Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 03, 2011

Κυριακὴ Ι΄ (Λουκ. 13,10-17) ΘΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ;-Μητροπολίτης Αυγουστίνος Καντιώτης

 

ΘΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ;

ΤΟ εὐαγγέλιο ποὺ ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, ὁμιλεῖ γιὰ μιὰ γυναῖκα ἄρρωστη, δυστυχισμένη, ποὺ εἶνε γνωστὴ ὡς «συγκύπτουσα» (Λουκ. 13,11). Γυναῖκες ποὺ διέπρεψαν γιὰ τὴ δόξα ἢ τὸν πλοῦτο ἢ τὴ μόρφωσί τους ἔχουν λη­σμο­νηθῆ, ἀλλὰ ἡ «συγκύπτουσα» ἀναφέρεται πάν­τοτε παραμονὲς τῶν Χριστουγέννων καὶ ἡ Ἐκ­κλησία μας τὴν προβάλλει ὡς παράδει­γμα.

* * *

γυναίκα αὐτὴ δὲν ἦταν ἐκ γενετῆς συγ­κύπτουσα· γεννήθηκε ὑγιής. Ὅταν μεγάλω­σε, ἐνῷ περπατοῦσε καὶ ἐρ­γαζόταν μιὰ χαρά, ξα­φνικὰ ἕνας πόνος στὴ σπονδυλικὴ στήλη τὴν ἔ­κανε νὰ καμφθῇ. Τί ἦταν; ἀσθένεια; Μακάρι νὰ ἦταν ἀσθένεια. Ἦταν κάτι χειρότερο. Τὸ λέει ὁ Κύριος καὶ πρέπει νὰ τὸ πιστέψουμε· αὐτὸ ποὺ τῆς συνέβη προερχόταν ἀπὸ τὸ σατανᾶ. Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι· ἐμεῖς πιστεύου­με ὅ­τι ὑπάρχει σατανᾶς κι ὅτι ὁ Χριστὸς ἦρθε στὸν κόσμο «ἵνα λύσῃ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου» (Α΄ Ἰω. 3,8). Ὅπως βλέπουμε στὴ Γραφή, πολλὲς φο­ρὲς ὁ σατανᾶς, κα­τὰ παραχώρησιν Θεοῦ, προξενεῖ ὑλικὲς ζημιὲς καὶ ἀ­σθένειες, ὅπως π.χ. στὸν Ἰώβ. Κι αὐτὴ λοιπόν, ἐξ ἐπηρείας τοῦ δια­βόλου, αἰσθάνθηκε νὰ λυγίζῃ ἡ σπονδυλι­κή της στήλη καὶ τὸ κεφάλι της νὰ φτά­νῃ ὣς κάτω στὴ γῆ. Ὅποιος τὴν ἔβλεπε ἀπὸ μακριά, νόμιζε πὼς εἶνε ζῷο καὶ πάει μὲ τὰ τέσ­σερα. Γι᾽ αὐτὸ σπανίως ἔ­βγαινε ἔξω.
Παρὰ τὴν ἀσθένειά της ὅμως τὴ βλέπουμε νὰ «ἐκκλησιάζεται». Ὅπως ἐ­μεῖς ἔχουμε τὴν Κυριακή, οἱ Ἑβραῖοι ἔχουν τὸ Σάββατο· κι ὅ­πως ἐμεῖς πᾶμε στὴν ἐκκλησία, αὐτοὶ πᾶνε στὴ συναγωγή, στὴ χάβρα. Κι αὐτὴ λοιπὸν τὴ σακάτισσα, ποὺ μὲ μεγάλη δυσκολία ἐκινεῖτο, κάθε Σάββατο τὴν ἔβλεπες στὴ συναγωγή.
Ἡ «συγκύπτουσα» εἶνε ὑπόδειγμα τηρήσε­ως τῆς τετάρτης ἐντολῆς τοῦ δεκαλόγου ποὺ λέει «Ἓξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδό­μῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου» (Ἔξ. 20,9-10. Δευτ. 5,13-14). Καὶ ὁ Θεὸς βράβευσε τὴν προθυμία της. Μιὰ μέρα, ποὺ εἶχε πάει ὡς συνήθως στὴ συναγω­­γή, βρῆ­κε ἐκεῖ – ποιόν; Ὄχι ἄγγελο, ὄχι ἅγιο ἄνθρωπο ἢ προφήτη, ἀλλὰ τὸν ἴδιο τὸ Χριστό. Ἦταν στὴ συναγω­­γὴ καὶ δίδασκε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Πολλοὶ ἦταν μέσα ἐκεῖ, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς σ᾽ αὐτὴν ἔρ­ριξε τὸ βλέμμα του, τὸ γεμᾶτο ἀγάπη, καὶ τῆς εἶπε· «Γυναί­κα, εἶσαι ἐλεύθερη ἀπὸ τὴν ἀσθένειά σου» (Λουκ. 13,12). Καὶ μόλις ἔβαλε τὰ χέρια του ἐπάνω της, ἀ­μέσως ἔγινε καλά· ἡ σπονδυλική της στήλη ἀνωρθώθηκε, ἴ­σιωσε· σήκωσε τὸ κεφάλι ψηλά, καὶ δόξαζε τὸ Θεό.
Αὐτὸ τὸ θαῦμα διηγεῖται σήμερα τὸ εὐαγγέ­­λιο. Ἡ γυναίκα αὐτὴ μπῆκε στὴ συναγωγὴ ἄρ­ρωστη καὶ βγῆκε ὑγιής, μπῆκε σακάτισσα καὶ βγῆκε ἀκεραία. Μεγάλη ἡ δύναμι τοῦ Χριστοῦ!

* * *

Τί ἔχει νὰ μᾶς πῇ ἡ συγκύπτουσα; Πολλά.
Πρῶτον. Ἡ σπονδυλικὴ στήλη εἶνε ἕ­να θαυμαστὸ δη­μιούργημα. Καὶ μόνο αὐτὴ φτά­νει ν᾽ ἀ­ποδεί­­ξῃ ὅτι ὑπάρχει Δημιουργός. Εἶνε πιὸ θαυ­μαστὴ κι ἀ­π᾽ τὸν πιὸ τέλειο κίονα τοῦ Παρθε­νῶ­νος τῶν Ἀθηνῶν. Ἔχει τόσους σπον­δύλους ὅσα τὰ χρόνια τοῦ Χριστοῦ. 33 χρόνια ἔ­ζησε ὁ Χριστὸς ἐπὶ τῆς γῆς; 33 εἶνε καὶ τὰ ὀ­στᾶ τῆς σπονδυλικῆς στήλης, προσ­αρ­μο­σμέ­να ἀριστοτεχνικὰ τὸ ἕνα πάνω στὸ ἄλλο.
Δεύτερον. Ἡ συγκύπτουσα ἀποτελεῖ ἔ­λεγ­χο γιὰ μᾶς. Ἐσὺ ποὺ ἔχεις πόδια δὲν πᾷς στὴν ἐκ­κλησία. Γιατί σοῦ τά ᾽δωσε ὁ Θεός; Ἔχεις πόδια γιὰ νὰ τρέχῃς σὲ δι­ασκεδάσεις, ἔχεις πόδια γιὰ τὸ διάβολο, ἀλλὰ πόδια γιὰ τὸ Θεὸ δὲν ἔ­χεις. Ἐλάχιστοι εἶν᾽ αὐτοὶ ποὺ ἐκκλησι­άζονται· οἱ ἄλλοι; Μόνο νεκροὺς πλέον θὰ τοὺς πᾶνε στὴν ἐκκλησία. Στὴ Φλώρινα ἔβλεπα ―τώρα ἔ­χει πεθάνει― μιὰ γυναῖκα σακατεμένη· μετὰ δυσ­κολί­ας ἐκινεῖτο, κι ὅμως δὲν ἔλειπε ἀπὸ τὸ ναό. Ὑπάρχουν καὶ τέτοια παραδείγματα.
Τρίτον. Ὅλοι σχεδὸν ἔχουμε τὴ σπονδυλι­κή μας στήλη γερή. Σωματικῶς ναί, εἴμαστε ὑ­γι­εῖς. Ψυχικῶς ὅμως; Ἂς τὸ ὁμολογήσουμε· ψυ­χικῶς εἴ­μαστε ἄρρωστοι. Καὶ θὰ τὸ ἐξηγήσω αὐτό. Γιατί λεγόμαστε ἄνθρωποι; Ἄνθρωπος εἶνε λέξις τῆς ὡραίας ἑλληνι­κῆς γλώσσης. Τί σημαίνει; Αὐτοὶ ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν ἐτυμολογία, λένε, ὅτι ἄν­θρωπος εἶνε ἡ ὕπαρξις ἐ­κείνη ποὺ τείνει πρὸς τὰ ἄνω. Εἶνε ὂν ὀρθοβάμον. Ὁ Θεός, ἐνῷ τὰ ζῷα βαδίζουν μὲ τὰ τέσσερα κ᾽ ἔχουν τὸ κεφά­λι πρὸς τὴ γῆ, ἐμᾶς μᾶς ἔπλασε ὀρ­θίους, νὰ βλέπουμε πρὸς τὸν οὐ­ρανό· διότι ὁ προορισμός μας εἶνε ἐκεῖ, ἐδῶ εἴμαστε περαστικοί. «Πάροικος ἐγώ εἰμι παρὰ σοὶ καὶ παρεπίδημος καθὼς πάντες οἱ πατέρες μου», λέει ὁ ψαλμῳδός (Ψαλμ. 38,13). Πατρίδα μας εἶνε ὁ οὐρανός. Ρώτησαν ἕνα φιλόσοφο· ―Ποιά εἶ­νε ἡ πατρίδα σου; ―Περιμένετε, λέει, νὰ σᾶς πῶ. Κι ὅταν νύχτωσε ἔδειξε τὰ ἄστρα καὶ εἶ­πε· Ἐκεῖ εἶνε ἡ πατρίδα μου! Ποιός σήμε­ρα ἔ­χει τέτοιο φρόνημα; Οἱ πολλοὶ τὴν ψυχή τους τὴν ἔχουν στὰ γήϊνα, τὰ μικρά, τὰ μάταια.
Καὶ τέταρτον. Καταπίπτει ὁ ἄνθρωπος πο­λὺ χαμηλά, καταντᾷ στὸ ἐπίπεδο τοῦ ζῴου. Καὶ ὁ Χριστὸς εἶπε ἕνα μεγάλο λόγο· «Μὴ δῶ­τε τὸ ἅγι­ον τοῖς κυσὶ μηδὲ βάλητε τοὺς μαργα­ρί­τας ὑ­μῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων» (Ματθ. 7,6). Μερικοὶ ἄνθρωποι εἶνε σὰν τοὺς χοίρους, σὰν τὰ γουρούνια. Ὁ χοῖρος ἔχει τὸ κεφάλι δι­αρκῶς πρὸς τὴ γῆ, ψάχνοντας γιὰ τροφὴ ὁ γαστρίμαργος. Τρώει βελανίδια κι οὔτε ὑψώνει τὸ κεφάλι στὴ βελανιδιά, τρόπον τινὰ νὰ τῆς πῇ ἕ­να «εὐχαρι­στῶ». Μόνο μιὰ φορὰ γυρί­ζει καὶ βλέπει τὸν οὐ­ρανό. Πότε; Ὅταν ὁ χασάπης στὸ σφαγεῖο τὸν ἀναποδογυρίζει νὰ τὸν σφάξῃ. Ἔτσι καὶ πολλοὶ ἄνθρωποι· σ᾽ ὅλη τὴ ζωή τους εἶνε σκυμ­μένοι στὰ γήινα, καὶ μόνο ὅταν πλησιάζει ὁ θάνατος, τότε πλέον βλέπουν ὅτι ὑπάρχει καὶ ἄλλη ζωή. Ἕνας ἰατροφιλόσοφος, ὁ Καρρέλ, εἶπε ὅτι σὲ πολλοὺς ἀνθρώπους ἁρμόζει τὸ σχῆμα τοῦ κτήνους. Ἂν ὁ Θεὸς ἐπέτρεπε νὰ πάρουμε μορφὴ σύμφωνα μὲ τὰ πάθη μας, οἱ πλεῖστοι θὰ παρουσιάζονταν σὰν ζῷα· ὁ λαί­μαρ­γος σὰν χοῖρος, ὁ ἀκόλαστος σὰν τράγος, ὁ ἐ­ριστικὸς καὶ ἐπιθετικὸς σὰν τίγρις, ὁ φθονε­ρὸς σὰν φίδι, ὁ μνησίκακος σὰν καμήλα, ὁ ἅρπαγας καὶ κλέφτης σὰν λύκος… Γι᾽ αὐτὸ ὁ ψαλμῳδὸς λέει· «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆ­κε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀ­νοή­τοις καὶ ὡμοιώθη αὐ­τοῖς», ὁ ἄνθρωπος ἔγινε ὅμοιος μὲ τὰ κτήνη (Ψαλμ. 48,13,21). Καὶ θυμᾶμαι ποὺ μαθαίνα­με στὸ σχολεῖο ἀπὸ τὴν Ὀδύσσεια γιὰ τὴ μάγισσα Κίρκη, ποὺ χτύπησε μὲ τὸ ῥαβδί της τοὺς συντρόφους τοῦ Ὀδυσσέως καὶ τοὺς ἔκανε ζῷα. Εἶνε φανταστικὸς μῦθος βέβαια, ἀλλ᾽ ἐκφρά­ζει μιὰ πραγματικότητα. Κίρκη εἶνε ἡ ἁμαρτία· αὐτὴ μεταβάλλει τοὺς ἀνθρώπους σὲ κτήνη.
Ἡ συγκύπτουσα λοιπὸν τοῦ εὐαγγελίου εἶ­νε σύμβολο κάθε ἀνθρώπου ποὺ κάμπτεται κάτω ἀπὸ τὰ πάθη του. Εἶνε ἀκόμα σύμβολο ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος, ποὺ ἰδίως κατὰ τὸν εἰκοστὸ αἰῶνα ξεπέρασε σὲ ἀγριότητα κάθε θηρίο, μὲ τὰ φοβερὰ ὅπλα ἀφανισμοῦ χιλιάδων ἀνθρώπων ποὺ ἐπινόησε καὶ χρησιμοποί­ησε. Τὸ χειρότερο θηρίο, ὅπως λέει ὁ Ἀριστο­τέλης, δὲν εἶνε τὸ λιοντάρι οὔτε ἡ τίγρις· εἶνε ὁ ἄνθρωπος. Τέλος ἡ συγκύπτουσα εἶνε σύμβολο καὶ τῆς Ἑλλάδος μας. Ἐκεῖ ποὺ λέει «ἰ­δοὺ γυνὴ …ἦν συγκύπτουσα», σβῆστε τὸ «γυ­νὴ» καὶ βάλτε «Ἑλλάς»· «Ἑλλὰς συγκύπτουσα», χώρα ποὺ κάμπτεται κάτω ἀπὸ τὰ πάθη. Ἐνῷ μπορούσαμε στὴ γωνιὰ αὐτὴ τῆς γῆς νὰ ζοῦμε μιὰ εὐτυχισμένη ζωή, ἐν τούτοις πάσχουμε καὶ ὑποφέρουμε ἐξ αἰτίας τῶν ἐλαττωμάτων καὶ τῶν παθῶν μας.

* * *

Δὲν ἀνήκω σὲ κόμματα, ἀλλὰ ἕ­νας πολιτικός μας εἶπε τὰ ἑξ­­ῆς σοφὰ λόγια. «Δὲν θεραπεύε­ται ἀλλιῶς τὸ κακό, παρὰ μόνο ἂν γίνουμε ἄν­θρωποι». «Ἂν γίνουμε ἄνθρωποι»! Οἱ πρό­γονοί μας ἔλεγαν· «Τί χαριτωμένο πλάσμα ὁ ἄν­θρω­πος, ὅταν εἶνε πράγματι ἄνθρωπος!» (Μέναν­δρος· παρὰ Στοβαίῳ 5,11· Μιχ. ᾿Ιατροῦ, Πόθεν καὶ διατί σ. 216). Ἄνθρωπος δὲν εἶ­νε ὁ φι­λόδοξος, ὁ κλέφτης, ὁ μοιχός, ὁ ἄδικος, ὁ σκλη­ρός· ἄνθρωπος εἶνε ὁ ταπεινός, ὁ τίμιος, ὁ δίκαιος, ὁ καθαρός, ὁ σπλαχνι­κός. Ἂν δὲν γίνου­με ἔτσι, μὴν περιμένουμε ἀνόρθωσι.
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς εἶπε μιὰ προφη­τεία. Τὸ τέλος τοῦ κόσμου θὰ ᾽ρθῇ – πότε; ὅ­ταν δῆτε ν᾽ ἀδειάζουν οἱ ἐκκλησιὲς καὶ νὰ γεμί­­ζουν οἱ φυλακές! Σήμερα ἡ ἐγ­κληματικότης εἶ­νε σὲ ἔξαρσι, οἱ ἄνθρωποι ἐξαγριώθηκαν, καὶ κα­τέπεσαν σὲ ἐπίπεδο ζῳῶδες. Καὶ ποιός μπο­ρεῖ νὰ τοὺς ἀνορθώσῃ πάλι; Μόνο ἐκεῖνος ποὺ ἄγγιξε τὴν συγκύπτουσα «καὶ παραχρῆ­μα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν» (Λουκ. 13,13). Πῶς θὰ γίνῃ αὐτό; Διὰ τῆς μετανοίας. Δυσ­τυχῶς μικροὶ – μεγάλοι εἴμαστε ἀμετανόητοι. Καὶ πλησιάζουν οἱ ἅγιες ἡμέρες. Πῶς θ᾽ ἀντικρύσουμε τὰ ἅγια, πῶς θὰ μεταλάβουμε;
Ὅλοι λοιπόν, ἀγαπητοί μου, στὴν ἐξομολό­γησι. Κανείς μὴ μείνῃ ἀνεξομολόγητος. Ἀπὸ ᾽κεῖ θὰ ἔλθῃ ἡ ἀνόρθωσις· ἡ οἰκογενειακή, ἡ ἐκπαιδευτική, ἡ ἐθνική, ἡ ἐν γένει πνευματικὴ ἀνόρθωσις. Αὐτὴ τὴν ἀνόρθωσι ἕνας καὶ μόνο μπορεῖ νὰ μᾶς τὴ χαρίσῃ· ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑ­περυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό του Ἁγίου
Ἰωάννου Πτολεμαΐδος 10-12-1989

Κυριακή Ι΄ Λουκᾶ (Λουκ. ιγ΄ 10-17)-Διονύσιος Ψαριανός (Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης (+))

Διονύσιος Ψαριανός (Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης (+))






5 Δεκεμβρίου 1965


Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,


Ὁ Θεὸς δὲν ἀγαπᾶ τίποτα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ δὲ μισεῖ τίποτα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν ὑποκρισία. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὅταν ἦταν ἐδῶ στὴ γῆ, στάθηκε ἀπέναντι σ' ὅλους τοὺς ἀνθρώπους γεμάτος ἀγάπη καὶ μόνο ἦταν σκληρὸς ἀπέναντι στοὺς ὑποκριτάς. Τοὺς ἁμαρτωλούς, ποὺ ἐρχότανε ζητώντας τὸ ἔλεός του, τοὺς δεχότανε μὲ καλωσύνη· τοὺς ὑποκριτάς, ποὺ ἦσαν μέσ' ἁμαρτωλοὶ κι ἔκαναν ἔξω τοὺς ἁγίους, τοὺς ἐμαστίγωνε ἀλύπητα. Ἂς ἀκούσουμε τί μᾶς λέγει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο.


Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ ἐδίδασκε ὁ Ἰησοῦς σὲ μία ἀπὸ τὶς συναγωγὲς κι ἦταν ἡμέρα Σάββατο. Κι ἦταν ἐκεῖ μία γυναίκα, ποὺ εἶχε πονηρὸ πνεῦμα κι ἦταν ἄρρωστη δεκαοκτὼ χρόνια κι ἦταν σκυφτὴ καὶ δὲ μποροῦσε νὰ σηκώση τὸ κορμὶ της καθόλου. Κι ὅταν τὴν εἶδε, ὁ Ἰησοῦς τῆς μίλησε καὶ τῆς εἶπε· Γυναίκα, εἶσαι λυμένη ἀπὸ τὴν ἀρρώστια σου· κι ἀκούμπησε ἀπάνω της τὰ χέρια του κι ἀμέσως ἐκείνη ἀνασηκώθηκε καὶ δόξαζε τὸ Θεό. Καὶ ἀποκρίθηκε ὁ ἀρχισυνάγωγος μὲ ἀγανάκτηση, γιατί τὸ Σάββατο ἔκαμε τὴ θεραπεία ὁ Ἰησοῦς, κι ἔλεγε στὸ λαό. Ἕξη ἥμερες εἶναι, ὅπου σ' αὐτὲς πρέπει νὰ ἐργαζώμαστε, σ' αὐτὲς λοιπὸν νὰ 'ρχεσθε καὶ νὰ θεραπευώσαστε κι ὄχι στὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Τοῦ ἀποκρίθηκε λοιπὸν ὁ Κύριος καὶ εἶπε· Ὑποκριτή, ὁ καθένας σας τὸ Σάββατο δὲ λύνει τὸ βόδι του καὶ τὸν ὄνο ἀπὸ τὸ παχνὶ καὶ τὰ πάει καὶ τὰ ποτίζει; Κι αὐτὴ ἐδῶ ποὺ εἶναι κόρη τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τὴν ἔδεσε ὁ Σατανᾶς δεκαοχτὼ χρόνια, δὲν ἔπρεπε νὰ λυθῆ ἀπὸ τοῦτο τὸ δέσιμο τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου; Κι ἐνῶ ἔλεγε τοῦτα ὁ Ἰησοῦς καταντροπιαζότανε ὅλοι οἱ ἐχθροὶ του· κι ὅλος ὁ λαὸς εἶχε χαρὰ γιὰ τὰ θαύματα ποὺ γινότανε ἀπ' αὐτόν.


Αὐτὴ ἡ ἄρρωστη γυναίκα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ποὺ βρέθηκε κεῖνο τὸ Σάββατο στὴ συναγωγή, μᾶς εἶν' ἕνα καλὸ παράδειγμα. Μᾶς διδάσκει πὼς κι ἐμεῖς τὴν Κυριακὴ πρέπει νὰ ἐρχώμαστε στὴν Ἐκκλησία γιὰ τὴν προσευχὴ καὶ γιὰ τὸ θεῖο κήρυγμα. Γι' αὐτὰ τὰ δύο πῆγε στὴ συναγωγὴ ἐκείνη τὴν ἡμέρα ἡ συγκύπτουσα γιὰ νὰ 'βρη παρηγοριὰ στὴν ταλαιπωρία της. Καὶ βρῆκε πολὺ περισσότερο ἀπ' ὅ,τι περίμενε· λυτρώθηκε ἀπὸ τὴν ἀρρώστια ποὺ τὴν βασάνιζε δεκαοκτὼ χρόνια.


Θὰ πρέπει νὰ αἰσθανότανε κατάνυξη, καθὼς ἄκουε τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ διδάσκη· θὰ πρέπει νὰ καθότανε ταπεινὴ σὲ κάποια γωνιά, βασανισμένη μέσα στὴν πολύχρονη ἀρρώστια της, ζητώντας τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ κι ἕτοιμη νὰ δεχθῆ τὴ θεία χάρη. Μετὰ τὸ κήρυγμα, πλησίασε τὸ Χριστὸ κι ἐκεῖνος ποὺ τὴν εἶδε, ὄχι μόνο μὲ σκυφτὸ καὶ καμπουριασμένο τὸ κορμί της, μὰ καὶ μὲ τὴν ψυχὴ της γονατιστὴ καὶ σκυμμένη, τῆς μίλησε καὶ τῆς εἶπε· «Εἶσαι λυμένη ἀπὸ τὴν ἀρρώστια σου». Καὶ γιὰ νὰ τῆς μεταδοθῆ ἡ θεία δύναμη, ἀκούμπησε τὰ χέρια του ἐπάνω της. Κι ἐπειδὴ ὁ θεῖος λόγος τὴν ἴδια ὥρα εἶναι καὶ ἔργο, ἡ γυναίκα ἔγινε ἀμέσως καλά.


Νά, χριστιανοί μου, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πῶς φανερώνεται καὶ πῶς ξεχύνεται στὸν ἄνθρωπο. Κανένα ἐμπόδιο δὲ μπορεῖ νὰ μπῆ ἀνάμεσα στὸ Θεὸ ποὺ ζητάει τὸν ἄνθρωπο καὶ στὸν ἄνθρωπο ποὺ ζητάει τὸ Θεό. Οὔτε καὶ τὸ Σάββατο. Γιατί παραπάνω ἀπ' ὅλα εἶναι ὁ ἄνθρωπος, παραπάνω κι ἀπὸ τὸ νόμο καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ νόμος κι οἱ ἐντολὲς καὶ τὸ Σάββατο δόθηκαν ὅλα γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ δὲν ἔγινε ὁ ἄνθρωπος γιὰ ὅλα ἐτοῦτα. Μέσα στὸ νόμο καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει ὁ ἄνθρωπος, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο· καὶ μέσα σ' ὅλους τοὺς νόμους τῶν ἀνθρώπων πρέπει νὰ ὑπάρχη ὁ ἄνθρωπος, ἀλλιῶς εἶναι ἄδικοι οἱ νόμοι καὶ ἀπάνθρωποι. Οἱ νόμοι εἶναι γιὰ τοὺς κακούς· γιὰ νὰ μὴν ἀφίνουν τοὺς κακοὺς νὰ κάνουν τὸ κακό. Γιὰ τοὺς καλοὺς δὲν ὑπάρχουν νόμοι. Ἕνας νόμος ὑπάρχει γιὰ τοὺς καλούς, ὁ νόμος τῆς ἀγάπης. Αὐτὸς ὁ νόμος λέγει, ὄχι νὰ μὴν κάνης τὸ κακό, μὰ παντοῦ καὶ πάντα νὰ κάνης τὸ καλό. Ἐμπόδιο δὲ μπορεῖ νὰ σταθῆ στὸ νόμο τοῦ καλοῦ.


Κι ὅμως πολλὰ ἐμπόδια, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, βγαίνουνε μπροστά, γιὰ νὰ σταματήσουν τὸ καλό. Πρῶτο ἀπὸ τὰ ἐμπόδια ἐτοῦτα εἶναι ἡ ὑποκρισία. Ὑποκρισία εἶναι νὰ φαίνεσαι ἐκεῖνο ποὺ δὲν εἶσαι, νὰ λὲς πὼς ἐνδιαφέρεσαι γιὰ τὸν νόμο καὶ γιὰ τὴν ἐντολή, μὲ σκοπὸ νὰ ματαίωσης τὸ καλό. Νὰ παρασταίνης τὸ φρουρὸ τοῦ θείου νόμου, νὰ κόβεσαι καὶ γιὰ τὸν ἀνθρώπινο νόμο, νὰ κάνης ἐπανάσταση, νὰ βάζης φωτιά, νὰ ξεθεμελιώνης τὰ πάντα, γιατί σὲ πῆρε ὁ πόνος γιὰ τὸ νόμο. Πὼς χάνονται ἄνθρωποι, πὼς ἀδικιέται ἡ ἀλήθεια, πὼς σταυρώνονται ἀθῶοι, πὼς γκρεμίζονται ἱεροὶ θεσμοί, πὼς χαίρουν οἱ ἐχθροί, πὼς χορεύει ὁ διάβολος, τίποτ' ἀπ' ὅλα ἐτοῦτα δὲ σὲ τρομάζει.


Ὁ ἀρχισυνάγωγος, χριστιανοί μου, ἐκείνη τὴν ἡμέρα στὴν συναγωγή, γιὰ χάρη τάχα τοῦ Σαββάτου, ἦταν ἕτοιμος, ἂν μποροῦσε, νὰ σφάξη καὶ τὸ Χριστὸ καὶ τὴ συγκύπτουσα. Δὲν τὸν συγκίνησε τὸ καλὸ ποὺ γίνηκε ἐμπρὸς στὰ μάτια του. Ἐκεῖνο ποὺ τὸν ἔτρωγε μέσα του ἦταν ὁ φθόνος, μὰ σκέπαζε τὸ πάθος του μὲ τέχνη κι ἔδειχνε πὼς γνοιάζεται γιὰ τὸ Σάββατο καὶ γιὰ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Ὁποῖος δὲν τὸν ἤξερε θὰ τὸν πίστευε, μὰ ὁ Χριστὸς τὸν ξεσκέπασε καὶ τὸν ἀποστόμωσε. Τὸν εἶπε ὑποκριτή, ψεύτη δηλαδὴ καὶ θεατρίνο, ποὺ ἄλλα αἰσθανότανε κι ἄλλα ἔλεγε, ἄλλα εἶχε μέσα του κι ἄλλα ἔδειχνε στοὺς ἀνθρώπους.


Τέτοιους ὑποκριτάς, χριστιανοί, εἶναι πάντα γεμάτος ὁ κόσμος καὶ πρέπει νὰ τοὺς φυλαγώμαστε. Ἀπ' ἔξω φαίνονται ἅγιοι καὶ μέσα τους εἶναι γεμάτοι μ' ὅλες τὶς κακίες. Μὰ εἶναι τεχνίτες καὶ δὲν τὸ δείχνουνε· σκεπάζονται μὲ τὸ ἔνδυμα τῆς εὐσέβειας καὶ δὲν τὸ 'χουνε γιὰ τίποτα νὰ κάμουνε κάθε κακό. Νὰ τοὺς πῆς λόγο, δὲν ἀκοῦνε· νὰ τοὺς κάμης καλό, δὲ συγκινοῦνται. Πάνω ἀπ' ὅλα, λένε, εἶναι ὁ νόμος, οἱ ἐντολές, οἱ ἱεροὶ Κανόνες, ἡ τάξη κι ἡ ἀλήθεια. Ποιὸς τὸ ἀρνήθηκε; Μὰ ὁ νόμος κι οἱ ἐντολὲς κι οἱ Κανόνες εἶναι ὅλα γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ὅταν σκοτώνης τὸν ἄνθρωπο, τί σοῦ χρειάζεται ὁ νόμος; Ὅταν γκρεμίζης τὴν Ἐκκλησία, τί τοὺς θέλεις τοὺς κανόνες; Ὅσο γιὰ τὴν τάξη καὶ τὴν ἀλήθεια, ὅποιοι τὰ πολυφωνάζουνε αὐτὰ τὰ δυό, αὐτοὶ μήτε τὰ ξέρουν μήτε τὰ 'μαθαν μήτε τὰ σεβάστηκαν ποτέ τους.






Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,


Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἀγάπησε ὅλους τοὺς ἁμαρτωλούς, ὅλους τοὺς κουρασμένους, ὅλους τοὺς ἀρρώστους, ὅλους τοὺς ταπεινούς, ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Μόνο τοὺς ὑποκριτὰς δὲν ἀγάπησε, γιατί δὲν τὸ 'θελαν ἐκεῖνοι. Ἡ ἀγάπη δὲν πάει ποτὲ μαζὶ μὲ τὴν ὑποκρισία· ὅπου εἶναι ἡ ἀγάπη, δὲ μπαίνει ὑποκρισία κι ὅπου εἶναι ὑποκρισία δὲ βρίσκεις ἀγάπη. Ἐμεῖς ἂς ἔχουμε ἀγάπη μεταξὺ μας κι αὐτὸ φθάνει γιὰ νὰ δείξη πὼς ἀγαποῦμε καὶ τὸ Θεό. Ἂν σκοτωνώμαστε τάχα γιὰ τὸ Θεὸ καὶ μισοῦμε τοὺς ἀνθρώπους, εἴμαστε ὑποκριταί· στ' ἀλήθεια μήτε τὸ Θεὸ ἀγαποῦμε, κι ἂς φωνάζουμε γιὰ τὸ νόμο του καὶ γιὰ τὶς ἐντολές του. Ὁ νόμος κι οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ κι οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἀγάπη. Ἂς ἔχουμε, χριστιανοί μου, ἀγάπη, γιὰ νὰ 'χουμε ζωὴ καὶ σωτηρία. Ἀμήν.

Τύπος καὶ Οὐσία (Λουκ. 13, 10-17),Νικάνωρ Καραγιάννης (Ἀρχιμανδρίτης)


Νικάνωρ Καραγιάννης (Ἀρχιμανδρίτης)




Μία ξεκάθαρη καὶ σαφέστατη καταδίκη τῆς θρησκευτικῆς τυπολατρίας ἀποτελεῖ ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς λέει ὅτι ὁ Χριστὸς θεραπεύει τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου καὶ αὐτὸ γίνεται ἀφορμὴ νὰ συγκρουστεῖ μὲ τὸν Ἰουδαϊσμὸ τῆς ἐποχῆς του, ποὺ εἶχε μετατρέψει τὶς ἐντoλὲs τοῦ Δεκαλόγου καὶ τοῦ Νόμου σὲ ἕνα στεῖρο σύστημα ὑποχρεώσεων καὶ περιορισμῶν. Ὁ παραλογισμὸς στὶς ἀντιδράσεις τοῦ θρησκευτικοῦ κατεστημένου τραγικός. Ὁ ἀρχισυνάγωγoς ἀγανακτεῖ, γιατί τὸ θαῦμα τοῦ Χριστοῦ καταργεῖ τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεό. Τὸ μήνυμα, ἑπομένως, τῆς σημερινῆς περικoπῆς μᾶς ἀγγίζει καὶ μᾶς ἀφορᾶ ὅλoυς, ἀφοῦ συχνά, ἴσως καὶ ἀσυναίσθητα, προτάσσουμε κάποιους θpησκευτικoὺς καὶ τελετουργικoὺs τύπους xωρὶς ἀντίκρισμα καρδιᾶς καὶ ζωῆς. Οἱ θεραπεῖες τοῦ Χριστοῦ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου φανερώνουν τὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπηs καὶ τῆς ἐλευθερίας, ποὺ πρέπει νὰ ὑπάρχει πάντοτε στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἂν καὶ ἡ οὐσία ὑπερβαίνει τὸν τύπο, παρόλ' αὐτὰ ὁ τύπος χρειάζεται στὸ βαθμὸ καὶ στὸ μέτρο ποὺ περιφρουρεῖ καὶ ἐκφράζει τὴν οὐσία.


Τύπος, ἀγάπη καὶ ἐλευθερία

Ἡ τυπολατρία, ὡς ροπὴ τοῦ ἀνθρώπου νὰ προσηλώνεται στοὺς τύπους καὶ νὰ ἀρνεῖται τὴν οὐσία τῶν πραγμάτων, τῶν γεγονότων καὶ τῶν καταστάσεων, ἀποτελεῖ τὴν παθολογία τῆς θρησκευτικῆς μας ζωῆς. Αὐτὴ ἡ ἀνθρώπινη τάση εἶναι μιὰ μορφὴ σκλαβιᾶς τοῦ πνεύματος, ποὺ βάζει, στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, κανόνες πάνω ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὶς ἀνάγκες του. Βέβαια, δὲν μποροῦμε νὰ διανοηθοῦμε τὴν ὁμαλὴ ὀργάνωση καὶ λειτουργία τῆς κοινωνίας, ἀλλὰ καὶ τὴ δομὴ κάθε θρησκευτικῆς ζωῆς, xωρὶς τυπικὲς διατάξεις, θεσμoὺs καὶ νόμoυς. Ἐλευθερία δὲν σημαίνει ἀσύδοτη καὶ ἀνεύθυνη παραβίαση τοῦ τύπου, ἀλλὰ προτίμηση τῆς οὐσίας, ὅταν αὐτὴ ἀχρηστεύεται ἀπὸ τὸν τύπο. Γι' αὐτὸ καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου πρέπει νὰ εἶναι φτερὰ ποὺ μᾶς ἀνεβάζουν στὴν κατὰ Θεὸ ζωὴ καὶ ὄχι βαρίδια ποὺ μᾶς καταπιέζουν καὶ πνίγουν τὴν ἐλευθερία μας καὶ τὴν ψυχή μας. Πρέπει νὰ εἶναι σκαλοπάτια, γιὰ νὰ ἀνακαλύπτουμε τὴν οὐσία τῶν πραγμάτων, καὶ ὄχι ἐμπόδια ποὺ μᾶς παγιδεύουν καὶ μᾶς κλειδώνουν στὴν τυπικότητά τους. Γιὰ τὸν θρησκευόμενο ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς, ὁ ἐξωτερικὸς θρησκευτικὸς τύπος εἶναι ἀπαραίτητος ἀλλὰ καὶ κρίσιμoς. Εἶναι ἡ λυδία λίθos ποὺ δοκιμάζει τὴν ἐσωτερική μας σχέση μὲ τὸν Θεό, τὸν ἑαυτό μας καὶ τοὺς ἄλλους.

Σὲ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ σημεῖο, ὅπου δὲν θέλει νὰ προχωρήσει στὸν ἀπαιτητικὸ δρόμο τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης ποὺ κοστίζει πολλά, κλείνεται καὶ περιχαρακώνεται στὸν ἐξωτερικὸ τύπο ποὺ δὲν κοστίζει τίποτε. Νά, γιατί ἡ τυπολατρία εἶναι ἑλκυστική, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ὀλέθρια, ἀφοῦ ἡ στείρα εὐσέβεια εἶναι τὸ ἡμίμετρο τῆς εὔκoληs θpησκευτικότητάs μας. Ὅπου διαστρεβλώνει καὶ κακοποιεῖ τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ μένει τελικὰ μὲ τὸ ἄδειο κέλυφός της. Ἀλλὰ ἡ ἐμμονὴ στοὺς θpησκεuτικoὺς τύπους κρύβει κάτι ἀκόμη πιὸ ἀπειλητικό. Πρόκειται γιὰ μιὰ νέου εἴδους εἰδωλολατρία, ποὺ γίνεται πιὸ τρομακτική, ὅταν ἐμφανίζεται μέσα στὴν ἴδια τὴν Ἐκκλησία. Εἶναι ἡ ἀντικατάσταση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴ φύλαξη τοῦ Σαββάτου, δηλαδὴ τοῦ κάθε ἐξωτερικοῦ τύπου. Αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ ἰδιαίτερα, γιὰ νὰ προσέχουμε, κάθε φορὰ ποὺ μπαίνουμε στὸν πειρασμὸ νὰ μένουμε στὴ μορφὴ καὶ στὸν τύπο, ἀλλὰ νὰ χάνουμε τὸ πνεῦμα καὶ τὴν ἀγάπη. Σὲ ἄλλη περίπτωση ὁ Χριστὸς εἶχε πεῖ ὅτι «τὸ Σάββατο ἔγινε γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ ὄχι ὁ ἄνθρωπoς γιὰ τὸ Σάββατο» (Μάρκ. 2,27)· καὶ δυστυχῶς σήμερα βλέπουμε τὸ θρίαμβο τοῦ «Σαββάτου» πάνω στὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸς ὁ θρίαμβos τῆς τυπoλατρίας ἐκδηλώνεται συχνὰ μὲ τὸ φανατισμὸ καὶ τὴ διάσπαση τῶν πιστῶν σὲ φατρίες, οἱ ὁπoῖες καταδικάζουν ὅλους τοὺς ἄλλouς ποὺ σκέπτονται διαφορετικὰ ἀπὸ αὐτούς. Συγκρούονται μεταξὺ τους καὶ ἐξαντλοῦν τὸ ζῆλο τους στὴν ὀρθότητα τῶν τυπικῶν διατάξεων καὶ κανονισμῶν, στὴ βαρύτητα τῶν περιορισμῶν καὶ τῶν ἀπαγορεύεων, στὴν αὐστηρότητα τοῦ ἀσκητισμοῦ καὶ τῶν κανόνων.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἂs ἀναρωτηθοῦμε, ὁ τύπος τῆς εὐσέβειάς μας ἀνταποκρίνεται στὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ γιὰ ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο; Ποῦ, ἄραγε, μέσα στὴν εὐσέβειά μας βρίσκεται ὁ ἀνθρωπos γιὰ τὸν ὁποῖο ἦρθε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο; Ἄν, ἴσως, μέσα στοὺς τύπους τῆς εὐσέβειάς μας ὑπάρχει ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό, πῶς ἐκδηλώνεται ἡ ἄγαπη γιὰ τὸν ἄνθρωπο; Οἱ γιορτὲs ποὺ ἔρχονται εἶναι μιὰ εὐκαιρία νὰ τὸ ἀνακαλύψουμε καὶ νὰ τὸ ἐπιβεβαιώσουμε. Ἀμήν.

Miracles of Christ on the Sabbath day

 
Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))




In the name, of the Father, of the Son and of the Holy Ghost.

Time and again we read in the Gospel of the anger which the Lord Jesus Christ provoked by performing an act of mercy, a miracle of healing on a Sabbath day. And we cannot help asking ourselves a question: Why did He do it so constantly, so persistently, with such insistence? Could it be to challenge those who surrounded Him? Could it be to provoke them? Could it be simply a pedagogical action?

I believe that there is a great deal more in His action. The Lord created the world in six days; on the seventh day He rested of His toils and labours. But what happened to the world then? The seventh day was the day when the world came into the hands of man to be brought to its fulfilment and to its completeness; the seventh day, the Sabbath of the Lord is the day of man. The whole of human history falls in that day. But God did not leave man to work alone as the Lord Jesus Christ says in the Gospel, as reported by Saint John, My Father still works, He shows His work to His Son for Him to fulfil them. And in another passage He teaches us, He tells us that His judgment is true because it is not His judgment; He hears the words of the Father and that is the judgment He pronounces.

And so, history is the day of man, but man is called to be guided by the wisdom, by the love of God. It is because we are so often seeking for our own ways, it is because we do not ask ourselves what is God's way in one situation or the other that the world has become so ugly, and so frightening, and so tragic. There is a Hebrew poem that describes the misery of this world into which man does not bring the love of God; it says, Man has ceased to believe in God and love has departed this world. Men have hanged themselves in forests, have drowned themselves in lakes, in rivers. Heaven is no longer mirrored in the lakes, in the woods; the bird does no longer sing songs of paradise, and the Prophet himself on his pedestal has become a mere statue.

Is this not what we have become? Not statues but so much alike the wife of Lot who turned back and who became a statue of salt. We have remained salt and yet we are petrified, immobile, we do not fulfil on earth this function of ours. And Christ shows us, by working His miracles, His acts of love and of compassion on Sabbath day, time and again, He Who is the only true man, the only man who is in total, ultimate oneness with God, what our part should be: take on the history of mankind, take every situation in which we or others find themselves, and carry them on our shoulders in an act of mercy and of love. A Western writer has said that a Christian is the one to whom God has committed the care of His world and of other people. Are we discharging this basic central commission of ours, do we care? We may care with tenderness, we may care sternly, but we must care. And then, this seventh day when God in His mercy and love has committed this world to our care, still can become the day of the Lord. And the City of man which is been built without God, which so often is like the Tower of Babel, may still unfold and attain the greatness and the holiness of the City of God in which the Lord Jesus Christ, true God but also true Man, is called to be a citizen, the heart of it, but also one of us.

Is not this call great enough? Is not God's faith in us sufficiently inspiring? Are we going to defeat His hope, to reject His love for ourselves or for others? Or are we going to learn from the ways in which Christ fulfils His human vocation in the day of the Lord, shall we not learn from Him and together with Him build the world which God has dreamed, has willed and is still loving in his distress and so often in our betrayal of Him!

Let us learn to love one another actively, bear one another's burdens, listen to the Living God when He speaks, listen with all our energy, look into His ways and be those who fulfil His will and bring the world to the perfect beauty He has willed for it! Amen

Ἡ θεραπεία τῆς συγκυπτούσης. (Λουκ.13,10 —17) Γιαννακόπουλος Ἰωήλ (Ἀρχιμανδρίτης)

Γιαννακόπουλος Ἰωήλ (Ἀρχιμανδρίτης)



Ἡ θεραπεία αὕτη ἐγένετο ὡς ἑξῆς: Ὀλίγον χρόνον μετὰ τὰ ἀνωτέρω, ὁ Κύριος «ἦν διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς Σάββασι». Κάποιο Σάββατον ὁ Κύριος ἐδίδασκεν εἰς κάποιαν Συναγωγὴν «Ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ». Αἰφνιδίως ἐμφανίζεται μία γυναῖκα ἀσθενὴς ἐπὶ 18 ἔτη, τῆς ὁποίας ἡ νόσος προήρχετο ἐκ δαιμονικῆς ἐνεργείας. Ἡ γυνὴ αὕτη ἦτο εὐσεβής, διότι παρὰ τὴν νόσον της μετέβη εἰς τὴν Συναγωγήν, ἵνα ἀκούσῃ τὸν Θεῖον λόγον. Αὕτη «ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές». Ἔπασχε δηλαδὴ ἐκ ραχιτικῆς τινος νόσου, ἦτο κεκυφυῖα τὸν κορμόν, μὴ δυναμένη νὰ ἀνακύψῃ οὐδόλως τὴν κεφαλὴν ἄνω˙ ἦτο διπλωμένη εἰς τὰ δύο ἐπὶ δεκαοκτὼ ἔτη.

«Ἰδὼν αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς» εὐσπλαγχνισθεὶς αὐτὴν καὶ ἄνευ παρακλήσεώς της ἀμείβει τὴν εὐσέβειάν της, διότι παρ' ὅλην τὴν παραμορφωτικὴν νόσον δὲν ἀπουσιάζει τῆς Συναγωγῆς «προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ» τὴν ἐκάλεσε καὶ τῆς εἶπε «γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου» ἔσο ἐλευθέρα ἐκ τῆς νόσου. «Καὶ ἀπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας» ἀκούμπησε τὰς χεῖρας Του εἰς αὐτὴν πρὸς ἐνίσχυσιν τῆς συγκυπτούσης καὶ εἰς δήλωσιν, ὅτι ἡ θεραπεία προήρχετο ἐκ τῶν παναχράντων χειρῶν Του.

«Καὶ παραχρῆμα» ἀμέσως «ἀνωρθώθη» ἐσηκώθη «καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν». Θεραπευθεῖσα δηλαδὴ αὕτη, ἀνακύψασα καὶ ἰδοῦσα τὸν Χριστὸν πρῶτον δοξάζει τὸν Θεὸν διὰ τὴν θεραπείαν της.

Ὁ Ἀρχισυνάγωγος, πλήρης Φαρισαϊκῶν προλήψεων, ἀγανακτεῖ ἀπὸ φθόνον διὰ τὴν θεραπείαν ταύτην κατὰ τὸ Σάββατον καὶ μὴ δυνάμενος νὰ ἀπευθυνθῇ πρὸς τὸν Ἰησοῦν ἀπ' εὐθείας λέγει πρὸς τὸν λαὸν πομπωδῶς καὶ ἀνοήτως «ἓξ ἡμέραι εἰσίν, ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι˙ ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι, θεραπεύεσθε καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Σαββάτου». Ἓξ ἡμέραι τῆς ἑβδομάδος εἶναι ἐργάσιμοι. Κατ' αὐτὰς γίνονται καὶ θεραπεῖαι. Κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου ἀπαγορεύεται ἡ θεραπεία. Ἔγινε ὅμως! Εἶχε τὴν ἀπαίτησιν οὗτος ἀπὸ τὴν γυναῖκα νὰ ἀναβάλῃ τὴν ἀνόρθωσίν της διὰ τὴν ἑπομένην ἡμέραν, ἐπειδὴ ἦτο ἀργία!

Ἀπεκρίθη εἰς αὐτὸν ὁ Κύριος καὶ εἶπεν «ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ Σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον» κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου ὁ Ἑβραῖος δὲν λύει τὸ βόδι του ἢ τὸ γαϊδούρι του «ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν» καὶ ὁδηγὼν αὐτὸ εἰς τὴν βρύσην «ποτίζει αὐτό; ταύτην δὲ θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν» αὐτὴ ἡ ὁποία εἶναι ἄνθρωπος καὶ Ἑβραία, ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, «ἣν ἔδησεν ὁ Σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη» τὴν ὁποίαν διὰ νόσου ἔδεσεν ὁ Σατανᾶς 18 ἔτη, «οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Σαββάτου;» δὲν ἔπρεπε νὰ λυθῇ τῆς νόσου ἐκ δαιμονικῆς ἐνεργείας κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου; Ὁ Κύριος ὀνομάζει τὸν Ἄρχοντα τῆς Συναγωγῆς ὑποκριτήν, διότι εἰς μὲν τὰ χείλη εἶχε τὴν εὐσέβειαν εἰς δὲ τὴν καρδίαν τὸν φθόνον. Ὁ Νόμος ἐπέτρεπε τὸ λύσιμον καὶ πότισμα τῶν ζώων κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου. Τὸ μέγεθος τοῦ συλλογισμοῦ τοῦ Κυρίου ἀφ' ἑνὸς καὶ τῆς ὑποκρισίας καὶ τοῦ φθόνου τῶν Φαρισαίων ἀφ' ἑτέρου φαίνεται ἐκ τῶν ἀντιθέσεων ὡς ἑξῆς: Κόρη Ἀβραὰμ ἡ μέν, ζῶον ἄλογον τὸ δέ! Δέσιμον τῆς μὲν ἦτο ἀσθένεια φρικτή, δέσιμον τοῦ ζώου ὑπὸ τοῦ ἀνθρώπου διὰ σχοινίου! Ἐπὶ δεκαοκτὼ ἔτη ἡ μὲν δεμένη εἰς τὴν ἀσθένειαν, οὔτε μίαν ἡμέραν τὸ ζῶον δεμένον! Καὶ ὅμως διὰ τὸ ζῶον παρεβαίνετο ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου διὰ νὰ ποτισθῇ!

«Καὶ ταῦτα λέγοντος Αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι Αὐτῷ καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ' Αὐτοῦ». Ἡ ἐντύπωσις εἰς τὸν λαὸν ὑπῆρξε τεραστία καὶ εἰς τὰς δύο μερίδας ἐχθρικὰς καὶ φιλικὰς πρὸς τὸν Ἰησοῦν. Καὶ οἱ μὲν ἐχθρικῶς διακείμενοι ἔμειναν βωβοὶ ἀπὸ ἐντροπήν, οἱ δὲ φιλικῶς διακείμενοι ἦσαν πλήρεις χαρᾶς καὶ θαυμασμοῦ.


Θέμα: Περὶ Κατακρίσεως

Ὁ Κύριος θεραπεύει τὴν συγκύπτουσαν. Ὁ Ἀρχισυνάγωγος ὅμως τὴν ἀγαθοεργίαν ταύτην τοῦ Κυρίου θεωρήσας ὡς ἁμαρτίαν κατακρίνει Αὐτόν. Θέλων δὲ νὰ δικαιολογήσῃ τὴν κατάκρισίν του ταύτην καταφεύγει εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν. «Ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι...» καὶ ἔτσι δικαιολογεῖ τὴν κατάκρισίν του. Ὁ Κύριος θέλων νὰ θεραπεύσῃ τὴν κατάκρισιν τοῦ Ἀρχισυναγώγου δὲν ὁμιλεῖ ὄπισθεν τοῦ Ἀρχισυναγώγου, ἀλλὰ κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ ἀποκαλύπτων τὴν κακίαν του διὰ τοῦ «ὑποκριτὰ» καὶ ἀνατρέπων τὴν δικαιολογίαν τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου δι' ἄλλων Γραφικῶν χωρίων συνιστώντων τὴν διὰ λόγους ἀνάγκης εἴς τινας περιστάσεις κατάργησιν τῆς ἀργίας ταύτης.

Ἔχομεν ἑπομένως ἐνώπιόν μας τὸν Ἀρχισυνάγωγον κατακρίνοντα καὶ τὸν Κύριον ἐλέγχοντα αὐτόν. Ἔχομεν τὸν Ἀρχισυνάγωγον διαπομπεύοντα τὴν θεραπείαν τοῦ Κυρίου καὶ ἐν ἀπουσίᾳ τοῦ θύματός του, τὸν δὲ Ἰησοῦν ἀποκαλύπτοντα τὴν κακίαν αὐτοῦ. Συνεπῶς δυνάμεθα νὰ ὁμιλήσωμεν περὶ κατακρίσεως ἔχοντες ὑπ' ὄψιν μας τὸν πρῶτον, τὸν Ἀρχισυνάγωγον, περὶ θεραπείας ταύτης ἔχοντες ὑπ' ὄψιν μας τὸν δεύτερον, τὸν Ἰησοῦν, τὸν Σωτῆρα.

Α'. Κατάκρισις: Κατάκρισις εἶναι ἡ ἐν ἀπουσίᾳ τινὸς διαπόμπευσις τῶν κατὰ τὴν γνώμην μας κακιῶν του. Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι πάντες ἔχομεν τὰς ἀσθενεῖς μας πλευράς, τὰ σφάλματά μας καὶ ἡ κρίσις εἶναι αὐτόματος λειτουργία τοῦ μυαλοῦ μας. Ἑπομένως ἡ κατάκρισις φαίνεται ἐκ πρώτης ὄψεως θεμιτή. Ἂν δὲ λάβωμεν ὑπ' ὄψιν μας, ὅτι εἴμεθα κατ' εἰκόνα τοῦ Θεοῦ τοῦ κρίνοντος τὸν κόσμον, θέλει φανῇ, ὅτι καὶ ἡμεῖς ὡς κατ' εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ἔχομεν τὸ δικαίωμα νὰ κρίνωμεν.

Βεβαίως τὸ δικαίωμα καὶ ἡ ἱκανότης νὰ κρίνωμεν μίαν πρᾶξιν, ἂν εἶναι καλὴ ἢ κακή, εἶναι δῶρον Θεοῦ, διότι κατ' αὐτὸν τὸν τρόπον θὰ γίνωμεν ἐνάρετοι, διότι θὰ ἀποφεύγωμεν τὸ κακὸν καὶ θὰ πράττωμεν τὸ καλόν. Ἀπὸ τοῦ σημείου ὅμως τοῦ νὰ χωρίζωμεν μίαν πρᾶξιν καλὴν ἀπὸ τὴν κακὴν μέχρι τοῦ σημείου νὰ διαπομπεύωμεν τὸν πράττοντα ὑπάρχει μεγάλη διαφορά. Ἡ κατάκρισις, ἡ διαπόμπευσις τῶν κακιῶν τοῦ ἄλλου δὲν εἶναι μόνον δημοσίευσις τῶν κακιῶν τούτου, ἀλλὰ ἔκφρασις καὶ τῆς ἰδικῆς μας κακίας, εἶναι ἐμπάθεια! Τότε ἡ γλῶσσα τοῦ κατακρίνοντος γίνεται «πῦρ καὶ ὁ κόσμος τῆς ἀδικίας», κατὰ τὸν Ἀπόστολον Ἰάκωβον.

Ὁ Ἀρχισυνάγωγος κατακρίνει τὸν Ἰησοῦν ὄχι κατὰ πρόσωπον, ἀλλὰ ὄπισθεν «τῷ ὄχλῳ» ὅπως λέγει ὁ Εὐαγγελιστής. Τὸ αὐτὸ συμβαίνει καὶ παρ' ἡμῖν. Ἡ κατάκρισις γίνεται ὄπισθεν τοῦ κατακρινομένου. Ἡ κατάκρισις εἶναι πολύμορφος, εὔκολος καὶ δικαιολογήσιμος.

Ἡ κατακρίνουσα γλῶσσα εἶναι πολύμορφος, διότι εἶναι πλήρης πάσης κακίας. Καὶ πράγματι. Ἡ γλῶσσα εἶναι φωτιά˙ Ἡ φωτιά, ὅ,τι δὲν δύναται νὰ κάψῃ, τὸ μαυρίζει. Τὸ ἴδιον κάμνει καὶ ἡ γλῶσσα, ἡ ὁποία κατακρίνει. Ἡ κατάκρισις εἶναι μῖσος, τὸ ὁποῖον σκορπίζει τὴν χολὴν τῆς καρδίας, εἰς τὰ λόγια ὅλων, εἶναι χαμερπὴς ζηλοτυπία, ἡ ὁποία πληγωμένη ἀπὸ τὰ χαρίσματα τοῦ ἄλλου, μεταβάλλει αὐτὰ εἰς ψεγάδια, εἶναι ἀπεχθὴς διπροσωπία, ἡ ὁποία ἐνῶ ἔμπροσθεν ἐπαινεῖ, ὄπισθεν ξεσχίζει. Ἡ κατάκρισις εἶναι ἐλαφρότης ἀνυπόφορος μὴ δυναμένη νὰ περιορίσῃ τὰ λόγια της, βαρβαρότης, διότι δυσφημεῖ ἀπόντας. Ἡ κατάκρισις εἶναι ἀδικία, διότι ἀφαιρεῖ τὸ πολυτιμότερον ἀγαθόν, τὴν ὑπόληψιν, εἶναι τυφλότης, διότι δὲν βλέπει τὰ ἴδια σφάλματα. Οἱ ἔπαινοί της εἶναι δηλητήριον καὶ ἡ σιωπή της φαρμάκι! Ἰδοὺ ἡ πολυμορφία τοῦ κακοῦ τούτου τῆς κατακρίσεως.

Ἀλλὰ τὸ κακόν τῆς κατακρίσεως αὐξάνει μὲ τὴν εὐκολίαν ποὺ γίνεται καὶ διαδίδεται. Εἰς ἕνα μόνον ἔμπιστόν σου ἀπεκάλυψας σὺ καὶ ἕνα μόνον ἁμάρτημα τοῦ πλησίον σου. Ὁ ἔμπιστός σου εὑρῆκε ἄλλον ἔμπιστον ἰδικόν του καὶ φανεὶς ἀδιάκριτος ὅπως καὶ σὺ ἀνεκοίνωσεν εἰς αὐτὸν τὸ ἁμάρτημα εἰς δευτέραν ἔκδοσιν ἐπηυξημένην δι' ἀτομικῶν σχολίων, τὰ ὁποῖα ἤντλησε ἐκ τοῦ πάθους του, τοῦ συμφέροντός του. Ὁ ἰδικός σου ἔμπιστος θὰ ἔχῃ τὸν ἰδικόν του ἔμπιστον, ἐκεῖνος πάλιν τὸν γνωστόν, συγγενῆ καὶ φανερῶς ἢ ὑπὸ τύπον ἐχεμυθείας θὰ ἀνακοινώσῃ εἰς αὐτὸν τὸ κακὸν καὶ ἔτσι τὸ κακὸν ἁπλώνεται. Ὁμοιάζει σὰν μία σπίθα, σὰν ἕνα σπίρτο κατ' ἀρχάς, τὸ ὁποῖον ἄναψε καὶ ἀργότερα μεταβάλλεται εἰς πυρκαϊὰν καὶ καίει δάση καὶ χωριά. Ὁμοιάζει σὰν ἕνα ρυάκιον κατ' ἀρχάς, τὸ ὁποῖον δεχόμενον καθ' ὁδὸν τὰ νερὰ ἄλλων ρυακίων, γίνεται σιγὰ — σιγὰ ποτάμι ὁρμητικόν, τὸ ὁποῖον κατακλύζει πόλεις καὶ χωριά. Τὸ ἴδιον εἶναι καὶ ἡ κατάκρισις.

Κατ' ἀρχὰς μία ἀστειότης, μία ἐπιπολαιότης, μία ἁπλῆ ὑπόθεσις, μία ἁπλῆ σκέψις, ἕνας ἐλαφρὸς λόγος. Κατόπιν γίνεται κραυγή, κατάρα, θέμα πάντων, ὑπόθεσις γενική. Ὥστε τὸ ἕνα ἁμάρτημα ἔγινε πολλά, ὁ ἕνας σὺ ἔγιναν πολλοί. Πηγὴ ὅλων αὐτῶν; Ἡ ἀδιακρισία σου καὶ ἡ εὐκολία τοῦ κακοῦ τούτου!

Ἀλλὰ τὸ μέγεθος τοῦ κακοῦ τούτου δὲν φαίνεται μόνον ἐκ τῆς πολυμορφίας καὶ εὐκολίας του ἀλλὰ καὶ ἐκ τῆς δ ι κ α ι ο λ ο γ ί α ς. Λέγουν οἱ κατακρίνοντες δικαιολογούμενοι. Δὲν μιλοῦμεν περὶ μεγάλων ἁμαρτημάτων, ἀλλὰ περὶ μικρῶν, ὄχι διὰ νὰ σκοτώσωμέν τινα, ἀλλὰ διὰ νὰ περάσωμεν τὴν ὥραν, νὰ γελάσωμεν, νὰ διασκεδάσωμεν. Δὲν ἔχομεν, λέγουν, κακὴν διάθεσιν. Μὲ τὴν δικαιολογίαν αὐτὴν αὐξάνουν τὰ παραγεμίσματα, μεγαλοποιοῦν τὸ κακόν. Πῶς; Μὲ μορφασμούς, χειρονομίας, μειδιάματα, ὑπομειδιάματα, ἱστορίας φιλοτεχνημένας ἐπὶ παραγγελίᾳ, ὥστε νὰ ἀρέσουν. Κάμνουν νύξεις διὰ νὰ ἀνοίξωσι περισσότερον τὸ πνεῦμα τοῦ ἄλλου σὲ χίλιες δύο ὑπόνοιες, σιωπῶσιν διὰ νὰ τὸν ἀφίσωσιν νὰ ἐννοήσῃ περισσότερα ἀπ' ὅ,τι θέλουν νὰ εἴπωσιν. Ἰδοὺ τὸ κακόν της κατακρίσεως. Ἰδοὺ ἡ πολυμορφία, ἡ εὐκολία, ἡ δικαιολογία. Πῶς θὰ θεραπευθῇ τὸ κακὸν τοῦτο;

Ἡ θ ε ρ α π ε ί α. Ὁ Κύριος, ὁ ἔνσαρκος λόγος, ἤλεγξε τὸν Ἀρχισυνάγωγον ἀποκαλύψας εἰς αὐτὸν τὴν κρυμμένην κακίαν του καὶ ἀνατρέψας τὸ δικαιολογητικὸν ἐκ τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἐπιχείρημα τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου. Καὶ ἡμεῖς, ἂν ἐπιθυμῶμεν νὰ θεραπευθῶμεν ἐκ τοῦ κακοῦ τῆς κατακρίσεως, ἂς τεθῶμεν ὑπὸ τὸ φῶς τοῦ Προφορικοῦ καὶ Γραπτοῦ λόγου τοῦ Κυρίου καὶ ἂς ἐλέγξωμεν τὴν κακίαν τῆς κατακρίσεως εἰς τὸ σαθρὸν τῶν δικαιολογιῶν.

Τ ὸ σ α θ ρ ὸ ν τ ῶ ν δ ι κ α ι ο λ ο γ ι ῶ ν: Λέγεις ὅτι ὁμιλεῖς περὶ μικρῶν ἁμαρτημάτων. Ἀπάντησις: Δὲν γνωρίζεις ὅτι ὅσο μικρότερα εἶναι τὰ σφάλματα τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὰ ὁποῖα κατακρίνεις, τόσον πονηρότερος εἶσαι, διότι δείχνεις μὲ αὐτὸ ὅτι τίποτα δὲν σοῦ διαφεύγει; Ὅ,τι κατακρίνεις σὺ τοὺς ἄλλους, εἶναι μηδαμινό, ὅ,τι μηδαμινὸν ἰδικόν σου κατακρίνουν οἱ ἄλλοι, εἶναι ἀνυπόφορον. Λέγεις ὅτι κατακρίνεις διὰ νὰ γελάσῃς, διασκεδάσῃς. Ἀπάντησις: Ποία εἶναι αὐτὴ ἡ σκληρὴ χαρά, ἡ ὁποία στάζει φαρμάκι εἰς τοὺς ἄλλους καὶ βγαίνει ἀπὸ τὴν δυστυχίαν τοῦ ἄλλου; Λέγεις ὅτι ἡ πρόθεσίς σου εἶναι ἁγνή. Ἀπάντησις: Πῶς εἶναι δυνατὸν ἡ καρδία σου νὰ εἶναι ἁγνή, τὴν στιγμὴν κατὰ τὴν ὁποίαν τὰ χείλη σου στάζουν δηλητήριον; Λέγεις ὅτι κουτσομπολεύεις, διὰ νὰ σκοτώσῃς τὴν ὥραν. Ὄχι. Σκοτώνεις τὴν πολύτιμην ὥραν, ἀλλὰ καὶ τὸν ἀδελφόν σου. Οἱ υἱοὶ τοῦ Νῶε ἐτιμωρήθησαν, διότι δὲν ἐσκέπασαν τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρός των, ὅταν ἐκεῖνος ἐμέθυσε. Πόσον θὰ τιμωρηθῶμεν ἡμεῖς, ὄχι ὅταν δὲν σκεπάζωμεν τὴν γύμνωσιν τοῦ ἀδελφοῦ μας, ἀλλὰ ὅταν διὰ τῆς κατακρίσεως ξεσκεπάζωμεν τὴν ψυχικήν του γυμνότητα;

Ἀλλὰ θὰ σὲ ἐρωτήσω κάτι ἄλλο. Ὅλας αὐτὰς τὰς δικαιολογίας θὰ τὰς ἐθεώρεις ὡς σοβαρὰς ὄχι ὅταν σὺ ἐνεργῇς τὴν κατάκρισιν, ἀλλὰ ὅταν γίνεσαι θῦμα κατακρίσεως, ὅταν κατακρίνεσαι; Ὅταν μάθῃς, δηλαδή, ὅτι ἄλλοι ἀσχολοῦνται μὲ τὰς ἀσθενεῖς σου πλευρὰς διὰ νὰ γελάσουν ἐπιπολαίως πῶς δὲν θὰ ἀγανακτήσῃς; Ἀσφαλῶς. Διατί δὲν σέβεσαι τὴν ἀπουσίαν τοῦ ἄλλου; Ἰδοὺ ἑπομένως τὸ σαθρὸν τῶν δικαιολογιῶν σου.

Τ ό μέγεθος τοῦ κακοῦ. Δὲν εἶναι εὔκολον νὰ ἐπανορθωθῇ τὸ γενόμενον κακόν. Ἔσπειρες εἰς τοὺς ἀνέμους. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ περιμαζέψῃς τὸ σπαρὲν κακόν, διότι τοῦτο ἐμεγάλωσε καὶ ξέφυγε ἀπὸ τὰ χέρια σου. Μεγάλωσε διὰ τῶν διαφόρων ἐκδόσεων, τὰς ὁποίας θὰ ἔχῃ διερχόμενον ἀπὸ στόματος εἰς στόμα. Ἐξέφυγε ἀπὸ τὸ στόμα σου καὶ ἀπὸ τὰ χέρια σου, διότι δὲν σοῦ εἶναι δυνατὸν νὰ συναντήσῃς τὰ πρόσωπα, εἰς τὰ ὁποῖα περιῆλθε, ὥστε νὰ διορθώνῃς τὰς ἐξογκώσεις τοῦ κακοῦ, τὸ ὁποῖον ἐξεστόμισες. Πῶς θὰ περιμαζέψῃς τὰς κατὰ τῶν ἄλλων κατακρίσεις σου; Τρόπος θεραπείας τοῦ κακοῦ, τὸ ὁποῖον κατακρίνεις δὲν εἶναι τὸ κουτσομπολιό, ἀλλὰ εἴς τινας περιστάσεις ὁ ἔλεγχος. Ὁ ἔλεγχος διαφέρει τῆς κατακρίσεως, διότι γίνεται ἐνώπιον τοῦ πταίσαντος ἀδελφοῦ καὶ πρὸς διόρθωσιν αὐτοῦ. Ἐνῶ ἡ κατάκρισις γίνεται ὄπισθεν καὶ ἄνευ ὠφελείας.

Εἶναι γνωστὸν τὸ ἁπλοῦν παράδειγμα τῆς ὄρνιθος, τὸ ὁποῖον ἀνέφερε Πνευματικὸς πρός τινα ἐξομολογούμενον, ὁ ὁποῖος ἐδικαιολογεῖτο διὰ τὰς κατακρίσεις του. Κάποιος δηλαδὴ ἐξομολογούμενος ἐδικαιολόγει εἰς τὸν Πνευματικόν του τὴν κατάκρισίν του, ὅτι αὕτη δὲν ἔχει σημασίαν. Ὁ Πνευματικὸς τοῦ ἀπήντησε: Λάβε μίαν ὄρνιθα καὶ βαδίζων ἀπὸ ἑνὸς χωρίου εἰς ἄλλον ἀνὰ ἑκατὸν μέτρα ἀπόσπα, σκόρπιζε ἀνὰ ἕνα πτερὸν τῆς ὄρνιθος. Ὅταν φθάσῃς εἰς τὸ χωρίον σου, ἐπίστρεψε, εὑρὲ τὰ πτερὰ καὶ θέσε αὐτὰ εἰς τὴν θέσιν των. Ὁ ἐξομολογούμενος ἀπαντᾷ: Αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον, διότι τὰ πτερὰ ἐξηφάνισεν ὁ ἄνεμος. Καὶ ὁ Πνευματικὸς λέγει: τὸ αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὴν κατάκρισιν. Εἶναι ἀδύνατον νὰ περιμαζεύσῃς, ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἐσκόρπισες. Ἂς προσέχωμεν λοιπὸν τὴν κατάκρισιν

Κυριακή Ι΄Λουκά – Υιοί Θεού ,Ἀρχιμανδρίτης Καλλίνικος Νικολάου


Κυριακή Ι΄Λουκά – Υιοί Θεού




ΥΙΟΙ ΘΕΟΥ
Ἀπόστολος Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας –Γαλάτας γ΄ 23-δ΄ 25
«Διά τῆς πίστεως εἶσθε ὅλοι υἱοί Θεοῦ ἐν Χριστῷ»
Μακαρίζομεν καί εὐλογοῦμεν τό στόμα τοῦ θείου Ἀποστόλου Παύλου, ἀγαπητοί μου, τό ὁποῖο ἐκήρυξε καί διελάλησε τήν μεγάλη αὐτή ἀλήθεια ὅτι ὅσοι πιστεύουν στήν θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅσοι πιστεύουν στήν Ἁγία Τριάδα, ὅσοι πιστεύουν στό Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ, ὅσοι πιστεύουν στά δόγματα τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι ὅλοι υἱοί Θεοῦ. Ἄνδρες, γυναῖκες, παιδιά, μορφωμένοι, ἀμόρφωτοι, ἄρχοντες, ἰδιῶτες μποροῦν νά ἔχουν αὐτο τό μεγάλο ἀξίωμα, νά εἶναι τιμιώτερο καί ἐνδοξότερο αὐτοῦ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Καμμία δόξα καί τιμή μπορεῖ νά ὑπεροχώτερη καί λαμπρότερη ἀπό αὐτή.
Τό ὅτι ἐγίναμε υἱοί Θεοῦ ὀφείλεται στόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ υἱοθεσία μας εἶναι καρπός καί συνέπεια τοῦ μυστηρίου τῆς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεάνθρωπος Λυτρωτής καί Σωτήρας μας ἔκανε ὅλα ὅσα ἔπρεπε γιά νά λάβουμε τήν υἱοθεσία, γιά νά γίνουμε υἱοί τοῦ Θεοῦ. Στήν συνέχεια θά δοῦμε ποια εἶναι τά δικαιώματα καί ποιά τά καθήκοντα τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἀνύψωσε καί ἀνέβασε τούς πιστεύοντες σ’ Αὐτόν στήν κατάσταση στήν ὁποία εὑρίκεται αὐτός ὁ Ἴδιος παρέχοντας στούς ἀνθρώπους ἴσα δικαιώματα μέ αὐτά τά δικά Του. Οἱ πιστοί γίνονται Θεοί «κατά χάριν» καί συμμετέχουν στήν ζωή τοῦ Θεοῦ. Εἶναι κληρονόμοι τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν καί συγκληρονόμοι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅσα δικαιοῦται ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὡς Υἱός τοῦ Θεοῦ φυσικός καί μονογενής, τά ἴδια δικαιώματα ἀποκτοῦν καί οἱ πιστοί οἱ ὁποῖοι μοιράζονται μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό τά θεία δικαιώματά Του.
Ἀπό τήν υἱοθεσία προέκυψε ἡ δυνατότητα νά ἀποκαλοῦμε τόν Θεόν Πατέρα μας ὅπως τοῦ λέγουμε συχνά τό «Πάτερ ἡμῶν». Ἀπό τήν υἱοθεσία προῆλθεν ἡ δυνατότητα νά λάβουμε τό Ἅγιο Πνεῦμα γιά νά ἀνακαινίσει τήν ὑπαρξή μας. Ἀπό τήν υἱοθεσία ἀξιωθήκαμε νά γνωρίσουμε τόν Θεό καί νά ὁδηγηθοῦμε στήν θεογνωσία. Ἕνεκα τῆς υἱοθεσίας μποροῦμε νά εἰσερχόμαστε στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ Πατέρα μας καί νά συμβασιλεύουμε καί νά συνιερατεύουμε μέ τά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς τούς αἰώνας.
Ἀλλά ἐάν ἔχουμε τόσο μεγάλα καί θαυμαστά δικαιώματα ἐπειδή εἴμαστε υἱοί Θεοῦ μεγάλες εἶναι καί οἱ ὑποχρεώσεις. Αὐτές τίς ὑποχρεώσεις μας θά τίς συνειδητοποιήσουμε μελετώντας - ἐξετάζωντας τήν ζωήν τοῦ φυσικοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦταν υἱός ὑπακοῆς. Ἀπό ὑπακοή στόν Θεό Πατέρα δέχθηκε νά πιεῖ τό πικρό ποτήρι τοῦ ἄδικου καί ἐξευτελιστικοῦ Σταυρικοῦ θανάτου. Μ’ αὐτό μᾶς ἔδειξε ὅτι καί ἐμεῖς ὡς υἱοί Θεοῦ ὀφείλουμε νά ὑπακούουμε στό Πατέρα μας καί στό Ἅγιο θέλημά Του.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦταν υἱός πού ἐξετέλεσε ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Καμμία δέν παρέβη. Καμμία δέν καταφρόνησε. Καμμία δέν ἀρνήθηκε νά τηρήσει. Ἐτήρησε ὅλες τίς ἐντολές. Ἔτσι μᾶς ἔδειξε ὅτι ὀφείλουμε καί ἐμεῖς νά ἐφαρμόζουμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Νά μήν τίς καταστρατηγοῦμε. Ἀλλά νά τίς σεβόμαστε. Νά μήν τίς περιφρονοῦμε. Ἀλλά νά τίς φυλάσσουμε μέ ἀκρίβεια καί προσοχή.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦταν υἱός πού ἐδόξασε τόν Θεό Πατέρα. Τόν ἐδόξασε μέ κάθε τρόπο μέ τά ἔργα Του, μέ τήν ζωή Του, τήν διδασκαλία Του, τά θαυμάτά Του. Ὅλα τά ἔκανε γιά νά δοξασθεῖ καί νά τιμηθεῖ ὁ Θεός Πατέρας. Ἔτσι ἔδειξε καί σέ μᾶς ὅτι ὀφείλουμε νά ἐργαζόμαστε γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ Πατέρα μας καί ὄχι γιά τήν δική μας δόξα. Ὁ Θεός Πατέρας θά μᾶς ἀνταμείψει ἀντιδοξάζοντάς μας, ὅπως ἐδόξασε καί τόν ἀγαπητό Του Υἱόν.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦταν Υἱός πού τόν ἐνδιέφερε νά εἶναι ἀρεστός στόν Θεό Πατέρα. Δέν θέλχθηκε ἀπό τά τερπνά τοῦ κόσμου. Δέν τόν δελέασαν οἱ ἠδονές τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου. Δέν τόν ἐσαγήνευσε ἡ δόξα τοῦ κόσμου. Ἔμεινε καθαρός ἀπό τήν ματαιότητα τῆς ζωῆς αὐτῆς. Ἔτσι μᾶς ἔδειξε ὅτι κι ἐμεῖς ὀφείλουμε νά μείνουμε ξένοι γιά ὅλα αὐτά, νεκροί στίς προκλήσεις τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς. Ζωντανοί μόνο γιά τήν Θεό καί τά τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦταν ὁ ἀγαπητός Υἱός, ὁ Ἕνας καί μοναδικός πού ἦταν ἀρεστός στόν Θεό Πατέρα.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦταν υἱός θυσίας. Καταδέχθηκε νά θυσιασθεῖ Αὐτός γιά χάρι τοῦ κόσμου. Δέχθηκε νά θεωρηθεῖ Αὐτός ὑπεύθυνος κι ἔνοχος γιά τίς ἁμαρτίες ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί νά τιμωρηθεῖ γι’ αὐτές μέ Σταυρικό καί Ἐξευτελιστικό θάνατο.
Ἔτσι μᾶς ἔδειξε ὅτι καί ἐμεῖς ὀφείλουμε νά θυσιαζόμαστε γιά τούς ἀδελφούς μας. Νά θυσιαζόμαστε γιά τόν σύζυγο καί τήν σύζυγο τούς γονεῖς, τά παιδιά, τούς οἰκείους, τούς φίλους καί τούς ἐχθρούς μας. Ὅποιος ἔχει τό πνεῦμα τῆς θυσίας εἶναι γνήσιος υἱός τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦταν υἱός ἀναμάρτητος. Δέν τόν ἐμόλυνε ἡ ἁμαρτία. Δέν τόν ἐκυρίευσαν τά βρώμικα πάθη τῆς ἁμαρτίας. Δέν ἀτιμάσθηκε. Ἀλλά ἔμεινε ἀμόλυντος, καθαρός, ξεχώρισε ἀπό ὅλους τούς ἁμαρτωλούς. Ἔτσι ἔδειξε ὅτι οἱ υἱοί τοῦ Θεοῦ ὀφείλουν νά μένουν νεκροί γιά τήν ἁμαρτία, νεκροί γιά τά πάθη καί νά μήν ἔχουν τίς συνήθειες τῶν ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων.
Ἀδελφοί μου
Εἴδαμε τίς ὑποχρεώσεις καί τά δικαιώματα πού ἔχουν οἱ πιστοί πού εἶναι υἱοί Θεοῦ. Καταλαβαίνουμε λοιπόν ὅτι τό νά εἶναι ὁ καθένας μας «υἱός Θεοῦ» δέν πρόκειται πιά ἁπλῶς γιά ἕνα τίτλο πού δείχνει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τά πλάσματά Του. Ἀλλά εἶναι υἱός Θεοῦ κι αὐτό σημαίνει ὅτι συμμετέχει στήν φύσει ἐκείνου ἀπό τόν ὁποῖο ἔχει υἱοθετηθεῖ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος συμβουλεύει:
«Ἡ θεία δύναμη Του μᾶς ἐδώρησε ὅσα συντελοῦν εἰς τήν ζωήν καί τήν εὐσέβειαν καί ἔτσι λαμβάνομεν πλήρη γνῶσιν ἐκείνου πού μᾶς ἐκάλεσε διά τῆς δόξης του καί τῆς δυνάμεώς Του, διά τήν ὁποίαν μᾶς ἔχουν δωρηθεῖ οἱ πολύτιμες καί μέγιστες ὑποσχέσεις, ὥστε νά ἀποφεύγετε διά τούτων τήν διαφθοράν, πού ὑπάρχει εἰς τόν κόσμον, λόγῳ τῶν κακῶν ἐπιθυμιῶν καί νά γίνετε συμμέτοχοι θείας φύσεως» (Β΄ Πέτρου α΄ 3-4).
«Ἀρχιμανδρίτης Καλλίνικος Νικολάου, Ἱεροκήρυκας » Μητρόπολη Καισαριανής Κήρυγμα Κυριακής 4.12.2011

Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ, Η θέσις των Κληρικών, Μοναχών και Λαικών εν τη Εκκλησία (Κυριακή Ι΄Λουκά )

 


Η ΘΕΣΙΣ ΤΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ ΚΑΙ ΛΑΪΚΩΝ ΕΝ ΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
«Ἐν Ἐκκλησίαις εὐλογεῖτε τόν Θεόν ...»
Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τιμᾶ σήμερα τήν ἱερή μνήμη τριῶν Ἁγίων της, πού ἔζησαν σέ διαφορετικές ἐποχές καί ἀνῆκαν σέ ξεχωριστή τάξι. Ἑορτάζει τήν ἁγία μεγαλομάρτυρα Βαρβάρα, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν τάξι τῶν λαϊκῶν χριστιανῶν, ἔζησε στά χρόνια τῶν σκληρῶν διωγμῶν τοῦ Χριστιανισμοῦ καί ἐμαρτύρησε τό ἔτος 306 μ.Χ., τόν Ὅσιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, ὁ ὁποῖος ἦταν Μοναχός τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Σάββα τῶν Ἱεροσολύμων, Ὑμνογράφος καί Δογματικός Θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη τό 760 καί τόν Ἅγιο Ἱερομάρτυρα Σεραφείμ, Ἀρχιεπίσκοπο Φαναρίου καί Νεοχωρίου Καρδίτσης, πού ἐμαρτύρησε τό ἔτος 1601 στό Φανάρι τῆς Καρδίτσης.
Μία λαϊκή χριστιανή, ἕνας Μοναχός καί ἕνας Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας ἀντιπροσωπεύουν τίς τάξεις τῶν λαϊκῶν, τῶν Μοναχῶν καί τῶν Κληρικῶν. Ὅλοι μαζί ἀποτελοῦμε τό ἅγιο Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, Κεφαλή τῆς ὁποίας εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ Θεῖος Ἱδρυτής της, ὁ Ἀρχηγός τῆς πίστεως καί τῆς σωτηρίας μας, ὁ Θεῖος Λυτρωτής καί εὐεργέτης τῆς ἀνθρωπότητος καί τοῦ κόσμου.
Ἐσεῖς οἱ λαϊκοί χριστιανοί ἔχετε τήν γενική κλῆσι τοῦ Χριστοῦ, πού λέγει : «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι», δηλ. ὅποιος θέλει νά ἔλθη κοντά μου, ἄς ἀπαρνηθῆ τόν ἑαυτόν του καί ἄς σηκώση τόν σταυρόν του καί ἄς μέ ἀκολουθήση. Δεχθήκατε τό ἅγιο Βάπτισμα καί τά ἅγια Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, συμμετέχετε στόν ἐκκλησιασμό τῆς Κυριακῆς καί στή λατρευτική ζωή της. Μελετᾶτε τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ, ἀκοῦτε τόν Θεῖο Λόγο καί ἀγωνίζεσθε στόν πνευματικό στίβο γιά τήν τήρησι τῶν θείων ἐντολῶν καί τήν ἐφαρμογή τοῦ Θείου θελήματος στή ζωή σας, τήν προσωπική καί τήν οἰκογενειακή. Ἀποτελεῖτε τό λογικό ποίμνιο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καί ἔχετε τό δικαίωμα νά ποιμαίνεσθε καί νά τρέφεσθε πνευματικά μέσα στούς κόλπους τῆς Ἁγίας Μητέρας μας, τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Οἱ Μοναχοί τῆς Ἐκκλησίας μας δέχθηκαν τό θεῖο κάλεσμα : «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς», δηλ. ἐλᾶτε κοντά μου ὅλοι ἐσεῖς οἱ κουρασμένοι καί φορτωμένοι μέ τά βάρη τῆς ζωῆς καί ἐγώ θά σᾶς ξεκουράσω ψυχικά. Δέν ἀναπαύονται στόν θόρυβο, τήν τύρβη καί τίς συμβατικότητες αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί ἀναχωροῦν γιά τήν κατά Θεόν ἡσυχαστική ζωή, τήν ἄσκησι, τήν ὑπακοή καί τήν ἀπερίσπαστη προσευχή. Φεύγουν ἀπό τόν κόσμο, ὄχι διότι μισοῦν καί ἀποστρέφονται τούς ἀνθρώπους, ἀλλά γιά νά ἑνωθοῦν ὁλοκληρωτικά μέ τόν Νυμφίο τους Χριστό καί νά φθάσουν στήν ποθητή τελειότητα.
Καί οἱ Κληρικοί, τέλος, οἱ Ἐπίσκοποι, οἱ Ἱερεῖς καί οἱ Διάκονοι διακονοῦν τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Ἔχουν λάβη τήν εἰδική κλῆσι ἀπό τόν Θεό, ἡ ὁποία λέγει : «Δεῦτε ὀπίσω μου καί ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων», δηλ. ἐλᾶτε κοντά μου καί θά σᾶς ἀναδείξω ψαράδες ἀνθρώπων, δηλ. ποιμένες καί διδασκάλους τοῦ λαοῦ μου. Καί ἐνῶ ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι πιστοί, Κλῆρος καί Λαός, εἴμαστε τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ μέ Ἀρχιποίμενα τόν ἴδιο τόν Χριστό, οἱ Κληρικοί, καί συγκεκριμένα οἱ Ἐπίσκοποι καί οἱ Ἱερεῖς, σέ σχέσι μέ τούς λαϊκούς χριστιανούς εἶναι οἱ ποιμένες καί πνευματικοί τους Πατέρες. Ἔχουν τήν πνευματική καί ποιμαντική τους εὐθύνη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί θά λογοδοτήσουν γι' αὐτό ἐν ὥρᾳ Κρίσεως μπροστά στόν Δικαιοκρίτη Κύριο.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ὅλοι μαζί, ὁ Ἱερός Κλῆρος, οἱ Μοναχοί μας καί ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ἀποτελοῦμε μιά Τοπική Ἐκκλησία, πού ἀνήκει στήν Μία τοῦ Χριστοῦ Ἁγία μας Ἐκκλησία. Καί ὅσο πιό πολύ καί πιό συνειδητά εἴμαστε ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του, τόσο πιό ζωντανή Ἐκκλησία ἀποτελοῦμε.
Ἡ ἀρραγής καί ἀδιάσπαστη ἑνότητα καί ἕνωσίς μας ὑπάρχει καί διαφυλάσσεται μέ «τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» μέσα στήν ἀληθινή καί ζωντανή Θεία Λατρεία, τήν ἱερουργία τοῦ Ἱεροῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Λειτουργίας, τῆς λογικῆς αὐτῆς καί ἀναίμακτης Θυσίας. Μόνον ὑπ΄ αὐτούς τούς ὅρους εἴμαστε καί ἀποτελοῦμε τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, «τήν ἁγίαν καί ἄμωμον», «ἥν περιεποιήσατο τῷ ἰδίῳ αἵματι ὁ Χριστός». Μόνον ἔτσι γινόμαστε σύσσωμοι καί σύναιμοι Χριστοῦ, ζῶντα καί ὀργανικά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Μακρυά, λοιπόν, ἀπό τήν αἵρεσι καί τήν πλάνη, τίς κακοδοξίες, τούς μερισμούς καί τά σχίσματα, τίς διάφορες θρησκεῖες καί παραθρησκεῖες, τίς σκοτεινές θρησκευτικές παρασυναγωγές καί τίς ἀποκρυφιστικές λατρεῖες.
Εἴθε οἱ σήμερα ἑορταζόμενοι Ἅγιοι νά ἐμπνεύσουν καί χειραγωγήσουν πνευματικά ὅλους μας : Κληρικούς, Μοναχούς καί λαϊκούς, καί νά μᾶς ἀναδείξουν, μέ τίς ἅγιες πρεσβεῖες τους, ζωντανά καί συνειδητά μέλη τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Γένοιτο.
† Ὁ Κ.Σ
Ιερά Μητρόπολη Κυθήρων

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ι΄ ΛΟΥΚΑ - ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ

 

Αγαπητοί Χριστιανοί,

Τόσο οι Ιουδαϊκοί ναοί στην προχριστιανική περίοδο, όσο και κατόπιν οι Χριστιανικοί ναοί, έχουν να παρουσιάσουν αξιοπρόσεκτα γεγονότα, που εκπέμπουν θετικά η αρνητικά μηνύματα. Η σημερινή ευαγγελική περικοπή, μας προσφέρει τρία ενδιαφέροντα διδακτικά μηνύματα, δύο θετικά και ένα αρνητικό.


Όταν ο Θείος Διδάσκαλος, άρχισε το επίγειο έργο του, δίδασκε σχεδόν καθημερινά το λαό του Θεού σε ακρογιάλια, σε πόλεις και χωριά η σε άλλους κατάλληλους χώρους. Τα Σάββατα πήγαινε στην κοινή σύναξη, στην Συναγωγή, στην οποία μαζευόταν πλήθος λαού και άκουε τη διδασκαλία η μετείχε στην κοινή προσευχή και λατρεία. Με την τακτική αυτή ο Κύριος γνώριζε στο λαό την αλήθεια του Θεού αλλά και επικροτούσε την κοινή προσευχή.

Πολλοί άνθρωποι προσεύχονται μόνοι τους στο σπίτι τους η σε άλλον κατάλληλο τόπο. Η ατομική προσευχή, που είναι προσωπική επικοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό, είναι αναγκαία. Όταν βιώνεται, προσφέρει στον προσευχόμενο πνευματικά οφέλη. Είναι έργο δημιουργικό, που δεν μπορεί να αναπληρωθεί στη ζωή του ανθρώπου από τίποτε άλλο. Η εμπειρία βεβαιώνει ότι «είναι μεγάλο όπλο η προσευχή, μεγάλη ασφάλεια, μεγάλος θησαυρός, μεγάλο λιμάνι, ιερός και απαραβίαστος τόπος» (Ιωαν. Χρυσόστομος).

Είναι όμως επίσης αναγκαία η κοινή προσευχή και η λατρεία που γίνονται στον ιερό Ναό. Ο προσευχόμενος την ώρα αυτή δέχεται ευεργετήματα από το Θεό, που δεν του τα προσφέρει η προσωπική του προσευχή στο σπίτι η σε άλλο χώρο. Στον ιερό ναό, κατέρχεται η Χάρη του Θεού και επενεργεί στον άνθρωπο με «μυστικό» και ακατανόητο τρόπο.

Ο Κύριος κατά την επίγεια πορεία Του, χρησιμοποίησε και τους δύο τρόπους της προσευχής. Κατέφευγε συχνά «εις έρημον τόπον» και προσευχόταν μόνος, απερίσπαστος και αφοσιωμένος. Κάθε Σάββατο, πήγαινε στη Συναγωγή. Μας άφησε λοιπόν παράδειγμα που καλούμαστε να το ακολουθούμε.

Στον ιερό χώρο του Ναού, σε ώρες προσευχής και λατρείας, σημειώθηκαν κατά καιρούς διάφορες ευεργεσίες με την θαυματουργική Του ενέργεια. Στην κατηγορία αυτή ανήκει και το περιστατικό της θεραπείας της συγκύπτουσας, που ακούσαμε σήμερα.

Η δύστυχη αυτή γυναίκα, ζούσε επί δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια με συνεχή κύρτωση, η οποία δεν της επέτρεπε να σηκώσει όρθιο το σώμα της, η ζωή της ήταν μαρτυρική.

Αλλά η συγκύπτουσα, που είχε γενναία ψυχή, αντιμετώπιζε το αφόρητο πρόβλημά της με πίστη στον Θεό, με ηρεμία και με υπακοή. Χωρίς να υπολογίζει τη δύσκολη κατάστασή της, πήγαινε κάθε Σάββατο στη Συναγωγή. Δεν έδινε προσοχή στα λόγια του κόσμου, αλλά επιδίωκε να ακούει το λόγο του Θεού και να προσεύχεται. Εκεί έπαιρνε δύναμη, ξεκουραζόταν ψυχικά και αναγεννιόταν. Είχε, φαίνεται, διαπιστώσει ότι η προσευχή είναι «επαινετό έργο, με το οποίο ο πιστός και τον Θεό πλησιάζει και δαίμονες φυγαδεύει» (Ιωάννης της Κλίμακος).

Η περίπτωση ήταν αξιέπαινη και δεν διέφυγε από την προσοχή του Παντογνώστη Κυρίου. Ο «ερευνών νεφρούς και καρδίας» (Αποκ. 2, 23), που εξετάζει δηλαδή τα πλέον απόκρυφα βάθη της ψυχής του ανθρώπου, όταν την είδε στη Συναγωγή, την κάλεσε κοντά Του και την βράβευσε για την πίστη της. Την θεράπευσε με το λόγο Του. Εκείνη ανορθώθηκε αμέσως και πρώτη ενέργειά της ήταν να δοξάσει τον Θεό.

Τα ωραιότατα προηγούμενα δύο περιστατικά ήλθε να αμαυρώσει ένα τρίτο, δυσάρεστο. Ο άρχοντας της Συναγωγής, αντί να χαρεί για την λύτρωση της συγκύπτουσας από το πολυχρόνιο μαρτύριό της και να δοξάσει και αυτός τον Θεό, αντέδρασε άσχημα και με προσβλητικά λόγια, γιατί παραβιάστηκε δήθεν από τον Κύριο, η αργία του Σαββάτου. Η συμπεριφορά του ήταν υποκριτική. Αμέσως όμως ο καρδιογνώστης Κύριος, αποκάλυψε την υποκρισία του και τον ήλεγξε για την ανοίκεια συμπεριφορά του. Επειδή η υποκρισία είναι φοβερή αμαρτία, ο Χριστός συχνά τόνιζε ότι οι υποκριτές «απ’ έξω φαίνονται δίκαιοι, ενώ από μέσα είναι γεμάτοι υποκρισία και παρανομία» (Ματθ. 23, 28).

Αξίζει λοιπόν, αγαπητοί αδελφοί, να παραδειγματιστούμε από το θετικό παράδειγμα της συγκύπτουσας, που είναι παράδειγμα προς μίμησιν. Χρειαζόμαστε την προσωπική προσευχή στο ταμείον του ο καθένας μας, αλλά είναι απαραίτητος και ο Εκκλησιασμός μας και η συμμετοχή μας στην κοινή λατρεία της Εκκλησίας μας και να υπομένουμε τις δυσκολίες μας με πίστη και ελπίδα στο έλεος του Θεού.

Αμήν.
(επιμέλεια π. Δημήτριος Πατσιαλός

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι' ΛΟΥΚΑ ΤΑ ΔΕΣΜΑ

 

«Ταύτην δε, θυγατέρα Αβραάμ ούσαν, ην εδησεν ο σατανάς ιδού δέκα και οκτώ έτη, ουκ έδει λυθήναι από του δεσμού τούτου τη ημέρα του σαββάτου;»
(Λουκ. 13, 16)

Η θεραπεία της συγκύπτουσας
Μια επιτίμηση, αγαπητοί, μια επιτίμηση βλέπουμε μέσα στο Ευαγγέλιο της Γ΄ Κυριακής του Λουκά. Βλέπουμε το Χριστό να ελέγχει κάποιον και να τον επιτιμά. «Υποκριτά»!
Ποιόν ονομάζει υποκριτή ο Χριστός; Έναν άνθρωπο, που μέσα του είχε φωλιάσει ο φθόνος κι η κακία. Ένα χαιρέκακο και πονηρό άνθρωπο. Ποιος ήταν; Ό αρχισυνάγωγος, δηλαδή αυτός που διηύθυνε τη συναγωγή. Συναγωγή ήταν η αίθουσα που μαζεύονταν οι Εβραίοι και διάβαζαν το Νόμο και τον ερμήνευαν. Μέσα σε μία τέτοια συναγωγή μπήκε κάποτε ο Χριστός και δίδαξε τη μέρα του Σαββάτου. Και έκανε θαύμα μεγάλο. Κι ύστερα γύρισε στον αρχισυνάγωγο, στο Φαρισαίο εκείνο, και του είπε: «Υποκριτά»! Μα γιατί; Τι έκανε; Να τι έκανε: Μέσα στη συναγωγή έγινε ένα μεγάλο θαύμα. Όλοι χάρηκαν. Αυτός λυπήθηκε κι αγανάκτησε.
Μία γυναίκα ευλαβής την έκανε καλά ο Χριστός. Ήταν 18 χρόνια καμπουριασμένη. Να σηκώσει το κεφάλι δεν μπορούσε. Με τα τέσσερα περπάταγε. Κι όμως πήγαινε κάθε Σάββατο στη συναγωγή. Κυρτωμένη, σέρνοντας πήγαινε στη συναγωγή. Ας το ακούσουν μερικοί, που έχουν την υγεία τους, που έχουν τα πόδια τους γερά και το κορμί τους ίσιο, κι όμως λείπουν την Κυριακή απ’ την εκκλησία. Αυτή η γυναίκα θα τους καταδικάσει κατά την ήμερα της κρίσεως...
Είδε λοιπόν τη γυναίκα τη συγκύπτουσα ο Χριστός, τη λυπήθηκε και της είπε: «Γύναι, απολέλυσαι της ασθενείας σου». Γυναίκα, συ που 18 χρόνια υπέφερες, ήρθε η ώρα να βραβευτεί η πίστη σου κι η υπομονή σου, ήρθε η ώρα να γίνεις καλά... Κι αμέσως! Το είπε ο Χριστός κι έγινε. Τινάχτηκε το κορμί της συγκύπτουσας και «παραχρήμα ανωρθώθη».
Λαός πολύς βλέπει το θαύμα. Ανάμεσα τους κι ο φαρισαίος αρχισυνάγωγος. Χαίρεται ο λαός, λυπάται εκείνος. Γιατί; Φθονούσε το Χριστό. Δεν ήθελε τη δόξα του. Βρίσκει λόγο να τον κατηγορήσει. Σάββατο ήταν η μέρα εκείνη. Ημέρα του Θεού και των καλών έργων. Μα ο αρχισυνάγωγος κατηγορεί το Χριστό. Προσπαθεί να μειώσει την εντύπωση και το θαυμασμό που είχε ο λαός στο Χριστό. Τι; Τον θαυμάζετε; Μα δεν βλέπετε; Σήμερα είναι Σάββατο, επιτρέπεται να εργάζεται και σήμερα;... Για εργασία πέρασε το θαύμα ο αρχισυνάγωγος!
Κι ο Χριστός, που ήταν όλο αγάπη, που μίλαγε με συμπόνια στους πονεμένους και στους αμαρτωλούς, μόλις είδε την υποκρισία και την κακότητά του, τον έλεγξε. «Υποκριτά, έκαστος υμών τω σαββάτω ου λύει τον βουν αυτού ή τον όνον από της φάτνης και απαγαγών ποτίζει;». Υποκριτά, συ το Σάββατο λύνεις το γαϊδουράκι σου και το βόδι σου, πούνε δεμένα στο σταύλο, τα παίρνεις και τα πηγαίνεις για πότισμα. Αυτή τη γυναίκα, «ην έδησεν ο σατανάς ιδού δέκα και οκτώ έτη, ούκ έδει λυθήναι από του δεσμού τούτου τη ημέρα του σαββάτου;». Τα ζώα σας τα λύνετε. Αυτή τη γυναίκα πούνε δεμένη 18 χρόνια, δεν πρέπει να τη λύσω τη μέρα του Σαββάτου;
Ντροπιάστηκε απ’ την απάντηση του Χριστού ο αρχισυνάγωγος. Κι ο όχλος, που ήξεραν τι φαρμακερά φίδια υποκρισίας ήσαν οι Φαρισαίοι, χάρηκαν πολύ και δόξασαν το Θεό.

Τα δεσμά της αρρώστιας
«Ην έδησεν ο σατανάς». Ήταν δεμένη η συγκύπτουσα του σημερινού Ευαγγελίου 18 χρόνια σ’ αυτή την κατάσταση. Λες και πήρε κάποιος ένα σχοινί και της έδεσε το κεφάλι κάτω και της κύρτωσε το κορμί. Δεμένη με τα δεσμά τής αρρώστιας. Και μόνο αυτή; Την ώρα αυτή υπάρχουν χιλιάδες, εκατομμύρια άνθρωποι, πούνε δεμένοι πάνω σε κάποιο κρεββάτι, πούνε καθηλωμένοι πάνω στο κρεββάτι του πόνου. Είναι δεμένοι με μια αρρώστια Πονούν, βογκούν, υποφέρουν, μα δεν μπορούν να λύσουν τα δεσμά και να σηκωθούν απ’ το κρεββάτι. Όλοι αυτοί οι άρρωστοι, που πληγωμένοι πονούν και γογγύζουν, ας πάρουν θάρρος απ’ το θαύμα της θεραπείας της συγκύπτουσας. Ποιος το είπε πως θα πεθάνεις; Οι γιατροί; Γίνονται, αγαπητέ μου, και θαύματα. Αυτά που δεν λύνουν οι γιατροί, τα δεσμά της αγιάτρευτης αρρώστιας, τα λύνει ο Χριστός.

Τα ευλογημένα δεσμά
Μα δεν είναι μονάχα αυτά τα δεσμά, τα δεσμά της αρρώστιας, που δένουν πολλούς. Υπάρχουν κι άλλα δεσμά. Υπάρχουν δεσμά ευλογημένα, αλλά και δεσμά καταραμένα. Υπάρχουν τα δεσμά του Θεού και τα δεσμά του σατανά. Όλοι μας είμαστε δεμένοι. Αφού είμαστε χριστιανοί, είμαστε δεμένοι με τα δεσμά της πίστεως, της ορθοδόξου πίστεως. Κάποτε δεθήκαμε. Πότε; Όταν βαφτιστήκαμε, τι άλλο κάναμε; Δεθήκαμε με τα άγια δεσμά της ορθοδόξου πίστεως. Δώσαμε τότε υπόσχεση, πως θάμαστε δούλοι Ιησού Χριστού, αιχμάλωτοι τού θεού, δεμένοι με το σχοινί της αγάπης του Θεού. «Συνετάχθημεν τω Χριστώ».
Είσαι δεμένος, αδελφέ μου, μέσα στη μάνδρα της Ορθοδοξίας. Γιατί ζητάς να λυθείς, να σπάσεις τα δεσμά τής πίστεως; Όχι, δεν θα φύγουμε απ’ την Ορθοδοξία. Είμαστε δεμένοι πάνω στον ιστό, πάνω στο κατάρτι του πλοίου της Εκκλησίας.
Ευλογημένα τα δεσμά της πίστεως. Ευλογημένα τα δεσμά του γάμου. Είσαι παντρεμένος; Είσαι δεμένος. Είσαι δεμένος μαζί με άλλον. Είστε σύζυγοι, δηλαδή βρίσκεστε κάτω απ’ τον ίδιο ζυγό. Αυτός ο δεσμός του γάμου είναι ιερός. Κανένας δεν επιτρέπεται να διαλύει αυτό τον ιερό δεσμό. Ο απόστολος Παύλος λέει: «Δέδεσαι γυναικί; μη ζήτει λύσιν» (Α' Κορ. 7, 27). Μη ζητάς να διάλυσης το γάμο σου. Μη ζητάς διαζύγιο... Αν σκέφτονταν οι άνθρωποι ότι, αφότου παντρεύτηκαν, δέθηκαν, θα υπέφεραν το ζυγό, θα σήκωναν το σταυρό της οικογενειακής ζωής μέχρι τέλους. Δεσμός είναι ο γάμος, δεν είναι ασύδοτη ζωή. Δεσμός, αλλά ευλογημένος.
Άλλα ευλογημένα δεσμά είναι τα δεσμά τού καθήκοντος. Ο καθένας είναι δεμένος πάνω σ’ ένα καθήκον. Πρέπει να το εκτελεί. Μη ζητάς λοιπόν να λύσης αυτά τα δεσμά του καθήκοντος και να εγκατάλειψης το ιερό χρέος σου, που έχεις απέναντι στο Θεό και στους ανθρώπους.
Υπάρχουν κι άλλα ευλογημένα δεσμά. Μας τα δείχνει ο απόστολος Παύλος. Βρίσκεται στην Έφεσο. Μπροστά του βλέπει το μέλλον. Βλέπει δεσμά και θλίψεις. «Δεσμά με και θλίψεις μένουσι» (Πράξ. 20, 23). Βλέπει τα δεσμά της φυλακής. Και πράγματι δέθηκε στη φυλακή της Ρώμης για την αγάπη του Χριστού. Δεμένο το κορμί του, μα λεύτερη η ψυχή του. Μέσα απ’ τη φυλακή γράφει: «Κακοπαθώ μέχρι δεσμών ως κακούργος» (Β' Τιμ. 2, 9). Και στα πνευματικά του παιδιά υπενθυμίζει τα δεσμά του, τις αλυσίδες πουταν δεμένος, και λέει: «Μνημονεύετε μου των δεσμών» (Κολ. 4, 18). Χιλιάδες, εκατομμύρια χριστιανούς τους έδεσαν μέσα στις φυλακές και δεμένους τους οδήγησαν στο μαρτύριο και στο θάνατο.

Τα σατανικά δεσμά
Αυτά είναι τα ευλογημένα δεσμά, τα δεσμά του Θεού. Αλλά υπάρχουν και τα καταραμένα δεσμά, τα δεσμά του σατανά. «Ην έδησεν ο σατανάς». Δένει ο Χριστός με την αγάπη του, μα δένει κι ο σατανάς με τα πάθη του. Τον αρχισυνάγωγο τον είχε δέσει ο σατανάς. Λύθηκε η συγκύπτουσα, μα ο αρχισυνάγωγος έμεινε δεμένος με τα δεσμά του φθόνου. Αλλά κι εμείς; Δεμένοι είμαστε. Μας έχει δέσει ο σατανάς με τα πάθη μας. Δεν ακούτε τι λέει ο άνθρωπος για κάποιο πάθος που έχει; -Δεν μπορώ να το κόψω... Μας δένει σφιχτά, με κόμπους, και δεν μπορούμε να λυθούμε. Ο ένας είναι δεμένος με μία γυναίκα. Έχει παράνομο δεσμό. Πρόδωσε τον ευλογημένο δεσμό του γάμου του κι έμπλεξε στα δίχτυα της παρανομίας. Ή, αν είναι άγαμος, είναι δεμένος με τα δεσμά κάποιου αμαρτωλού έρωτα, που τον σέρνει και τον κάνει ό,τι θέλει. Ο άλλος είναι δεμένος με το πάθος του χρήματος. Γέρασε και δεν λέει να ξεκολλήσει απ’ το πουγκί και απ’ τη φιλαργυρία του. Ο άλλος είναι δεμένος με το πάθος της χαρτοπαιξίας. Ξενυχτά πάνω στο πράσινο τραπέζι και παίζει περιουσίες ολόκληρες. Ο άλλος είναι δεμένος με το πάθος του τσιγάρου. Ένα τσιγάρο τον κυβερνά. -Δεν μπορώ, σού λέει, να το κόψω... Προτιμά να μη φάει, παρά να μην καπνίσει. Ο άλλος είναι δεμένος με τη μόδα. Ό,τι λέει η μόδα, όχι ό,τι λέει ο Θεός. Όταν λέει το Ευαγγέλιο, πως πρέπει νάνε σεμνά τα ρούχα των γυναικών, δυστροπούν οι γυναίκες και λένε: -Ωχ, δεσμευτικό είναι το Ευαγγέλιο. Μας δεσμεύει. Δεν μας αφήνει να κάνουμε ό,τι θέλουμε... Όταν όμως διατάζει η μόδα, τότε δεν λένε τίποτα οι γυναίκες. Δέχονται και δεσμεύονται με τα οποιαδήποτε δεσμά της μόδας. Ο άλλος είναι δεμένος με το πάθος μιας παιδικής κακής συνήθειας, που δεν μπορεί να την κόψει, βασανίζεται, κλαίει, μα δεν καταφέρνει ν’ αποδεσμευθεί. Ο άλλος είναι δεμένος με κάτι παράξενες ιδέες, με υλιστικές αντιλήψεις, με πλανεμένες κοσμοθεωρίες, με ανόητες προλήψεις, με σατανικές δεισιδαιμονίες...

Υπάρχει ο Λυτρωτής
Όλοι είμαστε δεμένοι. Μοιάζουμε με τον αετό εκείνο, που του έδεσαν τα πόδια πάνω σ’ ένα βράχο. Τινάζει τα φτερά ο καημένος ο αετός, κάνει να πετάξει, αγναντεύει τους γαλανούς ουρανούς, μα εις μάτην. Είναι δεμένος. Αδελφέ μου, εσύ είσαι ο αετός, πλασμένος να διασχίζεις τους αιθέρες μιας ανώτερης πνευματικής ζωής. Τι; Είσαι δεμένος; Νοιώθεις μια δύναμη να σε κρατά αιχμάλωτο; Είσαι ο Προμηθέας Δεσμώτης, που τα κοράκια της αμαρτίας σου κατατρώνε τα σωθικά; Έλα! Πόσα χρόνια είσαι δεμένος με ένα πάθος; Πόσα χρόνια είσαι δεμένος με τις αμαρτίες σου; Η γυναίκα του σημερινού Ευαγγελίου ήταν 18 ολόκληρα χρόνια. Εσύ πόσα χρόνια είσαι δεμένος;
Όσα χρόνια κι αν είσαι δεμένος και βασανίζεσαι, μην απελπίζεσαι. Υπάρχει ο Λυτρωτής. Είναι εκείνος, που ήρθε στον κόσμο «ίνα λύση τα έργα του διαβόλου» (Α' Ίωάν. 3,8). Αυτός με το πανάγιο Αίμα του λύνει τα αμαρτήματα μας. Δίνει την άφεση. Αυτός για τη λύση των αμαρτημάτων μας έδωσε το μυστήριο τής 'Εξομολογήσεως. Τόπε ο ίδιος: «Όσα εάν λύσητε επί της γης, έσται λελυμένα εν τω ουρανώ» (Ματθ. 18, 18). Όσα κι αν είναι τα αμαρτήματα σου, λύνονται με την Εξομολόγηση. Εκεί, στο ιερότατο αυτό μυστήριο, θ’ ακούσεις τον πνευματικό να σου λέει: «Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού διά της εμής έλαχιστότητος έχει σε λελυμένον και συγκεχωρημένον».

Πάρε την απόφαση
Αδελφέ μου! Θυμάσαι τον Μ. Αλέξανδρο; Προχωρώντας στα βάθη της Μ. Ασίας, κοντά στο Σαγγάριο ποταμό, συνάντησε το Γόρδιο δεσμό. Κόμπος χιλιοδεμένος, που κανένας δεν μπορούσε να τον λύση. Ήρθε ο Αλέξανδρος, σήκωσε το ξίφος του, έδωσε μια δυνατή σπαθιά στον κόμπο και τον έκοψε. Γόρδιος δεσμός οι αμαρτίες και τα πάθη μας. Αρκετά παραμείναμε στα δεσμά. Μπρος, καιρός να σπάσουν τα δεσμά, να συντριβούν οι αλυσίδες που μας τυλίξανε σφιχτά.
Πάρε την απόφαση. Σήκωσε το ξίφος της θελήσεως σου και τρέξε και γονάτισε μπροστά στον πνευματικό. Πες όλα τα αμαρτήματα σου... Τότε, ω! τότε, κάποια σταγόνα από το Αίμα του Εσταυρωμένου θα πέσει πάνω στο δεμένο κόμπο των αμαρτημάτων σου, και θα λυθεί αμέσως, θα διαλυθεί, θα εξαφανισθεί. Θ’ ακούσεις και συ: «Απολέλυσαι της ασθενείας σου».

 
ΚΥΡΙΑΚΗ Ι' ΛΟΥΚΑ

«Ταύτην δε, θυγατέρα Αβραάμ ούσαν, ην εδησεν ο σατανάς ιδού δέκα και οκτώ έτη, ουκ έδει λυθήναι από του δεσμού τούτου τη ημέρα του σαββάτου;»
(Λουκ. 13, 16)

Η θεραπεία της συγκύπτουσας
Μια επιτίμηση, αγαπητοί, μια επιτίμηση βλέπουμε μέσα στο Ευαγγέλιο της Γ΄ Κυριακής του Λουκά. Βλέπουμε το Χριστό να ελέγχει κάποιον και να τον επιτιμά. «Υποκριτά»!
Ποιόν ονομάζει υποκριτή ο Χριστός; Έναν άνθρωπο, που μέσα του είχε φωλιάσει ο φθόνος κι η κακία. Ένα χαιρέκακο και πονηρό άνθρωπο. Ποιος ήταν; Ό αρχισυνάγωγος, δηλαδή αυτός που διηύθυνε τη συναγωγή. Συναγωγή ήταν η αίθουσα που μαζεύονταν οι Εβραίοι και διάβαζαν το Νόμο και τον ερμήνευαν. Μέσα σε μία τέτοια συναγωγή μπήκε κάποτε ο Χριστός και δίδαξε τη μέρα του Σαββάτου. Και έκανε θαύμα μεγάλο. Κι ύστερα γύρισε στον αρχισυνάγωγο, στο Φαρισαίο εκείνο, και του είπε: «Υποκριτά»! Μα γιατί; Τι έκανε; Να τι έκανε: Μέσα στη συναγωγή έγινε ένα μεγάλο θαύμα. Όλοι χάρηκαν. Αυτός λυπήθηκε κι αγανάκτησε.
Μία γυναίκα ευλαβής την έκανε καλά ο Χριστός. Ήταν 18 χρόνια καμπουριασμένη. Να σηκώσει το κεφάλι δεν μπορούσε. Με τα τέσσερα περπάταγε. Κι όμως πήγαινε κάθε Σάββατο στη συναγωγή. Κυρτωμένη, σέρνοντας πήγαινε στη συναγωγή. Ας το ακούσουν μερικοί, που έχουν την υγεία τους, που έχουν τα πόδια τους γερά και το κορμί τους ίσιο, κι όμως λείπουν την Κυριακή απ’ την εκκλησία. Αυτή η γυναίκα θα τους καταδικάσει κατά την ήμερα της κρίσεως...
Είδε λοιπόν τη γυναίκα τη συγκύπτουσα ο Χριστός, τη λυπήθηκε και της είπε: «Γύναι, απολέλυσαι της ασθενείας σου». Γυναίκα, συ που 18 χρόνια υπέφερες, ήρθε η ώρα να βραβευτεί η πίστη σου κι η υπομονή σου, ήρθε η ώρα να γίνεις καλά... Κι αμέσως! Το είπε ο Χριστός κι έγινε. Τινάχτηκε το κορμί της συγκύπτουσας και «παραχρήμα ανωρθώθη».
Λαός πολύς βλέπει το θαύμα. Ανάμεσα τους κι ο φαρισαίος αρχισυνάγωγος. Χαίρεται ο λαός, λυπάται εκείνος. Γιατί; Φθονούσε το Χριστό. Δεν ήθελε τη δόξα του. Βρίσκει λόγο να τον κατηγορήσει. Σάββατο ήταν η μέρα εκείνη. Ημέρα του Θεού και των καλών έργων. Μα ο αρχισυνάγωγος κατηγορεί το Χριστό. Προσπαθεί να μειώσει την εντύπωση και το θαυμασμό που είχε ο λαός στο Χριστό. Τι; Τον θαυμάζετε; Μα δεν βλέπετε; Σήμερα είναι Σάββατο, επιτρέπεται να εργάζεται και σήμερα;... Για εργασία πέρασε το θαύμα ο αρχισυνάγωγος!
Κι ο Χριστός, που ήταν όλο αγάπη, που μίλαγε με συμπόνια στους πονεμένους και στους αμαρτωλούς, μόλις είδε την υποκρισία και την κακότητά του, τον έλεγξε. «Υποκριτά, έκαστος υμών τω σαββάτω ου λύει τον βουν αυτού ή τον όνον από της φάτνης και απαγαγών ποτίζει;». Υποκριτά, συ το Σάββατο λύνεις το γαϊδουράκι σου και το βόδι σου, πούνε δεμένα στο σταύλο, τα παίρνεις και τα πηγαίνεις για πότισμα. Αυτή τη γυναίκα, «ην έδησεν ο σατανάς ιδού δέκα και οκτώ έτη, ούκ έδει λυθήναι από του δεσμού τούτου τη ημέρα του σαββάτου;». Τα ζώα σας τα λύνετε. Αυτή τη γυναίκα πούνε δεμένη 18 χρόνια, δεν πρέπει να τη λύσω τη μέρα του Σαββάτου;
Ντροπιάστηκε απ’ την απάντηση του Χριστού ο αρχισυνάγωγος. Κι ο όχλος, που ήξεραν τι φαρμακερά φίδια υποκρισίας ήσαν οι Φαρισαίοι, χάρηκαν πολύ και δόξασαν το Θεό.

Τα δεσμά της αρρώστιας
«Ην έδησεν ο σατανάς». Ήταν δεμένη η συγκύπτουσα του σημερινού Ευαγγελίου 18 χρόνια σ’ αυτή την κατάσταση. Λες και πήρε κάποιος ένα σχοινί και της έδεσε το κεφάλι κάτω και της κύρτωσε το κορμί. Δεμένη με τα δεσμά τής αρρώστιας. Και μόνο αυτή; Την ώρα αυτή υπάρχουν χιλιάδες, εκατομμύρια άνθρωποι, πούνε δεμένοι πάνω σε κάποιο κρεββάτι, πούνε καθηλωμένοι πάνω στο κρεββάτι του πόνου. Είναι δεμένοι με μια αρρώστια Πονούν, βογκούν, υποφέρουν, μα δεν μπορούν να λύσουν τα δεσμά και να σηκωθούν απ’ το κρεββάτι. Όλοι αυτοί οι άρρωστοι, που πληγωμένοι πονούν και γογγύζουν, ας πάρουν θάρρος απ’ το θαύμα της θεραπείας της συγκύπτουσας. Ποιος το είπε πως θα πεθάνεις; Οι γιατροί; Γίνονται, αγαπητέ μου, και θαύματα. Αυτά που δεν λύνουν οι γιατροί, τα δεσμά της αγιάτρευτης αρρώστιας, τα λύνει ο Χριστός.

Τα ευλογημένα δεσμά
Μα δεν είναι μονάχα αυτά τα δεσμά, τα δεσμά της αρρώστιας, που δένουν πολλούς. Υπάρχουν κι άλλα δεσμά. Υπάρχουν δεσμά ευλογημένα, αλλά και δεσμά καταραμένα. Υπάρχουν τα δεσμά του Θεού και τα δεσμά του σατανά. Όλοι μας είμαστε δεμένοι. Αφού είμαστε χριστιανοί, είμαστε δεμένοι με τα δεσμά της πίστεως, της ορθοδόξου πίστεως. Κάποτε δεθήκαμε. Πότε; Όταν βαφτιστήκαμε, τι άλλο κάναμε; Δεθήκαμε με τα άγια δεσμά της ορθοδόξου πίστεως. Δώσαμε τότε υπόσχεση, πως θάμαστε δούλοι Ιησού Χριστού, αιχμάλωτοι τού θεού, δεμένοι με το σχοινί της αγάπης του Θεού. «Συνετάχθημεν τω Χριστώ».
Είσαι δεμένος, αδελφέ μου, μέσα στη μάνδρα της Ορθοδοξίας. Γιατί ζητάς να λυθείς, να σπάσεις τα δεσμά τής πίστεως; Όχι, δεν θα φύγουμε απ’ την Ορθοδοξία. Είμαστε δεμένοι πάνω στον ιστό, πάνω στο κατάρτι του πλοίου της Εκκλησίας.
Ευλογημένα τα δεσμά της πίστεως. Ευλογημένα τα δεσμά του γάμου. Είσαι παντρεμένος; Είσαι δεμένος. Είσαι δεμένος μαζί με άλλον. Είστε σύζυγοι, δηλαδή βρίσκεστε κάτω απ’ τον ίδιο ζυγό. Αυτός ο δεσμός του γάμου είναι ιερός. Κανένας δεν επιτρέπεται να διαλύει αυτό τον ιερό δεσμό. Ο απόστολος Παύλος λέει: «Δέδεσαι γυναικί; μη ζήτει λύσιν» (Α' Κορ. 7, 27). Μη ζητάς να διάλυσης το γάμο σου. Μη ζητάς διαζύγιο... Αν σκέφτονταν οι άνθρωποι ότι, αφότου παντρεύτηκαν, δέθηκαν, θα υπέφεραν το ζυγό, θα σήκωναν το σταυρό της οικογενειακής ζωής μέχρι τέλους. Δεσμός είναι ο γάμος, δεν είναι ασύδοτη ζωή. Δεσμός, αλλά ευλογημένος.
Άλλα ευλογημένα δεσμά είναι τα δεσμά τού καθήκοντος. Ο καθένας είναι δεμένος πάνω σ’ ένα καθήκον. Πρέπει να το εκτελεί. Μη ζητάς λοιπόν να λύσης αυτά τα δεσμά του καθήκοντος και να εγκατάλειψης το ιερό χρέος σου, που έχεις απέναντι στο Θεό και στους ανθρώπους.
Υπάρχουν κι άλλα ευλογημένα δεσμά. Μας τα δείχνει ο απόστολος Παύλος. Βρίσκεται στην Έφεσο. Μπροστά του βλέπει το μέλλον. Βλέπει δεσμά και θλίψεις. «Δεσμά με και θλίψεις μένουσι» (Πράξ. 20, 23). Βλέπει τα δεσμά της φυλακής. Και πράγματι δέθηκε στη φυλακή της Ρώμης για την αγάπη του Χριστού. Δεμένο το κορμί του, μα λεύτερη η ψυχή του. Μέσα απ’ τη φυλακή γράφει: «Κακοπαθώ μέχρι δεσμών ως κακούργος» (Β' Τιμ. 2, 9). Και στα πνευματικά του παιδιά υπενθυμίζει τα δεσμά του, τις αλυσίδες πουταν δεμένος, και λέει: «Μνημονεύετε μου των δεσμών» (Κολ. 4, 18). Χιλιάδες, εκατομμύρια χριστιανούς τους έδεσαν μέσα στις φυλακές και δεμένους τους οδήγησαν στο μαρτύριο και στο θάνατο.

Τα σατανικά δεσμά
Αυτά είναι τα ευλογημένα δεσμά, τα δεσμά του Θεού. Αλλά υπάρχουν και τα καταραμένα δεσμά, τα δεσμά του σατανά. «Ην έδησεν ο σατανάς». Δένει ο Χριστός με την αγάπη του, μα δένει κι ο σατανάς με τα πάθη του. Τον αρχισυνάγωγο τον είχε δέσει ο σατανάς. Λύθηκε η συγκύπτουσα, μα ο αρχισυνάγωγος έμεινε δεμένος με τα δεσμά του φθόνου. Αλλά κι εμείς; Δεμένοι είμαστε. Μας έχει δέσει ο σατανάς με τα πάθη μας. Δεν ακούτε τι λέει ο άνθρωπος για κάποιο πάθος που έχει; -Δεν μπορώ να το κόψω... Μας δένει σφιχτά, με κόμπους, και δεν μπορούμε να λυθούμε. Ο ένας είναι δεμένος με μία γυναίκα. Έχει παράνομο δεσμό. Πρόδωσε τον ευλογημένο δεσμό του γάμου του κι έμπλεξε στα δίχτυα της παρανομίας. Ή, αν είναι άγαμος, είναι δεμένος με τα δεσμά κάποιου αμαρτωλού έρωτα, που τον σέρνει και τον κάνει ό,τι θέλει. Ο άλλος είναι δεμένος με το πάθος του χρήματος. Γέρασε και δεν λέει να ξεκολλήσει απ’ το πουγκί και απ’ τη φιλαργυρία του. Ο άλλος είναι δεμένος με το πάθος της χαρτοπαιξίας. Ξενυχτά πάνω στο πράσινο τραπέζι και παίζει περιουσίες ολόκληρες. Ο άλλος είναι δεμένος με το πάθος του τσιγάρου. Ένα τσιγάρο τον κυβερνά. -Δεν μπορώ, σού λέει, να το κόψω... Προτιμά να μη φάει, παρά να μην καπνίσει. Ο άλλος είναι δεμένος με τη μόδα. Ό,τι λέει η μόδα, όχι ό,τι λέει ο Θεός. Όταν λέει το Ευαγγέλιο, πως πρέπει νάνε σεμνά τα ρούχα των γυναικών, δυστροπούν οι γυναίκες και λένε: -Ωχ, δεσμευτικό είναι το Ευαγγέλιο. Μας δεσμεύει. Δεν μας αφήνει να κάνουμε ό,τι θέλουμε... Όταν όμως διατάζει η μόδα, τότε δεν λένε τίποτα οι γυναίκες. Δέχονται και δεσμεύονται με τα οποιαδήποτε δεσμά της μόδας. Ο άλλος είναι δεμένος με το πάθος μιας παιδικής κακής συνήθειας, που δεν μπορεί να την κόψει, βασανίζεται, κλαίει, μα δεν καταφέρνει ν’ αποδεσμευθεί. Ο άλλος είναι δεμένος με κάτι παράξενες ιδέες, με υλιστικές αντιλήψεις, με πλανεμένες κοσμοθεωρίες, με ανόητες προλήψεις, με σατανικές δεισιδαιμονίες...

Υπάρχει ο Λυτρωτής
Όλοι είμαστε δεμένοι. Μοιάζουμε με τον αετό εκείνο, που του έδεσαν τα πόδια πάνω σ’ ένα βράχο. Τινάζει τα φτερά ο καημένος ο αετός, κάνει να πετάξει, αγναντεύει τους γαλανούς ουρανούς, μα εις μάτην. Είναι δεμένος. Αδελφέ μου, εσύ είσαι ο αετός, πλασμένος να διασχίζεις τους αιθέρες μιας ανώτερης πνευματικής ζωής. Τι; Είσαι δεμένος; Νοιώθεις μια δύναμη να σε κρατά αιχμάλωτο; Είσαι ο Προμηθέας Δεσμώτης, που τα κοράκια της αμαρτίας σου κατατρώνε τα σωθικά; Έλα! Πόσα χρόνια είσαι δεμένος με ένα πάθος; Πόσα χρόνια είσαι δεμένος με τις αμαρτίες σου; Η γυναίκα του σημερινού Ευαγγελίου ήταν 18 ολόκληρα χρόνια. Εσύ πόσα χρόνια είσαι δεμένος;
Όσα χρόνια κι αν είσαι δεμένος και βασανίζεσαι, μην απελπίζεσαι. Υπάρχει ο Λυτρωτής. Είναι εκείνος, που ήρθε στον κόσμο «ίνα λύση τα έργα του διαβόλου» (Α' Ίωάν. 3,8). Αυτός με το πανάγιο Αίμα του λύνει τα αμαρτήματα μας. Δίνει την άφεση. Αυτός για τη λύση των αμαρτημάτων μας έδωσε το μυστήριο τής 'Εξομολογήσεως. Τόπε ο ίδιος: «Όσα εάν λύσητε επί της γης, έσται λελυμένα εν τω ουρανώ» (Ματθ. 18, 18). Όσα κι αν είναι τα αμαρτήματα σου, λύνονται με την Εξομολόγηση. Εκεί, στο ιερότατο αυτό μυστήριο, θ’ ακούσεις τον πνευματικό να σου λέει: «Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού διά της εμής έλαχιστότητος έχει σε λελυμένον και συγκεχωρημένον».

Πάρε την απόφαση
Αδελφέ μου! Θυμάσαι τον Μ. Αλέξανδρο; Προχωρώντας στα βάθη της Μ. Ασίας, κοντά στο Σαγγάριο ποταμό, συνάντησε το Γόρδιο δεσμό. Κόμπος χιλιοδεμένος, που κανένας δεν μπορούσε να τον λύση. Ήρθε ο Αλέξανδρος, σήκωσε το ξίφος του, έδωσε μια δυνατή σπαθιά στον κόμπο και τον έκοψε. Γόρδιος δεσμός οι αμαρτίες και τα πάθη μας. Αρκετά παραμείναμε στα δεσμά. Μπρος, καιρός να σπάσουν τα δεσμά, να συντριβούν οι αλυσίδες που μας τυλίξανε σφιχτά.
Πάρε την απόφαση. Σήκωσε το ξίφος της θελήσεως σου και τρέξε και γονάτισε μπροστά στον πνευματικό. Πες όλα τα αμαρτήματα σου... Τότε, ω! τότε, κάποια σταγόνα από το Αίμα του Εσταυρωμένου θα πέσει πάνω στο δεμένο κόμπο των αμαρτημάτων σου, και θα λυθεί αμέσως, θα διαλυθεί, θα εξαφανισθεί. Θ’ ακούσεις και συ: «Απολέλυσαι της ασθενείας σου».

 
ΤΑ ΔΕΣΜΑ

Ο Χριστός καί η συγκύπτουσα. Ομιλία στην Κυριακή Ι΄Λουκά. π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος

Απομαγνητοφωνημένα (και ηχητικά) κηρύγματα του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου

Ι. ΛΟΥΚΑ, 2007

Θέλω τώρα να έρθομε στο φτωχό μας το κήρυγμα εδώ, που είθε να το κάνει πλούσιο ο Θεός στις καρδιές σας.
Δεν μιλούμε εμείς οι άνθρωποι, ομιλεί ο Κύριος, και αυτή τη στιγμή, παρακαλέστε τον Θεόν να μιλήσει ο Θεός, όχι να μιλήσει ο πατήρ Στέφανος.
Ο πατήρ Στέφανος δεν είναι τίποτα, σήμερα είναι, αύριο…
Σήμερα είναι, αύριο δεν είναι.
Ο Θεός όμως είναι και θα είναι εις τους αιώνας των αιώνων.
Διότι Εκείνος σώζει, Εκείνος εσταυρώθη, Εκείνος πρόσφερε τη διδασκαλία Του.
Υπάρχει και το Ευαγγέλιο, υπάρχουν οι αναλύσεις του Ευαγγελίου, ο λόγος Του δηλαδή, πλούσιος, που σώζει, μαζί με το Άγιο Δισκοπότηρο που είναι στην Αγία Τράπεζα, προσφέροντας Σώμα και Αίμα Ιησού Χριστού.

Μπήκε στη Συναγωγή ο Κύριος, και βλέπει μεταξύ εκείνων οι οποίοι πήγαν να παρακολουθήσουν τον λόγον του Θεού, διότι τότε, διάβαζαν εκείνη την εποχή ένα απόσπασμα από τις προφητείες, και κατόπιν ένας ραβίνος εκεί, ή Φαρισαίος, ή Αρχιερεύς, οποιοσδήποτε και αν ήταν, αναλάμβανε το λόγο και εδίδασκε εις την Συναγωγή.
Βρήκε λοιπόν εκεί μια γυναίκα συγκύπτουσα, η οποία ήτο δηλαδή όχι απλώς είχε μια καμπούρα, αλλά ήταν διπλωμένη σε σχήμα Γάμα, έτσι ακριβώς.
Δεν ξέρω αν έχετε δει καμιά γριούλα ή κανένα γεροντάκο με το μπαστούνι, να βαδίζει σ’ αυτή τη θέση, είναι πράγματι τραγική για κείνον που τη ζει.


Υπάρχει μια λεπτομέρεια εδώ, ότι τη γυναίκα αυτή τη θεράπευσε ο Κύριος, χωρίς να Του ζητήσει εκείνη τη θεραπεία της.
Δεν Του ζήτησε!
Δεν του είπε Κύριε κάνε με καλά!
Διότι υποφέρω εδώ και δεκαοκτώ χρόνια!
Όχι, «απολέλυσε της ασθενείας σου».
Την έπιασε με τα Θεϊκά Του χέρια, και τη σήκωσε και την έκαμε καλά.
Βέβαια ο Κύριος ο Πανάγαθος όπως είναι, προλαβαίνει και αυτές τις απλές επιθυμίες μας.
Όταν είναι άρρωστο το παιδί μας, ο άντρας μας, η γυναίκα μας, ο πατέρας μας, ο αδελφός μας, κάποιος συγγενής, κάποιος καρδιακός φίλος, και να θέλουμε οπωσδήποτε να γίνει καλά, προλαβαίνει αυτήν την επιθυμία μας, αν αυτή είναι είτε για το δικό μας συμφέρον, ημών που κάνουμε τη θερμή παράκληση και την ικεσία, ή αν θα είναι προς το συμφέρον του ασθενούντος.
Αυτό δεν το γνωρίζουμε.
Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο και περιμένουμε.
Ο Θεός δεν απαντάει πάντοτε.
Μερικές φορές δεν απαντάει σχεδόν καθόλου.
Όχι ότι δεν ακούει, αλλά αυτό επιβάλλει το συμφέρον της ψυχής μας.
Η σιωπή!
Και η δική μας συνεχής επίκλησις.
Η δική μας συνεχής προσευχή.
Η δική μας συνεχής ΥΠΟΜΟΝΗ.
Υπομονή στον πειρασμό.
Υπομονή στη θλίψη, στον πόνο, στην αρρώστια.
Υπομονή, μέχρι το τέλος.
Για να δούμε πιο είναι το σωτήριο σχέδιο του Αγίου Θεού.
Υπομονή.
Καρτερία, μακροθυμία, δοξολογία, Δόξα σοι ο Θεός.
Σε ευχαριστώ Θεέ μου.
Έτσι θα πρέπει να στεκόμαστε απέναντι στις ασθένειες.
Δυστυχώς, είμαστε τόσο αδύνατοι που τις περισσότερες φορές, όταν μας έρχονται έτσι αναποδιές, ιδίως μια βαριά αρρώστια, η οποία μας καθηλώνει στο κρεβάτι, τις περισσότερες φορές γογγύζουμε.
Αυτό είναι αλήθεια.
Αλλά πρέπει να γνωρίζουμε όμως, ότι ο,τιδήποτε έρθει στη ζωή μας, ας μην ξεχνάμε αυτό το οποίον μια φορά την εβδομάδα, δεν ενθυμούμαι πιο απόγευμα, ψάλλομε «το έλεός Σου Κύριε, καταδιώξει με πάσας τας ημέρας της ζωής μου».
Αυτό βέβαια είναι από τον Ψαλμωδόν, το Δαυίδ.
Το έλεός Σου Κύριε καταδιώξει με, με καταδιώκει, το έλεός Σου.
Στην ασθένεια και κει, τρέχει από πίσω να με σώσει.
Είμαι καλά; Τρέχει και κει.
Σε όποια φάση της ζωής μας, απ’ την ώρα που θα γεννηθούμε, μέχρι την ώρα που θα φύγομε απ’ αυτόν τον κόσμο, το έλεος του Θεού μας κυνηγάει από πίσω για να μας σώσει.
Αυτό το έλεος λοιπόν θα ζητούμε και μείς με την προσευχή, λέγοντας «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», εφαρμόζοντας όχι μόνο το «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι», και «τη προσευχή προσκαρτερείτε», όπως μας συμβουλεύει ο λόγος του Θεού, αλλά να εφαρμόσουμε και το άλλο που λέγει ο Θεός, «Ζητείτε πρώτα την βασιλείαν του Θεού», ζητάτε πρώτα "Θεέ μου σώσε με", "Θεέ μου βάλε με στη Βασιλεία Σου, και αυτό το σαρκίο που φέρω, κάντο ότι θέλεις.
Μόνο δως μου την βεβαιότητα μέσα στην ψυχή μου ότι είμαι παιδί Σου.
Ότι δεν θα μ’ αφήσεις να χαθώ.
Εσύ το είπες!
Σε όσους ελπίζουν σε μένα, εγώ δεν θα τους ντροπιάσω. "
Το είπε !
Το βεβαίωσε ο Θεός, επομένως λοιπόν το ζητούμε και μείς από τον Πανάγιο Θεό.
Το ζητούμε, το παρακαλούμε!
Τώρα μεγάλο εμπόδιο σε αυτά τα θέματα τα μεγάλα, μπαίνει αυτός ο καταραμένος ο εγωισμός μας.

Και κάτι άλλο που μας κάνει εντύπωση είναι ότι η ασθένεια αυτή, η κύρτωσις αυτής της γυναικός, κράτησε περίπου δεκαοχτώ χρόνια.
Και τι λέει; «Την έδεισεν ο Σατανάς!»
Δηλαδή αυτήν την αρρώστια, την κατήντησε έτσι η ενέργεια του Διαβόλου.
Ποιος ξέρει όμως κάτω από ποιες τραγικές συνθήκες, έγινε αυτή η δαιμονική κατοχή.
Χωρίς να ταραχτεί η ψυχή της, διότι αυτή εξακολουθούσε να πηγαίνει στη Συναγωγή, και να έχει σχέση με τη λατρεία του Αγίου Θεού.
Άρα ο Διάβολος δεν πείραξε την ψυχή της, πείραξε μόνο το σώμα της, το οποίον το έδεσεν σε αυτήν την στάση.
Να που όμως, που χωρίς αυτή να παρακαλέσει ούτε τον Κύριον ούτε κάποιον άλλον, έρχεται ο Κύριος, βλέπει την κατάσταση, και ημέρα του Σαββάτου τη λύνει από την ασθένεια και από τα δεσμά του Διαβόλου.
Ταπείνωσε και ξευτέλισε ο Θεός τον Διάβολο.
Αλλά, και μείς ως χριστιανοί, και συ, και συ, και συ, και συ, μπορούμε με τη Χάρη του Θεού να ταπεινώνουμε και να εξευτελίζομε τον Διάβολο.
Πότε όμως;
Κατά πρώτον λόγον όταν ο καθένας από μας, πολεμά τα πάθη του, πολεμά τις αδυναμίες του, πολεμάει τα κουσούρια του, και τα χίλια δυό άλλα που έχει και που τον κατατρέχουν, που θέλει κάθε μέρα να διορθωθεί και δεν διορθώνεται.
Που δεν θέλει υποδείξεις από κανένα.
Που νομίζει ότι τα ξέρει όλα.
Αυτός ο ξερόλας! Τίποτα δεν ξέρει.
Λοιπόν, ΜΟΝΟΝ με την ταπείνωση ταπεινώνει τον Διάβολο.
Όταν τηρεί τις εντολές, όταν καλλιεργεί τις αρετές εν Πνεύματι Αγίω.
Όταν καλλιεργεί καθημερινά το Πνεύμα της μετανοίας.
Όταν συναισθάνεται ότι είναι αμαρτωλός.
Όταν ζητάει το έλεός Του και Του λέει, «Θεέ μου συγχώρεσέ με, αμαρτωλός είμαι!»
Το λες το βράδυ στο σπίτι σου, εσύ, εσύ, εσύ, εγώ…
Το λέμε; "Θεέ μου είμαι αμαρτωλός, ελέησέ με!
Πότε θα έρθει και σε μένα αυτό το έλεός σου;
Να με σώσει! "
Επομένως λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε ότι, ενώ χρειάζεται να καλλιεργείται το πνεύμα της μετανοίας, και της ταπεινοφροσύνης, δεν τα έχουμε.
Δυστυχώς τις περισσότερες φορές, δεν λέω πάντοτε.
Καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην, ο Θεός ουκ εξουδενώσει.
«Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται, και ταπεινοίς δε δίδωσι την Χάριν».
Στους ταπεινούς δίνει ο Θεός την Χάριν.
Δεν την δίνει σ’ αυτούς που έχουνε πολύ εγωισμό.
Πολλοί από τους χριστιανούς, και ειδικότερα βέβαια από αυτούς οι οποίοι δεν πολυέχουν σχέσεις
με την εκκλησία και με τα μυστήρια, ούτε καν με τον εκκλησιασμό, -εδώ και την ημέρα των Χριστουγέννων ακόμα κοιμούνται, την ώρα που χτυπάνε οι καμπάνες διότι αυτοί θα πέσουν ύστερα απ’ το ρεβεγιόν να κοιμηθούν, και έτσι λοιπόν, τι Χριστούγεννα θα κάνουν αυτοί οι άνθρωποι, ε, αυτοί οι περισσότεροι νομίζουν ότι δεν έχουν και εγωισμό.
Βέβαια είναι πολύ τολμηρό, να μπορεί κανένας να μιλά για την ταπείνωση, γιατί η ταπείνωσις είναι η πιο τελεία αρετή, η πιο τέλεια, η πιο τέλεια.
Είναι αρετή θεότητος, είναι στολή θεότητος.
Γιατί αυτήν φόρεσε ο Λόγος του Θεού, όταν έγινε άνθρωπος στο πρόσωπον του Ιησού Χριστού.
Εταπείνωσεν εαυτόν, «γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού.
Γενόμενος εκ γυναικός, γενόμενος υπό Νόμον, ίνα τους υπό νόμων καταργήσει».
Άδειασε λοιπόν τους ουρανούς, σκέπασε τη Θεϊκή Του Δόξα, και τη Θεϊκή Του μεγαλοπρέπεια, και φόρεσε αυτή τη στολή που λέγεται ταπείνωσις.
Εγώ δεν είμαι τίποτα.
Σήμερα είμαι αύριο δεν είμαι.
Πρέπει αυτό να το συνειδητοποιήσομε, οπωσδήποτε και όσο το δυνατόν γρηγορότερα.
Πριν έρθει αιφνίδιος ο θάνατος εν νυκτί.
Εν νυκτί.

Τώρα, πρώτα, παλαιότερα, τα παραδείγματα που έφερνε ο Κύριος για τους κλέφτες, όλα τάλεγε την νύκτα.
Τώρα μας κλέβουν και την ημέρα.
Και όχι μόνο μέρα μεσημέρι, και στ’ ανσανσέρ και στα σπίτια, και τζάμια σπάζουν και πόρτες ανοίγουν, και κτυπάν τους ανθρώπους, τα γεροντάκια και τις γριούλες που είναι ανήμπορες, άλλους τους τραυματίζουν βαριά, άλλους τους σκοτώνουν και τα λοιπά.
Δεν μπορούμε να ξέρομε επομένως, πότε θα έλθει η κακιά στιγμή, και αν περπατάς στο δρόμο, και σ’ αρπάξει και την τσάντα και σε σύρει στο πεζοδρόμιο, και σου σπάσει πόδια και χέρια και κεφάλι και μείνεις ανάπηρη για πολλά χρόνια.
Λοιπόν, δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε, γι’ αυτό ακριβώς το λόγο και θα παρακαλάμε τον Θεόν, να μας φυλάγει απ’ την κακιά ώρα.
Για να μας φυλάξει ο Θεός απ’ την κακιά ώρα, πρέπει να καλλιεργούμε το πνεύμα της ταπεινώσεως.
Με φόβον Θεού, αλλά και με αγάπη.
Από αγάπη να θέλουμε να μιμηθούμε Κύριον τον Θεόν μας.
Αν αγαπήσουμε Κύριον τον Θεόν, εξ όλης ψυχής, καρδίας, ισχύος και διανοίας, τότε πετυχαίνομε και την ταπείνωση.Όταν αγαπάμε τον Θεόν, με όλη μας την καρδιά, με όλη μας την ψυχή, με όλη τη δύναμη της θελήσεώς μας, με όλη τη διάνοιά μας, με όλο το μυαλό μας, με όλες τις σκέψεις μας, και όλα τα τοποθετούμε στην αγκαλιά του Θεού, τότε έρχεται και η ταπείνωσις.
Τότε μας αγαπά ο Θεός, και μας αγαπά πολύ.
Τότε στέλνει προστάτην τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, και μας περιβάλλει και μας φρουρεί.

Και αν Εκείνος επιτρέψει, να μας έλθει ένα βάσανο και μια θλίψις, ο άγγελος φύλακας της ψυχής μας, ή ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, ΔΕΝ μας εγκαταλείπει.
Και μείς με την δοξολογία, που αποδίδομε στον Θεόν, διότι έτσι αισθανόμαστε ότι μας προσθέτει δόξα στη δόξα, και μας αυξάνει και μας προσφέρει παράσημα τα οποία δεν τα αξίζομε για την Βασιλεία των Ουρανών, έτι περισσότερο εμείς Τον δοξολογούμε και Τον ευχαριστούμε.
Πιθανόν να μην έχετε δει αρρώστους να δοξάζουν, και να ευγνωμονούν τον Θεόν κατά τέτοιον τρόπον όπως εγώ σας τον περιγράφω.
Τα φτωχά μας τα μάτια όμως, στα σαράντα οκτώ χρόνια της ιερωσύνης, είδανε πολλές ψυχές να δοξολογούν και να ευχαριστούν τον Θεόν, διότι υποφέρουν κάτω από τρομακτικές, και βασανιστικές ασθένειες και αρρώστιες, - ας πούμε, ο πιο φρικτός λένε ότι είναι ο καρκίνος στο πάγκρεας - εγώ βέβαια δεν το γνωρίζω, λοιπόν, και εκεί να βλέπει κανένας δοξολογία.
Αυτό είναι ταπείνωσις, έτσι έρχεται η ταπείνωσις.
Ή θα τη μάθομε από τα παιδιά που να μας κατεβάσουν κάτω τη μύτη, γιατί επενδύσαμε σε αυτά, δήθεν ότι κάτι θα γίνει, επενδύσαμε στον άντρα μας ή στην γυναίκα μας, και τα διαλύσαμε όλα, εγκαταλείπει η μάνα τον άνδρα της με τρία παιδιά και είναι και έγκυος επτά μηνών!
Γίνονται τόσα πολλά, έχουμε λοιπόν, πόσες χιλιάδες εκτρώσεις κάθε μέρα στην Ελλάδα;
Χίλιες! Χίλιες εκτρώσεις σήμερα, Ελληνίδες, μητέρες ή άγαμες κοπελίτσες, θα φονεύσουν σήμερα χίλια αγγελούδια!

Ε, πώς δεν θα μας τιμωρήσει ο Θεός, και ύστερα λέμε πώς θα έρθει η ταπείνωσις, και πως θα έρθουν οι αρετές, και πως θα έρθουν οι καλύτερες ημέρες, αμ ΔΕΝ θάρθουν καλύτερες ημέρες!
Σας το υπογράφω, εγώ δεν είμαι τίποτα, εγώ είμαι ο τελευταίος αμαρτωλός παπάς πάνω στην Ελλάδα.
Ο τελευταίος, ντίπ για τελευταίος! «Σκωλήκων βρώμα και δυσωδία».
Παρά ταύτα σας υπογράφω, εγώ θα πεθάνω, οι περισσότεροι από τους νεωτέρους θα ζουν και θα με θυμηθούν, θάρθουν οι μέρες χειρότερες, φοβερά χειρότερες, φοβερά χειρότερες, δύο μαζί θα περπατάτε για να φυλάξετε το παιδί σας, δύο μαζί, όχι ένας, δύο, δύο δύο.
Και ΑΝ θα μπορείτε να το φυλάξετε.
Μήπως κανένας τρελός μαθητής μέσ’ το σχολείο, βγάλει κανένα αυτόματο απ’ την τσέπη του και αρχίζει και θερίζει συμμαθητάς και δασκάλους.
Δύο! Και για να πηγαίνετε κατόπιν τα παιδιά σας, και εγγόνια σας και τα εγγόνια μου, για να πάν να βρουν ένα χριστιανό, θα φεύγουν από δω, για να πάν να το βρουν τον ΑΛΗΘΙΝΟ χριστιανό, όχι τον ψεύτικο…
Τον αληθινό χριστιανό.
Θα πηγαίνουν από δω στη Θεσσαλονίκη, στη Καβάλα και στη Δράμα, και στη Κρήτη και δεν ξέρω που αλλού, θα διανύομε ολόκληρες αποστάσεις, για να βρούνε ένα χριστιανό αληθινό να ανταλλάξουν, μια κουβέντα πνευματική, να βοηθήσει ο ένας τον άλλον, να κάνουν κοινή προσευχή, για να κατέβη κάτω ο ουρανός να σκύψει να τους δει.
Και να δώσει βοήθεια και συμπαράσταση.
Και παρηγοριά, και ευλογία, και έλεος και Χάρη.
Είθε να μην τα δούμε, αλλά οπωσδήποτε θα τα δούμε.
Γι αυτό λοιπόν για να είναι ολιγότερον, βαρύτερα τα γεγονότα που έρχονται, να καλλιεργήσομε το πνεύμα της ταπεινώσεως, να πολεμούμε τα πάθη, να τα βγάζουμε από μέσα μας, να έχουμε συχνή και πυκνή επικοινωνία με την εκκλησία, τη Θεία Λατρεία, τα Άγια Μυστήρια και ότι άλλο μας προσφέρεται, την προσευχή, το καντηλάκι, το θυμίαμα, το κομποσχοινάκι, το βιβλίο, την Αγία Γραφή, το Ευαγγέλιο και τα λοιπά, και ό,τι καλό μπορούμε, νάχουμε να το καλλιεργούμε.
Να λέμε στα παιδιά μας την αλήθεια.
Και μόνον την αλήθεια.

Πού είναι ο σεβασμός, ο παλιός, των παλιών παιδιών προς τους γονείς;
Χάθηκε και αυτός!
Και θυμούμαι έναν νεαρό Κορίνθιο, μα ειδωλολάτρης ήτανε, κάναν αγώνες εθνικούς, πώς τους λέγανε τότε, ας τους πούμε Πανελληνίους στην Κόρινθο, και ήρθε πρώτος σε ένα άθλημα, Κορίνθιος νεαρός ήτανε, Έκτορας ονομαζόταν, αν δεν απατώμαι, και ήρθε πρώτος, και έτρεξε λοιπόν, με το στεφάνι αυτό που του φόρεσαν της ελιάς, Το κλαδί απ’ την ελιά, και έτρεξε στο σπίτι του, να ανακοινώσει τη νίκη του.
Σε ποιόν να την ανακοινώσει;
Στη μάνα του τη χήρα, γιατί ο πατέρας του είχε σκοτωθεί στον πόλεμο.
Και την βρήκε νεκρή.
Ο Έκτορας, και βγάζει το στεφάνι και στεφανώνει νεκρή τη μητέρα του, και της λέει, «Αυτό άξιζε για σένα! Εσύ με έκανες πρωταθλητή»
Τα λέν τα παιδιά μας αυτά;
«Μανούλα μου, εσύ με έκανες πρώτο μαθητή», και να μας αγκαλιάσουν και να μας φιλήσουν.

Αμήν!  
____________________ 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...