Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 09, 2011

ΠΑΠΙΚΟΣ ΙΕΡΕΑΣ [ΠΡΩΗΝ ΜΕΛΟΣ] ΤΗΣ ΜΥΣΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ ‘OPUS DEI’ ΦΙΛΟΞΕΝΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ «ΖΗΛΩΤΕΣ» ΚΑΤΑΛΗΨΙΕΣ ΤΗΣ ΕΣΦΙΓΜΕΝΟΥ

Loading Image...

ΠΑΠΙΚΟΣ ΙΕΡΕΑΣ [ΠΡΩΗΝ ΜΕΛΟΣ] ΤΗΣ ΜΥΣΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ ‘OPUS DEI’ ΦΙΛΟΞΕΝΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ «ΖΗΛΩΤΕΣ» ΚΑΤΑΛΗΨΙΕΣ ΤΗΣ ΕΣΦΙΓΜΕΝΟΥ
Σύμφωνα με πληροφορίες ο Μπερτορέλλο παρέμεινε φιλοξενούμενος στο Μοναστήρι του Εσφιγμένου 25 ημέρες και μετά την αναχώρησή του έστειλε την πιο κάτω κάρτα με ευχές! (κλικ στη φωτό για μεθέθυνση)
ΠΑΠΙΚΟΣ ΙΕΡΕΑΣ [ΠΡΩΗΝ ΜΕΛΟΣ] ΤΗΣ ΜΥΣΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ
OPUS DEI
ΦΙΛΟΞΕΝΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ «ΖΗΛΩΤΕΣ»
ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΥΣ ΚΑΤΑΛΗΨΙΕΣ ΤΗΣ ΕΣΦΙΓΜΕΝΟΥ
Άντε και εις ανώτερα! Την επόμενη φορά θα μας φέρουν και τον Πάπα;
Αυτά που συμβαίνουν τελικά στον χώρο των ΓΟΧ δεν έχουν προηγούμενο. Τι σχέση έχουν οι «υπερ-ορθόδοξοι» καταληψίες της Εσφιγμένου με τον Παπικό ιερέα της OPUS DEI’; Πόσο καιρό φιλοξενήθηκε ο πράκτορας του Βατικανού στο χώρο της ιεράς Μονής όπου κάποτε λειτουργούσε ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς; Και όχι μόνο φιλοξενήθηκε αλλά κινηματογράφησε παράνομα ντοκυμαντέρ για το Άγιον Όρος στο οποίο αφιέρωσε μεγάλο τμήμα του στον ηγέτη των καταληψιών Μεθόδιο. Οι σούπερ ζηλωτές καταληψίες, οι υπερ-ΓΟΧ που δεν ανέχονται τάχα ούτε καν τη θέα αιρετικού ράσου, έβαλαν μέσα στα Ιερά και Όσια της Ορθοδοξίας την OPUS DEI’;;; Αυτοί που αναβαπτίζουν όσους ‘νεοημερολογίτες’ εισέρχονται στις τάξεις τους επί 25 ημέρες ξεναγούσαν τον παπικό ιερέα για να κινηματογραφήσει ΠΑΡΑΝΟΜΑ τα άγια χώματα του Άθω; Μεταφέρουμε την είδηση από την ιστοσελίδα της Ιεράς Μονής και έχει ως εξής:
Πρότινος η Διοίκηση Αγίου Όρους διεβίβασε επιστολή και συννημένο ψηφιακό δίσκο από την Ελληνική αντιπροσωπεία στην UNESKO και το ΥΠΕΞ προς την Ιερά Κοινότητα με την οποία ζητείται η άποψη της Ιεράς Κοινότητος επί του ψηφιακού δίσκου.
Συγκεκριμένα:
Από πολλών ετών ο Γάλλος υπήκοος Υβόν Μπερτορέλλο, Ρωμαιοκαθολικός Ιερέας της μυστικής υπηρεσίας του Βατικανού και οπαδός της περίφημηςOPUS DEI’, με τον συνεργάτη του Έντυ Νουκουζικιάν τους οποίους συχνά συνοδεύει στο Άγιον Όρος ο Θωμάς Ξενάκης προσπαθούσαν να δημιουργήσουν ένα ντοκυμαντέρ για το Άγιον Όρος. Επανειλημμένως ζήτησαν την άδεια της Ιεράς Κοινότητος (χωρίς να αναφερθεί ποτέ στην ιδιότητά του ως Ρωμαιοκαθολικού Ιερέα) και Αυτή αρνήθηκε κατηγορηματικά.
Τελικά το ντοκυμαντέρ έγινε χωρίς άδεια και προωθήθηκε ως αντιπροσωπευτικό για το Άγιον Όρος, επιθυμούν δε να προβληθή στην UNESKO. Ως εκ τούτου θέλησαν «πλαγίως» να λάβουν την ευλογία της Ιεράς Κοινότητος πράγμα που δεν έγινε τελικά. Πέραν του γεγονότος ότι οι λήψεις είναι χωρίς την άδεια των Ιερών Μονών «κρυφές», παρουσιάζεται ο ηγέτης των καταληψιών της Ιεράς Μονής Εσφιγμένου Μεθόδιος στον οποίο αφιερώνεται ένα μεγάλο τμήμα του ντοκυμαντέρ, εκφράζονται οι γνωστές θέσεις· αναφέρεται σε αποκλεισμό της Μονής κ.λ.π.
Η Ιερά Κοινότης απάντησε με γράμμα.
Σύμφωνα με πληροφορίες ο Μπερτορέλλο παρέμεινε φιλοξενούμενος στο Μοναστήρι του Εσφιγμένου 25 ημέρες και μετά την αναχώρησή του έστειλε την πιο κάτω κάρτα με ευχές!
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
AΡΘΡΟ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ
[Le triple meurtre de la Garde suisse au Vatican] à 12:51:43:00 - 00:05:32:00 Jérôme Fritel Reportage.
Retour sur les trois meurtres qui ont lieu au sein de la garde suisse du Vatican en mai 1998. Selon la version officielle du Saint Siège un jeune garde aurait, sur un coup de folie, tué son commandant et son épouse avant de se suicider. Yvon BERTORELLO, ancien agent des services secrets pontificaux, dévoile une version des faits beaucoup moins rassurante.
Le commentaire sur des images d'illustration et des images d'archives alterne avec des interviews d'archives et avec l'interview d' Yvon BERTORELLO, ex membre du service secret du Vatican.
[Plateau : 4ème partie]
à 12:57:15:00 - 00:02:16:00
Interview du journaliste Jérôme FRITEL qui revient sur l'affaire du triple meurtre, en 1998, au sein de la Garde suisse du Vatican.
Τριπλή δολοφονία της ελβετικής φρουράς στο Βατικανό
Στις 12:51:43:00 - 00:05:32:00 του ανταποκριτή JEROM FRITEL.
Επιστροφή στις τρεις δολοφονίες που πραγματοποιήθηκαν στην ελβετική φρουρά του Βατικάνου τον Μάιο του 1998. Σύμφωνα με την επίσημη έκδοση της Αγίας Έδρας, ένας νέος φρουρός, σε μια έκρηξη τρέλας, είχε σκοτώσει το διοικητή του και τη σύζυγό του πρίν αυτοκτονήσει. Ο Yvon BERTORELLO, παλαιός πράκτορας της ποντιφικής μυστικής υπηρεσίας, αποκαλύπτει μια έκδοση των γεγονότων πολύ λιγότερο καθησυχαστική.
Το σχόλιο στις εικόνες και τις εικόνες των αρχείων εναλλάσσεται με τις καταθέσεις των αρχείων και την κατάθεση του Yvon BERTORELLO, πρώην μέλους της μυστικής υπηρεσίας του Βατικάνου.
Συνέντευξη του δημοσιογράφου Jerome FRITEL που επανεξετάζει την επιχείρηση της τριπλής δολοφονίας, το 1998, μέσα στην ελβετική φρουρά του Βατικάνου.
[Les caves du Vatican]
à 12:59:31:00 - 00:05:09:00
Jérôme Fritel Reportage.
Visite guidée, tournée en caméra cachée, de la banque de Vatican, état le plus secret et le plus policier de la planète. Evocation des mesures de sécurité protégeant le Vatican et présentation de l'institut des oeuvres religieuses, des jardins, de la radio Vatican, de la cour d'honneur du palais et du Palais Saint Charles. Commentaire sur images factuelles et interview d'Yvon BERTORELLO, ex membre des Services secrets du Vatican.
[ τά υπόγεια του Βατικάνου ]
Οργανωμένη περιήγηση, που βγαίνει από κρυμμένη φωτογραφική μηχανή, της τράπεζας του Βατικάνου, του πιό μυστικού και αστυνομευόμενου κράτους του πλανήτη. Η επίκληση των μέτρων ασφάλειας προστατεύει το Βατικανό και την παρουσίαση από το ίδρυμα θρησκευτικών εργασιών, οι κήποι, ο ραδιοσταθμός «Βατικανό», το κύριο προαύλιο του παλατιού και του ιερού Παλατιού. Σχόλιο στις πραγματικές εικόνες και συνέντευξη του Yvon BERTORELLO, πρώην μέλους της μυστικής υπηρεσίας του Βατικάνου.
From Publishers Weekly
On May 4, 1998, Col. Alois Estermann, commander of the Swiss Guards, the Vatican force that protects the pope, was found shot dead in his apartment inside Vatican City, along with his wife. Also shot dead in the room was a young Swiss guardsman, Cedric Tornay. Three hours after the bodies were discovered, the Vatican released a statement naming Tornay as the killer, his motive a "fit of madness." Not so fast, thought Follain, author (Jackal, etc.) and Rome-based correspondent for the Sunday Times of London, who also figured that investigating the story would allow him insight into Vatican ways. This book presents his findings, written as a first-person investigation. This technique generates moderate suspense, as Follain follows up leads, interviews tangential figures in the case (the man who succeeded Estermann as head of the Swiss Guards, assorted clerics, the accused killer's mother et al.), and it allows for vivid firsthand accounts of the Vatican and its officials, as well as of London, Paris and Switzerland, where Follain's digging also took him. As Follain turns up evidence-mostly circumstantial and anecdotal-that the murders were more complicated than the Vatican opined, including apparent ties between Estermann and the conservative group Opus Dei and a possible homosexual affair between Estermann and Tornay, and as his outrage grows, his writing turns more lurid: his portrait of Monsignor Alois Jehle, chaplain to the Swiss Guards, which closes this account, drips with personal distaste. While by no means an objective account, then, the book does provide unusual access to inner Vatican circles and demonstrates that even those busy in pursuit of the divine can be human, perhaps all too human. 16 page b&white photo insert.
Copyright 2003 Reed Business Information, Inc.
Βιβλίο του JOHN FOLLAIN
6 references to yvon bertorello in this book
1. on Page 44:
"told me his name was Yvon Bertorello, that he was a priest, and that it was all his fault. That he should have been there to stop Tornay from doing what he did"
2. on Page 49:
"Neither was there any mention of the mysterious Father Yvon Bertorello and his claim that Tornay was murdered"
3. on Page 140:
"JOHN F O L L A I N car, and as soon as we sat down, Bertorello cocked his head to eavesdrop on the conversation of the two people at the next table. After a while he turned back to me. "Tourists, American"
4. on Page 141:
" ... Did you have a Vatican passport, too, and was it taken away from you?" I asked. Bertorello took a minute sip of the white wine that was as thin"
5. on Page 152:
"rare photograph of Yvon Bertorello, a deacon and Tornay's so-called spiritual contcssor"
6. on Page 297:
"mysterious deacon, Yvon Bertorello, who told Tornay's mother that he had written proof that her son was murdered, be interrogated. Did he play a role in the tragedy"

Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα της Ι.Μ.Εσφιγμένου
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com

Αγάπη και συσσίτιο από τον Αρχιεπίσκοπο- Ιερώνυμος: «Εύχομαι να έρθουν καλύτερες μέρες»

 

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ (Εspresso-φωτο Γουίλι Φέϊθφουλ)
Αιφνιδιαστική επίσκεψη στο χώρο διανομής συσσιτίου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών στο Κέντρο Υποδοχής Αστέγων του Δήμου Αθηναίων πραγματοποίησε σήμερα το μεσημέρι ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Ιερώνυμος, επίσκεψη που ήταν ευχάριστη για όλους τους παρευρισκόμενους, ενώ σε αποκλειστική του δήλωση στην "Espresso", ο αρχιεπίσκοπος ευχήθηκε μεταξύ άλλων "οι Άγιες μέρες που έρχονται να περάσουν όσο το δυνατόν καλύτερα για όλους" .
Λίγο μετά τις 2 το μεσημέρι στην οδό Σοφοκλέους 75 κάνει την εμφάνισή του ο προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας συνοδευόμενος από συνεργάτες του. Εκείνη τη στιγμή φθάνουν στο χώρο δεκάδες ανήμποροι συμπολίτες μας για να πάρουν το συσσίτιο, που καθημερινά μοιράζει η Αρχιεπισκοπή. Πολλοί σπεύδουν να του φιλήσουν το χέρι και να πάρουν την ευχή του. Ο αρχιεπίσκοπος έχει ένα παρηγορητικό λόγο για όλους. Τον πλησιάζει και ένα μικρό παιδί. Ο κ. Ιερώνυμος του χαμογελάει, το χαϊδεύει και κατευθύνεται μαζί του στο χώρο διανομής, όπου μοίρασε φαγητό σε μερικούς συμπολίτες μας και πρώτα απ΄όλους στο μικρό του φίλο.
" Η δυστυχία και ο πόνος βαραίνει αυτούς τους ανθρώπους καθημερινά. Ειδικά τώρα λίγες μέρες πριν από τις Εορτές των Χριστουγέννων το βάρος αυτό γίνεται ακόμα ποιο βαρύ. Για το λόγο αυτό η Εκκλησία έρχεται καθημερινά σε επαφή με τους πολίτες αυτούς για να τους απαλύνει και να ελαφρύνει τον πόνο τους. Εύχομαι αυτές οι Άγιες μέρες να περάσουν όσο το δυνατό καλύτερα για όλους". Ο κ. Ιερώνυμος έμεινε απόλυτα ικανοποιημένος από τον τρόπο που μοιράζεται το συσσίτιο, συνομίλησε για λίγο με τους υπευθύνους λαϊκούς και κληρικούς και αφού ευλόγησε το συσσίτιο αποχώρησε λίγα λεπτά αργότερα.
Από το χώρο διανομής συσσιτίου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών στο Κέντρο Υποδοχής Αστέγων του Δήμου Αθηναίων, πέρασαν και χθες εκατοντάδες συνάνθρωποί μας, που αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης. Τα στοιχεία είναι αποκαρδιωτικά, καθώς ο κατάλογος των ανθρώπων που αδυνατούν να ανταποκριθούν στις βασικές ανάγκες διαρκώς αυξάνεται.
Στην Αθήνα, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που προκύπτουν από έρευνα που έγινε για λογαριασμό της ΜΚΟ «Αποστολή της Εκκλησίας της Ελλάδας», η συμμετοχή στα συσσίτια αυξήθηκε τους τελευταίους μήνες κατά 40%, με τους Ελληνες να είναι συντριπτικά περισσότεροι από τους μετανάστες.Καθημερινά μοιράζονται 10.000 μερίδες φαγητού σε 5.000 ανθρώπους, από τους οποίους 2.414 είναι άνδρες, 2.312 γυναίκες και 274 παιδιά.
Το 60% είναι Ελληνες και ακολουθούν μετανάστες από αφρικανικές χώρες (16,6%), χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης (13,8%) και ασιατικές χώρες (9,6%). Οι μισοί είναι ηλικίας μεγαλύτερης των 50 ετών (2.548 άτομα), ενώ αμέσως μετά είναι τα άτομα ηλικίας από 31 έως 50 ετών (1.574 άτομα). Οι διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες δημιούργησαν και άλλες δράσεις που περιλαμβάνουν αποστολή δεμάτων φαγητού που προορίζονται για ελληνικές οικογένειες που ζουν στα όρια της φτώχειας.(φωτο Γουίλι Φέϊθφουλ )



Ἐπιστολὴ Ἅγ. Τύχωνος περὶ Μνησικακίας

Ἅγιος Τύχων (Ἐπίσκοπος Ζαντόνκ




[Ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς τοῦ Ἅγ. Τύχωνος, ἐπισκόπου Ζαντόνκ]



Ἀξιότιμε καὶ ἀγαπητὲ κ. I. Β.

Ἔμαθα, πὼς εἶχες κάμει μήνυση ἐναντίον τοῦ Φ. Λ.,ἐπειδὴ σὲ πρόσβαλε μὲ ὡρισμένες ὑβριστικὲς λέξεις· καὶ πὼς αὐτὸς ἔχει πιὰ πρὸ πολλοῦ πεθάνει! Ἀκόμα ἔμαθα, πώς σοῦ ἔστειλε κάποιον, καὶ σοῦ ζήτησε νὰ τὸν συγχωρέσης. Μὰ σὺ, ὄχι μόνο δὲν τὸν συγχώρησες, ἀλλὰ καὶ τώρα θέλεις νὰ ἐκδικηθῆς τὸν γυιό του!
* * *
Ἂν αὐτὰ ἀληθεύουν, σὲ παρακαλῶ νὰ μὲ ἀκούσης μὲ ὑπομονή. Καὶ νὰ κάμῃς αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ εἰπῶ:

1. Νὰ θυμᾶσαι, ὅτι ἡ μνησικακία εἶναι ἡ πρώτη νίκη τοῦ διαβόλου ἐπάνω μας. Ὁ διάβολος δὲν χαίρεται γιὰ τίποτε ἄλλο τόσο ,ὅσο γιὰ μιὰ καρδιά, ποὺ τρέφει μέσα της κακία. Γιατί, ἐκεῖνος ποὺ κρατάει κακία, δὲν λαμβάνει συγχώρηση ἀπὸ τὸν Θεὸ· ἐπειδὴ καὶ ὁ ἴδιος δὲν συγχωρεῖ. Αὐτὸ διδάσκει ὁ Χριστός: "Ἐὰν μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν" (Ματθ. 6,15). Καὶ πῶς θὰ προσευχηθῆς στὸν Θεὸ λέγοντας "ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν", ἐὰν ἐσὺ ὁ ἴδιος δὲν συγχωρεῖς;

Ὁ ἀδελφός μας καὶ ἐμεῖς εἴμαστε τὸ ἴδιο. Μᾶς πρόσβαλε μὲ τὰ λόγια του; μᾶς ἐξύβρισε; Καὶ ἐμεῖς τί εἴμαστε; Σκουλίκια. Χῶμα. Στάχτη. Βρῶμα. Πόσες φορὲς τὴν ἡμέρα παροργίζομε τὸν Θεό, τὸν Πλάστη μας, ἐνώπιον τοῦ Ὁποίου οἱ οὐράνιες δυνάμεις μετὰ φόβου καὶ τρόμου παρίστανται; Καὶ τί συγχώρηση ἐλπίζομε νὰ λάβωμε ἀπὸ τὸν Θεό, ὅταν δὲ συγχωροῦμε τοὺς ὁμοίους μας; Ἁμαρτάνομε ὁ ἕνας εἰς βάρος τοῦ ἄλλου· ὀφείλομε καὶ νὰ συγχωροῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον! Διάβασε τὸ 18ο κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου. Αὐτὸ ποὺ γράφει στὸ τέλος τοῦ κεφαλαίου, εἶναι τρομακτικὸ γιὰ ἐκείνους ποὺ δὲν συγχωροῦν τοὺς συνανθρώπους τους!


2. Τὸ ξέρεις, ὅτι θὰ πεθάνεις! Πότε; Τὸ ἀγνοεῖς. Μπορεῖ σήμερα! Μπορεῖ αὔριο! Μὰ τί θὰ γίνῃ, ἂν σὲ βρῆ ὁ θάνατος νὰ εἶσαι γεμάτος κακία; Ὁ Λ. ἔδειξε ταπείνωση. Καὶ ἔτσι διόρθωσε τὸ κακὸ ποὺ εἶχε κάμει, ζητώντας νὰ τὸν συγχωρέσης. Καὶ ἐξώφλησε τὴν ὑποχρέωση, ποὺ εἶχε ἀπέναντί σου. Τί περισσότερο θέλεις; Ἔχεις τὴν ὑποχρέωση νὰ τὸν συγχωρέσης καὶ σύ! Ἐὰν δὲν τὸ κάνῃς, θὰ πεθάνης μὲ τὴν ὑποχρέωση ἀπραγματοποίητη. Καὶ τότε, τί ἔλεος θὰ βρῆς ἀπὸ τὸν Θεό; Καὶ κατὰ ποιὸ λόγο ὁ γυιὸς του εἶναι ἔνοχος ἀπέναντί σου; Ἐὰν τοῦ ζητοῦσες οἰκονομικὰ χρέη, τότε ὁ γυιὸς θὰ ἔπρεπε νὰ πληρώση γιὰ τὸν πατέρα, ἀφοῦ αὐτὸς ἐκληρονόμησε τὴν περιουσία τοῦ πατέρα του. Μὰ τώρα ὁ πατέρας ξεστόμισε μιὰ βρισιά. Τί γυρεύεις ἀπὸ τὸν γυιό του; Ἦταν ὁ γυιὸς συνένοχος μὲ τὸν πατέρα του; ἤ μήπως αὐτὸς ἔμαθε τὸν πατέρα του νὰ βρίζῃ; Ἂν εἶναι δυνατόν!

Σὲ ἱκετεύω. Κόψε την μιὰ γιὰ πάντα τὴν μνησικακία. Συγχώρησε τὴν ἁμαρτία τοῦ ἀδελφοῦ. Φρόντισε νὰ μὴ μείνης χρεωμένος μέχρι θανάτου. Συμφιλιώσου μὲ τὸ γυιό του. Γιὰ τ' ὄνομα τοῦ Θεοῦ.

Πίστεψέ με, ὅτι ὅλα αὐτὰ συμβαίνουν ἐξ αἰτίας τοῦ διαβόλου, ποὺ πειράζει τοὺς ἀνθρώπους, σπρώχνοντάς τους στὴν ἐχθρότητα. Φτύσε το, τὸ πονηρὸ πνεῦμα, πού σοῦ ἐνσπείρει τὸν λογισμὸ τῆς ἐκδίκησης. Καὶ ὑπάκουσε στὸν Χριστό, τὸν Σωτῆρα μας, τὸν Πλάστη τοῦ κόσμου, ποὺ προσευχήθηκε στὸν οὐράνιο Πατέρα ἀκόμα καὶ γιὰ ἐκείνους ποὺ τὸν σταύρωσαν. Ὁ Χριστός μᾶς δίνει τὴν ἐντολή: "Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς• εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμῖν" (Λουκ. 6, 27). Συγχώρεσε τὸν συνάνθρωπό σου, ἂν θέλεις νὰ λάβης συγχώρηση ἀπὸ τὸν Χριστό. Διαφορετικὰ σὲ τί ἄφεση θὰ μπορέσης νὰ ἐλπίζῃς, ἐὰν ἐσὺ ὁ ἴδιος δὲν θέλεις νὰ δείξης ἔστω καὶ λίγη, ἕνα κουκουτσάκι, ἀνεξικακία;

Ἐκεῖνος, ὁ γυιὸς τοῦ πεθαμένου πατέρα, θὰ ἔλθη καὶ θὰ σοῦ ζητήση συγχώρηση! Οἱ φίλοι σου, θὰ χαροῦν γιὰ τὴν συμφιλίωσή σας. Οἱ ὑπηρέτες σου, θὰ σὲ ἀγαπήσουν. Οἱ γείτονές σου, θὰ σὲ μακαρίσουν. Μόνο ὁ Σατανᾶς θὰ σκάση. Γιατί ἡ Χριστιανικὴ ἀγάπη τὸν καίει. Ἂν αὐτὸ τὸ κάμῃς, θὰ εἶναι εὐάρεστο στὸν Χριστό, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, τὸν Θεὸ τῆς εἰρήνης. Καὶ ἐγὼ ὁ ἀνάξιος ποιμένας σου, θὰ σοῦ εἶμαι εὐγνώμων. Καὶ θὰ σὲ θυμᾶμαι. Καὶ θὰ σὲ μνημονεύω γιὰ πάντα. Κᾶμε το. Πρῶτα γιὰ τὸ δικό σου καλὸ• γιὰ νὰ βρῆς ἔλεος ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ ἔπειτα γιὰ τὸ καλό του ἀδελφοῦ σου, ποὺ ἔρχεται σὲ σένα, μὲ ταπείνωση. Καὶ τέλος, γιὰ νὰ μοῦ κάμνῃς τὴν χάρη• γιὰ νὰ ἐκπληρώσης τὴν ἐπιθυμία μου. Καὶ εἴθε ὁ εὔσπλαχνος Θεός, ὁ δοτὴρ τῆς εἰρήνης, νὰ σοῦ μαλακώση τὴν καρδιά.
* * *
Αὐτά σοῦ τὰ γράφω ἀπὸ καθῆκον. Καὶ σοῦ στέλνω μία πανίερη εἰκόνα τοῦ Σωτῆρα καὶ τῶν δυό μας. Ἀπευθύνομαι λοιπὸν καὶ σὲ σένα "στὸ Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ". Ποὺ εἶναι θαυμαστὸ στοὺς ἀγγέλους• προσκυνητὸ στοὺς ἀποστόλους, μάρτυρες, ἱεράρχες καὶ μοναχούς• καὶ γλυκὺ σ' ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς. Διότι σ' Αὐτὸν στηρίζομε τὴν ἐλπίδα μας. Πάψε νὰ κρατᾷς κακία. Καὶ ὅταν τὸ κάμῃς, εἰδοποίησέ με. Θὰ μοῦ κάμῃς καλό.

Αὐτὰ τὰ φτωχά μου λόγια θὰ εἶναι γιὰ μένα μάρτυρας• καὶ γιὰ σένα κατήγορος στὸ φοβερὸ κριτήριο τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἂν κανεὶς σὲ συμβουλέψη ἀλλιῶς, μὴ δίνεις προσοχή. Γιατί τὰ λόγια του θὰ προέρχονται ἀπὸ τὸν Πονηρό. Διάβασε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ θὰ τὸ διαπιστώσης.

Ὁ ταπεινὸς καὶ ἀνάξιος ἐπίσκοπος τοῦ Βορονὲζ Τύχων

Δεκέμβριος 4, 1764.

Βορονέζ.
)

Διδαχὲς τῆς Ὁσίας Συγκλητικῆς

Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας




Παιδιά μου, ὅλοι ξέρομε, πὼς θά σωθοῦμε, ἀλλά χάνομε τήν σωτηρία μας ἀπό τήν πνευματική μας ἀμέλεια. Πρέπει λοιπόν, ἀρχικά, νά τηροῦμε μέ ἀκρίβεια τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου» «καί τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Ματθ. 22, 37-39). Αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ νόμου καί τό πλήρωμα τῆς χάριτος. Λίγα λόγια, ἀλλά μέ πολλή καί μεγάλη δύναμι. Ὅλες οἱ ἀρετές ἐξαρτῶνται ἀπ᾽ αὐτή, γι᾽ αὐτό καί ὁ Ἀπ. Παῦλος ὀνομάζει τήν ἀ γ ά π η τέλος τοῦ νόμου. Αὐτή εἶναι ἑπομένως ἡ σωτηρία μας, ἡ διπλῆ ἀγάπη, ἡ ἀρχή καί τό τέλος κάθε καλοῦ ἔργου τῶν ἀνθρώπων.

Ὑπάρχει λύπη ὠφέλιμη καί λύπη καταστρεπτική. Γνωρίσματα τῆς καλῆς λύπης εἶναι ἡ θλῖψι γιά τά δικά μας ἁμαρτήματα, ἡ λύπη γιά τήν ἄγνοια, πού ἔχουν οἱ ἀδελφοί μας καί ὁ φόβος μήπως χάσουμε τήν ἀγαθή προαίρεσι καί δέν φθάσουμε στόν σκοπό τῆς σωτηρίας. Ἐνῶ τῆς ἄλλης, πού δημιουργεῖ ὁ ἐχθρός, εἶναι ἡ παράλογη καί ὑπερβολική θλῖψι, πού οἱ πατέρες τήν ὀνομάζουν ἀκηδία. Τό πνεῦμα αὐτό τῆς ἀκηδίας καί τῆς λύπης, πρέπει νά τό διώχνουμε μέ τήν προσευχή καί τήν ψαλμωδία.

Ἄς προσέχῃ, λοιπόν, ὅποιος νομίζει πώς στέκεται, γιά νά μή πέσῃ. Γιατί αὐτός πού ἔπεσε, ἔχει μία μόνο φροντίδα, νά σηκωθῆ, ἐκεῖνος ὅμως, πού στέκεται, ἄς προσέχῃ νά μή πέσῃ, γιατί οἱ πτώσεις εἶναι διάφορες. Αὐτοί πού ἔπεσαν ἔχουν στερηθῆ τή θεία χάρι κι ὅταν σηκώθηκαν, ἡ ζημιά τους δέν ἦταν μικρή. Αὐτός πού στέκεται, ἄς μήν ἐξευτελίζη τόν ἄλλον πού ἔπεσε, μήπως πάθῃ κι αὐτός τά ἴδια καί βρεθῆ σέ χειρότερο βάραθρο. Εἶναι πολύ φυσικό, ἡ φωνή πού ἔρχεται ἀπό βαθύ πηγάδι καί καλεῖ σέ βοήθεια, νά μήν ἀκουσθῆ, ὅπως λέει καί ὁ ψαλμωδός: «Μή καταπιέτω με βυθός, μηδέ συσχέτω ἐπ᾽ ἐμέ φρέαρ τό στόμα αὐτοῦ» (Ψαλμ. 68,16). Ὁ πρῶτος πού ἔπεσε, ἔμεινε (μέσα στό πηγάδι), σύ ὅμως πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, μήπως, ὅταν πέσῃς, δέν μπορέσης νά σηκωθῆς καί γίνης τροφή στά θηρία. Ἐκεῖνος, πού πέφτει δέν μπορεῖ νά κλείσῃ τήν πόρτα στόν πονηρό. Ἀλλά σύ μή νυστάξῃς καθόλου καί ψάλλε πάντοτε τό θεῖο ρητό: «Φώτισον τούς ὀφθαλμούς μου, μήποτε ὑπνώσω εἰς θάνατον» (Ψαλμ. 22,4). Τέλος νά ἀγρυπνῆς συνέχεια, γιατί ὁ διάβολος σάν λέοντας ὠρύεται κοντά σου.

Τό πόσο καλή καί σωστική εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη, φαίνεται καί ἀπό τό ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τήν ἐνδύθηκε γιά νά οἰκονομήση τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ μάλιστα εἶπε: «Μάθετε ἀπ᾽ ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ» (Ματθ. 11,29). Πρόσεχε ποιός εἶναι αὐτός, πού μιλεῖ καί γίνε τέλειος μαθητής Του. Ἡ ἀρχή καί τό τέλος στά καλά ἔργα ἄς εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη, ἐννοῶ τό ταπεινό φρόνημα καί ὄχι μόνο τά σχήματα λόγου. Ὅταν ἡ ψυχή σκέπτεται ταπεινά, ταπεινές θά εἶναι καί οἱ ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις. Ἔχεις ἐφαρμόσει ὅλες τίς ἀρετές; Ὁ Κύριος τό ξέρει, ἀλλά ὁ Ἴδιος μᾶς λέει, ν᾽ ἀρχίζουμε πάλι ἀπό τήν ταπείνωση, λέγοντας, «ὅταν πάντα ποήσητε, εἴπατε. Δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν» (Λουκ. 17,10).

Ἡ ταπεινοφροσύνη ἀποκτᾶται μέ ὀνειδισμούς, μέ ὕβρεις καί πόνους, σέ σημεῖο πού νά σέ ποῦν τρελλό καί ἀνόητο, πτωχό, ἀδύνατο καί τιποτένιο, ἀπρόκοπτο σέ καλά ἔργα, ἀνίκανο νά μιλᾶς, ἀνυπόληπτο, ἐξουθενωμένο. Αὐτά εἶναι τά νεῦρα τῆς ταπεινοφροσύνης. Κι ὁ Κύριος τά ἴδια ἄκουσε καί ἔπαθε. Καί Σαμαρείτη τόν εἶπαν καί δαιμονισμένο. Πῆρε τήν μορφή δούλου, μαστιγώθηκε καί γέμισε στό σῶμα Του πληγές.

Πρέπει λοιπόν κι ἐμεῖς νά μιμούμεθα τίς πράξεις τῆς ταπεινοφροσύνης. Εἶναι μερικοί, πού μέ ἐξωτερικά σχήματα ὑποκρίνονται τόν ταπεινό ἀπό φιλοδοξία, ἀλλά φανερώνονται ἀπό τά ἀποτελέσματα. Ὅταν τύχη νά ὑβριστοῦν ἐλαφρά, δέν ὑπομένουν, χύνοντας ἀμέσως τό δηλητήριό τους, σάν τά δηλητηριώδη φίδια.

Ἡ ὀργή λοιπόν εἶναι μικρό ἁμάρτημα. Τό πιό βαρύ ὅμως ἁμάρτημα ἀπ᾽ ὅλα εἶναι ἡ μνησικακία. Γιατί ὁ θυμός διαλύεται σάν τόν καπνό, πού θολώνει γιά λίγο τήν ψυχή, ἡ μνησικακία ὅμως σάν μόνιμη κατάσταση ἐξαγριώνει τήν ψυχή περισσότερο κι ἀπό θηρίο. Καί ὁ σκύλος, ὅταν χτυπήση κάποιο μέ μανία, μέ λίγη τροφή μαλακώνει, ὅπως καί τά ἄλλα θηρία, πού πραΰνονται μέ τήν ἀγάπη. Ἐκεῖνος ὅμως, πού κυριεύεται ἀπό μνησικακία, οὔτε μέ παρακλήσεις ἀλλάζει, οὔτε μέ τροφή μαλακώνει, οὔτε μέ τόν χρόνο, πού μεταβάλλει τά πάντα, μπορεῖ νά θεραπευθῆ. Οἱ μνησίκακοι εἶναι οἱ πιό ἀσεβεῖς καί παράνομοι ἀπ᾽ ὅλους, γιατί δέν ὑπακούουν στά λόγια τοῦ Χριστοῦ πού λέει, «Ὕπαγε πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου καί οὔτω προσάγαγε τό δῶρον» (Ματθ. 5,24) καί «μή ἐπιδυέτω ὁ ἥλιος ἐπί τῷ παροργισμῷ ὑμῶν» (Ἐφεσ. 4,26).

Πρέπει λοιπόν νά προσέχουμε τήν μνησικακία. Ἀπ᾽ αὐτή γεννῶνται πολλά κακά, ὅπως ὁ φθόνος, ἡ λύπη καί ἡ καταλαλιά. Ἡ ζημιά πού κάνουν, ἄν καί φαίνεται μικρή, ὅπως τά λεπτά βέλη τοῦ ἐχθροῦ, εἶναι θανατηφόρα. Πολλές φορές τά τραύματα, πού προξενεῖ ἕνα δίκοπο μαχαίρι, ἤ ἕνα μεγάλο ξίφος, πού εἶναι ἡ πορνεία, ἡ πλεονεξία καί ὁ φθόνος, μποροῦν νά θεραπευθοῦν μέ τό σωτήριο φάρμακο τῆς μετανοίας. Ἡ ὑπερηφάνεια ὅμως, ἡ μνησικακία καί ἡ κατάκρισι, ἐπειδή θεωροῦνται μικρά βέλη, ξεφεύγουν ἀπό τήν προσοχή καί πληγώνουν τήν ψυχή θανατηφόρα, στά πιό σπουδαῖα μέρη. Κι αὐτά τήν φονεύουν, ὄχι τόσο μέ τίς μεγάλες πληγές, πού ἄνοιξαν, ὅσο μέ τήν ἀμέλεια, στήν ὁποία ρίχνουν τούς πληγωμένους. Γιατί, ἐπειδή περιφρόνησαν τήν καταλαλιά καί τά ἄλλα, σάν ἀσήμαντα, σιγά σιγά ἀπό τά ἴδια νικήθηκαν.

Στ᾽ ἀλήθεια ἡ κατάκρισι εἶναι βαρύ καί φοβερό ἁμάρτημα. Κι ὅμως εἶναι τροφή καί ἀνάπαυσι γιά πολλούς ἀνθρώπους. Σύ μή δεχθῆς ποτέ ν᾽ ἀκούσης κάτι σέ βάρος ἄλλου. Μή κάνεις τήν ψυχή σου δοχεῖο ἀπό ξένες κακίες. Κράτησε τήν ψυχή σου ἁπλῆ, γιατί ἄν δεχθῆς τήν ἀκαθαρσία τῶν κακῶν λόγων, μέ τίς σκέψεις θά φέρης ἐμπόδια στήν προσευχητική σου διάθεσι καί θά μισήσης χωρίς αἰτία, ὅσους συναντᾶς. Ἀφοῦ πρῶτα ἡ ἀκοή σου θά ἔχη μολυνθῆ μέ τίς κακολογίες, ὅλους θά τούς κοιτᾶς μέ ἀγένεια, ὅπως παθαίνει ὁ ὀφθαλμός, ὅταν κοιτάξη στό ἔγχρωμο δυνατό φῶς καί δέν μπορεῖ νά δῆ καθαρά τό σχῆμα αὐτῶν, πού βλέπει.

Γι αὐτό πρέπει νά προσέχουμε πολύ τήν γλῶσσα καί τήν ἀκοή μας. Νά μή λέμε τίποτα ἀλλά καί νά μήν ἀκοῦμε, μέ ἐμπάθεια· γιατί ἔχει γραφῆ, «Μή ἀκοήν ματαίαν παραδέξασθαι» (Ἐξ. 23,1) καί «τόν καταλαλοῦντα λάθρα τῷ πλησίον αὐτοῦ, τοῦτον ἐξεδίωκον» (Ψαλμ. 100,5). Καί στό ψαλτήρι, «ὅπως λαλήσῃ τό στόμα μου τά ἔργα τῶν ἀνθρώπων» (Ψαλμ 16,4). Ἐμεῖς συνήθως μιλᾶμε, χωρίς νά ξέρουμε. Πρέπει λοιπόν νά μήν ἔχουμε ἐμπιστοσύνη σέ ὅσα λέγονται, οὔτε νά κατακρίνουμε ὅσους κατακρίνουν, ἀλλά σύμφωνα μέ τήν Γραφή νά ἐφαρμόζουμε τό «Ἐγώ δέ ὡσεί κωφός οὐκ ἤκουον καί ὡσεί ἄλαλος οὐκ ἀνοίγων τό στόμα μου» (Ψαλμ. 37,14).

Σέ καμμιά περίπτωσι δέν κάνει νά χαιρώμαστε στήν δυστυχία κάποιου ἀνθρώπου, ὅσο ἁμαρτωλός κι ἄν εἶναι. Μερικοί μάλιστα, ὅταν βλέπουν κάποιο νά μαστιγώνεται ἤ νά φυλακίζεται ἀπό ἄγνοια, λένε «Ὁ στρώσας κακῶς ταλαιπωρήσει ἐν τῷ δεινῶ», δηλ. ὅποιος δέν στρώσει καλά, θά κοιμηθῆ καί ἄσχημα. Σύ λοιπόν, πού ἔχεις τακτοποιήσει καλά τά θέματά σου, νομίζεις πώς θά ἀναπαυθῆς στήν ζωή σου; Καί τί θά ποῦμε γι᾽ αὐτό, πού λέει ἡ Γραφή, «ἕν συνάντημα τῷ δικαίῳ καί τῷ ἁμαρτωλῷ»; Ἡ ζωή μας πάνω στή γῆ εἶναι ἴδια, ἄσχετα ἄν ἡ πολιτεία μας εἶναι διαφορετική.

Ὅπως δέν κάνει νά μισοῦμε τούς ἐχθρούς μας, τό ἴδιο δέν κάνει νά περιφρονοῦμε καί νά ἐξευτελίζουμε τούς ραθύμους στήν ἀρετή. Μερικοί γιά (νά δικαιολογήσουν) τούς ἑαυτούς τους χρησιμοποιοῦν τό Γραφικό,«Μετά ὁσίου ὅσιος ἔσῃ» καί «μετά στρεβλοῦ συνδιαστρέψεις» (Ψαλμ. 17, 26-27) καί λένε ὅτι πρέπει ν᾽ ἀποφεύγουμε τούς ἁμαρτωλούς γιά νά μή διαστραφοῦμε. Ἀλλά ἐξ ἀγνοίας πράττουν τά ἀντίθετα. Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἐδῶ δέν παραγγέλλει τήν ἀποφυγή, γιά νά μή γίνουμε στρεβλοί, ἀλλά τήν προσπάθεια (πού πρέπει νά δείξουμε) γιά τήν διόρθωσί τους. Τό «συνδιαστρέψεις» θά πῆ νά στρέψης τόν κακό (ἄνθρωπο) στόν ἑαυτό σου, στήν ἀρετή, ἀπό ἀριστερά στά δεξιά.

Εἶναι πολύ ἐπικίνδυνο νά προσπαθῆ νά διδάσκη, ὅποιος δέν μπόρεσε νά ζήση ἔμπρακτα τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Γιατί, ὅπως αὐτός πού ἔχει παλαιό σπίτι καί ἑτοιμόρροπο, ὅταν φιλοξενήση ξένους, κινδυνεύει νά τούς βλάψη μέ τήν πτώση τοῦ οἰκήματος, τό ἴδιο κι αὐτοί, ἐπειδή δέν ἔκτισαν σταθερά τό πνευματικό τους οἰκοδόμημα, θά ὁδηγήσουν στήν καταστροφή ὅσους τούς πλησιάζουν νά ὠφεληθοῦν μαζί μέ τούς ἑαυτούς τους. Γιατί, ἐνῶ μέ τά λόγια τους τούς κάλεσαν στήν σωτηρία, μέ τό κακό τους παράδειγμα τούς σκανδάλισαν πολύ. Τά καλά καί θεωρητικά λόγια μοιάζουν μέ εἰκόνα ζωγραφικῆς, πού ἔχει γίνει ἀπό χρώματα, ἕτοιμα νά διαλυθοῦν σέ λίγο χρόνο ἀπό τούς ἀνέμους καί τίς σταγόνες τῆς βροχῆς. Τήν πρακτική ὅμως διδασκαλία οὕτε ὁλόκληρος αἰώνας δέν θά μπορέση νά διαλύση. Γιατί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, λαξεύοντας τά πιό σκληρά μέρη τῆς ψυχῆς, χαρίζει στούς πιστούς τήν αἰώνια μορφή τοῦ Χριστοῦ.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 08, 2011

“ Ἀγαπισμός καί οἰκουμενικοί διάλογοι”: Εὔστοχοι σχολιασμοί ἀπό τό πάντα ἐπίκαιρο καί διαχρονικό Φώτη Κόντογλου


Κεί­με­νο ἐ­πί­και­ρο καί σή­με­ρα ὅ­σο πο­τέ, γραμ­μέ­νο πρίν ἀ­πό, περίπου, σα­ρά­ντα χρό­νι­α, με­τά τίς συ­να­ντή­σεις τοῦ Οἰ­κου­με­νι­κοῦ Πα­τρι­άρ­χου Ἀ­θη­να­γό­ρα μέ τόν πά­πα Παῦ­λο ΣΤ’ καί τήν ἔ­ναρ­ξη τῶν οἰ­κου­με­νι­στι­κῶν συ­να­ντή­σε­ων.
Πηγή:
Με­γά­λο, πο­λύ µε­γά­λο καί σπου­δαῖ­ο εἶ­ναι ἕ­να ζή­τη­µα πού δέν τοῦ δώ­σα­νε σχε­δόν κα­θό­λου προ­σο­χή οἱ πε­ρισ­σό­τε­ροι ῞Ελ­λη­νες. Κι αὐ­τό εἶ­ναι τό ὅ­τι ἀ­πό και­ρό ἀρ­χί­σα­νε κά­ποι­οι δι­κοί µας κλη­ρι­κοί νά θέ­λουν καί νά ἐ­πι­δι­ώ­κουν νά δέ­σουν στε­νές σχέ­σεις µέ τούς πα­πι­κούς, πού ἐ­πί τό­σους αἰ­ῶ­νες µᾶς ρη­µά­ξα­νε. Γι­α­τί, στ᾿ ἀ­λη­θι­νά, δέν ὑ­πάρ­χει πι­ό µε­γά­λος ἀ­ντί­µα­χος τῆς φυ­λῆς µας, κι ἐ­πί­µο­νος ἀ­ντί­µα­χος, πού, σώ­νει καί κα­λά, θέ­λει νά σβή­σει τῆν ᾿Ορ­θο­δο­ξί­α. Οἱ δε­σπο­τά­δες πού εἶ­πα πώς τούς ἔ­πι­α­σε, ἄ­ξα­φνα κι ἀ­να­πά­ντε­χα, ὁ ἔ­ρω­τας µέ τούς Λα­τί­νους, λέ­νε πώς τό κά­νου­νε ἀ­πό «ἀ­γά­πη». Μά αὐ­τό εἶ­ναι χον­δρο­ει­δε­στά­τη δι­και­ο­λο­γί­α καί κα­λά θά κά­νου­νε νά πα­ρα­τή­σου­νε αὐ­τά τά ρο­σό­λι­α τῆς «ἀ­γά­πης», πού τήν κά­να­νε ρε­ζί­λι. ῾Ο δι­ά­βο­λος, ἅ­µα θε­λή­σει νά κά­νει τό πι­ό πο­νη­ρό παι­γνί­δι του, µι­λᾶ, ὁ ἀ­λι­τή­ρι­ος γι­ά ἀ­γά­πη. ῞Ο,τι εἶ­πε ὁ Χρι­στός, τό λέ­γει κι αὐ­τός κάλ­πι­κα, γι­ά νά ξε­γε­λά­σει. Τώ­ρα, στά κα­λά κα­θού­µε­να, τούς ρα­σο­φό­ρους µας στήν Πό­λη, τούς ἔ­πι­α­σε πα­ρο­ξυ­σµός τῆς ἀ­γά­πης γι­ά τούς ᾿Ι­τα­λι­ά­νους, πού στέ­κου­νται, ὅ­πως πά­ντα, κρύ­οι καί πε­ρή­φα­νοι καί δέν γυ­ρί­ζου­νε νά τούς δοῦ­νε αὐ­τούς τούς «ἐν Χρι­στῷ ἀ­δελ­φούς», πού ὅ­σα τούς κά­να­νε ἀ­πό τόν και­ρό τῶν Σταυ­ρο­φό­ρων ἴ­σα­µε τώ­ρα, δέν τούς τἄ­κα­νε µή­τε Τοῦρ­κος, µή­τε Τά­τα­ρος, µή­τε Μω­µα­χε­τᾶ­νος. ῎Ι­σως κι οἱ δι­κοί µας νά κά­νουν ἀ­πό πα­ρε­ξη­γη­µέ­νη κα­λω­σύ­νη.
῞Ο­πως εἶ­πα, οἱ πε­ρισ­σό­τε­ροι δι­κοί µας δέν δώ­σα­νε καµ­µι­ά ση­µα­σί­α σ᾿ αὐ­τές τίς φι­λο­πα­πι­κές κι­νή­σεις, πού εἶ­ναι θά­να­τος γι­ά τό γέ­νος µας καί πού τίς κι­νή­σα­νε οἱ κα­τα­χθό­νι­ες δυ­νά­µεις πού πο­λε­µᾶ­νε τόν Χρι­στό καί πού µέ τά λε­πτά τούς ἀ­γο­ρά­ζου­νε ὅ­λους, δέν δώ­σα­νε λοι­πόν καµ­µι­ά ση­µα­σί­α, γι­α­τί τά θε­ω­ροῦ­νε τι­πο­τέ­νι­α πρά­γµα­τα, ἄν δέν εἶ­ναι κι οἱ ἴ­δι­οι ἀ­γο­ρα­σµέ­νοι, ἄ­ξι­α µο­να­χά γι­ά κά­ποι­ους στε­νο­κέ­φα­λους πα­λι­οη­µε­ρο­λο­γί­τες καί φα­να­τι­κούς ἀ­πο­πε­τρω­µέ­νους χρι­στι­α­νούς. Τώ­ρα τά µυ­α­λά γι­νή­κα­νε φαρ­δει­ά, καί κα­τα­γί­νο­νται µέ ἄλ­λα, κο­σµοϊ­στο­ρι­κά προ­βλή­µα­τα! «Θά κα­θό­µα­στε νά κυτ­τά­ζου­µε τώ­ρα πα­πά­δες κι ᾿Ορ­θο­δο­ξί­ες»; Μά αὐ­τούς δέν τούς µέ­λει κι ἄν ἐ­ξα­φα­νι­σθεῖ ἀ­πό τόν κό­σµο κά­θε ἑλ­λη­νι­κό πρᾶ­γµα. Καί θά ἐ­ξα­φα­νι­σθεῖ ὄ­χι τό­σο εὔ­κο­λα µέ τόν ἀ­µε­ρι­κα­νι­σµό πού πά­θα­µε, ὅ­σο ἄν γί­νου­µε στή θρη­σκεί­α πα­πι­κοί. Γι­α­τί γι᾿ αὐ­τοῦ πᾶ­µε. Πα­πι­κή ῾Ελ­λά­δα θά πεῖ ἐ­ξα­φά­νι­ση τῆς ῾Ελ­λά­δας. Νά γι­α­τί εἶ­πα πώς εἶ­ναι πο­λύ σπου­δαῖ­ο ζή­τη­µα αὐ­τές οἱ ἐ­ρω­το­τρο­πί­ες πού ἀρ­χί­σα­νε κά­ποι­οι κλη­ρι­κοί δι­κοί µας µέ τούς πα­πι­κούς, κι ἡ αἰ­τί­α εἶ­ναι τό ὅ­τι δέν νοι­ώ­σα­νε τί εἶ­ναι ᾿Ορ­θο­δο­ξί­α ὁ­λό­τε­λα, µ᾿ ὅ­λο πού εἶ­ναι δε­σπο­τά­δες.

Τό κα­κό εἶ­ναι πώς ὁ λα­ός δέν πῆ­ρε, κα­λά-κα­λά, εἴ­δη­ση γι­ά τή συ­νω­µο­σί­α. Ποι­ός νά τόν πλη­ρο­φο­ρή­σει ἀ­φοῦ οἱ γραµ­µα­τι­σµέ­νοι τά θε­ω­ροῦ­νε αὐ­τά τά πρά­γµα­τα ἀ­νά­ξι­α γι­ά τή µο­ντέρ­να σο­φί­α τους, καί τρέ­χουν ση­µαι­ο­φό­ροι σέ κά­θε νε­ω­τε­ρι­σµό;
᾿Α­πό τό­τε πού ἀρ­χί­σα­νε οἱ λυ­κο­φι­λί­ες ἀ­νά­µε­σα στούς δι­κούς µας καί στούς πα­πι­κούς (καί ση­µεί­ω­σε πώς οἱ δι­κοί µας φα­γω­θή­κα­νε πρῶ­τοι νά πι­ά­σου­νε σχέ­ση µέ τούς Λα­τί­νους σάν νά πή­ρα­νε ἀ­πό κά­που δι­α­τα­γή, κι ὁ­λο­έ­να µι­λᾶ­νε γι­ά «τόν δι­ά­λο­γον» µα­ζί τους, δί­χως νά ξέ­ρου­νε κα­λά-κα­λά τί λέ­νε), ἀ­πό τό­τε λοι­πόν, ἀ­κοῦ­µε, κά­θε τό­σο, κά­τι πρά­γµα­τα θε­α­τρι­κά, ἄ­νο­στα, ἀ­νό­η­τα, δί­χως καµ­µι­ά σο­βα­ρό­τη­τα, ὅ­πως εἶ­ναι ἡ λε­γό­µε­νη «Δι­ά­σκε­ψις τῆς Ρό­δου», τά νέ­α πα­ρεκ­κ­λή­σι­α τοῦ Βα­τι­κα­νοῦ, κ.τ.λ. Στή Ρό­δο πή­γα­νε οἱ δι­κοί µας µέ σκο­πό νά που­λή­σουν τήν ᾿Ορ­θο­δο­ξί­α, γι­α­τί γι᾿ αὐ­τούς εἶ­ναι κα­θυ­στε­ρη­µέ­νη µορ­φή τοῦ Χρι­στι­α­νι­σµοῦ, δη­λα­δή ἕ­νας βλά­χι­κος χρι­στι­α­νι­σµός, καί ν᾿ ἀρ­χί­σουν τόν «δι­ά­λο­γον», πού νά τό ν πά­ρει ἡ εὐ­χή αὐ­τόν τόν «δι­ά­λο­γον». Καί τί κά­να­νε; Τί­πο­τα! Λό­γι­α πολ­λά καί χα­µέ­να, πού νά ντρέ­πε­ται κι ὁ τε­λευ­ταῖ­ος ῞Ελ­λη­νας ᾿Ορ­θό­δο­ξος.
Προ­χθές πά­λι µά­θα­µε πώς ὁ Πά­πας ἐ­γκαι­νί­α­σε ἕ­να νέ­ο πα­ρεκ­κ­λή­σι­ο στό Βα­τι­κα­νό καί ἔ­βα­λε γι­ά εἰ­κό­νες (µή χει­ρό­τε­ρα!) τίς φω­το­γρα­φί­ες τοῦ Πά­πα καί τοῦ ᾿Α­θη­να­γό­ρα, «ὁ ὁ­ποῖ­ος ἵ­στα­ται ὄ­πι­σθεν τοῦ Πο­ντί­φη­κος»! Φα­ντα­σθεῖ­τε πα­ρεκ­κ­λή­σι­ο µέ φω­το­γρα­φί­ες (τί ἀ­κα­λαί­σθη­τα πρά­γµα­τα!). ῾Ο Πά­πας λοι­πόν θά προ­σεύ­χε­ται µπρο­στά στίς δι­κές του φω­το­γρα­φί­ες! Δη­λα­δή τρελ­λά­θη­καν οἱ ἄν­θρω­ποι! Αὐ­τά δέν τά κά­να­νε µή­τε οἱ ἀ­ρα­πά­δες τῆς ᾿Α­φρι­κῆς. Συλ­λο­γί­ζο­µαι πό­ση σο­βα­ρό­τη­τα ἔ­χουν οἱ Μου­σουλ­µᾶ­νοι στή θρη­σκεί­α τους, καί ποῦ κα­τα­ντή­σα­νε τή θρη­σκεί­α τοῦ Χρι­στοῦ αὐ­τοί οἱ ἀ­θε­ό­φο­βοι ᾿Ι­τα­λι­ά­νοι, πού προ­σκυ­νᾶ­νε ἀ­γάλ­µα­τα τῆς Πα­να­γι­ᾶς µέ κοκ­κι­νά­δι­α, µέ σκου­λα­ρί­κι­α καί µέ δα­χτυ­λί­δι­α. Κι ἐ­µεῖς οἱ ᾿Ορ­θό­δο­ξοι, πού φυ­λά­ξα­µε τό βα­θύ µυ­στή­ρι­ο τῆς εὐ­σέ­βει­ας, τώ­ρα, στά κα­λά κα­θού­µε­να, πᾶ­µε νά γί­νου­µε ἕ­να µ᾿ αὐ­τούς πού γε­λοι­ο­ποι­ή­σα­νε τόν Χρι­στό ὅ­σο κα­νέ­νας ἄ­θε­ος.

᾿Αλ­λά, ἀ­πό ποῦ νά πι­ά­σει κα­νέ­νας καί ποῦ νά τε­λει­ώ­σει; ῞Ο­σοι ἤ­τα­νε ἕ­ως τώ­ρα ἀ­δι­ά­φο­ροι γι­ά τή θρη­σκεί­α καί γι­ά τήν ᾿Εκ­κ­λη­σί­α, καί πού πολ­λοί ἀπ᾿ αὐ­τούς τίς πε­ρι­παί­ζα­νε µά­λι­στα, ὅ­λοι αὐ­τοί γι­νή­κα­νε ἔ­ξα­φνα πα­πό­φι­λοι, καί µα­σᾶ­νε σάν µα­στί­χι τήν ψεύ­τι­κη λέ­ξη «ἀ­γά­πη». Με­γα­λύ­τε­ρο ρε­ζι­λί­κι δέν ἔ­γι­νε. ᾿Ε­µεῖς οἱ ἄλ­λοι πού εἴ­µα­στε κολ­λη­µέ­νοι ἀ­πό νε­ό­τη­τος στήν ᾿Εκ­κ­λη­σί­α µας, εἴ­µα­στε στε­νο­κέ­φα­λοι, µο­χθη­ροί, γυ­µνοί ἀ­πό ἀ­γά­πη κι ἀ­πό ἀ­λη­θι­νή εὐ­σέ­βει­α. ῾Η µό­δα εἶ­ναι τώ­ρα νά φαί­νε­σαι ἄν­θρω­πος τῆς ἐ­πο­χῆς µας, πού ἔ­νοι­ω­σε τά «αἰ­τή­µα­τά» της. [...]
Πί­στη ἀ­σά­λευ­τη στήν ᾿Ορ­θο­δο­ξί­α, πού ἐ­µεῖς οἱ προ­κοµ­µέ­νοι τήν πή­ρα­µε κλη­ρο­νο­µι­ά καί τήν που­λᾶ­µε «ἀ­ντί πι­να­κί­ου φα­κῆς» καί ἀ­σπα­σµοῦ τῆς πα­ντό­φλας τοῦ Πά­πα! Μά σέ τέ­τοι­ο ση­µεῖ­ο ἐκ­φυ­λι­σθή­κα­µε; Αἰ­τί­α εἶ­ναι ἡ ἔµ­φυ­τη µα­ται­ο­δο­ξί­α µας, πού µᾶς κά­νει νά θέ­λου­µε νά φαι­νό­µα­στε ἔ­ξυ­πνοι συγ­χρο­νι­σµέ­νοι, προ­ο­δευ­τι­κοί, κι ὄ­χι κα­θυ­στε­ρη­µέ­νοι. Μέ τή συ­ναί­σθη­ση τῆς κα­τω­τε­ρό­τη­τας πού ἀ­πο­χτή­σα­µε, φο­βό­µα­στε σάν τόν δι­ά­βο­λο µή­πως µᾶς ποῦ­νε «πα­λι­ά µυ­α­λά, πα­λι­οη­µε­ρο­λο­γί­τες, κα­θυ­στε­ρη­µέ­νους». Καί τρέ­χου­µε νά πᾶ­µε πρῶ­τοι σέ κά­θε κί­νη­ση πού περ­νᾶ γι­ά «µο­ντέρ­να», θέ­λεις µί­µη­ση τῆς «ἀ­φη­ρη­µέ­νης ζω­γρα­φι­κῆς», θέ­λεις ἀ­κα­τα­λα­βί­στι­κες «λο­γο­τε­χνί­ες» (κα­η­µέ­νη λο­γο­τε­χνί­α, ποῦ κα­τά­ντη­σες!), θές φι­λο­πα­πι­σµός, θές ἀ­µε­ρι­κα­νι­σµός, στά πά­ντα, στά ντυ­σί­µα­τά µας (πρό πά­ντων τῆς νε­ο­λαί­ας), στόν τρό­πο πού µι­λᾶ­µε καί σκε­πτό­µα­στε, ἀ­κό­µα καί στίς χει­ρο­νο­µί­ες. Δη­λα­δή, κα­τα­ντή­σα­µε µαϊ­µοῦ­δες τοῦ ἀν­θρω­πί­νου γέ­νους «ἐν ὀ­νό­µα­τι τῆς προ­ό­δου καί τῆς θαυ­µά­σι­ας ἐ­πο­χῆς µας».
(Φώ­τη Κό­ντο­γλου «Μυ­στι­κά ἄν­θη», ἐκ­δ. «Ἀ­- στήρ», σελ. 51-53)

Τι κάνει η αγάπη και η πρόνοια του Θεού.

Γέρων Πορφύριος
Τα χρόνια μετά τον πόλεμο ήταν πολύ δύσκολα και οι άνθρωποι αγωνιούσαν, για να ζήσουν. Εγώ, όπως σας είπα, την εποχή εκείνη ήμουν στην Πολυκλινική. Πολλά περιστατικά θυμάμαι από τα χρόνια εκείνα. Ακούστε ένα από αυτά.
Η Έφη ήταν δεκαεφτά χρονών και έμενε με τους γονείς της και τον αδελφό της στο Μπογιάτι. Είχαν ένα περιβόλι με κηπευτικά και τα πουλούσαν. Ένα βράδυ η μητέρα της Έφης την έστειλε σε ένα μαγαζάκι εκεί κοντά, να αγοράσει πετρέλαιο για την λάμπα. Σημειώστε ότι τότε δεν είχαν ρεύμα. Επιστρέφοντας προς το σπίτι η Έφη συναντάει στο δρόμο ένα αγόρι, συμμαθητή της. Μιλούσαν για τα μαθήματα. Το σημείο όμως που είχαν σταματήσει βρισκόταν έξω από ένα φορτηγό αυτοκίνητο. Την στιγμή εκείνη πέρασε ο αδελφός της Έφης και τους είδε να κουβεντιάζουν. Τους παρεξήγησε, γιατί πίστεψε ότι πονηρά κουβεντιάζουν και το είπε στην μητέρα τους.
- Η Έφη μας ντροπιάζει, είπε, κουβεντιάζει στο δρόμο με ένα αγόρι.
Όταν έφτασε στο σπίτι η Έφη, η μητέρα της την μάλωσε πολύ και την έδειρε. Τότε οι αρχές ήταν πολύ αυστηρές. Η Έφη πικράθηκε πολύ. Επαναστάτησε για την αδικία και την καχυποψία του αδελφού της.
Την άλλη μέρα γύρισε στο σπίτι ο πατέρας, που έλειπε. Εκείνος φέρθηκε διαφορετικά, δηλαδή με κατανόηση και καλό τρόπο.
- Εγώ δεν τα πιστεύω αυτά της λέει. Έλα, πάμε να ποτίσουμε το περιβόλι. Εσύ θα κάθεσαι και όπου βλέπεις πως ποτίζεται μια βραγιά, θα μου λες να γυρίζω το νερό σε άλλη βραγιά.
Έτσι έγινε. Η Έφη, όμως, δεν είχε κοιμηθεί καθόλου την προηγούμενη νύκτα. Η στενοχώρια και η αδικία την πνίγανε. Απελπίσθηκε και αποφάσισε να θέσει τέρμα στην ζωή της. Την ώρα λοιπόν, που ξεκινούσαν με τον πατέρα της για το περιβόλι έκανε ένα σχέδιο. Να πάρει ένα γεωργικό φάρμακο και το βραδάκι, μετά το πότισμα, κρυφά να το πιει και να πεθάνει. Σκεπτόταν: «Να δω τότε, θα με αγαπούν;». Πήρε λοιπόν το φάρμακο το έβαλε στην τσέπη της και περίμενε να βραδιάσει για να το πάρει. Δεν άργησε να έλθει η δύσκολη άρα. Ο πατέρας αμέριμνος της λέει:
- Πήγαινε στην άκρη του περιβολιού να κλείσεις το νερό.
Πήγε γρήγορα. Ήταν αθέατη. Κανείς δεν υπήρχε γύρω της. Ο πατέρας αρκετά μέτρα μακριά κι εκείνη τρέμοντας έβαλε το χέρι στην τσέπη. Εκείνη ακριβώς την στιγμή ακούει βήματα. Δεν πρόλαβε να κουνηθεί κι εμφανίζεται μπροστά της κάποιος άγνωστος ιερέας. Την χαιρετάει και της λέει:
- Έφη μου, ξέρεις πόσο ωραίος είναι ο Παράδεισός! Φώς, χαρά αγαλλίαση. Ο Χριστός είναι όλος φως και σκορπάει τη χαρά και την αγαλλίαση σε όλους. Μας περιμένει στην άλλη ζωή, για να μας χαρίσει τον Παράδεισο. Υπάρχει όμως και η κόλαση, που είναι όλο σκοτάδι, λύπη, στενοχώρια, αγωνία, κατάθλιψη. Αν πάρεις αυτό που έχεις στο χέρι σου θα πας στην κόλαση. Πέταξέ το λοιπόν αμέσως, για να μη χάσουμε την ομορφιά του Παραδείσου.
Η Έφη τα έχασε στην αρχή, αλλά μετά από λίγο λέει στον ιερέα, αφού, χωρίς να το καταλάβει, είχε πετάξει το φάρμακο:
- Περιμένετε να φωνάξω τον πατέρα μου να σας δει.
Τρέχει μέσα στο περιβόλι. Χάθηκε περνώντας τις ψηλές καλαμποκιές, για να βρει τον πατέρα της. Τον βρήκε και του λέει:
- Πατέρα, έλα γρήγορα να δεις έναν ιερέα, που ήλθε στην άκρη του περιβολιού μας!
Όταν, όμως, έφτασαν στο σημείο που έπρεπε να περιμένει ο ιερέας, δεν υπήρχε κανείς εκεί.
Για πολύ καιρό η Έφη δεν μπορούσε να εξηγήσει όλα όσα της συνέβησαν εκείνο το βράδυ. Δεν μπορούσε να εξηγήσει την εξαφάνιση του ιερέα. Επιθυμούσε να τον ξαναβρεί. Της είχε σώσει την ζωή.
Εν τω μεταξύ, κάθε χειμώνα, κατέβαιναν στην Αθήνα όλη η οικογένεια. Η Έφη πήγαινε πολλές φορές στην νονά της, που ήταν πολύ θρήσκα, κι έμενε μεγάλο διάστημα κοντά της. Η νονά της συνήθιζε να δέχεται στο σπίτι της και να φιλοξενεί θεολόγους, ιερείς, μοναχούς. Κάποια φορά, λοιπόν, που η Έφη πήγε στην νονά της, στο σαλόνι είχε μια επίσκεψη. Η Έφη δεν γνώριζε ποιος ήταν. Η νονά σε μια στιγμή έρχεται στην κουζίνα και λέει της Έφης:
- Έφη ετοίμασε το γλυκό και φέρε το στο σαλόνι για τον επισκέπτη.
Η Έφη τα ετοίμασε. Καθυστέρησε όμως, λίγο και την ώρα που τα πήγαινε η νονά της την πρόλαβε. Της λέει λοιπόν:
- Όχι αυτό τον δίσκο, βάλε τον ασημένιο, γιατί η επίσκεψη είναι επίσημη.
Γύρισε η Έφη στην κουζίνα, άλλαξε τον δίσκο και τον πήγε στο σαλόνι. Αλλά τι να δει! Πήγε να της πέσει ο δίσκος από τα χέρια. Βλέπει μπροστά της τον ιερέα που είχε εμφανιστεί εκείνο το δύσκολο γι αυτήν βράδυ στο περιβόλι τους.
- Είμαι ο πατήρ Πορφύριος, της λέω χαμογελώντας.
Έτσι γνωριστήκαμε με την Έφη και από τότε έχουμε μεγάλη φιλία. Έκανε οικογένεια και πολλά παιδιά. Την ευλόγησε ο Θεός. Βλέπετε τι τρόπους μπορεί να μεταχειριστεί ο Θεός, όταν θέλει να σώσει έναν άνθρωπο;
(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ – ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ)

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΑΤΑΝΙΣΜΟΣ

 


 

Ο Σατανισμός είναι η σχέση με τον Σατανά. Είναι όχι απλά η θεωρητική αποδοχή της υπάρξεως του αλλά η εμπιστοσύνη, η υπακοή, η λατρεία του δαίμονος ,με παράλληλη αποστασία από τον αληθινό Θεό. « Ουσιαστικά η μαγεία και ο Σατανισμός είναι μια θρησκεία με θεό τον Εωσφόρο και με βασικό θεολογικό πυρήνα, ότι ο άνθρωπος μπορεί να γίνει θεός με τη δαιμονική ενέργεια.
Βασικά γνωρίσματα του είναι ότι κατορθώνει υπερφυσικά φαινόμενα, επικαλείται την κυριαρχία πάνω σε δυνάμεις, που άλλοτε παρουσιάζει ως κρυμμένο δυναμικό του ανθρώπου άλλοτε ως προσωπικές και άλλοτε ως απρόσωπες. Χρησιμοποιεί μεθόδους την αυθυποβολή, τον διαλογισμό, την υποβολή, την τελετουργία, τη χρήση ψυχοτρόπων ουσιών και τη φαντασία.

ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ



Γ.Μαντζαρίδης, Καθηγητής

Ο άνθρωπος παρουσιάζεται ως ον πεπερασμένο και προορισμένο να πεθάνει Ο θάνατος αποτελεί τη μόνιμη απειλή και την τελευταία φάση της ζωής του. Το νόημα της ζωής συνδέεται αναπόσπαστα με το νόημα του θανάτου. Και η ζωή θεωρείται σωστά όταν συμπεριλαμβάνει και τον θάνατο. Όταν το νόημα της ζωής δεν βγαίνει με την συμπερίληψη του θανάτου, μένει μετέωρο και εξαφανίζεται. Στην περίπτωση αυτή ο θάνατος ως τελευταία φάση της ζωής καταστρέφει ολόκληρο το προηγούμενο νόημα της και την κάνει άσκοπη και ανόητη. Για να δοθεί νόημα στη ζωή, πρέπει να δοθεί νόημα στο θάνατο. Μόνο όταν αναγνωρισθεί και καταξιωθεί ο θάνατος ως τελευταία φάση της ζωής, μπορεί να καταξιωθεί και ολόκληρη η ζωή. Και η καταξίωση αυτή βρίσκεται στο Θεό, που δεν είναι «Θεός νεκρών, αλλά ζώντων»

Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ: «Θα προσβάλουμε στο Συμβούλιο Επικρατείας την ανέγερση του Τζαμιού στην Αθήνα»



Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ τιμώντας τη μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Σεραφείμ Επισκόπου Φαναρίου ετέλεσε τη Θεία Θεία Λειτουργία στο Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος Πειραιώς.
Στο πρόσωπο αλλά και στο φρικτό δια σουβλισμού μαρτύριο του Αγίου Νεομάρτυρος Σεραφείμ, αναφέρθηκε με έμφαση ο εορτάζων Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ, στην ευχαριστιακή του προσλαλιά.
Ο Μητροπολίτης Πειραιώς, υπογράμμισε πως ο Άγιος Σεραφείμ, Επίσκοπος Φαναρίου, παρέδωσε την ψυχή του στο Θεό με το φρικτό μαρτύριο του ανασκολοπισμού, αναφέροντας παράλληλα πως ο ίδιος ο Άγιος, είναι μέντοράς του και πρότυπο ζωής για τον ίδιο...

Εξέφρασε την πλήρη αντίθεσή του στην ανέγερση τεμένους στην Αθήνα και παραλληλίζοντας την εποχή του Αγίου με την σημερινή εποχή τόνισε πως οι άνθρωποι οι οποίοι σούβλισαν τον Άγιο και τον οδήγησαν στο φρικτό μαρτύριο, είναι οι ίδιοι άνθρωποι με αυτούς που μετέτρεψαν τον Ιερό χώρο όπου πραγματοποιήθηκαν η 1η και η 9η Οικουμενικές Σύνοδοι, το Ναό της Αγίας Σοφίας στη Νίκαια, από μουσειακό χώρο, σε Τζαμί συμπληρώνοντας παράλληλα πως είναι οι ίδιοι άνθρωποι οι οποίοι θέλουν να δημιουργήσουν Τζαμί και στην Ορθόδοξη Ελλάδα μας.
Υπογράμμισε μάλιστα το γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν να συμβεί διότι δεν είναι θρησκεία, αλλά είναι ανθρώπινο δημιούργημα.

Τέλος, ανακοίνωσε πως εντός ολίγων ημερών θα ηγηθεί ομάδας η οποία θα προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας, προκειμένου να προσβληθεί και δια της νομικής οδού, η απόφαση της Βουλής των Ελλήνων για ανέγερση τζαμιού στη χώρα μας.

Η ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΩΝ - ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ

Φώτης Κόντογλου - Ἡ Μελαγχολία τῶν Παλαιολόγων


Τὸν καιρὸ ποὺ δούλευα στὸν Μυστρᾶ, τύχαινε πολλὲς φορὲς νὰ βρεθῶ μοναχὸς μέσα στὴν Περίβλεπτο. Τ᾿ ἀπόγεμα ἡ ἐκκλησία σκοτείνιαζε κι ἀγρίευε. Ἀπὸ πάνου ἀπὸ τὴν σκαλωσιὰ ἄκουγα πατήματα. «Κανένα φάντασμα θὰ περπατᾷ», συλλογιζόμουνα, καὶ γύριζα τὸ κεφάλι μου πάντα κατὰ τὸ μέρος ποὺ στεκόντανε ζωγραφισμένοι οἱ στρατιῶτες καὶ οἱ πολεμάρχοι. Στεκόντανε στὴ σειρὰ ἕνα γῦρο, λίγο ψηλότερα ἀπὸ τὸ χῶμα, οἱ περισσότεροι μὲ βγαλμένα μάτια, τρυπημένοι στὸ στῆθος, πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτοὺς κομματιασμένοι ἀπὸ τὶς σπαθιές. Σὲ πολλὰ κεφάλια εἶχε ἀπομείνει γερὸ ἕνα μάτι μοναχά, μὰ κεῖνο τὸ μάτι ἔβλεπε σὰν δέκα ζωντανά.
Μνήσθητί μου, Κύριε! Χρόνια πέρασα μέσα σὲ κείνη τὴν ἐκκλησιά, καὶ μ᾿ ὅλα τοῦτα ἀνατρίχιαζα, σύγκρυο μὲ διαπερνοῦσε. Κεῖνοι οἱ χορταριασμένοι τοῖχοι ἤτανε ζωντανοί, καρδιὲς χτυπούσανε, νεῦρα τανυζόντανε, σπαθιά, σαργίτες, ταρκάσια, σκουτάρια τρίζανε ἀπάνω στὰ κορμιά. «Καὶ ἰδού, σεισμὸς καὶ προσήγαγε τὰ ὀστᾶ, ἑκάτερον πρὸς τὴν ἁρμονίαν αὐτοῦ. Καὶ εἶδον· καὶ ἰδοὺ ἐπ᾿ αὐτὰ νεῦρα καὶ σάρκες ἐφύοντο, καὶ ἀνέβαινεν ἐπ᾿ αὐτὰ δέρμα ἐπάνω. Καὶ εἰσῆλθεν εἰς αὐτὰ τὸ πνεῦμα καὶ ἔζησαν καὶ ἔστησαν ἐπὶ τῶν ποδῶν αὐτῶν, συναγωγὴ πολλὴ σφόδρα».
Ἐτοῦτοι εἶναι οἱ τελευταῖοι στρατιῶτες τοῦ Παλαιολόγου, τότε ποὺ ἤρτανε καὶ πιάσανε γιὰ μετερίζι τῆς ἀπελιπισίας τὸ φημισμένο βουνὸ τοῦ Ταϋγέτου, σιμὰ στὴν ἀρχαία Σπάρτη. Ἀνεμοδαρμένο ἀπάνου στὸν βράχο, μαραζωμένο, τὰ μάτια τους μελανιασμένα καὶ λαμπερὰ ἀπὸ τὴν θέρμη, ἀπὸ τὴν ἀγρύπνια καὶ τὴν ἀγωνία. Ἀνατολῖτες, στρατολογημένοι ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Σηλύβριας, τῆς Μαύρης Θάλασσας, τὴν Ἀγχίαλο, τὴν Καβάρνα, κι ἄλλοι ντόπιοι ἀπ᾿ τὸν Δρόγγο τῶν Σκορτῶν, τὸ Σάλαβρο, τὸ Βοίτουλο, τὴ Μάνη, τὴ Γρεμπενή, τὸν Ἀϊτὸ κ.ἀ., αἵματα παλιά. Δὲν εἶναι στρατιῶτες βαριοί, μὲ κορμιὰ δυνατά. Τὰ χέρια τους καὶ τὰ ποδάρια τους εἶναι κοκκαλιασμένα, τὰ κορμιὰ λιγνά, περπατᾶνε ἐλαφρὰ σὰν φαντάσματα, πολεμιστὲς ἑνὸς βασιλείου ποὺ δὲν εἶναι τούτου τοῦ κόσμου. «Θεία παρεμβολή, θεηγόροι ὁπλῖται παρατάξεως Κυρίου». Σὰν τὸν ἀφέντη τους τὸν Κωνσταντῖνο, ξέρουνε τὸ κακὸ τὸ ριζικό τους.
...............................................................................
Κι οἱ ἄλλοι οἱ σύντροφοί τους εἶναι παραπονεμένοι, μὰ τοῦτος εἶναι πολὺ θλιμμένος, φαρμάκι στάζει ἀπὸ τὸ στόμα του. Στέκεται σὰν πουλὶ ἀναφτερουγιασμένο. Στό ῾να χέρι του βαστᾷ ἀλαφρὰ τὸ δοξάρι καὶ τ᾿ ἄλλο τ᾿ ἀκουμπᾷ ἀπάνω στὸ σπαθί. Ἀπὸ τὸ λαιμό του εἶναι κρεμασμένη ἡ περικεφαλαία πίσ᾿ ἀπὸ τὴν ὡραία κεφαλή του, στὸν ἕναν ὦμο του ἔχει ριγμένο τὸ ταρκάσι μὲ τὶς σαγίτες καὶ στὸν ἄλλον ὦμο τὸ σκουτάρι του.
Ὧρες καθόμουνα καὶ κουβέντιαζα μαζί του σὲ μιὰ γλῶσσα ποὺ δὲ χρειάζεται μηδὲ στόμα γιὰ νὰ τὴ πεῖ, μηδὲ ἀφτί, γιὰ νὰ τὴν ἀκούσει. Τὸν ἄκουγα ποὺ μοῦ μιλοῦσε ἀπὸ τὸν ἄλλο κόσμο, σὰν τ᾿ ἀγέρι ποὺ φυσᾷ ἀπάνου στ᾿ ἄγρια χορτάρια πού ῾ναι φυτρωμένα σὲ κάστρο ρημαγμένο, μὰ καταλάβαινα καθαρὰ τί μοῦ ῾λεγε.
Τοῦτος ὁ στρατιώτης δὲν εἶναι κανένας ἄντρας δυνατός, μὲ κορμὶ ἀντρειωμένο, χεροδύναμος καὶ φοβερός. Τὸ κορμί του εἶναι ἀλαφρὸ καὶ λυγερό, τὰ ποδάρια του ψιλὰ καὶ μακριὰ σὰν τοῦ ζαρκαδιοῦ. Κεῖνα τὰ δάχτυλα τῶν χεριῶν του εἶναι ἴδια κοντύλια ψιλοπελεκημένα, ἴδια ἁγιοκέρια, κι ἀπορεῖς πῶς κρατᾶνε ἄρματα. Τὸ κεφάλι του γέρνει στὸν ὦμο του σὰν τοῦ Χριστοῦ. Τέτοιο κεφάλι ποιὸ πινέλο νὰ τὸ ζωγράφισε! Ζωγράφος εἶμαι κι ἐγώ, κι ὅμως ἀπορῶ γιὰ τὴν τόση τέχνη. Ἀπὸ ποιὸ μέρος ᾖρθε τοῦτο τὸ χέρι, ποὺ κράτησε τὸ πινέλο, γιὰ νὰ τυπώσει αὐτὰ τὰ πικραμένα μάτια, αὐτὸ τὸ πηγοῦνι, αὐτὸ τὸ στόμα, αὐτὰ τὰ μαλλιά! Τί μυστήριο κρύβεται μέσα σ᾿ αὐτὸν τὸν καθρέφτη π᾿ ἀντιφεγγίζει τὶς χαρὲς ἑνὸς ἄλλου κόσμου! Καὶ τί εὐτυχία γιὰ μᾶς, νὰ φτάξει ἴσαμε τὰ χρόνια μας ἕνα τέτοιο δῶρο ἐξαίσιο! Πρόσωπο γλυκομελάχρινο, ψημένο ἀπὸ τὸν ἥλιο τῆς Ἀνατολῆς, στὰ μέρη ποὺ πολεμοῦσε γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ τὰ μισοσφαλισμένα μάτια του βγαίνει μία ἀντιφεγγιὰ γλυκιά, ἤρεμη καὶ θλιμμένη.
Σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο δὲν βρέθηκε, μηδὲ θὰ βρεθεῖ τέχνη ὅμοια μὲ τῆς Ἀνατολῆς, νὰ δίνει τέτοιο πάθος καὶ τέτοιο γλυκὸ παράπονο στὰ πλάσματά της. Ὅποιος ἔχει καρδιὰ θερμή, ἐκεῖνος θὰ μὲ καταλάβει. Καμιὰ τέχνη δὲ μεταχειρίστηκε τόσο ἁπλὰ μέσα καὶ καμιὰ τέχνη δὲν ἔπιασε τέτοια πράματα. Ἀπὸ κοντά, τὰ μάτια εἶναι δυὸ πινελιές, μιὰ μαύρη καὶ μίαν ἄσπρη, ἡ μύτη εἶναι καμωμένη μὲ δυὸ ἐλαφρὲς γραμμές! Δὲν εἶναι λοιπὸν μεγάλο μυστήριο; Τί θέλουνε νὰ ποῦνε αὐτοὶ ποὺ μιλᾶνε γιὰ φυσικὰ καὶ γιὰ ἀνατομίες καὶ γιὰ ἐπιστῆμες καὶ γιὰ ὀφθαλμολογίες καὶ τέτοια; Ἐδῶ δὲν ὑπάρχει μηδὲ φυσικό, μηδὲ ἀφύσικο, μηδὲ τίποτα. Ἐδῶ ὑπάρχει αὐτὸ τὸ ἀνεξερεύνητο μυστήριο, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ τὸ πιάσει μηδὲ ὁ σοφὸς Σολομῶντας, μὲ λόγια, μὲ σκολειὰ καὶ μὲ φιλοσοφίες. «Δώρημα τέλειον ἄνωθεν καταβαῖνον ἐκ τοῦ πατρὸς τῶν φώτων». Φλόγα ἄπιαστη, ἀκατανόητη πνοή!
Ἡ τέχνη τῆς ἀνατολικῆς χριστιανοσύνης εἶναι καθαρὴ θροφὴ γιὰ τὸ πνεῦμα καὶ χαρὰ γιὰ τὰ μάτια. Τὸ ἰδεῶδες της Ἀνατολῆς ἀπέχει ἀπὸ τὸ ἰδεῶδες τῆς Δύσης ὅσο κι ὁ οὐρανὸς ἀπὸ τὴ γῆ. Μὲ τὸ πάθος ἡ Ἀνατολὴ πέτυχε τὸ ἐξωτικὸ ἀποτέλεσμα ποὺ ζητᾷ τὸ πνεῦμα σὰν ἐλάφι διψασμένο. Ἡ Δύση ἔκανε ἀνάμεσα στὰ ἔθνη ἐκεῖνα ὅπως ὁ Προμηθέας, καὶ πῆγε τὸ φῶς σ᾿ ἐκείνους ποὺ ζούσανε στὸ σκοτάδι. Πῆγε καὶ κούρνιασε στὴν ἀϊτοφωλιά, στὸ Τολέδο, Ἀνατολίτης ντερβίσης, κήρυκας τῆς ἐγκράτειας στὴν τέχνη τῆς ζωγραφικῆς, βαριεστισμένος ἀπὸ τὰ πανηγύρια τῆς Βενετιᾶς. Ὅπως ἤτανε κατατρεγμένοι οἱ Βυζαντινοὶ ποὺ σκαλώνανε στὰ βράχια τοῦ Μυστρᾶ, ἔτσι κι ὁ Θεοτοκόπουλος πῆγε καὶ φώλιασε στὸ Τολέδο.

 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...