Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 02, 2013

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΑΝΗΓΥΡΕΩΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΓΕΝΕΣΙΟΥ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΘΑΡΩΝ ΙΘΑΚΗΣ

kathariotisa


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΑΝΗΓΥΡΕΩΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΓΕΝΕΣΙΟΥ

ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΘΑΡΩΝ ΙΘΑΚΗΣ



ΠΡΟΣΚΛΗΣΙΣ 

 Η  Ιερά   Μητρόπολις Λευκάδος και Ιθάκης και Ιερά Μονή Γενεσίου Υπεραγίας Θεοτόκου Καθαρών Ιθάκης  μετ΄αφάτου χαράς σας προσκαλέι, στις λατρευτικές εκδηλώσεις ,που θα λάβουν χώρα ,το Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2013  και την Κυριακή 8  Σεπτεμβρίου 2013, με την ευκαιρία της πανηγύρεως της Ιεράς Μονής Εισοδίων Υπεραγίας Θεοτόκου Καθαρών Ιθάκης  Προστάτιδος της νήσου μας   και Προστάτιδος των απανταχού της γης διαβιούντων Ιθακησίων ,σύμφωνα με το ακόλουθο πρόγραμμα.
                                                              Μετὰ πολλής της τιμής

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ὁ Λευκάδος καὶ Ἰθάκης Θεόφιλος

Π Ρ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Α


                         Σαββάτο  7 Σεπτεμβρίου 2013

19.30    Μέγας Αρχιερατικός Εσπερινός Προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λευκάδος και Ιθάκης κ.κ. Θεοφίλου.

22.30      Ιερά Παράκληση προς την Παναγία μας.

                         Κυριακή  8 Σεπτεμβρίου 2013

07.00 'Ορθρος

08.30 Αρχιερατική Θεία Λειτουργία.
Κήρυγμα.

10.00 Λιτάνευση Ιεράς Εικόνος
18.30 Παράκληση στην Παναγία  μας.
                                        


  Διά το Ηγουμενοσυμβούλιο

Αρχιμανδρίτης Σεβαστιανός

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ 1ο

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ
Εἰρήνης Ἀρτέμη
Θεολόγου καὶ Φιλολόγου
MA & PhD Θεολογίας


ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ὁ φύλακας τῆς παρακαταθήκης τῶν δογμάτων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τῆς διδασκαλίας τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Πατέρων ἀπὸ τὴν ἵδρυση τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας ἕως καὶ σήμερα.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διακηρύττει, καὶ ὄχι ἄδικα, ὅτι ἀποτελεῖ τὸ θεματοφύλακα τῶν Δογμάτων τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὅπως αὐτὰ διατυπώθηκαν ἀπὸ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους καὶ ἑρμηνεύθηκαν στὰ συγγράμματα τῶν Πατέρων. Μέσα στὰ δύο χιλιάδες χρόνια ἀπὸ τὴ ἵδρυση τῆς Μίας, Ἀποστολικῆς καὶ Καθολικῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ὀρθοδοξίας εἶναι ἐκείνη ποὺ ἀποτελεῖ τὸ μόνο γνήσιο συνεχιστὴ τῆς Θρησκευτικῆς Παράδοσης καὶ διδασκαλίας ποὺ διατυπώθηκε ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Εὐαγγελιστές. Αὐτὸ ἄλλωστε φανερώνει καὶ ἡ ἐτυμολογία τῆς λέξεως «Ὀρθοδοξίας». Ὁ ὅρος σημαίνει τήν ὀρθὴ δόξα, τήν ὀρθὴ πίστη, διδασκαλία.
Ὁ ὅρος «Ὀρθοδοξία» προέρχεται ἀπὸ τὸ ἐπίθετο «ὀρθὸς» καὶ τὸ ρῆμα «δοκῶ» ἢ «δοξάζω». Σημαίνει, λοιπόν, αὐτὸς πού ἔχει τὴν ὀρθὴ δηλαδὴ τὴ σωστὴ γνώμη ἢ αὐτὸς πού ὀρθὰ δοξάζει τὸ Θεό. Ἡ ἀληθινὴ πίστη δὲν εἶναι ἀποκομμένη ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστική, λειτουργικὴ καὶ μυστηριακὴ ζωὴ ὡς δόξα καὶ αἶνος Θεοῦ. Ἡ ὀρθὴ πίστη εἶναι μία συνισταμένη ὅσων ἐκφράζονται στὴν Ἁγία Γραφή, τὴν Ἱερὰ Παράδοση καὶ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ περιεχόμενο τῶν δογμάτων ποὺ διατυπώθηκε μέσα ἀπὸ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους παίρνει σάρκα καὶ ὀστᾶ μέσα στὴν Ἐκκλησία. Γίνεται, λοιπόν, μία δοξολογία τῆς Ἁγίας Τριάδας μέσα ἀπὸ τὴ λατρευτική, λειτουργικὴ καὶ ἐν γένει μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας[1].
Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὡς ἕνα ἰδεολογικὸ ἢ φιλοσοφικὸ σύστημα – ρεῦμα. Οὔτε φυσικὰ ἀποτελεῖ κάποιο μουσειακὸ ἔκθεμα, κάποια λαϊκὴ παράδοση. Τέλος, δὲν εἶναι ἡ συνιστῶσα ποὺ ἐξασφαλίζει τὴ διαχρονικὴ καὶ οἰκουμενικὴ ἑνότητα τοῦ ἑλληνισμοῦ. Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ «Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία» πρὸς τὴν ὁποία δηλώνουμε πίστη καὶ ἀφοσίωση μὲ τὴν ὁμολογία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, προϊόν της Α΄ καὶ Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, -γνωστὸ καὶ ὡς Σύμβολο Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως[2]. Καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τὸ σῶμα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου, τοῦ Χριστοῦ[3]. Οἱ μετέχοντες στὸ σῶμα αὐτὸ ἀποτελοῦν τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ. Βασικὴ προϋπόθεση γιὰ νὰ γίνει κάποιος μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τῆς Ἐκκλησίας Του, εἶναι νὰ ἔχει βαπτιστεῖ στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδας –στὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τέλος τὴν Ἐκκλησία ἀποτελοῦν μαζὶ κλῆρος καὶ λαός, οἱ ὁποῖοι ἑνώνονται μέσα ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ ἔχει μία διαχρονικὴ καὶ συγχρόνως παγκόσμια ἑνότητα τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Πίστεως[4]. Ἡ διδασκαλία της ἂν καὶ διατυπώθηκε σὲ συγκεκριμένο τόπο, χρόνο καὶ ἀπὸ συγκεκριμένο πρόσωπο δὲν περιορίστηκε στὰ πλαίσια αὐτὰ ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τόνισε τὸν οἰκουμενικὸ καὶ ἐσχατολογικὸ χαρακτήρα της[5]. 2012 χρόνια ἀπὸ τὴ γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τηρεῖ πιστὰ ὅσα δίδαξε ὁ Χριστός, κήρυξαν οἱ Ἀπόστολοι, διαφύλαξε ἡ Παράδοση μέσα ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ καὶ λειτουργικὴ ζωή της. Πολλοὶ πιστεύουν λανθασμένα πὼς ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μία ἀκόμη «Ἐκκλησία». Μία «ἄποψη», δηλαδή, τοῦ χριστιανισμοῦ, ἢ ἄλλοι θεωροῦν τὴν Ὀρθοδοξία ὡς μία θρησκεία. Καὶ οἱ δύο ἀπόψεις εἶναι παντελῶς λανθασμένες. Ὀρθοδοξία στὴν κυριολεξία, ὅπως προαναφέρθηκε, σημαίνει ὀρθὴ δόξα, ὀρθὴ πίστη. Δὲν εἶναι μία ἐκ τῶν «ἐκκλησιῶν» διότι εἶναι ἡ Μόνη ἀληθινὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ δὲν εἶναι φυσικὰ ἀλαζονεία ἀλλὰ ἡ Ἀλήθεια. Ἀφοῦ ὁ Κύριος ἵδρυσε μόνον μία Ἐκκλησία, πῶς μιλοῦμε ἐμεῖς γιὰ πολλές; Ἐπίσης, ἡ Ὀρθοδοξία δὲν μπορεῖ νὰ ὀνομαστεῖ θρησκεία διότι ἡ θρησκεία εἶναι δεισιδαιμονία· προσπαθεῖ νὰ καλύψει (ἡ κάθε θρησκεία) τὶς ψυχολογικὲς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου. Ἀντίθετα ἡ Ὀρθοδοξία θεραπεύει τὸν πάσχοντα ψυχικὰ ἄνθρωπο (ἐννοεῖται κάθε ἄνθρωπο) καὶ τὸν καθιστὰ ἅγιο, αὐτὸ εἶναι ἡ ἁπτὴ καὶ περίτρανη ἀπόδειξη τῆς ἀλήθειας. Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι ἕνα μέρος μίας τοπικῆς ἀλήθειας ἀλλὰ εἶναι μία ἀλήθεια σὲ μία παγκόσμια κλίμακα[6]. Εἶναι ἡ «Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία».
Ἐκτὸς Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει Ὀρθοδοξία ἀλλὰ οὔτε καὶ σωτηρία Μακριὰ ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, αὐτὸ ποὺ οἱ πολλοὶ ὀνομάζουν Ὀρθοδοξία ἀποκόπτεται ἀπὸ τὶς ρίζες της, χάνει τὴν ταυτότητά της, γίνεται ἕνα ἁπλὸ ἰδεολόγημα. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει τὴν Ἐκκλησία «στύλο καὶ ἑδραίωμα Ἡ Ἐκκλησία μὲ πρωτοστάτες τοὺς φωτισμένους ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα πατέρες της διαφύλαξε τὴν ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια ἀπὸ τὸ Χριστό. Γιατί μόνο ἡ τήρηση αὐτῆς τῆς ἀλήθειας ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία. Οἱ πολλοὶ ἀγῶνες, ποὺ διαμέσου τῶν αἰώνων διεξήγαγε ἡ Ἐκκλησία στὰ πρόσωπα θεοφόρων ποιμένων καὶ διδασκάλων της̇ οἱ σύνοδοι ποὺ συνεκρότησε καὶ ἡ ἀνυποχώρητη ἐμμονὴ ποὺ ἐπέδειξε, πέρα ἀπὸ ἀνθρώπινες ἀδυναμίες καὶ ἀκρότητες – ἀναπόφευκτες γιὰ τὰ ἀτελῆ ἀνθρώπινα μέτρα – σ’ ἕνα καὶ μόνο ἀποσκοποῦσαν: στὴ διαφύλαξη τῆς ἀποκεκαλυμμένης ἀλήθειας. Τῆς ἀλήθειας ποὺ ἐλευθερώνει καὶ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία ὅποιον τὴ βιώνει. Ἐπειδὴ ἡ κατὰ Χριστὸν ζωὴ ἀποτελεῖ τὴ μετουσίωση τῆς πίστεως σὲ βίωμα καὶ ἐμπειρία.
Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς παρουσίας τοῦ Ἀκτίστου Λόγου τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν ἱστορία καὶ ἡ δυνατότητα τοῦ κτιστοῦ -του ἀνθρώπου νὰ γίνει Θεὸς «κατὰ χάριν». Ἔτσι ὁ Χριστιανισμὸς δίνει τὴ δυνατότητα στὸν ἄνθρωπο νὰ φτάσει τὴ θέωση μέσα ἀπὸ ἕνα συγκεκριμένο τρόπο ζωῆς καὶ τηρώντας κάποιες «ἀρχὲς καὶ κανόνες»[7].
Στὸ σημεῖο αὐτὸ πρέπει νὰ διευκρινιστεῖ ὅτι ἄλλο φυσικὴ θρησκεία καὶ ἄλλο Ἐκκλησία. Ἄλλο ἀτομικὴ θρησκευτικότητα καὶ ἄλλο ἐκκλησιαστικὴ ἐν Χριστῷ ζωή. Ἄλλο ἀλτρουϊσμὸς καὶ φιλαλληλία καὶ ἄλλο αὐταπάρνηση καὶ θυσιαστικὴ ἀγάπη. Αὐταπάρνηση ποὺ μᾶς βγάζει ἀπὸ τὸ ἀτομικὸ κέλυφός μας καὶ μᾶς ὁδηγεῖ κοντὰ στοὺς ἄλλους. Μετατρέπει τὸ ἐγὼ σέ ἐμεῖς. Ἀγάπη ἀληθινή, ποὺ βεβαιώνει τὸν κόσμο γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός: «Εἰ οὕτως ὁ Θεὸς ἠγάπησεν ἠμᾶς, καὶ ἠμεῖς ὀφείλομεν ἀλλήλοις ἀγαπᾶν»[8]
Ἑπομένως ἡ ἵδρυση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀνάγεται στοὺς χρόνους τῶν Ἀποστόλων καὶ ἡ πορεία της εἶναι συνυφασμένη μὲ τὴν ἀποστολικὴ διαδοχὴ τῶν λειτουργῶν της. Δέχεται ὡς θεμέλιό της ἀλήθειας της τὴν Ἁγία Γραφή, τὴ θεολογία τῶν Ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τὴ διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων. Τὸ διοικητικό της σύστημα εἶναι συνοδικό. Τέλος πρέπει νὰ γίνει κατανοητὸ πώς ἡ Ὀρθοδοξία εἰσῆλθε σὲ διάφορους ἀγῶνες προκειμένου νὰ διασφαλίσει τὴ συνέχιση τῆς χριστιανικῆς εὐαγγελικῆς ἀποστολικῆς παράδοσης. Αὐτὴ ἡ παράδοση βρίσκεται σὲ κίνδυνο μπροστὰ στὴν παγκοσμιοποίηση, τὴ νεωτερικότητα, τὸν Οἰκουμενισμὸ σύμφωνα μὲ μερικοὺς λαϊκοὺς χριστιανοὺς καὶ ἱεράρχες, ἐνῶ ἡ ἄλλη ἄποψη εἶναι ὅτι μέσα ἀπὸ τὴν παρουσία μίας δυναμικῆς Ὀρθοδοξίας θὰ μπορέσουν καὶ οἱ ἄλλες  Χριστιανικὲς Ὁμολογίες νὰ ἐπαναπροσδιοριστοῦν καὶ νὰ διορθώσουν πιθανὰ λάθη τοῦ παρελθόντος.

Συνεχίζεται…



[1] Α. Μπασδέκη, Ἐμεῖς καί οἱ ἄλλοι. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καἱ οἱ ἄλλες Ἐκκλησίες καί Ὁμολογίες. Τί μᾶς ἑνώνει καί τί μᾶς χωρίζει, ἐκδ. Κ. Σφακιανάκη, Θεσσαλονίκη 2012, σ. 23.
[2] Σ. Π. Κούτσα, Μητρ. Ν. Σμύρνης, «Τό νόημα τῆς Ορθοδοξίας μας. Ὁμιλία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ν. Σμύρνης κ. Συμεών τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας», http://www.oodegr.com/oode/orthod/genika/noima_orthod_1.htm
[3] Βλ. σχετικά Ε. Ἀρτέμη, «Τό μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως σέ δύο διαλόγους, «Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς» καί «Ὅτι εἷς ὁ Χριστός», τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας»,Ἐκκλησιαστικός Φάρος, τ. ΟΕ (2004), 145-277. Συναφῶς βλ. Τῆς ἰδίας, «Ἡ ἐν χρόνῳ κατά σάρκα γέννηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ», δημοσίευση στό διαδικτυακό τόπο: «Ἀντιαιρετικό Ἐγκόλπιο», (2009)http://egolpion.com/gennhsh yiou.el.aspx. Τῆς ἰδίας, «The rejection of the term Theotokos by Nestorius Constantinople and the refutation of his teaching by Cyril of Alexandria», στο Γρηγόριος Παλαμάς 845 (2012) 153-177.
[4] Μοναχοῦ Σεραφείμ, «Οἰκουμενισμός», Θεοδρομία Α΄(2012), 138.
[5] Ἀ. Γιαννουλάτου, ἀρχιεπ. Τιράνων, Παγκοσμιότητα καί Ὀρθοδοξία, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2001, 263.
[6] Γ. Μεταλληνοῦ, (πρωτοπρ.), ὁμ. Καθηγητοῦ Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, «Ὀρθόδοξη Οἰκουμενικότητα καί Παγκοσμιοποίηση»  http://www.impantokratoros.gr/B505BE3B.el.aspx(2012)
[7] Αὐτόθι.
[8] Α΄ Ιω. 4,11.

Η τιμή του Αγίου Μάμαντος στην Καππαδοκία (2 Σεπτεμβρίου)

…Στην Καισάρεια της Καππαδοκίας ο άγιος Μάμας γιορταζόταν δύο φορές το χρόνο, την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου και την άνοιξη [1]. Προσκαλούνταν κι άλλοι επίσκοποι και λά­μπρυ­ναν την πανήγυρη των μαρτύρων και ιδιαίτερα του αγίου Ευψυχίου και του αγίου Μάμαντος. Στις 2 Σε­πτεμβρίου εορταζόταν η μνήμη του Αγίου Μάμαντος και στις 7 του ιδίου μηνός η μνήμη του αγίου Ευψυχίου. Η συγκεκριμένη περίοδος συνέπιπτε με την αρχή της Ινδίκτου και τη γιορτή της Βα­σιλειάδας. Σε Επιστολή του Μ. Βασιλείου που προσκαλεί τον Αμφιλόχιο Ικονίου στον εορτασμό του αγίου Ευψυ­χί­ου αναφέρεται ως ημέρα μνήμης του αγίου Ευψυχίου η 5η Σεπτεμ­βρίου, αλλά οι ερευνητές θεωρούν ότι πρόκειται για την 7η του ιδίου μηνός. «΄Εστι δε η ημέρα τη πέμπτη του Σεπτεμβρίου. Διό παρακαλούμεν προ τριών ημερών επιστήναι, ίνα και του πτωχοτρο­φείου την μνήμην μεγάλην ποιήσης τη παρουσία», γράφει ο Μ. Βασίλειος στον Αμφιλόχιο[2]. Με την ευκαιρία των εορτών αυτών πλήθος αφιερωμάτων χαρίζονταν στα φιλαν­θρωπικά ιδρύματα που οικοδόμησε ο Μ. Βασίλειος, για να ενισχυθεί το κοι­νω­νικό τους έργο[3].
Agios_Mamas16th_Century__Fresco
Ντόπιοι Καππαδόκες ζωγράφοι είχαν αναπτύξει και απεικονίσει στους τοίχους των ναών της εποχής ολόκληρους εικονογραφικούς κύκλους, οι οποίοι αφηγούνταν τη ζωή και τις δοκιμασίες των αγίων που ήταν ιδιαίτερα προσφιλείς στο λαό της αγιοτόκου Καππαδοκίας. Σήμερα είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ότι περί τους 4ο-5ο αι. εικονίστηκαν κύκλοι σχετικοί με τον άγιο Βαρλαάμ, τον άγιο Μάμαντα, τον άγιο Θεόδωρο και την αγία Ευφημία. Σύντομα σε αυτούς προστέθηκαν και εικονογραφήσεις σχετικές με το Μ. Βασίλειο. Ο άγιος Μάμας εικονογραφείται με τρεις κυρίως τύπους, με τα ελάφια, ως απλός βοσκός και πάνω σε λιοντάρι[4].
Σε Ομιλία του προς τον άγ. Μάμα, ο Μ. Βασίλειος, επίσκοπος Καισαρείας, περιγράφει ενώπιον ενός μεγάλου πλήθους τον άγιο ως υπόδειγμα απλού και ταπεινού πιστού, που αξιώθηκε να δοξασθεί στο όνομα του Χριστού. Ο μάρτυρας ήταν ένας απλός βοσκός σε πλήρη αρμονία με το φυσικό περιβάλλον και με απέραντο πλούτο πίστης. Καθώς την ομιλία του επισκόπου Καισαρείας παρακολουθούσαν πολλοί βοσκοί, ο Μ. Βασίλειος προτιμά να εξάρει ιδιαίτερα την πηγαία αρετή, την ταπεινοφροσύνη και την ευσέβεια του νεαρού ποιμένα. «Αυτός γαρ οίκοθεν αναβρύει την αρετήν»,[5] γράφει, ενώ στη συνέχεια προβάλλει τη ματαιότητα του πλούτου και της κοσμικής σοφίας, τονίζοντας την υπέρτατη αξία της κατά Χριστόν ευσέβειας. Και καταλήγει: «αύτη και εις ουρανόν σε ανοίσει, αύτη και αθάνατόν σοι την μνήμην και διαρκή την εύκλειαν παρά ανθρώποις παρα­σκευά­σει»[6].
Αναφέρθηκε ήδη ότι, ο άγιος Μάμας γιορταζόταν στην Καισάρεια δύο φορές το χρόνο, το Σεπτέμβριο και την άνοιξη. Τη δεύτερη οι κάτοικοι της περιοχής παρακαλούσαν τον άγιο να εγκαινιάσει την εποχή αυτή. Ο νεαρός άγιος, ο παιδομάρτυς, γινόταν σύμβολο ευλογίας της περιόδου που η πλάση άνθιζε και πάλι. Ερμηνεύεται εύκολα λοιπόν, γιατί ο λόγος του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού που εκφωνήθηκε την Κυριακή του Θωμά αποτελεί έναν πραγματικό ύμνο στην άνοιξη και τον άγ. Μάμα. «Ο εξαιρετικός αυτός άγιος, που “ποιμαίνει” σήμερα το λαό της Και­σάρειας, ήταν ένας Καππαδόκης βοσκός που άρμεγε ελαφίνες. Και εκείνες συναγωνίζονταν ποια θα του πρωτοδώσει γάλα για να τραφεί ο δίκαιος», λέει ο Γρηγόριος[7].
Ξεχωριστή μνεία πιστεύουμε πως αξίζει να γίνει στην τιμή που απέδιδαν στον άγιο Μάμα τα μουσουλμανικά μοναχικά τάγματα των δερβίσηδων. Είναι γνωστό πως οι δερβίσηδες σέβονταν και τιμούσαν πολλούς χριστιανούς αγίους. Ένας από εκείνους που ιδιαίτερα ευλαβούνταν ήταν ο άγ. Μάμας. Πολλοί Καππαδόκες πρόσφυγες διηγούνται ότι στην περιοχή της Μαμασού αλλά και αλλού οι δερβίσηδες είχαν αναπτύξει στενούς δεσμούς με τον άγιο. Λέγεται, μάλιστα, πως όταν έμπαιναν στα σπίτια τους έλεγαν: «Δώσε μου ν’ ανάψω ένα κερί στον Αϊ Μάμα. Κι εμείς Αϊ Μάμα σόι είμαστε» (!)[8]. Πρόκειται, δηλαδή, για μία ακόμη περίπτωση αρμονικής συνύπαρξης της χριστιανικής με τη μουσουλμανική λατρεία, που είναι γνωστό πως για αιώνες υφίστατο στις θρησκευτικές εκδηλώσεις των λαών της Ανατολής.
*  *  *
Κάθε περίοδος της ιστορίας της Εκκλησίας έχει να επιδείξει αγιασμένα μέλη της από κάθε μορφή κοινωνικού βίου. Ανάλογα με τις κοινωνικές συνθήκες μάς έχει προσφέρει μάρτυρες, ομολογητές, οσίους, δικαίους, έγγαμους αγίους, παιδομάρτυρες κι ένα πλήθος άλλων επώνυμων ή ανώνυμων αγίων. Όλοι αυτοί οι ξεχωριστοί άνθρωποι προβάλλονται από την Εκκλησία όχι σαν ατομικές περιπτώσεις, αλλά ως μέλη του Σώματος του Χριστού. Ο Χριστός και η Εκκλησία αγιάζουν και σώζουν τους ανθρώπους και όχι το αντίθετο. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι σωζόμαστε εντός της Εκκλησίας και δεν τη σώζουμε εμείς.
Ο παιδομάρτυς άγιος Μάμας αποτελεί μια χρυσή ψηφίδα στο μωσαϊκό της Εκκλησίας και ταύτισε το θέλημά του με το θέλημα του Θεού. Αν θέλουμε να τον τιμήσουμε κι εμείς, δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να ακολουθήσουμε το βίο του και να αξιοποιήσουμε τα χαρίσματα που μας έδωσε ο Θεός. Να γίνουμε, δηλαδή, άνθρωποι της χαράς, της αγάπης, της πίστης, της δικαιοσύνης και προπαντός άνθρωποι της ελπίδας αλλά και της θυσίας και του μαρτυρίου αλλά με διαφορετικό τρόπο. Στις μέρες μας το μαρτύριο και η ομολογία προσλαμβάνουν διαφορετικές διαστάσεις. Γράφει ο λόγιος κληρικός π. Φ. Φάρος: «Ομολογεί κανείς την αλήθεια του Χρι­­στού, όταν είναι πρόθυμος να θυσιάσει κάθε βολική τακτοποίηση, οι­κο­νομική, συ­ν­αι­σθηματική, πολιτική, κοινωνική, επαγγελματική, ιδεολογική ακόμη και θρη­σκευ­τική χάριν αυτής της αλήθειας». Και συνεχίζει: «Μαρτυρεί με κάποιο τρόπο Ιη­σού Χριστού ο πολιτικός, που τολμάει να πει στους συμπολίτες του πως για να κτυ­πη­θεί αποτελεσματικά η διαφθορά στη ζωή του τόπου, θα πρέπει ο κάθε πολίτης να κάνει κάτι με τη δική του διαφθορά πριν ασχοληθεί με τη διαφθορά των άλ­λων, αλλά αυτός ο πολιτικός μαρτυρεί και υποφέρει, γιατί δεν παίρνει ούτε της ί­διας του της γυναίκας την ψήφο».
[1] Για την τιμή του μάρτυρος κατά την εποχή αυτή αναφέρεται ο Γρηγόριος Θεολόγος: «Μάμας ο περιβόητος και ποιμήν, και μάρτυς· ο πρότερον μεν τας ελάφους αμέλγων κατεπειγομένας αλλήλων, ίνα ξένω τραφή δίκαιος· νυν δε ποιμαίνων λαόν μητροπόλεως, και το έαρ εγκαινίζων σήμερον ταις πολλαίς χιλιάσι των πανταχόθεν επειγομένων, διάφορόν τε αρετής κάλλεσι, και ποιμέσιν άξιον, και λόγοις επινικίοις. ΄Ετι δε συντομότερον ειπείν, νυν έαρ κοσμικόν έαρ πνευματικόν, έαρ ψυχαίς, έαρ σώμασιν, έαρ ορώμενον, έαρ αόρατον». Ὁμιλία 44,Εἰς τὴν καινὴν Κυριακήν, PG 36, 620-621.
[2]  Επιστολή 176 προς Αμφιλόχιον, PG 32, 653BC, ΕΠΕ, Μ. Βασιλείου ΄Εργα, 1,Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1972, σ. 124-125.
[3]    Βλ. Νεάρχου Κληρίδη, «Προλεγόμενα και κείμενον της ακολουθίας του αγίου ενδόξου μεγαλομάρτυρος Μάμαντος του Θαυματουργού», ό.π., σ. 94-95, Άννας Μαραβά-Χατζηνικολάου, Ο άγιος Μάμας, ό.π., σ. 51-53.
[4] Βλ. Αννας Μαραβά- Χατζηνικολάου, ό.π., σ. 86 κ.ε.
[5]    «Ταῦτα γὰρ ἐγκώμια μάρτυρος, ὁ πλοῦτος τῶν πνευματικῶν χαρισμάτων… Αὐτὸς γὰρ οἴκοθεν βρύει τὴν ἀρετήν… εἴ τις μέμνηται τοῦ ποιμένος, μὴ θαυμαζέσθω τὸν πλοῦτον. Συνήλθομεν γὰρ ἐπαινέσαι οὐχὶ πλούσιον ὄντα», Ὁμιλία 23Εἰς τὸν ἅγιον μάρτυρα Μάμαντα, PG 31, 589Ε-592C. Πρβλ. Άννας Μαραβά-Χατζηνικολάου, Ο άγιος Μάμας, ό.π., σ. 6-8, 54-55.
[6] Μ. Βασιλείου, Ὁμιλία 23Εἰς τὸν ἅγιον μάρτυρα Μάμαντα, PG 31, 592C.
[7]    «Mάμας ὁ περιβόητος, καὶ ποιμήν, καὶ μάρτυς∙ ὁ πρότερον μὲν τὰς ἐλάφους ἀμέλγων κατεπειγομένας ἀλλήλων,  ἵνα ξένῳ γάλακτι τραφᾗ δίκαιος∙ νῦν δὲ ποιμαίνων λαὸν μητροπόλεως, καὶ τὸ ἔαρ ἐγκαινίζων σήμερον ταῖς πολλαῖς χιλιάσι τῶν πανταχόθεν επειγομένων», Ὁμιλία 44Εἰς τὴν καινὴν Κυριακήν, PG 36, 620C. Πρβλ. Άννας Μαραβά-Χατζηνικολάου, Ο άγιος Μάμας, ό.π., σ. 8, 55.
[8]    Βλ. Άννας Μαραβά-Χατζηνικολάου, ό.π., σ. 39-41.
[Απόσπασμα Εισήγησης στο 2ο Συνέδριο Αγιομαμιτών Ελλάδος – Κύπρου, 13 Ιουλίου 1997, Άγιος Μάμας Χαλκιδικής]
πηγη

Νεωκόρος κατά… Χρυσοστόμου



Πιὀ σωστός τίτλος θά ἦταν ἄν γράφαμε: "Τό θέαμα δυνατότερο ἀπό τό ἄκουσμα". Τί ἀκριβῶς συνέβη; Πάντως; Ὄχι ὅτι ὁ νεωκόρος στράφηκε ἐναντίον τοῦ ἁγίου Ἰωάννη. Κι ὅμως κάτι τέτοιο σχεδόν ἔγινε, χωρίς, βέβαια, νά ἔχει ὁ νεωκόρος τέτοια πρόθεση. 

Βρισκόμαστε στήν Ἀντιόχεια, ὅταν ὁ ἱερός Πατέρας σέ ἀπογευματινά κηρύγματα ἐξηγοῦσε τό βιβλίο τῆς Γενέσεως. Ὁ κόσμος ἦταν πάντα ἀπορροφημένος στά λόγια του. Κάποτε ὁ λόγος παρατεινόταν περισσότερο ἀπό τό συνηθισμένο. Κάτι τέτοιο συνέβη κι ἐκεῖνο τό ἀπόγευμα. Εἶχε ἀρχίσει νά σκοτεινιάζει. Τί πιό σωστό γιά τόν καλό νεωκόρο ἀπό τό νά ἀνάψει τούς λύχνους, γιά νά βλέπουν οἱ ἀκροατές τόν ἱεροκήρυκα καί συγχρόνως νά ἔχουν τή δυνατότητα οἱ στενογράφοι νά καταγράφουν τά λεγόμενά του.

Λοιπόν, "ἅμ’ ἔπος ἅμ’ ἔργον"• ὁ νεωκόρος πῆρε τό μακρύ του κοντάρι, στερέωσε ἐπάνω του ἕνα ἀναμμένο κερί κι ἄρχισε νά ἀνάβει τόν ἕνα λύχνο ὕστερα ἀπό τόν ἄλλο. Ὅσο κι ἄν ἔκανε τή δουλειά του μέ προσοχή καί διακριτικότητα, δέν ἔπαυε νά ἀποτελεῖ ἕναν κινούμενο στόχο… θεάματος. Φαίνεται ὅτι τό ἀκροατήριο τοῦ Χρυσοστόμου, ἤ τουλάχιστον ἕνα μέρος ἀπ’ αὐτό, ἄρχισε νά παρακολουθεῖ τόν νεωκόρο, μέ ἀποτέλεσμα νά χαλαρώσει τήν προσοχή του στόν ὁμιλητή.

Ὁ Χρυσόστομος διαπίστωσε τόν περισπασμό τῶν ἀκροατῶν του ἐξαιτίας τοῦ νεωκόρου. Σταματάει λοιπόν ἀπότομα τήν ὁμιλία του καί μέ δυνατότερη φωνή λέει:

´Ξυπνῆστε, δεῖχτε ἐνδιαφέρον! Ἑρμηνεύω γιά χάρη σας τίς Γραφές καί σεῖς στρέψατε ἀλλοῦ τό βλέμμα καί παρακολουθεῖτε τόν νεωκόρο πού ἀνάβει τά λυχνάρια. Τόση πιά ἀδιαφορία; Παρατήσατε ἐμένα καί προσέχετε αὐτόν. Κι ἐγώ φωτιά ἀνάβω, αὐτήν πού ξεπετιέται ἀπ’ τίς Γραφές• πάνω στή γλώσσα μου καίει τό κερί τῆς διδασκαλίας. Αὐτό τό φῶς εἶναι πιό σημαντικό ἀπό κεῖνο• δέν ἀνάβουμε ἐδῶ λαδωμένα φυτίλια, ὅπως ἐκεῖνος, ἀλλά φωτίζουμε ψυχές πού καρπίζουν μές στήν εὐσέβεια μέ τό πνεῦμα τῆς μαθητείας. 

Κάποτε κι ὁ Παῦλος μιλοῦσε σ’ ἕνα ὑπερῶο. Βέβαια, ἄς μή νομίσει κανείς πώς συγκρίνω τόν ἑαυτό μου μέ τόν Παῦλο• δέν παραφρόνησα• ἄν τό λέω αὐτό, τό κάνω γιά νά μάθετε πόσο ἐνδιαφέρον ἀξίζει νά δείχνετε στήν ἀκρόαση τοῦ κηρύγματος. Κάποτε, λοιπόν, μιλοῦσε ὁ Παῦλος στό ὑπερῶο καί σκοτεινίασε, ὅπως καλή ὥρα καί τώρα, καί τά λυχνάρια ἔκαιγαν• στό μεταξύ ὁ Εὔτυχος (Πραξ. 20,9) ἔπεσε ἀπό τό παράθυρο καί ἡ πτώση του καθόλου δέν διέλυσε τή συγκέντρωση• ὁ θάνατος τοῦ συντρόφου καθόλου δέν ξεσήκωσε αὐτούς πού παρακολουθοῦσαν• τόσο ἦταν προσηλωμένοι στήν ἀκρόαση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ὥστε οὔτε τό πῆραν εἴδηση πώς ἔπεσε ὁ ἄλλος. Ἀντίθετα σεῖς, ἐνῶ τίποτε ἀσυνήθιστο ἤ παράδοξο δέν εἴδατε, παρά μόνο ἕναν ἄνθρωπο νά ἐκτελεῖ τά πεζά του καθήκοντα, στραφήκατε νά τόν παρακολουθήσετε. 

Πῶς νά δείξει κανείς κατανόηση στό ὀλίσθημά σας; Ὅμως, φίλοι μου, μή θεωρήσετε ὑπερβολική καί σχολαστική τήν ἐπιτίμηση, δέν σᾶς μαλώνω μέ ἐχθρότητα, ἀλλά ἀπό διάθεση νά σᾶς βοηθήσω. "Ἀξιοπιστότερα γάρ τραύματα φίλων, ἤ ἑκούσια φιλήματα ἐχθρῶν". Στρέψτε, λοιπόν, σᾶς παρακαλῶ κατά ’δῶ τήν προσοχή σας καί ξεχάστε ἐκείνη τή φωτιά, προσέχοντας τό φῶς τῶν θείων Γραφῶν".

Εἶναι πάντως ἐντυπωσιακό τό γεγονός, πόσο πιό δυνατό εἶναι τό θέαμα ἀπό τό ἀκρόαμα, παρ’ ὅλο μάλιστα πού ἀπό τή μιὰ μεριά μιλάει ὁ Χρυσόστομος καί ἀπό τήν ἄλλη γίνεται μιὰ πράξη ρουτίνας. 

Ἐμεῖς πάντως εὐχαριστοῦμε τούς στενογράφους, πού δέν παρασύρθηκαν ἀπό τόν νεωκόρο, ἀλλά μέ εὐσυνειδησία κατέγραφαν τά λόγια τοῦ ἁγ. Ἰωάννη, καθώς καί τά ὅσα εἶπε στήν παρένθεση τοῦ λόγου. Τούς εὐχαριστοῦμε, γιατί μᾶς διαφύλαξαν ἕνα μικρό περιστατικό, πού μᾶς βοηθάει νά νιώσουμε μέ ἕναν ἄλλο τρόπο τήν τότε ἐποχή καί τούς ἀνθρώπους της.
πηγή

Τα λείψανα του οσ. Συμεών του Στυλίτου

Ο άγιος Συμεών ο Στυλίτης καταγόταν από ένα χωριό πού ονομαζόταν Σισάν και βρισκόταν ανάμεσα στη Συρία και την Κιλικία. Εζησε τον 5ο μ.Χ. αιώνα, επί αυτοκράτορος Μεγάλου Λέοντος και Πατριάρχη Αντιοχείας του Μαρτύριου. Αγάπησε την προσευχή και την άσκηση από τη νεαρή του ηλικία και με τη βοήθεια των πνευματικών του διδασκάλων έφθασε στα υψηλότερα μέτρα της πνευματικής ζωής.
st-daniel-the-stylite
Αφού έζησε στην αρχή την κοινοβιακή ζωή, στη συνέχεια πήγε σε ησυχαστικά μέρη και εγκαταστάθηκε σε έναν άνυδρο λάκκο και εκεί ησύχαζε, δηλαδή ζούσε με άσκηση και προσευχή. Κατόπιν εγκαταστάθηκε σε ένα μοναχικό κελλί και στη συνέχεια, επειδή απέκτησε μεγάλη φήμη και πήγαιναν πολλοί να τον δουν, με αποτέλεσμα να μη βρίσκει ησυχία, έπηξε στην γη ένα ψηλό στύλο, με ύψος τριανταέξι πήχεις, όπου έμενε όρθιος ημέρα και νύκτα.
Κάτω από το στύλο του Οσίου συνέρρεαν πλήθη ανθρώπων για να τον δουν και να ακούσουν το θεόπνευστο παρηγορητικό του λόγο και πολλοί αλλόθρησκοι βαπτίζονταν.
Από ην πρόσκαιρη αυτή ζωή αναχώρησε σε ηλικία εβδομήντα ετών. Σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα έφθασε σε τόσο μεγάλα ύψη αρετής, ώστε οδήγησε χιλιάδες λαού στη θεογνωσία, ευεργέτησε και συνεχίζει να ευεργετεί την Εκκλησία του Χριστού με τις πρεσβείες του και το πλήθος των θαυμάτων που επιτελεί.
* * * *
Μετά την κοίμηση του οσίου Συμεών, ο επίσκοπος Αντιοχείας Μαρτύριος (459-468), συνοδευόμενος από πολλούς κληρικούς, τοποθέτησε το πάνσεπτο και πολύαθλο σώμα του αγίου σε άμαξα και το μετέφερε στην Αντιόχεια, συνοδευόμενο από αναρίθμητα πλήθη πιστών με λαμπάδες και θυμιάματα.
Την πομπή φρουρούσε ο στρατηλάτης της Ανατολής Αρταβούριος με εξακόσιους στρατιώτες, για να μην αρπάξουν το λείψανο από ευλάβεια οι γύρω ντόπιοι χριστιανοί. Στην Αντιόχεια το υποδέχθηκε με τιμές ολόκληρη η πόλη και εναπετέθη προσωρινά την 1η ή την 25η Σεπτεμβρίου 459 στο ναό του Αγ. Κασσιανού, μέχρι που κτίστηκε ο δικός του ναός.
Ο αυτοκράτωρ Λέων Μακέλλης (457-474) θέλησε να το μεταφέρει στην Κωνσταντινούπολη, εμποδίστηκε όμως αρχικά από τις παρακλήσεις των Αντιοχέων, που ήθελαν τον άγιο ως οχύρωμα της πόλεώς τους. Τελικά το 467 ο αυτοκράτορας μετεκόμισε τα άγια λείψανα στην Βασιλεύουσα και τα κατέθεσε κοντά στο στύλο του Αγ. Δανιήλ του Στυλίτη στην περιοχή του Ανάπλου, όπου ανηγέρθη μετά ναός (μαρτύριο) του οσίου Συμεών. Αμέσως άρχισαν να επιτελούν ιάσεις και θαύματα.
Φαίνεται όμως ότι τμήμα των λειψάνων παρέμεινε στην Αντιόχεια, το οποίο είδε εκεί ο Εύάγριος ο Σχολαστικός γύρω στο 590. Μάλιστα, περιγράφει την «αγίαν κορυφήν» του αγίου, της οποίας «αι κατά της κεφαλής επικείμεναι τρίχες ου διεφθάρησαν, ως δ’ αυ ζώντος και τος ανθρώποις συναλιζομένου διασώζονται. Και το κατά του μετώπου δέρμα ερρυτίδωτο μεν και απέσκληκε, σώζεται δ’ ουν όμως». Δίπλα στα τίμια λείψανα σωζόταν και ο σιδερένιος κλοιός που φορούσε ο άγιος. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Ευάγριος, «ουδέ γαρ αποθανόντα τον Συμεώνην ο εραστής απέλιπε σίδηρος».
Τμήματα των λειψάνων μεταφέρθηκαν στη Δύση, όπως τεμάχιο της κάρας μετά τη σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντ (1438-9) στη Μονή των Calmadolli στο Arezzo της Ιταλίας‚ όπου σώζεται σήμερα σε βυζαντινή λειψανοθήκη, ενώ στο ναό του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων στη Βενετία φυλάσσεται δάκτυλό του (Βibliotheca Sanctorum ΧΙ, 1124).
Το 17° αι. Γάλλος περιηγητής αναφέρει τάφο του αγίου στη Δαμασκό, αλλά οκτώ έτη μετά άλλος περιηγητής διαπίστωσε ότι ήταν απλά εκκλησία αφιερωμένη στον άγιο.
Φυσικά, άγια λείψανά του παρέμειναν στον ελλαδικό χώρο και σήμερα σώζονται σε μονές του Αγίου Όρους, στη Μονή Δομιανιτίσσης Ευρυτανίας, στη Μονή Αγάθωνος Φθιωτιδας κ.α. Τμήμα απο το δεξί χέρι τοϋ αγίου φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως Μουτσιάλης Βεροίας, μέσα σε ασημένια θήκη. Η σημερινή λειψανοθήκη κατασκευάστηκε το 1939. Δεν είναι γνωστό πώς το άγιο λείψανο αποκτήθηκε από τη μονή, καθώς η ιστορία του χάνεται στα βάθη των αιώνων και η αρχική λειψανοθήκη έχει χαθεί πριν το 1939. Λόγω του ιερού λειψάνου του, ο άγιος είναι πολύ δημοφιλής μεταξύ των κατοίκων της περιοχής Βεροίας.
Το χέρι του αγ. Συμεών εκπέμπει θαυμάσια ευωδία και θεωρείται ιδιαίτερα θαυματουργό, μάλιστα για τα κοπάδια και τα μαντριά, λόγω του ότι ο άγιος ήταν και ο ίδιος βοσκός. Μάλιστα, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο ο ηγούμενος της Μονής το μεταφέρει στα χωριά προς αγιασμό και προστασία των πιστών και διαφύλαξη των ποιμνίων.
Το τίμιο αυτό λείψανο μεταφέρθηκε, με αφορμή τις εορταστικές εκδηλώσεις προς τιμήν του οσίου οι οποίες κορυφώθηκαν με το παρόν συνέδριο, στην Ιερά Μητρόπολη Χαλεπίου από το Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Βεροίας κ. Παντελεήμονα προς αγιασμό του πιστού λαού της.
[«Άγιος Συμεών ο Στυλίτης», Πρακτικά του Διεθνούς Θεολογικού Συνεδρίου «Οι Στυλίτες Ι», της Ιεράς Μητρόπολης Χαλεπίου και Αλεξανδρέττας, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2012]

Ο Βίος του Αγίου Μάμαντος (2 Σεπτεμβρίου)



Ο Άγιος Μάμας καταγόταν από την Γάγγρα της Παφλαγονίας (Καππαδοκία) και έζησε τον 3ο αιώνα. Γεννήθηκε μέσα στη φυλακή, όπου οι γονείς του Θεόδοτος και η Ρουφίνα είχαν φυλακιστεί από τους ειδωλολάτρες. Όταν οι γονείς του μαρτύρησαν στη φυλακή, τον Άγιο Μάμα ανέλαβε να αναθρέψει η ευσεβής Αμμία. Τη γυναίκα αυτή ο άγιος την αποκαλούσε «μαμά» και γι’ αυτό έλαβε το όνομα Μάμας.






Το μαρτύριο του Αγίου συντελέστηκε όταν αυτός ήταν περίπου δεκαπέντε ετών. Σύμφωνα με το Συναξάρι της εορτής ο Άγιος Μάμας συνελήφθηκε από τους ειδωλολάτρες, οι οποίοι αφού τον υπέβαλαν σε διάφορα βασανιστήρια πέρασαν γύρω από τον λαιμό του μολυβένιο ραβδί και τον έριξαν στη θάλασσα. Ο Άγιος όμως σώθηκε από θαύμα και κρύφτηκε σε μια σπηλιά, όπου τρεφόταν από το γάλα των ελαφιών. Ωστόσο, οι διώκτες επανασυνέλαβαν τον Μεγαλομάρτυρα τον οποίο και υπέβαλαν σε νέα μαρτύρια.

Τον έριξαν μέσα σε καμίνι, αλλά δεν κάηκε, τον παρέδωσαν για τροφή στα άγρια θηρία, αλλά δεν τον πείραξαν και γι' αυτό αποφάσισαν να τον θανατώσουν με σιδερένια τρίαινα, με την οποία του διαπέρασαν τα σπλάγχνα. Έτσι ο Άγιος Μάμας αξιώθηκε να λάβει από το Θεό το στεφάνι του μαρτυρίου.

Η μνήμη του τιμάται στις 2 Σεπτεμβρίου τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα, όπου υπάρχουν αρκετοί ναοί αφιερωμένοι στο όνομά του.

Απολυτίκιον. Ήχος α΄.

Παφλαγονίας τὸ κλέος καὶ μαρτύρων ἀγλάϊσμα, φύλαξ καὶ φρουρὸς τῶν Κυπρίων, ἀνεδείχθης Μάμα μάρτυς ἔνδοξε. Τὴν θάλασσαν διῆλθεν ὥσπερ ζῶν, καὶ ταύτης τρικυμίας χαλινῶν, θαυμασίως λάρνακά σου, Μόρφου τὴ πόλει κατεστήριξας. Διὸ ἐν τῇ μνήμῃ σου σοφέ, εὐῶδες μύρον βρύει ἐξ αὐτῆς. Δόξα τῷ Θεῷ τῷ ἐνεργούντι διὰ σου πάσιν ἰάματα.

 Επιμέλεια: π. Θεοδώρου Παναγιώτης, Θεολόγος –Εκκλησία Κύπρου

Συναξαριστής της 2ας Σεπτεμβρίου 2013

Ὁ Ἅγιος Μάμας

 


Γεννήθηκε στὴ Γάγγρα τῆς Παφλαγονίας τὸ 260 μ.Χ., ἀπὸ γονεῖς χριστιανούς, τὸ Θεόδοτο καὶ τὴν Ρουφίνα, ὅταν αὐτοὶ ἦταν μέσα στὴ φυλακή, ὅπου πέθαναν προσευχόμενοι. Ὁ Μάμας, βρέφος ἀκόμα, ἔμεινε ὀρφανός. Ὅμως, μία πλούσια χριστιανὴ γυναῖκα, ἡ Ἀμμία, τὸν υἱοθέτησε καὶ τὸν ἀνέθρεψε μὲ στοργὴ μητρικὴ καὶ σύμφωνα μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐπειδὴ δὲ ὀνόμαζε τὴν θετή του μητέρα συνεχῶς μάμα, δηλ. μαμά, ὀνομάστηκε Μάμας.

Ὅταν ἔγινε 15 χρονῶν, πιάστηκε ἀπὸ εἰδωλολάτρες, διότι χωρὶς φόβο, δημόσια, ὁμολογοῦσε τὸ Χριστό. Τότε τὸν χτύπησαν ἀλύπητα. Κρέμασαν στὸ λαιμό του μολυβένιο βαρίδιο καὶ τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα. Ὅμως μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ σώθηκε. Ἔπειτα τὸν ξανασυνέλαβαν καὶ τὸν ἔριξαν σὲ ἀναμμένο καμίνι καὶ μετὰ τροφὴ στὰ θηρία. Ἀλλὰ ἐπειδὴ καὶ ἀπ᾿ αὐτὰ σώθηκε θαυματουργικά, διαπέρασαν τὴν κοιλιά του μὲ τρίαινα. Καὶ ἔτσι μαρτυρικὰ καὶ ἔνδοξα ἀναχώρησε ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ζωή.

Μᾶς θυμίζει δὲ τὰ λόγια του Κυρίου, ποὺ εἶπε: «ὅστις οὖν ταπεινώσει ἑαυτὸν ὡς τὸ παιδίον τοῦτο, οὗτος ἐστὶν ὁ μείζων ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν». Ὅποιος, δηλαδή, ταπεινώσει τὸν ἑαυτό του σὰν τὸ παιδάκι αὐτό, αὐτὸς εἶναι ὁ μεγαλύτερος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

 

 
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νηστευτής, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

 


Ἀπὸ παιδὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν σπάνια ἐγκράτειά του καὶ γιὰ τὸν ἀπὸ φυσικοῦ ἔρωτα πρὸς τὴν νηστεία, πρᾶγμα ποὺ τοῦ ἔδωσε καὶ τὴν προσωνυμία τοῦ Νηστευτῆ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ὅταν ἔγινε ἔφηβος ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ χαράκτη.

Ἡ καρδιά του ὅμως, ἦταν δοσμένη στὰ θεῖα καὶ κάθε μέρα διάβαζε τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἄλλα θρησκευτικὰ βιβλία, πλουτίζοντας ἔτσι τὶς γνώσεις του. Τὰ πλεονεκτήματά του αὐτά, ἐκτίμησε ὁ Πατριάρχης Ἰωάννης ὁ Γ´ καὶ τὸν χειροτόνησε διάκονο. Ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ ἀνέπτυξε ἰδιαίτερα τὴν ἐλεημοσύνη, βοηθώντας πλῆθος φτωχῶν καὶ ἄλλων ἀπόρων. Ἀργότερα ἔγινε πρσβύτερος, καὶ μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Πατριάρχη Εὐτυχίου, μὲ κοινὴ ὑπόδειξη ἀρχόντων καὶ λαοῦ, ἐκλέχτηκε διάδοχός του ὁ Ἰωάννης ὁ Νηστευτὴς σὰν Ἰωάννης Δ´ (12-4-582 ἐπὶ βασιλέως Μαυρικίου).

Τὸ πόσο ἔλαμψε καὶ σὰν Πατριάρχης ὁ Ἰωάννης, ἔχουμε πολὺ εὔγλωττες μαρτυρίες: ὁ ἐπίσκοπος Σενιλλίας Ἰσίδωρος τὸν παριστάνει σὰν ἅγιο καὶ ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Σωφρόνιος τὸν ἀποκάλεσε «σκήνωμα πάσης ἀρετῆς». Στὸν Ἰωάννη ἐπίσης, Σύνοδος τῶν Πατριαρχῶν ποὺ συνῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 587, τοῦ ἀπένειμε τὸν τίτλο «οἰκουμενικός». Σχετικά με τὶς ἐκκλησιαστικὲς ποινὲς ὁ Ἰωάννης θέσπισε σοφὸ κανονικό, ποὺ βρίσκεται στὸ Πηδάλιο. Πέθανε 2 Σεπτεμβρίου τοῦ 595 καὶ τὸ λείψανό του τάφηκε στὸ ναὸ τῶν Ἅγιων Ἀποστόλων.

 

 
Ὁ Ἅγιος Διομήδης

Μαρτύρησε, ἀφοῦ θανατώθηκε σπαθιζόμενος.

 

 
Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανός

Θανατώθηκε ἀφοῦ τὸν χτύπησαν μὲ ξύλο στὸ κεφάλι καὶ ἔτσι ἔνδοξα μαρτύρησε.

 

 
Ὁ Ἅγιος Φίλιππος (ἢ Θεόδοτος ἢ Θεόδωρος)

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

 

 
Ὁ Ἅγιος Εὐτυχιανὸς

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν ἔψησαν ζωντανὸ πάνω σὲ σχάρα.

 

 
Ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος

Μαρτύρησε διὰ ἀπαγχονισμοῦ.

 

 
Ὁ Ἅγιος Λεωνίδης

Μαρτύρησε διὰ πυρός.

 

 
Ὁ Ἅγιος Εὐτύχιος

Μαρτύρησε διὰ σταυρικοῦ θανάτου.

 
Ὁ Ἅγιος Φιλάδελφος

Οἱ Συναξαριστὲς γιὰ τὸν τρόπο τοῦ μαρτυρίου του ἀναφέρουν: «λίθῳ τὸν τράχηλον βαρυνθεὶς τελειοῦται».

 

 
Ὁ Ἅγιος Μελάνιππος

Μαρτύρησε διὰ πυρός.

 

 
Ἡ Ἁγία Παρθαγάπη

Μαρτύρησε διὰ πνιγμοῦ μέσα στὴ θάλασσα.

 

 
Οἱ Δίκαιοι ἱερεῖς Ἐλεάζαρ καὶ Φινεές

Ἦταν ἱερεῖς τῶν Ἑβραίων. Ὁ μὲν Ἐλεάζαρ ἦταν τρίτος γιὸς τοῦ Ἀαρών, ὁ δὲ Φινεὲς ἦταν γιὸς μὲν τοῦ Ἐλεάζαρ, ἐγγονὸς δὲ τοῦ Ἀαρών. Καὶ ὁ μὲν Ἐλεάζαρ ἦταν ἐπιτηρητὴς τῆς Σκηνῆς (τοῦ Μαρτυρίου) (Ἀριθμ. δ´, 16).

Ὁ δὲ Φινεές, γιὰ τὸ ζῆλο ποὺ ἔδειξε θανατώνοντας τὸν Ζαμβρὶ καὶ τὴν Χασβὶ τὴν Μαδιανίτιδα, διότι ἀναίσχυντα ἐκπορνεύονταν προσβάλλοντας τὸν Μωϋσῆ καὶ τὴν συναγωγὴ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ἔλαβε τὴν διαθήκη αἰωνίου Ἱεροσύνης (Ἀριθμ. κε´, 11-13).

 

 
Οἱ Ἅγιοι Ἀειθαλᾶς καὶ Ἀμμών (ἢ Ἀμμοῦν)

Ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης καὶ ἐργάζονταν μὲ θερμότατο ζῆλο γιὰ τὴν ἐξάπλωση τῆς πίστης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Παροιμιώδης δὲ ἦταν καὶ ἡ φιλανθρωπία τους, μὲ τὴν ὁποία εὐεργετοῦσαν καὶ χριστιανοὺς καὶ εἰδωλολάτρες. Τὸ τελευταῖο ὅμως αὐτό, συντελοῦσε πολὺ στὴ μεταβολὴ τῶν εἰδωλολατρῶν πρὸς τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου.

Ὁ ἔπαρχος Βάβδος, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν δράση αὐτὴ τοῦ Ἀειθαλᾶ καὶ τοῦ Ἀμμών, διέταξε τὴν σύλληψή τους. Καί, ἐπειδὴ ἀρνήθηκαν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, τοὺς θανάτωσαν μὲ χτυπήματα σκληρότατα, μὲ μαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν.

 

Λόγος ἐν χάριτι, ἅλατι ἠρτυμένος




Φεβρουάριος τοῦ 1988. Στίς Καρυές κάνει ἀρκετό κρύο. Ἔχει σημαντικό ὑψόμετρο· ἔχει καί ὑγρασία πού δυσκολεύει τά πράγματα. Σήμερα ὅμως εἶναι ξερός ὁ καιρός. Ἔχει κι ἕνα ἀεράκι πού ἄν εἶσαι καλά ντυμένος τό ἀπολαμβάνεις. Εἶναι ἀπόγευμα. Μόλις ἔπεσε ὁ ἥλιος πίσω ἀπό τό βουνό. Προχωροῦμε στό μονοπάτι μαζί μέ τόν π. Παΐσιο. Στόν δρόμο συναντοῦμε τόν π. Καλλίνικο ἀπό τή Σκήτη τοῦ Κουτλουμουσίου.

Φθάνουμε στό ξύλινο γεφυράκι του. Γύρω μας φουντουκιές γυμνές χωρίς φύλλα. Μόνο κλαδιά.

«Μπά, ποιός ἔφερε μανταρίνια;», ρωτᾶ ἔκπληκτος ὁ π. Παΐσιος.

Στό βάθος, σέ ἀπόσταση μεγαλύτερη ἀπό ἑξήντα μέτρα, διακρίνεται ἡ πόρτα τῆς αὐλῆς του καί κάτι πού ροδίζει στή βάση της, ἴσως νά ‘ναί χρώματος πορτοκαλί. Ἡ ἀπόσταση δέν ἀφήνει περιθώρια γιά περισσότερες λεπτομέρειες.

Σέ λίγη ὥρα πλησιάζουμε. Πράγματι, βλέπουμε μία μεγάλη σακούλα διαφανή, πορτοκαλί χρώματος, γεμάτη μανταρίνια. Ποῦ τά εἶδε ὁ ἄνθρωπος! Πῶς διέκρινε ὅτι εἶναι μανταρίνια καί ὄχι πορτοκάλια! Ἀφοῦ δέ καί ἡ σακούλα εἶναι πορτοκαλί, θά μποροῦσε νά περιεῖχε καί μῆλα.

«Πῶς μ’ ἀρέσουν τά μανταρίνια!», λέει μέ ἐμφανῶς προσποιητή λαιμαργία, ὁ γέροντας. «Θά κρατήσω γιά τόν ἑαυτό μου τρία… Καλύτερα, ἄς τά κάνω πέντε… Μιὰ πού βρῆκα τήν εὐκαιρία, θά πάρω ἑπτά», λέει μέ ἕνα πολύ χαριτωμένο χαμόγελο καί σταματᾶ.
«Πάρε τά ὑπόλοιπα, π. Καλλίνικε, καί πήγαινέ τα ἀπέναντι στόν γερό-Ἰωσήφ».

Ὁ γερό-Ἰωσήφ ἦταν ἕνα γεροντάκι στήν Κουτλουμουσιανή Σκήτη, 103 ἐτῶν, πού ὅμως καθημερινά καλλιεργοῦσε τόν κῆπο του.

Ὁ π. Καλλίνικος ἔβαλε σχῆμα, ζήτησε εὐλογία καί ἔφυγε. Ἐμεῖς μέ τόν π. Παΐσιο μπήκαμε στό καλυβάκι του. Καθίσαμε στό ἕνα κελλί καί μοῦ ζήτησε νά τοῦ διαβάσω κάτι χειρόγραφα κείμενά του.

Πέρασαν περίπου εἴκοσι λεπτά καί χτυπάει τό σίδερο τῆς αὐλόπορτας. Κάποιοι ἦλθαν γιά νά τόν συναντήσουν.

«Νά ἀνοίξω, γέροντα;», ρωτῶ.

«Ἄσε καλύτερα. Ἄν εἶναι περίεργοι θά φύγουν. Ἄν εἶναι πονεμένοι ἤ διψασμένοι θά ἐπιμείνουν».

Συνεχίζουμε τήν ἀνάγνωση. Σέ λίγα λεπτά ξαναχτυπάει τό σίδερο.

«Τί κάνουμε τώρα, γέροντα;». ξαναρωτῶ.

Στό παράθυρό του, ἀντί κουρτίνας κρεμόταν ἕνα κομμάτι ἀπό σεντόνι.

«Κοίτα λοξά, νά μήν σέ δοῦν καί δές πόσοι εἶναι», μοῦ λέγει.

«Δέν μπορῶ νά τούς μετρήσω, δέν φαίνονται», ἀπαντῶ.

«Καλά, δέν ξέρεις οὔτε ἀριθμητική; Τί ἔκανες τόσα χρόνια στήν Ἀμερική; Ἄς περιμένουμε, αὐτοί θά ξαναχτυπήσουν».

Πράγματι, σέ λίγα λεπτά, χτυποῦν γιά τρίτη φορά.

«Τώρα θά προσπαθήσω ἐγώ νά τούς μετρήσω. Μπορεῖ νά μήν τελείωσα τό Δημοτικό, ἀλλά θά τά καταφέρω», μοῦ λέγει.

Σηκώνεται καί ἀνοίγει τήν πόρτα τῆς καλύβας.

«Τί πάθατε. παλικάρια, τέτοια ὥρα; Τί ἤλθατε νά κάνετε;».

«Πάτερ, θέλουμε λίγο νά σᾶς δοῦμε. Γίνεται;».

«Νά μέ δεῖτε γίνεται. Ἀλλά τί θά βροῦμε νά σᾶς κεράσουμε. Πόσοι εἶστε; Γιά νά σᾶς μετρήσω ἕνας, δύο… ἑπτά. Γιά νά δῶ τί θά βροῦμε στό μαγαζί, τέτοια ὥρα».

Μπαίνει μέσα καί ἐπιστρέφει μέ τά ἑπτά μανταρίνια.

Τί φοβερός ἄνθρωπος, σκέπτομαι ἔκπληκτος ἀπό μέσα. Ποῦ τό ἤξερε καί κράτησε τά μανταρίνια ! Τό προγνώριζε; Τόν φώτισε ὁ Θεός χωρίς αὐτός νά τό συνειδητοποιεῖ;

«Ἀπό ποῦ ἔρχεσθε, παλικάρια;», ρωτάει μέ ἐνδιαφέρον.

«Εἴμαστε ἀπό τήν Ἀθήνα. Καί ὁ Βruce μέ τόν John ἀπό τήν Ἀμερική».

«Ἀπό τήν Ἀμερική; Μά ἄν τούς κεράσουμε ἕνα μανταρίνι, αὐτοί θά μᾶς ρεζιλέψουν σέ ὅλο τόν κόσμο. Γιά νά βροῦμε κάτι Ἀμερικάνικο στό… supermarket».

Ξαναμπαίνει μέσα καί ἐπιστρέφει μέ ἕνα πακέτο ἀμερικάνικα μπισκότα καί ἕνα κουτί ξηρούς καρπούς διαφόρων εἰδῶν Ρlanters, τῆς πιό φημισμένης δηλαδή μάρκας στήν Ἀμερική. Ἔκπληκτοι αὐτοί ἐκφράζουν τόν θαυμασμό καί τόν ἐντυπωσιασμό τους.

«Πάτερ, τί συμβολίζει τό τάλαντο ποὺ χτυποῦν στά μοναστήρια;», ρωτάει δειλά ὁ ἕνας.

«Δέν ξέρω τί συμβολίζει. Οὔτε καί ἔχει καμιά σημασία. Αὐτό πού ἔχει ἄξια δέν εἶναι νά χτυπάει κάνεις τό τάλαντο τοῦ μοναστηρίου, ἀλλά νά πολλαπλασιάζει τό τάλαντο τοῦ Θεοῦ. Ἀκοῦστε, παιδιά! Ἐπειδή ἡ ὥρα πέρασε, πρέπει νά πηγαίνετε. Ἕνα μόνο νά πῶ: τό πρόβλημα μέ τούς Ἀμερικάνους εἶναι ὅτι στά Ἀγγλικά τό “ἐγώ” γράφεται πάντοτε μέ κεφαλαῖο, ἐνῶ ἐμεῖς στήν Ἑλλάδα τό γράφουμε πότε-πότε καί μέ μικρό».

Γέλασαν μέ τή χαριτωμένη παρατήρηση καί ρωτοῦν οἱ Ἀμερικάνοι:

«Αὐτό τί σημαίνει; Ἐμεῖς τί πρέπει νά κάνουμε;».

«Νά διαγράψετε τό “ἐγώ” ἀπό τό λεξιλόγιό σας, παιδιά. Ὁ ἐγωισμός εἶναι ὁ μεγάλος μας ἐχθρός. Αὐτόν πρέπει νά πολεμήσουμε ὅλοι ἀνεξαιρέτως»

Ἡ ἁγιότητα ἔχει μία εὐγένεια, μία λεπτότητα, μία χάρη πάνω της. Δέν εἶπε σοφίες οὔτε θεολογίες οὔτε ἔκανε ἐντυπωσιακές ἀποκαλύψεις. Γέμισε ὅμως ὅλων τήν καρδιά. Προνόησε διακριτικά, κάλυψε τό χάρισμά του, εὐγενικά κέρασε τούς ἐπισκέπτες του, ὄμορφα πρωτοτύπησε μέ τόν τρόπο του, οἰκοδόμησε μέ τόν λόγο του, ἀνέπαυσε μέ τήν παρουσία του. Χωρίς νά προσπαθεῖ νά πείσει γιά κάτι κανέναν, πείθει γιά τά πιό μεγάλα ὅλους. Δίπλα του φωτίζεσαι, χαίρεσαι, ἀναπαύεσαι. Αἰσθάνεσαι σάν τή Μαρία «παρά τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ». Σάν τούς ἀποστόλους στό ὄρος τῆς θείας Μεταμορφώσεως -δέν θέλεις νά ξεκολλήσεις μέ τίποτα.

Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΦΟΒΑΤΑΙ ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΧΗ

altΛόγια αγάπης από το γεροντικό του Αγίου Όρους...
Στην  Σκήτη της Αγίας Άννας, ό Μοναχός Προκόπιος από την Καλύβα «Είσόδια της Θεοτόκου» είχε μεγάλη επιθυμία να μάθει μουσικά, για να δοξολογεί κι αυτός το Θεό, όπως και οι άλλοι αδελφοί.

Επειδή όμως ήταν λίγο παράφωνος αποφεύγανε οι Πατέρες να τον μάθουν μουσικά.
Ό αδελφός Προκόπιος είχε χάρισμα από το Θεό λάβει να λέει ακατάπαυστα την ευχή το «Κύριε Ίησοϋ Χριστέ υιέ του Θεού ελέησόν με τον αμαρτωλό» και στο αριστερό του χέρι κρατούσε πάντα το κομβοσχοίνι, το όποιο δεν αποχωριζόταν ποτέ. 

Μια μέρα, ήταν πολύ λυπημένος, πού δεν μπορούσε να βρει κανένα για να τον μάθει μουσική και συλλογιζόμενος αυτό το πράγμα, από την πολύ του λύπη, είχε σταματήσει να λέει την ευχή.

Ξαφνικά παρουσιάζεται μπροστά του ένας σεβάσμιος, αλλά άγνωστος σ' αυτόν γέροντας ό όποιος του είπε: «Αδελφέ Προκόπιε, τι έχεις κι είσαι τόσο λυπημένος; τι σε απασχολεί; Ό Προκόπιος του απάντησε: «τι να έχω γέροντα, να, θέλω κι εγώ να μάθω λίγα μουσικά και δε βρίσκεται κανένας να με μάθει, γιατί μου λένε πώς είμαι λίγο φάλτσος». Ό ασπρογένης γέροντας τότε του είπε: «Γι' αυτό κάθεσαι και στενοχωριέσαι καημένε, εγώ θα σε μάθω μουσικά και θα σε κάνω να γίνεις ό καλύτερος ψάλτης του Αγίου Όρους, θα κελαηδάς σαν το καλύτερο αηδόνι, αλλά θέλω κι εσύ να μου κάνεις μια χάρι».


«Δηλαδή τι ζητάς από μένα, του είπε ό Προκόπιος, θέλεις να σε πληρώσω; Εγώ ότι θέλεις θα σου δώσω!». Τότε ό ασπρογένης του είπε: «Ή πληρωμή ή δική μου είναι να πετάξεις από τα χέρια σου αυτό πού λέτε κομποσχοίνι και να πάψεις να λες αυτό πού λέτε ευχή και θα σε μάθω 'γώ, ότι θέλεις».


Ό Μοναχός Προκόπιος άμα άκουσε αυτά κατάλαβε πώς ό φαινόμενος δεν ήταν Μοναχός, άλλα ό παμπόνηρος Δαίμονας, πού ήθελε νά τον κάνει να σταματήσει την προσευχή, και αμέσως έκαμε το σταυρό του και είπε: «Υπάγε οπίσω μου Σατανά παμπόνηρε, δε μου χρειάζονται τα μουσικά σου και οι πονηρές και οι καλοσύνες σου» κι ό Δαίμονας έγινε άφαντος.


Άπ' αυτό μαθαίναμε πόσο ό Διάβολος φοβάται το κομβοσχοίνι, για το οποίο καλά λένε οι Πατέρες ότι είναι το όπλο του χριστιανού κατά του Διαβόλου και την ευχή, ή οποία καίει τον Δαίμονα. Ενώ τους ψάλτες δεν τους φοβάται τόσο και δεν τους υπολογίζει, γιατί, εύκολα με το ψάλσιμο αφαιρούνται από την προσευχή και πέφτουν στον εγωισμό και την υπερηφάνεια! 

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΜΑΝΤΟΣ

15Γιορτάζουμε σήμερα 2 Σεπτεμβρίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Μάμαντος.

Ο Άγιος Μάμας γεννήθηκε στη Γάγγρα της Παφλαγονίας το 260 μ.Χ., από γονείς χριστιανούς, το Θεόδοτο και τη Ρουφίνα, όταν αυτοί ήταν μέσα στη φυλακή, όπου πέθαναν προσευχόμενοι. Έτσι ο Μάμας, βρέφος ακόμα, έμεινε ορφανός. Όμως, μια πλούσια χριστιανή γυναίκα, η Αμμία, τον υιοθέτησε και τον ανέθρεψε με στοργή μητρική και σύμφωνα με το πνεύμα του Ευαγγελίου.

Επειδή δε ονόμαζε τη θετή του μητέρα συνεχώς μάμα, (δηλ. μαμά), ονομάστηκε Μάμας.

Όταν έγινε 15 χρονών, πιάστηκε από ειδωλολάτρες, διότι χωρίς φόβο, δημόσια, ομολογούσε το Χριστό. Τότε τον χτύπησαν αλύπητα. Κρέμασαν στο λαιμό του μολυβένιο βαρίδιο και τον έριξαν στη θάλασσα. Όμως με τη δύναμη του Θεού σώθηκε.

Έπειτα τον ξανασυνέλαβαν και τον έριξαν σε αναμμένο καμίνι και μετά τροφή στα θηρία. Αλλά επειδή και απ' αυτά σώθηκε θαυματουργικά, διαπέρασαν την κοιλιά του με τρίαινα. Και έτσι μαρτυρικά και ένδοξα αναχώρησε απ' αυτή τη ζωή.

Μας θυμίζει δε τα λόγια του Κυρίου, που είπε: «όστις ούν ταπεινώσει εαυτόν ως το παιδίον τούτο, ούτος εστίν ο μείζων εν τη βασιλεία των ουρανών» (Ματθαίου, ιη' 4). Όποιος, δηλαδή, ταπεινώσει τον εαυτό του σαν το παιδάκι αυτό, αυτός είναι ο μεγαλύτερος στη βασιλεία των ουρανών.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος α’.
Της Παφλαγόνου το κλέος, και Γαγγραίων το στήριγμα, φύλαξ και φρουρός των Κυπρίων, ανεδείχθης, Μαμά ένδοξε. Την Θάλασσαν διήλθες ώσπερ ζων, και ταύτης τρικυμίας χαλινών, θαυμασίως λάρνακά σου, Μόρφου τη πάλει, Μάρτυς κατεστήριξας- διό εν τη μνήμη σου, σοφέ, ευώδες μύρον βρύει εξ αυτής. Δόξα Θεώ τω ενεργούντι, διά σού πάσιν ιάματα.

Με πληρ. από τον Ορθόδοξο Συναξαριστή
Επιμέλεια: Κυριάκος Διαμαντόπουλος

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...