Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 04, 2013

Πρέπει νὰ ἐλέγχουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ὅταν βλέπουμε κάποια σφάλματα; Ὑπάρχει διαφορά, ὅταν βρίζει κανεὶς ἢ ὅταν ἐλέγχει κάποιον;


Ἴσως μερικοὶ ἀπὸ σᾶς, ποὺ διαβάζουν τὴν Ἁγία Γραφή, προβληματίζονται, ὅταν βλέπουν πὼς ὁ Κύριος ἐνῶ μᾶς ἀπαγορεύει νὰ λέμε τὸν πλησίον μας “ἀνόητε” καὶ “ἠλίθιε”, καί αὐτὸς ποὺ τὸ κάνει, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο Του, εἶναι ἔνοχος τῆς φωτιᾶς τῆς κολάσεως.
Ἐνῶ λοιπὸν λέει αὐτά, ὁ Ἴδιος πολλὲς φορὲς χρησιμοποιεῖ σκληρὰ λόγια γιὰ κάποιους ἀνθρώπους, ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ ἀρχισυναγώγου, στὸν ὁποῖον εἶπε· “ὑποκριτά”. 
Ἐπίσης πολλὲς φορὲς ἔλεγε ὑποκριτὲς τοὺς γραμματεῖς καὶ τοὺς φαρισαίους.
Αὐτοὺς ἔλεγε ἀκόμα· “ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν” (Μτθ. κγ´, 33).
Μιὰ φορά, ὅταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἦταν στὴν Ἰουδαία, Τὸν προειδοποίησαν ὅτι ὁ Ἡρώδης θέλει τὸ θάνατό του καὶ Τὸν συμβούλεψαν ὅσο γίνεται πιὸ γρήγορα νὰ φύγει ἀπὸ τὴν Ἰουδαία. Καὶ τί ἀπάντησε τότε ὁ Χριστός; Πολὺ ἤρεμα εἶπε τὸ ἑξῆς· “Πορευθέντες εἴπατε τῇ ἀλώπεκι ταύτῃ· ἰδοὺ ἐκβάλλω δαιμόνια καὶ ἰάσεις ἐπιτελῶ σήμερον καὶ αὔριον, καὶ τῇ τρίτῃ τελειοῦμαι” (Λκ, 13, 32). Ἀλεποὺ εἶπε τὸν Ἡρώδη.
Μιὰ φορὰ ὀνόμασε “Σατανᾶ” τὸν μεγαλύτερο ἀπόστολο καὶ τὸν πιὸ ἀγαπητὸ φίλο του, τὸν Πέτρο· “ὕπαγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ· σκάνδαλόν μου εἶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων” (Μτ. 16, 23).
Γνωρίζετε ὅτι μερικὲς φορὲς ὁ Κύριος ὀργιζόταν, δύο φορὲς ἔδιωξε ἐμπόρους ἀπὸ τὸ ναὸ καὶ ἀναποδογύρισε τὰ τραπέζια τῶν ἀργυραμοιβῶν. Ἐπίσης γνωρίζετε πὼς μιὰ φορὰ ἔφτιαξε μαστίγιο ἀπὸ σκοινιὰ καὶ ἔδιωξε ἀπὸ τὸ ναὸ αὐτοὺς ποὺ πουλοῦσαν ἐκεῖ ζῶα. Φοβερὴ ἦταν μερικὲς φορὲς ἡ ὀργὴ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.
Τί λοιπὸν μποροῦμε νὰ ποῦμε ἐμεῖς; Εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχει ἀκόμα καὶ ἴχνος ἀντίφασης σ’ αὐτὰ ποὺ ἔκανε καὶ ποὺ δίδασκε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός; Εἶναι δυνατὸν νὰ παρέβαινε ὁ ἴδιος τὴν ἐντολὴ ποὺ μᾶς εἶχε δώσει καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία εἶναι ἁμαρτία νὰ λέμε ἀνόητο τὸν πλησίον μας;
Ἀσφαλῶς ὄχι. Στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ τὸ “ναὶ” εἶναι “ναὶ” καὶ τὸ “ὄχι” – “ὄχι” καὶ δὲν ὑπάρχει καμία ἀντίφαση. Καὶ οὔτε μπορεῖ νὰ ὑπάρχει στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Τότε πῶς μποροῦν νὰ ἐξηγηθοῦν αὐτὰ τὰ λόγια καὶ οἱ πράξεις τοῦ Χριστοῦ ποὺ σᾶς ἀνέφερα προηγουμένως;
Ἡ ἐξήγηση εἶναι πολὺ ἁπλή· πρέπει νὰ ξεχωρίζουμε τὴ λογικὴ μὲ τὴν ὁποία τὸ ἔλεγε ἢ τὸ ἔκανε ὁ Κύριος ἀπὸ τὴ λογικὴ μὲ τὴν ὁποία τὸ κάνουμε ἐμεῖς. Ὑπάρχει διαφορά, ὅταν βρίζεις κάποιον ἢ ὅταν τὸν ἐλέγχεις. Ἐμεῖς ὅταν λέμε στὸν πλησίον μας “ἀνόητε” ἢ “ἠλίθιε”, τί ἐκφράζουμε μ’ αὐτὲς τὶς λέξεις; Τὴν περιφρόνησή μας. Τὸν προσβάλλουμε μ’αὐτὸ τὸν τρόπο καὶ τὸν βρίζουμε. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἀπαγορεύει ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὴν ἐντολή του.
Καὶ ποιά σημασία ἔχουν τέτοια σκληρὰ λόγια στὸ στόμα τοῦ Χριστοῦ; Γιατί ἔλεγε σὲ μερικοὺς ἀνθρώπους “ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν» ἢ «πορευθέντες εἴπατε τῇ ἀλώπεκι ταύτῃ”; Τὸ ἔλεγε γιὰ νὰ τοὺς ἐλέγξει.Ὑπάρχει μεγάλη διαφορά, ὅταν βρίζει κανεὶς ἢ ὅταν ἐλέγχει κάποιον. Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ προσβάλλουμε τὸν πλησίον μας, ἐνῶ τὸ νὰ ἐλέγχουμε κάτι ποὺ δὲν εἶναι σωστὸ μᾶς τὸ παραγγέλλει ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφή· “μὴ συγκοινωνεῖτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους, μᾶλλον· δὲ καὶ ἐλέγχετε” (Ἐφ. ε´ 11).
Στὶς ἐπιστολές του πρὸς Τιμόθεον ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς δίνει τὴν ἑξῆς ἐντολή· “Τοὺς ἁμαρτάνοντας ἐνώπιον πάντων ἔλεγχε, ἵνα καὶ οἱ λοιποὶ φόβον ἔχωσι» (Α´ Τιμ. ε´ 20). “Κήρυξον τὸν λόγον, ἐπίστηθι εὐκαίρως ἀκαίρως, ἔλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον, ἐν πάσῃ μακροθυμίᾳ καὶ διδαχῇ” (Β´ Τιμ. δ´ 2).
Βλέπετε, τὸ νὰ ἐλέγχουμε κάτι ποὺ δὲν εἶναι σωστὸ, εἶναι ἡ ἐντολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ὄχι μόνο δὲν πρέπει νὰ ἔχουμε καμία συμμετοχὴ στὰ ἔργα τοῦ σκότους, ἀλλὰ καὶ νὰ τὰ ἐλέγχουμε. Δὲν μᾶς ἐπιτρέπεται νὰ προσπερνᾶμε μὲ ἀδιαφορία καὶ σιωπὴ τὴν κακία καὶ τὴν ἀσέβεια, ἀλλὰ πρέπει νὰ τὰ ἐλέγχουμε. Κάθε φορὰ ποὺ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔλεγε κάποιο λόγο σκληρό, τὸν ἔλεγε, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ ἐλέγξει τὴν κακία. Δὲν προσέβαλλε τὴν ἀξιοπρέπεια ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους ὀνόμαζε ἀλεποῦδες ἢ ἀκόμα καὶ γεννήματα ἐχιδνῶν. Ἤθελε μόνο νὰ ἐλέγξει τὸ ψέμα ποὺ εἶχαν μέσα τους, διότι ἡ ὑποκρισία εἶναι ἕνα εἶδος ψέματος καὶ ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους εἶναι ὁ διάβολος.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν μποροῦσε νὰ μὴ ἐλέγχει τὸ ψέμα καὶ τὴν ὑποκρισία. Πάντα τὰ ἔλεγχε καὶ πολὺ ἔντονα. Διότι ὑπάρχει ὀργὴ ποὺ εἶναι θεία καὶ μία τέτοια ὀργὴ εἶναι ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ ὀργὴ πρέπει νὰ ἀνάβει μέσα μας κάθε φορά, ὅταν βλέπουμε πὼς προσβάλλουν ἱερὸ καὶ ὅσιο. Τέτοια ὀργὴ ἀνάγκασε τὸν μεγάλο ἱεράρχη καὶ θαυματουργό, τὸν ἅγιο Νικόλαο στὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο νὰ χαστουκίσει τὸν Ἄρειο.
Ἀπὸ τὴν ἴδια θεία ὀργὴ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔφτιαξε μαστίγιο ἀπὸ σκοινιὰ καὶ ἔδιωξε τοὺς ἐμπόρους ἀπὸ τὸ ναό. Ἡ φλογερή του ὀργὴ ἔκαιγε τοὺς ἀσεβεῖς. Ὑποκριτὲς ἔλεγε ἐκείνους ποὺ ἦταν τέτοιοι στὴν πραγματικότητα. Ἦταν ἀνάγκη νὰ τοὺς ἐλέγχει μπροστὰ στὸν λαό, νὰ τοὺς βγάλει τὸ προσωπεῖο τῆς εὐλαβείας, νὰ δείξει τὸ πραγματικό τους πρόσωπο, γιὰ νὰ καταλάβουν οἱ ἄλλοι πὼς οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ εἶναι ψεῦτες. Πολὺ σωστὴ καὶ δικαιολογημένη ἦταν στὸ στόμα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἡ λέξη “ὑποκριτά”, ποὺ Αὐτὸς εἶπε γιὰ τὸν ἀρχισυνάγωγο. Τὸ ἴδιο καὶ ἡ ὀνομασία ποὺ ἔδωσε στοὺς Γραμματεῖς καὶ τοὺς Φαρισαίους λέγοντάς τους ὄχι μόνο ὑποκριτὲς ἀλλὰ καὶ “ὄφεις” καὶ “γεννήματα ἐχιδνῶν”.
Διαβᾶστε τὸ 23ο κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου καὶ θὰ δεῖτε πόση ἀλήθεια ὑπάρχει στὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ γιὰ τοὺς Φαρισαίους, ὅτι πολὺ δικαιολογημένα τοὺς ἔδωσε αὐτὲς τὶς προσωνυμίες.
Δικαιολογημένα δὲν ὀνομάστηκε ὁ Ἡρώδης ἀλεπού; Γιατί τὸν εἶπε ἀλεπού ὁ Κύριος; Τί διακρίνει τὴν ἀλεπού μεταξὺ τῶν ἄλλων ζώων; Εἶναι γνωστὴ ἡ πονηριά της, πῶς ξεγελάει καὶ τὸν κυνηγὸ καὶ τὸ θῦμα της. Ὅταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔλεγε τὸν Ἡρώδη ἀλεπού, τὸ ἔκανε γιὰ νὰ ἐλέγξει τὴν πονηριά του, τὴν τάση του γιὰ προδοσία. Αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τὸν Ἡρώδη δὲν ἦταν προσβολὴ ἀλλὰ δικαιολογημένος καὶ σωστὸς ἔλεγχος.
Γιατί γιὰ τὸν ἀπόστολο Πέτρο ὁ Χριστὸς χρησιμοποίησε τὴν τρομερὴ αὐτὴ λέξη “Σατανᾶ”; Γιατὶ ὅταν ἄκουσε ὁ ἀπόστολος πὼς ὁ Κύριος πρέπει νὰ προδοθεῖ, νὰ σταυρωθεῖ καὶ νὰ πεθάνει φοβερὸ θάνατο γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ἄρχισε νὰ ἀντιλέγει προσπαθώντας νὰ Τὸν πείσει νὰ λυπηθεῖ τὸν ἑαυτό του.
Αὐτὸ δὲν εἶναι τὸ ἔργο τοῦ Σατανᾶ; Ὁ Σατανᾶς δὲν προσπαθοῦσε νὰ ἀποτρέψει τὴν θυσία ποὺ ἤθελε νὰ προσφέρει ὁ Χριστὸς στὸν Γολγοθᾶ; Μὲ τὸ στόμα τοῦ ἀποστόλου μιλοῦσε τότε ὁ ἴδιος ὁ Σατανᾶς γι’αὐτὸ καὶ εἶπε ὁ Κύριος τὸν σκληρὸ αὐτὸ λόγο· “ὕπαγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ· σκάνδαλόν μου εἶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων” ( Μτθ. ιϛ´ 23).
Βλέπετε ποιά εἶναι ἡ διαφορά μεταξύ ὕβρεως καὶ ἐλέγχου; Πρέπει νὰ ἐλέγχουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ὅταν βλέπουμε κάποια σφάλματα. Καὶ οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ ἐλέγχουν δημοσίως τοὺς ἁμαρτωλούς, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Καὶ μᾶλλον εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ τὸ κάνουν.
ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας:  «ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΟΜΙΛΙΕΣ», τ. Γ´, σελ. 267-282, ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2003.

ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ, Του Οσίου Γέροντος Φιλόθεου Ζερβάκου




Είναι εντροπή μας, οι ασεβείς να έχουν περισσότε­ρη προθυμία από εμάς στο να δουλεύουν μέρα και νύκτα τον Σατανά, για να τους κολάση, και εμείς να είμαστε α­μελείς και ψυχροί και να δουλεύουμε με οκνηρία τον Θεό!
*****
Ν' ανήκουμε στην Εκκλησία της Ορθοδοξίας και στην Ορθοδοξία του Χριστιανισμού. Χαρά μας να κατέ­χουμε την ευαγγελική θρησκεία και την πίστη που μας παρέδωκε ο Σωτήρας Χριστός κι' οι Απόστολοι Του. Ταυτόχρονα, μεγάλη και βαριά η ευθύνη μας. Να μείνου­με πιστά κι' αφοσιωμένα τέκνα της Ορθόδοξης Εκκλη­σίας. «Εδραίοι και αμετακίνητοι» σ' αυτά που μας δίδαξε η Μητέρα Εκκλησία. Αλύγιστοι απ' των αιρέσεων την ορμή και των ετεροδόξων τις προπαγάνδες. Προσηλωμέ­νοι στις αιώνιες και αναλλοίωτες αξίες της Ορθοδοξίας.
Να δώσουμε του Ιωσήφ Βρυέννιου τη θερμή υπό­σχεση. «Ουκ απαρνησόμεθά σε φίλη Ορθοδοξία. Ου ψευσόμεθά σε πατροπαράδοτον σέβας. Εν σοι εγεννήθημεν, εν σοι ζώμεν και εν σοι κοιμηθησόμεθα. Ει δε και καλέσει καιρός, και μυριάκις υπέρ σου τεθνηξόμεθα». Δε θα σ' αρνηθούμε ποτέ, φίλη Ορθοδοξία. Ούτε θα σε διαψεύσουμε και προδώσουμε, πατροπαράδοτη τιμημένη πίστη. Με σένα γεννηθήκαμε, με σένα ζούμε' αν δε κι' ο καιρός το καλέσει, και μυριάδες φορές είμαστε έτοιμοι για σένα να πεθάνουμε.
Είναι κάποιοι Οικουμενιστές, που ερωτοτροπούν με τους αιρετικούς.«Γραικολατίνους» τους ονομάζει ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός. «Φευκτέον αυτούς», λέγει. Να τους αποφύγουμε. Να μη τους ακολουθήσουμε στη σφαλερή τους πορεία. Είναι οι μοντέρνοι και φιλελεύθεροι ορθόδοξοι! Είναι οι συνθηκολόγοι της Πίστης. Είναι οι ενδοτικοί και «ενωτικοί Γραικολατίνοι», έτοιμοι πάντα να ξεπουλήσουν τα ιερά και όσια της Ορθοδοξίας. Στ' όνομα, τάχα, της αγάπης, είναι πρόθυμοι να πέσουν και να προσκυνήσουν τους αιρετικούς. Είναι πρόθυμοι να πουλήσουν τα πρωτοτόκια της ευλογημένης Ορθοδοξίας, αντί «πινακίου φακής»! Δεν τους είναι δύσκολο να επαναλάβουν νέες προδοτικές «ενωτικές» Φερράρες και Φλωρεντίες.
«Υπέρ της των πάντων ενώσεως» εύχεται και παρα­καλεί η Εκκλησία μας. Την ενότητα και ένωση των Εκ­κλησιών ποθούμε βαθύτατα όλοι και προσευχόμαστε και την επιζητούμε. Ποτέ, ωστόσο, υποταγή στους ετερόδοξους. Προϋπόθεση για την ένωση, είναι η επιστροφή των πλανεμένων στην Ορθόδοξη Εκκλησία, την Εκκλησία των Αποστόλων και της Παραδόσεως. Ή ένωση είναι α­νέφικτη, δίχως την άρση των διαφορών. Θεία Κοινωνία από «κοινό Ποτήριο» τότε μόνο είναι δυνατή, σαν υπάρ­ξει δογματική ενότητα.
Όπως είπε ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Νείλος Καβάσιλας, σαν απομακρυνθεί η αιτία, τότε μονάχα εί­ναι δυνατό να έχουμε την ελπίδα για ειρήνη και ενότη­τα, σαν όμως η αιτία εξακολουθεί να υπάρχει, τότε μά­ταιη κάθε προσπάθεια....
Αλλά και ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιερε­μίας ο Β', απάντησε στους Βυττεμβεργίους Λουθηρανούς θεολόγους: «Μηδέν παρά τα διατεταγμένα τοις ιεροίς Αποστόλοις και ταις αγίαις Συνόδοις μεταχειρίζεσθαι η φρονείν. Ο γαρ τούτον τον όρον φνλάττων ορθώς, συγχορευτής ημίν εσται, συγκοινωνός και ομόπιστος. Ο γαρ τους προειρημένους κανόνας απαναινόμενος και κα­τά των Αποστόλων όμοσε χωρών και κατά των Αγίων αναίδην φερόμενος Αποστόλων, τίνα αν σχοίη προς η­μάς κοινωνίαν; Τις δέ μερίς μεθ' ημών έσται τούτω;» Τί­ποτε λέγει, δεν πρέπει να παραδεχόμαστε και δεχόμαστε, ούτε να φρονούμε, αντίθετα απ' όσα διατάξανε οι Από­στολοι και οι άγιες Σύνοδοι. Γιατί, όποιος φυλάσσει τούτο τον όρο, θάναι φίλος και σύντροφος μαζύ μας και θάχει την ίδια πίστη με μας. Μα όποιος αρνείται τους ό­ρους τούτους κι' ορμά ενάντια στους Αποστόλους και α­νεμπόδιστα, ποιά επικοινωνία θα μπορούσε νάχει με μας; Ποιό μερίδιο και ποιά συμμετοχή θάχει τούτος ο άνθρωπος μαζύ μας;
Για τους ετερόδοξους αδελφούς μας, έχουμε καθή­κον να προσευχόμαστε. Δεν τους μισούμε, τους αγαπού­με. Δεν τους περιφρονούμε, τους δεχόμαστε με ιδαίτερη στοργή στο διάλογο της αγάπης και της αλήθειας. Δεν τους απωθούμε, τους προσκαλούμε στην κοινωνία της μίας, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας. «Ευχόμενοι μόνον και παρακαλούντες τον φιλάνθρωπον Θεόν, τον θέλοντα πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν, απαλλάξαι μεν αυτούς της πλάνης και της του διαβόλου παγίδος, επαναγαγείν δε ε­πί το της γνώσεως φώς», όπως λέγει ο ιερός Χρυσόστο­μος.
«Στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις, ας εδιδάχθητε είτε διά λόγου είτε δι' επιστολής» (Β' Θεσ. β', 15). Ό­σα πήραμε απ' τους Αποστόλους, πρέπει να τα φυλάξου­με σαν την κόρη τού ματιού. Πιστοί στην Αποστολική Παράδοση, πιστοί στην Αποστολική διδασκαλία. Άγρυπνοι φύλακες της ατίμητης «παρακαταθήκης» της Πί­στεως.
Ανάξιος οποίος «λύση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων... Ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. ε', 19). Πολύ αυστηρά θα κριθούνε όσοι «ιώτα εν η μίαν κεραίαν» προσθέσουν η αφαιρέ­σουν απ' το Ευαγγέλιο του Χριστού.
Μπροστά στα μεγάλα θέματα της Πίστεως δε χωράει καμμιά υποχώρηση και κανένας συμβιβασμός. «Ου συγ­χωρεί συγκατάβασις εις τα της πίστεως», διεκήρυξε ο με­γάλος πρωταγωνιστής της Ορθοδοξίας, Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός.
Να μην υποστείλουμε ποτέ της Ορθοδοξίας το λά­βαρο. Να μην υποκύψουμε σ' εκβιασμούς, ούτε να μας παρασύρουν ξενόφερτες και ξενοκίνητες προπαγάνδες, και ύπουλοι προσηλυτισμοί.
Ένα το χρέος της Ορθοδοξίας. Να κηρυχτεί «έως ε­σχάτου της γης». Το φώς της που είναι φώς μιας αιώ­νιας Πεντηκοστής, να διαλύσει τα σκοτάδια της πλά­νης. Να καθαρίσει τον Χριστιανισμό απ' τις σκουριές της αίρεσης και της κακοδοξίας. Να δώσει την μαρτυ­ρία του  Πνεύματος. Να επαναφέρει την Εκκλησία στην Αποστολική της Παράδοση και γνησιότητα.
Και συ, που είχες την εύνοια και τη χάρη του Θεού να γεννηθείς Ορθόδοξος Χριστιανός, «γίνου πιστός ά­χρι θανάτου» (Αποκ. β', 10) και φέρε της αλήθειας το μήνυμα σ' όλη τη γη.

(π. Φιλόθεος Ζερβάκος)

Χάπια, ἠλεκτροσόκ καί ψυχιατρεῖο ἤ Ἐξομολόγηση;


Πνευματικός ὁδηγός καί ἐκκλησιαστική ζωή.

«Τί θά πεῖ ἄγχος, νεῦρα, ψυχασθένειες;» ἐρωτοῦσε ὁ π. Πορφύριος
.Καί ἀπαντοῦσε: «Ἐγώ πιστεύω ὅτι ὑπάρχει διάβολος σ’ ὅλα αὐτά. 
Δέν ὑποτασσόμεθα στό Χριστό μέ ἀγάπη. Μπαίνει ὁ διάβολος 
καί μᾶς ἀνακατεύει» [1].

Αὐτά βέβαια (τά πάθη καί οἱ δαίμονες) δέν ἀπομακρύνονται μέ χάπια
 οὔτε μέ ἠλεκτροσόκ, ἀλλά μέ τό μυστήριο τῆς Γενικῆς Ἐξομολόγησης. 
Ὁ ἄνθρώπος θά πρέπει νά ἐξομολογηθεῖ μέ εἰλικρίνεια τά ἁμαρτήματα 
ὅλης του τῆς ζωῆς, τά κύρια γεγονότα πού τήν σημάδεψαν, καθώς καί
 τό πῶς ἐκεῖνος τά ἀντιμετώπισε ὅπως δίδασκε ὁ θεοφώτιστος Γέροντας
 Πορφύριος [2].

Ὁ Γέροντας Παΐσιος ἐπίσης «ἐνῶ συνιστοῦσε στοὺς ἀσθενεῖς νὰ συμ
βουλεύωνται χριστιανοὺς
 ἰατροὺς -«διότι τοὺς φωτίζει ὁ Θεὸς» κατὰ τὸ λόγιό του- εἶχε ἐκφράσει ἐπανειλημμένως τὴν
 ἀπαρέσκειά του πρὸς τὰ «ψυχολογικὰ» βιβλία, ἀλλὰ καὶ πρὸς αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν «ψυχολογία» 
καὶ τὴν «ψυχιατρικὴ», ἡ ὁποία ἀσκεῖται ἀπὸ ἐπιστήμονες καὶ ἰατρούς, οἱ ὁποῖοι δὲν πιστεύουν
 στὴν ὕπαρξη τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ὅπως δέχεται αὐτὴν ἡ θεολογία τῆς Ὀρθόδοξης 
Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας.

Ὄντας ὁ ἴδιος βαθὺς γνώστης, Χάριτι Θεοῦ, τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνοι
κούσης στὸν ἄνθρωπο 
λογικῆς καὶ νοερᾶς ψυχῆς, τῶν φυσιολογικῶν ἀλλὰ καὶ τῶν παθολογικῶν ἐκδηλώσεών της,
 στενοχωριόταν καὶ ὑπέφερε πολύ, ὅταν ἔβλεπε τὶς βαριὲς ἀστοχίες καὶ τὰ λάθη στὴν 
ἀντιμετώπιση τῶν ἀσθενῶν αὐτῶν, τὰ ὁποία εἶχαν σοβαρότατες συνέπειες γιὰ τὸν ἀσθενῆ 
καὶ τὸ περιβάλλον του.

Δεδομένου δὲ ὅτι οἱ πλεῖστοι ἀκαδημαϊκοὶ δάσκαλοι τῆς ψυχιατρικῆς 
θεωροῦν ὅτι τὰ 
«ψυχικὰ φαινόμενα» ἔχουν μόνον βιολογικὸ ὑπόβαθρο –θεώρηση, ἡ ὁποία συνιστᾶ ἄρνηση
 τῆς ὕπαρξης ἄυλης, νοερῆς καὶ λογικῆς ψυχῆς στὸν ἄνθρωπο- ἦταν πολὺ ἐπιφυλακτικὸς ἢ 
ἀρνητικὸς γιὰ πολλὲς «θεραπεῖες» ποὺ ἐφάρμοζαν οἱ προαναφερθέντες ψυχίατροι.

Ὁ Γέροντας Παΐσιος, συμφωνόντας μὲ τὸν Γέροντα Πορφύριο θεωροῦσε 
ὅτι τὰ αἴτια τῶν
 περισσοτέρων ψυχικῶν ἀσθενειῶν εἶναι πνευματικὰ καὶ ὅτι τὰ «ψυχοφάρμακα»
 δὲν θεραπεύουν, ἀλλὰ ἔχουν μόνον κατασταλτικὸ χαρακτήρα, καὶ ὅτι εἶναι δυνατὸν
 νὰ χρησιμοποιοῦνται μὲ φειδὼ σὲ περιπτώσεις πασχόντων «ψυχασθενῶν», ἕως ὅτου 
καταστῆ ἐφικτὴ ἡ ἐπικοινωνία μὲ αὐτοὺς» [3].

Κατόπιν ἡ συμβολή τοῦ μυστηρίου τῆς Γενικῆς Ἐξομολόγησης εἶναι κα
θοριστική 
γιά τήν ὁριστική καί ὁλοκληρωτική ψυχική-πνευματική θεραπεία μέ τήν Θεία Χάρη.

Εἴθε νά παύσει ὁ ἀποπροσανατολισμός τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, πού 
τείνει νά
 ὑποκαταστήσει τόν Πνευματικό μέ τόν ψυχολόγο ἤ τόν ψυχίατρο καί ὁ ὁποῖος 
μάταια ἀναζητεῖ τήν ψυχική του θεραπεία ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει. 
«Πᾶνε νά ἡρεμήσουν οἱ ἄνθρωποι» παρατηρεῖ ὁ Γέρων Παΐσιος «εἴτε μὲ ἡρεμιστικὰ
 εἴτε μὲ θεωρίες γιόγκα, καὶ τὴν πραγματικὴ ἡρεμία, ποὺ ἔρχεται, ὅταν ταπεινωθῆ ὁ
 ἄνθρωπος, δέν τὴν ἐπιδιώκουν, γιά νά ἔρθη ἡ θεία παρηγορία μέσα τους» [4].

Ἡ ἀληθινή ἡρεμία ἔρχεται μέ τήν Θεία Χάρη ἡ ὁποία προσλαμβάνεται 
ἀπό τούς 
ταπεινούς. «Ἡ ἐξωτερικὴ μόρφωση μὲ τὸ ἄγχος» ἐπίσημαίνει πάλι ὁ σοφός Γέροντας 
«ὁδηγεῖ καθημερινῶς ἑκατοντάδες ἀνθρώπων (ἀκόμη καὶ μικρὰ παιδιὰ μὲ ἄγχος) 
στίς ψυχαναλύσεις καὶ στούς ψυχιάτρους καὶ κτίζει συνεχῶς 
Ψυχιατρεῖα καὶ μετεκπαιδεύει ψυχιάτρους, ἐνῶ πολλοὶ ψυχίατροι οὔτε Θεὸ πιστεύουν
 οὔτε ψυχὴ παραδέχονται. Ἑπομένως, πῶς εἶναι δυνατὸν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι νά βοηθήσουν
 ψυχές, ἀφοῦ καὶ οἱ ἴδιοι εἶναι γεμάτοι ἀπὸ ἄγχος; Πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νά 
παρηγορηθῆ ἀληθινά, ἂν δέν πιστέψη στόν Θεὸ καὶ στήν ἀληθινὴ ζωή, τὴν μετὰ θάνατον, 
τὴν αἰώνια; Ὅταν συλλάβῃ ὁ ἄνθρωπος τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς τῆς ἀληθινῆς, 
τότε φεύγει ὅλο τὸ ἄγχος του καὶ ἔρχεται ἡ θεία παρηγορία, καὶ θεραπεύεται.
 Ἂν πήγαινε κανεὶς στό Ψυχιατρεῖο καὶ διάβαζε στούς ἀσθενεῖς τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ,
 θὰ γίνονταν καλὰ ὅσοι πιστεύουν στόν Θεό, γιατὶ θὰ γνώριζαν τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς».

Ἡ θεραπεία ὑπάρχει μόνο στό ἀληθινό Ψυχιατρεῖο, τήν Ὀρθόδοξη Ἐκ
κλησία καί παρέχεται 
δωρεάν ἀπό τόν Ἰατρό τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων μας τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.

--------------------------------------------------------------------------------------

[1] Γέροντος Πορφυρίου Ἱερομονάχου, Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν, Ἔκδοσις
Ἡ Μεταμόρφωσις
 τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι, ἔκδ.7η, 2008.

[2] Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, Ἔκδοσις
Ζ΄, Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς, Χανιά 2006, (Στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι Ζ΄),
σελ. 370.

[3] Γέροντος Παϊσίου, Γ7. Προς Βασίλειον, Τίμιος Σταυρός 23/7/1977,
στό Ψυχολογία - Βιβλία ψυχολογίας καί «ψυχολογικά» προβλήματα (Γέροντας Παΐσιος), http://hristospanagia3.blogspot.com/2010/09/blog-post_1291. html (Από το βιβλίο:
 «ΚΕΙΜΕΝΑ-ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Γέροντος ΠΑΪΣΙΟΥ του ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ 1924-1994», ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΑΓΙΟΤΟΚΟΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ, Θεσ/νίκη 2009, ΝΙΚΟΛΑΟΣ Α. ΖΟΥΡΝΑΤΖΟΓΛΟΥ ΕΠΙΣΜΗΝΑΓΟΣ Ε.Α.)

[4] Γέροντος Παΐσιου του Αγιορείτου Λόγοι Α΄, ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
“ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ”, ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ 2001
– Δεύτερο Μέρος – Κεφάλαιο 3ον «Ἁπλοποιῆστε τήν ζωή σας, γιά νά φύγη τό ἄγχος»

Τυπικόν της 5ης Φεβρουαρίου 2013

Τρίτη: Τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Ἀγάθης. 
Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Πολυεύκτου, 
Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.
 

Ἀπόστολος:
 
Τῆς ἡμέρας· Τρίτης λα΄  ἑβδομάδος Ἐπιστολῶν (Ἑβρ. ιβ΄ 25-27, ιγ΄ 22-25).
Εὐαγγέλιον: 
Ὁμοίως· Τρίτης ιδ΄ ἑβδομάδος Λουκᾶ·(Μᾶρκ. ι΄ 2-12).
 

ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ π.ΑΝΤΥΠΑΣ Ι.ΜΟΝΗΣ ΙΒΗΡΩΝ ΑΓ.ΟΡΟΥΣ ‘ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ’

Αλληγορική μέθοδος: Η ιστορία της


Ήδη από την εποχή του Ομήρου εμφανίζονται προσπάθειες αλληγορικής ερμηνείας και κατανόησης των φυσικών φαινομένων, αλλά και των ηθικών εκτροπών που ο προαναφερθείς και άλλοι ποιητές απέδιδαν στους θεούς. Τα κείμενα του παρελθόντος είτε έπρεπε να παραμεριστούν ως ανήθικα είτε έπρεπε να προσεγγιστούν με έναν διαφορετικό τρόπο.
ΣΠΗΛΑΙΟ ΠΛΑΤΩΝΑΣ ΠΛΑΤΩΝ
Η ερμηνευτική αυτή μέθοδος είχε ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα, έδινε τη δυνατότητα στους σοφούς να μεταφέρουν την παλαιά σοφία με ωφέλιμο τρόπο στους συγχρόνους τους, αλλά και ένα σοβαρό μειονέκτημα, τους επέτρεπε να ερμηνεύουν το κάθε τι κατά το δοκούν.
Έτσι σιγά σιγά έφθασαν να αναζητούν κάτω από κάθε κείμενο, την «ὑπόνοιαν», την κρυμμένη έννοια, την αφανή αλήθεια, η οποία περνούσε απαρατήρητη από το μη ικανό νου. Για τους κλασικούς συγγραφείς ο μύθος είναι το ένδυμα κάτω από το οποίο κρύβεται η αλήθεια, την οποία σκοπεύουν να αποκαλύψουν.
Για να καταλάβουμε τι εννοούμε αναφερόμενοι στην αλληγορία, θα μπορούσαμε να μνημονεύσουμε την ταύτιση του Δία με τον πλανήτη Ουρανό, του Απόλλωνα με τον Ήλιο, της καταστροφής του Φαέθοντα με ένα ηλιοβασίλεμα, του Διονύσου με τον οίνο. Τα πάθη του Διονύσου συνδυάζονται με την πορεία και τις διαδικασίες της παραγωγής του κρασιού. Ενώ παράλληλα οι αρχαίοι συγγραφείς χρησιμοποιούσαν αριθμητικούς συμβολισμούς, ευφάνταστες ετυμολογικές αναλύσεις αλλά και αξιοποίηση «επιστημονικών» στοιχείων της εποχής.
Η «αλληγορία» ως μέθοδος προσέγγισης της πραγματικότητας περιλαμβάνει δύο διαδικασίες: τη συγγραφή κειμένων γραμμένων αλληγορικά και τη αλληγορική ερμηνεία άλλων προγενεστέρων, ώστε να αποκαλυφθεί το πραγματικό τους νόημα.
Κατά την προσωκρατική περίοδο η αλληγορία υπήρξε μία δυνατότητα που απελευθέρωνε τους σοφούς και τους αναγνώστες τους από την παράνοια και την ανηθικότητα του μύθου και τους προσέφερε μία πιο επιστημονική προσέγγιση.
Ανάμεσα στους σοφούς που χρησιμοποίησαν την αλληγορία ή το έργο τους ερμηνεύτηκε από τους κατοπινούς αλληγορικά είναι και οι ποιητές Ησίοδος, Αλκμάν και Θέογνις, αλλά και ο Φερεκύδης και ο ραψωδός Θεαγένης, ο ιστοριογράφος Εκαταίος ο Μιλήσιος, οι φιλόσοφοι Ξενοφάνης, Ηράκλειτος, Παρμενίδης, Εμπεδοκλής, Αναξαγόρας, Δημόκριτος, καθώς και ο γιατρός Αλκμαίων.
Η ερμηνευτική αυτή μέθοδος δεν χάθηκε με την παρέλευση της κλασικής εποχής, αλλά επιβίωσε και κατά την ελληνιστική περίοδο, καθώς υπήρχε μεγάλη ανάγκη να εκλογικευτούν πολλά από τα παλαιότερα κείμενα. Μάλιστα έλαβε νέα ώθηση από τη στωική έννοια του σοφού, στον οποίο αποδίδονταν όλα τα αγαθά και τα καλά, ενώ συχνά οι πράξεις του ερμηνεύονταν αλληγορικά.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην ιστορική πορεία της αλληγορίας παρουσιάζει η περίπτωση του Ιουδαίου σοφού και ερμηνευτή των Γραφών, Φίλωνα, ο οποίος μας παρέδωσε πλήθος αλληγορικών κειμένων. Σε αυτά προσπαθεί να παρουσιάσει τον ιουδαϊκό νόμο στους συγχρόνους του μη Ιουδαίους και Ιουδαίους, οι οποίοι πλέον δεν τον γνώριζαν  Η προσπάθεια αυτή του αλεξανδρινού σοφού ήταν επιτυχής και τον έκανε ιδιαίτερα δημοφιλή όχι μόνο κατά την εποχή του, αλλά και στους κατοπινούς αιώνες.
Κάποια από αυτά είναι τα εξής: «Νόμων ἱερῶν ἀλληγορίας τῶν μετὰ τὴν ἑξαήμερον τὸ πρῶτον», «Περὶ τῶν Χερουβὶμ καὶ τῆς φλογίνης ρομφαίας καὶ τοῦ κτισθέντος πρώτου ἐξ ἀνθρώπου Κάιν», «Περὶ γενέσεως Ἄβελ καὶ ὧν αὐτὸς τε καὶ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ Κάιν ἱερουργοῦσιν», «Περὶ τῶν μετονομαζομένων καὶ ὧν ἔνεκα μετονομάζονται», «Περὶ ἀρετῶν ἃς σὺν ἄλλαις ἀνέγραψε Μωυσὴς ἤτοι περὶ ἀνδρείας καὶ εὐσεβείας καὶ φιλανθρωπίας καὶ μετανοίας», αν και αλληγορικά στοιχεία υπάρχουν σε όλα τα κείμενα του Φίλωνος.
Κλείνοντας αυτή τη σύντομη παρουσίαση της ιστορίας της αλληγορίας θα πρέπει να πούμε ότι η κατηχητική σχολή της Αλεξάνδρειας, χρησιμοποίησε ιδιαίτερα το Φίλωνα και την ερμηνευτική μέθοδο της αλληγορίας καταφεύγοντας σε πολλές αλληγορικές προσεγγίσεις, κάποιες από τις οποίες (π.χ. διάφορες ερμηνείες του Ωριγένη, αλλά και του Κλήμεντα του Αλεξανδρέα και των Ψευδοκλημεντείων) καλό είναι να αντιμετωπίζονται με σκεπτικισμό, καθώς δεν στηρίζονται στην παράδοση της Εκκλησίας και είναι πιθανό να οδηγήσουν σε ερμηνευτικές ακρότητες και σε παρανοήσεις της ακρίβειας και της αλήθειας του Ευαγγελίου.

Φώναζε διαρκώς την ευχή με βία,με το ζόρι, με πόνο πολύ. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Και πάλι και πολλές φορές



Παιδί μου, εάν προσέχεις ό,τι σου γράφω...
- Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Λοιπόν βιάσου. Λέγε διαρκώς την ευχή. 
Να μη σταματά καθόλου το στόμα. 
Έτσι θα την συνηθίσεις μέσα σο
 και κατόπιν θα την παραλάβει ο νους. 
Μη ξεθαρρεύεις στους λογισμούς, 
διότι γίνεσαι μαλθακός και μολύνεσαι.
«Ευχή, βία φύσεως διηνεκής», 
και θα δεις πόση Χάρη θα λάβεις...
 
Η ζωή του ανθρώπου, παιδί μου, είναι θλίψη, διότι είναι
 στην εξορία. Μη ζητείς τελεία ανάπαυση. 
Ο Χριστός μας σήκωσε το σταυρό, και μείς θα σηκώσουμε. 
Όλες τις θλίψεις εάν τις απομένουμε, βρίσκομε Χάρη 
παρά Κυρίου. 
Γι’ αυτό μας αφήνει ο Κύριος να πειραζόμαστε, 
για να δοκιμάζει το ζήλο και την αγάπη που 
έχουμε προς αυτόν. Γι’ αυτό χρειάζεται υπομονή.
 Χωρίς υπομονή δεν γίνεται ο άνθρωπος πρακτικός, 
δεν μαθαίνει τα πνευματικά, δεν φθάνει σε μέτρα
 αρετής και τελειώσεως.
Αγάπα τον Ιησού και λέγε αδιάλειπτα την ευχή και αυτή
 θα σε φωτίζει στο δρόμο του.
Πρόσεχε να μην κατακρίνεις. 
Διότι από αυτό παραχωρεί ο Θεός και φεύγει η Χάρη και 
σε αφήνει ο Κύριος να πέφτεις, να ταπεινώνεσαι, 
να βλέπεις τα δικά σου σφάλματα. 
Αλλ’ όταν υποχωρεί η Χάρη για να δοκιμαστεί ο άνθρωπος,
 τότε γίνονται όλα σαρκικά και πέφτει η ψυχή.
 Συ όμως τότε μη χάνεις την προθυμία σου, άλλα 
φώναζε διαρκώς την ευχή με βία, με το ζόρι, με πόνο πολύ.
 «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». 
Και πάλι και πολλές φορές, το ίδιο συνεχώς.
 Και σαν να ατενίζεις νοερά τον Χριστό να του λέγεις• 
«…Δόξα σοι, δόξα σοι, ο Θεός μου». 
Και υπομένοντας, πάλι θα έλθει η Χάρη, πάλι η χαρά. 
Όμως και πάλι ο πειρασμός και η λύπη, η ταραχή και
 τα νεύρα. Αλλά και πάλιν αγώνας, νίκη, ευχαριστία. 
Και αυτό γίνεται μέχρις ότου σιγά-σιγά καθαρίζεσαι
 από τα πάθη και γίνεσαι πνευματικός…
Η άσκηση, παιδί μου, θέλει στερήσεις.
 Θέλει αγώνα και κόπο πολύ. 
Θέλει να φωνάζεις μέρα και νύκτα στον Χριστό.
 Θέλει υπομονή σε όλους τους πειρασμούς και 
τις θλίψεις. Θέλει να πνίξεις θυμό και επιθυμία.
Θα κουρασθείς πολύ, μέχρι να καταλάβεις ότι προσευχή 
χωρίς προσοχή και νήψη είναι χάσιμο χρόνου· 
κόπος χωρίς πληρωμή. Πρέπει σε όλες τις αισθήσεις 
μέσα έξω να βάλεις άγρυπνο φύλακα την προσοχή διότι
 χωρίς αυτήν ο νους και οι δυνάμεις της ψυχής διαχέονται 
στα μάταια και συνήθη, σαν το άχρηστο νερό που
 τρέχει στους δρόμους. Ποτέ κανένας δεν βρήκε 
προσευχή χωρίς προσοχή και νήψη. Κανένας ποτέ 
δεν αξιώθηκε να ανεβεί προς τα άνω χωρίς πρώτα να καταφρονήσει
 τα κάτω.

(«Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», εκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Άγ. Όρος

-αποσπάσματα σε νεοελληνική απόδοση)
πηγή

Τὶ νὰ ξέρουμε γιὰ τὸν ἀγώνα κατὰ τῶν λογισμῶν Γέρων Παΐσιος



«Νὰ βάζουμε ἐρωτηματικὰ στοὺς λογισμοὺς ὑπόνοιας»

- Γέροντα, τί βοηθάει νὰ διώχνω τοὺς λογισμοὺς ὑπόνοιας;

- Ὅλα εἶναι πάντα ἔτσι, ὅπως τὰ βλέπεις; Νὰ βάζης πάντα ἕνα ἐρωτηματικὸ σὲ κάθε λογισμό σου, μιὰ ποὺ ὅλα τὰ βλέπεις συνήθως ἀριστερά, καθὼς ἐπίσης καὶ ἀπὸ κανέναν καλὸ λογισμὸ γιὰ τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ μὴν ἁμαρτάνης μὲ τὶς κρίσεις σου.

Ἂν βάζης δύο ἐρωτηματικά, εἶναι πιὸ καλά. Ἂν βάζης τρία, εἶναι ἀκόμη καλύτερα. Ἔτσι κι ἐσὺ εἰρηνεύεις καὶ ὠφελεῖσαι, ἄλλα καὶ τὸν ἄλλον ὠφελεῖς. Ἀλλιῶς, μὲ τὸν ἀριστερὸ λογισμὸ νευριάζεις, ταράζεσαι καὶ στενοχωριέσαι, ὁπότε βλάπτεσαι πνευματικά.

Ὅταν ἀντιμετωπίζης ὅ,τι βλέπεις μὲ καλοὺς λογισμούς, μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ θὰ δῆς ὅτι ὅλα ἦταν πράγματι ἔτσι, ὅπως τὰ εἶδες μὲ καλοὺς λογισμούς. Θὰ σοῦ πῶ ἕνα περιστατικό, γιὰ νὰ δῆς τί κάνει ὁ ἀριστερὸς λογισμός. Μιὰ μέρα ἦρθε στὸ Καλύβι ἕνας μοναχὸς καὶ μοῦ λέει: «Ὁ Γέρο- Χαράλαμπος εἶναι μάγος· ἔκανε μαγικά». «Τί λές, μωρὲ χαμένε; Δὲν ντρέπεσαι;», τοῦ λέω. «Ναί, μοῦ λέει, τὸν εἶδα μιὰ νύχτα μὲ φεγγάρι ποὺ ἔκανε "μ, μ, μμμ..." καὶ ἔχυνε μὲ μία νταμιτζάνα κάτι μέσα στὰ κλαδιά». 

Πάω μία μέρα καὶ βρίσκω τὸν Γέρο-Χαράλαμπο. «Τί γίνεται, Γέρο-Χαράλαμπε; τοῦ λέω. Πῶς τὰ περνᾶς; Τί κάνεις; Κάποιος σὲ εἶδε ποὺ ἔρριχνες ἐκεῖ μέσα στὰ βάτα κάτι μὲ μία νταμιτζάνα καὶ ἔκανες "μ, μ, μμμ..."». 

«Ἦταν κάτι κρίνα μέσα στὰ ρουμάνια, μοῦ λέει, καὶ πῆγα νὰ τὰ ποτίσω. Ἔλεγα "Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε!" -καὶ ἔρριχνα λίγο νερὸ στὸ ἕνα κρίνο• "Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε!" καὶ ἔρριχνα λίγο νερὸ στὸ ἄλλο... Γέμιζα πάλι τὴν νταμιτζάνα, ξαναέρριχνα». 

Βλέπεις; Καὶ ὀ ἄλλος τὸν πέρασε γιὰ μάγο! Βλέπω, μερικοὶ κοσμικοὶ τί καλοὺς λογισμοὺς ποὺ ἔχουν! Ἐνῶ ἄλλοι, οἱ καημένοι, πόσο βασανίζονται μὲ πράγματα ποὺ οὔτε κἄν ὑπάρχουν, ἄλλα οὔτε καὶ ὁ πειρασμὸς θὰ μποροῦσε νὰ τὰ σκεφθῆ! Μιὰ φορά, ὅταν ἔβρεξε μετὰ ἀπὸ μεγάλη ἀνομβρία, ἔνιωσα τέτοια εὐγνωμοσύνη στὸν Θεό, ποὺ καθόμουν μέσα στὸ Καλύβι καὶ ἔλεγα συνέχεια: «Σ' εὐχαριστῶ ἑκατομμύρια-δισεκατομμύρια φορές, Θεέ μου».

Ἔξω, χωρὶς νὰ τὸ ξέρω, ἦταν ἕνας κοσμικὸς καὶ μὲ ἄκουσε. Ὅταν μὲ εἶδε μετά, μοῦ εἶπε: «Πάτερ, σκανδαλίσθηκα. Ἄκουσα νὰ λὲς "ἑκατομμύρια-δισεκατομμύρια" καὶ εἶπα "τί εἶναι αὐτὰ ποὺ λέει ὁ πατὴρ Παΐσιος;"». Τί νὰ τοῦ ἔλεγα; Ἐγὼ ἐννοοῦσα εὐχαριστίες στὸν Θεὸ γιὰ τὴν βροχή, καὶ αὐτὸς νόμιζε ὅτι μετροῦσα χρήματα. Καὶ ἂν ἦταν κανένας ἄλλος, θὰ μποροῦσε νὰ ἔρθη νὰ μὲ ληστέψη τὸ βράδυ, νὰ μοῦ δώση καὶ ἕνα γερὸ ξύλο, καὶ τελικὰ δὲν θὰ ἔβρισκε τίποτε.

Μιὰ ἄλλη φορὰ εἶχε ἔρθει κάποιος ποὺ εἶχε ἄρρωστο παιδί. Τὸν πῆρα νὰ τὸν δῶ μέσα στὸ ἐκκλησάκι. Ὅταν ἄκουσα τὸ πρόβλημά του, τοῦ εἶπα, γιὰ νὰ τὸν βοηθήσω: «Κάτι πρέπει νὰ κάνης κι ἐσύ, γιὰ νὰ βοηθηθῆ τὸ παιδί σου. Μετάνοιες δὲν κάνεις, νηστεία δὲν κάνεις, χρήματα δὲν ἔχεις, γιὰ νὰ κάνης ἐλεημοσύνες, πὲς στὸν Θεό: "Θεέ μου, δὲν ἔχω κανένα καλὸ νὰ θυσιάσω γιὰ τὴν ὑγεία τοῦ παιδιοῦ μου, θὰ προσπαθήσω τουλάχιστον νὰ κόψω τὸ τσιγάρο"».

Ὁ καημένος συγκινήθηκε καὶ μοῦ ὑποσχέθηκε πὼς θὰ τὸ κάνη. Πῆγα νὰ τοῦ ἀνοίξω τὴν πόρτα, γιὰ νὰ φύγη, καὶ ἐκεῖνος ἄφησε τὸ τσακμάκι καὶ τὰ τσιγάρα μέσα στὸ ἐκκλησάκι, κάτω ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Ἐγὼ δὲν τὸ πρόσεξα. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸν μπῆκε ἕνας νεαρὸς στὸ ἐκκλησάκι, κάτι ἤθελε νὰ μοῦ πῆ, καὶ ὕστερα βγῆκε ἔξω καὶ κάπνιζε.

Τοῦ λέω: «Παλληκάρι, δὲν κάνει νὰ καπνίζης ἐδῶ. Πήγαινε λίγο πιὸ πέρα». «Μέσα στὴν ἐκκλησία ἐπιτρέπεται νὰ καπνίζης;», μοῦ λέει. Αὐτὸς εἶχε δεῖ τὸ πακέτο μὲ τὸ τσακμάκι ποὺ εἶχε ἀφήσει ὁ πατέρας τοῦ ἄρρωστου παιδιοῦ καὶ ἔβαλε λογισμὸ ὅτι καπνίζω. Τὸν ἄφησα νὰ φύγη μὲ τὸν λογισμό του. Καλά, καὶ ἂν κάπνιζα, καὶ μέσα στὴν ἐκκλησία θὰ κάπνιζα; Βλέπετε τί εἶναι ὁ λογισμός;

- Γέροντα, ἡ ὑπόνοια, ἡ καχυποψία, πόση ζημιὰ μπορεῖ νὰ κάνη στὴν ψυχή;

- Ἀνάλογα μὲ τὴν ὑπόνοια εἶναι καὶ ἡ ζημιά. Ἡ καχυποψία φέρνει καχεξία.

- Πῶς θεραπεύεται;

- Μὲ καλοὺς λογισμούς.

- Γέροντα, ἂν δῆ ὁ ἄνθρωπος ὅτι πέφτει ἔξω μιὰ φορά, αὐτὸ δὲν τὸν βοηθάει;

- Ἂν πέση μιὰ φορὰ ἔξω, τέλος πάντων· ἂν πέση ὅμως δυὸ φορές, θὰ σακατευθῆ. Θέλει προσοχή, γιατί καὶ ἕνα τοῖς χιλίοις νὰ μὴν εἶναι τὰ πράγματα ἔτσι ὅπως τὰ σκεφθήκαμε, κολαζόμαστε. Ὅταν ἤμουν στὸ Κοινόβιο, μιὰ φορὰ τὴν Μεγάλη Σαρακοστὴ ἕνα γεροντάκι, ὁ Γέρο-Δωρόθεος, τηγάνιζε κολοκυθάκια. Τὸν εἶδε ἕνας ἀδελφὸς τὴν ὥρα ποὺ τὰ ἔβαζε στὸ τηγάνι καὶ ἔρχεται καὶ μοῦ λέει: «Νὰ δῆς, ὁ Γέρο-Δωρόθεος τηγανίζει κάτι μπαρμπούνια τόσο μεγάλα!». «Μά, τοῦ λέω, ὁ Γέρο-Δωρόθεος, Μεγάλη Σαρακοστή, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τηγανίζη μπαρμπούνια». «Ναί, μοῦ λέει, τὰ εἶδα μὲ τὰ μάτια μου, κάτι μπαρμπούνια τόσα!».

Ὁ Γέρο- Δωρόθεος εἶχε ἔρθει δεκαπέντε χρόνων στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἦταν σὰν μάνα. Ἂν ἔβλεπε κανένα καλογέρι λίγο φιλάσθενο, «ἔλα ἐδῶ, τοῦ ἔλεγε, ἔχω ἕνα μυστικὸ νὰ σοῦ πῶ», καὶ τοῦ ἔδινε λίγο ταχίνι μὲ κοπανισμένα καρύδια ἢ κάτι ἄλλο. Καὶ τὰ γεροντάκια τὰ οἰκονομοῦσε ἀνάλογα. Πάω μετὰ στὸν Γέρο-Δωρόθεο καὶ τί νὰ δῶ; Κολοκυθάκια τηγάνιζε γιὰ τὸ νοσοκομεῖο!

- Καὶ ἄν, Γέροντα, ἕνας λογισμὸς ὑπόνοιας γιὰ κάποιον βγῆ ἀληθινός;

- Καὶ ἂν μιὰ φορὰ βγῆ ἀληθινὸς ἕνας τέτοιος λογισμός, σημαίνει ὅτι κάθε φορὰ θὰ εἶναι ἀληθινοὶ τέτοιοι λογισμοί; Ὕστερα ποῦ ξέρεις ἂν ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε νὰ βγῆ ἀληθινὸς ἐκεῖνος ὁ λογισμός, γιὰ νὰ δώση πνευματικὲς ἐξετάσεις ὁ ἄλλος στὴν ταπείνωση; Βέβαια χρειάζεται νὰ προσέχη κανεὶς νὰ μὴ δίνη καὶ ὁ ἴδιος ἀφορμές, ὥστε ὁ ἄλλος νὰ βγάζη λανθασμένα συμπεράσματα. Γιὰ νὰ βάλη λ.χ. κάποιος ἕναν ἀριστερὸ λογισμὸ γιὰ σένα, μπορεῖ ὁ ἴδιος νὰ ἔχη ἐμπάθεια, ἄλλα κι ἐσὺ μπορεῖ νὰ ἔδωσες ἀφορμή. Ἄν, παρόλο ποὺ ἐσὺ πρόσεξες, ὁ ἄλλος σκεφθῆ κάτι εἰς βάρος σου, τότε νὰ δοξάσης τὸν Θεὸ καὶ νὰ εὐχηθῆς γιὰ ἐκεῖνον.



«Συζήτηση μὲ τοὺς λογισμοὺς»

- Γέροντα, ὅταν ἔρχεται ἕνας λογισμὸς ὑπερήφανος, ὑποφέρω.

- Τὸν κρατᾶς μέσα σου;

-Ναί.

- Γιατί τὸν κρατᾶς; Νὰ τοῦ κλεινῆς τὴν πόρτα. Ἅμα τὸν κρατᾶς μέσα σου, ζημιὰ ἔχεις. Ἔρχεται ὁ λογισμὸς σὰν τὸν κλέφτη, τοῦ ἀνοίγεις τὴν πόρτα, τὸν βάζεις μέσα, πιάνεις κουβέντα μαζί του, καὶ μετὰ ἐκεῖνος σὲ κλέβει. Μὲ τὸν κλέφτη πιάνει κανεὶς κουβέντα; Ὄχι μόνον κουβέντα δὲν πιάνει, ἀλλὰ κλειδώνει τὴν πόρτα, γιὰ νὰ μὴν μπῆ μέσα.

Μπορεῖ ἀκόμη καὶ νὰ μὴ συζήτησης μαζί του, ἀλλὰ γιατί νὰ τὸν ἀφήσης νὰ περάση; Ἂς ποῦμε ἕνα παράδειγμα· δὲν λέω ὅτι ἔχεις τέτοιους λογισμούς, ἀλλὰ ἂς ὑποθέσουμε ὅτι σοῦ ἔρχεται ἕνας λογισμὸς ὅτι μποροῦσες νὰ εἶσαι ἐσὺ Γερόντισσα. Ἐντάξει, ἦρθε ὁ λογισμός.

Μόλις ἔρθη, πὲς στὸν ἑαυτό σου: «πολὺ καλά· θέλεις νὰ εἶσαι Γερόντισσα; γίνε πρῶτα στὸν ἑαυτό σου Γερόντισσα», ὁπότε ἀμέσως κόβεις τὴν συζήτηση. Τί, μὲ τὸν διάβολο θὰ συζητᾶμε; Βλέπεις, ὅταν ὁ διάβολος πῆγε νὰ πειράξη τὸν Χριστό, Ἐκεῖνος τοῦ εἶπε: «­Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ»[1]. Ἀφοῦ ὁ Χριστὸς εἶπε στὸν διάβολο: «ἄντε πήγαινε...», ἐμεῖς τί νὰ συζητᾶμε;

- Γέροντα, εἶναι κακὸ νὰ συζητάω ἕναν ἀριστερὸ λογισμό, γιὰ νὰ δῶ ἀπὸ ποῦ προέρχεται;

- Τὸ κακὸ εἶναι ὅτι δὲν συζητᾶς μὲ τὸν λογισμό, ὅπως νομίζεις, ἄλλα μὲ τὸ ταγκαλάκι. Περνᾶς εὐχάριστα ἐκείνη τὴν ὥρα, μετὰ ὅμως παιδεύεσαι. Νὰ μὴ συζητᾶς καθόλου τέτοιους λογισμούς. Νὰ πιάνης τὴν χειροβομβίδα καὶ νὰ τὴν πετᾶς στὸν ἐχθρό, γιὰ νὰ τὸν σκοτώσης. Ἡ χειροβομβίδα ἔχει τὴν ἰδιότητα νὰ μὴ σκάη ἀμέσως, ἀλλὰ μετὰ δύο-τρία λεπτά. Ἔτσι καὶ ὁ ἀριστερὸς λογισμός, ἂν τὸν δίωξης ἀμέσως, δὲν μπορεῖ νὰ σὲ βλάψη.

Ἄλλα ἐσὺ μερικὲς φορὲς δὲν ἔχεις ἐγρήγορση, δὲν λὲς τὴν εὐχή, καὶ δὲν μπορεῖς νὰ ἀμυνθῆς. Ἔρχεται τὸ τηλεγράφημα τοῦ διαβόλου ἀπ' ἔξω, τὸ παίρνεις, τὸ διαβάζεις, τὸ ξαναδιαβάζεις, τὸ πιστεύεις καὶ τὸ περνᾶς στὸ ἀρχεῖο. Αὐτοὺς τοὺς φακέλους θὰ τοὺς παρουσίαση τὸ ταγκαλάκι τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, γιὰ νὰ σὲ κατηγορήση.

- Γέροντα, πότε ἡ προσβολὴ ἑνὸς ἀριστεροῦ λογισμοῦ εἶναι πτώση;

- Ἔρχεται ὁ λογισμὸς καὶ τὸν διώχνεις ἀμέσως. Αὐτὸ δὲν εἶναι πτώση. Ἔρχεται καὶ τὸν συζητᾶς. Αὐτὸ εἶναι πτώση. Ἔρχεται, τὸν δέχεσαι λίγο καὶ μετὰ τὸν διώχνεις. Αὐτὸ εἶναι μισὴ πτώση, γιατί καὶ τότε ἔχεις πάθει ζημιά, ἐπειδὴ μόλυνε ὁ διάβολος τὸν νοῦ σου. Δηλαδὴ εἶναι σὰν νὰ ἦρθε ὁ διάβολος καὶ τοῦ εἶπες: «Καλημέρα, τί γίνεται; Καλά; Κάθησε νὰ σὲ κεράσω. Ἄ, ὁ διάβολος εἶσαι; Φύγε τώρα». Ἀφοῦ εἶδες ὅτι εἶναι ὁ διάβολος, γιατί τὸν ἔβαλες μέσα; Τὸν κέρασες καὶ θὰ ξανάρθη.



«Συγκατάθεση στὸν λογισμὸ»

- Γιατί, Γέροντα, μοῦ περνοῦν στὸ μοναστήρι διάφοροι κακοὶ λογισμοί, ἐνῶ στὸν κόσμο δὲν γινόταν αὐτό; Ἐγώ τοὺς ἐπιτρέπω;

- Ὄχι, εὐλογημένη! Ἄσ' τους νὰ ἔρχωνται καὶ νὰ φεύγουν. Μήπως τὰ ἀεροπλάνα ποὺ περνοῦν πάνω ἀπὸ τὸ μοναστήρι καὶ σοῦ χαλοῦν τὴν ἡσυχία σὲ ρωτοῦν; Ἔτσι καὶ αὐτοὶ οἱ λογισμοί. Μὴν ἀπελπίζεσαι. Αὐτοὶ οἱ λογισμοὶ εἶναι κανοναρχίσματα τοῦ διαβόλου. Εἶναι σὰν τὰ διαβατάρικα πουλιὰ πού, ὅταν πετοῦν στὸν οὐρανό, εἶναι πολὺ ὄμορφα νὰ τὰ χαζεύης. Ἂν ὅμως κατεβοῦν καὶ κάνουν φωλιὰ στὸ σπίτι σου, μετὰ κάνουν πουλάκια, καὶ τὰ πουλάκια λερώνουν.

- Γιατί ὅμως, Γέροντα, νὰ μοῦ ἐρχωνται τέτοιοι λογισμοί;

- Αὐτὴν τὴν δουλειὰ τὴν κάνει ὁ πειρασμός. Ἀλλὰ ὑπάρχει μέσα σου καὶ κατακάθι· δὲν ἔγινε ἀκόμη ἡ κάθαρση. Ἐφόσον ὅμως ἐσὺ δὲν τοὺς δέχεσαι, δὲν ἔχεις εὐθύνη. Ἄφησε τὰ σκυλιὰ νὰ γαυγίζουν. Μὴν τοὺς ρίχνης πολλὲς πέτρες. Γιατί, ὅσο τοὺς ρίχνεις πέτρες, συνεχίζουν νὰ γαυγίζουν καὶ ἀπὸ τὶς πολλὲς πέτρες θὰ χτίσουν μοναστήρι ἢ σπίτι, ἀνάλογα..., καὶ ὕστερα δύσκολα νὰ τὸ γκρεμίσης.

- Δηλαδή, Γέροντα, πότε γίνεται συγκατάθεση στοὺς λογισμούς;

- Ὅταν τοὺς πιπιλίζης σὰν καραμέλα. Νὰ προσπαθήσης νὰ μὴν πιπιλίζης τοὺς λογισμοὺς αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἀπ' ἔξω ζαχαρωμένοι καὶ μέσα φαρμάκι, καὶ ὕστερα ἀπελπίζεσαι. Τὸ νὰ περνοῦν λογισμοὶ κακοὶ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο δὲν εἶναι ἀνησυχητικό, γιατί μόνο στοὺς Ἀγγέλους καὶ στοὺς τελείους δὲν περνοῦν λογισμοὶ κακοί. Ἀνησυχητικὸ εἶναι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἰσοπέδωση ἕνα κομμάτι τῆς καρδιᾶς του καὶ δέχεται τὰ λυκόφτερα - τὰ ταγκαλάκια. Ἐὰν καμμιὰ φορὰ συμβῆ καὶ αὐτό, ἀμέσως ἐξομολόγηση, καλλιέργεια τοῦ ἀεροδρομίου καὶ φύτεμα καρποφόρων δένδρων, γιὰ νὰ γίνη ἡ καρδιὰ πάλι Παράδεισος.

1. Λουκ. 4, 8.
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...