Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 15, 2011

Ο Άγιος του Ιπποκράτειου Γέροντας Ευσέβιος Γιαννακάκης (1910 - 19.6.1995)


 

Ο π. Ευσέβιος, κατά κόσμον Αντώνιος Γιαννακάκης, γεννήθηκε το 1910 στο Γεωργίτσι της Σπάρτης και οι πολύτεκνοι ευλαβείς και ευσεβείς γονείς του τον ανέθρεψαν εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου.

Ο Αντώνης ήταν παιδί υπάκουο, «χαριτωμένο», με σπλαχνική καρδιά. Εγκρατής, ειλικρινής, καλοπροαίρετος, με θείο ζήλο, που τον έκανε όταν χρειαζόταν μαχητικό υπερασπιστή της πίστεως. Αγαπούσε πολύ την εκκλησία και τις ακολουθίες της. Μια Κυριακή που πήγαινε στην εκκλησία -θα ήταν τότε δέκα έως ένδεκα ετών- συνάντησε έναν άγνωστο νέο, επιβλητικό και ασκητικό, που με σοβαρότητα και αγάπη τον συμβούλεψε ερμηνεύοντας του τι σημαίνει κοσμική και τι ηθική ζωή. Ο Αντώνης όταν μπήκε στην εκκλησία βλέποντας την εικόνα του Τιμίου Προδρόμου έκπληκτος κατάλαβε ότι ο νέος που τον συνάντησε ήταν αυτός. Η αγαθή ψυχή του αλλοιώθηκε ακόμη περισσότερο από τη θεία Χάρη, που τον επεσκίαζε.

Μέχρι τα δεκαεφτά του χρόνια βοηθούσε τον πατέρα του στις γεωργικές εργασίες. Στην Αθήνα που ήλθε για να εργαστεί γνώρισε τον ιερομόναχο π. Ιγνάτιο Κολιόπουλο, τον οποίο έκανε πνευματικό του. Κάνοντας υπακοή ζούσε αυστηρή και προσεκτική πνευματική ζωή. Κάθε Κυριακή, πριν ακόμη ξημερώσει, έφευγε από το Κουκάκι, όπου έμενε, και πήγαινε με τα πόδια στη Χρυσοσπηλιώτισσα, στην οποία ήταν εφημέριος και ομιλητής ο πνευματικός του, για να προλάβει την αρχή του Όρθρου. Το απόγευμα παρακολουθούσε τα κηρύγματα του π. Σεραφείμ Παπακώστα στο μητροπολιτικό Ναό. Μαζί με άλλους νέους εργαζόταν ιεραποστολικά στα νοσοκομεία και τα κατηχητικά σχολεία. Πολύ χαρά αισθάνθηκε όταν κάποιος για να τον πειράξει τον αποκάλεσε «κοσμοκαλόγερο». Είχε αποφασίσει να ζήσει το χριστιανικό άγαμο βίο. Για ιερωσύνη ούτε σκέψη. Αισθανόταν ανάξιος γι’ αυτήν.

Στον πόλεμο του 1940 επιστρατεύτηκε και κατά θεία πρόνοια υπηρέτησε σε θέση που δεν χρειάστηκε να κάνει χρήση του όπλου του, ώστε αργότερα να μπορέσει να γίνει ιερέας. Κάθε Κυριακή περπατούσε πολλά χιλιόμετρα πάνω στα Αλβανικά βουνά -αφού έπαιρνε πρώτα άδεια από το λοχαγό του- αναζητώντας στο πλησιέστερο χωριό Εκκλησία για να λειτουργηθεί και να κοινωνήσει. Παρακαλούσε θερμά τον Κύριο να τον διαφυλάξει ώστε να εργαστεί με όλες τις δυνάμεις του στο αμπελώνα του.

ΣΤΗ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΛΑΥΡΑΣ- ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ

Όταν επέστρεψε από το μέτωπο μετά την υπόδειξη και ευλογία του πνευματικού του απορρίπτοντας τις δελεαστικές προτάσεις του αφεντικού του και περιφρονώντας τις ειρωνείες γνωστών και συγγενών πήγε στην Ιερά Μονή της Αγίας Λαύρας, υποτακτικός στο Γέροντα Σεραφείμ Ρηγόπουλο, Προηγούμενο της Μονής. Ο Γέροντας Σεραφείμ, όσιακή, σεβάσμια και πατερική μορφή όρισε τον Αντώνη διακονητή του. Έμενε στο ίδιο κελλί μαζί του. Με πολλή χαρά και προθυμία διακονούσε ο Αντώνης το Γέροντα του, γιατί γνώριζε ότι μέσω εκείνου υπηρετούσε το Θεό.

«Βρήκα εξωτερικές δυσκολίες πολλές, πάρα πολλές, όμως στο ιδανικό μου δεν είχα δυσκολίες. Ως προς την κλήση μου ήμουν απέραντα ικανοποιημένος. Ήμουν εσωτερικά αναπαυμένος», έλεγε ο ίδιος αργότερα. Οι δυσκολίες οφείλονταν στο ιδιόρρυθμο σύστημα της Μονής που έφερε μια πνευματική χαλάρωση. Σε ένα χρόνο έγινε μοναχός με το όνομα Ευσέβιος και μετά από μια εβδομάδα Ιεροδιάκονος. Μαρτυρίες παλαιών πατέρων αναφέρονται στην ευλάβεια, ταπείνωση, υπακοή, ευθύτητα, ειλικρίνεια, αγαθότητα και την αγάπη του π. Εύσεβίου προς όλους.

«Τα τρία χρόνια υποταγής μου στο Γέροντα Σεραφείμ ήταν τα καλύτερα της ζωής μου. Δεν έκανα τίποτα το δικό μου και είχα απέραντη χαρά» έλεγε ο ίδιος αργότερα, νουθετώντας τις Μοναχές του.

Τον Οκτώβριο του 1943 εκοιμήθη ο Γέροντας του, και τον Δεκέμβριο ο π. Ευσέβιος έζησε το δράμα της εκτέλεσης των Πατέρων και της καταστροφής της Μονής από τους Γερμανούς. Στις 13 Δεκεμβρίου έγινε η φρικτή εκτέλεση των 1300 Καλαβρυτινών και η πυρπόληση της πόλης από τους Γερμανούς. Η είδηση δεν έφθασε στην Αγία Λαύρα, διότι οι Γερμανοί είχαν κλείσει τις εξόδους και εισόδους. Όμως οι Μοναχοί από μέρες είχαν αρχίσει να κρύβουν τα πολύτιμα κειμήλια της Μονής. Στην προσπάθεια αυτή πρωτοστάτησε ο π. Ευσέβιος, ο όποιος ήταν τότε εκκλησιαστικός.

Από το Δεκέμβριο έως τον Απρίλιο που έφυγαν οι Γερμανοί, ο π. Ευσέβιος και οι άλλοι Μοναχοί διανυκτέρευαν στο δάσος. Την ήμερα επισκεύαζαν όπως μπορούσαν τις χαμωκέλλες του Μοναστηρίου, για να κατοικήσουν.

Παράλληλα ο π. Ευσέβιος πρωτοστατεί στα έργα της αγάπης στην προσπάθεια να βοηθηθούν οι χήρες και τα ορφανά των Καλαβρύτων. Οι μοναχοί έβαζαν στην άκρη ένα μέρος από τα τρόφιμα που τους έδινε το Μοναστήρι, και ο π. Ευσέβιος τα συγκέντρωνε και τα πήγαινε στα Καλάβρυτα. Ο ίδιος έδινε όλο το μερίδιο του.

Στηρίζει με την προσευχή του, το λόγο και την έμπρακτη αγάπη του μικρούς και μεγάλους. Ήταν ο παρήγορος άγγελος των ταλαιπωρημένων εκείνων υπάρξεων, που ο πόνος, η ορφάνια, η φτώχεια, η πείνα και το κρύο τους έσπρωχναν στην απόγνωση. Περισσότερο όμως συμπονεί τα παιδιά.

Με την ευλογία του Ηγουμένου ξεκινά ένα πλούσιο κατηχητικό έργο στην περιοχή. Πηγαινοέρχεται με τα πόδια από το Μοναστήρι στα Καλάβρυτα και στα γύρω χωριά και κάνει κατηχητικό στα παιδιά. Δεν ήταν όμως μόνο ο κατηχητής τους. Στο πρόσωπο του σεμνού ιερομόναχου τα απορφανισμένα εκείνα παιδιά βρήκαν τον πατέρα, τον αδελφό, το φίλο. Παράλληλα αυτά τα χρόνια φοιτούσε και στο Γυμνάσιο Καλαβρύτων. Λίγο αργότερα (από το 1948 έως το 1950) με τη δραστηριότητα και το ζήλο πού τον διέκριναν, έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο στην ανοικοδόμηση της Μονής.

ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΣΤΟ ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

Το 1951, έρχεται στην Αθήνα να σπουδάσει στη Θεολογική Σχολή. Χάρη στο ταπεινό του ήθος κατόρθωσε να μη διαγραφεί από τη Μονή της μετανοίας του. Παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του Αγιολαυριώτης ιερομόναχος.

Το 1952 χειροτονείται Πρεσβύτερος.Τον επόμενο κιόλας μήνα διορίζεται ώς εφημέριος στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Αθηνών, όπου, όπως ο ίδιος πίστευε, θα εργαζόταν μέχρι το τέλος των σπουδών του. Όμως ο Θεός είχε άλλα σχέδια γι’ αυτόν. Τον προόριζε να γίνει παρηγοριά και στηριγμός των πονεμένων ανθρώπων στην Αθήνα, επί τρεις και πλέον δεκαετίες. Το ίδιο έτος ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κυρός Θεόκλητος, τον έκανε Πνευματικό, και του απένειμε το οφφίκιο του αρχιμανδρίτου. Έκτοτε ασκούσε το επίπονο έργο της πνευματικής πατρότητας μέχρι το τέλος της ζωής του. Επιτέλεσε πράγματι έργο μοναδικό και ανεπανάληπτο. Τριανταπέντε σχεδόν χρόνια έζησε μέσα στο νοσοκομείο ο π. Ευσέβιος σαν ασκητής. Ήταν ένα άνθος της ερήμου μέσα στον κόσμο. Για να βρίσκεται συνεχώς κοντά στους αρρώστους, προτίμησε να μένει μέσα στο νοσοκομείο, σε ένα πολύ μικρό δωμάτιο που του παραχώρησαν στην ταράτσα του παλαιού κτιρίου. Ήταν φτωχό και απέριττο. Ο εξοπλισμός του ένα σιδερένιο κρεββάτι, ένα κομοδίνο νοσοκομειακό κι ένα τραπεζάκι. Χωρίς κάν βοηθητικό χώρο, χωρίς μόνωση, χωρίς θέρμανση.

Το φαγητό του όλα αυτά τα χρόνια ήταν νοσοκομειακό. Πολλές φορές έκλεινε η τραπεζαρία και έμενε νηστικός. Και όμως ποτέ δεν παραπονέθηκε. Τροφή για κείνον ήταν η ανακούφιση, η χαρά και η πνευματική ωφέλεια των ασθενών. Εφάρμοζε την προσωπική ποιμαντική επικοινωνία με τους ασθενείς. Περνούσε καθημερινά από όλους τους θαλάμους, πλησίαζε τον κάθε άρρωστο και προσπαθούσε να τον βοηθήσει πνευματικά.

Είχε το χάρισμα της παρακλήσεως [=παρηγοριάς, ενθάρρυνσης] των ψυχών, της αγάπης και της διακρίσεως. Ήταν ο χαρισματούχος Πνευματικός. Διέβλεπε τον πνευματικό κόσμο των ασθενών και πολλές φορές μ’ ένα του λόγο τους έφερνε σε μετάνοια. Οι άρρωστοι, ακόμη και οι πιο δύσκολοι, εξομολογούνταν -οι περισσότεροι για πρώτη φορά. Μόνο οι αιρετικοί δεν δέχονταν. Είναι χιλιάδες οι ψυχές που αναγεννήθηκαν κάτω από το πετραχήλι του Γέροντα όλα αυτά τα χρόνια. Και γύριζαν στα σπίτια τους νέοι άνθρωποι, ζώντας την εν Χριστώ ζωή, χάρη στην εργασία που έκανε ο π. Ευσέβιος στην ψυχή τους. Είτε έφυγαν έτοιμοι για τον Ουρανό.

Ζυμωμένος με τη θεία Λατρεία στο Μοναστήρι, φρόντισε να εισαγάγει τη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας μας στο νοσοκομείο, το όποιο δεν είχε αρχικά ναό.

Τελεί το μυστήριο του Αγίου Ευχελαίου κάθε Τετάρτη μέσα στους θαλάμους, την ακολουθία του Αγιασμού κάθε πρώτη του μηνός και την Παράκληση της Παναγίας κάθε Παρασκευή στους διαδρόμους των τμημάτων του νοσοκομείου. Ακούραστος σε προσφορά είχε καθιερώσει την περιφορά και λιτάνευση της εικόνος σε όλο το νοσοκομείο κατά τις μεγάλες εορτές των Χριστουγέννων, του Πάσχα, του Αγίου Λουκά, του Επιταφίου την Μεγάλη Παρασκευή, του Σταύρου κατά την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταύρου. Περνούσε από κάθε κλίνη. Τα Θεοφάνεια άγιαζε προσωπικά τον κάθε άρρωστο και όλο το νοσοκομείο, και την Μεγάλη Τετάρτη έχριε όλους τους ασθενείς με το Άγιο έλαιο. Και όλα αυτά, για να παρηγορούνται και να χαίρονται οι ασθενείς.

Την παραμονή κάθε θείας Λειτουργίας ο π. Ευσέβιος ετοίμαζε το ναό με τη βοήθεια ευλαβών αδελφών και διοικητικών υπαλλήλων του νοσοκομείου. Με περισσή επιμέλεια ευπρέπιζε το Ιερό. Ένα καινούργιο τραπέζι χρησίμευε ως Αγία Τράπεζα και ένα άλλο μικρότερο ως αγία Πρόθεση. Λειτουργούσε με Αντιμήνσιο.

Ο ταπεινός διάδρομος χάρη στην αγιωσύνη του Αγιολαυριώτη Ιερομονάχου μετατρεπόταν σε επίγειο ουρανό. Ασθενείς πολλοί κατέβαιναν εκεί να εκκλησιασθούν, ιατροί, νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό, εργαζόμενοι νέοι και φοιτητές που έψαλλαν.

Χάρη στις προσευχές του και στις ακάματες προσπάθειες του, παρά τις αντιδράσεις, θεμελιώθηκε ο Ιερός Ναός του νοσοκομείου το Φεβρουάριο του 1958, σε καίρια γωνιακή θέση επί της Βασιλίσσης Σοφίας. Ο Ναός εγκαινιάσθηκε το 1965. Αργότερα κοσμήθηκε ο Ναός με ωραίο σκαλιστό μαρμάρινο τέμπλο και θαυμάσιες αγιογραφίες.

Λειτουργούσε τρεις με τέσσερις φορές την εβδομάδα το πρωί 4.30-7.30 π.μ., για να κοινωνήσουν εγκαίρως οι ασθενείς, και να προλάβει το προσωπικό του νοσοκομείου και άλλοι εργαζόμενοι και φοιτητές που σύχναζαν εκεί, να εκκλησιασθούν. Κατέβαινε από τις τέσσερις για την προσκομιδή. Μνημόνευε αμέτρητα ονόματα. Όταν τελείωνε η θεία Λειτουργία ανέβαινε με το Άγιο Ποτήριο στους θαλάμους να κοινωνήσει στην κλίνη τους όλους εκείνους που είχε εξομολογήσει και προετοιμάσει κατάλληλα.

Αδελφές του νοσοκομείου και ιατροί ομολογούν ότι πολλάκις συνέβη, όταν μετέβαινε ο π. Ευσέβιος να κοινωνήσει κάποιον άρρωστο, εκείνος να έχει πέσει σε κώμα. Τον βεβαίωναν ότι δεν έχει πλέον καμιά επικοινωνία. Ο π. Ευσέβιος αμίλητος πλησίαζε τον ασθενή, τον σταύρωνε με το Άγιο Ποτήριο, τον προσφωνούσε με το όνομά του και τον καλούσε να πάρει το Χριστό, «τό Μεγάλο Γιατρό». Εκείνος άνοιγε τα μάτια του, προς έκπληξη των παρευρισκομένων, έκανε το σταυρό του και κοινωνούσε με πόθο τα Άχραντα Μυστήρια. Ανελάμβανε από την ασθένεια του παρ’ ελπίδα και μετά από λίγες μέρες αναχωρούσε για το σπίτι του. «Να, η δύναμις των Μυστηρίων, η δύναμις της Εκκλησίας μας», έλεγε χαρακτηριστικά ο π. Ευσέβιος δίνοντας δόξα στο Θεό.

Διακονούσε στο Μυστήριο της σωτηρίας των ανθρώπων με όλη του την ύπαρξη. Γι’ αυτό το σκοπό υποβαλλόταν σε κάθε θυσία. Κοιμόταν δύο, τρεις ή το πολύ τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο. Μερικές φορές και καθόλου. Συνέβη, επιστρέφοντας στις 3.30 μετά τα μεσάνυκτα, από αγρυπνία που είχε τελέσει στο Μοναστήρι του στον Ωρωπό, να εξομολογήσει κάποιον άρρωστο, που μόλις τότε το είχε αποφασίσει, και που το πρωί θα έμπαινε στο χειρουργείο. Δύο ώρες κράτησε η Εξομολόγηση. Ήταν ήδη έξι το πρωί, όταν ο Γέροντας έμπαινε στο κελλί του. Σε λίγο θα άρχιζε μια καινούργια ήμερα με το δικό της φόρτο εργασίας. Εκείνος όμως δόξαζε το Θεό για τη μετάνοια και τη σωτηρία αυτής της ψυχής. Δεν υπολόγιζε τον κόπο. Άλλωστε, όπως συνήθιζε να λέει, «η κούρασις ξεκουράζει»!

Επί είκοσι περίπου χρόνια (1967-1986) εξομολογούσε τα κωφάλαλα παιδιά της Σχολής Κωφών και Βαρυκόων στους Αμπελοκήπους, και λειτουργούσε κατά διαστήματα στον Άγιο Λουκά, από το 1960 έως το 1986 για να κοινωνήσουν. Επί δώδεκα περίπου έτη εξομολογούσε τις σπουδάστριες στη Σχολή Επισκεπτριών Αδελφών στους Αμπελοκήπους και λειτουργούσε σε μια αίθουσα της Σχολής για να κοινωνήσουν. Την ίδια επίσης πνευματική διακονία έκανε και στη Σχολή Μαιών κοντά στο νοσοκομείο Αλεξάνδρα.

Ακτήμων σε όλη του τη ζωή και αφιλοχρήματος ο π. Ευσέβιος ουδέποτε απέκτησε κάποιο περιουσιακό στοιχείο στο όνομα του και ούτε είχε ποτέ βιβλιάριο καταθέσων σε επίγειες τράπεζες. Ποτέ δεν πήρε το μισθό του αλλά έδινε εντολή να διαμοιράζεται σε άπορους ασθενείς. Συνήθιζε να τοποθετεί διακριτικά κάτω από το προσκέφαλο τους ένα φακελάκι με χρήματα.

Επί τρεις και πλέον δεκαετίες το Ιπποκράτειο υπήρξε καταφύγιο ψυχών και πολυσύχναστη πνευματική κυψέλη, χάρις στην αγιωσύνη του Γέροντα. Σύχναζαν εκεί οι φιλακόλουθοι, οι φιλομόναχοι και πολλές χριστιανικές οικογένειες, νέοι δε πάρα πολλοί, εργαζόμενοι και φοιτητές.

Στο ναό του Αγίου Λουκά τελούνταν κανονικά όλες οι ιερές ακολουθίες, Θείες Λειτουργίες και συχνά αγρυπνίες. Το Ιπποκράτειο Νοσοκομείο έγινε μια όαση πνευματική στην έρημο της Αθήνας, λιμάνι όχι μόνο για τους ασθενείς και τους οικείους τους, αλλά και για χιλιάδες ψυχές που έβρισκαν εκεί τον διακριτικό εξομολόγο, το χαρισματούχο Γέροντα, τον αφοσιωμένο Λειτουργό.

Εκτός από την Εξομολόγηση των ασθενών αφιέρωνε πολλές ώρες της ημέρας στην Εξομολόγηση των εξωτερικών που καθημερινά πλήθαιναν. Ο π. Ευσέβιος δεν ήταν απλώς ο εξομολόγος και διακριτικός πνευματικός οδηγός των πιστών που κατέφευγαν κοντά του, ήταν αληθινός Πατέρας. Ή αγάπη του για τα πνευματικά του παιδιά ξεπερνούσε τα ανθρώπινα όρια. Όλοι τον εμπιστεύονταν και τον έκαναν κοινωνό των προβλημάτων τους. Ο π. Ευσέβιος τα ένιωθε και τα ανελάμβανε σαν δικά του.

Μεγάλη ευλογία ερχόταν σε όλους με την προσευχή του. Προβλήματα δυσεπίλυτα, προσωπικά ή οικογενειακά, έπαιρναν καλή πορεία και τακτοποιούνταν. Η συμμετοχή του στα προβλήματα των πνευματικών του τέκνων δεν περιοριζόταν μόνο στην προσευχή. Συμπαραστεκόταν άμεσα και από κοντά.

Ώς γνήσιος Πατέρας στήριζε όχι μόνο ηθικά αλλά και υλικά τους νέους που σπούδαζαν. Έδινε συχνά χρήματα σε φοιτητές, ανεξαρτήτως αν ήταν η όχι πνευματικά του τέκνα. «Ευλογία, ευλογία, έλεγε, και μην το πεις σε κανέναν… Όταν έχεις ανάγκη παιδί μου, εδώ να έρχεσαι». Τους έδινε ακόμη και το φαγητό του. Είχε νοικιάσει μαζί με τον παλαιό συμμοναστή του αρχιμανδρίτη π. Ηλία Τσακογιάννη, μετέπειτα Μητροπολίτη Δημητριάδος, ένα σπίτι, κοντά στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο, για να στεγάζονται φοιτητές από την επαρχία.

Ο άγιος Γέροντας, ώς πνευματικός Πατέρας, ήταν ανεξάντλητος στην προσφορά αγάπης προς τις οικογένειες τις οποίες στήριζε και υλικά. Επί χρόνια ολόκληρα πλήρωνε το ενοίκιο άπορων οικογενειών. Με πολλή στοργή περιέβαλλε παιδιά ορφανά από πατέρα η μητέρα. Φρόντιζε για όλες τις ανάγκες τους.

Σ’ όλη του τη ζωή τόνιζε την αναγκαιότητα του Μυστηρίου της Εξομολογήσεως. «Άριστο είναι να έχει όλη η οικογένεια ένα Πνευματικό πατέρα» έλεγε, που να γνωρίζει τα θέματα της και να προσεύχεται, και με την ευλογία του όλα τα μέλη να κοινωνούν συχνά των Αχράντων Μυστηρίων. Εκεί είναι η χαρά και η ειρήνη.

Ο π. Ευσέβιος είχε το χάρισμα της ιεραποστολής από το Θεό. Ο ζήλος για την οικοδομή και τη σωτηρία των συνανθρώπων του τον κατέτρωγε. Το να «ευαγγελίζεται» ήταν ανάγκη της ψυχής του. Γι’ αυτό και δεν άφησε κενό σε όλη του τη ζωή στο έργο της πνευματικής σποράς. Από το 1958 μέχρι το τέλος της διακονίας του στο νοσοκομείο, λειτουργούσαν Κατηχητικά Σχολεία (Κατώτερο, Μέσο και Ανώτερο) και κύκλοι νέων και νεανίδων στον Άγιο Λουκά.

Ο π. Ευσέβιος ήταν πολύ αυστηρός στην προσωπική του ζωή, ασκητικός και αθόρυβος. Έν τούτοις είλκυε κοντά του πλήθος νέων ανθρώπων, οι όποιοι τον αγαπούσαν και έτρεφαν προς το πρόσωπο του απέραντο σεβασμό και αφοσίωση. Ήταν ο φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα παιδαγωγός.

Οι κατά καιρούς διευθυντές της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής συνιστούσαν στους ιεροσπουδαστές να πηγαίνουν στον π. Ευσέβιο για Εξομολόγηση και πνευματική καθοδήγηση. Για χάρη τους ο Γέροντας έκανε σύναξη κάθε Πέμπτη απόγευμα, που είχαν έξοδο από τη σχολή τους. Είναι πάρα πολλοί οι ιερείς οι όποιοι κατά την περίοδο των σπουδών τους μαθήτευσαν «παρά τους πόδας» του π. Ευσεβίου, ο οποίος καλλιέργησε μέσα τους το γνήσιο Ορθόδοξο ήθος και εκκλησιαστικό φρόνημα.

Κτίτωρ Ιερών Μονών.

Αληθινός Μοναχός ο ίδιος καί πλήρης θείας Χάριτος αναδείχθηκε εμπνευστής Ιερατικών καί Μοναχικών κλίσεων. Ασκητικός, ταπεινός, γλυκύς και πράος έγινε ο έμπειρος καί απλανής Νυμφαγωγός πολλών ψυχών που ποθούσαν την αγγελική ζωή και πολιτεία.

Εραστής του Μονήρους κατά Θεόν βίου υπήρξε εμπνευσμένος διοργανωτής Κοινοβίων. Παράλληλα με την εξαντλητική εργασία καί διακονία του στό Νοσοκομείο, ίδρυσε και εκ βάθρων ανήγειρε την Ιερά Γυναικεία Κοινοβιακή Μονή Εισοδίων της Θεοτόκου στο Μαρκόπουλο Ωρωπού, όπου αναλώθηκε επί είκοσι έτη (1967-1987) ως Κτίτωρ και πνευματικός Πατέρας.

Το 1987, που ο π. Ευσέβιος είχε πλέον συνταξιοδοτηθεί, η Πρόνοια του Θεού οδήγησε τά βήματα του στην Ιερά Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας με μια ομάδα ευλαβών νεανίδων, πνευματικών του τέκνων που επιθυμούσαν να μονάσουν.

Ο Σεβασμιώτατος Άγιος Καλαβρύτων θεώρησε ξεχωριστή ευλογία την άφιξη του π. Ευσεβίου στη Μητρόπολη του. Τον περιέβαλε με πηγαία υϊική αγάπη και του έδειξε δυό Μοναστήρια της Επαρχίας του. Ο ιερός λόφος του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, με το υγιεινό κλίμα, το άριστο νερό των πηγών και το πανέμορφο φυσικό τοπίο με τον ανοικτό ορίζοντα, ενέπνευσε τον Γέροντα, ώστε να επιλέξει το ερειπωμένο Μετόχι τής Ι. Μ. Ταξιαρχών, για να εγκατασταθεί εκεί η Αδελφότητα.

Το Νοέμβριο του 1987, το έως τότε Μετόχι μετατράπηκε με προεδρικό διάταγμα σε Ιερά Γυναικεία Κοινοβιακή Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Με την ουσιαστική ηθική και υλική βοήθεια του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ.κ. Αμβροσίου, το παλαιό κτήριο ανακαινίσθηκε εκ βάθρων και οι πρώτες δεκατέσσερις Αδελφές εγκαταστάθηκαν στα τέσσερα κελλιά του, την περίοδο του Πάσχα του 1988.

Ο ερχομός του π. Ευσεβίου στη Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας θεωρήθηκε από την τοπική Εκκλησία και τους πιστούς ευλογία Θεού και δώρο του Ουρανού. Μέσα στα οκτώ χρόνια που έζησε εκεί -κατά κοινή ομολογία- αναμόρφωσε πνευματικά την Αιγιαλεία με τις κατανυκτικές θείες Λειτουργίες, τις Αγρυπνίες, την Εξομολόγηση, το εμπνευσμένο κήρυγμα του και τις κατ’ ιδίαν πατρικές νουθεσίες. Αγαπήθηκε πολύ από το λαό του Θεού, που στο πρόσωπο του αγιασμένου Γέροντα βρήκε τον πονετικό πατέρα ο οποίος συνέπασχε μαζί του.

Η ανεπάρκεια του χώρου για τις λειτουργικές ανάγκες της Αδελφότητος ανάγκασαν τον Γέροντα στα 77 του χρόνια να αποδυθεί σ’ ένα τιτάνιο αγώνα για την ανέγερση της νέας Μονής με μοναδικό εφόδιο την ακράδαντη πίστη του στο Θεό. Η ανέγερση της νέας Μονής ήταν ένα παρατεινόμενο θαύμα, αφού χρήματα δεν υπήρχαν, και η νεοσύστατη Μονή δεν είχε καμιά περιουσία.

Ο Γέροντας, έχοντας άνωθεν πληροφορία ενθάρρυνε τις Μοναχές: «Μην ανησυχείτε. Ο Άγιος Ιωάννης προπορεύεται. Εκείνος θα το κτίσει. Έχει ένα ιδιαίτερο ταμείο για μας και όταν χρειαζόμαστε μας δίνει…». Το κτήριο θεμελιώθηκε το 1991, και το 1995 που ο Γέροντας εκοιμήθη, είχε σχεδόν ολοκληρωθεί.

Είναι σημαντικό το ότι όλοι σχεδόν οι εργαζόμενοι στη Μονή (χτίστες, σιδεράδες, μαρμαράδες, υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι), συγκινημένοι από την πατρική αγάπη και το άγιο παράδειγμα του εξομολογήθηκαν κοντά του, καθώς και οι οικογένειές τους.

Ο έμπειρος στη μοναχική ζωή και ηγιασμένος Γέροντας οργάνωσε το ιερό Κοινόβιο σύμφωνα με τις αρχές του γνήσιου Ορθόδοξου Μοναχισμού και τη διδασκαλία των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας. Ο ίδιος με την οσία ζωή του ήταν κανών και τύπος αληθινού Μονάχου και με τις άγιες νουθεσίες του καλλιεργούσε και καθοδηγούσε ακάματα τις Μοναχές στην στενή τρίβο της Αγγελικής πολιτείας.

Χιλιάδες άνθρωποι ανέβαιναν έως εκεί για να ωφεληθούν από τον άγιο Γέροντα. Η γλυκιά και οσιακή μορφή του μετέδιδε Χάρη. Κοντά του οι ψυχές ειρήνευαν και γεύονταν αγιοπνευματική χαρά. Η φιλοξενία του αρχοντική, παροιμιώδης.

Οι πάντες ένιωθαν την ειλικρινή αγάπη του. Ο καθένας ένιωθε ότι ο Γέροντας τον αγαπούσε περισσότερο. Γιατί είχε μια ιδιαίτερη αγάπη για όλους. Είχε πολλή παρρησία στο Θεό· η προσευχή του έλυνε δυσεπίλυτα προβλήματα, θεράπευε ανίατες ασθένειες, φυγάδευε ακάθαρτα πνεύματα, έφερνε την ευλογία του Θεού στον κόσμο. Βαθιά ταπεινός, είχε τα χαρίσματα της διοράσεως και προοράσεως, όμως δεν έδινε σημασία σ’ αυτά· εκεί που εστίαζε την ποιμαντική του ήταν η μετάνοια, την οποία ο ίδιος βίωνε και γι’ αυτό την ενέπνεε.

Ο Γέροντας είχε όλες τις αρετές του Θεού. Η ψυχή του είχε αγγελική καθαρότητα. Άδολος, αθώος, απλός. Αποκορύφωμα όλων, όμως, η απέραντη αγάπη του και η βαθύτατη ταπείνωση του. Σύγχρονος νηπτικός Πατέρας της Εκκλησίας μας ο Γέροντας, είχε το χάρισμα της αδιάλειπτης προσευχής.

Η ζωή του ήταν η θεία Λειτουργία, και η μνημόνευση ονομάτων στην αγία Προσκομιδή η προσφιλέστερη απασχόληση του. Μνημόνευε αμέτρητα ονόματα, επί τέσσερις και πλέον ώρες. Στα 52 χρόνια Ιερωσύνης του ουδέποτε κάθισε στο Ιερό κατά τη διάρκεια του Όρθρου και της θείας Λειτουργίας. Από τις 4.30 έως τις δώδεκα, που έβγαινε από το Ιερό, ήταν όρθιος και δεν ένιωθε καθόλου κούραση· το Ιερό Βήμα για το Γέροντα ήταν ο πιο ευχάριστος χώρος επάνω στη γη.

Ο ίδιος ζούσε εν μετάνοια και γι’ αυτό είχε το χάρισμα να οδηγεί τις ψυχές στη μετάνοια και τη Μυστηριακή ζωή. Ως Πνευματικός πατέρας ήταν Χριστοκεντρικός. Συνέδεε τα πνευματικά του τέκνα με το Χριστό και όχι με το πρόσωπό του. Γι’ αυτό και το πνευματικό του έργο συνεχίζεται και μετά την οσιακή κοίμησή του. Ήταν υπέρμαχος της συχνής -κατόπιν βέβαια της κατάλληλης προετοιμασίας- θείας Μεταλήψεως και καλλιεργούσε τα πνευματικά του τέκνα με αυτό το πνεύμα.

Επειδή είχε σπλάγχνα οικτιρμών και συμπονούσε πολύ τους άρρωστους και προσευχόταν γι’ αυτούς, έλαβε από το Θεό το χάρισμα των ιαμάτων. Η έμπονη προσευχή του άλλαζε τις βουλές του Θεού. Εκατοντάδες είναι τα περιστατικά θαυματουργικής θεραπείας ασθενών.

Ο Γέροντας έβλεπε εν Αγίω Πνεύματι τις ψυχές όπως πραγματικά ήταν, αλλά και πρόσωπα και πράγματα που βρίσκονταν πολύ μακριά. Γνώριζε τους κρυφούς διαλογισμούς των καρδιών και προγνώριζε γεγονότα πολλά χρόνια προτού συμβούν. Όμως από πολλή ταπείνωση απέκρυπτε επιμελώς τα χαρίσματα αυτά, τα όποια ουδόλως αξιολογούσε. «Το προορατικό και διορατικό χάρισμα δίνονται από το Θεό, αλλά δεν σώζουν τον άνθρωπο, η μετάνοια όμως σώζει, αυτή μας χρειάζεται», έλεγε.

Με τους ασκητικούς αγώνες και τη συνεχή Μυστηριακή ζωή είχε λάβει εξουσία κατά των δαιμόνων. Οι προσευχές του, κυρίως όμως η ταπεινοφροσύνη του, φυγάδευαν ακάθαρτα πνεύματα.

Η αρετή που κυρίως διέκρινε τον π. Ευσέβιο ήταν η βαθιά ταπείνωσή του. Ζούσε στην αφάνεια και εργαζόταν αθόρυβα για τη δόξα του Θεού, τον Οποίο αγαπούσε εξ όλης ψυχής, διανοίας και ισχύος. Ο ίδιος επιμελώς απέκρυπτε τον εαυτό του για τον οποίο είχε πολύ ταπεινή ιδέα.

Ανεξίκακος συγχωρούσε αμέσως όσους τον έβλαπταν και τους ευεργετούσε, τόσο, που η αγάπη του τους άλλαζε.

Η υπομονή του στις δυσκολίες, τις ασθένειες και τις θλίψεις ήταν απέραντη. Υποτασσόταν με ταπείνωση και ευγνωμοσύνη στο θέλημα του Θεού· ευχαριστούσε και δοξολογούσε το όνομά Του ακόμη και στις πιο οδυνηρές και δύσκολες ώρες της ζωής του. Το «δόξα Σοι ο Θεός» δεν έλειπε από τα χείλη του.
Το οσιακό τέλος του

Παρακαλούσε τον Θεό να τον αξιώσει να λειτουργεί μέχρι το τέλος της ζωής του και να αυτοεξυπηρετείται μέχρι τέλους. Και ο Θεός του τα χάρισε και τα δύο. Η τελευταία Θεία Λειτουργία ήταν σαράντα ημέρες προ της οσιακής κοιμήσεώς του στις 8 Μαΐου, εορτή του προστάτου της Μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου.

Την αγία ζωή του σφράγισε το κατά πάντα οσιακό τέλος του το οποίο και προγνώρισε. Αντιμετώπισε την οδυνηρή νόσο του καρκίνου με θαυμαστή καρτερία και δοξολογία στο Θεό. Μέσα στους φρικτούς πόνους του ακατάπαυστα εδόξαζε τον Θεό. Καθημερινά κατέφθαναν από όλα τα μέρη της Ελλάδος και από το εξωτερικό τα πνευματικά του παιδιά να πάρουν την ευχή του για τελευταία φορά. Ήλθαν Αρχιερείς, ιερείς, μοναχοί και μοναχές. Παρά τους αφόρητους πόνους του όλους τους δεχόταν. Τακτοποίησε αθόρυβα όλα τα θέματα της Αδελφότητος. Άφησε και γραπτώς τις τελευταίες του υποθήκες προς τις Μοναχές.

Είχε πλήρη διαύγεια μέχρι τέλους. Ευλογούσε και συμβούλευε πατρικά, συγχωρούσε από την καρδιά του, ζητούσε πρώτος συγγνώμη και ευχαριστούσε όλους. Συμβούλευε τις Μοναχές για ενότητα και αγάπη. Προσευχόταν ακατάπαυστα.

Επί ένδεκα συνεχείς ημέρες ετελείτο Αγρυπνία στη Μονή και ο π. Ευσέβιος περίμενε με πολλή λαχτάρα κάθε φορά τη Θεία Κοινωνία.

Μιλούσε ανοικτά και χωρίς φόβο για το θάνατο του: «Το μοναδικό ταξίδι, το υπέροχο, το άφθαστο ταξίδι»!

Την περισσότερη ώρα έμενε σιωπηλός. Βυθισμένος στην προσευχή και στις ουράνιες θεωρίες, σήκωνε που και που το εξαντλημένο χέρι του και προσπαθούσε να κάνει το σταυρό του.

Ξημέρωνε η 19η Ιουνίου, ήμερα Δευτέρα. Η θεία Λειτουργία τελείωσε γύρω στις 2 το πρωί. Ο Γέροντας, αν και ήταν τόσο βαριά, κατέβασε τα πόδια του από την κλίνη και κοινώνησε καθιστός για τελευταία φορά. Από σεβασμό, ούτε μία φορά δεν κοινώνησε ξαπλωμένος.

Ήταν πανέτοιμος. Η ώρα που θα έφευγε πλησίαζε. Βαθιά σιγή επικρατούσε στό κελλί του.

Στις έξι το πρωί ο Γέροντας είπε με φωνή μισοσβησμένη:

«Φεύγω… Λειβάδια! Λειβάδια!».

Οι μοναχές πήραν την ευχή του για τελευταία φορά. Η ώρα ήταν 9 π. μ., όταν έφερε το βλέμμα του γύρω, τις κοίταξε, έπλεξε με κόπο τα δάκτυλα των χεριών του μεταξύ τους, για να δείξει την ενότητα, και τους είπε ψιθυριστά: «ενωμένες, ενωμένες, ενωμένες και αγαπημένες. Πάντα μαζί, όλοι μαζί, εκεί στο θρόνο του Θεού μαζί».

Μετά από λίγο τον άκουσαν να λέει:

«Όλα λάμπουν, όλα λάμπουν, όλα λάμπουν».

Στις 10.15 π.μ., ο Γέροντας ανάσαινε με πολλή δυσκολία. Ξαφνικά, σήκωσε ζωηρά το κεφάλι του, κοίταξε ψηλά και δεξιά με μια έκφραση ευχάριστου εκπλήξεως. Το πρόσωπό του έλαμψε.

«Χαίρω, χαίρω, χαίρω!» είπε, και η ψυχή του πέταξε στα ουράνια σκηνώματα.

Η κηδεία του ήταν μια αποκάλυψη. Ήταν η καλή έξωθεν μαρτυρία του λαού του Θεού για τον άγιο Γέροντα που αναλώθηκε στο βωμό της αγάπης. Χιλιάδες λαού, απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδος πέρασαν από το απέριττο φέρετρο του αποδίδοντας τον ύστατο χαιρετισμό. Επτά Αρχιερείς, πολλοί ιερείς και διάκονοι κι ένα πλήθος μοναχών και μοναζουσών επικεφαλής του λαού κατευόδωσαν το Γέροντα στο ύστατο ταξίδι…

Πλάι στο ιερό του Καθολικού [=του κεντρικού ναού] εναποτέθηκε το σεπτό σκήνωμά του [=το σώμα του], για ν’ αναπαυθεί από τους κόπους του.

(Από το: ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ καί ΠΑΤΡΙΚΕΣ ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ του πολυχαρισματούχου Γέροντος ΕΥΣΕΒΙΟΥ Γιαννακάκη (1910-1995) εκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» Θεσσαλονίκη 2009)

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 14, 2011

The Chronicle of the Greek Orthodox Patriarchate Crisis in Jerusalem in 2005




Was the unfulfilled expectation of who would receive the lifelong office and the administration of the religious institution the true reason behind the insurrection within the orthodox community?

The Byzantine-inspired intrigues, scenarios and plots that we all witnessed two years ago, constitute no hyperbole for those who are familiar with people and situations in the land of Jerusalem; everything was staged by the protagonist hierarchs who had their supporting groups fight a veritable power war.

Should one take into consideration today the scheming by Patriarch Mr Irineos’ opponents, the “Cretans” group was in the lead, followed by the “Peloponnesians” in the strategy of a poorly copied petty-policy –exactly as it happened in the 2001 Patriarch elections.

Expressing the views of said group was the close collaborator of the deceased Patriarch Diodoros and Chairman of the then Patriarchate Financial Committee, Metropolitan Cornelius of Petra. Full of ambition both for the position of Suffragan Bishop (entrusted with ensuring that the clergy elects a Patriarch in an orderly manner) as well as for the vacant Throne of Patriarch Diodoros, he manages to be elected in the latter for the duration of the transitional period, committing however many severe errors during his term of office.

The gravest of all –which actually allowed the “Cretans” to prevail easily on their first collective effort-, was that a letter from said group leader-hierarch addressed to the Ariel Sharon administration was leaked, in which he was thanking the Israeli government for its correct decision to exclude five Metropolitans from the list of eligible candidates “for security reasons”. Amongst them were Timotheos, Metropolitan of Vostra and Chief Secretary of the Holy and Sacred Synod and the Patriarchal Exarch of the Tomb of the Holy Sepulchre in Athens, Metropolitan Irineos of Hierapolis.

This careless action on behalf of Cornelius, Metropolitan of Petra, resulted in the excluded candidate Metropolitans forming a common front and blaming the “Cretans” of vilifying them, as the indecent –according to them- behaviour of the former “aids their ultimate exclusion by the Israeli government”.

Through personal efforts of the five aimed at all directions, the excluded Metropolitans attempt –and finally manage- to reverse the decision against them. The dispute still stands, as fierce as ever, thus facilitating the chasm.

However, there is a cold-war like climate. The Pyrrhic victory of the conciliatory Patriarch Mr Irineos only stiffens the internal strife. Neither of the “Cretan” and “Peloponnesian” group leaders surrenders, while a sense of ungratified anticipation lingers on in both blocks and the trends each of them represents.

The Metropolitan of Petra Mr Cornelius and his supporters prove most efficient on the chessboard of their opposition tactics, while the Metropolitan of Petra Mr Timotheos, as leader of the “Peloponnesian” group, opts for the road of intense in-court conflict against the Patriarch Mr Irineos, steadily losing support within the brotherhood.

In a futile attempt to moderate the situation, the new Patriarch fails to impose discipline through repression. Fully aware of all conflicting ambitions, he pursues counterbalancing tactics through creative post assignments, unwilling to disturb the spirit of consensus he wishes to adopt.

From as early as the first meeting of the Greek Orthodox Patriarchate’s new Synod, he entrusts the Archbishop of Constantine Aristarchus with the task of Chief Secretary of the Holy and Sacred Synod and assigns the Metropolitan of Petra Cornelius as General Patriarchal Commissioner.

The two leading members of the “Cretans” realise that in this conjecture they may only shine in the new sky and they do not object in finding their places in the pyramid whose cornerstone is the Patriarch himself.

Later on, during the Synod’s internal changes in members, Metropolitan Mr Cornelius remains within, while the “Cretan” Archimandrite Theophilus, deep inside a pretentious coherent group, is upgraded to the key post of Chief of the Skevophylakion (Treasury) of the Church of the Holy Sepulchre.

Metropolitan Timotheos’ concern is manifest to the point of being neurotic. Incapable of finding a way to react, he feels that in the framework of the brotherhood’s collective instrument the “Cretans” are the majority, due to the numerous tasks each of them have shouldered in their individual fields of responsibility and that, in case of an artificially (or not) created “structural crisis”, he could very well be taken by surprise.

Indeed, the Patriarch Irineos, ignoring the dynamic of his intentions and while defending his renewal character and the long-term initiatives he had undertaken aiming at the reversal of the fastidious past, falls victim to his own devices.

At an inconspicuous point in time, he had made a proposal to the (also “Cretan”) Metropolitan of Gerasa Mr Theophanis to be put to good use by heading either the Estates Committee or the Press and Public Relations Service; which he turned down. During the official visit to the Sinai Monastery, the Patriarch Irineos makes another attempt at reconciliation and Patriarchate circles commented that the new failure is due to the Hierarch’s temperamental character.

However, the strengthening of one group/side has become a “power occupation mechanism”. His All Holiness the Patriarch’s wider collaborations, based on a rather fragile truce, certainly do not ensure his autonomy –quite the contrary.

Everything seems to run smoothly. The most sought-after formal recognition as Patriarch of the Greek Orthodox institution by Israel occurs in January 2004. However, the recurrent appeals of that time at the Supreme Court against his recognition impeded the execution of a plan on the administration, planning and implementation of significant projects.

One year later, in February 2005, the Patriarch Irineos –more confident than ever- will be convinced that in the always opportune place of fermentation for views and proposals that is the Holy and Sacred Synod, everything is discussed freely, everything is scrutinised and nothing may be disappropriated in the name of any convenience.

He is proven miserably wrong by the ensuing facts. There are attempts to link the scandal-bristling ecclesiastic crisis that breaks out in Greece directly with Jerusalem.

At the same time, the gutter press-like exploitation of the transfer and long-term renting of a part of the Patriarchate’s real estates is the great opportunity awaited by the two quarrelling factions, the “Cretans” and the “Peloponnesians”, so as to make a fierce comeback in the field for the final battle, with an alleged consciousness apprehension as to the Zionite Church’s downhill.

Both groups, in order to overthrow the Patriarch Irineos, reproach him of having sold land to Jews and criticise him for inefficient administration!

The Patriarch Mr Irineos, in the midst of the storm, displays self-restraint. Firmly believing in demolishing the dividing fanaticism and collusion, he promotes other values such as tolerance and democracy.

On 18 February 2005, he announces the promotion of the Holy and Sacred Synod member Mr Theophilus from Chief of the Skevophylakion of the Church of the Holy Sepulchre to Archbishop of Tabor. The Patriarch seems to have learnt from the example set only ten days earlier in Sharm el-Sheikh, Egypt by Ariel Sharon and Mahmoud Abbas! Violence begets violence and it is by far better for the current insecure coexistence to be replaced by an act of rallying, reconciliation and pacification that will once again set new premises for everyone.

He is, however, reckoning without the directly involved local ecclesiastic actors.

They, as deceptive interlocutors, suppress true facts from Hellenic State Department people in order to compromise him.

Based on their orchestrated and elaborately formulated accusations, within a few hours he is hastily found guilty by experts from the Greek Directorate of Ecclesiastic Affairs, without any substantial –or even convincing- evidence (when it took Palestinian experts over three months to complete their findings which actually acquit the Patriarch Irineos from all accusations levelled at him).

The same manipulated information was made available by the same insubordinate groups to a Delegation that was sent to the Holy Lands from Constantinople to closely observe what was taking place and draw up a Report on the facts supported by the dissidents!

In the turmoil of paltry defamation, the Hellenic government and the Ecumenical Patriarchate, distanced from the objective investigation and the events in the Zionite Church, will –inadvertently- be convinced by inaccuracies and slander.

The first strides of the schemers obtain an alibi.

Having secured the support of the misinformed Authorities, the insurgents declare that the Patriarch Mr Irineos no longer has the right to convene the Holy and Sacred Synod or to make any decisions –including any against them! They would rather, as they say, the Patriarch stood down peacefully!!!

The developments are swift. The “Peloponnesians”, hardly adequate to deal with the situation and –most important- to regain the lost trust of the orthodox brotherhood, can do little more than stand by and watch the “Cretans” sweep on.

As pertains to the demand to summon a Panorthodox Meeting in Constantinople, the Ecumenical Patriarch Bartholomew was informed, on behalf of those who signed for the Renunciation of Patriarch Irineos, by the Metropolitan of Gerasa Theophanis. Said Renunciation was served on the Patriarch by the Archbishop of Constantine Aristarchus, while the frugal accompanying text on behalf of the undersigned factionists was communicated by the Metropolitan of Petra Cornelius.

Their scheming mechanisms, stretching out on a daily basis around the ecclesiastic body like a spider’s web, despite the chaos during the first barren meeting to elect a Suffragan, deliver the key post to the Metropolitan of Petra.

Their pretext was that Mr Cornelius was Suffragan during the last election for Patriarch in 2001 and he had been instructed by all three involved governments (Israel, Jordan and the Palestinian Authority) to proceed with the vote.

They claim that, given the critical state the Greek Orthodox Patriarchate was in, the Holy and Sacred Synod should not disturb the equilibrium by entrusting another person with the elections.

The last great ruse of the “Cretans”, following the analogous feverish backstage deliberations of the “family”, was that their two candidates withdrew in favour of the one who would be preferred during the first phase of the procedure.

During the vote, which boasted the participation of 13 Synod Metropolitans, the contender for the Throne, Metropolitan Theophilus would not stand a chance when faced with the two “Cretans” (Theophilus and Aristarchus). And they were proven right.

The “contract of honour” results in the “unanimous” election of the Archbishop of Tabor, Mr Theophilus.

A tactless ending, a purely internal, insidious and hypocritical act, the result of heterogeneous groups that devastated the prestige of the historical Greek Orthodox Patriarchate and denigrated the Patriarch Mr Irineos who has been ministering the Holy Sepulchre in Jerusalem since he was thirteen years old.

This article was published in the newspaper "Eleftheri Ora" on 30.12.2007

«Να ρωτήσετε αυτόν τον... πώς τον λένε...». Σχέσεις οργής και αμοιβαίας καχυποψίας μεταξύ Μολυβιάτη και Σκανδαλάκη.





Ο Πατριάρχης Ειρηναίος υπήρξε και θύμα των σχέσεων αμοιβαίας καχυποψίας και υπονόμευσης που επικρατούσαν στο Υπουργείο Εξωτερικών το 2005 τόσο μεταξύ των μελών της πολιτικής ηγεσίας όσο και μεταξύ διπλωματών και πολιτικής ηγεσίας.

Για την ακρίβεια διαβάστε παρακάτω αποσπασματικά τι επικρατούσε στη Βασιλίσσης Σοφίας κατά την κρίση στα Ιεροσόλυμα από τη δημοσιογράφο Ειρήνη Δ. Καρανασοπούλου (εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ»).

«Όταν προ ημερών ο Πέτρος Μολυβιάτης συζητούσε με συνεργάτες του και η συζήτηση ήρθε στο θέμα του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, ουδείς εξεπλάγη που ο υπουργός Εξωτερικών «ξέχασε» το όνομα του αρμοδίου υφυπουργού του, Παναγιώτη Σκανδαλάκη. «Να ρωτήσετε αυτόν τον... πώς τον λένε...».

Είναι κοινό μυστικό στο υπουργείο Εξωτερικών ότι ο υπουργός Πέτρος Μολυβιάτης έχει σχέσεις καχυποψίας με τους υφυπουργούς Γιάννη Βαληνάκη, Παναγιώτη Σκανδαλάκη και Ευριπίδη Στυλιανίδη.

Ευτυχώς, ο εκπρόσωπος του υπουργείου κ. Κουμουτσάκος που καθόταν δίπλα στον προϊστάμενό του έσπευσε να ψιθυρίσει το όνομα κι έτσι αποσοβήθηκε η παράταση της αμηχανίας.

Κάποιος καλοπροαίρετος - ή ανυποψίαστος περί των συμβαινόντων στη Βασιλίσσης Σοφίας θα μπορούσε να υποθέσει ότι η «αμνησία» του κ. Μολυβιάτη ήταν της στιγμής - ένα ανθρώπινο στοιχείο, βρε αδερφέ, όπως έλεγε συνεργάτης του. Μονάχα που ο υπουργός Εξωτερικών δεν συνηθίζει να ξεχνά, προσθέτει άλλος διπλωμάτης που γνωρίζει για δεκαετίες τον κ. Μολυβιάτη [...].

Για τον υφυπουργό, τον Παναγιώτη Σκανδαλάκη, τα πράγματα ήταν από την αρχή «χλωμά». Μολονότι στην πολιτική δεν βρέθηκε από ανάγκη - είναι επιτυχημένος πανεπιστημιακός γιατρός - οι αρμοδιότητες που του δόθηκαν δεν προσφέρονταν για ανάδειξη. Μέχρι που ήρθε η κρίση στην Εκκλησία - τόσο με την πτυχή της κόντρας Χριστόδουλου και Βαρθολομαίου όσο και στη συνέχεια με τα σκάνδαλα που έπληξαν και το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Εν ριπή οφθαλμού αποδείχθηκε ότι ο κ. Σκανδαλάκης όχι μόνον είχε τις απαραίτητες διασυνδέσεις, αλλά μπορούσε και να παίρνει αποφάσεις. Το τελευταίο αυτό στοιχείο φαίνεται πως δεν άρεσε στον πολιτικό του προϊστάμενο [...].

Ενοχλημένοι και οι διπλωμάτες

ΕΝΟΧΛΗΜΕΝΟΙ όμως με τον κ. Μολυβιάτη στο υπουργείο Εξωτερικών είναι και οι διπλωμάτες. Είδαν μεν με ανακούφιση να απομακρύνεται η στρατιά των συμβούλων του κ. Παπανδρέου, αλλά δεν είδαν - όπως λένε - τη δική τους αξιοποίηση. H ηγεσία του υπουργείου - υποστηρίζουν - αξιοποιεί τους διπλωμάτες επιλεκτικά και με απολύτως υποκειμενικά κριτήρια αρνείται να προχωρήσει σε προαγωγές και προβαίνει σε τοποθετήσεις που δεν συνοδεύονται πάντα από λογικές εξηγήσεις. Έτσι, δεν είναι πλέον λίγοι οι διπλωμάτες όλων των βαθμίδων που κάνουν κάτι σαν λευκή απεργία - περιορίζουν την εργασία τους στη διαχείριση και στην ελάχιστη δυνατή συνεισφορά. Αυτό, όμως, έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζεται και η γνώση περί του τι συμβαίνει εντός και εκτός των τειχών, να έχουν εκλείψει οι καταθέσεις απόψεων και να υπάρχουν μεγάλες καθυστερήσεις και διάχυτη διπλωματική ολιγωρία [...]».

«Παρίες της Ευρώπης»




«ΠΑΡΙΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ»
ΣΤΕΝΟΧΩΡΗΘΗΚΕ «σχολιάστρια» τῆς «Καθημερινῆς», γιατί νέος ἀναπληρωτὴς ὑπουργὸς Παιδείας κ. Κωνσταντῖνος Ἀρβανιτόπουλος διακήρυξε ὅτι πρῶτο μέλημά του εἶναι ἐπαναφορὰ ὡς ὑποχρεωτικοῦ τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. «Συζητᾶμε γιὰ ὅλα, ἀλλὰ πρῶτα θὰ ἐπανέλθουν τὰ Θρησκευτικὰ» ἀνέφερε χαρακτηριστικά. Καὶ δὲν ἐνοχλήθηκε μόνο ἀπὸ τὰ Θρησκευτικά. Ἐνοχλήθηκε καὶ ἀπὸ τυχὸν ἀλλαγὲς στὸν νόμο περὶ ἰθαγένειας ποὺ θὰ ἀναγκάζονται τὰ παιδιὰ τῶν μεταναστῶν νὰ «μαθαίνουν ὑποχρεωτικὰ τὴ χριστιανορθόδοξη ἐκδοχὴ περὶ θρησκείας». «Καλωσήρθατε στὸ βαλκανικὸ Ἰράν», πρόσθεσε.

Ἐνοχλήθηκε καὶ ἀπὸ «τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ποὺ διδάσκονται μὲ ψυχαναγκαστικὴ λεπτομέρεια στὸ Γυμνάσιο» καὶ ἀπὸ τὸ ἐνδεχόμενο «νὰ ἐπανέλθουμε στὸ πολυτονικό». Καὶ δὲν σταματᾶ ὣς ἐδῶ. «Καθὼς πηδᾶμε δεκαετίες ἀντίστροφα (ὀπισθοδρομικοὶ δηλαδὴ) μήπως θὰ ἔπρεπε νὰ σκεφτοῦμε καὶ τὴν ποινικοποίηση τῆς μοιχείας;» Καὶ καταλήγει: «Μπορεῖ νὰ ἔχουμε ἀκόμη τὸ εὐρὼ ὡς νόμισμα, νὰ πασχίζουμε μὲ ἐπώδυνες μεταρρυθμίσεις νὰ κρατηθοῦμε στὴν Εὐρωζώνη, ἀλλὰ σὲ κοινωνικὸ ἐπίπεδο κινδυνεύουμε σοβαρὰ νὰ γίνουμε παρίες τῆς Εὐρωζώνης»! Δυστυχῶς «παρίες» καὶ ἀπόβλητοι, χωρὶς δικαιώματα, ἤδη γίναμε, ἀκριβῶς γιατί ἀρνηθήκαμε τὶς ἀξίες ποὺ αἰῶνες τώρα κράτησαν ὄρθιο αὐτὸν τὸν τόπο.
“ΖΩΗ”,15/12/2011

ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΟΛΩΝ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΡΤΥΡΙΚΟ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ ΑΧΡΙΔΩΝ ΙΩΑΝΝΗ





Για μια ακόμη φορά το κράτος μόρφωμα των Σκοπίων έδειξε το φασιστικό του πρόσωπο και οδήγησε τον μαρτυρικό Αρχιεπίσκοπο Αχριδών κ. Ιωάννη σε φυλακές ύψιστης ασφαλείας - λες και πρόκειται για επικίνδυνο κακούργο - όταν προσπάθησε να περάσει τα σύνορα προς τα Σκόπια για να μεταβεί στην έδρα του.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αχριδών διώκεται επειδή δεν δέχτηκε την πραξικοπηματική ανακήρυξη της Αυτοκεφαλίας της λεγόμενης “Εκκλησίας της Μακεδονίας”.
Εχει κατ’ επανάληψη εγκλειστεί στις φυλακές και έχει παντοιοτρόπως κακοποιηθεί και υποστεί άδικες και απάνθρωπες επιθέσεις και ο ίδιος και οι μοναχοί, οι μοναχές, οι ιερείς και οι πιστοί που τον ακολουθούν.
Αυτή τη στιγμή οι Σκοπιανές αρχές προσπαθούν με προκατασκευασμένες κατηγορίες να τον ενοχοποιήσουν για ποινικά αδικήματα που δεν διέπραξε για τον κλείσουν στη φυλακή και για να διαλύσουν την κανονική Αρχιεπισκοπή Αχριδών και να επιβάλουν το εθνοφυλετικό μόρφωμα της λεγόμενης “Εκκλησίας της Μακεδονίας”.
Οι προσευχές όλων των Ορθόδοξων συνοδεύουν τον Σεβασμιότατο Αχριδών και ελπίζουμε να ελευθερωθεί σύντομα και να αφεθεί απερίσπαστος χωρίς διωγμούς να ποιμάνει το ποίμνιό του.

ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ


Τά Χριστούγεννα δίδουν σέ ὅλους μας τή μοναδική εὐκαιρία νά ἀναβαπτίσουμε τήν ὕπαρξή μας στό μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, χωρίς τό ὁποῖο δέν μπορεῖ νά φωτισθεῖ καί προσεγγισθεῖ τό μυστήριο τοῦ ἀνθρώπου.

Ἄν παραμερίσουμε τόν ὀρθολογισμό καί σκεπτικισμό μας, τήν ὑπερηφάνεια καί αὐτάρκεια τοῦ ἀνθρώπου πού νομίζει ὅτι ὅλα τά ἐξηγεῖ καί κατορθώνει, τήν ἀγωνιώδη μέριμνα τοῦ βίου, τή ρουτίνα πολλῶν καθημερινῶν ματαίων πράξεων καί ἐπιδιώξεων πού κατατρώγουν τή ζωή μας, τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, καί προσέλθουμε στό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ μέ ταπείνωση καί ἁπλότητα, θά ἀποκαλυφθεῖ καί σέ μᾶς τό μεγάλο καί μοναδικό μυστήριο πού συντελεῖται ἐκεῖ.

Δέν μπορεῖ κανείς νά προσεγγίσει τό μυστήριο αὐτό ἄν δέν μετανοήσει, δηλαδή ἄν δέν ἀλλάξει νοῦν, ἄν δέν παύσει νά βλέπει τά πράγματα ἀπό τή στενή καί φτωχή προοπτική τοῦ ἀρρωστημένου ἀπό τόν ἐγωϊσμό ἀνθρώπου, γιά νά τά δεῖ μέσα στήν αἰώνια καί ἄπειρη προοπτική τοῦ Θεοῦ.

Ὅταν μιλᾶμε γιά τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὡς μυστήριο πρέπει νά τήν ἀντιλαμβανόμαστε καί ὡς μυστήριο πρέπει νά τήν προσεγγίζουμε, γιατί ὅλα τά γεγονότα τῆς ἐνανθρωπήσεως, τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ ἔγιναν μέ θαυμαστό τρόπο πού ξεπερνᾶ τό νοῦ ἀνθρώπου. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας λένε ὅτι, ἐάν ἡ θεία ἐνανθρώπηση ἦταν καταληπτή, δέν θά ἦταν θεία καί παρομοιάζουν ὅσους ἀμφιβάλλουν ἤ δέν πιστεύουν, μέ ἐκεῖνον πού καθόταν στό σκοτάδι καί πληρώθηκε ἀπό φῶς, ἐπειδή ὅμως δέν γνώριζε τό πῶς ἦλθε τό φῶς, δέν δέχθηκε τό φωτισμό. Ἄν πιστεύαμε μόνο σέ ὅσα μπορούσαμε νά ἀντιληφθοῦμε μέ τή γνώση, τότε δέν θά ἔπρεπε νά ὑπάρχει τίποτε πέρα ἀπ' αὐτά πού ὁ νοῦς μας συλλαμβάνει καί προπαντός δέν θά ἔπρεπε νά ὑπάρχει ὁ ἀκατάληπτος Θεός, ἐφ' ὅσον ὁ ἀνθρώπινος νοῦς ἀδυνατεῖ νά τόν ἀντιληφθεῖ. Εἶναι λοιπόν τολμηρό νά ἐρωτᾶμε πῶς ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί νά προσπαθοῦμε μέ τή διάνοιά μας νά τό ἐξιχνιάσουμε, ὅταν ἀγνοοῦμε ἀκόμη καί γιά τόν ἑαυτό μας πῶς γίναμε ἄνθρωποι, πῶς ἡ νοερά ψυχή μας εἶναι συνδεδεμένη μέ τό σῶμα μας. Γι' αὐτό ὁ μόνος τρόπος προσεγγίσεως στό μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως καί σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πίστη στήν παντοδυναμία τῆς θελήσεως καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἑορτή τῶν Χριστουγέννων πού ἀποτελεῖ ὡς γεγονός "σεισμόν γῆς", κατά τήν χαρακτηριστική ἔκφραση τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, εἶναι τό κεντρικό μυστήριο ὅλης τῆς Θείας Οἰκονομίας. Ἡ δημιουργία καί ἡ σωτηρία, ὅλη ἡ ἐλεημοσύνη καί ἡ φιλανθρωπία τῆς ἁγίας Τριάδος, ἀνακεφαλαιώνονται στόν Θεάνθρωπο Χριστό, πού μέ τήν ἐσάρκωσή Του κι ὅλα τά μυστήρια τῆς ἔνσαρκης παρουσίας Του, ἀπεκάλυψε τή χριστολογική καί χριστοκεντρική ρίζα καί προοπτική κάθε πραγματικότητας καί ὁλόκληρης τῆς πραγματικότητας. Ἔτσι ἐξηγεῖται γιατί τά Χριστούγεννα ἑορτάζονται καί πανηγυριζονται σάν "τά σωτήρια τοῦ κόσμου, ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῆς ἀνθρωπότητος, ἡ κοινή ἑορτή πάσης τῆς κτίσεως" (Μ. Βασίλειος). Ἐπειδή, ὁ "ἐπιδημήσας Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐκένωσεν ἑαυτόν, ἵνα τῷ κενώματι αὐτοῦ πληρωθῇ ὁ κόσμος".

"Ἐπειδή ὁ Θεός," λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, "μᾶς ἔδωσε νά κοινωνήσουμε τό καλύτερο καί δέν τό φυλάξαμε, γι' αὐτό μεταλαβαίνει τό χειρότερο, ἐννοῶ τή φύση μας, ὥστε ἀπό τή μιά μεριά νά ἀνακαινίση τόν ἑαυτό Του καί μέ τόν ἑαυτό Του τό κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν, καί ἀπό τήν ἄλλη νά διδάξει καί σέ μᾶς τήν ἐνάρετη πολιτεία, ἀφοῦ μέ τόν ἑαυτό Του τήν ἔκαμε σέ μᾶς δυνατή. Νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τή φθορά μέ τήν κοινωνία τῆς ζωῆς γενόμενος ἀπαρχή τῆς ἀναστάσεώς μας. Νά ἀνακαινίσει τό σκεῦος πού ἀχρειώθηκε καί κομματιάστηκε,νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τήν τυραννία τοῦ διαβόλου, μέ τό νά μᾶς καλέσει στή θεογνωσία καί νά τόν νεκρώσει, νά μᾶς μάθει νά παλεύουμε ἀποτελεσματικά μέ τόν τύραννο, ὁπλισμένοι μέ ὑπομονή καί ταπείνωση".

Ὁ Θεός ἔγινε τέλειος καί ἀληθινός ἄνθρωπος, "ἄνθρωπος ἐν πληγῇ", "ἐν δούλου μορφῇ", χωρίς νά πάψει νά εἶναι τέλειος καί ἀληθινός Θεός, γιά νά κάμει τόν ἄνθρωπο πλήρη καί τέλειο υἱό τοῦ Θεοῦ καί Θεό κατά χάριν. "" Ὁ Θεός πτωχεύει τήν ἐμήν σάρκα, ἵνα ἐγώ πλουτήσω τήν αὐτοῦ Θεότητα.... κενοῦται τῆς ἑαυτοῦ δόξης ἐπί μικρόν, ἵνα ἐγώ τῆς ἐκείνου μεταλάβω πληρώσεως". Ὁ Θεός μας ἔρχεται νά κενωθεῖ, νά πτωχεύσει, νά κριθεῖ, νά σταυρωθεῖ, νά κατέλθει στόν Ἅδη, νά ἀναστηθεῖ καί νά ἀναληφθεῖ, γιά νά φανερώσει μέ ὅλο αὐτό τό μυστήριο τῆς κενώσεώς Του, ὅτι δέν εἶναι δύναμη, ἰσχύς, αὐθεντία, κυριαρχία, νομοθεσία, καταδίκη, τιμωρία, ἐκδίκηση. Ἔρχεται, μέ ἄλλα λόγια, νά σώσει στήν ἀγάπη καί μέ τήν ἀγάπη Του τόν ἄνθρωπο, νά βαστάξει ὅλες τίς ἀσθένειές μας καί νά σηκώσει ὅλα τά ἀνομήματά μας, νά μεταμορφώσει ὅλες τίς ἀπελπιστικά ἀνθρώπινες καταστάσεις σέ γνώση τῆς δυνάμεως τῆς Ἀναστάσεώς Του.

Ὁ Χριστός γεννιέται και ἀνακλίνεται πραγματικά στήν Ἐκκλησία, καί στό λίκνο τῆς καρδιᾶς μας, πού εἶναι λίκνο τῶν ἀλόγων παθῶν "θέλων ρύσασθαι ἡμᾶς ἐκ τῆς ἀλογίας".

Ἡ φάτνη τῆς σαρκώσεως γίνεται τό θυσιαστήριο τοῦ κόσμου ἀπό τό ὁποῖο προσφέρεται ὁ ἄρτος τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ σάν τροφή τῶν λαῶν τῆς γῆς· διότι στό μυστήριο τῶν Χριστουγέννων θεᾶται, προσκυνεῖται καί δοξάζεται ὁλόκληρη ἡ σωτηρία. Αὐτό εἶναι τό μυστήριο πού μποροῦν νά θαυμάζουν ὅσοι μποροῦν νά ἀναγνωρίζουν τή μεγαλειότητα στήν ταπείνωση, τόν πλοῦτο στήν πτώχεια, τήν ἐλευθερία στήν ὑπακοή.

Στήν Καστοριά, μεταξύ τῶν 72 βυζαντινῶν ναῶν, προεξἐχουσα θέση κατέχει ὁ ναός τῆς Παναγίας τῆς Κουμπελίδικης, ὅπως λέγεται, ἐξαιτίας τοῦ χαρακτηριστικοῦ καί ὑπερβολικοῦ σέ ὕψος τρούλου του (κουμπέ), τοῦ 11ου αἰώνα καί τοιχογραφίες τοῦ 14 ου αἰῶνα. Στό ἐξωτερικό τείχωμα τῆς προσόψεως καί πρό τῆς κεντρικῆς εἰσόδου ὑπάρχει σέ φυσικό μέγεθος ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας μέ τό θεῖο βρέφος στήν ἀγκαλιά. Ἕνας βιαστικός ἐπισκέπτης ἴσως νά ἐντυπωσιασθεῖ ἀπό τή τεχονοτροπία τῆς εἰκόνας, ἀλλά δέν θά ὑποψιασθεῖ πώς ἐδῶ ἔχουμε μιά ὁλόκληρη θεολογία καί μάλιστα ὑψηλῆς συλλήψεως ἀπό τόν ἁγιογράφο. Καί νά γιατί:

Μέ τήν εἰκονογράφηση αὐτή τονίζεται τό πρωταρχικό δόγμα τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Λόγου. Ὁ ἀγιογράφος δέν τήν τοποθετεῖ στό μέσα τοῦ Ναοῦ ἀλλά στό ἔξω μέρος καί μάλιστα πρό τῆς εἰσόδου. Τοῦτο σημαίνει, ὅτι γιά νά εἰσέλθει ὁ ἄνθρωπος ἐντός στά ἐντός τοῦ ναοῦ, νά μετάσχει λειτουργικά καί μυστηριακά στά τελούμενα, γιά νά γίνει ἕνα πλῆρες μέλος τῆς κοινότητας καί ἄξιος τῆς κοινωνίας τῶν πιστῶν, γιά νά μεταμορφωθεῖ σέ πολίτη τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά περάσει ἀπό τό γεγονός τῆς Θείας Ἐνσαρκώσεως. Στήν εἰκονογραφημένη, ὅμως, παράσταση ὑπάρχει καί μιά λεπτομέτρεια, μοναδική ἴσως σέ εἰκόνα τῆς Γεννήσεως. Ἡ λεπτομέρεια αὐτή εἶναι συγκλονιστική γιά τό θεολογικό της βάθος.

Σᾶς περιγράφω τήν εἰκόνα: Σέ φυσικό μέγεθος καί σέ ὄρθια στάση ἡ Παναγία, σάν μητέρα στοργική κρατάει σφιχτά στόν κόρφο της τό θεῖο βρέφος. Τό πρόσωπο τῆς Παναγίας εἶναι γλυκύ, νεανικό, μέ μιάν ἀνείπωτη ἔκφραση πληρότητας καί ὀμορφιᾶς, καί ἀτενίζει τόν κόσμο μέ τρυφερότητα . Τό Βρέφος ἔχει ἔντονα στραμμένο τό κεφάλι του πρός τό ἐπάνω δεξιό μέρος τῆς εἰκόνας καί ἀτενίζει μέ φρίκη τά σύμβολα τοῦ Σταυροῦ. Τό πρόσωπό του εἶναι σκληρό, γηρασμένο, ὅλο πόνο καί ὀδύνη, ὡσάν νά ἔχει τυπωθεῖ ἐπάνω του ὅλος ὁ πόνος καί ἡ ὀδύνη τοῦ κόσμου. Αὐτό τό Παιδίον εἶανι ἀπό τώρα, ἀπό τή στιγμή τῆς Γέννησής Του ὁ Ἀμνός τῆς σφαγῆς, "ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου῾. Αὐτά θεολογικά σημαἰνουν πώς Σάρκωση δέ νοεῖται χωρίς τό Σταρό καί τό Θάνατο. Τό μυστήριο τῆς Σαρκώσεως κατανοεῖται στίς ἀήθινές του διαστάσεις μόνο κάτω ἀπό τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ. Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία τῆς Σαρκώσεως δέν μπορεῖ νά οἰκοδομηθεῖ χωρίς τή Θεολογία τοῦ Σταυροῦ. Ἀλά καί μιά Θεολογία τοῦ Σταυροῦ χωρίς τή Θεολογία τῆς Ἀναστάσεως εἶναι τραγικά ἐλλιπής καί εὔκολα ὁδηγεῖ σέ μιά "θεολογία τοῦ θανάτου τοῦ Θεοῦ". Σάρκωση, λοιπόν, Σταυρός καί Ἀνάσταση, τό ὅλο μυστήριο τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο.

Οἱ ἄνθρωποι δέν εἴμεθα σήμερα ἀναπαυμένοι. Δέν μᾶς ἱκανοποιοῦν τά ὑποκατάστατα. Δέν μᾶς ἱκανοποιοῦν στήν κοπιαστική ἀναζήτηση τῆς λύτρωσης οἱ ψευδεῖς Μεσσίες, οἱ ἀνθρώπινοι καί φανταστικοί θεοί. Ἁπλά κάνουν πιό ἔντονο τό κενό, τή δυστυχία καί τήν ἀπογοήτευση. Κουραστήκαμε ἀπό τήν κυριαρχία τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου στήν καρδιά μας καί ζητᾶμε νά ἐνδυθοῦμε τόν καινό, τόν νέο ἄνθρωπο. Νά γεννήσουμε τό Χριστό στίς καρδιές μας, νά ὑφἀνουμε, παρά τίς δυσκολίες, ἐσωτερικές καί ἐξωτερικές, τό μεγάλο καί παράδοξο μυστήριο, πού οἱ αἰῶνες καί ἡ ἀλήθεια του τό ἔκαναν τόσο δικό μας.. Μᾶς λείπει, ὅμως, ὅπως λέγει τό Εὐαγγέλιο ἕνα ἀκόμη.

Ἀλλά αὐτό τό ἕνα ἀποκαλύπτει δύο μεγάλες μας ἁμαρτίες: τήν ἀδιαφορία μας γιά τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο, τόν ἀδελφό μας. Μᾶς λείπει ὁ Πατέρας ἀλλά καί ἡ οἰκογένειά μας. Γιατί ἡ κοινωνία μέ τό Θεό δέν εἶναι ἔξω ἀπό τήν κοινωνία μέ τόν ἄνθρωπο. Καί γιατί ἡ κοινωνία μέ τόν ἄνθρωπο ἀποκαλύπτει τήν ἀγάπη μας στό Θεό. Ἕνας ἴσον κανένας. Αὐτό πρωτακούσθηκε μέσα στούς κόλπους τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας. "Ἕνας χριστιανός, ἴσον κανένας χριστιανός! Καί ἡ ἀγάπη πού χαρακτηρίζει -πρέπει νά χαρακτηρίζει- τήν κοινωνία μας μέ τό συνάνθρωπό μας καί τό Θεό μας δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν πορεία τοῦ χρόνου, ἀλλά ἔχει πάντα δύναμη.

Λέγει χαρακτηριστικά ὁ ὅσιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης: "Μερικοί σκέφτονται πώς ὁ Κύριος γεννήθηκε καί ἔπαθε ἀπό ἀγάπη γιά τόν ἄνθρωπο· ἐπειδή ὅμως δέν βρίσκουν μέσα τους αὐτή τήν ἀγάπη, διαλογίζονται πώς αὐτό ἔγινε κάποτε παλιά καί πέρασε. Ὅταν ὅμως ἡ ψυχή μας γνωρίσει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τότε αἰσθάνεται καθαρά πώς ὁ Κύριος εἶναι ὁ Πατέρας μας, ὁ γνησιότατος, ὁ πλησιέστατος, ὁ πιό ἀγαπημένος, ὁ ἀγαθότατος καί δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη εὐτυχία ἀπό τό ν' ἀγαπᾶς τό Θεό μέ ὅλο τό νοῦ καί τήν καρδιά καί τόν πλησίον σάν τόν ἑαυτό σου. Κι ὅταν πιά ἐγκατασταθεῖ μέσα μας αὐτή ἡ ἀγάπη, τότε ὅλα χαροποιοῦν τήν ψυχή".

Ἡ χάρη ἔρχεται μέ τήν ἀγάπη γιά τόν ἀδελφό καί μ' αὐτή διατηρεῖται. Σκλήρυναν σήμερα οἱ καρδιές τῶν ἀνθρώπων καί πάγωσε ἡ ἀγάπη καί ἔτσι δέν αἰσθάνονται τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί χάνουν καί τήν πίστη στό Θεό!

Πῶς γίναμε ἔτσι οἱ ἄνθρωποι! Χωρίς καρδιά γιά τόν ἀληθινό καί ζώντα Θεό, τί ἄλλο ἄραγε ἔχουμε νά τοῦ προσφέρουμε- ὅ,τι ἔχουμε δικό Του. Ἡ ὅποια ἀξιομισθία μας ἀδυνατεῖ νά μᾶς χαρίσει τή Βασιλεια Του, γιατί ἡ ἁγιότητά Του δέν μετριέται. Πῶς γίναμε ἔτσι ἄσπλαγχνοι, σύνθετοι ἄνθρωποι, ἐπιτηδευμένοι, μ' ἕνα σωρό στολίδια καί φτιαξίματα στήν ψυχή καί τό πρόσωπο; πῶς γίναμε τόσο μίζεροι καί δυστυχεῖς, μοιρολάτρες καί κακόμοιροι, στερημένοι τῆς μακαρίας ἐλπίδας;

Ἄν προσπαθούσαμε νά ζήσουμε λίγο περισσότερο τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Πόσο θά μᾶς πλουτίσει! Πῶς θά τό πετύχουμε αὐτό;

Ἐάν ἀνακαλύψουμε ὅτι τό σπήλαιο εἶναι εἰκόνα τῆς Ἐκκησίας. Γιατί ἔξω εἶναι σκοτάδι φωτισμένο μέ ψεύτικο φῶς.

Ἐάν ἀνακαλύψουμε ὅτι ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου, ὡς ἀδελφοῦ τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ὁ Θεός,

Ἐάν ζήσουμε τόν ἐκκλησιαστικό βίο γνήσια καί αὐθεντικά,

Ἐάν ἀπελευθερώσουμε τό μυαλό μας ἀπό τή δουλεία σέ μιά διδασκαλία πού ἀγνοεῖ τόν Θεό ὡς τέλειο Θεό καί τέλειο ἄνθρωπο,

Ἐάν μάθουμε, ὅτι γνωρίζουμε τό Θεό καλλιεργώντας μία σχέση, καί ὄχι κατανοώντας ἕνα νόημα,

Ἐάν ξαναζήσουμε τήν προτεραιότητα τῆς ζωῆς καί ὄχι τῆς ἐπιβίωσης, καί τίς ὧρες τῆς ἀδυναμίας μας ἄς μή ξεχνᾶμε νά παίρνουμε μαζί μας τόν Χριστό, τήν πηγή τῆς ζωῆς, τήν ἴδια τή ζωή, τή χαρά καί τήν ἐλπίδα μας.

Ο ΥΜΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Λάμπρου Σκόντζου, Θεολόγου

ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ
Ὁ ὑμνολογικός θησαυρός τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι κατά γενική ὁμολογία ἀνεπανάληπτος. Μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ἀναδείχθηκαν ταυτόχρονα καί σπουδαίοι ποιητές. Περισσότεροι ἀπό πενήντα χιλιάδες ὑμνογραφικά ἀριστουργήματα κοσμοῦν τήν πολυποίκιλη λατρεία μας. Αὐτά εἶναι ἀναμφίβολα προϊόντα βαθιᾶς πίστεως καί ὑγιοῦς θρησκευτικότητας, γνήσια ἀναθήματα τῆς ψυχῆς στήν Ἐκκλησία.
Ἰδιαίτερα οἱ ἱεροί ὑμνογράφοι ἐπιστράτευσαν ὅλη τήν ποιητική τους ἔμπνευση γιά νά κοσμήσουν μέ ὕμνους ἄφθαστης τελειότητας τίς μεγάλες ἑορτές τοῦ ἐνιαυτοῦ. Πλῆθος ἐπώνυμοι καί ἀνώνυμοι ὑμνογράφοι ἀπέδωσαν μέ τούς ὕμνους τους τέλεια τά σωτήρια νοήματα τῶν ἑορτῶν αὐτῶν. Τό γεγονός αὐτό, τόν τελευταῖο καιρό, ἔγινε ἀντικείμενο μελέτης ἀκόμα καί ἀπό ἑτερόδοξους μελετητές.
Ἡ μεγάλη ἑορτή τῶν Χριστουγέννων, τήν ὁποία θά ἑορτάσει γιά μιά ἀκόμα φορά ἡ Χριστιανοσύνη μέ λαμπρότητα, ἔχει ἐμπλουτισθεῖ μέ θαυμάσιους ὕμνους ἀπό ἐπώνυμους καί ἀνώνυμους ὑμνογράφους, οἱ ὁποῖοι μέσω αὐτῶν προσπάθησαν καί ἀπέδωσαν μέ ἐπιτυχία τό μεγάλο καί ἀπερινόητο γεγονός τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως. Στό μικρό αὐτό κείμενο θά κάνουμε μιά σύντομη μνεία αὐτῆς τῆς ὑμνογραφίας τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν τῶν Χριστουγέννων, ὡς εἰσαγωγή τῶν πιστῶν στή μεγάλη καί σωτήρια αὐτή ἑορτή.
Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΩΝ ΩΡΩΝ
Ἀρχίζοντας ἀπό τήν ἀκολουθία τῶν Μεγάλων Ὡρῶν, ἡ ὁποία τελεῖται τήν παραμονή τῆς ἑορτῆς ξεχωρίζουμε τά περίφημα ἰδιόμελα τροπάρια τῆς Α΄ Ὥρας "Βηθλεέμ, ἑτοιμάζου, εὐτρεπιζέσθω ἡ φάτνη...", "Νῦν ἡ προφητική πρόρρησις πληρωθῆναι ἐπείγεται..." καί τό θαυμάσιο δοξαστικό "Τάδε λέγει Ἰωσήφ πρός τήν παρθένον...", τά ὁποῖα εἰσάγουν τούς πιστούς στό "ξένο" μυστήριο τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως. Καταπληκτικό εἶναι καί τό δοξαστικό τῶν τραπαρίων τῆς ΣΤ΄ Ὥρας "Δεῦτε, χριστοφόροι λαοί, κατίδω-μεν θαῦμα πᾶσαν ἔννοιαν ἐκπλῆττον καί συνέχον...", τό ὁποῖο καλεῖ τούς πιστούς νά ἐνσκύψουν καί νά δοῦν τό μεγάλο θαῦμα τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Θεοῦ. Ὑπέροχο εἶναι ἐπίσης καί τό δοξαστικό τῶν τροπαρίων τῆς Θ΄ Ὥρας "Σήμερον γεννᾶται ἐκ παρθένου ὁ δρακί τήν πᾶσαν ἔχων κτίσιν...", τό ὁποῖο ὁμοιάζει καί ψάλλεται σάν τό γνωστό δοξαστικό τῆς ἀκολουθίας τῆς Μ. Παρασκευῆς "Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου..." (ιε΄ ἀντίφωνο).
Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ
Στόν Ἑσπερινό τῆς ἑορτῆς ἐπισημαίνουμε τή σπουδαιότητα τῶν τροπαρίων τῶν στιχηρῶν μέ ἀποκορύφωμα τό καταπληκτικό δοξαστικό, ποίημα τῆς μεγάλης βυζαντινῆς ποιήτριας Κασσιανῆς, "Αὐγούστου μοναρχήσαντος ἐπί τῆς γῆς...", στό ὁποῖο γίνεται σύγκριση τῆς ἐγκόσμιας βασιλείας μέ τήν βασιλεία τοῦ Ἐνανθρω-πήσαντος Θεοῦ. Ὑπέροχα εἶναι καί τά ἀπόστιχα καί ἰδιαίτερα τό δοξαστικό "Εὐφράνθητι Ἰερουσαλήμ καί πανηγυρίσατε, πάντες...", ἕνα ὑπέροχο ποίημα, ἐνθουσιώδης ὕμνος στή μεγάλη δωρεά καί τά ἀποτελέσματα τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΟΡΘΡΟΥ
Στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου ἀξιοσημείωτα εἶναι τά γνωστά καθίσματα, "Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός...", "Τί θαυμάζεις Μαριάμ...", "Ὁ ἀχώρητος παντί πως ἐχωρήθη ἐν γαστρί...", τροπάρια ὑψηλῆς θεολογικῆς καί ποιητικῆς ἀξίας, τά ὁποῖα ἔχουν σκοπό νά εἰσάγουν τούς πιστούς στό νόημα τῆς μεγάλης ἑορτῆς. Πάνω ἀπ' ὅλα οἱ δύο κανόνες τῆς ἑορτῆς "Χριστός γεννᾶται δοξάσατε...", ποίημα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Μελωδοῦ καί "Ἔσωσε λαόν θαυματουργών δεσπότης...", ποίημα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, ἀποτελοῦν τά τελειότερα δείγματα τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ποιήσεως. Καί οἱ δύο κορυφαῖοι ὑμνογράφοι καί μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας προκειμένου νά ὑμνήσουν καί νά ἀποδώσουν τό κοσμοσωτήριο γεγονός τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ ἐξήντλησαν πάνω σέ αὐτά τά δύο θαυμαστά ποιήματα ὅλο τό ποιητικό τους χάρισμα. Τό ἱερό δόγμα ἀποδίδεται στούς δύο αὐτούς θεσπεσίους κανόνες, κατά τρόπο τέλειο. Τό Κοντάκιο "Ἡ Παρθένος σήμερον..." ποίημα τοῦ κορυφαίου ποιητή τῶν κοντακίων Ρωμανοῦ τοῦ Μελωδοῦ, εἶναι ἰδιαίτερα δημοφιλές. Καταπληκτικός εἶναι ἐπίσης ὁ εἰρμός τῆς Θ΄ Ὠδῆς "Μεγάλυνον ψυχή μου... Μυστήριον ξένον ὁρῶ καί παράδοξον...", ἐκφράζοντας τό δέος τῶν πιστῶν μπροστά στό μεγάλο μυστήριο τῆς Γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου, καί τή συνεργασία ὁλοκλήρου τῆς ἐμψύχου καί ἀψύχου δημιουργίας γιά νά πραγματοποιηθεῖ τό σωτήριο αὐτό γεγονός. Ἀπό τά τροπάρια τῶν αἴνων ξεχωρίζουμε τό "Εὐφραίνεσθε, δίκαιοι, οὐρανοί ἀγαλλιάσθε...", τό ὁποῖο καλεῖ τούς πιστούς νά γευθοῦν τή χαρά πού προκαλεῖ ἡ ἀνατολή της ἐν τῷ σαρκωμένω Λόγω σωτηρίας. Καταπληκτικό εἶναι ἐπίσης τό δοξαστικό τῶν αἴνων "Ὅτε ὁ καιρός τῆς ἐπί γῆς παρουσίας σου...", τό ὁποῖο κάνει λόγο γιά τίς συνθῆκες τῆς γεννήσεως τοῦ Θείου Βρέφους. Ἡ βασιλεία τοῦ Ρωμαίου Καίσαρα καί τό δόγμα ἀπογραφῆς εἶναι κακέκτυπες εἰκόνες τοῦ γεννηθέντος Βασιλέως τῶν Βασιλέων Χριστοῦ καί τῆς νέας πολιτογραφήσεως τῶν ἀνθρώπων στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τέλος τό θεοτοκίο "Σήμερον ὁ Χριστός ἐν Βηθλεέμ γεννᾶται ἐκ παρθένου..." καλεῖ τίς οὐράνιες ἀγγελικές δυνάμεις νά συνεορτάσουν μέ τούς ἀνθρώπους τό κοσμοσωτήριο γεγονός.
Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΣΥΝΑΞΗΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Ἀπό τήν ἀκολουθία τῆς ἑπομένης ἡμέρας, κατά τήν ὁποία τιμᾶται ἡ Θεοτόκος Μητέρα τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ Λόγου, ξεχωρίζουμε τά ἀπόστιχα τροπάρια τοῦ Ἑσπερινοῦ "Παράδοξον μυστήριον οἰκονομεῖται σήμερον...", "Πῶς ἐξείπω τό μέγα μυστήριον...". Αὐτά ἐκφράζουν τήν ἀπορία καί τό θαυμασμό τοῦ ποιητῆ γιά τό μεγάλο μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας. Στό δοξαστικό τῶν ἀποστίχων "Ἐν Βηθλεέμ συνέδραμον ποιμένες..." ἐξυμνεῖται ἡ συμβολή τῶν ἁπλοϊκῶν ἐκείνων ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ἀξιώθηκαν πρῶτοι ἐκεῖνοι νά ὑποδεχθοῦν τόν νηπιάσαντα Θεό. Τέλος τό δοξαστικό τῶν αἴνων τοῦ Ὄρθρου "Αἷμα καί πῦρ καί ἀτμίδα καπνοῦ..." ὑμνεῖ τήν σχετική προφητεία τοῦ Ἰωήλ, λέγοντας ὅτι τό αἷμα προεικόνισε τήν σάρκα τοῦ Σωτῆρος, τό πῦρ τήν θεότητά Του καί ἡ ἀτμίδα τοῦ καπνοῦ τό ἅγιον Πνεῦμα, "τό ἐπελθόν τῆ Παρθένω καί κόσμω εὐωδιάσασαν".
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ἡ ὑμνολογία λοιπόν τῶν Χριστουγέννων εἶναι τό ἀπαύγασμα τῆς ποιητικῆς ἐκχυλλίσεως τῶν ἱερῶν ποιητῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ ἐμπνευσμένοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ποιητές ὕμνησαν τό μεγάλο γεγονός τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως καί ἔδωσαν στήν μέν Ἐκκλησία ἀνεπανάληπτα ποιήματα λατρείας στούς αἰῶνες καί στόν παγκόσμιο πολιτισμό κορυφαία δείγματα ὑψίστης ποιητικῆς τέχνης. Οἱ πιστοί καλοῦνται αὐτές τίς ἅγιες ἡμέρες, πέρα ἀπό τίς ὑλικές ἀπολαύσεις τῶν ἡμερῶν, πού καί αὐτές εἶναι συνοδευτικές ὥς ἕνα σημεῖο τῆς μεγάλης χαρᾶς, νά πλησιάσουν νοερά τήν φάτνη τῆς Βηθλεέμ καί νά γονατίσουν μπροστά στό Θεῖο Νήπιο καί νά τοῦ ἐναποθέσουν τή ζωή τους καί τή σωτηρία τους. Ἡ θεσπέσια ἱερή ὑμνολογία τῆς μεγάλης ἑορτῆς θά τούς βοηθήσει νά ποῦν τόν ποιμενικό λόγο "διέλθωμεν δή ἕως βηθλεέμ καί ἴδωμεν... τό γεγονός, ὅ ὁ Κύριος ἐγνώρισεν ἡμῖν" (Λουκ. β΄ 15).

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...