Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 16, 2011

Μητροπολίτης Πατρών Νικόδημος (Βαλληνδράς) "μίαν ὁλόκληρον ζωήν, πλήρη ἀγώνων καί κόπων" -Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος



Μακαριστέ Ἱεράρχα. Κυκλοῦντες ταύτην τήν ὥραν τήν σεπτήν σορόν σου καί μετά σοῦ ὁρῶντες πάντα τά ὄντα, ἔμψυχα καί ἄψυχα, αἰσθητά καί νοητά, κόσμον ἐγγύς καί μακράν, «θανάτου ἑορτάζοντες νέκρωσιν, Ἅδου τήν καθαίρεσιν», σκιρτῶντες ὑμνοῦμεν τόν Κύριον, τόν μεταστήσαντά σε ἐκ τῶν προσκαίρων εἰς τά αἰώνια, ἐκ τῶν φθαρτῶν εἰς τά ἄφθαρτα, ἐκ τῶν ἐπιγείων εἰς τά ἐπουράνια, τόν μόνον εὐλογητόν τῶν Πατέρων Θεόν καί ὑπερένδοξον.
Τώρα, τήν ὥραν τοῦ ἀποχαιρετισμοῦ, πολυσέβαστε Πάτερ καί Δέσποτα, δέξου τήν ἔκφρασιν τῆς εὐγνωμοσύνης τοῦ Κλήρου καί τοῦ Λαοῦ, οἱ ὁποῖοι μυριόστομον εὐχήν ἀναπέμπουν πρός Κύριον ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς μακαρίας ψυχῆς σου καί τόν ἔπαινόν σου ἐκδιηγούμενοι καί τήν τιμήν καί τόν σεβασμόν καταθέτοντες ἐνώπιόν σου, σέ προπέμπουν εἰς τήν αἰωνιότητα, ὅπου θά ἀπολαμβάνῃς τῆς χαρᾶς τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ναί, αὕτη ἐστίν ἡ ἀμοιβή σου, διά μίαν ὁλόκληρον ζωήν, πλήρη ἀγώνων καί κόπων ὑπέρ τῆς Ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας καί τοῦ ἠγιασμένου τόπου μας. Πεποίθαμεν πάντες ὅτι χορεύεις καί συναγάλλει μετά τῶν Ἁγίων, ἔνθα «ἡ ἀκήρατος λαμπηδών καί αἱ μακάριαι θέαι καί πᾶν τό ἀναφές καί ἀόρατον» (Ψελλ. Ἐγκώμ. εἰς τήν μητέρα αὐτοῦ, παρά Κ. Σάθα, Μέσ. Βιβλ. V, 49).
Ὁ Θεός ἀναπαύσῃ σε ἔνθα οἱ Δίκαιοι ἀναπαύονται
Αἰωνία σου ἡ Μνήμη.
Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος
πηγη ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ
 

Ο Μητροπολίτης Πατρών Νικόδημος (Βαλληνδράς) "στροργικός πατέρας" - Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος




Μᾶς συγκινεῖ δέ καί διά τό ὅτι ἡ ἐπίδρασις τῶν ἐν αὐτῇ ἀσκηθέντων ὁσίων καί μαρτύρων καί τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου συνεχίζεται ἐπί τάς ψυχάς τῶν συγχρόνων κατοίκων αὐτῆς, ὡς φαίνεται ἀπό τό γεγονός ὅτι ἀνέδειξε καί ἀναδεικνύει ἐξόχους προσωπικότητας καί πολύν λαόν ἀφιερωμένον εἰς τό ἔργον τῆς Ἐκκλησίας καί διάγοντα ζωήν κατά Χριστόν, ὑπό τήν πνευματικήν καθοδήγησιν ἐπί τό τελευταῖον τέταρτον καί πλέον τοῦ αἰῶνος τοῦ πολιοῦ, σεβαστοῦ, πολυγραφωτάτου, ὑμνογράφου καί στοργικοῦ ποιμένος αὐτῆς, τοῦ Ἱερωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κυρίου Νικοδήμου.

Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος
πηγη ιστολογιο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ

Το ευχαριστιακό και λειτουργικό ήθος του Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου (Βαλληνδρά) - Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος



Σε όλη του την ζωή διαποτιζόταν από αυτό το ευχαριστιακό ήθος, δηλαδή συνέχιζε να λειτουργή και μετά την θεία Λειτουργία. Και αυτό το έκανε με την σιωπή στις κατηγορίες, την νηφαλιότητα στις δύσκολες καταστάσεις, την ψαλμωδία στην ησυχία τού δωματίου και γραφείου του, αλλά και στις τρικυμίες του βίου, τον σοβαρό και ευπρεπή λόγο σε καταστάσεις αλάλων λόγων.

Έτσι τον έζησε το ποίμνιό του στην ευλογημένη αυτήν Μητρόπολη, και έτσι τον απολαμβάναμε όλοι εμείς στις κατ’ ιδίαν συναντήσεις. Όταν ήταν παρών ο μακαριστός Μητροπολίτης Πατρών κυρός Νικόδημος, δεν μπορούσε κανείς να αστειευθή και να ομιλήση απρεπώς, δεν μπορούσε να εκτραπή στον λόγο, αντίθετα μάλιστα έπρεπε να είναι προσεκτικός στον λόγο και τις κινήσεις του, γιατί εκείνος ήταν νηφάλιος και σοβαρός. Κάποιος συνήθιζε να αστειεύεται και να διανθίζη τον λόγο του, ακόμη και μπροστά σε Κληρικούς, με ευτράπελα περιστατικά, αλλά αυτό δεν το έπραττε και δεν μπορούσε να το πράξη, όταν ήταν παρών ο μακαριστός Μητροπολίτης Νικόδημος, γιατί αισθανόταν την λειτουργική ατμόσφαιρα πού έβγαινε από την ύπαρξή του. Ο ίδιος είχε δικούς του ρυθμούς, που καθορίζονταν, εν πολλοίς από την ψαλμωδία πού τόσο αγαπούσε. Ήταν αργός και παραδοσιακός στους ρυθμούς του, σαν τα παπαδικά μέλη, και πολλές φορές βρισκόταν σε άλλο κόσμο, σαν τα γλυκόφθεγγα τεριρρέμ.

Αυτό το λειτουργικό ήθος συνέχιζε να τον ακολουθή και στις Συνεδριάσεις της Ιεραρχίας και στην όλη επικοινωνία του με τούς αδελφούς του Ιεράρχες. Δεν συμμετείχε στο λεγόμενο παρασκήνιο και σε διαφόρους μηχανισμούς, δεν ανήκε σε ομάδες διεκδικήσεως διαφόρων απαιτήσεων. Παρέμεινε έξω από όλα αυτά που δεν συνιστούν εκκλησιαστικό και ευχαριστιακό ήθος. Η Εκκλησία δεν έχει Και δεν πρέπει να έχη παρασκήνιο κοσμικών νοοτροπιών.
Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος
 
πηγη ιστολογιο αναστασιος

Στὴν ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελιστῆ Ματθαίου

Διονύσιος Ψαριανός (Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης (+))



α'. Ὅταν κάποτε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὡμιλοῦσε στοὺς μαθητές του, μέσα στὰ ἄλλα τοὺς εἶπε· «Οὐκ ἐγὼ ὑμᾶς τοὺς δώδεκα ἐξελεξάμην;» (1), ἐγὼ δὲν διάλεξα ἐσᾶς τοὺς δώδεκα; Καὶ σὲ μιὰ ἄλλη περίπτωση τοὺς εἶπε πάλι· «Ἐγὼ οἶδα οὕς ἐξελεξάμην» (2), ἐγὼ ξέρω ποιοὺς ἐδιάλεξα. Σήμερα, ὅταν ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν ἱερὴ μνήμη τοῦ ἁγίου εὐαγγελιστῆ Ματθαίου, μᾶς ἔρχονται στὸ νοῦ τὰ παραπάνω λόγια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, καθὼς τὰ διαβάζομε στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννη. Στὰ λόγια αὐτὰ καὶ στὴν κλήση τοῦ εὐαγγελιστῆ Ματθαίου, ὅπως τὴν ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, ὑπάρχει ἕνα μυστήριο καὶ ἕνα θαῦμα, γιὰ τὰ ὁποῖα θὰ μιλήσουμε σήμερα.

β'. Τὸ μυστήριο, γιὰ τὸ ὁποῖο θέλομε νὰ ποῦμε σήμερα, εἶναι γιὰ τὸ ποιοὺς ἐξέλεξε καὶ κάλεσε ὁ Θεός, γιὰ νὰ τοὺς κάμη ἀποστόλους του. Οὔτε σοφοὺς οὔτε ἰσχυροὺς κάλεσε, ἀλλὰ φτωχοὺς κι ἀγράμματους, κι ἀνθρώπους χωρὶς ὑπόληψη καὶ ὄνομα, καθὼς τὸ γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρώτη πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή. Ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος γράφει καὶ τὴν αἰτία, γιὰ τὴν ὁποία ὁ Θεὸς ἐξέλεξε καὶ κάλεσε τέτοιους ἀνθρώπους, καὶ μᾶς δίνει τὴν ἀπάντηση· «ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (3), γιὰ νὰ μὴν καυχηθῆ μπροστὰ στὸ Θεὸ κανένας ἄνθρωπος, εἴτε σοφὸς εἴτε δυνατός, πὼς τάχα στὴ δική του ἀξία ὀφείλεται ἡ νίκη τοῦ Εὐαγγελίου.

γ'. Ἀλλ’ ὅμως, καὶ μὲ τὴν ἀπάντηση αὐτὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τὸ μυστήριο μένει. Μὲ ποιὰ κριτήρια καὶ μὲ ποιὰ πρόγνωση ἐξέλεξε ἡ βουλὴ τοῦ Θεοῦ ἐκείνους, ποὺ ὕστερα κάλεσε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς γιὰ νὰ τοὺς κάμη Ἀποστόλους; Τί ἔβλεπε μέσα σὲ κείνους τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἕνας μάλιστα ἀπ’ αὐτοὺς τὸν πρόδωσε; Σ’ αὐτὰ τὰ ἐρωτήματα δὲν θὰ μπορέσουμε ποτὲ νὰ δώσουμε ἀπάντηση καὶ ἐξήγηση, σὰν ἐκεῖνες ποὺ δίνει ὁ λογισμός μας στὰ φυσικὰ πράγματα. Δὲν ἐξηγοῦνται φυσικὰ καὶ λογικὰ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ· πάντα γιὰ τὸ ἀνθρώπινο μυαλὸ ἡ βουλὴ τοῦ Θεοῦ μένει ἀνεξιχνίαστη. «Τὶς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου;» (4), λέγει ἡ θεία Γραφή, ποιὸς δηλαδὴ μπόρεσε νὰ καταλάβη τί ἔχει ὁ Θεὸς στὴ σκέψη του;

δ'. Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο σήμερα ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς καλεῖ τὸν τελώνη Ματθαῖο, γιὰ νὰ τὸν κάμη Ἀπόστολο, ἡ προθυμία μὲ τὴν ὁποία ἐκεῖνος τὰ ἀφήνει ὅλα καὶ πηγαίνει κοντὰ μ’ ἐκεῖνον ποὺ τὸν καλεῖ, αὐξάνουν τὴν ἄγνοιά μας μπροστὰ στὸ μυστήριο, γιὰ τὸ ὁποῖο μιλᾶμε. Τί ἦταν ἐκεῖνο, ποὺ ἔκαμε τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ καλέση τὸν τελώνη, γιὰ νὰ τὸν κάμη Ἀπόστολο, ἕναν ἄνθρωπο ὄχι μόνο ἄσημο, ἀλλὰ καὶ ἐθνικὰ καὶ κοινωνικὰ περιφρονημένο ἀνάμεσα στοὺς Ἰουδαίους; Καὶ τί ἦταν ἐκεῖνο, ποὺ ἔκαμε τὸν τελώνη νὰ τὰ ἀφήση ὅλα καὶ νὰ ὑπακούση στὴν κλήση; Αὐτά, καθὼς τὰ διαβάζομε καὶ τὰ ἀκοῦμε στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια, μᾶς γεννᾶνε ἀπορίες κι ἐρωτήματα ἀναπάντητα. Μὲ τὸ μυαλό μας δὲν μποροῦμε νὰ ἐξηγήσουμε αὐτὰ τὰ πράγματα, ὅσο κι ἂν παραδεχθοῦμε πὼς ὑπῆρχε κάποια προετοιμασία σ’ αὐτοὺς ποὺ κάλεσε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἤ ὅτι τὸ θεῖο πρόσωπό του εἶχε κερδίσει τὴν ἐμπιστοσύνη τους! Πιὸ πέρα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπινους συλλογισμούς μας, γιὰ νὰ ἐξηγήσουμε τὸ μυστήριο, μένει πάντα ἡ ἀνερμήνευτη βουλὴ τοῦ Θεοῦ.

ε'. Καὶ τὸ θαῦμα, γιὰ τὸ ὁποῖο ἐρχόμαστε τώρα νὰ ποῦμε, εἶναι τὸ τί ἔγιναν, ὅποιοι κι ἂν ἦσαν, ἐκεῖνοι ποὺ ἐξέλεξε καὶ κάλεσε ὁ Θεός, γιὰ νὰ τοὺς κάμη Ἀποστόλους τοῦ Εὐαγγελίου. Οἱ τελῶνες καὶ οἱ ψαράδες γίνονται ἅγιοι καὶ σοφοί, οἱ ἀδύνατοι καὶ ἄσημοι ἄνθρωποι νικοῦν τὸν κόσμο, οἱ δειλοὶ καὶ οἱ φοβισμένοι γίνονται ἀτρόμητοι μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως. Τὸ θαῦμα αὐτό, γιὰ τὸ ὁποῖο λέμε, εἶναι ἕνα θαῦμα διπλὸ· ἕνα θαῦμα πρῶτα ἐσωτερικό, μιὰ ἀλλαγὴ ποὺ ἔγινε μέσα στοὺς ἀνθρώπους, αὐτοὺς ποὺ ἐκλέχτηκαν γιὰ νὰ γίνουν ἀπόστολοι, κι ἕνα θαῦμα ὕστερα ἐξωτερικό, μιὰ ἀλλαγὴ τῶν πραγμάτων, ποὺ ἔγινε στὸν κόσμο μὲ τὸ κήρυγμα τῶν ἀποστόλων. Αὐτὸ τὸ δεύτερο δὲν θὰ τὸ καταλάβωμε καὶ δὲν θὰ τὸ ἐκτιμήσουμε στὴν πραγματική του ἀξία, ἂν δὲν σκεφτοῦμε καὶ δὲν δοῦμε τί ἦταν πρὶν ἀπὸ τὸ Χριστὸ ὁ κόσμος καὶ ὁ κοινωνικὸς βίος τῶν ἀνθρώπων.

ς'. Μᾶς ἐνδιαφέρει σήμερα τὸ πρῶτο, τὸ θαῦμα τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔγινε μέσα στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ κάλεσε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς γιὰ νὰ γίνουν ἀπόστολοι. Ὅτι ἄλλαξαν καὶ δὲν ἔμειναν ἐκεῖνοι ποὺ ἦσαν πρῶτα, εἶναι γεγονός· τὸ βεβαιώνουν αὐτοὶ οἱ ἴδιοι μὲ τὴ ζωή τους καὶ μὲ τὸ θάνατό τους μετὰ τὴν Πεντηκοστή. Δὲν εἶναι μόνο ἡ ἐξωτερικὴ παιδευτικὴ ἐργασία τοῦ θείου Διδασκάλου νὰ ἑτοιμάση τοὺς ἀποστόλους, καθὼς τὴ βλέπομε στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια, εἶναι καὶ ἡ μυστικὴ ἐνέργεια τῆς θείας χάρης, ποὺ τοὺς ἄλλαξε καὶ τοὺς ἔκαμε νέους ἀνθρώπους κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Οἱ πύρινες γλῶσσες, ἡ φωτιὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ ἦρθε ἀπάνω στοὺς μαθητές, πρῶτα τοὺς καθάρισε καὶ τοὺς ἔκαμε καινούργιους ἀνθρώπους, κι ὕστερα τοὺς θέρμανε καὶ τοὺς φώτισε, γιὰ νὰ βγοῦν στὸν κόσμο καὶ νὰ κηρύξουν «ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων» (5) ἐκεῖνα ποὺ εἶδαν καὶ ἤκουσαν κοντὰ στὸ θεῖο Διδάσκαλο καὶ Σωτήρα Χριστό. Τὸ «ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων» λέγεται εἰδικὰ στὴ θεία Γραφὴ γιὰ τὸ μεγάλο ἀπόστολο Παῦλο, μὰ ταιριάζει γιὰ ὅλους τοὺς Ἀποστόλους.

ζ'. Στὸν καιρό μας ἴσως δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει τὸ ἔργο τῆς θείας χάρης, σὰν ἐσωτερικὴ ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου· μᾶς κάνουν ἐντύπωση κάποιες ἐξωτερικὲς ἐπιτυχίες καὶ κοινωνικὲς δραστηριότητες τῶν ἀνθρώπων. Αὐτὲς οἱ ἐπιτυχίες κι οἱ δραστηριότητες δὲν ἔχουν πάντα πολλὴ σχέση μὲ τὴ θεία χάρη καὶ τὴν ἁγιωσύνη· εἶναι, καθὼς λέει ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, λαμπερὲς κακίες, κακίες ποὺ ξεγελοῦν καὶ φαίνονται γιὰ ἅγιες πράξεις. Πρέπει ὅμως νὰ πιστεύωμε ὅτι τὸ ἔργο τῆς θείας χάρης εἶναι ἐσωτερικὸ καὶ προσωπικό. Ὄχι σὰν μιὰ φιλοσοφικὴ καὶ θεωρητικὴ ἰδεολογία ἤ σὰν ἕνα σύνθημα ποὺ πέφτει γιὰ νὰ φανατίση ἤ σὰν ἕνα ἀνθρωπιστικὸ λεγόμενο κήρυγμα, ποὺ πάντα μένει στὴν ἐπιφάνεια καὶ δὲν ἀγγίζει τὸ βάθος τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ ἔργο τῆς θείας χάρης, τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἀναγέννηση καὶ ἀνακαίνιση ριζικὴ καὶ προσωπική. Μέσα στὰ θεόπνευστα κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἄπειρα τὰ παραδείγματα τῶν ἀνθρώπων, ποὺ λούστηκαν στὰ ρεῖθρα τῆς θείας χάρης καὶ ξαναγεννήθηκαν. Εἶναι τελῶνες, ποὺ ἔγιναν Εὐαγγελιστές, καθὼς ὁ Ματθαῖος· εἶναι ληστές, ποὺ βρῆκαν τὸν παράδεισο, σὰν ἐκεῖνος ποὺ σταυρώθηκε μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ· εἶναι γυναῖκες ἁμαρτωλές, ποὺ ἄλλαξαν κι ἔγιναν μεγάλες ἅγιες, σὰν τὴν ὁσία Πελαγία καὶ τὴν ὁσία Μαρία· εἶναι ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἡ ἁγιωσύνη τους εἶναι καρπὸς τῆς θείας χάρης.

η'. Ἡ ἐκλογὴ καὶ ἡ κλήση τῶν Ἀποστόλων εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ ἔργο καὶ τὸ κατόρθωμα τῶν Ἀποστόλων εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ματθαῖος ἤ Λεβίς, καθὼς εἶναι ἕνα δεύτερο ὄνομά του, εἶναι ὁ τελώνης, ποὺ ἔγινε ὁ ἀπόστολος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ κι ἔγραψε τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ εἶναι τὸ πρῶτο βιβλίο τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἕνα βιβλίο ποὺ διαβάστηκε περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο στὸν κόσμο. Ἀξίζει νὰ κλείσουμε τὸ σημερινὸ κήρυγμα, στὴν ἱερὴ μνήμη τοῦ εὐαγγελιστῆ Ματθαίου, μὲ τὶς λέξεις μὲ τὶς ὁποῖες κλείνει καὶ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιό του. Εἶναι ἡ θεία καὶ γλυκύτατη φωνὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀνάσταση, μὲ τὴν ὁποία βεβαιώνει τοὺς μαθητές του καὶ τὴν Ἐκκλησία ὅτι θὰ εἶναι πάντα μαζί μας ὥς τὴ συντέλεια τῶν αἰώνων. Εἶναι ἡ ὑπόσχεση καὶ βεβαίωση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ οἱ πιστοί, «ἄγκυραν ἐλπίδος κατέχοντες ἀγαλλόμεθα», καθὼς τὸ ψάλλομε στὸν Κανόνα τοῦ Πάσχα. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶπε στοὺς μαθητὲς του καθὼς τὸ παραδίδει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος «...ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντέλειας τοῦ αἰῶνος» (6) Ἀμήν.
Ἀθήνα, 13 Νοεμβρίου 1980
† ὁ Σ.Κ.Δ



* Ἐλέχθη στὸν ἰ. Ναὸ τοῦ ἁγίου Νικολάου τὴν Κυριακὴ 16.11.1980



Ὑποσημειώσεις

1. Ἰω. 6,70.
2. Ἰω. 13,18.
3. Α' Κορ. 1,29.
4. Ἡσ. 40,13.
5. Πράξ. 9,15.
6. Ματθ. 28,20.

Ο Απ'οστολος Ματθαίος



Στους καταλόγους των Δώδεκα μαθητών που αναγράφονται στη Καινή Διαθήκη αναφέρεται το όνομα Ματθαίος. Ο ίδιος έτσι ονομάζει τον εαυτό του στον κατάλογο των μαθητών που παραθέτει στο Ευαγγέλιο του ( Ματθ. 10, 3) αλλά και στη διήγηση της κλήσεως του στο αποστολικό αξίωμα. Στη διήγηση της κλήσεως κάνει λόγο για ένα άνθρωπο που κάθεται στο τελώνιο και γι’ αυτό ο ίδιος χαρακτηρίζει τον εαυτό του «Ματθαίος ο τελώνης». Αυτός ο τελώνης στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο ονομάζεται «Λευΐς ο του Αλφαίου» ( Μαρκ. 2,14) ενώ ο Λουκάς αναφέρει μόνο « Λευΐς» (Λουκ. 5, 27). Πρέπει να πούμε ότι στους καταλόγους των μαθητών αναφέρεται και ο απόστολος Ιάκωβος ως υιός του Αλφαίου, αλλά δεν ήταν αδελφός του Αποστ. Ματθαίου. Αν ήταν θα αναφερόταν μέσα στα ευαγγέλια, όπως συμβαίνει με τους άλλους αποστόλους που ήσαν αδέλφια π.χ. Ανδρέας και Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης.

Ο τελώνης Ματθαίος και ο Λευΐς είναι το ίδιο πρόσωπο. Το όνομα Ματθαίος που το πήρε μετά τή κλήση του από τον Χριστό, σημαίνει Θεόδωρος ή Θεοδώρητος δηλ. αυτός που είναι δώρον Θεού. Είναι σύντμηση του ονόματος Ματθανίας, όπως σύντμηση του ονόματος Ματθαίος είναι το όνομα Ματθίας. Ο Τατιανός στο Ματθ. 10, 3 παραθέτει την προσθήκη «ο και Λεββαίος». Δεν γνωρίζομε πότε και γιατί ο Κύριος του έδωσε αυτό το όνομα, με το οποίο ήταν πλέον γνωστός στην Εκκλησία, όταν έγραφε το Ευαγγέλιο του. Οι δύο άλλοι ευαγγελιστές, Μάρκος και Λουκάς από σεβασμό πρός τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Ματθαίο, δεν αναφέρουν το επάγγελμα του διότι ο τελώνης ήταν μισητό πρόσωπο. Ο ίδιος όμως αναφέρει ότι ο Κύριος «είδεν άνθρωπον καθήμενον επί το τελώνιον, Ματθαίον λεγόμενον» (Ματθ. θ, 9), άνθρωπο δηλ. γνωστόν με το όνομα Ματθαίος. Όπως αναφέρει Χρυσόστομος: «Άξιον και του αποστόλου θαυμάσαι την φιλοσοφίαν, πως ουκ αποκρύπτει αυτού τον έμπροσθεν βίον, αλλά και το όνομα τίθησι, των άλλων κρυψάντων αυτό προσηγορία ετέρα». Δεν αρνείται τη προηγούμενη ζωή του ο απόστολος, ομολογεί την αλλαγή του μετά την κλήση του. Αυτό φανερώνει την ταπείνωσή του.
Ο Απ. Ματθαίος κατοικούσε στην Καπερναούμ, πόλη που ανήκε στη δικαιοδοσία του Ηρώδη. Ο ίδιος, ως υπάλληλος θα ανήκε στην υπηρεσία κάποιου επιχειρηματία, που εξαγόρασε από τους Ρωμαίους την είσπραξη των φόρων της πόλεως ή και ολόκληρης της περιφέρειας. Γνώριζε δε ασφαλώς την αραμαϊκή γλώσσα, που μιλούσαν οι Ιουδαίοι αλλά και την ελληνική.
Στην κλήση του Κυρίου, «ακολούθει μοι», υπάκουσε αμέσως και χωρίς δισταγμό εγκατέλειψε τα πάντα. Αυτό σημαίνει ότι γνώριζε και σεβόταν τον Κύριο. Ανήκε και αυτός στους τελώνες, που πλησίαζε ο Κύριος και που οι Φαρισαίοι για να τον κατηγορήσουν τον χαρακτήριζαν « φίλος των τελωνών» (Λουκ. 7, 35. 15, 1). Ο Ματθαίος πρέπει να ήταν πλούσιος. Αυτό φαίνεται από το ότι είχε δικό του σπίτι. Σ’ αυτό για να πανηγυρίσει το γεγονός της κλήσεως του και την εγκατάλειψη του επαγγέλματος του παραθέτει γεύμα αποχαιρετιστήριο στο οποίο κάλεσε πάρα πολλούς ανθρώπους. Δεν φαίνεται από τα ευαγγέλια ότι γνώριζε ή ανήκε στον κύκλο των μαθητών του Ιωάννου του Προδρόμου, όπως άλλοι μαθητές.
Μετά την κλήση του παραμένει αφανής μέσα στον κύκλο των μαθητών. Και όταν ζούσε ο Κύριος αλλά και μετά την Ανάσταση. Δεν αναφέρεται πουθενά μέσα στη Κ. Δ το όνομά του. Αυτή η αφάνεια μαρτυρεί ασφαλώς την ταπεινοφροσύνη του. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς μας δίνει πληροφορίες για την αυστηρή ασκητική ζωή του.
«Ματθαίος μεν ουν απόστολος σπερμάτων και ακροδρύων και λαχάνων άνευ κρεών μετελάμβανεν». Καρποί και λαχανικά, αποχή από κρέας.
Μετά την Ανάσταση του Κυρίου ο Ματθαίος, όπως αναφέρουν οι Κλήμης, Ευσέβιος και Ειρηναίος, κηρύττει τον Χριστό, περίπου για οκτώ χρόνια, στους Εβραίους. Εδώ γράφει μεταξύ 60-66 μ. Χ. το Ευαγγέλιο του στην αραμαϊκή γλώσσα, που το μετάφρασε ο ίδιος ή κάποιος άλλος αποστολικός άνδρας αργότερα στα ελληνικά. Σ’ αυτό περιλαμβάνονται οι αφηγήσεις γεγονότων της ζωής του Κυρίου αλλά και διδασκαλίες, που χρησιμοποιούσε στις κατηχήσεις του. «Το κατά Ματθαίον ευαγγέλιον πρός Ιουδαίους εγράφη», αναφέρει πρώτος ο Ειρηναίος, εννοώντας ως παραλήπτες τους Εβραίους που έγιναν χριστιανοί ή όπως αναφέρει ο Ωριγένης «τοις από Ιουδαϊσμού πιστεύσασι».
Σκοπός της συγγραφής του Ευαγγελίου από τον Απ. Ματθαίο ήταν να φανερώσει ότι ο Χριστός καταγόταν «εκ σπέρματος Δαβίδ» γι’ αυτό και αρχίζει την αφήγηση του με τη Γέννηση Του. Όπως λέει ο Ι. Χρυσόστομος ο Ματθαίος «ουδέν πλέον εζήτησε δείξαι ή ότι από Αβραάμ και Δαβίδ ην…ουδέν γαρ ούτως ανέπαυε τον Ιουδαίον, ως το μαθείν αυτόν ότι του Αβραάμ και Δαβίδ έκγονος ην ο Χριστός». Γι’ αυτό εκλέγει κύρια γεγονότα της ζωής του Κυρίου, συλλέγει λόγους του και τα τοποθετεί με τρόπο ώστε να ανταποκρίνονται στην απόδειξη της θέσεως ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσσίας, που προαναγγέλθηκε στους Ιουδαίους. Με τη παράθεση δε των προφητειών της Π.Δ φανερώνει ότι εκπληρώθηκαν στο πρόσωπο του Χριστού.
Για την μετέπειτα δράση του όσα παραδίδονται δεν μπορούμε να τα θεωρήσουμε ακριβή και ιστορικά. Ο Ρουφίνος, ο Γρηγόριος ο Μέγας και ο εκκλησιαστικός ιστορικός Σωκράτης αναφέρουν ότι πήγε στην Αιθιοπία. Ο Παυλίνος Νώλης αναφέρει ότι επέστρεψε στο Χριστό τους ειδωλολάτρες Πάρθους, όπως δε αναφέρει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης «ύστερον ετελειώθη διά του πυρός υπό των απίστων» στην Ιεράπολη της Συρίας. Αυτό φανερώνει και το δίστιχο του συναξαριστή: « Σώζεις Ιησού και τελώνας· σοι χάρις». Ούτω βοά Ματθαίος εκ πυρός μέσου». Δηλ. «Σώζεις, Ιησού και τελώνες· σ’ Εσένα ανήκει η χάρη». Έτσι φωνάζει ο Ματθαίος βρισκόμενος στο μέσο της φωτιάς.
Ταις του σου Αποστόλου πρεσβείαις ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν.

H νηστεία των Χριστουγέννων

H νηστεία των Χριστουγέννων
1. Δεύτερη μακρά περίοδος νηστείας μετά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι η νηστεία των Χριστουγέννων, γνωστή στη γλώσσα του ορθοδόξου λαού μας και ως σαραντα(η)μερο. Περιλαμβάνει και αυτή σαράντα ημέρες, όμως δεν έχει την αυστηρότητα της νηστείας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Αρχίζει την 15η Νοεμβρίου και λήγει την 24η Δεκεμβρίου.
2. Η εορτή της κατα σάρκα γεννήσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη Δεσποτική εορτή του χριστιανικού εορτολογίου. Μέχρι τα μέσα του Δ’ αιώνα η Εκκλησία της Ανατολής συνεόρταζε τη γέννηση και τη βάπτιση του Χριστού υπό το όνομα τα Επιφάνεια την ίδια ήμερα, στις 6 Ιανουαρίου. Τα Χριστούγεννα ως ξεχωριστή εορτή, εορταζομένη στις 25 Δεκεμβρίου εισήχθη στην Ανατολή από τη Δύση περί τα τέλη του Δ’ αιώνα.
Ό άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος, που πρώτος ομιλεί για την εορτή των Χριστουγέννων, την ονομάζει «μητρόπολιν πασών των εορτών» και μας πληροφορεί περί το 386 ότι «ούπω δέκατον έστιν έτος, εξ ου δήλη και γνώριμος ημίν αύτη η ημέρα (της εορτής) γεγένηται».
Με τη διαίρεση της άλλοτε ενιαίας εορτής και την καθιέρωση των τριών ξεχωριστών εορτών, της Γεννήσεως την 25η Δεκεμβρίου, της Περιτομής την 1η και της Βαπτίσεως την 6η Ιανουαρίου, διαμορφώθηκε και το λεγόμενο Δωδεκαήμερον, δηλαδή το εόρτιο χρονικό διάστημα από τις 25 Δεκεμβρίου ως τις 6 Ιανουαρίου. Έτσι διασώθηκε κατά κάποιο τρόπο η αρχαία ενότητα των δύο μεγάλων εορτών της Γεννήσεως και της Βαπτίσεως του Κυρίου.
3. Ή μεγάλη σημασία που απέκτησε με την πάροδο του χρόνου στη συνείδηση της Εκκλησίας η νέα εορτή των Χριστουγέννων και η ευλάβεια των πιστών και ιδιαίτερα των μοναχών, απετέλεσαν τις προϋποθέσεις για την καθιέρωση και της προ των Χριστουγέννων νηστείας. Σ’ αυτό ασφαλώς επέδρασε και η διαμορφωμένη ήδη τεσσαρακονθήμερη νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής που προηγείτο του Πάσχα.
Όπως η εορτή έτσι και η νηστεία, ως προετοιμασία για την υποδοχή των γενεθλίων του Σωτήρος, εμφανίστηκε αρχικά στη Δύση, όπου η νηστεία αυτή ονομαζόταν Τεσσαρακοστή τον άγιου Μαρτίνου επειδή άρχιζε από την εορτή του άγιου τούτου της Δυτικής Εκκλησίας. Το ίδιο επανελήφθη και σ’ εμάς, όπου πολλοί τη νηστεία των Χριστουγέννων ονομάζουν του άγιου Φιλίππου επειδή προφανώς αρχίζει την επομένη της μνήμης του Αποστόλου. Οι πρώτες ιστορικές μαρτυρίες, που έχουμε για τη νηστεία προ των Χριστουγέννων, ανάγονται για τη Δύση στον Ε’ και για την Ανατολή στον ΣΤ’ αιώνα. ‘Από τούς ανατολικούς συγγραφείς σ’ αυτήν αναφέρονται ό Αναστάσιος Σιναιτης, ό πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νικηφόρος ο Ομολογητής, ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, καθώς επίσης και ο πατριάρχης Αντιοχείας Θεόδωρος Βάλσαμων.
4. Ή νηστεία στην αρχή, καθώς φαίνεται, ήταν μικρής διάρκειας. Ό Θεόδωρος Βαλσαμων, που γράφει περί τον ΙΒ’ αιώνα —και κατά συνέπεια μας πληροφορεί για τα όσα ίσχυαν στην εποχή του —, σαφώς την ονομάζει «επταήμερον». Όμως υπό την επίδραση της νηστείας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής επεξετάθη και αυτή σε σαράντα ήμερες, χωρίς εν τούτοις να προσλάβει την αυστηρότητα της πρώτης.
Πως θα πρέπει να την νηστεύουμε; Καθ’ όλη τη διάρκεια του σαρανταημέρου δεν καταλύουμε κρέας, γαλακτερά και αυγά. Αντίθετα, επιτρέπεται να καταλύουμε ψάρι όλες τις ήμερες — πλην, φυσικά, της Τετάρτης και της Παρασκευής— από την αρχή μέχρι και την 17η Δεκεμβρίου. Ψάρι καταλύουμε επίσης και κατά την εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου, οποιαδήποτε ημέρα κι αν πέσει.
‘Από την 18η μέχρι και την 24η Δεκεμβρίου, παραμονή της εορτής, επιτρέπεται η κατάλυση οίνου και ελαίου μόνο — εκτός, βέβαια, των ημερών Τετάρτης και Παρασκευής που θα παρεμβληθούν και κατά τις οποίες τηρούμε ανέλαιη νηστεία. Επίσης με ξηροφαγία θα πρέπει να νηστεύουμε την πρώτη ήμερα της νηστείας, 15η Νοεμβρίου, καθώς και την παραμονή της εορτής, έκτος βέβαια κι αν πέσουν Σάββατο η Κυριακή.
ΝΗΣΤΕΙΑ: ΑΠΟΧΗ ΑΠΟ ΠΑΣΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ
«Επίσης οφείλουμε να μην τηρούμε μόνο την τάξη της νηστείας που αφορά τις τροφές, αλλά να απέχουμε και από κάθε αμαρτία, έτσι ώστε, όπως νηστεύουμε ως προς την κοιλιά, να νηστεύουμε και ως προς τη γλώσσα, αποφεύγοντας την καταλαλιά, το ψέμα, την αργολογία, τη λοιδορία, την οργή και γενικά κάθε αμαρτία που διαπράττουμε μέσω της γλώσσας.
Επίσης χρειάζεται να νηστεύουμε ως προς τα μάτια. Να μη βλέπουμε μάταια πράγματα. Να μην αποκτούμε παρρησία διά μέσου των ματιών. Να μην περιεργαζόμαστε κάποιον με αναίδεια. Ακόμη θα πρέπει να εμποδίζουμε τα χέρια και τα πόδια από κάθε πονηρό πράγμα.
Με αυτό τον τρόπο νηστεύοντας μια νηστεία ευπρόσδεκτη στον Θεό, αποφεύγοντας κάθε είδους κακία που ενεργείται διά μέσου της καθεμιάς από τις αισθήσεις μας, θα πλησιάζουμε, όπως είπαμε, την άγια ήμερα της αναστάσεως αναγεννημένοι, καθαροί και άξιοι της μεταλήψεως των άγιων μυστηρίων».
ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΓΑΖΗΣ
Από το “ Η νηστείαι της Εκκλησίας”, Αρχιμ. Συμεών Κούτσα Εκδ. Αποστολική Διακονία, σελ. 88-92

O Κύπριος νεομάρτυρας Φιλούμενος Αγιοταφίτης (†1979)



undefined
Σε όλη τη διάρκεια της υπηρεσίας του ως μέλους της Aγιοταφικής αδελφότητας o π. Φιλούμενος έζησε αθόρυβα και ταπεινά. H ασκητική ζωή και η ακρί­βεια της τήρησης των μοναχικών ιδεωδών ήταν τα κυ­ριότερα χαρακτηριστικά που τον διέκριναν. Έχοντας μυηθεί στην πνευματική παράδοση της Εκκλησίας μας από τα πρώτα χρόνια της ζωής του, όπου μόναζε στο Σταυροβούνι, φρόντιζε πάντοτε να μη δημιουργεί εντυπώσεις γύρω από το όνομά του. Κύριο και βασικό μέλημά του ήταν να ζει απερίσπαστα, αθόρυβα και τα­πεινά την εν Χριστώ ζωή και να προοδεύει πνευματι­κά. Αυτοί που δεν τον γνώριζαν καλά, έμεναν ανυπο­ψίαστοι από το ορθόδοξό του ήθος και την πνευματι­κή του ζωή. Πολλές φορές μάλιστα έκανε και το σαλό για να κρύβεται από τον κόσμο. Αναφέρεται ανάμεσα στα άλλα πως για οκτώ χρόνια που ασκήτευε μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο Λύδδης Υμέναιο δεν κάθισαν πο­τέ σε τραπέζι για να φάνε, αλλά έτρωγαν όρθιοι και μέσα σε κατσαρόλα για άσκηση και απλότητα.
Στο τελευταίο του διακόνημα, στο Φρέαρ του Ια­κώβ, τον επισκέπτονταν τακτικά φανατικοί Εβραίοι, οι όποιοι απαιτούσαν να βγάλει το Σταυρό και τις ει­κόνες από την εκκλησία, αφού το θεωρούσαν προσκύνημα της Ιουδαϊκής θρησκείας. Μάλιστα ένας από αυτούς το επισκεπτόταν καθημερινά και προσευχόταν σ' αυτό. Ο π. Φιλούμενος, πιστός θεματοφύλακας των παραδοσιακών θεσμίων του Παναγίου Τάφου στο χώ­ρο της Παλαιστίνης, εξηγούσε με το ταπεινό και πράο του ύφος πως το Φρέαρ του Ιακώβ ανήκε στους χριστιανούς από πολλούς αιώνες. Θέλοντας μάλιστα να αποφεύγει εντελώς τις προκλήσεις, όταν ο Ε­βραίος αυτός εισερχόταν στην εκκλησία για να προ­σευχηθεί, σταματούσε τις ακολουθίες και τις συνέχιζε αργότερα. Στόχος του Εβραίου αυτού, όπως και των άλλων φανατικών, ήταν να μετατραπεί το Φρέαρ του Ιακώβ σε Ιουδαϊκό προσκύνημα με κάθε τρόπο. Έ­τσι, στις 29 Νοεμβρίου 1979, μέρα που η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του Αγίου Φιλουμένου, του επιτέ­θηκαν με τσεκούρι και τον δολοφόνησαν, ενώ τελού­σε τον εσπερινό. Στη συνέχεια λεηλάτησαν την εκκλησιά και φεύγοντας έριξαν χειροβομβίδα, ολοκλη­ρώνοντας το βέβηλο έργο τους. Ανακοίνωση της α­στυνομίας έλεγε πως η δολοφονία έγινε με τσεκούρι και χειροβομβίδα «από αγνώστους». Και βέβαια ουδέ­ποτε εξιχνιάστηκε.
Η κηδεία του νεομάρτυρα αρχιμανδρίτη Φιλουμέ­νου του Κυπρίου έγινε στις 4 Δεκεμβρίου 1979, από το ναό της Αγίας Θέκλας. Τάφηκε στο κοιμητήριο της αγιοταφικής αδελφότητας στην Αγία Σιών μέσα σε συνθήκες βαρύτατου πένθους. Τέσσερα χρόνια αρ­γότερα, κατά την κηδεία θανούντος μέλους της αδελφότητας, ανοίχθηκε ο τάφος του π. Φιλουμένου, για να γίνει ανακομιδή των οστών. Όλοι τότε οι παρευρι­σκόμενοι αντίκρυσαν ένα εξαίρετο και θαυμαστό θέαμα. Το σώμα του νεκρού Αρχιμανδρίτη ήταν ανέπαφο και ευωδίαζε, όπως συμβαίνει και με πάρα πολλά λεί­ψανα Αγίων, όπως του αγίου Σπυρίδωνα, του αγίου Ιωάννου του Ρώσσου και άλλων. Ξανακλείσανε τον τάφο μέχρι τα Χριστούγεννα του 1984, οπότε κατά την κηδεία του αρχιεπισκόπου Πέλλης Κλαυδίου α­νοίχθηκε και πάλι. Το σώμα συνέχισε να είναι αναλ­λοίωτο και να ευωδιάζει, ένδειξη ότι ο ταπεινός δούλος του Θεού Φιλούμενος είχε καταταγεί «εν χώρα ζώντων» ως ένας από τους Αγίους Του. Το λείψανο τοποθετήθηκε με κάθε ευλάβεια σε γυάλινη λειψανοθήκη στο βόρειο τμήμα του Αγίου Βήματος στον ιερό ναό της Αγίας Σιών, όπου και γίνεται αντικείμενο προσκύνησης από χιλιάδες πιστούς.
Παρά το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ε­πίσημη πράξη αναγνώρισης της αγιότητάς του, ο πι­στός λαός θεωρεί τον π. Φιλούμενο ως άγιο και ως τέτοιον τον τιμά. Η αγία του ζωή, ο μαρτυρικός του θά­νατος, το άφθαρτό του σώμα, τα ομολογούμενα θαύματα που έγιναν σε πιστούς μετά το θάνατό του αποτε­λούν αναντίρρητες μαρτυρίες για την αγιοσύνη του. Η μνήμη του ας είναι αιώνια.
(Γεροντικό του 20ου αιώνος)

Εκ του βιβλίου "ΤΕΛΗ ΟΣΙΑΚΑ"
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» Θεσσαλονίκη

Συναξαριστής 16 Νοεμβρίου

Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος καὶ εὐαγγελιστής Ματθαῖος

undefined


Ὁ Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος, πρὶν γίνει μαθητὴς τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὀνομαζόταν Λευίς. Ὁ πατέρας του λεγόταν Ἀλφαῖος καὶ ἦταν ἀπὸ τὴν Γαλιλαία.

Ὁ Ματθαῖος ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ τελώνη, καὶ ὁ Ἰησοῦς τὸν βρῆκε νὰ κάθεται στὸ τελωνεῖο ἔξω ἀπὸ τὴν Καπερναούμ. Καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν: «Ἀκολούθει μοι». Ὁ Ματθαῖος, χωρὶς καμιὰ καθυστέρηση, ἀμέσως τὸν ἀκολούθησε. Καὶ ὄχι μόνο ἐγκατέλειψε τὸ ἁμαρτωλὸ - γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη - ἐπάγγελμα τοῦ τελώνη, ἀλλὰ καὶ μὲ χαρὰ φιλοξένησε τὸν Κύριο στὸ σπίτι του.

Ἐκεῖ, μάλιστα, ἦλθαν καὶ πολλοὶ τελῶνες καὶ ἄλλοι ἁμαρτωλοὶ ἄνθρωποι, μὲ τοὺς ὁποίους ὁ Ἰησοῦς συνέφαγε καὶ συζήτησε. Οἱ φαρισαῖοι, ὅμως, ποὺ εἶχαν πωρωμένη συνείδηση, ὅταν εἶδαν αὐτὴ τὴν ἐνέργεια τοῦ Κυρίου, ἀμέσως τὸν κατηγόρησαν ὅτι συντρώγει μὲ τελῶνες καὶ ἁμαρτωλούς.

Ὁ Ἰησοῦς τὸ ἄκουσε καὶ εἶπε ἐκεῖνα τὰ θαυμάσια λόγια: «Οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν». Δηλαδή, λέει ὁ Κύριος, δὲν ἦλθα γιὰ νὰ καλέσω ἐκείνους ποὺ νομίζουν τοὺς ἑαυτοὺς τοὺς δίκαιους, ἀλλὰ ἦλθα νὰ καλέσω τοὺς ἁμαρτωλούς, γιὰ νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ σωθοῦν.

Στὸ Ματθαῖο ὀφείλει ἡ Ἐκκλησία μας τὸ πρῶτο κατὰ σειρὰ στὴν Καινὴ Διαθήκη Εὐαγγέλιο, ποὺ γράφτηκε τὸ 64 μ.Χ.

Ὁ Ματθαῖος κατὰ τὴν παράδοση κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν Αἰθιοπία, ὅπου καὶ πέθανε μαρτυρικά.

undefined


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε Ἅγιε, καὶ Εὐαγγελιστὰ Ματθαῖε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας ἤκουσας, φωνῆς τοῦ Λόγου, καὶ τῆς πίστεως, τὸ φῶς ἐδέξω, καταλείψας τελωνείου τὸν σύνδεσμον ὅθεν Χριστοῦ τὴν ἀπόρρητον κένωσιν, εὐηγγελίσω Ματθαῖε Ἀπόστολε. Καὶ νῦν πρέσβευε, δοθήναι τοὶς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς.
Τοῦ τελωνείου τὸν ζυγὸν ἀποῤῥίψας, δικαιοσύνης τῷ ζυγῷ προσηρμόσθης, καὶ ἀνεδείχθης ἔμπορος πανάριστος, πλοῦτον κομισάμενος, τὴν ἐξ ὕψους σοφίαν· ὅθεν ἀνεκήρυξας, ἀληθείας τὸν λόγον, καὶ τῶν ῥᾳθύμων ἤγειρας ψυχάς, καθυπογράψας, τὴν ὥραν τῆς κρίσεως.

Ὁ Οἶκος
Ἡ τοῦ ἐχθροῦ με τυραννὶς βιάζεται ἀπλήστως, καὶ τῆς ψυχῆς μου ὅλον τὸν σπόρον καθαρπάζει, Ματθαῖε φίλε τοῦ Χριστοῦ· ἀλλ' αὐτὸς τὸν σπόρον τῶν εὐχῶν σου δεδωκώς, πρὸς σὴν δουλείαν κάρπωσον, καὶ δεῖξον ὑμνῳδόν σου σμικρότατον, καὶ ὑφηγητὴν με τῶν πολλῶν σου καὶ μεγάλων κατορθωμάτων, καὶ τῆς πρὸς Χριστὸν σου σχέσεως, τὰ πάντα παρευθὺς ἐγκαταλείψας, ἠκολούθησας θερμῶς τῷ κεκληκότι, πρῶτος γεγονὼς Εὐαγγελιστὴς ἐν τῷ κόσμῳ, καθυπογράψας τὴν ὥραν τῆς κρίσεως.

Ἡ Ἁγία Ἰφιγένεια
undefined


Ἡ μνήμη της ἀναφέρεται ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη της.

Η Ρωσίδα Νεομάρτυς Λυδία και οι στρατιώτες Κύριλλος και Αλέξιος




Η Λυδία, κόρη ενός ιερέως της πόλεως Ούφα, γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου του 1901. Από παιδί ήταν ευαίσθητη, στοργική και αγαπητή από όλους. Φοβόταν την αμαρτία και κάθε τι που δεν το επέτρεπε ο νόμος του Θεού. Μόλις τελείωσε το παρθεναγωγείο στα δεκαεννιά της χρόνια, παντρεύτηκε και αμέσως έχασε τον άνδρα της στον εμφύλιο πόλεμο με την αναχώρηση του Λευκού (τσαρικού) Στρατού.
Ο πατέρας της, από τις πρώτες αρχές του σχίσματος των «Ανακαινιστών» που οργανώθηκε από τους Μπολσεβίκους το 1922, προσχώρησε σ’ αυτό. Η θυγατέρα του τότε γονάτισε μπροστά στα πόδια τού πατέρα της και είπε: «Δώσε μου την ευχή σου, πατέρα, να σ’ αφήσω, για να μη σε δεσμεύω στη σωτηρία της ψυχής σου». Ο γέρων ιε­ρέας ήξερε καλά την κόρη του, όπως ήξερε καλά και το εσφαλμένο της κινήσεώς του. Δάκρυσε και, δίνοντας την ευλογία του στη Λυδία να ζήσει μόνη της, της είπε προφητικά: «Κοίταξε, κόρη μου, όταν κερδίσεις το στεφάνι σου, να πεις στον Κύριο ότι παρόλο που φάνηκα πολύ αδύνατος για αγώνα, ωστόσο δεν σε εμπόδισα, αλλά σου έδωσα την ευχή μου», «θα το πω, πατέρα», του είπε εκείνη φιλώντάς του το χέρι και προβλέποντας έτσι κι αυτή προφητικά το μέλλον.
Η Λυδία πέτυχε να διοριστεί στην δασονομική υπηρεσία και το 1926 μετατέθηκε στην κολλεκτίβα υλοτομίας της περιοχής, όπου δούλευε κοντά στους πιο χαμηλόμισθους εργάτες. Εδώ ήρθε αμέσως σ’ επαφή με απλούς ανθρώπους του ρώσικου λαού, τους όποιους αγαπούσε πολύ και οι οποίοι ανταποκρίθηκαν με τον ίδιο τρόπο. Οι ξυλοκόποι και οι οδηγοί, που είχαν σκληρυνθεί από τη δουλειά μέσα σε δύσκολες συνθήκες, αφηγούνταν με κατάπληξη ότι στο γραφείο του Τμήματος Υλοτομίας, όπου ερχόταν σε επαφή μαζί τους η Λυδία, τους διαπερνούσε ένα γνώριμο αλλά τώρα μισοξεχασμένο αίσθημα, παρόμοιο μ’ εκείνο που είχαν νιώσει κάποτε, όταν πριν την επανάσταση είχαν πάει να υποδεχθούν την περίφημη εικόνα της Παναγίας από το χωριό Μπογκορόντσκογιε της περιφερείας της Ούφα. Στο γραφείο δεν ακούγονταν πια άσχημες κουβέντες, βρισιές και καυγάδες. Τα πάθη είχαν εκλείψει και οι άνθρωποι έγιναν ευγενικότεροι μεταξύ τους.
Αυτό ήταν καταπληκτικό και έγινε αντιληπτό απ’ όλους, των κομματικών οργάνων μη εξαιρουμένων. Παρακολούθησαν τη Λυδία, αλλά δεν ανακάλυψαν τίποτε ύποπτο. Δεν πήγαινε καθόλου στις εκκλησίες που είχαν νομιμοποιηθεί από τους Μπολσεβί­κους και συμμετείχε αραιά και προσεκτικά σε ακολουθίες της μυστικής εκκλησίας «των κατακομβών».
Η Γκε-Πε-Ου (σοβιετική μυστική αστυνομία την περίοδο 1922-34) ήξερε ότι υπήρχαν μέλη της μυστικής εκκλησίας στην περιφέρεια, δεν έβρισκε όμως τον τρόπο να τα ανακαλύψει και να τα συλλάβει. Με σκοπό να ανακαλύψει όσους δεν είχαν ακόμη συλληφθεί η Γκε-Πε-Ου ξαφνικά επανέφερε από την εξορία τον επίσκοπο Ανδρέα που ήταν πολύ σεβαστός στον λαό, αλλά και σ’ όλους τους παράγοντες της μυστικής εκκλησίας. Σύμφωνα όμως με οδηγίες που είχε στείλει πρωτύτερα, ο επίσκοπος έγινε φανερά δεκτός μόνο από μία εκκλησία της Ούφα, παρόλο που μυστικά ήρθε να τον δει ολόκληρη η περιφέρεια. Η Γκε-Πε-Ου πεπεισμένη για την αποτυχία του σχεδίου της συνέλαβε πάλι τον επίσκοπο Ανδρέα και τον εξόρισε.
Η Λυδία συνελήφθη στις 9 Ιουλίου 1928. Οι μυστικές υπηρεσίες για αρκετό καιρό αναζητούσαν μία δακτυλογράφο που εφοδίαζε τους εργάτες της δασονομικής υπηρεσίας με δακτυλογραφημένα φυλλάδια, που περιείχαν βίους αγίων, προσευχές, ακολουθίες και συμβουλές αρχαίων και συγχρόνων Ιεραρχών της Εκκλησίας. Παρατήρησαν ότι στην γραφομηχανή αυτής της δακτυλογράφου το κάτω μέρος του «κ» ήταν σπασμένο. Έτσι αποκαλύφθηκε η Λυδία.
Η Γκε-Πε-Ου κατάλαβε ότι είχε πέσει στα χέρια της το κλειδί, για να ανακαλύψει ολόκληρη τη μυστική εκκλησία.


Δέκα μέρες αδιάκοπης ανακρίσεως δεν κατάφεραν να κλονίσουν την μάρτυρα. Πολύ απλά αρνήθηκε να πει οτιδήποτε. Στις 20 Ιουλίου ο ανακριτής, έχοντας χάσει την υπομονή του, παρέδωσε τη Λυδία στο «ειδικό τμήμα» για ανάκριση.
Αυτό το «ειδικό τμήμα» εργαζόταν σ’ ένα γωνιακό δωμάτιο στο υπόγειο της Γκε-Πε-Ου. Ένας φρουρός στεκόταν μόνιμα στον διάδρομο του υπογείου. Εκείνη την ημέρα φρουρός ήταν ο Κύριλλος Ατάεβ, ένας εικοσιτριάχρονος φαντάρος. Είδε την Λυδία καθώς την έφερναν στο υπόγειο. Η προηγούμενη δεκαήμερη ανάκριση είχε εξαντλήσει τη μάρτυρα και δεν μπορούσε να κατέβη τα σκαλιά. Ο στρατιώτης Ατάεβ, σε πρόσταγμα των προϊσταμένων του, την κράτησε και την οδήγησε κάτω στον ανακριτικό θάλαμο. «Ο Χριστός να σε σώσει» είπε η Λυδία ευχαριστώντας τον φρουρό, καθώς αντιλήφθηκε μια σπίθα συμπαθείας γι’ αυτήν στη λεπτή ευγένεια των δυνατών χεριών του φρουρού του Ερυθρού Στρατού.
Και ο Χριστός έσωσε τον Ατάεβ! Τα λόγια της μάρτυρος και τα γεμάτα πόνο και αμηχανία μάτια της μίλησαν στην καρδιά του. Δεν μπορούσε πια ν’ ακούει με αδιαφορία τις αδιάκοπες κραυγές και τα κλάματά της, όπως είχε προηγουμένως ακούσει όμοιες κραυγές από άλλους ανακρινόμενους και βασανιζόμενους.
Η Λυδία βασανίστηκε πολύ ώρα. Οι βασανιστές της Γκε-Πε-Ου δρούσαν συνήθως με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην αφήνουν κανένα ιδιαίτερα ευδιάκριτο σημάδι στο σώμα του βασανιζόμενου. Όμως στην ανάκριση της Λυδίας καμία προσοχή δεν δόθηκε σ’ αυτό. Οι κραυγές και τα κλάματα της Λυδίας συνεχίστηκαν σχεδόν χωρίς διακοπή για πάνω από μιάμιση ώρα.
«Μα δεν πονάς; Τσιρίζεις και κλαις. Αυτό δεν σημαίνει ότι σε πονάει;» ρώτησαν εξαντλημένοι οι βασανιστές σε ένα από τα διαλείμματα.
«Πονάει! Ω Κύριε, πόσο πονάει!» απάντησε η Λυδία μ’ ένα σπασμένο βογγητό.
«Τότε γιατί δεν μιλάς; θα σε πονέσει περισσότερο!» είπαν με φανερή αμηχανία οι βασανιστές.
«Δεν μπορώ να μιλήσω… Δεν μπορώ… Δεν θα το επιτρέψει αυτό…», βόγκηξε η Λυ­δία.
«Ποιός δεν θα το επιτρέψει;»
«Ο Θεός δεν θα το επιτρέψει!».
Τότε οι βασανιστές επινόησαν κάτι καινούργιο για τη μάρτυρα: την ηθική κακοποίηση. Ήταν τέσσερεις. Κοιτάχθηκαν μεταξύ τους. Χρειαζόταν ένας άλλος. Φώναξαν τον φρουρό να τους βοηθήσει.
Μόλις ο Ατάεβ μπήκε στο δωμάτιο, είδε τη Λυδία, κατάλαβε τον τρόπο του παραπέρα βασανισμού της και τον δικό του ρόλο σ’ αυτόν και μέσα του έγινε ένα θαύμα παρόμοιο με την απροσδόκητη μεταστροφή των αρχαίων βασανιστών. Η ψυχή του Ατάεβ είχε σιχαθεί την σατανική αποτροπαιότητα και ένας ιερός ενθουσιασμός τον κατέλαβε. Χωρίς καθόλου να συνειδητοποιήσει το τι έκανε, ο φρουρός του Ερυθρού Στρατού σκότωσε επί τόπου με το πιστόλι του τους δύο βασανιστές που στέκονταν μπροστά του. Πριν κιόλας αντηχήσει ο δεύτερος πυροβολισμός, ο άνδρας της Γκε-Πε-Ου που στεκόταν από πίσω, χτύπησε τον Κύριλλο στο κεφάλι με τη λαβή του πιστολιού του. Ο Ατάεβ είχε ακόμη αρκετή δύναμη, ώστε να γυρίσει και να αρπάξει τον αντίπαλό του από το λαιμό, αλλά ένας πυροβολισμός από τον τέταρτο τον έριξε στο πάτωμα.
Ο Κύριλλος έπεσε με το κεφάλι προς το μέρος της Λυδίας, που ήταν δεμένη και τεντωμένη με λουριά. Ο Κύριος του έδωσε την ευκαιρία ν’ ακούσει για μία ακόμη φορά λόγια ελπίδας από το στόμα της μάρτυρος. Κοιτώντας την Λυδία κατ’ ευθείαν στα μάτια και με το αίμα να τρέχει από το σώμα του, ο Κύριλλος πρόφερε ασθμαίνοντας τις λέξεις που δήλωναν την ένωσή του με τον Θεό.
«Αγία, πάρε με μαζί σου!» «θα σε πάρω», χαμογέλασε ολόλαμπρη η Λυδία.
Με το άκουσμα και τη σημασία αυτής της συνομιλίας ήταν σαν να ανοίχτηκε ξαφνικά μια πόρτα για το υπερπέραν μπροστά στα μάτια των δύο ανδρών της Γκε-Πε-Ου που επέζησαν. Ο τρόμος τους συσκότισε τη συνείδηση. Με υστερικές κραυγές άρχισαν να πυροβολούν τα δυο ανυπεράσπιστα θύματα, που είχαν απειλήσει την ασφάλεια της κοσμοθεωρίας τους, μέχρι που άδειασαν και τα δύο πιστόλια τους. Αυτοί που ήρθαν τρέχοντας στο άκουσμα των πυροβολισμών, τους απομάκρυναν, ενώ εκείνοι ούρλιαζαν υστερικά. Αλλά και οι ίδιοι το έβαλαν γρήγορα στα πόδια κυριευμένοι από έναν ακατανόητο τρόμο.
Ο ένας από αυτούς τους δύο άνδρες της Γκε-Πε-Ου περιήλθε σε κατάσταση τελείας παραφροσύνης. Ο άλλος σύντομα πέθανε από νευρικό κλονισμό. Πριν από το θάνατό του αυτός ο δεύτερος τα διηγήθηκε όλα στο φίλο του λοχία Αλεξέι Ικόνικοφ, ο οποίος επέστρεψε στο Χριστό και γνωστοποίησε το γεγονός στην Εκκλησία. Λόγω δε του ότι διέδιδε παντού με ζήλο αυτό το γεγονός, βρήκε μαρτυρικό θάνατο και ο ίδιος.
Και οι τρεις, Λυδία, Κύριλλος και Αλέξιος, έχουν καθιερωθεί ως άγιοι στη συνείδηση της ρωσικής μυστικής εκκλησίας «των κατακομβών». Με τις πρεσβείες τους είθε ο Κύριος να ελεήσει τον χριστιανικό λαό της Ρωσίας!

(«Αγιορειτική Μαρτυρία», τευχ. 3, σ. 145-147)

Ὁ δρόμος τῆς σωτηρίας

Dudko Demetrius Fr. ((1922- 2004))



Μοῦ τὸ διηγήθηκε μιὰ γυναίκα μὲ πανεπιστημιακὴ μόρφωση:

Στὶς δώδεκα τὰ μεσάνυχτα, χτύπησαν τὴν πόρτα στὴν Ἐκκλησία. Ἦταν μία γριούλα. Καὶ ζητοῦσε παπᾶ, νὰ πάει νὰ κοινωνήσει ἕναν ἄρρωστο.

Ὁ παπᾶς ἑτοιμάστηκε καὶ βγῆκε ἀμέσως μαζί της. Πλησιάζουν σὲ ἕνα φτωχὸ σπιτάκι, τύπου παράγκας. Ἡ γριούλα ἀνοίγει τὴν πόρτα καὶ μπάζει τὸν ἱερέα σὲ ἕνα δωμάτιο.

Καὶ νὰ, ξαφνικὰ, ὁ παπᾶς εὑρίσκεται ἐκεῖ μόνος μὲ μόνο τὸν ἄρρωστο.

Ὁ ἄρρωστος τοῦ δείχνει μὲ χειρονομίες τὴν πόρτα καὶ σκούζει.

- Φύγε ἀπὸ ἐδῶ! Ποιὸς σὲ ἐκάλεσε; Ἐγὼ εἶμαι ἄθεος. Καὶ ἄθεος θὰ πεθάνω.

Ὁ παπᾶς τὰ ἔχασε.

- Μὰ δὲν ἦλθα ἀπὸ μόνος μου! Μὲ ἔκαλεσε ἡ γριά!

- Ποιὰ γριά; Ἐγὼ δὲν ξέρω καμμιὰ γριά!

Ὀ παπᾶς, καθὼς στέκει ἀπέναντί του, βλέπει ἐπάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι τοῦ ἄρρωστου, μία φωτογραφία μὲ τὴν γυναίκα ποὺ τὸν ἐκάλεσε.

Τοῦ λέει, ἐνῶ τοῦ δείχνει τὸ πορτραῖτο.

- Νὰ αὐτή!

- Ποιὰ αὐτή, Ξέρεις, τί λές, παπᾶ; Αὐτὴ εἶναι ἡ μάνα μου. Καὶ ἔχει πεθάνει χρόνια τώρα!

Γιὰ μιὰ στιγμὴ πάγωσαν καὶ οἱ δύο. Αἰσθάνθηκαν δέος. Ὁ ἄρρωστος ἄρχισε νὰ κλαίει. Καὶ ἀφοῦ ἔκλαψε, ζήτησε νὰ ἐξομολογηθῆ. Καὶ μετά, ἐκοινώνησε.

Ἡ μητέρα του εἶχε φροντίσει ἀπὸ τὸν οὐρανό, νὰ τοῦ δείξει τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...