Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ηλίας Βουλγαράκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ηλίας Βουλγαράκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 24, 2020

Χριστουγεννιάτικο ἀντιπαραµύθι -Βουλγαράκης Ἠλίας

 



Μία φορὰ καὶ κάθε καιρὸ εἶναι ὁ Θεός. Ἀπὸ κάποτε εἶναι καὶ οἱ ἄνθρωποι. Οἱ ἀναφορὲς ὅµως ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴ γῆ γιὰ τὴν κατάσταση τῶν ἀνθρώπων ὅλο καὶ χειροτερεύουν. Τὸ ἀνθρώπινο γένος πάει ἀπὸ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο, παρ’ ὅλες τὶς προσπάθειες τοῦ Θεοῦ µὲ τοὺς διάφορους ἀντιπροσώπους ποὺ ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρὸ στέλνει γιὰ νὰ τοὺς συνεφέρει.

Μπροστὰ στὴν ἔκρυθµη αὐτὴ κατάσταση ἡ Ἁγία Τριάδα συνεδριάζει. Ἀποφασίζει ν’ ἀκούσει καὶ τὶς ἀπόψεις τῶν ἀνθρώπων πάνω στὸ θέµα καὶ νὰ συζητήσει προτάσεις τους γιὰ τὴν ἀντιµετώπιση τοῦ ἀδιεξόδου.

Σὲ λίγες µέρες φθάνει ὡς ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητας µία διακεκριµένη προσωπικότητα, ἕνας σοφὸς Σύµβουλος τοῦ Αὐτοκράτορα ποὺ διατηροῦσε µεγάλο κύρος ἀνάµεσα στοὺς ἀνθρώπους. Κολακευµένος ἀπὸ τὴν προτίµηση δὲν ἄργησε νὰ πάρει θάρρος καὶ νὰ διατυπώσει τὶς ἀπόψεις του γιὰ τὴ λύση τοῦ προβλήµατος.

- Προτείνω νὰ ληφθοῦν δραστικὰ µέτρα.

- Σὰν ποιά;

- Νὰ σταλοῦν ἄγγελοι µὲ πύρινες ροµφαῖες γιὰ νὰ συνετίσουν τοὺς ἀνθρώπους.

- Μὰ τότε ποῦ πάει ἡ ἐλευθερία τους;

- Μπροστὰ στὸ καλὸ ποὺ θὰ γίνει, δὲ βλάφτει νὰ τὴ στερηθοῦν προσωρινά.

- Μὰ καλὸ δίχως ἐλευθερία µπορεῖ νὰ εἶναι καλό;

Ὁ σεβαστὸς Σύµβουλος πέφτει σὲ κάποια ἀµηχανία. Κι ἀναδιπλώνεται, θέλει νὰ φανεῖ ἀρεστὸς καὶ προτείνει αὐτὸ ποὺ ὑποπτεύεται ὅτι θ’ ἀρέσει στὸ Θεό.

- Νὰ σταλοῦν ἐκπρόσωποί σας γιὰ νὰ τοὺς συµβουλέψουν.

- Μὰ τὸ µέτρο αὐτὸ δοκιµάστηκε ἐπανειληµµένα καὶ ἀπέτυχε.

Ὁ σεβαστὸς Σύµβουλος µπερδεύεται πάλι. Ὡστόσο µία νέα ἰδέα φωτίζει τὸ µυαλό του.

- Νὰ χορηγήσετε γενικὴ ἀµνηστεία. Νὰ βγεῖτε στὸν ἐξώστη τοῦ Οὐρανοῦ καὶ ν’ ἀνακοινώσετε στοὺς ἀνθρώπους ὅτι τοὺς συγχωρεῖτε γιὰ τὴν προσβολὴ ποὺ σᾶς ἔκαναν καὶ διαγράφετε τὶς ἁµαρτίες τους!

- Δὲν µπορῶ νὰ τὸ κάνω γιατί δὲν αἰσθάνοµαι θιγµένος ἀπὸ τὰ ἔργα τους. Ἀλλὰ κι ἂν ἔδινα γενικὴ ἀµνηστεία, ὅπως προτείνεις, θὰ τοὺς ὠφελοῦσε; Πιστεύω πὼς ὄχι. Τὸ πρόβληµα δὲν εἶναι ν’ ἀποκαταστήσω τὴ σχέση µου µὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ποτέ, ἄλλωστε, αὐτὴ δὲ χάλασε. Ἀλλὰ ν’ ἀποκαταστήσουν οἱ ἴδιοι τὴ σχέση τους µὲ τὸν ἑαυτό τους. Στὴν περίπτωση, ὅµως, αὐτὴ δὲν ἔχουν τόσο ἀξία τὰ γενικὰ µέτρα ποὺ ἔρχονται ἀπ’ ἔξω, ὅσο ἡ ἀλλαγὴ τῶν ἀνθρώπων ποὺ γίνεται µέσα τους, ἡ σωστὴ ἐπανατοποθέτηση τοῦ καθενὸς ἀπέναντι στὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτό.

Ὁ Σύµβουλος τὰ ‘χασε πλέον ὁριστικά. Καὶ τότε σκέφτηκε νὰ ἐφαρµόσει τὴν παλιά, δοκιµασµένη τακτική του, ποὺ χρησιµοποιοῦσε σὲ δύσκολες στιγµές.

- Ἐσεῖς τί λέτε; Ρώτησε µὲ προσποιητὴ ἀφέλεια.

- Λέω νὰ στείλω τὸ Γυιό µου στὴ γῆ.

- Ἀπαράδεκτο! τοῦ ξέφυγε ἡ λέξη αὐθόρµητα. Ταυτόχρονα ὅµως ἔνιωσε ὅτι φέρθηκε µὲ ἀπρέπεια. Σπεύδει νὰ διορθώσει τὸ πράγµα.

- Ἴσως, ἦταν κάπως βιαστικὴ ἡ κρίση µου. Μᾶλλον δὲν ἔχω ἀντίρρηση. Ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ παρουσιαστεῖ µὲ τὴν ἀνάλογη ἐµφάνιση ποὺ ἐπιβάλλει ἡ θέση του.

- Δηλαδή, ποιά;

- Ε, νά! Νὰ περιβληθεῖ, ἂς ποῦµε, µ’ ἕνα ἀστρικὸ σῶµα καὶ νὰ συνοδεύεται ἀπὸ µιὰ στρατιὰ ἀγγέλων.

- Δὲ θὰ ἐκβιάσει, ὅµως, ἔτσι τὶς ἀνθρώπινες συνειδήσεις;

Πάλι τὰ ἴδια, σκέφθηκε ὁ Σύµβουλος µὲ κάποιο ἐκνευρισµό. Ἔτσι ξαναγύρισε στὴ γνωστή του τακτική.

- Ἐσεῖς πῶς βλέπετε αὐτὴ τὴν ἀποστολή;

- Σκέφτοµαι νὰ γίνει ἄνθρωπος!

Ἀστροπελέκι!

- Τί εἴπατε; Ἄνθρωπος; Μὰ αὐτὸ εἶναι ἐντελῶς ἀσυµβίβαστο µὲ τὴν ἀξία του. Δὲν κρατήθηκε. Εἶναι ἀναξιοπρεπές. Καὶ πάλι δὲν κρατήθηκε. Πῶς τὸ σκεφτήκατε αὐτό;

- Λέγοντας νὰ γίνει ἄνθρωπος, δὲν ἐννοῶ νὰ ἐµφανιστεῖ ὡς ἄνθρωπος, ἀλλὰ νὰ ὑπάρξει ἄνθρωπος, νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ µία θνητὴ γυναίκα.

Μήπως µὲ περιπαίζει; σκέφτηκε φανερὰ ἐνοχληµένος ὁ καλός µας Σύµβουλος. Μήπως τὸ κάνει γιὰ νὰ ἐλέγξει τὴ νοηµοσύνη µου;

- Δὲν µπορῶ νὰ παρακολουθήσω τὴ σκέψη σας, εἶπε µὲ θιγµένη ἀξιοπρέπεια. Ἐννοεῖτε νὰ περάσει ἀπὸ τὴ διαδικασία τῆς ἐνδοµήτριας ζωῆς, τῆς γέννας, ἀπὸ τὴν ἀσήµαντη βρεφικὴ ἡλικία ἀπό… Σταµάτησε ἀπὸ φρίκη. Τὸν συνέφερε κάπως ἡ σκέψη πὼς ὁ Θεὸς πιθανὸν νὰ τὸν κοροϊδεύει. Τὸν κοιτάζει ἐξεταστικὰ µὲ µιὰ µατιὰ γεµάτη σηµασία. Θὰ θέλε τουλάχιστον νὰ µὴν πέσει ἡ ὑπόληψή του.

Ὁ Θεὸς ἔνιωσε τὴν κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Ἦταν κι αὐτὸς ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι. Ἀποκλεισµένος στὸ δικό του κόσµο. Ἕνας ὑπηρέτης ποὺ φρόντιζε µόνο «τὰ τοῦ Καίσαρος». Ὡστόσο συνέχισε νὰ τοῦ ξεδιπλώνει τὴ σκέψη του.

- Νοµίζω ὅτι σωστὰ µὲ καταλάβατε. Λέω γεννηθεῖ ἀπὸ µία θνητὴ γυναίκα καὶ µάλιστα νὰ µὴ γεννηθεῖ στὴν Πρωτεύουσα, οὔτε στὰ Ἀνάκτορα, ἀλλὰ σὲ µία ἀσήµαντη πόλη, στὴ Βηθλεέµ, ἂς ποῦµε, µέσα σ’ ἕνα σταῦλο!

Τὸ πράγµα εἶχε παραγίνει γιὰ τὸ Σύµβουλο. Ἔνιωσε ὅτι τὸν περιπαίζουν. Ἂν προσπαθοῦσε τουλάχιστο νὰ περισώσει τὸ κύρος του!... Πῆρε τὸ πιὸ σοβαρό του ὕφος καὶ εἶπε:

- Ἐπιθυµῶ ἐξ ὀνόµατός µου, ἐξ ὀνόµατος ὅλων τῶν ἀνθρώπων νὰ δηλώσω ὅτι διαφωνῶ µὲ τὴν πρότασή σας. Παρακαλῶ νὰ γραφτεῖ στὰ πρακτικά.

Μὲ τὴ δήλωση αὐτὴ ἡ σύσκεψη ἔληξε. Ὁ Θεὸς σηκώθηκε, τὸν ξεπροβόδισε µέχρι τὴν πόρτα καὶ τὸν χαιρέτησε, εὐχαριστώντας τον γιὰ τὴ συνεργασία του. Ὁ Σύµβουλος ἔφυγε πολὺ συγχυσµένος κι ἀναστατωµένος. Σὲ ὅλη τὴ διαδροµὴ τοῦ γυρισµοῦ µιὰ ἀπορία τριβέλιζε τὸ µυαλό του. Πῶς µπόρεσε ὁ Θεὸς νὰ σκεφτεῖ ὅλ’ αὐτά, ἔστω καὶ γι’ ἀστεῖο;

Δευτέρα, Ιανουαρίου 01, 2018

Ὁ Μέγας Βασίλειος ἀφαιρέθηκε





Φαντάζεστε τί θά γινόταν, ἄν τήν ἐποχή τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρχαν σύγχρονα μέσα ἐνημέρωσης; Φαντάζεστε, ἄν ὑπῆρχαν ἔστω καί μόνο τά κασετόφωνα, πο]y κάθε καλός κύριος ἤ καλή κυρία τά στήνει πάνω στό τραπέζι τοῦ ὁμιλητῆ, πόσα στιγμιότυπα θά ἀποθησαυρίζαμε κι ἀπό αὐτούς ἀκόμη τούς μεγάλους Πατέρες, ὅπως γιά παράδειγμα ἀπό τόν Μέγα Βασίλειο;

Ὡστόσο ἡ ἀπογοήτευσή μας δέν πρέπει νά εἶναι ἀπόλυτη, τουλάχιστον γιά τούς μεγάλους Πατέρες, γιατί τότε ὑπῆρχαν ἱκανοί στενογράφοι, πού συχνά λειτουργοῦσαν σάν τά κασετόφωνα. Δηλαδή κατέγραφαν μηχανικά ὅσα πρόφεραν οἱ ὁμιλητές.

Ἐδῶ θά παρουσιάσουμε ἕνα περιστατικό μέ τόν Μέγα Βασίλειο, πού συνέβη ὅταν ἑρμήνευε τήν Ἑξαήμερο σέ συνέχειες. Οἱ ὁμιλίες αὐτές, ἐννέα τόν ἀριθμό, ἔγιναν στήν Καισαρεία, ὅταν ἦταν πρεσβύτερος, δηλαδή πρίν τό 370. Πρέπει, κατά τούς εἰδικούς, νά τίς ἔκανε σέ περίοδο νηστείας, καί μάλιστα σέ χρονικό διάστημα μίας ἑβδομάδας. Συνεπῶς ἐκφωνοῦσε περίπου δύο ὁμιλίες τήν ἡμέρα.

Τό σχετικό περιστατικό συνέβη στήν ὄγδοη ὁμιλία. Γιά νά τό καταλάβουμε ὅμως πρέπει νά ξεκινήσουμε ἀπό τήν ἕβδομη ὁμιλία, πού τήν εἶπε τό προηγούμενο βράδυ. Στήν ὁμιλία αὐτή ὁ Μ. Βασίλειος ἑρμήνευσε τό χωρίο τῆς Ἑξαημέρου πού ἀναφέρεται στή δημιουργία τῶν «ἑρπετῶν» καί τῶν «πτηνῶν» καί πού ἀρχίζει μέ τίς λέξεις: «Καί εἶπεν ὁ Θεός ἐξαγαγέτω…» (Γέν. 1,20). Ὡστόσο περιορίστηκε μόνο στό θέμα τῶν «ἑρπετῶν», δηλαδή στόν θαλάσσιο κόσμο καί τά ζῶα, καί δέν προχώρησε στά πτηνά.
Τήν ἄλλη μέρα τό πρωί ὁ Μ. Βασίλειος, ξεφυλλίζοντας τόν κώδικα τῆς Γενέσεως γιά νά ξαναθυμίσει στό ἀκροατήριό του τό κείμενο, διάβασε ἀπό παραδρομή ἕνα χωρίο παρακάτω (1,24), πού ἄρχιζε μέ τά ἴδια λόγια τοῦ χθεσινοῦ: «Καί εἶπεν ὁ Θεός ἐξαγαγέτω ἡ γῆ ψυχήν ζῶσαν κατά γένος, τετράποδα καί ἑρπετά καί Θηρία…». Μέ ἀφορμή αὐτό τό χωρίο ὁ Μ. Βασίλειος προχώρησε στήν ἀξιολογική σύγκριση τῶν θαλασσίων ζώων μέ τά χερσαῖα. Ἀναφέρθηκε στή διαφορά ἀνάμεσα στίς ψυχές τῶν ζώων καί τῶν ἀνθρώπων καί κατέκρινε τούς ἕλληνες φιλοσόφους πού δέχονταν τήν ἄποψη ὅτι οἱ ψυχές τῶν γυναικῶν, τῶν θάμνων καί τῶν θαλασσίων ζώων ἦσαν «ὁμοειδεῖς). Στή συνέχεια ἔκλεισε τό θέμα μέ τήν ἑξῆς εἰρωνεία: «Τό ἄν οὗτοι πού λένε κάτι τέτοια θά γίνουν κάποτε ψάρια, δέν μπορῶ νά τό βεβαιώσω· αὐτό ὅμως πού ξέρω εἶναι ὅτι ἐκεῖνοι πού ἔγραψαν τά παραπάνω ἦσαν πιό ἀνόητοι καί ἀπό τά ψάρια».

Τέλος ἐπανέλαβε τό χωρίο τῆς Γενέσεως: «Ἐξαγαγέτω ἡ γῆ ψυχήν ζῶσαν», γιά νά συνεχίσει μέ τά ζῶα. ‘Αλλά ἀντί νά μιλήσει, ἔμεινε ἐντελῶς σιωπηλός, ἔτσι πού ἔγινε ἀντιληπτός καί ἀπό τό ἀκροατήριό του. Τί εἶχε συμβεῖ; Ἀπό μικρή ἀβλεψία, μέ τό νά διαβάσει τό πιό κάτω χωρίο τῆς Γενέσεως, μίλησε γιά τά ζῶα χωρίς νά ἀσχοληθεῖ μέ τά πτηνά.

Μετά ἀπό λίγο διέκοψε τή σιωπή του καί εἶπε περίπου τά ἑξῆς: «Πολλοί ἴσως ἀπό σᾶς ξαφνιάστηκαν πού, ἐνῶ μιλοῦσα, σταμάτησα γιά κάποιο χρόνο. Ὅσοι ὅμως ἀπό τούς ἀκροατές ἦσαν προσεκτικοί, κατάλαβαν τήν αἰτία τῆς σιωπῆς μου. Κι ἐγώ μέ τή σειρά μου τούς κατάλαβα ἀπό τό γεγονός ὅτι ἀλληλοκοιταζόντουσαν καί ἔκαναν μεταξύ τους νεύματα. Ἡ συμπεριφορά τους αὐτὴ μέ ἔκαμε νά συνέλθω καί νά φέρω στή μνήμη μου αὐτά πού παρέλειψα. Καθώς βλέπετε λησμόνησα ἕνα ὁλόκληρο τμῆμα τῆς δημιουργίας, τά πτηνά, δηλαδή ἕνα τμῆμα πού δέν εἶναι ἀπό τά μικρά».

Ἀμέσως μετά ὁ Μ. Βασίλειος ἐπανῆλθε στό ἀρχικό κείμενο τῆς Γενέσεως 1,20-21: «Ἐξαγαγέτω γάρ τά ὕδατα ἑρπετά ψυχῶν ζωσῶν κατά γένος, καί πετεινά πετούμενα ἐπί τῆς γῆς κατά τό στερέωμα τοῦ οὐρανοῦ), καί συνέχισε: «Μιλήσαμε γιά τά θαλάσσια χθές τό βράδυ, ὅσο ὁ χρόνος μᾶς τό ἐπέτρεψε. Σήμερα περάσαμε στήν ἐξέταση τῶν χερσαίων ζώων. Μᾶς ξέφυγαν τά πετεινά, δηλαδή αὐτά πού εἶναι ἀνάμεσα στά θαλάσσια ζῶα καί τά ἐπίγεια. Εἶναι, λοιπόν, ἀνάγκη νά κάνουμε αὐτό πού κάνουν οἱ ξεχασιάρηδες ὁδοιπόροι, οἱ ὁποῖοι, ὅταν ξεχνοῦν κάτι σημαντικό, ἔστω κι ἄν προχώρησαν πολύ, πάλι γυρίζουν πίσω γιά νά τό πάρουν, καί τιμωροῦνται ἔτσι γιά τήν ἀφηρημάδα τους μέ τό νά φορτώνονται τόν κόπο τῆς ὁδοιπορίας. Ἔτσι καί μεῖς θά κάνουμε αὐτό πού πρέπει, μέ τό νά ἀκολουθήσουμε τήν ἴδια πορεία. Αὐτό πού λησμονήσαμε δέν εἶναι καθόλου μικρό, ἀλλά εἶναι τό ἕνα τρίτο τοῦ συνόλου τῶν ζώων πού δημιουργήθηκαν, ἐφ’ ὅσον τρία γένη ζώων ὑπάρχουν, «τό τε χερσαῖον, καί τό πτηνόν, καί τό ἔνυδρον».

Μετά τήν παρέμβαση αὐτή συνέχισε τόν λόγο του.

Πέμπτη, Μαΐου 21, 2015

Νεωκόρος κατά… Χρυσοστόμου




Πιὀ σωστός τίτλος θά ἦταν ἄν γράφαμε: "Τό θέαμα δυνατότερο ἀπό τό ἄκουσμα". Τί ἀκριβῶς συνέβη; Πάντως; Ὄχι ὅτι ὁ νεωκόρος στράφηκε ἐναντίον τοῦ ἁγίου Ἰωάννη. Κι ὅμως κάτι τέτοιο σχεδόν ἔγινε, χωρίς, βέβαια, νά ἔχει ὁ νεωκόρος τέτοια πρόθεση. 

Βρισκόμαστε στήν Ἀντιόχεια, ὅταν ὁ ἱερός Πατέρας σέ ἀπογευματινά κηρύγματα ἐξηγοῦσε τό βιβλίο τῆς Γενέσεως. Ὁ κόσμος ἦταν πάντα ἀπορροφημένος στά λόγια του. Κάποτε ὁ λόγος παρατεινόταν περισσότερο ἀπό τό συνηθισμένο. Κάτι τέτοιο συνέβη κι ἐκεῖνο τό ἀπόγευμα. Εἶχε ἀρχίσει νά σκοτεινιάζει. Τί πιό σωστό γιά τόν καλό νεωκόρο ἀπό τό νά ἀνάψει τούς λύχνους, γιά νά βλέπουν οἱ ἀκροατές τόν ἱεροκήρυκα καί συγχρόνως νά ἔχουν τή δυνατότητα οἱ στενογράφοι νά καταγράφουν τά λεγόμενά του.

Λοιπόν, "ἅμ’ ἔπος ἅμ’ ἔργον"·  ὁ νεωκόρος πῆρε τό μακρύ του κοντάρι, στερέωσε ἐπάνω του ἕνα ἀναμμένο κερί κι ἄρχισε νά ἀνάβει τόν ἕνα λύχνο ὕστερα ἀπό τόν ἄλλο. Ὅσο κι ἄν ἔκανε τή δουλειά του μέ προσοχή καί διακριτικότητα, δέν ἔπαυε νά ἀποτελεῖ ἕναν κινούμενο στόχο… θεάματος. Φαίνεται ὅτι τό ἀκροατήριο τοῦ Χρυσοστόμου, ἤ τουλάχιστον ἕνα μέρος ἀπ’ αὐτό, ἄρχισε νά παρακολουθεῖ τόν νεωκόρο, μέ ἀποτέλεσμα νά χαλαρώσει τήν προσοχή του στόν ὁμιλητή.

Ὁ Χρυσόστομος διαπίστωσε τόν περισπασμό τῶν ἀκροατῶν του ἐξαιτίας τοῦ νεωκόρου. Σταματάει λοιπόν ἀπότομα τήν ὁμιλία του καί μέ δυνατότερη φωνή λέει:

´Ξυπνῆστε, δεῖχτε ἐνδιαφέρον! Ἑρμηνεύω γιά χάρη σας τίς Γραφές καί σεῖς στρέψατε ἀλλοῦ τό βλέμμα καί παρακολουθεῖτε τόν νεωκόρο πού ἀνάβει τά λυχνάρια. Τόση πιά ἀδιαφορία; Παρατήσατε ἐμένα καί προσέχετε αὐτόν. Κι ἐγώ φωτιά ἀνάβω, αὐτήν πού ξεπετιέται ἀπ’ τίς Γραφές· πάνω στή γλώσσα μου καίει τό κερί τῆς διδασκαλίας. Αὐτό τό φῶς εἶναι πιό σημαντικό ἀπό κεῖνο δέν ἀνάβουμε ἐδῶ λαδωμένα φυτίλια, ὅπως ἐκεῖνος, ἀλλά φωτίζουμε ψυχές πού καρπίζουν μές στήν εὐσέβεια μέ τό πνεῦμα τῆς μαθητείας. 

Κάποτε κι ὁ Παῦλος μιλοῦσε σ’ ἕνα ὑπερῶο. Βέβαια, ἄς μή νομίσει κανείς πώς συγκρίνω τόν ἑαυτό μου μέ τόν Παῦλο· δέν παραφρόνησα· ἄν τό λέω αὐτό, τό κάνω γιά νά μάθετε πόσο ἐνδιαφέρον ἀξίζει νά δείχνετε στήν ἀκρόαση τοῦ κηρύγματος. Κάποτε, λοιπόν, μιλοῦσε ὁ Παῦλος στό ὑπερῶο καί σκοτεινίασε, ὅπως καλή ὥρα καί τώρα, καί τά λυχνάρια ἔκαιγαν· στό μεταξύ ὁ Εὔτυχος (Πραξ. 20,9) ἔπεσε ἀπό τό παράθυρο καί ἡ πτώση του καθόλου δέν διέλυσε τή συγκέντρωση· ὁ θάνατος τοῦ συντρόφου καθόλου δέν ξεσήκωσε αὐτούς πού παρακολουθοῦσαν· τόσο ἦταν προσηλωμένοι στήν ἀκρόαση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ὥστε οὔτε τό πῆραν εἴδηση πώς ἔπεσε ὁ ἄλλος. Ἀντίθετα σεῖς, ἐνῶ τίποτε ἀσυνήθιστο ἤ παράδοξο δέν εἴδατε, παρά μόνο ἕναν ἄνθρωπο νά ἐκτελεῖ τά πεζά του καθήκοντα, στραφήκατε νά τόν παρακολουθήσετε. 

Πῶς νά δείξει κανείς κατανόηση στό ὀλίσθημά σας; Ὅμως, φίλοι μου, μή θεωρήσετε ὑπερβολική καί σχολαστική τήν ἐπιτίμηση, δέν σᾶς μαλώνω μέ ἐχθρότητα, ἀλλά ἀπό διάθεση νά σᾶς βοηθήσω. "Ἀξιοπιστότερα γάρ τραύματα φίλων, ἤ ἑκούσια φιλήματα ἐχθρῶν". Στρέψτε, λοιπόν, σᾶς παρακαλῶ κατά ’δῶ τήν προσοχή σας καί ξεχάστε ἐκείνη τή φωτιά, προσέχοντας τό φῶς τῶν θείων Γραφῶν".

Εἶναι πάντως ἐντυπωσιακό τό γεγονός, πόσο πιό δυνατό εἶναι τό θέαμα ἀπό τό ἀκρόαμα, παρ’ ὅλο μάλιστα πού ἀπό τή μιὰ μεριά μιλάει ὁ Χρυσόστομος καί ἀπό τήν ἄλλη γίνεται μιὰ πράξη ρουτίνας. 

Ἐμεῖς πάντως εὐχαριστοῦμε τούς στενογράφους, πού δέν παρασύρθηκαν ἀπό τόν νεωκόρο, ἀλλά μέ εὐσυνειδησία κατέγραφαν τά λόγια τοῦ ἁγ. Ἰωάννη, καθώς καί τά ὅσα εἶπε στήν παρένθεση τοῦ λόγου. Τούς εὐχαριστοῦμε, γιατί μᾶς διαφύλαξαν ἕνα μικρό περιστατικό, πού μᾶς βοηθάει νά νιώσουμε μέ ἕναν ἄλλο τρόπο τήν τότε ἐποχή καί τούς ἀνθρώπους της.
το είδαμε εδώ

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 11, 2015

Ποιὸς ἀγαπάει ἀληθινὰ σήμερα;



Περιττό νά τονίσουμε ὅτι ἡ ἄρνηση τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ εἶναι δικαίωμα τοῦ καθενός. Ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε ἀπεριόριστη ἐλευθερία, ὥστε ἄν θέλουμε καί νά τόν ἀρνηθοῦμε.

Δέν θά ἐπιχειρήσω διόλου νά ἀποδείξω τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ. Πιστεύω ὅτι δέν ἀποδεικνύεται λογικά ἡ ὕπαρξή του, ἀλλά μόνο βιώνεται στά βάθη τῆς καρδιᾶς. Εἶναι ἐλεύθερος λοιπόν κάποιος νά πρεσβεύει ὅ,τι θέλει. Δέν χρειάζεται ὅμως καθόλου ἕνας ἄθεος νά εἰρωνεύεται ἕναν πιστό καί φυσικά τό ἀντίθετο.

Ἐπιτρέψτε νά πῶ πώς ὁ ἄθεος προσπαθεῖ ἐναγώνια νά πείσει τόν ἑαυτό του ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός, δέν ἀφήνει γι’ αὐτόν χῶρο στήν καρδιά του καί ζεῖ στήν ἀπόλαυση τῆς ὕλης. Ποὺ ἀδυνατεῖ νά χαροποιήσει τό πνεῦμα. Ὁ Νίτσε φτάνει εὔστοχα νά πεῖ: «Ἀπαίσιε ἄνθρωπε, δέν ἀνέχεσαι ἐκεῖνον πού εἶδε τά βάθη σου καί γι’ αὐτό τόν ἐκδικεῖσαι». Ἡ πολλή λογική ὁδηγεῖ στήν ἀθεΐα, ὄχι ὅτι ἡ πίστη εἶναι παράλογη, ἀλλά ὁ ψυχρός ὀρθολογισμός κοιτᾶ μόνο στή γῆ. Ὁ ὑλισμός ἐπίσης δέν ἀφήνει χῶρο γιά τό Θεό. Ὁ φυσιοκρατικός πανθεϊσμός, κατά τόν Σοπενχάουερ, ὁδηγεῖ σέ μιὰ εὐγενῆ ἀθεΐα.



Διάφορες νεότερες φιλοσοφικές θεωρίες ἔχουν ἀρκετά ἀθεϊστικά στοιχεῖα, ὅπως ὁ θετικισμός, ὁ διαλεκτικός ἤ ἱστορικός ὑλισμός, ὁ πανσεξουαλισμός, κάποιες ἀποχρώσεις καί αὐτοῦ τοῦ ὑπαρξισμοῦ καί ἀρκετές ἄλλες. Ἡ θρησκευτικότητα θεωρεῖται ἀποκύημα τῆς φαντασίας. Ὁ Νίτσε στόν “Ὑπεράνθρωπό” του διακηρύσσει ὅτι κανείς ἄλλος Θεός δέν ὑπάρχει πλήν τοῦ ἑαυτοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί στόν “Ζαρατούστρα” λέει ὅτι ὁ Θεός πέθανε. Κατά τόν Μάρξ ὁ Θεός δέν εἶναι μιὰ ὀντολογική πραγματικότητα ἀλλά ἡ ἀντικειμενικά προβαλλόμενη φύση. Ὁ Σάρτρ καί ὁ Καμὺ τελικά θεοποιοῦν τόν ἄνθρωπο.

Εἶναι νομίζουμε ἀρκετά ἐνδιαφέρουσα ἡ γνώμη τοῦ K. Joel. “Δεν ὑπῆρξαν γνήσιοι φιλόσοφοι τῆς ἀθεΐας, ὅπως δέν ὑπῆρξαν γνήσιοι ὑλιστές καί ἀρνητές τῆς ψυχῆς. Ὅσοι κατά καιρούς θεωρήθηκαν ὡς ἄθεοι δέν ὑπῆρξαν στήν πραγματικότητα τέτοιοι. Αὐτοί δέν ὑπῆρξαν ἀρνητές τοῦ θείου, ἀλλά ἀρνητές ἑνός ἰσχύοντος Θεοῦ ἤ ἑνός ὁρισμένου τρόπου γνώσεως τοῦ Θεοῦ. Οἱ λίγοι ὅμως φιλόσοφοι, οἱ ὁποῖοι πράγματι κατά τούς νεότερους χρόνους, χαρακτηρίστηκαν ὡς ἄθεοι, ὑπῆρξαν οὐσιαστικά ἀντιθεϊστές”. Ὁ Γιάσπερς, πού μελέτησε καλά τόν Νίτσε, λέει πώς ὁ ἀντιθεϊσμός του περιέχει θρησκευτική νοσταλγία Ὁ ἀντιθεϊσμός καί ὁ ὑλισμός φέρνουν τό μηδενισμό, πού δέν χαρίζει γαλήνη στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, μά μελαγχολία καί μοναξιά.

Στή Γραφή, ἡ ἀθεΐα χαρακτηρίζεται ἀφροσύνη. Ἡ θρησκευτική ὁρμή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τόσο πλούσια καί μεγάλη, ὥστε καί οἱ ἄθεοι δημιουργοῦν θρησκευτικά ὑποκατάστατα, ἀνεβάζοντας στόν ἄδειο θρόνο τοῦ Θεοῦ, κατά τόν καθηγητή Νικόλαο Λούβαρι, διάφορα εἴδωλα: Τό χρυσό μοσχάρι, τή φύση, τή μαγεία, τό κράτος, τήν ἐπιστήμη, τήν τεχνική, τή μοίρα, τόν ἐλεύθερο ἔρωτα. Σύγχρονοι νεοέλληνες καθηγητές, διανοούμενοι, δημοσιογράφοι προσκυνοῦν τήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ καί διακωμωδοῦν ὅσους προσκυνοῦν τόν ἀληθινό Θεό. Ὑπάρχει μιὰ ψυχολογική ἑρμηνεία στό γεγονός. Προσποιούμενοι κάποιοι τούς ἄθεους θέλουν νά δικαιολογήσουν τήν ἀδιάφανη διαγωγή τους καί τήν ἄτακτη ζωή τους. Ἔτσι τούς ἱκανοποιοῦν καί εὐχαριστοῦν καί διάφορα πραγματικά ἤ μή ἐκκλησιαστικά σκάνδαλα.

Ἡ ἀθεΐα ἔχει σχέση καί μέ τήν ἡμιμάθεια, τήν ὑπερηφάνεια καί τήν ὅπως εἴπαμε ἄστατη ζωή. Ἔτσι μποροῦμε ἄνετα νά ποῦμε πώς ἡ ἀθεΐα δέν ὀφείλεται σέ ἀντικειμενικά ἀλλά σέ ὑποκειμενικά αἴτια. Ἀπό καιρό ὁ προοδευτισμός ἔχει ταυτιστεῖ μέ ἕνα σφοδρό ἀντιθεϊσμό, ἀντιεκκλησιασμό, ἀντιμοναχισμό καί ἀντιχριστιανισμό. Ἐπικρατοῦν ἔτσι οἱ ψυχίατροι, οἱ ψυχολόγοι, οἱ ψυχαναλυτές, ἀκόμη καί οἱ μάγοι, οἱ μάντεις, οἱ πνευματιστές, οἱ ὡροσκόποι καί μελλοντολόγοι…

Θά κλείσω μέ τούς λόγους τοῦ ἔξοχου Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη: «Ἄγγλος ἤ Γερμανός ἤ Γάλλος δύναται νά εἶναι κοσμοπολίτης ἤ ἀναρχικός ἤ ἄθεος ἤ ὁτιδήποτε. Ἔκαμε τό πατριωτικόν χρέος του, ἔκτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπαγγέλλεται, χάριν πολυτελείας, τήν ἀπιστίαν καί τήν ἀπαισιοδοξίαν. Ἀλλά Γραικύλος τῆς σήμερον ὅστις θέλει νά κάμει δημοσίᾳ τόν ἄθεον ἤ τόν κοσμοπολίτην, ὁμοιάζει μέ νάνον ἀνορθούμενον ἐπ’ ἄκρων ὀνύχων καί τανυόμενον νά φθάσει εἰς ὕψος καί φανεῖ καί αὐτός γίγας. Τό ἑλληνικόν ἔθνος, τό δοῦλον, ἀλλ’ οὐδέν ἧττον καί τό ἐλεύθερον, ἔχει καί θά ἔχει διά παντός ἀνάγκην τῆς θρησκείας του».

Τρίτη, Φεβρουαρίου 11, 2014

Ποιὸς ἀγαπάει ἀληθινὰ σήμερα;


Συνέντευξη μὲ τὸν Καθηγητὴ κ. Ἠλία Βουλγαράκη

ΕΡΩΤΗΣΗ: Πολὺ συχνὰ χρησιμοποιοῦμε τὴ λέξη ἀγάπη στὴν καθημερινή μας ζωή. Τί ἀκριβῶς ἐννοοῦμε;


ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗΣ:
 Δὲν μπορεῖ κανεὶς ν' ἀπαντήσει εὔκολα στὸ ἐρώτημά σας, γιατί δὲν νομίζω ὅτι ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῶν ἀνθρώπων ὑπάρχει ἕνας ἑνιαῖος τρόπος ποὺ ἀντιλαμβάνονται τὴν ἀγάπη. Βλέπουμε συχνὰ νὰ χρησιμοποιεῖται ἡ λέξη μὲ τόσο διαφορετικὰ νοήματα. Ἀπὸ τὸ «κάνω ἀγάπη» ποὺ μπορεῖ νὰ δηλώνει ἀκόμη καὶ μία ἀνέραστη σωματικὴ ἐπαφή, ὥς τὴν ἀγάπη σὰν βαθειὰ κοινωνία ἑνὸς ζευγαριοῦ γερόντων, ἀπὸ τὴν ἀγάπη ποὺ ἔχει κίνητρο τὸ συμφέρον, ἔστω κι ἂν δὲν τὸ συνειδητοποιοῦμε, ὥς τὴν ἀγάπη ποὺ εἶναι ὁλοκληρωτικὴ ἀφοσίωση, ἀπὸ τὴν ἀγάπη στὸ Θεὸ γιὰ νὰ εἰσπράξουμε μία ἐλπίζομενη ἀνταπόδοση, ὥς τὴν ἀγάπη ποὺ εἶναι ἕνα καθολικὸ δόσιμο τοῦ ἑαυτοῦ μας σ' Αὐτόν, ὑπάρχει τεράστια διαφορά. Συνήθως οἱ ἄνθρωποι συλλογιοῦνται, ζοῦν καὶ μιλοῦν γιὰ τὴν ἀγάπη, βλέποντας μόνο μία της πλευρά, δηλαδὴ μὲ τρόπο ἀποσπασματικό. Ἄλλοτε τὴ βιώνουν ἀρρωστημένα, σὲ μορφὲς ποὺ ἀνήκουν στὴν παθολογία της. Κάποτε, καὶ δὲν εἶναι αὐτὸ καθόλου σπάνιο, τὴ ζοῦν μέσα στὴν πλήρη ἄρνησή της, ποὺ δὲν εἶναι τὸ μίσος ὅπως συνήθως πιστεύουμε, ἀλλὰ ὁ ἐγωισμός.

ΕΡΩΤ.: Σύμφωνα μὲ τὴ χριστιανικὴ θρησκεία, ποιὰ εἶναι ἡ σωστὴ ἔννοια τῆς ἀγάπης;


ΒΟΥΛ: Ἡ χριστιανικὴ θρησκεία δέχεται ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι καθολικὸ φαινόμενο, ποὺ δὲν ἀπαντιέται μόνο στοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ σ' αὐτὰ τὰ ζῶα. Δέχεται ἀκόμη ὅτι ὁλόκληρο τὸ σύμπαν εἶναι δημιουργημένο ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ ὅτι λειτουργεῖ, στὴν πιὸ βαθειά του δομή, σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους της. Ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ ἄξονας γύρω ἀπὸ τὸν ὁποῖο περιστρέφεται ὁλόκληρος ὁ κόσμος. Ἀκόμη καὶ τὸ κακό, ὅσο κι ἂν φανεῖ αὐτὸ ποὺ λέγω τολμηρό, ὑπακούει στὸ νόμο τῆς ἀγάπης. Κανεὶς δὲν κάνει τὸ κακὸ χωρὶς νὰ ἀποβλέπει στὸ προσωπικό του καλό, δηλαδὴ ἀπὸ μία κίνηση ἀγάπης γιὰ τὸν ἑαυτό του, ὅσο κι ἂν ἡ ἀγάπη αὐτὴ εἶναι διαστροφή. Ἡ χριστιανικὴ θρησκεία δέχεται, ὅτι τὸ ἀληθινὸ νόημα τῆς πραγματικῆς καὶ σωστῆς ἀγάπης βρίσκεται στὸ Θεό. Ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης τὸ λέγει αὐτό, ὅταν σὲ μία ἐπιστολὴ του γράφει: «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστὶ» (Α' Ἰωαν. Δ' 8). Ἡ ἴδια ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη αὐτὴ τοῦ Θεοῦ φανερώθηκε καὶ φανερώνεται μὲ πολλοὺς τρόπους. Ὁ πιὸ μεγαλειώδης εἶναι ἡ ἀπόφασή Του νὰ στείλει τὸν Υἱόν του στὴ γῆ, ποὺ γίνεται ἄνθρωπος ὅπως καὶ μεῖς, θυσιάζεται, μὲ μοναδικὸ σκοπὸ νὰ σώσει ὅλους τους ἀνθρώπους. Αὐτὴ ἡ ἀνεπανάληπτη χειρονομία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μᾶς διδάσκει, ὅτι ἡ ἀγάπη, στὸ πιὸ βαθύ της νόημα, εἶναι μία ἄρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας, μία πορεία πρὸς τὸν ἄλλο.

ΕΡΩΤ.: Θὰ λέγαμε, λοιπόν, πὼς ἡ δυσκολία στὴν ἐπικοινωνία μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ποὺ τὴν αἰσθανόμαστε τόσο ἔντονα, ἔχει σχέση μὲ τὴν ἔλλειψη χριστιανικῆς ἀγάπης;


BΟΥΛ.: Δὲν ἔχω καμμιὰ ἀμφιβολία πάνω σ' αὐτό. Ἡ ἔλλειψη ἀγάπης ἤ καλύτερα ἡ διαστροφή της, ποὺ εἶναι ὁ ἐγωισμός, εἶναι ἡ αἰτία τοῦ κάκου. Ὁ ἐγωισμὸς εἶναι μία μορφὴ ἀγάπης μὲ ἀνάδρομη κατεύθυνση. Ἀντὶ νὰ πορεύεται πρὸς τὸν ἄλλο, ἀναδιπλώνεται στὸν ἑαυτό της. Ἀντὶ νὰ ὁδηγεῖται σὲ μία ἕνωση μὲ τὸν ἄλλο, καταλήγει στὴ διάστροφη μορφή της, τὴν αὐτοένωση, δηλαδὴ τὴ μόνωση. Ἀντὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ προσφέρεται στὸν ἄλλο γιὰ νὰ χαρεῖ μαζί του τὴν ὀμορφιὰ τῆς ἐπικοινωνίας, ἐκμεταλλεύεται τὸν ἄλλο γιὰ νὰ φτάσει στὴν πλήρη διάσπαση καὶ στὴ μοναξιά. Πολὺ φοβοῦμαι, ὅτι αὐτὴ ἡ μοναξιὰ εἶναι ἡ ἀρρώστια τοῦ αἰώνα μας, τὸ μεγάλο τίμημα ποὺ πληρώνουμε γιατί ἀρνηθήκαμε τὴ χριστιανικὴ ἀγάπη. Κάτι ἐκκλησιαστικὰ κείμενα περιγράφουν τὴν κόλαση σὰν ἕνα τόπο ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ εἶναι μαζί, ἀλλὰ θὰ στέκονται πλάτη μὲ πλάτη, δηλαδὴ δὲν θὰ μποροῦν νὰ κυττάζονται στὸ πρόσωπο, δὲν θὰ μποροῦν νὰ ἐπικοινωνοῦν. Πολὺ φοβοῦμαι ὅτι ἡ μορφὴ αὐτῆς τῆς κολάσεως δὲν μᾶς εἶναι ἄγνωστη.

ΕΡΩΤ.: Ποιὰ εἶναι ἡ σχέση μεταξὺ ἀγάπης καὶ εὐτυχίας;

BOΥΛ.: Ἡ καθημερινή μας πείρα μᾶς μιλάει γι' αὐτό. Ὅσοι, γιὰ κάποιο λόγο νοιώθουν τὸ ὄμορφο αὐτὸ συναίσθημα, καὶ ἔρχονται ἀρκετὲς στιγμὲς ποὺ σχεδὸν ὅλοι τὸ νοιώθουμε εἴτε στὸν ἀληθινὸ ἔρωτα, εἴτε στὴ μητρότητα, εἴτε στὴν πραγματικὴ φιλία, ξέρουμε ὅτι μᾶς γεμίζει χαρά. Κι εἶναι φυσικὸ αὐτὸ γιατί ὁ ἄνθρωπος στὴν οὐσία του εἶναι πλασμένος νὰ ἐπικοινωνεῖ κι ἡ ἀληθινὴ ἐπικοινωνία γίνεται, ὅπως εἴδαμε, μόνο μὲ τὴν ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη σοῦ σπάει τὰ δεσμὰ τῆς μοναξιᾶς ὅπου σ' ἔκλεισε ὁ ἐγωισμός, σὲ κάνει νὰ λειτουργεῖς καὶ πάλι σωστά, σύμφωνα μὲ τὸν ἀληθινὸ προορισμό σου, σὲ φέρνει σὲ ταυτότητα μὲ τὸν ἀληθινό σου ἑαυτό. Κάθε ὅμως μηχάνημα ἤ κάθε ὄργανο ποὺ λειτουργεῖ σωστὰ καὶ σύμφωνα μὲ τὸν προορισμὸ του εἶναι γαλήνιο. Ἡ γαλήνη αὐτὴ στὸν ἄνθρωπο δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ εὐτυχία. Κι ἐδῶ πρέπει νὰ προσθέσουμε κάτι ἄλλο. Ὅσο ἡ ἀγάπη αὐτὴ ξεμακραίνει ἀπὸ τὸν ἐγωισμό, ὅσο, δηλαδή, γίνεται πιὸ σωστὴ καὶ πιὸ ἀληθινή, τόσο πιὸ ὁλοκληρωτικὰ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος τὴν εὐτυχία.

ΕΡΩΤ.; Μπορεῖτε νὰ μᾶς ἀναφέρετε ἕνα παράδειγμα χριστιανικῆς ἀγάπης;

BOYΛ.: Τὰ παραδείγματα εἶναι ἄφθονα, ἔτσι ποὺ νὰ μὴν ξέρει κανεὶς πιὸ νὰ πρωτοδιαλέξει. Προτιμῶ, χωρὶς νὰ φύγω ἀπὸ τὸ ἐρώτημά σας, νὰ σᾶς πῶ ὅτι καὶ σ' αὐτὴ τὴ χριστιανικὴ ἀγάπη ὑπάρχουν σκαλοπάτια, φέρνω ἕνα παράδειγμα ἀπὸ τὴ διδασκαλία ἑνὸς ἁγίου, ποὺ προχώρησε πολὺ στὴν ἀγάπη. Ξέρω ὅτι τὰ λεγόμενά του πολλοὺς θὰ ξαφνιάσουν, ἄλλους θὰ ἀναστατώσουν κι ἄλλους θὰ ἐξοργίσουν. Εἶναι ὅμως ταυτόχρονα σίγουρο, ὅτι πολλοὺς ἄλλους θὰ τοὺς ὑποψιάσουν, τὸ λιγότερο, γιὰ τὸ πόσο μακριὰ μπορεῖ νὰ φτάσει κανεὶς μὲ τὴν ἀγάπη. Λέγει. λοιπόν, ὁ ἅγιος Δωρόθεος γιὰ τὶς διαφορετικὲς περιπτώσεις συμπεριφορᾶς μὲ ἀγάπη ἀπέναντι σὲ μία προσβολή, ποὺ γίνεται σ' ἕναν ἄνθρωπο. Ὁ πρῶτος δὲν θέλει νὰ ἀντιμιλήσει, ἀλλὰ ἡ συνήθεια τὸν παρασύρει. Ἕνας ἄλλος μὲ περισσότερη ἀγάπη ἀγωνίζεται νὰ μὴν πεῖ τίποτε, ἀλλὰ στενοχωριέται γιὰ τὴν προσβολή. Ἄλλος πιὸ τέλειος δὲν στενοχωριέται γιὰ τὴν προσβολὴ ἀλλὰ γιατί δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ὑποφέρει. Ἄλλος πάλι δὲν προσέχει τὴν προσβολή, ἀλλὰ λυπᾶται γιὰ τὴν ταραχὴ τοῦ ἄλλου. Τέλος ἕνας ἀκόμη πιὸ προχωρημένος στὴν ἀγάπη ἀναζητεῖ νὰ βρεῖ μέσα του τὸ ποσοστὸ τῆς εὐθύνης του γιὰ τὴν ταραχὴ ποὺ δοκιμάζει αὐτὸς ποὺ τὸν πρόσβαλε.

ΕΡΩΤ.: Κι ὅμως πολλὲς φορὲς ἀκοῦμε νὰ λένε ὅτι ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη εἶναι μία ἀδυναμία.


BOYΛ: Τὸ ἔχω κι ἐγὼ ἀκουστά, ἀλλὰ δὲν συμφωνῶ. Εἶναι δυνατὸ νὰ χαρακτηρίζουμε ὡς ἀδυναμία τὴ σωστὴ λειτουργία ἑνὸς ὀργάνου; Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀδυναμία τὸ νὰ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος σύμφωνα μὲ τὸν προορισμό του. Ἀντίθετα, ἀδυναμία εἶναι ἡ δυσλειτουργία, μὲ ἄλλα λόγια τὸ ἄγχος, ποὺ φέρνει μὲ τὴ σειρὰ του τὰ δῶρα τοῦ σημερινοῦ μας ἀνέραστου πολιτισμοῦ, δηλαδὴ τὶς ψυχώσεις καὶ τὶς νευρώσεις. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ δὲν εἶναι τὸ θύμα. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη δὲν εἶναι μία συνεχὴς ὑποχώρηση. Ἡ ἀγάπη εἶναι μία βαθειὰ δύναμη, ποὺ πηγάζει ἀπὸ μία ἐσωτερικὴ ἰσορροπία. Ἡ δύναμη αὐτῆς τῆς ἀγάπης σοῦ διώχνει τὸ φόβο ἀπὸ τὴ ζωή σου. Ἔχεις δεῖ κανένα νὰ φοβᾶται αὐτὸν ποὺ ἀγαπᾶ; Ἡ ἀγάπη σου δίνει ἀκόμα μία εὐεργετικὴ ὑπεροχή. Αὐτὸ σὲ ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὴν εὐθιξία, ποὺ εἶναι τόσο συνηθισμένο φαινόμενο στοὺς ἀδύνατους.

ΕΡΩΤ.: Θὰ λέγαμε ὅτι τὸ συναίσθημα τῆς ἀγάπης ἐκφράζεται εὐκολώτερα καὶ πιὸ ὁλοκληρωμένα στὸν ἔρωτα;


ΒΟΥΛ.: Ὅσο κι ἂν μπορεῖ νὰ σᾶς ξαφνιάσει αὐτὸ ποὺ θὰ πῶ, εἶναι πάντως ἀλήθεια ὅτι στὰ συγγράμματα τῶν ἀρχαίων ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων χρησιμοποιεῖται πολὺ συχνὰ ἡ λέξη ἔρωτας ἀντὶ γιὰ τὴ λέξη ἀγάπη. Ἕνας μεγάλος ἀσκητής, ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας, ἔφτασε νὰ πεῖ (καὶ δὲν εἶναι μόνο αὐτὸς ποὺ τὸ εἶπε), ὅτι ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη στὸ Θεὸ πρέπει νὰ μοιάζει μὲ τὴν μανιασμένη ἀγάπη τοῦ ἐραστῆ γιὰ τὴν ἐρωμένη του. Ταυτόχρονα, ὅμως οἱ ἴδιοι συγγραφεῖς διακρίνουν τὸν ἔρωτα ἀπὸ τὴν ἀγάπη. Ὁ ἔρωτας ἀναφέρεται καὶ ἀφορᾶ δύο πρόσωπα, ἐνῶ ἡ ἀγάπη εἶναι κάτι πολὺ πιὸ γενικό. Ἄν, συνήθως, χρησιμοποιοῦμε τὸν ἔρωτα γιὰ νὰ πάρουμε μία εἰκόνα τῆς ἀγάπης, εἶναι ἐξίσου ἀλήθεια, ὅτι ὁ ἔρωτας εἶναι στὴν οὐσία του κάτι τὸ πιὸ μερικὸ ἀπὸ τὴν ἀγάπη, ὄχι μόνο σὲ ἔκταση, ἀλλὰ καὶ σὲ ποιότητα. Πολλὲς φορὲς στὸν ἔρωτα ἀγαπᾶμε ἀποσπασματικά. Ὁ ἔρωτας δὲν μπορεῖ νὰ καλύψει ὅλες τὶς περιπτώσεις ἀγάπης, ὅπως τὸν γεμάτο ἀμοιβαία ἀφοσίωση δεσμὸ ἑνὸς γεροντικοῦ ζευγαριοῦ, τὴν ἁπαλὴ ἐμπιστοσύνη τοῦ μικροῦ παιδιοῦ στοὺς γονεῖς του, τὴν ὄμορφη σχέση ποὺ δημιουργεῖ ἡ φιλία. Μεγάλο πράγμα ὁ ἔρωτας στὴ στεγνὴ ἀπὸ συναισθήματα ἐποχή μας, δὲν νομίζω, ὅμως, ὅτι μπορεῖ νὰ φτάσει τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὸ πλάτος τῆς ἀγάπης.

ΕΡΩΤ.: Εἶναι δυνατὸ νὰ λέμε ὅτι ἀγαπᾶμε ἕνα μόνο πρόσωπο καὶ ν' ἀδιαφοροῦμε γιὰ τοὺς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους;

BOYΛ.: Τί θὰ λέγατε γιὰ ἕνα γιὸ ποὺ ἀγαπᾶ τὴ μητέρα του ὥστε νὰ μὴν ἔχει μάτια νὰ δεῖ μία κοπέλλα; Δὲν ἔχει ἡ στάση του αὐτὴ κάτι τὸ ἄρρωστο; Τί θὰ λέγατε πάλι γιὰ ἕνα ἀντρόγυνο, ποὺ τόσο πολὺ ἀγαπιέται, ὥστε νὰ ἀρνιέται νὰ γεννήσει παιδιά, μήπως τοὺς πάρουν μέρος ἀπὸ τὴν μεταξύ τους ἀγάπη; Ὅταν ἡ ἀγάπη κλείνεται καὶ δὲν προσφέρεται πιὸ πέρα, χάνει τὴν ὀξυγόνωσή της καὶ μαραζώνει. Εἶναι, κατὰ βάθος, ἕνας ὁμαδικὸς ἐγωισμός, ποὺ δὲν μένει στὸ τέλος δίχως συνέπειες γι' αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν ἀγάπη. Ἀκόμα κι αὐτὴ ἡ ἀγάπη στὸ Θεό, ὅταν ἀποκλείει τοὺς ἄλλους, εἶναι ἀπόλυτα ἀπαράδεκτη. Μά, θὰ μοῦ πεῖτε, μπορῶ νὰ ἀγαπῶ ὅλους τους ἀνθρώπους; Κι ἐγώ, μὲ τὴ σειρά μου, θὰ ἔλεγα ὅτι, ὅταν ἕνας μπορέσει νὰ ἀγαπήσει σωστὰ κι ἀληθινὰ ἕναν ἄλλο, ἀνακαλύπτει μέσα του ὅτι, αὐτόματα, ἀγαπάει ὅλον τὸν κόσμο. Τὴν ἀλήθεια αὐτὴ διαπιστώνουμε ἀκόμα καὶ στὸν ἔρωτα. Ὅταν ἡ ψυχὴ τραγουδάει, τὰ μάτια βλέπουν ὅλο τὸν κόσμο διαφορετικά. Μὲ τὸ νὰ λέμε, ὅμως ὅτι ἀγαπᾶμε ὅλους τους ἀνθρώπους, δὲν σημαίνει πὼς πρέπει νὰ φορτωθοῦμε ἐπάνω μας τὴν εὐθύνη γιὰ ὅλους. Ἀρκεῖ ἀκόμα ἕνα κάποιο χαμόγελο, ἕνας ζεστὸς λόγος, ἕνας πρόσχαρος χαιρετισμός, δύο κουβέντες παρηγοριᾶς, μία διάθεση νὰ δώσουμε λίγη προσοχὴ στὸν ἄλλο, μία προθυμία νὰ τὸν ἀκούσουμε, μία στάση φιλικὴ σὲ στιγμὲς ἐντάσεως καὶ ἐκνευρισμοῦ, λίγη περισσότερη ὑπομονὴ ἡ κατανόηση καὶ τόσα ἄλλα.

ΕΡΩΤ.: Ποῦ ὀφείλεται τὸ ὅτι πολλοὶ ἀπὸ μᾶς δὲν μποροῦν νὰ νοιώσουν αὐτὸ τὸ συναίσθημα; 


BOYΛ.: Ἀπὸ ὅσα εἴπαμε πιὸ πάνω, θὰ μποροῦσε νὰ δοθεῖ σὰν ἀπάντηση ὅτι δὲν νοιώθουμε τὴν ἀγάπη, γιατί δουλεύουμε στὸν ἐγωισμό. Ἀλλὰ ἡ ἀπάντηση αὐτὴ εἶναι μία ἁπλὴ μετάθεση τοῦ ἐρωτήματος. Γιατί τότε εἴμαστε ἐγωιστές; Φοβοῦμαι ὅτι, γιὰ τὴν ἔκταση ποὺ ἔχει πάρει ὁ ἐγωισμὸς σήμερα, φταίει κατὰ ἕνα μεγάλο μέρος, ἡ ἐποχή μας. Ἐνῶ σήμερα ἔχουμε δώσει τόση ἀξία στὸν ἄνθρωπο, στὶς προσωπικές μας σχέσεις, ἔχει μειωθεῖ ἡ πίστη μας σ' αὐτόν. Οἱ ἄνθρωποι μᾶς ἀπογοητεύουν. Δὲν τοὺς ἐμπιστευόμαστε. Ἔτσι, κλεινόμαστε ὁλοένα καὶ περισσότερο στὸν ἑαυτό μας. Ἐμπιστευόμαστε ὁλοένα καὶ περισσότερο στὶς δυνάμεις μας. Εἶναι βαρὺς ὁ κλῆρος τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου νὰ ἐξαρτᾶ τὰ πάντα ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Γιατί, ὅμως, χάσαμε τὴν πίστη μας στὸν ἄνθρωπο; Προσωπικὰ δὲν ἔχω ἀμφιβολία, ὅτι αὐτὸ ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι χάσαμε τὴν πίστη μας στὸ Θεό. Σκεφθεῖτε γιὰ λίγο αὐτὸ ποὺ σᾶς λέω. Ἡ ἀπιστία ἤ ἡ ἀμφιβολία βαραίνει πάνω στὴν ὕπαρξή μας. Μᾶς ἀποδυναμώνει τὴν ἐλπίδα. Μᾶς ἀφαιρεῖ τὴ δυνατότητα νὰ χαλαρώσουμε. Εἴμαστε σφιγμένοι. Ἀφοῦ δὲν ἔχουμε κάποιον νὰ ἐνδιαφέρεται γιά μᾶς, αὐτόματα τὸ συναίσθημα τῆς αὐτοσυντηρήσεως μεγαλώνει. Προσπαθοῦμε, στὴν ἀπελπισία μας, νὰ κρατηθοῦμε ἀπ' ὅ,τι βροῦμε.

ΕΡΩΤ.: Πῶς μποροῦμε νὰ αἰσθανθοῦμε ἀγάπη γιὰ τὸν ἄλλο; Εἶναι κάτι ποὺ ὑπάρχει ἔμφυτο σὲ ὁρισμένους ἤ μπορεῖ νὰ καλλιεργηθεῖ;


BOYΛ.: Ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι προνόμιο ὁρισμένων. Εἶναι κάτι ἔμφυτο στὸν ἄνθρωπο. Ἁπλὴ ἀπόδειξη εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὅλοι μας, ἀνεξαιρέτως, ἀπὸ τὴ μία μεριὰ πικραινόμαστε βαθιά, ὅταν δὲν μᾶς ἀγαποῦν καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἐπιθυμοῦμε ζωηρὰ νὰ μᾶς προσφέρουν ἀγάπη. Ἡ δυσκολία εἶναι νὰ τὴν δείξουμε κι ἐμεῖς. Ἔχω ἀκούσει ἀρκετοὺς νὰ λένε ὅτι «θὰ παντρευτῶ ἀπὸ ἀγάπη κι ὅσο αὐτὴ ὑπάρχει, θὰ κρατήσω τὸ δεσμό μου». Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ παίρνουν, δυστυχῶς τὴν ἀγάπη σὰν κάτι δεδομένο, ποὺ ὑπάρχει ἤ δὲν ὑπάρχει, κι ὄχι σὰν κάτι ποὺ σὲ καλεῖ νὰ τὸ φροντίσεις, νὰ τὸ καλλιεργήσεις καὶ νὰ τὸ ἀναπτύξεις. Ἄν, ὅμως, ἡ ἀγάπη ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὴν εὐτυχία μας, καὶ εἴδαμε ὅτι ἔτσι εἶναι, τότε ἀξίζει τὸν κόπο νὰ παλαίψουμε γι' αὐτήν. Πρέπει, ὅμως στὴν προσπάθειά μας, νὰ ξεκινήσουμε σωστά. Ὅπως σὲ κάθε ἀγώνα, ἔτσι καὶ σ' αὐτὸν χρειάζεται μία τεχνική. Πρέπει πρῶτα ἀπ' ὅλα, νὰ πιστέψουμε ὅτι ἡ ἀγάπη μᾶς συμφέρει. Ἀμφιβάλλουμε γι’αὐτό; Ἂς κάνουμε μία δοκιμή. Ἂς χαλαρώσουμε γιὰ λίγο κι ἂς δείξουμε ἀγάπη. Τὶς περισσότερες φορὲς θὰ τὴν εἰσπράξουμε. Θὰ βροῦμε ἀνταπόκριση. Παρατηροῦμε ἔτσι, ὅτι ὁ κόσμος δὲν εἶναι τόσο κακός, ὅσο φανταζόμαστε. Διαπιστώνουμε ὅτι ἔχει ἀκόμα εὐαισθησία. Ἂν συνεχίσουμε τὸ πείραμα θὰ δοῦμε σιγὰ-σιγὰ ὅτι οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀλλάζουν γύρω μας. Στὴν πραγματικότητα, ἔχουμε ἀλλάξει ἐμεῖς. Θέλουμε νὰ προχωρήσουμε πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτή; Πρέπει τότε νὰ στρέψουμε τὴν φροντίδα μας μέσα στὸν ἑαυτό μας, γιὰ νὰ καλυτερέψουμε τὴν ποιότητα τῆς ἀγάπης μας. Κι αὐτὸ θὰ γίνεται ὅσο πιὸ πολὺ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὸν ἐγωισμό. Ἀπὸ δῶ καὶ πέρα χρειάζεται ἡ ἄσκηση. Κι ἄσκηση δύσκολη, ἀλλὰ καὶ εὐχάριστη. Τὸ πόσο θὰ τραβήξει ἡ ἄσκηση αὐτὴ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ στόχο ποὺ βάζουμε καὶ ἀπὸ τὴν πίστη μας στὴν ἀξία τῆς ἀγάπης. Καὶ στὴν ἄσκησή μας γιὰ τὴν ἀγάπη ἔχουμε Κάποιον, ποὺ εἶναι πρόθυμος νὰ μᾶς βοηθήσει. Εἶναι Αὐτός, ποὺ τὴν ἔζησε στὴν τέλειά της μορφὴ καὶ μᾶς τὴ δίδαξε μὲ τόσους τρόπους, ἕνας ἀπὸ τοὺς ὁποίους εἶναι τὸ ἀνέβασμά Του πάνω στὸ σταυρό.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 10, 2014

Ἡ παιδική ἡλικία τοῦ Γρηγόριου Νύσσης




Τήν ἀταξία αὐτή τοῦ ἁγ. Γρηγορίου μᾶς τή διηγεῖται ὁ ἴδιος. Καί τή διηγεῖται σέ ὁμιλία του μέ ἀφορμή τή μνήμη τῶν Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ὄχι μόνο ἐπειδή ἡ παιδική του ἀταξία συνδέεται μέ τήν ἐπέτειο αὐτή, ἀλλά καί μέ τόν σκοπό νά τιμήσει τούς Μάρτυρες καί νά οἰκοδομήσει τό πολυάριθμο ἀκροατήριό του.

Ἡ ἀταξία του συνδέεται ἄμεσα μέ τή μητέρα του Ἐμμέλια. Τό μικρό ἱστορικό ἔχει ὡς ἑξῆς: ἡ μητέρα τοῦ Γρηγορίου προερχόταν ἀπό οἰκογένεια πού συνδύαζε τήν εὐσέβεια, τήν κοινωνική προβολή καί τή μεγάλη κτηματική περιουσία, ἕνα μέρος τῆς ὁποίας βρισκόταν στήν Ἀρμενία. Ἡ ζωή της ἦταν ἀφιερωμένη στήν ἐπιτέλεση ἀγαθοεργῶν σκοπῶν, τούς ὁποίους πολλαπλασίασε μετά τόν θάνατο τοῦ συζύγου της.

Ἕνας ἀπό τούς ἀγαθοεργούς σκοπούς της ἦταν καί ἡ φροντίδα της γιά τήν τιμή τῆς μνήμης τῶν Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, πού θανατώθηκαν τό 320 στή Σεβάστεια τῆς Ἀρμενίας. Συγκεκριμένα ἡ Ἐμμέλια φρόντισε νά συγκεντρώσει τά ὀστᾶ τῶν μαρτύρων σέ εἰδική θήκη (λάρνακα), νά τήν τοποθετήσει σέ ἕναν ναΐσκο (σηκό), καί νά ἐγκαινιάσει «τήν ἐπί τοῖς λειψάνοις πανήγυριν τήν πρώτην».

Ὁ χρόνος πού ἔγινε τό πανηγύρι πρέπει, σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, νά τοποθετηθεῖ λίγα ἔτη μετά τό 345, δηλαδή 25-30 περίπου χρόνια μετά τήν ἐκδημία τῶν Τεσσαράκοντα Μαρτύρων. Τό συμπέρασμα αὐτό συνάγεται ἀπό δύο ἐνδεχομένης ἀξίας στοιχεῖα. Τό πρῶτο συνδέεται μέ τό γεγονός ὅτι δέν ἀναφέρεται σύμπραξη τοῦ συζύγου τῆς Ἐμμελίας στό ἱερό αὐτό ἔργο. Θυμίζουμε ὅτι ὁ σύζυγος πρέπει νά πέθανε λίγο μετά τό 345. Τό δεύτερο στοιχεῖο στηρίζεται στήν ὁμολογία τοῦ ἰδίου τοῦ ἁγ. Γρηγορίου ὅτι, τότε πού συνέβη ἡ πρώτη «πανήγυρης», ὅπου καί διέπραξε τή σχετική ἀταξία, ἦταν «ἔτι νέος». Ἐπειδή στόν θάνατο τοῦ πατέρα του ὁ ἅγ. Γρηγόριος ἦταν λίγο μεγαλύτερος ἀπό 10 ἐτῶν, μποροῦμε νά ὑποθέσουμε ὅτι ἡ ἡλικία τοῦ Γρηγορίου στά ἐγκαίνια τῆς τιμῆς τῶν λειψάνων τῶν Τεσσαράκοντα Μαρτύρων θά ἦταν γύρω στά 15 χρόνια.

Καιρός νά δοῦμε τώρα τό σχετικό περιστατικό, σύμφωνα μέ τή μαρτυρία τοῦ ἁγ. Γρηγορίου. Ἀπό τά λεγόμενά του συνάγεται ὅτι ἡ μητέρα του εἶχε τήν εὐθύνη γιά τή διοργάνωση τῆς γιορτῆς. Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή συνέστησε στόν νεαρό Γρηγόριο νά ἔρθει μαζί της, γιά νά παρακολουθήσει ὅσα θά διαδραματιστοῦν. Φαίνεται ὅτι ὁ Γρηγόριος στεκόταν κάπως μακρυά ἀπό τέτοιες ἐκδηλώσεις, ἀκόμη κι ἄν ἐπρόκειτο νά μετάσχει ἀνεπίσημα, μαζί μέ τόν κοινό λαό. Ἄπειρος ἀπό τέτοια πράγματα, τοῦ κακοφάνηκε ἡ πρόταση τῆς μητέρας του, πολύ δέ περισσότερο ἐπειδή ἔπρεπε νά γίνουν ὅλα γρήγορα. Γκρίνιαξε μάλιστα στή μητέρα του, πού ὄχι μόνο δέν ἀνέβαλε τό πανηγύρι γι’ ἀργότερα ἀλλά, παρά τίς τόσες φροντίδες γιά τήν ὀργάνωση, τό μετέφερε πιό νωρίς.

Τελικά ὅμως, καί παρά τή γκρίνια του, πῆρε τόν δρόμο γιά τόν τόπο πού θά γινόταν ἡ τελετή. Ὅταν ἔφτασε στόν προορισμό του, εἶχε ἤδη ἀρχίσει ἡ ὁλονυκτία, πού γινόταν στόν κῆπο, δηλαδή ἐκεῖ πού βρίσκονταν τά λείψανα τῶν μαρτύρων. Ὁ νεαρός Γρηγόριος, ἀντί νά παρακολουθήσει τήν ἱερή ἀκολουθία, μπῆκε στό παρακείμενο σπίτι, διάλεξε ἕνα δωμάτιο καί ἔπεσε νά κοιμηθεῖ. Γρήγορα τόν πῆρε ὁ ὕπνος. Τότε εἶδε τό ἑξῆς ὄνειρο: Ἤθελε δῆθεν νά μπεῖ στόν κῆπο, ὅπου τελεῖτο ἡ ὁλονυκτία. Προχώρησε πρός τήν εἴσοδο τοῦ κήπου, ἀλλά ἡ εἴσοδος εἶχε καταλειφθεῖ ἀπό ἕνα πλῆθος στρατιωτῶν. Στήν προσπάθειά του νά περάσει μέσα οἱ στρατιῶτες σηκώθηκαν, πρόβαλαν ἀπειλητικά τά ραβδιά τους καί τοῦ ἐμπόδισαν τήν εἴσοδο. Κινδύνεψε μάλιστα νά χτυπηθεῖ, ἄν δέν μεσολαβοῦσε κάποιος ἀπό τούς στρατιῶτες, πού φαινόταν πιό φιλάνθρωπος.

Τή στιγμή ἐκείνη ξύπνησε. Ξαφνιασμένος ἀπό τό ὄνειρο ἀναλογίστηκε αὐθόρμητα τή συμπεριφορά πού ἔδειξε στή μητέρα του. Ταυτόχρονα πῆρε τό μήνυμα πού τοῦ ἔδωσαν οἱ στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι δέν ἦσαν ἄλλοι παρά οἱ Τεσσαράκοντα Μάρτυρες, καί φοβήθηκε. Τότε ξέσπασε σέ λυγμούς γιά τήν προηγούμενη συμπεριφορά του. Ἀμέσως κατέβηκε κάτω στόν κῆπο καί ἔχυσε πικρά δάκρυα πάνω στή θήκη τῶν λειψάνων, ἐνῶ συγχρόνως παρακαλοῦσε τόν Θεό νά τόν συγχωρήσει καί ζητοῦσε ἀπό τούς ἁγίους στρατιῶτες νά τοῦ δώσουν «ἀμνηστία».


Δευτέρα, Δεκεμβρίου 23, 2013

Χριστουγεννιάτικο ἀντιπαραµύθι



Μία φορὰ καὶ κάθε καιρὸ εἶναι ὁ Θεός. Ἀπὸ κάποτε εἶναι καὶ οἱ ἄνθρωποι. Οἱ ἀναφορὲς ὅµως ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴ γῆ γιὰ τὴν κατάσταση τῶν ἀνθρώπων ὅλο καὶ χειροτερεύουν. Τὸ ἀνθρώπινο γένος πάει ἀπὸ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο, παρ’ ὅλες τὶς προσπάθειες τοῦ Θεοῦ µὲ τοὺς διάφορους ἀντιπροσώπους ποὺ ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρὸ στέλνει γιὰ νὰ τοὺς συνεφέρει.

Μπροστὰ στὴν ἔκρυθµη αὐτὴ κατάσταση ἡ Ἁγία Τριάδα συνεδριάζει. Ἀποφασίζει ν’ ἀκούσει καὶ τὶς ἀπόψεις τῶν ἀνθρώπων πάνω στὸ θέµα καὶ νὰ συζητήσει προτάσεις τους γιὰ τὴν ἀντιµετώπιση τοῦ ἀδιεξόδου.

Σὲ λίγες µέρες φθάνει ὡς ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητας µία διακεκριµένη προσωπικότητα, ἕνας σοφὸς Σύµβουλος τοῦ Αὐτοκράτορα ποὺ διατηροῦσε µεγάλο κύρος ἀνάµεσα στοὺς ἀνθρώπους. Κολακευµένος ἀπὸ τὴν προτίµηση δὲν ἄργησε νὰ πάρει θάρρος καὶ νὰ διατυπώσει τὶς ἀπόψεις του γιὰ τὴ λύση τοῦ προβλήµατος.

- Προτείνω νὰ ληφθοῦν δραστικὰ µέτρα.

- Σὰν ποιά;

- Νὰ σταλοῦν ἄγγελοι µὲ πύρινες ροµφαῖες γιὰ νὰ συνετίσουν τοὺς ἀνθρώπους.

- Μὰ τότε ποῦ πάει ἡ ἐλευθερία τους;

- Μπροστὰ στὸ καλὸ ποὺ θὰ γίνει, δὲ βλάφτει νὰ τὴ στερηθοῦν προσωρινά.

- Μὰ καλὸ δίχως ἐλευθερία µπορεῖ νὰ εἶναι καλό;

Ὁ σεβαστὸς Σύµβουλος πέφτει σὲ κάποια ἀµηχανία. Κι ἀναδιπλώνεται, θέλει νὰ φανεῖ ἀρεστὸς καὶ προτείνει αὐτὸ ποὺ ὑποπτεύεται ὅτι θ’ ἀρέσει στὸ Θεό.

- Νὰ σταλοῦν ἐκπρόσωποί σας γιὰ νὰ τοὺς συµβουλέψουν.

- Μὰ τὸ µέτρο αὐτὸ δοκιµάστηκε ἐπανειληµµένα καὶ ἀπέτυχε.

Ὁ σεβαστὸς Σύµβουλος µπερδεύεται πάλι. Ὡστόσο µία νέα ἰδέα φωτίζει τὸ µυαλό του.

- Νὰ χορηγήσετε γενικὴ ἀµνηστεία. Νὰ βγεῖτε στὸν ἐξώστη τοῦ Οὐρανοῦ καὶ ν’ ἀνακοινώσετε στοὺς ἀνθρώπους ὅτι τοὺς συγχωρεῖτε γιὰ τὴν προσβολὴ ποὺ σᾶς ἔκαναν καὶ διαγράφετε τὶς ἁµαρτίες τους!

- Δὲν µπορῶ νὰ τὸ κάνω γιατί δὲν αἰσθάνοµαι θιγµένος ἀπὸ τὰ ἔργα τους. Ἀλλὰ κι ἂν ἔδινα γενικὴ ἀµνηστεία, ὅπως προτείνεις, θὰ τοὺς ὠφελοῦσε; Πιστεύω πὼς ὄχι. Τὸ πρόβληµα δὲν εἶναι ν’ ἀποκαταστήσω τὴ σχέση µου µὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ποτέ, ἄλλωστε, αὐτὴ δὲ χάλασε. Ἀλλὰ ν’ ἀποκαταστήσουν οἱ ἴδιοι τὴ σχέση τους µὲ τὸν ἑαυτό τους. Στὴν περίπτωση, ὅµως, αὐτὴ δὲν ἔχουν τόσο ἀξία τὰ γενικὰ µέτρα ποὺ ἔρχονται ἀπ’ ἔξω, ὅσο ἡ ἀλλαγὴ τῶν ἀνθρώπων ποὺ γίνεται µέσα τους, ἡ σωστὴ ἐπανατοποθέτηση τοῦ καθενὸς ἀπέναντι στὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτό.

Ὁ Σύµβουλος τὰ ‘χασε πλέον ὁριστικά. Καὶ τότε σκέφτηκε νὰ ἐφαρµόσει τὴν παλιά, δοκιµασµένη τακτική του, ποὺ χρησιµοποιοῦσε σὲ δύσκολες στιγµές.

- Ἐσεῖς τί λέτε; Ρώτησε µὲ προσποιητὴ ἀφέλεια.

- Λέω νὰ στείλω τὸ Γυιό µου στὴ γῆ.

- Ἀπαράδεκτο! τοῦ ξέφυγε ἡ λέξη αὐθόρµητα. Ταυτόχρονα ὅµως ἔνιωσε ὅτι φέρθηκε µὲ ἀπρέπεια. Σπεύδει νὰ διορθώσει τὸ πράγµα.

- Ἴσως, ἦταν κάπως βιαστικὴ ἡ κρίση µου. Μᾶλλον δὲν ἔχω ἀντίρρηση. Ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ παρουσιαστεῖ µὲ τὴν ἀνάλογη ἐµφάνιση ποὺ ἐπιβάλλει ἡ θέση του.

- Δηλαδή, ποιά;

- Ε, νά! Νὰ περιβληθεῖ, ἂς ποῦµε, µ’ ἕνα ἀστρικὸ σῶµα καὶ νὰ συνοδεύεται ἀπὸ µιὰ στρατιὰ ἀγγέλων.

- Δὲ θὰ ἐκβιάσει, ὅµως, ἔτσι τὶς ἀνθρώπινες συνειδήσεις;

Πάλι τὰ ἴδια, σκέφθηκε ὁ Σύµβουλος µὲ κάποιο ἐκνευρισµό. Ἔτσι ξαναγύρισε στὴ γνωστή του τακτική.

- Ἐσεῖς πῶς βλέπετε αὐτὴ τὴν ἀποστολή;

- Σκέφτοµαι νὰ γίνει ἄνθρωπος!

Ἀστροπελέκι!

- Τί εἴπατε; Ἄνθρωπος; Μὰ αὐτὸ εἶναι ἐντελῶς ἀσυµβίβαστο µὲ τὴν ἀξία του. Δὲν κρατήθηκε. Εἶναι ἀναξιοπρεπές. Καὶ πάλι δὲν κρατήθηκε. Πῶς τὸ σκεφτήκατε αὐτό;

- Λέγοντας νὰ γίνει ἄνθρωπος, δὲν ἐννοῶ νὰ ἐµφανιστεῖ ὡς ἄνθρωπος, ἀλλὰ νὰ ὑπάρξει ἄνθρωπος, νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ µία θνητὴ γυναίκα.

Μήπως µὲ περιπαίζει; σκέφτηκε φανερὰ ἐνοχληµένος ὁ καλός µας Σύµβουλος. Μήπως τὸ κάνει γιὰ νὰ ἐλέγξει τὴ νοηµοσύνη µου;

- Δὲν µπορῶ νὰ παρακολουθήσω τὴ σκέψη σας, εἶπε µὲ θιγµένη ἀξιοπρέπεια. Ἐννοεῖτε νὰ περάσει ἀπὸ τὴ διαδικασία τῆς ἐνδοµήτριας ζωῆς, τῆς γέννας, ἀπὸ τὴν ἀσήµαντη βρεφικὴ ἡλικία ἀπό… Σταµάτησε ἀπὸ φρίκη. Τὸν συνέφερε κάπως ἡ σκέψη πὼς ὁ Θεὸς πιθανὸν νὰ τὸν κοροϊδεύει. Τὸν κοιτάζει ἐξεταστικὰ µὲ µιὰ µατιὰ γεµάτη σηµασία. Θὰ θέλε τουλάχιστον νὰ µὴν πέσει ἡ ὑπόληψή του.

Ὁ Θεὸς ἔνιωσε τὴν κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Ἦταν κι αὐτὸς ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι. Ἀποκλεισµένος στὸ δικό του κόσµο. Ἕνας ὑπηρέτης ποὺ φρόντιζε µόνο «τὰ τοῦ Καίσαρος». Ὡστόσο συνέχισε νὰ τοῦ ξεδιπλώνει τὴ σκέψη του.

- Νοµίζω ὅτι σωστὰ µὲ καταλάβατε. Λέω γεννηθεῖ ἀπὸ µία θνητὴ γυναίκα καὶ µάλιστα νὰ µὴ γεννηθεῖ στὴν Πρωτεύουσα, οὔτε στὰ Ἀνάκτορα, ἀλλὰ σὲ µία ἀσήµαντη πόλη, στὴ Βηθλεέµ, ἂς ποῦµε, µέσα σ’ ἕνα σταῦλο!

Τὸ πράγµα εἶχε παραγίνει γιὰ τὸ Σύµβουλο. Ἔνιωσε ὅτι τὸν περιπαίζουν. Ἂν προσπαθοῦσε τουλάχιστο νὰ περισώσει τὸ κύρος του!... Πῆρε τὸ πιὸ σοβαρό του ὕφος καὶ εἶπε:

- Ἐπιθυµῶ ἐξ ὀνόµατός µου, ἐξ ὀνόµατος ὅλων τῶν ἀνθρώπων νὰ δηλώσω ὅτι διαφωνῶ µὲ τὴν πρότασή σας. Παρακαλῶ νὰ γραφτεῖ στὰ πρακτικά.

Μὲ τὴ δήλωση αὐτὴ ἡ σύσκεψη ἔληξε. Ὁ Θεὸς σηκώθηκε, τὸν ξεπροβόδισε µέχρι τὴν πόρτα καὶ τὸν χαιρέτησε, εὐχαριστώντας τον γιὰ τὴ συνεργασία του. Ὁ Σύµβουλος ἔφυγε πολὺ συγχυσµένος κι ἀναστατωµένος. Σὲ ὅλη τὴ διαδροµὴ τοῦ γυρισµοῦ µιὰ ἀπορία τριβέλιζε τὸ µυαλό του. Πῶς µπόρεσε ὁ Θεὸς νὰ σκεφτεῖ ὅλ’ αὐτά, ἔστω καὶ γι’ ἀστεῖο; 

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 02, 2013

Νεωκόρος κατά… Χρυσοστόμου



Πιὀ σωστός τίτλος θά ἦταν ἄν γράφαμε: "Τό θέαμα δυνατότερο ἀπό τό ἄκουσμα". Τί ἀκριβῶς συνέβη; Πάντως; Ὄχι ὅτι ὁ νεωκόρος στράφηκε ἐναντίον τοῦ ἁγίου Ἰωάννη. Κι ὅμως κάτι τέτοιο σχεδόν ἔγινε, χωρίς, βέβαια, νά ἔχει ὁ νεωκόρος τέτοια πρόθεση. 

Βρισκόμαστε στήν Ἀντιόχεια, ὅταν ὁ ἱερός Πατέρας σέ ἀπογευματινά κηρύγματα ἐξηγοῦσε τό βιβλίο τῆς Γενέσεως. Ὁ κόσμος ἦταν πάντα ἀπορροφημένος στά λόγια του. Κάποτε ὁ λόγος παρατεινόταν περισσότερο ἀπό τό συνηθισμένο. Κάτι τέτοιο συνέβη κι ἐκεῖνο τό ἀπόγευμα. Εἶχε ἀρχίσει νά σκοτεινιάζει. Τί πιό σωστό γιά τόν καλό νεωκόρο ἀπό τό νά ἀνάψει τούς λύχνους, γιά νά βλέπουν οἱ ἀκροατές τόν ἱεροκήρυκα καί συγχρόνως νά ἔχουν τή δυνατότητα οἱ στενογράφοι νά καταγράφουν τά λεγόμενά του.

Λοιπόν, "ἅμ’ ἔπος ἅμ’ ἔργον"• ὁ νεωκόρος πῆρε τό μακρύ του κοντάρι, στερέωσε ἐπάνω του ἕνα ἀναμμένο κερί κι ἄρχισε νά ἀνάβει τόν ἕνα λύχνο ὕστερα ἀπό τόν ἄλλο. Ὅσο κι ἄν ἔκανε τή δουλειά του μέ προσοχή καί διακριτικότητα, δέν ἔπαυε νά ἀποτελεῖ ἕναν κινούμενο στόχο… θεάματος. Φαίνεται ὅτι τό ἀκροατήριο τοῦ Χρυσοστόμου, ἤ τουλάχιστον ἕνα μέρος ἀπ’ αὐτό, ἄρχισε νά παρακολουθεῖ τόν νεωκόρο, μέ ἀποτέλεσμα νά χαλαρώσει τήν προσοχή του στόν ὁμιλητή.

Ὁ Χρυσόστομος διαπίστωσε τόν περισπασμό τῶν ἀκροατῶν του ἐξαιτίας τοῦ νεωκόρου. Σταματάει λοιπόν ἀπότομα τήν ὁμιλία του καί μέ δυνατότερη φωνή λέει:

´Ξυπνῆστε, δεῖχτε ἐνδιαφέρον! Ἑρμηνεύω γιά χάρη σας τίς Γραφές καί σεῖς στρέψατε ἀλλοῦ τό βλέμμα καί παρακολουθεῖτε τόν νεωκόρο πού ἀνάβει τά λυχνάρια. Τόση πιά ἀδιαφορία; Παρατήσατε ἐμένα καί προσέχετε αὐτόν. Κι ἐγώ φωτιά ἀνάβω, αὐτήν πού ξεπετιέται ἀπ’ τίς Γραφές• πάνω στή γλώσσα μου καίει τό κερί τῆς διδασκαλίας. Αὐτό τό φῶς εἶναι πιό σημαντικό ἀπό κεῖνο• δέν ἀνάβουμε ἐδῶ λαδωμένα φυτίλια, ὅπως ἐκεῖνος, ἀλλά φωτίζουμε ψυχές πού καρπίζουν μές στήν εὐσέβεια μέ τό πνεῦμα τῆς μαθητείας. 

Κάποτε κι ὁ Παῦλος μιλοῦσε σ’ ἕνα ὑπερῶο. Βέβαια, ἄς μή νομίσει κανείς πώς συγκρίνω τόν ἑαυτό μου μέ τόν Παῦλο• δέν παραφρόνησα• ἄν τό λέω αὐτό, τό κάνω γιά νά μάθετε πόσο ἐνδιαφέρον ἀξίζει νά δείχνετε στήν ἀκρόαση τοῦ κηρύγματος. Κάποτε, λοιπόν, μιλοῦσε ὁ Παῦλος στό ὑπερῶο καί σκοτεινίασε, ὅπως καλή ὥρα καί τώρα, καί τά λυχνάρια ἔκαιγαν• στό μεταξύ ὁ Εὔτυχος (Πραξ. 20,9) ἔπεσε ἀπό τό παράθυρο καί ἡ πτώση του καθόλου δέν διέλυσε τή συγκέντρωση• ὁ θάνατος τοῦ συντρόφου καθόλου δέν ξεσήκωσε αὐτούς πού παρακολουθοῦσαν• τόσο ἦταν προσηλωμένοι στήν ἀκρόαση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ὥστε οὔτε τό πῆραν εἴδηση πώς ἔπεσε ὁ ἄλλος. Ἀντίθετα σεῖς, ἐνῶ τίποτε ἀσυνήθιστο ἤ παράδοξο δέν εἴδατε, παρά μόνο ἕναν ἄνθρωπο νά ἐκτελεῖ τά πεζά του καθήκοντα, στραφήκατε νά τόν παρακολουθήσετε. 

Πῶς νά δείξει κανείς κατανόηση στό ὀλίσθημά σας; Ὅμως, φίλοι μου, μή θεωρήσετε ὑπερβολική καί σχολαστική τήν ἐπιτίμηση, δέν σᾶς μαλώνω μέ ἐχθρότητα, ἀλλά ἀπό διάθεση νά σᾶς βοηθήσω. "Ἀξιοπιστότερα γάρ τραύματα φίλων, ἤ ἑκούσια φιλήματα ἐχθρῶν". Στρέψτε, λοιπόν, σᾶς παρακαλῶ κατά ’δῶ τήν προσοχή σας καί ξεχάστε ἐκείνη τή φωτιά, προσέχοντας τό φῶς τῶν θείων Γραφῶν".

Εἶναι πάντως ἐντυπωσιακό τό γεγονός, πόσο πιό δυνατό εἶναι τό θέαμα ἀπό τό ἀκρόαμα, παρ’ ὅλο μάλιστα πού ἀπό τή μιὰ μεριά μιλάει ὁ Χρυσόστομος καί ἀπό τήν ἄλλη γίνεται μιὰ πράξη ρουτίνας. 

Ἐμεῖς πάντως εὐχαριστοῦμε τούς στενογράφους, πού δέν παρασύρθηκαν ἀπό τόν νεωκόρο, ἀλλά μέ εὐσυνειδησία κατέγραφαν τά λόγια τοῦ ἁγ. Ἰωάννη, καθώς καί τά ὅσα εἶπε στήν παρένθεση τοῦ λόγου. Τούς εὐχαριστοῦμε, γιατί μᾶς διαφύλαξαν ἕνα μικρό περιστατικό, πού μᾶς βοηθάει νά νιώσουμε μέ ἕναν ἄλλο τρόπο τήν τότε ἐποχή καί τούς ἀνθρώπους της.
πηγή

Κυριακή, Αυγούστου 25, 2013

Εξομολόγηση εξ αποστάσεως

Σε κάποια πρόσφατη “θεοφιλή αδολεσχία” μιας συμπαθη­τικής συναναστροφής ειπώθηκαν ως συνήθως πολλά και διάφορα, ώσπου τελικά η συζήτηση στάθηκε γύρω από το μυστήριο της εξομολογήσεως. Και τούτο οφείλετο σε κάποιον της συντροφιάς που απροσδόκητα διατύπωσε την άποψη ότι στη σημερινή μας εποχή δε θα ήταν άσκοπο να επιτραπεί σε ιδιαίτερες περιπτώσεις η τέλεση του μυστηρίου της εξομολογήσεως μέσω… τηλεφώνου! Πριν του δώσουμε το χαρακτη­ρισμό του νεωτεριστή θα πρέπει να αναφέρουμε ότι είναι κυβερνήτης πλοίου ανοιχτής θάλασσας και αρκετές φορές νιώθει την ανάγκη να επικοινωνήσει με τον πνευματικό του μέσω του ασύρματου τηλεφώνου και να του αποθέσει τις αμαρτίες του. Ο ίδιος, εκτός από την περίπτωσή του, αναφέρθηκε και σε συ­μπατριώτες μας που είναι, σκορπισμένοι στα πέρατα της γης, όπου πολλοί από αυτούς δεν έχουν την ευχέρεια να συναντή­σουν ορθόδοξο ιερέα.
petraheili (2)
Η απρόσμενη πρόταση του καπετάνιου άναψε τη συζήτηση για πολλή ώρα. Κι όπως είναι ευνόητο υπήρξαν δύο στρατό­πεδα. Πολλά και σημαντικά τα όσα διατυπώθηκαν και από τις δύο πλευρές. Εκείνα που είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, επει­δή πλησίαζαν και στην πρόταση του καπετάνιου, ήταν τα όσα ειπώθηκαν για εξομολόγηση με αλληλογραφία.
Πρέπει να πάμε αρκετά πίσω, γύρω στα μέσα του 6ου αιώνα, τότε που έζησε ο μέγας γέροντας όσιος Βαρσανούφιος σε κελί της Λαύρας του ηγούμενου Σερίδου, κοντά στη Γάζα της Παλαιστίνης. Ο όσιος δεν ήταν ιερέας, αλλά είχε την ευλογία να συγχωρεί αμαρτίες, κάτι που δε σπάνιζε την εποχή εκείνη. Επειδή ο Βαρσανούφιος ήταν έγκλειστος, δεν επικοινωνούσε με τον έξω κόσμο, παρά μόνο μέσω του ηγουμένου Σερίδου. Έτσι, όσοι ήθελαν να επικοινωνήσουν με το γέροντα του έγραφαν και αυτός απαντούσε με τον ίδιο τρόπο.
Σχετικά με το χάρισμα των αγίων να απαλλάσσουν τους ανθρώπους από τις αμαρτίες τους γράφει ο ίδιος ο όσιος Βαρσανούφιος:
    Ο «Απόστολος» λέει ότι «πολλά ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη» (Ιακ.5, 16). Δηλαδή, όταν ο άγιος και δίκαιος εύχεται και συγχρόνως και ο αμαρτωλός συνεργάζεται με τη μετάνοια του όσο μπορεί, πολλά μπορούν να γίνουν με τη δύναμη της θέλησης των αγίων, καθώς ο αμαρτωλός από μόνος του αδυνατεί να ξεπληρώσει τις οφειλές του. Ο αμαρτωλός συμβάλλει με λίγα, η δε παράκληση των αγίων με πολλά. Για παράδειγμα, αν κάποιος έχει ανάγκη να σηκώσει δέκα μόδιους σταριού, ενώ δεν μπορεί ούτε δύο  ας βρει άνθρωπο που σέβεται το Θεό για να σηκώσει τους εννέα και ν’ αφήσει σ’ αυτόν τον έναν, έτσι ώστε να σωθεί και να μην τον σκοτώσουν στο δρόμο οι ληστές. Το ίδιο γίνεται με τη μετάνοια.
Είναι γνωστό ένα περιστατικό με τον όσιο Βαρσανούφιο όταν κάποιος αδελφός αρρώστησε από φυματίωση και κινδύ­νευε να πεθάνει. Παρακάλεσε τότε το μέγα γέροντα, έτσι τον ονόμαζαν, να προσευχηθεί γι’ αυτόν και να παρακαλέσει για άφεση των αμαρτιών του. Η απάντηση του οσίου Βαρσανουφίου ήταν η εξής:
     Να μη φοβηθείς, αδελφέ, αλλά μάλλον να χαρεί η ψυχή σου και να ευφρανθεί εν Κυρίω. Πίστεψέ με στ’ αλήθεια ότι τώρα ο Θεός συγχώρησε όλες σου τις αμαρτίες, όσες έκανες από παιδί μέχρι τώρα, σύμφωνα με την παράκλησή σου. Ευλογημένος ο Θεός που θέλησε να σου τις συγχωρήσει όλες».
Και άλλες παρόμοιες απαντήσεις βρίσκονται στις επιστολές του οσίου .
Μετά το μέγα γέροντα η επόμενη μαρτυρία προήρχετο από τον επίσκοπο Αλεξανδρείας Ιωάννη Ε΄ τον Ελεήμονα (609-620). Το σχετικό περιστατικό αφορά μια γυναίκα που είχε πέσει σε βαρύ αμάρτημα. Όταν αυτή πληροφορήθηκε ότι ο επίσκοπος επέστρεψε από ταξίδι του στη Ρόδο και ότι ήταν βαριά άρρωστος, αποφάσισε να τον συναντήσει. Παρουσιάσθηκε εμπρός του, έπεσε στα πόδια του και με κλάματα ζητούσε να τη συγχωρήσει. Ο  Ιωάννης της είπε να εξομολο­γηθεί το αμάρτημά της.  Η γυναίκα απάντησε ότι δεν μπορεί να το εξαγορεύσει με λόγια. Τότε ο επίσκοπος της πρότεινε να το αναφέρει γραπτά. Όμως και στην πρόταση αυτή του είτε: «ου δύναμαι τούτο ποιήσαι». Ο λόγος ήταν ότι αυτός στον οποίο θα παρέδιδε το γράμμα για να το πάει στον Επίσκοπο ενδεχομένως να το άνοιγε. Ο Ιωάννης, μετά από κάποια σιωπή, τη συμβούλεψε να το στείλει ως γράμμα, αλλά σφρα­γισμένο με βούλα. Τότε η γυναίκα συμφώνησε, με την προϋ­πόθεση ότι το «γραμμάτιόν» της δε θα γινόταν ποτέ γνωστό σε τρίτον. Αφού ο επίσκοπος δέχτηκε τη συμφωνία αυτή, την έστειλε να συντάξει το γράμμα της.
Είχαν περάσει πέντε μέρες από τότε που έλαβε το γράμμα με τη σφραγίδα από τη γυναίκα ο Ιωάννης, όταν εκδήμησε προς τον Κύριο. Το γεγονός τάραξε τη γυναίκα και τη γέμισε φόβο για την τύχη του γράμματός της. Με τη σκέψη και μόνο ότι θα μαθευτεί το αμάρτημά της, «έκφρων μεν και παραπλήξ, μικρού δείν δέει τοιώδε περισχεθείσα εγεγόνει». Έψαξε παντού να βρει την επιστολή της χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Στην απελπισία της σκέφτηκε, ότι ο επίσκοπος και μετά το θάνατό του θα μπορούσε να υποδείξει που βρίσκεται το γράμμα της. Από τη στιγμή αυτή με φωνές και δάκρυα στάθηκε απέναντι στον τάφο του τρεις μέρες και τρεις νύχτες και παρακαλούσε τον επίσκοπο Ιωάννη να την πληροφορήσει για την τύχη του γράμματός της.
Την τρίτη τέλος νύχτα παρουσιάζεται ως ο­πτασία που βγαίνει από τον τάφο ο  Ιωάννης, προχωρεί προς τη γυναίκα και της δίνει το «γραμμάτιον βεβουλλωμένον» λέγο­ντάς της: «Επιγινώσκεις, ω γύναι, τούτο; Λάβε και λύσον και βλέπε Θεού έργα παράδοξα». Μετά από τα λόγια αυτά η οπτα­σία χάθηκε και έμεινε μόνο το γράμμα στα χέρια της γυναίκας. Διαπίστωσε ότι η σφραγίδα δεν είχε παραβιαστεί. Αμέσως άνοιξε το γράμμα. Το χαρτί ήταν το ίδιο, αλλά τα γράμματά της και η υπογραφή της είχαν σβηστεί και πάνω σ’ αυτά υπήρχαν άλλα γράμματα και άλλη, άγνωστη υπογραφή, που έλεγαν: «Διά Ιωάννην τον δούλον μου, εξήλειπταί σου το μέγα αμάρτημα » .
Σε μεταγενέστερη εποχή, τον 10ο αιώνα, υπήρχαν παρόμοια περιστατικά με τον όσιο Λουκά το νέο Στυλίτη, που ασκήτευε στον περίφημο Όλυμπο της Βιθυνίας. Η εξομολόγηση γινόταν με σημείωμα που το έγραφε ο ενδιαφερόμενος στη βάση του στύλου. Στη συνέχεια το σημείωμα το έβαζαν σε καλάθι, το οποίο ο όσιος το ανέβαζε επάνω στην κορυφή του στύλου. Αφού ο όσιος διάβαζε την εξομολόγηση, κατέγραφε σε χαρτί την απάντησή του, καθώς  και το αν είχε συγχωρήσει τις αμαρτίες.
Τη συνήθεια εξομολογήσεων με επιστολές τη συναντάμε και στις αρχές του 14ου αιώνα με το Θεόληπτο Φιλαδελφείας, ο οποίος υπήρξε πολέμιος της ενωτικής  Συνόδου της Λυών (1274). Εξαιτίας αυτού του γεγονότος είχε φυλακιστεί από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ τον Παλαιολόγο (1259-1282). Ο Θεόληπτος υπήρξε και πνευματικός διδάσκαλος του Γρηγο­ρίου ΙΙαλαμά. Από τη δεύτερη δεκαετία του 14ου  αιώνα υ­πήρξε επί πλέον πνευματικός καθοδηγητής των γυναικών μο­ναχών της Μονής Φιλανθρώπου Σωτήρος στην Κωνσταντινού­πολη. Τη μονή είχε αναστηλώσει η ηγουμένη Ειρήνη-Ευλογία, που ήταν κόρη του Νικηφόρου Χούμνου, ευνοούμενου του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β΄ του Παλαιολόγου .
Ο Θεόληπτος, ως πνευματικός των μοναχών, τους είχε επι­τρέψει να του υποβάλλουν γραπτώς τις εξομολογήσεις τους. Αυτό προκύπτει από μια επιστολή του Θεολήπτου προς την ηγουμένη, με την οποία της συνιστά να είναι συνοπτική στην περιγραφή των αμαρτιών της, δίνοντάς της μάλιστα και ένα είδος υποδείγματος.
Αλλά και το 1822 αναφέρεται εξομολόγηση με επιστολή. Πρόκειται για τα αδέλφια νεομάρτυρες Σταμάτιο και Ιωάννη, που ήσαν ηλικίας 18 και 22 ετών και κατάγονταν από τις Σπέτσες. Το καΐκι τους, με το οποίο μετέφεραν εμπορεύματα, εξώκειλε λόγω θαλασσοταραχής στα Αλάτσατα της Μικράς Ασίας, που βρίσκονται απέναντι από τη Χίο. Οι Τούρκοι, ύστερα από προδοσία, τους συνέλαβαν και τους οδήγησαν στον πασά στη Χίο. Εκείνος απαίτησε να αρνηθούν την πίστη τους και να ασπαστούν το Ισλάμ. Πάνω από εβδομάδα έγκλειστοι στη φυλακή, δέχονταν παντοειδείς πιέσεις για να αλλαξοπιστήσουν. Οι νέοι απέρριψαν τις προτάσεις με σθένος.
 Η πίστη τους ήταν αταλάντευτη. Διαισθάνθηκαν ότι την επόμενη μέρα θα τους αποκεφάλιζαν. Η έννοια τους ήταν να εξο­μολογηθούν και να μεταλάβουν το σώμα και το αίμα του Κυ­ρίου. Η λύση βρέθηκε. Μια χριστιανή γυναίκα, που λεγόταν Φράγκα, σύχναζε στη φυλακή για να επισκέπτεται τον άντρα της, που ήταν φυλακισμένος. Οι νέοι εξαγόρευσαν σ’ ένα χαρτί τα αμαρτήματά τους, το ενεχείρισαν στη Φράγκα και την παρακάλεσαν να το παραδώσει στον επίσκοπο. Ο δεσπότης δέ­χτηκε την εξομολόγησή τους και τους ειδοποίησε ότι το χάραμα θα τους έστελνε να μεταλάβουν τα Άχραντα Μυστήρια.
Κατά τη διάρκεια της νύχτας οι κρατούμενοι μοίρασαν τα ρούχα τους στους άλλους φυλακισμένους και ό,τι χρήματα είχαν. Κράτησαν μόνο λίγα για να τα στείλουν στο δεσπότη μετά τον αποκεφαλισμό τους.
Όλη τη νύχτα έψαλλαν την παράκληση στην Παναγία και όποιες άλλες προσευχές ήξεραν. Το χάραμα ήρθε η γυναίκα, η Φράγκα, και όπως είχε τάξει ο δεσπότης έφερε μαζί της τα Τίμια Δώρα.
Οι νέοι, ανανεωμένοι από το τίμιο αίμα του Κυρίου, με χαρά έχυσαν το αίμα τους μπροστά στο δήμιο για να εξαγο­ράσουν την είσοδό τους στον ουρανό.
(Ηλίας Α. Βουλγαράκης, «Καθημερινές ιστορίες Αγίων και αμαρτωλών στο Βυζάντιο», εκδ. Μαΐστρος, σ. 73-79)

Τρίτη, Ιανουαρίου 29, 2013

Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες γιὰ τὸν πλοῦτο καὶ τὴν φτώχεια Βουλγαράκης Ἠλίας






Ἡ ἔντονη κριτική τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν καί ἰδιαίτερα τοῦ Χρυσοστόμου κατά τῶν ἄσπλαχνων πλουσίων δέν ἦταν περιστασιακή, ἀλλά μόνιμη καί συστηματική, γιατί τό ἴδιο ἐνδημική καί τραγική ἦταν ἡ κατάσταση τῶν φτωχῶν. Οἱ πλούσιοι ὅμως δυσανασχετοῦσαν. Ὁ Χρυσόστομος ἄλλοτε ἀμύνεται ἐπιτιθέμενος καί ἄλλοτε ἐξηγεῖ τίς θέσεις του. Ἕνα χωρίο ἀπό τήν πρώτη περίπτωση: "Μοῦ λένε· Πάλι μέ τούς πλουσίους; Ἀπαντῶ· πάλι καί σεῖς μέ τούς φτωχούς; Ἐσεῖς δέν χορταίνετε νά κατατρῶτε καί νά καταδαγκώνετε τούς φτωχούς. Ἔτσι κι ἐγώ δέ χορταίνω στήν προσπάθειά μου γιά νά σᾶς διορθώνω. Μοῦ ξαναλένε· συνέχεια ἐσύ θά κολλᾶς στούς πλουσίους; (Ἐδῶ τό ρῆμα "κεκόλλησαι", πού χρησιμοποιεῖται, πρέπει νά ἔχει μᾶλλον αὐτήν τήν ἔννοια καί ὄχι τήν ἔννοια τοῦ προσκολλῶμαι, ὅπως θά δοῦμε καί ἀπό τή χρησιμοποίησή του στή συνέχεια τοῦ λόγου). Μά κι ἐσύ συνέχεια κολλᾶς στό φτωχό" (PG 55,504).

Κι ἕνα χωρίο πού ἐξηγεῖ τίς θέσεις του: "Πάντοτε λέω, ὅτι δέν καταφέρομαι ἐναντίον τοῦ πλουσίου, ἀλλά κατά τοῦ ἅρπαγα. Ἄλλο πλούσιος καί ἄλλο ἅρπαγας. Ἄλλο εὔπορος κι ἄλλο πλεονέκτης. Ξεχώριζε τά πράγματα καί μή συγχέεις τά ἀσύγχυτα. Εἶσαι πλούσιος; Δέν σέ ἐμποδίζω. Εἶσαι ἅρπαγας; Σέ κατηγορῶ... Θέλεις νά μέ λιθοβολήσεις; Εἶμαι ἕτοιμος νά χύσω τό αἷμα μου, γιατί προσπάθειά μου εἶναι νά σέ ἐμποδίσω νά ἁμαρτάνεις... Καί οἱ πλούσιοι εἶναι παιδιά μου καί οἱ φτωχοί εἶναι παιδιά μου" (PG 52,399).

Ἡ θέωσις τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, κατά ταῦτα, εἶναι τό τελικόν θέμα τῆς τριαδικῆς ὀντολογίας ἐπί τῇ βάσει τῆς μίξεως διά περιχωρήσεως τῆς θεότητος μετά τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Ἡ μίξις αὕτη διά τοῦτο δέν εἶναι ἀνάμιξις, σύγχυσις, συνταύτισις φύσεως ἤ μεταλλαγή αὐτῆς ὀντολογική, οὔτε εἶναι τι τρίτον δημιουργούμενον, εἷς θεΐσκος τρόπον τινα. Αἱ φύσεις δέν ἀλλάσσουν μιγνύμεναι ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως, οὔτε ὑπάρχει ἀπορρόφησις τῆς μιᾶς ἀπό τῆς ἄλλης, οὔτε ἀπόλυτος ταύτισις μεταξύ αὐτῶν, ἀλλά συνάφεια. Ἡ θεία Φύσις θεοῖ τήν ἀνθρωπίνην, ἀλλ' ὁ Γρηγόριος δέν λέγει καί τό ἀντίθετον. "Προελθὼν δὲ Θεὸς μετὰ τῆς προσλήψεως, ἕν ἐκ δύο τῶν ἐναντίων, σαρκὸς καὶ πνεύματος· ὧν τὸ μὲν ἐθέωσε, τὸ δὲ ἐθεώθη". Διότι ἡ μίξις τῆς ὑπεροχῆς ἐπιβάλλει τοῦτο, ἀφοῦ ἡ πρώτη κίνησις, ἡ προτεραιότης, τό αἴτιον καί τό "μέσον" ἀνήκει εἰς τήν θείαν Φύσιν. Ὁ Θεός Λόγος ἔλαβε σάρκα, τό ἀντίθετον δέν λέγεται, καίτοι ὡς ἀποτέλεσμα ὑποτίθεται ἤ μᾶλλον παραμένει ἀνοικτόν διότι προϋποτίθεται ἡ ἀνθρωπίνη ἀπόφασις καί ἐνέργεια. Ἡ θέωσις σημαίνει τήν δυνατότητα διά τόν ἄνθρωπον νά ἀναχθῇ πρός τό πραγματικῶς ἀνθρώπινον, δηλαδή εἰς τό ὑπάρχειν κατ' εἰκόνα καί ὁμοίωσιν, ὡς ἐδημιουργήθη ὁ ἄνθρωπος ἀπ' ἀρχῆς ὑπό τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ.

Τήν δυνατότητα ταύτην δίδει εἰς τήν ἀνθρωπίνην ὕπαρξιν ἡ πίστις, ἐξηρτημένη ἐπίσης ἀπό τῆς ἀποφάσεως τοῦ ἀνθρώπου καί μέσω τῶν μυστηρίων, τά ὁποῖα εἶναι τά ἀντίτυπα τοῦ ἀρχετύπου ἐν τῇ ἱστορίᾳ. Ταῦτα ἀντιπροσωπεύουν πλήρως τήν ὀντολογικήν παρουσίαν τοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ δυνατότης, δηλαδή, ἑδράζεται κατά ρεαλιστικόν τρόπον ἐπί ἀκλονήτου ἀντικειμενικῆς πραγματικότητος - ἡ Ἐκκλησία! - ἡ ὁποία διαπερνᾶ κάθε ἱστορικήν πραγματικότητα καί δέν ἐξαρτᾶται ἐξ αὐτῆς ὡς πρός τήν ἐνέργειαν καί ἀποτελεσματικότητά της. Οἱασδήποτε ἐνέργεια τοῦ ἀνθρώπου τήν προϋποθέτει.

Τό ὑπερβατικόν, τό Ἀπόλυτον Ὄν γίνεται οὕτω δυνατότης συνυπάρξεως μεθ' ἡμῶν μέσω τῆς ἐλευθέρας ἀποφάσεώς μας. Ἡ ἀπόφασις αὐτή, ἡ ὑπαρκτική ἐκλογή τοῦ ἀνθρώπου νά ἀποδεχθῇ τήν ἱστορικήν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ ἐντός τῆς ἱστορίας καί ἡ σύμφωνος πρός τήν παρουσίαν αὐτήν συμμετοχή μας εἰς πᾶν ἔργον τό ὁποῖον ὑποβοηθεῖ εἰς τήν ἀναδημιουργίαν τοῦ πραγματικῶς ἀνθρωπίνου εἶναι ἡ μόνη δυνατότης συνδέσεως Οὐσίας καί Ὑπάρξεως.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 27, 2012

Βουλγαράκης Ηλίας: "Οι τρεις ιεράρχες για τον πλούτο και την φτώχεια"


 Ἡ ἔντονη κριτική τῶν Τριῶν 
Ἱεραρχῶν καί ἰδιαίτερα
 τοῦ Χρυσοστόμου κατά τῶν
 ἄσπλαχνων πλουσίων 
δέν ἦταν περιστασιακή, 
ἀλλά μόνιμη καί συστηματική, 
γιατί τό ἴδιο ἐνδημική καί τραγική
 ἦταν ἡ κατάσταση τῶν 
φτωχῶν. Οἱ πλούσιοι
 ὅμως δυσανασχετοῦσαν.
 Ὁ Χρυσόστομος ἄλλοτε ἀμύνεται ἐπιτιθέμενος 
καί ἄλλοτε ἐξηγεῖ τίς θέσεις του.
Ἕνα χωρίο ἀπό τήν πρώτη περίπτωση: "Μοῦ λένε·
 Πάλι μέ τούς πλουσίους; Ἀπαντῶ· πάλι καί σεῖς 
μέ τούς φτωχούς; Ἐσεῖς δέν χορταίνετε νά κατατρῶτε
 καί νά καταδαγκώνετε τούς φτωχούς. Ἔτσι κι ἐγώ δέ 
χορταίνω στήν προσπάθειά μου γιά νά σᾶς διορθώνω.
 Μοῦ ξαναλένε· συνέχεια ἐσύ θά κολλᾶς στούς πλουσίους;
 (Ἐδῶ τό ρῆμα "κεκόλλησαι", πού χρησιμοποιεῖται,
 πρέπει νά ἔχει μᾶλλον αὐτήν τήν ἔννοια καί ὄχι τήν 
ἔννοια τοῦ προσκολλῶμαι, ὅπως θά δοῦμε καί ἀπό τή
 χρησιμοποίησή του στή συνέχεια τοῦ λόγου). Μά 
κι ἐσύ συνέχεια κολλᾶς στό φτωχό" (PG 55,504). 
Κι ἕνα χωρίο πού ἐξηγεῖ τίς θέσεις του: "Πάντοτε 
λέω, ὅτι δέν καταφέρομαι ἐναντίον τοῦ πλουσίου, 
ἀλλά κατά τοῦ ἅρπαγα. Ἄλλο πλούσιος καί ἄλλο 
ἅρπαγας. Ἄλλο εὔπορος κι ἄλλο πλεονέκτης. 
Ξεχώριζε τά πράγματα καί μή συγχέεις τά ἀσύγχυτα.
 Εἶσαι πλούσιος; Δέν σέ ἐμποδίζω. Εἶσαι ἅρπαγας; 
Σέ κατηγορῶ... Θέλεις νά μέ λιθοβολήσεις;
 Εἶμαι ἕτοιμος νά χύσω τό αἷμα μου, γιατί προσπάθειά 
μου εἶναι νά σέ ἐμποδίσω νά ἁμαρτάνεις...
 Καί οἱ πλούσιοι εἶναι παιδιά μου καί οἱ φτωχοί
 εἶναι παιδιά μου" (PG 52,399).

Ἡ θέωσις τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, κατά ταῦτα,
 εἶναι τό τελικόν θέμα τῆς τριαδικῆς ὀντολογίας
 ἐπί τῇ βάσει τῆς μίξεως διά περιχωρήσεως τῆς
 θεότητος μετά τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Ἡ μίξις
 αὕτη διά τοῦτο δέν εἶναι ἀνάμιξις, σύγχυσις, 
συνταύτισις φύσεως ἤ μεταλλαγή αὐτῆς ὀντολογική, 
οὔτε εἶναι τι τρίτον δημιουργούμενον, εἷς θεΐσκος
 τρόπον τινα. Αἱ φύσεις δέν ἀλλάσσουν
 μιγνύμεναι ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως, οὔτε ὑπάρχει
 ἀπορρόφησις τῆς μιᾶς ἀπό τῆς ἄλλης, οὔτε ἀπόλυτος
 ταύτισις μεταξύ αὐτῶν, ἀλλά συνάφεια. Ἡ θεία
 Φύσις θεοῖ τήν ἀνθρωπίνην, ἀλλ' ὁ Γρηγόριος
 δέν λέγει καί τό ἀντίθετον. "Προελθὼν δὲ Θεὸς μετὰ
 τῆς προσλήψεως, ἕν ἐκ δύο τῶν ἐναντίων, σαρκὸς 
καὶ πνεύματος· ὧν τὸ μὲν ἐθέωσε, τὸ δὲ ἐθεώθη".
 Διότι ἡ μίξις τῆς ὑπεροχῆς ἐπιβάλλει τοῦτο, ἀφοῦ 
ἡ πρώτη κίνησις, ἡ προτεραιότης, τό αἴτιον καί τό 
"μέσον" ἀνήκει εἰς τήν θείαν Φύσιν. Ὁ Θεός Λόγος
 ἔλαβε σάρκα, τό ἀντίθετον δέν λέγεται, καίτοι
 ὡς ἀποτέλεσμα ὑποτίθεται ἤ μᾶλλον παραμένει
 ἀνοικτόν διότι προϋποτίθεται ἡ ἀνθρωπίνη ἀπόφασις 
καί ἐνέργεια. Ἡ θέωσις σημαίνει τήν δυνατότητα διά
 τόν ἄνθρωπον νά ἀναχθῇ πρός τό πραγματικῶς 
ἀνθρώπινον, δηλαδή εἰς τό ὑπάρχειν κατ' εἰκόνα 
καί ὁμοίωσιν, ὡς ἐδημιουργήθη ὁ ἄνθρωπος 
ἀπ' ἀρχῆς ὑπό τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ.

Τήν δυνατότητα ταύτην δίδει εἰς τήν ἀνθρωπίνην 
ὕπαρξιν ἡ πίστις, ἐξηρτημένη ἐπίσης ἀπό τῆς
 ἀποφάσεως τοῦ ἀνθρώπου καί μέσω τῶν μυστηρίων, 
τά ὁποῖα εἶναι τά ἀντίτυπα τοῦ ἀρχετύπου ἐν τῇ
 ἱστορίᾳ. Ταῦτα ἀντιπροσωπεύουν πλήρως 
τήν ὀντολογικήν παρουσίαν τοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ
 δυνατότης, δηλαδή, ἑδράζεται κατά
 ρεαλιστικόν τρόπον ἐπί ἀκλονήτου ἀντικειμενικῆς 
πραγματικότητος - ἡ Ἐκκλησία! - ἡ ὁποία διαπερνᾶ
 κάθε ἱστορικήν πραγματικότητα καί δέν ἐξαρτᾶται 
ἐξ αὐτῆς ὡς πρός τήν ἐνέργειαν καί 
ἀποτελεσματικότητά της. Οἱασδήποτε ἐνέργεια
 τοῦ ἀνθρώπου τήν προϋποθέτει.

Τό ὑπερβατικόν, τό Ἀπόλυτον Ὄν γίνεται
 οὕτω δυνατότης συνυπάρξεως μεθ' ἡμῶν
 μέσω τῆς ἐλευθέρας ἀποφάσεώς μας. Ἡ ἀπόφασις
 αὐτή, ἡ ὑπαρκτική ἐκλογή τοῦ ἀνθρώπου νά ἀποδεχθῇ 
τήν ἱστορικήν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ ἐντός τῆς ἱστορίας καί
 ἡ σύμφωνος πρός τήν παρουσίαν αὐτήν συμμετοχή μας
 εἰς πᾶν ἔργον τό ὁποῖον ὑποβοηθεῖ εἰς τήν 
ἀναδημιουργίαν τοῦ πραγματικῶς ἀνθρωπίνου 
εἶναι ἡ μόνη δυνατότης συνδέσεως Οὐσίας καί Ὑπάρξεως. 

------------------------------------------

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...