρόθυμη καρδιὰ στὸ μήνυμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ γινόμαστε δεκτικοὶ στὴ χάρη Του. Αὐτὴ ἡ συναίσθηση αὐξάνει τὴν ἐσωτερικὴ μας ἀκοή, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ἐπαναλαμβάνουμε αὐτὸ ποὺ ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόροs εἶπε μόλις στὰ βαθιά του γεράματα, ἂν καὶ μαθήτευσε ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια στὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ διδασκαλία: «νῦν ἄρχομαι μαθητὴs εἶναι», τώρα ἀρχίζω νὰ εἶμαι μαθητὴs τοῦ Χριστοῦ.

Αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῆς μαθητείας εἶναι προυπόθεση τῆς πνευματικῆς μας ἀνάπτυξηs καὶ ὠρίμανσηs. Εἶναι ἡ γῆ ἡ καλὴ καὶ ἀγαθή, ὥστε νὰ δεχόμαστε καὶ νὰ καρποφοροῦμε μὲ ὑπομονὴ τὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, γιὰ νὰ ὑπερνικοῦμε τοὺς φόβους καὶ τὶς προκαταλήψεις μας πρὸς κάθε τι καινούργιο. Γιὰ νὰ κάνουμε τὸ διαχρονικὸ καὶ ζωοποιὸ λόγο τοῦ Θεοῦ προσιτό, κατανοητό, ἐπίκαιρο καὶ λυτρωτικὸ καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο τοῦ καιροῦ μας. Ἀμήν

Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ (Λουκ. η΄5-15)

Ἰωὴλ Φραγκάκος (Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας)

undefined



«Ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ»

Πολλὲς φορὲς συνήθιζε νὰ ὁμιλεῖ ὁ Κύριος μὲ παροιμίες καὶ παραβολές. Μιὰ ἀπ’τὶς σπουδαιότερες παραβολὲς Του εἶναι καὶ τοῦ σπορέως καὶ εἶναι αὐτὴ ποὺ ἀκούσθηκε σήμερα στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα.Ἕνας γεωργὸς ἔσπειρε τὸν σπόρο του στὸ χωράφι κι ἀπ’ τὰ τέσσερα μέρη τοῦ σπόρου τὰ τρία ποὺ ἔπεσαν πάνω στὸ δρόμο, στὴν πέτρα καὶ στ’ ἀγκάθια χάθηκαν, ἐνῶ τὸ τελευταῖο ποὺ ἔπεσε πάνω στὴν καλὴ γῆ καρποφόρησε σὲ ἕνα μέρος τριάντα τοῖς ἑκατό, σ’ ἄλλο ἑξήντα καὶ σ’ ἄλλο ἑκατὸ (Μάρκ. 4,20). Ἂς δοῦμε πῶς καρποφορεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ:

Ἡ ἐπεξήγηση τῆς παραβολῆς. Ὁ Κύριος ἑρμήνευσε τὴν παραβολὴ καὶ εἶπε πὼς ἡ καλὴ γῆ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν καλὴ καὶ ἀγαθὴ καρδιὰ (Λουκ. 8,15), εἶναι οἱ ἄνθρωποι οἱ «συνιέντες» (Ματθ. 13,23), εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἄκουσαν μὲ σοβαρότητα τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, «οἱ παραδεχόμενοι» (Μάρκ. 4,20). Ὅλοι αὐτοὶ δὲν ἀπορρίπτουν τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ μὲ πολλὴ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονὴ καλλιέργησαν τὸ σπόρο τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτὸ κι εἶχαν πλούσια καρποφορία. Ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ καρποφορία; Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνας ἀνθρώπινος λόγος ποὺ κρύβει μέσα του μία θρησκευτικὴ εἴδηση, ἔστω καὶ τὴν μεγαλύτερη ἢ τὴν πιὸ συνταρακτική. Πίσω ἀπ’ τὰ νοήματα τοῦ Εὐαγγελίου κρύβεται ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Λόγος Του. «Τεκνία μου, οὕς πάλιν ὠδίνω, ἄχρις οὗ μορφωθεῖ Χριστὸς ἐν ὑμῖν» (Γαλ, 4,19), τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Πράγματι ὁ Χριστός, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, σὰν μικρὸ βρέφος ἀναπτύσσεται μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς εἶπε πὼς μητέρα Του καὶ ἀδέλφια Του εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἀκοῦν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἐφαρμόζουν στὴν ζωὴ τους (Λουκ. 8,21). Ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ λόγου-ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀδιάψευστη μαρτυρία πὼς ὁ Χριστὸς ἔχει μορφωθεῖ μέσα μας.



Πῶς καταλαβαίνουμε τὴν καρποφορία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ;

Ὁ ἅγιος Συμεών, ὁ Νέος Θεολόγος, φέρνει τὸ ἑξῆς παράδειγμα: Μία γυναίκα ποὺ κυοφορεῖ μέσα της βρέφος, ἔστω κι ἂν ἐξωτερικὰ δὲν ὑπάρχει κανένα σημεῖο τῆς κυοφορίας της ἢ ἔστω πὼς οἱ ὑπόλοιποι ἄνθρωποι δὲν ὑποψιάζονται πὼς μπορεῖ νὰ ἔχει κάποιο παιδὶ στὰ σπλάγχα της, αὐτὴ ὅμως, ἐπειδὴ ἀκούει τὰ σκιρτήματά του, εἶναι ἀπόλυτα βέβαιη ὅτι ἔχει παιδί. Τὸ ἴδιο κι ὁ ἄνθρωπος ποὺ δέχθηκε μέσα του τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ· καταλαβαίνει πολὺ καλὰ ὅτι ἔχει μέσα του τὰ θρεπτικὰ σπέρματα τοῦ Θεοῦ.

Ἂς ποῦμε μερικὰ παραδείγματα.Ἕνας ἄνθρωπος πρὶν νὰ πιστεύσει στὸ Χριστὸ ἦταν ἐγωιστής, ζηλιάρης, ἀνήθικος καὶ φίλαυτος. Τώρα ποὺ δέχεται μέσα του τὰ σπέρματα τοῦ κηρύγματος, ἀρχίζει νὰ παραδέχεται ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ τοὺς ἄλλους. Ἁμαρτήματα ποὺ προηγουμένως τὰ θεωροῦσε ἀσήμαντα, τώρα τὰ πολεμάει. Ἀρχίζει νὰ κάνει ἐλεημοσύνες καὶ καταβάλει σκληρὲς προσπάθειες νὰ κρατήσει μέσα του, μὲ τὴ βοήθεια τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸ φῶς καὶ τὴ χάρη τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλάζει ριζικὰ καὶ κατὰ τρόπο θαυμαστό. Αὐτὸ εἶναι ἡ καρποφορία τοῦ θείου σπόρου. Ἡ πλήρης καρποφορία εἶναι νὰ δεῖ τὸ Θεὸ «καθὼς ἐστιν» (Α΄ Ἰω. 3,2).
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴ κάνει λόγο γιὰ τοὺς «καλὸν γευσαμένους Θεοῦ ρῆμα» (κεφ. 6,5). Δὲ μιλάει γιὰ κείνους ποὺ ἄκουσαν τὸ ρῆμα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τοὺς γευσαμένους, αὐτοὺς ποὺ δοκίμασαν τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ὅποιος κοινωνήσει –«μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης»- τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου, γεύεται καὶ αἰσθάνεται μέσα του τὴ χαρὰ καὶ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅποιος ἀκούει τὸ Εὐαγγέλιο νιώθει τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ ἔντονα στὴ ζωή του. Ὅποιος καλλιεργεῖ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ σώζεται. Συμπεραματικὰ μποροῦμε νὰ ποῦμε πὼς καρποφορία εἶναι τὰ ρήματα τῆς αἰωνίου ζωῆς, τὰ ἐντάλματα τῆς ἀθανασίας, ἡ ἐπαγγελία τῆς παλινζωίας, τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ αἴσθηση τοῦ Παραδείσου, τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἡ πνευματικὴ ζωή.

Ἡ Ἐκκλησία σπείρει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐκκλησία ἀνοίγει στοὺς πιστοὺς τὸ δρόμο γιὰ νὰ ἔλθει ὁ Χριστὸς μέσα μας. Κηρύσσει τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ Ἀναστημένο Ἰησοῦ Χριστό, ἐνῶ ὁ ἁμαρτωλὸς κόσμος ἔχει ἄλλα κηρύγματα. Μέσα στὴν πολεμοχαρῆ καὶ ἁμαρτωλὴ ἐποχή μας ἡ Ἐκκλησία μᾶς προτρέπει νὰ ἀκούσουμε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μετανοήσουμε· «Μετανοήσατε οὖν καὶ ἐπιστρέψατε εἰς τὸ ἐξαλειφθῆναι ὑμῶν τὰς ἁμαρτίας» (Πράξ. 3,19). Στοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας ποὺ ἔχουν συνηθίσει νὰ ἀκοῦνε τὰ πιὸ παράδοξα λόγια, ἀνήθικα, ἐμπαθῆ καὶ φιλάργυρα, φίλαυτα καὶ ἀντιχριστιανικά. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι ἁπλὸς καὶ συντετμημένος ἀπευθύνεται σ’ ὅλους μας καὶ μᾶς καλεῖ νὰ καρποφορήσουμε τὸ Χριστὸ μέσα μας. Ἂς μὴν παραβλέψουμε τὸ λόγο τοῦ Κυρίου μας, ἀλλὰ ἂς ἐπιδείξουμε ὑπομονὴ καὶ ἂς προσφέρουμε ὅλες τὶς ψυχικὲς δυνάμεις, γιὰ νὰ τὸν αὐξήσουμε ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερο καὶ ἔτσι νὰ σωθοῦμε.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...