Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Ιουνίου 14, 2012

Υπάρχει Θρησκευτικός Εθνικισμός; του μητροπολίτου Πειραιώς κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ






Στίς παροῦσες δύσκολες ἱ­στορικά στιγμές πού διέρχεται ἡ πατρίδα μας, εὑρισκόμενη στήν πιό δυσμενῆ οἰκονομική ἀλλά κυρίως πνευματική κρίση στή σύγχρονη ἱστορία της, ἡ Ἐκκλησία πράττει τό ἔργο της: ἐκ-καλεῖ τόν ἄνθρωπο στή σύναξη Της. Ἑνώνει τούς ἐν ἐλευθερίᾳ «κλητούς» σέ συνάθροιση ἑνότητας, στό Δεῖπνο τῆς Εὐχαριστίας ὅπου παραγίγνεται σωματικῶς ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἡ κλήση αὐτή ἀφορᾶ καί παραμένει ἀνοικτή «εἰς πάντα τά ἔθνη» γιατί εἶναι οἰκουμενική, θεμελιωμένη στή νέα Διαθήκη μέ τό Θεό, τή σφραγισμένη ἀπό τήν σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ, καί τήν Ἀνάστασή Του, βιωμένη ἀπό τήν Ἐκκλησία. 


Αὐτή τήν κλήση, διαπερνώντας τήν ἱστορία, μποροῦμε νά τήν «ἀναγνώσουμε» στό βίο τῶν ὀρθοδόξων λαῶν, οἱ ὁποίοι στήν κοινή πίστη στόν ἐν Τριάδι Θεό καί στό κοινό ποτήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας θεμελίωσαν τή ζωή καί τήν πορεία τους. Ἡ ἱστορική πορεία τοῦ κάθε λαοῦ πάντοτε μέ τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο τρόπο προσάρμοζε τά στοιχεῖα τοῦ βίου της «γύρω» ἀπό τήν εὐχαριστιακή ἐκκλησιαστική κοινότητα, ἔχοντας ὡς κεντρομόλο ἄξονα τήν Ἀλήθεια, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου καί τούς τό αὐτό ποιούντας μάρτυρες καί Ἁγίους Της. Ὅλες οἱ ἄλλες «μικρές ἀλήθειες», ἀπό τά πρακτικά τοῦ βίου ἕως τίς κορυφές τῆς σύλληψης τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος, μποροῦν νά μετρηθοῦν καί νά ἀξιολογηθοῦν στό μέτρο πού ἐγγίζουν ἤ ὄχι τήν Αὐτοαλήθεια, τό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό εἶναι καταγεγραμμένο καί στήν ἱστορία τοῦ Ἑλληνισμοῦ, τήν ὁποία διαπερνᾶ ἡ ζωογόνος συνάντηση μέ τήν Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου.


Σήμερα τίθεται τό ἐρώτημα, γιά τό  ἄν καί κατά πόσον οἱ νεοέλληνες ἀποστασιοποιοῦνται ἀπό τίς ρίζες τοῦ ἑλληνορθοδόξου Γένους, τόν ὀργανικό ἱστό τῆς παράδοσης τοῦ τόπου καί τοῦ τρόπου τῶν Ρωμιῶν. Μέ ποιόν τρόπο γίνονται ἤ όχι, μέτοχοι τῆς κοινῆς συνείδησης τῶν προγόνων (τῆς ἱστορικῆς πραγματικότητας τοῦ «πονεμένου ἑλληνισμοῦ» τῆς ρωμηοσύνης), τῆς κοινῆς παιδείας (τῆς γνώσης καί σοφίας τοῦ ἕλληνος λόγου), καί κυρίως τῆς ἐμπειρίας τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ γεγονότος. Ζητούμενο παραμένει τό πῶς θά ἐπαναπροσεγγισθεῖ καί θά γίνει ἀντιληπτή ἡ συνέχεια αὐτοῦ τοῦ Ρωμαίϊκου τρόπου τοῦ βίου, εἰδικῶς δέ, στούς καιρούς πού διανύουμε κατά τούς ὁποίους οἱ κρίσιμοι ὑπαρκτικοί καί ὑπαρξιακοί προσανατολισμοί κανοναρχοῦνται ἀπό θεωρητικά μορφώματα μιᾶς δυτικοτραφοῦς, αὐστηρῶς ἰδεοκρατικῆς καί χρησιμοθηρικῆς πρότασης ζωῆς. Ἐκφράζονται ἀπό συνασπισμό διανοουμένων οἱ ὁποίοι ἐντάσσονται οὐραγοί στό πνεῦμα τῆς μετανεωτερικῆς ἐποχῆς. Τό πνεῦμα αὐτό  προτάσσει καί ἀπαιτεῖ ἀπό τόν μετανεωτερικό ἄνθρωπο νά ἀνασκευάζει, νά ἀναθεωρεῖ καί νά ἀναδομεῖ κάθε ἔννοια, βίωμα καί ἱστορική πραγματικότητα, ἀφοῦ ὁτιδήποτε  προέρχεται ἀπό τήν κοινή μνήμη καί συνείδηση τοῦ παρελθόντος χρόνου καί τῆς ἱστορίας, αὐτόχρημα ἐλέγχεται ὡς πρός τήν ἐγκυρότητα καί τήν ἀλήθεια του.


Σ΄αὐτό τό πλαίσιο ἐντάσσονται, ἀπό ἄποψη ἀρχῆς, καί οἱ ὄψιμες ἀναζητήσεις συγχρόνων κύκλων διανοητῶν καί θεολόγων (βλ. ἄρθρο μέ τίτλο «Ὀρθοδοξία –Ἑλληνισμός» τῆς ἐφημερίδας «Ἡ Θεσσαλία», Κυριακή 27 Μαϊου 2012, μέ ἀπόσπασμα βιβλίου (ἔκδ. 2012) τοῦ Π. Καλαϊντζίδη διευθυντή τῆς Ἀκαδημίας Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου).


Οἱ κύκλοι αὐτοί ὑπό τό πρόσχημα τῆς «κάθαρσης» τῆς θεολογίας διά τοῦ μετανεωτερικοῦ μοντέλου, ἐπισημαίνοντας μόνον ἤ κατά κόρον τίς ἐκτενεῖς ἀστοχίες, τίς ὑπερβολές ἤ τίς ὑποκειμενικές ἑρμηνεῖες πού μπορεῖ νά ἀπαντῶνται στό ἔργο ἑνός «θεολογικοῦ» λόγου πού θέλει τήν Ἐκκλησία θεραπαινίδα ἑνός θρησκευτικοῦ ἐθνικισμοῦ προσπαθοῦν, εἴτε μέσῳ συγγραφῆς, εἴτε μέσῳ ὀργάνωσης πιό συλλογικῶν –συνεδριακοῦ τύπου- ἐνεργειῶν, νά ἀναδείξουν αὐτό τό λόγο ὠς ἐπικρατέστερο καί ὑπαίτιο ὅλων συλλήβδην τῶν κακοδαιμονιῶν τῆς σύγχρονης νεοελληνικῆς πραγματικότητας.


Ἡ προσπάθεια τῶν κύκλων αὐτῶν, ἄρχεται ἀπό συμπεράσματα καί a priori θέσεις-διαπιστώσεις οἱ ὁποῖες περιγράφουν «ταύτιση Ἐκκλησίας- Ἔθνους, Ὀρθοδοξίας-Ἑλληνισμοῦ, μέ πρόκληση συνέπειων βαρυτάτου κόστους γιά τήν ἐκκλησιαστική αὐτοσυνειδησία ἀλλά καί τήν ἰδιοπροσωπία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ», τόν «ἐγκλωβισμό τῆς Ὀρθοδοξίας σέ μιά ἑλληνοκεντρικότητα καί βυζαντινολαγνεία, τροχοπέδη γιά τήν ἐσχατολογική της προοπτική τήν ὁποία καί ἔχει ἀπολέσει μέ συνέπεια νά ὑποκαθίσταται ἡ ἱστορία τῆς σωτηρίας μέ τήν ἱστορία τῆς ἐθνικῆς παλιγγενεσίας». Ἡ πτώση τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας καί ἡ ἀπώλεια τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ ὁρίζεται ὡς  «ἀθεράπευτο τραῦμα» πού ἡ ὀρθοδοξία καί ὁ ἑλληνισμός ἀδυνατοῦν νά ξεπεράσουν. Ἐπίσης  θεωροῦντι «χωρίς τήν ἔξοδο τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τό βολικό καταφύγιο τῶν περασμένων ἐποχῶν δέν θά ὑφίσταται ἡ προϋπόθεση γιά νά μπορεῖ νά ὑπάρξει ἀληθινή καί διαρκής ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στήν κτίση καί τήν Ἱστορία οὔτε Ἐκκλησία πού νά προσεύχεται «ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς» (Ἰωάν. 6,51)».


Αὐτά στό πλαίσιο μιᾶς προσπάθειας ἀναδημιουργίας κριτηρίων ταυτότητας ἐκκλησιαστικῆς καί ἐθνικῆς, ἑνός «ἐμπολιτισμοῦ - ἐγκεντρισμοῦ» μας στόν εὐρωπαϊκό καί μετανεωτερικό πολιτισμό.


Στά παραπάνω, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν ἐνδεικτικό μέρος τῆς θεωρίας τῶν ἀπόψεων τῶν προαναφερθέντων κύκλων διανοουμένων καί θεολόγων, διαπιστώνεται μία ἐκκλησιολογία πού πάσχει θεολογικά καί θέλει τήν διασάλευση τῆς συνέχειας τῆς κοινῆς πορείας τοῦ Γένους μας μέ τήν Ἐκκλησία πρός ἐξυπηρέτηση μίας «σύγχρονης θεολογίας» μέ τήν ὁποία θά καθαρθεῖ ὁ «σύγχρονος Εὐρωπαῖος Ἕλληνας» ἀπό κάθε λογῆς ἱστορική μνήμη καί παράδοση.


Ἡ ὀξεία πολεμική πού ἀσκεῖται ἐπί πάντων ἐξυπηρετεῖ μόνο τήν ἀπομόνωση τῆς Ἐκκλησίας, καί τό μονότονο πνεῦμα δυαλισμοῦ καί διαζευκτικῶν σχημάτων («τέκνα Ἀβραάμ» ἤ «τέκνα Πλάτωνος»;), στήν παροῦσα κρίσιμη περίοδο, τήν ὁποία διανύει ὁ τόπος, ἀποδομεῖ τή μικρά ζύμη της ἑλληνορθόδοξης παρουσίας καί ρωμαίϊκης πρότασης ζωῆς στό σύγχρονο συγκρητιστικό δυτικό πολιτισμό. Τέλος, ἀπ’ ὅλη αὐτή τήν προσπάθεια ἀπουσιάζει ὁ «ρωμαίϊκος καημός» δηλαδή ἡ θυσιαστική ἀγάπη γιά τόν πλησίον πού νά γεννᾶ αἴσθημα εὐθύνης ἀπέναντι στόν Ἑλληνισμό. Ἡ γόνιμη καί ἁγιαστική ἐκκλησιαστική πρακτική τῶν Πατέρων διδάσκει ὅτι ὅταν ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σέ ἐμπερίστατη κατάσταση χρήζει ἀγαπητικῆς βοηθείας γιά νά ἀνακουφίσει τόν πόνο του καί ὄχι ἱεροεξεταστικῆς κριτικῆς ἤτοι, ἀποσάθρωσης τῶν θεμελίων τοῦ κόσμου καί τοῦ ἑαυτοῦ του πού ὁδηγεῖ σέ ἀπόγνωση. Βεβαίως ὅπως συμβαίνει πάντοτε στήν ἱστορία, ὑπάρχουν χριστιανοί πού μεταλλάσουν τή «ζέουσα πίστη» τῶν φυσικῶν καί πνευματικῶν πατέρων μας ἤ τόν ἀσπασμό στούς Ἁγίους Πατέρες, σέ ἰδεολόγημα, σέ ρηχή πίστη, ἁπλῶς γιά νά τήν ἐπικαλοῦνται. Ἕνα ἰδεολόγημα  φιλόνικο, ἄσαρκο καί ζηλωτικό.


Ἐπί τῆς προβληματικῆς δέ τῶν θέσεων καί ἀπόψεων πού ἐθίγησαν παραπάνω, περί «ταύτισης» Ἐκκλησίας-Ἔθνους, Ὀρθοδοξίας-Ἑλληνισμοῦ, καί ἀπώλειας τῆς ἀποστολῆς τῆς ἐσχατολογικῆς προοπτικῆς τῆς Ἐκκλησίας, προφανῶς καταλαβαίνει κάποιος πού μέ νηφαλιότητα καί ἐκκλησιαστικό πνεῦμα ἐντρυφεῖ στήν ἱστορία, ὅτι καμία ταύτιση δέν ὑφίσταται σέ δύο μεγέθη διαφορετικά. Ὁ ἐκχριστιανισμός τοῦ Ἑλληνισμοῦ προϋποθέτει τήν ἐκκλησιοποίηση τοῦ Ἑλληνισμοῦ, δηλαδή τήν ὁλοκλήρωσή του, τήν ὁποία «χειρίστηκαν» οἱ ἅγιοι Πατέρες πού ἰσορρόπισαν τή σχέση καί σύζευξη τῶν δύο μεγεθῶν. Στά δύσκολα χρόνια τῶν αἱρέσεων ἀλλά καί τῶν δυσχερειῶν σκοπός τῶν Πατέρων ἦταν ἡ συμπόρευση Ἔθνους καί Ἐκκλησίας ὥστε νά βοηθηθεῖ ὁ ἄνθρωπος γιά νά εὐδοκιμήσει ἐντός του τό Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας. Αὐτή εἶναι καί ἡ προοπτική μέ τήν ὁποία ἀξιολογεῖται καί καθορίζεται ἡ ἱστορική ἐγκυρότητα τῶν ἔργων καί πράξεων. 


Ἀναμφιβόλως ὑπῆρξαν καί ὑπάρχουν ἀστοχίες στήν ἱστορία οἱ ὁποῖες δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τροχιές πού ἔχουν ἀπωλέσει τό κέντρο τῆς ἐν Χριστῷ Ζωῆς μέ ἐκκοσμικευμένα ἀποτελέσματα προτεσταντικοῦ τύπου. Ὅ,τι ὅμως «ἀντέχει» καί διατηρεῖται στή ζωή τοῦ σώματος τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας –ἡ ὁποία βρίσκεται πάνω ἀπό μεμονωμένα πρόσωπα καί ἱστορικά γεγονότα- καί εἶναι λόγοι καί πράξεις τῶν «ἑπομένων τοῖς ἁγίοις Πατράσι», γίνεται ζωντανή παράδοση καί κοινή συνείδηση. Καί μέ βεβαιότητα αὐτή τή συνείδηση, ἐγκολπώνεται ὅ,τι ἄξιο καί δίκαιο. 


Αὐτός  εἶναι καί ὁ μόνιμος, συνεχής καί ἄρρηκτος δεσμός τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τήν καθολικότητά της. Ἡ κατανόηση ὅτι δέν ἔχει προτεραιότητα ἡ ὑποκειμενική ἀμφισβήτηση, ἡ ἀτομική θεώρηση ἤ ἀκόμη καί ἡ συλλογική θεολογική προσέγγιση ἀλλά ἡ ἁγιότητα πού κομίζει ἡ ὑπακοή στήν Παράδοση τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὑπακοή στήν ἴδια τήν Ἁγία Ἐκκλησία τήν ἀπ’ αἰώνων καί ἕως τέλους τῆς ἱστορίας πρός τά ἔσχατα, ἐκτεινομένης. Αὐτή εἶναι καί ἡ ἐκκλησιολογία τῆς σύγχρονης Ὀρθοδοξίας πού διορθώνει ὅλες τίς ἀποκλίσεις, πρός σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.


Οἱ κινήσεις αὐτές ἐπιδιώκουν νά ἰδεολογικοποιήσουν τήν ἔννοια τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως ταυτίζοντάς την μέ τήν αἵρεση τοῦ Ἐθνοφυλετισμοῦ, ὥστε νά τήν θέσουν σέ ἀντιπαράθεση μέ τό ἐργαστηριακῆς κατασκευῆς ἰδεολόγημα πού γι’ αὐτούς ὑποκαθιστᾶ τήν Ἐκκλησία, παραθεωροῦντες πλήρως τήν μυστηριακή ὑφή καί δομή τῆς Ἐκκλησίας ὡς ζῶντος σώματος τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως τό δῆθεν ἀντιτιθέμενο δίπολο Ὀρθοδοξία-Ἔθνος εἶναι ἀτελές καί ἀλυσιτελές ἰδεολόγημα διότι ἡ Ἐκκλησία παραμένει τό ἀπ’ αἰῶνος  μ υ σ τ ή ρ ι ο.


Ὅσον ἀφορᾶ στό ἐρώτημα ἐθνικοσοσιαλισμός στήν Ὀρθοδοξία οἱ ἔννοιες εἶναι ἀσύμβατες καί ἀντιθετικές γιατί ὁ ἐθνικοσοσιαλισμός σάν βιοθεωρία εἶναι παγανισμός καί ἀποκρυφιστικό περίπαιγμα πού ἐξ ἀντικειμένου ἀντιπαρατάσσεται στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ ὅπως ἱστορικά καταδείχθηκε. Ἐάν ὅμως ὑπονοεῖται σάν δῆθεν ἐθνικοσοσιαλισμός ὁ ἀντισιωνιστικός λόγος καλό θά ἦταν οἱ ἀτυχεῖς ἐμπνευστές τοῦ διλήμματος νά ἐντρυφήσουν στά κείμενα καί τούς διαδικτυακούς τόπους τῶν ἐκπροσώπων τοῦ ὀρθοδόξου Ἰουδαϊσμοῦ μήπως κατανοήσουν ὅτι ὁ Σιωνισμός ἀποτελεῖ ἐκτροπή ἀπό τόν θεϊσμό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί τοῦ προφητικοῦ λόγου καί ἐγκόλπωση τοῦ Ταλμουδικοῦ καί Καμπαλιστικοῦ σατανιστικοῦ ἰδεολογήματος.   


Τέλος, ὅλες αὐτές οἱ θεωρητικές διαπιστώσεις «ἀκαδημαϊκῶν» καί μή κύκλων διανοουμένων, γιά ἕναν ἐκκλησιαστικό ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἔχει πλησιάσει στόν δι’ αἵματος ἀγῶνα κατά μίμηση τοῦ Κυρίου καί διατηρεῖ τόν νοῦ καί τήν καρδία του καιομένη γιά Αὐτόν καί τήν Ἁγία Ἐκκλησία, καθίστανται ἐφαλτήριο προσευχητικῆς ἐγρήγορσης πρός τόν Πολυέλεο Φιλάνθρωπο Κύριο, ὥστε νά μήν ἐπιτρέψει νά κλυδωνίζεται ἡ Ἐκκλησία Του, ἀλλά νά συγχωρεῖ καί νά φωτίζει μέ τήν ἄπειρη Ἀγάπη Του τόν νοῦν καί τήν καρδίαν ὅλων μας.
Ο  Μ Η Τ Ρ Ο Π Ο Λ Ι Τ Η Σ
+ ὁ Πειραιῶς  Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ

Φόρεσε ένα σακάκι και όπου βρεις εκκλησία σταμάτησε




ΠΗΓΉ

Παράξενος καιρός, σε παράξενη χώρα αμήχανων ή -καλύτερα- αποσβολωμένων ανθρώπων.
 
Ένα δροσερό αεράκι, που αργότερα γίνεται κρύο και παγώνει τους ανθρώπους με τα κοντά μανίκια (κυρίως επειδή είναι παγωμένο το μέσα μας).
Δεν ακουμπάς στην άνοιξη που εκπνέει, δεν είσαι στο καλοκαίρι που δεν ήρθε, δεν ζεις σε ευνομούμενη πολιτεία, δεν υπάρχει καν πολιτεία, πολιτικοί αλλάζουν στρατόπεδα κατά την προσωπική τους βόλεψη, τα "πιστεύω" κουρελόχαρτα στο σκανδαλιάρικο αεράκι των ημερών -που παίζει με το ευμετάβλητο της γενικότερης εποχής-, στις εκκλησιές αυξάνονται τα αναμμένα κεριά, οι καρδιές έχουν αυξήσει σφυγμούς, οι νύχτες είναι πιο νύχτες από ποτέ, κανείς δεν μας αγαπά και κανείς δεν μας θέλει παρά ραγιάδες ή νεκρούς.


 

Οι άνθρωποι με τις γραβάτες δήμιοι ονείρων και στραγγαλιστές αναπνοών, τα συσσίτια η εσχατιά της αξιοπρέπειας πριν την πείνα και ένα γύρω να διακινούνται τα σενάρια για το αύριο που δεν θέλεις να ζήσεις.
Είχες φύγει. Θυμάσαι;
Ήταν όταν αποφάσισες πως σε κρατάει δέσμιο το παρελθόν, σε καταπιέζουν τα εικονάκια του παλιού κατηχητικού που σε βάζουν να μετανίζεις σε κυριακάτικη λειτουργία, σε κοιτούν "κάπως" οι βυζαντινοί άγιοι των αγιογραφιών και οι παπάδες "Τί να μας πουν τώρα. Ας κοιτάξουν τα χάλια τους".
Λευτερώθηκες είναι αλήθεια.
Όμως ορφάνεψε εκείνο το κομμάτι σου που σε έκανε να χαμογελάς με τη σιγουριά ενός Θεού που πάντα σε περίμενε να γυρίσεις από τις "επαναστάσεις", έμεινε μετέωρη η ευαισθησία που σε έκανε να ερωτεύεσαι δίχως υπολογισμούς και κείνο το σημαιάκι που κουρέλιασαν οι υποσχέσεις των δήθεν, τώρα σου έγινε οδύνη.
Σε άφησαν μόνο -πια- όσοι σε είχαν καλέσει στο πάρτυ. 
Έσβησαν τα φώτα και έφυγαν και συ έμεινες στην ξεφτίλα μιας επιμηκυμένης νύχτας, φορτωμένος το καθήκον του ξημερώματος μπροστά σε άδεια μπουκάλια, άδειες ζωές και λόγια που κρύφτηκαν στα άπλυτα ποτήρια της σαμπάνιας (σιωπηλά πια και άδεια νοημάτων).
Ούτε τον διακόπτη δεν βρίσκεις και οι κραυγές σου πνίγονται από τα μαξιλάρια που το μεγάλο χέρι των προδοτών σφίγγει πάνω στο πρόσωπό σου, για να μην μιλήσεις, να μην ακουστείς, να μην υπάρχεις, όσο έχεις ακόμη φωνή.


  

Ένα πρωί θα βρεθείς άπνους και θα σε ονομάσουν σωσμένο πολίτη, ενώ στην πραγματικότητα θα είσαι απλά ένα ακόμη πτώμα, στο παγκόσμιο κρεματόριο.
Δεν το θέλεις αυτό!
Πάρε την "πρόοδό" τους (αυτή που σου έταξαν όταν σου χαμογελούσαν) και τρίψτην στα μούτρα τους. 
Θα βρεις τον τρόπο.
Μην τους αφήνεις να σε αυτοκτονούν.
Γύρνα πίσω: Στις μνήμες που ξεπούλησες, στις Κυριακές που διέγραψες, στην Ελλάδα που δεν σε πρόδωσε, σε Κείνον που ακόμη στάζει το βαθύ βυσσινί αίμα της λευτεριάς σου.
Φόρεσε ένα σακάκι -κάνει ψύχρα το βράδυ- και νύχτα-νύχτα στρίψε τα σοκάκια που περπάτησες φεύγοντας.
Όπου βρεις εκκλησία σταμάτησε. Τα υπόλοιπα θα τα κάνει Εκείνος...

Ψηφίζουν Μπίλντεμπεργκ!!!




 
 
Είχε επισκεφτεί, μετά τις νικηφόρες, για τη Νέα Δημοκρατία, εκλογές του 2004, ο συχωρεμένος Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος τον Κώστα Καραμανλή. 

Και, αν δεν με απατά η μνήμη, του είπε με νόημα: «Επιτέλους ο Θεός τα ’φερε δεξιά»!

Και άλλες φορές κι άλλοι, διάφοροι που διαβάζουν, στην προκειμένη περίπτωση, ανάποδα το Ευαγγέλιο, μιλούν με ανάλογο νόημα για τη «δεξιά του Υψίστου ή του Κυρίου». Και άλλα τέτοια παρόμοια…
 

Με τα οποία επιχειρούν να συνταιριάσουν τα αταίριαστα. Προκειμένου να παραπλανήσουν και να παγιδεύσουν τον απληροφόρητο λαό.
 
Γιατί βέβαια η «δεξιά του Υψίστου» δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με την πολιτική δεξιά. Και την ελληνική και την παγκόσμια.

Ακόμη και με κάποια κόμματα, που βαφτίζονται στην Ευρώπη «χριστιανοδημοκρατικά». Και έχουν με το Χριστό τόση σχέση, όση, όπως προσφυέστατα λέει ο λαός μας, και «ο διάβολος με το λιβάνι».
Και, βέβαια, αυτό δεν το ισχυρίζεται ένας κάποιος παπάς. Το ξεκαθαρίζει και το υπογραμμίζει σαφέστατα το Ευαγγέλιο.

Τα κόμματα αυτά, τα «φιλελεύθερα», τα «νεοφιλελεύθερα», τα «λαϊκά», όπως απατηλά αυτοπροσδιορίζονται, υποστηρίζουν την ελεύθερη αγορά, που είναι αφοσιωμένη στην υπηρεσία και τη λατρεία του μαμωνά.
Της οποίας λατρείας βασικά χαρακτηριστικά και σύνεργα διαβολικά είναι: Αδικίες, ανισότητες απάτες, δολιότητες αρπαγές, κλοπές, ληστείες δολοφονίες.

Με αποκορύφωμα τους πολέμους ή τις τοκογλυφίες, σε φαινομενικά «ειρηνικές» περιόδους. Με όλες τις αναπότρεπτες καταστροφικές για τον άνθρωπο και την ανθρωπότητα προεκτάσεις τους.

Που με τόση δραματικότητα και τραγικότητα ζήσαμε και ζούμε.
 

Πραγματικότητες, που, προφανέστατα βρίσκονται σε μετωπική σύγκρουση με το Ευαγγέλιο. Το οποίο ρητά και κατηγορηματικά τονίζει το περίφημο:
 

«Ου δύνασθε δουλεύειν Θεώ και Μαμωνά»!
 

Που σημαίνει ότι τα κόμματα αυτά κι εκείνοι, που τα αντιπροσωπεύουν, αλλά κι εκείνοι, που τα ψηφίζουν, δεν μπορούν να έχουν την παραμικρή σχέση με το Ευαγγέλιο.
 

Έστω κι αν εξομολογούνται σε παπάδες και δεσποτάδες ομοϊδεάτες τους και ομόφρονές του για «το λαδάκι ή το γαλατάκι της Παρασκευής». Κι αν ακόμη εκκλησιάζονται και κοινωνούν τακτικότατα.
Αντίθετα μάλιστα «λήψονται περισσότερον κρίμα!
 

Αφού την ίδια στιγμή στηρίζουν και υποστηρίζουν τις κομματικές συμμορίες, που απεργάζονται τη δολοφονία των συνανθρώπων τους και την καταστροφή της πατρίδας τους.
 

Η καταδίκη της πολιτικής δεξιάς, είναι, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, καταδικασμένη ακόμη και εσχατολογικά.
 

Και μάλιστα μ’ έναν οξύτατα δραματικό τρόπο:
 
Είναι χαρακτηριστικό ότι, στη Δεύτερη Παρουσία του, ο Χριστός, την πολιτική δεξιά και τους συνοδοιπόρους της τους τοποθετεί στ’ αριστερά του. Που σημαίνει με τους κολασμένους.

Γιατί, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει διέπραξαν, σε βάρος του, τα θανασιμότερα των θανάσιμων αμαρτημάτων: Επέβαλαν στουςσυνανθρώπουςτους την πείνα, τη δίψα, τη γύμνια, την αρρώστια, τα κάτεργα:

Δεδομένου ότι στρέφονται εναντίον των «ελάχιστων αδελφών» του. Δηλαδή, των απανταχού της Γης αδικουμένων και καταφρονεμένων.
 
Σε βάρος των οποίων οι κομματικές αυτές συμμορίες, για να έχουν τα κακουργήματά τους νομιμοφάνεια, κάνουν, «από καιρού εις καιρόν», και κάποιες κάλπικες εκλογές.

Όπως κατά πάσα πιθανότητα, θα είναι αυτές της 17ης Ιουνίου.

Για τις οποίες οι πληρωμένες δημοσκοπήσεις προεξοφλούν την επικράτηση της Νέας Δημοκρατίας. Η οποία δεν τολμάει να κάμει, έστω και κάποιες υπαίθριες συγκεντρώσεις, για να μην αποκαλυφθεί η έσχατη γύμνια της από πλευράς ψηφοφόρων.
 

Αλλά της οποίας τη θριαμβευτική πρωτιά, όπως φαίνεται, θα μαγειρέψει η ηλεκτρονική διαβολοκυβέρνηση. Ντόπια αλλά και διεθνής.
 

Μια και το διακύβευμα, στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι η Ελλάδα και ο λαός της.Αλλά η αισχροκέρδεια, κυρίως, των διεθνών τοκογλύφων.
Κι αφού, λοιπόν, εκλεγούν, οι τέτοιου είδους και τέτοιας υφής κομματικές συμμορίες ψηφίζουν και στηρίζουν δολοφονικά μνημόνια και ληστρικές δανειακές συμβάσεις σε βάρος των «ελαχίστων αδελφών» του Χριστού.
 

Τους οποίους καταδικάζουν σε δυστυχία και θάνατο!
Και μπορείτε να συλλάβετε το τραγικά οξύμωρο, από ελληνοχριστιανικής σκοπιάς, του πράγματος αυτή τη στιγμή;
 
Κορυφαίοι παράγοντες-τέως και νυν- του περιούσιου κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και του ΠΑΣΟΚ, είναι διαπρεπείς εκπρόσωποι της Λέσχης Μπίλντεμπεργκ!

Μπορεί να υπάρξει καμιά σχέση ανάμεσα στο Ευαγγέλιο και τη λέσχη Μπίλντεμπεργκ! Ανάμεσα στο Θεό και το Σατανά!….

Και όμως τα τερατώδη αυτά κατασκευάσματα των τοκογλύφων ετοιμάζονται να τα ψηφίσουν κάποιοι, που θέλουν να λέγονται και πιστεύουν ότι είναι Έλληνες και χριστιανοί!
Ντροπή και μόνο ντροπή!

παπα-Ηλίας

ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ: Σταυροί εμφανίζονται μέσα στην Αγιά Σοφιά!!!


Το παράδοξο για όλους εμάς που δεν κατέχουμε την τέχνη της Αγιογραφικής... είναι οτι τα ψηφιδωτά καλύφθηκαν από παχύ στρώμα ασβέστη (περίπου δύο δάχτυλα), όπως φαίνεται και σε συγκεκριμένη φωτογραφία, για να καλύψουν τα χριστιανικά σύμβολα και επάνω στον ασβέστη εμφανίστηκαν αυτοί οι σταυροί. Και δίκαια αναρωτιέται ο επισκέπτης, αφού δεν τους έβαψε μετέπειτα κάποιος, είναι δυνατόν να “πότισαν” από τον τοίχο μέχρι την εξωτερική στρώση του σοβά;

Και γιατί να εμφανιστούν μόνο οι σταυροί και να μην εμφανιστούν και οι υπόλοιπες τοιχογραφίες-αγιογραφίες, οι οποίες είναι και σε ψηφιδωτή μορφή (δηλαδή αποκλείεται ο “τυχαίος” εμποτισμός, αφού το επιστρωθέν υλικό είναι ψηφίδα);

Ακόμη όμως και εάν επρόκειτο για καλυμμένες με σοβά αγιογραφίες, αποτελεί πολύ παράδοξο γεγονός να μην φαίνονται με γυμνό μάτι, αλλά να αποτυπώνονται στον φωτογραφικό φακό!!! Τότε έχουμε μία παραδοξότητα, που ίσως θα πρέπει να ελεγχθεί..


Αγιογράφος, που έχει εργαστεί και σε ψηφιδωτές εικόνες, λέει χαρακτηριστικά:

“Για να καταλάβετε μιλάμε για ένα αδρανές υλικό π.χ. πέτρα (όπως τα ψηφιδωτά) είναι αδύνατον να αποδώσει χρώμα ως χημική αντίδραση στον νωπό σοβά (όχι και μονο επεριέχει ασβέστη) ώστε να απεικονίσει το σχήμα Σταυρού”…

Οι σταυροί όπως όλοι παρατηρούμε είναι ορθόδοξοι (ισοσκελείς) βυζαντινοί και αποτελούν σύγχρονο φαινόμενο (των
τελευταίων μηνών…). Για την περίπτωση που πρόκειται για μεταλλικούς σταυρούς που οξειδώθηκαν, αγιογράφος είπε: “Και όπως και εσεις θα γνωρίζετε το σίδερο με συνδιασμό με το περασμα του χρόνου και τις ατελείωτες καιρικές συνθήκες προκαλεί οξείδωση και το κοκκινο χρώμα (σκουριά) απλώνεται σαν καρκίνωμα. Οπότε σε ένα αριστούργημα σε όλους τους τομείς σε καμία περίπτωση δεν θα βαλανε υλικό απο σίδερο…
Επίσης, αν μπορείτε να φανταστείτε, όλος ο Ναος και τα άλλα αρχιτεκτονικά κτίσματα σε όλης της Βυζαντινής Περιόδου αποτελείται απο κομμάτια κεραμικών, ασβέστη, ποταμίσια άμμος,χαλίκι και ατελείωτα αυγά!!!!.


Το φρέσκο (τεχνική των Βυζαντινών για τις τοιχογραφίες), αποτελείται από πάστα ασβέστη που είναι από πέτρα, άμμο ποταμού, και μαρμαρόσκονη, σε τρεις στρώσεις (μαύρο φρέσκο, κίτρινο φρέσκο και άσπρο φρέσκο) και πάνω εκεί γίνονται οι Αγιογραφίες. Οι σκόνες χρωμάτων ανακατεύονται μόνο με νερό και τίποτα άλλο γιατί το υλικό που τα κολλάει πάνω στον τοίχο είναι ο ασβέστης. Ο ασβέστης βγαίνει με το νερό από τον σοβά πρός την επιφάνεια (με τον καιρό) και συναντώντας το διοξείδιο του άνθρακα από
τον αέρα γίνεται πάλι ασβεστόλιθος. Δηλαδή ενώ στεγνώνει ο τοίχος βγαίνει από το σοβά και μαρμαρώνεται πάνω στα χρώματα, τα οποία θα παραμείνουν πιασμένα στη μέση του ασβεστόλιθου για πάντα. Αυτά τα έμαθα (την τεχνική) από τον βοηθό καθηγητή στη Θεολογική Σχολή του Βουκουρεστίου Ρουμανίας Mihai Coman.”…


Αξίζει όμως να σταθούμε και στην περίπτωση της μη συμμετρίας των σταυρών με τα υπόλοιπα (μεταγενέστερα προφανώς) ισλαμικά σχήματα. Και αυτή η μη συμμετρία προδίδει πως καμία σχέση δεν έχουν οι σταυροί με την μετέπειτα διακόσμηση του ναού. Κανείς αγιογράφος δεν θα καλλιτεχνούσε παραβιάζοντας την λογική της καλαισθησίας, πόσο δε μάλλον στην περίπτωση του Ναού της Αγίας Σοφίας που αποτελούσε (και συνεχίζει να αποτελεί) πραγματικό κόσμημα στον χώρο της τέχνης και της αρχιτεκτονικής.

Πώς εξηγείται όμως πως οι σταυροί βρίσκονται παντού μέσα στην Αγία Σοφία και συγκεκριμένα στα τέσσερα θολωτά σημεία; Κάποιοι μιλούν για θαύμα…(στην φωτογραφία δεξιά βλέπετε το αρκετά μεγάλο πάχος του σοβά, που φρόντισαν να βάλουν οι Τούρκοι για σειρά εκατονταετιών, προκειμένου να αποκρύψουν με απόλυτη βεβαιότητα τις αγιογραφίες και τα ψηφιδωτά του Ναού της Αγίας Σοφίας).


Εμφάνιση αγγέλων κάτω από τον σοβά.

Δεν είναι όμως μόνο αυτή η περίπτωση, αφού στο τέλος του Ιουλίου του 2009,στο φως ήρθε η παράσταση ενός αγγέλου, η οποία ήταν καλυμμένη εδώ και έξι αιώνες από συντηρητές στην Αγία Σοφία. Ο Τούρκος Αχμέτ Εμρ Μπιλτιλί, ένας εκ των συντηρητών, δήλωσε ότι έχουν ως στόχο τώρα να φέρουν στην επιφάνεια και δεύτερο άγγελο, που χρονολογείται από την εποχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Τα μωσαϊκά είχαν καλυφθεί λίγο μετά την Άλωση της Πόλης, το 1453, και τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. Οι Τούρκοι, αντί να μετακινήσουν τα μοναδικής ομορφιάς μωσαϊκά της Αγίας Σοφίας, τα κάλυψαν με μέταλλο και γύψο (προσφιλής τακτική του πολιτισμού της Τουρκίας).


Και η συνέχεια της πρώτης ανακάλυψης, έφερε μια μεγάλη ιστορική αποκάλυψη έρχεται στο φως ύστερα από αιώνες «σκότους». Αυτή τη φορά τέσσερις άγγελοι ζωγραφισμένοι πάνω σε μωσαϊκό ήταν για χρόνια κρυμμένοι, εν γνώσει των τουρκικών αρχών, κάτω από πολλά στρώματα ασβέστη και τέσσερις τεράστιες ασπίδες, στις τέσσερις κολώνες που στηρίζουν τον τρούλο της Αγιάς Σοφιάς.

Οι τέσσερις άγγελοι, που ο καθένας τους έχει έξι φτερά, δημιουργήθηκαν μεταξύ 900 – 1300 π.Χ.
Μάλιστα, στα μέσα του 1800, ο Ιταλός αρχιτέκτονας Fossati, τους είδε κάνοντας επισκευές στο ναό. Τη διαταγή να καλυφθούν με ασβέστη έδωσε ο σουλτάνος Abdülmecit. Στη συνέχεια τοποθετήθηκαν πάνω τους ασπίδες, που αναγράφουν αραβικές προσευχές.

Ωστόσο, το πλήρωμα του χρόνου ήρθε και οι τέσσερις μοναδικές τοιχογραφίες θα βγουν ξανά στο φως, δίνοντάς μας μια γεύση από την αξεπέραστη τέχνη των προγόνων μας.

Τά παιδιά, οἱ χαρές καί οἱ δυσκολίες τους -Γέρων Παΐσιος




Ἔχω παρατηρήσει, Γέροντα, ὅτι τά μωρά μερικές φορές τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας χαμογελοῦν.

- Αὐτό δέν τό κάνουν μόνο στήν Θεία Λειτουργία. Τά μωρά εἶναι σέ συνεχῆ ἐπαφή μέ τόν Θεό, ἐπειδή δέν ἔχουν μέριμνες. Τί εἶπε ὁ Χριστός γιά τά μικρά παιδιά; ´Οἱ Ἄγγελοι αὐτῶν ἐν οὐρανοῖς διά παντός βλέπουσι τό πρόσωπον τόν Πατρός μου τόν ἐν οὐρανοῖςª. Ἔχουν ἐπικοινωνία καί μέ τόν Θεό καί μέ τόν Φύλακα Ἄγγελό τους, πού εἶναι συνέχεια δίπλα τους. Στόν ὕπνο τους πότε γελοῦν, πότε κλαῖνε, γιατί βλέπουν διάφορα. Ἄλλοτε βλέπουν τόν Φύλακα Ἄγγελό τους καί παίζουν μαζί του – τά χαϊδεύει, τά πειράζει, κουνάει τά χεράκια τους καί αὐτά γελοῦν - ἄλλοτε πάλι βλέπουν καμμιά σκηνή τοῦ πειρασμοῦ καί κλαῖνε.

- Ὁ πειρασμός γιατί πηγαίνει στά νήπια;

- Καί αὐτό τά βοηθάει, γιά νά αἰσθάνωνται τήν ἀνάγκη νά ζητοῦν τήν μάνα τους. Ἄν δέν ὑπῆρχε αὐτός ὁ φόβος, δέν θά ἀναγκάζονταν νά ἀναζητήσουν τήν ἀγκαλιά τῆς μάνας τους. Ὅλα τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός γιά τό καλό.

- Αὐτά ποὺ βλέπουν, ὅταν εἶναι μικρά, τά θυμοῦνται, ὅταν μεγαλώσουν;

- Ὄχι, τά ξεχνοῦν. Ἄν θυμόταν τό παιδάκι πόσες φορές εἶδε τόν Ἄγγελό του, θά ἔπεφτε στήν ὑπερηφάνεια. Γι’ αὐτό, ὅταν μεγαλώση, τά ξεχνάει. Ὁ Θεός μέ σοφία ἐργάζεται.

- Μετά τό Βάπτισμα τά βλέπουν αὐτά;

- Φυσικά, μετά τό Βάπτισμα.

- Γέροντα, ἕνα ἀβάπτιστο παιδάκι κάνει νά προσκυνήση ἅγια Λείψανα;

- Γιατί νά μήν κάνη; Μπορεῖ καί νά τό σταύρωση κανείς μέ τά ἅγια Λείψανα. Εἶδα σήμερα ἕνα παιδάκι, σάν ἀγγελουδάκι ἦταν. ´Ποῦ εἶναι τά φτερά σου;ª, τό ρώτησα. Δέν ἤξερε νά μοῦ πῆ!… Στό Καλύβι, ὅταν ἔρχεται ἡ ἄνοιξη καί ἀνθίζουν τά δένδρα, βάζω καραμέλες πάνω στά πουρνάρια, ποὺ εἶναι κοντά στήν πόρτα τοῦ φράχτη, καί λέω στά μικρά παιδιά ποὺ ἔρχονται ἐκεῖ: ´Πηγαίνετε, παιδιά, νά κόψετε καραμέλες ἀπό τά πουρνάρια, γιατί, ἄν πιάση βροχή, θά λειώσουν καί θά πᾶνε χαμένες!ª. Μερικά ἔξυπνα παιδάκια καταλαβαίνουν ὅτι τίς ἔβαλα ἐγώ καί γελοῦν, ἄλλα πιστεύουν ὅτι φύτρωσαν, ἄλλα προβληματίζονται. Τά μικρά θέλουν καί λίγο λιακάδα…

- Βάζετε πολλές καραμέλες, Γέροντα;

- Ἔμ, πῶς! Τί νά κάνω; Ἐγώ καλά γλυκά δέν δίνω στούς μεγάλους• λουκούμια τούς δίνω. Ὅταν μοῦ φέρνουν καλά γλυκά, τά κρατῶ γιά τά παιδιά τῆς Σχολῆς.(1) Νά, κι ἐδῶ χθές βράδυ φύτεψα καραμέλες καί σοκολατάκια καί σήμερα… ἄνθισαν! Τά εἴδατε; Ὁ καιρός ἦταν καλός, τό χῶμα ἦταν ἀφράτο, γιατί τό εἴχατε σκάψει καλά, καί ἀμέσως ἄνθισαν ! Νά δῆτε τί ἀνθόκηπο θά σᾶς κάνω ἐγώ! Δέν θά χρειάζεται νά ἀγοράζουμε καραμέλες καί σοκολατάκια γιά τά παιδιά. Τί; νά μήν ἔχουμε δική μας παραγωγή; (2)

- Γέροντα, κάποιοι προσκυνητές εἶδαν τά σοκολατάκια ποὺ φυτέψατε στόν κῆπο, ἐπειδή τό χαρτάκι τους ἔβγαινε πάνω ἀπό τό χῶμα. Παραξενεύτηκαν. ´Κάποιο παιδάκι, εἶπαν, θά τά ἔβαλεª.

- Δέν τούς εἶπες ὅτι τά ἔβαλε ἕνα μεγάλο παιδί;

- Γέροντα, γιατί ὁ Θεός δίνει στόν κάθε ἄνθρωπο ἕναν Φύλακα Ἄγγελο, ἀφοῦ μπορεῖ ὁ ἴδιος νά μᾶς προστατεύση;

- Αὐτό εἶναι ξεχωριστή φροντίδα τοῦ Θεοῦ γιά τό πλάσμα Του. Ὁ Φύλακας Ἄγγελος εἶναι οἰκονομία Θεοῦ. Εἴμαστε χρεῶστες γι’ αὐτό. Οἱ Ἄγγελοι ἰδιαίτερα προστατεύουν τά μικρά παιδιά. Πῶς τά φυλᾶνε! 

Μιὰ φορά δύο παιδιά ἔπαιζαν ἔξω στόν δρόμο. Τό ἕνα ἀπό τά δύο σημάδευε τό ἄλλο στό κεφάλι, γιά νά τό χτυπήση μέ μιὰ πέτρα. Ἐκεῖνο δέν τό ἔβλεπε. Τήν τελευταία στιγμή, φαίνεται, ὁ Ἄγγελος τοῦ τό ἔκανε νά δῆ κάτι, τινάχτηκε πέρα καί γλίτωσε. Μιὰ μάνα πάλι εἶχε πάρει στό χωράφι καί τό μωρό της. Τό θήλασε, τό ἔβαλε στήν κούνια καί πῆγε νά δούλεψη. Μετά ἀπό λίγο, ὅταν πῆγε κοντά του, τί νά δῆ! Τό παιδάκι κρατοῦσε ἕνα φίδι καί τό ἔβλεπε! Ὅπως τό εἶχε θηλάσει, εἶχε μείνει γάλα γύρω ἀπό τό στοματάκι του. Πῆγε λοιπόν τό φίδι καί ἔγλειφε τό γάλα μέ τήν γλώσσα του καί τό παιδάκι τό ἔπιασε μέ τό χέρι του. Βάζει τίς φωνές ἡ μάνα, τρόμαξε τό παιδί, ἄνοιξε τό χεράκι του καί ἔφυγε τό φίδι! Φυλάει ὁ Θεός τά παιδιά.

- Γέροντα, τότε πῶς πολλά παιδάκια ὑποφέρουν ἀπό ἀρρώστιες κ.λπ.;

- Ὁ Θεός ξέρει τί θά ὠφελήση τόν καθέναν καί δίνει ἀνάλογα. Δέν δίνει στόν ἄνθρωπο κάτι ποὺ δέν θά τόν ὠφελήση. Βλέπει λ.χ. ὅτι περισσότερο θά μᾶς ὠφελήση, ἄν μᾶς δώση ἕνα κουσούρι, μία ἀναπηρία, παρά ἄν μᾶς προστατεύση νά μή χτυπήσουμε ἤ νά μή μείνουμε ἀνάπηροι.



[1]Γιά τούς μαθητές τῆς Ἀθωνιάδος Σχολῆς.

[2]Ὁ Γέροντας εἶχε φυτέψει στό φρεσκοσκαμμένο χῶμα καραμέλες καί σοκολατάκια καί εἶχε βάλει ἐπάνω τους ἀνθάκια ἀπό πασχαλιά, γιά νά φαίνωνται σάν ἀνθισμένα.

Τά χέρια τοῦ Θεοῦ McDonald George



«Πατέρα, στὰ χέρια σου παραδίδω τὸ Πνεῦμα μου», (Λουκ) 23, 46

Οὔτε ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, οὔτε ὁ Εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος μπορεῖ νὰ μᾶς δίνουν ἐπιπλέον πληροφορίες γιὰ ὁποιαδήποτε τυχὸν λόγια ποὺ διατυπώθηκαν ἀπὸ τὸν Κύριό μας μετὰ τό, "Θεέ μου, Θεέ μου γιατί μὲ ἐγκατέλειψες". Καὶ οἱ δύο, μαζὶ μὲ τὸν Εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ, μιλοῦν γιὰ μία δυνατὴ κραυγὴ πρὶν παραδώσει τὸ πνεῦμα Του. 


Μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν γεγονότων ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἀναφέρει τὰ λόγια: "Θεέ μου, στὰ χέρια σου παραδίδω τὸ Πνεῦμα μου". Ὁ ἴδιος δὲν ἀναφέρει κάτι γιὰ τὴν προσευχὴ τῆς ἀπόγνωσης "Θεέ μου, Θεέ μου γιατί μὲ ἐγκατέλειψες". 


Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ἐπίσης δὲν καταγράφει τὴν προσευχὴ μήτε τὸ "Θεέ μου, στὰ χέρια σου παραδίδω τὸ Πνεῦμα μου" ἀλλὰ οὔτε καὶ τὴν δυνατὴ κραυγή. Μᾶς λέει μονάχα πὼς ἀφοῦ Τοῦ προσφέρθηκε τὸ ξύδι εἶπε, "τετέλεσται" (Ἔχει ὁλοκληρωθεῖ) καὶ ἔγειρε τὸ κεφάλι Του καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα.


Θὰ μᾶς πεῖ ἄραγε ποτὲ ὁ Κύριος γιατί κραύγασε ἔτσι; Ἦταν κραυγὴ ἀνακούφισης στὸ ἄγγιγμα τοῦ θανάτου; Ἦταν κραυγὴ νίκης; Ἦταν κραυγὴ χαρᾶς ἐπειδὴ ἄντεξε ὡς τὸ τέλος; Ἤ μήπως, ὁ Πατέρας ἔστρεψε τὸ βλέμμα ἐπάνω Του ὡς ἀπάντηση στὸ "Θεέ μου" καὶ ἡ εὐτυχία πού προκάλεσε αὐτὸ τὸ βλέμμα τὸν ἔκανε νὰ κραυγάσει ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ χαμογελάσει; Ἦταν ἄραγε τέτοια ἡ κατάστασή Του ὥστε ἡ μεγαλύτερη Χαρὰ τοῦ κόσμου, νὰ μὴ μπορεῖ νὰ ἐκφραστεῖ παρὰ μόνο μὲ μιά κραυγή; Ἤ δὲν ἦταν παρὰ ἡ τελευταία σουβλιὰ τοῦ πόνου πρὶν ἀναπαυθεῖ; 


Ἴσως νὰ ἦταν ὅλα σὲ ἕνα. Σίγουρα ὅμως, κανένα ἀπὸ ὅλα τὰ βιβλία, καμμιὰ ἀπὸ ὅλες τὶς λέξεις τῶν σκεπτομένων ἀνθρώπων δὲν θὰ μπορέσουν ποτὲ νὰ ἐκφράσουν μὲ κάποια πληρότητα ὅσα δὲν ἔχουν ἀρθρωθεῖ σ’ αὐτὴ τὴν κραυγὴ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. 


Ἐξ’ αἰτίας Του ὁ Πατέρας δὲν εἶναι πλέον ὁ ἐπιβλητικὸς "Κύριος τῶν Δυνάμεων", ἀλλὰ ὁ Κύριος ποὺ προσβλέπει στὴν ἀφοσίωση καὶ στὴν ἀγάπη. 


Τώρα ἡ πνευματικὴ υἱοθεσία καὶ τὸ πνεῦμα τῆς θυσίας θὰ γεννηθεῖ στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων γιατί ἡ θεία ὑπακοὴ τοῦ Χριστοῦ τελειώθηκε μὲ τὸ πάθος. Καὶ ὅπως αὐτὸς ἔζησε ἀνάμεσα στοὺς ἀδερφούς του ἔτσι καὶ ἐκεῖνοι, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, θὰ κάνουν τὸ ἴδιο. Ὅ,τι αὐτὸς ἔκανε γιὰ κείνους, τὸ ἴδιο θὰ κάνουν καὶ ἐκεῖνοι γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀδερφούς τους. 


Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ὁ Θεὸς-Χριστὸς βρισκόταν πάντοτε ἀνάμεσά τους, μέσα τους, στὴν καρδιά τους. Ὁ Θεὸς-Χριστὸς εἶχε βρεθεῖ ἀνάμεσα στοὺς ἀδελφός του. Μαζὶ μὲ τοὺς πάσχοντες καὶ συμπάσχοντες. Δίνοντας ὅλα ὅσα "εἶχε": τὴν ἴδια Τοῦ τὴν Ζωή• ὅ,τι ἀγάπησε• ὅ,τι ἦταν. Αὐτὸ τὸ μεγαλειῶδες γεγονὸς τελειώνει μὲ μιά κραυγή. 


Ἑπομένως ἡ κραυγὴ "Ἔχει τελειώσει" (τετέλεσται), σημαίνει, "Πατέρα, στὰ χέρια σου παραδίδω τὸ Πνεῦμα μου". 


Δηλαδή, κάθε ἀνώτερη ἀνθρώπινη πράξη πρέπει ἀκριβῶς νὰ σημαίνει μιά παράδοση στὸν Πατέρα, αὐτοῦ, ποὺ ἐκεῖνος πρῶτα ἔδωσε σέ μᾶς. "Ὁρίστε ἐπιστρέφω μὲ χαρὰ πάλι τὸ δῶρο σου, αὐτὸ ποὺ ἐσύ μοῦ ἔχεις δώσει• ἡ ψυχή μου ἐπιστρέφει στὸ σπίτι της". 


Κάθε πράξη λατρείας εἶναι μιά ἀναφορὰ στὸν Θεὸ αὐτῶν μὲ τὰ ὁποῖα Ἐκεῖνος μᾶς ἔχει φτιάξει. "Ὁρίστε Θεέ μου, δὲς τί ἔχω. Δὲς σὲ μένα αὐτὸ ποὺ ἐσὺ ἔχεις φτιάξει. Δὲς τὴν δικιά σου εὐεργεσία, τὸ εἶναι μου. Εἶμαι δικό σου παιδὶ καὶ δὲν γνωρίζω πῶς νὰ σὲ εὐχαριστήσω παρὰ μόνο ὑψώνοντας πρὸς ἐσένα τὴν δωρεὰ ποὺ ἀντλῶ ἀπὸ τὸ πλημμύρισμα τῆς δικιᾶς σου ζωῆς καὶ φωνάζω δυνατά: "Εἶναι δικό Σου καὶ ἄρα εἶναι δικό μου. Εἶμαι δικός Σου καὶ ἑπομένως εἶμαι δικός μου". Ἡ πλειοψηφία τῶν λειτουργιῶν τοῦ πνευματικοῦ ὅπως καὶ τοῦ φυσικοῦ κόσμου εἶναι ἁπλὰ μία ἐπιστροφὴ στὴν πηγή.


Ἡ τελευταία πράξη τοῦ Κυρίου μας, ποὺ ἦταν ἡ παράδοση τοῦ Πνεύματός του, δὲν ἦταν παρὰ ἡ συγκεφαλαίωση ὅλων ὅσων ἔκανε σὲ ὅλη του τὴν ζωή. Ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια προσέφερε αὐτὴ τὴν θυσία, τὴν θυσία τοῦ ἑαυτοῦ του• θυσιάζοντας ἔζησε τὴν θεία ζωή! Κάθε πρωὶ ποὺ ξεκινοῦσε γιὰ νὰ προσευχηθεῖ, πρὶν ἀκόμα ξημερώσει• κάθε ἀπόγευμα ποὺ παρέμενε στὸ βουνὸ ὡς τὸ βράδυ, ἀφότου οἱ φίλοι του εἶχαν φύγει, προσέφερε τὸν ἑαυτό του στὸν Πατέρα σὲ κοινωνία ἀγαπητικῶν λέξεων, ἀνώτερων σκέψεων, ἄφατων συναισθημάτων. Ἐπέστρεφε γιὰ νὰ πράξει τὰ ἴδια γιὰ τοὺς δικούς Του καὶ συγκεκριμένα νὰ προσφέρει λόγια ἀγάπης, σκέψεις ἀνακούφισης, νὰ ἐνεργήσει θεραπευτικά. Γιατί ὁ τρόπος του νὰ λατρεύεις τὸν Θεὸ ὅσο ἡ μέρα διαρκεῖ εἶναι νὰ δουλεύεις: τὸ μόνο «θεῖο λειτούργημα» εἶναι ἡ διακονία τῶν συνανθρώπων μας. 


Μὲ ὅλα ὅσα γράφω δὲν εἶναι σκοπός μου νὰ ἐπισημάνω τὴν ἐγκατάλειψη τῆς ψυχῆς μας στὸν Πατέρα ὡς καθῆκον. Αὐτὸ θὰ σήμαινε τὴν μετατροπὴ τοῦ μεγαλύτερου προνομίου ποὺ κατέχουμε σὲ θλιβερὸ βάρος. Ἁπλὰ θέλω νὰ δείξω ὅτι εἶναι τὸ μακαριότερο πρᾶγμα στὸν ἀνθρώπινο κόσμο.


Τὸ ἀνθρώπινο πλάσμα μπορεῖ νὰ σκεφθεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του ἔτσι: "Μπορεῖ ἄραγε νὰ πέσω σὲ κῶμα καὶ νὰ χάσω τὴν συνείδησή μου; Ἤ νὰ βρεθῶ ἀνήμπορος γιὰ μιά περίοδο μὴ μπορῶντας νὰ σκεφτῶ, σὰν νὰ εἶμαι νεκρός; Ἤ ἀκόμη χειρότερα: θὰ εἶμαι ἄραγε ἀδύναμος στὴν θέληση καὶ μὲ λειψὴ συνείδηση στὰ ὄνειρα πού θὰ ἔρθουν; 

Πατέρα, στὰ χέρια σου παραδίδω τὸ πνεῦμα μου. 

Δίνω τὸν ἑαυτό μου πίσω σὲ σένα. Πάρε με, ἀνακούφισέ με, ἀνανέωσέ με, "φτιάξε με ἀπὸ τὴν ἀρχή". Ἂν ἐκτεθῶ στὶς ὑποθέσεις καὶ στὴν ταραχὴ τοῦ κόσμου μὲ τοὺς τόσους πειρασμούς, θὰ ἐνεργήσω ἄραγε λιγότερο ἔντιμα, μὲ λιγότερη πίστη, μὲ λιγότερη καλοσύνη, μὲ λιγότερη ἐπιμέλεια ἀπὸ ὅσο θὰ ἤθελε ὁ Χριστός, ὁ Ἰδανικὸς Ἄνθρωπος νὰ κάνω; 


Πατέρα, στὰ δικά σου χέρια... 

Πρόκειται νὰ κάνω ἕνα καλὸ ἔργο; Τότε περισσότερο ἀπὸ ὅλες τὶς φορές. 

Πατέρα στὰ δικά σου χέρια μὴ τυχὸν καὶ μὲ πάρει ὁ ἐχθρός. 

Εἶμαι σὲ κατάσταση πόνου; Μήπως ἡ ἀσθένεια ἔρχεται σὲ μένα γιὰ νὰ «σβήσει» τὴν διαύγεια ἑνὸς ὑγιοῦς μυαλοῦ καὶ ἀντ’ αὐτῆς νὰ φέρει σύγχυση καὶ ἀναλήθειες; Πάρε τὸ πνεῦμά μου Κύριε καὶ δὲς ὅπως ἐσὺ ἤδη γνωρίζεις, ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ ἀντέξει περισσότερα. 

Πρόκειται νὰ πεθάνω; Ἐσὺ ξέρεις καλύτερα καὶ μόνο ἀπὸ τὴν κραυγὴ τοῦ Υἱοῦ σου πόσο ἄσχημο εἶναι αὐτό. Καὶ ἂν δὲν ἔρθει σὲ μένα σὲ τόσο ἄσχημη μορφή, σὰν αὐτὴ ποὺ ἦρθε σὲ ἐκεῖνον, σκέψου πόσο φτωχὸς εἶμαι δίπλα του. Δὲν ξέρω τί σημαίνει αὐτὴ ἡ πάλη μὲ τὸν θάνατο γιατί ἀπὸ τοὺς χιλιάδες ποὺ τὴν ζοῦν καθημερινὰ οὔτε ἕνας δὲν διαφωτίζει τὸν πλησίον, αὐτὸν ποὺ μένει πίσω. Ἀλλά: θὰ προσμένω ἄραγε μὲ ἀγωνία μιά ἀνάσα τοῦ δικοῦ σου ἀέρα καὶ δὲν θὰ μοῦ δίνεται; Θὰ μὲ σχίσει σὲ κομμάτια ὁ θάνατος; 


Δὲν θὰ κάνω ἄλλες ἐρωτήσεις. 

Πατέρα, στὰ χέρια σου ἐγκαταλείπω τὸ πνεῦμα μου. 


Γιατί εἶναι δική σου δουλειά, ὄχι δική μου. Ἐσὺ θὰ ξέρεις κάθε σκιὰ τοῦ δικοῦ μου πόνου, ἐσὺ θὰ φροντίσεις γιὰ μένα μὲ τὴν τέλεια πατρότητά Σου γιατί αὐτὴ μὲ κάνει υἱό Σου καὶ αὐτὴ μὲ σπλαγχνίζεται καὶ μὲ ἀγκαλιάζει. Ὡς παιδὶ μποροῦσα νὰ ἀντέξω μεγάλο πόνο ὅταν ὁ πατέρας μου μὲ ἀγκαλίαζε. Ἄραγε τώρα τὰ χέρια Σου θὰ μποροῦσαν νὰ ἔρθουν πράγματι πολὺ πιὸ κοντὰ στὴν ψυχή μου μὲ μιά θαλπωρὴ πού δὲν ἔχω κἄν φανταστεῖ;! Γιατί, πῶς ἡ φαντασία μου θὰ πλησιάσει στὴν γοργὴ "καρδιά σου"; Δὲ μὲ νοιάζει ὁ πόνος ἀρκεῖ τὸ πνεῦμα μου νὰ εἶναι δυνατό. Στὰ δικά σου χέρια παραδίδω/ἐγκαταλείπω αὐτὸ τὸ πνεῦμα. Ἂν ἡ ἀγάπη σου, ποὺ εἶναι προτιμότερη ἀπὸ τὴν ζωὴ τὸ παραλάβει, τότε σίγουρα, ἡ φροντίδα σου θὰ τὸ κάνει δυνατό".


Σκεφτεῖτε ἀδέρφια, ζοῦμε στὸν χῶρο μιᾶς αἰώνιας πατρότητας. Κάθε φορά ποὺ ἡ καρδιὰ ἀνυψώνεται καὶ κοιτᾷ πρὸς τὸν Πατέρα, ἡ Χάρη καὶ ἡ ἀλήθεια μᾶς περιβάλλει• εἶναι μέσα μας. Ἀλλὰ καὶ ὅταν εἴμαστε ἀνάξιοι, ὅταν δηλαδὴ ἔχουμε ὑποκύψει στὸν πειρασμό, ὅταν εἴμαστε σκληρόκαρδοι καὶ κακοί, ἀκόμη καὶ τότε, ἂς ἀφεθοῦμε στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Ποῦ ἀλλοῦ νὰ τολμήσουμε νὰ ἀφεθοῦμε; 


Ἄραγε ἕνας πατέρας δὲν θὰ ἀγαποῦσε περισσότερο τὸ παιδὶ του ὅταν αὐτὸ τοῦ ἔλεγε σερνάμενο πρὸς αὐτὸν μὲ πρόσωπο σκυθρωπὸ καὶ θυμωμένο: "Νιώθω πατέρα χωρισμένος ἀπὸ Σένα καὶ θέλω νὰ ρθῶ κοντά Σου"! Μήπως θὰ ἔλεγε στὸ παιδί του: "Πῶς τολμᾷς; Φύγε καὶ ἀφοῦ διορθωθεῖς ἔλα σὲ μένα!". Θὰ τολμούσαμε ποτὲ νὰ σκεφτοῦμε πώς ὁ Θεὸς θὰ μᾶς ἐδίωχνε ἂν τὸν πλησιάζαμε ἔτσι ὅπως τὸ παιδί, χωρὶς νὰ χαρεῖ πού τὸν πλησιάσαμε; Ἀκόμη καὶ ἂν εἴμασταν θυμωμένοι, ὅπως ὁ Ἰωνᾶς; Ἄραγε ἐμεῖς δὲν θὰ περιβάλαμε μὲ ὅλη μας τὴν φροντίδα ἕνα τέτοιο παιδί; Θὰ τολμούσαμε λοιπὸν νὰ σκεφτοῦμε πώς ἂν τοῦ τὸ ζητήσουμε ὁ Θεὸς δὲν θὰ μᾶς ἐπισκεφθεῖ; Ὅταν ἐμεῖς, ὄντας κακοί, ξέρουμε νὰ προσφέρουμε ἀγαθὰ στὰ παιδιά μας; Δὲν θὰ κατέβαινε κάποια "οὐράνια δροσιὰ" ἐπάνω στὴν θέρμη τοῦ θυμοῦ μας ἤ δὲν θὰ ἔπεφτε μιά "ἤπια βροχὴ" πάνω στὴν "ξερὴ" φιλαυτία μας ἤ μιά ἡλιαχτίδα στὴν "συννεφιασμένη" μας ἀπελπισία; Τὸ λιγότερο ποὺ θὰ μᾶς δωθεῖ θὰ εἶναι ψωμὶ καὶ ὄχι πέτρα! Νερὸ καὶ ὄχι ξύδι… ἀνακατεμένο μὲ χολή!


Ἀκόμη, δὲν ὑπάρχει κάτι ποὺ μποροῦμε νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ τοὺς ἑαυτούς μας καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ζητήσουμε γιὰ τοὺς ἀδελφούς μας! Μποροῦμε νὰ ἐμπιστευθοῦμε στὴν φροντίδα τοῦ κοινοῦ Πατέρα ὁποιονδήποτε ἀδερφό μας. Θὰ ὑπάρξουν στιγμὲς ποὺ μόνο ἡ προσευχὴ γιὰ ὅλους τους ἀδερφούς μας θὰ κάνει τὴν καρδιά μας νὰ νιώσει τὴν ἀγάπη τους. 


Ποτὲ δὲν θὰ γνωρίσουμε τὴν ἀνάπαυση στὰ χέρια τοῦ Πατέρα, τὴν ἀνάπαυση τοῦ Ἁγίου Τάφου, ἐκείνη ποὺ ὁ Κύριος γνώρισε ὅταν ἡ ἀγωνία τοῦ θανάτου ἔλαβε τέλος, ὅταν ἡ "καταιγίδα" τοῦ κόσμου, (δηλαδὴ ὅλος ὁ θόρυβος ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν διαμάχη Ζωῆς-Θανάτου), ἔσβησε πίσω ἀπὸ τὸ πνεῦμα του ποὺ ἀναπαυόταν καὶ ἐκεῖνος πέρασε ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει μόνο ζωή. Ποτὲ λοιπὸν δὲν θὰ μπορέσουμε, λέω, νὰ ἀναπαυτοῦμε στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Πατέρα μέχρι ἐκεῖνος νὰ μᾶς ἀποκαλυφθεῖ στὴν ἀγάπη τῶν ἀδερφῶν μας. Γιατί ἐκεῖνος εἶναι δικός τους Πατέρας καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὸν θεωροῦμε καὶ δικό μας ἂν δὲν τὸν «βλέπουμε» καὶ δὲν τὸν «νιώθουμε» καὶ σὰν δικό τους Πατέρα. 


Ποτὲ δὲν θὰ τὸν γνωρίσουμε σωστὰ ἂν δὲν χαροῦμε καὶ δὲν πανηγυρίσουμε γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι γιὰ μᾶς αὐτὸς εἶναι ὁ Πατέρας.


Ἂν κάποιος δὲν μπορεῖ νὰ ἀγαπήσει τὸν ἀδερφό του πού ἔχει δεῖ, πῶς μπορεῖ νὰ ἀγαπήσει τὸν Θεὸ πού δὲν ἔχει δεῖ; 

Κλείνοντας, θὰ ἤθελα νὰ πῶ, πὼς τὰ χέρια στὰ ὁποῖα ὁ Κύριός μᾶς παρέδωσε τὸ Πνεῦμα πρέπει νὰ μᾶς ἔχουν ἤδη μάθει νὰ ἀγαπᾶμε τὸν πλησίον μας ὅπως τὸν ἑαυτό μας.

Ο άγιος πανεπιστημιακός Ιουστίνος Πόποβιτς





Ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, του οποίου την μνήμη τιμούμε στις 14 του Ιούνη, είναι μια σύγχρονη οσιακή μορφή, από αυτές που τόσο έχει ανάγκη η Εκκλησία μας σήμερα. 
Ανεβάζουμε το παρακάτω βιογραφικό του από το Vatopaidi.
Η βιογραφία του στα αγγλικά εδώ

 

Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς

IoustinosPopovits


Γέροντος Μωϋσέως Αγιορείτου
Ο π. Ιουστίνος γεννήθηκε στήν πόλη Βράνιε τής Ν. Σερβίας στίς 25.3.1884 καί αναπαύθηκε οσιακά στίς 25.3.1979 στή μονή Τσέλιε. Η Ευαγγελίστρια Θεοτόκος τόν συνόδευε από τή γέννησή του έως τήν κοίμησή του. Σπούδασε θεολογία στή Σερβία, τή Ρωσία, τήν Αγγλία καί τήν Ελλάδα. Από τό 1935 υπήρξε πανεπιστημιακός διδάσκαλος στή Θεολογική Σχολή τού Βελιγραδίου. Τό 1945 τό κομμουνιστικό καθεστώς τόν ανάγκασε σέ παραίτηση. Αποσύρθηκε στή μονή τών Αγίων Αρχαγγέλων τού Τσέλιε, γιά ν’ αφοσιωθεί στή μελέτη, τή συγγραφή, τή διδαχή καί τήν προσευχή.
Τό συγγραφικό του έργο είναι μεγάλο, πολύτιμο, αξιόλογο καί σημαντικό. Ασχολήθηκε μέ τή Δογματική, τήν ερμηνεία τής Καινής Διαθήκης, τόν Συναξαριστή, τήν Πατρολογία καί άλλα. Πολλά από τά βιβλία του μεταφράσθηκαν σέ ξένες γλώσσες καί στά ελληνικά. Τό έργο του έλαβε πολλές θετικές κριτικές. Θεωρείται καί είναι ένας από τούς μεγαλύτερους θεολόγους τού εικοστού αιώνος. Δέν ήταν ένας θεολόγος τής έδρας καί τού γραφείου αλλά τής εμπειρίας, τών βιωμάτων, τής ασκήσεως, τής νήψεως καί τής θερμουργού προσευχής. Είναι η μυστική συνείδηση τής Σερβικής Εκκλησίας μέ αξιόλογους μαθητές.
Ο ιδιότυπος λόγος του είναι χαρακτηριστικός, χαριτωμένος, αγιοπνευματικός, θεοφώτιστος καί θεοχαρίτωτος. Λέγει: 
«Ο σκοπός τού θεοειδούς όντος πού λέγεται άνθρωπος είναι ένας: νά γίνει σταδιακά τέλειος, όπως ο Θεός Πατήρ, νά γίνει Θεός κατά χάριν, νά επιτύχη τή θέωση, τή θεοποίηση, τή Χριστοποίηση, τήν Τριαδοποίηση». 
Συνεχίζει: 
«Δίχως θεάνθρωπο καί έξω από τόν θεάνθρωπο, ο άνθρωπος πάντα –συνειδητά ή όχι– μεταλλάσσεται σέ υπάνθρωπο, σέ ομοίωμα ανθρώπου, σέ υπεράνθρωπο, σέ διαβολάνθρωπο. Απόδειξη καί αποδείξεις γιά τούτο, όλη η ιστορία τού ανθρωπίνου γένους».
Από νέος ασχολήθηκε μέ βαθειά θέματα φιλοσοφίας καί θεολογίας. Αγάπησε ιδιαίτερα τούς μεγάλους Έλληνες Πατέρες καί πιό πολύ τούς άγιους Τρείς Ιεράρχες. Ερεύνησε καλά τήν αρχαιοελληνική σοφία, τήν ευρωπαϊκή καί σλαβική φιλοσοφία, τόν συγκίνησε ο Ντοστογιέφσκυ, καί απόκτησε πολύπλευρες γνώσεις, πού τού δημιούργησαν μία πεπαιδευμένη προσωπικότητα. Ασχολήθηκε επισταμένα μέ τά αιώνια προβλήματα τού ανθρώπου, τ’ απύθμενα βάθη τής ανθρώπινης ψυχής, τούς δαιδαλώδεις λαβύρινθους τού πνεύματος, τίς κλιμακώσεις τής διάνοιας, τίς μεταπτώσεις τού ανθρώπου. Αγάπησε υπερβολικά τόν Χριστό καί τόν συνάνθρωπο. Ήταν πρός όλους όλο αγάπη, από τόν πιό μικρό ώς τόν πιό μεγάλο.
Ζώντας τήν τραγωδία τού Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τόν θάνατο δικών του ανθρώπων, τή στέρηση, τίς κακουχίες, δίνεται ολοκληρωτικά στήν αληθινή φιλοσοφία, τή ζωντανή σχέση του μέ τόν Θεό, γίνεται μοναχός, παρά τίς αντιδράσεις τών καλών γονέων του. Κατά τόν φίλο του άγιο Ιωάννη τόν Χρυσόστομο· «θεμέλιο τής χριστιανικής φιλοσοφίας είναι η ταπεινοφροσύνη, γιατί δίχως αυτή, η αλήθεια είναι τυφλή». Αγάπησε τούς Σέρβους, τούς Ρώσους καί τούς Έλληνες. Μέ μεγάλη αγάπη πάντοτε μιλούσε γιά τήν οικουμενικότητα τής Ορθοδοξίας, τή Ρωμιοσύνη, τό Βυζάντιο. Θεωρούσε αμαρτωλό τόνορθολογισμό κι αίρεση τόν οικουμενισμό. Ήταν ενάντιος στόν [αθεϊστικό] δυτικόανθρωπισμό καί υπέρ τού ανατολικού θεανθρωπισμού.
Μερικοί τόν θεωρούσαν παράξενο καί μυστήριο. Τέτοιες ιερατικές προσωπικότητες, υψηλού κύρους, ήθους, αξίας, τιμής καί σεβασμού, δέν είναι αρεστές στούς πολλούς. Τούς ρασοφόρους τούς θέλουν αρκετοί νά είναι αδαείς, γιά νά δικαιολογούν τήν αποστασία τους. Τέτοιοι κληρικοί αποτελούν δυνατά φώτα, πού φωτίζουν άφωτα βάθη. Είναι πολύ μικρός ο χώρος, γιά νά χωρέσει έναν τόσο μεγάλο άνδρα. Η Σερβική Εκκλησία δίκαια καί δικαιολογημένα ετοιμάζει τήν αγιοκατάταξή του [έγινε το 2010]. Ένας ακόμη όσο σοφός ενάρετος καί όσο ενάρετος σοφός…
Πηγή: Περιοδικό «Λυδία», τχ. Σεπτεμβρίου
Αναλυτικότερο βιογραφικό του εδώ.


Διαβάστε άρθρα για τον άγιο και σημαντικά κείμενα του αγίου ΕΔΩ & ΕΔΩ.
Θαύματα του αγίου εδώ (α), (β), (γ).
Απόσπασμα βιβλίου του από το post μας Υπέρ των αμαρτωλών:

Η τρίτη θεανθρώπινη αρετή [μετά την πίστη και τη νηστεία] είναι η θεανθρώπινη αρετή της αγάπης. Η αγάπη αυτή δεν έχει όρια, δεν ερωτά: ποιος είναι άξιος και ποιος δεν είναι; αλλ’ αγαπά τους πάντες: αγαπά φίλους και εχθρούς, αγαπά αμαρτωλούς και κακούργους, δεν αγαπά όμως τις αμαρτίες τους και τα εγκλήματά τους, ευλογεί εκείνους που καταριούνται και ως ήλιος φωτίζει και τους πονηρούς και του αγαθούς (Ματθ. 5, 45-46). […] Η αγάπη του Χριστού είναι πάντοτε παναγάπη.
Εάν είσαι του Χριστού, ταπείνωσε τον εαυτό σου μέχρι του σκώληκος: σάρκωσε τον εαυτό σου στον πόνο του κάθε πονεμένου, στη θλίψη του κάθε θλιμμένου, στο πάθος του κάθε βασανισμένου, στο άλγος του κάθε ζώου και πουλιού.

Κοιτάζοντας από τον ουρανό, τι είναι εκείνο που διακρίνουμε περισσότερο πάνω στη γη; Όχι τα βουνά ούτε οι θάλασσες ούτε οι πόλεις ούτε οι ουρανοξύστες. Είναι ο άνθρωπος. Διότι η θεοειδής ψυχή του ανθρώπου είναι ένας ήλιος επί της γης. Όσοι είναι οι άνθρωποι, τόσοι είναι οι ήλιοι επί της γης. Και καθένας απ’ αυτούς τους ήλιους είναι ορατός από τον ουρανό.  Αγαπημένο θαύμα του Θεού! Η μικρούτσικη γη, ένα αστεράκι από τα πιο μικρά, να χωράει δισεκατομμύρια ήλιους! Μέσα από το χωματένιο σώμα του ανθρώπου λάμπει ο ήλιος! Ο άνθρωπος! Ένας μικρός θεός μέσα στη λάσπη.
Είναι ευαγγέλιο, παναληθινό ευαγγέλιο –όχι δικό μου, αλλά των αγίων του Θεού– ότι ο άνθρωπος είναι ένα μεγάλο μυστήριο, ιερό μυστήριο του Θεού. Τόσο μεγάλο και τόσο ιερό, ώστε ο ίδιος ο Θεός έγινε άνθρωπος για να μας ερμηνεύσει όλο το βάθος του ανθρώπινου μυστηρίου. Η αλήθεια του ευαγγελίου, η παναλήθεια, είναι ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος για να κάμει τον άνθρωπο θεό κατά χάριν. […] Κατ’ ουσίαν, ο αγώνας για το Θεάνθρωπο είναι αγώνας για τον άνθρωπο.

Κάτω από το πρίσμα της ευαγγελικής και ιεράς παραδόσεως είναι αντιευαγγελική και αντίχριστη φρικαλεότητα να φονεύεται ο αμαρτωλός λόγω της αμαρτίας. Εν προκειμένω καμία ιερά εξέτασις δε μπορεί να ανακηρυχθεί ιερά. Σε τελευταία ανάλυση, όλοι οι ουμανισμοί φονεύουν τον αμαρτωλό λόγω της αμαρτίας, εξοντώνουν τον άνθρωπο μαζί με την αμαρτία του. Διότι δεν θέλουν το Θεάνθρωπο, ο Οποίος είναι η μόνη σωτηρία του ανθρώπου και από την αμαρτία και από το θάνατο και από το διάβολο.
Εκείνος που δεν είναι υπέρ του Θεανθρώπου είναι ως εκ τούτου κατά του ανθρώπου, και είναι ως εκ τούτου δολοφόνος του ανθρώπου, και ακόμη είναι ως εκ τούτου και αυτόχειρας. […] Μεταχειριζόμενος κατ’ αυτό τον τρόπο τον αμαρτωλό, ο ουμανιστικός άνθρωπος αναπόφευκτα αυτοκτονεί: φονεύει την ίδια την ψυχή του, παραδίδει τον εαυτό του στην κόλαση, σε αιώνια συναναστροφή με το διάβολο, αυτόν τον έκπαλαι «ανθρωποκτόνο» (κατά Ιωάννην 8, 44).
[Από το εξαιρετικό βιβλίο του Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, εκδόσεις Αστήρ]

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...