Ο Χριστός είναι ο Λόγος του Θεού που ενανθρώπησε. Δεν ήρθε ουρανοκατέβατος, αλλά δια Παρθένου Γυναικός δια Πνεύματος Αγίου, και ως εκ τούτου έχει καταγωγή κατά σάρκα.
Παρατηρείται η προσπάθεια «Ελληνοποίησεως» του Χριστού και της Παναγίας, η οποία προέρχεται από κύκλους «αρχαιολατρών». Οι «αρχαιολάτρες» θέλουν το κάθε τι Ελληνικό. Δεν είναι μόνο εκείνοι που βρίζουν την Χριστιανική πίστη και τον Χριστό, αλλά είναι και εκείνη η μερίδα που κινείται στο άλλο άκρο. Και που είναι το κακό, ίσως διερωτηθεί κανείς. Εφόσον υπέρ του Χριστού μιλούν. Που είναι το κακό εάν είναι Έλληνας στην καταγωγή; Δεν θα ήταν αυτό κακό, διότι από οποιοδήποτε έθνος και αν προερχόταν κατά σάρκα ο Κύριος Ιησούς Χριστός, αυτό δεν θα έπαιζε κανένα ρόλο στην σωτηρία του ανθρώπου. Γίνεται όμως κακό, όταν κατά αυτό τον τρόπο αμφισβητείται η Αγία Γραφή, που είναι ξεκάθαρη ότι ο Χριστός προέρχεται κατά την ανθρωπότητά του, από τον Ισραήλ. Επίσης, έχουμε αμφισβήτηση της Εκκλησίας, αλλά και των αγίων και θεοφόρων Πατέρων, οι οποίοι βέβαια συμφωνούν με την Αγία Γραφή. Επειδή παρατηρείται μία σχεδόν φρενίτιδα από αυτό, που έχει μάλιστα επηρεάσει και Χριστιανούς ακόμα- σαν να μην υπάρχουν οι Θείες Γραφές και οι Πατέρες, θα επιχειρηθεί να δοθεί μια απάντηση, χωρίς να εξαντλήσουμε όλη την Αγία Γραφή, μιας και αυτή έχει άπειρο βάθος.
Ο Χριστός είναι και κτιστός και άκτιστος. Είναι ο Λόγος που προσέλαβε και έκανε δική του την ανθρώπινη φύση που προσέλαβε από την υπεραγία Θεοτόκο, χωρίς να πάψει να είναι ότι ήταν και πριν, δηλαδή Θεός Λόγος.
Εξηγεί ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης:
«Ο Χριστός είναι και κτιστός και Άκτιστος. Ονομάζουμε δε άκτιστη τη αίδια και προαιώνια και δημιουργική όλων των όντων φύση Του· ενώ λέμε κτιστό το σώμα που κατά την ενανθρώπιση του για χάρη μας ενώθηκε με το δικό μας ανθρώπινο σώμα της ταπείνωσης. Αλλά είναι προτιμότερο να αναφέρω με τα ίδια τα λόγια της Γραφής το νόημα για αυτό. Άκτιστον ονομάζουμε τον Λόγο, ο οποίος υπήρχε εν αρχή και που ήταν πάντοτε κοντά στον Θεό και τον Θεό που είναι ο Λόγος [..] κτιστόν ονομάζουμεν αυτόν που σαρκώθηκε και σκήνωσε ανάμεσά μας».
(Μυστική Θεολογία, αρχ. Π. Μπρούσαλης, απόσπασμα από τα σχόλια του αγίου Γρηγορίου εις το Άσμα Ασμάτων, σελ. 615).
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής αναφέρει, ότι «Πριν από την φανερή και σαρκική παρουσία του, υπήρχε πνευματικά ο Λόγος του Θεού στους πατριάρχες και τους προφήτες κάνοντας προτύπωση των μυστηρίων της παρουσίας Του» (Τ. Φ 14, σελ. 519). Έχει ενεργό ρόλο ο Λόγος του Θεού, άσαρκος τότε, αναφορικά με το Ευαγγέλιό Του, με την μέλλουσα ενανθρώπισή Του.
Το πνεύμα της προφητείας της Αγίας Γραφής, ανάμεσα στα πολλά χαρακτηριστικά που δίνει για τον Μεσσία, δίνει επίσης και για την καταγωγή του. Θα αναφέρουμε αυτά τα ξεκάθαρα εδάφια, για να ξεκαθαρίσει μια και καλή το θέμα. Όσο προχωράμε πιο κοντά στην γέννηση του Χριστού, τόσο πιο ξεκάθαρες γίνονται και οι σχετικές προφητείες. Ο προφητικός λόγος της Παλαιάς Διαθήκης λειτουργεί ως λυχνάρι και δίνει φως τόσο όσο χρειάζεται για να φτάσει κανείς στον Χριστό, μέχρι που να ανατείλει ο Χριστός στην καρδιά μας, κατά τον φωτισμό.
«Και έχομεν βεβαιότερον τον προφητικόν λόγον, εις τον οποίον κάμνετε καλά να προσέχητεως εις λύχνον φέγγοντα εν σκοτεινώ τόπω, εωσού έλθη η αυγή της ημέρας και ο φωσφόρος ανατείλη εν ταις καρδίαις υμών· τούτο πρώτον εξεύροντες, ότι ουδεμία προφητεία της γραφής γίνεται εξ ιδίας του προφητεύοντος διασαφήσεως· διότι δεν ήλθε ποτέ προφητεία εκ θελήματος ανθρώπου, αλλ’ υπό του Πνεύματος του Αγίου κινούμενοι ελάλησαν οι άγιοι άνθρωποι του Θεού» (Β’ Πέτρου, 1:19-21).
Η πρώτη προφητεία που υπάρχει στην Αγία Γραφή για την υπόσχεση του ερχομού του Μεσσία, του Χριστού δηλαδή, βρίσκεται στο τρίτο κεφάλαιο της Γενέσεως, στο εδάφιο 15: «έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου καιτου σπέρματος αυτής· αυτό (‘’αυτός’’, κατά τους Εβδομήκοντα) θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού».
Είναι η προφητεία πάνω στην οποία στηρίζεται όλο το Χριστιανικό Ευαγγέλιο. Είναι η πρώτη απάντηση στην πτώση του ανθρώπου. Ο Θεός λέει ότι το σπέρμα της γυναικός θα σύντριβε την κεφαλή του φιδιού, το οποίο δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο διάβολος, ο όφης ο αρχαίος. Μιλάει για μια συγκεκριμένη γυναίκα («της γυναικός», όχι απλά «γυναικός»), χωρίς να δίνει περισσότερες πληροφορίες. Το ότι λέει για «σπέρμα της γυναικός», υπονοεί ακριβώς ότι ο Ερχόμενος, θα γεννηθεί από Παρθένο, εφόσον η γυναίκα δεν έχει σπέρμα. Αυτός που θα γεννηθεί, θα σύντριβε κάποτε τον διάβολο.
Η αποκάλυψη όμως που δόθηκε, δεν σταμάτησε εκεί. Σε όλη την πορεία της ανθρωπότητας, ο Θεός έδινε περισσότερα στοιχεία και πιο συγκεκριμένα, σχετικά με την αποκάλυψη περί της γεννήσεως του Μεσσία. Στην Αγία Γραφή προβάλλονται τα πρόσωπα τα οποία διαδραμάτισαν ρόλο σημαντικό.
Η Αγία Γραφή αναφέρεται στον Αβραάμ, ο οποίος εκλήθη από τον Θεό να βγει από τα όριά του, δίδοντάς του την επαγγελία που αποτελεί και συμπληρωματικό στοιχείο της ίδιας αποκάλυψης που είχε δώσει κάποτε στους πρωτόπλαστους.
«[..] θέλω σε κάμει εις έθνος μέγα· και θέλω σε ευλογήσει, και θέλω μεγαλύνει το όνομά σου· και θέλεις είσθαι εις ευλογίαν· και θέλω ευλογήσει τους ευλογούντάς σε, και τους καταρωμένους σε θέλω καταρασθή· και θέλουσιν ευλογηθή εν σοι πάσαι αι φυλαί της γης» (Γένεση 12: 2-3).
Αυτό το «εν σοι», ότι δηλαδή, θα ευλογηθούν όλες οι φυλές της γης «εν σοι», σήμαινε ακριβώς ότι μέσα από τους απογόνους του θα έρχονταν ο Χριστός. Ο Θεός θα χάριζε παιδί στον Αβραάμ και στην Σάρρα. Ο απ Παύλος, έτσι το εξηγεί: «Προς δε τον Αβραάμ ελαλήθησαν αι επαγγελίαι και προς το σπέρμα αυτού· δεν λέγει, Και προς τα σπέρματα, ως περί πολλών, αλλ’ ως περί ενός, Και προς το σπέρμα σου, όστις είναι ο Χριστός» (Γαλάτας, 3:16).
Η κατά σάρκα καταγωγή του Χριστού γίνεται πιο σαφής. Θα έρθει από απόγονο του Αβραάμ, ο οποίος Αβραάμ είναι ο γενάρχης του Ισραήλ. Ακόμα πιο συγκεκριμένα, από τον γιό του τον Ισαάκ και όχι από τον Ισμαήλ, καθόσον είχε δύο γιούς από διαφορετικές γυναίκες. Ο Ισμαήλ εκ της Άγαρ, έγινε άλλο έθνος.
«Και είπεν ο Θεός, Ναι η γυνή σου Σάρρα θέλει γεννήσει υιόν εις σε, και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ισαάκ· και θέλω στήσει την διαθήκην μου προς αυτόν εις διαθήκην αιώνιον, και προς το σπέρμα αυτού μετ’ αυτόν· περί δε του Ισμαήλ σου εισήκουσα· Ιδού, ευλόγησα αυτόν, και θέλω αυξήσει αυτόν, και θέλω πληθύνει αυτόν σφόδρα σφόδρα· δώδεκα άρχοντας θέλει γεννήσει, και θέλω κάμει αυτόν έθνος μέγα· αλλά την διαθήκην μου θέλω στήσει προς τον Ισαάκ, τον οποίον θέλει γεννήσει η Σάρρα εις σε το ερχόμενον έτος, εν τω αυτώ τούτω καιρώ» (Γένεση, 17:19-21).
Ακόμα πιο ξεκάθαρο, ότι η Διαθήκη στήνεται προς τον απόγονο του Αβραάμ, τον Ισαάκ. Όχι στον Ισμαήλ, τον μετέπειτα γενάρχη των Αράβων.
Το ίδιο λέει ξανά ο Θεός, αφού δοκιμάστηκε η πίστη του Αβραάμ. «εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάντα τα έθνη της γής· διότι υπήκουσας εις την φωνήν μου» (Γένεση, 22: 18).
«Προς δε τον Αβραάμ ελαλήθησαν αι επαγγελίαι και προς το σπέρμα αυτού· δεν λέγει, Και προς τα σπέρματα, ως περί πολλών, αλλ’ ως περί ενός, Και προς το σπέρμα σου, όστις είναι ο Χριστός» (Γαλάτες, 3:16).
Ο Μεσσίας πρέπει να είναι από την γενιά του Σήμ, ώστε να είναι «σπέρμα του Αβραάμ», εφόσον ο Αβραάμ είναι απόγονος του συγκεκριμένου γιού του Νώε, σύμφωνα με την Αγία Γραφή (Γένεση, 11: 10- 26).
Ακόμα πιο συγκεκριμένο γίνεται το πράγμα, όταν ο Θεός λέει τα ίδια πράγματα με αυτά που είπε στον Αβραάμ, στον Ιακώβ, που ήταν γιος του Ισαάκ, δηλαδή εγγονός του Αβραάμ.
«και θέλουσιν ευλογηθή εν σοι, και εν τω σπέρματί σου πάσαι αι φυλαί της γής» (Γένεση, 28:14).
Και αυτό πολύ σπουδαίο, καθόσον ο Ισαάκ είχε δύο γιούς. Όμως, η επαγγελία δίδεται στον Ιακώβ και όχι στον Ησαύ. Η Αγία Γραφή δείχνει όλη την σειρά και την γραμμή.
Ο Ιακώβ, όταν ήταν να αναχωρήσει από αυτό τον κόσμο, ευλόγησε τα παιδιά του. Ο Ιακώβ, στο μεταξύ είχε μετονομαστεί σε «Ισραήλ» (Γένεση, 32:28). Τα παιδιά του, επρόκειτο να γίνουν οι φυλές του λαού αυτού. Στον γιό του τον Ιούδα, προφητεύει τα εξής που έχουν άμεση σχέση με τον Μεσσία:
«Ιούδα, σε αινέσαισαν οι αδελφοί σου, αι χείρες σου επί νώτου των εχθρών σου, προσκυνήσουσιν σοι οι υιοί του πατρός σου· σκύμνος λέοντος Ιούδα. Εκ βλαστού υιε μου ανέβης· αναπεσών εκοιμήθης ως λέων και ως σκύμνος· τις εγέρει αυτόν; Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα και ηγούμενος εκ των μηρών αυτού, έως αν έλθη τα αποκείμενα αυτώ και αυτός προσδοκία εθνών» (Γένεση, 49: 8-10).
Εδώ, δηλώνεται η ανωτερότητα του Ιούδα έναντι των αδελφών εξ αιτίας του Μεσσία, εφόσον οι αδελφοί του θα τον αινέσουν και θα τον προσκυνήσουν. Η Γέννηση του Χριστού παραλληλίζεται στην Αγία Γραφή με ένα τρυφερό φυτό που μεγαλώνει και αναπτύσσεται. Στον Ησαία αναφέρεται ως «άνθος» (Ησαίας, 11:1), ως «ρίζα και τρυφερό φυτό» (Ησαίας. 53:2). Επίσης, αναφέρεται και ο θάνατος του Χριστού και η ανάσταση, στην προφητεία του Ιακώβ. Λέων, είναι ο Μεσσίας (Αποκάλυψη, 5:5). Η προσδοκία των εθνών θα προέλθει εκ της φυλής του Ιούδα. Απόδειξη, ότι ο Μεσσίας είναι για όλα τα έθνη. Ο απ Παύλος, ο μεγάλος αυτός διδάσκαλος, θα γράψει αργότερα: «Επειδή είναι πρόδηλον ότι εξ Ιούδα ανέτειλεν ο Κύριος ημών» (Προς Εβραίους, 7:14).
Ο άγιος Ιππόλυτος Ρώμης ερμηνεύει πολύ όμορφα την προφητεία του Ιακώβ. Η φράση «αι χείρες σου επί νώτου των εχθρών σου» εφαρμόζονται στον Μεσσία και δείχνει, κατά την ερμηνεία του αγίου, ότι ο λαός θα Τον αποστραφεί και θα του γυρίσει την πλάτη, αλλά στα έσχατα θα Τον δοξάσουν (ΒΕΠΕΣ 6, σελ. 116).
Η φράση, «σκύμνος λέοντος Ιούδα», αναφέρεται στον Χριστό που θα έλθει από την φυλή Ιούδα (ΒΕΠΕΣ 6, σελ. 200).
Η φράση, «Εκ βλαστού υιε μου ανέβης», δηλώνει την εκ Παρθένου γέννηση (ΒΕΠΕΣ 6, σελ. 200).
Η φράση, «αναπεσών εκοιμήθης ως λέων και ως σκύμνος», είναι η κοίμηση του Χριστού, ενώ το «τις εγέρει αυτόν», η Ανάσταση (ΒΕΠΕΣ 6, σελ. 200).
Και η φράση, «Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα και ηγούμενος εκ των μηρών αυτού, έως αν έλθη τα αποκείμενα αυτώ και αυτός προσδοκία εθνών», είναι η διαδρομή του βασιλικού γένους από την φυλή του Ιούδα μέχρι τον Χριστό. (ΒΕΠΕΣ 6, σελ. 201).
Ο Μωυσής αργότερα, στην εποχή του Νόμου, λέει προφητικά αναφερόμενος στον Μεσσία, και επιβεβαιώνοντας την Ισραηλιτική του καταγωγή:
«Προφήτην εκ μέσου σου θέλει αναστήσει εις σε Κύριος ο Θεός σου εκ των αδελφών σου, ως εμέ· αυτού θέλετε ακούει» (Δευτερονόμιο, 18:15).
Ο προφήτης Ησαίας, αναφέρει ότι ο Μεσσίας θα προέλθει από την γενιά του Ιεσσαί:
«Και θέλει εξέλθει ράβδος εκ του κορμού του Ιεσσαί, και κλάδος θέλει αναβή εκ των ριζών αυτού» (Ησαίας, 11:1).
Η ράβδος είναι η Παναγία που είναι απόγονος του Ιεσσαί, και ο κλάδος είναι ο Χριστός. Ο Ιεσσαί, είναι ο πατέρας του Δαβίδ, που ήταν βασιλιάς στον Ισραήλ. Η συνέχεια της γενεαλογικής γραμμής περνά από τον Δαβίδ.
«Άπαξ ώμοσα εις την αγιότητά μου, ότι δεν θέλω ψευσθή προς τον Δαβίδ. Το σπέρμα αυτού θέλει διαμένει εις τον αιώνα και ο θρόνος αυτού ως ο ήλιος, ενώπιον μου» (Ψαλμός 89:35- 36).
Ο απ Πέτρος θα κηρύξει την ημέρα της Πεντηκοστής περί του Χριστού αναφερόμενος στον Δαβίδ ότι: «[..] ήξευρεν ότι μεθ' όρκου ώμοσε προς αυτόν ο Θεός, ότι εκ του καρπού της οσφύος αυτού θέλει αναστήσει κατά σάρκα τον Χριστόν [..]» (Πράξεις, 2: 30).
Ο άγιος ευαγγελιστής Ματθαίος θα γράψει στο Ευαγγέλιό του: «Βίβλος της γενεαλογίας του Ιησού Χριστού, υιού του Δαβίδ, υιού του Αβραάμ» (1:1), παραθέτοντας το γενεαλογικό δέντρο του Μεσσία, βάση των Γραφών. Επειδή ακριβώς ήξεραν οι Εβραίοι, με βάση τις προφητείες, ότι ο Μεσσίας θα έρχονταν από τον Νώε, Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ, Ιούδα, και Δαβίδ, και έτσι αυτό λειτουργούσε ως ένα επί πλέον κριτήριο για την διάκριση των ψεύτικων μεσσίων, που ο Κύριος χαρακτήρισε ως ''κλέπτες'' και ''ληστές''.
Ο ευαγγελιστής δίδει την γενεαλογία του Ιωσήφ, επειδή ο Ιωσήφ ήταν ο νομιζόμενος πατέρας του Ιησού Χριστού, και πάντα δίδονταν τότε οι γενεαλογίες των ανδρών, εφόσον τα κληρονομικά δικαιώματα κληρονομούνταν από τους πατέρες και όχι από τις μητέρες. Βέβαια, και η Παναγία ήταν από τον οίκο του Δαβίδ όπως και ο Ιωσήφ.
«Εν δε τω μηνί τω έκτω απεστάλη ο άγγελος Γαβριήλ υπό του Θεού εις πόλιν της Γαλιλαίας ονομαζομένην Ναζαρέτ, προς παρθένον ηρραβωνισμένην με άνδρα ονομαζόμενον Ιωσήφ, εξ οίκου Δαβίδ, και το όνομα της παρθένου Μαριάμ» (Λουκάς, 1:26-27).
Το «εξ οίκου Δαβίδ», αναφέρεται όχι στον Ιωσήφ στο χωρίο αυτό, αλλά στην Παρθένο Μαρία, εφόσον το κεντρικό πρόσωπο του χωρίου είναι η Μαρία και όχι ο Ιωσήφ, και ο ευαγγελιστής δίδει πληροφορίες για αυτήν. Αυτό είναι αποδεκτό από όλους τους ερμηνευτές, όπως τον Χρυσόστομο, τον Ζιγαβηνό, τον Ιουστίνο, τον Ειρηναίο, τον Τερτυλλιανό (πρβλ. Υπόμνημα Π. Τρεμπέλα, εις το Κατά Ματθαίον, σελ. 31).
Αλλά και ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος είναι σαφής: «Διότι ο Θεός μας Ιησούς Χριστός κυοφορήθηκε από τη Μαρία κατ’ οικονομία Θεού, προερχόμενος από τη γενιά βέβαια του Δαβίδ, αλλά δια του Αγίου Πνεύματος [..]» (Επιστολή προς Εφεσίους, ΧVIII, 2).
Από την στιγμή που έλαβε το σώμα από την Παρθένο Μαρία, συνεπώς και η Παρθένος είναι από την γενιά του Δαβίδ, όπως ο Χριστός.
Όλη η Αγία Γραφή δηλώνει καθαρά την κατά σάρκα καταγωγή του Κυρίου από το Ισραήλ. Οτιδήποτε και αν πει ο καθένας, θα θεωρηθεί ως αμφισβήτηση των Γραφών, και συνεπώς δεν είναι καν Χριστιανός.
Πέρα από όσα παραθέσαμε, μπορείτε να δείτε τα ακόλουθα χωρία, από τα πολλά που υπάρχουν:
Προς Ρωμαίους 9:7, Προς Ρωμαίους 9:4-5, Προς Ρωμαίους 1:3,
Προς Εβραίους 11:18, Λουκάς 1: 32, Β’ Τιμοθέου 2: 8, Πράξεις 13:22-23
Αριθμοί 24:17, 19. Ματθαίος 9:27, Ματθαίος 15:22, Ματθαίος 9:27, 12:22-23, 15:22, 20:30-31, 21:9, 15, Μάρκος 10:47-48, Λουκάς 18:38-39. Ματθαίος 22:41-46.
Οι γονείς της Παναγίας ήταν Εβραίοι, το όνομα «Μαρία- Μύριαμ» είναι Εβραϊκό. Η Εβραϊκή καταγωγή όχι μόνο δεν αμφισβητήθηκε κατά την αρχαιότητα, αλλά ομολογείται και από τους αρνητές της Πίστεως. Σχετικές αναφορές κάνει ο Κέλσος στον «Αληθή λόγο», και ο Πορφύριος στο «Κατά Χριστιανών».
Πολύ σημαντικό είναι να πούμε κάτι που παρερμηνεύεται. Ο Ιωσήφ και η Παναγία μετανάστευσαν μεν στην Γαλιλαία «των εθνών», αλλά ήταν από την Ιουδαία.
Αυτό φαίνεται καθαρά από την απογραφή. Λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς: « Εν εκείναις δε ταις ημέραις εξήλθε διάταγμα παρά του Καίσαρος Αυγούστου να απογραφή πάσα η οικουμένη. Αύτη η απογραφή έγεινε πρώτη, ότε ηγεμόνευε της Συρίας ο Κυρήνιος. Και ήρχοντο πάντες να απογράφωνται, έκαστος εις την εαυτού πόλιν. Ανέβη δε και Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ της πόλεως Ναζαρέτ εις την Ιουδαίαν εις την πόλιν του Δαβίδ, ήτις καλείται Βηθλεέμ,επειδή αυτός ήτο εκ του οίκου και της πατριάς του Δαβίδ, διά να απογραφή μετά της Μαριάμ της ηρραβωνισμένης με αυτόν εις γυναίκα, ήτις ήτο έγκυος». (Λουκάς, 2: 1-5).
Από την Γαλιλαία που διέμεναν, πήγαν στην Ιουδαία από όπου και κατάγονταν προκειμένου να απογραφούν.
Στην Γαλιλαία, και πιο συγκεκριμένα στην Ναζαρέτ, ο Ιησούς ανατράφηκε, μεγάλωσε δηλαδή, για αυτό και την αποκαλεί πατρίδα του (Λουκάς 4: 16 και 4: 24 αντίστοιχα). Όχι ότι καταγόταν από εκεί.
Στον διάλογο με την Σαμαρείτισσα, εκείνη τον αποκάλεσε Ιουδαίο, και Εκείνος δεν την διόρθωσε.
«Λέγει λοιπόν προς αυτόν η γυνή η Σαμαρείτις· Πως συ, Ιουδαίος ων, ζητείς να πίης παρ' εμού, ήτις είμαι γυνή Σαμαρείτις; Διότι δεν συγκοινωνούσιν οι Ιουδαίοι με τους Σαμαρείτας» (Ιωάννης, 4: 9).
Πως κατάλαβε ότι ήταν Ιουδαίος; Απαντά ο Χρυσόστομος: «Και πως αυτή αντελήφθη ότι ο Χριστός ήτο Ιουδαίος; Ίσως από την ενδυμασία του, ίσως από την προφοράν του. Εσύ όμως παρατήρησε, πόσο οξυδερκής ήτο η γυνή» (ΕΠΕ 13, σελ. 529).
Μάλιστα, παρακάτω, εκπλήσσονται οι μαθητές, επειδή μιλάει με γυναίκα.
«Και επάνω εις τούτο ήλθον οι μαθηταί αυτού και εθαύμασαν ότι ελάλει μετά γυναικός· ουδείς όμως είπε, Τι ζητείς; ή Τι λαλείς μετ' αυτής;» (Ιωάννης, 4: 27).
Ως προς τι ο θαυμασμός; Μήπως δεν είχε μιλήσει με γυναίκα άλλη φορά; Και βέβαια είχε μιλήσει και είχε θεραπεύσει κιόλας, όπως αφηγούνται τα Ευαγγέλια. Σκοπίμως ο ευαγγελιστής υπογραμμίζει το ότι οι Ιουδαίοι δεν είχαν επικοινωνία με τους Σαμαρείτες.
Λέει ο ιερός Χρυσόστομος πάλι: «Διατί όμως απορούν; Δια την προσήνειαν και την υπερβολικήν ταπεινότητα, διότι ενώ ήτο τόσον περίβλεπτος, ηνείχετο να συζητεί με τόσην ταπεινοφροσύνην με πτωχήν γυναίκα και μάλιστα Σαμαρείτιν» (ΕΠΕ 13 Α, σελ. 45).
Γενικότερα, μέσα από τον διάλογο, προκύπτει ότι ο Χριστός ήταν Ιουδαίος.
«Βλέπεις με ποιον τρόπον θέλει να παρουσιάσει την Ιουδαικήν καταγωγήν;» (ΕΠΕ 13, σελ. 533).
Συνέβη ένα περιστατικό, κατά το οποίο έγινε σχίσμα στον όχλο για την καταγωγή του Χριστού. Επίσης, φαίνεται ότι είχαν παρερμηνεύσει τον Μωυσή, και θεωρούσαν ότι άλλος είναι ''ο Προφήτης'', και άλλος ο Χριστός.
Αναφέρει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Πολλοί λοιπόν εκ του όχλου ακούσαντες τον λόγον, έλεγον· Ούτος είναι αληθώς ο προφήτης. Άλλοι έλεγον· Ούτος είναι ο Χριστός. Άλλοι δε έλεγον· Μη γαρ εκ της Γαλιλαίας έρχεται ο Χριστός; Δεν είπεν η γραφή ότι εκ του σπέρματος του Δαβίδ και από της κώμης Βηθλεέμ, όπου ήτο ο Δαβίδ, έρχεται ο Χριστός; Σχίσμα λοιπόν έγεινε μεταξύ του όχλου δι' αυτόν. Τινές δε εξ αυτών ήθελον να πιάσωσιν αυτόν, αλλ' ουδείς επέβαλεν επ' αυτόν τας χείρας. (7:40-44).
Εφόσον ο Χριστός ήταν Ιουδαίος, λένε κάποιοι, γιατί δεν τους το είπε; Άρα, για να μην μιλάει, είναι από την εξελληνισμένη Γαλιλαία. Το συμπέρασμα αυτό όμως είναι πολύ πρόχειρο, διότι προκύπτει άνευ όλων των δεδομένων που έχουμε, και διότι στηρίζεται όχι σε σαφή ρήση του Χριστού, αλλά στην σιωπή του Χριστού.
Γιατί λοιπόν, ο Χριστός δεν είπε ότι είναι Ιουδαίος;
Ας δούμε πως το ερμηνεύει ο ιερός Χρυσόστομος.
«Διότι η γνώμη των είχε διαφθαρεί. Διότι άλλοι έλεγαν, ''Αυτός είναι πραγματικά ο Προφήτης'', άλλοι έλεγαν ότι ''Πλανά τον λαό'', άλλοι έλεγαν ''Δεν θα έλθει από την Γαλιλαία ο Χριστός, αλλά από την κώμη της Βηθλεέμ'', και άλλοι, ''Όταν έλθει ο Χριστός, κανείς δεν θα εξεύρει από που είναι''. Και αι γνώμαι μέσα εις αυτό το ταραγμένο πλήθος ήσαν διαφορετικαί. Διότι ούτε ήκουαν με προσοχήν τα λόγια του, ούτε είχαν την επιθυμίαν να μάθουν. Δια αυτό λοιπόν δεν απαντά τίποτε εις αυτούς αν και ισχυρίζονται, ''Μήπως ο Χριστός θα έλθει από την Γαλιλαία;'', ενώ ο Ναθαναήλ, ο οποίος είχε εκφραστεί οξύτερον και σκληρότερο, ''Είναι δυνατόν να προέλθει κάτι καλόν από την Γαλιλαίαν;'', επήνεσε ως αληθινόν Ισραηλίτην. Διότι αυτοί εδώ και οι Φαρισαίοι που είπαν εις τον Νικόδημον, ''Να ερευνήσεις και θα ιδείς, ότι δεν έχει έλθει Προφήτης από την Γαλιλαίαν'', δεν τα έλεγαν αυτά επειδή ήθελαν να μάθουν, αλλά επειδή ήθελαν να ανατρέψουν την γνώμην περί του Χριστού. Εκείνος όμως επειδή ηγάπα την αλήθειαν και εγνώριζε λεπτομερώς όλα τα παλαιά, εξεφράζετο κατ’ αυτόν τον τρόπον, αλλ’ οι Φαρισαίοι μόνον εις εν απέβλεπον, εις το να ανατρέψουν την γνώμην ότι αυτός είναι ο Χριστός. Δι αυτόν τον λόγον δεν απεκάλυπτε τίποτε εις αυτούς. Διότι αυτοί οι οποίοι αντέφασκον προς τον εαυτόν τους λέγοντες ‘’Κανείς δεν εξεύρει από πού θα έλθει’’, και άλλοτε ‘’Από τη Βηθλεέμ’’, είναι ολοφάνερον ότι θα προέβαλλαν αντιρρήσεις, εάν μάθαιναν. Αλλά έστω, δεν γνώριζαν τον τόπον, δηλαδή ότι ήτο από την Βηθλεέμ, διότι έζησεν εις την Ναζαρέτ, αν και ούτε αυτό συγχωρείται, διότι δεν εγεννήθη εκεί, άραγε δεν εγνώριζον ούτε την καταγωγήν του, ότι ήτο από τον οίκο και την οικογένειαν του Δαβίδ; Διατί τότε έλεγον, ‘’Δεν έρχεται ο Χριστός από το σπέρμα του Δαβίδ;’’. Αλλά και τούτο ήθελαν κατ’ εκείνον τον τρόπον να συσκοτίσουν, ομιλούντες περί όλων δολίως. Διατί δεν επλησίασαν να τον ρωτήσουν· ''Επειδή σε θαυμάζομεν δι’ όλα τα άλλα, μας προτρέπεις μάλιστα να πιστεύσωμεν εις εσέ σύμφωνα με τας Γραφάς, ειπέ μας, διατί μεν αι Γραφαί λέγουν ότι ο Χριστός πρέπει να έλθει από την Βηθλεέμ, ενώ εσύ έχεις έλθει από την Γαλιλαίαν;''. Δεν του έκαμαν καμίαν τέτοιαν ερώτησιν, αλλά ομίλουν δι’ όλα με πονηρία. Το ότι βέβαια δεν ερευνούσαν ούτε ήθελαν να μάθουν, το απέδειξεν ο ευαγγελιστής, ο οποίος αμέσως πρόσθεσε· ‘’Μερικοί ήθελαν να τον πιάσουν, αλλά κανείς δεν έβαλε χέρι επάνω του’’» (ΕΠΕ 13 Α, σελ. 435- 436).
Συνεπώς, δεν αντέδρασαν έτσι επειδή ήταν δήθεν η καταγωγή του Χριστού από την εξελληνισμένη Γαλιλαία, αλλά εξ αιτίας της κακής τους προαίρεσης.
Οι σοφοί που έψαχναν τον Χριστό για να Τον προσκυνήσουν, οι οποίοι ήρθαν από την Ανατολή και πιθανότατα ήξεραν την προφητεία του Βαλαάμ περί του αστέρος (Αριθμοί 24:17), τον αποκαλούν «Βασιλέα των Ιουδαίων».
«Αφού δε εγεννήθη ο Ιησούς εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας επί των ημερών Ηρώδου του βασιλέως, ιδού, μάγοι από ανατολών ήλθον εις Ιεροσόλυμα, λέγοντες· Που είναι ο γεννηθείς βασιλεύς των Ιουδαίων; διότι είδομεν τον αστέρα αυτού εν τη ανατολή και ήλθομεν διά να προσκυνήσωμεν αυτόν. Ακούσας δε Ηρώδης ο βασιλεύς, εταράχθη και πάσα η Ιεροσόλυμα μετ' αυτού, και συνάξας πάντας τους αρχιερείς και γραμματείς του λαού, ηρώτα να μάθη παρ' αυτών που ο Χριστός γεννάται. Εκείνοι δε είπον προς αυτόν· Εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας· διότι ούτως είναι γεγραμμένον διά του προφήτου· Και συ, Βηθλεέμ, γη Ιούδα, δεν είσαι ουδόλως ελαχίστη μεταξύ των ηγεμόνων του Ιούδα· διότι εκ σου θέλει εξέλθει ηγούμενος, όστις θέλει ποιμάνει τον λαόν μου τον Ισραήλ» (Ματθαίος, 2: 1-6).
Είναι πολλά ακόμα τα στοιχεία από την Αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες που αποδεικνύουν όλα αυτά, τα οποία δεν έβαλα στο ήδη μεγάλο σε έκταση άρθρο. Του Θεού θέλοντος, μιας και έρχονται αυτές οι άγιες μέρες, θα αναρτήσουμε σχετικά με τους Πατέρες και τις προφητείες της Αγίας Γραφής αναφορικά με την γέννηση του Χριστού και Θεού μας, που αφορούν και άλλα επί μέρους θέματα, πέρα της καταγωγής.